82/371/EOK: Απόφαση της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 1981 αναφερόμενη σε διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της συνθήκης EOK (IV/29. 995 NAVEWAANSEAU) (Τα κείμενα στη γαλλική και ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 167 της 15/06/1982 σ. 0039 - 0052
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 17ης Δεκεμβρίου 1981 αναφερόμενη σε διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ (IV/29.995 - NAVEWA-ANSEAU) (Τα κείμενα στη γαλλική και ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 85, τον κανονισμό αριθ. 17 του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 1962 (1), και ιδίως τα άρθρα 3 και 15, την απόφαση της Επιτροπής της 14ης Νοεμβρίου 1980 περί αυτεπαγγέλτου κινήσεως της διαδικασίας, κατόπιν ακροάσεως των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων, σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού αριθ. 17 και με τις διατάξεις του κανονισμού αριθ. 99/63/ΕΟΚ της 25ης Ιουλίου 1963 (2), τη γνώμη που διατύπωσε, στις 10 Νοεμβρίου 1981, η Συμβουλευτική Επιτροπή Συμπράξεων και Δεσποζουσών Θέσεων, βάσει του άρθρου 10 του κανονισμού αριθ. 17, Εκτιμώντας τα ακόλουθα πραγματικά και νομικά περιστατικά: I. ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ Α. Αντικείμενο της διαδικασίας 1. Στις 13 Δεκεμβρίου 1978, συνήφθη, στις Βρυξέλλες (Βέλγιο), σύμβαση περί της χρήσεως του σήματος καταλληλότητας NAVEWA-ANSEAU για πλυντήρια ρούχων και πλυντήρια πιάτων, η οποία καλείται στο εξής "σύμβαση". Πρόκειται περί συμφωνίας η οποία αποσκοπεί στο να καταστήσει υποχρεωτική από την 1η Ιανουαρίου 1979, την επίθεση, στα πλυντήρια ρούχων και πιάτων που προορίζονται για τη βελγική αγορά, σήματος καταλληλότητας που να πιστοποιεί ότι ανταποκρίνονται στις γενικές προδιαγραφές ασφαλείας που υπαγορεύονται από τις εταιρείες υδάτων, για να αποφεύγεται η μόλυνση του διοχετευόμενου πόσιμου ύδατος. Β. Η σχετική αγορά 2. Το 1980 το σύνολο των εισαγωγών πλυντηρίων ρούχων στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο αντιπροσώπευαν ποσό 54 εκατομμυρίων ECU, από τα οποία 51,7 εκατομμύρια προέρχονταν από Κράτη μέλη της κοινής αγοράς- για τα πλυντήρια πιάτων, το σύνολο των εισαγωγών στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο αντιπροσώπευαν 18,8 εκατομμύρια ECU, από τα οποία 18,3 εκατομμύρια προέρχονταν από Κράτη μέλη της κοινής αγοράς. Οι βελγικές κατασκευές "λευκών προϊόντων" (πλυντήρια ρούχων, πλυντήρια πιάτων, ψυγεία και καταψύκτες) αντιπροσώπευαν το 1977 ποσοστό κατώτερο του 10 % της φαινομένης καταναλώσεως των προϊόντων αυτών στο Βέλγιο. Γ. Μέρη της συμφωνίας 1) Πρώτο συμβαλλόμενο μέρος: 3. Οι κατασκευαστές και αποκλειστικοί εισαγωγείς που είναι συνδεδεμένοι με έναν ή περισσότερους από τους κατωτέρω οργανισμούς: - Communaute de l' Electricite (CEG) στις Βρυξέλλες (Βέλγιο). Η ανωτέρω ένωση, η οποία δεν έχει κερδοσκοπικό σκοπό, ιδρύθηκε το 1956 και συγκεντρώνει εταιρείες παραγωγής και διανομής ηλεκτρισμού, κατασκευαστές και εισαγωγείς ηλεκτρικών συσκευών, επαγγελματικές ενώσεις και τεχνικούς οργανισμούς σχετικούς με την εφαρμογή του ηλεκτρισμού- έχει ως αντικείμενο την άμεση και έμμεση προώθηση της αναπτύξεως του ηλεκτρισμού υπό όλες του τις μορφές. Οι συνδεδεμένοι με την CEG συνιστούν ομάδες (οι οποίες τώρα είναι 13), μεταξύ των οποίων ανήκουν ιδίως οι ομάδες "καθαρισμός ασπρορούχων" και "πλυντήρια πιάτων", των οποίων οι υπεύθυνοι έχουν συμμετάσχει σε συνομιλίες με την ANSEAU για τη διατύπωση της συμβάσεως. - Εμπορική Ομοσπονδία Ηλεκτρικών Συσκευών (FCAE-FHEA) στις Βρυξέλλες (Βέλγιο). Η ένωση αυτή, η οποία δεν έχει κερδοσκοπικό σκοπό, ιδρύθηκε το 1946 και συγκεντρώνει τους κατασκευαστές, εισαγωγείς και διανομείς οικιακών ηλεκτρικών συσκευών- έχει ως αντικείμενο τη βελτίωση της συναλλακτικής και υλικής καταστάσεως του χονδρικού εμπορίου της εισαγωγής ή/και της εξαγωγής ηλεκτρικών συσκευών. - Ένωση προμηθευτών des Artisans de l'alimentation - τμήμα Grandes Cuisines (UFARAL-ULEVO) στις Βρυξέλλες (Βέλγιο). Η ένωση αυτή συγκεντρώνει τους κατασκευαστές και εισαγωγείς ηλεκτρικών κουζινών και συσκευών που προορίζονται για εξοπλισμό καντινών, εστιατορίων, κλπ. 4. Ο κατάλογος των επιχειρήσεων που αποτελούν το πρώτο μέρος, κατά την ημερομηνία υπογραφής της συμβάσεως, αναφέρεται στο παράρτημα I της παρούσας αποφάσεως. Εξάλλου, βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 της συμβάσεως, άλλοι κατασκευαστές ή αποκλειστικοί αντιπρόσωποι προσχώρησαν σ' αυτή μετά την υπογραφή. Ο κατάλογος των επιχειρήσεων αυτών αναφέρεται στο παράρτημα II της παρούσας αποφάσεως. Η UFARAL, αν και δεν αποτελεί επιχείρηση, μετέχει στη σύμβαση τόσο μέσω των μελών της όσο και ιδίω ονόματι. 2) Δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος: 5. Η Εθνική Ένωση Υπηρεσιών Υδάτων (ANSEAU-NAVEWA) στις Βρυξέλλες (Βέλγιο). Η ανωτέρω ένωση, η οποία δεν έχει κερδοσκοπικό σκοπό, ιδρύθηκε το 1948 και έχει ως αντικείμενο τη διαφύλαξη των κοινών συμφερόντων των επιχειρήσεων διανομής ύδατος στο Βέλγιο. Οι 31 εταιρείες διανομής ύδατος που αποτελούν μέλη της ANSEAU έχουν συσταθεί υπό διάφορα νομικά καθεστώτα (διακοινοτικές, δημόσιες επιχειρήσεις, ή εταιρείες μεικτής οικονομίας). Έχουν συσταθεί από τις δημόσιες αρχές, για να εξασφαλίζουν την τακτική προμήθεια και διανομή νερού υπό όρους πλήρους εγγυήσεως της προστασίας της δημόσιας υγείας. Η ANSEAU θέσπισε το 1965 το "γενικό κανονισμό εγκαταστάσεων των συνδρομητών" για το Βέλγιο, μετά τη θέση σε ισχύ βασιλικού διατάγματος το οποίο καθιέρωνε ποινική ευθύνη των διανομέων για την ποιότητα του ύδατος. Δ. Κύριες διατάξεις της συμβάσεως 6. Η σύμβαση έχει ως αντικείμενο την "πρόληψη, προς το συμφέρον της δημόσιας υγείας, κάθε αλλοιώσεως της ποιότητας του διανεμόμενου ύδατος, η οποία έχει προκληθεί από μόλυνση ή ρύπανση, ιδιαίτερα δε κατά τη διάρκεια της συνδέσεως πλυντηρίων ρούχων ή πλυντηρίων πιάτων στο δίκτυο διανομής ποσίμου ύδατος" (άρθρο 1 της συμβάσεως). 7. "Η σύμβαση ρυθμίζει τη χρήση του σήματος καταλληλότητας NAVEWA-ANSEAU για τα πλυντήρια ρούχων και τα πλυντήρια πιάτων" (άρθρο 2). Συμπληρώνεται από "ειδικό κανονισμό", ο οποίος προσαρτάται σ' αυτήν και καθορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές καταλληλότητας που πρέπει να πληρούνται από τις ανωτέρω συσκευές. Οι κύριες διατάξεις της συμβάσεως είναι οι ακόλουθες: 8. - Η σύμβαση που άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1979 έχει διάρκεια τριών ετών. Παρατείνεται σιωπηρά για τρία έτη σε κάθε λήξη της (άρθρο 3). 9. - Για την εφαρμογή της συμβάσεως η CEG ενεργεί ως εντολοδόχος των εταιρειών που αποτελούν το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος (άρθρο 4.1). 10. - Η διανομή σημάτων καταλληλότητας εξασφαλίζεται αποκλειστικά από την CEG (άρθρο 5). Η CEG λαμβάνει τα σήματα από την ANSEAU έναντι 3,50 βελγικών φράγκων ανά σήμα (παράρτημα II της συμβάσεως). Η CEG προμηθεύει τα σήματα στους συμβαλλομένους στις ακόλουθες τιμές: - 4 βελγικά φράγκα για τα μέλη της CEG που είναι εγγεγραμμένα στις ομάδες "καθαρισμός ασπρορούχων" και "πλυντήρια πιάτων"- - 5 βελγικά φράγκα για τα μέλη της CEG που δεν είναι εγγεγραμμένα στις ανωτέρω ομάδες- - 6 βελγικά φράγκα για τους χρήστες μη μέλη της CEG. 11. - "Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να διαβιβάσουν στην ANSEAU, μέσω της CEG, πριν από τη διάθεση στη βελγική αγορά νέων μηχανών ή τροποποιημένων μηχανών, πλήρη τεχνικό φάκελο ο οποίος να περιλαμβάνει: - όλα τα τεχνικά στοιχεία που επιτρέπουν την αναγνώριση (...)- - λεπτομερειακό τεχνικό σχέδιο του πλήρους υδραυλικού κυκλώματος (των μηχανών)" (άρθρο 6). 12. - "Η ANSEAU οργανώνει τακτικό έλεγχο της αγοράς, εν όψει επαληθεύσεως, μέσω ερευνών, του γεγονότος εάν οι μηχανές που έχουν εισαχθεί στο εμπορικό κύκλωμα φέρουν το σήμα καταλληλότητας και, σε περίπτωση που αυτό συμβαίνει, εάν ανταποκρίνονται επαρκώς στις τεχνικές προδιαγραφές καταλληλότητας που περιλαμβάνονται στον "ειδικό κανονισμό". Από την πλευρά της, η CEG δύναται, για θεμελιωμένους λόγους, να ζητήσει από την ANSEAU να πραγματοποιήσει επιτόπιο ειδικό έλεγχο" (άρθρο 8.1). 13. - "Εάν, κατά τη διάρκεια των ανωτέρω ελέγχων, η ANSEAU διαπιστώσει ότι μία συσκευή δεν φέρει το σήμα καταλληλότητας, γνωστοποιεί, με συστημένη επιστολή στον ενδιαφερόμενο έμπορο, ότι η εν λόγω συσκευή δεν πληροί τους όρους που απαιτούνται για τη σύνδεση πλυντηρίου ρούχων και πλυντηρίου πιάτων στο δίκτυο διανομής" (άρθρο 8.2). 14. Οι κύριες διατάξεις του ειδικού κανονισμού ο οποίος προσαρτάται στη σύμβαση και ο οποίος σύμφωνα με το άρθρο 11 της ανωτέρω συμβάσεως αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της είναι οι ακόλουθες: 15. - Τα πλυντήρια ρούχων και τα πλυντήρια πιάτων θεωρούνται ότι ανταποκρίνονται στις τεχνικές προδιαγραφές καταλληλότητας, εάν ανταποκρίνονται πλήρως στο γενικό κανονισμό εγκαταστάσεων των συνδρομητών, όπως συμπληρώθηκε από τις προδιαγραφές περί της κατασκευής και του ελέγχου των πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων (άρθρο 1). 16. - Ο γενικός κανονισμός εγκαταστάσεων των συνδρομητών περιλαμβάνει, ιδίως στο άρθρο 38, την κατωτέρω διάταξη η οποία έθετε τις προϋποθέσεις ελέγχου καταλληλότητας πριν από την εφαρμογή της νέας συμβάσεως: "Τα πλυντήρια ρούχων και τα πλυντήρια πιάτων, τα οποία δεν αναφέρονται στον κατάλογο των συσκευών που θεωρούνται κατάλληλες από την ANSEAU, δεν δύνανται να συνδεθούν με τους αγωγούς διανομής ύδατος. Τον κατάλογο αυτό δύναται κανείς να συμβουλευθεί στην Εταιρεία Υδάτων". 17. - Τα συμβαλλόμενα μέρη υποχρεούνται να εξετάσουν μόνα τους εάν οι συσκευές που πρόκειται να διοχετευθούν στη βελγική αγορά πληρούν τις προαναφερθείσες τεχνικές προδιαγραφές καταλληλότητας- για το σκοπό αυτό δύνανται να ζητήσουν την τεχνική βοήθεια της ANSEAU. Το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος έχει δικαίωμα κατ' έτος σε 100 παρεμβάσεις τεχνικής βοήθειας εκ μέρους της ANSEAU, οι οποίες δεν υποβάλλονται σε επί πλέον χρέωση (άρθρο 2.1). Όλες οι άλλες παρεμβάσεις χρεώνονται βάσει του τιμοκαταλόγου που προβλέπεται στο άρθρο 1 του παραρτήματος II της συμβάσεως. Το κόστος ανέρχεται σε 4 000 βελγικά φράγκα περίπου για ένα πρωί, κατά τη διάρκεια του οποίου είναι δυνατόν να ελεγχθούν δέκα συσκευές. 18. - Εάν διαπιστωθεί ότι το σήμα καταλληλότητας έχει τεθεί σε συσκευές, οι οποίες δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται ανωτέρω, τα σήματα αφαιρούνται εντός δέκα ημερών, εκτός εάν οι συσκευές καταστούν κατάλληλες εντός της ίδιας προθεσμίας. Το υπεύθυνο συμβαλλόμενο μέρος πρέπει επίσης να καταβάλει κατ' αποκοπή αποζημίωση 50 000 βελγικών φράγκων στην ANSEAU. Εάν το συμβαλλόμενο μέρος δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις ανωτέρω κυρώσεις εντός της προβλεπομένης προθεσμίας, ή εάν υποπέσει στο αυτό παράπτωμα εντός τριών ετών, χάνει οριστικά το δικαίωμα χρήσεως του σήματος καταλληλότητας (άρθρο 3). 19. - Προβλέπονται τα ακόλουθα μεταβατικά μέτρα μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1979 το αργότερο: - "το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος προσθέτει, στον κατάλογο ANSEAU που περιέχει τις εγκεκριμένες συσκευές και που ισχύει μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1978, τον τελευταίο αριθμό κατασκευής προ της εν λόγω ημερομηνίας- - όλες οι συσκευές που φέρουν αριθμό κατασκευής μεταγενέστερο επιπίπτου στο πεδίο εφαρμογής της ανωτέρω συμβάσεως- - όλες οι συσκευές που φέρουν αριθμό κατασκευής προγενέστερο εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παλαιάς ρυθμίσεως. Από την 1η Απριλίου 1979 οι ανωτέρω συσκευές θα συνοδεύονται πάντως από πιστοποιητικό καταλληλότητας, το οποίο θα φέρει σήμα που θα είναι δυνατόν να αποκολληθεί και να τοποθετηθεί επί της συσκευής, προτού η τελευταία τεθεί σε λειτουργία" (άρθρο 6). Ε. Ιστορικό της συμφωνίας 20. Στις 25 Ιουλίου 1978 πραγματοποιήθηκε στην έδρα της ANSEAU συνεδρίαση στην οποία έλαβαν μέρος αφενός μεν οι αντιπρόσωποι των ομάδων "καθαρισμός ασπρορούχων" και "πλυντήρια πιάτων" της CEG και της FCAE, και αφετέρου οι αντιπρόσωποι της ANSEAU. Οι τελευταίοι προσδιόρισαν ότι το ισχύον σύστημα παρουσίαζε τις ακόλουθες δυσχέρειες: "- Τόσο οι αγοραστές όσο και η εταιρεία διανομής ύδατος πρέπει να συμβουλεύονται τον κατάλογο για να εξακριβώνουν εάν η συσκευή περιέχεται σ' αυτόν- - οι συσκευές που έχουν το ίδιο υδραυλικό σύστημα, αλλά διαφορετική αρίθμηση, πρέπει να παρουσιάζονται για επαλήθευση χωριστά, γεγονός το οποίο έχει ορισμένες φορές ως αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση των εξόδων επαληθεύσεως". Η FCAE ανέφερε από την πλευρά της ότι: "ορισμένοι μη επίσημοι εισαγωγείς (οι ονομαζόμενοι παράλληλοι) επωφελούνται εξίσου από την επαλήθευση στην οποία προέβη ο επίσημος εισαγωγέας, χωρίς να οφείλουν να συμμετάσχουν στα έξοδα". 21. Η ομάδα εργασίας "νομικοί" της ANSEAU διατύπωσε κατά τη διάρκεια της συνεδριάσεως της 21ης Σεπτεμβρίου 1978, τις ακόλουθες παρατηρήσεις σχετικά με ένα πρώτο σχέδιο συμβάσεως το οποίο υποβλήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 1978: - "Η σχεδιαζόμενη σύμβαση μεταξύ της ANSEAU και των διανομέων πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων θα καθιστούσε δυνατή την επαλήθευση του 90 % της παραγωγής. Για να ελεγχθεί το υπόλοιπο 10 %, θα μπορούσε κανείς να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο να παράσχει την άδεια στους διανομείς να προβούν στις απαραίτητες επαφές με τους μη συμβαλλομένους, ούτως ώστε να επιτραπεί στους τελευταίους να διαθέτουν εξίσου τα ανωτέρω σήματα καταλληλότητας υπό την προϋπόθεση ότι θα παρέχουν στους συμβαλλόμενους διανομείς τις απαραίτητες εγγυήσεις και θα αναλαμβάνουν τις αναγκαίες δεσμεύσεις." - "Η σχετική σύμβαση θα ήταν μόνο προσωρινή, εν αναμονή εκδόσεως εκ μέρους της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οδηγιών επί του θέματος, η εκπόνηση των οποίων ευρίσκεται εν εξελίξει." - "Συνιστάται να διατυπωθεί η εισαγωγή, κατά τρόπο ώστε να τονίζονται σαφώς οι στόχοι των ενδιαφερομένων μερών. Όσον αφορά την ANSEAU, ο στόχος αυτός συνίσταται στην προστασία της ποιότητας του διανεμομένου ύδατος και στη διατήρηση της υγείας και της ασφάλειας του καταναλωτή." - Αν η Υπηρεσία Υδάτων ανακαλύψει σε ένα συνδρομητή συσκευή χωρίς σήμα καταλληλότητας, θα είναι η ίδια αρμόδια να εξετάσει εάν η συσκευή πληροί τις προδιαγραφές καταλληλότητας- δεν θα δύναται λοιπόν να απαιτήσει για το σκοπό αυτό αποζημίωση από το συνδρομητή." 22. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1978, κατά τη διάρκεια μεικτής συνεδριάσεως των ομάδων "καθαρισμός ασπρορούχων" και "πλυντήρια πιάτων" της CEG, οι πρόεδροι των ανωτέρω δύο ομάδων αναφέρθηκαν στις διαπραγματεύσεις που διεξάγονταν με την ANSEAU. Προσδιόρισαν ότι οι στόχοι της CEG ήταν οι κατωτέρω: " να μειωθούν τα έξοδα αποδοχής και να εξαρτηθούν από τον όγκο πωλήσεων που πραγματοποιούνται πραγματικά από τα μέλη μας- - αγώνα κατά των πρακτικών απάτης των οποίων είναι θύμα ο καταναλωτής- - η εξασφάλιση για τα μέλη της CEG μεταχειρίσεως η οποία τα ευνοεί σε σχέση με τα μη μέλη (οι συσκευές που πωλούνται από τους τελευταίους δεν δύνανται μεν να φέρουν το σήμα αποδοχής αλλά δύνανται οπωσδήποτε να γίνουν αποδεκτές από την ANSEAU)." Εξήχθη το ακόλουθο συμπέρασμα: "τα ανωτέρω έχουν σαν αποτέλεσμα ότι αν μία εταιρεία υδάτων εύρισκε συνδεδεμένη στο δίκτυό της συσκευή η οποία δεν έφερε το σήμα, θα ήταν δυνατόν να φθάσει μέχρι του σημείου να διακόψει την παροχή ύδατος στο σχετικό συνδρομητή". 23. Το κείμενο της συμβάσεως διατυπώθηκε κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της 10ης και 13ης Οκτωβρίου 1978 μεταξύ των αντιπροσώπων της CEG της FCAE της UFARAL και της ANSEAU. Πρέπει να τονισθεί κυρίως η τροποποίηση του κειμένου του άρθροθ 4.1 της συμβάσεως. Το κείμενο το οποίο είχε προτείνει η ANSEAU είχε ως εξής: "Προβλέπεται, εξάλλου, ότι άλλα μέλη είναι δυνατό να προσχωρήσουν στη σύμβαση, δεδομένου ότι η CEG θα είναι η μόνη αρμόδια για να αποφασίσει σχετικά και με τη ρητή επιφύλαξη ότι τα ανωτέρω άλλα μέλη θα υποβληθούν εξίσου σε όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα σύμβαση και θα αναγνωρίσουν στην CEG σαν εντολοδόχο". Αποφασίστηκε να προστεθεί μετά το σημείο "... να προσχωρήσουν στη σύμβαση": "εφόσον είναι επίσης κατασκευαστές ή αποκλειστικοί εισαγωγείς". 24. Στις 23 Οκτωβρίου 1978 πραγματοποιήθηκε μεικτή συνεδρίαση των ομάδων "καθαρισμός ασπρορούχων" και "πλυντήρια πιάτων" της CEG, στην οποία παρέστησαν οι αντιπρόσωποι της FCAE και της UFARAL. Κατά τη διάρκεια της ανωτέρω συνεδριάσεως η CEG προσδιόρισε τα εξής σημεία: - "Η ANSEAU έχει τώρα αποφασίσει να αναγνωρίσει μόνο το δικό της σήμα (σήμα καταλληλότητας) σαν απόδειξη του γεγονότος ότι ένα πλυντήριο ρούχων ή ένα πλυντήριο πιάτων πληροί τους όρους του κανονισμού της- ο κύριος στόχος της παραμένει η αποφυγή της ρυπάνσεως των υδάτων διανομής." - "Η ANSEAU θα καταστήσει γνωστό το σήμα αυτό στο ευρύ κοινό μέσω ιδίως συνεντεύξεων τύπου, ανακοινώσεων στα έντυπα καταναλώσεως, και με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο διαφημίσεως." - "Η ANSEAU θα καταργήσει τους καταλόγους των αποδεκτών συσκευών, τους οποίους δημοσίευε μέχρι σήμερα, δεδομένου ότι το σήμα θα αποτελεί από μόνο του πιστοποίηση του γεγονότος ότι οι συσκευές πληρούν τους όρους του κανονισμού της." - "Είναι αδιανόητο να αντικατασταθεί το σύστημα που έχει εφαρμοσθεί από απαγορεύσεις εισαγωγής συσκευών που δεν είναι σύμφωνες με τον κανονισμό της ANSEAU- τούτο δεν είναι στην εξουσία ούτε της ANSEAU ούτε στη δική μας- εξάλλου, η συνθήκη της Ρώμης απαγορεύει πράγματι τα τεχνικά εμπόδια στις συναλλαγές." - "Για την επίλυση του προβλήματος της αποδοχής δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση: ή θα ακολουθήσουμε το παλαιό σύστημα το οποίο στοιχίζει ακριβά και δεν μας προσπορίζει κανένα όφελος (...), ή θα δεχθούμε την προτεινόμενη σύμβαση. Η ανωτέρω σύμβαση έχει το πλεονέκτημα να συνιστά όπλο (όχι απόλυτο ίσως αλλά οπωσδήποτε όχι αμελητέο) κατά των παραλλήλων εισαγωγών: η CEG, μόνη δυναμένη να δίδει τα σήματα καταλληλότητας, θα τα δίδει μόνο στους επισήμους αποκλειστικούς εισαγωγείς." 25. Το σχέδιο της συμβάσεως εγκρίθηκε κατά τη διάρκεια της συνεδριάσεως αυτής καθ' ομοφωνία πλην δύο ψήφων: η Indesit και η Philips διατύπωσαν την επιφύλαξή τους, λόγω των τεχνικών προβλημάτων που παρουσιάζε η θέση σημάτων, κατά τη διάρκεια της κατασκευής, και λόγω του αυξημένου κόστους που θα συνεπήγετο η χρήση σημάτων, για τις επιχειρήσεις οι οποίες πωλούν μεγάλο αριθμό προϊόντων από έναν πολύ μικρό αριθμό τύπων. Στις 26 Οκτωβρίου 1978, κατά τη διάρκεια συνεδριάσεως, κατέστη δυνατόν να διατυπωθεί το οριστικό κείμενο της συμβάσεως εκ μέρους των αντιπροσώπων της CEG, της FCAE, της UFARAL και της ANSEAU. Υπογραμμίσθηκε επί τη ευκαιρία ότι το νέο σύστημα θα παρουσίαζε το ακόλουθο πλεονέκτημα: "είμεθα πράγματι πεπεισμένοι ότι χάρη στη διαφήμιση, στην οποία θα προβούν τα συμβαλλόμενα μέρη για να συστήσουν στους πελάτες τους, για το δικό τους συμφέρον, να αγοράζουν στο εξής μόνο συσκευές "κατάλληλες" (δηλαδή συσκευές οι οποίες φέρουν σήμα), οι πωλήσεις άλλων συσκευών θα μειωθούν ακόμη και αν οι ανωτέρω συσκευές πληρούν τους όρους του κανονισμού ANSEAU". 26. Όλες οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στο παράρτημα I της παρούσας αποφάσεως έλαβαν το οριστικό κείμενο της συμβάσεως προ της υπογραφής, και την ημέρα της υπογραφής, στις 13 Δεκεμβρίου 1978, συμμετείχαν όλες πλην της εταιρείες Despagne, σε μία συνεδρίαση με σκοπό τη διασάφηση ορισμένων σημείων και την πρακτική εφαρμογή της συμβάσεως. ΣΤ. Εφαρμογή της συμφωνίας 27. Τη θέση σε ισχύ της συμφωνίας συνόδευε μία σημαντική διαφημιστική εκστρατεία, η οποία πραγματοποιήθηκε τόσο από τις επιχειρήσεις που αποτελούν το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος όσο και από την ANSEAU. Οι διαφημίσεις προειδοποιούσαν τους καταναλωτές για τον κίνδυνο της αγοράς συσκευών που δεν φέρουν το σήμα καταλληλότητας- μερικές διαφημίσεις ανέφεραν: "η έλλειψη της ετικέτας ANSEAU μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα την υποβολή σε σημαντικά έξοδα εξετάσεως ακόμη και την προσωρινή διακοπή του ύδατος". 28. Η CEG η μόνη εξουσιοδοτημένη να δίδει σήματα καταλληλότητας έχει, από την πλευρά της, εφαρμόσει αυστηρά τις διατάξεις της συμβάσεως, σύμφωνα με τις οποίες μόνο οι κατασκευαστές ή αποκλειστικοί αντιπρόσωποι δύνανται να προσχωρήσουν στην ανωτέρω σύμβαση (άρθρο 4 παράγραφος 1). Πράγματι, η επιστολή υπόδειγμα την οποία έστειλε η CEG στους εμπόρους που ζητούν πληροφορίες περί της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για τη λήψη των σημάτων καταλληλότητας NAVEWA-ANSEAU, περιλαμβάνει τα ακόλουθα: "Παρακαλώ... - γ) να μας επιβεβαιώσετε την ιδιότητά σας ως αποκλειστικού εισαγωγέως για το Βέλγιο προσδιορίζοντας την (τις) μάρκα(ες) και το (τα) είδος(η) των πλυντηρίων ή/και των πλυντηρίων πιάτων περί των οποίων πρόκειται- - δ) να μας αποστείλετε τη βεβαίωση του (των) προμηθευτή(ών) με την οποία σας αναγνωρίζει(ουν) επισήμως την ιδιότητα που αναφέρεται υπό γ ανωτέρω." 29. Μια τέτοια επιστολή εστάλη στις 30 Απριλίου 1979 στην SA Frabelmar στο Ranzart (κατάστημα με το σήμα CORA) σαν απάντηση στην αίτησή της. Στην επιστολή αναφερόταν ότι η ανωτέρω εταιρεία εισήγαγε απευθείας από την Ιταλία πλυντήρια μάρκας Indesit. Αντίγραφο της αιτήσεως της εταιρείας Frabelmar και η απάντηση της CEG μεταβιβάσθηκαν από αυτήν στη γενική διεύθυνση της Indesit-Belgique ούτως ώστε, όπως αναφέρεται στο συνοδευτικό σημείωμα, "να δυνηθεί να αμυνθεί με τις αποδείξεις αυτές κατά ενός τουλάχιστον από τους "παραλλήλους εισαγωγείς της". 30. Η ίδια επιστολή εστάλη στις 8 Αυγούστου 1979 στην εταιρεία Snack στο Grootkeukenmateriaal, Koffiebranderij, CRES στη Γάνδη. Στην απάντησή της με ημερομηνία 18 Σεπτεμβρίου 1979, η ανωτέρω εταιρεία αναφέρει ότι, για να πληροφορηθεί τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί, αναγκάστηκε να απευθυνθεί διαδοχικά στην τοπική εταιρείας διανομής ύδατος, κατόπιν στην ANSEAU η οποία την προώθησε προς την CEG, η τελευταία δε της ανέφερε ότι έπρεπε πρώτα να έλθει σ' επαφή με την UFARAL διότι επρόκειτο περί υλικού για μεγάλες κουζίνες. Η CEG προσδιόρισε κατόπιν σε επιστολή της 20ής Σεπτεμβρίου 1979 ότι το απόθεμα ετικετών είχε πάντως εξαντληθεί από τις επιχειρήσεις οι οποίες χρησιμοποιούσαν τακτικά ετικέτες από το Δεκέμβριο του 1978 και ότι η CEG περίμενε νέες αιτήσεις για να προβεί σε νέα εκτύπωση η οποία θα καθιστούσε δυνατή την ικανοποίηση των αναγκών μέχρι το τέλος του 1980. 31. Η ANSEAU επίσης διαδραμάτισε ενεργό ρόλο για τον έλεγχο της εφαρμογής του νέου συστήματος. Αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια συνεδριάσεως της 30ής Οκτωβρίου 1979 μεταξύ των κατασκευαστών και διανομέων πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων και της ANSEAU ότι: "ο έλεγχος της αγοράς διεξάγεται έντονα από την ANSEAU τόσο στα καταστήματα όσο και στις εκθέσεις και στις μεγάλες εμπορικές εκθέσεις" Όταν μία ή περισσότερες από τις εκτιθέμενες συσκευές δεν φέρουν το σήμα καταλληλότητας, η ANSEAU αποστέλλει στο σχετικό έμπορο συστημένη επιστολή η οποία απαριθμεί τις συσκευές που δεν φέρουν τα σήματα καταλληλότητας και η οποία προσδιορίζει ότι: "Εφιστούμε την προσοχή σας ιδιαίτερα στο γεγονός ότι οι ανωτέρω συσκευές δεν πληρούν κατά συνέπεια τις προδιαγραφές που απαιτούνται για τη σύνδεσή τους στο δίκτυο διανομής και οι οποίες αποβλέπουν στην πρόληψη κάθε μολύνσεως ή ρυπάνσεως του ποσίμου ύδατος. Οι συσκευές οι οποίες φέρουν το σήμα καταλληλότητας θεωρούνται πράγματι σύμφωνες με τις προδιαγραφές αυτές. Για να αποφευχθεί η πρόκληση δυσχερειών στην πελατεία σας, σας συνιστούμε λοιπόν να ζητήσετε από τον προμηθευτή σας να ρυθμίσει αμελλητί την κατάσταση αυτή." 32. Μια τέτοια επιστολή εστάλη στην εταιρεία CAMPO στην Αμβέρσα στις 25 Ιουλίου 1979. Πρέπει να παρατηρηθεί ότι το ήμισυ περίπου των συσκευών οι οποίες είχαν χαρακτηρισθεί σαν μη κατάλληλες (δηλαδή μη φέρουσες το σήμα) αναφέρονται στον κατάλογο των καταλλήλων συσκευών που είχε δημοσιευθεί από την ANSEAU στις 15 Ιανουαρίου 1979. 33. Η ANSEAU απαντά επίσης στις ερωτήσεις ξένων κατασκευαστών ή εμπόρων οι οποίοι επιθυμούν να εξάγουν προϊόντα στο Βέλγιο. Σε επιστολή της 5ης Νοεμβρίου 1979, η οποία απευθύνεται στον κ. Mario Allieri, ιταλό έμπορο ο οποίος επιθυμούσε να μάθει ποιές τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να πληρούν τα πλυντήρια ρούχων και τα πλυντήρια πιάτων για να είναι δυνατόν να εξαχθούν στο Βέλγιο, η ANSEAU τόνισε κυρίως τα εξής σημεία: "Πρέπει να σημειωθεί ότι είσθε εξαγωγέας και όχι εισαγωγέας, γεγονός το οποίο συνεπάγεται ότι είναι απαραίτητο ένα από τα πρόσωπα με τα οποία προτίθεσθε να συνάψετε σύμβαση να έχει ονομασθεί από σας αποκλειστικός αντιπρόσωπος της μάρκας σας για το Βέλγιο. Το τελευταίο πληροί τους απαιραίτητους όρους για την προσχωρήσή του στην Κοινότητα ηλεκτρισμού (CEG) (...), οργανισμό ο οποίος ενεργεί εν ονόματι όλων των ενδιαφερομένων κατασκευαστών και εισαγωγέων." 34. Τέλος, ο έλεγχος ασκείται επίσης από τις τοπικές υπηρεσίες υδάτων οι οποίες ελέγχουν στους συνδρομητές αν οι εγκατεστημένες συσκευές αναφέρονται στον κατάλογο της ANSEAU περί των καταλλήλων συσκευών ή εάν φέρουν σήμα καταλληλότητας. Αν δεν πληρούται- καμία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις αποστέλλεται επιστολή στο συνδρομητή η οποία αναφέρει ότι ο τελευταίος πρέπει εντός προθεσμίας τριών μηνών να παρουσιάσει λεπτομερειακό τεχνικό σχέδιο του πλήρους υδραυλικού κυκλώματος της συσκευής και να επιτρέψει στην υπηρεσία υδάτων να προβεί στους απαραίτητους ελέγχους επί της συσκευής, και περαιτέρω ότι πρέπει να πραγματοποιηθεί μερική διάλυση της συσκευής με τη φροντίδα του συνδρομητή. Αναφέρεται πάντως στο συνδρομητή ότι δύναται για το σκοπό αυτό να καλέσει τον πωλητή, τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα της συσκευής. 35. Ορισμένοι κατασκευαστές πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι εκτός του Βελγίου και στους οποίους εστάλη μια τέτοια επιστολή ανέφεραν στην Επιτροπή ότι είχαν αναγκαστεί για τον σκοπό αυτό να ορίσουν αποκλειστικό εισαγωγέα στο Βέλγιο. 36. Αν ο έλεγχος καταλληλότητας δεν δύναται να πραγματοποιηθεί εντός της ταχθείσας προθεσμίας, η Υπηρεσία Υδάτων αποστέλλλει συστημένη επιστολή η οποία καλεί το συνδρομητή να αποσυνδέσει τη σχετική συσκευή μέχρις ότου καταστεί δυνατό να πραγματοποιηθεί ο ανωτέρω έλεγχος. II. ΝΟΜΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ Α. Άρθρο 85 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΟΚ 37. Οι κατασκευαστές και αποκλειστικοί εισαγωγείς που είναι συνδεδεμένοι με την CEG, FCAE ή/και την UFARAL, οι οποίοι αποτελούν το πρώτο συμβαλλόμενο μέρος της συμβάσεως, συνιστούν επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 85 παράγραφος 1. Οι εταιρείες και οι υπηρεσίες διανομής ύδατος που είναι συνδεδεμένες με την ANSEAU που αποτελεί το δεύτερο συμβαλλόμενο μέρος συνιστούν επιχειρήσεις κατά την έννοια του αυτού άρθρου. Η σύμβαση αποτελεί συνεπώς συμφωνία μεταξύ επιχειρήσεων και ενώσεως επιχειρήσεων. 38. Παρά το γεγονός ότι το άρθρο 85 παράγραφος 1 αναφέρεται αποκλειστικά στις συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων, η ανωτέρω διάταξη απαγορεύει επίσης τις συμφωνίες μεταξύ ενώσεων επιχειρήσεων- πράγματι το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων απεφάνθη στην υπόθεση 67/63, SOREMA κατά Ανωτάτης Αρχής (Συλλογή 1964, σ. 317), ότι συμφωνία η οποία συνήφθη από ένωση επιχειρήσεων ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 65 της συνθήκης ΕΚΑΧ οι όροι του οποίου είναι οι ίδιοι στο θέμα αυτό με τους όρους του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε την ανωτέρω ερμηνεία όσον αφορά το άρθρο 85 της συνθήκης ΕΟΚ στην υπόθεση 71/74, FRUBO κατά Επιτροπής (Συλλογή 1975, σ. 583) αποφασίζοντας ότι το άρθρο 85 παράγραφος 1 εφαρμόζεται στις ενώσεις, στο μέτρο που η δραστηριότητά τους αυτή καθαυτή ή η δραστηριότητα των επιχειρήσεων, οι οποίες προσχωρούν στην ένωση, τείνει να προκαλέσει τα αποτελέσματα τα οποία αναφέρει το άρθρο αυτό. 39. Η σύμβαση συνιστά συμφωνία η οποία συνδέει μέσω της ANSEAU τα μέλη της τελευταίας. Πράγματι, παρά το γεγονός ότι η ANSEAU δεν έχει επισήμως την εξουσία να επιβάλει μία συγκεκριμένη ρύθμιση στα μέλη της αλλά μόνο να τους συστήσει την εφαρμογή της, η σύμβαση επιβάλλεται στην πράξη στις επιχειρήσεις μέλη της ANSEAU. Δεδομένου ότι η σύμβαση κατήργησε, για τις συσκευές οι οποίες έχουν κατασκευασθεί μετά τις 31 Ιανουαρίου 1979, το παλαιό σύστημα ελέγχου καταλληλότητας το οποίο βασιζόταν σε λίστα αποδεκτών συσκευών, οι επιχειρήσεις διανομής ύδατος για να τηρήσουν τις νόμιμες υποχρεώσεις ελέγχου ποιότητας του ύδατος υποχρεούνται να αναγνωρίσουν το σήμα NAVEWA-ANSEAU σαν σήμα καταλληλότητας. Στην αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε να εξετάσουν ανά μονάδα την καταλληλότητα όλων των πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων που πωλούνται στο Βέλγιο, ενέργεια η οποία τους είναι πρακτικά αδύνατη. 40. Η σύμβαση έχει σύμφωνα με τους όρους της σαν αντικείμενο "την πρόληψη για το συμφέρον της δημόσιας υγείας κάθε αλλοιώσεως της ποιότητας του διανεμομένου ύδατος η οποία προκαλείται από μόλυνση ή ρύπανση, ιδίως κατά τη σύνδεση πλυντηρίων ρούχων ή πλυντηρίων πιάτων στο δίκτυο διανομής ποσίμου ύδατος". 41. Το κείμενο της συμβάσεως και εφαρμογή του εμφαίνουν ότι η σύμβαση εκτός από τον επίσημο στόχο της έχει επίσης σαν αντικείμενο και σαν αποτέλεσμα την παρεμπόδιση ή τον περιορισμό των παραλλήλων εισαγωγών πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων στο Βέλγιο για τους λόγους που εκτίθενται κατωτέρω. α) Το σήμα καταλληλότητας NAVEWA-ANSEAU αντικατέστησε το προηγούμενο σύστημα ελέγχου καταλληλότητας το οποίο βασιζόταν στους καταλόγους των αποδεκτών συσκευών 42. Η ANSEAU δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι αν υπάρχουν ακόμη κατάλογοι καταλλήλων συσκευών, οι κατάλογοι αυτοί αφορούν μόνον τις συσκευές που έχουν κατασκευασθεί πριν τις 31 Ιανουαρίου 1979 όπως άλλωστε προβλέπεται στο άρθρο 6 του ειδικού κανονισμού που είναι προσαρτημένος στη σύμβαση και ο οποίος προβλέπει ότι όλες οι συσκευές που φέρουν αριθμό κατασκευής ο οποίος είναι μεταγενέστερος εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της συμβάσεως. 43. Όσον αφορά τις συσκευές οι οποίες έχουν κατασκευασθεί μετά τις 31 Ιανουαρίου 1979 το μόνο μέσο ελέγχου της καταλληλότητας εκτός της τοποθετήσεως του σήματος είναι η εξέταση εκ μέρους της ANSEAU ή των μελών της κάθε συσκευής η οποία είναι συνδεδεμένη με το δίκτυο διανομής ύδατος. Η αναγνώριση αυτή πρέπει να γίνει ανά συσκευή και δεν δύναται να πραγματοποιηθεί ανά τύπο συσκευής εφόσον δεν υπάρχει κανένα μέσο για να γνωστοποιηθεί σε όλες τις επιχειρήσεις διανομής ύδατος ότι ένας τύπος συσκευής αναγνωρίστηκε ως κατάλληλος. Ο ανωτέρω τύπος εξετάσεως έχει δυσανάλογο κόστος σε σχέση με το κόστος του ελέγχου που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της εφαρμογής της συμβάσεως (περίπου 10 000 βελγικά φράγκα ανά εξέταση). 44. Εξάλλου οι όροι της συμβάσεως αναφέρουν ότι και αυτή ακόμη η δυνατότητα δεν υφίσταται. Πράγματι το άρθρο 8 παράγραφος 2 της συμβάσεως καταδεικνύει ότι η ανωτέρω έχει ως αντικείμενο την κατάργηση κάθε δυνατότητας αποδείξεως της καταλληλότητας πέρα από την τοποθέτηση του σήματος. Η γενικότητα των όρων, οι οποίοι χρησιμοποιούνται, επιβεβαιώνει αναφισβήτητα το επιχείρημα το οποίο προετάθη από τα συμβαλλόμενα μέρη της συμβάσεως και σύμφωνα με το οποίο η τοποθέτηση του σήματος θα συνιστούσε αποκλειστικά και μόνο ηθική λεπτομέρεια εφαρμογής ελέγχου των πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων, η οποία θα αφορούσε αποκλειστικά τις συσκευές που διατίθενται στην αγορά από κατασκευαστές ή αποκλειστικούς εισαγωγείς. Πράγματι η προαναφερθείσα διάταξη αναφέρεται στους ελέγχους που πραγματοποιούνται σε όλους τους εμπόρους χωρίς διάκριση βάσει της καταγωγής της συσκευής. 45. Στην πράξη η ANSEAU αποστέλλει επιστολή η οποία αναφέρει ότι ορισμένες συσκευές οι οποίες δεν φέρουν το σήμα καταλληλότητας δεν πληρούν κατά συνέπεια τους κανόνες καταλληλότητας, ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία οι συσκευές αναφέρονται στον κατάλογο των καταλλήλων συσκευών (πρβλ. την επιστολή που απεστάλη στην εταιρεία CAMPO, ανωτέρω σημεία 31 και 32). Ο έλεγχος στους εμπόρους ανατίθεται επίσης από την ANSEAU στα μέλη της. 46. Όσον αφορά τις συσκευές οι οποίες είναι ήδη εγκατεστημένες στους καταναλωτές, οι τοπικές υπηρεσίες υδάτων προβαίνουν στον έλεγχο των συσκευών οι οποίες δεν φέρουν το σήμα καταλληλότητας- ο ανωτέρω έλεγχος επιβάλλει, ιδίως στους καταναλωτές, να παράσχουν τεχνικό σχέδιο του υδραυλικού κυκλώματος της συσκευής και να προβούν εξ ιδίων σε μερική διάλυση της συσκευής. 47. Το αποθαρρυντικό αποτέλεσμα των ανωτέρω μέτρων ισχυροποιήθηκε από τη διαφήμιση στην οποία προέβη η ANSEAU και τα άλλα μέλη της συμβάσεως, με την οποία παρότρυναν τους καταναλωτές να αγοράσουν μόνο συσκευές που φέρουν το σήμα καταλληλότητας, και υπογράμμιζαν τα προβλήματα που θα ήταν δυνατόν να προκύψουν από την αγορά συσκευών που δεν φέρουν το σήμα καταλληλότητας (βλ. σημείο 27)- τα ανωτέρω μέτρα καθιστούν δυσχερή αν όχι αδύνατη την πώληση στο Βέλγιο συσκευών που δεν φέρουν το σχετικό σήμα ακόμη και στην περίπτωση που οι συσκευές αυτές ανταποκρίνονται στις τεχνικές προδιαγραφές καταλληλότητας που έχει καθορίσει η ANSEAU. β) Μόνο οι κατασκευαστές ή αποκλειστικοί εισαγωγείς δύνανται να λαμβάνουν τα σήματα καταλληλότητας 48. Η σύμβαση προβλέπει στο άρθρο 2 ότι ρυθμίζει τη χρήση του σήματος καταλληλότητας NAVEWA-ANSEAU για τα πλυντήρια ρούχων και τα πλυντήρια πιάτων. Η ανωτέρω γενική διάταξη περιορίζει στα μέλη της συμβάσεως την προμήθεια των ανωτέρω σημάτων. Σύμφωνα με το άρθρο 1 της συμβάσεως, μέλη αυτής είναι αποκλειστικά οι κατασκευαστές και αποκλειστικοί εισαγωγείς. Η σύμβαση προβλέπει στο άρθρο 4 παράγραφος 1 ότι νέα μέλη είναι δυνατό να προσχωρήσουν "εφόσον είναι επίσης κατασκευαστές ή αποκλειστικοί εξαγωγείς, εξυπακουομένου βεβαίως του γεγονότος ότι η CEG θα είναι η μόνη αρμόδια για να αποφασίσει σχετικά (...)". 49. Η CEG ελέγχει αυστηρά την εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως ζητώντας από τις επιχειρήσεις, οι οποίες επιθυμούν να λάβουν τα σήματα καταλληλότητας, να επιβεβαιώσουν την ιδιότητά τους ως αποκλειστικών εισαγωγέων και να διαβιβάσουν πιστοποίηση του προμηθευτή τους με την οποία ο τελευταίος τους αναγνωρίζει επισήμως ως αποκλειστικούς εισαγωγείς (πρβλ. σημείο 28). 50. Η ANSEAU από την πλευρά της υποδεικνύει στις επιχειρήσεις, οι οποίες της ζητούν πληροφορίες, ότι τα σήματα είναι δυνατό να παρασχεθούν μόνο σε αποκλειστικό εισαγωγέα και αφήνει ακόμη να εννοηθεί ότι ο εισαγωγέας αυτός πρέπει να προσχωρήσει στη CEG (πρβλ. επιστολή στον κ. Allieri, ανωτέρω σημείο 35). Πέραν των ανωτέρω αμέσων παρεμβάσεων της ANSEAU ο χαρακτήρας του ελέγχου, ο οποίος συνιστά διακριτική μεταχείριση και ο οποίος ασκείται στις συσκευές οι οποίες δεν δύνανται να επωφεληθούν των διατάξεων της συμβάσεως, υποχρέωσε ορισμένους αλλοδαπούς κατασκευαστές να ορίσουν αποκλειστικούς εισαγωγείς στο Βέλγιο (πρβλ. σημείο 35). 51. Το επιχείρημα το οποίο υποστήριξαν τα μέλη της συμβάσεως, σύμφωνα με το οποίο ορισμένοι μεταξύ αυτών δεν ήταν κατασκευαστές ή αποκλειστικοί εξαγωγείς, εμφαίνει μόνο ότι η σύμβαση θα είχε τύχει κακής εφαρμογής- δεν θα ήταν δυνατόν να εξαφανισθεί το αντικείμενο της συμβάσεως το οποίο συνίστατο στον περιορισμό του ανταγωνισμού. Επί πλέον τείνει να επιβεβαιώσει το επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο η σύμβαση θα μπορούσε να επεκταθεί σε άλλους κατασκευαστές ή αποκλειστικούς εισαγωγείς μόνο εκ του γεγονότος ότι οι τελευταίοι θα είχαν παρουσιάσει επαρκείς εγγυήσεις. 52. Δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι εξαιρουμένης της συγκεκριμένης περιπτώσεως των υλικών "μεγάλες κουζίνες", οι πωλητές οι οποίοι δεν ήταν αποκλειστικοί εισαγωγείς ή κατασκευαστές έπρεπε να απευθυνθούν στο διαμεσολαβητή του αποκλειστικού εισαγωγέα ή του κατασκευαστή, για να δυνηθούν να αποκτήσουν το σήμα. γ) Η διανομή των σημάτων καταλληλότητας εξασφαλίζεται αποκλειστικά από την CEG, η οποία έχει σχετική εξουσιοδότηση από όλα τα μέλη της συμβάσεως 53. Η ανωτέρω προϋπόθεση η οποία προβλέπεται στο άρθρο 5, καθώς επίσης και η γενικότερη προϋπόθεση σύμφωνα με την οποία τα νέα μέλη της συμβάσεως πρέπει να αναγνωρίσουν τη CEG σαν εντολοδόχο (άρθρο 4 παράγραφος 1 τελευταία περίοδος) επιτείνει το περιοριστικό αποτέλεσμα της συμφωνίας κατά το μέτρο που τα σήματα καταλληλότητας είναι δυνατόν να ληφθούν μόνον βάσει των διατάξεων της συμβάσεως. Πράγματι, ακόμη και αν κατηργείτο η ρήτρα η οποία αποκλείει τους μη αποκλειστικούς εισαγωγείς, οι τελευταίοι θα ήταν δυνατόν να λάβουν τα σήματα καταλληλότητας μόνο μέσω της CEG. Ο όρος αυτός επιτρέπει έλεγχο οργανισμού ο οποίος συγκεντρώνει αποκλειστικά κατασκευαστές ή αποκλειστικούς εισαγωγείς επί των πωλήσεων οι οποίες πραγματοποιούνται από μη αποκλειστικούς εισαγωγείς. 54. Όσον αφορά το υλικό "μεγάλες κουζίνες", ακόμη και αν η UFARAL δηλώνει ότι έλαβε την εντολή της CEG για τη διανομή των σημάτων, εξακολουθεί να υφίσταται το γεγονός ότι το κείμενο της συμβάσεως δεν κάνει διάκριση και συνεπώς το αποκλειστικό δικαίωμα της CEG να διανέμει σήματα εφαρμόζεται επίσης και στις ανωτέρω συσκευές. Πάντως, η CEG αναθέτοντας την εξουσία αυτή, διατηρεί τη δυνατότητα να ελέγχει ποιος διαθέτει ετικέτες και κυρίως αν πρόκειται για κατασκευαστές ή αποκλειστικούς εισαγωγείς δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 της συμβάσεως. Το γεγονός ότι η UFARAL δύναται επίσης να διανέμει ετικέτες δεν καταργεί την απαγόρευση διότι, εκτός των μελών της, οι σχετικοί εισαγωγείς θα απευθυνθούν συνήθως στη CEG. 55. Το γεγονός ότι τα τεχνικά στοιχεία που αναφέρονται στις νέες ή μετασκευασμένες συσκευές πρέπει να διαβιβασθούν στην ANSEAU μέσω της CEG (άρθρο 6 της συμβάσεως) ενισχύει επίσης τον περιοριστικό χαρακτήρα του αντικειμένου της συμβάσεως. 56. Ο συνδυασμός των ανωτέρω διαφόρων διατάξεων της συμβάσεως που αναφέρονται στα σημεία 42 μέχρι 55 ανωτέρω έχει σαν συνέπεια ότι η αναγνώριση της καταλληλότητας των πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων που εισάγονται στο Βέλγιο από μη αποκλειστικούς εισαγωγείς πραγματοποιείται υπό όρους οι οποίοι συνιστούν διάκριση σε σχέση με τους όρους των οποίων απολαύουν οι αποκλειστικοί εισαγωγείς και κατασκευαστές που είναι εγκατεστημένοι στο Βέλγιο. Πράγματι, για τους μη αποκλειστικούς εισαγωγείς η μόνη δυνατότητα, η οποία υφίσταται για λήψη σημάτων καταλληλότητας, είναι να απευθυνθούν κοντά στον αποκλειστικό εισαγωγέα. Αν ο τελευταίος αρνηθεί, ο μη αποκλειστικός εισαγωγέας ή ο πωλητής πρέπει να καταφύγει στον ατομικό έλεγχο κάθε συσκευής το κόστος του οποίου είναι σχεδόν απαγορευτικό σε σχέση με την τιμή πωλήσεως των συσκευών. Οι διατάξεις λοιπόν αυτές επιτρέπουν στους αποκλειστικούς εισαγωγείς να ελέγχουν τις παράλληλες εισαγωγές και να λαμβάνουν ενδεχομένως κάθε περιοριστικό μέτρο για να τις παρεμποδίσουν (βλ. σημείο 29 ανωτέρω). 57. Όσον αφορά τις βιομηχανικές συσκευές, το γεγονός ότι η δομή της ζητήσεως καθιστά δύσκολες τις παράλληλες εισαγωγές δεν είναι ικανό να εξαφανίσει τον περιορισμό. Πράγματι, η καθιέρωση όρων αποδοχής οι οποίοι συνιστούν διακριτική μεταχείριση για τις συσκευές που εισάγονται από μη αποκλειστικούς εισαγωγείς απευθύνεται σε όλες τις συσκευές οι οποίες εισάγονται από εμπόρους που δύνανται να εξασφαλίσουν καλής ποιότητας εξυπηρέτηση στην πελατεία τους, αλλά στους οποίους ο κατασκευαστής δεν επιθυμεί λόγω της πολιτικής πωλήσεως που εφαρμόζει, παραδείγματος χάρη, να χορηγήσει αποκλειστικότητα. Τείνοντας να καταστήσει αναγκαστική την ονομασία αποκλειστικών εισαγωγέων, ενώ, σύμφωνα με την UFARAL, οι κατασκευαστές δεν ακολουθούν πολιτική αποκλειστικότητας στο θέμα της διανομής στον ανωτέρω τομέα, η σύμβαση περιορίζει τον ανταγωνισμό εξίσου στον ανωτέρω τομέα επηρεάζοντας τη δομή της προσφοράς. 58. Συνεπώς, οι διατάξεις της συμβάσεως οι οποίες αποκλείουν τη δυνατότητα για τους μη αποκλειστικούς εισαγωγείς να εξασφαλίσουν τον έλεγχο της καταλληλότητας των συσκευών που εισάγουν στο Βέλγιο, υπό όρους που δεν συνιστούν διάκριση σε σχέση με τους όρους που ισχύουν για τους κατασκευαστές ή αποκλειστικούς εισαγωγείς, συνιστούν περιορισμούς του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 85 παράγραφος 1 της συνθήκης. 59. Οι ανωτέρω απαγορεύσεις είναι δυνατό να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ Κρατών μελών, διότι η καθιέρωση όρων που συνιστούν διάκριση για την αποδοχή συσκευών που εισάγονται από μη αποκλειστικούς εισαγωγείς είναι ικανή να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταζύ των ανωτέρω Κρατών μελών κατά τρόπο ο οποίος είναι δυνατό να βλάψει την πραγματοποίηση των στόχων ενιαίας αγοράς. Πράγματι, ενισχύουν την αποκλειστικότητα που έχει χορηγηθεί στους αποκλειστικούς διανομείς τείνοντας να αποκλείσουν τη δυνατότητα άλλων εμπορικών ρευμάτων για τα σχετικά προϊόντα, μέσω των παραλλήλων εισαγωγών. 60. Η σύμβαση περιορίζει τον ανταγωνισμό και είναι δυνατό να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ Κρατών μελών κατά αισθητό τρόπο, όχι μόνο λόγω της φύσεως των περιορισμών που περιλαμβάνει, αλλά και διότι αφορά το σύνολο των πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων που πωλούνται στο Βέλγιο και διότι το μεγαλύτερο τμήμα των ανωτέρω συσκευών εισάγεται από άλλα Κράτη μέλη της κοινής αγοράς. Β. Άρθρο 85 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΟΚ 61. Για να ληφθεί απόφαση εξαιρέσεως δυνάμει του άρθρου 85 παράγραφος 3, η συμφωνία πρέπει να έχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 ή του άρθρου 5 παράγραφος 1 του κανονισμού αριθ. 17, εκτός εάν η ανωτέρω υποχρέωση καταργηθεί δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2 ή του άρθρου 5 παράγραφος 2 του ανωτέρω κανονισμού. 62. Η σύμβαση δεν είχει κοινοποιηθεί στην Επιτροπή και δεν υπάγεται στις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 17. Δύναται να υποστηρίξει κανείς το επιχείρημα το οποίο προέβαλαν ορισμένα μέρη της συμβάσεως σύμφωνα με το οποίο η σύμβαση θα ήταν δυνατό να απαλλαγεί της κοινοποιήσεως βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 2 σημείο 1 του ανωτέρω κανονισμού. Σύμφωνα με τους όρους του ανωτέρω άρθρου εξαιρούνται της κοινοποιήσεως οι συμφωνίες στις οποίες συμμετέχουν μόνο επιχειρήσεις ενός Κράτους μέλους και ότι οι ανωτέρω συμφωνίες, αποφάσεις ή πρακτικές δεν αφορούν ούτε εισαγωγές ούτε εξαγωγές μεταξύ Κρατών μελών. Όπως ανέφερε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην απόφασή του Fonderies Roubais Watterlos της 3ης Φεβρουαρίου 1976 (υπόθεση 63/75, Συλλογή 1976, σ. 111): "Ο δεύτερος όρος πρέπει να ερμηνευθεί σε συνάρτηση με το πνεύμα του άρθρου 4 και τους στόχους της διοικητικής εξαπλουστεύσεως, η οποία επακολουθεί δια της μη υποχρεώσεως των επιχειρήσεων να κοινοποιούν συμβάσεις οι οποίες, ενώ δύνανται να εμπέσουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 85 παράγραφος 1, εμφανίζονται κατά γενικό τρόπο λόγω των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών τους σαν λιγότερο επιβλαβείς έναντι των στόχων της ανωτέρω διατάξεως, και οι οποίοι ως εκ τούτου είναι κατά πάσα πιθανότητα ικανοί να τύχουν εφαρμογής της παραγράφου 3 του αυτού άρθρου 85". Στη συγκεκριμένη περίπτωση πρέπει να παρατηρηθεί το γεγονός ότι η σύμβαση περιορίζει τη λήψη των σημάτων καταλληλότητας στους κατασκευαστές και αποκλειστικούς εισαγωγείς (οι τελευταίοι συνιστούν τη μεγάλη πλειοψηφία των συμβαλλομένων) και δεν θα ήταν δυνατό να τύχει της εφαρμογής του άρθρου 85 παράγραφος 3. Η σύμβαση αφορά λοιπόν τις εισαγωγές και εξαγωγές μεταξύ Κρατών μελών κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 17. 63. Πάντως, ακόμη και αν η σύμβαση είχε κοινοποιηθεί δεν θα ήταν δυνατόν να τύχει της εξαιρέσεως που προβλέπεται στο άρθρο 85 παράγραφος 3. Πράγματι, τα εμπόδια που τίθενται στις παράλληλες εισαγωγές τείνουν να απομονώσουν τη βελγική αγορά κατά τρόπο ασυμβίβαστο με τις θεμελιώδεις αρχές της κοινής αγοράς. Εξάλλου εάν η σύμβαση δύναται να επιτρέψει την εγγύηση της ποιότητας του διανεμομένου ύδατος, οι ανωτέρω αναφερόμενες περιοριστικές του ανταγωνισμού διατάξεις δεν είναι απολύτως απαραίτητες για το σκοπό αυτό. Δεν υπάρχει επίσης κανένας λόγος να σκεφθεί κανείς ότι οι διατάξεις αυτές είναι δυνατό να προσπορίσουν οιοδήποτε όφελος στους καταναλωτές. Γ. Άρθρο 90 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΟΚ 64. Ορισμένα μέλη της συμβάσεως επικαλέστηκαν το επιχείρημα ότι η απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο 85 δεν θα εφαρμοζόταν στη σύμβαση δυνάμει του άρθρου 90 παράγραφος 2 της συνθήκης, λόγω του ότι τα μέλη της ANSEAU θα ήταν επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, κατά την έννοια του άρθρου αυτού, και ότι η εφαρμογή της απαγορεύσεως θα προκαλούσε την αποτυχία της επιτεύξεως injure ή de facto της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει ανατεθεί. 65. Οι εταιρείες διανομής ύδατος που είναι μέλη της ANSEAU, οι οποίες έχουν συσταθεί από δημόσιες αρχές για να εξασφαλίσουν την τακτική προμήθεια και τη διανομή ύδατος υπό όρους πλήρους εγγυήσεως της προστασίας της δημόσιας υγείας, είναι επιχειρήσεις επιφορτισμένες με διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου. 66. Οι εν λόγω επιχειρήσεις απαλλάσσονται από την υποχρέωση τηρήσεως των κανόνων ανταγωνισμού μόνο κατά το μέτρο που η εφαρμογή των ανωτέρω κανόνων θα προκαλούσε αποτυχία της επιτεύξεως injure ή de facto της ιδιαίτερης αποστολής τους. Δεν είναι αρκετό το ότι η τήρηση των διατάξεων της συνθήκης καθιστά περίπλοκη την επίτευξη της ιδιαίτερης αυτής αποστολής. Ο ενδεχόμενος περιορισμός της εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού είναι δυνατό να αντιμετωπισθεί μόνο στην περίπτωση που η επιχείρηση δεν διαθέτει κανένα άλλο μέσο τεχνικά δυνατό και οικονομικά πραγματοποιήσιμο για να επιτύχει την αποστολή της. 67. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η καθιέρωση όρων που εισάγουν διάκριση για την αποδοχή συσκευών που έχουν εισαχθεί από μη αποκλειστικούς εισαγωγείς δεν ήταν απαραίτητη και, επί πλέον, δεν ήταν αναγκαία για να επιτρέψει στις επιχειρήσεις μέλη της ANSEAU να εξασφαλίσουν την αποστολή με την οποία ήταν επιφορτισμένες. Το γεγονός ότι είχε προβλεφθεί ότι οι μη αποκλειστικοί εισαγωγείς δύνανται να λάβουν σήματα υπό όρους που δεν συνιστούσαν διάκριση, απευθείας μάλιστα από την ANSEAU, δεν θα μπορούσε κατά κανένα τρόπο να προκαλέσει αποτυχία της ανωτέρω αποστολής. Από το ανωτέρω προκύπτει ότι το άρθρο 90 παράγραφος 2 δεν αντιτίθεται στην εφαρμογή της απαγορεύσεως που προβλέπεται από το άρθρο 85 στις προαναφερθείσες διατάξεις της συνθήκης, χωρίς να χρειάζεται να εξετασθεί εάν η εξέλιξη των συναλλαγών ήταν δυνατό να επηρεασθεί σε σημείο αντίθετο προς το συμφέρον της Κοινότητος. Δ. Άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού αριθ. 17 68. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι τα μέρη της συμβάσεως διέπραξαν παραβάσεις του άρθρου 85 της συνθήκης ΕΟΚ. Μετά την ανακοίνωση των αιτιάσεων, τα μέρη εξεδήλωσαν την πρόθεσή τους να τροποποιήσουν τη σύμβαση αλλά, απ' ό,τι γνωρίζει η Επιτροπή, δεν προέβησαν πράγματι στις ανωτέρω τροποποιήσεις. Κατά συνέπεια οι εν λόγω παραβάσεις εξακολουθούν. 69. Πρέπει συνεπώς, κατ' εφαρμογή του άρθρου 3 του κανονισμού αριθ. 17, να υποχρεωθούν τα μέρη της συμβάσεως να παύσουν αμελλητί τις παραβάσεις τροποποιώντας τη σύμβαση κατά τρόπο ώστε η τελευταία να μην αποκλείει τη δυνατότητα για τους μη αποκλειστικούς εισαγωγείς να αποκτήσουν απευθείας τα σήματα καταλληλότητας NAVEWA-ANSEAU. Πρέπει να απαιτηθεί επί πλέον να λάβει η ANSEAU όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι μη αποκλειστικοί εισαγωγείς δύνανται να αποκτήσουν τα σχετικά σήματα απευθείας από αυτήν, χωρίς να πρέπει να αναγνωρίσουν τη CEG σαν εντολοδόχο, υπό όρους δε οι οποίοι δεν συνιστούν διάκριση σε σχέση με τους όρους οι οποίοι χορηγούνται στους κατασκευαστές και αποκλειστικούς εισαγωγείς. Τα ανωτέρω μέτρα πρέπει να τύχουν επαρκούς διαφημίσεως. Οι τροποποιήσεις της συμβάσεως, καθώς και τα μέτρα που λαμβάνει η ANSEAU, πρέπει να ανακοινωθούν στην Επιτροπή εντός προθεσμίας δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της παρούσας αποφάσεως. Ε. Άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 17 70. Οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στη σύμβαση διέπραξαν παράβαση των διατάξεων του άρθρου 85 της συνθήκης. Η ημερομηνία ενάρξεως των παραβάσεων για τις μεν επιχειρήσεις που ήταν τα αρχικά μέρη της συμβάσεως είναι η 1η Ιανουαρίου 1979, για τα δε μεταγενέστερα μέρη είναι η ημερομηνία της προσχωρήσεώς τους. Οι ανωτέρω παραβάσεις εξακολουθούν και σήμερα, όπως αναφέρεται στο σημείο 68. 71. Είναι πασίγνωστο το γεγονός ότι τα μέτρα που λαμβάνονται από επιχειρήσεις για να παρεμποδίσουν τις παράλληλες εισαγωγές και να καθιερώσουν τεχνητά σύνορα εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, θίγοντας κατ' αυτό τον τρόπο τον ενιαίο χαρακτήρα της κοινής αγοράς, διώκονται τακτικά και καταδικάζονται από τις κοινοτικές αρχές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι περιορισμοί των εισαγωγών, οι οποίοι βασίζονται σε συμβατικό σύστημα ελέγχου της καταλληλότητας προς ορισμένους τεχνικούς κανόνες, συνιστούν σοβαρές παραβάσεις του άρθρου 85 της συνθήκης, λόγω του περιοριστικού χαρακτήρα του συτήματος αυτού έναντι των τρίτων. 72. Προκύπτει επί πλέον από την έκθεση των γεγονότων ότι οι επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην εκπόνηση της συμβάσεως, δηλαδή οι επιχειρήσεις οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα I της παρούσας αποφάσεως, είχαν πλήρη συνείδηση του αντίθετου προς τον ανταγωνισμό αντικειμένου της ανωτέρω συμβάσεως. Πράγματι, όπως ανέφεραν οι πρόεδροι των ομάδων "πλυντήρια ρούχων" και "πλυντήρια πιάτων" της CEG στις 19 Σεπτεμβρίου 1978, ένας από τους στόχους της CEG ήταν η εξασφάλιση για τα μέλη της μεταχειρίσεως η οποία να τα ευνοεί σε σχέση με τα μη μέλη, δεδομένου ότι τα τελευταία πρέπει να πραγματοποιήσουν ατομικούς ελέγχους των συσκευών τους μέσω της ANSEAU, ενώ τα μέλη της CEG μπορούσαν μόνο αυτά τα χρησιμοποιήσουν το σήμα αποδοχής. Επί πλέον η CEG διατύπωσε ρητά κατά τη διάρκεια της συνεδριάσεως της 23ης Οκτωβρίου 1978 ότι η σύμβαση είχε το πλεονέκτημα να αποτελεί όπλο κατά των παραλλήλων εισαγωγών. Η ευθύνη των ανωτέρω επιχειρήσεων προκύπτει από τη συμμετοχή τους στην εκπόνηση της συμβάσεως και από την ιδιότητά τους ως μελών της CEG, λόγω του ενεργού ρόλου της τελευταίας στην εκπόνηση και την εφαρμογή της συμβάσεως. 73. Πρέπει συνεπώς να επιβληθούν πρόστιμα δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 17 στις επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην εκπόνηση της συμβάσεως. Πρέπει να παρατηρηθεί ότι, λόγω της συμμετοχής τους στην εκπόνηση της συμβάσεως, όλες οι ανωτέρω επιχειρήσεις φέρουν την αυτή ευθύνη. Το ύψος των προστίμων που τους επιβάλλεται πρέπει πάντως να ορισθεί σε συνάρτηση με τις ειδικές περιστάσεις που περιβάλλουν τη διάπραξη της παραβάσεως και με την αντίστοιχή σημασία της θέσεως των επιχειρήσεων στην αγορά. 74. Αντιθέτως, οι επιχειρήσεις οι οποίες έχουν προσχωρήσει στη σύμβαση μετά την υπογραφή της, δηλαδή αυτές που αναφέρονται στο παράρτημα II, δεν είχαν καμιά πρωτοβουλία στην επεξεργασία της συμβάσεως και ουσιαστικά εξαναγκάσθηκαν να προσχωρήσουν σ' αυτή. Επομένως, είναι δικαιολογημένο να μην τους επιβληθεί κανένα πρόστιμο. 75. Πρέπει επίσης να δημειωθεί ότι το σημαντικότερο μέρος της ευθύνης για τις παραβάσεις βαρύνει την ANSEAU. Πράγματι, το γεγονός ότι τα μέλη της θα είναι επιφορτισμένα από το δημόσιο με τη διαχείριση των υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος της επέτρεψε να παρουσιάσει τη σύμβαση σαν υποχρεωτική συμφωνία και να προσδώσει έτσι στην τελευταία δεσμευτική ισχύ απέναντι στους τρίτους, μη μελη της συμβάσεως. Θα έπρεπε λοιπόν η ANSEAU να είναι ιδιαίτερα προσεκτική, ώστε το σύστημα ελέγχου της πιστότητας των πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων που ισχύει να μην μπορεί να έχει χαρακτήρα ανταγωνιστικό και διακριτικό. Επομένως, η ANSEAU επέτρεψε να έχει η σύμβαση έναν τέτοιο χαρακτήρα, αν και η ομάδα εργασίας νομικών της είχε επιστήσει την προσοχή για το γεγονός ότι η σύμβαση επέτρεπε τον έλεγχο του 90 % της παραγωγής και ότι έπρεπε να αναζητηθεί λύση για να επιτραπεί στο υπόλοιπο 10 % να διαθέσει επίσης σήματα πιστότητας, που όμως δεν το έκανε. Επί πλέον, η ANSEAU καθώς και οι αντιπρόσωποι της CEG, της FCAE και της UFARAL ήταν παρόντες στη συνεδρίαση της 26ης Οκτωβρίου 1978 κατά την οποία οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι, χάρη στη διαφήμιση που θα γινόταν για να παροτρυνθούν οι καταναλωτές να αγοράζουν μόνο μηχανές εφοδιασμένες με ετικέτα πιστότητας, ο αριθμός πωλήσεων των άλλων μηχανών θα μειωνόταν ακόμη και των μηχανών που είναι σύμφωνες με τους κανονισμούς ANSEAU. Η ANSEAU επομένως διέπραξε τις αυτές παραβάσεις λόγω βαρείας αμελείας. 76. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι πρέπει να επιβληθεί επίσης στην ANSEAU πρόστιμο δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 2 του κανονισμού αριθ. 17. Βάσει των επιχειρημάτων που διατυπώθηκαν το ποσό του προστίμου πρέπει να είναι ανώτερο από το ποσό των προστίμων που επιβάλλονται στις επιχειρήσεις που είχαν συμμετάσχει στην εκπόνηση της συμβάσεως, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Οι διατάξεις της συμβάσεως περί χρήσεως του σήματος καταλληλότητας NAVEWA-ANSEAU, η οποία συνήφθη στις 13 Δεκεμβρίου 1978 στις Βρυξέλλες (Βέλγιο), και οι οποίες στερούν τους μη αποκλειστικούς εισαγωγείς της δυνατότητας ελέγχου καταλληλότητας των πλυντηρίων ρούχων και πλυντηρίων πιάτων που εισάγουν οι τελευταίοι στο Βέλγιο, υπό όρους που δεν συνιστούν διακριτική μεταχείριση σε σχέση με τους όρους οι οποίοι ισχύουν για τους κατασκευαστές ή αποκλειστικούς εισαγωγείς, συνιστούν παραβάσεις του άρθρου 85 παράγραφος 1 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος. Ως παραβάσεις θεωρούνται κυρίως το άρθρο 2, το άρθρο 4 παράγραφος 1 και τα άρθρα 5 και 6 της ανωτέρω συμβάσεως, καθώς και το άρθρο 6 του ειδικού κανονισμού που είναι προσαρτημένος στην ανωτέρω σύμβαση. Άρθρο 2 Τα μέρη της συμβάσεως υποχρεούνται να παύσουν αμελλητί τις παραβάσεις που διαπιστώνονται στο άρθρο 1 της παρούσας αποφάσεως. Πρέπει να πληροφορήσουν την Επιτροπή εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της παρούσας αποφάσεως περί των μέτρων που έλαβαν σχετικά. Άρθρο 3 1. Επιβάλλεται πρόστιμο ύψος 9 500 ECU (εννέα χιλιάδες πεντακόσιες ECU), δηλαδή 390 723 FB (τριακόσιες ενενήντα χιλιάδες επτακόσια είκοσι τρία βελγικά φράγκα), σε κάθε μία από τις κατωτέρω επιχειρήσεις: Despagne, Rue des Carmes 14/16, 4000 Liege, Asogem, Boomsesteenweg 65, 2630 Aartselaar, Hobart, Chaussee de Wavre 1120, 1160 Bruxelles, Indesit, Zoning Industriel, 1301 Bierges-Lez-Wavre, Bell-Telephone, Bell Telephonelaan 2, 2440 Geel, BBC Hausgeraete GmbH (succ. belge), Rue de Stalle 96, 1180 Bruxelles. 2. Επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 38 500 ECU (τριάντα οκτώ χιλιάδες πεντακόσιες ECU), δηλαδή 1 583 455 FB (ένα εκατομμύριο πεντακόσιες ογδόντα τρείς χιλιάδες τετρακόσια πενήντα πέντε βελγικά φράγκα) σε καθεμία από τις κατωτέρω επιχειρήσεις: Van Assche, Schaarbeeklei 636/638, 1800 Vilvoorde, Hoover, Chaussee de Haecht 1650, 1130 Bruxelles, Zanker, Rue de Molenbeek 94, 1020 Bruxelles, Disem-Andries, Eikestraat 8, 2800 Mechelen, Artsel, Boomsesteenweg 65, 2630 Aartselaar, IAZ, Steenweg op Bergen 216, 1520 Lembeek, Electrolux-Martin, Rue Nestor Martin 315, 1080 Bruxelles, Siemens, Chaussee de Charleroi 116, 1060 Bruxelles, Van Maercke, Westdorp 61, 8573 Tiegem. 3. Επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 76 500 ECU (εβδομήντα έξι χιλιάδες πεντακόσιες ECU), δηλαδή 3 146 346 FB (τρία εκατομμύρια εκατόν σαράντα έξι χιλιάδες τριακόσια σαράντα έξι βελγικά φράγκα), στην Association National des Services d'Eau (ANSEAU) και σε καθεμία από τις κατωτέρω επιχειρήσεις: Bauknecht, Nijverheidslaan 1, 1820 Grimbergen, ACEC, Rue Cambier Dupret, 6001 Marcinelle, AEG, Rue Souveraine 40, 1050 Bruxelles, Philips, Place de Brouckere 2, 1000 Bruxelles, Miele, Industriepark, 1702 Asse-Mollem, Associated Consumer Brands, Bd. Emile Bockstael 122, 1020 Bruxelles, Bosch, Chaussee de Mons 128, 130, 1070 Bruxelles. 4. Τα πρόστιμα πρέπει να καταβληθούν στη Banque Bruxelles Lanbert Agence Europeenne στο λογαριασμό αριθ. 310 0231000 32 της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εντός προθεσμίας τριών μηνών από της κοινοποιήσεως της παρούσας αποφάσεως. Άρθρο 4 Η παρούσα απόφαση αποτελεί τίτλο εκτελεστό κατά την έννοια του άρθρου 192 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος. Άρθρο 5 Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στις: - Association nationale des Services d'Eau (ANSEAU-NAVEWA), Chaussee de Waterloo 255, b. 6, 1060 Bruxelles, - Union des fournisseurs des artisans de l'alimentation (UFARAL-ULEVO), Avenue de Cortenberg 172, 1040 Bruxelles, - στις επιχειρήσεις που συμμετέχουν στη σύμβαση ο κατάλογος των οποίων περιλαμβάνεται στα παραρτήματα I και II της παρούσας αποφάσεως. Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 17 Δεκεμβρίου 1981. Για την Επιτροπή Frans ANDRIESSEN Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ αριθ. 13 της 21. 2. 1962, σ. 204/62. (2) ΕΕ αριθ. 127 της 20. 8. 1963, σ. 2268/63. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I Επιχειρήσεις που έχουν συμμετάσχει στην εκπόνηση της συμβάσεως Bauknecht, Nijverheidslaan 1, 1820 Grimbergen ACEC, Rue Cambier Dupret, 6001 Marcinelle AEG, Rue Souveraine 40, 1050 Bruxelles Philips, Place de Brouckere 2, 1000 Bruxelles Miele, Industriepark, 1702 Asse-Mollem Van Assche, Schaarbeeklei 636/638, 1800 Vilvoorde Associated Consumer Brands, Boulevard Emile Bockstael 122, 1020 Bruxelles Bosch, Chaussee de Mons 128, 130, 1070 Bruxelles Hoover, Chaussee de Haecht 1650, 1130 Bruxelles Zanker, Rue de Molenbeek 94, 1020 Bruxelles Despagne, Rue des Carmes 14/16, 4000 Liege Disem-Andries, Eikestraat 8, 2800 Mechelen Asogem, Boomsesteenweg 65, 2630 Aartselaar Hobart, Chaussee de Wavre 1120, 1160 Bruxelles Artsel, Boomsesteenweg 65, 2630 Aartsellaar IAZ, Steenweg op Bergen 216, 1520 Lembeek Indesit, Zoning Industriel, 1301 Bierges-Lez-Wavre Electrolux-Martin, Rue Nestor Martin 315, 1080 Bruxelles Siemens, Chaussee de Charleroi 116, 1060 Bruxelles Van Maercke, Westdorp 61, 8573 Tiegem Bell-Telephone, Bell Telephonelaan 2, 2440 Geel BBC Hausgeraete GmbH (succ. belge), Rue de Stalle 96, 1180 Bruxelles ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II Επιχειρήσεις που προσχώρησαν στη σύμβαση μετά την υπογραφή της SBR, Industrielaan 1, 1720 Groot Bijgarden GB-INNO-BM, Avenue des Olympiades 20, 1140 Bruxelles Olympia, Rijksweg 55/57, 9860 Machelen-Zulte Expert, Kerklaan 78/82, 1830 Machelen Primus, Heulestraat 51, 8630 Gullegem Automatic Industries, Verzoeningstraat 16, 2200 Borgerhout Thorflam, Zone Industrielle, 5730 Malonne Horemat, J. P. Ballingslaan 11-Bus 2, 1090 Brussel Neribel, Admiraaldreef 10, 9110 St. Amandsberg Elma, Oude Gentweg 100, 2720 Burcht Gloria, Gistelsteenweg 27, 8400 Oostende Atag, Kapucijnenlaan 102, 9300 Aalst Rofco, Bondgenotenlaan 8, 8500 Kortrijk Mench, Rue Aug. Snieders 23, 1030 Bruxelles Novolec, Rue Neuve 127, 1640 Rhode-St-Genese Saltini, Stationstraat 39, 2570 Duffel Vox, Rue des Megissiers 18/24, 1070 Bruxelles Ets. Abel Falisse, Av. Emile Digneffe 26, 4000 Liege Werkhuizen Fobelets, Stationstraat 1, 3150 Booischot Le Chauffage, Av. du Port 82, 1020 Bruxelles Santos Palace, Rue Manchester 32, 1070 Bruxelles Ets. Meurice, Chaussee de Bruxelles 151, 6040 Jumet