31980L1263

Πρώτη οδηγία 80/1263/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 1980 περί καθιερώσεως κοινοτικής αδείας οδηγήσεως

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 375 της 31/12/1980 σ. 0001 - 0015
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 7 τόμος 2 σ. 0171
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 13 τόμος 10 σ. 0089
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 7 τόμος 2 σ. 0171
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 07 τόμος 2 σ. 0259
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 07 τόμος 2 σ. 0259


ΠΡΩΤΗ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 4ης Δεκεμβρίου 1980 περί καθιερώσεως κοινοτικής αδείας οδηγήσεως

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος και ιδίως το άρθρο 75 παράγραφος 1 περίπτωση γ),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Συνελεύσεως(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Εκτιμώντας:

ότι, στα πλαίσια των σκοπών της κοινής πολιτικής μεταφορών, για να γίνει πιο ασφαλής η οδική κυκλοφορία και για να διευκολυνθεί η κυκλοφορία των προσώπων που εγκαθίστανται σε άλλο Κράτος Μέλος από εκείνο στο οποίο έδωσαν εξετάσεις για την απόκτηση αδείας οδηγήσεως ή των προσώπων που δικαιούνται στο εσωτερικό της Κοινότητος, είναι σκόπιμο να καθιερωθεί μια κοινοτική άδεια οδηγήσεως-

ότι η καθιέρωση κοινοτικής άδειας οδηγήσεως προϋποθέτει την εναρμόνιση των υπαρχόντων εθνικών συστημάτων εξετάσεων οδηγήσεως και ότι ο στόχος αυτός μόνο σταδιακά μπορεί να πραγματοποιηθεί- ότι το πρώτο στάδιο αυτής της εναρμονίσεως μπορεί να επιτευχθεί με την κατάρτιση ενός κοινοτικού υποδείγματος εθνικής άδειας οδηγήσεως, την αμοιβαία αναγνώριση από τα Κράτη Μέλη των εθνικών αδειών οδηγήσεως και την αλλαγή των αδειών όταν οι κάτοχοί τους αλλάζουν τόπο διαμονής ή εργασίας από ένα Κράτος Μέλος σε άλλο-

ότι το κοινοτικό υπόδειγμα εθνικής αδείας οδηγήσεως πρέπει να έχει ως βάση εκείνο της τελικής πράξεως της συμβάσεως περί της οδικής κυκλοφορίας που καταρτίσθηκε στη Βιέννη, τον Νοέμβριο του 1968, από τη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την οδική κυκλοφορία-

ότι τόσο η αμοιβαία αναγνώριση των αδειών οδηγήσεως, που εκδίδονται από τα διάφορα Κράτη Μέλη, όσο και η αλλαγή της αδείας, στην περίπτωση που ο κάτοχός της αλλάζει τόπο διαμονής ή εργασίας από μία χώρα της Κοινότητος σε άλλη, προϋποθέτουν μία πρώτη εναρμόνιση των διατάξεων που αφορούν την έκδοση και ισχύ των αδειών-

ότι, με την επιφύλαξη των οριστικών διατάξεων που θα θεσπίσει το Συμβούλιο για τις κατηγορίες οχημάτων, είναι σκόπιμο να θεσπισθούν κοινοί κανόνες σχετικά με την ισχύ των αδειών οδηγήσεως των διαφόρων κατηγοριών οχημάτων, έτσι ώστε η άδεια κατά το κοινοτικό υπόδειγμα να χορηγείται υπό παρεμφερείς προϋποθέσεις-

ότι, πάντως, στο πλαίσιο αυτής της πρώτης εναρμονίσεως και εν αναμονή θεσπίσεως του οριστικού συστήματος, είναι σκόπιμο να γίνει δεκτό ότι τα Κράτη Μέλη δύνανται να καθορίζουν τις προϋποθέσεις που αφορούν την ηλικία και τη διάρκεια ισχύος των αδειών, καθώς και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να παρεκκλίνουν από τις κατηγορίες, τις ταχύτητες και τις προϋποθέσεις ισχύος που προβλέπονται από αυτή την οδηγία και κατά περίπτωση να ελέγχουν την τήρηση των προσθέτων όρων που απαιτούνται για την αλλαγή των αδειών οδηγήσεως ορισμένων κατηγοριών οχημάτων-

ότι είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό μία περαιτέρω εναρμόνιση των κανόνων που αφορούν τις εξετάσεις των υποψηφίων οδηγών και την έκδοση των αδειών οδηγήσεως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα Κράτη Μέλη καθιερώνουν μια εθνική άδεια οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα του άρθρου 2. Η άδεια οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα, με την επιφύλαξη του άρθρου 8, παρέχει στον κάτοχό της το δικαίωμα να οδηγεί, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και διεθνώς, οχήματα των κατηγοριών, για τις οποίες η άδεια αυτή έχει εκδοθεί.

Η άδεια οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα εκδίδεται από τα Κράτη Μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσης οδηγίας.

Άρθρο 2

Η άδεια οδηγήσεως του άρθρου 1 εκδίδεται σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος I.

Στο ελλειψοειδές σχήμα της πρώτης σελίδας του υποδείγματος πρέπει να εγγράφεται το διακριτικό σήμα του Κράτους Μέλους που εκδίδει την άδεια.

Κατόπιν διαβουλεύσεως με την Επιτροπή, τα Κράτη Μέλη μπορούν να επιφέρουν στο υπόδειγμα του παραρτήματος I τις τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες:

- για την επεξεργασία των στοιχείων του διπλώματος από ηλεκτρονικό υπολογιστή,

- για την εγγραφή στην άδεια οδηγήσεως των κατηγοριών οχημάτων που κατ' εφαρμογή του άρθρου 9, διαφέρουν από τις κατηγορίες που προβλέπονται στο άρθρο 3.

Τα Κράτη Μέλη θεσπίζουν όλες τις αναγκαίες διατάξεις για να αποφευχθεί ο κίνδυνος πλαστογραφήσεως των αδειών οδηγήσεως.

Άρθρο 3

1. Με την επιφύλαξη των οριστικών διατάξεων που θα θεσπισθούν από το Συμβούλιο σχετικά με τις κατηγορίες οχημάτων, η άδεια οδηγήσεως του άρθρου 1 παρέχει στον κάτοχό της το δικαίωμα να οδηγεί σε δημόσιους δρόμους οχήματα των ακολούθων κατηγοριών:

κατηγορία Α: μοτοσυκλέττες με ή χωρίς καλάθι

κατηγορία Β: αυτοκίνητα εκτός από εκείνα της κατηγορίας Α, των οποίων το ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος δεν υπερβαίνει τα 3 500 χλγρ. και ο αριθμός των θέσεων, εκτός από τη θέση του οδηγού, δεν υπερβαίνει τις 8-

κατηγορία Γ: αυτοκίνητα που προορίζονται για τη μεταφορά εμπορευμάτων με ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος περισσότερο από 3 500 χλγρ.-

κατηγορία Δ: αυτοκίνητα που προορίζονται για τη μεταφορά προσώπων και έχουν περισσότερες από 8 θέσεις εκτός από τη θέση του οδηγού-

κατηγορία Ε: συνδυασμοί οχημάτων, ο ελκυστήρας των οποίων υπάγεται στην κατηγορία ή στις κατηγορίες Β, Γ ή Δ για τις οποίες ισχύει η άδεια του οδηγού αλλά που οι ίδιοι οι συνδυασμοί δεν υπάγονται στην κατηγορία ή στις κατηγορίες αυτές.

2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1:

α) στα αυτοκίνητα της κατηγορίας Β που αναφέρονται παραπάνω μπορεί να προσαρτηθεί ρυμουλκούμενο όχημα με ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος μέχρι 750 χλγρ. Μπορεί επίσης να προσαρτηθεί ρυμουλκούμενο όχημα με ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος μέχρι 750 χλγρ., εφόσον πληρούνται και οι ακόλουθες πρoϋποθέσεις:

- το ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος του ρυμουλκουμένου δεν υπερβαίνει το απόβαρο του αυτοκινήτου, και

- το ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος του συνδυασμού οχημάτων δεν υπερβαίνει τα 3 500 χλγρ.

β) στα αυτοκίνητα των κατηγοριών Γ και Δ μπορεί να προσαρτηθεί ρυμουλκούμενο με ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος μέχρι 750 χλγρ.

3. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου:

- ο όρος "μοτοσυκλέττα" υποδηλώνει κάθε δίκυκλο ή τρίκυκλο όχημα με ανώτατη ταχύτητα εκ κατασκευής περισσότερη από 50 χλμ. την ώρα, ή, αν πρόκειται για όχημα με θερμικό κινητήρα προωθήσεως, με χωρητικότητα κυλίνδρων περισσότερη από 50 κ.κ. Αν πρόκειται για τρίκυκλο όχημα το απόβαρό του πρέπει να μην υπερβαίνει τα 400 χλγρ.

- ο όρος "μηχανοκίνητο όχημα" υποδηλώνει κάθε όχημα με κινητήρα προωθήσεως και αυτοκινούμενο, εκτός από τα οχήματα που κινούνται πάνω σε σιδηροτροχιές-

- ο όρος "αυτοκίνητο" υποδηλώνει τα μηχανοκίνητα οχήματα, εκτός από τις μοτοσυκλέτες, που χρησιμοποιούνται κανονικά για την οδική μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για την οδική έλξη οχημάτων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει τα τρόλεϋ, τα οχήματα δηλαδή που συνδέονται με γραμμή ηλεκτρικού ρεύματος και δεν κινούνται πάνω σε σιδηροτροχιές. Δεν περιλαμβάνει τους γεωργικούς και δασικούς εκλυστήρες-

- ο όρος "γεωργικός ή δασικός ελκυστήρας" υποδηλώνει κάθε μηχανοκίνητο όχημα με τροχούς ή ερπύστριες, που έχει δύο τουλάχιστον άξονες και η κύρια λειτουργία του συνίσταται στην ελκτική του δύναμη- έχει σχεδιασθεί ειδικά για να έλκει, να ωθεί, να μεταφέρει ή να θέτει σε κίνηση ορισμένα εργαλεία, μηχανήματα ή ρυμουλκούμενα οχήματα που χρησιμοποιούνται στις γεωργικές ή δασικές εργασίες και η χρησιμοποίησή του για την οδική μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για την οδική έλξη οχημάτων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων έχει μόνο δευτερεύοντα χαρακτήρα.

Άρθρο 4

1. Η ισχύς της αδείας οδηγήσεως που προβλέπεται από το άρθρο 1 καθορίζεται ως εξής:

α) οι άδειες που χορηγούνται για τις κατηγορίες Γ και Δ, ισχύουν επίσης και για την οδήγηση οχημάτων της κατηγορίας Β-

β) η άδεια που χορηγείται για την κατηγορία Ε ισχύει για την οδήγηση συνδυασμού οχημάτων με την επιφύλαξη των διατάξεων της περιπτώσεως γ)-

γ) η άδεια για τα οχήματα της κατηγορίας Ε χορηγείται μόνο στους οδηγούς που έχουν ήδη το δικαίωμα να οδηγούν οχήματα των κατηγοριών Β, Γ ή Δ.

2. Οι άδειες που χορηγούνται σε άτομα έχοντα αναπηρία φέρουν ειδική ένδειξη που ορίζει τους όρους με τους οποίους τα άτομα αυτά έχουν το δικαίωμα να οδηγούν.

Άρθρο 5

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 543/69 του Συμβουλίου της 25ης Μαρτίου 1969 περί εναρμονίσεως ορισμένων διατάξεων κοινωνικού περιεχομένου στον τομέα των οδικών μεταφορών(3), κάθε Κράτος Μέλος ορίζει το ελάχιστο όριο ηλικίας που απαιτείται για τη χορήγηση άδειας οδηγήσεως.

2. Τα Κράτη Μέλη δύνανται να μην αναγνωρίσουν στην επικράτειά τους την ισχύ οποιασδήποτε αδείας οδηγήσεως που χορηγήθηκε σε άτομα ηλικίας κάτω των 18 ετών.

Άρθρο 6

1. Για την έκδοση άδειας οδηγήσεως απαιτείται επίσης:

α) ο υποψήφιος να έχει επιτύχει σε μια πρακτική και θεωρητική εξέταση και να εκπληρώνει ορισμένες προϋποθέσεις υγείας, τα ελάχιστα όρια των οποίων δεν μπορούν να διαφέρουν ουσιαστικά από εκείνα που καθορίζονται στα παραρτήματα II και III-

β) ο υποψήφιος να έχει τη διαμονή του στο έδαφος του Κράτους Μέλους, το οποίο εκδίδει την άδεια, εφ' όσον αυτό προβλέπεται από την νομοθεσία του εν λόγω Κράτους.

2. Κατά την έκδοση αδειών οδηγήσεως τα Κράτη Μέλη δύνανται να εφαρμόζουν τις σχετικές διατάξεις της εθνικής τους νομοθεσίας, που αναφέρονται σε προϋποθέσεις άλλες από αυτές της παραγράφου Ι του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 7

Με την επιφύλαξη των διατάξεων που θα θεσπίσει σχετικά το Συμβούλιο, κάθε Κράτος Μέλος διατηρεί το δικαίωμα να καθορίζει, σύμφωνα με τα εθνικά κριτήρια, τη διάρκεια ισχύος των αδειών οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα, τις οποίες εκδίδει ή αλλάζει σύμφωνα με το άρθρο 8.

Άρθρο 8

Τα Κράτη Μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες διατάξεις ώστε αν ο κάτοχος ισχυούσης εθνικής αδείας ή αδείας κατά το κοινοτικό υπόδειγμα που έχει εκδοθεί από ένα Κράτος Μέλος, αποκτήσει διαμονή σε ένα άλλο Κράτος Μέλος, η άδειά του να διατηρεί την ισχύ της για διάστημα ενός έτους, κατ' ανώτατο όριο, από την απόκτηση της νέας διαμονής. Εντός αυτής της προθεσμίας και αφού ο κάτοχος υποβάλει σχετική αίτηση και καταθέσει την άδειά του, το κράτος της νέας διαμονής του χορηγεί άδεια οδηγήσεως (κατά το κοινοτικό υπόδειγμα) της αντίστοιχης κατηγορίας ή κατηγοριών χωρίς να τηρηθούν οι προϋποθέσεις του άρθρου 6. Πάντως το Κράτος Μέλος μπορεί να αρνηθεί την αλλαγή της αδείας στην περίπτωση που η εθνική του νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένων των απαιτουμένων προϋποθέσεων υγείας, αποκλείει τη χορήγηση της αδείας.

Πριν από την αλλαγή ο αιτών πρέπει να δηλώσει ότι η άδεια οδηγήσεως εξακολουθεί να ισχύει. Εναπόκειται στο Κράτος Μέλος που προβαίνει στην αλλαγή να εξακριβώσει, κατά περίπτωση, αν αυτή η δήλωση είναι αληθής. Το Κράτος Μέλος που προβαίνει στην αλλαγή αποστέλλει την παλιά άδεια οδηγήσεως στις αρχές του Κράτους Μέλους που την εξέδωσε.

2. Τα Κράτη Μέλη που, βάσει του άρθρου 9, δεν δέχονται τις κατηγορίες Γ, Δ και Ε όπως καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 δύνανται:

- είτε να αλλάξουν τις άδειες των κατηγοριών Γ, Δ και Ε όπως ορίζει η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου,

- είτε να ζητήσουν από τον αιτούντα να αποδείξει την πείρα του ως οδηγός αυτοκινήτου και στην περίπτωση αυτή να του χορηγήσουν άδεια οδηγήσεως οχημάτων της εθνικής κατηγορίας για την οποία απέδειξε ότι έχει επαρκή πείρα, ή οχημάτων μιας κατώτερης κατηγορίας.

Σε κάθε περίπτωση τα κράτη αυτά χορηγούν στον αιτούντα άδεια οδηγήσεως των οχημάτων της κατώτερης εθνικής κατηγορίας που αντιστοιχεί στις κατηγορίες Γ, Δ και Ε που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

Αν ο οδηγός δεν έχει ζητήσει την αλλαγή της αδείας του, τα κράτη αυτά αναγνωρίζουν ότι έχει ισοδύναμη τουλάχιστον ισχύ με τις άδειες της κατώτερης αντίστοιχης εθνικής κατηγορίας κατά τη διάρκεια του έτους μετά την απόκτηση της νέας διαμονής.

3. Όταν ένα Κράτος Μέλος αλλάζει άδεια που έχει εκδοθεί από τρίτη χώρα με άδεια οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα, η αλλαγή αυτή πρέπει να αναγράφεται στην άδεια όπως και κάθε μεταγενέστερη ανανέωση ή αντικατάσταση. Σε περίπτωση μεταγενέστερης αλλαγής της αδείας τα Κράτη Μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να εφαρμόσουν την παράγραφο 1. Πάντως, άδεια οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα χορηγείται μόνο εφ' όσον η εκθοδείσα από τρίτη χώρα άδεια οδηγήσεως έχει παραδοθεί στις αρμόδιες αρχές του Κράτος Μέλους που την εκδίδει.

Άρθρο 9

Μέχρι θεσπίσεως του οριστικού καθεστώτος, τα Κράτη Μέλη δύνανται κατόπιν διαβουλεύσεως με την Επιτροπή να παρεκκλίνουν, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό αναγράφεται στην άδεια, από τις διατάξεις της παρούσης οδηγίας όσον αφορά:

- τις κατηγορίες που καθορίζονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1-

- τις ταχύτητες που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, περίπτωση 1, με την προϋπόθεση ότι προβλέπουν μικρότερες ταχύτητες-

- τις προϋποθέσεις ισχύος που προβλέπονται στο άρθρο 4.

Επί πλέον σε περίπτωση που οι εθνικές κατηγορίες διαφέρουν, τα Κράτη Μέλη καθορίζουν κατά τη διαδικασία του άρθρου 12 την αντιστοιχία μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών.

Άρθρο 10

Το Συμβούλιο μετά από πρόταση της Επιτροπής, θα προβεί, το συντομότερο δυνατόν, σε περαιτέρω εναρμόνιση των κανόνων που αφορούν τις εξετάσεις των υποψηφίων οδηγών και την έκδοση των αδειών οδηγήσεως, με στόχο, μεταξύ άλλων, να γίνει στο μέλλον πιο ασφαλής η οδική κυκλοφορία στο σύνολο της Κοινότητος.

Άρθρο 11

Τα Κράτη Μέλη καθορίζουν τις λεπτομέρειες αντικαταστάσεως των εν ισχύϊ εθνικών αδειών οδηγήσεως που έχουν εκδώσει, με άδειες κατά το κοινοτικό υπόδειγμα της αντίστοιχης κατηγορίας ή κατηγοριών. Η αντικατάσταση αυτή γίνεται χωρίς συμμετοχή στις εξετάσεις που προβλέπει το άρθρο 6, κατόπιν καταθέσεως της παλιάς αδείας και ανταλλαγής με αυτήν.

Άρθρο 12

1. Κατόπιν διαβουλεύσεως με την Επιτροπή, τα Κράτη Μέλη θεσπίζουν έγκαιρα, το αργότερο μέχρι τις 30 Ιουνίου 1982, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις για την εφαρμογή της παρούσης οδηγίας από 1ης Ιανουαρίου 1983.

2. Παρ' όλα αυτά, ένα Κράτος Μέλος δύναται, με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων της παρούσης οδηγίας, να ορίσει ότι οι άδειες οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα θα αρχίσουν να εκδίδονται σε μια μεταγενέστερη ημερομηνία αλλά όχι αργότερα από την 1η Ιανουαρίου 1986.

3. Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας τα Κράτη Μέλη παρέχουν αμοιβαία τη συνδρομή τους.

Άρθρο 13

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα Κράτη Μέλη.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 4 Δεκεμβρίου 1980.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BARTHEL

(1) ΕΕ αριθ. Α 238 της 11.10.1976, σ. 43.

(2) ΕΕ αριθ. Α 197 της 23.8.1976, σ. 32.

(3) ΕΕ αριθ. Ν 77 της 29.3.1969, σ. 49.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΑΔΕΙΑΣ ΟΔΗΓΗΣΕΩΣ (1)

Επεξηγηματικές σημειώσεις για το υπόδειγμα αδείας οδηγήσεως της σελίδος 1

1. Το χρώμα της κοινοτικής αδείας είναι ροζ.

2. Στο εξώφυλλο:

- η μνεία του ονόματος του εκδίδοντος την άδεια Κράτους Μέλους είναι προαιρετική,

- στο ελλειψοειδές σχήμα εγγράφεται το διακριτικό σήμα του Κράτους Μέλους που εκδίδει την άδεια,

- η ένδειξη "άδεια οδηγήσεως" αναγράφεται με κεφαλαία στη γλώσσα ή στις γλώσσες του Κράτους Μέλους που εκδίδει την άδεια, και μετά το απαραίτητο διάστημα αναγράφεται με μικρά τυπογραφικά στοιχεία σε όλες τις άλλες γλώσσες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων-

- η ένδειξη "υπόδειγμα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων" αναγράφεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες του Κράτους Μέλους που εκδίδει την άδεια.

3. Το περιεχόμενο των άλλων σελίδων συντάσσεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες του Κράτους Μέλους που εκδίδει την άδεια.

4. Η σελίδα που επιγράφεται "Συμπληρωματικά στοιχεία" προορίζεται για την αναγραφή, κατά περίπτωση, περιορισμών ή επεκτάσεων των προϋποθέσεων ισχύος της άδειας. Στην ίδια σελίδα μπορεί επίσης να αναγραφεί και η διάρκεια ισχύος της αδείας σε περίπτωση που ποικίλλει.

Συμπληρωματικά στοιχεία "" ID="1">Ισχύει μέχρι:> ID="2">Ανανεώθηκε μέχρι:"> ID="1">..........> ID="2">........."> ID="1">Ημερομ. εκδόσεως> ID="2">ημερομ. .....">

5. Άλλες παρατηρήσεις μπορούν να καταχωρηθούν στις κενές σελίδες. Τα Κράτη Μέλη μπορούν, κατά περίπτωση, να αναγράψουν κατηγορίες που δεν προβλέπονται από την παρούσα οδηγία ή υποδιαιρέσεις των κατηγοριών Α, Β, Γ, Δ, και Ε στην αντίστοιχη σελίδα.

6. Τα Κράτη Μέλη έχουν τη δυνατότητα.

- να καταργήσουν τη φωτογραφία-

- να αντικαταστήσουν την κατοικία με την ταχυδρομική διεύθυνση-

- να αντικαταστήσουν την ημερομηνία εκδόσεως με την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της αδείας.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΑΔΕΙΑΣ ΟΔΗΓΗΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ: ΒΕΛΓΙΚΗ ΑΔΕΙΑ (ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ)

(1) Στη σελίδα 6 αυτού του παραρτήματος αναγράφονται οι επεξηγηματικές σημειώσεις για το κοινοτικό υπόδειγμα αδείας οδηγήσεως. Στη σελίδα 7 αυτού του παραρτήματος υπάρχει παράδειγμα αδείας οδηγήσεως κατά το κοινοτικό υπόδειγμα (Βελγική άδεια).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΟΔΗΓΩΝ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ Τρόπος διεξαγωγής

1. Η θεωρητική εξέταση θα διεξάγεται κατά τρόπο που θα είναι δυνατό να διαπιστώνεται αν ο υποψήφιος έχει την απαιτούμενη γνώση και κατανόηση των θεμάτων που απαριθμούνται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος παραρτήματος.

Περιεχόμενο

2. Γνώση και κατανόηση των σχετικών ρυθμίσεων και ειδικότερα των διατάξεων που αφορούν τη χρήση των οχημάτων της κατηγορίας που αντιστοιχεί στον τύπο της ζητούμενης αδείας:

2.1. Γνώση και κατανόηση των κανόνων οδικής κυκλοφορίας, της φωτεινής σηματοδοτήσεως, της κατακόρυφης και οριζόντιας σημάνσεως και της σημασίας τους-

2.2. Στοιχειώδης γνώση και κατανόηση των τεχνικών κανονισμών που αφορούν την ασφάλεια των οχημάτων που βρίσκονται σε κυκλοφορία-

2.3. Γνώση και κατανόηση των κανόνων που αφορούν τον οδηγό σχετικά με την ασφάλεια της οδικής κυκλοφορίας. Για τους οδηγούς των κατηγοριών Γ και Δ μόνο, συμπεριλαμβάνονται και οι κανόνες που αφορούν τις ώρες εργασίας και τις περιόδους αναπαύσεως-

2.4. Γνώση και κατανόηση των κανόνων που ορίζουν τι πρέπει να κάνει ο οδηγός σε περίπτωση ατυχήματος.

3. Γνώση και κατανόηση άλλων τομέων:

3.1. Επαρκής γνώση και κατανόηση της σπουδαιότητας των ζητημάτων ασφαλείας της οδικής κυκλοφορίας και ειδικώς των ακόλουθων παραγόντων ατυχημάτων:

3.1.1. Κίνδυνοι που προέρχονται από τον τρόπο οδηγήσεως, όπως ο κίνδυνος κατά την προσπέραση, η εσφαλμένη εκτίμηση της ταχύτητας (επιπτώσεις στην απόσταση πεδήσεως και ασφαλείας), η επίδραση των ατμοσφαιρικών συνθηκών (χιόνι, βροχή, ομίχλη, πλάγιος άνεμος, υδρολίσθηση), η συμπεριφορά των άλλων ατόμων που χρησιμοποιούν το δρόμο και ιδιαίτερα των ηλικιωμένων και των παιδιών-

3.1.2. Παράγοντες που ενδέχεται να αμβλύνουν την προσοχή του οδηγού και τη φυσική και πνευματική του ικανότητα, όπως κούραση, αρρώστεια, οινόπνευμα, ναρκωτικά κλπ:

3.1.3. Παράγοντες ασφαλείας σχετικά με το φορτίο του οχήματος και τα μεταφερόμενα πρόσωπα.

3.2. Μόνο για τα οχήματα των κατηγοριών Α και Β: βασική γνώση των εξαρτημάτων του οχήματος που έχουν ουσιαστική σημασία για την προστασία των επιβατών και την ασφάλεια της οδικής κυκλοφορίας, όπως τα φρένα, τα ελαστικά, η στάθμη των ορυκτελαίων, οι ζώνες ασφαλείας κλπ:

Μόνο για τα οχήματα των κατηγοριών Γ, Δ και Ε: γνώση της λειτουργίας και απλής συντηρήσεως των εξαρτημάτων που προαναφέρθηκαν και όλων των άλλων μηχανισμών και εξαρτημάτων του αυτοκινήτου που έχουν ιδιαίτερη σημασία από άποψη ασφαλείας-

3.3. Γνώση των μέτρων που πρέπει να ληφθούν, κατά περίπτωση, για τη βοήθεια των θυμάτων οδικών ατυχημάτων.

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ Το όχημα και ο εξοπλισμός του

4. Αν ο υποψήφιος εξεταστεί σε όχημα με αυτόματη αλλαγή ταχυτήτων αυτό αναγράφεται στην άδεια που του χορηγείται με βάση αυτή την εξέταση.

- Οχήματα της κατηγορίας Γ: το ανώτατο επιτρεπόμενο βάρος δεν θα είναι κατώτερο από 7 000 χλγρ:

- Οχήματα της κατηγορίας Δ: οι θέσεις δεν θα είναι λιγότερες από 28 και το μήκος του οχήματος μικρότερο από 7 μ:

- Οχήματα της κατηγορίας Ε: εάν ο ελκυστήρας ανήκει στην κατηγορία Γ και δεν πρόκειται για ημιρυμουλκούμενο όχημα, το ρυμουλκούμενο όχημα θα έχει τουλάχιστον δύο άξονες που θα απέχουν μεταξύ τους περισσότερο από 1 μέτρο.

Περιεχόμενο

5. Χειρισμός του οχήματος: οι κυριώτεροι ελιγμοί που θα πρέπει να πραγματοποιήσει ο υποψήφιος για να αποδείξει ότι έχει τον έλεγχο του οχήματος είναι οι ακόλουθοι:

5.1. Ξεκίνημα σε ανηφόρα-

5.2. Μόνο για τα οχήματα των κατηγοριών Β, Γ, Δ και Ε: οπισθοπορεία και στροφή κατά την οπισθοπορεία-

5.3. Πέδηση και στάση σε διάφορες ταχύτητες, περιλαμβάνεται και η διακοπή πορείας σε εκτάκτες περιπτώσεις εφ' όσον οι συνθήκες του δρόμου και της κυκλοφορίας το επιτρέπουν-

5.4. Μόνο για τα οχήματα των κατηγοριών Β, Γ, Δ και Ε πλάγια στάθμευση σε ανηφόρα ή σε κατηφόρα-

5.5. Στροφή 180o σε περιορισμένο χώρο-

5.6. Μόνο για τα οχήματα της κατηγορίας Α: οδήγηση με μικρή ταχύτητα.

6. Συμπεριφορά κατά την κυκλοφορία

Θα πρέπει κυρίως να διαπιστωθεί αν ο υποψήφιος:

6.1. Οδηγεί το αυτοκίνητό του στο σωστό μέρος του οδοστρώματος-

6.2. Παίρνει σωστά τις δεξιές και αριστερές στροφές-

6.3. Εκτελεί σωστά τους χειρισμούς αλλαγής λωρίδας και κατευθύνσεως στις διασταυρώσεις-

6.4. Προσέχει την κυκλοφορία-

6.5. Συμπεριφέρεται σωστά στις διασταυρώσεις λαμβάνοντας υπόψη όλες τις κινήσεις των άλλων ατόμων που χρησιμοποιούν το δρόμο και ιδίως αν τηρεί τις προτεραιότητες-

6.6. Προσαρμόζει την ταχύτητά του στις περιστάσεις-

6.7. Χρησιμοποιεί τους καθρέφτες του αυτοκινήτου-

6.8. Σηματοδοτεί σωστά τους χειρισμούς που προτίθεται να κάνει-

6.9. Ξέρει να θέτει σε λειτουργία τα φώτα του οχήματος, τους μηχανισμούς προειδοποιήσεως και τους άλλους βοηθητικούς μηχανισμούς-

6.10. Οδηγεί με την απαιτούμενη σύνεση και προσοχή για τους πεζούς και τα άλλα άτομα που χρησιμοποιούν το δρόμο-

6.11. Συμπεριφέρεται σωστά απέναντι στα δημόσια συγκοινωνιακά οχήματα-

6.12. Συμμορφώνεται με τη φωτεινή σηματοδότηση και τις υποδείξεις των αστυφυλάκων τροχαίας κινήσεως-

6.13. Αντιδρά σωστά στα καθορισμένα από τη νομοθεσία σήματα των άλλων ατόμων που χρησιμοποιούν το δρόμο-

6.14. Συμμορφώνεται με την οριζόντια και κατακόρυφη σήμανση και προσέχει τις διαβάσεις των πεζών-

6.15. Τηρεί επαρκή απόσταση από το όχημα που προηγείται και από τα οχήματα που κινούνται παράλληλα με το δικό του-

6.16. Εκτελεί τους σωστούς χειρισμούς κατά την προσπέραση.

6.17. Χρησιμοποιεί σωστά τη ζώνη ασφαλείας εφ' όσον η τοποθέτησή της στο όχημα είναι υποχρεωτική.

Σειρά διεξαγωγής των επιμέρους δοκιμασιών της πρακτικής εξετάσεως

7. Το τμήμα της πρακτικής εξετάσεως που περιγράφεται στην παράγραφο 5 θα πρέπει, εφόσον αυτό είναι δυνατό, να προηγηθεί εκείνου που περιγράφεται στην παράγραφο 6.

Διάρκεια της εξετάσεως

8. Η διάρκεια της εξετάσεως και η απόσταση που θα διανύσει ο υποψήφιος οδηγός πρέπει να είναι επαρκείς για να διαπιστωθεί η ικανότητα εκτελέσεως των επί μέρους δοκιμασιών των παραγράφων 5 και 6. Η διάρκεια του τμήματος της εξετάσεως που περιγράφεται στην παράγραφο 6 πρέπει να είναι μεγαλύτερη από 30 λεπτά και σε καμμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 20 λεπτά.

Τόπος διεξαγωγής της πρακτικής εξετάσεως

9. Το τμήμα της εξετάσεως που περιγράφεται στην παράγραφο 5 μπορεί να διεξαχθεί σε ειδικό εξεταστικό χώρο. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να τεθούν επακριβώς καθορισμένα κριτήρια που θα επιτρέψουν την αντικειμενική εκτίμηση της ικανότητας του υποψήφιου να χειρίζεται το όχημα. Το τμήμα της εξετάσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 6 πρέπει, εφ' όσον αυτό είναι δυνατό, να διεξαχθεί σε δρόμους που βρίσκονται έξω από τις κατοικημένες περιοχές, σε αυτοκινητόδρομους καθώς και μέσα στην αστική κυκλοφορία.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΟΣ ΟΡΙΣΜΟΙ

1. Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος οι οδηγοί κατατάσσονται σε δύο ομάδες:

1.1. Ομάδα 1: οδηγοί οχημάτων των κατηγοριών Α και Β-

1.2. Ομάδα 2: οδηγοί οχημάτων των κατηγοριών Γ, Δ και Ε.

2. Κατ' αναλογία, οι υποψήφιοι για έκδοση ή ανανέωση άδειας οδηγήσεως κατατάσσονται στην ομάδα στην οποία θα ανήκουν μετά την έκδοση ή την ανανέωση της άδειας.

ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

3. Ομάδα 1: Οι υποψήφιοι υποχρεούνται να υποβληθούν σε ιατρική εξέταση αν, κατά την εκπλήρωση των απαιτούμενων διατυπώσεων ή κατά τη διάρκεια των εξετάσεων στις οποίες πρέπει να συμμετάσχουν για την απόκτηση της άδειας, διαπιστωθεί ότι παρουσιάζουν μία ή περισσότερες από τις ανικανότητες που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα για την ομάδα αυτή.

4. Ομάδα 2: Οι υποψήφιοι υποχρεούνται να υποβληθούν σε ιατρική εξέταση, πριν από την πρώτη έκδοση αδείας και στη συνέχεια να υποβάλλονται στις περιοδικές εξετάσεις που πιθανόν προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία.

Όραση

5. Όλοι οι υποψήφιοι αδείας οδηγήσεως πρέπει να υποβληθούν σε εξέταση από κατάλληλα ειδικευμένο προσωπικό. Στις αμφισβητούμενες περιπτώσεις η εξέταση πρέπει να γίνει από αρμόδια ιατρική αρχή. Κατά την εξέταση της οράσεως πρέπει να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην οξύτητα της οράσεως, στο οπτικό πεδίο, στην οπτική ικανότητα κατά τη νύχτα, στις προοδευτικά επιδεινούμενες οφθαλμικές παθήσεις κλπ. Αν η αρχή που εκδίδει την άδεια θεωρεί απαραίτητη για την οδήγηση τη χρήση διορθωτικών φακών, αυτό πρέπει να αναγράφεται στην άδεια οδηγήσεως.

6. Ομάδα 1: Οι οδηγοί αυτής της ομάδας πρέπει να υποβληθούν σε εξέταση της οράσεως το αργότερο σε ηλικία 70 ετών αν και θα ήταν προτιμότερο η εξέταση αυτή να γίνει νωρίτερα. Στη συνέχεια οι εξετάσεις πρέπει να επαναλαμβάνονται περιοδικά στα κατάλληλα διαστήματα. Στην περίπτωση οδηγών ή υποψηφίων που είναι τουλάχιστον 40 ετών και παρά τη χρήση διορθωτικών φακών έχουν όραση κατώτερη από την κανονική, ενώ ταυτόχρονα εκπληρώνουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που αναγράφονται στις παραγράφους 6.1. και 6.2, αναζητείται η αιτία της ελαττώσεως της οράσεως πριν από την έκδοση ή την ανανέωση της αδείας. Αν διαπιστωθεί ή πιθανολογείται η ύπαρξη κάποιας οφθαλμικής παθήσεως οι περιοδικές εξετάσεις πρέπει να γίνονται σε συχνά διαστήματα.

6.1. Οι υποψήφιοι για την έκδοση ή ανανέωση αδείας οδηγήσεως πρέπει να έχουν οξύτητα οράσεως, με διορθωτικούς φακούς αν είναι απαραίτητο, τουλάχιστον 0,4 και κατά προτίμηση μεγαλύτερη στο υγιέστερο μάτι ή τουλάχιστον 0,5 και στα δύο μάτια μαζί και τουλάχιστον 0,2, εξακριβωμένη μετά από ιατρική εξέταση στο ασθενέστερο μάτι. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται αν διαπιστωθεί μετά από ιατρική εξέταση ότι η όραση του υποψήφιου ή του οδηγού έχει ελαττωθεί περισσότερο από 20 βαθμούς στο κροταφικό μέρος του οπτικού του πεδίου ή αν ο υποψήφιος ή ο οδηγός πάσχει από διπλωπία ή αμφοτεροφθάλμιο ελάττωμα της οράσεως.

6.2. Αν οι υποψήφιοι ή οι οδηγοί δεν βλέπουν από το ένα μάτι, είναι δυνατόν να τους χορηγηθεί άδεια οδηγήσεως ή να ανανεωθεί η υφιστάμενη άδεια με την προϋπόθεση ότι αρμόδια ιατρική αρχή θα πιστοποιήσει ότι η κατάσταση αυτή της μονοφθαλμίας προϋπάρχει ήδη για αρκετό διάστημα ώστε ο ενδιαφερόμενος να έχει προσαρμοστεί σ' αυτήν και ότι η οξύτητα της οράσεως, με διορθωτικούς φακούς αν είναι απαραίτητο, είναι τουλάχιστον 0,8. Αυτά τα πρόσωπα πρέπει να έχουν απεριόριστο πεδίο οράσεως από αυτό το μάτι.

7. Ομάδα 2: Οι υποψήφιοι και οι οδηγοί αυτής της ομάδας πρέπει να υποβληθούν σε εξέταση της οράσεως κατά την αίτηση εκδόσεως άδειας οδηγήσεως- στη συνέχεια θα ήταν σκόπιμο η εξέταση αυτή να επαναλαμβάνεται σε περιοδικά χρονικά διαστήματα. Στην περίπτωση οδηγών ή υποψηφίων που είναι τουλάχιστον 40 ετών και παρά τη χρήση διορθωτικών φακών έχουν όραση κατώτερη από την κανονική ενώ ταυτόχρονα εκπληρώνουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις της κατωτέρω παραγράφου 7.1, αναζητείται η αιτία της ελαττώσεως της οράσεως πριν από την έκδοση ή ανανεώση της αδείας.

7.1. Οι υποψήφιοι για έκδοση ή ανανέωση αδείας οδηγήσεως, πρέπει να έχουν αμφοτερόφθαλμη όραση και οξύτητα οράσεως, με διορθωτικούς φακούς αν είναι αναγκαίο, τουλάχιστον 0,75 στο υγιέστερο μάτι και τουλάχιστον 0,5 στο ασθενέστερο μάτι. Αν ο ενδιαφερόμενος χρησιμοποιεί διορθωτικούς φακούς, η όρασή του χωρίς αυτούς δεν πρέπει να είναι κατώτερη από 0,1. Η χρήση των φακών πρέπει να είναι ικανοποιητικά ανεκτή από τον ενδιαφερόμενο. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται αν ο υποψήφιος ή ο οδηγός έχει ελαττωμένο οπτικό πεδίο ή αν πάσχει από διπλωπία ή αμφοτεροφθάλμιο ελάττωμα της οράσεως.

7.2. Η χρησιμοποίηση φακών επαφής από τους οδηγούς αυτής της ομάδας μπορεί να επιτραπεί αν υπάρχει σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας ιατρικής αρχής.

Ακοή

8. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιο ή οδηγό της ομάδας 2 αν η ακοή του είναι τόσο κακή ώστε να επιδρά δυσμενώς στην εκπλήρωση των καθηκόντων του.

Γενική κατάσταση και σωματικές αναπηρίες

9. Ομάδα 1: Άδεια οδηγήσεως χωρίς περιοριστικούς όρους δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε σωματικά μειονεκτούντες υποψηφίους οδηγούς εκτός αν υποβληθούν σε εξέταση οδηγήσεως και διαπιστωθεί ότι έχουν την ικανότητα να οδηγούν όχημα με συνήθη μηχανισμό κινήσεως.

9.1. Άδειες οδηγήσεως με περιοριστικούς όρους είναι δυνατόν να χορηγηθούν ή να ανανεωθούν σε σωματικά μειονεκτούντες υποψήφιους ή οδηγούς εφ' όσον τα οχήματα που οδηγούν είναι προσαρμοσμένα στην κατάστασή τους. Κάθε περιορισμός που αναγράφεται στην άδεια οδηγήσεως πρέπει να διευκρινίζει το είδος της μετατροπής που πρέπει να γίνει στο όχημα.

9.2. Σε περίπτωση αμφιβολίας, ο υποψήφιος, κατόπιν ιατρικής εξετάσεως από την αρμόδια αρχή θα υποβληθεί σε μια πρακτική εξέταση για να εξακριβωθούν οι ικανότητές του, και στη συνέχεια, είναι δυνατό να εκδοθεί μια άδεια περιορισμένης ισχύος, εάν είναι σκόπιμο, έτσι ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση της περιπτώσεώς του. Η εκτίμηση των σωματικών αναπηριών πρέπει να βασίζεται κυρίως σε κριτήρια κινητικότητας, που να επιτρέπουν να εξακριβωθεί αν η διαπιστωμένη αναπηρία ενδέχεται για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα να εμποδίσει έναν αποτελεσματικό και ταχύ ελιγμό ή να επηρεάσει δυσμενώς το χειρισμό των μηχανισμών ελέγχου, ιδίως σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης.

10. Ομάδα 2: Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται στους υποψήφιους ή τους οδηγούς που πάσχουν από αναπηρία η οποία ενδέχεται να εμποδίσει την ορθή και ακίνδυνη οδήγηση οχήματος.

10.1. Η ιατρική εξέταση των υποψηφίων ή των οδηγών πρέπει να καλύπτει το σύνολο των κινήσεων του σώματος - μυϊκή δύναμη, έλεγχος και συντονισμός - ιδιαίτερα όσον αφορά τα άνω και κάτω άκρα.

10.2. Όταν μια αναπηρία, που υπάρχει κίνδυνος να εμποδίζει την ορθή και ακίνδυνη οδήγηση οχήματος, προκληθεί μετά τη χορήγηση της αδείας, ο οδηγός οφείλει να σταματήσει να οδηγεί και να υποβληθεί σε εξέταση που θα πραγματοποιήσει η αρμόδια ιατρική αρχή.

Καρδιοαγγειακές παθήσεις

11. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς που υποφέρουν από καρδιοαγγειακές παθήσεις, εκτός αν η αίτηση βασίζεται σε αρμοδίως χορηγουμένη ιατρική γνωμάτευση.

12. Όσον αφορά τους υποψήφιους ή τους οδηγούς της ομάδας 2, η αρμόδια ιατρική αρχή πρέπει να λάβει υπόψη της, τους πρόσθετους κινδύνους, που μπορεί να προκύψουν από την οδήγηση των οχημάτων που εμπίπτουν σε αυτή την ομάδα.

Ενδοκρινικές ανωμαλίες

13. Η νομοθεσία των Κρατών Μελών πρέπει να περιλαμβάνει κατάλληλες διατάξεις σχετικά με την έκδοση και ανανέωση αδειών οδηγήσεως σε άτομα που πάσχουν από σοβαρές ενδοκρινικές ανωμαλίες εκτός από το διαβήτη.

14. Ομάδα 1: Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται, ούτε ανανεώνεται σε διαβητικούς υποψήφιους ή οδηγούς που πάσχουν από οφθαλμικές, νευρικές ή καρδιοαγγειακές επιπλοκές ή από μη αντιρροπηθείσα οξέωση.

14.1. Άδεια οδηγήσεως περιορισμένης διαρκείας είναι δυνατό να χορηγηθεί ή να ανανεωθεί σε διαβητικούς υποψήφιους ή οδηγούς, εφ' όσον δεν παρουσιάζουν καμμία από τις επιπλοκές που προαναφέρθηκανα στην παράγραφο 14, με την προϋπόθεση ότι βρίσκονται κάτω από ιατρική παρακολούθηση.

15. Ομάδα 2: Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε διαβητικούς υποψήφιους ή οδηγούς που έχουν ανάγκη θεραπείας με ινσουλίνη.

Παθήσεις του νευρικού συστήματος

16. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς οι οποίοι πάσχουν:

α) από εγκεφαλίτιδα, σκλήρυνση κατά πλάκας, βαρειάς μορφής μυασθένεια ή κληρονομικές παθήσεις του νευρικού συστήματος, που συνεπάγονται προοδευτική μυϊκή ατροφία ή συγγενείς μυοτονικές ανωμαλίες-

β) από ασθένειες του περιφερειακού νευρικού συστήματος- ή

γ) από τραυματισμούς του κεντρικού ή περιφερειακού νευρικού συστήματος, εκτός αν η αίτηση βασίζεται σε αρμοδίως χορηγουμένη ιατρική γνωμάτευση και οι ενδιαφερόμενοι είναι σε θέση να χειρίζονται με ασφάλεια τους μηχανισμούς ελέγχου του οχήματος και να τηρούν τους κανόνες οδικής κυκλοφορίας. Οι περιπτώσεις αυτές πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικά.

17. Ομάδα 1: Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε επιληπτικούς υποψήφιους ή οδηγούς. Η εθνική νομοθεσία είναι δυνατό να προβλέπει ότι μπορεί να χορηγηθεί άδεια οδηγήσεως σε άτομα που υπέφεραν στο παρελθόν από επιληψία και δεν έχουν παρουσιάσει κρίσεις για μεγάλο χρονικό διάστημα (π.χ. δύο χρόνια) κατόπιν ιατρικής γνωματεύσεως χορηγουμένης αρμοδίως.

17.1. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς που υποφέρουν από εγκεφαλοαγγειακές παθήσεις, εκτός αν η αίτηση συνοδεύεται από αρμοδίως χορηγουμένη ιατρική γνωμάτευση και με την προϋπόθεση ότι έχουν γίνει οι αναγκαίες αναδιατάξεις ή μετατροπές των μηχανισμών ελέγχου του οχήματος ή ότι χρησιμοποιείται ο κατάλληλος ειδικός τύπος οχήματος. Οι άδειες που εκδίδονται ή ανανεώνονται στις περιπτώσεις αυτές ισχύουν για περιορισμένο χρονικό διάστημα που εξαρτάται από την ιατρική γνωμάτευση.

17.2. Άδεια χορηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς που πάσχουν από βλάβη του νωτιαίου μυελού, η οποία έχει προκαλέσει παραπληγία, εκτός αν το όχημα είναι εφοδιασμένο με ειδικούς μηχανισμούς ελέγχου.

18. Ομάδα 2: Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς οι οποίοι πάσχουν ή έπασχαν στο παρελθόν από επιληψία, εγκεφαλοαγγειακή πάθηση ή βλάβη του νωτιαίου μυελού που έχει προκαλέσει παραπληγία.

Διανοητικές διαταραχές

19. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς οι οποίοι:

α) πάσχουν από διανοητικές διαταραχές που οφείλονται σε ασθένειες, τραυματισμούς ή χειρουργικές επεμβάσεις στο κεντρικό νευρικό σύστημα-

β) παρουσιάζουν μεγάλη διανοητική καθυστέρηση-

γ) υποφέρουν από ψύχωση που έχει προκαλέσει ιδίως γενική παράλυση- ή

δ) υποφέρουν από νευροψυχικές διαταραχές ή διαταραχές της προσωπικότητας, εκτός αν η αίτηση συνοδεύεται από αρμοδίως χορηγουμένη ιατρική γνωμάτευση.

20. Όσον αφορά τους υποψήφιους ή τους οδηγούς της ομάδας 2, η αρμόδια ιατρική αρχή πρέπει να λάβει υπόψη της, τους πρόσθετους κινδύνους που μπορεί να προκύψουν από την οδήγηση των οχημάτων που εμπίπτουν στην ομάδα αυτή.

Οινόπνευμα

21. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται, ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς που πάσχουν από χρόνιο αλκοολισμό. Αν η αίτηση συνoδεύεται από αρμοδίως χορηγουμένη ιατρική γνωμάτευση είναι δυνατό να χορηγηθεί ή να ανανεωθεί άδεια οδηγήσεως περιορισμένης διαρκείας σε υποψήφιους ή οδηγούς που έπασχαν στο παρελθόν από χρόνιο αλκοολισμό, οι περιπτώσεις αυτές πρέπει να επανεξετάζονται περιοδικά.

22. Όσον αφορά τους υποψήφιους ή τους οδηγούς της ομάδας 2, η αρμόδια ιατρική αρχή πρέπει να λάβει υπόψη της τους πρόσθετους κινδύνους που είναι δυνατό να προκύψουν από την οδήγηση των οχημάτων που εμπίπτουν στην ομάδα αυτή.

Ναρκωτικά και φάρμακα

23. Κατάχρηση ναρκωτικών: άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς που βρίσκονται σε κατάσταση εξαρτήσεως από ψυχότροπες ουσίες.

24. Τακτική λήψη ναρκωτικών ή φαρμάκων: άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς που παίρνουν τακτικά ναρκωτικά για θεραπευτικούς λόγους ή φάρμακα που ενδέχεται να επηρεάσουν δυσμενώς την ικανότητά τους να οδηγούν χωρίς κίνδυνο, εκτός αν η αίτησή τους συνοδεύεται από αρμοδίως χορηγουμένη ιατρική γνωμάτευση-

24.1. Όσον αφορά τους υποψήφιους ή τους οδηγούς της ομάδας 2, η αρμόδια ιατρική αρχή πρέπει να λάβει υπόψη της τους πρόσθετους κινδύνους που είναι δυνατό να προκύψουν από την οδήγηση των οχημάτων που εμπίπτουν στην ομάδα αυτή.

Ασθένειες του αίματος

25. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται στους υποψήφιους ή οδηγούς που πάσχουν από σοβαρές ασθένειες του αίματος, εκτός αν η αίτηση συνοδεύεται από επίσημη ιατρική γνωμάτευση χορηγουμένη αρμοδίως.

Παθήσεις του γεννητικού ουροποιητικού συστήματος

26. Άδεια οδηγήσεως δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται σε υποψήφιους ή οδηγούς που πάσχουν από σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια.

ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΟΔΗΓΗΣΕΩΣ

27. Η εθνική νομοθεσία πρέπει να περιλαμβάνει διατάξεις για την ανάκληση της άδειας οδηγήσεως, κατόπιν αρμοδίως χορηγουμένης ιατρικής γνωματεύσεως, όταν οι αρμόδιες αρχές πληροφορηθούν ότι η κατάσταση της υγείας του κατόχου της είναι τέτοια ώστε αίτηση χορηγήσεως ή ανανεώσεως της άδειας δεν θα γινόταν δεκτή.

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

i) Οι διατάξεις του παρόντος παραρτήματος δεν εμποδίζουν τα Κράτη Μέλη να ορίσουν ότι οδηγός που απέκτησε άδεια οδηγήσεως πριν από την 1η Ιανουαρίου 1983 με προϋποθέσεις λιγότερο αυστηρές από αυτές που προβλέπονται στο παρόν παράρτημα, μπορεί να ανανεώνει περιοδικά την άδειά του με τις προϋποθέσεις που ισχύουν όταν την απέκτησε.

ii) Τα Κράτη Μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του παρόντος παραρτήματος εφ' όσον, ανάλογα με την ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης, οι παρεκκλίσεις αυτές συμβιβάζονται με τους κανόνες που περιέχονται στο παράρτημα. Οι παρεκκλίσεις αυτές εφαρμόζονται μόνο αν οι αιτούντες έχουν υποβληθεί σε ιατρική εξέταση και βασίζουν την αίτησή τους σε ιατρική γνωμάτευση χορηγουμένη αρμοδίως.