EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52015AE3264

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τις δυνατότητες της Συνθήκης της Λισαβόνας» και «Δυνητικές εξελίξεις και προσαρμογές της τρέχουσας θεσμικής δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης»

OJ C 13, 15.1.2016, p. 183–191 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

15.1.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 13/183


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τις δυνατότητες της Συνθήκης της Λισαβόνας» και «Δυνητικές εξελίξεις και προσαρμογές της τρέχουσας θεσμικής δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης»

(2016/C 013/27)

Εισηγητής:

o κ. Luca JAHIER

Συνεισηγητής:

ο κ. José Isaías RODRÍGUEZ GARCÍA-CARO

Στις 19 Μαΐου 2015 και σύμφωνα με το άρθρο 304 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:

«Βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τις δυνατότητες της Συνθήκης της Λισαβόνας»

και

«Δυνητικές εξελίξεις και προσαρμογές της τρέχουσας θεσμικής δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Κατά την 510η σύνοδο ολομέλειάς της, της 16ης και 17ης Σεπτεμβρίου 2015 (συνεδρίαση της 16ης Σεπτεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 185 ψήφους υπέρ, 4 κατά και 4 αποχές.

1.   Εισαγωγή

1.1.

Η παρούσα γνωμοδότηση συντάσσεται κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο των δύο εκθέσεων της επιτροπής συνταγματικών υποθέσεων, και συγκεκριμένα: «Βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση τις δυνατότητες της Συνθήκης της Λισαβόνας» (εισηγητές: η κ. BRESSO και ο κ. BROK) και «Δυνητικές εξελίξεις και προσαρμογές της τρέχουσας θεσμικής δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (εισηγητής: ο κ. VERHOFSTADT).

1.2.

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία αναμένεται να συμβάλει σημαντικά στην επανέναρξη της συζήτησης σχετικά με το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη υιοθετήσει αρκετές γνωμοδοτήσεις επί του θέματος και δεσμεύεται να συμβάλει ακόμη περισσότερο στο έργο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

1.3.

Η ΕΟΚΕ αντιπροσωπεύει τον θεσμικό εκπρόσωπο της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών (1) στο ευρωπαϊκό επίπεδο και τα μέλη της «ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης»  (2). Ως συμβουλευτικό όργανο των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, η ΕΟΚΕ έχει διασφαλίσει, από τη σύστασή της, την αποτελεσματική, ευρεία και συνεπή συμμετοχή των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών στις διαδικασίες χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων της ΕΕ. Ως εκ τούτου, μεριμνά ώστε οι αποφάσεις να λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοικτά και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες (3), συμβάλλοντας κατά τον τρόπο αυτόν στην εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που διέπουν την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης (4).

2.   Η Ευρώπη σε σημείο καμπής: αξιοποίηση της παρεχόμενης ευκαιρίας

2.1.

Σχεδόν έξι χρόνια από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έθεσε το θέμα του κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που έχουν παρουσιαστεί βάσει των υφιστάμενων διατάξεων της Συνθήκης της Λισαβόνας ή/και κατά πόσον θα απαιτηθεί η αναθεώρηση ορισμένων τομέων πολιτικής και της τρέχουσας θεσμικής δομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.2.

Η κρίση, η οποία ξέσπασε το 2008, αποκάλυψε σοβαρές αδυναμίες στην αρχιτεκτονική της ζώνης του ευρώ και στη θεσμική δομή της ΕΕ, δίνοντας το έναυσμα για τη λήψη ταχέων μέτρων με στόχο την προσαρμογή και την καινοτομία. Οι αλλαγές αυτές κατέδειξαν την ευελιξία των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και την ικανότητά τους να υπερνικήσουν την απειλή της γενικής διάσπασης της ζώνης του ευρώ. Επιπλέον, ως επακόλουθο, θεσπίστηκαν μηχανισμοί αλληλεγγύης και συνδρομής που δεν έχουν προηγούμενο στην ιστορία της ΕΕ. Ωστόσο, η ΕΕ πρέπει να ανακτήσει επαρκές επίπεδο ανάπτυξης με στόχο τόσο τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη διαφύλαξη των θέσεων εργασίας όσο και τη μείωση της ανεργίας, των κοινωνικών ανισοτήτων και της ασύμμετρης ανάπτυξης μεταξύ των κρατών μελών και των περιφερειών. Μέχρι στιγμής, τα μέτρα στήριξης της ανάπτυξης αποδείχθηκαν ανεπαρκή για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

2.3.

Εντούτοις, τα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν σε πληθώρα οικονομικών και δημοσιονομικών πρωτοβουλιών έκτακτης ανάγκης, εστιασμένων στην αντιμετώπιση της βαθιάς δημοσιονομικής και οικονομικής κρίσης. Τα μέτρα αυτά έχουν εγείρει σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά τη δημοκρατική λογοδοσία και τον κοινωνικό τους αντίκτυπο οι οποίες δεν έχουν ληφθεί δεόντως υπόψη. Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο ότι η απάντηση στην κρίση έφερε στην επιφάνεια ανησυχίες ως προς τη διαφάνεια, τη λογοδοσία και τη βιωσιμότητα της ευρωπαϊκής διαδικασίας λήψης αποφάσεων λόγω, μεταξύ άλλων, της επανειλημμένης προσφυγής στη διακυβερνητική προσέγγιση.

2.4.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης, η μεγάλη πλειονότητα των κρατών μελών της ΕΕ κατέφυγε στην υπογραφή διακυβερνητικών συνθηκών, οι οποίες είναι νομικά μέσα που συνάπτονται εκτός του πλαισίου των διαδικασιών των Συνθηκών της ΕΕ. Πρόκειται για τη συνθήκη για τη σταθερότητα, τον συντονισμό και τη διακυβέρνηση στην οικονομική και νομισματική ένωση (ΣΣΣΔ) και τη Συνθήκη για τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΣΕΜΣ). Οι συνθήκες αυτές θεσπίστηκαν χωρίς να διεξαχθεί εκτεταμένη διαφανής ή δημόσια συζήτηση. Η εν λόγω διακυβερνητική προσέγγιση, απτή έκφραση της οποίας αποτελεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, μπορεί να εξηγηθεί τόσο από τη χρηματοπιστωτική διάσταση της κρίσης όσο και από την επείγουσα ανάγκη ταχείας εφαρμογής σημαντικών μέσων για την υπερνίκησή της. Το γεγονός αυτό εγείρει ζήτημα ενδεχόμενης σύγκρουσης μεταξύ της διακυβερνητικής φύσης αυτών των Συνθηκών και του ίδιου του «κράτους δικαίου» της ΕΕ.

2.5.

Σήμερα, η ΕΕ καλείται εκ των πραγμάτων να ξεπεράσει τον αυξανόμενο κατακερματισμό και την εξαιρετικά διχαστική οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση, σε συνδυασμό με τις όλο και περισσότερες κοινωνικές αναταραχές, παράγοντες που στο σύνολό τους προκαλούν διαρκώς διογκούμενες αποκλίσεις. Η σημερινή Ευρώπη χαρακτηρίζεται από την αναβίωση των προκαταλήψεων, την ύπαρξη εθνικών στερεοτύπων και τη διεύρυνση του διχασμού μεταξύ ατόμων και χωρών, καθώς και από την άνοδο των λαϊκιστικών και αντιευρωπαϊκών κινημάτων. Υπάρχει, ως εκ τούτου, επιτακτική ανάγκη να προαχθεί ό,τι ενώνει τους πολίτες της Ευρώπης, κατ’ αντιδιαστολή προς ό,τι τους χωρίζει. Πρόκειται για διαδικασία η οποία θα αποδειχθεί μακρά και θα πρέπει να ενεργοποιηθεί πάραυτα.

2.6.

Είναι επίσης μια Ευρώπη της οποίας οι πολίτες έχουν περιορισμένη εμπιστοσύνη στα ευρωπαϊκά όργανα και όπου οι παραδοσιακές δημοκρατικές πολιτικές υπόκεινται σε εξονυχιστική εξέταση. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζεται κυρίως στο εθνικό επίπεδο, όπως διαπιστώθηκε από τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα. Ωστόσο, ο αντίκτυπος γίνεται ιδιαίτερα αισθητός σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2014, σχεδόν ένα τέταρτο όλων των εδρών καταλήφθηκε από υποψηφίους κομμάτων που αντιμετώπιζαν με δυσπιστία είτε το ευρωπαϊκό όραμα είτε ορισμένες πολιτικές της ΕΕ. Παρά τις εθνικές ευθύνες για την κρίση, οι πολίτες πιστεύουν ότι η «Ευρώπη» είναι υπεύθυνη για τα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα ή ότι τα όργανα της ΕΕ δεν καταβάλλουν αρκετές προσπάθειες για τη βελτίωση της καθημερινής ζωής τους. Ωστόσο, η σημαντική πλειοψηφία των ψηφοφόρων εξακολουθεί να τάσσεται υπέρ περισσότερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

2.7.

Ο κίνδυνος της βρετανικής αποχώρησης από την ΕΕ μέσω δημοψηφίσματος το 2017 —ή και ακόμη νωρίτερα— και η συνεχιζόμενη αστάθεια στην Ελλάδα επαυξάνουν το γεγονός ότι η ΕΕ βρίσκεται σε σημείο καμπής από πολιτική άποψη. Θα μπορούσε μάλιστα να υποστηριχθεί ότι η Ευρώπη έχει χάσει τον προσανατολισμό της όσον αφορά την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και ότι υπάρχουν σημαντικά ερωτηματικά σχετικά με την τρέχουσα και τη μελλοντική της εξέλιξη και ταυτότητα. Ενώ στο παρελθόν η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είχε όραμα (ειρήνη, συμφιλίωση, ευημερία κ.λπ.), σήμερα βλέπουμε μια ΕΕ που «αντιδρά» στις απειλές και τις προκλήσεις, αντί να κρατά το πηδάλιο.

2.8.

Εν αντιθέσει, όπως δήλωσε ο τέως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κ. VAN ROMPUY, σήμερα η ΕΕ χρειάζεται να αγωνιστεί για να επιτύχει τη σωστή ισορροπία ανάμεσα σε μια Ευρώπη ικανή να προσφέρει ευκαιρίες και να διανοίξει νέους ορίζοντες και σε μια ανθρώπινη Ευρώπη ικανή να συνδράμει τους πολίτες της (5). Αυτή ακριβώς η συνέργεια, ενισχυμένη από μια νέα συμμετοχική διάσταση, θα ενθαρρύνει τους ευρωπαίους πολίτες και, κατά συνέπεια τους πολιτικούς, να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους στο ευρωπαϊκό όραμα, σύμφωνα με το πνεύμα του προοιμίου της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

2.9.

Στις εσωτερικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ΕΕ πρέπει να προστεθεί ο όλο και μεγαλύτερος αριθμός κρίσιμων εξωτερικών προκλήσεων, όπως οι αυξανόμενοι φόβοι και ανησυχίες για την τρομοκρατία, οι μεταναστευτικές πιέσεις, η ενεργειακή ασφάλεια και η εδαφική συνοχή, επιπροσθέτως της ολοένα και μεγαλύτερης αστάθειας στα ανατολικά και τα νότια σύνορα της ΕΕ.

2.10.

Σε αυτό το εξαιρετικά δυσχερές πλαίσιο, αποτελεί πλέον επιτακτική ανάγκη να ξεκινήσει εκ νέου η συζήτηση σχετικά με την αποτελεσματική λειτουργία της ΕΕ και τον ρόλο των Συνθηκών στην εν λόγω διαδικασία. Η στιγμή είναι κατάλληλη για να εξεταστεί πώς μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα αποτελέσματα για τους πολίτες της Ευρώπης και πώς μπορεί να προσαρμοστεί και να ενισχυθεί η τρέχουσα θεσμική δομή.

2.11.

Εξίσου σημαντική είναι η ανάγκη αποκατάστασης της εμπιστοσύνης δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην εξήγηση των πλεονεκτημάτων της ΕΕ στους πολίτες, καθώς και στο άκουσμα των απόψεών τους και των απόψεων των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών. Η αντίληψη που επικρατεί είναι ότι η ΕΕ δεν κατόρθωσε ούτε να διαμορφώσει ούτε να εφαρμόσει βιώσιμες, συνολικές και ισόρροπες στρατηγικές με έμφαση τόσο στις επενδύσεις και στην ανάπτυξη όσο και στον περιορισμό των ανισοτήτων. Επιπλέον, η ΕΕ δεν κατόρθωσε να επιτύχει απτά αποτελέσματα για τους πολίτες της, πράγμα για το οποίο τα κράτη μέλη φέρουν μέρος της ευθύνης. Το τελικό αποτέλεσμα είναι μια αυξανόμενη έλλειψη εμπιστοσύνης εκ μέρους των πολιτών της ΕΕ, μια αίσθηση ανάρμοστης παρείσφρησης των οργάνων της ΕΕ στις τοπικές υποθέσεις και ένα διευρυνόμενο χάσμα παραπληροφόρησης. Η αποκατάσταση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης στην ΕΕ είναι ζωτικής σημασίας. Η ΕΕ βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή και η αποδοχή της από τους πολίτες θα αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη προόδου προς αυτή την κατεύθυνση.

3.   Καλύτερη αξιοποίηση των υφιστάμενων ευρωπαϊκών Συνθηκών

3.1.

Είναι αναμφισβήτητο ότι οι υφιστάμενες ευρωπαϊκές συνθήκες προσφέρουν ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη βελτίωση των πολιτικών και, συνεπώς, για την εσωτερική και εξωτερική ενίσχυση της ΕΕ. Είτε πρόκειται για την εμβάθυνση της πολιτικής δράσης είτε για τη βελτίωση της υλοποίησής της, υπάρχει ευρύ φάσμα τομέων πολιτικής και τεχνικών μέσων που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Αυτή πρέπει να είναι η σημερινή προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της θεσμικής αρχιτεκτονικής της.

3.2.

Παρά την ανάγκη αναθεώρησης ορισμένων στοιχείων του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω συγκεκριμένων τροποποιήσεων των Συνθηκών, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι όροι που απαιτούνται για τον σκοπό αυτόν δεν πληρούνται επί του παρόντος. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ θα ασχοληθεί μόνο με το ζήτημα των τροποποιήσεων και αναπροσαρμογών των Συνθηκών όπως και όποτε ενδείκνυται.

3.3.

Πρωταρχική σημασία για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών έχει η ανάγκη διασφάλισης της συνοχής και της συνέπειας μεταξύ όλων των πολιτικών και των δράσεων της ΕΕ, όπως ορίζει το άρθρο 7 της ΣΛΕΕ, με συνακόλουθη βελτίωση της εφαρμογής των υφιστάμενων Συνθηκών. Αυτό προϋποθέτει την εξισορρόπηση της εδαφικής συνοχής με τις οικονομικές και τις κοινωνικές παραμέτρους των Συνθηκών. Ειδικότερα, θα απαιτηθεί η πλήρης εφαρμογή του άρθρου 3 της ΣΕΕ το οποίο ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι η ΕΕ πρέπει να έχει γνώμονα «… την κοινωνική οικονομία της αγοράς με υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας, με στόχο την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική πρόοδο, και το υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος … (το οποίο) προάγει την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή και την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών».

3.4.

Άλλα παραδείγματα που καταδεικνύουν την ανεπαρκή αξιοποίηση των υφιστάμενων διατάξεων των Συνθηκών περιλαμβάνουν ιδίως την προαγωγή της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών (άρθρο 8), την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου απασχόλησης, τη διασφάλιση της κατάλληλης κοινωνικής προστασίας και την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού (άρθρο 9), την καταπολέμηση κάθε μορφής διακρίσεων (άρθρο 10), την περιβαλλοντική προστασία (άρθρο 11) και την προστασία των καταναλωτών (άρθρο 12). Στο μέλλον, αυτές οι ρήτρες θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση της διασυνδεσιμότητας ανάμεσα στις ευρωπαϊκές πολιτικές και της λογοδοσίας έναντι των πολιτών της ΕΕ.

3.5.

Επιπλέον, υπάρχει ένα ευρύ φάσμα τομέων πολιτικής που δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς. Το βασικό μέσο ενσωμάτωσης των 28 κρατών μελών στάθηκε η εσωτερική αγορά  (6), της οποίας θα πρέπει να επιδιωχθεί η περαιτέρω ολοκλήρωση για να δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση και να ωφεληθούν όλοι οι πολίτες και οι περιφέρειες της ΕΕ. Προκειμένου να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, απαιτούνται σημαντικές πρωτοβουλίες της ΕΕ ιδίως στις αγορές προϊόντων, καθώς και στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, των υπηρεσιών, των αγορών εργασίας, των δημόσιων συμβάσεων, της πνευματικής ιδιοκτησίας και της ψηφιακής οικονομίας. Επιπλέον, οι εθνικές μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να διέπονται από μεγαλύτερη διαφάνεια στον τομέα της φορολογίας, να αντιμετωπίζουν τον αθέμιτο φορολογικό ανταγωνισμό και να συνεπικουρούνται από τη διεύρυνση της πολιτικής δράσης (7) της ΕΕ.

3.6.

Η ενεργειακή ένωση και η ψηφιακή ενιαία αγορά είναι δύο βασικές τομεακές ενότητες στις οποίες θα πρέπει να εφαρμοστούν ενισχυμένες ευρωπαϊκές πολιτικές. Η τελευταία αποτελεί αντικείμενο ειδικής γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ η οποία βρίσκεται στο στάδιο της προετοιμασίας και, ως εκ τούτου, δεν θα εξεταστεί στην παρούσα γνωμοδότηση.

3.7.

Προκειμένου να αντιμετωπίσει την εξωτερική απειλή της ενεργειακής ανασφάλειας, η ΕΕ θα μπορούσε να θέσει σε εφαρμογή τις υφιστάμενες διατάξεις του άρθρου 194 της ΣΛΕΕ και να κατευθυνθεί προς μια Ενεργειακή Ένωση. Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένως ταχθεί υπέρ «περισσότερης Ευρώπης» και έχει ζητήσει να αναχθεί η αλληλεγγύη σε κινητήρια δύναμη για τη χάραξη ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής. Το άρθρο 194 μπορεί να καταστήσει δυνατή την καθιέρωση αποτελεσματικού και διαφανούς συστήματος διακυβέρνησης για την Ενεργειακή Ένωση, το οποίο θα μπορούσε να ενισχύσει την αποδοτικότητα της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, να μειώσει το κόστος, να αποφέρει οφέλη στους πολίτες και να βελτιώσει την εικόνα της ΕΕ έναντι των διεθνών εταίρων της. Η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η στήριξη των επιχειρήσεων για την ενεργειακή μετάβασή τους είναι αναπόσπαστα στοιχεία αυτής της διαδικασίας.

3.8.

Επιπροσθέτως, θα μπορούσε να επιτευχθεί πραγματική πρόοδος για την προώθηση της χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης και της αποκόμισης οφελών για όλους τους πολίτες και τις περιφέρειες της ΕΕ μέσω της επόμενης ενδιάμεσης αναθεώρησης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», υπό την προϋπόθεση ότι οι μεταρρυθμίσεις θα επικεντρωθούν σε επενδύσεις της ΕΕ προς όφελος της ανταγωνιστικότητας όσον αφορά την καινοτομία, της απασχόλησης, της αποδοτικότητας των πόρων, της βιώσιμης επαναβιομηχάνισης, της αύξησης των —αξιοπρεπών κυρίως— θέσεων εργασίας, της κοινωνικής και της περιφερειακής συνοχής, της ένταξης και της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η ΕΕ δεν χρειάζεται μια εντελώς νέα στρατηγική, αλλά μια πολύ πιο αποτελεσματική στρατηγική «Ευρώπη 2020» (8), συμπεριλαμβανομένου ενός όλο και πιο αποδοτικού, ισόρροπου και δημοκρατικού σχεδίου για το ευρωπαϊκό εξάμηνο.

3.9.

Απτή συμβολή στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας και στην υλοποίηση των πολιτικών στόχων της ΕΕ θα μπορούσε να έχει η μεταρρύθμιση του συστήματος ιδίων πόρων της ΕΕ, μέσω της απλούστευσης του ισχύοντος συστήματος συνεισφορών και πληρωμών για τα κράτη μέλη, καθώς και μέσω του σχεδιασμού ενός νέου συστήματος ιδίων πόρων και της μεταρρύθμισης του καθεστώτος διορθώσεων. Η τροποποίηση του συστήματος ιδίων πόρων σημαίνει ότι για πρώτη φορά θα γίνει ορθή και πλήρης εφαρμογή του αρχικού άρθρου 201 της Συνθήκης της Ρώμης, και νυν άρθρου 311 της ΣΛΕΕ. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι έχει καθοριστική σημασία να πληροί το σύστημα ιδίων πόρων μια σειρά κριτηρίων. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν τη δικαιοσύνη, την αποτελεσματικότητα, τη σταθερότητα, τη διαφάνεια, την απλότητα, τη λογοδοσία, τη δημοσιονομική πειθαρχία, την έμφαση στην ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία, την επικουρικότητα και τη φορολογική κυριαρχία. Για την επίτευξη αυτών των στόχων, προτείνεται να αξιοποιηθεί η ευκαιρία της επόμενης ενδιάμεσης αναθεώρησης του προϋπολογισμού της ΕΕ, προκειμένου να εγκριθούν οι σχετικές προτάσεις της ομάδας υψηλού επιπέδου υπό την προεδρία του Μ. MONTI. Πρώτιστος στόχος πρέπει να είναι η ενίσχυση της αυτονομίας του προϋπολογισμού της ΕΕ ούτως ώστε να αποκτήσει πολλαπλασιαστική ισχύ και μεγαλύτερη συμπληρωματικότητα με τους εθνικούς προϋπολογισμούς. Με τον τρόπο αυτόν, θα συμβάλει άμεσα στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας και στην υλοποίηση των πολιτικών στόχων της ΕΕ (9).

3.10.

Η ΕΕ χρειάζεται επίσης μεταρρυθμίσεις προκειμένου να ενισχυθεί το αίσθημα κοινής ιθαγένειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ωστόσο, το αίσθημα κοινής ευρωπαϊκής ιθαγένειας δεν θα μπορέσει να αναπτυχθεί χωρίς τη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό προϋποθέτει τη δημιουργία της αίσθησης συμμετοχής σε μια κοινή διαδικασία με τον ίδιο σκοπό σε όλα τα κράτη μέλη της Ευρώπης. Ένας τρόπος υλοποίησης αυτού του στόχου είναι να παρασχεθεί στους πολίτες η δυνατότητα εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από διακρατικά ψηφοδέλτια —δηλαδή από διάφορα κράτη μέλη, αλλά από ευρωπαϊκά κόμματα— αντί της ψηφοφορίας μόνο για εθνικά κόμματα. Προς το σκοπό αυτό ενδέχεται ωστόσο να χρειαστεί αλλαγή της Συνθήκης, με την τροποποίηση του άρθρου 223 της ΣΛΕΕ.

3.11.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ έχει τονίσει την ανάγκη αποτελεσματικής εφαρμογής του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, μέσω νέων, στοχοθετημένων πρωτοβουλιών (10). Η Επιτροπή υπογραμμίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί ισότητα για όλους, με ιδιαίτερη έμφαση στις ευπαθείς ομάδες. Υπογραμμίζει ότι, στο επίπεδο της ΕΕ, οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο Χάρτη ισχύουν για όλα τα όργανα, τις υπηρεσίες και τους οργανισμούς. Η ΕΟΚΕ προτρέπει σθεναρά τα κράτη μέλη να μεριμνήσουν για την οικοδόμηση πνεύματος εστιασμένου στην προστασία και στην προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε όλες τις βαθμίδες διακυβέρνησης και σε όλους τους τομείς της πολιτικής και της νομοθεσίας. Συγχρόνως, θα πρέπει να διερευνήσουν και να προσδιορίσουν τον ιδιαίτερο αντίκτυπο που έχει για τα θεμελιώδη δικαιώματα η διαδικασία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Η ΕΟΚΕ συνιστά θερμά στην Επιτροπή να αρθεί στο ύψος της αποστολής της ως θεματοφύλακας των Συνθηκών και να κάνει χρήση της διαδικασίας επί παραβάσει χωρίς να συνεκτιμά πολιτικές παραμέτρους. Η ΕΟΚΕ απηύθυνε επίσης έκκληση προς όλα τα όργανα, τις υπηρεσίες και τους οργανισμούς της ΕΕ, καθώς και προς τα κράτη μέλη που συμβάλλουν στην εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων, να τα προωθήσουν με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Κάθε κανονισμός που αφορά την οικονομική διακυβέρνηση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις του Χάρτη της ΕΕ, μέσω ειδικής αποτίμησης (11).

3.12.

Τα τελευταία δέκα χρόνια, η ΕΕ των 28 κρατών μελών αντιμετώπισε σημαντικές προκλήσεις και κοινωνικώς διχαστικά θέματα, που κανένα μεμονωμένο κράτος μέλος δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά από μόνο του. Μόνο μέσω συντονισμένων πολιτικών και κοινών δράσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα μπορέσουν να επιτευχθούν θετικά αποτελέσματα. Αυτό ισχύει ιδίως στους τομείς των πολιτικών μετανάστευσης και ασύλου, και της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ). Και στους δύο αυτούς τομείς πολιτικής, οι υφιστάμενες συνθήκες της ΕΕ παρέχουν ευρύ φάσμα ελιγμών και πολλές διατάξεις έχουν μείνει ανεκμετάλλευτες λόγω της απουσίας κοινής και συγκλίνουσας πολιτικής βούλησης (12). Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να αξιοποιηθούν περισσότερο τα άρθρα 21 έως 46 της ΣΕΕ και τα άρθρα 76 έως 81 της ΣΛΕΕ.

3.13.

Για την επίτευξη προόδου χρειάζεται ένας συνδυασμός φιλοδοξίας, πραγματισμού και καινοτομίας. Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι σήμερα παρέχεται μια ευκαιρία για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις της ΕΕ και να επιδιωχθεί ένα νέο στάδιο ανάπτυξης της ΕΕ. Είναι ευκαιρία να εκπονηθεί ένα νέο σύμφωνο, τόσο μεταξύ των κρατών μελών όσο και μεταξύ της ΕΕ και των πολιτών της, για μια Ευρώπη που θα ενισχύσει τη συνεργασία, την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη, την ολοκλήρωση και την αλληλεγγύη.

3.14.

Ένα μέσο που έχει αναμφίβολα χρησιμοποιηθεί ελάχιστα είναι η «Ενισχυμένη συνεργασία» (που ορίζεται στο άρθρο 20 της ΣΕΕ). Η διαδικασία αυτή χρησιμοποιήθηκε αρχικά σε θέματα διαζυγίου και δικαστικού χωρισμού και αργότερα για την καθιέρωση ενιαίου καθεστώτος προστασίας των ευρεσιτεχνιών στην ΕΕ, καθώς και για την προτεινόμενη θέσπιση φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Δεύτερον, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η «ρήτρα γέφυρας» (δηλαδή το άρθρο 48, παράγραφος 7, της ΣΕΕ). Ωστόσο, τέτοιου είδους αναθεωρήσεις απαιτούν ομοφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών μελών στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή το Συμβούλιο, η οποία είναι ενδεχομένως δύσκολο να επιτευχθεί. Και τα δύο αυτά μέσα θα μπορούσαν, κατ’ αρχήν, να απλουστεύσουν και να επιταχύνουν την ευρωπαϊκή διαδικασία λήψης αποφάσεων.

3.15.

Ως εκ τούτου, είναι πρωταρχικής σημασίας να αξιοποιηθούν τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το οποίο, κατά τη συνεδρίασή του στις 26 και 27 Ιουνίου 2014, συμφώνησε ότι: «… η ιδέα της ολοένα και πιο στενής ένωσης παρέχει στις διάφορες χώρες διαφορετικές διαδρομές για την ολοκλήρωση, επιτρέποντας στις χώρες που επιθυμούν να εμβαθύνουν την ολοκλήρωση να κάνουν βήματα μπροστά, σεβόμενα ωστόσο την επιθυμία εκείνων που δεν θέλουν περαιτέρω εμβάθυνση»  (13). Αυτή η δήλωση παρέχει τη βάση για μια διαφοροποιημένη Ευρωπαϊκή Ένωση όπου θα συμμετέχουν και τα 28 κράτη μέλη —ενδεχομένως σε διαφορετικό βαθμό, εάν αυτό κριθεί αναγκαίο— γεγονός το οποίο θα διευκολύνει την ενισχυμένη συνεργασία σε στρατηγικούς τομείς, αφήνοντας ωστόσο ανοικτή την πλήρη συμμετοχή όλων των κρατών μελών.

3.16.

Επιπροσθέτως, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι ο ρόλος των μακροπεριφερειακών στρατηγικών αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία για το μέλλον της Ένωσης. Η ενίσχυση και η επέκτασή τους θα συμβάλει στην ανάπτυξη ευρωπαϊκού ενδιάμεσου επιπέδου, επιτυγχάνοντας σύγκλιση στην ΕΕ, καθώς και στην επίτευξη της συστηματικής συμμετοχής της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών και κοινωνικών εταίρων.

4.   Ενίσχυση της ζώνης του ευρώ και ολοκλήρωση της ΟΝΕ

4.1.

Η βελτίωση της φθίνουσας αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ και η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης υπήρξε στο επίκεντρο της στρατηγικής της ΕΕ για την αντιμετώπιση της κρίσης κατά τα τελευταία χρόνια. Τα επείγοντα μέτρα που ελήφθησαν για τη διαφύλαξη της ΟΝΕ οδήγησαν σε εξελίξεις, οι οποίες όμως προέκυψαν από διακυβερνητική διαδικασία λήψης αποφάσεων. Είναι πλέον σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι αυτές οι διακυβερνητικές λύσεις δεν θα μετατραπούν σε ένα μόνιμο νομικό πλαίσιο, επιπρόσθετο στις συνθήκες της ΕΕ.

4.2.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι επιτακτική ανάγκη να πραγματοποιηθεί ταχεία στροφή από το τρέχον σύστημα που βασίζεται σε κανόνες για τη διασφάλιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας σε μια διαδικασία μεγαλύτερης σύγκλισης μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ.

4.3.

Κατά πρώτο λόγο, και δεδομένου ότι το ευρώ είναι το νόμισμα της ΕΕ, τα κράτη μέλη που ανήκουν στη ζώνη του ευρώ πρέπει να επιταχύνουν και να εμβαθύνουν την εναρμόνιση μέσω της ολοκλήρωσης της ΟΝΕ, διαδικασίας που πρέπει να παραμείνει ανοικτή σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με ισχυρή διακυβέρνηση και ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου της ζώνης του ευρώ, χρησιμοποιώντας ως βάση:

έναν νομισματικό και δημοσιονομικό πυλώνα, που έχει ήδη σε μεγάλο μέρος τεθεί σε εφαρμογή και που θα περιλαμβάνει την υλοποίηση μιας πλήρως λειτουργούσας Τραπεζικής Ένωσης, καθοδηγούμενης από την ΕΕ, με στόχο τη δημιουργία πανευρωπαϊκής κεφαλαιαγοράς με παράλληλη προστασία των φορολογουμένων από την ανάληψη υπερβολικών κινδύνων και την άτακτη αθέτηση υποχρεώσεων·

έναν οικονομικό πυλώνα, για την ενίσχυση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων στον τομέα της οικονομικής πολιτικής και, ως εκ τούτου, την περαιτέρω εδραίωση της ανάπτυξης, της απασχόλησης, της ανταγωνιστικότητας, της σύγκλισης και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης·

έναν κοινωνικό πυλώνα, άρρηκτα συνδεδεμένο με την οικονομική πρόοδο και αποδοτικότητα, προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή των ευρωπαϊκών Συνθηκών, υπό το φως του άρθρου 3 της ΣΕΕ, και να βελτιωθεί η κοινωνική και η εδαφική συνοχή·

έναν πολιτικό πυλώνα, συμπεριλαμβανομένης μεγαλύτερης λογοδοσίας και δημοκρατικής νομιμότητας, με στόχο να ενισχυθεί η αξιοπιστία και η εμπιστοσύνη.

4.4.

Επιπλέον, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα με σκοπό τη θέσπιση ενιαίου προϋπολογισμού για τη ζώνη του ευρώ, ο οποίος θα μπορούσε συμβάλει στην απορρόφηση των κλυδωνισμών που ενδέχεται να εμφανιστούν στο μέλλον, εφόσον η εν λόγω ενδεχόμενη δημοσιονομική ικανότητα έχει σχεδιαστεί ως βοήθεια υπό όρους για την προώθηση μεταρρυθμίσεων. Όπως επισημαίνεται στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ με θέμα την ολοκλήρωση της ΟΝΕ (14), ο προϋπολογισμός αυτός θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από έναν φόρο επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών που θα ισχύει στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, από έναν φόρο επί των ανθρακούχων εκπομπών, από μια προσωρινή εισφορά ή από την έκδοση κοινών ομολόγων. Ωστόσο, εξακολουθεί να απαιτείται η επίτευξη συμφωνίας σχετικά με κάθε μία από τις επιλογές αυτές.

4.5.

Η πραγματοποίηση προόδου στον τομέα της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης θα μπορούσε να καταστεί δυνατή με την προώθηση της κοινωνικής διάστασης της ΕΕ, βάσει της πιο ισόρροπης εφαρμογής του άρθρου 3 της ΣΕΕ, το οποίο ορίζει ότι η ΕΕ πρέπει να επιτύχει ισορροπία ανάμεσα στην οικονομική αποτελεσματικότητα, την κοινωνική και την εδαφική συνοχή. Επιπλέον, τα άρθρα 151 και 153 της ΣΛΕΕ έχουν ως στόχο τη στήριξη της εναρμόνισης των κοινωνικών συστημάτων των κρατών μελών, θέμα που διερευνήθηκε από την ΕΟΚΕ το 2013 (15).

4.6.

Συγχρόνως, χρειάζεται να ενισχυθεί η δημοκρατική νομιμότητα της ΕΕ με μέλημα την ενδυνάμωση του πολιτικού της πλαισίου και, ειδικότερα, του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Για τον σκοπό αυτόν, μπορούν να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα στο πλαίσιο της ισχύουσας Συνθήκης και των υφιστάμενων κανόνων. Μεσομακροπρόθεσμα, η ενδεχόμενη αναθεώρηση της Συνθήκης αναμένεται να ευθυγραμμίσει τις θεσμικές διατάξεις με τις απολύτως αναγκαίες προϋποθέσεις μιας πραγματικής πολιτικής Ένωσης. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη εγκρίνει λεπτομερέστατο χάρτη πορείας για την υλοποίηση του πολιτικού πυλώνα της ΟΝΕ, ο οποίος σκιαγραφεί ευρύ φάσμα πιθανών δράσεων (16).

4.7.

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει την «Έκθεση των πέντε Προέδρων» προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 22 Ιουνίου 2015, με θέμα την «Ολοκλήρωση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης της Ευρώπης» και προσβλέπει στη χρησιμοποίησή της ως βάση για την ανάληψη πιο αποφασιστικής δράσης, όπως προαναφέρθηκε ήδη (17).

5.   Εδραίωση της συμμετοχής των πολιτών, της δημοκρατίας και της λογοδοσίας: η ακολουθητέα πορεία

5.1.

Οι πολίτες θα πρέπει να τεθούν στο επίκεντρο της συνολικής συζήτησης για το μέλλον της ΕΕ. Η δημοκρατία και η λογοδοσία αποτελούν θεμελιώδεις έννοιες για την ευρωπαϊκή ιθαγένεια. Προκειμένου να υλοποιηθούν αυτές οι αρχές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή —η οποία είναι ο θεματοφύλακας των Συνθηκών— οφείλει να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο. Η Επιτροπή, ως το θεσμικό όργανο που έχει το μονοπώλιο της νομοθετικής πρωτοβουλίας, διαδραματίζει επίσης κεντρικό ρόλο στην εξισορρόπηση των διαφόρων δυνάμεων και συμφερόντων που συνθέτουν την ΕΕ. Αυτή η δράση εξισορρόπησης πρέπει να αναληφθεί παράλληλα με την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, με στόχο την επιδίωξη πιο δημοκρατικής και συμμετοχικής διακυβέρνησης της ΕΕ.

5.2.

Η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει σημαντικότερο ρόλο για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και προορατική στάση από τα κράτη μέλη μέσω ενός ενισχυμένου Συμβουλίου. Ωστόσο, στο μέλλον, θα καταστεί αναγκαίο να επεκταθούν περαιτέρω οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου —παραδείγματος χάρη, μέσω της ενίσχυσης του ρόλου του στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης και του ευρωπαϊκού εξαμήνου— και να καθιερωθεί πιο ισόρροπος καταμερισμός ευθυνών και διοργανικής συνεργασίας μεταξύ των τριών θεσμικών οργάνων, προκειμένου να διασφαλιστεί μια ισχυρότερη μέθοδος της ΕΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκτεταμένη χρήση των «τριμερών διαλόγων» για την έγκριση πράξεων σε πρώτη και δεύτερη ανάγνωση σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (18). Οι «τριμερείς διάλογοι» έχει γίνει πλέον σε μεγάλο βαθμό ο κανόνας, εις βάρος των δημοκρατικών αρχών της διαφάνειας και της λογοδοσίας και της απαραίτητης ισορροπίας που πρέπει να διέπει τα τρία θεσμικά όργανα στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της επιστροφής στο πνεύμα –αν όχι στο γράμμα– της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, προκειμένου οι «τριμερείς διάλογοι» να παραμείνουν η εξαίρεση.

5.3.

Επιπλέον, η μέθοδος της ΕΕ θα εφαρμοστεί επίσης αποτελεσματικότερα μέσω της οριζόντιας επικουρικότητας. Ο όρος αυτός, όπως και ο όρος της κάθετης επικουρικότητας, δεν ορίζεται ρητώς στις συνθήκες. Εντούτοις, αναγνωρίζει τον δημόσιο ρόλο των ιδιωτικών φορέων, π.χ. πολιτών και αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και τη συμμετοχή τους στις διαδικασίες χάραξης πολιτικής και λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο του ειδικού συμβουλευτικού τους ρόλου, καθώς και τον αυτόνομο νομοθετικό ρόλο των κοινωνικών εταίρων στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου.

5.4.

Στην πραγματικότητα, αυτή η έννοια της οριζόντιας επικουρικότητας, που ενίοτε καλείται επίσης λειτουργική επικουρικότητα, αναγνωρίζεται ήδη εμμέσως από τις συνθήκες βάσει των άρθρων 152, 154 και 155 της ΣΛΕΕ σχετικά με τον κοινωνικό διάλογο και τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων.

5.5.

Το άρθρο 11 της ΣΕΕ εμπεριέχει επίσης την αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας ως βασικής συμπληρωματικής συνιστώσας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, όπως εκφράζεται στα άρθρα 10 και 12 της ΣΕΕ (19), η οποία αποτελεί τη θεμελιώδη βάση της δημοκρατίας. Το άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 2 της ΣΕΕ (20), όπως έχει ήδη επανειλημμένως τονίσει η ΕΟΚΕ, διανοίγει σημαντικές προοπτικές για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής δημοκρατίας θέτοντας τις βάσεις για τη μακροπρόθεσμη καθιέρωση διαρθρωμένου διαλόγου των πολιτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παράλληλα με τον πολιτικό διάλογο μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των κρατών μελών.

5.6.

Επιπροσθέτως, αυτή η μέθοδος της ΕΕ πρέπει να συμπληρωθεί από ενισχυμένη κάθετη επικουρικότητα, με ενδυνάμωση του ρόλου των εθνικών κοινοβουλίων στη διαδικασία χάραξης πολιτικής της ΕΕ και μεγιστοποίηση της συνεργασίας μεταξύ των εν λόγω κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

5.7.

Καίρια σημασία έχει το γεγονός ότι όλα τα ανωτέρω θα μπορούσαν να επιτευχθούν ήδη στο πλαίσιο των υφιστάμενων Συνθηκών. Ιδίως όσον αφορά τη συμμετοχή των πολιτών, τη δημοκρατία και τη λογοδοσία, μεγάλο μέρος θα μπορούσε να επιτευχθεί με την περαιτέρω ανάπτυξη των ευρωπαϊκών πολιτικών, τη βελτίωση των διαδικασιών και την εφαρμογή. Ωστόσο, όπως έχει ήδη επισημανθεί σε δύο γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ (21)  (22), ουσιαστικά έχει επιτευχθεί περιορισμένη πρόοδος όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 11 και την πλήρη συγκεκριμενοποίηση της έννοιας της συμμετοχικής δημοκρατίας.

5.8.

Αυτό ισχύει επίσης στην περίπτωση της πρωτοβουλίας ευρωπαίων πολιτών (ΠΕΠ) δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 4. Η πρωτοβουλία ευρωπαίων πολιτών θα πρέπει να αποτελέσει θεμελιώδες εργαλείο της συμμετοχικής δημοκρατίας και της ενεργού συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, αλλά στην παρούσα μορφή της είναι ως επί το πλείστον αναποτελεσματική και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της χρήζουν εκ βάθρων επανεξέτασης.

5.9.

Η έννοια της οριζόντιας επικουρικότητας πρέπει να ενισχυθεί και να επεκταθεί σε ευρύτερους τομείς πολιτικής στο μέλλον, μέσω του διαρθρωμένου διαλόγου των πολιτών, για παράδειγμα στους τομείς του περιβάλλοντος και της προστασίας των καταναλωτών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε να ενισχυθεί ο ρόλος των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στις ευρωπαϊκές διαδικασίες και να διευκολυνθεί η πλήρης συμμετοχή τους σε τομείς πολιτικής που τους αφορούν, ως απτή μετουσίωση της έννοιας της συμμετοχικής δημοκρατίας. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού και ως θεσμικός εκπρόσωπος της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών της ΕΕ, η ΕΟΚΕ πρέπει να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων της συμμετοχικής δημοκρατίας, καθώς και για την ανάπτυξη και την ενίσχυση του διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών, σε συνεργασία με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ.

5.10.

Ως θεσμικός εκπρόσωπος της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στο ευρωπαϊκό επίπεδο, η ΕΟΚΕ έχει τριπλό ρόλο: i) διευκόλυνση και στήριξη του διαλόγου μεταξύ των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα· ii) διασφάλιση της διαρκούς συμμετοχής της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στις πολιτικές διεργασίες της ΕΕ· και iii) παρακολούθηση της εφαρμογής του άρθρου 11 της ΣΕΕ.

5.11.

Κατά συνέπεια, και ως συμβουλευτικό όργανο έναντι των θεσμικών οργάνων της ΕΕ (23), η ΕΟΚΕ έχει τη δυνατότητα να ενεργεί πλήρως i) ως καταλύτης και συντονιστής του διαλόγου μεταξύ και με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών· ii) ως βασικός διαμεσολαβητής μεταξύ των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και των οργάνων λήψης αποφάσεων της ΕΕ και iii) ως αποτελεσματική γέφυρα μεταξύ του εθνικού και του ευρωπαϊκού επιπέδου. Σε περίπτωση αναθεώρησης των Συνθηκών, η ΕΟΚΕ ζητεί να αναγνωριστεί ρητώς αυτός ο ρόλος (24).

5.12.

Η εκ νέου ενεργοποίηση της ατζέντας για τη «βελτίωση της νομοθεσίας» αντικατοπτρίζει τη νέα βούληση της Επιτροπής να δώσει ισχυρή έμφαση στο έργο αξιολόγησης που επιτελεί, διασφαλίζοντας τη συμμετοχή των άλλων οργάνων της ΕΕ, των εθνικών αρχών και της κοινωνίας των πολιτών εν γένει στην εν λόγω διαδικασία. Η συμμετοχή της ΕΟΚΕ, ως συμβουλευτικού οργάνου, στην αξιολόγηση των πολιτικών είναι θεμελιώδους σημασίας δεδομένου ότι βασίζεται στον θεμιτό ρόλο της στη θεσμική δομή της ΕΕ: i) να προστατεύει ό,τι έχει επιτύχει η ΕΕ για την ικανοποίηση των αναγκών των ευρωπαίων πολιτών, και ii) να προειδοποιεί για τυχόν προσκόμματα στην εφαρμογή των πολιτικών και της νομοθεσίας της ΕΕ ή για ενδεχόμενες ελλείψεις.

5.13.

Ως μέρος του ρόλου που της έχει δοθεί δυνάμει του άρθρου 13 παράγραφος 4 της ΣΕΕ, τόσο το Πρωτόκολλο Συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ΕΟΚΕ της 22ας Φεβρουαρίου 2012 όσο και η συμφωνία συνεργασίας της ΕΟΚΕ με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 5ης Φεβρουαρίου 2014 αναγνωρίζουν τη σημαντική προστιθέμενη αξία που μπορεί να επιφέρει η ΕΟΚΕ στη βελτίωση της νομοθεσίας, μέσω της συνεισφοράς της κοινωνίας των πολιτών σε όλο τον κύκλο πολιτικής της ΕΕ (25). Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ ζητεί επιμόνως τη σαφή αναγνώριση του θεσμικού ρόλου της σε κάθε μελλοντική αναθεώρηση της θεσμικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (26).

5.14.

Προκειμένου να συμβάλει αποτελεσματικά σε όλους αυτούς τους στόχους, η ίδια η ΕΟΚΕ θα πρέπει να κάνει πλήρη χρήση των δυνατοτήτων της και να ενισχύσει τον ρόλο της, τις μεθόδους λειτουργίας και εργασίας της και τους λειτουργικούς δεσμούς της με τις κυριότερες ευρωπαϊκές οργανώσεις και δίκτυα της κοινωνίας των πολιτών. Η ΕΟΚΕ αυξάνει επίσης τη σπουδαιότητα των εργασιών της εστιάζοντας περισσότερο στις ομάδες των πολιτικών προτεραιότητας της ΕΕ, στο πλαίσιο των συμβουλευτικών καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί από τις συνθήκες.

5.15.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ΕΟΚΕ μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων της Συνθήκης της Λισαβόνας σε τομείς πολιτικής που αφορούν άμεσα τους πολίτες και στον προσδιορισμό των ενδεχόμενων ελλείψεων που θα απαιτούσαν τροποποιήσεις και προσαρμογές των σχετικών πολιτικών για να ανταποκριθούν καλύτερα στις ανάγκες τους.

Βρυξέλλες, 16 Σεπτεμβρίου 2015.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Henri MALOSSE


(1)  Η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών μπορεί να οριστεί ως το σύνολο όλων των οργανωτικών δομών, των οποίων τα μέλη έχουν στόχους και ευθύνες γενικού συμφέροντος και οι οποίες λειτουργούν ως μεσολαβητές μεταξύ των δημόσιων αρχών και των πολιτών.

Βλέπε γνωμοδοτήσεις με θέμα «Ο ρόλος και η συμβολή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στην ευρωπαϊκή οικοδόμηση», της 22ας Σεπτεμβρίου 1999 (ΕΕ C 329 της 17.11.1999, σ. 30) και με θέμα «Η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών και η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση: Συμβολή της ΟΚΕ στην επεξεργασία της Λευκής Βίβλου», της 25ης Απριλίου 2001 (ΕΕ C 193 της 10.7.2001, σ. 117).

(2)  Βλέπε άρθρο 300 παράγραφος 4 της ΣΛΕΕ.

(3)  Βλέπε άρθρο 1 της ΣΕΕ.

(4)  Βλέπε άρθρο 5 παράγραφος 1 της ΣΕΕ.

(5)  Ομιλία του κ. Herman Van Rompuy «Y a-t-il besoin d'un “nouveau pacte” pour l'Europe?» (Είναι απαραίτητο ένα «Νέο σύμφωνο για την Ευρώπη»;), Βρυξέλλες, 17 Ιουνίου 2015.

http://www.newpactforeurope.eu/documents/eventsdocs/speech.vanrompuy.17june2015.pdf

(6)  Τίτλοι I έως IV της ΣΛΕΕ.

(7)  Γνωμοδότηση με θέμα «Ολοκλήρωση της ΟΝΕ — Ο ρόλος της φορολογικής πολιτικής», της 10ης Δεκεμβρίου 2014 (ΕΕ C 230 της 14.7.2015, σ. 24).

(8)  Γνωμοδότηση με θέμα «Πρόοδος της υλοποίησης της στρατηγικής “Ευρώπη 2020” και τρόποι επίτευξης των στόχων της έως το 2020», της 19ης Φεβρουαρίου 2015 (ΕΕ C 251 της 31.7.2015, σ. 19).

(9)  Γνωμοδότηση με θέμα «Τροποποιημένη πρόταση απόφασης του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» [COM(2011) 739 τελικό — 2011/0183 (CNS)] και «Τροποποιημένη πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης» [COM(2011) 740 τελικό — 2011/0184 (APP)] της 29ης Μαρτίου 2012 (ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 45).

(10)  Γνωμοδότηση με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής — Στρατηγική για την αποτελεσματική εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση» της 21ης Σεπτεμβρίου 2011 (ΕΕ C 376 της 22.12.2011, σ. 74).

(11)  Σε περίπτωση αναθεώρησης των Συνθηκών, η ΕΟΚΕ έχει ήδη προτείνει την προσθήκη ενός πρωτοκόλλου κοινωνικής προόδου.

Βλέπε γνωμοδότηση με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής Ενιαία αγορά — Πράξη II: Μαζί για μια νέα ανάπτυξη» της 17ης Ιανουαρίου 2013 (ΕΕ C 76 της 14.3.2013, σ. 24).

(12)  Γνωμοδοτήσεις με θέμα «Οι ευρωπαϊκές μεταναστευτικές πολιτικές» της 11ης Σεπτεμβρίου 2014 (ΕΕ C 458 της 19.12.2014, σ. 7), με θέμα «Ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική και σχέσεις με τρίτες χώρες» της 9ης Ιουλίου 2014 (ΕΕ C 451 της 16.12.2014, σ. 1) και με θέμα «Η νέα εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας της ΕΕ και ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών» της 27ης Οκτωβρίου 2011 (ΕΕ C 24 της 28.1.2012, σελ 56).

(13)  Παράγραφος 27 των συμπερασμάτων.

(14)  Γνωμοδότηση με θέμα «Ολοκλήρωση της ΟΝΕ — Οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την επόμενη ευρωπαϊκή νομοθετική περίοδο» της 9ης Ιουλίου 2014 (ΕΕ C 451 της 16.12.2014, σ. 10).

(15)  Γνωμοδοτήσεις με θέμα «Η κοινωνική διάσταση της Ευρωπαϊκής οικονομικής και νομισματικής ένωσης» της 22ας Μαΐου 2013 (ΕΕ C 271 της 19.9.2013, σ. 1) και με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο — Ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης της οικονομικής και νομισματικής ένωσης» της 17ης Οκτωβρίου 2013 (ΕΕ C 67 της 6.3.2014, σελ 122).

(16)  Γνωμοδότηση με θέμα «Ολοκλήρωση της ΟΝΕ: Ο πολιτικός πυλώνας» της 27ης Μαΐου 2015 (ECO/376) (ΕΕ C 332 της 8.10.2015, σ. 8).

(17)  http://ec.europa.eu/priorities/economic-monetary-union/docs/5-presidents-report_en.pdf

(18)  Οι «τριμερείς διάλογοι» προβλέπονται στην κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2007, σχετικά με την «Εφαρμογή στην πράξη της διαδικασίας συναπόφασης (άρθρο 251 της Συνθήκης ΕΚ)» (ΕΕ C 145 της 30.6.2007, σ. 5).

(19)  Σχετικά με τον ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αντίστοιχα.

(20)  Το άρθρο 11, παράγραφοι 1 και 2, ορίζει τα εξής:

«Τα θεσμικά όργανα δίδουν, με τα κατάλληλα μέσα, στους πολίτες και στις αντιπροσωπευτικές ενώσεις τη δυνατότητα να γνωστοποιούν και να ανταλλάσσουν δημόσια τις γνώμες τους σε όλους τους τομείς δράσης της Ένωσης.

Τα θεσμικά όργανα διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών».

(21)  Γνωμοδότηση με θέμα «Αρχές, διαδικασίες και δράσεις για την εφαρμογή του άρθρου 11 παράγραφοι 1 και 2 της Συνθήκης της Λισαβόνας» της 14ης Νοεμβρίου 2012 (ΕΕ C 11 της 15.1.2013, σ. 8).

(22)  Γνωμοδότηση με θέμα «Αξιολόγηση της διαβούλευσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τα ενδιαφερόμενα μέρη» της 2ας Ιουλίου 2015 (ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 57).

(23)  Η παράγραφος 4 του άρθρου 13 της ΣΕΕ που αφορά το θεσμικό πλαίσιο της Ένωσης προβλέπει ότι «Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή επικουρούνται από την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και από την Επιτροπή των Περιφερειών, οι οποίες ασκούν συμβουλευτικά καθήκοντα».

(24)  Η πρόταση αυτή έχει ήδη υποβληθεί από την ΕΟΚΕ προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σε γνωμοδότησή της το 2006, κατά την περίοδο περισυλλογής που ακολούθησε την αποτυχία επικύρωσης της Συνταγματικής Συνθήκης.

Βλέπε γνωμοδότηση με θέμα «Συμβολή στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Ιουνίου 2006 — Περίοδος περισυλλογής» της 17ης Μαΐου 2006 (ΕΕ C 195 της 18.8.2006, σ. 64).

(25)  Η παράγραφος 18 του πρωτοκόλλου συνεργασίας με την Επιτροπή ορίζει ότι «Η ΕΟΚΕ συμβάλλει στη διαδικασία αξιολόγησης της εφαρμογής της νομοθεσίας της Ένωσης, ιδίως σε σχέση με τις οριζόντιες ρήτρες, όπως προβλέπεται από τα άρθρα 8 έως 12 της ΣΛΕΕ».

Η συμφωνία συνεργασίας με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ορίζει ότι η ΕΟΚΕ θα παρέχει συστηματικά στο Κοινοβούλιο «αξιολογήσεις των επιπτώσεων στην ευρωπαϊκή νομοθεσία», καθώς και «πληροφορίες και σχετικό υλικό από την κοινωνία των πολιτών σχετικά με το πώς λειτουργούν αποτελεσματικά η ισχύουσα νομοθεσία και τα προγράμματα δαπανών και ποιες είναι οι ελλείψεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την κατάρτιση και την αναθεώρηση της νομοθεσίας και των πολιτικών της ΕΕ».

(26)  Γνωμοδότηση με θέμα «Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις» της 16ης Σεπτεμβρίου 2015 (INT/768) (βλέπε σελίδα 145 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


Top