2007R0633 — EL — 12.04.2011 — 001.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 633/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Ιουνίου 2007

σχετικά με τον καθορισμό απαιτήσεων για την εφαρμογή πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης για την αναγγελία, το συντονισμό και τη μεταβίβαση πτήσεων μεταξύ μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(ΕΕ L 146, 8.6.2007, p.7)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 283/2011 της Επιτροπής της 22ας Μαρτίου 2011

  L 77

23

23.3.2011




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 633/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Ιουνίου 2007

σχετικά με τον καθορισμό απαιτήσεων για την εφαρμογή πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης για την αναγγελία, το συντονισμό και τη μεταβίβαση πτήσεων μεταξύ μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)



Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας («κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα») ( 1 ), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») ( 2 ), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων πτήσης έχει καθιερωθεί μεταξύ μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας με σκοπό την αναγγελία, το συντονισμό και τη μεταβίβαση πτήσεων καθώς και το συντονισμό πολιτικών-στρατιωτικών υπηρεσιών. Οι εν λόγω ανταλλαγές πληροφοριών πρέπει να βασίζονται σε κατάλληλα και εναρμονισμένα πρωτόκολλα επικοινωνίας που εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητά τους.

(2)

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια της Αεροναυτιλίας (Eurocontrol) έχει λάβει εντολή σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 να εκπονήσει απαιτήσεις για πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης για την αναγγελία, το συντονισμό και τη μεταβίβαση πτήσεων. Ο παρών κανονισμός βασίζεται στην έκθεση της 31ης Μαρτίου 2005 που συντάχθηκε με βάση την εν λόγω εντολή.

(3)

Το πρότυπο του Eurocontrol για την ανταλλαγή δεδομένων πτήσης προσαρτήθηκε στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2082/2000 της Επιτροπής, της 6ης Σεπτεμβρίου 2000, για έγκριση των προτύπων Εurocontrol και την τροποποίηση της οδηγίας 97/15/ΕΚ για έγκριση των προτύπων Εurocontrol και την τροποποίηση της οδηγίας 93/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( 3 ), και κατέστη έτσι υποχρεωτικό μέσα στην Κοινότητα σε περίπτωση προμήθειας νέων συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων πτήσης. Επειδή ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2082/2000 καταργήθηκε από τις 20 Οκτωβρίου 2005, είναι αναγκαίο να επικαιροποιηθεί η κοινοτική νομοθεσία, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των σχετικών κανονιστικών διατάξεων.

(4)

Η διατήρηση εξοπλισμού και λογισμικού επικοινωνιών σύμφωνων με το πρότυπο του Eurocontrol για ανταλλαγή δεδομένων πτήσης καθίσταται συνεχώς δυσχερέστερη και πλέον δαπανηρή. Πρέπει, επομένως, να θεσπιστεί κατάλληλο νέο πρότυπο για υποστήριξη της ανταλλαγής δεδομένων πτήσης.

(5)

Το πρωτόκολλο ελέγχου μετάδοσης μαζί με το πρωτόκολλο Internet (TCP/IP) θεωρείται σήμερα η καταλληλότερη βάση που μπορεί να ανταποκριθεί στις επικοινωνιακές απαιτήσεις της ανταλλαγής δεδομένων πτήσης μεταξύ μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας.

(6)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να καλύπτει την εφαρμογή πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης για τις ανταλλαγές πληροφοριών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1032/2006 της Επιτροπής, της 6ης Ιουλίου 2006, για καθορισμό απαιτήσεων για τα συστήματα αυτόματης ανταλλαγής δεδομένων πτήσης για την αναγγελία, το συντονισμό και τη μεταβίβαση πτήσεων μεταξύ μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας ( 4 ).

(7)

Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να καλύπτει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη στρατιωτική εκπαίδευση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

(8)

Τα κράτη μέλη έχουν δεσμευθεί, σε δήλωσή τους για στρατιωτικά θέματα που άπτονται του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού ( 5 ), να συνεργάζονται μεταξύ τους, λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές στρατιωτικές απαιτήσεις, έτσι ώστε να εφαρμόζεται πλήρως και ομοιόμορφα σε όλα τα κράτη μέλη η αρχή της ευέλικτης χρήσης του εναέριου χώρου από όλους τους χρήστες του.

(9)

Η εφαρμογή της αρχής της ευέλικτης χρήσης του εναέριου χώρου, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, απαιτεί την καθιέρωση συστημάτων έγκαιρης ανταλλαγής δεδομένων των πτήσεων μεταξύ των μονάδων εξυπηρέτησης της εναέριας κυκλοφορίας και των στρατιωτικών μονάδων ελέγχου.

(10)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι κανόνες εφαρμογής για τη διαλειτουργικότητα περιγράφουν τις συγκεκριμένες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πρέπει να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση είτε της συμμόρφωσης είτε της καταλληλότητας των συστατικών στοιχείων, καθώς και για την επαλήθευση των συστημάτων.

(11)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι ημερομηνίες έναρξης εφαρμογής των μεταβατικών ρυθμίσεων μπορούν να οριστούν στους σχετικούς κανόνες για τη διαλειτουργικότητα.

(12)

Πρέπει να παρέχεται επαρκής χρόνος στους κατασκευαστές και τους παρόχους υπηρεσιών αεροναυτιλίας για να αναπτύξουν νέα συστατικά στοιχεία και συστήματα σύμφωνα με τις νέες τεχνικές απαιτήσεις.

(13)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ενιαίου ουρανού που συστάθηκε με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.  Ο παρών κανονισμός θεσπίζει απαιτήσεις για την εφαρμογή πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων πτήσης με σκοπό την αναγγελία, το συντονισμό και τη μεταβίβαση πτήσεων μεταξύ μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας, καθώς και για το συντονισμό πολιτικών-στρατιωτικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1032/2006.

2.  Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε:

α) συστήματα επικοινωνιών τα οποία υποστηρίζουν τις διαδικασίες συντονισμού μεταξύ μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας με χρήση διομότιμου μηχανισμού επικοινωνίας και παρέχουν υπηρεσίες γενικής εναέριας κυκλοφορίας·

β) συστήματα επικοινωνιών τα οποία υποστηρίζουν τις διαδικασίες συντονισμού μεταξύ μονάδων εξυπηρέτησης της εναέριας κυκλοφορίας και των στρατιωτικών μονάδων ελέγχου, με χρήση διομότιμου μηχανισμού επικοινωνίας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ορισμοί του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

Εφαρμόζονται επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

1) ως «πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης», νοείται το πρωτόκολλο ηλεκτρονικής επικοινωνίας που περιλαμβάνει μορφοτύπους μηνυμάτων, την κωδικοποίησή τους για τους κανόνες ανταλλαγής και αλληλουχίας που χρησιμοποιούνται στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων πτήσης·

2) «σύστημα επεξεργασίας δεδομένων πτήσης», το τμήμα ενός συστήματος εξυπηρέτησης της εναέριας κυκλοφορίας, το οποίο παραλαμβάνει, επεξεργάζεται αυτόματα και διανέμει δεδομένα σχεδίων πτήσεων και σχετικά μηνύματα στις θέσεις εργασίας των μονάδων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας·

3) «μονάδα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας», (εφεξής «μονάδα ΕΕΚ») κατά περίπτωση το κέντρο ελέγχου περιοχής, η μονάδα ελέγχου προσέγγισης ή ο πύργος ελέγχου αεροδρομίου·

4) «θέση εργασίας», η επίπλωση και ο τεχνικός εξοπλισμός, στο περιβάλλον των οποίων ένα μέλος του προσωπικού των υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας αναλαμβάνει καθήκοντα σχετιζόμενα με το αντικείμενο της εργασίας του·

5) «κέντρο ελέγχου περιοχής» (εφεξής «ΚΕΠ»), η μονάδα που έχει ως αποστολή να παρέχει υπηρεσίες ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας σε ελεγχόμενες πτήσεις εντός των περιοχών ελέγχου υπό την αρμοδιότητά της·

6) «συντονισμός πολιτικών-στρατιωτικών υπηρεσιών», ο συντονισμός μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών υπηρεσιών εξουσιοδοτημένων να λαμβάνουν αποφάσεις και να συμφωνούν επί ενός τρόπου δράσης·

7) «μονάδα εξυπηρέτησης εναέριας κυκλοφορίας» (εφεξής «μονάδα ATS»), η στρατιωτική ή πολιτική μονάδα που είναι αρμόδια για την παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας·

8) «στρατιωτική μονάδα ελέγχου», κάθε σταθερή ή κινητή στρατιωτική μονάδα που χειρίζεται στρατιωτική εναέρια κυκλοφορία ή/και ασκεί άλλες δραστηριότητες, οι οποίες λόγω του ιδιαίτερου χαρακτήρα τους απαιτούν ενδεχομένως δέσμευση ή περιορισμό του εναέριου χώρου·

9) «διομότιμος μηχανισμóς επικοινωνίας», ο μηχανισμóς επικοινωνίας που καθιερώνεται μεταξύ δύο μονάδων ATC ή μεταξύ μονάδων ATS και στρατιωτικών μονάδων ελέγχου, στον οποίο κάθε μέρος διαθέτει τις ίδιες ικανότητες επικοινωνίας για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ συστημάτων επεξεργασίας δεδομένων πτήσης και οποιοδήποτε μέρος μπορεί να προβεί σε έναρξη της επικοινωνίας.

Άρθρο 3

Εφαρμογή του πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης

1.  Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζουν ότι στα συστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας που καθορίζονται στο παράρτημα I.

2.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι στα συστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας που καθορίζονται στο παράρτημα I.

Άρθρο 4

Αξιολόγηση της συμμόρφωσης των συστατικών στοιχείων

Πριν από την έκδοση δήλωσης ΕΚ συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, οι κατασκευαστές συστατικών στοιχείων των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, στα οποία εφαρμόζεται πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης, αξιολογούν τη συμμόρφωση αυτών των συστατικών στοιχείων σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα II.

Άρθρο 5

Επαλήθευση συστημάτων

1.  Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι οποίοι μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν τους όρους που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ, πραγματοποιούν επαλήθευση των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α), σύμφωνα με τις απαιτήσεις που παρατίθενται στο παράρτημα IV μέρος A.

2.  Οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας, οι οποίοι δεν μπορούν να αποδείξουν ότι πληρούν τους όρους που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ, αναθέτουν σε κοινοποιημένο οργανισμό την επαλήθευση των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α).

Η επαλήθευση αυτή διεξάγεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που παρατίθενται στο παράρτημα IV μέρος B.

3.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η επαλήθευση των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) καταδεικνύει τη συμμόρφωση των εν λόγω συστημάτων με τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 6

Συμμόρφωση

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για να συμμορφωθούν προς τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 7

Μεταβατικές ρυθμίσεις

►M1  1. ◄   Οι βασικές απαιτήσεις που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004 εφαρμόζονται στη θέση σε λειτουργία των συστημάτων του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (εφεξής «ΕΔΔΕΚ») που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, από την 1η Ιανουαρίου 2009.

►M1  2. ◄   Οι μεταβατικές ρυθμίσεις του άρθρου 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004 εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, από την ίδια ημερομηνία.

▼M1

3.  Στις περιπτώσεις που ένα κράτος μέλος ή ένας πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας αναπτύσσει πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης μεταξύ των συστημάτων του, σε συνδυασμό με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1032/2006, τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) συστήματα συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του παραρτήματος I μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012.

4.  Στις περιπτώσεις που ένα κράτος μέλος ή ένας πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας έχουν προχωρήσει στην παραγγελία ή στην υπογραφή δεσμευτικής σύμβασης προς το σκοπό αυτό ή έχουν αναπτύξει πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης για τα συστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, έτσι ώστε να μην είναι δυνατή η εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του σημείου 6 του παραρτήματος I, ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή η στρατιωτική μονάδα ελέγχου μπορούν να χρησιμοποιήσουν άλλες εκδόσεις του πρωτοκόλλου Ιντερνέτ για διομότιμες επικοινωνίες μεταξύ των συστημάτων τους μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2014.

Τα εν λόγω κράτη μέλη ή οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζουν ότι όλες οι διομότιμες επικοινωνίες μεταξύ των συστημάτων τους και εκείνων άλλων κρατών μελών ή παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του παραρτήματος I, εκτός εάν διμερής συμφωνία που συνάφθηκε πριν από τις 20 Απριλίου 2011 επιτρέπει τη χρήση άλλων εκδόσεων του πρωτοκόλλου Ιντερνέτ για μεταβατική περίοδο, η οποία λήγει το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2014.

5.  Τα κράτη μέλη που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 κοινοποιούν στην Επιτροπή πριν τις 20 Απριλίου 2011 λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνει ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή οι στρατιωτικές μονάδες ελέγχου προκειμένου να εξασφαλίσουν, στο πλαίσιο του ΕΔΔΕΚ, τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β).

▼B

Άρθρο 8

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2009 σε όλα τα συστήματα ΕΔΔΕΚ που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 και που τίθενται σε λειτουργία μετά την ημερομηνία αυτή.

Εφαρμόζεται από τις 20 Απριλίου 2011 σε όλα τα συστήματα ΕΔΔΕΚ που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 και έχουν τεθεί σε λειτουργία μέχρι την ημερομηνία αυτή.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Απαιτήσεις διαλειτουργικότητας που αναφέρονται στο άρθρο 3

1. Κάθε διομότιμη οντότητα μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης διαθέτει αναγνωριστικό κωδικό.

2. Με λειτουργία αναγνώρισης-ταυτοποίησης εξασφαλίζεται ότι οι επικοινωνίες πραγματοποιούνται μόνο μεταξύ εξουσιοδοτημένων διομότιμων οντοτήτων μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης.

3. Με λειτουργία διαχείρισης σύνδεσης αποκαθιστώνται και ελευθερώνονται συνδέσεις μεταξύ διομότιμων οντοτήτων μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης, με αποτέλεσμα να εξασφαλίζεται ότι η μετάδοση δεδομένων πτήσης είναι εφικτή μόνο εφόσον είναι ενεργή η σύνδεση.

4. Με λειτουργία μετάδοσης δεδομένων αποστέλλονται και λαμβάνονται μηνύματα δεδομένων πτήσης μεταξύ συνδεμένων διομότιμων οντοτήτων μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης.

5. Με λειτουργία παρακολούθησης επαληθεύεται η αδιάκοπη παροχή μιας σύνδεσης μεταξύ διομότιμων οντοτήτων μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης.

6. Σε όλες τις λειτουργίες που ανταλλάσσονται μεταξύ οντοτήτων μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης χρησιμοποιείται πρωτόκολλο ελέγχου μετάδοσης μέσω πρωτοκόλλου Internet, IP έκδοση 6.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Απαιτήσεις για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των συστατικών στοιχείων η οποία διενεργείται βάσει του άρθρου 4

1. Οι διαδικασίες επαλήθευσης καταδεικνύουν τη συμμόρφωση των συστατικών στοιχείων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού, ενόσω τα εν λόγω συστατικά στοιχεία είναι σε λειτουργία στο περιβάλλον δοκιμής.

2. Ο κατασκευαστής διαχειρίζεται τις δραστηριότητες επαλήθευσης και ιδίως:

α) καθορίζει το κατάλληλο περιβάλλον δοκιμής·

β) επαληθεύει ότι το σχέδιο δοκιμής περιγράφει τα συστατικά στοιχεία στο περιβάλλον δοκιμής·

γ) επαληθεύει ότι το σχέδιο δοκιμής καλύπτει πλήρως τις ισχύουσες απαιτήσεις·

δ) εξασφαλίζει τη συνοχή και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμής·

ε) προγραμματίζει την οργάνωση της δοκιμής, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διάρθρωση της πλατφόρμας δοκιμών·

στ) εκτελεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως καθορίζονται στο σχέδιο δοκιμής·

ζ) συντάσσει έκθεση αποτελεσμάτων των επιθεωρήσεων και των δοκιμών.

3. Ο κατασκευαστής εξασφαλίζει ότι τα συστατικά μέρη στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης, ενταγμένα στο περιβάλλον δοκιμής, ανταποκρίνονται στις ισχύουσες απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού.

4. Αφού ολοκληρωθεί η επαλήθευση της συμμόρφωσης, ο κατασκευαστής συντάσσει υπ’ ευθύνη του δήλωση ΕΚ συμμόρφωσης, στην οποία καθορίζονται ιδίως οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού που πληρούνται από το συστατικό στοιχείο, καθώς και οι σχετικοί όροι χρήσης του σύμφωνα με το παράρτημα III σημείο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Οι όροι που αναφέρονται στο άρθρο 5

1. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να εφαρμόζει στο εσωτερικό του μεθόδους υποβολής εκθέσεων, οι οποίες εξασφαλίζουν και καταδεικνύουν την αμεροληψία και την ανεξαρτησία κρίσης όσον αφορά τις δραστηριότητες επαλήθευσης.

2. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που μετέχει σε διαδικασίες επαλήθευσης επιδεικνύει κατά τη διεξαγωγή των ελέγχων τη μέγιστη δυνατή επαγγελματική ακεραιότητα και τη μέγιστη δυνατή τεχνική επάρκεια και ότι δεν ενδίδει σε πιέσεις ή σε κίνητρα, ιδίως οικονομικού χαρακτήρα, τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση του ή τα αποτελέσματα των ελέγχων του, κυρίως από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων άμεσα ενδιαφερόμενα από τα αποτελέσματα των επαληθεύσεων.

3. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που μετέχει σε διαδικασίες επαλήθευσης έχει πρόσβαση σε εξοπλισμό που του επιτρέπει ορθή διεξαγωγή των απαιτούμενων ελέγχων.

4. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που μετέχει σε διαδικασίες ελέγχου διαθέτει άρτια τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, ικανοποιητική γνώση των απαιτήσεων σχετικά με τις επαληθεύσεις που διεξάγει, κατάλληλη πείρα σε τέτοιες δραστηριότητες και την απαιτούμενη ικανότητα να συντάσσει δηλώσεις, και εκθέσεις και να τηρεί αρχεία προς απόδειξη της διεξαγωγής των επαληθεύσεων.

5. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας πρέπει να εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που μετέχει σε διαδικασίες επαλήθευσης είναι ικανό να εκτελεί τους ελέγχους με αμεροληψία. Η αμοιβή κάθε υπαλλήλου δεν πρέπει να είναι συνάρτηση του αριθμού των ελέγχων που πραγματοποιεί, ούτε των αποτελεσμάτων των ελέγχων αυτών.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Μέρος Α:   Απαιτήσεις για την επαλήθευση συστημάτων που διενεργείται βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1

1. Η επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης καταδεικνύει τη συμμόρφωση των εν λόγω συστημάτων προς τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού σε περιβάλλον προσομοίωσης ανταποκρινόμενο στο πλαίσιο επιχειρησιακής λειτουργίας των συστημάτων αυτών.

2. Η επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμών.

3. Εργαλεία δοκιμών, τα οποία χρησιμοποιούνται για επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης, διαθέτουν τις κατάλληλες λειτουργίες ώστε να εξασφαλίζεται περιεκτική κάλυψη των δοκιμών.

4. Η επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης παράγουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου του παραρτήματος IV σημείο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, καθώς και τα ακόλουθα στοιχεία:

α) περιγραφή της εφαρμογής του πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης·

β) έκθεση των επιθεωρήσεων και των δοκιμών που εκτελέστηκαν πριν τεθεί σε επιχειρησιακή λειτουργία το σύστημα.

5. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας διαχειρίζεται τις δραστηριότητες επαλήθευσης και ιδίως:

α) προσδιορίζει το κατάλληλο προσομοιωμένο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον που ανταποκρίνεται στο πραγματικό επιχειρησιακό περιβάλλον·

β) επαληθεύει ότι το σχέδιο δοκιμών περιγράφει την ένταξη του πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης στο σύστημα που τίθεται σε δοκιμή σε προσομοιωμένο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον·

γ) επαληθεύει ότι το σχέδιο δοκιμών παρέχει πλήρη κάλυψη των απαιτήσεων διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού·

δ) εξασφαλίζει τη συνοχή και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμής·

ε) προγραμματίζει την οργάνωση της δοκιμής, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διάρθρωση της πλατφόρμας δοκιμών·

στ) εκτελεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως καθορίζονται στο σχέδιο δοκιμής·

ζ) συντάσσει έκθεση αποτελεσμάτων των επιθεωρήσεων και των δοκιμών.

6. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας εξασφαλίζει ότι η εφαρμογή του πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης, το οποίο εντάσσεται σε συστήματα που λειτουργούν σε προσομοιωμένο επιχειρησιακό περιβάλλον, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού.

7. Αφού ολοκληρωθεί η επαλήθευση της συμμόρφωσης, οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσουν δήλωση ΕΚ επαλήθευσης του συστήματος και την υποβάλλουν στην εθνική εποπτική αρχή μαζί με τον τεχνικό φάκελο, όπως απαιτείται από το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.

Μέρος Β:   Απαιτήσεις για την επαλήθευση συστημάτων που διεξάγεται βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 2

1. Η επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης καταδεικνύει τη συμμόρφωση των εν λόγω συστημάτων προς τις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού σε περιβάλλον προσομοίωσης ανταποκρινόμενο στο πλαίσιο επιχειρησιακής λειτουργίας των συστημάτων αυτών.

2. Η επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλες και αναγνωρισμένες πρακτικές δοκιμών.

3. Εργαλεία δοκιμών, τα οποία χρησιμοποιούνται για επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης, διαθέτουν τις κατάλληλες λειτουργίες ώστε να εξασφαλίζεται περιεκτική κάλυψη των δοκιμών.

4. Η επαλήθευση συστημάτων στα οποία εφαρμόζεται το πρωτόκολλο μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης παράγουν τα στοιχεία του τεχνικού φακέλου του παραρτήματος ΙV σημείο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, καθώς και τα ακόλουθα στοιχεία:

α) περιγραφή της εφαρμογής του πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης·

β) έκθεση των επιθεωρήσεων και των δοκιμών που εκτελέστηκαν πριν τεθεί σε επιχειρησιακή λειτουργία το σύστημα.

5. Ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας προσδιορίζει το κατάλληλο προσομοιωμένο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον που ανταποκρίνεται στο πραγματικό επιχειρησιακό περιβάλλον και αναθέτει σε κοινοποιημένο οργανισμό τις δραστηριότητες επαλήθευσης.

6. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διαχειρίζεται τις δραστηριότητες επαλήθευσης και ιδίως:

α) επαληθεύει ότι το σχέδιο δοκιμών περιγράφει την ένταξη του πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης στο σύστημα που τίθεται σε δοκιμή σε προσομοιωμένο επιχειρησιακό και τεχνικό περιβάλλον·

β) επαληθεύει ότι το σχέδιο δοκιμών παρέχει πλήρη κάλυψη των απαιτήσεων διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού·

γ) εξασφαλίζει τη συνοχή και την ποιότητα της τεχνικής τεκμηρίωσης και του σχεδίου δοκιμής·

δ) προγραμματίζει την οργάνωση της δοκιμής, το προσωπικό, την εγκατάσταση και τη διάρθρωση της πλατφόρμας δοκιμών·

ε) εκτελεί τις επιθεωρήσεις και τις δοκιμές, όπως καθορίζονται στο σχέδιο δοκιμής·

στ) συντάσσει έκθεση αποτελεσμάτων των επιθεωρήσεων και των δοκιμών.

7. Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξασφαλίζει ότι η εφαρμογή του πρωτοκόλλου μετάδοσης μηνυμάτων πτήσης, το οποίο εντάσσεται σε συστήματα που λειτουργούν σε προσομοιωμένο επιχειρησιακό περιβάλλον, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις διαλειτουργικότητας του παρόντος κανονισμού.

8. Αφού ολοκληρωθεί η επαλήθευση, ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει πιστοποιητικό συμμόρφωσης σχετικά με τα καθήκοντα που έφερε σε πέρας.

9. Στη συνέχεια, ο πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας συντάσσει δήλωση ΕΚ επαλήθευσης του συστήματος και την υποβάλλει στην εθνική εποπτική αρχή μαζί με τον τεχνικό φάκελο, όπως απαιτείται από το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004.



( 1 ) ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26.

( 2 ) ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

( 3 ) ΕΕ L 254 της 9.10.2000, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 980/2002 (ΕΕ L 150 της 8.6.2002, σ. 38).

( 4 ) ΕΕ L 186 της 7.7.2006, σ. 27.

( 5 ) ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 9.