2003R1217 — EL — 28.07.2003 — 000.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

▼C1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1217/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Ιουλίου 2003

για θέσπιση των κοινών προδιαγραφών για τα εθνικά προγράμματα ποιοτικού ελέγχου της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

▼B

(ΕΕ L 169, 8.7.2003, p.44)


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 206, 15.8.2003, σ. 33  (1217/03)




▼B

▼C1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1217/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Ιουλίου 2003

για θέσπιση των κοινών προδιαγραφών για τα εθνικά προγράμματα ποιοτικού ελέγχου της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)



Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2320/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας ( 1 ), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002, η εκπόνηση και η εφαρμογή εθνικού προγράμματος ποιοτικού ελέγχου της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας έχουν καίρια σημασία για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του εθνικού προγράμματος ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας.

(2)

Οι προδιαγραφές των εθνικών προγραμμάτων ποιοτικού ελέγχου της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν την τήρηση εναρμομισμένης προσέγγισης στα θέματα αυτά. Κατά συνέπεια, το καταλληλότερο μέσο προς τον σκοπό αυτό είναι ο κανονισμός.

(3)

Για την παρακολούθηση των εθνικών προγραμμάτων ποιοτικού ελέγχου της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας σε κοινοτικό επίπεδο επιβάλλεται η εφαρμογή εναρμονισμένης προσέγγισης για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης σε εθνικό επίπεδο.

(4)

Για να είναι αποτελεσματικές, οι επιθεωρήσεις που διενεργούνται υπό την ευθύνη της αρμόδιας αρχής πρέπει να διεξάγονται τακτικά. Δεν επιτρέπεται να περιορίζονται ως προς το αντικείμενο, το στάδιο ή τη στιγμή της διεξαγωγής τους. Πρέπει, επίσης, να λαμβάνουν την καταλληλότερη μορφή, ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητά τους.

(5)

Προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στην ανάπτυξη της λεπτομερούς κοινής μεθοδολογίας για τη διεξαγωγή των επιθεωρήσεων.

(6)

Είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί η εναρμονισμένη μέθοδος υποβολής εκθέσεων για τα μέτρα που λαμβάνονται σε εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό και για το καθεστώς αεροπορικής ασφάλειας στους αερολιμένες στο έδαφος των κρατών μελών.

(7)

Τα εθνικά προγράμματα ποιοτικού ελέγχου της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας πρέπει να βασίζονται στις βέλτιστες πρακτικές. Τα κράτη μέλη πρέπει να ανταλλάσσουν μεταξύ τους τις συναφείς πληροφορίες για τις εν λόγω βέλτιστες πρακτικές.

(8)

Τα μέτρα που θεσπίζονται βάσει του παρόντος κανονισμού είναι σύμφωνα με τη γνώμη που εξέδωσε η επιτροπή για τα θέματα ασφαλείας της πολιτικής αεροπορίας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Στόχος

Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται οι κοινές προδιαγραφές για τα εθνικά προγράμματα ποιοτικού ελέγχου της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας που πρέπει να εφαρμόζονται από κάθε κράτος μέλος. Σε αυτές εντάσσονται ο καθορισμός των κοινών απαιτήσεων για τα προγράμματα ποιοτικού ελέγχου, η κοινή μεθοδολογία για τις διενεργούμενες επιθεωρήσεις και οι κοινές απαιτήσεις για τους ελεγκτές.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

1. ως «αρμόδια αρχή» νοείται η εθνική αρχή που ορίζεται από κάποιο κράτος μέλος βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002, η οποία φέρει την ευθύνη για τον συντονισμό και την παρακολούθηση της εφαρμογής του εθνικού του προγράμματος ασφαλείας της πολιτικής αεροπορίας·

2. ως «επιθεώρηση» νοείται κάθε διαδικασία ή μέθοδος που χρησιμοποιούνται για τις ενέργειες παρακολούθησης της συμμόρφωσης σε εθνική κλίμακα. Καλύπτει τις επιθεωρήσεις ασφάλειας, τις ειδικές επιθεωρήσεις, τις γενικές επιθεωρήσεις, τις δοκιμές και τις διερευνήσεις·

3. ως «επιθεωρητής» νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο διεξάγει τις επιθεωρήσεις σε εθνική κλίμακα·

4. ως «έλλειψη» νοείται κάθε παράλειψη συμμόρφωσης με τις επιβαλλόμενες απαιτήσεις της αεροπορικής ασφάλειας·

5. ως «ειδική επιθεώρηση» νοείται η εξέταση της εφαρμογής μίας ή περισσοτέρων πτυχών των μέτρων και των διαδικασιών ασφαλείας, ώστε να προσδιορίζεται πόσο αποτελεσματικά τίθενται σε εφαρμογή·

6. ως «διερεύνηση» νοείται κάθε εξέταση κάποιου συμβάντος ασφαλείας ή οποιαδήποτε διευκρίνιση των αιτίων του, προς αποφυγή του ενδεχόμενου υποτροπής και προς το σκοπό της διερεύνησης των δυνατοτήτων άσκησης των νόμιμων μέσων παροχής έννομης προστασίας·

7. ως «πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου» νοείται το εθνικό πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου ασφαλείας της πολιτικής αεροπορίας·

8. ως «επιθεώρηση ασφαλείας» νοείται κάθε διεξοδική εξέταση όλων των πτυχών των μέτρων και των διαδικασιών ασφαλείας, ώστε να προσδιορίζεται εάν εφαρμόζονται σε μόνιμη βάση και σύμφωνα με σταθερά πρότυπα·

9. ως «συμβάν ασφάλειας» νοείται κάθε περιστατικό που έχει αρνητικές επιπτώσεις για την ασφάλεια και την ακεραιότητα προσώπων και περιουσιακών στοιχείων·

10. ως “γενική επιθεώρηση“ νοείται η αξιολόγηση των δραστηριοτήτων για τον προσδιορισμό των αναγκών ασφάλειας. Η αξιολόγηση συμπεριλαμβάνει τον εντοπισμό των ευάλωτων σημείων που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη διάπραξη έκνομων ενεργειών, παρά την εφαρμογή των μέτρων και διαδικασιών ασφάλειας και τη σύσταση θέσπισης αντισταθμιστικών μέτρων προστασίας ανάλογου επιπέδου με την αντίστοιχη απειλή προς αντιμετώπιση κάθε εξακριβωμένου κινδύνου·

11. ως «δοκιμή» νοείται η δοκιμή των μέτρων αεροπορικής ασφαλείας, στο πλαίσιο των οποίων η αρμόδια αρχή εκδηλώνει ή προσποιείται ότι έχει την πρόθεση να διαπράξει κάποια έκνομη ενέργεια προς τον σκοπό της εξέτασης της αποτελεσματικότητας και της εφαρμογής των υφιστάμενων μέτρων ασφάλειας.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΚΟΙΝΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΙΟΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

Άρθρο 3

Εξουσίες της αρμόδιας αρχής

Για να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των εθνικών τους προγραμμάτων ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, τα κράτη μέλη θωρακίζουν την αρμόδια αρχή με τις απαιτούμενες εκτελεστικές εξουσίες.

Άρθρο 4

Περιεχόμενο του προγράμματος ποιοτικού ελέγχου

1.  Το πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα παρακολούθησης του ποιοτικού ελέγχου τα οποία θεσπίζονται για την τακτική αξιολόγηση της εφαρμογής του εθνικού προγράμματος ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών στις οποίες βασίζονται τα μέτρα αυτά.

2.  Στο πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου πρέπει να συμπεριλαμβάνονται και να ρυθμίζονται τα ακόλουθα στοιχεία:

α) η οργανωτική υποδομή, οι αρμοδιότητες και οι πόροι·

β) η περιγραφή των καθηκόντων και των προσόντων για όλους τους επιθεωρητές που φέρουν την ευθύνη εκτέλεσης του προγράμματος ποιοτικού ελέγχου·

γ) οι επιχειρησιακές δραστηριότητες παρακολούθησης, στις οποίες περιλαμβάνονται οι τύποι, ο στόχος, το περιεχόμενο, η συχνότητα και το επίκεντρο των επιθεωρήσεων ασφάλειας, των ειδικών επιθεωρήσεων, των γενικών επιθεωρήσεων και δοκιμών, καθώς και η ταξινόμηση της συμμόρφωσης. Ομοίως, η έκταση και οι αρμοδιότητες των διεξαγόμενων διερευνήσεων, όποτε εφαρμόζονται·

δ) οι δραστηριότητες αποκατάστασης των ελλείψεων, που περιλαμβάνουν τις αναλυτικές λεπτομέρειες υποβολής των εκθέσεων για τις ελλείψεις, τα έμπρακτα μέτρα παρακολούθησης και τα μέτρα αποκατάστασης, για να διασφαλίζεται ουσιαστικά η συμμόρφωση με τους επιβαλλόμενους όρους αεροπορικής ασφάλειας·

ε) τα εκτελεστικά μέτρα εφαρμογής και επιβολής και

στ) οι ανακοινώσεις και η υποβολή εκθέσεων για τις δραστηριότητες που έχουν αναληφθεί και για το βαθμό της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της αεροπορικής ασφάλειας.

Άρθρο 5

Παρακολούθηση της συμμόρφωσης

1.  Η εφαρμογή του εθνικού προγράμματος ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας παρακολουθείται.

2.  Η παρακολούθηση γίνεται με βάση το πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου, λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό της απειλής, τον τύπο και τη φύση των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων, τους κανόνες εφαρμογής και τους υπόλοιπους συντελεστές και εκτιμήσεις που απαιτούν τη συχνότερη παρακολούθηση.

3.  Η διαχείριση, ο καθορισμός των προτεραιοτήτων και η οργάνωση του προγράμματος ποιοτικού ελέγχου αναλαμβάνονται ανεξάρτητα από την επιχειρησιακή εφαρμογή των μέτρων που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας.

Άρθρο 6

Υποβολή εκθέσεων

1.  Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να υποβάλλουν ετησίως σχετική έκθεση στην Επιτροπή για τα μέτρα που θέσπισαν προς εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει του παρόντος κανονισμού και για την κατάσταση που επικρατεί στους αερολιμένες που βρίσκονται στο έδαφός τους, από την πλευρά της αεροπορικής ασφάλειας. Οι κατευθυντήριες γραμμές για την υποβολή των εκθέσεων καθορίζονται στο παράρτημα I.

2.  Η περίοδος αναφοράς για την έκθεση καλύπτει την περίοδο από 1η Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου. Η έκθεση οφείλει να υποβληθεί δύο μήνες έπειτα από το πέρας της χρονικής περιόδου αναφοράς. Η έκθεση για το χρονικό διάστημα από 19 Ιουλίου 2003 έως 31 Δεκεμβρίου 2003 μπορεί να υποβληθεί, εκτάκτως, έως το τέλος Φεβρουαρίου 2004.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΚΟΙΝΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΕΙΣ

Άρθρο 7

Διεξαγωγή των επιθεωρήσεων

Στις δραστηριότητες παρακολούθησης της συμμόρφωσης συμπεριλαμβάνονται τόσο οι προαναγγελλόμενες, όσο και οι μη προαναγγελλόμενες δραστηριότητες.

Άρθρο 8

Ταξινόμηση του επιπέδου της συμμόρφωσης

Σκοπός των επιθεωρήσεων ασφαλείας, των ειδικών επιθεωρήσεων και των δοκιμών είναι η αξιολόγηση της εφαρμογής του εθνικού προγράμματος ασφαλείας της πολιτικής αεροπορίας, με χρήση του εναρμονισμένου συστήματος ταξινόμησης του επιπέδου της συμμόρφωσης, το οποίο καθορίζεται στο παράρτημα II.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΟΙΝΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΕΣ

Άρθρο 9

Διαθεσιμότητα επιθεωρητών

Κάθε κράτος μέλος υποχρεούται να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητα επαρκούς αριθμού επιθεωρητών για την άσκηση όλων των δραστηριοτήτων παρακολούθησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 10

Κριτήρια προσόντων για τους επιθεωρητές

1.  Κάθε κράτος μέλος οφείλει να διασφαλίζει ότι οι ελεγκτές που εκτελούν λειτουργικά καθήκοντα για λογαριασμό της αρμόδιας αρχής διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα, συμπεριλαμβανομένης της επαρκούς θεωρητικής και πρακτικής εμπειρίας στο σχετικό τομέα.

2.  Οι επιθεωρητές πρέπει να έχουν:

α) καλή γνώση του εθνικού προγράμματος ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και του τρόπου με τον οποίο αυτό εφαρμόζεται στις υπό επιθεώρηση επιχειρησιακές δραστηριότητες·

β) γνώση των αυστηρότερων μέτρων που ισχύουν στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και στον ελεγχόμενο τόπο, εφόσον αυτό χρειάζεται·

γ) καλή πρακτική γνώση των τεχνολογιών και των τεχνικών ασφάλειας·

δ) γνώση των βασικών αρχών, των διαδικασιών και των τεχνικών των επιθεωρήσεων·

ε) πρακτική γνώση των επιθεωρούμενων επιχειρησιακών δραστηριοτήτων.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 11

Αμοιβαία ανταλλαγή των βέλτιστων πρακτικών

Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να ενημερώσουν την Επιτροπή σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές για τα προγράμματα ποιοτικού ελέγχου, τις μεθοδολογίες διεξαγωγής των επιθεωρήσεων και των επιθεωρητών. Η Επιτροπή διαβιβάζει τα στοιχεία αυτά περαιτέρω στα κράτη μέλη.

Άρθρο 12

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Οργανωτική υποδομή, αρμοδιότητες και πόροι

 Αναλυτικές ρυθμίσεις για την οργάνωση του ποιοτικού ελέγχου, τις αρμοδιότητες και τους πόρους, συμπεριλαμβανομένων των σχεδιαζόμενων μελλοντικών τροποποιήσεων [βλέπε άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α)].

 Αριθμός επιθεωρητών — τρέχων και προβλεπόμενος (βλέπε άρθρο 9).

 Προσόντα των επιθεωρητών — χρησιμοποιούμενες εγκαταστάσεις κατάρτισης και εκπαίδευσης και πόροι [βλέπε άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β) και άρθρο 10].

 Παροχή διευκρινίσεων εάν για το σκέλος αυτό δεν εφαρμόζεται πλήρως το πρόγραμμα ποιοτικού ελέγχου.

Δραστηριότητες παρακολούθησης του επιχειρησιακού έργου

 Καθεστώς εφαρμογής των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων: τύποι, στόχος, περιεχόμενο, συχνότητα και επίκεντρο όλων των δραστηριοτήτων παρακολούθησης [βλέπε άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο γ)], συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των επιθεωρήσεων ανά αερολιμένα και ανά τομέα απαιτήσεων εφαρμογής των μέτρων ασφάλειας (π.χ. έλεγχος πρόσβασης, προστασία αεροσκαφών, έλεγχος ασφάλειας των παραδιδόμενων αποσκευών) εφόσον αυτό χρειάζεται και είναι δυνατόν.

 Αναλογικότητα των δραστηριοτήτων παρακολούθησης του επιχειρησιακού έργου σε συνάρτηση με τις επιτόπιες δραστηριότητες (βλέπε άρθρο 5 παράγραφος 2).

 Βαθμός τήρησης των απαιτήσεων αεροπορικής ασφάλειας (π.χ. έλεγχος της πρόσβασης, προστασία αεροσκαφών, έλεγχος ασφάλειας των παραδιδόμενων αποσκευών) (βλέπε άρθρο 8) — σε κάθε θεματικό τομέα.

 Παροχή διευκρινίσεων εάν δεν εφαρμόζονται πλήρως οι επιχειρησιακές δραστηριότητες παρακολούθησης του επιχειρησιακού έργου.

Δραστηριότητες αποκατάστασης των ελλείψεων

 Καθεστώς εφαρμογής των δραστηριοτήτων αποκατάστασης των αδυναμιών [βλέπε άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο δ)].

 Κύριοι τομείς μέριμνας στα θέματα της εφαρμογής των απαιτήσεων αεροπορικής ασφάλειας (π.χ. έλεγχος της πρόσβασης, προστασία αεροσκαφών, έλεγχος ασφάλειας των παραδιδόμενων αποσκευών).

 Κύριες δραστηριότητες που έχουν αναληφθεί ή σχεδιαστεί με στόχο την άρση των ελλείψεων (π.χ. μέτρα κατάρτισης για την ευαισθητοποίηση στα θέματα ασφάλειας, εργαστήρια, προγράμματα παροχής κινήτρων).

 Χρησιμοποιούμενα εκτελεστικά μέτρα εφαρμογής και επιβολής [βλέπε άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο ε)].

Καθεστώς αεροπορικής ασφαλείας στους αερολιμένες

 Γενικό πλαίσιο του καθεστώτος αεροπορικής ασφάλειας στους αερολιμένες του κράτους μέλους.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Σκοπός της ακόλουθης ταξινόμησης του επιπέδου της συμμόρφωσης είναι η αξιολόγηση της εφαρμογής του εθνικού προγράμματος ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας.



( 1 ) ΕΕ L 355 της 30.12.2002, σ. 1.