02012R0260 — EL — 08.04.2024 — 002.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) αριθ. 260/2012 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 14ης Μαρτίου 2012

σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(ΕΕ L 094 της 30.3.2012, σ. 22)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) αριθ. 248/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ  της 26ης Φεβρουαρίου 2014

  L 84

1

20.3.2014

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2024/886 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ  της 13ης Μαρτίου 2024

  L 886

1

19.3.2024




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EE) αριθ. 260/2012 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 14ης Μαρτίου 2012

σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)



Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.  
Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται κανόνες για τις πράξεις μεταφοράς πίστωσης και άμεσης χρέωσης σε ευρώ εντός της Ένωσης σε περίπτωση που τόσο ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών («πάροχος ΥΠ») του πληρωτή, όσο και ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου, βρίσκονται εντός της Ένωσης ή σε περίπτωση που ο μόνος πάροχος ΥΠ που εμπλέκεται στην πράξη πληρωμής βρίσκεται στην Ένωση.
2.  

Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:

α) 

σε πράξεις πληρωμής που πραγματοποιούνται μεταξύ και εντός παρόχων ΥΠ, περιλαμβανομένων των αντιπροσώπων ή υποκαταστημάτων τους, για λογαριασμό των ιδίων·

β) 

σε πράξεις πληρωμής που διεκπεραιώνονται και εκκαθαρίζονται μέσω συστημάτων πληρωμών μεγάλων ποσών, αποκλειομένων των πράξεων πληρωμών άμεσης χρέωσης για τις οποίες πληρωτής δεν έχει ζητήσει ρητά τη δρομολόγηση μέσω συστήματος πληρωμής μεγάλων ποσών·

γ) 

σε πράξεις πληρωμής μέσω κάρτας πληρωμών ή ανάλογου μέσου, συμπεριλαμβανομένων των αναλήψεων μετρητών από λογαριασμό πληρωμών, εκτός εάν η κάρτα πληρωμών ή το ανάλογο μέσο χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την παραγωγή της πληροφορίας που απαιτείται για την απευθείας μεταφορά πίστωσης ή άμεση χρέωση προς και από λογαριασμό πληρωμών που αναγνωρίζεται με BBAN ή με ΙΒΑΝ·

δ) 

σε πράξεις πληρωμής με οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακή, ψηφιακή ή ηλεκτρονική συσκευή, εάν οι εν λόγω πράξεις πληρωμής δεν συνεπάγονται μεταφορά πίστωσης ή άμεση χρέωση προς και από λογαριασμό πληρωμών που αναγνωρίζεται με BBAN ή ΙΒΑΝ·

ε) 

σε πράξεις υπηρεσιών εμβασμάτων, όπως καθορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 13 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ·

στ) 

σε πράξεις πληρωμής κατά τις οποίες μεταβιβάζεται ηλεκτρονικό χρήμα, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 2 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος ( 1 ), εκτός εάν οι εν λόγω πράξεις συνεπάγονται μεταφορά πίστωσης ή άμεση χρέωση προς και από λογαριασμό πληρωμών που αναγνωρίζεται με BBAN ή IBAN.

3.  
Όταν τα καθεστώτα πληρωμών βασίζονται σε πράξεις πληρωμής με μεταφορά πίστωσης ή άμεση χρέωση, αλλά διαθέτουν επιπρόσθετα προαιρετικά χαρακτηριστικά ή υπηρεσίες, ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνο στις μεταφορές πίστωσης ή άμεσες χρεώσεις στις οποίες βασίζονται τα εν λόγω καθεστώτα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«μεταφορά πίστωσης» : η εθνική ή διασυνοριακή υπηρεσία πληρωμών για την πίστωση λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου με πράξη πληρωμής ή μια σειρά πράξεων πληρωμής από λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή μέσω του παρόχου ΥΠ που τηρεί τον λογαριασμό αυτό, βάσει εντολής του πληρωτή·

▼M2

1α)

«άμεση μεταφορά πίστωσης» : μεταφορά πίστωσης που εκτελείται άμεσα, σε 24ωρη βάση και οποιαδήποτε ημερολογιακή ημέρα·

1β)

«δίαυλος εκκίνησης πληρωμής» : κάθε μέθοδος, συσκευή ή διαδικασία μέσω της οποίας ο πληρωτής μπορεί να υποβάλλει εντολές πληρωμής μέσω του οικείου παρόχου ΥΠ για μεταφορά πίστωσης, μεταξύ άλλων μέσω διαδικτυακής τραπεζικής σύνδεσης, εφαρμογής για φορητές συσκευές, αυτόματης ταμειολογιστικής μηχανής, ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο στις εγκαταστάσεις του παρόχου ΥΠ·

1γ)

«πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής» : ο πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 18 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 2

1δ)

«όνομα του δικαιούχου» : για τα φυσικά πρόσωπα το όνομα και το επώνυμο και για τα νομικά πρόσωπα η εμπορική ή νομική επωνυμία·

1ε)

«στοχευμένα οικονομικά περιοριστικά μέτρα» : δέσμευση περιουσιακών στοιχείων που επιβάλλεται σε πρόσωπο, φορέα ή οντότητα ή απαγόρευση διάθεσης κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων σε πρόσωπο, φορέα ή οντότητα ή προς όφελός του, άμεσα ή έμμεσα, δυνάμει περιοριστικών μέτρων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 215 ΣΛΕΕ·

1στ)

«κωδικός αναγνώρισης νομικής οντότητας» : ή «LEI» (legal entity identifier): μοναδικός αλφαριθμητικός κωδικός αναφοράς βάσει του προτύπου ISO 17442 ο οποίος αποδίδεται σε νομική οντότητα·

▼B

2)

«άμεση χρέωση» : η εθνική ή διασυνοριακή υπηρεσία πληρωμής για τη χρέωση λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή, όταν η πράξη πληρωμής πραγματοποιείται με πρωτοβουλία του δικαιούχου βάσει της συναίνεσης του πληρωτή·

3)

«πληρωτής» : το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο διατηρεί λογαριασμό πληρωμών και επιτρέπει εντολή πληρωμής από αυτόν το λογαριασμό πληρωμών ή, εάν δεν υπάρχει λογαριασμός πληρωμών του πληρωτή, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δίνει τέτοια εντολή πληρωμής στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου·

4)

«δικαιούχος» : το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διατηρεί λογαριασμό πληρωμών και που είναι ο προοριζόμενος αποδέκτης των χρηματικών ποσών που αποτελούν αντικείμενο της πράξης πληρωμής·

▼M2

5)

«λογαριασμός πληρωμών» : λογαριασμός πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 12 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366·

▼B

6)

«σύστημα πληρωμών» : ένα σύστημα μεταφοράς χρηματικών ποσών με επίσημες και τυποποιημένες ρυθμίσεις και κοινούς κανόνες για την επεξεργασία, την εκκαθάριση ή τον διακανονισμό των πράξεων πληρωμής·

7)

«καθεστώς πληρωμών» : ένα ενιαίο σύνολο κανόνων, πρακτικών, προτύπων και/ή κατευθυντήριων γραμμών εφαρμογής που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των παρόχων ΥΠ για την εκτέλεση πράξεων πληρωμών μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης και στο εσωτερικό τους, και το οποίο είναι διαχωρισμένο από κάθε υποδομή ή σύστημα πληρωμών που υποστηρίζει τη λειτουργία του·

8)

«πάροχος ΥΠ» : ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ο οποίος εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 26 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ, εξαιρουμένων όμως των φορέων που απαριθμούνται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων ( 3 ) και οι οποίοι καλύπτονται από την εξαίρεση του άρθρου 2 παράγραφος 3 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ·

9)

«χρήστης ΥΠ» : φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κάνει χρήση μιας υπηρεσίας πληρωμών, υπό την ιδιότητα του πληρωτή ή του δικαιούχου·

10)

«πράξη πληρωμής» : μια πράξη μεταφοράς χρηματικών ποσών μεταξύ λογαριασμών πληρωμών εντός της Ένωσης με πρωτοβουλία του πληρωτή ή του δικαιούχου, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποκείμενη υποχρέωση μεταξύ του πληρωτή και του δικαιούχου·

11)

«εντολή πληρωμής» : κάθε οδηγία εκ μέρους πληρωτή ή δικαιούχου προς τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που τον εξυπηρετεί, με την οποία του ζητεί να εκτελέσει μια πράξη πληρωμής·

12)

«διατραπεζική προμήθεια» : η προμήθεια που καταβάλλεται μεταξύ των παρόχων ΥΠ του πληρωτή και του παρόχου ΥΠ του δικαιούχου για πράξεις άμεσης χρέωσης·

13)

«ΠΔΠ» : η πολυμερής διατραπεζική προμήθεια που υπόκειται σε συμφωνία μεταξύ άνω των δύο παρόχων ΥΠ·

14)

«BBAN» : κωδικός αναγνώρισης του αριθμού ενός λογαριασμού πληρωμών, ο οποίος ταυτίζει με σαφήνεια έναν ατομικό λογαριασμό πληρωμών με έναν πάροχο ΥΠ σε ένα κράτος μέλος και ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για εθνικές πράξεις πληρωμής, ενώ ο ίδιος λογαριασμός πληρωμών προσδιορίζεται από τον κωδικό ΙΒΑΝ για τις διασυνοριακές πράξεις πληρωμής·

15)

«IBAN» : διεθνής κωδικός αναγνώρισης του αριθμού ενός λογαριασμού πληρωμών, ο οποίος ταυτίζει με σαφήνεια έναν ατομικό λογαριασμό πληρωμών σε ένα κράτος μέλος· τα στοιχεία του κωδικού αυτού καθορίζονται από τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης (ISO)·

16)

«BIC» : κωδικός αναγνώρισης της επιχείρησης που ταυτοποιεί με σαφήνεια έναν πάροχο ΥΠ και του οποίου τα στοιχεία καθορίζονται από τον ISΟ·

17)

«πρότυπο ISO 20022 XML» : ένα πρότυπο για την ανάπτυξη των ηλεκτρονικών χρηματοπιστωτικών μηνυμάτων, όπως ορίζονται από τον ISO, το οποίο περιλαμβάνει τη φυσική αναπαράσταση των πράξεων πληρωμής με σύνταξη XML, σύμφωνα με τους επιχειρηματικούς κανόνες και τις κατευθυντήριες γραμμές εφαρμογής των καθεστώτων της Ένωσης για τις πράξεις πληρωμής που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού·

18)

«σύστημα πληρωμών μεγάλων ποσών» : σύστημα πληρωμών του οποίου ο βασικός προορισμός είναι η επεξεργασία, εκκαθάριση ή διακανονισμός μεμονωμένων πράξεων πληρωμής με υψηλή προτεραιότητα και επείγοντα χαρακτήρα, και πρωτίστως μεγάλου ποσού·

19)

«ημερομηνία διακανονισμού» : η ημερομηνία κατά την οποία εκπληρώνονται οι υποχρεώσεις μεταφοράς ποσών ανάμεσα στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή και τον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου·

20)

«είσπραξη» : μέρος μιας πράξης άμεσης χρέωσης που αρχίζει με την εκκίνηση της πράξης από τον δικαιούχο και τελειώνει με την κανονική χρέωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή·

21)

«εντολή» : έκφραση της συναίνεσης και εξουσιοδότησης που παρέχεται από τον πληρωτή στον δικαιούχο και (άμεσα ή έμμεσα μέσω του δικαιούχου) στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή για να έχει ο δικαιούχος τη δυνατότητα να κινήσει είσπραξη για χρέωση του προσδιοριζόμενου λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή και για να έχει ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή τη δυνατότητα να συμμορφωθεί προς τις οδηγίες αυτές·

▼M2

22)

«σύστημα πληρωμών λιανικής» : σύστημα πληρωμών κύριος σκοπός του οποίου είναι η διεκπεραίωση, ο συμψηφισμός ή η εκκαθάριση μεταφορών πίστωσης ή άμεσων χρεώσεων οι οποίες αφορούν κατά κύριο λόγο μικρά ποσά, και το οποίο δεν αποτελεί σύστημα πληρωμών μεγάλων ποσών·

▼B

23)

«πολύ μικρή επιχείρηση» : επιχείρηση η οποία, κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης υπηρεσίας πληρωμών, είναι επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 και του άρθρου 2 παράγραφοι 1 και 3 του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής ( 4

24)

«καταναλωτής» : το φυσικό πρόσωπο που δεν ενεργεί υπό εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική ιδιότητα όσον αφορά συμβάσεις υπηρεσιών πληρωμών·

25)

«συναλλαγή τύπου R» : πράξη πληρωμής που δεν μπορεί να εκτελεστεί δεόντως από έναν πάροχο ΥΠ ή που συνεπάγεται μια κατ’ εξαίρεση επεξεργασία, μεταξύ άλλων λόγω έλλειψης χρημάτων, ανάκλησης, εσφαλμένου ποσού ή εσφαλμένης ημερομηνίας, έλλειψης εντολής ή εσφαλμένου ή κλεισμένου λογαριασμού·

26)

«διασυνοριακή πράξη πληρωμής» : πράξη πληρωμής που δρομολογείται από έναν πληρωτή ή έναν δικαιούχο, όταν ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή και ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου βρίσκονται σε διαφορετικά κράτη μέλη·

27)

«εθνική πράξη πληρωμής» : πράξη πληρωμής που δρομολογείται από έναν πληρωτή ή έναν δικαιούχο, όταν ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή και ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου βρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος·

28)

«μέρος αναφοράς» : φυσικό ή νομικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου ο πληρωτής προβαίνει σε πληρωμή ή ο δικαιούχος σε είσπραξη πληρωμής.

Άρθρο 3

Προσβασιμότητα

1.  
Ο πάροχος ΥΠ ενός πληρωτή που είναι προσβάσιμος για εθνικές πράξεις μεταφοράς πίστωσης στο πλαίσιο ενός καθεστώτος πληρωμών, είναι προσβάσιμος, σύμφωνα με τους κανόνες ενός πανενωσιακού καθεστώτος πληρωμών, για μεταφορές πίστωσης τις οποίες δρομολογεί ένας πληρωτής μέσω παρόχου ΥΠ που βρίσκεται σε οποιοδήποτε κράτος μέλος.
2.  
Ο πάροχος ΥΠ ενός πληρωτή που είναι προσβάσιμος για εθνικές πράξεις άμεσης χρέωσης στο πλαίσιο ενός καθεστώτος πληρωμών, είναι προσβάσιμος, σύμφωνα με τους κανόνες ενός πανενωσιακού καθεστώτος πληρωμών, για άμεσες χρεώσεις τις οποίες δρομολογεί ένας δικαιούχος μέσω παρόχου ΥΠ που βρίσκεται σε οποιοδήποτε κράτος μέλος.
3.  
Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται μόνο στις πράξεις άμεσης χρέωσης που διατίθενται στους καταναλωτές ως πληρωτές στο πλαίσιο του καθεστώτος πληρωμών.

Άρθρο 4

Διαλειτουργικότητα

1.  

Τα καθεστώτα πληρωμών που χρησιμοποιούνται από παρόχους ΥΠ για τη διενέργεια μεταφορών πίστωσης και άμεσων χρεώσεων πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

οι κανόνες τους είναι οι ίδιοι για εθνικές και διασυνοριακές πράξεις μεταφοράς πίστωσης εντός της Ένωσης και ομοίως για εθνικές και διασυνοριακές πράξεις άμεσης χρέωσης εντός της Ένωσης· και

β) 

οι συμμετέχοντες στο σύστημα πληρωμών αντιστοιχούν στην πλειονότητα των παρόχων ΥΠ εντός των περισσότερων κρατών μελών και αποτελούν την πλειοψηφία των παρόχων ΥΠ εντός της Ένωσης, λαμβανομένων υπόψη μόνο των παρόχων ΥΠ που παρέχουν υπηρεσίες μεταφοράς πίστωσης ή άμεσης χρέωσης αντιστοίχως.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου, εάν ούτε ο πληρωτής ούτε ο δικαιούχος είναι καταναλωτές, λαμβάνονται υπόψη μόνο τα κράτη μέλη στα οποία διατίθενται τέτοιες υπηρεσίες από παρόχους ΥΠ και μόνο οι πάροχοι ΥΠ που παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες.

2.  
Ο φορέας εκμετάλλευσης ή, ελλείψει επίσημου φορέα εκμετάλλευσης, οι συμμετέχοντες σε ένα σύστημα πληρωμών λιανικής εντός της Ένωσης, εξασφαλίζουν ότι το σύστημα πληρωμών τους είναι διαλειτουργικό σε τεχνικό επίπεδο με τα άλλα συστήματα πληρωμών λιανικής εντός της Ένωσης μέσω της χρήσης προτύπων που έχουν αναπτυχθεί από διεθνείς ή ευρωπαϊκούς φορείς τυποποίησης. Επιπλέον, δεν υιοθετούν επιχειρηματικούς κανόνες που περιορίζουν τη διαλειτουργικότητα με τα άλλα συστήματα πληρωμών λιανικής εντός της Ένωσης. Τα συστήματα πληρωμών που προσδιορίζονται από την οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων ( 5 ) έχουν υποχρέωση να εξασφαλίσουν τεχνική διαλειτουργικότητα μόνο με τα άλλα συστήματα πληρωμών που προσδιορίζονται από την ίδια οδηγία.
3.  
Η διεκπεραίωση των μεταφορών πίστωσης και των άμεσων χρεώσεων δεν παρεμποδίζεται από τεχνικά εμπόδια.
4.  
Ο ιδιοκτήτης του καθεστώτος πληρωμών ή, ελλείψει επίσημου ιδιοκτήτη του καθεστώτος πληρωμών, ο κυριότερος συμμετέχων ενός νεότευκτου συστήματος πληρωμών λιανικής το οποίο έχει συμμετέχοντες σε τουλάχιστον οκτώ κράτη μέλη μπορεί να ζητήσει, από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται ο ιδιοκτήτης του καθεστώτος πληρωμών ή ο κυριότερος συμμετέχων, προσωρινή εξαίρεση από τους όρους που αναφέρονται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1. Αφού ζητήσουν τη γνώμη των αρμόδιων αρχών των άλλων κρατών μελών στα οποία το νέο αυτό καθεστώς πληρωμών έχει συμμετέχοντα, της Επιτροπής και της ΕΚΤ, οι εν λόγω αρμόδιες αρχές μπορούν να χορηγήσουν εξαίρεση για μέγιστη διάρκεια τριών ετών. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές βασίζουν την απόφασή τους στη δυνατότητα του νέου καθεστώτος πληρωμών να εξελιχθεί σε ένα πλήρως ανεπτυγμένο πανευρωπαϊκό καθεστώς πληρωμών, καθώς και στη συμβολή του στη βελτίωση του ανταγωνισμού ή την προώθηση της καινοτομίας.
5.  
Εκτός των υπηρεσιών πληρωμών που υπόκεινται σε εξαίρεση βάσει του άρθρου 16 παράγραφος 4, το παρόν άρθρο ισχύει το αργότερο από την 1η Φεβρουαρίου 2014.

Άρθρο 5

Απαιτήσεις για τις πράξεις μεταφοράς πίστωσης και άμεσης χρέωσης

1.  

Οι πάροχοι ΥΠ διενεργούν πράξεις μεταφοράς πίστωσης και άμεσης χρέωσης σύμφωνα με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

πρέπει να χρησιμοποιούν τον κωδικό αναγνώρισης λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α) του παραρτήματος για την αναγνώριση των λογαριασμών πληρωμών ασχέτως του τόπου στον οποίο βρίσκεται ο σχετικός πάροχος ΥΠ·

β) 

πρέπει να χρησιμοποιούν τις μορφές μηνυμάτων που καθορίζονται στο σημείο 1 στοιχείο β) του παραρτήματος κατά τη διαβίβαση πράξεων πληρωμής σε άλλον πάροχο ΥΠ ή μέσω ενός συστήματος πληρωμών λιανικής·

γ) 

πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι χρήστες ΥΠ χρησιμοποιούν τον κωδικό αναγνώρισης που καθορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α) του παραρτήματος για την αναγνώριση των λογαριασμών πληρωμών, είτε ο πάροχος ΥΠ τόσο του πληρωτή όσο και του δικαιούχου είτε ο μοναδικός πάροχος ΥΠ της πράξης πληρωμής βρίσκονται στο ίδιο κράτος με τους χρήστες ΥΠ ή σε διαφορετικά κράτη μέλη·

δ) 

πρέπει να εξασφαλίζουν ότι, όταν ο χρήστης ΥΠ που δεν είναι καταναλωτής ή πολύ μικρή επιχείρηση δρομολογεί ή δέχεται επιμέρους μεταφορές πίστωσης ή επιμέρους άμεσες χρεώσεις οι οποίες δεν διαβιβάζονται χωριστά αλλά συγκεντρωτικά, χρησιμοποιούνται οι μορφές μηνυμάτων που καθορίζονται στο σημείο 1 στοιχείο β) του παραρτήματος.

Με την επιφύλαξη του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου, οι πάροχοι ΥΠ, ύστερα από ειδικό αίτημα χρήστη ΥΠ, χρησιμοποιούν τις μορφές μηνυμάτων που καθορίζονται στο σημείο 1 στοιχείο β) του παραρτήματος για τη σχέση τους με τον συγκεκριμένο χρήστη ΥΠ.

2.  

Οι πάροχοι ΥΠ διενεργούν τις μεταφορές πίστωσης σύμφωνα με τις ακόλουθες απαιτήσεις, με την επιφύλαξη οιασδήποτε υποχρέωσης που καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ:

α) 

ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή πρέπει να εξασφαλίζει ότι ο πληρωτής διαβιβάζει τα δεδομένα που καθορίζονται στο σημείο 2 στοιχείο α) του παραρτήματος·

β) 

ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή πρέπει να διαβιβάζει στον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου τα δεδομένα που καθορίζονται στο σημείο 2 στοιχείο β) του παραρτήματος·

γ) 

ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου πρέπει να διαβιβάζει ή θέτει στη διάθεσή του δικαιούχου τα δεδομένα που καθορίζονται στο σημείο 2 στοιχείο δ) του παραρτήματος.

3.  

Οι πάροχοι ΥΠ πραγματοποιούν άμεσες χρεώσεις σύμφωνα με τις ακόλουθες απαιτήσεις, με την επιφύλαξη οιασδήποτε υποχρέωσης που καθορίζεται στην εθνική νομοθεσία εφαρμογής της οδηγίας 95/46/ΕΚ:

α) 

οι πάροχοι ΥΠ του δικαιούχου πρέπει να εξασφαλίζουν ότι:

i) 

κατά την πρώτη πράξη άμεσης χρέωσης και τις εφάπαξ πράξεις άμεσης χρέωσης, καθώς και σε κάθε μεταγενέστερη πράξη πληρωμής, ο δικαιούχος παρέχει τα στοιχεία που καθορίζονται στο σημείο 3 στοιχείο α) του παραρτήματος·

ii) 

ο πληρωτής παρέχει τη συναίνεσή του τόσο στον δικαιούχο όσο κ. στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή (άμεσα ή έμμεσα μέσω του δικαιούχου), ότι οι εντολές, μαζί με τις μετέπειτα τροποποιήσεις ή την ακύρωση, φυλάσσονται από τον δικαιούχο ή από τρίτο για λογαριασμό του δικαιούχου και ότι ο δικαιούχος ενημερώνεται σχετικά με την υποχρέωση αυτή από τον δικό του πάροχο ΥΠ σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 42 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ·

β) 

ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου πρέπει να διαβιβάζει στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή τα δεδομένα που καθορίζονται στο σημείο 3 στοιχείο β) του παραρτήματος·

γ) 

ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή πρέπει να διαβιβάζει στον πληρωτή ή θέτει στη διάθεσή του τα δεδομένα που καθορίζονται στο σημείο 3 στοιχείο γ) του παραρτήματος·

δ) 

ο πληρωτής πρέπει να έχει το δικαίωμα να παραγγέλλει στον δικό του πάροχο ΥΠ:

i) 

να περιορίζει την είσπραξη μιας άμεσης χρέωσης σε συγκεκριμένο ποσό ή περιοδικότητα ή και τα δύο·

ii) 

όταν η εντολή βάσει ενός καθεστώτος πληρωμών δεν προβλέπει το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων, να ελέγχει κάθε πράξη άμεσης χρέωσης, πριν από τη χρέωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή, για να διαπιστώσει, βάσει των πληροφοριακών στοιχείων που σχετίζονται με την εντολή, αν το ποσό και η περιοδικότητα της υποβληθείσας πράξης άμεσης χρέωσης αντιστοιχεί στο ποσό και την περιοδικότητα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της εντολής·

iii) 

να εμποδίζει οιεσδήποτε άμεσες χρεώσεις στον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή, ή να εμποδίζει οιεσδήποτε άμεσες χρεώσεις που προέρχονται από έναν ή περισσότερους προσδιοριζόμενους δικαιούχους, ή να εγκρίνει μόνον άμεσες χρεώσεις που προέρχονται από έναν ή περισσότερους προσδιοριζόμενους δικαιούχους.

Εάν ούτε ο πληρωτής ούτε ο δικαιούχος είναι καταναλωτές, οι πάροχοι ΥΠ δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του στοιχείου δ) σημεία i), ii) ή iii).

Ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή ενημερώνει τον πληρωτή όσον αφορά τα δικαιώματα που αναφέρονται στο στοιχείο δ) σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 42 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ.

Κατά την πρώτη πράξη άμεσης χρέωσης ή τις εφάπαξ πράξεις άμεσης χρέωσης, καθώς και σε κάθε μεταγενέστερη πράξη άμεσης χρέωσης, ο δικαιούχος αποστέλλει στον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου τις πληροφορίες που αφορούν την εντολή και ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου διαβιβάζει τις εν λόγω σχετικές με την εντολή πληροφορίες στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή με κάθε πράξη άμεσης χρέωσης.

4.  
Εκτός από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1, ο δικαιούχος που δέχεται μεταφορές πίστωσης κοινοποιεί στους πληρωτές του τον κώδικα αναγνώρισης του λογαριασμού του πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α) του παραρτήματος καθώς και, πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2014 για τις εθνικές πράξεις πληρωμής και πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2016 για τις διασυνοριακές πράξεις πληρωμής, αλλά μόνο εφόσον απαιτείται, τον κωδικό BIC του δικού του παρόχου ΥΠ.
5.  
Πριν την πρώτη πράξη άμεσης χρέωσης, ο πληρωτής κοινοποιεί τον κωδικό αναγνώρισης του λογαριασμού του πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α) του παραρτήματος. Ο πληρωτής κοινοποιεί τον κωδικό BIC του δικού του παρόχου ΥΠ πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2014 για τις εθνικές πράξεις πληρωμής και πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2016 για τις διασυνοριακές πράξεις πληρωμής, αλλά μόνον όταν τούτο καθίσταται αναγκαίο.
6.  
Όταν η συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ του πληρωτή και του παρόχου ΥΠ του δικαιούχου δεν προβλέπει το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 στοιχείο α) σημείο ii), ελέγχει κάθε πράξη άμεσης χρέωσης, πριν από τη χρέωση του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή, για να διαπιστώσει, βάσει των πληροφοριακών στοιχείων που σχετίζονται με την εντολή, αν το ποσό της υποβληθείσας πράξης άμεσης χρέωσης αντιστοιχεί στο ποσό και την περιοδικότητα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της εντολής.
7.  
Μετά την 1η Φεβρουαρίου 2014 για τις εθνικές πράξεις πληρωμής και μετά την 1η Φεβρουαρίου 2016 για τις διασυνοριακές πράξεις πληρωμής, οι πάροχοι ΥΠ δεν απαιτούν από τους χρήστες ΥΠ να αναφέρουν τον BIC του παρόχου ΥΠ του πληρωτή ή του παρόχου ΥΠ του δικαιούχου.
8.  
Οι πάροχοι ΥΠ του πληρωτή και του δικαιούχου δεν επιβάλλουν πρόσθετες επιβαρύνσεις ή άλλες προμήθειες στη διαδικασία ανάγνωσης για την αυτόματη παραγωγή εντολής όσον αφορά εκείνες τις πράξεις πληρωμής που δρομολογούνται μέσω ή με τη χρησιμοποίηση κάρτας πληρωμής στο σημείο πώλησης και καταλήγουν σε άμεση χρέωση.

▼M2

Άρθρο 5α

Πράξεις άμεσης μεταφοράς πίστωσης

1.  
Οι πάροχοι ΥΠ που προσφέρουν στους οικείους χρήστες ΥΠ υπηρεσία πληρωμών για αποστολή και λήψη μεταφορών πίστωσης προσφέρουν σε όλους τους οικείους χρήστες ΥΠ υπηρεσία πληρωμής για αποστολή και λήψη πράξεων άμεσης μεταφοράς πίστωσης.

Οι πάροχοι ΥΠ του πρώτου εδαφίου διασφαλίζουν ότι όλοι οι λογαριασμοί πληρωμών που είναι προσβάσιμοι για άμεσες μεταφορές πίστωσης είναι προσβάσιμοι σε 24ωρη βάση και οποιαδήποτε ημερολογιακή ημέρα.

2.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, και υπό την προϋπόθεση ότι έχει προηγουμένως λάβει την άδεια των αρμόδιων αρχών του με βάση την αξιολόγηση των εν λόγω αρχών όσον αφορά την πρόσβασή του σε ρευστότητα σε ευρώ, ένας πάροχος ΥΠ που βρίσκεται σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ δεν υποχρεούται να προσφέρει στους χρήστες ΥΠ την υπηρεσία πληρωμών αποστολής άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ πέραν ενός ορίου ανά πράξη, από λογαριασμούς πληρωμών εκφρασμένους στο εθνικό νόμισμα του εν λόγω κράτους μέλους, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο εν λόγω πάροχος ΥΠ ούτε αποστέλλει ούτε λαμβάνει μη άμεσες συναλλαγές μεταφοράς πίστωσης σε ευρώ σε σχέση με τους εν λόγω λογαριασμούς πληρωμών. Το όριο αυτό καθορίζεται από τις αρμόδιες αρχές και δεν είναι χαμηλότερο από 25 000  EUR. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χορηγούν προηγούμενη άδεια κατόπιν αιτήματος του παρόχου ΥΠ για περίοδο ενός έτους. Κατόπιν αιτήματος του παρόχου ΥΠ, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να παρατείνουν την εν λόγω προηγούμενη άδεια για περαιτέρω περιόδους ενός έτους, αφού έχουν επαναξιολογήσει την πρόσβαση του παρόχου ΥΠ σε ρευστότητα σε ευρώ. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την Επιτροπή σε ετήσια βάση για τις προηγούμενες άδειες και τις παρατάσεις που έχουν χορηγήσει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

Η ΕΚΤ και η κάθε εθνική κεντρική τράπεζα, όταν δεν ενεργεί με την ιδιότητά της ως νομισματική αρχή ή άλλη δημόσια αρχή, μπορεί να περιορίζει την εκ μέρους της προσφορά υπηρεσίας πληρωμής για αποστολή άμεσων μεταφορών πίστωσης στην χρονική περίοδο κατά την οποία προσφέρει υπηρεσία πληρωμής για αποστολή και λήψη μη άμεσων μεταφορών πίστωσης.

3.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 78 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, ο χρόνος λήψης εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης είναι η στιγμή κατά την οποία την λαμβάνει ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή, ασχέτως ώρας ή ημερολογιακής ημέρας.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 78 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, εάν ο πληρωτής και ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή συμφωνούν ότι η εκτέλεση της εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης πρέπει να πραγματοποιηθεί σε συγκεκριμένη ώρα συγκεκριμένης ημέρας ή τη στιγμή κατά την οποία ο πληρωτής έχει θέσει τα χρηματικά ποσά στη διάθεση του παρόχου ΥΠ, ως χρόνος λήψης της εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης θεωρείται η συμφωνημένη ώρα, ασχέτως ώρας ή ημερολογιακής ημέρας.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, ο χρόνος λήψης της εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης είναι:

α) 

για μη ηλεκτρονική εντολή πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης, η στιγμή κατά την οποία ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή εισήγαγε τις σχετικές με την εντολή πληρωμής πληροφορίες στο εσωτερικό του σύστημα, η δε εισαγωγή πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατόν μετά την υποβολή της μη ηλεκτρονικής εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης από τον πληρωτή στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή·

β) 

για μεμονωμένη εντολή πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης που αποτελεί μέρος δέσμης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, όταν η μετατροπή της εν λόγω δέσμης σε μεμονωμένες πράξεις πληρωμής πραγματοποιείται από τον πάροχο ΥΠ του πληρωτή, η στιγμή κατά την οποία ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή διαχώρισε την συγκεκριμένη πράξη πληρωμής· ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή αρχίζει τη μετατροπή της δέσμης αμέσως μετά την υποβολή της από τον πληρωτή στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή και ολοκληρώνει τη μετατροπή το συντομότερο δυνατόν·

γ) 

για εντολή πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης από λογαριασμούς πληρωμών που δεν είναι σε ευρώ, η στιγμή κατά την οποία το ποσό της πράξης πληρωμής μετατράπηκε σε ευρώ· η μετατροπή του νομίσματος πραγματοποιείται αμέσως μετά την υποβολή της εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης από τον πληρωτή στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή.

4.  

Κατά την εκτέλεση άμεσων μεταφορών πίστωσης, οι πάροχοι ΥΠ, επιπλέον των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 5, συμμορφώνονται και με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

οι πάροχοι ΥΠ διασφαλίζουν ότι οι πληρωτές είναι σε θέση να υποβάλουν εντολή πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης μέσω οποιουδήποτε από τους διαύλους εκκίνησης πληρωμής τους οποίους οι εν λόγω πληρωτές μπορούν να χρησιμοποιούν για να υποβάλουν εντολή πληρωμής για άλλες μεταφορές πίστωσης·

β) 

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 83 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, αμέσως μετά τον χρόνο λήψης της εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή επαληθεύει αν πληρούνται όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη διεκπεραίωση της πράξης πληρωμής και αν είναι διαθέσιμα τα αναγκαία χρηματικά ποσά, δεσμεύει ή χρεώνει το ποσό της πράξης πληρωμής από τον λογαριασμό του πληρωτή και αποστέλλει αμέσως την πράξη πληρωμής στον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου·

γ) 

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 83 και το άρθρο 87 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, εντός 10 δευτερολέπτων από τον χρόνο λήψης της εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης από τον πάροχο ΥΠ του πληρωτή, ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου καθιστά διαθέσιμο το ποσό της πράξης πληρωμής στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου στο νόμισμα του λογαριασμού του δικαιούχου και επιβεβαιώνει την ολοκλήρωση της πράξης πληρωμής στον πάροχο ΥΠ του πληρωτή·

δ) 

κατά παρέκκλιση από το άρθρο 87 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου εξασφαλίζει ότι η ημερομηνία αξίας της πίστωσης για τον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου είναι η ίδια με την ημερομηνία κατά την οποία ο λογαριασμός πληρωμών του δικαιούχου πιστώνεται από τον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου με το ποσό της πράξης πληρωμής· και

ε) 

αμέσως μόλις λάβει την επιβεβαίωση της ολοκλήρωσης που αναφέρεται στο στοιχείο γ), ή εάν δεν λάβει τέτοια επιβεβαίωση ολοκλήρωσης από τον πάροχο ΥΠ του πληρωτή εντός 10 δευτερολέπτων από τον χρόνο παραλαβής της εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή ενημερώνει, δωρεάν, τον πληρωτή καθώς και, ενδεχομένως, τον πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής, εάν το ποσό της πράξης πληρωμής έχει καταστεί διαθέσιμο στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου.

5.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 89 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, όταν ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή δεν λάβει μήνυμα από τον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου που να επιβεβαιώνει ότι τα χρηματικά ποσά διατέθηκαν στον λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου εντός 10 δευτερολέπτων από τον χρόνο λήψης, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή επαναφέρει αμέσως τον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή στην κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η πράξη.
6.  
Κατόπιν αιτήματος του χρήστη ΥΠ, ο πάροχος ΥΠ προσφέρει στον χρήστη ΥΠ τη δυνατότητα να θέσει όριο για το ανώτατο ποσό μεταφοράς μέσω άμεσης μεταφοράς πίστωσης. Το όριο αυτό μπορεί να καθοριστεί είτε ανά ημέρα είτε ανά πράξη, κατ’ αποκλειστική διακριτική ευχέρεια του χρήστη ΥΠ. Οι πάροχοι ΥΠ διασφαλίζουν ότι οι χρήστες ΥΠ είναι σε θέση να τροποποιούν το εν λόγω ανώτατο ποσό ανά πάσα στιγμή πριν από την εκκίνηση μιας εντολής πληρωμής για άμεση μεταφορά πίστωσης. Όταν η εντολή πληρωμής ενός χρήστη ΥΠ για άμεση μεταφορά πίστωσης υπερβαίνει ή οδηγεί σε υπέρβαση του ανώτατου ποσού, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή δεν εκτελεί την εντολή πληρωμής για την άμεση μεταφορά πίστωσης, γνωστοποιεί το γεγονός στον χρήστη ΥΠ και ενημερώνει τον χρήστη ΥΠ σχετικά με τον τρόπο τροποποίησης του μέγιστου ποσού.
7.  
Όταν παρέχουν την υπηρεσία πληρωμής για αποστολή και λήψη πράξεων άμεσης μεταφοράς πίστωσης, οι πάροχοι ΥΠ προσφέρουν στους οικείους χρήστες ΥΠ τη δυνατότητα να υποβάλλουν πολλαπλές εντολές πληρωμής ως δέσμη, εφόσον οι πάροχοι ΥΠ προσφέρουν τη δυνατότητα αυτή στους οικείους χρήστες ΥΠ για άλλες μεταφορές πίστωσης.

Οι πάροχοι ΥΠ δεν επιβάλλουν όρια στον αριθμό των εντολών πληρωμής που μπορούν να υποβληθούν σε δέσμη άμεσων μεταφορών πίστωσης τα οποία να είναι χαμηλότερα από τα όρια που επιβάλλουν για δέσμες άλλες μεταφορές πίστωσης.

8.  
Οι πάροχοι ΥΠ που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και βρίσκονται σε κράτος μέλος το νόμισμα του οποίου είναι το ευρώ, προσφέρουν στους οικείους χρήστες ΥΠ την υπηρεσία πληρωμής για λήψη άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο το αργότερο από τις 9 Ιανουαρίου 2025 και την υπηρεσία πληρωμής για αποστολή άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο το αργότερο από τις 9 Οκτωβρίου 2025.

Οι πάροχοι ΥΠ που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και βρίσκονται σε κράτος μέλος το νόμισμα του οποίου δεν είναι το ευρώ, προσφέρουν στους οικείους χρήστες ΥΠ την υπηρεσία πληρωμής για λήψη άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο το αργότερο από τις 9 Ιανουαρίου 2027 και την υπηρεσία πληρωμής για αποστολή άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο το αργότερο από τις 9 Ιουλίου 2027.

Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου έως τις 9 Ιουνίου 2028, οι πάροχοι ΥΠ που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και βρίσκονται σε κράτος μέλος το νόμισμα του οποίου δεν είναι το ευρώ δεν υποχρεούνται να προσφέρουν στους χρήστες ΥΠ την υπηρεσία πληρωμών για αποστολή άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ από λογαριασμούς πληρωμών στο εθνικό νόμισμα του εν λόγω κράτους μέλους, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι εν λόγω πάροχοι ΥΠ δεν αποστέλλουν και δεν λαμβάνουν μη άμεσες συναλλαγές μεταφοράς πίστωσης σε ευρώ σε σχέση με τέτοιους λογαριασμούς.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, οι πάροχοι ΥΠ που είναι ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 1 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ ή ιδρύματα πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 και είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος που έχει ως νόμισμα το ευρώ, προσφέρουν στους οικείους χρήστες ΥΠ την υπηρεσία πληρωμής για αποστολή και λήψη άμεσης μεταφοράς πίστωσης σε ευρώ όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο το αργότερο από τις 9 Απριλίου 2027.

Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, οι πάροχοι ΥΠ που είναι ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος κατά την έννοια του άρθρου 2 σημείο 1 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ ή ιδρύματα πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 και είναι εγκατεστημένοι σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, προσφέρουν στους οικείους χρήστες ΥΠ την υπηρεσία πληρωμής για λήψη άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο το αργότερο από τις 9 Απριλίου 2027 και την υπηρεσία πληρωμής για αποστολή άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ όπως καθορίζεται στο παρόν άρθρο το αργότερο από τις 9 Ιουλίου 2027.

Άρθρο 5β

Επιβαρύνσεις για μεταφορές πίστωσης και επαλήθευση του δικαιούχου

1.  
Τυχόν επιβαρύνσεις που επιβάλλονται από πάροχο ΥΠ στους πληρωτές και τους δικαιούχους για την αποστολή και τη λήψη άμεσων μεταφορών πίστωσης δεν είναι υψηλότερες από τις επιβαρύνσεις που επιβάλλονται από τον εν λόγω πάροχο ΥΠ για την αποστολή και τη λήψη άλλων μεταφορών πίστωσης αντίστοιχου τύπου.
2.  
Οι υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 5γ παρέχονται σ ε όλους τους χρήστες ΥΠ δωρεάν.
3.  
Οι πάροχοι ΥΠ που βρίσκονται σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα είναι το ευρώ συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο το αργότερο έως τις 9 Ιανουαρίου 2025.

Οι πάροχοι ΥΠ που βρίσκονται σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο το αργότερο έως τις 9 Ιανουαρίου 2027.

Άρθρο 5γ

Επαλήθευση του δικαιούχου στην περίπτωση των μεταφορών πίστωσης

1.  

Ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή παρέχει στον πληρωτή υπηρεσία που διασφαλίζει την επαλήθευση του δικαιούχου στον οποίο ο πληρωτής προτίθεται να αποστείλει μεταφορά πίστωσης (υπηρεσία που διασφαλίζει την επαλήθευση). Ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή εκτελεί την υπηρεσία που διασφαλίζει την επαλήθευση αμέσως μόλις ο πληρωτής παράσχει τις σχετικές πληροφορίες για τον δικαιούχο και προτού του προσφερθεί η δυνατότητα να εγκρίνει την εν λόγω μεταφορά πίστωσης. Ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή προσφέρει την υπηρεσία που διασφαλίζει την επαλήθευση ανεξάρτητα από τον δίαυλο εκκίνησης πληρωμής που χρησιμοποιεί ο πληρωτής για την υποβολή εντολής πληρωμής για τη μεταφορά πίστωσης. Η υπηρεσία που διασφαλίζει την επαλήθευση παρέχεται σύμφωνα με τα ακόλουθα:

α) 

όταν ο κωδικός αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος και το όνομα του δικαιούχου έχουν εισαχθεί στην εντολή πληρωμής για τη μεταφορά πίστωσης από τον πληρωτή, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή παρέχει υπηρεσία αντιστοίχισης του κωδικού αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος με το όνομα του δικαιούχου. Κατόπιν αιτήματος του παρόχου ΥΠ του πληρωτή, ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου επαληθεύει αν ο κωδικός αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος αντιστοιχεί στο όνομα του δικαιούχου που έχει υποβάλει ο πληρωτής. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει αντιστοιχία, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή, με βάση τις πληροφορίες που παρέχει ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου, ενημερώνει σχετικά τον πληρωτή και διευκρινίζει ότι η έγκριση της μεταφοράς πίστωσης ενδέχεται να οδηγήσει στη μεταφορά των χρηματικών ποσών σε λογαριασμό πληρωμών που δεν διατηρείται από τον δικαιούχο που υποδεικνύει ο πληρωτής. Όταν υπάρχει κατά προσέγγιση αντιστοιχία όσον αφορά το όνομα του δικαιούχου που παρέχει ο πληρωτής σε σχέση με τον κωδικό αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή υποδεικνύει στον πληρωτή το όνομα του δικαιούχου που συνδέεται με τον κωδικό αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος, τον οποίο έχει υποβάλει ο πληρωτής·

β) 

όταν ο δικαιούχος είναι νομικό πρόσωπο και ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή προσφέρει δίαυλο εκκίνησης πληρωμής που επιτρέπει στον πληρωτή να υποβάλλει εντολή πληρωμής παρέχοντας τον κωδικό αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου, που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού, μαζί με άλλα στοιχεία δεδομένων εκτός από το όνομα του δικαιούχου που ταυτοποιούν με σαφήνεια τον δικαιούχο, όπως ένας αριθμός φορολογικού μητρώου, ένας ευρωπαϊκός μοναδικός ταυτοποιητής όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 6 ) ή ένας LEI, και εφόσον τα ίδια αυτά στοιχεία δεδομένων είναι διαθέσιμα στο εσωτερικό σύστημα του παρόχου ΥΠ του δικαιούχου, ο εν λόγω πάροχος ΥΠ, κατόπιν αιτήματος του παρόχου ΥΠ του πληρωτή, επαληθεύει αν ο κωδικός αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού αντιστοιχεί στα στοιχεία δεδομένων που έχει υποβάλει ο πληρωτής. Όταν ο κωδικός αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού δεν αντιστοιχεί στο στοιχείο δεδομένων που έχει υποβάλει ο πληρωτής, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή, με βάση τις πληροφορίες που παρέχει ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου, ενημερώνει σχετικά τον πληρωτή·

γ) 

όταν λογαριασμός πληρωμών που ταυτοποιείται μέσω κωδικού αναγνώρισης λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος, τον οποίο έχει υποβάλει ο πληρωτής, διατηρείται από πάροχο ΥΠ εξ ονόματος πολλαπλών δικαιούχων, ο πληρωτής μπορεί να παρέχει στον οικείο πάροχο ΥΠ πρόσθετες πληροφορίες που επιτρέπουν τη σαφή ταυτοποίηση του δικαιούχου. Ο πάροχος ΥΠ που τηρεί τον εν λόγω λογαριασμό πληρωμών εξ ονόματος πολλαπλών δικαιούχων ή, κατά περίπτωση, ο πάροχος ΥΠ που διατηρεί τον εν λόγω λογαριασμό πληρωμών, επιβεβαιώνει, κατόπιν αιτήματος του παρόχου ΥΠ του πληρωτή, αν ο δικαιούχος που υποδεικνύεται από τον πληρωτή συγκαταλέγεται στους πολλαπλούς δικαιούχους εξ ονόματος των οποίων τηρείται ή διατηρείται ο λογαριασμός πληρωμών. Ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή ενημερώνει τον πληρωτή αν ο δικαιούχος που υποδεικνύει ο πληρωτής δεν συγκαταλέγεται στους πολλαπλούς δικαιούχους εξ ονόματος των οποίων τηρείται ή διατηρείται ο λογαριασμός πληρωμών·

δ) 

σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που περιγράφονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρούσας παραγράφου, και ιδίως όταν ο πάροχος ΥΠ παρέχει δίαυλο εκκίνησης πληρωμής που δεν απαιτεί από τον πληρωτή να εισαγάγει ταυτοχρόνως και τον κωδικό αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος και το όνομα του δικαιούχου, ο πάροχος ΥΠ διασφαλίζει ότι ο δικαιούχος στον οποίο ο πληρωτής προτίθεται να αποστείλει μεταφορά πίστωσης ταυτοποιείται ορθά. Για τον σκοπό αυτό, ο πάροχος ΥΠ ενημερώνει τον πληρωτή κατά τρόπο που του επιτρέπει να επικυρώνει τον δικαιούχο προτού εγκρίνει τη μεταφορά πίστωσης.

2.  
Όταν ο κωδικός αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1) στοιχείο α) του παραρτήματος ή το όνομα του δικαιούχου παρέχεται από πάροχο υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής και όχι από τον πληρωτή, ο εν λόγω πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής διασφαλίζει την ορθότητα των πληροφοριών που αφορούν τον δικαιούχο.
3.  
Οι πάροχοι ΥΠ, για τους σκοπούς της παραγράφου 1 στοιχείο δ), και οι πάροχοι υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής, για τους σκοπούς της παραγράφου 2, τηρούν άρτιες εσωτερικές διαδικασίες, ώστε να διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αφορούν τους δικαιούχους είναι ορθές.
4.  
Στην περίπτωση έντυπων εντολών πληρωμής, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή εκτελεί την υπηρεσία που διασφαλίζει την επαλήθευση κατά τον χρόνο παραλαβής της εντολής πληρωμής, εκτός αν ο πληρωτής δεν είναι παρών κατά τον χρόνο λήψης της εντολής πληρωμής.
5.  
Οι πάροχοι ΥΠ διασφαλίζουν ότι η εκτέλεση της υπηρεσίας που διασφαλίζει την επαλήθευση και της υπηρεσίας που περιγράφεται στην παράγραφο 2 δεν εμποδίζει τους πληρωτές να εγκρίνουν τη συγκεκριμένη μεταφορά πίστωσης.
6.  
Οι πάροχοι ΥΠ παρέχουν στους χρήστες ΥΠ που δεν είναι καταναλωτές τα μέσα για να παύουν τη λήψη της υπηρεσίας που διασφαλίζει την επαλήθευση όταν υποβάλλουν πολλαπλές εντολές πληρωμής ως δέσμη.

Οι πάροχοι ΥΠ διασφαλίζουν ότι οι χρήστες ΥΠ που έπαυσαν τη λήψη της υπηρεσίας που διασφαλίζει την επαλήθευση έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν ανά πάσα στιγμή να λάβουν την εν λόγω υπηρεσία.

7.  
Όποτε ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή παρέχει κοινοποίηση στον πληρωτή σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α), β) ή γ), ο εν λόγω πάροχος ΥΠ διευκρινίζει ταυτόχρονα στον πληρωτή ότι η έγκριση της μεταφοράς πίστωσης ενδέχεται να οδηγήσει στη μεταφορά των χρηματικών ποσών σε λογαριασμό πληρωμών που δεν διατηρείται από τον δικαιούχο που υποδεικνύει ο πληρωτής. Ο πάροχος ΥΠ παρέχει τις εν λόγω πληροφορίες στον χρήστη ΥΠ που δεν είναι καταναλωτής, όταν ο εν λόγω χρήστης ΥΠ παύει τη λήψη της υπηρεσίας που διασφαλίζει την επαλήθευση κατά την υποβολή πολλαπλών εντολών πληρωμής ως δέσμη. Οι πάροχοι ΥΠ ενημερώνουν τους οικείους χρήστες ΥΠ για τις συνέπειες που συνεπάγεται η ενδεχόμενη απόφαση των χρηστών ΥΠ να αγνοήσουν κοινοποίηση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ) ως προς την ευθύνη των παρόχων ΥΠ και τα δικαιώματα επιστροφής των χρημάτων των χρηστών ΥΠ.
8.  
Ο πάροχος ΥΠ δεν θεωρείται υπεύθυνος για την εκτέλεση μεταφοράς πίστωσης προς λάθος δικαιούχο λόγω λανθασμένου αποκλειστικού μέσου ταυτοποίησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 88 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, εφόσον έχει εκπληρώσει τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

Όταν ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή αδυνατεί να συμμορφωθεί με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή όταν ο πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής αδυνατεί να συμμορφωθεί με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθου, και όταν η αδυναμία αυτή έχει ως αποτέλεσμα την ελλιπή εκτέλεση της πράξης πληρωμής, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή επιστρέφει αμελλητί στον πληρωτή το μεταφερθέν ποσό και, κατά περίπτωση, επαναφέρει τον χρεωθέντα λογαριασμό πληρωμών στην κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν εάν δεν είχε πραγματοποιηθεί η πράξη πληρωμής.

Όταν η αδυναμία συμμόρφωσης οφείλεται στο γεγονός ότι ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου ή ο πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου ή, κατά περίπτωση, ο πάροχος υπηρεσίας εκκίνησης πληρωμής αποζημιώνει τον πάροχο ΥΠ του πληρωτή για την οικονομική ζημία που υπέστη ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή λόγω αυτής της αδυναμίας.

Ο πληρωτής μπορεί να αποζημιωθεί για οποιαδήποτε περαιτέρω οικονομική ζημία που υφίσταται, σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τη σύμβαση μεταξύ του πληρωτή και του σχετικού παρόχου ΥΠ.

9.  
Οι πάροχοι ΥΠ που βρίσκονται σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα είναι το ευρώ συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο το αργότερο έως τις 9 Οκτωβρίου 2025.

Οι πάροχοι ΥΠ που βρίσκονται σε κράτος μέλος του οποίου το νόμισμα δεν είναι το ευρώ συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο το αργότερο έως τις 9 Ιουλίου 2027.

Άρθρο 5δ

Έλεγχος των χρηστών ΥΠ από παρόχους ΥΠ που προσφέρουν άμεσες μεταφορές πίστωσης για να επαληθευθεί αν ένας χρήστης ΥΠ είναι πρόσωπο ή οντότητα που υπόκειται σε στοχευμένα οικονομικά περιοριστικά μέτρα

1.  
Οι πάροχοι ΥΠ που προσφέρουν άμεσες μεταφορές πίστωσης επαληθεύουν αν οποιοσδήποτε από τους οικείους χρήστες ΥΠ είναι πρόσωπα ή οντότητες που υπόκεινται σε στοχευμένα οικονομικά περιοριστικά μέτρα.

Οι πάροχοι ΥΠ διενεργούν τις εν λόγω επαληθεύσεις αμέσως μετά την έναρξη ισχύος τυχόν νέων στοχευμένων οικονομικά περιοριστικών μέτρων, και αμέσως μετά την έναρξη ισχύος τυχόν τροποποιήσεων των εν λόγω στοχευμένων οικονομικά περιοριστικών μέτρων, και τουλάχιστον μία φορά κάθε ημερολογιακή ημέρα.

2.  
Κατά την εκτέλεση άμεσης μεταφοράς πίστωσης, ο πάροχος ΥΠ του πληρωτή και ο πάροχος ΥΠ του δικαιούχου που συμμετέχουν στην εκτέλεση της εν λόγω άμεσης μεταφοράς πίστωσης δεν επαληθεύουν αν ο πληρωτής ή ο δικαιούχος του οποίου οι λογαριασμοί πληρωμών χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση της εν λόγω άμεσης μεταφοράς πίστωσης είναι πρόσωπα ή οντότητες που υπόκεινται σε στοχευμένα οικονομικά περιοριστικά μέτρα επιπλέον των επαληθεύσεων που διενεργούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν θίγει τις ενέργειες στις οποίες προβαίνουν οι πάροχοι ΥΠ προκειμένου να συμμορφώνονται με περιοριστικά μέτρα, πλην των στοχευμένων οικονομικά περιοριστικών μέτρων, τα οποία θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 215 ΣΛΕΕ, με περιοριστικά μέτρα που δεν θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 215 ΣΛΕΕ, ή με τη νομοθεσία της Ένωσης για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

3.  
Οι πάροχοι ΥΠ συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο το αργότερο έως τις 9 Ιανουαρίου 2025.

▼B

Άρθρο 6

Καταληκτικές ημερομηνίες

1.  
Από την 1η Φεβρουαρίου 2014, οι μεταφορές πίστωσης πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις τεχνικές απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφοι 1, 2 και 4 και των σημείων 1 και 2 του παραρτήματος
2.  
Από την 1η Φεβρουαρίου 2014, οι άμεσες χρεώσεις πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3 και τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφοι 1, 3, 5, 6 και 8 και των σημείων 1 και 3 του παραρτήματος.
3.  
Με την επιφύλαξη του άρθρου 3, οι άμεσες χρεώσεις πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 8 παράγραφος 1 από την 1η Φεβρουαρίου 2017 το αργότερο για τις εθνικές πράξεις πληρωμών και από την 1η Νοεμβρίου 2012 το αργότερο για τις διασυνοριακές πράξεις πληρωμών.
4.  
Για τις εθνικές πράξεις πληρωμών, ένα κράτος μέλος ή, με την έγκριση του σχετικού κράτους μέλους, οι πάροχοι ΥΠ ενός κράτους μέλους μπορούν, αφού λάβουν υπόψη και αξιολογήσουν τον βαθμό ετοιμότητας και προθυμίας των πολιτών τους, να ορίσουν ημερομηνίες προγενέστερες από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 1 και 2.

Άρθρο 7

Εγκυρότητα των εντολών και δικαίωμα επιστροφής χρημάτων

1.  
Έγκυρη άδεια δικαιούχου για την είσπραξη επαναλαμβανόμενων άμεσων χρεώσεων στο πλαίσιο κληροδοτημένου καθεστώτος πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2014 εξακολουθεί να ισχύει μετά την εν λόγω ημερομηνία, και θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει τη συγκατάθεση προς τον πάροχο ΥΠ του πληρωτή να εκτελεί τις επαναλαμβανόμενες άμεσες χρεώσεις που εισπράττει ο εν λόγω δικαιούχος σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εάν δεν υπάρχει εθνική νομοθεσία ή συμφωνίες πελατών που παρατείνουν την ισχύ των εντολών άμεσης χρέωσης.
2.  
Εντολή στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 επιτρέπει άνευ όρων επιστροφή χρημάτων, καθώς και επιστροφή χρημάτων προχρονολογημένη στην ημερομηνία της σχετικής πληρωμής, εάν αυτό έχει προβλεφθεί στο πλαίσιο της υπάρχουσας εντολής.

Άρθρο 8

Διατραπεζικές προμήθειες για τις πράξεις άμεσης χρέωσης

1.  
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, δεν εφαρμόζεται στις πράξεις άμεσης χρέωσης ΠΔΠ ανά πράξη άμεσης χρέωσης ούτε άλλη συμφωνημένη αμοιβή με ισοδύναμο αντικείμενο ή αποτέλεσμα.
2.  

Για τις συναλλαγές τύπου R, επιτρέπεται η επιβολή μιας ΠΔΠ υπό τον όρο ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

η συμφωνία στοχεύει στον αποτελεσματικό καταλογισμό του κόστους στον πάροχο ΥΠ ή στον χρήστη ΥΠ που προκάλεσε τη συναλλαγή τύπου R, λαμβάνοντας παράλληλα δεόντως υπόψη την ύπαρξη εξόδων συναλλαγής και εξασφαλίζει ότι ο πληρωτής δεν χρεώνεται αυτομάτως και ότι ο πάροχος ΥΠ απαγορεύεται να χρεώνει επιβαρύνσεις στους χρήστες ΥΠ για έναν δεδομένο τύπο προμηθειών για συναλλαγές τύπου R που υπερβαίνουν το κόστος το οποίο υφίσταται ο πάροχος ΥΠ για τις συναλλαγές αυτές·

β) 

οι προμήθειες βασίζονται αυστηρά στο κόστος·

γ) 

το ύψος των προμηθειών δεν υπερβαίνει τα πραγματικά έξοδα διαχείρισης των συναλλαγών τύπου R από τον οικονομικά αποδοτικότερο συγκρίσιμο πάροχο ΥΠ που αποτελεί αντιπροσωπευτικό από πλευράς όγκου συναλλαγών και είδους υπηρεσιών συμβαλλόμενο μέρος σε συμφωνία·

δ) 

η επιβολή των προμηθειών σύμφωνα με τα στοιχεία α), β) και γ) εμποδίζει τους παρόχους ΥΠ να επιβάλλουν στους αντίστοιχους χρήστες ΥΠ επιπρόσθετες προμήθειες σχετικές με τα έξοδα που καλύπτονται από αυτές τις διατραπεζικές προμήθειες·

ε) 

δεν υφίσταται πρακτική και οικονομικά βιώσιμη εναλλακτική λύση έναντι της συμφωνίας, η οποία θα οδηγούσε σε μια εξίσου ή και περισσότερο αποδοτική διαχείριση των συναλλαγών τύπου R με ίσο ή χαμηλότερο κόστος για τους καταναλωτές.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, στον υπολογισμό των προμηθειών για τις συναλλαγές τύπου R λαμβάνονται υπόψη μόνο οι κατηγορίες κόστους που σχετίζονται άμεσα και αναμφισβήτητα με τη διαχείριση των συναλλαγών τύπου R. Τα έξοδα αυτά προσδιορίζονται επακριβώς. Η ανάλυση του ποσού των εξόδων, συμπεριλαμβανομένου του χωριστού προσδιορισμού κάθε στοιχείου του, αποτελεί μέρος της συμφωνίας ώστε να καθιστά δυνατή την εύκολη επαλήθευση και παρακολούθηση.

3.  
Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν κατ’ αναλογία για μονομερείς διακανονισμούς από έναν πάροχο ΥΠ και για διμερείς διακανονισμούς μεταξύ παρόχων ΥΠ ισοδύναμου προς πολυμερή διακανονισμό αντικειμένου ή αποτελέσματος.

Άρθρο 9

Προσβασιμότητα των πληρωμών

1.  
Ο πληρωτής που προβαίνει σε μεταφορά πίστωσης προς δικαιούχο ο οποίος διατηρεί λογαριασμό πληρωμών εντός της Ένωσης δεν προσδιορίζει το κράτος μέλος στο οποίο πρέπει να βρίσκεται ο λογαριασμός πληρωμών, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω λογαριασμός πληρωμών είναι προσβάσιμος σύμφωνα με το άρθρο 3.
2.  
Ο δικαιούχος που δέχεται μεταφορά ή χρησιμοποιεί άμεση χρέωση για τη λήψη χρηματικών ποσών από πληρωτή ο οποίος διατηρεί λογαριασμό πληρωμών εντός της Ένωσης δεν προσδιορίζει το κράτος μέλος στο οποίο πρέπει να βρίσκεται ο εν λόγω λογαριασμός πληρωμών, υπό την προϋπόθεση ότι ο λογαριασμός πληρωμών είναι προσβάσιμος σύμφωνα με το άρθρο 3.

Άρθρο 10

Αρμόδιες αρχές

1.  
Τα κράτη μέλη ορίζουν ως αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό δημόσιες αρχές, φορείς αναγνωρισμένους από το εθνικό δίκαιο ή δημόσιες αρχές που έχουν εξουσιοδοτηθεί ρητά προς τούτο από το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών κεντρικών τραπεζών. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν υφιστάμενους φορείς ως αρμόδιες αρχές.
2.  
Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις αρμόδιες αρχές που ορίζονται βάσει της παραγράφου 1 έως την 1η Φεβρουαρίου 2013 και ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (ΕΑΤ) σχετικά με κάθε μεταγενέστερη μεταβολή που αφορά τις αρχές αυτές.
3.  
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να διαθέτουν όλες τις αναγκαίες αρμοδιότητες για την άσκηση των καθηκόντων τους. Όταν οι αρμόδιες αρχές για τα θέματα που καλύπτει ο παρών κανονισμός είναι περισσότερες της μιας στην επικράτεια κράτους μέλους, το κράτος μέλος διασφαλίζει τη στενή συνεργασία των εν λόγω αρχών ώστε να είναι σε θέση να ασκήσουν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους.
4.  
Οι αρμόδιες αρχές παρακολουθούν αποτελεσματικά τη συμμόρφωση των παρόχων ΥΠ με τον παρόντα κανονισμό και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της εν λόγω συμμόρφωσης. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους σύμφωνα με το άρθρο 24 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ και το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

Άρθρο 11

Κυρώσεις

1.  
Έως την 1η Φεβρουαρίου 2013, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της εφαρμογής τους. Οι εν λόγω κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους εν λόγω κανόνες και μέτρα το αργότερο την 1η Αυγούστου 2013 και την ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση σχετικά με κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση τους.

▼M2

1α.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη θεσπίζουν το αργότερο έως τις 9 Απριλίου 2025 τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των άρθρων 5α έως 5δ και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους εν λόγω κανόνες και τα εν λόγω μέτρα το αργότερο έως τις 9 Απριλίου 2025 και την ενημερώνουν αμελλητί σχετικά με κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.
1β.  

Όσον αφορά τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης του άρθρου 5δ, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις αυτές περιλαμβάνουν:

α) 

σε περίπτωση νομικού προσώπου, ανώτατα διοικητικά πρόστιμα ανερχόμενα τουλάχιστον στο 10 % του συνολικού ετήσιου καθαρού κύκλου εργασιών του νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη χρήση·

β) 

σε περίπτωση φυσικού προσώπου, ανώτατα διοικητικά πρόστιμα ανερχόμενα τουλάχιστον σε 5 000 000  EUR ή ισοδύναμο ποσό στο εθνικό νόμισμα των κρατών μελών των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ στις 8 Απριλίου 2024.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) της παρούσας παραγράφου, όταν το νομικό πρόσωπο είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 9) της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 7 ), ή οποιασδήποτε επιχείρησης που ασκεί ουσιαστικά δεσπόζουσα επιρροή στο εν λόγω νομικό πρόσωπο, ο σχετικός κύκλος εργασιών είναι ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της τελικής μητρικής επιχείρησης κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

1γ.  
Οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1α του παρόντος άρθρου δεν επιβάλλονται για παραβάσεις της απαίτησης προσβασιμότητας του άρθρου 5α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, όταν οι λογαριασμοί πληρωμών που τηρούν οι πάροχοι ΥΠ δεν είναι προσβάσιμοι για άμεσες μεταφορές πίστωσης λόγω προγραμματισμένης συντήρησης, όταν οι περίοδοι μη διαθεσιμότητας είναι προβλέψιμες και σύντομες, ή λόγω προγραμματισμένου χρόνου διακοπής λειτουργίας όλων των άμεσων μεταφορών πίστωσης στο πλαίσιο του σχετικού καθεστώτος πληρωμών, υπό την προϋπόθεση ότι οι χρήστες ΥΠ έχουν ενημερωθεί εκ των προτέρων για τις εν λόγω περιόδους προγραμματισμένης συντήρησης ή για τον προγραμματισμένο χρόνο διακοπής της λειτουργίας.
1δ.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1β, όταν το νομικό σύστημα του κράτους μέλους δεν προβλέπει διοικητικές κυρώσεις, το παρόν άρθρο μπορεί να εφαρμόζεται κατά τρόπον ώστε η κύρωση να βεβαιώνεται από την αρμόδια αρχή και να επιβάλλεται από δικαστικές αρχές, ενώ θα διασφαλίζεται παράλληλα ότι η κύρωση είναι αποτελεσματική, αναλογική και αποτρεπτική και έχει ισοδύναμο αποτέλεσμα με τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών το νομικό σύστημα των οποίων προβλέπει διοικητικές κυρώσεις. Σε κάθε περίπτωση, οι κυρώσεις που επιβάλλονται είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη των οποίων το νομικό σύστημα δεν προβλέπει διοικητικές κυρώσεις κοινοποιούν τις κυρώσεις τους στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 9 Απριλίου 2025 και της κοινοποιούν αμελλητί κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

▼B

2.  
Οι κυρώσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο δεν εφαρμόζονται στους καταναλωτές.

Άρθρο 12

Εξωδικαστικές διαδικασίες υποβολής καταγγελιών και προσφυγών

1.  
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν πρόσφορες και αποτελεσματικές εξωδικαστικές διαδικασίες υποβολής καταγγελιών και προσφυγών για την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ των χρηστών και των παρόχων των υπηρεσιών πληρωμών, όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη ορίζουν υφιστάμενους φορείς ή, όπου κρίνεται σκόπιμο, συνιστούν νέους.
2.  
Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1, έως την 1η Φεβρουαρίου 2013. Ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση την Επιτροπή σχετικά με κάθε μεταγενέστερη μεταβολή που αφορά τους εν λόγω φορείς.
3.  
Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το παρόν άρθρο εφαρμόζεται μόνο σε χρήστες ΥΠ που είναι καταναλωτές ή μόνο σε όσους είναι καταναλωτές ή πολύ μικρές επιχειρήσεις. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για οιαδήποτε τέτοια διάταξη έως την 1η Αυγούστου 2013.

Άρθρο 13

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 14, για την τροποποίηση του παραρτήματος προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη η τεχνική πρόοδος και οι εξελίξεις της αγοράς.

Άρθρο 14

Άσκηση ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων

1.  
Η εξουσία για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που ορίζονται στο παρόν άρθρο.
2.  
Η κατά το άρθρο 13 εξουσιοδότηση χορηγείται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 31 Μαρτίου 2012. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετίας. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις για μια τέτοια παράταση το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.
3.  
Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 13 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσίας που προσδιορίζεται στην απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.
4.  
Αμέσως μετά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5.  
Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 13 αρχίζει να ισχύει μόνο εάν δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός διμήνου από την κοινοποίησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο ενημερώσουν την Επιτροπή ότι δεν θα διατυπώσουν αντίρρηση. Με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες.

▼M2

Άρθρο 15

Επανεξέταση

1.  
Έως την 1η Φεβρουαρίου 2017, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την ΕΚΤ και την ΕΑΤ έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού συνοδευόμενη, κατά περίπτωση, από πρόταση.
2.  

Έως τις 9 Οκτωβρίου 2028, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συνοδευόμενη, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση. Η έκθεση περιλαμβάνει αποτίμηση των ακόλουθων στοιχείων:

α) 

εξέλιξη των επιβαρύνσεων για τους λογαριασμούς πληρωμών, καθώς και για τις εθνικές και διασυνοριακές μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες μεταφορές πίστωσης σε ευρώ και στο εθνικό νόμισμα των κρατών μελών των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ από τις 26 Οκτωβρίου 2022, συμπεριλαμβανομένου του αντικτύπου του άρθρου 5β παράγραφος 1 στις εν λόγω επιβαρύνσεις· και

β) 

πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5δ και αποτελεσματικότητα του εν λόγω άρθρου όσον αφορά την πρόληψη της περιττής παρακώλυσης των άμεσων μεταφορών πίστωσης.

3.  

Οι πάροχοι ΥΠ υποβάλλουν αναφορά στις αρμόδιες αρχές τους για:

α) 

το ύψος των επιβαρύνσεων για μεταφορές πίστωσης, άμεσες μεταφορές πίστωσης και λογαριασμούς πληρωμών·

β) 

το ποσοστό των απορρίψεων, χωριστά για τις εθνικές και τις διασυνοριακές πράξεις πληρωμών, λόγω της εφαρμογής στοχευμένων οικονομικά περιοριστικών μέτρων.

Οι πάροχοι ΥΠ υποβάλλουν τέτοιες αναφορές κάθε 12 μήνες. Η πρώτη αναφορά υποβάλλεται στις 9 Απριλίου 2025 και περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με το επίπεδο των επιβαρύνσεων και τις απορρίψεις κατά την περίοδο που αρχίζει από τις 26 Οκτωβρίου 2022 έως το τέλος του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.

4.  
Έως τις 9 Οκτωβρίου 2025, και στη συνέχεια ετησίως, οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στην Επιτροπή και στην ΕΑΤ τις πληροφορίες που τους υποβάλλουν οι πάροχοι ΥΠ σύμφωνα με την παράγραφο 3, καθώς και τις πληροφορίες σχετικά με τον όγκο και την αξία των άμεσων μεταφορών πίστωσης σε ευρώ, τόσο εθνικών όσο και διασυνοριακών, που έχουν σταλεί από παρόχους ΥΠ εγκατεστημένους στο κράτος μέλος τους κατά τη διάρκεια του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.
5.  
Η ΕΑΤ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό ενιαίων υποδειγμάτων υποβολής αναφορών, οδηγιών και μεθοδολογίας σχετικά με τον τρόπο χρήσης των εν λόγω υποδειγμάτων υποβολής αναφορών για τους σκοπούς της υποβολής αναφορών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3.

Η ΕΑΤ υποβάλλει τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου στην Επιτροπή έως τις 9 Ιουνίου 2024.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

6.  
Η Επιτροπή, έως τις 9 Απριλίου 2027, υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τα εναπομένοντα εμπόδια στη διαθεσιμότητα και τη χρήση άμεσων μεταφορών πίστωσης. Στην έκθεση αξιολογείται το επίπεδο τυποποίησης των τεχνολογιών που ενδείκνυνται για χρήση σε άμεσες μεταφορές πίστωσης. Η έκθεση μπορεί να συνοδεύεται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση.

▼B

Άρθρο 16

Μεταβατικές διατάξεις

▼M1

1.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2, οι πάροχοι ΥΠ μπορούν να εξακολουθήσουν, έως την 1η Αυγούστου 2014, να διεκπεραιώνουν πράξεις πληρωμών σε ευρώ σε μορφές διαφορετικές από αυτές που απαιτούνται για τις μεταφορές πιστώσεων και τις άμεσες χρεώσεις σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου 6 παράγραφοι 1 και 2, που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11, από τις 2 Αυγούστου 2014.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους παρόχους ΥΠ, έως την 1η Φεβρουαρίου 2016, να παρέχουν στους χρήστες ΥΠ υπηρεσίες μετατροπής για εθνικές πράξεις πληρωμών, δίνοντας τη δυνατότητα στους χρήστες ΥΠ που είναι καταναλωτές να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν τον BBAN αντί του κωδικού αναγνώρισης λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α) του παραρτήματος, υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα με ασφαλή τεχνική μετατροπή του κωδικού BBAN του πληρωτή και του δικαιούχου στον αντίστοιχο κωδικό αναγνώρισης λογαριασμού πληρωμών που καθορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο α) του παραρτήματος. Ο εν λόγω κωδικός αναγνώρισης λογαριασμού πληρωμών παρέχεται στον χρήστη ΥΠ που αρχίζει την πράξη πληρωμής, όποτε ενδείκνυται, πριν από την εκτέλεση της πληρωμής. Στην περίπτωση αυτή, οι πάροχοι ΥΠ δεν επιβάλλουν οιαδήποτε επιβάρυνση ή άλλες προμήθειες στους χρήστες ΥΠ, άμεσα ή έμμεσα συνδεόμενες με αυτές τις υπηρεσίες μετατροπής.

▼B

2.  
Οι πάροχοι ΥΠ που παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών σε ευρώ και που βρίσκονται σε κράτος μέλος το οποίο δεν χρησιμοποιεί ως νόμισμά του το ευρώ συμμορφώνονται, όταν παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών σε ευρώ, με το άρθρο 3 το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου 2016. Εάν, ωστόσο, καθιερωθεί το ευρώ ως το νόμισμα οποιουδήποτε από τα εν λόγω κράτη μέλη πριν από τις 31η Οκτωβρίου 2015, οι πάροχοι ΥΠ που βρίσκονται στο συγκεκριμένο κράτος μέλος συμμορφώνονται με το άρθρο 3 εντός ενός έτους από την ημερομηνία προσχώρησης του εν λόγω κράτους μέλους στη ζώνη του ευρώ.
3.  
Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές τους να εξαιρούν, έως την 1η Φεβρουαρίου 2016, από το σύνολο ή μέρος των απαιτήσεων που καθορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 τις πράξεις μεταφοράς πίστωσης ή άμεσης χρέωσης με σωρευτικό μερίδιο αγοράς, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές πληρωμών που δημοσιεύονται ετησίως από την ΕΚΤ, λιγότερο από το 10 % του συνολικού αριθμού των πράξεων μεταφοράς πίστωσης ή άμεσης χρέωσης, αντιστοίχως, στο σχετικό κράτος μέλος.
4.  
Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές τους να εξαιρούν, έως την 1η Φεβρουαρίου 2016, από το σύνολο ή μέρος των απαιτήσεων που καθορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 τις πράξεις πληρωμής που εκκινούν μέσω κάρτας πληρωμών στο σημείο πώλησης και συνεπάγονται άμεση χρέωση προς και από λογαριασμό πληρωμών που αναγνωρίζεται με κωδικό BBAN ή IBAN.
5.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές τους, έως την 1η Φεβρουαρίου 2016, να εξαιρούν από την ειδική απαίτηση για χρησιμοποίηση της μορφής μηνυμάτων που καθορίζεται στο σημείο 1 στοιχείο β) του παραρτήματος, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ), τους χρήστες ΥΠ οι οποίοι δρομολογούν ή λαμβάνουν μεμονωμένες μεταφορές πίστωσης ή άμεσες χρεώσεις που ομαδοποιούνται προς διαβίβαση. Παρά την ενδεχόμενη εξαίρεση, οι πάροχοι ΥΠ υποχρεούνται να συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ) όταν ένας χρήστης ΥΠ ζητά μια τέτοια υπηρεσία.
6.  
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2, τα κράτη μέλη μπορούν να αναβάλλουν την εφαρμογή των απαιτήσεων σχετικά με την παροχή του BIC για εθνικές πράξεις πληρωμής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφοι 4, 5 και 7, έως την 1η Φεβρουαρίου 2016.
7.  
Εάν ένα κράτος μέλος προτίθεται να κάνει χρήση εξαίρεσης όπως προβλέπεται στις παραγράφους 1, 3, 4, 5 ή 6, το εν λόγω κράτος μέλος ειδοποιεί σχετικά την Επιτροπή έως την 1η Φεβρουαρίου 2013 και εν συνεχεία επιτρέπει στην αρμόδια αρχή του να εξαιρέσει, κατά περίπτωση, από μέρος ή το σύνολο των απαιτήσεων του άρθρου 5, του άρθρου 6 παράγραφος 1 ή 2 και του παραρτήματος τις σχετικές πράξεις πληρωμών, όπως αναφέρονται στη σχετική παράγραφο ή εδάφιο, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τη διάρκεια της εξαίρεσης. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις πράξεις πληρωμών που υπάγονται στην εξαίρεση και οιαδήποτε μεταγενέστερη μεταβολή.
8.  
Οι πάροχοι ΥΠ που βρίσκονται σε ένα κράτος μέλος και οι χρήστες ΥΠ που κάνουν χρήση υπηρεσίας πληρωμών σε ένα κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις των άρθρων 4 και 5 έως την 31η Οκτωβρίου 2016 το αργότερο. Οι φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων πληρωμών λιανικής για ένα κράτος μέλος που δεν έχει ως νόμισμα το ευρώ συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 4 παράγραφος 2 έως την 31η Οκτωβρίου 2016 το αργότερο.

Εάν ωστόσο το ευρώ καθιερωθεί ως νόμισμα του εν λόγω κράτους μέλους πριν από την 31η Οκτωβρίου 2015, οι πάροχοι ΥΠ ή, κατά περίπτωση, οι φορείς εκμετάλλευσης συστημάτων πληρωμών λιανικής που βρίσκονται σε αυτό το κράτος μέλος και οι χρήστες ΥΠ που κάνουν χρήση υπηρεσίας πληρωμών σε αυτό το κράτος μέλος συμμορφώνονται προς τις αντίστοιχες διατάξεις εντός ενός έτους από την ημερομηνία κατά την οποία το σχετικό κράτος μέλος προσχώρησε στη ζώνη του ευρώ, αλλά όχι νωρίτερα από τις αντίστοιχες ημερομηνίες που καθορίστηκαν για τα κράτη μέλη που έχουν ως νόμισμα το ευρώ στις 31 Μαρτίου 2012.

▼M2

9.  
Εάν το ευρώ καθιερωθεί ως νόμισμα κράτους μέλους πριν από τις 9 Απριλίου 2027, οι πάροχοι ΥΠ στο εν λόγω κράτος μέλος συμμορφώνονται με τα άρθρα 5α 5β και 5γ εντός ενός έτους από την ημερομηνία καθιέρωσης του ευρώ ως νομίσματος του εν λόγω κράτους μέλους και όχι αργότερα από τις αντίστοιχες ημερομηνίες που έχουν ορισθεί στα εν λόγω άρθρα για τους παρόχους ΥΠ στα κράτη μέλη που δεν έχουν ως νόμισμα το ευρώ. Ωστόσο, οι εν λόγω πάροχοι ΥΠ δεν υποχρεούνται να συμμορφωθούν με τα άρθρα 5α, 5β και 5γ νωρίτερα από τις αντίστοιχες ημερομηνίες που ορίζονται στα εν λόγω άρθρα για τους παρόχους ΥΠ στα κράτη μέλη που έχουν ως νόμισμα το ευρώ.

▼B

Άρθρο 17

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 924/2009 τροποποιείται ως εξής:

1) 

στο άρθρο 2, το σημείο 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10. 

ως “χρηματικά ποσά” νοούνται τα τραπεζογραμμάτια και κέρματα, το λογιστικό χρήμα καθώς και το ηλεκτρονικό χρήμα όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, την άσκηση και την προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος ( *1 ).

2) 

στο άρθρο 3, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.  
Οι επιβαρύνσεις που χρεώνονται από έναν πάροχο υπηρεσιών πληρωμής σε χρήστη υπηρεσιών πληρωμών για τις διασυνοριακές πληρωμές είναι οι ίδιες με τις επιβαρύνσεις που χρεώνονται από τον ίδιο πάροχο υπηρεσιών πληρωμής στους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών για τις αντίστοιχες εθνικές πληρωμές της ίδιας αξίας και με το ίδιο νόμισμα.»·
3) 

το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α) 

η παράγραφος 2 διαγράφεται·

β) 

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.  
Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμής δύναται να επιβάλει στον χρήστη υπηρεσιών πληρωμής πρόσθετες επιβαρύνσεις πέραν αυτών που επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, εάν ο τελευταίος δώσει εντολή στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμής να εκτελέσει τη διασυνοριακή πληρωμή χωρίς να κοινοποιήσει τον ΙΒΑΝ και, κατά περίπτωση και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 ( *2 ), τον σχετικό BIC για τον λογαριασμό πληρωμών στο άλλο κράτος μέλος. Οι εν λόγω επιβαρύνσεις είναι οι προσήκουσες και είναι ευθυγραμμισμένες προς το κόστος. Καθορίζονται δε κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του παρόχου υπηρεσιών πληρωμής και του χρήστη υπηρεσιών πληρωμής. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμής ενημερώνει τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμής για το ποσό των πρόσθετων επιβαρύνσεων εγκαίρως και προτού ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμής δεσμευθεί από μια τέτοια συμφωνία.
4) 

στο άρθρο 5, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.  
Από την 1η Φεβρουαρίου 2016, τα κράτη μέλη καταργούν τις εθνικές υποχρεώσεις παροχής στοιχείων βάσει διακανονισμών που επιβάλλονται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμής για τις στατιστικές του ισοζυγίου πληρωμών που αφορούν πράξεις πληρωμών των πελατών τους.»·
5) 

το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α) 

στην παράγραφο 1, η ημερομηνία «1η Νοεμβρίου 2012» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1 Φεβρουαρίου 2017»·

β) 

στην παράγραφο 2, η ημερομηνία «1η Νοεμβρίου 2012» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Φεβρουαρίου 2017»·

γ) 

στην παράγραφο 3, η ημερομηνία «1η Νοεμβρίου 2012» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «1η Φεβρουαρίου 2017»·

6) 

το άρθρο 8 διαγράφεται.

Άρθρο 18

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από την ημέρα δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ (ΑΡΘΡΟ 5)

1. Εκτός από τις βασικές απαιτήσεις του άρθρου 5, οι ακόλουθες τεχνικές απαιτήσεις ισχύουν για τις πράξεις μεταφοράς πίστωσης και για τις πράξεις άμεσης χρέωσης:

α) 

Ο κωδικός αναγνώρισης του λογαριασμού πληρωμών που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ) πρέπει να είναι ο κωδικός IBAN.

β) 

Το πρότυπο της μορφής μηνυμάτων που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ) πρέπει να είναι το πρότυπο ISO 20022 XML.

γ) 

Το πεδίο δεδομένων της αποστολής πρέπει να επιτρέπει 140 χαρακτήρες. Τα καθεστώτα πληρωμών μπορούν να επιτρέπουν μεγαλύτερο αριθμό χαρακτήρων, εκτός εάν η συσκευή που χρησιμοποιείται για την αποστολή των πληροφοριών υφίσταται τεχνικούς περιορισμούς ως προς τον αριθμό των χαρακτήρων· στην περίπτωση αυτή ισχύει το τεχνικό όριο της συσκευής.

δ) 

Οι πληροφορίες αναφοράς της αποστολής και όλα τα υπόλοιπα στοιχεία των δεδομένων που παρέχονται σύμφωνα με τα σημεία 2 και 3 του παρόντος παραρτήματος πρέπει να διαβιβάζονται πλήρως και χωρίς τροποποίηση μεταξύ των παρόχων ΥΠ σε ολόκληρη την αλυσίδα πληρωμών.

ε) 

Μόλις τα απαιτούμενα δεδομένα είναι διαθέσιμα σε ηλεκτρονική μορφή, οι πράξεις πληρωμής πρέπει να επιτρέπουν την τελείως αυτόματη, ηλεκτρονική επεξεργασία σε όλα τα στάδια επεξεργασίας της αλυσίδας πληρωμών (διατερματική απρόσκοπτη επεξεργασία/straight-through processing ή STP), ώστε να είναι δυνατή η ηλεκτρονική διεξαγωγή του συνόλου της διαδικασίας πληρωμής χωρίς την ανάγκη εκ νέου πληκτρολόγησης ή χειρωνακτικής παρέμβασης. Αυτό πρέπει να ισχύει και για την έκτακτη διαχείριση πράξεων μεταφοράς πίστωσης και άμεσης χρέωσης, εφόσον είναι δυνατόν.

στ) 

Τα καθεστώτα πληρωμών δεν πρέπει να ορίζουν ελάχιστο όριο για το ποσό της πράξης πληρωμής που επιτρέπει τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις, αλλά δεν πρέπει να υποχρεούνται να διεκπεραιώνουν πράξεις πληρωμών μηδενικού ποσού.

ζ) 

Τα καθεστώτα πληρωμών δεν πρέπει να υποχρεούνται να εκτελούν μεταφορές πίστωσης και άμεσες χρεώσεις πέραν του ποσού των 999 999 999,99  ευρώ.

2. Επιπλέον των απαιτήσεων που αναφέρονται στο σημείο 1, για τις πράξεις μεταφοράς πίστωσης ισχύουν οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο α) είναι τα εξής:

i) 

το όνομα του πληρωτή ή/και ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή·

ii) 

το ποσό της μεταφοράς πίστωσης·

iii) 

ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου·

iv) 

το όνομα του δικαιούχου, αν είναι διαθέσιμο·

v) 

κάθε πληροφορία αποστολής.

β) 

Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β) είναι τα εξής:

i) 

το όνομα του πληρωτή·

ii) 

ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή·

iii) 

το ποσό της μεταφοράς πίστωσης·

iv) 

ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου·

v) 

κάθε πληροφορία αποστολής·

vi) 

κάθε κωδικός ταυτοποίησης του δικαιούχου·

vii) 

το όνομα κάθε μέρους αναφοράς του δικαιούχου·

viii) 

οιοσδήποτε σκοπός της μεταφοράς πίστωσης·

ix) 

η ενδεχόμενη κατηγορία του σκοπού της μεταφοράς πίστωσης.

γ) 

Επιπλέον, τα ακόλουθα υποχρεωτικά στοιχεία δεδομένων πρέπει να παρέχονται από τον πάροχο ΥΠ του πληρωτή στον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου:

i) 

ο κωδικός BIC του παρόχου ΥΠ του πληρωτή (εκτός αντίθετης συμφωνίας μεταξύ των παρόχων ΥΠ που μετέχουν στην πράξη πληρωμής)·

ii) 

ο κωδικός BIC του παρόχου ΥΠ του δικαιούχου (εκτός αντίθετης συμφωνίας μεταξύ των παρόχων ΥΠ που μετέχουν στην πράξη πληρωμής)·

iii) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του καθεστώτος πληρωμών·

iv) 

η ημερομηνία διακανονισμού της μεταφοράς πίστωσης·

v) 

ο αριθμός αναφοράς του μηνύματος της πράξης πίστωσης από τον πάροχο ΥΠ του πληρωτή.

δ) 

Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο γ) είναι τα εξής:

i) 

το όνομα του πληρωτή·

ii) 

το ποσό της μεταφοράς πίστωσης·

iii) 

κάθε πληροφορία αποστολής.

3. Επιπλέον των απαιτήσεων που αναφέρονται στο σημείο 1, για τις πράξεις άμεσης χρέωσης ισχύουν οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α) 

Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο i) είναι τα εξής:

i) 

το είδος της άμεσης χρέωσης (επαναλαμβανόμενη, εφάπαξ, πρώτη, τελευταία ή αντιστροφή πράξης)·

ii) 

το όνομα του δικαιούχου·

iii) 

ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου που θα πιστωθεί για την είσπραξη·

iv) 

το όνομα του πληρωτή, αν είναι διαθέσιμο·

v) 

ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή που θα χρεωθεί για την είσπραξη·

vi) 

το μοναδικό στοιχείο αναφοράς της εντολής·

vii) 

εάν η εντολή του πληρωτή έχει εκδοθεί μετά τις 31 Μαρτίου 2012, η ημερομηνία υπογραφής της εντολής·

viii) 

το ποσό της είσπραξης·

ix) 

εάν η εντολή έχει αναληφθεί από άλλον δικαιούχο εκτός από εκείνον που την εξέδωσε, το μοναδικό στοιχείο αναφοράς της εντολής που αποδίδεται από τον αρχικό δικαιούχο που εξέδωσε την εντολή·

x) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του δικαιούχου·

xi) 

εάν η εντολή έχει αναληφθεί από άλλο δικαιούχο εκτός από εκείνον που την εξέδωσε, ο αναγνωριστικός κωδικός του αρχικού δικαιούχου που εξέδωσε την εντολή·

xii) 

κάθε πληροφορία αποστολής που παρέχεται από τον δικαιούχο στον πληρωτή·

xiii) 

κάθε σκοπός της μεταφοράς πίστωσης·

xiv) 

η ενδεχόμενη κατηγορία του σκοπού της μεταφοράς πίστωσης.

β) 

Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 4α παράγραφος 3 στοιχείο β) είναι τα εξής:

i) 

ο κωδικός BIC του παρόχου ΥΠ του δικαιούχου (εκτός αντίθετης συμφωνίας μεταξύ των παρόχων ΥΠ που μετέχουν στην πράξη πληρωμής)·

ii) 

ο κωδικός BIC του παρόχου ΥΠ του πληρωτή (εκτός αντίθετης συμφωνίας μεταξύ των παρόχων ΥΠ που μετέχουν στην πράξη πληρωμής)·

iii) 

το όνομα του μέρους αναφοράς του πληρωτή (εάν υπάρχει σε άυλη εντολή)·

iv) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του μέρους αναφοράς του πληρωτή (εάν υπάρχει σε άυλη εντολή)·

v) 

το όνομα του μέρους αναφοράς του δικαιούχου (εάν υπάρχει σε άυλη εντολή)·

vi) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του μέρους αναφοράς του δικαιούχου (εάν υπάρχει σε άυλη εντολή)·

vii) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του καθεστώτος πληρωμών·

viii) 

η ημερομηνία διακανονισμού της είσπραξης·

ix) 

τα στοιχεία αναφοράς που έχουν αποδοθεί στην είσπραξη από τον πάροχο ΥΠ του δικαιούχου·

x) 

το είδος της εντολής·

xi) 

το είδος της άμεσης χρέωσης (επαναλαμβανόμενη, εφάπαξ, πρώτη, τελευταία ή αντιστροφή πράξης)·

xii) 

το όνομα του δικαιούχου·

xiii) 

ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου που θα πιστωθεί για την είσπραξη·

xiv) 

το όνομα του πληρωτή, αν είναι διαθέσιμο·

xv) 

ο κωδικός IBAN του λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή που θα χρεωθεί για την είσπραξη·

xvi) 

το μοναδικό στοιχείο αναφοράς της εντολής·

xvii) 

η ημερομηνία υπογραφής της εντολής, εάν η εντολή έχει εκδοθεί από τον πληρωτή μετά τις 31 Μαρτίου 2012·

xviii) 

το ποσό της είσπραξης·

xix) 

το μοναδικό στοιχείο αναφοράς της εντολής που αποδόθηκε από τον αρχικό δικαιούχο που εξέδωσε την εντολή (εάν η εντολή έχει αναληφθεί από άλλο δικαιούχο εκτός από εκείνον που την εξέδωσε)·

xx) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του δικαιούχου·

xxi) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του αρχικού δικαιούχου που εξέδωσε την εντολή (εάν η εντολή έχει αναληφθεί από άλλο δικαιούχο εκτός από εκείνον που την εξέδωσε)·

xxii) 

κάθε πληροφορία αποστολής που παρέχεται από τον δικαιούχο στον πληρωτή.

γ) 

Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 στοιχείο γ) είναι τα εξής:

i) 

το μοναδικό στοιχείο αναφοράς της εντολής·

ii) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του δικαιούχου·

iii) 

το όνομα του δικαιούχου·

iv) 

το ποσό της είσπραξης·

v) 

οιαδήποτε πληροφορία αποστολής·

vi) 

ο αναγνωριστικός κωδικός του καθεστώτος πληρωμών.



( 1 )  ΕΕ L 267 της 10.10.2009, σ. 7.

( 2 ) Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 35).

( 3 )  ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1.

( 4 )  ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36.

( 5 )  ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45.

( 6 ) Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δίκαιου (ΕΕ L 169 της 30.6.2017, σ. 46).

( 7 ) Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/EOK και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).

( *1 )  ΕΕ L 267 της 10.10.2009, σ. 7.»·

( *2 )  ΕΕ L 94 της 30.3.2012, σ. 22 »·