2002L0055 — EL — 25.01.2005 — 003.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΟΔΗΓΊΑ 2002/55/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Ιουνίου 2002

περί εμπορίας σπόρων προς σπορά κηπευτικών

(ΕΕ L 193, 20.7.2002, p.33)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

ΟΔΗΓΊΑ 2003/61/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Ιουνίου 2003

  L 165

23

3.7.2003

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 22ας Σεπτεμβρίου 2003

  L 268

1

18.10.2003

►M3

ΟΔΗΓΊΑ 2004/117/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 22ας Δεκεμβρίου 2004

  L 14

18

18.1.2005




▼B

ΟΔΗΓΊΑ 2002/55/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Ιουνίου 2002

περί εμπορίας σπόρων προς σπορά κηπευτικών



ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ίδιως το άρθρο 37,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ( 1 ),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 70/458/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 1970, περί εμπορίας σπόρων προς σπορά κηπευτικών ( 2 ), έχει επανειλημμένα τροποποιηθεί κατά τρόπο ουσιαστικό ( 3 ). Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Η παραγωγή σπόρων κηπευτικών κατέχει σημαντική θέση στην γεωργία της Κοινότητος.

(3)

Η επίτευξη ικανοποιητικών αποτελεσμάτων κατά την καλλιέργεια κηπευτικών εξαρτάται κατά ένα μεγάλο μέρος από τη χρησιμοποίηση καταλλήλων σπόρων προς σπορά.

(4)

Επιτυγχάνεται μεγαλύτερη παραγωγικότητα στην καλλιέργεια κηπευτικών της Κοινότητας από την εφαρμογή από τα κράτη μέλη ενιαίων και όσο το δυνατό αυστηρών κανόνων όσον αφορά την επιλογή ποικιλιών αποδεκτών για την εμπορία.

(5)

Αποδεικνύεται αναγκαίο να καταρτισθεί ένας κοινός κατάλογος ποικιλιών ειδών κηπευτικών. Αυτός ο κατάλογος είναι δυνατόν να καταρτισθεί μόνο βάσει εθνικών καταλόγων.

(6)

Πρέπει, ως εκ τούτου, όλα τα κράτη μέλη να καταρτίσουν έναν ή περισσότερους εθνικούς καταλόγους των ποικιλιών που είναι αποδεκτές στο έδαφός τους για πιστοποίηση, έλεγχο και εμπορία.

(7)

Οι κατάλογοι αυτοί πρέπει να καταρτίζονται σύμφωνα με ομοιόμορφους κανόνες, ώστε οι αποδεκτές ποικιλίες να είναι σαφώς διακρινόμενες, σταθερές και επαρκώς ομοιόμορφες.

(8)

Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες που θεσπίζονται σε διεθνές επίπεδο για ορισμένες διατάξεις που αφορούν την αποδοχή των ποικιλιών σε εθνικό επίπεδο.

(9)

Οι εξετάσεις για την αποδοχή ποικιλίας απαιτούν να καθορισθεί σημαντικός αριθμός ομοιομόρφων κριτηρίων και ελαχίστων απαιτήσεων εκτελέσεως.

(10)

Οι προδιαγραφές σχετικά με τη διάρκεια ισχύος μιας αποδοχής, τα αίτια της ανάκλησής της και την πραγματοποίηση της επιλογής διατηρητέων ποικιλιών πρέπει να είναι ομοιόμορφες και ότι πρέπει να προβλεφθεί αμοιβαία ενημέρωση των κρατών μελών όσον αφορά την αποδοχή και τη διαγραφή ποικιλιών.

(11)

Είναι επιθυμητό να προβλεφθούν κανόνες σχετικά με την καταλληλότητα των ονομασιών των ποικιλιών και με την πληροφόρηση μεταξύ των κρατών μελών.

(12)

Οι σπόροι ποικιλιών που είναι εγγεγραμμένοι στον κοινό κατάλογο ποικιλιών δεν πρέπει να υποβάλλονται, στο εσωτερικό της Κοινότητος, σε κανέναν περιορισμό εμπορίας ως προς την ποικιλία.

(13)

Πρέπει, επί πλέον, να παρέχεται στα κράτη μέλη το δικαίωμα να προβάλλουν αντιρρήσεις για μια ποικιλία.

(14)

Πρέπει η Επιτροπή να εξασφαλίζει τη δημοσίευση των ποικιλιών, οι οποίες περιλαμβάνονται στον κοινό κατάλογο στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σειρά C.

(15)

Πρέπει να προβλέπονται προδιαγραφές προς αναγνώριση της ισοδυναμίας των εξετάσεων και των ελέγχων ποικιλιών που πραγματοποιούνται σε τρίτες χώρες.

(16)

Λόγω της εξέλιξης της επιστήμης και της τεχνολογίας, είναι πλέον δυνατόν να αναπτυχθούν ποικιλίες μέσω γενετικής τροποποίησης. Συνεπώς, όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν εάν θα αποδεχτούν γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες κατά την έννοια της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 1990, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον ( 4 ), πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τυχόν κινδύνους που απορρέουν από τη σκόπιμη ελευθέρωσή τους στο περιβάλλον. Επιπλέον, πρέπει να θεσπισθούν όροι αποδοχής του γενετικώς τροποποιημένου αυτού υλικού.

(17)

Η εμπορία νέων τροφίμων και νέων συστατικών τροφίμων ρυθμίζεται κοινοτικώς με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 5 ). Συνεπώς είναι σκόπιμο να λάβουν τα κράτη μέλη υπόψιν και τους τυχόν κινδύνους υγείας εκ των τροφίμων όταν αποφασίζουν την αποδοχή ποικιλιών. Επίσης πρέπει να ορισθούν οι όροι αποδοχής αυτών των ποικιλιών.

(18)

Λόγω της εξέλιξης της επιστήμης και της τεχνολογίας, πρέπει να θεσπισθούν κανόνες σχετικά με την αποδοχή ποικιλιών των οποίων οι σπόροι και τα φυτά έχουν υποστεί χημική επεξεργασία.

(19)

Κατά γενικό κανόνα, οι σπόροι κηπευτικών δεν είναι δυνατόν να τεθούν σε εμπορία εκτός αν, σύμφωνα με τους κανόνες πιστοποιήσεως, οι σπόροι αυτοί έχουν εξετασθεί επίσημα και έχουν πιστοποιηθεί ως βασικοί σπόροι ή πιστοποιημένοι σπόροι. Υπό ορισμένες ειδικούς όρους, πρέπει να καταστεί δυνατή η εμπορία ποικιλιών σπόρων επιλογής γενεών προγενεστέρων των βασικών σπόρων καθώς και των ακατέργαστων σπόρων.

(20)

Για ορισμένα είδη κηπευτικών, θα ήταν αδύνατο να περιορισθεί η εμπορία στους πιστοποιημένους σπόρους. Πρέπει, ως εκ τούτου να επιτρέπεται η εμπορία ελεγμένων τυποποιημένων σπόρων, οι οποίοι πρέπει επίσης να κατέχουν τα χαρακτηριστικά της ταυτότητας και της καθαρότητας της ποικιλίας, τα οποία όμως υποβάλλονται μόνο σε επίσημο έλεγχο εκ των υστέρων που πραγματοποιείται στην καλλιέργεια δειγματοληπτικά.

(21)

Για να βελτιωθεί η ποιότητα των σπόρων κηπευτικών εντός της Κοινότητος, πρέπει να προβλεφθούν ορισμένες προϋποθέσεις όσον αφορά την ειδική ελάχιστη καθαρότητα και τη βλαστική ικανότητα.

(22)

Προς επιβεβαίωση της ταυτότητας των σπόρων, θα πρέπει να θεσπιστούν κοινοτικοί κανόνες ως προς τη συσκευασία, τη δειγματοληψία, τη σφράγιση και τη σήμανση. Πρέπει να προβλεφθούν επίσης επίσημοι έλεγχοι εκ των προτέρων των πιστοποιημένων σπόρων και να καθορισθούν οι υποχρεώσεις που πρέπει να εκπληρώνει ο υπεύθυνος της εμπορίας τυποποιημένων σπόρων και των πιστοποιημένων σπόρων που προσφέρονται σε μικρές συσκευασίες.

(23)

Πρέπει να θεσπισθούν κανόνες σχετικά με την εμπορία σπόρων οι οποίοι έχουν υποστεί χημική επεξεργασία και σπόρων κατάλληλων για βιολογικές καλλιέργειες καθώς και κανόνες σχετικά με τη διατήρηση των φυτικών γενετικών πόρων, που θα καταστήσουν δυνατή τη διαφύλαξη, με επιτόπου χρησιμοποίηση, ποικιλιών που απειλούνται από γενετική διάβρωση.

(24)

Πρέπει να επιτραπεί, υπό ορισμένους όρους, η χρήση παρεκκλίσεων, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 14 της συνθήκης. Τα κράτη μέλη που κάνουν χρήση των παρεκκλίσεων αυτών οφείλουν να συνεργάζονται από διοικητική άποψη όσον αφορά τον έλεγχο.

(25)

Για να εξασφαλισθεί, κατά την εμπορία των σπόρων, η τήρηση τόσο των σχετικών με την ποιότητα προϋποθέσεων όσο και των διατάξεων προς επιβεβαίωση της ταυτότητάς τους, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν τις κατάλληλες διατάξεις ελέγχου.

(26)

Οι σπόροι που πληρούν τους όρους αυτούς πρέπει να υπόκεινται, με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 30 της συνθήκης, μόνο στους περιορισμούς εμπορίας που προβλέπονται από τους κοινοτικούς κανόνες.

(27)

Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σπόροι πολλαπλασιασθέντες σε μια άλλη χώρα από βασικούς σπόρους πιστοποιημένους σε κράτος μέλος πρέπει να πιστοποιούνται όπως οι σπόροι που πολλαπλασιάσθηκαν σ' αυτό το κράτος μέλος.

(28)

Πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι συλλεγέντες σε τρίτες χώρες σπόροι κηπευτικών μπορούν να τίθενται σε εμπορία εντός της Κοινότητας μόνον αν παρέχουν τις ίδιες εγγυήσεις τις οποίες παρέχουν οι σπόροι οι οποίοι πιστοποιούνται επίσημα ή τίθενται σε εμπορία εντός της Κοινότητος, ως τυποποιημένοι σπόροι και είναι σύμφωνοι με τους κοινοτικούς κανόνες.

(29)

Για τις περιόδους κατά τις οποίες ο ανεφοδιασμός με πιστοποιημένους σπόρους διαφόρων κατηγοριών ή με τυποποιημένους σπόρους, αντιμετωπίζει δυσκολίες, πρέπει να γίνονται αποδεκτοί σπόροι που υπάγονται σε κατηγορία για την οποία ισχύουν λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις, καθώς και σπόροι ποικιλιών μη περιλαμβανομένων στον κοινό κατάλογο ποικιλιών ή στον εθνικό κατάλογο ποικιλιών.

(30)

Για να εναρμονισθούν οι τεχνικές μέθοδοι πιστοποιήσεως και ελέγχου που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη και για να εξασφαλισθούν δυνατότητες συγκρίσεως μεταξύ σπόρων πιστοποιημένων στο εσωτερικό της Κοινότητος και σπόρων προερχομένων από τρίτες χώρες, ενδείκνυται να δημιουργηθούν στα κράτη μέλη κοινοτικές συγκριτικές δοκιμές, για να καθίσταται δυνατός ο ετήσιος έλεγχος εκ των υστέρων των σπόρων ορισμένων ποικιλιών της κατηγορίας «βασικοί σπόροι» και των σπόρων των κατηγοριών «πιστοποιημένοι σπόροι» και «τυποποιημένοι σπόροι».

(31)

Πρέπει να μην εφαρμόζονται οι κοινοτικοί κανόνες στους σπόρους για τους οποίους έχει αποδειχθεί ότι προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες.

(32)

Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένα είδη δυνάμενα να είναι συγχρόνως κηπευτικά, κτηνοτροφικά ή ελαιούχα φυτά. Αν, εν τούτοις, στο έδαφος κράτους μέλους δεν υφίσταται συνήθως αναπαραγωγή και εμπορία σπόρων ορισμένων ειδών, πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα να απαλλάσσεται το κράτος αυτό από την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας ως προς τα εν λόγω είδη.

(33)

Είναι επιθυμητό να οργανωθούν προσωρινά πειράματα με σκοπό την αναζήτηση βελτιωμένων εναλλακτικών λύσεων για ορισμένες διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

(34)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή ( 6 ).

(35)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα VI μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:



Άρθρο 1

Η παρούσα οδηγία αφορά την παραγωγή με σκοπό την εμπορία και την εμπορία σπόρων κηπευτικών μέσα στην Κοινότητα.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους σπόρους κηπευτικών οι οποίοι είναι αποδεδειγμένο ότι προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες.

Άρθρο 2

1.  Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως:

α)

Εμπορία :

η πώληση, η κατοχή προς πώληση, η προσφορά προς πώληση και κάθε διάθεση, προμήθεια ή μεταβίβαση σπόρων σε τρίτους, δωρεάν ή επ' ανταλλάγματι, με σκοπό την εμπορική εκμετάλλευση.

Δεν θεωρείται εμπορία το εμπόριο σπόρων που δεν προορίζονται για εμπορική εκμετάλλευση της ποικιλίας, όπως στις ακόλουθες δραστηριότητες:

 η προμήθεια σπόρων σε επίσημες υπηρεσίες δοκιμών και επιθεωρήσεων,

 η προμήθεια σπόρων σε παρόχους υπηρεσιών για μεταποίηση ή συσκευασία, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πάροχοι δεν αποκτούν κυριότητα των συγκεκριμένων σπόρων.

Η προμήθεια σπόρων υπό όρους σε παρόχους υπηρεσιών για την παραγωγή ορισμένων γεωργικών πρώτων υλών βιομηχανικής χρήσης, ή ο πολλαπλασιασμός σπόρων για το σκοπό αυτό, δεν θεωρείται εμπορία όταν ο παρέχων υπηρεσία δεν αποκτά τίτλο επί των παρεχομένων σπόρων ή επί του προϊόντος της συγκομιδής. Ο προμηθευτής σπόρων υποβάλλει στην αρχή πιστοποίησης αντίγραφο των οικείων τμημάτων που συμβολαίου με τον παρέχοντα υπηρεσίες, περιλαμβανομένων των προδιαγραφών και των όρων που τηρούν οι σπόροι.

Οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

β)

Κηπευτικά :

φυτά των κάτωθι ειδών που προορίζονται για γεωργική ή κηπευτική παραγωγή, εκτός από καλλωπιστική χρήση:



Allium cepa L.

Κρόμμυο

Allium porrum L.

Πράσσο

Anthriscus cerefolium (L.) Hoffm.

Ανθρίσκος ή χαιρέφυλλο

Apium graveolens L.

Σέλινο

Asparagus officinalis L.

Σπαράγγι

Beta vulgaris L. var. vulgaris

Σέσκουλο

Beta vulgaris L. var. conditiva Alef.

Κοκκινογούλι

Brassica oleracea L. convar. acephala (DC) Alef. var. sabellica L.

Κράμβη η ουλόφυλλος

Brassica oleracea L. convar. botrytis (L.) Alef. var. botrytis L.

Κουνουπίδι

Brassica oleracea L. convar. botrytis (L.) Alef. var. cymosa Duch.

Μπρόκολο

Brassica oleracea L. convar, oleracea var. gemmifera DC.

Λάχανο Βρυξελλών

Brassica oleracea L. convar. capitata (L.) Alet. var. sabauda L.

Κράμβη του Μιλάνου

Brassica oleracea L. convar. capitata (L.) Alef. var. alba DC.

Κράμβη κεφαλωτή

Brassica oleracea L. convar. capitata (L.) Alet. var. rubra DC.

Κόκκινο λάχανο

Brassica oleracea L. convar. acephala (DC.) Alef. var. gongytodes L.

Ραφανοκράμβη

Brassica pekinensis (Lour.) Rupr.

Κινέζικο λάχανο

Brassica rapa L. var. rapa

Γογγυλοκράμβη ανοίξεως, Γογγυλοκράμβη φθινοπώρου

Capsicum annuum L.

Πιπεριά Μεγαλόκαρπος πιπεριά

Cichorium endivia L.

Αντίδι Κατσαρό, Αντίδι Άγριο

Cichorium intybus L. (partim)

ραδίκι-witloof, ευρύφυλλο ραδίκι (ιταλικό ραδίκι), κιχώριο για βιομηχανικές χρήσεις

Citrullus lanatus (Thunb.) Matsum. et Nakai

Καρπούζι

Cucumis melo L.

Πεπόνι

Cucumis sativus L.

Αγγούρι

Cucurbita maxima Duchesne

Κολοκύνθη

Cucurbita pepo L.

Κολοκύθι

Cynara cardunculus L.

Κάρδος

Daucus carota L.

Καρότον

Foeniculum vulgare Miller

Μάραθον

Lactuca sativa L.

Μαρούλι

Lycopersicon lycopersicum (L.) Karsten ex Farw.

Ντομάτα

Petroselinum crispum (Miller) Nyman ex A. W. Hill

Μαϊνδανός

Phaseolus coccineus L.

Φασίολος ο Ισπανικός

Phaseolus vulgaris L.

Φασίολος ο Κοινός

Pisum sativum L. (partim)

Μπιζέλι εξαιρέσει των μπιζελιών για ζωοτροφές

Raphanus sativus L.

Ρεπάνι

Scorzonera hispanica L.

Σκορτσονέρα η Ισπανική

Solanum melongena L.

Μελιτζάνα

Spinacia oleracea L.

Σπανάκι

Valerianella locusta (L.) Laterr.

Σμύρνιον

Vicia faba L. (partim)

Κουκιά

γ)

Βασικοί σπόροι :

οι σπόροι

i) που έχουν παραχθεί, υπ' ευθύνη του δημιουργού ή του υπευθύνου για τη διατήρηση της ποικιλίας, σύμφωνα με τους κανόνες επιλογής όσον αφορά την ποικιλία,

ii) που προορίζονται για την παραγωγή σπόρων της κατηγορίας «πιστοποιημένοι σπόροι»,

iii) που ανταποκρίνονται, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 22, στις προβλεπόμενες στα παραρτήματα I και II προϋποθέσεις για τους «βασικούς σπόρους»,

▼M3

iv) για τους οποίους έχει διαπιστωθεί με επίσημη εξέταση ή, στην περίπτωση των όρων που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, είτε με επίσημη εξέταση είτε με εξέταση που διενεργήθηκε υπό επίσημη εποπτεία, ότι πληρούν τους όρους που ορίζονται στα σημεία i), ii) και iii).

▼B

δ)

Πιστοποιημένοι σπόροι :

οι σπόροι:

i) που προέρχονται απευθείας από βασικούς σπόρους ή, κατόπιν αιτήσεως του δημιουργού, από σπόρους γενεάς προγενεστέρας των βασικών σπόρων, οι οποίοι μπορούν να πληρούν και πληρούν, κατά την επίσημη εξέταση, τις προβλεπόμενες στα παραρτήματα I ή II προϋποθέσεις για τους βασικούς σπόρους,

ii) που προορίζονται κυρίως για την παραγωγή κηπευτικών,

iii) που πληρούν, με την επιφύλαξη του άρθρου 22 στοιχείο β) τις προβλεπόμενες στα παραρτήματα I ή II προϋποθέσεις για τους πιστοποιημένους σπόρους,

▼M3

iv) για τους οποίους έχει διαπιστωθεί με επίσημη εξέταση ή με εξέταση που διενεργήθηκε υπό επίσημη εποπτεία ότι πληρούν τους όρους που ορίζονται στα σημεία i), ii) και iii),

▼B

v) που υποβάλλονται σε επίσημο έλεγχο εκ των υστέρων, που πραγματοποιείται με δειγματοληψία, για τον έλεγχο της ταυτότητας και της καθαρότητας της ποικιλίας.

ε)

Τυποποιημένοι σπόροι :

οι σπόροι

i) που κατέχουν επαρκώς την ταυτότητα και την καθαρότητα της ποικιλίας,

ii) που προορίζονται κυρίως για την παραγωγή κηπευτικών,

iii) που πληρούν τους όρους του παραρτήματος II,

iv) που υποβάλλονται σε επίσημο μετέλεγχο, με δειγματοληψία, για τον έλεγχο της ταυτότητας και της καθαρότητας της ποικιλίας.

στ)

Επίσημες διατάξεις :

οι διατάξεις που θεσπίζονται

i) από τις αρχές του κράτους, ή

ii) υπό την ευθύνη του κράτους, από νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ή

iii) για βοηθητική δραστηριότητα επίσης υπό τον έλεγχο του κράτους, από ορκωτά πρόσωπα,

υπό τον όρο ότι τα αναφερόμενα στα στοιχεία ii) και iii) πρόσωπα δεν αποκομίζουν ιδιαίτερο όφελος από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.

ζ)

Μικρές συσκευασίες ΕΚ :

οι συσκευασίες που περιέχουν σπόρους καθαρού βάρους κατ' ανώτατο όριο:

i) 5 χιλιογράμμων για τα όσπρια,

ii) 500 γραμμαρίων για τα κρόμμυα, ανθρίσκο, σπαράγγια, σέσκουλα, κοκκινογούλια, γογγυλοκράβη ανοίξεως, γογγυλοκράβη φθινοπώρου, καρπούζια, κολοκύνθη, κολοκύθια, καρότα, ρεπάνια, σκορτσονέρες, σπανάκια, λυκοτρίβολο,

iii) 100 γραμμαρίων για όλα τα άλλα είδη κηπευτικών.

2.  Οι τροποποιήσεις που πραγματοποιούνται στον κατάλογο των ειδών που περιλαμβάνεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

3.  Οι διάφοροι τύποι ποικιλιών, συμπεριλαμβανομένων των γονέων, μπορούν να καθορίζονται και να προσδιορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

▼M3

4.  Όταν διενεργείται η εξέταση υπό επίσημη εποπτεία που ορίζεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) σημείο iv) και στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) σημείο iv), πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

A. Επιτόπια επιθεώρηση

α) Οι επιθεωρητές πρέπει:

i) να έχουν τα απαραίτητα τεχνικά προσόντα·

ii) να μην αποκομίζουν προσωπικό όφελος από τη διενέργεια των επιθεωρήσεων·

iii) να έχουν λάβει επίσημη άδεια από την αρχή πιστοποίησης σπόρων προς σπορά του οικείου κράτους μέλους και η άδεια αυτή να περιλαμβάνει είτε την ορκωμοσία των επιθεωρητών είτε την υπογραφή, εκ μέρους των επιθεωρητών, μιας γραπτής δήλωσης δέσμευσης προς τους κανόνες που διέπουν τις επίσημες εξετάσεις·

iv) να διενεργούν τις επιθεωρήσεις υπό επίσημη εποπτεία σύμφωνα με τους κανόνες που εφαρμόζονται στις επίσημες επιθεωρήσεις.

β) Η προς επιθεώρηση καλλιέργεια σπόρων προς σπορά πρέπει να προέρχεται από σπόρους που έχουν υποβληθεί σε επίσημο έλεγχο εκ των υστέρων, τα αποτελέσματα του οποίου ήταν ικανοποιητικά.

γ) Ένα ποσοστό των καλλιεργειών σπόρων προς σπορά πρέπει να ελέγχεται από επίσημους επιθεωρητές. Το ποσοστό αυτό πρέπει να είναι τουλάχιστον 5 %.

δ) Ένα ποσοστό των δειγμάτων από τις παρτίδες των σπόρων που συγκομίζονται από τις καλλιέργειες σπόρων προς σπορά λαμβάνεται για επίσημο έλεγχο εκ των υστέρων και, κατά περίπτωση, για επίσημη εργαστηριακή δοκιμή των σπόρων προς σπορά όσον αφορά την ταυτοποίηση της ποικιλίας και την καθαρότητα.

ε) Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες περί κυρώσεων που επιβάλλονται στις παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και οι οποίες διέπουν την εξέταση υπό επίσημη εποπτεία. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Οι κυρώσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την ανάκληση της άδειας που προβλέπεται στο στοιχείο α) σημείο iii) από τους επιθεωρητές που κατέχουν επίσημη άδεια και για τους οποίους διαπιστώνεται ότι διέπραξαν, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση των κανόνων που διέπουν τις επίσημες εξετάσεις. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η τυχόν πιστοποίηση του εξεταζόμενου σπόρου προς σπορά ακυρώνεται στην περίπτωση τέτοιας παράβασης, εκτός αν μπορεί να αποδειχθεί ότι ο εν λόγω σπόρος εξακολουθεί να πληροί όλες τις σχετικές απαιτήσεις.

B. Δοκιμή σπόρων προς σπορά

α) Η δοκιμή σπόρων προς σπορά διενεργείται από εργαστήρια δοκιμών σπόρων προς σπορά, τα οποία έχουν εγκριθεί για το σκοπό αυτό από την αρχή πιστοποίησης σπόρων προς σπορά του οικείου κράτους μέλους υπό τους όρους των στοιχείων β) έως δ).

β) Το εργαστήριο δοκιμής σπόρων διαθέτει υπεύθυνο αναλυτή σπόρων προς σπορά, ο οποίος φέρει την άμεση ευθύνη για τις τεχνικές δραστηριότητες του εργαστηρίου και διαθέτει τα αναγκαία προσόντα για την τεχνική διαχείριση τον εργαστηρίου δοκιμής σπόρων προς σπορά.

Οι αναλυτές σπόρων προς σπορά του εργαστηρίου διαθέτουν τα αναγκαία τεχνικά προσόντα που αποκτώνται στο πλαίσιο εκπαιδευτικών μαθημάτων που διοργανώνονται υπό τους όρους που εφαρμόζονται σε επίσημους αναλυτές σπόρων προς σπορά και επιβεβαιώνονται με επίσημες εξετάσεις.

Το εργαστήριο πρέπει να διαθέτει εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, ο οποίος θεωρείται επισήμως από την αρμόδια αρχή πιστοποίησης σπόρων προς σπορά ότι είναι ικανοποιητικός για τους σκοπούς δοκιμής σπόρων προς σπορά, στο πλαίσιο της έγκρισης.

Πρέπει να διενεργεί δοκιμή σπόρων προς σπορά σύμφωνα με τις ισχύουσες διεθνείς μεθόδους.

γ) Το εργαστήριο δοκιμής σπόρων προς σπορά είναι:

i) ανεξάρτητο εργαστήριο,

ή

ii) εργαστήριο που ανήκει σε επιχείρηση σπόρων προς σπορά.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο σημείο ii), το εργαστήριο μπορεί να διενεργεί τη δοκιμή σπόρων προς σπορά μόνο σε παρτίδες σπόρων προς σπορά που έχουν παραχθεί για λογαριασμό της επιχείρησης σπόρων προς σπορά στην οποία ανήκει, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί άλλως μεταξύ της επιχείρησης σπόρων προς σπορά στην οποία ανήκει, του αιτούντος την πιστοποίηση και της αρχής πιστοποίησης σπόρων προς σπορά.

δ) Η δραστηριότητα του εργαστηρίου όσον αφορά τη δοκιμή σπόρων προς σπορά υπόκειται στην κατάλληλη εποπτεία από την αρχή πιστοποίησης σπόρων προς σπορά.

ε) Για τους σκοπούς της εποπτείας που αναφέρεται στο στοιχείο δ), ένα ποσοστό των παρτίδων σπόρων προς σπορά που κατατίθενται για επίσημη πιστοποίηση υποβάλλεται σε δοκιμή ελέγχου με επίσημη δοκιμή των σπόρων προς σπορά. Το ποσοστό αυτό καλύπτει καταρχήν όσον το δυνατόν περισσότερο ομοιόμορφα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που καταθέτουν σπόρους προς σπορά για πιστοποίηση, καθώς και τα κατατιθέμενα είδη σπόρων, αλλά μπορεί επίσης να προσανατολίζεται στην εξάλειψη συγκεκριμένων αμφιβολιών. Το ποσοστό αυτό πρέπει να είναι τουλάχιστον 5 %.

στ) Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες περί κυρώσεων που επιβάλλονται στις παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και οι οποίες διέπουν την εξέταση υπό επίσημη εποπτεία. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Οι κυρώσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την ανάκληση της άδειας που προβλέπεται στο στοιχείο α) από τα εργαστήρια δοκιμής σπόρων προς σπορά που κατέχουν επίσημη άδεια και για τα οποία διαπιστώνεται ότι διέπραξαν, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση των κανόνων που διέπουν τις επίσημες εξετάσεις. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η τυχόν πιστοποίηση του εξεταζόμενου σπόρου προς σπορά ακυρώνεται στην περίπτωση τέτοιας παράβασης εκτός αν μπορεί να αποδειχθεί ότι ο εν λόγω σπόρος εξακολουθεί να πληροί όλες τις σχετικές απαιτήσεις.

▼B

Άρθρο 3

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι σπόροι κηπευτικών είναι δυνατόν να πιστοποιούνται, να ελέγχονται ως τυποποιημένοι σπόροι και να τίθενται σε εμπορία, μόνο αν η ποικιλία τους είναι επίσημα αποδεκτή σε ένα τουλάχιστον κράτος μέλος.

2.  Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει έναν ή περισσοτέρους καταλόγους ποικιλιών που είναι επίσημα αποδεκτοί για την πιστοποίηση, τον ελέγχο ως τυποποιημένων σπόρων και την εμπορία εντός του εδάφους τους. Οι κατάλογοι υποδιαιρούνται:

α) σύμφωνα με τις ποικιλίες, των οποίων οι σπόροι είναι δυνατόν είτε να πιστοποιούνται ως «βασικοί σπόροι»ή «σπόροι πιστοποιημένοι» είτε να ελέχονται ως τυποποιημένοι σπόροι, και

β) σύμφωνα με τις ποικιλίες, των οποίων οι σπόροι μπορούν να ελέγχονται μόνο ως τυποποιημένοι σπόροι.

Κάθε άτομο μπορεί να συμβουλεύεται τους καταλόγους.

3.  Καταρτίζεται κοινός κατάλογος ποικιλιών ειδών κηπευτικών βάσει των εθνικών καταλόγων των κρατών μελών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 17.

4.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η εγγραφή κοικιλίας στον κοινό κατάλογο ή στον κατάλογο άλλου κράτους μέλους είναι ισοδύναμη με την αποδοχή στον κατάλογό τους. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7, στο άρθρο 9 παράγραφος 4 και στο άρθρο 10 παράγραφοι 2 έως 5.

Άρθρο 4

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ποικιλία να είναι αποδεκτή μόνο αν είναι σαφώς διακρινόμενη, σταθερή και επαρκώς ομοιόμορφη.

Στην περίπτωση του κιχωρίου για βιομηχανικές χρήσεις, η ποικιλία πρέπει να έχει ικανοποιητική αξία όσον αφορά την καλλιέργεια ή τη χρήση.

2.  Οι γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ γίνονται αποδεκτές μόνον εάν είναι ασφαλείς για την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον, κατόπιν λήψεως όλων των καταλλήλων μέτρων.

▼M2

3.  Περαιτέρω, όταν ένα υλικό που προέρχεται από μια φυτική ποικιλία προορίζεται για χρήση σε τρόφιμα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 ή σε ζωοτροφές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 15 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και τις γενετικώς τροποποιημένες ζωοτροφές ( 7 ), η ποικιλία γίνεται αποδεκτή μόνον εάν έχει εγκριθεί σύμφωνα με τον ανωτέρω κανονισμό.

▼B

4.  Χάριν διαφύλαξης των φυτικών γενετικών πόρων σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη δύνανται να παρεκκλίνουν των κριτηρίων αποδοχής που ορίζονται στην παράγραφο 1, εφόσον καθοριστούν ειδικοί όροι σύμφωνα με τη διαδικασία την αναφερομένη στο άρθρο 46 παράγραφος 2 και λαμβανομένων υπόψη των προδιαγραφών του άρθρου 44 παράγραφος 3.

Άρθρο 5

1.  Μια ποικιλία ξεχωρίζει, ανεξάρτητα από την προέλευσή της, τεχνητή ή φυσική, από την αρχική ποικιλία από την οποία δημιουργήθηκε, εάν διακρίνεται εμφανώς λόγω ενός ή περισσοτέρων σημαντικών χαρακτηριστικών από κάθε άλλη ποικιλία γνωστή στην Κοινότητα.

Τα χαρακτηριστικά πρέπει να είναι δυνατόν να αναγνωρίζονται και να περιγράφονται ακριβώς.

Ποικιλία γνωστή στην Κοινότητα είναι κάθε ποικιλία η οποία, κατά τη στιγμή που υποβάλλεται δεόντως η αίτηση περί αποδοχής της ποικιλίας που πρόκειται να κριθεί:

 είτε περιλαμβάνεται στον κοινό κατάλογο των ποικιλιών των κηπευτικών ειδών ή στον κατάλογο των ποικιλιών των ειδών γεωργικών φυτών προς φύτευση,

 είτε, χωρίς να περιλαμβάνεται σε έναν από τους εν λόγω καταλόγους, γίνεται αποδεκτή ή αποτελεί αντικείμενο αιτήσεως αποδοχής, στο εν λόγω κράτος μέλος ή σε άλλο κράτος μέλος, είτε για πιστοποίηση και για θέση σε εμπορία, είτε για πιστοποίηση σε άλλες χώρες, είτε για έλεγχο ως τύπος σπόρων προς σπορά,

εκτός αν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις δεν πληρούνται σε όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη πριν από την απόφαση επί της αιτήσεως περί αποδοχής της υπό κρίση ποικιλίας.

2.  Μία ποικιλία θεωρείται σταθερή αν μετά τις διαδοχικές αναπαραγωγές ή πολλαπλασιασμούς της ή στο τέλος κάθε κύκλου, όταν ο δημιουργός έχει προσδιορίσει ιδιαίτερο κύκλο αναπαραγωγών ή πολλαπλασιασμών, διατηρεί τα αρχικά βασικά χαρακτηριστικά της.

3.  Μία ποικιλία θεωρείται επαρκώς ομοιόμορφη αν τα φυτά που την αποτελούν — εκτός σπανίων ανωμαλιών — είναι όμοια, λαμβανομένων υπόψη των ιδιομορφιών του συστήματος αναπαραγωγής των φυτών, ή γενετικώς όμοια για το σύνολο των χαρακτήρων που λαμβάνονται υπόψη για το σκοπό αυτό.

Άρθρο 6

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ποικιλίες που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη να υπόκεινται, κυρίως όσον αφορά τη διαδικασία αποδοχής, στους ίδιους όρους με εκείνους οι οποίοι εφαρμόζονται στις εθνικές ποικιλίες.

Άρθρο 7

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι η αποδοχή ποικιλιών είναι το αποτέλεσμα επισήμων εξετάσεων που γίνονται ιδίως κατά την καλλιέργεια και αναφέρονται σε επαρκή αριθμό χαρακτήρων ώστε να καθίσταται δυνατή η περιγραφή της ποικιλίας. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τη διαπίστωση των χαρακτήρων πρέπει να είναι ακριβείς και αξιόπιστες. Για να υπάρξει διάκριση, οι εξετάσεις καλλιεργείας περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις διαθέσιμες συγκρινόμενες ποικιλίες, που είναι γνωστές στην Κοινότητα κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1. Για την εφαρμογή του άρθρου 9, περιλαμβάνονται άλλες διαθέσιμες συγκρινόμενες ποικιλίες. Στην περίπτωση ποικιλιών των οποίων οι σπόροι δύνανται να ελέγχονται μόνο ως τυποποιημένοι σπόροι είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα μη επισήμων εξετάσεων και οι πρακτικές πληροφορίες που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας ανάλογα με τα αποτελέσματα επίσημης εξέτασης.

Εξάλλου, μπορεί να καθορίζεται, κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, ότι από δεδομένες ημερομηνίες, οι ποικιλίες ορισμένων ειδών κηπευτικών γίνονται πλέον αποδεκτές, μόνον βάσει επισήμων εξετάσεων.

2.  Κατά την αναφερόμενη στο άρθρο 46 παράγραφος 2 διαδικασία καθορίζονται, λαμβανομένων υπόψη των συγχρόνων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων:

α) τα χαρακτηριστικά που πρέπει, τουλάχιστον, να αφορούν οι εξετάσεις για τα διάφορα είδη·

β) οι ελάχιστες προϋποθέσεις που αφορούν την εκτέλεση των εξετάσεων.

3.  Όταν η εξέταση των γενεαλογικών συνθετικών είναι αναγκαία στη μελέτη των υβριδίων και συνθετικών ποικιλιών, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα αποτελέσματα της εξετάσεως αυτής και η περιγραφή των γενεαλογικών συνθετικών να τηρούνται εμπιστευτικά, εφ' όσον ήθελε ζητηθεί τούτο από τον δημιουργό.

4.  

α) Στην περίπτωση γενετικώς τροποποιημένης ποικιλίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4, διενεργείται εκτίμηση του περιβαλλοντικού κινδύνου όμοια με εκείνη που ορίζεται στην οδηγία 90/220/ΕΟΚ.

β) Οι διαδικασίες που εξασφαλίζουν ότι η εκτίμηση του περιβαλλοντικού κινδύνου και τα λοιπά σχετικά στοιχεία είναι ισοδύναμα με εκείνη που ορίζεται στην οδηγία 90/220/ΕΟΚ θεσπίζονται, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, με κανονισμό του Συμβουλίου που βασίζεται στην κατάλληλη νομική βάση της συνθήκης. Μέχρις ότου αρχίσει να ισχύει ο παρών κανονισμός, οι γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες θα γίνονται δεκτές προς υπαγωγή σε εθνικό κατάλογο μόνον αφού θα έχουν εγκριθεί για την εμπορία σύμφωνα με την οδηγία 90/220/ΕΟΚ.

γ) Τα άρθρα 11 έως 18 της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ δεν ισχύουν πλέον για τις γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες όταν τεθεί σε ισχύ ο κανονισμός που αναφέρεται στο παραπάνω στοιχείο β).

δ) Οι τεχνικές και επιστημονικές λεπτομέρειες για τη διενέργεια της εκτίμησης του περιβαλλοντικού κινδύνου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

▼M2

5.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι μια ποικιλία που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί σε τρόφιμα ή ζωοτροφές όπως ορίζονται στα άρθρα 2 και 3 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό των διαδικασιών σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων ( 8 ), είναι αποδεκτή μόνον εάν έχει εγκριθεί δυνάμει της σχετικής νομοθεσίας.

▼B

Άρθρο 8

Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι ο αιτών, κατά την υποβολή της αιτήσεως αποδοχής ποικιλίας, πρέπει να αναφέρει αν η ποικιλία αυτή απετέλεσε ήδη αντικείμενο αιτήσεως σε άλλο κράτος μέλος, για ποιο κράτος μέλος πρόκειται και το αποτέλεσμα της αιτήσεως αυτής.

Άρθρο 9

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να δημοσιευθεί επίσημα ο κατάλογος των αποδεκτών ποικιλιών στο έδαφός τους και, εφόσον απαιτείται επιλογή διατηρητέων ποικιλιών, το όνομα του ή των υπευθύνων της επιλογής στη χώρα τους. Όταν πολλά πρόσωπα είναι υπεύθυνα για την επιλογή μιας ποικιλίας, η δημοσίευση του ονόματός τους δεν είναι απαραίτητη. Στην περίπτωση που δεν έχει γίνει δημοσίευση, ο κατάλογος αναφέρει την υπηρεσία η οποία διαθέτει τον κατάλογο των ονομάτων των υπευθύνων για την επιλογή.

2.  Κατά την αποδοχή μιας ποικιλίας, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ποικιλία αυτή να φέρει, εφ' όσον είναι δυνατόν, την ίδια ονομασία στα άλλα κράτη μέλη.

Αν είναι γνωστό ότι σπόροι ή φυτά μιας ποικιλίας τίθενται σε εμπορία σε άλλη χώρα με διαφορετική ονομασία, η ονομασία αυτή αναφέρεται επίσης στον κατάλογο.

Στην περίπτωση των ποικιλιών που προέρχονται από ποικιλίες των οποίων η επίσημη αποδοχή έχει καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 3, δεύτερο και τρίτο εδάφιο και οι οποίες έγιναν αποδεκτές σε ένα ή περιοσσότερα κράτη μέλη κατ' εφαρμογή των επίσημων μέτρων που αναφέρονται στη διάταξη αυτή, μπορεί να αποφασιστεί σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, ότι όλα τα κράτη μέλη που αποφάσισαν την αποδοχή αυτή εξασφαλίζουν ότι οι ποικιλίες αυτές φέρουν ονόματα που καθορίζονται με την ίδια διαδικασία και σύμφωνα με τις προαναφερόμενες αρχές.

3.  Τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες πληροφορίες, μεριμνούν εξ άλλου ώστε μια ποικιλία που δεν διακρίνεται εμφανώς:

 από ποικιλία αποδεκτή προηγουμένως στο εν λόγω κράτος μέλος ή σε άλλο κράτος μέλος ή

 από άλλη ποικιλία για την οποία έχει ληφθεί απόφαση όσον αφορά τη διάκριση, τη σταθερότητα και την ομοιογένεια σύμφωνα με τους κανόνες που αντιστοιχούν σ' αυτούς της παρούσας οδηγίας, χωρίς εν τούτοις να είναι ποικιλία γνωστή στην Κοινότητα κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1,

να φέρει την ονομασία αυτής της ποικιλίας. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται αν η εν λόγω ονομασία είναι ικανή να παραπλανήσει ή να δημιουργήσει σύγχυση, όσον αφορά την ποικιλία, ή αν άλλα γεγονότα, δυνάμει του συνόλου των διατάξεων του ενδιαφερομένου κράτους μέλους που διέπουν τις ονομασίες των ποικιλιών, αντιτίθενται στη χρησιμοποίησή της, ή αν το δικαίωμα τρίτων εμποδίζει την ελεύθερη χρησιμοποίηση αυτής της ονομασίας σε σχέση με την ποικιλία.

4.  Τα κράτη μέλη καταρτίζουν για κάθε αποδεκτή ποικιλία φάκελο, που περιλαμβάνει περιγραφή της ποικιλίας και σαφή περίληψη όλων των στοιχείων στα οποία βασίζεται η αποδοχή. Η περιγραφή των ποικιλιών αναφέρεται στα φυτά τα οποία προέρχονται άμεσα από σπόρους της κατηγορίας «πιστοποιημένοι σπόροι» ή της κατηγορίας «τυποποιημένοι σπόροι».

5.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες οι οποίες έχουν γίνει αποδεκτές αναφέρονται σαφώς με την ιδιότητα αυτή στον κατάλογο των ποικιλιών. Επιπλέον, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οιοσποδήποτε εμπορεύεται παρόμοιες ποικιλίες αναφέρει σαφώς στον κατάλογο πωλήσεων ότι η ποικιλία αυτή είναι γενετικώς τροποποιημένη.

6.  Όσον αφορά την καταλληλότητα της ονομασίας μιας ποικιλίας εφαρμόζεται το άρθρο 63 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2100/94 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1994, για τα κοινοτικά δικαιώματα επί φυτικών ποικιλιών ( 9 ).

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής ως προς την καταλληλότητα της ονομασίας ποικιλιών δύνανται να θεσπισθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 10

1.  Κάθε αίτηση ή ανάκληση της αιτήσεως περί αποδοχής μιας ποικιλίας, κάθε εγγραφή σε κατάλογο ποικιλιών, καθώς και οι διάφορες τροποποιήσεις αυτού κοινοποιούνται αμέσως στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή, για κάθε νέα αποδεκτή ποικιλία, σύντομη περιγραφή των χαρακτηριστικών, και τα οποία είναι γνωστά από τη διαδικασία αποδοχής της. Επίσης ανακοινώνουν, κατόπιν αιτήσεως, τα χαρακτηριστικά που επιτρέπουν να διακρίνεται η ποικιλία από άλλες ανάλογες ποικιλίες.

3.  Κάθε κράτος μέλος θέτει στη διάθεση των άλλων κρατών μελών και της Επιτροπής τους φακέλους που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 4, τους σχετικούς με τις ποικιλίες οι οποίες είναι αποδεκτές ή έχουν παύσει να είναι αποδεκτές. Οι αμοιβαίες πληροφορίες που αφορούν τους φακέλους αυτούς τηρούνται εμπιστευτικές.

4.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι φάκελοι αποδοχής να τίθενται στη διάθεση, προσωπικά και αποκλειστικά, κάθε προσώπου το οποίο εξεδήλωσε δικαιολογημένο ενδιαφέρον για το θέμα αυτό. Οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται όταν, δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3, τα στοιχεία πρέπει να τηρούνται εμπιστευτικά.

5.  Όταν η αποδοχή ποικιλίας απορρίπτεται ή ακυρώνεται, τα αποτελέσματα των εξετάσεων τίθενται στη διάθεση των προσώπων που αφορά η ληφθείσα απόφαση.

Άρθρο 11

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι αποδεκτές ποικιλίες πρέπει να διατηρούνται με επιλογή.

2.  Η επιλογή διατηρητέων ποικιλιών πρέπει πάντοτε να ελέγχεται βάσει των καταγραφών που γίνονται από τον ή τους υπεύθυνους για τη διατήρηση της ποικιλίας. Οι καταγραφές αυτές πρέπει να επεκτείνονται στην παραγωγή όλων των γενεών, οι οποίες προηγούνται των βασικών σπόρων.

3.  Δείγματα είναι δυνατόν να ζητηθούν από τον υπεύθυνο της ποικιλίας. Τέτοια δείγματα είναι δυνατόν, σε περίπτωση ανάγκης, να ληφθούν επίσημα.

4.  Όταν η επιλογή γίνεται σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο ήταν αποδεκτή η ποικιλία, τα εν λόγω κράτη μέλη παρέχουν μεταξύ τους διοικητική βοήθεια όσον αφορά τον έλεγχο.

Άρθρο 12

1.  Η αποδοχή ισχύει για χρονικό διάστημα που λήγει στο τέλος του δεκάτου ημερολογιακού έτους που έπεται της αποδοχής.

Η αποδοχή των ποικιλιών από τις αρχές της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας πριν από τη γερμανική ενοποίηση ισχύει το αργότερο μέχρι το τέλος του δέκατου ημερολογιακού έτους που έπεται της εγγραφής τους στον κατάλογο των ποικιλιών ο οποίος καταρτίζεται από τη Γερμανία σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1.

2.  Η αποδοχή μιας ποικιλίας είναι δυνατό να ανανεώνεται ανά τακτά διαστήματα εάν εξακολουθεί να καλλιεργείται σε τέτοια κλίμακα ώστε να δικαιολογείται αυτό, ή αν πρέπει να υποστηριχθεί για τη διαφύλαξη γενετικών πόρων, και εφόσον εξακολουθούν να πληρούνται είτε οι απαιτήσεις όσον αφορά τη διαφορετικότητα, την ομοιομορφία και τη σταθερότητα, είτε τα κριτήρια του άρθρου 44 παράγραφοι 2 και 3. Πλην της περίπτωσης φυτικών γενετικών πόρων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 44 οι αιτήσεις ανανέωσης υποβάλλονται το αργότερο δύο χρόνια πριν τη λήξη της περιόδου αποδοχής.

3.  Η διάρκεια ισχύος μιας αποδοχής πρέπει να παρατείνεται προσωρινά έως ότου ληφθεί η απόφαση επί της αιτήσεως παρατάσεως.

Στην περίπτωση ποικιλιών, οι οποίες έγιναν αποδεκτές πριν από την 1η Ιουλίου 1972 ή, όσον αφορά τη Δανία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο πριν την 1η Ιανουαρίου 1973, η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, πρώτο εδάφιο μπορεί να παρατείνεται, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, μέχρι τις 30 Ιουνίου 1990 το αργότερο για μεμονωμένες ποικιλίες, αν επίσημα μέτρα οργανωμένα σε κοινοτική βάση έχουν ληφθεί πριν από την 1η Ιουλίου 1982, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις για την ανανέωση της αποδοχής τους ή την αποδοχή ποικιλιών που προέρχονται από αυτές.

Όσον αφορά την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία, η λήξη της περιόδου ισχύος αποδοχής ορισμένων ποικιλιών οι οποίες έγιναν αποδεκτές σε αυτά τα κράτη μέλη πριν από την 1η Ιανουαρίου 1986 μπορεί, μετά από αίτημα αυτών των κρατών μελών, να καθοριστεί επίσης για τις 30 Ιουνίου 1990, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, και οι εν λόγω ποικιλίες μπορούν να περιληφθούν στα οργανωμένα σε κοινοτική βάση επίσημα μέτρα.

Άρθρο 13

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να αίρονται οι αμφιβολίες που εμφανίσθηκαν μετά την αποδοχή μιας ποικιλίας, όσον αφορά την εκτίμηση της διακρίσεώς της ή της ονομασίας της κατά τη στιγμή της αποδοχής της.

2.  Εφ' όσον αποδειχθεί, μετά την αποδοχή μιας ποικιλίας, ότι η προϋπόθεση της διακρίσεως κατά την έννοια του άρθρου 5 δεν είχε πληρωθεί κατά την αποδοχή, η αποδοχή αντικαθίσταται από άλλη απόφαση, κατά περίπτωση ακυρωτική, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Με αυτή την άλλη απόφαση, η ποικιλία δεν θεωρείται πλέον, από τη στιγμή της αρχικής αποδοχής της, ως ποικιλία γνωστή στην Κοινότητα κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1.

3.  Εφ' όσον αποδεικνύεται μετά την αποδοχή ποικιλίας, ότι η ονομασία της κατά την έννοια του άρθρου 9 δεν έγινε δεκτή κατά την αποδοχή, η ονομασία προσαρμόζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σύμφωνη με την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν όπως η παλαιά ονομασία να μπορεί να χρησιμοποιηθεί προσωρινά συμπληρωματικώς. Οι λεπτομερείς κανόνες σύμφωνα με τους οποίους η παλαιά ονομασία μπορεί να χρησιμοποιηθεί συμπληρωματικώς, είναι δυνατόν να καθορισθούν κατά τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

4.  Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 μπορούν να καθορίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 1, 2 και 3.

Άρθρο 14

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αποδοχή μιας ποικιλίας να ακυρώνεται:

α) αν αποδεικνύεται κατά τις εξετάσεις, ότι μία ποικιλία δεν είναι πλέον σαφώς διακρινόμενη, σταθερή ή επαρκώς ομοιόμορφη·

β) αν ο ή οι υπεύθυνοι της ποικιλίας το ζητήσουν, εκτός αν παραμείνει εξασφαλισμένη μία διατηρητέα επιλογή.

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να ακυρώσουν την αποδοχή μιας ποικιλίας:

α) αν δεν τηρούνται οι νομοθετικές, κοινοτικές ή διοικητικές διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας·

β) αν, κατά την αίτηση αποδοχής ή τη διαδικασία της εξετάσεως, έχουν παρασχεθεί ψευδείς ή απατηλές πληροφορίες ως προς τα στοιχεία από τα οποία εξαρτάται η αποδοχή.

Άρθρο 15

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε μία ποικιλία να διαγράφεται από τον κατάλογό τους αν ακυρώνεται η αποδοχή της ποικιλίας αυτής ή αν έχει λήξει η περίοδος ισχύος της αποδοχής.

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν, για το έδαφός τους, προθεσμία διαθέσεως για την πιστοποίηση, τον έλεγχο των τυποποιημένων σπόρων προς σπορά και την εμπορία των σπόρων προς σπορά μέχρι τις 30 Ιουνίου του τρίτου έτους το αργότερο μετά τη λήξη ισχύος της αποδοχής.

Για τις ποικιλίες που αναγράφονται, δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1, στον κοινό κατάλογο των ποικιλιών που προβλέπεται στο άρθρο 17, η προθεσμία διαθέσεως που λήγει τελευταία μεταξύ αυτών που παρέχονται από τα διάφορα κράτη μέλη αποδοχής δυνάμει του πρώτου εδαφίου, εφαρμόζεται κατά την εμπορία σε όλα τα κράτη μέλη, στο μέτρο που οι σπόροι προς σπορά της συγκεκριμένης ποικιλίας δεν υπέστησαν κανέναν περιορισμό εμπορίας όσον αφορά την ποικιλία.

3.  Όσον αφορά τις ποικιλίες των οποίων ανανεώθηκε η αποδοχή σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 3, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, μέχρι τις 30 Ιουνίου 1994, να χρησιμοποιούνται τα ονόματα που ίσχυαν πριν από την ανανέωση.

Άρθρο 16

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι σπόροι ποικιλιών αποδεκτών σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή σύμφωνα με τις αρχές που αντιστοιχούν σε αυτές της παρούσας οδηγίας, να μην υπόκεινται σε κανέναν περιορισμό εμπορίας ως προς την ποικιλία, από της δημοσιεύσεως η οποία αναφέρεται στο άρθρο 17.

2.  Μπορεί να επιτρέπεται σε ένα κράτος μέλος, ύστερα από αίτησή του η οποία διεκπεραιώνεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 46 παράγραφος 2 ή του άρθρου 46 παράγραφος 3 προκειμένου για γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες, να απαγορεύει στο σύνολο ή σε τμήμα της επικράτειάς του, τη χρήση της ποικιλίας ή να ορίζει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την καλλιέργεια της ποικιλίας και, στην περίπτωση που προβλέπεται στο κατώτερο στοιχείο β), προϋποθέσεις για τη χρήση των προϊόντων που προέρχονται από την καλλιέργειά της:

α) αν αποδειχθεί ότι η καλλιέργεια της ποικιλίας αυτής θα μπορούσε να βλάψει, από φυτοϋγειονομική όποψη, την καλλιέργεια άλλων ποικιλιών ή ειδών· ή

β) αν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι, εκτός εκείνων που έχουν αναφερθεί ήδη και όσων έχουν αναφερθεί ενδεχομένως κατά τη διαδικασία του άρθρου 10 παράγραφος 2, να πιστεύεται ότι η ποικιλία ενέχει κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου ή για το περιβάλλον.

Άρθρο 17

Σύμφωνα με πληροφορίες που παρέχονται από τα κράτη μέλη και τη στιγμή που περιέρχονται σε γνώση της Επιτροπής, αυτή εξασφαλίζει τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σειρά C υπό τον τίτλο «Κοινός Κατάλογος Ποικιλιών Ειδών Κηπευτικών» όλων των ποικιλιών οι σπόροι των οποίων, κατ' εφαρμογή του άρθρου 16, δεν υπόκεινται σε περιορισμό εμπορίας ως προς την ποικιλία, καθώς και των ενδείξεων που προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 περί του ή των υπευθύνων της διατηρητέας επιλογής. Η δημοσίευση ορίζει τα κράτη μέλη τα οποία έτυχαν της αδείας σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 ή το άρθρο 18.

Αυτή η δημοσίευση περιλαμβάνει τις ποικιλίες για τις οποίες εφαρμόζεται προθεσμία διαθέσεως κατά το άρθρο 15 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο. Αναφέρονται στη δημοσίευση η διάρκεια της προθεσμίας διαθέσεως και, κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη για τα οποία ενδεχομένως η προθεσμία δεν εφαρμόζεται.

Η δημοσίευση αναφέρει σαφώς τις γενετικώς τροποποιημένες ποικιλίες.

Άρθρο 18

Αν διαπιστωθεί ότι, σε ένα κράτος μέλος, η καλλιέργεια μιας ποικιλίας, εγγεγραμμένης στον κοινό κατάλογο ποικιλιών, είναι δυνατόν να βλάψει, από φυτοϋγειονομική άποψη, την καλλιέργεια άλλων ποικιλιών ή ειδών ή ενέχει κινδύνους για το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία, μπορεί να επιτραπεί στο εν λόγω κράτος μέλος, κατόπιν αιτήσεώς του και με την διαδικασία του άρθρου 46 παράγραφος 2 ή του άρθρου 46 παράγραφος 3 προκειμένου να γενετικώς τροποποιημένη ποικιλία, να απαγορεύει την εμπορία του πολλαπλασιαστικού υλικού της εν λόγω ποικιλίας στο σύνολο ή σε τμήμα της επικράτειάς του. Αν υπάρχει άμεσος κίνδυνος διάδοσης επιβλαβών οργανισμών ή άμεσος κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να προβεί στην απαγόρευση αυτή συγχρόνως με την κατάθεση της αιτήσεώς του και μέχρι την οριστική απόφαση η οποία πρέπει να ληφθεί εντός τριών μηνών με τη διαδικασία του άρθρου 46 παράγραφος 2 ή του άρθρου 46 παράγραφος 3 προκειμένου για γενετικώς τροποποιημένη ποικιλία.

Άρθρο 19

Όταν μια ποικιλία παύει να είναι αποδεκτή σε κράτος μέλος το οποίο είχε αρχικά αποδεχθεί την εν λόγω ποικιλία, ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη μπορούν να διατηρήσουν την αποδοχή της ποικιλίας αυτής αν οι όροι αποδοχής διατηρούνται στα κράτη μέλη αυτά. Εφ' όσον πρόκειται περί ποικιλίας για την οποία απατείται διατηρητέα επιλογή, αυτή πρέπει να είναι εξασφαλισμένη.

Άρθρο 20

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι σπόροι κιχωρίου για βιομηχανικές χρήσεις μπορούν να τεθούν στο εμπόριο μόνον αν έχουν πιστοποιηθεί επίσημα ως «βασικοί σπόροι» ή «πιστοποιημένοι σπόροι».

2.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι σπόροι άλλων κηπευτικών ειδών δεν μπορούν να τεθούν στο εμπόριο εκτός αν έχουν πιστοποιηθεί επίσημα ως «βασικοί σπόροι» ή «πιστοποιημένοι σπόροι» ή είναι τυποποιημένοι σπόροι.

3.  Είναι ωστόσο δυνατόν να ορισθεί, κατά την αναφερομένη στο άρθρο 46 παράγραφος 2 διαδικασία, ότι οι σπόροι ορισμένων κηπευτικών μπορούν να τίθενται σε εμπορία από δεδομένες ημερομηνίες μόνον αν έχουν πιστοποιηθεί επίσημα ως «βασικοί σπόροι» ή «πιστοποιημένοι σπόροι».

4.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επίσημες εξετάσεις των σπόρων να γίνονται σύμφωνα με τις εν χρήσει διεθνείς μεθόδους, εφ' όσον υφίστανται τέτοιες μέθοδοι.

Άρθρο 21

Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 20 παράγραφοι 1 και 2, τα κράτη μέλη ορίζουν ότι μπορούν να διατίθενται στο εμπόριο:

 σπόροι επιλογής, γενεών προγενεστέρων των βασικών σπόρων και

 ακατέργαστοι σπόροι, οι οποίοι διατίθενται στο εμπόριο προς μεταποίηση, με την προϋπόθεση ότι είναι βεβαία η ταυτότητά τους.

Άρθρο 22

Τα κράτη μέλη μπορούν, εν τούτοις, να επιτρέπουν, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 20:

α) την επίσημη πιστοποίηση και την εμπορία βασικών σπόρων, που δεν πληρούν τις προβλεπόμενες στο παράρτημα II προϋποθέσεις, όσον αφορά τη βλαστική ικανότητα. Στην περίπτωση αυτή, λαμβάνονται όλα τα πρόσφορα μέτρα ώστε ο προμηθευτής να εγγυάται δεδομένη βλαστική ικανότητα, την οποία αναφέρει, για τη διάθεση σε εμπορία, επί ειδικής ετικέτας που φέρει το όνομα και τη διεύθυνση αυτού και τον σχετικό αριθμό της σπορομερίδας·

β) για τον ταχύ εφοδιασμό σε σπόρους, την επίσημη πιστοποίηση και την εμπορία μέχρι τον πρώτο εμπορικό παραλήπτη σπόρων των κατηγοριών «βασικοί σπόροι» ή «πιστοποιημένοι σπόροι», για τους οποίους δεν έχει περατωθεί η επίσημη εξέταση που προορίζεται να ελέγξει την τήρηση των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο παράρτημα II όσον αφορά τη βλαστική ικανότητα. Η πιστοποίηση χορηγείται κατόπιν υποβολής εκθέσεως για την προσωρινή ανάλυση των σπόρων και εφόσον αναφέρεται το όνομα και η διεύθυνση του πρώτου παραλήπτου. Θεσπίζονται όλες οι κατάλληλες διατάξεις ώστε ο προμηθευτής να εγγυάται την βλαστική ικανότητα που διαπιστώνεται κατά τον χρόνο της προσωρινής αναλύσεως. Η ένδειξη της βλαστικής αυτής ικανότητας πρέπει να αναφέρεται, για την εμπορία, σε ειδική ετικέτα που φέρει το όνομα και τη διεύθυνση του προμηθευτού και τον σχετικό αριθμό της σπορομερίδας.

Οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στους σπόρους που εισάγονται από τρίτες χώρες, εκτός των περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 36 όσον αφορά την αναπαραγωγή εκτός της Κοινότητος.

Τα κράτη μέλη τα οποία κάνουν χρήση των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στα στοιχεία α) και β) συνεργάζονται μεταξύ τους από διοικητική άποψη όσον αφορά τον έλεγχο.

Άρθρο 23

1.  Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 20 παράγραφοι 1 και 2, τα κράτη μέλη μπορούν:

α) να επιτρέπουν στους παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά τους να διαθέτουν στο εμπόριο μικρές ποσότητες σπόρων για επιστημονικούς σκοπούς ή εργασίες επιλογής·

β) να επιτρέπουν στους βελτιωτές ποικιλιών και τους εκπροσώπους τους που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά τους να διαθέτουν στο εμπόριο, για περιορισμένη περίοδο, σπόρους ποικιλίας για την οποία έχει ήδη υποβληθεί αίτηση εγγραφής σε εθνικό κατάλογο σε ένα τουλάχιστον κράτος μέλος και για την οποία έχουν υποβληθεί ειδικές τεχνικές πληροφορίες.

2.  Οι όροι υπό τους οποίους τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν τις άδειες που αναφέρονται στο στοιχείο β) καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, ιδίως όσον αφορά την υποβολή πληροφοριών, το είδος των πληροφοριών αυτών, τη συντήρηση και την ονομασία της ποικιλίας και την επισήμανση των συσκευασιών.

3.  Οι άδειες που έχουν χορηγηθεί πριν από την 14η Δεκεμβρίου 1998 από τα κράτη μέλη στους παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά τους για τους σκοπούς που ορίζονται στην παράγραφο 1 εξακολουθούν να ισχύουν εφόσον δεν έχουν καθοριστεί οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Στη συνέχεια, όλες αυτές οι άδειες οφείλουν να τηρούν τις διατάξεις που θα ορισθούν σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Άρθρο 24

Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν, για την παραγωγή τους, όσον αφορά τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα παραρτήματα I και II, συμπληρωματικές ή αυστηρότερες προϋποθέσεις για την πιστοποίηση.

Άρθρο 25

▼M3

1.  Τα κράτη μέλη απαιτούν, για την εξέταση των σπόρων προς σπορά για πιστοποίηση, τα δείγματα να λαμβάνονται επίσημα ή υπό επίσημη εποπτεία σύμφωνα με κατάλληλες μεθόδους. Ωστόσο, η δειγματοληψία σπόρων προς σπορά με σκοπό τον έλεγχο δυνάμει του άρθρου 39 πραγματοποιείται επίσημα.

Οι διατάξεις αυτές ισχύουν επίσης όταν λαμβάνονται δείγματα τυποποιημένου σπόρου προς σπορά για δοκιμές ελέγχου εκ των υστέρων.

▼M3

1α.  Όταν διενεργείται η δειγματοληψία σπόρων προς σπορά υπό επίσημη εποπτεία που προβλέπεται στην παράγραφο 1, πρέπει να τηρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α) η δειγματοληψία σπόρων προς σπορά διενεργείται από δειγματολήπτες σπόρων προς σπορά που έχουν εξουσιοδοτηθεί για το σκοπό αυτό από την αρχή πιστοποίησης σπόρων προς σπορά του οικείου κράτους μέλους υπό τους όρους που ορίζονται στα στοιχεία β), γ), και δ)·

β) οι δειγματολήπτες σπόρων διαθέτουν τα αναγκαία τεχνικά προσόντα, τα οποία απέκτησαν στο πλαίσιο εκπαιδευτικών μαθημάτων που διοργανώνονται βάσει όρων που εφαρμόζονται σε επίσημους δειγματολήπτες σπόρων προς σπορά και τα οποία επιβεβαιώνονται με επίσημες εξετάσεις.

Πρέπει να διενεργούν δειγματοληψία σπόρων προς σπορά σύμφωνα με τις ισχύουσες διεθνείς μεθόδους·

γ) οι δειγματολήπτες σπόρων προς σπορά είναι:

i) ανεξάρτητα φυσικά πρόσωπα·

ii) πρόσωπα που απασχολούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, των οποίων οι δραστηριότητες δεν αφορούν την παραγωγή, την καλλιέργεια, τη μεταποίηση ή την εμπορία σπόρων προς σπορά·

ή

iii) πρόσωπα που απασχολούνται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, των οποίων οι δραστηριότητες αφορούν την παραγωγή, την καλλιέργεια, τη μεταποίηση ή την εμπορία σπόρων προς σπορά.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο σημείο iii), ο δειγματολήπτης σπόρων προς σπορά μπορεί να διενεργεί δειγματοληψία σπόρων προς σπορά μόνον σε παρτίδες σπόρων προς σπορά που παράγονται για λογαριασμό του εργοδότη του, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί άλλως μεταξύ του εργοδότη του, του αιτούντος την πιστοποίηση και της αρμόδιας αρχής πιστοποίησης σπόρων προς σπορά·

δ) η δραστηριότητα των δειγματοληπτών σπόρων προς σπορά υπόκειται σε κατάλληλη εποπτεία της αρμόδιας αρχής πιστοποίησης σπόρων προς σπορά. Όταν χρησιμοποιείται αυτόματη δειγματοληψία, πρέπει να ακολουθούνται οι δέουσες διαδικασίες υπό επίσημη εποπτεία·

ε) για τους σκοπούς της εποπτείας που αναφέρεται στο στοιχείο δ), ένα ποσοστό των παρτίδων σπόρων προς σπορά που κατατίθενται για επίσημη πιστοποίηση υποβάλλεται σε δειγματοληπτικό έλεγχο από επίσημους δειγματολήπτες σπόρων προς σπορά. Το ποσοστό αυτό καλύπτει καταρχήν όσο το δυνατόν περισσότερο ομοιόμορφα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που καταθέτουν σπόρους προς σπορά για πιστοποίηση, αλλά μπορεί επίσης να προσανατολίζεται στην εξάλειψη συγκεκριμένων αμφιβολιών. Το ποσοστό αυτό πρέπει να είναι τουλάχιστον 5 %. Ο εν λόγω δειγματοληπτικός έλεγχος δεν εφαρμόζεται στην αυτόματη δειγματοληψία.

Τα κράτη μέλη συγκρίνουν τα δείγματα των σπόρων προς σπορά που επελέγησαν επίσημα με εκείνα της ίδιας παρτίδας σπόρων προς σπορά που επελέγησαν υπό επίσημη εποπτεία·

στ) τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες περί κυρώσεων που επιβάλλονται στις παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και οι οποίες διέπουν την εξέταση υπό επίσημη εποπτεία. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Οι κυρώσεις μπορεί να περιλαμβάνουν την ανάκληση της άδειας που προβλέπεται στο στοιχείο α) από τους δειγματολήπτες σπόρων προς σπορά που κατέχουν επίσημη άδεια και για τους οποίους διαπιστώνεται ότι διέπραξαν, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση των κανόνων που διέπουν τις επίσημες εξετάσεις. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η τυχόν πιστοποίηση του εξεταζόμενου σπόρου προς σπορά ακυρώνεται στην περίπτωση τέτοιας παράβασης, εκτός αν μπορεί να αποδειχθεί ότι ο εν λόγω σπόρος εξακολουθεί να ικανοποιεί όλες τις σχετικές απαιτήσεις.

1β.  Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 46 παράγραφος 2, μπορούν να θεσπίζονται και άλλα μέτρα που θα εφαρμόζονται στη διενέργεια δειγματοληψίας σπόρων προς σπορά υπό επίσημη εποπτεία.

▼B

2.  Κατά τη διάρκεια της εξετάσεως των σπόρων για την πιστοποίηση και κατά τον έλεγχο εκ των υστέρων, τα δείγματα λαμβάνονται επί ομοιογενών σπορομερίδων. Το μέγιστο βάρος μιας σπορομερίδας και το ελάχιστο βάρος δείγματος αναφέρονται στο παράρτημα III.

Άρθρο 26

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι βασικοί σπόροι, πιστοποιημένοι σπόροι και τυποποιημένοι σπόροι είναι δυνατόν να τίθενται σε εμπορία μόνο σε επαρκώς ομοιογενείς σπορομερίδες και σε κλειστές συσκευασίες, εφοδιασμένες, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 27 και 28, με σύστημα σφραγίσεως και σημάνσεως.

2.  Τα κράτη μέλη είναι δυνατόν να προβλέπουν, για την εμπορία μικρών ποσοτήτων στον τελευταίο καταναλωτή, παρεκκλίσεις από τις διατάξεις της παραγράφου 1 όσον αφορά τη συσκευασία, το σύστημα σφραγίσεως καθώς και τη σήμανση.

3.  Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους παραγωγούς των να διαθέτουν στο εμπόριο μικρές συσκευασίες μειγμάτων τυποποιημένων σπόρων διαφόρων ποικιλιών του ιδίου είδους. Όταν εφαρμόζεται η παρούσα διάταξη, το είδος καθώς και οι κανόνες για το μέγιστο μέγεθος των μικρών συσκευασιών και οι απαιτήσεις για την επισήμανση καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 27

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι συσκευασίες βασικών σπόρων προς σπορά και πιστοποιημένων σπόρων προς σπορά, εφ' όσον οι σπόροι αυτής της τελευταίας κατηγορίας δεν παρουσιάζονται υπό μορφή μικρών συσκευασιών ΕΚ, σφραγίζονται επισήμως ή κατόπιν επισήμου ελέγχου έτσι ώστε να μην είναι δυνατόν να ανοιχθούν χωρίς να καταστραφεί το σύστημα σφραγίσεως ή χωρίς η επίσημη ετικέτα που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1, ή η συσκευασία να φέρουν ίχνη επεμβάσεως.

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η σφράγιση, το σύστημα σφραγίσεως, περιλαμβάνει τουλάχιστον την επίθεση σ' αυτό της επίσημης ετικέτας είτε επίσημης σφραγίδας.

Τα μέτρα που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο δεν είναι απαραίτητα στην περίπτωση συστήματος σφραγίσεως που δεν επαναχρησιμοποιείται.

Σύμφωνα με την διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, είναι δυνατόν να διαπιστωθεί αν δεδομένο σύστημα σφραγίσεως ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου.

2.  Όταν πρόκειται για συσκευασίες που σφραγίζονται επίσημα είναι δυνατόν να γίνονται μία ή περισσότερες νέες σφραγίσεις μόνο επίσημα ή κατόπιν επίσημου ελέγχου. Στην περίπτωση αυτή, στην ετικέτα, που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1 αναφέρεται επίσης η τελευταία νέα σφράγιση, η ημερομηνία της και η υπηρεσία που την πραγματοποίησε.

3.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι συσκευσίες τυποποιημένων σπόρων προς σπορά και οι μικρές συσκευασίες πιστοποιημένων σπόρων προς σπορά σφραγίζονται έτσι ώστε να μην είναι δυνατόν να ανοιχθούν χωρίς να καταστραφεί το σύστημα σφραγίσεως ή χωρίς η ετικέτα που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 3 ή η συσκευασία να φέρουν ίχνη επεμβάσεως. Είναι επίσης εφοδιασμένες, εκτός από τις μικρές συσκευασίες, με μολυβδοσφραγίδα ή με άλλη ισοδύναμη σφράγιση που έχουν τεθεί από τον υπεύθυνο της επιθέσεως ετικετών. Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, μπορεί να διαπιστωθεί αν δεδομένο σύστημα σφραγίσεως ανταποκρίνεται στις διατάξεις αυτής της παραγράφου. Στην περίπτωση των μικρών συσκευασιών της κατηγορίας των πιστοποιημένων σπόρων προς σπορά, είναι δυνατόν να γίνουν μία ή περισσότερες νέες σφραγίσεις μόνο μετά από τον επίσημο έλεγχο.

4.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν παρεκκλίσεις από τις παραγράφους 1 και 2 για τις μικρές συσκευασίες βασικών σπόρων προς σπορά που κλείνονται στο έδαφός τους. Οι προϋποθέσεις που αφορούν τις εξαιρέσεις αυτές μπορούν να καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 28

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι συσκευασίες βασικών σπόρων και πιστοποιημένων σπόρων, εφ' όσον οι σπόροι αυτής της τελευταίας κατηγορίας δεν παρουσιάζονται υπό μορφή μικρών συσκευασιών:

α) φέρουν, εξωτερικά, επίσημη ετικέτα, η οποία δεν έχει χρησιμοποιηθεί ακόμη, είναι σύμφωνη με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παράρτημα IV μέρος Α και της οποίας οι ενδείξεις διατυπώνονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητος. Για τις διαφανείς συσκευασίες, η ετικέτα είναι δυνατόν να τίθεται στο εσωτερικό εφόσον είναι ευανάγνωστη διαμέσου της συσκευασίας. Το χρώμα της ετικέτας είναι λευκό για τους βασικούς σπόρους και μπλε για τους πιστοποιημένους σπόρους. Όταν η ετικέτα φέρει μικρά οπή, στερεώνεται σε κάθε περίπτωση με επίσημη σφραγίδα. Στην περίπτωση που προβλέπεται στο άρθρο 22, αν οι βασικοί σπόροι δεν ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παράρτημα II ως προς τη βλαστική ικανότητα, γίνεται μνεία περί αυτού στην ετικέτα. Επιτρέπεται η χρήση αυτοκόλλητων επισήμων ετικετών. Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, είναι δυνατόν να επιτρέπεται, υπό επίσημο έλεγχο, να τίθενται επί της συσκευασίας οι οριζόμενες ενδείξεις με τρόπο ανεξίτηλο και ανάλογα με τον τύπο της ετικέτας,

β) περιέχουν επίσημη σημείωση του χρώματος της ετικέτας, η οποία περιέχει τουλάχιστον τις ενδείξεις που προβλέπονται για την ετικέτα στο παράρτημα IV μέρος Α στοιχείο α) σημεία 4 έως 7. Η σημείωση συντάσσεται κατά τρόπον ώστε να μην είναι δυνατόν να επέλθει σύγχυση με την ετικέτα που αναφέρεται στο στοιχείο α). Η σημείωση δεν είναι απαραίτητη όταν οι ενδείξεις τίθενται με τρόπο ανεξίτηλο επί της συσκευασίας ή όταν, σύμφωνα με το στοιχείο α), η ετικέτα περιλαμβάνεται στο εσωτερικό διαφανούς συσκευασίας ή χρησιμοποιείται αυτοκόλλητη ετικέτα ή ετικέτα από αδιάρρηκτο υλικό.

2.  Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν εξαιρέσεις από την παράγραφο 1 σε περίπτωση μικρών συσκευασιών οι οποίες κλείνονται στο έδαφός τους. Οι όροι που εφαρμόζονται για αυτές τις εξαιρέσεις μπορούν να καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

3.  Οι συσκευασίες τυποποιημένων σπόρων και οι μικρές συσκευασίες σπόρων της κατηγορίας «πιστοποιημένοι σπόροι» εφοδιάζονται, σύμφωνα με το παράρτημα IV μέρος Β), με ετικέτα του προμηθευτού ή με τυπωμένη επιγραφή ή με σφραγίδα που συντάσσεται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητος. Το χρώμα της ετικέτας είναι μπλε για τους πιστοποιημένους σπόρους και βαθύ κίτρινο για τους τυποποιημένους σπόρους.

Εκτός από την περίπτωση μικρών συσκευασιών τυποποιημένων σπόρων, οι πληροφορίες τις οποίες ορίζει ή επιτρέπει η παρούσα παράγραφος διαχωρίζονται σαφώς από κάθε άλλη πληροφορία που αναφέρεται στην ετικέτα ή στη συσκευασία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στο άρθρο 30.

Μετά τις 30 Ιουνίου 1992 μπορεί να αποφασιστεί, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, οι μικρές συσκευασίες τυποποιημένων σπόρων όλων ή ορισμένων ειδών πρέπει να πληρούν τον όρο αυτό ή εάν οι απαιτούμενες ή επιτρεπόμενες πληροφορίες πρέπει να διαχωρίζονται με ορισμένο τρόπο από κάθε άλλη πληροφορία εφόσον το διακριτικό σημείο αναφέρεται ευκρινώς στην ετικέτα ή στη συσκευασία.

4.  Στην περίπτωση ποικιλιών ευρέως γνωστών την 1η Ιουλίου 1970, επιτρέπεται επιπλέον να αναφέρεται στην ετικέτα κάθε επιλογή διατηρητέας ποικιλίας που έχει ή πρόκειται να δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 παράγραφος 2. Απαγορεύεται η μνεία κάθε ειδικής ιδιότητας που μπορεί να συνδέεται με την εν λόγω επιλογή.

Η προβλεπόμενη ημερομηνία είναι:

 1η Ιανουαρίου 1973 για τη Δανία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο,

 1η Μαρτίου 1986 για την Ισπανία.

Η μνεία αυτή ακολουθεί το όνομα της ποικιλίας από το οποίο διαχωρίζεται ευκρινώς, κατά προτίμηση με παύλα. Δεν πρέπει να τονίζεται περισσότερο από το όνομα της ποικιλίας.

Άρθρο 29

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν όλα τα αναγκαία μέτρα που επιτρέπουν να διασφαλίζεται ο έλεγχος της ταυτότητας των σπόρων στην περίπτωση των μικρών συσκευασιών πιστοποιημένων σπόρων, ιδίως κατά τον επιμερισμό της σπορομερίδας. Για το σκοπό αυτό, μπορούν να προβλέπουν ότι οι μικρές συσκευασίες, που διαχωρίστηκαν στο έδαφός τους, πρέπει να σφραγίζονται επίσημα ή υπό επίσημο έλεγχο.

Άρθρο 30

1.  Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 είναι δυνατόν να ορίζεται ότι, για περιπτώσεις που δεν προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, οι συσκευασίες των βασικών σπόρων, των πιστοποιημένων σπόρων όλων των ειδών ή των τυποποιημένων σπόρων πρέπει να φέρουν ετικέτα του προμηθευτή (η οποία μπορεί να είναι είτε ετικέτα διαφορετική από την επίσημη ετικέτα είτε να έχει τη μορφή πληροφοριών του προμηθευτή τυπωμένων πάνω στη συσκευασία).

Οι πληροφορίες που πρέπει να αναγράφονται στην ετικέτα αυτή καθορίζονται επίσης σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

2.  Σε περίπτωση βασικών σπόρων και πιστοποιημένων σπόρων, η ετικέτα ή η τυπωμένη επιγραφή που προβλέπονται στην παράγραφο 1 συντάσσονται κατά τρόπο ώστε να μην είναι δυνατή η σύγχυση με την επίσημη ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1.

Άρθρο 31

Σε περίπτωση σπόρων γενετικώς τροποποιημένης ποικιλίας, οποιαδήποτε ετικέτα ή έγγραφο, επίσημο ή μη, που επικολλάται ή συνοδεύει την παρτίδα σπόρων, δυνάμει των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, πρέπει να αναφέρει σαφώς ότι η ποικιλία έχει τροποποιηθεί γενετικώς.

Άρθρο 32

Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι κάθε χημική επεξεργασία των βασικών σπόρων, των πιστοποιημένων σπόρων ή των τυποποιημένων σπόρων αναφέρεται είτε επί της επισήμου ετικέτας, είτε επί ετικέτας του προμηθευτού καθώς και επί της συσκευασίας ή στο εσωτερικό της. Για τις μικρές συσκευασίες, οι ενδείξεις αυτές μπορούν να τυπώνονται απευθείας επί της συσκευασίας ή στο εσωτερικό αυτής.

Άρθρο 33

Προκειμένου να εξευρεθούν βελτιωμένες εναλλακτικές λύσεις, για ορισμένες διατάξεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, δύναται να αποφασισθεί η, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, διοργάνωση προσωρινών πειραμάτων, σε κοινοτικό επίπεδο, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Στο πλαίσιο των δοκιμασιών αυτών, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσονται από ορισμένες υποχρεώσεις που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία. Η έκταση της απαλλαγής αυτής ορίζεται ανάλογα με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες εφαρμόζεται. Η διάρκεια μιας δοκιμασίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 7 έτη.

Άρθρο 34

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι σπόροι που διατίθενται στο εμπόριο σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, είτε υποχρεωτικά είτε προαιρετικά, να μην υπόκεινται σε άλλους περιορισμούς εμπορίας, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά τους, τον έλεγχο, τη σήμανση και τη σφράγισή τους, εκτός εκείνων που προβλέπονται από την παρούσα ή άλλη κοινοτική οδηγία.

2.  Εως ότου ληφθεί απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3, είναι δυνατόν να επιτρέπεται σε κάθε κράτος μέλος, κατόπιν αιτήσεώς του, κατά την αναφερομένη στο άρθρο 46 παράγραφος 2 διαδικασία, να ορίζει ότι σπόροι ορισμένων ειδών κηπευτικών μπορούν να τίθενται σε εμπορία από δεδομένες ημερομηνίες, μόνον αν έχουν επίσημα πιστοποιηθεί ως «βασικοί σπόροι» ή «πιστοποιημένοι σπόροι».

Άρθρο 35

Οι προϋποθέσεις εμπορίας σπόρων επιλογής, γενεών προγενεστέρων των βασικών σπόρων, σύμφωνα με το άρθρο 21, πρώτη περίπτωση, είναι οι ακόλουθες:

α) πρέπει να έχουν ελεγχθεί επίσημα από την αρμόδια αρχή πιστοποίησης σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την πιστοποίηση των βασικών σπόρων·

β) πρέπει να συσκευάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και

γ) οι συσκευασίες πρέπει να φέρουν επίσημη ετικέτα στην οποία αναγράφονται τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

 αρχή πιστοποίησης και κράτος μέλος ή τα διακριτικά αρχικά τους,

 αριθμός παρτίδας,

 μήνας και έτος σφράγισης ή

 μήνας και έτος της τελευταίας επίσημης δειγματοληψίας με σκοπό την πιστοποίηση,

 είδος, που αναφέρεται τουλάχιστον με τη βοτανική του ονομασία, η οποία μπορεί να δίνεται συντετμημένα και χωρίς τα ονόματα των δημιουργών, με λατινικά στοιχεία,

 ποικιλία, που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικά στοιχεία,

 η ένδειξη «προβασικοί σπόροι»,

 αριθμός γενεών προγενεστέρων των σπόρων κατηγορίας «πιστοποιημένοι σπόροι».

Η ετικέτα πρέπει να είναι λευκού χρώματος με μια διαγώνια μωβ γραμμή.

Άρθρο 36

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι σπόροι κηπευτικών:

 που προέρχονται απευθείας από βασικούς ή πιστοποιημένους σπόρους που έχουν πιστοποιηθεί επίσημα είτε σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη είτε σε τρίτη χώρα στην οποία έχει χορηγηθεί ισοδυναμία σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 1 στοιχείο δ), ή που προέρχονται απευθείας από τη διασταύρωση βασικών σπόρων επίσημα πιστοποιημένων σε κράτος μέλος με βασικούς σπόρους επίσημα πιστοποιημένους σε μία από αυτές τις τρίτες χώρες και

 που έχουν συλλεγεί σε άλλο κράτος μέλος,

πρέπει, κατόπιν αιτήσεως και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, να πιστοποιούνται επίσημα ως πιστοποιημένοι σπόροι σε κάθε κράτος μέλος, εφόσον έχουν υποβλήθεί σε επιτόπιο καλλιεργητικό έλέγχο, ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παράρτημα I για τη συγκεκριμένη κατηγορία, και εφόσον έχει διαπιστωθεί, κατά την επίσημη εξέταση, ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παράρτημα II για την ίδια κατηγορία.

Όταν, στις περιπτώσεις αυτές, οι σπόροι έχουν παραχθεί απευθείας από επίσημα πιστοποιημένους σπόρους γενεάς προγενέστερης των βασικών σπόρων, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιτρέπουν την επίσημη πιστοποίησή τους ως βασικών σπόρων, αν έχουν τηρηθεί οι όροι που προβλέπονται γι' αυτή την κατηγορία.

2.  Οι σπόροι κηπευτικών που συγκομίζονται στην Κοινότητα και προορίζονται για πιστοποίηση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 πρέπει:

 να συσκευάζονται και να φέρουν επίσημη ετικέτα, σύμφωνη με τις προϋποθέσεις του παραρτήματος V μέρη Α και Β σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 παράγραφος 1 και

 να συνοδεύονται από επίσημο έγγραφο το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις του παραρτήματος V μέρος Γ.

Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου οι οποίες αφορούν τη συσκευασία και την επισήμανση μπορούν να μην εφαρμόζονται εάν οι αρχές που είναι αρμόδιες για την επιθεώρηση των φυτών στον αγρό, οι αρχές που εκδίδουν τα έγγραφα για τους σπόρους αυτούς που δεν έχουν πιστοποιηθεί οριστικά ενόψει της πιστοποίησής τους και οι αρχές που είναι υπεύθυνες για την πιστοποίηση είναι οι ίδιες ή εάν συμφωνούν για την εξαίρεση αυτή.

3.  Τα κράτη μέλη ορίζουν επίσης ότι οι σπόροι κηπευτικών:

 που προέρχονται απευθείας από βασικούς σπόρους ή από πιστοποιημένους σπόρους που έχουν πιστοποιηθεί επίσημα είτε σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη είτε σε τρίτη χώρα στην οποία έχει χορηγηθεί ισοδυναμία σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 1 στοιχείο δ) ή που προέρχονται απευθείας από τη διασταύρωση βασικών σπόρων επίσημα πιστοποιημένων σε κράτος μέλος με βασικούς σπόρους επίσημα πιστοποιημένους σε μία από αυτές τις τρίτες χώρες και

 που έχουν συλλεγεί σε τρίτη χώρα,

πρέπει, κατόπιν αιτήσεως, να πιστοποιούνται επίσημα ως πιστοποιημένοι σπόροι σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο είτε έχουν παραχθεί είτε έχουν πιστοποιηθεί επίσημα οι βασικοί σπόροι, αν οι σπόροι αυτοί έχουν υποβληθεί σε επιτόπιο καλλιεργητικό έλεγχο που πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε απόφαση ισοδυναμίας που έχει ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 1 στοιχείο α) για τη συγκεκριμένη κατηγορία, και εφόσον έχει διαπιστωθεί, κατά την επίσημη εξέταση, ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις του παραρτήματος II για την ίδια κατηγορία. Τα άλλα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιτρέπουν την επίσημη πιστοποίηση τέτοιων σπόρων.

Άρθρο 37

1.  Κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, διαπιστώνει:

α) αν οι επίσημες εξετάσεις ποικιλιών που γίνονται σε τρίτη χώρα παρέχουν τις ίδιες εγγυήσεις με τις εξετάσεις στα κράτη μέλη που προβλέπονται στο άρθρο 7·

β) αν οι έλεγχοι της επιλογής των διατηρητέων ποικιλιών που γίνονται σε τρίτη χώρα παρέχουν τις ίδιες εγγυήσεις με τους ελέγχους που γίνονται στα κράτη μέλη·

γ) αν, στις αναφερόμενες στο άρθρο 36 περιπτώσεις, οι καλλιεργητικοί έλεγχοι σε τρίτη χώρα πληρούν τις προβλεπόμενες στο παράρτημα I προϋποθέσεις·

δ) αν οι σπόροι κηπευτικών που συλλέγονται σε τρίτη χώρα και που παρέχουν τις ίδιες εγγυήσεις ως προς τα χαρακτηριστικά τους, καθώς και ως προς τις διατάξεις που έχουν θεσπιστεί για την εξέτασή τους, την επιβεβαίωση της ταυτότητός τους, τη σήμανση και τον έλεγχό τους, είναι από την άποψη αυτή ισοδύναμοι με τους βασικούς σπόρους ή τους τυποποιημένους σπόρους που συλλέγονται στο εσωτερικό της Κοινότητος και είναι σύμφωνοι με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

2.  Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης σε κάθε νέο κράτος μέλος από την ημερομηνία της προσχωρήσεώς του μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία οφείλει να θέσει σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθεί προς την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 38

1.  Για να αντιμετωπιστούν προσωρινές δυσκολίες γενικού εφοδιασμού της Κοινότητας σε βασικούς ή πιστοποιημένους σπόρους, οι οποίες δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν διαφορετικά, είναι δυνατόν να αποφασίζεται, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, ότι τα κράτη μέλη επιτρέπουν, για μία συγκεκριμένη περίοδο, την εμπορία, σε ολόκληρη την Κοινότητα, ποσοτήτων που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των δυσκολιών εφοδιασμού, σπόρων κατηγορίας για την οποία ισχύουν λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις, ή σπόρων ποικιλίας που δεν περιλαμβάνεται στον «Κοινό κατάλογο ποικιλιών ειδών κηπευτικών» ή στους εθνικούς καταλόγους ποικιλιών των κρατών μελών.

2.  Για κατηγορία σπόρων συγκεκριμένης ποικιλίας, η επίσημη ετικέτα ή η ετικέτα του προμηθευτή είναι αυτή που προβλέπεται για την αντίστοιχη κατηγορία· για τους σπόρους ποικιλιών που δεν περιλαμβάνονται στους προαναφερόμενους καταλόγους, η ετικέτα είναι καφέ χρώματος. Η ετικέτα αναφέρει πάντοτε ότι οι συγκεκριμένοι σπόροι υπάγονται σε κατηγορία για την οποία ισχύουν λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις.

3.  Οι κανόνες εφαρμογής της παραγράφου 1 μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 39

1.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι σπόροι κηπευτικών να ελέγχονται επίσημα κατά την εμπορία, τουλάχιστον με δειγματοληψία, προκειμένου να επαληθεύεται ότι τηρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.  Με την επιφύλαξη της ελεύθερης κυκλοφορίας των σπόρων μέσα στην Κοινότητα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι, κατά την εμπορία σπόρων που εισάγονται από τρίτες χώρες σε ποσότητες άνω των 2 χιλιογράμμων, τους παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

α) είδος·

β) ποικιλία·

γ) κατηγορία·

δ) χώρα παραγωγής και επίσημη αρχή ελέγχου·

ε) χώρα αποστολής·

στ) εισαγωγέας·

ζ) ποσότητα σπόρων.

Ο τρόπος με τον οποίο παρέχονται οι πληροφορίες μπορεί να καθορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 40

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι σπόροι των κατηγοριών «πιστοποιημένοι σπόροι» και «τυποποιημένοι σπόροι» να υποβάλλονται σε επίσημο έλεγχο εκ των υστέρων σε καλλιέργεια που γίνεται δειγματοληπτικά για να διαπιστωθεί η ταυτότητα και η καθαρότητα της ποικιλίας σε σχέση με δείγματα μάρτυρες.

Άρθρο 41

1.  Τα κράτη μέρη μεριμνούν ώστε οι υπεύθυνοι για την επικόλληση των ετικετών των σχετικών με τους τυποποιημένους σπόρους που προορίζονται για εμπορία:

α) να τηρούν αυτά ενήμερα ως προς την έναρξη και το πέρας των ενεργειών τους·

β) να τηρούν δελτία που αναφέρονται σε όλες τις σπορομερίδες τυποποιημένων σπόρων και να θέτουν αυτά στη διάθεσή τους τουλάχιστον επί τρία έτη·

γ) να θέτουν στη διάθεσή τους, επί δύο έτη τουλάχιστον, ένα δείγμα-μάρτυρα των σπόρων των ποικιλιών για τις οποίες δεν απαιτείται επιλογή διατηρητέων ποικιλιών·

δ) να λαμβάνουν δείγματα από κάθε σπορομερίδα η οποία προορίζεται για εμπορία και θέτουν αυτά στη διάθεσή τους επί δύο έτη τουλάχιστον.

Οι αναφερόμενες στα στοιχεία β) και δ) ενέργειες αποτελούν αντικείμενο επισήμου επιβλέψεως που γίνεται με δειγματοληψία. Η υποχρέωση που προβλέπεται στο στοιχείο γ) εφαρμόζεται μόνο στους υπεύθυνους που είναι παραγωγοί.

2.  Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε άτομο που προτίθεται να κάνει μνεία επιλογής διατηρητέων ποικιλιώ κατά το άρθρο 28 παράγραφος 4, να αναγγέλλει την πρόθεση αυτή.

Άρθρο 42

1.  Αν διαπιστωθεί επανειλημμένως, κατά τους πραγματοποιούμενους ελέγχους εκ των υστέρων σε καλλιέργεια, ότι οι σπόροι μιας ποικιλίας δεν ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά στις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την ταυτότητα ή την καθαρότητα της ποικιλίας, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να απαγορεύεται στο άτομο, που είναι υπεύθυνο για την εμπορία τους, να εμπορεύεται εν όλω ή εν μέρει και, ενδεχομένως για δεδομένη περίοδο, τέτοιους σπόρους.

2.  Τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1 ακυρούνται ευθύς ως αποδειχθεί με αρκετή βεβαιότητα ότι οι σπόροι που προορίζονται για την εμπορία πληρούν στο μέλλον τις προϋποθέσεις που αφορούν την ταυτότητα και την καθαρότητα της ποικιλίας.

▼M1

Άρθρο 43

1.  Οι κοινοτικές συγκριτικές δοκιμές και αναλύσεις επί δειγμάτων διεξάγονται εντός της Κοινότητας για τους εκ των υστέρων ελέγχους δειγμάτων σπόρων προς σπορά κηπευτικών που διατίθενται στην εμπορία σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ανεξαρτήτως του υποχρεωτικού ή προαιρετικού χαρακτήρα τους, και λαμβάνονται στη διάρκεια της δειγματοληψίας. Οι συγκριτικές δοκιμές και αναλύσεις επί δειγμάτων δύνανται να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

 σπόρους προς σπορά που συλλέγονται σε τρίτες χώρες,

 σπόρους προς σπορά κατάλληλους για βιολογικές καλλιέργειες,

 σπόρους προς σπορά που διατίθενται προς εμπορία σε σχέση με την επιτόπια διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση των φυτογενετικών πόρων.

2.  Οι εν λόγω συγκριτικές δοκιμές και αναλύσεις επί δειγμάτων χρησιμοποιούνται για την εναρμόνιση των τεχνικών μεθόδων πιστοποίησης και για τον έλεγχο της τήρησης των όρων που πρέπει να πληρούν οι σπόροι προς σπορά.

3.  Η Επιτροπή, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 46 παράγραφος 2, προβαίνει στους απαραίτητους διακανονισμούς για τη διεξαγωγή των συγκριτικών δοκιμών και αναλύσεων επί δειγμάτων. Η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή του άρθρου 46 παράγραφος 1, ως προς τους τεχνικούς διακανονισμούς για τη διεξαγωγή των δοκιμών και αναλύσεων επί δειγμάτων και τα αποτελέσματά τους.

4.  Η Κοινότητα δύναται να συνεισφέρει οικονομικά στην εκτέλεση των προβλεπόμενων από τις παραγράφους 1 και 2 δοκιμών και αναλύσεων επί δειγμάτων.

Η οικονομική συνεισφορά δεν θα υπερβαίνει τις ετήσιες πιστώσεις που έχει εγκρίνει η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

5.  Ο καθορισμός των δοκιμών και αναλύσεων επί δειγμάτων για τις οποίες μπορεί να χορηγηθεί κοινοτική οικονομική συνδρομή και των λεπτομερειών παροχής της τελευταίας, γίνεται σύμφωνα με την προβλεπόμενη από το άρθρο 46 παράγραφος 2 διαδικασία.

6.  Οι προβλεπόμενες από τις παραγράφους 1 και 2 δοκιμές και αναλύσεις επί δειγμάτων επιτρέπεται να διεξάγονται μόνον από δημόσιες αρχές ή από νομικά πρόσωπα που ενεργούν υπό την ευθύνη του κράτους.

▼B

Άρθρο 44

1.  Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, μπορούν να καθορίζονται ειδικές προϋποθέσεις για να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις των όρων εμπορίας των σπόρων που έχουν υποστεί χημική επεξεργασία.

2.  Σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, καθορίζονται ειδικές προϋποθέσεις για να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις της επί τόπου διατήρησης και της αειφόρου χρήσης των φυτικών γενετικών πόρων μέσω της καλλιέργειας και της εμπορίας σπόρων:

α) ντόπιων αβελτίωτων φυλών και ποικιλιών οι οποίες καλλιεργούνται παραδοσιακά σε συγκεκριμένες τοποθεσίες και περιοχές και οι οποίες απειλούνται με γενετική διάβρωση με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/94 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 1994, για τη διατήρηση, το χαρακτηριστικό, τη συλλογή και τη χρησιμοποίηση των γενετικών πόρων στη γεωργία ( 10

β) ποικιλιών οι οποίες δεν έχουν εγγενή αξία για εμπορική φυτική παραγωγή αλλά οι οποίες αναπτύσσονται για καλλιέργεια υπό ιδιαίτερες συνθήκες.

3.  Οι ειδικές προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ανωτέρω περιλαμβάνουν ειδικότερα τα ακόλουθα σημεία:

α) στην παράγραφο 2, στοιχείο α) οι ντόπιες αβελτίωτες φυλές και ποικιλίες εγκρίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Πρέπει να λαμβάνονται επίσης ιδιαίτερα υπόψη τα αποτελέσματα ανεπίσημων δοκιμών και οι γνώσεις που έχουν αποκτηθεί από την πρακτική πείρα κατά τη διάρκεια της καλλιέργειας, του πολλαπλασιασμού και της χρήσης, καθώς και οι λεπτομερείς περιγραφές των ποικιλιών και των σχετικών ονομασιών, όπως έχουν κοινοποιηθεί στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος· στην περίπτωση που αυτά επαρκούν, πρέπει να προβλέπεται εξαίρεση από την προβλεπόμενη επίσημη εξέταση. Μετά την αποδοχή της, η συγκεκριμένη ντόπια αβελτίωτη φυλή ή ποικιλία καταγράφονται ως «ποικιλία προς διατήρηση» στον κοινό κατάλογο·

β) στην παράγραφο 2 στοιχεία α) και β) οι ανάλογοι ποσοτικοί περιορισμοί.

Άρθρο 45

Οι τροποποιήσεις που πρέπει να επέλθουν στο περιεχόμενο των παραρτημάτων, λόγω της εξελίξεως των επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων θεσπίζονται σύμφωνα με την αναφερομένη στο άρθρο 46 παράγραφος 2 διαδικασία.

Άρθρο 46

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από την μόνιμη επιτροπή σπόρων προς σπορά και γεωργικών δενδροκηπευτικών και δασικών φυτών προς φύτευση που συστάθηκε από το άρθρο 1 της απόφασης 66/399/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( 11 ).

2.  Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σ' ένα μήνα.

3.  Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε τρείς μήνες.

4.  Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 47

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 18 και των παραρτημάτων I και II, η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις διατάξεις των εθνικών νομοθεσιών που δικαιολογούνται από λόγους προστασίας της υγείας και της ζωής ανθρώπων και ζώων ή διατηρήσεως των φυτικών οργανισμών ή προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 48

1.  Δύναται να καθορίζονται ειδικοί όροι, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, για να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις που αφορούν:

α) τους όρους εμπορίας των σπόρων που έχουν υποστεί χημική επεξεργασία·

β) τους όρους εμπορίας σπόρων σε σχέση με την επιτόπου διατήρηση και την αειφόρο χρήση των φυτογενετικών πόρων, συμπεριλαμβανομένων των μιγμάτων σπόρων ειδών που περιλαμβάνουν επίσης είδη τα οποία απαριθμούνται από το άρθρο 1 της οδηγίας 2002/53/ΕΚ ( 12 ), σχετίζονται με ειδικούς φυσικούς και ημιφυσικούς οικότοπους και απειλούνται από γενετική διάβρωση·

γ) τους όρους εμπορίας σπόρων που ενδείκνυνται για βιολογικές μεθόδους παραγωγής.

2.  Οι συγκεκριμένοι όροι που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 1 στοιχείο β) περιλαμβάνουν, ειδικότερα, τα ακόλουθα σημεία:

α) ο σπόρος των ειδών αυτών πρέπει να είναι εγνωσμένης προέλευσης εγκεκριμένης από την αρμόδια αρχή εκάστου κράτους μέλους για την εμπορία των σπόρων σε καθορισμένες περιοχές·

β) κατάλληλους ποσοτικούς περιορισμούς.

Άρθρο 49

Κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους, η οποία διεκπεραιώνεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 46 παράγραφος 2, το κράτος μέλος αυτό μπορεί να απαλλάσσεται, εν όλω ή εν μέρει, από την υποχρέωση εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σε ορισμένα είδη, τα οποία συνήθως δεν αναπαράγονται ή δεν διατίθενται στο εμπόριο στο έδαφός του, εκτός εάν αυτό αντιβαίνει στις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 1 και του άρθρου 34 παράγραφος 1.

Άρθρο 50

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 51

1.  Η οδηγία 70/458/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από τις οδηγίες που εμφαίνονται στο παράρτημα VI, μέρος Α, καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης που εμφαίνονται στο παράρτημα VI, μέρος Β.

2.  Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα VII.

Άρθρο 52

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 53

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ

1.

Η καλλιέργεια διαθέτει ικανοποιητική ταυτότητα και καθαρότητα της ποικιλίας.

2.

Για τους βασικούς σπόρους διενεργείται τουλάχιστον ένας επίσημος καλλιεργητικός έλεγχος. Για τους πιστοποιημένους σπόρους διενεργείται τουλάχιστον ένας επίσημος καλλιεργητικός έλεγχος, δειγματοληπτικά, στο 20 % τουλάχιστον των καλλιεργειών κάθε είδους.

3.

Η κατάσταση καλλιεργείας του αγρού παραγωγής και η καλλιέργεια θα πρέπει να είναι σε τέτοιο στάδιο αναπτύξεως ώστε να επιτρέπουν έναν επαρκή έλεγχο της ταυτότητας και της καθαρότητας της ποικιλίας καθώς και της καταστάσεως φυτοϋγείας της.

4.

Οι ελάχιστες αποστάσεις από τις γειτονικές καλλιέργειες οι οποίες δύνανται να προκαλέσουν ανεπιθύμητη ξένη γονιμοποίηση είναι οι εξής:

A.  Beta vulgaris



1.

Σε σχέση με πηγές γύρεως του είδους Beta που δεν περιλαμβάνονται κατωτέρω

1 000 μέτρα

2.

Σε σχέση με πηγές γύρεως ποικιλιών του ιδίου υποείδους που ανήκει σε διαφορετική ομάδα ποικιλιών:

 

α) για βασικούς σπόρους·

1 000 μέτρα

β) για τους πιστοποιημένους σπόρους.

600 μέτρα

3.

Σε σχέση με πηγές γύρεως ποικιλιών του ιδίου υποείδους που ανήκει στην ίδια ομάδα ποικιλιών:

 

α) για τους βασικούς σπόρους·

600 μέτρα

β) για τους πιστοποιημένους σπόρους.

300 μέτρα

Οι ομάδες ποικιλιών που αναφέρονται στα σημεία 2 και 3 καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2.

B. Είδη Brassica



1.

Από πηγές ξένης γύρεως που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή υποβάθμιση της ποικιλίας του είδους Brassica:

 

α) για τους βασικούς σπόρους·

1 000 μέτρα

β) για τους πιστοποιημένους σπόρους.

600 μέτρα

2.

Από άλλες πηγές ξένης γύρεως που μπορεί να διασταυρωθεί με ποικιλίες του είδους Brassica:

 

α) για τους βασικούς σπόρους·

500 μέτρα

β) για τους πιστοποιημένους σπόρους.

300 μέτρα

Γ.  Κιχώριο για βιομηχανικές χρήσεις



1.

Σε σχέση με άλλα είδη του αυτού γένους ή υποείδη

1 000 μέτρα

2.

Σε σχέση με άλλη ποικιλία κιχωρίου για βιομηχανικές χρήσεις

 

α) για τους βασικούς σπόρους·

600 μέτρα

β) για τους πιστοποιημένους σπόρους.

300 μέτρα.

Δ.  Άλλα είδη



1.

Από πηγές ξένης γύρεως που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή υποβάθμιση στις ποικιλίες άλλων ειδών, ως αποτέλεσμα διασταυρώσεως:

 

α) για τους βασικούς σπόρους·

500 μέτρα

β) για τους πιστοποιημένους σπόρους.

300 μέτρα

2.

Από άλλες πηγές ξένης γύρεως επιδεικτικής διασταυρώσεως με ποικιλίες άλλων ειδών, και η οποία έχει σαν αποτέλεσμα τη διασταύρωση αυτών:

 

α) για τους βασικούς σπόρους·

300 μέτρα

β) για τους πιστοποιημένους σπόρους.

100 μέτρα

Οι αποστάσεις αυτές δύνανται να μην τηρούνται όταν υφίσταται επαρκής προστασία από κάθε ανεπιθύμητη ξένη γονιμοποίηση.

5.

Η παρουσία επιβλαβών ασθενειών και οργανισμών που μειώνουν την αξία χρησιμοποιήσεως των σπόρων είναι ανεκτή μόνο στα μικρότερα δυνατά όρια.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΚΠΛΗΡΟΥΝ ΟΙ ΣΠΟΡΟΙ

1.

Οι σπόροι πρέπει να διαθέτουν ικανοποιητική ταυτότητα και καθαρότητα της ποικιλίας.

2.

Η παρουσία επιβλαβών ασθενειών και οργανισμών που μειώνουν την αξία χρησιμοποιήσεως των σπόρων, είναι ανεκτή μόνο στα μικρότερα δυνατά όρια.

3.

Οι σπόροι πρέπει να πληρούν επί πλέον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Προδιαγραφές



Είδη

Ελάχιστη ειδική καθαρότης (% του βάρους)

Μέγιστη περιεκτικότης σε σπόρους άλλων φυτικών ειδών (% του βάρους)

Ελάχιστη βλαστική ικανότης (% καθαρών σπόρων ή συσσωματωμάτων)

Allium cepa

97

0,5

70

Allium porrum

97

0,5

65

Anthriscus cerefolium

96

1

70

Apium graveolens

97

1

70

Asparagus officinalis

96

0,5

70

Beta vulgaris (Cheltenham beet)

97

0,5

50 (συσσωματώματα)

Beta vulgaris (εκτός του Cheltenham beet)

97

0,5

70(συσσωματώματα)

Brassica oleracea (κουνουπίδι)

97

1

70

Brassica oleracea (άλλα υπο-είδη)

97

1

75

Brassica pekinensis

97

1

75

Brassica rapa

97

1

80

Capsicum annuum

97

0,5

65

Cichorium intybus (partim) [ραδίκι-Witloof, ευρύφυλλο ραδίκι (ιταλικό ραδίκι)]

95

1,5

65

Cichorium intybus (partim) (κιχώριο για βιομηχανικές χρήσεις)

97

1

80

Cichorium endivia

95

1

65

Citrullus lanatus

98

0,1

75

Cucumis melo

98

0,1

75

Cucumis sativus

98

0,1

80

Cucurbita maxima

98

0,1

80

Cucurbita pepo

98

0,1

75

Cynara cardunculus

96

0,5

65

Daucus carota

95

1

65

Foeniculum vulgare

96

1

70

Lactuca sativa

95

0,5

75

Lycopersicon lycopersicum

97

0,5

75

Petroselinum crispum

97

1

65

Phaseolus coccineus

98

0,1

80

Phaseolus vulgaris

98

0,1

75

Pisum sativum

98

0,1

80

Raphanus sativus

97

1

70

Scorzonera hispanica

95

1

70

Solanum melongena

96

0,5

65

Spinacia oleracea

97

1

75

Valerianella locusta

95

1

65

Vicia faba

98

0,1

80

β) Συμπληρωματικές απαιτήσεις

i) Οι σπόροι ψυχανθών δεν πρέπει να έχουν προσβληθεί από τα κάτωθι ζώντα έντομα:

Acanthoscelides obtectus Sag.

Bruchus affinis Froel.

Bruchus atomarius L.

Bruchus pisorum L.

Bruchus rufimanus Boh.

ii) Οι σπόροι δεν πρέπει να έχουν προσβληθεί από ζώντα ακάρια (Acarina).




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΒΑΡΗ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 25 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

1.

Μέγιστο βάρος παρτίδας σπόρων προς σπορά



α) σπόροι προς σπορά Phaseolus vulgaris, Pisum sativum και Vicia faba

25 μετρικοί τόνοι,

β) σπόρι προς σπορά μεγέθους τουλάχιστον κόκκου σίτου, εκτός από Phaseolus vulgaris, Pisum sativum και Vicia faba

20 μετρικοί τόνοι,

γ) σπόροι προς σπορά μεγέθους μικρότερου από κόκκο σίτου

10 μετρικοί τόνοι.

Δεν πρέπει να υπάρχει υπέρβαση άνω του 5 % στο μέγιστο βάρος παρτίδας.

2.

Ελάχιστο βάρος δείγματος



Είδος

Βάρος (σε g)

Allium cepa

25

Allium porrum

20

Anthricus cerefolium

20

Apium graveolens

5

Asparagus officinalis

100

Beta vulgaris

100

Brassica oleracea

25

Brassica pekinensis

20

Brassica rapa

20

Capsicum annuum

40

Cichorium intybus (partim)[ραδίκι-Witloof ευρύφυλλο ραδίκι (ιταλικό ραδίκι)]

15

Cichorium intybus (partim) (Κιχώριο για βιομηχανικές χρήσεις)

50

Cichorium endivia

15

Citrullus lanatus

250

Cucumis melo

100

Cucumis sativus

25

Cucurbita maxima

250

Cucurbita pepo

150

Cynara cardunculus

50

Daucus carota

10

Foeniculum vulgare

25

Lactuca sativa

10

Lycopersicon lycopersicum

20

Petroselinum crispum

10

Phaseolus coccineus

1 000

Phaseolus vulgaris

700

Pisum sativum

500

Raphanus sativus

50

Scorzonera hispanica

30

Solanum melongena

20

Spinacia oleracea

75

Valerianella locusta

20

Vicia faba

1 000

Για τις ποικιλίες υβρίδια F-1 των προαναφερθέντων ειδών, το ελάχιστο βάρος του δείγματος δύναται να ελαττωθεί μέχρι του τετάρτου του καθορισμένου βάρους. Εντούτοις, το δείγμα πρέπει να έχει βάρος τουλάχιστον 5 g και να περιλαμβάνει τουλάχιστον 400 σπόρους.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΕΤΙΚΕΤΑ

A.   Επίσημη ετικέτα (βασικών σπόρων και πιστοποιημένων σπόρων εξαιρουμένων των μικρών συσκευασιών

I.   Απαιτούμενες ενδείξεις

1. Κανόνες και προδιαγραφές ΕΚ.

2. Υπηρεσία πιστοποιήσεως και κράτος μέλος ή τα αρχικά τους.

3. Μήνας και έτος σφραγίσεως που εκφράζονται με την ένδειξη «σφραγισμένο …» (μήνας και έτος), ή

μήνας και έτος της τελευταίας επίσημης δειγματοληψίας εν όψει της πιστοποιήσεως, εκφραζομένης με την ένδειξη: «έχει γίνει δειγματοληπτικός έλεγχος …» (μήνας και έτος).

4. Σχετικός αριθμός της παρτίδας.

5. Είδος που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες με τη βοτανική του ονομασία, η οποία μπορεί να δίνεται συντετμημένα και χωρίς τα ονόματα των συγγραφέων ή με την κοινή του ονομασία ή και με τις δύο.

6. Ποικιλία που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες.

7. Κατηγορία.

8. Χώρα παραγωγής.

9. Δηλωμένο καθαρό ή μικτό βάρος ή δηλωμένος αριθμός καθαρών σπόρων.

10. Σε περίπτωση ενδείξεως του βάρους και χρήσεως φυτοφαρμάκων σε κόκκος ουσιών περιτυλίξεως ή άλλων στερεών προσθημάτων, η ένδειξη της φύσεως του προσθήματος καθώς και η κατά προσέγγιση σχέση μεταξύ του βάρους καθαρών σπόρων και του γενικού βάρους.

11. Σε περίπτωση ποικιλιών υβριδίων ή καθαρών σειρών:

 για τους βασικούς σπόρους για τους οποίους το υβρίδιο ή η καθαρή σειρά στην οποία ανήκουν οι σπόροι έχει δεκτή βάσει της παρούσας οδηγίας:

 το όνομα αυτού του σπόρου με το οποίο έχει γίνει επίσημα δεκτός, με ή χωρίς αναφορά στην τελική ποικιλία, συνοδευόμενο, σε περίπτωση υβριδίων ή καθαρών σειρών που προορίζονται μόνον για γονείς τελικών ποικιλιών, από τη λέξη «γονέας»,

 για τους άλλους βασικούς σπόρους:

 το όνομα του γονέα στον οποίο ανήκουν οι βασικοί σπόροι, το οποίο μπορεί να δίνεται υπό κωδική μορφή, συνοδευόμενο από μια αναφορά στην τελική ποικιλία, με ή χωρίς αναφορά στο ρόλο του (αρσενικός ή θηλυκός), και από τη λέξη «γονέας»,

 για τους πιστοποιημένους σπόρους:

 το όνομα της ποικιλίας στην οποία ανήκουν οι πιστοποιημένοι σπόροι, συνοδευόμενο από τη λέξη «υβρίδιο».

12. Στην περίπτωση που η βλάστηση αναλύθηκε εκ νέου, δύναται να αναφέρονται οι λέξεις «εκ νέου αναλυθείσα» (μήνας και έτος).

II.   Ελάχιστες διατάσεις

110 × 67 mm.

B.   Ετικέτα προμηθευτού ή εγγραφή επί της συσκευασίας «standard σπορά» και μικρές συσκευασίες της κατηγορίας «πιστοποιημένοι σπόροι»

I.   Απαιτούμενες ενδείξεις:

1. Κανόνες και προδιαγραφές ΕΚ.

2. Όνομα και διεύθυνση του υπευθύνου της επιθέσεως ετικετών ή αναγνωρίσεως της ταυτότητός του.

3. Η περίοδος εμπορίας της σφραγίσεως ή της τελευταίας εξετάσεως της βλαστικής ικανότητος. Δύναται να αναφέρεται το τέλος αυτής της περιόδου εμπορίας.

4. Είδος που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες.

5. Ποικιλία που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες.

6. Κατηγορία για τις μικρές συσκευασίες, οι πιστοποιημένοι σπόροι προς σπορά δύναται να δηλωθούν με τα γράμματα «Γ» και «Ζ» και οι τυποποιημένοι σπόροι προς σπορά δύναται να δηλωθούν με τα γράμματα «St».

7. Σχετικός αριθμός που δίνεται από τον υπευθύνο της επιθέσεως ετικετών — για τους τυποποιημένους σπόρους προς σπορά.

8. Σχετικός αριθμός που επιτρέπει την εξακρίβωση της πιστοποιημένης σπορομερίδας για τους πιστοποιημένους σπόρους προς σπορά.

9. Δηλωμένο καθαρό ή μικτό βάρος ή δηλωμένος αριθμός καθαρών σπόρων εκτός από τις μικρές συσκευασίες μέχρι 500 γραμμάρια.

10. Σε περίπτωση ενδείξεων του βάρους και της χρήσεως φυτοφαρμάκων σε κόκκους, ουσιών περιτυλίξεως ή άλλων στερεών προσθημάτων, ή ένδειξη της φύσεως του προσθήματος καθώς και η κατά προσέγγιση σχέση μεταξύ του βάρους καθαρών σπόρων και του γενικού βάρους.

II.   Ελάχιστες διαστάσεις της ετικέτας (εξαιρουμένων των μικρών συσκευασιών)

110 × 67 mm.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΕΤΙΚΕΤΑ ΚΑΙ ΕΓΓΡΑΦΟ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΠΟΡΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΘΕΙ ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΣΥΛΛΕΓΕΙ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

A.   Απαιτούμενες ενδείξεις για την ετικέτα

 Αρμόδια αρχή για τον επιτόπου έλεγχο και κράτος μέλος ή τα αρχικά τους.

 Είδος, που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες με τη βοτανική του ονομασία, η οποία μπορεί να δίνεται συντεμημένα και χωρίς τα ονόματα των συγγραφέων ή με την κοινή του ονομασία ή και με τις δύο.

 Ποικιλία που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες.

 Κατηγορία.

 Αριθμός αναφοράς του αγρού ή της σπορομερίδας.

 Δηλούμενο καθαρό ή μεικτό βάρος.

 Οι λέξεις «σπόροι που δεν έχουν πιστοποιηθεί οριστικά».

B.   Χρώμα της ετικέτας

Η ετικέτα είναι γκρίζου χρώματος.

Γ.   Απαιτούμενες ενδείξεις για το έγγραφο

 Αρχή που εκδίδει το έγγραφο.

 Είδος που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες με τη βοτανική του ονομασία, η οποία μπορεί να δίνεται συντετμημένα και χωρίς τα ονόματα των δημιουργών, ή με την κοινή του ονομασία ή και με τις δύο.

 Ποικιλία, που αναφέρεται τουλάχιστον με λατινικούς χαρακτήρες.

 Κατηγορία.

 Αριθμός αναφοράς των χρησιμοποιηθέντων σπόρων και όνομα της χώρας ή των χωρών στις οποίες πραγματοποιήθηκε η πιστοποίηση των σπόρων αυτών.

 Αριθμός αναφοράς του αγρού ή της σπορομερίδας.

 Επιφάνεια που καλλιεργήθηκε για την παραγωγή της σπορομερίδας που καλύπτεται από το έγγραφο.

 Ποσότητα των σπόρων που έχουν συλλεγεί και αριθμός συσκευασιών.

 Βεβαίωση ότι έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληροί η καλλιέργεια από την οποία προέρχονται οι σπόροι.

 Ενδεχομένως, αποτελέσματα της προκαταρκτικής εξέτασης των σπόρων.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΜΕΡΟΣ Α

ΟΔΗΓΙΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΔΟΧΙΚΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ

(που αναφέρονται στο άρθρο 51)



Οδηγία 70/458/ΕΟΚ (ΕΕ L 225 της 12.10.1970, σ. 7)

 

Οδηγία 71/162/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 87 της 17.4.1971, σ. 24)

μόνο το άρθρο 6

Οδηγία 72/274/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 171 της 29.7.1972, σ. 37)

μόνο σχετικά με τις αναφορές στις διατάξεις της οδηγίας 70/458/ΕΟΚ που γίνονται στα άρθρα 1 και 2

Οδηγία 72/418/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 287 της 26.12.1972, σ. 22)

μόνο το άρθρο 6

Οδηγία 73/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 356 της 27.12.1973, σ. 79)

μόνο το άρθρο 6

Οδηγία 76/307/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 72 της 18.3.1976, σ. 16)

μόνο το άρθρο 2

Οδηγία 78/55/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 16 της 20.1.1978, σ. 23)

μόνο το άρθρο 7

Οδηγία 78/692/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 236 της 26.8.1978, σ. 13)

μόνο το άρθρο 7

Οδηγία 79/641/ΕΟΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 183 της 19.7.1979, σ. 13)

μόνο το άρθρο 4

Οδηγία 79/692/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 205 της 13.8.1979, σ. 1)

μόνο το άρθρο 4

Οδηγία 79/967/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 293 της 20.11.1979, σ. 16)

μόνο το άρθρο 3

Οδηγία 80/1141/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 341 της 16.12.1980, σ. 27)

μόνο το άρθρο 2

Οδηγία 86/155/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 118 της 7.5.1986, σ. 23)

μόνο το άρθρο 6

Οδηγία 87/120/ΕΟΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 49 της 18.2.1987, σ. 39)

μόνο το άρθρο 5

Οδηγία 87/481/ΕΟΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 273 της 26.9.1987, σ. 45)

 

Οδηγία 88/332/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 151 της 17.6.1988, σ. 82)

μόνο το άρθρο 8

Οδηγία 88/380/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 187 της 16.7.1988, σ. 31)

μόνο το άρθρο 7

Οδηγία 90/654/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 353 της 17.12.1990, σ. 48)

μόνο σχετικά με τις αναφορές στις διατάξεις της οδηγίας 70/458/ΕΟΚ που γίνονται στο άρθρο 2 και στο παράρτημα ΙΙ.1.7

Οδηγία 96/18/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 76 της 26.3.1996, σ. 21)

μόνο το άρθρο 3

Οδηγία 96/72/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 27.11.1996, σ. 10)

μόνο το άρθρο 1 σημείο 6

Οδηγία 98/95/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 25 της 1.2.1999, σ. 1)

μόνο το άρθρο 7

Οδηγία 98/96/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 25 της 1.2.1999, σ. 27)

μόνο το άρθρο 7

ΜΕΡΟΣ Β

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΘΕΣΜΙΩΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

(που αναφέρονται στο άρθρο 51)



Οδηγία

Προθεσμία ενσωμάτωσης

70/458/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1972 (1) (2)

71/162/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1972

72/274/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1972 (άρθρο 1)

1η Ιανουαρίου 1973 (άρθρο 2)

72/418/ΕΟΚ

1η Ιανουαρίου 1973 (άρθρο 6 παράγραφος 13 και 18)

1η Ιουλίου 1972 (άλλες διατάξεις)

73/438/ΕΟΚ

1η Ιανουαρίου 1974 (άρθρο 6 παράγραος 4)

1η Ιουλίου 1974 (άλλες διατάξεις)

76/307/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1975

78/55/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1977 (άρθρο 7 παράγραφος 5)

1η Ιουλίου 1979 (άλλες διατάξεις)

78/692/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1977 (άρθρο 7)

1η Ιουλίου 1979 (άλλες διατάξεις)

79/641/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1980

79/692/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1977

79/967/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1982

80/1141/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1980

86/155/ΕΟΚ

1η Μαρτίου 1986 (άρθρο 6 παράγραφος 3 και 8)

1η Ιουλίου 1987 (άλλες διατάξεις)

87/120/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1988

87/481/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1989

88/332/ΕΟΚ

 

88/380/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1982 (άρθρο 7 παράγραφος 9)

1η Ιανουαρίου 1986 (άρθρο 7 παράγραφος 6 και 10)

1η Ιουλίου 1992 (άρθρο 7 παράγραφος 18)

1η Ιουλίου 1990 (άλλες διατάξεις)

90/654/ΕΟΚ

 

96/18/EG

1η Ιουλίου 1996

96/72/EG

1η Ιουλίου 1997 (3)

98/95/EG

1η Φεβρουαρίου 2000 (διορθωτικό ΕΕ L 126 της 20.5.1999, σ. 2)

98/96/EG

1η Φεβρουαρίου 2000

(1)   Την 1η Ιουλίου 1973 για τη Δανία, Ιρλανδία και Ηνωμένο Βασίλειο, την 1η Ιανουαρίου 1986 για την Ελλάδα και την 1η Μαρτίου 1986 για την Ισπανία και την 1η Ιανουαρίου 1991 για την Πορτογαλία.

(2)   Την 1η Ιανουαρίου 1995 για την Αυστρία, Φινλανδία και Σουηδία.

— Η Φινλανδία και η Σουηδία μπορούν να αναβάλουν, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1995 το αργότερο, την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στο έδαφός τους σχετικά με την εμπορία στο έδαφός τους σπόρων προς σπορά ποικιλιών που απαριθμούνται στους αντίστοιχους εθνικούς τους καταλόγους για ποικιλίες γεωργικών φυτικών ειδών και για ποικιλίες κηπευτικών φυτικών ειδών που δεν έχουν γίνει επιστήμως δεκτές σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας. Οι σπόροι προς σπορά των ποικιλιών αυτών δεν επιτρέπεται να αποτελέσουν αντικείμενο εμπορίας στο έδαφος των άλλων κρατών μελών κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής.

— Οι ποικιλίες γεωργικών και κηπευτικών φυτικών ειδών οι οποίες, κατά την ημερομηνία προσχώρησης ή μεταγενέστερα, απαριθμούνται και στους αντίστοιχους εθνικούς καταλόγους της Φινλανδίας και της Σουηδίας και στους κοινούς καταλόγους, δεν υπόκεινται σε τυχόν περιορισμούς εμπορίας όσον αφορά την ποικιλία

— Κατά την περίοδο που αναφέρεται στην πρώτη περίπτωση, οι ποικιλίες εκείνες των αντίστοιχων εθνικών καταλόγων της Φινλανδίας και της Σουηδίας που έχουν γίνει επισήμως δεκτές σύμφωνα με τις διατάξεις της προαναφερόμενης οδηγίας συμπεριλαμβάνονται στους κοινούς καταλόγους ποικιλιών γεωργικών ή κηπευτικών φυτικών ειδών, αντιστοίχως.

(3)   Οι εναπομείνουσες ετικέτες που φέρουν τη συντομογραφία «ΕΟΚ» μπορούν να χρησιμοποιηθούν μέχρι της 31η Δεκεμβρίου 2001.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ



Οδηγία 70/458/ΕΟΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 34

Άρθρο 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 1α

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Α

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Β στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) i)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Β στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) ii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Β στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) iii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Β στοιχείο δ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) iv)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Γ στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) i)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Γ στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) ii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Γ στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) iii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Γ στοιχείο δ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) iv)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Γ στοιχείο ε)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) v)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Δ στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) i)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Δ στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) ii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Δ στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) iii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Δ στοιχείο δ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε) iv)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Ε στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ) i)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Ε στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ) ii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο Ε στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ) iii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ΣΤ στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) i)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ΣΤ στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) ii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ΣΤ στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) iii)

Άρθρο 2 παράγραφος 1α

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 1β

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 3 έως 8

Άρθρο 3 έως 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 10

Άρθρο 12

Άρθρο 11

Άρθρο 13

Άρθρο 12

Άρθρο 13α

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 14

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 17 έως 19

Άρθρο 17 έως 19

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 1α

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 3

Άρθρο 20 παράγραφος 3

Άρθρο 20 παράγραφος 4

Άρθρο 20 παράγραφος 5

Άρθρο 20α

Άρθρο 21

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρο 21α

Άρθρο 23

Άρθρο 22

Άρθρο 24

Άρθρο 23

Άρθρο 25

Άρθρο 24

Άρθρο 26

Άρθρο 25

Άρθρο 27

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 28 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 1α

Άρθρο 28 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 1β

Άρθρο 28 παράγραφος 3

Άρθρο 26 παράγραφος 2 εδάφια 1 έως 3

Άρθρο 28 παράγραφος 4, εδάφια 1 έως 3

Άρθρο 26 παράγραφος 2 εδάφιο 4

Άρθρο 27

Άρθρο 29

Άρθρο 28

Άρθρο 30

Άρθρο 28α

Άρθρο 31

Άρθρο 29

Άρθρο 32

Άρθρο 29α

Άρθρο 33

Άρθρο 30

Άρθρο 34

Άρθρο 30α

Άρθρο 35

Άρθρο 31

Άρθρο 36

Άρθρο 32 παράγραφος 1

Άρθρο 32 παράγραφος 1

Άρθρο 32 παράγραφος 3

Άρθρο 37 παράγραφος 2

Άρθρο 33

Άρθρο 38

Άρθρο 35

Άρθρο 39

Άρθρο 36

Άρθρο 40

Άρθρο 37

Άρθρο 41

Άρθρο 38

Άρθρο 42

Άρθρο 39

Άρθρο 43

Άρθρο 39α παράγραφοι 1 + 2

Άρθρο 44 παράγραφος 1 και 2

Άρθρο 39α παράγραφος 3, i)

Άρθρο 44 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 39α παράγραφος 3 ii)

Άρθρο 44 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 40β

Άρθρο 45

Άρθρο 40

Άρθρο 46 παράγραφοι 1, 2 και 4

Άρθρο 40α

Άρθρο 46 παράγραφοι 1, 3 και 4

Άρθρο 41

Άρθρο 47

Άρθρο 41α παράγραφος 1

Άρθρο 48 παράγραφος 1

Άρθρο 41α παράγραφος 2, i)

Άρθρο 48 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 41α παράγραφος 2, ii)

Άρθρο 48 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 42

Άρθρο 49

Άρθρο 50 (1)

Άρθρο 51

Άρθρο 52

Άρθρο 53

Παράρτημα Ι τμήμα 1

Παράρτημα Ι τμήμα 1

Παράρτημα Ι τμήμα 2

Παράρτημα Ι τμήμα 2

Παράρτημα Ι τμήμα 3

Παράρτημα Ι τμήμα 3

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Α

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Α

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Αα

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Β

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Αβ

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Γ

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Β

Παράρτημα Ι τμήμα 4 σημείο Δ

Παράρτημα Ι τμήμα 5

Παράρτημα Ι τμήμα 5

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα ΙΙΙ

Παράρτημα ΙΙΙ

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 1

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 1

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 2

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 2

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 3

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 3

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 4

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 4

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 5

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 5

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 6

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 6

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 7

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 7

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 8

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 8

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 9

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 9

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 10

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 10

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 10α

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 11

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 11

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο α) σημείο 12

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο β)

Παράρτημα IV τμήμα Α στοιχείο β)

Παράρτημα IV τμήμα Β

Παράρτημα IV τμήμα Β

Παράρτημα V

Παράρτημα V

Παράρτημα VI

Παράρτημα VII

(1)   98/95/ΕΚ άρθρο 9 παράγραφος 2 και 98/96/ΕΚ άρθρο 8 παράγραφος 2.



( 1 ) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 9 Απριλίου 2002 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

( 2 ) ΕΕ L 225 της 12.10.1970, σ. 7· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/96/ΕΚ (ΕΕ L 25 της 1.2.1999, σ. 27).

( 3 ) Βλέπε παράρτημα VI μέρος Α.

( 4 ) ΕΕ L 117 της 8.5.1990, σ. 15· οδηγία όπως καταργήθηκε από την οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1).

( 5 ) ΕΕ L 43 της 14.2.1997, σ. 1.

( 6 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

( 7 ) ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1.

( 8 ) ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1.

( 9 ) ΕΕ L 227 της 1.9.1994, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2506/95 (ΕΕ L 258 της 28.10.1995, σ. 3).

( 10 ) ΕΕ L 159 της 28.6.1994, σ. 1.

( 11 ) ΕΕ 125 της 11.7.1966, σ. 2289/66.

( 12 ) Βλέπε σελιδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.