02014R0806 — EL — 26.06.2021 — 002.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 15ης Ιουλίου 2014

περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010

(ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/877 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Μαΐου 2019

  L 150

226

7.6.2019

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2033 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 27ης Νοεμβρίου 2019

  L 314

1

5.12.2019




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 806/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 15ης Ιουλίου 2014

περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010



ΜΕΡΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ενιαίους κανόνες και ενιαία διαδικασία για την εξυγίανση των οντοτήτων του άρθρου 2, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στα συμμετέχοντα κράτη μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 4.

Αυτοί οι ενιαίοι κανόνες και διαδικασία εφαρμόζονται από το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης που θεσπίζεται σύμφωνα με το άρθρο 42 («Συμβούλιο Εξυγίανσης»), από κοινού με το Συμβούλιο και την Επιτροπή και τις εθνικές αρχές εξυγίανσης, στο πλαίσιο του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης (EME) που καθιερώνεται με τον παρόντα κανονισμό. Ο ΕΜΕ στηρίζεται από ενιαίο ταμείο εξυγίανσης («Ταμείο»).

Η χρήση του Ταμείου εξαρτάται από την έναρξη ισχύος μιας συμφωνίας μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών μελών («συμφωνία») σχετικά με τη μεταβίβαση των χρηματοδοτικών πόρων που εισπράττονται σε εθνικό επίπεδο προς το Ταμείο, καθώς και σχετικά με τη βαθμιαία συγχώνευση των διάφορων χρηματοδοτικών πόρων που εισπράττονται σε εθνικό επίπεδο ώστε να κατανέμονται στα εθνικά τμήματα του Ταμείου.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις ακόλουθες οντότητες:

α) 

πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε συμμετέχοντα κράτη μέλη·

β) 

μητρικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών και των μεικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών, εγκατεστημένες σε συμμετέχον κράτος μέλος, όπου υπόκεινται σε ενοποιημένη εποπτεία που διενεργείται από την ΕΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·

γ) 

εταιρείες επενδύσεων και χρηματοοικονομικά ιδρύματα εγκατεστημένα σε συμμετέχον κράτος μέλος, εφόσον καλύπτονται από την ενοποιημένη εποπτεία της μητρικής επιχείρησης που διενεργείται από την ΕΚΤ, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.  

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«εθνική αρμόδια αρχή» : κάθε εθνική αρμόδια αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013·

2)

«αρμόδια αρχή» : αρμόδια αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010·

3)

«εθνική αρχή εξυγίανσης» : η αρχή που ορίζεται από συμμετέχον κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

4)

«οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης» : η εθνική αρχή εξυγίανσης ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη οιαδήποτε οντότητα ή οντότητα ομίλου·

5)

«συνθήκες εξυγίανσης» : συνθήκες εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1·

6)

«σχέδιο εξυγίανσης» : σχέδιο εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 8 ή 9·

7)

«σχέδιο εξυγίανσης ομίλου» : σχέδιο εξυγίανσης ομίλου σύμφωνα με το άρθρα 8 και 9·

8)

«στόχοι εξυγίανσης» : στόχοι εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 14·

9)

«εργαλείο εξυγίανσης» : εργαλείο εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2·

10)

«δράση εξυγίανσης» : η απόφαση να τεθεί υπό εξυγίανση μία οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2, σύμφωνα με το άρθρο 18, η εφαρμογή ενός εργαλείου εξυγίανσης ή η άσκηση μιας ή περισσότερων εξουσιών εξυγίανσης·

11)

«καλυπτόμενες καταθέσεις» : οι επιλέξιμες καταθέσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ·

12)

«επιλέξιμες καταθέσεις» : οι επιλέξιμες καταθέσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ·

13)

«ίδρυμα» : πιστωτικό ίδρυμα, ή επιχείρηση επενδύσεων καλυπτόμενη από την ενοποιημένη εποπτεία κατά το άρθρο 2 στοιχείο γ)·

14)

«ίδρυμα υπό εξυγίανση» : οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 για την οποία αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης·

15)

«χρηματοδοτικό ίδρυμα» : χρηματοδοτικό ίδρυμα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

16)

«χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών» : χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

17)

«μεικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών» : μεικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

18)

«μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ένωση» : μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

19)

«μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ένωση» : μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 29 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

20)

«μητρική επιχείρηση» : μητρική επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 15 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

▼M1

21)

«θυγατρική» : θυγατρική όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 16) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 8, του άρθρου 10 παράγραφος 10 και των άρθρων 12 έως 12ια, 21 και 53 του παρόντος κανονισμού στους ομίλους εξυγίανσης που αναφέρονται στο σημείο 24β) στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου περιλαμβάνει, όπου και όπως αρμόζει, πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό, τον ίδιο τον κεντρικό οργανισμό και τις αντίστοιχες θυγατρικές τους, λαμβάνοντας υπόψη τον τρόπο με τον οποίο οι εν λόγω όμιλοι εξυγίανσης συμμορφώνονται με το άρθρο 12στ παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού·

21α)

«σημαντική θυγατρική» : θυγατρική όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 135) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

▼B

22)

«υποκατάστημα» : υποκατάστημα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

23)

«όμιλος» : μητρική επιχείρηση και οι θυγατρικές της που είναι οντότητες κατά την έννοια του άρθρου 2·

24)

«διασυνοριακός όμιλος» : όμιλος που περιλαμβάνει οντότητες κατά την έννοια του άρθρου 2 εγκατεστημένες σε ένα ή περισσότερα συμμετέχοντα κράτη μέλη·

▼M1

24α)

«οντότητα εξυγίανσης» : ένα νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο σε συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 8, προσδιορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ως οντότητα σε σχέση με την οποία το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει δράση εξυγίανσης·

24β)

«όμιλος εξυγίανσης» :

α) 

οντότητα εξυγίανσης μαζί με τις θυγατρικές της που δεν αποτελούν:

i) 

οντότητες εξυγίανσης αυτές καθεαυτές·

ii) 

θυγατρικές άλλων οντοτήτων εξυγίανσης · ή

iii) 

οντότητες εγκατεστημένες σε τρίτη χώρα που δεν περιλαμβάνονται στον όμιλο εξυγίανσης σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης ή θυγατρικές τους· ή

β) 

πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό και ο ίδιος ο κεντρικός οργανισμός όταν τουλάχιστον ένα από αυτά τα πιστωτικά ιδρύματα ή ο κεντρικός οργανισμός είναι οντότητα εξυγίανσης, καθώς και οι αντίστοιχες θυγατρικές τους·

24γ)

«παγκόσμιο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα» ή «G-SII» : ίδρυμα G-SII όπως ορίζεται στο σημείο 133) του άρθρου 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

▼B

25)

«ενοποιημένη βάση» : βάση μιας ενοποιημένης κατάστασης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 47 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

26)

«αρχή ενοποιημένης εποπτείας» : αρχή ενοποιημένης εποπτείας όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

27)

«αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου» : η αρχή εξυγίανσης στο συμμετέχον κράτος μέλος στο οποίο εγκαθίσταται το ίδρυμα ή η μητρική επιχείρηση υπό ενοποιημένη εποπτεία στο υψηλότερο επίπεδο ενοποίησης εντός συμμετεχόντων κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 111 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

28)

«θεσμικό σύστημα προστασίας» ή «ΘΣΠ» : ρύθμιση που καλύπτει τις απαιτήσεις του άρθρου 113 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

29)

«έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη» : κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, ή οιαδήποτε άλλη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη σε υπερεθνικό επίπεδο που, αν παρεχόταν σε εθνικό επίπεδο, θα συνιστούσε κρατική ενίσχυση, η οποία παρέχεται με σκοπό να διατηρηθεί ή να αποκατασταθεί η βιωσιμότητα, η ρευστότητα ή η φερεγγυότητα μιας οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού ή ενός ομίλου του οποίου το εν λόγω ίδρυμα ή η οντότητα αποτελεί μέρος·

30)

«εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων» : ο μηχανισμός για την εκτέλεση της μεταβίβασης, από την αρχή εξυγίανσης μέσων ιδιοκτησίας που έχουν εκδοθεί από ίδρυμα που τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης, ή περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ενός ιδρύματος που τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης, σε έναν αγοραστή που δεν είναι μεταβατικό ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 24·

31)

«εργαλείο μεταβατικού ιδρύματος» : ο μηχανισμός για την πραγματοποίηση μεταβίβασης τίτλων ιδιοκτησίας που έχουν εκδοθεί από ίδρυμα που τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης, ή περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ιδρύματος που τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης, σε μεταβατικό ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 25·

32)

«εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων» : ο μηχανισμός για την πραγματοποίηση μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ενός ιδρύματος που τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης σε έναν φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 26·

33)

«εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα» : ο μηχανισμός για την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής όσον αφορά τις υποχρεώσεις ενός ιδρύματος που τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 27·

34)

«διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα» : τα μετρητά, οι καταθέσεις, τα περιουσιακά στοιχεία και οι ανέκκλητες δεσμεύσεις πληρωμών που διατίθενται στο Ταμείο για τους σκοπούς που απαριθμούνται στο άρθρο 76 παράγραφος 1·

35)

«επίπεδο-στόχος της χρηματοδότησης» : το ύψος των διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων που πρέπει να επιτευχθεί δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 1·

36)

«συμφωνία» : η συμφωνία για τη μεταφορά και την αμοιβαιοποίηση των εισφορών στο Ταμείο·

37)

«μεταβατική περίοδος» : η περίοδος που ξεκινά από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, όπως ορίζεται στο άρθρο 99 παράγραφοι 2 και 6, έως ότου το Ταμείο επιτύχει το επίπεδο-στόχο της χρηματοδότησης ή έως την 1η Ιανουαρίου 2024, αν η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη·

38)

«χρηματοοικονομικό μέσο» : χρηματοοικονομικό μέσο όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 50 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

39)

«χρεωστικά μέσα» : ομολογίες και άλλες μορφές μεταβιβάσιμων χρεών, μέσα με τα οποία δημιουργείται ή αναγνωρίζεται μια οφειλή, καθώς και μέσα που παρέχουν δικαιώματα απόκτησης χρεωστικών μέσων·

40)

«ίδια κεφάλαια» : ίδια κεφάλαια όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 118 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

41)

«απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια» : απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 92 έως 98 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

42)

«εκκαθάριση» : η ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2·

43)

«παράγωγο» : παράγωγο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

44)

«εξουσίες απομείωσης και μετατροπής» : εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 21·

45)

«μέσα κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1» : κεφαλαιακά μέσα που καλύπτουν τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 28 παράγραφοι 1 έως 4, στο άρθρο 29 παράγραφοι 1 έως 5 ή στο άρθρο 31 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

▼M1

45α)

«κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1» : το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 50 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

▼B

46)

«πρόσθετα μέσα της Κατηγορίας 1» : κεφαλαιακά μέσα που καλύπτουν τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

47)

«μέσα της Κατηγορίας 2» : κεφαλαιακά μέσα ή δάνεια μειωμένης εξασφάλισης που καλύπτουν τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 63 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

48)

«συνολικό ποσό» : το συνολικό ποσό κατά το οποίο έχει εκτιμήσει η αρχή εξυγίανσης ότι πρέπει να απομειωθούν ή να μετατραπούν οι ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ , σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 13·

▼M1

49)

«υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού» : οι υποχρεώσεις και τα κεφαλαιακά μέσα που δεν χαρακτηρίζονται ως μέσα κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή πρόσθετα μέσα των κατηγοριών 1 ή 2 ιδρύματος ή οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 και οι οποίες δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 3·

▼M1

49α)

«επιλέξιμες υποχρεώσεις» : οι υποχρεώσεις που είναι υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού και πληρούν, κατά περίπτωση, τις προϋποθέσεις του άρθρου 12γ ή του στοιχείου α) του άρθρου 12ζ παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, και τα μέσα της κατηγορίας 2 που πληρούν τις προϋποθέσεις του στοιχείου β) του άρθρου 72α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

49β)

«επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης» : μέσα που πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 πλην των παραγράφων 3 έως 5 του άρθρου 72β του εν λόγω κανονισμού·

▼B

50)

«σύστημα εγγύησης των καταθέσεων» : σύστημα εγγύησης των καταθέσεων που έχει συσταθεί και αναγνωριστεί επίσημα από ένα κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ·

51)

«σχετικά κεφαλαιακά μέσα» : πρόσθετα μέσα της Κατηγορίας 1 και μέσα της Κατηγορίας 2·

52)

«καλυμμένα ομόλογα» : μέσο όπως ορίζεται στο άρθρο 52 παράγραφος 4 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1

53)

«καταθέτης» : καταθέτης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 6 της οδηγίας 2004/49/ΕΕ·

54)

«επενδυτής» : επενδυτής κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 97/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 2

▼M1

55)

«συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας» : συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όπως ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

▼B

2.  
Ελλείψει σχετικού ορισμού στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ισχύουν οι ορισμού του άρθρου 2 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Ελλείψει σχετικού ορισμού στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή στο άρθρο 2 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 3 της οδηγίας 2013/36/EE.

Άρθρο 4

Συμμετέχοντα κράτη μέλη

1.  
Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη κατά την έννοια του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 νοούνται επίσης ως συμμετέχοντα κράτη μέλη για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.
2.  
Όταν η στενή συνεργασία ανάμεσα σε κράτος μέλος και την ΕΚΤ αναστέλλεται ή τερματίζεται σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, οι οντότητες που είναι εγκατεστημένες στο εν λόγω κράτος μέλος παύουν να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό από την ημερομηνία λήψης της απόφασης αναστολής ή τερματισμού της στενής συνεργασίας.
3.  
Σε περίπτωση που η στενή συνεργασία κράτους μέλους που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ με την ΕΚΤ τερματιστεί σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει εντός τριών μηνών από την ημερομηνία λήψης της απόφασης τερματισμού της στενής συνεργασίας, σε συμφωνία με το εν λόγω κράτος μέλος, τις διαδικασίες για την ανάκτηση των εισφορών που το οικείο κράτος μέλος μετέφερε στο Ταμείο και τους ενδεχόμενους εφαρμοστέους όρους.

Τα ανακτώμενα ποσά περιλαμβάνουν το μέρος του τμήματος που αντιστοιχεί στο σχετικό κράτος μέλος και δεν έχει αμοιβαιοποιηθεί. Εάν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, όπως ορίζεται στη συμφωνία, τα ανακτώμενα ποσά από το μέρος που δεν έχει αμοιβαιοποιηθεί δεν επαρκούν για τη χρηματοδότηση από το οικείο κράτος μέλος της εθνικής του χρηματοδοτικής ρύθμισης σύμφωνα με την οδηγία 2014/59/ΕΕ, στα ανακτώμενα ποσά θα συμπεριληφθεί και το σύνολο ή ένα μέρος εκείνου του μέρους του τμήματος που αντιστοιχεί στο εν λόγω κράτος μέλος και έχει αμοιβαιοποιηθεί βάσει της συμφωνίας, ή ειδάλλως, μετά τη μεταβατική περίοδο, το σύνολο ή μέρος των εισφορών που μετέφερε το εν λόγω κράτος μέλος κατά τη διάρκεια της στενής συνεργασίας, σε ύψος επαρκές ώστε να καταστεί δυνατή η χρηματοδότηση της εν λόγω εθνικής χρηματοδοτικής ρύθμισης.

Κατά την αξιολόγηση του ύψους των χρηματοδοτικών μέσων προς ανάκτηση από το αμοιβαιοποιημένο μέρος ή ειδάλλως, μετά τη μεταβατική περίοδο, από το Ταμείο, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα συμπληρωματικά κριτήρια:

α) 

ο τρόπος τερματισμού της στενής συνεργασίας με την ΕΚΤ, εάν δηλαδή αυτή τερματίστηκε οικειοθελώς σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ή όχι·

β) 

η ύπαρξη εν εξελίξει δράσεων εξυγίανσης κατά τον τερματισμό της στενής συνεργασίας·

γ) 

ο οικονομικός κύκλος του κράτους μέλους το οποίο αφορά ο τερματισμός.

Τα ανακτώμενα ποσά κατανέμονται επί περιορισμένο χρονικό διάστημα που αντιστοιχεί στη διάρκεια της στενής συνεργασίας. Το μερίδιο του σχετικού κράτους μέλους στα χρηματοδοτικά μέσα του Ταμείου που χρησιμοποιήθηκαν σε δράσεις εξυγίανσης κατά τη διάρκεια της στενής συνεργασίας εκπίπτει από τα εν λόγω ανακτώμενα ποσά.

4.  
Ο παρών κανονισμός εξακολουθεί να εφαρμόζει τις διαδικασίες εξυγίανσης που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη κατά την ημερομηνία εφαρμογής της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Άρθρο 5

Σχέση με την οδηγία 2014/59/ΕΕ και το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο

1.  
Όταν, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτελεί καθήκοντα ή ασκεί εξουσίες, που, σύμφωνα με την οδηγία 2014/59/ΕΕ πρέπει να εκτελούνται ή να ασκούνται από την εθνική αρχή εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, θεωρείται ως η οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης ή, σε περίπτωση εξυγίανσης διασυνοριακού ομίλου, ως η οικεία αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή και, κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, λαμβάνουν αποφάσεις που υπόκεινται στη σχετική νομοθεσία της Ένωσης και συμμορφώνονται προς αυτή, και ειδικότερα προς οποιεσδήποτε νομοθετικές και μη νομοθετικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αναφέρονται στα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή υπόκεινται σε δεσμευτικά ρυθμιστικά και εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που καταρτίζονται από την ΕΑΤ και εκδίδονται από την Επιτροπή, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, και σε τυχόν κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις που έχουν εκδοθεί από την ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 16 του εν λόγω κανονισμού. Καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να συμμορφωθούν με τις κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις της ΕΑΤ οι οποίες σχετίζονται με το είδος των καθηκόντων που εκτελούν τα εν λόγω όργανα. Σε περίπτωση που δεν συμμορφώνονται ή δεν προτίθενται να συμμορφωθούν με τις κατευθυντήριες γραμμές ή τις συστάσεις αυτές, η ΕΑΤ ενημερώνεται σχετικά σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή συνεργάζονται με την ΕΑΤ για την εφαρμογή των άρθρων 25 και 30 του εν λόγω κανονισμού. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης υπόκειται επίσης σε οποιεσδήποτε αποφάσεις της ΕΑΤ οι οποίες λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, εφόσον η οδηγία 2014/59/ΕΕ προβλέπει τέτοιες αποφάσεις.

Άρθρο 6

Γενικές αρχές

1.  
Καμία ενέργεια, πρόταση ή πολιτική του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου, της Επιτροπής ή μιας εθνικής αρχής εξυγίανσης δεν εισάγει διακρίσεις εις βάρος των οντοτήτων, των κατόχων καταθέσεων, των επενδυτών ή άλλων πιστωτών εγκατεστημένων στην Ένωση, βάσει της εθνικότητας ή του τόπου επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους.
2.  
Κάθε δράση, πρόταση ή πολιτική του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου της Επιτροπής, ή μιας εθνικής αρχής εξυγίανσης στο πλαίσιο του ΕΜΕ, αναλαμβάνεται με πλήρη συνεκτίμηση και με υποχρέωση μέριμνας για την ενότητα και ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς.
3.  

Όταν η Επιτροπή λαμβάνει αποφάσεις ή προβαίνει σε ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, και ιδίως όταν λαμβάνει αποφάσεις που αφορούν ομίλους εγκατεστημένους σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, λαμβάνει δεόντως υπόψη τους στόχους εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 14 και όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α) 

τα συμφέροντα των κρατών μελών στα οποία δραστηριοποιείται ένας όμιλος, και ιδίως τις επιπτώσεις οποιασδήποτε απόφασης ή ενέργειας ή παράλειψης στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, στους δημοσιονομικούς πόρους, στην οικονομία, στις ρυθμίσεις χρηματοδότησης, στο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων ή στο σύστημα αποζημίωσης των επενδυτών οποιουδήποτε από τα εν λόγω κράτη μέλη και του Ταμείου·

β) 

τον στόχο να εξισορροπούνται τα συμφέροντα των διαφόρων εμπλεκομένων κρατών μελών και να αποφευχθεί αθέμιτη βλάβη ή αθέμιτη προστασία των συμφερόντων ενός κράτους μέλους·

γ) 

την ανάγκη να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις σε κάθε μέρος του ομίλου, του οποίου είναι μέλος μια οντότητα αναφερόμενη στο άρθρο 2 η οποία αποτελεί αντικείμενο εξυγίανσης.

4.  
Κατά τη λήψη αποφάσεων ή την ανάληψη δράσεων, ιδίως όσον αφορά οντότητες ή ομίλους που εγκαθίστανται τόσο σε συμμετέχον όσο και σε μη συμμετέχον κράτος μέλος, συνεκτιμώνται οι τυχόν αρνητικές επιπτώσεις στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στις οντότητες που είναι εγκατεστημένες στα εν λόγω κράτη μέλη.
5.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξισορροπούν τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 3 με τους στόχους της εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 14, αναλόγως με τη φύση και τις περιστάσεις της κάθε περίπτωσης, και συμμορφώνονται με τις αποφάσεις που λαμβάνει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 107 ΣΛΕΕ και του άρθρου 19 του παρόντος κανονισμού.
6.  
Οι αποφάσεις ή δράσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής δεν επιβάλλουν στα κράτη μέλη να παράσχουν έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη ούτε θίγουν τη δημοσιονομική κυριαρχία και τις δημοσιονομικές ευθύνες των κρατών μελών.
7.  
Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει απόφαση που απευθύνεται σε εθνική αρχή εξυγίανσης, η εθνική αρχή εξυγίανσης έχει το δικαίωμα να προσδιορίσει περαιτέρω τα μέτρα που χρειάζεται να ληφθούν. Κατά τον προσδιορισμό αυτό τηρείται η σχετική απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Άρθρο 7

Καταμερισμός καθηκόντων εντός του ΕΜΕ

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι υπεύθυνο για την αποτελεσματική και συνεπή λειτουργία του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης.
2.  

Με την επιφύλαξη των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 31 παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι αρμόδιο να καταρτίζει τα σχέδια εξυγίανσης και να εγκρίνει όλες τις σχετικές με την εξυγίανση αποφάσεις για:

α) 

τις οντότητες του άρθρου 2 που δεν είναι μέρος ομίλου, και για τους ομίλους:

i) 

που θεωρούνται σημαντικοί κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ή

ii) 

για τους οποίους η ΕΚΤ έχει αποφασίσει, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, να ασκεί άμεσα όλες τις σχετικές εξουσίες· και

β) 

άλλους διασυνοριακούς ομίλους.

3.  

Σε σχέση με τις οντότητες και τους ομίλους, πλην εκείνων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου Εξυγίανσης για τα καθήκοντα που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης επιτελούν και είναι υπεύθυνες για τα ακόλουθα καθήκοντα:

α) 

εγκρίνουν σχέδια εξυγίανσης και προβαίνουν σε αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 10 και με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9·

β) 

εγκρίνουν μέτρα κατά τη διάρκεια της έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3·

γ) 

εφαρμόζουν απλουστευμένες υποχρεώσεις ή εξαιρούν από την υποχρέωση κατάρτισης σχεδίου εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 11·

▼M1

δ) 

καθορίζουν το επίπεδο της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 12ια·

▼B

ε) 

εγκρίνουν αποφάσεις εξυγίανσης και εφαρμόζουν τα εργαλεία εξυγίανσης που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες και διασφαλίσεις, υπό την προϋπόθεση ότι η δράση εξυγίανσης δεν απαιτεί καμία χρήση του Ταμείου και χρηματοδοτείται αποκλειστικά από τα εργαλεία που αναφέρονται στα άρθρα 21 και 24 έως 27 και/ή από το σύστημα εγγύησης καταθέσεων, σύμφωνα με το άρθρο 79 και με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 31·

στ) 

απομειώνουν ή μετατρέπουν τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 21 και τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 31.

Εάν η δράση εξυγίανσης απαιτεί τη χρήση του Ταμείου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εγκρίνει το σχέδιο εξυγίανσης.

Κατά την έγκριση απόφασης εξυγίανσης, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης λαμβάνουν υπόψη και ακολουθούν το σχέδιο εξυγίανσης του άρθρου 9, εκτός εάν εκτιμήσουν, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες περιστάσεις, ότι οι στόχοι εξυγίανσης θα επιτευχθούν αποτελεσματικότερα εάν αναληφθούν δράσεις που δεν έχουν προβλεφθεί στο σχέδιο εξυγίανσης.

Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Νοούνται ως αναφορές στις εθνικές αρχές εξυγίανσης, σε σχέση με τους ομίλους και τις οντότητες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, οποιεσδήποτε αναφορές στο Συμβούλιο Εξυγίανσης στο άρθρο 5 παράγραφος 2, στο άρθρο 6 παράγραφος 5, στο άρθρο 8 παράγραφοι 6, 8, 12 και 13, στο άρθρο 10 παράγραφοι 1 έως 10, στα άρθρα 11 έως 14, στο άρθρο 15 παράγραφοι 1, 2 και 3, στο άρθρο 16, στο άρθρο 18 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, στο άρθρο 18 παράγραφοι 2 και 6, στο άρθρο 20, στο άρθρο 21 παράγραφοι 1 έως 7, στο άρθρο 21 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 21 παράγραφοι 9 και 10, στο άρθρο 22 παράγραφοι 1, 3 και 6, στα άρθρα 23 και 24, στο άρθρο 25 παράγραφος 3, στο άρθρο 27 παράγραφοι 1 έως 15, στο άρθρο 27 παράγραφος 16 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίοδος, τρίτο εδάφιο, και τέταρτο εδάφιο πρώτη, τρίτη και τέταρτη περίοδος και στο άρθρο 32. Για τον σκοπό αυτό, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ασκούν τις εξουσίες που τους ανατίθενται δυνάμει της εθνικής νομοθετικής πράξης για τη μεταφορά της οδηγίας 2014/59/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο.

Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ενημερώνουν το Συμβούλιο Εξυγίανσης για τα μέτρα της παρούσης παραγράφου τα οποία πρόκειται να λάβουν και συνεργάζονται στενά με το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατά τη λήψη των μέτρων.

Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τα σχέδια εξυγίανσης του άρθρου 9, καθώς και οποιαδήποτε επικαιροποίησή τους, συνοδευόμενα από εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της δυνατότητας εξυγίανσης της σχετικής οντότητας ή ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 10.

4.  

Όταν χρειάζεται χάριν συνεπούς εφαρμογής υψηλών προτύπων εξυγίανσης στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α) 

ύστερα από την κοινοποίηση από εθνική αρχή εξυγίανσης ενός μέτρου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 1, και εντός του κατάλληλου χρονικού πλαισίου αναλόγως του επείγοντος των περιστάσεων, μπορεί να απευθύνει προειδοποίηση στην οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης δηλώνοντας ότι το σχέδιο απόφασης σχετικά με οποιαδήποτε οντότητα ή όμιλο της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό ή με τις γενικές οδηγίες που αναφέρονται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο α)·

β) 

μπορεί να αποφασίσει ανά πάσα στιγμή, ιδίως εάν η κατά το στοιχείο α) προειδοποίηση δεν είχε κατάλληλη ανταπόκριση, με δική του πρωτοβουλία, ύστερα από διαβούλευση με την αρμόδια εθνική αρχή εξυγίανσης ή κατόπιν αιτήματος της ενδιαφερόμενης εθνικής αρχής εξυγίανσης, να ασκήσει άμεσα όλες τις σχετικές εξουσίες βάσει του παρόντος κανονισμού, επίσης όσον αφορά οποιαδήποτε οντότητα ή όμιλο της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

5.  
Κατά παρέκκλιση εκ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, τα συμμετέχοντα κράτη μέλη είναι δυνατόν να αποφασίσουν ότι το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα ασκήσει όλες τις σχετικές εξουσίες και αρμοδιότητες που του παρέχονται από τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά οντότητες και ομίλους, πλην των αναφερόμενων στην παράγραφο 2, που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζονται οι παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 9, το άρθρο 12 παράγραφος 2 και το άρθρο 31 παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη που προτίθενται να χρησιμοποιήσουν αυτή τη δυνατότητα ειδοποιούν το Συμβούλιο Εξυγίανσης και την Επιτροπή. Η ειδοποίηση παράγει αποτελέσματα από την ημέρα δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.



ΜΕΡΟΣ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ



ΤΙΤΛΟΣ I

ΛΕΙΤΟΥΡΓΊΕΣ ΣΤΟ ΠΛΑΊΣΙΟ ΤΟΥ ΕΜΕ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΊ ΚΑΝΌΝΕΣ



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1

Σχεδιασμός της εξυγίανσης

Άρθρο 8

Σχέδια εξυγίανσης που καταρτίζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καταρτίζει και εγκρίνει σχέδια εξυγίανσης για τις οντότητες και τους ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 2, καθώς και για τις οντότητες και τους ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή αυτών των παραγράφων.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καταρτίζει τα σχέδια εξυγίανσης ύστερα από διαβούλευση με την ΕΚΤ ή με τις οικείες αρμόδιες εθνικές αρχές και τις εθνικές αρχές εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένης της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, των συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένες οι οντότητες, καθώς και με τις αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, εφόσον αυτό έχει σημασία για το σημαντικό υποκατάστημα. Για τον σκοπό αυτό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να απαιτήσει από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης να εκπονήσουν και να υποβάλουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης προσχέδια εξυγίανσης και από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου να εκπονήσει και να υποβάλει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης προσχέδιο εξυγίανσης ομίλου.
3.  
Προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματική και συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και απευθύνει οδηγίες στις εθνικές αρχές εξυγίανσης όσον αφορά την εκπόνηση των προσχεδίων εξυγίανσης και των προσχεδίων εξυγίανσης ομίλου για συγκεκριμένες οντότητες ή ομίλους.
4.  
Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης παρέχουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την κατάρτιση και την εφαρμογή των σχεδίων εξυγίανσης, όπως τις έχουν λάβει σύμφωνα με το άρθρο 11 και το άρθρο 13 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, υπό την επιφύλαξη του κεφαλαίου 5 του παρόντος τίτλου.

▼M1

5.  
Στο σχέδιο εξυγίανσης παρουσιάζονται εναλλακτικές δυνατότητες για την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης και την άσκηση των εκ του παρόντος κανονισμού εξουσιών εξυγίανσης έναντι των οντοτήτων της παραγράφου 1.

▼B

6.  
►M1  Το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει τις δράσεις εξυγίανσης τις οποίες δύναται να αναλάβει το Συμβούλιο Εξυγίανσης, όταν μια οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πληροί τις προϋποθέσεις για εξυγίανση.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παραγράφου 9 τίθενται σε γνώση της σχετικής οντότητας. ◄

Κατά την κατάρτιση και επικαιροποίηση του σχεδίου εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εντοπίζει οποιαδήποτε σημαντικά εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης και, όπου είναι αναγκαίο και αναλογικό, επισημαίνει τις σχετικές δράσεις μέσω των οποίων μπορούν να αντιμετωπισθούν τα εμπόδια, σύμφωνα με το άρθρο 10.

Το σχέδιο εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη σχετικά σενάρια, μεταξύ των οποίων και την περίπτωση μιας πτώχευσης που είναι ιδιάζουσα ή που εμφανίζεται σε μια περίοδο ευρύτερης χρηματοπιστωτικής αστάθειας ή γεγονότων που αφορούν το σύνολο του συστήματος.

Το σχέδιο εξυγίανσης δεν προβλέπει κανένα από τα ακόλουθα:

α) 

έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη, εκτός από τη χρήση του Ταμείου που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 67,

β) 

επείγουσα στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, ή

γ) 

στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, που παρέχεται υπό ασυνήθεις όρους εξασφάλισης, διάρκειας και επιτοκίου.

7.  
Το σχέδιο εξυγίανσης περιλαμβάνει μια ανάλυση του πώς και πότε ένα ίδρυμα δύναται να υποβάλει αίτηση, βάσει των όρων του σχεδίου, για χρήση των διευκολύνσεων που παρέχουν οι κεντρικές τράπεζες και προσδιορίζει τα περιουσιακά στοιχεία που λογικά αναμένεται να γίνουν δεκτά ως εξασφαλίσεις.
8.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να απαιτεί από τα ιδρύματα βοήθεια στην κατάρτιση και την επικαιροποίηση των σχεδίων.
9.  

Το σχέδιο εξυγίανσης για κάθε οντότητα περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία, εκφρασμένα με ποσοτικούς όρους όποτε αυτό είναι ενδεδειγμένο και εφικτό:

α) 

σύνοψη των βασικών στοιχείων του σχεδίου·

β) 

σύνοψη των ουσιωδών μεταβολών στο ίδρυμα, οι οποίες έχουν επέλθει μετά την υποβολή των πλέον πρόσφατων πληροφοριών σχετικά με την εξυγίανση·

γ) 

παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο θα μπορούσαν να διαχωριστούν νομικά και οικονομικά οι κρίσιμες λειτουργίες και οι βασικοί επιχειρηματικοί τομείς, στον αναγκαίο βαθμό, από άλλες λειτουργίες, ούτως ώστε να διασφαλιστεί η συνέχεια σε περίπτωση πτώχευσης του ιδρύματος·

δ) 

εκτίμηση του χρονοδιαγράμματος για την εκτέλεση κάθε ουσιώδους πτυχής του σχεδίου·

ε) 

λεπτομερή περιγραφή της εκτίμησης ως προς τη δυνατότητα εξυγίανσης, που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 10·

στ) 

περιγραφή των μέτρων που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 7 για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, τα οποία εντοπίζονται κατόπιν της εκτίμησης που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 10·

ζ) 

περιγραφή των διαδικασιών για τον προσδιορισμό της αξίας και της εμπορευσιμότητας των κρίσιμων λειτουργιών, των βασικών επιχειρηματικών τομέων και των περιουσιακών στοιχείων του ιδρύματος·

η) 

λεπτομερή περιγραφή των ρυθμίσεων που διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που απαιτούνται κατά το άρθρο 11 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ είναι επικαιροποιημένες και στη διάθεση των αρχών εξυγίανσης, ανά πάσα στιγμή·

θ) 

επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν οι επιλογές εξυγίανσης, χωρίς να προϋποτίθεται οιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i) 

έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη, πέραν της χρήσης του Ταμείου που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 67,

ii) 

επείγουσα στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, ή

iii) 

στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, που παρέχεται υπό ασυνήθεις όρους εξασφάλισης, διάρκειας και επιτοκίου·

ι) 

λεπτομερή περιγραφή των διαφόρων στρατηγικών εξυγίανσης οι οποίες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σύμφωνα με τα διάφορα πιθανά σενάρια, καθώς και τα εφαρμοστέα σε κάθε περίπτωση χρονοδιαγράμματα·

ια) 

περιγραφή των κρίσιμων αλληλεξαρτήσεων·

ιβ) 

περιγραφή των επιλογών για τη διατήρηση της πρόσβασης σε υπηρεσίες πληρωμών και εκκαθάρισης και λοιπές υποδομές, καθώς και εκτίμηση της δυνατότητας μεταφοράς των θέσεων των πελατών·

ιγ) 

ανάλυση του αντικτύπου που θα έχει το σχέδιο στους υπαλλήλους του ιδρύματος, περιλαμβανομένης εκτίμησης των συναφών δαπανών, και περιγραφή των προβλεπόμενων διαδικασιών διαβούλευσης με το προσωπικό κατά τη διαδικασία εξυγίανσης, λαμβάνοντας υπόψη, ενδεχομένως, τα εθνικά συστήματα διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους·

ιδ) 

σχέδιο επικοινωνίας με τα μέσα ενημέρωσης και με το κοινό·

▼M1

ιε) 

τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 12στ και 12ζ, καθώς και προθεσμία επίτευξης του εν λόγω επιπέδου, σύμφωνα με το άρθρο 12ια·

ιστ) 

στις περιπτώσεις που το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει το άρθρο 12γ παράγραφοι 4, 5 ή 7, χρονοδιάγραμμα για συμμόρφωση της οντότητας εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 12ια·

▼B

ιζ) 

περιγραφή των βασικών λειτουργιών και συστημάτων για τη διατήρηση της συνεχούς λειτουργίας των επιχειρησιακών διαδικασιών του ιδρύματος·

ιη) 

κατά περίπτωση, οποιαδήποτε γνώμη διατυπώνεται από το ίδρυμα σε σχέση με το σχέδιο εξυγίανσης.

▼M1

10.  

Στα σχέδια εξυγίανσης των ομίλων περιλαμβάνεται σχέδιο για την εξυγίανση του ομίλου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, του οποίου προΐσταται η μητρική επιχείρηση της Ένωσης που είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος και προσδιορίζει μέτρα που πρέπει να ληφθούν έναντι:

α) 

της μητρικής επιχείρησης της Ένωσης·

β) 

των θυγατρικών που συμμετέχουν στον όμιλο και που είναι εγκατεστημένες στην Ένωση·

γ) 

των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο β)· και

δ) 

με την επιφύλαξη του άρθρου 33, των θυγατρικών που συμμετέχουν στον όμιλο και είναι εγκατεστημένες εκτός Ένωσης.

Σύμφωνα με τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το σχέδιο εξυγίανσης προσδιορίζει κάθε ομάδα τις οντότητες εξυγίανσης και τους ομίλους εξυγίανσης.

▼B

11.  

Το σχέδιο εξυγίανσης ομίλου:

▼M1

α) 

παρουσιάζει τις δράσεις εξυγίανσης που προβλέπεται να ληφθούν σε σχέση με μια οντότητα εξυγίανσης στα σενάρια τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 6, καθώς και οι επιπτώσεις των εν λόγω δράσεων εξυγίανσης σε σχέση με άλλες οντότητες του ομίλου, τη μητρική επιχείρηση και θυγατρικά ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

αα) 

όταν μια ομάδα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει περισσότερους από έναν ομίλους εξυγίανσης, καθορίζονται οι δράσεις εξυγίανσης που προβλέπονται σε σχέση με τις οντότητες εξυγίανσης κάθε ομίλου εξυγίανσης και οι επιπτώσεις των εν λόγω δράσεων σε αμφότερα τα ακόλουθα:

i) 

άλλες οντότητες του ομίλου που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

ii) 

άλλους ομίλους εξυγίανσης·

β) 

εξετάζει τον βαθμό στον οποίο θα μπορούσαν να εφαρμοστούν τα εργαλεία εξυγίανσης και να ασκηθούν οι εξουσίες εξυγίανσης κατά συντονισμένο τρόπο σε σχέση με οντότητες εξυγίανσης εγκατεστημένες στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για τη διευκόλυνση της αγοράς από τρίτο μέρος ολόκληρου του ομίλου, ή χωριστών επιχειρηματικών τομέων ή δραστηριοτήτων που ασκούνται από μια σειρά οντοτήτων του ομίλου, ή συγκεκριμένων οντοτήτων του ομίλου ή οντοτήτων εξυγίανσης, και προσδιορίζει πιθανά εμπόδια στη συντονισμένη εξυγίανση·

▼B

γ) 

περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφή της εκτίμησης ως προς τη δυνατότητα εξυγίανσης, που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 10·

δ) 

όταν ένας όμιλος περιλαμβάνει οντότητες που έχουν συσταθεί σε τρίτες χώρες, προσδιορίζει τις κατάλληλες ρυθμίσεις συνεργασίας και συντονισμού με τις οικείες αρχές των εν λόγω τρίτων χωρών καθώς και τις συνέπειες για την εξυγίανση εντός της Ένωσης·

ε) 

προσδιορίζει μέτρα, συμπεριλαμβανομένου του νομικού και οικονομικού διαχωρισμού συγκεκριμένων λειτουργιών ή επιχειρηματικών τομέων, τα οποία είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση της εξυγίανσης του ομίλου, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις για εξυγίανση·

στ) 

προσδιορίζει με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν οι δράσεις εξυγίανσης του ομίλου και, σε περίπτωση που θα χρειάζονταν το Ταμείο και οι χρηματοδοτικές ρυθμίσεις από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη που συστάθηκαν βάσει του άρθρου 100 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, θέτει τις αρχές επιμερισμού της ευθύνης για την εν λόγω χρηματοδότηση μεταξύ των πηγών χρηματοδότησης στα διάφορα συμμετέχοντα και μη συμμετέχοντα κράτη μέλη. Το σχέδιο δεν προϋποθέτει κανένα από τα ακόλουθα:

i) 

έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη πέραν της χρήσης του Ταμείου που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 67 του παρόντος κανονισμού και των χρηματοδοτικών ρυθμίσεων από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη που συστήνονται σύμφωνα με το άρθρο 100 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ,

ii) 

επείγουσα στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, ή

iii) 

στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, παρεχόμενη υπό ασυνήθεις όρους εξασφάλισης, διάρκειας και επιτοκίου.

Οι αρχές αυτές ορίζονται βάσει δίκαιων και ισορροπημένων κριτηρίων και λαμβάνοντας υπόψη, ειδικότερα, το άρθρο 107 παράγραφος 5 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και τον αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

Το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου δεν έχει δυσανάλογα μεγάλο αντίκτυπο σε κανένα κράτος μέλος.

12.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προσδιορίζει την καταληκτική ημερομηνία για την κατάρτιση των πρώτων σχεδίων εξυγίανσης. Τα σχέδια εξυγίανσης και τα σχέδια εξυγίανσης ομίλου επανεξετάζονται, και επικαιροποιούνται κατά περίπτωση, τουλάχιστον ετησίως και έπειτα από κάθε ουσιαστική μεταβολή στη νομική ή οργανωτική δομή ή στις δραστηριότητες ή στη χρηματοοικονομική θέση της οντότητας ή, σε περίπτωση σχεδίων εξυγίανσης ομίλου, του ομίλου, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε εκ των οντοτήτων του ομίλου, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά την αποτελεσματικότητα του σχεδίου ή κατ' άλλο τρόπο επιβάλλει αναθεώρηση του σχεδίου εξυγίανσης.

Για τον σκοπό της αναθεώρησης ή επικαιροποίησης των σχεδίων εξυγίανσης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, τα ιδρύματα, η ΕΚΤ ή οι εθνικές αρμόδιες αρχές ανακοινώνουν αμέσως στο Συμβούλιο Εξυγίανσης οποιαδήποτε αλλαγή η οποία καθιστά αναγκαία την αναθεώρηση ή επικαιροποίηση.

▼M1

Η επανεξέταση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου διενεργείται μετά την υλοποίηση των δράσεων εξυγίανσης ή την άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 21.

Κατά τον ορισμό των προθεσμιών που αναφέρονται στα στοιχεία ιε) και ιστ) της παραγράφου 9 του παρόντος άρθρου, όταν συντρέχουν οι περιστάσεις που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη την προθεσμία συμμόρφωσης με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104β της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

▼B

13.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαβιβάζει τα σχέδια εξυγίανσης και οποιεσδήποτε τροποποιήσεις τους στην ΕΚΤ ή στις οικείες αρμόδιες εθνικές αρχές.

Άρθρο 9

Σχέδια εξυγίανσης καταρτιζόμενο από εθνικές αρχές εξυγίανσης

1.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καταρτίζουν και εγκρίνουν σχέδια εξυγίανσης για τις οντότητες και τους ομίλους, πλην των αναφερομένων στο άρθρο 7 παράγραφος 2, παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 5 έως 13.
2.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καταρτίζουν σχέδια εξυγίανσης μετά από διαβούλευση με τις οικείες αρμόδιες εθνικές αρχές και τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων και των μη συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, εφόσον αυτό έχει σημασία για το σημαντικό υποκατάστημα.

Άρθρο 10

Εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης

1.  

Όταν καταρτίζει και επικαιροποιεί σχέδια εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 8, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, και τις αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, εφόσον αυτό έχει σημασία για τα υποκαταστήματα αυτά, αξιολογεί κατά πόσον τα ιδρύματα και οι όμιλοι είναι δυνατόν να εξυγιανθούν χωρίς να προϋποτίθεται κανένα από τα ακόλουθα:

α) 

έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη, πέραν της χρήσης του Ταμείου που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 67,

β) 

επείγουσα στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, ή

γ) 

στήριξη της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα, παρεχόμενη υπό ασυνήθεις όρους εξασφάλισης, διάρκειας και επιτοκίου.

2.  
Η ΕΚΤ ή η οικεία εθνική αρμόδια αρχή διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης σχέδιο ανάκαμψης ή σχέδιο ανάκαμψης ομίλου. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξετάζει το σχέδιο ανάκαμψης, προκειμένου να προσδιορίσει δράσεις περιλαμβανόμενες στο σχέδιο ανάκαμψης οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τη δυνατότητα εξυγίανσης του ιδρύματος ή του ομίλου, και υποβάλλει σχετικές συστάσεις στην ΕΚΤ ή στην εθνική αρμόδια αρχή.
3.  
Όταν καταρτίζει σχέδια εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο μια οντότητα είναι δυνατόν να εξυγιανθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Μια οντότητα θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης κρίνει εφικτό και αξιόπιστο είτε να την εκκαθαρίσει στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας είτε να την εξυγιάνει, εφαρμόζοντας στην οντότητα τα εργαλεία εξυγίανσης και ασκώντας τις εξουσίες εξυγίανσης, αποφεύγοντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό οιεσδήποτε σημαντικές δυσμενείς συνέπειες για τα χρηματοπιστωτικά συστήματα, ακόμη και αν υπάρχει ευρύτερη χρηματοπιστωτική αστάθειας ή γεγονότα που επηρεάζουν το σύνολο του συστήματος, στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η οντότητα ή σε άλλα κράτη μέλη ή στην Ένωση, και με προοπτική να διασφαλιστεί η συνέχιση των κρίσιμων λειτουργιών της οντότητας.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει εγκαίρως την ΕΑΤ όταν ένα ίδρυμα θεωρείται αδύνατον να εξυγιανθεί.

▼M1

4.  
Ένας όμιλος θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης κρίνει εφικτό και αξιόπιστο είτε να εκκαθαρίσει τις οντότητες του ομίλου στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας είτε να τις εξυγιάνει, εφαρμόζοντας σε αυτές τα εργαλεία εξυγίανσης και ασκώντας τις εξουσίες εξυγίανσης, αποφεύγοντας στον μέγιστο δυνατό βαθμό, οιεσδήποτε σημαντικές δυσμενείς συνέπειες για τα χρηματοπιστωτικά συστήματα, ακόμη και σε περιστάσεις ευρύτερης χρηματοπιστωτικής αστάθειας ή γεγονότων που επηρεάζουν το σύνολο του συστήματος, στα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένες οι οντότητες του ομίλου, σε άλλα κράτη μέλη ή στην Ένωση, και με προοπτική να διασφαλιστεί η συνέχιση των κρίσιμων λειτουργιών που επιτελούνται από τις εν λόγω οντότητες του ομίλου, εάν αυτές μπορούν να διαχωριστούν εύκολα και εγκαίρως ή με άλλα μέσα.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει εγκαίρως την ΕΑΤ όταν ένας όμιλος θεωρείται αδύνατον να εξυγιανθεί.

Όταν ένας όμιλος αποτελείται από περισσότερους τους ενός ομίλους εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί τη δυνατότητα εξυγίανσης κάθε ομίλου σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Η αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο διενεργείται επιπλέον της αξιολόγησης της δυνατότητας εξυγίανσης ολόκληρου του ομίλου.

▼B

5.  
Για τους σκοπούς των παραγράφων 3, 4 και 10, οι σημαντικές δυσμενείς συνέπειες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα ή ο αρνητικός αντίκτυπος στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αφορούν περιπτώσεις κατά τις οποίες το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι πραγματικά ή δυνητικά εκτεθειμένο σε διαταραχή η οποία μπορεί να προκαλέσει χρηματοπιστωτική δυσπραγία ικανή να θέσει σε κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία, την αποτελεσματικότητα και την ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς ή της οικονομίας ή του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη. Όταν καθορίζει τις σημαντικές αρνητικές συνέπειες, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη τις προειδοποιήσεις και συστάσεις του ΕΣΣΚ και τα κριτήρια που αναπτύσσει η ΕΑΤ όσον αφορά τον προσδιορισμό και τη μέτρηση του συστημικού κινδύνου.
6.  
Για τον σκοπό της εκτίμησης που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξετάζει τα θέματα που εξειδικεύονται στο τμήμα Γ του παραρτήματος της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.
7.  
Εάν, με μια εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης μιας οντότητας ή ενός ομίλου σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 4, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατόπιν διαβουλεύσεων με τις αρμόδιες αρχές και την ΕΚΤ, διαπιστώνει ουσιαστικά εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης της εν λόγω οντότητας ή ομίλου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συντάσσει σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές έκθεση προς το ίδρυμα ή τη μητρική επιχείρηση, όπου αναλύονται τα ουσιαστικά εμπόδια στην αποτελεσματική εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης και στην άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης. Η έκθεση εξετάζει τον αντίκτυπο στο επιχειρησιακό μοντέλο του ιδρύματος και προτείνει αναλογικά και στοχοθετημένα μέτρα τα οποία, κατά την άποψη του Συμβουλίου Εξυγίανσης, είναι αναγκαία ή ενδεδειγμένα για την εξάλειψη των εμποδίων, σύμφωνα με την παράγραφο 10.
8.  
Η έκθεση κοινοποιείται επίσης στις αρμόδιες αρχές και στις αρχές εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα ιδρυμάτων που δεν είναι μέρος ομίλου. Αιτιολογεί την εν λόγω εκτίμηση ή διαπίστωση και αναφέρει με ποιον τρόπο η εκτίμηση ή διαπίστωση τηρεί την απαίτηση περί αναλογικής εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 6.
9.  
Εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της έκθεσης, η οντότητα ή η μητρική επιχείρηση προτείνουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης ενδεχόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση ή την εξάλειψη των ουσιαστικών εμποδίων που προσδιορίζονται στην έκθεση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης γνωστοποιεί κάθε μέτρο που προτείνεται από την οντότητα ή τη μητρική επιχείρηση στις αρμόδιες αρχές, στην ΕΑΤ και, όταν σημαντικά υποκαταστήματα ιδρυμάτων που δεν είναι μέρος ομίλου είναι εγκατεστημένα σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, στις αρχές εξυγίανσης των εν λόγω κρατών μελών.

▼M1

Η οντότητα, εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής της αναφοράς που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, προτείνει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης ενδεχόμενα μέτρα και το χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή τους, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η οντότητα ή η μητρική επιχείρηση συμμορφώνεται με τα άρθρα 12στ ή 12ζ και την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας, όταν ένα ουσιαστικό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης οφείλεται σε μία από τις ακόλουθες καταστάσεις:

i) 

η οντότητα πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όταν εξετάζεται επιπλέον καθεμιάς από τις προϋποθέσεις των στοιχείων α), β) και γ) του άρθρου 141α παράγραφος 1 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, αλλά δεν πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όταν εξετάζεται επιπλέον των απαιτήσεων των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εφόσον υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού· ή

ii) 

η οντότητα δεν πληροί τις απαιτήσεις των άρθρων 92α και 494 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή τις απαιτήσεις των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού.

Όταν η οντότητα προτείνει το χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή των μέτρων σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, λαμβάνει υπόψη τους λόγους στους οποίους οφείλεται το ουσιαστικό εμπόδιο. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, αξιολογεί κατά πόσον με τα μέτρα αυτά αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά ή εξαλείφεται το εν λόγω ουσιαστικό εμπόδιο.

▼B

10.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, αξιολογεί κατά πόσον με τα μέτρα της παραγράφου 9 αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά ή εξαλείφονται τα ουσιαστικά εμπόδια. Εάν τα μέτρα που προτείνονται από την οντότητα ή μητρική επιχείρηση δεν μειώνουν ή δεν εξαλείφουν αποτελεσματικά τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει απόφαση, κατόπιν διαβουλεύσεων με τις αρμόδιες αρχές και, αναλόγως με την περίπτωση, με την ορισθείσα αρχή μακροπροληπτικής εποπτείας, αναφέροντας ότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν μειώνουν ή δεν εξαλείφουν αποτελεσματικά τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης και δίνοντας εντολή στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να απαιτήσουν από το ενδιαφερόμενο ίδρυμα, μητρική επιχείρηση ή οποιαδήποτε θυγατρική του ομίλου, να λάβουν οποιοδήποτε των μέτρων της παραγράφου 11.

Κατά τον προσδιορισμό εναλλακτικών μέτρων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης τεκμηριώνει ότι τα μέτρα που πρότεινε το ίδρυμα δεν θα μπορούσαν να εξαλείψουν τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης και ότι τα προταθέντα εναλλακτικά μέτρα είναι αναλογικά όσον αφορά την εξάλειψη των εμποδίων αυτών. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη την απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που συνιστούν τα εν λόγω εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης, τον αντίκτυπο των μέτρων στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του ιδρύματος, στη σταθερότητά του και στην ικανότητά του να συμβάλλει στην οικονομία, καθώς και τον αντίκτυπο των μέτρων στην εσωτερική αγορά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε άλλα κράτη μέλη καθώς και στην Ένωση συνολικά.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει επίσης υπόψη την ανάγκη να αποφευχθούν επιπτώσεις στο ενδιαφερόμενο ίδρυμα ή όμιλο που θα υπερέβαιναν τα αναγκαία όρια για την εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης ή θα ήταν δυσανάλογες.

11.  

Για τους σκοπούς της παραγράφου 10, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατά περίπτωση, δίνει εντολή στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να λάβουν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα μέτρα:

α) 

να απαιτήσουν από την οντότητα να αναθεωρήσει οποιεσδήποτε ενδοομιλικές χρηματοδοτικές ρυθμίσεις, ή να εξετάσει τους λόγους απουσίας τους, ή να καταρτίσει συμφωνίες παροχής υπηρεσιών (είτε ενδοομιλικές είτε με τρίτα μέρη) για να καλύψει την παροχή κρίσιμων λειτουργιών·

β) 

να απαιτήσουν από την οντότητα να περιορίσει τα μέγιστα μεμονωμένα και ομαδοποιημένα ανοίγματά της·

γ) 

να επιβάλουν απαιτήσεις παροχής συγκεκριμένων ή τακτικών πρόσθετων πληροφοριών για τους σκοπούς της εξυγίανσης·

δ) 

να απαιτήσουν από την οντότητα να εκχωρήσει συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία·

ε) 

να απαιτήσουν από την οντότητα να περιορίσει ή να παύσει συγκεκριμένες υφιστάμενες ή προτεινόμενες δραστηριότητες·

στ) 

να περιορίσουν ή να αποτρέψουν την ανάπτυξη νέων ή υφιστάμενων επιχειρηματικών τομέων ή την πώληση νέων ή υφιστάμενων προϊόντων·

ζ) 

να απαιτήσουν αλλαγές στη νομική ή λειτουργική δομή της οντότητας ή οποιασδήποτε οντότητας ομίλου, η οποία βρίσκεται είτε άμεσα είτε έμμεσα υπό τον έλεγχό τους, προκειμένου να μειωθεί η πολυπλοκότητα και κατ' αυτό τον τρόπο να διασφαλιστεί ότι οι κρίσιμες λειτουργίες είναι δυνατόν να διαχωριστούν νομικά και επιχειρησιακά από άλλες λειτουργίες μέσω της εφαρμογής των εργαλείων εξυγίανσης·

η) 

να απαιτήσουν από την οντότητα να συστήσει μητρική χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών σε κράτος μέλος ή μητρική χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ένωση·

θ) 

να απαιτήσουν από την οντότητα να εκδώσει επιλέξιμες υποχρεώσεις, προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του ►M1  των άρθρων 12στ και 12ζ ◄ ·

ι) 

να απαιτήσουν από την οντότητα να λάβει άλλα μέτρα για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ►M1  των άρθρων 12στ και 12ζ ◄ , όπως ιδίως, να επιχειρήσει να επαναδιαπραγματευθεί οποιαδήποτε επιλέξιμη υποχρέωση, πρόσθετο μέσο της κατηγορίας 1 ή μέσο της κατηγορίας 2 που έχει εκδώσει, προκειμένου να διασφαλίσει ότι κάθε απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης για απομείωση ή μετατροπή της εν λόγω υποχρέωσης ή μέσου θα γίνει σύμφωνα με το δίκαιο της δικαιοδοσίας που διέπει αυτή την υποχρέωση ή το μέσο·

▼M1

ια) 

να απαιτήσουν από οντότητα να υποβάλει σχέδιο αποκατάστασης της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των άρθρων 12στ και 12ζ του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένης ως ποσοστό του συνολικού ποσού της έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, με την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και με τις απαιτήσεις των άρθρων 12στ ή 12ζ του παρόντος κανονισμού εκπεφρασμένων ως ποσοστό του μέτρου συνολικού ανοίγματος που αναφέρεται στα άρθρα 429 και 429α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

ιβ) 

για τον σκοπό της εξασφάλισης της διαρκούς συμμόρφωσης με τα άρθρα 12στ ή 12ζ, να απαιτήσουν από οντότητα να αλλάξει το προφίλ ληκτότητας:

i) 

των μέσων ιδίων κεφαλαίων, αφού λάβει τη σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, και

ii) 

των επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 12γ και στο άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο α).

▼B

Κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης λαμβάνουν απευθείας τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ι) του πρώτου εδαφίου.

12.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης υλοποιούν τις οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 29.
13.  

Η απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με τις παραγράφους 10 και 11 πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

στηρίζεται σε αιτιολόγηση της εν λόγω εκτίμησης ή προσδιορισμού·

β) 

αναφέρει με ποιον τρόπο η εν λόγω εκτίμηση ή απόφαση τηρεί την απαίτηση περί αναλογικής εφαρμογής που προβλέπεται στην παράγραφο 10.

▼M1

Άρθρο 10α

Εξουσία απαγόρευσης ορισμένων διανομών

1.  

Όταν μια οντότητα είναι σε κατάσταση κατά την οποία πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας, όταν αυτή εξετάζεται επιπλέον της κάθε μίας από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 141 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, αλλά δεν πληροί την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όταν εξετάζεται επιπλέον των προϋποθέσεων που αναφέρονται στα άρθρα 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, κατά τον υπολογισμό σύμφωνα με το στοιχείο α) της παραγράφου 2 του άρθρου 12α του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, να απαγορεύσει σε μια οντότητα να διανέμει, μεγαλύτερο ποσό από το μέγιστο διανεμητέο ποσό που σχετίζεται με την ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις («M-MDA»), που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου μέσω οποιασδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες:

α) 

προβαίνει σε διανομή σε σχέση με κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1·

β) 

δημιουργεί υποχρέωση καταβολής κυμαινόμενης αμοιβής ή προαιρετικών συνταξιοδοτικών παροχών, ή καταβάλλει κυμαινόμενη αμοιβή αν η υποχρέωση καταβολής δημιουργήθηκε σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η οντότητα δεν ικανοποιούσε τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας· ή

γ) 

προβαίνει σε πληρωμές σε πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1.

Όταν μια οντότητα βρίσκεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ενημερώνει αμέσως σχετικά την εθνική αρχή εξυγίανσης και το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

2.  

Στην περίπτωση της παραγράφου 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης της οντότητας, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης - κατά περίπτωση - της ΕΚΤ, εκτιμά, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αν θα ασκήσει την εξουσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α) 

την αιτία, την διάρκεια και την έκταση της μη εκπλήρωσης και τον αντίκτυπό της στη δυνατότητα εξυγίανσης·

β) 

την εξέλιξη της οικονομικής κατάστασης της οντότητας και την πιθανότητα, στο εγγύς μέλλον, να πληροί την προϋπόθεση που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο α)·

γ) 

την προοπτική ότι η οντότητα θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε εύλογο χρονικό διάστημα·

δ) 

όταν η οντότητα αδυνατεί να αντικαταστήσει υποχρεώσεις που δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια επιλεξιμότητας ή ληκτότητας που προβλέπονται στα άρθρα 72β και 72γ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, του άρθρου 12γ ή του άρθρου 12ζ παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, εάν η αδυναμία είναι ιδιοσυγκρασιακής φύσεως ή οφείλεται σε διατάραξη στο σύνολο της αγοράς,

ε) 

αν η άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι το πλέον κατάλληλο και αναλογικό μέσο για την αντιμετώπιση της κατάστασης της οντότητας λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές επιπτώσεις της τόσο στους όρους χρηματοδότησης όσο και στη δυνατότητα εξυγίανσης της οικείας οντότητας.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει σε επανεκτίμηση για το εάν θα ασκήσει την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 εξουσία τουλάχιστον κάθε μήνα κατά τη διάρκεια της μη εκπλήρωσης, εφόσον η οντότητα εξακολουθεί να βρίσκεται στην κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.  

Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά ότι η οντότητα εξακολουθεί να βρίσκεται στην αναφερόμενη στην παράγραφο 1 κατάσταση εννέα μήνες μετά την κοινοποίησή της από την οντότητα, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης - κατά περίπτωση - της ΕΚΤ ασκεί την εξουσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εκτός εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά, κατόπιν ελέγχου, ότι πληρούνται τουλάχιστον δύο από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

η μη εκπλήρωση οφείλεται σε σοβαρή διαταραχή στην λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, η οποία οδηγεί σε εκτεταμένες πιέσεις που ασκούνται στη χρηματοπιστωτική αγορά σε διάφορα τμήματά της·

β) 

η διαταραχή του στοιχείου α) δεν επιφέρει μόνο την αυξημένη μεταβλητότητα των τιμών των μέσων ιδίων κεφαλαίων και των μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων της οντότητας ή αυξημένο κόστος για την οικονομική οντότητα, αλλά οδηγεί επίσης σε πλήρες ή μερικό κλείσιμο των αγορών που εμποδίζει την οντότητα να εκδώσει μέσα ιδίων κεφαλαίων και μέσα επιλέξιμων υποχρεώσεων στις εν λόγω αγορές·

γ) 

το κλείσιμο της αγοράς που αναφέρεται στο στοιχείο β) δεν παρατηρείται μόνο για την οικεία οντότητα αλλά και για διάφορες άλλες οντότητες·

δ) 

η διαταραχή του στοιχείου α) εμποδίζει την οικεία οντότητα από την έκδοση μέσων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων επαρκή για τη θεραπεία της μη εκπλήρωσης· ή

ε) 

η άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οδηγεί σε αρνητικές δευτερογενείς συνέπειες για μέρος του τραπεζικού τομέα, οι οποίες ενδέχεται να υπονομεύσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Όταν εφαρμόζεται η εξαίρεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης - κατά περίπτωση - της ΕΚΤ για την απόφασή του και επεξηγεί γραπτώς την εκτίμησή του.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει σε επανεκτίμηση των όρων του πρώτου εδαφίου κάθε μήνα, προκειμένου να εκτιμά αν εφαρμόζεται η εξαίρεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

4.  
Το «M-MDA» υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 με τον συντελεστή που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 6. Το «M-MDA» μειώνεται κατά κάθε ποσό που προκύπτει από οποιαδήποτε από τις ενέργειες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παραγράφου 1.
5.  

Το ποσό που πρέπει να πολλαπλασιασθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4 αποτελείται από:

α) 

οποιαδήποτε ενδιάμεσα κέρδη που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 μετά την αφαίρεση τυχόν διανομής των κερδών ή οποιασδήποτε πληρωμής που προκύπτει από τις ενέργειες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου·

συν

β) 

οποιαδήποτε κέρδη τέλους χρήσεως που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 μετά την αφαίρεση τυχόν διανομής των κερδών ή οποιασδήποτε πληρωμής που προκύπτει από τις ενέργειες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου·

μείον

γ) 

τα ποσά που θα ήταν πληρωτέα ως φόρος εάν διατηρούνταν τα στοιχεία των στοιχείων α) και β) της παρούσας παραγράφου.

6.  

Ο συντελεστής που αναφέρεται στην παράγραφο 4 καθορίζεται ως εξής:

α) 

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του πρώτου (δηλαδή του χαμηλότερου) τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0·

β) 

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του δεύτερου τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,2·

γ) 

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του τρίτου τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,4·

δ) 

όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρεί η οντότητα και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για τις απαιτήσεις βάσει του άρθρου 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και βάσει των άρθρων 12δ και 12ε του παρόντος κανονισμού, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εντός του τετάρτου (δηλαδή του υψηλότερου) τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,6·

Το κατώτατο και το ανώτατο όριο του κάθε τεταρτημορίου της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας υπολογίζονται ως εξής:

image

image

όπου «Qn» = ο τακτικός αριθμός του σχετικού τεταρτημορίου.

▼B

Άρθρο 11

Απλουστευμένες υποχρεώσεις για ορισμένα ιδρύματα

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, με δική του πρωτοβουλία μετά από διαβούλευση με την εθνική αρχή εξυγίανσης ή κατόπιν προτάσεως από μια εθνική αρχή εξυγίανσης, μπορεί να εφαρμόζει απλουστευμένες υποχρεώσεις όσον αφορά την κατάρτιση των σχεδίων εξυγίανσης, που αναφέρονται στο άρθρο 8, ή μπορεί να απαλλάσσει από την υποχρέωση κατάρτισης των εν λόγω σχεδίων σύμφωνα με τις παραγράφους 3 έως 9 του παρόντος άρθρου.
2.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης μπορούν να προτείνουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης να εφαρμόσει απλουστευμένες υποχρεώσεις για συγκεκριμένα ιδρύματα ή ομίλους σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 ή να τα/τους απαλλάξει από την υποχρέωση κατάρτισης σχεδίων εξυγίανσης σύμφωνα με την παράγραφο 7. Η εν λόγω πρόταση είναι αιτιολογημένη και συνοδεύεται από όλη τη σχετική τεκμηρίωση.
3.  
Μόλις λάβει πρόταση για την εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ή όταν ενεργεί με δική του πρωτοβουλία, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διενεργεί αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου ιδρύματος ή ομίλου και εφαρμόζει απλουστευμένες υποχρεώσεις εάν η πτώχευση του ιδρύματος ή του ομίλου δεν είναι πιθανό να έχει σημαντικές δυσμενείς συνέπειες στο χρηματοπιστωτικό σύστημα ή να απειλήσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 5.

Για τον σκοπό αυτό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη:

α) 

τη φύση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του ιδρύματος ή του ομίλου, τη μετοχική δομή, τη νομική μορφή, το προφίλ κινδύνου, το μέγεθος και το νομικό καθεστώς του, τις διασυνδέσεις του με άλλα ιδρύματα ή με το χρηματοπιστωτικό σύστημα γενικότερα, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του,

β) 

τη συμμετοχή του σε θεσμικό σύστημα προστασίας (ΘΣΠ) ή σε άλλα συνεργατικά συστήματα αμοιβαίας αλληλεγγύης σύμφωνα με το άρθρο 113 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

γ) 

κατά πόσον ασκεί επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 3 ), και

δ) 

εάν η πτώχευσή του και η επακόλουθη εκκαθάρισή του υπό φυσιολογικές διαδικασίες αφερεγγυότητας θα ήταν πιθανόν να έχουν σημαντική αρνητική επίπτωση στις χρηματοπιστωτικές αγορές, σε άλλα ιδρύματα, στους όρους χρηματοδότησης ή στην ευρύτερη οικονομία.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης πραγματοποιεί την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο έπειτα από διαβούλευση, όποτε ενδείκνυται, με τις εθνικές αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας και, κατά περίπτωση, το ΕΣΣΚ.

4.  

Όταν εφαρμόζει απλουστευμένες υποχρεώσεις, το Συμβούλιο Εξυγίανσης προσδιορίζει:

α) 

το περιεχόμενο και τις λεπτομέρειες του σχεδίου εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 8·

β) 

την καταληκτική ημερομηνία για την κατάρτιση των πρώτων σχεδίων εξυγίανσης και τη συχνότητα επικαιροποίησης των σχεδίων εξυγίανσης, η οποία μπορεί να είναι μικρότερη εκείνης που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 12·

γ) 

το περιεχόμενο και τα επιμέρους στοιχεία των πληροφοριών που απαιτούνται από τα ιδρύματα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 9 του παρόντος κανονισμού και στο τμήμα Β του παραρτήματος της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

δ) 

το εύρος των λεπτομερειών για την αξιολόγηση της εξυγίανσης που προβλέπεται στο άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού και στο τμήμα Γ του παραρτήματος της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

5.  
Η εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων δεν επηρεάζει από μόνη της την εξουσία του Συμβουλίου Εξυγίανσης να αναλαμβάνει οιαδήποτε δράση εξυγίανσης.
6.  
Σε περίπτωση εφαρμογής απλουστευμένων υποχρεώσεων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης επιβάλλει πλήρεις, μη απλουστευμένες υποχρεώσεις ανά πάσα στιγμή εάν οιεσδήποτε από τις περιστάσεις που δικαιολογούσαν τις απλουστευμένες υποχρεώσεις έχει πάψει να υφίσταται.
7.  
Με την επιφύλαξη των άρθρων 9 και 31, μόλις λάβει πρόταση για εξαίρεση από την υποχρέωση κατάρτισης σχεδίων εξυγίανσης σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, ή ενεργώντας με δική του πρωτοβουλία, το Συμβούλιο Εξυγίανσης χορηγεί, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, απαλλαγή από την υποχρέωση κατάρτισης σχεδίων εξυγίανσης σε ιδρύματα που συνδέονται με κεντρικό οργανισμό και εξαιρούνται, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, από τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας στο εθνικό δίκαιο, σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Όταν χορηγείται απαλλαγή σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η υποχρέωση κατάρτισης του σχεδίου εξυγίανσης εφαρμόζεται, σε ενοποιημένη βάση, στον κεντρικό οργανισμό και στα συνδεδεμένα με αυτόν ιδρύματα, κατά την έννοια του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Για τον σκοπό αυτό, κάθε αναφορά σε όμιλο που γίνεται στο παρόν κεφάλαιο περιλαμβάνει έναν κεντρικό οργανισμό και τα ιδρύματα που συνδέονται με αυτόν κατά την έννοια του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και τις θυγατρικές τους, και κάθε αναφορά σε μητρικές επιχειρήσεις ή ιδρύματα που υπόκεινται σε ενοποιημένη εποπτεία σύμφωνα με το άρθρο 111 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ περιλαμβάνει επίσης τον κεντρικό οργανισμό.

8.  
Τα ιδρύματα που υπόκεινται σε άμεση εποπτεία από την ΕΚΤ σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, ή που αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους, υπόκεινται σε ατομικά σχέδια εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, οι λειτουργίες ενός ιδρύματος θεωρείται ότι αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος του εν λόγω συμμετέχοντος κράτους μέλους εφόσον:

α) 

η συνολική αξία του ενεργητικού τους υπερβαίνει τα 30 000 000 000 EUR· ή

β) 

το ποσοστό του συνόλου του ενεργητικού τους ως προς το ΑΕΠ του κράτους μέλους εγκατάστασης υπερβαίνει το 20 %, εκτός εάν η συνολική αξία του ενεργητικού τους δεν υπερβαίνει τα 5 000 000 000 EUR.

9.  
Σε περίπτωση που η εθνική αρχή εξυγίανσης, η οποία έχει προτείνει την εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων ή τη χορήγηση απαλλαγής σύμφωνα με την παράγραφο 2, θεωρεί ότι πρέπει να ανακληθεί η απόφαση για την εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων ή τη χορήγηση απαλλαγής, υποβάλλει σχετική πρόταση στο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Στην περίπτωση αυτή, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει απόφαση σχετικά με την προτεινόμενη ανάκληση, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη την αιτιολόγηση της ανάκλησης που επικαλείται η εθνική αρχή εξυγίανσης, με γνώμονα τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο 3 ή στις παραγράφους 7 και 8.
10.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την ΕΑΤ σχετικά με το πώς εφάρμοσε το παρόν άρθρο.

▼M1

Άρθρο 12

Ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, προσδιορίζει τις απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, όπως αναφέρεται στα άρθρα 12α έως 12θ, με την επιφύλαξη των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής, που οφείλουν να τηρούν πάντοτε οι οντότητες και οι όμιλοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και οι οντότητες και οι όμιλοι που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και στο άρθρο 7 παράγραφος 5, οσάκις πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής των παραγράφων αυτών.
2.  
Οντότητες συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ανήκουν σε ομίλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κοινοποιούν τις πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 45θ παράγραφοι 1, 2 και 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ στην εθνική αρχή εξυγίανσης του συμμετέχοντος κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένες.

Η εθνική αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

3.  
Κατά την κατάρτιση σχεδίων εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 9, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, προσδιορίζουν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, όπως αναφέρεται στα άρθρα 12α έως 12θ, με την επιφύλαξη των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής, την οποία οφείλουν να τηρούν πάντοτε οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 31.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει στη διαπίστωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εκ παραλλήλου με την κατάρτιση και τη διατήρηση σχεδίων εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 8.
5.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απευθύνει τη διαπίστωσή του στις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν τις οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 29. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαιτεί από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης να επαληθεύουν και να διασφαλίζουν ότι οι οντότητες και οι όμιλοι τηρούν τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
6.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την EKT και την EBA για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που έχει προσδιορίσει για κάθε οντότητα και όμιλο δυνάμει της παραγράφου 1.
7.  
Προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική και συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και απευθύνει οδηγίες στις εθνικές αρχές εξυγίανσης όσον αφορά συγκεκριμένες οντότητες ή ομίλους.

Άρθρο 12α

Εφαρμογή και υπολογισμός ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης διασφαλίζουν ότι οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3, πληρούν ανά πάσα στιγμή τις απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, όποτε απαιτείται από το παρόν άρθρο, και τα άρθρα 12β έως 12θ και σύμφωνα με αυτά.
2.  

Η παρούσα απαίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12δ παράγραφος 3, 4 ή 6, κατά περίπτωση, ως το ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων και εκφράζεται ως ποσοστό:

α) 

του συνολικού ποσού της έκθεσης σε κίνδυνο της σχετικής οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

β) 

του μέτρου συνολικού ανοίγματος της σχετικής οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 429 και 429α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

▼M2

3.  

Σύμφωνα με το άρθρο 65 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 4 ), οι παραπομπές στο άρθρο 92 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 στον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων σε ατομική βάση των επιχειρήσεων επενδύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού και που δεν αποτελούν επιχειρήσεις επενδύσεων του άρθρου 1 παράγραφος 2 ή 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033 νοούνται ως εξής:

α) 

οι παραπομπές στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά την απαίτηση συνολικού δείκτη κεφαλαίου στον παρόντα κανονισμό αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033,

β) 

οι παραπομπές στο άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά το συνολικό ποσό του ανοίγματος σε κίνδυνο στον παρόντα κανονισμό αναφέρονται στην ισχύουσα απαίτηση του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033, πολλαπλασιαζόμενο επί 12,5.

Σύμφωνα με το άρθρο 65 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2034 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 5 ), οι παραπομπές στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ στον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τις πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού και που δεν είναι επιχειρήσεις επενδύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ή 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/2033 νοούνται ως παραπομπές στο άρθρο 40 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2034.

▼M1

Άρθρο 12β

Απαλλαγή από την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων

1.  

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 12α, το Συμβούλιο Εξυγίανσης πρέπει να απαλλάσσει από την υποχρέωση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, τα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης που χρηματοδοτούνται από τα καλυμμένα ομόλογα τα οποία, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, δεν επιτρέπεται να δέχονται καταθέσεις εάν ικανοποιείται το σύνολο των ακόλουθων προϋποθέσεων:

α) 

τα ιδρύματα αυτά εξυγιαίνονται μέσω εθνικών διαδικασιών αφερεγγυότητας ή μέσω άλλων διαδικασιών που εφαρμόζονται σύμφωνα με τα άρθρα 38, 40 ή 42 της οδηγίας 2014/59/EE, προβλεπόμενων για τα εν λόγω ιδρύματα· και

β) 

οι διαδικασίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) εξασφαλίζουν ότι οι πιστωτές των εν λόγω ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση όσων κατέχουν καλυμμένα ομόλογα, υφίστανται ζημίες κατά τρόπο που ανταποκρίνεται στους στόχους της εξυγίανσης.

2.  
Τα ιδρύματα που απαλλάσσονται από την απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 δεν αποτελούν μέρος της ενοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ παράγραφος 1.

Άρθρο 12γ

Επιλέξιμες υποχρεώσεις για τις οντότητες εξυγίανσης

1.  

Οι υποχρεώσεις περιλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων των οντοτήτων εξυγίανσης μόνον εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα ακόλουθα άρθρα του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013:

α) 

Άρθρο 72α·

β) 

Άρθρο 72β, με εξαίρεση το στοιχείο δ) της παραγράφου 2· και

γ) 

Άρθρο 72γ.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, όποτε ο παρών κανονισμός αναφέρεται στις απαιτήσεις του άρθρου 92α ή του άρθρου 92β του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ως επιλέξιμες υποχρεώσεις για τον σκοπό των εν λόγω άρθρων θα νοούνται οι επιλέξιμες υποχρεώσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 72ια του εν λόγω κανονισμού και προσδιορίζονται σύμφωνα με το κεφάλαιο 5α του τίτλου Ι του δεύτερου μέρους του εν λόγω κανονισμού.

2.  

Οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από χρεωστικούς τίτλους με ενσωματωμένα παράγωγα, όπως δομημένα αξιόγραφα, που πληρούν τις προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, με εξαίρεση το άρθρο 72α παράγραφος 2 στοιχείο ιβ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, περιλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων μόνον εφόσον πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

το βασικό ποσό της υποχρέωσης που προκύπτει από τον χρεωστικό τίτλο είναι γνωστό κατά τον χρόνο έκδοσης, είναι σταθερό ή αυξανόμενο και δεν επηρεάζεται από ένα ενσωματωμένο παράγωγο στοιχείο και το συνολικό ποσό της υποχρέωσης που προκύπτει από τον χρεωστικό τίτλο συμπεριλαμβανομένου του ενσωματωμένου παραγώγου μπορεί να αποτιμάται σε καθημερινή βάση με αναφορά σε μια ενεργή, ρευστή αγορά διπλής κατεύθυνσης για ισοδύναμο μέσο χωρίς πιστωτικό κίνδυνο, σύμφωνα με τα άρθρα 104 και 105 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· ή

β) 

ο χρεωστικός τίτλος περιλαμβάνει συμβατική ρήτρα που ορίζει ότι η αξία της απαίτησης σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εκδότη και εξυγίανσης του εκδότη είναι σταθερή ή αυξανόμενη, και δεν υπερβαίνει το αρχικά καταβληθέν ποσό της υποχρέωσης.

Τα χρεωστικά μέσα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, συμπεριλαμβανομένων των ενσωματωμένων παραγώγων τους, δεν υπόκεινται σε οιαδήποτε συμφωνία συμψηφισμού και η αποτίμησή των εν λόγω μέσων δεν υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 49 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων μόνο για το τμήμα των υποχρεώσεων που αντιστοιχεί στο βασικό ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο α) του εν λόγω εδαφίου ή στο σταθερό ή αυξανόμενο ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο β) του εν λόγω εδαφίου.

3.  

Όταν οι υποχρεώσεις εκδίδονται από θυγατρική εγκατεστημένη στην Ένωση προς υφιστάμενο μέτοχο που δεν αποτελεί μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης και η εν λόγω θυγατρική ανήκει στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης με την οντότητα εξυγίανσης, οι υποχρεώσεις αυτές συμπεριλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων της εν λόγω οντότητας εξυγίανσης υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο α)··

β) 

η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής έναντι των εν λόγω υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης··

γ) 

οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν υπερβαίνουν ποσό το οποίο ισούται με το ποσό που αναφέρεται στο σημείο ii) μείον το ποσό που αναφέρεται στο σημείο i):

i) 

του αθροίσματος των υποχρεώσεων που εκδίδονται στην οντότητα εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτήν, είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω άλλων οντοτήτων του ίδιου ομίλου εξυγίανσης και του ποσού των ιδίων κεφαλαίων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο β)·

ii) 

το ποσό που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 12ζ παράγραφος 1.

4.  

Με την επιφύλαξη της ελάχιστης απαίτησης του άρθρου 12δ παράγραφος 4 ή του άρθρου 12ε παράγραφος 1 στοιχείο α), το Συμβούλιο Εξυγίανσης, με δική του πρωτοβουλία κατόπιν διαβούλευσης με την εθνική αρχή εξυγίανσης ή έπειτα από πρόταση από εθνική αρχή εξυγίανσης, μεριμνά ώστε τμήμα της απαίτησης του άρθρου 12στ ίσο με το 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, καλύπτεται από οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή οντότητες εξυγίανσης υποκείμενες στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να επιτρέψει την κάλυψη επιπέδου χαμηλότερου από το 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, αλλά υψηλότερου από το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του τύπου (1-(X1/X2)) x 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, να πληρούνται από οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή οντότητες εξυγίανσης υποκείμενες στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5, με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 72β παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όπου, υπό το φως της μείωσης, αυτό είναι δυνατό δυνάμει του άρθρου 72β παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού:

X1 = 3,5 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και
X2 = το άθροισμα 18 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και του ποσού της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας.

Όταν, για τις οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφος 4, η εφαρμογή του πρώτου εδαφίου οδηγεί σε απαίτηση άνω του 27 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης περιορίζει, για την συγκεκριμένη οντότητα εξυγίανσης, το μέρος της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ, η οποία καλύπτεται από ίδια κεφάλαια, χρησιμοποιώντας επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου σε ποσό ίσο προς το 27 % του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο, εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει εκτιμήσει ότι:

α) 

η πρόσβαση στο Ταμείο δεν λαμβάνεται υπόψη στο σχέδιο εξυγίανσης ως επιλογή για την εξυγίανση της εν λόγω οντότητας, και

β) 

όταν δεν εφαρμόζεται το στοιχείο α), η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ επιτρέπει στην εν λόγω οντότητα εξυγίανσης να πληροί την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 7.

Κατά τον έλεγχο που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει επίσης υπόψη τον κίνδυνο δυσανάλογης επίπτωσης στο επιχειρηματικό μοντέλο της συγκεκριμένης οντότητας εξυγίανσης.

Για τις οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφος 5, το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζεται.

5.  

Για τις οντότητες εξυγίανσης που δεν είναι ούτε G-SII ούτε οντότητες εξυγίανσης υποκείμενες στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, με δική του πρωτοβουλία κατόπιν διαβούλευσης με την εθνική αρχή εξυγίανσης ή έπειτα από πρόταση από εθνική αρχή εξυγίανσης, μπορεί να αποφασίζει ότι τμήμα της απαίτησης του άρθρου 12στ έως το 8 % των συνολικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, της οντότητας και έως το ποσό που προκύπτει από τον τύπο της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου, εφόσον είναι μεγαλύτερο, καλύπτεται με ίδια κεφάλαια και επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

οι υποχρεώσεις μη μειωμένης εξασφάλισης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου έχουν την ίδια εξοφλητική προτεραιότητα στην εθνική διαδικασία αφερεγγυότητας με ορισμένες υποχρεώσεις οι οποίες εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 3 ή 5·

β) 

υπάρχει ο κίνδυνος ότι, κατόπιν προγραμματισμένης εφαρμογής εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σε υποχρεώσεις μη μειωμένης εξασφάλισης που δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 3 ή 5, οι πιστωτές των απαιτήσεων που προκύπτουν από αυτές τις υποχρεώσεις υφίστανται μεγαλύτερες ζημίες από ό,τι θα υφίσταντο σε περίπτωση εκκαθάρισης υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας·

γ) 

το ποσό των ιδίων κεφαλαίων και άλλων υποχρεώσεων μειωμένης εξασφάλισης δεν υπερβαίνει το ποσό που απαιτείται για να εξασφαλιστεί ότι οι πιστωτές που αναφέρονται στο στοιχείο β) δεν υφίστανται ζημίες πάνω από το επίπεδο των ζημιών τις οποίες θα είχαν διαφορετικά υποστεί σε περίπτωση εκκαθάρισης υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.

Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι, εντός μιας κατηγορίας υποχρεώσεων η οποία περιλαμβάνει επιλέξιμες υποχρεώσεις, το ποσό των υποχρεώσεων που εξαιρούνται ή που είναι ευλόγως πιθανό ότι θα εξαιρεθούν από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3 ή 5 ανέρχεται σε άνω του 10 % της εν λόγω κατηγορίας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά τον κίνδυνο που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

6.  
Για τους σκοπούς των παραγράφων 4, 5 και 7, οι υποχρεώσεις που προκύπτουν από παράγωγα περιλαμβάνονται στις συνολικές υποχρεώσεις, εφόσον αναγνωρίζονται πλήρως τα δικαιώματα συμψηφισμού του αντισυμβαλλομένου.

Τα ίδια κεφάλαια οντότητας εξυγίανσης που χρησιμοποιούνται για τη συμμόρφωση με την συνδυασμένη απαίτηση ασφαλείας αποθέματος είναι επιλέξιμα για τη συμμόρφωση με την απαίτηση των παραγράφων 4, 5 και 7.

7.  

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να αποφασίσει ότι η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ του παρόντος κανονισμού ικανοποιείται από οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, στον βαθμό που λόγω της υποχρέωσης της οντότητας εξυγίανσης να συμμορφώνεται με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 και στο άρθρο 12στ του παρόντος κανονισμού, το άθροισμα των εν λόγω ιδίων κεφαλαίων, μέσων και υποχρεώσεων δεν υπερβαίνει το μεγαλύτερο από τα ακόλουθα:

α) 

8 % του συνόλου των υποχρεώσεων της οντότητας, συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων, ή

β) 

το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του τύπου A × 2 + B × 2 + C, όπου A, B και C είναι τα ακόλουθα ποσά:

A = το ποσό που προκύπτει από την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

B = το ποσό που προκύπτει από την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ,

C = το ποσό που προκύπτει από την συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας.

8.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ασκεί την εξουσία της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου όσον αφορά τις οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 και πληρούν μία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ) του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου έως το 30 % του συνόλου των οντοτήτων εξυγίανσης που είναι G-SII ή που υπόκεινται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 και για τις οποίες το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ.

Οι προϋποθέσεις θεωρούνται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ως εξής:

α) 

έχουν διαπιστωθεί ουσιαστικά εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης κατά την προηγούμενη εκτίμηση της δυνατότητας εξυγίανσης, και:

i) 

δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα μετά την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 11 εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ή

ii) 

το διαπιστωθέν ουσιαστικό εμπόδιο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με κανένα από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 11 και η άσκηση της εξουσίας της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου θα αντιστάθμιζε εν μέρει ή πλήρως τον αρνητικό αντίκτυπο του ουσιαστικού εμποδίου στη δυνατότητα εξυγίανσης,

β) 

το Συμβούλιο Εξυγίανσης θεωρεί ότι είναι περιορισμένες η εφικτότητα και η αξιοπιστία της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης της οντότητας εξυγίανσης, λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους της οντότητας, της αλληλεπίδρασης, της φύσης, του εύρους, του κινδύνου και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων της, του νομικού της καθεστώτος και της μετοχικής δομής, ή

γ) 

η απαίτηση του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι η οντότητα εξυγίανσης που είναι G-SII ή που υπόκειται στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά την επικινδυνότητα, συγκαταλέγεται μεταξύ του ανώτερου 20 % των ιδρυμάτων για τα οποία το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει την απαίτηση του άρθρου 12α παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

Για τους σκοπούς των ποσοστών που αναφέρονται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης στρογγυλοποιεί στον πλησιέστερο ακέραιο τον αριθμό που προκύπτει από τον υπολογισμό.

9.  
Μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 ή 7.

Κατά τη λήψη των αποφάσεων αυτών, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει επίσης υπόψη:

α) 

το βάθος της αγοράς για τα μέσα ιδίων κεφαλαίων της οντότητας εξυγίανσης και τα επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης την τιμολόγηση των εν λόγω μέσων, όπου υπάρχουν, και τον χρόνο που απαιτείται για την εκτέλεση κάθε πράξης που είναι αναγκαία για τη συμμόρφωση με την απόφαση·

β) 

το ποσό των μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις του άρθρου 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 με εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη του ενός έτους από την ημερομηνία της απόφασης με σκοπό την ποσοτική προσαρμογή των απαιτήσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 7 του παρόντος άρθρου·

γ) 

τη διαθεσιμότητα και το ποσό των μέσων που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, εκτός από το στοιχείο δ) του άρθρου 72β παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού·

δ) 

αν είναι σημαντικό σε σύγκριση με τις επιλέξιμες υποχρεώσεις και τα ίδια κεφάλαια της οντότητας εξυγίανσης το ποσό των υποχρεώσεων που εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 3 ή 5 και που, σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, κατατάσσονται σε ίση ή χαμηλότερη θέση από τις επιλέξιμες υποχρεώσεις της οντότητας εξυγίανσης με την υψηλότερη κατάταξη. Εφόσον το ποσό των εξαιρούμενων υποχρεώσεων δεν υπερβαίνει το 5 % του ποσού των ιδίων κεφαλαίων και των επιλέξιμων υποχρεώσεων της οντότητας εξυγίανσης, το εξαιρούμενο ποσό θεωρείται μη σημαντικό. Πάνω από το όριο αυτό, η σημασία των εξαιρούμενων υποχρεώσεων εκτιμάται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης·

ε) 

το επιχειρηματικό μοντέλο της οντότητας εξυγίανσης, το μοντέλο χρηματοδότησης και το προφίλ κινδύνου της οντότητας, καθώς και τη σταθερότητα και την ικανότητά της να συνεισφέρει στην οικονομία· και

στ) 

τον αντίκτυπο του πιθανού κόστους αναδιάρθρωσης στην ανακεφαλαιοποίηση της οντότητας εξυγίανσης.

Άρθρο 12δ

Προσδιορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.  

Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 καθορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, αφού ζητήσει τη γνώμη των αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α) 

την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι ο όμιλος εξυγίανσης μπορεί να εξυγιανθεί μέσω της εφαρμογής των εργαλείων εξυγίανσης με την οντότητα εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στους στόχους εξυγίανσης·

β) 

την ανάγκη να διασφαλιστεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, ότι η οντότητα εξυγίανσης και οι θυγατρικές της που είναι ιδρύματα ή οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3, αλλά όχι οντότητες εξυγίανσης, έχουν επαρκή ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις ώστε να διασφαλίζουν ότι, εάν το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα ή οι εξουσίες απομείωσης και μετατροπής εφαρμόζονταν σε αυτές, αντίστοιχα, οι ζημίες θα μπορούσαν να απορροφηθούν και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου και, κατά περίπτωση, ο δείκτης μόχλευσης των σχετικών οντοτήτων είναι δυνατόν να αποκατασταθούν στα αναγκαία επίπεδα προκειμένου να είναι σε θέση να πληρούν αδιαλείπτως τις προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας λειτουργίας και να ασκούν τις δραστηριότητες για τις οποίες έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

γ) 

την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι, εάν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει δυνατότητα εξαίρεσης ορισμένων κατηγοριών επιλέξιμων υποχρεώσεων από τη διάσωση με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, ή τη δυνατότητα πλήρους μεταβίβασης σε αποδέκτη στο πλαίσιο μερικής μεταβίβασης, η οντότητα εξυγίανσης διαθέτει επαρκή ίδια κεφάλαια και άλλες επιλέξιμες υποχρεώσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ζημίες μπορούν να απορροφηθούν και ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου και, κατά περίπτωση, ο δείκτης μόχλευσης της οντότητας εξυγίανσης, μπορούν να αποκατασταθούν στα αναγκαία επίπεδα προκειμένου το ίδρυμα να είναι σε θέση να πληροί αδιαλείπτως τις προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας λειτουργίας και να ασκεί τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

δ) 

το μέγεθος, το επιχειρηματικό μοντέλο, το μοντέλο χρηματοδότησης και το προφίλ κινδύνου της οντότητας·

στ) 

τον βαθμό στον οποίο η πτώχευση της οντότητας θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, μεταξύ άλλων μέσω της μετάδοσης σε άλλα ιδρύματα ή οντότητες, λόγω της διασύνδεσης της οντότητας με άλλα ιδρύματα ή οντότητες ή με το υπόλοιπο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

2.  

Όταν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι θα ληφθούν δράσεις εξυγίανσης ή θα ασκηθούν βάσει του άρθρου 21 εξουσίες απομείωσης και μετατροπής των οικείων μέσων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το σχετικό σενάριο που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 6, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 πρέπει να ισούται με ποσό τέτοιο ώστε να εξασφαλίζεται ότι:

α) 

οι ζημίες που αναμένεται να υποστεί η οντότητα απορροφώνται πλήρως («απορρόφηση ζημιών»)·

β) 

η οντότητα εξυγίανσης και οι θυγατρικές της που είναι ιδρύματα ή οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 ή 3, αλλά όχι οντότητες εξυγίανσης, ανακεφαλαιοποιούνται στο αναγκαίο επίπεδο ώστε να είναι σε θέση να εξακολουθήσουν να πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας και να διεκπεραιώνουν τις δραστηριότητες για τις οποίες έχουν λάβει άδεια, δυνάμει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή ισοδύναμης νομοθετικής πράξης για εύλογο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος («ανακεφαλαιοποίηση»).

Όταν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι η οντότητα εκκαθαρίζεται σύμφωνα με κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί κατά πόσον δικαιολογείται να περιοριστεί η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για την εν λόγω οντότητα ώστε να μην υπερβαίνει το ύψος που επαρκεί για την απορρόφηση των ζημιών σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου.

Η αξιολόγηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης περιλαμβάνει, ειδικότερα, αξιολόγηση του ορίου που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο από την άποψη τυχόν αντικτύπου στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στον κίνδυνο μετάδοσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

3.  

Για τις οντότητες εξυγίανσης, το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο έχει ως εξής:

α) 

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i) 

του ποσού των ζημιών που θα απορροφηθούν κατά την εξυγίανση, το οποίο αντιστοιχεί στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ σχετικά με την οντότητα εξυγίανσης σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης· και

ii) 

ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στον όμιλο εξυγίανσης που προκύπτει από την εξυγίανση και να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή του με την απαίτηση ως προς τον συνολικό δείκτη κεφαλαίου που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και την απαίτησή του που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, σε επίπεδο ενοποιημένου ομίλου εξυγίανσης, μετά την υλοποίηση της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης· και

β) 

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i) 

του ποσού των ζημιών που θα απορροφηθούν κατά την εξυγίανση, το οποίο αντιστοιχεί στην απαίτηση του δείκτη μόχλευσης της οντότητας εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης· και

ii) 

ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στον όμιλο εξυγίανσης που προκύπτει από την εξυγίανση να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή του με την απαίτηση ως προς τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης, μετά την υλοποίηση της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου διά του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου διά του μέτρου συνολικού ανοίγματος.

Κατά τον καθορισμό της συγκεκριμένης απαίτησης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη του τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 7.

Κατά τον καθορισμό του ύψους της ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρεται στα προηγούμενα εδάφια το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α) 

χρησιμοποιεί τις πλέον πρόσφατες τιμές που έχουν αναφερθεί για το σχετικό συνολικό ποσό έκθεσης σε κίνδυνο ή ποσό συνολικού ανοίγματος του δείκτη μόχλευσης όπως προσαρμόζονται για τυχόν αλλαγές που προκύπτουν από δράσεις εξυγίανσης προβλεπόμενες στο σχέδιο εξυγίανσης· και

β) 

κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, προσαρμόζει προς τα κάτω ή προς τα πάνω το ποσό που αντιστοιχεί στην ισχύουσα απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ προκειμένου να καθορίσει την απαίτηση που εφαρμόζεται στην οντότητα εξυγίανσης μετά την εφαρμογή της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι σε θέση να αυξήσει την απαίτηση που προβλέπεται στο στοιχείο α) σημείο ii) του πρώτου εδαφίου με κατάλληλο ποσό, ώστε να εξασφαλίσει ότι, μετά την εξυγίανση, η οντότητα διατηρεί επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς για κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Όταν εφαρμόζεται το έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το ποσό που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο ορίζεται στο ύψος της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που εφαρμόζεται μετά την χρήση των εργαλείων εξυγίανσης, μείον του ποσού που αναφέρεται στο στοιχείο α) του σημείου 6) του άρθρου 128 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Το ποσό που αναφέρεται στο έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προσαρμόζεται προς τα κάτω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι θα ήταν εφικτό και αξιόπιστο να οριστεί χαμηλότερο ποσό που θα επαρκούσε για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, όσο και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, μετά την εφαρμογή της στρατηγικής εξυγίανσης. Το ποσό αυτό προσαρμόζεται προς τα πάνω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι απαιτείται υψηλότερο ποσό για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 και η πρόσβαση τους σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, για κατάλληλο διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

4.  

Για τις οντότητες εξυγίανσης που δεν υπόκεινται στο άρθρο 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και ανήκουν σε όμιλο εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού άνω των 100 δισεκατομμυρίων EUR, το επίπεδο της απαίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου ισούται τουλάχιστον με:

α) 

13,5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο α), και

β) 

5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο β).

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12γ, οι οντότητες εξυγίανσης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου φθάνουν το επίπεδο της απαίτησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το οποίο ισούται με 13,5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο α) και με 5 % όταν υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 2 στοιχείο β), με ίδια κεφάλαια, επιλέξιμα μέσα μειωμένης εξασφάλισης ή υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στο άρθρο 12γ παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.

5.  
Κατόπιν αιτήματος της εθνικής αρχής εξυγίανσης μιας οντότητας εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί επίσης να εφαρμόζει τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου σε οντότητα εξυγίανσης που δεν υπόκειται στο άρθρο 92α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και η οποία ανήκει σε όμιλο εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού κάτω των 100 δισεκατομμυρίων EUR και, κατά την κρίση της εθνικής αρχής εξυγίανσης, είναι ευλόγως πιθανόν να δημιουργήσει συστημικό κίνδυνο σε περίπτωση πτώχευσής της.

Κατά τη λήψη απόφασης υποβολής αιτήματος όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, η εθνική αρχή εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη:

α) 

την επικράτηση των καταθέσεων και την απουσία χρεωστικών τίτλων στο μοντέλο χρηματοδότησης·

β) 

το όριο πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις·

γ) 

τη χρήση από την οντότητα εξυγίανσης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 για την εκπλήρωση της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ.

Η απουσία αιτήματος από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν επηρεάζει τις αποφάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης βάσει του άρθρου 12γ παράγραφος 5.

6.  

Για τις οντότητες που δεν είναι οντότητες εξυγίανσης αυτές καθαυτές, το ποσό που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο έχει ως εξής:

α) 

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i) 

του ποσού των ζημιών που θα απορροφηθούν, το οποίο αντιστοιχεί στις απαιτήσεις της οντότητας που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ· και

ii) 

ενός ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στην οντότητα να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή της με την απαίτηση ως προς τον συνολικό δείκτη κεφαλαίου που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 καθώς και με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης· και

β) 

για τους σκοπούς του υπολογισμού της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1, σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, το άθροισμα:

i) 

του ποσού των ζημιών προς απορρόφηση, το οποίο αντιστοιχεί στην απαίτηση του δείκτη μόχλευσης της οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

ii) 

ποσού ανακεφαλαιοποίησης το οποίο επιτρέπει στην οντότητα να αποκαταστήσει τη συμμόρφωσή της με την απαίτηση ως προς τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου διά του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του άρθρου 12α παράγραφος 2, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό, διαιρώντας το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου αυτής της παραγράφου διά του μέτρου συνολικού ανοίγματος.

Κατά τον καθορισμό της συγκεκριμένης απαίτησης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 7.

Κατά τον καθορισμό του ύψους της ανακεφαλαιοποίησης που αναφέρεται στα προηγούμενα εδάφια, το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α) 

χρησιμοποιεί τις πλέον πρόσφατες τιμές που έχουν αναφερθεί για το σχετικό συνολικό ποσό έκθεσης σε κίνδυνο ή ποσό συνολικού ανοίγματος όπως προσαρμόζονται για τυχόν αλλαγές που προκύπτουν από δράσεις προβλεπόμενες στο σχέδιο εξυγίανσης·

β) 

κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, προσαρμόζει προς τα κάτω ή προς τα πάνω το ποσό που αντιστοιχεί στην ισχύουσα απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ προκειμένου να καθορίσει την απαίτηση που εφαρμόζεται στη σχετική οντότητα μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι σε θέση να αυξήσει την απαίτηση που προβλέπεται στο στοιχείο α) σημείο ii) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου με κατάλληλο ποσό, ώστε να εξασφαλίσει ότι, μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21, η οντότητα διατηρεί επαρκή εμπιστοσύνη της αγοράς για κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Εφόσον εφαρμόζεται το έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, το ποσό που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο ορίζεται στο ύψος της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που εφαρμόζεται μετά την άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 21 του παρόντος κανονισμού ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης, μείον το ποσό που αναφέρεται στο στοιχείο α) του σημείου 6) του άρθρου 128 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Το ποσό που αναφέρεται στο έκτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου προσαρμόζεται προς τα κάτω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι θα ήταν εφικτό και αξιόπιστο να οριστεί χαμηλότερο ποσό που θα επαρκούσε για να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή την οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 όσο και η πρόσβαση σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, μετά την άσκηση της εξουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 21 ή μετά την εξυγίανση του ομίλου εξυγίανσης. Το ποσό αυτό προσαρμόζεται προς τα πάνω εάν, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι απαιτείται υψηλότερο ποσό για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη της αγοράς και για να διασφαλιστεί τόσο η συνεχής επιτέλεση κρίσιμων οικονομικών λειτουργιών από το ίδρυμα ή την οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 όσο και η πρόσβαση τους σε χρηματοδότηση, χωρίς προσφυγή σε έκτακτη δημόσια χρηματοδοτική στήριξη, πλην των συνεισφορών από το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 7 και το άρθρο 76 παράγραφος 3, για κατάλληλο διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

7.  

Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης αναμένει ότι ορισμένες κατηγορίες επιλέξιμων υποχρεώσεων είναι ευλόγως πιθανό να εξαιρεθούν εν όλω ή εν μέρει από τη διάσωση με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 5, ή μπορεί να μεταβιβαστούν πλήρως σε αποδέκτη στο πλαίσιο μερικής μεταβίβασης, η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 πρέπει να ικανοποιείται με ίδια κεφάλαια ή άλλες επιλέξιμες υποχρεώσεις που επαρκούν για να:

α) 

καλυφθεί το ποσό των εξαιρούμενων υποχρεώσεων που αναγνωρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 5·

β) 

διασφαλίζεται ότι πληρούνται οι όροι που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

8.  
Η απόφαση […]του Συμβουλίου Εξυγίανσης να επιβάλλει ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει τους λόγους αυτής της απόφασης, καθώς και την πλήρη αξιολόγηση των στοιχείων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 7 του παρόντος άρθρου, και επανεξετάζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση προκειμένου να αποτυπώνονται τυχόν αλλαγές στο επίπεδο της απαίτησης του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
9.  
Για τους σκοπούς των παραγράφων 3 και 6 του παρόντος άρθρου, οι κεφαλαιακές απαιτήσεις ερμηνεύονται σύμφωνα με την εφαρμογή, από την αρμόδια αρχή, των μεταβατικών διατάξεων που προβλέπονται στο δέκατο μέρος τίτλος I κεφάλαια 1, 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, στο πλαίσιο άσκησης των δικαιωμάτων που παραχωρούνται στις αρμόδιες αρχές από τον εν λόγω κανονισμό.

Άρθρο 12ε

Προσδιορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις για οντότητες εξυγίανσης που ανήκουν σε G-SII και σημαντικές ενωσιακές θυγατρικές που ανήκουν σε G-SII εκτός ΕΕ

1.  

Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 μιας οντότητας εξυγίανσης που είναι G-SII ή αποτελεί μέρος ενός G-SII πρέπει να αποτελείται από τα ακόλουθα:

α) 

τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 92α και 494 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

β) 

οποιαδήποτε πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων καθορίσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης για τη συγκεκριμένη οντότητα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

2.  

Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για σημαντικές ενωσιακές θυγατρικές που ανήκουν σε G-SII εκτός ΕΕ πρέπει να αποτελείται από τα ακόλουθα:

α) 

τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 92β και 494 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

β) 

οποιαδήποτε πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που έχει καθορίσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης ειδικά για τη σημαντική θυγατρική σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, η οποία πρέπει να καλύπτεται με ίδια κεφάλαια και υποχρεώσεις που πληρούν τους όρους του άρθρου 12ζ και του άρθρου 92β παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

3.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης επιβάλλει πρόσθετη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1 και στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 μόνον:

α) 

όταν η απαίτηση που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 ή στο στοιχείο α) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου δεν επαρκεί ώστε να εκπληρούνται οι όροι που θεσπίζονται στο άρθρο 12δ· και

β) 

σε βαθμό που διασφαλίζει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 12δ.

4.  
Η απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης να επιβάλει πρόσθετη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει τους λόγους αυτής της απόφασης, καθώς και την πλήρη αξιολόγηση των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, και επανεξετάζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση προκειμένου να αποτυπώνονται τυχόν αλλαγές στο επίπεδο της απαίτησης του άρθρου 104α της οδηγίας 2013/36/ΕΕ που εφαρμόζεται στον όμιλο εξυγίανσης ή στις σημαντικές ενωσιακές θυγατρικές που ανήκουν σε G-SII εκτός ΕΕ.

Άρθρο 12στ

Εφαρμογή των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις σε οντότητες εξυγίανσης

1.  
Οι οντότητες εξυγίανσης πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 12γ έως 12ε σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης.
2.  
Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για οντότητα εξυγίανσης εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος στο ενοποιημένο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης, πρέπει να καθορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατόπιν διαβούλευσης με την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, εφόσον η εν λόγω αρχή είναι διαφορετική από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, και με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, με βάση τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 12γ έως 12ε και το αν οι θυγατρικές του ομίλου που βρίσκονται σε τρίτες χώρες πρέπει να αντιμετωπίζονται χωριστά, σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης.
3.  
Για τους ομίλους εξυγίανσης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 24β) στοιχείο β), το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του μηχανισμού αλληλεγγύης και της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης, ποιες οντότητες του ομίλου εξυγίανσης απαιτείται να συμμορφώνονται με το άρθρο 12δ παράγραφοι 3 και 4 και το άρθρο 12ε παράγραφος 1, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο όμιλος εξυγίανσης συμμορφώνεται, στο σύνολό του, με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου και με ποιον τρόπο πρέπει οι οντότητες αυτές να συμμορφώνονται βάσει του σχεδίου εξυγίανσης.

Άρθρο 12ζ

Εφαρμογή της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις σε οντότητες οι οποίες δεν αποτελούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης

1.  
Τα ιδρύματα που είναι θυγατρικές οντότητας εξυγίανσης ή οντότητας τρίτης χώρας και δεν είναι τα ίδια οντότητες εξυγίανσης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 12δ σε μεμονωμένη βάση.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρμόδιες αρχές συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ, να αποφασίσει να εφαρμόσει την απαίτηση που ορίζεται στο παρόν άρθρο σε οντότητα που αναφέρεται στο στοιχείο β) του άρθρου 2 η οποία είναι θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης και δεν αποτελεί η ίδια οντότητα εξυγίανσης.

Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, οι μητρικές επιχειρήσεις της Ένωσης που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης και είναι θυγατρικές οντοτήτων τρίτων χωρών συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 12δ και 12ε σε ενοποιημένη βάση.

Για τους ομίλους εξυγίανσης που καθορίζονται σύμφωνα με το στοιχείο β) του άρθρου 3 παράγραφος 1 σημείο 24β), τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό αλλά δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, ο κεντρικός οργανισμός που δεν είναι οντότητα εξυγίανσης, και τυχόν οντότητες εξυγίανσης που δεν υπόκεινται σε απαιτήσεις του άρθρου 12στ παράγραφος 3 συμμορφώνονται με το άρθρο 12δ παράγραφος 6 σε μεμονωμένη βάση.

Η απαίτηση σύμφωνα με το άρθρο 12α παράγραφος 1 μιας οντότητας που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο προσδιορίζεται βάσει των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 12δ.

2.  

Η απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1 για οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος άρθρου πρέπει να καλύπτεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α) 

υποχρεώσεις που:

i) 

εκδίδονται στην οντότητα εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτήν είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω άλλων οντοτήτων του ίδιου ομίλου εξυγίανσης που αγόρασαν τις υποχρεώσεις από την οντότητα που υπόκειται στο παρόν άρθρο ή εκδίδονται σε υφιστάμενο μέτοχο που δεν αποτελεί μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτόν, υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης·

ii) 

πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, με εξαίρεση τα στοιχεία β), γ), ια), ιβ) και ιγ) του άρθρου 72β παράγραφος 2 και τις παραγράφους 3 έως 5 του άρθρου 72β του εν λόγω κανονισμού·

iii) 

στην κανονική διαδικασία αφερεγγυότητας κατατάσσονται κάτω από τις υποχρεώσεις που δεν πληρούν την προϋπόθεση του σημείου i) και δεν είναι επιλέξιμες για τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων ·

iv) 

υπόκεινται στις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21, οι οποίες συνάδουν με τη στρατηγική εξυγίανσης του ομίλου εξυγίανσης, ιδίως χωρίς να επηρεάζουν τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης·

v) 

η απόκτηση κυριότητας αυτών δεν χρηματοδοτείται άμεσα ή έμμεσα από την οντότητα που υπόκειται στο παρόν άρθρο·

vi) 

οι διατάξεις που τις διέπουν δεν υποδεικνύουν ρητά ή σιωπηρά ότι οι υποχρεώσεις θα μπορούσαν να αγοραστούν, εξοφληθούν, επαναγοραστούν ή αποπληρωθούν πρόωρα, αναλόγως, από την οντότητα που υπόκειται στο παρόν άρθρο πλην της περίπτωσης αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης της οντότητας, ενώ η οντότητα δεν προβλέπει άλλως τέτοια υπόδειξη·

vii) 

οι διατάξεις που τις διέπουν δεν παρέχουν στον κάτοχο το δικαίωμα να επιταχύνει τις προγραμματισμένες στο μέλλον πληρωμές τόκων ή κεφαλαίου, πλην της περίπτωσης αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης της οντότητας που υπόκειται στο παρόν άρθρο·

viii) 

το επίπεδο των οφειλόμενων πληρωμών τόκων ή μερισμάτων, κατά περίπτωση, επί των υποχρεώσεων δεν τροποποιείται βάσει της πιστωτικής διαβάθμισης της οντότητας που υπόκειται στο παρόν άρθρο ή της μητρικής της επιχείρησης·

β) 

ίδια κεφάλαια, ως εξής:

i) 

κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1· και

ii) 

άλλα ίδια κεφάλαια τα οποία:

— 
εκδίδονται σε οντότητες που περιλαμβάνονται στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτές, ή
— 
εκδίδονται σε οντότητες που δεν περιλαμβάνονται στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης και αγοράζονται από αυτές, υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης.
3.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να επιτρέπει την εκπλήρωση της απαίτησης εν όλω ή εν μέρει με εγγύηση παρεχόμενη από την οντότητα εξυγίανσης, η οποία πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

τόσο η θυγατρική όσο και η οντότητα εξυγίανσης είναι εγκατεστημένες στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β) 

η οντότητα εξυγίανσης συμμορφώνεται με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ·

γ) 

η εγγύηση παρέχεται για ποσό τουλάχιστον ισοδύναμο προς το ποσό της απαίτησης την οποία υποκαθιστά·

δ) 

η εγγύηση ενεργοποιείται όταν η θυγατρική δεν είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της ή άλλες υποχρεώσεις όταν καθίστανται απαιτητές ή όταν έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3 όσον αφορά τη θυγατρική, εφόσον προηγηθεί·

ε) 

η εγγύηση είναι εξασφαλισμένη μέσω συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 6 ) για τουλάχιστον 50 % του ποσού της εγγύησης·

στ) 

οι εξασφαλίσεις που καλύπτουν την εγγύηση πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 197 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οι οποίες, ύστερα από επαρκώς συντηρητικές απομειώσεις, αρκούν για να καλύψουν το ποσό που εξασφαλίζεται όπως αναφέρεται στο στοιχείο ε)·

ζ) 

οι εξασφαλίσεις που καλύπτουν την εγγύηση είναι μη βεβαρημένες, και ιδίως δεν χρησιμοποιούνται ως εξασφάλιση για οποιαδήποτε άλλη εγγύηση·

η) 

η εξασφάλιση έχει πραγματική ληκτότητα που πληροί την ίδια προϋπόθεση ληκτότητας με αυτήν που αναφέρεται στο άρθρο 72γ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

θ) 

δεν υπάρχουν νομικά, κανονιστικά ή λειτουργικά εμπόδια στη μεταβίβαση της εξασφάλισης από την οντότητα εξυγίανσης στη σχετική θυγατρική, ακόμη και όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης για την οντότητα εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του στοιχείου θ) του πρώτου εδαφίου, κατ' αίτηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η οντότητα εξυγίανσης παρέχει ανεξάρτητη έγγραφη και τεκμηριωμένη νομική γνωμοδότηση ή αποδεικνύει ικανοποιητικά με άλλο τρόπο ότι δεν υπάρχουν νομικά, κανονιστικά ή λειτουργικά εμπόδια στη μεταβίβαση της εξασφάλισης από την οντότητα εξυγίανσης στη σχετική θυγατρική.

Άρθρο 12η

Η απαλλαγή από την ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που εφαρμόζεται σε οντότητες οι οποίες δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να παραιτηθεί από την εφαρμογή του άρθρου 12ζ για τη θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης που είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος όταν:

α) 

η θυγατρική και η οντότητα εξυγίανσης είναι εγκατεστημένες στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β) 

η οντότητα εξυγίανσης συμμορφώνεται με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ·

γ) 

δεν υπάρχει κανένα τρέχον ή προβλεπόμενο ουσιαστικό, πρακτικό ή νομικό κώλυμα για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων ή την εξόφληση υποχρεώσεων από την οντότητα εξυγίανσης στη θυγατρική για την οποία έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3, ιδίως όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης για την οντότητα εξυγίανσης.

2.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να παραιτηθεί από την εφαρμογή του άρθρου 12ζ στη θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης που είναι εγκατεστημένη σε συμμετέχον κράτος μέλος όταν:

α) 

η θυγατρική και η μητρική της επιχείρηση είναι εγκατεστημένες στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β) 

η μητρική επιχείρηση πληροί σε ενοποιημένη βάση, στο εν λόγω συμμετέχον κράτος μέλος, την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12α παράγραφος 1·

γ) 

δεν υπάρχει κανένα τρέχον ή προβλεπόμενο ουσιαστικό, πρακτικό ή νομικό κώλυμα για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων ή την εξόφληση υποχρεώσεων από τη μητρική επιχείρηση στη θυγατρική για την οποία έχει γίνει διαπίστωση σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 3, ιδίως όταν η δράση εξυγίανσης αναλαμβάνεται για τη μητρική επιχείρηση.

Άρθρο 12θ

Απαλλαγή για κεντρικό οργανισμό και πιστωτικά ιδρύματα τα οποία συνδέονται κατά τρόπο μόνιμο με κεντρικό οργανισμό

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να παραιτηθεί εν μέρει ή πλήρως από την εφαρμογή του άρθρου 12ζ στον κεντρικό οργανισμό ή σε πιστωτικό ίδρυμα που συνδέεται μόνιμα με κεντρικό οργανισμό, όπου πληρούνται όλοι οι παρακάτω όροι:

α) 

τα πιστωτικά ιδρύματα και ο κεντρικός οργανισμός υπόκεινται στην εποπτεία της ίδιας αρμόδιας αρχής, είναι εγκατεστημένα στο ίδιο συμμετέχον κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης·

β) 

οι υποχρεώσεις του κεντρικού οργανισμού και των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν αποτελούν αλληλέγγυες και εις ολόκληρον υποχρεώσεις ή οι υποχρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν τον κεντρικό οργανισμό καλύπτονται πλήρως από εγγυήσεις του κεντρικού οργανισμού·

γ) 

η ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, και τη φερεγγυότητα και τη ρευστότητα του κεντρικού οργανισμού και όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν παρακολουθούνται στο σύνολό τους βάσει ενοποιημένων λογαριασμών των εν λόγω ιδρυμάτων·

δ) 

σε περίπτωση απαλλαγής για πιστωτικό ίδρυμα μόνιμα συνδεδεμένο με κεντρικό οργανισμό, η διοίκηση του κεντρικού οργανισμού εξουσιοδοτείται να εκδώσει οδηγίες προς τη διοίκηση των μόνιμα συνδεδεμένων ιδρυμάτων·

ε) 

ο σχετικός όμιλος εξυγίανσης συμμορφώνεται με την απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 12στ παράγραφος 3· και

στ) 

δεν υπάρχει κανένα τρέχον ή προβλεπόμενο ουσιώδες, πρακτικό ή νομικό κώλυμα για την άμεση μεταβίβαση ιδίων κεφαλαίων ή την εξόφληση υποχρεώσεων μεταξύ του κεντρικού οργανισμού και των πιστωτικών ιδρυμάτων που συνδέονται μόνιμα με αυτόν σε περίπτωση εξυγίανσης.

Άρθρο 12ι

Παραβάσεις της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις

1.  

Σε περίπτωση παράβασης της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρεται στο άρθρο 12στ ή το άρθρο 12ζ, αυτή πρέπει να εξετάζεται με βάση τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:

α) 

εξουσίες για την αντιμετώπιση ή εξάλειψη των εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 10·

β) 

εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 10α·

γ) 

μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ·

δ) 

μέτρα έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 13·

ε) 

διοικητικές κυρώσεις και άλλα διοικητικά μέτρα, σύμφωνα με τα άρθρα 110 και 111 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Επιπλέον, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή η ΕΚΤ δύνανται να προβούν σε αξιολόγηση του κατά πόσον το ίδρυμα τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει, σύμφωνα με το άρθρο 18.

2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών προβαίνουν σε μεταξύ τους διαβουλεύσεις όταν ασκούν τις αντίστοιχες εξουσίες τους που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 12ια

Μεταβατικές ρυθμίσεις και ρυθμίσεις μετά την εξυγίανση

1.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12α παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καθορίζουν κατάλληλη μεταβατική περίοδο εντός της οποίας μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 και 3πρέπει να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις στα άρθρα 12στ ή 12ζ, ή με απαίτηση που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, ανάλογα με την περίπτωση. Οι οντότητες συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις στα άρθρα 12στ ή 12ζ, ή με τις απαιτήσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7 από την 1η Ιανουαρίου 2024.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει ενδιάμεσα επίπεδα στόχων για τις απαιτήσεις των άρθρων 12στ ή 12ζ, ή για απαιτήσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, ανάλογα με την περίπτωση, τα οποία πρέπει να έχουν επιτύχει από την 1η Ιανουαρίου 2022 οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3. Ο ενδιάμεσος στόχος διασφαλίζει, κατά κανόνα, τη γραμμική αύξηση των επιλέξιμων υποχρεώσεων και ιδίων κεφαλαίων έως την επίτευξη της απαίτησης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ορίσει μεταβατική περίοδο που να λήγει μετά την 1η Ιανουαρίου 2024, όταν αυτό αιτιολογείται δεόντως και θεωρείται σκόπιμο με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 7 λαμβανομένων υπόψη των εξής:

α) 

της εξέλιξης της οικονομικής κατάστασης της οντότητας·

β) 

της προοπτικής ότι η οντότητα θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12στ ή 12ζ ή με απαίτηση που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7· και

γ) 

του κατά πόσον η οντότητα είναι σε θέση να αντικαταστήσει υποχρεώσεις που δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια επιλεξιμότητας ή ληκτότητας που προβλέπονται στα άρθρα 72β και 72γ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και στο άρθρο 12γ ή το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, και σε αντίθετη περίπτωση κατά πόσον η εν λόγω αδυναμία είναι ιδιοσυγκρασιακής φύσεως ή οφείλεται σε διατάραξη στο σύνολο της αγοράς.

2.  
Η προθεσμία για τη συμμόρφωση των οντοτήτων εξυγίανσης με το ελάχιστο επίπεδο των απαιτήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 ή 5 είναι η 1η Ιανουαρίου 2022.
3.  

Το ελάχιστο επίπεδο της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 και 5 δεν ισχύει εντός της περιόδου των δύο ετών που έπονται της ημερομηνίας κατά την οποία:

α) 

το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή η εθνική αρχή εξυγίανσης έχει εφαρμόσει το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα· ή

β) 

η οντότητα εξυγίανσης έχει εφαρμόσει εναλλακτικό μέτρο του ιδιωτικού τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β), μέσω του οποίου κεφαλαιακά μέσα και άλλες υποχρεώσεις έχουν απομειωθεί ή μετατραπεί σε κοινές μετοχές της κατηγορίας 1 ή έχει ασκηθεί εξουσία απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 21 σε σχέση με την εν λόγω οντότητα εξυγίανσης προκειμένου να ανακεφαλαιοποιηθεί η οντότητα εξυγίανσης χωρίς χρήση εργαλείων εξυγίανσης.

4.  
Οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12γ παράγραφοι 4 και 7 καθώς και στο άρθρο 12δ παράγραφοι 4 και 5, ανάλογα με την περίπτωση, δεν εφαρμόζονται κατά την περίοδο των τριών ετών που έπονται της ημερομηνίας κατά την οποία η οντότητα εξυγίανσης ή ο όμιλος του οποίου η οντότητα εξυγίανσης είναι μέλος ορίστηκε ως G-SII, ή η οντότητα εξυγίανσης περιέρχεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5.
5.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12α παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καθορίζουν κατάλληλη μεταβατική περίοδο συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του άρθρου 12στ ή 12ζ ή με απαίτηση που προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, ανάλογα με την περίπτωση, για οντότητα στην οποία έχουν εφαρμοστεί εργαλεία εξυγίανσης ή άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής που αναφέρεται στο άρθρο 21.
6.  
Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 έως 5, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης κοινοποιούν στην οντότητα την προγραμματισμένη ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις για κάθε δωδεκάμηνη περίοδο κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου προκειμένου να διευκολύνεται η βαθμιαία αύξηση της ικανότητας απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης της οντότητας. Στο τέλος της μεταβατικής περιόδου η ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις ισούται με το ποσό που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 12γ παράγραφος 4, 5 ή 7, το άρθρο 12δ παράγραφος 4 ή 5, το άρθρο 12στ ή το άρθρο 12ζ ανάλογα με την περίπτωση.
7.  

Κατά τον καθορισμό των μεταβατικών περιόδων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη του:

α) 

την επικράτηση των καταθέσεων και την απουσία χρεωστικών τίτλων στο μοντέλο χρηματοδότησης·

β) 

την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές για τις επιλέξιμες υποχρεώσεις·

γ) 

τον βαθμό που η οντότητα εξυγίανσης χρησιμοποιεί κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 για την εκπλήρωση της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 12στ.

8.  
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν κωλύεται να αναθεωρήσει εν συνεχεία είτε τη μεταβατική περίοδο είτε οποιαδήποτε προγραμματισμένη ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που γνωστοποιείται δυνάμει της παραγράφου 6.

▼B



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 2

Έγκαιρη παρέμβαση

Άρθρο 13

Έγκαιρη παρέμβαση

1.  
Η ΕΚΤ ή οι εθνικές αρμόδιες αρχές ενημερώνουν το Συμβούλιο Εξυγίανσης για τυχόν μέτρα τα οποία απαιτούν να λάβει το ίδρυμα ή ο όμιλος ή που λαμβάνουν οι ίδιες βάσει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, του άρθρου 27 παράγραφος 1, του άρθρου 28 ή 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, ή του άρθρου 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης κοινοποιεί στην Επιτροπή οιαδήποτε πληροφορία λαμβάνει δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

2.  
Από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, και με την επιφύλαξη των εξουσιών της ΕΚΤ και των εθνικών αρμόδιων αρχών σύμφωνα με άλλη ενωσιακή νομοθεσία, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να προετοιμάσει την εξυγίανση του σχετικού ιδρύματος ή ομίλου.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, η ΕΚΤ ή οι οικείες εθνικές αρμόδιες αρχές παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς, σε συνεργασία με το Συμβούλιο Εξυγίανσης, τις συνθήκες που επικρατούν στο ίδρυμα ή τη μητρική επιχείρηση και τη συμφωνία τους με τυχόν μέτρα έγκαιρης παρέμβασης που είχε χρειαστεί να λάβουν.

Η ΕΚΤ ή οι οικείες αρμόδιες εθνικές αρχές διαβιβάζουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την επικαιροποίηση του σχεδίου εξυγίανσης και προετοιμάζουν την ενδεχόμενη εξυγίανση του ιδρύματος και την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων του ιδρύματος σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 15.

3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία να απαιτήσει από το ίδρυμα ή τη μητρική επιχείρηση να έλθουν σε επαφή με πιθανούς αγοραστές προκειμένου να προετοιμαστεί η εξυγίανση του ιδρύματος, υπό την επιφύλαξη των κριτηρίων που καθορίζονται στο άρθρο 39 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και των διατάξεων περί επαγγελματικού απορρήτου κατά το άρθρο 88 του παρόντος κανονισμού.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει επίσης την εξουσία να απαιτήσει από την οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης να καταρτίσει προκαταρκτικό σχέδιο εξυγίανσης για το σχετικό ίδρυμα ή όμιλο.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την ΕΚΤ, τις οικείες αρμόδιες εθνικές αρχές και τις οικείες εθνικές αρχές εξυγίανσης για κάθε ενέργειά του κατά την παρούσα παράγραφο.

4.  
Εάν η ΕΚΤ ή οι εθνικές αρμόδιες αρχές σκοπεύουν να επιβάλουν πρόσθετο μέτρο σε ίδρυμα ή όμιλο δυνάμει του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, του άρθρου 27 παράγραφος 1, του άρθρου 28 ή 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ ή δυνάμει του άρθρου 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, προτού η οντότητα ή ο όμιλος συμμορφωθεί πλήρως με το πρώτο μέτρο που κοινοποιήθηκε στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, ενημερώνουν το Συμβούλιο Εξυγίανσης πριν επιβάλλουν το εν λόγω πρόσθετο μέτρο στο σχετικό ίδρυμα ή όμιλο.
5.  
Η ΕΚΤ ή η εθνική αρμόδια αρχή, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι οικείες εθνικές αρχές εξυγίανσης μεριμνούν για τη συνέπεια του πρόσθετου μέτρου που αναφέρεται στην παράγραφο 4 και οιασδήποτε ενέργειας εκ μέρους του Συμβουλίου για την προετοιμασία της εξυγίανσης δυνάμει της παραγράφου 2.



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 3

Εξυγίανση

Άρθρο 14

Στόχοι της εξυγίανσης

1.  
Όταν ενεργούν στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 18, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο, η Επιτροπή και, κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, σε σχέση με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους, λαμβάνουν υπόψη τους στόχους της εξυγίανσης και επιλέγουν τα εργαλεία εξυγίανσης και τις εξουσίες εξυγίανσης που επιτυγχάνουν, κατά τη γνώμη τους, καλύτερα τους στόχους εξυγίανσης που αντιστοιχούν στις περιστάσεις της κάθε περίπτωσης.
2.  

Οι στόχοι της εξυγίανσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι οι εξής:

α) 

να διασφαλιστεί η συνέχεια των κρίσιμων λειτουργιών·

β) 

να αποφευχθούν σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ιδίως με την πρόληψη της μετάδοσης, μεταξύ άλλων στις υποδομές της αγοράς, και με τη διατήρηση της πειθαρχίας στην αγορά·

γ) 

να προστατευθούν οι δημόσιοι πόροι, με την ελαχιστοποίηση της εξάρτησης από έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη·

δ) 

να προστατευθούν οι καταθέτες που καλύπτονται από την οδηγία 2014/49/ΕΕ και οι επενδυτές που καλύπτονται από την οδηγία 97/9/ΕΚ·

ε) 

να προστατευθούν τα κεφάλαια των πελατών και τα περιουσιακά στοιχεία των πελατών.

Για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο, η Επιτροπή και, κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, επιδιώκουν να ελαχιστοποιήσουν το κόστος της εξυγίανσης και να αποφύγουν την άσκοπη καταστροφή της αξίας εκτός αν είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων της εξυγίανσης.

3.  
Υπό την επιφύλαξη των διαφόρων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, οι στόχοι εξυγίανσης είναι ίσης σημασίας, και εξισορροπούνται δεόντως, ανάλογα με τη φύση και τις περιστάσεις της κάθε περίπτωσης.

Άρθρο 15

Γενικές αρχές που διέπουν την εξυγίανση

1.  

Όταν ενεργούν στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 18, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο, η Επιτροπή και, κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να διασφαλίσουν ότι η δράση εξυγίανσης αναλαμβάνεται σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:

α) 

οι μέτοχοι του ιδρύματος υπό εξυγίανση αναλαμβάνουν πρώτοι τις ζημίες·

β) 

οι πιστωτές του ιδρύματος υπό εξυγίανση επωμίζονται τις ζημίες μετά τους μετόχους, ανάλογα με τη σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεών τους σύμφωνα με το άρθρο 17, εκτός αν άλλως ρητώς ορίζει ο παρών κανονισμός·

γ) 

το διοικητικό όργανο και τα ανώτατα διοικητικά στελέχη του ιδρύματος υπό εξυγίανση αντικαθίστανται, εκτός από περιπτώσεις κατά τις οποίες η παραμονή του διοικητικού οργάνου και των ανώτατων διοικητικών στελεχών, εν όλω ή εν μέρει, όπως ενδείκνυται βάσει των περιστάσεων, κρίνεται αναγκαία για την επίτευξη των στόχων της εξυγίανσης·

δ) 

το διοικητικό όργανο και τα ανώτατα διοικητικά στελέχη του ιδρύματος υπό εξυγίανση παρέχουν κάθε απαραίτητη βοήθεια για την επίτευξη των στόχων εξυγίανσης·

ε) 

τα φυσικά και νομικά πρόσωπα καθίστανται υπόλογα, υπό την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας, βάσει του αστικού ή ποινικού δικαίου, για την ευθύνη που φέρουν για την πτώχευση του υπό εξυγίανση ιδρύματος·

στ) 

οι πιστωτές της ιδίας τάξεως τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στον παρόντα κανονισμό·

ζ) 

κανένας πιστωτής δεν υφίσταται μεγαλύτερες ζημίες από εκείνες που θα είχε υποστεί εάν το ίδρυμα που αναφέρεται στο άρθρο 2 είχε εκκαθαριστεί υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας σύμφωνα με τις διασφαλίσεις του άρθρου 29·

η) 

οι καλυπτόμενες καταθέσεις προστατεύονται πλήρως, και

θ) 

η δράση εξυγίανσης αναλαμβάνεται σύμφωνα με τις διασφαλίσεις του παρόντος κανονισμού.

2.  
Σε περίπτωση που ένα ίδρυμα είναι οντότητα ομίλου, με την επιφύλαξη του άρθρου 14, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή, όταν λαμβάνουν απόφαση για την εφαρμογή εργαλείων εξυγίανσης και την άσκηση εξουσιών εξυγίανσης, ενεργούν κατά τρόπο που ελαχιστοποιεί τις επιπτώσεις στις λοιπές οντότητες του ομίλου και στο σύνολο του ομίλου, καθώς και τις δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ένωση και τα κράτη μέλη της, και ιδίως στις χώρες όπου δραστηριοποιείται ο όμιλος.
3.  
Όταν σε μια οντότητα του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων, το εργαλείο του μεταβατικού ιδρύματος ή το εργαλείο διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων, η εν λόγω οντότητα θεωρείται ότι αποτελεί αντικείμενο της πτωχευτικής διαδικασίας ή ανάλογης διαδικασίας αφερεγγυότητας για τους σκοπούς του άρθρου 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου ( 7 ).
4.  
Όταν λαμβάνει απόφαση για την εφαρμογή εργαλείων εξυγίανσης και για την άσκηση εξουσιών εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δίνει οδηγίες στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να ενημερώσουν και να διαβουλευθούν με τους εκπροσώπους των εργαζομένων κατά περίπτωση.

Αυτό νοείται με την επιφύλαξη των διατάξεων σχετικά με την εκπροσώπηση των εργαζομένων στα διοικητικά όργανα όπως προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία ή πρακτική.

Άρθρο 16

Εξυγίανση χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και μητρικών επιχειρήσεων

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει να αναλάβει δράση εξυγίανσης έναντι χρηματοοικονομικού ιδρύματος εγκατεστημένου σε συμμετέχον κράτος μέλος, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 18 παράγραφος 1 τόσο σε σχέση με το χρηματοοικονομικό ίδρυμα όσο και σε σχέση με τη μητρική επιχείρηση που υπόκειται σε ενοποιημένη εποπτεία.

▼M1

2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει δράση εξυγίανσης για μητρική επιχείρηση που αναφέρεται στο στοιχείο β) του άρθρου 2, όταν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1.
3.  
Παρά το γεγονός ότι η μητρική επιχείρηση δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 18 παράγραφος 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να αποφασίσει να αναλάβει δράση εξυγίανσης έναντι της εν λόγω μητρικής επιχείρησης όταν αυτή αποτελεί οντότητα εξυγίανσης και όταν μία ή περισσότερες από τις θυγατρικές της οι οποίες είναι ιδρύματα και όχι οντότητες εξυγίανσης πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 18 παράγραφος 1, αρκεί τα περιουσιακά τους στοιχεία και οι υποχρεώσεις τους να είναι τέτοιου είδους ώστε η πτώχευσή τους να απειλεί το ίδρυμα ή τον όμιλο στο σύνολό του και η δράση εξυγίανσης έναντι της εν λόγω μητρικής επιχείρησης είναι αναγκαία είτε για την εξυγίανση μιας ή περισσότερων θυγατρικών οι οποίες είναι ιδρύματα ή για την εξυγίανση ολόκληρου του ομίλου εξυγίανσης.

▼B

Άρθρο 17

Σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεων

1.  
Κατά την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα επί οντότητος του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που εξαιρούνται από το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα δυνάμει του άρθρου 27 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, η Επιτροπή ή, αναλόγως, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης αποφασίζουν σχετικά με την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής, συμπεριλαμβανομένης οιασδήποτε ενδεχόμενης εφαρμογής του άρθρου 27 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού, και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ασκούν τις εξουσίες αυτές σύμφωνα με τα άρθρα 47 και 48 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ ακολουθώντας αντίστροφη σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεων όπως προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 108 της εν λόγω οδηγίας.
2.  
Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο Εξυγίανσης την ιεράρχηση των απαιτήσεων έναντι οντοτήτων του άρθρου 2 σύμφωνα με τις εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας την 1η Ιουλίου κάθε έτους ή αμέσως μόλις υπάρξει αλλαγή στην ιεράρχηση αυτή.

Όταν εφαρμόζεται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, το σχετικό σύστημα εγγύησης καταθέσεων καθίσταται υπόχρεο κατά τους όρους του άρθρου 79.

Άρθρο 18

Διαδικασία εξυγίανσης

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εγκρίνει καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με την παράγραφο 6 όσον αφορά τις οντότητες και τους ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 2, καθώς και τις οντότητες και τους ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων, μόνο εάν εκτιμήσει, κατά την εκτελεστική του σύνοδο, και αφού λάβει κοινοποίηση σύμφωνα με το τέταρτο εδάφιο ή ιδία πρωτοβουλία, ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

η οντότητα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης·

▼M1

β) 

έχοντας υπόψη το χρονοδιάγραμμα και όλες τις σχετικές περιστάσεις, δεν υπάρχει καμία εύλογη προοπτική ότι με εναλλακτικά μέτρα του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων ΘΣΠ, ή με δράση των αρχών εποπτείας (συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης ή της απομείωσης ή μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1) που αναλαμβάνεται έναντι της οντότητας, θα αποφευχθεί η πτώχευση της οντότητας εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος·

▼B

γ) 

η δράση εξυγίανσης είναι αναγκαία για λόγους δημοσίου συμφέροντος, σύμφωνα με την παράγραφο 5.

Η ΕΚΤ εκτιμά ότι πληρούται η προϋπόθεση του πρώτου εδαφίου στοιχείο α) μετά από διαβούλευση με το Συμβούλιο Εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατά την εκτελεστική του σύνοδο, μπορεί να προβεί στην εκτίμηση αυτή μόνο αφού ενημερώσει την ΕΚΤ σχετικά με την πρόθεσή του και μόνον εφόσον η ΕΚΤ, εντός τριών ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της πληροφορίας, δεν προβεί στην εν λόγω εκτίμηση. Η ΕΚΤ παρέχει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο Εξυγίανσης κάθε σχετική πληροφορία την οποία ζητά το τελευταίο για να τεκμηριώσει την εκτίμησή του.

Εάν η ΕΚΤ εκτιμά ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου στοιχείο α) όσον αφορά οντότητα ή όμιλο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ανακοινώνει χωρίς καθυστέρηση την εκτίμηση αυτή στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατά την εκτελεστική του σύνοδο, ή, κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, διαπιστώνουν ότι πληρούται η προϋπόθεση του πρώτου εδαφίου στοιχείου β) σε στενή συνεργασία με την ΕΚΤ. Η ΕΚΤ μπορεί επίσης να ενημερώσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή τις ενδιαφερόμενες εθνικές αρχές εξυγίανσης ότι εκτιμά πως πληρούται η προϋπόθεση του εν λόγω στοιχείου.

▼M1

1α.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να εγκρίνει καθεστώς εξυγίανσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 σε σχέση με κεντρικό οργανισμό και όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που συνδέονται μόνιμα με αυτόν και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης, όταν ο εν λόγω όμιλος εξυγίανσης, ως σύνολο, πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο.

▼B

2.  
Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων κατά τις οποίες η ΕΚΤ έχει αποφασίσει να ασκήσει άμεσα τα εποπτικά της καθήκοντα σε σχέση με πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 5 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, σε περίπτωση παραλαβής κοινοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 1, ή εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης προτίθεται να προβεί σε εκτίμηση δυνάμει της παραγράφου 1 ή ιδία πρωτοβουλία όσον αφορά οντότητα ή όμιλο που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ανακοινώνει χωρίς καθυστέρηση την εκτίμηση αυτή στην ΕΚΤ.
3.  
Η προηγούμενη έγκριση μέτρου σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, το άρθρο 27 παράγραφος 1 ή το άρθρο 28 ή 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, ή σύμφωνα με το άρθρο 104 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την ανάληψη δράσης εξυγίανσης.
4.  

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο α), η οντότητα θεωρείται ότι τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) 

η οντότητα παραβιάζει ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία που υποστηρίζουν τη διαπίστωση ότι το ίδρυμα θα παραβιάσει, στο εγγύς μέλλον, τις απαιτήσεις για τη διατήρηση της άδειας λειτουργίας, κατά τρόπο που θα δικαιολογούσε την ανάκληση της άδειας λειτουργίας από την ΕΚΤ, επειδή, μεταξύ άλλων, το ίδρυμα έχει υποστεί ή πιθανόν να υποστεί ζημίες οι οποίες θα εξαντλήσουν όλα τα ίδια κεφάλαια ή σημαντικό μέρος τους·

β) 

τα περιουσιακά στοιχεία της οντότητας υπολείπονται, ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία που οδηγούν στη διαπίστωση ότι τα περιουσιακά στοιχεία της οντότητας πρόκειται, στο εγγύς μέλλον, να υπολείπονται των υποχρεώσεών του·

γ) 

η οντότητα δεν είναι σε θέση ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία που υποστηρίζουν το συμπέρασμα ότι η οντότητα πρόκειται, στο εγγύς μέλλον, να μην είναι σε θέση να εξοφλήσει τις οφειλές της ή να ανταποκριθεί σε άλλες υποχρεώσεις της όταν καθίστανται απαιτητές·

δ) 

απαιτείται έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη εκτός εάν, προκειμένου να αντιμετωπιστεί σοβαρή διαταραχή στην οικονομία ενός κράτους μέλους και να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η εν λόγω έκτακτη δημόσια χρηματοπιστωτική στήριξη λαμβάνει μία από τις ακόλουθες μορφές:

i) 

κρατικής εγγύησης για την κάλυψη ταμειακών διευκολύνσεων που παρέχονται από τις κεντρικές τράπεζες, σύμφωνα με τους όρους των κεντρικών τραπεζών·

ii) 

κρατικής εγγύησης για νεοεκδοθείσες υποχρεώσεις· ή

iii) 

εισφοράς ιδίων κεφαλαίων ή αγοράς κεφαλαιακών μέσων σε τιμές και όρους που δεν αποφέρουν πλεονέκτημα στην οντότητα, όταν κατά τον χρόνο που παρέχεται η δημόσια στήριξη δεν συντρέχουν ούτε οι περιστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ) ούτε οι περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 21 παράγραφος 1.

Σε καθεμία από τις περιπτώσεις του πρώτου εδαφίου στοιχείο δ) σημεία i), ii) και iii), η εγγύηση ή ισοδύναμα μέτρα που αναφέρονται σχετικά περιορίζονται σε φερέγγυες οντότητες και υπόκεινται σε τελική έγκριση δυνάμει του πλαισίου της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις. Τα μέτρα αυτά είναι προληπτικού και προσωρινού χαρακτήρα και αναλογικά με σκοπό τη διόρθωση των επιπτώσεων της σοβαρής διαταραχής και δεν χρησιμοποιούνται για την αντιστάθμιση ζημιών τις οποίες έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί η οντότητα στο εγγύς μέλλον.

Τα μέτρα στήριξης του πρώτου εδαφίου στοιχείο δ) σημείο iii) περιορίζονται στις εισφορές τις αναγκαίες για να αντιμετωπιστεί η έλλειψη κεφαλαίων που έχει διαπιστωθεί στο πλαίσιο προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο εθνικό, ενωσιακό ή ενιαίου μηχανισμού εποπτείας (SSM), ελέγχου της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού ή ισοδύναμης έρευνας εκ μέρους της ΕΚΤ, της ΕΑΤ ή των εθνικών αρχών, κατά περίπτωση, με επιβεβαίωση από την αρμόδια αρχή.

Εάν η Επιτροπή υποβάλει νομοθετική πρόταση σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, υποβάλλει επίσης, εφόσον ενδείκνυται, νομοθετική πρόταση που τροποποιεί τον παρόντα κανονισμό κατά τον ίδιο τρόπο.

5.  
Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου, μια δράση εξυγίανσης αντιμετωπίζεται ως δράση δημόσιου συμφέροντος εάν είναι αναγκαία για την επίτευξη ενός ή περισσότερων στόχων εξυγίανσης κατά το άρθρο 14, και αναλογική προς αυτούς, ενώ με την εκκαθάριση της οντότητας σύμφωνα με τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας δεν θα επιτυγχάνονταν αυτοί οι στόχοι εξυγίανσης στον ίδιο βαθμό.
6.  

Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εγκρίνει καθεστώς εξυγίανσης. Το καθεστώς εξυγίανσης:

α) 

θέτει την οντότητα υπό εξυγίανση·

β) 

καθορίζει τον τρόπο εφαρμογής των εργαλείων εξυγίανσης στο ίδρυμα υπό εξυγίανση που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 2, ειδικότερα δε ενδεχόμενες εξαιρέσεις από την εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 5 και 14·

γ) 

καθορίζει τη χρήση του Ταμείου για τη στήριξη της δράσης εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 76 και σύμφωνα με απόφαση της Επιτροπής που λαμβάνεται βάσει του άρθρου 19.

7.  
Αμέσως μετά την έγκριση του καθεστώτος εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης το διαβιβάζει στην Επιτροπή.

Εντός 24 ωρών από τη διαβίβαση του καθεστώτος εξυγίανσης εκ μέρους του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η Επιτροπή είτε αποδέχεται το καθεστώς εξυγίανσης είτε διατυπώνει αντιρρήσεις όσον αφορά τις πτυχές του καθεστώτος εξυγίανσης οι οποίες υπόκεινται σε διακριτική ευχέρεια, στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από το τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

Εντός 12 ωρών από τη διαβίβαση του καθεστώτος εξυγίανσης εκ μέρους του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει στο Συμβούλιο:

α) 

να προβάλει αντιρρήσεις ως προς το καθεστώς εξυγίανσης λόγω του ότι το καθεστώς εξυγίανσης που ενέκρινε το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν πληροί το κριτήριο του δημόσιου συμφέροντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ)·

β) 

να εγκρίνει ή να αντιταχθεί σε σημαντική τροποποίηση του ύψους των πόρων του Ταμείου που προβλέπονται στο καθεστώς εξυγίανσης του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς του τρίτου εδαφίου, το Συμβούλιο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία.

Το καθεστώς εξυγίανσης εφαρμόζεται μόνον εφόσον το Συμβούλιο ή η Επιτροπή δεν προβάλουν αντιρρήσεις εντός 24 ωρών μετά τη διαβίβασή του από το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Το Συμβούλιο ή η Επιτροπή, ανάλογα με την περίπτωση, εκθέτουν τους λόγους για τους οποίους έκαναν χρήση της εξουσίας τους να αντιταχθούν.

Εάν, εντός 24 ωρών από τη διαβίβαση του καθεστώτος εξυγίανσης από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής για τροποποίηση του καθεστώτος εξυγίανσης για τους λόγους που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο στοιχείο β) ή εάν η Επιτροπή προβάλει αντιρρήσεις σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης τροποποιεί το καθεστώς εξυγίανσης εντός οκτώ ωρών, σύμφωνα με τους διατυπωθέντες λόγους.

Εάν το καθεστώς εξυγίανσης που ενέκρινε το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβλέπει την εξαίρεση ορισμένων υποχρεώσεων στις εξαιρετικές περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 5, και εάν η εξαίρεση αυτή απαιτεί τη συνδρομή του Ταμείου ή μια εναλλακτική πηγή χρηματοδότησης, προκειμένου να προστατευθεί η ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς η Επιτροπή μπορεί να απαγορεύσει την προταθείσα εξαίρεση ή να απαιτήσει την τροποποίησή της αιτιολογώντας δεόντως την ενέργεια αυτή με βάση την παραβίαση των απαιτήσεων που θεσπίζονται στο άρθρο 27 και στην κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 44 παράγραφος 11 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

8.  
Όταν το Συμβούλιο προβάλει αντιρρήσεις ως προς το να τεθεί ένα ίδρυμα υπό εξυγίανση επειδή δεν πληρούται το κριτήριο δημόσιου συμφέροντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), η σχετική οντότητα τίθεται υπό κανονική διαδικασία εκκαθάρισης σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία.
9.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διασφαλίζει τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για τη λειτουργία του μηχανισμού εξυγίανσης εκ μέρους των οικείων εθνικών αρχών εξυγίανσης. Το καθεστώς εξυγίανσης απευθύνεται στις οικείες εθνικές αρχές εξυγίανσης και καθοδηγεί τις εν λόγω αρχές, οι οποίες λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την υλοποίηση της απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 29, με την άσκηση εξουσιών εξυγίανσης. Εάν χορηγείται κρατική ενίσχυση ή ενίσχυση από το Ταμείο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενεργεί σύμφωνα με απόφαση της Επιτροπής περί της εν λόγω ενίσχυσης.
10.  
Η Επιτροπή έχει την εξουσία να λάβει από το Συμβούλιο Εξυγίανσης όποια πληροφορία θεωρεί συναφή με την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την εξουσία να λάβει από οιοδήποτε άτομο, σύμφωνα με το κεφάλαιο 5 του παρόντος τίτλου, κάθε πληροφορία αναγκαία για την προετοιμασία και τη λήψη απόφασης σχετικά με δράση εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων επικαιροποιήσεων και συμπληρωματικών πληροφοριών που προβλέπονται στα σχέδια εξυγίανσης.

Άρθρο 19

Κρατική ενίσχυση και ενίσχυση από το Ταμείο

1.  
Αν η δράση εξυγίανσης συνεπάγεται τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, ή ενίσχυσης από το Ταμείο σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, η έγκριση του καθεστώτος εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού μπορεί να γίνει μόνον αφού προηγουμένως η Επιτροπή θα έχει εγκρίνει θετική ή υπό όρους απόφαση όσον αφορά τη συμβατότητα μιας τέτοιας ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά.

Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται δυνάμει του άρθρου 18 του παρόντος κανονισμού, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης ενεργούν σύμφωνα με τις αρχές που θεσπίζει το άρθρο 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και, εν προκειμένω, δημοσιοποιούν δεόντως όλες τις σχετικές πληροφορίες για την εσωτερική τους οργάνωση.

2.  
Με τη λήψη της ανακοίνωσης της παραγράφου 18 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, ή με δική του πρωτοβουλία, εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης θεωρεί ότι οι δράσεις εξυγίανσης ενδέχεται να συνιστούν κρατική ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 107 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ, καλεί το ενδιαφερόμενο συμμετέχον κράτος μέλος ή τα ενδιαφερόμενα συμμετέχοντα κράτη μέλη να κοινοποιήσουν αμέσως στην Επιτροπή τα σχεδιαζόμενα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης γνωστοποιεί στην Επιτροπή για όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες προσκαλεί ένα ή περισσότερα κράτη μέλη να προβούν σε κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 3 ΣΛΕΕ.
3.  
Στον βαθμό που η δράση εξυγίανσης, όπως προτείνεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, συνεπάγεται τη χρήση του Ταμείου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης γνωστοποιεί στην Επιτροπή την προτεινόμενη χρήση του Ταμείου. Η γνωστοποίηση εκ μέρους του Συμβουλίου Εξυγίανσης περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες προκειμένου να είναι σε θέση η Επιτροπή να προβεί στις εκτιμήσεις της σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

Η γνωστοποίηση της παρούσας παραγράφου ενεργοποιεί μια προκαταρκτική έρευνα της Επιτροπής κατά τη διάρκεια της οποίας η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει περαιτέρω πληροφορίες από το Συμβούλιο Εξυγίανσης. Η Επιτροπή εκτιμά κατά πόσον η χρήση του Ταμείου θα στρέβλωνε ή θα υπήρχε κίνδυνος να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό ευνοώντας τον δικαιούχο ή οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση κατά τρόπο ώστε, στον βαθμό που θα επηρέαζε το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, να καθίσταται ασύμβατη με την εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή εφαρμόζει στη χρήση του Ταμείου τα κριτήρια που έχουν τεθεί για την εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 107 ΣΛΕΕ. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες τις οποίες η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίες για να προβεί στην εκτίμηση αυτή.

Εάν η Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα της προτεινόμενης χρήσης του Ταμείου με την εσωτερική αγορά, ή εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν έχει παράσχει τις αναγκαίες πληροφορίες που ζητήθηκαν από την Επιτροπή σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, η Επιτροπή ξεκινά διεξοδική έρευνα και ενημερώνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης σχετικά. Η Επιτροπή δημοσιεύει την απόφαση για την έναρξη διεξοδικής έρευνας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, οιοδήποτε κράτος μέλος και οιοδήποτε πρόσωπο, επιχείρηση ή ένωση των οποίων τα συμφέροντα θίγονται από τη χρήση του Ταμείου μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις στην Επιτροπή εντός προθεσμίας που προσδιορίζεται στη γνωστοποίηση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να υποβάλει παρατηρήσεις επί των σχολίων που υποβάλλονται από κράτη μέλη ή ενδιαφερόμενους τρίτους, εντός προθεσμίας που προσδιορίζεται από την Επιτροπή. Στο τέλος της περιόδου έρευνας, η Επιτροπή προβαίνει στην εκτίμησή της κατά πόσον η χρήση του Ταμείου θα ήταν συμβατή με την εσωτερική αγορά.

Κατά τη διαμόρφωση των εκτιμήσεών της και τη διενέργεια των ερευνών της σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η Επιτροπή ακολουθεί όλους τους σχετικούς κανονισμούς που έχουν εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 109 ΣΛΕΕ, καθώς και τις σχετικές ανακοινώσεις, κατευθυντήριες γραμμές και μέτρα που έχει εγκρίνει η Επιτροπή κατ' εφαρμογή των κανόνων των Συνθηκών περί κρατικών ενισχύσεων, όπως αυτοί ισχύουν όταν η Επιτροπή πρόκειται να προβεί στην εκτίμησή της. Τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται όπως εάν οι αναφορές στο κράτος μέλος που υποχρεούται να κοινοποιήσει την ενίσχυση ήταν αναφορές στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, καθώς και με οιεσδήποτε άλλες αναγκαίες προσαρμογές.

Η Επιτροπή εγκρίνει απόφαση για τη συμβατότητα της χρήσης του Ταμείου με την εσωτερική αγορά· η απόφαση αυτή απευθύνεται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης και στις εθνικές αρχές εξυγίανσης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή κρατών μελών. Η εν λόγω απόφαση μπορεί να είναι υπό όρους, όσον αφορά προϋποθέσεις, δεσμεύσεις ή ενέργειες εκ μέρους του δικαιούχου.

Η απόφαση μπορεί επίσης να καθορίζει υποχρεώσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης, των εθνικών αρχών εξυγίανσης στο συμμετέχον κράτος μέλος ή στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, ή του δικαιούχου, να διευκολύνουν την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς την απόφαση. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τον ορισμό θεματοφύλακα ή άλλου ανεξάρτητου προσώπου για να συνδράμει στην παρακολούθηση. Ο θεματοφύλακας ή το άλλο ανεξάρτητο πρόσωπο μπορεί να εκτελεί καθήκοντα τα οποία προσδιορίζονται στην απόφαση της Επιτροπής.

Κάθε απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει αρνητική απόφαση, απευθυνόμενη στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, εάν κρίνει ότι η προτεινόμενη χρήση του Ταμείου θα ήταν ασύμβατη με την εσωτερική αγορά και δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθεί με τη μορφή που προτάθηκε από το Συμβούλιο Εξυγίανσης. Μόλις παραλάβει τέτοια απόφαση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης επανεξετάζει το καθεστώς εξυγίανσης που είχε προτείνει και καταρτίζει αναθεωρημένο καθεστώς εξυγίανσης.

4.  
Εάν η Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά τη συμμόρφωση προς την απόφασή της που ελήφθη σύμφωνα με την παράγραφο 3, διενεργεί τις αναγκαίες έρευνες. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να ασκήσει εξουσίες που της ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και άλλων μέτρων που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3, και ακολουθεί αυτές τις διατάξεις.
5.  
Εάν, βάσει των ερευνών που έχει διενεργήσει η Επιτροπή και αφού προηγουμένως ειδοποιήσει τους ενδιαφερομένους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν έχει υπάρξει συμμόρφωση προς απόφαση που ελήφθη σύμφωνα με την παράγραφο 3, εκδίδει απόφαση απευθυνόμενη στην εθνική αρχή εξυγίανσης του ενδιαφερόμενου συμμετέχοντος κράτους μέλους με την οποία απαιτείται από την αρχή να ανακτήσει τα ποσά που κακώς καταβλήθηκαν, εντός προθεσμίας που καθορίζεται από την Επιτροπή. Η ενίσχυση από το Ταμείο που πρέπει να ανακτηθεί σύμφωνα με απόφαση περί ανάκτησης περιλαμβάνει τόκους βάσει κατάλληλου επιτοκίου που ορίζεται από την Επιτροπή και καταβάλλεται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καταβάλλει στο Ταμείο κάθε ποσό που ελήφθη βάσει του πρώτου εδαφίου και συνεκτιμά τα ποσά αυτά στον προσδιορισμό των εισφορών σύμφωνα με τα άρθρα 70 και 71.

Η διαδικασία ανάκτησης του πρώτου εδαφίου σέβεται το δικαίωμα στη χρηστή διοίκηση και το δικαίωμα των δικαιούχων για πρόσβαση στα έγγραφα, όπως προβλέπονται στα άρθρα 41 και 42 του Χάρτη.

6.  
Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων γνωστοποίησης που η Επιτροπή μπορεί να καθορίσει στην απόφαση που λαμβάνει σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποβάλλει στην Επιτροπή ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τη συμμόρφωση της χρήσης του Ταμείου προς την απόφαση της εν λόγω παραγράφου, για την εκπόνηση των οποίων το Συμβούλιο Εξυγίανσης κάνει χρήση των εξουσιών που του ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 34.
7.  
Κάθε κράτος μέλος και κάθε πρόσωπο, επιχείρηση ή ένωση των οποίων τα συμφέροντα ενδέχεται να θιγούν από τη χρήση του Ταμείου, και ιδίως οι οντότητες του άρθρου 2, έχουν δικαίωμα να ενημερώνουν την Επιτροπή για οιαδήποτε εικαζόμενη αδικαιολόγητη χρήση του Ταμείου η οποία είναι ασύμβατη με την απόφαση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
8.  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 93, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες που αφορούν:

α) 

τον υπολογισμό του επιτοκίου που εφαρμόζεται σε περίπτωση απόφασης ανάκτησης σύμφωνα με την παράγραφο 5,

β) 

τις εγγυήσεις σχετικά με το δικαίωμα χρηστής διοίκησης και το δικαίωμα πρόσβασης στα έγγραφα, που αναφέρονται στην παράγραφο 5.

9.  
Εάν η Επιτροπή, μετά από σύσταση του Συμβουλίου Εξυγίανσης ή με δική της πρωτοβουλία, κρίνει ότι η εφαρμογή των εργαλείων και δράσεων εξυγίανσης δύναται δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια βάσει των οποίων ελήφθη η αρχική απόφασή της σύμφωνα με την παράγραφο 3, μπορεί να επανεξετάσει την απόφαση αυτή και να εγκρίνει κατάλληλες τροποποιήσεις.
10.  
Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις της παραγράφου 3, το Συμβούλιο μπορεί, ύστερα από αίτηση κράτους μέλους και αποφασίζοντας ομόφωνα, να αποφασίσει ότι η χρήση του Ταμείου λογίζεται συμβατή με την εσωτερική αγορά, εάν έκτακτες περιστάσεις δικαιολογούν μια τέτοια απόφαση. Εάν, ωστόσο, το Συμβούλιο δεν αποφανθεί εντός επτά ημερών από την υποβολή της αίτησης, αποφασίζει επί του θέματος η Επιτροπή.
11.  
Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές τους αρχές εξυγίανσης να διαθέτουν τις απαιτούμενες εξουσίες για να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς οιουσδήποτε όρους που καθορίζονται σε απόφαση την οποία έλαβε η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 3, και να ανακτούν τα αδικαιολογήτως καταβληθέντα ποσά βάσει απόφασης την οποία έλαβε η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 5.

Άρθρο 20

Αποτίμηση για του σκοπούς της εξυγίανσης

1.  
Προτού αποφασίσει να αναλάβει δράση εξυγίανσης ή να ασκήσει την εξουσία απομείωσης ή μετατροπής σχετικών ►M1  κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 ◄ , το Συμβούλιο Εξυγίανσης διασφαλίζει τη διενέργεια δίκαιης, συνετής και ρεαλιστικής αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων οντότητας του άρθρου 2 από πρόσωπο ανεξάρτητο από κάθε δημόσια αρχή, συμπεριλαμβανομένου του Συμβουλίου Εξυγίανσης και της εθνικής αρχής εξυγίανσης, και από την ενδιαφερόμενη οντότητα.
2.  
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 15, εφόσον πληρούνται όλες οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 4 έως 9, η αποτίμηση θεωρείται οριστική.
3.  
Εάν δεν είναι εφικτή η ανεξάρτητη αποτίμηση σύμφωνα με την παράγραφο 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να διενεργήσει προσωρινή αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων της οντότητας του άρθρου 2 σύμφωνα με την παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου.
4.  
Στόχος της αποτίμησης είναι η εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων της οντότητας του άρθρου 2 η οποία πληροί τις προϋποθέσεις εξυγίανσης των άρθρων 16 και 18.
5.  

Οι σκοποί της αποτίμησης είναι:

α) 

να διαπιστωθεί τεκμηριωμένα εάν πληρούνται ή όχι οι προϋποθέσεις εξυγίανσης ή οι προϋποθέσεις απομείωσης ή μετατροπής ►M1  κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 ◄ ·

β) 

εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εξυγίανση, να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση ως προς την ενδεδειγμένη δράση εξυγίανσης που πρέπει να αναληφθεί σχετικά με την οντότητα του άρθρου 2·

▼M1

γ) 

όταν ασκείται η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 7, να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με την έκταση της ακύρωσης ή της αραίωσης των μέσων ιδιοκτησίας, καθώς και σχετικά με την έκταση της απομείωσης ή της μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων·

δ) 

όταν εφαρμόζεται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με την έκταση της απομείωσης ή της μετατροπής των υποκειμένων σε αναδιάρθρωση παθητικού υποχρεώσεων·

▼B

ε) 

όταν εφαρμόζεται το εργαλείο μεταβατικού ιδρύματος ή το εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων, να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις ή τα μέσα ιδιοκτησίας προς μεταβίβαση, καθώς και σχετικά με την αξία κάθε αντιτίμου που πρέπει να καταβληθεί στο υπό εξυγίανση ίδρυμα ή, ανάλογα με την περίπτωση, στους τους κατόχους των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας·

στ) 

όταν εφαρμόζεται το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων, να ληφθεί τεκμηριωμένη απόφαση περί περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων, υποχρεώσεων ή μέσων ιδιοκτησίας που πρέπει να μεταβιβαστούν και να διαμορφωθεί εμπεριστατωμένη αντίληψη του Συμβουλίου Εξυγίανσης ως προς το τι συνιστά εμπορικούς όρους για τους σκοπούς του άρθρου 24 παράγραφος 2 στοιχείο β)·

ζ) 

σε κάθε περίπτωση, να διασφαλίζεται ότι τυχόν ζημίες επί των περιουσιακών στοιχείων οντότητας του άρθρου 2 αναγνωρίζονται πλήρως κατά τον χρόνο της εφαρμογής των εργαλείων εξυγίανσης ή της άσκησης της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σχετικών ►M1  κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 ◄ .

6.  

Με την επιφύλαξη του πλαισίου της Ένωσης σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, κατά περίπτωση, η αποτίμηση βασίζεται σε συνετές παραδοχές, μεταξύ άλλων ως προς τα ποσοστά αθέτησης υποχρεώσεων και τη σοβαρότητα των ζημιών. Η αποτίμηση δεν θεωρεί δεδομένη την ενδεχόμενη μελλοντική χορήγηση έκτακτης δημόσιας χρηματοπιστωτικής στήριξης, επείγουσας στήριξης της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα ή οιασδήποτε στήριξης της ρευστότητας από κεντρική τράπεζα που παρέχεται υπό ασυνήθεις όρους εξασφάλισης, διάρκειας και επιτοκίου προς την οντότητα του άρθρου 2, από τη στιγμή κατά την οποία αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης ή ασκείται εξουσία απομείωσης ή μετατροπής σχετικών ►M1  κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 ◄ . Επιπλέον, η αποτίμηση λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι, σε περίπτωση που εφαρμοστεί εργαλείο εξυγίανσης:

α) 

το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να ανακτήσει τυχόν εύλογες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν ορθώς από το υπό εξυγίανση ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 6·

β) 

το ταμείο εξυγίανσης δύναται να χρεώσει τόκους ή άλλες επιβαρύνσεις για δάνεια ή εγγυήσεις που παρέχονται στο υπό εξυγίανση ίδρυμα, σύμφωνα με το άρθρο 76.

7.  

Η αποτίμηση συμπληρώνεται με τις ακόλουθες πληροφορίες, όπως εμφανίζονται στα λογιστικά βιβλία και αρχεία της οντότητας του άρθρου 2:

α) 

επικαιροποιημένο ισολογισμό και έκθεση σχετικά με την οικονομική θέση της οντότητας του άρθρου 2·

β) 

ανάλυση και εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων·

γ) 

κατάλογο των εκκρεμών υποχρεώσεων εντός ισολογισμού και εκτός ισολογισμού που εμφανίζονται στα βιβλία και αρχεία της οντότητας του άρθρου 2, με ένδειξη των αντίστοιχων πιστώσεων και της σειράς προτεραιότητας των απαιτήσεων όπως αναφέρεται στο άρθρο 17.

8.  
Ανάλογα με την περίπτωση, για την τεκμηρίωση των αποφάσεων που αναφέρονται στα στοιχεία ε) και στ) της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, οι πληροφορίες του στοιχείου β) της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου μπορούν να συμπληρώνονται με ανάλυση και εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων της οντότητας του άρθρου 2 στη βάση της αγοραίας αξίας.
9.  
Στην αποτίμηση αναφέρεται η κατάταξη των πιστωτών σε τάξεις σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 17 και εκτίμηση της μεταχείρισης που θα μπορούσε να αναμένεται για κάθε τάξη μετόχων και πιστωτών σε περίπτωση εκκαθάρισης οντότητας του άρθρου 2 σύμφωνα με τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας. Η εκτίμηση αυτή δεν θίγει την εφαρμογή της αρχής περί μη επιδείνωσης της θέσης των πιστωτών του άρθρου 15 παράγραφος 1 στοιχείο ζ).
10.  
Σε περίπτωση που, λόγω των έκτακτων περιστάσεων της περίπτωσης, είτε δεν είναι δυνατή η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των παραγράφων 7 και 9 ή όταν εφαρμόζεται η παράγραφος 3, πραγματοποιείται προσωρινή αποτίμηση. Η προσωρινή αποτίμηση πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 4 και, στο βαθμό που το επιτρέπουν οι περιστάσεις, τις απαιτήσεις των παραγράφων 1, 7 και 9.

Η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο προσωρινή αποτίμηση περιλαμβάνει πρόβλεψη για πρόσθετες ζημίες, με τη δέουσα αιτιολόγηση.

11.  
Αποτίμηση που δεν συμμορφώνεται με όλες τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 4 έως 9 θεωρείται προσωρινή έως ότου διενεργηθεί από ανεξάρτητο πρόσωπο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, αποτίμηση η οποία συμμορφώνεται πλήρως με όλες τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις εν λόγω παραγράφους. Η εκ των υστέρων οριστική αποτίμηση διενεργείται το συντομότερο δυνατόν. Μπορεί να διενεργείται χωριστά από την αποτίμηση που αναφέρεται στις παραγράφους 16, 17 και 18, ή ταυτόχρονα με εκείνη και από το ίδιο ανεξάρτητο πρόσωπο, αλλά είναι διαφορετική από την αποτίμηση που διενεργείται βάσει των παραγράφων 16 έως 18.

Οι σκοποί της εκ των υστέρων οριστικής αποτίμησης είναι:

α) 

να διασφαλιστεί ότι οποιεσδήποτε ζημίες στα περιουσιακά στοιχεία της οντότητας του άρθρου 2 αναγνωρίζονται πλήρως στα λογιστικά βιβλία της εν λόγω οντότητας·

β) 

να επιτραπεί η λήψη εμπεριστατωμένης απόφασης σχετικά με επανεγγραφή απαιτήσεων των πιστωτών ή αύξησης της αξίας του καταβληθέντος ανταλλάγματος, σύμφωνα με την παράγραφο 12 του παρόντος άρθρου.

12.  

Σε περίπτωση που η εκ των υστέρων εκτίμηση της καθαρής αξίας των περιουσιακών στοιχείων της οντότητας τ είναι υψηλότερη από την εκτίμηση της καθαρής αξίας των περιουσιακών στοιχείων της εν λόγω οντότητας βάσει της προσωρινής αποτίμησης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να ζητήσει από την εθνική αρχή εξυγίανσης:

α) 

ενεργώντας στο πλαίσιο των εξουσιών της, να αυξήσει την αξία των απαιτήσεων των πιστωτών ή των κατόχων των σχετικών κεφαλαιακών μέσων που έχουν απομειωθεί στο πλαίσιο του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα·

β) 

να δώσει εντολή σε μεταβατικό ίδρυμα ή φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων να καταβάλει πρόσθετο αντίτιμο για τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις προς το υπό εξυγίανση ίδρυμα του άρθρου 2 ή, ανάλογα με την περίπτωση, για μέσα ιδιοκτησίας προς τους κατόχους των εν λόγω μέσων ιδιοκτησίας.

13.  
Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, η προσωρινή αποτίμηση που διενεργείται σύμφωνα με τις παραγράφους 10 και 11 αποτελεί έγκυρη βάση προκειμένου το Συμβούλιο Εξυγίανσης να λάβει απόφαση για την ανάληψη δράσεων εξυγίανσης, μεταξύ άλλων συνιστώντας στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να αναλάβουν τον έλεγχο προβληματικού ιδρύματος, ή για την άσκηση εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σχετικών ►M1  κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 ◄ .
14.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει και διατηρεί ρυθμίσεις ώστε να διασφαλίζεται ότι η εκτίμηση της εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα σύμφωνα με το άρθρο 27 και η αποτίμηση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 έως 15 του παρόντος άρθρου βασίζονται σε όσο το δυνατόν πιο πρόσφατες και πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις του ιδρύματος υπό εξυγίανση.
15.  
Η αποτίμηση είναι αναπόσπαστο μέρος της απόφασης για την εφαρμογή εργαλείου εξυγίανσης ή την άσκηση εξουσίας εξυγίανσης ή της απόφασης για την άσκηση εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής ►M1  κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις σύμφωνα με το άρθρο 21 ◄ . Η ίδια η αποτίμηση δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο χωριστής προσφυγής αλλά μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής μαζί με την απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
16.  
Προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον οι μέτοχοι και οι πιστωτές θα είχαν τύχει καλύτερης μεταχείρισης εάν το υπό εξυγίανση ίδρυμα είχε τεθεί σε κανονική διαδικασία αφερεγγυότητας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μεριμνά για τη διενέργεια αποτίμησης από ανεξάρτητο πρόσωπο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, όσο το δυνατόν συντομότερα μετά την υλοποίηση της δράσης ή των δράσεων εξυγίανσης. Η αποτίμηση αυτή είναι άλλη από εκείνη που διενεργείται βάσει των παραγράφων 1 έως 15.
17.  

Η αποτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 16 προσδιορίζει:

α) 

τη μεταχείριση της οποίας θα είχαν τύχει οι μέτοχοι, οι πιστωτές ή τα οικεία συστήματα εγγύησης των καταθέσεων εάν το υπό εξυγίανση ίδρυμα του άρθρου 2, σε σχέση με το οποίο έχει πραγματοποιηθεί η δράση ή οι δράσεις εξυγίανσης, είχε τεθεί υπό κανονική διαδικασία αφερεγγυότητας τη στιγμή κατά την οποία ελήφθη η απόφαση για τη δράση εξυγίανσης·

β) 

την πραγματική μεταχείριση της οποίας έτυχαν οι μέτοχοι και οι πιστωτές κατά την εξυγίανση ιδρύματος υπό εξυγίανση· και

γ) 

εάν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ της μεταχείρισης που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου και της μεταχείρισης που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου.

18.  

Η αποτίμηση που αναφέρεται στην παράγραφο 16:

α) 

βασίζεται στην παραδοχή ότι το υπό εξυγίανση ίδρυμα, σε σχέση με το οποίο έχει πραγματοποιηθεί η δράση ή οι δράσεις εξυγίανσης, θα είχε τεθεί υπό κανονική διαδικασία αφερεγγυότητας τη στιγμή κατά την οποία ελήφθη η απόφαση για τη δράση εξυγίανσης·

β) 

βασίζεται στην παραδοχή ότι η δράση ή οι δράσεις εξυγίανσης δεν έχουν πραγματοποιηθεί·

γ) 

δεν λαμβάνει υπόψη οιαδήποτε παροχή έκτακτης δημόσιας χρηματοπιστωτικής στήριξης προς το υπό εξυγίανση ίδρυμα.

Άρθρο 21

▼M1

Απομείωση ή μετατροπή κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων

▼B

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ασκεί την εξουσία απομείωσης και μετατροπής σχετικών ►M1  κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α ◄ ενεργώντας βάσει της διαδικασίας του άρθρου 18, όσον αφορά τις οντότητες και τους ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 2, καθώς και τις οντότητες και τους ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων, μόνο εάν εκτιμήσει, κατά την εκτελεστική του σύνοδο, και αφού λάβει κοινοποίηση σύμφωνα με το τέταρτο εδάφιο ή ιδία πρωτοβουλία, ότι πληρούνται μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

έχει διαπιστωθεί, πριν από την ανάληψη οιασδήποτε δράσης εξυγίανσης, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις εξυγίανσης των άρθρων 16 και 18·

β) 

η οντότητα δεν θα είναι πλέον βιώσιμη εκτός εάν τα σχετικά ►M1  κεφαλαιακά μέσα και επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 7α ◄ απομειωθούν ή μετατραπούν σε μετοχές·

γ) 

στην περίπτωση σχετικών κεφαλαιακών μέσων που έχουν εκδοθεί από θυγατρική και όταν αυτά τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα αναγνωρίζονται προκειμένου να πληρούνται οι απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων σε ατομική και σε ενοποιημένη βάση, ο όμιλος δεν θα είναι πλέον βιώσιμος, εκτός εάν ασκηθεί για αυτά τα μέσα η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής·

δ) 

στην περίπτωση σχετικών κεφαλαιακών μέσων που έχουν εκδοθεί σε επίπεδο μητρικής επιχείρησης από θυγατρική και όταν αυτά τα κεφαλαιακά μέσα αναγνωρίζονται προκειμένου να πληρούνται οι απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων σε επίπεδο μητρικής επιχείρησης ή σε ενοποιημένη βάση, ο όμιλος δεν θα είναι πλέον βιώσιμος, εκτός εάν ασκηθεί για αυτά τα μέσα η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής·

ε) 

η οντότητα ή ο όμιλος έχουν ανάγκη έκτακτης δημόσιας χρηματοπιστωτικής στήριξης, πλην των περιστάσεων που αναφέρονται στο στοιχείο δ) σημείο iii) του άρθρου 18 παράγραφος 4.

Η εκτίμηση των συνθηκών που αναφέρονται στα στοιχεία α), γ) και δ) του πρώτου εδαφίου πραγματοποιείται από την ΕΚΤ, ύστερα από διαβούλευση με το Συμβούλιο Εξυγίανσης. Στην εκτίμηση αυτή είναι δυνατόν να προβεί και το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατά την εκτελεστική του σύνοδο.

2.  
Όσον αφορά την εκτίμηση σχετικά με τη βιωσιμότητα της οντότητας ή του ομίλου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, κατά την εκτελεστική του σύνοδο, μπορεί να προβεί στην εκτίμηση αυτή μόνον αφού ενημερώσει την ΕΚΤ για την πρόθεσή του και μόνον εφόσον η ΕΚΤ, εντός τριών ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της πληροφορίας αυτής, δεν προβεί στην εν λόγω εκτίμηση. Η ΕΚΤ παρέχει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο Εξυγίανσης κάθε σχετική πληροφορία την οποία ζητά το Συμβούλιο Εξυγίανσης για να τεκμηριώσει την εκτίμησή του.
3.  

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, οντότητα του άρθρου 2 ή όμιλος θεωρείται ότι παύουν να είναι βιώσιμοι μόνον εφόσον συντρέχουν αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

η οντότητα ή ο όμιλος βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης·

β) 

έχοντας υπόψη το χρονοδιάγραμμα και τις άλλες σχετικές περιστάσεις, δεν υπάρχει καμία εύλογη προοπτική ότι με οιαδήποτε ενέργεια, είτε με εναλλακτικά μέτρα του ιδιωτικού τομέα είτε με εποπτική δράση, (συμπεριλαμβανομένων των μέτρων έγκαιρης παρέμβασης), πλην της απομείωσης ή μετατροπής σχετικών ►M1  κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α ◄ , είτε ανεξάρτητα είτε σε συνδυασμό με δράση εξυγίανσης, θα αποφευχθεί η πτώχευση της οντότητας ή του ομίλου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος.

4.  
Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου, η οντότητα θεωρείται ότι πτωχεύει ή είναι πιθανόν να πτωχεύσει όταν συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις περιστάσεις του άρθρου 18 παράγραφος 4.
5.  
Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 στοιχείο α), ο όμιλος θεωρείται ότι πτωχεύει ή είναι πιθανόν να πτωχεύσει όταν ο όμιλος παραβιάζει ή υπάρχουν αντικειμενικά στοιχεία που υποστηρίζουν τη διαπίστωση ότι ο όμιλος θα παραβιάσει, στο εγγύς μέλλον, τις ενοποιημένες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας του κατά τρόπο που θα δικαιολογούσε τη λήψη μέτρων από την ΕΚΤ ή την εθνική αρμόδια αρχή, επειδή, μεταξύ άλλων, ο όμιλος έχει υποστεί ή πιθανόν να υποστεί ζημίες οι οποίες θα εξαντλήσουν το σύνολο ή σημαντικό μέρος των ιδίων κεφαλαίων του.
6.  
Σχετικό κεφαλαιακό μέσο εκδοθέν από θυγατρική δεν απομειώνεται σε μεγαλύτερη έκταση ούτε μετατρέπεται υπό χειρότερους όρους, δυνάμει της παραγράφου 59 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, από όσο έχουν απομειωθεί ή μετατραπεί ίδιας κατηγορίας κεφαλαιακά μέσα στο επίπεδο της μητρικής επιχείρησης.

▼M1

7.  
Εάν πληρούνται μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ενεργώντας βάσει της διαδικασίας του άρθρου 18, καθορίζει εάν οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων ασκούνται ανεξάρτητα ή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 18, σε συνδυασμό με δράση εξυγίανσης.

Όταν τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα και οι επιλέξιμες υποχρεώσεις έχουν αγοραστεί από την οντότητα εξυγίανσης εμμέσως μέσω άλλων οντοτήτων του ίδιου ομίλου εξυγίανσης, η εξουσία απομείωσης ή μετατροπής των εν λόγω σχετικών κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων ασκείται από κοινού με την άσκηση της ίδιας εξουσίας στο επίπεδο της μητρικής επιχείρησης της σχετικής οντότητας ή στο επίπεδο άλλων μητρικών επιχειρήσεων που δεν είναι οντότητες εξυγίανσης, ώστε οι ζημίες να μεταβιβάζονται όντως και να επιτυγχάνεται η ανακεφαλαιοποίηση της σχετικής οντότητας από την οντότητα εξυγίανσης.

Μετά την άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής επιλέξιμων υποχρεώσεων ή σχετικών κεφαλαιακών μέσων ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης, διενεργείται η αποτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 16 και εφαρμόζεται το άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο ε).

▼M1

7α.  
Η εξουσία για την απομείωση ή την μετατροπή επιλέξιμων υποχρεώσεων, ανεξάρτητα από την ανάληψη δράσης εξυγίανσης, μπορεί να ασκείται μόνο σε σχέση με τις επιλέξιμες υποχρεώσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12ζ παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, εκτός από τον όρο που σχετίζεται με την εναπομένουσα ληκτότητα των υποχρεώσεων όπως ορίζεται στο άρθρο 72γ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

Κατά την άσκηση αυτής της εξουσίας, η απομείωση ή η μετατροπή πραγματοποιείται σύμφωνα με την αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο ζ).

7β.  
Όταν αναλαμβάνεται δράση εξυγίανσης έναντι οντότητας εξυγίανσης ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις κατά παρέκκλιση από το σχέδιο εξυγίανσης, έναντι οντότητας που δεν είναι οντότητα εξυγίανσης, το ποσό που μειώνεται, απομειώνεται ή μετατρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 10 στο επίπεδο της εν λόγω οντότητας συνυπολογίζεται στα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 27 παράγραφος 7 στοιχείο α) όπως ισχύουν για την οικεία οντότητα.

▼B

8.  
Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ενεργώντας βάσει της διαδικασίας του άρθρου 18 του παρόντος κανονισμού, διαπιστώνει ότι πληρούνται μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, αλλά δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για εξυγίανση σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, παραγγέλλει χωρίς καθυστέρηση στις εθνικές αρχές εξυγίανσης να ασκήσουν τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξασφαλίζει ότι, πριν οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ασκήσουν την εξουσία απομείωσης ή μετατροπής σχετικών ►M1  κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α ◄ , πραγματοποιείται, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 15, αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων της οντότητας του άρθρου 2 ή του ομίλου. Η εν λόγω αποτίμηση αποτελεί τη βάση υπολογισμού της απομείωσης που πρόκειται να εφαρμοστεί στα σχετικά ►M1  κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α ◄ προκειμένου να απορροφηθούν ζημίες, καθώς και του βαθμού μετατροπής των σχετικών ►M1  κεφαλαιακών μέσων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α ◄ με σκοπό την ανακεφαλαιοποίηση της οντότητας του άρθρου 2 ή του ομίλου.

9.  
Όταν συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 και πληρούνται επίσης οι προϋποθέσεις του άρθρου 18 παράγραφος 1, εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφοι 6, 7 και 8.
10.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξασφαλίζει ότι οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ασκούν τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής χωρίς καθυστέρηση, βάσει της σειράς προτεραιότητας των απαιτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 17, και κατά τρόπο ώστε να παράγονται τα ακόλουθα αποτελέσματα:

α) 

τα μέσα κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 υφίστανται μείωση πρώτα, κατ' αναλογία προς τις ζημίες και στα όρια των δυνατοτήτων τους·

β) 

η αξία των σχετικών πρόσθετων μέσων Κατηγορίας 1 απομειώνεται ή μετατρέπεται σε μέσα κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 ή αμφότερα, στον βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων εξυγίανσης του άρθρου 14 ή στα όρια των δυνατοτήτων των σχετικών κεφαλαιακών μέσων, όποιο είναι χαμηλότερο·

γ) 

η αξία των μέσων της κατηγορίας 2 απομειώνεται ή μετατρέπεται σε μέσα κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 ή αμφότερα, στον βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων εξυγίανσης του άρθρου 14 ή στα όρια των δυνατοτήτων των σχετικών κεφαλαιακών μέσων, όποιο είναι χαμηλότερο·

▼M1

δ) 

η αξία των επιλέξιμων υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 7α απομειώνεται ή μετατρέπεται σε μέσα κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ή αμφότερα, στον βαθμό που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων εξυγίανσης του άρθρου 14 ή στα όρια των δυνατοτήτων των σχετικών επιλέξιμων υποχρεώσεων, όποιο είναι χαμηλότερο.

▼B

11.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν τις οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης και ασκούν τις εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής των σχετικών κεφαλαιακών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 29.

Άρθρο 22

Γενικές αρχές των εργαλείων εξυγίανσης

1.  
Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει να εφαρμόσει εργαλείο εξυγίανσης σε οντότητα ή όμιλο του άρθρου 7 παράγραφος 2 ή σε οντότητα ή όμιλο του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, εφόσον πληρούνται οι όροι για την εφαρμογή των παραγράφων αυτών, και η εν λόγω δράση εξυγίανσης θα οδηγούσε σε ζημίες οι οποίες θα επιβαρύνουν τους πιστωτές ή σε μετατροπή των απαιτήσεών τους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης παραγγέλλει στις εθνικές αρχές εξυγίανσης την άσκηση της εξουσίας απομείωσης και μετατροπής σχετικών κεφαλαιακών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 21 αμέσως πριν ή παράλληλα με την εφαρμογή του εργαλείου εξυγίανσης.
2.  

Τα εργαλεία εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 στοιχείο β) είναι τα ακόλουθα:

α) 

το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων·

β) 

το εργαλείο μεταβατικού ιδρύματος·

γ) 

το εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων·

δ) 

το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα.

3.  

Κατά την έγκριση του καθεστώτος εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 6, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη του ακόλουθους παράγοντες:

α) 

τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις του υπό εξυγίανση ιδρύματος στη βάση της αποτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 20·

β) 

την κατάσταση ρευστότητας του υπό εξυγίανση ιδρύματος·

γ) 

την εμπορευσιμότητα της αξίας δικαιόχρησης του υπό εξυγίανση ιδρύματος ενόψει των ανταγωνιστικών και οικονομικών συνθηκών της αγοράς·

δ) 

τον διαθέσιμο χρόνο.

4.  
Τα εργαλεία εξυγίανσης εφαρμόζονται κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στους στόχους της εξυγίανσης που καθορίζονται στο άρθρο 14, σύμφωνα με τις αρχές εξυγίανσης του άρθρου 15. Μπορούν να εφαρμόζονται είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό, πλην του εργαλείου διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων, το οποίο δύναται να εφαρμόζεται μόνον μαζί με άλλο εργαλείο εξυγίανσης.
5.  
Σε περίπτωση που τα εργαλεία εξυγίανσης που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) ή β) του παρόντος άρθρου, χρησιμοποιούνται για τη μεταβίβαση μόνον μέρους των περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ιδρύματος υπό εξυγίανση, η εναπομένουσα οντότητα του άρθρου 2 από την οποία έχουν μεταφερθεί τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα ή οι υποχρεώσεις εκκαθαρίζεται στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας.
6.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ανακτά κάθε εύλογη δαπάνη που δικαιολογημένα προέκυψε από τη χρήση των εργαλείων εξυγίανσης ή την άσκηση των εξουσιών, με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:

α) 

υπό μορφή παρακράτησης από οιοδήποτε αντίτιμο καταβάλλεται από αποδέκτη προς το ίδρυμα υπό εξυγίανση ή, ανάλογα με την περίπτωση, προς τους κατόχους μέσων ιδιοκτησίας·

β) 

από το ίδρυμα υπό εξυγίανση, ως προνομιακός πιστωτής· ή

γ) 

από τυχόν έσοδα που προκύπτουν από την περάτωση της λειτουργίας του μεταβατικού ιδρύματος ή του φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, ως προνομιακός πιστωτής.

Τυχόν έσοδα που εισπράττουν οι εθνικές αρχές εξυγίανσης από τη χρήση του Ταμείου επιστρέφονται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Άρθρο 23

Καθεστώς εξυγίανσης

Το καθεστώς εξυγίανσης που θεσπίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 18 ορίζει, σε συμφωνία με οιαδήποτε απόφαση περί κρατικής ενίσχυσης ή ενίσχυσης από το Ταμείο, τα λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα εργαλεία εξυγίανσης που πρόκειται να εφαρμοστούν στο υπό εξυγίανση ίδρυμα, τα οποία αφορούν τουλάχιστον τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 2, το άρθρο 25 παράγραφος 2, το άρθρο 26 παράγραφος 2 και το άρθρο 27 παράγραφος 1, και τα οποία πρέπει να εφαρμοστούν από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2014/59/ΕΕ όπως αυτές έχουν μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, και καθορίζουν τα συγκεκριμένα ποσά και τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιείται το ταμείο εξυγίανσης.

Το καθεστώς εξυγίανσης σκιαγραφεί τις δράσεις εξυγίανσης που θα πρέπει να αναληφθούν από το Συμβούλιο Εξυγίανσης έναντι της μητρικής επιχείρησης της Ένωσης ή συγκεκριμένων οντοτήτων του ομίλου εγκατεστημένων στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, με σκοπό την επίτευξη των στόχων και των αρχών της εξυγίανσης όπως ορίζονται στα άρθρα 14 και 15.

Κατά την έγκριση καθεστώτος εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη και ακολουθούν το σχέδιο εξυγίανσης του άρθρου 8, εκτός εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες περιστάσεις, ότι οι στόχοι εξυγίανσης θα επιτευχθούν αποτελεσματικότερα εάν αναληφθούν δράσεις που δεν έχουν προβλεφθεί στο σχέδιο εξυγίανσης.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να τροποποιήσει και να επικαιροποιήσει δεόντως τον μηχανισμό εξυγίανσης ανάλογα με τις περιστάσεις της εκάστοτε περίπτωσης. Για τις τροποποιήσεις και επικαιροποιήσεις εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 18.

Επιπλέον, το καθεστώς εξυγίανσης προβλέπει, εφόσον ενδείκνυται, τον διορισμό από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης ειδικού διαχειριστή για το ίδρυμα υπό εξυγίανση, σύμφωνα με το άρθρο 35 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να αποφασίσει ότι διορίζεται ο ίδιος ειδικός διαχειριστής για όλες τις συνδεδεμένες με όμιλο οντότητες, εφόσον κριθεί αναγκαίο προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή λύσεων για την αποκατάσταση της χρηματοοικονομικής ευρωστίας των οντοτήτων αυτών.

Άρθρο 24

Το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων

1.  

Στο πλαίσιο του καθεστώτος εξυγίανσης, το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων συνίσταται στη μεταβίβαση σε αγοραστή ο οποίος δεν είναι μεταβατικό ίδρυμα, των ακόλουθων στοιχείων:

α) 

μέσων ιδιοκτησίας που έχουν εκδοθεί από ίδρυμα υπό εξυγίανση· ή

β) 

όλων ή οιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων ενός ιδρύματος υπό εξυγίανση.

2.  

Όσον αφορά το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων, το καθεστώς εξυγίανσης καθορίζει:

α) 

τα μέσα, τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πρόκειται να μεταβιβαστούν από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 1 και παράγραφοι 7 έως 11 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

β) 

τους εμπορικούς όρους, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων και του κόστους και των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν στη διαδικασία εξυγίανσης, βάσει των οποίων η εθνική αρχή εξυγίανσης προβαίνει στη μεταβίβαση σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφοι 2, 3 και 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

γ) 

κατά πόσο μπορούν να ασκηθούν από την εθνική αρχή εξυγίανσης οι εξουσίες μεταβίβασης περισσότερες της μιας φορές σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφοι 5 και 6 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

δ) 

τις ρυθμίσεις για την εμπορία από την εθνική αρχή εξυγίανσης της εν λόγω οντότητας ή των εν λόγω μέσων, περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

ε) 

κατά πόσον η συμμόρφωση της εθνικής αρχής εξυγίανσης με τις απαιτήσεις εμπορίας ενδέχεται να υπονομεύσει τους στόχους της εξυγίανσης σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

3.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει το εργαλείο πώλησης δραστηριοτήτων χωρίς να συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις εμπορίας δυνάμει της παραγράφου 2 στοιχείο ε) όταν κρίνει ότι η συμμόρφωση προς τις εν λόγω απαιτήσεις ενδέχεται να υπονομεύσει έναν ή περισσοτέρους από τους στόχους της εξυγίανσης και ειδικότερα όταν συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

όταν θεωρεί ότι υπάρχει ουσιαστική απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, προερχόμενη ή επιδεινούμενη από την πτώχευση ή πιθανή πτώχευση του ιδρύματος υπό εξυγίανση· και

β) 

όταν θεωρεί ότι η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές ενδέχεται να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα του εργαλείου πώλησης δραστηριοτήτων ως προς την αντιμετώπιση της απειλής αυτής ή την επίτευξη του στόχου της εξυγίανσης που καθορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο β).

Άρθρο 25

Εργαλείο μεταβατικού ιδρύματος

1.  

Στο πλαίσιο του καθεστώτος εξυγίανσης, το εργαλείο του μεταβατικού ιδρύματος συνίσταται στη μεταβίβαση οποιουδήποτε από τα ακόλουθα στοιχεία σε μεταβατικό ίδρυμα:

α) 

μέσα ιδιοκτησίας που έχουν εκδοθεί από ένα ή περισσότερα ιδρύματα υπό εξυγίανση·

β) 

όλα ή ορισμένα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις ενός ή περισσοτέρων ιδρυμάτων υπό εξυγίανση.

2.  

Όσον αφορά το εργαλείο του μεταβατικού ιδρύματος, το καθεστώς εξυγίανσης καθορίζει:

α) 

τα μέσα, τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πρόκειται να μεταβιβαστούν σε μεταβατικό ίδρυμα από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφοι 1 έως 12 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

β) 

τις διευθετήσεις για τη σύσταση, τη λειτουργία και την περάτωση της λειτουργίας του μεταβατικού ιδρύματος από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφοι 1, 2, 3 και 5 έως 9 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

γ) 

τις διευθετήσεις για την εμπορία του μεταβατικού ιδρύματος, ή των περιουσιακών στοιχείων ή των υποχρεώσεων του από την εθνική αρχή εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 41 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διασφαλίζει ότι η συνολική αξία των μεταβιβαζόμενων υποχρεώσεων από την εθνική αρχή εξυγίανσης προς το μεταβατικό ίδρυμα δεν υπερβαίνει τη συνολική αξία των δικαιωμάτων και των περιουσιακών στοιχείων που μεταβιβάζονται από το υπό εξυγίανση ίδρυμα ή προέρχονται από άλλες πηγές.

Άρθρο 26

Εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων

1.  
Στο πλαίσιο του καθεστώτος εξυγίανσης, το εργαλείο διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων συνίσταται στη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων, δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων από ίδρυμα υπό εξυγίανση ή από μεταβατικό ίδρυμα σε έναν ή περισσότερους φορείς διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων.
2.  

Όσον αφορά το εργαλείο διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων, το καθεστώς εξυγίανσης καθορίζει:

α) 

τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πρόκειται να μεταβιβαστούν από την εθνική αρχή εξυγίανσης σε φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφοι 1 έως 5 και 8 έως 13 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

β) 

το αντίτιμο με το οποίο τα περιουσιακά στοιχεία, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις μεταβιβάζονται από την εθνική αρχή εξυγίανσης στον φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με τις αρχές που θεσπίζονται στο άρθρο 20 του παρόντος κανονισμού, στο άρθρο 42 παράγραφος 7 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και στο πλαίσιο της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις.

Το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου δεν εμποδίζει το αντίτιμο να έχει συμβολική ή αρνητική αξία.

Άρθρο 27

Εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα

1.  

Το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα μπορεί να εφαρμόζεται για οιονδήποτε από τους ακόλουθους σκοπούς:

α) 

για την ανακεφαλαιοποίηση οντότητας του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού που πληροί τις προϋποθέσεις εξυγίανσης σε βαθμό που της επιτρέπει να πληροί εκ νέου τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας, (εφόσον οι εν λόγω προϋποθέσεις ισχύουν για την οντότητα) και να συνεχίσει να εκτελεί τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όταν χορηγείται άδεια στην οντότητα δυνάμει των εν λόγω οδηγιών, και να διατηρήσει επαρκή εμπιστοσύνη των αγορών στο ίδρυμα ή την οντότητα·

β) 

για τη μετατροπή σε μετοχικό κεφάλαιο ή τη μείωση της αξίας των απαιτήσεων ή των χρεωστικών μέσων που μεταβιβάζονται:

i) 

σε μεταβατικό ίδρυμα, με σκοπό την παροχή κεφαλαίου για το εν λόγω μεταβατικό ίδρυμα· ή

ii) 

στο πλαίσιο του εργαλείου πώλησης δραστηριοτήτων ή του εργαλείου διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων.

Στο πλαίσιο του καθεστώτος εξυγίανσης, αναφορικά με το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, ορίζονται τα εξής:

α) 

το συνολικό ποσό κατά το οποίο πρέπει να μειωθούν ή να μετατραπούν οι ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ , σύμφωνα με την παράγραφο 13·

β) 

οι υποχρεώσεις που δύνανται να εξαιρεθούν σύμφωνα με τις παραγράφους 5 έως 14·

γ) 

οι στόχοι και το ελάχιστο περιεχόμενο του σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης που πρέπει να υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 16.

2.  
Το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα δύναται να εφαρμόζεται για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) μόνον εφόσον υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η εφαρμογή του εν λόγω εργαλείου, σε συνδυασμό με άλλα σχετικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που τίθενται σε υλοποίηση σύμφωνα με το σχέδιο αναδιοργάνωσης της επιχείρησης που απαιτείται από την παράγραφο 16, επιπλέον της επίτευξης των σχετικών στόχων της εξυγίανσης, θα αποκαταστήσει την οικονομική ευρωστία και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της εν λόγω οντότητας.

Εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου, εφαρμόζεται οποιοδήποτε από τα εργαλεία εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ), και το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα που αναφέρεται στο στοιχείο δ) της εν λόγω παραγράφου, αναλόγως με την περίπτωση.

3.  

Οι ακόλουθες υποχρεώσεις, ανεξαρτήτως αν διέπονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους ή τρίτης χώρας, δεν υπόκεινται σε απομείωση ή μετατροπή:

α) 

καλυπτόμενες καταθέσεις·

β) 

εξασφαλισμένες υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των καλυμμένων ομολόγων και των υποχρεώσεων υπό μορφή χρηματοπιστωτικών μέσων χρησιμοποιούμενων για σκοπούς αντιστάθμισης κινδύνου, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των συνολικών στοιχείων κάλυψης και εξασφαλίζονται, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, κατά τρόπο παρόμοιο με αυτόν των καλυμμένων ομολόγων·

γ) 

κάθε υποχρέωση που προκύπτει από την κατοχή, από ίδρυμα ή οντότητα του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού, περιουσιακών στοιχείων πελατών ή ρευστών των πελατών, συμπεριλαμβανομένων περιουσιακών στοιχείων πελατών ή ρευστών των πελατών που έχουν στην κατοχή τους για λογαριασμό ΟΣΕΚΑ, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/65/ΕΚ, ή ΟΕΕ, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 8 ), υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πελάτες προστατεύονται δυνάμει της ισχύουσας νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας·

δ) 

κάθε υποχρέωση που προκύπτει από σχέση καταπίστευσης μεταξύ οντότητας του άρθρου 2 (ως καταπιστευματοδόχου) και άλλου προσώπου (ως δικαιούχου), υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω δικαιούχος προστατεύεται δυνάμει της ισχύουσας νομοθεσίας περί αφερεγγυότητας ή των διατάξεων του αστικού δικαίου·

ε) 

υποχρεώσεις προς ιδρύματα, εξαιρουμένων των οντοτήτων που ανήκουν στον ίδιο όμιλο, με αρχική διάρκεια λήξης μικρότερη των επτά ημερών·

▼M1

στ) 

υποχρεώσεις που έχουν εναπομένουσα διάρκεια μικρότερη των επτά ημερών, έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται σύμφωνα με την οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 9 ) ή των συμμετεχόντων σε αυτά και που προκύπτουν από συμμετοχή στα εν λόγω συστήματα, ή κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εντός της Ένωσης βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτης χώρας που έχουν αναγνωριστεί από την ΕΑΚΑΑ βάσει του άρθρου 25 του εν λόγω κανονισμού·

▼B

ζ) 

υποχρέωση σε οποιονδήποτε από τους εξής:

i) 

εργαζόμενο, όσον αφορά δεδουλευμένο μισθό, συνταξιοδοτικά δικαιώματα ή άλλες σταθερές αποδοχές, εκτός από τη μεταβλητή συνιστώσα των αποδοχών που δεν ρυθμίζεται από συλλογική σύμβαση·

ii) 

εμπορικό πιστωτή ή προμηθευτή που συνδέεται με την παροχή στο ίδρυμα ή την οντότητα του άρθρου 2 αγαθών και υπηρεσιών κρίσιμων για την καθημερινή λειτουργία του, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών πληροφορικής, κοινής ωφελείας, καθώς και της ενοικίασης, συντήρησης και φροντίδας των εγκαταστάσεων·

iii) 

φορολογικές αρχές και αρχές κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον οι υποχρεώσεις αυτές είναι προνομιούχες σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο·

iv) 

συστήματα εγγύησης καταθέσεων τα οποία προκύπτουν από τις συνεισφορές που οφείλονται σύμφωνα με την οδηγία 2014/49/ΕΕ·

▼M1

η) 

υποχρεώσεις προς οντότητες που αναφέρονται στο στοιχείο α), β), γ) ή δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης χωρίς να αποτελούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, ανεξάρτητα από τη διάρκειά τους εκτός εάν οι εν λόγω υποχρεώσεις κατατάσσονται κάτω από τις συνήθεις μη ασφαλισμένες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία του συμμετέχοντος κράτους μέλους η οποία διέπει τη συνήθη διαδικασία αφερεγγυότητας που ισχύει έως τις 28 Δεκεμβρίου 2020 στις περιπτώσεις που ισχύει η εν λόγω εξαίρεση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά αν το ποσό των στοιχείων που πληρούν το άρθρο 12ζ παράγραφος 2 είναι επαρκές ώστε να στηριχθεί η εφαρμογή της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης.

▼B

Το πρώτο εδάφιο στοιχείο ζ) σημείο i) δεν εφαρμόζεται στη μεταβλητή συνιστώσα των αποδοχών των προσώπων που αναλαμβάνουν σημαντικούς κινδύνους, όπως ορίζεται στο άρθρο 92 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

4.  
Το πεδίο εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει, όπου ενδείκνυται, την άσκηση των εξουσιών διάσωσης με ίδια μέσα όσον αφορά οποιοδήποτε μέρος εξασφαλισμένης υποχρέωσης ή υποχρέωσης για την οποία παρέχεται εξασφάλιση επ' ενεχύρω που υπερβαίνει την αξία των περιουσιακών στοιχείων, του ενεχύρου, εμπράγματου δικαιώματος ή εξασφάλισης που παρέχονται ως εξασφάλιση ή όσον αφορά κάθε ποσό κατάθεσης που υπερβαίνει το επίπεδο κάλυψης που προβλέπεται από το άρθρο 6 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μεριμνά ώστε όλα τα εξασφαλισμένα περιουσιακά στοιχεία που σχετίζονται με τη δέσμη κάλυψης καλυμμένων ομολόγων να μην επηρεάζονται, να παραμένουν διαχωρισμένα και να διαθέτουν επαρκή χρηματοδότηση.

Με την επιφύλαξη των κανόνων περί μεγάλων ανοιγμάτων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού περί κεφαλαιακών απαιτήσεων, και προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα εξυγίανσης των οντοτήτων και ομίλων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δίνει εντολή στις αρμόδιες αρχές εξυγίανσης να περιορίσουν, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 11 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, τον βαθμό στον οποίο άλλα ιδρύματα κατέχουν υποχρεώσεις ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ με ίδια μέσα, εκτός από τις υποχρεώσεις τις οποίες κατέχουν οντότητες που αποτελούν μέρος του ίδιου ομίλου.

5.  

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν χρησιμοποιείται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα, ορισμένες υποχρεώσεις δύνανται να εξαιρούνται ή να εξαιρούνται εν μέρει από την άσκηση των εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής σε περιπτώσεις όπου:

α) 

δεν είναι δυνατή η διάσωση με ίδια μέσα της συγκεκριμένης υποχρέωσης εντός εύλογου χρόνου, παρά τις καλόπιστες προσπάθειες των οικείων εθνικών αρχών εξυγίανσης·

β) 

η εξαίρεση είναι αυστηρά αναγκαία και αναλογική προκειμένου να επιτευχθεί η συνέχεια των κρίσιμων λειτουργιών και των βασικών επιχειρηματικών τομέων κατά τρόπο που διατηρεί την ικανότητα του ιδρύματος υπό εξυγίανση να συνεχίζει τις κεντρικές λειτουργίες, υπηρεσίες και συναλλαγές του·

γ) 

η εξαίρεση είναι αυστηρά αναγκαία και αναλογική προκειμένου να αποφευχθεί ευρεία μετάδοση, ιδίως όσον αφορά τις επιλέξιμες καταθέσεις φυσικών προσώπων και πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, η οποία θα διατάρασσε σοβαρά τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων των υποδομών τους, κατά τρόπο που θα μπορούσε να προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στην οικονομία ενός κράτους μέλους ή της Ένωσης· ή

δ) 

η εφαρμογή του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα σε αυτές τις υποχρεώσεις θα προκαλέσει καταστροφή αξίας τέτοια ώστε οι ζημίες που επιβαρύνουν τους λοιπούς πιστωτές θα είναι μεγαλύτερες από ό,τι εάν οι εν λόγω υποχρεώσεις εξαιρεθούν από τη διάσωση με ίδια μέσα.

▼M1

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί προσεκτικά αν οι υποχρεώσεις προς ιδρύματα ή οντότητες που αποτελούν μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης χωρίς να συνιστούν τα ίδια οντότητες εξυγίανσης και δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής βάσει της παραγράφου 3 στοιχείο η) του παρόντος άρθρου θα πρέπει να εξαιρεθούν ή να εξαιρεθούν μερικώς δυνάμει των στοιχείων α) έως δ) του πρώτου εδαφίου, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή της στρατηγικής εξυγίανσης.

Όταν μια υποχρέωση υποκείμενη σε αναδιάρθρωση παθητικού ή κατηγορία υποχρεώσεων υποκειμένων σε αναδιάρθρωση παθητικού εξαιρείται ή εξαιρείται εν μέρει, δυνάμει της παρούσας παραγράφου, το επίπεδο της απομείωσης ή της μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού υποχρεώσεις μπορεί να αυξηθεί για να ληφθούν υπόψη τέτοιες εξαιρέσεις, υπό τον όρο ότι το επίπεδο απομείωσης και μετατροπής που εφαρμόζεται σε άλλες υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού υποχρεώσεις συνάδει με την αρχή που ορίζεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο ζ).

6.  

Όταν μια υποχρέωση υποκείμενη σε αναδιάρθρωση παθητικού ή κατηγορία υποχρεώσεων υποκειμένων σε αναδιάρθρωση παθητικού εξαιρείται ή εξαιρείται εν μέρει, δυνάμει της παραγράφου 5, και οι ζημίες με τις οποίες θα επιβαρύνονταν οι εν λόγω υποχρεώσεις δεν έχουν μετακυλιστεί πλήρως σε άλλους πιστωτές, μπορεί να πραγματοποιηθεί εισφορά στο υπό εξυγίανση ίδρυμα εκ μέρους του ταμείου εξυγίανσης για έναν ή και τους δύο από τους ακόλουθους σκοπούς:

α) 

την κάλυψη τυχόν ζημιών οι οποίες δεν έχουν απορροφηθεί από επιλέξιμες υποχρεώσεις και την επαναφορά της καθαρής αξίας των περιουσιακών στοιχείων του υπό εξυγίανση ιδρύματος στο μηδέν σύμφωνα με την παράγραφο 13 στοιχείο α)·

β) 

την αγορά μέσων ιδιοκτησίας ή κεφαλαιακών μέσων στο υπό εξυγίανση ίδρυμα, με σκοπό την ανακεφαλαιοποίησή του σύμφωνα με την παράγραφο 13 στοιχείο β).

▼B

7.  

Το ταμείο εξυγίανσης μπορεί να προβεί σε εισφορά σύμφωνα με την παράγραφο 6 μόνο υπό τον όρο ότι:

α) 

οι μέτοχοι, οι κάτοχοι των σχετικών κεφαλαιακών μέσων και άλλων ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ έχουν συνεισφέρει στην απορρόφηση των ζημιών και την ανακεφαλαιοποίηση με ποσό που αντιστοιχεί στο 8 % τουλάχιστον των συνολικών υποχρεώσεων συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων του υπό εξυγίανση ιδρύματος, μετρούμενων κατά τον χρόνο της δράσης εξυγίανσης σύμφωνα με την αποτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 15, μέσω απομείωσης, μετατροπής ή με άλλο τρόπο· και

β) 

η εισφορά του ταμείου εξυγίανσης δεν υπερβαίνει το 5 % των συνολικών υποχρεώσεων συμπεριλαμβανομένων των ιδίων κεφαλαίων του υπό εξυγίανση ιδρύματος, μετρούμενων κατά τον χρόνο της δράσης εξυγίανσης σύμφωνα με την αποτίμηση που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 15.

8.  

Η εισφορά του ταμείου εξυγίανσης που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου δύναται να χρηματοδοτηθεί από:

α) 

το ποσό που είναι διαθέσιμο στο ταμείο εξυγίανσης και έχει αντληθεί μέσω εισφορών από τις οντότητες του άρθρου 2 του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στην οδηγία 2014/59/ΕΕ και στο άρθρο 67 παράγραφος 4 και τα άρθρα 70 και 71του παρόντος κανονισμού·

β) 

όταν τα ποσά που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου δεν επαρκούν, από ποσά που αντλούνται από εναλλακτικές μέσα χρηματοδότησης σύμφωνα με τα άρθρα 73 και 74.

9.  

Σε έκτακτες περιστάσεις μπορεί να αναζητηθεί περαιτέρω χρηματοδότηση από εναλλακτικές πηγές αφού:

α) 

έχει καλυφθεί το όριο του 5 % που προβλέπεται στην παράγραφο 7 στοιχείο β)· και

β) 

έχουν απομειωθεί ή μετατραπεί πλήρως όλες οι μη εξασφαλισμένες, μη προνομιούχες υποχρεώσεις, πλην των επιλέξιμων καταθέσεων.

10.  
Εναλλακτικά ή επιπλέον, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 9 στοιχεία α) και β), μπορεί να πραγματοποιηθεί εισφορά από πόρους οι οποίοι έχουν αντληθεί μέσω εκ των προτέρων εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 70 και δεν έχουν εισέτι χρησιμοποιηθεί.
11.  
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 44 παράγραφος 8 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.
12.  

Όταν λαμβάνεται η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 5, δίνεται η δέουσα προσοχή στα εξής σημεία:

α) 

την αρχή ότι οι ζημίες επιβαρύνουν πρωτίστως τους μετόχους και στη συνέχεια, γενικά, τους πιστωτές του υπό εξυγίανση ιδρύματος κατά σειρά προτεραιότητας·

β) 

το επίπεδο της ικανότητας απορρόφησης ζημιών που θα διατηρούσε το υπό εκκαθάριση ίδρυμα εάν είχε εξαιρεθεί η υποχρέωση ή κατηγορία υποχρεώσεων· και

γ) 

την ανάγκη διατήρησης επαρκών πόρων για τη χρηματοδότηση της εξυγίανσης.

13.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτιμά, βάσει αποτίμησης η οποία συνάδει με τις απαιτήσεις του άρθρου 20 παράγραφοι 1 έως 15, το σύνολο:

α) 

κατά περίπτωση, του ποσού κατά το οποίο πρέπει να απομειωθούν οι ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η καθαρή αξία των στοιχείων ενεργητικού του υπό εξυγίανση ιδρύματος είναι μηδενική, και

β) 

κατά περίπτωση, του ποσού κατά το οποίο οι ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ πρέπει να μετατραπούν σε μετοχές ή άλλου είδους κεφαλαιακά μέσα προκειμένου να αποκατασταθεί ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1:

i) 

είτε του υπό εξυγίανση ιδρύματος, ή

ii) 

είτε του μεταβατικού ιδρύματος.

Με την εκτίμηση του πρώτου εδαφίου προσδιορίζεται το ποσό κατά το οποίο χρειάζεται να απομειωθούν ή να μετατραπούν οι ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ , προκειμένου να αποκατασταθεί ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 του ιδρύματος υπό εξυγίανση ή, κατά περίπτωση, να καθοριστεί ο δείκτης του μεταβατικού ιδρύματος, λαμβάνοντας υπόψη κάθε συνεισφορά κεφαλαίου από το Ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο δ), καθώς και προκειμένου να διατηρηθεί επαρκής εμπιστοσύνη της αγοράς στο υπό εξυγίανση ίδρυμα ή το μεταβατικό ίδρυμα και να δοθεί η δυνατότητα στο ίδρυμα να εξακολουθήσει, με χρονικό ορίζοντα τουλάχιστον ενός έτους, να πληροί τις προϋποθέσεις της άδειας λειτουργίας και να συνεχίσει να εκτελεί τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης προτίθεται να χρησιμοποιήσει το εργαλείο διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων του άρθρου 26, στον υπολογισμό του ποσού κατά το οποίο χρειάζεται να μειωθούν οι ►M1  υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού ◄ λαμβάνεται δεόντως υπόψη μια συνετή εκτίμηση των κεφαλαιακών αναγκών του φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων.

14.  
Οι εξαιρέσεις της παραγράφου 5 μπορούν να εφαρμόζονται είτε για την πλήρη εξαίρεση υποχρέωσης από την απομείωση είτε για τον περιορισμό του βαθμού της απομείωσης που εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υποχρέωση.
15.  
Κατά την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής τηρούνται οι απαιτήσεις σχετικά με την προτεραιότητα των απαιτήσεων βάσει του άρθρου 17 του παρόντος κανονισμού.
16.  
Η εθνική αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει πάραυτα στο Συμβούλιο Εξυγίανσης το σχέδιο αναδιοργάνωσης της επιχείρησης που έχει ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφοι 1, 2 και 3 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ από το διοικητικό όργανο ή το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας.

Εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία υποβολής του σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης, η οικεία εθνική αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης την αξιολόγησή της για το σχέδιο. Εντός ενός μηνός από την ημερομηνία υποβολής του σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί την πιθανότητα, με την εφαρμογή του σχεδίου, να αποκατασταθεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της οντότητας του άρθρου 2. Η αξιολόγηση ολοκληρώνεται σε συμφωνία με την αρμόδια εθνική αρχή ή την ΕΚΤ, κατά περίπτωση.

Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης πεισθεί ότι το σχέδιο θα επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο, επιτρέπει στην εθνική αρχή εξυγίανσης να εγκρίνει το σχέδιο σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 7 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν πεισθεί ότι με το σχέδιο θα επιτευχθεί αυτός ο στόχος, δίνει εντολή στην εθνική αρχή εξυγίανσης να γνωστοποιήσει στο διοικητικό όργανο ή στο πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας τα θέματα που το προβληματίζουν και απαιτεί τροποποίηση του σχεδίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν τα θέματα αυτά σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 8 της εν λόγω οδηγίας. Και στις δύο περιπτώσεις, οι ενέργειες αυτές γίνονται σε συμφωνία με την αρμόδια εθνική αρχή ή την ΕΚΤ, κατά περίπτωση.

Εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω κοινοποίησης, το διοικητικό όργανο ή το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ υποβάλλουν τροποποιημένο σχέδιο προς έγκριση από την εθνική αρχή εξυγίανσης. Η εθνική αρχή εξυγίανσης διαβιβάζει το τροποποιημένο σχέδιο και τη σχετική αξιολόγησή της στο Συμβούλιο Εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αξιολογεί το τροποποιημένο σχέδιο και δίνει εντολή στην εθνική αρχή εξυγίανσης να γνωστοποιήσει, εντός μιας εβδομάδας, στο διοικητικό όργανο ή στο πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ αν έχει πεισθεί ότι με το σχέδιο, όπως τροποποιήθηκε, αντιμετωπίζονται τα προβλήματα που του κοινοποίησε ή αν απαιτούνται περαιτέρω τροποποιήσεις.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης κοινοποιεί το σχέδιο αναδιοργάνωσης του ομίλου στην ΕΑΤ.

Άρθρο 28

Παρακολούθηση από το Συμβούλιο Εξυγίανσης

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρακολουθεί στενά την εφαρμογή του καθεστώτος εξυγίανσης από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Για τον σκοπό αυτό, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης:

α) 

συνεργάζονται και βοηθούν το Συμβούλιο Εξυγίανσης στην εκτέλεση του καθήκοντος παρακολούθησης·

β) 

παρέχουν σε τακτά χρονικά διαστήματα που καθορίζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ακριβή, αξιόπιστα και πλήρη στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του καθεστώτος και των εργαλείων εξυγίανσης και την άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης, τα οποία είναι δυνατόν να ζητηθούν από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μεταξύ άλλων και σχετικά με τα εξής:

i) 

τη λειτουργία και την οικονομική κατάσταση του υπό εξυγίανση ιδρύματος, του μεταβατικού ιδρύματος και του φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

ii) 

τη μεταχείριση που θα είχε επιφυλαχθεί στους μετόχους και τους πιστωτές κατά την εκκαθάριση του ιδρύματος υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας·

iii) 

τυχόν υπό εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες που σχετίζονται με την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του υπό εξυγίανση ιδρύματος, την αμφισβήτηση της απόφασης εξυγίανσης και την αποτίμηση ή που σχετίζονται με αιτήσεις αποζημίωσης που έχουν υποβληθεί από μετόχους ή πιστωτές·

iv) 

τον διορισμό, την απόσυρση ή την αντικατάσταση αξιολογητών, διαχειριστών, λογιστών, δικηγόρων και λοιπών επαγγελματιών οι οποίοι χρειάζονται για να συνδράμουν την εθνική αρχή εξυγίανσης, και σχετικά με τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων τους·

v) 

οιοδήποτε άλλο θέμα το οποίο είναι σημαντικό για την εφαρμογή του καθεστώτος εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένης κάθε πιθανής παραβίασης των διασφαλίσεων που προβλέπονται στην οδηγία 2014/59/ΕΕ, και το οποίο επισημαίνεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης·

vi) 

την έκταση και τον τρόπο με τον οποίο ασκούνται από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης οι εξουσίες που προβλέπονται στα άρθρα 63 έως 72 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ·

vii) 

την οικονομική βιωσιμότητα, σκοπιμότητα και υλοποίηση του σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 16.

Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τελική έκθεση για την εφαρμογή του καθεστώτος εξυγίανσης.

2.  
Βάσει των πληροφοριών που παρέχονται, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται να δώσει εντολή στις εθνικές αρχές εξυγίανσης ως προς οιαδήποτε πτυχή της εφαρμογής του καθεστώτος εξυγίανσης, και ειδικότερα σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 23 και την άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης.
3.  
Όπου είναι αναγκαίο προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της εξυγίανσης, το καθεστώς εξυγίανσης μπορεί να τροποποιείται με τη διαδικασία του άρθρου 18.

Άρθρο 29

Εφαρμογή των αποφάσεων δυνάμει του παρόντος κανονισμού

1.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή των αποφάσεων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, ιδίως με την άσκηση ελέγχου επί των οντοτήτων και ομίλων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, και των οντοτήτων και ομίλων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων, με τη λήψη των αναγκαίων μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 35 ή το άρθρο 72 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, και μεριμνώντας για τη συμμόρφωση προς τις διασφαλίσεις που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν όλες τις αποφάσεις που τους απευθύνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Προς τον σκοπό αυτό, με την επιφύλαξη του παρόντος κανονισμού, ασκούν τις εξουσίες τους δυνάμει της εθνικής νομοθετικής πράξης για τη μεταφορά της οδηγίας 2014/59/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ενημερώνουν πλήρως το Συμβούλιο Εξυγίανσης για την άσκηση των εν λόγω εξουσιών. Οιοδήποτε μέτρο λαμβάνουν συνάδει με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Κατά την εφαρμογή των εν λόγω αποφάσεων, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις διασφαλίσεις που προβλέπονται στην οδηγία 2014/59/ΕΕ.

2.  

Σε περίπτωση που η εθνική αρχή εξυγίανσης δεν έχει εφαρμόσει ή δεν έχει συμμορφωθεί με απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ή την έχει εφαρμόσει κατά τρόπο που συνιστά απειλή για οποιονδήποτε από τους στόχους εξυγίανσης του άρθρου 14 ή για την αποτελεσματική εφαρμογή του καθεστώτος εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να δώσει εντολή σε ίδρυμα υπό εξυγίανση:

α) 

σε περίπτωση δράσης δυνάμει του άρθρου 18, να μεταβιβάσει σε άλλο πρόσωπο συγκεκριμένα δικαιώματα, περιουσιακά στοιχεία ή υποχρεώσεις ιδρύματος υπό εξυγίανση·

β) 

σε περίπτωση δράσης δυνάμει του άρθρου 18, να απαιτήσει τη μετατροπή τυχόν χρεωστικών μέσων που περιέχουν συμβατική ρήτρα μετατροπής, στις περιστάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 21·

γ) 

να λάβει κάθε άλλο αναγκαίο μέτρο για τη συμμόρφωση με την εν λόγω απόφαση.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εγκρίνει την απόφαση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) μόνο εφόσον με το μέτρο αντιμετωπίζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος η απειλή για τον σχετικό στόχο εξυγίανσης ή για την αποτελεσματική εφαρμογή του καθεστώτος εξυγίανσης.

Πριν τη λήψη απόφασης για την επιβολή οποιουδήποτε μέτρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης κοινοποιεί στις οικείες εθνικές αρχές εξυγίανσης και την Επιτροπή το μέτρο που προτίθεται να λάβει. Η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με τα προβλεπόμενα μέτρα, τους λόγους για τους οποίους λαμβάνονται και λεπτομέρειες σχετικά με το πότε προβλέπεται να τεθούν σε ισχύ.

Η κοινοποίηση πραγματοποιείται τουλάχιστον 24 ώρες πριν τεθούν σε ισχύ τα μέτρα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι δυνατή η προειδοποίηση εντός διαστήματος μεγαλύτερου των 24 ωρών, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να πραγματοποιήσει την κοινοποίηση εντός διαστήματος μικρότερου των 24 ωρών πριν από την προβλεπόμενη θέση σε ισχύ των μέτρων.

3.  
Το υπό εξυγίανση ίδρυμα συμμορφώνεται με απόφαση ληφθείσα κατά τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο 2. Οι αποφάσεις αυτές υπερισχύουν οποιασδήποτε προγενέστερης απόφασης που είχε εκδοθεί από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης για το ίδιο θέμα.
4.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, όταν λαμβάνουν μέτρα για ζητήματα τα οποία υπόκεινται σε απόφαση λαμβανόμενη βάσει της παραγράφου 2, συμμορφώνονται με την εν λόγω απόφαση.
5.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δημοσιεύει στον επίσημο ιστότοπό του είτε αντίγραφο του καθεστώτος εξυγίανσης είτε ανακοίνωση στην οποία συνοψίζονται τα αποτελέσματα της δράσης εξυγίανσης, και ιδίως τα αποτελέσματα για τους πελάτες λιανικής. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης τηρούν τις ισχύουσες διαδικαστικές υποχρεώσεις κατά το άρθρο 83 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 4

Συνεργασία

Άρθρο 30

Υποχρέωση συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών εντός του ΕΜΕ

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την Επιτροπή για κάθε μέτρο που λαμβάνει προκειμένου να προετοιμάσει την εξυγίανση. Όσον αφορά τις πληροφορίες που λαμβάνονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, τα μέλη και το προσωπικό του Συμβουλίου και της Επιτροπής υπόκεινται στις απαιτήσεις επαγγελματικού απόρρητου σύμφωνα με το άρθρο 88.
2.  
Κατά την άσκηση των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο, η Επιτροπή, η ΕΚΤ και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης καθώς και οι αρμόδιες εθνικές αρχές συνεργάζονται στενά, ιδίως στις φάσεις του σχεδιασμού της εξυγίανσης, της έγκαιρης παρέμβασης και της εξυγίανσης σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 29. Ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
3.  
Η ΕΚΤ ή οι αρμόδιες εθνικές αρχές διαβιβάζουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης και στις εθνικές αρχές εξυγίανσης τις συμφωνίες χρηματοπιστωτικής στήριξης ομίλου που έχουν εγκρίνει και τυχόν αλλαγές σε αυτές.
4.  
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η ΕΚΤ μπορεί να καλεί τον πρόεδρο του Συμβουλίου Εξυγίανσης να συμμετάσχει ως παρατηρητής στο εποπτικό συμβούλιο της ΕΚΤ που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013. Όταν κρίνεται σκόπιμο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ορίζει άλλον αντιπρόσωπο προς αντικατάσταση του προέδρου για τον σκοπό αυτό.
5.  
Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ορίζει αντιπρόσωπο ο οποίος συμμετέχει στην επιτροπή εξυγίανσης της ΕΑΤ που συστήνεται σύμφωνα με το άρθρο 127 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.
6.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης επιδιώκει να συνεργάζεται στενά με κάθε μηχανισμό δημόσιας χρηματοδοτικής συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), ιδίως στις έκτακτες περιστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 9 και όταν ο εν λόγω μηχανισμός έχει χορηγήσει, ή ενδέχεται να χορηγήσει, άμεση ή έμμεση χρηματοδοτική στήριξη σε οντότητες που έχουν συσταθεί σε συμμετέχον κράτος μέλος.
7.  
Όταν είναι απαραίτητο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνάπτει μνημόνιο συνεννόησης με την ΕΚΤ και τις εθνικές αρχές εξυγίανσης και εθνικές αρμόδιες αρχές στο οποίο περιγράφεται με γενικούς όρους η μεταξύ τους συνεργασία σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4 κατά την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους δυνάμει της ενωσιακής νομοθεσίας. Το μνημόνιο επανεξετάζεται σε τακτική βάση και δημοσιεύεται με την επιφύλαξη των απαιτήσεων επαγγελματικού απορρήτου.

Άρθρο 31

Συνεργασία εντός του ΕΜΕ

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκτελεί τα καθήκοντά του σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σε συνεργασία με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης, εγκρίνει και δημοσιοποιεί ένα πλαίσιο για την οργάνωση των πρακτικών λεπτομερειών για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική και συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α) 

εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές και γενικές οδηγίες σύμφωνα με τις οποίες οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εκτελούν τα καθήκοντά τους και εγκρίνουν αποφάσεις εξυγίανσης·

β) 

μπορεί ανά πάσα στιγμή να ασκήσει τις εξουσίες που προβλέπονται στα άρθρα 34 έως 37·

γ) 

μπορεί σε ad hoc ή διαρκή βάση να ζητεί πληροφορίες από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης ως προς την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3·

δ) 

λαμβάνει από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης σχέδια αποφάσεων επί των οποίων μπορεί να διατυπώνει τις απόψεις του και, ιδίως, να υποδεικνύει τα στοιχεία του σχεδίου απόφασης τα οποία δεν συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό ή με τις γενικές οδηγίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Για τους σκοπούς της αξιολόγησης των σχεδίων εξυγίανσης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να ζητεί από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης να του υποβάλλουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες τις οποίες έχουν λάβει σύμφωνα με το άρθρο 11 και το άρθρο 13 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, υπό την επιφύλαξη του κεφαλαίου 5 του παρόντος τίτλου.

2.  
Το άρθρο 12 παράγραφοι 4 έως 10 και τα άρθρα 88 έως 92 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ δεν εφαρμόζονται στις σχέσεις μεταξύ των εθνικών αρχών εξυγίανσης. Η κοινή απόφαση και κάθε απόφαση που λαμβάνεται ελλείψει κοινής απόφασης, όπως αναφέρεται στο ►M1  άρθρο 45η ◄ της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, δεν εφαρμόζεται. Αντ' αυτών εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 32

Διαβούλευση και συνεργασία με μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τρίτες χώρες

1.  
Όταν όμιλος περιλαμβάνει οντότητες εγκατεστημένες σε συμμετέχοντα κράτη μέλη, καθώς και σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη ή τρίτες χώρες, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκπροσωπεί τις εθνικές αρχές εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών για τους σκοπούς της διαβούλευσης και της συνεργασίας με μη συμμετέχοντα κράτη μέλη ή με τρίτες χώρες σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8, ►M1  12 έως 12ια ◄ , 13, 16, 18, 55 και 88 έως 92 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, με την επιφύλαξη της τυχόν απαιτούμενης βάσει του παρόντος κανονισμού έγκρισης του Συμβουλίου ή της Επιτροπής.

Όταν όμιλος περιλαμβάνει οντότητες εγκατεστημένες σε συμμετέχοντα κράτη μέλη και θυγατρικές που έχουν ιδρυθεί ή σημαντικά υποκαταστήματα που είναι εγκατεστημένα σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, το Συμβούλιο Εξυγίανσης κοινοποιεί κάθε σχέδιο, απόφαση ή μέτρο που αναφέρεται στα άρθρα 8, 10, 11, 12 και 13 και αφορά τον όμιλο στις αρμόδιες αρχές και/ή στις αρχές εξυγίανσης του μη συμμετέχοντος κράτους μέλους, κατά περίπτωση.

2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, η ΕΚΤ και οι αρχές εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές των μη συμμετεχόντων κρατών μελών συνάπτουν μνημόνια συνεννόησης στα οποία περιγράφεται με γενικούς όρους η μεταξύ τους συνεργασία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δυνάμει της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνάπτει μνημόνιο συνεννόησης με την αρχή εξυγίανσης κάθε μη συμμετέχοντος κράτους μέλους που αποτελεί έδρα τουλάχιστον ενός διεθνούς ιδρύματος με συστημική σπουδαιότητα, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 131 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

3.  
Κάθε μνημόνιο επανεξετάζεται τακτικά και δημοσιεύεται τηρουμένων των απαιτήσεων του επαγγελματικού απορρήτου.
4.  
Το Συμβούλιο συνάπτει, εξ ονόματος των εθνικών αρχών εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών, μη δεσμευτικές συμφωνίες συνεργασίας σύμφωνα με τις ρυθμίσεις-πλαίσια συνεργασίας της ΕΑΤ που αναφέρονται στο άρθρο 97 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης κοινοποιεί στην ΕΑΤ κάθε τέτοια συμφωνία συνεργασίας.

Άρθρο 33

Αναγνώριση και επιβολή των διαδικασιών εξυγίανσης τρίτων χωρών

1.  
Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται όσον αφορά διαδικασίες εξυγίανσης τρίτων χωρών εκτός εάν και έως ότου τεθεί σε εφαρμογή διεθνής συμφωνία με την οικεία τρίτη χώρα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Εφαρμόζεται επίσης μετά την έναρξη ισχύος διεθνούς συμφωνίας με την οικεία τρίτη χώρα όπως προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας, εφόσον η αναγνώριση και η επιβολή των διαδικασιών εξυγίανσης της τρίτης χώρας δεν διέπεται από την εν λόγω συμφωνία.
2.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης πραγματοποιεί αξιολόγηση και εκδίδει σύσταση απευθυνόμενη στις εθνικές αρχές εξυγίανσης σχετικά με την αναγνώριση και επιβολή διαδικασιών εξυγίανσης οι οποίες διεξάγονται από αρχές εξυγίανσης τρίτης χώρας σε σχέση με ίδρυμα ή μητρική επιχείρηση τρίτης χώρας που διαθέτει:

α) 

μία ή περισσότερες ενωσιακές θυγατρικές εγκατεστημένες σε ένα ή περισσότερα συμμετέχοντα κράτη μέλη· ή

β) 

περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις που βρίσκονται σε ένα ή περισσότερα συμμετέχοντα κράτη μέλη ή διέπονται από την εθνική νομοθεσία των συμμετεχόντων κρατών μελών.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διενεργεί την αξιολόγησή του κατόπιν διαβούλευσης με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης και, στις περιπτώσεις που συστήνεται ευρωπαϊκό σώμα εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 89 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, με τις αρχές εξυγίανσης μη συμμετεχόντων κρατών μελών.

Η αξιολόγηση λαμβάνει δεόντως υπόψη τα συμφέροντα κάθε συμμετέχοντος κράτους μέλους στο οποίο δραστηριοποιείται ίδρυμα τρίτης χώρας ή μητρική επιχείρηση τρίτης χώρας, και ιδίως τον ενδεχόμενο αντίκτυπο που θα έχει η αναγνώριση και επιβολή των διαδικασιών εξυγίανσης τρίτης χώρας στα άλλα τμήματα του ομίλου και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των σχετικών κρατών μελών.

3.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνιστά την άρνηση αναγνώρισης ή επιβολής των διαδικασιών εξυγίανσης που προβλέπονται στην παράγραφο 1, εάν θεωρεί ότι:

α) 

οι διαδικασίες εξυγίανσης της τρίτης χώρας θα είχαν δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα συμμετέχοντος κράτους μέλους·

β) 

βάσει των διαδικασιών εξυγίανσης στην τρίτη χώρα καταγωγής, οι πιστωτές, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των καταθετών που βρίσκονται ή είναι πληρωτέοι σε συμμετέχον κράτος μέλος, δεν θα ετύγχαναν της ίδιας μεταχείρισης με τους πιστωτές και τους καταθέτες της τρίτης χώρας οι οποίοι έχουν παρόμοια νόμιμα δικαιώματα·

γ) 

η αναγνώριση ή η επιβολή των διαδικασιών εξυγίανσης της τρίτης χώρας θα είχε σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στο συμμετέχον κράτος μέλος· ή

δ) 

οι συνέπειες της αναγνώρισης ή της επιβολής αυτής θα ήταν αντίθετες προς το εθνικό δίκαιο του συμμετέχοντος κράτους μέλους.

4.  
Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης εφαρμόζουν τη σύσταση του Συμβουλίου Εξυγίανσης και ζητούν την επιβολή των αναγνωρισμένων διαδικασιών εξυγίανσης στο έδαφός τους, ή εξηγούν με αιτιολογημένη δήλωση προς το Συμβούλιο Εξυγίανσης τους λόγους για τους οποίους δεν μπορούν να εφαρμόσουν τη σύσταση του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
5.  
Κατά την άσκηση εξουσιών εξυγίανσης σε σχέση με οντότητες τρίτων χωρών, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης, κατά περίπτωση, ασκούν τις εξουσίες που τους έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 94 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 5

Εξουσίες έρευνας

Άρθρο 34

Αιτήσεις παροχής πληροφοριών

1.  

Για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται, μέσω των εθνικών αρχών εξυγίανσης ή άμεσα, κατόπιν ενημέρωσής τους, και αξιοποιώντας πλήρως όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες από την ΕΚΤ ή τις εθνικές αρμόδιες αρχές, να απαιτεί από τα ακόλουθα νομικά ή φυσικά πρόσωπα να παρέχουν όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται από τον παρόντα κανονισμό:

α) 

τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2·

β) 

τους υπαλλήλους των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2·

γ) 

τρίτους στους οποίους οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 έχουν αναθέσει καθήκοντα ή δραστηριότητες.

2.  
Οι οντότητες και τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο. Οι απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου δεν απαλλάσσουν τις εν λόγω οντότητες και τα πρόσωπα από την υποχρέωση παροχής αυτών των πληροφοριών. Η παροχή των ζητούμενων πληροφοριών δεν θεωρείται ότι συνιστά παραβίαση των απαιτήσεων επαγγελματικού απορρήτου.
3.  
Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποκτά πληροφορίες απευθείας από τις εν λόγω οντότητες και τα πρόσωπα, θέτει τις πληροφορίες αυτές στη διάθεση των οικείων εθνικών αρχών εξυγίανσης.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι σε θέση να αποκτά, μεταξύ άλλων σε συνεχή βάση, οιαδήποτε πληροφορία είναι αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων του βάσει του παρόντος κανονισμού, ιδίως σχετικά με το κεφάλαιο, τη ρευστότητα, τα περιουσιακά στοιχεία και τις υποχρεώσεις που αφορούν ίδρυμα το οποίο υπόκειται στις εξουσίες εξυγίανσής του.
5.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, η ΕΚΤ, οι εθνικές αρμόδιες αρχές και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης δύνανται να συντάσσουν μνημόνια συνεννόησης με διαδικασία που αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών. Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης, της ΕΚΤ, των εθνικών αρμόδιων αρχών και των εθνικών αρχών εξυγίανσης δεν θεωρείται ότι συνιστά παραβίαση των απαιτήσεων επαγγελματικού απορρήτου.
6.  
Οι εθνικές αρμόδιες αρχές, η ΕΚΤ, κατά περίπτωση, και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης συνεργάζονται με το Συμβούλιο Εξυγίανσης προκειμένου να εξακριβώσουν εάν ορισμένες ή όλες οι πληροφορίες που ζητούνται είναι ήδη διαθέσιμες. Σε περίπτωση που οι εν λόγω πληροφορίες είναι διαθέσιμες, οι εθνικές αρμόδιες αρχές, η ΕΚΤ, κατά περίπτωση, ή οι εθνικές αρχές εξυγίανσης παρέχουν τις πληροφορίες αυτές στο Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Άρθρο 35

Γενικές έρευνες

1.  
Για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και με την επιφύλαξη των τυχόν άλλων όρων που καθορίζονται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται, μέσω των εθνικών αρχών εξυγίανσης ή άμεσα, κατόπιν ενημέρωσής τους, να διενεργεί όλες τις απαραίτητες έρευνες σχετικά με τα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 και τα οποία είναι εγκατεστημένα ή βρίσκονται σε συμμετέχον κράτος μέλος.

Για τον σκοπό αυτό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί:

α) 

να απαιτεί την υποβολή εγγράφων·

β) 

να εξετάζει τα βιβλία και αρχεία των νομικών ή φυσικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματα αυτών·

γ) 

να λαμβάνει προφορικές ή γραπτές εξηγήσεις από κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 ή τους εκπροσώπους του ή τα μέλη του προσωπικού του·

δ) 

να εξετάζει κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συναινεί να ερωτηθεί με σκοπό τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο της έρευνας.

2.  
Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 υπόκεινται σε έρευνες που δρομολογούνται με απόφαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Όταν ένα πρόσωπο παρεμποδίζει τη διενέργεια της έρευνας, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης του συμμετέχοντος κράτους μέλους στο οποίο βρίσκονται οι σχετικές εγκαταστάσεις παρέχουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, την αναγκαία συνδρομή, περιλαμβανομένης της διευκόλυνσης της πρόσβασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης στους επαγγελματικούς χώρους των φυσικών ή νομικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1, προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων.

Άρθρο 36

Επιτόπιες επιθεωρήσεις

1.  
Για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού, και με την επιφύλαξη άλλων όρων που προβλέπονται στο σχετικό ενωσιακό δίκαιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης δύναται, σύμφωνα με το άρθρο 37 και με την επιφύλαξη της προειδοποίησης των ενδιαφερόμενων εθνικών αρχών εξυγίανσης και των σχετικών αρμόδιων εθνικών αρχών, και, κατά περίπτωση, σε συνεργασία με αυτές, να διενεργήσει όλες τις αναγκαίες επιτόπιες επιθεωρήσεις στους επαγγελματικούς χώρους των φυσικών ή νομικών προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να διεξάγει την επιτόπια επιθεώρηση χωρίς να ειδοποιούνται προηγουμένως τα εν λόγω νομικά πρόσωπα, όταν αυτό απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή και την αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων.
2.  
Οι υπάλληλοι του Συμβουλίου Εξυγίανσης και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από αυτό για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης μπορούν να εισέρχονται σε οιεσδήποτε επαγγελματικές εγκαταστάσεις και χώρους των νομικών προσώπων που αποτελούν αντικείμενο απόφασης έρευνας η οποία εκδόθηκε από το Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 και διαθέτουν όλες τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 35 παράγραφος 1.
3.  
Τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 υπόκεινται σε επιτόπιες επιθεωρήσεις που δρομολογούνται βάσει απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
4.  
Οι υπάλληλοι των εθνικών αρχών εξυγίανσης των κρατών μελών και τα λοιπά συνοδεύοντα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από αυτές και στα οποία πρόκειται να διεξαχθεί η επιθεώρηση συνεπικουρούν ενεργά, υπό την εποπτεία και τον συντονισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τους υπαλλήλους του Συμβουλίου Εξυγίανσης και τα λοιπά εξουσιοδοτημένα από αυτό πρόσωπα. Για τον σκοπό αυτόν, διαθέτουν τις εξουσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Οι υπάλληλοι των εθνικών αρχών εξυγίανσης των οικείων συμμετεχόντων κρατών μελών έχουν επίσης το δικαίωμα να συμμετέχουν στις επιτόπιες επιθεωρήσεις.
5.  
Στην περίπτωση που υπάλληλοι και άλλα συνοδεύοντα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα ή διορισμένα από το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώνουν ότι κάποιο πρόσωπο αντιτίθεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης των οικείων συμμετεχόντων κρατών μελών τους παρέχουν την αναγκαία συνδρομή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Στη συνδρομή αυτή περιλαμβάνεται η δυνατότητα να σφραγίζονται οιεσδήποτε επαγγελματικές εγκαταστάσεις και βιβλία ή αρχεία, στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την επιθεώρηση. Εάν οι σχετικές εθνικές αρχές εξυγίανσης δεν διαθέτουν αυτή την εξουσία, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ασκεί την εξουσία του για να ζητήσουν αυτές την αναγκαία συνδρομή άλλων εθνικών αρχών.

Άρθρο 37

Άδεια από δικαστική αρχή

1.  
Εάν, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες, απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής για την επιτόπια επιθεώρηση που προβλέπεται στο άρθρο 36 παράγραφοι 1 και 2 ή για τη συνδρομή που προβλέπεται στο άρθρο 36 παράγραφος 5, ζητείται η άδεια αυτή.
2.  
Όταν ζητείται η άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η εθνική δικαστική αρχή ελέγχει τη γνησιότητα της απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης, καθώς και κατά πόσον τα σχεδιαζόμενα αναγκαστικά μέτρα δεν είναι ούτε αυθαίρετα ούτε υπερβολικά σε σχέση με το αντικείμενο της επιθεώρησης. Κατά τον έλεγχο της αναλογικότητας των εν λόγω αναγκαστικών μέτρων, η εθνική δικαστική αρχή μπορεί να ζητήσει λεπτομερείς εξηγήσεις από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, ιδίως τους λόγους για τους οποίους το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποπτεύεται ότι έχει διαπραχθεί παράβαση της απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 29, τη σοβαρότητα της εικαζόμενης παράβασης και τη φύση της συμμετοχής του προσώπου στο οποίο επιβάλλονται τα αναγκαστικά μέτρα. Ωστόσο, η εθνική δικαστική αρχή δεν επανεξετάζει την αναγκαιότητα διεξαγωγής της επιθεώρησης, ούτε ζητεί να της παρασχεθούν οι πληροφορίες του φακέλου του Συμβουλίου Εξυγίανσης. Η νομιμότητα της απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης υπόκειται αποκλειστικά σε επανεξέταση από το Δικαστήριο.



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 6

Ποινές

Άρθρο 38

Πρόστιμα

1.  
Εάν το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαπιστώσει ότι οντότητα αναφερόμενη στο άρθρο 2 έχει διαπράξει εκ προθέσεως ή εξ αμελείας μια από τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει απόφαση για την επιβολή προστίμου σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Παράβαση από τέτοια οντότητα θεωρείται ότι έχει διαπραχθεί εκ προθέσεως εάν δεν υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες που να αποδεικνύουν ότι η οντότητα ή το διοικητικό όργανο ή τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη της ενήργησαν εσκεμμένως προκειμένου να διαπράξουν την παράβαση.

2.  

Τα πρόστιμα επιβάλλονται σε οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 για τις ακόλουθες παραβάσεις:

α) 

όταν δεν παρέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται σύμφωνα με το άρθρο 34·

β) 

όταν δεν υποβάλλονται σε γενική έρευνα σύμφωνα με το άρθρο 35 ή σε επιτόπια επιθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 36·

γ) 

όταν δεν συμμορφώνονται με την απόφαση που τους απευθύνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 29.

3.  

Το βασικό ποσό των προστίμων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου είναι ποσοστό του συνολικού ετήσιου καθαρού ύψους του κύκλου εργασιών της επιχείρησης κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, συμπεριλαμβανομένων των ακαθάριστων εσόδων τα οποία αποτελούνται από εισπρακτέους τόκους και εξομοιούμενα έσοδα, έσοδα από μετοχές και άλλους τίτλους μεταβλητής ή σταθερής απόδοσης, και προμήθειες ή τέλη που εισπράττονται σύμφωνα με το άρθρο 316 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ή, στα κράτη μέλη που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ, η αντίστοιχη αξία στο εθνικό νόμισμα στις 19 Αυγούστου 2014, και βρίσκεται εντός των παρακάτω ορίων:

α) 

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β), το βασικό ποσό ανέρχεται τουλάχιστον στο 0,05 % και δεν υπερβαίνει το 0,15 %·

β) 

για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), το βασικό ποσό ανέρχεται τουλάχιστον στο 0,25 % και δεν υπερβαίνει το 0,5 %.

Για να αποφασιστεί εάν το βασικό ποσό των προστίμων θα πρέπει να οριστεί στο κατώτερο όριο, στην ενδιάμεση τιμή ή στο ανώτερο όριο που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει υπόψη τον ετήσιο κύκλο εργασιών της συγκεκριμένης οντότητας κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Το βασικό ποσό ανέρχεται στο κατώτατο όριο για οντότητες με ετήσιο κύκλο εργασιών μικρότερο του 1 000 000 000 EUR, στην ενδιάμεση τιμή για οντότητες με ετήσιο κύκλο εργασιών μεταξύ 1 000 000 000 EUR και 5 000 000 000 EUR και στο ανώτατο όριο για οντότητες με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 5 000 000 000 EUR.

4.  
Τα βασικά ποσά που προβλέπονται στην παράγραφο 3 προσαρμόζονται, αν είναι απαραίτητο, λαμβάνοντας υπόψη τους επιβαρυντικούς ή ελαφρυντικούς παράγοντες που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6, σύμφωνα με τους σχετικούς συντελεστές που αναφέρονται στην παράγραφο 9.

Οι σχετικοί ελαφρυντικοί συντελεστές εφαρμόζονται έκαστος με τη σειρά του στο βασικό ποσό. Εάν εφαρμόζονται περισσότεροι του ενός ελαφρυντικοί συντελεστές, η διαφορά ανάμεσα στο βασικό ποσό και το ποσό που απορρέει από την εφαρμογή εκάστου επιμέρους ελαφρυντικού συντελεστή αφαιρείται από το βασικό ποσό.

Οι σχετικοί επιβαρυντικοί συντελεστές εφαρμόζονται έκαστος με τη σειρά του στο βασικό ποσό. Εάν εφαρμόζονται περισσότεροι του ενός επιβαρυντικοί συντελεστές, η διαφορά ανάμεσα στο βασικό ποσό και το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή εκάστου επιμέρους επιβαρυντικού συντελεστή προστίθεται στο βασικό ποσό.

5.  

Όσον αφορά τα πρόστιμα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφαρμόζονται οι παρακάτω επιβαρυντικοί παράγοντες:

α) 

η παράβαση έχει διαπραχθεί εκ προθέσεως·

β) 

η παράβαση έχει διαπραχθεί κατ' επανάληψη·

γ) 

η παράβαση έχει διαπραχθεί για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών·

δ) 

η παράβαση έχει αποκαλύψει συστημικές αδυναμίες στην οργάνωση της οντότητας, ιδιαίτερα στις διαδικασίες, τα συστήματά διαχείρισης ή τους εσωτερικούς ελέγχους της·

ε) 

δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα μετά τον εντοπισμό της παράβασης·

στ) 

τα ανώτατα διοικητικά στελέχη δεν έχουν συνεργαστεί με το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη διεξαγωγή των ερευνών του.

6.  

Όσον αφορά τα πρόστιμα της παραγράφου 1, εφαρμόζονται οι παρακάτω ελαφρυντικοί παράγοντες:

α) 

η παράβαση έχει διαπραχθεί για διάστημα μικρότερο των 10 εργάσιμων ημερών·

β) 

τα ανώτατα διοικητικά στελέχη της οντότητας μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν λάβει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για την αποφυγή της παράβασης·

γ) 

η οντότητα έχει ενημερώσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης σχετικά με την παράβαση με ταχύτητα, αποτελεσματικότητα και πληρότητα·

δ) 

η οντότητα έχει λάβει εθελοντικά μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί ότι παρόμοια παραβίαση δεν θα μπορεί να διαπραχθεί στο μέλλον.

7.  
Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 έως 6, τα πρόστιμα που επιβάλλονται δεν υπερβαίνουν το 1 % του ετήσιου κύκλου εργασιών της οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, όταν η οντότητα έχει άμεσο ή έμμεσο οικονομικό όφελος από την εν λόγω παράβαση και όταν μπορούν να προσδιοριστούν τα κέρδη που αποκτήθηκαν ή οι ζημίες που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, το πρόστιμο είναι τουλάχιστον ίσο προς το εν λόγω οικονομικό όφελος.

Όταν η πράξη ή παράλειψη οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 συνιστά περισσότερες από μία εκ των παραβάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, επιβάλλεται μόνο το ανώτερο πρόστιμο που υπολογίζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο και αφορά μία εκ των εν λόγω παραβάσεων.

8.  
Στις περιπτώσεις που δεν καλύπτονται από την παράγραφο 2, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συστήσει στις εθνικές αρχές αξιολόγησης να λάβουν μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβολή κατάλληλων ποινών σύμφωνα με τα άρθρα 110 έως 114 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, καθώς και σύμφωνα με τυχόν σχετικές εθνικές νομοθετικές διατάξεις.
9.  

Κατά τον υπολογισμό των προστίμων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει τους παρακάτω συντελεστές προσαρμογής σε σχέση με τους επιβαρυντικούς παράγοντες:

α) 

εάν η παράβαση έχει διαπραχθεί κατ' επανάληψη, για κάθε φορά που έχει επαναληφθεί, εφαρμόζεται πρόσθετος συντελεστής 1,1·

β) 

εάν η παράβαση έχει διαπραχθεί για διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών, εφαρμόζεται συντελεστής 1,5·

γ) 

εάν η παράβαση έχει αποκαλύψει συστημικές αδυναμίες στην οργάνωση της οντότητας, ιδιαίτερα στις διαδικασίες, τα συστήματα διαχείρισης ή τους εσωτερικούς ελέγχους της, εφαρμόζεται συντελεστής 2,2·

δ) 

εάν η παράβαση έχει διαπραχθεί εκ προθέσεως, εφαρμόζεται συντελεστής 2·

ε) 

εάν δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα μετά τον εντοπισμό της παράβασης, εφαρμόζεται συντελεστής 1,7·

στ) 

εάν τα ανώτατα διοικητικά στελέχη της οντότητας δεν έχουν συνεργαστεί με το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη διεξαγωγή των ερευνών του, εφαρμόζεται συντελεστής 1,5.

Κατά τον υπολογισμό των προστίμων, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει τους παρακάτω συντελεστές προσαρμογής σε σχέση με τους ελαφρυντικούς παράγοντες:

α) 

εάν η παράβαση διεπράχθη για διάστημα μικρότερο των 10 εργάσιμων ημερών, εφαρμόζεται συντελεστής 0,9·

β) 

εάν τα ανώτατα διοικητικά στελέχη της οντότητας μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν λάβει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για την αποφυγή της παράβασης, εφαρμόζεται συντελεστής 0,7·

γ) 

εάν η οντότητα έχει ενημερώσει το Συμβούλιο Εξυγίανσης σχετικά με την παράβαση με ταχύτητα, αποτελεσματικότητα και πληρότητα, εφαρμόζεται συντελεστής 0,4·

δ) 

εάν η οντότητα έχει λάβει εθελοντικά μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί ότι παρόμοια παραβίαση δεν θα μπορεί να διαπραχθεί στο μέλλον, εφαρμόζεται συντελεστής 0,6.

Άρθρο 39

Περιοδικές χρηματικές ποινές

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης επιβάλλει με απόφασή του περιοδική χρηματική ποινή όσον αφορά οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 προκειμένου να υποχρεώσει:

α) 

την εν λόγω οντότητα να συμμορφωθεί με απόφαση που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 34·

β) 

πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 να παράσχει πλήρεις πληροφορίες οι οποίες έχουν απαιτηθεί με απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το ίδιο άρθρο·

γ) 

πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 να υποβληθεί σε έρευνα και ειδικότερα να παράσχει πλήρη αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες ή οιοδήποτε άλλο απαιτούμενο υλικό, καθώς και να συμπληρώσει και να διορθώσει άλλες πληροφορίες που παρέχονται κατά τη διάρκεια έρευνας που έχει κινηθεί με απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το ίδιο άρθρο·

δ) 

πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 να υποβληθεί σε επιτόπια επιθεώρηση που έχει διαταχθεί με απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το ίδιο άρθρο.

2.  
Η περιοδική χρηματική ποινή είναι αποτελεσματική και αναλογική. Η περιοδική χρηματική ποινή επιβάλλεται σε καθημερινή βάση έως ότου η οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 ή το εμπλεκόμενο πρόσωπο συμμορφωθεί με τις σχετικές αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ) του παρόντος άρθρου.
3.  
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, το ποσό της περιοδικής χρηματικής ποινής ανέρχεται στο 0,1 % του ημερήσιου κύκλου εργασιών κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Η περιοδική χρηματική ποινή υπολογίζεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην απόφαση με την οποία αυτή επιβάλλεται.
4.  
Η περιοδική χρηματική ποινή επιβάλλεται για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες μετά την κοινοποίηση της απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Άρθρο 40

Ακρόαση των προσώπων τα οποία αφορά η διαδικασία

1.  
Πριν τη λήψη οιασδήποτε απόφασης επιβολής προστίμου και/ή περιοδικής χρηματικής ποινής δυνάμει του άρθρου 38 ή 39, το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρέχει τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τα πορίσματά του στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία αφορά η διαδικασία. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θεμελιώνει τις αποφάσεις του μόνο επί πορισμάτων για τα οποία δόθηκε η δυνατότητα σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία αφορά η διαδικασία να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.
2.  
Κατά τη διαδικασία διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα υπεράσπισης των φυσικών ή νομικών προσώπων τα οποία αφορά η διαδικασία. Τα πρόσωπα αυτά έχουν δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο του Συμβουλίου Εξυγίανσης, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες ή τα εσωτερικής χρήσης προπαρασκευαστικά έγγραφα του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Άρθρο 41

Κοινοποίηση, φύση, επιβολή και κατανομή των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δημοσιοποιεί τις αποφάσεις για την επιβολή ποινών που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 και στο άρθρο 39 παράγραφος 1, εκτός αν η εν λόγω κοινοποίηση θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την εξυγίανση της οικείας οντότητας. Η δημοσιοποίηση είναι ανώνυμη στις παρακάτω περιπτώσεις:

α) 

όταν οι δημοσιοποιούμενες πληροφορίες περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και, μετά από υποχρεωτική προηγούμενη εκτίμηση, η δημοσιοποίηση των δεδομένων αυτών κρίνεται δυσανάλογη·

β) 

όταν η δημοσιοποίηση θα έθετε σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή διεξαγόμενη ποινική έρευνα·

γ) 

όταν η δημοσιοποίηση θα προξενούσε, στον βαθμό που μπορεί αυτό να προσδιοριστεί, δυσανάλογη ζημία στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που εμπλέκονται στη διαδικασία.

Εναλλακτικά, στις περιπτώσεις αυτές, η δημοσιοποίηση των σχετικών δεδομένων μπορεί να αναβληθεί για εύλογο χρονικό διάστημα, εφόσον μπορεί να προβλεφθεί ότι οι λόγοι της ανώνυμης δημοσιοποίησης θα εκλείψουν εντός αυτού του χρονικού διαστήματος.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενημερώνει την ΕΑΤ σχετικά με όλα τα πρόστιμα και τις χρηματικές ποινές που αυτό επιβάλλει δυνάμει των άρθρων 38 και 39 και παρέχει πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση των προσφυγών και τα αποτελέσματά τους.

2.  
Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 38 και 39 είναι διοικητικής φύσης.
3.  
Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 38 και 39 είναι εκτελεστά.

Η αναγκαστική εκτέλεση διέπεται από τους εφαρμοστέους διαδικαστικούς κανόνες που ισχύουν στο συμμετέχον κράτος μέλος όπου λαμβάνει χώρα η εκτέλεση. Ο εκτελεστήριος τύπος προσάπτεται στην απόφαση, χωρίς καμία άλλη διατύπωση πέραν της επαλήθευσης της γνησιότητας της απόφασης, από την αρχή που ορίζει η κυβέρνηση εκάστου συμμετέχοντος κράτους μέλους για τον σκοπό αυτό και την οποία γνωστοποιεί στο Συμβούλιο Εξυγίανσης και στο Δικαστήριο.

Όταν οι εν λόγω τυπικές διαδικασίες έχουν ολοκληρωθεί κατόπιν αίτησης του ενδιαφερομένου, αυτός δύναται να προχωρήσει στην αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, αποτεινόμενος απευθείας στον αρμόδιο φορέα.

Η αναγκαστική εκτέλεση αναστέλλεται μόνο με απόφαση του Δικαστηρίου. Ωστόσο, τα δικαστήρια του οικείου συμμετέχοντος κράτους μέλους έχουν δικαιοδοσία επί καταγγελιών για παράτυπη εκτέλεση της απόφασης.

4.  
Τα ποσά των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών διατίθενται στο Ταμείο.



ΜΕΡΟΣ III

ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ



ΤΙΤΛΟΣ I

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

Άρθρο 42

Νομικό καθεστώς

1.  
Ιδρύεται Συμβούλιο Εξυγίανσης. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι οργανισμός της Ένωσης με ειδική δομή αντίστοιχη με τα καθήκοντά του. Διαθέτει νομική προσωπικότητα.
2.  
Σε κάθε κράτος μέλος το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαθέτει την ευρύτερη νομική ικανότητα που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα με βάση την εθνική νομοθεσία. Μπορεί, ειδικότερα, να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.
3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκπροσωπείται από τον πρόεδρό του.

Άρθρο 43

Σύνθεση

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαρτίζεται από:

α) 

τον πρόεδρο που διορίζεται κατά το άρθρο 56·

β) 

τέσσερα ακόμη μέλη πλήρους απασχόλησης που διορίζονται κατά το άρθρο 56·

γ) 

ένα μέλος που διορίζεται από κάθε συμμετέχον κράτος μέλος, το οποίο εκπροσωπεί τις εθνικές του αρχές εξυγίανσης.

2.  
Κάθε μέλος, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου, διαθέτει μία ψήφο.
3.  
Η Επιτροπή και η ΕΚΤ ορίζουν η καθεμία έναν εκπρόσωπο που έχει δικαίωμα συμμετοχής στις συνεδριάσεις των εκτελεστικών συνόδων και των συνόδων ολομέλειας ως μόνιμος παρατηρητής.

Οι εκπρόσωποι της Επιτροπής και της ΕΚΤ έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις συζητήσεις και έχουν πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα.

4.  
Σε περίπτωση που σε ένα συμμετέχον κράτος μέλος υπάρχουν περισσότερες από μία εθνικές αρχές εξυγίανσης, επιτρέπεται η συμμετοχή δεύτερου εκπροσώπου ως παρατηρητή χωρίς δικαιώματα ψήφου.
5.  

Η διοικητική και διαχειριστική δομή του Συμβουλίου Εξυγίανσης περιλαμβάνει:

α) 

σύνοδο ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η οποία εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 50·

β) 

εκτελεστική σύνοδο του Συμβουλίου Εξυγίανσης, η οποία εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 54·

γ) 

πρόεδρο, ο οποίος εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 56·

δ) 

γραμματεία, η οποία παρέχει την αναγκαία διοικητική και τεχνική υποστήριξη κατά την εκτέλεση όλων καθηκόντων που ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Άρθρο 44

Συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενεργεί σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, και ιδίως με τις αποφάσεις του Συμβουλίου και της Επιτροπής που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 45

Υποχρέωση λογοδοσίας

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 8.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποβάλλει ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 46, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό. Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, η εν λόγω έκθεση δημοσιεύεται στον ιστότοπο του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
3.  
Ο πρόεδρος παρουσιάζει δημοσίως την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
4.  
Κατόπιν αιτήσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο πρόεδρος συμμετέχει σε ακρόαση της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων εξυγίανσης από το Συμβούλιο Εξυγίανσης. Πραγματοποιείται ακρόαση τουλάχιστον ετησίως.
5.  
Ο πρόεδρος μπορεί να διατυπώσει την άποψή του ενώπιον του Συμβουλίου, κατόπιν αιτήσεως του τελευταίου, όσον αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων εξυγίανσης από το Συμβούλιο Εξυγίανσης.
6.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαντά προφορικώς ή γραπτώς στις ερωτήσεις που του απευθύνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, σύμφωνα με τις δικές του διαδικασίες και οπωσδήποτε εντός πέντε εβδομάδων από την παραλαβή της ερώτησης.
7.  
Κατόπιν αιτήσεως, ο πρόεδρος πραγματοποιεί, κεκλεισμένων των θυρών, εμπιστευτικές προφορικές συζητήσεις με τον πρόεδρο και τους αντιπροέδρους της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εάν οι εν λόγω συζητήσεις απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βάσει της ΣΛΕΕ. Μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Εξυγίανσης συνάπτεται συμφωνία για τις λεπτομέρειες της διοργάνωσης των συζητήσεων αυτών, ώστε να εξασφαλίζεται πλήρως η εμπιστευτικότητα σύμφωνα με τις υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας που επιβάλλονται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης από τον παρόντα κανονισμό και στις περιπτώσεις που αυτό ενεργεί ως εθνική αρχή εξυγίανσης δυνάμει της σχετικής νομοθεσίας της Ένωσης.
8.  
Κατά τη διάρκεια ερευνών από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνεργάζεται με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με την επιφύλαξη της ΣΛΕΕ και των κανονισμών που αναφέρονται στο άρθρο 226 αυτής. Εντός έξι μηνών από τον διορισμό του προέδρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνάπτουν τους κατάλληλους διακανονισμούς σχετικά με τις πρακτικές λεπτομέρειες που αφορούν την άσκηση της δημοκρατικής λογοδοσίας και της εποπτείας κατά την άσκηση των καθηκόντων που ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης με τον παρόντα κανονισμό. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 226 ΣΛΕΕ, οι διακανονισμοί αυτοί καλύπτουν, μεταξύ άλλων, την πρόσβαση στις πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων σχετικά με τον χειρισμό και την προστασία διαβαθμισμένων πληροφοριών ή άλλων πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα, τη συνεργασία σε ακροάσεις, όπως αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού, προφορικές συζητήσεις εμπιστευτικού χαρακτήρα, εκθέσεις, απαντήσεις σε ερωτήσεις, έρευνες, καθώς και την ενημέρωση για τη διαδικασία επιλογής του προέδρου, του αντιπροέδρου και των τεσσάρων μελών που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 46

Εθνικά κοινοβούλια

1.  
Λόγω των ειδικών καθηκόντων που ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού, τα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών, με δικές τους διαδικασίες, μπορούν να ζητούν από το Συμβούλιο Εξυγίανσης να απαντήσει και το Συμβούλιο Εξυγίανσης είναι υποχρεωμένο να χορηγήσει γραπτή απάντηση σε τυχόν παρατηρήσεις ή ερωτήματα που του υποβάλλουν σχετικά με τα καθήκοντα που ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης με τον παρόντα κανονισμό.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, όταν υποβάλλει την έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 45 παράγραφος 2, ταυτοχρόνως διαβιβάζει άμεσα την εν λόγω έκθεση στα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών. Τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να απευθύνουν στο Συμβούλιο Εξυγίανσης τις αιτιολογημένες παρατηρήσεις τους όσον αφορά την εν λόγω έκθεση. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης απαντά προφορικώς ή γραπτώς στις τυχόν παρατηρήσεις ή ερωτήσεις που του απευθύνονται από τα εθνικά κοινοβούλια των συμμετεχόντων κρατών μελών, σύμφωνα με τις δικές του διαδικασίες.
3.  
Το εθνικό κοινοβούλιο ενός συμμετέχοντος κράτους μέλους μπορεί να καλέσει τον πρόεδρο να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων με αντικείμενο την εξυγίανση των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στο εν λόγω κράτος μέλος από κοινού με εκπρόσωπο της εθνικής αρχής εξυγίανσης. Ο πρόεδρος υποχρεούται να δεχθεί την πρόσκληση αυτή.
4.  
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την υποχρέωση λογοδοσίας των εθνικών αρχών εξυγίανσης ενώπιον των εθνικών κοινοβουλίων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για την εκτέλεση καθηκόντων που δεν ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο ή την Επιτροπή με τον παρόντα κανονισμό και για την άσκηση των δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται από αυτές σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3.

Άρθρο 47

Ανεξαρτησία

1.  
Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, το Συμβούλιο Εξυγίανσης και οι εθνικές αρχές εξυγίανσης ενεργούν ανεξάρτητα και σύμφωνα με το γενικό συμφέρον.
2.  
Ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά και δεν επιτρέπεται να ζητούν ούτε να δέχονται οδηγίες από τα θεσμικά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, από την κυβέρνηση οποιουδήποτε κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα.

Στις συζητήσεις και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο του Συμβουλίου Εξυγίανσης εκφράζουν τη γνώμη τους και ψηφίζουν ανεξάρτητα.

3.  
Ούτε τα κράτη μέλη, τα θεσμικά όργανα ή οι οργανισμοί της Ένωσης ούτε κανένας άλλος δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας επιδιώκουν να επηρεάσουν τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο ή τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
4.  
Σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου ( 10 ) (κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης) και μνημονεύεται στο άρθρο 87 παράγραφος 6, ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β), μετά την έξοδό τους από την υπηρεσία, εξακολουθούν να δεσμεύονται από την υποχρέωση να συμπεριφέρονται με ακεραιότητα και διακριτικότητα σε σχέση με την αποδοχή ορισμένων θέσεων ή ευεργετημάτων.

Άρθρο 48

Έδρα

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει την έδρα του στις Βρυξέλλες, στο Βέλγιο.



TIΤΛΟΣ II

ΣΥΝΟΔΟΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

Άρθρο 49

Συμμετοχή στις συνόδους ολομέλειας

Όλα τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 συμμετέχουν στις συνόδους της ολομέλειας.

Άρθρο 50

Καθήκοντα

1.  

Κατά τη σύνοδο ολομέλειας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης:

α) 

εγκρίνει, έως τις 30 Νοεμβρίου κάθε έτους, το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του για το επόμενο έτος, με βάση σχέδιο που υποβάλλει ο πρόεδρος και το διαβιβάζει προς ενημέρωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στην ΕΚΤ·

β) 

εγκρίνει και παρακολουθεί τον ετήσιο προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 2, εγκρίνει τους τελικούς λογαριασμούς του Συμβουλίου Εξυγίανσης και χορηγεί απαλλαγή στον πρόεδρο σύμφωνα με το άρθρο 63 παράγραφοι 4 και 8·

γ) 

με την επιφύλαξη της διαδικασίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1α αποφασίζει σχετικά με τη χρήση του Ταμείου, εάν η στήριξη από το Ταμείο η οποία απαιτείται στη συγκεκριμένη δράση εξυγίανσης υπερβαίνει το όριο των 5 000 000 000 EUR για το οποίο η στάθμιση της στήριξης ρευστότητας ισούται με 0,5·

δ) 

εάν η καθαρή σωρευτική χρήση του Ταμείου κατά το αμέσως προηγούμενο 12μηνο έχει φτάσει το όριο των 5 000 000 000 EUR, αξιολογεί την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης, ιδίως της χρήσης του Ταμείου, και παράσχει καθοδήγηση την οποία η εκτελεστική σύνοδος ακολουθεί κατά τις επόμενες αποφάσεις εξυγίανσης, ιδίως, διαφοροποιώντας, εφόσον ενδείκνυται, τη ρευστότητα από άλλες μορφές στήριξης·

ε) 

αποφασίζει σχετικά με την ανάγκη για συγκέντρωση έκτακτων εκ των υστέρων εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 71, σχετικά με τον εκούσιο δανεισμό μεταξύ χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σύμφωνα με το άρθρο 72, σχετικά με τα εναλλακτικά μέσα χρηματοδότησης σύμφωνα με τα άρθρα 73 και 74, και σχετικά με την αλληλέγγυα χρήση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σύμφωνα με το άρθρο 78, που περιλαμβάνουν στήριξη από το Ταμείο η οποία υπερβαίνει το όριο που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της παρούσας παραγράφου·

στ) 

αποφασίζει σχετικά με τις επενδύσεις σύμφωνα με το άρθρο 75·

ζ) 

εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων σχετικά με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 45, η οποία περιέχει λεπτομερείς εξηγήσεις για την εκτέλεση του προϋπολογισμού·

η) 

θεσπίζει τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 64·

θ) 

εγκρίνει στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης, ανάλογη προς τους κινδύνους απάτης, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος και τα οφέλη των μέτρων που θα εφαρμοστούν·

ι) 

θεσπίζει κανόνες για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων στις οποίες εμπλέκονται τα μέλη του·

ια) 

εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του, καθώς και εκείνον που εφαρμόζεται για το Συμβούλιο Εξυγίανσης στην εκτελεστική συνοδό του·

ιβ) 

σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, ασκεί, όσον αφορά το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τις εξουσίες οι οποίες ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και στην αρμόδια για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή, δυνάμει του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό), (εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής)·

ιγ) 

εκδίδει κατάλληλους εκτελεστικούς κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων·

ιδ) 

διορίζει υπόλογο, δυνάμει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, ο οποίος λειτουργεί υπό καθεστώς ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων του·

ιε) 

μεριμνά για τη δέουσα συνέχεια στα πορίσματα και στις συστάσεις που προκύπτουν από τις διάφορες εσωτερικές ή εξωτερικές εκθέσεις ελέγχου και αξιολογήσεις, καθώς και από τις έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)·

ιστ) 

λαμβάνει όλες τις αποφάσεις σχετικά με τη δημιουργία και, εφόσον χρειάζεται, την τροποποίηση των εσωτερικών δομών του Συμβουλίου Εξυγίανσης·

ιζ) 

εγκρίνει το πλαίσιο που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 για την οργάνωση των πρακτικών λεπτομερειών για τη συνεργασία με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης.

2.  
Η σύνοδος ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης, όταν λαμβάνει αποφάσεις, ενεργεί σύμφωνα με τους στόχους των άρθρων 6 και 14.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) της παραγράφου 1, το σχέδιο εξυγίανσης που καταρτίζει ο πρόεδρος λογίζεται ως εγκριθέν, εκτός και εάν, εντός τριών ωρών από την υποβολή του σχεδίου από την εκτελεστική σύνοδο στη σύνοδο ολομέλειας, τουλάχιστον ένα μέλος της συνόδου ολομέλειας συγκαλέσει συνεδρίαση της συνόδου ολομέλειας. Στην τελευταία περίπτωση λαμβάνεται απόφαση σχετικά με το σχέδιο εξυγίανσης από τη σύνοδο ολομέλειας.

3.  
Κατά τη σύνοδο ολομέλειας, το Συμβούλιο Εξυγίανσης εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, απόφαση, βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του άρθρου 6 του καθεστώτος λοιπού προσωπικού, με την οποία αναθέτει στον πρόεδρο τις σχετικές εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η ανάθεση εξουσιών μπορεί να ανασταλεί. Ο πρόεδρος έχει το δικαίωμα να μεταβιβάζει περαιτέρω τις εξουσίες αυτές.

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας μπορεί, όταν το επιβάλλουν εξαιρετικές περιστάσεις, να αποφασίσει να αναστείλει προσωρινά την ανάθεση στον πρόεδρο των εξουσιών της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και οποιαδήποτε περαιτέρω μεταβίβαση εξουσιών και να τις ασκεί το ίδιο ή να τις αναθέσει σε ένα από τα μέλη του ή σε άλλο μέλος του προσωπικού πλην του προέδρου.

Άρθρο 51

Συνεδρίαση της συνόδου ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.  
Ο πρόεδρος συγκαλεί συνεδριάσεις της συνόδου ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης και προεδρεύει των συνεδριάσεων αυτών σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 2 στοιχείο α).
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης πραγματοποιεί ετησίως τουλάχιστον δύο τακτικές συνεδριάσεις της συνόδου ολομελείας. Επιπλέον, συνέρχεται με πρωτοβουλία του προέδρου ή εφόσον το ζητήσει το ένα τρίτο των μελών του. Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής δύναται να ζητήσει από τον πρόεδρο να συγκαλέσει συνεδρίαση της συνόδου ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης. Ο πρόεδρος, σε περίπτωση που δεν συγκαλέσει εγκαίρως συνεδρίαση, εκθέτει γραπτώς τους σχετικούς λόγους.
3.  
Κατά περίπτωση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να προσκαλεί παρατηρητές, πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 3, να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της συνόδου ολομέλειάς του σε βάσηad hoc, συμπεριλαμβανομένου ενός εκπροσώπου της ΕΑΤ.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρέχει υπηρεσίες γραμματείας στη σύνοδο ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Άρθρο 52

Γενικές διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στη σύνοδο ολομέλειας, λαμβάνει τις αποφάσεις του με απλή πλειοψηφία των μελών του, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στον παρόντα κανονισμό. Κάθε ψηφίζον μέλος διαθέτει μία ψήφο. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.
2.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), καθώς και εκείνες που σχετίζονται με την αλληλέγγυα χρήση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σύμφωνα με το άρθρο 78, οι οποίες αφορούν χρήση χρηματοδοτικών μέσων που δεν υπερβαίνουν όσα είναι διαθέσιμα στο Ταμείο, λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των μελών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, και αντιπροσωπεύουν το 30 % των εισφορών. Κάθε ψηφίζον μέλος διαθέτει μία ψήφο. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.
3.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οι αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1 και συνεπάγονται τη συγκέντρωση εκ των υστέρων εισφορών κατά το άρθρο 71, σχετικά με τον εκούσιο δανεισμό μεταξύ χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σύμφωνα με το άρθρο 72, τα εναλλακτικά μέσα χρηματοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 73 και το άρθρο 74, καθώς και την αλληλέγγυα χρήση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σύμφωνα με το άρθρο 78, εφόσον αφορούν τη χρήση χρηματοδοτικών μέσων πέραν των διαθέσιμων στο Ταμείο, λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 50 % των εισφορών, κατά τη διάρκεια της οκταετούς μεταβατικής περιόδου έως την πλήρη αμοιβαιοποίηση του Ταμείου, και στη συνέχεια λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 30 % των εισφορών. Κάθε ψηφίζον μέλος διαθέτει μία ψήφο. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.
4.  
Το Συμβούλιο εγκρίνει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό του. Ο εσωτερικός κανονισμός καθορίζει τις λεπτομερέστερες ρυθμίσεις για τις ψηφοφορίες, ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου, καθώς και τους κανόνες περί απαρτίας, κατά περίπτωση.



ΤΙΤΛΟΣ III

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

Άρθρο 53

Συμμετοχή στις εκτελεστικές συνόδους

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης στην εκτελεστική σύνοδό του αποτελείται από τον πρόεδρο και τα τέσσερα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β). Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική σύνοδό του, συνέρχεται όσο συχνά κρίνεται αναγκαίο.

Οι συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης στην εκτελεστική σύνοδό του συγκαλούνται από τον πρόεδρο με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε μέλους του και διεξάγονται υπό την προεδρία του προέδρου.

Κατά περίπτωση, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να προσκαλεί στην εκτελεστική συνοδό του παρατηρητές, πέραν εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 3, συμπεριλαμβανομένου ενός εκπροσώπου της ΕΑΤ, και προσκαλεί εθνικές αρχές εξυγίανσης μη συμμετεχόντων κρατών μελών, όταν συσκέπτεται για όμιλο που έχει θυγατρικές ή σημαντικά υποκαταστήματα στα εν λόγω μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις του. Η συμμετοχή γίνεται σε βάση ad hoc.

2.  
Σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4, τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο γ) συμμετέχουν στις εκτελεστικές συνόδους του Συμβουλίου.
3.  
Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης συσκέπτεται για οντότητα αναφερόμενη στο άρθρο 2 ή για όμιλο οντοτήτων εγκατεστημένο σε ένα μόνο συμμετέχον κράτος μέλος, το μέλος που έχει διοριστεί από το εν λόγω κράτος μέλος συμμετέχει επίσης στις συσκέψεις και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και εφαρμόζονται οι κανόνες που ορίζονται στο άρθρο 55 παράγραφος 1.
4.  
Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης συσκέπτεται για έναν διασυνοριακό όμιλο, το μέλος που έχει διοριστεί από το κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα της η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, καθώς και τα μέλη που έχουν διοριστεί από τα κράτη μέλη, στα οποία είναι εγκατεστημένη μια θυγατρική ή μια οντότητα που καλύπτεται από ενοποιημένη εποπτεία, συμμετέχουν επίσης στις συσκέψεις και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και εφαρμόζονται οι κανόνες που ορίζονται στο άρθρο 55 παράγραφος 2.
5.  
Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) εξασφαλίζουν τη συνέπεια, καταλληλότητα και αναλογικότητα των αποφάσεων και δράσεων εξυγίανσης, ιδίως όσον αφορά τη χρήση του Ταμείου, οι οποίες συμφωνούνται στο πλαίσιο εκτελεστικών συνόδων του Συμβουλίου που πραγματοποιούνται με διαφορετική σύνθεση.

Άρθρο 54

Καθήκοντα

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική σύνοδό του:

α) 

προετοιμάζει όλες τις αποφάσεις που θεσπίζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο της ολομέλειάς του·

β) 

λαμβάνει όλες τις αποφάσεις για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν προβλέπεται άλλως στον παρόντα κανονισμό.

2.  

Στα καθήκοντα που εκτελεί το Συμβούλιο Εξυγίανσης δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνονται:

α) 

η προετοιμασία, αξιολόγηση και έγκριση σχεδίων εξυγίανσης για οντότητες και ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 2, καθώς και για οντότητες και ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή αυτών των παραγράφων, σύμφωνα με τα άρθρα 8, 10 και 11·

β) 

η εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων για ορισμένες οντότητες και ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 2, καθώς και για οντότητες και ομίλους του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή αυτών των παραγράφων, σύμφωνα με το άρθρο 11·

γ) 

ο καθορισμός της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις που πρέπει να διατηρούν ανά πάσα στιγμή σύμφωνα με το άρθρο 12 οι οντότητες και οι όμιλοι του άρθρου 7 παράγραφος 2, καθώς και οι οντότητες και οι όμιλοι του άρθρου 7 παράγραφος 4 στοιχείο β) και παράγραφος 5, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή αυτών των παραγράφων·

δ) 

η παροχή στην Επιτροπή, το συντομότερο δυνατόν, σχεδίου εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 18 το οποίο θα συνοδεύεται από όλες τις σχετικές πληροφορίες που επιτρέπουν εγκαίρως στην Επιτροπή να αξιολογεί και να αποφασίζει ή, κατά περίπτωση, να προτείνει απόφαση στο Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 7·

ε) 

η λήψη απόφασης σχετικά με το μέρος II του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης για το Ταμείο, σύμφωνα με το άρθρο 60.

3.  
Εφόσον αυτό απαιτείται, σε επείγουσες περιπτώσεις, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική του σύνοδο, μπορεί να λαμβάνει ορισμένες προσωρινές αποφάσεις εξ ονόματος του Συμβουλίου Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας, ιδίως για θέματα διοικητικής διαχείρισης, μεταξύ άλλων και για θέματα προϋπολογισμού.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στην εκτελεστική σύνοδό του, ενημερώνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειάς του σχετικά με τις αποφάσεις που λαμβάνει σχετικά με την εξυγίανση.

Άρθρο 55

Λήψη αποφάσεων

1.  
Όταν συσκέπτονται για μεμονωμένη οντότητα ή για όμιλο εγκατεστημένο σε ένα μόνο συμμετέχον κράτος μέλος, εφόσον το σύνολο των μελών που αναφέρονται στο άρθρο 53 παράγραφοι 1 και 3 δεν είναι σε θέση να λάβει κοινή απόφαση με συναίνεση εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει ο πρόεδρος, ο πρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) λαμβάνουν απόφαση με απλή πλειοψηφία.
2.  
Όταν συσκέπτονται για έναν διασυνοριακό όμιλο, εφόσον το σύνολο των μελών που αναφέρονται στο άρθρο 53 παράγραφοι 1 και 4 δεν είναι σε θέση να λάβει κοινή απόφαση με συναίνεση εντός της προθεσμίας που έχει ορίσει ο πρόεδρος, ο πρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) λαμβάνουν απόφαση με απλή πλειοψηφία.
3.  
Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.



ΤΙΤΛΟΣ IV

ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Άρθρο 56

Διορισμός και καθήκοντα

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης προεδρεύεται από πρόεδρο πλήρους απασχόλησης.
2.  

Ο πρόεδρος είναι επιφορτισμένος με τα εξής καθήκοντα:

α) 

προετοιμασία των εργασιών του Συμβουλίου Εξυγίανσης, κατά τις συνόδους ολομέλειας και κατά τις εκτελεστικές συνόδους, καθώς και σύγκληση και διεξαγωγή των συνεδριάσεών του υπό την προεδρία του·

β) 

όλα τα θέματα προσωπικού·

γ) 

θέματα που αφορούν την τρέχουσα διαχείριση·

δ) 

κατάρτιση σχεδίου προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 61 παράγραφος 1 και εκτέλεση του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 63·

ε) 

διοίκηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης·

στ) 

υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος εργασίας του Συμβουλίου εξυγίανσης·

ζ) 

σύνταξη, ετησίως, σχεδίου της αναφερόμενης στο άρθρο 45 ετήσιας έκθεσης, το οποίο περιλαμβάνει μία ενότητα για τις δραστηριότητες εξυγίανσης του Συμβουλίου Εξυγίανσης και μία για τα οικονομικά και διοικητικά θέματα.

Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που ορίζονται στο παρόν άρθρο ο πρόεδρος επικουρείται από ειδικό προσωπικό.

3.  
Ο πρόεδρος επικουρείται από αντιπρόεδρο.

Ο αντιπρόεδρος ασκεί τα καθήκοντα του προέδρουκατά την απουσία του ή σε περίπτωση εύλογου κωλύματος, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

4.  
Ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) διορίζονται με κριτήριο τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις για τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά θέματα, καθώς και την πείρα σχετικά με την εποπτεία και ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα και σχετικά με την εξυγίανση των τραπεζών. Ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) επιλέγονται με βάση ανοικτή διαδικασία επιλογής που σέβεται τις αρχές τις ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων, της πείρας και των προσόντων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώνονται εγκαίρως και δεόντως σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.
5.  
Η θητεία του προέδρου, του αντιπροέδρου και των μελών που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) διαρκεί πέντε έτη. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, η θητεία αυτή δεν μπορεί να ανανεωθεί.

Ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) δεν κατέχουν αξιώματα σε εθνικό, ενωσιακό ή διεθνές επίπεδο.

6.  
Μετά από ακρόαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης, στη σύνοδο ολομέλειάς του, η Επιτροπή διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πίνακα των επικρατέστερων υποψηφίων για τις θέσεις του προέδρου, του αντιπροέδρου και των μελών που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) και ενημερώνει το Συμβούλιο σχετικά με τον πίνακα αυτό.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, για τον διορισμό των πρώτων μελών του Συμβουλίου Εξυγίανσης μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή διαβιβάζει τον πίνακα των επικρατέστερων υποψηφίων χωρίς να έχει προηγηθεί ακρόαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Η Επιτροπή υποβάλλει προς έγκριση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρόταση για τον διορισμό του προέδρου, του αντιπροέδρου και των μελών που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β). Μετά την έγκριση της πρότασης, το Συμβούλιο εκδίδει εκτελεστική απόφαση για το διορισμό του προέδρου, του αντιπροέδρου και των μελών που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β). Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

7.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 5, η θητεία του πρώτου προέδρου που διορίζεται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού είναι τριετής. Η θητεία αυτή μπορεί να ανανεωθεί μία φορά για διάστημα πέντε ετών. Ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους έως τον διορισμό των διαδόχων τους.
8.  
Ο πρόεδρος του οποίου η θητεία έχει παραταθεί δεν συμμετέχει σε άλλη διαδικασία επιλογής για την ίδια θέση στο τέλος της συνολικής περιόδου.
9.  
Εάν ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος ή κάποιο από τα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του ή εάν έχει κριθεί ένοχος σοβαρού παραπτώματος, το Συμβούλιο μπορεί, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής που έχει εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εκδώσει εκτελεστική απόφαση για την παύση του προέδρου από τα καθήκοντά του. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Για τους σκοπούς αυτούς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να ενημερώνει την Επιτροπή ότι θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την απαλλαγή του προέδρου, του αντιπροέδρου ή των μελών που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) από τα καθήκοντά τους και η Επιτροπή ανταποκρίνεται στην ενημέρωση αυτή.



ΤΙΤΛΟΣ V

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 57

Πόροι

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αναλαμβάνει να διαθέσει τους αναγκαίους χρηματικούς και ανθρώπινους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό.
2.  
Η χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης ή των δράσεων εξυγίανσης αυτού δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν συνιστά σε καμία περίπτωση δημοσιονομική ευθύνη των κρατών μελών.

Άρθρο 58

Προϋπολογισμός

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαθέτει αυτόνομο προϋπολογισμό που δεν αποτελεί μέρος του προϋπολογισμού της Ένωσης. Για κάθε οικονομικό έτος, που αντιστοιχεί στο ημερολογιακό έτος, καταρτίζονται και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του προβλέψεις για όλα τα έσοδα και τις δαπάνες του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
2.  
Ο προϋπολογισμός του Συμβουλίου Εξυγίανσης πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.
3.  
Ο προϋπολογισμός απαρτίζεται από δύο μέρη: το μέρος I για τη διοίκηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης και το μέρος II για το Ταμείο.

Άρθρο 59

Μέρος I του προϋπολογισμού για τη διοίκηση του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.  
Τα έσοδα του μέρους I του προϋπολογισμού προέρχονται από τις ετήσιες εισφορές που είναι αναγκαίες για την κάλυψη των ετήσιων εκτιμώμενων διοικητικών δαπανών.
2.  
Οι δαπάνες του μέρους I του προϋπολογισμού περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, τις δαπάνες προσωπικού, τις αμοιβές, τις διοικητικές δαπάνες, τις δαπάνες υποδομής, τις δαπάνες επαγγελματικής επιμόρφωσης και τις λειτουργικές δαπάνες.
3.  
Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα των εθνικών αρχών εξυγίανσης να επιβάλλουν τέλη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, για τα είδη διοικητικών δαπανών που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, περιλαμβανομένων των δαπανών που απορρέουν από τη συνεργασία τους με το Συμβούλιο Εξυγίανσης και την παροχή συνδρομής προς αυτό.

Άρθρο 60

Μέρος II του προϋπολογισμού για το Ταμείο

1.  

Τα έσοδα του μέρους II του προϋπολογισμού περιλαμβάνουν ιδίως τα ακόλουθα:

α) 

εισφορές που καταβάλλονται από τα ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στα συμμετέχοντα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 4 και τα άρθρα 69, 70 και 71·

β) 

δάνεια που λαμβάνονται από άλλες χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1·

γ) 

δάνεια που λαμβάνονται από χρηματοοικονομικά ιδρύματα ή άλλα τρίτα μέρη, σύμφωνα με το άρθρα 73 και 74·

δ) 

αποδόσεις από τις πραγματοποιηθείσες επενδύσεις των ποσών που έχει στην κατοχή του το Ταμείο σύμφωνα με το άρθρο 75·

ε) 

κάθε μέρος των δαπανών που προκύπτουν για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 76 οι οποίες ανακτώνται κατά τη διαδικασία εξυγίανσης.

2.  

Οι δαπάνες του μέρους II του προϋπολογισμού περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α) 

δαπάνες για τους σκοπούς που αναφέρονται στο άρθρο 76·

β) 

επενδύσεις σύμφωνα με το άρθρο 75·

γ) 

τόκους που καταβάλλονται για τα δάνεια που έχουν ληφθεί από άλλες χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1·

δ) 

τόκους που καταβάλλονται για τα δάνεια που έχουν ληφθεί από χρηματοοικονομικά ιδρύματα ή άλλα τρίτα μέρη, σύμφωνα με τα άρθρα 73 και 74.

Άρθρο 61

Κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού

1.  
Έως τις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, ο πρόεδρος καταρτίζει σχέδιο προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης, στο οποίο περιλαμβάνονται κατάσταση προβλέψεων των εσόδων και δαπανών του Συμβουλίου Εξυγίανσης για το επόμενο οικονομικό έτος και το οργανόγραμμα, και το υποβάλλει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης προς έγκριση.
2.  
Έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο της ολομέλειας προσαρμόζει, κατά περίπτωση, το σχέδιο που υπέβαλε ο πρόεδρος και εγκρίνει τον τελικό προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης μαζί με το οργανόγραμμα.

Άρθρο 62

Εσωτερικός έλεγχος και άλλοι έλεγχοι

1.  
Στο Συμβούλιο Εξυγίανσης δημιουργείται σύστημα εσωτερικού ελέγχου, ο οποίος πρέπει να διενεργείται τηρώντας τα σχετικά διεθνή πρότυπα. Ο εσωτερικός ελεγκτής, που διορίζεται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, είναι υπεύθυνος έναντι αυτού για την εξακρίβωση της ορθής λειτουργίας των συστημάτων εκτέλεσης του προϋπολογισμού και των διαδικασιών του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
2.  
Ο εσωτερικός ελεγκτής συμβουλεύει το Συμβούλιο Εξυγίανσης ως προς την αντιμετώπιση των κινδύνων, διατυπώνοντας ανεξάρτητα τη γνώμη του σχετικά με την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και εκδίδοντας συστάσεις για τη βελτίωση των όρων εκτέλεσης των πράξεων και για την προώθηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.
3.  
Η ευθύνη για την εφαρμογή συστημάτων και διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου που είναι κατάλληλα για την εκτέλεση των καθηκόντων του εσωτερικού ελεγκτή βαρύνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης.

Άρθρο 63

Εκτέλεση του προϋπολογισμού, απόδοση λογαριασμών και απαλλαγή

1.  
Ο πρόεδρος ασκεί καθήκοντα διατάκτη και εκτελεί τον προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
2.  
Έως την 1η Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, ο υπόλογος του Συμβουλίου Εξυγίανσης διαβιβάζει τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους στο Ελεγκτικό Συνέδριο, προκειμένου αυτό να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.

Έως την 31η Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, ο υπόλογος του Συμβουλίου Εξυγίανσης υποβάλλει την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης στα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης, καθώς και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.

3.  
Έως την 31η Μαρτίου κάθε έτους, ο πρόεδρος διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή τους προσωρινούς λογαριασμούς του Συμβουλίου Εξυγίανσης για το προηγούμενο οικονομικού έτος.
4.  
Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τους προσωρινούς λογαριασμούς του Συμβουλίου Εξυγίανσης, ο πρόεδρος, ενεργώντας με δική του ευθύνη, καταρτίζει τις οριστικές οικονομικές καταστάσεις και τις διαβιβάζει στο Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειάς του προς έγκριση.
5.  
Έως την 1η Ιουλίου κάθε έτους, ο πρόεδρος διαβιβάζει, έπειτα από την έγκριση του Συμβουλίου Εξυγίανσης, τις οριστικές οικονομικές καταστάσεις για το προηγούμενο οικονομικό έτος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
6.  
Εάν ληφθούν παρατηρήσεις από το Ελεγκτικό Συνέδριο, ο πρόεδρος αποστέλλει απάντηση έως τις 30 Σεπτεμβρίου.
7.  
Έως τις 15 Νοεμβρίου κάθε έτους οι οριστικές οικονομικές καταστάσεις για το προηγούμενο οικονομικό έτος δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
8.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, στη σύνοδο ολομέλειάς του, απαλλάσσει τον πρόεδρο από την ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.
9.  
Ο πρόεδρος υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε εξ αυτών, κάθε πληροφορία που περιέχεται στους λογαριασμούς του Συμβουλίου Εξυγίανσης, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 64

Δημοσιονομικοί κανόνες

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, μετά από διαβούλευση με το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ένωσης και την Επιτροπή, εγκρίνει εσωτερικές δημοσιονομικές διατάξεις, οι οποίες καθορίζουν ιδίως τη λεπτομερή διαδικασία κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού του σύμφωνα με τα άρθρα 61 και 63.

Στο βαθμό που αυτό συμβιβάζεται με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του Συμβουλίου Εξυγίανσης, οι δημοσιονομικές διατάξεις βασίζονται στο δημοσιονομικό κανονισμό πλαίσιο ο οποίος εκδίδεται για οργανισμούς που δημιουργούνται δυνάμει της ΣΛΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 208 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 11 ).

Άρθρο 65

Εισφορές για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.  
Οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 συνεισφέρουν στο μέρος I του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις για τις εισφορές που εκδίδονται βάσει της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.
2.  
Τα ποσά των εισφορών καθορίζονται σε τέτοιο επίπεδο ώστε να διασφαλίζεται ότι τα έσοδα από αυτές επαρκούν καταρχήν για να ισοσκελίζεται κάθε έτος το μέρος I του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καθορίζει και αυξάνει, σύμφωνα με τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, τις εισφορές που οφείλονται από κάθε οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2, με απόφαση που απευθύνεται στην ενδιαφερόμενη οντότητα. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει κανόνες διαδικασίας, υποβολής εκθέσεων και λοιπούς κανόνες, που εξασφαλίζουν ότι οι εισφορές καταβάλλονται πλήρως και εγκαίρως.
4.  
Τα ποσά που συγκεντρώνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.
5.  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις για τις εισφορές σύμφωνα με το άρθρο 93, προκειμένου:

α) 

να καθορίζει τον τύπο των εισφορών και τους λόγους για τους οποίους οφείλονται, τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζεται το ποσό των εισφορών και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να καταβάλλονται·

β) 

να εξειδικεύει τους κανόνες καταχώρισης, λογιστικής, υποβολής εκθέσεων και τους λοιπούς κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 οι οποίοι είναι αναγκαίοι για να διασφαλίζεται ότι οι εισφορές καταβάλλονται πλήρως και εγκαίρως·

γ) 

να καθορίζει τις ετήσιες εισφορές που απαιτούνται για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών του Συμβουλίου Εξυγίανσης προτού καταστεί πλήρως λειτουργικό.

Άρθρο 66

Μέτρα για την καταπολέμηση της απάτης

1.  
Για τους σκοπούς της καταπολέμησης της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 12 ), το Συμβούλιο Εξυγίανσης προσχωρεί, μέσα σε διάστημα έξι μηνών από την ημέρα που τέθηκε σε λειτουργία, στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την OLAF και θεσπίζει αμέσως τις κατάλληλες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλο το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης, χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα της εν λόγω διοργανικής συμφωνίας.
2.  
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία ελέγχου, βάσει παραστατικών και επιτόπιου ελέγχου, επί των δικαιούχων, εργολάβων και υπεργολάβων που έλαβαν κονδύλια από το Συμβούλιο Εξυγίανσης.
3.  
Η OLAF μπορεί να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, με σκοπό να διαπιστωθεί αν υπάρχει απάτη, διαφθορά ή άλλη παράνομη ενέργεια εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης σε σχέση με σύμβαση που χρηματοδοτείται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου ( 13 ) και τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013.



ΚΕΦΆΛΑΙΟ 2

Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης



Τμήμα 1

Ιδρύση του Ταμείου

Άρθρο 67

Γενικές διατάξεις

1.  
Ιδρύεται Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης («Ταμείο»). Τροφοδοτείται σύμφωνα με τους κανόνες για τη μεταβίβαση των χρηματοδοτικών πόρων που εισπράττονται σε εθνικό επίπεδο προς το Ταμείο όπως αυτοί ορίζονται στη συμφωνία.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης χρησιμοποιεί το Ταμείο μόνο για να εξασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης και άσκηση των εξουσιών εξυγίανσης που ορίζονται στο μέρος II, τίτλος I και σύμφωνα με τους στόχους της εξυγίανσης και τις αρχές που διέπουν την εξυγίανση, που προβλέπονται στα άρθρα 14 και 15. Σε καμία περίπτωση δεν βαρύνονται ο προϋπολογισμός της Ένωσης ή οι εθνικοί προϋπολογισμοί των κρατών μελών για έξοδα ή ζημίες του Ταμείου.
3.  
Ιδιοκτήτης του Ταμείου είναι το Συμβούλιο Εξυγίανσης.
4.  
Τις εισφορές που αναφέρονται στα άρθρα 69, 70 και 71 τις συγκεντρώνουν οι εθνικές αρχές εξυγίανσης από τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 και τις μεταβιβάζουν στο Ταμείο.

Άρθρο 68

Απαίτηση θέσπισης ρυθμίσεων χρηματοδότησης της εξυγίανσης

Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη θεσπίζουν ρυθμίσεις χρηματοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 100 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 69

Επίπεδο-στόχος

1.  
Έως το τέλος μιας αρχικής περιόδου οκτώ ετών από την 1η Ιανουαρίου 2016 ή, άλλως, από την ημερομηνία εφαρμογής της παρούσας παραγράφου δυνάμει του άρθρου 99 παράγραφος 6, τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα του Ταμείου ανέρχονται τουλάχιστον στο 1 % του ποσού των καλυπτόμενων καταθέσεων όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη.
2.  
Κατά την αρχική περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι εισφορές στο Ταμείο, που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 70 και εισπράττονται σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 4, κατανέμονται όσο το δυνατόν ισομερώς χρονικά μέχρις ότου επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος, αλλά λαμβανομένης δεόντως υπόψη της φάσης του οικονομικού κύκλου, καθώς και του αντικτύπου προκυκλικών εισφορών στη χρηματοοικονομική θέση των συνεισφερόντων ιδρυμάτων.
3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης παρατείνει την αρχική περίοδο για διάστημα το πολύ τεσσάρων ετών στην περίπτωση που το Ταμείο έχει προβεί σε σωρευτικές εκταμιεύσεις που υπερβαίνουν το 0,5 % του συνολικού ποσού των καλυπτόμενων καταθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και εφόσον πληρούνται τα κριτήρια της κατ' εξουσιοδότηση πράξης που αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο β).
4.  
Εάν, μετά την αρχική περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα μειωθούν κάτω του επιπέδου-στόχου που καθορίζεται στην εν λόγω παράγραφο, οι τακτικές εισφορές που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 70 αυξάνονται έως ότου επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος. Μετά την επίτευξη του επιπέδου-στόχου για πρώτη φορά και εάν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα έχουν μετέπειτα μειωθεί σε λιγότερο από τα δύο τρίτα του επιπέδου-στόχου, οι εν λόγω εισφορές καθορίζονται σε ύψος που επιτρέπει την επίτευξη του επιπέδου-στόχου εντός έξι ετών.

Η τακτική εισφορά λαμβάνει δεόντως υπόψη τη φάση του οικονομικού κύκλου και τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των προκυκλικών εισφορών κατά τον καθορισμό των ετήσιων εισφορών στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου.

5.  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 93 για να διευκρινίσει τα εξής:

α) 

τα κριτήρια για τη χρονική κατανομή των εισφορών στο Ταμείο που υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2·

β) 

τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του αριθμού των ετών παράτασης της αρχικής περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με την παράγραφο 3·

γ) 

τα κριτήρια για τον καθορισμό των ετήσιων εισφορών που προβλέπονται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 70

Εισφορές εκ των προτέρων

1.  
Η ατομική εισφορά κάθε ιδρύματος εισπράττεται τουλάχιστον ετησίως και υπολογίζεται κατ' αναλογία προς το ύψος των υποχρεώσεών του (εξαιρουμένων των ιδίων κεφαλαίων) μείον τις καλυπτόμενες καταθέσεις, σε σχέση με το σύνολο των υποχρεώσεων (εξαιρουμένων των ιδίων κεφαλαίων) μείον τις καλυπτόμενες καταθέσεις, όλων των ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στο έδαφος όλων των συμμετεχόντων κρατών μελών.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης υπολογίζει ετησίως, κατόπιν διαβούλευσης με την ΕΚΤ ή την εθνική αρμόδια αρχή και σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης, τις επιμέρους εισφορές, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι οι εισφορές που οφείλονται από το σύνολο των ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στο έδαφος των συμμετεχόντων κρατών μελών δεν υπερβαίνουν το 12,5 % του επιπέδου-στόχου.

Κάθε έτος, ο υπολογισμός των εισφορών για τα επιμέρους ιδρύματα βασίζεται σε:

α) 

μια κατ' αποκοπή εισφορά, που βασίζεται κατ' αναλογία στο ύψος των υποχρεώσεων ενός ιδρύματος, εξαιρουμένων των ιδίων κεφαλαίων και των καλυπτόμενων καταθέσεων, σε σχέση με το σύνολο των υποχρεώσεων, εξαιρουμένων των ιδίων κεφαλαίων και των καλυπτόμενων καταθέσεων, όλων των ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στο έδαφος των συμμετεχόντων κρατών μελών και

β) 

μια προσαρμοσμένη βάσει κινδύνου εισφορά, που βασίζεται στα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 103 παράγραφος 7 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αναλογικότητας, χωρίς να προκαλούνται στρεβλώσεις ανάμεσα στις δομές του τραπεζικού τομέα των κρατών μελών.

Η σχέση μεταξύ της κατ' αποκοπή εισφοράς και των προσαρμοσμένων βάσει κινδύνου εισφορών λαμβάνει υπόψη την ισόρροπη κατανομή των εισφορών ανάμεσα σε διάφορους τύπους τραπεζών.

Το συνολικό ποσό των επιμέρους εισφορών όλων των ιδρυμάτων με άδεια λειτουργίας στο έδαφος των συμμετεχόντων κρατών μελών, οι οποίες υπολογίζονται σύμφωνα με τα στοιχεία α) και β), δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 12,5 % του επιπέδου-στόχου ετησίως.

3.  
Τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να επιτευχθεί το επίπεδο-στόχος που καθορίζεται στο άρθρο 69 μπορεί να περιλαμβάνουν αμετάκλητες αναλήψεις πληρωμών οι οποίες καλύπτονται πλήρως από εξασφαλίσεις με περιουσιακά στοιχεία χαμηλού κινδύνου που δεν βαρύνονται από τυχόν δικαιώματα τρίτων μερών, στην απόλυτη διάθεση του Συμβουλίου Εξυγίανσης και προοριζόμενα για αποκλειστική χρήση από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, για τους σκοπούς που καθορίζονται στο άρθρο 76 παράγραφος 1. Το μερίδιο των εν λόγω αμετάκλητων αναλήψεων πληρωμών δεν υπερβαίνει το 30 % του συνολικού ποσού των εισφορών που συγκεντρώνονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
4.  
Οι δεόντως εισπραχθείσες εισφορές κάθε οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 δεν επιστρέφονται στις οντότητες αυτές.
5.  
Σε περίπτωση που τα συμμετέχοντα κράτη μέλη έχουν ήδη καθιερώσει εθνικές ρυθμίσεις χρηματοδότησης της εξυγίανσης, μπορούν να προβλέπουν ότι αυτές οι ρυθμίσεις χρησιμοποιούν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά τους μέσα, τα οποία είχαν συγκεντρωθεί από ιδρύματα στο διάστημα από 17ης Ιουνίου 2010 έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, προκειμένου να παρασχεθεί αντιστάθμιση στα ιδρύματα για τις εκ των προτέρων εισφορές που τα εν λόγω ιδρύματα ενδέχεται να υποχρεωθούν να καταβάλουν στο Ταμείο. Η εν λόγω επιστροφή πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών βάσει της οδηγίας 2014/49/ΕΕ.
6.  
Εφαρμόζονται οι κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 103 παράγραφος 7 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, στις οποίες προσδιορίζεται η έννοια της προσαρμογής των εισφορών ανάλογα με το προφίλ κινδύνου των ιδρυμάτων.
7.  

Το Συμβούλιο, ενεργώντας κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, στο πλαίσιο των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 6, προκειμένου να καθορίσει τις προϋποθέσεις εφαρμογής των παραγράφων 1, 2 και 3, ιδίως όσον αφορά:

α) 

την εφαρμογή της μεθοδολογίας για τον υπολογισμό των επιμέρους εισφορών·

β) 

τις πρακτικές λεπτομέρειες της κατανομής στα ιδρύματα των παραγόντων κινδύνου που προσδιορίζονται στην κατ' εξουσιοδότηση πράξη.

Άρθρο 71

Έκτακτες εκ των υστέρων εισφορές

1.  
Εάν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα δεν επαρκούν για την κάλυψη των ζημιών, δαπανών ή άλλων εξόδων τα οποία συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου σε δράσεις εξυγίανσης, συγκεντρώνονται έκτακτες εκ των υστέρων εισφορές από τα ιδρύματα με άδεια λειτουργίας στο έδαφος των συμμετεχόντων κρατών μελών, προκειμένου να καλυφθούν τα επιπλέον ποσά. Οι εν λόγω έκτακτες εισφορές υπολογίζονται και κατανέμονται μεταξύ των ιδρυμάτων σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στα άρθρα 69 και 70.

Το συνολικό ποσό των έκτακτων εκ των υστέρων εισφορών κατ' έτος δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο του ετήσιου ποσού των εισφορών που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 70.

2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αναβάλλει, με δική του πρωτοβουλία κατόπιν διαβούλευσης με την εθνική αρχή εξυγίανσης, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει σύμφωνα με τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, την καταβολή έκτακτων εκ των υστέρων εισφορών από ένα ίδρυμα σύμφωνα με την παράγραφο 1, εάν αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να προστατευθεί η χρηματοοικονομική θέση του. Η αναβολή αυτή δεν παραχωρείται για περίοδο μεγαλύτερη των έξι μηνών, αλλά μπορεί να ανανεωθεί κατόπιν αιτήσεως του ιδρύματος. Οι εισφορές των οποίων η καταβολή αναβλήθηκε σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο καταβάλλονται αργότερα, σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η πληρωμή δεν θέτει πια σε κίνδυνο τη χρηματοοικονομική θέση του ιδρύματος.
3.  
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 93 για τον καθορισμό των περιστάσεων και προϋποθέσεων υπό τις οποίες η καταβολή εκ των υστέρων εισφορών από μια οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 2 ενδέχεται να αναβληθεί, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2.

Άρθρο 72

Εκούσιος δανεισμός μεταξύ χρηματοδοτικών ρυθμίσεων εξυγίανσης

1.  

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει να υποβάλει αίτηση για να δανειστεί σε εκούσια βάση για το Ταμείο από χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης στα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, στην περίπτωση που:

α) 

τα ποσά που συγκεντρώνονται δυνάμει του άρθρου 70 δεν επαρκούν για να καλύψουν ζημίες, δαπάνες ή άλλα έξοδα τα οποία συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου όσον αφορά τις δράσεις εξυγίανσης,

β) 

δεν υπάρχει άμεση πρόσβαση στις έκτακτες εκ των υστέρων εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 71, και

γ) 

δεν υπάρχει άμεση πρόσβαση στα εναλλακτικά χρηματοδοτικά μέσα που προβλέπονται στο άρθρο 73 υπό εύλογους όρους.

2.  
Οι εν λόγω χρηματοδοτικές ρυθμίσεις εξυγίανσης αποφασίζουν επί του αιτήματος αυτού σύμφωνα με το άρθρο 106 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Οι όροι του δανεισμού υπόκεινται στο άρθρο 106 παράγραφοι 4, 5 και 6 της εν λόγω οδηγίας.
3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης ενδέχεται να αποφασίσει να δανείσει σε άλλες ρυθμίσεις χρηματοδότησης της εξυγίανσης σε μη συμμετέχοντα κράτη μέλη εφόσον υποβληθεί αίτημα σύμφωνα με το άρθρο 106 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ. Οι όροι του δανεισμού υπόκεινται στο άρθρο 106 παράγραφοι 4, 5 και 6 της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 73

Εναλλακτικά χρηματοδοτικά μέσα

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συνομολογεί για το Ταμείο δάνεια ή άλλες μορφές στήριξης από τα ιδρύματα, χρηματοοικονομικά ιδρύματα ή άλλα τρίτα μέρη που προσφέρουν ευνοϊκότερους χρηματοδοτικούς όρους στην καταλληλότερη χρονική στιγμή προκειμένου να βελτιστοποιεί το κόστος της χρηματοδότησης και να διαφυλάσσει τη φήμη του, εάν στα ποσά που συγκεντρώνονται σύμφωνα με τα άρθρα 70 και 71 δεν υπάρχει άμεση πρόσβαση ή εάν αυτά δεν καλύπτουν τα έξοδα που συνεπάγεται η χρήση του Ταμείου όσον αφορά τις δράσεις εξυγίανσης.
2.  
Ο δανεισμός ή οι άλλες μορφές στήριξης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να καλυφθούν πλήρως σύμφωνα με τα άρθρα 69, 70 και 71 έως τη λήξη του δανείου.
3.  
Τα έξοδα που συνεπάγεται η χρήση των δανειοληπτικών πράξεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, βαρύνουν το μέρος II του προϋπολογισμού του Συμβουλίου Εξυγίανσης και όχι τον προϋπολογισμό της Ένωσης ή τα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

Άρθρο 74

Πρόσβαση σε χρηματοδοτική διευκόλυνση

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης συνομολογεί για το Ταμείο ρυθμίσεις χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων, όπου είναι δυνατόν, δημοσίων ρυθμίσεων χρηματοδότησης, για την άμεση διαθεσιμότητα πρόσθετων χρηματοδοτικών μέσων προς χρήση σύμφωνα με το άρθρο 76, εάν τα ποσά που συγκεντρώνονται σύμφωνα με τα άρθρα 70 και 71δεν επαρκούν για να εκπληρωθούν οι υποχρεώσεις του Ταμείου.



Τμήμα 2

Διοίκηση του Ταμείου

Άρθρο 75

Επενδύσεις

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης διοικεί το Ταμείο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 4.
2.  
Τα ποσά που εισπράττονται από ένα ίδρυμα υπό εξυγίανση ή από μεταβατικό ίδρυμα, οι τόκοι και άλλα κέρδη επί των επενδύσεων και οποιαδήποτε άλλα κέρδη είναι προς όφελος μόνο του Ταμείου.
3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει μια συνετή και ασφαλή πολιτική επενδύσεων που προβλέπεται στις κατ' εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου και επενδύει τα ποσά που βρίσκονται στην κατοχή του Ταμείου σε χρεόγραφα κρατών μελών ή διακυβερνητικών οργανισμών ή σε στοιχεία ενεργητικού υψηλής ρευστότητας και υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης, λαμβάνοντας υπόψη την κατ' εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρονται στο άρθρο 460 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καθώς και άλλες συναφείς διατάξεις του εν λόγω κανονισμού. Οι επενδύσεις διαφοροποιούνται επαρκώς από τομεακή, γεωγραφική και αναλογική άποψη. Η απόδοση των επενδύσεων αυτών είναι προς όφελος του Ταμείου.
4.  
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες για τη διοίκηση του Ταμείου και σχετικά με τις γενικές αρχές και τα κριτήρια για την επενδυτική στρατηγική του, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 93.



Τμήμα 3

Χρήση του Ταμείου

Άρθρο 76

Αποστολή του Ταμείου

1.  

Εντός του μηχανισμού εξυγίανσης, κατά την εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2, το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να χρησιμοποιήσει το Ταμείο μόνο στον βαθμό που είναι αναγκαίο για να εξασφαλιστεί η ουσιαστική εφαρμογή των εργαλείων εξυγίανσης για τους ακόλουθους σκοπούς:

α) 

να εγγυάται τα περιουσιακά στοιχεία ή τις υποχρεώσεις του ιδρύματος υπό εξυγίανση, των θυγατρικών του, ενός μεταβατικού ιδρύματος ή ενός φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

β) 

να παρέχει δάνεια στο ίδρυμα υπό εξυγίανση, στις θυγατρικές του, σε ένα μεταβατικό ίδρυμα ή σε έναν φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

γ) 

να αγοράζει περιουσιακά στοιχεία του υπό εξυγίανση ιδρύματος·

δ) 

να καταβάλλει εισφορές σε μεταβατικό ίδρυμα και σε φορέα διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων·

ε) 

να καταβάλλει αποζημίωση στους μετόχους ή τους πιστωτές, εάν, μετά την αξιολόγηση σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 έχουν υποστεί μεγαλύτερες ζημίες από όσες θα υφίσταντο, κατόπιν αποτίμησης σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 16, σε εκκαθάριση με κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας·

στ) 

να καταβάλλει εισφορά στο υπό εξυγίανση ίδρυμα αντί της απομείωσης ή της μετατροπής των οφειλών ορισμένων πιστωτών, όταν εφαρμόζεται το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα και λαμβάνεται η απόφαση να εξαιρεθούν ορισμένοι πιστωτές από το πεδίο εφαρμογής της διάσωσης με ίδια μέσα σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 5·

ζ) 

να επιλέγει οποιονδήποτε συνδυασμό των ενεργειών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως στα).

2.  
Το Ταμείο μπορεί να χρησιμοποιείται για την εκτέλεση των ενεργειών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ζ) παράγραφος 1 επίσης όσον αφορά τον αγοραστή στο πλαίσιο του εργαλείου πώλησης δραστηριοτήτων.
3.  
Το Ταμείο δεν χρησιμοποιείται άμεσα για την απορρόφηση των ζημιών οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2 ή για την ανακεφαλαιοποίηση της εν λόγω οντότητας. Στην περίπτωση που η χρήση του Ταμείου για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου έχει ως έμμεσο αποτέλεσμα να μετακυλισθεί στο Ταμείο μέρος των ζημιών οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 2, εφαρμόζονται οι αρχές που διέπουν τη χρήση του Ταμείου σύμφωνα με το άρθρο 27.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεν μπορεί να διατηρεί στην κατοχή του το κεφάλαιο που έχει εισφερθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο στ) για χρονικό διάστημα άνω των πέντε ετών.

Άρθρο 77

Χρήση του Ταμείου

Η χρήση του Ταμείου εξαρτάται από τη συμφωνία μέσω της οποίας τα συμμετέχοντα κράτη μέλη συμφωνούν να μεταβιβάζουν στο Ταμείο τις εισφορές που συγκεντρώνουν σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και με την οδηγία 2014/59/ΕΕ και τηρεί τις αρχές που διατυπώνονται στην εν λόγω συμφωνία.

Συνεπώς, έως ότου να φτάσει το Ταμείο το επίπεδο-στόχο που προβλέπεται στο άρθρο 69, αλλά το αργότερο οκτώ έτη μετά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος άρθρου, το Συμβούλιο Εξυγίανσης χρησιμοποιεί το Ταμείο σύμφωνα με τις αρχές που θεμελιώνονται στη διαίρεση του Ταμείου σε εθνικά τμήματα που αντιστοιχούν σε κάθε συμμετέχον κράτος μέλος και στη βαθμιαία συγχώνευση των διάφορων χρηματοδοτικών πόρων που εισπράττονται σε εθνικό επίπεδο προκειμένου να κατανέμονται στα εθνικά τμήματα του Ταμείου, όπως προβλέπεται στη συμφωνία.

Άρθρο 78

Αλληλέγγυα χρήση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων σε περίπτωση εξυγίανσης ομίλου στην οποία συμμετέχουν ιδρύματα από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη

Σε περίπτωση εξυγίανσης ομίλου με τη συμμετοχή ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα σε ένα ή περισσότερα συμμετέχοντα κράτη μέλη, αφενός, και ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα σε ένα ή περισσότερα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, αφετέρου, το Ταμείο συνεισφέρει στη χρηματοδότηση της εξυγίανσης του ομίλου σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 107 παράγραφοι 2 έως 5 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Άρθρο 79

Χρήση συστημάτων εγγύησης καταθέσεων στο πλαίσιο της εξυγίανσης

1.  
Τα συμμετέχοντα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης προβαίνει σε δράση εξυγίανσης και εφόσον η δράση αυτή διασφαλίζει ότι οι καταθέτες εξακολουθούν να έχουν πρόσβαση στις καταθέσεις τους, το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων στο οποίο συμμετέχει το ίδρυμα ευθύνεται για τα ποσά που ορίζονται στο άρθρο 109 παράγραφοι 1 και 4 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Το συναφές σύστημα εγγύησης των καταθέσεων υποκαθίσταται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των καλυπτόμενων καταθετών σε διαδικασίες εκκαθάρισης για ποσό που ισούται με την πληρωμή του.

2.  
Ο προσδιορισμός του ποσού για το οποίο ευθύνεται το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων σύμφωνα την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πληροί τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 20.
3.  
Πριν από τη λήψη απόφασης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, για το ποσό κατά το οποίο ευθύνεται το σύστημα εγγύησης των καταθέσεων το Συμβούλιο Εξυγίανσης διαβουλεύεται με την ενδιαφερόμενη ορισθείσα αρχή κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 18 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος.
4.  
Εάν οι επιλέξιμες καταθέσεις σε ένα ίδρυμα υπό εξυγίανση μεταβιβάζονται σε άλλη οντότητα μέσω του εργαλείου πώλησης δραστηριοτήτων ή του εργαλείου μεταβατικού ιδρύματος, οι καταθέτες δεν έχουν καμία απαίτηση δυνάμει της οδηγίας 2014/49/ΕΕκατά του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων όσον αφορά οποιοδήποτε μέρος των καταθέσεών τους σε ένα ίδρυμα υπό εξυγίανση που δεν μεταβιβάζονται, εφόσον το ύψος των κεφαλαίων που μεταβιβάζονται είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το συνολικό επίπεδο κάλυψης που προβλέπεται στο άρθρο 6 της εν λόγω οδηγίας.
5.  
Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, εάν τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα ενός συστήματος εγγύησης των καταθέσεων χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με το παρόν άρθρο και κατόπιν τούτου μειωθούν σε λιγότερο από τα δύο τρίτα του επιπέδου-στόχου του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, οι τακτικές εισφορές στο σύστημα εγγύησης των καταθέσεων καθορίζονται σε ύψος που επιτρέπει την επίτευξη του επιπέδου-στόχου εντός έξι ετών.

Η ευθύνη του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων δεν υπερβαίνει ποσό ίσο προς το 50 % του επιπέδου-στόχου που καθορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/49/ΕΕ.

Υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, η συμμετοχή του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού δεν υπερβαίνει τις ζημίες που θα είχε υποστεί σε περίπτωση εκκαθάρισης υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας.



ΤΙΤΛΟΣ VI

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 80

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο αριθ. 7 περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ εφαρμόζεται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης και στο προσωπικό του.

Άρθρο 81

Γλωσσικό καθεστώς

1.  
Στο Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζεται ο κανονισμός αριθ. 1 ( 14 ) του Συμβουλίου.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης αποφασίζει σχετικά με το εσωτερικό γλωσσικό καθεστώς του Συμβουλίου Εξυγίανσης.
3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να αποφασίσει ποιες από τις επίσημες γλώσσες θα πρέπει να χρησιμοποιεί κατά τη διαβίβαση εγγράφων στα θεσμικά όργανα ή τους οργανισμούς της Ένωσης.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συμφωνήσει με κάθε εθνική αρχή εξυγίανσης σχετικά με τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες συντάσσονται τα έγγραφα που αποστέλλονται στις ή από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης.
5.  
Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του Συμβουλίου Εξυγίανσης παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 82

Προσωπικό

1.  
Για το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης ισχύουν ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό και οι κανόνες που θέσπισαν από κοινού τα θεσμικά όργανα της Ένωσης για την εφαρμογή τους.

Κατ' εξαίρεση από το πρώτο εδάφιο, ο πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος και τα τέσσερα μέλη που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β) εξομοιώνονται αντίστοιχα με αντιπρόεδρο, δικαστή και γραμματέα του Δικαστηρίου όσον αφορά το καθεστώς χρηματικών απολαβών και την ηλικία συνταξιοδότησης, όπως προβλέπεται στον κανονισμό αριθ. 422/67/ΕΟΚ, αριθ. 5/67/Ευρατόμ του Συμβουλίου ( 15 )· δεν υπόκεινται σε μέγιστη ηλικία συνταξιοδότησης. Όσον αφορά πτυχές που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό ή από τον κανονισμό αριθ. 422/67EOK, αριθ. 5/67/Ευρατόμ, εφαρμόζονται κατ' αναλογία ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα εφαρμογής σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που προβλέπονται στο άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.
3.  
Όσον αφορά το προσωπικό του, το Συμβούλιο Εξυγίανσης ασκεί τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων αρχή από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

Άρθρο 83

Ανταλλαγή προσωπικού

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να χρησιμοποιεί αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες ή άλλο προσωπικό που δεν έχει προσληφθεί από το Συμβούλιο Εξυγίανσης.
2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας εκδίδει κατάλληλες αποφάσεις για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την ανταλλαγή και απόσπαση στο Συμβούλιο Εξυγίανσης προσωπικού από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης και μεταξύ αυτών.
3.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συγκροτεί εσωτερικά κλιμάκια εξυγίανσης αποτελούμενα από δικό του προσωπικό και προσωπικό των εθνικών αρχών εξυγίανσης, καθώς και παρατηρητές από αρχές εξυγίανσης μη συμμετεχόντων κρατών μελών, εφόσον ενδείκνυται.
4.  
Όταν το Συμβούλιο Εξυγίανσης συγκροτεί εσωτερικά κλιμάκια εξυγίανσης, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, διορίζει συντονιστές των κλιμακίων αυτών, οι οποίοι προέρχονται από το δικό του προσωπικό. Σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 3, οι συντονιστές μπορούν να προσκαλούνται ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της εκτελεστικής συνόδου του Συμβουλίου Εξυγίανσης, στις οποίες συμμετέχουν επίσης τα μέλη που διορίζουν τα αντίστοιχα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφοι 3 και 4.

Άρθρο 84

Εσωτερικές επιτροπές

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης μπορεί να συγκροτεί εσωτερικές επιτροπές για να του παρέχουν συμβουλές και καθοδήγηση σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 85

Ομάδα εξέτασης προσφυγών

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης συγκροτεί ομάδα εξέτασης προσφυγών η οποία λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με προσφυγές που υποβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 3.
2.  
Η ομάδα εξέτασης προσφυγών αποτελείται από πέντε πρόσωπα, από κράτη μέλη, που χαρακτηρίζονται από ύψιστη εντιμότητα και με αποδεδειγμένο ιστορικό σχετικών γνώσεων και επαγγελματικής πείρας, συμπεριλαμβανομένης της εμπειρίας σε θέματα εξυγίανσης, αρκούντως υψηλού επιπέδου στους τομείς των τραπεζικών ή άλλων χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, αποκλειόμενου του εν ενεργεία προσωπικού του Συμβουλίου Εξυγίανσης, καθώς και του εν ενεργεία προσωπικού των αρχών εξυγίανσης ή άλλων εθνικών ή ενωσιακών θεσμικών και μη οργάνων που σχετίζονται με την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης από τον παρόντα κανονισμό. Η ομάδα προσφυγών έχει επαρκείς πόρους και εμπειρογνωμοσύνη, ώστε να παρέχει εμπεριστατωμένες νομικές συμβουλές όσον αφορά τη νομιμότητα της άσκησης των εξουσιών του Συμβουλίου Εξυγίανσης. Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης και δύο αναπληρωματικά μέλη διορίζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης για θητεία πέντε ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά, κατόπιν της δημοσίευσης δημόσιας πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν δεσμεύονται από οποιεσδήποτε οδηγίες.
3.  
Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, περιλαμβανομένων των αρχών εξυγίανσης, μπορεί να προσφύγει κατά απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης του άρθρου 10 παράγραφος 10, του άρθρου 11, του άρθρου 12 παράγραφος 1, των άρθρων 38 έως 41, του άρθρου 65 παράγραφος 3, του άρθρου 71 και του άρθρου 90 παράγραφος 3 η οποία απευθύνεται στο εν λόγω πρόσωπο ή αφορά άμεσα ή έμμεσα το εν λόγω πρόσωπο.

Η προσφυγή, συνοδευόμενη από αιτιολογικό υπόμνημα, υποβάλλεται εγγράφως στην ομάδα εξέτασης προσφυγών εντός έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης στον ενδιαφερόμενο ή, ελλείψει κοινοποίησης, από την ημέρα κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος έλαβε γνώση της απόφασης.

4.  
Η ομάδα εξέτασης προσφυγών αποφασίζει επί της προσφυγής εντός ενός μηνός από την κατάθεσή της.

Η ομάδα εξέτασης προσφυγών αποφασίζει με πλειοψηφία τουλάχιστον τριών από τα πέντε μέλη της.

5.  
Τα μέλη της ομάδας εξέτασης προσφυγών ενεργούν ανεξάρτητα και υπέρ του δημόσιου συμφέροντος. Για τον σκοπό αυτόν, υποβάλλουν δημόσια δήλωση δεσμεύσεων και δημόσια δήλωση συμφερόντων, όπου δηλώνουν κάθε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον που μπορεί να θεωρηθεί ότι θίγει την ανεξαρτησία τους ή την απουσία οποιουδήποτε παρόμοιου συμφέροντος.
6.  
Προσφυγή που ασκείται σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

Ωστόσο, η ομάδα εξέτασης προσφυγών μπορεί να αναστείλει την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης, εάν κρίνει ότι το απαιτούν οι περιστάσεις.

7.  
Εάν η προσφυγή είναι παραδεκτή, η ομάδα εξέτασης προσφυγών εξετάζει κατά πόσον είναι βάσιμη. Καλεί τους διαδίκους να υποβάλουν, εντός καθορισμένης προθεσμίας, παρατηρήσεις επί των δικών του κοινοποιήσεων ή επί των ανακοινώσεων που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους. Οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να διατυπώσουν τις απόψεις τους προφορικά.
8.  
Η ομάδα εξέτασης προσφυγών μπορεί είτε να επιβεβαιώσει την απόφαση που έλαβε το Συμβούλιο Εξυγίανσης είτε να παραπέμψει την υπόθεση σε αυτό. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης δεσμεύεται από την απόφαση της ομάδας εξέτασης προσφυγών και εγκρίνει τροποποιημένη απόφαση σχετικά με την υπό εξέταση υπόθεση.
9.  
Οι αποφάσεις της ομάδας εξέτασης προσφυγών αιτιολογούνται και κοινοποιούνται στα μέρη.
10.  
Η ομάδα εξέτασης προσφυγών εγκρίνει και δημοσιοποιεί τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 86

Προσφυγές ενώπιον του Δικαστηρίου

1.  
Είναι δυνατή η κίνηση διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ, κατά απόφασης που έχει ληφθεί από την ομάδα εξέτασης προσφυγών ή, όταν δεν υπάρχει δικαίωμα προσφυγής ενώπιον της ομάδας εξέτασης προσφυγών, από το Συμβούλιο Εξυγίανσης.
2.  
Τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, καθώς και οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μπορούν να κινήσουν διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου κατά αποφάσεων του Συμβουλίου Εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ.
3.  
Εφόσον το Συμβούλιο Εξυγίανσης έχει υποχρέωση να ενεργήσει και δεν λαμβάνει απόφαση, μπορεί να ασκηθεί προσφυγή επί παραλείψει ενώπιον του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 265 ΣΛΕΕ.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Άρθρο 87

Ευθύνη του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.  
Η συμβατική ευθύνη του Συμβουλίου Εξυγίανσης διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στην οικεία σύμβαση.
2.  
Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται δυνάμει τυχόν ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτει το Συμβούλιο Εξυγίανσης.
3.  
Στην περίπτωση της εξωσυμβατικής ευθύνης, το Συμβούλιο Εξυγίανσης, σύμφωνα με τις κοινές γενικές αρχές της νομοθεσίας σχετικά με την ευθύνη των δημόσιων αρχών των κρατών μελών, αποκαθιστά τις ζημίες που προξενεί το ίδιο ή το προσωπικό του κατά την άσκηση των καθηκόντων του και ιδίως των λειτουργιών εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων πράξεων και παραλείψεων για την υποστήριξη διαδικασίας εξυγίανσης στην αλλοδαπή.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης καλύπτει την αποζημίωση στην οποία μια εθνική αρχή εξυγίανσης έχει καταδικασθεί από εθνικό δικαστήριο ή την οποία έχει, σε συμφωνία με το Συμβούλιο Εξυγίανσης, αναλάβει να καταβάλει σύμφωνα με εξώδικο συμβιβασμό και η οποία είναι συνέπεια πράξης ή παράλειψης της εν λόγω εθνικής αρχής εξυγίανσης στο πλαίσιο οποιασδήποτε διαδικασίας εξυγίανσης βάσει του παρόντος κανονισμού, η οποία αφορά οντότητες και ομίλους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και οντότητες και ομίλους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 4 στοιχείο β) και 5, όταν πληρούνται οι όροι για την εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων ή σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 3. Η υποχρέωση αυτή δεν εφαρμόζεται εάν η εν λόγω πράξη ή παράλειψη συνιστά παράβαση του παρόντος κανονισμού, άλλης διάταξης της ενωσιακής νομοθεσίας, απόφασης του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, είτε αυτή έχει διαπραχθεί εκ προθέσεως είτε λόγω πρόδηλου και σοβαρού σφάλματος εκτίμησης.
5.  
Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει κάθε διαφορά που συνδέεται με τις παραγράφους 3 και 4. Αξιώσεις στο πεδίο της εξωσυμβατικής ευθύνης παραγράφονται πέντε έτη από την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος.
6.  
Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι του Συμβουλίου Εξυγίανσης διέπεται από τις διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων ή του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

Άρθρο 88

Επαγγελματικό απόρρητο και ανταλλαγή πληροφοριών

1.  
Τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης, ο αντιπρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 στοιχείο β), το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης και το προσωπικό που υπηρετεί με ανταλλαγή ή απόσπαση από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη και εκτελεί καθήκοντα εξυγίανσης υπόκεινται στις απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου σύμφωνα με το άρθρο 339 ΣΛΕΕ και τις σχετικές διατάξεις της ενωσιακής νομοθεσίας, ακόμη και μετά το πέρας των καθηκόντων τους. Ιδίως, απαγορεύεται να γνωστοποιούν πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα τις οποίες έχουν λάβει κατά την άσκηση των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων ή από αρμόδια αρχή ή αρχή εξυγίανσης όσον αφορά τα καθήκοντά τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνο στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού ή σε συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή, ούτως ώστε να μην είναι δυνατή η αναγνώριση οντοτήτων του άρθρου 2, ή με τη ρητή και προηγούμενη συγκατάθεση της αρχής ή της οντότητας που παρέσχε τις πληροφορίες.

Οι πληροφορίες που υπόκεινται στις απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου δεν γνωστοποιούνται σε άλλη δημόσια ή ιδιωτική αρχή πέραν των περιπτώσεων που αυτό κρίνεται δέον για νομικούς λόγους.

Οι εν λόγω απαιτήσεις ισχύουν επίσης για τους δυνητικούς αγοραστές όταν πραγματοποιείται επαφή μαζί τους ενόψει της προετοιμασίας της εξυγίανσης μιας οντότητας σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3.

2.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξασφαλίζει ότι τα πρόσωπα που παρέχουν οποιαδήποτε υπηρεσία, αμέσως ή εμμέσως, σε μόνιμη βάση ή περιστασιακά, σχετική με την εκτέλεση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανομένων υπαλλήλων του και άλλων προσώπων που εξουσιοδοτούνται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης ή διορίζονται από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης για τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων, υπόκεινται σε αντίστοιχες απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου, ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
3.  
Οι απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ισχύουν επίσης για παρατηρητές που παρίστανται στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Εξυγίανσης και για παρατηρητές από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη οι οποίοι λαμβάνουν μέρος σε εσωτερικά κλιμάκια εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 83 παράγραφος 3.
4.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να κατοχυρώσει τον ασφαλή χειρισμό και την επεξεργασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.
5.  
Πριν από τη δημοσιοποίηση οποιασδήποτε πληροφορίας το Συμβούλιο Εξυγίανσης μεριμνά ώστε αυτή να μην περιλαμβάνει εμπιστευτικές πληροφορίες, ιδίως μέσω της εκτίμησης των ενδεχόμενων συνεπειών της δημοσιοποίησης αυτής στο δημόσιο συμφέρον όσον αφορά τη χρηματοοικονομική, νομισματική ή οικονομική πολιτική, στα εμπορικά συμφέροντα φυσικών και νομικών προσώπων και στον σκοπό των επιθεωρήσεων, ερευνών και ελέγχων. Η διαδικασία εξακρίβωσης των συνεπειών της δημοσιοποίησης πληροφοριών περιλαμβάνει ειδική στάθμιση των συνεπειών κάθε δημοσιοποίησης του περιεχομένου και των λεπτομερειών των σχεδίων εξυγίανσης που αναφέρονται στα άρθρα 8 και 9, των πορισμάτων κάθε αξιολόγησης που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 10 ή του σχεδίου εξυγίανσης που αναφέρεται στο άρθρο 18.
6.  
Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την ΕΚΤ, τις εθνικές αρχές εξυγίανσης ή τις εθνικές αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων και των εμπειρογνωμόνων τους, να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους και με τα αρμόδια υπουργεία, κεντρικές τράπεζες, εθνικά συστήματα εγγύησης καταθέσεων, συστήματα αποζημίωσης επενδυτών, αρχές αρμόδιες για τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, αρχές εξυγίανσης και αρμόδιες αρχές από μη συμμετέχοντα κράτη μέλη, την ΕΑΤ ή, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 33, με αρχές τρίτων χωρών που επιτελούν ισοδύναμα καθήκοντα με τις αρχές εξυγίανσης ή, σύμφωνα με αυστηρές απαιτήσεις εμπιστευτικότητας, με δυνητικό αγοραστή, με σκοπό τον σχεδιασμό ή την εκτέλεση δράσης εξυγίανσης.

Άρθρο 89

Προστασία δεδομένων

Ο παρών κανονισμός ισχύει με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών αναφορικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 16 ) ή των υποχρεώσεων του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου και της Επιτροπής αναφορικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 17 ) κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους.

Άρθρο 90

Πρόσβαση σε έγγραφα

1.  
Στα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή του το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 18 ).
2.  
Εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της πρώτης συνεδρίασής του, το Συμβούλιο Εξυγίανσης θεσπίζει τα πρακτικά μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.
3.  
Οι αποφάσεις που λαμβάνει το Συμβούλιο Εξυγίανσης κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή ή διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, μετά από προσφυγή στην ομάδα προσφυγών του άρθρου 85 του παρόντος κανονισμού, εφόσον αυτή προβλέπεται, υπό τους όρους των άρθρων 228 και 263 ΣΛΕΕ αντιστοίχως.
4.  
Τα πρόσωπα που αποτελούν αντικείμενο των αποφάσεων του Συμβουλίου Εξυγίανσης έχουν δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο του Συμβουλίου Εξυγίανσης, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν καλύπτει τις εμπιστευτικές πληροφορίες ή τα εσωτερικής χρήσης προπαρασκευαστικά έγγραφα του Συμβουλίου Εξυγίανσης.

Άρθρο 91

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών

Το Συμβούλιο Εξυγίανσης εφαρμόζει τις αρχές ασφαλείας που περιλαμβάνονται στους κανόνες ασφάλειας της Επιτροπής σχετικά με την προστασία των Διαβαθμισμένων Πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUCI) και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών, που καθορίζονται στο παράρτημα της απόφασης 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής ( 19 ). Η εφαρμογή των αρχών ασφαλείας περιλαμβάνει την εφαρμογή διατάξεων που έχουν σχέση με την ανταλλαγή, την επεξεργασία και την αποθήκευση πληροφοριών αυτού του είδους.

Άρθρο 92

Ελεγκτικό Συνέδριο

1.  
Το Ελεγκτικό Συνέδριο συντάσσει ειδική έκθεση για κάθε δωδεκάμηνο, το οποίο εκκινεί την 1η Απριλίου κάθε έτους.
2.  

Η έκθεση εξετάζει εάν:

α) 

ελήφθησαν επαρκώς υπόψη η οικονομία, η αποδοτικότητα και η αποτελεσματικότητα με την οποία χρησιμοποιήθηκε το Ταμείο και ιδίως η ανάγκη ελαχιστοποίησης της χρήσης του Ταμείου·

β) 

η αξιολόγηση της ενίσχυσης από το Ταμείο ήταν αποτελεσματική και αυστηρή.

3.  
Κάθε έκθεση δυνάμει της παραγράφου 1 εκπονείται εντός έξι μηνών από το τέλος της περιόδου που καλύπτει.
4.  
Κατόπιν εξέτασης των οριστικών λογαριασμών που καταρτίζονται από το Συμβούλιο Εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 63, το Ελεγκτικό Συνέδριο συντάσσει έκθεση με τα πορίσματά του έως την 1η Δεκεμβρίου μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους. Το Ελεγκτικό Συνέδριο υποβάλλει έκθεση, ιδίως για κάθε ενδεχόμενη υποχρέωση (του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου, της Επιτροπής ή άλλως) που απορρέει από την άσκηση των καθηκόντων του Συμβουλίου Εξυγίανσης, του Συμβουλίου και της Επιτροπής δυνάμει του κανονισμού.
5.  
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να ζητήσουν από το Ελεγκτικό Συνέδριο να εξετάσει οποιαδήποτε άλλα ζητήματα εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους που ορίζεται στο άρθρο 287 παράγραφος 4 ΣΛΕΕ.
6.  
Οι εκθέσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 4 αποστέλλονται στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή και δημοσιοποιούνται χωρίς καθυστέρηση.
7.  
Εντός δύο μηνών από την ημερομηνία δημοσιοποίησης κάθε έκθεσης της παραγράφου 1 η Επιτροπή παρέχει λεπτομερή γραπτή απάντηση, η οποία δημοσιοποιείται.

Εντός δύο μηνών από την ημερομηνία δημοσιοποίησης κάθε έκθεσης της παραγράφου 4 το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή παρέχουν λεπτομερή γραπτή απάντηση, η οποία δημοσιοποιείται.

8.  
Το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία να συγκεντρώνει από το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και την Επιτροπή οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετίζονται με την εκτέλεση των καθηκόντων που του ανατίθενται βάσει του παρόντος άρθρου. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή παρέχουν οποιαδήποτε σχετική πληροφορία ζητηθεί εντός της προθεσμίας που ενδέχεται να ορίσει το Ελεγκτικό Συνέδριο.



ΜΕΡΟΣ IV

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 93

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.  
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.
2.  
Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 8, στο άρθρο 65 παράγραφος 5, στο άρθρο 69 παράγραφος 5, στο άρθρο 71 παράγραφος 3 και στο άρθρο 75 παράγραφος 4 ισχύει για αόριστη διάρκεια από τις ημερομηνίες που αναφέρονται στο άρθρο 99.
3.  
Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη συνέπεια μεταξύ κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται βάσει του παρόντος κανονισμού και κατ' εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται βάσει της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.
4.  
Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 8, στο άρθρο 65 παράγραφος 5, στο άρθρο 69 παράγραφος 5, στο άρθρο 71 παράγραφος 3 και στο άρθρο 75 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην απόφαση αυτή. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.
5.  
Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ' εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
6.  
Μια πράξη κατ' εξουσιοδότηση που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 8, το άρθρο 65 παράγραφος 5, το άρθρο 69 παράγραφος 5, το άρθρο 71 παράγραφος 3 και το άρθρο 75 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνο αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατυπώσει αντιρρήσεις εντός περιόδου 3 μηνών από την κοινοποίηση της πράξης αυτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, ή αν πριν από την εκπνοή αυτής της προθεσμίας τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν ενημερώσει την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να εγείρουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά τρεις μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.
7.  
Η Επιτροπή δεν εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις όταν ο χρόνος ενδελεχούς εξέτασης από το Κοινοβούλιο μειώνεται λόγω διακοπής των εργασιών σε λιγότερο από πέντε μήνες, συμπεριλαμβανομένης τυχόν παράτασης.

Άρθρο 94

Επανεξέταση

1.  

Η Επιτροπή δημοσιεύει, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018 και στη συνέχεια ανά τριετία, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην παρακολούθηση του δυνητικού αντίκτυπου στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η έκθεση αξιολογεί:

α) 

τη λειτουργία του ΕΜΕ, της οικονομικής του απόδοσης, καθώς και των επιπτώσεων των δραστηριοτήτων εξυγίανσης στα συμφέροντα της Ένωσης ως συνόλου και στη συνοχή και την ακεραιότητα της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών επιπτώσεων στις δομές των εθνικών τραπεζικών συστημάτων εντός της Ένωσης σε σύγκριση με άλλα τραπεζικά συστήματα, και όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της συνεργασίας και των ρυθμίσεων ανταλλαγής πληροφοριών εντός του ΕΜΕ, μεταξύ ΕΜΕ και ΕΕΜ, καθώς και μεταξύ του ΕΜΕ, των εθνικών αρχών εξυγίανσης, των αρμόδιων αρχών και των αρχών εξυγίανσης μη συμμετεχόντων κρατών μελών, αξιολογώντας ιδίως:

i) 

κατά πόσον τα καθήκοντα που αναθέτει ο παρών κανονισμός στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, το Συμβούλιο και την Επιτροπή χρειάζεται να ασκούνται αποκλειστικά από ένα ανεξάρτητο όργανο της Ένωσης και, στην περίπτωση αυτή, κατά πόσον χρειάζεται να τροποποιηθούν οι σχετικές διατάξεις, ακόμη και σε επίπεδο πρωτογενούς δικαίου,

ii) 

κατά πόσον είναι ενδεδειγμένη η συνεργασία μεταξύ του ΕΜΕ, του ΕΕΜ, του ΕΣΣΚ, της ΕΑΤ, της ΕΑΚΑΑ και της ΕΑΑΕΣ, καθώς και των άλλων αρχών που αποτελούν μέρος του ΕΣΧΕ,

iii) 

κατά πόσον το χαρτοφυλάκιο επενδύσεων σύμφωνα με το άρθρο 75 αποτελείται από υγιή και διαφοροποιημένα περιουσιακά στοιχεία,

iv) 

κατά πόσον ο δεσμός μεταξύ του δημόσιου χρέους και του τραπεζικού κινδύνου έχει διαρραγεί,

v) 

κατά πόσον είναι κατάλληλες οι ρυθμίσεις διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων του καταμερισμού καθηκόντων εντός του Συμβουλίου Εξυγίανσης και των ρυθμίσεων ψηφοφορίας τόσο στις εκτελεστικές όσο και στις συνόδους ολομέλειας του Συμβουλίου Εξυγίανσης και στο πλαίσιο των σχέσεων με την Επιτροπή και το Συμβούλιο,

vi) 

κατά πόσον είναι επαρκές το σημείο αναφοράς για τον καθορισμό του επιπέδου-στόχου για το Ταμείο, και ιδίως, κατά πόσον οι καλυπτόμενες καταθέσεις ή οι συνολικές υποχρεώσεις αποτελούν την πλέον κατάλληλη βάση, καθώς και κατά πόσον χρειάζεται να καθοριστεί απόλυτο κατώτατο όριο για το Ταμείο προκειμένου να αποφευχθεί η αστάθεια στη ροή των χρηματοδοτικών μέσων προς το Ταμείο και να εξασφαλιστεί η σταθερότητα και η επάρκεια της χρηματοδότησης του Ταμείου με την πάροδο του χρόνου,

vii) 

κατά πόσον χρειάζεται να τροποποιηθούν το επίπεδο-στόχος που έχει καθοριστεί για το Ταμείο και το επίπεδο των εισφορών προκειμένου να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού εντός της Ένωσης,

β) 

την αποτελεσματικότητα των ρυθμίσεων περί ανεξαρτησίας και λογοδοσίας,

γ) 

την αλληλεπίδραση μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και της ΕΑΤ,

δ) 

την αλληλεπίδραση μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και των εθνικών αρχών εξυγίανσης των μη συμμετεχόντων κρατών μελών και τις επιπτώσεις του ΕΜΕ στα συγκεκριμένα κράτη μέλη, καθώς και την αλληλεπίδραση μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και των οικείων εθνικών αρχών εξυγίανσης τρίτων χωρών, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 90 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ,

ε) 

την ενδεχόμενη ανάγκη λήψης μέτρων για την εναρμόνιση των διαδικασιών αφερεγγυότητας για ιδρύματα που έχουν πτωχεύσει.

2.  
Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η Επιτροπή υποβάλλει, ενδεχομένως, συνοδευτικές προτάσεις.
3.  
Κατά την αναθεώρηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, η Επιτροπή καλείται να υποβάλει αντίστοιχη αναθεώρηση του παρόντος κανονισμού κατά περίπτωση.

Άρθρο 95

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 τροποποιείται ως εξής:

1) 

Στο άρθρο 4, το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2) ως “αρμόδιες αρχές” νοούνται:

i) 

οι αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 40 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, συμπεριλαμβανομένης τη Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε ό,τι αφορά ζητήματα που σχετίζονται με τα καθήκοντα που της ανατίθενται από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, στην οδηγία 2007/64/ΕΚ και όπως αναφέρονται στην οδηγία 2009/110/ΕΚ,

ii) 

όσον αφορά τις οδηγίες 2002/65/ΕΚ και 2005/60/ΕΚ, οι αρχές που είναι αρμόδιες να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των πιστωτικών και χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων με τις απαιτήσεις των οδηγιών αυτών,

iii) 

όσον αφορά τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων, οι φορείς που διαχειρίζονται συστήματα εγγύησης καταθέσεων σύμφωνα με την οδηγία 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *1 ), ή, στην περίπτωση που τη λειτουργία του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων διαχειρίζεται ιδιωτική εταιρεία, η δημόσια αρχή που έχει την εποπτεία των συστημάτων αυτών δυνάμει αυτής της οδηγίας, και

iv) 

όσον αφορά την οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *2 ) και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( *3 ), οι αρχές εξυγίανσης που ορίζονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης που ιδρύεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014, καθώς και το Συμβούλιο και η Επιτροπή όταν αναλαμβάνουν δράσεις δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία ασκούν διακριτικές εξουσίες ή προβαίνουν σε επιλογές πολιτικής.

2) 

Στο άρθρο 25 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.  
Η Αρχή μπορεί να διοργανώνει και να διεξάγει αξιολογήσεις από ομοτίμους της ανταλλαγής πληροφοριών και των κοινών δραστηριοτήτων του Συμβουλίου Εξυγίανσης που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 806/2014 και των εθνικών αρχών εξυγίανσης των κρατών μελών που δεν συμμετέχουν στον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης για την εξυγίανση διασυνοριακών ομίλων, με στόχο να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα και η συνέπεια των αποτελεσμάτων. Προς τον σκοπό αυτόν, η Αρχή αναπτύσσει μεθόδους που θα καταστήσουν δυνατή την αντικειμενική εκτίμηση και τη σύγκριση.»·
3) 

Στο άρθρο 40 παράγραφος 6 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Προκειμένου να ενεργεί στο πλαίσιο του άρθρου της οδηγίας 2014/59/ΕΕ, ο πρόεδρος του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης παρίσταται ως παρατηρητής στο συμβούλιο εποπτών.».

Άρθρο 96

Αντικατάσταση των εθνικών χρηματοδοτικών ρυθμίσεων εξυγίανσης

Από την ημερομηνία εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 99 παράγραφοι 2 και 6 του παρόντος κανονισμού, το Ταμείο θεωρείται η χρηματοδοτική ρύθμιση εξυγίανσης των συμμετεχόντων κρατών μελών δυνάμει των άρθρων 99 έως 109 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

Άρθρο 97

Συμφωνία σχετικά με την έδρα και προϋποθέσεις λειτουργίας

1.  
Οι αναγκαίες διευθετήσεις όσον αφορά τη στέγαση του Συμβουλίου Εξυγίανσης στο κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει και τις εγκαταστάσεις που πρέπει να θέσει στη διάθεσή του το εν λόγω κράτος μέλος, καθώς και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στο εν λόγω κράτος μέλος για τον πρόεδρο, τα μέλη του Συμβουλίου Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας, το προσωπικό του Συμβουλίου Εξυγίανσης και τα μέλη των οικογενειών τους, ορίζονται σε συμφωνία για την έδρα μεταξύ του Συμβουλίου Εξυγίανσης και του εν λόγω κράτους μέλους, η οποία συνάπτεται μετά από τη λήψη έγκρισης του Συμβουλίου Εξυγίανσης στη σύνοδο ολομέλειας και το αργότερο έως τις 20 Αυγούστου 2016.
2.  
Το κράτος μέλος στο οποίο εδρεύει το Συμβούλιο Εξυγίανσης εξασφαλίζει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για την εύρυθμη λειτουργία του Συμβουλίου Εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πολύγλωσσης και ευρωπαϊκού πνεύματος σχολικής εκπαίδευσης και των κατάλληλων συγκοινωνιακών συνδέσεων.

Άρθρο 98

Έναρξη των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου Εξυγίανσης

1.  
Το Συμβούλιο Εξυγίανσης θα τεθεί σε πλήρη λειτουργία έως την 1η Ιανουαρίου 2015.
2.  

Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εγκατάσταση και την αρχική λειτουργία του Συμβουλίου Εξυγίανσης, έως ότου αυτό αποκτήσει τη λειτουργική ικανότητα εκτέλεσης του προϋπολογισμού του. Για τον σκοπό αυτό:

α) 

έως ότου αναλάβει τα καθήκοντά του ο πρόεδρος μετά τον διορισμό του από το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 56, η Επιτροπή μπορεί να ορίσει έναν υπάλληλο της Επιτροπής για να ενεργεί ως πρόεδρος και να ασκεί τα καθήκοντα του προέδρου·

β) 

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) και έως την έκδοση της απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 3, ο προσωρινός πρόεδρος ασκεί τις εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής·

γ) 

η Επιτροπή μπορεί να προσφέρει συνδρομή στο Συμβούλιο Εξυγίανσης, ιδίως με την απόσπαση υπαλλήλων της Επιτροπής για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων του οργανισμού υπό την ευθύνη του προσωρινού προέδρου ή του προέδρου.

3.  
Ο προσωρινός πρόεδρος μπορεί να εγκρίνει όλες τις πληρωμές που καλύπτονται από πιστώσεις εγγεγραμμένες στον προϋπολογισμό του Συμβουλίου Εξυγίανσης και μπορεί να συνάπτει συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων για την πρόσληψη προσωπικού.

Άρθρο 99

Έναρξη ισχύος

1.  
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2.  
Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 3 έως 5, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από 1ης Ιανουαρίου 2016.
3.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι διατάξεις που σχετίζονται με τις εξουσίες του Συμβουλίου Εξυγίανσης να συγκεντρώνει πληροφορίες και να συνεργάζεται με τις εθνικές αρχές εξυγίανσης για την κατάρτιση σχεδιασμού εξυγίανσης, δυνάμει των άρθρων 8 και 9 και όλων των λοιπών συναφών διατάξεων, εφαρμόζονται από 1ης Ιανουαρίου 2015.
4.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, τα άρθρα 1 έως 4, 6, 30, 42 έως 48, 49, το άρθρο 50 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και ζ) έως ιστ), το άρθρο 50 παράγραφος 3, το άρθρο 51, το άρθρο 52 παράγραφοι 1 και 4, το άρθρο 53 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 56 έως 59, τα άρθρα 56 έως 59, τα άρθρα 61 έως 66, τα άρθρα 80 έως 84, τα άρθρα 87 έως 95 και τα άρθρα 97 και 98 εφαρμόζονται από τις 19 Αυγούστου 2014.
5.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται από 1ης Νοεμβρίου 2014 το άρθρο 69 παράγραφος 5, το άρθρο 70 παράγραφοι 6 και 7 και το άρθρο 71 παράγραφος 3, τα οποία αναθέτουν στο Συμβούλιο την εξουσία να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις και στην Επιτροπή την εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις.
6.  
Από 1ης Ιανουαρίου 2015, το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή μηνιαία έκθεση εγκεκριμένη στη σύνοδο ολομέλειάς του σχετικά με το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη μεταφορά εισφορών στο Ταμείο.

Από 1ης Δεκεμβρίου 2015, εάν οι εν λόγω εκθέσεις καταδεικνύουν ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη μεταφορά εισφορών στο Ταμείο, αναβάλλεται η εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 κατά έναν μήνα κάθε φορά. Το Συμβούλιο Εξυγίανσης υποβάλλει νέα έκθεση κάθε φορά στο τέλος του εν λόγω μήνα.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.



( 1 ) Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

( 2 ) Οδηγία 97/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Μαρτίου 1997, σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών (ΕΕ L 84 της 26.3.1997, σ. 22).

( 3 ) Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

( 4 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2033 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 575/2013, (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και (ΕΕ) αριθ. 806/2014 (ΕΕ L 1 της 5.12.2019, σ. 2019/2033).

( 5 ) Οδηγία (ΕΕ) 2019/2034 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με την προληπτική εποπτεία των επιχειρήσεων επενδύσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2002/87/ΕΚ, 2009/65/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2013/36/ΕΕ, 2014/59/ΕΕ και 2014/65/ΕΕ (ΕΕ L 314 της 5.12.2019, σ. 64).

( 6 ) Οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ΕΕ L 168 της 27.6.2002, σ. 43).

( 7 ) Οδηγία 2001/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων (ΕΕ L 82 της 22.3.2001, σ. 16).

( 8 ) Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).

( 9 ) Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (EE L 166 της 11.6.1998, σ. 45).·

( 10 ) Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1).

( 11 ) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

( 12 ) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1).

( 13 ) Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).

( 14 ) Κανονισμός αριθ. 1 του Συμβουλίου περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος (ΕΕ P 17 της 6.10.1958, σ. 385).

( 15 ) Κανονισμός αριθ. 422/67/ΕΟΚ, αριθ. 5/67/Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1967, περί του καθορισμού του καθεστώτος χρηματικών απολαυών του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής, του Προέδρου, των Δικαστών, των Γενικών Εισαγγελέων και του Γραμματέως του Δικαστηρίου (ΕΕ L 187 της 8.8.1967, σ. 1).

( 16 ) Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

( 17 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

( 18 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).

( 19 ) Απόφαση 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού της (ΕΕ L 317 της 3.12.2001, σ. 1).

( *1 ) Οδηγία 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 149).

( *2 ) Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, και των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).

( *3 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1).»·