52002DC0324

Δέκατη ένατη ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτηκού δικαίου (2001) /* COM/2002/0324 τελικό τελικό */


ΔΕΚΑΤΗ ΕΝΑΤΗ ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ (2001)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ

1.1. Στατιστική επισκόπηση του έτους 2001

1.2. Η βελτίωση της διαδικασίας προ της προσφυγής το 2001

1.3. Η κατάσταση μεταφοράς των οδηγιών το 2001

1.4. Αιτήσεις παρέκκλισης από τα μέτρα εναρμόνισης - Άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ το 2001

1.5. Η εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών που συνάπτει η Κοινότητα και του δικαίου που απορρέει από αυτές

1.6. Παρουσίαση με γραφικές παραστάσεις του συνόλου των διαδικασιών παράβασης τις οποίες κίνησε ή διαχειρίστηκε η Επιτροπή κατά τη διάρκεια του 2001

1.7. Η εφαρμογή από την Επιτροπή του άρθρου 228 της συνθήκης ΕΚ (εξελίξεις το 2001)

2. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ

2.1. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

2.2. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

2.2.1. Χημικές ουσίες

2.2.2. Φαρμακευτικά προϊόντα

2.2.3. Καλλυντικά

2.2.4. Κεφαλαιουχικά αγαθά

2.2.5. Μηχανοκίνητα οχήματα, ελκυστήρες, μοτοσικλέτες

2.2.6. Κανόνες πρόληψης που προβλέπονται από την οδηγία 98/34/ΕΚ

2.2.7. Λοιπά

2.3. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

2.3.1. Τηλεπικοινωνίες

2.3.2. Ταχυδρομεία

2.3.3. Κρατικές ενισχύσεις

2.4. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

2.5. ΓΕΩΡΓΙΑ

2.6. ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

2.6.1. Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου

2.6.2. Ενεργειακή απόδοση

2.6.3. Υδρογονάνθρακες

2.6.4. Εξωτερικές σχέσεις στον ενεργειακό τομέα

2.6.5. Οδικές μεταφορές

2.6.6. Συνδυασμένες μεταφορές

2.6.7. Μεταφορές μέσω του πλωτού δικτύου

2.6.8. Σιδηροδρομικές μεταφορές

2.6.9. Εναέριες μεταφορές

2.6.10. Θαλάσσιες μεταφορές

2.7. ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ

2.8. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

2.8.1. Εισαγωγή

2.8.2. Ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση

2.8.3. Αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων

2.8.4. Ατμοσφαιρικός αέρας

2.8.5. Ύδατα

2.8.6. Φύση

2.8.7. Θόρυβος

2.8.8. Χημικές ουσίες και βιοτεχνολογία

2.8.9. Απόβλητα

2.8.10. Περιβάλλον και βιομηχανία

2.8.11. Προστασία από τις ακτινοβολίες

2.9. ΑΛΙΕΙΑ

2.10. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

2.10.1. Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων

2.10.2. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και δικαίωμα εγκατάστασης

2.10.3. Επιχειρηματικό περιβάλλον

2.10.4. Νομικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα ως προς τα προσόντα

2.11. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

2.11.1. Ανάλυση των αιτίων

2.11.2. Επιπτώσεις των παραβάσεων

2.12. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ

2.12.1. Τελωνειακή ένωση

2.12.2. Άμεση φορολογία

2.12.3. Φόρος προστιθέμενης αξίας

2.12.4. Άλλοι έμμεσοι φόροι

2.13. ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

2.13.1. Εκπαίδευση

2.13.2. Οπτικοακουστικός τομέας

2.13.2.1. Κατάσταση μεταφοράς της αναθεωρηθείσας οδηγίας

2.13.2.2. Εφαρμογή της οδηγίας

2.13.2.3. Πτυχές συνδεόμενες με τη διεύρυνση

2.14. ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

2.14.1. Κτηνιατρική νομοθεσία

2.14.2. Φυτοϋγειονομική νομοθεσία

2.14.3. Νομοθεσία για τους σπόρους προς σπορά και τα φυτά

2.14.4. Νομοθεσία για τα τρόφιμα

2.14.5. Νομοθεσία για τις ζωοτροφές

2.14.6. Προστασία των καταναλωτών

2.14.7. Κοινοποίηση τεχνικών κανόνων

2.15. ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

2.15.1. Η ανάπτυξη του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης

2.15.2. Ο έλεγχος της εφαρμογής των πράξεων που βασίζονται στον Τίτλο VI της ΣΕΕ

2.15.3. Ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων

2.15.4. Το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της Ένωσης

2.16. ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

2.16.1. Εξελίξεις στις διαδικασίες που είχαν κινηθεί προηγουμένως

2.16.2. Νέες διαδικασίες

2.17. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

2.18. ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ

Παραρτημα I : Η ανιχνευση των παραβασεων

Παραρτημα II : Διαδικασιεσ παραβασεων - κατανομη ανα σταδιο, νομικη βαση, κρατοσ μελοσ και τομεα

Παραρτημα III : Επισκοπηση των παραβασεων των συνθηκων, κανονισμων και αποφασεων

Παραρτημα IV - Κατασταση εφαρμογησ των οδηγιων

μεροσ 1 : Οδηγιεσ των οποιων η προθεσμια μεταφορασ εληξε το 2001

μεροσ 2 : Ανακοινωση και μη ανακοινωση των ΕΜΕ των οδηγιων

Παραρτημα IV - μεροσ 2 : Ανακεφαλαιωτικοσ πινακασ

μεροσ 3 : Παραβασεισ λογω μη συμμορφωσησ των ΕΜΕ των οδηγιων

μεροσ 4 : Παραβασεισ λογω κακησ εφαρμογησ των ΕΜΕ των οδηγιων

ΠαραρτημαV : Αποφασεισ του δικαστηριου που εκδοθηκαν μεχρι τισ 31 Δεκεμβριου 2000 και δεν εχουν ακόμη εκτελεστει

Παραρτημα VI : Επισκοπηση τησ εφαρμογησ του κοινοτικου δικαιου απο τα εθνικα δικαστηρια

Η έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου συντάσσεται κάθε χρόνο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως απάντηση στα διαδοχικά αιτήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ψήφισμα της 9ης Φεβρουαρίου 1983) και των κρατών μελών (δήλωση αριθ. 19, σημείο 2, που προσαρτάται στη συνθήκη η οποία υπογράφηκε στο Μάαστριχτ στις 7 Φεβρουαρίου 1992). Η έκθεση αυτή ανταποκρίνεται επίσης στα αιτήματα που εκφράστηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή του Συμβουλίου για ειδικούς τομείς.

1. ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Παρόλο που, όπως υπογραμμίζεται και στο Λευκό Βιβλίο που δημοσίευσε η Επιτροπή το 2001, "η πρωταρχική ευθύνη της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου βαρύνει τις εθνικές διοικητικές και δικαστικές αρχές", η Επιτροπή είναι εκείνη που ελέγχει τη μεταφορά όσων κανόνων κοινοτικού δικαίου το απαιτούν, τη συμμόρφωση των εθνικών διατάξεων προς το μεταφερόμενο κοινοτικό κανόνα, καθώς και την ορθή εφαρμογή του εν λόγω κοινοτικού κανόνα από τα διάφορα όργανα των κρατών μελών.

Το Λευκό Βιβλίο για την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση υπενθυμίζει ότι η αποτελεσματικότητα των κανόνων κοινοτικού δικαίου "εξαρτάται από τη βούληση και την ικανότητα των αρχών των κρατών μελών να εξασφαλίσουν τη μεταφορά τους και την αποτελεσματική, πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή τους."

Η δράση της Επιτροπής στον τομέα του ελέγχου της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου εκτείνεται στο σύνολο του κοινοτικού δικαίου. Έτσι, συχνά, η Επιτροπή ασκεί προσφυγή κατά κράτους μέλους επειδή έθεσε ή διατήρησε σε ισχύ διατάξεις νομοθετικού ή κανονιστικού χαρακτήρα αντίθετες προς τις θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου τις οποίες καθιερώνουν οι Συνθήκες.

Στο πλαίσιο αυτής της αποστολής, η συνεργασία μεταξύ των διοικητικών οργάνων των κρατών μελών και των υπηρεσιών της Επιτροπής αποτελεί στοιχείο εκ των ουκ άνευ για την εκπλήρωση της αποστολής του "θεματοφύλακα του κοινοτικού δικαίου", με την οποία έχουν επιφορτίσει την Επιτροπή οι Συνθήκες.

Σε αυτό το πνεύμα, η Επιτροπή ευνοεί, σε όλα τα στάδια της διαδικασίας λόγω παράβασης τις επαφές μεταξύ των υπηρεσιών της και των εθνικών διοικήσεων. Πράγματι, ο πρωταρχικός στόχος της διαδικασίας λόγω παράβασης (άρθρο 226 ΕΚ και 141 Ευρατόμ), ιδίως στην φάση της προ της δικαστικής προσφυγής, είναι η συντομότερη δυνατή εθελούσια συμμόρφωση του οικείου κράτους μέλους. Συνεπώς, η βέλτιστη εκμετάλλευση της φάσης προ της δικαστικής προσφυγής αποτελεί το καλύτερο μέσο επίτευξης των στόχων που έχουν αναθέσει στην Επιτροπή οι Συνθήκες.

Αυτό το καθήκον συνεργασίας θεσμοθετείται ρητώς από το άρθρο 10 της Συνθήκης ΕΚ.

Κατά τη διάρκεια του 2001, οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναγκάστηκαν να ενεργοποιήσουν την εν λόγω διάταξη σε 20 περιπτώσεις έναντι κρατών μελών που επεδείκνυαν έλλειψη συνεργασίας στο πλαίσιο της διαδικασίας λόγω παράβασης. 8 από τις διαδικασίες αυτές εκκρεμούσαν ακόμα στις 31/12/2001. Ο αριθμός αυτός είναι αυξημένος σε σχέση με το 2000, οπότε κινήθηκαν μόνον 7 διαδικασίες βάσει του άρθρου 10 της Συνθήκης ΕΚ, εκ των οποίων 4 παρέμεναν ενεργές στις 31/12/2001. Γενικά, η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία λόγω παράβασης βάσει του άρθρου 10 της Συνθήκης ΕΚ μόνον μετά από επανειλημμένα κρούσματα έλλειψης συνεργασίας εκ μέρους του οικείου κράτους μέλους. Έτσι, οι αριθμοί αυτοί δεν λαμβάνουν υπόψη τις καθυστερήσεις στην επεξεργασία των φακέλων λόγω του εξαιρετικά μακρού χρόνου απάντησης των εθνικών διοικήσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας λόγω παράβασης. Μια τέτοια διαδικασία βάσει του άρθρου 10 της Συνθήκης ΕΚ δεν είναι αναγκαία, και συνεπώς δεν χρησιμοποιείται, όταν οι υπηρεσίες της Επιτροπής διαθέτουν τα απαραίτητα στοιχεία για να προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο της διαδικασίας.

Για το λόγο αυτό, έχει ουσιώδη σημασία να διαθέτουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση της αποστολής τους, ακόμα και εκτός του πλαισίου της άμεσης σχέσης με τις αρχές των κρατών μελών.

Οι πολυάριθμες καταγγελίες που υποβάλλονται από τους ευρωπαίους πολίτες αποτελούν, στο πλαίσιο αυτό, πληροφοριακά στοιχεία απαραίτητα για την επιτυχή εκπλήρωση της αποστολής της Επιτροπής. Εξάλλου, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια στη διεκπεραίωση των καταγγελιών που υποβάλλουν οι πολίτες, η Επιτροπή θα δημοσιεύσει το 2002 κωδικοποίηση των διοικητικών μέτρων που εφαρμόζει στο πλαίσιο των σχέσεών της με τους καταγγέλλοντες εικαζόμενες παραβάσεις του κοινοτικού δικαίου.

Η 19η έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου αντικατοπτρίζει τη δραστηριότητα της Επιτροπής στον τομέα του ελέγχου της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου κατά τη διάρκεια του 2001.

Για να ανταποκριθεί καλύτερα στην ανησυχία που εξέφρασε το Κοινοβούλιο με το ψήφισμά του για τη 18η ετήσια έκθεση να υιοθετηθεί περισσότερο αναλυτική και λιγότερο περιγραφική προσέγγιση της δράσης της Επιτροπής στον τομέα αυτό, η παρούσα έκθεση αντιπαραθέτει, εφόσον αυτό είναι δυνατόν, το πολιτικονομοθετικό κοινοτικό χρονοδιάγραμμα προς τη δράση ελέγχου, εκ μέρους της Επιτροπής, της εφαρμογής των υιοθετουμένων κοινοτικών κανόνων.

Η κίνηση από την Επιτροπή της διαδικασίας λόγω παράβασης πριν την άσκηση της προσφυγής λόγω παράβασης περιγράφεται γενικά μέσω των ακόλουθων στοιχείων:

-στατιστικής επισκόπησης η οποία αντικατοπτρίζει τις διάφορες φάσεις του ελέγχου της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου και την στατιστική τους εξέλιξη σε σχέση με το προηγούμενο έτος (σημείο 1.1) .

-της βελτίωσης της διαδικασίας προ της δικαστικής προσφυγής (σημείο 1.2).

-της κατάστασης μεταφοράς των κοινοτικών οδηγιών από τα κράτη μέλη (σημείο 1.3).

-των αιτήσεων παρέκκλισης από τα μέτρα εναρμόνισης - άρθρο 95 ΕΚ - το τμήμα αυτό περιελήφθη μετά από τα αιτήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (σημείο 1.4).

-της εφαρμογής των διεθνών συμφωνιών που συνάπτει η Κοινότητα και του δικαίου που απορρέει από αυτές - το τμήμα αυτό περιελήφθη μετά από τα αιτήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (σημείο 1.5)

-της παρουσίασης με γραφικές παραστάσεις, ανά κράτος μέλος, του συνόλου των διαδικασιών παράβασης τις οποίες κίνησε ή διαχειρίστηκε η Επιτροπή κατά τη διάρκεια του 2001 (σημείο 1.6).

-συνολικής επισκόπησης της χρησιμοποίησης από την Επιτροπή, από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Μάαστριχτ, του μηχανισμού κυρώσεων που προβλέπεται στο άρθρο 228 της συνθήκης EΚ (σημείο 1.7).

1.1. Στατιστική επισκόπηση του έτους 2001

Τα στατιστικά στοιχεία του 2001 εμφανίζουν και πάλι σχετική σταθεροποίηση του αριθμού των καταγγελιών που κατέγραψε η Επιτροπή: ο αριθμός τους παρουσιάζει ελαφρά αύξηση σε σχέση με το 2000, παραμένοντας όμως μικρότερος από το επίπεδο του 1999. Οι καταγγελίες συνεχίζουν να αποτελούν τον κύριο όγκο των φακέλων παραβάσεων που ανοίγει η Επιτροπή έναντι των κρατών μελών, ενώ ο αριθμός παραβάσεων που αποκαλύπτονται αυτεπαγγέλτως μειώνεται ανάλογα.

Τα στατιστικά στοιχεία του 2001 παρουσιάζονται ως εξής:

- ο συνολικός αριθμός φακέλων παραβάσεων που άνοιξε η Επιτροπή μειώθηκε κατά 11,65%, και είναι ο χαμηλότερος από το 1999.

- ο αριθμός καταγγελιών που κατέγραψαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής αυξήθηκε το 2001 (+ 6,12 % σε σχέση με το 2000), αν και παρέμεινε ελαφρά χαμηλότερος από τον ανώτατο αριθμό που είχε σημειωθεί το 1999. Έτσι, οι καταγγελίες αντιπροσωπεύουν το 2001 6 στους 10 φακέλους παράβασης που άνοιξε η Επιτροπή το εν λόγω έτος.

Αντιστρόφως, οι υπηρεσίες της Επιτροπής άνοιξαν μικρότερο αριθμό φακέλων από ό,τι τα προηγούμενα έτη κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας ("αυτεπαγγέλτως αποκαλυφθείσες περιπτώσεις"). Ο αριθμός αυτός ανήλθε το 2001 σε 273 φακέλους, στους οποίους δεν συνυπολογίζονται οι περιπτώσεις μη ανακοίνωσης των μέτρων μεταφοράς οδηγιών.

Ο αριθμός διαδικασιών που κινήθηκαν για μη ανακοίνωση, από την πλευρά του, μειώθηκε στο κατώτατο επίπεδο από το 1996 και εξής.

- το 2001, απεστάλησαν 1050 προειδοποιητικές επιστολές, αριθμός που εκφράζει μείωση κατά 25,43% σε σχέση με το 2000, οπότε είχαν αποσταλεί 1317 επιστολές. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η αύξηση του συνολικού αριθμού των προειδοποιητικών επιστολών το 2000 είχε επηρεαστεί από την εξαιρετικά υψηλό αριθμό προειδοποιητικών επιστολών με εξουσιοδότηση λόγω μη ανακοίνωσης μέτρων μεταφοράς που οφειλόταν στην πλήρη απορρόφηση, στις αρχές του 2000, της συσσωρευμένης καθυστέρησης η οποία είχε σημειωθεί στη διαδικασία έκδοσης προειδοποιητικών επιστολών με εξουσιοδότηση. Συνεπώς, ο αριθμός του 2001 πρέπει να συγκριθεί μάλλον με τον αριθμό του 1999 (1075) και αντικατοπτρίζει έτσι μια κάποια σταθερότητα.

Πρέπει να υπενθυμιστεί στο σημείο αυτό ότι ο χρόνος που απαιτείται για τις διαδικασίες προειδοποιητικής επιστολής λόγω μη ανακοίνωσης μειώθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια του 2000 και ότι η τάση αυτή διατηρήθηκε το 2001, χάρη στη συνεχιζόμενη ανάπτυξη της βάσης δεδομένων για τις οδηγίες Asmodιe II.

- Ο αριθμός αιτιολογημένων γνωμών αυξήθηκε το 2001 από 460 σε 569, ήτοι κατά ποσοστό 23,7%. Εντούτοις, το ποσοστό αιτιολογημένων γνωμών σε σχέση με τον αριθμό εκκρεμών φακέλων παραμένει σταθερό (27,80% το 2001 έναντι 23,76% το 2000). Συνεπώς, η απότομη αύξηση του 2001 φαίνεται να οφείλεται μάλλον κατά μέγα μέρος στη σημαντική αύξηση της ταχύτητας κοινοποίησης στα κράτη μέλη (για υπενθύμιση, από 29 ημερολογιακές ημέρες κατά μέσον όρο σε +/- 24 ώρες): έτσι, οι αιτιολογημένες γνώμες που αποφασίστηκε να εκδοθούν τον Δεκέμβριο 2001 κοινοποιήθηκαν για πρώτη φορά εντός του ίδιου έτους. Συνεπώς, οι αριθμοί του 2001 περιλαμβάνουν τις αιτιολογημένες γνώμες που αποφασίστηκε να σταλούν τον Δεκέμβριο 2000 και τον Δεκέμβριο 2001. Μόνον λοιπόν οι αριθμοί του 2002 θα επιτρέψουν να επαληθευτεί η τάση.

- Ο αριθμός των προσφυγών στο Δικαστήριο μειώθηκε από 172 το 2000 σε 161 το 2001, ήτοι κατά ποσοστό 5,82 %. Η ελαφρά αυτή μείωση πρέπει επίσης να συσχετισθεί με τον μεγαλύτερο αριθμό αιτιολογημένων γνωμών που εκδόθηκαν το 2001 και με τη μείωση του χρόνου εκτέλεσης των αποφάσεων έκδοσης αιτιολογημένης γνώμης και των αποφάσεων προσφυγής. Ωστόσο, το ποσοστό προσφυγών παραμένει μάλλον σταθερό, σημειώνοντας αύξηση από 9,77 σε 10,33%.

- Η ταχύτητα επεξεργασίας των φακέλων διατηρήθηκε, με ελαφρά μείωση, το 2001 για τις προειδοποιητικές επιστολές με το 73 % των προειδοποιητικών επιστολών που κοινοποιήθηκαν να αφορούν φακέλους που ανοίχθηκαν το 2001. Αντιθέτως, η ταχύτητα αυξήθηκε για τις αιτιολογημένες γνώμες με 23 % των αιτιολογημένων γνωμών να αφορούν φακέλους που ανοίχθηκαν το 2001, ενώ το 2000, 14 % των αιτιολογημένων γνωμών που κοινοποιήθηκαν αφορούσαν διαδικασίες που είχαν κινηθεί το 2000. Η ελαφρά μείωση της ταχύτητας επεξεργασίας των φακέλων στο επίπεδο της προειδοποιητικής επιστολής είναι εντούτοις σχετική, λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου αριθμού προειδοποιητικών επιστολών με εξουσιοδότηση λόγω μη ανακοίνωσης που απεστάλησαν το 2000. Πράγματι, για τους εν λόγω φακέλους, το άνοιγμα του φακέλου συμπίπτει με την κοινοποίηση της προειδοποιητικής επιστολής, εφόσον η μη ανακοίνωση στοιχειοθετείται από μόνη τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς.

Γενικά ωστόσο, η ταχύτητα εξέτασης των φακέλων δεν έχει μειωθεί. Πράγματι, ενώ 49% των φακέλων που είχαν ανοιχθεί το 2000 παρέμεναν εκκρεμείς στις 31/12/2000, το αντίστοιχο ποσοστό στις 31/12/2001 ήταν 45,77% των φακέλων που είχαν ανοιχθεί το 2001.

- Ταυτόχρονα, η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας προ της προσφυγής επιβεβαιώνεται από τον αριθμό των αποφάσεων θέσης στο αρχείο, που παρέμεινε σταθερός το 2001 (1915 έναντι 1899 το 2000).

- Τέλος, η πολιτική διαφάνειας της Επιτροπής βελτιώθηκε το 2000, ιδίως με την εντονότερη διάδοση των πληροφοριών μέσω του Διαδικτύου (βλ. κατωτέρω). Από τις 17 Ιανουαρίου 2001, όλες οι πρόσφατες αποφάσεις προειδοποιητικής επιστολής, αιτιολογημένης γνώμης, προσφυγής και θέσης στο αρχείο δημοσιεύονται από την Επιτροπή στον εξυπηρετητή "Europa" - ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας στο Διαδίκτυο, στην ακόλουθη διεύθυνση:

http://europa.eu.int/comm/secretariat_general/sgb/droit_com/index_fr.htm

infractions

Τονίζεται ότι όλες αυτές οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες σε ελεύθερη πρόσβαση, ενώ προηγουμένως απευθύνονταν αποκλειστικά στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Εξάλλου, η Επιτροπή δημοσίευσε, το 2001, 93 ανακοινωθέντα Τύπου.

1.2. Η βελτίωση της διαδικασίας προ της προσφυγής το 2001

Οι δύο κύριες βελτιώσεις της διαδικασίας προ της προσφυγής το 2001 αφορούν την εκτέλεση των αποφάσεων και τη δημοσιότητα που τους δίδεται:

- όπως αναγγέλθηκε στην προηγούμενη, 18η έκθεση, η Επιτροπή κατέβαλε προσπάθειες να μειώσει το χρόνο εκτέλεσης που απαιτείται μεταξύ της έγκρισης των αποφάσεών της για θέματα παραβάσεων και της κοινοποίησής τους στα κράτη μέλη. Η προσπάθεια απλούστευσης επέτρεψε έτσι να μειωθεί από 29 ημερολογιακές ημέρες σε 24 ώρες ο απαιτούμενος χρόνος για την κοινοποίηση των προειδοποιητικών επιστολών και των αιτιολογημένων γνωμών στα οικεία κράτη μέλη μέσω της μόνιμης αντιπροσωπείας τους.

Αυτό έγινε δυνατό μέσω μιας προσπάθειας εναρμόνισης των υποδειγμάτων σύνταξης των κειμένων προειδοποιητικής επιστολής και αιτιολογημένης γνώμης και συγχρόνως μέσω της σύντμησης των διοικητικών σταδίων μεταξύ της απόφασης και της κοινοποίησης.

Ο χρόνος εκτέλεσης των αποφάσεων προσφυγής μειώθηκε επίσης, αλλά σε βαθμό λιγότερο σημαντικό. Χρησιμεύει συνήθως για τις ύστατες επαφές με το οικείο κράτος μέλος, ούτως ώστε να επιτύχει την εθελούσια συμμόρφωσή του πριν την προσφυγή στο Δικαστήριο.

- η βελτίωση της διαδικασίας παράβασης αποσκοπούσε επίσης στην ακόμα μεγαλύτερη διαφάνεια των σχετικών αποφάσεων που λαμβάνει η Επιτροπή. Αφενός, όπως αναγγέλθηκε στην προηγούμενη έκθεση, όλες οι πρόσφατες αποφάσεις προειδοποιητικής επιστολής, αιτιολογημένης γνώμης, προσφυγής και θέσης στο αρχείο είναι πλέον προσπελάσιμες στην ιστοθέση "Europa" της Γενικής Γραμματείας της Επιτροπής στην ακόλουθη διεύθυνση: http://europa.eu.int/comm/secretariat_general/sgb/droit_com/index_fr.htm

infractions.

Η δημοσίευση των πληροφοριών αυτών στο Διαδίκτυο επιτρέπει τόσο την πληρέστερη ενημέρωση του κοινού όσο και τη δημιουργία υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών (επίπτωση "peer pressure").

Αφετέρου, αυξήθηκε και η συχνότητα των στατιστικών που δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο, η οποία από τον Ιούλιο 2001 κατέστη πλέον εξαμηνιαία.

1.3. Η κατάσταση μεταφοράς των οδηγιών το 2001

Ο κατωτέρω πίνακας παρέχει γενική εικόνα της κατάστασης ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων εκτέλεσης για το σύνολο των οδηγιών που ίσχυαν στις 31 Δεκεμβρίου 2001.

Στις 31 Δεκεμβρίου 2001, τα κράτη μέλη είχαν ανακοινώσει κατά μέσο όρο το 97,41 % των εθνικών μέτρων εκτέλεσης που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των οδηγιών. Ο αριθμός αυτός αποδεικνύει σαφή βελτίωση της κατάστασης μεταφοράς σε σχέση με το 2000 (96,59%) και είναι ο υψηλότερος διαπιστωθείς αριθμός από το 1992 και εξής.

Εντούτοις, παραμένει χαμηλότερος από το στόχο του 98,5% τον οποίο καθόρισε το ευρωπαϊκό συμβούλιο της Στοκχόλμης για τη μεταφορά της νομοθεσίας περί εσωτερικής αγοράς. Στο συνολικό επίπεδο της προς μεταφορά κοινοτικής νομοθεσίας, πράγματι, μόνον η Δανία και η Ισπανία επιτυγχάνουν ανάλογο αριθμητικό στόχο.

Η σχετική κατάσταση κάθε κράτους μέλους εμφαίνεται στον κατωτέρω πίνακα.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Ο ανακεφαλαιωτικός πίνακας που παρεμβάλλεται στο τέλος του μέρους 2 του παραρτήματος IV (Τόμος V) της παρούσας έκθεσης εμφανίζει λεπτομερώς, ανά κράτος μέλος και ανά τομέα, το επίπεδο μεταφοράς που επετεύχθη το 2001.

1.4. Αιτήσεις παρέκκλισης από τα μέτρα εναρμόνισης - Άρθρο 95 της συνθήκης ΕΚ το 2001

Το άρθρο 95 (παράγραφοι 4-6) παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να διατηρούν ή να εισάγουν εθνικές διατάξεις παρεκκλίνουσες από μέτρα εναρμόνισης που θεσπίζονται σε κοινοτικό επίπεδο, εφόσον αυτό δικαιολογείται από επιτακτικές ανάγκες, και ιδίως για λόγους προστασίας της υγείας ή του περιβάλλοντος. Συμφώνως προς τη Συνθήκη, η Επιτροπή οφείλει να εγκρίνει ή να απορρίψει τις κοινοποιούμενες εθνικές διατάξεις εντός εξαμήνου. Εάν η πολυπλοκότητα του αντικειμένου το δικαιολογεί και δεν υπάρχει κίνδυνος για την υγεία του ανθρώπου, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την εν λόγω περίοδο μέχρι ένα εξάμηνο.

Το 2001, υποβλήθηκαν συνολικά 7 κοινοποιήσεις δυνάμει του άρθρου 95(4-6) από κράτη μέλη. Αφορούσαν κοινοποίηση της Γερμανίας δυνάμει του άρθρου 95(5) σχετικά με νέες εθνικές διατάξεις που υπερβαίνουν τα μέτρα της οδηγίας 1999/51/ΕΚ (η οποία απαγορεύει τη διακίνηση στο εμπόριο και τη χρησιμοποίηση οργανοκασσιτερικών ενώσεων που δρουν ως βιοκτόνα σε αντιρρυπαντικά χρώματα βαφής ελεύθερης πρόσφυσης), κοινοποίηση της Γερμανίας δυνάμει του άρθρου 95(4) σχετικά με τη διατήρηση εθνικών διατάξεων που παρεκκλίνουν από την οδηγία 2000/38/ΕΚ (προσαρμογή των συστημάτων φαρμακοεπαγρύπνησης), κοινοποίηση των Κάτω Χωρών δυνάμει του άρθρου 95(5) σχετικά με νέες εθνικές διατάξεις που υπερβαίνουν τα μέτρα της οδηγίας 94/60/ΕΚ (η οποία εναρμονίζει, μεταξύ άλλων, τη χρησιμοποίηση και τη διακίνηση του εμπόριο κρεωσότου και παρόμοιων αποσταγμάτων πίσσας, καθώς και παρασκευασμάτων που τα περιέχουν με περιορισμό της περιεκτικότητας B[a]P), κοινοποίηση του Ηνωμένου Βασιλείου δυνάμει του άρθρου 95(4) σχετικά με τη διατήρηση εθνικών διατάξεων που υπερβαίνουν τα μέτρα της οδηγίας 98/79/ΕΚ (η οποία εναρμονίζει τους κανόνες διακίνησης στο εμπόριο και χρησιμοποίησης των ιατροτεχνολογικών βοηθημάτων που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση in vitro), και κοινοποιήσεις της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας δυνάμει του άρθρου 95(4) σχετικά με τη διατήρηση εθνικών διατάξεων που παρεκκλίνουν από την οδηγία 76/116/EΟΚ, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/97/ΕΚ (που αφορά την ανώτατη επιτρεπτή συγκέντρωση καδμίου σε λιπάσματα και την απαγόρευση της κυκλοφορίας λιπασμάτων που περιέχουν κάδμιο σε συγκεντρώσεις ανώτερες εκείνων που είχαν καθοριστεί σε εθνικό επίπεδο στην Αυστρία, στη Φινλανδία και στη Σουηδία).

Το 2001, η Επιτροπή, με απόφαση που εξέδωσε στις 13.07.2001, απέρριψε το νέο σχέδιο γερμανικών εθνικών διατάξεων που αφορούσαν τη χρησιμοποίηση οργανοκασσιτερικών ενώσεων σε αντιρρυπαντικά χρώματα βαφής. Με απόφαση που εξέδωσε στις 18.07.2001, η Επιτροπή απέρριψε τη διατήρηση των εθνικών διατάξεων της Δανίας όσον αφορά τις υποχρεώσεις ανακοίνωσης των παρενεργειών φαρμακευτικών προϊόντων.

Μετά από παράταση της περιόδου εξέτασης με απόφαση που εκδόθηκε στις 13.07.2001, η Επιτροπή ενέκρινε τις εθνικές διατάξεις των Κάτω Χωρών σχετικά με τη διακίνηση στο εμπόριο και τη χρησιμοποίηση ξύλου που έχει υποστεί επεξεργασία με κρεώσοτο με απόφαση που εξέδωσε στις 23.01.2002. Συνεπώς, συμφώνως προς το άρθρο 95(7) της Συνθήκης, η Επιτροπή εξετάζει αν ενδείκνυται να προτείνει την προσαρμογή στην τεχνολογική πρόοδο, για δεύτερη φορά, των διατάξεων της οδηγίας 94/60/ΕΚ που αφορούν το κρεώσοτο και το ξύλο που έχει υποστεί επεξεργασία με κρεώσοτο επί τη βάσει των επιστημονικών στοιχείων που υπέβαλαν οι Κάτω Χώρες και της γνωμοδότησης που εξέδωσε για το θέμα η CSTEE.

Τέλος, με την απόφασή της από 25.01.2002, η Επιτροπή έκρινε απαράδεκτη την κοινοποίηση του Ηνωμένου Βασιλείου με την οποία ζητούσε τη διατήρηση των μέτρων του Κανονισμού περί Διατάξεων Δοκιμών και Υπηρεσιών HIV του 1992 επικαλούμενο το άρθρο 95(4) της Συνθήκης. Οι αποφάσεις της Επιτροπής για τις κοινοποιήσεις της Αυστρίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας σχετικά με τις συγκεντρώσεις καδμίου στα λιπάσματα βρίσκονται στο στάδιο της προετοιμασίας.

1.5. Η εφαρμογή των διεθνών συμφωνιών που συνάπτει η Κοινότητα και του δικαίου που απορρέει από αυτές

Δυνάμει του άρθρου 300 παράγραφος 7 της συνθήκης, οι συμφωνίες που συνάπτονται υπό τους όρους που καθορίζονται στο εν λόγω άρθρο δεσμεύουν τα όργανα της Κοινότητας και τα κράτη μέλη.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή κίνησε το 1998 διαδικασία λόγω παράβασης κατά της Ιρλανδίας για παραβίαση του άρθρου 5 του πρωτοκόλλου 28 της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Πράγματι, κατά παράβαση της εν λόγω διάταξης, η Ιρλανδία δεν έχει εγκρίνει μέχρι σήμερα τη Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, όπως τροποποιήθηκε δυνάμει της Πράξης των Παρισίων (1971). Η Επιτροπή προσέφυγε στο Δικαστήριο στις 19 Ιανουαρίου 2000, το οποίο με απόφασή του που εξεδόθη στις 19 Μαΐου 2002, απεφάνθη ότι η Ιρλανδία παραβίασε τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου 300, παράγραφος 7, ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του πρωτοκόλλου 28 που προσαρτάται στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο γενικός εισαγγελέας Mischo απέρριψε επίσης την επιχειρηματολογία του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τις ενδεχόμενες επιπτώσεις του μικτού χαρακτήρα μιας συμφωνίας στις αρμοδιότητες της Επιτροπής όσον αφορά τη διαδικασία λόγω παράβασης.

Η Επιτροπή έλαβε επίσης καταγγελίες που αφορούσαν τη μη τήρηση από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Κάτω Χώρες ορισμένων διατάξεων σχετικών με την ελεύθερη εγκατάσταση και την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων που περιέχονται στην Ευρωπαϊκή σύμβαση με την Πολωνία."

1.6. Παρουσίαση με γραφικές παραστάσεις του συνόλου των διαδικασιών παράβασης τις οποίες κίνησε ή διαχειρίστηκε η Επιτροπή κατά τη διάρκεια του 2001

Οι τρεις πίνακες που ακολουθούν περιλαμβάνουν τον αριθμό των φακέλων παράβασης που βρίσκονταν σε εξέλιξη στις 31 Δεκεμβρίου 2001, αντιστοίχως στο στάδιο της προειδοποιητικής επιστολής, της αιτιολογημένης γνώμης και της προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

1.7. Η εφαρμογή από την Επιτροπή του άρθρου 228 της συνθήκης ΕΚ (εξελίξεις το 2001)

Το 2001, η Επιτροπή διευκρίνισε τη στάση που ακολουθεί στον καθορισμό των χρηματικών ποινών τις οποίες προτείνει στο Δικαστήριο στο πλαίσιο των προσφυγών δυνάμει του άρθρου 228 ΕΚ. Υπενθυμίζεται ότι ο τρόπος υπολογισμού των προτεινομένων χρηματικών ποινών καθορίζεται σε δύο ανακοινώσεις της Επιτροπής του 1996 [1] και του 1997 [2]. Το 2001, η Επιτροπή διευκρίνισε την πρακτική της καθορίζοντας το συντελεστή "διάρκειας" της παράβασης (από την πρώτη απόφαση του Δικαστηρίου) σε 0,1 εκατοστιαία μονάδα ανά μήνα καθυστέρησης από τον 7ο μήνα από την έκδοση της απόφασης, εντός των ορίων που καθορίζει η ανακοίνωση του 1997.

[1] Ανακοίνωση σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 171 της Συνθήκης ΕΚ, ΕΕΕΚ αριθ. C 242 της 21/08/1996, σελ. 6-8.

[2] Ανακοίνωση σχετικά με τη μέθοδο υπολογισμού της χρηματικής ποινής που προβλέπεται από το άρθρο 171 της Συνθήκης ΕΚ, ΕΕΕΚ αριθ. C 063 της 28/02/1997, σελ. 2-4.

Η Επιτροπή έλαβε επίσης τρεις αποφάσεις δεύτερης παραπομπής με αίτημα επιβολής χρηματικής ποινής κατά της Ισπανίας, της Γαλλίας και του Λουξεμβούργου.

Οι τομείς τους οποίους αφορούν οι αποφάσεις αυτές είναι εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους, εφόσον πρόκειται για μια απόφαση στον τομέα του περιβάλλοντος (Ισπανία), μια απόφαση στον τομέα της αλιείας (Γαλλία) και μία στον τομέα των μεταφορών (Λουξεμβούργο).

Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι η διαδικασία δεύτερης προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου με αίτημα επιβολής χρηματικής ποινής δεν περιορίζεται πλέον, όπως κατά το παρελθόν, ουσιαστικά στον περιβαλλοντικό και στον κοινωνικό τομέα και συνεπώς αφορά όλο το εύρος των παραβάσεων.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η απόφαση δεύτερης προσφυγής κατά της Γαλλίας είναι η πρώτη στον τομέα της αλιείας.

Πολλοί φάκελοι μπόρεσαν επίσης να τεθούν στο αρχείο το 2001 μετά την εκτέλεση των αποφάσεων του Δικαστηρίου από το οικείο κράτος μέλος. Πρόκειται κυρίως για το φάκελο που αφορά τη χωματερή του Κουρουπητού, ο οποίος παραμένει, μέχρι σήμερα, ο μοναδικός φάκελος για τον οποίο το Δικαστήριο καταδίκασε κράτος μέλος να καταβάλει χρηματική ποινή. Οι ελληνικές αρχές ενέκριναν τα μέτρα που εξασφαλίζουν την εκτέλεση της πρώτης απόφασης του Δικαστηρίου στις 26 Φεβρουαρίου 2001 και κατέβαλαν το συνολικό ποσό των 5.400.000 εκατομμυρίων ευρώ ως χρηματική ποινή για την περίοδο από τον Ιούλιο 2000 έως το Μάρτιο 2001. Υπενθυμίζεται ότι η μη εκτελεσθείσα απόφαση αφορούσε την παράλειψη της Ελλάδας να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει τη διάθεση των τοξικών και επικίνδυνων αποβλήτων στην περιοχή Χανίων Κρήτης (και ιδίως το κλείσιμο της παράνομης χωματερής που βρισκόταν στις εκβολές του χειμάρρου Κουρουπητός), κατά παράβαση των υποχρεώσεων που επιβάλλουν οι οδηγίες 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1975 σχετικά με τα στερεά απόβλητα και 78/319/ΕΟΚ της 20ης Μαρτίου 1978 σχετικά με τα τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα.

Η Επιτροπή μπόρεσε επίσης να κλείσει το 2001 προηγούμενους φακέλους, για τους οποίους το κράτος μέλος κατάφερε να δώσει λύση όσον αφορά την εξασφάλιση της εκτέλεσης της απόφασης του Δικαστηρίου.

Πράγματι, στο παρόν στάδιο δεν εκκρεμεί κανένας φάκελος για τον οποίο να έχει ληφθεί απόφαση δεύτερης προσφυγής το 2000 ή προηγουμένως.

Ο ανακεφαλαιωτικός πίνακας κατωτέρω παρουσιάζει το σύνολο των αποφάσεων δεύτερης προσφυγής (και το αποτέλεσμά τους) τις οποίες έλαβε η Επιτροπή μετά την καθιέρωση της διαδικασίας αυτής από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΟΜΕΙΣ

2.1. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων

Γενικά, η ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων εφαρμόζεται με ικανοποιητικό τρόπο στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, καθώς και στο πλαίσιο των συναλλαγών με τρίτες χώρες. Ο αριθμός των υποθέσεων παράβασης μειώθηκε κατά τι το υπόψη έτος. Εντούτοις, ορισμένες από αυτές συνιστούν σοβαρά εμπόδια στην ομαλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς και βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας παράβασης.

Το 2001, το Δικαστήριο εξέδωσε μία μόνον απόφαση στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, η οποία αφορούσε το ασυμβίβαστο εθνικής ρύθμισης που επέβαλλε την εγγραφή στο εθνικό νόμισμα υποθήκης η οποία εξασφάλιζε απαίτηση πληρωτέα στο νόμισμα άλλου κράτους μέλους [3].

[3] Υπόθεση C-464/98 -'Εθνική νομοθεσία που απαγορεύει την εγγραφή υποθηκών σε αλλοδαπό νόμισμα' - απόφαση της 11ης Ιανουαρίου 2001.

Μεταξύ των σημαντικών παραβάσεων, εκείνες που αφορούν την απονομή στα κράτη μέλη "ειδικών δικαιωμάτων" ελέγχου επί των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας (ενέργεια, τηλεπικοινωνίες κλπ) δεν είναι μόνον πολυάριθμες, αλλά κυρίως παρουσιάζουν ιδιαίτερη σημασία όσον αφορά την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς. Μετά από την πρώτη απόφαση [4] του Δικαστηρίου στον τομέα αυτό, ασκήθηκε προσφυγή για τρεις άλλες περιπτώσεις παρόμοιων παραβάσεων, για τις οποίες ο Γενικός Εισαγγελέας υπέβαλε τα συμπεράσματά του [5] στις 3 Ιουλίου 2001. Η απόφαση του Δικαστηρίου θα επιτρέψει, αφενός, να εμβαθυνθεί η ερμηνεία που πρέπει να δίδεται στην ελευθερία επενδύσεων στο εσωτερικό της ΕΚ και, αφετέρου, να προσδιοριστούν οι ενέργειες που πρέπει να αναληφθούν για άλλες παρόμοιες περιπτώσεις οι οποίες βρίσκονται σε λιγότερο προχωρημένα στάδια της διαδικασίας λόγω παράβασης.

[4] Υπόθεση C-58/99 -'Ιδιωτικοποίηση δημοσίων επιχειρήσεων - Απονομή ειδικών εξουσιών' - απόφαση της 23ης Μαΐου 2000.

[5] Υπoθέσεις C-367/98, C-483/99, C-503/99 -'Ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας - Περιορισμοί στην απόκτηση συμμετοχών και παρέμβαση στη διαχείριση - Ενέργειες και ειδικές εξουσίες του κράτους' - συμπεράσματα της 3ης Ιουλίου 2001.

Εξάλλου, συνεχίζουν να ερευνώνται οι διάφοροι περιορισμοί στην αγορά ακινήτων που ισχύουν σε ορισμένα κράτη μέλη. Οι παραβάσεις αυτές, οι οποίες αποδεικνύουν το σχετικό κατακερματισμό της κοινοτικής αγοράς ακινήτων, περιορίζουν σημαντικά την άσκηση των θεμελιωδών ελευθεριών των ευρωπαίων πολιτών. Επίσης, συνεχίζουν να σημειώνονται άλλες παραβάσεις στον τομέα των περιορισμών στις επενδυτικές δραστηριότητες των επικουρικών συνταξιοδοτικών ταμείων.

Τέλος, οι διατάξεις που αφορούν τη δήλωση της διασυνοριακής διακίνησης μέσων πληρωμής τις οποίες εφαρμόζει ένα κράτος μέλος, και ειδικότερα η αναλογικότητα των επιβαλλομένων χρηματικών ποινών σε περίπτωση παράβασης της διοικητικής υποχρέωσης, αποτελούν επίσης αντικείμενο μιας περίπτωσης παράβασης για την οποία αποφασίστηκε να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου.

2.2. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Γενική επισκόπηση

Η ΓΔ Επιχειρήσεων διαχειριζόταν στις 31/12/2001 470 οδηγίες, από τις οποίες 452 εφαρμόζονταν την ημερομηνία αυτή. Οι καταγγελίες και οι παραβάσεις που συνδέονταν με αυτές τις οδηγίες αποτελούσαν περίπου το 4% του συνόλου των περιπτώσεων παράβασης που χειρίστηκε η Επιτροπή το 2001. Διαπιστώθηκε μείωση του αριθμού των φακέλων παραβάσεων που χειρίστηκε η ΓΔ Επιχειρήσεων το 2001 σε σχέση με το 2000.

Η μείωση αυτή οφείλεται, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι τα κράτη μέλη μετέφεραν σημαντικό αριθμό οδηγιών για τις οποίες είχαν κινηθεί διαδικασίες παράβασης λόγω μη μεταφοράς.

Παρά τη μείωση των περιπτώσεων παράβασης, η μη μεταφορά των οδηγιών συνεχίζει να αποτελεί μείζον πρόβλημα για τις επιχειρήσεις των αντίστοιχων τομέων (και συγκεκριμένα του τομέα των αυτοκινήτων, των χημικών ουσιών και των κεφαλαιουχικών αγαθών) και για τους καταναλωτές των προϊόντων αυτών, οι οποίοι δεν μπορούν να επωφεληθούν πλήρως από την ενιαία αγορά. Σήμερα, το ποσοστό μεταφοράς κυμαίνεται, ανάλογα με το κράτος μέλος, μεταξύ 95,19% και 99,12%. Οι περισσότερες περιπτώσεις παραβάσεων λόγω μη μεταφοράς αφορούν τον τομέα των αυτοκινήτων και ακολουθεί ο τομέας των χημικών ουσιών. Είναι σαφές ότι η πλήρης μεταφορά του βιομηχανικού κοινοτικού δικαίου θα επέτρεπε την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Οι δυσχέρειες που παρουσιάζονται στη μεταφορά των οδηγιών οφείλονται συχνά στο γεγονός ότι τα πρόσωπα που είναι επιφορτισμένα με τη διαπραγμάτευσή τους δεν είναι τα ίδια με εκείνα που συντάσσουν τα εθνικά μέτρα μεταφοράς και ασχολούνται στη συνέχεια με την πρακτική εφαρμογή τους.

Εξάλλου, το 2001 παρατηρήθηκε αύξηση των περιπτώσεων μη ορθής εφαρμογής και μη ορθής μεταφοράς. Οι περισσότερες από τις περιπτώσεις αυτές αφορούν τον τομέα των κεφαλαιουχικών αγαθών.

Λόγω της αύξησης αυτής, η ΓΔ Επιχειρήσεων εγγράφει συστηματικά περιπτώσεις μη ορθής εφαρμογής και μη ορθής μεταφοράς στην ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων « πακέτο » που διοργανώνει η Γενική Γραμματεία με θέμα τη μεταφορά των οδηγιών.

Από στατιστική άποψη, διαπιστώνεται ότι από το σύνολο των φακέλων που εξέτασε η ΓΔ Επιχειρήσεων, κινήθηκε διαδικασία λόγω παράβασης στο 80% των περιπτώσεων, αριθμός υψηλός που παραμένει αμετάβλητος από το 2000. Η ίδια τάση διαπιστώνεται όσον αφορά τον αριθμό παραβάσεων για τις οποίες αποφασίστηκε η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, ο οποίος παρέμεινε στο 8% του συνόλου των υπό εξέταση φακέλων.

Aνάλυση ανά τομέα

2.2.1. Χημικές ουσίες

Στον τομέα των χημικών ουσιών παρατηρήθηκε σημαντική μείωση των περιπτώσεων μη μεταφοράς. 23 παραβάσεις τέθηκαν στο αρχείο το 2001, από τις οποίες οι 17 αφορούσαν οδηγίες για τις οποίες η προθεσμία μεταφοράς είχε λήξει το 2000. Ωστόσο, δεδομένου ότι το 2001 έληξε η προθεσμία μεταφοράς μιας μόνον οδηγίας, δεν είναι δυνατόν να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι διαμορφώνεται τάση πολύ υψηλού βαθμού μεταφοράς σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Η κάλυψη των καθυστερήσεων φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι ο κύριος λόγος μη ανακοίνωσης είναι οι καθυστερήσεις τις οποίες παρουσιάζουν οι διαδικασίες μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο και όχι άλλοι παράγοντες.

Η μοναδική περίπτωση μη μεταφοράς που δεν φαίνεται να μπορεί να αποδοθεί στην καθυστέρηση της διαδικασίας μεταφοράς αφορά τον τομέα των εκρηκτικών (οδηγία 93/15/ΕΟΚ) και εξετάζεται σήμερα στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 228 της Συνθήκης, μετά την απόφαση του Δικαστηρίου η οποία εκδόθηκε το Μάρτιο 2000 και διαπίστωνε την παράλειψη της Γαλλίας να μεταφέρει την οδηγία 93/15/ΕΟΚ (υπόθεση C-327/98). Εντούτοις, φαίνεται ότι τα μέτρα μεταφοράς βρίσκονται στο στάδιο της έγκρισης.

Όσον αφορά τις περιπτώσεις μη ορθής μεταφοράς ή μη ορθής εφαρμογής, κινήθηκαν δυο νέες διαδικασίες λόγω παράβασης, οι οποίες αφορούν την παραβίαση ορισμένων οδηγιών σχετικών με περιορισμούς στη διακίνηση στο εμπόριο και στη χρησιμοποίηση ορισμένων επικίνδυνων ουσιών (λάμπες πετρελαίου, ενώσεις αρσενικού) ή με κανόνες για την επισήμανση των επικίνδυνων παρασκευασμάτων.

Δυο περιπτώσεις μη ορθής μεταφοράς ή μη ορθής εφαρμογής της οδηγίας για την εμπορία και τον έλεγχο εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (οδηγία 93/15/ΕΚ) αφορούν τη Γαλλία και τη Γερμανία. Όσον αφορά τη Γερμανία, η Επιτροπή αποφάσισε στις 23 Οκτωβρίου 2001, να προσφύγει στο Δικαστήριο.

2.2.2. Φαρμακευτικά προϊόντα

Κατά τη διάρκεια του 2001, όλες οι διαδικασίες λόγω μη μεταφοράς των οδηγιών που αφορούν τον τομέα των φαρμακευτικών προϊόντων τέθηκαν στο αρχείο. Εντούτοις, συνεχίζουν να υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά την εφαρμογή και την ερμηνεία των φαρμακευτικών οδηγιών από τις εθνικές αρχές, ιδίως όσον αφορά την οδηγία 89/105/ΕΟΚ (οδηγία "διαφάνεια") για τη διαφάνεια του καθορισμού των τιμών των φαρμάκων και της συμπερίληψής τους στο πεδίο εφαρμογής των εθνικών συστημάτων ασφάλισης ασθενείας. Η εν λόγω οδηγία προσφέρει, εντός συγκεκριμένων προθεσμιών, διαδικαστικές εγγυήσεις όσον αφορά τον καθορισμό των τιμών και του επιπέδου επιστροφής των εξόδων αγοράς φαρμάκων.

Μεγάλος αριθμός κρατών μελών όμως, δεν τηρούν τις απαιτήσεις της οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τις προθεσμίες εντός των οποίων πρέπει να εγκρίνεται και να κοινοποιείται η απόφαση που αφορά την τιμή ενός φαρμάκου, την απαίτηση αιτιολόγησης των λαμβανομένων αποφάσεων επί τη βάσει αντικειμενικών και επαληθεύσιμων κριτηρίων, την εξασφάλιση διαδικασιών προσφυγής κατά των εκδιδομένων αποφάσεων ή τους όρους κατάρτισης των « θετικών καταλόγων » φαρμάκων τα οποία καλύπτει το εθνικό σύστημα ασφάλισης ασθενείας.

Στο επίπεδο των διαδικασιών που κινήθηκαν εναντίον κρατών μελών λόγω παράβασης της οδηγίας 89/105/ΕΟΚ, αξίζει να αναφερθεί η απόφαση την οποία εξέδωσε το Δικαστήριο στις 27 Νοεμβρίου 2001 κατά της Αυστρίας, ενώ μια άλλη υπόθεση κατά της Φινλανδίας εκκρεμεί επίσης στο Δικαστήριο. Αποφασίστηκε επίσης να ασκηθεί προσφυγή κατά του Βελγίου, ενώ η προσφυγή που αποφασίστηκε να ασκηθεί κατά της Ελλάδας έχει προς το παρόν ανασταλεί λόγω των συζητήσεων που διεξάγονται μεταξύ της Επιτροπής και των ελληνικών αρχών. Συνεχίζονται επίσης εξαιρετικά έντονες συζητήσεις με άλλα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή της ίδιας οδηγίας.

Εκτός από την εφαρμογή της οδηγίας « διαφάνεια », συνεχίζονται δυο σημαντικές διαδικασίες κατά του Βελγίου και της Ιταλίας. Οι εν λόγω υποθέσεις αφορούν αντιστοίχως την εφαρμογή της οδηγίας 89/381/ΕΟΚ για τα παράγωγα του αίματος φαρμακευτικά προϊόντα και τους όρους αναστολής της έγκρισης κυκλοφορίας φαρμάκων στην Ιταλία. Και στις δύο περιπτώσεις, η Επιτροπή απέστειλε το 2001 συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη στις εν λόγω χώρες.

2.2.3. Καλλυντικά

Κατά τη διάρκεια του 2001, η Επιτροπή διαπίστωσε πρόοδο όσον αφορά τη μεταφορά της κοινοτικής νομοθεσίας για τα καλλυντικά και μπόρεσε να θέσει στο αρχείο πολλές διαδικασίες παράβασης που είχε κινήσει κατά κρατών μελών λόγω μη ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων μεταφοράς. Πράγματι, όλα τα κράτη μέλη κοινοποίησαν τα μέτρα μεταφοράς των οδηγιών 2000/6/ΕΚ και 2000/11/ΕΚ για την προσαρμογή της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ στην τεχνική πρόοδο. Ορισμένα μόνον κράτη μέλη δεν έχουν μεταφέρει ακόμη τις οδηγίες 97/18/ΕΚ και 2000/41/ΕΚ για τη μετάθεση της ημερομηνίας από την οποία απαγορεύονται τα πειράματα σε ζώα με συστατικά ή συνδυασμούς συστατικών καλλυντικών προϊόντων.

Εξάλλου, η Επιτροπή μπόρεσε επίσης να διαπιστώσει κάποια πρόοδο στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για τα καλλυντικά, εφόσον δεν χρειάστηκε να εξετάσει καμία νέα περίπτωση παράβασης.

2.2.4. Κεφαλαιουχικά αγαθά

Στον τομέα των μηχανικών και των ηλεκτρομηχανικών μέσων (συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού ατομικής προστασίας), και λαμβανομένου υπόψη ότι η τελευταία οδηγία που εγκρίθηκε σε αυτόν τον τομέα χρονολογείται από το 1999 (οδηγία 99/5/ΕΚ σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών), υφίστανται ελάχιστες περιπτώσεις μη μεταφοράς. Σε σχέση με την οδηγία 99/5/ΕΚ, η κατάσταση έχει ως εξής :

-δεδομένου ότι η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιρλανδία και η Ιταλία έχουν πλέον μεταφέρει την οδηγία 99/5/ΕΚ στο εσωτερικό τους δίκαιο, πράγμα που επέτρεψε να κλείσουν οι φάκελοι των παραβάσεων που τις αφορούσαν, παραμένει εν αταξία μόνον η Ελλάδα. Η Επιτροπή προσέφυγε στο Δικαστήριο κατά της Ελλάδας στις 18 Ιουλίου 2001 λόγω μη μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας.

Όσον αφορά τις περιπτώσεις μη ορθής εφαρμογής ή μη ορθής μεταφοράς των οδηγιών, σημειώθηκε σημαντική πρόοδος το 2001. Περισσότερες από το 60% των παραβάσεων που είχαν σημειωθεί σε αυτόν τον τομέα έκλεισαν κατά τη διάρκεια του έτους. Ο συνδυασμός συχνών άμεσων επαφών με τους αρμόδιους για τους φακέλους υπαλλήλους των εθνικών διοικήσεων και αυστηρής εφαρμογής των μέσων που παρέχει στην Επιτροπή το άρθρο 226 ΕΚ είχε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Στον τομέα της εποπτείας της αγοράς ιδίως, τα κράτη μέλη αποδείχθηκαν αποτελεσματικότερα από ό,τι κατά το παρελθόν και διενήργησαν τους απαραίτητους ελέγχους.

Στον τομέα της μετρολογίας, οι υφιστάμενες παραβάσεις γενικά αφορούν μόνον μη μεταφορά. Στον τομέα του εξοπλισμού υπό πίεση και των ιατροτεχνολογικών βοηθημάτων, οι περισσότερες παραβάσεις αφορούν την κακή εφαρμογή των σχετικών οδηγιών.

Και στον τομέα των συσκευών αερίου, οι υφιστάμενες παραβάσεις αφορούν αποκλειστικά την κακή εφαρμογή της οδηγίας 90/396/ΕΟΚ για τις συσκευές αερίου.

Όσον αφορά τις περιπτώσεις μη ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων μεταφοράς, η κατάσταση έχει λεπτομερέστερα ως εξής :

-Στις 20 Δεκεμβρίου 2001, αποφασίστηκε να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου για τη μη μεταφορά από τη Γερμανία της οδηγίας 97/23/ΕΚ σχετικά με τον εξοπλισμό υπό πίεση.

-Όσον αφορά την οδηγία 98/79/ΕΚ για τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση in vitro, όλα τα κράτη μέλη ανακοίνωσαν τα εθνικά μέτρα μεταφοράς, εκτός της Γαλλίας, η οποία επρόκειτο να ολοκληρώσει τη μεταφορά το 2002.

-Όσον αφορά την οδηγία 1999/103/ΕΚ σχετικά με τις μονάδες μέτρησης, αποφασίστηκε να αποσταλεί αιτιολογημένη γνώμη λόγω μη μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία.

Γενικά, τα κράτη μέλη δεν αντιμετώπισαν, κατ' αρχήν, ιδιαίτερα προβλήματα κατά τη μεταφορά των τριών προαναφερθεισών οδηγιών. Οι καθυστερήσεις στη μεταφορά οφείλονται μάλλον, εν μέρει, στην πολυπλοκότητα των εσωτερικών διαδικασιών.

Όσον αφορά τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης του εθνικού δικαίου με τις οδηγίες, η κατάσταση έχει ως εξής :

-Απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη βάσει του άρθρου 228 προς την Ιταλία λόγω μη συμμόρφωσης της εθνικής νομοθεσίας με την οδηγία 90/396/ΕΟΚ για τις συσκευές αερίου, κατόπιν της απόφασης που εξέδωσε το Δικαστήριο το 1999, με την οποία διαπίστωνε τη μη συμμόρφωση της εθνικής νομοθεσίας (υπόθεση C-97/112).

-Απεστάλη προειδοποιητική επιστολή προς την Πορτογαλία το 2001 λόγω μη συμμόρφωσης της εθνικής νομοθεσίας με την οδηγία 93/42 για τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα.

2.2.5. Μηχανοκίνητα οχήματα, ελκυστήρες, μοτοσικλέτες

Ο ρυθμός μεταφοράς οδηγιών που αφορούν την έγκριση τύπου μηχανοκίνητων οχημάτων, τους γεωργικούς ή δασικούς ελκυστήρες και τις μοτοσικλέτες ήταν ικανοποιητικός. Ο σημαντικότερος λόγος γι' αυτό φαίνεται να είναι ότι, σε αντίθεση προς το προηγούμενο έτος, το 2001 έληξε η προθεσμία μεταφοράς για μικρότερο αριθμό οδηγιών (11), πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα σημαντικά μικρότερο νομοθετικό φόρτο στα κράτη μέλη. Η κίνηση διαδικασίας παράβασης γενικά αρκεί για να εξασφαλίσει τη μεταφορά των οδηγιών μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, χωρίς να υπάρχει ανάγκη ανάληψης περαιτέρω δράσης ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Παρόλα ταύτα, πρέπει να σημειωθεί ότι στην υπόθεση C-83/00 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε στις 15 Μαρτίου 2001 απόφαση με την οποία έκρινε ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, παραλείποντας να προσαρμόσει τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές του διατάξεις κατά τρόπο που να πληροί τις απαιτήσεις της οδηγίας 97/24/ΕΚ σχετικά με ορισμένα στοιχεία και χαρακτηριστικά των δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων με κινητήρα, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη ΕΚ.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, λόγω της θέσπισης τροποποιητικής νομοθεσίας για την οδική κυκλοφορία στην Αυστρία, ορισμένες περιπτώσεις παραβάσεων λόγω της παράλειψης του εν λόγω κράτους μέλους να μεταφέρει εγκαίρως οδηγίες μπορούν πλέον να τεθούν στο αρχείο.

Η έγκριση τύπου οχημάτων γεννά συχνές δυσκολίες ερμηνείας τόσο λόγω της πολυπλοκότητας της νομοθεσίας όσο και της συνεχώς εξελισσόμενης τεχνολογίας. Η Επιτροπή σημειώνει με ικανοποίηση ότι οι ίδιες οι αρμόδιες για την έγκριση τύπου αρχές προσφεύγουν συχνά στα παγιωμένα δίκτυα αμοιβαίας ενημέρωσης και συζήτησης για την επίλυση ενδεχομένων δυσχερειών στην εφαρμογή των νομοθετικών διατάξεων. Η Επιτροπή συνεργάζεται στενά με τα κράτη μέλη για να επισημάνει σε ποια σημεία το νομοθετικό πλαίσιο χρήζει πιθανόν τροποποίησης.

2.2.6. Κανόνες πρόληψης που προβλέπονται από την οδηγία 98/34/ΕΚ

Η ΓΔ Επιχειρήσεων διαχειρίζεται και την οδηγία 98/34/ΕΚ. Η οδηγία αυτή θεσπίζει μια διαδικασία πληροφόρησης η οποία υποχρεώνει τα κράτη μέλη να υποβάλλουν στην Επιτροπή και στους εταίρους τους τα σχέδια τεχνικών κανονισμών προκειμένου να διενεργείται έλεγχος πριν από την οριστική τους έγκριση με βάση τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς. Πρόκειται για θεμελιώδες μέσο πρόληψης των εμποδίων στις συναλλαγές και αμοιβαίας πληροφόρησης.

Το 2001, η Επιτροπή έλαβε 530 σχέδια τεχνικών κανόνων (εκ των οποίων 25 αφορούσαν κανόνες σχετικούς με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, ενώ τα υπόλοιπα αφορούσαν προϊόντα), τα οποία εξετάστηκαν από τις υπηρεσίες της. Σε σχέση με το 2000, διαπιστώνεται μείωση του αριθμού κοινοποιήσεων. Η μείωση εξηγείται κυρίως λόγω της μείωσης των κοινοποιηθέντων σχεδίων στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Πράγματι, η οδηγία 99/5/ΕΚ σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή τον Απρίλιο 2000, ανάγκασε τα κράτη μέλη να κοινοποιήσουν τις ραδιοφωνικές τους διεπαφές, πράγμα που έκαναν κυρίως το 2000.

Εντούτοις, ο αριθμός των υποθέσεων για τις οποίες εκδόθηκε αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία το σχεδιαζόμενο μέτρο πρέπει να τροποποιηθεί ούτως ώστε να αρθούν τα μη αιτιολογημένα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών ή των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας που θα μπορούσαν ενδεχομένως να προκύψουν από αυτό, αυξήθηκε κατά τι το 2001. Αυτό αποδεικνύει ότι, παρόλο που ο αριθμός των κοινοποιουμένων σχεδίων μειώθηκε, η πολυπλοκότητά τους και τα εμπόδια που ενδέχεται να δημιουργήσουν για την εσωτερική αγορά αυξήθηκαν. Παράλληλα προς τις παραβάσεις της συνθήκης ΕΚ, ένα μεγάλο μέρος των αιτιολογημένων γνωμών που απεστάλησαν από την Επιτροπή ανέφεραν ότι τα κοινοποιηθέντα σχέδια ήταν ικανά να παραβιάσουν τις κοινοτικές οδηγίες που συνδέονται με την ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων ή υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας.

Η οδηγία διευκόλυνε επίσης, σε δεκαπέντε περίπου περιπτώσεις, τις εργασίες εναρμόνισης σε κοινοτικό επίπεδο, εμποδίζοντας την έγκριση εθνικών μέτρων που θα μπορούσαν να παγιώσουν τη στάση ορισμένων κρατών μελών σε ζητήματα όπου αναζητούνται κοινές λύσεις. Οι περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις συνδέονταν με την πρόταση οδηγίας για τα όργανα μέτρησης (COM (2000)566 τελικό), καθώς και την πρόταση κανονισμού για τις προϋποθέσεις υγειονομικής αστυνόμευσης που εφαρμόζονται στη μη εμπορική κυκλοφορία ζώων συντροφιάς (COM/2000/529 τελικό).

Μετά τη διαπίστωση παράβασης της οδηγίας, είτε λόγω έγκρισης νομοθετικού κειμένου που περιέχει τεχνικούς κανόνες οι οποίοι δεν έχουν κοινοποιηθεί κατ' εφαρμογή της οδηγίας 98/34/ΕΚ, είτε λόγω μη τήρησης των περιόδων status quo που προβλέπει η οδηγία 98/34/ΕΚ, η Επιτροπή αρχίζει διάλογο με το οικείο κράτος μέλος με στόχο την τακτοποίηση της κατάστασης (π.χ. μέσω της κοινοποίησης νέου σχεδίου), ή ακόμα και της κίνησης διαδικασίας λόγω παράβασης. Έως τα τέλη του 2001, συγκεντρώνονταν στοιχεία για δεκαπέντε περίπου διαδικασίες παράβασης, κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ο οποίος από τις 5 Αυγούστου 1999, περιλήφθηκε στη διαδικασία κοινοποίησης. Η αύξηση των περιπτώσεων παράβασης στον τομέα των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας οφείλεται στο ότι πρόκειται για νέο και πολύπλοκο τομέα στον οποίο τα κράτη μέλη συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν δυσχέρειες για την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής της οδηγίας 98/34/ΕΚ.

Με την απόφασή του στην υπόθεση Επιτροπή κατά Γαλλίας που εκδόθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2001 (C-230/99), το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο διευκρίνισε τη σχέση μεταξύ της αιτιολογημένης γνώμης που εκδίδεται κατ' εφαρμογή της οδηγίας 98/34/ΕΚ και των προειδοποιητικών επιστολών που αποστέλλονται βάσει του άρθρου 226 ΕΚ στο πλαίσιο των διαδικασιών παράβασης. Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι μια αιτιολογημένη γνώμη που εκδίδεται κατ' εφαρμογή της οδηγίας 83/189 (όπως κωδικοποιήθηκε από την οδηγία 98/34/ΕΚ), δεν μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμη προς προειδοποιητική επιστολή, διότι κατά το χρόνο έκδοσης της αιτιολογημένης γνώμης, το κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται δεν θεωρείται ότι έχει διαπράξει παράβαση του κοινοτικού δικαίου, εφόσον η πράξη υφίσταται μόνον ως σχέδιο.

Με σκοπό να ενταθεί ο διάλογος με τις επιχειρήσεις, δημιουργήθηκε δικτυακός τόπος ο οποίος περιλαμβάνει τα κοινοποιηθέντα σχέδια και βρίσκεται στη διάθεση των επιχειρήσεων στη διεύθυνση http://europa.eu.int/comm/enterprise/tris/index_fr.htm

2.2.7. Λοιπά

Στους υπόλοιπους τομείς ευθύνης της ΓΔ Επιχειρήσεων (όπως τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, τα παιχνίδια, οι κατασκευές, ο τουρισμός κλπ), διαπιστώθηκαν ελάχιστες περιπτώσεις παραβάσεων. Αξίζει να αναφερθούν οι τρεις ακόλουθες περιπτώσεις :

-Το 2001, η Επιτροπή απηύθυνε προειδοποιητική επιστολή προς το Βέλγιο για μη ορθή εφαρμογή της οδηγίας 94/25/ΕΚ για τα σκάφη αναψυχής.

-Η τελευταία διαδικασία λόγω παράβασης που παρέμενε εκκρεμής στον τομέα των κατασκευών και αφορούσε τον ποιοτικό έλεγχο ορισμένων τύπων εισαγόμενου χάλυβα στην Ελλάδα, μπόρεσε να τεθεί στο αρχείο μετά την έγκριση από την Ελλάδα υπουργικής απόφασης με την οποία τροποποιείται η νομοθεσία που ήταν αντίθετη προς το κοινοτικό δίκαιο.

-Αποφασίστηκε η εκτέλεση της προσφυγής κατά της Ιταλίας σχετικά με τα προτιμησιακά τιμολόγια που εφαρμόζονται μόνον στους ιταλούς πολίτες για την είσοδο στα ιταλικά δημόσια μουσεία και μνημεία.

2.3. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

Το 2001, η Επιτροπή εξέδωσε αποφάσεις σε 36 υποθέσεις τις οποίες χειρίστηκε η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού. [6] Για 32 από αυτές, ο φάκελος έκλεισε, ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις, αποφασίστηκε να ασκηθεί προσφυγή κατά του οικείου κράτους μέλους ενώπιον του Δικαστηρίου. Παρόλο που είναι δύσκολο να εξαχθούν συμπεράσματα ευρείας κλίμακας από αυτά τα στοιχεία, μπορεί να διαπιστωθεί με βεβαιότητα ότι, γενικά, τα κράτη μέλη λαμβάνουν μέτρα για να συμμορφωθούν με το κοινοτικό δίκαιο ανταγωνισμού. Πράγματι, οι υποθέσεις ανταγωνισμού αντιπροσωπεύουν μικρό μόνον μέρος των εικαζομένων παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου από τα κράτη μέλη τις οποίες εξετάζει αυτή τη στιγμή η Επιτροπή. Οι περισσότερες από τις καταγγελίες που υποβάλλονται στην Επιτροπή φαίνεται να είναι αβάσιμες, να μην αποτελούν προτεραιότητα ελλείψει κοινοτικής διάστασης, ή μπορεί να απορριφθούν διότι το οικείο κράτος μέλος έλαβε τα ενδεδειγμένα μέτρα κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης. Σημαντικό τμήμα των υποθέσεων παράβασης που εξετάζει η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού αφορά την εφαρμογή των οδηγιών ανταγωνισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών ή της διαφάνειας των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δημοσίων επιχειρήσεών τους. Τέλος, υπάρχει ένας αυξανόμενος αριθμός υποθέσεων που αφορούν τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, όπου η Επιτροπή πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι περιορισμοί του ανταγωνισμού δεν υπερβαίνουν το βαθμό που είναι απαραίτητος για να εξασφαλιστεί η πραγματική εκπλήρωση της αποστολής των φορέων παροχής της υπηρεσίας.

[6] Σημειωτέον ότι η παρούσα έκθεση δεν καλύπτει την εξέταση των εικαζομένων παραβάσεων των κοινοτικών κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις από την Επιτροπή.

2.3.1. Τηλεπικοινωνίες

Η Επιτροπή συνέχισε να παρακολουθεί την πραγματική εφαρμογή στα κράτη μέλη των οδηγιών για τον ανταγωνισμό που βασίζονται στο άρθρο 86(3) ΕΚ, καθώς και τη δημιουργία του κανονιστικού πλαισίου στην Ελλάδα, μετά την πλήρη ελευθέρωση των αγορών που άρχισε να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2001. Συνέχισε τις διαδικασίες του άρθρου 226 ΕΚ οι οποίες είχαν ήδη κινηθεί εναντίον ορισμένων κρατών μελών.

Εξάλλου, η Επιτροπή εξέτασε λεπτομερώς με τα κράτη μέλη και τους λοιπούς ενδιαφερομένους την πραγματική εφαρμογή των οδηγιών με την ευκαιρία της προετοιμασίας της έβδομης έκθεσης για την εφαρμογή των κανονιστικών ρυθμίσεων σε θέματα τηλεπικοινωνιών που εγκρίθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2001 [7].

[7] COM (2001) 706 τελικό.

Το 2001, εκκρεμούσαν ακόμα 20 διαδικασίες λόγω παράβασης κατά κρατών μελών που δεν είχαν μεταφέρει ορθώς τις εν λόγω οδηγίες ή είχαν παραλείψει να κοινοποιήσουν τα μέτρα μεταφοράς, 6 από τις οποίες έκλεισαν.

Μεταξύ άλλων, η Επιτροπή συνέχισε τη διαδικασία κατά του Λουξεμβούργου για το θέμα της χορήγησης δικαιωμάτων διέλευσης, η οποία κατέληξε σε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου το Φεβρουάριο 2001. Το Λουξεμβούργο κατηγορείται ότι δεν θέσπισε σαφείς κανόνες που να εγγυώνται τη μη διακριτική μεταχείριση των φορέων παροχής υπηρεσιών όσον αφορά τα δικαιώματα διέλευσης.

Στις 16 Οκτωβρίου 2001, το Δικαστήριο δικαίωσε την Επιτροπή στις διαδικασίες που είχε κινήσει κατά της Πορτογαλίας και της Ελλάδας. Στην απόφαση που αφορά την Πορτογαλία (υπόθεση C-429/99), το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι οι υπηρεσίες επανάκλησης δεν είναι υπηρεσίες φωνητικής τηλεφωνίας κατά την έννοια της οδηγίας 90/388/ΕΟΚ και ότι συνεπώς η πορτογαλική κυβέρνηση κακώς επεφύλαξε τις υπηρεσίες αυτές στον ιστορικό φορέα παροχής υπηρεσιών έως την ελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών. Στην απόφαση που αφορά την Ελλάδα (συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-396/99 και C-397/99), το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι σύμφωνα με την προαναφερόμενη οδηγία, η πρόσβαση στην αγορά κινητής τηλεφωνίας δεν μπορεί να περιορίζεται για λόγους άλλους εκτός από την έλλειψη συχνοτήτων. Όταν η πρόσβαση αυτή εξαρτάται από τη χορήγηση άδειας, το κράτος μέλος πρέπει να μεριμνά ώστε οι διαδικασίες χορήγησης της άδειας να είναι διαφανείς και δημόσιες και να εκτυλίσσονται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και κατά τρόπο μη συνεπαγόμενο δυσμενείς διακρίσεις.

Στις 6 Δεκεμβρίου 2001, το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση σε διαφορά μεταξύ της Επιτροπής και της Γαλλίας σχετικά με το μηχανισμό χρηματοδότησης της καθολικής υπηρεσίας που ισχύει στο εν λόγω κράτος μέλος από το 1997. Η Επιτροπή είχε προσφύγει στο Δικαστήριο για το θέμα τον Απρίλιο 2000. Το Δικαστήριο δικαίωσε πλήρως την Επιτροπή, κρίνοντας ότι οι γαλλικές διατάξεις παραβίαζαν τις αρχές της αναλογικότητας, της αντικειμενικότητας και της διαφάνειας που τάσσουν οι οδηγίες και ότι η Γαλλία παραβίασε επίσης τις υποχρεώσεις της όσον αφορά την τιμολογιακή εξισορρόπηση.

Πάντα όσον αφορά την τιμολογιακή εξισορρόπηση, την οποία επιτάσσει η οδηγία 96/19/ΕΚ, η Επιτροπή συνέχισε τη διαδικασία λόγω παράβασης κατά της Ισπανίας, αποστέλλοντας τον Ιούλιο 2001 συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη, στην οποία υπογράμμιζε ιδίως την ασυνέπεια μεταξύ των τιμολογίων αδεσμοποίητης πρόσβασης στον τοπικό βρόχο, τα οποία καθορίστηκαν το Δεκέμβριο 2000 και το καθεστώς ανωτάτου ορίου τιμής (price cap) που τροποποιήθηκε το Μάιο 2001, λόγω της οποίας ενδέχεται να εμφανιστεί φαινομένου ψαλίδας έως το 2003, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τα αποτελέσματα της αδεσμοποίητης πρόσβασης. Τα μέτρα που ανακοίνωσαν οι ισπανικές αρχές στην απάντησή τους στη συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη κρίθηκαν ανεπαρκή και για το λόγο αυτό, η Επιτροπή άσκησε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου στις 21 Δεκεμβρίου 2001.

Τον Ιούλιο 2001, απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη στην Ιταλία για μη έγκαιρη κοινοποίηση των μέτρων εκτέλεσης της οδηγίας 99/64/ΕΚ για τα καλωδιακά τηλεοπτικά δίκτυα. Επειδή το εν λόγω κράτος δεν αντέδρασε στην αιτιολογημένη γνώμη, η Επιτροπή αποφάσισε στις 20 Δεκεμβρίου 2001, να ασκήσει προσφυγή.

2.3.2. Ταχυδρομεία

Στον ταχυδρομικό τομέα, η Επιτροπή εξέδωσε στις 23 Οκτωβρίου 2001 απόφαση δυνάμει του άρθρου 86(3) ΕΚ σχετικά με τον έλεγχο των σχέσεων μεταξύ της γαλλικής εταιρείας La Poste και επιχειρήσεων που ειδικεύονται στη σύνθεση και στην προετοιμασία της αλληλογραφίας. Η Επιτροπή εκτιμά ότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων στις σχέσεις μεταξύ της εταιρείας La Poste και των ιδιωτικών επιχειρήσεων προετοιμασίας της αλληλογραφίας στην οποία η εταιρεία La Poste είναι συγχρόνως ανταγωνιστής των επιχειρήσεων αυτών και αναπόφευκτος εταίρος τους, λόγω του ταχυδρομικού μονοπωλίου της. Η γνώμη της Επιτροπής είναι ότι η εν λόγω σύγκρουση συμφερόντων ενθαρρύνει την εταιρεία La Poste σε κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Δεδομένου ότι η γαλλική νομοθεσία δεν προβλέπει επαρκώς αποτελεσματικό ή ανεξάρτητο έλεγχο ώστε να εξουδετερώσει την εν λόγω σύγκρουση συμφερόντων, η Επιτροπή έκρινε ότι η Γαλλία παραβιάζει το άρθρο 86 σε συνδυασμό με το άρθρο 82 ΕΚ.

2.3.3. Κρατικές ενισχύσεις

To 2001, η Επιτροπή εξέτασε τα εθνικά μέτρα εφαρμογής της οδηγίας 2000/52/ΕΚ [8] που κοινοποίησαν τα κράτη μέλη. Κίνησε διαδικασίες παράβασης έναντι όλων των κρατών μελών για τη μη κοινοποίηση ανάλογων μέτρων εντός της προθεσμίας που έτασσε η οδηγία. Στις 20 Δεκεμβρίου 2001, η Επιτροπή μπόρεσε να κλείσει τις διαδικασίες κατά της Δανίας, της Γερμανίας, της Αυστρίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, μετά των ανακοίνωση των εν λόγω μέτρων.

[8] Οδηγία της Επιτροπής της 26ης Ιουλίου 2000 για την τροποποίηση της οδηγίας 80/723/ΕΟΚ περί της διαφάνειας των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δημοσίων επιχειρήσεων.

2.4. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Οι κοινωνικές υποθέσεις εμπίπτουν στη αρμοδιότητα της ΓΔ Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, όσον αφορά τους διάφορους τομείς (ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, ίση μεταχείριση μεταξύ ανδρών και γυναικών, συνθήκες εργασίας και υγεία και ασφάλεια στο χώρο εργασίας) και τα διάφορα νομικά μέσα (Συνθήκη, κανονισμοί, οδηγίες). Μπορούν να γίνουν οι ακόλουθες γενικές παρατηρήσεις : Όσον αφορά τον τομέα την ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, διαπιστώνονται κυρίως προβλήματα (εντοπισμένα) μη ορθής εφαρμογής ορισμένων διατάξεων της Συνθήκης και κανονισμών. Στους υπόλοιπους τομείς (ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών, συνθήκες εργασίας και υγεία και ασφάλεια στο χώρο εργασίας) υπάρχουν κυρίως προβλήματα μη συμμόρφωσης και καμία φορά μη ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων μεταφοράς των οδηγιών.

Πρέπει ωστόσο να υπογραμμιστεί ότι από την ανάλυση της εμπειρίας που αποκτήθηκε στο πλαίσιο της διεκπεραίωσης των παραβάσεων αποδεικνύεται ότι οι λόγοι και η προέλευση των παραβάσεων ποικίλλουν. Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί και ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων, οι οποίοι διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο πλαίσιο της εκπόνησης και της εφαρμογής του κοινωνικού δικαίου. Φαίνεται λοιπόν δύσκολο να εξευρεθεί ενιαία λύση, αλλά μάλλον επιβάλλεται κατά περίπτωση προσέγγιση.

Από τα πιο σημαντικά συγκεκριμένα προβλήματα, θα μπορούσαν να αναφερθούν τα ακόλουθα.

Όσον αφορά τον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, συνεχίζουν να υπάρχουν (εντοπισμένα) προβλήματα μη ορθής εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης και των κανονισμών 1408/71 και 1612/68 που ισχύουν σχετικά. Πολλές διαδικασίες που είχαν ήδη κινηθεί συνεχίστηκαν. Ως παραδείγματα μπορούν να αναφερθούν η προβληματική που αφορά την αναγνώριση της επαγγελματικής εμπειρίας των δημοσίων υπαλλήλων, η οποία συνεχίζει να θέτει προβλήματα σε πολλά κράτη (απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη προς τη Γαλλία, τη Γερμανία και το Βέλγιο, ενώ η υπόθεση κατά της Αυστρίας συνεχίζει να εξετάζεται και αποφασίστηκε η προσφυγή στο Δικαστήριο όσον αφορά την Ιρλανδία). Οι υποθέσεις κατά της Γαλλίας που αφορούν την επιβολή της γενικευμένης κοινωνικής εισφοράς και της συνεισφοράς για την εξόφληση του κοινωνικού χρέους στα εισοδήματα των μεθοριακών εργαζομένων συνεχίζουν να εξετάζονται υπό το πρίσμα του άρθρου 228 της Συνθήκης, μετά τις αποφάσεις του Δικαστηρίου [9]. Παρόλο που εντωμεταξύ εγκρίθηκαν εκτελεστικά μέτρα, τα πρακτικά προβλήματα που συνεχίζουν να υφίστανται σχετικά με τον εφαρμοστέο τρόπο επιστροφής και το χρόνο παραγραφής εμπόδισαν την Επιτροπή να κλείσει τις υποθέσεις. Λόγω της έλλειψης ενημέρωσης όσον αφορά τα εθνικά μέτρα που ελήφθησαν για τη συμμόρφωση προς την απόφαση [10] που καταδικάζει την Ιταλία λόγω της μη αναγνώρισης των κεκτημένων δικαιωμάτων πρώην λεκτόρων ξένων γλωσσών ('Lettori') από ορισμένα ιταλικά πανεπιστήμια, και η εν λόγω διαδικασία συνεχίζεται υπό το πρίσμα του άρθρου 228 της Συνθήκης. Ωστόσο, η διαδικασία παράβασης κατά του Βελγίου [11] σχετικά με τη δυνατότητα επιστροφής του τέλους πανεπιστημιακής εγγραφής ('minerval') το οποίο εισπράττεται αχρεωστήτως από τους φοιτητές που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, η οποία συνεχιζόταν υπό το πρίσμα του άρθρου 228, είχε θετική εξέλιξη και συνεπώς μπόρεσε να κλείσει.

[9] 15 Φεβρουαρίου 2000, υπόθεση C-169/98 και C-34/98.

[10] απόφαση της 26ης Ιουνίου 2001, υπόθεση C-212/99.

[11] Λόγω μη εκτέλεσης της απόφασης της 3ης Μαΐου 1994 στην υπόθεση C-47/93.

Όσον αφορά τον τομέα της ίσης μεταχείρισης μεταξύ ανδρών και γυναικών, η διαδικασία του άρθρου 228 της Συνθήκης κατά της Γαλλίας σχετικά με την απαγόρευση της νυκτερινής εργασίας των γυναικών στη βιομηχανία, μπόρεσε τελικά να τεθεί στο αρχείο μετά την έγκριση εθνικών μέτρων που καταργούν την εν λόγω εθνική διάταξη. Μετά την ανακοίνωση των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της οδηγίας 96/97 [12] και τη συμμόρφωση προς την απόφαση του Δικαστηρίου [13], η διαδικασία κατά της Γαλλίας λόγω μη ανακοίνωσης, η οποία συνεχιζόταν υπό το πρίσμα του άρθρου 228 τέθηκε στο αρχείο.

[12] Που τροποποιεί την οδηγία 86/378 για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.

[13] απόφαση της 8ης Ιουλίου1999, υπόθεση C-354/99.

Η διαδικασία κατά της Ελλάδας λόγω μη ανακοίνωσης εθνικών μέτρων συμμόρφωσης προς την απόφαση του Δικαστηρίου που την καταδικάζει για τη μη ανακοίνωση της ίδιας οδηγίας [14], συνεχίζεται. Η υπόθεση μη ορθής εφαρμογής της οδηγίας 75/117 και 79/7 από την Ελλάδα (μη κατάργηση, με αναδρομική ισχύ, των διατάξεων των συλλογικών συμβάσεων που έθεταν προϋποθέσεις για τη χορήγηση επιδόματος γάμου και οικογενειακού επιδόματος στις γυναίκες εργαζόμενες οι οποίες δεν επιβάλλονται στους νυμφευμένους άνδρες εργαζομένους) [15] συνεχίζεται υπό το πρίσμα του άρθρου 228 της συνθήκης.

[14] Απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 2000, υπόθεση C-457/98.

[15] Απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 1999, υπόθεση C-187/98

Απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη προς τις βρετανικές αρχές για μη ορθή μεταφορά της οδηγίας 96/34 που αφορά τη γονική άδεια [16].

[16] Βλ. και την προδικαστική υπόθεση C-243/00 που εκκρεμεί.

Στον τομέα των συνθηκών εργασίας, συνεχίζουν να υφίστανται τα προβλήματα μη ορθής μεταφορά της οδηγίας 77/187 [17] στην Ιταλία (όπου δεν εφαρμόζεται σε ορισμένες περιπτώσεις κρίσης, όπως για παράδειγμα, ο προληπτικός δικαστικός πτωχευτικός συμβιβασμός και η διαδικασία έκτακτης διαχείρισης) και αποφασίστηκε η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου. Μετά τη λήψη εθνικών μέτρων εκτέλεσης των αποφάσεων του Δικαστηρίου που καταδίκαζαν τη Γαλλία λόγω της μη ανακοίνωσης των μέτρων μεταφοράς των οδηγιών 94/33 [18] και 93/104 [19] οι διαδικασίες αυτές τέθηκαν στο αρχείο. Δεν υπάρχουν πληροφορίες όσον αφορά τα μέτρα που έλαβαν οι ιταλικές αρχές για να συμμορφωθούν με την απόφαση που καταδικάζει την Ιταλία λόγω μη ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 93/104 [20], και έτσι η διαδικασία συνεχίζεται υπό το πρίσμα του άρθρου 228 της συνθήκης.

[17] Σχετικά με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβίβασης της επιχείρησης.

[18] σχετικά με την προστασία των νέων στην εργασία, απόφαση της 18ης Μαΐου 2000, υπόθεση C-45/99.

[19] σχετικά με ορισμένες πτυχές της διευθέτησης του χρόνου εργασίας, απόφαση της 8ης Ιουνίου 2000, υπόθεση C-46/99.

[20] Απόφαση της 9ης Μαρτίου2000, υπόθεση C-386/98.

Όσον αφορά την οδηγία 93/104 (ωράριο εργασίας) πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη στη Δανία λόγω του ότι η μεταφορά της οδηγίας έγινε με συλλογικές συμβάσεις που δεν καλύπτουν όλους τους εργαζομένους. Όσον αφορά τη μεταφορά της οδηγίας 98/59 (ομαδικές απολύσεις) από την Ιταλία και την Πορτογαλία, κινήθηκαν διαδικασίες παράβασης λόγω μη συμμόρφωσης και αποφασίστηκε να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου. Αποφασίστηκε επίσης να ασκηθεί προσφυγή όσον αφορά τα προβλήματα που συνδέονται με τη μη ορθή μεταφορά από τη Γερμανία της οδηγίας 96/71 [21], πράγμα που θα επιτρέψει στο Δικαστήριο να αποφανθεί σχετικά με την ερμηνεία της έννοιας του "ποσοστού κατώτατου μισθού".

[21] Σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών.

Στον τομέα της ασφάλειας και της υγείας στην εργασία, η καταδίκη της Αυστρίας από το Δικαστήριο λόγω μη ανακοίνωσης όλων των εθνικών μέτρων μεταφοράς των οδηγιών 95/30 [22], 97/59 [23] και 97/65 [24] (οι οποίες αφορούν τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία) αποδεικνύει κυρίως την ύπαρξη ενός σοβαρού διαρθρωτικού προβλήματος. Εντούτοις, οι περισσότερες διαδικασίες λόγω παράβασης που αφορούν τη μη συμμόρφωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς των βασικών οδηγιών και ορισμένων ισοδύναμων με αυτές ειδικών οδηγιών, περιορίζονται στις διατάξεις του σκληρού πυρήνα των εν λόγω οδηγιών. Για παράδειγμα, όσον αφορά τη μεταφορά της οδηγίας πλαίσιο 89/391, συνεχίζονται οι διαδικασίες λόγω μη ορθής μεταφοράς κατά της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Σουηδίας (και της Ισπανίας). Απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη στην Ιρλανδία και στη Φινλανδία, ενώ αποφασίστηκε η άσκηση προσφυγής για τις υποθέσεις που αφορούν την Πορτογαλία, τις Κάτω Χώρες και το Λουξεμβούργο. Η διαδικασία που αφορούσε τη μεταφορά από το Βέλγιο, ωστόσο, μπόρεσε να τεθεί στο αρχείο μετά τη λήψη ικανοποιητικών εθνικών μέτρων. Με απόφαση που εκδόθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2001 [25] η Ιταλία καταδικάστηκε για μη πλήρη μεταφορά της ίδιας οδηγίας. Προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου ασκήθηκε και για την μη συμμόρφωση των ιταλικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 90/270 (εργασία με οθόνες τερματικών) [26].

[22] Απόφαση της 14ης Ιουνίου 2001, υπόθεση C-473/99.

[23] Απόφαση της 11ης Οκτωβρίου 2001, υπόθεση C-110/00.

[24] απόφαση της 11ης Οκτωβρίου 2001, υπόθεση C-111/00.

[25] Υπόθεση C-49/00

[26] υπόθεση C-455/00

2.5. ΓΕΩΡΓΙΑ

Στο γεωργικό τομέα, η δράση ελέγχου της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου προσανατολίστηκε προς δύο άξονες, εκ των οποίων ο ένας αποσκοπεί στην κατάργηση των εμποδίων της ελεύθερης κυκλοφορίας των γεωργικών προϊόντων και ο άλλος στην πραγματική και ορθή εφαρμογή των ειδικότερων μηχανισμών της γεωργικής νομοθεσίας.

Στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των γεωργικών προϊόντων, θα πρέπει να παρατηρηθεί γενικά ότι επιβεβαιώθηκε η τάση μείωσης των κλασσικών εμποδίων της ελεύθερης κυκλοφορίας των γεωργικών προϊόντων, όπως οι συστηματικοί έλεγχοι κατά την εισαγωγή ή η απαίτηση πιστοποιητικών. Η δράση ελέγχου στράφηκε προς τις παρεμβάσεις των κρατών μελών που συνίστανται στην επιφύλαξη της χρησιμοποίησης σημάτων ποιότητας στα προϊόντα των χωρών ή των περιφερειών τους.

Στον τομέα αυτόν, η Επιτροπή αντιμετωπίζει παραδοσιακά μια σειρά πρωτοβουλιών προερχομένων από τα κράτη μέλη ή τους περιφερειακούς οργανισμούς τους με σκοπό να τονιστεί η ποιότητα των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων, ευνοώντας μεταξύ άλλων τη δημιουργία ειδικών σημάτων. Η Επιτροπή, φυσικά, ευνοεί κάθε πρωτοβουλία που αποσκοπεί στην πραγματική προώθηση μιας εγγενούς ποιότητας των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων που φέρουν σήμα ποιότητας και συνεπώς της δημιουργίας νέων δυνατοτήτων διάθεσης των προϊόντων, της βελτίωσης του εισοδήματος των παραγωγών και της προσφοράς μεγαλύτερης επιλογής στους καταναλωτές.

Εντούτοις, η Επιτροπή κινεί συστηματικά διαδικασίες λόγω παράβασης έναντι σημάτων ποιότητας τα οποία, κατά παράβαση του άρθρου 28 ΕΚ, όπως ερμηνεύτηκε από το Δικαστήριο με τις αποφάσεις Eggers της 12.10.1978 (υπόθεση C-13/78) και Montagne της 07.05.1997 (υπόθεση C-321/94), επιφυλάσσονται de jure ή de facto σε εθνικά ή περιφερειακά προϊόντα τα οποία όμως δεν παρουσιάζουν μια εγγενή ποιοτική ιδιαιτερότητα δεόντως αναγνωρισμένη ως τέτοια. Υπ' αυτές τις συνθήκες, τα εν λόγω σήματα δημιουργούν μια αυθαίρετη διάκριση εις βάρος των παραγωγών και παραγόντων άλλων κρατών μελών, καθώς και αδικαιολόγητα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή προσέφυγε στο Δικαστήριο για την υπόθεση του γερμανικού σήματος « CMA », που συνοδεύεται από τη μνεία "Markenqualitδt aus deutschen Landen", απαιτώντας μερικό εντοπισμό στο κράτος μέλος της διαδικασίας μεταποίησης των γεωργικών προϊόντων ή τροφίμων που το φέρουν (εκκρεμής υπόθεση C-325/00). Αποφασίστηκε επίσης προσφυγή στο Δικαστήριο για 11 γαλλικά περιφερειακά σήματα [27], ενώ απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη στην Ιταλία για δύο περιφερειακά σήματα ποιότητας [28].

[27] Στην περίπτωση της Γαλλίας οι διαδικασίες παράβασης που κινήθηκαν αφορούσαν τα ακόλουθα περιφερειακά σήμερα ποιότητας: "Normandie", "Nord-Pas-de-Calais", "Ardennes de France", "Limousin", "Languedoc-Roussillon", "Lorraine", "Savoie", "Franche-Comtι", "Corse", "Midi-Pyrιnιes", "Salaisons d'Auvergne" και "Qualitι France".

[28] Στην περίπτωση της Ιταλίας, οι διαδικασίες παράβασης που κινήθηκαν αφορούσαν τα περιφερειακά σήματα ποιότητας "Regione Siciliana-Marchio Qualitΰ", "Abruzzo Qualitΰ"

Όσον αφορά τα λιγότερο κλασσικά εμπόδια, όπως οι επανειλημμένες βιαιοπραγίες από ιδιώτες στη Γαλλία κατά των οπωροκηπευτικών προέλευσης άλλων κρατών μελών, και ιδίως Ισπανίας, και το γεγονός ότι οι δημόσιες αρχές δεν έλαβαν τα απαιτούμενα μέτρα για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι με την απόφαση της 9/11/1997 στην υπόθεση C-265/95 [29] το Δικαστήριο αποφάνθηκε με ισχύ δεδικασμένου ότι "Η Γαλλική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει όλα τα αναγκαία και ανάλογα μέτρα προκειμένου να μην εμποδίζεται από ενέργειες ιδιωτών η ελεύθερη κυκλοφορία οπωροκηπευτικών, παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΚ (ήδη άρθρο 28 ΕΚ) σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της εν λόγω συνθήκης (ήδη άρθρο 10 ΕΚ) και από την κοινή οργάνωση των αγορών των γεωργικών προϊόντων". Η ειρηνική εξέλιξη των τελευταίων περιόδων εμπορίας οπωροκηπευτικών προελεύσεως, μεταξύ άλλων, Ισπανίας, δείχνει ότι τα μέτρα δημόσιας τάξης που έλαβε η γαλλική κυβέρνηση για να συμμορφωθεί προς την απόφαση του Δικαστηρίου υπήρξαν αρκετά αποτελεσματικά σε σύγκριση με τις προηγούμενες καταστάσεις. Εντούτοις, το 2001 συνέβη ένα σημαντικό επεισόδιο, όταν παραγωγοί βοείου κρέατος επιτέθηκαν σε εργοστάσιο μεταποίησης που χρησιμοποιούσε κρέατα προερχόμενα από άλλα κράτη μέλη.

[29] Απόφαση της 6.11.1997, Συλλογή 1997, σελ.I-6959

Όσον αφορά τον έλεγχο της εφαρμογής των ειδικών μηχανισμών της κοινής οργάνωσης των αγορών, η Επιτροπή συνέχισε να αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη προσοχή την εφαρμογή των μέσων συγκράτησης της παραγωγής ή ολοκληρωμένης διαχείρισης και ελέγχου των κοινοτικών ενισχύσεων.

Οι διαδικασίες λόγω παράβασης που κινήθηκαν στον γαλακτοκομικό τομέα αφορούσαν τα κενά που διαπιστώθηκαν στην εφαρμογή του καθεστώτος γαλακτοκομικών ποσοστώσεων, και ιδίως την παράλειψη των ιταλικών και των ισπανικών αρχών να θέσουν σε πλήρη εφαρμογή το καθεστώς γαλακτοκομικών ποσοστώσεων, συγκεκριμένα όσον αφορά την καθυστέρηση που διαπιστώθηκε στην οριστική μεταφορά της οφειλόμενης συμπληρωματικής εισφοράς στους παραγωγούς που είναι υπεύθυνοι για την υπέρβαση της παραγωγής.

Στην Ιταλία η διαδικασία αφορούσε αρχικά την παράλειψη της Ιταλίας να επιβάλει την καταβολή στην αρμόδια αρχή της συμπληρωματικής εισφοράς που παρακρατούν οι αγοραστές λόγω της υπέρβασης των ατομικών ποσοστώσεων των παραγωγών για τις περιόδους 1995-96 και 1996-97.

Οι ιταλικές αρχές είχαν θεωρήσει ότι η καταβολή των εισπραχθέντων ποσών από τους αγοραστές δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί πριν από νέο εμπεριστατωμένο έλεγχο όσον αφορά το επίπεδο της ατομικής ποσότητας αναφοράς κάθε παραγωγού και το επίπεδο της πραγματικής παραγωγής του. Πράγματι, από τις εργασίες μιας εξεταστικής επιτροπής προέκυψε ότι είχαν σημειωθεί σημαντικές παρατυπίες σχετικά, σε σημείο να αμφισβητηθεί η ίδια η ύπαρξη της υπέρβασης. Η Επιτροπή παρακολούθησε από κοντά τις εργασίες ελέγχου των ιταλικών αρχών, και μάλιστα διεξήγαγε η ίδια πολλές αποστολές ελέγχου επιτόπου. Οι εργασίες περιελάμβαναν επαναπροσδιορισμό κάθε ατομικής ποσόστωσης, της παραγωγής, νέα αντιστάθμιση για τις παραδόσεις κάθε περιόδου σύμφωνα με τα νέα στοιχεία και νέα κοινοποίηση της οφειλομένης εισφοράς. Η Επιτροπή ενημερώθηκε για τους λόγους ορισμένων καθυστερήσεων που σημειώθηκαν κατά τη διαδικασία, ιδίως λόγω της ανάγκης να αποφανθεί το Συμβούλιο της Επικρατείας σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες. Όταν αποδείχθηκε ότι, παρά το κλείσιμο των πράξεων αυτών με νέα κοινοποίηση της οφειλόμενης εισφοράς, τα ποσά (εκτός εκείνων που δεν είναι δυνατόν να εισπραχθούν αμέσως λόγω δικαστικών αποφάσεων αναστολής των ενταλμάτων πληρωμής και αντιπροσωπεύουν ένα έως δύο τρίτα του συνόλου, ανάλογα με την περίοδο) συνέχιζαν κατά το μεγαλύτερο μέρος να οφείλονται, η Επιτροπή αναγκάστηκε να συνεχίσει τη διαδικασία και να την διευρύνει ώστε να καλύπτει τις περιόδους έως το 1999-2000.

Η συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη εκδόθηκε το Δεκέμβριο 2001. Πρέπει να σημειωθεί ότι η γενική δυνατότητα εξόφλησης με δόσεις που αποτελούσε μία από τις πτυχές της διαδικασίας καταργήθηκε.

Στην Ισπανία, οι παραγωγοί κατέβαλαν τμήμα μόνον της οφειλόμενης εισφοράς για τις περιόδους 1993-94, 1995-96 και 1996-97. Τόσο οι παραγωγοί όσο και οι αγοραστές κατέθεσαν μαζικές προσφυγές κατά των εναντίον τους αποφάσεων.

Μετά την κίνηση της διαδικασίας λόγω παράβασης, οι ισπανικές αρχές ενέκριναν νέα μέτρα διαχείρισης του καθεστώτος, με σκοπό ιδίως την αποφυγή νέων μαζικών προσφυγών στα δικαστήρια στο μέλλον. Βασικά στοιχεία των νέων μέτρων αποτελούσαν το υποχρεωτικό καθεστώς είσπραξης προκαταβολών από τους παραγωγούς που σημειώνουν υπέρβαση κατά τη διάρκεια της περιόδου και η επιβολή περιοριστικών όρων για την έγκριση των αγοραστών. Από τη διαχείριση του καθεστώτος κατά την περίοδο 1998-99 και εξής δεν προέκυψαν τα γενικευμένα προβλήματα που είχαν εντοπιστεί προηγουμένως.

Όσον αφορά τις δίκες που είχαν ήδη αρχίσει, οι ισπανικές αρχές προέβησαν στη σύσταση ασφαλειών για τα διεκδικούμενα ποσά σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων όπου αυτό είχε παραληφθεί προηγουμένως. Οι εν λόγω αρχές θεωρούν επί του παρόντος ότι η οφειλόμενη εισφορά έχει εξ ολοκλήρου καλυφθεί, είτε από ανάλογες ασφάλειες είτε από αναγκαστικώς εκτελούμενα εντάλματα είσπραξης.

Η καθυστέρηση που σημείωσε η Ελλάδα, λόγω εσωτερικών διοικητικών δυσχερειών, στην εφαρμογή του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου σχετικά με ορισμένα καθεστώτα κοινοτικών ενισχύσεων, όπως αυτό καθορίστηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, αποφασίστηκε ότι δικαιολογεί προσφυγή στο Δικαστήριο. Ο εν λόγω κανονισμός αποβλέπει στην εναρμόνιση και στον εξορθολογισμό των μέτρων διαχείρισης και ελέγχου των καθεστώτων κοινοτικών ενισχύσεων, ιδίως στον τομέα των αροτραίων καλλιεργειών και του βοείου, προβείου και αιγείου κρέατος, με σκοπό να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητά τους μέσω μιας πολιτικής για την πρόληψη και καταστολή των παρατυπιών που ενδέχεται να προκύψουν στο πλαίσιο ενεργειών χρηματοδοτούμενων από το ΕΓΤΠΕ. Το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3508/92, όπως τροποποιήθηκε, απαιτεί από κάθε κράτος μέλος τη δημιουργία, πριν από την 1η Ιανουαρίου 1997, ολοκληρωμένου συστήματος που περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία: μηχανογραφημένη βάση δεδομένων, αλφαριθμητικό σύστημα αναγνώρισης των αγροτεμαχίων, αλφαριθμητικό σύστημα αναγνώρισης και καταγραφής των ζώων, αιτήσεις ενίσχυσης και, τέλος, ολοκληρωμένο σύστημα ελέγχου. Ωστόσο, οι ελληνικές αρχές δεν ανταποκρίθηκαν πλήρως στις προαναφερθείσες απαιτήσεις που προορίζονταν να εξασφαλίσουν τη νομιμότητα και την κανονικότητα των πληρωμών που καταβάλλονται από τις κοινοτικές αρχές. Συγκεκριμένα, φαίνεται ότι η αναγνώριση και η αρίθμηση των αγροτεμαχίων δεν έχει καν αρχίσει, ενώ η διαδικασία καταγραφής και αναγνώρισης των ζώων βρίσκεται σε εμβρυακό στάδιο. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν υπάρχουν λειτουργικές βάσεις δεδομένων.

Τέλος, μετά την απόφαση της 16/07/1998 στην υπόθεση C-136/96 [30], οι γαλλικές αρχές εγκατέλειψαν τη στάση ανοχής απέναντι στην εμπορία και τον τρόπο παρουσίασης, κατά παράβαση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89, αλκοολούχων ποτών με προσθήκη ορισμένου ποσοστού νερού στο ουίσκι και τη χρησιμοποίηση του γενικού όρου "ουίσκι" στους όρους ονομασίας πώλησης. Η διαδικασία λόγω παράβασης που είχε κινηθεί για το θέμα μπόρεσε να τεθεί στο αρχείο. Υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή είχε εκδώσει αιτιολογημένη γνώμη κατά της Γαλλικής Δημοκρατίας, διότι η τελευταία επέτρεπε την εμπορία στο έδαφός της αλκοολούχων ποτών που παράγονται με την προσθήκη ορισμένου ποσοστού νερού στο ουίσκι και τη χρησιμοποίηση του γενικού όρου "ουίσκι" στους όρους ονομασίας πώλησης. Όμως, μεταξύ των χαρακτηριστικών που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 τα οποία πρέπει να πληροί το ουίσκι, συγκαταλέγεται η απαίτηση αλκοολικού τίτλου τουλάχιστον 40 βαθμών και η απαγόρευση προσθήκης νερού σε αλκοολούχο ποτό για να αποφεύγεται η αλλοίωση της φύσης του προϊόντος.

[30] Απόφαση της 16.07.1998, Συλλογή 1998, σελ.I-4571

Όσον αφορά τη μεταφορά των γεωργικών οδηγιών, η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία λόγω παράβασης έναντι 7 κρατών μελών που δεν είχαν μεταφέρει εγκαίρως την οδηγία 1999/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1999 για τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου. Η ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς επέτρεψε πλέον να τεθούν στο αρχείο οι εν λόγω διαδικασίες.

Σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 98/34/ΕΚ, που επιβάλλει στα κράτη μέλη και στις χώρες ΕΖΕΣ τη γνωστοποίηση πριν από τη θέσπιση οποιουδήποτε σχεδίου νομοθεσίας που περιέχει τεχνικά πρότυπα και κανονισμούς, τα οποία ενδέχεται να δημιουργήσουν εμπόδια στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές στο γεωργικό τομέα, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι το 2001 υπήρξε, για άλλη μια φορά, καρποφόρο όσον αφορά την κοινοποίηση σχεδίων στην Επιτροπή στο πλαίσιο της εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.

Έτσι, στο γεωργικό τομέα, εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια του 2001, σε σχέση με το άρθρο 28 της Συνθήκης ΕΚ και με το παράγωγο δίκαιο, 143 σχέδια νομοθετικών κειμένων που κοινοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη και τις χώρες ΕΖΕΣ (για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία κοινοποίησης που θεσπίστηκε από την οδηγία 98/34/ΕΚ, βλέπε το κεφάλαιο 2.2.6).

2.6. ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Κατά τη διάρκεια του 2001, η ΓΔ Ενέργειας και Μεταφορών εξέτασε 230 φακέλους παραβάσεων, εκ των οποίων 126 αφορούσαν παραβάσεις λόγω μη ανακοίνωσης μέτρων μεταφοράς οδηγιών και 104 παραβάσεις λόγω μη ορθής μεταφοράς των οδηγιών ή μη ορθής εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Διαπιστώνεται σημαντική μείωση του αριθμού παραβάσεων, η οποία οφείλεται στην αύξηση του αριθμού των φακέλων που τέθηκαν στο αρχείο κατά την εν λόγω περίοδο (114, εκ των οποίων 62 φάκελοι παραβάσεων λόγω μη ανακοίνωσης). Η κατάσταση αυτή είναι το άμεσο αποτέλεσμα της θεαματικής βελτίωσης του ποσοστού μεταφοράς των οδηγιών « Μεταφορές » που αυξήθηκε σημαντικότατα από 88,5% στις 31 Δεκεμβρίου 2000, σε 94% στις 31 Δεκεμβρίου 2001. Ανοίχτηκαν 62 νέοι φάκελοι παραβάσεων (εκ των οποίων 48 περιπτώσεις μη ανακοίνωσης), ενώ η ΓΔ Ενέργειας και Μεταφορών εξέτασε κατά την ίδια περίοδο 10 υποβληθείσες καταγγελίες. Τέλος, το Δικαστήριο εξέδωσε 10 αποφάσεις λόγω παράβασης.

Ενέργεια

2.6.1. Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου

Η οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας μεταφέρθηκε στο εσωτερικό δίκαιο όλων των κρατών μελών. Πρέπει να σημειωθεί ότι το Βέλγιο, που έπρεπε να μεταφέρει την οδηγία το αργότερο μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου 1999, δεν την έχει ακόμα μεταφέρει πλήρως και αναμένονται ακόμα τα διατάγματα εφαρμογής. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει ενώπιον του Δικαστηρίου. Η διαδικασία παράβασης κατά της Γαλλίας λόγω ελλιπούς μεταφοράς και μη συμμόρφωσης των εθνικών μέτρων εκτέλεσης της εν λόγω οδηγίας τέθηκε στο αρχείο κατά τη διάρκεια του 2001.

Η οδηγία 98/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου έπρεπε να έχει μεταφερθεί το αργότερο μέχρι τις 10 Αυγούστου 2000. Η Γαλλία δεν έχει μεταφέρει μέχρι σήμερα την οδηγία και, συνεπώς, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο. Οι διαδικασίες λόγω μη ανακοίνωσης κατά του Λουξεμβούργου και της Πορτογαλίας τέθηκαν στο αρχείο κατά τη διάρκεια του 2001. Εξάλλου, η Γερμανία μετέφερε μόνον εν μέρει την οδηγία και, για το λόγο αυτό, κινήθηκε διαδικασία παράβασης εναντίον της. Στις 13 Ιουνίου 2001, κοινοποιήθηκε στις γερμανικές αρχές αιτιολογημένη γνώμη.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συνεχίζουν να αναλύουν τη συμμόρφωση των εθνικών μέτρων εκτέλεσης των δύο αυτών οδηγιών για όλα τα κράτη μέλη.

2.6.2. Ενεργειακή απόδοση

Όλες οι οδηγίες εφαρμογής της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ της 22ας Σεπτεμβρίου 1992 για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας και των λοιπών πόρων των οικιακών συσκευών με την επισήμανση και την παροχή ομοιόμορφων πληροφοριών σχετικά με τα προϊόντα [31] έχουν πλέον μεταφερθεί από όλα τα κράτη μέλη.

[31] -Οδηγία 94/2/ΕΚ, Οδηγία 95/13/ΕΚ, Οδηγία 95/12/ΕΚ, Οδηγία 96/60/ΕΚ, Οδηγία 96/89/ΕΚ, Οδηγία 97/17/ΕΚ, Οδηγία 1999/9/ΕΚ και Οδηγία 98/11/ΕΚ για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας ορισμένων οικιακών συσκευών.

Η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Σεπτεμβρίου 2000 σχετικά με τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα στραγγαλιστικά πηνία που προορίζονται για τους λαμπτήρες φθορισμού έληξε στις 20 Νοεμβρίου 2001, αλλά μόνον 4 κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει μέτρα μεταφοράς.

Οι διαδικασίες παράβασης σχετικά με τη μη ορθή μεταφορά της οδηγίας 93/76/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 1993, για τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακος με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης (Save) τέθηκαν στο αρχείο μετά τη διαβίβαση των εκθέσεων για την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας από τα κράτη μέλη, εκτός από τις διαδικασίες κατά της Ιρλανδίας και του Λουξεμβούργου στα οποία κοινοποιήθηκαν αιτιολογημένες γνώμες στις 23 Οκτωβρίου 2001.

2.6.3. Υδρογονάνθρακες

Η οδηγία 98/93/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 68/414/ΕΟΚ περί υποχρεώσεως διατηρήσεως ενός ελαχίστου επιπέδου αργού πετρελαίου ή/και προϊόντων πετρελαίου από τα κράτη μέλη, η οποία έπρεπε να έχει μεταφερθεί το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1999, έχει μεταφερθεί από όλα τα κράτη μέλη. Εντούτοις, κινήθηκε διαδικασία λόγω μη ορθής μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας κατά της Ελλάδας προς την οποία απεστάλη προειδοποιητική επιστολή στις 23 Οκτωβρίου 2001.

2.6.4. Εξωτερικές σχέσεις στον ενεργειακό τομέα

Στις 20 Δεκεμβρίου 2001, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία παράβασης με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής προς την Ιρλανδία σχετικά με την παράβαση της υποχρέωσης ενότητας στη διεθνή εκπροσώπηση της Κοινότητας στο πλαίσιο του Διεθνούς Γραφείου Ενέργειας, την οποία τάσσει το άρθρο 10 ΣΕΚ.

Μεταφορές

Στον τομέα της κοινοτικής νομοθεσίας των μεταφορών, κατά τη διάρκεια του 2001, έληξε η προθεσμία μεταφοράς για 6 νέες οδηγίες, αλλά το ποσοστό μεταφοράς βελτιώθηκε σαφώς. Ο αριθμός καταγγελιών που καταγράφηκαν (10) από τις υπηρεσίες παραμένει σταθερός από το ένα έτος στο άλλο. Αντιθέτως, ο αριθμός διαδικασιών λόγω παράβασης για τις οποίες λαμβάνεται απόφαση άσκησης προσφυγής ενώπιον του ΔΕΚ εκ μέρους της Επιτροπής παραμένει σημαντικός με 24 προσφυγές το 2001 (έναντι 39 το 2000 και 30 το 1999). Έτσι, ο συνολικός αριθμός των φακέλων για τους οποίους η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο ανέρχεται πλέον σε 61. Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ο μεγάλος αριθμός αποφάσεων λόγω παράλειψης που δεν εκτελούνται από τα κράτη μέλη (15 έναντι 9 το 2000) και να υπογραμμιστεί η περίπτωση της Ιρλανδίας με 6 μη εκτελεσθείσες αποφάσεις [32].

[32] Τρεις φάκελοι λόγω μη εκτέλεσης απόφασης ενδέχεται να τεθούν οριστικά στο αρχείο εντός του πρώτου τριμήνου του 2002.

2.6.5. Οδικές μεταφορές

Η μεταφορά της οδηγίας 98/76/ΕΚ που έχει ως στόχο να διευκολύνει την πραγμάτωση του δικαιώματος εγκαταστάσεως των οδικών μεταφορέων στον τομέα των εσωτερικών και διεθνών μεταφορών τροποποιώντας την οδηγία 96/26/ΕΚ περί προσβάσεως στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων και επιβατών, παραμένει ανησυχητική, εφόσον εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου 4 διαδικασίες λόγω μη ανακοίνωσης κατά της Γαλλίας, του Λουξεμβούργου, του Βελγίου και της Σουηδίας [33]. Μάλιστα, στις 13 Δεκεμβρίου, εκδόθηκε απόφαση κατά του Λουξεμβούργου η οποία διαπίστωσε την παράβαση. Οι διαδικασίες κατά της Ιταλίας και της Ελλάδας τέθηκαν στο αρχείο κατά τη διάρκεια του 2001. Οι φινλανδικές αρχές ανακοίνωσαν τις διατάξεις σχετικά με τη μεταφορά της οδηγίας 96/26/ΕΚ για τις νήσους Εland και η παράβαση μπόρεσε να τεθεί στο αρχείο.

[33] Η υπόθεση κατά της Σουηδίας ενδέχεται να τεθεί στο αρχείο το πρώτο τρίμηνο του 2002.

Στον τομέα της ασφάλειας της οδικής μεταφοράς επικίνδυνων εμπορευμάτων, η Ιρλανδία δεν έχει ακόμα εκτελέσει τις δύο αποφάσεις [34] που εκδόθηκαν το 2000 σχετικά με τη μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων εκτέλεσης των οδηγιών 94/55/ΕΚ και 96/86/ΕΚ που επιτρέπουν την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά την οδική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων σε συσκευασίες ή χύμα και της οδηγίας 95/50/ΕΚ για την καθιέρωση ενιαίων διαδικασιών στον τομέα του ελέγχου των οδικών μεταφορών των επικίνδυνων εμπορευμάτων. Λόγω του ότι η οδηγία 99/47/ΕΚ που αποτελεί τη δεύτερη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 94/55/ΕΚ για την οδική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, δεν έχει μεταφερθεί από την Ιρλανδία, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο. Από την άποψη αυτή, πρέπει να σημειωθεί, όπως και το προηγούμενο έτος, ότι η Ιρλανδία δεν έχει μεταφέρει καμία σχεδόν οδηγία σχετικά με την οδική ή σιδηροδρομική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων. Αντίθετα, 3 διαδικασίες παράβασης μπόρεσαν να τεθούν στο αρχείο κατά το πρώτο τρίμηνο του 2002.

[34] Υπόθεση C-1999/408 - Απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Σεπτεμβρίου 2000 - Επιτροπή κατά Ιρλανδίας -

Στον ίδιο τομέα, όλα τα κράτη μέλη μετέφεραν τις οδηγίες 96/35/ΕΚ και 2000/18/ΕΚ σχετικά με το διορισμό και την επαγγελματική κατάρτιση συμβούλων ασφαλείας για την οδική, σιδηροδρομική και πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων.

Η Ιρλανδία είναι το μόνο κράτος μέλος που δεν έχει μεταφέρει ακόμα την οδηγία 1999/52/ΕΚ για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 96/96/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τον τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους. Στις 20 Δεκεμβρίου 2001, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει για το θέμα στο Δικαστήριο.

Στον τομέα της οδικής φορολόγησης, η παράβαση κατά του Βελγίου λόγω μη συμμόρφωσης των μέτρων εκτέλεσης της οδηγίας 93/89/ΕΟΚ (σχετικά με τους φόρους, τα διόδια και τα τέλη χρήσης) τέθηκε στο αρχείο. Η απόφαση του Δικαστηρίου κατά της Αυστρίας στην υπόθεση που αφορά τα διόδια του Brenner [35] δεν έχει ακόμα εκτελεστεί πλήρως και για το λόγο αυτό, η Επιτροπή αποφάσισε, στις 20 Δεκεμβρίου 2001, να αποστείλει προειδοποιητική επιστολή δυνάμει του άρθρου 228 παρ. 2. Η οδηγία 99/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 1999, περί επιβολής τελών στα βαρέα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένα έργα υποδομής, μεταφέρθηκε από όλα τα κράτη μέλη, εκτός του Βελγίου.

[35] Υπόθεση C-1998/205 - Απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Σεπτεμβρίου 2000 - Επιτροπή κατά Aυστρίας -

Όσον αφορά το φάκελο των αδειών οδήγησης, η συμμόρφωση της μεταφοράς της οδηγίας 91/439/ΕΟΚ εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά ανησυχητική. Πράγματι, από την ανάλυση των εθνικών μέτρων μεταφοράς διαπιστώθηκαν πολυάριθμα σημεία μη συμμόρφωσης σε 6 κράτη μέλη Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία, Δανία, Κάτω Χώρες και Ελλάδα [36], όπως η ελάχιστη ηλικία για μια κατηγορία οχημάτων, η ανανέωση της άδειας οδήγησης για τους πολίτες που δεν κατοικούν πλέον στο κράτος μέλος χορήγησής της, τα κριτήρια των οχημάτων που χρησιμοποιούνται για την εξέταση, η διάρκεια της πρακτικής δοκιμασίας, οι ελάχιστοι κανόνες σχετικά με τη σωματική και την πνευματική ικανότητα. Επιπλέον, οι διαδικασίες συστηματικής καταχώρησης των αδειών οδήγησης των οποίων οι κάτοχοι αλλάζουν κράτος κατοικίας, αντίκεινται στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης των αδειών οδήγησης.

[36] Η παράβαση κατά της Ελλάδας θα τεθεί στο αρχείο κατά το πρώτο τρίμηνο του 2002

Η απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Ιανουαρίου 1998 [37], με την οποία διαπιστώθηκε η παράλειψη της Ιταλίας να εκτελέσει την απόφαση αριθ. 93/496 σχετικά με τις παράνομες κρατικές ενισχύσεις προς τον τομέα των μεταφορών στην Ιταλία παραμένει ανεκτέλεστη. Για το λόγο αυτό, κοινοποιήθηκε στις 11 Ιουλίου 2001 στις ιταλικές αρχές αιτιολογημένη γνώμη δυνάμει του άρθρου 228. Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του κοινοτικού δικαίου που διαδικασία λόγω μη επιστροφής παράνομων ενισχύσεων φθάνει σε αυτό το διαδικαστικό στάδιο.

[37] Υπόθεση C-1995/280 - Απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Ιανουαρίου 1998 - Επιτροπή κατά Iταλίας

2.6.6. Συνδυασμένες μεταφορές

Το Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση στη διαδικασία που είχε κινηθεί κατά της Ιταλίας για μη ορθή εφαρμογή της οδηγίας 92/106/ΕΟΚ σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για ορισμένες συνδυασμένες εμπορευματικές μεταφορές μεταξύ των κρατών μελών [38]. Εντούτοις, η εν λόγω διαδικασία θα τεθεί στο αρχείο εντός του πρώτου τριμήνου του 2002, μετά από νομοθετικές τροποποιήσεις που εγκρίθηκαν το 2001 στην Ιταλία.

[38] Υπόθεση C-1999/444 - Απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Μαΐου 2001 - Επιτροπή κατά Iταλίας

2.6.7. Μεταφορές μέσω του πλωτού δικτύου

Η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες παράβασης κατά της Φινλανδίας λόγω μη μεταφοράς 5 οδηγιών σχετικά με την εσωτερική ναυσιπλοΐα [39] και αποφάσισε, στις 21 Δεκεμβρίου, 2001, να αποστείλει αιτιολογημένες γνώμες. Η μεταφορά της οδηγίας 96/50/ΕΚ για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων απόκτησης εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας, της οποίας η προθεσμία μεταφοράς έληξε το 1998, οδήγησε σε διαδικασίες λόγω μη ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων εκτέλεσης. Όσον αφορά τη Γαλλία, το Δικαστήριο διαπίστωσε την παράβαση με απόφασή του που εκδόθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 2001 [40]. Ο φάκελος κατά των Κάτω Χωρών μπόρεσε τελικά να τεθεί στο αρχείο.

[39] -Οδηγία 96/50/ΕΚ, Οδηγία 91/672/ΕΟΚ, Οδηγία 87/540/ΕΟΚ, Οδηγία 82/714/ΕΟΚ και Οδηγία 76/135/ΕΟΚ.

[40] Υπόθεση C-2000/468 - Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ης Σεπτεμβρίου 2001 - Επιτροπή κατά Γαλλίας

Τέλος, οι διαδικασίες οι οποίες είχαν κινηθεί κατά της Γερμανίας και του Λουξεμβούργου, που είχαν συνάψει διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες στον τομέα της εσωτερικής ναυσιπλοΐας, συνεχίζονται με την απόφαση της Επιτροπής να προσφύγει στο Δικαστήριο, διότι ο τομέας αυτός υπάγεται στην αποκλειστική δικαιοδοσία της Κοινότητας. Εντούτοις, η απόφαση αυτή ανεστάλη, μέχρις ότου το Δικαστήριο λάβει θέση επί των εκκρεμών υποθέσεων για τους φακέλους « open skies ».

2.6.8. Σιδηροδρομικές μεταφορές

Όσον αφορά την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων, η οδηγία 96/49/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/87/ΕΚ επιτρέπει την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη μεταφορά εμπορευμάτων καθορίζοντας στον τομέα αυτό ομοιόμορφους κανόνες ασφαλείας, προκειμένου να βελτιωθεί η ασφάλεια και η κυκλοφορία των εξοπλισμών σε όλη την Κοινότητα. Όμως, οι οδηγίες αυτές, που εφαρμόζονται στη σιδηροδρομική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων στο εσωτερικό ή μεταξύ κρατών μελών δεν έχουν ακόμα μεταφερθεί από την Ιρλανδία, η οποία δεν έχει επίσης εκτελέσει την απόφαση που εκδόθηκε το 2001 [41] σχετικά με τη μη μεταφορά των δύο αυτών οδηγιών. Η οδηγία 99/48/ΕΚ για δεύτερη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 96/49/ΕΚ σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων, δεν έχει μεταφερθεί από την Ιταλία και την Ιρλανδία, συνεπώς η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο.

[41] Υπόθεση C-2000/370, Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ης Σεπτεμβρίου 2001, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας

Όσον αφορά την οδηγία 1999/36/ΕΚ σχετικά με το μεταφερόμενο εξοπλισμό υπό πίεση και την οδηγία 2001/2/ΕΚ για το ίδιο θέμα, η προθεσμία μεταφοράς των οποίων έληξε την 1η Ιουλίου 2001, διαπιστώνεται ότι δεν έχουν μεταφερθεί ακόμα από το Βέλγιο, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ιρλανδία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία.

Τέλος, η κατάσταση της οδηγίας 96/48/ΕΚ για τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας, της οποίας ο στόχος έγκειται στην προώθηση της διασύνδεσης και της διαλειτουργικότητας των εθνικών δικτύων τρένων μεγάλης ταχύτητας με τα διάφορα στάδια σχεδιασμού, κατασκευής και θέσης σε λειτουργία, καθώς και εκμετάλλευσης και πρόσβασης στα δίκτυα, εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά ανησυχητική, παρόλο που βελτιώθηκε το 2001. Πράγματι, 4 κράτη μέλη δεν έχουν ακόμα ανακοινώσει μέτρα μεταφοράς και η Επιτροπή αναγκάστηκε να προσφύγει στο Δικαστήριο για όλους αυτούς τους φακέλους (Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Αυστρία και Φινλανδία). Οι παραβάσεις κατά της Γαλλίας, της Ελλάδας και της Σουηδίας μπόρεσαν να τεθούν στο αρχείο κατά τη διάρκεια του 2001. Το Δικαστήριο διαπίστωσε παράλειψη της Ιρλανδίας με απόφαση που εκδόθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2001. Σχετικά, πρέπει να υπογραμμιστεί, αφενός, ότι η μεταφορά είναι απαραίτητη, ακόμα και ελλείψει τρένων μεγάλης ταχύτητας στην Ιρλανδία και, αφετέρου, ότι από την οδηγία δεν προκύπτει η υποχρέωση κατάρτισης τεχνικών προδιαγραφών διαλειτουργικότητας πριν από τη μεταφορά.

2.6.9. Εναέριες μεταφορές

Στους τομείς δραστηριοτήτων των εναέριων μεταφορών, το ποσοστό μεταφοράς των οδηγιών είναι πολύ ικανοποιητικό και ανέρχεται στο 98% περίπου. Αυτή η κατάσταση οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι το 2000 και το 2001 δεν έληξε η προθεσμία μεταφοράς κάποιας οδηγίας. Το ποσοστό μεταφοράς φθάνει μάλιστα το 100% για όλα τα κράτη μέλη, εκτός του Λουξεμβούργου και της Ιρλανδίας. Η Ιρλανδία δεν έχει μεταφέρει μέχρι σήμερα τις οδηγίες 98/20/ΕΚ και 1999/28/ΕΚ που έχουν ως στόχο τον περιορισμό της χρησιμοποίησης ορισμένων τύπων πολιτικών υποηχητικών αεριωθουμένων αεροσκαφών, παρά τις υποσχέσεις που δόθηκαν το προηγούμενο έτος, και αποφασίστηκε η προσφυγή στο Δικαστήριο και για τις δύο περιπτώσεις. Η οδηγία 94/56/ΕΚ για τις βασικές αρχές που διέπουν τις έρευνες ατυχημάτων και συμβάντων στην πολιτική αεροπορία δεν είχε μεταφερθεί από το Λουξεμβούργο, πράγμα που οδήγησε στη λήψη της απόφασης της 16ης Δεκεμβρίου 1999 [42] και απόφασης για την άσκηση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 228 της συνθήκης.

[42] Υπόθεση C-1999/138 - Απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 1999 - Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου

Η παράβαση κατά της Γαλλίας όσον αφορά τη μη ορθή εφαρμογή της οδηγίας 91/670/ΕΟΚ σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών προσωπικού που ασκεί καθήκοντα στην πολιτική αεροπορία τέθηκε τελικά στο αρχείο.

Μετά από καταγγελίες σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 96/67/ΕΚ για την πρόσβαση στην αγορά υπηρεσιών εδάφους σε δύο κράτη μέλη, κινήθηκαν διαδικασίες παράβασης κατά της Γερμανίας και της Ιταλίας, στην οποία κοινοποιήθηκε αιτιολογημένη γνώμη στις 24 Ιουλίου 2001.

Οι παραβάσεις στον τομέα των αερολιμενικών τελών συνεχίζονται. Όσον αφορά τα τέλη αυτά, ορισμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν διαφορετικό τέλος ανάλογα με τον προορισμό των επιβατών (εσωτερικές πτήσεις/ενδοκοινοτικές ή/και διεθνείς αεροπορικές συνδέσεις), πράγμα που δεν συμβιβάζεται με την αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών η οποία εφαρμόστηκε στον τομέα των εναέριων μεταφορών με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2408/92. Εκδόθηκαν αποφάσεις λόγω παράβασης [43] κατά της Ιταλίας και της Πορτογαλίας, οι οποίες όμως δεν εκτελέστηκαν. Συνεπώς, συνεχίζεται η διαδικασία του άρθρου 228, παράγραφος 2. Η διαδικασία κατά των Κάτω Χωρών συνεχίζεται στο Δικαστήριο. Οι διαδικασίες κατά της Ισπανίας και της Ελλάδας τέθηκαν στο αρχείο κατά τη διάρκεια του 2001.

[43] Υπόθεση C-1999/447, Απόφαση της 4ης Ιουλίου 2001 Επιτροπή κατά Ιταλίας, Υπόθεση C-1999/070, Απόφαση της 26ης Ιουλίου 2001 Επιτροπή κατά Πορτογαλίας

Οι διαδικασίες παράβασης σχετικά με τις διμερείς συμφωνίες τις επονομαζόμενες « open skies » με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, οι οποίες είχαν κινηθεί κατά 7 κρατών μελών (Βελγίου, Δανίας, Γερμανίας, Φινλανδίας, Λουξεμβούργου, Αυστρίας, Σουηδίας), και η διαδικασία λόγω παράβασης κατά του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τη διμερή συμφωνία "Bermuda II" συνεχίζονται στο Δικαστήριο. Οι διαδικασίες λόγω παράβασης κατά της Γαλλίας και των Κάτω Χωρών σχετικά με τις συμφωνίες τις επονομαζόμενες « open skies » αποτέλεσαν το αντικείμενο απόφασης για την άσκηση προσφυγής.

Τέλος, συνεχίζεται η διαδικασία λόγω μη ορθής εφαρμογής του κανονισμού 3922/1991 για την εναρμόνιση τεχνικών κανόνων και διοικητικών διαδικασιών στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας η οποία είχε κινηθεί κατά της Ελλάδας.

2.6.10. Θαλάσσιες μεταφορές

Στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών, οι υπηρεσίες της Επιτροπής παρατήρησαν βελτίωση της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου σε όλες τις πτυχές που αφορούν τη θαλάσσια ασφάλεια, ενώ αντίθετα η κατάσταση είναι περισσότερο αμφίρροπη ως προς την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Το ποσοστό μεταφοράς αυξήθηκε από 88% το 2000, σε 96,9% το 2001. Καμία προθεσμία μεταφοράς οδηγίας δεν έληξε το 2001. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι Κάτω Χώρες δεν έχουν μεταφέρει καμία από τις οδηγίες που εγκρίθηκαν το 1999 και των οποίων η προθεσμία μεταφοράς έληξε το 2000.

Η οδηγία 99/35/ΕΚ σχετικά με το σύστημα υποχρεωτικών επιθεωρήσεων για την ασφαλή εκτέλεση δρομολογίων από οχηματαγωγά ro-ro και ταχύπλοα επιβατηγά σκάφη, μεταφέρθηκε από όλα τα κράτη μέλη [44] (εκτός των Κάτω Χωρών, της Φινλανδίας, της Πορτογαλίας, της Αυστρίας και του Λουξεμβούργου), ενώ η οδηγία 99/97/ΕΚ σχετικά με τον έλεγχο από το κράτος λιμένα δεν έχει μεταφερθεί ακόμα από τις Κάτω Χώρες και το Λουξεμβούργο.

[44] Ο φάκελος κατά της Σουηδίας θα τεθεί στο αρχείο στις αρχές του 2002

Στον τομέα της ασφάλειας της θαλάσσιας μεταφοράς επιβατών, οι οδηγίες 98/18/ΕΚ και 98/41/ΕΚ μεταφέρθηκαν τελικά από όλα τα κράτη μέλη. Η παράβαση κατά της Πορτογαλίας πρόκειται να τεθεί στο αρχείο στις αρχές του 2002. Στόχος των οδηγιών αυτών είναι η ενίσχυση της ασφάλειας και των δυνατοτήτων διάσωσης των επιβατών και των μελών του πληρώματος που βρίσκονται σε επιβατηγά πλοία τα οποία εκτελούν δρομολόγια προς ή από λιμένες των κρατών μελών της Κοινότητας και η εξασφάλιση της περισσότερο αποτελεσματικής διαχείρισης των συνεπειών ενδεχομένου ατυχήματος. Εντούτοις, οι διαδικασίες λόγω μη ορθής μεταφοράς συνεχίζονται κατά της Ιταλίας και της Γαλλίας, ενώ ο φάκελος σχετικά με το Βέλγιο εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου.

Αντιθέτως, όλες οι διαδικασίες παράβασης λόγω μη ορθής μεταφοράς της οδηγίας 94/57/ΕΚ σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να τηρούνται από τα κράτη μέλη και από τους οργανισμούς που είναι επιφορτισμένοι με την επιθεώρηση, την επίσκεψη και την πιστοποίηση των σκαφών προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις διεθνείς συμβάσεις για την ασφάλεια των θαλασσίων μεταφορών και την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης μπόρεσαν να τεθούν στο αρχείο κατά τη διάρκεια του 2001.

Η οδηγία 95/21/ΕΚ (έλεγχος από το κράτος λιμένα) που εναρμονίζει τα κριτήρια επιθεώρησης των σκαφών, τους όρους ακινητοποίησής τους ή/και άρνησης πρόσβασης στους κοινοτικούς λιμένες, μεταφέρθηκε τελικά από όλα τα κράτη μέλη και η διαδικασία κατά της Ιταλίας τέθηκε στο αρχείο. Εξάλλου, η Ιταλία μετέφερε επίσης τις τροποποιητικές οδηγίες 98/25/ΕΚ και 98/42/ΕΚ (έλεγχος από το κράτος λιμένα).

Πρέπει να σημειωθεί ότι συνεχίζονται οι παραβάσεις κατά της Γαλλίας και της Ιρλανδίας λόγω μη ορθής εφαρμογής της οδηγίας 95/21/ΕΚ επειδή δεν τηρούν την υποχρέωση επιθεώρησης ελέγχου τουλάχιστον του 25 % του αριθμού των πλοίων με αλλοδαπή σημαία που χρησιμοποιούν τους λιμένες τους ή διέρχονται από τα ύδατα που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους.

Όσον αφορά το ανθρώπινο στοιχείο, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες δεν έχουν ακόμα κοινοποιήσει πλήρως τα μέτρα μεταφοράς της οδηγίας 98/35/ΕΚ που τροποποιεί την οδηγία 94/58/ΕΚ σχετικά με το ελάχιστο επίπεδο κατάρτισης των ναυτικών. Το Λουξεμβούργο καταδικάστηκε λόγω παράβασης με απόφαση του Δικαστηρίου που εκδόθηκε στις 3 Ιουλίου 2001 [45].

[45] Υπόθεση C-2000/297, Απόφαση της 3ης Ιουλίου 2001, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η μεταφορά της οδηγίας 97/70/ΕΚ για θέσπιση εναρμονισμένου καθεστώτος για την ασφάλεια των αλιευτικών σκαφών μήκους 24 μέτρων και άνω, η οποία τροποποιήθηκε από την οδηγία 99/19/ΕΚ, συνεχίζει να θέτει πολλές δυσκολίες στις Κάτω Χώρες που δεν έχουν ακόμα μεταφέρει τις δύο αυτές οδηγίες. Οι δύο φάκελοι έχουν παραπεμφθεί στο Δικαστήριο. Ο φάκελος λόγω μη μεταφοράς της οδηγίας 1999/19 από το Βέλγιο πρόκειται να τεθεί στο αρχείο στις αρχές του 2002. Η διαδικασία λόγω μη συμμόρφωσης κατά της Ιταλίας συνεχίζεται.

Εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά την τήρηση της κοινοτικής νομοθεσίας κατά τη νηολόγηση σκαφών και τη χορήγηση σημαίας. Οι όροι εγγραφής των σκαφών στα εθνικά νηολόγια και η χορήγηση της εθνικής σημαίας εξακολουθούν να εισάγουν διακρίσεις στις Κάτω Χώρες, για τις οποίες η διαδικασία παράβασης συνεχίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου.

Στον τομέα του δικαιώματος εγκατάστασης, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της Ιταλίας λόγω μη συμμόρφωσης της εθνικής της νομοθεσίας που καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους οι ναυτιλιακές εταιρείες που είναι νόμιμα εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος μπορούν να τύχουν ίδιας μεταχείρισης με τις ιταλικές εταιρείες ως προς την πρόσβαση στην ιταλική ποσόστωση στη ναυτιλιακή ένωση, με τα άρθρα 43 και 48 της Συνθήκης.

Σχετικά με τις θαλάσσιες ενδομεταφορές, πολλά κράτη μέλη (Ισπανία, Δανία, Πορτογαλία, Γερμανία και Ελλάδα) αποτελούν αντικείμενο διαδικασίας παράβασης λόγω της διατήρησης ή της θέσπισης εθνικών ρυθμίσεων που αντίκεινται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3577/92 για την ελευθέρωση των θαλάσσιων ενδομεταφορών για τους κοινοτικούς εφοπλιστές που εκμεταλλεύονται σκάφη νηολογημένα σε κράτος μέλος του οποίου τη σημαία και φέρουν. Πρέπει να σημειωθεί ότι η παράβαση κατά της Γαλλίας μπόρεσε να τεθεί στο αρχείο κατά τη διάρκεια του 2001.

Τέλος, όσον αφορά τους διακανονισμούς για καταμερισμό φορτίων μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών, η αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών που εξασφαλίζεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 4055/86 δεν τηρείται ακόμα από όλα τα κράτη μέλη. Η διαδικασία που κινήθηκε το 2000 κατά της Ιταλίας παραμένει εκκρεμής. Συνεχίζονται οι διαδικασίες κατά του Βελγίου [46]. Στον απολογισμό του 2000, είχε επισημανθεί ότι οι παραβάσεις θα μπορούσαν να τεθούν στο αρχείο το 2001, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι τα πρωτόκολλα που υπεγράφησαν με τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες δεν έχουν τεθεί ακόμα σε ισχύ και, για το λόγο αυτό, η διαδικασία συνεχίζεται με την αποστολή αιτιολογημένων γνωμών δυνάμει του άρθρου 228, παράγραφος 2 της Συνθήκης. Η διαδικασία που αφορά το διακανονισμό για καταμερισμό φορτίων μεταξύ της Πορτογαλίας και της Γιουγκοσλαβίας [47] συνεχίζεται, παρόλο που ενδέχεται να τεθεί στο αρχείο το πρώτο εξάμηνο του 2002. Στο αρχείο τέθηκε, εξάλλου, ο φάκελος για την Αγκόλα.

[46] Υπoθέσεις C-1998/170 et C-1998/171 - Απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Σεπτεμβρίου 1999 - Επιτροπή κατά Βελγίου

[47] Υπoθέσεις C-1998/062 et C-1998/084 - Απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Ιουλίου 2000 - Επιτροπή κατά Πορτογαλίας

Η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4055/86 απετέλεσε επίσης αντικείμενο ιδιαίτερης προσοχής εκ μέρους των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με τις πιθανές διακρίσεις ανάλογα με την εθνικότητα των φορέων ή το είδος της πραγματοποιηθείσας μεταφοράς και των εμποδίων που μπορεί να προκύψουν. Εκκρεμούν δύο διαδικασίες παράβασης που σχετίζονται με την επιβολή λιμενικών τελών τα οποία εισάγουν διακρίσεις από την Ιταλία και την Ελλάδα. Τα επιβληθέντα τέλη διαφέρουν ανάλογα με τον λιμένα προορισμού των πλοίων. Το ύψος των τελών είναι μικρότερο για τη μεταφορά μεταξύ δύο λιμένων της εθνικής επικράτειας από ό,τι εάν πρόκειται για διεθνή μεταφορά. Όσον αφορά την Ιταλία, ο φάκελος εκκρεμεί στο Δικαστήριο. Πολλοί άλλοι φάκελοι εναντίον άλλων κρατών μελών για το ίδιο θέμα βρίσκονται στο στάδιο της συλλογής στοιχείων.

Τέλος, η Φινλανδία απετέλεσε αντικείμενο διαδικασίας παράβασης (η οποία θα κινηθεί επίσημα στις αρχές του 2002) διότι δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα ούτως ώστε να εμποδίσει την αδυναμία πρόσβασης στους φινλανδικούς λιμένες ορισμένων πλοίων προελεύσεως τρίτων χωρών.

2.7. ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας απετέλεσε σταθμό στη σύγκλιση του ευρωπαϊκού τομέα ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Πράγματι, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων επιβεβαίωσαν τη βούλησή τους να εξελιχθεί η Ευρώπη προς μια ψηφιακή και αποϋλοποιημένη οικονομία, στόχος ο οποίος έκτοτε αποτελεί το αντικείμενο του Σχεδίου Δράσης eEurope. Ένα άλλο σημαντικό γεγονός διαφαίνεται στον ορίζοντα: πρόκειται για την έγκριση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο του νέου κανονιστικού πλαισίου [48], το οποίο έχει ως στόχο την αύξηση του ανταγωνισμού και της σύγκλισης των αγορών και εντάσσεται στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης και συνεκτικής εφαρμογής της ισχύουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας.

[48] Βλ. http://europa.eu.int/information_society/topics/telecoms/new_rf/index_en.htm

Όσον αφορά τη μεταφορά του εν λόγω κανονιστικού πλαισίου, το οποίο αποτελείται από δεκατρείς οδηγίες, έναν κανονισμό και τέσσερις αποφάσεις, στην Έβδομη έκθεση για την εφαρμογή της νομοθεσίας στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, [49] αναφέρεται ότι, το 2001, τουλάχιστον τρία κράτη (η Γαλλία, η Ιταλία και το Λουξεμβούργο) είχαν ανακοινώσει τη νέα νομοθεσία τους στην Επιτροπή, ανταποκρινόμενα έτσι στις κυριότερες ανησυχίες της τελευταίας. Στην Ελλάδα, μετά τη θέσπιση της πλήρους ελευθέρωσης, το εσωτερικό δίκαιο κωδικοποιήθηκε προσφέροντας έτσι μεγαλύτερη σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου.

[49] COM(2001) 706 της 26ης Νοεμβρίου 2001, η ηλεκτρονική εκδοχή διατίθεται στη διεύθυνση : http://europa.eu.int/information_society/topics/telecoms/implementation/annual_report/7report/index_fr.htm.

Συνεπώς, όσον αφορά τις υποθέσεις που άπτονται της μη συμμόρφωσης των εθνικών μέτρων εκτέλεσης με το κοινοτικό δίκαιο ή της μη ορθής εφαρμογής του τελευταίου, μπορεί να επισημανθεί ότι, το 2001, σημαντικός αριθμός των υποθέσεων αυτών τέθηκε στο αρχείο (δεκατρείς) ή ανεστάλη (τέσσερις) λόγω της προόδου που σημείωσαν τα κράτη μέλη στη μεταφορά του κοινοτικού δικαίου. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα σχετικά είναι εκείνο της Γερμανίας. Πράγματι, κινήθηκαν διαδικασίες δυνάμει των διατάξεων της οδηγίας 97/13/ΕΚ για τις άδειες, λόγω του ότι το καθορισθέν ύψος των τελών υπερέβαινε το απαιτούμενο επίπεδο για την κάλυψη του διοικητικού κόστους. Όμως, τα γερμανικά διοικητικά δικαστήρια ακύρωσαν τη σχετική εθνική νομοθεσία που αφορούσε το ύψος των εν λόγω τελών, επιφέροντας έτσι την αναστολή της προσφυγής που είχε ασκηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου των Κοινοτήτων.

Εξάλλου, τέθηκαν στο αρχείο έξι εκκρεμούσες διαδικασίες λόγω μη μεταφοράς που αφορούσαν τις διατάξεις της οδηγίας 97/51/ΕΚ σχετικά με τις μισθωμένες γραμμές (Γαλλία, Ιταλία), της οδηγίας 98/10/ΕΚ για τη φωνητική τηλεφωνία (Ιταλία) και το άρθρο 5 της οδηγίας 97/66/ΕΚ περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα (Γαλλία, Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο). Στα τέλη του έτους, μετά από απόφαση του Δικαστηρίου των Κοινοτήτων (υπόθεση C-319/99), η Γαλλία ανακοίνωσε επίσης τα μέτρα μεταφοράς της οδηγίας 95/47/ΕΚ σχετικά με τη χρήση προτύπων για τη μετάδοση τηλεοπτικού σήματος. Εντούτοις, σε δύο υποθέσεις που αφορούν, αφενός, τη Γαλλία (C-151/00) και, αφετέρου, τις Κάτω Χώρες (C-254/00), δεν έγινε ακόμα ανάλογη ανακοίνωση, παρόλο που το Δικαστήριο των Κοινοτήτων είχε επισημάνει τη μη μεταφορά το 2001. Συνεπώς, η Επιτροπή προέβη σε διαβήματα δυνάμει του άρθρου 228 της Συνθήκης και, στις 21 Δεκεμβρίου 2001, κοινοποίησε στη Γαλλία αιτιολογημένη γνώμη.

Το Δικαστήριο εξέδωσε άλλες αποφάσεις κατά του Λουξεμβούργου (υπόθεση C-448/99) και κατά της Γαλλίας (υπόθεση C-146/100) για μη συμμόρφωση της εθνικής νομοθεσίας, στην πρώτη περίπτωση, προς την οδηγία 97/13/ΕΚ για τις άδειες και, στη δεύτερη περίπτωση, προς την οδηγία 97/33/ΕΚ για τη διασύνδεση. Η δεύτερη υπόθεση αφορούσε ειδικότερα τις απαιτήσεις σχετικά με το ταμείο καθολικής υπηρεσίας. Έτσι, κατόπιν της διογκούμενης νομολογίας για το θέμα, η Γενική Διεύθυνση Κοινωνίας της Πληροφορίας δημοσιεύει πλέον στην ιστοθέση της στο Διαδίκτυο οδηγό με τίτλο Guide to the Case Law of the European Court of Justice in the field of Telecommunications [50], ο οποίος ενημερώνεται τακτικά.

[50] http://europa.eu.int/information_society/topics/telecoms/implementation/infringement/doc/guidecaselaw.pdf

Στο τέλος του 2001, εκκρεμούσαν έτσι εξήντα εννέα διαδικασίες παράβασης, εκ των οποίων δώδεκα κινήθηκαν κατόπιν καταγγελιών που κατατέθηκαν στη ΓΔ Κοινωνίας της Πληροφορίας. Οι εκκρεμούσες προσφυγές που έχουν ασκηθεί λόγω μη ανακοίνωσης των μέτρων συμμόρφωσης παραμένουν πολυάριθμες, εφόσον, από την έναρξη ισχύος της οδηγίας για την ηλεκτρονική υπογραφή [51] στις 18 Ιουλίου 2001, ασκήθηκαν δεκατέσσερις. Εξάλλου, ο αριθμός υποθέσεων που αφορούν τη μη συμμόρφωση προς το κοινοτικό δίκαιο (δεκαεννέα) ή τη μη ορθή εφαρμογή του μέσω των μέτρων μεταφοράς (τριάντα έξι) αυξάνεται συνεχώς.

[51] Οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 1999 σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές, ΕΕ L 13, 19/01/2001, σελ.12.

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι έως τα τέλη του 2001, εκδόθηκαν αποφάσεις του Δικαστηρίου για μεγάλο αριθμό διαδικασιών λόγω παράβασης (τρεις λόγω μη ανακοίνωσης, τρεις λόγω μη συμμόρφωσης, τρεις λόγω μη ορθής εφαρμογής), ενώ σε πολλές άλλες διαδικασίες είχε εκδοθεί αιτιολογημένη γνώμη (μία για μη ανακοίνωση, πέντε για μη συμμόρφωση και τρεις για μη ορθή εφαρμογή).

Τα κύρια θέματα που εκκρεμούν αυτή τη στιγμή είναι τα εξής.

Μετά την κίνηση, το 2000, διαδικασιών εναντίον εννέα κρατών μελών δυνάμει της οδηγίας 98/61/ΕΚ σχετικά με τη φορητότητα των αριθμών, απεστάλησαν αιτιολογημένες γνώμες στις Κάτω Χώρες και στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ ασκήθηκε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου, αφενός, κατά της Γερμανίας και της Σουηδίας λόγω μη προεπιλογής του φορέα εκμετάλλευσης για τις τοπικές κλήσεις και, αφετέρου, της Γαλλίας λόγω μη πλήρους φορητότητας του αριθμού.

Το 2001, κινήθηκαν διαδικασίες δυνάμει της νέας οδηγίας 98/10/ΕΚ για τη φωνητική τηλεφωνία έναντι έξι κρατών μελών, με στόχο να εξασφαλιστεί ένα ελάχιστο επίπεδο δωρεάν λεπτομερούς τιμολόγησης του καταναλωτή που να του επιτρέπει να ελέγχει το κόστος των κλήσεων. Για το θέμα αυτό, απεστάλησαν αιτιολογημένες γνώμες προς το Λουξεμβούργο και την Αυστρία πριν το τέλος του έτους.

Τελικά, παραμένει μάλλον μικρός αριθμός ατελών μεταφορών ή μη ανακοινώσεων οι οποίες αφορούν ως επί το πλείστον τις προαναφερθείσες οδηγίες 97/66/ΕΚ και 95/47/ΕΚ.

Το 2001, κινήθηκαν έξι διαδικασίες παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης εθνικών μέτρων εκτέλεσης δυνάμει της οδηγίας για την ηλεκτρονική υπογραφή. Σχετικά, απεστάλησαν προειδοποιητικές επιστολές προς την Ιρλανδία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες, τη Φινλανδία, τις Πορτογαλία, καθώς και προς το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε επίσης να κινήσει διαδικασίες παράβασης κατά της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Γερμανίας διότι δεν έχει πεισθεί ότι παρέχεται στους ανταγωνιστές μεριζόμενη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο, όπως επιτάσσει ο κανονισμός σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο [52], ο οποίος άρχισε να ισχύει από τις 2 Ιανουαρίου 2001 (βλ. IP/01/1896).

[52] Κανονισμός 2887/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2000 σχετικά με την αδεσμοποίητη πρόσβαση στον τοπικό βρόχο, ΕΕ L 336, 30/12/2000, σελ.4.

Συνολικά, δεδομένου του όγκου της ισχύουσας νομοθεσίας στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και του μάλλον μικρού χρονικού διαστήματος που έχει περάσει από την πλήρη έγκρισή της, παρατηρείται αξιοσημείωτος βαθμός μεταφοράς, και αυτό χάρη στην αποτελεσματικότητα των διαδικασιών παράβασης (περισσότερες από διακόσιες υποθέσεις τέθηκαν στο αρχείο τα τρία τελευταία χρόνια).

2.8. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

2.8.1. Εισαγωγή

Ο τομέας του περιβάλλοντος αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα τρίτο των καταγγελιών και διαδικασιών παράβασης λόγω μη συμμόρφωσης προς το κοινοτικό δίκαιο που ερευνήθηκαν από την Επιτροπή το 2001. Κατά τη διάρκεια του έτους, η Επιτροπή άσκησε 71 προσφυγές κατά κρατών μελών ενώπιον του Δικαστηρίου και εξέδωσε 197 αιτιολογημένες γνώμες (βάσει είτε του άρθρου 226 είτε του άρθρου 228). Πρόκειται για αύξηση περίπου 40% σε σύγκριση με τους αντίστοιχους αριθμούς του προηγουμένου έτους. Σχετικά, σημειώνεται ότι η Επιτροπή αποβλέπει στη ρύθμιση των εικαζομένων παραβάσεων μόλις αυτές εντοπιστούν, χωρίς να είναι αναγκαίο να κινήσει επίσημα διαδικασίες παράβασης.

Η αύξηση του αριθμού των υποθέσεων στον τομέα του περιβάλλοντος οφείλεται σε διάφορους παράγοντες:

- Τακτική παρακολούθηση εκ μέρους της Επιτροπής της συμμόρφωσης των εθνικών μέτρων μεταφοράς που ανακοινώνουν τα κράτη μέλη βάσει της υποχρέωσής τους να μεταφέρουν τις κοινοτικές οδηγίες.

- Αυξανόμενη ανησυχία του κοινού για περιβαλλοντικά ζητήματα, μεγαλύτερη ευαισθητοποίησή του όσον αφορά το κοινοτικό περιβαλλοντικό δίκαιο και τη δυνατότητα να επισημαίνει περιπτώσεις μη συμμόρφωσης στην Επιτροπή, ιδίως στο πλαίσιο του χειρισμού καταγγελιών από την Επιτροπή [53].

[53] Βλ. τυποποιημένο έντυπο καταγγελιών προς την Επιτροπή, ΕΕ C 119, 30.4.1999, σελ.5.

- Οργανωτικές δυσχέρειες στα κράτη μέλη όσον αφορά την εξασφάλιση της πλήρους συμμόρφωσης με το κοινοτικό περιβαλλοντικό δίκαιο, οι οποίες απορρέουν από τη συνταγματική ή/και διοικητική δομή τους, δεδομένου ότι η ευθύνη εφαρμογής ανήκει συχνά σε περισσότερες από μία αρχές (διάφορα υπουργεία, κεντρικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές κλπ).

- Το εύρος και η φιλοδοξία της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας - ιδίως σε ζωτικής σημασίας οδηγίες, όπως η οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας [54] ή η οδηγία 85/337/ΕΟΚ για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον [55], όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/11/ΕΚ [56]. Οι οδηγίες αυτές περιέχουν σημαντικές υποχρεώσεις εκτίμηση των συνεπειών στο περιβάλλον που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά το σχεδιασμό και την παροχή της αδείας εκτέλεσης ενός συγκεκριμένου έργου και, συνεπώς, συνεπάγονται τη λήψη αποφάσεων σε ευρύ πεδίο τομέων πολιτικής, οι οποίοι συχνά είναι αποκεντρωμένοι σε διάφορες περιφερειακές και τοπικές αρχές και προσελκύουν ένα μεγάλο μέρος της προσοχής του κοινού.

[54] ΕΕ L 206, 22.7.1992, σελ.7.

[55] ΕΕ L 175, 5.7.1985, σελ.40.

[56] ΕΕ L 73, 14.3.1997, σελ.5.

- η ανυπαρξία ή/και η σχετική έλλειψη αποτελεσματικότητας των μηχανισμών υποβολής καταγγελιών στα κράτη μέλη.

Εντούτοις, η προσφυγή στις διαδικασίες παράβασης που εκτίθενται στα άρθρα 226 και 228 της Συνθήκης ΕΚ δεν είναι ο μόνος ή, συχνά, ο αποτελεσματικότερος τρόπος εξασφάλισης της συμμόρφωσης προς τις περιβαλλοντικές οδηγίες. Σε πολλές περιπτώσεις, οι καταγγέλλοντες μπορούν να ικανοποιηθούν ταχύτερα χρησιμοποιώντας τα μέσα προσφυγής του εθνικού δικαίου. Η δυνατότητα επίτευξης φθηνότερης και αποτελεσματικότερης προσφυγής στη δικαιοσύνη στο επίπεδο των κρατών μελών, όπως επιτάσσει η Σύμβαση του Εrhus [57], καθώς και η θέσπιση αξιόπιστων εθνικών/περιφερειακών μηχανισμών καταγγελίας και συστημάτων εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών θα αποτελέσει το αντικείμενο πρότασης οδηγίας που θα υποβληθεί το 2002.

[57] Σύμβαση της Οικονομικής Επιτροπής του ΟΗΕ για την Ευρώπη για την Πρόσβαση στην Ενημέρωση, τη Συμμετοχή του Κοινού στη Λήψη Αποφάσεων και την Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη για Θέματα Περιβάλλοντος.

Η Επιτροπή, από την πλευρά της, και ιδίως η Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος, ενέτεινε τις προσπάθειές της να ακολουθήσει περισσότερο ενεργητική προσέγγιση έναντι των κρατών μελών με στόχο να τα βοηθήσει να μεταφέρουν και να εφαρμόζουν καλύτερα τις περιβαλλοντικές οδηγίες. Το 2001, πραγματοποιήθηκαν αρκετά σεμινάρια σε ορισμένα κράτη μέλη, στα οποία η Επιτροπή εξήγησε την άποψή της για την ορθή εφαρμογή ιδιαίτερα πολύπλοκων περιβαλλοντικών οδηγιών στις αρμόδιες αρχές, με στόχο να προληφθούν, αντί να διορθωθούν, περιπτώσεις μη ορθής εφαρμογής.

Η διαδικασία του άρθρου 228 εξακολούθησε να χρησιμεύει ως ύστατο μέσο εξαναγκασμού των κρατών μελών να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Το 2001, η Επιτροπή άσκησε τρεις προσφυγές ενώπιον του Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 228, ενώ απέστειλε 15 προειδοποιητικές επιστολές και εξέδωσε 7 αιτιολογημένες γνώμες λόγω μη ανακοίνωσης, μη συμμόρφωσης ή μη ορθής εφαρμογής δυνάμει του άρθρου 228. Δύο από τις τρεις προσφυγές που ασκήθηκαν το 2001 ενώπιον του Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 228 αποσύρθηκαν δεδομένου ότι τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη έλαβαν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με την απόφαση. Περισσότερες λεπτομέρειες παρατίθενται στο Παράρτημα V της παρούσας έκθεσης.

Η Επιτροπή εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το άρθρο 10 της Συνθήκης, το οποίο υποχρεώνει τα κράτη μέλη να συνεργάζονται καλόπιστα με τα κοινοτικά όργανα, σε περιπτώσεις εμμονής στην μη αποστολή απάντησης στις επιστολές που τους απευθύνει η Επιτροπή ζητώντας πληροφορίες. Αυτή η έλλειψη συνεργασίας εμποδίζει την Επιτροπή να δρα αποτελεσματικά ως θεματοφύλακας της Συνθήκης.

Δεν σημειώθηκε κάποια σημαντική εξέλιξη σε σχέση με την περσινή έκθεση για την ανακοίνωση από τα κράτη μέλη των εθνικών μέτρων εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Κατά τη διάρκεια του 2001, έληξε η προθεσμία μεταφοράς εννέα οδηγιών.

Όπως και παλαιότερα, η Επιτροπή αναγκάστηκε να κινήσει διαδικασίες σε αρκετές περιπτώσεις μη ανακοίνωσης μέτρων μεταφοράς. Λεπτομέρειες παρατίθενται στα κεφάλαια που αφορούν τους κατ' ιδίαν τομείς, καθώς και στο Παράρτημα IV (Μέρος 1 και 2) της παρούσας έκθεσης.

Εκκρεμούν διαδικασίες σε όλους τους τομείς της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και για όλα τα κράτη μέλη όσον αφορά τη συμμόρφωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς. Η παρακολούθηση της δράσης που αναλαμβάνεται για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση της νομοθεσίας των κρατών μελών με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις περιβαλλοντικές οδηγίες αποτελεί προτεραιότητα για την Επιτροπή. Όσον αφορά τη μεταφορά των κοινοτικών διατάξεων σε αντίστοιχες εθνικές διατάξεις, σημειώθηκε κάποια βελτίωση στην παροχή, μαζί με τις κανονιστικές πράξεις μεταφοράς των οδηγιών, λεπτομερών επεξηγήσεων και πινάκων αντιστοιχίας. Αυτό κάνει η Γερμανία, η Φινλανδία, η Σουηδία, οι Κάτω Χώρες, η Γαλλία και, ορισμένες φορές, η Δανία και η Ιρλανδία.

Η Επιτροπή οφείλει επίσης να ελέγχει την ορθή εφαρμογή του κοινοτικού περιβαλλοντικού δικαίου (οδηγίες και κανονισμοί), καθήκον που συνιστά μεγάλο μέρος του έργου της. Αυτός ο έλεγχος αφορά τόσο να πρακτικά μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για την εκπλήρωση ορισμένων γενικών υποχρεώσεων (προσδιορισμός ζωνών, υλοποίηση προγραμμάτων, σχέδια διαχείρισης κλπ) όσο και συγκεκριμένες περιπτώσεις κατά τις οποίες μια συγκεκριμένη διοικητική πρακτική ή απόφαση εικάζεται ότι είναι αντίθετη με το κοινοτικό δίκαιο. Οι καταγγελίες και οι αναφορές προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκ μέρους ιδιωτών και μη κυβερνητικών οργανώσεων, καθώς και οι γραπτές και προφορικές κοινοβουλευτικές ερωτήσεις και αναφορές, αφορούν γενικά τη μη ορθή εφαρμογή.

Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη έκθεση, κατά την εξέταση των κατ' ιδίαν περιπτώσεων, η Επιτροπή υποχρεούται να αξιολογεί τις πλέον απτές πραγματικές και νομικές καταστάσεις που προκαλούν άμεση ανησυχία στο κοινό. Το γεγονός αυτό προκαλεί ορισμένες πρακτικές δυσχέρειες. Έτσι, η Επιτροπή, χωρίς να εγκαταλείπει την εξέταση των περιπτώσεων μη ορθής εφαρμογής (ιδίως δε αυτών που θέτουν ζητήματα αρχής ή γενικότερου ενδιαφέροντος ή διοικητικών πρακτικών αντίθετων προς τις οδηγίες) επικεντρώνει τις προσπάθειές της στα προβλήματα ανακοίνωσης και συμμόρφωσης.

Το 2001, η Επιτροπή εξακολούθησε τις εργασίες της για να δώσει συνέχεια στην ανακοίνωση που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 1996 ("Εφαρμογή του κοινοτικού περιβαλλοντικού δικαίου"), ειδικότερα όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, ιδίως, η έγκριση της σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα ελάχιστα κριτήρια περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων (2001/331/ΕΚ). Η σύσταση βασίζεται κατά μέγα μέρος στο έργο που είχε συντελεστεί σε προηγούμενα σχέδια στο πλαίσιο του δικτύου IMPEL ("Implementation and Enforcement of EU Environmental Law"). Περιλαμβάνει διάφορα καθήκοντα τα οποία ανατίθενται ειδικά στο IMPEL και θα αποτελέσει ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του προγράμματος εργασίας του IMPEL κατά τα προσεχή έτη. Τα χαρακτηριστικά αυτά περιλαμβάνουν τη δημιουργία συστήματος στο πλαίσιο του οποίου τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν εκθέσεις και θα παρέχουν συμβουλές σχετικά με τις υπηρεσίες και τις διαδικασίες επιθεώρησης στα κράτη μέλη, τον καθορισμό ελάχιστων κριτηρίων όσον αφορά τα προσόντα των περιβαλλοντικών επιθεωρητών και την ανάπτυξη προγραμμάτων κατάρτισης, καθώς και την πρόληψη των παράνομων διασυνοριακών περιβαλλοντικών πρακτικών μέσω του συντονισμού των επιθεωρήσεων των εγκαταστάσεων που ενδέχεται να έχουν σημαντικές διασυνοριακές επιπτώσεις

2.8.2. Ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση

Η οδηγία 90/313/ΕΟΚ σχετικά με την ελεύθερη πληροφόρηση για θέματα περιβάλλοντος αποτελεί ιδιαίτερα σημαντικό νομοθέτημα: η ενημέρωση του κοινού εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται υπόψη όλα τα περιβαλλοντικά προβλήματα, ενθαρρύνει την τεκμηριωμένη και αποτελεσματική συμμετοχή στη λήψη συλλογικών αποφάσεων και ενισχύει το δημοκρατικό έλεγχο. Η Επιτροπή είναι πεπεισμένη ότι, χάρη σε αυτή την πράξη, ο μέσος πολίτης μπορεί να συμβάλει επωφελώς στην προστασία του περιβάλλοντος.

Παρόλο που όλα τα κράτη μέλη έχουν ανακοινώσει εθνικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις μη συμμόρφωσης στις οποίες το εθνικό δίκαιο δεν έχει ακόμα ευθυγραμμιστεί προς τις απαιτήσεις της οδηγίας. Επισκόπηση του σταδίου της διαδικασίας στις περιπτώσεις αυτές παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 3.

Μεταξύ των πλέον κοινών θεμάτων των καταγγελιών που υποβάλλονται στην Επιτροπή περιλαμβάνεται η άρνηση των εθνικών αρχών να παράσχουν τις αιτούμενες πληροφορίες, η καθυστέρηση απάντησης, η υπερβολικά ευρεία ερμηνεία εκ μέρους των εθνικών διοικήσεων των εξαιρέσεων από την αρχή της ανακοίνωσης και οι υπέρογκες επιβαρύνσεις. Η οδηγία 90/313/ΕΟΚ είναι μια από τις ελάχιστες οδηγίες που απαιτούν από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν εθνικούς μηχανισμούς προσφυγής κατά των αποφάσεων καταχρηστικής απόρριψης ή αγνόησης των αιτήσεων πρόσβασης σε πληροφορίες ή της μη ικανοποιητικής απάντησης σε ανάλογες αιτήσεις εκ μέρους των αρχών. Όταν η Επιτροπή λαμβάνει καταγγελίες για τέτοιες καταστάσεις, συνήθως συνιστά στους καταγγέλλοντες να χρησιμοποιήσουν τις εθνικές οδούς προσφυγής που έχουν θεσπιστεί ώστε να επιτρέπουν την πρακτική επίτευξη των στόχων της οδηγίας.

2.8.3. Αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων

Η οδηγία 85/337/ΕΟΚ για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/11/ΕΚ, αποτελεί το κυριότερο νομικό μέσο για γενικά περιβαλλοντικά θέματα. Η οδηγία επιβάλλει να λαμβάνονται υπόψη τα περιβαλλοντικά θέματα σε πολυάριθμες αποφάσεις συλλογικής εμβέλειας. Η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας 97/11/ΕΚ που τροποποιεί την οδηγία 85/337/ΕΟΚ έληξε στις 14 Μαρτίου 1999. Οι υποθέσεις παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης των μέτρων μεταφοράς απαριθμούνται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

Η οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου εγκρίθηκε στις 27 Ιουνίου 2001 [58]. Τα κράτη μέλη οφείλουν να θέσουν σε ισχύ τους εθνικούς τους κανόνες για τη συμμόρφωση με την εν λόγω οδηγία πριν τις 21 Ιουνίου 2004. Ενώ η οδηγία 85/337/ΕΟΚ αναφέρεται σε έργα, αυτή η διαδικαστικού χαρακτήρα νέα οδηγία για τη "στρατηγική περιβαλλοντική αξιολόγηση" αποσκοπεί να εξασφαλίσει ότι διενεργείται περιβαλλοντική αξιολόγηση για ορισμένα σχέδια και προγράμματα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις για το περιβάλλον.

[58] ΕΕ L 197, 21.7.2001, σελ.30.

Προβλήματα συμμόρφωσης των εθνικών μέτρων με την οδηγία συνεχίζουν να υπάρχουν. Επισκόπηση του σταδίου των διαδικασιών παράβασης στις υποθέσεις αυτές παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 3.

Με απόφαση που εξέδωσε στις 14 Ιουνίου 2001 (Υπόθεση C-230/00), το Δικαστήριο καταδίκασε το Βέλγιο για τη δυνατότητα παροχής σιωπηρών αδειών για πολλούς τύπους προγραμμάτων και σχεδίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας και ορισμένων άλλων οδηγιών. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η σιωπηρή άδεια δεν συμβιβάζεται με την οδηγία 85/337 η οποία προβλέπει διαδικασίες αξιολόγησης που προηγούνται της χορήγησης της άδειας. Επομένως, οι εθνικές αρχές είναι υποχρεωμένες να ελέγχουν κατά περίπτωση όλες τις υποβληθείσες αιτήσεις για τη χορήγηση άδειας.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούμενες Εκθέσεις για τον Έλεγχο της Εφαρμογής του Κοινοτικού Δικαίου, πολλές από τις καταγγελίες που λαμβάνει η Επιτροπή, καθώς και προφορικές και γραπτές ερωτήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μεγάλος αριθμός αναφορών που υποβάλλονται στο Κοινοβούλιο αφορούν, τουλάχιστον παρεμπιπτόντως, εικαζόμενες περιπτώσεις μη ορθής εφαρμογής της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ από τις αρχές των κρατών μελών, ιδίως στις περιπτώσεις έργων του Παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας. Για το χειρισμό των καταγγελιών αυτών, συχνά απαιτείται να εξεταστεί κατά πόσον τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας την απόφαση αν θα πρέπει να διεξαχθεί αξιολόγηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή όχι για τα εν λόγω έργα, υπερέβησαν το περιθώριο διακριτικής τους ευχέρειας. Η αξιολόγηση των καταγγελιών σχετικά με την ποιότητα των αξιολογήσεων επιπτώσεων και την ανεπαρκή συνεκτίμησή τους είναι εξαιρετικά δύσκολη για την Επιτροπή, δεδομένου ότι η τυπική κατ' ουσία φύση της οδηγίας επιτρέπει σε περιορισμένη έκταση να αμφισβητηθούν τα κριτήρια των εν λόγω αξιολογήσεων και οι επιλογές στις οποίες προβαίνουν οι εθνικές αρχές, εφόσον έχει τηρηθεί η επιβαλλόμενη από την οδηγία διαδικασία. Οι περισσότερες από τις περιπτώσεις μη ορθής εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας που υποβάλλονται στην Επιτροπή περιστρέφονται γύρω από πραγματικά περιστατικά, και συνεπώς η αξιολόγηση πιθανότατα ασκείται αποτελεσματικότερα σε αποκεντρωμένο επίπεδο, ιδίως μέσω των αρμοδίων εθνικών διοικητικών και δικαστικών οργάνων.

Κατά τη διάρκεια του 2001, η Επιτροπή ανέλαβε δράση σε ορισμένες περιπτώσεις που αφορούσαν μη ορθή εφαρμογή της διαδικασίας περιβαλλοντικής αξιολόγησης στο πλαίσιο κατ' ιδίαν έργων υποδομής. Επισκόπηση του σταδίου των εν λόγω διαδικασιών παράβασης παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 4.

2.8.4. Ατμοσφαιρικός αέρας

Η οδηγία 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου για την αξιολόγηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος αποτελεί τη βάση σειράς κοινοτικών πράξεων που θα εκδοθούν για να καθοριστούν οι νέες οριακές τιμές για τους ρύπους της ατμόσφαιρας, αρχής γενομένης από τους ρύπους που καλύπτονται ήδη από τις ισχύουσες οδηγίες, και τα κατώφλια ενημέρωσης και συναγερμού, να εναρμονιστούν οι μέθοδοι αξιολόγησης της ποιότητας του αέρα και να βελτιωθεί η διαχείριση της ποιότητας του αέρα με σκοπό την προστασία της υγείας και των οικοσυστημάτων.

Το άρθρο 3 της οδηγίας έπρεπε να μεταφερθεί έως τις 21 Μαΐου 1998. Έως το τέλος του 2001, όλα τα κράτη μέλη, εκτός της Ισπανίας, είχαν συμμορφωθεί με την υποχρέωσή τους να ανακοινώσουν μέτρα μεταφοράς του άρθρου 3 της οδηγίας. Κατόπιν προσφυγής της Επιτροπής, το Δικαστήριο καταδίκασε την Ισπανία διότι δεν θέσπισε εντός της ταχθείσας προθεσμίας τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τον καθορισμό των αρμόδιων αρχών και οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 3, πρώτο εδάφιο της οδηγίας (απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2001 στην Υπόθεση C-417/99).

Όλα τα υπόλοιπα άρθρα της οδηγίας έπρεπε να μεταφερθούν έως τις 19 Ιουλίου 2001. Έως τα τέλη του 2001, το Βέλγιο (Φλάνδρα), το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Γερμανία δεν είχαν ακόμα ανακοινώσει τα εθνικά μέτρα μεταφοράς των εν λόγω άρθρων.

Τα κράτη μέλη υπεχρεούντο να μεταφέρουν πέντε οδηγίες στον τομέα του ατμοσφαιρικού αέρα εντός του 2001. Οι υποθέσεις παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης των εν λόγω οδηγιών απαριθμούνται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

Σε μερικές περιπτώσεις, κινήθηκαν διαδικασίες παράβασης λόγω προβλημάτων μη συμμόρφωσης στον τομέα του ατμοσφαιρικού αέρα (βλ. λεπτομέρειες ιδίως στο Παράρτημα IV, Μέρος 3).

2.8.5. Ύδατα

Ο έλεγχος της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας που αφορά την ποιότητα των υδάτων εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό μέρος του έργου της Επιτροπής. Η κατάσταση αυτή οφείλεται στην ποσοτική και ποιοτική σημασία των υποχρεώσεων που επιρρίπτει το κοινοτικό δίκαιο στα κράτη μέλη και στην αυξανόμενη ευαισθησία του κοινού σχετικά με την ποιότητα των υδάτων.

Πολλές διαδικασίες λόγω παράβασης της οδηγίας 75/440/ΕΟΚ σχετικά με τα ύδατα επιφανείας που προορίζονται για την παραγωγή ποσίμου ύδατος βρίσκονται σε εξέλιξη. Ορισμένες από αυτές αφορούν την κατάρτιση συστηματικών οργανικών προγραμμάτων δράσης (άρθρο 4(2)) ως ουσιώδες μέρος της προσπάθειας διασφάλισης της ποιότητας των υδάτων (νιτρικά, φυτοφάρμακα κλπ), ενώ άλλες αφορούν τους όρους εφαρμογής των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στο άρθρο 4(3).

Στην απόφαση που εκδόθηκε στις 8 Μαρτίου 2001 (Υπόθεση C-266/99), το Δικαστήριο έκρινε ότι η Γαλλία, παραλείπουσα να θεσπίσει τις αναγκαίες διατάξεις προκειμένου η ποιότητα των προοριζομένων για την παραγωγή ποσίμου ύδατος επιφανειακών υδάτων να είναι σύμφωνη προς τις τιμές που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 3 της οδηγίας 75/440/ΕΟΚ, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας. Δεδομένου ότι η Γαλλία δεν συμμορφώθηκε με την απόφαση, η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει προειδοποιητική επιστολή προς τη Γαλλία δυνάμει του άρθρου 228 της Συνθήκης ΕΚ.

Όσον αφορά την οδηγία 76/160/ΕΟΚ σχετικά με την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης, η εποπτεία των τόπων κολύμβησης καθίσταται ολοένα και συχνότερη και η ποιότητα των υδάτων βελτιώνεται. Ωστόσο, παρά την πρόοδο αυτή, συνεχίζονται οι διαδικασίες παράβασης κατά των περισσότερων κρατών μελών, στο μέτρο που η εφαρμογή συνεχίζει να μην καλύπτει τις απαιτήσεις που τάσσει η οδηγία. Επισκόπηση του σταδίου των διαδικασιών παράβασης σε αυτές τις υποθέσεις παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 4.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη συμμόρφωση προς τις παραμέτρους ποιότητας των υδάτων και συχνότητας δειγματοληψιών που προβλέπει η οδηγία 76/160/ΕΟΚ περιέχονται και στις ετήσιες εκθέσεις για την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης (βλ. www.europa.eu.int/water/water-bathing/report).

Το 2001, το Δικαστήριο καταδίκασε τρία κράτη μέλη για ανεπαρκή ποιότητα των υδάτων ή/και συχνότητα δειγματοληψίας : Γαλλία (Υπόθεση C-147/00, Απόφαση της 15ης Μαρτίου 2001), Ηνωμένο Βασίλειο (Υπόθεση C-427/00, Απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2001) και Σουηδία (Υπόθεση C-368/00, Απόφαση της 14ης Ιουνίου 2001). Η Επιτροπή συνέχισε τη διαδικασία προσφυγής κατά των Κάτω Χωρών (Υπόθεση C-268/00) και άσκησε παρόμοια προσφυγή κατά της Πορτογαλίας (Υπόθεση C-272/01) και της Δανίας (Υπόθεση C-226/01).

Κινήθηκαν διαδικασίες παράβασης κατά των περισσότερων κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ σχετικά με τις επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον, καθώς και των οδηγιών που καθορίζουν ειδικά επίπεδα ανά ουσία.

Το Δικαστήριο εξέδωσε αρκετές αποφάσεις κατά κρατών μελών που δεν έχουν ανακοινώσει ακόμα επαρκή μέτρα συμμόρφωσης με το άρθρο 7 της οδηγίας. Επισκόπηση του σταδίου της διαδικασίας σε αυτές και άλλες περιπτώσεις παραβάσεων της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 3 (μη συμμόρφωση) και Μέρος 4 (μη ορθή εφαρμογή).

Η Επιτροπή προτίθεται να διευκολύνει τη θέσπιση από τα κράτη μέλη προγραμμάτων σύμφωνα με το άρθρο 7 της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ εκπονώντας για το σκοπό αυτό σχετικό κατευθυντήριο έγγραφο. Με το έγγραφο αυτό, η Επιτροπή προτίθεται να υποστηρίξει τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή τόσο της ισχύουσας οδηγίας (άρθρο 7 της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ) όσο και της νέας οδηγίας πλαίσιο 2000/60/ΕΚ για την πολιτική των υδάτων. Το έγγραφο θα εντοπίσει οκτώ στοιχεία τα οποία θα πρέπει να περιλαμβάνονται στα προγράμματα για τη μείωση της ρύπανσης.

Όσον αφορά την οδηγία 80/778/ΕΟΚ περί της ποιότητας του πόσιμου ύδατος, η Επιτροπή κίνησε και συνέχισε μερικές διαδικασίες παράβασης λόγω μη ορθής εφαρμογής της οδηγίας, ιδίως σχετικά με την κακή ποιότητα του πόσιμου ύδατος. Επισκόπηση του σταδίου της διαδικασίας σε αυτές τις περιπτώσεις παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 4.

Η οδηγία 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Νοεμβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα του νερού που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση, η οποία θα αντικαταστήσει την οδηγία 80/778/ΕΟΚ από το 2003 [59], έπρεπε να έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως τις 25 Δεκεμβρίου 2000. Τα κράτη μέλη ίσως χρειαστεί να λάβουν αμέσως μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τις νέες οριακές τιμές που τάσσει η νέα οδηγία. Οι υποθέσεις παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης της εν λόγω οδηγίας παρατίθενται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

[59] ΕΕ L 330, 5.12.1998, σελ. 32.

Η Κοινότητα διαθέτει δύο νομοθετικά μέσα που στοχεύουν συγκεκριμένα στην καταπολέμηση της ρύπανσης από φωσφορικά και νιτρικά άλατα και του ευτροφισμού που προκαλεί.

Το πρώτο, η οδηγία 91/271/ΕΟΚ, αφορά την επεξεργασία των αστικών λυμάτων. Επιβάλλει στα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν από το 1998, το 2000 ή το 2005, ανάλογα με τον πληθυσμό των αστικών περιοχών, ότι αυτές διαθέτουν σύστημα συλλογής και επεξεργασίας λυμάτων. Η Επιτροπή πρέπει επομένως στο εξής να ελέγχει, εκτός από την ανακοίνωση των μέτρων μεταφοράς και τη συμμόρφωση των μέτρων αυτών, και της περιπτώσεις μη ορθής εφαρμογής. Δεδομένου ότι η οδηγία αυτή είναι ουσιώδης για την εξυγίανση των υδάτων και την καταπολέμηση του ευτροφισμού, η Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην έγκαιρη εφαρμογή της. Κατά τη διάρκεια του 2001, κινήθηκαν διάφορες διαδικασίες παράβασης λόγω ανεπαρκούς προσδιορισμού των ευαίσθητων περιοχών ή μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις επεξεργασίας των αστικών λυμάτων. Επισκόπηση του σταδίου της διαδικασίας στις υποθέσεις αυτές παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 4.

Tο δεύτερο μέσο καταπολέμησης του ευτροφισμού είναι η οδηγία 91/676/ΕΟΚ για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προέλευσης. Η Επιτροπή εξακολούθησε να αποδίδει μεγάλη σημασία στην επιβολή αυτής της οδηγίας. Όπως και προηγουμένως, η Επιτροπή κίνησε το 2001 αρκετές διαδικασίες παράβασης λόγω απουσίας ή ανεπαρκούς προσδιορισμού των ευαίσθητων περιοχών, καθώς και λόγω μη κατάρτισης των προγραμμάτων δράσης που απαιτεί η οδηγία. Επισκόπηση του σταδίου της διαδικασίας σε αυτές τις υποθέσεις παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 4.

Στις 8 Νοεμβρίου 2001, το Δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του στην υπόθεση κατά της Ιταλίας σχετικά με τα προγράμματα δράσης και τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων (Υπόθεση C-127/99). Το Δικαστήριο καταδίκασε την Ιταλία λόγω μη κατάρτισης των προγραμμάτων δράσης που αναφέρονται στο άρθρο 5 της οδηγίας, μη πραγματοποίησης της παρακολούθησης που επιτάσσει το άρθρο 6 της εν λόγω οδηγίας και μη υποβολής στην Επιτροπή έκθεσης δυνάμει του άρθρου 10 της οδηγίας.

Με απόφαση που εξέδωσε στις 8 Μαρτίου 2001, το Δικαστήριο καταδίκασε το Λουξεμβούργο στην υπόθεση C-266/00 λόγω μη έγκρισης των μέτρων μεταφοράς που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με διάφορες διατάξεις της εν λόγω οδηγίας.

2.8.6. Φύση

Οι δύο κύριες νομικές πράξεις για την προστασία της φύσης είναι η οδηγία 79/409/ΕΟΚ περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών και η οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας.

Όσον αφορά τη μεταφορά της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ, παραμένουν ανεπίλυτα ορισμένα προβλήματα συμμόρφωσης. Το 2001, η Επιτροπή αναγκάστηκε να συνεχίσει τις διαδικασίες παράβασης εναντίον πολλών κρατών μελών, ιδίως σχετικά με τις περιόδους και τις πρακτικές θήρας που δεν ευθυγραμμίζονται με τις διατάξεις της οδηγίας.

Με την απόφασή του που εξεδόθη στις 17 Μαΐου 2001 (Υπόθεση C-159/99), το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ιταλία, επιτρέποντας τη σύλληψη και την αιχμαλωσία των ειδών Passer italiae, Passer montanus και Sturnus vulgaris, κατά παράβαση των συνδυασμένων διατάξεων των άρθρων 5 και 7 της οδηγίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

Η προθεσμία ανακοίνωσης των μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ έληξε τον Ιούνιο 1994. Σε πολλές περιπτώσεις, η μεταφορά παραμένει ανεπαρκής, ιδίως όσον αφορά το άρθρο 6 για την προστασία των οικοτόπων στις μελλοντικές ειδικές ζώνες διατήρησης, καθώς και τα άρθρα 12 έως 16 για την προστασία των ειδών.

Όπως και κατά το παρελθόν, τα κύρια προβλήματα σχετικά με την εφαρμογή των οδηγιών 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ αφορούν το χαρακτηρισμό των ζωνών ειδικής προστασίας (ΖΕΠ) για τα πτηνά και την επιλογή των προτεινομένων τόπων κοινοτικής σημασίας (ΤΚΣ) για τους οικοτόπους με σκοπό την ένταξη στο δίκτυο Natura 2000 ή την προστασία των χώρων αυτών.

Οι υπάρχουσες ΖΕΠ για τα πτηνά σε συνεχίζουν σε πολλά κράτη μέλη να είναι ελάχιστες αριθμητικά ή να καλύπτουν υπερβολικά μικρή περιοχή. Η στρατηγική της Επιτροπής περιστρέφεται γύρω από την κίνηση γενικών διαδικασιών παράβασης μάλλον, και όχι ξεχωριστά για κάθε μεμονωμένη ζώνη. Κατά τη διάρκεια του 2001, η Επιτροπή συνέχισε τις διαδικασίες παράβασης κατά της Γαλλίας (Υπόθεση C-202/01), της Φινλανδίας (Υπόθεση C-240/00), της Ιταλίας (Υπόθεση C-378/01), της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και του Λουξεμβούργου.

Τα κράτη μέλη συνέχισαν να προτείνουν ΤΚΣ συμφώνως προς το άρθρο 4(1) της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Το 2001, η Επιτροπή συνέχισε τις διαδικασίες παράβασης κατά της Αυστρίας, του Βελγίου, της Πορτογαλίας, της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι κατάλογοι τους οποίους υπέβαλαν τα εν λόγω κράτη μέλη είτε δεν είναι ικανοποιητικοί είτε πρόκειται να εκτιμηθούν επί τη βάσει των αποτελεσμάτων των βιογεωγραφικών σεμιναρίων. Με απόφαση που εξέδωσε στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, το Δικαστήριο καταδίκασε την Ιρλανδία (Υπόθεση C-67/99), τη Γερμανία (Υπόθεση C-71/99) και τη Γαλλία (Υπόθεση C-220/99) λόγω μη διαβίβασης στην Επιτροπή, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, του καταλόγου τόπων που προβλέπει το πρώτο εδάφιο του άρθρου 4(1) της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ.

Εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά το ειδικό καθεστώς προστασίας που προβλέπει το άρθρο 4(4) της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ και το άρθρο 6(2) έως (4) της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, π.χ. μη ορθή εφαρμογή ή αγνόηση του ειδικού καθεστώτος προστασίας για διάφορα σχέδια που επηρεάζουν τους εν λόγω τόπους. Για το θέμα αυτό, χρειάστηκε να κινηθούν διαδικασίες παράβασης εναντίον αρκετών κρατών μελών κατά τη διάρκεια του 2001.

Το 2001, η Επιτροπή συνέχισε να θέτει προϋποθέσεις στα σχέδια και προγράμματα των Διαρθρωτικών Ταμείων και στα προγράμματα ανάπτυξης της υπαίθρου αναγκάζοντας τα κράτη μέλη να υποβάλουν τους εκκρεμείς καταλόγους για τη δημιουργία του δικτύου Natura 2000, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που υπέχουν από τις οδηγίες 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ.

Η Επιτροπή συνεχίζει να ασκεί αυστηρή πολιτική όσον αφορά τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδότησης για τη διατήρηση τοποθεσιών στο πλαίσιο του κανονισμού LIFE στις εντεταγμένες ή προς ένταξη στο δίκτυο Natura 2000 τοποθεσίες. Επίσης, εξετάζει προσεκτικά την τήρηση των περιβαλλοντικών κανονισμών στις αιτήσεις συγχρηματοδότησης από το Ταμείο Συνοχής.

Προβλήματα εφαρμογής της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ ενδέχεται επίσης να ανακύψουν όσον αφορά την προστασία ειδών, και όχι χαρακτηρισθεισών ή υποδειχθεισών τοποθεσιών. Το άρθρο 12 της οδηγίας θέτει ένα αυστηρό σύστημα προστασίας για τα είδη που απαριθμούνται στο Παράρτημα IV (α), από το οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν μόνον υπό τις προϋποθέσεις που τάσσει το άρθρο 16(1) και (2). Έως το τέλος του 2001, εκκρεμούσαν ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγές κατά της Ελλάδας για ένα απειλούμενο είδος χελώνας (Caretta caretta) στη νήσο Ζάκυνθο (Υπόθεση C-103/00) και κατά του Ηνωμένου Βασιλείου διότι παρέλειψε να εξασφαλίσει την κατάλληλη προστασία του τρίτωνα του λοφιοφόρου (Triturus cristatus)(Υπόθεση C-434/01). Απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη προς τη Γερμανία διότι παρέλειψε να προστατεύσει κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο τους οικοτόπους ενός απειλούμενου είδους χοιριδίου (Cricetus cricetus) στο Horbacher Bφrde κοντά στο Άαχεν και στα σύνορα με τις Κάτω Χώρες, μια από τις σημαντικότερες τοποθεσίες για αυτό το είδος στη βορειοδυτική Γερμανία.

2.8.7. Θόρυβος

Η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας 2000/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την εκπομπή θορύβου στο περιβάλλον από εξοπλισμό προς χρήση σε ανοικτούς χώρους [60] έληξε στις 3 Ιουλίου 2001. Η εν λόγω οδηγία καταργεί από τις 3 Ιανουαρίου 2002, εννέα οδηγίες που αφορούν διαφόρους τύπους εξοπλισμού. Η Επιτροπή αναγκάστηκε να κινήσει διαδικασίες παράβασης εναντίον δεκατριών κρατών μελών. Έως τα τέλη του 2001, εκκρεμούσαν ακόμα διαδικασίες παράβασης εναντίον ένδεκα κρατών μελών που δεν είχαν εγκρίνει και ανακοινώσει ακόμα τα μέσα μεταφοράς τους ή τα μέτρα που ανακοίνωσαν δεν αφορούσαν το σύνολο της επικράτειάς τους.

[60] ΕΕ L 162, 3.7.2000, σελ.1.

2.8.8. Χημικές ουσίες και βιοτεχνολογία

Η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα των χημικών ουσιών και της βιοτεχνολογίας συγκεντρώνει πολλές ομάδες οδηγιών που αφορούν προϊόντα ή δραστηριότητες με ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά: τεχνική πολυπλοκότητα, συχνές τροποποιήσεις για την προσαρμογή στην πρόοδο των γνώσεων, πεδίο εφαρμογής επιστημονικό και ταυτόχρονα βιομηχανικό, ιδιαίτεροι κίνδυνοι για το περιβάλλον.

Ένα από τα χαρακτηριστικά της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών, είναι οι συχνές τροποποιήσεις της που κατέστησαν αναγκαίες λόγω της επιστημονικής και τεχνικής εξέλιξης. Έτσι, η οδηγία 2000/32/ΕΚ της 19ης Μαΐου 2000 για την προσαρμογή, για εικοστή έκτη φορά, της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ στην τεχνική πρόοδο, έπρεπε να έχει μεταφερθεί στο εσωτερικό δίκαιο έως την 1η Ιουνίου 2001. Επιπλέον, η οδηγία 2000/21/ΕΚ της Επιτροπής της 25ης Απριλίου 2000 σχετικά με τον κατάλογο κοινοτικής νομοθεσίας που αναφέρεται στην πέμπτη παύλα του άρθρου 13(1) της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ έπρεπε να έχει μεταφερθεί έως την 1η Απριλίου 2001.

Στο πλαίσιο αυτό, οι καθυστερήσεις των κρατών μελών να ανακοινώσουν τα μέτρα μεταφοράς παραμένουν συχνές, αλλά η Επιτροπή κινεί αυτομάτως διαδικασίες για να εξασφαλίσει την τήρηση των υποχρεώσεων των κρατών μελών.

Η οδηγία 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998 για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά [61] έπρεπε να έχει μεταφερθεί από τα κράτη μέλη το αργότερο έως τις 14 Μαΐου 2000. Έως τα τέλη του 2001, πολλά κράτη μέλη δεν είχαν ακόμα ανακοινώσει τα μέτρα μεταφοράς τους, όπως αποδεικνύεται από τον κατάλογο διαδικασιών παράβασης δυνάμει της εν λόγω οδηγίας που παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

[61] ΕΕ L 123, 24.4.1998 σελ.1.

Τα πειράματα σε ζώα καλύπτονται από την οδηγία 86/609/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπούς. Με απόφασή του που εκδόθηκε στις 18 Οκτωβρίου 2001, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ιρλανδία δεν είχε λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την ορθή μεταφορά των άρθρων 2(δ), 11 και 12 της οδηγίας, καθώς και για τη θέσπιση του κατάλληλου συστήματος κυρώσεων για τη μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της οδηγίας (Υπόθεση C-354/99). Λίγες διαδικασίες παράβασης συνεχίστηκαν εναντίον κρατών μελών λόγω μη ορθής μεταφοράς και εφαρμογής της οδηγίας 86/609/ΕΟΚ (βλ. επισκόπηση του σταδίου των εν λόγω διαδικασιών στο Παράρτημα IV, Μέρος 3 και Μέρος 4).

2.8.9. Απόβλητα

Οι διαδικασίες παράβασης στον τομέα των αποβλήτων παραμένουν πολυάριθμες και αφορούν τόσο την τυπική μεταφορά όσο και την πρακτική εφαρμογή. Όπως αναφέρθηκε και στην προηγούμενη έκθεση, οι δυσχέρειες ως προς την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου στον τομέα αυτό εξηγούνται τόσο από την ανάγκη αλλαγής της συμπεριφοράς των ιδιωτών, των δημοσίων υπηρεσιών και των επιχειρήσεων όσο και από το κόστος των αλλαγών αυτών.

Όσον αφορά την οδηγία πλαίσιο για τα απόβλητα (οδηγία 75/442/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/156/ΕΟΚ), τα κράτη μέλη συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα όσον αφορά την πλήρη και ορθή εφαρμογή των διατάξεών της από το εθνικό δίκαιο. Επισκόπηση του σταδίου των διαδικασιών σε αυτές τις υποθέσεις παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 3.

Οι περισσότερες δυσκολίες εφαρμογής αφορούν την εφαρμογή της οδηγίας πλαίσιο για τα απόβλητα σε συγκεκριμένες εγκαταστάσεις, η οποία βρίσκεται στη ρίζα μεγάλου αριθμού καταγγελιών που αφορούν κυρίως την απόρριψη των αποβλήτων (ανεξέλεγκτες χωματερές, αμφισβητούμενη τοποθεσία των σχεδιαζόμενων χώρων ελεγχόμενης ταφής, κακή διαχείριση των νόμιμων χώρων, μόλυνση των υδάτων από την απευθείας απόρριψη λυμάτων). Η οδηγία επιβάλλει τη λήψη προηγούμενης έγκρισης για την εκμετάλλευση εγκαταστάσεων διάθεσης και επεξεργασίας των αποβλήτων. Στην περίπτωση της διάθεσης, η εν λόγω έγκριση πρέπει να προσδιορίζει όρους εκμετάλλευσης που να περιορίζουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της.

Η έγκριση από το Συμβούλιο, στις 26 Απριλίου 1999, της οδηγίας 1999/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων [62] διευκρινίζει το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου επιτρέπονται στα κράτη μέλη εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν αυτόν τον τρόπο διάθεσης. Η οδηγία, η οποία τάσσει αυστηρότερες προϋποθέσεις για τους χώρους ταφής που αρχίζουν να λειτουργούν μετά την ημερομηνία αυτή, καθώς και για τους ήδη υπάρχοντες, έπρεπε να μεταφερθεί έως τις 16 Ιουλίου 2001. Η μεταφορά της από τα κράτη μέλη υπήρξε εξαιρετικά αργή, όπως αποδεικνύεται από τον κατάλογο υποθέσεων παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης δυνάμει της εν λόγω οδηγίας, ο οποίος παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

[62] ΕΕ L 182, 16.7.1999, σελ.1.

Όπως αναφέρεται σε προηγούμενες εκθέσεις, η Επιτροπή χρησιμοποιεί τις μεμονωμένες περιπτώσεις για να ανιχνεύσει γενικότερα προβλήματα μη ορθής εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου, όπως η απουσία ή η ακαταλληλότητα των σχεδίων διαχείρισης των αποβλήτων, βασιζόμενη στην υπόθεση ότι ένας παράνομος χώρος ταφής μπορεί να αποκαλύπτει μια μη ικανοποιηθείσα ανάγκη διαχείρισης των αποβλήτων.

Με απόφασή του που εκδόθηκε στις 4 Ιουλίου 2000 (Υπόθεση C-387/97), το Δικαστήριο αποφάσισε να επιβάλει χρηματική ποινή 20.000 ευρώ ανά ημέρα στην Ελλάδα λόγω μη συμμόρφωσης με την απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Απριλίου 1992 (Υπόθεση C-45/91). Η υπόθεση αφορά την ύπαρξη και τη λειτουργία παράνομης χωματερής στερεών αποβλήτων στον Κουρουπητό της περιοχής Χανίων, όπου γινόταν παράνομη διάθεση οικιακών αποβλήτων, περιορισμένων ποσοτήτων επικινδύνων αποβλήτων (π.χ. χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων και συσσωρευτών) και διαφόρων ειδών εμπορικών και βιομηχανικών αποβλήτων. Η Επιτροπή είχε αποστείλει σε τακτά χρονικά διαστήματα επιστολές προς τις ελληνικές αρχές με τις οποίες ζητούσε την καταβολή της χρηματικής ποινής των 20.000 ευρώ ανά ημέρα από τις 4 Ιουλίου 2000 έως και το Φεβρουάριο 2001. Το Μάρτιο 2001, η χωματερή καταργήθηκε και τα απόβλητα άρχισαν να διατίθενται σε κατάλληλες εγκαταστάσεις. Συνεπώς, η Επιτροπή έκρινε ότι η Ελλάδα είχε συμμορφωθεί με την απόφαση και έκλεισε την υπόθεση. Η Ελλάδα κατέβαλε όλα τα οφειλόμενα ποσά, τα οποία ανέρχονται συνολικά σε 5.400.000 ευρώ, εντός των ταχθεισών προθεσμιών.

Επιπλέον, η Επιτροπή κίνησε ορισμένες διαδικασίες παράβασης λόγω μη ορθής εφαρμογής της οδηγίας πλαίσιο για τα απόβλητα. Οι περιπτώσεις αυτές αφορούν συνήθως τοπικά προβλήματα σχετικά με παράνομους χώρους ταφής ή/και ανεξέλεγκτη επεξεργασία των αποβλήτων, συμπεριλαμβανομένης συχνά απουσίας ή ανεπάρκειας των αξιολογήσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

Όσον αφορά την οδηγία 91/689/ΕΟΚ για τα επικίνδυνα απόβλητα, τα κράτη μέλη συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα για την ορθή μεταφορά της στην εθνική νομοθεσία.

Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας του προγραμματισμού σε θέματα διαχείρισης αποβλήτων, η Επιτροπή αποφάσισε, τον Οκτώβριο 1997, να κινήσει διαδικασίες λόγω παράβασης κατά όλων των κρατών μελών, εκτός της Αυστρίας, του μόνου κράτους που εκπόνησε σύστημα σχεδιασμού για τη διαχείριση των αποβλήτων. Οι διαδικασίες αυτές συνεχίζονται μέχρι σήμερα και καλύπτουν μια σειρά παραλείψεων σχετικών, κατά περίπτωση, με τα σχέδια που προβλέπει το άρθρο 7 της οδηγίας πλαίσιο για τα απόβλητα, τα σχέδια διαχείρισης των επικίνδυνων αποβλήτων που προβλέπει το άρθρο 6 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ, καθώς και τα ειδικά σχέδια για τα απόβλητα από συσκευασίες που προβλέπει το άρθρο 4 της οδηγίας 94/62/ΕΚ.

Στην πρότασή του της 5ης Ιουλίου 2001, ο Γενικός Εισαγγελέας έκρινε ότι η Γαλλία, παραλείποντας να εκπονήσει σχέδια διαχείρισης αποβλήτων για ολόκληρη τη χώρα και για όλες τις κατηγορίες αποβλήτων, καθώς και να περιλάβει σε αυτά κεφάλαιο για τα απόβλητα από συσκευασίες, παραβίασε το άρθρο 7, παράγραφος 1 της οδηγίας πλαίσιο για τα απόβλητα, το άρθρο 6, παράγραφος 1 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ και το άρθρο 14 της οδηγίας 94/62/ΕΚ.

Η Επιτροπή συνέχισε τις διαδικασίες προσφυγών που είχαν ασκηθεί προηγουμένως κατά του Ηνωμένου Βασιλείου (Υπόθεση C-35/00) και κατά της Ιταλίας (Υπόθεση C-466/99) για τις τρεις κατηγορίες σχεδίων. Και στις δύο περιπτώσεις, ο Γενικός Εισαγγελέας συμφώνησε με την Επιτροπή (πρόταση του κ. Mischo από 20 Σεπτεμβρίου 2001 στην υπόθεση C-466/99 και πρόταση του κ. Tizzano από 11 Σεπτεμβρίου 2001 στην υπόθεση C-35/00).

Με απόφασή του που εκδόθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2001, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ιταλική Δημοκρατία, παραλείποντας να διαβιβάσει στην Επιτροπή, για την περίοδο από 1995 έως 1997, την έκθεση που προβλέπει το άρθρο 18 της οδηγίας 75/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/692/ΕΟΚ, εντός της ταχθείσας από την εν λόγω διάταξη προθεσμίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή (Υπόθεση C-376/00).

Όσον αφορά την οδηγία 91/689/ΕΟΚ για τα επικίνδυνα απόβλητα, η Επιτροπή κίνησε το 1998 διαδικασίες λόγω παράβασης κατά ορισμένων κρατών μελών που δεν της είχαν ανακοινώσει ορισμένες απαιτούμενες πληροφορίες για τις εγκαταστάσεις και επιχειρήσεις διάθεσης ή/και αξιοποίησης των επικίνδυνων αποβλήτων. Για το θέμα αυτό, ασκήθηκε το 2001 προσφυγή κατά της Ελλάδας ενώπιον του Δικαστηρίου (Υπόθεση C-33/01).

Όσον αφορά την οδηγία 75/439/ΕΟΚ περί διαθέσεως των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων, η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες κατά 11 κρατών μελών λόγω μη συμμόρφωσης της εθνικής νομοθεσίας με διάφορα άρθρα της οδηγίας, που αφορούν ιδίως την υποχρέωση να δίδεται προτεραιότητα στην επεξεργασία των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων με αναγέννηση, εφόσον το επιτρέπουν οι τεχνικοί, οικονομικοί και οργανωτικοί περιορισμοί. Η Επιτροπή εξέδωσε αιτιολογημένες γνώμες προς την Αυστρία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ εξετάζονται οι απαντήσεις που έδωσε η Γαλλία, η Φινλανδία, οι Κάτω Χώρες, το Βέλγιο, η Σουηδία και η Δανία στις προειδοποιητικές επιστολές. Η Επιτροπή απέστειλε επίσης προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα.

2.8.10. Περιβάλλον και βιομηχανία

Η οδηγία 96/82/ΕΚ (« Seveso II »), που αντικαθιστά την οδηγία 82/501/ΕΟΚ από τις 3 Φεβρουαρίου 2001 («Seveso I»), έπρεπε να μεταφερθεί το αργότερο έως τις 3 Φεβρουαρίου 1999. Η ανακοίνωση των μέτρων μεταφοράς από πολλά κράτη μέλη δεν είναι ακόμα πλήρης, ιδίως όσον αφορά τα άρθρα 11 και 12 της οδηγίας. Οι υποθέσεις παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης δυνάμει της εν λόγω οδηγίας απαριθμούνται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

Η οδηγία 96/61/ΕΚ σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (IPPC), η οποία εγκρίθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 1996, έπρεπε να μεταφερθεί έως τις 30 Οκτωβρίου 1999. Κατά τη διάρκεια του 2001, οι διαδικασίες λόγω μη ανακοίνωσης των μέτρων μεταφοράς στην Επιτροπή χρειάστηκε να συνεχιστούν, όπως φαίνεται από τον κατάλογο παραβάσεων δυνάμει της εν λόγω οδηγίας που παρατίθεται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

2.8.11. Προστασία από τις ακτινοβολίες

Το 2001, όπως και το 2000, ο αριθμός των ανακοινώσεων σχεδίων εθνικής νομοθεσίας σύμφωνα με το άρθρο 33 της Συνθήκης Ευρατόμ ήταν μεγάλος, διότι πολλά κράτη μέλη δεν έχουν ολοκληρώσει ακόμα τη μεταφορά των δύο κύριων οδηγιών για την προστασία από τις ακτινοβολίες, δηλαδή των οδηγιών 96/29/Ευρατόμ και 97/43/Ευρατόμ, οι οποίες έπρεπε να μεταφερθούν έως το Μάιο 2000. Η Επιτροπή έλαβε 13 ανακοινώσεις δυνάμει του άρθρου 33 της Συνθήκης Ευρατόμ. Ορισμένες από αυτές εξετάστηκαν και σχολιάστηκαν, μολονότι δεν εκδόθηκε καμία επίσημη σύσταση κατά τη διάρκεια του 2001. Παρόλα ταύτα, σε περιπτώσεις καθυστερημένης ανακοίνωσης στις οποίες εκκρεμούσε διαδικασία παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης, τα κράτη μέλη ενημερώθηκαν αμέσως ότι δεν επρόκειτο να εκδοθεί σύσταση, έτσι ώστε η εθνική νομοθετική διαδικασία να ολοκληρωθεί χωρίς καθυστέρηση.

Το άρθρο 35 της Συνθήκης Ευρατόμ προβλέπει ότι κάθε κράτος μέλος δημιουργεί τις αναγκαίες εγκαταστάσεις για να διενεργεί διαρκή έλεγχο της περιεκτικότητας σε ραδιενέργεια της ατμόσφαιρας, των υδάτων και του εδάφους, καθώς και έλεγχο της τήρησης των βασικών κανόνων. Η Επιτροπή μπορεί να ελέγχει τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα των εγκαταστάσεων αυτών. Κατά τη διάρκεια του 2001, η Επιτροπή πραγματοποίησε έναν έλεγχο βάσει του άρθρου 35, στην Αυστρία.

Στόχος του άρθρου 37 είναι να προληφθεί οποιαδήποτε δυνατότητα ραδιενεργού μόλυνσης του περιβάλλοντος άλλου κράτους μέλους, προστατεύοντας κατ' αυτόν τον τρόπο το κοινό από τους κινδύνους που προέρχονται από τις ιοντίζουσες ακτινοβολίες. Συνεπώς, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να παρέχουν στην Επιτροπή τα γενικά δεδομένα παντός σχεδίου απόρριψης ραδιενεργών καταλοίπων. Η Επιτροπή εκτιμά τα δεδομένα προκειμένου να προσδιορίσει αν η πραγματοποίηση του σχεδίου μπορεί να προκαλέσει ραδιενεργό μόλυνση στα ύδατα, στο έδαφος ή στον εναέριο χώρο άλλου κράτους μέλους. Η Επιτροπή εκδίδει γνώμη για το θέμα, την οποία το κράτος μέλος πρέπει να λάβει υπόψη του πριν από την έγκριση της διάθεσης ραδιενεργών αποβλήτων. Το 2001, η Επιτροπή έλαβε 17 ανακοινώσεις από κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 37 της Συνθήκης Ευρατόμ και εξέδωσε 6 γνώμες.

Το Δεκέμβριο 2001, η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη προς το Ηνωμένο Βασίλειο λόγω παράβασης των υποχρεώσεων που υπέχει δυνάμει του άρθρου 37, διότι δεν διαβίβασε τα γενικά δεδομένα σχετικά με την αποσυναρμολόγηση του ερευνητικού αντιδραστήρα JASON.

Όπως προαναφέρθηκε, η προθεσμία μεταφοράς των δύο κύριων οδηγιών στον τομέα της προστασίας από τις ακτινοβολίες, δηλαδή της οδηγίας 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των βασικών κανόνων ασφαλείας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του πληθυσμού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιοντίζουσες ακτινοβολίες (ΕΕ L 159, 29.6.1996, σελ. 1) και της οδηγίας 97/43/Ευρατόμ του Συμβουλίου περί της προστασίας της υγείας από τους κινδύνους κατά την έκθεση στην ιοντίζουσα ακτινοβολία για ιατρικούς λόγους (ΕΕ L 180, 9.7.1997, σελ. 22), έληγε στις 13 Μαΐου 2000.

Η οδηγία 96/29/Ευρατόμ θεσπίζει ένα ευρύτερο πεδίο εφαρμογής και μια λεπτομερέστερη σειρά μέτρων για την προστασία των εργαζομένων και του κοινού. Για το σκοπό αυτό, η οδηγία μείωσε τα όρια των δόσεων, έθεσε νέες απαιτήσεις για την αιτιολόγηση όλων των πρακτικών που συνεπάγονται ιοντίζουσες ακτινοβολίες και εισήγαγε μία εκτεταμένη αρχή ALARA, σύμφωνα με την οποία οι δόσεις πρέπει να διατηρούνται στο κατώτερο λογικά εφικτό επίπεδο (As Low As Reasonably Achievable). Η οδηγία καλύπτει πρακτικές και εργασιακές δραστηριότητες οι οποίες περιλαμβάνουν φυσικές πηγές ακτινοβολίας και καταστάσεις επέμβασης. Επίσης, αποσαφηνίζει την έννοια της έγκρισης και απαλλαγής υλικών που περιέχουν ραδιενέργεια. Τέλος, η οδηγία περιέχει νέες απαιτήσεις για την εκτίμηση της δόσης πληθυσμού. Οι υποθέσεις παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης της εν λόγω οδηγίας απαριθμούνται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

Η οδηγία 97/43/Ευρατόμ βελτιώνει τα επίπεδα ακτινοπροστασίας των ασθενών και του ιατρικού προσωπικού. Λαμβάνει υπόψη τις νέες εξελίξεις στις ιατρικές διαδικασίες και τους εξοπλισμούς και την εμπειρία που αποκτήθηκε από την επιχειρησιακή εφαρμογή των προηγούμενων οδηγιών. Τάσσει ακριβέστερη περιγραφή για την αρχή της αιτιολόγησης, ρυθμίζει την κατανομή των ευθυνών και ορίζει προδιαγραφές για τους ειδικευμένους εμπειρογνώμονες στον ιατρικό τομέα. Οι υποθέσεις παράβασης λόγω μη ανακοίνωσης της εν λόγω οδηγίας απαριθμούνται στο Παράρτημα IV, Μέρος 2.

Η οδηγία 89/618/Ευρατόμ σχετικά με την ενημέρωση του πληθυσμού ορίζει προδιαγραφές για την ενημέρωση του πληθυσμού σχετικά με τα εφαρμοστέα μέτρα προστασίας της υγείας και την ακολουθητέα συμπεριφορά σε περίπτωση έκτακτού κινδύνου από ακτινοβολία. Η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της Γαλλίας και της Γερμανίας, διότι η νομοθεσία τους δεν συμμορφούται πλήρως με την οδηγία.

2.9. ΑΛΙΕΙΑ

Εισαγωγή

Η Επιτροπή συνέχισε να παρακολουθεί την εφαρμογή από τα κράτη μέλη των εθνικών νομοθετικών μέτρων διατήρησης και διαχείρισης των πόρων τα οποία επιτάσσει η Κοινή αλιευτική πολιτική (μέτρα ελέγχου των δραστηριοτήτων, τεχνικά μέτρα διατήρησης και τεχνικά μέτρα εφαρμοστέα στη Μεσόγειο).

Η Επιτροπή δεν εντόπισε περιπτώσεις ασυμβατότητας των εθνικών μέτρων με την κοινοτική νομοθεσία που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την κίνηση διαδικασιών παράβασης.

Πόροι

Την 1η Φεβρουαρίου 2001, το Δικαστήριο καταδίκασε τη Γαλλία [63], κατόπιν της διαπίστωσης ότι το εν λόγω κράτος μέλος δεν είχε τηρήσει τις υποχρεώσεις ελέγχου και επιθεώρησης των αλιευτικών δραστηριοτήτων τα έτη 1988 και 1990.

[63] Υπόθεση C-33/99, Συλλογή 2001, σελ. I-1025

Στο πλαίσιο διαδικασιών λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης ελέγχου εξαιτίας της υπέρβασης ορισμένων ποσοστώσεων που είχαν χορηγηθεί στη Σουηδία και στην Ιρλανδία το 1995 και 1996, στο Βέλγιο το 1991, 1992, 1993, 1994, 1995 και 1996 και στην Πορτογαλία το 1994,1995 και 1996, η Επιτροπή απέστειλε αιτιολογημένες γνώμες στα εν λόγω κράτη μέλη, αντιστοίχως, στις 20 Φεβρουαρίου, 12 Μαρτίου, 31 Ιουλίου και 5 Νοεμβρίου. Εξάλλου, η Επιτροπή αποφάσισε, στις 18 Ιουλίου, να προσφύγει ενώπιον του Δικαστηρίου κατά της Δανίας λόγω των υπερβάσεων που σημειώθηκαν τα έτη 1990, 1991, 1992, 1993, 1994, 1995 και 1996.

2.10. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

2.10.1. Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων

Εφαρμογή των άρθρων 28 και επόμενα της συνθήκης ΕΚ (πρώην άρθρα 30 και επόμενα της συνθήκης ΕΚ)

Ο αριθμός των φακέλων παραβάσεων που αφορούν εμπόδια στις συναλλαγές (εφαρμογή των άρθρων 28 και επόμενα) [64], παραμένει μάλλον σταθερός. Εντούτοις, οι διαφορές καθίστανται όλο και περισσότερο πολύπλοκες από τεχνική άποψη και ευαίσθητες από πολιτική άποψη, λόγω των πτυχών που αφορούν την προστασία της δημόσιας υγείας, των καταναλωτών ή του περιβάλλοντος. Πολλές σημαντικές υποθέσεις με αυτό το περιεχόμενο εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο θα πρέπει να εκδώσει τις σχετικές αποφάσεις το 2002. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής που είναι επιφορτισμένες με αυτές τις διαφορές συνέχισαν να ευνοούν το διάλογο με τις εθνικές αρχές, ιδίως στο πλαίσιο "συνεδριάσεων-πακέτο", προκειμένου να κινείται διαδικασία λόγω παράβασης μόνον σε περιπτώσεις όπου εξακολουθεί να υπάρχει πραγματική διαφωνία. Αυτές οι "συνεδριάσεις-πακέτο" απέδειξαν για άλλη μια φορά τη χρησιμότητα και την αποτελεσματικότητά τους, δεδομένου ότι εξετάστηκε και διευθετήθηκε πολύ μεγάλος αριθμός φακέλων. Δοργανώθηκαν επίσης πρακτικά σεμινάρια για την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε πολλές υποψήφιες προς ένταξη χώρες. Ενόψει της επιτυχίας τους και της αναγνωρισθείσας χρησιμότητάς τους, θα διοργανωθούν και άλλα σεμινάρια το 2002 σε άλλες υποψήφιες χώρες, ούτως ώστε να βελτιωθεί η γνώση και η πρακτική της αμοιβαίας αναγνώρισης από τις διοικητικές τους υπηρεσίες.

[64] Πληροφορίες στη διεύθυνση http://europa.eu.int/comm/internal_market/fr/goods/mutrΕΚ.htm

Η Επιτροπή ενίσχυσε επίσης τη δράση ενημέρωσης και προώθησης της εφαρμογής της απόφασης 3052/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [65], δυνάμει της οποίας τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιούν στην Επιτροπή τα εθνικά μέτρα που συνιστούν παρεκκλίσεις από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Ο αριθμός των κοινοποιήσεων που ελήφθησαν εξακολουθεί να κρίνεται ανεπαρκής. Η διαπίστωση αυτή, καθώς και ορισμένες προτάσεις βελτίωσης, είχαν τονιστεί ήδη στην έκθεση για την εφαρμογή της απόφασης το 1997 και το 1998 που δημοσιεύτηκε από την Επιτροπή στις 7 Απριλίου 2000 [66].

[65] ΕΕ L 321 της 30ης Δεκεμβρίου 1995, σελίδα 1

[66] COM (2000) 194 τελικό

Όσον αφορά το μηχανισμό ταχείας παρέμβασης για την αντιμετώπιση σοβαρών εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, το σύστημα συναγερμού που προβλέπεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2679/98 του Συμβουλίου της 7ης Δεκεμβρίου 1998 για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς σε σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων [67] ενεργοποιήθηκε 7 φορές το 2001, έναντι 18 το 2000.

[67] ΕΕ L 337 της 12ης Δεκεμβρίου 1998, σελίδα 8

Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων (τροποποιηθείσα οδηγία 85/374/ΕΟΚ [68])

[68] ΕΕ L 210 της 7ης Αυγούστου 1985, σελίδα 29

Όλα τα κράτη μέλη μετέφεραν την τροποποίηση που θεσπίστηκε με την οδηγία 1999/34/ΕΚ [69] η οποία αποβλέπει στην επέκταση των κανόνων της ευθύνης άνευ πταίσματος στις γεωργικές πρώτες ύλες. Εξάλλου, η Επιτροπή ενέκρινε, στις 31 Ιανουαρίου 2001, τη δεύτερη έκθεση για την εφαρμογή της οδηγίας. [70]

[69] ΕΕ L 141 της 4ης Ιουνίου 1999, σελίδα 20

[70] COM (2000) 893 τελικό (βλ. και την ηλεκτρονική διεύθυνση στη σημείωση 1

2.10.2. Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και δικαίωμα εγκατάστασης

Όσον αφορά την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών (άρθρα 43 και 49 επ. της συνθήκης ΕΚ) και στο πλαίσιο της εφαρμογής της « Στρατηγικής για την Εσωτερική Αγορά υπηρεσιών [71] », η Επιτροπή συνέχισε να εξετάζει σημαντικό αριθμό καταγγελιών προερχομένων από επιχειρήσεις ή από χρήστες υπηρεσιών σε ευρύτατο φάσμα τομέων, όπως οι υπηρεσίες φύλαξης, λογιστικών και οικονομικού ελέγχου, μεταφορών με λεωφορεία, οι υπηρεσίες που προσφέρουν οι οδηγοί ορειβασίας, οι αερολέσχες, τα μουσεία, οι υγειονομικές υπηρεσίες που παρέχουν τα ιατρικά εργαστήρια και τα φαρμακεία, οι υπηρεσίες εναέριων εργασιών, οι εκθέσεις, τα γραφεία ευρέσεως προσωρινής εργασίας, οι πράκτορες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, οι καλλιτέχνες ... Εξάλλου, όσον αφορά τις υγειονομικές υπηρεσίες, το Δικαστήριο εξέδωσε στις 12 Ιουλίου 2001 (υποθέσεις C-157/99 και C-368/98) δύο αποφάσεις που ενισχύουν τα δικαιώματα των ασφαλισμένων όσον αφορά την επιστροφή των εξόδων χειρουργικής επέμβασης σε άλλο κράτος μέλος. Οι εν λόγω αποφάσεις επιβεβαιώνουν τη νομολογία Kohll και mutatis mutandis Decker [72] και διευκρινίζουν ότι οι ιατρικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένης της νοσοκομειακής περίθαλψης, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Εξάλλου, στον τομέα της Κοινωνίας της πληροφορίας και των μέσων ενημέρωσης, το Δικαστήριο εξέδωσε στις 29 Νοεμβρίου 2001 απόφαση (υπόθεση C-17/00) κατόπιν προδικαστικής παραπομπής, στην οποία έκρινε ότι το τέλος παραβολικών κεραιών που επιβάλλεται από ορισμένους δήμους και κοινότητες του Βελγίου δεν συμβιβάζεται με το άρθρο 49 της συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τη θέση που είχε λάβει η Επιτροπή στην ανακοίνωση της 27ης Ιουνίου 2001 [73] και με ορισμένες διαδικασίες παράβασης που είχαν κινηθεί για το θέμα [74].

[71] COM (2000) 888 τελικό.

[72] Υπόθεση. C-158/96, Συλλογή 1998 σελ. I-1931.

[73] COM (2001) 351 τελικό.

[74] Βλ IP 99/281 και 00/237.

Στον τομέα των εμπορικών επικοινωνιών, η Επιτροπή συνεχίζει την πολιτική της και αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της Γαλλίας για το φάκελο του νόμου « Evin » που θέτει περιορισμούς στις υπηρεσίες διαφήμισης και χορηγίας σε περίπτωση αναμετάδοσης αθλητικών συναντήσεων από γαλλικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Αντιθέτως, έθεσε στο αρχείο ορισμένες περιπτώσεις παραβάσεων κατόπιν της απελευθέρωσης της γερμανικής νομοθεσίας περί πριμοδοτήσεων και εκπτώσεων.

Όσον αφορά τα μέσα ενημέρωσης στην κοινωνία της πληροφορίας, η Επιτροπή απέστειλε το 2001 επτά αιτιολογημένες γνώμες λόγω μη ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 98/84/ΕΚ του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 1998, σχετικά με την παροχή πρόσβασης υπό όρους. Σε τρεις περιπτώσεις, έδωσε συνέχεια στο θέμα αποφασίζοντας να προσφύγει στο Δικαστήριο.

Όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, στον τομέα των ασφαλίσεων κινήθηκαν και πάλι οι διαδικασίες παράβασης για το bonus/malus (η Γαλλία, το Βέλγιο, η Φινλανδία και το Λουξεμβούργο έλαβαν όλα αιτιολογημένη γνώμη για το θέμα κατά τη διάρκεια του 2001), στο πλαίσιο της παρακολούθησης της ερμηνευτικής ανακοίνωσης για την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και την κοινή ωφέλεια. Βρέθηκε λύση για δύο διαδικασίες που είχαν κινηθεί κατά του Βελγίου και της Φινλανδίας σχετικά με τη νομοθεσία τους για την ασφάλιση εργατικών ατυχημάτων. Τέλος, η διαδικασία μεταφοράς της οδηγίας 98/78/ΕΚ (ασφαλιστικοί όμιλοι) έχει σχεδόν ολοκληρωθεί : μόνον η Ελλάδα, κατά της οποίας έχει ασκηθεί προσφυγή στο Δικαστήριο, και η Πορτογαλία δεν έχουν ανακοινώσει ακόμα τα μέτρα μεταφοράς τους.

Στον τομέα των κινητών αξιών, η Επιτροπή άσκησε στις 20 Δεκεμβρίου 2001 προσφυγή λόγω παράλειψης κατά του Ηνωμένου Βασιλείου για τη μη μεταφορά στο έδαφος του Γιβραλτάρ της οδηγίας 97/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών [75].

[75] ΕΕΕΚ αριθ. L 84 της 26ης Μαρτίου 1997, σελ. 22.

Όσον αφορά τα συστήματα πληρωμών, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2560/2001 [76] για τις διασυνοριακές πληρωμές σε ευρώ, εγκρίθηκε επισήμως στις 19 Δεκεμβρίου 2001 από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μετά από πρόταση που είχε υποβάλει η Επιτροπή στις 25 Ιουλίου 2001 [77]. Στόχος του κανονισμού αυτού είναι η μείωση των τραπεζικών εξόδων για τις διασυνοριακές πληρωμές σε ευρώ ευθυγραμμίζοντάς τα με τα έξοδα που επιβάλλονται σε εθνικό επίπεδο. Τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2002 και είναι υποχρεωτικός ως προς όλα τα στοιχεία του και άμεσα εφαρμοστέος σε κάθε κράτος μέλος. Η μεταφορά της οδηγίας 98/26/ΕΚ σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί έως τις 11 Δεκεμβρίου 1999. Όλα τα κράτη μέλη που δεν είχαν ανακοινώσει τα μέσα εκτέλεσής του το 1999, το έκαναν κατά τη διάρκεια του 2001. Συνεπώς, η Επιτροπή μπόρεσε να θέσει στο αρχείο τις διαδικασίες λόγω παράβασης.

[76] ΕΕΕΚ αριθ. L 344 της 28ης Δεκεμβρίου 2001.

[77] COM (2001) 439 τελικό.

2.10.3. Επιχειρηματικό περιβάλλον

Στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας, πέντε κράτη μέλη (Δανία, Φινλανδία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο [78]) ανακοίνωσαν τα εθνικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας 98/44/ΕΚ για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων. Το Δικαστήριο εξέδωσε μια σημαντική απόφαση στις 9 Οκτωβρίου 2001 (υπόθεση C-377/98) με την οποία απέρριψε την προσφυγή των Κάτω Χωρών για την ακύρωση της εν λόγω οδηγίας.

[78] Η μεταφορά είναι μερική όσον αφορά το Ηνωμένο Βασίλειο (αναμένονται ακόμη τα μέτρα μεταφοράς του άρθρου 12 της οδηγίας).

Στον τομέα των σχεδίων και υποδειγμάτων, η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας 98/71/ΕΚ για τη νομική προστασία σχεδίων και υποδειγμάτων έληξε στις 28 Οκτωβρίου 2001. Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2001, 3 κράτη μέλη (Δανία, Γαλλία, Ιταλία) είχαν ανακοινώσει στην Επιτροπή τις διατάξεις εσωτερικού δικαίου που θέσπισαν για να συμμορφωθούν με την οδηγία.

Στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, υπάρχουν σε ισχύ έξι οδηγίες [79]. Όλα τα κράτη μέλη έχουν ανακοινώσει εθνικά μέτρα εκτέλεσης για το σύνολο των οδηγιών. Οι διαδικασίες λόγω παράβασης κατά του Βελγίου, της Δανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με την οδηγία του Συμβουλίου 92/100/ΕΟΚ για το δικαίωμα εκμίσθωσης και δανεισμού έφθασαν στο στάδιο της αιτιολογημένης γνώμης. Κινήθηκαν αυτεπαγγέλτως δύο διαδικασίες παράβασης κατά της Σουηδίας και της Φινλανδίας λόγω μη ορθής μεταφοράς της οδηγίας 96/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων. Ασκήθηκε προσφυγή στο Δικαστήριο κατά της Ιρλανδίας λόγω μη κύρωσης της Σύμβασης της Βέρνης (Πράξη των Παρισίων 1971). Η υπόθεση (C-13/2000) συνεχίζει να εκκρεμεί και η Ιρλανδία δεν έχει κυρώσει μέχρι σήμερα την πράξη προσχώρησης στην εν λόγω Σύμβαση.

[79] 87/54/ΕΟΚ τοπογραφίες προϊόντων ημιαγωγών, 91/250/ΕΟΚ προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, 92/100/ΕΟΚ δικαίωμα εκμίσθωσης και δανεισμού, 93/83/ΕΟΚ καλωδιακή και δορυφορική αναμετάδοση, 93/98/ΕΟΚ διάρκεια, 96/9/ΕΚ βάσεις δεδομένων.

Η Επιτροπή συνέχισε τις προσπάθειές της για να εξασφαλίσει ομοιόμορφη και αποτελεσματική εφαρμογή του δικαίου των δημοσίων συμβάσεων στα κράτη μέλη. Προς το σκοπό αυτό, ενέκρινε δύο ερμηνευτικές ανακοινώσεις με στόχο τη διευκρίνιση της δυνατότητας ενσωμάτωσης περιβαλλοντικών και κοινωνικών μελημάτων στις δημόσιες συμβάσεις. [80] Εξάλλου, η Επιτροπή εξέδωσε οδηγία με την οποία επέβαλε τη χρησιμοποίηση τυποποιημένων εντύπων για τη δημοσίευση των προκηρύξεων διαγωνισμών στην Επίσημη Εφημερίδα, πράγμα που θα επιτρέψει μεγαλύτερη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα των δημοσίων συμβάσεων και θα διευκολύνει την ηλεκτρονική σύναψή τους. [81]

[80] Ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής για το κοινοτικό δίκαιο που εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τις δυνατότητες ενσωμάτωσης περιβαλλοντικών μελημάτων στις εν λόγω συμβάσεις και ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής για το κοινοτικό δίκαιο που εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τις δυνατότητες ενσωμάτωσης κοινωνικών μελημάτων στις εν λόγω συμβάσεις, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στην ΕΕΕΚ αριθ. C 333 της 28ης Νοεμβρίου 2001.

[81] Οδηγία 2001/78/ΕΚ της Επιτροπής της 13ης Σεπτεμβρίου 2001 για τη χρήση τυποποιημένων εντύπων στη δημοσίευση των προκηρύξεων δημοσίων συμβάσεων, ΕΕΕΚ αριθ. L 285 της 29.10.2001.

Γενικά, η μεταφορά των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις στα κράτη μέλη έχει βελτιωθεί. Εντούτοις, ο αριθμός καταγγελιών λόγω μη ορθής εφαρμογής αυξήθηκε. Το 2001, η Επιτροπή εξέτασε έτσι 356 καταγγελίες στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, μερικές από τις οποίες αναφέρονται ενδεικτικά στη συνέχεια.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης μιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών με αντικείμενο τη δημιουργία συστήματος ασύρματης επικοινωνίας για τη βρετανική αστυνομία, η Επιτροπή έκρινε ότι η αναθέτουσα αρχή, όταν προσδιορίζει τις τεχνικές προδιαγραφές με αναφορά σε ευρωπαϊκό πρότυπο, οφείλει να δέχεται και προϊόντα ή υπηρεσίες ισοδύναμα σε επιδόσεις. Μετά από συζητήσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο, οι βρετανικές αρχές αναγνώρισαν τελικά τη βασιμότητα αυτής της θέσης και ενέκριναν σχετική εγκύκλιο, ούτως ώστε να ενημερώσουν τις αναθέτουσες αρχές.

Επίσης, σε οδηγίες προς τις αναθέτουσες αρχές, οι βρετανικές αρχές ανέφεραν ότι η υποχρέωση να εξασφαλίζεται πραγματικός ανταγωνισμός την οποία επιβάλλουν οι κοινοτικές οδηγίες στο πλαίσιο κλειστών διαγωνισμών τηρείται εφόσον οι αναθέτουσες αρχές προβλέπουν έναν ελάχιστο αριθμό συμμετεχόντων ο οποίος ορίστηκε σε τρεις. Η Επιτροπή αμφισβήτησε αυτή την ερμηνεία και, επί τη βάσει της απόφασης Επιτροπή κατά Γαλλίας [82], υπέδειξε στις προαναφερθείσες αρχές ότι ο αριθμός των συμμετεχόντων σε κλειστό διαγωνισμό δεν μπορεί να είναι μικρότερος από πέντε. Συνεπώς, μετά την παρέμβαση της Επιτροπής, οι βρετανικές αρχές τροποποίησαν τις προαναφερόμενες οδηγίες.

[82] Υπόθεση C-225/98, Επιτροπή κατά Γαλλίας, απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2000.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε επίσης αιτιολογημένη γνώμη λόγω μη εκτέλεσης απόφασης με την οποία διαπιστώθηκε ότι η Γαλλία δεν έχει συμμορφωθεί με την υποχρέωση πλήρους μεταφοράς της οδηγίας « προσφυγές σε ειδικούς τομείς » 92/13/ΕΟΚ. Μετά από την παρέμβαση της Επιτροπής, οι γαλλικές αρχές κοινοποίησαν τελικά τα εθνικά μέτρα μεταφοράς της προαναφερθείσας οδηγίας.

Στην απόφαση «Alcatel» [83] που αφορά την οδηγία 89/665/ΕΟΚ για τις προσφυγές, το Δικαστήριο είχε κρίνει ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να προβλέψουν διαδικασία προσφυγής που να παρέχει στους μη επιλεγέντες προσφέροντες ή υποψηφίους τη δυνατότητα να προκαλέσουν την ακύρωση της αποφάσεως κατακύρωσης, σε περίπτωση που αυτή είναι παράνομη, πριν την υπογραφή της σύμβασης, ανεξαρτήτως της δυνατότητας να λάβουν αποζημίωση μετά τη σύναψη της συμβάσεως. Μετά από αυτή την απόφαση, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της Αυστρίας, εφόσον τέσσερα από τα εννέα Lδnder της χώρας, και συγκεκριμένα τα Lδnder Salzburg, Steiermark, Niederφsterreich και Kδrnten, δεν έχουν εγκρίνει ακόμα τα ενδεδειγμένα μέτρα συμμόρφωσης με την προαναφερθείσα απόφαση.

[83] Υπόθεση C-81/98, απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 1999.

Στο πλαίσιο δημόσιας σύμβασης που αφορούσε την κατασκευή του νέου θεάτρου « Scala » του Μιλάνου, η Επιτροπή κίνησε διαδικασία λόγω παράβασης, επειδή έκρινε ότι η απευθείας εκτέλεση των εργασιών με έκπτωση των τελών χωροταξίας που οφείλονται στο δήμο δημιουργεί συμβατικές σχέσεις επαχθούς μορφής που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις. Στο πλαίσιο προδικαστικού ερωτήματος εξάλλου, το Δικαστήριο, με την απόφαση « Scala » [84], επικύρωσε τη θέση της Επιτροπής. Στη συνέχεια, η Επιτροπή αποφάσισε να απευθύνει αιτιολογημένη γνώμη προς την Ιταλία.

[84] Υπόθεση C-399/98, απόφαση της 12ης Ιουλίου 2001.

Τέλος, και σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, [85] η Επιτροπή εξέτασε και διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων και παραχώρησης της εκμετάλλευσης των οποίων το καθεστώς δεν υπόκειται στις διατάξεις των οδηγιών για τις δημόσιες συμβάσεις, ούτως ώστε να διαπιστώσει αν πληρούν, εντούτοις, τους γενικούς κανόνες και αρχές της συνθήκης ΕΚ, και ιδίως τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι, γενικά, ο έλεγχος αυτός τείνει να αναπτυχθεί.

[85] Βλ. υπόθεση C-324/98, Telaustria, Απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2000 (όσον αφορά την παραχώρηση δημόσιας υπηρεσίας), υπόθεση C-59/00, Vestergaard, διάταξη της 3ης Δεκεμβρίου 2001 (όσον αφορά τις συμβάσεις δημοσίων έργων που δεν φθάνουν τις προβλεπόμενες οριακές τιμές).

Για παράδειγμα, οι υπηρεσίες της Επιτροπής χρειάστηκε να εξετάσουν αν η διαδικασία παραχώρησης της εκμετάλλευσης αυτοκινητοδρόμου στην Πορτογαλία ήταν σύμφωνη προς τους κανόνες και αρχές που τάσσει η συνθήκη ΕΚ στο πλαίσιο της ερμηνευτικής ανακοίνωσης [86] για τις παραχωρήσεις στο κοινοτικό δίκαιο, η οποία δημοσιεύτηκε πέρσι. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν διαπιστώθηκε καμία παρατυπία.

[86] Ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην ΕΕΕΚ αριθ. C 121 της 29ης Απριλίου 2000., σελ. 2.

Όσον αφορά το δίκαιο των εταιρειών και τη χρηματοοικονομική ενημέρωση, η Επιτροπή κίνησε αυτεπαγγέλτως διαδικασία παράβασης σχετικά με το νόμο των Κάτω Χωρών "Wet op de formeel buitenlandse vennootschappen" (WFBV). Πράγματι, τα άρθρα 2, 3 και 4 του εν λόγω νόμου δεν συμβιβάζεται με τη συνθήκη ΕΚ - και ιδίως με τα άρθρα 43 και 48 -, στο μέτρο που θεσπίζουν υποχρεώσεις οι οποίες εισάγουν διακρίσεις εις βάρος εταιρειών άλλων κρατών μελών που επιθυμούν να ιδρύσουν υποκαταστήματα στις Κάτω Χώρες. Εξάλλου, τα άρθρα 2 και 4 παράγραφος 3 του νόμου WFBV παραβιάζουν το άρθρο 2 της ενδέκατης οδηγίας του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1989 σχετικά με τη δημοσιότητα των υποκαταστημάτων που έχουν συσταθεί σε ένα κράτος μέλος από ορισμένες μορφές εταιρειών που διέπονται από το δίκαιο άλλου κράτους [87], στο μέτρο που προβλέπουν πρόσθετες υποχρεώσεις για τις εταιρείες άλλων κρατών μελών.

[87] 89/666/ΕΟΚ, ΕΕΕΚ αριθ. L 395 της 30ης Δεκεμβρίου 1989, σελ. 36.

Η Επιτροπή καταχώρησε καταγγελία σχετικά με το γερμανικό νόμο "Aktiengesetz", σύμφωνα με την οποία οι παράγραφοι 305 και 320β του εν λόγω νόμου δεν συμβιβάζονται με τη συνθήκη ΕΚ, και ιδίως με το άρθρο 43, διότι οι διατάξεις αυτές θέτουν σε δυσμενέστερη μοίρα τις μη γερμανικές ανώνυμες εταιρείες σε ορισμένες συναλλαγές μεταξύ ανωνύμων εταιρειών. Η Επιτροπή ερευνά την καταγγελία.

Η Επιτροπή καταχώρησε επίσης καταγγελία σχετικά με τον ισπανικό νόμο περί ανωνύμων εταιρειών ("LSA"), στην οποία προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι τα άρθρα 158, 159 και 293 του εν λόγω νόμου θέτουν σε δυσμενέστερη μοίρα τους μετόχους των ανωνύμων εταιρειών σε σχέση με τους αποκτώντες ή τους κατόχους μετατρέψιμων ομολογιών των ίδιων εταιρειών, καθώς και ότι θέτει σε δυσμενέστερη μοίρα τους μειοψηφούντες μετόχους των εν λόγω εταιρειών σε σχέση με τους πλειοψηφούντες μετόχους."

2.10.4. Νομικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα ως προς τα προσόντα

Ο αριθμός των φακέλων καταγγελιών και παραβάσεων για τα νομικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα, οι οποίες αφορούν τα προσόντα, παραμένει σχετικά σταθερός. Το 2001, η Επιτροπή έλαβε είκοσι περίπου καταγγελίες για περιορισμούς αντίθετους προς τα άρθρα 43 και 49 της Συνθήκης ΕΚ, καθώς και προς τις οδηγίες που διευκολύνουν την αμοιβαία αναγνώριση των διπλωμάτων για επαγγελματικούς σκοπούς. Εντούτοις, οι διαφορές καθίστανται περισσότερο πολύπλοκες. Εξάλλου, σε μια προσπάθεια ταχύτερης επίλυσης ορισμένων προβλημάτων που ανιχνεύονται, οι υπηρεσίες της Επιτροπής συνέχισαν τις τακτικές επαφές με τις εθνικές αρχές, και ιδίως με τους εμπειρογνώμονες των ομάδων και επιτροπών που είναι αρμόδιες για το θέμα.

2.11. ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

2.11.1. Ανάλυση των αιτίων

Η περιφερειακή πολιτική διέπεται κυρίως από κανονισμούς άμεσα εφαρμοστέους στα κράτη μέλη. Οι κανονισμοί αυτοί (πρβλ. κανονισμό (ΕΚ)1260/99), καθώς και οι κανονισμοί που αφορούν το δημοσιονομικό έλεγχο, θεσπίζουν κανόνες αναγκαστικού δικαίου. Συνεπώς, οι υποθέσεις παράβασης σχετικά με τη νομοθεσία της περιφερειακής πολιτικής αφορούν είτε τη μη ορθή εφαρμογή των κανονισμών, είτε παρατυπίες (άρθρο 1, παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου) κατά τη δημοσιονομική διαχείριση.

Εντούτοις, οι παρατυπίες αφορούν και παραβάσεις άλλων κοινοτικών διατάξεων. Πράγματι, η σχέση μεταξύ των μέτρων για την περιφερειακή πολιτική και της τήρησης όλων των άλλων κοινοτικών κανόνων υπογραμμίζεται επίσης από τη ρητή υποχρέωση συμμόρφωσης των ενεργειών που χρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία, από την ΕΤΕπ ή από άλλο ισχύον χρηματοδοτικό μέσο, με τις διατάξεις της συνθήκης και με τις πράξεις που θεσπίζονται δυνάμει αυτών, καθώς και με τις κοινοτικές πολιτικές (άρθρο 8, παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) 1164/94 και άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1260/99).

2.11.2. Επιπτώσεις των παραβάσεων

Η διαδικασία του άρθρου 226 της συνθήκης ΕΚ κινείται ιδίως σε περίπτωση παράβασης διατάξεων των κανονισμών για τα διαρθρωτικά ταμεία (π.χ. είσπραξη οφειλών από τους εθνικούς οργανισμούς οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τη διαχείριση των καθεστώτων ενίσχυσης που συγχρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία, κατά παράβαση των διατάξεων των ίδιων κανονισμών που ορίζουν ότι το σύνολο της συνδρομής πρέπει να καταβάλλεται στους τελικούς δικαιούχους). Όσον αφορά τις « παρατυπίες », η Επιτροπή μπορεί να κινήσει ειδικές διαδικασίες προκειμένου να αναστείλει, να μειώσει ή να ακυρώσει τη συνδρομή εκ μέρους των ταμείων, σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88 (όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2082/93), καθώς και με το άρθρο 38, παράγραφος 5 και το άρθρο 39 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/99. Μια τέτοια διαδικασία κινήθηκε, για παράδειγμα, κατά της Ελλάδας σχετικά με την κοινοτική συνδρομή εκ μέρους του ΕΤΠΑ για την εφαρμογή του ΠΠ Περιβάλλον το οποίο περιλαμβάνεται στο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης για τις κοινοτικές διαρθρωτικές παρεμβάσεις στις επιλέξιμες ζώνες του στόχου 1.

2.12. ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ

2.12.1. Τελωνειακή ένωση

Η κοινοτική νομοθεσία που διέπει τον τελωνειακό τομέα έχει ως επί το πλείστον μορφή κανονισμού. Έτσι, δεν τίθενται θέματα ορθής μεταφοράς της εν λόγω νομοθεσίας, ενώ, γενικά, μπορεί να διαπιστωθεί ότι οι εν λόγω διατάξεις έχουν ενσωματωθεί απολύτως στο εθνικό επίπεδο.

Συνεπώς, οι διαδικασίες παράβασης που κινούνται είναι πολύ συγκεκριμένες. Σχετικά, αξίζει να επισημανθούν δύο διαδικασίες που κινήθηκαν κατά τη διάρκεια του 2001 :

-Γαλλία : Η Επιτροπή αναγκάστηκε να κινήσει διαδικασία λόγω της υποχρέωσης που επιβάλλει το εν λόγω κράτος μέλος στους κυβερνήτες μικρών αεροσκαφών, στο πλαίσιο ενδοκοινοτικών πτήσεων, να προσγειώνονται πρώτα σε αεροδρόμιο που διαθέτει τελωνείο ή να καταθέτουν προειδοποίηση 24 ή 48 ώρες πριν την απογείωση. Πράγματι, ο τελωνειακός κανονισμός (ΕΟΚ) 3925/91 [88] απαγορεύει τους ελέγχους και τις διατυπώσεις για τις αποσκευές επιβατών ενδοκοινοτικών πτήσεων, εκτός αν διενεργούνται στο πλαίσιο ορισμένων ελέγχων εξαιρετικού χαρακτήρα. Επίσης, τα έξοδα μετακίνησης των υπηρεσιών ελέγχου βαρύνουν συχνά τον κυβερνήτη, πράγμα που αποτελεί φορολογική επιβάρυνση ισοδυνάμου αποτελέσματος με τελωνειακό δασμό, τον οποίο απαγορεύουν μεταξύ των κρατών μελών τα άρθρα 23 και 25 της συνθήκης ΕΚ.

[88] ΕΕ L 312 της 13/11/1991, σελ. 15

-Ελλάδα : Το εν λόγω κράτος μέλος θέσπισε ένα νέο φόρο ο οποίος επιβάλλεται κατά την είσοδο στα ελληνικά ύδατα ιδιωτικών σκαφών αναψυχής μήκους άνω των 7 μέτρων που δεν αγκυροβολούν μονίμως σε ελληνικούς λιμένες. Ο φόρος αυτός επιβάλλεται κάθε φορά που ένα τέτοιο σκάφος εισέρχεται στη χώρα και προσεγγίζει ελληνικούς λιμένες, αγκυροβόλια ή ακτές, το δε ύψος του υπολογίζεται κυρίως σε συνάρτηση προς το μήκος του σκάφους αναψυχής. Ο φόρος προστίθεται στα συνήθως επιβαλλόμενα λιμενικά τέλη και τα έσοδά του καταβάλλονται στον ειδικό λογαριασμό του Λιμενικού Ταμείου. Ο φόρος αυτός, ο οποίος δεν αντιστοιχεί σε καμία υπηρεσία που να παρέχεται όντως στο φορολογούμενο, αποτελεί φορολογική επιβάρυνση ισοδυνάμου αποτελέσματος με εισαγωγικό δασμό και παραβιάζει τα άρθρα 23 και 25 της συνθήκης ΕΚ. Απαγορεύεται, τόσο όταν επιβάλλεται σε κοινοτικό σκάφος αναψυχής όσο και όταν επιβάλλεται σε σκάφος αναψυχής προέλευσης τρίτης χώρας (κατ' εφαρμογή των άρθρων 23, 25 και 133 της Συνθήκης).

2.12.2. Άμεση φορολογία

Η σχεδόν ολοκληρωτική απουσία εναρμόνισης σε αυτόν τον τομέα συνεχίζει να έχει ως αποτέλεσμα ότι οι εθνικές διατάξεις εξετάζονται υπό το πρίσμα του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου, είτε κατόπιν καταγγελιών που υποβάλλονται στην Επιτροπή ή παρεμβάσεων προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων που απευθύνουν όλο και περισσότερα προδικαστικά ερωτήματα προς το Δικαστήριο. Η Επιτροπή, σε μια προσπάθεια να ευνοήσει τη φιλική επίλυση των διαδικασιών παράβασης, εισηγήθηκε στα κράτη μέλη να συζητηθούν από κοινού, στο πλαίσιο οριζόντιας προσέγγισης, τα κοινά τους προβλήματα. [89] Η συστηματική παρέμβαση της Επιτροπής στις υποθέσεις που φέρονται ενώπιον του Δικαστηρίου κατόπιν προδικαστικού ερωτήματος αποτελεί έτσι το σημαντικότερο τρόπο άσκησης ελέγχου στον εν λόγω τομέα.

[89] Βλ. την ανακοίνωση που υπέβαλε στις 23.5.2001 η Επιτροπή προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή για μια συνολική πολιτική για τη μελλοντική φορολογική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης - COM(2001) 260 τελικό, που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 284, 10.10.2001, σελ.6.

Τα φορολογικά εμπόδια στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στον τομέα της συμπληρωματικής ασφάλισης ανάγκασαν την Επιτροπή να εκδώσει ανακοίνωση με σκοπό να διευκολύνει την άσκηση εκ μέρους των ενδιαφερομένων των δικαιωμάτων τους που αναγνωρίζονται και προστατεύονται από τη Συνθήκη [90] (στον τομέα αυτό, υποβλήθηκε προδικαστικό ερώτημα προερχόμενο από τη Σουηδία [91]). Σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει στους πολίτες, καθώς και στις εταιρείες επενδύσεων, τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς και σύμφωνα με το σχέδιο δράσης της για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, η Επιτροπή παρενέβη επίσης σε όλα τα κράτη μέλη υπενθυμίζοντάς τους τις συνέπειες που έχει η απόφαση Verkooijen της 6.6.2000 [92] για τους περιορισμούς των επενδύσεων στο εξωτερικό. Κίνησε διαδικασίες παράβασης κατά της Γαλλίας και του Βελγίου λόγω μη σεβασμού της ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων (τα φορολογικά πλεονεκτήματα της αποταμιευτικής σύνταξης προϋποθέτουν επένδυση σε εθνικούς τίτλους) και εκφράζει ικανοποίηση για το ότι πρόκειται να διευθετηθούν με νομοθετικές τροποποιήσεις στα εν λόγω κράτη χωρίς να απαιτηθεί προσφυγή στο Δικαστήριο. Επίσης, μετά από ενέργειες της Επιτροπής, η Ισπανία θέσπισε νέα νομοθεσία με την οποία τίθεται τέλος στην άρνηση απόσβεσης της υπεραξίας τίτλων που έχουν αποκτηθεί από πρόσωπα μη διαμένοντα στην Ισπανία, η οποία ήταν αντίθετη προς τα άρθρα 43 και 56 της Συνθήκης.

[90] COM(2001)214 που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 165, 8.6.2001, σελ. 14.

[91] Υπόθεση C-422/2001 - Ramstedt και Skandia .

[92] Υπόθεση C-35/1998.

Η απόφαση της 8ης Μαρτίου 2001 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις Metallgesellschaft και Hoechst [93] υπέδειξε ορισμένους περιορισμούς του οποίους οφείλουν να τηρούν τα κράτη μέλη δυνάμει της Συνθήκης (ελευθερία εγκατάστασης) εάν επιθυμούν να διατηρήσουν τη διαφορετική φορολογική μεταχείριση των υποκαταστημάτων εθνικών εταιρειών σε σχέση με τα υποκαταστήματα εταιρειών άλλων κρατών μελών. Εντούτοις, το Δικαστήριο δεν έλαβε θέση σχετικά με το άλλο πρόβλημα που έθεταν οι εν λόγω υποθέσεις, δηλαδή αν η Συνθήκη ΕΚ πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπον ώστε να προκύπτει ότι τα πλεονεκτήματα που περιέχονται σε διμερείς φορολογικές συμβάσεις πρέπει να επεκταθούν σε όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

[93] Υπoθέσεις C-397/1998 και 410/1998.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι καταγγέλλοντες παραπονούνται για διαφορετική φορολόγηση των κατοίκων και των μη κατοίκων φορολογουμένων, η οποία θεωρούν ότι εισάγει διακρίσεις. Πράγματι, παρόλο που Δικαστήριο έχει δεχθεί κατ' αρχήν ότι η κατάσταση των κατοίκων και των μη κατοίκων φυσιολογικά διαφέρει και μπορεί έτσι να δικαιολογήσει διαφορετική φορολογική μεταχείριση [94], οι διαφοροποιήσεις πρέπει να βασίζονται σε πρόσφορα στοιχεία.

[94] Απόφαση της 14.2.1995 στην υπόθεση C-279/93 - Schumacker

Ενώπιον του Δικαστηρίου, η Επιτροπή τάχθηκε κατά της κατ' αποκοπήν και οριστικής φορολόγησης στη Γερμανία αλλοδαπών καλλιτεχνών χωρίς αυτοί να μπορούν να εκπέσουν τις επαγγελματικές δαπάνες [95].

[95] Υπόθεση C-234/01 - Gerritse

Η φορολογική μεταχείριση των αλλοδαπών κληρονομιών, η οποία διαφέρει από εκείνη των εθνικών κληρονομιών, αποτέλεσε αντικείμενο καταγγελιών εναντίον πολλών κρατών μελών. Σε μια νέα υπόθεση που παρέπεμψε στο Δικαστήριο των Κάτω Χωρών [96], η Επιτροπή υπογράμμισε ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων πρέπει να γίνεται σεβαστή και σε αυτόν τον τομέα.

[96] Υπόθεση C-364/01 - Barbier.

2.12.3. Φόρος προστιθέμενης αξίας

Η Επιτροπή αναγκάστηκε να κινήσει πολλές νέες διαδικασίες λόγω κακής εφαρμογής των διατάξεων της έκτης οδηγίας ΦΠΑ (77/388/ΕΟΚ) [97] σε θέματα ομοιόμορφης φορολογικής βάσης :

[97] ΕΕ L 145 της 13.6.1977, σελ. 1.

-Γερμανία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες : Το άρθρο 2 της οδηγίας προβλέπει τη φορολόγηση των παραδόσεων αγαθών από φορολογούμενο στο εθνικό έδαφος. Εντούτοις, τα τέσσερα προαναφερθέντα κράτη μέλη χορηγούν απαλλαγή για παραδόσεις που πραγματοποιούνται στις φορτηγίδες διεθνών μεταφορών, παρόλο που αυτό δεν επιτρέπεται από καμία διάταξη της οδηγίας.

-Γαλλία : Η Επιτροπή θεωρεί ότι η γαλλική νομοθεσία, η οποία προβλέπει αναλογική έκπτωση για τους φορολογουμένους που πραγματοποιούν μόνον φορολογούμενες πράξεις και διατηρεί ένα συγκεκριμένο κανόνα που περιορίζει τη δυνατότητα έκπτωσης ΦΠΑ για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών λόγω του ότι χρηματοδοτήθηκαν μέσω επιδοτήσεων, παραβιάζει τα άρθρα 17, παράγραφος 2, 17, παράγραφος 5 και 19 της οδηγίας.

-Ελλάδα : Η ελληνική νομοθεσία δεν είναι σύμφωνη με το άρθρο 13 A, παράγραφος 1 της οδηγίας στο μέτρο που αποκλείει από το ευεργέτημα της απαλλαγής την παροχή υπηρεσιών που συνδέεται άμεσα με εκπαιδευτικές δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα οι σχολικές μεταφορές που πραγματοποιούνται από οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή αναγνωρισμένους ως αντίστοιχους με οργανισμούς δημοσίου δικαίου από το κράτος.

Σχετικά, πρέπει να επισημανθεί ότι η Επιτροπή προσέφυγε στο Δικαστήριο για πολλές διαδικασίες που είχαν κινηθεί προηγουμένως :

-Φινλανδία, Ιταλία : Απαλλαγή της κοινοτικής βοήθειας για τις αποξηραμένες ζωοτροφές, παρόλο που πρέπει να θεωρηθεί ότι συνδέεται άμεσα με την τιμή και, για το λόγο αυτό, να περιληφθεί στη βάση υπολογισμού του ΦΠΑ. [98]

[98] Υπoθέσεις C-381/2001 και C-495/2001.

-Γαλλία : Εφαρμογή δύο συντελεστών ΦΠΑ (ο ένας επί της συνδρομής και ο άλλος επί των κιλοβάτ που καταναλώνονται) στο αέριο και στον ηλεκτρισμό. [99]

[99] Υπόθεση C-384/2001.

-Ισπανία : Εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ, αφενός, στην προμήθεια φιαλών υγραερίου και, αφετέρου, στις παραδόσεις δικύκλων ή τρικύκλων οχημάτων. [100]

[100] Υπoθέσεις C-143/2001 και C-144/2001.

Τέλος, σημαντικός αριθμός διαδικασιών μπόρεσε να τεθεί στο αρχείο, μετά από τροποποίηση της νομοθεσίας των αντίστοιχων κρατών μελών κατόπιν των ενεργειών της Επιτροπής :

-Γαλλία : Όπως ζήτησε το Δικαστήριο με απόφαση που εκδόθηκε στις 29.3.2001 [101], η Γαλλία συνυπολογίζει πλέον στη βάση υπολογισμού του ΦΠΑ τις υποχρεωτικές προσαυξήσεις στις τιμές που απαιτούν ορισμένοι υποκείμενοι στο φόρο ως αμοιβή εξυπηρετήσεως («τέλη εξυπηρετήσεως»). Εξάλλου, κατ' εφαρμογή της απόφασης που εξέδωσε το Δικαστήριο στις 11.1.2001 [102], οι αμοιβές για την αποστολή δείγματος προς ιατρική εξέταση απαλλάσσονται πλέον του ΦΠΑ.

[101] Υπόθεση C-404/1999.

[102] Υπόθεση C-76/1999.

-Ιρλανδία, Γαλλία : Τα δύο κράτη μέλη θέσπισαν εθνικές διατάξεις ούτως ώστε να επιβάλλουν ΦΠΑ στα διόδια αυτοκινητοδρόμων, σύμφωνα με το διατακτικό της απόφασης που εξέδωσε το Δικαστήριο στις 12.9.2000. [103]

[103] Υπoθέσεις C-276/1997 και C-358/1997.

-Ισπανία : Η Ισπανία συνυπολογίζει πλέον στη βάση επιβολής ΦΠΑ τις επιχορηγήσεις που καταβάλλει η Κοινότητα στις επιχειρήσεις μεταποίησης που παράγουν αποξηραμένες ζωοτροφές.

-Κάτω Χώρες : Οι Κάτω Χώρες εφαρμόζουν πλέον ένα μόνο συντελεστή ΦΠΑ στην παροχή ύδατος, σύμφωνα με τις διατάξεις της έκτης οδηγίας που απαγορεύουν την εφαρμογή πολλών συντελεστών για το ίδιο προϊόν.

Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι τέθηκε στο αρχείο η διαδικασία που είχε κινηθεί κατά της Γαλλίας λόγω παραβίασης των διατάξεων της όγδοης οδηγίας ΦΠΑ (79/1072/ΕΚ) [104] σχετικά με τον τρόπο επιστροφής του ΦΠΑ στους φορολογουμένους που δεν είναι εγκατεστημένοι στη χώρα, μετά από τροποποίηση της σχετικής εθνικής νομοθεσίας. Πράγματι, η Γαλλία είχε καταδικαστεί από το Δικαστήριο στις 25.1.2001 λόγω της άρνησής της να επιστρέφει στους φορολογουμένους που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος και έχουν συνάψει μικτή σύμβαση παροχής υπηρεσιών στον τομέα της διάθεσης των αποβλήτων, το ΦΠΑ που αναγκάζονταν να καταβάλουν στο γαλλικό δημόσιο σε περίπτωση υπεργολαβικής ανάθεσης μέρους των εργασιών τις οποίες αφορούσε η σύμβαση σε φορολογούμενο εγκατεστημένο στη Γαλλία [105].

[104] ΕΕ L 331 της 27.12.1979, σελ. 11.

[105] Υπόθεση 429/1997.

2.12.4. Άλλοι έμμεσοι φόροι

Σήμερα, οι κοινοτικές διατάξεις στον τομέα της έμμεσης φορολογίας είναι πολυάριθμες και αφορούν όλες τις κατηγορίες ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι μπορούν να προβάλουν τις διατάξεις αυτές απευθείας ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων όταν αντιμετωπίζουν περίπτωση παράβασης του κοινοτικού δικαίου σε ένα κράτος μέλος. Επίσης, κατά τη διάρκεια του 2001, ο αριθμός των καταγγελιών που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή για τον τομέα αυτό τετραπλασιάστηκε. Μεγάλος αριθμός υποθέσεων αφορούσε το Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο επιβάλλει στους ταξιδιώτες που επιστρέφουν από άλλα κράτη μέλη, στα οποία αγόρασαν αλκοολούχα ποτά ή καπνό για προσωπική τους χρήση, κυρώσεις που ενδέχεται να μην συμβιβάζονται με τις διατάξεις της οδηγίας 92/12/ΕΚ [106] που διέπει την κυκλοφορία των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης.

[106] ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σελ. 1.

Στον ίδιο αυτό τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης επί του οινοπνεύματος και των καπνών, πρέπει επίσης να επισημανθεί :

-η κίνηση διαδικασίας παράβασης κατά της Σουηδίας, η οποία φορολογεί διαφορετικά, κατά παράβαση του άρθρου 90 2 της Συνθήκης, το κρασί και τη μπύρα, διότι το ισχύον σύστημα οδηγεί σε προστασία ενός εθνικού προϊόντος (μπύρας) σε σχέση με παρόμοια προϊόντα άλλων κρατών μελών (κρασί).

-η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου στον ελληνικό φάκελο για το καθεστώς προτιμησιακής φορολόγησης του ούζου. [107]

[107] Υπόθεση C-475/2001

-η θέση στο αρχείο των διαδικασιών που είχαν κινηθεί προηγουμένως κατά της Ελλάδας και του Βελγίου σχετικά με τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης επί των μεταποιημένων καπνών, λόγω του ότι η σχετική νομοθεσία συμμορφώθηκε με τις ισχύουσες οδηγίες.

Στον τομέα των εναρμονισμένων φόρων κατανάλωσης επί των ορυκτελαίων, αποφασίστηκε να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου σχετικά, αφενός, με την κακή εφαρμογή της οδηγίας 92/81/ΕΚ [108] από τη Γερμανία όσον αφορά τη φορολόγηση του πετρελαίου θέρμανσης [109], και, αφετέρου, με την κακή εφαρμογή της οδηγίας 92/82/ΕΚ [110] από την Ιταλία, η οποία θέσπισε φόρο επί των λιπαντικών, παρόλο που τα προϊόντα αυτά πρέπει κανονικά να απαλλάσσονται. [111]

[108] ΕΕ L 316 της 31.10.92, σελ. 12.

[109] Υπόθεση C-240/2001.

[110] ΕΕ L 316 της 31.10.92, σελ. 19.

[111] Υπόθεση C-437/2001.

Ο αριθμός καταγγελιών που καταγράφηκαν στον τομέα της φορολογίας των αυτοκινήτων οχημάτων δεν σταμάτησε να αυξάνεται κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς. Και ο τομέας αυτός είναι εξαιρετικά ευαίσθητος από την άποψη των ευρωπαίων πολιτών, ιδίως όταν πρόκειται για πρόβλημα που συνδέεται με την αλλαγή κατοικίας. Η Επιτροπή, η οποία γνωρίζει όλες αυτές τις δυσκολίες, θα υποβάλει σύντομα έκθεση για τη φορολογία των αυτοκινήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας, ενώ παράλληλα θα συνεχίσει να επαγρυπνεί για την αυστηρή τήρηση των διατάξεων της Συνθήκης και τη διαρκή παγίωση της σχετικής νομοθεσίας. Στο ίδιο πνεύμα, η Επιτροπή παρενέβη εξάλλου σε όλα τα κράτη μέλη για να τους υπενθυμίσει τις συνέπειες που έχει η απόφαση Gomes Valente της 22.2.2001 για τη φορολογία των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων. [112] Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η διαδικασία που είχε κινηθεί κατά της Γαλλίας λόγω της διακριτικής φορολόγησης, κατά την έννοια του άρθρου 90 ΕΚ, των αυτοκινήτων που φέρουν αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων 5 σχέσεων ή χειροκίνητο κιβώτιο ταχυτήτων 6 σχέσεων, τέθηκε στο αρχείο δεδομένου ότι το οικείο κράτος μέλος έλαβε τελικά μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου της 15.3.2001. [113]

[112] Υπόθεση C-393/1998.

[113] Υπόθεση C-265/1999.

2.13. ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ, ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

2.13.1. Εκπαίδευση

Στον τομέα της εκπαίδευσης, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να απέχουν, δυνάμει του άρθρου 12 ΕΚ, από κάθε άμεση ή έμμεση διάκριση λόγω ιθαγένειας, όσον αφορά τους όρους πρόσβασης στην εκπαίδευση. Οι περιπτώσεις παράβασης τις οποίες εξέτασε η ΓΔ Εκπαίδευσης και Πολιτισμού κατά τη διάρκεια του 2001 αφορούσαν τους εξής τομείς :

-τέλη εγγραφής στην εκπαίδευση που παρέχεται από δημόσια ιδρύματα υψηλότερα για τους υπηκόους των υπολοίπων κρατών μελών από ό,τι για τους πολίτες της χώρας υποδοχής,

-επιβολή όρων στους κατόχους πτυχίων άλλων κρατών μελών για την πρόσβαση στην εκπαίδευση οι οποίοι δεν επιβάλλονται στους κατόχους εθνικών πτυχίων (παράδειγμα : εξετάσεις ικανότητας κλπ),

-συστήματα numerus clausus για την πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση τα οποία επιβάλλονται αποκλειστικά στους κατόχους αλλοδαπών πτυχίων ή θέτουν σε δυσμενέστερη μοίρα τους κατόχους αλλοδαπών πτυχίων σε σχέση με τους ημεδαπούς,

-μη λήψη υπόψη της επαγγελματικής εμπειρίας που έχει αποκτηθεί σε άλλα κράτη μέλη ή των πτυχίων που έχουν χορηγηθεί σε άλλα κράτη μέλη κατά τη συμμετοχή σε επαγγελματικές εξετάσεις που επιτρέπουν την πρόσβαση σε επάγγελμα ή κατά την πρόσβαση στην εκπαίδευση.

Απεστάλησαν αιτιολογημένες γνώμες προς το Βέλγιο και την Αυστρία όσον αφορά την επιβολή όρων πρόσβασης στους κατόχους πτυχίων που έχουν χορηγηθεί από άλλα κράτη μέλη διαφορετικών από κείνους που ισχύουν για τους ημεδαπούς. Στην απάντησή τους, οι βελγικές αρχές δεσμεύτηκαν να τροποποιήσουν τη σχετική εθνική νομοθεσία.

Οι αιτίες λόγω των οποίων τα κράτη μέλη παραβιάζουν την αρχή του άρθρου 12, όπως έχει ερμηνευθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου είναι, μεταξύ άλλων, οι εξής :

-τα κράτη μέλη των οποίων το εκπαιδευτικό σύστημα δεν βασίζεται σε σύστημα numerus clausus για τους ημεδαπούς σπουδαστές αντιμετωπίζουν δυσκολίες οικονομικής φύσεως όταν είναι αναγκασμένα να δεχθούν σπουδαστές άλλων κρατών μελών υπό τους ίδιους όρους όπως και τους ημεδαπούς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο προσπαθούν να εφαρμόσουν αυστηρότερα συστήματα επιλογής για τους υπηκόους των άλλων κρατών μελών. Οι οικονομικές δυσκολίες τις οποίες αντιμετωπίζουν τα δημόσια ιδρύματα απορρέουν συχνά από τα εθνικά συστήματα χρηματοδότησης των ιδρυμάτων ανωτάτης εκπαίδευσης,

-ένας άλλος τομέας που συχνά ερμηνεύεται εσφαλμένα είναι ο τομέας της ακαδημαϊκής αναγνώρισης των πτυχίων. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, αρμόδια για το περιεχόμενο της εκπαίδευσης και την οργάνωση των εκπαιδευτικών τους συστημάτων είναι τα κράτη μέλη. Ορισμένα κράτη μέλη θεωρούν ότι ο τομέας της αναγνώρισης των πτυχίων συνδέεται άρρηκτα με αυτή την αυτονομία. Εφαρμόζονται έτσι πολιτικές ή διοικητικές πρακτικές « προστασίας » των εθνικών πτυχίων που δεν σέβονται την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω εθνικότητας. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή απαιτεί την τροποποίηση της σχετικής εθνικής νομοθεσίας ούτως ώστε να συμμορφωθεί προς τη θεμελιώδη αρχή που τίθεται στο άρθρο 12 της συνθήκης.

Η ΓΔ Εκπαίδευσης και Πολιτισμού λαμβάνει μεγάλο αριθμό επιστολών από πολίτες σχετικά με τον τομέα της ακαδημαϊκής αναγνώρισης των πτυχίων, στον οποίο, όπως εκτίθεται ανωτέρω, η κοινοτική αρμοδιότητα είναι περιορισμένη. Η Επιτροπή παρέχει στους ενδιαφερομένους διευκρινίσεις σχετικά με τα δικαιώματα που τους παρέχει το κοινοτικό δίκαιο και προτείνει, στις περιπτώσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο κοινοτικής αρμοδιότητας, τη χρησιμοποίηση των εθνικών μέσων προσφυγής. Παράδειγμα εμποδίων στην κινητικότητα των σπουδαστών που έχουν τεθεί σε γνώση της Επιτροπής αποτελούν τα εμπόδια διοικητικής φύσεως (βραδύτητα, κόστος των διαδικασιών κλπ).

2.13.2. Οπτικοακουστικός τομέας

Οδηγίες 97/36/ΕΚ της 30ης Ιουνίου 1997 και 89/552/ΕΟΚ της 3ης Οκτωβρίου 1989 (Tηλεόραση χωρίς σύνορα)

2.13.2.1. Κατάσταση μεταφοράς της αναθεωρηθείσας οδηγίας

Η πρώτη προτεραιότητα της Επιτροπής ως θεματοφύλακα των Συνθηκών είναι να μεριμνήσει για την ορθή μεταφορά της οδηγίας 97/36/ΕΚ της 30ης Ιουνίου 1997, που τροποποίησε την οδηγία του 1989. Η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας έληγε στις 30 Δεκεμβρίου 1998. Τη στιγμή της σύνταξης της παρούσας έκθεσης, δεκατέσσερα κράτη μέλη είχαν ανακοινώσει ορθώς εθνικά μέτρα εφαρμογής της οδηγίας 97/36/ΕΚ. Το 2001, το Δικαστήριο έκρινε σε δύο υποθέσεις ότι κράτη μέλη δεν μετέφεραν εγκαίρως την οδηγία. Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Λουξεμβούργο [114] και η Ιταλία [115] δεν είχαν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχουν από την οδηγία. Και στα δύο κράτη μέλη, οι διατάξεις της οδηγίας μεταφέρθηκαν δεόντως έκτοτε. Η υπόθεση κατά των Κάτω Χωρών [116] αποσύρθηκε, διότι οι Κάτω Χώρες έχουν τώρα μεταφέρει το περιεχόμενο της οδηγίας.

[114] Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα της 21 Ιουνίου 2001.

[115] Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 14ης Ιουνίου 2001. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας. Παράβαση κράτους μέλους - Μη μεταφορά της οδηγίας 97/36/ΕΚ για την τροποποίηση της οδηγίας 89/552/EΕΚ - Συντονισμός ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων. Υπόθεση C-207/00.

[116] υπόθεση C-145/00

2.13.2.2. Εφαρμογή της οδηγίας

Η αναθεωρημένη οδηγία καθορίζει ένα σαφές νομικό πλαίσιο που επιτρέπει στους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο κύριος στόχος είναι η δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων για την ελεύθερη μετάδοση των τηλεοπτικών εκπομπών. Η αναθεωρημένη οδηγία διευκρινίζει ορισμένες διατάξεις, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της ρύθμισης μόνο στο κράτος μέλος καταγωγής και τα κριτήρια σύνδεσης των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών με την έννομη τάξη ενός συγκεκριμένου κράτους μέλους. Η Επιτροπή έλαβε γνώση νέας απόφασης των ολλανδικών αρχών (Commissariaat voor de Media) να απαιτήσουν από τους σταθμούς RTL 4 και RTL 5 να υποβάλουν αίτηση για ολλανδική άδεια. Η απόφαση αυτή επιβεβαιώνει την προηγούμενη απόφασή τους της 20ης Νοεμβρίου 1997. Η επιτροπή επαφής της οδηγίας "Tηλεόραση χωρίς σύνορα" συζήτησε το θέμα κατά τη συνεδρίασή της στις 20 Σεπτεμβρίου 2001, μετά από την πρώτη απόφαση του Commissariaat voor de Media και την επακολουθήσασα δικαστική διαδικασία στις Κάτω Χώρες. Κατά τη συνεδρίαση αυτή, η Επιτροπή έκρινε ότι η ολλανδική θέση είναι ασυμβίβαστη με το κοινοτικό δίκαιο.

Το άρθρο 3α(1) της οδηγίας παρέχει στα κράτη μέλη νομική βάση που τους επιτρέπει να λαμβάνουν εθνικά μέτρα για την προστασία ορισμένων εκδηλώσεων που θεωρούνται μείζονος σημασίας για την κοινωνία. Τέτοιου είδους μέτρα ελήφθησαν από τη Δανία (ΕΕ C 14, 19.1.1999), την Ιταλία (ΕΕ C 277, 30.9.1999), τη Γερμανία (ΕΕ C 277, 29.9.2000) και το Ηνωμένο Βασίλειο (ΕΕ C 328, 18.11.2000) και την Αυστρία (ΕΕ C 16, 19.1.2002). Το Βέλγιο, οι Κάτω Χώρες και η Γαλλία δήλωσαν ότι σκοπεύουν να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή σχέδια μέτρων στο άμεσο μέλλον. Η Δανία απέσυρε τον κατάλογό της στο τέλος της περιόδου αναφοράς. Το άρθρο 3α απετέλεσε αντικείμενο απόφασης της Βουλής των Λόρδων [117], η οποία έκρινε ότι ,το αποτέλεσμα το οποίο απαιτεί από τα κράτη μέλη το άρθρο 3α(3) είναι απολύτως σαφές: να αποτρέψουν την άσκηση αποκλειστικών δικαιωμάτων από τους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς κατά τρόπον ώστε μεγάλο ποσοστό του κοινού άλλου κράτους μέλους να στερείται της δυνατότητας να παρακολουθήσει μια συγκεκριμένη εκδήλωση." Άλλη μια υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον του Ευρωπαϊκού Πρωτοδικείου. [118]

[117] Regina κατά ITC, 25 Ιουλίου 2001, UKHL 42

[118] Υπόθεση T-33/01, Kirch Media and KirchMedia WM κατά Επιτροπής. Με την αίτηση ζητείται η ακύρωση της « απόφασης » της Επιτροπής της 18ης Νοεμβρίου 2000 δυνάμει του άρθρου 3a της Οδηγίας. Η Επιτροπή έκρινε ότι μέτρα του ΗΒ που απαγόρευαν στους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς να μεταδίδουν ορισμένες απαριθμούμενες αθλητικές εκδηλώσεις κατά τρόπο που αποστερούσε από σημαντικό ποσοστό του ΗΒ τη δυνατότητα να τις παρακολουθήσει συμβιβάζονται με το κοινοτικό δίκαιο και ανακοίνωσε τα μέτρα του ΗΒ στα λοιπά κράτη μέλη, ούτως ώστε να εξασφαλίσουν ότι οι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς που υπάγονται στη δικαιοδοσία τους συμμορφώνονται με τα μέτρα του ΗΒ.

Η οδηγία προβλέπει επίσης κανόνες που αφορούν την ποσότητα της επιτρεπόμενης διαφήμισης στην οθόνη. Η Επιτροπή έλαβε πολυάριθμες καταγγελίες σχετικά με εικαζόμενες παραβάσεις των κανόνων που αφορούν τη διαφήμιση και τη χορηγία στα κράτη μέλη. Ανέκυψαν προβλήματα ιδίως σχετικά με τις πρακτικές που εφαρμόζουν ορισμένοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς στην Ελλάδα, στην Ισπανία, στην Ιταλία και στην Πορτογαλία. Η Επιτροπή αναλύει την κατάσταση στις χώρες αυτές ούτως ώστε να διαπιστώσει κατά πόσον οι εικαζόμενες υπερβάσεις στοιχειοθετούν παραβάσεις εκ μέρους των οικείων κρατών μελών. Κατόπιν αυτού, η Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στην Ισπανία (21 Δεκεμβρίου 2000). Στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσης προδικαστικής απόφασης στην υπόθεση C-245/01, RTL Television, η Επιτροπή κατέθεσε γραπτές παρατηρήσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 11 (3) της οδηγίας στις 12 Νοεμβρίου.

Κατ' εξαίρεση από το γενικό κανόνα της ελευθερίας λήψης και αναμετάδοσης, το άρθρο 2α(2) της οδηγίας επιτρέπει στα κράτη μέλη, με την προϋπόθεση ότι τηρούν ειδική διαδικασία, να λαμβάνουν μέτρα κατά των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών δικαιοδοσίας άλλου κράτους μέλους οι οποίοι παραβιάζουν το άρθρο 22 "προφανώς, σοβαρώς και βαρέως". Επιδιώκεται έτσι να προστατευθούν οι ανήλικοι από προγράμματα τα οποία "ενδέχεται να βλάψουν σοβαρά τη σωματική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη [τους]" και να "εξασφαλιστεί ότι οι εκπομπές δεν περιέχουν καμία παρότρυνση σε μίσος λόγω διαφορών φυλής, φύλου, θρησκείας ή ιθαγένειας". Η Επιτροπή θεωρεί ικανοποιητική την εφαρμογή του άρθρου 2α(2) κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς.

2.13.2.3. Πτυχές συνδεόμενες με τη διεύρυνση

Από το 2000, οι υποψήφιες χώρες σημείωσαν περαιτέρω πρόοδο στην ευθυγράμμιση της νομοθεσίας τους με την οδηγία. 9 υποψήφιες χώρες έχουν πλέον φθάσει υψηλό επίπεδο ευθυγράμμισης με το κοινοτικό κεκτημένο (Βουλγαρία, Κύπρος, Τσεχική Δημοκρατία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία, Μάλτα, Σλοβακική Δημοκρατία και Σλοβενία). Σημειώθηκε επίσης σημαντική πρόοδος στην Πολωνία, όπου βρίσκεται σε εξέλιξη συμπληρωματική νομοθετική διαδικασία. Δεν έχει θεσπιστεί ακόμα νέα νομοθεσία στην Ουγγαρία, στη Ρουμανία και στην Τουρκία.

2.14. ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

2.14.1. Κτηνιατρική νομοθεσία

Όσον αφορά την ανακοίνωση από τα κράτη μέλη των εθνικών μέτρων εκτέλεσης, σημειώνεται ότι το 2001 έληξε η προθεσμία μεταφοράς μόνον της οδηγίας 2001/10/ΕΚ σχετικά με την τρομώδη νόσο των προβάτων. Η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Σουηδία δεν την έχουν μεταφέρει ακόμα.

Για τα περισσότερα κράτη μέλη, δεν υπάρχει πλέον διαδικασία λόγω μη εκτέλεσης στον τομέα αυτό. Η Ελλάδα και η Γαλλία κατέβαλαν προσπάθεια να καλύψουν τις καθυστερήσεις μεταφοράς. Εντούτοις, ορισμένες διαδικασίες που κινήθηκαν τα προηγούμενα έτη δεν έχουν ακόμα τακτοποιηθεί.

Στους φακέλους που αφορούν άλλα θέματα εκτός της μη ανακοίνωσης μέτρων μεταφοράς, το σημαντικότερο γεγονός ήταν η απόφαση που εκδόθηκε στις 13.12.2001 για την υπόθεση C-1/00, στην οποία το Δικαστήριο έκρινε ότι η Γαλλία, αρνούμενη να επιτρέψει την εμπορία στην επικράτειά της προϊόντων που υπέκειντο στο εξαγωγικό καθεστώς με χρονολογική βάση (ΕΚΧΒ) σωστά σεσημασμένων και ετικεταρισμένων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις αποφάσεις 98/256/ΕΚ και 1999/514/ΕΚ. Το ΕΚΧΒ είχε συσταθεί για να εξασφαλίσει ότι το βόειο κρέας που εξάγεται από το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει μολυνθεί από ΣΕΒ. Το Δικαστήριο έκρινε ότι το ΕΚΧΒ, καθώς και η δυνατότητα εφαρμογής στην εθνική επικράτεια συστήματος ανασύστασης του ιστορικού των προϊόντων, παρείχαν στη Γαλλία επαρκείς εγγυήσεις που επέτρεπαν την εισαγωγή βρετανικού βοείου κρέατος που ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις τις οποίες προβλέπει το ΕΚΧΒ.

Κατόπιν της απόφασης, η Γαλλία πρέπει πλέον να φροντίσει για την τακτοποίηση της παράβασης.

Σε έναν άλλο εξαιρετικά ευαίσθητο φάκελο, τη διαδικασία παράβασης που κινήθηκε το 1999 κατά του Βελγίου λόγω μη τήρησης της υποχρέωσης που απορρέει από τις οδηγίες 89/662/ΕΟΚ και 90/425/ΕΟΚ να γνωστοποιεί αμέσως στην Επιτροπή στοιχεία που ενδέχεται να αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων, η Επιτροπή αφού έλαβε τη διαβεβαίωση ότι η βελγική κυβέρνηση συμφωνεί με την ερμηνεία των συναφών διατάξεων από την Επιτροπή, καθώς και τη δέσμευση ότι δεν πρόκειται να επαναληφθεί ανάλογη παράβαση, έκρινε ότι η διαδικασία παράβασης είχε επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Συνεπώς, έθεσε την εν λόγω διαδικασία παράβασης στο αρχείο.

Δύο διαδικασίες παράβασης που είχαν κινηθεί κατά του Ηνωμένου Βασιλείου φαίνεται να βαίνουν προς τακτοποίηση. Στο φάκελο που αφορά τον ελλιπή κτηνιατρικό έλεγχο στα σφαγεία λόγω ανεπάρκειας των επίσημων κτηνιάτρων, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι βρετανικές αρχές καταβάλλουν προσπάθειες για να εξασφαλίσουν την ορθή εφαρμογή των σχετικών κοινοτικών απαιτήσεων. Αυτή τη στιγμή, η Επιτροπή επαληθεύει κατά πόσον το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πλέον σε θέση, όπως ισχυρίζεται, να εξασφαλίσει κατάλληλο κτηνιατρικό έλεγχο σε όλα τα σφαγεία, αίθουσες τεμαχισμού και ψυγεία.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες της Επιτροπής, το Ηνωμένο Βασίλειο έθεσε τέλος στην παράβαση η οποία συνίστατο στο ότι επέτρεπε τη χρησιμοποίηση στα σφαγεία υπερχλωριωμένου ύδατος για την αποστείρωση σφαγίων πουλερικών. Μόλις η Επιτροπή λάβει αποδείξεις ότι η παράβαση τακτοποιήθηκε, και ο φάκελος αυτός θα μπορέσει να κλείσει.

Όσον αφορά τη Γαλλία, η Επιτροπή διηύρυνε, με την αποστολή συμπληρωματικής προειδοποιητικής επιστολής, τη διαδικασία παράβασης που είχε κινηθεί λόγω του ότι απήλλαξε από την υποχρέωση υγειονομικής έγκρισης ορισμένες εγκαταστάσεις στην αγορά κρέατος ή προϊόντων με βάση το κρέας.

Επί τη βάσει έκθεσης ελέγχου που συνέταξε το Γραφείο τροφίμων και κτηνιατρικών θεμάτων, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της Γαλλίας λόγω μη αναστολής της υγειονομικής έγκρισης σφαγείου το οποίο δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που προβλέπει η οδηγία 64/433/ΕΟΚ.

Στον κτηνιατρικό τομέα πάντα, η Επιτροπή συνέχισε με την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης τη διαδικασία παράβασης που είχε κινηθεί κατά της Σουηδίας διότι το εν λόγω κράτος μέλος συνεχίζει να θέτει εμπόδια στις ενδοκοινοτικές ανταλλαγές κρεάτων και προϊόντων με βάση το κρέας επιβάλλοντας προηγούμενη γνωστοποίηση των αφίξεων των εν λόγω προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών.

2.14.2. Φυτοϋγειονομική νομοθεσία

Όσον αφορά την ανακοίνωση από τα κράτη μέλη των εθνικών μέτρων εκτέλεσης, επισημαίνεται ότι η Δανία, η Ισπανία, καθώς και η Ιρλανδία, ανακοίνωσαν τα μέτρα μεταφοράς όλων των οδηγιών που υπάγονται σε αυτόν τον τομέα και των οποίων η προθεσμία μεταφοράς έληξε το 2001.

Αντιθέτως, η Γερμανία, η Αυστρία και η Γαλλία παρουσιάζουν πολλές καθυστερήσεις μεταφοράς.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η αποκέντρωση των νομοθετικών αρμοδιοτήτων επιφέρει ιδίως καθυστερήσεις μεταφοράς στο συγκεκριμένο τομέα.

Ο μοναδικός φάκελος παράβασης λόγω κακής εφαρμογής τέθηκε στο αρχείο, δεδομένου ότι η Ιταλία συμμορφώθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής.

2.14.3. Νομοθεσία για τους σπόρους προς σπορά και τα φυτά

Το 2001, δεν έληξε κάποια προθεσμία μεταφοράς οδηγίας. Οι διαδικασίες παράβασης αφορούν προηγούμενα έτη.

Η Επιτροπή προσέφυγε στο Δικαστήριο κατά της Γερμανίας λόγω μη μεταφοράς της οδηγίας 98/56/ΕΚ για την εμπορία πολλαπλασιαστικού υλικού καλλωπιστικών φυτών (Υπόθεση C-2001/135). Οι γερμανικές αρχές οφείλουν να εγκρίνουν νόμο, καθώς και μέτρα εφαρμογής για να καλύψουν τις καθυστερήσεις μεταφοράς των υπολοίπων οδηγιών του τομέα.

Η Επιτροπή προσέφυγε επίσης στο Δικαστήριο κατά της Ελλάδας λόγω μη μεταφοράς της οδηγίας 1999/8/ΕΚ περί εμπορίας σπόρων δημητριακών προς σπορά (Υπόθεση C-2001/450).

2.14.4. Νομοθεσία για τα τρόφιμα

Στον τομέα αυτό υπάρχουν σχετικά λίγα προβλήματα που αφορούν την ανακοίνωση των εθνικών μέτρων εκτέλεσης από τα κράτη μέλη.

2.14.5. Νομοθεσία για τις ζωοτροφές

Όσον αφορά την ανακοίνωση από τα κράτη μέλη των εθνικών μέτρων εκτέλεσης των οδηγιών, σημειώνεται ότι το 2001, έληξε μόνον η προθεσμία μεταφοράς της οδηγίας 2000/16/ΕΚ /ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Απριλίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών και της οδηγίας 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου για την κυκλοφορία των πρώτων υλών ζωοτροφών. Τα περισσότερα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμα ανακοινώσει τα μέτρα μεταφοράς.

Η Ελλάδα είναι η χώρα που παρουσιάζει τις περισσότερες καθυστερήσεις όσον αφορά τη μεταφορά οδηγιών. Το Δικαστήριο καταδίκασε τη χώρα αυτή λόγω παράβασης της υποχρέωσής της να μεταφέρει πέντε οδηγίες σχετικές με τις ζωοτροφές. Η Ελλάδα συμμορφώθηκε με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου, και έτσι η Επιτροπή μπόρεσε να θέσει στο αρχείο το φάκελο παράβασης βάσει του άρθρου 228 που αφορούσε τη μη εκτέλεση της απόφασης για την οδηγία 96/25/ΕΚ σχετικά με την κυκλοφορία των πρώτων υλών ζωοτροφών. Αντιθέτως, οι τρεις αποφάσεις που αφορούν τις οδηγίες 95/69/ΕΚ και 98/51/ΕΚ για την εγγραφή ορισμένων εγκαταστάσεων στον τομέα της διατροφής των ζώων, καθώς και την οδηγία 96/24/ΕΚ περί εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών, δεν έχουν εκτελεστεί ακόμα.

Η Ιταλία συμμορφώθηκε με τις δύο αποφάσεις που εξέδωσε το Δικαστήριο λόγω παράβασης της υποχρέωσής της να μεταφέρει τις οδηγίες 96/51/ΕΚ και 98/51. Έτσι, η Επιτροπή έθεσε τους σχετικούς φακέλους παράβασης στο αρχείο.

2.14.6. Προστασία των καταναλωτών

Στον τομέα αυτό, οι υπηρεσίες της Επιτροπής επεσήμαναν βελτίωση του επιπέδου μεταφοράς. Ωστόσο, η Γαλλία, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες δεν μετέφεραν όλες τις οδηγίες των οποίων έληξε η προθεσμία μεταφοράς. Ασκήθηκαν προσφυγές στο Δικαστήριο λόγω μη μεταφοράς των οδηγιών 97/7/ΕΚ (εξ αποστάσεως πωλήσεις), 97/55/ΕΚ (παραπλανητική διαφήμιση), 98/7/ΕΚ (καταναλωτική πίστη) από την Ισπανία.

Με τις τέσσερις ακόλουθες αποφάσεις, το Δικαστήριο διευκρίνισε την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα των έννομων και οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών :

Στην υπόθεση C-144/99 (Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών), το Δικαστήριο έκρινε, κατόπιν προσφυγής της Επιτροπής, ότι οι Κάτω Χώρες, μη θεσπίζοντας τις αναγκαίες διατάξεις για να διασφαλίσουν την πλήρη μεταφορά στο ολλανδικό δίκαιο των άρθρων 4, παράγραφος 2 και 5 της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, παρέβησαν τις υποχρεώσεις που υπέχουν από την εν λόγω οδηγία : παρόλο που η μεταφορά οδηγίας στο εθνικό δίκαιο δεν απαιτεί κατ' ανάγκη νομοθετική ενέργεια σε κάθε κράτος μέλος, είναι ωστόσο απαραίτητο το συγκεκριμένο εθνικό δίκαιο να εξασφαλίζει πράγματι την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας, η νομική κατάσταση που διαμορφώνεται βάσει του δικαίου αυτού να είναι αρκετά ακριβής και σαφής και οι δικαιούχοι να έχουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν το πλήρες περιεχόμενο των δικαιωμάτων τους και, ενδεχομένως, να τα προβάλλουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων

Στην υπόθεση C-481/99 (Heininger κατά Bayerische Hypo- und Vereinsbank AG), κρίθηκε ότι η οδηγία 85/577/ΕΟΚ, για την προστασία των καταναλωτών κατά τη σύναψη συμβάσεων εκτός εμπορικού καταστήματος, έχει την έννοια ότι εφαρμόζεται σε σύμβαση δανείου με έγγειο ασφάλεια, έτσι ώστε ο καταναλωτής ο οποίος συνήψε σύμβαση του είδους αυτού σε μια από τις περιπτώσεις που διαλαμβάνονται στο άρθρο της 1 διαθέτει το δικαίωμα ανακλήσεως που θεσπίζει το άρθρο 5. Μια σύμβαση πιστώσεως που συνάπτεται για να χρηματοδοτηθεί η τιμή αγοράς διαμερίσματος και ασφαλίζεται με ισόποση «Grundschuld» (έγγειο ασφάλεια) δεν αποτελεί, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση « σύμβαση για την κατασκευή, πώληση και μίσθωση ακινήτων ή σύμβαση που αφορά άλλα δικαιώματα σχετικά με ακίνητα », η οποία εξαιρείται από την εφαρμογή της οδηγίας.

Η απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-112/99 (Toshiba Europe GmbH κατά Katun Germany GmbH) περιέχει τις πρώτες διευκρινίσεις σχετικά με την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της συγκριτικής διαφήμισης : αποτελεί συγκριτική διαφήμιση συγκρίνουσα αντικειμενικά ένα ή περισσότερα ουσιώδη, συναφή, επαληθεύσιμα και αντιπροσωπευτικά χαρακτηριστικά αγαθών, η αναγραφή, στον κατάλογο ενός προμηθευτή ανταλλακτικών και αναλωσίμων υλικών που προορίζονται για τα προϊόντα ενός κατασκευαστή μηχανημάτων, των αριθμών προϊόντος (αριθμών ΟΕΜ) που χρησιμοποιεί ο τελευταίος στα ανταλλακτικά και στα αναλώσιμα υλικά που ο ίδιος εμπορεύεται. Το άρθρο 3α, παράγραφος 1, στοιχείο ζ), της οδηγίας 84/450, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/55, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, αν οι αριθμοί προϊόντος (αριθμοί ΟΕΜ) ενός κατασκευαστή μηχανημάτων αποτελούν καθαυτοί διακριτικά σημεία υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, η χρήση στους καταλόγους ανταγωνιστή προμηθευτή δεν δίνει στον τελευταίο τη δυνατότητα να αντλήσει αθέμιτο όφελος από τη φήμη τους, παρά μόνο στην περίπτωση που η αναγραφή τους έχει ως αποτέλεσμα την εκ μέρους του κοινού, στο οποίο απευθύνεται η διαφήμιση, σύνδεση του κατασκευαστή, του οποίου τα προϊόντα εξατομικεύει, με τον ανταγωνιστή προμηθευτή, καθόσον το κοινό αποδίδει τη φήμη των προϊόντων του κατασκευαστή στα προϊόντα του ανταγωνιστή προμηθευτή. Προκειμένου να εξακριβωθεί αν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, πρέπει να ληφθεί υπόψη η συνολική παρουσίαση της αμφισβητούμενης διαφημίσεως, καθώς και το είδος του κοινού στο οποίο η διαφήμιση αυτή απευθύνεται.

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99 (Cape Snc κατά Idealservice Srl και Idealservice MN RE Sas/OMAI Srl), διευκρινίστηκε ότι η έννοια του «καταναλωτή», όπως ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο β) της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, πρέπει να ερμηνευθεί ως αναφερόμενη αποκλειστικά στα φυσικά πρόσωπα.

2.14.7. Κοινοποίηση τεχνικών κανόνων

Δυνάμει της οδηγίας 98/34/ΕΚ, τα κράτη μέλη και οι χώρες της ΕΖΕΣ υποχρεούνται να υποβάλλουν στην Επιτροπή και στους εταίρους τους τα σχέδια τεχνικών κανονισμών προκειμένου να διενεργείται έλεγχος πριν από την οριστική τους έγκριση ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία νέων εμποδίων στην εσωτερική αγορά. Η υγεία (συμπεριλαμβανομένων των τροφίμων) είναι ο τομέας για τον οποίο η Επιτροπή έλαβε το μεγαλύτερο αριθμό κοινοποιήσεων το 2001 (για περισσότερες λεπτομέρειες, βλ. το ειδικό κεφάλαιο για την εφαρμογή της οδηγίας 98/34/ΕΚ).

2.15. ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

2.15.1. Η ανάπτυξη του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης

Η Συνθήκη του Άμστερνταμ εντάσσει στις συνθήκες το νέο στόχο ανάπτυξης της Ένωσης ως χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Από την 1η Μαΐου 1999, και σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου του Τάμπερε, άρχισε μια νομοθετική διαδικασία για τη θέσπιση των πράξεων που απαιτούνται ενόψει της υλοποίησης αυτού του στόχου [119]. Βάσει του Τίτλου IV ΣΕΚ, ο οποίος καλύπτει τους τομείς που κοινοτικοποιήθηκαν μέσω της Συνθήκης του Άμστερνταμ όπως οι θεωρήσεις, τα εσωτερικά και εξωτερικά σύνορα, το άσυλο και η μετανάστευση, καθώς και η δικαστική συνεργασία στον τομέα των αστικών υποθέσεων, έχουν ήδη εγκριθεί πολλές πράξεις. Ο έλεγχος της εφαρμογής τους εντάσσεται στο κοινοτικό θεσμικό πλαίσιο. Ορισμένες από τις πράξεις αυτές αντικατέστησαν πράξεις που είχαν εγκριθεί πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης του Άμστερνταμ, στο πλαίσιο του Τίτλου VI της ΣΕΕ ή στο διακυβερνητικό πλαίσιο και που, εξ αυτού του λόγου, δεν υπέκειντο στους κοινοτικούς μηχανισμούς ελέγχου της εφαρμογής.

[119] Βλ. τον Πίνακα αποτελεσμάτων της Επιτροπής για την παρακολούθηση της προόδου όσον αφορά τη δημιουργία χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην Ευρωπαϊκή Ένωση που ενημερώθηκε για τελευταία φορά στις 30.05.2002 (COM(2002) 261 τελικό).

Στη 18η Έκθεσή της για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου [120], η Επιτροπή είχε ήδη επισύρει την προσοχή στο γεγονός ότι ο έλεγχος της εφαρμογής των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν που « κατανεμήθηκαν » στον πρώτο πυλώνα [121] πραγματοποιείται σύμφωνα με τις αρχές του κοινοτικού δικαίου και ότι η μη τήρηση των εν λόγω διατάξεων μπορεί να επιφέρει κυρώσεις μέσω διαδικασίας λόγω παράβασης.

[120] Βλ. σημείο 2.15.1.

[121] Βλ. την απόφαση αριθ. 1999/436/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ης Μαΐου 1999, για τον καθορισμό δυνάμει των οικείων διατάξεων της ΣΕΚ και της ΣΕΕ, της νομικής διάταξης για κάθε βάση ή απόφαση που συνιστά κεκτημένο του Σένγκεν, ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σελ. 17.

2.15.2. Ο έλεγχος της εφαρμογής των πράξεων που βασίζονται στον Τίτλο VI της ΣΕΕ

Τα μέτρα αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας στον ποινικό τομέα, η οποία είναι απαραίτητη ενόψει της ανάπτυξης του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, θεσπίζονται δυνάμει του Τίτλου VI της ΣΕΕ. Τα άρθρα 226 και 227 της ΣΕΚ εφαρμόζονται μόνον στο πλαίσιο του τρίτου πυλώνα. Έτσι, κατά το παρελθόν, το Συμβούλιο επεφύλασσε για τον εαυτό του τον έλεγχο της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και της εφαρμογής των εν λόγω πράξεων. Εντούτοις, στις περισσότερες από τις πρόσφατες πράξεις που βασίζονται στον Τίτλο VI της ΣΕΕ, προβλέπεται ότι και η Επιτροπή μεριμνά για την ορθή μεταφορά και εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων και υποβάλλει σχετική έκθεση [122]. Αυτό αποτελεί ασφαλώς βελτίωση, διότι μέσω της έκθεσης, θα αποδοκιμαστεί σε πολιτικό επίπεδο η μη τήρηση της συγκεκριμένης πράξης.

[122] Βλ. για παράδειγμα την απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου της 15.3.2001 σχετικά με το καθεστώς των θυμάτων στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (ΕΕ L 82 du 22.3.2001). Ανάλογη διάταξη προβλέπεται πλέον συστηματικά για τις προτεινόμενες αποφάσεις πλαίσια που βασίζονται στον Τίτλο VI της ΣΕΕ. Στις 13 Δεκεμβρίου 2001, η Επιτροπή υπέβαλε μια πρώτη έκθεση σχετικά με την απόφαση πλαίσιο του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 2000 για την ενίσχυση της προστασίας από την παραχάραξη ενόψει της εισαγωγής του ευρώ με την επιβολή ποινών και άλλων κυρώσεων (COM(2001) 771 τελικό).

2.15.3. Ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων

Ο Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης [123] επαναλαμβάνει, στο πλαίσιο του σεβασμού των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της Κοινότητας και της Ένωσης, τα δικαιώματα που απορρέουν μεταξύ άλλων από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις και διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών μελών. Το καθεστώς του Χάρτη και η ενδεχόμενη ενσωμάτωσή του στις συνθήκες θα εξεταστούν από τη Συνέλευση για το μέλλον της Ευρώπης.

[123] ΕΕ αριθ. C 364, της 18.12.2000, σελ. 1.

Σήμερα, ο Χάρτης δεν αποτελεί πράξη αναγκαστικού δικαίου και συνεπώς δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση σε διαδικασία λόγω παράβασης.

Θα πρέπει, ωστόσο, να υπογραμμιστεί ότι οι μηχανισμοί που επιβάλλουν κυρώσεις λόγω μη τήρησης του κοινοτικού δικαίου, όπως η διαδικασία λόγω παράβασης, μπορούν να κινηθούν σε περίπτωση παραβίασης θεμελιώδους δικαιώματος στο πεδίο της συνθήκης ΕΚ ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου.

2.15.4. Το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών της Ένωσης

Το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης (και των μελών της οικογενείας τους) να κυκλοφορούν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών απορρέει απευθείας από τη Συνθήκη ΕΚ και διέπεται από δώδεκα περίπου πράξεις παραγώγου δικαίου που εφαρμόζονται στις διάφορες κατηγορίες πολιτών της Ένωσης. Η εφαρμογή του εν λόγω παραγώγου δικαίου αποτελεί αντικείμενο πολλών καταγγελιών. Για να εξασφαλίσει, μεταξύ άλλων, ίδια δικαιώματα στον τομέα της εισόδου και διαμονής όλων των πολιτών της Ένωσης ανεξάρτητα από το καθεστώς τους (σπουδαστές, μισθωτοί, συνταξιούχοι ...), να διευκολύνει την άσκηση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας, να απλουστεύσει την κοινοτική νομοθεσία και να καλύψει ορισμένα κενά, η Επιτροπή υπέβαλε στο ΕΚ και στο Συμβούλιο πρόταση οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών της οικογένειάς τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών [124].

[124] ΕΕ αριθ. C 270E, της 25.9.2001, σελ. 150.

Στον τομέα αυτό, αξίζει να επισημανθεί ιδιαίτερα μια διαδικασία παράβασης : στις 19 Σεπτεμβρίου 2001, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο για την υπόθεση της απέλασης από τη Γερμανία πολιτών της Ένωσης για λόγους δημόσιας τάξης.

Το Δικαστήριο, το οποίο έκρινε πολλά προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με τους περιορισμούς της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων για λόγους δημόσιας τάξης, καλείται για πρώτη φορά να αποφανθεί επί προσφυγής λόγω παράλειψης στον τομέα αυτό.

Αφού εξέτασε προσεκτικά τις αποφάσεις απέλασης και ανέλυσε τις απαντήσεις της Γερμανίας στην προειδοποιητική επιστολή και στην αιτιολογημένη γνώμη, η Επιτροπή έκρινε ότι οι εν λόγω απελάσεις αποκαλύπτουν διάφορες παραβιάσεις της συνθήκης ΕΚ και του παραγώγου δικαίου από τη Γερμανία στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων. Η παράβαση, η οποία εντοπίζεται τόσο στο επίπεδο της νομοθεσίας όσο και της διοικητικής πρακτικής, αφορά ιδίως τις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις που επιβάλλεται να τηρούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την οδηγία 64/221 όταν απελαύνουν πρόσωπο το οποίο υπόκειται στο κοινοτικό δίκαιο.

Η απόφαση της Επιτροπής εντάσσεται στην προέκταση της ανακοίνωσής της της 19ης Ιουλίου 1999 [125] στην οποία είχε επιστήσει την προσοχή σε μια σειρά σημείων πρωταρχικού ενδιαφέροντος σχετικά με την ερμηνεία των διατάξεων της οδηγίας 64/221, όπως ο σεβασμός της αρχής της αναλογικότητας, η ανάγκη λήψης υπόψη όλων των συναφών παραγόντων κατά την αξιολόγηση της απειλής για τη δημόσια τάξη, το πρόβλημα της σύνδεσης που υπάρχει σε ορισμένες νομοθεσίες μεταξύ μιας ποινικής καταδίκης και ενός μέτρου απομάκρυνσης, η ιδιόμορφη κατάσταση των κατοίκων μακράς διάρκειας.

[125] Βλ. ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα ειδικά μέτρα για τη διακίνηση και τη διαμονή πολιτών της Ένωσης τα οποία δικαιολογούνται για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας, COM(1999)372 τελικό.

2.16. ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

Η τάση αύξησης των φακέλων παραβάσεων που είχε παρατηρηθεί τα προηγούμενα έτη δεν επιβεβαιώθηκε, αλλά ο συνολικός αριθμός των διαφορών παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητος.

2.16.1. Εξελίξεις στις διαδικασίες που είχαν κινηθεί προηγουμένως

Η Επιτροπή άσκησε προσφυγή στην υπόθεση κατά των Κάτω Χωρών (άρνηση καταβολής τόκων υπερημερίας που οφείλοντο βάσει του άρθρου 11 του κανονισμού αριθ. 1552/89 του Συμβουλίου).

Δεδομένου ότι η ορθή εφαρμογή του τελωνειακού καθεστώτος κοινοτικής διαμετακόμισης αποτελεί διαρκή πηγή διαμάχης με τα κράτη μέλη, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο για την υπόθεση της εσφαλμένης εκκαθάρισης των εγγράφων κοινοτικής διαμετακόμισης από τις γερμανικές αρχές.

2.16.2. Νέες διαδικασίες

Η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει ενδεικτικά στο Δικαστήριο με ένα φάκελο για την επίλυση άλλων υποθέσεων στις οποίες διακυβεύεται η οικονομική ευθύνη των κρατών μελών λόγω παρατυπιών που διαπράττονται κατά τη διαχείριση των ιδίων πόρων εκ μέρους τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι δανικές αρχές αρνούνται να δεχθούν την οικονομική ευθύνη τους για την απώλεια ιδίως πόρων που οφείλεται σε διοικητικό σφάλμα.

Μετά την άρνηση των γαλλικών αρχών να επιστρέψουν τον ΦΠΑ στο πλαίσιο της εφαρμογής του Πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκδόθηκε αιτιολογημένη γνώμη. Οι γαλλικές αρχές επιβεβαίωσαν, στη συνέχεια, ότι επιθυμούσαν να απαντήσουν θετικά στο αίτημα της Επιτροπής. Αναμένεται η πραγματική καταβολή των αιτηθέντων ποσών, ούτως ώστε ο σχετικός φάκελος παράβασης να τεθεί στο αρχείο.

2.17. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Όσον αφορά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου στο προσωπικό των Κοινοτήτων, οι διαδικασίες λόγω παράβασης που κίνησε η Επιτροπή αφορούν τη μη τήρηση από τα κράτη μέλη του Πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών των Κοινοτήτων και τη μη εφαρμογή των εθνικών διατάξεων που απαιτούνται για την ορθή εφαρμογή του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Κοινοτήτων.

Αυτή τη στιγμή, δεν εκκρεμεί καμία διαδικασία λόγω παράβασης.

2.18. ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ

Η αξιοπιστία των κοινοτικών στατιστικών βασίζεται στο σεβασμό εκ μέρους των κρατών μελών της υποχρέωσής τους να παρέχουν στην Επιτροπή τα δεδομένα που αφορούν ειδικούς τομείς σε τακτά χρονικά διαστήματα και σύμφωνα με προκαθορισθείσες λεπτομέρειες.

Όσον αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για τις στατιστικές, δεν διαπιστώθηκε κάποιο πρόβλημα που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την κίνηση διαδικασίας λόγω παράβασης.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 2000 είχε υποβληθεί καταγγελία σχετικά με την εικαζόμενη παραβίαση από κράτος μέλος του κοινοτικού δικαίου, και συγκεκριμένα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3330/91 του Συμβουλίου για τις στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών (Intrastat) και της απόφασης 96/715/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα τηλεματικά δίκτυα μεταξύ διοικήσεων για τις στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών (Edicom). Μετά από ανάλυση του περιεχομένου της, η εν λόγω καταγγελία τέθηκε στο αρχείο το 2001.

Παράρτημα I

Παραβάσεις -προέλευση

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 1.1. Μέσα ανίχνευσης των παραβάσεων

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 1.2. Φάκελοι υποβληθέντες προς εξέταση στην Επιτροπή1 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2001, ανά έτος ανοίγματος

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 1.2. : φάκελοι υποβληθέντες προς εξέταση στην Επιτροπή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2001, ανά έτος ανοίγματος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 1.3 : κατανομή ανά κράτος μέλος των φακέλων που ανοίχθηκαν το 2001

1.3.1. Περιπτώσεις εντοπισθείσες αυτεπαγγέλτως το 2001, ανά κράτος μέλος

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

1.3.2. Καταγγελίες ληφθείσες το 2001, ανά κράτος μέλος

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

1.3.3. Φάκελοι ανοιχθέντες το 2001 λόγω μη ανακοίνωσης, ανά κράτος μέλος

(μη ανακοίνωση των μέτρων μεταφοράς των οδηγιών ή των τεχνικών προτύπων βάσει της οδηγίας 98/34/ΕΚ)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

1.3.1 Περιπτώσεις εντοπισθείσες αυτεπαγγέλτως το 2001, ανά κράτος μέλος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

1.3.2. Καταγγελίες ληφθείσες το 2001, ανά κράτος μέλος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

1.3.3. Φάκελοι ανοιχθέντες το 2001 λόγω μη ανακοίνωσης, ανά κράτος μέλος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

1.4. Κατανομή ανά τομέα των φακέλων που ανοίχθηκαν το 2001

1.4.1. Αυτεπαγγέλτως αποκαλυφθείσες υποθέσεις που ανοίχθηκαν το 2001, ανά τομέα

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

1.4. Κατανομή ανά τομέα των φακέλων που ανοίχθηκαν το 2001

1.4.2. Παραληφθείσες καταγγελίες το 2001, ανά τομέα

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

1.4. Κατανομή ανά τομέα των φακέλων που ανοίχθηκαν το 2001

1.4.3. Φάκελοι που ανοίχθηκαν το 2001 για μη ανακοίνωση, ανά τομέα

(μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων εκτέλεσης των οδηγιών ή των τεχνικών προτύπων στο πλαίσιο της οδηγίας 98/34/ΕΚ)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

1.4.1. Αυτεπαγγέλτως αποκαλυφθείσες υποθέσες που ανοίχθηκαν το 2001, ανά τομέα

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

1.4.2. Παραληφθείσες καταγγελίες το 2001, ανά τομέα

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

1.4.3. Φάκελοι που ανοίχθηκαν το 2001 για μη ανακοίνωση, ανά τομέα

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Παράρτημα II

Παραβάσεις - κατανομή ανά στάδιο, νομική βάση, κράτος μέλος και τομέα

Πίνακας 2.1.

Παραβάσεις για τις οποίες κινήθηκε διαδικασία - ανά στάδιο και ανά κράτος μέλος

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 2.2. Παραβάσεις για τις οποίες κινήθηκε διαδικασία - ανά κράτος μέλος, στάδιο και νομική βάση

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 2.2.1. Προειδοποιητικές επιστολές αποσταλείσες το 2001, ανά νομική βάση και κράτος μέλος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.2.2. Αιτιολογημένες γνώμες αποσταλείσες το 2001, ανά νομική βάση και κράτος μέλος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.2.3. Προσφυγές υποβληθείσες το 2001, ανά νομική βάση και κράτος μέλος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.3. Ανοιχθέντες φάκελοι, κατάσταση της διαδικασίας στις 31/12/01, ανά κράτος μέλος

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 2.3.1. Φάκελοι για τους οποίους κινήθηκε η διαδικασία με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στις 31/12/01

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.3.2. Φάκελοι για τους οποίους αποστάλθηκε αιτιολογημένη γνώμη στις 31/12/01

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.3.3. Φάκελοι για τους οποίους υποβλήθηκε προσφυγή στο Δικαστήριο στις 31/12/01

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

ίνακας 2.3.4. Ανοιχθέντες φάκελοι στις 31/12/01, για τους οποίους εκκρεμεί διαδικασία 228, ανά κράτος μέλος

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.4 : Ανοιχθέντες φάκελοι, κατάσταση στις 31/12/01, ανά τομέα

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 2.4.1. Φάκελοι για τους οποίους κινήθηκε η διαδικασία με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής, ανά τομέα

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.4.2. Ανοιχθέντες φάκελοι στις 31/12/01, για τους οποίους αποστάλθηκε αιτιολογημένη γνώμη, ανά τομέα

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.4.3. Ανοιχθέντες φάκελοι στις 31/12/01, για τους οποίους υποβλήθηκε προσφυγή, ανά τομέα

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.4.4 ανοιχθέντες φάκελοι στις 31/12/01, για τους οποίους εκκρεμεί διαδικασία 228, ανά τομέα

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.5 : αποφάσεις αρχειοθέτησης ληφθείσες το 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 2.5.1. Αρχειοθετήσεις αποφασισθείσες το 2001, ανά στάδιο

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.5.2. Φάκελοι μη ανακοίνωσης που αρχειοθετήθηκαν το 2001, ανά στάδιο

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.5.3.Φάκελοι, πλην μη ανακοίνωσης, που αρχειοθετήθηκαν το 2001, ανά στάδιο

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Πίνακας 2.6. Αρχειοθετήσεις αποφασισθείσες: Eξέλιξις

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Επισκόπηση των Παραβάσεων των συνθηκών, κανονισμών και αποφάσεων

ΓΕΩΡΓΙΑ

Έτος/Αριθμός : 1994/4466

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΙΣΠΑΝΙΚΗΣ ΦΡΑΟΥΛΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E030

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1995/265 - Απόφαση της 9/12/1997

Έτος/Αριθμός : 1995/4430

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΠΩΛΗΣΗ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΕΝΔΕΙΞΗ "WHISKY"

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31989R1576

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1997/2227

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΚΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΩΝ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R3950. Κανονισμός 31993R536

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 07/05/1998 SG(1998)D/03614

Έτος/Αριθμός : 1997/2228

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΚΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΩΝ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R3950. Κανονισμός 31993R0536

Συμπληρ. αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260568

Έτος/Αριθμός : 1999/2073

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΜΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R3508

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 2001/2169

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΠΟΣΟΤΗΤΕΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΠΑΝΑΝΩΝ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 32001R896

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 22/11/2001 SG(2001)D/260498

ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

Έτος/Αριθμός : 1995/2126

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΒΟΥΤΥΡΟ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31990R2252. Κανονισμός 32000R1150

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/2323

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ - ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31989R1552.Απόφαση 31994D0728.Κανονισμός 32000R1150

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/460

Έτος/Αριθμός : 1999/2226

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ, ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ (ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1552/89)

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31989R1552.Κανονισμός 32000R1150

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1999/2227

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : TIR - ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31989R1552.Κανονισμός 31993R2454.Κανονισμός 32000R1150

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1999/2228

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΔΙΕΚΠΕΡΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ TIR

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31989R1552.Κανονισμός 32000R1150

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 2000/2115

Κράτος μέλος : ΔΑΝΙΑ

Τίτλος : ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΦΑΛΜΑ. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31989R1552.Απόφαση 31994D728 .Κανονισμός 32000R1150

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 06/04/2001 SG(2001)D/287555

Έτος/Αριθμός : 2000/2204

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΑΡΝΗΣΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΦΠΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΑΓΟΡΕΣ ΓΙΑ ΕΠΙΣΗΜΗ ΧΡΗΣΗ

Νομικές βάσεις :

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 20/04/2001 SG(2001)D/288006

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

Έτος/Αριθμός : 1989/0030

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΥΠΕΡ ΤΗΣ IDEALSPUN/BEAULIEU

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A228.Απόφαση 31984D0508

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1999/2129

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΚΠΤΩΣΕΩΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝ ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΗΣ ΣΤΑ ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΑ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΑ - ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 86(3)

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A249.Απόφαση 31999D0199

Προσφυγή : : απόφαση της 20/12/2001

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Έτος/Αριθμός : 1998/2308

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ ΣΤΑ ΑΥΣΤΡΙΑΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A149.Συνθήκη ΕΚ 197A150

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 17/01/2002 SG(2002)D/260409

Έτος/Αριθμός : 1999/4020

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΟΥ ΣΕ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A149.Συνθήκη ΕΚ 197A150

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/10/2001 SG(2001)260407

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Έτος/Αριθμός : 1994/2210

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΛΛΟΔΑΠΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E052.Συνθήκη ΕΟΚ 157E073.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1994/5075

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ - ΠΡΟΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΔΑΝΕΙΟ ΕΚΦΡΑΣΜΕΝΟ ΣΕ D.M.

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E073.Συνθήκη ΕΚ 197A056.Συνθήκη ΕΚ 197A058

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1995/4372

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ - ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E073.Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A048.Συνθήκη ΕΚ 197A049.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 29/05/1998 SG(1998)D/04257

Έτος/Αριθμός : 1995/4535

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E073.Συνθήκη ΕΚ 197A049.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/2288

Κράτος μέλος : ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Τίτλος : ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ - ΕΙΔΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ BRITISH AIRPORTS' AUTHORITY PLC.

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E052.Συνθήκη ΕΟΚ 157E073.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/098

Έτος/Αριθμός : 1998/2289

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ - ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΣΕ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΤΑΙΡΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E052.Συνθήκη ΕΟΚ 157E073.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2000/463

Έτος/Αριθμός : 1998/4083

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E073.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 27/07/2001 SG(2001)D/290494

Έτος/Αριθμός : 2000/2064

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ ΤΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΣΕΩΝ-ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A056

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 31/05/2001 SG(2001)D/288850

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Έτος/Αριθμός : 1989/0457

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΠΟΥΔΑΣΤΩΝ - ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΛΟΓΩ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A151

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1993/4738

Κράτος μέλος : ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Τίτλος : ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΑΠΕΛΑΣΗΣ ΤΟΥ ΜΗ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΖΥΓΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1993/4947

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΣΤΟΥΣ ΜΕΘΟΡΙΑΚΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E048.Συνθήκη ΕΟΚ 157E051.Κανονισμός 31971R1408

Προειδοποιητική επιστολή 228 αποσταλείσα την : 09/02/2001 SG(2001)D/286053

Έτος/Αριθμός : 1995/4831

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ ΣΤΙΣ ΒΕΛΓΙΚΕΣ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E051.Συνθήκη ΕΟΚ 157E235.Κανονισμός 31971R1408.Νομολογία 61983J0275

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1996/2208

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΛΕΚΤΟΡΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A010.Συνθήκη ΕΚ 197A039.Κανονισμός 31968R1612

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1999/212 - Απόφαση της 26/06/2001

Έτος/Αριθμός : 1996/4516

Κράτος μέλος : ΔΑΝΙΑ

Τίτλος : ΜΕΘΟΡΙΑΚΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ: ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΧΡΗΣΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ

ΜΕΤΑΞΥ ΑΛΛΩΝ ΓΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A049.Νομολογία 61986J0127.Νομολογία 61993J0415

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1996/4558

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΡΙΑΚΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E051.Κανονισμός 31971R1408

Προειδοποιητική επιστολή 228 αποσταλείσα την : 09/02/2001 SG(2001)D/286051

Έτος/Αριθμός : 1997/4182

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΣΤΗΝ KάNSTLERZOZIALVERSICHERUNG

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E051.Συνθήκη ΕΟΚ 157E052.Συνθήκη ΕΟΚ 157E059.Κανονισμός 31971R1408

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1996/4627

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ-ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΠΕΙΡΑΣ-ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΛΟΓΩ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Κανονισμός 31968R1612.Νομολογία 61996J0015.Νομολογία 61996J0187

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/04/2001 SG(2001)D/288037

Έτος/Αριθμός : 1997/4378

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΣΩΡΕΥΣΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ ΜΕ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A042.Νομολογία 61992J0031.Νομολογία 61993J0443

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 28/01/1999 SG(1999)D/708

Έτος/Αριθμός : 1997/4962

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A042.Κανονισμός 31971R1408

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 03/04/2000 SG(2000)D/102765

Έτος/Αριθμός : 1998/2281

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΤΗΘΕΙΣΑΣ ΣΕ ΑΛΛΟ Κ.Μ. ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Κανονισμός 31968R1612.Νομολογία 61996J0015.Νομολογία 61996J0187

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 02/05/2000 SG(2000)A/05607

Έτος/Αριθμός : 1998/2301

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΤΗΘΕΙΣΑΣ ΣΕ ΑΛΛΟ Κ.Μ. ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Κανονισμός 31968R1612.Νομολογία 61996J0015.Νομολογία 61996J0187

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 10/08/1999 SG(1999)D/6515

Έτος/Αριθμός : 1998/2302

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΤΗΘΕΙΣΑΣ ΣΕ ΑΛΛΟ Κ.Μ. ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Κανονισμός 31968R1612.Νομολογία 61996J0015.Νομολογία 61996J0187

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 28/02/2000 SG(2000)D/101871

Έτος/Αριθμός : 1998/2303

Κράτος μέλος : ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΤΗΘΕΙΣΑΣ ΣΕ ΑΛΛΟ Κ.Μ. ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Κανονισμός 31968R1612.Νομολογία 61996J0015.Νομολογία 61996J0187

Τελευταία απόφαση της Επιτροπής : 20/12/2001 PV(2001)1549 ΠΡΟΣΦΥΓΗ - Εκτέλεση αμελλητί

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1998/4014

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΕΞΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A042.Κανονισμός 31971R1408

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/311

Έτος/Αριθμός : 1998/4499

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΚΟΣΤΟΣ ΤΙΤΛΟΥ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΚΑΙ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Νομικές βάσεις :

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/4579

Κράτος μέλος : ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τίτλος : ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΝΟΜΙΜΟ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟΥ ΕΓΓΥΗΜΕΝΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E052.Κανονισμός 31968R1612

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/299

Έτος/Αριθμός : 1998/4846

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΗ ΑΠΟ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ ΔΙΑΜΟΝΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E048.Συνθήκη ΕΟΚ 157E051.Κανονισμός 31968R1612.Κανονισμός 31971R1408

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 05/11/2001 SG(2001)D/260453

Έτος/Αριθμός : 1999/4115

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΕΚΛΕΓΕΣΘΑΙ ΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΣΤΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31968R1612.Απόφαση 31980D0001

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/465

Έτος/Αριθμός : 1999/4399

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΞΟΔΩΝ ΓΙΑ ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030.Νομολογία 61995J0120

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 16/10/2000 SG(2000)D/107557

Έτος/Αριθμός : 1999/4968

Κράτος μέλος : ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ - ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197E039

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260688

Έτος/Αριθμός : 1999/5307

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ ΜΙΣΘΟΣ

Νομικές βάσεις :

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 02/04/2001 SG(2001)D/287358

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Έτος/Αριθμός : 1995/4580

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΤΙΜΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/09/1997 SG(1997)D/07834

Έτος/Αριθμός : 1998/4675

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΜΟΥΣΕΙΟ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ (ΤΟ ΠΑΛΑΤΙ ΤΩΝ ΔΟΓΗΔΩΝ) - ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΛΟΓΩ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E006.Συνθήκη ΕΟΚ 157E059.Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A046

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/388

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Έτος/Αριθμός : 1994/4734

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : WASTE - ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31993R0259

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1997/4878

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΑΕΡΑΣ -ΚΑΝ. 2037/2000, ΟΥΣΙΕΣ ΠΟΥ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΥΝ ΤΗ ΣΤΙΒΑΔΑ

ΤΟΥ ΟΖΟΝΤΟΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31994R3093.Κανονισμός 32000R2037

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290450

Έτος/Αριθμός : 1998/4423

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΦΥΣΗ - ΑΠΟΦ. 83/101, ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΘΑΛΑΣΣΑΣ, ΡΥΠΑΝΣΗ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ BERRE

Νομικές βάσεις : Απόφαση 31983D0101

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 2000/2105

Κράτος μέλος : ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Τίτλος : ΡΑΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ - ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΡΑΔΙΕΝΕΡΓΩΝ ΚΑΤΑΛΟΙΠΩΝ - ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΗΡΑΣ JASON

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚAΧ 157A37

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260718

Έτος/Αριθμός : 2000/2316

Κράτος μέλος : ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τίτλος : ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ - ΓΡΑΜΜΗ ΥΨΗΛΗΣ ΤΑΣΗΣ WECKER/POTACHBERG (ΑΡΘΡ. 10 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ)

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A010

Αρχειοθέτηση το 2001

ΑΛΙΕΙΑ

Έτος/Αριθμός : 1984/0445

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΑΛΙΕΙΑ. ΚΑΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΤΗΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E171.Κανονισμός 31982R2057.Κανονισμός 31983R0171

2η Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001:

Έτος/Αριθμός : 1989/2109

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΟΡΟΙ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ Η/ΚΑΙ ΝΗΟΛΟΓΗΣΗΣ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΣΚΑΦΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E007.Συνθήκη ΕΟΚ 157E030.Συνθήκη ΕΟΚ 157E034.Συνθήκη ΕΟΚ 157E052.Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A043

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1990/0384

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΠΙΒΛΗΘΕΝΤΕΣ ΟΡΟΙ ΣΤΑ ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΣΚΑΦΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A029

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 05/04/2000 SG(2000)D/102880

Έτος/Αριθμός : 1990/0418

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1988

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R0170.Κανονισμός 31987R2241.Κανονισμός 31987R3977

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1999/333 - Απόφαση της 01/02/2001

Έτος/Αριθμός : 1992/2256

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R0170.Κανονισμός 31987R2241.Κανονισμός 31989R4047

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 08/07/1997 SG(1997)D/05307

Έτος/Αριθμός : 1992/4211

Κράτος μέλος : ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Τίτλος : ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΩΝ ΤΟ 1992

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E007.Συνθήκη ΕΟΚ 157E052.Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A228.Κανονισμός 31983R0173

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1993/2219

Κράτος μέλος : ΔΑΝΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ (1990)

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R0170.Κανονισμός 31987R2241.Κανονισμός 31989R4047

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1998/2255

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1995 ΚΑΙ 1996

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R2807.Κανονισμός 31993R2847.Κανονισμός 31994R3364.Κανονισμός 31995R3074

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 31/07/2001 SG(2001)D/290613

Έτος/Αριθμός : 1998/2258

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1995 ΚΑΙ 1996

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R2807.Κανονισμός 31993R2847.Κανονισμός 31994R3364.Κανονισμός 31995R3074

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 05/11/2001 SG(2001)D/260455

Έτος/Αριθμός : 1998/2260

Κράτος μέλος : ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1995 ΚΑΙ 1996

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R2807.Κανονισμός 31993R2847.Κανονισμός 31994R3362.Κανονισμός 31994R3366.Κανονισμός 1994R3370.Κανονισμός 31995R3074

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 29/12/2000 SG(2000)D/109694

Έτος/Αριθμός : 1998/2261

Κράτος μέλος : ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1995 ΚΑΙ 1996

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R2807.Κανονισμός 31993R2847.Κανονισμός 31994R3362.Κανονισμός 31995R3074

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 12/03/2001 SG(2001)D/286715

Έτος/Αριθμός : 1998/2262

Κράτος μέλος : ΣΟΥΗΔΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1995 ΚΑΙ 1996

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R2807.Κανονισμός 31993R2847.Κανονισμός 31994R3364.Κανονισμός 31995R3074

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 20/02/2001 SG(2001)D/286311

Έτος/Αριθμός : 1998/2264

Κράτος μέλος : ΔΑΝΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ - ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1995 ΚΑΙ 1996

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31983R2807.Κανονισμός 31993R2847.Κανονισμός 31994R3362.Κανονισμός 31995R3074

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1999/2279

Κράτος μέλος : ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΘΕΣΜΙΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΣΚΑΦΩΝ ΜΕΣΩ ΔΟΡΥΦΟΡΟΥ(VMS)

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31993R2847

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1999/2284

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ (ΥΠΕΡΑΛΙΕΥΣΗ 1997)

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R3760.Κανονισμός 31993R2847.Κανονισμός 31997R406

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 13/11/2001 SG(2001)D/260473

Έτος/Αριθμός : 2000/2048

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΤΗΡΗΣΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ VMS

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 32847R1993

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 05/02/2001 SG(2001)D/285887

Έτος/Αριθμός : 2000/2049

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΜΗ ΤΗΡΗΣΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ VMS

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 32847R1993

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 05/02/2001 SG(2001)D/285889

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Έτος/Αριθμός : 1996/2033

Κράτος μέλος : ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΖΩΝΕΣ ΤΟΥ ΦΙΝΛΑΝΔΙΚΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ: ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΑΛΛΟΔΑΠΟΥΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A018

Αρχειοθέτηση το 2001

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

Έτος/Αριθμός : 2000/4366

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΔΕΗ - ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΕΠ 490

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1991/0555

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΠΟ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΜΕΤΑΛΛΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2000/084 - Απόφαση της 14/06/2001

Έτος/Αριθμός : 1992/2085

Κράτος μέλος : ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΕΧΝΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΜΕΤΑΛΛΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1999/030 - Απόφαση της 21/06/2001

Έτος/Αριθμός : 1992/2222

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1998/398 - Απόφαση της 25/10/2001

Έτος/Αριθμός : 1993/2222

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΣΥΚΩΤΙ ΦΟΥΑ ΓΚΡΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1994/2150

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΝΖΥΜΑΤΟΥΧΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΜΑΤΑ ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΚΑΙ ΠΟΤΑ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 15/05/1998 SG(1998)D/03853

Έτος/Αριθμός : 1994/2201

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ - ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΗΡΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1994/4075

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΑΡΝΗΣΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΕΝΩΝ ΜΕ ΒΙΤΑΜΙΝΕΣ ΚΑΙ ΣΙΔΗΡΟ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1994/4883

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΜΗ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/420

Έτος/Αριθμός : 1994/5125

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΒΙΤΑΜΙΝΟΥΧΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1995/2037

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1995/2175

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΚΑΟΥΤΣΟΥΚ ΠΟΥ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΡΟΦΙΜΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1995/2176

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΣΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 27/03/1998 SG(1998)D/02456

Έτος/Αριθμός : 1995/2283

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΜΠΟΡΟΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΕΙΣ - ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ EXTREMADURA

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1996/4208

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΒΙΤΑΜΙΝΟΥΧΑ ΠΟΤΑ (ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΠΟΤΑ)

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/10/1998 SG(1998)D/8993

Έτος/Αριθμός : 1996/4609

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΑ ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΩΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Συμπληρωμ. αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290372

Έτος/Αριθμός : 1996/4808

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1997/2060

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΗΣ 24.5.96 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΜΙΚΡΟΔΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΣΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1997/2261

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΜΗ ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΩΝ ΠΟΤΩΝ (ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΤΙΜΗ ΛΙΑΝΙΚΗΣ ΠΩΛΗΣΗΣ)

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 28/04/1999 SG(1999)D/02845

Έτος/Αριθμός : 1997/4118

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΑ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΒΟΗΘΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΜΕΙΟΝΕΚΤΟΥΝΤΑ ΑΤΟΜΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1997/4239

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ ΥΠΟ ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ-ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΤΕΛΩΝ -ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΗΣ

Νομικές βάσεις: : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Προειδοποιητική επιστολή 228 αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260502

Έτος/Αριθμός : 1997/4418

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E030.Συνθήκη ΕΚ 197A028

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/455

Έτος/Αριθμός : 1997/4419

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΥΔΑΤΩΝ ΓΙΑ ΠΙΣΙΝΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/11/1998 SG598)D/10966

Έτος/Αριθμός : 1997/4579

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΓΙΑ ΑΘΛΗΤΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030

Προσφυγή (απόφαση)

Έτος/Αριθμός : 1998/2199

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/4032

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/01/2000 SG(2000)D/100918

Έτος/Αριθμός : 1998/4387

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΑΣ ΠΟΥ ΕΛΚΕΙ ΡΥΜΟΥΛΚΟΥΜΕΝΟ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E030.Συνθήκη ΕΚ 197A018.Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 17/02/2000 SG(2000)D/101586

Έτος/Αριθμός : 1998/4977

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ - ΑΡΘΡΑ 30 ΕΩΣ 36 ΕΟΚ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/4978

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΓΕΝΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/5023

Κράτος μέλος : ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Τίτλος : ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΥΤΟΦΑΡΜΑΚΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/10/2001 SG(2001)260341

Έτος/Αριθμός : 1998/5024

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΝΝΑΒΕΩΣ (ΕΝΔΥΜΑΤΑ, ΥΠΟΔΗΜΑΤΑ, ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ)

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/5043

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΧΡΗΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/10/2001 SG(2001)260325

Έτος/Αριθμός : 1998/5128

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 22/10/1999 SG(99)D/08409

Έτος/Αριθμός : 1998/5130

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΡΥΘΜΙΣΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΣΗΜΑΤΑ ΟΔΙΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 24/01/2000 SG(2000)D/100732

Έτος/Αριθμός : 1999/4016

Κράτος μέλος : ΔΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΑ ΒΙΤΑΜΙΝΟΥΧΟΥ ΠΟΤΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E030

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/192

Έτος/Αριθμός : 1999/4017

Κράτος μέλος : ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΕΙΣΑΓΩΓΕΣ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 24/01/2001 SG(2001)D/285417

Έτος/Αριθμός : 1999/4056

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ - ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΘΕΣΕΩΣ ΣΕ ΕΜΠΟΡΙΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 29/12/2000 SG(2000)D/109668

Έτος/Αριθμός : 1999/4060

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΡΟΧΟΣΠΙΤΟΥ - ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1999/4134

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ/ΙΣΠΑΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΧΛΩΡΙΝΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/358

Έτος/Αριθμός : 1999/4321

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 13/06/2000 SG(2000)D/104140

Έτος/Αριθμός : 1999/4426

Κράτος μέλος : ΣΟΥΗΔΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 30/01/2001 SG(2001)D/285590

Έτος/Αριθμός : 1999/4515

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΡΙΑ ΤΕΧΝΟΥΡΓΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΜΕΤΑΛΛΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 19/09/2001 SG(2001)D/291489

Έτος/Αριθμός : 1999/4675

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΞΟΔΩΝ ΓΙΑ ΙΑΤΡΙΚΑ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 08/11/2000 SG(2000)D/108185

Έτος/Αριθμός : 1999/4826

Κράτος μέλος : ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΒΙΤΑΜΙΝΟΥΧΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ "PLUS TABS"

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 08/11/2000 SG(2000)D/108187

Έτος/Αριθμός : 1999/5021

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 07/03/2001 SG(2001)D/286633

Έτος/Αριθμός : 1999/5257

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ - ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ - ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΚ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260500

Έτος/Αριθμός : 2000/2016

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΤΩΝ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΜΗΧΑΝΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/10/2001 SG(2001)260356

Έτος/Αριθμός : 2000/2230

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΟΝΟΜΑΣΙΑ «ATUN CLARO» - ΑΠΟΥΣΙΑ ΡΗΤΡΑΣ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚAΧ 157A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 16/05/2001 SG(2001)D/288563

Έτος/Αριθμός : 2000/4091

Κράτος μέλος : ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τίτλος : ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΙΜΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260698

Έτος/Αριθμός : 2000/4397

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΕΓΚΡΙΣΗ ΥΔΡΑΥΛΙΚΩΝ ΣΩΛΗΝΩΣΕΩΝ - ΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΧΟΡΗΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗ D

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚAΧ 157A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 16/05/2001 SG(2001)D/288565

Έτος/Αριθμός : 1990/0388

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A010.Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1992/375, Απόφαση της 22/03/1994

Έτος/Αριθμός : 1993/4448

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΕΣ - ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΤΩΝ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1993/4893

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΒΡΕΤΑΝΙΚΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΒΑΔΗ-ΒYΡΤΕΜΒΕΡΓΗ Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 30/01/2001 SG(2001)D/285586

Έτος/Αριθμός : 1995/4302

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΑΡΝΗΣΗ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΣΤΟ ΜΗΤΡΩΟ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΤΗΣ ΛΙΕΓΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A047

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1996/4407

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΔΕΙΑ ΧΡΗΣΕΩΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΤΙΤΛΩΝ ΑΠΟΚΤΗΘΕΝΤΩΝ ΣΕ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 29/12/2000 SG(2000)D/109658

Έτος/Αριθμός : 1997/4569

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΟΠΤΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ ΑΠΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 24/01/2001 SG(2001)D/285378

Έτος/Αριθμός : 1998/4293

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΩΝ ΙΑΤΡΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 27/12/1999 SG(1999)D/10867

Έτος/Αριθμός : 1998/5041

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 24/01/2001 SG(2001)D/285366

Έτος/Αριθμός : 1999/4512

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ/ΙΑΤΡΙΚΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG52001)D/260700

Έτος/Αριθμός : 1994/2146

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1994/4441

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟ - ΥΠΟΒΡΥΧΙΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1992/4643

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΘΥΓΑΤΡΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 12/11/1997 SG(1997)D/09388

Έτος/Αριθμός : 1993/2300

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ ΟΔΙΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A012.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1999/263, Απόφαση της 29/05/2001

Έτος/Αριθμός : 1994/4337

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ CD

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028.Συνθήκη ΕΚ 197A030.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1994/4855

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΚΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ EVIN

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1994/4903

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΕΤΗΣΙΩΝ ΔΟΣΕΩΝ ΣΤΑ ΒΕΛΓΙΚΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΜΕΣΩ ΒΕΛΓΩΝ ΕΚΠΡΟΣΩΠΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 29/11/2000 SG(2000)D/108823

Έτος/Αριθμός : 1995/2068

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΙΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1999/283, Απόφαση της 31/05/2001

Έτος/Αριθμός : 1995/2105

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Προειδοποιητική επιστολή 228 αποσταλείσα την : 15/09/2000 SG(2000)D/106741

Έτος/Αριθμός : 1995/4563

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΥΠΗΚΟΟΙ ΤΡΙΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ: ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 07/08/1998 SG(1998)D/06915

Έτος/Αριθμός : 1995/4687

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΜΗ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ: ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΩΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 09/09/1998 SG(1998)D/07562

Έτος/Αριθμός : 1996/2246

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΕΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Προειδοποιητική επιστολή 228 αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260665

Έτος/Αριθμός : 1997/4388

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΠΙΔΟΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΤΩΝ ΠΕΛΑΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 01/08/2000 SG(2000)D/105662

Έτος/Αριθμός : 1997/4533

Κράτος μέλος : ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τίτλος : ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥΣ ΤΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΩΝ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A43.Συνθήκη ΕΚ 197A49

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/478

Έτος/Αριθμός : 1997/4642

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΑΠΟΣΠΑΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 25/07/2001 SG(2001)D/290290

Έτος/Αριθμός : 1998/2002

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΩΝ ΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 29/12/2000 SG(2000)D/109660

Έτος/Αριθμός : 1998/2003

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΩΝ ΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197049

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/150

Έτος/Αριθμός : 1998/2006

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΩΝ ΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197043 .Συνθήκη ΕΚ 197049

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1998/2011

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΥΡΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΑΠΟ ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΕΥΡΕΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/01/2000 SG(2000)D/100908

Έτος/Αριθμός : 1998/2038

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΩΝ ΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/2040

Κράτος μέλος : ΙΡΛΑΝΔΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΩΝ ΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1998/2055

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΩΝ ΓΙΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 1970049

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/131

Έτος/Αριθμός : 1998/4047

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΑ ΚΑΤΑΛΟΓΩΝ ΕΝ ΟΨΕΙ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/4137

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΕΛΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΑΡΑΒΟΛΙΚΕΣ ΚΕΡΑΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/05/1999 SG(1999)D/03803

Έτος/Αριθμός : 1998/5097

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΟΡΟΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049.Συνθήκη ΕΚ 197A10

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/496

Έτος/Αριθμός : 1999/4064

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΕ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A039.Συνθήκη ΕΚ 197A049.Συνθήκη ΕΚ 197A050.Συνθήκη ΕΚ 197A06

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1999/4511

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΚΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΑΚΩΡΥΧΕΙΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 03/10/2001 SG(2001)D/260280

Έτος/Αριθμός : 1999/4615

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΣΕ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΡΟΣΚΛΗΣΕΩΝ ΠΡΟΣ ΥΠΟΒΟΛΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 30/04/2001 SG(2001)D/288216

Έτος/Αριθμός : 1998/4114

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 12/09/2000 SG(2000)D/106692

Έτος/Αριθμός : 1999/4238

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΩΝ - ΚΙΝΗΤΕΣ ΑΞΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 08/11/2000 SG(2000)D/108191

ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Έτος/Αριθμός : 1997/2117

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΡΥΘΜΙΣΗ ΣΕΒ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΟΚ 157E005.Απόφαση 31992D0562.Απόφαση 31994D0381.Απόφαση 31994D0382.Απόφαση 31996D0449

Αρχειοθέτηση το 2001

ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ

Έτος/Αριθμός : 1984/0342

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 25/07/1985 SG(1985)D/9543

Έτος/Αριθμός : 1984/0343

Κράτος μέλος : ΔΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 25/07/1985 SG(1985)D/9545

Έτος/Αριθμός : 1984/0344

Κράτος μέλος : ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 25/07/1985 SG(1985)D/9547

Έτος/Αριθμός : 1984/0345

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 25/07/1985 SG(1985)D/9549

Έτος/Αριθμός : 1984/0346

Κράτος μέλος : ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 25/07/1985 SG(1985)D/9551

Έτος/Αριθμός : 1984/0347

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 25/07/1985 SG(1985)D/9553

Έτος/Αριθμός : 1986/0126

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΑΠΑΛΛΑΓΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΔΑΣΜΟΥΣ ΚΔ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 02/05/1990 SG(1990)D/21649

Έτος/Αριθμός : 1990/0078

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 31/12/1992 SG(1992)D/19475

Έτος/Αριθμός : 1990/0079

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΑΤΕΛΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΜΗ ΕΙΔΙΚΩΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A026.Κανονισμός 31987R2658.Κανονισμός 31992R2913

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 20/01/1993 SG(1993)D/00940

Έτος/Αριθμός : 1995/2238

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΑΡΧΩΝ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R2913

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/4667

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΤΙΜΟΛΟΓΙΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΕΚ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A025

Προσφυγή - αναστολή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1999/2025

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΤΕΛΩΝΕΙΑ - ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R2913

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 2000/2009

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΜΙΚΡΩΝ ΑΕΡΟΣΚΑΦΩΝ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΗΣ ΣΕ ΑΕΡΟΛΙΜΕΝΕΣ ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΤΕΛΩΝΕΙΟ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A023.Συνθήκη ΕΚ 197A025.Κανονισμός 31991R3925

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290382

Έτος/Αριθμός : 2000/4421

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΤΕΛΗ ΠΟΥ ΕΙΣΠΡΑΤΤΟΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΚΑΦΩΝ ΑΝΑΨΥΧΗΣ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΥΔΑΤΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A023.Συνθήκη ΕΚ 197A025.Συνθήκη ΕΚ 197A090.Συνθήκη ΕΚ 197A133

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290376

Έτος/Αριθμός : 1991/0779

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A090

Αιτιολογημένη γνώμη 228 αποσταλείσα την : 18/09/2000 SG(2000)D/106783

Έτος/Αριθμός : 1992/5125

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΕΠΙΒΟΛΗ ΔΑΣΜΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A090

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1995/4988

Κράτος μέλος : ΑΥΣΤΡΙΑ

Τίτλος : ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ - ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΑΛΛΩΝ Κ.Μ.

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A090

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1996/2244

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΤΕΛΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΣΤΑ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΑ ΟΧΗΜΑΤΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A028

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 09/11/1999 SG(1999)D/08917

Έτος/Αριθμός : 1996/4748

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ «ΦΟΡΟΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A090

Προσφυγή - αναστολή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1997/4309

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΦΟΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΡΑ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΗ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΣΦΑΓΕΙΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A090

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 18/09/2000 SG(2000)D/106791

Έτος/Αριθμός : 1997/4487

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΙΣΧΥΟΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A090

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1999/4452

Κράτος μέλος : ΣΟΥΗΔΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΣΙΟΥ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΜΠΥΡΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A090

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 19/06/2001 SG(2001)D/289253

Έτος/Αριθμός : 1997/4237

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΕΥΘΥΝΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΔΑΠΟΥΣ ΠΑΡΟΧΟΥΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 23/10/2001 SG(2001)260408

Έτος/Αριθμός : 1997/4448

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΥΠΕΡΑΞΙΑΣ ΕΠΙ ΜΕΤΟΧΩΝ ΠΟΥ ΑΠΟΚΤΗΘΗΚΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A043.Συνθήκη ΕΚ 197A056

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1999/4835

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A049

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290383

ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Έτος/Αριθμός : 1999/2219

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΜΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΗΣ 29 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1998 (ΥΠΟΘΕΣΗ C-280/95) ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197228

Αιτιολογημένη γνώμη 228 αποσταλείσα την : 24/07/2001 SG(2001)D/290113

Έτος/Αριθμός : 1992/2219

Κράτος μέλος : ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τίτλος : ΔΙΜΕΡΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΜΕ ΤΡΙΤΑ ΚΡΑΤΗ - ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A10.Συνθήκη ΕΚ 197A133.Συνθήκη ΕΚ 197A71

Προσφυγή - αναστολή : απόφαση της 18/07/2001

Έτος/Αριθμός : 1994/2267

Κράτος μέλος : ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τίτλος : ΔΙΜΕΡΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΝΑΥΣΙΠΛΟΪΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A10

Προσφυγή - αναστολή : απόφαση της 18/07/20011

Έτος/Αριθμός : 1993/4037

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΤΕΛΗ ΑΕΡΟΛΙΜΕΝΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A49.Κανονισμός 31992R2408

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1996/2162

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΑ ΤΕΛΗ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R2408

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1999/447, Απόφαση της 4/07/2001

Έτος/Αριθμός : 1996/2163

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΑ ΤΕΛΗ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R2408

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1996/2164

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΑ ΤΕΛΗ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R2408

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-1999/070, Απόφαση της 26/06/2001

Έτος/Αριθμός : 1996/2165

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΑ ΤΕΛΗ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R2408

Προσφυγή - Αριθ. υπόθεσης C-2001/246

Έτος/Αριθμός : 1998/2094

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΣΥΝΑΨΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ "OPEN SKIES" ΜΕ ΤΙΣ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A43.Κανονισμός 31992R2407.Κανονισμός 31992R2408.Κανονισμός 31992R2409

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1998/2325

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΣΥΝΑΨΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΜΕ ΤΙΣ ΗΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A43.Κανονισμός 31992R2407.Κανονισμός 31992R2408.Κανονισμός 31992R2409

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1990/0358

Κράτος μέλος : ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Τίτλος : ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΠΛΟΙΑ - ΝΗΟΛΟΓΗΣΗ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A48

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1991/0600

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΦΟΡΤΙΩΝ ΣΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΒΕΛΓΙΟΥ-ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΤΟΓΚΟ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31986R4055

Αιτιολογημένη γνώμη 228 αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260695

Έτος/Αριθμός : 1991/0601

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΦΟΡΤΙΩΝ ΣΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΒΕΛΓΙΟΥ - ΖΑΪΡ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31986R4055

Αιτιολογημένη γνώμη 228 αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260697

Έτος/Αριθμός : 1995/2161

Κράτος μέλος : ΒΕΛΓΙΟ

Τίτλος : ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ CMEAOC (ΥΠΟΥΡΓΙΚΗ ΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΔΥΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ)

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31986R4055

Αιτιολογημένη γνώμη 228 αποσταλείσα την : 21/12/2001 SG(2001)D/260695

Έτος/Αριθμός : 1995/2162

Κράτος μέλος : ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Τίτλος : ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ CMEAOC

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31986R4055

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1995/2163

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ CMEAOC

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31986R4055

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1995/2164

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΦΟΡΤΙΩΝ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31986R4055

Προειδοποιητική επιστολή 228 αποσταλείσα την : 25/07/2001 SG(2001)D/290251

Έτος/Αριθμός : 1995/2198

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R3577

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1995/4624

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A48.Κανονισμός 31986R4055

Προσφυγή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1996/2168

Κράτος μέλος : ΓΑΛΛΙΑ

Τίτλος : ΟΡΟΙ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΣΗΜΑΙΑΣ

Νομικές βάσεις : Συνθήκη ΕΚ 197A43

Αρχειοθέτηση το 2001

Έτος/Αριθμός : 1998/4654

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ - ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΟΚ) αριθ. 4055/86)

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31986R4055.Κανονισμός 31992R3577

Προσφυγή - αναστολή : απόφαση της 20/12/2001

Έτος/Αριθμός : 1999/2001

Κράτος μέλος : ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Τίτλος : ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R3577

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290461

Έτος/Αριθμός : 1999/4133

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΩΝ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ ΤΕΛΩΝ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31996R4055

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 02/02/2001 SG(2001)D/285833

Έτος/Αριθμός : 2000/2062

Κράτος μέλος : ΕΛΛΑΔΑ

Τίτλος : ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣE

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31992R3577

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290375

Έτος/Αριθμός : 2000/2239

Κράτος μέλος : ΙΤΑΛΙΑ

Τίτλος : ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΦΟΡΤΙΩΝ ΙΤΑΛΙΑ/ΚΙΝΑ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 31996R4055

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 26/07/2001 SG(2001)D/290455

Έτος/Αριθμός : 2000/4372

Κράτος μέλος : ΙΣΠΑΝΙΑ

Τίτλος : ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΣΤΙΣ ΕΚΒΟΛΕΣ ΤΟΥ VIGO ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΕΝΔΟΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Νομικές βάσεις : Κανονισμός 33577R92

Αιτιολογημένη γνώμη αποσταλείσα την : 07/05/2001 SG(2001)D/288359

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ

Το παρόν παράρτημα περιλαμβάνει όλες τις οδηγίες για τις οποίες η προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο έληξε το 2001 (μέρος 1) καθώς και όλες τις οδηγίες για τις οποίες δημιουργήθηκαν προβλήματα μη ανακοίνωσης (μέρος 2), μη συμμόρφωσης (μέρος 3) ή κακής εφαρμογής (μέρος 4) κατά τη διάρκεια του 2001 και απεικονίζει την κατάσταση των διαδικασιών παράβασης που κίνησε η Επιτροπή κατά των κρατών μελών μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2001.

ΜΕΡΟΣ 1 : ΟΔΗΓΙΕΣ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ Η ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΕΛΗΞΕ ΤΟ 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

ΜΕΡΟΣ 2: ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΜΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ

Ως μη ανακοίνωση νοείται η πλήρης έλλειψη ανακοίνωσης εθνικών μέτρων εκτέλεσης των οδηγιών ή, ενδεχομένως, η ελλιπής ανακοίνωση αυτών των μέτρων εκτέλεσης.

Σημείωση : Η αναφερόμενη ημερομηνία είναι αυτή της κοινοποίησης στο κράτος μέλος ή της κατάθεσης του δικογράφου στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Συντμήσεις χρησιμοποιούμενες σε αυτό το μέρος :

ΠΕ : Προειδοποιητική επιστολή, ΣΠΕ : Συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή

AΓ : Αιτιολογημένη γνώμη, ΣAΓ : Συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη

ΠΕ 228 και AΓ 228 : Προειδοποιητική επιστολή ή Αιτιολογημένη γνώμη λόγω μη τήρησης απόφασης του Δικαστηρίου.

Οι αριθμοί των οδηγιών αναγράφονται σύμφωνα με τον κωδικό CELEX.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΓΕΩΡΓΙΑ

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Τεχνικά πρότυπα

Κεφαλαιουχικά αγαθά

Χημικά προϊόντα

Φαρμακευτικά και καλλυντικά προϊόντα

Μηχανοκίνητα οχήματα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Γενικά Θέματα

Νερό

Αέρας

Aπόβλητα

Φύση

Θόρυβος

Χημικά και βιοτεχνολογίες

Προστασία από τις ακτινοβολίες

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

Πολιτιστικά αγαθά

Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων

Τράπεζες

Ασφάλειες

Κινητές αξίες

Συστήματα πληρωμών

Ταχυδρομικές υπηρεσίες

Μέσα μαζικής επικοινωνίας στην κοινωνία της πληροφορίας

Δημόσιες συμβάσεις

Προστασία δεδομένων

Βιομηχανική ιδιοκτησία

Πνευματική ιδιοκτησία και συγγενικά δικαιώματα

ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Κτηνιατρικός τομέας

Φυτοϋγειονομικός τομέας

Σπόροι προς σπορά και φυτά προς φύτευση

Ζωοτροφές

Είδη διατροφής

Προστασία των καταναλωτών

ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ

ΦΠΑ

Ειδικοί φόροι κατανάλωσης

ENEΡΓΕΙΑ

Φυσικό αέριο

Άνθρακας και πετρέλαιο

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενεργειακή απόδοση

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Χερσαίες, οδικές και εσωτερικές πλωτές μεταφορές

Σιδηροδρομικές μεταφορές

Χερσαίες μεταφορές, ασφάλεια-τεχνολογία

Εναέριες μεταφορές

Θαλάσσιες μεταφορές

ΓΕΩΡΓΙΑ

31999L0004 Οδηγία 1999/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1999 για τα εκχυλίσματα καφέ και τα εκχυλίσματα κιχωρίου

Προθεσμία μεταφοράς : 13/09/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0157, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0168, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0210, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0142, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0164, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0216, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0183, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

31999L0064 Οδηγία 1999/64/ΕΚ της Επιτροπής της 23ης Ιουνίου 1999 για τροποποίηση της οδηγίας 90/388/ΕΟΚ προκειμένου να εξασφαλισθεί ο νομικός διαχωρισμός της παροχής δικτύων τηλεπικοινωνιών από την παροχή δικτύων καλωδιακής τηλεόρασης που ανήκουν στον ίδιο φορέα

Προθεσμία μεταφοράς : 10/04/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην I

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0578, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0664, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

32000L0052 Οδηγία 2000/52/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 80/723/ΕΟΚ περί της διαφάνειας των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και των δημόσιων επιχειρήσεων

Προθεσμία μεταφοράς : 31/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, A, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0473, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0534, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0495, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0542, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0548, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0451, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0529, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0507, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0464, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0487, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0568, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0560, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0590, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0581, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0517, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

31997L0036 Οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1997 για την τροποποίηση της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων

Προθεσμία μεταφοράς : 30/12/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην NL

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0068, Απόφαση 14/06/2001 Υπόθεση C-2000/207, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1999/0013, Απόφαση 21/06/2001 Υπόθεση C-2000/119, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 1999/039, Προσφυγή - αποστολή : 17/04/2000, Υπόθεση C-2000/145

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

31993L0104 Οδηγία 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1993 σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας

Προθεσμία μεταφοράς : 23/11/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IT

ΙΤΑΛΙΑ 1997/0095, Απόφαση 09/03/2000 Υπόθεση C-1998/386, Προειδοποιητική επιστολή 228 09/02/2001

ΓΑΛΛΙΑ1997/0074, Απόφαση 08/06/2000 Υπόθεση C-1999/046, Προειδοποιητική επιστολή 228 09/02/2001

Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31994L0033 Οδηγία 94/33/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1994 για την προστασία των νέων κατά την εργασία

Προθεσμία μεταφοράς : 22/06/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΑΛΛΙΑ 1996/0952, Απόφαση 18/05/2000 Υπόθεση C-1999/045, Αρχειοθέτηση 23/05/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1996/1011, Απόφαση 16/12/1999 Υπόθεση C-1999/047, Αρχειοθέτηση 23/05/2001

31994L0045 Οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Σεπτεμβρίου 1994 για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους

Προθεσμία μεταφοράς : 22/09/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1996/1012, Απόφαση 21/10/1999 C-1998/430, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31995L0030 Οδηγία 95/30/ΕΚ της Επιτροπής της 30ής Ιουνίου 1995 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 90/679/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία (έβδομη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/11/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΑΥΣΤΡΙΑ 1997/0139, Απόφαση 14/06/2001 Υπόθεση C-1999/473

31995L0063 Οδηγία 95/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 1995, για την τροποποίηση της οδηγίας 89/655/ΕΟΚ σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)

Προθεσμία μεταφοράς : 04/12/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0100, Προσφυγή : 06/02/2001, Υπόθεση C-2001/48

31996L0071 Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών

Προθεσμία μεταφοράς : 16/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην B και L

31996L0097 Οδηγία 96/97/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1996 που τροποποιεί την οδηγία 86/378/ΕΟΚ για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης

Προθεσμία μεταφοράς : 01.07.1997 και 09.03.1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην EL

ΕΛΛΑΔΑ 1997/0320, Απόφαση 14/12/2000, Υπόθεση C-1998/457

ΓΑΛΛΙΑ 1997/0354, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31997L0042 Οδηγία 97/42/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1997 για την πρώτη τροποποίηση της οδηγίας 90/394/ΕΟΚ σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες κατά την εργασία (έκτη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)

Προθεσμία μεταφοράς : 27/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0496, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0729, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0766, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0632, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31997L0059 Οδηγία 97/59/ΕΚ της Επιτροπής της 7ης Οκτωβρίου 1997 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 90/679/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία (έβδομη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/03/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΑΥΣΤΡΙΑ 1998/0244, Απόφαση 11/10/2001 Υπόθεση C-2000/110

31997L0065 Οδηγία 97/65/ΕΚ της Επιτροπής της 26ης Νοεμβρίου 1997 για την τρίτη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 90/679/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΑΥΣΤΡΙΑ 1998/0433, Απόφαση 11/10/2001 Υπόθεση C-2000/111

31997L0074 Οδηγία 97/74/ΕΚ του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 για την επέκταση, στο Ηνωμένο Βασίλειο, της οδηγίας 94/45/ΕΚ για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους

Προθεσμία μεταφοράς : 15/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

31997L0080 Οδηγία 97/80/ΕΚ του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με το βάρος απόδειξης σε περιπτώσεις διακριτικής μεταχείρισης λόγω φύλου (οδηγία που δεν εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, E, F, IR, I, L, NL, A, P, FI, S

ΔΑΝΙΑ 2001/0291, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0296, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0238, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0284, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0244, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0252, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0325, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31997L0081 Οδηγία 97/81/ΕΚ του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με τη συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης που συνήφθη από την UNICE, το CEEP και την CES

Προθεσμία μεταφοράς : 20/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, EL, E, I, L, NL, A, P, FI (δεν απευθύνεται στο UK)

31998L0024 Οδηγία 98/24/ΕΚ του Συμβουλίου της 7ης Απριλίου 1998 για την προστασία της υγείας και ασφαλείας των εργαζομένων κατά την εργασία από κινδύνους οφειλομένους σε χημικούς παράγοντες (14η ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)

Προθεσμία μεταφοράς : 05/05/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : EL, P, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0347, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0392, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0364, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0399, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0334, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0386, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0371, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0341, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0357 Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0422, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0412, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0438, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0432, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0380, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

31998L0049 Οδηγία 98/49/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 1998 σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης των μισθωτών και των μη μισθωτών που μετακινούνται εντός της Κοινότητας

Προθεσμία μεταφοράς : 25/07/2001

(Προθεσμία ανακοίνωσης : 25/01/2002)

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, E, F, IR, I, NL, A, FI, S, UK

31998L0050 Οδηγία 98/50/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων

Προθεσμία μεταφοράς : 17/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : E, I, FI

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0466, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0531, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0488, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0535, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0448, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0521, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0459, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0479, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0562, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0552, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0574, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0512, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

31999L0070 Οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP

Προθεσμία μεταφοράς : 10/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : D, E, L, FI

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0470, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0450, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0526, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0483, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0565, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0578, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Τεχνικά πρότυπα

31998L0048 Οδηγία 98/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 98/34/ΕΚ για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών

Προθεσμία μεταφοράς : 05/08/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0645, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0624, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Κεφαλαιουχικά αγαθά

31997L0023 Οδηγία 97/23/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Μαΐου 1997 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τον εξοπλισμό υπό πίεση

Προθεσμία μεταφοράς : 28/05/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, F, IR, I, L, NL, A, P, FI, S, UK

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0479, Αιτιολογημένη γνώμη 18/02/2000, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

31998L0079 Οδηγία 98/79/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 1998 για τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται στη διάγνωση in vitro

Προθεσμία μεταφοράς : 07/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, EL, E, IR, I, L, NL, A, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0212, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0230, Προειδοποιητική επιστολή 13/07/2000

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0301, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0178, Προειδοποιητική επιστολή 13/07/2000

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0269, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0196, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0221, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0348, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0370, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31999L0005 Οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Μαρτίου 1999 σχετικά με το ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών

Προθεσμία μεταφοράς : 07/04/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην EL

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0563, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0673, Αιτιολογημένη γνώμη 14/03/2001, Προσφυγή αποστολή 24/09/2001 Υπόθεση C 2001/367

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0692, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0487, Αρχειοθέτηση 23/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0625, Αιτιολογημένη γνώμη 14/03/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0587, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

31999L0103 Οδηγία 1999/103/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Ιανουαρίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 80/181/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις μονάδες μέτρησης

Προθεσμία μεταφοράς : 09/02/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, E, IR, I, L, NL, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0159, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0197, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0204, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0144, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0190, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0152, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0226, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0218, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0233, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

Χημικά προϊόντα

31993L0015 Οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 1993 για την εναρμόνιση των διατάξεων περί της εμπορίας και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης

Προθεσμία μεταφοράς : 29.09.1993 και 29.09.1994

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην F

ΓΑΛΛΙΑ 1994/0449, Απόφαση του Δικαστηρίου 23/03/2000 Υπόθεση C-1998/327, Προειδοποιητική

επιστολή 228 23/10/2001

31994L0027 Οδηγία 94/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ης Ιουνίου 1994 για τη δωδέκατη τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσεως ορισμένων επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0414, Αιτιολογημένη γνώμη 09/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0011 Οδηγία 1999/11/ΕΚ της Επιτροπής της 8ης Μαρτίου 1999 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής όπως καθορίζονται στην οδηγία 87/18/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής και τον έλεγχο της εφαρμογής τους κατά τις δοκιμές χημικών ουσιών

Προθεσμία μεταφοράς : 30/09/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην B

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0036, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0047, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0100, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0042, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0012 Οδηγία 1999/12/ΕΚ της Επιτροπής της 8ης Μαρτίου 1999 για τη δεύτερη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο του παραρτήματος της οδηγίας 88/320/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την επιθεώρηση και τον έλεγχο της ορθής εργαστηριακής πρακτικής (ΟΕΠ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/09/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην B

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0035, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0099, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0041, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0043 Οδηγία 1999/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τη δέκατη έβδομη τροποποίηση της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν περιορισμούς της κυκλοφορίας στην αγορά και της χρήσης μερικών επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΔΑΝΙΑ 2000/0841, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0813, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0847, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0787, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0877, Αιτιολογημένη γνώμη 5/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0866, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0827, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0051 Οδηγία 1999/51/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Μαΐου 1999, σχετικά με την πέμπτη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο του παραρτήματος Ι της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες αφορούν περιορισμούς στην εμπορία και χρήση ορισμένων επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων (κασσίτερος, πενταχλωροφαινόλη και κάδμιο) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 29/02/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην F

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0093, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0001, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0008, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0033, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0062, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32001L0008 Οδηγία 2001/8/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Φεβρουαρίου 2001, για αντικατάσταση του παραρτήματος Ι της οδηγίας 92/109/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την παρασκευή και την εμπορία ορισμένων ουσιών που χρησιμοποιούνται για την παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/03/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, EL, E, F, I, L, NL, FI, S,

ΔΑΝΙΑ 2001/0295, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0269, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0304, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0308, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0243, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0276, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0290, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0260, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0323, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0317, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0333, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0283, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

Φαρμακευτικά και καλλυντικά προϊόντα

31993L0040 Οδηγία 93/40/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 για την τροποποίηση των οδηγιών 81/851/ΕΟΚ και 81/852/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα

Προθεσμία μεταφοράς : 31.12.1994 και 31.12.1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΑΛΛΙΑ 1995/0293, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31997L0018 Οδηγία 97/18/ΕΚ της Επιτροπής της 17ης Απριλίου 1997 για τη μετάθεση της ημερομηνίας έναρξης της απαγόρευσης των πειραμάτων σε ζώα με συστατικά ή συνδυασμούς συστατικών καλλυντικών προϊόντων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, IR, I, L, NL, A, P, FI, UK

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1998/0017, Αιτιολογημένη γνώμη 4/09/1998

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0040, Αιτιολογημένη γνώμη 4/09/1998

ΣΟΥΗΔΙΑ 1998/0092, Αιτιολογημένη γνώμη 24/06/1998

31998L0062 Οδηγία 98/62/ΕΚ της Επιτροπής της 3ης Σεπτεμβρίου 1998 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των παραρτημάτων ΙΙ, ΙΙΙ, VI και VΙΙ της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0441, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0082 Οδηγία 1999/82/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Σεπτεμβρίου 1999, σχετικά με την τροποποίηση του παραρτήματος της οδηγίας 75/318/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις αναλυτικές, τοξικοφαρμακολογικές και κλινικές προδιαγραφές και τα πρωτόκολλα στον τομέα των δοκιμών των φαρμάκων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0235, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31999L0083 Οδηγία 1999/83/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Σεπτεμβρίου 1999, σχετικά με την τροποποίηση του παραρτήματος της οδηγίας 75/318/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις αναλυτικές, τοξικοφαρμακολογικές και κλινικές προδιαγραφές και τα πρωτόκολλα στον τομέα των δοκιμών των φαρμάκων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/03/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0577, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0104 Οδηγία 1999/104/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με την τροποποίηση του παραρτήματος της οδηγίας 81/852/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις αναλυτικές, τοξικοφαρμακολογικές και κλινικές προδιαγραφές και τα πρωτόκολλα στον τομέα των δοκιμών των κτηνιατρικών φαρμάκων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0200, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0313, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

32000L0006 Οδηγία 2000/6/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Φεβρουαρίου 2000, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των παραρτημάτων ΙΙ, ΙΙΙ, VI και VII της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0845, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0825, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0820, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0794, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0863, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0825, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

32000L0011 Οδηγία 2000/11/ΕΚ της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2000, σχετικά με την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0557, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0658, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0475, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0703, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

32000L0041 Οδηγία 2000/41/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2000, για τη δεύτερη μετάθεση της ημερομηνίας έναρξης της απαγόρευσης των πειραμάτων σε ζώα με συστατικά ή συνδυασμούς συστατικών καλλυντικών προϊόντων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 29/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, IR, I, L, NL, A, P, FI, UK

Μηχανοκίνητα οχήματα

31998L0069 Οδηγία 98/69/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1998 σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τις εκπομπές των οχημάτων με κινητήρα και με την τροποποίηση της οδηγίας 70/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Προθεσμία μεταφοράς : 28/09/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0102, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0089 Οδηγία 98/89/ΕΚ της Επιτροπής της 20ής Νοεμβρίου 1998 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 74/152/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στη μέγιστη εκ κατασκευής ταχύτητα και στις εξέδρες φορτώσεως των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0302, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0332, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31998L0091 Οδηγία 98/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1998 για τα μηχανοκίνητα οχήματα και τα ρυμουλκούμενά τους τα οποία προορίζονται για τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων και για την τροποποίηση της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ που αφορά την έγκριση των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους

Προθεσμία μεταφοράς : 16/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0461, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0440, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0454, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0428, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0398, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0421, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0026 Οδηγία 1999/26/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 93/94/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη θέση προσαρμογής της οπίσθιας πινακίδας κυκλοφορίας των δικύκλων ή τρικύκλων οχημάτων με κινητήρα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, D, DK, E, EL, F, IR, I, L, NL, P, Fl, S, UK

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0346, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001

31999L0040 Οδηγία 1999/40/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 79/622/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών και δασικών τροχοφόρων ελκυστήρων (στατικές δοκιμές) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην NL και Α

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0670, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0547, Προειδοποιητική επιστολή 08/08/2000

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0739, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0715, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0775, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0055 Οδηγία 1999/55/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουνίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 77/536/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορά στις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην NL

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0668, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0546, Προειδοποιητική επιστολή 08/08/2000

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0714, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31999L0056 Οδηγία 1999/56/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 78/933/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εγκατάσταση των διατάξεων φωτισμού και φωτεινής σηματοδότησης των γεωργικών και δασικών τροχοφόρων ελκυστήρων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΔΑΝΙΑ 2000/0644, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0667, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0713, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31999L0057 Οδηγία 1999/57/ΕΚ της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 78/764/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με το κάθισμα του οδηγού των γεωργικών και δασικών τροχοφόρων ελκυστήρων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0666, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0712, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31999L0058 Οδηγία 1999/58/ΕΚ της Επιτροπής, της 7ης Ιουνίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 79/533/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις διατάξεις ρυμούλκησης και οπισθοπορείας των γεωργικών και δασικών τροχοφόρων ελκυστήρων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0665, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0711, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31999L0086 Οδηγία 1999/86/ΕΚ του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 76/763/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καθίσματα συνοδού των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, E, F, IR, I, L, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0020, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0091, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0050, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0031, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0117, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0107, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0061, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0096 Οδηγία 1999/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 1999 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά των εκπομπών αερίων και σωματιδιακών ρύπων από τους κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση που χρησιμοποιούνται σε οχήματα, καθώς και κατά των εκπομπών αερίων ρύπων από κινητήρες επιβαλλόμενης ανάφλεξης που τροφοδοτούνται με φυσικό αέριο ή υγραέριο και χρησιμοποιούνται σε οχήματα, και σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 88/77/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A και P

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0521, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0574, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0661, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0706, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0734, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0477, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0540, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0099 Οδηγία 1999/99/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 80/1269/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την ισχύ κινητήρος των μηχανοκινήτων οχημάτων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0203, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0340, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0316, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0100 Οδηγία 1999/100/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 80/1268/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με το εκπεμπόμενο διοξείδιο του άνθρακα και την κατανάλωση καυσίμων των μηχανοκινήτων οχημάτων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0202, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0339, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

31999L0101 Οδηγία 1999/101/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 70/157/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αναφέρονται στο αποδεκτό ηχητικό επίπεδο και στη διάταξη εξατμίσεως των οχημάτων με κινητήρα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/03/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0520, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0476, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0733, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0705, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0102 Οδηγία 1999/102/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 70/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά της ρύπανσης του αέρα από τις εκπομπές των οχημάτων με κινητήρα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0201, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0285, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0168, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0338, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001

32000L0001 Οδηγία 2000/1/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Ιανουαρίου 2000, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 89/173/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένα στοιχεία και χαρακτηριστικά των γεωργικών και δασικών τροχοφόρων ελκυστήρων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A και P

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0519, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΔΑΝΙΑ 2000/0638, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0659, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0572, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0732, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0704, Αιτιολογημένη γνώμη 29/05/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0594, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0002 Οδηγία 2000/2/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Ιανουαρίου 2000, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 75/322/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εξουδετέρωση των ραδιοηλεκτρικών παρασίτων των παραγομένων από τους κινητήρες με επιβαλλόμενη ανάφλεξη με τους οποίους είναι εφοδιασμένοι οι γεωργικοί ή δασικοί ελκυστήρες και της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την έγκριση των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, EL, E, F, IR, I, L, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0017, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0080, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0088, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0048, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0028, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0115, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0105, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0058, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

32000L0003 Οδηγία 2000/3/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Φεβρουαρίου 2000, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 77/541/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ζώνες ασφαλείας και τα συστήματα συγκράτησης των μηχανοκίνητων οχημάτων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/09/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0909, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0901, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0912, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0940, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0937, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0004 Οδηγία 2000/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 74/60/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά την εσωτερική διαρρύθμιση των οχημάτων με κινητήρα (εσωτερικά τμήματα του χώρου επιβατών εκτός των εσωτερικών κατόπτρων οδηγήσεως, διευθέτηση των οργάνων χειρισμού, οροφή ή συρόμενη οροφή, ερεισίνωτο και οπίσθιο τμήμα των καθισμάτων)

Προθεσμία μεταφοράς : 08/04/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0299, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0255, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0311, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0007 Οδηγία 2000/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, σχετικά με το ταχύμετρο των δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων με κινητήρα και για την τροποποίηση της οδηγίας 92/61/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την έγκριση τύπου των δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων με κινητήρα

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: όλα πλην A και P

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0016, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0040, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0087, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0047, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0027, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0114, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0104, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0132, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0124, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0057, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

32000L0008 Οδηγία 2000/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 70/221/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αναφέρονται στις δεξαμενές υγρών καυσίμων και στις διατάξεις οπίσθιας προφύλαξης των οχημάτων με κινητήρα και των ρυμουλκουμένων τους

Προθεσμία μεταφοράς : 03/05/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: όλα πλην A και P

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0348, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0400, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0243, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0358, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0423, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0413, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0019 Οδηγία 2000/19/ΕΚ της Επιτροπής, της 13ης Απριλίου 2000, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 86/298/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τις διατάξεις προστασίας, που είναι προσαρμοσμένες στο πίσω μέρος, σε περίπτωση ανατροπής των τροχοφόρων γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με μικρό μετατρόχιο (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, E, F, IR, I, L, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0350, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0393, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0402, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0373, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0359, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0425, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0415, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0440, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0022 Οδηγία 2000/22/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2000, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 87/402/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τα συστήματα προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, τα οποία συναρμόζονται στο εμπρόσθιο μέρος των τροχοφόρων γεωργικών και δασικών ελκυστήρων με μικρό μετατρόχιο (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, E, F, IR, I, L, NL, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0351, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0394, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0403, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0374, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0426, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0416, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0025 Οδηγία 2000/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2000, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά των εκπομπών ρυπογόνων αερίων και σωματιδίων από κινητήρες προοριζόμενους για την πρόωση γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, και για την τροποποίηση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Προθεσμία μεταφοράς : 29/09/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, IR, I, L, NL, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0908, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2000/0926, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0914, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0929, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0900, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0916, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0904, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0911, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0939, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0935, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0942, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0918, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

32000L0040 Οδηγία 2000/40/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλιού και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2000 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την πρόσθια προστασία των μηχανοκίνητων οχημάτων έναντι ενσφηνώσεως και για την τροποποίηση της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Προθεσμία μεταφοράς : 10/08/2001

(μετάθεση της ημερομηνίας στο 2002)

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα (παρεκκλίσεις)

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0472, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0494, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0541, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0506, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0486, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0567, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0559, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0580, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Γενικά Θέματα

31996L0082 Οδηγία 1996/82/ΕΚ του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1996 για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες

Προθεσμία μεταφοράς : 03/02/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: DK, E, EL,FI, I, L, NL, A, P, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 1999/0457, Προσφυγή : 16/11/2000, Υπόθεση C-2000/423

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0240, Προσφυγή : 18/10/2000, Υπόθεση C-2000/383

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0270, Προσφυγή : 25/10/2000, Υπόθεση C-2000/394

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0208, Αιτιολογημένη γνώμη 27/10/1999, Προσφυγή-αναστολή, 20/12/2001 (απόφαση)

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0313, Παραίτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 1999/0302, Παραίτηση 18/07/2001

31997L0011 Οδηγία 1997/11/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Μαρτίου 1997 περί τροποποιήσεως της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον

Προθεσμία μεταφοράς : 14/03/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, E, IR, I, NL, A, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 1999/0350, Προσφυγή : 14/08/2001 Υπόθεση C-2001/319

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/2090, Παραίτηση 13/11/2001

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0399, Προσφυγή : 11/10/2000, Υπόθεση C-2000/374

ΙΣΠΑΝΙΑ 1999/0406, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0338, Προσφυγή : 17/09/2001 Υπόθεση C-2001/348

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1999/0343, Προσφυγή : 03/10/2000, Υπόθεση C-2000/366

Νερό

31998L0083 Οδηγία 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Νοεμβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης

Προθεσμία μεταφοράς : 24/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: D, EL,IRL, I, A, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0160, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001,

Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΔΑΝΙΑ 2001/0198, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0170, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0205, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001,

Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0212, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001,

Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0145, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001,

Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0191, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0153, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0227, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001,

Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0219, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001,

Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0136, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 11/04/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0231, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 06/08/2001,

Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0065, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 11/04/2001

Αέρας

31996L0061 Οδηγία 1996/61/ΕΚ του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1996 σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης

Προθεσμία μεταφοράς : 30/10/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: DK, D, F, IR, I, NL, A , P, FI, S

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0026, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Προσφυγή-εκτέλεση 20/12/2001 (απόφαση)

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0050, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0070, Προσφυγή : 29/01/2001 Υπόθεση C-2001/039

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0105, Προσφυγή : 13/02/2001 Υπόθεση C-2001/064

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0113, Προσφυγή : 24/01/2001 Υπόθεση C-2001/029

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0165, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΒΕΛΓΙΟ 2000/2029, Προσφυγή : 12/11/2001 Υπόθεση C-2001/435

31996L0062 Οδηγία 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Σεπτεμβρίου 1996 για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος

Προθεσμία μεταφοράς : 21/05/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα πλην E

ΙΣΠΑΝΙΑ 1998/0342 Απόφαση 13/09/2001 Υπόθεση C-1999/417

31997L0068 Οδηγία 97/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1997 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχόμενων από κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά μηχανήματα

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0362 Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0070 Οδηγία 1998/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα πλην UK

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0627, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0633, Προσφυγή : 24/01/2001 Υπόθεση C-2001/030

31999L0013 Οδηγία 1999/13/ΕΚ του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 1999 για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις

Προθεσμία μεταφοράς : 01/04/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: L, NL, P, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0249, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0292, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0263, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0298, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0305, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0240, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0285, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0270, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0246, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0254, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/2111, Προειδοποιητική επιστολή 23/10/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0310, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0328, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0326, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0277, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

31999L0030 Οδηγία 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Απριλίου 1999 σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου, στον αέρα του περιβάλλοντος

Προθεσμία μεταφοράς : 19/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: L, A, FI, S

ΔΑΝΙΑ 2001/0532, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0489, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0536, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0544, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0449, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0522, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0500, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0480, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0563, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0553, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0585, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0575, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0513, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

31999L0032 Οδηγία 1999/32/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο και για την τροποποίηση της οδηγίας 1993/12/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, EL, E, F, L, IR, NL, A, P, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0800, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0814, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0849, Αιτιολογημένη γνώμη 10/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0856, Αιτιολογημένη γνώμη 19/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0835, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0822, Αιτιολογημένη γνώμη 11/04/2001, Προσφυγή : 18/09/2001 Υπόθεση C- 2001/350

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0879, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/2272, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

31999L0094 Οδηγία 1999/94/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, για τις πληροφορίες που πρέπει να τίθενται στη διάθεση των καταναλωτών σχετικά με την οικονομία καυσίμου και τις εκπομπές CO2 όσον αφορά την εμπορία νέων επιβατηγών αυτοκινήτων

Προθεσμία μεταφοράς : 18/01/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, IRL, L, NL, A, P, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0158, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0169, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0203, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0211, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0143, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0189, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0176, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0151, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0225, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0217, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0230, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001,

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0184, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 24/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

32000L0071 Οδηγία 2000/71/ΕΚ της Επιτροπής, της 7ης Νοεμβρίου 2000, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των μεθόδων μέτρησης που καθορίζονται στα παραρτήματα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV της οδηγίας 98/70/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 της οδηγίας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, EL, E, F, IR, L, NL, P, FI, S

ΔΑΝΙΑ 2001/0196, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0167, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0202, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0209, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0188, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0175, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0150, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0224, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/2144, Προειδοποιητική επιστολή 24/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0182, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 24/07/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

Aπόβλητα

31994L0062 Οδηγία 1994/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1994 για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας

Προθεσμία μεταφοράς : 29/06/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1996/0911 , Αιτιολογημένη γνώμη 228 10/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0101 Οδηγία 1998/101/ΕΚ της Επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1998 περί προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 1991/157/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τις ηλεκτρικές στήλες και τους συσσωρευτές που περιέχουν ορισμένες επικίνδυνες ουσίες

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: όλα πλην I και UK

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0220, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0229, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0240, Προσφυγή : 24/08/2001 Υπόθεση C-2001/323

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0252, Προσφυγή : 27/09/2001 Υπόθεση C-2001/373

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0267, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0299, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0329, Αιτιολογημένη γνώμη 18/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0031 Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1999 περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων

Προθεσμία μεταφοράς : 17/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: DK, F, A, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0467, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0490, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0537, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0545, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0523, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0501, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0460, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0481, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0554, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0586, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0563, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0514, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

Φύση

31992L0043 Οδηγία 1992/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας

Προθεσμία μεταφοράς : 10/06/1994

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα

ΓΑΛΛΙΑ 1994/0673 Αιτιολογημένη γνώμη 228 09/02/2001 (στο στάδιο αρχειοθέτησης)

Θόρυβος

32000L0014 Οδηγία 2000/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Μαΐου 2000 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την εκπομπή θορύβου στο περιβάλλον από εξοπλισμό προς χρήση σε εξωτερικούς χώρους

Προθεσμία μεταφοράς : 19/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: A

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0471, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0533, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0493, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0540, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0547, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0528, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0505, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0463, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0485, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0566, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0558, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0589, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0579, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

Χημικά και βιοτεχνολογίες

31996L0090 Οδηγία 1993/90/ΕΟΚ της Επιτροπής της 29ης Οκτωβρίου 1993 σχετικά με τον κατάλογο των ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 πέμπτη περίπτωση της οδηγίας 1967/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου

Προθεσμία μεταφοράς : 31/10/1993

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα πλην UK

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1993/1095, Προσφυγή : 24/01/2001 Υπόθεση C-2001/030

31996L0054 Οδηγία 1996/54/ΕΚ της Επιτροπής της 30ής Ιουλίου 1996 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, για εικοστή δεύτερη φορά, της οδηγίας 1967/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31.10.1997 και 31.05.1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα πλην UK

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1998/0486, Προσφυγή : 24/01/2001 Υπόθεση C-2001/030

31997L0035 Οδηγία 1997/35/ΕΚ της Επιτροπής της 18ης Ιουνίου 1997 για τη δεύτερη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 1990/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/07/1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα πλην UK

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1997/0538, Προσφυγή : 24/01/2001 Υπόθεση C-2001/030

31997L0069 Οδηγία 1997/69/ΕΚ της Επιτροπής της 5ης Δεκεμβρίου 1997 για την εικοστή τρίτη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικινδύνων ουσιών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 16/12/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: Όλα, πλην UK

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0089, Προσφυγή : 24/01/2001 Υπόθεση C-2001/030

31998L0008 Οδηγία 1998/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998 για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά

Προθεσμία μεταφοράς : 13/05/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, EL, I, NL, A, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0535, Αιτιολογημένη γνώμη 25/01/2001, Αρχειοθέτηση 13/11/2000

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0568, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Προσφυγή : 13/09/2001 Υπόθεση C- 2001/347

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0677, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0696, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Προσφυγή : 19/09/2001 Υπόθεση C- 2001/352

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0491, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0628, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Προσφυγή : 28/09/2001 Υπόθεση C- 2001/376

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0512, Προσφυγή : 16/09/2001 Υπόθεση C-2001/372

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0551, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2000

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0725, Προσφυγή : 09/10/2001 Υπόθεση C-2001/391

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0781, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0607, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Προσφυγή : 27/09/2001 Υπόθεση C- 2001/374

31998L0081 Οδηγία 98/81/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 90/219/ΕΟΚ για την περιορισμένη χρήση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών

Προθεσμία μεταφοράς : 05/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: DK , IR, I, NL, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0533, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Προσφυγή : 12/11/2001 Υπόθεση C- 2001/436

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0565, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Προσφυγή : 13/09/2001 Υπόθεση C- 2001/346

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0675, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Προσφυγή : 26/09/2001 Υπόθεση C- 2001/371

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0694, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Προσφυγή : 06/09/2001 Υπόθεση C- 2001/333

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0489, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή 25/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0627, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0589, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0509, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή 25/07/2001, Συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0550, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0744, Προσφυγή : 13/09/2001 Υπόθεση C-2001/345

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0722, Αιτιολογημένη γνώμη 30/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0605, Αιτιολογημένη γνώμη 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0098 Οδηγία 1998/98/ΕΚ της Επιτροπής της 15ης Δεκεμβρίου 1998 για την προσαρμογή, για εικοστή πέμπτη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: όλα πλην UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0801, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΔΑΝΙΑ 2000/0843, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0850, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0836, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0869, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0890, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/2273, Προειδοποιητική επιστολή 02/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0021 Οδηγία 2000/21/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2000, σχετικά με τον κατάλογο των κοινοτικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 πέμπτη περίπτωση της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/04/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, IR, I, NL, A, P, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0249, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0293, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0261, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0300, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0306, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0241, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0271, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0247, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0319, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0312, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/2145, Προειδοποιητική επιστολή 24/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0327, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0278, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0032 Οδηγία 2000/32/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Μαΐου 2000, σχετικά με την προσαρμογή, για εικοστή έκτη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/06/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, D, E, F, IR, I, L, NL, P, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0352, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0366, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0404, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0337, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0375, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0343, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0427, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0417, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/2209, Προειδοποιητική επιστολή 23/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0433, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/2159, Προειδοποιητική επιστολή 23/10/2001

32000L0033 Οδηγία 2000/33/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2000, σχετικά με την προσαρμογή, για εικοστή έβδομη φορά, στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επίκινδυνων ουσιών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/10/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, D, E, F, I, L, NL, A, P, UK

ΔΑΝΙΑ 2001/0611, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0613, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0609, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0628, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0624, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

Προστασία από τις ακτινοβολίες

31996L0029 Οδηγία 1996/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου της 31ης Μαΐου 1996 για τον καθορισμό των βασικών κανόνων ασφάλειας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του πληθυσμού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες

Προθεσμία μεταφοράς : 13/05/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, EL, E, IR, I, L, A, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2000/2129, Αιτιολογημένη γνώμη 01/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2000/2131, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/2130, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΕΛΛΑΔΑ 2000/2132, Αιτιολογημένη γνώμη 10/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/2126, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/2133, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Προσφυγή : 13/12/2001 Υπόθεση C- 2001/483

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/2135, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/2136, Αιτιολογημένη γνώμη 09/022001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/2137, Αιτιολογημένη γνώμη 18/01/2001, Προσφυγή : 09/10/2001 Υπόθεση C- 2001/389

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/2139, Αιτιολογημένη γνώμη 09/02/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

31997L0043 Οδηγία 1997/43/Ευρατόμ του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1997 περί της προστασίας της υγείας από τους κινδύνους κατά την έκθεση στην ιοντίζουσα ακτινοβολία για ιατρικούς λόγους, και κατάργησης της οδηγίας 1984/466/Ευρατόμ

Προθεσμία μεταφοράς : 12/05/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν: B, DK, EL, E, L, I, A, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2000/2142, Αιτιολογημένη γνώμη 01/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2000/2144, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/2143, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΕΛΛΑΔΑ 2000/2145, Αιτιολογημένη γνώμη 10/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/2140, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/2147, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Προσφυγή : 13/12/2001 Υπόθεση C- 2001/484

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/2148, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Προσφυγή : 27/09/2001 Υπόθεση C- 2001/375

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/2150, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/2151, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/2152, Αιτιολογημένη γνώμη 18/01/2001, Προσφυγή : 09/10/2001 Υπόθεση C- 2001/390

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/2154, Αιτιολογημένη γνώμη 13/02/2001, Προσφυγή 20/12/2001 (απόφαση)

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ

31995L0047 Οδηγία 95/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 σχετικά με τη χρήση προτύπων για τη μετάδοση τηλεοπτικού σήματος

Προθεσμία μεταφοράς : 23/08/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν :B, DK, D, EL, E, IR, I, F, L, A, P, FI, S, UK

ΓΑΛΛΙΑ 1996/0966, Απόφαση : 23/11/2000 Υπόθεση C-319/99

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 1996/1034, Απόφαση 11/10/2001 Υπόθεση C-254/00

31997L0051 Οδηγία 97/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 1997 για την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 90/387/ΕΟΚ και 92/44/ΕΟΚ με σκοπό την προσαρμογή τους στο ανταγωνιστικό περιβάλλον του τηλεπικοινωνιακού τομέα

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0359, Προσφυγή : 19/07/2001 Υπόθεση C-2001/287, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 1998/0394, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31997L0066 Οδηγία 97/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα

Προθεσμία μεταφοράς : 24/10/1998 και 24/10/2000 (άρθρο 5)

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, NL, A, P, FI, S, UK

ΓΑΛΛΙΑ 1998/2336, Απόφαση 18/01/2001 Υπόθεση C-2000/151, Προειδοποιητική επιστολή 228 25/07/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 228 21/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ (άρθρο 5) 2000/0903, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1998/2337, Προσφυγή : 29/11/2001 Υπόθεση C-2001/459

ΙΡΛΑΝΔΙΑ (άρθρο 5) 2000/0925, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ (άρθρο 5) 2000/0917, Αιτιολογημένη γνώμη 23/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1998/2338, Αιτιολογημένη γνώμη 23/07/1999; Προσφυγή : 22/12/1999 (απόφαση)

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ (άρθρο 5) 2000/0907, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ (άρθρο 5) 2000/0920, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31998L0010 Οδηγία 98/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 1998 για την εφαρμογή της παροχής ανοικτού δικτύου (ΟΝΡ) στη φωνητική τηλεφωνία και για την καθολική υπηρεσία για τις τηλεπικοινωνίες σε ανταγωνιστικό περιβάλλον

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην F

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0363, Προσφυγή : 19/07/2001 Υπόθεση C-2001/286

ΙΤΑΛΙΑ 1998/0399, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31999L0093 Οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές

Προθεσμία μεταφοράς : 19/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, L, A, S

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0527, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0504, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0484, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0557, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0588, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0516, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

Ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευματών

Πολιτιστικά αγαθά

32001L0038 Οδηγία 2001/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουνίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 93/7/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την επιστροφή πολιτιστικών αγαθών που έχουν παράνομα απομακρυνθεί από το έδαφος κράτους μέλους (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : P

Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων

31999L0034 Οδηγία 1999/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 1999, για την τροποποίηση της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων

Προθεσμία μεταφοράς : 04/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0043, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0099, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0074, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 19/09/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0052, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0109, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0064, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

Ελεύθερη κυκλοφορία υπηρεσιών

Τράπεζες

31998L0031 Οδηγία 98/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 με την οποία τροποποιείται η οδηγία 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 21/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0805, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0817, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0854, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0860, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000 (στο στάδιο αρχειοθέτησης)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0840, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0810, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0883, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0873, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0899, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0894, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0032 Οδηγία 98/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 που τροποποιεί, ιδίως ως προς τις ενυπόθηκες πιστώσεις, την οδηγία 89/647/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με το συντελεστή φερεγγυότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 21/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0804, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0853, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0790, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0839, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0809, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0882, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0872, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0898, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0893, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0033 Οδηγία 98/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την τροποποίηση του άρθρου 12 της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την ανάληψη και την άσκηση της δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος, των άρθρων 2, 5, 6, 7, 8 και των παραρτημάτων II και III της οδηγίας 89/647/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με το συντελεστή φερεγγυότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων και του άρθρου 2 και του παραρτήματος II της οδηγίας 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 21/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0803, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0816, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0852, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0859, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000 (στο στάδιο αρχειοθέτησης)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0838, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0808, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0881, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0871, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0897, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0892, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Ασφάλειες

31998L0078 Οδηγία 98/78/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 1998 σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία ασφαλιστικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο ενός ασφαλιστικού ομίλου

Προθεσμία μεταφοράς : 05/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην EL και P

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0534, Αιτιολογημένη γνώμη 29/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0566, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0676, Προσφυγή : 07/08/2001 Υπόθεση C-2001/312

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0490, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0590, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0510, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0745, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0723, Προσφυγή 20/12/2001 (σε εξέλιξη)

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0780, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0606, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Προσφυγή : 04/10/2001 Υπόθεση C- 2001/382, Παραίτηση 20/12/2001

Κινητές αξίες

31997L0009 Οδηγία 1997/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Μαρτίου 1997 σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών

Προθεσμία μεταφοράς : 26/09/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην UK (Γιβραλτάρ)

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1998/0536, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/2035, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Προσφυγή 17/12/2001 Υπόθεση C- 2001/489 (Γιβραλτάρ)

Συστήματα πληρωμών

31998L0026 Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 1998 σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων

Προθεσμία μεταφοράς : 11/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0180, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001 (στο στάδιο αρχειοθέτησης)

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0243, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0198, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Ταχυδρομικές υπηρεσίες

31997L0067 Οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών

Προθεσμία μεταφοράς : 14/02/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0272, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1999/0218, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Μέσα μαζικής επικοινωνίας στην κοινωνία της πληροφορίας

31998L0084 Οδηγία 98/84/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 1998 για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους

Προθεσμία μεταφοράς : 28/05/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, F, IR, I, NL, A, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0532, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0564, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0674, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0693, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0588, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0508, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0721, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001 (στο στάδιο αρχειοθέτησης)

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0778, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001 (στο στάδιο αρχειοθέτησης)

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0762, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31993L0083 Οδηγία 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Σεπτεμβρίου 1993 περί συντονισμού ορισμένων κανόνων όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1995

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1995/0114, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Επιχειρησιακό περιβάλλον

Δημόσιες συμβάσεις

31992L0013 Οδηγία 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 1992 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων φορέων οι οποίοι λειτουργούν στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1993

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1998/0185, Υπόθεση C-2000/098, Παραίτηση 23/05/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 1998/0437, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31993L0038 Οδηγία 93/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1993 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών

Προθεσμία μεταφοράς :01/07/1994

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν :όλα

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 1998/0438, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31997L0052 Οδηγία 97/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1997 περί τροποποιήσεως των οδηγιών 92/50/ΕΟΚ, 93/36/ΕΟΚ και 93/37/ΕΟΚ περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, συμβάσεων δημοσίων προμηθειών και συμβάσεων δημοσίων έργων, αντιστοίχως

Προθεσμία μεταφοράς : 13/10/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1998/0553, Υπόθεση C-2000/130, Παραίτηση 03/05/2001

ΕΛΛΑΔΑ 1998/0585, Υπόθεση C-2000/216, Παραίτηση 23/05/2001

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0530, Απόφαση 08/03/2001 Υπόθεση C-2000/097, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1998/0601, Υπόθεση C-2000/461, Παραίτηση 23/11/2001

31998L0004 Οδηγία 98/4/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών

Προθεσμία μεταφοράς : 16.02.1999 και 16.02.2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην EL

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0243, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0297, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0210, Απόφαση 21/06/2001 Υπόθεση C-2000/439, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0315, Υπόθεση C-2000/462, Παραίτηση 23/11/2001

2001/0318, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0263, Προσφυγή 24/01/2001 Υπόθεση C-2001/031, Παραίτηση 19/11/2001

Προστασία δεδομένων

31995L0046 Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών

Προθεσμία μεταφοράς : 24/10/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR και L

ΔΑΝΙΑ 1998/0576, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1998/0552, Υπόθεση C-2000/443, Παραίτηση 31/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0528, Υπόθεση C-2000/449, Παραίτηση 25/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1998/0571, Προσφυγή 29/11/2001 Υπόθεση C-2001/459

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1998/0535, Απόφαση 04/10/2001 Υπόθεση C-2000/450

Βιομηχανική ιδιοκτησία

31998L0044 Οδηγία 98/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Ιουλίου 1998 για την έννομη προστασία των βιοτεχνολογικών εφευρέσεων

Προθεσμία μεταφοράς : 30/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, EL, IR, FI, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0802, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0815, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0851, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0858, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0789, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0837, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0823, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0797, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0807, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0880, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0870, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0891, Προειδοποιητική επιστολή 30/11/2000

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0829, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0071 Οδηγία 98/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1998 για τη νομική προστασία σχεδίων και υποδειγμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 28/10/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, F, I

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0599, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0603, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0612, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0616, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0608, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0596, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0602, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0620, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0617, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0627, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0623, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0607, Προειδοποιητική επιστολή 05/12/2001

Πνευματική ιδιοκτησία και συγγενικά δικαιώματα

31992L0100 Οδηγία 92/100/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 1992 σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1994

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1994/0855, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31996L0009 Οδηγία 96/9/ΕΟΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 1996, σχετικά με τη νομική προστασία των βάσεων δεδομένων

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1998/0043, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1998/0058, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα ως προς τα τυπικά προσόντα

31998L0005 Οδηγία 98/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998 για τη διευκόλυνση της μόνιμης άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος σε κράτος μέλος διάφορο εκείνου στο οποίο αποκτήθηκε ο επαγγελματικός τίτλος

Προθεσμία μεταφοράς : 14/03/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, EL, E, I, A, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0537, Αιτιολογημένη γνώμη 30/01/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0699, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0494, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Προσφυγή 18/09/2001 Υπόθεση C- 2001/351

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0631, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Προσφυγή : 24/09/2001 Υπόθεση C- 2001/362

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0592, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0515, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0552, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0728, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31999L0042 Οδηγία 1999/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Ιουνίου 1999 για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης των προσόντων σχετικά με τις επαγγελματικές δραστηριότητες που καλύπτονται από τις οδηγίες ελευθέρωσης, καθώς και μεταβατικών μέτρων, και για τη συμπλήρωση του γενικού συστήματος αναγνώρισης των διπλωμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 31/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, F

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0469, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0492, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0539, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0546, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0525, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0503, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0462, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0482, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0564, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0556, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0587, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0577, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0515, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

31999L0046 Οδηγία 1999/46/ΕΚ της Επιτροπής της 21ης Μαΐου 1999 που τροποποιεί την οδηγία 93/16/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ιατρών και της αμοιβαίας αναγνώρισης των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων τους (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0324, Αιτιολογημένη γνώμη 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

32000L0005 Οδηγία 2000/5/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2000, για την τροποποίηση των παραρτημάτων Γ και Δ της οδηγίας 92/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με ένα δεύτερο γενικό σύστημα αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, το οποίο συμπληρώνει την οδηγία 89/48/ΕΟΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 27/02/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην B, EL, IR

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0155, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0165, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0199, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0207, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0140, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0186, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0172, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0147, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0162, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0221, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0179, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Κτηνιατρικός τομέας

31993L0118 Οδηγία 93/118/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1993 σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των νωπών κρεάτων και των κρεάτων πουλερικών

Προθεσμία μεταφοράς : 31.12.1993 και 31.12.1994

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην EL

ΕΛΛΑΔΑ 1995/0069, Αιτιολογημένη γνώμη 228 24/02/2000

31996L0022 Οδηγία 96/22/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, για την απαγόρευση της χρησιμοποίησης ορισμένων ουσιών με ορμονική ή θυρεοστατική δράση και των β- ανταγωνιστικών ουσιών στη ζωική παραγωγή για κερδοσκοπικούς λόγους και κατάργησης των οδηγιών 81/602/ΕΟΚ, 88/146/ΕΟΚ και 88/299/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην A

ΓΑΛΛΙΑ 1997/0342, Προσφυγή-αναστολή : 20/12/2001

31996L0023 Οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί της λήψης μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και στα προϊόντα τους και κατάργησης των οδηγιών 85/358/ΕΟΚ και 86/469/ΕΟΚ και των αποφάσεων 89/187/ΕΟΚ και 91/664/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην A

ΓΑΛΛΙΑ 1997/0343, Προσφυγή-αναστολή : 20/12/2001

31996L0043 Οδηγία 96/43/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1996 για τροποποίηση και κωδικοποίηση της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των ζώντων ζώων και ορισμένων ζωικών προϊόντων και για τροποποίηση των οδηγιών 90/675/ΕΟΚ και 91/496/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1997, 01/07/1997 και 01/07/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: D, EL, E, F, IRL, I, A, P, FIN, S, UK

(Προθεσμία : 1/7/1997)

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1997/0491, Απόφαση 08/03/2001 Υπόθεση C-1999/316

ΕΛΛΑΔΑ 1997/0495, Αιτιολογημένη γνώμη 228 15/01/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1997/0509, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

(Προθεσμία : 1/7/1999)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0634, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0682, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001

31997L0012 Οδηγία 97/12/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαρτίου 1997 για την τροποποίηση και την ενημέρωση της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου του τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0181, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0271, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31997L0078 Οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1997 για καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην UK

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0501, Αιτιολογημένη γνώμη 28/02/2000

31997L0079 Οδηγία 97/79/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1997 για την τροποποίηση των οδηγιών 71/118/ΕΟΚ, 72/462/ΕΟΚ, 85/73/ΕΟΚ, 91/67/ΕΟΚ, 91/492/ΕΟΚ, 91/493/ΕΟΚ, 92/45/ΕΟΚ και 92/118/ΕΟΚ όσον αφορά την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες

Προθεσμία μεταφοράς : 30.06.1999 και 01.07.1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην UK

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0532, Υπόθεση C-2000/393, Παραίτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0502, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

31998L0045 Οδηγία 98/45/ΕΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 91/67/ΕΟΚ σχετικά με τους όρους του υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τη διάθεση στην αγορά ζώων και προϊόντων υδατοκαλλιέργειας

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0513, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0046 Οδηγία 98/46/ΕΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουνίου 1998 για την τροποποίηση των παραρτημάτων Α, Δ (κεφάλαιο Ι) και ΣΤ της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου του τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0535, Υπόθεση C-2000/393, Παραίτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0440, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0058 Οδηγία 98/58/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1998 σχετικά με την προστασία των ζώων στα εκτροφεία

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην D και A

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0406, Προειδοποιητική επιστολή 04/08/2000

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0441, Προσφυγή 22/11/2001 Υπόθεση C-2001/452, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0413, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0462, Αιτιολογημένη γνώμη 29/01/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0422, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0099 Οδηγία 98/99/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1998 περί τροποποιήσεως της οδηγίας 97/12/ΕΚ για την τροποποίηση και την ενημέρωση της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου του τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών

Προθεσμία μεταφοράς : 01.01.1999 και 01.07.1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

(Προθεσμία της 01.01.1999)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0277, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

(Προθεσμία της 01.07.1999)

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0598, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0637, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 1999/0614, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0089 Οδηγία 1999/89/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 1999, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/494/ΕΟΚ σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές νωπών κρεάτων πουλερικών από τρίτες χώρες

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην EL

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0522, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0663, Προσφυγή : 04/12/2001 Υπόθεση C-2001/466

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0688, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0614, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0576, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0708, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0754, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0090 Οδηγία 1999/90/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 1999, για την τροποποίηση της οδηγίας 90/539/ΕΟΚ σχετικά με τους όρους υγειονομικού ελέγχου που διέπουν τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και τις εισαγωγές πουλερικών και αυγών για επώαση από τρίτες χώρες

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην I

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0662, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0687, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0613, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0575, Προσφυγή 29/11/2001 Υπόθεση C-2001/458

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0753, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

32000L0015 Οδηγία 2000/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην EL και IR

ΔΑΝΙΑ 2001/0078, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0039, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0086, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0006, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0069, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0046, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0014, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0026, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0113, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0103, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0123, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0056, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0020 Οδηγία 2000/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Μαΐου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 64/432/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί προβλημάτων υγειονομικού ελέγχου στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών βοοειδών και χοιροειδών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, E, L, NL, P, FI, S

32000L0027 Οδηγία 2000/27/ΕΚ του Συμβουλίου, της 2ας Μαΐου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 93/53/ΕΟΚ σχετικά με τη θέσπιση στοιχειωδών κοινοτικών μέτρων για την καταπολέμηση ορισμένων νόσων των ψαριών

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΔΑΝΙΑ 2001/0076, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0038, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0096, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0067, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0045, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0024, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0111, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0101, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0130, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0121, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0054, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0042 Οδηγία 2000/42/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Ιουνίου 2000, για τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορούν τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων επί και εντός των σιτηρών, των τροφίμων ζωικής προέλευσης και ορισμένων προϊόντων φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών, αντιστοίχως (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 28/02/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, F, IR, I, NL, P, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0156, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0166, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0200, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0208, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0141, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0187, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0173, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0148, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0163, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0222, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0214, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0232, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0229, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0180, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32001L0010 Οδηγία 2001/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/68/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την τρομώδη νόσο

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, E, IR, L, NL, A, FI, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0354, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0396, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0368, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0405, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0409, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0338, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0389, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0377, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0344, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0361, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0429, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0419, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0441, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0435, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0383, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

Φυτοϋγειονομικός τομέας

31997L0041 Οδηγία 97/41/ΕΚ του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 1997 για την τροποποίηση των οδηγιών 76/895/ΕΟΚ, 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ περί του καθορισμού της μέγιστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων επί και εντός των οπωροκηπευτικών, μέσα και πάνω στα σιτηρά, πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης, και επάνω και μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών, αντιστοίχως

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0124, Υπόθεση C-2000/166, Παραίτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0171, Προσφυγή : 22/03/2001 Υπόθεση C-2001/132, Παραίτηση 18/07/2001

31998L0057 Οδηγία 98/57/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1998 για τον έλεγχο του Ralstonia solanacearum (Smith) Yabuuchi et al.

Προθεσμία μεταφοράς : 21/08/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0619, Προσφυγή : 22/03/2001 Υπόθεση C-2001/134, Παραίτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 1999/0680, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0082 Οδηγία 98/82/ΕΚ της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 1998 για την τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών του Συμβουλίου 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ που αφορούν τον καθορισμό των ανωτάτων ορίων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων επί και εντός των σιτηρών, των τροφίμων ζωικής προέλευσης και ορισμένων προϊόντων φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών, αντιστοίχως (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/04/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0366, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0423, Προσφυγή : 22/03/2001 Υπόθεση C-2001/133, Παραίτηση 18/07/2001

31998L0100 Οδηγία 98/100/ΕΚ της Επιτροπής της 21ης Δεκεμβρίου 1998 για τροποποίηση της οδηγίας 92/76/ΕΟΚ περί αναγνωρίσεως προστατευομένων περιοχών που είναι εκτεθειμένες σε ιδιαίτερους φυτοϋγειονομικούς κινδύνους στην Κοινότητα

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0290, Υπόθεση C-2000/406, Παραίτηση 18/07/2001

31999L0071 Οδηγία 1999/71/ΕΚ της Επιτροπής, της 14ης Ιουλίου 1999, για την τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορούν αντιστοίχως τον καθορισμό των ανωτάτων ορίων για τα υπολείμματα φυτοπροστατευτικών προϊόντων πάνω και μέσα στα σιτηρά, στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0437, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0457, Αιτιολογημένη γνώμη 29/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0470, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0024 Οδηγία 2000/24/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2000, για τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών του Συμβουλίου 76/895/ΕΟΚ, 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ που αφορούν, αντιστοίχως, τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα σιτηρά, στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A και UK

ΔΑΝΙΑ 2001/0007, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0264, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0085, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0097, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0004, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0068, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0025, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0112, Αιτιολογημένη γνώμη 24/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0102, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0122, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0055, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0048 Οδηγία 2000/48/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2000, για την τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορούν, αντιστοίχως, τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα σιτηρά και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/03/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, F, IR, I, L, NL, A, P, S

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0265, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0301, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0286, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0272, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0256, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0313, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0329, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0279, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0057 Οδηγία 2000/57/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Σεπτεμβρίου 2000, για την τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών 76/895/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου αντιστοίχως, για τον καθορισμό της μέγιστης περιεκτικότητας για τα υπολείμματα των φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα οπωροκηπευτικά, και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/03/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, F, IR, I, L, NL, P, S

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0266, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0302, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0287, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0273, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0257, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0320, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0314, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0330, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0280, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0058 Οδηγία 2000/58/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Σεπτεμβρίου 2000, για την τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορούν αντιστοίχως τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα σιτηρά, στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/03/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, F, IR, I, L, NL, P, FI, S

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0267, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0303, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0288, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0274, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0258, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0321, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0315, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0331, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0281, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0081 Οδηγία 2000/81/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, για τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορούν αντιστοίχως τον καθορισμό των ανωτάτων ορίων υπολειμμάτων φυτοπροστατευτικών προϊόντων πάνω και μέσα στα σιτηρά, στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών, αντιστοίχως (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, IR, I, L, NL, P, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0474, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0496, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0549, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0452, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0508, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0569, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0591, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0582, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0518, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

32000L0082 Οδηγία 2000/82/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2000, για τροποποίηση των παραρτημάτων των οδηγιών του Συμβουλίου 76/895/ΕΟΚ, 86/362/ΕΟΚ, 86/363/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ που αφορούν αντιστοίχως τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα οπωροκηπευτικά, στα σιτηρά, στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών αντιστοίχως (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, IR, I, L, NL, P, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0475, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0497, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0550, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0453, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0509, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0570, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0592, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0583, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0519, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

32001L0032 Οδηγία 2001/32/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Μαΐου 2001, για την αναγνώριση προστατευόμενων περιοχών που είναι εκτεθειμένες σε ιδιαίτερους φυτοϋγειονομικούς κινδύνους στην Κοινότητα και την κατάργηση της οδηγίας 92/76/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 21/05/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, E, IR, I, NL, A, P, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0355, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0397, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0369, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0406, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0410, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0339, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0390, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0378, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0345, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0362, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0430, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0420, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0442, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0436, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0384, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32001L0033 Οδηγία 2001/33/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Μαΐου 2001, για τροποποίηση ορισμένων παραρτημάτων της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας

Προθεσμία μεταφοράς : 21/05/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, E, IR, I, NL, A, P, FI

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0356, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0398, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0370, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0407, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0411, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0340, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0391, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0379, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0346, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0363, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0431, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0421, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0443, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0437, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0385, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32001L0035 Οδηγία 2001/35/ΕΚ της Επιτροπής, της 11ης Μαΐου 2001, για την τροποποίηση των παραρτημάτων της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων ορίων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, EL, E, IR, I, L, NL, P, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0477, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0499, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0551, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0454, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0511, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0571, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0584, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0593, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0520, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

Σπόροι προς σπορά και φυτά προς φύτευση

31998L0056 Οδηγία 98/56/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 1998 για την εμπορία πολλαπλασιαστικού υλικού καλλωπιστικών φυτών

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην A

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0618, Προσφυγή 22/03/2001 Υπόθεση C-2001/135

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0597, Προσφυγή 23/01/2001 Υπόθεση C-2001/026, Παραίτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1999/0601, Προσφυγή 23/01/2001 Υπόθεση C-2001/027, Παραίτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0669, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0095 Οδηγία 98/95/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1998 για την τροποποίηση, στα πλαίσια της ενοποίησης της εσωτερικής αγοράς, των γενετικώς τροποποιημένων φυτικών ποικιλιών και των φυτικών γενετικών πόρων, των οδηγιών 66/400/ΕΟΚ, 66/401/ΕΟΚ, 66/402/ΕΟΚ, 66/403/ΕΟΚ, 69/208/ΕΟΚ, 70/457/ΕΟΚ και 70/458/ΕΟΚ που αφορούν, αντίστοιχα, την εμπορία σπόρων προς σπορά τεύτλων, κτηνοτροφικών φυτών, σιτηρών, γεωμήλων, ελαιούχων και κλωστικών φυτών, κηπευτικών και τον κοινό κατάλογο ποικιλιών των καλλιεργούμενων φυτικών ειδών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/02/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην D, F, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0392, Αιτιολογημένη γνώμη 30/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0404, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0377, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0412, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0397, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0473, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0465, Αιτιολογημένη γνώμη 30/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0420, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001

31998L0096 Οδηγία 98/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1998 για την τροποποίηση, μεταξύ άλλων, των ανεπίσημων επιτόπου επιθεωρήσεων δυνάμει των οδηγιών 66/400/ΕΟΚ, 66/401/ΕΟΚ, 66/402/ΕΟΚ, 66/403/ΕΟΚ, 69/208/ΕΟΚ, 70/457/ΕΟΚ και 70/458/ΕΟΚ που αφορούν την εμπορία σπόρων προς σπορά τεύτλων, κτηνοτροφικών φυτών, δημητριακών, γεωμήλων, ελαιούχων και κλωστικών φυτών, κηπευτικών και τον κοινό κατάλογο ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/02/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην D και UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0391, Αιτιολογημένη γνώμη 01/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0403, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0376, Αιτιολογημένη γνώμη 16/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0411, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0396, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0472, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0464, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0419, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001

31999L0008 Οδηγία 1999/8/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Φεβρουαρίου 1999, για τροποποίηση της οδηγίας 66/402/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί εμπορίας σπόρων δημητριακών προς σπορά

Προθεσμία μεταφοράς : 01/02/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην EL και IRL

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0438, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Προσφυγή 20/11/2001 Υπόθεση C-2001/450

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0426, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0395, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0471, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31999L0054 Οδηγία 1999/54/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Μαΐου 1999, για την τροποποίηση της οδηγίας 66/402/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εμπορία σπόρων δημητριακών προς σπορά

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην D, EL, IR

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0812, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0846, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0834, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0806, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0876, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0865, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0895, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0888, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0066 Οδηγία 1999/66/ΕΚ της Επιτροπής της 28ης Ιουνίου 1999 σχετικά με τον καθορισμό των απαιτήσεων που αφορούν την ετικέτα ή άλλο έγγραφο που συντάσσει ο προμηθευτής σύμφωνα με την οδηγία 98/56/ΕΚ του Συμβουλίου

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην A

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0227, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0175, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0190, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0218, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0321, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0369, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0068 Οδηγία 1999/68/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό συμπληρωματικών διατάξεων σχετικά με τους καταλόγους των ποικιλιών καλλωπιστικών φυτών που τηρούν οι προμηθευτές στο πλαίσιο της οδηγίας 98/56/ΕΚ του Συμβουλίου

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην A

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0226, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0174, Αιτιολογημένη γνώμη 17/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0189, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0320, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0368, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Ζωοτροφές

31995L0069 Οδηγία 95/69/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1995 για τη θέσπιση των όρων και των κανόνων που εφαρμόζονται κατά την έγκριση και την εγγραφή ορισμένων εγκαταστάσεων και ενδιαμέσων του τομέα της διατροφής των ζώων και για τροποποίηση των οδηγιών 70/524/ΕΟΚ, 74/63/ΕΟΚ, 79/373/ΕΟΚ και 82/471/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 01/04/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην EL

ΕΛΛΑΔΑ 1998/0188, Απόφαση 11/10/2001 Υπόθεση C-1999/457

31996L0024 Οδηγία 96/24/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, για την τροποποίηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ περί εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην EL

ΕΛΛΑΔΑ 1998/0323, Προειδοποιητική επιστολή 228 24/07/2001, Απόφαση 08/03/2001 Υπόθεση C-2000/176

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1998/0484, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31996L0025 Οδηγία 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, για την κυκλοφορία των πρώτων υλών ζωοτροφών, για την τροποποίηση των οδηγιών 70/524/ΕΟΚ, 74/63/ΕΟΚ, 82/471/ΕΟΚ και 93/74/ΕΟΚ και για την κατάργηση της οδηγίας 77/101/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1998/0324, Προειδοποιητική επιστολή 228 24/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1998/0485, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31996L0051 Οδηγία 96/51/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1996 για την τροποποίηση της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ περί των προσθέτων υλών στη διατροφή των ζώων

Προθεσμία μεταφοράς : 01.04.1998 και 01.10.1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην I

(προθεσμία της 1/4/1998)

ΕΛΛΑΔΑ 1998/0189, Προσφυγή 27/04/2001 Υπόθεση C-2001/183

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0203, Προσφυγή 16/03/2001 Υπόθεση C-2001/118

ΙΤΑΛΙΑ 1998/0218, Απόφαση 07/12/2000 Υπόθεση C-1999/395

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην I

(προθεσμία της 1.10.1999)

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0011, Προσφυγή 16/03/2001, Υπόθεση C-2001/118

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0106, Προσφυγή 27/04/2001 Υπόθεση C-2001/183

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0063, Προσφυγή 21/03/2001, Υπόθεση C-2001/128

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0071, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31997L0008 Οδηγία 97/8/ΕΚ της Επιτροπής της 7ης Φεβρουαρίου 1997 για την τροποποίηση της οδηγίας 74/63/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί καθορισμού των ανωτάτων ορίων περιεκτικότητος για τις ανεπιθύμητες ουσίες και προϊόντα στις ζωοτροφές (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΓΑΛΛΙΑ 1998/0356, Υπόθεση C-2000/403, Παραίτηση 18/07/2001

31998L0051 Οδηγία 98/51/ΕΚ της Επιτροπής της 9ης Ιουλίου 1998 για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων εφαρμογής της οδηγίας 95/69/ΕΚ του Συμβουλίου για τη θέσπιση των όρων και των κανόνων που εφαρμόζονται κατά την έγκριση και την εγγραφή ορισμένων εγκαταστάσεων και ενδιαμέσων του τομέα της διατροφής των ζώων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην EL και I

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0133, Απόφαση 06/12/2001 Υπόθεση C-2000/166

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0077, Απόφαση 06/12/2001 Υπόθεση C-2000/148

31998L0067 Οδηγία 98/67/ΕΚ της Επιτροπής της 7ης Σεπτεμβρίου 1998 για την τροποποίηση των οδηγιών 80/511/ΕΟΚ, 82/475/ΕΟΚ, 91/357/ΕΟΚ και 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου και για κατάργηση της οδηγίας 92/87/ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0137, Απόφαση 06/12/2001 Υπόθεση C-2000/166, Παραίτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0097, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0068 Οδηγία 98/68/ΕΚ της Επιτροπής της 10ης Σεπτεμβρίου 1998 για την κατάρτιση του τυποποιημένου εγγράφου που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 95/53/ΕΚ και τον καθορισμό ορισμένων κανόνων για τους ελέγχους κατά την εισαγωγή στην Κοινότητα ζωοτροφών από τρίτες χώρες

Προθεσμία μεταφοράς : 31/03/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0402, Υπόθεση C-2000/397, Παραίτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1999/0346, Υπόθεση C-2000/335, Παραίτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 1999/0415, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0087 Οδηγία 98/87/ΕΚ της Επιτροπής της 13ης Νοεμβρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ περί της εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0507, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31999L0020 Οδηγία 1999/20/ΕΚ του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1999 για τροποποίηση των οδηγιών 70/524/ΕΟΚ περί των προσθέτων υλών στη διατροφή των ζώων, 82/471/ΕΟΚ σχετικά με ορισμένα προϊόντα τα οποία χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων, 95/53/ΕΚ για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επισήμων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων και 95/69/ΕΚ για τη θέσπιση των όρων και των κανόνων που εφαρμόζονται κατά την έγκριση και την εγγραφή ορισμένων εγκαταστάσεων και ενδιαμέσων του τομέα της διατροφής των ζώων

Προθεσμία μεταφοράς : 30/09/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην EL

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0098, Προσφυγή 20/04/2001 Υπόθεση C-2001/173

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0005, Προσφυγή 16/03/2001 Υπόθεση C-2001/118, Παραίτηση 10/10/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0066, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0076 Οδηγία 1999/76/ΕΚ της Επιτροπής της 23ης Ιουλίου 1999 για την καθιέρωση κοινοτικών μεθόδων ανάλυσης για τον προσδιορισμό του άλατος του lasalocid με νάτριο των ζωοτροφών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31.10.1999 και 01.02.2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0064, ΠΕ - Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0078 Οδηγία 1999/78/ΕΚ της Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 1999 για την τροποποίηση της οδηγίας 95/10/ΕΚ της Επιτροπής (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/11/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα πλην EL

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0290, Προσφυγή 21/11/2001 Υπόθεση C-2001/451

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0251, Αιτιολογημένη γνώμη 09/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31999L0079 Οδηγία 1999/79/ΕΚ της Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 1999 για την τροποποίηση της τρίτης οδηγίας 72/199/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 27ης Απριλίου 1972, περί καθορισμού κοινοτικών μεθόδων αναλύσεως για τον επίσημο έλεγχο των ζωοτροφών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν τα εκτελεστικά μέτρα: όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0289, Αιτιολογημένη γνώμη 15/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0251, Αιτιολογημένη γνώμη 09/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0016 Οδηγία 2000/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών και της οδηγίας 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου για την κυκλοφορία των πρώτων υλών ζωοτροφών

Προθεσμία μεταφοράς : 03/05/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, IR, NL, A, FI, S

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0349, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0365, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0401, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0408, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0335, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0387, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0372, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0342, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0424, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0414, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0439, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0381, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

32000L0045 Οδηγία 2000/45/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Ιουλίου 2000, σχετικά με τον καθορισμό κοινοτικής μεθόδου αναλύσεως για τον προσδιορισμό της βιταμίνης Α, της βιταμίνης Ε και της θρυπτοφάνης σε ζωοτροφές (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/08/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην A

ΔΑΝΙΑ 2001/0195, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0171, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0201, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0174, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0149, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0223, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0215, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0181, Προειδοποιητική επιστολή 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

Είδη διατροφής

31993L0099 Οδηγία 93/99/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Οκτωβρίου 1993 σχετικά με τα πρόσθετα μέτρα που αφορούν τον επίσημο έλεγχο των τροφίμων

Προθεσμία μεταφοράς : 01/11/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην L

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0458, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

31998L0053 Οδηγία 98/53/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 1998 για την καθιέρωση τρόπων δειγματοληψίας και μεθόδων ανάλυσης για τον επίσημο έλεγχο των μέγιστων περιεκτικοτήτων για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0023, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0084, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0044, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0095, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0100, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0005, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0075, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0053, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0037, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0120, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0110, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0137, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0129, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0066, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0066 Οδηγία 98/66/ΕΚ της Επιτροπής της 4ης Σεπτεμβρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 95/31/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τα γλυκαντικά που χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0487, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0517, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0072 Οδηγία 98/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Οκτωβρίου 1998 περί τροποποιήσεως της οδηγίας 95/2/ΕΚ για τα πρόσθετα τροφίμων πλην των χρωστικών και των γλυκαντικών

Προθεσμία μεταφοράς : 04/05/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0567, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0511, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0724, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0086 Οδηγία 98/86/ΕΚ της Επιτροπής της 11ης Νοεμβρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 96/77/ΕΚ της Επιτροπής περί θεσπίσεως ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τα πρόσθετα τροφίμων πλην των χρωστικών και των γλυκαντικών υλών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1999/0488, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0518, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0002 Οδηγία 1999/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1999 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τα τρόφιμα και τα συστατικά τροφίμων που έχουν υποστεί επεξεργασία με ιοντίζουσα ακτινοβολία

Προθεσμία μεταφοράς : 20/03/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην B, F, P

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0248, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0239, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0309, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001

31999L0003 Οδηγία 1999/3/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Φεβρουαρίου 1999 για τη θέσπιση κοινοτικού καταλόγου τροφίμων και συστατικών τροφίμων που υποβάλλονται σε επεξεργασία με ιοντίζουσα ακτινοβολία

Προθεσμία μεταφοράς : 20/09/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, EL, E, F, IR, I, L, A, P, FI, S, UK

31999L0021 Οδηγία 1999/21/ΕΚ της Επιτροπής, της 25ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τα διαιτητικά τρόφιμα που προορίζονται για ειδικούς ιατρικούς σκοπούς

Προθεσμία μεταφοράς : 30/04/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην D και I

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0562, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0623, Αιτιολογημένη γνώμη 05/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0586, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Προσφυγή 26/09/2001 Υπόθεση C- 2001/370

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0741, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0039 Οδηγία 1999/39/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 1999, για την τροποποίηση της οδηγίας 96/5/ΕΚ για τις μεταποιημένες τροφές με βάση τα δημητριακά και τις παιδικές τροφές για βρέφη και μικρά παιδιά (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30.06.2000 και 01.07.2002

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην UK

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0740, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0717, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0603, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

31999L0041 Οδηγία 1999/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Ιουνίου 1999, περί τροποποιήσεως της οδηγίας 89/398/ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα τρόφιμα που προορίζονται για ειδική διατροφή

Προθεσμία μεταφοράς : 08.07.2000 και 08.07.2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην F και UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0799, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΔΑΝΙΑ 2000/0842, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0848, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0788, Αιτιολογημένη γνώμη 27/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0821, Αιτιολογημένη γνώμη 27/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0796, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0878, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0867, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0889, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0828, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

31999L0050 Οδηγία 1999/50/ΕΚ της Επιτροπής της 25ης Μαΐου 1999 για την τροποποίηση της οδηγίας 91/321/ΕΟΚ σχετικά με τα παρασκευάσματα για βρέφη και τα παρασκευάσματα δεύτερης βρεφικής ηλικίας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0620, Αιτιολογημένη γνώμη 05/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0583, Προσφυγή 26/09/2001 Υπόθεση C-2001/370, Παραίτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0738, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0715, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0601, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31999L0075 Οδηγία 1999/75/ΕΚ της Επιτροπής, της 22ας Ιουλίου 1999, περί τροποποιήσεως της οδηγίας της Επιτροπής 95/45/EΚ σχετικά με τη θέσπιση ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τις χρωστικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0811, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0833, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0795, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0875, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0864, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0887, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2000/0826, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0091 Οδηγία 1999/91/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Νοεμβρίου 1999, για την τροποποίηση της οδηγίας 90/128/ΕΟΚ σχετικά με τα πλαστικά υλικά και αντικείμενα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0019, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0082, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0042, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0090, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0098, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0007, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0071, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0015, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0030, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0116, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0106, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0134, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0126, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0060, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

32000L0051 Οδηγία 2000/51/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Ιουλίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 95/31/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τα γλυκαντικά που χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, EL, E, F, IR, L, P, FI

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0353, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0395, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0367, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0388, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0376, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0360, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0428, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0418, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0434, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0382, Προειδοποιητική επιστολή 20/07/2001

32000L0063 Οδηγία 2000/63/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Οκτωβρίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 96/77/ΕΚ περί θεσπίσεως ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τα πρόσθετα τροφίμων πλην των χρωστικών και των γλυκαντικών υλών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/03/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0251, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0294, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0268, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0307, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0242, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0289, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0275, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0259, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0322, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0309, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0332, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0282, Προειδοποιητική επιστολή 06/06/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

Προστασία των καταναλωτών

31997L0007 Οδηγία 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 1997 για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις - Δήλωση του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με το άρθρο 6 παράγραφος 1 - Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 3 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση

Προθεσμία μεταφοράς : 04/06/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην E και L

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0702, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Προσφυγή 17/10/2001 Υπόθεση C- 2001/414

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0681, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0497, Αιτιολογημένη γνώμη 13/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0633, Αιτιολογημένη γνώμη 12/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0517, Αιτιολογημένη γνώμη 13/02/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0554, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0730, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0785, Αιτιολογημένη γνώμη 14/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31997L0055 Οδηγία 97/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 1997 για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ σχετικά με την παραπλανητική διαφήμιση προκειμένου να συμπεριληφθεί η συγκριτική διαφήμιση

Προθεσμία μεταφοράς : 23/04/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην E, L, NL

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0680, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0700, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Προσφυγή 09/10/2001 Υπόθεση C- 2001/392

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0495, Αιτιολογημένη γνώμη 13/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0516, Αιτιολογημένη γνώμη 13/02/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0553, Αιτιολογημένη γνώμη 26//07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0783, Αιτιολογημένη γνώμη 14/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0006 Οδηγία 98/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998 περί της προστασίας των καταναλωτών όσον αφορά την αναγραφή των τιμών των προϊόντων που προσφέρονται στους καταναλωτές

Προθεσμία μεταφοράς : 18/03/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0679, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0698, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0630, Αιτιολογημένη γνώμη 12/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0514, Αιτιολογημένη γνώμη 13/02/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0007 Οδηγία 98/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 1998 σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που διέπουν την καταναλωτική πίστη

Προθεσμία μεταφοράς : 21/04/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην E και F

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0678, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0697, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Προσφυγή 08/10/2001 Υπόθεση C- 2001/386

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0492, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0629, Αιτιολογημένη γνώμη 12/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0513, Αιτιολογημένη γνώμη 09/03/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31998L0027 Οδηγία 98/27/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαΐου 1998 περί των αγωγών παραλείψεως στον τομέα της προστασίας των συμφερόντων των καταναλωτών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, F, IR, I, NL, A, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0161, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0171, ΠΕ - Ημερομηνία αποστολής στο ΚΜ : 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0206, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2001/0213, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0146, ΠΕ - Ημερομηνία αποστολής στο ΚΜ : 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0192, ΠΕ - Ημερομηνία αποστολής στο ΚΜ : 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0177, ΠΕ - Ημερομηνία αποστολής στο ΚΜ : 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0154, ΠΕ - Ημερομηνία αποστολής στο ΚΜ : 06/04/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0220, ΠΕ - Ημερομηνία αποστολής στο ΚΜ : 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0185, ΠΕ - Ημερομηνία αποστολής στο ΚΜ : 06/04/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ

ΦΠΑ

32000L0017 Οδηγία 2000/17/ΕΚ του Συμβουλίου, της 30ής Μαρτίου 2000, για τροποποίηση της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας - Μεταβατικές διατάξεις που χορηγούνται στη Δημοκρατία της Αυστρίας και στην Πορτογαλική Δημοκρατία

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα (αφορά μόνο A και P)

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0874, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0862, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

Ειδικοί φόροι κατανάλωσης

32000L0044 Οδηγία 2000/44/ΕΚ του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 2000, για την τροποποίηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, σχετικά με τους προσωρινούς ποσοτικούς περιορισμούς στο προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης τα οποία εισάγονται στη Σουηδία από άλλα κράτη μέλη (αποδέκτης: Σουηδία)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα (αφορά μόνο S)

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0886, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ENEΡΓΕΙΑ

Φυσικό αέριο

31998L0030 Οδηγία 98/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου

Προθεσμία μεταφοράς : 01/08/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην F

ΓΑΛΛΙΑ 2000/2215, Αιτιολογημένη γνώμη 05/02/2001, Προσφυγή 03/07/2001 Υπόθεση C- 2001/259

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/2216, Αιτιολογημένη γνώμη 19/01/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/2217, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

Άνθρακας και πετρέλαιο

31998L0093 Οδηγία 98/93/ΕΚ του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 68/414/ΕΟΚ περί υποχρεώσεως διατηρήσεως ενός ελαχίστου επιπέδου αργού πετρελαίου ή/και προϊόντων πετρελαίου από τα κράτη μέλη της ΕΟΚ

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0241, Αρχειοθέτηση 11/04/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0330, Αρχειοθέτηση 11/04/2001

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ενεργειακή απόδοση

31998L0011 Οδηγία 98/11/ΕΚ της Επιτροπής της 27ης Ιανουαρίου 1998 για την εφαρμογή της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την ένδειξη κατανάλωσης ενέργειας των οικιακών λαμπτήρων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 14/06/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0492, Προσφυγή 23/05/2001 Υπόθεση C-2001/210, Παραίτηση 20/12/2001

ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ

Χερσαίες, οδικές και εσωτερικές πλωτές μεταφορές

31976L0135 Οδηγία 76/135/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιανουαρίου 1976 περί αμοιβαίας αναγνωρίσεως των πιστοποιητικών αξιοπλοΐας πλοίων εσωτερικής ναυσιπλοΐας

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, IR, I, L, NL, A, P, UK

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/2025, Προειδοποιητική επιστολή 23/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

31982L0714 Οδηγία 82/714/EOK του Συμβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 1982 για τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, IR, I, L, NL, A, P, UK

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/2024, Προειδοποιητική επιστολή 23/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

31987L0540 Οδηγία 87/540/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 9ης Νοεμβρίου 1987 για την πρόσβαση στο επάγγελμα του μεταφορέα εμπορευμάτων διά πλωτής οδού στον τομέα των εθνικών και διεθνών μεταφορών και την αμοιβαία αναγνώριση των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων που αφορούν το επάγγελμα αυτό

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, IR, I, L, NL, A, P, UK

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/2023, Προειδοποιητική επιστολή 23/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

31991L0672 Οδηγία 91/672/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1991 για την αμοιβαία αναγνώριση των εθνικών αποδεικτικών ναυτικής ικανότητας για τα σκάφη μεταφοράς εμπορευμάτων και προσώπων με εσωτερική ναυσιπλοΐα

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, IR, I, L, NL, A, P, UK

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/2022, Προειδοποιητική επιστολή 23/04/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

31996L0050 Οδηγία 96/50/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1996 σχετικά με την εναρμόνιση των προϋποθέσεων απόκτησης εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά εμπορευμάτων και προσώπων στην Κοινότητα

Προθεσμία μεταφοράς : 07/04/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην F

ΓΑΛΛΙΑ 1999/2003, Απόφαση 20/09/2001 Υπόθεση C-2000/468

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 1998/0236, Αρχειοθέτηση 11/04/2001

31998L0076 Οδηγία 98/76/ΕΚ του Συμβουλίου της 1ης Οκτωβρίου 1998 για τροποποίηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ, περί προσβάσεως στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων και επιβατών και αμοιβαίας αναγνωρίσεως των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων που διευκολύνουν την πραγμάτωση του δικαιώματος εγκαταστάσεως των μεταφορέων αυτών στον τομέα των εσωτερικών και διεθνών μεταφορών

Προθεσμία μεταφοράς : 01/10/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, D, EL, E, IR, I, NL, A, P, FI, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0038, Προσφυγή 12/07/2001 Υπόθεση C-2001/274

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0104, Προσφυγή 19/03/2001 Υπόθεση C-2001/127, Παραίτηση 13/11/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0010, Προσφυγή 07/09/2001 Υπόθεση C-2001/335

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0062, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0025, Απόφαση 13/12/2001 Υπόθεση C-2001/107

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0138, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0151, Προσφυγή 17/12/2001 Υπόθεση C-2001/490

31999L0036 Οδηγία 1999/36/EΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1999 σχετικά με το μεταφερόμενο εξοπλισμό υπό πίεση

Προθεσμία μεταφοράς : 01/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, E, F, L, NL, A, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0468, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0491, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0538, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0524, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0502, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0461, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0555, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

31999L0052 Οδηγία 1999/52/ΕΚ της Επιτροπής, της 26ης Μαΐου 1999, για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 96/96/ΕΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τον τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/10/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, I, L, NL, A, P, FI, S, UK

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0092, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0072, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0011, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 11/04/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0032, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0118, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

31999L0062 Οδηγία 1999/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 1999, περί επιβολής τελών στα βαρέα φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούν ορισμένα έργα υποδομής

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην B

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0910, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Συμπληρωματική αιτιολογημένη γνώμη 21/12/2001

ΔΑΝΙΑ 2000/0927, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2000/0915, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0931, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΙΣΠΑΝΙΑ 2000/0934, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2000/0902, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0924, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2000/0906, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0913, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2000/0941, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0938, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2000/0947, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2000/0944, Αρχειοθέτηση 19/09/2001

32001L0002 Οδηγία 2001/2/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Ιανουαρίου 2001, για προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 1999/36/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με το μεταφερτό εξοπλισμό υπό πίεση (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/2001

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : DK, E, F, I, L, NL, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0476, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0498, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0543, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0530, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0510, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0465, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0561, Προειδοποιητική επιστολή 19/10/2001

Σιδηροδρομικές μεταφορές

31996L0048 Οδηγία 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1996 σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας

Προθεσμία μεταφοράς : 08/04/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR, A, FI, UK

ΓΑΛΛΙΑ 1999/0337, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0383, Απόφαση 13/12/2001, Υπόθεση C-2000/372

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0396, Απόφαση 25/10/2000 Υπόθεση C-2000/460, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0418, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2000

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 1999/0428, Προσφυγή 03/07/2001 Υπόθεση C-2001/254

ΣΟΥΗΔΙΑ 1999/0424, Υπόθεση C-2000/410, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0377, Προσφυγή : 29/11/2000 Υπόθεση C-2000/441

Χερσαίες μεταφορές, ασφάλεια-τεχνολογία

31994L0055 Οδηγία 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου της 21ης Νοεμβρίου 1994 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1998/0042, Προειδοποιητική επιστολή 228 25/07/2001

31995L0050 Οδηγία 95/50/ΕΚ του Συμβουλίου της 6ης Οκτωβρίου 1995 σχετικά με την καθιέρωση ενιαίων διαδικασιών στον τομέα του ελέγχου των οδικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1997

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν όλα πλην IR

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1997/0506, Προειδοποιητική επιστολή 228 25/07/2001

31996L0035 Οδηγία 96/35/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Ιουνίου 1996 σχετικά με το διορισμό και την επαγγελματική κατάρτιση συμβούλων ασφαλείας για την οδική, σιδηροδρομική και πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0306, Αιτιολογημένη γνώμη 02/02/2001, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0272, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31996L0049 Οδηγία 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1996 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0397, Αρχειοθέτηση 19/09/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0384, Απόφαση 20/09/2001 Υπόθεση C-2000/370

31996L0086 Οδηγία 96/86/ΕΚ της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1996 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά την οδική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1998/0045, Προειδοποιητική επιστολή 228 25/07/2001

31996L0087 Οδηγία 96/87/ΕΚ της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1996 για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τη σιδηροδρομική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR

ΕΛΛΑΔΑ 1999/0398, Αρχειοθέτηση 19/09/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0385, Απόφαση 20/09/2001 Υπόθεση C-2000/370

31999L0047 Οδηγία 1999/47/ΕΚ της Επιτροπής της 21ης Μαΐου 1999 για δεύτερη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0294, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0265, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Προσφυγή 24/09/2001 Υπόθεση C-2001/365

31999L0048 Οδηγία 1999/48/ΕΚ της Επιτροπής της 21ης Μαΐου 1999 για δεύτερη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τη σιδηροδρομική μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR, I

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0293, Αιτιολογημένη γνώμη 24/01/2001, Αρχειοθέτηση 19/09/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0264, Αιτιολογημένη γνώμη 31/01/2001, Προσφυγή 24/09/2001 Υπόθεση C-2001/366

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0239, Αιτιολογημένη γνώμη 29/12/2000

32000L0018 Οδηγία 2000/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2000, για τις ελάχιστες απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις εξετάσεις των υποψήφιων συμβούλων ασφαλείας για την οδική, τη σιδηροδρομική και την πλωτή μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων

Προθεσμία μεταφοράς : 19/08/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 2000/0819, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0832, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2000/0844, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2000/0861, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

Εναέριες μεταφορές

31994L0056 Οδηγία 94/56/ΕΚ του Συμβουλίου της 21ης Νοεμβρίου 1994 για την θέσπιση των βασικών αρχών που διέπουν τις έρευνες ατυχημάτων και συμβάντων πολιτικής αεροπορίας

Προθεσμία μεταφοράς : 21/11/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν όλα πλην L

ΕΛΛΑΔΑ 1997/0047, Απόφαση 05/04/2001 Υπόθεση C-1999/494, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1997/0107, Αιτιολογημένη γνώμη 228 10/04/2001, 2η προσφυγή : 20/12/2001 (απόφαση)

31998L0020 Οδηγία 98/20/ΕΚ του Συμβουλίου της 30ής Μαρτίου 1998 σχετικά με την τροποποίηση της οδηγίας 92/14/ΕΟΚ για τον περιορισμό της χρησιμοποίησης των αεροπλάνων που υπάγονται στο παράρτημα 16 της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία, τόμος 1 μέρος ΙΙ κεφάλαιο 2, δεύτερη έκδοση (1988)

Προθεσμία μεταφοράς : 28.02.1999 και 31.03.2002

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν όλα πλην IR

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 1999/0274, Προσφυγή 31/08/2001 Υπόθεση C-2001/327

31999L0028 Οδηγία 1999/28/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 1999, για την τροποποίηση του παραρτήματος της οδηγίας 92/14/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τον περιορισμό της χρησιμοποίησης των αεροπλάνων που υπάγονται στο παράρτημα 16 μέρος ΙΙ κεφάλαιο 2 τόμος 1 της σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία, δεύτερη έκδοση (1988)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/09/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην IR

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2000/0073, Προσφυγή 31/08/2001 Υπόθεση C-2001/328

Θαλάσσιες μεταφορές

31995L0021 Οδηγία 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου της 19ης Ιουνίου 1995 για την επιβολή, σχετικά με τη ναυσιπλοΐα που συνεπάγεται χρήση κοινοτικών λιμένων ή διέλευση από ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους, των διεθνών προτύπων για την ασφάλεια των πλοίων, την πρόληψη της ρύπανσης και τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας επί των πλοίων (έλεγχος του κράτους του λιμένα)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/06/1996

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 1996/0997, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31997L0070 Οδηγία 97/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 1997 για θέσπιση εναρμονισμένου καθεστώτος για τα αλιευτικά σκάφη μήκους 24 μέτρων και άνω

Προθεσμία μεταφοράς : 01/01/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην NL

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 1999/0044, Προσφυγή 03/10/2000, Υπόθεση C-2000/364

31998L0018 Οδηγία 98/18/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαρτίου 1998 για τους κανόνες και τα πρότυπα ασφαλείας για τα επιβατηγά πλοία

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην P

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1999/0220, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 1999/0306, Προσφυγή 24/07/2001 Υπόθεση C-2001/281

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 1999/0264, Αρχειοθέτηση 17/01/2001

31998L0025 Οδηγία 98/25/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 95/21/ΕΚ, για την επιβολή, σχετικά με τη ναυσιπλοΐα που συνεπάγεται χρήση κοινοτικών λιμένων ή διέλευση από ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους, των διεθνών προτύπων για την ασφάλεια των πλοίων, την πρόληψη της ρύπανσης και τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας επί των πλοίων (έλεγχος του κράτους του λιμένα)

Προθεσμία μεταφοράς : 01/07/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0369, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31998L0035 Οδηγία 98/35/ΕΚ του Συμβουλίου της 25ης Μαΐου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 94/58/ΕΚ σχετικά με το ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών

Προθεσμία μεταφοράς : 25/05/1999

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην L και NL

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0493, Προσφυγή 19/06/2001 Υπόθεση C-2001/235,

Παραίτηση 13/11/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 1999/0452, Απόφαση 03/07/2001 Υπόθεση C-2000/297

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 1999/0474, Αιτιολογημένη γνώμη 05/04/2000

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 1999/0555, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0565, Αρχειοθέτηση 19/09/2001

31998L0041 Οδηγία 98/41/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Ιουνίου 1998 σχετικά με την καταγραφή των ατόμων που ταξιδεύουν με επιβατηγά πλοία που εκτελούν δρομολόγια προς ή από λιμένες των κρατών μελών της Κοινότητας

Προθεσμία μεταφοράς : 31/12/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 1999/0237, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 1999/0319, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31998L0042 Οδηγία 98/42/ΕΚ της Επιτροπής της 19ης Ιουνίου 1998 για την τροποποίηση της οδηγίας 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου για την επιβολή, σχετικά με την ναυσιπλοΐα που συνεπάγεται χρήση κοινοτικών λιμένων ή διέλευση από ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους, των διεθνών προτύπων για την ασφάλεια των πλοίων, την πρόληψη της ρύπανσης και τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας επί των πλοίων (έλεγχος από το κράτος ελλιμενισμού) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 30/09/1998

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα

ΙΤΑΛΙΑ 1999/0373, Αρχειοθέτηση 28/03/2001

31999L0019 Οδηγία 1999/19/ΕΚ της Επιτροπής της 18ης Μαρτίου 1999 με την οποία τροποποιείται η οδηγία 97/70/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση εναρμονισμένου καθεστώτοςγια τα αλιευτικά σκάφη μήκους 24 μέτρων και άνω

Προθεσμία μεταφοράς : 31/05/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : όλα πλην B και NL

ΒΕΛΓΙΟ 2000/0530, Αιτιολογημένη γνώμη 29/01/2001, Προσφυγή 11/12/2001 Υπόθεση C-2001/479

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2000/0548, Αιτιολογημένη γνώμη 07/05/2001

31999L0035 Οδηγία 1999/35/EK του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1999 σχετικά με ένα σύστημα υποχρεωτικών επιθεωρήσεων για την ασφαλή εκτέλεση τακτικών δρομολογίων από οχηματαγωγά ro- ro και ταχύπλοα επιβατηγά σκάφη

Προθεσμία μεταφοράς : 01/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, IR, I, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0021, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0094, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0002, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 19/09/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0073, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΙΤΑΛΙΑ 2001/0051, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 11/04/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0032, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΑΥΣΤΡΙΑ 2001/0119, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 24/07/2001

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 2001/0108, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0135, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0128, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 24/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0063, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

31999L0097 Οδηγία 1999/97/ΕΚ της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, που αφορά την τροποποίηση της οδηγίας 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου για την επιβολή, σχετικά με τη ναυσιπλοΐα που συνεπάγεται χρήση κοινοτικών λιμένων ή διέλευση από ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους, των διεθνών προτύπων για την ασφάλεια των πλοίων, την πρόληψη της ρύπανσης και τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας επί των πλοίων (έλεγχος του κράτους του λιμένα) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Προθεσμία μεταφοράς : 14/12/2000

Κράτη μέλη που ανακοίνωσαν : B, DK, D, EL, E, F, IR, I, A, P, FI, S, UK

ΒΕΛΓΙΟ 2001/0018, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 23/10/2001

ΔΑΝΙΑ 2001/0081, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 2001/0041, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/10/2001

ΕΛΛΑΔΑ 2001/0089, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001, Αρχειοθέτηση 13/11/2001

ΓΑΛΛΙΑ 2001/0003, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΙΡΛΑΝΔΙΑ 2001/0070, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 2001/0012, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 26/07/2001

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ 2001/0029, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 25/07/2001

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ 2001/0133, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΣΟΥΗΔΙΑ 2001/0125, Προειδοποιητική επιστολή 15/02/2001, Αρχειοθέτηση 18/07/2001

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 2001/0059, Προειδοποιητική επιστολή 23/03/2001, Αιτιολογημένη γνώμη 24/07/2001, Αρχειοθέτηση 20/12/2001

XIXη Ετήσια Έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου (2001)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV, μέρος 2: ανακεφαλαιωτικός πίνακας

Κατάσταση ανακοίνωσης των εθνικών μέτρων εκτέλεσης των οδηγιών (κατάσταση στις 31 Δεκεμβρίου 2001)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV - ΜΕΡΟΣ 3

ΜΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ

Σημ. : Η αναγραφόμενη ημερομηνία είναι εκείνη της κοινοποίησης στο κράτος μέλος ή της κατάθεσης του δικογράφου στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Χρησιμοποιούμενες συντομογραφίες (βλ. Μέρος 1)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV - ΜΕΡΟΣ 4

ΚΑΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ

Σημ. : Η αναγραφόμενη ημερομηνία είναι εκείνη της κοινοποίησης στο κράτος μέλος ή της κατάθεσης του δικογράφου στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Χρησιμοποιούμενες συντομογραφίες (βλ. Μέρος 1)

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Αποφάσεις του Δικαστηρίου που εκδόθηκαν μέχρι τις 31.12.2001

και

δεν έχουν ακόμα εκτελεστεί

Βέλγιο

Απόφαση της 21/01/99, υπόθεση C-207/97

Μη ανακοίνωση των προγραμμάτων μείωσης της ρύπανσης που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες οι οποίες εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι βελγικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2001, μέτρα που αποτελούν το αντικείμενο τεχνικής ανάλυσης από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 14/09/99, υπόθεση C-170/98

Διακανονισμός σχετικά με τον καταμερισμό των φορτίων που περιλαμβάνεται στη διμερή συμφωνία Βελγίου-Ζαΐρ

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής είναι της γνώμης ότι το πρόσθετο πρωτόκολλο που συνάφθηκε με το Κονγκό στις 8 Ιουνίου 1999 τερματίζει την παράβαση.

Οι βελγικές αρχές δεν επιβεβαίωσαν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του πρωτοκόλλου.

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 14/09/99, υπόθεση C-171/98

Διακανονισμός σχετικά με τον καταμερισμό των φορτίων που περιλαμβάνεται στη διμερή συμφωνία ΟΕΒΛ- Τόγκο

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής κρίνουν ότι το πρόσθετο πρωτόκολλο που συνάφθηκε με το Τόγκο στις 27 Σεπτεμβρίου 1999 τερματίζει την παράβαση.

Οι βελγικές αρχές δεν επιβεβαίωσαν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του πρωτοκόλλου.

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 14/09/99, υπόθεση C-201/98

Διακανονισμός σχετικά με τον καταμερισμό των φορτίων που περιλαμβάνεται στις διμερείς συμφωνίες Bελγίου - Χωρών CMEAOC (Υπουργική Διάσκεψη των Κρατών Δυτικής και Κεντρικής Aφρικής για τις Θαλάσσιες Μεταφορές)

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής κρίνουν ότι οι συμφωνίες που συνάφθηκαν με τη Σενεγάλη, την Ακτή Ελεφαντοστού και το Μαλί προσαρμόστηκαν ορθά.

Οι βελγικές αρχές δεν επιβεβαίωσαν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του πρωτοκόλλου.

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 09/03/00, υπόθεση C-355/98

Περιορισμός στον τομέα των επιχειρήσεων ιδιωτικής ασφαλείας

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228. Οι βελγικές αρχές διαβίβασαν τον νόμο της 10ης Ιουνίου 2001 με τον οποίο τροποποιείται ο νόμος της 10ης Απριλίου 1990. Η νομοθεσία αυτή δεν είναι πλήρως ικανοποιητική.

Συνεχίζονται οι επαφές με τις βελγικές αρχές.

Απόφαση της 25/05/00, υπόθεση C-307/98

Μερική συμμόρφωση της νομοθεσίας περί της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι βελγικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Σεπτέμβριο 2001, τα νομοθετικά μέτρα τα οποία όμως εκτελούν εν μέρει μόνο την απόφαση του Δικαστηρίου.

Τον Δεκέμβριο 2001 υπέβαλαν συμπληρωματικές παρατηρήσεις που εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 14/06/01, υπόθεση C-230/00

Αντίκτυπος, σιωπηρή άδεια, μη συμμόρφωση διαφόρων νομοθετικών μέτρων του Βελγίου για τη μεταφορά της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί των στερεών αποβλήτων, όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες 91/156, 76/464, 80/68, 84/360 και 85/337.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής θα έλθουν προσεχώς σε επαφή με τις βελγικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Γερμανία

Απόφαση της 08/06/99, υπόθεση C-198/97

Ποιότητα των υδάτων κολύμβησης

Ο φάκελος εξελίσσεται θετικά.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής επιθυμούν να εξετάσουν τα στοιχεία σχετικά με την κολυμβητική περίοδο 2001 πριν να προβούν ενδεχομένως στην αρχειοθέτηση της υπόθεσης αυτής.

Απόφαση της 09/09/99, υπόθεση C-102/97

Διάθεση των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων, αναγέννηση

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι γερμανικές αρχές διαβίβασαν σχέδια των συμπληρωματικών νομοθετικών μέτρων και χρονοδιάγραμμα θέσπισής τους.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής απηύθυναν αίτημα πληροφόρησης για να επαληθεύσουν ότι τα σχεδιαζόμενα μέτρα οδηγούν σε πλήρη εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 11/11/99, υπόθεση C-184/97

Μη ανακοίνωση των προγραμμάτων μείωσης της ρύπανσης που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες οι οποίες εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας

Οι γερμανικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Νοέμβριο 2001, τα προγράμματα μείωσης της ρύπανσης για όλα τα ομόσπονδα κράτη.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξετάζουν τα εν λόγω μέτρα.

Απόφαση της 18/07/01, υπόθεση C-316/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων εκτέλεσης της οδηγίας 96/43/ΕΚ του Συμβουλίου για τροποποίηση και κωδικοποίηση της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των ζώντων ζώων και ορισμένων ζωικών προϊόντων

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γερμανικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Ο φάκελος φαίνεται ότι εξελίσσεται θετικά, αλλά πρέπει να τύχει αξιολόγησης υπό το πρίσμα σχεδίου κατάργησης της οδηγίας αριθ. 85/73/ΕΟΚ.

Απόφαση της 11/09/01, υπόθεση C-71/99

Μη πλήρης διαβίβαση του εθνικού καταλόγου οικοτόπων που προβλέπεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γερμανικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 25/10/01, υπόθεση C-493/99

Απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο κοινοπραξίας

Πρόσφατη απόφαση.

Ελλάδα

Απόφαση της 22/10/97, υπόθεση C-375/95

Φορολογία μεταχειρισμένων αυτοκινήτων

Η εξέταση των μέτρων που διαβίβασαν οι ελληνικές αρχές οδήγησαν στη συνέχιση της διαδικασίας του άρθρου 228 όσον αφορά την εξαίρεση των εισαγόμενων μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από το μειωμένο συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης που προβλέπεται για αυτοκίνητα που κατασκευάζονται σύμφωνα με "αντιρρυπαντική" τεχνολογία.

Απόφαση της 15/10/98, υπόθεση C-385/97

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 93/118/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των νωπών κρεάτων και των κρεάτων πουλερικών

Η συνέχιση της διαδικασίας πρέπει να τύχει αξιολόγησης υπό το πρίσμα σχεδίου κατάργησης της οδηγίας αριθ. 85/73/ΕΟΚ.

Απόφαση της 28/10/99, υπόθεση C-187/98

Ισότητα γυναικών και ανδρών στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης

Οι ελληνικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Νοέμβριο 2001, νομοθετικά μέτρα τα οποία εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 16/12/99, υπόθεση C-137/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 96/43/ΕΚ που τροποποιεί την οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών

Η συνέχιση της διαδικασίας πρέπει να τύχει αξιολόγησης υπό το πρίσμα σχεδίου κατάργησης της οδηγίας αριθ. 85/73/ΕΟΚ.

Απόφαση της 25/05/00, υπόθεση C-384/97

Μη ανακοίνωση των προγραμμάτων μείωσης της ρύπανσης που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες οι οποίες εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι ελληνικές αρχές διαβίβασαν μέτρα τα οποία εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 15/06/00, υπόθεση C-470/98

Κτηνιατρικές εισφορές για τα προϊόντα γεωργικής προέλευσης τα προερχόμενα από τρίτες χώρες

Η συνέχιση της διαδικασίας πρέπει να τύχει αξιολόγησης υπό το πρίσμα σχεδίου κατάργησης της οδηγίας αριθ. 85/73/ΕΟΚ.

Απόφαση της 16/11/00, υπόθεση C-214/98

Εισφορές προς είσπραξη για τις υγειονομικές επιθεωρήσεις και ελέγχους των νωπών κρεάτων

Η συνέχιση της διαδικασίας πρέπει να τύχει αξιολόγησης υπό το πρίσμα σχεδίου κατάργησης της οδηγίας αριθ. 85/73/ΕΟΚ.

Απόφαση της 14/12/00, υπόθεση C-457/98

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 96/97/ΕΚ που τροποποιεί την οδηγία 86/378/EΟΚ του Συμβουλίου για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης

Οι ελληνικές αρχές διαβίβασαν σχέδια νομοθετικών μέτρων την θέσπιση των οποίων αναμένουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 08/03/01, υπόθεση C-176/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 96/24/ΕΚ του Συμβουλίου, για την τροποποίηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ περί εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ελληνικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου. Ελλείψει απαντήσεως, κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 11/10/01, υπόθεση C-457/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 95/69/ΕΚ του Συμβουλίου για τη θέσπιση των όρων και των κανόνων που εφαρμόζονται κατά την έγκριση και την εγγραφή ορισμένων εγκαταστάσεων και ενδιαμέσων του τομέα της διατροφής των ζώων

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ελληνικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 16/10/01, υπόθεση C-397/99

Κακή εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 96/2/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Ιανουαρίου 1996, για τις κινητές και προσωπικές επικοινωνίες

Οι ελληνικές αρχές ανακοίνωσα μέτρα τα οποία εξετάζουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 25/10/01, υπόθεση C-398/98

Αποθήκευση και εμπορία πετρελαϊκών προϊόντων

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ελληνικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 06/12/01, υπόθεση C-148/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς των οδηγιών 97/41/ΕΚ του Συμβουλίου περί του καθορισμού της μέγιστης περιεκτικότητας για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων , 98/51/ΕΚ της Επιτροπής για την έγκριση και την εγγραφή ορισμένων εγκαταστάσεων και ενδιαμέσων του τομέα της διατροφής των ζώων και 98/67/ΕΚ της Επιτροπής

Πρόσφατη απόφαση.

Ισπανία

Απόφαση της 22/03/94, υπόθεση C-375/92

Περιορισμοί στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών των ξεναγών

Σημειώθηκε ουσιαστική πρόοδος

Οι ισπανικές αρχές ανακοίνωσαν τα διατάγματα που εκδόθηκαν από όλες τις αυτόνομες κοινότητες πλην της Ανδαλουσίας.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναμένουν την τυπική θέσπιση αυτών των τελευταίων μέτρων.

Απόφαση της 12/02/98, υπόθεση C-92/96

Κακή εφαρμογή των διατάξεων που προβλέπονται στην oδηγία 76/160/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της ποιότητος των υδάτων κολυμβήσεως, όσον αφορά τα εσωτερικά ύδατα

Οι ισπανικές αρχές διαβίβασαν μέτρα τα οποία δεν αποδείχτηκαν ικανοποιητικά.

Έγινε προσφυγή στο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 228 παρ. 2.

Η προσφυγή αυτή συνοδεύεται από αίτημα επιβολής χρηματικής ποινής.

Απόφαση της 25/11/98, υπόθεση C-214/96

Κακή εφαρμογή της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητος (άρθρο 7 : προγράμματα μείωσης της ρύπανσης)

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι ισπανικές αρχές διαβίβασαν, τον Νοέμβριο 2001, πάμπολλες πληροφορίες που εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 18/01/01, υπόθεση C-83/99

Κακή εφαρμογή της 6ης οδηγίας ΦΠΑ, μειωμένος συντελεστής στα διόδια αυτοκινητοδρόμων

Ο φάκελος εξελίσσεται θετικά.

Οι ισπανικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Οκτώβριο 2001, ότι το σχέδιο νόμου περί οικονομικών για το 2002 θα καταργήσει τον ενεχόμενο μειωμένο συντελεστή.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναμένουν την επίσημη κοινοποίηση των ληφθέντων μέτρων.

Απόφαση της 13/09/01, υπόθεση C-417/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ισπανικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Γαλλία

Απόφαση της 11/06/91, υπόθεση C-64/88

Αλιεία : κακός έλεγχος της τήρησης των τεχνικών μέτρων διατήρησης

Ούτε οι παρατηρήσεις που έγιναν από τους ελεγκτές της Επιτροπής τον Ιούνιο 2001 ούτε οι πληροφορίες που ανακοινώθηκαν από τις γαλλικές αρχές μπορούν να οδηγήσουν στη διαπίστωση ότι εκτελέστηκε η απόφαση του Δικαστηρίου.

Αποφασίστηκε να κινηθεί η διαδικασία του άρθρου 228 παράγραφος 2.

Συνοδεύεται από αίτημα επιβολής χρηματικής ποινής.

Απόφαση της 09/12/97, υπόθεση C-265/95

Εμπόδια στην εισαγωγή φράουλας από την Ισπανία

Μετά από νέα επεισόδια στον τομέα του βοείου κρέατος, οι υπηρεσίες της Επιτροπής απηύθυναν επιστολή στις γαλλικές αρχές, τον Οκτώβριο 2001, για να επαληθεύσουν το ενδεχόμενο η απόφαση του Δικαστηρίου να χρειάζεται άλλα μέτρα εκτέλεσης.

Απόφαση της 18/03/99, υπόθεση C-166/97

Εκβολή του Σηκουάνα, ανεπαρκής χαρακτηρισμός ως ΖΕΠ και ελλιπές σύστημα προστασίας

Επειδή καμία πληροφορία σχετικά με την εφαρμογή μέτρων προστασίας και διαχείρισης της εκβολής δεν έχει φθάσει στις υπηρεσίες της Επιτροπής, συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Τον Δεκέμβριο 2001, οι γαλλικές αρχές παρέσχον συμπληρωματικές πληροφορίες, οι οποίες ευρίσκονται στο στάδιο της εξέτασης.

Απόφαση της 19/05/99, υπόθεση C-225/97

Κακή μεταφορά της οδηγίας 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων φορέων οι οποίοι λειτουργούν στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών (προσφυγή)

Ο φάκελος εξελίσσεται θετικά.

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Οκτώβριο 2001, τα εθνικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναμένουν τη δημοσίευση της εγκυκλίου στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Απόφαση της 25/11/99, υπόθεση C-96/98

Υποβάθμιση του Marais poitevin

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Δεκέμβριο 2001, σχέδιο προγράμματος δράσης για το Marais poitevin, το οποίο εξετάζεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 16/12/99, υπόθεση C-239/98

Μη σύμφωνη μεταφορά των οδηγιών 92/49/ΕΟΚ και 92/96/ΕΟΚ του Συμβουλίου που αφορούν, αντίστοιχα, την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής και την πρωτασφάλιση ζωής (τρίτες οδηγίες ασφάλισης)

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν το διάταγμα για τον κώδικα των μετοχικών ταμείων (code de la mutualitι) που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Ως ημερομηνία έναρξης ισχύος του διατάγματος ορίστηκε η 24η Απριλίου 2002.

Αναμένονται ακόμα μερικά διατάγματα εφαρμογής.

Απόφαση της 15/02/00, υπόθεση C-34/98

Κοινωνική εισφορά στην αποπληρωμή του κοινωνικού χρέους και διασυνοριακοί εργαζόμενοι

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν νομοθετικά μέτρα που τροποποιούν το κριτήριο υπαγωγής στο CSG και το CRDS.

Τον Δεκέμβριο 2001, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν συμπληρωματικές διευκρινίσεις για τις λεπτομέρειες επιστροφής εξόδων και συνταγών που εφαρμόζονται στις αχρεωστήτως καταβληθείσες εισφορές.

Απόφαση της 15/02/00, υπόθεση C-169/98

Εφαρμογή της γενικευμένης κοινωνικής εισφοράς στους διασυνοριακούς εργαζόμενους

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν νομοθετικά μέτρα που τροποποιούν το κριτήριο υπαγωγής στο CSG και το CRDS.

Τον Δεκέμβριο 2001, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν συμπληρωματικές διευκρινίσεις για τις λεπτομέρειες επιστροφής εξόδων και συνταγών που εφαρμόζονται στις αχρεωστήτως καταβληθείσες εισφορές.

Απόφαση της 23/03/00, υπόθεση C-327/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των διατάξεων περί της εμπορίας και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσεως

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν σχέδιο διατάγματος με το οποίο εξασφαλίζεται μερική μεταφορά του άρθρου 12 της οδηγίας.

Απόφαση της 06/04/00, υπόθεση C-256/98

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν νομοθετικά μέτρα μεταφοράς του άρθρου 6 της οδηγίας, καθώς και δύο διατάγματα εφαρμογής σχετικά με τον καθορισμό και τη διαχείριση των οικοτόπων Natura 2000 - αντίστοιχα στις 18 και 21.12.2001.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 26/09/00, υπόθεση C-23/99

Κατάσχεση ανταλλακτικών υπό διαμετακόμιση- Προστασία σχεδίων και υποδειγμάτων - Προβλήματα παραποίησης

Μετά από την αρνητική γνωμοδότηση που εξέδωσε το γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας για το σχέδιο διατάγματος που θα μπορούσε να θέσει σε εφαρμογή την απόφαση του Δικαστηρίου, αποδεικνύεται ότι δεν θα μπορέσουν να σημειωθούν, σε εύλογο χρόνο, οι αναγκαίες νομοθετικές τροποποιήσεις.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 23/11/00, υπόθεση C-319/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 95/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη χρήση προτύπων για τη μετάδοση τηλεοπτικού σήματος

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν τα νομοθετικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας και καθορισμού των τεχνικών προδιαγραφών.

Τον Δεκέμβριο 2001 κοινοποιήθηκαν τρία διατάγματα που συμπληρώνουν τη μεταφορά.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 07/12/00, υπόθεση C-374/98

Ανεπάρκεια κατάταξης ως ΖΕΠ και ειδικών μέτρων διατήρησης στους τόπους του Vingrau και Tautavel (Ανατολικά Πυρηναία)

Τα μέτρα που ανακοίνωσαν οι γαλλικές αρχές για την εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου απαιτούν πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα για την εφαρμογή τους, και ως εκ τούτου κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228, η οποία και συνεχίζεται.

Απόφαση της 07/12/00, υπόθεση C-38/99

Ημερομηνίες έναρξης και λήξης της θήρας μη σύμφωνες με τις απαιτήσεις της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γαλλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν νομοθετικά μέτρα τα οποία, αφού εξετάστηκαν, δεν αποδείχτηκαν ικανοποιητικά.

Απόφαση της 18/01/01, υπόθεση C-151/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 97/66/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και προστασίας της ιδιωτικής ζωής στον τηλεπικοινωνιακό τομέα

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν ορισμένα νομοθετικά μέτρα τα οποία εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, αλλά πολλά άρθρα της οδηγίας απομένουν προς μεταφορά.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228, η οποία και συνεχίζεται.

Απόφαση της 01/02/01, υπόθεση C-333/99

Παράλειψη σχετικά με τη διαχείριση των ποσοστώσεων και τον έλεγχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής δεν διαθέτουν οριστικά στοιχεία σχετικά με τα αλιεύματα που έγιναν στη Γαλλία μετά την απαγγελία της απόφασης του Δικαστηρίου. Θα απευθυνθούν προσεχώς στις γαλλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που αυτές σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση.

Απόφαση της 08/03/01, υπόθεση C-266/99

Ρύπανση από νιτρικά άλατα των προοριζομένων για την παραγωγή ποσίμου ύδατος υδάτων επιφανείας στην Βρετάνη

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γαλλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Η ανάλυση της απάντησης αποδεικνύει ότι τα ληφθέντα μέτρα είναι ανεπαρκή.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 15/03/01, υπόθεση C-147/00

Κακή εφαρμογή της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της ποιότητος των υδάτων κολυμβήσεως και ειδικότερα την μη πραγματοποίηση δειγματοληπτικών ενεργειών σύμφωνα με την ελάχιστη συχνότητα καθώς και την μη δειγματοληψία για την υποχρεωτική παράμετρο των "ολικών κολοβακτηριδίων"

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γαλλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Οι αρχές ενθάρρυναν την τοπική αυτοδιοίκηση ώστε να ληφθεί επαρκές δείγμα και να μετρηθεί η παράμετρος που λείπει.

Εντούτοις, οι πληροφορίες αυτές δεν υπάρχουν ακόμα για τα έτη 1999-2000 και 2001.

Απόφαση της 10/05/01, υπόθεση C-285/00

Μη μεταφορά της οδηγίας 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών όσον αφορά το επάγγελμα του ψυχολόγου

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γαλλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Ο φάκελος εξελίσσεται θετικά.

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν τα νομοθετικά μέτρα που θα θέσουν σε εφαρμογή την απόφαση του Δικαστηρίου.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναμένουν πληροφορίες ως προς την ουσιαστική έναρξη ισχύος των εν λόγω μέτρων.

Απόφαση της 14/06/01, υπόθεση C-40/00

ΦΠΑ - έκπτωση στα πετρέλαια εσωτερικής καύσεως που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για οχήματα για τα οποία δεν παρέχεται δικαίωμα εκπτώσεως

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν τα νομοθετικά μέτρα που θα θέσουν σε εκτέλεση την απόφαση του Δικαστηρίου.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναμένουν την έναρξη ισχύος των εν λόγω μέτρων. Ο φάκελος θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 14/06/01, υπόθεση C-84/00

Περιορισμένο φάσμα τίτλων που δημιουργεί εμπόδια στην εμπορία, στη Γαλλία, τεχνουργημάτων από πολύτιμα μέταλλα που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη

Οι γαλλικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Νοέμβριο 2001, το διάταγμα με το οποίο τίθεται τέλος στην παράβαση προβλέποντας τον τίτλο που λείπει. Ο φάκελος θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 11/09/01, υπόθεση C-220/99

Μη διαβίβαση του εθνικού καταλόγου οικοτόπων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της αγρίας πανίδας και χλωρίδας

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γαλλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 20/09/01, υπόθεση C-468/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 96/50/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εναρμόνιση των προϋποθέσεων απόκτησης εθνικού πιστοποιητικού κυβερνήτη σκάφους εσωτερικής ναυσιπλοΐας για τη μεταφορά εμπορευμάτων και προσώπων στην Κοινότητα

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις γαλλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 06/12/01, υπόθεση C-146/00

Καθολική υπηρεσία. Μη συμμόρφωση προς το άρθρο 4γ της οδηγίας 90/388/ΕΟΚ της Επιτροπής σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και προς το άρθρο 5 παράγραφοι 1, 3 και 5 της οδηγίας 97/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη διασύνδεση και διαλειτουργικότητα

Πρόσφατη απόφαση.

Απόφαση της 13/12/01, υπόθεση C-1/00

Μη τήρηση των κοινοτικών αποφάσεων σχετικά με το βρετανικό βόειο κρέας

Πρόσφατη απόφαση.

Iρλανδία

Απόφαση της 21/09/99, υπόθεση C-392/96

Μη συμμόρφωση της ιρλανδικής νομοθεσίας με πολλές διατάξεις της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Τον Δεκέμβριο 2001, οι ιρλανδικές αρχές διαβίβασαν πολλά νομοσχέδια, των οποίων την τυπική ανακοίνωση αναμένουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 26/09/00, υπόθεση C-408/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 94/55/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις οδικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων και της οδηγίας 96/86 για την προσαρμογή της στην τεχνική πρόοδο

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Με επιστολή στις 13.12.2001 οι ιρλανδικές αρχές ανακοίνωσαν τα νομοθετικά μέτρα με τα οποία θα τεθεί σε εκτέλεση η απόφαση του Δικαστηρίου.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 14/12/00, υπόθεση C-347/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 95/50/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την καθιέρωση ενιαίων διαδικασιών στον τομέα του ελέγχου των οδικών μεταφορών επικίνδυνων εμπορευμάτων

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Με επιστολή στις 13.12.2001 οι ιρλανδικές αρχές ανακοίνωσαν τα νομοθετικά μέτρα με τα οποία θα τεθεί σε εκτέλεση η απόφαση του Δικαστηρίου.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 21/06/01, υπόθεση C-30/99

Περιορισμένο φάσμα τίτλων και υποχρέωση για τα τεχνουργήματα από πολύτιμα μέταλλα να φέρουν εγχάρακτη σφραγίδα ευθύνης εγκεκριμένη από το ιρλανδικό κράτος, που δημιουργεί εμπόδια στην εμπορία στην Ιρλανδία των εν λόγω προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη

Οι ιρλανδικές αρχές ανακοίνωσαν, στις 21.12.2001, νέα ρύθμιση με την οποία θα τεθεί σε εκτέλεση η απόφαση του Δικαστηρίου.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 11/09/01, υπόθεση C-67/99

Μη ανακοίνωση του πλήρους εθνικού καταλόγου φυσικών οικοτόπων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της αγρίας πανίδας και χλωρίδας

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 20/09/01, υπόθεση C-370/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς των οδηγιών 96/49/ΕΚ και 96/87/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων

Οι ιρλανδικές αρχές ανακοίνωσαν, στις 21.11.2001, τα νομοθετικά μέτρα με τα οποία θα μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο οι οδηγίες.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 18/10/01, υπόθεση C-354/99

Μη συμμόρφωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 86/609/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειραματικούς και άλλους επιστημονικούς σκοπούς

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ιρλανδικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 13/12/01, υπόθεση C-372/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 96/48/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του διευρωπαϊκού σιδηροδρομικού συστήματος μεγάλης ταχύτητας

Πρόσφατη απόφαση.

Ιταλία

Απόφαση της 01/06/95, υπόθεση C-40/93

Πρόσβαση στο επάγγελμα του οδοντιάτρου

Οι ιταλικές αρχές διαβίβασαν το διάταγμα σχετικά με τη διοργάνωση της δοκιμασίας επάρκειας.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναμένουν λεπτομερή έκθεση για την πρακτική εξέλιξη αυτής της δοκιμασίας που θα γίνει προσεχώς.

Ο φάκελος εξελίσσεται θετικά.

Απόφαση της 29/01/98, υπόθεση C-280/95

Μη εκτέλεση της απόφασης 93/496/ΕΟΚ της 9ης Ιουνίου 1993 σχετικά με την υποχρέωση ανάκτησης των φορολογικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στους οδικούς μεταφορείς για το έτος 1992

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι ιταλικές αρχές ανακοίνωσαν τις δεσμευτικές διοικητικές πράξεις με τις οποίες καθιερώνονται εθνικές διοικητικές διαδικασίες που καθιστούν δυνατή κατ' αρχήν την ανάκτηση όλων των σχετικών ενισχύσεων.

Η διαδικασία ανάκτησης δεν έχει αρχίσει ακόμα.

Απόφαση της 01/10/98, υπόθεση C-285/96

Κακή εφαρμογή της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον τής Κοινότητος (άρθρο 7 : προγράμματα μείωσης της ρύπανσης)

Τα μέτρα που ανακοίνωσαν οι ιταλικές αρχές είναι ανεπαρκή.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 25/03/99, υπόθεση C-112/97

Απαγόρευση εγκατάστασης συσκευών αερίου σύμφωνων με την οδηγία 90/396/ΕΟΚ

Οι αρχές ανακοίνωσαν νέα μέτρα που επιβάλλουν επίσης συμπληρωματικές περιοριστικές απαιτήσεις, οι οποίες δεν φαίνονται δικαιολογημένες.

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 09/11/99, υπόθεση C-365/97

Απόβλητα, κοιλάδα του San Rocco

Η απόφαση εκτελέστηκε εν μέρει.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής αναμένουν ακόμα την ανακοίνωση των μέτρων που θα θέσουν σε εφαρμογή το άρθρο 8 της οδηγίας αριθ. 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα απόβλητα.

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 09/03/00, υπόθεση C-386/98

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων εκτέλεσης της οδηγίας 93/104/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένα στοιχεία της οργάνωσης του χρόνου εργασίας

Οι ιταλικές αρχές διαβίβασαν το κείμενο του «legge comunitaria 2000» που δηλώνει τη δέσμευσή τους να μεταφέρουν την οδηγία εντός προθεσμίας ενός έτους.

Δεδομένου ότι δεν ανακοινώθηκε κανένα μέτρο, κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 08/06/00, υπόθεση C-264/99

Νομοθετικά εμπόδια στη δραστηριότητα των αποστολέων εμπορευμάτων

Οι ιταλικές αρχές διαβίβασαν τα νομοθετικά μέτρα για την εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου.

Προκύπτει ότι το διάταγμα που διαβιβάστηκε δεν άρει τις υποχρεώσεις που ορίστηκαν ρητά στην απόφαση του Δικαστηρίου ως ασυμβίβαστες προς τη συνθήκη.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 07/12/00, υπόθεση C-395/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς, αντίστοιχα, της οδηγίας 96/51/ΕΚ που τροποποιεί την οδηγία 70/524/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί των προσθέτων υλών στη διατροφή των ζώων και της οδηγίας 96/93/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με την πιστοποίηση ζώων και ζωικών προϊόντων

Οι ιταλικές αρχές διαβίβασαν το κείμενο του «legge comunitaria 2000» που δηλώνει τη δέσμευσή τους να μεταφέρουν την οδηγία στο πολύ προσεχές μέλλον.

Απόφαση της 10/05/01, υπόθεση C-444/99

Κακή εφαρμογή της οδηγίας 92/106 του Συμβουλίου, διατήρηση καθεστώτος ποσοστώσεων για τις οδικές μεταφορές που αποτελούν μέρος συνδυασμένων μεταφορών

Οι ιταλικές αρχές ανακοίνωσαν τα νομοθετικά μέτρα προς εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί στο αρχείο στο εγγύς μέλλον.

Απόφαση της 17/05/01, υπόθεση C-159/99

Μη συμμόρφωση της ιταλικής νομοθεσίας προς πολλές διατάξεις της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τη διατήρηση των αγρίων πτηνών

Οι ιταλικές αρχές διαβίβασαν το κείμενο του «legge comunitaria 2001» που δηλώνει τη δέσμευσή τους να εκτελέσουν την απόφαση του Δικαστηρίου.

Εντούτοις, κανένα νομοθετικό σχέδιο ή χρονοδιάγραμμα δεν ανακοινώθηκε στις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 29/05/01, υπόθεση C-263/99

Περιορισμός στην άσκηση της δραστηριότητας συμβούλου σε θέματα οδικής κυκλοφορίας

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ιταλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 31/05/01, υπόθεση C-283/99

Περιορισμός στην άσκηση της δραστηριότητας φύλαξης περιουσίας, απαίτηση ιθαγένειας

Ο φάκελος εξελίσσεται θετικά.

Οι ιταλικές αρχές ανακοίνωσαν ότι το άρθρο 22α του νομοσχεδίου «legge comunitaria 2001» που επεκτείνει σε όλους τους κοινοτικούς υπηκόους τη δυνατότητα άσκησης δραστηριοτήτων στον τομέα των υπηρεσιών ιδιωτικής ασφάλειας, θα θεσπιστεί στο εγγύς μέλλον από το κοινοβούλιο.

Απόφαση της 26/06/01, υπόθεση C-212/99

Διακρίσεις στους λέκτορες ξένων γλωσσών

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ιταλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 04/07/01, υπόθεση C-447/99

Διάκριση ως προς τα τέλη επιβιβάσεως στην πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών

Οι ιταλικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Νοέμβριο 2001, νομοθετικά μέτρα προς εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί στο αρχείο στο εγγύς μέλλον.

Απόφαση της 25/10/01, υπόθεση C-78/00

Κακή εφαρμογή της 6ης οδηγίας ΦΠΑ αριθ. 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, λεπτομέρειες επιστροφής του επί πλέον ΦΠΑ

Ο φάκελος εξελίσσεται θετικά.

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συνέχισαν τις επαφές με τις ιταλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που σχεδιάζουν να λάβουν για την πλήρη συμμόρφωσή τους προς την απόφαση του Δικαστηρίου, και ειδικότερα το διάταγμα για την εκτέλεση του νομοθετικού διατάγματος που προβλέπει την επιστροφή.

Απόφαση της 08/11/01, υπόθεση C-127/99

Έλλειψη προγραμμάτων δράσης για τις ευπρόσβλητες ζώνες, την παρακολούθηση και τους ελέγχους που προβλέπονται από την οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προελεύσεως

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ιταλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 15/11/01, υπόθεση C-49/00

Μη σύμφωνη μεταφορά της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ιταλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 29/11/01, υπόθεση C-202/99

Κακή μεταφορά των οδηγιών 76/686/ΕΟΚ και 78/687/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων και τις δραστηριότητες του οδοντιάτρου

Πρόσφατη απόφαση.

Απόφαση της 06/12/01, υπόθεση C-148/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 98/51/ΕΚ της Επιτροπής για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων εφαρμογής της οδηγίας 95/69/ΕΚ του Συμβουλίου για την έγκριση και την εγγραφή ορισμένων εγκαταστάσεων και ενδιαμέσων του τομέα της διατροφής των ζώων

Πρόσφατη απόφαση.

Απόφαση της 11/12/01, υπόθεση C-376/00

Μη ύπαρξη εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 18 της οδηγίας 75/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί διαθέσεως των χρησιμοποιημένων κατά την περίοδο 1995-1997 ορυκτελαίων

Πρόσφατη απόφαση.

Λουξεμβούργο

Απόφαση της 11/06/98, υπόθεση C-206/96

Απουσία προγραμμάτων για τη μείωση της ρύπανσης όσον αφορά τις 99 ουσίες που αναγράφονται στον κατάλογο II του παραρτήματος της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί ρυπάνσεως πού προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες πού εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον τής Κοινότητος

Από τις πληροφορίες που ανακοίνωσαν οι αρχές του Λουξεμβούργου προκύπτει ότι πραγματοποιήθηκαν εκστρατείες μέτρων για τις 99 ενεχόμενες ουσίες.

Εντούτοις, δεν θεσπίστηκε κανένα υποχρεωτικό νομικό μέσο και ως εκ τούτου κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 16/12/99, υπόθεση C-138/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 94/56/ΕΚ του Συμβουλίου για την θέσπιση των βασικών αρχών που διέπουν τις έρευνες ατυχημάτων και συμβάντων πολιτικής αεροπορίας

Συνεχίστηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Τα μέτρα που ανακοίνωσαν οι αρχές του Λουξεμβούργου δεν κοινοποιήθηκαν στις υπηρεσίες της Επιτροπής, και ως εκ τούτου αποφασίστηκε η προσφυγή στο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 228 παράγραφος 2 της συνθήκης.

Η προσφυγή συνοδεύτηκε από αίτημα επιβολής χρηματικής ποινής.

Απόφαση της 08/03/01, υπόθεση C-266/00

Κακή εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις αρχές του Λουξεμβούργου προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Η απάντηση των αρχών του Λουξεμβούργου εξετάζεται.

Απόφαση της 03/07/01, υπόθεση C-297/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 98/35/ΕΚ για την τροποποίηση της οδηγίας 94/58/ΕΚ σχετικά με το ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις αρχές του Λουξεμβούργου προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 04/10/01, υπόθεση C-450/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής απευθύνθηκαν στις αρχές τους Λουξεμβούργου προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 13/12/01, υπόθεση C-107/01

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 98/76/ΕΚ του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 96/26/ΕΚ σχετικά με την πρόσβαση στο επάγγελμα του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων και επιβατών

Πρόσφατη απόφαση

Κάτω Χώρες

Απόφαση της 10/05/01, υπόθεση C-152/98

Ρύπανση της λεκάνης του Escaut - Κακή εφαρμογή της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητος

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής απευθύνθηκαν στις ολλανδικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Οι ολλανδικές αρχές ανακοίνωσαν, τον Δεκέμβριο 2001, μέτρα τα οποία εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 11/10/01, υπόθεση C-254/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 95/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη χρήση προτύπων για τη μετάδοση τηλεοπτικού σήματος

Πρόσφατη απόφαση.

Απόφαση της 08/11/01, υπόθεση C-338/98

Έκπτωση ορισμένου ποσοστού της αποζημιώσεως για τη χρησιμοποίηση ιδιωτικού οχήματος για επαγγελματικούς σκοπούς - κακή εφαρμογή της 6ης οδηγίας αριθ. 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τούς φόρους κύκλου εργασιών

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις ολλανδικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Αυστρία

Απόφαση της 26/09/00, υπόθεση C-205/98

Αύξηση των διοδίων του Brenner

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συνέχισαν τις επαφές τους με τις αυστριακές αρχές.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 14/06/01, υπόθεση C-473/99

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 95/30/ΕΚ για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 90/679/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις αυστριακές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Οι αυστριακές αρχές ανακοίνωσαν νομοθετικά μέτρα που εξετάζονται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

Απόφαση της 11/10/01, υπόθεση C-110/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 97/59/ΕΚ για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 90/679/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις αυστριακές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 11/10/01, υπόθεση C-110/00

Μη ανακοίνωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 97/65/ΕΚ για την τρίτη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 90/679/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις αυστριακές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Απόφαση της 27/11/01, υπόθεση C-424/99

Διαφάνεια των μέτρων που ρυθμίζουν τον καθορισμό των τιμών των φαρμάκων για ανθρώπινη χρήση και την κάλυψη του κόστους των στο πεδίο εφαρμογής των εθνικών ασφαλιστικών συστημάτων υγείας

Πρόσφατη απόφαση.

Πορτογαλία

Απόφαση της 04/07/00, υπόθεση C-84/98

Διακανονισμός σχετικά με τον καταμερισμό των φορτίων που περιλαμβάνεται στη διμερή συμφωνία Πορτογαλίας - Γιουγκοσλαβίας

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Οι πορτογαλικές αρχές διαβίβασαν πληροφορίες σχετικά με την καταγγελία της συμφωνίας με την ΟΔΓ, τη Μακεδονία, την Κροατία και τη Βοσνία που θα αρχίσει να ισχύει στις αρχές του 2002.

Απόφαση της 13/07/00, υπόθεση C-261/98

Κακή εφαρμογή της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον τής Κοινότητος (άρθρο 7 : προγράμματα μείωσης της ρύπανσης)

Οι πορτογαλικές αρχές διαβίβασαν εκθέσεις για τον εντοπισμό και την παρακολούθηση των 99 ουσιών του παραρτήματος II της προαναφερθείσας οδηγίας.

Τα έγγραφα που διαβίβασαν μπορεί να είναι απαραίτητα, αλλά δεν συνιστούν προγράμματα κατά την έννοια του άρθρου 7 της οδηγίας.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 08/03/01, υπόθεση C-276/98

Μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ που εφαρμόζεται στις συναλλαγές οίνων, μηχανών και εξοπλισμού για εναλλακτικές μορφές ενέργειας, γεωργικού εξοπλισμού

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις πορτογαλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Ο νόμος για τον προϋπολογισμό της Πορτογαλίας προβλέπει ότι από την 01/01/2002 θα εφαρμοστεί στα προϊόντα αυτά συντελεστής 12%, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 2 εδάφιο γ) της έκτης οδηγίας ΦΠΑ.

Ο φάκελος αυτός θα τεθεί προσεχώς στο αρχείο.

Απόφαση της 26/06/01, υπόθεση C-70/99

Διάκριση ως προς τα τέλη επιβίβασης στην πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων στις ενδοκοινοτικές πτήσεις

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις πορτογαλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Στην απάντησή τους, οι πορτογαλικές αρχές εκφράζουν την επιθυμία να συνεχιστούν οι επαφές με τις υπηρεσίες της Επιτροπής προκειμένου να συζητηθούν τα σχέδια των νομοθετικών μέτρων.

Απόφαση της 16/10/01, υπόθεση C-429/99

Απαγόρευση προσφοράς της υπηρεσίας επανακλήσεως («call-back»)

Μη συμμόρφωση των εθνικών μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 90/388/ΕΟΚ της Επιτροπής, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 96/19/ΕΚ, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών

Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ήλθαν σε επαφή με τις πορτογαλικές αρχές προκειμένου να πληροφορηθούν τα μέτρα που οι δεύτερες σχεδιάζουν να λάβουν για να συμμορφωθούν με την απόφαση του Δικαστηρίου.

Ηνωμένο Βασίλειο

Απόφαση της 12/09/00, υπόθεση C-359/97

Μη υπαγωγή στον ΦΠΑ των διοδίων οδικών υποδομών

Σε σύσκεψη που οργανώθηκε με τις βρετανικές αρχές τον Νοέμβριο 2001, παρασχέθηκαν ενδείξεις που επιτρέπουν την εκτίμηση ότι θα σημειωθεί κάποια πρόοδος στις αρχές του 2002.

Απόφαση της 07/12/00, υπόθεση C-69/99

Μη συμμόρφωση της νομοθεσίας που αφορά την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης

Οι βρετανικές αρχές ανακοίνωσαν πληροφορίες σχετικά με μέτρα που ελήφθησαν με σκοπό την εκτέλεση της απόφασης του Δικαστηρίου.

Τα μέτρα αυτά παραμένουν εντούτοις ανεπαρκή.

Κινήθηκε η διαδικασία του άρθρου 228.

Απόφαση της 13/11/01, υπόθεση C-427/00

Πλημμελής εφαρμογή της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως

Πρόσφατη απόφαση.

Σουηδία

Απόφαση της 14/06/01, υπόθεση C-368/00

Μη προσήκουσα εφαρμογή της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως

Από τις πληροφορίες που ευρίσκονται στη διάθεση των υπηρεσιών της Επιτροπής, προκύπτει ότι κατά την περίοδο 2000 τηρήθηκαν οι απαιτήσεις που επιβάλλονται από την οδηγία.

Ορισμένοι χώροι πάντως δεν περιελήφθησαν και ως εκ τούτου είναι ακόμα αναγκαίος ο έλεγχος εκ μέρους των τεχνικών υπηρεσιών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΑΠΟ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

1. Εφαρμογή του αρθρου 234 εκ [1]

[1] Ακολουθώντας σχετική πρακτική του Δικαστηρίου, η Επιτροπή εφαρμόζει την ακόλουθη μέθοδο παραπομπής στα άρθρα της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Όταν πρόκειται για παραπομπή σε άρθρο της εν λόγω συνθήκης όπως ίσχυε πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ την 1η Μαΐου 1999, ο αριθμός του άρθρου ακολουθείται από τη φράση "της συνθήκης ΕΚ". Όταν, αντιθέτως, πρόκειται για παραπομπή σε άρθρο της εν λόγω συνθήκης όπως ισχύει μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ την 1η Μαΐου 1999, ο αριθμός του άρθρου ακολουθείται από το αρκτικόλεξο "ΕΚ".

Στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: «το Δικαστήριο») υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του 2001, 237 προδικαστικά ζητήματα βάσει του άρθρου 234 ΕΚ από εθνικά δικαστήρια τα οποία συνάντησαν προβλήματα ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου ή αμφέβαλλαν για την ισχύ κάποιας κοινοτικής πράξης.

Το πλήρες κείμενο των προδικαστικών ζητημάτων δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ανάλογα με τη σειρά πρωτοκόλλησής τους από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου. Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται η εξέλιξη του αριθμού ζητημάτων που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη τα τελευταία ένδεκα έτη [2].

[2] Οι εκθέσεις για τα έτη από 1996 έως 1999 δημοσιεύτηκαν, αντιστοίχως, στην ΕΕ C 332 du 3.11.1997, σελ. 198, στην ΕΕ C 250 της 10.8.1998, σελ. 195, στην ΕΕ C 354 της 7.12.1999, σελ. 182, στην ΕΕ C 192 της 30.1.2001, σελ. 192, ενώ η έκθεση για το 2000 διατίθεται στην ιστοθέση της Επιτροπής στο Διαδίκτυο (http://europa.eu.int/comm/secretariat_general/sgb/droit_com/index_fr.htm).

2. εξελιξη του αριθμου προδικαστικων ζητηματων ανα κρατοσ μελοσ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Έπειτα από μία αύξηση εξαιτίας των προσχωρήσεων το 1995, ο αριθμός των παραπομπών παρέμεινε σχετικά σταθερός. Ζητήματα παραπέμφθηκαν από τα δικαστήρια όλων των κρατών μελών. Οι συγκεκριμένες 237 υποθέσεις αντιστοιχούν στο 47 % των 504 συνολικά υποθέσεων που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο το 2001. Ο παρακάτω πίνακας περιλαμβάνει στοιχεία για τον αριθμό και την ακριβή προέλευση των ζητημάτων που υποβλήθηκαν από τα ανώτατα δικαστήρια των κρατών μελών.

Αριθμός και προέλευση των προδικαστικών ζητημάτων που υποβλήθηκαν το 2000 από τα ανώτατα δικαστήρια των διαφόρων κρατών μελών

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

3. σημαντικεσ αποφασεισ των εθνικων δικαστηριων και του ευρωπαϊκου δικαστηριου των δικαιωματων του ανθρωπου

3.1. Εισαγωγή

Η ανάλυση που ακολουθεί επιτρέπει να διαπιστωθεί η εξέλιξη της συνεκτίμησης του κοινοτικού δικαίου από τα εθνικά δικαστήρια και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η ανάλυση αυτή δεν περιορίζεται στις αποφάσεις των ανωτάτων δικαστηρίων, εφόσον τα εθνικά δικαστήρια καλούνται, από τον πρώτο κιόλας βαθμό, να εφαρμόζουν, ως τακτικά δικαστήρια, τις συναφείς διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

Για τους σκοπούς της παρούσας έκθεσης, η Επιτροπή μπόρεσε και πάλι να αξιοποιήσει τα δεδομένα που συγκεντρώνονται από την υπηρεσία έρευνας και τεκμηρίωσης, καθώς και από την υπηρεσία πληροφορικής του Δικαστηρίου. Πάντως, η παρούσα έκθεση υποβάλλεται από την Επιτροπή. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, κάθε χρόνο, η υπηρεσία έρευνας και τεκμηρίωσης του Δικαστηρίου λαμβάνει γνώση 1.200 περίπου αποφάσεων που άπτονται του κοινοτικού δικαίου.

3.2. Αντικείμενο των ερευνών

Οι έρευνες που διεξήχθησαν αφορούν αποφάσεις που εκδόθηκαν ή δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια του 1999 και πραγματοποιήθηκαν σε συνάρτηση με τα ακόλουθα ερωτήματα :

α. i. Θα μπορούσε ένα δικαστήριο του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα να παραλείψει να παραπέμψει προδικαστικό ζήτημα για υπόθεση που εγείρει θέμα ερμηνείας διάταξης της κοινοτικής νομοθεσίας της οποίας η ερμηνεία δεν ήταν προδήλως σαφής;

ii. Υπάρχουν άλλες αποφάσεις στο θέμα της προδικαστικής παραπομπής που αξίζει να αναφερθούν;

β. Θα μπορούσε ένα δικαστήριο να διαπιστώσει - αντίθετα με τον κανόνα που διατυπώνεται στην απόφαση επί της υπόθεσης Foto-Frost [3] - την ακυρότητα πράξης κοινοτικού οργάνου;

[3] Aπόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Οκτωβρίου 1987, Foto-Frost, 314/85, Συλλογή σελ. 4199.

γ. Εκδόθηκαν ενδιαφέρουσες αποφάσεις που να στηρίζονται στην εφαρμογή των αποφάσεων Francovich, Factortame και Brasserie du Pκcheur;

δ. Εκδόθηκαν αποφάσεις οι οποίες επισύρουν την προσοχή λόγω του παραδειγματικού ή "επαναστατικού" χαρακτήρα τους;

Πρώτο ερώτημα

Στη Γερμανία, το Bundesverfassungsgericht [4] ακύρωσε απόφαση του Bundesverwaltungsgericht λόγω παραβίασης της συνταγματικής αρχής ότι ουδείς στερείται του φυσικού του δικαστή, η οποία τίθεται στο άρθρο 101, παράγραφος 1, δεύτερη φράση του θεμελιώδους νόμου, διότι το Bundesverwaltungsgericht δεν είχε παραπέμψει προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο.

[4] Bundesverfassungsgericht, διάταξη της 9ης Ιανουαρίου 2001, 1 BvR 1036/99, Zeitschrift fόr Wirtschaftsrecht 2001, 350 (=Europδische Grundrechte 2001, 150-153; Neue Juristische Wochenschrift 2001, 1267; Wertpapier-Mitteilungen 2001, 749; Europδische Zeitschrift fόr Wirtschaftsrecht 2001, 255; Deutsches Verwaltungsblatt 2001, 720; Die φffentliche Verwaltung 2001, 379; Juristen-Zeitung 2001, 923; Versicherungsrecht 2001, 1179).

Η υπόθεση έφθασε στο Bundesverfassungsgericht κατόπιν συνταγματικής προσφυγής που ασκήθηκε από γυναίκα ειδικευμένη ιατρό η οποία επιθυμούσε να εργαστεί ως συμβεβλημένη ιατρός στο Αμβούργο. Όμως, ο Ιατρικός Σύλλογος της πόλης του Αμβούργου αρνήθηκε να της αναγνωρίσει τον τίτλο του "γενικού ιατρού" με το αιτιολογικό ότι δεν είχε εργαστεί με πλήρη απασχόληση επί έξι μήνες στο ιατρείο συμβεβλημένου ιατρού. Πράγματι, η πόλη του Αμβούργου έχει μεταφέρει την οδηγία 86/457, περί ειδικής εκπαιδεύσεως στη γενική ιατρική [5], και την οδηγία 93/16, για τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ιατρών και της αμοιβαίας αναγνώρισης των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων τους [6], κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να απαιτείται, από το 1990 και εξής, πρακτική επαγγελματική δραστηριότητα πλήρους απασχόλησης τουλάχιστον έξι μηνών σε αναγνωρισμένες κλινικές, η οποία να ακολουθείται από εξάμηνη εργασία υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης σε συμβεβλημένα, ή εξομοιούμενα προς συμβεβλημένα, ιατρεία γενικής ιατρικής. Όμως η προσφεύγουσα, η οποία πληρούσε την πρώτη προϋπόθεση, είχε εργαστεί επί ένα έτος με συμβεβλημένο γενικό ιατρό, αλλά υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης.

[5] Οδηγία 86/457/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Σεπτεμβρίου 1986, περί ειδικής εκπαιδεύσεως στη γενική ιατρική, ΕΕ L 267, σελ. 26.

[6] Οδηγία 93/16/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, για τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ιατρών και της αμοιβαίας αναγνώρισης των διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων τίτλων, ΕΕ L 165, σελ. 1.

Η προσφυγή της απορρίφθηκε στον πρώτο βαθμό και κατ' έφεση. Το Bundesverwaltungsgericht απέρριψε, με τη σειρά του, την αίτηση αναίρεσης [7]. Θεμελίωσε την απόφασή του στις αναγκαστικής ισχύος διατάξεις του κοινοτικού δικαίου που επιβάλλουν τουλάχιστον εξαμηνιαία άσκηση υπό συνθήκες πλήρους απασχόλησης σε ιατρείο γενικής ιατρικής, απαίτηση την οποία δεν πληρούσε η προσφεύγουσα. Ασφαλώς, το Δικαστήριο δεν έχει ακόμα αποφανθεί κατά πόσον ανάλογες απαιτήσεις είναι αντίθετες προς την απαγόρευση έμμεσων διακρίσεων λόγω φύλου. Εντούτοις, ακόμα και αν ισχύει εν προκειμένω η απαγόρευση των έμμεσων διακρίσεων την οποία τάσσει η οδηγία 76/207, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών [8], δεν υπήρχε λόγος παραπομπής προδικαστικού ζητήματος στο Δικαστήριο. Πράγματι, το ίδιο το κοινοτικό δίκαιο προβλέπει σαφώς και απεριφράστως, στις οδηγίες 86/457 και 93/16, ότι η εκπαίδευση του γενικού ιατρού πρέπει να περιλαμβάνει περιόδους άσκησης υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Σύμφωνα με το Bundesverwaltungsgericht, οι οδηγίες αυτές υπερισχύουν, δυνάμει των αρχών της ειδικότητας και της χρονικής προτεραιότητας, της οδηγίας του 1976 για την ίση μεταχείριση. Οι διατάξεις του κοινοτικού δικαίου δεν παραβιάζουν τις αρχές του κράτους δικαίου, αλλά ούτε και την προστασία των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων.

[7] Bundesverwaltungsgericht, απόφαση της 18ης Φεβρουαρίου 1999, 3 C 10/98, Entscheidungen des Bundesverwaltungsgerichts 108, 289.

[8] Οδηγία 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας, ΕΕ L 39, σελ. 40.

Το Bundesverfassungsgericht έκανε δεκτή την προσφυγή επικαλούμενο την πάγια νομολογία του [9], σύμφωνα με την οποία, αφενός, το Δικαστήριο είναι φυσικός δικαστής κατά την έννοια του άρθρου 101, παράγραφος 1, δεύτερη φράση του θεμελιώδους νόμου και, αφετέρου, στοιχειοθετείται στέρηση του φυσικού δικαστή όταν ένα εθνικό δικαστήριο δεν συμμορφούται προς την υποχρέωσή του να παραπέμψει προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο. Έτσι, σύμφωνα με το Bundesverfassungsgericht, η υποχρέωση παραπομπής παραβιάζεται, μεταξύ άλλων, όταν το δικαστήριο που αποφαίνεται σε τελευταίο βαθμό αγνοεί τη σχετική του υποχρέωση. Το ίδιο ισχύει όταν δεν υπάρχει ακόμα νομολογία του Δικαστηρίου για το ζήτημα κοινοτικού δικαίου που ενδέχεται να καθορίσει την έκβαση υπόθεσης, ή όταν η υπάρχουσα νομολογία δεν απαντά πλήρως στο εν λόγω ζήτημα. Το άρθρο 101, παράγραφος 1, δεύτερη φράση του θεμελιώδους νόμου παραβιάζεται όταν το αρμόδιο σε τελευταίο βαθμό δικαστήριο υπερβαίνει κατά απαράδεκτο τρόπο το περιθώριο εκτίμησης που διαθέτει σε ανάλογες περιπτώσεις. Εξάλλου, το Bundesverfassungsgericht δεν μπορεί να ασκήσει έλεγχο επί τη βάσει αυτών κριτηρίων αν δεν γνωρίζει με επαρκή βαθμό βεβαιότητας τους λόγους για τους οποίους το δικαστήριο της ουσίας που αποφάνθηκε σε τελευταίο βαθμό δεν παρέπεμψε το ανακύψαν προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο. Ενόψει αυτών των κριτηρίων, το Bundesverfassungsgericht έκρινε με ισχύ δεδικασμένου ότι στην προκειμένη περίπτωση, το Bundesverwaltungsgericht, ως δικαστήριο που έκρινε σε τελευταίο βαθμό, παρέβλεψε κατά απαράδεκτο τρόπο την υποχρέωσή του να παραπέμψει το ανακύψαν προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο.

[9] Βλ. για παράδειγμα διάταξη του Bundesverfassungsgericht της 5ης Αυγούστου 1998, 1 BvR 264/98, Der Betrieb 1998, 1919 (= Zeitschrift fόr Wirtschaftsrecht 1998, 1728; Arbeit und Recht 1998, 465; Versicherungsrecht 1998, 1399; Europδische Zeitschrift fόr Wirtschaftsrecht 1998, 728; Neue Zeitschrift fόr Arbeitsrecht 1998, 1245), που μνημονεύεται στη 17η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου.

Αφενός, το Bundesverfassungsgericht θεώρησε ότι το Bundesverwaltungsgericht έδωσε στο ερώτημα, το οποίο έθεσε το ίδιο το δικαστήριο, της σύγκρουσης μεταξύ οδηγιών απάντηση που δεν μπορεί να γίνει δεκτή από άποψη κοινοτικού δικαίου. Συγκεκριμένα, απεφάνθη επί του θέματος της σύγκρουσης μεταξύ της οδηγίας 76/207, αφενός, και των οδηγιών 86/457 και 93/16, αφετέρου, χωρίς να συνεκτιμήσει τη νομολογία του Δικαστηρίου ή το κοινοτικό δίκαιο, αλλά βασιζόμενο αποκλειστικά σε κριτήρια εθνικού δικαίου. Το Bundesverwaltungsgericht δεν παρέπεμψε σε καμία απόφαση του Δικαστηρίου που να αφορά την προβληματική γύρω από τις συγκρούσεις μεταξύ οδηγιών, παρόλο που τέτοια νομολογία υφίσταται. Εξάλλου, δεν διευκρίνισε από ποια πράξη του κοινοτικού δικαίου αρύεται το δικαίωμα να αποφανθεί το ίδιο σχετικά με τη σύγκρουση μεταξύ κανόνων δικαίου βασιζόμενο σε αρχές που απορρέουν από το γερμανικό δίκαιο (αρχές της χρονικής προτεραιότητας και της ειδικότητας). Τέλος, δεν διευκρίνισε ούτε τους λόγους που επιτρέπουν στο Bundesverfassungsgericht να ασκήσει έλεγχο δυνάμει του άρθρου 101, παράγραφος 1, δεύτερη φράση του θεμελιώδους νόμου. Σύμφωνα με το Bundesverfassungsgericht, δικαστήριο το οποίο δεν ενημερώνεται επαρκώς όσον αφορά το κοινοτικό δίκαιο, αγνοεί, κατά γενικό κανόνα, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η προδικαστική παραπομπή είναι υποχρεωτική.

Αφετέρου, σύμφωνα με το Bundesverfassungsgericht, το Bundesverwaltungsgericht, παραβλέποντας το γεγονός ότι η αρχή της ισότητας των φύλων συγκαταλέγεται στις θεμελιώδεις αρχές του άγραφου κοινοτικού δικαίου οι οποίες έχουν αναγνωριστεί από το Δικαστήριο, παρέβη επίσης την υποχρέωσή του να παραπέμψει προδικαστικά την υπόθεση και παραβίασε το άρθρο 101, παράγραφος 1, του θεμελιώδους νόμου. Σχετικά, το Bundesverfassungsgericht υπογράμμισε ότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ ανδρών και γυναικών, καθώς και η απαγόρευση κάθε άμεσης ή έμμεσης διάκρισης λόγω φύλου που απορρέει από αυτήν, περιλαμβάνονται στις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου που αναπτύχθηκαν από το Δικαστήριο για να χρησιμεύουν ως υποχρεωτικό κριτήριο κατά την εξέταση της νομιμότητας της συμπεριφοράς των κοινοτικών θεσμικών οργάνων. Εν προκειμένω, η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων της προσφεύγουσας καθίστατο αλυσιτελής, εφόσον το Bundesverfassungsgericht δεν μπορούσε, ως αναρμόδιο, να εξετάσει την ουσία της υπόθεσης υπό το φως των θεμελιωδών δικαιωμάτων και εφόσον το Δικαστήριο δεν μπορούσε, λόγω μη παραπομπής του προδικαστικού ζητήματος, να ελέγξει το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο υπό το φως των κοινοτικών εγγυήσεων των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Στη Γερμανία επίσης, το Bundesverfassungsgericht [10] έκρινε ότι δεν υποχρεούται να παραπέμψει προδικαστικά στο Δικαστήριο υπόθεση που αφορούσε την απαγόρευση του εθνικού δημοκρατικού κόμματος (Nationaldemokratische Partei Deutschlands, στο εξής "NPD") λόγω της μη συμμόρφωσής του με το θεμελιώδη νόμο. Εν προκειμένω, το NPD είχε θέσει το ζήτημα κατά πόσον το κοινοτικό δίκαιο αντιτίθεται στην απαγόρευση από κράτος μέλους πολιτικού κόμματος το οποίο δεν συμμετέχει απλώς στις εθνικές εκλογές, αλλά και στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το Bundesverfassungsgericht έκρινε με διάταξη ότι, στο μέτρο που η νομοθεσία περί πολιτικών κομμάτων δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, δεν προκύπτει κανένα προδικαστικό ζήτημα ερμηνείας της συνθήκης, υπό την έννοια του άρθρου 234, πρώτο εδάφιο, στοιχείο α), ΕΚ. Εις επίρρωση αυτού του συμπεράσματος υπενθύμισε, κατά πρώτον, ότι το άρθρο 191 ΕΚ, το οποίο αφορά το ρόλο των πολιτικών κομμάτων στην Ένωση δεν περιέχει καμία ένδειξη όσον αφορά τους όρους υπό τους οποίους ένα πολιτικό κόμμα μπορεί να απαγορευθεί από κράτος μέλος. Κατά δεύτερον, επεσήμανε ότι από το άρθρο 190 ΕΚ, καθώς και από το άρθρο 7, παράγραφος 2, της Πράξης της 20ης Σεπτεμβρίου 1976 περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση καθολική ψηφοφορία [11], προκύπτει σαφώς ότι η ρύθμιση και η διεξαγωγή των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και ότι, επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 12, παράγραφος 2, της εν λόγω Πράξης, βουλευτική έδρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να κενωθεί εκ της εφαρμογής των ισχυουσών εθνικών διατάξεων, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν την απαγόρευση του κόμματος βουλευτή λόγω της μη συμμόρφωσής του προς το σύνταγμα κράτους μέλους. Τέλος, αναφερόμενο στο άρθρο 51 του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης [12], το Bundesverfassungsgericht διευκρίνισε ότι η εφαρμογή των γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου, όπως η αρχή του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας και της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, προϋποθέτει ότι η Κοινότητα και τα κράτη μέλη ενεργούν στο πλαίσιο της εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου.

[10] Bundesverfassungsgericht, διάταξη της 22ας Νοεμβρίου 2001, 2 BvB 1/01, 2 BvB 2/01, 2 BvB 3/01, που δημοσιεύεται στην ιστοθέση του Bundesverfassungsgericht http:/www.bverfg.de

[11] Πράξη περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση καθολική ψηφοφορία, ΕΕ 1976 L 78, σελ. 5.

[12] Χάρτης των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕ 2000 C 364, σελ. 1.

Εκτιμώντας ότι η Πράξη περί της εκλογής των αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με άμεση καθολική ψηφοφορία δεν αποτελεί πράξη την οποία εγκρίνουν τα κοινοτικά θεσμικά όργανα βάσει της συνθήκης, αλλά πρέπει να χαρακτηριστεί, όπως τη χαρακτήρισε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα δικαιώματα του ανθρώπου στην απόφαση της 18ης Φεβρουαρίου 1999, στην υπόθεση Matthews κατά Ηνωμένο Βασίλειο [13], συμφωνία δημοσίου διεθνούς δικαίου που συνάπτεται στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της συνθήκης, το Bundesverfassungsgericht έκρινε ότι δεν απαιτείται προδικαστική παραπομπή στο Δικαστήριο επί τη βάσει του άρθρου 234, πρώτο εδάφιο, στοιχείο β), ΕΚ. Σύμφωνα με το Bundesverfassungsgericht, η παραπομπή δεν μπορούσε να βασιστεί ούτε στο άρθρο 68, παράγραφος 1, ΕΚ, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, δεν ετίθετο κάποιο ζήτημα σχετικό με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων κατά την έννοια των άρθρων 61 και επόμενα ΕΚ. Τέλος, δεδομένου ότι η απαγόρευση του NPD εκ μέρους των γερμανικών αρχών δεν αποτελεί πράξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή πράξη των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, το Bundesverfassungsgericht έκρινε επίσης απαράδεκτο και το αίτημα προδικαστικής παραπομπής επί τη βάσει του άρθρου 46, στοιχείο δ), ΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 234 ΕΚ.

[13] Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των δικαιωμάτων του ανθρώπου, Matthews κατά Ηνωμένου Βασιλείου, Revue trimestrielle de droit europιen 1999, σελ. 793-805.

Στο Βέλγιο, το Cour d'arbitrage [14] έκρινε, με απόφαση που εκδόθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2000, ότι δεν υποχρεούται να παραπέμψει στο Δικαστήριο προδικαστικό ζήτημα σχετικά με το άρθρο 50α του νόμου της 14ης Ιουλίου 1994 περί της υποχρεωτικής ασφάλισης ασθενείας και αναπηρίας, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 121 του νόμου της 25ης Ιανουαρίου 1999. Το εν λόγω άρθρο προβλέπει τις ανώτατες αμοιβές των ιατρών για ιατρικές πράξεις που πραγματοποιούνται εντός νοσηλευτικών ιδρυμάτων. Εν προκειμένω, πολλοί ιατροί ζητούσαν την ακύρωση των άρθρων 121 και 122, δεύτερο εδάφιο, του προαναφερθέντος νόμου της 25ης Ιανουαρίου 1999, με τα οποία θεσπίστηκε το επίδικο άρθρο 50α. Οι αιτούντες ζητούσαν, μεταξύ άλλων, από το Cour d'arbitrage να παραπέμψει στο Δικαστήριο προδικαστικό ζήτημα σχετικά με το κατά πόσον τα άρθρα 3, στοιχείο ζ), 4, 10 και 81 ΕΚ, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι είναι αντίθετα προς εθνική διάταξη που επιβάλλει υποχρεωτικό ανώτατο ύψος αμοιβής για ιατρικές πράξεις που πραγματοποιούνται εντός νοσηλευτικών ιδρυμάτων. Κρίνοντας ότι δεν αρκεί να επικαλείται κανείς συνδυασμό συγκεκριμένων διατάξεων του κοινοτικού δικαίου με τα άρθρα 10 και 1 του Συντάγματος για να εξασφαλίσει το σεβασμό τους, το Cour d'arbitrage θεώρησε ότι θα υπερέβαινε τη δικαιοδοσία του αν αποφάσιζε ότι κάθε παράβαση του κοινοτικού δικαίου εμπεριέχει παραβίαση της αρχής της ισότητας. Προσέθεσε ότι μπορεί να λάβει υπόψη το κοινοτικό δίκαιο κατά την άσκηση ελέγχου μόνον εφόσον ο παραμερισμός του ενδέχεται να επηρεάσει μια συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων και εφόσον διευκρινίζεται σε τι έγκειται και σε σχέση με ποια άλλη κατηγορία προσώπων προσδιορίζεται η αδικαιολόγητη άνιση μεταχείριση. Κρίνοντας ότι οι αιτούντες δεν έδωσαν τις εν λόγω διευκρινίσεις, κατέληξε στο τελικό συμπέρασμα ότι δεν υποχρεούται να εξετάσει τους ισχυρισμούς περί παραβίασης των άρθρων 10 και 11 του Συντάγματος σε συνδυασμό με τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου ανταγωνισμού, ούτε να παραπέμψει προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο.

[14] Cour d'arbitrage, απόφαση nΊ 136/2000 της 21ης Δεκεμβρίου 2000, Cour d'arbitrage, αποφάσεις 2000, σελ. 1797-1832, η οποία έχει δημοσιευθεί και στην ιστοθέση του Cour d'arbitrage http://www.arbitrage.be

Στο Βέλγιο επίσης, ο Πρόεδρος του Tribunal civil της Λιέγης [15] απέρριψε με απόφασή του που εκδόθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2000 αίτημα προδικαστικής παραπομπής που υποβλήθηκε στο πλαίσιο δίκης μεταξύ, αφενός, της εταιρείας αμερικανικού δικαίου Microsoft Corporation και της εταιρείας βελγικού δικαίου Microsoft S.P.R.L και, αφετέρου, βέλγων διανομέων λογισμικού πληροφορικής. Οι προσφεύγουσες εταιρείες ζητούσαν, επί τη βάσει του άρθρου 87 του νόμου της 30ης Ιουνίου 1994 για την έννομη προστασία προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, να απαγορευθεί στους καθών να διανέμουν σε τρίτους αντίγραφα ορισμένων προγραμμάτων πληροφορικής που είχε δημιουργήσει η Microsoft. Οι καθών, από την πλευρά τους, ζητούσαν να παραπεμφθούν στο Δικαστήριο ορισμένα προδικαστικά ζητήματα σχετικά με τη στοιχειοθέτηση καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ. Απορρίπτοντας το αίτημα με την αιτιολογία ότι τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας έχουν ως αντικείμενο τη δημιουργία μονοπωλίου και ότι η συναφής νομοθεσία έχει ακριβώς ως στόχο την προστασία του καθεστώτος αποκλειστικότητας του οποίου χαίρει ο δικαιούχος δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, το Tribunal civil εξέφρασε επιφυλάξεις όσον αφορά τη δυνατότητα προδικαστικής παραπομπής στο πλαίσιο διαδικασίας "οιονεί ασφαλιστικών μέτρων", ιδίως όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας η οποία απαιτεί, εξ ορισμού, μια κάποια διαδικαστική ταχύτητα.

[15] Tribunal civil Λιέγης (Πρόεδρος), 22 Σεπτεμβρίου 2000, Jurisprudence de Liθge, Mons, Bruxelles, 2001/5, σελ. 214-216.

Στο Βέλγιο πάντα, το Tribunal de commerce της Αμβέρσας [16] εκδίκασε αίτηση σχετικά με την καταβολή ειδικής συνεισφοράς στο ταμείο διάλυσης, όπως επιβάλλει το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο α) του κανονισμού αριθ. 1101/89 του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 1989, σχετικά με τη διαρθρωτική εξυγίανση της εσωτερικής ναυσιπλοΐας [17]. Η βελγική εταιρεία Wiljo είχε υποβάλει στην Επιτροπή αίτηση απαλλαγής από την προαναφερθείσα συνεισφορά εκτιμώντας ότι το σκάφος της ενέπιπτε στην κατηγορία των ειδικευμένων σκαφών που χαίρουν απαλλαγής συμφώνως προς το άρθρο 8, παράγραφος 3, στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού. Η αίτηση απορρίφθηκε. Η εγκυρότητα της απόφασης αυτής απετέλεσε αντικείμενο προδικαστικής παραπομπής ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο έκρινε με ισχύ δεδικασμένου [18] ότι το εθνικό δικαστήριο δεσμεύεται από απόφαση της Επιτροπής που απευθύνεται στον ιδιοκτήτη σκάφους και σύμφωνα με την οποία το σκάφος αυτό δεν αποτελεί εξειδικευμένο σκάφος που χαίρει απαλλαγής από την ειδική συνεισφορά στο ταμείο διάλυσης κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 3, στοιχείο γ), του προαναφερομένου κανονισμού, οσάκις ενώπιον του δικαστηρίου αυτού ασκείται από τον ιδιοκτήτη του σκάφους προσφυγή στρεφόμενη κατά της εφαρμογής εκ μέρους των εθνικών αρχών της αποφάσεως της Επιτροπής, προσφυγή προς στήριξη της οποίας ο ιδιοκτήτης του σκάφους προβάλλει την έλλειψη της νομιμότητας της αποφάσεως, εφόσον ο εν λόγω ιδιοκτήτης δεν άσκησε εμπροθέσμως προσφυγή ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής, βάσει του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο ΕΚ. Ακολουθώντας την εν λόγω απόφαση, το Tribunal de commerce καταδίκασε την εταιρεία Wiljo να καταβάλει την προαναφερθείσα συνεισφορά στο βελγικό δημόσιο. Το βελγικό δικαστήριο έκρινε ότι δεν υποχρεούται να παραπέμψει νέο προδικαστικό ζήτημα σχετικά με την ύπαρξη ή μη γενικής αρχής του δικαίου σύμφωνα με την οποία, όπως προβλέπεται στο άρθρο V του ψηφίσματος αριθ. (77)31 του Συμβουλίου της Ευρώπης και στη νομοθεσία μεγάλου αριθμού κρατών μελών, μια επαχθής ατομική πράξη που κοινοποιείται εγγράφως πρέπει να διευκρινίζει σαφώς τη δυνατότητα προσφυγής, καθώς και την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει αυτή να ασκηθεί. Πράγματι, το Tribunal de commerce έκρινε ότι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν θα διευκρίνιζε καθ' οιονδήποτε τρόπο την προκειμένη περίπτωση και ότι η εταιρεία Wiljo θα έπρεπε να είχε προσφύγει κατά της Επιτροπής και όχι κατά του βελγικού δημοσίου το οποίο ενεργούσε απλώς ως εκτελεστικό όργανο σε εθνικό επίπεδο της κοινοτικής νομοθεσίας και δεσμεύετο από τις αποφάσεις της Επιτροπής.

[16] Rechtbank van koophandel Antwerpen, 5de kamer, απόφαση της 2ας Νοεμβρίου 2000, A.R. 95/06314, Rιp. 197/14, NV WilΕΕ / Belgische Staat (Minister van Verkeer en Infrastructuur).

[17] ΕΕ L 116, σελ. 25.

[18] Απόφαση της 30ης Ιανουαρίου 1997, υπόθεση C-178/95, Wiljo NV, Συλλογή σελ. I-0585.

Στην Ισπανία, το Tribunal Supremo δεν έκρινε απαραίτητο να παραπέμψει προδικαστικά στο Δικαστήριο υπόθεση που αφορούσε το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1984/83 της Επιτροπής, της 22ας Ιουνίου 1983, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 85, παράγραφος 3, της συνθήκης σε κατηγορίες συμφωνιών αποκλειστικής προμήθειας (EE L 173, αριθ. 5) και ειδικότερα την εφαρμογή του στα πρατήρια βενζίνης. Παρόλο που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με επιστολή της επέκρινε την ερμηνεία την οποία ακολούθησε ο δικαστής του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, το Tribunal Supremo απέρριψε την αίτηση αναίρεσης μη λαμβάνοντας υπόψη τη θέση της Επιτροπής λόγω του ότι ήταν μεταγενέστερη τόσο της διαφοράς όσο και της σύναψης της επίδικης σύμβασης [19].

[19] Tribunal Supremo, Sala de la Civil, 15 Μαρτίου 2001, Gabai Oil S.A. κατά Petronor, recurso de casaciσn.

Σε υπόθεση που αφορούσε τη μεταφορά της οδηγίας 80/987, σχετικά με την προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη [20], το Tribunal Superior de Justicia de Castilla-La Mancha [21] έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητο να παραπεμφθεί προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο. Εν προκειμένω, το ισπανικό δικαστήριο έπρεπε να αποφανθεί σχετικά με το αν η απαίτηση, την οποία έτασσε η εθνική νομοθεσία, δικαστικής αναγνώρισης των απαιτήσεων (salarios de tramitaciσn) των μισθωτών προκειμένου να υπάρξει επικουρική ευθύνη του οργανισμού εγγύησης των μισθών, ήταν σύμφωνη με την οδηγία. Υπενθυμίζοντας ότι είχε ήδη παραπέμψει στο Δικαστήριο προδικαστικό ζήτημα σχετικά με τη μεταφορά της οδηγίας [22] και υπογραμμίζοντας, εξάλλου, την ανυπαρξία ειδικού μηχανισμού που να επιτρέπει την αναστολή της διαδικασίας μέχρι την επίλυση του ζητήματος, το δικαστήριο έκρινε ότι μια νέα προδικαστική παραπομπή για το ίδιο ζήτημα θα ήταν άσκοπη και αποφάσισε να δικάσει τη διαφορά εκλαμβάνοντας τις κοινοτικές διατάξεις ως ερμηνευτική παράμετρο του εθνικού δικαίου, δυνατότητα η οποία, συμφώνως προς το δικαστήριο, ήταν η πλέον ενδεδειγμένη και για να εξασφαλιστεί η ταχεία απονομή δικαιοσύνης, συμφώνως προς το άρθρο 24 του ισπανικού Συντάγματος [23].

[20] Οδηγία 80/987/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ης Οκτωβρίου 1980, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την προστασία των μισθωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του εργοδότη, ΕΕ L 283, σελ. 23.

[21] Απόφαση του Tribunal Superior de Justicia de Castilla-La Mancha της 24ης Απριλίου 2001, Jesϊs Rentero Jover κατά Fondo de Garantνa Salarial, Base de datos Aranzadi, Repertorio de Jurisprudencia social AS 2001/998.

[22] Διάταξη του Tribunal Superior de Justicia de Castilla-La Mancha, της 27ης Οκτωβρίου 2000, υπόθεση C-442/00, εκκρεμής ενώπιον του Δικαστηρίου.

[23] Το δικαστήριο έκρινε, εξάλλου, ότι οι εφαρμοστέες εν προκειμένω διατάξεις της οδηγίας δεν είχαν άμεση ισχύ στο μέτρο που δεν πληρούσαν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις σαφήνειας, ακρίβειας και μη επιβολής όρων.

Στην Ελλάδα, η αντιδικία σχετικά με τις αυξήσεις κεφαλαίου των προβληματικών εταιρειών έλαβε νέα τροπή και προκάλεσε νέα προδικαστική προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου [24] εκ μέρους του Αρείου Πάγου [25], κατόπιν της συνέχειας που δόθηκε από το Εφετείο Αθηνών σε μια άλλη απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Κεφάλα, η οποία εκδόθηκε στις 12 Μαΐου 1998 [26]. Οι δύο αυτές εθνικές αποφάσεις βασίζονται στο νέο νόμο 2685/1999, ο οποίος νομιμοποίησε όλες τις αυξήσεις κεφαλαίου που πραγματοποιήθηκαν με πράξη της διοίκησης, συμπεριλαμβανομένων και όσων είχαν ακυρωθεί εν τω μεταξύ με δικαστικές αποφάσεις. Οι παλαιοί μέτοχοι που εμποδίζονται με τον τρόπο αυτό να ανακτήσουν τον έλεγχο της εταιρείας - ακόμα και αν είχαν δικαιωθεί δικαστικώς - αποκτούν δικαίωμα πλήρους αποζημίωσης για την ανόρθωση της ζημίας τους. Σε μια πρώτη φάση, η απόφαση του Εφετείου Αθηνών [27], η οποία ελήφθη κατόπιν της απόφασης του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-367/96, Kεφάλας, απέρριψε κατ' ουσίαν την ερμηνεία του νόμου από την εν λόγω απόφαση, η οποία βασιζόταν στις σχέσεις μεταξύ του παλαιού νόμου 1386/1983 και του άρθρου 25 της οδηγίας 77/91 [28]. Η πρώτη αυτή απόφαση, η οποία βασιζόταν αποκλειστικά στο νέο νόμο 2685/1999, έκρινε ότι το δικαίωμα αποζημίωσης που προβλέπει ο εν λόγω νόμος ισοδυναμεί με αποκατάσταση in natura, πράγμα που αναγνωρίζεται από το κοινοτικό δίκαιο. Αντιθέτως, ο Άρειος Πάγος, κρίνοντας επί της αιτήσεως αναιρέσεως, αποφάσισε να παραπέμψει το ζήτημα στο Δικαστήριο [29]. Στο προδικαστικό ζήτημα, ο Άρειος Πάγος διαπιστώνει κατ' αρχάς ότι το άρθρο 25 της οδηγίας 77/91 δεν προβλέπει συγκεκριμένες κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασής του. Ενόψει αυτής της απουσίας κυρώσεων, το ανώτατο δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο κατά πόσον η ρύθμιση που περιέχεται στον προαναφερθέντα νόμο 2685/1999 συνάδει με το άρθρο 25 της οδηγίας 77/91 και με τους γενικότερους στόχους της εν λόγω οδηγίας. Θέτει επίσης το ζήτημα του αν υπάρχει ισοτιμία μεταξύ της κύρωσης ακυρότητας της αύξησης κεφαλαίου που πραγματοποιείται με απόφαση της διοίκησης και της κύρωσης αποζημίωσης των μετόχων που βλάπτονται λόγω αυτής της αύξησης και κατά πόσον αυτή η ισοτιμία είναι σύμφωνη με το κοινοτικό δίκαιο.

[24] Εκκρεμής υπόθεση C-303/01, Kεφάλας κατά Ελληνικού Δημοσίου.

[25] Άρειος Πάγος, απόφαση 13/2001 της 10ης Ιουλίου 2001.

[26] Υπόθεση C-367/96, Συλλογή σελ. I-2843.

[27] Απόφαση 3841/2000 της 9ης Μαΐου 2000, Eπιθεώρησις του Εμπορικού Δικαίου 2000, σελ. 511.

[28] Δεύτερη οδηγία του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1976, περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατά την έννοια του άρθρου 58, δεύτερη παράγραφος, της συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά τη σύσταση της ανωνύμου εταιρείας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της, ΕΕ 1977 L 26, σελ. 1.

[29] Εκκρεμής υπόθεση C-303/01, Kεφάλας κατά Ελληνικού Δημοσίου, ένθ. αν.

Στην Ελλάδα επίσης, το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε απόφαση επί της ουσίας [30], λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Διαμαντή [31], όσον αφορά τα δικαιώματα των μετόχων στις πράξεις αύξησης του κεφαλαίου που διενεργούνται στο πλαίσιο της οδηγίας 77/91 [32]. Στην απόφαση αυτή γίνεται χρήση της διακριτικής ευχέρειας την οποία διαθέτουν τα εθνικά δικαστήρια για να εκτιμήσουν τον έκδηλα δυσανάλογο τρόπο άσκησης του δικαιώματος που δίδει στους μετόχους το άρθρο 25 της οδηγίας 77/91 [33] να απαιτήσουν η αύξηση του κεφαλαίου να πραγματοποιηθεί με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. Αυτή η θεμελίωση στην έννοια του "έκδηλα δυσανάλογου τρόπου" άσκησης δικαιώματος που δίδει η κοινοτική έννομη τάξη χρησιμεύει για να παραμεριστεί ένα άλλο τμήμα της ερμηνείας του Δικαστηρίου. Έτσι, αφενός, η σχολιαζόμενη απόφαση εφαρμόζει τη στάση που υιοθέτησε το Δικαστήριο στην προαναφερθείσα απόφαση Διαμαντή, σύμφωνα με την οποία το κοινοτικό δίκαιο δεν εμποδίζει τον εθνικό δικαστή να εφαρμόσει διάταξη εσωτερικού δικαίου που του επιτρέπει να αξιολογήσει κατά πόσον δικαίωμα το οποίο απορρέει από κοινοτικές διατάξεις ασκείται καταχρηστικώς όταν ένας μέτοχος επιλέγει, μεταξύ των δυνατοτήτων προσφυγής που διαθέτει για να ανορθώσει κατάσταση που επήλθε κατά παράβαση της οδηγίας, εκείνη η οποία προκαλεί τόσο σοβαρή ζημία στα έννομα συμφέροντα των υπολοίπων, ώστε να αποδεικνύεται εκδήλως δυσανάλογη.

[30] Απόφαση 95/2001, της 5ης Ιανουαρίου 2001.

[31] Απόφαση της 23ης Μαρτίου 2000, υπόθεση C-373/97, Διαμαντής κατά Ελληνικού Δημοσίου, Συλλογή σελ. I-1705.

[32] Ένθ. αν.

[33] Ένθ. αν.

Από την άλλη, εντούτοις, η εν λόγω θέση του Δικαστηρίου εφαρμόζεται εν τοις πράγμασι σε πραγματικά περιστατικά τα οποία, σύμφωνα με άλλο απόσπασμα της ίδιας απόφασης, δεν δικαιολογούν το χαρακτηρισμό ως καταχρηστικής της άσκησης των δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 25 της οδηγίας. Πράγματι, στην προαναφερθείσα απόφαση Διαμαντής, το Δικαστήριο είχε κρίνει ότι μέτοχος ο οποίος επικαλείται το άρθρο 25, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/91 στον τομέα του εταιρικού δικαίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ασκεί καταχρηστικά το δικαίωμα που απορρέει από τη διάταξη αυτή για το λόγο ότι ανήκει στη μειοψηφία των μετόχων, ότι ωφελήθηκε από την εξυγίανση της εταιρείας που είχε υπαχθεί σε καθεστώς εξυγιάνσεως, ότι δεν άσκησε το δικαίωμα προτιμήσεως που είχε, ότι ήταν ένας από τους μετόχους που είχαν ζητήσει την υπαγωγή της εταιρείας στο καθεστώς που εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρές οικονομικές δυσχέρειες ή ότι άφησε να παρέλθει κάποιο χρονικό διάστημα πριν ασκήσει αγωγή ή προσφυγή. Η σχολιαζόμενη απόφαση εφαρμόζει τη συναφή διάταξη εθνικού δικαίου - δηλαδή το άρθρου 181 του ελληνικού Αστικού Κώδικα - σε μια κατάσταση που συγκεντρώνει το σύνολο των εν λόγω χαρακτηριστικών.

Στην Ελλάδα πάντα, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (στο εξής ΑΕΔ) - ad hoc δικαιοδοτικό όργανο επιφορτισμένο να επιλύει τις συγκρούσεις που ανακύπτουν μεταξύ των ανωτάτων δικαστηρίων -επέλυσε με την απόφασή του 3/2001, της 7ης Ιουλίου 2001, τη μακροχρόνια σύγκρουση μεταξύ, αφενός, του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας και, αφετέρου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που αφορούσε το κατά πόσον τα επιδόματα γάμου αποτελούν τμήμα της αμοιβής ή ειδικό επίδομα με προορισμό την ελάφρυνση των βαρών της οικογενειακής εστίας. Αν θεωρείτο ότι πρόκειται για "αμοιβή", το επίδομα αυτό θα έπρεπε να καταβάλλεται σε κάθε έναν από τους συζύγους ξεχωριστά. Στην αντίθετη περίπτωση, το εν λόγω επίδομα θα έπρεπε να καταβάλλεται μία μόνη φορά, είτε εξ ολοκλήρου στον ένα σύζυγο είτε κατά ποσοστό 50% στον κάθε ένα. Το ΑΕΔ έκρινε ότι πρόκειται για αμοιβή. Παρόλο που το ανώτατο δικαστήριο δεν παραπέμπει με το σκεπτικό του στο άρθρο 119 της συνθήκης ΕΚ (τα άρθρα 117 έως 120 της συνθήκης ΕΚ έχουν αντικατασταθεί από τα άρθρα 136 ΕΚ έως 143 ΕΚ), εντούτοις ακολουθεί κατ' ουσίαν την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου όσον αφορά την έννοια της αμοιβής, θέση η οποία ενισχύεται εξάλλου από το γεγονός ότι το ΑΕΔ συμφωνεί με τη θέση του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας που είχαν αναφέρει ρητώς το άρθρο 119 της συνθήκης ΕΚ.

Στην Ιταλία, το Corte di cassazione [34] έκρινε απόφαση εκδοθείσα κατ' έφεση από το Tribunale του Lecce στο πλαίσιο της υπόθεσης για την οποία είχε εκδοθεί η απόφαση Spano του Δικαστηρίου [35]. Η υπόθεση αφορούσε την εφαρμογή της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 47 του νόμου αριθ. 428/90 [36], με τον οποίο μεταφέρθηκε η οδηγία 187/77 [37], για τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων. Το πέμπτο εδάφιο του εν λόγω άρθρου προβλέπει ειδικό καθεστώς για τη μεταβίβαση μιας επιχειρήσεως για την οποία έχει αναγνωριστεί ότι βρίσκεται σε κατάσταση κρίσεως. Σύμφωνα με το Corte di cassazione, ορθώς το Tribunale του Lecce έκρινε ότι, όταν για τη ρύθμιση μιας έννομης κατάστασης συντρέχουν πολλές διατάξεις, εσωτερικές και κοινοτικές, ο εθνικός δικαστής πρέπει να προσδιορίσει τις εφαρμοστέες διατάξεις εθνικού δικαίου, πριν να τις αντιπαραβάλλει με την κοινοτική νομοθεσία. Εντούτοις, όταν η εθνική διάταξη είναι "ριζικά ασυμβίβαστη" με το κοινοτικό δίκαιο, πρέπει να αποκλειστεί η δυνατότητα σύμφωνης ερμηνείας. Συνεπώς, πρέπει να αποκλειστεί και η ερμηνευτική ενέργεια η οποία συνίσταται στον περιορισμό του εύρους των αντίθετων διατάξεων του κοινοτικού δικαίου ενόψει της επίτευξης σύμφωνης ερμηνείας. Τέλος, το Corte di cassazione επεσήμανε ότι η μη συμμόρφωση της εθνικής διάταξης προς το κοινοτικό δίκαιο, την οποία έχει αναγνωρίσει το Δικαστήριο στην απόφαση Spano, δεν παρακωλύει την εφαρμογή της στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι οι οδηγίες δεν έχουν άμεση ισχύ στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών.

[34] Corte di Cassazione, Sezione lavoro, απόφαση της 21ης Μαρτίου 2001, Societΰ New Holland Italia e altro/ Sozzo e altri, Conte e altri, Borgia e altri / Societΰ New Holland Italia e altri.

[35] Απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Δεκεμβρίου 1995, C-472/93, Luigi Spano και άλλοι κατά Fiat Geotech SpA και Fiat Hitachi Excavators SpA., Συλλογή σελ. I-4321.

[36] Νόμος αριθ. 428 της 29ης Δεκεμβρίου 1990, Disposizioni per l'adempimento di obblighi derivanti dall'appartenenza dell'Italia alle Comunitΰ europee (legge comunitaria per il 1990), Gazzetta Ufficiale della Repubblica Italiana, nΊ 10, της 12ης Ιανουαρίου 1991, S.O.

[37] Οδηγία 77/187/ΕΟΚ του Conseil, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων, ΕΕ L 61, σελ. 26.

Στις Κάτω Χώρες, σε υπόθεση που αφορούσε σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης αυτοκινήτων, το Hoge Raad [38] έκρινε, αφού θεώρησε ότι δεν υπήρχε λόγος προδικαστικής παραπομπής στο Δικαστήριο, ότι το άτοκο δάνειο που χορηγείται από το μισθωτή προς τον εκμισθωτή για τη χρηματοδότηση της αγοράς ορισμένου αριθμού αυτοκινήτων δεν πρέπει να θεωρηθεί αντιπαροχή που δίδεται για τις υπηρεσίες του εκμισθωτή κατά την έννοια της 6ης οδηγίας ΦΠA [39]. Σύμφωνα με το άρθρο 11, στοιχείο Α, παράγραφος 1, εδάφιο α) της οδηγίας, ως βάση επιβολής του φόρου για τις παροχές υπηρεσιών εκλαμβάνεται ο,τιδήποτε αποτελεί την αντιπαροχή, την οποία έλαβε ή πρόκειται να λάβει για τις πράξεις αυτές ο παρέχων τις υπηρεσίες από το λήπτη. Στη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, είχε συμφωνηθεί ότι ο μισθωτής αναλάμβανε να καταβάλει, εκτός του μισθώματος, το κόστος χρηματοδότησης της αγοράς αυτοκινήτων χορηγώντας άτοκο δάνειο στον εκμισθωτή μέχρι του ποσού της αξίας των εκμισθουμένων αυτοκινήτων. Σύμφωνα με το Hoge Raad, σε μια τέτοια περίπτωση, τα μέσα τα οποία παρέχει ο πελάτης στον αντισυμβαλλόμενό του για να διευκολύνει την εκπλήρωση της παροχής του τελευταίου δεν αποτελούν τμήμα της συνολικής αξίας της εισπραττόμενης αντιπαροχής για την εν λόγω παροχή, αλλά πρέπει να χαρακτηρίζονται ίδιον κόστος του πελάτη.

[38] Hoge Raad, 28 Μαρτίου 2001, Staatssecretaris van Financiλn κατά X NV, Beslissingen in Belastingzaken, 2001/296.

[39] Έκτη Οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1977 περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, ΕΕ 1977 L 145, σελ. 1.

Στην Πορτογαλία, σε υπόθεση που αφορούσε την κατασκευή νέας γέφυρας στον Τάγο, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο (Supremo Tribunal Administrativo) [40] έκρινε ότι δεν υποχρεούται να παραπέμψει προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 234, εδάφιο 3, ΕΚ, όσον αφορά τη συμβατότητα του εν λόγω έργου με το άρθρο 4, παράγραφος 4, της οδηγίας 79/409 περί της προστασίας των άγριων πτηνών [41]. Εν προκειμένω, οι προσφεύγοντες, μια ένωση προστασίας του περιβάλλοντος, υπεστήριζαν ότι, στο μέτρο που το σχεδιαζόμενο έργο διέσχιζε ολόκληρη την ειδική ζώνη προστασίας του Τάγου, αντέβαινε προδήλως την υποχρέωση των κρατών μελών να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία των φυσικών οικοτόπων των άγριων πτηνών από κάθε σημαντική ρύπανση, υποβάθμιση ή όχληση. Αν και αναγνώρισε την άμεση ισχύ του άρθρου 4, παράγραφος 4, της οδηγίας, το Supremo Tribunal Administrativo ακολούθησε μια ιδιόμορφη ερμηνεία της υποχρέωσης που βαρύνει τις δημόσιες αρχές να αποδείξουν ότι ένα συγκεκριμένο δημόσιο έργο δεν κινδυνεύει να πλήξει την προστασία του περιβάλλοντος, και ειδικότερα την προστασία των άγριων πτηνών. Έτσι, σύμφωνα με το Supremo Tribunal Administrativo, από τη νομολογία του Δικαστηρίου, και ιδίως από τις αποφάσεις της 28ης Φεβρουαρίου 1991, στην υπόθεση C-57/89 [42], και της 2ας Αυγούστου 1993, στην υπόθεση C-355/90 [43], προκύπτει ότι η εν λόγω υποχρέωση επιβάλλεται μόνον εκ των υστέρων όσον αφορά τα έργα που έχουν ήδη κατακυρωθεί, και όχι προληπτικά όσον αφορά τα έργα που βρίσκονται ακόμα στο στάδιο του απλού σχεδίου. Από το σκεπτικό του Supremo Tribunal Administrativo φαίνεται να απουσιάζει εντελώς οποιαδήποτε σκέψη προσωρινής προστασίας του περιβάλλοντος, πριν καν διαπιστωθεί μείωση του αριθμού των πτηνών ή συγκεκριμενοποιηθεί ο κίνδυνος εξαφάνισης κάποιου προστατευόμενου είδους.

[40] Απόφαση του Supremo Tribunal Administrativo της 14ης Οκτωβρίου 1999, στην υπόθεση αριθ. 31355, Antologia de Acσrdγos do Supremo Tribunal Administrativo e do Tribunal Central Administrativo, Ano III - nΊ 1, Setembro - Dezembro 1999, σελ. 13-24.

[41] Οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της προστασίας των άγριων πτηνών, ΕΕ L 103, σελ. 1.

[42] Απόφαση του Δικαστηρίου της 28ης Φεβρουαρίου 1991, υπόθεση C-58/89, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή σελ. I-0883.

[43] Απόφαση του Δικαστηρίου της 2ας Αυγούστου 1993, υπόθεση C-355/90, Επιτροπή κατά Ισπανίας, Συλλογή σελ. I-4221.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ήλθε και πάλι στο προσκήνιο η υπόθεση Glaxo Group Ltd και άλλοι κατά Dowelhurst Ltd και Swingward Ltd, η οποία αφορά την παράλληλη εισαγωγή φαρμακευτικών προϊόντων. Το High Court, το οποίο έκρινε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό, είχε θεωρήσει απαραίτητο να παραπέμψει μια σειρά προδικαστικά ζητήματα στο Δικαστήριο [44]. Είχε επίσης απορρίψει το αίτημα να επιτραπεί η άσκηση έφεσης κατά της απόφασης περί παραπομπής, όπως ζήτησαν ορισμένοι από τους διαδίκους [45], οι οποίοι, στη συνέχεια, αποφάσισαν να υποβάλουν στο Court of Appeal [46] αίτηση να τους επιτραπεί η άσκηση έφεσης. Το Court of Appeal, αν και δέχθηκε ότι τα επιχειρήματα των αιτούντων όσον αφορά το ζήτημα ερμηνείας του δικαίου που ανακύπτει στην κύρια υπόθεση ήταν ίσως ορθά, απέρριψε την αίτηση διευκρινίζοντας ότι το High Court είχε κρίνει ορθώς πως τα ζητήματα που ανέκυπταν στην εν λόγω υπόθεση δεν ήσαν προφανή και ότι η παραπομπή στο Δικαστήριο, είτε από το ίδιο το High Court, είτε από άλλο δικαστήριο, ήταν απαραίτητη. Εξάλλου, το Court of Appeal έκρινε ότι, ακόμα και αν επιτραπεί η άσκηση έφεσης, ήταν μάλλον απίθανο να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η απάντηση στα ανακύπτοντα ζητήματα ήταν τόσο προφανής ώστε να μην απαιτείται καμία παραπομπή. Τέλος, το Court of Appeal προσέθεσε ότι η απόφαση περί παραπομπής πρέπει να λαμβάνεται μόνον αφής στιγμής η εθνική διαδικασία φθάσει σε ένα στάδιο που να επιτρέπει στο εθνικό δικαστήριο να διευκρινίσει το πραγματικό και νομικό πλαίσιο των ζητημάτων που ανακύπτουν. Σύμφωνα δε με το Court of Appeal, η υπόθεση έφθασε πράγματι στο στάδιο αυτό μετά την απόφαση του High Court, το οποίο, αφού εξέθεσε το πραγματικό πλαίσιο, διέθετε πλέον δυνατότητα αξιολόγησης όσον αφορά το κατά πόσον η προδικαστική παραπομπή ήταν απαραίτητη, ή αν το ζήτημα έπρεπε να κριθεί κατ' έφεση από δευτεροβάθμιο δικαστήριο. Το Court of Appeal δήλωσε ότι οφείλει να μην παρέμβει στην εκ μέρους του High Court άσκηση εξουσίας αξιολόγησης, εκτός αν ο δικαστής παραλείψει να συνεκτιμήσει στοιχείο το οποίο θα έπρεπε να συνεκτιμήσει ή, αντιθέτως, συνεκτιμήσει άσχετα στοιχεία ή, τέλος, αν η απόφασή του είναι εκδήλως εσφαλμένη. Κρίνοντας ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει εν προκειμένω, το Court of Appeal αρνήθηκε να επιτρέψει την άσκηση έφεσης.

[44] High Court of Justice (England and Wales), Chancery Division, Patents Court, 28 Φεβρουαρίου 2000 και 7 Μαρτίου 2000, Glaxo Group Ltd και άλλοι κατά Dowelhurst Ltd και Swingward Ltd, Common Market Law Reports 2000, σελ. 571-652.

[45] High Court of Justice (England and Wales), Chancery Division, Patents Court, 7 Μαρτίου 2000, European Law Reports of Cases in the United Kingdom and Ireland 2000, σελ. 660-664.

[46] Court of Appeal (England and Wales), Civil Division, 29 Μαρτίου 2000, Glaxo Group Ltd και άλλοι κατά Dowelhurst Ltd και Swingward Ltd, European Law Reports of Cases in the United Kingdom and Ireland 2000.

Δεύτερο ερώτημα

Από τις έρευνες δεν προέκυψε έκδοση απόφασης του είδους που περιγράφεται στο εν λόγω ερώτημα.

Τρίτο ερώτημα

Στη Γερμανία, το Bundesgerichtshof [47] δεν αναγνώρισε το δικαίωμα ιδιώτη να λάβει αποζημίωση, επί τη βάσει του κοινοτικού δικαίου, λόγω μη ορθής μεταφοράς του άρθρου 2 της απόφασης 88/40 του Συμβουλίου σχετικά με το επίπεδο εισπραττομένων τελών για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των νωπών κρεάτων [48].

[47] Bundesgerichtshof, απόφαση της 14ης Δεκεμβρίου 2000, III ZR 151/99, Entscheidungen des Bundesgerichtshofes in Zivilsachen 146, 153.

[48] Απόφαση του Συμβουλίου της 15ης Ιουνίου 1988, σχετικά με το επίπεδο εισπραττομένων τελών για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων των νωπών κρεάτων, σύμφωνα με την οδηγία 85/73/ΕΟΚ, ΕΕ L 194, σελ. 24.

Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της απόφασης 88/40 καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να εισάγουν παρεκκλίσεις από τα κατ' αποκοπήν τέλη που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου έως του ύψους του πραγματικού κόστους της επιθεώρησης. Το άρθρο 24 του Fleischhygienegesetz (ομοσπονδιακού νόμου για την υγιεινή των κρεάτων, στο εξής "FlHG"), με τον οποίο μεταφέρθηκε η απόφαση 88/40, προβλέπει ότι τα γερμανικά Lδnder καθορίζουν, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, τα εισπραττόμενα τέλη σε συνάρτηση με το πραγματικό κόστος της επιθεώρησης. Σύμφωνα με το Bundesverwaltungsgericht [49], η διάταξη αυτή υποχρεώνει τα Lδnder να θεσπίσουν νομοθεσία που να καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται παρέκκλιση από τα κατ' αποκοπήν τέλη που προβλέπονται για τις επίδικες υγειονομικές επιθεωρήσεις και ελέγχους, καθώς και, εφόσον συντρέχει λόγος, τις λεπτομέρειες του υπολογισμού του ύψους των επιβαλλομένων τελών. Θεωρώντας ότι η νομοθεσία του συγκεκριμένου Land δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις αυτές, τα γερμανικά δικαστήρια τα οποία είχαν αποφανθεί για το θέμα πριν το Bundesgerichtshof, είχαν κρίνει ότι αυτή η νομοθετική παράλειψη έδινε δικαίωμα, επί τη βάσει του κοινοτικού δικαίου, στην καταβολή αποζημίωσης.

[49] Bundesverwaltungsgericht, απόφαση της 29ης Αυγούστου 1996, 3 C 7/95, Entscheidungen des Bundesverwaltungsgerichts 102, 39.

Ωστόσο, το Bundesgerichtshof, το οποίο έκρινε το θέμα κατόπιν προσφυγής κατά απόφασης του Oberlandesgericht της Καρλσρούης, δεν κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα. Αφού συνόψισε τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες γεννάται υποχρέωση των κρατών μελών να ανορθώσουν ζημία που προκαλείται σε ιδιώτη λόγω της μη τήρησης του κοινοτικού δικαίου, τις οποίες έχει προσδιορίσει το Δικαστήριο στις αποφάσεις του Francovich [50], Brasserie du Pκcheur/Factortame [51], British Telecommunications [52], Hedley Lomas [53] και Dillenkofer [54], το Bundesgerichtshof έκρινε ότι η υπό κρίση υπόθεση υπάγετο αποκλειστικά στο εσωτερικό δίκαιο. Σύμφωνα με το Bundesgerichtshof, το απλό γεγονός ότι ο νομοθέτης του συγκεκριμένου Land δεν είχε θεσπίσει, κατά παράβαση του άρθρου 24 του FlHG, ειδικό νόμο που να καθορίζει το ύψος των τελών, δεν αποτελούσε παράβαση του κοινοτικού δικαίου, αφής στιγμής, σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο, πληρούντο εν πάση περιπτώσει οι προϋποθέσεις παρέκκλισης από το κατ' αποκοπήν τέλος, και ιδίως, τα επιβαλλόμενα τέλη αντιστοιχούσαν στο πραγματικό κόστος επιθεώρησης. Χωρίς να παραπέμψει προδικαστικό ζήτημα στο Δικαστήριο, το Bundesgerichtshof αποφάσισε να παραπέμψει την υπόθεση στο Oberlandesgericht, ούτως ώστε να εξετάσει το τελευταίο αν πληρούνται οι προϋποθέσεις ευθύνης του Δημοσίου επί τη βάσει του εθνικού δικαίου.

[50] Απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 1991, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-6/90 και C-9/90, ένθ. αν.

[51] Απόφαση της 5ης Μαρτίου 1996, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-46/93 και C-48/93, Brasserie du Pκcheur και Factortame, ένθ. αν.

[52] Απόφαση της 26ης Μαρτίου 1996, υπόθεση C-392/93, British Telecommunications, Συλλογή σελ. I-1654.

[53] Απόφαση της 23ης Μαΐου 1996, υπόθεση C-5/94, Hedley Lomas, Συλλογή σελ. I-2604.

[54] Απόφαση της 8ης Οκτωβρίου 1996, υπόθεση C-178/94, Dillenkofer, Συλλογή σελ. I-4867.

Στη Γαλλία, το Τribunal administratif της Ρεν [55] δέχθηκε ότι το Δημόσιο υπέχει ευθύνη όσον αφορά την καθυστέρηση μεταφοράς της οδηγίας 91/676, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης [56].

[55] TA Rennes, απόφαση της 2ας Μαΐου 2001, Sociιtι Suez Lyonnaise des Eaux, req. nΊ 97182.

[56] Οδηγία 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης, ΕΕ L 375, σελ. 1.

Η προσφεύγουσα εταιρεία, Sociιtι Suez Lyonnaise des Eaux, είχε καταδικαστεί το 1995 από το Τribunal d'instance του Guingamp να καταβάλει αποζημίωση σε 176 πελάτες του δικτύου διανομής πόσιμου ύδατος που εκμεταλλεύεται λόγω της υπερβολικής περιεκτικότητας σε νιτρικά του διανεμομένου ύδατος. Προσέφυγε τότε στο διοικητικό δικαστή, διεκδικώντας αποζημίωση λόγω πταίσματος του Δημοσίου, το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της, ήταν υπεύθυνο για την καταδίκη της. Η προσφεύγουσα υποστήριζε, ιδίως, ότι το Δημόσιο είχε μεταφέρει κατά τρόπο ατελή την οδηγία 91/676, υπό την έννοια ότι το άρθρο 5 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο προβλέπει την εκπόνηση προγραμμάτων δράσης εντός διετίας από το χαρακτηρισμό των «ευπρόσβλητων ζωνών», δεν τέθηκε σε εφαρμογή εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Το διοικητικό δικαστήριο δέχθηκε τον ισχυρισμό, στο μέτρο που το γενικό πλαίσιο και η μέθοδος εκπόνησης των εν λόγω προγραμμάτων καθορίστηκαν μόνον με διάταγμα που εκδόθηκε στις 4 Μαρτίου 1996, ενώ η απόφαση που αφορούσε την εφαρμογή του εν λόγω διατάγματος στην επίδικη γεωγραφική ζώνη υπεγράφη μόνον στις 22 Δεκεμβρίου 1997. Κατόπιν αυτών, το δικαστήριο έκρινε ότι "υπ' αυτές τις συνθήκες, η προσφεύγουσα βασίμως υποστηρίζει επίσης ότι το Δημόσιο, καθυστερώντας να μεταφέρει το άρθρο 5 της προαναφερθείσας οδηγίας, υπέπεσε σε πταίσμα το οποίο γεννά την ευθύνη του". Η απόφαση αναφέρει, εξάλλου, ότι "ο ισχυρισμός του Δημοσίου ότι η ευθύνη του δέον να αποκλειστεί ή να περισταλεί λόγω πταισμάτων της προσφεύγουσας είναι αβάσιμος", δεδομένου ότι η αιτούσα δεν διέθετε τα νομικά και τεχνικά μέσα που θα της επέτρεπαν να περιορίσει τις συνέπειες της μεγάλης περιεκτικότητας των υδάτων σε νιτρικά. Επισημαίνεται ότι εκκρεμεί στο Δικαστήριο προσφυγή λόγω παράλειψης κατά της Γαλλίας για τη μη πλήρη μεταφορά της οδηγίας 91/676 [57].

[57] Υπόθεση C-258/00.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, μετά από την απόφαση της Βουλής των Λόρδων, με την οποία το εν λόγω κράτος μέλος καταδικάστηκε σε αποζημίωση για τη ζημία που υπέστησαν οι προσφεύγοντες λόγω της εφαρμογής του συστήματος νηολόγησης των αλιευτικών σκαφών το οποίο θέσπισε ο νόμος Merchant Shipping Act 1988 [58], η υπόθεση Factortame παραπέμφθηκε στο High Court, ούτως ώστε να αποφανθεί για το ύψος της ζημίας [59]. Ορισμένοι προσφεύγοντες κατέθεσαν στο High Court συμπληρωματικές αιτήσεις για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης (damages for distress) και της 'διακεκριμένης' ζημίας (aggravated damages). Προέβαλαν τον ισχυρισμό ότι το αίτημά τους, το οποίο βασίζεται σε παράβαση του κοινοτικού δικαίου - και συγκεκριμένα του άρθρου 43 ΕΚ και της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας - από το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι ανάλογο με αίτημα βασιζόμενο, στο εσωτερικό δίκαιο, στο νόμο Race Relations Act 1976, που απαγορεύει αυτό το είδος διακρίσεων και προβλέπει αποκατάσταση της ηθικής βλάβης. Το High Court απέρριψε αυτές τις αιτήσεις. Υπογράμμισε, κατ' αρχάς, ότι παρόλο που, δυνάμει του αγγλικού δικαίου, η ηθική βλάβη δεν επιδέχεται κατ' αρχήν αποκατάσταση, η νομολογία επιτρέπει εντούτοις την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης εφόσον αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ζημίας για την οποία προβλέπεται αποζημίωση, όπως για παράδειγμα, στην περίπτωση αγωγών που βασίζονται στο νόμο Race Relations Act 1976. Διευκρίνισε ότι, σε μια τέτοια υποθετική περίπτωση, μπορεί να αποζημιωθεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, και η διακεκριμένη ζημία. Το High Court υπενθύμισε στη συνέχεια την αρχή που έθεσε το Δικαστήριο στην απόφαση Factortame της 5ης Μαρτίου 1996 [60], σύμφωνα με την οποία η επιδίκαση ειδικών μορφών αποζημιώσεως, όπως είναι η προβλεπόμενη στο αγγλικό δίκαιο «παραδειγματική» αποζημίωση πρέπει να είναι δυνατή στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου, εάν είναι δυνατή και στο πλαίσιο παρόμοιας ενστάσεως ή αγωγής στηριζομένης στο εσωτερικό δίκαιο. Σχετικά, το High Court απέρριψε το επιχείρημα των προσφευγόντων που βασιζόταν στη σύγκριση της αγωγής που βασίζεται σε παράβαση του κοινοτικού δικαίου με αγωγή που βασίζεται στο νόμο Race Relations Act 1976. Πράγματι, έκρινε ότι τα δικαιώματα που προστατεύονται από το άρθρο 43 ΕΚ είναι οικονομικής και όχι κοινωνικής φύσεως και ότι, συνεπώς, επί τη βάσει της εν λόγω διάταξης μπορεί να αποκατασταθεί μόνον οικονομική ζημία. Έκρινε, εξάλλου, ότι ο όρος "ιθαγένεια", όπως αναφέρεται στο άρθρο 12 ΕΚ, εφαρμογή του οποίου αποτελεί το άρθρο 43 ΕΚ, δεν έχει το ίδιο φυλετικό περιεχόμενο όπως στο νόμο Race Relations Act 1976 τον οποίο επικαλούνται οι προσφεύγοντες και ο οποίος αφορά συγκεκριμένα πράξεις οι οποίες εκφράζουν "μίσος, γελοιοποίηση και περιφρόνηση" (hatred, ridicule and contempt). Σύμφωνα με το δικαστή J Tomlin QC, είναι πολύ αμφίβολο κατά πόσον ο όρος "ιθαγένεια" κατά την έννοια του νόμου του 1976 έχει την ίδια σημασία όπως και στο κοινοτικό δίκαιο, στο μέτρο που ο εν λόγω νόμος δεν αφορά το είδος διάκρισης που είναι εγγενές στο νόμο Merchant Shipping Act 1988 και στις διατάξεις εφαρμογής του. Ο όρος "ιθαγένεια" σε σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών και σε σχέση με το δικαίωμα εγκατάστασης είναι πολύ ευρύτερος και συνεπώς δεν γεννά τους ίδιους συνειρμούς με την ιθαγένεια κατά την έννοια του νόμου Race Relations Act 1976.

[58] House of Lords, 28 Οκτωβρίου 1999, R κατά Secretary of State for Transport, ex parte Factortame and others (nΊ 5), The Law Reports: Appeal Cases 2000, τεύχος 1, σελ. 524-557.

[59] High Court of Justice (England and Wales), Queen's Bench Division, Technology and Construction Court, 27 Νοεμβρίου 2000, R κατά Secretary of State for Transport, ex parte Factorame and others, The Weekly Law Reports 2001, τεύχος 1, σελ. 942-985.

[60] Ένθ. αν.

Τέταρτο ερώτημα

Στη Γερμανία, το Bundesverfassungsgericht [61] αρνήθηκε να κρίνει συνταγματική προσφυγή κατά αποφάσεως του τμήματος πειθαρχικών προσφυγών του Ευρωπαϊκού Γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (στο εξής "ΕΓΔΕ"), κρίνοντας ότι η διαδικασία ενώπιον του εν λόγω οργάνου προσέφερε επαρκές επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ο προσφεύγων, σύμβουλος ευρεσιτεχνίας στο Μόναχο, είχε συμμετάσχει το 1998 σε επαναληπτική δοκιμασία στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών εξετάσεων προσόντων για την εγγραφή στον πίνακα των εξουσιοδοτημένων εκπροσώπων του ΕΓΔΕ. Όταν η εξεταστική επιτροπή τον ενημέρωσε για την απόρριψή του, ο προσφεύγων άσκησε προσφυγή ενώπιον του τμήματος πειθαρχικών προσφυγών. Μετά την απόρριψή της προσφυγής του, κατέθεσε συνταγματική προσφυγή στο Bundesverfassungsgericht, επικαλούμενος κατ' ουσίαν ότι η απόφαση, την οποία έλαβε το ΕΓΔΕ και επικύρωσε το τμήμα προσφυγών, για το ζήτημα των εξετάσεων δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη.

[61] Bundesverfassungsgericht, διάταξη της 4ης Απριλίου 2001, 2 BvR 2368/99, Neue juristische Wochenschrift 2001, 2705.

Αναφερόμενο στις αποφάσεις του "Solange II" [62], "Maastricht" [63] και "Atlanta" [64], το Bundesverfassungsgericht έκρινε ότι τα προβλήματα που ετίθεντο στην προκειμένη υπόθεση ήσαν ταυτόσημα με τα προβλήματα επί των οποίων είχε ήδη αποφανθεί σε εκείνες τις αποφάσεις. Εξάλλου, έκρινε ότι η προσφυγή ήταν απαράδεκτη διότι ο προσφεύγων δεν είχε εκθέσει λεπτομερώς τους λόγους για τους οποίους η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της Σύμβασης για τη χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (στο εξής "ΣΕΔΕ") δεν αντιστοιχεί στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων την οποία εγγυάται ο γερμανικός θεμελιώδης νόμος. Σύμφωνα με το Bundesverfassungsgericht, η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων έναντι πράξεων υπερεθνικών οργανισμών, δεν περιορίζεται στις πράξεις των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αλλά περιλαμβάνει και τις πράξεις του ΕΓΔΕ, εφόσον έχουν έννομες συνέπειες στους δικαιούχους των εν λόγω δικαιωμάτων. Έτσι, το άρθρο 24, παράγραφος 1, του θεμελιώδους νόμου, το οποίο αποτελεί τη συνταγματική βάση για τη μεταβίβαση κυριαρχικών δικαιωμάτων στους διεθνείς οργανισμούς, πρέπει να ερμηνευθεί υπό το φως ολόκληρου του θεμελιώδους νόμου, κατά τρόπον ώστε να μην τροποποιεί τη βασική δομή του, τμήμα της οποίας αποτελούν τα θεμελιώδη δικαιώματα. Εντούτοις, ο θεμελιώδης νόμος δεν απαιτεί η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων να εξασφαλίζεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από το ίδιο το Bundesverfassungsgericht. Πράγματι, το άνοιγμα του θεμελιώδους νόμου στη διεθνή συνεργασία σημαίνει ότι το Bundesverfassungsgericht οφείλει να μην παρεμβαίνει όταν το επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της ΕΣΔΕ αντιστοιχεί ουσιαστικά στο επίπεδο που εγγυάται ο θεμελιώδης νόμος. Όσον αφορά ειδικότερα την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της ΕΣΔΕ, το Bundesverfassungsgericht ότι είναι γενικά ισοδύναμη με τη δικαστική προστασία που προβλέπει ο γερμανικός θεμελιώδης νόμος. Εις επίρρωση του συμπεράσματος αυτού, υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι συμφώνως προς τα άρθρα 21 και 23 της ΕΣΔΕ, τα μέλη των τμημάτων προσφυγών είναι ανεξάρτητα, ότι τουλάχιστον ένα από αυτά πρέπει να είναι νομικός και ότι η διαδικασία προσφυγής είναι ανεξάρτητη από την πρωτοβάθμια διαδικασία, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ο δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας της αρχικής απόφασης. Το Bundesverfassungsgericht επεσήμανε επίσης ότι, δυνάμει των άρθρων 113 και επόμενα της ΕΣΔΕ, το δευτεροβάθμιο τμήμα προσφυγών έχει ήδη αναγνωρίσει ότι δεσμεύεται από πολυάριθμες αρχές που εξασφαλίζουν τη δίκαιη διεξαγωγή της διαδικασίας, όπως, μεταξύ άλλων, η ανεξαρτησία των μελών του πρωτοβάθμιου οργάνου, το δικαίωμα ακροάσεως, η αρχή της προφορικής διεξαγωγής της δίκης και η λήψη των αποφάσεων επί τη βάσει των κανόνων αποδείξεως. Το Bundesverfassungsgericht υπενθύμισε, τέλος, όσον αφορά ειδικότερα τις ευρωπαϊκές εξετάσεις προσόντων, την ύπαρξη πάγιας νομολογίας του τμήματος πειθαρχικών προσφυγών, η οποία εγγυάται το σεβασμό των εν λόγω διαδικαστικών αρχών σε σχέση με την ίση μεταχείριση των υποψηφίων, συμφώνως προς το άρθρο 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

[62] Bundesverfassungsgericht, απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 1986, 2 BvR 197/83, Entscheidungen des Bundesverfassungsgerichts 73, 339.

[63] Bundesverfassungsgericht, απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 1993, 2 BvR 2134/92, 2 BvR 2159/92, Entscheidungen des Bundesverfassungsgerichts 89, 155.

[64] Bundesverfassungsgericht, απόφαση της 7ης Ιουνίου 2000, 2 BvL 1/97, Entscheidungen des Bundesverfassungsgerichts 102, 147.

Στη Γερμανία επίσης, το Bundesgerichtshof [65] απέρριψε την προσφυγή παραγωγού αρωμάτων πολυτελείας με αίτημα την απαγόρευση της διαφημιστικής προώθησης ενός προϊόντος του από εξουσιοδοτημένο διανομέα. Ο προσφεύγων επεκαλείτο παραβίαση των πνευματικών δικαιωμάτων επί του φιαλιδίου του συγκεκριμένου αρώματος, επί του οποίου διέθετε δικαίωμα αποκλειστικής εκμετάλλευσης. Το Bundesgerichtshof έκρινε ότι το άρθρο 17, παράγραφος 2, του Urhebergesetz (νόμου περί δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, στο εξής "UrhG") εκφράζει τη γενική αρχή γνωστή ως "αρχή της εξάντλησης". Το άρθρο 17, παράγραφος 2, του UrhG τάσσει, πράγματι, ότι, εφόσον το πρωτότυπο ή αντίγραφα προϊόντος διατίθενται στην αγορά στην επικράτεια κράτους μέλους ή συμβαλλομένου κράτους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου με τη συγκατάθεση του δικαιούχου του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, πρέπει να επιτρέπεται η μεταγενέστερη διανομή του εν λόγω προϊόντος, εξαιρουμένης της μισθώσεως. Σχετικά, το Bundesgerichtshof διευκρίνισε ότι έργο το οποίο διατίθεται στην αγορά με τη συγκατάθεση του δικαιούχου πρέπει να μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα στο εσωτερικό ενιαίου οικονομικού χώρου, ανεξαρτήτως της προστασίας των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Ο δικαιούχος είναι μεν ελεύθερος να απαγορεύσει την πρώτη διανομή του προϊόντος, ή να θέσει ως προϋπόθεση την είσπραξη δίκαιης αμοιβής, αφής στιγμής όμως δώσει τη συγκατάθεσή του, δεν μπορεί πλέον, να ελέγξει, μέσω των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας τη μεταγενέστερη διανομή του εν λόγω προϊόντος.

[65] Bundesgerichtshof, απόφαση της 4ης Μαΐου 2000, I ZR 256/97, Entscheidungen des Bundesgerichtshofes in Zivilsachen 144, 232.

Θεωρώντας ότι στην προκειμένη περίπτωση, ήταν ενδεδειγμένος ο παραλληλισμός με το δικαίωμα επί του σήματος και υπενθυμίζοντας τη νομολογία του για το θέμα, το Bundesgerichtshof έκρινε ότι η εξάντληση του δικαιώματος επί του σήματος με τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά δεν αφορά μόνον το δικαίωμα διανομής, αλλά και την άσκηση του δικαιώματος αναγγελίας - δικαίωμα το οποίο απλώς καθιστά εφικτή, μέσω της δημοσιότητας που προκαλεί, την εμπορία. Πράγματι, όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο όσον αφορά το άρθρο 7 της οδηγίας 89/104 [66] στην υπόθεση Dior [67], ο δικαιούχος σήματος δεν μπορεί να αντιταχθεί στην εκ μέρους μεταπωλητή, ο οποίος συνήθως εμπορεύεται είδη της αυτής φύσεως με τα προστατευόμενα προϊόντα, χρησιμοποίηση του σήματος, σύμφωνα με τους συνήθεις για τον κλάδο της δραστηριότητάς του τρόπους και χωρίς να βλάπτει σοβαρά τη φήμη των προϊόντων, προκειμένου να αναγγείλει στο κοινό τη μεταγενέστερη εμπορία τους. Το Bundesgerichtshof προσέθεσε, εξάλλου, ότι, σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση - η οποία αφορούσε τον ίδιο παραγωγό όπως και στην υπό κρίση υπόθεση -, ο παραγωγός δεν μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που απορρέουν από την παρουσίαση του προϊόντος για να ελέγξει τα κυκλώματα διανομής και ότι "η προστασία που προσφέρει το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας όσον αφορά την αναπαραγωγή των προστατευομένων έργων στις διαφημίσεις του μεταπωλητή δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι ευρύτερη από την προστασία που παρέχεται υπό τις ίδιες προϋποθέσεις στο δικαιούχο δικαιώματος επί του σήματος" [68].

[66] Πρώτη Οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών επί των σημάτων, ΕΕ L 40, σελ. 1.

[67] Απόφαση της 4ης Νοεμβρίου 1997, υπόθεση C-337/95, Dior, Συλλογή σελ. I-6013.

[68] Απόφαση Dior, ένθ. αν, σημείο 58.

Στη Γερμανία, τέλος, το Bundesfinanzhof [69] διευκρίνισε, υπό το πρίσμα της ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων, τις προϋποθέσεις που επιτρέπουν να θεωρηθεί ότι σημειώνεται φοροδιαφυγή λόγω τοποθέτησης κεφαλαίων στο εξωτερικό (steuerstrafrechtlicher Anfangsverdacht).

[69] Bundesfinanzhof, διάταξη της 6ης Φεβρουαρίου 2001, VII B 277/00, Sammlung der Entscheidungen und Gutachten des Bundesfinanzhofs 194, 26.

Η αιτούσα, γερμανική τράπεζα, είχε καταθέσει ενώπιον των φορολογικών δικαστηρίων αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με αίτημα να απαγορευθεί σε διοικητική φορολογική υπηρεσία να διαβιβάσει σε άλλη κρατική υπηρεσία πληροφορίες προερχόμενες από την υπηρεσία πάταξης της φοροδιαφυγής (Steuerfahndung) που αφορούσαν μεταφορές κεφαλαίων στο εξωτερικό από πελάτες, το όνομα των οποίων ήταν ή μπορούσε να γίνει γνωστό. Οι πληροφορίες αυτές είχαν γίνει γνωστές στην υπηρεσία πάταξης της φοροδιαφυγής κατά τη διάρκεια μιας σειράς ερευνών στα κτίρια ορισμένων τραπεζών για τις οποίες υπήρχαν υποψίες ότι είχαν συνεργαστεί σε παράνομη μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό. Οι έρευνες αυτές είχαν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο προανάκρισης που διεξήγε η εισαγγελική αρχή κατά των υπευθύνων και του προσωπικού των εν λόγω τραπεζών.

Στο πλαίσιο της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, η οποία αποσκοπούσε στην απαγόρευση διαβίβασης των πληροφοριών αυτών, η φορολογική αρχή αμφισβήτησε, μεταξύ άλλων, τη δικαιοδοσία των φορολογικών δικαστηρίων. Το Finanzgericht, πρωτοβάθμιο φορολογικό δικαστήριο, έκανε δεκτό τον ισχυρισμό και παρέπεμψε την υπόθεση στα ποινικά δικαστήρια, εκτιμώντας ότι η υπόθεση υπήγετο στη διαδικασία των υποθέσεων φοροδιαφυγής. Το Bundesfinanzhof, αποφαινόμενο κατόπιν προσφυγής της τράπεζας, εξαφάνισε την απόφαση του Finanzgericht και έκρινε αρμόδια τα φορολογικά δικαστήρια.

Σύμφωνα με το Bundesfinanzhof, από τη διάταξη του πολιτικού δικαστή (Amtsgericht) με την οποία επετράπη η κατάσχεση των εν λόγω εγγράφων, προέκυπτε σαφώς ότι η διαδικασία της έρευνας αφορούσε αποκλειστικά τους πελάτες που είχαν μεταφέρει κεφάλαια, ανωνύμως ή μη κατονομαζόμενοι επακριβώς, προς τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό. Η κατηγορούσα αρχή και το Amtsgericht, εξάλλου, δεν είχαν μπορέσει να υποστηρίξουν ευλόγως ευρύτερη ερμηνεία όσον αφορά τον κύκλο των προσώπων κατά των οποίων στρέφεται η εν λόγω διαδικασία, ερμηνεία η οποία είναι προδήλως αντίθετη προς την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων την οποία καθιερώνει το άρθρο 56 ΕΚ. Συνεπώς, το Bundesfinanzhof κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απλή απευθείας μεταφορά κεφαλαίων από πελάτες των οποίων το όνομα ήταν γνωστό, από τραπεζικό λογαριασμό στη Γερμανία προς άλλο τραπεζικό λογαριασμό στο εξωτερικό δεν μπορεί να θεωρηθεί εύλογη αιτιολογία που να επιτρέπει να υποτεθεί ότι υπάρχει φοροδιαφυγή και να κινηθεί προανακριτική διαδικασία εις βάρος των εν λόγω πελατών. Σύμφωνα με το Bundesfinanzhof, μια τέτοια ερμηνεία θα οδηγούσε σε αυθαίρετη διάκριση μεταξύ, αφενός, των κινήσεων κεφαλαίων στο εσωτερικό της Γερμανίας και, αφετέρου, των ενδοκοινοτικών κινήσεων κεφαλαίων ή τουλάχιστον σε συγκαλυμμένο περιορισμό κατά την έννοια του άρθρου 58, παράγραφος 3 ΕΚ, ο οποίος δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ευλόγως από τις παρεκκλίσεις που προβλέπει η παράγραφος 1 της εν λόγω διάταξης. Παραπέμποντας στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-478/98 [70], το Bundesfinanzhof απεφάνθη, τέλος ότι ένα γενικό τεκμήριο ότι έχει διαπραχθεί φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή δεν μπορεί να δικαιολογήσει περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας κεφαλαίων.

[70] Απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2000, υπόθεση C-478/98, Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή σελ. I-7587.

Στο Βέλγιο, το Cour d'arbitrage [71], το οποίο δίκασε ακυρωτική προσφυγή στρεφόμενη κατά πολλών διατάξεων του διατάγματος της Περιφέρειας της Βαλλονίας της 19ης Νοεμβρίου 1998, το οποίο θέσπισε φόρο επί των εγκαταλελειμμένων κατοικιών, είχε την ευκαιρία, σε απόφασή του της 14ης Ιουλίου 2000, να αποφανθεί σχετικά με τη συμβατότητα του επίδικου φόρου με το άρθρο 56 ΕΚ. Το εν λόγω διάταγμα επιβάλλει, τάσσοντας διάφορες προϋποθέσεις και λεπτομέρειες εφαρμογής, ετήσιο φόρο στις ημιτελείς ή κενές κατοικίες ύψους 400 βελγικών φράγκων (9,92 ευρώ) ανά τετραγωνικό μέτρο επιφανείας που μπορεί να κατοικηθεί. Οι προσφεύγοντες, όλοι ιδιοκτήτες δευτερευουσών κατοικιών στην Περιφέρεια της Βαλλονίας, προέβαλαν, μεταξύ άλλων, το επιχείρημα ότι ο επίδικος φόρος αποτελούσε εμπόδιο στις διαπεριφερειακές συναλλαγές και στην ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων και συνεπώς δεν τηρούσε το γενικό πλαίσιο της βελγικής οικονομικής ένωσης. Βάσει του ορισμού που έχει δώσει στην έννοια της φορολογικής επιβάρυνσης ισοδυνάμου αποτελέσματος το Δικαστήριο [72], το Cour d'arbitrage επεσήμανε ότι το άρθρο 56 ΕΚ, το οποίο εφαρμόζεται μεταξύ άλλων στις επενδύσεις σε ακίνητα, έχει άμεση ισχύ [73], υπενθυμίζοντας συγχρόνως ότι το άρθρο 58 ΕΚ επιτρέπει εντούτοις στα κράτη μέλη να διατηρούν ορισμένους περιορισμούς της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, ιδίως για επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος. Εφόσον, στην προκειμένη περίπτωση, δεν αμφισβητείτο ότι οι στόχοι τους οποίους επεδίωκε το επίμαχο διάταγμα, ήτοι "η γενίκευση του αγώνα κατά των ακατάλληλων καταλυμάτων", "η βελτίωση της κατοικίας" και "η ανάκαμψη του τομέα των κατασκευών", συνέβαλλαν στην ικανοποίηση του γενικού συμφέροντος, το Cour d'arbitrage κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα προσβαλλόμενα μέτρα δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι περιόριζαν κατά αδικαιολόγητο τρόπο την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων.

[71] Cour d'arbitrage, απόφαση nΊ 67/2000 της 14 juin 2000, Administration publique, 2000, σελ. 125; Bulletin de jurisprudence constitutionnelle, 2000, σελ. 297-298; Tijdschrift voor bestuurswetenschappen en publiekrecht, 2001, σελ. 353-355. Η απόφαση έχει δημοσιευθεί και στην ιστοθέση του Cour d'arbitrage http://www.arbitrage.be

[72] Βλ. μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της 1ης Ιουλίου 1969, υπόθεση 24/68, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή σελ. 193 και της 7ης Ιουλίου 1994, υπόθεση C-130/93, Lamaire S.A., Συλλογή σελ. I-3215.

[73] Απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Δεκεμβρίου 1995, υπόθεση C-163/94, Sanz de Lera, Συλλογή σελ. I-4821.

Στο Βέλγιο επίσης, αξίζει να αναφερθεί μια απόφαση του Cour de cassation [74] που αφορά τις κρατικές ενισχύσεις. Με την απόφαση αυτή, το Cour de cassation επεκύρωσε προηγούμενη απόφαση του Cour d'Appel της Αμβέρσας με την οποία είχε κριθεί παράνομο σύστημα κρατικών ενισχύσεων για την καταπολέμηση των ζωονόσων και τη βελτίωση της υγιεινής, της υγείας και της ποιότητας των ζώων και των ζωικών προϊόντων. Αυτό το σύστημα ενίσχυσης, το οποίο βασιζόταν σε ταμείο τροφοδοτούμενο από υποχρεωτικές εισφορές των φυσικών και νομικών προσώπων που παράγουν, μεταποιούν, μεταφέρουν, επεξεργάζονται, πωλούν ή διαθέτουν στο εμπόριο ζώα, είχε ήδη κριθεί παράνομο από την Επιτροπή και από βελγικό δικαστήριο. Κατόπιν των αποφάσεων αυτών, ο εθνικός νομοθέτης προσάρμοσε το σύστημα ενισχύσεων και το έθεσε και πάλι σε εφαρμογή χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση προς την Επιτροπή. Σύμφωνα με το Cour de cassation, η Επιτροπή πρέπει να ενημερώνεται εγκαίρως, δυνάμει του άρθρου 88, τρίτο εδάφιο, ΕΚ, περί των σχεδίων που αποβλέπουν να θεσπίσουν ή να τροποποιήσουν μια κρατική ενίσχυση, ενώ κανένα σχεδιαζόμενο από κράτος μέλος μέτρο ενίσχυσης μπορεί να θεωρηθεί ισχυρό, εφόσον δεν έχει τηρηθεί η εν λόγω διαδικασία. Το Cour de cassation έκρινε, εξάλλου, συμφώνως προς την απόφαση Dilexport του Δικαστηρίου [75], ότι το κοινοτικό δίκαιο δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να εξαρτά την επιστροφή ποσών αχρεωστήτως καταβληθέντων από τους δικαιούχους της βοήθειας από προϋπόθεση, όπως η έλλειψη μετακυλίσεως των εν λόγω ποσών επί τρίτων, τη συνδρομή της οποίας πρέπει να αποδεικνύει ο δικαιούχος της βοήθειας.

[74] Hof van cassatie, nederlandse afdeling, 1ste kamer, απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2001, C960091N, Belgische Staat/Georges LORNOY & ZONEN e.a.

[75] Απόφαση της 9ης Φεβρουαρίου 1999, υπόθεση C-343/96, Dilexport Srl, Συλλογή σελ. I-0579.

Στο Βέλγιο και πάλι, το Cour d'Appel της Γάνδης [76] είχε την ευκαιρία να αποφανθεί σχετικά με τη βελγική νομοθεσία που επιβάλλει την παρέμβαση αναγνωρισμένων λιμενεργατών για τη διενέργεια ορισμένων λιμενικών εργασιών. Είχε παραπέμψει στο Δικαστήριο το προδικαστικό ζήτημα κατά πόσον διάταξη της εθνικής νομοθεσίας σύμφωνα με την οποία η φόρτωση και εκφόρτωση πλοίων και η εργασία στους λιμένες γενικότερα επιφυλάσσονται αποκλειστικά σε αναγνωρισμένους βάσει της εν λόγω νομοθεσίας λιμενεργάτες και επιβάλλεται η καταβολή σε αυτούς αμοιβής που υπερβαίνει κατά πολύ τους μισθούς των υπαλλήλων τους ή τις αμοιβές που καταβάλλουν σε άλλους εργαζομένους, συνάδει ή όχι με το άρθρο 86, παράγραφος 1, της συνθήκης ΕΚ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 12, 81 και 82 της ίδιας συνθήκης. Απαντώντας σε αυτό το ζήτημα, το Δικαστήριο είχε κρίνει ότι οι εν λόγω κοινοτικές διατάξεις δεν επιτρέπουν στους ιδιώτες να αντιταχθούν στην εφαρμογή ανάλογης νομοθεσίας από κράτος μέλος [77]. Εις επίρρωση αυτού του συμπεράσματος, το κοινοτικό Δικαστήριο είχε υπογραμμίσει, μεταξύ άλλων, ότι το άρθρο 86, παράγραφος 1, της συνθήκης σε συνδυασμό με οποιαδήποτε άλλη διάταξη της συνθήκης, είναι εφαρμοστέο αποκλειστικά σε επιχειρήσεις, και συνεπώς δεν εφαρμόζεται στους υπόψη εργαζομένους, οι οποίοι, ακόμα και εκλαμβανόμενοι συλλογικά, δεν μπορούν να θεωρηθούν "επιχειρήσεις" κατά την έννοια του κοινοτικού δικαίου ανταγωνισμού. Με βάση τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου, το Cour d'appel έκρινε ότι η βελγική νομοθεσία σχετικά με τη λιμενική εργασία δεν παρέβαινε ούτε το άρθρο 86, παράγραφος 1, ούτε τα άρθρα 81 και 82 ΕΚ. Επεσήμανε, εντούτοις, ότι το Δικαστήριο, στην προδικαστική του απόφαση, είχε αφήσει στον εθνικό δικαστή τη φροντίδα να αποφανθεί σχετικά με ενδεχόμενη παραβίαση των κανόνων που αφορούν την ελευθερία κυκλοφορίας των εργαζομένων και την ελευθερία παροχής υπηρεσιών. Σχετικά, το Cour d'appel έκρινε, παραπέμποντας μεταξύ άλλων στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση SETTG [78], ότι, στο μέτρο που η βελγική νομοθεσία δεν επιβάλλει τη νομική μορφή της συμβάσεως εργασίας λιμενεργάτη στους συγκεκριμένους εργαζομένους, δεν αποτελεί περιορισμό της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών. Έκρινε εξάλλου ότι η υποχρέωση χρησιμοποίησης αναγνωρισμένων λιμενεργατών, σύμφωνα με το εφαρμοστέο καθεστώς στη λιμενική ζώνη της Γάνδης, η βασική προϋπόθεση που επιβάλλεται στους οποίους είναι να παρακολουθήσουν ειδική κατάρτιση, δεν εισάγει διάκριση λόγω εθνικότητας.

[76] Hof van Beroep Gent, derde correctionele kamer, απόφαση της 18ης Ιανουαρίου 2001 not. Nr. 65/95 AG; Openbaar Ministerie/Becu, Jean-Claude κ.α.

[77] Απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Σεπτεμβρίου 1999, υπόθεση C-22/98, Beco κ.α, Συλλογή σελ. I-5665.

[78] Απόφαση της 5ης Ιουνίου 1997, υπόθεση C-398/95, Σύνδεσμος των εν Ελλάδι Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων (SETTG), Συλλογή σελ. I-3091.

Στη Δανία, το Ανώτατο δικαστήριο [79] έκρινε απαράδεκτη προσφυγή κατά του Πρωθυπουργού που ασκήθηκε από σωματείο ενεργούν ως εκπρόσωπος δώδεκα Δανών πολιτών και αφορούσε το νόμο σχετικά με την προσχώρηση της Δανίας στη Σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν. Το προσφεύγον σωματείο υποστήριζε την αντισυνταγματικότητα του νόμου περί προσχώρησης προβάλλοντες δύο ομάδες επιχειρημάτων. Κατά πρώτον, ισχυριζόταν ότι η Σύμβαση, η οποία προβλέπει, στα άρθρα 40 και 41, ότι η αστυνομία συμβαλλομένου κράτους μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να συνεχίσει παρακολούθηση στη δανική επικράτεια ήταν αντίθετη προς την αρχή του άρθρου 3 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο οι Δανοί πολίτες στην εθνική επικράτεια υπόκεινται αποκλειστικά στις δανικές δικαστικές αρχές. Εξάλλου, προέβαλλε ότι η Σύμβαση ήταν αντίθετη προς το άρθρο 20 του Συντάγματος, δεδομένου ότι η εν λόγω διάταξη επιτρέπει μεταβίβαση εξουσιών μόνον σε διεθνείς αρχές και όχι σε αλλοδαπά κράτη. Κατά δεύτερον, τέλος, υποστήριζε ότι το άρθρο 131 της Σύμβασης, αποδίδει σημαντικές εξουσίες στην εκτελεστική επιτροπή της συμφωνίας του Σένγκεν και ότι πληροφορίες που αφορούν Δανούς πολίτες θα μπορούσαν να περιληφθούν, σε άγνωστη έκταση, στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν. Κρίνοντας ότι η Σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν δεν επιφέρει μεταβίβαση εξουσιών σε γενικές και σημαντικές βιοτικές σφαίρες ούτε ενέχει σοβαρές συνέπειες για το δανικό λαό γενικά, το Ανώτατο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το προσφεύγον δεν διέθετε έννομο συμφέρον και συνεπώς, κήρυξε την προσφυγή του απαράδεκτη.

[79] Hψjesteret, 26 Ιουνίου 2001, Ugeskrift for Retsvζsen, 2001, σελ. 2065.

Στην Ισπανία, το Tribunal Supremo [80] εφάρμοσε, αντιθέτως προς τη λύση που είχε προκρίνει το Δικαστήριο, την αρχής της εξάντλησης του δικαιώματος επί του σήματος δίνοντάς της διεθνή διάσταση [81]. Η κρινόμενη υπόθεση αφορούσε διαφορά μεταξύ, αφενός, της προσφεύγουσας, Bacardν & Company S.A. Espaρa, δικαιούχου αποκλειστικής άδειας να παρασκευάζει και να πωλεί στην Ισπανία ρούμι το οποίο φέρει το εμπορικό σήμα "Bacardν" που συμμετέχει σε όμιλο επιχειρήσεων με μητρική εταιρεία τη δικαιούχο του σήματος "Bacardν & Company Limited" και, αφετέρου, των εταιρειών Dimexco S.L. και Destilerνas de l'Urgel, τρίτων εκτός του ομίλου, οι οποίες επείχαν θέση παράλληλων εισαγωγέων. Η προσφεύγουσα ζητούσε κατ' ουσίαν να απαγορευθεί στις καθών να εισάγουν στην ισπανική επικράτεια από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία, ρούμι με το προαναφερόμενο σήμα, το οποίο παρασκευάζεται και πωλείται νομίμως στο Μεξικό. Στην απόφασή του, με την οποία επεκύρωσε την απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, το Tribunal Supremo έκρινε ότι το δικαίωμα επί του σήματος Bacardν & Company S.A. Espaρa είχε εξαντληθεί λόγω του ότι η εμπορία του προϊόντος στο Μεξικό διενεργείτο με τη συναίνεση της μητρικής εταιρείας της αιτούσας, αρχικής δικαιούχου του σήματος. Σύμφωνα με το Tribunal Supremo, ούτε οι εθνικές διατάξεις (νομοθεσία περί αθέμιτου ανταγωνισμού και νομοθεσία περί σήματος) ούτε οι κοινοτικοί κανόνες (διατάξεις της συνθήκης ΕΚ για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων) που ήσαν εφαρμοστέοι στην προκειμένη περίπτωση παρείχαν κάποια ιδιαίτερη προστασία στην εταιρεία Bacardν & Company S.A., δεδομένου ότι κάθε συμπεριφορά της τελευταίας κατέληγε σε περιχαράκωση της αγοράς η οποία εξάλλου θα έπρεπε, εφόσον συνέτρεχε λόγος, να εκτιμηθεί από την άποψη της συμβατότητάς της με τα άρθρα 81 και 82 ΕΚ. Στο σκεπτικό του, το ισπανικό δικαστήριο μνημόνευσε, μεταξύ άλλων, την ουσιώδη λειτουργία του δικαιώματος επί του σήματος - που είναι να εξασφαλίσει στον καταναλωτή την προέλευση του προϊόντος επί του οποίου τίθεται. Έτσι, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση επρόκειτο για το αληθινό ρούμι Bacardν και ότι, εξάλλου, η απαγόρευση να εισάγεται ρούμι κατασκευασμένο στο Μεξικό δεν θα επέφερε, εν πάση περιπτώσει, κανένα όφελος στον καταναλωτή, εφόσον θα τον εμπόδιζε να αγοράσει το ίδιο προϊόν σε καλύτερη τιμή, το Tribunal Supremo κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παράλληλοι εισαγωγείς μπορούσαν να συνεχίσουν να εμπορεύονται ελεύθερα το εν λόγω ρούμι στην ισπανική επικράτεια, χωρίς ο δικαιούχος της αποκλειστικής άδειας για την κατασκευή και την πώληση στην Ισπανία να μπορεί να αντιταχθεί.

[80] Tribunal Supremo, Sala Primera, de lo Civil, 28 Δεκεμβρίου 2001, Bacardν & Company S.A. Espaρa κατά Dimexco S.L. και Destilerνas de l'Urgel, Diario La Ley 2001, nΊ 5423, σελ. 9-14.

[81] Βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Ιουλίου 1998, υπόθεση C-355/96, Silhouette, Συλλογή σελ. I-0799. Βλ. επίσης απόφαση της 20ης Νοεμβρίου 2001, συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-414/99 έως C-416/99, Davidoff, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα.

Στην Ισπανία επίσης, το ίδιο Tribunal Supremo [82] ακύρωσε την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του βασιλικού διατάγματος 1466/1997, λόγω ασυμβατότητάς της προς τον κανονισμός αριθ. 3577/92, για την εφαρμογή της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές στο εσωτερικό των κρατών μελών [83]. Οι προσφεύγοντες, ναυτιλιακές επιχειρήσεις και μια συνδικαλιστική οργάνωση, των οποίων οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν, είχαν προσβάλει το βασιλικό διάταγμα με πολλές βάσεις, και μεταξύ άλλων λόγω ασυμβατότητας του άρθρου 4 με τον εν λόγω κανονισμό. Στην προκειμένη περίπτωση, το Δικαστήριο είχε κρίνει κατόπιν προδικαστικής παραπομπής [84] ότι η διοικητική άδεια την οποία επέβαλλε το άρθρο 4 του βασιλικού διατάγματος στους ιδιοκτήτες σκαφών που εκτελούν υπηρεσίες τακτικών θαλάσσιων ενδομεταφορών από και προς τα νησιά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβιβάζεται με τον κοινοτικό κανονισμό, παρά μόνον εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι υπάρχει πραγματική ανάγκη δημόσιας υπηρεσίας λόγω της ανεπάρκειας των υπηρεσιών τακτικών μεταφορών σε κατάσταση ελεύθερου ανταγωνισμού. Σύμφωνα με το Δικαστήριο, ένα σύστημα προηγούμενων διοικητικών αδειών, όπως αυτό που επιβάλλει το βασιλικό διάταγμα, πρέπει εν πάση περιπτώσει να είναι αναγκαίο και ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό και να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια, μη εισάγοντα διακρίσεις και εκ των προτέρων γνωστά στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις. Κατόπιν της απόφασης του Δικαστηρίου, το Tribunal Supremo έκρινε ότι, εφόσον η παράγραφος 1 του άρθρου 4 του βασιλικού διατάγματος προέβλεπε καθεστώς προηγούμενης άδειας γενικού χαρακτήρα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ειδικές ανάγκες των συγκεκριμένων γραμμών ή δρομολογίων, δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις αυτές και το ακύρωσε. Υπογράμμισε, εντούτοις, ότι τίποτα δεν εμπόδιζε τις αρμόδιες αρχές να επιβάλουν, λόγω ανάγκης δημόσιας υπηρεσίας, καθεστώς διοικητικής άδειας για ορισμένες τακτικές γραμμές ενδομεταφορών από και προς τα νησιά, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται τα κριτήρια που προσδιορίζονται στη νομολογία του Δικαστηρίου. Το Tribunal Supremo έκρινε, εξάλλου, ότι η επιβολή υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σε ορισμένες επιχειρήσεις και η ταυτόχρονη σύναψη συμβάσεων δημόσιας υπηρεσίας για την εκτέλεση των ίδιων αυτών δρομολογίων ήσαν συμβατές με τον κανονισμό αριθ. 3577/92, εφόσον, στην προκειμένη περίπτωση, υφίστατο πραγματική ανάγκη δημόσιας υπηρεσίας, η επιβολή της δημόσιας υπηρεσίας δικαιολογείτο από τον επιδιωκόμενο στόχο και δεν εισήγε διακρίσεις. Σχετικά, το Tribunal Supremo προσέθεσε επίσης ότι όταν επιβάλλονται σε ναυτιλιακή επιχείρηση υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας μέσω προηγούμενης άδειας, είναι παραδεκτό να υπόκειται η χορήγηση της εν λόγω άδειας στην εξόφληση εκ μέρους του ενδιαφερομένου των φορολογικών οφειλών του και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, δεδομένου ότι η προϋπόθεση αυτή δεν εισάγει κάποια διάκριση μεταξύ ισπανικών και αλλοδαπών επιχειρήσεων. Υπογραμμίζοντας τα ιδιόμορφα χαρακτηριστικά των νησιών, το Tribunal Supremo απέρριψε, τέλος, την ύπαρξη δυνητικής διάκρισης μεταξύ ναυτιλιακών επιχειρήσεων της ηπειρωτικής χώρας και ναυτιλιακών επιχειρήσεων των νησιών.

[82] Tribunal Supremo, Sala Tercera, de lo Contencioso-Administrativo, 16 Οκτωβρίου 2001, Asociaciσn Profesional de Empresas Navieras de Lνneas Regulares e.a./Administraciσn General del Estado, Diario La Ley 2001, nΊ 8688, σελ. 12-16.

[83] Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3577/92 του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, για την εφαρμογή της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές στο εσωτερικό των κρατών μελών (θαλάσσιες ενδομεταφορές - καμποτάζ), ΕΕ L 364, σελ. 7.

[84] Απόφαση της 20ης Φεβρουαρίου 2001, υπόθεση C-205/99, Asociaciσn Profesional de Empresas Navieras de Lνneas Regulares (Analir) κ.α., Συλλογή σελ. I-1271.

Στην Ισπανία πάντα, το Juzgado de lo social αριθ. 1 της Pamplona [85], είχε την ευκαιρία, στο πλαίσιο δίκης μεταξύ της πολωνικής ιθαγένειας καλαθοσφαιρίστριας Lilia M. και της ισπανικής Ομοσπονδίας του αθλήματος, να αποφανθεί σχετικά με τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι επαγγελματίες καλαθοσφαιριστές ιθαγενείας τρίτων χωρών με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει συνάψει συμφωνίες σύνδεσης, μπορούν να ασκούν τη δραστηριότητά τους στην Ισπανία [86]. Eν προκειμένω, η ισπανική Ομοσπονδία αρνείτο να χορηγήσει στην Lilia M. αθλητική άδεια κοινοτικής παίκτριας, η οποία θα της επέτρεπε να συμμετάσχει στις εθνικές αναμετρήσεις καλαθόσφαιρας υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με ισπανίδες αθλήτριες ή αθλήτριες ιθαγένειας άλλων κρατών μελών της Ένωσης. Το Juzgado έκρινε ότι η απόρριψη της αίτησης της Lilia M. αποτελούσε διάκριση λόγω ιθαγένειας η οποία παραβιάζει τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα. Σύμφωνα με το Juzgado, η προσφεύγουσα, αφής στιγμής είχε προσληφθεί νομίμως, απέλαυε, δυνάμει του άρθρου 37 της συμφωνίας σύνδεσης με την Πολωνία [87], του δικαιώματος να χαίρει της ίδιας επαγγελματικής μεταχείρισης με τους ισπανούς ή κοινοτικούς υπηκόους, ενώ το άρθρο 39, παράγραφος 4 ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο η απασχόληση στη δημόσια διοίκηση εξαιρείται του πεδίου εφαρμογής της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, δεν τυγχάνει εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση λαμβανομένου υπόψη του ιδιωτικού χαρακτήρα της υπό κρίση εργασιακής σχέσεως. Εξάλλου, το Juzgado, απορρίπτοντας το επιχείρημα της ισπανικής Ομοσπονδίας ότι οι κανόνες που επιβάλλουν τη διαφοροποιημένη μεταχείριση των μη κοινοτικών παικτών είναι κανόνες διοικητικής φύσεως και συνεπώς εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 37 της προαναφερθείσας συμφωνίας, επιβεβαίωσε το χαρακτήρα των εν λόγω κανόνων ως υπαγομένων στην έννοια των "όρων εργασίας" ούτως ώστε να τους περιλάβει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης. Ακύρωσε συνεπώς την απορριπτική απόφαση της Ομοσπονδίας, αναγνωρίζοντας έτσι σιωπηρώς την άμεση εφαρμογή της επικληθείσας διάταξης.

[85] Juzgado de lo social nΊ1 της Pamplona, 13 Νοεμβρίου 2000, Lilia M./ Federaciσn Espaρola de Baloncesto, κ.α., Diario La Ley 2000, nΊ 10890, σελ. 13.

[86] Η προσφεύγουσα είχε ήδη ασκήσει παρόμοια προσφυγή στη Γαλλία, όπου είχε δικαιωθεί. Βλ. απόφαση της 3ης Φεβρουαρίου 2000 του Cour Administrative d'Appel του Nancy, Malaja, req. nΊ 99NC00282.

[87] Ευρωπαϊκή συμφωνία περί συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Δημοκρατίας της Πολωνίας, αφετέρου, ΕΕ 1993 L 348, σελ. 2.

Στην Ισπανία και πάλι, σε εντελώς παρόμοια υπόθεση, αυτή τη φορά μεταξύ καλαθοσφαιριστή σλοβενικής ιθαγένειας και της ισπανικής Ομοσπονδίας του αθλήματος, το Juzgado de lo social αριθ. 30 της Μαδρίτης [88] κατέληξε σε ουσιαστικά ταυτόσημο συμπέρασμα με την απόφασή του της 12ης Δεκεμβρίου 2000. Σύμφωνα με το Juzgado της Μαδρίτης, οι συμφωνίες σύνδεσης παράγουν άμεσα αποτελέσματα και, ως διεθνείς συνθήκες κυρωθείσες από την Ισπανία, έχουν το προβάδισμα έναντι του παράγωγου κοινοτικού δικαίου και της εθνικής νομοθεσίας. Συνεπώς, το Juzgado έκρινε με δύναμη δεδικασμένου ότι το άρθρο 38 της συμφωνίας σύνδεσης με τη Σλοβενία [89] πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι Σλοβένοι υπήκοοι απολαύουν, όσον αφορά τους όρους εργασίας τους στην Ισπανία, της ίδιας μεταχείρισης με τους ισπανούς και κοινοτικούς υπηκόους. Διευκρινίζοντας ότι, παρόλο που το άρθρο 38 της συμφωνίας σύνδεσης με τη Σλοβενία δεν παρέχει στους Σλοβένους υπηκόους το δικαίωμα να κυκλοφορούν ελεύθερα στην Κοινότητα, εντούτοις, περιέχει απαγόρευση διακρίσεων όσον αφορά τους όρους εργασίας των εργαζομένων σλοβενικής ιθαγένειας, οι οποίοι απασχολούνται νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους, το Juzgado της Μαδρίτης διέταξε την ισπανική Ομοσπονδία καλαθοσφαίρας να εγκρίνει τα απαραίτητα μέτρα για να επιτρέψει στον ενδιαφερόμενο παίκτη να ασκήσει τη δραστηριότητά του στην Ισπανία υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους της Ισπανίας ή άλλου κράτους μέλος.

[88] Juzgado de lo social nΊ30 της Μαδρίτης, 12 Δεκεμβρίου 2000, Marko M./ Real Madrid Club de Fϊtbol, κ.α., Diario La Ley 2001, nΊ 20, σελ. 10.

[89] Ευρωπαϊκή συμφωνία για την εγκαθίδρυση συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους που ενεργούν στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφενός, και της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, αφετέρου, ΕΕ 1999 L 51, σελ. 3.

Στην Ισπανία, τέλος, αξίζει να σημειωθεί μια τρίτη απόφαση που αφορά την παροχή υπηρεσιών από επαγγελματίες αθλητές υπηκόους τρίτης χώρας με την οποία η Ευρωπαϊκή Κοινότητα έχει συνάψει συμφωνία σύνδεσης. Πρόκειται για την απόφαση της 2ας Ιανουαρίου 2001 του Juzgado de lo social της la Coruρa [90], η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο δίκης μεταξύ επαγγελματία ποδοσφαιριστή τσεχικής υπηκοότητας, αφενός, και της Εθνικής Ένωσης Ποδοσφαίρου, της Ισπανικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, του Ανωτάτου Αθλητικού Συμβουλίου και της ισπανικής ομάδας στην οποία ασκούσε τη δραστηριότητά του, της Real Club Deportivo La Coruρa. Αντικείμενο της δίκης ήταν οι όροι εγγραφής του εν λόγω παίκτη στην Εθνική Ένωση Ποδοσφαίρου. Στην απόφασή του, το Juzgado της la Coruρa έκρινε, συμφώνως προς τη νομολογία του Δικαστηρίου [91], ότι το άρθρο 38 της συμφωνίας σύνδεσης με την Τσεχική Δημοκρατία [92], το οποίο απαγορεύει οποιαδήποτε διάκριση εις βάρος Τσέχων υπηκόων που απασχολούνται νομίμως στην επικράτεια κράτους μέλους όσον αφορά τους όρους εργασίας τους, αποτελεί διάταξη άμεσης εφαρμογής. Κρίνοντας ότι η άρνηση της Εθνικής Ένωσης Ποδοσφαίρου να εγγράψει τον ενδιαφερόμενο ως κοινοτικό παίκτη εισήγε διακρίσεις και ήταν ασυμβίβαστη με το άρθρο 38 της προαναφερόμενης συμφωνίας, το Juzgado διέταξε την άμεση ακύρωση της εις βάρος του απόφασης.

[90] Juzgado de lo Social nΊ2 της la Coruρa, 2 janvier 2001, Petr. K. κατά Liga Nacional de Fϊtbol Profesional και άλλων, Diario La Ley 2001,nΊ 5267, σελ. 10-12.

[91] Αποφάσεις της 31ης Ιανουαρίου 1991,υπόθεση C-18/90, Kziber, Συλλογή σελ. I-0199, της 16ης Ιουνίου 1998, υπόθεση C-162/96, Racke, Συλλογή σελ. I-3655 και της 4ης Μαΐου 1999, υπόθεση C-262/96, Sόrόl, Συλλογή σελ. I-2685.

[92] Ευρωπαϊκή συμφωνία περί συνδέσεως μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των κρατών μελών τους, αφενός, και της Τσεχικής Δημοκρατίας, αφετέρου, ΕΕ 1994 L 360, σελ. 2.

Στη Φινλανδία, το Ανώτατο διοικητικό δικαστήριο [93] είχε την ευκαιρία να λάβει θέση σχετικά με τις χρονικές συνέπειες της απόφασης του Δικαστηρίου στην υπόθεση Barber [94]. Eν προκειμένω, ο προσφεύγων είχε προσβάλει δικαστικά κανονισμό οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης για συνταξιοδοτικά θέματα, ο οποίος έθετε ως προϋπόθεση του δικαιώματος του επιζώντος συζύγου θανόντος εργαζομένου να λάβει σύνταξη επιβίωσης να ήταν ο αποβιώσας σύζυγος η κύρια πηγή εισοδήματος για την οικογένεια, υποστηρίζοντας ότι ο εν λόγω κανονισμός εισήγε διακρίσεις. Η σύζυγος του προσφεύγοντος είχε εργαστεί στον εν λόγω οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης έως το 1972, ενώ έκτοτε εισέπραττε, έως το θάνατό της το 1994, σύνταξη αναπηρίας. Στην απόφασή του, το Ανώτατο διοικητικό δικαστήριο έκρινε ότι, σύμφωνα με την απόφαση Barber του Δικαστηρίου, οι συντάξεις που καταβάλλουν τα επαγγελματικά συστήματα αποτελούν αμοιβή καταβαλλόμενη από τον εργοδότη στον εργαζόμενο λόγω της απασχόλησης του τελευταίου και εμπίπτουν, κατ' αρχήν, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 141 ΕΚ, του οποίου, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνει επίκληση για να απαιτηθεί η θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος στο πλαίσιο επαγγελματικού συνταξιοδοτικού συστήματος, με έναρξη ισχύος ημερομηνία προγενέστερη της έκδοσης της αποφάσεως Barber, δηλαδή της 17ης Μαΐου 1990. Σύμφωνα με το Ανώτατο διοικητικό δικαστήριο, όσον αφορά τα κράτη μέλη τα οποία προσχώρησαν στην Κοινότητα μετά τις 17 Μαΐου 1990, η ημερομηνία την οποία θέτει η απόφαση Barber πρέπει να αντικατασταθεί, σύμφωνα με την παραγραφή του άρθρου 2, παράγραφος 3 της οδηγίας 96/97 [95], από την 1η Ιανουαρίου 1994. Βάσει αυτού του συλλογισμού, και αφού υπογράμμισε ότι οι παροχές που καταβάλλονται στο πλαίσιο επαγγελματικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης για περιόδους απασχόλησης προγενέστερες της 1ης Ιανουαρίου 1994 δεν μπορούν να θεωρηθούν αμοιβή, εξαιρουμένων εκείνων για τις οποίες οι δικαιούχοι ή οι διάδοχοί τους είχαν ασκήσει ένδικη αγωγή ή ισοδύναμο μέσο σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, το Ανώτατο διοικητικό δικαστήριο έκρινε ότι ο προσφεύγων δεν μπορούσε να επικαλεστεί την αρχή της ίσης μεταχείρισης, εφόσον η σύζυγός του είχε σταματήσει να εργάζεται το 1972 και καμία αγωγή ή ισοδύναμο μέσο δεν είχε ασκηθεί πριν την 1η Ιανουαρίου 1994.

[93] KHO 2001:6.

[94] Απόφαση της 17 Μαΐου 1990, υπόθεση 262/88, Barber, Συλλογή σελ. I-1889.

[95] Οδηγία 96/97/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ης Δεκεμβρίου 1996, που τροποποιεί την οδηγία 86/378/ΕΟΚ για την εφαρμογή της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στα επαγγελματικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, ΕΕ L 46 σελ. 20.

Στη Γαλλία, το Conseil d'Etat [96] , θεμελιώνοντας τα συμπεράσματά του στην απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Greenpeace [97], επεκύρωσε σε γενικές γραμμές την απόφαση του Υπουργού Γεωργίας και Αλιείας της 5ης Φεβρουαρίου 1998, για την εγγραφή στον επίσημο κατάλογο ειδών και ποικιλιών φυτών που καλλιεργούνται στη Γαλλία και την έγκριση της καλλιέργειας τριών ποικιλιών γενετικά τροποποιημένου αραβοσίτου. Στην υπόθεση αυτή, είχε υποβληθεί το 1994 στις γαλλικές αρχές αίτηση διάθεσης στην αγορά τριών ποικιλιών γενετικά τροποποιημένου αραβοσίτου. Μετά από εξέταση του θέματος, οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν την αίτηση στην Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει η οδηγία 90/220, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον [98]. Μετά την έκδοση ευνοϊκής απόφασης από την Επιτροπή, ο Υπουργός Γεωργίας και Αλιείας ενέγραψε τις τρεις αυτές ποικιλίες, με την απόφαση της 5ης Φεβρουαρίου 1998, στον επίσημο κατάλογο ειδών και ποικιλιών φυτών που καλλιεργούνται στη Γαλλία, επιτρέποντας έτσι την καλλιέργειά τους.

[96] Conseil d'Etat, απόφαση της 22.11.00, Association Greenpeace France και άλλοι, Revue franηaise de droit administratif 2000, σελ. 278.

[97] Απόφαση της 21ης Μαρτίου 2000, υπόθεση C-6/99, Συλλογή σελ. I-1651.

[98] Οδηγία 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 1990, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον, ΕΕ L 117, σελ. 15, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/35/ΕΚ της Επιτροπής της 18ης Ιουνίου 1997, για δεύτερη προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 90/220, ΕΕ L 169, σελ. 72.

Το τμήμα προσφυγών του Conseil d'Etat, στο οποίο προσέφυγαν ενώσεις και ιδιώτες, ανέστειλε, με μια πρώτη του απόφαση, την εκτέλεση της εν λόγω υπουργικής απόφασης, μέχρις ότου κριθεί το ζήτημα της νομιμότητάς της. Εξετάζοντας στην συνέχεια την υπόθεση υπ' αυτό το πρίσμα, το ίδιο τμήμα έκρινε, με δεύτερη απόφασή του, ότι οι προσφυγές έθεταν ένα σοβαρό ζήτημα κοινοτικού δικαίου, για το οποίο έπρεπε να ασκηθεί προδικαστική παραπομπή στο Δικαστήριο. Συμμορφούμενο με την ερμηνεία την οποία έδωσε το τελευταίο, το Conseil d'Etat έκρινε οριστικά τη διαφορά αποφαινόμενο, μεταξύ άλλων, ότι: "αφής στιγμής η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έλαβε [...] ευνοϊκή απόφαση όσον αφορά τη διάθεση στην αγορά των ποικιλιών που περιλαμβάνονται στην επίδικη υπουργική απόφαση, η γαλλική κυβέρνηση, η οποία δεν είχε λάβει κάποιο νέο στοιχείο σχετικά με τους κινδύνους που αντιπροσωπεύουν οι εν λόγω ποικιλίες στο διάστημα μεταξύ της διαβίβασης του φακέλου στις κοινοτικές αρχές και της λήψης της εν λόγω απόφασης της Επιτροπής, υπεχρεούτο, λαμβανομένης υπόψη της ερμηνείας που δίδει το Δικαστήριο στην οδηγία αριθ. 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου [...], να παράσχει τη γραπτή συγκατάθεση που προβλέπει η παράγραφος 4 του άρθρου 13 της εν λόγω οδηγίας, ότι, στη συνέχεια, εξαιρουμένης της περιπτώσεως κατά την οποία οι παρατυπίες οι οποίες ενδέχεται να είχαν σημειωθεί κατά την εθνική διαδικασία που προηγήθηκε της διαβίβασης του φακέλου στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι φύσεως τέτοιας που να επηρεάζουν την εγκυρότητα της ευνοϊκής απόφασης της Επιτροπής και, κατά συνέπεια, τη νομιμότητα της γραπτής συγκατάθεσης, όλοι οι ισχυρισμοί σχετικά με τις εν λόγω παρατυπίες είναι αλυσιτελείς, ότι, κατά την ίδια έννοια, οι ισχυρισμοί περί εσωτερικής νομιμότητας σχετικά με την εκτίμηση των κινδύνων που ενδέχεται να προκαλέσουν οι εν λόγω σπόροι μπορούν να εξεταστούν μόνον εφόσον αφορούν νέα στοιχεία που προέκυψαν κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της ευνοϊκής απόφασης των κοινοτικών αρχών και της απόφασης της γαλλικής κυβέρνησης και μπορούν να θέσουν σε αμφιβολία την εκτίμηση εκ μέρους των εν λόγω αρχών".

Αποφαινόμενο στη συνέχεια σχετικά με τη διάρκεια ισχύος της εγγραφής των τριών ποικιλιών που παράγει η καθής εταιρεία στον επίσημο κατάλογο, το Conseil d'Etat επεσήμανε ότι περιορίζοντας την εν λόγω διάρκεια σε τρία έτη, η προσβαλλόμενη απόφαση αγνόησε τις διατάξεις του διατάγματος της 18ης Μαΐου 1981, με το οποίο αυτή καθορίστηκε σε δέκα έτη, και συνεπώς πρέπει να ακυρωθεί ως προς το σημείο αυτό. Εντούτοις, το Conseil d'Etat διευκρίνισε ότι η απόφασή του "δεν παρακωλύει την εκ μέρους του Υπουργού, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 20 του νόμου της 13ης Ιουλίου 1992 και των άρθρων 7 και 7, παράγραφος 1, του διατάγματος της 18ης Μαΐου 1981 όπως τροποποιήθηκε, τα οποία μεταφέρουν τις διατάξεις του άρθρου 15 της οδηγίας 70/457 και του άρθρου 16 της οδηγίας 90/220, να αναστείλει ή να καταργήσει την εν λόγω εγγραφή, εφόσον κρίνει ότι οι προϋποθέσεις της δεν πληρούνται πλέον ή ότι αυτό δικαιολογείται από νέα αξιολόγηση, υπό την προϋπόθεση να ενημερώσει σχετικά τις κοινοτικές αρχές, ούτως ώστε να ληφθεί απόφαση σύμφωνα με τις προαναφερθείσες οδηγίες".

Στη Γαλλία επίσης, σε απόφαση που εκδόθηκε έχοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Eglise de Scientologie [99], το Conseil d'Etat [100] είχε την ευκαιρία να αποφανθεί σχετικά με το γαλλικό καθεστώς προηγούμενης εγκρίσεως για τις άμεσες επενδύσεις που προέρχονται από το εξωτερικό και ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και ασφάλεια. Ακολουθώντας την ερμηνεία που έδωσε το Δικαστήριο, το Conseil d'Etat έκρινε ότι, υποβάλλοντας τις άμεσες αλλοδαπές επενδύσεις σε σύστημα προηγούμενης εγκρίσεως και μη προσφέροντας τις διευκρινίσεις που απαιτεί το Δικαστήριο ώστε οι ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν τις ειδικές περιστάσεις υπό τις οποίες είναι αναγκαία η προηγούμενη έγκριση, το διάταγμα αριθ. 96-117 της 14ης Φεβρουαρίου 1996 ήταν αντίθετο προς τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 56 ΕΚ και 58 ΕΚ και, εξ αυτού του λόγου, παράνομο. Συνεπώς, ακύρωσε την σιωπηρή απόρριψη, εκ μέρους του Πρωθυπουργού, της αίτησης που είχε υποβάλει η Eglise de Scientologie για την κατάργηση των εν λόγω διατάξεων.

[99] Απόφαση του Δικαστηρίου της 14ης Μαρτίου 2000, υπόθεση C-54/99, Συλλογή σελ. I-1335.

[100] Conseil d'Etat (Γαλλία), απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2000, Association Eglise de Scientologie de Paris και άλλοι, nΊ 181533, Revue franηaise de droit administratif 2000 σελ. 278-279.

Στη Γαλλία, πάντα, το Conseil d'Etat [101] ακύρωσε εν μέρει υπουργική απόφαση που καθόριζε τις προϋποθέσεις χορήγησης επαγγελματικού δελτίου ταυτότητας διότι δεν ελάμβανε υπόψη τις κοινοτικές διατάξεις στον τομέα της αναγνώρισης των διπλωμάτων.

[101] Conseil d'Etat (Γαλλία), απόφαση της 29ης Ιουνίου 2001, req. 213229, Θαλής Βασιλικιώτης, δημοσιευμένη στην ιστοθέση του Conseil d'Etat http://www.conseil-etat.fr

Εν προκειμένω, ο προσφεύγων, τουριστικός ξεναγός ελληνικής ιθαγένειας, εστράφη κατά της απαγόρευσης πρόσβασής του σε ορισμένα μνημεία επί τη βάσει κοινής υπουργικής απόφασης της 15ης Απριλίου 1999 η οποία διευκρίνιζε μεν τους απαιτούμενους τίτλους και εξετάσεις για τη χορήγηση του επαγγελματικού δελτίου ταυτότητας ξεναγού, δεν προέβλεπε όμως κανένα σύστημα ισοτιμίας όσον αφορά τους τίτλους και τα διπλώματα που είχαν αποκτηθεί σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Κατέθεσε έτσι ενώπιον του διοικητικού δικαστή αίτηση ακύρωσης λόγω υπέρβασης εξουσίας, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση αγνοούσε τις διατάξεις της συνθήκης για την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, δεδομένου ότι δεν προέβλεπε τους όρους υπό τους οποίους οι ξεναγοί που διαθέτουν τίτλους και διπλώματα άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να ασκούν το επάγγελμά τους στη γαλλική επικράτεια. Υπενθυμίζοντας τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν στις εθνικές αρχές τα άρθρα 49 και 50 ΕΚ, όπως έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο, αλλά και οι οδηγίες 89/48 [102] και 92/51 [103], και διαπιστώνοντας ότι το επίδικο διάταγμα περιοριζόταν να προβλέψει τους όρους χορήγησης των επαγγελματικών δελτίων ταυτότητας μόνον στους κατόχους γαλλικών τίτλων και διπλωμάτων, το Conseil d'Etat έκανε δεκτή την αίτηση δεχόμενο ότι το διάταγμα του 1999 "εισάγει μεταξύ των προσώπων που διαθέτουν γαλλικό τίτλο ή δίπλωμα και των υπολοίπων" διαφορά μεταχείρισης που δεν συνάδει με τα άρθρα 49 και 50 της συνθήκης. Η εν λόγω απόφαση είναι αξιοσημείωτη, ιδίως διότι επιτάσσει στη νομοθετική αρχή να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. Πράγματι, το Conseil d'Etat έκρινε ότι "αναγκαία συνέπεια της παρούσας απόφασης είναι ότι οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να λαμβάνουν, εντός ευλόγου προθεσμίας, τα μέτρα που προβλέπει το διάταγμα για τη χορήγηση των επαγγελματικών δελτίων ταυτότητας στους κοινοτικούς υπηκόους που δεν διαθέτουν γαλλικό τίτλο". Υπέδειξε, εξάλλου, ότι, εν αναμονή της θέσπισης συμπληρωματικής ρύθμισης, οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να τα χορηγούν σε όσους κοινοτικούς υπηκόους το ζητούν, αποφασίζοντας κατά περίπτωση και υπό δικαστικό έλεγχο, αν οι υποβαλλόμενοι τίτλοι και διπλώματα παρέχουν εγγυήσεις ισότιμες με εκείνες που προκύπτουν από την κατοχή γαλλικών τίτλων και διπλωμάτων.

[102] Οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών, ΕΕ 1989 L 19, σελ. 16.

[103] Οδηγία 92/51/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, σχετικά με ένα δεύτερο σύστημα γενικής αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, το οποίο συμπληρώνει την οδηγία 89/48, ΕΕ L 209, σελ. 25.

Στην Ιρλανδία, το Ανώτατο δικαστήριο είχε την ευκαιρία, στην υπόθεση Maher κατά Υπουργού Γεωργίας [104], η οποία αφορούσε την εγκυρότητα των European Communities (Milk Quota) Regulations 2000 [105], ρύθμισης του εθνικού δικαίου που εξασφάλισε τη θέση σε εφαρμογή στην Ιρλανδία του κανονισμού αριθ. 3950/92 του Συμβουλίου [106], για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό αριθ. 1256/99 [107], να αποφανθεί σχετικά με τη διάρθρωση μεταξύ του κοινοτικού δικαίου και του συνταγματικού προνομίου του ιρλανδικού κοινοβουλίου (Oireachtas), σύμφωνα με το οποίο το κοινοβούλιο είναι το μόνο όργανο που ασκεί τη νομοθετική εξουσία. Για να ενισχύσει τις δυνατότητες αποκεντρωμένης διαχείρισης των ποσοτήτων αναφοράς ενόψει της αναδιάρθρωσης της γαλακτοκομικής παραγωγής ή της βελτίωσης του περιβάλλοντος, ο κανονισμός αριθ. 3950/92, όπως τροποποιήθηκε, προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή ορισμένες από τις διατάξεις του στο ενδεδειγμένο εδαφικό επίπεδο. Στην Ιρλανδία, τα άρθρα 6, 8 και 8α του κανονισμού αριθ. 3950/92, όπως τροποποιήθηκε, τέθηκαν σε εφαρμογή μέσω των European Communities (Milk Quota) Regulations 2000. Το ζήτημα που τέθηκε στην προκειμένη περίπτωση αφορούσε το αν η εφαρμογή των επίδικων διατάξεων μέσω πράξης του Υπουργού Γεωργίας και όχι του Κοινοβουλίου παραβίαζε το άρθρο 15, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του ιρλανδικού Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο η νομοθετική εξουσία ασκείται αποκλειστικά από το Oireachtas. Η δυσκολία έγκειτο στο ότι, αφενός, δυνάμει του άρθρου 29, παράγραφος 4, έβδομο εδάφιο του ιρλανδικού Συντάγματος, μέτρο "το οποίο καθίσταται απαραίτητο λόγω των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ιδιότητα του μέλους" των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συνταγματικής προσφυγής, ενώ, αφετέρου, τα μέτρα τα οποία θέσπισε ο Υπουργός Γεωργίας σχετικά με τον καταλογισμό, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, των ποσοτήτων αναφοράς στους ενεργούς παραγωγούς δεν ήσαν απαραίτητα για την εκτέλεση των επίδικων κοινοτικών κανονισμών. Το Ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι, παρά το γεγονός ότι οι διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας για τον καταλογισμό των ποσοτήτων αναφοράς στους ενεργούς παραγωγούς δεν ήσαν απολύτως απαραίτητες για την εφαρμογή των οικείων διατάξεων των κοινοτικών κανονισμών, εντούτοις συνέδραμαν στην επίτευξη κοινοτικού στόχου η εκτέλεση του οποίου είχε ανατεθεί από την Κοινότητα στα κράτη μέλη. Συνεπώς, το ιρλανδικό δημόσιο δεσμεύετο, κατά τη θέσπιση της επίδικης εθνικής νομοθεσίας, από τις "αρχές και πολιτικές" που διέπουν την οργάνωση της κοινής αγοράς γαλακτοκομικών προϊόντων, εις τρόπον ώστε η επιλογή της εκτέλεσής τους μέσω υπουργικής πράξης δεν έθετε κατ' ουδένα τρόπο σε αμφισβήτηση το νομοθετικό μονοπώλιο του Oireachtas.

[104] [2001]2 ILRM 481; [2001]2 CMLR 1195.

[105] S.I. No. 94, 2000.

[106] Κανονισμός αριθ. 3950/92 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, ΕΕ 1992, L 405, σελ. 1.

[107] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1256/1999 του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92 για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, ΕΕ L 160, σελ. 73.

Στην Ιταλία, το Corte di cassazione [108], εφαρμόζοντας τις αρχές που έθεσε το Δικαστήριο στην υπόθεση Job Centre [109], επανέλαβε την πάγια νομολογία του απορρίπτοντας αίτηση της ιταλικής νομοθετικής αρχής όσον αφορά το μονοπώλιο των δημοσίων γραφείων ευρέσεως εργασίας μισθωτών. Στην προκειμένη υπόθεση, το Corte di cassazione έκρινε προσφυγή της επιθεώρησης εργασίας κατά απόφασης που είχε εκδώσει ο Pretore του Udine το 1998 με την οποία ακυρώθηκε ένταλμα πληρωμής εκδοθέν εις βάρος ορισμένων επιχειρήσεων που είχαν προσλάβει μισθωτούς χωρίς να τηρήσουν την υποχρέωση που προβλέπει ο νόμος της 29ης Απριλίου 1949 [110], να χρησιμοποιήσουν το κατά τόπον αρμόδιο γραφείο ευρέσεως εργασίας. Η επιθεώρηση εργασίας προέβαλε, για να υποστηρίξει την προσφυγή της, δύο ισχυρισμούς. Επεσήμανε, πρώτον, ότι ο πρωτοβάθμιος δικαστής είχε κρίνει εσφαλμένα ότι η απόφαση Job Centre καταργεί την εθνική νομοθεσία, ενώ, κατά τον ισχυρισμό της επιθεώρησης εργασίας, το Δικαστήριο έχει την εξουσία να ερμηνεύει δεσμευτικά μόνον το κοινοτικό και όχι το εσωτερικό δίκαιο. Υποστήριξε, δεύτερον, ότι ο νόμος της 23ης Ιουλίου 1991 [111], ο οποίος ίσχυε την εποχή των πραγματικών περιστατικών, είχε ελευθερώσει τον τομέα αυτό, προβλέποντας απλώς υποχρέωση του επικεφαλής της επιχείρησης να κοινοποιεί στα γραφεία ευρέσεως εργασίας όλες τις πράξεις προσλήψεων που γίνονται αυτόνομα. Οι δύο αυτοί ισχυρισμοί απορρίφθηκαν από το Corte di cassazione.

[108] Corte di Cassazione, Sezione Lavoro, απόφαση της 4ης Μαΐου 2001, Alfredo Lucio Rinaldi e Societΰ EMCO Est Manifatture, Rinaldi, Alfredo Lucio ; EMCO Est manifatture (Societΰ).

[109] Απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 1997, υπόθεση C-55/96, Job Centre, Συλλογή σελ. I-7119.

[110] L. 29-4-1949 264, Provvedimenti in materia di avviamento al lavoro e di assistenza dei lavoratori involontariamente disoccupati, Gazzetta Ufficiale della Repubblica Italiana, nΊ 125, της 1ης Ιουνίου 1949, S.O.

[111] L. 23-7-1991 223, Norme in materia di cassa integrazione, mobilitΰ, trattamenti di disoccupazione, attuazione di direttive della Comunitΰ europea, avviamento al lavoro ed altre disposizioni in materia di mercato del lavoro, Gazzetta Ufficiale della Repubblica Italiana, nΊ 175, της 27ης Ιουλίου 1991, S.O.

Όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, το Corte di cassazione έκρινε με ισχύ δεδικασμένου, όπως είχε ήδη διακηρύξει το Συνταγματικό δικαστήριο [112], ότι η ερμηνεία την οποία ακολουθεί το Δικαστήριο "προσδιορίζει κατά τρόπο υποχρεωτικό το περιεχόμενο και το πεδίο εφαρμογής [των διατάξεων κοινοτικού δικαίου] και συνεπώς, η διευκρίνηση ή η ενσωμάτωση [εκ μέρους του Δικαστηρίου] παράγει τα ίδια άμεσα αποτελέσματα όπως και οι ερμηνευόμενες διατάξεις". Το Corte di cassazione κατέληξε έτσι στο συμπέρασμα ότι οι εθνικές αρχές υποχρεούνται να μην εφαρμόζουν εσωτερικές διατάξεις αντίθετες προς κοινοτικές διατάξεις, όπως έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο.

[112] Corte costituzionale, απόφαση της 11ης Ιουλίου 1989, αριθ. 389, Provincia Autonoma di Bolzano κατά Presidente del Consiglio, Giurisprudenza costituzionale, 1989, I, σελ. 1757.

Όσον αφορά το δεύτερο ισχυρισμό, το Corte di cassazione έκρινε ότι, εφόσον κατά την εποχή των πραγματικών περιστατικών, το ιταλικό δημόσιο σύστημα δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει τη ζήτηση στην αγορά, κάθε μορφή περιορισμού ή προϋπόθεσης, έστω και έμμεσης, στη δυνατότητα πρόληψης μισθωτών που ίσχυε στην Ιταλία ήταν αντίθετη προς τους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού, όπως έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο [113]. Σύμφωνα με το Corte di cassazione, ένας τέτοιος περιορισμός προκύπτει σαφώς από το νόμο του 1991, και ειδικότερα από την υποχρέωση που βάρυνε τον εργοδότη να υποβάλλει στα δημόσια γραφεία ευρέσεως εργασίας προηγούμενη ονομαστική δήλωση πρόσληψης, στο μέτρο που τα εν λόγω γραφεία είχαν όντως την εξουσία να απαγορεύσουν μια πρόσληψη. Αφού υπογράμμισε ότι εν προκειμένω, επρόκειτο για ένα είδος διαδοχικού δημόσιου ελέγχου που επέτρεπε, εν πάση περιπτώσει, στα γραφεία ευρέσεως εργασίας να συνεχίζουν να καταχρώνται της δεσπόζουσας θέσης τους και ότι, εξάλλου, ακόμα και η διοικητική κύρωση που επεβάλλετο σε περίπτωση παραβίασης της υποχρέωσης κοινοποίησης εμφανίζετο ως κατάλοιπο της αρχικής απαγόρευσης των άμεσων προσλήψεων, το Corte di cassazione απέρριψε την προσφυγή και επεκύρωσε την απόφαση του Pretore του Udine της 29ης Αυγούστου 1998.

[113] Υπενθυμίζεται ότι στην απόφαση Job Centre (απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Δεκεμβρίου 1997, υπόθεση C-55/96, ένθ. αν.), το Δικαστήριο είχε επιβάλει στον ιταλό δικαστή να αποκλείσει την εφαρμογή της εσωτερικής νομοθεσίας που απαγορεύει κάθε δραστηριότητα μεσολαβήσεως και παρεμβάσεως μεταξύ ζητήσεως και προσφοράς εργασίας, δημιουργώντας έτσι καταστάσεις που οδηγούν κατ' ανάγκη τα δημόσια γραφεία ευρέσεως εργασίας ή προσωπικού, τα οποία δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν στη ζήτηση στην αγορά εργασίας, να παραβαίνουν το άρθρο 82 ΕΚ.

Στην Ιταλία πάντα, σε υπόθεση που αφορούσε τη συμβατότητα με το κοινοτικό δίκαιο εθνικής νομοθετικής ρύθμισης που προέβλεπε ποινικές κυρώσεις εις βάρος προσώπων που ασκούν δραστηριότητες μεσολαβήσεως επί σκοπώ κέρδους σε σχέση με την εύρεση εργασίας, το Tribunale του Terni [114] ακολούθησε μια συζητήσιμη ερμηνεία της απόφασης του Δικαστηρίου στην υπόθεση Job Centre [115]. Υπενθυμίζεται ότι, στην εν λόγω απόφαση, το Δικαστήριο έκρινε με ισχύ δεδικασμένου ότι, εφόσον ένα κράτος μέλος, απαγορεύοντας κάθε δραστηριότητα μεσολαβήσεως και παρεμβάσεως μεταξύ ζητήσεως και προσφοράς εργασίας, εκτός από τη δραστηριότητα των δημοσίων γραφείων ευρέσεως εργασίας, δημιουργεί έτσι καταστάσεις που οδηγούν κατ' ανάγκη τα δημόσια γραφεία ευρέσεως εργασίας να παραβαίνουν το άρθρο 82 ΕΚ, παραβιάζει το ίδιο το άρθρο 86, παράγραφος 1, της ίδιας συνθήκης. Εξάλλου, το Δικαστήριο είχε διευκρινίσει ότι η διαπίστωση ανάλογης παράβασης προϋποθέτει την επαλήθευση ορισμένων προϋποθέσεων, μεταξύ των οποίων η έκδηλη αδυναμία των δημόσιων γραφείων ευρέσεως εργασίας να ικανοποιήσουν τη ζήτηση που παρουσιάζεται στην αγορά εργασίας για όλα τα είδη δραστηριότητας. Εκτιμώντας ότι, εν προκειμένω, το βάρος αποδείξεως ότι πληρούται η εν λόγω προϋπόθεση φέρει ο καθού και θεωρώντας ότι ο καθού δεν προσήγαγε καμία απόδειξη για την αναποτελεσματικότητα των δημοσίων γραφείων ευρέσεως εργασίας, το Tribunale κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επίδικη εθνική ρύθμιση συνάδει με το κοινοτικό δίκαιο.

[114] Tribunale του Terni, απόφαση της 7ης Ιουλίου 2000, C.L., Giurisprudenza di merito 2001, σελ. 132-133.

[115] Απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Δεκεμβρίου 1997, υπόθεση C-55/96, ένθ. αν.

Στην Ιταλία, τέλος, το Tribunale του Μιλάνου [116] έκρινε ότι ένας γερμανός Rechtsanwalt που ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου στην Ιταλία χωρίς προηγούμενη αναγνώριση του τίτλου του δεν μπορεί να καταδικαστεί για καταχρηστική άσκηση του επαγγέλματος. Στην απόφασή του, το Tribunale έκρινε ότι η ιταλική νομοθεσία που διέπει την ικανότητα άσκησης του επαγγέλματος του δικηγόρου από πρόσωπο το οποίο έχει αποκτήσει αυτόν τον τίτλο σε άλλο κράτος μέλος, απαγορεύοντας στους δικηγόρους που έχουν αποκτήσει τον επαγγελματικό τους τίτλο σε άλλο κράτος μέλος να αποκτήσουν στην Ιταλία την υποδομή που είναι απαραίτητη για την άσκηση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, παραβιάζει το άρθρο 49 ΕΚ. Σχετικά, προσέθεσε ότι, στο μέτρο που η ιταλική νομοθεσία απαιτεί ως προϋπόθεση για την αναγνώριση των επαγγελματικών τίτλων που έχουν αποκτηθεί σε άλλο κράτος μέλος την επιτυχία σε δοκιμασία με αντικείμενο την εξακρίβωση των γνώσεων και των επαγγελματικών ικανοτήτων του υποψηφίου, η οποία είναι ουσιαστικά πιο δύσκολη από τη δοκιμασία που προβλέπεται για την απόκτηση του τίτλου του δικηγόρου στην Ιταλία και δεδομένου ότι επιβάλλει η εν λόγω αναγνώριση να λάβει χώρα με υπουργική απόφαση, η εν λόγω νομοθεσία δεν συνάδει με τα άρθρα 1, στοιχείο ζ), και 4 της οδηγίας 89/48 [117]. Εξάλλου, δεδομένου ότι η ρύθμιση της τεχνικής δοκιμασίας δεν καθορίζεται από το νόμο, αλλά κατά περίπτωση με υπουργική απόφαση, το Tribunale έκρινε ότι η μεταφορά της εν λόγω οδηγίας δεν ήταν πλήρης. Τέλος, το ιταλικό δικαστήριο έκρινε ότι η αθώωση του κατηγορουμένου λόγω μη εφαρμογής του εθνικού ποινικού δικαίου το οποίο δεν συνάδει με το κοινοτικό δίκαιο, πρέπει να βασιστεί στους περιορισμούς που επιβάλλει το πεδίο εφαρμογής της ποινικής νομοθεσίας, όπως προβλέπονται στο άρθρο 3, πρώτο εδάφιο, του Ποινικού Κώδικα, και όχι να θεωρηθεί λόγος άρσεως του αξιοποίνου δυνάμει του άρθρου 51 του ίδιου κώδικα.

[116] Tribunale του Μιλάνου, Sezione IX penale, απόφαση της 1ης Μαρτίου 2001, Il Corriere giuridico 2001, σελ. 1359-1363.

[117] Οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών, ΕΕ L 19, σελ. 16.

Στις Κάτω Χώρες, το Raad van State είχε την ευκαιρία, με απόφαση της 25ης Ιουλίου 2001 [118], να ερμηνεύσει τον όρο "απόρριψη" κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 2, της οδηγίας 76/464 [119], το οποίο θέτει ως προϋπόθεση για τις απορρίψεις που πραγματοποιούνται στα εσωτερικά επιφανειακά ύδατα την προηγούμενη άδεια της αρμόδιας αρχής. Το Raad van State έκρινε ότι δεν αποτελεί απόρριψη η εκπομπή από κτηνοτροφική επιχείρηση ατμών αμμωνίας που μπορούσαν να υγροποιηθούν και να πέσουν στα επιφανειακά ύδατα, εφόσον στην προκειμένη περίπτωση, η ρύπανση των επιφανειακών υδάτων από αμμωνία οφειλόταν σε άλλους παράγοντες, και ιδίως στη χρησιμοποίηση λιπασμάτων στις όμορες γαίες, στην κτηνοτροφία και στην εκτροφή ειδών τοπικής πανίδας, ενώ, εξάλλου, το ποσοστό ρύπανσης που προκαλούσε η συγκεκριμένη επιχείρηση δεν μπορούσε να εξατομικευτεί. Η απόφαση αυτή φαίνεται να αντιφάσκει προς την απόφαση Van Rooij του Δικαστηρίου [120], στην οποία το τελευταίο, αφενός, έκρινε με ισχύ δεδικασμένου ότι η έννοια της «απορρίψεως» πρέπει να ερμηνευθεί έτσι ώστε να υπάγεται σ' αυτήν η εκπομπή ρυπογόνων ατμών που υγροποιούνται και πέφτουν σε επιφανειακά ύδατα, ενώ, αφετέρου, διευκρίνισε ότι η απόσταση που χωρίζει τα επιφανειακά ύδατα από τον τόπο εκπομπής των ρυπογόνων ατμών ασκεί επιρροή μόνον για να εκτιμηθεί αν πρέπει να αποκλειστεί η δυνατότητα να θεωρηθεί, κατά την κοινή πείρα, ότι είναι προβλέψιμη η ρύπανση των υδάτων, και συνεπώς για να εμποδιστεί ο καταλογισμός της ρυπάνσεως αυτής σε εκείνον που προκαλεί τους ατμούς.

[118] Raad van State, Vereniging Milieudefensie κατά Burgemeester en wethouders van Denekamp, Administratiefrechtelijke beslissingen, 2001, nΊ 392.

[119] Οδηγία 76/464/ΕΟΚ περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας, ΕΕ 1976 L 129, σελ. 23.

[120] Απόφαση της 29ης Σεπτεμβρίου 1999, υπόθεση C-231/97, Van Rooij, Συλλογή σελ. I-6355.

Στην Πορτογαλία, σε υπόθεση που αφορούσε πράξη συγκέντρωσης επιχειρήσεων κατά την έννοια του κανονισμού αριθ. 4064/89 [121], το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο (Supremo Tribunal Administrativo) [122] ακολούθησε εξαιρετικά περιοριστική ερμηνεία της επίδρασης των κοινοτικών πράξεων στην εθνική έννομη τάξη. Η υπό κρίση υπόθεση αφορούσε την αναστολή απόφασης του πορτογάλου Υπουργού Οικονομικών που απαγόρευε μια πράξη συγκέντρωσης την έγκριση της οποίας είχε ζητήσει ένας από τους ενδιαφερόμενους φορείς, μετά από απόφαση της Επιτροπής που διέτασσε την κατάργηση της εθνικής απόφασης την οποία έκρινε αντίθετη προς το κοινοτικό δίκαιο. Κρίνοντας ότι το άμεσο αποτέλεσμα της απόφασης της Επιτροπής δεν αρκούσε ώστε να μπορέσει να επιβληθεί αυτομάτως στα εθνικά δικαστήρια, το Supremo Tribunal Administrativo αρνήθηκε να διατάξει την προσωρινή αναστολή της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών κρίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η αναγνώριση του προβαδίσματος της εν λόγω κοινοτικής πράξης θα έθετε σε κίνδυνο την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Σύμφωνα με το Supremo Tribunal Administrativo, η νομική ισχύς της απόφασης της Επιτροπής είναι ισοδύναμη με την ισχύ μιας απλής διοικητικής πράξης εθνικού δικαίου και η επίκλησή της από ιδιώτη στο πλαίσιο της πορτογαλικής έννομης τάξης δεν θα μπορούσε, σε καμία περίπτωση, να αποκλείσει την προσφυγή στα ένδικα βοηθήματα εσωτερικού δικαίου. Εις επίρρωση αυτού του συμπεράσματατος, το Supremo Tribunal Administrativo υπενθύμισε τη νομολογία του Δικαστηρίου, και ιδίως την απόφαση Francovich [123]. Καταλήγοντας σε αυτό το συμπέρασμα, παρέλειψε εντούτοις, να λάβει υπόψη στο σκεπτικό του τις αρχές της αποτελεσματικότητας και της ισοδυναμίας τις οποίες το Δικαστήριο έχει επιβεβαιώσει με πολλές ευκαιρίες [124].

[121] Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 4064/89 του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, ΕΕ L 395, σελ. 1.

[122] Απόφαση του Supremo Tribunal Administrativo της 27ης Οκτωβρίου 1999, στην υπόθεση αριθ. 45389-A, Cadernos de Justiηa Administrativa, nΊ 29, Setembro/Outubro 2001, σελ. 18.

[123] Απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 1991, ένθ. αν.

[124] Βλ. μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις της 16ης Δεκεμβρίου 1976, υποθέσεις C-33/76, Rewe, και 45/76, Comet, Συλλογή σελ. 2043, καθώς και, πιο πρόσφατα την απόφαση της 10ης Ιουλίου 1997, υπόθεση C-261/95, Palmisani, Συλλογή I-4025.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Βουλή των Λόρδων έκρινε, στην υπόθεση Berkeley κατά Υπουργού Περιβάλλοντος και άλλου [125], πως όταν εκδίδεται οικοδομική άδεια για έργο που ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον, χωρίς να προηγηθεί μελέτη των επιπτώσεών του κατά την έννοια της οδηγίας 85/337 [126], τα δικαστήρια δεν μπορούν να επιτρέψουν τη διατήρηση σε ισχύ αυτής της άδειας με την αιτιολογία ότι ακόμα και αν είχε διενεργηθεί η εν λόγω μελέτη, η απόφαση θα ήταν ταυτόσημη. Στην προκειμένη περίπτωση, η επίδικη άδεια αφορούσε έργο επέκτασης του ποδοσφαιρικού γηπέδου του Fulham, στα δυτικά προάστια του Λονδίνου, επέκταση η οποία ενδέχεται να είχε περιβαλλοντικές συνέπειες για τον Τάμεση. Η άδεια είχε εκδοθεί από τον Υπουργό Περιβάλλοντος μετά από δημόσια έρευνα, χωρίς να εξεταστεί αν απαιτείτο μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων δυνάμει του νόμου Town and Country Planning Act 1990, με τον οποίο μεταφέρθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο η οδηγία 85/337. Αναφερόμενη στα συμπεράσματα του Γενικού Εισαγγελέα Elmer στις υποθέσεις Επιτροπή κατά Γερμανίας [127] και Kraaijeveld [128], η Βουλή των Λόρδων επεσήμανε ότι η προαναφερθείσα οδηγία απαιτεί, μεταξύ άλλων, οι αποφάσεις περί χορήγησης οικοδομικής άδειας να λαμβάνονται μετά από δημοκρατική διαδικασία που επιτρέπει στους πολίτες να εκφράσουν τη γνώμη τους σχετικά με τις συνέπειες του εκάστοτε έργου για το περιβάλλον. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένα δικαστήριο δεν μπορεί να απαλλάξει αναδρομικά τις αρμόδιες αρχές από την υποχρέωση να πραγματοποιήσουν μελέτη των περιβαλλοντικών επιπτώσεων με την αιτιολογία ότι μια τέτοια μελέτη δεν θα είχε επίδραση στο αποτέλεσμα της διαδικασίας ή ότι οι αρχές διέθεταν στην πραγματικότητα όλες τις πληροφορίες που ήσαν απαραίτητες για να καταλήξουν στην ενδεδειγμένη απόφαση. Η Βουλή των Λόρδων υπογράμμισε, εξάλλου, ότι η διατήρηση εν ισχύι από δικαστή άδειας η οποία είχε εκδοθεί κατά παράβαση της οδηγίας θα ήταν αντίθετη προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο.

[125] House of Lords, 6 Ιουλίου 2000, Berkeley κατά Secretary of State for the Environment και άλλου, The Law Reports: Appeal Cases 2001, τεύχος 2, σελ. 603-618.

[126] Ένθ. αν.

[127] Απόφαση της 11ης Αυγούστου 1995, υπόθεση C-431/92, Συλλογή σελ. I-2189.

[128] Απόφαση της 24ης Οκτωβρίου 1996, υπόθεση C-72/95, Συλλογή σελ. I-5403.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο επίσης, η Βουλή των Λόρδων έκρινε, στην υπόθεση R κατά Independent Television Commission, ex parte TV Danmark 1 Ltd [129], ότι η Independent Television Commission (ITC) νομίμως αρνήθηκε να εγκρίνει την απόκτηση από την εταιρεία TV Danmark - καλωδιακό τηλεοπτικό σταθμό που υπάγεται στο δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά εκπέμπει προς τη Δανία - των δικαιωμάτων αποκλειστικής αναμετάδοσης ορισμένων ποδοσφαιρικών αγώνων της εθνικής ομάδας της Δανίας. Στην υπόθεση που κρίθηκε από τη Βουλή των Λόρδων, η TV Danmark είχε αγοράσει κατόπιν πλειοδοσίας τα αποκλειστικά δικαιώματα αναμετάδοσης πέντε αγώνων πρόκρισης της εθνικής ομάδας της Δανίας στο παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου 2002. Οι εν λόγω αγώνες περιλαμβάνοντο στον κατάλογο εκδηλώσεων μεγάλης σημασίας που είχε καταρτίσει η Δανία κατ' εφαρμογή του άρθρου 3α, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/552 [130]. Αυτό σήμαινε ότι τηλεοπτικός σταθμός τον οποίο ελάμβανε λιγότερο από το 90% του πληθυσμού, όπως η TV Danmark, όφειλε να μοιραστεί τα αποκλειστικά του δικαιώματα με άλλους φορείς αντί δίκαιης και εύλογης τιμής. Δεδομένου ότι η TV Danmark δεν προσέφερε παρόλα ταύτα ανάλογη συμμετοχή στους δημόσιους δανικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, η ITC, αφού συμβουλεύθηκε τα αρμόδια όργανα στη Δανία, αρνήθηκε να επιτρέψει την απόκτηση των εν λόγω αποκλειστικών δικαιωμάτων από τον σταθμό. Η Βουλή των Λόρδων επεκύρωσε την απόφαση της ITC, θεωρώντας πως το Court of Appeal είχε κρίνει εσφαλμένα ότι η ITC μπορούσε να αρνηθεί την έγκριση μόνον αν ο πλειστηριασμός των δικαιωμάτων δεν είχε διεξαχθεί κατά δίκαιο τρόπο.

[129] House of Lords, 25 Ιουλίου 2001, R κατά Independent Television Commission, ex parte TV Danmark 1 Ltd, The Weekly Law Reports 2001, τεύχος 1, σελ. 1604-1616.

[130] Οδηγία 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 3ης Οκτωβρίου 1989, για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων, ΕΕ L 298, σελ. 23.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, πάντα, στην υπόθεση R κατά Durham County Council και άλλων, ex parte Huddleston [131], το Court of Appeal χρειάστηκε να αποφανθεί σχετικά με τα όρια και τις συνέπειες της άμεσης ενέργειας των οδηγιών. Εν προκειμένω, ο προσφεύγων, κάτοικος της κοινότητας του Durham, κατέθεσε αίτηση δικαστικής αναθεώρησης (judicial review) απόφασης του Durham County Council, η οποία είχε ληφθεί δυνάμει της ισχύουσας εθνικής νομοθεσίας, του νόμου Planning and Compensation Act 1991, και επέτρεπε σε εργολάβο να καταχωρήσει άδεια εκμετάλλευσης ορυχείου στο έδαφος της κοινότητας, άδεια η οποία είχε ληφθεί κατά το παρελθόν, αλλά είχε ανασταλεί λόγω μη χρησιμοποίησης. Ωστόσο, δεν είχε διενεργηθεί αξιολόγηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων για το έργο το οποίο αφορούσε η αίτηση, κατά την έννοια της οδηγίας 85/337 [132]. Ο προσφεύγων υποστήριζε ότι βασίμως επικαλέστηκε έναντι του Δημοσίου, του οποίου η αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης αποτελούσε μία έκφανση, τις διατάξεις της οδηγίας, και ιδίως την υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίζουν τις απαραίτητες διατάξεις ούτως ώστε τα έργα που ενδέχεται να έχουν αξιοσημείωτες επιπτώσεις στο περιβάλλον να υπόκεινται σε αξιολόγηση πριν τη χορήγηση άδειας. Τα επιχειρήματα αυτά είχαν απορριφθεί από το High Court, το οποίο είχε κρίνει ότι η αναγνώριση άμεσου αποτελέσματος της οδηγίας θα είχε επίδραση στις σχέσεις μεταξύ προσφεύγοντος και εργολάβου, δηλαδή μεταξύ δύο ιδιωτών, πράγμα που θα σήμαινε ότι αναγνωρίζεται άμεσο "οριζόντιο" αποτέλεσμα στην οδηγία και θα επέρριπτε στον εργολάβο υποχρεώσεις, ενώ παράλληλα θα τον εξέθετε σε κυρώσεις λόγω παράβασης της εφαρμοστέας νομοθεσίας περί αστικής χωροταξίας. Εξαφανίζοντας την εν λόγω απόφαση, το Court of Appeal έκρινε ότι η κοινοτική αρχή και ο ενδιαφερόμενος εργολάβος ήσαν εκείνοι που μπορούσαν να παραμερίσουν την εφαρμογή των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που ήσαν αντίθετες με την οδηγία και να προσδώσουν στην τελευταία άμεσο αποτέλεσμα.

[131] Court of Appeal (England and Wales), Civil Division, 8 Μαρτίου 2000, The Weekly Law Reports, 2000, Τεύχος 1, σελ. 1484-1501.

[132] Οδηγία 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1985 για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον, ΕΕ L 175, σελ. 40.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο και πάλι, το High Court θεώρησε, στην υπόθεση OT Africa Line Ltd κατά Fayad Hijazy και άλλων (απόφαση 'Kribi') [133], ότι το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το οποίο εγγυάται το δικαίωμα δίκαιης δίκης, δεν επιτρέπει την απεριόριστη δυνατότητα επιλογής εκ μέρους των διαδίκων της αρμόδιας δικαιοδοσίας για την εκδίκαση υπόθεσης. Εν προκειμένω, οι θαλάσσιες φορτωτικές που συνέδεαν τους διαδίκους περιείχαν ρήτρα αποκλειστικής δικαιοδοσίας του High Court του Λονδίνου. Οι προσφεύγοντες, πλοιοκτήτες εδρεύοντες στο Ηνωμένο Βασίλειο, ζήτησαν από το High Court τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά των καθών ώστε να τους απαγορευθεί η συνέχιση διαδικασίας την οποία είχαν κινήσει οι καθών προηγουμένως ενώπιον των βελγικών δικαστηρίων (anti-suit injunction). Οι προσφεύγοντες επεκαλούντο, προς υποστήριξη της αίτησής τους, το άρθρο 127 της Σύμβασης των Βρυξελλών σχετικά με τις ρήτρες δικαιοδοσίας. Οι καθών, από την πλευρά τους, επεκαλούντο το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το οποίο εγγυάται σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα να δικαστεί η υπόθεσή του από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο συγκροτούμενο κατά νόμον. Παρόλο που το High Court επελήφθη της υπόθεσης μετά τα βελγικά δικαστήρια, έκρινε ότι μπορούσε να εκδώσει απόφαση ασφαλιστικών μέτρων με την οποία να απαγορεύει στους καθών να συνεχίσουν την εκδίκαση της προσφυγής τους στο Βέλγιο.

[133] High Court of Justice (England and Wales), Queen's Bench Division, 27 Οκτωβρίου 2000, OT Africa Line Ltd κατά Hijazy και άλλων (The 'Kribi'), Lloyd's Reports 2001, Τεύχος 1, σελ. 76-94.

Στην απόφασή του, το High Court υπενθύμισε ότι σύμφωνα με τη νομολογία του Court of Appeal, το άρθρο 17 της Σύμβασης των Βρυξελλών για τις ρήτρες δικαιοδοσίας έχει το προβάδισμα έναντι του άρθρου 21 της ίδιας Σύμβασης, το οποίο προβλέπει την αρμοδιότητα του δικαστηρίου που επιλαμβάνεται πρώτο της υπόθεσης. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι τα δικαστήρια υποχρεούνται να λάβουν υπόψη ρήτρα αποκλειστικής δικαιοδοσίας σύμφωνη με το άρθρο 17. Όσον αφορά το επιχείρημα των καθών ότι μια απόφαση ασφαλιστικών μέτρων που θα απαγόρευε τη συνέχιση της διαδικασίας στο Βέλγιο θα αποτελούσε παραβίαση του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το High Court υπογράμμισε ότι, παρόλο που το άρθρο 6 της εν λόγω Σύμβασης αναγνωρίζει το δικαίωμα κάθε προσώπου να εκδικάζεται η υπόθεσή του δίκαια και δημόσια από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο συγκροτούμενο κατά νόμον, από την εν λόγω διάταξη δεν προκύπτει ότι το πρόσωπο μπορεί να επιλέξει ελεύθερα τη δικαιοδοσία ενώπιον της οποίας επιθυμεί να υπερασπιστεί τα αστικά του δικαιώματα. Σύμφωνα με το High Court, μια τόσο ευρεία ερμηνεία της εν λόγω διάταξης θα έθετε, πράγματι, υπό αμφισβήτηση το όλο σύστημα αρμοδιότητας που εγκαθιδρύει η Σύμβαση των Βρυξελλών. Εφόσον εν προκειμένω η αρμοδιότητα των αγγλικών δικαστηρίων δεν επεβλήθη αυθαιρέτως και δεν προέκυπτε το συμπέρασμα από κάποιο στοιχείο ότι δεν πληρούντο οι προϋποθέσεις του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το High Court έκρινε ότι η επίδικη ρήτρα ήταν συμβατή με το άρθρο 17 της Σύμβασης των Βρυξελλών. Κρίνοντας, εξάλλου, εαυτό αρμόδιο για την εκδίκαση της αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, την έκανε δεκτή.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο επίσης, το High Court έκρινε, στις υποθέσεις Gough και Smith κατά Chief Constable of Derbyshire, Miller κατά Leeds Magistrates Court και Lilley κατά Director of Public Prosecutions [134], ότι οι απαγορεύσεις εξόδου από την επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου, οι οποίες είχαν επιβληθεί δυνάμει του νόμου Football Spectators Act 1989, δεν αποτελούσαν παραβίαση του άρθρου 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε αδικαιολόγητο περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων κατά την έννοια του άρθρου 49 ΕΚ

[134] High Court of Justice (England and Wales), Queen's Bench Division, 13 Ιουλίου 2001, The Weekly Law Reports, Τεύχος 3, σελ. 1392-1434.

Ο νόμος Football Spectators Act 1989 επιτρέπει να απαγορευθεί σε άτομα που έχουν καταδικαστεί για βίαιη πράξη διαπραχθείσα κατά τη διάρκεια ποδοσφαιρικού αγώνα η έξοδος από την εθνική επικράτεια. Εν προκειμένω, πολλά άτομα είχαν καταδικαστεί, κατ' εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας, λόγω του ότι είχαν συλληφθεί ενώ συνόδευαν ορισμένα πρόσωπα τα οποία η αστυνομία θεωρούσε ότι ανήκαν σε οργανωμένες συμμορίες χούλιγκαν. Τα άτομα στα οποία είχε επιβληθεί απαγόρευση εξόδου από την εθνική επικράτεια υποστήριζαν, αφενός, ότι η εν λόγω απαγόρευση ήταν αντίθετη προς το κοινοτικό δίκαιο, υπό την έννοια ότι οι μόνοι αποδεκτοί περιορισμοί του δικαιώματος εξόδου από την επικράτεια κράτους μέλους είναι εκείνοι που προβλέπονται από την εθνική ποινική νομοθεσία, όπως η φυλάκιση, ή απορρέουν από επιτακτικούς λόγους δημόσιας τάξης, ή ακόμα εκείνοι που το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει ότι περιλαμβάνονται στις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου. Ισχυρίζοντο, αφετέρου, ότι στο μέτρο που, την ημερομηνία των εν λόγω καταδικών, η ανώτατη διάρκεια της απαγόρευσης εξόδου από την επικράτεια ήταν μόνον τρία έτη, ενώ η απαγόρευση την οποία προέβλεπε ο νόμος Football Spectators Act είχε διάρκεια έξι ετών, η απαγόρευση παραβίαζε το άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το οποίο απαγορεύει την επιβολή ποινών αυστηρότερων από εκείνες που ίσχυαν για την αποδοκιμαζόμενη συμπεριφορά τη στιγμή της διάπραξης του εγκλήματος. Η επιχειρηματολογία αυτή απορρίφθηκε από το High Court, το οποίο έκρινε, όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, πρέπει να αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη η ευχέρεια να εμποδίζουν, για λόγους που απορρέουν από την προστασία της δημόσιας τάξης, υπήκοο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εγκαταλείψει την επικράτειά της και η εξουσία αυτή δεν πρέπει να ερμηνεύεται περιοριστικά. Έκρινε, εξάλλου, λαμβανομένου υπόψη ότι τα προηγούμενα μέτρα αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά, ότι εν προκειμένω, τα μέτρα που υιοθετήθηκαν δεν ήσαν δυσανάλογα ούτε υπό την έποψη του κοινοτικού δικαίου, ούτε και υπό την έποψη του άρθρου 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Όσον αφορά το δεύτερο ισχυρισμό, το High Court θεώρησε, διευκρινίζοντας ότι αντικείμενο της επίδικης απαγόρευσης δεν ήταν κατ' ουδένα τρόπο η επιβολή ποινής, αλλά η προστασία του κοινού, τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και στο εξωτερικό, από τις καταστροφές της βίας που συνοδεύει το ποδόσφαιρο, ότι η απαγόρευση εξόδου από την επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου την οποία προβλέπει ο νόμος Football Spectators Act δεν αποτελεί ποινή κατά την έννοια του άρθρου 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο πάντα, το High Court της Βορείου Ιρλανδίας ακύρωσε, στην υπόθεση Re T's Application for Judicial Review [135], την απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών για την απέλαση από το Ηνωμένο Βασίλειο μιας αμερικανής υπηκόου, άγαμης μητέρας. Η αιτούσα, η οποία είχε έλθει στην Ιρλανδία το 1996, όπου της επιτράπηκε να διαμείνει επί τρίμηνο, εισήλθε στο μεταξύ στη Βόρειο Ιρλανδία, όπου της χορηγήθηκε, επί τη βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, τρίμηνη άδεια παραμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μετά την εκπνοή της περιόδου αυτής, παρέμεινε παράνομα στη Βόρειο Ιρλανδία, όπου γέννησε την κόρη της τον Ιούλιο 1997. Σύμφωνα με τον ιρλανδικό νόμο, ενέγραψε την κόρη της στα μητρώα ως ιρλανδή υπήκοο. Εφόσον δεν της επετράπη να παραμείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπέβαλε, μετά την περάτωση της διοικητικής διαδικασίας, αίτηση δικαστικής αναθεώρησης (judicial review) της εν λόγω απόφασης ενώπιον του High Court της Βορείου Ιρλανδίας. Στην απόφασή του, το δικαστήριο αυτό δεν βασίστηκε στις διατάξεις κοινοτικού δικαίου που επικαλέστηκε η αιτούσα, αλλά στο θεμελιώδες δικαίωμα στη ζωή, το οποίο εγγυάται η Ευρωπαϊκή σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και απειλείτο, στην προκειμένη περίπτωση, λόγω της ψυχολογικής κατάστασης της αιτούσας, και ιδίως λόγω του κινδύνου να θέσει τέλος στη ζωή της σε περίπτωση απέλασης.

[135] High Court of Justice (Northern Ireland), 1η Σεπτεμβρίου 2000, The Northern Ireland Law Reports, 2000, σελ. 516-542.

Έτσι, το High Court έκρινε αβάσιμο το επιχείρημα που προέβαλε η αιτούσα ότι η απέλασή της θα είχε ως αποτέλεσμα να στερήσει την κόρη της από την ελεύθερη άσκηση του δικαιώματος να κυκλοφορεί και να διαμένει ελεύθερα στο εσωτερικό της Κοινότητας, το οποίο της παρέχει το άρθρο 18 ΕΚ. Αναφερόμενο σχετικά στη νομολογία του Δικαστηρίου, το High Court έκρινε, εξάλλου, ότι δεν υπήρχε λόγος προδικαστικής παραπομπής. Σχετικά, παρατηρείται ότι ο δικαστής Coghlin, μέλος του High Court, υπογράμμισε ότι το άρθρο 18 ΕΚ δεν μεταβάλλει την αρχή σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στα κράτη μέλη δεν εφαρμόζεται στις καθαρά εσωτερικές καταστάσεις και ότι η εν λόγω διάταξη δεν επεκτείνει το δικαίωμα κατοικίας του οποίου χαίρουν οι υπήκοοι των κρατών μελών. Προσέθεσε, εξάλλου, ότι σύμφωνα με τη νομολογία του αγγλικού Court of Appeal [136], ακόμα και αν υποτεθεί ότι το άρθρο 18 ΕΚ γεννά ένα νέο δικαίωμα, δηλαδή το δικαίωμα να κατοικεί κανείς στο κράτος μέλος του, συνοδευόμενο από δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης, το δικαίωμα αυτό δεν είναι επαρκώς σαφές και άνευ όρων ώστε να θεωρηθεί ότι η επενέργειά του είναι άμεση. Ο δικαστής Coghlin υπενθύμισε, τέλος, ότι παρόλο που οι Γενικοί Εισαγγελείς La Pergola και Lιger είχαν προτείνει στα συμπεράσματά τους, ο πρώτος στην υπόθεση Martinez Sala [137] και ο δεύτερος στην υπόθεση Boukhalfa [138] να αναγνωριστεί η άμεση επενέργεια της εν λόγω διάταξης, το Δικαστήριο δεν έχει ακολουθήσει μέχρι σήμερα μια τέτοια ερμηνεία.

[136] Phull κατά Secretary of State for the Home Department, European Current Law 1996, Μέρος 4, αριθ. 26 (περίληψη), και R κατά Secretary of State for the Home Department, ex parte Vitale [1996], Common Market Law Reports 1996, Τεύχος 2, σελ. 587-600.

[137] Απόφαση της 12ης Μαΐου 1998, υπόθεση C-85/96, Συλλογή σελ. I-2691.

[138] Απόφαση της 30ης Απριλίου 1996, υπόθεση C-214/94, Συλλογή σελ. I-2253.

Λόγω της μη μεταφοράς στο Ηνωμένο Βασίλειο της Ευρωπαϊκής σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα και της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα των παιδιών την εποχή που έλαβαν χώρα τα πραγματικά περιστατικά, το High Court απέρριψε και τα επιχειρήματα που βασίζονταν στην παραβίαση των εν λόγω κειμένων. Υπογραμμίζοντας, εντούτοις, ότι το δικαίωμα στη ζωή προστατεύεται τόσο από το κοινό δίκαιο όσο και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και λαμβάνοντας υπόψη τη θεμελιώδη φύση του εν λόγω δικαιώματος, το High Court κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Υπουργός Εσωτερικών είχε υποτιμήσει τον κίνδυνο αυτοκτονίας της αιτούσας και, για το λόγο αυτό, ακύρωσε την απόφαση απέλασης.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τέλος, το Employment Appeal Tribunal έκρινε, στην υπόθεση Macdonald κατά Υπουργείου Αμύνης [139], ότι η απαγόρευση διακρίσεων λόγω φύλου, την οποία προβλέπει ο νόμος Sex Discrimination Act 1975, αφορά και τις διακρίσεις που βασίζονται στο γενετήσιο προσανατολισμό. Εν προκειμένω, ο προσφεύγων, αξιωματικός της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας (Royal Air Force), είχε εξαναγκαστεί σε παραίτηση όταν δήλωσε ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Για να στηρίξει την απόφασή του, το Employment Appeal Tribunal παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των δικαιωμάτων του ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία οι διακρίσεις λόγω γενετήσιου προσανατολισμού εμπίπτουν και αυτές στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Ευρωπαϊκής σύμβασης που απαγορεύουν τις διακρίσεις λόγω "φύλου". Θεωρώντας ότι, από τη στιγμή της υπογραφής της Ευρωπαϊκής Σύμβασης από το Ηνωμένο Βασίλειο, δηλαδή ήδη πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου Human Rights Act 1998, τον Οκτώβριο 2000, δημιουργήθηκε γενικό τεκμήριο ότι το εσωτερικό δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου συνάδει προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση, το Employment Appeal Tribunal κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αβεβαιότητα όσον αφορά την έννοια του όρου "φύλο" στο νόμο του 1975 έπρεπε να κριθεί υπό το φως της πρόσφατης νομολογίας του Δικαστηρίου του Στρασβούργου και ότι, συνεπώς, έπρεπε να υιοθετηθεί η ευρεία ερμηνεία του όρου την οποία είχε προκρίνει το εν λόγω δικαστήριο, ώστε να περιλάβει και το γενετήσιο προσανατολισμό. Σύμφωνα με το Λόρδο Johnston, η απόφαση Grant [140] του Δικαστηρίου, στην οποία κρίθηκε με ισχύ δεδικασμένου ότι το άρθρο 141 ΕΚ δεν καλύπτει τις διακρίσεις που βασίζονται στο γενετήσιο προσανατολισμό δεν επηρεάζει σημαντικά ("greatly influenced") την απόφαση του Employment Appeal Tribunal στην υπόθεση Macdonald κατά Υπουργείου Αμύνης, δεδομένου ότι η υπόθεση Grant αφορούσε περίπτωση ίσης αμοιβής και δεν ασχολήθηκε ευθέως με την έννοια του όρου "φύλο". Επισημαίνεται εντούτοις, ότι το Court of Session [141] εξαφάνισε πρόσφατα, αποφαινόμενο κατά πλειοψηφία, την εν λόγω απόφαση, διότι έκρινε ότι ο νόμος Sex Discrimination Act 1975 δεν εφαρμόζεται στις διακρίσεις λόγω γενετήσιου προσανατολισμού. Παρόλα ταύτα, ο προσφεύγων αποζημιώθηκε για τη ζημία που υπέστη, διότι το Υπουργείο Αμύνης αναγνώρισε στο μεταξύ ότι ενήργησε κατά παράβαση του άρθρου 8, σε συνδυασμό με το άρθρο 14, της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι, μετά τη θέσπιση του νόμου Human Rights Act 1998, το Υπουργείο Άμυνας ήρε την απαγόρευση της ομοφυλοφιλίας στις ένοπλες δυνάμεις [142].

[139] Employment Appeal Tribunal, 25 Σεπτεμβρίου 2000, Industrial Cases Reports, 2001, σελ. 1-14.

[140] Απόφαση του Δικαστηρίου της 17 Φεβρουαρίου 1998, υπόθεση C-249/96, Grant κατά South-West Trains, Συλλογή σελ. I-0621.

[141] Court of Session, Inner House, 1η Ιουνίου 2001, Industrial Relations Law Reports, 2001, σελ. 431-441.

[142] Εν προκειμένω, εντούτοις, τα πραγματικά περιστατικά ήσαν προγενέστερα της εν λόγω τροποποίησης, εφόσον χρονολογούνται από το 1997.