Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 387/81 τού Συμβουλίου τής 10ης Φεβρουαρίου 1981 περί τροποποιήσεως τού κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1111/77 «περί θεσπίσεως κοινών διατάξεων γιά τήν ισογλυκόζη»
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 044 της 17/02/1981 σ. 0001 - 0003
***** ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 387/81 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 10ης Φεβρουαρίου 1981 περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1111/77 «περί θεσπίσεως κοινών διατάξεων για την ισογλυκόζη» ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 43, την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώμη της Συνελεύσεως (1), Εκτιμώντας: ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1111/77 του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1977 περί θεσπίσεως κοινών κανόνων για την ισογλυκόζη (2) προέβλεπε στη διατύπωση, που καθιέρωσε ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1293/79 (3), την εφαρμογή καθεστώτος ποσοστώσεων παραγωγής για την περίοδο από 1ης Ιουλίου 1979 μέχρι 30ής Ιουνίου 1980· ότι στις αποφάσεις αριθ. 138/79 και 139/79 το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ακύρωσε την 29η Οκτωβρίου 1980 τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1293/79 περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1111/77 λόγω παραβιάσεως ουσιαστικών τύπων· ότι εξάλλου το Δικαστήριο διαπίστωσε, ως προς την ουσία, ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1293/79 είναι σύμφωνος με το κοινοτικό δίκαιο απορρίπτοντας όλους τους ισχυρισμούς παραβιάσεως των αρχών του δικαίου, του ανταγωνισμού, της αναλογίας και της μη διακρίσεως, επικληθέντος του καθεστώτος ποσοστώσεων παραγωγής που καθιέρωσε ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1293/79· ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να επανακαθιερωθεί ιδίως το εν λόγω καθεστώς ποσοστώσεων με αναδρομική ισχύ, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1111/77 τροποποιείται ως εξής: 1. Το κείμενο του άρθρου 4 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Δύναται να προβλέπεται επιστροφή κατά την εξαγωγή των προϊόντων, που αναφέρονται στο άρθρο 1, στη φυσική τους κατάσταση και κατά την εξαγωγή ισογλυκόζης της διακρίσεως 17.02 Δ Ι υπό μορφή εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι. Το ύψος της επιστροφής καθορίζεται, για 100 χιλιόγραμμα ξηράς ουσίας, αφού ληφθούν υπόψη ιδίως: α) η επιστροφή που καθορίζεται δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3330/74 για την εξαγωγή των προϊόντων που αναφέροναι στο άρθρο 1 παράγραφος 1 σημείο δ) αυτού του ιδίου κανονισμού· β) η οικονομική πλευρά των προβλεπομένων εξαγωγών. Εξάλλου, δύναται να ληφθεί υπόψη, για τον καθορισμό της επιστροφής, η ανάγκη να υπάρξει ισορροπία μεταξύ της χρήσεως των προϊόντων βάσεως κοινοτικής καταγωγής εν όψει της εξαγωγής μεταποιημένων εμπορευμάτων προς τις τρίτες χώρες και της χρήσεως των προϊόντων των χωρών αυτών που έχουν γίνει δεκτά στην τελειοποίηση προς επανεξαγωγή». 2. ο τίτλος ΙΙ, στη διατύπωση που καθόρισε ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1298/78 (4), καταργείται με ισχύ από 1ης Ιουλίου 1977· 3. μετά το άρθρο 7 προστίθεται ο ακόλουθος τίτλος: «ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ καθεστώς των ποσοστώσεων Άρθρο 8 Το άρθρο 9 εφαρμόζεται για την περίοδο από 1ης Ιουλίου 1979 μέχρι 30ής Ιουνίου 1980. Άρθρο 9 1. Απονέμεται βασική ποσόστωση σε κάθε επιχείρηση παραγωγής ισογλυκόζης που είναι εγκατεστημένη στην Κοινότητα, για την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 8. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής της παραγράφου 3, η βασική ποσόστωση κάθε σχετικής επιχειρήσεως ισούται με το διπλάσιο της διαπιστούμενης παραγωγής της, βάσει του παρόντος κανονισμού, κατά τη διάρκεια της περιόδου από 1ης Νοεμβρίου 1978 μέχρι 30ής Απριλίου 1979. 2. Σε κάθε επιχείρηση που διαθέτει μια βασική ποσόστωση απονέμεται ομοίως μια μεγίστη ποσόστωση ίση με τη βασική της ποσόστωση προσαρμοσμένη με ένα συντελεστή. Ο συντελεστής αυτός είναι εκείνος που καθορίζεται δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3330/74, για την περίοδο από 1ης Ιουλίου 1979 μέχρι 30ής Ιουνίου 1980. 3. Η βασική ποσόστωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διορθώνεται, κατά περίπτωση, έτσι ώστε η μεγίστη ποσόστωση που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2: - να μην υπερβαίνει το 85 %, - να μην είναι κατώτερη του 65 % της ετήσιας τεχνικής δυνατότητας παραγωγής της εν λόγω επιχειρήσεως. 4. Οι βασικές ποσοστώσεις που καθιερώνονται κατ εφαρμογή των παραγράφων 1 και 3 καθορίζονται για κάθε επιχείρηση όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ. 5. Στις επιχειρήσεις παραγωγής ισογλυκόζης, που δεν παρήγαγαν κατά τη διάρκεια της περιόδου της αναφερόμενης στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, και οι οποίες αναλαμβάνουν μία παραγωγή κατά τρόπο συνεχή και διαπιστωμένη κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 8, τους απονέμεται βασική ποσόστωση ίση με το μεγαλύτερο όγκο της παραγωγής τους που πέτυχαν στη διάρκεια μιας από τις ακόλουθες περιόδους: - 1η Αυγούστου 1976 μέχρι 31η Ιουλίου 1977, - 1η Ιουλίου 1977 μέχρι 31η Ιουνίου 1978. Στις ίδιες αυτές επιχειρήσεις απονέμεται μία μεγίστη ποσόστωση που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2. 6. Απονέμεται μία βασική ποσόστωση στις επιχειρήσεις που αρχίζουν παραγωγή ισογλυκόζης κατά τρόπο συνεχή, κατά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 8, στα όρια μιας ποσότητας κοινοτικής εφεδρίας ίσης με το 5 % του αθροίσματος των βασικών ποσοστώσεων που καθιερώθηκαν κατ εφαρμογή της παραγράφου 1. 7. Η ποσότητα ισογλυκόζης, που παρήχθη κατά την αναφερόμενη στο άρθρο 8 περίοδο, η οποία: - υπερβαίνει τη μεγίστη ποσόστωση της επιχειρήσεως, - εχει παραχθεί από επιχείρηση που δεν ευνοήθηκε με μία βασική ποσόστωση, δεν δύναται να διατεθεί στην εσωτερική αγορά της Κοινότητος και πρέπει να εξαχθεί στη φυσική της κατάσταση προς τις τρίτες χώρες χωρίς να εφαρμοσθεί το άρθρο 4. 8. Για την παραγόμενη ποσότητα ισογλυκόζης που υπερβαίνει τη βασική ποσόστωση χωρίς να υπερβαίνει τη μεγίστη ποσόστωση, τα Κράτη μέλη εισπράττουν από τον ενδιαφερόμενο βιομήχανο ισογλυκόζης μία συνεισφορά στην παραγωγή. Για την αναφερόμενη στο άρθρο 8 περίοδο, το ποσό της συνεισφοράς στην παραγωγή ισογλυκόζης ισούται με το μέρος της συνεισφοράς στην παραγωγή ζάχαρης που καθορίζεται από τη ζαχαρική περίοδο 1979/80 δυνάμει του άρθρου 28 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3330/74 που επιβαρύνει τους ζαχαροβιομήχανους. 9. Το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία προτάσει της Επιτροπής, απονέμει τις ποσοστώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 και θεσπίζει, εφ όσον παρίσταται ανάγκη, τους γενικούς κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου. 10. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, που προβλέπουν ιδίως την είσπραξη ενός ποσού επί της ποσότητος ισογλυκόζης που αναφέρεται στην παράγραφο 7 και δεν εξάγεται στη φυσική της κατάσταση κατά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 8, καθώς και το ποσό της συνεισφοράς στην παραγωγή που αναφέρεται στην παράγραφο 8, καθορίζονται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 12.» 4. Το παράρτημα γίνεται το παράρτημα Ι και προστίθεται το εξής παράρτημα: ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ 1.2.3 // // // // Επιχείρηση // Διεύθυνση της έδρας // Βασικές ποσοστώσεις σε τόνους εκφρασμένες σε ξηρά ουσία // // // // Maizena GmbH // Postfach 1000, D-2000 Hamburg 1 // 28 882 // Amylum SA // rue de l'Intendant 49, B-1020 Bruxelles // 56 667 // Roquettes Freres SA // 17, Boulevard Vauban, F-59000 Lille // 15 887 // SPAD // 15063, Cassano Spinola, casella postale 1, I-Alessandria // 5 863 // Fabbriche riunite Amido glucosio destrina, SpA // Piazza Erculea 9, I-Milano // 10 706 // Tunnel Refineries Ltd // Thames Bank House, Greenwich London GB SE10 OPA // 21 696» // // // Άρθρο 2 1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. 2. Εφαρμόζεται από 1ης Ιουλίου 1979, εκτός από το άρθρο 1, σημείο 2, το οποίο εφαρμόζεται από 1ης Ιουλίου 1977. 3. Οι παραπομπές στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1293/79 που αναφέρονται στις πράξεις οι οποίες εξεδόθησαν κατ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1111/77 θεωρούνται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε Κράτος μέλος. Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 10 Φεβρουαρίου 1981. Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος G. BRAKS (1) Γνώμη διατυπωθείσα την 9η Φεβρουαρίου 1981 (μη δημοσιευθείσα ακόμη στην ΕΕ). (2) ΕΕ αριθ. L 134 της 28. 5. 1977, σ. 4. (3) ΕΕ αριθ. L 162 της 30. 6. 1979, σ. 10. (4) ΕΕ αριθ. L 160 της 17. 6. 1978, σ. 9.