31968R1612

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1968 περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 257 της 19/10/1968 σ. 0002 - 0012
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 1 σ. 0033
Δανική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1968(II) σ. 0467
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 1 σ. 0033
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1968(II) σ. 0475
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 05 τόμος 1 σ. 0033
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 05 τόμος 1 σ. 0077
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 05 τόμος 1 σ. 0077


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) ΑΡΙΘ. 1612/68 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 15ης Οκτωβρίου 1968 περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητος

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

την συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος και ιδίως το άρθρο 49,

την πρόταση της Επιτροπής,

την γνώμη της Συνελεύσεως(1),

την γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Εκτιμώντας:

ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητος πρέπει να εξασφαλισθεί το αργότερο κατά την λήξη της μεταβατικής περιόδου- ότι η πραγματοποίηση του στόχου αυτού συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διακρίσεως που βασίζεται στην ιθαγένεια μεταξύ των εργαζομένων των Κρατών μελών, όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή, και τους άλλους όρους εργασίας καθώς και το δικαίωμα των εργαζομένων να διακινούνται ελεύθερα στο εσωτερικό της Κοινότητος για να ασκήσουν μισθωτή δραστηριότητα, με την επιφύλαξη των περιορισμών που δικαιολογούνται για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας και δημοσίας υγείας-

ότι λόγω ιδίως της επιταχύνσεως της δημιουργίας της τελωνειακής ενώσεως, και προκειμένου να εξασφαλισθεί η ταυτόχρονη πραγματοποίηση των θεμελιωδών αρχών της Κοινότητος, θα πρέπει να εκδοθούν οι διατάξεις εκείνες που επιτρέπουν να επιτευχθούν οι στόχοι που ορίζονται στα άρθρα 48 και 49 της συνθήκης στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας, και να ολοκληρωθούν τα μέτρα που έχουν θεσπισθεί διαδοχικώς στο πλαίσιο του κανονισμού αριθ. 15 περί των πρώτων μέτρων για την πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητος(3), και του κανονισμού αριθ. 38/64/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Μαρτίου 1964 περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητος(4)-

ότι η ελεύθερη κυκλοφορία συνιστά για τους εργαζομένους και τις οικογένειές τους θεμελιώδες δικαίωμα- ότι η κινητικότης του εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα πρέπει να αποτελεί για τον εργαζόμενο ένα από τα μέσα που του εξασφαλίζουν την δυνατότητα να βελτιώσει τους όρους διαβιώσεως και εργασίας του και να διευκολύνει την κοινωνική του προαγωγή, και ταυτόχρονα πρέπει να συμβάλλει στην ικανοποίηση των αναγκών της οικονομίας των Κρατών μελών- ότι πρέπει να κατοχυρωθεί το δικαίωμα όλων των εργαζομένων των Κρατών μελών να ασκούν την δραστηριότητα της εκλογής τους στο εσωτερικό της Κοινότητος-

ότι το δικαίωμα αυτό πρέπει να αναγνωρίζεται αδιακρίτως στους "μονίμους", εποχιακούς, μεθοριακούς εργαζομένους ή σ' εκείνους που ασκούν τη δραστηριότητά τους επ' ευκαιρία παροχής υπηρεσιών-

ότι το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας απαιτεί, για να μπορεί να ασκείται υπό αντικειμενικές συνθήκες ελευθερίας και αξιοπρεπείας, να εξασφαλισθεί πραγματικά και νομικά η ισότης μεταχειρίσεως ως προς την άσκηση μισθωτής δραστηριότητος και την ανεύρεση στέγης, και επίσης να καταργηθούν τα εμπόδια στην κινητικότητα των εργαζομένων, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα του εργαζομένου να συνοδεύεται από την οικογένειά του και τις προϋποθέσεις ενσωματώσεως της οικογενείας αυτής στη χώρα υποδοχής-

ότι η αρχή της μη διακρίσεως μεταξύ των εργαζομένων της Κοινότητος συνεπάγεται την αναγνώριση, σε όλους τους υπηκόους των Κρατών μελών, της ίδιας προτεραιότητος ως προς την απασχόληση με εκείνη που απολαύουν οι ημεδαποί εργαζομενοι-

ότι είναι αναγκαίο να ενισχυθούν οι μηχανισμοί θέσεως σε επαφή και συμψηφισμού της προσφοράς και ζητήσεως εργασίας ιδίως δια της αναπτύξεως της άμεσης συνεργασίας μεταξύ των κεντρικών υπηρεσιών απασχολήσεως εργατικού δυναμικού αλλά και μεταξύ των περιφερειακών υπηρεσιών, καθώς και δια της εντατικοποιήσεως και του συντονισμού της ενημερώσεως, προκειμένου να εξασφαλισθεί γενικώς μία σαφέστερη εικόνα της αγοράς εργασίας- ότι οι εργαζόμενοι που επιθυμούν να μετακινηθούν πρέπει επίσης να ενημερώνονται τακτικά περί των όρων διαβιώσεως και εργασίας- ότι, εξ άλλου, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν μέτρα για την περίπτωση κατά την οποία ένα Κράτος μέλος υφίσταται ή προβλέπει στην αγορά εργασίας του διαταραχές, οι οποίες δύνανται να προκαλέσουν σοβαρούς κινδύνους στο επίπεδο διαβιώσεως και απασχολήσεως σε μία περιοχή ή μία βιομηχανία- ότι προς τον σκοπό αυτόν η αλληλοενημέρωση που αποβλέπει στην αποθάρρυνση της διακινήσεως των εργαζομένων προς αυτή την περιοχή ή βιομηχανία αποτελεί μέσο που πρέπει να εφαρμοσθεί κατά προτεραιότητα, αλλ' ότι, ενδεχομένως, τα αποτελέσματα της ενημερώσεως αυτής πρέπει να δύνανται να ενισχύονται με προσωρινή αναστολή λειτουργίας των προαναφερθέντων μηχανισμών, η σχετική δε απόφαση πρέπει να λαμβάνεται σε κοινοτικό επίπεδο-

ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, απασχολήσεως και επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, κατά το μέτρο που η τελευταία τείνει να καταστήσει τους εργαζομένους ικανούς να ανταποκριθούν σε συγκεκριμένες προσφορές εργασίας που προέρχονται από άλλες περιοχές της Κοινότητος- ότι η σχέση αυτή καθιστά αναγκαία την μελέτη των συναφών προβλημάτων, όχι πλέον μεμονωμένα, αλλά σε στενή αλληλεξάρτηση μεταξύ τους, λαμβανομένων επίσης υπ' όψη των προβλημάτων απασχολήσεως σε περιφερειακό επίπεδο και ότι είναι συνεπώς αναγκαίο οι προσπάθειες των Κρατών μελών να στραφούν προς την κατεύθυνση του συντονισμού της πολιτικής τους στον τομέα της απασχολήσεως σε κοινοτικό επίπεδο-

ότι το Συμβούλιο, με την απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 1968(5) επεξέτεινε στα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα την ισχύ των άρθρων 48 και 49 της συνθήκης καθώς και των διατάξεων που εθεσπίσθησαν για την εφαρμογή τους,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΙΤΛΟΣ I Πρόσβαση σε απασχόληση

Άρθρο 1

1. Κάθε υπήκοος Κράτους μέλους, ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής του, έχει το δικαίωμα να αναλαμβάνει μισθωτή δραστηριότητα και να την ασκεί στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους, συμφώνως προς τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ρυθμίζουν την απασχόληση των ημεδαπών εργαζομένων του Κράτους αυτού.

2. Απολαύει ιδίως στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους, του ιδίου, όπως και οι υπήκοοι του Κράτους αυτού, δικαιώματος προτεραιότητος στις διαθέσιμες θέσεις εργασίας.

Άρθρο 2

Κάθε υπήκοος Κράτους μέλους και κάθε εργοδότης που ασκεί δραστηριότητα στην επικράτεια Κράτους μέλους δύνανται ν' ανταλλάσσουν μεταξύ τους αιτήσεις ζητήσεως και προσφοράς εργασίας, να συνάπτουν συμβάσεις εργασίας και να τις εκτελούν, συμφώνως προς τις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, χωρίς να δύναται να προκύψει εξ αυτού διάκριση.

Άρθρο 3

1. Στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, δεν εφαρμόζονται οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ή οι διοικητικές πρακτικές Κράτους μέλους:

- οι οποίες περιορίζουν ή εξαρτούν από όρους, που δεν προβλέπονται για τους ημεδαπούς, την ζήτηση και την προσφορά εργασίας, την πρόσληψη σε απασχόληση και την άσκησή της από τους αλλοδαπούς,

- ή οι οποίες, αν και εφαρμόζονται ανεξαρτήτως ιθαγενείας έχουν ως αποκλειστικό ή κύριο σκοπό ή αποτέλεσμα να αποκλείουν τους υπηκόους των άλλων Κρατών μελών από την προσφερομένη απασχόληση.

Η παρούσα διάταξη δεν αφορά τους όρους τους σχετικούς με τις απαιτούμενες γλωσσικές γνώσεις λόγω της φύσεως της προς πλήρωση θέσεως εργασίας.

2. Περιλαμβάνονται ιδίως μεταξύ των διατάξεων ή πρακτικών που προβλέπονται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο, εκείνες οι οποίες σε Κράτος μέλος:

α) υποχρεώνουν τους αλλοδαπούς να προσφεύγουν σε ειδικές διαδικασίες προσλήψεως εργατικού δυναμικού-

β) περιορίζουν ή υποβάλλουν την ανακοίνωση των προσφορών εργασίας δια μέσου του τύπου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο σε όρους άλλους από εκείνους που ισχύουν για τους εργοδότες που ασκούν τις δραστηριότητές τους στην επικράτεια του Κράτους αυτού-

γ) εξαρτούν την απασχόληση από προϋποθέσεις εγγραφής στα γραφεία ευρέσεως εργασίας ή εμποδίζουν την ονομαστική πρόσληψη εργαζομένων όταν πρόκειται για πρόσωπα που δεν διαμένουν στην επικράτεια του Κράτους αυτού.

Άρθρο 4

1. Οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των Κρατών μελών που περιορίζουν, κατ' αριθμό ή ποσοστιαία, την απασχόληση των αλλοδαπών, κατ' επιχείρηση, κατά κλάδο δραστηριότητος, κατά περιφέρεια ή σε εθνικό επίπεδο, δεν εφαρμόζονται στους υπηκόους των άλλων Κρατών μελών.

2. Όταν σε Κράτος μέλος, η παροχή οιωνδήποτε πλεονεκτημάτων σε επιχειρήσεις εξαρτάται από την απασχόληση ενός ελαχίστου ποσοστού ημεδαπών εργαζομένων, οι υπήκοοι των άλλων Κρατών μελών λογίζονται ως ημεδαποί εργαζόμενοι, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1963(6)

Άρθρο 5

Ο υπήκοος Κράτους μέλους, που αναζητεί απασχόληση στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους, λαμβάνει την ίδια βοήθεια με εκείνη που παρέχουν τα γραφεία απασχολήσεως εργατικού δυναμικού του Κράτους αυτού στους δικούς τους υπηκόους κατά την αναζήτηση απασχολήσεως.

Άρθρο 6

1. Η διαδικασία προσλήψεως ή η πρόσληψη ενός υπηκόου σε άλλο Κράτος μέλος δεν δύναται να εξαρτηθεί από ιατρικά, επαγγελματικά ή άλλα κριτήρια που εισάγουν διακρίσεις λόγω ιθαγενείας, σε σχέση με εκείνα που εφαρμόζονται στους υπηκόους του άλλου Κράτους μέλους οι οποίοι επιθυμούν να ασκήσουν την ίδια δραστηριότητα.

2. Εν τούτοις, ο υπήκοος που διαθέτει ονομαστική προσφορά εργασίας προερχομένη από εργοδότη Κράτους μέλους άλλου από εκείνο του οποίου είναι υπήκοος δύναται να υποβληθεί σε επαγγελματική δοκιμασία αν ο εργοδότης το απαιτήσει ρητώς κατά την υποβολή της προσφοράς του.

ΤΙΤΛΟΣ II Άσκηση της απασχολήσεως και ισότης μεταχειρίσεως

Άρθρο 7

1. Ο εργαζόμενος υπήκοος ενός Κράτους μέλους δεν δύναται στην επικράτεια των άλλων Κρατών μελών, να έχει, λόγω της ιθαγενείας του, διαφορετική μεταχείριση από τους ημεδαπούς εργαζομένους, ως προς τους όρους απασχολήσεως και εργασίας, ιδίως όσον αφορά την αμοιβή, την απόλυση, την επαγγελματική επανένταξη ή την επαναπασχόληση αν έχει καταστεί άνεργος.

2. Απολαύει των ιδίων κοινωνικών και φορολογικών πλεονεκτημάτων με τους ημεδαπούς εργαζομένους.

3. Δικαιούται εξ ίσου όπως και οι ημεδαποί εργαζόμενοι και υπό τους αυτούς όρους να φοιτά στις επαγγελματικές σχολές και στα κέντρα επαναπροσαρμογής ή επανεκπαιδεύσεως.

4. Κάθε ρήτρα συλλογικής ή ατομικής συμβάσεως ή άλλης συλλογικής ρυθμίσεως που αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την απασχόληση, την αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας και απολύσεως, είναι αυτοδικαίως άκυρη κατά το μέτρο που προβλέπει ή επιτρέπει όρους που εισάγουν διακρίσεις έναντι των εργαζομένων υπηκόων άλλων Κρατών μελών.

Άρθρο 8

1. Ο εργαζόμενος υπήκοος Κράτους μέλους που απασχολείται στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους απολαύει ίσης μεταχειρίσεως ως προς την συμμετοχή του σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και την άσκηση των συνδικαλιστικών του δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος ψήφου- είναι δυνατόν να αποκλεισθεί η συμμετοχή του από τη διοίκηση οργανισμών δημοσίου δικαίου και από την άσκηση λειτουργήματος δημοσίου δικαίου. Απολαύει εξ άλλου του δικαιώματος εκλογιμότητος στα όργανα εκπροσωπήσεως των εργαζομένων στην επιχείρηση.

Οι διατάξεις αυτές δεν θίγουν νομοθεσίες ή ρυθμίσεις, οι οποίες, σε ορισμένα Κράτη μέλη, παραχωρούν περισσότερο εκτενή δικαιώματα σε εργαζομένους που προέρχονται από άλλα Κράτη μέλη.

2. Το παρόν άρθρο θα επανεξετασθεί από το Συμβούλιο, βάσει προτάσεως της Επιτροπής που θα υποβληθεί το αργότερο εντός δύο ετών.

Άρθρο 9

1. Ο εργαζόμενος υπήκοος Κράτους μέλους που απασχολείται στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους απολαύει όλων των δικαιωμάτων και όλων των πλεονεκτημάτων που παρέχονται στους ημεδαπούς εργαζομένους ως προς την στέγη, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος κτήσεως της κυριότητος της κατοικίας την οποία έχει ανάγκη.

2. Ο εργαζόμενος αυτός δικαιούται εξ ίσου όπως και οι ημεδαποί να εγγράφεται στην περιφέρεια όπου απασχολείται στους καταλόγους ανευρέσεως κατοικίας, όπου τηρούνται παρόμοιοι κατάλογοι, και να απολαύει της προτεραιότητος και των πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από την εγγραφή αυτή. Εάν η οικογένειά του παρέμεινε στην χώρα προελεύσεως, θεωρείται για τον σκοπό αυτόν ότι διαμένει στην ανωτέρω περιφέρεια, εφ' όσον οι ημεδαποί εργαζόμενοι απολαύουν παρομοίου τεκμηρίου.

ΤΙΤΛΟΣ III Οικογένειες των εργαζομένων

Άρθρο 10

1. Ανεξαρτήτως της ιθαγενείας των, έχουν δικαίωμα εγκαταστάσεως μετά του εργαζομένου υπηκόου ενός Κράτους μέλους που απασχολείται στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους τα εξής πρόσωπα:

α) έκαστος των συζύγων και οι κατιόντες τους οι οποίοι έχουν ηλικία κάτω των 21 ετών ή συντηρούνται απ' αυτόν-

β) οι ανιόντες του εργαζομένου αυτού και του συζύγου του, τους οποίους αυτός συντηρεί.

2. Τα Κράτη μέλη διευκολύνουν την είσοδο οποιουδήποτε μέλους της οικογενείας που δεν ωφελείται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 εφ' όσον συντηρείται ή ζει στην χώρα προελεύσεως, υπό την αυτή στέγη με τον εργαζόμενο που αναφέρεται ανωτέρω.

3. Για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 ο εργαζόμενος πρέπει να διαθέτει για την οικογένειά του κατοικία, η οποία θεωρείται κανονική για τους ημεδαπούς εργαζομένους στην περιφέρεια όπου απασχολείται χωρίς ωστόσο η διάταξη αυτή να δύναται να οδηγήσει στη δημιουργία διακρίσεως μεταξύ των ημεδαπών εργαζομένων και των εργαζομένων που προέρχονται από άλλα Κράτη μέλη.

Άρθρο 11

Ο σύζυγος και τα τέκνα, τα οποία είναι κάτω των 21 ετών ή αυτά που συντηρεί υπήκοος Κράτους μέλους που ασκεί στην επικράτεια ενός Κράτους μέλους μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα, έχουν το δικαίωμα να αναλαμβάνουν οποιαδήποτε μισθωτή δραστηριότητα στο σύνολο της επικράτειας του Κράτους αυτού, ακόμη και αν δεν έχουν την ιθαγένεια Κράτους μέλους.

Άρθρο 12

Τα τέκνα του υπηκόου Κράτους μέλους που απασχολείται ή έχει απασχοληθεί κατά το παρελθόν στην επικράτεια άλλου Κράτους μέλους γίνονται δεκτά στα μαθήματα γενικής εκπαιδεύσεως, μαθητείας και επαγγελματικής εκπαιδεύσεως υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους αυτού του Κράτους, εφ' όσον τα τέκνα αυτά διαμένουν στην επικράτειά του. Τα Κράτη μέλη ενθαρρύνουν τις πρωτοβουλίες που επιτρέπουν στα τέκνα αυτά να παρακολουθήσουν τα ανωτέρω μαθήματα με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΘΕΣΗ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΚΑΙ ΣΥΜΨΗΦΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΕΩΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΙΤΛΟΣ I Συνεργασία μεταξύ των Κρατών μελών και με την Επιτροπή

Άρθρο 13

1. Τα Κράτη μέλη ή η Επιτροπή προωθούν ή αναλαμβάνουν σε συνεργασία μεταξύ τους κάθε μελέτη, όσον αφορά την απασχόληση και την ανεργία, την οποία κρίνουν αναγκαία για την πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητος.

Οι κεντρικές υπηρεσίες απασχολήσεως εργατικού δυναμικού των Κρατών μελών συνεργάζονται στενώς μεταξύ τους και με την Επιτροπή προκειμένου να καταλήξουν σε κοινή δράση στον τομέα της θέσεως σε επαφή και του συμψηφισμού της προσφοράς και ζητήσεως εργασίας στην Κοινότητα και της συνεπαγομένης τοποθετήσεως των εργαζομένων σε εργασίες.

2. Προς τον σκοπό αυτόν τα Κράτη μέλη ορίζουν ειδικευμένες υπηρεσίες οι οποίες επιφορτίζονται με την οργάνωση των εργασιών στους τομείς που αναφέρονται ανωτέρω και με την συνεργασία μεταξύ τους καθώς και με τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Τα Κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή κάθε μεταβολή που επέρχεται στον καθορισμό των υπηρεσιών αυτών και η Επιτροπή την δημοσιεύει προς ενημέρωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 14

1. Τα Κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή κάθε πληροφορία σχετική με τα προβλήματα και τα στοιχεία που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία και απασχόληση των εργαζομένων καθώς και κάθε πληροφορία για την κατάσταση και εξέλιξη της απασχολήσεως κατά περιφέρεια και κλάδους δραστηριότητος.

2. Η Επιτροπή καθορίζει σε συνεργασία με την Τεχνική Επιτροπή τον τρόπο με τον οποίο καταγράφονται οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθώς και την περιοδικότητα της ανακοινώσεώς τους. Για την εκτίμηση της καταστάσεως της αγοράς εργασίας τους, τα Κράτη μέλη χρησιμοποιούν ενιαία κριτήρια τα οποία καθορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τα αποτελέσματα των εργασιών της Τεχνικής Επιτροπής κατ' εφαρμογή του άρθρου 33 περίπτωση δ) και μετά από γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

3. Κατά την διαδικασία που καθορίζει η Επιτροπή, σε συμφωνία με την Τεχνική Επιτροπή, η ειδικευμένη υπηρεσία κάθε Κράτους μέλους αποστέλλει στις ειδικευμένες υπηρεσίες των άλλων Κρατών μελών και στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού τις πληροφορίες οι οποίες δύνανται να κατευθύνουν τους εργαζομένους των άλλων Κρατών μελών, ως προς τους όρους διαβιώσεως και εργασίας και την κατάσταση της αγοράς εργασίας. Οι πληροφορίες αυτές υπόκεινται σε τακτική ενημέρωση.

Οι ειδικευμένες υπηρεσίες των άλλων Κρατών μελών εξασφαλίζουν μεγάλη δημοσιότητα στις πληροφορίες αυτές, ιδίως δια της διανομής τους στις αρμόδιες υπηρεσίες απασχολήσεως εργατικού δυναμικού και δι' όλων των μέσων επικοινωνίας που προσφέρονται για την ενημέρωση των ενδιαφερομένων εργαζομένων.

ΤΙΤΛΟΣ II Ο μηχανισμός συμψηφισμού

Άρθρο 15

1. Η ειδικευμένη υπηρεσία κάθε Κράτους μέλους αποστέλλει τουλάχιστον μία φορά τον μήνα, στις ειδικευμένες υπηρεσίες των άλλων Κρατών μελών καθώς και στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού μία κατάσταση κατά επάγγελμα και κατά περιφέρεια:

α) των προσφορών εργασίας που δεν ικανοποιήθησαν ή που δεν δύνανται να ικανοποιηθούν από το εργατικό δυναμικό της εθνικής αγοράς εργασίας-

β) των προσώπων που ζητούν εργασία, τα οποία έχουν δηλώσει ότι είναι πράγματι διατεθειμένα να αποδεχθούν απασχόληση σε άλλη χώρα.

Η ειδικευμένη υπηρεσία κάθε Κράτους μέλους διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές στις αρμόδιες υπηρεσίες και οργανισμούς απασχολήσεως εργατικού δυναμικού.

2. Οι καταστάσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 διανέμονται κατά ενιαίο σύστημα, που καταρτίζει το Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού σε συνεργασία με την Τεχνική Επιτροπή εντός δέκα οκτώ μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 16

1. Κάθε προσφορά εργασίας που απευθύνεται προς τις υπηρεσίες απασχολήσεως εργατικού δυναμικού Κράτους- μέλους, η οποία δεν δύναται να ικανοποιηθεί από την εθνική αγορά εργασίας και δύναται να αποτελέσει αντικείμενο συμψηφισμού επί κοινοτικού επιπέδου, βάσει των καταστάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 15, διαβιβάζεται στις αρμόδιες υπηρεσίες απασχολήσεως εργατικού δυναμικού του Κράτους μέλους που έχουν επισημάνει διαθέσιμο εργατικό δυναμικό στο ίδιο επάγγελμα.

2. Οι υπηρεσίες αυτές αποστέλλουν τις αρμόζουσες υποψηφιότητες επακριβώς προσδιοριζόμενες στις υπηρεσίες του πρώτου Κράτους μέλους. Εντός 18 ημερών από της λήψεως της προσφοράς από τις υπηρεσίες του δευτέρου Κράτους μέλους, οι υποψηφιότητες αυτές υποβάλλονται στους εργοδότες με την ίδια προτεραιότητα που παρέχεται στους ημεδαπούς εργαζομένους έναντι των υπηκόων Κρατών μη μελών.

Οι προσφορές εργασίας αποστέλλονται εντός της ανωτέρω προθεσμίας σε Κράτη μη μέλη μόνον αν ο αριθμός των διαθεσίμων εργαζομένων υπηκόων των Κρατών μελών στο επάγγελμα που αντιστοιχεί στις προσφορές αυτές, κρίνεται ανεπαρκής από το Κράτος μέλος που διαθέτει τις προσφορές αυτές.

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται επί προσφορών εργασίας που απευθύνονται σε εργαζομένους υπηκόους Κρατών μη μελών

α) όταν οι προσφορές αυτές είναι ονομαστικές και παρουσιάζουν ειδικό χαρακτήρα βασιζόμενο σε:

ι) λόγους επαγγελματικής φύσεως που αφορούν την εξειδίκευση, τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της προσφερομένης θέσεως εργασίας ή προηγουμένους επαγγελματικούς δεσμούς-

ιι) την ύπαρξη οικογενειακών δεσμών είτε μεταξύ του εργοδότου και του ζητουμένου εργαζομένου είτε μεταξύ αυτού και ενός εργαζομένου που απασχολείται κανονικώς από ένα έτος τουλάχιστον στην επιχείρηση.

Η εφαρμογή των περιπτώσεων ι) και ιι) πραγματοποιείται κατά τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα-

β) όταν οι προσφορές αυτές αφορούν την πρόσληψη ομοιογενών ομάδων εποχιακά εργαζομένων των οποίων ένα μέλος τουλάχιστον αποτελεί αντικείμενο ονομαστικής προσφοράς-

γ) όταν οι προσφορές αυτές προέρχονται από εργοδότες και αφορούν εργαζομένους που διαμένουν αντιστοίχως σε παραμεθόριες περιοχές που βρίσκονται εκατέρωθεν των κοινών συνόρων μεταξύ Κράτους μέλους και Κράτους μη μέλους-

δ) όταν ο εργοδότης διατηρεί τις προσφορές αυτές, που απευθύνονται ρητώς σε εργαζομένους που προέρχονται από Κράτη μη μέλη, για λόγους που είναι σύμφυτοι με την καλή πορεία της επιχειρήσεως, μετά την παρέμβαση των υπηρεσιών απασχολήσεως εργατικού δυναμικού οι οποίες επιδιώκουν να εξασφαλίσουν την απασχόληση του ημεδαπού εργατικού δυναμικού ή εκείνου που προέρχεται από άλλα Κράτη μέλη της Κοινότητος, και εφ' όσον οι υπηρεσίες αυτές θεωρούν ότι οι λόγοι που προβάλλονται από τον εργοδότη είναι δικαιολογημένοι.

Άρθρο 17

1. Οι ενέργειες που ορίζονται στο άρθρο 16 εκτελούνται από τις ειδικευμένες υπηρεσίες. Ωστόσο, κατά το μέτρο που έχουν εξουσιοδοτηθεί από τις κεντρικές υπηρεσίες και κατά το μέτρο που η οργάνωση των υπηρεσιών απασχολήσεως εργατικού δυναμικού ενός Κράτους μέλους και τα χρησιμοποιούμενα συστήματα τοποθετήσεως καθιστούν τούτο εφικτό,

α) οι περιφερειακές υπηρεσίες απασχολήσεως εργατικού δυναμικού των Κρατών μελών:

ι) προβαίνουν απ' ευθείας σε ενέργειες θέσεως σε επαφή και συμψηφισμού των προσφορών και ζητήσεων εργασίας, βάσει των καταστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 15, οι οποίες συνοδεύονται από τις κατάλληλες ενέργειες-

ιι) καθορίζουν άμεσες σχέσεις συμψηφισμού:

- στην περίπτωση ονομαστικών προσφορών,

- στην περίπτωση ατομικών αιτήσεων εργασίας που απευθύνονται είτε σε ορισμένη υπηρεσία εργατικού δυναμικού είτε σε εργοδότη που ασκεί την δραστηριότητά του στην περιοχή της αρμοδιότητος της υπηρεσίας αυτής,

- όταν οι ενέργειες αυτές συμψηφισμού αφορούν τους εποχιακά εργαζομένους των οποίων η πρόσληψη πρέπει να πραγματοποιείται εντός των συντομοτέρων προθεσμιών-

β) οι τοπικά υπεύθυνες υπηρεσίες για τις παρεμεθόριες περιοχές δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών ανταλλάσσουν τακτικά τα στοιχεία τα σχετικά με τις προσφορές και ζητήσεις εργασίας που δεν ικανοποιήθησαν στην περιοχή τους και προβαίνουν απ' ευθείας μεταξύ τους, και ανάλογα με τους όρους των σχέσεών τους με τις υπηρεσίες εργατικού δυναμικού της χώρας τους, στις ενέργειες θέσεως σε επαφή και συμψηφισμού της προσφοράς και ζητήσεως εργασίας-

γ) οι επίσημες υπηρεσίες τοποθετήσεως που είναι ειδικευμένες για ορισμένα επαγγέλματα και για καθορισμένες κατηγορίες προσώπων, συνεργάζονται στενά μεταξύ τους.

2. Τα ενδιαφερόμενα Κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τον κατάλογο των υπηρεσιών που προβλέπονται στην παράγραφο 1, ο οποίος καταρτίζεται με κοινή συμφωνία, και η Επιτροπή τον δημοσιεύει προς ενημέρωση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων καθώς και κάθε τροποποίηση που επιφέρεται σ' αυτόν.

Άρθρο 18

Η προσφυγή στις διαδικασίες προσλήψεως που εφαρμόζονται από τους εκτελεστικούς οργανισμούς που προβλέπονται στις συμφωνίες που συνήφθησαν μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών δεν είναι υποχρεωτική.

ΤΙΤΛΟΣ III Ρυθμιστικά μέτρα για την εξισορρόπηση της αγοράς εργασίας

Άρθρο 19

1. Δύο φορές κατ' έτος, βάσει εκθέσεως της Επιτροπής που συντάσσεται με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται από τα Κράτη μέλη, τα τελευταία αυτά και η Επιτροπή αναλύουν από κοινού:

- τα αποτελέσματα των ενεργειών επαφής και συμψηφισμού σε κοινοτικό επίπεδο της προσφοράς και ζητήσεως εργασίας,

- τον αριθμό των τοποθετήσεων υπηκόων Κρατών μη μελών,

- την προβλεπομένη εξέλιξη της καταστάσεως της αγοράς εργασίας καθώς και, κατά το μέτρο του δυνατού, τις ενδοκοινοτικές διακινήσεις του εργατικού δυναμικού.

2. Τα Κράτη μέλη εξετάζουν με την Επιτροπή όλες τις δυνατότητες καλύψεως των διαθεσίμων θέσεων απασχολήσεως κατά προτεραιότητα από υπηκόους των Κρατών μελών, προκειμένου να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζητήσεως εργασίας εντός της Κοινότητος. Λαμβάνουν τα αναγκαία προς τον σκοπόν αυτόν μέτρα.

Άρθρο 20

1. Όταν ένα Κράτος υφίσταται, ή προβλέπει, διαταραχές στην αγορά εργασίας του, οι οποίες δύνανται να προκαλέσουν σοβαρούς κινδύνους στο επίπεδο ζωής και απασχολήσεως σε μια περιοχή ή σε ένα επάγγελμα, ενημερώνει σχετικώς την Επιτροπή και τα άλλα Κράτη μέλη, παρέχοντάς τους όλα τα αναγκαία στοιχεία.

2. Τα Κράτη μέλη και η Επιτροπή λαμβάνουν κάθε χρήσιμο στον τομέα της ενημερώσεως μέτρο, ώστε οι εργαζόμενοι της Κοινότητος να μη κατευθύνονται προς απασχολήσεις στην ανωτέρω περιοχή ή στο ανωτέρω επάγγελμα.

3. Υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων της συνθήκης και των προσηρτημένων πρωτοκόλλων, το Κράτος μέλος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, δύναται να ζητήσει από την Επιτροπή να διαπιστώσει ότι, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποκατάσταση της ομαλότητος στην περιοχή αυτή ή στο επάγγελμα αυτό, οι μηχανισμοί συμψηφισμού που προβλέπονται στα άρθρα 15, 16 και 17 πρέπει να ανασταλούν εν μέρει ή εν όλω.

Η Επιτροπή αποφασίζει περί της αναστολής καθ' εαυτής και περί της διαρκείας της, το αργότερο δύο εβδομάδες από της λήψεως της αιτήσεως. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο εβδομάδων κάθε Κράτος μέλος δύναται να ζητήσει την κατάργηση ή τροποποίηση της αποφάσεως αυτής από το Συμβούλιο. Το Συμβούλιο αποφασίζει επί της αιτήσεως αυτής εντός δύο εβδομάδων.

4. Κατά το μέτρο που αποφασίζεται η αναστολή αυτή, οι υπηρεσίες απασχολήσεως εργατικού δυναμικού των άλλων Κρατών μελών που έχουν επισημάνει την ύπαρξη διαθεσίμου εργατικού δυναμικού δεν δίδουν συνέχεια στις προσφορές εργασίας που τους απευθύνουν απ' ευθείας οι εργοδότες του Κράτους μέλους το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 1.

ΤΙΤΛΟΣ IV Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού

Άρθρο 21

Το Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού του Συμψηφισμού της Προσφοράς και Ζητήσεως εργασίας, που έχει συσταθεί στο πλαίσιο της Επιτροπής-αποκαλούμενο στον παρόντα κανονισμό "Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού" - έχει ως γενική αποστολή να προωθεί επί κοινοτικού επιπέδου την επαφή και τον συμψηφισμό της προσφοράς και ζητήσεως εργασίας. Είναι επιφορτισμένο, ειδικώτερα, με όλα τα τεχνικά καθήκοντα στον τομέα αυτόν τα οποία κατά τον παρόντα κανονισμό εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Επιτροπής και ιδίως με την παροχή της συνδρομής του στις εθνικές υπηρεσίες εργατικού δυναμικού.

Καταρτίζει συνοπτικό πίνακα των προβλεπομένων στα άρθρα 14 και 15 πληροφοριών καθώς και των στοιχείων που προκύπτουν από τις μελέτες και έρευνες που πραγματοποιούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 13, έτσι ώστε να γίνεται γνωστή κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με την προβλεπομένη εξέλιξη της αγοράς εργασίας στην Κοινότητα- οι πληροφορίες αυτές γνωστοποιούνται στις ειδικευμένες υπηρεσίες των Κρατών μελών καθώς και στην Συμβουλευτική Επιτροπή και στην Τεχνική Επιτροπή.

Άρθρο 22

1. Το Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού είναι ιδίως επιφορτισμένο:

α) να συντονίζει τις αναγκαίες πρακτικές ενέργειες για την θέση σε επαφή και τον συμψηφισμό της προσφοράς και ζητήσεως εργασίας σε κοινοτικό επίπεδο και να αναλύει τις μετακινήσεις των εργαζομένων που προκύπτουν από τις ενέργειες αυτές-

β) να συμβάλλει, προς το σκοπό αυτό συνεργαζόμενο με την Τεχνική Επιτροπή, στην εφαρμογή των μέσων κοινής δράσεως σε διοικητικό και τεχνικό επίπεδο-

γ) να πραγματοποιεί εφ' όσον παρουσιάζεται ιδιαίτερη ανάγκη, σε συμφωνία με τις ειδικευμένες υπηρεσίες, τη θέση σε επαφή των προσφορών και των ζητήσεων εργασίας, ο συμψηφισμός των οποίων θα πραγματοποιείται από τις υπηρεσίες αυτές.

2. Διαβιβάζει στις ειδικευμένες υπηρεσίες τις αιτήσεις προσφοράς και ζητήσεως εργασίας που απευθύνονται απ' ευθείας στην Επιτροπή και ενημερώνεται για τη συνέχεια που τους εδόθη.

Άρθρο 23

Σε συμφωνία με την αρμόδια αρχή κάθε Κράτους μέλους και συμφώνως προς τους όρους και τις διαδικασίες που καθορίζει μετά γνώμη της Τεχνικής Επιτροπής, η Επιτροπή δύναται να οργανώνει επισκέψεις και αποστολές υπαλλήλων άλλων Κρατών μελών καθώς και προγράμματα επιμορφώσεως του ειδικευμένου προσωπικού.

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΣΤΕΝΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΙΤΛΟΣ I Η Συμβουλευτική Επιτροπή

Άρθρο 24

Η Συμβουλευτική Επιτροπή είναι επιφορτισμένη να βοηθά την Επιτροπή στην εξέταση των θεμάτων που ανακύπτουν από την εκτέλεση της συνθήκης καθώς και των μέτρων που λαμβάνονται για την εφαρμογή της, στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας και της απασχολήσεως των εργαζομένων.

Άρθρο 25

Η Συμβουλευτική Επιτροπή είναι επιφορτισμένη ιδίως:

α) να εξετάζει τα προβλήματα της ελεύθερης κυκλοφορίας και της απασχολήσεως στο πλαίσιο των εθνικών πολιτικών απασχολήσεων, έχοντας υπ' όψη τον κοινοτικό συντονισμό της πολιτικής απασχολήσεως των Κρατών μελών, πράγμα που συμβάλλει στην ανάπτυξη των εθνικών οικονομιών καθώς και στην καλύτερη εξισορρόπηση της αγοράς εργασίας-

β) να μελετά γενικώς τα αποτελέσματα της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και των ενδεχομένων συμπληρωματικών διατάξεων-

γ) να υποβάλλει ενδεχομένως στην Επιτροπή αιτιολογημένες προτάσεις για την αναθεώρηση του παρόντος κανονισμού-

δ) να διατυπώνει, αιτήσει της Επιτροπής ή με δική της πρωτοβουλία, αιτιολογημένες γνώμες επί γενικών θεμάτων ή θεμάτων αρχής, ιδίως επί της ανταλλαγής πληροφοριών που αφορούν την εξέλιξη της αγοράς εργασίας, επί της διακινήσεως των εργαζομένων μεταξύ των Κρατών μελών, επί των καταλλήλων προγραμμάτων ή των ειδικών μέτρων για την ανάπτυξη του επαγγελματικού προσανατολισμού και της επαγγελματικής εκπαιδεύσεως, τα οποία δύνανται να αυξήσουν τις δυνατότητες της ελεύθερης κυκλοφορίας και της απασχολήσεως, καθώς και επί οιασδήποτε μορφής προνοίας υπέρ των εργαζομένων και των οικογενειών τους, περιλαμβανομένης της κοινωνικής προνοίας και της στέγης των εργαζομένων.

Άρθρο 26

1. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αποτελείται από έξη τακτικά μέλη για κάθε ένα από τα Κράτη μέλη, από τα οποία δύο εκπροσωπούν την κυβέρνηση, δύο τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων και δύο τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργοδοτών.

2. Για κάθε μία από τις κατηγορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ορίζεται ένα αναπληρωματικό μέλος για κάθε Κράτος μέλος.

3. Η διάρκεια της θητείας των τακτικών και των αναπληρωματικών μελών είναι διετής. Η επανεκλογή τους επιτρέπεται.

Κατά την λήξη της θητείας τους τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρις ότου αντικατασταθούν ή ανανεωθεί η θητεία τους.

Άρθρο 27

Τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής ορίζονται από το Συμβούλιο το οποίο φροντίζει ώστε, κατά την εκλογή των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων και των εργοδοτών, να υπάρχει στην σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δίκαιη εκπροσώπηση των διαφόρων ενδιαφερομένων οικονομικών κλάδων.

Ο κατάλογος των τακτικών και αναπληρωματικών μελών δημοσιεύεται από το Συμβούλιο στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προς ενημέρωση.

Άρθρο 28

Της Συμβουλευτικής Επιτροπής προεδρεύει ένα μέλος της Επιτροπής ή αντιπρόσωπός του. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία. Η επιτροπή συνέρχεται τουλάχιστον δύο φορές κατ' έτος. Συγκαλείται από τον πρόεδρό της, είτε με πρωτοβουλία του ιδίου είτε τη αιτήσει ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών της.

Η γραμματεία εξασφαλίζεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Άρθρο 29

Ο πρόεδρος δύναται να προσκαλεί να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις ως παρατηρητές ή ως εμπειρογνώμονες, άτομα ή εκπρόσωποι οργανισμών οι οποίοι διαθέτουν εκτενή πείρα στον τομέα της απασχολήσεως και της διακινήσεως των εργαζομένων. Ο πρόεδρος δύναται να επικουρείται από τεχνικούς συμβούλους.

Άρθρο 30

1. Η επιτροπή αποφαίνεται έγκυρα όταν τα δύο τρίτα των μελών της είναι παρόντα.

2. Οι γνώμες πρέπει να είναι αιτιολογημένες, λαμβάνονται δε με απόλυτη πλειοψηφία των εγκύρων ψήφων- συνοδεύονται από σημείωμα στο οποίο εμφαίνονται οι απόψεις της μειοψηφίας, οταν αυτή το ζητήσει.

Άρθρο 31

Η Συμβουλευτική Επιτροπή καθορίζει τον τρόπο εργασίας της με εσωτερικό κανονισμό ο οποίος αρχίζει να ισχύει αφού εγκριθεί από το Συμβούλιο, μετά από γνώμη της Επιτροπής. Η έναρξη ισχύος των ενδεχομένων τροποποιήσεων που αποφασίζει να επιφέρει σ' αυτήν η Συμβουλευτική Επιτροπή υπόκειται στην ίδια διαδικασία.

ΤΙΤΛΟΣ II Η Τεχνική Επιτροπή

Άρθρο 32

Η Τεχνική Επιτροπή είναι επιφορτισμένη να βοηθά την Επιτροπή στην προετοιμασία, προώθηση και παρακολούθηση όλων των τεχνικών εργασιών και μέτρων που σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και των ενδεχομένων συμπληρωματικών διατάξεων.

Άρθρο 33

Η Τεχνική Επιτροπή είναι επιφορτισμένη ιδίως:

α) να προωθεί και να βελτιώνει την συνεργασία μεταξύ των ενδιαφερομένων διοικήσεων των Κρατών μελών σε όλα τα τεχνικά θέματα που έχουν σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία και την απασχόληση των εργαζομένων-

β) να επεξεργάζεται τις διαδικασίες που έχουν σχέση με την οργάνωση των κοινών δραστηριοτήτων των ενδιαφερομένων διοικήσεων-

γ) να διευκολύνει την συγκέντρωση πληροφοριών που είναι χρήσιμες στην Επιτροπή και την πραγματοποίηση των μελετών και ερευνών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό καθώς και να ενθαρρύνει την ανταλλαγή πληροφοριών και εμπειριών μεταξύ των ενδιαφερομένων διοικήσεων-

δ) να μελετά επί τεχνικού επιπέδου την εναρμόνιση των κριτηρίων σύμφωνα με τα οποία τα Κράτη μέλη προβαίνουν στην εκτίμηση της καταστάσεως της αγοράς εργασίας τους.

Άρθρο 34

1. Η Τεχνική Επιτροπή αποτελείται από αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των Κρατών μελών. Κάθε κυβέρνηση ορίζει ως τακτικό μέλος της Τεχνικής Επιτροπής, ένα από τα τακτικά μέλη που την αντιπροσωπεύουν στη Συμβουλευτική Επιτροπή.

2. Κάθε κυβέρνηση ορίζει ένα αναπληρωματικό μέλος μεταξύ των άλλων αντιπροσώπων της, τακτικών ή αναπληρωματικών μελών, στην Συμβουλευτική Επιτροπή.

Άρθρο 35

Της Τεχνικής Επιτροπής προεδρεύει ένα μέλος της Επιτροπής, ή αντιπρόσωπός της. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία. Ο πρόεδρος καθώς και τα μέλη της Τεχνικής Επιτροπής δύνανται να επικουρούνται από τεχνικούς συμβούλους.

Η γραμματεία εξασφαλίζεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Άρθρο 36

Οι προτάσεις και οι γνώμες που διατυπώνει η Τεχνική Επιτροπή υποβάλλονται στην Επιτροπή και γνωστοποιούνται στην Συμβουλευτική Επιτροπή. Οι προτάσεις και οι γνώμες αυτές συνοδεύονται από σημείωμα στο οποίο εμφαίνονται οι απόψεις που εξεφράσθησαν από τα διάφορα μέλη της Τεχνικής Επιτροπής, όταν αυτά το ζητήσουν.

Άρθρο 37

Η Τεχνική Επιτροπή καθορίζει τον τρόπο εργασίας της δι' εσωτερικού κανονισμού που αρχίζει να ισχύει αφού εγκριθεί από το Συμβούλιο, μετά από γνώμη της Επιτροπής.

Η έναρξη της ισχύος των ενδεχομένων τροποποιήσεων, που αποφασίζει να επιφέρει η Τεχνική Επιτροπή, υπόκειται στην ίδια διαδικασία:

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΙΤΛΟΣ I Μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 38

Μέχρι της υιοθετήσεως από την Επιτροπή του ενιαίου συστήματος που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, το Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού προτείνει κάθε πρόσφορο μέτρο για την σύνταξη και διανομή των καταστάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1.

Άρθρο 39

Οι εσωτερικοί κανονισμοί της Συμβουλευτικής και Τεχνικής Επιτροπής, οι εφαρμοζόμενοι κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να εφαρμόζονται.

Άρθρο 40

Μέχρι την έναρξη ισχύος των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν από τα Κράτη μέλη κατ' εφαρμογή της οδηγίας του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1968(7) και κατά το μέτρο που, συμφώνως προς τις διατάξεις που εξεδόθησαν από τα Κράτη μέλη κατ' εφαρμογή της οδηγίας του Συμβουλίου της 25ης Μαρτίου 1964(8), η άδεια εργασίας η οποία προβλέπεται στο άρθρο 22 του κανονισμού αριθ. 38/64/ΕΟΚ είναι αναγκαία για τον καθορισμό της διαρκείας ισχύος και παρατάσεως του τίτλου διαμονής, απλή βεβαίωση προσλήψεως του εργοδότου ή πιστοποιητικό εργασίας που προσδιορίζει την διάρκεια της απασχολήσεως δύναται να αντικαταστήσει την άδεια αυτή. Κάθε βεβαίωση του εργοδότου ή πιστοποιητικό εργασίας από το οποίο προκύπτει ότι η πρόσληψη του εργαζομένου είναι αορίστου διαρκείας έχει τα ίδια αποτελέσματα με μία μόνιμη άδεια εργασίας.

Άρθρο 41

Αν, λόγω της καταργήσεως της αδείας εργασίας, ένα Κράτος μέλος δεν είναι πλέον σε θέση να συνεχίσει την τήρηση ορισμένων στατιστικών επί της απασχολήσεως των αλλοδαπών εργαζομένων, το Κράτος αυτό δύναται να διατηρήσει για στατιστικούς σκοπούς την άδεια εργασίας για τους υπηκόους των άλλων Κρατών μελών μέχρι της εισαγωγής νέων στατιστικών μεθόδων, το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 1969. Η άδεια εργασίας πρέπει να εκδίδεται αυτομάτως και να ισχύει μέχρι της πραγματικής καταργήσεως των αδειών εργασίας στο Κράτος μέλος αυτό.

ΤΙΤΛΟΣ II Τελικές διατάξεις

Άρθρο 42

1. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις διατάξεις της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Άνθρακος και Χάλυβος που αναφέρονται στους εργαζομένους αναγνωρισμένης ειδικεύσεως στα επαγγέλματα του άνθρακος και του χάλυβος, ούτε στις διατάξεις της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητος Ατομικής Ενεργείας που αναφέρονται στην κατάληψη θέσεων εξειδικευμένου προσωπικού στον πυρηνικό τομέα ούτε τις διατάξεις που εθεσπίσθησαν κατ' εφαρμογή των συνθηκών αυτών.

Εν τούτοις, ο παρών κανονισμός ισχύει για τις κατηγορίες των εργαζομένων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καθώς και στα μέλη των οικογενειών των κατά το μέτρο που η νομική τους κατάσταση δεν ρυθμίζεται από τις προαναφερθείσες συνθήκες ή διατάξεις.

2. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις διατάξεις που εθεσπίσθησαν συμφώνως προς το άρθρο 51 της συνθήκης.

3. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις υποχρεώσεις των Κρατών μελών:

- που απορρέουν από ιδιαίτερες σχέσεις ή μελλοντικές συμφωνίες με ορισμένες μη ευρωπαϊκές χώρες ή μη ευρωπαϊκά εδάφη, οι οποίες βασίζονται σε οργανικούς δεσμούς που υφίστανται κατά τον χρόνο της ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού-

- που απορρέουν από συμφωνίες που υφίστανται κατά τον χρόνο ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κανονισμού με ορισμένες μη ευρωπαϊκές χώρες ή μη ευρωπαϊκά εδάφη, οι οποίες βασίζονται σε οργανικούς δεσμούς που είχαν υπάρξει μεταξύ τους.

Οι εργαζόμενοι των χωρών ή εδαφών αυτών οι οποίοι, συμφώνως προς την διάταξη αυτήν, ασκούν μισθωτή δραστηριότητα στην επικράτεια ενός από τα Κράτη μέλη αυτά, δεν δύνανται να επικαλεσθούν το ευεργέτημα των διατάξεων του παρόντος κανονισμού στην επικράτεια των άλλων Κρατών μελών.

Άρθρο 43

Τα Κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή προς ενημέρωσή της μεταξύ της ημερομηνίας της υπογραφής τους και εκείνης της ενάρξεως ισχύος τους το κείμενο των συμφωνιών, συμβάσεων ή ρυθμίσεων που συνάπτουν μεταξύ τους στον τομέα του εργατικού δυναμικού.

Άρθρο 44

Η Επιτροπή θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπόν αυτόν ενεργεί σε στενή συνεργασία με τις κεντρικές διοικήσεις των Κρατών μελών.

Άρθρο 45

Η Επιτροπή θα υποβάλει στο Συμβούλιο προτάσεις που να αποσκοπούν στην κατάργηση, κατά τους όρους που προβλέπονται στην συνθήκη, των περιορισμών στην πρόσβαση σε απασχόληση εργαζομένων υπηκόων των Κρατών μελών κατά το μέτρο που η έλλειψη της αμοιβαίας αναγνωρίσεως των διπλωμάτων, πιστοποιητικών ή άλλων εθνικών τίτλων δύναται να αποτελέσει εμπόδιο στην ελευθέρωση της διακινήσεως των εργαζομένων.

Άρθρο 46

Οι δαπάνες λειτουργίας των επιτροπών που προβλέπονται στο τρίτο μέρος εγγράφονται στον προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο τμήμα που αναφέρεται στην Επιτροπή.

Άρθρο 47

Ο παρών κανονισμός ισχύει στις επικράτειες των Κρατών μελών και για τους υπηκόους τους, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 2, 3, 10 και 11.

Άρθρο 48

Οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 38/64/ΕΟΚ παύουν να ισχύουν από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα του τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε Κράτος μέλος.

Έγινε στο Λουξεμβούργο, στις 15 Οκτωβρίου 1968.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. SEDATI

(1) ΕΕ αριθ. 268 της 6.11.1967, σ. 9.

(2) ΕΕ αριθ. 298 της 7.12.1967, σ. 10.

(3) ΕΕ αριθ. 57 της 26.8.1961, σ. 1073/61.

(4) ΕΕ αριθ. 62 της 17.4.1964, σ. 965/64.

(5) ΕΕ αριθ. Ν 257 της 19.10.1968, σ.1.

(6) ΕΕ αριθ. 159 της 2.11.1963, σ. 2661/63.

(7) EΕ αριθ. Ν 257 της 19.10.1968, σ. 13.

(8) EΕ αριθ. 62 της 17.4.1964, σ. 981/64

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Για την εφαρμογή του άρθρου 16, παράγραφος 3 υπό α):

1. Ο όρος "εξειδίκευση" προσδιορίζει μία υψηλού βαθμού ειδικότητα ή μία ασυνήθιστη ειδικότητα σχετική με μία εργασία ή ένα επάγγελμα που απαιτεί ειδικές τεχνικές γνώσεις- αφορά ιδίως τους επί κεφαλής ομάδων στην περίπτωση εποχιακά εργαζομένων που προσλαμβάνονται κατά ομάδες.

2. Η έκφραση "εμπιστευτικός χαρακτήρας της θέσεως εργασίας", προσδιορίζει τις απασχολήσεις των οποίων η άσκηση κατά τις συνήθειες της χώρας υποδοχής απαιτεί ιδιαίτερες σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ του εργοδότου και του εργαζομένου.

3. Υπάρχουν "προηγούμενοι επαγγελματικοί δεσμοί" όταν ένας εργοδότης ζητά την πρόσληψη στην επικράτεια Κράτους μέλους εργαζομένου, τον οποίον έχει ήδη απασχολήσει στην επικράτεια αυτήν επί δώδεκα μήνες τουλάχιστον κατά την διάρκεια των τεσσάρων τελευταίων ετών.

4. Ως "οικογενειακοί δεσμοί" νοούνται οι δεσμοί εξ αίματος και εξ αγχιστείας μέχρι δευτέρου βαθμού μεταξύ ενός εργοδότου και ενός εργαζομένου, και οι δεσμοί εξ αίματος πρώτου βαθμού μεταξύ δύο εργαζομένων.