1992L0065 — EL — 29.12.2014 — 014.001
Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα
ΟΔΗΓΊΑ 92/65/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 13ης Ιουλίου 1992 (ΕΕ L 268, 14.9.1992, p.54) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
No |
page |
date |
||
L 117 |
23 |
24.5.1995 |
||
L 102 |
63 |
12.4.2001 |
||
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1282/2002 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 15ης Ιουλίου 2002 |
L 187 |
3 |
16.7.2002 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 998/2003 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 26ης Μαΐου 2003 |
L 146 |
1 |
13.6.2003 |
|
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1398/2003 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 5ης Αυγούστου 2003 |
L 198 |
3 |
6.8.2003 |
|
L 139 |
320 |
30.4.2004 |
||
L 114 |
17 |
1.5.2007 |
||
L 219 |
40 |
14.8.2008 |
||
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 176/2010 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 2ας Μαρτίου 2010 |
L 52 |
14 |
3.3.2010 |
|
L 118 |
56 |
12.5.2010 |
||
L 293 |
62 |
11.11.2010 |
||
L 50 |
51 |
23.2.2012 |
||
L 178 |
107 |
28.6.2013 |
||
L 281 |
14 |
23.10.2013 |
||
ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 846/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ της 4ης Αυγούστου 2014 |
L 232 |
5 |
5.8.2014 |
Τροποποιείται από:
Πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας |
C 241 |
21 |
29.8.1994 |
|
|
L 001 |
1 |
.. |
|
L 236 |
33 |
23.9.2003 |
Διορθώνεται από:
ΟΔΗΓΊΑ 92/65/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 13ης Ιουλίου 1992
που καθορίζει τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο τμήμα I του παραρτήματος Α της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑÏΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 43,
τις προτάσεις της Επιτροπής ( 1 ),
τις γνώμες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ( 2 ),
τις γνώμες της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 3 ),
Εκτιμώντας:ότι τα ζώντα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης περιλαμβάνονται στον κατάλογο των προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα II της συνθήκης ΕΟΚ, και ότι η διάθεση στην αγορά των εν λόγω ζώων και προϊόντων αποτελεί πηγή εισοδήματος για τμήμα του γεωργικού πληθυσμού·
ότι, προκειμένου να διασφαλισθεί η ορθολογική ανάπτυξη του εν λόγω τομέα και να αυξηθεί η παραγωγικότητα, πρέπει να θεσπισθούν σε κοινοτική κλίμακα κανόνες υγειονομικού ελέγχου για τα εν λόγω ζώα και προϊόντα·
ότι η Κοινότητα πρέπει να θεσπίσει τα μέτρα που προορίζονται για τη σταδιακή εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς κατά τη διάρκεια περιόδου που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 1992·
ότι η επιδίωξη των προαναφερθέντων στόχων οδήγησε το Συμβούλιο να θεσπίσει κανόνες υγειονομικού ελέγχου σχετικά με τα βοοειδή, τα χοιροειδή, τα προβατοειδή και αιγοειδή, τα ιπποειδή, τα πουλερικά και τα αυγά προς επώαση, τους ιχθείς και τα προϊόντα αλιείας, τα δίθυρα μαλάκια, το σπέρμα βοοειδών και χοιροειδών, τα έμβρυα βοοειδών, τα νωπά κρέατα, τα κρέατα πουλερικών, τα προϊόντα με βάση το κρέας και τα κρέατα θηραμάτων και κουνελιών·
ότι είνα σκόπιμο να θεσπισθούν κανόνες υγειονομικού ελέγχου οι οποίοι θα διέπουν τη διάθεση στην αγορά ζώων και προϊόντων ζωικής προέλευσης που δεν καλύπτονται ακόμη από τους εν λόγω κανόνες·
ότι πρέπει να προβλεφθεί ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3626/82 του Συμβουλίου της 3ης Δεκεμβρίου 1982 για την εφαρμογή στην Κοινότητα της σύμβασης για το διεθνές εμπόριο των ειδών της άγριας πανίδας και χλωρίδας που απειλούνται με εξαφάνιση ( 4 )·
ότι πρέπει, για ορισμένα ζητήματα τεχνικής φύσης, να γίνεται αναφορά στην οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1964 περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών ( 5 ) και στην οδηγία 85/511/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Νοεμβρίου 1985 σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικών μέτρων καταπολέμησης του αφθώδους πυρετού ( 6 )·
ότι, όσον αφορά τη οργάνωση των ελέγχων και τη συνέχεια που πρέπει να δίνεται σε αυτούς καθώς και τα προστατευτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν, πρέπει να γίνεται αναφορά στους γενικούς κανόνες που καθορίζονται με την οδηγία 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με την προοπτική της υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς ( 7 )·
ότι, πλην αντιθέτων διατάξεων, πρέπει να ελευθερωθεί το εμπόριο των ζώων και των προϊόντων ζωικής προέλευσης, με την επιφύλαξη προσφυγής σε ενδεχόμενα μέτρα διασφάλισης·
ότι, λόγω πιθανών κινδύνων εξάπλωσης ασθενειών στις οποίες είναι εκτεθειμένα τα ζώα, πρέπει να προσδιορισθούν, για ορισμένα ζώα και προϊόντα ζωικής προέλευσης, οι ιδιαίτερες απαιτήσεις που θα ισχύουν κατά τη διάθεσή τους στην αγορά για εμπορικούς σκοπούς, ιδίως με προορισμό περιοχές με υψηλό υγειονομικό καθεστώς·
ότι η ιδιαίτερη κατάσταση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και της Ιρλανδίας που οφείλεται στο νησιωτικό χαρακτήρα τους, λόγω του ότι τα κράτη αυτά είναι από μακρού απαλλαγμένα από λύσσα, δικαιολογεί ιδιαίτερες διατάξεις που επιτρέπουν να εξασφαλίζεται ότι η εμπορία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, σκύλων και γατών που δεν προέρχονται από τις χώρες αυτές δεν συνεπάγεται κίνδυνο εισαγωγής της λύσσας στα κράτη αυτά χωρίς, ταυτόχρονα, να θίγεται η κατάργηση των κτηνιατρικών ελέγχων στα σύνορα των κρατών μελών·
ότι το υγειονομικό πιστοποιητικό αποτελεί το πλέον κατάλληλο μέσο για την εγγύηση και τον έλεγχο της τήρησης των απαιτήσεων αυτών·
ότι, για να διατηρηθεί η υγειονομική κατάσταση της Κοινότητας, τα ζώα και τα προϊόντα ζωικής προέλευσης στα οποία αναφέρεται η παρούσα οδηγία πρέπει να υπόκεινται, κατά τη διάθεσή τους στην αγορά, στις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται για το εμπόριο, η δε τήρησή τους να ελέγχεται σύμφωνα με τις αρχές και τους κανόνες της οδηγίας 90/675/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Δεκεμβρίου 1990 για τον καθορισμό των αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων προελεύσεως τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα ( 8 )·
ότι πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία που επιβάλλει τη στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στα πλαίσια της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής·
ότι, είναι σκόπιμο, η προθεσμία μεταφοράς που ορίστηκε στην 1η Ιανουαρίου 1994 στο άρθρο 29 να μην έχει επιπτώσεις επί της κατάργησης των κτηνιατρικών ελέγχων στα σύνορα την 1η Ιανουαρίου 1993,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
Γενικές διατάξεις
Άρθρο 1
Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων, που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους όρους υγειονομικού ελέγχου, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο παράρτημα ΣΤ.
Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων που θεσπίζονται στα πλαίσια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3626/82.
Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τους εθνικούς κανόνες που ισχύουν για τα ζώα συντροφιάς χωρίς να θίγεται η κατάργηση των κτηνιατρικών ελέγχων στα μεταξύ κρατών μελών σύνορα.
Άρθρο 2
1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοείται ως:
α) |
«εμπόριο» , το εμπόριο όπως ορίζεται στο σημείο 3 του άρθρου 2 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ· |
β) |
«ζώα» , τα ζώα των ειδών που δεν καλύπτονται από τις οδηγίες 64/432/ΕΟΚ, 90/426/ΕΟΚ ( 9 ), 90/539/ΕΟΚ ( 10 ), 91/67/ΕΟΚ ( 11 ), 91/68/ΕΟΚ ( 12 ), 91/492/ΕΟΚ ( 13 ) και 91/493/ΕΟΚ ( 14 )· |
γ) |
«επίσημα εγκεκριμένος οργανισμός, ινστιτούτο ή κέντρο» , οποιαδήποτε μόνιμη, γεωγραφικά περιορισμένη εγκατάσταση, εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 13, στην οποία συνήθως διατηρούνται ή εκτρέφονται ένα ή περισσότερα ζωικά είδη, για εμπορικούς ή μη σκοπούς, και με την αποκλειστική επιδίωξη ενός ή περισσότερων από τους ακόλουθους στόχους: — έκθεση των ζώων αυτών και εκπαίδευση του κοινού, — διατήρηση των ειδών, — βασική ή εφαρμοσμένη επιστημονική έρευνα ή εκτροφή ζώων για τις ανάγκες αυτής της έρευνας, |
δ) |
«ασθένειες υποχρεωτικής δήλωσης» , οι ασθένειες που αναφέρονται στο παράρτημα Α. |
2. Επιπλέον, εφαρμόζονται κατ' αναλογία οι ορισμοί, εκτός από τους ορισμούς των εγκεκριμένων κέντρων και οργανισμών που προβλέπονται στο άρθρο 2 των οδηγιών 64/432/ΕΟΚ, 91/67/ΕΟΚ και 90/539/ΕΟΚ.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
Διατάξεις για το εμπόριο
Άρθρο 3
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να μην απαγορεύεται ή περιορίζεται το εμπόριο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 1 για λόγους υγειονομικού ελέγχου εκτός από αυτούς που προκύπτουν από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή της κοινοτικής νομοθεσίας, και ιδίως των ενδεχομένων μέτρων διασφάλισης.
Εν αναμονή σχετικών κοινοτικών διατάξεων, η Σουηδία μπορεί να διατηρήσει τους εθνικούς κανόνες όσον αφορά τα φίδια και τα άλλα ερπετά που προορίζονται γι' αυτή.
Άρθρο 4
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε, για την εφαρμογή του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ, το εμπόριο των ζώων που αναφέρονται στα άρθρα 5 έως 10 της παρούσας οδηγίας να επιτρέπεται, με την επιφύλαξη του άρθρου 13 και ειδικών διατάξεων που θα θεσπισθούν κατ' εφαρμογήν του άρθρου 24, μόνον εάν πληρούν τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 5 έως 10 και εάν προέρχονται από εκμεταλλεύσεις ή εμπορικές επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 3 της παρούσας οδηγίας, οι οποίες είναι εγγεγραμμένες από τις αρμόδιες αρχές και οι οποίες αναλαμβάνουν:
— να εξετάζουν τακτικά τα διατηρούμενα ζώα, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ,
— να δηλώνουν στην αρμόδια αρχή —εκτός από την εμφάνιση ασθενειών υποχρεωτικής δήλωσης— την εμφάνιση των ασθενειών που αναφέρονται στο παράρτημα Β για τις οποίες το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει θεσπίσει πρόγραμμα καταπολέμησης ή εποπτείας,
— να τηρούν τα ειδικά εθνικά μέτρα καταπολέμησης μιας ασθένειας που έχει ιδιαίτερη σημασία για ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος και για την οποία υπάρχει πρόγραμμα σύμφωνα με το άρθρο 14 ή απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2,
— να διαθέτουν στην αγορά, για εμπορικούς σκοπούς, μόνο ζώα τα οποία δεν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα ασθένειας και προέρχονται από εκμεταλλεύσεις ή ζώνες για τις οποίες δεν ισχύουν απαγορευτικά μέτρα για λόγους υγειονομικού ελέγχου· όσον αφορά τα ζώα που δεν συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό ή εμπορικό έγγραφο που προβλέπεται στα άρθρα 5 έως 11, μόνο ζώα που συνοδεύονται από αυτοπιστοποίηση εκ μέρους του κατόχου της εκμετάλλευσης που βεβαιώνει ότι τα εν λόγω ζώα δεν παρουσίαζαν τη στιγμή της αποστολής κανένα προφανές σύμπτωμα ασθενείας και ότι η εκμετάλλευσή τους δεν υπόκειται σε περιοριστικά μέτρα υγειονομικού ελέγχου,
— να τηρούν τις απαιτήσεις για την εξασφάλιση των καλών συνθηκών διαβίωσης των διατηρούμενων ζώων.
Άρθρο 5
1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το εμπόριο των πιθήκων (simiae και prosimiae) να επιτρέπεται μόνον από και προς οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα που είναι επίσημα εγκεκριμένα από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 13, και οι πίθηκοι αυτοί να συνοδεύονται από κτηνιατρικό πιστοποιητικό σύμφωνο προς το πρότυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ε, του οποίου η βεβαίωση θα πρέπει να συμπληρώνεται από τον επίσημο κτηνίατρο του οργανισμού, του ινστιτούτου ή του κέντρου προέλευσης για να εγγυηθεί την υγειονομική κατάσταση των ζώων.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους μπορεί να επιτρέψει την απόκτηση από εγκεκριμένο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο πιθήκων που ανήκει σε ιδιώτη.
Άρθρο 6
Α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, με την επιφύλαξη των άρθρων 14 και 15, να επιτρέπεται το εμπόριο των οπληφόρων που ανήκουν σε είδη διαφορετικά από εκείνα που καλύπτονται από τις οδηγίες 64/432/ΕΟΚ, 90/426/ΕΟΚ και 91/68/ΕΟΚ μόνον εφόσον πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:
1. γενικά:
α) φέρουν αναγνωριστικά σημεία σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ·
β) δεν οφείλουν να θανατώνονται στο πλαίσιο προγράμματος εξάλειψης μιας μολυσματικής ασθένειας·
γ) δεν έχουν εμβολιασθεί κατά του αφθώδους πυρετού και ικανοποιούν τις δέουσες απαιτήσεις της οδηγίας 85/511/ΕΟΚ και του άρθρου 4α της οδηγιάς 64/432/ΕΟΚ·
δ) προέρχονται από εκμετάλλευση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ) της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ και για την οποία δεν ισχύει κανένα μέτρο υγειονομικού ελέγχου, ιδίως αυτά που έχουν ληφθεί κατ' εφαρμογήν των οδηγιών 85/511/ΕΟΚ, 80/217/ΕΟΚ ( 15 ) και 91/68/ΕΟΚ και στην οποία έχουν διατηρηθεί συνεχώς από τη γέννησή τους ή κατά τις 30 ημέρες που προηγούνται της αποστολής·
ε) συνοδεύονται από πιστοποιητικό σύμφωνο προς το υπόδειγμα του παραρτήματος Ε, το οποίο συμπληρώνεται από την ακόλουθη δήλωση:
▼M7 —————
2. αν πρόκειται για μυρηκαστικά:
α) προέρχονται από αγέλη επίσημα απαλλαγμένη από φυματίωση και επίσημα απαλλαγμένη ή απαλλαγμένη από βρουκέλλωση σύμφωνα με την οδηγία 64/432/ΕΟΚ ή την οδηγία 91/68/ΕΟΚ και πληρούν, όσον αφορά τους κανόνες υγειονομικού ελέγχου, τις σχετικές απαιτήσεις που προβλέπονται για τα βοοειδή στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία γ), δ), στ), ζ) και η) της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ ή στο άρθρο 3 της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ·
β) εάν δεν προέρχονται από αγέλη που ανταποκρίνεται στους όρους που προβλέπονται στο στοιχείο α), προέρχονται από εκμετάλλευση στην οποία δεν έχει διαπιστωθεί κανένα κρούσμα βρουκέλωσης και φυματίωσης κατά τις 42 ημέρες που προηγούνται της φόρτωσης των ζώων και στην οποία τα μηρυκαστικά υποβλήθηκαν, κατά τις 30 ημέρες πριν από την αποστολή, με αρνητικό αποτέλεσμα, σε δοκιμασία για τη βρουκέλωση και τη φυματίωση·
γ) με τη διαδικασία του άρθρου 26, θεσπίζονται τυχόν διατάξεις σχετικά με τη λεύκωση·
3. αν πρόκειται για χοιροειδή:
α) δεν προέρχονται από ζώνη για την οποία ισχύουν απαγορευτικά μέτρα λόγω της ύπαρξης αφρικανικής πανώλης των χοίρων κατ' εφαρμογήν του άρθρου 9α της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ·
β) προέρχονται από εκμετάλλευση που δεν υφίσταται κανένα περιορισμό που προβλέπεται στην οδηγία 80/217/ΕΟΚ λόγω της κλασικής πανώλης των χοίρων·
γ) προέρχονται από αγέλη απαλλαγμένη από βρουκέλλωση, σύμφωνα με την οδηγία 64/432/ΕΟΚ, και πληρούν τις σχετικές απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου που προβλέπονται για τους χοίρους στην οδηγία 64/432/ΕΟΚ·
δ) εάν δεν προέρχονται από αγέλη που ανταποκρίνεται στους όρους που προβλέπονται στο στοιχείο γ), έχουν υποβληθεί, κατά τις 30 ημέρες που προηγούνται της αποστολής τους και με αρνητικό αποτέλεσμα, σε δοκιμασία που αποδεικνύει την απουσία αντισωμάτων κατά της βρουκέλλωσης.
▼M7 —————
4. Οι απαιτήσεις δοκιμών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και τα κριτήριά τους μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26. Στις αποφάσεις αυτές λαμβάνεται υπόψη η περίπτωση των μηρυκαστικών που εκτρέφονται σε αρκτικές περιοχές της Κοινότητας.
Μέχρις ότου ληφθούν οι αποφάσεις που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι εθνικές διατάξεις.
Β) Η οδηγία 64/432/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:
1. στο άρθρο 2 στοιχεία β) και γ), οι όροι «του βοείου είδους» αντικαθίστανται από τους όρους «των βοοειδών (συμπεριλαμβανομένου του είδους Bubalus bubalus)»·
2. προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:
«Άρθρο 10α
Τα υγειονομικά πιστοποιητικά των οποίων το υπόδειγμα περιέχεται στο παράρτημα ΣΤ μπορούν να τροποποιούνται ή να συμπληρώνονται, με τη διαδικασία του άρθρου 12, ιδίως προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι απαιτήσεις του άρθρου 6 της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ.»
Άρθρο 7
Α. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επιτρέπεται το εμπόριο των πτηνών που δεν αφορά η οδηγία 90/539/ΕΟΚ μόνο εφόσον ανταποκρίνονται στις ακόλουθες απαιτήσεις:
1. γενικά:
α) να προέρχονται από εκμετάλλευση στην οποία δεν έχει διαγνωσθεί η γρίππη των πτηνών κατά τις 30 ημέρες, που προηγούνται της αποστολής·
β) να προέρχονται από εκμετάλλευση ή ζώνη για την οποία δεν ισχύουν περιορισμοί λόγω μέτρων καταπολέμησης της ψευδοπανώλης·
Μέχρις ότου θεσπιστούν τα κοινοτικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 19 της οδηγίας 90/539/ΕΟΚ, εξακολουθούν να ισχύουν οι εθνικές απαιτήσεις για την καταπολέμηση της ψευδοπανώλης, εφόσον τηρούνται οι γενικές διατάξεις της συνθήκης·
γ) να έχουν παραμείνει, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση της οδηγίας 91/496/ΕΟΚ, εάν έχουν εισαχθεί από τρίτη χώρα σε απομόνωση στην εκμετάλλευση, στην οποία έχουν τοποθετηθεί μετά την είσοδο στο έδαφος της Κοινότητας·
2. εξάλλου, αν πρόκειται για ψιττακοειδή:
α) να μην προέρχονται από εκμετάλλευση ή να μην έχουν έλθει σε επαφή με ζώα εκμετάλλευσης στην οποία έχουν διαγνωσθεί κρούσματα ψιττάκωσης (Chlamida psittaci).
Η απαγόρευση, η οποία υπολογίζεται από το τελευταίο διαπιστωμένο κρούσμα της ασθένειας και από τη θεραπευτική αγωγή υπό κτηνιατρικό έλεγχο που αναγνωρίζεται με τη διαδικασία του άρθρου 26, πρέπει να διαρκεί δύο τουλάχιστον μήνες·
β) να φέρουν αναγνωριστικά σημεία σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ.
Οι μέθοδοι αναγνώρισης των ψιττακοειδών και ιδίως των ασθενών ψιττακοειδών, καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 26·
γ) να συνοδεύονται από εμπορικό έγγραφο το οποίο θεωρείται από επίσημο κτηνίατρο ή από τον κτηνίατρο που είναι υπεύθυνος για την εκμετάλλευση ή την εμπορική επιχείρηση καταγωγής και στον οποίο η αρμόδια αρχή έχει μεταβιβάσει αυτή την αρμοδιότητα.
Β. Στο άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημείο 2 της οδηγίας 91/495/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 1990 για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά του κρέατος κουνελιών και του κρέατος εκτρεφόμενων θηραμάτων ( 16 ), στην τέταρτη γραμμή, μετά τους όρους της οδηγίας 90/539/ΕΟΚ προστίθενται οι όροι «και των πτηνών δρομέων».
Στο άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο σημείο 1 της οδηγίας 90/539/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1990 σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές πουλερικών και αυγών για επώαση από τρίτες χώρες ( 17 ), μετά τους όρους «και οι πέρδικες» προστίθενται οι όροι «και τα πτηνά δρομείς».
Άρθρο 8
Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επιτρέπεται το εμπόριο μελισσών (Apis melifera) μόνον εφόσον:
α) προέρχονται από ζώνη για την οποία δεν ισχύουν απαγορευτικά μέτρα λόγω της εμφάνισης κρουσμάτων αμερικανικής σηψιγονίας.
Η απαγόρευση, η οποία υπολογίζεται από την ημερομηνία του τελευταίου διαπιστωμένου κρούσματος και από την ημερομηνία κατά την οποία όλες οι κυψέλες που βρίσκονται σε ακτίνα τριών χιλιομέτρων ελέγχθησαν από την αρμόδια αρχή και όλες οι μολυσμένες κυψέλες κάηκαν ή υποβλήθηκαν σε θεραπευτική αγωγή και ελέγχθησαν από την αρμόδια αρχή με ικανοποιητικά αποτελέσματα, πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 30 ημέρες.
Οι απαιτήσεις που ισχύουν για τις μέλισσες ή ισοδύναμες απαιτήσεις είναι δυνατόν να εφαρμόζονται και στους βόμβους, με τη διαδικασία του άρθρου 26 και ύστερα από γνώμη της επιστημονικής κτηνιατρικής επιτροπής·
β) συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό σύμφωνο προς το υπόδειγμα του παραρτήματος Ε του οποίου η βεβαίωση πρέπει να συμπληρώνεται από την αρμόδια αρχή για να βεβαιώσει την τήρηση των απαιτήσεων που προβλέπονται στο στοιχείο α).
Άρθρο 9
1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επιτρέπεται το εμπόριο μόνον των λαγομόρφων που ανταποκρίνονται στις ακόλουθες απαιτήσεις:
α) δεν προέρχονται από εκμετάλλευση στην οποία έχει εμφανιστεί λύσσα ή τεκμαίρεται ότι έχει εμφανιστεί λύσσα κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα ή δεν έχουν έλθει σε επαφή με ζώα τέτοιας εκμετάλλευσης·
β) προέρχονται από εκμετάλλευση στην οποία κανένα ζώο δεν παρουσιάζει κλινικά συμπτώματα μυξωμάτωσης.
2. Τα κράτη μέλη που απαιτούν υγειονομικό πιστοποιητικό για τις κινήσεις λαγομόρφων στο έδαφός τους μπορούν να απαιτούν να συνοδεύονται τα ζώα που προορίζονται γι' αυτά με υγειονομικό πιστοποιητικό σύμφωνο με το πρότυπο του παραρτήματος Ε, το οποίο συμπληρώνεται με την ακόλουθη δήλωση:
«Ο υπογράφων, … βεβαιώνω ότι η παραπάνω παρτίδα τηρεί τις απαιτήσεις του άρθρου 9 της οδηγίας 92/65/ΕΟΚ και ότι τα ζώα δεν παρουσίασαν κανένα κλινικό σύμπτωμα ασθενείας κατά την εξέταση.»
Η βεβαίωση αυτή πρέπει να χορηγείται από τον επίσημο κτηνίατρο ή από τον κτηνίατρο που είναι υπεύθυνος για την εκμετάλλευση καταγωγής και στον οποίο η αρμόδια αρχή έχει μεταβιβάσει αυτή την αρμοδιότητα και, για τα βιομηχανικά εκτροφεία, από τον επίσημο κτηνίατρο.
Τα κράτη μέλη που θέλουν να κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας, πληροφορούν σχετικά την Επιτροπή, η οποία πρέπει να βεβαιώνεται για την τήρηση της απαίτησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.
3. Η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να απαιτούν την επίδειξη υγειονομικού πιστοποιητικού το οποίο να βεβαιώνει ότι τηρείται η απαίτηση της παραγράφου 1 στοιχείο α).
Άρθρο 10
1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να απαγορεύεται το εμπόριο ►M5 ————— ◄ ικτίδων και αλεπούδων, που προέρχονται από εκμετάλλευση στην οποία έχει εμφανιστεί ή τεκμαίρεται ότι έχει εμφανιστεί λύσσα κατά τη διάρκεια των έξι τελευταίων μηνών ή έχουν έλθει σε επαφή με ζώα μιας τέτοιας εκμετάλλευσης, στο μέτρο που δεν υπόκεινται σε πρόγραμμα συστηματικού εμβολιασμού.
2. Για να αποτελούν αντικείμενο εμπορίου, οι σκύλοι, οι γάτες και οι νυφίτσες:
α) πληρούν τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 6 και, κατά περίπτωση, στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 576/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις μη εμπορικού χαρακτήρα μετακινήσεις ζώων συντροφιάς ( 18 )·
β) υποβάλλονται σε κλινική εξέταση, εντός 48 ωρών πριν από την ώρα αποστολής των ζώων, από κτηνίατρο εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή· και
γ) συνοδεύονται, κατά τη μεταφορά τους στον τόπο προορισμού, από υγειονομικό πιστοποιητικό το οποίο:
i) αντιστοιχεί στο υπόδειγμα του μέρους 1 του παραρτήματος Ε· και
ii) υπογράφεται από επίσημο κτηνίατρο, ο οποίος πιστοποιεί ότι ο κτηνίατρος που είναι εξουσιοδοτημένος από την αρμόδια αρχή έχει τεκμηριώσει στο σχετικό τμήμα του εγγράφου αναγνώρισης με τη μορφή που προβλέπεται στο άρθρο 21 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 576/2013, ότι η κλινική εξέταση πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με το στοιχείο β) και καταδεικνύει ότι, κατά τον χρόνο της κλινικής εξέτασης, τα ζώα είναι σε φυσική κατάσταση κατάλληλη για την προβλεπόμενη μετακίνηση σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και συναφείς δραστηριότητες ( 19 ).
▼M14 —————
4. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3, η Ιρλανδία, η Κύπρος, η Μάλτα και το Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να διατηρήσουν τους εθνικούς τους κανόνες για την απομόνωση όλων των σαρκοφάγων, ►M5 πλην των ειδών που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, ◄ πρωτευόντων, νυχτερίδων και άλλων ζώων που μπορούν να προσβληθούν από τη λύσσα, τα οποία καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και για τα οποία δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι έχουν γεννηθεί στην εκμετάλλευση καταγωγής και ότι έχουν διατηρηθεί εν αιχμαλωσία από τη γέννησή τους, χωρίς η διατήρηση των κανόνων αυτών να θίγει την κατάργηση των κτηνιατρικών ελέγχων στα σύνορα μεταξύ κρατών μελών.
5. Η απόφαση 90/638/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:
1. στο άρθρο 1, προστίθεται η ακόλουθη περίπτωση:
— «όσον αφορά τα αντιλυσσικά προγράμματα: τα κριτήρια του παραρτήματος III.»
2. προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:
«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
Κριτήρια αντιλυσσικών προγραμμάτων:
Τα αντιλυσσικά προγράμματα πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον:
α) τα κριτήρια των σημείων 1 έως 7 του παραρτήματος Ι·
β) λεπτομερή στοιχεία και φυσικά όρια της ή των περιοχών στις οποίες θα γίνει ανοσοποίηση των αλεπούδων από του στόματος. Η ή οι περιοχές αυτές καλύπτουν έκταση τουλάχιστον 6 000 τετραγωνικών χιλιμέτρων ή ολόκληρο το έδαφος ενός κράτους μέλους, μπορούν δε να περιλαμβάνουν γειτονικές ζώνες τρίτων χωρών·
γ) λεπτομερή στοιχεία για τα προτεινόμενα εμβόλια, το σύστημα διανομής, την πυκνότητα και τη συχνότητα τοποθέτησης των δολωμάτων·
δ) ενδεχομένως, όλες τις λεπτομέρειες, το κόστος και το στόχο των δράσεων διατήρησης ή προστασίας της χλωρίδας και της πανίδας τις οποίες αναλαμβάνουν εθελοντικοί οργανισμοί στο έδαφος που καλύπτεται από τα σχέδια αυτά.»
6. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, ορίζει ένα ειδικό ινστιτούτο το οποίο είναι υπεύθυνο για τον καθορισμό των κριτηρίων που απαιτούνται για την τυποποίηση των ορρολογικών δοκιμασιών και αποφασίζει τις αρμοδιότητές του.
7. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι δαπάνες εφαρμογής της ορρολογικής δοκιμασίας να βαρύνουν τους εισαγωγείς.
▼M5 —————
Άρθρο 10α
Όσον αφορά τη λύσσα και με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 26 μετά την υποβολή των κατάλληλων δικαιολογητικών, τα άρθρα 9 και 10 τροποποιούνται προκειμένου να ληφθεί υπόψη η κατάσταση της Φινλανδίας και της Σουηδίας, ώστε να εφαρμόζονται σ' αυτές οι ίδιες διατάξεις με εκείνες που ισχύουν στα κράτη μέλη που έχουν μια αντίστοιχη κατάσταση.
Άρθρο 11
1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, με την επιφύλαξη των αποφάσεων που θα ληφθούν κατ’ εφαρμογή των άρθρων 21 και 23, να αποτελούν αντικείμενο εμπορίου μόνο το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυα που ανταποκρίνονται στους όρους των παραγράφων 2, 3, 4 και 5.
2. Υπό την επιφύλαξη τυχόν κριτηρίων που πρέπει να τηρούνται για την εγγραφή των ιπποειδών σε γενεαλογικά βιβλία για ορισμένες συγκεκριμένες φυλές, το σπέρμα αιγοπροβάτων και ιπποειδών πρέπει:
— να έχει συλλεχθεί, υποστεί επεξεργασία και αποθηκευθεί ενόψει της τεχνητής σπερματεγχύσεως σε κέντρο ή σταθμό εγκεκριμένο από υγειονομική άποψη, σύμφωνα με το κεφάλαιο I του παραρτήματος Δ ή, εάν πρόκειται για αιγοπρόβατα κατά παρέκκλιση των προηγουμένων, σε εκμετάλλευση που πληροί τις επιταγές της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ,
— να έχει συλλεχθεί από ζώα που πληρούν τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου ΙΙ του παραρτήματος Δ,
— να έχει συλλεχθεί, υποστεί επεξεργασία, διατηρηθεί, αποθηκευθεί και μεταφερθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου III του παραρτήματος Δ,
— να συνοδεύεται, κατά τη μεταφορά του προς άλλο κράτος μέλος, από υγειονομικό πιστοποιητικό σύμφωνο προς υπόδειγμα που θα καθορισθεί με τη διαδικασία του άρθρου 26.
3. Τα ωάρια και έμβρυα των αιγοπροβάτων, των ιπποειδών και των χοίρων πρέπει:
— να έχουν ληφθεί από δότριες που πληρούν τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου IV του παραρτήματος Δ από ομάδα συλλογής ή να έχουν παραχθεί από ομάδα παραγωγής εγκεκριμένη από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους και πληρούσα τις προϋποθέσεις που θα καθορισθούν στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Δ με τη διαδικασία του άρθρου 26,
— να έχουν συλλεχθεί, υποστεί επεξεργασία και διατηρηθεί σε κατάλληλο εργαστήριο, αποθηκευθεί και μεταφερθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου III του παραρτήματος Δ,
— να συνοδεύονται, κατά τη μεταφορά τους προς άλλο κράτος μέλος, από υγειονομικό πιστοποιητικό σύμφωνο προς υπόδειγμα που θα καθορισθεί με τη διαδικασία του άρθρου 26.
Το σπέρμα που χρησιμοποιείται για τη σπερματέγχυση των δοτριών πρέπει να είναι σύμφωνο προς τις διατάξεις της παραγράφου 2 για τα αιγοπρόβατα και τα ιπποειδή και προς τις διατάξεις της οδηγίας 90/429/ΕΟΚ για τους χοίρους.
Οποιεσδήποτε πρόσθετες εγγυήσεις είναι δυνατόν να καθορισθούν με τη διαδικασία του άρθρου 26.
4. Η αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους καταχωρίζει σε μητρώο τα εγκεκριμένα κέντρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 πρώτη περίπτωση και τις εγκεκριμένες ομάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 πρώτη περίπτωση και σε κάθε κέντρο και ομάδα δίδεται αριθμός κτηνιατρικού μητρώου.
Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει και τηρεί επικαιροποιημένο κατάλογο με τα εν λόγω εγκεκριμένα κέντρα και τις εγκεκριμένες ομάδες και τους αριθμούς κτηνιατρικού μητρώου τους και θέτει τον κατάλογο αυτό στη διάθεση των λοιπών κρατών μελών και του κοινού.
Λεπτομερείς κανόνες για την ενιαία εφαρμογή του παρόντος άρθρου μπορούν να εγκριθούν με τη διαδικασία του άρθρου 26.
5. Οι απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου και τα υποδείγματα υγειονομικών πιστοποιητικών που εφαρμόζονται στο σπέρμα, ωάρια και έμβρυα ειδών που δεν αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 26.
Εν αναμονή του καθορισμού των απαιτήσεων υγειονομικού ελέγχου και των υποδειγμάτων υγειονομικών πιστοποιητικών για το εμπόριο του εν λόγω σπέρματος, και των εν λόγω ωαρίων και εμβρύων, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι εθνικοί κανόνες.
Άρθρο 12
1. Οι κανόνες ελέγχου που προβλέπονται στην οδηγία 90/425/ΕΟΚ εφαρμόζονται, ιδίως όσον αφορά την οργάνωση των διενεργητέων ελέγχων και τη συνέχεια που πρέπει να δίνεται σ' αυτούς, στα ζώα και στο σπέρμα, στα ωάρια και στα έμβρυα τα οποία αφορά η παρούσα οδηγία και τα οποία συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό. Τα άλλα ζώα πρέπει να προέρχονται από εκμεταλλεύσεις που υπόκεινται, όσον αφορά τους ελέγχους που πρέπει να γίνονται στην καταγωγή και στον προορισμό, στις αρχές της εν λόγω οδηγίας.
2. Το άρθρο 10 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ εφαμόζεται στα ζώα, το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυα τα οποία αφορά η παρούσα οδηγία.
3. Για εμπορικούς σκοπούς, οι διατάξεις του άρθρου 12 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ επεκτείνονται στις επιχειρήσεις που κατέχουν μονίμως ή περιστασιακά, ζώα όπως αυτά που αναφέρονται στα άρθρα 7, 9 και 10.
4. Η γνωστοποίηση του τόπου προορισμού που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ για τα ζώα, το σπέρμα, τα ωάρια ή τα έμβρυα τα οποία, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό, πρέπει να γίνεται μέσω του συστήματος ANIMO.
5. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων της παρούσας οδηγίας, σε περίπτωση υποψίας για μη τήρηση της παρούσας οδηγίας ή αμφιβολιών ως προς την υγεία των ζώων ή την ποιότητα του σπέρματος, των ωαρίων ή των εμβρύων που αναφέρονται στο άρθρο 1, η αρμόδια αρχή διενεργεί όλους τους ελέγχους που κρίνει κατάλληλους.
6. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα διοικητικά ή ποινικά μέτρα προκειμένου να τιμωρείται κάθε παράβαση της παρούσας οδηγίας, ιδίως όταν διαπιστώνεται ότι τα εκδιδόμενα πιστοποιητικά ή έγγραφα δεν αντιστοιχούν προς την πραγματική κατάσταση των ζώων που αναφέρονται στο άρθρο 1, ότι τα αναγνωριστικά σημεία των ζώων ή η επισήμανση του εν λόγω σπέρματος, ωαρίων ή εμβρύων δεν συμφωνεί προς την παρούσα οδηγία ή, ότι τα ζώα ή τα προϊόντα αυτά δεν έχουν υποβληθεί στους ελέγχους που προβλέπει αυτή.
Άρθρο 13
1. Για το εμπόριο ζώων που ανήκουν σε είδη ευαίσθητα στις ασθένειες του παραρτήματος Α ή του παραρτήματος Β, στην περίπτωση που το κράτος μέλος προορισμού έχει τις εγγυήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 14 και 15, καθώς και σπέρματος, ωαρίων ή εμβρύων των ζώων αυτών, από και προς οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα, εγκεκριμένα σύμφωνα με το παράρτημα Γ, απαιτείται μεταφορικό έγγραφο σύμφωνο προς το υπόδειγμα του παραρτήματος Ε. Στο έγγραφο αυτό, που θα συμπληρώνεται από τον κτηνίατρο που είναι υπεύθυνος για τον οργανισμό, το ινστιτούτο ή το κέντρο καταγωγής, πρέπει να διευκρινίζεται ότι τα ζώα, τα ωάρια, το σπέρμα ή τα έμβρυα προέρχονται από οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο εγκεκριμένο σύμφωνα με το παράρτημα Γ. Το έγγραφο αυτό πρέπει να συνοδεύει τα ζώα, το σπέρμα, τα ωάρια ή τα έμβρυα κατά τη μεταφορά τους.
2.
α) Ένας οργανισμός, ινστιτούτο ή κέντρο, προκειμένου να χαρακτηρισθεί ως εγκεκριμένος όσον αφορά τις ασθένειες υποχρεωτικής δήλωσης, πρέπει να υποβάλλει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους όλα τα σχετικά δικαιολογητικά που αφορούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος Γ·
β) μετά την παραλαβή του φακέλου με τον οποίο ζητείται η έγκριση ή η ανανέωση της έγκρισης, η αρμόδια αρχή τον εξετάζει με βάση τα στοιχεία που περιέχει και, ενδεχομένως, με βάση τα πορίσματα των επιτόπιων ελέγχων·
γ) η αρμόδια αρχή ανακαλεί την έγκριση σύμφωνα με το παράρτημα Γ παράγραφος 3·
δ) Όλοι οι εγκεκριμένοι οργανισμοί, ινστιτούτα και κέντρα εγγράφονται και τους χορηγείται αριθμός έγκρισης από την αρμόδια αρχή.
Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει και τηρεί επικαιροποιημένο κατάλογο με τους οργανισμούς, τα ινστιτούτα και τα κέντρα, και τους αριθμούς έγκρισής τους και θέτει τον κατάλογο αυτό στη διάθεση των λοιπών κρατών μελών και του κοινού.
Λεπτομερείς κανόνες για την ενιαία εφαρμογή του παρόντος στοιχείου μπορούν να εγκριθούν με τη διαδικασία του άρθρου 26·
ε) η Σουηδία διαθέτει προθεσμία δύο ετών από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της συνθήκης προσχωρήσεως για να εφαρμόσει τα μέτρα που προβλέπονται σχετικά με τους οργανισμούς, τα ινστιτούτα ή τα κέντρα.
Άρθρο 14
1. Στην περίπτωση που κράτος μέλος θεσπίζει ή έχει θεσπίσει, είτε άμεσα είτε με τη μεσολάβηση των εκτροφέων, προαιρετικό ή υποχρεωτικό πρόγραμμα καταπολέμησης ή εποπτείας μιας ασθένειας του παραρτήματος Β, μπορεί να υποβάλλει το πρόγραμμα αυτό στην Επιτροπή, αναφέροντας ιδίως:
— την κατάσταση της ασθενείας στο έδαφός του,
— τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της κοινοποίησης της ασθενείας,
— τους λόγους που δικαιολογούν το πρόγραμμα, λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας της ασθενείας και των πλεονεκτημάτων του προγράμματος όσον αφορά τη σχέση κόστους/οφελών,
— τη γεωγραφική ζώνη στην οποία πρόκειται να εφαρμοσθεί το πρόγραμμα,
— τους διάφορους χαρακτηρισμούς των εγκαταστάσεων και τις απαιτήσεις που πρέπει να πληροί κάθε είδος για την εισαγωγή του στην εκτροφή καθώς και τις μεθόδους δοκιμασίας,
— τις διαδικασίες ελέγχου του προγράμματος, συμπεριλαμβανομένου του βαθμού συμμετοχής των εκτροφέων στην εφαρμογή του προγράμματος καταπολέμησης ή εποπτείας,
— τις συνέπειες της απώλειας του χαρακτηρισμού της εκμετάλλευσης για οποιονδήποτε λόγο,
— τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται αν διαπιστωθούν θετικά αποτελέσματα κατά τους ελέγχους που διενεργούνται σύμφωνα με το πρόγραμμα,
— την ίση μεταχείριση του εμπορίου που πραγματοποιείται στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και του ενδοκοινοτικού εμπορίου.
2. Η Επιτροπή εξετάζει τα προγράμματα που της κοινοποιούν τα κράτη μέλη. Τα προγράμματα μπορούν να εγκρίνονται, εφόσον τηρούνται τα κριτήρια της παραγράφου 1, με τη διαδικασία του άρθρου 26. Με την ίδια διαδικασία ορίζονται, ταυτόχρονα ή το πολύ τρεις μήνες μετά την έγκριση των προγραμμάτων, γενικές ή περιορισμένες συμπληρωματικές εγγυήσεις που μπορεί να απαιτούνται για το εμπόριο. Οι εγγυήσεις αυτές δεν πρέπει να είναι αυστηρότερες από τις εγγυήσεις που εφαρμόζει στο έδαφός του το κράτος μέλος.
3. Τα προγράμματα που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη μπορούν να τροποποιούνται ή να συμπληρώνονται με τη διαδικασία του άρθρου 26. Με την ίδια διαδικασία μπορούν να τροποποιούνται οι εγγυήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2.
Άρθρο 15
1. Ένα κράτος μέλος που θεωρεί ότι είναι ολικά ή μερικά απαλλαγμένο από μια από τις ασθένειες του παραρτήματος Β στις οποίες είναι ευαίσθητα τα ζώα που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, υποβάλλει στην Επιτροπή τα κατάλληλα δικαιολογητικά, αναφέροντας ιδιαίτερα:
— τη φύση της ασθένειας και το ιστορικό της εμφάνισής της στην επικράτειά του,
— τα αποτελέσματα των δοκιμασιών παρακολούθησης οι οποίες βασίζονται σε ορρολογική, μικροβιολογική, παθολογική ή επιδημιολογική έρευνα,
— από πότε πρέπει να δηλώνεται υποχρεωτικά η ασθένεια αυτή στις αρμόδιες αρχές,
— τη διάρκεια κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η παρακολούθηση,
— ενδεχομένως, την περίοδο κατά την οποία απαγορεύθηκε ο εμβολιασμός κατά της ασθένειας και τη γεωγραφική ζώνη την οποία αφορά η απαγόρευση αυτή,
— τους κανόνες που επιτρέπουν τον έλεγχο της απουσίας της ασθένειας.
2. Η Επιτροπή αφού εξετάσει τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στην παράγραφο 1 υποβάλλει, στη μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή, απόφαση έγκρισης ή απόρριψης του προγράμματος που υποβάλλει το κράτος μέλος. Εάν το πρόγραμμα εγκριθεί, οι τυχόν απαιτούμενες γενικές ή περιορισμένες συμπληρωματικές εγγυήσεις καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 26. Οι εγγυήσεις αυτές δεν πρέπει να είναι αυστηρότερες από τις εγγυήσεις τις οποίες εφαρμόζει στο έδαφός του το κράτος μέλος.
Μέχρις ότου ληφθεί η απόφαση αυτή, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μπορεί να διατηρεί, όσον αφορά το εμπόριο, τις κατάλληλες απαιτήσεις που είναι αναγκαίες για τη διατήρηση του χαρακτηρισμού του.
3. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή κάθε τροποποίηση των δικαιολογητικών που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Βάσει των πληροφοριών αυτών, οι εγγυήσεις που οριζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 μπορούν να τροποποιούνται ή να καταργούνται με τη διαδικασία του άρθρο 26.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
Διατάξεις που εφαρμόζονται στις εισαγωγές στην Κοινότητα
Άρθρο 16
Οι διατάξεις που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με τις διατάξεις του κεφαλαίου II.
Όσον αφορά τις γάτες, τους σκύλους και τις νυφίτσες, οι όροι εισαγωγής πρέπει να είναι τουλάχιστον ισοδύναμοι με τους όρους του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) και του άρθρου 12 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 576/2013.
Επιπλέον των όρων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, οι σκύλοι, οι γάτες και οι νυφίτσες, κατά τη μεταφορά τους στον τόπο προορισμού, συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό, συμπληρωμένο και υπογεγραμμένο από επίσημο κτηνίατρο ο οποίος πιστοποιεί ότι έχει πραγματοποιηθεί κλινική εξέταση εντός 48 ωρών πριν από την ώρα αποστολής των ζώων από κτηνίατρο εξουσιοδοτημένο από την αρμόδια αρχή, ο οποίος έχει διαπιστώσει ότι, κατά τη χρονική στιγμή της κλινικής εξέτασης, τα ζώα ήταν σε φυσική κατάσταση κατάλληλη για την προβλεπόμενη μετακίνηση·
Άρθρο 17
1. Για τον σκοπό της ενιαίας εφαρμογής του άρθρου 16, εφαρμόζονται οι διατάξεις των ακόλουθων παραγράφων.
2. Στην Κοινότητα μπορούν να εισάγονται μόνο ζώα και σπέρμα, ωάρια και έμβρυα που αναφέρονται στο άρθρο 1 και ανταποκρίνονται στις ακόλουθες απαιτήσεις:
α) προέρχονται από τρίτη χώρα που περιλαμβάνεται σε κατάλογο ο οποίος θα καταρτισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 στοιχείο α)·
β) συνοδεύονται από υγειονομικό πιστοποιητικό σύμφωνο προς το υπόδειγμα που θα καθορισθεί με τη διαδικασία του άρθρου 26, υπογεγραμμένο από την αρμόδια αρχή της χώρας αποστολής και το οποίο βεβαιώνει ότι:
i) τα ζώα:
— πληρούν τις πρόσθετες προϋποθέσεις ή παρέχουν τις ισοδύναμες εγγυήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4, και
— προέρχονται από εγκεκριμένα κέντρα, οργανισμούς, ινστιτούτα που παρέχουν εγγυήσεις τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες του παραρτήματος Γ·
ii) το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυα προέρχονται από εγκεκριμένα κέντρα συλλογής και αποθήκευσης ή ομάδες συλλογής και παραγωγής που παρέχουν εγγυήσεις τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες που θα καθορισθούν στο κεφάλαιο Ι του παραρτήματος Δ με τη διαδικασία του άρθρου 26.
Εν αναμονή της κατάρτισης των καταλόγων τρίτων χωρών, των εγκεκριμένων εγκαταστάσεων που απαριθμούνται στο στοιχείο β), των απαιτήσεων υγειονομικού ελέγχου και των υποδειγμάτων υγειονομικών πιστοποιητικών που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι εθνικοί κανόνες, εφόσον δεν είναι ευνοϊκότεροι από τους προβλεπόμενους στο κεφάλαιο ΙΙ.
3. Καταρτίζονται τα ακόλουθα:
α) με τη διαδικασία του άρθρου 26, κατάλογος τρίτων χωρών ή τμημάτων τρίτων χωρών που είναι σε θέση να παράσχουν στα κράτη μέλη και την Επιτροπή εγγυήσεις ισοδύναμες προς τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙ σε σχέση με τα ζώα, το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυα·
β) σύμφωνα με το παρόν στοιχείο, κατάλογος των εγκεκριμένων κέντρων ή ομάδων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση και παράγραφος 3 πρώτη περίπτωση, που είναι εγκατεστημένα σε μία από τις τρίτες χώρες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου και για τα οποία η αρμόδια αρχή είναι σε θέση να παράσχει τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3.
Ο κατάλογος των εγκεκριμένων κέντρων και ομάδων που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο και οι αριθμοί κτηνιατρικού μητρώου τους κοινοποιούνται στην Επιτροπή.
Η αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας αναστέλλει ή ανακαλεί αμέσως την έγκριση κέντρου ή ομάδας, εάν δεν πληρούνται πλέον οι όροι του άρθρου 11 παράγραφοι 2 και 3 και ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή σχετικά.
Η Επιτροπή γνωστοποιεί στα κράτη μέλη τους νέους και επικαιροποιημένους καταλόγους που λαμβάνει από την αρμόδια αρχή της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας σύμφωνα με το δεύτερο και τρίτο εδάφιο και τους διαθέτει στο κοινό για ενημερωτικούς σκοπούς.
Λεπτομερείς κανόνες για την ενιαία εφαρμογή του παρόντος στοιχείου μπορούν να εγκριθούν με τη διαδικασία του άρθρου 26·
γ) με τη διαδικασία του άρθρου 26, οι ειδικοί όροι υγειονομικού ελέγχου, ιδίως εκείνοι που στοχεύουν στην προστασία της Κοινότητας από ορισμένες εξωτικές ασθένειες, ή εγγυήσεις ισοδύναμες με εκείνες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.
Οι ειδικοί όροι και οι ισοδύναμες εγγυήσεις που καθορίζονται για τις τρίτες χώρες δεν μπορούν να είναι ευνοϊκότεροι από τους προβλεπόμενους στο κεφάλαιο II.
4. Στον αναφερόμενο στην παράγραφο 3 κατάλογο μπορούν να εγγράφονται μόνον οι τρίτες χώρες ή μέρη τρίτων χωρών:
α) από τις οποίες δεν απαγορεύονται οι εισαγωγές:
— λόγω απουσίας ασθενειών όπως αυτές του παραρτήματος Α ή οποιασδήποτε άλλης ασθένειας που είναι εξωτική για την Κοινότητα,
— κατ' εφαρμογή των άρθρων 6, 7 και 14 της οδηγίας 72/462/ΕΟΚ και του άρθρου 17 των οδηγιών 91/495/ΕΟΚ και 71/118/ΕΟΚ ( 20 ) ή, όσον αφορά τα άλλα ζώα που αφορά η παρούσα οδηγία, με απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26 και λαμβάνοντας υπόψη την υγειονομική τους κατάσταση·
β) οι οποίες, λαμβάνοντας υπόψη τη νομοθεσία και την οργάνωση των κτηνιατρικών τους υπηρεσιών και των υπηρεσιών επιθεώρησής τους, τις εξουσίες των υπηρεσιών αυτών και τον έλεγχο στον οποίο υπόκεινται, έχουν αναγνωριστεί, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της οδηγίας 72/462/ΕΟΚ, ικανές να εγγυώνται την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας τους·
γ) οι κτηνιατρικές υπηρεσίες των οποίων είναι σε θέση να εγγυώνται την τήρηση υγειονομικών απαιτήσεων τουλάχιστον ισοδύναμων με τις απαιτήσεις του κεφαλαίου II.
5. Διενεργούνται επιτόπου έλεγχοι από πραγματογνώμονες της Επιτροπής και των κρατών μελών προκειμένου να εξακριβωθεί εάν οι εγγυήσεις που παρέχονται από τις τρίτες χώρες όσον αφορά τις συνθήκες παραγωγής και εμπορίας μπορούν να θεωρούνται ισοδύναμες προς τις αντίστοιχες προϋποθέσεις που ισχύουν στην Κοινότητα.
Οι εμπειρογνώμονες των κρατών μελών οι επιφορτισμένοι με αυτούς τους ελέγχους ορίζονται από την Επιτροπή κατόπιν προτάσεως των κρατών μελών.
Οι έλεγχοι αυτοί πραγματοποιούνται για λογαριασμό της Κοινότητας που αναλαμβάνει τα σχετικά έξοδα.
6. Εν αναμονή των ελέγχων που αναφέρονται στην παράγραφο 5, οι εθνικές διατάξεις που εφαρμόζονται σχετικά με την επιθεώρηση στις τρίτες χώρες εξακολουθούν να εφαρμόζονται, με την επιφύλαξη πληροφοριών της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, σχετικά με παραλείψεις όσον αφορά τις εγγυήσεις τις προσφερόμενες σύμφωνα με την παράγραφο 3 οι οποίες θα είχαν διαπιστωθεί κατά τις εν λόγω επιθεωρήσεις.
Άρθρο 18
1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα ζώα, το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυα που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία να εισάγονται στην Κοινότητα μόνον εφόσον:
— συνοδεύονται από πιστοποιητικό που εκδίδει ο επίσημος κτηνίατρος.
— Το υπόδειγμα του πιστοποιητικού καταρτίζεται, ανάλογα με τα είδη, με τη διαδικασία του άρθρου 26,
— ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά στους ελέγχους που προβλέπονται από τις οδηγίες 90/675/ΕΟΚ και 91/496/ΕΟΚ ( 21 ),
— υποβλήθηκαν, πριν από τη φόρτωσή τους προς το έδαφος της Κοινότητας, σε έλεγχο από επίσημο κτηνίατρο προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τηρούνται οι όροι μεταφοράς που προβλέπονται από την οδηγία 91/628/ΕΟΚ ( 22 ), ιδίως όσον αφορά τον εφοδιασμό σε νερό και τροφή,
— όσον αφορά τα ζώα που αναφέρονται στα άρθρα 5 έως 10, απομονώνονται πριν την εισαγωγή τους· οι κανόνες της απομόνωσης αυτής θα ορισθούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 26.
2. Μέχρις ότου καθορισθούν οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι εθνικοί κανόνες που ισχύουν για τις εισαγωγές από τρίτη χώρα για την οποία οι απαιτήσεις αυτές δεν έχουν θεσπιστεί σε κοινοτικό επίπεδο, υπό την προϋπόθεση ότι οι κανόνες αυτοί δεν είναι ευνοϊκότεροι από τους κανόνες του κεφαλαίου II.
Άρθρο 19
Με τη διαδικασία του άρθρου 26 ορίζονται:
α) οι ειδικοί όροι υγειονομικού ελέγχου, κατά την εισαγωγή στην Κοινότητα, η φύση και το περιεχόμενο των συνοδευτικών εγγράφων για τα ζώα που προορίζονται για ζωολογικούς κήπους, τσίρκα, λούνα παρκ ή εργαστήρια πειραμάτων, ανάλογα με τα είδη·
β) για την προστασία συγκεκριμένων κοινοτικών ειδών, εγγυήσεις συμπληρωματικές εκείνων που προβλέπονται για τα διάφορα είδη ζώων στα οποία αναφέρεται η παρούσα οδηγία.
Άρθρο 20
Εφαρμόζονται οι κανόνες που θεσπίζονται με την οδηγία 97/78/ΕΚ, ιδίως όσον αφορά την οργάνωση και την παρακολούθηση των πορισμάτων των ελέγχων που διεξάγουν τα κράτη μέλη και όσον αφορά τα μέτρα διασφάλισης που πρέπει να λαμβάνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 22 της εν λόγω οδηγίας.
Με την επιφύλαξη της τήρησης των κανόνων και αρχών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου και μέχρις ότου εφαρμοστούν οι αποφάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 σημείο Β και το άρθρο 30 της οδηγίας 91/496/ΕΟΚ, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι συναφείς εθνικές λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου 8 σημεία 1 και 2 της εν λόγω οδηγίας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Κοινές και τελικές διατάξεις
Άρθρο 21
Τα ενδεχόμενα υποδείγματα πιστοποιητικών που ισχύουν για το εμπόριο καθώς και οι όροι υγειονομικού ελέγχου στους οποίους πρέπει να ανταποκρίνονται άλλα ζώα, σπέρμα, ωάρια και έμβρυα, εκτός από τα αναφερόμενα στα άρθρα 5 έως 11, προκειμένου να επιτρέπεται η εμπορία τους, καθορίζονται, εφόσον χρειαστεί, με τη διαδικασία του άρθρου 26.
Άρθρο 22
Τα παραρτήματα της παρούσας οδηγίας τροποποιούνται, εφόσον παραστεί ανάγκη, με τη διαδικασία του άρθρου 26.
Το παράρτημα Β επανεξετάζεται πριν από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της συνθήκης προσχωρήσεως προκειμένου ιδίως να τροποποιηθεί ο κατάλογος των ασθενειών έτσι ώστε να συμπεριληφθούν οι ασθένειες εκείνες στις οποίες είναι επιρρεπή τα μηρυκαστικά και τα χοιροειδή καθώς και οι ασθένειες που μεταδίδονται από τα σπέρματα, τα ωάρια και τα έμβρυα των προβατοειδών.
Άρθρο 23
Με τη διαδικασία του άρθρου 26, μπορούν, ενδεχομένως, κατά παρέκκλιση ►M7 ————— ◄ του κεφαλαίου II, να καθορίζονται ειδικοί όροι για την κυκλοφορία των ζώων που συνοδεύουν τσίρκα και πανηγύρια και το εμπόριο ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που προορίζονται για ζωολογικούς κήπους.
Άρθρο 24
1. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξαρτούν την εισαγωγή στο έδαφός τους των ζώων (συμπεριλαμβανομένων των ωδικών και διακοσμητικών πτηνών) και του σπέρματος, των ωαρίων και εμβρύων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία και έχουν διέλθει από το έδαφος τρίτης χώρας από την προσκόμιση υγειονομικού πιστοποιητικού που πιστοποιεί την τήρηση των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας.
2. Τα κράτη μέλη που προσφεύγουν στη δυνατότητα που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής.
Άρθρο 25
Στο παράρτημα Α της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ, προστίθεται η ακόλουθη μνεία:
«Οδηγία 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 1992 για τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους εν λόγω όρους, στους ειδικούς κοινοτικούς κανόνες που αναφέρονται στο παράρτημα Α τμήμα I της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 14.9.1992, σ. 54).»
Άρθρο 26
1. Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων που συστάθηκε με το άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 23 )
2. Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/EK.
Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/EK ( 24 ) ορίζεται σε τρεις μήνες.
3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.
Άρθρο 27
Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν εναλλακτικό καθεστώς ελέγχου που παρέχει εγγυήσεις ισοδύναμες με αυτές που προβλέπει η παρούσα οδηγία για τις κινήσεις, στο έδαφός τους, των ζώων, του σπέρματος, των ωαρίων και των εμβρύων στα οποία αναφέρεται η οδηγία μπορούν να εφαρμόσουν, αμοιβαίως, παρέκκλιση από το άρθρο 6 σημείο Α.1 στοιχείο στ), το άρθρο 8 στοιχείο β) και το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο δ).
Άρθρο 28
Με τη διαδικασία του άρθρου 26, μπορούν να θεσπίζονται μεταβατικά μέτρα, για περίοδο τριών ετών, προκειμένου να διευκολυνθεί η μετάβαση στο νέο σύστημα που προβλέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 29
1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1994 και ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.
Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.
3. Ο καθορισμός της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας μεταφοράς στην 1η Ιανουαρίου 1994 δεν θίγει την κατάργηση των κτηνιατρικών ελέγχων στα σύνορα η οποία προβλέπεται από τις οδηγίες 89/662/ΕΟΚ και 90/425/ΕΟΚ.
Άρθρο 30
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A
Ασθένειες υποχρεωτικής δήλωσης στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας
Ασθένεια |
Τάξη/οικογένεια/είδος το οποίο αφορά κυρίως |
Πανώλης των ίππων |
Equidae |
Αφρικανική πανώλης των χοίρων |
Suidae και Tayassuidae |
Γρίππη των πτηνών |
Aves |
Αμερικανική σηψιγονία |
Apis |
Άνθρακας |
Bovidae, Camelidae, Cervidae, Elephantidae, Equidae και Hippopotamidae |
Καταρροϊκός πυρετός του προβάτου |
Antilocapridae, Bovidae, Cervidae, Giraffidae, και Rhinocerotidae |
Brucella abortus |
Antilocapridae, Bovidae, Camelidae, Cervidae, Giraffidae, Hippopotamidae και Tragulidae |
Brucella melitensis |
Antilocapridae, Bovidae, Camelidae, Cervidae, Giraffidae, Hippopotamidae και Tragulidae |
Brucella ovis |
Camelidae, Tragulidae, Cervidae, Giraffidae, Bovidae και Antilocapridae |
Brucella suis |
Cervidae, Leporidae, Ovibos moschatus, Suidae και Tayassuidae |
Κλασσική πανώλης των χοίρων |
Suidae και Tayassuidae |
Μεταδοτική πλευροπνευμονία των βοοειδών |
Βοοειδή (συμπεριλαμβανομένων των zebu, των αμερικανικών ή άλλων βισόνων και των γιακ) |
Έμπολα |
Πρωτεύοντα πλην των ανθρωποειδών |
Αφθώδης πυρετός |
Artiodactyla και ασιατικοί ελέφαντες |
Λοιμώδης αιματοποιητική νέκρωση |
Salmonidae |
Λοιμώδης οζώδης δερματίτιδα |
Bovidae και Giraffidae |
Ευλογιά των πιθήκων |
Rodentia και πρωτεύοντα πλην των ανθρωποειδών |
Mycobacterium bovis |
Mammalia, και ιδίως Antilocapridae, Bovidae, Camelidae, Cervidae, Giraffidae και Tragulidae |
Ψευδοπανώλης των πτηνών |
Aves |
Πανώλης των μικρών μηρυκαστικών |
Bovidae και Suidae |
Εντεροϊογενής εγκεφαλομυελίτιδα των χοίρων |
Suidae |
Ψιττάκωση |
Psittaciformes |
Λύσσα |
Carnivora και Chiroptera |
Νόσος της κοιλάδας Rift |
Bovidae, Camelus spp. και Rhinocerotidae |
Πανώλης των βοοειδών |
Artiodactyla |
Aethina tumida |
Apis και Bombus |
Ευλογιά των αιγοπροβάτων |
Bovidae |
Φυσαλιδώδης νόσος των χοίρων |
Suidae και Tayassuidae |
Tropilaelaps spp. |
Apis |
Φυσαλιδώδης στοματίτιδα |
Artiodactyla και Equidae |
ΜΣΕ |
Bovidae, Cervidae, Felidae και Mustelidae |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΥΟΝΤΑΙ ΕΘΝΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΟΔΗΓΙΑΣ
Ικτίδες |
Ιογενής εντερίτις Ασθένεια των Αλεούτων Νήσων |
Μέλισσες |
Ευρωπαϊκή σηψιγονία Βαρροϊκή ακαρίαση και ακαρίαση |
Πίθηκοι και αιλουροειδή |
Φυματίωση |
Μηρυκαστικά |
Φυματίωση |
Λαγόμορφα |
Μυξωμάτωση Μολυσματικές και αιμορραγικές ασθένειες Σύνδρομο O'Hara |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ
ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ, ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΩΝ Ή ΚΕΝΤΡΩΝ
1. Για να εγκριθεί επίσημα, δυνάμει του άρθρου 13 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, ένας οργανισμός, ινστιτούτο ή κέντρο, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ), πρέπει:
α) να είναι σαφώς οροθετημένος και διαχωρισμένος από το περιβάλλον του, ή τα ζώα να είναι σταβλισμένα και να φυλάσσονται κατά τρόπο ώστε να μην δημιουργούν υγειονομικούς κινδύνους σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις των οποίων το υγειονομικό καθεστώς θα μπορούσε να απειληθεί·
β) να διαθέτει επαρκή μέσα για τη σύλληψη, το σταβλισμό και την απομόνωση των ζώων, καθώς και κατάλληλες εγκαταστάσεις απομόνωσης (καραντίνας) και εγκεκριμένες διαδικασίες για ζώα που προέρχονται από μη εγκεκριμένες πηγές·
γ) να είναι απαλλαγμένος από τις ασθένειες που απαριθμούνται στο παράρτημα Α και, εφόσον η ενδιαφερόμενη χώρα εφαρμόζει ένα πρόγραμμα σύμφωνα με το άρθρο 14, από τις ασθένειες που αναφέρονται στο παράρτημα Β. Για να δηλωθεί ως απαλλαγμένος από τις εν λόγω ασθένειες, ένας οργανισμός, ινστιτούτο ή κέντρο, η αρμόδια αρχή αξιολογεί τα μητρώα που αφορούν την κατάσταση της υγείας των ζώων, μητρώα που έχουν διατηρηθεί κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών τουλάχιστον, καθώς και τα αποτελέσματα των κλινικών και εργαστηριακών εξετάσεων που έχουν υποστεί τα ζώα στον εν λόγω οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο. Εντούτοις, κατά παρέκκλιση της εν λόγω απαίτησης, εγκρίνονται νέες εγκαταστάσεις εφόσον τα φυλασσόμενα σε αυτές ζώα προέρχονται από εγκεκριμένες εγκαταστάσεις·
δ) να τηρεί ενημερωμένα μητρώα με τα ακόλουθα στοιχεία:
i) τον αριθμό και τα χαρακτηριστικά (ηλικία, φύλο, είδος και ατομικά στοιχεία ταυτοποίησης, εάν είναι εφικτό) των ζώων κάθε είδους που υπάρχει στην εγκατάσταση·
ii) τον αριθμό και τα χαρακτηριστικά (ηλικία, φύλο, είδος και ατομικά στοιχεία ταυτοποίησης, εάν είναι εφικτό) των ζώων που εισέρχονται ή που εγκαταλείπουν την εκμετάλλευση, καθώς και στοιχεία σχετικά με την προέλευση ή τον προορισμό τους, σχετικά με τη μεταφορά από ή προς την εκμετάλλευση και την κατάσταση της υγείας των ζώων·
iii) τα αποτελέσματα των αιματολογικών εξετάσεων ή κάθε άλλης διαγνωστικής μεθόδου·
iv) τις περιπτώσεις εκδήλωσης ασθένειας και, ενδεχομένως, τη χορηγηθείσα αγωγή·
v) τα αποτελέσματα των μεταθανάτιων εξετάσεων όλων των νεκρών ζώων στην εκμετάλλευση, συμπεριλαμβανομένων των νεκρών ζώων κατά τη γέννηση·
vi) τις διαπιστώσεις που πραγματοποιήθηκαν καθ' όλη την περίοδο απομόνωσης ή καραντίνας·
ε) είτε να έχει αναθέσει σε αρμόδιο εργαστήριο τη διενέργεια μεταθανάτιων εξετάσεων, είτε να διαθέτει έναν ή περισσότερους χώρους όπου δύνανται να διεξάγονται οι εν λόγω εξετάσεις από έναν αρμόδιο και υπό τον έλεγχο του εγκεκριμένου κτηνιάτρου·
στ) είτε να διαθέτει τις κατάλληλες ρυθμίσεις ή εγκαταστάσεις επιτόπου για την ενδεδειγμένη απομάκρυνση των πτωμάτων των ζώων που πέθαναν κατόπιν ασθενείας ή με ευθανασία,
ζ) να εξασφαλίζει, μέσω σύμβασης ή νομικού μέσου, την παροχή των υπηρεσιών ενός κτηνιάτρου, ο οποίος έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή και υπόκειται στον έλεγχό της και ο οποίος:
i) τηρεί mutatis mutandis τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 σημείο B της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ,
ii) διασφαλίζει ότι τα ενδεδειγμένα μέτρα παρακολούθησης της ασθένειας και ελέγχου σχετικά με την κατάσταση της ασθένειας στη συγκεκριμένη χώρα θα εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή και θα εφαρμόζονται στον οργανισμό, το ινστιτούτο ή το κέντρο. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν:
— ένα ετήσιο πρόγραμμα παρακολούθησης της ασθένειας, συμπεριλαμβανομένου του κατάλληλου ελέγχου των ζώων για την ανίχνευση ζωονόσων,
— κλινικές, εργαστηριακές και μεταθανάτιες δοκιμές στα ζώα για τα οποία υπάρχει υποψία ότι έχουν μολυνθεί από μεταδοτικές ασθένειες,
— τον εμβολιασμό των ευπρόσβλητων ζώων κατά των μολυσματικών ασθενειών, εφόσον απαιτείται, μόνο σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία·
iii) φροντίζει ώστε κάθε ύποπτος θάνατος ή η εμφάνιση οποιουδήποτε συμπτώματος που δημιουργεί υπόνοιες ότι τα ζώα έχουν προσβληθεί από μία ή περισσότερες από τις ασθένειες των παραρτημάτων Α και Β, να κοινοποιείται αμέσως στην αρμόδια αρχή, εφόσον η συγκεκριμένη αυτή ασθένεια είναι υποχρεωτικής δήλωσης στο εν λόγω κράτος μέλος·
iv) φροντίζει ώστε τα εισερχόμενα ζώα να έχουν απομονωθεί δεόντως, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και σύμφωνα με τις τυχόν δοθείσες οδηγίες από την αρμόδια αρχή·
v) είναι υπεύθυνος για την καθημερινή τήρηση των υγειονομικών απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας και την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για την καλή διαβίωση των ζώων κατά τη μεταφορά και για την απομάκρυνση των απορριμμάτων ζώων·
η) εφόσον διαθέτει ζώα που προορίζονται για εργαστήρια που διεξάγουν πειράματα, πρέπει να τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 5 της οδηγίας 86/609/ΕΟΚ.
2. Η έγκριση διατηρείται εάν πληρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:
α) οι εγκαταστάσεις ελέγχονται από επίσημο κτηνίατρο της αρμόδιας αρχής, ο οποίος:
i) επισκέπτεται τις εγκαταστάσεις του οργανισμού, του ινστιτούτου ή του κέντρου, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο·
ii) ελέγχει τη δραστηριότητα του εγκεκριμένου κτηνιάτρου και την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος παρακολούθησης των ασθενειών·
iii) διασφαλίζει την τήρηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας·
β) μόνο τα ζώα που προέρχονται από άλλον εγκεκριμένο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο εισάγονται στην εκμετάλλευση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας·
γ) ο επίσημος κτηνίατρος επαληθεύει ότι:
— πληρούνται οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας,
— από τα αποτελέσματα των κλινικών, μεταθανάτιων και εργαστηριακών δοκιμών στα ζώα δεν προέκυψαν ενδείξεις σχετικά με την εμφάνιση των ασθενειών που αναφέρονται στα παραρτήματα Α και Β·
δ) ο οργανισμός, το ινστιτούτο ή κέντρο διατηρεί τα μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σημείο δ), μετά την έγκριση, κατά τη διάρκεια περιόδου τουλάχιστον δέκα ετών.
3. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 5 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας και του σημείου β) της παραγράφου 2 του παρόντος παραρτήματος, τα ζώα, συμπεριλαμβανομένων των πιθήκων (simiae και prosimiae), που δεν προέρχονται από έναν εγκεκριμένο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο, δύνανται να εισαχθούν σε έναν εγκεκριμένο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο υπό τον όρο ότι τα ζώα αυτά θα έχουν εκ των προτέρων υποστεί απομόνωση (καραντίνα) υπό επίσημο έλεγχο και σύμφωνα με τις δοθείσες οδηγίες από την αρμόδια αρχή.
Όσον αφορά τους πιθήκους (simiae και prosimiae), πρέπει να τηρούνται οι απαιτήσεις σχετικά με την απομόνωση (καραντίνα), οι οποίες καθορίζονται στον διεθνή υγειονομικό κώδικα του διεθνούς γραφείου επιζωοτιών (κεφάλαιο 2.10.1 και προσάρτημα 3.5.1).
Για τα λοιπά ζώα που υποβάλλονται σε απομόνωση (καραντίνα), σύμφωνα με το σημείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος παραρτήματος, η διάρκεια της απομόνωσης πρέπει να είναι τουλάχιστον 30 ημέρες, όσον αφορά τις ασθένειες που απαριθμούνται στο παράρτημα Α.
4. Τα ζώα που φυλάσσονται σε έναν εγκεκριμένο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο δύνανται να εγκαταλείψουν τις εν λόγω εγκαταστάσεις μόνο εάν προορίζονται για έναν άλλο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο στο συγκεκριμένο κράτος μέλος ή σε άλλο κράτος μέλος· εντούτοις, εάν δεν προορίζονται για έναν εγκεκριμένο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο, δύνανται να εγκαταλείψουν τις εν λόγω εγκαταστάσεις μόνον εφόσον τηρούνται οι απαιτήσεις της αρμόδιας αρχής για τη διασφάλιση της αποφυγής πιθανών κινδύνων εξάπλωσης της ασθένειας.
5. Όταν ένα κράτος μέλος τυγχάνει συμπληρωματικών εγγυήσεων δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας, δύναται να ζητήσει από τον εγκεκριμένο οργανισμό, ινστιτούτο ή κέντρο την εφαρμογή ενδεδειγμένων συμπληρωματικών απαιτήσεων και πιστοποίηση για τα ευπρόσβλητα είδη.
6. Η έγκριση αναστέλλεται, εν μέρει ή πλήρως, αφαιρείται ή επαναχορηγείται, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) εάν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι δεν έχουν τηρηθεί οι απαιτήσεις του σημείου 2 ή ότι υπήρξε μεταβολή ως προς τη χρησιμοποίηση, η οποία δεν καλύπτεται πλέον από το άρθρο 2 της παρούσας οδηγίας, η έγκριση αναστέλλεται ή αφαιρείται·
β) σε περίπτωση κοινοποίησης υποψίας όσον αφορά την εμφάνιση μιας από τις ασθένειες που αναφέρονται στο παράρτημα Α ή στο παράρτημα Β, η αρμόδια αρχή αναστέλλει την έγκριση του οργανισμού, ινστιτούτου ή κέντρου, έως ότου διαλυθούν επίσημα οι εν λόγω υποψίες. Ανάλογα με τη συγκεκριμένη ασθένεια και τους κινδύνους μετάδοσης της ασθένειας, η αναστολή της έγκρισης δύναται να εφαρμοστεί για ολόκληρη την εγκατάσταση ή αποκλειστικά για ορισμένες κατηγορίες ζώων ευπρόσβλητων από την εν λόγω ασθένεια. Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε τα απαραίτητα μέτρα για την επιβεβαίωση ή τη διάλυση της υποψίας και για την αποφυγή της τυχόν εξάπλωσης της ασθένειας να λαμβάνονται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία που διέπει τα μέτρα καταπολέμησης της εν λόγω ασθένειας και το εμπόριο ζώων·
γ) εφόσον επιβεβαιωθεί η εμφάνιση της ασθένειας για την οποία υπήρχαν υποψίες, ο οργανισμός, το ινστιτούτο ή το κέντρο εγκρίνεται εκ νέου μόνον εάν, μετά την εξάλειψη της ασθένειας και των εστιών μόλυνσης στις εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του κατάλληλου καθαρισμού και απολύμανσης, πληρούνται εκ νέου οι όροι που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος παραρτήματος, με εξαίρεση τους όρους που αναφέρονται στο σημείο γ) της παραγράφου 1·
δ) η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την αναστολή, την αφαίρεση ή την επαναχορήγηση της έγκρισης ενός οργανισμού, ινστιτούτου ή κέντρου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Δ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
Όροι που πρέπει να εφαρμόζουν τα κέντρα συλλογής σπέρματος, τα κέντρα αποθήκευσης σπέρματος, οι ομάδες συλλογής εμβρύων και οι ομάδες παραγωγής εμβρύων
I. Όροι για την έγκριση των κέντρων συλλογής και αποθήκευσης σπέρματος
1. |
Προκειμένου να παρέχεται έγκριση και αριθμός κτηνιατρικού μητρώου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4, τα κέντρα συλλογής σπέρματος πρέπει: 1.1. να βρίσκονται υπό την εποπτεία ενός κτηνιάτρου του κέντρου, εξουσιοδοτημένου από την αρμόδια αρχή· 1.2. να διαθέτουν τουλάχιστον: α) εγκαταστάσεις στέγασης των ζώων, οι οποίες να κλειδώνουν, και για τα ιπποειδή, αν χρειάζεται, να διαθέτουν χώρο άσκησης, που θα χωρίζονται με υλικά χωρίσματα από τις εγκαταστάσεις συλλογής και τις αίθουσες επεξεργασίας και αποθήκευσης· β) εγκαταστάσεις απομόνωσης οι οποίες δεν επικοινωνούν με τους κανονικούς χώρους στέγασης των ζώων· γ) εγκαταστάσεις συλλογής σπέρματος, που μπορούν να είναι υπαίθριες εφόσον προστατεύονται από αντίξοες καιρικές συνθήκες και διαθέτουν αντιολισθητικό δάπεδο για την αποφυγή σοβαρών τραυματισμών σε περίπτωση πτώσης στο χώρο συλλογής σπέρματος και γύρω από αυτόν, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων του σημείου 1.4· δ) χωριστή αίθουσα για τον καθαρισμό και την απολύμανση ή αποστείρωση του εξοπλισμού· ε) αίθουσα επεξεργασίας σπέρματος χωριστή από τις εγκαταστάσεις συλλογής και την αίθουσα για τον καθαρισμό του εξοπλισμού, όπως αναφέρεται στο στοιχείο δ), που δεν πρέπει απαραιτήτως να βρίσκεται στον ίδιο τόπο· στ) αίθουσα αποθήκευσης σπέρματος, η οποία δεν πρέπει απαραιτήτως να βρίσκεται στον ίδιο τόπο· 1.3. να είναι κατασκευασμένα ή απομονωμένα κατά τρόπο ώστε να εμποδίζεται οποιαδήποτε επαφή με ζώα τα οποία βρίσκονται έξω από το κέντρο· 1.4. να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπο ώστε ολόκληρο το κέντρο συλλογής σπέρματος, εκτός των γραφείων, και, στην περίπτωση των ιπποειδών, του χώρου άσκησης, να μπορεί εύκολα να καθαριστεί και να απολυμανθεί. |
2. |
Προκειμένου να τους χορηγηθεί έγκριση, τα κέντρα αποθήκευσης σπέρματος πρέπει: α) στην περίπτωση κατά την οποία η αποθήκευση δεν περιορίζεται στο σπέρμα ενός και μόνο είδους ζώων που συλλέγεται σε κέντρα συλλογής σπέρματος που έχουν εγκριθεί με βάση τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ή στην περίπτωση κατά την οποία στο κέντρο αποθηκεύονται έμβρυα σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, πρέπει να χορηγούνται ξεχωριστοί αριθμοί κτηνιατρικού μητρώου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 4, για καθένα από τα είδη των οποίων το σπέρμα αποθηκεύεται στο κέντρο· β) να βρίσκονται υπό τη συνεχή εποπτεία ενός κτηνιάτρου του κέντρου, εξουσιοδοτημένου από την αρμόδια αρχή· γ) να διαθέτουν αίθουσα αποθήκευσης σπέρματος εξοπλισμένη με την αναγκαία εγκατάσταση για την αποθήκευση του σπέρματος και/ή των εμβρύων, η οποία να είναι κατασκευασμένη με τρόπο ώστε να προστατεύει τα εν λόγω προϊόντα και την εγκατάσταση από αντίξοες καιρικές συνθήκες και περιβαλλοντικές επιδράσεις· δ) να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε επαφή με ζώα τα οποία βρίσκονται εκτός του κέντρου ή με άλλα ζώα· ε) να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπο ώστε ολόκληρο το κέντρο, εκτός των γραφείων, και στην περίπτωση των ιπποειδών, του χώρου άσκησης, να μπορεί εύκολα να καθαριστεί και να απολυμανθεί. στ) να είναι κατασκευασμένα κατά τρόπο ώστε να εμποδίζεται αποτελεσματικά η πρόσβαση σε μη εξουσιοδοτημένα άτομα. |
II. Όροι εποπτείας των κέντρων συλλογής σπέρματος και των κέντρων αποθήκευσης σπέρματος
1. |
Τα κέντρα συλλογής σπέρματος πρέπει: 1.1. να τίθενται υπό εποπτεία ώστε να εξασφαλίζεται ότι: α) περιέχουν μόνο ζώα των ειδών εκείνων από τα οποία πρόκειται να συλλεχθεί σπέρμα. Εντούτοις, μπορεί να επιτρέπεται η είσοδος σε άλλα κατοικίδια ζώα εφόσον δεν παρουσιάζουν κανένα κίνδυνο μόλυνσης για τα είδη από τα οποία πρόκειται να συλλεχθεί το σπέρμα και πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζει ο κτηνίατρος του κέντρου. Εάν, στην περίπτωση των ιπποειδών, το κέντρο συλλογής σπέρματος συστεγάζεται με κέντρο τεχνητής γονιμοποίησης ή κέντρο οχείας τότε τα θήλεα ιπποειδή («φορβάδες») και τα μη ευνουχισμένα άρρενα ιπποειδή («επιβήτορες») που χρησιμεύουν για τον εντοπισμό φορβάδων σε οίστρο ή για φυσική οχεία γίνονται δεκτά αρκεί να πληρούν τις απαιτήσεις των σημείων 1.1, 1.2, 1.3 και 1.4 του τμήματος Ι του κεφαλαίου ΙΙ. β) απαγορεύεται η είσοδος σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα και οι εξουσιοδοτημένοι επισκέπτες πρέπει να πληρούν τους όρους που καθορίζει ο κτηνίατρος του κέντρου· γ) απασχολούν μόνο έμπειρο προσωπικό το οποίο έχει εκπαιδευτεί κατάλληλα στις τεχνικές απολύμανσης και υγιεινής για την πρόληψη της εξάπλωσης ασθενειών· 1.2. να παρακολουθούνται ώστε να εξασφαλίζεται ότι: α) τηρούνται μητρώα όσον αφορά τα εξής: i) τα είδη, τη φυλή, την ημερομηνία γεννήσεως και τον προσδιορισμό της ταυτότητας κάθε ζώου που βρίσκεται στο κέντρο, ii) οποιαδήποτε μετακίνηση των ζώων που εισέρχονται ή εξέρχονται από το κέντρο, iii) το ιατρικό ιστορικό και όλες τις διαγνωστικές δοκιμασίες και τα αποτελέσματά τους, αγωγές και εμβολιασμούς που διενεργήθηκαν στα ζώα τα οποία βρίσκονται στο κέντρο, iv) την ημερομηνία συλλογής και επεξεργασίας του σπέρματος, v) τον προορισμό του σπέρματος, vi) την αποθήκευση του σπέρματος· β) κανένα από τα ζώα που βρίσκονται στο κέντρο δεν χρησιμοποιείται για φυσική οχεία τουλάχιστον για 30 ημέρες πριν από την πρώτη συλλογή σπέρματος και κατά την περίοδο συλλογής· γ) η συλλογή, επεξεργασία και αποθήκευση του σπέρματος πραγματοποιείται μόνο σε χώρους που έχουν προβλεφθεί ειδικά γι’ αυτό το σκοπό· δ) όλα τα εργαλεία που έρχονται σε άμεση επαφή με το σπέρμα ή με το ζώο δότη κατά τη συλλογή και την επεξεργασία απολυμαίνονται ή αποστειρώνονται κατάλληλα πριν από κάθε χρήση, εκτός από τα εργαλεία που είναι καινούργια, αναλώσιμα και πετιούνται μετά τη χρήση («εργαλεία μιας χρήσεως»). Εάν, στην περίπτωση ιπποειδών, το κέντρο συλλογής συστεγάζεται με κέντρο τεχνητής γονιμοποίησης ή κέντρο οχείας, πρέπει να υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ του σπέρματος, αφενός, και των εργαλείων και του εξοπλισμού για την τεχνητή γονιμοποίηση ή τη φυσική οχεία και των εργαλείων και του εξοπλισμού που έρχονται σε επαφή με ζώα δότες ή άλλα ζώα τα οποία βρίσκονται στο κέντρο συλλογής, αφετέρου. ε) τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται κατά την επεξεργασία του σπέρματος, συμπεριλαμβανομένων των διαλυτικών, πρόσθετων ουσιών ή των αραιωτικών, λαμβάνονται από πηγές που δεν παρουσιάζουν κανέναν υγειονομικό κίνδυνο, ή υποβάλλονται, πριν από τη χρήση τους, σε επεξεργασία με στόχο την αποτροπή παρόμοιου κινδύνου· στ) οι κρυογόνοι παράγοντες που χρησιμοποιούνται για τη διατήρηση ή την αποθήκευση του σπέρματος δεν έχουν προηγουμένως χρησιμοποιηθεί για άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης· ζ) οι περιέκτες αποθήκευσης και οι περιέκτες μεταφοράς απολυμαίνονται ή αποστειρώνονται κατάλληλα πριν από κάθε επαναπλήρωση, εκτός εάν είναι καινούργιοι, αναλώσιμοι και πετιούνται μετά τη χρήση («περιέκτες μιας χρήσης»)· η) κάθε ατομική δόση σπέρματος ή κάθε εκσπερμάτωση νωπού σπέρματος φέρει εμφανές σήμα που επιτρέπει τον εύκολο προσδιορισμό της ημερομηνίας συλλογής του σπέρματος, του είδους, της φυλής και της ταυτότητας του ζώου δότη και του αριθμού έγκρισης του κέντρου συλλογής σπέρματος· 1.3. να επιθεωρούνται από επίσημο κτηνίατρο κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής τουλάχιστον μία φορά κάθε ημερολογιακό έτος στην περίπτωση ζώων με εποχιακή αναπαραγωγή και δύο φορές κάθε ημερολογιακό έτος στην περίπτωση μη εποχιακής αναπαραγωγής προκειμένου να εξεταστούν και να εξακριβωθούν, και εάν χρειάζεται βάσει μητρώων, οι τυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας και οι εσωτερικοί έλεγχοι και όλα τα ζητήματα που αφορούν τις συνθήκες έγκρισης, εποπτείας και παρακολούθησης. |
2. |
Τα κέντρα αποθήκευσης σπέρματος πρέπει: 2.1. να εποπτεύονται ώστε να εξασφαλίζεται ότι: α) η κατάσταση των ζώων δοτών των οποίων το σπέρμα αποθηκεύεται στο κέντρο συμφωνεί με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας· β) πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στο σημείο 1.1 στοιχεία β) και γ)· γ) τηρείται μητρώο για όλες τις μετακινήσεις σπέρματος προς και από το κέντρο αποθήκευσης· 2.2. να παρακολουθούνται ώστε: α) μόνο σπέρμα που έχει συλλεχθεί και προέρχεται από εγκεκριμένο κέντρο συλλογής σπέρματος ή εγκεκριμένα κέντρα αποθήκευσης και έχει μεταφερθεί υπό συνθήκες που παρέχουν κάθε εγγύηση τήρησης των υγειονομικών όρων και χωρίς να έχει έλθει σε επαφή με σπέρμα που δεν πληροί τους όρους της παρούσας οδηγίας, να εισέρχεται σε εγκεκριμένο κέντρο αποθήκευσης σπέρματος· β) η αποθήκευση του σπέρματος να γίνεται μόνον σε χώρους ειδικούς για το σκοπό αυτόν, σύμφωνα με αυστηρούς όρους υγιεινής· γ) όλα τα εργαλεία που έρχονται σε άμεση επαφή με το σπέρμα να απολυμαίνονται ή αποστειρώνονται κατάλληλα πριν από κάθε χρήση, εκτός των περιπτώσεων εργαλείων μιας χρήσης· δ) οι περιέκτες αποθήκευσης και οι περιέκτες μεταφοράς να απολυμαίνονται ή να αποστειρώνονται πριν από κάθε επαναπλήρωση, εκτός των περιπτώσεων περιεκτών μιας χρήσης· ε) οι κρυογόνοι παράγοντες που χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση ή την αποθήκευση του σπέρματος να μην έχουν προηγουμένως χρησιμοποιηθεί για άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης· στ) κάθε ατομική δόση σπέρματος να φέρει εμφανές σήμα που να επιτρέπει τον εύκολο προσδιορισμό της ημερομηνίας συλλογής του σπέρματος, του είδους, της φυλής και της ταυτότητας του ζώου-δότη και τον αριθμό έγκρισης του κέντρου συλλογής. Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή και στα υπόλοιπα κράτη μέλη τα χαρακτηριστικά και τη μορφή του σήματος που χρησιμοποιείται στην επικράτειά του· 2.3. κατά παρέκκλιση του σημείου 2.2 στοιχείο α), επιτρέπεται η αποθήκευση εμβρύων στο εγκεκριμένο κέντρο αποθήκευσης σπέρματος, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι αποθηκεύονται σε ξεχωριστούς περιέκτες αποθήκευσης· 2.4. πρέπει να επιθεωρούνται από επίσημο κτηνίατρο τουλάχιστον δύο φορές κάθε ημερολογιακό έτος προκειμένου να εξεταστούν και να επαληθευτούν, και εάν χρειάζεται βάσει μητρώου, οι τυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας και οι εσωτερικοί έλεγχοι και όλα τα ζητήματα που αφορούν τις συνθήκες έγκρισης και παρακολούθησης. |
III. Όροι για την έγκριση και την εποπτεία των ομάδων συλλογής εμβρύων και των ομάδων παραγωγής εμβρύων
1. |
Για να λάβει έγκριση μια ομάδα συλλογής εμβρύων πρέπει να ανταποκρίνεται στις ακόλουθες απαιτήσεις: 1.1. η συλλογή, επεξεργασία και αποθήκευση εμβρύων πρέπει να διενεργούνται είτε από έναν κτηνίατρο της ομάδας είτε, υπ’ ευθύνη του, από έναν ή περισσότερους ικανούς τεχνικούς, εκπαιδευμένους στις μεθόδους και στις τεχνικές υγιεινής και στις τεχνικές και αρχές καταπολέμησης ασθενειών· 1.2. ο κτηνίατρος της ομάδας είναι αρμόδιος για όλες τις δραστηριότητες της ομάδας, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται: α) εξακρίβωση της ταυτότητας και της κατάστασης υγείας της δότριας· β) υγειονομικός χειρισμός και χειρουργικές επεμβάσεις σε δότριες· γ) διαδικασίες απολύμανσης και υγιεινής· δ) τήρηση μητρώων όσον αφορά: i) τα είδη, τη φυλή, την ημερομηνία γεννήσεως και τον προσδιορισμό της ταυτότητας κάθε δότριας· ii) το ιατρικό ιστορικό και όλες τις διαγνωστικές δοκιμασίες και τα αποτελέσματά τους, τις αγωγές και τους εμβολιασμούς που διενεργήθηκαν στις δότριες· iii) τον τόπο και την ημερομηνία συλλογής, επεξεργασίας και αποθήκευσης ωοκυττάρων, ωαρίων και εμβρύων· iv) τα στοιχεία ταυτότητας των εμβρύων και στοιχεία για τον προορισμό τους, εάν είναι γνωστός· 1.3. η ομάδα θα τελεί υπό τη γενική εποπτεία του επίσημου κτηνίατρου, ο οποίος θα πραγματοποιεί επιθεωρήσεις τουλάχιστον μια φορά ανά ημερολογιακό έτος προκειμένου να διασφαλίζει, και εάν κρίνεται αναγκαίο βάσει μητρώου, τις τυποποιημένες διαδικασίες λειτουργίας και τους εσωτερικούς ελέγχους, τη συμμόρφωση προς τους υγειονομικούς όρους όσον αφορά τη συλλογή, την επεξεργασία και την αποθήκευση εμβρύων και την εξακρίβωση όλων των θεμάτων που σχετίζονται με τους όρους έγκρισης και εποπτείας· 1.4. η ομάδα θα έχει στη διάθεσή της μόνιμες ή κινητές εργαστηριακές εγκαταστάσεις για την εξέταση, την επεξεργασία και τη συσκευασία των εμβρύων, οι οποίες πρέπει να περιλαμβάνουν τουλάχιστον μία επιφάνεια εργασίας, ένα οπτικό ή στεροσκοπικό μικροσκόπιο και μια κρυογονική εγκατάσταση κατά περίπτωση· 1.5. στην περίπτωση μόνιμων εργαστηριακών εγκαταστάσεων, αυτές πρέπει να διαθέτουν: α) αίθουσα για την επεξεργασία των εμβρύων, η οποία πρέπει να χωρίζεται με υλικό χώρισμα από το χώρο που χρησιμοποιείται για το χειρισμό των δοτριών κατά τη διάρκεια της συλλογής· β) αίθουσα ή χώρο για τον καθαρισμό και την αποστείρωση των εργαλείων, εκτός και εάν χρησιμοποιείται εξοπλισμός μιας χρήσης· γ) χώρο για την αποθήκευση εμβρύων· 1.6. στην περίπτωση κινητών εργαστηριακών εγκαταστάσεων αυτές πρέπει: α) να διαθέτουν ένα ειδικά εξοπλισμένο τμήμα του οχήματος· το τμήμα αυτό πρέπει να αποτελείται από δύο μέρη, από τα οποία: i) το ένα χρησιμοποιείται για την εξέταση και το χειρισμό των εμβρύων, και πρέπει να είναι καθαρό, και ii) το άλλο χρησιμοποιείται για τη φύλαξη των εργαλείων και υλικού που κατά τη χρήση τους έρχονται σε επαφή με τις δότριες· β) να χρησιμοποιούν εξοπλισμό μιας χρήσης, εκτός και εάν η αποστείρωση του εξοπλισμού του και η παροχή υγρών και άλλων προϊόντων αναγκαίων για τη συλλογή και την επεξεργασία των εμβρύων μπορεί να διασφαλιστεί από τη γειτνίαση με μόνιμες εργαστηριακές εγκαταστάσεις· 1.7. ο σχεδιασμός και η διαρρύθμιση των κτιρίων και εργαστηρίων και οι εργασίες της ομάδας θα γίνονται κατά τρόπο που θα διασφαλίζουν την αποφυγή της μεταφοράς λοιμώξεων μεταξύ των εμβρύων· 1.8. η ομάδα θα έχει στη διάθεσή της εγκαταστάσεις αποθήκευσης οι οποίες: α) θα περιλαμβάνουν τουλάχιστον μια αίθουσα που να μπορεί να κλειδώνει για την αποθήκευση ωαρίων και εμβρύων· β) θα είναι δυνατόν να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται εύκολα· γ) θα διαθέτουν μητρώα στα οποία θα καταχωρούνται διαρκώς όλες οι είσοδοι και έξοδοι εμβρύων· δ) θα διαθέτουν περιέκτες αποθήκευσης ωαρίων και εμβρύων που αποθηκεύονται σε μέρος που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του κτηνιάτρου της ομάδας και που υπόκειται σε τακτική επιθεώρηση από επίσημο κτηνίατρο· 1.9. η αρμόδια αρχή μπορεί να εγκρίνει την αποθήκευση σπέρματος σε εγκαταστάσεις αποθήκευσης όπως αναφέρεται στο σημείο 1.8 υπό την προϋπόθεση ότι το σπέρμα: α) πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας για τα αιγοπρόβατα ή τα ιπποειδή, ή της οδηγίας 90/429/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, για τον καθορισμό των απαιτήσεων υγειονομικού ελέγχου που ισχύουν στο ενδοκοινοτικό εμπόριο και στις εισαγωγές σπέρματος χοίρων ( 25 ) για τα χοιροειδή· β) αποθηκεύεται για τους σκοπούς της ομάδας σε ξεχωριστούς περιέκτες αποθήκευσης στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης εγκεκριμένων εμβρύων. |
2. |
Επιπλέον, για να της χορηγηθεί έγκριση, μια ομάδα παραγωγής πρέπει να πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις: 2.1. τα μέλη της ομάδας πρέπει να έχουν λάβει την κατάλληλη κατάρτιση για την καταπολέμηση των ασθενειών και τις εργαστηριακές μεθόδους, και ιδίως για την εργασία σε αποστειρωμένο περιβάλλον· 2.2. η ομάδα έχει στη διάθεσή της μόνιμες εργαστηριακές εγκαταστάσεις εφοδιασμένες: α) με επαρκή εξοπλισμό και εγκαταστάσεις, που περιλαμβάνουν ειδικές αίθουσες για: — τη λήψη ωοκυττάρων από τις ωοθήκες· — την επεξεργασία ωοκυττάρων, ωαρίων και εμβρύων· — την αποθήκευση εμβρύων· β) με εγκαταστάσεις στρωτής ροής ή άλλες κατάλληλες εγκαταστάσεις στις οποίες διεξάγονται όλες οι τεχνικές εργασίες που συνδέονται με ειδικές συνθήκες αποστείρωσης (επεξεργασία ωαρίων, εμβρύων και σπέρματος). Ωστόσο, η φυγοκέντρηση του σπέρματος μπορεί να γίνεται έξω από τις εγκαταστάσεις στρωτής ροής, εφόσον λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα υγειονομικής προστασίας· 2.3. όταν η λήψη ωαρίων και άλλων ιστών πρόκειται να γίνει σε σφαγείο, το προσωπικό πρέπει να έχει στη διάθεσή του κατάλληλο εξοπλισμό για τη συλλογή και μεταφορά των ωοθηκών και λοιπών ιστών στο εργαστήριο επεξεργασίας με ασφάλεια και με όλες τις υγειονομικές προφυλάξεις. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
Όροι που ισχύουν για τα ζώα δότες
I. Όροι που ισχύουν για τους επιβήτορες δότες
1. |
Για τη συλλογή σπέρματος μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο επιβήτορες οι οποίοι πληρούν, κατά τρόπο που ικανοποιεί τον κτηνίατρο του κέντρου, τις ακόλουθες απαιτήσεις για τη συλλογή σπέρματος: 1.1. δεν πρέπει να παρουσιάζουν συμπτώματα λοιμώδους ή μεταδοτικής νόσου κατά τη στιγμή της εισαγωγής και την ημέρα συλλογής του σπέρματος· 1.2. πρέπει να προέρχονται από την επικράτεια ή, στην περίπτωση περιφερειακής διαίρεσης, από τμήμα της επικράτειας κράτους μέλους ή τρίτης χώρας και από εκμετάλλευση υπό κτηνιατρική εποπτεία και σε κάθε περίπτωση πρέπει να πληρούνται οι απαιτήσεις της οδηγίας 90/426/ΕΟΚ· 1.3. πρέπει να έχουν παραμείνει επί 30 ημέρες πριν από την ημερομηνία συλλογής σπέρματος σε εκμεταλλεύσεις όπου δεν υπάρχουν ιπποειδή τα οποία να παρουσίασαν οποιοδήποτε κλινικό σύμπτωμα ιογενούς αρτηρίτιδος των ιπποειδών ή μεταδοτικής μητρίτιδος των ιπποειδών κατά την εν λόγω περίοδο· 1.4. δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για φυσική οχεία επί 30 ημέρες πριν από την πρώτη συλλογή σπέρματος και κατά τη διάρκεια της περιόδου συλλογής· 1.5. πρέπει να υποβληθούν στις ακόλουθες δοκιμασίες, οι οποίες διεξάγονται και πιστοποιούνται σε αναγνωρισμένο εργαστήριο από την αρμόδια αρχή, και στη διαπίστευσή του σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 26 ) πρέπει να συμπεριληφθούν οι δοκιμασίες που αναφέρονται παρακάτω, σύμφωνα με το πρόγραμμα που προβλέπεται στο σημείο 1.6: α) δοκιμασία ανοσοδιάχυσης σε άγαρ (Coggins test) ή δοκιμασία ELISA για λοιμώδη αναιμία των ιπποειδών με αρνητικό αποτέλεσμα· β) δοκιμασία απομόνωσης του ιού για αρτηρίτιδα των ιπποειδών ή ανίχνευσης του γονιδιώματος, με αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) ή με PCR σε πραγματικό χρόνο που διεξάγεται με αρνητικό αποτέλεσμα σε κλάσμα του συνολικού σπέρματος του επιβήτορα δότη, εκτός και εάν ο επιβήτωρ δότης αντέδρασε με αρνητικό αποτέλεσμα σε διάλυμα ορού 1 προς 4 με δοκιμασία οροεξουδετέρωσης για ιογενή αρτηρίτιδα των ιπποειδών· γ) δοκιμασία ταυτοποίησης παράγοντα για μεταδοτική μητρίτιδα των ιπποειδών, η οποία διεξάγεται με αρνητικό αποτέλεσμα σε κάθε περίπτωση σε τρία δείγματα (εκκρίματα) που λαμβάνονται από τον επιβήτορα δότη δύο φορές με ενδιάμεσο διάστημα όχι μικρότερο των 7 ημερών και σε κάθε περίπτωση όχι νωρίτερα από 7 ημέρες (συστηματική αγωγή) ή 21 ημέρες (τοπική αγωγή) μετά από πιθανή αντιμικροβιακή θεραπεία του επιβήτορα δότη, τουλάχιστον από τα ακόλουθα σημεία: — το εγκόλπωμα της βαλάνου (πόσθη), — την ουρήθρα, — το ουρηθραίο βοθρίο. Τα δείγματα πρέπει να τοποθετηθούν σε μέσο μεταφοράς με ενεργό άνθρακα, όπως Amies medium, πριν από την αποστολή τους στο εργαστήριο. Τα δείγματα πρέπει να υποβληθούν σε τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες δοκιμασίες: i) καλλιέργεια σε μικροαερόφιλες συνθήκες για τουλάχιστον 7 ημέρες με σκοπό την απομόνωση του Taylorella equigenitalis, η οποία πραγματοποιείται εντός 24 ωρών μετά τη λήψη των δειγμάτων από το ζώο δότη, ή εντός 48 ωρών αν τα δείγματα διατηρούνται δροσερά κατά τη μεταφορά· ή ii) αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) ή PCR σε πραγματικό χρόνο με σκοπό την ανίχνευση του γονιδιώματος του Taylorella equigenitalis, η οποία πραγματοποιείται εντός 48 ωρών μετά τη λήψη των δειγμάτων από το ζώο δότη. 1.6. πρέπει να έχει υποβληθεί σε ένα από τα ακόλουθα προγράμματα δοκιμασιών: α) εάν ο επιβήτωρ δότης βρίσκεται συνεχώς στο κέντρο συλλογής κατά τις 30 ημέρες που προηγούνται της πρώτης συλλογής σπέρματος και κατά τη διάρκεια της περιόδου συλλογής και κανένα από τα ιπποειδή του κέντρου συλλογής δεν έχει έλθει σε απευθείας επαφή με ιπποειδή χαμηλότερου υγειονομικού χαρακτηρισμού από του επιβήτορα δότη, οι δοκιμασίες που απαιτούνται στο σημείο 1.5 διεξάγονται σε δείγματα που λαμβάνονται από τον επιβήτορα δότη τουλάχιστον μία φορά ανά έτος κατά την έναρξη της περιόδου αναπαραγωγής ή πριν από την πρώτη συλλογή σπέρματος που προορίζεται να διατεθεί στο εμπόριο νωπό, διατηρημένο σε απλή ψύξη ή κατεψυγμένο και σε διάστημα όχι μικρότερο από 14 ημέρες μετά την ημερομηνία έναρξης της περιόδου παραμονής ελάχιστης διάρκειας 30 ημερών πριν από την ημερομηνία της πρώτης συλλογής σπέρματος· β) εάν ο επιβήτωρ δότης βρίσκεται στο κέντρο συλλογής σπέρματος για διάστημα τουλάχιστον 30 ημερών πριν από την ημερομηνία της πρώτης συλλογής σπέρματος και κατά τη διάρκεια συλλογής σπέρματος, αλλά ενδέχεται να απομακρυνθεί περιστασιακά από το κέντρο υπό την ευθύνη του κτηνιάτρου του κέντρου για περίοδο μικρότερη των 14 συναπτών ημερών, και/ή άλλα ιπποειδή στο κέντρο συλλογής έρθουν σε απευθείας επαφή με άλλα ιπποειδή χαμηλότερου υγειονομικού χαρακτηρισμού, οι δοκιμασίες που προβλέπονται στο σημείο 1.5 διεξάγονται ως εξής: i) τουλάχιστον μία φορά ανά έτος σε δείγματα που λαμβάνονται από τον επιβήτορα δότη κατά την έναρξη της περιόδου αναπαραγωγής ή πριν από την πρώτη συλλογή σπέρματος που προορίζεται να διατεθεί στο εμπόριο νωπό, διατηρημένο σε απλή ψύξη ή κατεψυγμένο και σε διάστημα όχι μικρότερο από 14 ημέρες μετά την ημερομηνία έναρξης της περιόδου παραμονής ελάχιστης διάρκειας 30 ημερών πριν από την ημερομηνία της πρώτης συλλογής σπέρματος· και ii) κατά τη διάρκεια της περιόδου συλλογής σπέρματος που προορίζεται να διατεθεί στο εμπόριο νωπό, διατηρημένο σε απλή ψύξη ή κατεψυγμένο ως εξής: — η δοκιμασία που απαιτείται στο σημείο 1.5 στοιχείο α) σε δείγματα που έχουν ληφθεί σε διάστημα όχι μεγαλύτερο από 90 ημέρες πριν από τη συλλογή σπέρματος για εμπορικούς σκοπούς, — η δοκιμασία που απαιτείται στο σημείο 1.5 στοιχείο β) σε δείγματα που έχουν ληφθεί σε διάστημα όχι μεγαλύτερο από 30 ημέρες πριν από τη συλλογή σπέρματος για εμπορικούς σκοπούς, εκτός και εάν επιβεβαιωθεί ότι ο επιβήτωρ δότης δεν είναι φορέας, μέσω δοκιμασίας απομόνωσης του ιού, PCR ή PCR σε πραγματικό χρόνο που διεξάγεται σε δείγματα κλάσματος του συνολικού σπέρματος τα οποία έχουν ληφθεί σε διάστημα όχι μεγαλύτερο από 6 μήνες πριν από τη συλλογή σπέρματος για εμπορικούς σκοπούς, και εάν ο επιβήτωρ δότης αντέδρασε με θετικό αποτέλεσμα σε διάλυμα ορού τουλάχιστον 1 προς 4 με δοκιμασία οροεξουδετέρωσης για ιογενή αρτηρίτιδα των ιπποειδών, — η δοκιμασία που απαιτείται στο σημείο 1.5 στοιχείο γ) σε δείγματα που έχουν ληφθεί σε διάστημα όχι μεγαλύτερο από 60 ημέρες πριν από τη συλλογή σπέρματος για εμπορικούς σκοπούς, η οποία, σε περίπτωση PCR ή PCR σε πραγματικό χρόνο μπορεί να διεξαχθεί σε τρία δείγματα (εκκρίματα) που λαμβάνονται μία μόνο φορά· γ) εάν ο επιβήτωρ δότης δεν πληροί τις προϋποθέσεις των στοιχείων α) και β) και το σπέρμα συλλέγεται για να διατεθεί στο εμπόριο κατεψυγμένο, οι δοκιμασίες που απαιτούνται στο σημείο 1.5 διεξάγονται σε δείγματα που συλλέγονται από τον επιβήτορα δότη ως εξής: i) τουλάχιστον μία φορά ανά έτος κατά την έναρξη της περιόδου αναπαραγωγής, ii) κατά τη διάρκεια της περιόδου αποθήκευσης, όπως προβλέπεται στο σημείο 1.3 στοιχείο β) του τμήματος I του κεφαλαίου ΙΙΙ και πριν από την απομάκρυνση του σπέρματος από το κέντρο ή τη χρησιμοποίησή του σε δείγματα που θα λαμβάνονται το νωρίτερο 14 ημέρες και το αργότερο 90 ημέρες μετά την ημερομηνία συλλογής του σπέρματος. Κατά παρέκκλιση από το σημείο ii) του πρώτου εδαφίου, η δειγματοληψία μετά τη συλλογή και η δοκιμασία για την ιογενή αρτηρίτιδα των ιπποειδών όπως περιγράφεται στο σημείο 1.5 στοιχείο β) δεν απαιτείται στην περίπτωση που επιβεβαιωθεί ότι ο οροθετικός επιβήτωρ δότης δεν είναι φορέας, μέσω δοκιμασίας απομόνωσης του ιού, PCR ή PCR σε πραγματικό χρόνο που διεξάγεται με αρνητικό αποτέλεσμα σε δείγματα κλάσματος του συνολικού σπέρματος του επιβήτορα δότη τα οποία λαμβάνονται δύο φορές ανά έτος με ενδιάμεσο διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων μηνών, και ο επιβήτωρ δότης αντέδρασε με θετικό αποτέλεσμα σε διάλυμα ορού τουλάχιστον 1 προς 4 με δοκιμασία οροεξουδετέρωσης για ιογενή αρτηρίτιδα των ιπποειδών. 1.7. εάν κάποια από τις δοκιμασίες που προβλέπονται στο σημείο 1.5 είναι θετική, ο επιβήτωρ δότης πρέπει να απομονώνεται και το σπέρμα του που έχει συλλεχθεί μετά την τελευταία δοκιμασία με αρνητικά αποτελέσματα δεν πρέπει να διατίθεται στο εμπόριο, με εξαίρεση, για την ιογενή αρτηρίτιδα των ιπποειδών, το σπέρμα από κάθε εκσπερμάτωση που υποβλήθηκε σε δοκιμασία απομόνωσης του ιού για την αρτηρίτιδα των ιπποειδών με αρνητικά αποτελέσματα. Το σπέρμα που έχει συλλεχθεί από όλους τους άλλους επιβήτορες στο κέντρο συλλογής σπέρματος μετά την ημερομηνία της συλλογής του τελευταίου δείγματος σπέρματος που έδωσε αρνητικό αποτέλεσμα σε μία από τις δοκιμασίες που προβλέπονται στο σημείο 1.5 θα διατηρείται σε ξεχωριστό σημείο αποθήκευσης και δεν θα διατίθεται στο εμπόριο έως ότου αποκατασταθεί ο υγειονομικός χαρακτηρισμός του κέντρου συλλογής σπέρματος και το αποθηκευμένο σπέρμα υποβληθεί στις κατάλληλες επίσημες εξετάσεις ώστε να αποκλειστεί η παρουσία παθογόνων παραγόντων στο σπέρμα που προκαλούν τις ασθένειες που αναφέρονται στο σημείο 1.5· 1.8. το σπέρμα που συλλέγεται από επιβήτορες σε κέντρο συλλογής σπέρματος που υπόκειται σε απαγόρευση, σύμφωνα με το άρθρο 4 ή 5 της οδηγίας 90/426/ΕΟΚ, θα διατηρείται σε ξεχωριστό σημείο αποθήκευσης και δεν θα διατίθεται στο εμπόριο έως ότου αποκατασταθεί ο υγειονομικός χαρακτηρισμός του κέντρου συλλογής σπέρματος από τον επίσημο κτηνίατρο σύμφωνα με την οδηγία 90/426/ΕΟΚ και υποβληθεί το αποθηκευμένο σπέρμα στους κατάλληλους επίσημους ελέγχους ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο παρουσίας σ’ αυτό παθογόνων παραγόντων που προκαλούν τις ασθένειες που απαριθμούνται στο παράρτημα Α της οδηγίας 90/426/ΕΟΚ. |
II. Όροι που ισχύουν για τα αιγοπρόβατα σπερματοδότες
1. |
Για όλα τα αιγοπρόβατα που εισέρχονται σε κέντρο συλλογής σπέρματος ισχύουν οι ακόλουθες απαιτήσεις: 1.1. έχουν υποβληθεί σε περίοδο απομόνωσης τουλάχιστον 28 ημερών σε χώρο εγκεκριμένο ειδικά για το σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή, στον οποίο βρίσκονται μόνον ζώα του ίδιου τουλάχιστον υγειονομικού χαρακτηρισμού («εγκατάσταση απομόνωσης»)· 1.2. πριν από την είσοδό τους στην εγκατάσταση απομόνωσης ανήκαν σε εκμετάλλευση αιγοπροβάτων επίσημα αναγνωρισμένης ως απαλλαγμένη από φυματίωση και βρουκέλλωση, σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ και δεν είχαν προηγουμένως παραμείνει σε εγκατάσταση χαμηλότερου υγειονομικού χαρακτηρισμού όσον αφορά τη βρουκέλλωση· 1.3. προέρχονται από εκμετάλλευση στην οποία για διάστημα 60 ημερών πριν από την παραμονή τους σε εγκατάσταση απομόνωσης υποβλήθηκαν σε ορρολογική δοκιμασία για τη μεταδοτική επιδιδυμίτιδα των κριών (B. ovis) που διενεργήθηκε σύμφωνα με το παράρτημα Δ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ ή κάποια άλλη δοκιμασία με αποδεδειγμένα ισότιμη ευαισθησία και εξειδίκευση· 1.4. έχουν υποβληθεί στις ακόλουθες δοκιμασίες που διενεργήθηκαν σε δείγμα αίματος που συλλέχθηκε εντός 28 ημερών πριν από την έναρξη της περιόδου απομόνωσης, όπως καθορίζεται στο σημείο 1.1, με αρνητικά αποτελέσματα σε κάθε περίπτωση, εκτός από τη δοκιμασία για την Border disease που αναφέρεται στο στοιχείο γ) περίπτωση ii): α) ορρολογική δοκιμασία για τη βρουκέλλωση (Brucella melitensis) σύμφωνα με το παράρτημα Γ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ· β) ορρολογική δοκιμασία για τη μεταδοτική επιδιδυμίτιδα των κριών (Brucella ovis), σύμφωνα με το παράρτημα Δ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ, ή σε οποιαδήποτε άλλη δοκιμασία αποδεδειγμένα ισοδύναμης ευαισθησίας και εξειδίκευσης· γ) δοκιμασία για τη νόσο Border disease: i) δοκιμασία απομόνωσης του ιού ή δοκιμασία ανίχνευσης αντιγόνων του ιού, και ii) ορρολογική δοκιμασία για τον προσδιορισμό της παρουσίας ή απουσίας αντισωμάτων («δοκιμασία αντισωμάτων»). Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει τη διενέργεια των δοκιμασιών που αναφέρονται στο εν λόγω σημείο σε δείγματα που συλλέγονται στην εγκατάσταση απομόνωσης. Στην περίπτωση αυτή, η περίοδος απομόνωσης που αναφέρεται στο σημείο 1.1 δεν μπορεί να αρχίζει πριν από την ημερομηνία δειγματοληψίας. Ωστόσο, αν μία από τις δοκιμασίες που αναφέρονται στο εν λόγω σημείο έχει θετικά αποτελέσματα, το συγκεκριμένο ζώο απομακρύνεται αμέσως από την εγκατάσταση απομόνωσης. Σε περίπτωση απομόνωσης μιας ομάδας, η περίοδος απομόνωσης που αναφέρεται στο σημείο 1.1 για τα υπόλοιπα ζώα αρχίζει μετά την απομάκρυνση του ζώου που αντέδρασε θετικά· 1.5. έχουν υποβληθεί στις ακόλουθες δοκιμασίες που διενεργήθηκαν σε δείγματα που λήφθηκαν κατά την περίοδο της απομόνωσης που προσδιορίζεται στο σημείο 1.1, και τουλάχιστον 21 ημέρες μετά την είσοδό τους στην εγκατάσταση απομόνωσης, με αρνητικά αποτελέσματα: α) ορρολογική δοκιμασία για τη βρουκέλλωση (Brucella melitensis), σύμφωνα με το παράρτημα Γ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ· β) ορρολογική δοκιμασία για τη μεταδοτική επιδιδυμίτιδα των κριών (Brucella ovis), σύμφωνα με το παράρτημα Δ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ, ή οιαδήποτε άλλη δοκιμασία αποδεδειγμένα ισοδύναμης ευαισθησίας και εξειδίκευσης· 1.6. έχουν υποβληθεί σε δοκιμασίες για τη νόσο Border disease, όπως αναφέρεται στο σημείο 1.4 στοιχείο γ) περίπτωση i) και ii), που διενεργήθηκαν σε δείγματα αίματος που συλλέχθηκαν κατά την περίοδο της απομόνωσης, όπως καθορίζεται στο σημείο 1.1 και τουλάχιστον 21 ημέρες μετά την είσοδό τους στην εγκατάσταση απομόνωσης· ένα (οροαρνητικό ή οροθετικό) ζώο επιτρέπεται να εισάγεται στις εγκαταστάσεις συλλογής σπέρματος μόνον εφόσον δεν επέλθει καμία ορομετατροπή στα ζώα που αντέδρασαν αρνητικά στις ορρολογικές δοκιμασίες πριν εισαχθούν στην εγκατάσταση απομόνωσης· σε περίπτωση ορομετατροπής, η περίοδος παραμονής στην απομόνωση παρατείνεται για όλα τα ζώα που παραμένουν οροαρνητικά μέχρις ότου δεν παρατηρείται στην ομάδα ορομετατροπή για διάστημα τριών εβδομάδων· τα οροθετικά ζώα επιτρέπεται να εισέλθουν στο κέντρο συλλογής σπέρματος εφόσον αντιδράσουν αρνητικά στη δοκιμασία του σημείου 1.4 στοιχείο γ) περίπτωση i). |
2. |
Τα ζώα γίνονται δεκτά στο κέντρο συλλογής σπέρματος μόνον με ρητή άδεια του κτηνιάτρου του κέντρου. Όλες οι μετακινήσεις προς και από το κέντρο συλλογής σπέρματος καταγράφονται. |
3. |
Τα ζώα που εισάγονται στο κέντρο συλλογής σπέρματος δεν πρέπει να παρουσιάζουν κανένα κλινικό σύμπτωμα ασθένειας κατά την ημέρα της εισόδου τους. Όλα τα ζώα πρέπει, με την επιφύλαξη του σημείου 4, να προέρχονται από εγκατάσταση απομόνωσης, η οποία την ημέρα της αποστολής των ζώων στο κέντρο συλλογής σπέρματος πληροί τους ακόλουθους όρους: α) βρίσκεται σε περιοχή στην οποία για τις τελευταίες 30 τουλάχιστον ημέρες δεν εκδηλώθηκε κρούσμα αφθώδους πυρετού σε ακτίνα 10 χιλιομέτρων· β) τουλάχιστον για τους τρεις τελευταίους μήνες είναι απαλλαγμένη από αφθώδη πυρετό και βρουκέλλωση· γ) τουλάχιστον για τις 30 τελευταίες ημέρες είναι απαλλαγμένη από τις ασθένειες υποχρεωτικής δήλωσης που καθορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) σημείο 6) της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ. |
4. |
Εφόσον πληρούνται οι όροι του σημείου 3 και εφόσον κατά τους 12 μήνες που προηγούνται της μετακίνησης των ζώων έχουν εκτελεσθεί οι συνήθεις δοκιμασίες που αναφέρονται στο σημείο 5, τα ζώα μπορούν να μεταφέρονται από ένα εγκεκριμένο κέντρο συλλογής σπέρματος σε άλλο ισοδύναμου υγειονομικού χαρακτηρισμού, χωρίς απομόνωση και χωρίς εξετάσεις, εφόσον η μεταφορά εκτελείται απευθείας. Το συγκεκριμένο ζώο δεν πρέπει να έρχεται σε άμεση ή έμμεση επαφή με δίχηλα χαμηλότερου υγειονομικού χαρακτηρισμού, το δε χρησιμοποιούμενο μεταφορικό μέσο πρέπει να έχει απολυμανθεί πριν από τη χρήση. Εάν ένα ζώο μετακινείται από ένα κέντρο συλλογής σπέρματος σε κέντρο συλλογής σπέρματος άλλου κράτους μέλους η μετακίνηση αυτή θα διενεργείται σύμφωνα με την οδηγία 91/68/ΕΟΚ. |
5. |
Όλα τα αιγοπρόβατα που βρίσκονται σε εγκεκριμένο κέντρο συλλογής σπέρματος υποβάλλονται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο στις ακόλουθες εξετάσεις, με αρνητικά αποτελέσματα: α) ορρολογική δοκιμασία για τη βρουκέλλωση (Brucella melitensis), σύμφωνα με το παράρτημα Γ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ· β) ορρολογική δοκιμασία για τη μεταδοτική επιδιδυμίτιδα των κριών (Brucella ovis), σύμφωνα με το παράρτημα Δ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ, ή σε οποιαδήποτε άλλη δοκιμασία αποδεδειγμένα ισοδύναμης ευαισθησίας και εξειδίκευσης· γ) για την Border disease, δοκιμασία αντισωμάτων που αναφέρεται στο σημείο1.4 στοιχείο γ) περίπτωση ii) που ισχύει μόνο για τα οροαρνητικά ζώα. |
6. |
Όλες οι δοκιμασίες που αναφέρονται στο παρόν τμήμα διενεργούνται από εγκεκριμένο εργαστήριο. |
7. |
Εάν κάποια από τις δοκιμασίες του σημείου 5 είναι θετική, το ζώο θα απομονώνεται και το σπέρμα του που έχει συλλεχθεί μετά την ημερομηνία της τελευταίας αρνητικής δοκιμασίας δεν θα διατίθεται στο εμπόριο. Το ζώο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο θα απομακρύνεται από το κέντρο, εκτός από την περίπτωση της Border disease, κατά την οποία το ζώο υποβάλλεται με αρνητικό αποτέλεσμα στη δοκιμασία που αναφέρεται στο σημείο 1.4 στοιχείο γ) περίπτωση i). Το σπέρμα που έχει συλλεχθεί από όλα τα άλλα ζώα στο κέντρο συλλογής σπέρματος στο διάστημα μετά την ημερομηνία της συλλογής του τελευταίου δείγματος σπέρματος που έδωσε αρνητικό αποτέλεσμα σε μία από τις δοκιμασίες που προβλέπονται στο σημείο 5 θα διατηρείται σε ξεχωριστό σημείο αποθήκευσης και δεν θα διατίθεται στο εμπόριο έως ότου αποκατασταθεί ο υγειονομικός χαρακτηρισμός του κέντρου συλλογής σπέρματος και το αποθηκευμένο σπέρμα υποβληθεί στις κατάλληλες επίσημες εξετάσεις ώστε να αποκλειστεί η παρουσία παθογόνων παραγόντων στο σπέρμα που προκαλούν τις ασθένειες που αναφέρονται στο σημείο 5. |
8. |
Το σπέρμα πρέπει να προέρχεται από ζώα τα οποία: α) δεν παρουσίασαν κλινικά συμπτώματα της ασθένειας την ημέρα συλλογής του σπέρματος· β) κατά τους 12 μήνες πριν από την ημερομηνία συλλογής του σπέρματος: i) είτε δεν έχουν εμβολιασθεί κατά του αφθώδους πυρετού· ή ii) εμβολιάσθηκαν κατά του αφθώδους πυρετού τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από τη συλλογή. Στην περίπτωση αυτή, το 5 % κάθε συλλογής σπέρματος (τουλάχιστον πέντε φιαλίδια) υποβάλλεται σε δοκιμασία απομόνωσης του ιού του αφθώδους πυρετού με αρνητικά αποτελέσματα· γ) έχουν παραμείνει σε εγκεκριμένο κέντρο συλλογής σπέρματος για συνεχή περίοδο τουλάχιστον 30 ημερών πριν από την ημερομηνία συλλογής, στην περίπτωση συλλογής νωπού σπέρματος· δ) ικανοποιούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4, 5 και 6 της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ· ε) εάν βρίσκονται στις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 11 παράγραφος 2, έχουν υποβληθεί με αρνητικό αποτέλεσμα, εντός των 60 ημερών που προηγούνται της πρώτης συλλογής, στις ακόλουθες δοκιμασίες: i) ορρολογική δοκιμασία για την ανίχνευση της βρουκέλλωσης (brucella melitensis), σύμφωνα με το παράρτημα Γ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ· ii) ορρολογική δοκιμασία για τη μεταδοτική επιδιδυμίτιδα των κριών (Brucella ovis), σύμφωνα με το παράρτημα Δ της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ, ή σε οποιαδήποτε άλλη δοκιμασία αποδεδειγμένα ισοδύναμης ευαισθησίας και εξειδίκευσης· iii) δοκιμασία απομόνωσης του ιού για την Border disease· στ) δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για φυσική αναπαραγωγή τουλάχιστον επί 30 ημέρες πριν από την ημερομηνία της πρώτης συλλογής σπέρματος και μεταξύ της ημερομηνίας του πρώτου δείγματος που αναφέρεται στα σημεία 1.5 και 1.6 ή στο στοιχείο ε) και μέχρι τη λήξη της περιόδου συλλογής. |
9. |
Το σπέρμα που συλλέγεται από αιγοπρόβατα σπερματοδότες σε κέντρο συλλογής σπέρματος ή σε εκμετάλλευση, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 11 παράγραφος 2, που υπόκειται σε απαγόρευση για υγειονομικούς λόγους, σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ, θα διατηρείται σε ξεχωριστό σημείο αποθήκευσης και δεν θα διατίθεται στο εμπόριο έως ότου αποκατασταθεί ο υγειονομικός χαρακτηρισμός του κέντρου συλλογής σπέρματος από τον επίσημο κτηνίατρο σύμφωνα με την οδηγία 91/68/ΕΟΚ και υποβληθεί το αποθηκευμένο σπέρμα στους κατάλληλους επίσημους ελέγχους ώστε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο παρουσίας σ’ αυτό παθογόνων παραγόντων που προκαλούν τις ασθένειες που απαριθμούνται στο παράρτημα Β κεφάλαιο Ι της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
Απαιτήσεις σχετικά με το σπέρμα, τα ωάρια και τα έμβρυα
I. Όροι για τη συλλογή, επεξεργασία, διατήρηση, αποθήκευση και μεταφορά σπέρματος
1.1. Στην περίπτωση κατά την οποία, με την επιφύλαξη της οδηγίας 2001/82/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( 27 ), προστίθενται αντιβιοτικά ή μείγματα αντιβιοτικών με βακτηριδιακή δράση τουλάχιστον ισοδύναμη με εκείνη των ακόλουθων μειγμάτων σε κάθε ml σπέρματος: γενταμικίνη (250 μg), τυλοζίνη (50 μg), λινκομυκίνη-σπεκτινομυκίνη (150/300 μg), πενικιλίνη (500 μg), στρεπτομυκίνη (500 μg), λινκομυκίνη-σπεκτινομυκίνη (150/300 μg), ή αμικασίνη (75 μg), διβεκασίνη (25 μg), οι ονομασίες των προστιθέμενων αντιβιοτικών και η συγκέντρωσή τους πρέπει να αναφέρονται στο υγειονομικό πιστοποιητικό που μνημονεύεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο.
1.2. Όλα τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή, επεξεργασία, διατήρηση ή κατάψυξη του σπέρματος απολυμαίνονται ή αποστειρώνονται, κατά περίπτωση, πριν από τη χρήση, με εξαίρεση τα εργαλεία μιας χρήσης.
1.3. Το κατεψυγμένο σπέρμα:
α) τοποθετείται και αποθηκεύεται σε περιέκτες αποθήκευσης:
i) που έχουν καθαριστεί και απολυμανθεί ή αποστειρωθεί πριν από τη χρήση εκτός και αν πρόκειται για περιέκτες μιας χρήσης·
ii) με κρυογόνο παράγοντα που δεν έχει προηγουμένως χρησιμοποιηθεί για άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης·
β) αποθηκεύεται, υπό εγκεκριμένες συνθήκες, επί 30 τουλάχιστον ημέρες πριν από την αποστολή ή τη χρήση.
1.4. Το σπέρμα που διατίθεται στο εμπόριο:
α) μεταφέρεται στο κράτος μέλος προορισμού σε περιέκτες μεταφοράς που έχουν καθαριστεί, απολυμανθεί ή αποστειρωθεί πριν από τη χρήση, εκτός και αν πρόκειται για περιέκτες μιας χρήσης, και έχουν σφραγισθεί και αριθμηθεί πριν από την αποστολή από τα εγκεκριμένα κέντρα συλλογής ή αποθήκευσης·
β) επισημαίνονται κατά τρόπο ώστε ο αριθμός που αναγράφεται στα φιαλίδια ή σε άλλα μέσα συσκευασίας να συμπίπτει με τον αριθμό του υγειονομικού πιστοποιητικού που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο και του περιέκτη στον οποίο αποθηκεύονται και με τον οποίο μεταφέρονται.
II. Όροι για τα ωάρια και τα έμβρυα
1. Συλλογή και επεξεργασία εμβρύων που προέρχονται από φυσική γονιμοποίηση
Τα έμβρυα που προέρχονται από φυσική γονιμοποίηση έχουν συλληφθεί από τεχνητή σπερματέγχυση με σπέρμα που πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και συλλέγονται, υποβάλλονται σε επεξεργασία και διατηρούνται σύμφωνα με τα παρακάτω:
1.1. τα έμβρυα συλλέγονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία από μια εγκεκριμένη ομάδα συλλογής, χωρίς να έλθουν σε επαφή με άλλες παρτίδες εμβρύων που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας·
1.2. τα έμβρυα συλλέγονται σε μέρος που δεν επικοινωνεί με τα υπόλοιπα τμήματα των χώρων ή της εγκατάστασης συλλογής εμβρύων· πρέπει να βρίσκεται σε καλή κατάσταση και να έχει κατασκευαστεί με υλικά που να επιτρέπουν τον αποτελεσματικό και εύκολο καθαρισμό και απολύμανσή του·
1.3. τα έμβρυα υποβάλλονται σε επεξεργασία (εξετάζονται, πλένονται, αποτελούν αντικείμενο χειρισμού και τοποθετούνται σε αποστειρωμένα φιαλίδια, φυσίγγια ή άλλα μέσα συσκευασίας που φέρουν αναγνωριστικό σήμα) είτε σε μόνιμες εργαστηριακές εγκαταστάσεις είτε σε κινητές εργαστηριακές εγκαταστάσεις που, όσον αφορά τα ευπαθή είδη, βρίσκονται σε περιοχή στην οποία δεν έχει εμφανιστεί κρούσμα αφθώδους πυρετού κατά τις 30 τελευταίες ημέρες, σε ακτίνα 10 χιλιομέτρων·
1.4. όλος ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για τη συλλογή, το χειρισμό, το πλύσιμο, την κατάψυξη και την αποθήκευση εμβρύων είτε αποστειρώνεται ή καθαρίζεται κατάλληλα και απολυμαίνεται πριν από τη χρήση, σύμφωνα με το εγχειρίδιο IETS ( 28 ), ή είναι εξοπλισμός μιας χρήσης·
1.5. όλα τα βιολογικά προϊόντα ζωικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται στα μέσα και στα διαλύματα για τη συλλογή, επεξεργασία, πλύσιμο και αποθήκευση των εμβρύων είναι απαλλαγμένα από παθογόνους μικροοργανισμούς. Τα μέσα και τα διαλύματα που χρησιμοποιούνται για τη συλλογή, την κατάψυξη και την αποθήκευση των εμβρύων αποστειρώνονται με εγκεκριμένες μεθόδους σύμφωνα με το εγχειρίδιο ΙΕΤS και αποτελούν αντικείμενο χειρισμών κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η διατήρηση της αποστείρωσης. Μπορούν να προστίθενται αντιβιοτικά, κατά περίπτωση, στα μέσα συλλογής, επεξεργασίας, πλυσίματος και αποθήκευσης, σύμφωνα με το εγχειρίδιο ΙΕΤS·
1.6. οι κρυογόνοι παράγοντες που χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση ή την αποθήκευση των εμβρύων δεν πρέπει να έχουν προηγουμένως χρησιμοποιηθεί για άλλα προϊόντα ζωικής προέλευσης·
1.7. κάθε φιαλίδιο, φυσίγγιο ή άλλο μέσο συσκευασίας, φέρει εμφανές σήμα σύμφωνα με το τυποποιημένο σύστημα του εγχειριδίου ΙΕΤS·
1.8. τα έμβρυα πλένονται και έχουν μια άθικτη διαφανή ζώνη, ή την εμβρυϊκή κάψουλα στην περίπτωση εμβρύων ιπποειδών, πριν και αμέσως μετά το πλύσιμο. Σύμφωνα με το εγχειρίδιο IETS, η τυποποιημένη διαδικασία πλυσίματος θα τροποποιηθεί ώστε να συμπεριλάβει πρόσθετα πλυσίματα με το ένζυμο θρυψίνη, όταν αυτό συνιστάται για την αδρανοποίηση ή απομάκρυνση ορισμένων παθογόνων παραγόντων.
1.9. έμβρυα από διαφορετικές δότριες δεν πλένονται μαζί·
1.10. η διαφανής ζώνη κάθε εμβρύου, ή η εμβρυϊκή κάψουλα στην περίπτωση εμβρύων ιπποειδών,πρέπει να εξετάζεται σε ολόκληρη την επιφάνειά της, υπό μεγέθυνση τουλάχιστον 50 φορών και να βεβαιώνεται ότι είναι άθικτη και απαλλαγμένη από οποιοδήποτε προσκολλημένο υλικό.
1.11. τα έμβρυα μιας παρτίδας που έχει επιτυχώς υποβληθεί στην εξέταση του σημείου 1.10 τοποθετούνται σε αποστειρωμένο φιαλίδιο, φυσίγγιο ή άλλο μέσο συσκευασίας, που φέρει σήμα σύμφωνα με το σημείο 1.7 και σφραγίζεται αμέσως·
1.12. κάθε έμβρυο καταψύχεται, κατά περίπτωση, το ταχύτερο δυνατό και αποθηκεύεται σε χώρο που βρίσκεται υπό την εποπτεία του κτηνιάτρου της ομάδας·
1.13. κάθε ομάδα συλλογής εμβρύων πρέπει να υποβάλλει τακτικά δείγματα των αποσυντεθειμένων εμβρύων, των μη γονιμοποιημένων ωαρίων, των υγρών έκπλυσης, των υγρών πλύσης κ.λπ., που προέρχονται από τις δραστηριότητές της σύμφωνα με το εγχειρίδιο ΙΕΤS, σε επίσημη εξέταση για τη διάγνωση μόλυνσης από βακτηρίδια και ιούς·
1.14. κάθε ομάδα συλλογής εμβρύων πρέπει να τηρεί αρχείο των δραστηριοτήτων συλλογής εμβρύων για περίοδο δύο ετών μετά τη διάθεση των εμβρύων στο εμπόριο ή την εισαγωγή τους, που θα περιλαμβάνει:
α) τη φυλή, την ηλικία και την ταυτότητα των δοτών και των δοτριών·
β) τον τόπο συλλογής, επεξεργασίας και αποθήκευσης των εμβρύων που συλλέγει η ομάδα·
γ) την ταυτότητα των εμβρύων και το λεπτομερή προορισμό της αποστολής.
2. Συλλογή και επεξεργασία ωαρίων, ωοθηκών και άλλων ιστών με σκοπό την παραγωγή εμβρύων από τεχνητή (in vitro) γονιμοποίηση
Οι όροι που αναφέρονται στα σημεία 1.1 έως 1.14 ισχύουν κατ’ αναλογία για τη συλλογή και επεξεργασία ωαρίων, ωοθηκών και άλλων ιστών, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τεχνητή (in vitro) γονιμοποίηση και/ή τεχνητή (in vitro) καλλιέργεια. Επιπλέον, ισχύουν τα εξής:
2.1. η αρμόδια αρχή γνωρίζει την (τις) εγκατάσταση(-εις) προέλευσης των ζώων δοτών και έχει δικαιοδοσία επ’ αυτής(-ών)·
2.2. όταν ωοκύτταρα και άλλοι ιστοί συλλέγονται σε σφαγείο, είτε από μεμονωμένα ζώα είτε από παρτίδα δοτριών («συλλογή παρτίδας») το σφαγείο, πρέπει να είναι επίσημα εγκεκριμένο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 854/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον καθορισμό ειδικών διατάξεων για την οργάνωση των επίσημων ελέγχων στα προϊόντα ζωικής προέλευσης που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο ( 29 ) και να λειτουργεί υπό την εποπτεία κτηνιάτρου αρμόδιου για τη διενέργεια πριν και μετά θάνατον ελέγχων των δυνητικών δοτών και να πιστοποιεί ότι δεν παρουσιάζουν συμπτώματα των εν λόγω λοιμωδών νόσων που είναι μεταδοτικές στα ζώα. Το σφαγείο, όσον αφορά τα ευαίσθητα είδη, βρίσκεται σε περιοχή στην οποία δεν έχει εκδηλωθεί κρούσμα αφθώδους πυρετού για τις 30 τελευταίες ημέρες, σε ακτίνα 10 χιλιομέτρων·
2.3. οι παρτίδες των ωαρίων δεν μεταφέρονται στο εργαστήριο επεξεργασίας πριν ολοκληρωθεί ο μετά θάνατον έλεγχος των ζώων δοτών·
2.4. ο εξοπλισμός για τη συλλογή και τη μεταφορά ωοθηκών και άλλων ιστών καθαρίζεται και απολυμαίνεται ή αποστειρώνεται πριν από τη χρήση και χρησιμοποιείται αποκλειστικά γι’ αυτούς τους σκοπούς.
3. Επεξεργασία εμβρύων που προέρχονται από τεχνητή (in vitro) γονιμοποίηση.
Οι όροι που προβλέπονται στα σημεία 1.1 έως 1.14 ισχύουν κατ’ αναλογία για την επεξεργασία εμβρύων που προέρχονται από τεχνητή γονιμοποίηση. Επιπλέον, ισχύουν τα εξής:
3.1. έμβρυα που προέρχονται από τεχνητή (in vitro) γονιμοποίηση έχουν συλληφθεί με τεχνητή σπερματέγχυση με σπέρμα που πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας·
3.2. μετά την ολοκλήρωση της περιόδου τεχνητής καλλιέργειας, αλλά πριν από την κατάψυξη, αποθήκευση και μεταφορά τους, τα έμβρυα πλένονται και υποβάλλονται στην επεξεργασία που αναφέρεται στα σημεία 1.8, 1.10 και 1.11·
3.3. τα έμβρυα από διαφορετικές δότριες, στην περίπτωση συλλογής από μεμονωμένο ζώο, ή από διαφορετικές παρτίδες συλλογής, δεν πλένονται μαζί·
3.4. τα έμβρυα από διαφορετικές δότριες, στην περίπτωση συλλογής από μεμονωμένο ζώο, ή από διαφορετικές παρτίδες συλλογής, δεν αποθηκεύονται στο ίδιο φιαλίδιο, φυσίγγιο ή άλλο μέσο συσκευασίας.
4. Επεξεργασία εμβρύων που υποβάλλονται σε μικροχειρισμούς
Πριν από κάθε μικροχειρισμό που θέτει σε κίνδυνο την ακεαιότητα της διαφανούς ζώνης, όλα τα έμβρυα και τα ωάρια συλλέγονται και υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τους υγειονομικούς όρους των σημείων 1, 2 και 3. Επιπλέον ισχύουν οι ακόλουθοι όροι:
4.1. σε περίπτωση μικροχειρισμού εμβρύου που συνεπάγεται διάτρηση της διαφανούς ζώνης, ο μικροχειρισμός λαμβάνει χώρα σε κατάλληλες εργαστηριακές εγκαταστάσεις υπό την εποπτεία του εγκεκριμένου κτηνιάτρου της ομάδας·
4.2. κάθε ομάδα συλλογής εμβρύων τηρεί μητρώα των δραστηριοτήτων της σύμφωνα με το σημείο 1.14, συμπεριλαμβανομένων των τεχνικών μικροχειρισμού που συνεπάγονται διάτρηση της διαφανούς ζώνης και έχουν εφαρμοστεί στα έμβρυα. Σε περίπτωση εμβρύων προερχόμενων από τεχνητή (in vitro) γονιμοποίηση, η αναγνώρισή τους μπορεί να γίνεται με βάση την παρτίδα, πρέπει όμως να δίδονται και λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το χρόνο και τόπο συλλογής των ωοθηκών ή/και των ωαρίων. Πρέπει επίσης να υπάρχει η δυνατότητα αναγνώρισης της εγκατάστασης προέλευσης των δοτριών.
5. Αποθήκευση εμβρύων
5.1. Κάθε ομάδα συλλογής και παραγωγής εμβρύων διασφαλίζει ότι τα έμβρυα αποθηκεύονται σε κατάλληλες θερμοκρασίες στις εγκαταστάσεις αποθήκευσης που αναφέρονται στο σημείο 1.8 του τμήματος ΙΙΙ του κεφαλαίου Ι.
5.2. Τα κατεψυγμένα έμβρυα, πριν από την αποστολή, αποθηκεύονται, υπό εγκεκριμένες συνθήκες, για ελάχιστη περίοδο 30 ημερών από την ημερομηνία της συλλογής ή της παραγωγής τους.
6. Μεταφορά εμβρύων
6.1. Τα έμβρυα που προορίζονται για το εμπόριο μεταφέρονται στο κράτος μέλος προορισμού σε περιέκτες μεταφοράς που έχουν καθαριστεί, απολυμανθεί ή αποστειρωθεί πριν από τη χρήση εκτός και εάν πρόκειται για περιέκτες μιας χρήσης και έχουν σφραγισθεί και αριθμηθεί πριν από την αποστολή τους από τα εγκεκριμένα κέντρα συλλογής ή αποθήκευσης.
6.2. Τα φιαλίδια, φυσίγγια ή άλλα μέσα συσκευασίας επισημαίνονται κατά τρόπο ώστε ο αριθμός που αναγράφεται στα φιαλίδια, φυσίγγια, ή άλλα μέσα συσκευασίας να συμπίπτει με τον αριθμό του υγειονομικού πιστοποιητικού που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο και του περιέκτη στον οποίο αποθηκεύονται και με τον οποίο μεταφέρονται.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
Απαιτήσεις που ισχύουν για τις δότριες
1. |
Δότριες μπορούν να χρησιμοποιούνται για τη συλλογή εμβρύων ή ωαρίων μόνο αν, κατά την κρίση του επίσημου κτηνίατρου, πληρούν τόσο αυτές όσο και οι εγκαταστάσεις από τις οποίες προέρχονται τις απαιτήσεις των σχετικών οδηγιών που αφορούν το ενδοκοινοτικό εμπόριο ζώντων ζώων αναπαραγωγής και παραγωγής κρέατος για τα υπό εξέταση είδη. |
2. |
Επιπλέον των απαιτήσεων της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ, τα χοιροειδή δότριες θα πρέπει, εκτός από τα έμβρυα που προέρχονται από φυσική γονιμοποίηση και έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία με θρυψίνη, να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις όσον αφορά τη νόσο Aujesky που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 9 ή το άρθρο 10 της εν λόγω οδηγίας. |
3. |
Οι διατάξεις της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ ισχύουν για αιγοπρόβατα δότριες. |
4. |
Επιπλέον των απαιτήσεων που προβλέπονται στην οδηγία 90/426/ΕΟΚ, οι φορβάδες δότριες πρέπει: 4.1. να μη χρησιμοποιούνται για φυσική αναπαραγωγή τουλάχιστον επί 30 ημέρες πριν από την ημερομηνία της συλλογής ωαρίων ή εμβρύων και μεταξύ της ημερομηνίας του πρώτου δείγματος που αναφέρεται στα σημεία 4.2 και 4.3 και της ημερομηνίας συλλογής των ωαρίων και των εμβρύων· 4.2. να έχουν υποβληθεί με αρνητικό αποτέλεσμα σε δοκιμασία ανοσοδιάχυσης σε άγαρ (Coggins test) ή σε δοκιμασία ELISA για λοιμώδη αναιμία των ιπποειδών σε δείγματα αίματος που λήφθηκε σε διάστημα όχι μικρότερο από 14 ημέρες μετά την ημερομηνία έναρξης της περιόδου ελάχιστης διάρκειας 30 ημερών που αναφέρεται στο σημείο 4.1 και όχι μεγαλύτερο από 90 ημέρες πριν από τη συλλογή ωαρίων ή εμβρύων για εμπορικούς σκοπούς· 4.3. να έχουν υποβληθεί σε δοκιμασία ταυτοποίησης παράγοντα για μεταδοτική μητρίτιδα των ιπποειδών, η οποία διεξάγεται με αρνητικό αποτέλεσμα σε κάθε περίπτωση σε εργαστήριο που αναφέρεται στο σημείο 1.5 του κεφαλαίου ΙΙ τμήμα I και σε τουλάχιστον δύο δείγματα (εκκρίματα) που λαμβάνονται από τη φορβάδα δότρια σε κάθε περίπτωση όχι νωρίτερα από 7 ημέρες (συστηματική αγωγή) ή 21 ημέρες (τοπική αγωγή) μετά από πιθανή αντιμικροβιακή θεραπεία της φορβάδας δότριας, τουλάχιστον από τα ακόλουθα σημεία: — τις βλεννογόνους επιφάνειες του κλειτοριδικού βοθρίου, — τα κλειτοριδικά κολπώματα. Τα δείγματα πρέπει να λαμβάνονται κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στο σημείο 4.1 δύο φορές με ενδιάμεσο διάστημα όχι μικρότερο των 7 ημερών στην περίπτωση της δοκιμασίας που αναφέρεται στο σημείο i), ή μία φορά στην περίπτωση της δοκιμασίας που αναφέρεται στο σημείο ii). Τα δείγματα πρέπει να τοποθετηθούν σε μέσο μεταφοράς με ενεργό άνθρακα, όπως Amies medium, πριν από την αποστολή τους στο εργαστήριο. Τα δείγματα πρέπει να υποβληθούν σε τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες δοκιμασίες: i) καλλιέργεια σε μικροαερόφιλες συνθήκες για τουλάχιστον 7 ημέρες με σκοπό την απομόνωση του Taylorella equigenitalis, η οποία πραγματοποιείται εντός 24 ωρών μετά τη λήψη των δειγμάτων από το ζώο δότη, ή εντός 48 ωρών αν τα δείγματα διατηρούνται δροσερά κατά τη μεταφορά· ή ii) αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) ή PCR σε πραγματικό χρόνο με σκοπό την ανίχνευση του γονιδιώματος του Taylorella equigenitalis, η οποία πραγματοποιείται εντός 48 ωρών μετά τη λήψη των δειγμάτων από το ζώο δότη. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ε
Μέρος 1 — Υγειονομικό πιστοποιητικό για το εμπόριο ζώων εκμεταλλεύσεων (οπληφόρων, πτηνών εμβολιασμένων κατά της γρίπης των πτηνών, λαγομόρφων, σκύλων, γατών και ικτίδων) 92/65 EI
Μέρος 2 — Υγειονομικό πιστοποιητικό για το εμπόριο μελισσών και αγριομελισσών
92/65 EII
Μέρος 3 — Υγειονομικό πιστοποιητικό για το εμπόριο ζώων, σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων από εγκεκριμένους οργανισμούς, ινστιτούτα ή κέντρα 92/65 EIII
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΣΤ
Οδηγία 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών.
Οδηγία 88/407/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1988, για τον καθορισμό των απαιτήσεων υγειονομικού ελέγχου που ισχύουν στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και στις εισαγωγές κατεψυγμένου σπέρματος βοοειδών.
Οδηγία 89/556/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 1989, για τον καθορισμό των υγειονομικών όρων που διέπουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και τις εισαγωγές εμβρύων κατοικίδιων βοοειδών.
Οδηγία 90/426/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τη διακίνηση των ιπποειδών και τις εισαγωγές ιπποειδών προέλευσης τρίτων χωρών.
Οδηγία 90/429/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, για τον καθορισμό των απαιτήσεων υγειονομικού ελέγχου που ισχύουν στο ενδοκοινοτικό εμπόριο και στις εισαγωγές σπέρματος χοίρων.
Οδηγία 90/539/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1990, σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές πουλερικών και αυγών για επώαση από τρίτες χώρες.
Οδηγία 91/67/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 1991, σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τη διάθεση στην αγορά ζώων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας.
Οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 1991, σχετικά με το καθεστώς υγειονομικού ελέγχου που διέπει το ενδοκοινοτικό εμπόριο αιγοπροβάτων.
Οδηγία 2004/68/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 2004, σχετικά με τον καθορισμό κανόνων υγειονομικού ελέγχου για την εισαγωγή στην Κοινότητα και τη διαμετακόμιση μέσω αυτής ορισμένων ζώντων οπληφόρων ζώων, για την τροποποίηση των οδηγιών 90/426/ΕΟΚ και 92/65/ΕΟΚ και για την κατάργηση της οδηγίας 72/462/ΕΟΚ.
( 1 ) ΕΕ αριθ. C 327 της 30.12.1989, σ. 57, και ΕΕ αριθ. C 84 της 2.4.1990, σ. 102.
( 2 ) ΕΕ αριθ. C 38 της 19.2.1990, σ. 134, και ΕΕ αριθ. C 149 της 18.6.1990, σ. 263.
( 3 ) ΕΕ αριθ. C 62 της 12.3.1990, σ. 47, και ΕΕ αριθ. C 182 της 23.7.1990, σ. 25.
( 4 ) ΕΕ αριθ. L 384 της 31.12.1982, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 197/90 (ΕΕ αριθ. L 29 της 31.1.1990, σ. 1).
( 5 ) ΕΕ αριθ. 121 της 29.7.1964, σ. 1977/64. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 91/499/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 107).
( 6 ) ΕΕ αριθ. L 315 της 26.11.1985, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 90/423/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 224 της 18.8.1990, σ. 13).
( 7 ) ΕΕ αριθ. L 224 της 18.8.1990, σ. 29. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 91/496/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 56).
( 8 ) ΕΕ αριθ. L 373 της 31.12.1990, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/496/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 56).
( 9 ) Οδηγία 90/426/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1980 σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τη διακίνηση των ιπποειδών και τις εισαγωγές ιπποειδών προέλευσης τρίτων χωρών (ΕΕ αριθ. L 244 της 18.8.1990, σ. 42). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/496/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 56).
( 10 ) Οδηγία 90/539/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1990 σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές πουλερικών και αυγών για επώαση από τρίτες χώρες (ΕΕ αριθ. L 303 της 31.10.1990, σ. 6). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 91/496/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 56).
( 11 ) Οδηγία 91/67/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιανουαρίου 1991 σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τη διάθεση στην αγορά ζώων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας (ΕΕ αριθ. L 46 της 19.2.1991, σ. 1).
( 12 ) Οδηγία 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιανουαρίου 1991 περί των όρων υγειονομικού ελέγχου που διέπουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο αιγοπροβάτων (ΕΕ αριθ. L 46 της 19.2.1991, σ. 19).
( 13 ) Οδηγία 91/492/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1991 για τον καθορισμό των υγειονομικών κανόνων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των ζώντων διθύρων μαλακίων (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 1).
( 14 ) Οδηγία 91/493/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1991 για τον καθορισμό των υγειονομικών κανόνων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων της αλιείας (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 15).
( 15 ) Οδηγία 80/217/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιανουαρίου 1980 για τη θέσπιση κοινοτικών μέτρων καταπολέμησης της κλασικής πανώλης των χοίρων (ΕΕ αριθ. L 47 της 21.2.1980, σ. 11). Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 87/486/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 280 της 3.10.1987, σ. 21).
( 16 ) ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 41.
( 17 ) ΕΕ αριθ. L 303 της 31.10.1990, σ. 6.
( 18 ) ΕΕ L 178 της 28.6.2013, σ. 1.
( 19 ) ΕΕ L 3 της 5.1.2005, σ. 1·
( 20 ) Οδηγία 71/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15 Φεβρουαρίου 1971 για τα υγειονομικά προβλήματα όσον αφορά το εμπόριο νωπών κρεάτων πουλερικών (ΕΕ αριθ. L 55 της 8.3.1971, σ. 23. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 90/654/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 353 της 17.12.1990, σ. 48).
( 21 ) Οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1991 για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προελεύσεως τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποιήσεως των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 268 της 24.9.1991, σ. 56).
( 22 ) Οδηγία 91/628/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 1991 περί της προστασίας των ζώων κατά τη μεταφορά και περί τροποποιήσεως των οδηγιών 90/425/ΕΟΚ και 91/496/ΕΟΚ (ΕΕ αριθ. L 340 της 11.12.1991, σ. 17).
( 23 ) ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1.
( 24 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
( 25 ) ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 62.
( 26 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1).
( 27 ) ΕΕ L 311 της 28.11.2001, σ. 1.
( 28 ) Εγχειρίδιο της Διεθνούς Ένωσης Μεταφοράς Έμβρύων — πρόκειται για ένα μεθοδολογικό οδηγό παροχής γενικών πληροφοριών για τη χρήση των τεχνολογιών μεταφοράς εμβρύων με κεντρικό άξονα τις υγειονομικές μεθόδους — που εκδόθηκε από την International Embryo Transfer Society 1111 North Dunlap Avenue, Savoy, Illinois 61874 USA (http://www.iets.org/).
( 29 ) ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 206.