1977L0799 — EL — 24.12.2004 — 008.001
Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα
ΟΔΗΓΊΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 19ης Δεκεμβρίου 1977 σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων και των φόρων επί των ασφαλίστρων (ΕΕ L 336, 27.12.1977, p.15) |
Τροποποιείται από:
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
No |
page |
date |
||
L 331 |
8 |
27.12.1979 |
||
L 76 |
1 |
23.3.1992 |
||
L 264 |
23 |
15.10.2003 |
||
L 127 |
70 |
29.4.2004 |
||
L 359 |
30 |
4.12.2004 |
Τροποποιείται από:
L 291 |
17 |
19.11.1979 |
||
L 302 |
23 |
15.11.1985 |
||
Πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας |
C 241 |
21 |
29.8.1994 |
|
|
(όπως προσαρμόστηκε από την απόφαση 95/1/ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ του Συμβουλίου) |
L 001 |
1 |
.. |
L 236 |
33 |
23.9.2003 |
Διορθώνεται από:
ΟΔΗΓΊΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 19ης Δεκεμβρίου 1977
σχετικά με την αμοιβαία συνδρομή των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών στον τομέα των άμεσων φόρων και των φόρων επί των ασφαλίστρων
(77/799/ΕΟΚ)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,
Έχοντας υπόψη:τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 100,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη της Συνελεύσεως ( 1 ),
τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 2 ),
Εκτιμώντας:ότι η πρακτική της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής πέραν των συνόρων των Κρατών μελών οδηγεί σε απώλεια εσόδων για τον προϋπολογισμό και σε παραβιάσεις της αρχής της φορολογικής δικαιοσύνης και ενδέχεται να προκαλέσει στρεβλώσεις στην κίνηση των κεφαλαίων και στούς όρους του ανταγωνισμού, και ότι κατά συνέπεια επηρεάζει την λειτουργία της κοινής αγοράς·
ότι το Συμβούλιο, για τους λόγους αυτούς, εξέδωσε στις 10 Φεβρουαρίου 1975 ψήφισμα περί των μέτρων που πρέπει να λάβει η Κοινότητα για την καταπολέμηση της διεθνούς φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής ( 3 )·
ότι, λαμβανομένου υπόψη του διεθνούς χαρακτήρος του προβλήματος αυτού, τα εθνικά μέτρα των οποίων οι συνέπειες δεν εκτείνονται πέραν των συνόρων ενός Κράτους είναι ανεπαρκή, και ότι η συνεργασία μεταξύ Διοικήσεων, βάσει διμερών συμφωνιών, είναι επίσης ανίσχυρη να αντιμετωπίσει τις νέες μορφές φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής που αποκτούν ολοένα και περισσότερο πολυεθνικό χαρακτήρα·
ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ φορολογικών υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητος σύμφωνα με κοινές αρχές και κοινούς κανόνες·
ότι τα Κράτη μέλη οφείλουν να ανταλλάσσουν, κατόπιν αιτήσεως, πληροφορίες για συγκεκριμένες περιπτώσεις και ότι το Κράτος, από το οποίο ζητούνται οι πληροφορίες, οφείλει να ενεργήσει τις αναγκαίες έρευνες για να εξασφαλίσει τις πληροφορίες αυτές·
ότι τα Κράτη μέλη οφείλουν να ανταλλάσσουν, ακόμα και χωρίς να τους ζητηθεί, κάθε πληροφορία που φαίνεται χρήσιμη για τον ορθό προσδιορισμό των φόρων εισοδήματος και περιουσίας, και ειδικότερα στις περιπτώσεις όπου εμφανίζεται μία εικονική μεταφορά κερδών μεταξύ επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε διαφορετικά Κράτη μέλη ή όταν τέτοιες δοσοληψίες μεταξύ επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε δύο Κράτη μέλη πραγματοποιούνται μέσω τρίτης χώρας, έτσι ώστε να εξασφαλίζονται φορολογικά πλεονεκτήματα ή ακόμα όταν για οποιονδήποτε λόγο ο φόρος απεφεύχθη ή δύναται να αποφευχθεί·
ότι ενδείκνυται να επιτρέπεται η παρουσία εκπροσώπων της φορολογικής αρχής ενός Κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου Κράτους μέλους, όταν τα δύο Κράτη το επιθυμούν·
ότι πρέπει να εξασφαλισθεί η μη κοινολόγηση των πληροφοριών που διαβιβάζονται στο πλαίσιο της συνεργασίας αυτής σε πρόσωπα μη εξουσιοδοτημένα, ώστε να γίνονται σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών και των επιχειρήσεων· ότι, ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο, εκτός εάν υπάρχει εξουσιοδότηση του Κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες, τα Κράτη μέλη που τις λαμβάνουν, να τις χρησιμοποιούν μόνο για φορολογικούς σκοπούς ή με την πρόθεση διευκολύνσεως των δικαστικών διώξεων κατά προσώπων που παραβαίνουν την φορολογική νομοθεσία των Κρατών αυτών· ότι είναι επίσης αναγκαίο τα Κράτη αυτά να δίνουν στις πληροφορίες αυτές τον ίδιο εμπιστευτικό χαρακτήρα που είχαν στο Κράτος από το οποίο προέρχονται, εάν το τελευταίο αυτό Κράτος το απαιτήσει·
ότι ένα Κράτος μέλος που καλείται να προβεί σε έρευνες ή να διαβιβάσει πληροφορίες, πρέπει να έχει το δικαίωμα να αρνείται, όταν η νομοθεσία του ή η διοικητική του πρακτική δεν επιτρέπει στην φορολογική του διοίκηση να ενεργεί τις έρευνες αυτές ούτε να συλλέγει ή να χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές για δικές της ανάγκες, ή όταν η διαβίβαση των πληροφοριών αυτών θα ήταν αντίθετη προς την δημόσια τάξη ή θα οδηγούσε στην κοινολόγηση ενός εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή μιας εμπορικής μεθόδου, ή ακόμα όταν το Κράτος μέλος, για το οποίο προορίζονται οι πληροφορίες, δεν είναι σε θέση να προβεί για πραγματικούς ή νομικούς λόγους, στην παροχή παρομοίων πληροφοριών·
ότι είναι αναγκαία η συνεργασία μεταξύ των Κρατών μελών και της Επιτροπής, για την κατά τρόπο μόνιμο μελέτη των διαδικασιών συνεργασίας και της ανταλλαγής εμπειριών στους τομείς που αναφέρονται ανωτέρω, και ιδίως στον τομέα της εικονικής μεταφοράς κερδών εντός ομάδων επιχειρήσεων, προς τον σκοπό της βελτιώσεως των διαδικασιών αυτών και της επεξεργασίας καταλλήλων κοινοτικών ρυθμίσεων,
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Γενικές διατάξεις
1. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, όλες τις πληροφορίες που δύνανται να τους επιτρέψουν τον ορθό υπολογισμό των φόρων εισοδήματος και περιουσίας καθώς και όλες τις πληροφορίες που έχουν σχέση με τον καθορισμό των φόρων επί των ασφαλίστρων που αναφέρονται στο άρθρο 3 έκτη περίπτωση της οδηγίας 76/308/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 1976, για την αμοιβαία συνδρομή για την είσπραξη απαιτήσεων σχετικών με ορισμένες εισφορές, δασμούς, φόρους και άλλα μέτρα ( 4 ).
2. Θεωρούνται ως φόροι εισοδήματος και περιουσίας, οποιοδήποτε και αν είναι το σύστημα εισπράξεως, οι φόροι που επιβάλλονται επί του συνολικού εισοδήματος, επί της συνολικής περιουσίας ή επί στοιχείων του εισοδήματος ή της περιουσίας, περιλαμβανομένων των φόρων επί των κερδών που προέρχονται από την εκποίηση κινητών ή ακινήτων περιουσιακών αγαθών, των φόρων επί του ποσού των ημερομισθίων που καταβάλλονται από τις επιχειρήσεις, καθώς και των φόρων επί της υπεραξίας.
3. Οι ισχύοντες σήμερα φόροι που αναφέρονται στην παράγραφο 2, είναι οι εξής:
in Belgium:
Impôt des personnes physiques—Personenbelasting
Impôt des sociétés—Vennootschapsbelasting
Impôt des personnes morales—Rechtspersonenbelasting
Impôt des non-résidents—Belasting der niet-verblijfhouders
στη Δανία:
Indkomstskat til staten
Selskabsskat
Den kommunale indkomstskat
Den amtskommunale indkomstskat
Folkepensionsbidragene
Sømandsskat
Den særlige indkomstskat
Kirkeskat
Formueskat til staten
Bidrag til dagpengefonden
στη Γερμανία:
Einkommensteuer
Körperschaftsteuer
Vermögensteuer
Gewerbesteuer
Grundsteuer
στην Ελλάδα:
Φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων
Φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων
Φόρος ακινήτου περιουσίας
στην Ισπανία:
Impuesto sobre la Renta de las Personas Físicas
Impuesto sobre Sociedades
Impuesto Extraordinario sobre el Patrimonio de las Personas Físicas
στη Γαλλία:
Impôt sur le revenu
Impôt sur les sociétés
Taxe professionnelle
Taxe foncière sur les propriétés bâties
Taxe foncière sur les propriétés non bâties
στην Ιρλανδία:
Income tax
Corporation tax
Capital gains tax
Wealth tax
στην Ιταλία:
Imposta sul reddito delle persone fisiche
Imposta sul reddito delle persone giuridiche
Imposta locale sui redditi
στο Λουξεμβούργο:
Impôt sur le revenu des personnes physiques
Impôt sur le revenu des collectivités
Impôt commercial communal
Impôt sur la fortune
Impôt foncier
στις Κάτω Χώρες:
Inkomstenbelasting
Vennootschapsbelasting
Vermogensbelasting
στην Αυστρία:
Einkommensteuer
Körperschaftsteuer
Grundsteuer
Bodenwertabgabe
Abgabe von land- und forstwirtschaftlichen Betrieben
στην Πορτογαλία:
Contribuição predial
Imposto sobre a indústria agrícola
Contribuição industrial
Imposto de capitais
Imposto profissional
Imposto complementar
Imposto de mais-valias
Imposto sobre o rendimento do petróleo
Os adicionais devidos sobre os impostos precedentes
στη Φινλανδία:
Valtion tuloverot—de statliga inkomstskatterna
Yhteisöjen tulovero—inkomstskatten för samfund
Kunnallisvero—kommunalskatten
Kirkollisvero—kyrkoskatten
Kansaneläkevakuutusmaksu—folkpensionsförsäkringspremien
Sairausvakuutusmaksu—sjukförsäkringspremien
Korkotulon lähdevero—källskatten på ränteinkomst
Rajoitetusti verovelvollisen lähdevero—källskatten för begränsat skattskyldig
Valtion varallisuusvero—den statliga förmögenhetsskatten
Kiinteistövero—fastighetsskatten
στη Σουηδία:
Den statliga inkomstskatten
Sjömansskatten
Kupongskatten
Den särskilda inkomstskatten för utomlands bosatta
Den särskilda inkomstskatten för utomlands bosatta artister m.fl.
Den statliga fastighetsskatten
Den kommunala inkomstskatten
Förmögenhetsskatten
στο Ηνωμένο Βασίλειο:
Income tax
Corporation tax
Capital gains tax
Petroleum revenue tax
Development land tax.
στην Τσεχική Δημοκρατία:
Daně z příjmů
Daň z nemovitostí
Daň dědická, daň darovací a daň z převodu nemovitostí
Daň z přidané hodnoty
Spotřební daně
στην Εσθονία:
Tulumaks
Sotsiaalmaks
Maamaks
στην Κύπρο:
Φόρος Εισοδήματος
'Εκτακτη Εισφορά για την Άμυνα της Δημοκρατίας
Φόρος Κεφαλαιουχικών Κερδών
Φόρος Ακίνητης Ιδιοκτησίας
στη Λετονία:
iedzīvotāju ienākuma nodoklis
nekustamā īpašuma nodoklis
uzņēmumu ienākuma nodoklis
στη Λιθουανία:
Gyventojų pajamų mokestis
Pelno mokestis
Įmonių ir organizacijų nekilnojamojo turto mokestis
Žemės mokestis
Mokestis už valstybinius gamtos išteklius
Mokestis už aplinkos teršimą
Naftos ir dujų išteklių mokestis
Paveldimo turto mokestis
στην Ουγγαρία:
személyi jövedelemadó
társasági adó
osztalékadó
általános forgalmi adó
jövedéki adó
építményadó
telekadó
στη Μάλτα:
Taxxa fuq l-income
στην Πολωνία:
Podatek dochodowy od osób prawnych
Podatek dochodowy od osób fizycznych
Podatek od czynności cywilnopranych
στη Σλοβενία:
Dohodnina
Davki občanov
Davek od dobička pravnih oseb
Posebni davek na bilančno vsoto bank in hranilnic
στη Σλοβακία:
daň z príjmov fyzických osôb
daň z príjmov právnických osôb
daň z dedičstva
daň z darovania
daň z prevodu a prechodu nehnuteľností
daň z nehnuteľností
daň z pridanej hodnoty
spotrebné dane.
4. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης επί των φόρων ίδιας ή παρόμοιας φύσεως, που θα ήτο δυνατό να επιβληθούν μεταγενέστερα επιπροσθέτως, ή σε αντικατάσταση των φόρων που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Οι αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών ανακοινώνουν μεταξύ τους και στην Επιτροπή τις ημερομηνίες ενάρξεως της ισχύος των φόρων αυτών.
5. The expression «competent authority» means:
στο Βέλγιο:
De Minister van financiën ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
Le Ministre des finances ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στη Δανία:
Skatteministeren ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στη Γερμανία:
Der Bundesminister der Finanzen ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στην Ελλάδα:
Το Υπουργείο Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στην Ισπανία:
El Ministro de Economía y Hacienda ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στη Γαλλία:
Le ministre de l'économie ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στην Ιρλανδία:
The Revenue Commissioners ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στην Ιταλία:
Il Capo del Dipartimento per le Politiche Fiscali ή οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποί του
στο Λουξεμβούργο:
Le ministre de finance ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στις Κάτω Χώρες:
De minister van financiën ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στην Αυστρία:
Der Bundesminister für Finanzen ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στην Πορτογαλία:
O Ministro das Finanças ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στη Φινλανδία:
Valtiovarainministeriö ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
Finansministeriet ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος
στο Ηνωμένο Βασίλειο:
Οι εισπράκτορες τελωνείων ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος για τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά τους φόρους ασφαλίστρων και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης
Οι φορολογικοί εισπράκτορες ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος για όλες τις λοιπές πληροφορίες.
στην Τσεχική Δημοκρατία:
Ministr financí ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στην Εσθονία:
Rahandusminister ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στην Κύπρο:
Υπουργός Οικονομικών ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στη Λετονία:
Finanšu ministrs ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στη Λιθουανία:
Finansų ministras ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στην Ουγγαρία:
A pénzügyminiszter ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στη Μάλτα:
Il-Ministru responsabbli għall-Finanzi ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στην Πολωνία:
Minister Finansów ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στη Σλοβενία:
Minister za finance ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος
στη Σλοβακία:
Minister financií ή εξουσιοδοτημένος εκπρόσωπος.
Άρθρο 2
Ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως
1. Η αρμόδια αρχή ενός Κράτους μέλους δύναται να ζητήσει από την αρμόδια αρχή ενός άλλου Κράτους μέλους να της γνωστοποιήσει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, για μία συγκεκριμένη περίπτωση. Η αρμόδια αρχή του Κράτους, από το οποίο ζητούνται οι πληροφορίες, δεν είναι υποχρεωμένη να δώσει ευνοϊκή συνέχεια στην αίτηση αυτή, αν φανεί ότι η αρμόδια αρχή του Κράτους που κάνει την αίτηση δεν εξήντλησε τα συνήθη ίδια μέσα πληροφορήσεώς της, τα οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ανάλογα με τις περιστάσεις για να λάβει τις αιτούμενες πληροφορίες, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη του επιδιωκομένου αποτελέσματος.
2. Προκειμένου να γνωστοποιηθούν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή του Κράτους μέλους, από το οποίο ζητούνται οι πληροφορίες, προβαίνει, εάν συντρέχει λόγος, στις αναγκαίες έρευνες για να λάβει τις πληροφορίες αυτές.
Για τη λήψη των ζητούμενων πληροφοριών, η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ή η διοικητική αρχή προς την οποία η τελευταία παρέπεμψε το θέμα, ενεργεί όπως θα ενεργούσε και για ίδιο λογαριασμό ή μετά από αίτηση άλλης αρχής της χώρας της.
Άρθρο 3
Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών
Οι αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών ανταλλάσσουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, χωρίς προηγούμενη αίτηση και κατά κανονικό τρόπο, για κατηγορίες περιπτώσεων που καθορίζουν στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβουλεύσεως που αναφέρεται στο άρθρο 9.
Άρθρο 4
Αυθόρμητη ανταλλαγή πληροφοριών
1. Η αρμόδια αρχή κάθε Κράτους μέλους γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή κάθε άλλου ενδιαφερομένου Κράτους μέλους, χωρίς προηγούμενη αίτηση τις προβλεπόμενες στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πληροφορίες, των οποίων έχει γνώση, όταν:
α) η αρμοδία αρχή ενός Κράτους μέλους έχει λόγους να υποθέτει ότι στο άλλο Κράτος μέλος υφίσταται διαφυγή φόρων·
β) ένας φορολογούμενος επιτυγχάνει σε ένα Κράτος μέλος μείωση ή απαλλαγή φόρου, η οποία συνεπάγεται γι' αυτόν αύξηση φόρου ή υπαγωγή του σε φόρο στο άλλο Κράτος μέλος·
γ) εργασίες μεταξύ φορολογουμένου ενός Κράτους μέλους και φορολογουμένου ενός άλλου Κράτους μέλους, στις οποίες μεσολαβεί μία μόνιμη εγκατάσταση των φορολογουμένων αυτών ή ένας ή περισσότεροι τρίτοι, ευρισκόμενοι σε μία ή περισσότερες άλλες χώρες, είναι τέτοιας φύσεως που συνεπάγονται μείωση φόρου στο ένα ή στο άλλο Κράτος μέλος ή και στα δύο·
δ) η αρμόδια αρχή ενός Κράτους μέλους έχει λόγους να υποθέτει, ότι υφίσταται μείωση φόρου, η οποία προκύπτει από εικονικές μεταφορές κερδών εντός ομάδων επιχειρήσεων·
ε) κατόπιν πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί σε Κράτος μέλος από την αρμόδια αρχή του άλλου Κράτους μέλους, έχουν προκύψει στοιχεία χρήσιμα για τον προσδιορισμό του φόρου σ' αυτό το άλλο Κράτος μέλος.
2. Οι αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών δύνανται, στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβουλεύσεως που προβλέπεται στο άρθρο 9, να επεκτείνουν την ανταλλαγή πληροφοριών η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 1 σε περιπτώσεις άλλες από τις αναφερόμενες σε αυτήν.
3. Οι αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών δύνανται, σε κάθε άλλη περίπτωση, να γνωστοποιούν οι μεν προς τις δε, χωρίς προηγούμενη αίτηση, τις πληροφορίες, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, και των οποίων έχουν γνώση.
Άρθρο 5
Προθεσμία διαβιβάσεως των πληροφοριών
Η αρμόδια αρχή του Κράτους μέλους που καλείται να παράσχει πληροφορίες, δυνάμει των προηγουμένων άρθρων, τις διαβιβάζει το ταχύτερο δυνατόν. Εάν η παροχή των πληροφοριών προσκρούει σε εμπόδια ή εάν η αρμόδια αρχή αρνηθεί να τις παράσχει, τότε ενημερώνει σχετικά χωρίς καθυστέρηση την αρχή που ζητεί τις πληροφορίες, μνημονεύοντας την φύση των εμποδίων ή τους λόγους της αρνήσεώς της.
Άρθρο 6
Συνεργασία εκπροσώπων του ενδιαφερομένου Κράτους
Για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, η αρμόδια αρχή του Κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες και η αρμόδια αρχή του Κράτους, για το οποίο προορίζονται οι πληροφορίες, δύνανται να συμφωνήσουν στο πλαίσιο της διαδικασίας διαβουλεύσεως που αναφέρεται στο άρθρο 9, να επιτρέψουν την παρουσία στο πρώτο Κράτος μέλος εκπροσώπων της φορολογικής αρχής του άλλου Κράτους μέλους. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διατάξεως αυτής καθορίζονται στο πλαίσιο της ίδιας αυτής διαδικασίας.
Άρθρο 7
Διατάξεις περί απορρήτου
1. Κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση ενός κράτους μέλους κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας τηρείται απόρρητη στο κράτος αυτό κατά τον ίδιο τρόπο που τηρούνται απόρρητες και οι πληροφορίες που συλλέγονται κατ' εφαρμογή της εσωτερικής του νομοθεσίας. Σε κάθε περίπτωση, οι πληροφορίες αυτές:
— δεν είναι προσιτές παρά μόνο στα πρόσωπα τα οποία αφορά άμεσα ο προσδιορισμός του φόρου ή ο διοικητικός έλεγχος του προσδιορισμού του φόρου,
— δεν αποκαλύπτονται παρά επ' ευκαιρία δικαστικής ή διοικητικής διαδικασίας που επισύρει την επιβολή κυρώσεων, όταν οι διαδικασίες αυτές συνδέονται με τον προσδιορισμό ή τον έλεγχο του προσδιορισμού του φόρου, μόνο δε στα πρόσωπα που μετέχουν άμεσα στις διαδικασίες αυτές· είναι, εντούτοις, δυνατό να αποκαλύπτονται οι πληροφορίες αυτές κατά τη διάρκεια δημόσιων ακροάσεων ή σε δικαστικές αποφάσεις, αν δεν αντιτίθεται σε αυτό η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες τη στιγμή που παρέχει τις πληροφορίες για πρώτη φορά,
— σε καμία περίπτωση δεν χρησιμοποιούνται κατ' άλλον τρόπο αλλά μόνο για σκοπούς φορολογικούς ή σκοπούς δικαστικής ή διοικητικής διαδικασίας που επισύρει την επιβολή κυρώσεων, όταν οι διαδικασίες αυτές συνδέονται με τον προσδιορισμό ή τον έλεγχο του προσδιορισμού του φόρου.
Επιπλέον, τα κράτη μέλη είναι δυνατόν να παρέχουν τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες προκειμένου να χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό άλλων εισφορών, δασμών και φόρων που καλύπτονται από το άρθρο 2 της οδηγίας 76/308/ΕΟΚ ( 5 ).
2. Η παράγραφος 1 δεν επιβάλλει σε ένα Κράτος μέλος, του οποίου η νομοθεσία ή η διοικητική πρακτική ορίζει, για εσωτερικούς λόγους, αυστηρότερους περιορισμούς από τους περιεχόμενους στην εν λόγω παράγραφο, την παροχή των πληροφοριών, αν το ενδιαφερόμενο Κράτος δεν αναλαμβάνει την υποχρέωση να σεβασθεί τους αυστηρότερους αυτούς περιορισμούς.
3. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 η αρμόδια αρχή του Κράτους μέλους που παρέχει τις πληροφορίες, δύναται να επιτρέψει στο Κράτος που τις εζήτησε να τις χρησιμοποιήσει για άλλους σκοπούς, όταν κατά την νομοθεσία του Κράτους που παρέχει τις πληροφορίες, η χρησιμοποίηση τους είναι δυνατή στο Κράτος αυτό για παρόμοιους σκοπούς στις ίδιες περιστάσεις.
4. Όταν η αρμόδια αρχή ενός Κράτους μέλους θεωρεί ότι οι πληροφορίες, τις οποίες έλαβε από την αρμόδια αρχή ενός άλλου Κράτους μέλους, δύνανται να φανούν χρήσιμες στην αρμόδια αρχή ενός τρίτου Κράτους μέλους, δύναται να τις διαβιβάσει στην τελευταία αυτή με την συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής που τις παρέσχε.
Άρθρο 8
Όρια της ανταλλαγής πληροφοριών
1. Η παρούσα οδηγία δεν επιβάλλει, στο κράτος μέλος από το οποίο ζητείται η πληροφορία, την υποχρέωση να διεξαγάγει έρευνες ή να κοινοποιήσει πληροφορίες, εφόσον η διεξαγωγή των ερευνών ή η συλλογή των πληροφοριών αντιβαίνει στη νομοθεσία ή στις διοικητικές πρακτικές της αρμόδιας αρχής του εν λόγω κράτους μέλους.
2. Η άρνηση διαβιβάσεως πληροφοριών είναι δυνατή σε περίπτωση που θα οδηγούσε στην κοινολόγηση ενός εμπορικού, βιομηχανικού ή επαγγελματικού απορρήτου ή μιας εμπορικής μεθόδου ή μιας πληροφορίας, της οποίας η κοινολόγηση θα ήταν αντίθετη προς την δημοσία τάξη.
3. Η αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους μπορεί να αρνηθεί να διαβιβάσει πληροφορίες εφόσον το κράτος μέλος που τις ζητά δεν είναι σε θέση, είτε για πραγματικούς είτε για νομικούς λόγους, να παράσχει το ίδιο είδος πληροφοριών.
Άρθρο 8α
Κοινοποίηση
1. Ύστερα από αίτηση της αρμόδιας αρχής ενός κράτους μέλους, η αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους, κοινοποιεί στον παραλήπτη, σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την κοινοποίηση παρόμοιων πράξεων στο κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση, όλες τις πράξεις και αποφάσεις που προέρχονται από τις διοικητικές αρχές του αιτούντος κράτους μέλους και αφορούν την εφαρμογή στο έδαφός του, της νομοθεσίας περί φορολογίας που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.
2. Η αίτηση κοινοποίησης, περιλαμβάνει το αντικείμενο της πράξης ή της απόφασης προς κοινοποίηση και διευκρινίζει το όνομα και τη διεύθυνση του παραλήπτη, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση της ταυτότητάς του.
3. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τη συνέχεια που δίδει στην αίτηση κοινοποίησης και ειδικότερα για την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση ή η πράξη κοινοποιήθηκε στον παραλήπτη.
Άρθρο 8β
Ταυτόχρονοι έλεγχοι
1. Όταν η φορολογική κατάσταση ενός ή περισσοτέρων υποκείμενων σε φορολογία προσώπων είναι κοινού ή συμπληρωματικού ενδιαφέροντος για δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη αυτά μπορούν να συμφωνήσουν να διενεργούν ταυτόχρονους ελέγχους στο έδαφός τους, με στόχο την ανταλλαγή των πληροφοριών που έχουν αποκτηθεί, οποτεδήποτε οι έλεγχοι αυτοί φαίνεται ότι είναι αποτελεσματικότεροι από τους ελέγχους που διενεργεί ένα μεμονωμένο κράτος μέλος.
2. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους ορίζει κατά τρόπο ανεξάρτητο τα υποκείμενα σε φορολογία πρόσωπα έναντι των οποίων προτίθεται να προτείνει τη διενέργεια ταυτόχρονου ελέγχου. Ενημερώνει την οικεία αρμόδια αρχή των άλλων ενδιαφερομένων κρατών μελών για τις περιπτώσεις οι οποίες κατά την άποψή της θα πρέπει να αποτελέσουν το αντικείμενο ταυτοχρόνων ελέγχων. Αιτιολογεί την επιλογή αυτή, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, παρέχοντας τις πληροφορίες που την οδήγησαν σε αυτή την απόφαση. Προσδιορίζει τη χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας θα πρέπει να διενεργούνται οι εν λόγω έλεγχοι.
3. Η αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους αποφασίζει στη συνέχεια αν επιθυμεί να συμμετάσχει στους ταυτόχρονους ελέγχους. Μόλις λάβει πρόταση για ταυτόχρονο έλεγχο η αρμόδια αρχή επιβεβαιώνει στην αντίστοιχη αρχή τη συμφωνία της ή της ανακοινώνει την αιτιολογημένη άρνησή της.
4. Κάθε αρμόδια αρχή των ενδιαφερόμενων κρατών μελών ορίζει αντιπρόσωπο υπεύθυνο να κατευθύνει και να συντονίζει τον έλεγχο.
Άρθρο 9
Διαβουλεύσεις
1. Προς τον σκοπό εφαρμογής της παρούσης οδηγίας πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις, αν υπάρχει λόγος, στο πλαίσιο επιτροπής, μεταξύ:
— των αρμοδίων αρχών των ενδιαφερομένων Κρατών μελών, αιτήσει μιας εξ αυτών, στην περίπτωση διμερών θεμάτων,
— των αρμοδίων αρχών του συνόλου των Κρατών μελών και της Επιτροπής, αιτήσει μιας των αρχών αυτών ή της Επιτροπής, όταν δεν πρόκειται αποκλειστικά για διμερή θέματα.
2. Οι αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών δύνανται να επικοινωνούν απ' ευθείας μεταξύ τους. Οι αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών δύνανται, κατόπιν κοινής συμφωνίας, να επιτρέπουν σε αρχές που αυτές ορίζουν να έρχονται σε επαφή απ' ευθείας για συγκεκριμένες περιπτώσεις ή για κατηγοριες περιπτώσεων.
3. Όταν οι αρμόδιες αρχές συμφωνούν επί διμερών θεμάτων στους τομείς που αποτελούν αντικείμενο της παρούσης οδηγίας, πλην της ρυθμίσεως μεμονωμένων περιπτώσεων, ενημερωνουν σχετικά την Επιτροπή το ταχύτερο δυνατόν. Η Επιτροπή ενημερώνει με την σειρά της, για τα θεματα αυτά τις αρμόδιες αρχές των άλλων Κρατών μελών.
Άρθρο 10
Ανταλλαγή εμπειριών
Τα Κράτη μέλη από κοινού με την Επιτροπή παρακολουθούν συνεχώς την εξέλιξη της συνεργασίας που προβλέπεται από την παρούσα οδηγία και ανταλλάσσουν τις εμπειρίες των, ιδίως στο θέμα των τιμών μεταφοράς εντός ομάδων επιχειρήσεων, με σκοπό την βελτίωση της συνεργασίας αυτής και την επεξεργασία, αν συντρέχει λόγος, ρυθμίσεων στους τομείς αυτούς.
Άρθρο 11
Ισχύς ευρυτέρων υποχρεώσεων συνδρομής
Οι ανωτέρω διατάξεις δεν θίγουν την εκτέλεση ευρυτέρων υποχρεώσεων, σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών, που προκύπτουν από άλλες νομικές πράξεις.
Άρθρο 12
Τελικές διατάξεις
1. Τα Κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 1979 και τις γνωστοποιούν αμέσως στην Επιτροπή.
2. Τα Κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των σπουδαιοτέρων διατάξεων εσωτερικού δικαίου που εκδίδουν μεταγενέστερα στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 13
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα Κράτη μέλη.
( 1 ) ΕΕ αριθ. Α 293 της 13. 12. 1976, σ. 34.
( 2 ) ΕΕ αριθ. Α 56 της 7. 3. 1977, σ. 66.
( 3 ) ΕΕ αριθ. Α 35 της 14. 2. 1975, σ. 1.
( 4 ) ΕΕ L 73 της 19.3.1976, σ. 18· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 2003.
( 5 ) ΕΕ L 73 της 19.3.1976, σ. 18.