1995R2236 — EL — 11.08.2005 — 004.001


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2236/95 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Σεπτεμβρίου 1995

περί καθορισμού των γενικών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων

(ΕΕ L 228, 23.9.1995, p.1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1655/1999 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 19ης Ιουλίου 1999

  L 197

1

29.7.1999

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 788/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 21ης Απριλίου 2004

  L 138

17

30.4.2004

►M3

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 807/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 21ης Απριλίου 2004

  L 143

46

30.4.2004

►M4

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ(ΕΚ) αριθ. 1159/2005 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 6 Ιουλίου 2005

  L 191

16

22.7.2005




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 2236/95 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Σεπτεμβρίου 1995

περί καθορισμού των γενικών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων



ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 129 Δ τρίτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 2 ),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών ( 3 ),

Αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ της συνθήκης ( 4 ),

Εκτιμώντας:

ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 σημείο v) της συνθήκης, η δράση της Κοινότητας περιλαμβάνει την ενθάρρυνση της δημιουργίας και της ανάπτυξης διευρωπαϊκών δικτύων·

ότι το άρθρο 129 Β της συνθήκης διευκρινίζει ότι η Κοινότητα συμβάλλει στη δημιουργία και την ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων όσον αφορά τα έργα υποδομής στους τομείς των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας, προκειμένου να συντελέσει στην υλοποίηση των στόχων που αναφέρονται στα άρθρα 7 Α και 130 Α της συνθήκης·

ότι, σύμφωνα με το άρθρο 129 Β παράγραφος 2 της συνθήκης, η δράση της Κοινότητας αποσκοπεί στην προώθηση της διασύνδεσης και της διαλειτουργικότητας των εθνικών δικτύων, καθώς και της πρόσβασης σε αυτά τα δίκτυα, και ότι πρέπει ειδικότερα να ληφθεί υπόψη η ανάγκη να συνδεθούν οι νησιωτικές, οι μεσόγειες και οι περιφερειακές περιοχές με τις κεντρικές περιοχές της Κοινότητας·

ότι το άρθρο 129 Γ της συνθήκης προβλέπει ότι η Κοινότητα καθορίζει ένα σύνολο προσανατολισμών που καλύπτουν τους στόχους, τις προτεραιότητες και τις γενικές γραμμές των μελετώμενων δράσεων στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων και ότι μπορεί να ενισχύει τις χρηματοδοτικές προσπάθειες των κρατών μελών για την υλοποίηση των διευρωπαϊκών δικτύων·

ότι ενδείκνυται να θεσπιστούν οι γενικοί κανόνες για τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων και με τον τρόπο αυτό να καταστεί δυνατή η εφαρμογή του εν λόγω άρθρου·

ότι, σύμφωνα με το άρθρο 129 Γ της συνθήκης, η κοινοτική ενίσχυση μπορεί να χορηγείται σε σχέδια κοινού ενδιαφέροντος τα οποία καθορίζονται στα πλαίσια των προσανατολισμών·

ότι οι προσανατολισμοί που αναφέρονται στο άρθρο 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης, που πρότεινε η Επιτροπή, εξετάζονται αυτή τη στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και ότι, σε περίπτωση που οι αποφάσεις με τις οποίες υιοθετούνται οι προσανατολισμοί αυτοί δεν έχουν τεθεί σε ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να προβλεφθεί, μεταβατικά, η δυνατότητα κοινοτικής ενίσχυσης σε συγκεκριμένα σχέδια που έχουν προτεραιότητα, εντός των ορίων των διαθέσιμων πιστώσεων για το οικονομικό έτος 1995 και το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 1995·

ότι πρέπει να ενισχυθεί η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στη χρηματοδότηση των διευρωπαϊκών δικτύων και να αναπτυχθεί η συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα·

ότι η κοινοτική ενίσχυση μπορεί να λάβει ιδιαίτερα τη μορφή μελετών σκοπιμότητας, εγγυήσεων δανείων ή επιδοτήσεων επιτοκίου· ότι οι επιδοτήσεις και εγγυήσεις αυτές αφορούν ιδίως τη χρηματοδοτική στήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ή άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών χρηματοπιστωτικών οργανισμών· ότι, σε ορισμένες δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορεί να προβλεφθεί η άμεση επιδότηση επενδύσεων·

ότι οι εγγυήσεις δανείων χορηγούνται, σε εμπορική βάση, από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων ή από άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ότι μια κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση θα μπορούσε να καλύψει εν όλω ή εν μέρει τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι οφειλέτες των εν λόγω εγγυήσεων·

ότι η κοινοτική ενίσχυση προορίζεται κυρίως για την υπέρβαση των οικονομικών εμποδίων που ενδέχεται να παρουσιαστούν στη φάση εκκίνησης ενός σχεδίου·

ότι ενδείκνυται να καθοριστεί ένα όριο στην κοινοτική ενίσχυση σε σχέση προς το γενικό κόστος της επένδυσης·

ότι η κοινοτική ενίσχυση χορηγείται στα σχέδια σε συνάρτηση με το βαθμό συμβολής τους στους στόχους του άρθρου 129 Β της συνθήκης καθώς και στους λοιπούς στόχους και προτεραιότητες που καλύπτονται από τους προσανατολισμούς του άρθρου 129 Γ· ότι θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη άλλα ζητήματα όπως η επίδραση κινήτρου στη δημόσια και ιδιωτική χρηματοδότηση, τα άμεσα και έμμεσα κοινωνικοοικονομικά αποτελέσματα των σχεδίων, ιδίως στην απασχόληση, καθώς και οι επιπτώσεις επί του περιβάλλοντος·

ότι η Επιτροπή πρέπει να εκτιμήσει με προσοχή την εν δυνάμει οικονομική βιωσιμότητα των σχεδίων βάσει αναλύσεων κόστους/οφέλους και άλλων καταλλήλων κριτηρίων, καθώς και την οικονομική τους αποδοτικότητα·

ότι οι κοινοτικές χρηματοδοτικές παρεμβάσεις δυνάμει του άρθρου 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης πρέπει να είναι συμβατές με τις κοινοτικές πολιτικές, ιδίως όσον αφορά τα δίκτυα και την προστασία του περιβάλλοντος, τον ανταγωνισμό και την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων και ότι η προστασία του περιβάλλοντος συμπεριλαμβάνει μια εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον·

ότι θα πρέπει να καθοριστούν οι αντίστοιχες εξουσίες και αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Επιτροπής στο θέμα του οικονομικού ελέγχου·

ότι η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίσει τον αποτελεσματικό συντονισμό του συνόλου των κοινοτικών δράσεων που έχουν επιπτώσεις στα διευρωπαϊκά δίκτυα, ιδίως μεταξύ των χρηματοδοτήσεων για τα διευρωπαϊκά δίκτυα και των χρηματοδοτήσεων των διαρθρωτικών ταμείων, του Ταμείου Συνοχής, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων·

ότι θα πρέπει να προβλεφθεί η προσφυγή σε αποτελεσματικές μεθόδους αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου όσον αφορά τις κοινοτικές παρεμβάσεις·

ότι είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί κατάλληλη πληροφόρηση, δημοσιότητα και διαφάνεια σχετικά με τις χρηματοδοτούμενες δραστηριότητες·

ότι τίθεται στον παρόντα κανονισμό, για την εφαρμογή του, ένα ποσό δημοσιονομικής αναφοράς κατά την έννοια του σημείου 2 της δήλωσης των τριών οργάνων της 6ης Μαρτίου 1995, το οποίο δεν επηρεάζει τις αρμοδιότητες της αρμόδιας επί του προϋπολογισμού αρχής όπως ορίζονται από τη συνθήκη·

ότι θα πρέπει να εξετασθεί, πριν από το τέλος της περιόδου των δημοσιονομικών προοπτικών 1994-1999, εάν και σε ποιό βαθμό οι δράσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ανταποκρίνονται στις ανάγκες της Κοινότητας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



Άρθρο 1

Καθορισμός και πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους, τις λεπτομέρειες και τις διαδικασίες εφαρμογής της κοινοτικής ενίσχυσης υπέρ σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος, στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων υποδομής των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας, σύμφωνα με το άρθρο 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης.

Άρθρο 2

Επιλεξιμότητα

1.  Η κοινοτική ενίσχυση αφορά μόνο τα σχέδια κοινού ενδιαφέροντος, εφεξής καλούμενα «σχέδια», που καθορίζονται στα πλαίσια των προσανατολισμών που αναφέρονται στο άρθρο 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης.

Επιλέξιμα είναι επίσης και τμήματα σχεδίων που εμπίπτουν στην έννοια του πρώτου εδαφίου, στο βαθμό που συνιστούν ενότητες τεχνικά και οικονομικά ανεξάρτητες.

▼M1 —————

▼M1

Άρθρο 4

Μορφές ενισχύσεων

1.  Η κοινοτική ενίσχυση για σχέδια μπορεί να λαμβάνει μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες μορφές:

α) συγχρηματοδότηση μελετών που αφορούν σχέδια, συμπεριλαμβανομένων των προπαρασκευαστικών μελετών, των μελετών σκοπιμότητας και αξιολόγησης, καθώς και άλλων μέτρων τεχνικής υποστήριξης των μελετών αυτών. H χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας δεν μπορεί, κατά γενικό κανόνα, να υπερβαίνει το 50 % του ολικού κόστους μιας μελέτης.

Η χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας μπορεί σε εξαιρετικές, δεόντως τεκμηριωμένες περιπτώσεις, να υπερβαίνει το όριο του 50 %, με πρωτοβουλία της Επιτροπής και με τη συναίνεση των ενδιαφερομένων κρατών μελών·

β) επιδοτήσεις επιτοκίων επί των δανείων που χορηγούνται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή από άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Κατά γενικό κανόνα, η διάρκεια της επιδότησης δεν υπερβαίνει την πενταετία·

γ) συνδρομή στα ασφάλιστρα εγγυήσεων των δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων ή άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων·

δ) άμεσες επιδοτήσεις των επενδύσεων σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις·

ε) συμμετοχή σε επιχειρηματικά κεφάλαια που προορίζονται για ταμεία επενδύσεων ή ανάλογους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που έχουν ως προτεραιότητα τη χορήγηση επιχειρηματικών κεφαλαίων, για την υλοποίηση σχεδίων διευρωπαϊκών δικτύων, και περιλαμβάνουν σημαντική επένδυση εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα· οι εν λόγω συμμετοχές σε επιχειρηματικά κεφάλαια δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 1 % των δημοσιονομικών πόρων που αναφέρονται στο άρθρο 18. Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17, το όριο αυτό μπορεί να αυξηθεί έως 2 % από το 2003, υπό το πρίσμα της επανεξέτασης της λειτουργίας του μέσου αυτού, η οποία θα υποβληθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο από την Επιτροπή.

Περαιτέρω λεπτομέρειες εφαρμογής της συμμετοχής σε επιχειρηματικά κεφάλαια καθορίζονται στο παράρτημα.

Η συμμετοχή μπορεί να γίνει απευθείας στο ταμείο επενδύσεων ή σε ανάλογο χρηματοπιστωτικό οργανισμό ή σε κατάλληλο μέσο συνεπένδυσης που το διαχειρίζονται οι ίδιοι διαχειριστές του ταμείου·

στ) ενδεχομένως, συνδυασμός των κοινοτικών ενισχύσεων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε), με σκοπό τη μεγιστοποίηση του κινήτρου που παρέχεται από τους διατιθέμενους δημοσιονομικούς πόρους, οι οποίοι πρέπει να χρησιμοποιούνται με τον πλέον οικονομικό τρόπο.

2.  Οι μορφές κοινοτικής ενίσχυσης που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε) χρησιμοποιούνται επιλεκτικά, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των διαφόρων τύπων δικτύων και να διασφαλίζεται ότι, οι ενισχύσεις αυτές δεν προκαλούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων στον εν λόγω τομέα.

3.  Η χρηματοδότηση έργων υποδομής στον τομέα των μεταφορών, καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 18, θα πρέπει να χρησιμοποιείται έτσι ώστε να αντιστοιχεί κατώτατο ποσοστό 55 % στους σιδηροδρόμους, συμπεριλαμβανομένων των συνδυασμένων μεταφορών, και ανώτατο ποσοστό 25 % στις οδούς.

4.  Η Επιτροπή ενθαρρύνει ειδικά τη χρησιμοποίηση ιδιωτικών πόρων για τη χρηματοδότηση σχεδίων που χρηματοδοτούνται με βάση τον παρόντα κανονισμό, όσου μπορεί να μεγιστοποιηθεί το πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα των κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων, στο πλαίσιο δημοσίων-ιδιωτικών συμπράξεων. Κάθε περίπτωση εξετάζεται ατομικά από την Επιτροπή, λαμβανομένης υπόψη, οσάκις ενδείκνυται, μιας ενδεχόμενης εναλλακτικής λύσεως χρηματοδοτούμενης αποκλειστικά από δημόσιους πόρους. Απαιτείται για κάθε σχέδιο υποστήριξη από κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, σύμφωνα με τη συνθήκη.

▼B

Άρθρο 5

Προϋποθέσεις της κοινοτικής ενίσχυσης

1.  Η κοινοτική ενίσχυση χορηγείται, κατ' αρχήν, μόνο εάν η υλοποίηση σχεδίου προσκρούσει σε οικονομικά εμπόδια.

2.  Η κοινοτική ενίσχυση δεν μπορεί να υπερβεί το ελάχιστο ποσό που κρίνεται αναγκαίο για την έναρξη εφαρμογής σχεδίου.

▼M3

3.  Ανεξάρτητα από την επιλεγόμενη μορφή παρέμβασης, το συνολικό ποσό της κοινοτικής ενίσχυσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί να υπερβεί το 10 % του συνολικού κόστους της επένδυσης. Ωστόσο, κατ' εξαίρεση, το συνολικό ποσό της κοινοτικής ενίσχυσης μπορεί να ανέλθει στο 20 % του συνολικού κόστους της επένδυσης στις κατωτέρω περιπτώσεις:

α) έργα που αφορούν τα δορυφορικά συστήματα εντοπισμού στίγματος και πλοήγησης, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17 της απόφασης αριθ. 1692/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, περί των κοινοτικών προσανατολισμών για την ανάπτυξη του διευρωπαϊκού δικτύου μεταφορών ( 5

β) έργα προτεραιότητας για τα ενεργειακά δίκτυα·

γ) τμήματα των έργων ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, υπό την προϋπόθεση ότι τα έργα ξεκινούν πριν από το 2010, και προσδιορίζονται στο παράρτημαIIΙ της απόφασης αριθ. 1692/96/ΕΚ με στόχο την εξάλειψη των σημείων συμφόρησης και/ή την περάτωση ελλειπόντων τμημάτων, εφόσον τα τμήματα αυτά είναι διασυνοριακά ή διέρχονται από φυσικά εμπόδια και συμβάλλουν στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς στη διευρυμένη Κοινότητα, βελτιώνουν την ασφάλεια, εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα των εθνικών δικτύων και/ή συμβάλλουν σημαντικά στην βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ των διαφόρων τρόπων μεταφοράς, ευνοώντας τους τρόπους που σέβονται περισσότερο το περιβάλλον. Το ποσοστό αυτό διαφοροποιείται ανάλογα με τα οφέλη που αντλούν άλλες χώρες, ιδίως τα γειτονικά κράτη μέλη.

▼M4

Σε περίπτωση έργων κοινού ενδιαφέροντος που προσδιορίζονται στο παράρτημα Ι της απόφασης αριθ. 1336/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17 Ιουνίου 1997, σχετικά με σύνολο προσανατολισμών για τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα των τηλεπικοινωνιών ( 6 ), το συνολικό ποσό της κοινοτικής ενίσχυσης που χορηγείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού δύναται να ανέλθει έως ποσοστό 30 % του συνολικού επενδυτικού κόστους.

▼B

4.  Οι δημοσιονομικοί πόροι που προβλέπει ο παρών κανονισμός δεν προορίζονται, κατ' αρχήν, για σχέδια ή φάσεις σχεδίων που χρηματοδοτούνται από άλλες πηγές χρηματοδότησης του κοινοτικού προϋπολογισμού.

▼M3

5.  Στην περίπτωση των έργων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και εντός των ορίων του παρόντος κανονισμού, η νομική δέσμευση είναι πολυετής και οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις πραγματοποιούνται σε ετήσιες δόσεις.

▼M1

Άρθρο 5α

Πολυετές ενδεικτικό πρόγραμμα της Κοινότητας

1.  Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 6 και για να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της κοινοτικής δράσης, η Επιτροπή δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17, να καταρτίζει ανά κλάδο ένα πολυετές ενδεικτικό πρόγραμμα (αποκαλούμενο στο εξής «πρόγραμμα»), βάσει των κατευθυντηρίων γραμμών που αναφέρονται στο άρθρο 155 της συνθήκης. Το πρόγραμμα θα βασίζεται στις αιτήσεις για χρηματοδοτική ενίσχυση δυνάμει του άρθρου 8 και θα λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων, τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη, και ιδίως τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 9.

2.  Το πρόγραμμα πρέπει να απαρτίζεται αποκλειστικά από σχέδια κοινού ενδιαφέροντος ή/και συνεκτικές ομάδες σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος, όπως έχουν καθοριστεί προηγουμένως στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών που αναφέρονται στο άρθρο 155 παράγραφος 1 της συνθήκης, σε συγκεκριμένους τομείς που αντιμετωπίζουν σημαντικές μακροπρόθεσμες χρηματοδοτικές ανάγκες.

3.  Για κάθε σχέδιο ή ομάδα σχεδίων που αναφέρεται στην παράγραφο 2, το πρόγραμμα θα καθορίζει τα ενδεικτικά ποσά για τη χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης, τα οποία υπάγονται στις ετήσιες αποφάσεις της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής. Για τα πολυετή ενδεικτικά προγράμματα, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται περισσότερο από το 75 % των δημοσιονομικών πόρων που προβλέπονται στο άρθρο 18.

4.  Το πρόγραμμα χρησιμεύει ως αναφορά για τις ετήσιες αποφάσεις διάθεσης της κοινοτικής ενίσχυσης για σχέδια, εντός των ετήσιων πιστώσεων του προϋπολογισμού. Η Επιτροπή ενημερώνει τακτικά την επιτροπή του άρθρου 17, σχετικά με την πρόοδο των προγραμμάτων και με τις τυχόν αποφάσεις που λαμβάνει η Επιτροπή για την κατανομή των κοινοτικών ενισχύσεων στα σχέδια. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης που συνοδεύουν το προσχέδιο προϋπολογισμού της Επιτροπής, περιλαμβάνουν έκθεση όσον αφορά την πρόοδο στην εφαρμογή κάθε πολυετούς ενδεικτικού προγράμματος, σύμφωνα με το δημοσιονομικό κανονισμό.

Το πρόγραμμα πρέπει να επανεξετάζεται, τουλάχιστον σε ενδιάμεσο στάδιο ή ανάλογα με την πραγματική πρόοδο του (των) σχεδίου(-ων) ή της (των) ομάδας(-ων) σχεδίων και, εφόσον είναι αναγκαίο, αναθεωρείται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει επίσης ένδειξη των άλλων πηγών χρηματοδότησης για τα οικεία σχέδια, ιδίως από άλλα κοινοτικά όργανα και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

5.  Σε περίπτωση ουσιαστικών μεταβολών στην εφαρμογή του (των) σχεδίου(-ων) ή της (των) ομάδας(-ων) σχεδίων, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ενημερώνει αμελλητί την Επιτροπή.

Οι τροποποιήσεις των ενδεικτικών συνολικών ποσών που έχουν καθορισθεί στο πρόγραμμα για το (τα) σχέδιο(-α) ή την (τις) ομάδα(-ες) σχεδίων, που ενδέχεται να απαιτούνται λόγω των ανωτέρω μεταβολών, αποφασίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 17.

▼B

Άρθρο 6

Κριτήρια επιλογής των σχεδίων

1.  Τα σχέδια λαμβάνουν ενίσχυση σε συνάρτηση με το βαθμό συμβολής τους στους στόχους που εξαγγέλλονται στο άρθρο 129 Β της συνθήκης και στους λοιπούς στόχους και προτεραιότητες που καθορίζονται στους προσανατολισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 129 Γ παράγραφος 1.

▼M1

1α.  Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή διασφαλίζει τη συμβατότητα των αποφάσεών της όσον αφορά τη χορήγηση κοινοτικών ενισχύσεων με τις προτεραιότητες που ορίζονται στους προσανατολισμούς για τους διάφορους τομείς, σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 1 της συνθήκης. Συμπεριλαμβάνεται η συμβατότητά τους με τις προϋποθέσεις που ενδεχομένως έχουν καθορισθεί στους εν λόγω προσανατολισμούς, ως ποσοστό επί του συνόλου της κοινοτικής ενίσχυσης.

▼B

2.  Η κοινοτική ενίσχυση προορίζεται για σχέδια τα οποία θα μπορούσαν να είναι οικονομικά βιώσιμα και των οποίων η οικονομική αποδοτικότητα, κατά την υποβολή της αίτησης, κρίνεται ανεπαρκής.

3.  Στην απόφαση χορήγησης κοινοτικής ενίσχυσης, θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

 το στάδιο ωρίμανσης των σχεδίων,

 η επίδραση της κοινοτικής παρέμβασης ως κινήτρου επί των δημόσιων και ιδιωτικών χρηματοδοτήσεων,

 η σταθερότητα της οικονομικής συγκρότησης των σχεδίων,

 τα άμεσα ή έμμεσα κοινωνικοοικονομικά αποτελέσματα, ιδίως στην απασχόληση,

 οι επιπτώσεις επί του περιβάλλοντος.

4.  Ιδιαίτερα στην περίπτωση διασυνοριακών σχεδίων, πρέπει να λαμβάνεται επίσης υπόψη ο χρονικός συντονισμός των διαφόρων τμημάτων των εν λόγω σχεδίων.

Άρθρο 7

Συμβατότητα

Τα σχέδια που χρηματοδοτούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρέπει να συμμορφούνται προς το κοινοτικό δίκαιο και τις κοινοτικές πολιτικές, ιδίως σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος, ανταγωνισμού και ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων.

▼M1

Άρθρο 8

Υποβολή αιτήσεων για χρηματοδοτική ενίσχυση

Οι αιτήσεις για τη χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης υποβάλλονται στην Επιτροπή από το (τα) ενδιαφερόμενο(-α) κράτος(-η) μέλος(-η) ή, με τη συναίνεση του (των) κράτους(-ών) μέλους(-ών), από την άμεσα ενδιαφερόμενη δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση ή φορέα. Η Επιτροπή διαπιστώνει τη συναίνεση του ενδιαφερομένου(-ων) κράτους μέλους(-ών).

▼B

Άρθρο 9

Στοιχεία αξιολόγησης και προσδιορισμού των αιτήσεων

1.  Οι αιτήσεις για ενίσχυση πρέπει να συμπεριλαμβάνουν όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εξέταση του σχεδίου σύμφωνα με τα άρθρα 5, 6 και 7, και ιδίως:

α) Εάν η αίτηση αφορά σχέδιο:

 το όνομα του οργανισμού που είναι υπεύθυνος για την εφαρμογή του σχεδίου,

 την περιγραφή του σχεδίου και την προβλεπόμενη μορφή κοινοτικής ενίσχυσης,

 τα αποτελέσματα των αναλύσεων κόστους/οφέλους, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων της ανάλυσης της εν δυνάμει οικονομικής βιωσιμότητας και της οικονομικής αποδοτικότητας,

 τη θέση του σχεδίου, σύμφωνα με τους προσανατολισμούς στον τομέα των μεταφορών, επί των αξόνων και των κόμβων,

 ένταξη στον περιφερειακό χωροταξικό σχεδιασμό,

 μια συνθετική περιγραφή των επιπτώσεων στο περιβάλλον, βάσει των αξιολογήσεων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την οδηγία 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ( 7 ),

 δήλωση ότι έχουν διερευνηθεί άλλες δυνατότητες δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων,

▼M1

 ένα χρηματοοικονομικό σχέδιο, εκφρασμένο σε ευρώ ή σε εθνικό νόμισμα, το οποίο να αναφέρει όλα τα στοιχεία της οικονομικής συγκρότησης, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδοτικής ενίσχυσης που έχει ζητηθεί από την Κοινότητα, με τις διάφορες μορφές της, όπως μνημονεύεται στο άρθρο 4, και από τοπικούς, περιφερειακούς ή εθνικούς κυβερνητικούς φορείς, καθώς και από ιδιωτικές πηγές, και της ενίσχυσης που έχει ήδη χορηγηθεί.

▼B

β) εάν η αίτηση αφορά μελέτη, το αντικείμενο και το σκοπό της καθώς και τις προβλεπόμενες μεθοδολογίες και τεχνικές·

γ) ένα χρονοδιάγραμμα των προβλεπόμενων εργασιών·

δ) τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θα ελέγχει τη χρησιμοποίηση των ζητούμενων κεφαλαίων.

▼M1

2.  Οι αιτούντες παρέχουν στην Επιτροπή οποιαδήποτε συναφή συμπληρωματική πληροφορία την οποία αιτείται, όπως τις παραμέτρους, τις κατευθυντήριες γραμμές και τις υποθέσεις στις οποίες βασίζεται η ανάλυση κόστους/οφέλους.

▼B

3.   Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει κάθε αναγκαία τεχνική γνώμη για την αξιολόγηση της αίτησης, συμπεριλαμβανομένης της γνώμης της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

▼M1

Άρθρο 10

Χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης

Σύμφωνα με το άρθρο 274 της συνθήκης, η Επιτροπή αποφασίζει τη χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ανάλογα με την αξιολόγηση της αίτησης με βάση τα κριτήρια επιλογής. Στην περίπτωση σχεδίων που περιγράφονται στα αντίστοιχα πολυετή ενδεικτικά προγράμματα τα οποία καταρτίζονται βάσει του άρθρου 5α, η Επιτροπή λαμβάνει τις ετήσιες αποφάσεις χορήγησης ενισχύσεων εντός των ορίων των ενδεικτικών χρηματοδοτικών ποσών που προβλέπονται στο εν λόγω πρόγραμμα. Στην περίπτωση άλλων σχεδίων, λαμβάνονται μέτρα σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17. H Επιτροπή κοινοποιεί την απόφασή της απευθείας στους δικαιούχους και τα κράτη μέλη.

▼B

Άρθρο 11

Δημοσιονομικές διατάξεις

1.  Η κοινοτική ενίσχυση μπορεί να καλύπτει μόνο τις δαπάνες οι οποίες αφορούν το σχέδιο και τις οποίες πραγματοποιούν οι δικαιούχοι ή τρίτοι επιφορτισμένοι με την εκτέλεση του σχεδίου.

2.  Δεν καλύπτονται οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής αίτησης για ενίσχυση από την Επιτροπή.

3.  Οι αποφάσεις για τη χορήγηση χρηματοδοτικής συνδρομής οι οποίες λαμβάνονται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 10 ισχύουν ως ανάληψη υποχρεώσεως για δαπάνες που επιτρέπονται από τον προϋπολογισμό.

4.  Κατά γενικό κανόνα, οι πληρωμές πραγματοποιούνται υπό μορφή προκαταβολών, ενδιάμεσων καταβολών και με μια τελική καταβολή. Η προκαταβολή, η οποία κατά κανόνα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50 % της πρώτης ετήσιας δόσης, καταβάλλεται μόλις εγκριθεί η αίτηση για ενίσχυση. Οι ενδιάμεσες καταβολές πραγματοποιούνται με βάση τις αιτήσεις πληρωμής και λαμβανομένης υπόψη της πορείας του σχεδίου ή της μελέτης, καθώς και λαμβάνοντας υπόψη, εφόσον χρειάζεται, αναθεωρημένα χρηματοοικονομικά σχέδια με αυστηρό και διαφανή τρόπο.

5.  Για τις λεπτομέρειες πληρωμής πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι τα σχέδια υποδομής εκτελούνται σε πολυετή κλίμακα και ότι επομένως απαιτείται πρόβλεψη για ανάλογη κλιμάκωση της χρηματοδότησης.

6.  Η Επιτροπή διενεργεί την τελική πληρωμή μετά την έγκριση της τελικής έκθεσης σχετικά με το σχέδιο ή τη μελέτη, την οποία υποβάλλει ο δικαιούχος και στην οποία αναφέρει όλες τις δαπάνες που όντως πραγματοποιήθηκαν.

▼M1

7.  Σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17, η Επιτροπή καθορίζει ένα πλαίσιο για τις διαδικασίες, το χρονοδιάγραμμα και τα ποσά των πληρωμών για τις επιδοτήσεις επιτοκίου, τις επιδοτήσεις των ασφαλίστρων των εγγυήσεων και την ενίσχυση που παρέχεται υπό μορφή συμμετοχής σε επιχειρηματικό κεφάλαιο, που προορίζονται για τα ταμεία επενδύσεων ή ανάλογους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, επίκεντρο της δραστηριότητας των οποίων είναι η χορήγηση επιχειρηματικών κεφαλαίων για την υλοποίηση των σχεδίων για διευρωπαϊκά δίκτυα.

▼B

Άρθρο 12

Δημοσιονομικός έλεγχος

►M1  1.  Για να εξασφαλιστεί η επιτυχής ολοκλήρωση των σχεδίων που χρηματοδοτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή, ο καθένας στον τομέα των αρμοδιοτήτων του, λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα.

 ◄

 την τακτική εξακρίβωση του ότι τα σχέδια και οι μελέτες που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα έχουν υλοποιηθεί σωστά,

 την πρόληψη και τη δίωξη των παρατυπιών,

▼M1

 την ανάκτηση των ποσών τα οποία έχουν απολεσθεί λόγω παρατυπίας, συμπεριλαμβανομένων των τόκων υπερημερίας λόγω καθυστερημένης εξόφλησης, σύμφωνα με τους κανόνες που έχει θεσπίσει η Επιτροπή. Το κράτος μέλος ευθύνεται επικουρικώς για την επιστροφή των τυχόν αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών εκτός εάν το (τα) κράτος(-η) μέλος(-η) ή/και η δημόσια αρχή που έχει αναλάβει την εκτέλεση του έργου, παράσχουν την απόδειξη ότι δεν είναι υπεύθυνα για την παρατυπία.

▼B

2.  Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνουν προς το σκοπό αυτό και, ιδίως, της παρέχουν την περιγραφή των συστημάτων ελέγχου και διαχείρισης που θεσπίζουν για τη διασφάλιση της επιτυχούς διεκπεραίωσης των σχεδίων και μελετών.

3.  Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής κάθε προσήκουσα εθνική έκθεση σχετικά με τον έλεγχο των εν λόγω σχεδίων.

4.  Με την επιφύλαξη των κάθε είδους μέτρων ελέγχου που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές, νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 188 Α της συνθήκης και του ελέγχου που διενεργείται δυνάμει του άρθρου 209 σημείο γ) της συνθήκης, η Επιτροπή μπορεί, μέσω των μονίμων ή άλλων υπαλλήλων της, να ασκεί επιτόπιο έλεγχο, μεταξύ άλλων και δειγματοληπτικά, των σχεδίων που χρηματοδοτούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και να εξετάζει τα συστήματα και τα μέτρα ελέγχου που έχουν θεσπισθεί από τις εθνικές αρχές, οι οποίες ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διατάξεις που θεσπίζονται για το σκοπό αυτό.

5.  Πριν από τη διενέργεια επιτόπιου ελέγχου, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ούτως ώστε να λάβει κάθε απαραίτητη βοήθεια. Η προσφυγή της Επιτροπής σε ενδεχόμενους επιτόπιους ελέγχους χωρίς προειδοποίηση διέπεται από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού. Στους ελέγχους μπορούν να συμμετέχουν μόνιμοι ή άλλοι υπάλληλοι του κράτους μέλους.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο για να εξακριβώσει αν η αίτηση πληρωμής είναι σύμφωνη με τους κανόνες. Στους ελέγχους αυτούς μπορούν να συμμετέχουν μόνιμοι ή άλλοι υπάλληλοι της Επιτροπής και οφείλουν να το πράξουν εάν το ζητήσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

Η Επιτροπή μεριμνά ώστε οι έλεγχοι που πραγματοποιεί να διενεργούνται με συντονισμένο τρόπο για να αποφεύγεται η επανάληψη των ελέγχων για το ίδιο θέμα και κατά την ίδια χρονική περίοδο. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και η Επιτροπή διαβιβάζουν αμοιβαία, αμέσως, όλες τις προσήκουσες πληροφορίες που αφορούν τα αποτελέσματα των διενεργηθέντων ελέγχων.

▼M1

6.  Όταν η κοινοτική ενίσχυση χορηγείται σε άμεσα ενδιαφερόμενες δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις ή φορείς, τα μέτρα ελέγχου εφαρμόζονται από την Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, ανάλογα με την περίπτωση.

7.  Κατά τη διάρκεια πέντε ετών μετά την τελευταία πληρωμή για ένα σχέδιο, οι αρμόδιοι φορείς και αρχές και οι άμεσα ενδιαφερόμενες δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις ή φορείς, κρατούν στη διάθεση της Επιτροπής όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα που αφορούν τις δαπάνες τις σχετικές με το σχέδιο.

▼B

Άρθρο 13

Μείωση, αναστολή και ακύρωση της ενίσχυσης

1.  Εάν η υλοποίηση μιας δράσης δεν φαίνεται να δικαιολογεί ούτε μέρος ούτε το σύνολο της χρηματοδοτικής ενίσχυσης που της έχει χορηγηθεί, η Επιτροπή εξετάζει καταλλήλως το φάκελλο, ζητώντας ιδίως από το κράτος μέλος ή τις αρχές ή οργανισμούς που έχουν οριστεί από αυτό για την εφαρμογή της δράσης να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός καθορισμένης προθεσμίας.

2.  Μετά την εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να μειώσει, να αναστείλει ή να ακυρώσει την ενίσχυση για την εν λόγω δράση, εάν επιβεβαιωθεί από την εξέταση η ύπαρξη παρατυπίας ή η μη πληρωμή ενός από τους όρους οι οποίοι συνοδεύουν την απόφαση χορήγησης της ενίσχυσης, και ιδίως η ύπαρξη σημαντικής τροποποίησης η οποία επηρεάζει τη φύση ή τους όρους εκτέλεσης του σχεδίου και για την οποία δεν είχε ζητηθεί η έγκριση της Επιτροπής.

Σε περίπτωση αχρεωστήτου σωρευτικής ενίσχυσης, αναζητούνται τα αχρεωστήτως καταβληθέτα ποσά.

▼M1

2α.  Η Επιτροπή ακυρώνει τις ενισχύσεις που χορηγήθηκαν σε σχέδια, η υλοποίηση των οποίων δεν άρχισε μέσα σε μια διετία από την ημερομηνία της αναμενόμενης έναρξής τους, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται στην απόφαση χορήγησης της ενίσχυσης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αιτιολογούνται δεόντως από την Επιτροπή.

▼B

3.  Κάθε ποσό το οποίο αποτελεί αντικείμενο απαίτησης ως αχρεωστήτως καταβληθέν πρέπει να επιστρέφεται στην Επιτροπή.

▼M3

4.  Εάν, εντός δέκα ετών από τη χορήγηση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης, η συγκεκριμένη δράση δεν έχει ολοκληρωθεί, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, την επιστροφή της καταβληθείσας ενίσχυσης, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες.

▼M1

Άρθρο 14

Συντονισμός

Η Επιτροπή ευθύνεται για το συντονισμό και τη συνοχή μεταξύ των σχεδίων και των προγραμμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 1, τα οποία εκτελούνται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού και των σχεδίων που εκτελούνται με τη χορήγηση χρηματοδοτικών συνδρομών από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων και από άλλα κοινοτικά χρηματοδοτικά μέσα.

Άρθρο 15

Εκτίμηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.  Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή μεριμνούν ώστε τα σχέδια που εκτελούνται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού να υπόκεινται σε πραγματική παρακολούθηση και αξιολόγηση. Τα σχέδια μπορούν να προσαρμόζονται σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και της αξιολόγησης.

2.  Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική χρήση των κοινοτικών ενισχύσεων, η Επιτροπή και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη προβαίνουν σε συστηματική παρακολούθηση της πορείας της προόδου των σχεδίων, οσάκις ενδείκνυται, με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων ή άλλων κατάλληλων φορέων.

3.  Μόλις λάβει την αίτηση χορήγησης ενισχύσεως και προτού την εγκρίνει, η Επιτροπή προβαίνει σε εκτίμηση του σχεδίου, προκειμένου να κρίνει εάν το σχέδιο είναι σύμφωνο με τα κριτήρια και τους όρους που διατυπώνονται στα άρθρα 5 και 6. Η Επιτροπή καλεί, οσάκις χρειάζεται, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή άλλους κατάλληλους φορείς να συμβάλλουν στην εκτίμηση αυτή.

4.  Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη κρίνουν τον τρόπο με τον οποίο εκτελέστηκαν τα σχέδια και προγράμματα, και αξιολογούν τις επιπτώσεις που έχει η εκτέλεσή τους, ώστε να εκτιμήσουν εάν έχουν επιτευχθεί ή είναι δυνατόν να επιτευχθούν οι αρχικοί στόχοι. Αυτή η εκτίμηση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις επιπτώσεις των σχεδίων για το περιβάλλον, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας. Η Επιτροπή μπορεί επίσης, έπειτα από διαβούλευση με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, να ζητήσει από τον δικαιούχο να προβεί σε ειδική αξιολόγηση σχεδίων ή ομάδων σχεδίων που ενισχύονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού ή να της παράσχει τα στοιχεία και τη συνδρομή που απαιτούνται για την αξιολόγηση των σχεδίων αυτών.

5.  Η παρακολούθηση διενεργείται, οσάκις ενδείκνυται, με αναφορά σε φυσικούς και χρηματοδοτικούς δείκτες. Οι δείκτες αυτοί αναφέρονται στον ειδικό χαρακτήρα των σχεδίων και τους στόχους του. Οι δείκτες αυτοί πρέπει να είναι διαρθρωμένοι έτσι ώστε από αυτούς να προκύπτει:

 η πορεία του σχεδίου σε σχέση με το πρόγραμμα και τους λειτουργικούς στόχους που είχαν καθοριστεί αρχικά,

 η πρόοδος που σημειώθηκε όσον αφορά τη διαχείριση και τα συναφή με αυτήν προβλήματα.

6.  Κατά την εξέταση των επιμέρους αιτήσεων χορήγησης ενισχύσεων, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της τα πορίσματα των εκτιμήσεων και των αξιολογήσεων που πραγματοποιούνται βάσει του παρόντος άρθρου.

7.  Η διαδικασία αξιολόγησης και παρακολούθησης, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5, καθορίζεται στις αποφάσεις με τις οποίες εγκρίνονται τα σχέδια ή/και στις συμβατικές ρήτρες που αναφέρονται στη χρηματοδοτική ενίσχυση.

▼B

Άρθρο 16

Πληροφόρηση και δημοσιότητα

▼M1

1.  Η Επιτροπή υποβάλλει κατ' έτος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να τις εκτιμήσουν. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που έχουν επιτευχθεί, με την κοινοτική ενίσχυση, σε διάφορα πεδία εφαρμογής, σε σχέση με τους αρχικούς στόχους, καθώς και ένα κεφάλαιο σχετικά με την ουσία και την εφαρμογή των τρεχόντων πολυετών προγραμμάτων, ιδίως τον απολογισμό των αναθεωρήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 5α.

▼B

2.  Οι δικαιούχοι μεριμνούν ώστε να δίνεται κατάλληλη δημοσιότητα στην ενίσχυση που χορηγείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ώστε να ενημερώνεται η κοινή γνώμη σχετικά με το ρόλο που διαδραματίζει η Κοινότητα όσον αφορά την υλοποίηση των σχεδίων. Πραγματοποιούν διαβουλεύσεις με την Επιτροπή ώστε να εφαρμόζεται στην πράξη η αρχή αυτή.

▼M3

Άρθρο 17

Διαδικασία επιτροπής

1.  Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.  Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων διορίζει στην επιτροπή αντιπρόσωπο χωρίς δικαίωμα ψήφου.

3.  Οσάκις γίνεται αναφορά στο παρόν άρθρο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή ( 8 ), τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 αυτής.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

4.  Η Επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

▼M1

Άρθρο 18

▼M2

Χρηματοδότηση

Το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για την περίοδο 2000-2006 είναι 4 874,88 εκατομμύρια ευρώ.

▼M1

Η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή εγκρίνει τις ετήσιες πιστώσεις εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών.

▼M3

Η διάθεση των κεφαλαίων συνδέεται με το ποιοτικό και ποσοτικό επίπεδο υλοποίησης.

▼M1

Άρθρο 19

Ρήτρα αναθεώρησης

Πριν από το τέλος του 2006, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συνεκτική έκθεση για την εμπειρία που απεκόμισε από τους μηχανισμούς που προβλέπονται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, για τη χορήγηση κοινοτικών ενισχύσεων, ιδίως από τον μηχανισμό και τις διατάξεις που καθορίζονται στο άρθρο 4. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 156 πρώτο εδάφιο της συνθήκης, εξετάζουν εάν και υπό ποίες συνθήκες τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα συνεχιστούν ή θα τροποποιηθούν μετά τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 18.

▼B

Άρθρο 20

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα της δημοσιεύσεώς του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

▼M1




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

1.   Όροι της κοινοτικής συνεισφοράς σε επιχειρηματικά κεφάλαια

Οι αιτήσεις χρηματοδοτικής συνδρομής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία, κατά τρόπο ικανοποιητικό για την επιτροπή του άρθρου 17 και στα οποία βασίζονται οι αποφάσεις περί χορηγήσεως συνδρομής:

 ενημερωτικό υπόμνημα με τις κυριότερες διατάξεις των καταστατικών εγγράφων του ταμείου, συμπεριλαμβανομένης της νομικής και διαχειριστικής διάρθρωσής του,

 λεπτομερείς επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων για τα στοχοθετημένα σχέδια,

 στοιχεία για τη συμμετοχή επενδυτών του ιδιωτικού τομέα,

 στοιχεία για τη γεωγραφική κάλυψη,

 στοιχεία για την οικονομική βιωσιμότητα του ταμείου,

 στοιχεία για τα δικαιώματα των επενδυτών να αναλάβουν επανορθωτική δράση στην περίπτωση που δεν τηρούνται οι δεσμεύσεις που τους δόθηκαν από το ταμείο,

 στοιχεία για τους όρους εξόδου από το ταμείο και τις ρυθμίσεις σχετικά με την παύση λειτουργίας του ταμείου και

 δικαιώματα εκπροσώπησης των επενδυτών στις επιτροπές.

Πριν ληφθεί η απόφαση περί χορηγήσεως συνδρομής, το ενδιάμεσο ταμείο επενδύσεων ή άλλο ανάλογο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα πρέπει να αναλάβει την υποχρέωση να επενδύσει ποσό τουλάχιστον ίσο προς δυόμισι φορές το ύψος της κοινοτικής συνεισφοράς, σε σχέδια τα οποία έχουν αναγνωρισθεί προηγουμένως ως σχέδια κοινού ενδιαφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 155 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση της συνθήκης.

Η κοινοτική συνεισφορά σε ταμείο επενδύσεων ή άλλο ανάλογο χρηματοπιστωτικό οργανισμό, εφόσον παρέχεται υπό μορφή συμμετοχής σε επιχειρηματικά κεφάλαια, χορηγείται, κατ' αρχήν, μόνο υπό τον όρο ότι η κοινοτική συνεισφορά κατατάσσεται pari passu καθόσον αφορά τον κίνδυνο, με τους άλλους επενδυτές του συγκεκριμένου ταμείου.

Τα ενισχυόμενα ταμεία επενδύσεων ή οι ανάλογοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί οφείλουν να ακολουθούν τις αρχές της χρηστής οικονομικής διαχείρισης.

2.   Όρια παρέμβασης και ανώτατο όριο επένδυσης

Οι συνεισφορές, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 1 % του συνολικού ποσού για την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 18. Εντούτοις, το όριο αυτό μπορεί να αυξηθεί σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε).

Η κοινοτική συνδρομή, βάσει του εν λόγω άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε), δεν πρέπει να υπερβαίνει το 20 % του συνολικού κεφαλαίου ταμείου επενδύσεων ή ανάλογου χρηματοπιστωτικού οργανισμού.

3.   Διαχείριση της κοινοτικής συνεισφοράς

Η διαχείριση της κοινοτικής συνεισφοράς εξασφαλίζεται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕ). Οι λεπτομερείς όροι και προϋποθέσεις για την εφαρμογή της κοινοτικής ενίσχυσης, δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης και του ελέγχου της, καθορίζονται σε συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και του ΕΤΕ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του παρόντος παραρτήματος.

4.   Άλλες διατάξεις

Οι διατάξεις σχετικά με την εκτίμηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση, όπως διευκρινίζονται στον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζονται πλήρως στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για τους όρους χορήγησης της κοινοτικής ενίσχυσης, τον οικονομικό έλεγχο και τη μείωση, αναστολή και ακύρωση της συνδρομής. Αυτό εξασφαλίζεται, μεταξύ άλλων, μέσω κατάλληλων διατάξεων στη συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και του ΕΤΕ και μέσω κατάλληλων συμφωνιών με τα ταμεία επενδύσεων ή ανάλογους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που προβλέπουν τους απαιτούμενους ελέγχους στο επίπεδο των διαφόρων σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος. Θεσπίζονται κατάλληλες ρυθμίσεις ώστε να μπορεί το Ελεγκτικό Συνέδριο να ασκεί την αποστολή του, ιδίως για να ελέγχει το νομότυπο των πληρωμών.

Οι πληρωμές, βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, διέπονται από το άρθρο 11 παράγραφος 7, παρά το άρθρο 11 παράγραφος 6. Μετά το τέλος της επενδυτικής περιόδου ή, ενδεχομένως, και ενωρίτερα, τα οποιαδήποτε υπόλοιπα που προκύπτουν από επιστροφές επενδεδυμένων κεφαλαίων ή από τη διανομή κερδών και κεφαλαιακών προσόδων και από κάθε είδους διανεμόμενα ποσά που οφείλονται στους επενδυτές, επιστρέφονται στον προϋπολογισμό της Κοινότητας.

Όλες οι αποφάσεις για τη χορήγηση συμμετοχών σε επιχειρηματικά κεφάλαια, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, υποβάλλονται στην επιτροπή του άρθρου 17.

Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικά αναφορά στην εν λόγω επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή των συμμετοχών σε επιχειρηματικά κεφάλαια, δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού.

Πριν από το τέλος του 2006, η Επιτροπή, ενεργώντας στα πλαίσια του άρθρου 15 του παρόντος κανονισμού, προβαίνει σε αξιολόγηση των ενεργειών που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε), ιδίως για τη χρησιμοποίησή του, τα αποτελέσματά του στην υλοποίηση των ενισχυόμενων σχεδίων διευρωπαϊκών δικτύων και τη συμμετοχή επενδυτών του ιδιωτικού τομέα στα χρηματοδοτούμενα σχέδια.



( 1 ) ΕΕ αριθ. C 89 της 26. 3. 1994, σ. 8.

( 2 ) ΕΕ αριθ. C 195 της 18. 7. 1994, σ. 74.

( 3 ) ΕΕ αριθ. C 217 της 6. 8. 1994, σ. 36.

( 4 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 1994 (ΕΕ αριθ. C 363 της 19. 12. 1994, σ. 23). Κοινή θέση του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 1995 (ΕΕ αριθ. C 130 της 29. 5. 1995, σ. 1). Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Ιουλίου 1995 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

( 5 ) ΕΕ L 228 της 9.9.1996, σ. 1· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 1346/2001/ΕΚ (ΕΕ L 185 της 6.7.2001, σ. 1)

( 6 ) ΕΕ L 183 της 11.7.1997, σ. 12· απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση αριθ. 1376/2002/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 30.7.2002, σ. 1).

( 7 ) ΕΕ αριθ. L 175 της 5. 7. 1985, σ. 40.

( 8 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23