31979D0642

79/642/ΕΟΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 16ης Ιουλίου 1979 περί καταρτίσεως δευτέρου κοινού προγράμματος με σκοπό να ευνοηθεί η ανταλλαγή νέων εργαζομένων εντός της Κοινότητος

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 185 της 21/07/1979 σ. 0024 - 0026
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 2 σ. 0115
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 05 τόμος 3 σ. 0178
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 2 σ. 0115


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 16ης Ιουλίου 1979 περί καταρτίσεως δευτέρου κοινού προγράμματος με σκοπό να ευνοηθεί η ανταλλαγή νέων εργαζομένων εντός της Κοινότητος

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος και ιδίως το άρθρο 235 αυτής,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη της Συνελεύσεως(2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Εκτιμώντας:

ότι η Κοινότητα καλείται να βοηθήσει τους νέους εργαζόμενους με συγκεκριμένα μέτρα-

ότι εναπόκειται στα Κράτη Μέλη, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 50 της συνθήκης, να ευνοήσουν στο πλαίσιο ενός κοινού προγράμματος την ανταλλαγή νέων εργαζομένων-

ότι είναι σημαντικό να προσφερθούν στους νέους εργαζόμενους περισσότερες ευκαιρίες ώστε να διευρύνουν σ' ένα άλλο Κράτος Μέλος από αυτό στο οποίο διαμένουν την επαγγελματική τους κατάρτιση και τις πολιτιστικές, γλωσσικές και ανθρωπιστικές γνώσεις τους-

ότι η ανταλλαγή νέων εργαζομένων πρέπει να επιδιώκεται παράλληλα με τα μέτρα που αποσκοπούν στην προώθηση της απασχολήσεως των νέων, διατηρώντας πάντα τον ιδιαίτερο χαρακτήρα που επιβάλλουν οι στόχοι και η φύση των ενεργειών-

ότι η πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή του πρώτου κοινού προγράμματος με σκοπό να ευνοηθεί η ανταλλαγή νέων εργαζομένων μέσα στην Κοινότητα(4), το οποίο υιοθετήθηκε την 8η Μαΐου 1974 από τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, οι οποίοι συνήλθαν στο πλαίσιο του Συμβουλίου, κατέδειξε την ανάγκη αυξήσεως του αριθμού των ανταλλαγών και βελτιώσεως του τρόπου εφαρμογής του-

ότι πρέπει να προβλεφθούν για πειραματικούς σκοπούς, εκτός απο την πρακτική άσκηση μεγάλης διάρκειας, επαγγελματικού κυρίως χαρακτήρα, και πρακτική άσκηση μικρής διάρκειας, υπό τη μορφή επισκέψεων μελέτης-καταρτίσεως, που να επιτρέπει στους νέους εργαζόμενους να αποκτήσουν μια εντατική επαφή με το περιβάλλον εργασίας και διαβιώσεως της χώρας υποδοχής-

ότι τα ιδρύματα της Κοινότητος πρέπει να συμβάλουν σε μεγάλο βαθμό για τη θέση σε εφαρμογή του δευτέρου κοινού προγράμματος-

ότι πρέπει να εξασφαλισθεί η συνδρομή οργανισμών ή ενώσεων που λειτουργούν σε ευρωπαϊκή κλίμακα και οι οποίοι, λόγω της δομής τους, του τύπου των δραστηριοτήτων τους και των λειτουργικών δυνατοτήτων τους, δύνανται να συμβάλουν αποτελεσματικά στη θέση σε εφαρμογή του προγράμματος-

ότι η κατάρτιση δευτέρου κοινού προγράμματος με σκοπό να ευνοηθεί η ανταλλαγή νέων εργαζομένων εντός της Κοινότητος παρουσιάζεται αναγκαία για την πραγματοποίηση ενός από τους στόχους της Κοινότητος και ότι η συνθήκη δεν προέβλεψε τις ειδικές εξουσίες δράσεως που απαιτούνται για τον σκοπό αυτό.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

1. Θεωρούνται, κατά την έννοια της αποφάσεως αυτής, ως "ανταλλαγές νέων εργαζομένων" ενέργειες που τείνουν να οργανώσουν πρακτικές ασκήσεις για νέους εργαζόμενους, υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 2, σ' ένα άλλο Κράτος Μέλος από εκείνο στο οποίο κατοικούν και που αποβλέπουν:

- να αναπτύξουν τις επαγγελματικές τους γνώσεις ή να εμπλουτίσουν την πρακτική τους εμπειρία,

- να ευνοήσουν τη συνειδητοποίηση των προβλημάτων του κόσμου της εργασίας,

- να τους φέρουν σε επαφή με τους επαγγελματικούς κύκλους της χώρας υποδοχής,

- να βελτιώσουν τις γνώσεις τους για τις συνθήκες διαβιώσεως και για τις κοινωνικές σχέσεις στη χώρα υποδοχής,

- να ευνοήσουν την κατάλληλη ενημέρωση πάνω στους στόχους και τη λειτουργία της Κοινότητος.

2. Οι πρακτικές ασκήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, δύνανται να είναι μικρής ή μεγάλης διαρκείας.

Άρθρο 2

1. Δύνανται να γίνουν δεκτοί στις ανταλλαγές οι νέοι εργαζόμενοι υπήκοοι ενός Κράτους Μέλους, οι οποίοι:

- έχουν ηλικία μεταξύ δεκαοκτώ και είκοσι οκτώ ετών,

- διαθέτουν βασική επαγγελματική κατάρτιση ή πρακτική επαγγελματική εμπειρία,

- έχουν μπει στην ενεργό δράση πριν από την ηλικία των είκοσι ετών.

2. Η Επιτροπή δύναται, μετά από τις διαβουλεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 9, και κατ' εξαίρεση, να επιτρέπει ανταλλαγές νέων εργαζομένων που δεν πληρούν τους όρους οι οποίοι προβλέπονται στην παράγραφο 1, αλλά για τους οποίους οι ανταλλαγές παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Άρθρο 3

1. Υπό την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών τοποθετήσεως των Κρατών Μελών, η θέση σε εφαρμογή των ανταλλαγών ανατίθεται στους οργανισμούς και ενώσεις που λειτουργούν σε ευρωπαϊκή κλίμακα και που είναι αναγνωρισμένοι από την Επιτροπή, μετά από γνώμη των Κρατών Μελών, εξαιτίας της δυνατότητός τους να εξασφαλίζουν την καλή εκτέλεση των ανταλλαγών.

2. Οι σχέσεις μεταξύ της Επιτροπής και κάθε οργανισμού ή ενώσεως διέπονται από σύμβαση την οποία η Επιτροπή γνωστοποιεί στα Κράτη Μέλη.

Κάθε σύμβαση καθορίζει τους όρους πραγματοποιήσεως των ανταλλαγών, τις υποχρεώσεις του ενδιαφερομένου οργανισμού η της ενώσεως, καθώς και τις υποχρεώσεις ως προς τη χρηματοδότηση.

Άρθρο 4

Με τον όρο "πρακτική άσκηση μεγάλης διαρκείας" εννοείται η πρακτική άσκηση επαγγελματικής κυρίως κατευθύνσεως, διαρκείας μεταξύ τεσσάρων και δεκάξι μηνών, σε εργοδότη της χώρας υποδοχής. Οι πρακτικές αυτές ασκήσεις αποβλέπουν ιδίως στο να επιτρέψουν στους νέους εργαζόμενους να βελτιώσουν τις επαγγελματικές γνώσεις τους και να εξοικειωθούν με τη ζωή της επιχειρήσεως.

Άρθρο 5

Οι νέοι εργαζόμενοι που συμμετέχουν στις πρακτικές ασκήσεις μεγάλης διαρκείας, απολαύνουν, μέσα στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας, ενός καθεστώτος τόσο ευνοϊκού όσο και εκείνο που καθιερώθηκε κατ' εφαρμογήν της συνθήκης, με σκοπό την πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων υπηκόων των Κρατών Μελών.

Άρθρο 6

Με τον όρο "πρακτική άσκηση μικρής διαρκείας" εννοείται η επίσκεψη μελέτης-καταρτίσεως που αποβλέπει ιδίως στο να επιτρέψει στους νέους εργαζόμενους να αποκτήσουν μια εντατική επαφή με το περιβάλλον εργασίας και διαβιώσεως της χώρας υποδοχής. Αυτές οι πρακτικές ασκήσεις εκτείνονται κατά κανόνα σε μια περίοδο μεταξύ τριών εβδομάδων και τριών μηνών.

Άρθρο 7

1. Τα Κράτη Μέλη, στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας, προσφέρουν τη συνδρομή τους για την πραγματοποίηση των ανταλλαγών, ιδίως σε θέματα κοινωνικής προστασίας.

2. Τα Κράτη Μέλη ορίζουν την αρχή ή τις αρμόδιες αρχές, καθώς και, ενδεχομένως, την υπηρεσία συντονισμού, με τις οποίες έρχονται σε επαφή οι οργανισμοί ή οι ενώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 για να εξετάσουν τα προγράμματα ανταλλαγών και να διευκολύνουν τον οργανισμό και την πραγματοποίηση των πρακτικών ασκήσεων.

Η Επιτροπή ζητά τη γνώμη των ενδιαφερόμενων Κρατών Μελών πριν εγκρίνει τα προγράμματα ανταλλαγών.

Άρθρο 8

Για να διευκολυνθεί η ανάπτυξη των ανταλλαγών, η Επιτροπή δύναται, μέσα στα όρια των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό των Κοινοτήτων, να χορηγήσει ενισχύσεις που περιλαμβάνουν:

- συνεισφορά στα έξοδα ταξιδίου μεταξύ του τόπου διαμονής και του τόπου της πρακτικής ασκήσεως (μετάβαση και επιστροφή), η οποία δεν υπερβαίνει το 75% των πραγματοποιηθέντων εξόδων,

- κατ' αποκοπή συνεισφορά ανά μαθητευόμενο και κατά εβδομάδα.

Στις πρακτικές ασκήσεις μεγάλης διαρκείας δύναται να χορηγείται συμπληρωματική ενίσχυση ανά μαθητευόμενο και κατά εβδομάδα εκμαθήσεως της γλώσσας.

Άρθρο 9

Η Επιτροπή συμβουλεύεται, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση καθώς και για κάθε σημαντικό θέμα που αφορά την εφαρμογή τους, τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των Κρατών Μελών, των επαγγελματικών οργανώσεων των εργοδοτών και των εργαζομένων καθώς και των ευρωπαϊκών οργανισμών που έχουν ειδική αρμοδιότητα και άμεση πείρα στα θέματα των ανταλλαγών.

Άρθρο 10

Η Επιτροπή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της παρούσας αποφάσεως.

Άρθρο 11

Η Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο, κάθε δυο χρόνια, έκθεση ως προς την εξέλιξη των ανταλλαγών, η οποία περιέχει συνολική αξιολόγηση όσον αφορά την εφαρμογή των ανταλλαγών.

Άρθρο 12

Το Συμβούλιο επανεξετάζει την παρούσα απόφαση, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, το αργότερο την 30η Ιουνίου 1984.

Άρθρο 13

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 1979.

Έγινε στις Βρυξέλλες, την 16η Ιουλίου 1979.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. COLLEY

(1) ΕΕ αριθ. A 81 της 28.3.1979, σ. 16.

(2) ΕΕ αριθ. A 127 της 21.5.1979, σ. 19.

(3) Γνώμη της 27ης και της 28ης Ιουνίου 1979 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4) ΕΕ αριθ. 78 της 22.5.1964, σ. 1226/64.