02017R2394 — EL — 01.01.2022 — 002.001
Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2394 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 2017 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (ΕΕ L 345 της 27.12.2017, σ. 1) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
αριθ. |
σελίδα |
ημερομηνία |
||
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/302 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 28ης Φεβρουαρίου 2018 |
L 60I |
1 |
2.3.2018 |
|
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2019/770 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Μαΐου 2019 |
L 136 |
1 |
22.5.2019 |
|
ΟΔΗΓΙΑ (ΕΕ) 2019/771 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Μαΐου 2019 |
L 136 |
28 |
22.5.2019 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2394 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 12ης Δεκεμβρίου 2017
σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Αντικείμενο
Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους οι αρμόδιες αρχές οι οποίες έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη ως αρμόδιες για την επιβολή της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, συνεργάζονται και συντονίζουν τις δράσεις μεταξύ τους και με την Επιτροπή, προκειμένου να επιβάλλουν τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία αυτή, να εξασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να ενισχύουν την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών.
Άρθρο 2
Πεδίο εφαρμογής
Άρθρο 3
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1) |
«ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών» : οι κανονισμοί και οι οδηγίες, όπως έχουν μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη των κρατών μελών που απαριθμούνται στο παράρτημα· |
2) |
«ενδοενωσιακή παράβαση» : κάθε πράξη ή παράλειψη που είναι αντίθετη προς την ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, η οποία έβλαψε, βλάπτει ή ενδέχεται να βλάψει τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών που κατοικούν σε κράτος μέλος εκτός από το κράτος μέλος:
α)
από το οποίο προήλθε ή στο οποίο πραγματοποιήθηκε η πράξη ή η παράλειψη·
β)
στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο έμπορος που είναι υπεύθυνος για την πράξη ή την παράλειψη· ή
γ)
στο οποίο μπορούν να βρεθούν αποδείξεις ή περιουσιακά στοιχεία του εμπόρου που συνδέονται με την πράξη ή την παράλειψη· |
3) |
«εκτεταμένη παράβαση»: :
α)
κάθε πράξη ή παράλειψη που είναι αντίθετη προς την ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, η οποία έβλαψε, βλάπτει ή ενδέχεται να βλάψει τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών που κατοικούν σε δύο τουλάχιστον κράτη μέλη εκτός από το κράτος μέλος:
i)
από το οποίο προήλθε ή στο οποίο πραγματοποιήθηκε η πράξη ή η παράλειψη·
ii)
στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο έμπορος που είναι υπεύθυνος για την πράξη ή την παράλειψη· ή
iii)
στο οποίο μπορούν να βρεθούν αποδείξεις ή περιουσιακά στοιχεία του εμπόρου που συνδέονται με την πράξη ή την παράλειψη· ή
β)
οποιεσδήποτε πράξεις ή παραλείψεις που είναι αντίθετες προς την ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών, οι οποίες έχουν βλάψει, βλάπτουν ή ενδέχεται να βλάψουν τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών και έχουν κοινά χαρακτηριστικά, περιλαμβανομένων της ίδιας παράνομης πρακτικής, της προσβολής του ίδιου συμφέροντος, διαπράττονται δε ταυτόχρονα από τον ίδιο έμπορο, σε τρία τουλάχιστον κράτη μέλη· |
4) |
«εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση» : εκτεταμένη παράβαση που έβλαψε, βλάπτει ή ενδέχεται να βλάψει τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών τουλάχιστον στα δύο τρίτα των κρατών μελών, τα οποία συνολικά αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα του πληθυσμού της Ένωσης· |
5) |
«παραβάσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό» : ενδοενωσιακές παραβάσεις, εκτεταμένες παραβάσεις και εκτεταμένες παραβάσεις με ενωσιακή διάσταση· |
6) |
«αρμόδια αρχή» : κάθε δημόσια αρχή που έχει δημιουργηθεί σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο και έχει οριστεί από το κράτος μέλος ως υπεύθυνη για την επιβολή της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών· |
7) |
«ενιαίο γραφείο σύνδεσης» : δημόσια αρχή που έχει οριστεί από το κράτος μέλος ως υπεύθυνη για το συντονισμό της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού εντός αυτού του κράτους μέλους· |
8) |
«εντεταλμένος φορέας» : φορέας με έννομο συμφέρον για την παύση ή την απαγόρευση των παραβάσεων της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών ο οποίος έχει οριστεί από κράτος μέλος και εντέλλεται από αρμόδια αρχή με σκοπό να συγκεντρώνει τις αναγκαίες πληροφορίες και να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα επιβολής που είναι διαθέσιμα στον εν λόγω φορέα δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, ώστε να επιτύχει την παύση ή την απαγόρευση της παράβασης και ο οποίος δρα εξ ονόματος της εν λόγω αρμόδιας αρχής· |
9) |
«αιτούσα αρχή» : η αρμόδια αρχή που υποβάλλει αίτηση αμοιβαίας συνδρομής· |
10) |
«αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση» : η αρμόδια αρχή η οποία δέχεται αίτηση αμοιβαίας συνδρομής· |
11) |
«έμπορος» : κάθε φυσικό πρόσωπο ή κάθε νομικό πρόσωπο, ιδιωτικό ή δημόσιο, το οποίο ενεργεί, μεταξύ άλλων μέσω οποιουδήποτε άλλου προσώπου ενεργούντος εξ ονόματός του ή για λογαριασμό του, για σκοπούς που αφορούν την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική του δραστηριότητα· |
12) |
«καταναλωτής» : κάθε φυσικό πρόσωπο που ενεργεί για σκοπούς που δεν εντάσσονται στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική του δραστηριότητα· |
13) |
«καταγγελία καταναλωτή» : δήλωση, η οποία υποστηρίζεται από εύλογα αποδεικτικά στοιχεία, ότι ο έμπορος διέπραξε, διαπράττει ή ενδέχεται να διαπράξει παράβαση της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών· |
14) |
«βλάβη συλλογικών συμφερόντων καταναλωτών» : πραγματική ή δυνητική βλάβη των συμφερόντων ορισμένων καταναλωτών, οι οποίοι θίγονται από ενδοενωσιακές παραβάσεις, εκτεταμένες παραβάσεις ή εκτεταμένες παραβάσεις με ενωσιακή διάσταση· |
15) |
«επιγραμμική διεπαφή» : κάθε λογισμικό, περιλαμβανομένου του δικτυακού τόπου, μέρους αυτού ή μιας εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται έμπορος ή άλλος εξ ονόματος του εμπόρου και χρησιμεύει για να δοθεί στους καταναλωτές πρόσβαση στα αγαθά ή τις υπηρεσίες του εμπόρου· |
16) |
«σάρωση» : συντονισμένες έρευνες στις καταναλωτικές αγορές μέσω ταυτόχρονα συντονισμένων δράσεων ελέγχου προκειμένου να ελεγχθεί η συμμόρφωση, ή να διαπιστωθούν παραβάσεις της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών. |
Άρθρο 4
Κοινοποίηση των προθεσμιών παραγραφής
Κάθε ενιαίο γραφείο σύνδεσης κοινοποιεί στην Επιτροπή τις προθεσμίες παραγραφής που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος του, και οι οποίες εφαρμόζονται για τα μέτρα επιβολής που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4. Η Επιτροπή συνοψίζει τις κοινοποιούμενες προθεσμίες παραγραφής και θέτει τη σύνοψη στη διάθεση των αρμόδιων αρχών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΟΙ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥΣ
Άρθρο 5
Αρμόδιες αρχές και ενιαία γραφεία σύνδεσης
Άρθρο 6
Συνεργασία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού στα κράτη μέλη
Άρθρο 7
Ρόλος των εντεταλμένων φορέων
Η εντέλλουσα αρχή εξακολουθεί να υποχρεούται να συλλέξει τις αναγκαίες πληροφορίες ή να λάβει τα αναγκαία μέτρα επιβολής σε περίπτωση που:
ο εντεταλμένος φορέας δεν είναι σε θέση να συγκεντρώσει τις απαραίτητες πληροφορίες ή να επιτύχει την παύση ή την απαγόρευση της παράβασης που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό αμελλητί· ή
οι αρμόδιες αρχές στις οποίες αφορά παράβαση που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό δεν συμφωνούν να παράσχουν εντολές στον εντεταλμένο φορέα σύμφωνα με την παράγραφο 1.
Άρθρο 8
Πληροφόρηση και κατάλογοι
Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει πάραυτα στην Επιτροπή τις ακόλουθες πληροφορίες και τυχόν αλλαγές για:
τις ονομασίες και τα στοιχεία επαφής των αρμόδιων αρχών, του ενιαίου γραφείου σύνδεσης, των εντεταλμένων φορέων και των οντοτήτων που εκδίδουν εξωτερικές προειδοποιήσεις σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 1· και
πληροφορίες για την οργάνωση, τις εξουσίες και τις ευθύνες των αρμόδιων αρχών.
Άρθρο 9
Ελάχιστες εξουσίες των αρμόδιων αρχών
Οι αρμόδιες αρχές έχουν τουλάχιστον τις ακόλουθες εξουσίες έρευνας:
την εξουσία να έχουν πρόσβαση σε οποιαδήποτε σχετικά έγγραφα, δεδομένα ή πληροφορία όσον αφορά παράβαση που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό, υπό οποιαδήποτε μορφή ή μορφότυπο και ανεξαρτήτως του μέσου αποθήκευσής τους ή του τόπου όπου αποθηκεύονται·
την εξουσία να απαιτούν, από κάθε δημόσια αρχή, φορέα ή οργανισμό του κράτους μέλους ή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο την παροχή κάθε σχετικής πληροφορίας, δεδομένων ή εγγράφων, υπό οποιονδήποτε μορφή ή μορφότυπο και ανεξαρτήτως του μέσου αποθήκευσής τους ή του τόπου όπου είναι αποθηκευμένα με σκοπό την εξέταση του κατά πόσον έχει επέλθει ή επέρχεται παράβαση που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό και με σκοπό τον καθορισμό των στοιχείων της εν λόγω παράβασης, περιλαμβανομένου του εντοπισμού των χρηματοοικονομικών ροών και των ροών δεδομένων ή τη διαπίστωση της ταυτότητας των προσώπων που συμμετέχουν σε χρηματοοικονομικές ροές και ροές δεδομένων, και τη διαπίστωση των στοιχείων τραπεζικού λογαριασμού και της ιδιοκτησίας των δικτυακών τόπων·
την εξουσία διενέργειας των απαραίτητων επιτόπιων επιθεωρήσεων, περιλαμβανομένης της εξουσίας πρόσβασης σε κάθε χώρο, έδαφος ή μέσο μεταφοράς που χρησιμοποιεί ο έμπορος, τον οποίο αφορά η επιθεώρηση, για τους σκοπούς της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας, ή την απαίτηση από άλλες δημόσιες αρχές να προβαίνουν στις εν λόγω ενέργειες, ώστε να εξετάζει, να κατάσχει, να λαμβάνει ή να αποκτά αντίγραφα στοιχείων, δεδομένων ή εγγράφων, ανεξαρτήτως του μέσου αποθήκευσής τους· την εξουσία κατάσχεσης κάθε πληροφορίας, δεδομένου ή εγγράφου για το απαραίτητο χρονικό διάστημα και στον βαθμό που απαιτείται για την επιθεώρηση· την εξουσία να απαιτεί, από κάθε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του εμπόρου τον οποίο αφορά η επιθεώρηση, να παρέχει εξηγήσεις όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά, τις πληροφορίες, τα δεδομένα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο της επιθεώρησης και να καταγράφει τις απαντήσεις·
την εξουσία να αγοράζουν αγαθά ή υπηρεσίες ως δοκιμαστικές αγορές, κατά περίπτωση ακόμη και με καλυμμένη ταυτότητα, ώστε να εντοπίζουν τις παραβάσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό και να συγκεντρώνουν αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να επιθεωρούν, να παρατηρούν, να μελετούν, να αποσυναρμολογούν ή να υποβάλουν σε δοκιμές τα αγαθά ή τις υπηρεσίες.
Οι αρμόδιες αρχές έχουν τουλάχιστον τις ακόλουθες εξουσίες επιβολής:
την εξουσία να θεσπίζουν προσωρινά μέτρα για την αποφυγή κινδύνου σοβαρής βλάβης σε βάρος των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών·
την εξουσία να επιδιώκουν την απόκτηση ή αποδοχή δεσμεύσεων από τον έμπορο που είναι υπεύθυνος για την παράβαση που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό, με σκοπό την παύση της εν λόγω παράβασης·
την εξουσία να λαμβάνουν από τον έμπορο, με πρωτοβουλία του εμπόρου, επιπροσθέτως διορθωτικές δεσμεύσεις προς όφελος των καταναλωτών που έχουν θιγεί από την εικαζόμενη παράβαση που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό ή ανάλογα με την περίπτωση προκειμένου να επιτευχθεί η ανάληψη υποχρεώσεων από τον έμπορο, να προσφέρει κατάλληλα μέσα έννομης προστασίας για τους καταναλωτές που έχουν θιγεί από την εν λόγω παράβαση·
κατά περίπτωση, την εξουσία να ενημερώνουν, με τα κατάλληλα μέσα, τους καταναλωτές που ισχυρίζονται ότι έχουν υποστεί ζημία ως συνέπεια παράβασης που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό σχετικά με το πώς μπορούν να διεκδικήσουν αποζημίωση όπως προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο·
την εξουσία να διατάσσουν εγγράφως την παύση των παραβάσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό από τον έμπορο·
την εξουσία να επιτυγχάνουν την παύση ή την απαγόρευση των παραβάσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό·
όταν δεν υπάρχουν άλλα αποτελεσματικά μέσα για την επίτευξη της παύσης ή της απαγόρευσης της παράβασης που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό και προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος σοβαρής βλάβης των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών:
την εξουσία να αφαιρούν περιεχόμενο ή να περιορίζουν την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή ή να διατάσσουν τη ρητή αναγραφή προειδοποίησης προς τους καταναλωτές κατά την πρόσβασή τους σε επιγραμμική διεπαφή·
την εξουσία να διατάσσουν έναν πάροχο υπηρεσιών υποδοχής να διαγράψει, να απενεργοποιήσει ή να περιορίσει την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή· ή
κατά περίπτωση, την εξουσία να διατάσσουν καταχωρητές ή μητρώα τομέα να διαγράψουν ένα πλήρως εγκεκριμένο όνομα τομέα και να επιτρέπουν στην οικεία αρμόδια αρχή να προβεί σε σχετική καταχώρηση,
μεταξύ άλλων, ζητώντας από τρίτο μέρος ή άλλη δημόσια αρχή να εφαρμόσει αυτά τα μέτρα·
την εξουσία να επιβάλουν κυρώσεις, όπως πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές, για παραβάσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό και για τη μη συμμόρφωση με οποιαδήποτε απόφαση, διαταγή, προσωρινό μέτρο, δέσμευση του εμπόρου ή άλλο μέτρο που λαμβάνεται βάσει του παρόντος κανονισμού.
Οι κυρώσεις που αναφέρονται στο στοιχείο η) πρέπει να είναι αποτελεσματικές και να έχουν αναλογικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών. Ειδικότερα, πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη, κατά περίπτωση, η φύση, η σοβαρότητα και η διάρκεια της εν λόγω παράβασης.
Άρθρο 10
Άσκηση των ελάχιστων εξουσιών
Οι εξουσίες που προβλέπονται στο άρθρο 9 ασκούνται:
απευθείας υπό δική τους ευθύνη·
ανάλογα με την περίπτωση, με προσφυγή σε άλλες αρμόδιες αρχές ή άλλες δημόσιες αρχές·
ενδεχομένως με διαβίβαση εντολών σε εντεταλμένους φορείς· ή
μέσω αίτησης στα δικαστήρια που είναι αρμόδια για την έκδοση της αναγκαίας απόφασης, περιλαμβανομένης, εφόσον ενδείκνυται, της άσκησης έφεσης στην περίπτωση ανεπιτυχούς έκβασης της αίτησης έκδοσης της αναγκαίας απόφασης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ
Άρθρο 11
Αιτήσεις παροχής πληροφοριών
Άρθρο 12
Αιτήσεις λήψης μέτρων επιβολής
Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει την αιτούσα αρχή σχετικά με τις ενέργειες και τα μέτρα που λαμβάνει και σχετικά με τις ενέργειες και τα μέτρα που σκοπεύει να λάβει. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση χρησιμοποιεί την ηλεκτρονική βάση δεδομένων, που προβλέπεται στο άρθρο 35, ώστε να κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση, στην αιτούσα αρχή, στις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών και στην Επιτροπή τα ληφθέντα μέτρα και τα αποτελέσματά των εν λόγω μέτρων ως προς την ενδοενωσιακή παράβαση μαζί με τις ακόλουθες πληροφορίες:
εάν τα προσωρινά μέτρα έχουν επιβληθεί·
εάν η παράβαση έχει παύσει·
ποια μέτρα έχουν ληφθεί και κατά πόσο τα μέτρα αυτά έχουν εφαρμοστεί·
το βαθμό στον οποίο έχουν παρασχεθεί διορθωτικές δεσμεύσεις στους καταναλωτές που έχουν θιγεί από την εικαζόμενη παράβαση.
Άρθρο 13
Διαδικασία για την υποβολή αιτήσεων αμοιβαίας συνδρομής
Άρθρο 14
Απόρριψη αίτησης αμοιβαίας συνδρομής
Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορεί να απορρίψει την αίτηση για παροχή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 11, εάν συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιστάσεις:
έπειτα από διαβούλευση με την αιτούσα αρχή, φαίνεται ότι οι πληροφορίες που έχουν ζητηθεί δεν είναι απαραίτητες για να μπορέσει η αιτούσα αρχή να διαπιστώσει κατά πόσον έχει επέλθει ή επέρχεται ενδοενωσιακή παράβαση ή κατά πόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι πρόκειται να επέλθει·
η αιτούσα αρχή δεν συμφωνεί ότι οι πληροφορίες υπόκεινται στους κανόνες περί εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού και εμπορικού απορρήτου που ορίζονται στο άρθρο 33·
έχει ήδη κινηθεί ποινική έρευνα ή δικαστική διαδικασία κατά του ίδιου εμπόρου για την ίδια ενδοενωσιακή παράβαση ενώπιον των δικαστικών αρχών στο κράτος μέλος της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή της αιτούσας αρχής.
Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση μπορεί να απορρίψει την αίτηση λήψης μέτρων εκτέλεσης δυνάμει του άρθρου 12, εάν, κατόπιν διαβούλευσης με την αιτούσα αρχή, συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιστάσεις:
έχει ήδη κινηθεί ποινική έρευνα ή δικαστική διαδικασία ή υπάρχει απόφαση, δικαστικός συμβιβασμός ή δικαστική διαταγή για την ίδια ενδοενωσιακή παράβαση και κατά του ίδιου εμπόρου ενώπιον των δικαστικών αρχών του κράτους μέλους της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση·
έχουν ήδη ασκηθεί οι απαραίτητες εξουσίες επιβολής, ή έχει ήδη ληφθεί διοικητική απόφαση για την ίδια ενδοενωσιακή παράβαση και σε βάρος του ίδιου εμπόρου στο κράτος μέλος της αρχής στην οποία υποβάλλεται η αίτηση προκειμένου να επέλθει η ταχεία και αποτελεσματική παύση ή απαγόρευση της ενδοενωσιακής παράβασης·
έπειτα από κατάλληλη έρευνα, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν έχει επέλθει ενδοενωσιακή παράβαση·
η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η αιτούσα αρχή δεν έχει παράσχει τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1·
η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση έχει αποδεχθεί δεσμεύσεις που προτείνονται από τον έμπορο για την παύση της ενδοενωσιακής παράβασης εντός ταχθείσας προθεσμίας και η εν λόγω προθεσμία δεν έχει λήξει ακόμη.
Ωστόσο, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση συμμορφώνεται με την αίτηση για λήψη μέτρων επιβολής δυνάμει του άρθρου 12, εάν ο έμπορος παραλείψει να εφαρμόσει τις αποδεχθείσες δεσμεύσεις εντός του χρονικού ορίου που αναφέρεται στο στοιχείο ε) του πρώτου εδαφίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΓΙΑ ΕΚΤΕΤΑΜΕΝΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΚΤΕΤΑΜΕΝΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ ΜΕ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Άρθρο 15
Διαδικασία λήψης αποφάσεων μεταξύ των κρατών μελών
Για τα ζητήματα που καλύπτονται από το παρόν κεφάλαιο, οι οικείες αρμόδιες αρχές ενεργούν σε συναινετική βάση.
Άρθρο 16
Γενικές αρχές της συνεργασίας
Άρθρο 17
Ανάληψη συντονισμένης δράσης και καθορισμός του συντονιστή
Άρθρο 18
Λόγοι για την άρνηση συμμετοχής στη συντονισμένη δράση
Μια αρμόδια αρχή μπορεί να αρνηθεί να συμμετάσχει σε συντονισμένη δράση για τους ακόλουθους λόγους:
όσον αφορά τον ίδιο έμπορο, έχει ήδη κινηθεί ποινική δίωξη ή δικαστική διαδικασία, έχει εκδοθεί απόφαση ή έχει επιτευχθεί δικαστικός συμβιβασμός για την ίδια παράβαση στο κράτος μέλος της εν λόγω αρμόδιας αρχής·
έχουν ήδη ασκηθεί οι απαραίτητες εξουσίες εκτέλεσης πριν από την έκδοση προειδοποίησης, που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 3, ή έχει ήδη ληφθεί διοικητική απόφαση κατά του ίδιου εμπόρου σε σχέση με την ίδια παράβαση στο κράτος μέλος της εν λόγω αρμόδιας αρχής προκειμένου να επέλθει η ταχεία και αποτελεσματική παύση ή απαγόρευση της εκτεταμένης παράβασης ή της εκτεταμένης παράβασης με ενωσιακή διάσταση·
έχει καταστεί σαφές, κατόπιν κατάλληλης έρευνας, ότι ο πραγματικός ή πιθανός αντίκτυπος της εικαζόμενης εκτεταμένης παράβασης ή εκτεταμένης παράβασης με ενωσιακή διάσταση στο κράτος μέλος της εν λόγω αρμόδιας αρχής είναι ασήμαντος και επομένως ότι δεν χρειάζεται να ληφθούν μέτρα εκτέλεσης από την εν λόγω αρμόδια αρχή·
η εκάστοτε εκτεταμένη παράβαση ή η εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση δεν επήλθε στο κράτος μέλος της εν λόγω αρμόδιας αρχής και επομένως δεν χρειάζεται να ληφθούν μέτρα εκτέλεσης από την αρμόδια αρχή·
η αρμόδια αρχή έχει αποδεχθεί δεσμεύσεις που προτάθηκαν από τον έμπορο ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εκτεταμένη παράβαση ή την εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση για την παύση την εν λόγω παράβασης στο κράτος μέλος της εν λόγω αρμόδιας αρχής, και οι εν λόγω δεσμεύσεις έχουν εκπληρωθεί και δεν χρειάζεται επομένως να ληφθούν μέτρα επιβολής από την αρμόδια αρχή.
Άρθρο 19
Μέτρα έρευνας σε συντονισμένες δράσεις
Άρθρο 20
Δεσμεύσεις στο πλαίσιο συντονισμένων δράσεων
Άρθρο 21
Μέτρα εκτέλεσης σε συντονισμένες δράσεις
Κατά περίπτωση, επιβάλλουν στον έμπορο που είναι υπεύθυνος για την εκτεταμένη παράβαση ή την εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση κυρώσεις, όπως πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λαμβάνουν από τον έμπορο, με πρωτοβουλία του εμπόρου, πρόσθετες διορθωτικές δεσμεύσεις προς όφελος των καταναλωτών που θίγονται από την εικαζόμενη εκτεταμένη παράβαση ή την εικαζόμενη εκτεταμένη παράβαση με ενωσιακή διάσταση ή, ανάλογα με την περίπτωση, προκειμένου να επιτευχθεί η ανάληψη υποχρεώσεων από τον έμπορο, να προσφέρει κατάλληλα μέσα έννομης προστασίας για τους καταναλωτές που θίγονται από την εν λόγω παράβαση.
Τα μέτρα εκτέλεσης κρίνονται κατάλληλα ιδίως σε περιπτώσεις όταν:
απαιτείται η άμεση λήψη δράσης επιβολής προκειμένου να εξασφαλιστεί η ταχεία και αποτελεσματική παύση ή απαγόρευση της παράβασης·
δεν φαίνεται πιθανόν ότι η παράβαση θα παύσει λόγω των δεσμεύσεων που προτείνει ο έμπορος που είναι υπεύθυνος για την παράβαση·
ο υπεύθυνος για την παράβαση έμπορος δεν έχει προτείνει δεσμεύσεις πριν από τη λήξη προθεσμίας που έχουν ορίσει οι οικείες αρμόδιες αρχές·
οι δεσμεύσεις που πρότεινε ο υπεύθυνος για την παράβαση έμπορος δεν αρκούν για να εξασφαλιστεί η παύση της παράβασης ή, κατά περίπτωση, για να επανορθωθεί η ζημία που υπέστησαν οι καταναλωτές από την παράβαση· ή
ο υπεύθυνος για την παράβαση έμπορος δεν εφάρμοσε τις δεσμεύσεις για παύση της παράβασης ή, κατά περίπτωση, για επανόρθωση της ζημίας που υπέστησαν οι καταναλωτές από την παράβαση εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3.
Άρθρο 22
Περάτωση των συντονισμένων δράσεων
Άρθρο 23
Ρόλος του συντονιστή
Ο συντονιστής που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 17 ή 29 προβαίνει ιδίως στα εξής:
διασφαλίζει ότι όλες οι οικείες αρμόδιες αρχές και η Επιτροπή ενημερώνονται δεόντως και εγκαίρως για την πρόοδο της έρευνας ή για τα μέτρα επιβολής, κατά περίπτωση, και για τις τυχόν προβλεπόμενες επόμενες ενέργειες και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν·
συντονίζει και παρακολουθεί τα μέτρα έρευνας που λαμβάνουν οι οικείες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·
συντονίζει την προετοιμασία και την ανταλλαγή όλων των απαραίτητων εγγράφων μεταξύ των οικείων αρμόδιων αρχών και της Επιτροπής·
σιατηρεί επαφή με τον έμπορο και τα άλλα μέρη τα οποία αφορούν τα μέτρα έρευνας ή επιβολής, κατά περίπτωση, εκτός αν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά από τις οικείες αρμόδιες αρχές και τον συντονιστή·
κατά περίπτωση, συντονίζει την αξιολόγηση, τις διαβουλεύσεις και την παρακολούθηση από τις οικείες αρμόδιες αρχές, καθώς και άλλα μέτρα που είναι αναγκαία για τον καθορισμό και την εκπλήρωση των δεσμεύσεων που προτείνουν οι οικείοι έμποροι·
κατά περίπτωση, συντονίζει τα μέτρα εκτέλεσης που λαμβάνουν οι οικείες αρμόδιες αρχές·
συντονίζει τις αιτήσεις αμοιβαίας συνδρομής που υποβάλλουν οι οικείες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το κεφάλαιο III.
Άρθρο 24
Γλωσσικό καθεστώς
Άρθρο 25
Γλωσσικό καθεστώς για την επικοινωνία με τους εμπόρους
Για τους σκοπούς των διαδικασιών που ορίζονται στο παρόν κεφάλαιο, ο έμπορος έχει το δικαίωμα να επικοινωνεί στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες που χρησιμοποιούνται για επίσημους σκοπούς στο κράτος μέλος στο οποίο ο έμπορος είναι εγκατεστημένος ή διαμένει.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΝΩΣΗΣ
Άρθρο 26
Προειδοποιήσεις
Κατά τη γνωστοποίηση (έκδοση προειδοποίησης) δυνάμει των παραγράφων 1 και 2, η αρμόδια αρχή ή η Επιτροπή παρέχει πληροφορίες σχετικά με την εικαζόμενη παράβαση που καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό, και ιδιαίτερα, και εφόσον διατίθενται, τα ακόλουθα:
περιγραφή της πράξης ή παράλειψης που συνιστά την παράβαση·
λεπτομέρειες του προϊόντος ή της υπηρεσίας που αφορά η παράβαση·
τα ονόματα των κρατών μελών τα οποία αφορά ή ενδέχεται να αφορά η παράβαση·
την ταυτότητα του εμπόρου ή των εμπόρων, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι ή εικάζεται ότι είναι υπεύθυνοι για την παράβαση·
τη νομική βάση για πιθανή δράση με βάση την εθνική νομοθεσία και τις σχετικές διατάξεις των ενωσιακών νομικών πράξεων, οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα·
περιγραφή όλων των νομικών διαδικασιών, των μέτρων εκτέλεσης ή άλλων μέτρων που λαμβάνονται σχετικά με την παράβαση και τις ημερομηνίες και τη διάρκειά τους καθώς και το καθεστώς τους·
τις ταυτότητες των αρμόδιων αρχών για τη διεξαγωγή δικαστικών διαδικασιών και τη λήψη άλλων μέτρων.
Άρθρο 27
Εξωτερικές προειδοποιήσεις
Άρθρο 28
Ανταλλαγή άλλων κατάλληλων πληροφοριών για τον εντοπισμό παραβάσεων
Στο βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού, οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν αμελλητί, μέσω της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 35, την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές των οικείων κρατών μελών σχετικά με κάθε μέτρο που έχουν λάβει, εντός της δικαιοδοσίας τους, για την αντιμετώπιση παραβάσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, εάν έχουν υπόνοιες ότι η επίμαχη παράβαση μπορεί να θίγει συμφέροντα των καταναλωτών σε άλλα κράτη μέλη.
Άρθρο 29
Σαρώσεις
Άρθρο 30
Συντονισμός των λοιπών δραστηριοτήτων που συμβάλλουν στην έρευνα και την επιβολή
Στον βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη ενημερώνουν το ένα το άλλο και την Επιτροπή για τις δραστηριότητές τους στους ακόλουθους τομείς:
κατάρτιση των υπαλλήλων τους που ασχολούνται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·
συλλογή, ταξινόμηση και ανταλλαγή δεδομένων σχετικά με τις καταγγελίες των καταναλωτών·
ανάπτυξη ειδικών ανά τομέα δικτύων υπαλλήλων·
ανάπτυξη μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας· και
κατά περίπτωση, ανάπτυξη προτύπων, μεθόδων και κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 31
Ανταλλαγή υπαλλήλων μεταξύ των αρμόδιων αρχών
Άρθρο 32
Διεθνής συνεργασία
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΚΟΙΝΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Άρθρο 33
Χρήση και γνωστοποίηση των πληροφοριών και επαγγελματικό και εμπορικό απόρρητο
Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές μπορούν, κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή που παρέσχε την πληροφορία, να αποκαλύπτουν τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες:
για την απόδειξη παραβάσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό· ή
για την παύση ή την απαγόρευση παραβάσεων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό.
Άρθρο 34
Χρήση αποδεικτικών στοιχείων και πορισμάτων έρευνας
Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν ως αποδεικτικά στοιχεία κάθε πληροφορία, έγγραφο, εύρημα, δήλωση, επικυρωμένο αντίγραφο ή απόρρητη πληροφορία που γνωστοποιήθηκε, επί της αυτής βάσεως όπως και προκειμένου για όμοια έγγραφα που απέκτησαν στο κράτος μέλος τους, ανεξάρτητα από το μέσο αποθήκευσής τους.
Άρθρο 35
Ηλεκτρονική βάση δεδομένων
Τα δεδομένα που σχετίζονται με μια παράβαση αποθηκεύονται στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων μόνο για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για τους σκοπούς για τους οποίους συλλέχθηκαν και υποβλήθηκαν σε επεξεργασία και πάντως δεν αποθηκεύονται για περισσότερο από πέντε έτη από την ημερομηνία κατά την οποία:
μια αρχή στην οποία έχει υποβληθεί αίτηση κοινοποιεί στην Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 2, ότι μια ενδοενωσιακή παράβαση έχει παύσει·
ο συντονιστής γνωστοποιεί την περάτωση της συντονισμένης δράσης σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1· ή
οι πληροφορίες καταχωρίστηκαν στη βάση δεδομένων σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.
Άρθρο 36
Παραίτηση από την επιστροφή των δαπανών
Άρθρο 37
Προτεραιότητες όσον αφορά την εφαρμογή
Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν:
πληροφορίες σχετικά με τις τάσεις της αγοράς οι οποίες ενδέχεται να θίγουν τα συμφέροντα των καταναλωτών στο οικείο κράτος μέλος και σε άλλα κράτη μέλη·
επισκόπηση της δράσης που έχει αναληφθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού τα τελευταία δύο έτη, ιδίως μέτρα έρευνας και επιβολής σχετικά με τις εκτεταμένες παραβάσεις·
στατιστικά στοιχεία που ανταλλάσσονται μέσω των προειδοποιήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 26·
τους προσωρινούς τομείς προτεραιότητας κατά τα επόμενα δύο έτη, όσον αφορά την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών στο οικείο κράτος μέλος· και
τους προτεινόμενους τομείς προτεραιότητας κατά τα επόμενα δύο έτη, όσον αφορά την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών σε ενωσιακό επίπεδο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 38
Επιτροπή
Άρθρο 39
Κοινοποιήσεις
Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εθνικού δικαίου για ζητήματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, τις οποίες θεσπίζουν, καθώς και το κείμενο των συμφωνιών για ζητήματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, εκτός εκείνων των συμφωνιών που αφορούν ατομικές περιπτώσεις, τις οποίες συνάπτουν.
Άρθρο 40
Υποβολή εκθέσεων
Η έκθεση αυτή συνοδεύεται, όπου είναι απαραίτητο, από νομοθετική πρόταση.
Άρθρο 41
Κατάργηση
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 καταργείται από τις 17 Ιανουαρίου 2020.
Άρθρο 42
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από τις 17 Ιανουαρίου 2020.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Οδηγίες και κανονισμοί που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 1)
1. Οδηγία 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές (ΕΕ L 95 της 21.4.1993, σ. 29).
2. Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές (ΕΕ L 80 της 18.3.1998, σ. 27).
3. Οδηγία (ΕΕ) 2019/771 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για τις πωλήσεις αγαθών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 1999/44/ΕΚ (ΕΕ L 136 της 22.5.2019, σ. 28).
4. Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο) (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).
5. Οδηγία 2001/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2001, περί κοινοτικού κώδικος για τα φάρμακα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση (ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 67): άρθρα 86 έως 100.
6. Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37): άρθρο 13.
7. Οδηγία 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, σχετικά με την εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές και την τροποποίηση των οδηγιών 90/619/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 97/7/ΕΚ και 98/27/ΕΚ (ΕΕ L 271 της 9.10.2002, σ. 16).
8. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46 της 17.2.2004, σ. 1).
9. Οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).
10. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, σχετικά με τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και των ατόμων με μειωμένη κινητικότητα όταν ταξιδεύουν αεροπορικώς (ΕΕ L 204 της 26.7.2006, σ. 1).
11. Οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21): άρθρο 1, άρθρο 2 στοιχείο γ) και άρθρα 4 έως 8.
12. Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36): άρθρο 20.
13. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1371/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών γραμμών (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 14).
14. Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 133 της 22.5.2008, σ. 66).
15. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 31.10.2008, σ. 3): άρθρα 22, 23 και 24.
16. Οδηγία 2008/122/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιανουαρίου 2009, για την προστασία των καταναλωτών ως προς ορισμένες πτυχές των συμβάσεων χρονομεριστικής μίσθωσης, μακροπρόθεσμων προϊόντων διακοπών, μεταπώλησης και ανταλλαγής (ΕΕ L 33 της 3.2.2009, σ. 10).
17. Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1): άρθρα 9, 10, 11 και άρθρα 19 έως 26.
18. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1177/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τα δικαιώματα των επιβατών στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 1).
19. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 181/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 1).
20. Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 64).
21. Οδηγία 2013/11/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (οδηγία ΕΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 63): άρθρο 13.
22. Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 524/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2013, για την ηλεκτρονική επίλυση καταναλωτικών διαφορών και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (κανονισμός για την ΗΕΚΔ) (ΕΕ L 165 της 18.6.2013, σ. 1): άρθρο 14.
23. Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/EE και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 34): άρθρα 10, 11, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 21, 22 και 23, κεφάλαιο 10 και παραρτήματα I και II.
24. Οδηγία 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 214): άρθρα 3 έως 18 και άρθρο 20 παράγραφος 2.
25. Οδηγία (EE) 2015/2302 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 326 της 11.12.2015, σ. 1).
26. Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1128 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για τη διασυνοριακή φορητότητα των υπηρεσιών επιγραμμικού περιεχομένου στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 168 της 30.6.2017, σ. 1).
27. Κανονισμός (ΕΕ) 2018/302 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2018, για την αντιμετώπιση του αδικαιολόγητου γεωγραφικού αποκλεισμού και άλλων μορφών διακριτικής μεταχείρισης με βάση την ιθαγένεια, τον τόπο διαμονής ή τον τόπο εγκατάστασης των πελατών εντός της εσωτερικής αγοράς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και (ΕΕ) 2017/2394 και της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 60 I της 2.3.2018, σ. 1) μόνο όταν ο πελάτης είναι καταναλωτής οριζόμενος στο άρθρο 2 σημείο 12) του ανωτέρω κανονισμού.
28. Οδηγία (ΕΕ) 2019/770 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών (ΕΕ L 136 της 22.5.2019, σ. 1).
( 1 ) Οδηγία 2009/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών (ΕΕ L 110 της 1.5.2009, σ. 30).