31981R1681

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1681/81 τού Συμβουλίου τής 11ης Ιουνίου 1981 περί τροποποιήσεως τού κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 616/78 «περί δικαιολογητικών καταγωγής ορισμένων υφαντουργικών προϊόντων τών Κεφαλαίων 51 καί 53 έως 62 τού Κοινού Δασμολογίου εισαγομένων στήν Κοινότητα, καθώς καί περί τών προϋποθέσεων κατά τίς οποίες τά δικαιολογητικά αυτά δύνανται νά γίνουν αποδεκτά»

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 169 της 26/06/1981 σ. 0005 - 0006
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 2 τόμος 3 σ. 0089
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 02 τόμος 8 σ. 0274
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 2 τόμος 3 σ. 0089
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 02 τόμος 8 σ. 0274


*****

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1681/81 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 11ης Ιουνίου 1981

περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 616/78 «περί δικαιολογητικών καταγωγής ορισμένων υφαντουργικών προϊόντων των κεφαλαίων 51 και 53 έως 62 του Κοινού Δασμολογίου εισαγομένων στην Κοινότητα, καθώς και περί των προϋποθέσεων κατά τις οποίες τα δικαιολογητικά αυτά δύνανται να γίνουν αποδεκτά»

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 113,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας:

ότι το καθεστώς που εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 1978 σε ορισμένα υφαντουργικά προϊόντα των κεφαλαίων 51 και 53 έως 62 του Κοινού Δασμολογίου, που εισάγονται στην Κοινότητα, συνεπάγεται ποσοτικούς περιορισμούς που θεσπίστηκαν ή συμφωνήθηκαν για ορισμένες τρίτες προμηθεύτριες χώρες· ότι, εξάλλου, το σύνολο των εισαγωγών των εν λόγω υφαντουργικών προϊόντων υπόκειται σε καθεστώς επιτηρήσεως·

ότι, για να προληφθούν οι εκτροπές του εμπορίου και οι καταχρήσεις οι οποίες ενδέχεται να παρεμποδίσουν την εφαρμογή του καθεστώτος αυτού, η Κοινότης, με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 616/78 (1), θέσπισε ένα σύστημα ελέγχου της καταγωγής ορισμένων υφαντουργικών προϊόντων εισαγομένων στην Κοινότητα· το σύστημα αυτό βασίζεται στην απαίτηση ενός πιστοποιητικού καταγωγής ή, για τα λιγότερο ευαίσθητα προϊόντα, μιας δηλώσεως καταγωγής·

ότι, παρά το γεγονός ότι ο έλεγχος της καταγωγής όπως θεσπίστηκε, αποδείχτηκε γενικά αποτελεσματικός, δεν στάθηκε δυνατό να αποφευχθούν ορισμένες περιπτώσεις απάτης, ιδιαίτερα με πλαστογράφηση πιστοποιητικών καταγωγής· ότι είναι, συνεπώς, σκόπιμο να ενισχυθούν τα μέσα της Κοινότητος για την καταπολέμηση της απάτης σχετικά με την καταγωγή των υφαντουργικών προϊόντων·

ότι η καταπολέμηση της απάτης μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο στο πλαίσιο μιας καλά διαρθρωμένης διοικητικής συνεργασίας · ότι πρέπει, επομένως, να θεσπιστεί κατάλληλη διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των Κρατών μελών και μεταξύ αυτών και της Επιτροπής, σχετικά με τις περιπτώσεις απάτης·

ότι οι ανταλλαγές αυτές πληροφοριών πρέπει να δώσουν τη δυνατότητα στα Κράτη μέλη να συντονίσουν τις δραστηριότητές τους, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που οι απάτες στο εμπόριο έχουν διακλαδώσεις σε διάφορα Κράτη μέλη, και στην Επιτροπή να εξασφαλίσει τη σωστή εφαρμογή των μέτρων εμπορικής πολιτικής που προβλέπονται στον υφαντουργικό τομέα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 616/78 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1. Κάθε Κράτος μέλος συνεργάζεται με την Επιτροπή στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1468/81 του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 1981 περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ της διοικητικής αρχής των Κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων (1). Προς το σκοπό αυτό, τα Κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή κάθε χρήσιμη πληροφορία που διαθέτουν σχετικά με σημαντικές καταχρήσεις ή ανωμαλίες, όσον αφορά την καταγωγή, τις οποίες διαπιστώνει ή έχει σοβαρούς λόγους να συνάγει κατά περίπτωση, με αντίγραφο κάθε δικαιολογητικού εγγράφου, ενδεχομένως υπό μορφή αποσπάσματος, απαραίτητου για την πλήρη γνώση των γεγονότων και για την εδραίωση των αποδείξεων, για τις καταχρήσεις ή ανωμαλίες απέναντι στις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες. Η Επιτροπή πληροφορεί τα άλλα Κράτη μέλη.

2. Κατόπιν αιτήσεως Κράτους μέλους ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής η επιτροπή καταγωγής εξετάζει, στην πιο εύλογη προθεσμία, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 802/68, κάθε ζήτημα σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου 1 και προβαίνει στις απαραίτητες ανταλλαγές απόψεων που επιτρέπουν στα Κράτη μέλη και την Επιτροπή να συμπληρώσουν τις πληροφορίες τους, και να υποβάλουν τις ενδεχόμενες παρατηρήσεις τους στις περιπτώσεις εφαρμογής της παραγράφου 1.

(1) ΕΕ αριθ. L 84 της 31. 3. 1978, σ. 1.

3. Όταν γίνεται εφαρμογή της παραγράφου 1 για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 3 η επιτροπή καταγωγής, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 2, εξετάζει την ωφελιμότητα να απαιτήσει, για τα εν λόγω προϊόντα και απέναντι στην εν λόγω τρίτη χώρα, την προσκόμιση πιστοποιητικού καταγωγής σύμφωνα με το άρθρο 2.

Η απόφαση αυτή λαμβάνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 802/68.

(1) ΕΕ αριθ. L 144 της 2. 6. 1981, σ. 1.

2. Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 4α

1. Οι πληροφορίες που διαβιβάζονται με οποιαδήποτε μορφή, κατ ' εφαρμογή του άρθρου 4, έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Καλύπτονται από το επαγγελματικό και εμπορικό απόρρητο και απολαύουν της προστασίας που παρέχει η εθνική νομοθεσία του Κράτους μέλους που τις έχει λάβει στις πληροφορίες της ίδιας φύσεως, καθώς και από τις αντίστοιχες διατάξεις που εφαρμόζονται από τις κοινοτικές αρχές.

2. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται σ' εφαρμογή του άρθρου 4 μπορούν, μετά από συνεννόηση με το Κράτος μέλος που τις παρείχε, να γνωστοποιηθούν σε τρίτες χώρες, ώστε να εξασφαλιστεί η καλή εφαρμογή των μέτρων εμπορικής πολιτικής που προβλέπονται στον υφαντουργικό τομέα. Στην περίπτωση μιας τέτοιας γνωστοποιήσεως, εξασφαλίζεται, με κατάλληλα μέσα, προστασία ανάλογη με εκείνη που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

3. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν μπορούν ιδίως να διαβιβάζονται σε πρόσωπα άλλα από εκείνα που λόγω των καθηκόντων τους είναι αρμόδια να γνωρίζουν. Επίσης δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς άλλους απ' αυτούς που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

4. Ο παρών κανονισμός δεν επιβάλλει στις διοικητικές αρχές των Κρατών μελών την υποχρέωση γνωστοποιήσεως των πληροφοριών, όταν οι πληροφορίες αυτές είναι δυνατό να παραβλάψουν τη δημόσια τάξη ή άλλα ουσιώδη συμφέροντα του Κράτους όπου έχουν την έδρα τους.

5. Ο παρών κανονισμός δεν επιβάλλει στις διοικητικές αρχές των Κρατών μελών την υποχρέωση γνωστοποιήσεως των πληροφοριών που καλύπτονται από το απόρρητο δικαστικής ανακρίσεως, χωρίς την προηγούμενη έγκριση της ενδιαφερόμενης δικαστικής αρχής.

6. Πρέπει να αιτιολογείται κάθε άρνηση γνωστοποιήσεως των πληροφοριών.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιουλίου 1981.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε Κράτος μέλος.

Έγινε στο Λουξεμβούργο, στις 11 Ιουνίου 1981.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. GINJAAR