31986R0856

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 856/86 της Επιτροπής της 24ης Μαρτίου 1986 για την έναρξη της απόσταξης επιτραπέζιου οίνου που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79 του Συμβουλίου για την περίοδο 1985/86

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 080 της 25/03/1986 σ. 0027 - 0031


*****

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 856/86 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 24ης Μαρτίου 1986

για την έναρξη της απόσταξης επιτραπέζιου οίνου που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79 του Συμβουλίου για την περίοδο 1985/86

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 337/79 του Συμβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 1979 περί κοινής οργανώσεως της αμπελοοινικής αγοράς (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3805/85 (2), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 3, το άρθρο 15 παράγραφος 9 και το άρθρο 65,

Εκτιμώντας:

ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 337/79 προβλέπει, στο άρθρο 15 παράγραφος 1, ότι στις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων έχει αποφασισθεί η απόσταξη που αναφέρεται στο άρθρο 41, πρέπει να αρχίσει απόσταξη στηρίξεως μόλις τεθεί σε ισχύ το εν λόγω μέτρο·

ότι, με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 855/86 της Επιτροπής (3), άρχισε, για την περίοδο 1985/86, η απόσταξη που αναφέρεται στο άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79· ότι είναι, συνεπώς, απαραίτητο να αρχίσει η απόσταξη που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79·

ότι, για να συντελέσει αποτελεσματικά το μέτρο αυτό στην εξυγίανση της αγοράς, είναι απαραίτητο να αρχίσει η απόσταξη για το σύνολο των επιτραπέζιων οίνων· ότι, ωστόσο, οι ελάχιστες τιμές αγοράς των οίνων που παραδίδονται στην απόσταξη καθορίζονται σε ποσοστό των τιμών προσανατολισμού των διαφόρων τύπων επιτραπέζιου οίνου· ότι είναι, λοιπόν, απαραίτητο να καθορισθούν επίσης οι επιτραπέζιοι οίνοι που βρίσκονται σε στενή οικονομική σχέση με κάθε τύπο επιτραπέζιου οίνου·

ότι, λόγω της απουσίας ενός κοινοτικού ορισμού για τον ερυθρωπό οίνο και για λόγους σαφήνειας, πρέπει να οριστεί επακριβώς ότι οι ερυθρωποί επιτραπέζιοι οίνοι εξομοιούνται με ερυθρούς οίνους, λόγω της στενής οικονομικής σχέσεως που υπάρχει μεταξύ αυτών·

ότι το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79 προβλέπει ότι δικαιούνται των μέτρων παρέμβασης μόνον οι παραγωγοί που τήρησαν τις υποχρεώσεις του άρθρου 39 και, κατά περίπτωση, των άρθρων 40 και 41 του εν λόγω κανονισμού κατά τη διάρκεια περιόδου αναφοράς που πρόκειται να προσδιοριστεί· ότι, επομένως, είναι αναγκαίο να καθοριστεί η περίοδος αυτή·

ότι, λαμβάνοντας υπόψη την εξυγίανση της αγοράς με την εφαρμογή, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, του μέτρου της αποστάξεως που προβλέπεται από το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79, φαίνεται σκόπιμο να περιορισθεί η συνολική ποσότητα επιτραπέζιου οίνου που μπορεί να αποσταχθεί στα πλαίσια της αποστάξεως στηρίξεως σε 2 εκατομμύρια εκατόλιτρα, και να περιορισθεί η συνολική ποσότητα επιτραπέζιου οίνου για την οποία κάθε παραγωγός μπορεί να υποβάλει ένα ή περισσότερα συμφωνητικά ή δηλώσεις παράδοσης για να εγκριθούν από τον οργανισμό παρέμβασης, σε ποσοστό ανάλογο με την ποσότητα επιτραπέζιου οίνου που παρήγαγε κατά την περίοδο 1985/86· ότι η παραχθείσα ποσότητα επιτραπέζιου οίνου στην οποία πρέπει να εφαρμόζεται το ποσοστό αυτό είναι αυτή που προκύπτει από τη δήλωση παραγωγής που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2102/84 της 13ης Ιουλίου 1984 σχετικά με τις δηλώσεις παραγωγής και αποθεμάτων στον αμπελοοινικό τομέα (4), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2391/85 (5), καθώς και από καταλόγους που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1153/75 της Επιτροπής της 30ής Απριλίου 1975 που καθορίζει το συνοδευτικό έγγραφο σχετικά με τις υποχρεώσεις των παραγωγών και των εμπόρων, εκτός από τους λιανοπωλητές, στον αμπελοοινικό τομέα (6), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3203/80 (7)·

ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη όπου η παραγωγή του οίνου πραγματοποιείται άμεσα από τους παραγωγούς σταφυλών, είναι δυνατόν να καθορίζονται οι ποσότητες που μπορούν να αποσταχθούν, με αναφορά στην καλλιεργούμενη έκταση· ότι η μέθοδος αυτή επιτρέπει να κατανεμηθεί δικαιότερα το πλεονέκτημα του μέτρου, διασφαλίζοντας συγχρόνως την ίδια οικονομική αποτελεσματικότητα·

ότι η απόσταξη στηρίξεως πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83 του Συμβουλίου της 25ης Ιουλίου 1983 που καθορίζει τους γενικούς κανόνες σχετικά με την απόσταξη των οίνων και των υποπροϊόντων οινοποιήσεως (8), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2687/84 (9)· ότι πρέπει, επιπλέον, να υπενθυμιστούν, στα πλαίσια της αποστάξεως αυτής, οι επιπτώσεις λόγω απουσίας δηλώσεων ή υποβολής ατελών ή ανακριβών δηλώσεων·

ότι πρέπει να οριστεί επακριβώς ότι τα συμφωνητικά και οι δηλώσεις παραδόσεως πρέπει να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα απαραίτητα στοιχεία για την εξακρίβωση των οίνων τους οποίους αφορούν·

ότι είναι αναγκαίο να προβλεφθούν ορισμένες προθεσμίες για την εκτέλεση των εργασιών, τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τους αποσταγματοποιούς, προκειμένου να διασφαλισθεί η μεγίστη αποτελεσματικότητα του μέτρου·

ότι η τιμή του οίνου που πρόκειται να αποσταχθεί δεν επιτρέπει κανονικά να διατεθούν στο εμπόριο, με τους όρους της αγοράς, τα προϊόντα που λαμβάνονται από την απόσταξη· ότι είναι, λοιπόν, αναγκαίο να προβλεφθεί μία ενίσχυση, της οποίας το ποσό καθορίζεται με βάση τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την αβεβαιότητα ως προς τις τιμές που επικρατεί στην αγορά των προϊόντων της αποστάξεως·

ότι είναι απαραίτητο να αποφευχθεί ο κίνδυνος διατάραξης της αγοράς αποσταγμάτων οίνου ονομασίας προελεύσεως από τα προϊόντα της αποστάξεως ορισμένων οίνων· ότι, για το σκοπό αυτό, σε εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι, με την άμεση απόσταξη των οίνων αυτών, δεν μπορεί να ληφθεί προϊόν το οποίο να έχει αλκοολικό τίτλο κατώτερο από 92 % vol·

ότι πρέπει να προβλεφθεί ότι η ελάχιστη τιμή που εξασφαλίζεται στους παραγωγούς θα καταβληθεί σ' αυτούς, εν γένει, σε προθεσμία που τους επιτρέπει να αποκομίσουν ένα πλεονέκτημα συγκρίσιμο με εκείνο που θα είχαν σε περίπτωση εμπορικής πώλησης· ότι, με τους όρους αυτούς, είναι απαραίτητο να επισπευσθεί όσο το δυνατόν η καταβολή των ενισχύσεων που οφείλονται για την εν λόγω απόσταξη, και να εξασφαλιστεί, συγχρόνως, κατάλληλο καθεστώς σύστασης εγγύησης, η καλή διεξαγωγή των εργασιών·

ότι ορισμένοι από τους οίνους που παραδίδονται στην απόσταξη που προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό μπορούν να μεταποιηθούν οι διατάξεις που εφαρμόζονται στις εργασίες της αποστάξεως σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στα άρθρα 25 και 26 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83·

ότι, προκειμένου να υπάρξει η ίδια μεταχείριση για όλους τους παραγωγούς σε περίπτωση που αποδειχθεί απαραίτητη η λήψη της απόφασης για τη μείωση των ποσοτήτων οίνου που θα αποσταχθούν, οι οποίες εμφαίνονται στα συμφωνητικά παραδόσεως και στις δηλώσεις, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι οι εργασίες αποστάξεως αρχίζουν μόνον όταν το σύνολο των συμφωνητικών και των δηλώσεων έχει υποβληθεί στους οργανισμούς παρεμβάσεως και όταν είναι γνωστές οι συνολικές ποσότητες που έχουν προσφερθεί·

ότι οι οργανισμοί παρεμβάσεως και η Επιτροπή πρέπει να ενημερώνονται για την εξέλιξη των εργασιών αποστάξεως και να γνωρίζουν, κυρίως, τις ποσότητες του οίνου που αποστάζονται και τις ποσότητες ποσότητες των προϊόντων που λαμβάνονται·

ότι τα μέτρα που προβλέπονται στον κανονισμό αυτό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Διαχείρισης Οίνων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Για την περίοδο 1985/86, αρχίζει απόσταξη βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79, για όλους τους επιτραπέζιους οίνους και εντός ορίου 2 εκατομμυρίων εκατολίτρων.

2. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79, οι παραγωγοί που, κατά τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας 1984/85, έχουν υπαχθεί στις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 39, 40 ή 41 του εν λόγω κανονισμού, μπορούν να επωφεληθούν των μέτρων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, μόνον εφόσον αποδείξουν ότι έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους, κατά τη διάρκεια των περιόδων αναφοράς που καθορίζονται αντίστοιχα στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2461/84 της Επιτροπής (1), στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2462/84 της Επιτροπής (2) και στο άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 147/85 της Επιτροπής (3).

Άρθρο 2

Τα συμφωνητικά και οι δηλώσεις που αναφέρονται αντίστοιχα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο άρθρο 5 kAEae C AEγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83 υποβάλλονται για έγκριση στον αρμόδιο οργανισμό παρεμβάσεως το αργότερο στις 21 Απριλίου 1986.

Άρθρο 3

1. Η συνολική ποσότητα επιτραπέζιου οίνου, για την οποία κάθε παραγωγός μπορεί να συνάψει ένα ή περισσότερα συμφωνητικά, δεν μπορεί να υπερβεί το 5 % της ποσότητας επιτραπέζιου οίνου που παρήγαγε κατά τη διάρκεια της περιόδου 1985/86.

Εντούτοις, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι η συνολική ποσότητα για την οποία κάθε παραγωγός μπορεί να συνάψει ένα ή περισσότερα συμφωνητικά, δεν μπορεί να υπερβεί τα 4 εκατόλιτρα ανά εκτάριο αμπελώνα που καλλιεργεί για την παραγωγή επιτραπέζιου οίνου ο εν λόγω παραγωγός. Στην περίπτωση αυτή, η δυνατότητα αυτή μπορεί είτε να επεκταθεί στο σύνολο της επικράτειας του κράτους μέλους είτε να περιορισθεί στο σύνολο μιας αμπελουργικής ζώνης η μέρους αμπελουργικής ζώνης που περιλαμβάνεται στην επικράτεια αυτού του κράτους μέλους.

Κάθε παραγωγός δεν μπορεί να παραδώσει ποσότητα επιτραπέζιου οίνου κατώτερη από 5 εκατόλιτρα.

2. Η ποσότητα επιτραπέζιου οίνου που παράγεται, για την οποία εφαρμόζονται τα ποσοστά που προβλέπονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, είναι, για κάθε παραγωγό, εκείνη που προκύπτει από το σύνολο των ποσοτήτων που αναγράφονται στη δήλωση παραγωγής του και των ποσοτήτων που ο ίδιος έχει επιτύχει μετά από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης παραγωγής που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2102/84, και οι οποίες προκύπτουν από τους καταλόγους που προβλέπονται στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1153/75.

Άρθρο 4

Τα συμφωνητικά και οι δηλώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 αναφέρουν τουλάχιστον:

α) την ποσότητα, το χρώμα και τον κτηθέντα αλκοολικό τίτλο κατ' όγκο των επιτραπέζιων οίνων που θα αποσταχθούν·

β) το όνομα και τη διεύθυνση του παραγωγού·

γ) τον τόπο αποθηκεύσεως του οίνου·

δ) το όνομα του αποσταγματοποιού ή την εταιρική επωνυμία του αποσταγματοποιείου·

ε) τη διεύθυνση του αποσταγματοποιείου.

Άρθρο 5

1. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, το αργότερο στις 5 Μαΐου 1986, τα στοιχεία σχετικά με τις ποσότητες του επιτραπέζιου οίνου που έχουν εγγραφεί στα συμφωνητικά που έχουν υποβληθεί στον οργανισμό παρεμβάσεως.

2. Στην περίπτωση που, από τις ανακοινώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, προκύπτει ότι η συνολική ποσότητα επιτραπέζιου οίνου που εμφαίνεται στα συμφωνητικά που έχουν υποβληθεί στους οργανισμούς παρεμβάσεως υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια εκατόλιτρα, τα συμφωνητικά εγκρίνονται μόνο για ορισμένο ποσοστό της προβλεπόμενης ποσότητας. Το ποσοστό καθορίζεται από την Επιτροπή το αργότερο στις 20 Μαΐου 1985, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 67 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79.

3. Ο οργανισμός παρεμβάσεως ανακοινώνει στον παραγωγό το αποτέλεσμα της διαδικασίας εγκρίσεως, το αργότερο στις 10 Ιουνίου 1986.

4. Η έγκριση εξαρτάται από την τήρηση των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 10α του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2102/84.

Άρθρο 6

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83, οι εργασίες αποστάξεως δεν μπορούν να αρχίσουν πριν από τις 30 Μαΐου 1986 ούτε να διεξαχθούν μετά τις 31 Αυγούστου 1986.

Άρθρο 7

Από την άμεση απόσταξη οίνων που προέρχονται από τις ποικιλίες σταφυλών που εμφαίνονται στην κατάταξη για την ίδια διοικητική ενότητα συγχρόνως ως ποικιλίες οινοποιίας και ως ποικιλίες που προορίζονται για την παραγωγή αποσταγμάτων οίνου, μπορεί να ληφθεί μόνο προϊόν το οποίο έχει αλκοολικό τίτλο ίσο ή μεγαλύτερο από 92 % vol.

Άρθρο 8

1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 14β του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79, η ελάχιστη τιμή αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού ισούται με:

- 2,80 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο για τους επιτραπέζιους οίνους των τύπων R I και R II και για τους επιτραπέζιους οίνους που βρίσκονται σε στενή οικονομική σχέση με αυτούς τους τύπους επιτραπέζιου οίνου,

- 4,17 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο για τους επιτραπέζιους οίνους του τύπου R III,

- 2,60 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο για τους επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α Ι και για τους επιτραπέζιους οίνους που βρίσκονται σε στενή οικονομική σχέση με αυτόν τον τύπο επιτραπέζιου οίνου,

- 5,82 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο για τους επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙ,

- 6,65 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο για τους επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙΙ.

2. Η ελάχιστη τιμή αγοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πληρώνεται από τον αποσταγματοποιό στον παραγωγό σε προθεσμία 3 μηνών από την ημέρα εισόδου στο αποσταγματοποιείο κάθε παρτίδας παραδιδόμενου οίνου.

Άρθρο 9

1. Το ποσό της ενισχύσεως που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79 καθορίζεται ως εξής:

α) όταν το λαμβανόμενο από την απόσταξη προϊόν ανταποκρίνεται στον ορισμό της ουδέτερης αλκοόλης που εμφαίνεται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83:

- 2,31 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους των τύπων R I και R II,

- 3,70 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου R III,

- 2,11 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α Ι,

- 5,38 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙ,

- 6,22 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙΙ·

β) όταν το λαμβανόμενο από την απόσταξη προϊόν είναι απόσταγμα οίνου που ανταποκρίνεται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά που προβλέπονται από τις εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις:

- 2,20 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους των τύπων R I και R II,

- 3,59 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου R III,

- 2,00 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκό επιτραπέζιο οίνο του τύπου Α Ι,

- 5,27 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκό επιτραπέζιο οίνο του τύπου Α ΙΙ,

- 6,11 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκό επιτραπέζιο οίνο του τύπου Α ΙΙΙ·

γ) όταν το λαμβανόμενο από την απόσταξη προϊόν είναι απόσταγμα ή ακάθαρτη αλκοόλη που έχει αλκοολικό τίτλο τουλάχιστον 52 % vol:

- 2,20 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους των τύπων R I και R II,

- 3,59 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου R III, - 2,00 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκό επιτραπέζιο οίνο του τύπου Α Ι,

- 5,27 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙ,

- 6,11 ECU ανά % vol και ανά εκατόλιτρο, εφόσον προέρχεται από λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙΙ.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο, η ενίσχυση υπολογίζεται με βάση το ποσό που αντιστοιχεί στον οίνο που πραγματικά παραδίδεται, λαμβάνοντας τις ανοχές που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83.

Άρθρο 10

1. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού σχετικά με τους ερυθρούς οίνους εφαρμόζονται επίσης στους ερυθρωπούς οίνους.

2. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού οι σχετικές με ένα δεδομένο τύπο επιτραπέζιου οίνου εφαρμόζονται επίσης στους επιτραπέζιους οίνους που βρίσκονται σε στενή οικονομική σχέση με αυτόν τον τύπο επιτραπέζιου οίνου.

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 337/79, θεωρούνται ότι βρίσκονται σε στενή οικονομική σχέση με επιτραπέζιο οίνο του τύπου:

- Α Ι, οι λευκοί επιτραπέζιοι οίνοι οι οποίοι δεν ανήκουν στους τύπους Α Ι, Α ΙΙ ή Α ΙΙΙ,

- R I, οι ερυθροί επιτραπέζιοι οίνοι οι οποίοι έχουν κτηθέντα αλκοολικό τίτλο όχι ανώτερο από 12,5 % vol και οι οποίοι δεν υπάγονται στους τύπους R I ή R III,

- R II, οι ερυθροί επιτραπέζιοι οίνοι οι οποίοι έχουν κτηθέντα αλκοολικό τίτλο ανώτερο από 12,5 % vol και οι οποίοι δεν υπάγονται στον τύποι R III.

Άρθρο 11

Ο αποσταγματοποιός υποχρεούται να παρέχει στον οργανισμό παρεμβάσεως σε προθεσμία τεσσάρων μηνών μετά την ημερομηνία υποβολής της αποδείξεως ότι έχει αποσταχθεί η συνολική ποσότητα του οίνου που εμφαίνεται στο συμφωνητικό, την απόδειξη ότι πλήρωσε την ελάχιστη τιμή αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στην προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2.

Εάν δεν παρασχεθεί αυτή η απόδειξη μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, η ενίσχυση που καταβάλλεται ανακτάται από τον οργανισμό παρεμβάσεως. Ωστόσο, εάν αυτή η απόδειξη υποβληθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας, αλλά το αργότερο στις 28 Φεβρουαρίου 1987, ο οργανισμός παρεμβάσεως ανακτά ένα ποσό ίσο με 20 % της ενισχύσεως που έχει πληρωθεί.

Εάν διαπιστωθεί ότι ο αποσταγματοποιός δεν πλήρωσε την ελάχιστη τιμή αγοράς στον παραγωγό, ο οργανισμός παρεμβάσεως καταβάλλει στον παραγωγό, πριν από την 1η Μαΐου 1987, ένα ποσό ίσο με την ενίσχυση, κατά περίπτωση, μέσω του οργανισμού παρεμβάσεως του κράτους μέλους του παραγωγού.

Άρθρο 12

1. Το ποσό της προκαταβολής που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83 καταβάλλεται σε τρεις μήνες μετά την προσκόμιση της απόδειξης σχετικά με τη σύσταση εγγύησης.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83, η εγγύηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αποδεσμεύεται μόνον εφόσον προσκομισθεί η απόδειξη ότι αποστάχθηκε η συνολική ποσότητα οίνου καθώς και, κατά περίπτωση, η απόδειξη πληρωμής της τιμής αγοράς του οίνου στις προβλεπόμενες προθεσμίες, πριν από την 1η Νοεμβρίου 1986.

Αν προσκομισθούν οι αποδείξεις αυτές μετά την λήψη της προβλεπόμενης προθεσμίας αλλά πριν την 1η Φεβρουαρίου 1987, το ποσό που αποδεσμεύεται είναι ίσο με 80 % της εγγύησης.

Άρθρο 13

1. Στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 26 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83, το συμφωνητικό ή η δήλωση παραδόσεως οίνου για την παραγωγή αλκοολωμένου οίνου υποβάλλεται για έγκριση στον αρμόδιο οργανισμό παρεμβάσεως το αργότερο στις 21 Απριλίου 1986.

Ο οργανισμός παρεμβάσεως ανακοινώνει στον παραγωγό το αποτέλεσμα της διαδικασίας εγκρίσεως το αργότερο στις 10 Ιουνίου 1986.

2. Η παραγωγή αλκοολωμένου οίνου δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο μετά την έγκριση του συμφωνητικού ή της δηλώσεως και το αργότερο στις 31 Ιουλίου 1986.

3. Η απόσταξη του αλκοολωμένου οίνου δεν μπορεί να γίνει μετά τις 31 Αυγούστου 1986.

4. Ο παραγωγός αλκοολωμένου οίνου απευθύνει στον οργανισμό παρεμβάσεως, το αργότερο την 10η ημέρα κάθε μήνα, αναλυτική κατάσταση των ποσοτήτων οίνου που του παραδόθηκε κατά τη διάρκεια του προηγούμενου μήνα.

5. Για τον οίνο που έχει μεταποιηθεί σε αλκοολωμένο οίνο, ο παραγωγός αλκοολωμένου οίνου δικαιούται μιας ενισχύσεως, η οποία υπολογίζεται ανά εκατόλιτρο και ανά % vol της κτηθείσης αλκοόλης του οίνου πριν από τη μεταποίησή του σε αλκοολωμένο οίνο, και ισούται με:

- 2,16 ECU για τους ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους των τύπων R I και R II,

- 3,53 ECU για τους ερυθρούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου R III,

- 1,96 ECU για τους λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α Ι,

- 5,18 ECU για τους λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙ,

- 6,01 ECU για τους λευκούς επιτραπέζιους οίνους του τύπου Α ΙΙΙ.

Προκειμένου να τύχει της ενισχύσεως, ο παραγωγός αλκοολωμένου οίνου υποβάλλει, το αργότερο στις 30 Ιουνίου 1986, αίτηση στον αρμόδιο οργανισμό παρεμβάσεως, επισυνάπτοντας αντίγραφο των συνοδευτικών εγγράφων σχετικά με τη μεταφορά του οίνου για τους οποίους ζητείται η ενίσχυση ή μία συγκεντρωτική κατάσταση των εν λόγω εγγράφων. Το κράτη μέλη μπορούν να απαιτήσουν να είναι θεωρημένα από μια αρχή ελέγχου τα αντίγραφα ή το συγκεντρωτικό που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο.

Η ενίσχυση καταβάλλεται το αργότερο τρεις μήνες μετά την ημερομηνία υποβολής της αποδείξεως για τη σύσταση της εγγυήσεως που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83 και, σε κάθε περίπτωση, μετά την ημερομηνία κατά την οποία έχει εγκριθεί το συμφωνητικό ή η δήλωση.

6. Με την επιφύλαξη του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83, η εγγύηση αποδεσμεύεται μόνον εάν, το αργότερο στις 28 Νοεμβρίου 1986, έχει προσκομιστεί η απόδειξη:

- ότι η συνολική ποσότητα του οίνου που εμφαίνεται στο συμφωνητικό ή στη δήλωση έχει μεταποιηθεί σε αλκοολωμένο οίνο και έχει αποσταχθεί,

- ότι έχει πληρωθεί στον παραγωγό η ελάχιστη τιμή αγοράς οίνου, μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2.

Εάν οι αποδείξεις αυτές δεν έχουν προσκομιστεί το αργότερο στις 28 Νοεμβρίου 1986, ο οργανισμός παρεμβάσεως ανακτά την ενίσχυση από τον παραγωγό αλκοολωμένου οίνου.

Εντούτοις, εάν οι αποδείξεις αυτές υποβληθούν μετά τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας αλλά πριν από την 1η Μαρτίου 1987, ο οργανισμός παρεμβάσεως ανακτά ποσό ίσο με 20 % του καταβληθέντος ποσού.

Εάν διαπιστωθεί ότι ο παραγωγός αλκοολωμένου οίνου δεν κατέβαλε την τιμή αγοράς στον παραγωγό, ο οργανισμός παρεμβάσεως καταβάλλει στον παραγωγό, πριν από την 1η Απριλίου 1987, ποσό ίσο με την ενίσχυση, κατά περίπτωση, μέσω του οργανισμού παρεμβάσεως του κράτους μέλους του παραγωγού.

Άρθρο 14

1. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, το αργότερο στις 30 Ιουνίου 1986, τις ποσότητες οίνου και αλκοολωμένου οίνου που εμφαίνονται στα συμφωνητικά παραδόσεως που εγκρίθηκαν.

2. Οι αποσταγματοποιοί απευθύνουν στον οργανισμό παρεμβάσεως, το αργότερο τη 10η ημέρα κάθε μήνα, αναλυτική κατάσταση των ποσοτήτων οίνου που αποστάχθηκαν κατά τη διάρκεια του προηγούμενου μήνα, κατανεμημένες σύμφωνα με τις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2179/83.

3. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, με τέλεξ, το αργότερο την 20ή ημέρα κάθε μήνα, για τον προηγούμενο μήνα, τις ποσότητες οίνου και αλκοολωμένου οίνου που αποστάχθηκαν και τις ποσότητες, εκφρασμένες σε καθαρή αλκοόλη, των προϊόντων που έχουν ληφθεί, διακρίνοντας αυτές σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2.

4. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου 1986, τις περιπτώσεις για τις οποίες ο αποσταγματοποιός ή ο παραγωγός αλκοολωμένου οίνου δεν τήρησε τις υποχρεώσεις του και τα μέτρα που έχουν, κατά συνέπεια, ληφθεί.

Άρθρο 15

Η μετατροπή σε εθνικό νόμισμα των ποσών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό πραγματοποιείται με τη βοήθεια της αντιπροσωπευτικής ισοτιμίας που ισχύει στον τομέα του οίνου την 1η Σεπτεμβρίου 1985.

Άρθρο 16

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται στην Ισπανία και την Πορτογαλία.

Άρθρο 17

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 1986.

Για την Επιτροπή

Frans ANDRIESSEN

Αντιπρόεδρος

(1) ΕΕ αριθ. L 54 της 5. 3. 1979, σ. 1.

(2) ΕΕ αριθ. L 367 της 31. 12. 1985, σ. 39.

(3) Βλέπε σ. 24 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(4) ΕΕ αριθ. L 194 της 24. 7. 1984, σ. 1.

(5) ΕΕ αριθ. L 225 της 23. 8. 1985, σ. 13.

(6) ΕΕ αριθ. L 113 της 1. 5. 1975, σ. 1.

(7) ΕΕ αριθ. L 333 της 11. 12. 1980, σ. 18.

(8) ΕΕ αριθ. L 212 της 3. 8. 1983, σ. 1.

(9) ΕΕ αριθ. L 255 της 25. 9. 1984, σ. 1.

(1) ΕΕ αριθ. L 231 της 29. 8. 1984, σ. 12.

(2) ΕΕ αριθ. L 231 της 29. 8. 1984, σ. 18.

(3) ΕΕ αριθ. L 16 της 19. 1. 1985, σ. 25.