02008R0767 — EL — 03.08.2023 — 007.001


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 767/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 9ης Ιουλίου 2008

για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (κανονισμός VIS)

(ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 60)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  αριθ.

σελίδα

ημερομηνία

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 810/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 13ης Ιουλίου 2009

  L 243

1

15.9.2009

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 610/2013 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 26ης Ιουνίου 2013

  L 182

1

29.6.2013

►M3

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2017/2226 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 30ής Νοεμβρίου 2017

  L 327

20

9.12.2017

►M4

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/817 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 20ής Μαΐου 2019

  L 135

27

22.5.2019

►M5

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/1134 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 7ης Ιουλίου 2021

  L 248

11

13.7.2021

►M6

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2021/1152 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 7ης Ιουλίου 2021

  L 249

15

14.7.2021


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 284, 12.11.2018, σ.  39 (αριθ. 767/2008)

 C2

Διορθωτικό, ΕΕ L 284, 12.11.2018, σ.  38 (810/2009)

►C3

Διορθωτικό, ΕΕ L 117, 3.5.2019, σ.  14 (2017/2226)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 767/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 9ης Ιουλίου 2008

για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (κανονισμός VIS)



ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός καθορίζει το σκοπό, τις λειτουργίες καθώς και τις αρμοδιότητες του συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις (VIS), όπως προβλέπεται στο άρθρο 1 της απόφασης 2004/512/ΕΚ. Προσδιορίζει τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών για τις αιτήσεις θεωρήσεων μικρής διάρκειας και τις σχετικές αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης της θεώρησης, με σκοπό να διευκολύνει την εξέταση αυτών των αιτήσεων και τη λήψη των σχετικών αποφάσεων.

▼M4

Με την αποθήκευση δεδομένων ταυτότητας, δεδομένων ταξιδιωτικού εγγράφου και βιομετρικών δεδομένων στο κοινό αποθετήριο δεδομένων ταυτότητας (CIR) που θεσπίζεται με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του κανονισμού (EE) 2019/817 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 1 ), το VIS διευκολύνει και υποβοηθεί την ορθή ταυτοποίηση των προσώπων που είναι καταχωρισμένα στο VIS υπό τις προϋποθέσεις και για τους στόχους του άρθρου 20 του εν λόγω κανονισμού.

▼B

Άρθρο 2

Σκοπός

Το VIS αποσκοπεί στην καλύτερη εφαρμογή της κοινής πολιτικής θεωρήσεων, την προξενική συνεργασία και τη διαβούλευση μεταξύ κεντρικών προξενικών αρχών διευκολύνοντας την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των κρατών μελών για τις αιτήσεις θεωρήσεων και τις σχετικές αποφάσεις, με σκοπό:

α) 

να διευκολύνει τη διαδικασία υποβολής των αιτήσεων·

β) 

να αποφύγει την καταστρατήγηση των κριτηρίων προσδιορισμού του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης·

γ) 

να διευκολύνει την καταπολέμηση της απάτης·

δ) 

να διευκολύνει τους ελέγχους στα εξωτερικά σημεία συνοριακής διέλευσης των κρατών μελών και στην επικράτεια των κρατών μελών·

ε) 

να βοηθά στον εντοπισμό των προσώπων που δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τους όρους που διέπουν την είσοδο, την παραμονή ή την κατοικία στο έδαφος των κρατών μελών·

στ) 

να διευκολύνει την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003·

ζ) 

να συμβάλλει στην αποτροπή των απειλών κατά της εσωτερικής ασφάλειας των κρατών μελών.

Άρθρο 3

Διαθεσιμότητα δεδομένων για την αποτροπή, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών ποινικών αδικημάτων

1.  
Οι καθορισμένες αρχές των κρατών μελών δύνανται, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και ύστερα από τεκμηριωμένο γραπτό ή ηλεκτρονικό αίτημα, να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο VIS, σύμφωνα με τα άρθρα 9 έως 14, εφόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουν ότι η αναζήτηση δεδομένων στο VIS θα συμβάλει ουσιαστικά στην αποτροπή, την εξακρίβωση ή τη διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων. Η Ευρωπόλ δύναται να έχει πρόσβαση στο VIS εντός των ορίων της εντολής της και όπου είναι απαραίτητο για την εκτέλεση των καθηκόντων της.
2.  
Η αναζήτηση δεδομένων κατά την παράγραφο 1 διεξάγεται μέσω κεντρικών σημείων επαφής υπευθύνων για την αυστηρή τήρηση των όρων πρόσβασης και των διαδικασιών που ορίζονται στην απόφαση 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων ( 2 ). Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν πλείονα κεντρικά σημεία επαφής ώστε να αντιστοιχούν προς την οργανωτική και διοικητική δομή τους κατ’ εκπλήρωση των συνταγματικών ή νομικών υποχρεώσεών τους. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, τα κεντρικά σημεία επαφής μπορούν να δέχονται γραπτές, ηλεκτρονικές ή προφορικές αιτήσεις και απλώς εξακριβώνουν εκ των υστέρων αν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης, και αν όντως υπάρχει εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση. Η εκ των υστέρων εξακρίβωση διενεργείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά τη διεκπεραίωση της αίτησης.
3.  
Τα δεδομένα που υφίστανται επεξεργασία στο VIS κατ’ εφαρμογή της απόφασης του Συμβουλίου που αναφέρεται στην παράγραφο 2, δεν μεταβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό. Ωστόσο, σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, τέτοια δεδομένα είναι δυνατόν να μεταβιβάζονται ή να διατίθενται σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό αποκλειστικά για σκοπούς αποτροπής και εξακρίβωσης τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων και υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται σε αυτή την απόφαση. Σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη καταγράφουν όλες αυτές τις μεταβιβάσεις και τις διαθέτουν στις εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων κατόπιν αιτήσεώς τους. Η μεταβίβαση δεδομένων από το κράτος μέλος στο οποίο καταχώρισε τα δεδομένα στο VIS, υπόκειται στο εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.
4.  
Ο παρών κανονισμός δεν θίγει οποιεσδήποτε υποχρεώσεις εκ του ισχύοντος εθνικού δικαίου για τη διαβίβαση πληροφοριών σχετικών με κάθε εγκληματική δραστηριότητα που εντοπίζουν οι αναφερόμενες στο άρθρο 6 αρχές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, προς τις αρμόδιες αρχές, για τους σκοπούς της αποτροπής, διερεύνησης και δίωξης αξιόποινων πράξεων.

Άρθρο 4

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1. 

«θεώρηση»:

▼M1

α) 

«ομοιόμορφη θεώρηση», όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) ( 3 ).

▼M1 —————

▼M1

γ) 

«θεώρηση διέλευσης από αερολιμένα», όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009·

δ) 

«θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος», όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009·

▼M1 —————

▼B

2. 

«αυτοκόλλητη θεώρηση», η ενιαίου τύπου θεώρηση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/95,

3. 

«αρχές θεώρησης», οι αρχές οι οποίες σε κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιες για την εξέταση και τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τις αιτήσεις θεωρήσεων ή τις αποφάσεις ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης των θεωρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των κεντρικών αρχών θεώρησης και των αρχών που είναι αρμόδιες για την έκδοση θεωρήσεων στα σύνορα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 415/2003 του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2003, σχετικά με τη χορήγηση θεωρήσεων στα σύνορα, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης των εν λόγω θεωρήσεων σε διερχόμενους ναυτικούς ( 4 ),

4. 

«έντυπο αίτησης», το τυποποιημένο έντυπο αίτησης θεώρησης που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 16 της κοινής προξενικής εγκυκλίου,

5. 

«αιτών», κάθε πρόσωπο υποκείμενο στην υποχρέωση θεώρησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή ( 5 ), το οποίο έχει υποβάλει αίτηση θεώρησης,

6. 

«μέλη της ομάδας», αιτούντες που είναι υποχρεωμένοι για νομικούς λόγους να εισέρχονται μαζί στο έδαφος των κρατών μελών και να εξέρχονται μαζί από αυτό,

7. 

«ταξιδιωτικό έγγραφο», διαβατήριο ή αντίστοιχο έγγραφο που επιτρέπει στο δικαιούχο να διέλθει τα εξωτερικά σύνορα και στο οποίο μπορεί να τοποθετηθεί θεώρηση,

8. 

«υπεύθυνο κράτος μέλος», το κράτος μέλος που εισήγαγε τα δεδομένα στο VIS,

9. 

«επαλήθευση», η διαδικασία που συνίσταται στη σύγκριση σειράς δεδομένων για να επαληθευθεί η ισχύς μιας δηλωθείσας ταυτότητας (έλεγχος με τη σύγκριση δύο δειγμάτων),

10. 

«εξακρίβωση ταυτότητας», η διαδικασία που συνίσταται στην εξακρίβωση της ταυτότητας ατόμου μέσω έρευνας βάσης δεδομένων χρησιμοποιώντας πολλαπλές σειρές δεδομένων (έλεγχος με σύγκριση περισσοτέρων δειγμάτων),

11. 

«αλφαριθμητικά δεδομένα», δεδομένα που αποτελούνται από γράμματα, ψηφία, ειδικούς χαρακτήρες, διαστήματα και σημεία στίξης,

▼M4

12. 

«δεδομένα VIS», όλα τα δεδομένα που αποθηκεύονται στο κεντρικό σύστημα του ΣΕΕ και στο CIR σύμφωνα με τα άρθρα 9 έως 14,

13. 

«δεδομένα ταυτότητας», τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχεία α) και αα),

14. 

«δεδομένα δακτυλικών αποτυπωμάτων», τα δεδομένα που σχετίζονται με τα πέντε δακτυλικά αποτυπώματα του δείκτη, του μέσου δακτύλου, του παράμεσου δακτύλου, του μικρού δακτύλου και του αντίχειρα του δεξιού χεριού, και εάν υπάρχουν, του αριστερού χεριού.

▼B

Άρθρο 5

Κατηγορίες δεδομένων

▼C1

1.  

Μόνον οι ακόλουθες κατηγορίες δεδομένων καταχωρίζονται στο VIS:

α) 

αλφαριθμητικά δεδομένα για τον αιτούντα και για τις αιτηθείσες, εκδοθείσες, απορριφθείσες, ακυρωθείσες, ανακληθείσες ή παραταθείσες θεωρήσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 1 έως 4 και στα άρθρα 10 έως 14·

β) 

φωτογραφίες που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 5·

γ) 

δακτυλικά αποτυπώματα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 6·

δ) 

σύνδεσμοι με άλλες αιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4.

▼M4

1α.  
Το CIR περιέχει τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α) έως γ), και σημεία 5 και 6, τα δε υπολειπόμενα δεδομένα VIS αποθηκεύονται στο κεντρικό σύστημα του VIS.

▼B

2.  
Τα μηνύματα που διαβιβάζονται μέσω VIS, που προβλέπονται στο άρθρο 16, στο άρθρο 24 παράγραφος 2 και στο άρθρο 25 παράγραφος 2, δεν καταχωρίζονται στο VIS, με την επιφύλαξη της καταχώρισης πράξεων επεξεργασίας δεδομένων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 34.

▼M5

Άρθρο 5α

Κατάλογος αναγνωρισμένων ταξιδιωτικών εγγράφων

3.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με τη διαχείριση της λειτουργικής δυνατότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 6

Πρόσβαση στο VIS για την εισαγωγή, τροποποίηση, διαγραφή και αναζήτηση δεδομένων

1.  
Πρόσβαση στο VIS για την εισαγωγή, τροποποίηση ή διαγραφή των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, έχει μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρχών θεώρησης.

▼M6

2.  

Πρόσβαση στο VIS για την αναζήτηση δεδομένων έχει μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό:

α) 

των εθνικών αρχών κάθε κράτους μέλους και των οργάνων της Ένωσης που είναι αρμόδια για τους σκοπούς που ορίζονται στα άρθρα 15 έως 22, στα άρθρα 22ζ έως 22ιγ και στο άρθρο 45ε του παρόντος κανονισμού·

β) 

της κεντρικής μονάδα ETIAS και των εθνικών μονάδων ETIAS, που ορίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 8 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, για τους σκοπούς που ορίζονται στα άρθρα 18γ και 18δ του παρόντος κανονισμού και για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240· και

γ) 

των εθνικών αρχών κάθε κράτους μέλους και των οργάνων της Ένωσης που είναι αρμόδια για τους σκοπούς των άρθρων 20 και 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/817.

Η πρόσβαση αυτή περιορίζεται στον βαθμό που τα δεδομένα είναι απαραίτητα για την εκτέλεση των καθηκόντων των εν λόγω αρχών και των οργάνων της Ένωσης σύμφωνα με τους σκοπούς αυτούς, και είναι ανάλογη προς τους επιδιωκόμενους στόχους.

▼B

3.  

Κάθε κράτος μέλος ορίζει τις αρμόδιες αρχές των οποίων το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό μπορεί να εισάγει, να τροποποιεί, να διαγράφει ή να αναζητεί δεδομένα στο VIS. Κάθε κράτος μέλος ανακοινώνει αμελλητί στην Επιτροπή, κατάλογο αυτών των αρχών, περιλαμβανομένων εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 41 παράγραφος 4, καθώς και τις τυχόν τροποποιήσεις του. Στον κατάλογο προσδιορίζεται ο σκοπός για τον οποίον κάθε αρχή επιτρέπεται να επεξεργάζεται δεδομένα στο VIS.

Εντός τριών μηνών από τη θέση σε λειτουργία του VIS σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 1, η Επιτροπή δημοσιεύει ενοποιημένο κατάλογο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν ο κατάλογος τροποποιείται, η Επιτροπή δημοσιεύει άπαξ εντός του ιδίου έτους ενημερωμένο ενοποιημένο κατάλογο.

▼M5

5.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων σχετικά με τη διαχείριση της λειτουργικής δυνατότητας για την κεντρική διαχείριση του καταλόγου που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 7

Γενικές αρχές

1.  
Κάθε αρμόδια αρχή εξουσιοδοτημένη να έχει πρόσβαση στο VIS σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό εξασφαλίζει ότι η χρήση του VIS είναι απαραίτητη, κατάλληλη και ανάλογη προς την εκτέλεση των καθηκόντων της.
2.  
Κάθε αρμόδια αρχή, όταν χρησιμοποιεί το VIS, δεν προβαίνει σε διακρίσεις εναντίον αιτούντων και κατόχων θεώρησης για λόγους φύλου, φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποίθησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού και σέβεται πλήρως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ακεραιότητα του αιτούντος ή του κατόχου της θεώρησης.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΘΕΩΡΗΣΗΣ

Άρθρο 8

Διαδικασίες εισαγωγής δεδομένων κατά την αίτηση

1.  
►M1  Όταν η αίτηση είναι παραδεκτή σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 ◄ , η αρχή θεώρησης δημιουργεί αμελλητί τον φάκελο της αίτησης, εισάγοντας στο VIS τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9, εφόσον ο αιτών είναι υποχρεωμένος να παράσχει τα δεδομένα αυτά.
2.  
Όταν δημιουργεί το φάκελο αίτησης, η αρχή θεώρησης ελέγχει, σύμφωνα με το άρθρο 15, μήπως έχει καταχωρισθεί στο VIS από άλλο κράτος μέλος προηγούμενη αίτηση του ιδίου αιτούντος.
3.  
Εάν έχει καταχωρισθεί προηγούμενη αίτηση, η αρχή θεώρησης συνδέει κάθε νέο φάκελο αίτησης με τον προηγούμενο φάκελο αίτησης του ιδίου αιτούντος.
4.  
Εάν ο αιτών ταξιδεύει ομαδικά ή με σύζυγο ή/και τέκνα, η αρχή θεώρησης δημιουργεί φάκελο αίτησης για κάθε αιτούντα και συνδέει τους φακέλους αίτησης των προσώπων που συνταξιδεύουν.
5.  
Όταν δεν απαιτείται η παροχή συγκεκριμένων δεδομένων εκ του νόμου ή είναι για αντικειμενικούς λόγους αδύνατο να δοθούν τα δεδομένα αυτά, στα σχετικά πεδία δεδομένων αναγράφεται «άνευ αντικειμένου». Στην περίπτωση των δακτυλικών αποτυπωμάτων, το σύστημα, για τους σκοπούς του άρθρου 17, επιτρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των περιπτώσεων όπου η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων δεν απαιτείται εκ του νόμου και των περιπτώσεων όπου η λήψη είναι για αντικειμενικούς λόγους αδύνατη· μετά από τέσσερα έτη αυτή η δυνατότητα παύει, εκτός εάν επιβεβαιωθεί από απόφαση της Επιτροπής με βάση την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 50 παράγραφος 4.

Άρθρο 9

▼M1

Δεδομένα που πρέπει να εισάγονται κατά την υποβολή της αίτησης

▼B

Η αρχή θεώρησης εισάγει τα ακόλουθα δεδομένα στο φάκελο αίτησης:

1. 

τον αριθμό της αίτησης·

2. 

πληροφορίες για την κατάσταση της θεώρησης, προσδιορίζοντας ότι υποβλήθηκε αίτηση θεώρησης·

3. 

την αρχή στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση, συμπεριλαμβανομένου του τόπου στον οποίο εδρεύει, και το κατά πόσον η αίτηση υποβλήθηκε σε αυτή την αρχή κατ’ εκπροσώπηση άλλου κράτους μέλους·

4. 

τα ακόλουθα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης:

▼M4

α) 

επώνυμο· όνομα ή ονόματα· ημερομηνία γέννησης· φύλο·

αα) 

επώνυμο κατά τη γέννηση (προηγούμενο/-α επώνυμο/-α)· τόπος και χώρα γέννησης· παρούσα ιθαγένεια και ιθαγένεια κατά τη γέννηση·

β) 

το είδος και τον αριθμό του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων και τον κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων·

γ) 

την ημερομηνία λήξης της ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου ή εγγράφων·

γα) 

την αρχή έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου και την ημερομηνία έκδοσης·

▼B

δ) 

τόπος και ημερομηνία της αίτησης·

▼M1 —————

▼B

στ) 

στοιχεία του ατόμου που απευθύνει την πρόσκληση ή/και αναλαμβάνει τα έξοδα διαβίωσης του αιτούντος στη διάρκεια της διαμονής:

i) 

εάν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του προσώπου,

ii) 

εάν πρόκειται για επιχείρηση ή άλλο οργανισμό: επωνυμία και διεύθυνση της επιχείρησης/του άλλου οργανισμού, ονοματεπώνυμο του υπευθύνου της επιχείρησης/οργανισμού αυτού·

▼M1

ζ) 

κράτος μέλος ή κράτη μέλη προορισμού και διάρκεια της προβλεπόμενης παραμονής ή διέλευσης·

η) 

κύριος σκοπός ή σκοποί του ταξιδιού·

θ) 

προβλεπόμενη ημερομηνία άφιξης στη ζώνη Σένγκεν και προβλεπόμενη ημερομηνία αναχώρησης από τη ζώνη Σένγκεν·

ι) 

κράτος μέλος πρώτης εισόδου·

ια) 

διεύθυνση οικίας του αιτούντος·

▼B

ιβ) 

τρέχουσα απασχόληση και εργοδότης. Για φοιτητές: όνομα του ►M1  εκπαιδευτικού ιδρύματος ◄ ·

ιγ) 

για ανήλικο, το επώνυμο και το/τα όνομα/ονόματα ►M1  του ασκούντος γονική μέριμνα ή του νόμιμου κηδεμόνα ◄ του αιτούντος·

5. 

φωτογραφία του αιτούντος, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/95·

6. 

τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της κοινής προξενικής εγκυκλίου.

▼M5

Ο αιτών υποδεικνύει την τρέχουσα απασχόλησή του (κατηγορία απασχόλησης) σε έναν προκαθορισμένο κατάλογο.

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48α για τη σύνταξη του προκαθορισμένου καταλόγου απασχολήσεων (κατηγορίες απασχόλησης).

Άρθρο 9η

Εφαρμογή και εγχειρίδιο

2.  
Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 48α για να καθορίσει σε εγχειρίδιο τις διαδικασίες και τους κανόνες που απαιτούνται για τις αναζητήσεις, επαληθεύσεις και αξιολογήσεις.

Άρθρο 9ι

Συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου

2.  

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 48α για τον περαιτέρω καθορισμό των κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια ή την παράνομη μετανάστευση ή υψηλό επιδημικό κίνδυνο βάσει:

α) 

στατιστικών που παράγονται από το ΣΕΕ και υποδεικνύουν ασυνήθιστα ποσοστά υπερβάσεων της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής και αρνήσεων εισόδου για συγκεκριμένη ομάδα κατόχων θεώρησης·

β) 

στατιστικών που παράγονται από το VIS σύμφωνα με το άρθρο 45α και υποδεικνύουν ασυνήθιστα ποσοστά απορρίψεων αιτήσεων θεώρησης λόγω κινδύνου για την ασφάλεια, κινδύνου παράνομης μετανάστευσης ή υψηλού επιδημικού κινδύνου που συνδέεται με συγκεκριμένη ομάδα κατόχων θεώρησης·

γ) 

στατιστικών που παράγονται από το VIS σύμφωνα με το άρθρο 45α και το ΣΕΕ και υποδεικνύουν συσχετίσεις μεταξύ των πληροφοριών που συλλέγονται μέσω του εντύπου αίτησης και των περιπτώσεων υπέρβασης της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής από κατόχους θεώρησης, ή άρνησης εισόδου·

δ) 

πληροφοριών που τεκμηριώνονται με πραγματικά και βάσει αποδείξεων στοιχεία που παρέχονται από τα κράτη μέλη σχετικά με συγκεκριμένους δείκτες κινδύνου για την ασφάλεια ή απειλές που έχουν εντοπιστεί από κράτος μέλος·

ε) 

πληροφοριών που τεκμηριώνονται με πραγματικά και βάσει αποδείξεων στοιχεία που παρέχονται από τα κράτη μέλη σχετικά με ασυνήθιστα ποσοστά υπερβάσεων της επιτρεπόμενης διάρκειας παραμονής και αρνήσεων εισόδου για συγκεκριμένη ομάδα κατόχων θεώρησης όσον αφορά το εκάστοτε κράτος μέλος·

στ) 

πληροφοριών σχετικά με συγκεκριμένους δείκτες υψηλού επιδημικού κινδύνου που παρέχουν τα κράτη μέλη, καθώς και πληροφοριών επιδημιολογικής παρακολούθησης και αξιολογήσεων κινδύνων που παρέχει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων και επιδημικών εκρήξεων που καταγράφονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

3.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη για τον προσδιορισμό των κινδύνων, όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμό και στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, στους οποίους πρέπει να βασίζονται οι συγκεκριμένοι δείκτες κινδύνου που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

Οι συγκεκριμένοι κίνδυνοι που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου επανεξετάζονται τουλάχιστον κάθε έξι μήνες και, εφόσον είναι αναγκαίο, εκδίδεται νέα εκτελεστική πράξη από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 10

Δεδομένα που προστίθενται αν η θεώρηση εκδοθεί

1.  

Αν ληφθεί απόφαση να εκδοθεί θεώρηση, η εκδίδουσα αρχή προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στο φάκελο αίτησης:

α) 

την κατάσταση της θεώρησης, με ένδειξη ότι η θεώρηση έχει εκδοθεί·

β) 

την αρχή που εξέδωσε τη θεώρηση, συμπεριλαμβανομένου του τόπου στον οποίο εδρεύει, και το αν η αρχή αυτή εξέδωσε τη θεώρηση για λογαριασμό άλλου κράτους μέλους·

γ) 

τον τόπο και την ημερομηνία της απόφασης για έκδοση της θεώρησης·

δ) 

το είδος της θεώρησης·

▼M3

δα) 

εφόσον απαιτείται, ένδειξη ότι η θεώρηση έχει εκδοθεί με περιορισμένη εδαφική ισχύ, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009·

▼B

ε) 

τον αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης·

στ) 

το έδαφος στο οποίο ο κάτοχος της θεώρησης έχει δικαίωμα να ταξιδεύει, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της κοινής προξενικής εγκυκλίου·

ζ) 

τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης ισχύος της θεώρησης·

η) 

τον αριθμό εισόδων που επιτρέπει η θεώρηση στην επικράτεια για την οποία ισχύει·

θ) 

τη διάρκεια της επιτρεπόμενης από τη θεώρηση διαμονής·

ι) 

ενδεχομένως, ένδειξη ότι η θεώρηση έχει εκδοθεί σε ξεχωριστό φύλλο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 333/2002 του Συμβουλίου, της 18ης Φεβρουαρίου 2002, της 18ης Φεβρουαρίου 2002, για την καθιέρωση φύλλου ενιαίου τύπου επί του οποίου τίθεται η θεώρηση που χορηγείται από τα κράτη μέλη στους κατόχους ταξιδιωτικών εγγράφων μη αναγνωριζόμενων από το κράτος μέλος που χορηγεί το φύλλο ( 6

▼M1

ια) 

ενδεχομένως, την πληροφορία ότι η αυτοκόλλητη θεώρηση συμπληρώθηκε χειρόγραφα·

▼M3

ιβ) 

εφόσον απαιτείται, το καθεστώς του προσώπου από το οποίο προκύπτει ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης έναντι του οποίου εφαρμόζεται η οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 7 ) ή υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος απολαύει δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με αυτό των πολιτών της Ένωσης βάσει συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και κρατών μελών της, αφενός, και τρίτης χώρας, αφετέρου.

▼B

2.  
Σε περίπτωση ανάκλησης αίτησης ή εάν η αίτηση δεν προωθήθηκε περαιτέρω από τον αιτούντα πριν ληφθεί η απόφαση για την έκδοση ή μη της θεώρησης, η αρχή θεώρησης στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση σημειώνει ότι η αίτηση αρχειοθετήθηκε για τους λόγους αυτούς καθώς και την ημερομηνία αρχειοθέτησης.

Άρθρο 11

Δεδομένα που προστίθενται όταν διακόπτεται η εξέταση της αίτησης

▼M1

Όταν η αρχή θεώρησης που εκπροσωπεί άλλο κράτος μέλος διακόπτει την εξέταση της αίτησης προσθέτει τα εξής δεδομένα στον φάκελο αίτησης:

▼B

1. 

την κατάσταση της θεώρησης, προσδιορίζοντας ότι η εξέταση της αίτησης διεκόπη,

2. 

την αρχή η οποία διέκοψε την εξέταση της αίτησης, και τον τόπο που εδρεύει,

3. 

τον τόπο και την ημερομηνία της απόφασης για διακοπή της εξέτασης,

4. 

το κράτος μέλος που είναι αρμόδιο να εξετάσει την αίτηση.

Άρθρο 12

Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση άρνησης της θεώρησης

1.  

Εφόσον ληφθεί απόφαση να απορριφθεί η έκδοση θεώρησης, η αρχή θεώρησης που απέρριψε την αίτηση προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στο φάκελο αίτησης:

▼M1

α) 

την κατάσταση της θεώρησης, προσδιορίζοντας ότι η έκδοση θεώρησης απερρίφθη και κατά πόσον η εν λόγω αρχή την απέρριψε εξ ονόματος άλλου κράτους μέλους·

▼B

β) 

την αρχή που απέρριψε τη θεώρηση και τον τόπο που εδρεύει·

γ) 

τον τόπο και την ημερομηνία της απόφασης για απόρριψη της θεώρησης.

▼M1

2.  

Ο φάκελος αίτησης προσδιορίζει επίσης το λόγο ή τους λόγους απόρριψης της θεώρησης, που είναι ένας ή περισσότεροι από τους εξής:

α) 

ο αιτών:

i) 

υποβάλλει πλαστό ή παραποιημένο ταξιδιωτικό έγγραφο·

ii) 

δεν παρέχει δικαιολογητικά σχετικά με τον σκοπό και τους όρους της προβλεπόμενης διαμονής·

iii) 

δεν αποδεικνύει ότι διαθέτει επαρκή μέσα διαβίωσης για τη διάρκεια της προβλεπόμενης παραμονής και για την επιστροφή του στη χώρα καταγωγής ή κατοικίας ή για τη διέλευση από τρίτη χώρα στην οποία η είσοδός του είναι εξασφαλισμένη ή δεν μπορεί να εξασφαλίσει νομίμως τα μέσα αυτά·

▼M2

iv) 

έχει ήδη διαμείνει για 90 ημέρες κατά την τρέχουσα περίοδο 180 ημερών στην επικράτεια των κρατών μελών βάσει ομοιόμορφης θεώρησης ή θεώρησης με περιορισμένη εδαφική ισχύ·

▼M1

v) 

είναι πρόσωπο για το οποίο υπάρχει καταχώριση στο σύστημα SIS με σκοπό την απαγόρευση εισόδου·

vi) 

θεωρείται απειλή για τη δημόσια τάξη, την εσωτερική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία, σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 19 του κώδικα συνόρων Σένγκεν ή τις διεθνείς σχέσεις ενός εκ των κρατών μελών, ιδίως δε είναι καταχωρισμένος στις εθνικές βάσεις δεδομένων των κρατών μελών με σκοπό την απαγόρευση εισόδου για τους ίδιους λόγους·

vii) 

δεν παρέχει αποδείξεις για την κατοχή επαρκούς και ισχύουσας ταξιδιωτικής ιατρικής ασφάλισης, εφόσον απαιτείται·

β) 

οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν για την αιτιολόγηση του σκοπού και των όρων της προβλεπόμενης παραμονής δεν ήταν αξιόπιστες·

γ) 

δεν κατέστη δυνατόν να διαπιστωθεί η πρόθεση του αιτούντος να εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών πριν λήξει η ισχύς της θεώρησης·

δ) 

δεν αποδείχθηκε επαρκώς ότι ο αιτών δεν ήταν σε θέση να υποβάλει αίτηση θεώρησης εκ των προτέρων, ώστε να δικαιολογείται η υποβολή αίτησης θεώρησης στα σύνορα.

Άρθρο 13

Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση κατάργησης ή ανάκλησης της θεώρησης

1.  

Αν ληφθεί απόφαση κατάργησης ή ανάκλησης της θεώρησης, η αρχή θεώρησης που έλαβε την οικεία απόφαση προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στον φάκελο αίτησης:

α) 

την κατάσταση της θεώρησης, προσδιορίζοντας ότι η θεώρηση καταργήθηκε ή ανακλήθηκε·

β) 

την αρχή που κατάργησε ή ανακάλεσε τη θεώρηση και τον τόπο που εδρεύει η εν λόγω αρχή·

γ) 

τον τόπο και την ημερομηνία της απόφασης.

2.  

Ο φάκελος αίτησης προσδιορίζει επίσης τον λόγο/τους λόγους κατάργησης ή ανάκλησης, οι οποίοι είναι:

α) 

ένας ή περισσότεροι από τους λόγους που απαριθμούνται στο άρθρο 12 παράγραφος 2·

β) 

αίτημα του κατόχου της θεώρησης για την ανάκλησή της.

▼M3

3.  
Αν ληφθεί απόφαση ακύρωσης ή ανάκλησης θεώρησης, η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση ανακτά άμεσα και εξάγει από το VIS στο σύστημα εισόδου/εξόδου που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 8 ) (ΣΕΕ) τα δεδομένα που απαριθμούνται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

▼B

Άρθρο 14

Δεδομένα που προστίθενται σε περίπτωση παράτασης της θεώρησης

▼M1

1.  

Αν ληφθεί απόφαση παράτασης της περιόδου ισχύος ή/και της διάρκειας παραμονής χορηγηθείσας θεώρησης, η αρχή θεώρησης που παρέτεινε τη θεώρηση προσθέτει τα ακόλουθα δεδομένα στον φάκελο αίτησης:

▼B

α) 

την κατάσταση της θεώρησης προσδιορίζοντας ότι η θεώρηση παρατάθηκε·

β) 

την αρχή που παρέτεινε τη θεώρηση, και τον τόπο που εδρεύει·

γ) 

τον τόπο και την ημερομηνία της απόφασης·

▼M1

δ) 

τον αριθμό αυτοκόλλητης θεώρησης της παραταθείσας θεώρησης·

▼B

ε) 

τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης της παράτασης·

στ) 

την περίοδο παράτασης της επιτρεπόμενης διάρκειας διαμονής·

▼M1

ζ) 

το έδαφος στο οποίο ο κάτοχος της θεώρησης έχει δικαίωμα να ταξιδεύει, εφόσον η εδαφική ισχύς της παραταθείσας θεώρησης διαφέρει από εκείνη της αρχικής·

▼B

η) 

το είδος της θεώρησης που παρατάθηκε.

2.  

Ο φάκελος αίτησης προσδιορίζει επίσης τους λόγους παράτασης της θεώρησης, μεταξύ των ακολούθων:

α) 

ανωτέρα βία·

β) 

ανθρωπιστικοί λόγοι·

▼M1 —————

▼B

δ) 

σοβαροί προσωπικοί λόγοι.

▼M3

3.  
Η αρχή θεώρησης που έλαβε την απόφαση παράτασης της περιόδου ισχύος ή/και της διάρκειας παραμονής χορηγηθείσας θεώρησης ανακτά άμεσα και εξάγει από το VIS στο ΣΕΕ τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

▼B

Άρθρο 15

Χρήση του VIS για την εξέταση αιτήσεων

1.  
Η αρμόδια αρχή θεώρησης συμβουλεύεται το VIS για την εξέταση των αιτήσεων και των σχετικών αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων ακύρωσης ή ανάκλησης της θεώρησης και ►M1  ή παράτασης της θεώρησης ◄ , σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.
2.  

Για τις ανάγκες της παραγράφου 1, η αρμόδια αρχή θεώρησης εξουσιοδοτείται να πραγματοποιεί έρευνες με τη βοήθεια ενός ή περισσοτέρων από τα ακόλουθα δεδομένα:

α) 

αριθμός της αίτησης·

▼M3

β) 

επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως, ιθαγένεια ή ιθαγένειες· φύλο·

γ) 

είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου· κωδικός τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου· και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου·

▼C1

δ) 

ονοματεπώνυμο και διεύθυνση του φυσικού προσώπου ή επωνυμία και διεύθυνση της επιχείρησης/άλλου οργανισμού που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχείο στ)·

▼B

ε) 

δακτυλικά αποτυπώματα·

στ) 

αριθμός της αυτοκόλλητης θεώρησης και ημερομηνία έκδοσης τυχόν προηγουμένως εκδοθείσας θεώρησης.

3.  
Εάν η έρευνα με τη βοήθεια ενός ή περισσοτέρων εκ των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 δείξει ότι το VIS περιλαμβάνει δεδομένα για τον αιτούντα, η αρμόδια αρχή θεώρησης έχει δικαίωμα πρόσβασης στο/στους φάκελο/ους αίτησης, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφοι 3 και 4, και στον/στους συνδεδεμένο/ους φάκελο/ους αίτησης, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1.

▼M3

4.  
Για τους σκοπούς της διενέργειας αναζήτησης στο ΣΕΕ για την εξέταση και λήψη αποφάσεων σχετικά με αιτήσεις θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, παρέχεται στην αρμόδια αρχή θεώρησης πρόσβαση για τη διενέργεια ερευνών στο ΣΕΕ απευθείας από το VIS με τη βοήθεια ενός ή περισσοτέρων από τα δεδομένα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.
5.  
Όταν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου προκύπτει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί στο VIS δεδομένα για τον υπήκοο τρίτης χώρας ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την ταυτότητα του υπηκόου τρίτης χώρας, η αρμόδια αρχή θεώρησης έχει πρόσβαση σε δεδομένα για ταυτοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 20.

▼B

Άρθρο 16

Χρήση του VIS για σκοπούς διαβούλευσης και αίτησης εγγράφων

1.  
Για τους σκοπούς της διαβούλευσης μεταξύ εθνικών κεντρικών αρχών για τις αιτήσεις θεώρησης σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 της σύμβασης Σένγκεν, η αίτηση διαβούλευσης και οι σχετικές απαντήσεις διαβιβάζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
2.  

Το κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης διαβιβάζει στο VIS την αίτηση διαβούλευσης συνοδευόμενη από τον αριθμό της αίτησης, προσδιορίζοντας το ή τα κράτη μέλη με το οποίο/τα οποία πρέπει να γίνει διαβούλευση.

Το VIS διαβιβάζει την αίτηση στο σχετικό κράτος μέλος ή κράτη μέλη.

Το κράτος μέλος ή κράτη μέλη από τα οποία ζητείται η διαβούλευση διαβιβάζουν την απάντηση στο VIS, το οποίο την προωθεί στο κράτος μέλος που υπέβαλε την αίτηση.

3.  
Η διαδικασία της παραγράφου 2 μπορεί να εφαρμόζεται και στη διαβίβαση πληροφοριών για την έκδοση θεωρήσεων περιορισμένης εδαφικής ισχύος και άλλων μηνυμάτων που αφορούν την προξενική συνεργασία καθώς και για τη διαβίβαση αιτημάτων στην αρμόδια αρχή θεώρησης να προωθήσει αντίγραφα ταξιδιωτικών εγγράφων και άλλα έγγραφα υποστηρικτικά της αίτησης και για τη διαβίβαση αντιγράφων αυτών των εγγράφων μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Οι αρμόδιες αρχές θεώρησης ανταποκρίνονται στα αιτήματα αμελλητί.
4.  
Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διαβιβάζονται κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την ενημέρωση των κεντρικών αρχών και για την προξενική συνεργασία.

Άρθρο 17

Χρήση δεδομένων για την υποβολή εκθέσεων και την κατάρτιση στατιστικών

Οι αρμόδιες αρχές θεώρησης μπορούν να συμβουλεύονται τα ακόλουθα δεδομένα, αποκλειστικά για σκοπούς υποβολής εκθέσεων και κατάρτισης στατιστικών, χωρίς να επιτρέπεται η εξακρίβωση της ταυτότητας συγκεκριμένων αιτούντων:

1. 

κατάσταση της θεώρησης,

2. 

αρμόδια αρχή θεώρησης και τόπος που εδρεύει,

3. 

παρούσα υπηκοότητα του αιτούντος,

▼M1

4. 

Το κράτος μέλος της πρώτης εισόδου,

▼B

5. 

ημερομηνία και τόπος της αίτησης ή της απόφασης σχετικά με τη θεώρηση,

▼M1

6. 

είδος εκδοθείσας θεώρησης,

▼B

7. 

είδος ταξιδιωτικού εγγράφου,

8. 

λόγοι που προσδιορίζονται για κάθε απόφαση σχετικά με τη θεώρηση ή την αίτηση θεώρησης,

9. 

αρμόδια αρχή θεώρησης που απέρριψε την αίτηση, τόπος που εδρεύει και ημερομηνία απόρριψης,

10. 

αν ο ίδιος αιτών έχει υποβάλει αίτηση θεώρησης σε περισσότερες από μία αρχές θεώρησης, αναφέρονται οι αρχές αυτές, οι τόποι που εδρεύουν και οι ημερομηνίες των απορρίψεων,

▼M1

11. 

κύριος σκοπός ή σκοποί του ταξιδιού,

▼C1

12. 

τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν ήταν αντικειμενικά δυνατό να παρασχεθούν τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 6, σύμφωνα με τη δεύτερη πρόταση του άρθρου 8 παράγραφος 5,

13. 

τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν απαιτείτο για νομικούς λόγους να παρασχεθούν τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 6, σύμφωνα με τη δεύτερη πρόταση του άρθρου 8 παράγραφος 5,

14. 

τις περιπτώσεις κατά τις οποίες απορρίφθηκε αίτηση προσώπου το οποίο δεν μπορούσε αντικειμενικά να παράσχει τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 6, σύμφωνα με τη δεύτερη πρόταση του άρθρου 8 παράγραφος 5.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΑΛΛΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

▼M3

Άρθρο 17α

Διαλειτουργικότητα με το ΣΕΕ

1.  
Από την έναρξη λειτουργίας του ΣΕΕ όπως προβλέπεται στο άρθρο 66 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, δημιουργείται διαλειτουργικότητα μεταξύ του ΣΕΕ και του VIS για να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και ταχύτητα κατά τους συνοριακούς ελέγχους. Για τον σκοπό αυτόν, ο eu-LISA θεσπίζει ασφαλή δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του ΣΕΕ και του κεντρικού συστήματος VIS. Η απευθείας πρόσβαση μεταξύ των συστημάτων του ΣΕΕ και του VIS είναι δυνατή μόνο εάν αυτό προβλέπεται και από τον παρόντα κανονισμό και από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/2226. Η ανάκτηση από το VIS δεδομένων που αφορούν τις θεωρήσεις, η εξαγωγή τους στο ΣΕΕ και η ενημέρωση δεδομένων από το VIS στο ΣΕΕ καθίσταται αυτοματοποιημένη διαδικασία, από τη στιγμή που η σχετική πράξη δρομολογηθεί από την ενδιαφερόμενη αρχή.
2.  

Η διαλειτουργικότητα επιτρέπει στις αρχές θεώρησης που χρησιμοποιούν το VIS να συμβουλεύονται το ΣΕΕ από το VIS:

α) 

κατά την εξέταση και λήψη απόφασης για αιτήσεις θεώρησης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και στο άρθρο 15 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού·

β) 

προκειμένου να ανακτούν και να εισάγουν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS στο ΣΕΕ σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης μιας θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και τα άρθρα 13 και 14 του παρόντος κανονισμού.

3.  

Η διαλειτουργικότητα παρέχει τη δυνατότητα στις συνοριακές αρχές που χρησιμοποιούν το ΣΕΕ να συμβουλεύονται το VIS από το ΣΕΕ ούτως ώστε:

α) 

να ανακτούν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS και να τα εισάγουν στο ΣΕΕ με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση της καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή της καταχώρισης άρνησης εισόδου του κατόχου της θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με τα άρθρα 14, 16 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 18α του παρόντος κανονισμού·

β) 

να ανακτούν τα δεδομένα που αφορούν τις θεωρήσεις απευθείας από το VIS και να τα εισάγουν στο ΣΕΕ σε περίπτωση ακύρωσης, ανάκλησης ή παράτασης μιας θεώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και τα άρθρα 13 και 14 του παρόντος κανονισμού·

γ) 

να επαληθεύουν τη γνησιότητα και την εγκυρότητα της θεώρησης, το εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 9 ) ή και τα δύο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

δ) 

να ελέγχουν αν υπήκοοι τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, οι οποίοι δεν έχουν ατομικό φάκελο καταγεγραμμένο στο ΣΕΕ, είχαν προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 19α του παρόντος κανονισμού·

ε) 

να επαληθεύουν, σε περίπτωση που η ταυτότητα κατόχου θεώρησης επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων, την ταυτότητα κατόχου θεώρησης μέσω αντιπαραβολής με δακτυλικά αποτυπώματα που είναι καταχωρισμένα στο VIS, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και το άρθρο 18 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού.

4.  
Για τη λειτουργία της διαδικτυακής υπηρεσίας του ΣΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, το VIS ενημερώνει καθημερινώς τη χωριστή βάση δεδομένων μόνο για ανάγνωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 5 του εν λόγω κανονισμού μέσω μονόδρομης εξαγωγής του ελάχιστου αναγκαίου υποσυνόλου δεδομένων VIS.
5.  
Σύμφωνα με το άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η Επιτροπή θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα για τη δημιουργία και το υψηλό επίπεδο σχεδιασμού της διαλειτουργικότητας σύμφωνα με το άρθρο 37 του εν λόγω κανονισμού. Προκειμένου να επιτευχθεί η διαλειτουργικότητα με το ΣΕΕ, η διαχειριστική αρχή μεριμνά για τις απαιτούμενες εξελίξεις και προσαρμογές του κεντρικού VIS, της εθνικής διεπαφής σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού VIS και των εθνικών διεπαφών. Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν και αναπτύσσουν τις εθνικές υποδομές.

▼M3

Άρθρο 18

Πρόσβαση στα δεδομένα για επαλήθευση στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ

1.  

Με αποκλειστικό σκοπό να επαληθεύσουν την ταυτότητα των κατόχων θεώρησης, το γνήσιο, τη χρονική και εδαφική ισχύ και το καθεστώς της θεώρησης ή αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου στην επικράτεια των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, ή και τα δύο, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, έχουν πρόσβαση στο VIS για τη διενέργεια ερευνών χρησιμοποιώντας τα ακόλουθα δεδομένα:

α) 

επώνυμο, όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως· ιθαγένεια/ιθαγένειες· φύλο· είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων· κωδικός τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου/εγγράφων· ή

β) 

τον αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης.

2.  
Αποκλειστικά για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, όταν δρομολογείται έρευνα στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια συνοριακή αρχή μπορεί να εκκινήσει έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου.
3.  
Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, όταν δρομολογείται έρευνα στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια συνοριακή αρχή μπορεί να πραγματοποιεί έρευνα στο VIS χωρίς τη χρήση της διαλειτουργικότητας με το ΣΕΕ, εφόσον το απαιτούν οι συγκεκριμένες περιστάσεις, ιδίως στην περίπτωση όπου, λόγω της ειδικής κατάστασης υπηκόου τρίτης χώρας, κρίνεται καταλληλότερη η έρευνα με τη χρήση των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου ή στην περίπτωση προσωρινής τεχνικής αδυναμίας αναζήτησης των δεδομένων του ΣΕΕ ή βλάβης του ΣΕΕ.
4.  

Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δείξει ότι δεδομένα είναι αποθηκευμένα στο VIS για μία ή περισσότερες εκδοθείσες ή παραταθείσες θεωρήσεις που είναι εντός της περιόδου ισχύος τους και στο πλαίσιο της εδαφικής ισχύος τους για τη διέλευση των συνόρων, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα που περιέχονται στον σχετικό φάκελο αίτησης καθώς και σε συνδεδεμένο ή συνδεδεμένους φακέλους αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α) 

την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, ►C3  που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 2 και 4· ◄

β) 

φωτογραφίες·

γ) 

τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 και έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

Επιπλέον, για τους κατόχους θεώρησης για τους οποίους, για νομικούς λόγους, δεν απαιτείται η παροχή συγκεκριμένων δεδομένων ή είναι για αντικειμενικούς λόγους αδύνατον να δοθούν τα δεδομένα αυτά, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ λαμβάνει ειδοποίηση που αφορά το συγκεκριμένο πεδίο ή τα συγκεκριμένα πεδία δεδομένων, στην οποία αναγράφεται η ένδειξη «άνευ αντικειμένου».

5.  

Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι στο VIS έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με τον κάτοχο θεώρησης όχι όμως και ισχύουσα θεώρηση η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα τού ή των φακέλων αίτησης, καθώς και του ή των συνδεδεμένων φακέλων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α) 

την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, ►C3  που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 2 και 4· ◄

β) 

φωτογραφίες·

γ) 

τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

6.  

Εκτός από την αναζήτηση που διενεργείται βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύει την ταυτότητα του προσώπου με αντιπαραβολή στο VIS, αν η έρευνα με τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δείξει ότι τα δεδομένα σχετικά με το πρόσωπο έχουν καταγραφεί στο VIS και πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

η ταυτότητα του προσώπου δεν μπορεί να εξακριβωθεί με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, επειδή:

i) 

ο κάτοχος της θεώρησης δεν έχει καταχωρισθεί ακόμη στο ΣΕΕ·

ii) 

στο εκάστοτε συνοριακό σημείο διέλευσης, η ταυτότητα επαληθεύεται με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226·

iii) 

υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης·

iv) 

για οποιονδήποτε άλλο λόγο·

β) 

η ταυτότητα του προσώπου μπορεί να επαληθευτεί με αντιπαραβολή στο ΣΕΕ αλλά εφαρμόζεται το άρθρο 23 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

Οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύουν τα δακτυλικά αποτυπώματα του κατόχου της θεώρησης σε αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταγραφεί στο VIS. Για τους κατόχους θεώρησης των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η έρευνα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διενεργείται μόνο με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

7.  
Για τους σκοπούς της επαλήθευσης των δακτυλικών αποτυπωμάτων με αντιπαραβολή στο VIS, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 6, η αρμόδια αρχή μπορεί να εκκινήσει έρευνα από το ΣΕΕ στο VIS.
8.  
Όταν η επαλήθευση του κατόχου θεώρησης ή της θεώρησης αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης ή το γνήσιο της θεώρησης ή του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμοδίων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, έχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2.

▼M3

Άρθρο 18α

Ανάκτηση των δεδομένων του VIS για τη δημιουργία ή την ενημέρωση καταχώρισης εισόδου/εξόδου ή καταχώρισης άρνησης εισόδου κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ

Αποκλειστικά με σκοπό τη δημιουργία ή την ενημέρωση του αρχείου εισόδου/εξόδου ή του αρχείου άρνησης εισόδου κατόχου θεώρησης στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 και τα άρθρα 16 και 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, παρέχεται στην αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ, πρόσβαση για να ανακτά από το VIS και να εισάγει στο ΣΕΕ τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο VIS και απαριθμούνται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία γ) έως στ) του εν λόγω κανονισμού.

▼M6

Άρθρο 18β

Διαλειτουργικότητα με το ETIAS

1.  
Από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας του ETIAS, όπως ορίζεται κατά το άρθρο 88 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, το VIS είναι συνδεδεμένο με την ESP προκειμένου να είναι δυνατές οι αυτοματοποιημένες επαληθεύσεις δυνάμει του άρθρου 20, του άρθρου 24 παράγραφος 6 στοιχείο γ) σημείο ii) και του άρθρου 54 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.
2.  
Οι αυτοματοποιημένες επαληθεύσεις δυνάμει του άρθρου 20, του άρθρου 24 παράγραφος 6 στοιχείο γ) σημείο ii) και του άρθρου 54 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240 καθιστούν δυνατή την εκτέλεση των επαληθεύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 20 του εν λόγω κανονισμού και των μεταγενέστερων επαληθεύσεων των άρθρων 22 και 26 του εν λόγω κανονισμού.

Για τους σκοπούς της εκτέλεσης των επαληθεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 2 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, το κεντρικό σύστημα ETIAS χρησιμοποιεί την ESP για την αντιπαραβολή των δεδομένων που είναι αποθηκευμένα στο ETIAS με τα δεδομένα που είναι αποθηκευμένα στο VIS, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 8 του εν λόγω κανονισμού, χρησιμοποιώντας τα δεδομένα που αναφέρονται στον πίνακα αντιστοιχιών του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 18γ

Πρόσβαση της κεντρικής μονάδας ETIAS σε δεδομένα του VIS

1.  
Η κεντρική μονάδα ETIAS έχει, για τους σκοπούς της εκτέλεσης των καθηκόντων που της ανατίθενται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1240, δικαίωμα πρόσβασης και αναζήτησης στα συναφή δεδομένα του VIS σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 8 του εν λόγω κανονισμού.
2.  
Εάν από επαλήθευση που πραγματοποιεί η κεντρική μονάδα ETIAS σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240 επιβεβαιώνεται αντιστοιχία μεταξύ των δεδομένων που έχουν καταχωριστεί στον φάκελο της αίτησης ETIAS και των δεδομένων στο VIS ή εάν και μετά την επαλήθευση εξακολουθούν να υπάρχουν αμφιβολίες, εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 26 του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 18δ

Χρήση του VIS για τη χειροκίνητη επεξεργασία αιτημάτων από τις εθνικές μονάδες ETIAS

1.  
Οι εθνικές μονάδες ETIAS που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240 πραγματοποιούν αναζητήσεις στο VIS με χρήση των ίδιων αλφαριθμητικών δεδομένων με αυτά που χρησιμοποιούνται για τις αυτοματοποιημένες επαληθεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 20, το άρθρο 24 παράγραφος 6 στοιχείο γ) σημείο ii) και το άρθρο 54 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού.
2.  
Οι εθνικές μονάδες ETIAS έχουν προσωρινή πρόσβαση στο VIS για να το συμβουλεύονται, υπό μορφή μόνο για ανάγνωση, για την εξέταση των αιτήσεων για άδειες ταξιδιού σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240. Οι εθνικές μονάδες ETIAS μπορούν να συμβουλεύονται τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 9 έως 14 του παρόντος κανονισμού.
3.  
Μετά την αναζήτηση στα δεδομένα του VIS από τις εθνικές μονάδες ETIAS, όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των εθνικών μονάδων ETIAS καταγράφει το αποτέλεσμα της αναζήτησης μόνο στους φακέλους αιτήσεων ETIAS.

▼B

Άρθρο 19

Πρόσβαση σε δεδομένα για έλεγχο στο έδαφος των κρατών μελών

1.  

Με αποκλειστικό σκοπό να ελέγξουν την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης και/ή το γνήσιο της θεώρησης και/ή το αν πληρούνται οι όροι εισόδου, παραμονής και κατοικίας στο έδαφος των κρατών μελών, οι αρχές που είναι αρμόδιες στο έδαφος των κρατών μελών να ελέγχουν ότι πληρούνται οι όροι εισόδου, παραμονής και κατοικίας στο έδαφος των κρατών μελών, εξουσιοδοτούνται να πραγματοποιούν έρευνες με βάση τον αριθμό αυτοκόλλητης θεώρησης σε συνδυασμό με την επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων του κατόχου θεώρησης ή του αριθμού της αυτοκόλλητης θεώρησης.

Για τους κατόχους θεώρησης των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η αναζήτηση διενεργείται μόνο με τον αριθμό της αυτοκόλλητης θεώρησης.

2.  

Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δείξει ότι στο VIS έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με τον κάτοχο θεώρησης, η αρμόδια αρχή εξουσιοδοτείται να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης και του/των συνδεδεμένου/ων φακέλου/ων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1:

▼C1

α) 

την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 2 και 4·

▼B

β) 

φωτογραφίες·

γ) 

τα δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί σχετικά με τυχόν εκδοθείσα, ακυρωθείσα ή ανακληθείσα θεώρηση ή θεώρηση, της οποίας η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί ►M1  ————— ◄ , κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 10, 13 και 14.

3.  
Όταν ο έλεγχος του κατόχου θεώρησης ή της θεώρησης αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του κατόχου θεώρησης, για το γνήσιο της θεώρησης ή/και του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό αυτών των αρμόδιων αρχών έχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2.

▼M3

Άρθρο 19α

Χρήση του VIS πριν από τη δημιουργία στο ΣΕΕ των ατομικών φακέλων υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης

1.  
Προς το σκοπό ελέγχου αν ένα πρόσωπο έχει προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS, οι αρμόδιες αρχές που διενεργούν ελέγχους των εξωτερικών σημείων συνοριακής διέλευσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/399 συμβουλεύονται το VIS πριν από τη δημιουργία στο ΣΕΕ του ατομικού φακέλου υπηκόων τρίτων χωρών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση θεώρησης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.
2.  
Για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν εφαρμόζεται το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226 και η έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 27 του εν λόγω κανονισμού καταδείξει ότι δεν έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας στο ΣΕΕ, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ έχει πρόσβαση για τη διενέργεια έρευνας στο VIS χρησιμοποιώντας τα ακόλουθα δεδομένα: επώνυμο· όνομα/ονόματα· ημερομηνία γεννήσεως· ιθαγένεια/ιθαγένειες· φύλο· είδος και αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου· κωδικό τριών γραμμάτων της χώρας έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου και ημερομηνία λήξεως ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου.
3.  
Αποκλειστικά για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, πέραν της έρευνας που άρχισε στο ΣΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ μπορεί να εκκινήσει έρευνα στο VIS απευθείας από το ΣΕΕ, χρησιμοποιώντας τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
4.  
Επιπλέον, αν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 προκύψει ότι έχουν καταγραφεί στο VIS δεδομένα σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ επαληθεύει τα δακτυλικά αποτυπώματα του υπηκόου τρίτης χώρας σε αντιπαραβολή με τα δακτυλικά αποτυπώματα που έχουν καταγραφεί στο VIS. Η αρχή αυτή μπορεί να ξεκινήσει την επαλήθευση από το ΣΕΕ. Για τους υπηκόους τρίτης χώρας των οποίων τα δακτυλικά αποτυπώματα δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν, η έρευνα διενεργείται μόνο με τα αλφαριθμητικά δεδομένα που προβλέπονται στην παράγραφο 2.
5.  

Εάν από την έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και την επαλήθευση που διενεργείται βάσει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου προκύψει ότι στο VIS έχουν καταχωρισθεί δεδομένα σχετικά με το πρόσωπο, η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ εξουσιοδοτείται να συμβουλευθεί τα ακόλουθα δεδομένα που περιέχονται στον σχετικό φάκελο αίτησης, καθώς και σε φάκελο ή φακέλους αίτησης συνδεδεμένων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για τον σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:

α) 

την κατάσταση της θεώρησης και τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, ►C3  που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημεία 2 και 4· ◄

β) 

φωτογραφίες·

γ) 

τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 10, 13 και 14 και έχουν καταχωρισθεί σχετικά με θεώρηση ή θεωρήσεις που έχουν εκδοθεί, ακυρωθεί, ανακληθεί ή των οποίων η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί.

6.  
Όταν η επαλήθευση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή 5 του παρόντος άρθρου αποτυγχάνει ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του προσώπου ή για το γνήσιο του ταξιδιωτικού εγγράφου, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό των αρμοδίων αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ έχει πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1 και 2. Η αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ δύναται να εκκινεί από το ΣΕΕ την ταυτοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 20.

▼B

Άρθρο 20

Πρόσβαση σε δεδομένα για εξακρίβωση ταυτότητας

▼M3

1.  

Αποκλειστικά προς τον σκοπό εξακρίβωσης της ταυτότητας προσώπων που ενδεχομένως έχουν προηγουμένως καταχωρισθεί στο VIS ή δεν πληρούν ή δεν πληρούν πια τις προϋποθέσεις που διέπουν την είσοδο, παραμονή και κατοικία στην επικράτεια των κρατών μελών, οι αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διενέργεια ελέγχων στα σύνορα όπου χρησιμοποιείται το ΣΕΕ ή στην επικράτεια των κρατών μελών σχετικά με το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής και κατοικίας στην επικράτεια των κρατών μελών, εξουσιοδοτούνται να πραγματοποιούν έρευνες στο VIS με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου.

▼C1

Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή αν η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α) ή/και γ). Η έρευνα μπορεί να πραγματοποιείται σε συνδυασμό με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχείο β).

▼B

2.  

Εάν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δείξει ότι το VIS περιλαμβάνει δεδομένα για τον αιτούντα, η αρμόδια αρχή εξουσιοδοτείται να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης και του/των συνδεδεμένου/ων φακέλου/ων αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4, αποκλειστικά για τους σκοπούς της παραγράφου 1:

α) 

τον αριθμό της αίτησης, την κατάσταση της θεώρησης και την αρχή στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση·

▼C1

β) 

τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4·

▼B

γ) 

φωτογραφίες·

δ) 

τα δεδομένα που έχουν εισαχθεί σχετικά με τυχόν εκδοθείσα, απορριφθείσα, ακυρωθείσα ή ανακληθείσα θεώρηση ή θεώρηση της οποίας η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί ►M1  ————— ◄ , ή σχετικά με αιτήσεις των οποίων η εξέταση διεκόπη, κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 10 έως 14.

3.  
Όταν ο ενδιαφερόμενος διαθέτει θεώρηση, οι αρμόδιες αρχές έχουν πρώτα πρόσβαση στο VIS σύμφωνα με τα άρθρα 18 ή 19.

▼C1

Άρθρο 21

Πρόσβαση σε δεδομένα για τον προσδιορισμό της αρμοδιότητας για τις αιτήσεις ασύλου

1.  
Οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές είναι εξουσιοδοτημένες να πραγματοποιούν έρευνες με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος άσυλο, με μόνο σκοπό τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο να εξετάσει αίτηση ασύλου, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003.

Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α) ή/και γ). Η έρευνα μπορεί να πραγματοποιείται σε συνδυασμό με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχείο β).

2.  

Εάν η έρευνα με τα απαριθμούμενα στην παράγραφο 1 δεδομένα δείξει ότι έχει καταχωρισθεί στο VIS μια θεώρηση η οποία έχει εκδοθεί με ημερομηνία λήξεως που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες πριν από την ημερομηνία της αίτησης ασύλου ή/και μια θεώρηση η οποία έχει παραταθεί έως ημερομηνία λήξεως που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες πριν από την ημερομηνία της αίτησης ασύλου, η αρμόδια για το άσυλο αρχή εξουσιοδοτείται να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης, και όσον αφορά τα απαριθμούμενα στο στοιχείο ζ) στοιχεία της συζύγου και των τέκνων, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για το σκοπό της παραγράφου 1:

α) 

τον αριθμό της αίτησης και την αρχή που εξέδωσε ή παρέτεινε τη θεώρηση, και εάν η αρχή την εξέδωσε για λογαριασμό άλλου κράτους μέλους·

β) 

τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α) και β)·

γ) 

το είδος της θεώρησης·

δ) 

τη διάρκεια ισχύος της θεώρησης·

ε) 

τη διάρκεια της σκοπουμένης παραμονής·

στ) 

φωτογραφίες·

ζ) 

τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α) και β), του/των συνδεδεμένου/ων φακέλου/ων αίτησης για τη σύζυγο και τα τέκνα.

3.  
Η πρόσβαση στο VIS δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μόνο από τις εντεταλμένες εθνικές αρχές του άρθρου 21 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003.

▼B

Άρθρο 22

Πρόσβαση σε δεδομένα για την εξέταση αίτησης ασύλου

1.  

Με αποκλειστικό σκοπό να εξετάσουν αίτηση ασύλου, οι αρμόδιες για το άσυλο αρχές έχουν πρόσβαση σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003 σε έρευνες αποκλειστικά με βάση τα δακτυλικά αποτυπώματα του αιτούντος άσυλο.

▼C1

Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα του εν λόγω προσώπου δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ή η έρευνα με τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτύχει, η έρευνα πραγματοποιείται με βάση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α) ή/και γ). Η έρευνα μπορεί να πραγματοποιείται σε συνδυασμό με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχείο β).

▼B

2.  

Αν η έρευνα με τη βοήθεια των δεδομένων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 δείξει ότι έχει καταχωρισθεί στο VIS μια εκδοθείσα θεώρηση, η αρμόδια για το άσυλο αρχή εξουσιοδοτείται να συμβουλεύεται τα ακόλουθα δεδομένα του φακέλου αίτησης και του/των συνδεδεμένου/ων φακέλου/ων αίτησης του αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 και όσον αφορά τα απαριθμούμενα στο στοιχείο ε) στοιχεία της συζύγου και των τέκνων, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 4, αποκλειστικά για το σκοπό της παραγράφου 1:

α) 

τον αριθμό της αίτησης·

▼C1

β) 

τα δεδομένα που λαμβάνονται από το έντυπο αίτησης, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α), β) και γ)·

▼B

γ) 

φωτογραφίες·

δ) 

τα δεδομένα που έχουν εισαχθεί σχετικά με τυχόν εκδοθείσα, ακυρωθείσα ή ανακληθείσα θεώρηση ή θεώρηση της οποίας η διάρκεια ισχύος έχει παραταθεί ►M1  ————— ◄ , κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 10, 13 και 14·

▼C1

ε) 

τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχεία α) και β), του/των συνδεδεμένου/ων φακέλου/ων αίτησης για τη σύζυγο και τα τέκνα.

▼B

3.  
Η πρόσβαση στο VIS δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται μόνο από τις εντεταλμένες εθνικές αρχές του άρθρου 21 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 343/2003.

▼M5



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ ΜΑΚΡΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΔΕΙΕΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ

Άρθρο 22β

Αναζητήσεις σε συστήματα πληροφοριών και βάσεις δεδομένων

18.  
Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 48α για να καθορίσει σε εγχειρίδιο τις διαδικασίες και τους κανόνες που απαιτούνται για τις αναζητήσεις, επαληθεύσεις και αξιολογήσεις.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο 23

Διάρκεια της περιόδου διατήρησης δεδομένων

1.  

Κάθε φάκελος αίτησης διατηρείται στο VIS έως πέντε έτη το πολύ, με την επιφύλαξη της διαγραφής δεδομένων που αναφέρεται στα άρθρα 24 και 25 και της τήρησης αρχείων που αναφέρεται στο άρθρο 34.

Αυτή η περίοδος αρχίζει:

α) 

από την ημερομηνία λήξης της θεώρησης, σε περίπτωση έκδοσης θεώρησης·

β) 

από τη νέα ημερομηνία λήξης της θεώρησης, σε περίπτωση παράτασης θεώρησης·

γ) 

από την ημερομηνία της δημιουργίας του φακέλου αίτησης στο VIS, σε περίπτωση απόσυρσης ή αρχειοθέτησης της αίτησης ή διακοπής της εξέτασής της·

δ) 

από την ημερομηνία της απόφασης της αρχής θεώρησης, σε περίπτωση απόρριψης, ακύρωσης, ανάκλησης της αίτησης ►M1  ————— ◄ .

2.  
Κατά τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το VIS διαγράφει αυτόματα το φάκελο αίτησης και τον/τους σχετικό/ούς σύνδεσμο/ους, όπως αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4.

Άρθρο 24

Τροποποίηση των δεδομένων

1.  
Μόνο το αρμόδιο κράτος μέλος δικαιούται να τροποποιήσει δεδομένα που έχει διαβιβάσει στο VIS διορθώνοντας ή διαγράφοντάς τα.
2.  
Εάν ένα κράτος μέλος έχει αποδείξεις ότι τα δεδομένα που υφίστανται επεξεργασία στο VIS είναι ανακριβή ή ότι η επεξεργασία τους στο VIS είναι αντίθετη προς τον παρόντα κανονισμό, ενημερώνει αμέσως το αρμόδιο κράτος μέλος. Το μήνυμα μπορεί να διαβιβασθεί μέσω VIS.
3.  
Το αρμόδιο κράτος μέλος επαληθεύει τα εν λόγω δεδομένα και, εφόσον χρειάζεται, τα διορθώνει ή τα διαγράφει χωρίς καθυστέρηση.

Άρθρο 25

Πρόωρη διαγραφή δεδομένων

1.  
Όταν πριν από τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1, ένας αιτών έχει αποκτήσει την υπηκοότητα κράτους μέλους, οι φάκελοι αίτησης και οι αναφερόμενοι στο άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4, σύνδεσμοι που τον αφορούν διαγράφονται από το VIS αμελλητί, από το κράτος μέλος που δημιούργησε τον σχετικό φάκελο αίτησης.
2.  
Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει αμελλητί το αρμόδιο κράτος μέλος για την απόκτηση της υπηκοότητάς του από έναν αιτούντα. Το μήνυμα μπορεί να διαβιβασθεί μέσω VIS.
3.  
Εάν η απόφαση να απορριφθεί η έκδοση θεώρησης αναιρεθεί από δικαστήριο ή τμήμα προσφυγών, το κράτος μέλος που απέρριψε τη θεώρηση διαγράφει χωρίς καθυστέρηση τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 12, μόλις η αναιρετική απόφαση αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 26

Επιχειρησιακή διαχείριση

1.  
Ύστερα από μια μεταβατική περίοδο, μια διαχειριστική αρχή (στο εξής «η διαχειριστική αρχή»), η οποία χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναλαμβάνει την επιχειρησιακή διαχείριση του κεντρικού VIS και των εθνικών διεπαφών. Η διαχειριστική αρχή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, μεριμνά ώστε να χρησιμοποιούνται ανά πάσα στιγμή οι καλύτερες διαθέσιμες τεχνολογίες για το κεντρικό VIS και τις εθνικές διεπαφές βάσει της ανάλυσης κόστους-οφέλους.
2.  

Η διαχειριστική αρχή έχει επίσης τα ακόλουθα καθήκοντα που σχετίζονται με την υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού VIS και των εθνικών διεπαφών:

α) 

εποπτεία·

β) 

ασφάλεια·

γ) 

συντονισμό των σχέσεων μεταξύ κρατών μελών και προμηθευτή.

3.  

Έχει επίσης όλα τα άλλα καθήκοντα που σχετίζονται με την υποδομή επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού VIS και των εθνικών διεπαφών, ειδικότερα:

α) 

εκτέλεση του προϋπολογισμού·

β) 

αγορά και ανανέωση·

γ) 

συμβατικά ζητήματα.

▼M3

3α.  
Από τις 30 Ιουνίου 2018, η διαχειριστική αρχή είναι υπεύθυνη για τα καθήκοντα που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

▼B

4.  
Κατά τη μεταβατική περίοδο έως ότου η διαχειριστική αρχή αναλάβει τα καθήκοντά της, η Επιτροπή αναλαμβάνει την επιχειρησιακή διαχείριση του VIS. Η Επιτροπή μπορεί να αναθέσει το καθήκον αυτό, καθώς και τα καθήκοντα που αφορούν την εκτέλεση του προϋπολογισμού, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( 10 ), σε εθνικούς δημόσιους φορείς σε δύο διαφορετικά κράτη μέλη.
5.  

Κάθε εθνικός δημόσιος φορέας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4, πρέπει να πληροί τα εξής κριτήρια επιλογής:

α) 

πρέπει να έχει εκτεταμένη πείρα σχετική με τη λειτουργία συστήματος πληροφορικής ευρείας κλίμακας·

β) 

πρέπει να διαθέτει αξιόλογη εμπειρογνωμοσύνη όσον αφορά τις υπηρεσίες και τις απαιτήσεις ασφάλειας ενός συστήματος πληροφορικής ευρείας κλίμακας·

γ) 

πρέπει να διαθέτει επαρκές και έμπειρο προσωπικό με κατάλληλα επαγγελματικά και γλωσσικά προσόντα για να εργάζεται σε περιβάλλον διεθνούς συνεργασίας, όπως αυτό που απαιτείται από το VIS·

δ) 

πρέπει να διαθέτει εγκατάσταση με ασφαλή και ειδικά προσαρμοσμένη υποδομή, η οποία να εγγυάται ειδικότερα την εφεδρική στήριξη και τη διαρκή λειτουργία συστημάτων τεχνολογίας πληροφορικής μεγάλης κλίμακας, και

ε) 

το διοικητικό του περιβάλλον πρέπει να του επιτρέπει να εκτελεί τα καθήκοντά του δεόντως και χωρίς οποιαδήποτε σύγκρουση συμφερόντων.

6.  
Προτού προβεί σε οποιαδήποτε ανάθεση κατά την παράγραφο 4 και στη συνέχεια κατά τακτά χρονικά διαστήματα, η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους όρους της ανάθεσης, την ακριβή έκτασή της καθώς και τους φορείς στους οποίους ανατίθενται τα καθήκοντα αυτά.
7.  
Η Επιτροπή, αν μεταβιβάσει την ευθύνη κατά τη μεταβατική περίοδο βάσει της παραγράφου 4, μεριμνά ώστε η μεταβίβαση αυτή να τηρεί πλήρως τα όρια του θεσμικού συστήματος όπως καθορίζονται από τη συνθήκη. Ειδικότερα μεριμνά ώστε η μεταβίβαση να μην θίγει το μηχανισμό αποτελεσματικού ελέγχου κατ’ εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, είτε αυτός ασκείται από το Δικαστήριο, είτε από το Ελεγκτικό Συνέδριο είτε από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.
8.  
Η επιχειρησιακή διαχείριση του VIS περιλαμβάνει όλες τις εργασίες που απαιτούνται για να είναι το VIS σε λειτουργία επί 24ώρου βάσεως επτά ημέρες την εβδομάδα κατά τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό, ειδικότερα όσον αφορά τη συντήρηση και τις τεχνικές παρεμβάσεις οι οποίες είναι αναγκαίες ώστε το σύστημα να λειτουργεί σε ικανοποιητικό βαθμό επιχειρησιακής ποιότητας, ιδίως όσον αφορά το χρόνο που απαιτείται για την υποβολή ερωτήσεων στην κεντρική βάση δεδομένων από τις προξενικές αρχές, ο οποίος πρέπει να είναι ο συντομότερος δυνατός.
9.  
Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου ( 11 ) η διαχειριστική αρχή εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας σε όλα τα μέλη του προσωπικού της που ασχολούνται με δεδομένα του VIS. Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και αφού το οικείο προσωπικό παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του ή να απασχολείται στη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή μετά τον τερματισμό των δραστηριοτήτων του.

Άρθρο 27

Έδρα του Κεντρικού Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις

Το κύριο Κεντρικό VIS, που έχει την τεχνική εποπτεία και διοίκηση, εδρεύει στο Στρασβούργο (Γαλλία), ενώ στο Sankt Johann im Pongau (Αυστρία) βρίσκεται ένα εφεδρικό Κεντρικό VIS, το οποίο μπορεί να διενεργεί όλες τις λειτουργίες του βασικού κεντρικού VIS αν εκείνο υποστεί βλάβη.

Άρθρο 28

Σχέση με τα εθνικά συστήματα

1.  
Το VIS συνδέεται με το εθνικό σύστημα κάθε κράτους μέλους μέσω της εθνικής διαπαφής στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.
2.  
Κάθε κράτος μέλος διορίζει μια εθνική αρχή, η οποία παρέχει πρόσβαση στο VIS στις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2, και συνδέει αυτή την εθνική αρχή με την εθνική διεπαφή.
3.  
Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει αυτοματοποιημένες διαδικασίες επεξεργασίας δεδομένων.
4.  

Κάθε κράτος μέλος είναι αρμόδιο για:

α) 

την ανάπτυξη του εθνικού συστήματος ή/και την προσαρμογή του στο VIS, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης 2004/512/ΕΚ·

β) 

τη διοργάνωση, διαχείριση, λειτουργία και συντήρηση του εθνικού του συστήματος·

γ) 

τη διαχείριση και τις λεπτομέρειες πρόσβασης στο VIS του δεόντως εξουσιοδοτημένου προσωπικού των αρμόδιων εθνικών αρχών, βάσει του παρόντος κανονισμού, και την κατάρτιση και τακτική ενημέρωση καταλόγου του προσωπικού και των προσόντων του·

δ) 

τα έξοδα που αφορούν τα εθνικά συστήματα και τη σύνδεσή τους με την εθνική διεπαφή, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων επένδυσης και λειτουργίας της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ της εθνικής διεπαφής και του εθνικού συστήματος.

5.  
Το προσωπικό των αρχών που έχει δικαίωμα πρόσβασης στο VIS, προτού λάβει εξουσιοδότηση για την επεξεργασία των δεδομένων VIS, εκπαιδεύεται κατάλληλα στην ασφάλεια και τους κανόνες προστασίας των δεδομένων και ενημερώνεται για τις συναφείς αξιόποινες πράξεις και ποινές.

Άρθρο 29

Υποχρεώσεις για τη χρήση δεδομένων

1.  

Κάθε κράτος μέλος φροντίζει για τη νομιμότητα της επεξεργασίας των δεδομένων και συγκεκριμένα εξασφαλίζει ότι μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό έχει πρόσβαση στα δεδομένα που υφίστανται επεξεργασία στο VIS με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Το υπεύθυνο κράτος μέλος φροντίζει ιδίως:

α) 

για τη νομότυπη συγκέντρωση των δεδομένων·

β) 

για τη νομότυπη διαβίβαση των δεδομένων στο VIS·

γ) 

για την ακρίβεια και την ενημέρωση των δεδομένων κατά τη διαβίβασή τους στο VIS.

2.  

Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει ότι το VIS λειτουργεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τις εκτελεστικές διατάξεις του που αναφέρονται στο άρθρο 45 παράγραφος 2. Ειδικότερα, η διαχειριστική αρχή:

α) 

φροντίζει για την ασφάλεια του κεντρικού συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις και της υποδομής επικοινωνίας του με τις εθνικές διεπαφές, υπό την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων κάθε κράτους μέλους·

β) 

εξασφαλίζει ότι μόνο το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό έχει πρόσβαση στα δεδομένα που υφίστανται επεξεργασία στο VIS με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων της διαχειριστικής αρχής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

▼M5

2α.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη συγκρότηση και την ανάπτυξη του μηχανισμού και των διαδικασιών τη διενέργεια ποιοτικών ελέγχων και κατάλληλων απαιτήσεων συμμόρφωσης των δεδομένων ως προς την ποιότητα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

▼B

3.  
Η διαχειριστική αρχή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνει κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2.

▼M5

Άρθρο 29α

Ειδικοί κανόνες για την εισαγωγή δεδομένων

3.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των προδιαγραφών των εν λόγω προτύπων ποιότητας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

▼B

Άρθρο 30

Διατήρηση δεδομένων του VIS σε εθνικά αρχεία

1.  
Δεδομένα που ανακτώνται από το VIS μπορούν να διατηρούνται σε εθνικά αρχεία μόνο εφόσον αυτό είναι απαραίτητο σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, σύμφωνα με το σκοπό του VIS και τις σχετικές νομικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που αφορούν την προστασία των δεδομένων, και για διάστημα όχι μεγαλύτερο από το απαραίτητο στη συγκεκριμένη περίπτωση.
2.  
Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα κράτους μέλους να διατηρεί στα εθνικά του αρχεία δεδομένα τα οποία έχει το ίδιο καταχωρήσει στο VIS.
3.  
Κάθε χρήση δεδομένων που δεν συνάδει με τις παραγράφους 1 και 2 θεωρείται κατάχρηση βάσει του εθνικού δικαίου κάθε κράτους μέλους.

Άρθρο 31

Γνωστοποίηση δεδομένων σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς

1.  
Τα δεδομένα τα οποία υφίστανται επεξεργασία στο VIS κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού δεν μεταβιβάζονται ούτε διατίθενται σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό.
2.  

►C1  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 9 σημείο 4 στοιχεία α), β), γ), ια) και ιγ), μπορούν να ◄ μεταβιβάζονται ή να διατίθενται σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό που απαριθμείται στο παράρτημα εφόσον απαιτείται σε επιμέρους περιπτώσεις για το σκοπό της απόδειξης της ταυτότητας υπηκόων τρίτων χωρών, μεταξύ άλλων και για λόγους επιστροφής τους, μόνον εφόσον:

α) 

η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σχετικά με την επαρκή προστασία των προσωπικών δεδομένων στην εν λόγω τρίτη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 της οδηγίας 95/46/ΕΚ, ή ισχύει συμφωνία επανεισδοχής μεταξύ της Κοινότητας και της εν λόγω τρίτης χώρας ή έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 26 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 95/46/ΕΚ·

β) 

η τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός συμφωνεί να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα μόνο για το σκοπό για τον οποίο παρασχέθηκαν·

γ) 

τα δεδομένα μεταβιβάζονται ή διατίθενται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, ιδίως τις συμφωνίες επανεισδοχής, και με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο μεταβιβάζονται ή διατίθενται τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των νομικών διατάξεων σχετικά με την ασφάλεια και προστασία των δεδομένων, και

δ) 

το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη που καταχώρισαν τα δεδομένα στο VIS έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους.

3.  
Τέτοιες μεταφορές προσωπικών δεδομένων σε τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς δεν θίγουν τα δικαιώματα των προσφύγων και των ατόμων που ζητούν διεθνή προστασία, ιδιαίτερα όσον αφορά τη μη επαναπροώθηση.

Άρθρο 32

Ασφάλεια των δεδομένων

1.  
Το υπεύθυνο κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων πριν και κατά τη διάρκεια της διαβίβασής τους στην εθνική διεπαφή. Κάθε κράτος μέλος κατοχυρώνει την ασφάλεια των δεδομένων που λαμβάνει από το VIS.
2.  

Κάθε κράτος μέλος, στο εθνικό του σύστημα, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου ασφαλείας, ώστε:

α) 

να προβλέπεται η υλική προστασία των δεδομένων, καθώς και σχέδια έκτακτης ανάγκης για την προστασία υποδομών ζωτικής σημασίας·

β) 

να εμποδίζεται η πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων στις εθνικές εγκαταστάσεις εντός των οποίων το κράτος μέλος προβαίνει σε ενέργειες σύμφωνα με τους σκοπούς του VIS (έλεγχος εισόδου στην εγκατάσταση)·

γ) 

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή των δεδομένων και των υποθεμάτων τους (έλεγχος υποθεμάτων)·

δ) 

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη εισαγωγή δεδομένων και η μη εξουσιοδοτημένη επιθεώρηση, τροποποίηση ή διαγραφή αποθηκευμένων προσωπικών δεδομένων (έλεγχος αποθήκευσης)·

ε) 

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη επεξεργασία δεδομένων στο VIS καθώς και οποιαδήποτε μη εξουσιοδοτημένη τροποποίηση ή διαγραφή δεδομένων που έχουν υποστεί επεξεργασία στο VIS (έλεγχος της εισαγωγής δεδομένων)·

στ) 

να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα για πρόσβαση στο VIS έχουν πρόσβαση μόνο σε δεδομένα που καλύπτονται από τις άδειες πρόσβασής τους, με ατομικές και μοναδικές ταυτότητες χρήστη και μόνο με εμπιστευτικούς κωδικούς πρόσβασης (έλεγχος πρόσβασης στα δεδομένα)·

ζ) 

να εξασφαλίζεται ότι όλες οι αρχές που έχουν δικαίωμα πρόσβασης στο VIS δημιουργούν προφίλ τα οποία περιγράφουν τις λειτουργίες και τις ευθύνες των προσώπων που είναι εξουσιοδοτημένα με την πρόσβαση, εισαγωγή, ενημέρωση, διαγραφή και αναζήτηση στα δεδομένα και να διαθέτουν τα προφίλ τους στις εθνικές εποπτικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 41, χωρίς καθυστέρηση, κατόπιν αιτήσεώς τους (προφίλ προσωπικού)·

η) 

να μπορεί να ελέγχεται και να εξακριβώνεται σε ποιες αρχές μπορούν να διαβιβάζονται προσωπικά δεδομένα μέσω εξοπλισμού διαβίβασης δεδομένων (έλεγχος της διαβίβασης)·

θ) 

να μπορεί να ελέγχεται και να εξακριβώνεται ποια δεδομένα έχουν υποστεί επεξεργασία στο VIS, πότε, από ποιον και για ποιο σκοπό (έλεγχος της καταχώρισης)·

ι) 

να εμποδίζεται η μη εξουσιοδοτημένη ανάγνωση, αντιγραφή, τροποποίηση ή διαγραφή προσωπικών δεδομένων κατά τη διαβίβαση προσωπικών δεδομένων προς ή από το VIS, ή κατά τη μεταφορά μέσων δεδομένων, κυρίως με κατάλληλες τεχνικές κρυπτογράφησης (έλεγχος μεταφοράς)·

ια) 

να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφάλειας της παρούσας παραγράφου και να λαμβάνονται τα απαραίτητα οργανωτικά μέτρα εσωτερικού ελέγχου ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό (αυτοέλεγχος).

3.  
Η διαχειριστική αρχή μεριμνά ώστε να επιτύχει τους στόχους της παραγράφου 2 όσον αφορά τη λειτουργία του VIS, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης σχεδίου ασφαλείας.

Άρθρο 33

Ευθύνη

1.  
Κάθε πρόσωπο ή κράτος μέλος που υπέστη ζημία ως αποτέλεσμα παράνομης επεξεργασίας ή πράξης ασυμβίβαστης προς τον παρόντα κανονισμό, δικαιούται να λάβει αποζημίωση από το κράτος μέλος που ευθύνεται για τη ζημία που υπέστη. Το κράτος μέλος αυτό απαλλάσσεται πλήρως ή εν μέρει από την ευθύνη εάν αποδείξει ότι δεν ευθύνεται για το ζημιογόνο περιστατικό.
2.  
Εάν η μη τήρηση από ένα κράτος μέλος των υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό προκαλέσει ζημίες στο VIS, το συγκεκριμένο κράτος μέλος θεωρείται υπαίτιο των εν λόγω ζημιών, εκτός εάν η διαχειριστική αρχή ή άλλο συμμετέχον κράτος μέλος δεν έλαβαν κατάλληλα μέτρα για να προλάβουν την πρόκληση ζημίας ή να περιορίσουν τις συνέπειές της.
3.  
Οι αξιώσεις αποζημίωσης κατά κράτους μέλους για τις ζημίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, διέπονται από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους κατά του οποίου εγείρονται.

Άρθρο 34

Τήρηση αρχείων

▼M3

1.  

Κάθε κράτος μέλος και η διαχειριστική αρχή τηρούν αρχεία για όλες τις πράξεις επεξεργασίας δεδομένων στο πλαίσιο του VIS. Στα εν λόγω αρχεία:

α) 

καταγράφεται ο σκοπός της πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και στα άρθρα 15 έως 22·

β) 

η ημερομηνία και ώρα·

γ) 

ο τύπος δεδομένων που διαβιβάσθηκαν όπως αναφέρεται στα άρθρα 9 έως 14·

δ) 

ο τύπος δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την έρευνα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, στο άρθρο 17, στο άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 6, στο άρθρο 19 παράγραφος 1, στο άρθρο 19α παράγραφοι 2 και 4, στο άρθρο 20 παράγραφος 1, στο άρθρο 21 παράγραφος 1 και στο άρθρο 22 παράγραφος 1· και

ε) 

το όνομα της αρχής που εισήγαγε ή έλαβε τα δεδομένα.

Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος τηρεί αρχεία για το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό που εισήγαγε ή έλαβε τα δεδομένα αυτά.

▼M3

1α.  
Για τις πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 17α, τηρείται αρχείο κάθε πράξης επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο πλαίσιο του VIS και του ΣΕΕ, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και το άρθρο 46 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226.

▼B

2.  
Τα αρχεία αυτά μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για τον έλεγχο της νομότυπης επεξεργασίας δεδομένων σε σχέση με την προστασία δεδομένων καθώς και για την κατοχύρωση της ασφάλειας δεδομένων. Τα αρχεία πρέπει να προστατεύονται με κατάλληλα μέτρα έναντι μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και να διαγράφονται μετά την πάροδο ενός έτους από τη λήξη της προθεσμίας διατήρησης που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1, εφόσον δεν είναι αναγκαία για διαδικασία ελέγχου που έχει ήδη κινηθεί.

▼M6

Άρθρο 34α

Τήρηση αρχείων καταγραφής για τον σκοπό της διαλειτουργικότητας με το VIS

Τηρείται αρχείο καταχώρισης κάθε εργασίας επεξεργασίας δεδομένων που εκτελείται στο πλαίσιο του VIS και του ETIAS δυνάμει του άρθρου 20, του άρθρου 24 παράγραφος 6 στοιχείο γ) σημείο ii) και του άρθρου 54 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240, σύμφωνα με το άρθρο 34 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 69 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240.

▼B

Άρθρο 35

Αυτοέλεγχος

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε αρχή που έχει δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα του VIS να λαμβάνει τα απαιτούμενα μέτρα συμμόρφωσής της με τον παρόντα κανονισμό και να συνεργάζεται, όπου απαιτείται, με την εθνική αρχή ελέγχου.

Άρθρο 36

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οποιαδήποτε κατάχρηση των δεδομένων που καταχωρίζονται στο VIS επισύρει ποινές, συμπεριλαμβανομένων διοικητικών ή/και ποινικών κυρώσεων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, οι οποίες είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

▼M5

Άρθρο 36α

Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.  
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και τον eu-LISA βάσει του παρόντος κανονισμού.
2.  
Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρχές θεώρησης, τις συνοριακές αρχές, τις αρχές ασύλου και μετανάστευσης κατά την εκτέλεση καθηκόντων δυνάμει του παρόντος κανονισμού.
3.  
Η οδηγία (ΕΕ) 2016/680 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι αποθηκευμένα στο VIS, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στα εν λόγω δεδομένα για τους σκοπούς που αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙβ του παρόντος κανονισμού, από τις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών δυνάμει του εν λόγω κεφαλαίου.
4.  
Για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ευρωπόλ εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/794 δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

▼C1

Άρθρο 37

Δικαίωμα πληροφόρησης

▼M5

1.  

Με την επιφύλαξη του δικαιώματος ενημέρωσης που αναφέρεται στα άρθρα 15 και 16 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, στα άρθρα 13 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, και στο άρθρο 13 της οδηγίας (EE) 2016/680, οι αιτούντες και τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 στοιχείο στ) του παρόντος κανονισμού ενημερώνονται από το υπεύθυνο κράτος μέλος σχετικά με:

α) 

την ταυτότητα του υπεύθυνου επεξεργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επαφής του υπεύθυνου επεξεργασίας·

▼C1

β) 

το σκοπό για τον οποίο γίνεται επεξεργασία των δεδομένων στο VIS·

▼M5

γ) 

τις κατηγορίες των αποδεκτών των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 22ιβ και της Ευρωπόλ·

γα) 

το γεγονός ότι τα κράτη μέλη και η Ευρωπόλ μπορούν να έχουν πρόσβαση στο VIS για σκοπούς επιβολής του νόμου·

▼C1

δ) 

τη διάρκεια διατήρησης των δεδομένων·

ε) 

τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της συλλογής των δεδομένων για την εξέταση της αίτησης·

▼M5

εα) 

το γεγονός ότι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι αποθηκευμένα στο VIS ενδέχεται να διαβιβάζονται σε τρίτη χώρα ή σε διεθνή οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 31 του παρόντος κανονισμού και στα κράτη μέλη σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) 2017/1908 του Συμβουλίου ( 12

▼M5

στ) 

την ύπαρξη του δικαιώματος υποβολής αιτήματος πρόσβασης σε δεδομένα που τους αφορούν, του δικαιώματος υποβολής αιτήματος διόρθωσης ανακριβών δεδομένων που τους αφορούν, συμπλήρωσης ελλιπών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν, διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προϊόντων παράνομης επεξεργασίας που τους αφορούν, ή περιορισμού της επεξεργασίας τους, καθώς και την ύπαρξη του δικαιώματος να λάβουν πληροφορίες για τις διαδικασίες άσκησης αυτών των δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας των εποπτικών αρχών, ή του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, κατά περίπτωση, που εξετάζουν καταγγελίες οι οποίες αφορούν την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

▼M5

2.  
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου παρέχονται σε συνοπτική, διαφανή, κατανοητή και εύκολα προσβάσιμη μορφή, με τη χρήση σαφούς και απλής γραπτής διατύπωσης στον αιτούντα κατά τη συλλογή των δεδομένων, της εικόνας προσώπου και των δακτυλικών αποτυπωμάτων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9 και στο άρθρο 22α. Τα παιδιά ενημερώνονται με κατάλληλο για την ηλικία τους τρόπο, μεταξύ άλλων με τη χρήση οπτικών εργαλείων για την επεξήγηση της διαδικασίας λήψης δακτυλικών αποτυπωμάτων.

▼C1

3.  
Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται στα πρόσωπα που προβλέπονται στο άρθρο 9 σημείο 4 στοιχείο στ), στα έντυπα που πρέπει να υπογράψουν αυτά τα πρόσωπα ως αποδεικτικά πρόσκλησης, δηλώσεις ανάληψης ευθύνης ή αποδεικτικά φιλοξενίας.

▼M5

Σε περίπτωση που δεν έχει υπογραφεί κανένα τέτοιο έντυπο από τα εν λόγω πρόσωπα, οι πληροφορίες παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

▼M5

Άρθρο 38

Δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης, συμπλήρωσης, διαγραφής δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και περιορισμού της επεξεργασίας τους

1.  
Προκειμένου να ασκήσει τα δικαιώματά του δυνάμει των άρθρων 15 έως 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να του κοινοποιούνται δεδομένα που το αφορούν και έχουν καταγραφεί στο VIS και του κράτους μέλους που τα εισήγαγε στο VIS. Το κράτος μέλος που λαμβάνει το αίτημα, το εξετάζει και απαντάει επ’ αυτού το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός ενός μήνα από την παραλαβή του αιτήματος.
2.  
Κάθε πρόσωπο μπορεί να ζητήσει τη διόρθωση ανακριβών δεδομένων που το αφορούν και τη διαγραφή δεδομένων που δεν έχουν καταχωρισθεί νομοτύπως.

Όταν το αίτημα απευθύνεται στο υπεύθυνο κράτος μέλος και διαπιστώνεται ότι τα δεδομένα του VIS είναι προδήλως ανακριβή ή έχουν καταχωριστεί παράνομα, το υπεύθυνο κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3, διορθώνει ή διαγράφει τα εν λόγω δεδομένα στο VIS χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός ενός μηνός από την παραλαβή του αιτήματος. Το υπεύθυνο κράτος μέλος επιβεβαιώνει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι προέβη στη διόρθωση ή τη διαγραφή των δεδομένων που το αφορούν.

Εάν το αίτημα απευθύνεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το υπεύθυνο κράτος μέλος, οι αρχές του κράτους μέλους προς το οποίο απευθύνθηκε το αίτημα έρχονται σε επαφή με τις αρχές του υπεύθυνου κράτους μέλους εντός επτά ημερών. Το υπεύθυνο κράτος μέλος ενεργεί σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου. Το κράτος μέλος που επικοινώνησε με την αρχή του υπεύθυνου κράτους μέλους ενημερώνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για τη διαβίβαση του αιτήματός του, για το κράτος μέλος στο οποίο διαβιβάστηκε και για την περαιτέρω διαδικασία.

3.  
Όταν το υπεύθυνο κράτος μέλος δεν συμφωνεί με τον ισχυρισμό ότι τα δεδομένα που είναι καταχωρισμένα στο VIS είναι προδήλως ανακριβή ή έχουν καταχωριστεί παράνομα, το κράτος μέλος αυτό εκδίδει χωρίς καθυστέρηση διοικητική απόφαση στην οποία επεξηγείται γραπτώς στον ενδιαφερόμενο ο λόγος για τον οποίο δεν προτίθεται να διορθώσει ή να διαγράψει τα δεδομένα που τον αφορούν.
4.  
Η διοικητική απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 παρέχει επίσης στον ενδιαφερόμενο πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα προσβολής της εν λόγω απόφασης και, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο άσκησης προσφυγής ή υποβολής καταγγελίας ενώπιον των αρμόδιων αρχών ή δικαστηρίων, καθώς και πληροφορίες για κάθε διαθέσιμη στον ενδιαφερόμενο συνδρομή, συμπεριλαμβανομένης της συνδρομής από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές.
5.  
Οποιοδήποτε αίτημα υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2 περιέχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εξακρίβωση της ταυτότητας του ενδιαφερομένου. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την άσκηση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή 2.
6.  
Το υπεύθυνο κράτος μέλος τηρεί αρχείο στο οποίο καταγράφονται με μορφή εγγράφου η υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή 2 και η συνέχεια που δόθηκε. Θέτει το σχετικό έγγραφο στη διάθεση των αρμόδιων εποπτικών αρχών χωρίς καθυστέρηση, το αργότερο δε εντός επτά ημερών από τη λήψη της απόφασης διόρθωσης ή διαγραφής των δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο ή από τη λήψη της διοικητικής απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 3.
7.  

Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 6 του παρόντος άρθρου, και μόνο όσον αφορά τα δεδομένα που περιέχονται στις αιτιολογημένες γνώμες και τα οποία έχουν καταχωριστεί στο VIS σύμφωνα με το άρθρο 9ε παράγραφος 6, το άρθρο 9ζ παράγραφος 6 και το άρθρο 22β παράγραφοι 14 και 16 ως αποτέλεσμα των αναζητήσεων δυνάμει των άρθρων 9α και 22β, ένα κράτος μέλος λαμβάνει απόφαση να μην παράσχει πληροφορίες στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, πλήρως ή εν μέρει, σύμφωνα με το εθνικό ή το ενωσιακό δίκαιο, στον βαθμό και για το χρονικό διάστημα που ένας τέτοιος μερικός ή πλήρης περιορισμός συνιστά αναγκαίο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου, με σκοπό:

α) 

την αποφυγή παρακώλυσης επίσημων ή δικαστικών ερευνών, ανακρίσεων ή διαδικασιών·

β) 

την αποφυγή υπονόμευσης της πρόληψης, της ανίχνευσης, της διερεύνησης ή της δίωξης αξιόποινων πράξεων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων·

γ) 

την προστασία της δημόσιας ασφάλειας·

δ) 

την προστασία της εθνικής ασφάλειας· ή

ε) 

την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών τρίτων.

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος ενημερώνει εγγράφως και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για κάθε άρνηση ή περιορισμό της πρόσβασης και για τους λόγους της άρνησης ή του περιορισμού. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να παραλείπεται, εάν η παροχή της υπονομεύει έναν από τους λόγους που ορίζονται στα στοιχεία α) έως ε) του πρώτου εδαφίου. Το κράτος μέλος ενημερώνει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για τη δυνατότητα να προβεί σε καταγγελία προς εποπτική αρχή ή να ασκήσει δικαστική προσφυγή.

Το κράτος μέλος τεκμηριώνει τους πραγματικούς ή νομικούς λόγους επί των οποίων βασίζεται η απόφαση να μην παρασχεθούν πληροφορίες στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Οι πληροφορίες αυτές τίθενται στη διάθεση των εποπτικών αρχών.

Για τέτοιες περιπτώσεις, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έχει επίσης τη δυνατότητα να ασκεί τα δικαιώματά του μέσω των αρμόδιων εποπτικών αρχών.

Άρθρο 39

Συνεργασία για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων σχετικά με την προστασία δεδομένων

1.  
Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται ενεργά για να κατοχυρωθούν τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 38.
2.  
Σε κάθε κράτος μέλος, η εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, επικουρεί και συμβουλεύει, εφόσον της ζητηθεί, το υποκείμενο των δεδομένων κατά την άσκηση του δικαιώματός του σε διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν ή σε περιορισμό της επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

Για να επιτευχθούν οι σκοποί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η εποπτική αρχή του αρμόδιου κράτους μέλους συνεργάζεται με την εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο υποβλήθηκε το αίτημα.

Άρθρο 40

Προσφυγές

1.  
Με την επιφύλαξη των άρθρων 77 και 79 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να ασκεί προσφυγή ή να υποβάλλει καταγγελία στις αρμόδιες αρχές ή τα δικαστήρια του κράτους μέλους που του αρνήθηκε το δικαίωμα πρόσβασης, διόρθωσης, συμπλήρωσης ή διαγραφής δεδομένων που το αφορούν, όπως προβλέπεται στο άρθρο 38 και στο άρθρο 39 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Το δικαίωμα της άσκησης προσφυγής ή της υποβολής καταγγελίας ισχύει και όταν αιτήματα για πρόσβαση, διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεν έλαβαν απάντηση εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 38 ή δεν διεκπεραιώθηκαν ποτέ από τον υπεύθυνο επεξεργασίας των δεδομένων.
2.  
Η συνδρομή της εποπτικής αρχής σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 είναι διαθέσιμη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

Άρθρο 41

Εποπτεία από τις εποπτικές αρχές

1.  
Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η εποπτική αρχή στην οποία αναφέρεται το άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 να ελέγχει με ανεξαρτησία τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό από το εν λόγω κράτος μέλος.
2.  
Η εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 41 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 ελέγχει τη νομιμότητα της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το κεφάλαιο IIIβ, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κράτη μέλη και τη διαβίβασή τους προς και από το VIS.
3.  
Η εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μεριμνά ώστε να διενεργείται, τουλάχιστον ανά τέσσερα έτη, έλεγχος των πράξεων επεξεργασίας δεδομένων από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου. Τα αποτελέσματα του ελέγχου μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στις αξιολογήσεις που διενεργούνται στο πλαίσιο του μηχανισμού που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου ( 13 ). Η εποπτική αρχή του άρθρου 51 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 δημοσιεύει ετησίως τον αριθμό των αιτημάτων για διόρθωση, συμπλήρωση ή διαγραφή δεδομένων, ή περιορισμό της επεξεργασίας τους, τη δράση που ανελήφθη ακολούθως και τον αριθμό των διορθώσεων, συμπληρώσεων, διαγραφών και περιορισμών επεξεργασίας που πραγματοποιήθηκαν κατόπιν αιτήματος των ενδιαφερομένων προσώπων.
4.  
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εποπτικές αρχές τους να διαθέτουν επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων που τους έχει ανατεθεί κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και να έχουν πρόσβαση σε συμβουλές από πρόσωπα με επαρκείς γνώσεις στον τομέα των βιομετρικών δεδομένων.
5.  
Τα κράτη μέλη παρέχουν όλες τις πληροφορίες που ζητούν οι εποπτικές αρχές και, συγκεκριμένα, τους παρέχουν πληροφορίες για τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές τους κατά τον παρόντα κανονισμό. Τα κράτη μέλη παρέχουν στις εποπτικές αρχές πρόσβαση στα αρχεία καταγραφής τους και τους επιτρέπουν την πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, σε όλες τις σχετικές με το VIS εγκαταστάσεις τους.

Άρθρο 42

Εποπτεία από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.  
Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του eu-LISA, της Ευρωπόλ και του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και εξασφαλίζει ότι οι εν λόγω δραστηριότητες ασκούνται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725 ή, όσον αφορά την Ευρωπόλ, τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/794.
2.  
Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μεριμνά ώστε να διενεργείται, σύμφωνα με τα συναφή διεθνή πρότυπα ελέγχου και τουλάχιστον ανά τέσσερα έτη, έλεγχος των δραστηριοτήτων του eu-LISA σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η έκθεση σχετικά με τον εν λόγω έλεγχο υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, τον eu-LISA, την Επιτροπή, και τις εποπτικές αρχές. Πριν από την έγκριση των εκθέσεων δίδεται στον eu-LISA η δυνατότητα να διατυπώσει παρατηρήσεις.
3.  
Ο eu-LISA παρέχει τις πληροφορίες που ζητεί ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, παρέχει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και στα αρχεία καταγραφής του που αναφέρονται στα άρθρα 22ιθ, 34 και 45γ και επιτρέπει στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων την πρόσβαση, ανά πάσα στιγμή, στο σύνολο των εγκαταστάσεών του.

Άρθρο 43

Συνεργασία μεταξύ των εποπτικών αρχών και του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

1.  
Οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, καθένας εκ των οποίων ενεργεί εντός του πεδίου των οικείων αρμοδιοτήτων του, συνεργάζονται ενεργά στο πλαίσιο των οικείων καθηκόντων τους για να εξασφαλίζουν τη συντονισμένη εποπτεία του VIS και των εθνικών συστημάτων.
2.  
Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων και οι εποπτικές αρχές ανταλλάσσουν σχετικές πληροφορίες, αλληλοβοηθούνται κατά τη διενέργεια ελέγχων και επιθεωρήσεων, εξετάζουν τυχόν δυσκολίες όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, αξιολογούν προβλήματα που μπορεί να ανακύψουν κατά την άσκηση της ανεξάρτητης εποπτείας ή κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων, συντάσσουν εναρμονισμένες προτάσεις ώστε να εξευρεθούν κοινές λύσεις σε τυχόν προβλήματα, και προάγουν την ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματα για την προστασία των δεδομένων, όταν κριθεί απαραίτητο.
3.  
Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, οι εποπτικές αρχές και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συνεδριάζουν τουλάχιστον δύο φορές ετησίως στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων διοργανώνει και καλύπτει το κόστος των εν λόγω συνεδριάσεων. Κατά την πρώτη συνεδρίαση εγκρίνονται οι σχετικοί διαδικαστικοί κανόνες. Αναλόγως των αναγκών, γίνεται από κοινού η επεξεργασία περαιτέρω μεθόδων εργασίας.
4.  
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων υποβάλλει ανά διετία κοινή έκθεση δραστηριοτήτων που αναλαμβάνονται δυνάμει του παρόντος άρθρου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, την Ευρωπόλ, τον Οργανισμό Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής και τον eu-LISA. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για κάθε κράτος μέλος, το οποίο συντάσσει η εποπτική αρχή του εν λόγω κράτους μέλους.

▼M5 —————

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

▼M5

Άρθρο 45

Εφαρμογή από την Επιτροπή

1.  

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των αναγκαίων μέτρων για την ανάπτυξη του κεντρικού συστήματος του VIS, των NUI σε κάθε κράτος μέλος και της υποδομής επικοινωνίας μεταξύ του κεντρικού συστήματος του VIS και των NUI όσον αφορά τα ακόλουθα:

α) 

τον σχεδιασμό της υλικής αρχιτεκτονικής του κεντρικού συστήματος VIS, συμπεριλαμβανομένου του δικτύου επικοινωνίας·

β) 

τις τεχνικές πτυχές, που αφορούν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

γ) 

τις τεχνικές πτυχές που έχουν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις για τους προϋπολογισμούς των κρατών μελών ή που έχουν σοβαρές τεχνικές επιπτώσεις για τα εθνικά συστήματα·

δ) 

την ανάπτυξη προδιαγραφών ασφάλειας, περιλαμβανομένων και βιομετρικών πτυχών.

2.  

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων για την τεχνική εφαρμογή των λειτουργικών δυνατοτήτων του κεντρικού συστήματος του VIS, ιδίως:

α) 

για την εισαγωγή των δεδομένων και τη σύνδεση των αιτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 8, τα άρθρα 10 έως 14, το άρθρο 22α και τα άρθρα 22γ έως 22στ·

β) 

για την πρόσβαση στα δεδομένα σύμφωνα με το άρθρο 15, τα άρθρα 18 έως 22, τα άρθρα 22ζ έως 22ια, τα άρθρα 22ιδ έως 22ιη και τα άρθρα 45ε και 45στ·

γ) 

για τη διόρθωση, διαγραφή και πρόωρη διαγραφή δεδομένων, σύμφωνα με τα άρθρα 23, 24 και 25·

δ) 

για την τήρηση αρχείων καταγραφής και την πρόσβαση σε αυτά σύμφωνα με το άρθρο 34·

ε) 

για τον μηχανισμό διαβούλευσης και τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 16·

στ) 

για την πρόσβαση στα δεδομένα για τους σκοπούς της υποβολής εκθέσεων και της κατάρτισης στατιστικών στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 45α.

3.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για να ορίσει τις τεχνικές προδιαγραφές όσον αφορά την ποιότητα, την ευκρίνεια και τη χρήση των δακτυλικών αποτυπωμάτων και της εικόνας προσώπου για τη βιομετρική εξακρίβωση και ταυτοποίηση στο VIS.
4.  
Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 2.

▼M5

Άρθρο 45γ

Πρόσβαση σε δεδομένα για επαλήθευση από μεταφορείς

3.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις προϋποθέσεις λειτουργίας της πύλης των μεταφορέων και τους εφαρμοστέους κανόνες προστασίας δεδομένων και ασφάλειας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.
5.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό του συστήματος επαλήθευσης ταυτότητας για τους μεταφορείς. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

Άρθρο 45δ

Εναλλακτικές διαδικασίες σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας πρόσβασης σε δεδομένα από μεταφορείς

3.  
Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη για τον καθορισμό των λεπτομερειών σχετικά με τις εναλλακτικές διαδικασίες σε περίπτωση τεχνικής αδυναμίας πρόσβασης σε δεδομένα από μεταφορείς. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 49 παράγραφος 2.

▼M5

Άρθρο 45ε

Πρόσβαση στα δεδομένα του VIS από τις ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής

1.  
Για την εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών δυνάμει του άρθρου 82 παράγραφοι 1 και 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 14 ), τα μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, καθώς και οι ομάδες του προσωπικού που συμμετέχει σε επιχειρήσεις επιστροφής, έχουν, στο πλαίσιο των αντίστοιχων εντολών τους, δικαίωμα πρόσβασης και έρευνας στα δεδομένα του VIS.
2.  
Για τη διασφάλιση της πρόσβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής διορίζει ειδική μονάδα με δεόντως εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ως το κεντρικό σημείο πρόσβασης. Το κεντρικό αυτό σημείο επαληθεύει ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 45στ προϋποθέσεις για να ζητηθεί πρόσβαση στο VIS.

Άρθρο 45στ

Προϋποθέσεις και διαδικασία πρόσβασης στα δεδομένα του VIS από τις ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής

1.  
Λαμβανομένης υπόψη της πρόσβασης που αναφέρεται στο άρθρο 45ε παράγραφος 1, μια ομάδα Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής μπορεί να υποβάλει στο κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής που αναφέρεται στο άρθρο 45ε παράγραφος 2 αίτημα για την αναζήτηση σε όλα τα δεδομένα του VIS ή σε συγκεκριμένο σύνολο δεδομένων του VIS. Το αίτημα αναφέρεται στο επιχειρησιακό σχέδιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους σχετικά με τους συνοριακούς ελέγχους, την επιτήρηση των συνόρων ή την επιστροφή, στο οποίο βασίζεται το αίτημα. Μόλις παραληφθεί αίτημα πρόσβασης, το κεντρικό σημείο πρόσβασης της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής επαληθεύει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις πρόσβασης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Εάν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις πρόσβασης, το δεόντως εξουσιοδοτημένο προσωπικό του κεντρικού σημείου πρόσβασης διεκπεραιώνει το αίτημα. Τα δεδομένα του VIS στα οποία ζητήθηκε πρόσβαση διαβιβάζονται στην ομάδα κατά τρόπο που δεν θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των δεδομένων.
2.  

Για τη χορήγηση πρόσβασης ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) 

το κράτος μέλος υποδοχής εξουσιοδοτεί τα μέλη της ομάδας της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής να προβούν σε αναζήτηση στο VIS με σκοπό την επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων που προσδιορίζονται στο επιχειρησιακό σχέδιο σχετικά με τους συνοριακούς ελέγχους, την επιτήρηση των συνόρων και την επιστροφή, και

β) 

η πραγματοποίηση αναζήτησης στο VIS είναι απαραίτητη για την εκτέλεση των συγκεκριμένων καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην ομάδα από το κράτος μέλος υποδοχής.

3.  
Σύμφωνα με το άρθρο 82 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1896, μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής, καθώς και ομάδες προσωπικού που συμμετέχουν σε καθήκοντα σχετικά με τις επιστροφές, ενεργούν κατόπιν πληροφόρησης που λαμβάνουν από το VIS μόνο υπό τις εντολές και, κατά γενικό κανόνα, με την παρουσία συνοριοφυλάκων ή προσωπικού που συμμετέχει σε καθήκοντα σχετικά με τις επιστροφές του κράτους μέλους υποδοχής εντός του οποίου επιχειρούν. Το κράτος μέλος υποδοχής δύναται να εξουσιοδοτεί μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής να ενεργούν εξ ονόματός του.
4.  
Σε περίπτωση αμφιβολίας ή εάν η εξακρίβωση της ταυτότητας του κατόχου της θεώρησης, του κατόχου της θεώρησης μακράς διάρκειας ή του κατόχου της άδειας διαμονής αποτύχει, το μέλος της ομάδας Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής παραπέμπει το εν λόγω πρόσωπο σε συνοριοφύλακα του κράτους μέλους υποδοχής.
5.  

Η αναζήτηση στα δεδομένα του VIS από μέλη των ομάδων λαμβάνει χώρα ως εξής:

α) 

κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που αφορούν τους συνοριακούς ελέγχους δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399, τα μέλη των ομάδων της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για τη διενέργεια επαληθεύσεων στα σημεία διέλευσης των εξωτερικών συνόρων υπό τους όρους του άρθρου 18 ή 22ζ, αντίστοιχα, του παρόντος κανονισμού·

β) 

κατά την επαλήθευση του αν πληρούνται οι όροι που διέπουν την είσοδο, την παραμονή ή την κατοικία στην επικράτεια των κρατών μελών, τα μέλη των ομάδων έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS για την εξακρίβωση, εντός της επικράτειας, της ταυτότητας υπηκόων τρίτων χωρών υπό τους όρους του άρθρου 19 ή 22η, αντίστοιχα, του παρόντος κανονισμού·

γ) 

κατά τον εντοπισμό οποιουδήποτε προσώπου που ενδεχομένως δεν πληροί, ή δεν πληροί πλέον, τους όρους για την είσοδο, παραμονή ή κατοικία στην επικράτεια των κρατών μελών, τα μέλη των ομάδων έχουν πρόσβαση στα δεδομένα του VIS με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητας σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 20θ του παρόντος κανονισμού.

6.  
Όταν η πρόσβαση και έρευνα δυνάμει της παραγράφου 5 αποκαλύπτουν την ύπαρξη δεδομένων καταχωρισμένων στο VIS, το κράτος μέλος υποδοχής ενημερώνεται σχετικώς.
7.  
Κάθε αρχείο καταγραφής πράξεων επεξεργασίας δεδομένων στο πλαίσιο του VIS από μέλος των ομάδων Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ή ομάδες του προσωπικού που συμμετέχει στην εκτέλεση καθηκόντων που αφορούν την επιστροφή τηρείται από τον eu-LISA σύμφωνα με το άρθρο 34.
8.  
Κάθε περίπτωση πρόσβασης και κάθε έρευνα που διενεργείται από τις ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής καταγράφεται σε αρχείο σύμφωνα με το άρθρο 34 και κάθε χρήση των δεδομένων στα οποία είχαν πρόσβαση οι ομάδες της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής καταχωρίζεται.
9.  
Για τους σκοπούς του άρθρου 45ε και του παρόντος άρθρου, κανένα τμήμα του VIS δεν συνδέεται με οποιοδήποτε υπολογιστικό σύστημα συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων το οποίο διαχειρίζεται ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής ή το οποίο λειτουργεί σε αυτόν, ούτε μεταφέρονται σε τέτοιο σύστημα τα δεδομένα του VIS στα οποία έχει πρόσβαση ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής. Κανένα τμήμα του VIS δεν μεταφορτώνεται. Η καταγραφή των περιπτώσεων πρόσβασης και των αναζητήσεων δεν θεωρείται ότι αποτελεί μεταφόρτωση ή αντιγραφή των δεδομένων του VIS.
10.  
Μέτρα για την κατοχύρωση της ασφάλειας των δεδομένων, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 32, λαμβάνονται και εφαρμόζονται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής.

▼B

Άρθρο 46

Ενσωμάτωση των τεχνικών λειτουργικών δυνατοτήτων του δικτύου διαβουλεύσεων Σένγκεν

Ο μηχανισμός διαβούλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 16 αντικαθιστά το δίκτυο διαβουλεύσεων Σένγκεν από την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με την αναφερόμενη στο άρθρο 49 παράγραφος 3 διαδικασία, όταν όλα τα κράτη μέλη τα οποία χρησιμοποιούν το δίκτυο διαβουλεύσεων Σένγκεν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού έχουν κοινοποιήσει ότι προέβησαν στις νομικές και τεχνικές διευθετήσεις για τη χρήση του VIS για τους σκοπούς της αναζήτησης δεδομένων μεταξύ κεντρικών αρχών θεωρήσεων σχετικά με αιτήσεις θεωρήσεων σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 της συμφωνίας του Σένγκεν.

Άρθρο 47

Έναρξη της διαβίβασης

Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή ότι προέβη στις απαραίτητες τεχνικές και νομικές διευθετήσεις για τη διαβίβαση των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, στο VIS μέσω της εθνικής διεπαφής.

Άρθρο 48

Έναρξη λειτουργίας

1.  

Η Επιτροπή καθορίζει την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του VIS, εφόσον:

α) 

έχουν θεσπισθεί τα προβλεπόμενα στο άρθρο 45 παράγραφος 2 μέτρα·

β) 

η Επιτροπή έχει ανακοινώσει την επιτυχή ολοκλήρωση πλήρους δοκιμής του VIS, η οποία έχει εκτελεσθεί με συμμετοχή της Επιτροπής και τουλάχιστον έξι κρατών μελών·

γ) 

κατόπιν επαλήθευσης των τεχνικών διευθετήσεων, τα κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχουν προβεί στις απαραίτητες τεχνικές και νομικές διευθετήσεις για να συγκεντρώσουν και να διαβιβάσουν στο VIS τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, για όλες τις αιτήσεις στην πρώτη περιφέρεια που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, συμπεριλαμβανομένων των διευθετήσεων για τη συγκέντρωση ή/και τη διαβίβαση δεδομένων εξ ονόματος άλλου κράτους μέλους.

2.  
Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα της δοκιμής που εκτελέστηκε σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β).
3.  
Σε κάθε άλλη περιφέρεια, η Επιτροπή καθορίζει την ημερομηνία από την οποία η διαβίβαση των δεδομένων του άρθρου 5 παράγραφος 1, καθίσταται υποχρεωτική, εφόσον τα κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχουν προβεί στις απαραίτητες τεχνικές και νομικές διευθετήσεις για να συγκεντρώσουν και να διαβιβάσουν στο VIS τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, για όλες τις αιτήσεις στη συγκεκριμένη περιφέρεια, συμπεριλαμβανομένων των διευθετήσεων για τη συγκέντρωση ή/και τη διαβίβαση δεδομένων εξ ονόματος άλλου κράτους μέλους. Πριν από την ημερομηνία αυτή, κάθε κράτος μέλος μπορεί να αρχίσει δραστηριότητα σε οποιαδήποτε από τις περιφέρειες αυτές, αμέσως μόλις κοινοποιήσει στην Επιτροπή ότι έχει προβεί στις απαραίτητες τεχνικές και νομικές διευθετήσεις για να συγκεντρώσει και να διαβιβάσει στο VIS τουλάχιστον τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β).
4.  
Οι περιφέρειες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3 καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 49 παράγραφος 3. Τα κριτήρια για τον καθορισμό των εν λόγω περιφερειών είναι ο κίνδυνος παράνομης μετανάστευσης, οι απειλές για την εσωτερική ασφάλεια των κρατών μελών και η δυνατότητα συλλογής βιομετρικών στοιχείων από όλες τις τοποθεσίες της περιφέρειας.
5.  
Η Επιτροπή δημοσιεύει τις ημερομηνίες έναρξης λειτουργίας σε κάθε περιφέρεια στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
6.  
Κανένα κράτος μέλος δεν συμβουλεύεται τα δεδομένα που διαβιβάζονται στο VIS από άλλα κράτη μέλη πριν από το ίδιο ή άλλο κράτος μέλος που το εκπροσωπεί αρχίσει να εισάγει δεδομένα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3.

▼M5

Άρθρο 48α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.  
Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.
2.  
Η προβλεπόμενη στο άρθρο 9, στο άρθρο 9η παράγραφος 2, στο άρθρο 9ι παράγραφος 2 και στο άρθρο 22β παράγραφος 18 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 2 Αυγούστου 2021. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.
3.  
Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 9, στο άρθρο 9η παράγραφος 2, στο άρθρο 9ι παράγραφος 2 και στο άρθρο 22β παράγραφος 18 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.
4.  
Πριν από την έκδοση μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
5.  
Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
6.  
Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 9, του άρθρου 9η παράγραφος 2, του άρθρου 9ι παράγραφος 2 ή του άρθρου 22β παράγραφος 18 τίθεται σε ισχύ εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, προτού λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

▼M5

Άρθρο 49

Διαδικασία επιτροπής

1.  
Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 68 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2226. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 15 ).
2.  
Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

▼B

Άρθρο 50

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.  
Η διαχειριστική αρχή εξασφαλίζει την ύπαρξη διαδικασιών για την παρακολούθηση της λειτουργίας του VIS σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους όσον αφορά την απόδοση, τη σχέση κόστους-απόδοσης, την ασφάλεια και την ποιότητα των υπηρεσιών.
2.  
Για τους σκοπούς της τεχνικής συντήρησης, η διαχειριστική αρχή έχει πρόσβαση στις αναγκαίες πληροφορίες οι οποίες σχετίζονται με πράξεις επεξεργασίας στο VIS.
3.  
Δύο έτη μετά την έναρξη λειτουργίας του VIS και εφεξής ανά διετία, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση για την τεχνική λειτουργία του VIS, καθώς και την ασφάλειά του.
4.  
Τρία έτη μετά την έναρξη της λειτουργίας του VIS και εφεξής ανά τέσσερα έτη, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση συνολικής αξιολόγησης του VIS. Η συνολική αξιολόγηση εξετάζει τα επιτευχθέντα αποτελέσματα σε σχέση με τους στόχους, εκτιμά κατά πόσον εξακολουθεί να ισχύει η λογική που διέπει το σύστημα, αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το VIS, την ασφάλεια του VIS, τη χρήση που έγινε των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 31 και τυχόν επιπτώσεις μελλοντικών ενεργειών. Η Επιτροπή διαβιβάζει την αξιολόγηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

▼M5

Διατίθεται στα κράτη μέλη τεχνική λύση ώστε να διευκολυνθεί η συλλογή των εν λόγω δεδομένων σύμφωνα με το κεφάλαιο ΙΙΙβ για τον σκοπό της παραγωγής των στατιστικών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο. Η Επιτροπή θεσπίζει μέσω εκτελεστικών πράξεων τις προδιαγραφές της τεχνικής λύσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2.

▼B

5.  
Πριν από το τέλος της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις τεχνικές προόδους που έχουν πραγματοποιηθεί όσον αφορά τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων στα εξωτερικά σύνορα και τις συνέπειες για τη διάρκεια των αναζητήσεων με χρήση του αριθμού της αυτοκόλλητης θεώρησης σε συνδυασμό με επαλήθευση των δακτυλικών αποτυπωμάτων του κατόχου της θεώρησης, συμπεριλαμβανομένου και του κατά πόσον η αναμενόμενη διάρκεια μιας τέτοιας αναζήτησης προκαλεί υπέρμετρο χρόνο αναμονής στα σημεία διέλευσης των συνόρων. Η Επιτροπή διαβιβάζει την αξιολόγηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Με βάση την αξιολόγηση αυτή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να καλέσουν την Επιτροπή να προτείνει, εφόσον απαιτείται, κατάλληλες τροποποιήσεις στον παρόντα κανονισμό.
6.  
Τα κράτη μέλη παρέχουν στη διαχειριστική αρχή και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκπόνηση των εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 3, 4 και 5.
7.  
Η διαχειριστική αρχή παρέχει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που χρειάζεται για τις συνολικές αξιολογήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4.
8.  
Κατά τη μεταβατική περίοδο έως ότου η διαχειριστική αρχή αναλάβει τα καθήκοντά της, η Επιτροπή είναι αρμόδια για την εκπόνηση και την υποβολή των εκθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 51

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

1.  
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2.  
Εφαρμόζεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 48.
3.  
Τα άρθρα 26, 27, 32, 45, το άρθρο 48 παράγραφοι 1, 2, 4 και το άρθρο 49 εφαρμόζονται από 2ας Σεπτεμβρίου 2008.
4.  
Κατά τη μεταβατική περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 4, οι αναφορές του παρόντος κανονισμού στη διαχειριστική αρχή νοούνται ως αναφορές στην Επιτροπή.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατάλογος διεθνών οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 31 παράγραφος 2

1. Οργανώσεις των ΗΕ (όπως UNHCR)

2. Διεθνείς Οργανώσεις Μεταναστεύσεως (ΔΟΜ)

3. Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού

▼M6




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πίνακας αντιστοιχιών



Δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1240 που αποστέλλονται από το κεντρικό σύστημα ETIAS

Τα αντίστοιχα δεδομένα του VIS, που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού, με τα οποία πρέπει να αντιπαραβάλλονται τα δεδομένα στο ETIAS

επώνυμο

επώνυμα

επώνυμο κατά τη γέννηση

επώνυμο κατά τη γέννηση (προηγούμενο οικογενειακό όνομα ή ονόματα)

όνομα ή ονόματα

όνομα ή ονόματα

ημερομηνία γέννησης

ημερομηνία γέννησης

τόπος γέννησης

τόπος γέννησης

χώρα γέννησης

χώρα γέννησης

φύλο

φύλο

παρούσα ιθαγένεια

παρούσα ιθαγένεια ή ιθαγένειες και ιθαγένεια κατά τη γέννηση

άλλες ιθαγένειες (κατά περίπτωση)

παρούσα ιθαγένεια ή ιθαγένειες και ιθαγένεια κατά τη γέννηση

είδος του ταξιδιωτικού εγγράφου

είδος του ταξιδιωτικού εγγράφου

αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου

αριθμός του ταξιδιωτικού εγγράφου

χώρα έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου

η χώρα έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου



( 1 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/817 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, σχετικά με τη θέσπιση πλαισίου για τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των συστημάτων πληροφοριών της ΕΕ στον τομέα των συνόρων και θεωρήσεων και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008, (ΕΕ) 2016/399, (ΕΕ) 2017/2226, (ΕΕ) 2018/1240, (ΕΕ) 2018/1726 και (ΕΕ) 2018/1861 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των αποφάσεων 2004/512/ΕΚ και 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 135 της 22.5.2019, σ. 27).

( 2 ) Βλέπε σελίδα 129 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

( 3 ) ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1.

( 4 ) ΕΕ L 64 της 7.3.2003, σ. 1.

( 5 ) ΕΕ L 81 της 21.3.2001, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1932/2006 (ΕΕ L 405 της 30.12.2006, σ. 23· όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 29 της 3.2.2007, σ. 10).

( 6 ) ΕΕ L 53 της 23.2.2002, σ. 4.

( 7 ) Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).

( 8 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2226 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εισόδου/εξόδου (ΣΕΕ) για την καταχώριση δεδομένων εισόδου και εξόδου και δεδομένων άρνησης εισόδου των υπηκόων τρίτων χωρών που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών, τον καθορισμό των όρων πρόσβασης στο ΣΕΕ για σκοπούς επιβολής του νόμου και την τροποποίηση της σύμβασης εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 (ΕΕ L 327 της 9.12.2017, σ. 20).

( 9 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 77 της 23.3.2016, σ. 1).

( 10 ) ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1525/2007 (ΕΕ L 343 της 27.12.2007, σ. 9).

( 11 ) ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 337/2007 (ΕΕ L 90 της 30.3.2007, σ. 1).

( 12 ) Απόφαση (ΕΕ) 2017/1908 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 2017, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και στη Ρουμανία (ΕΕ L 269 της 19.10.2017, σ. 39).

( 13 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1053/2013 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση ενός μηχανισμού αξιολόγησης και παρακολούθησης για την επαλήθευση της εφαρμογής του κεκτημένου του Σένγκεν και την κατάργηση της απόφασης της εκτελεστικής επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 1998 σχετικά με τη σύσταση της μόνιμης επιτροπής για την αξιολόγηση και την εφαρμογή της σύμβασης Σένγκεν (ΕΕ L 295 της 6.11.2013, σ. 27).

( 14 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1896 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2019, για την Ευρωπαϊκή Συνοριοφυλακή και Ακτοφυλακή και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1052/2013 και (ΕΕ) 2016/1624 (ΕΕ L 295 της 14.11.2019, σ. 1).

( 15 ) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).