EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 21994A0316(02)

Σύμβαση για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας - (αναθεωρημένη σύμβαση του Ελσίνκι, 1992)

OJ L 73, 16.3.1994, p. 20–45 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)
Special edition in Finnish: Chapter 11 Volume 029 P. 239 - 264
Special edition in Swedish: Chapter 11 Volume 029 P. 239 - 264
Special edition in Czech: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Estonian: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Latvian: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Lithuanian: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Hungarian Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Maltese: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Polish: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Slovak: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Slovene: Chapter 11 Volume 019 P. 292 - 318
Special edition in Bulgarian: Chapter 11 Volume 008 P. 270 - 296
Special edition in Romanian: Chapter 11 Volume 008 P. 270 - 296
Special edition in Croatian: Chapter 11 Volume 096 P. 29 - 54

In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/convention/1994/157/oj

Related Council decision

21994A0316(02)

Σύμβαση για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας - (αναθεωρημένη σύμβαση του Ελσίνκι, 1992)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 073 της 16/03/1994 σ. 0020 - 0045
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 29 σ. 0239
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 11 τόμος 29 σ. 0239


ΣΥΜΒΑΣΗ για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας - 1992

ΤΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ,

ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τις ουσιώδεις αξίες του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας, τα εξαιρετικά υδρογραφικά και οικολογικά χαρακτηριστικά της και την ευαισθησία των εμβίων πόρων της στις μεταβολές του περιβάλλοντος,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ την ιστορική και την τρέχουσα οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική αξία της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας για την ευημερία και την ανάπτυξη των λαών στην περιοχή αυτή,

ΕΠΙΣΗΜΑΙΝΟΝΤΑΣ με μεγάλη ανησυχία ότι η περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας εξακολουθεί να ρυπαίνεται,

ΔΗΛΩΝΟΝΤΑΣ ότι είναι αποφασισμένα να εξασφαλίσουν την οικολογική αποκατάσταση της Βαλτικής Θάλασσας δημιουργώντας τη δυνατότητα αυτοαναγέννησης του θαλασσίου περιβάλλοντος και διαφύλαξης της οικολογικής ισορροπίας του,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η προστασία και η αναβάθμιση του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας αποτελούν καθήκοντα, τα οποία δεν μπορούν να πραγματωθούν μόνο με εθνικές προσπάθειες αλλά με στενή περιφερειακή συνεργασία και άλλα ενδειδεγμένα διεθνή μέτρα,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ τα επιτεύγματα της σύμβασης για την Προστασία του Θαλασσίου Περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας του 1974, καθώς και το ρόλο της Επιτροπής Προστασίας του Θαλασσίου Περιβάλλοντος της Βαλτικής,

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΝΤΑΣ τις συναφείς διατάξεις και αρχές της Δήλωσης της Διάσκεψης της Στοκχόλμης του 1972 για το ανθρώπινο περιβάλλον, και την Τελική Πράξη της Διάσκεψης του 1975 για την ασφάλεια και τη συνεργασία στην Ευρώπη (CSCE),

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ τα εντείνουν τη συνεργασία με αρμόδιες περιφερειακές αρχές και οργανώσεις, όπως η Διεθνής Επιτροπή Αλιείας στη Βαλτική Θάλασσα που συγκροτήθηκε το 1983 από τη Σύμβαση του Gdansk για την αλιεία και τη διατήρηση των εμβίων πόρων στη Βαλτική Θάλασσα και τα Belts,

ΧΑΙΡΕΤΙΖΟΝΤΑΣ τη δήλωση για τη Βαλτική Θάλασσα των χωρών της Βαλτικής και άλλων ενδιαφερομένων κρατών, της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και των συνεργαζόμενων διεθνών χρηματοδοτικών ιδρυμάτων που συναντηθήκαν στο Ronneby το 1990, και το κοινό εκτενές πρόγραμμα που σκοπό έχει ένα κοινό σχέδιο δράσης έτσι ώστε να αποκατασταθεί σταθερή οικολογική ισορροπία στη περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας,

ΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τη σημασία της διαφάνειας και της πληροφόρησης του κοινού, καθώς και το έργο που επιτελούν μη κυβερνητικές οργανώσεις για επιτυχή προστασία της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας,

ΧΑΙΡΕΤΙΖΟΝΤΑΣ τις νέες δυνατότητες στενότερης συνεργασίας που δημιουργήθηκαν μετά τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη με βάση την ειρηνική συνεργασία και την αμοιβαία κατανόηση,

ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΑ να ενσωματώσουν τις εξελίξεις που επιτελούνται στη διεθνή περιβαλλοντική πολιτική και νομοθεσία σε μια νέα σύμβαση με σκοπό να διευρύνουν, να ενδυναμώσουν και να εκσυγχρονίσουν το νομικό καθεστώς προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ τα ακόλουθα:

Άρθρο 1

Καλυπτόμενη από τη σύμβαση περιοχή

Η παρούσα σύμβαση ισχύει για την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας. Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, «περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας» είναι η Βαλτική Θάλασσα και η είσοδος στη Βαλτική Θάλασσα που ορίζεται από τον παράλληλο του Skaw στο Skagerrak στις 57°44.43'Β. Περιλαμβάνει τα εσωτερικά ύδατα, δηλαδή, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας τα ύδατα μέσα από τη γραμμή βάσεως προς την ακτή από την οποία υπολογίζεται το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης μέχρι την ακτογραμμή, όπως έχουν υποδείξει τα συμβαλλόμενα μέρη.

Τα συμβαλλόμενα μέρη πληροφορούν το θεματοφύλακα κατά τη στιγμή κατάθεσης του μέσου επικύρωσης, έγκρισης ή προσχώρησης σχετικά με τα ύδατα που χαρακτηρίζουν ως εσωτερικά για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης:

1. «Ρύπανση» νοείται η άμεση ή έμμεση εισαγωγή από τον άνθρωπο ουσιών ή ενέργειας στη θάλασσα και στις εκβολές ποταμών, που μπορούν να δημιουργήσουν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου, να βλάψουν τους έμβιους πόρους και τα θαλάσσια οικοσυστήματα, να παρακωλύσουν τις έννομες χρήσεις της θάλασσας και την αλιεία, να αλλοιώσουν την ποιότητα του θαλασσίου ύδατος προς χρήση, και να οδηγήσουν σε μείωση του φυσικού της κάλλους.

2. «Ρύπανση από χερσαίες πηγές» νοείται η ρύπανση της θάλασσας από σημειακές ή διάχυτες εισροές από όλες τις χερσαίες πηγές, οι οποίες φθάνουν στη θάλασσα μέσω των υδάτων, του αέρος ή απευθείας από την ακτή. Ο όρος περιλαμβάνει τη ρύπανση από οιαδήποτε ηθελημένη υποθαλάσσια διάθεση μέσω σύραγγας, αγωγού ή άλλων μέσων από την ξηρά.

3. «Πλοίο» νοείται σκάφος οιουδήποτε τύπου που λειτουργεί στο θαλάσσιο περιβάλλον και περιλαμβάνει υδροπτέρυγα πλοία, αερόστρωμνα οχήματα, καταδυόμενα, πλωτά σκάφη και σταθερές ή πλωτές εξέδρες.

4. α) «Απόρριψη» νοείται:

i) κάθε ηθελημένη διάθεση στη θάλασσα ή στον πυθμένα της αποβλήτων ή άλλων υλικών από πλοία, άλλες τεχνιτές κατασκευές στη θάλασσα ή αεροσκάφη,

ii) κάθε ηθελημένη διάθεση στη θάλασσα από πλοία, άλλες τεχνητές κατασκευές στη θάλασσα ή αεροσκάφη 7

β) Η «απόρριψη» δεν περιλαμβάνει:

i) τη διάθεση αποβλήτων ή άλλων υλικών που απορρίπτονται στη θάλασσα ακούσια ή προέρχονται από τις συνήθεις λειτουργίες πλοίων, άλλων τεχνητών κατασκευών στη θάλασσα ή αεροσκαφών και του εξοπλισμού τους, εκτός των αποβλήτων ή άλλων υλικών που μεταφέρονται με ή σε πλοία, άλλες τεχνητές κατασκευές στη θάλασσα ή αεροσκάφη, που λειτουργούν με σκοπό τη διάθεση των υλικών αυτών ή προέρχονται από την επεξεργασία των αποβλήτων αυτών ή άλλων υλικών στα εν λόγω πλοία, κατασκευές ή αεροσκάφη,

ii) την εναπόθεση υλικών για σκοπούς άλλους εκτός της απλής και μόνο διάθεσής τους, υπό τον όρο ότι η εν λόγω εναπόθεση δεν αντιτίθεται στους σκοπούς της παρούσας σύμβασης.

5. «Αποτέφρωση» νοείται η ηθελημένη καύση αποβλήτων ή άλλων υλικών εν πλώ με σκοπό την καταστροφή τους μέσω της θερμότητας. Δραστηριότητες οι οποίες δεν σχετίζονται με τη συνήθη λειτουργία των πλοίων ή άλλων τεχνητών κατασκευών εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του παρόντος ορισμού.

6. «Πετρέλαιο» νοείται το πετρέλαιο σε οιαδήποτε μορφή του και περιλαμβάνει το αργό πετρέλαιο, το μαζούτ, τη ιλύ και τα προϊόντα διϋλισης.

7. «Επιβλαβής ουσία» νοείται οιαδήποτε ουσία, η οποία όταν εισαχθεί στη θάλασσα μπορεί να προκαλέσει ρύπανση.

8. «Επικίνδυνη ουσία» νοείται οιαδήποτε επιβλαβής ουσία, η οποία, λόγω των εγγενών ιδιοτήτων της, είναι σταθερή, τοξική ή μπορεί να βιοσυσσωρευτεί.

9. «Περιστατικό ρύπανσης» νοείται οιοδήποτε συμβάν ή σειρά συμβάντων της ιδίας προέλευσης, το οποίο προκύπτει ή μπορεί να προκύψει σε μια απόρριψη πετρελαίου ή άλλων επιβλαβών ουσιών, απειλεί ή μπορεί να απειλήσει το θαλάσσιο περιβάλλον της Βαλτικής Θάλασσας ή τις ακτές ή τα συναφή συμφέροντα ενός ή περισσοτέρων συμβαλλομένων μερών και απαιτεί επειγόντως την ανάληψη δράσης ή άλλης άμεσης αντιμετώπισης.

10. «Οργάνωση περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης» νοείται η οργάνωση που συγκροτείται από τα κυρίαρχα κράτη, στην οποία τα κράτη μέλη έχουν μεταβιβάσει την αρμοδιότητα όσον αφορά θέματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση, συμπεριλαμβανομένης της αρμοδιότητας να προσχωρεί σε διεθνείς συμφωνίες για τα εν λόγω θέματα.

11. «Επιτροπή» νοείται η επιτροπή προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος της Βαλτικής που αναφέρεται στο άρθρο 19.

Άρθρο 3

Θεμελιώδεις αρχές και υποχρεώσεις

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν μεμονωμένα ή από κοινού όλα τα ενδεδειγμένα νομοθετικά, διοικητικά ή άλλα συναφή μέτρα προκειμένου να προλαμβάνουν και να εξαλείφουν τη ρύπανση, έτσι ώστε να προαχθεί η οικολογική αποκατάσταση της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας και η διαφύλαξη της οικολογικής της ισορροπίας.

2. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την αρχή της προφύλαξης, δηλαδή λαμβάνουν προληπτικά μέτρα όταν έχουν λόγους να υποθέτουν ότι ουσίες ή ενέργεια που έχουν εισαχθεί, άμεσα ή έμμεσα, στο θαλάσσιο περιβάλλον, μπορούν να δημιουργήσουν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου, να βλάψουν έμβιους πόρους και θαλάσσια οικοσυστήματα, να καταστρέψουν το φυσικό κάλλος ή να παρεμβληθούν σε άλλες έννομες χρήσεις της θάλασσας εφόσον δεν υπάρχουν πειστικά στοιχεία για τη σχέση μεταξύ αιτίας και αιτιατού ανάμεσα στις εισροές και τα εικαζόμενα αποταλέσματά τους.

3. Προκειμένου να προλαμβάνουν και να εξαλείφουν τη ρύπανση στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας, τα συμβαλλόμενα μέρη προωθούν τη χρήση της ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής και της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας. Εάν η μείωση των εισροών που προκύπτουν από τη χρήση της καλύτερης περιβαλλοντικής πρακτικής και της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας, όπως αυτές περιγράφονται στο παράρτημα ΙΙ, δεν οδηγήσει σε παραδεκτά από περιβαλλοντική άποψη αποτελέσματα, εφαρμόζονται πρόσθετα μέτρα.

4. Τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».

5. Τα συμβαλλόμενα μέρη εξασφαλίζουν την εκτέλεση μετρήσεων και υπολογισμών των εκπομπών από πηγές σημειακής ρύπανσης στα ύδατα και την ατμόσφαιρα και των εισροών από πηγές διάχυτης ρύπανσης στα ύδατα και την ατμόσφαιρα με τον κατάλληλο επιστημονικό τρόπο, έτσι ώστε να εκτιμούν την κατάσταση του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας και να εξακριβώνουν την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης.

6. Τα συμβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν κάθε προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσουν ότι η εφαρμογή της παρούσας σύμβασης δεν προκαλεί διαμεθοριακή ρύπανση σε περιοχές εκτός της Βαλτικής Θάλασσας. Επιπλέον, τα σχετικά μέτρα δεν πρέπει να οδηγήσουν ούτε σε περιβαλλοντικά απαράδεκτη αλλοίωση της ποιότητας του αέρα και της ατμόσφαιρας ή των υδάτων, του εδάφους και των υπογείων υδάτων, σε απαράδεκτα επιβλαβή ή αυξημένη διάθεση αποβλήτων ή σε αυξημένους κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου.

Άρθρο 4

Εφαρμογή

1. Η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται με σκοπό την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας, η οποία περιλαμβάνει τον υδάτινο όγκο και τον πυθμένα, καθώς και τους εμβίους πόρους του και άλλες μορφές θαλάσσιας ζωής.

2. Τηρουμένων των κυριαρχικών του δικαιωμάτων, κάθε συμβαλλόμενο μέρος εφαρμόζει τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης εντός των χωρικών και των εσωτερικών του υδάτων μέσω των εθνικών του αρχών.

3. Η παρούσα σύμβαση δεν εφαρμόζεται στα πολεμικά πλοία, τα βοηθητικά πλοία, τα στρατιωτικά αεροσκάφη ή άλλα πλοία και αεροσκάφη που ανήκουν σε ένα κράτος ή έχουν τεθεί σε λειτουργία από αυτό προς το παρόν μόνο για κυβερνητική μη εμπορική υπηρεσία.

Ωστόσο, κάθε συμβαλλόμενο μέρος εξασφαλίζει, με τη λήψη κατάλληλων μέτρων που δεν παρεμποδίζουν τις λειτουργίες ή τις επιχειρησιακές ικανότητες των εν λόγω πλοίων και αεροσκαφών που ανήκουν σε αυτό ή έχουν τεθεί σε λειτουργία από αυτό, ότι αυτά τα πλοία και αεροσκάφη ενεργούν κατά τρόπο συμβατό, όσο αυτό είναι λογικό και εφικτό, με την παρούσα σύμβαση.

Άρθρο 5

Επιβλαβείς ουσίες

Τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να προλαμβάνουν και να εξαλείφουν τη ρύπανση του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας που προκαλείται από επιβλαβείς ουσίες προερχόμενες από όλες τις πηγές, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης και, προς το σκοπό αυτό, να εφαρμόζουν τις διαδικασίες και τα μέτρα του παραρτήματος 1.

Άρθρο 6

Αρχές και υποχρεώσεις που αφορούν τη ρύπανση από χερσαίες πηγές

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να προλαμβάνουν και να εξαλείφουν τη ρύπανση της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας από χερσαίες πηγές κάνοντας χρήση, μεταξύ άλλων, της ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής για όλες τις πηγές και της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας για τις πηγές σημειακής ρύπανσης. Τα σχετικά προς το σκοπό αυτό μέτρα λαμβάνονται στη λεκάνη της Βαλτικής Θάλασσας από κάθε συμβαλλόμενο μέρος τηρουμένων των κυριαρχικών του δικαιωμάτων.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν τις διαδικασίες και τα μέτρα που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ. Προς το σκοπό αυτό, μεταξύ άλλων, συνεργάζονται εφόσον χρειάζεται για την ανάπτυξη και υιοθέτηση ειδικών προγραμμάτων, κατευθύνσεων, προτύπων ή κανονισμών σχετικά με τις εκπομπές και τις εισροές στα ύδατα και τον αέρα, την περιβαλλοντική ποιότητα, τα προϊόντα που περιέχουν επιβλαβείς ουσίες και υλικά, καθώς και τη χρήση αυτών.

3. Δεν εισάγονται, άμεσα ή έμμεσα, στο θαλάσσιο περιβάλλον της Βαλτικής Θάλασσας επιβλαβείς ουσίες προερχόμενες από πηγές σημειακής ρύπανσης - εκτός εάν πρόκειται για αμελητέες ποσότητες - χωρίς προηγουμένως την έκδοση ειδικής αδείας, που θα επανεξετάζεται κατά περιόδους από την ένδεδειγμένη αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις αρχές που περιλαμβάνει το παράρτημα ΙΙΙ στον κανονισμό 3. Τα συμβαλλόμενα μέρη εξασφαλίζουν την παρακολούθηση και τον έλεγχο των επιτρεπόμενων εκπομπών στα ύδατα και τον αέρα.

4. Εάν η εισροή από ένα υδατόρρευμα, το οποίο διέρχεται από το έδαφος δύο ή περισσοτέρων συμβαλλομένων μερών ή σχηματίζει σύνορο μεταξύ αυτών, μπορεί να προκαλέσει ρύπανση του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας, τα ενεχόμενα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, από κοινού και, ει δυνατόν, σε συνεργασία με τρίτη ενδιαφερόμενη ή ενεχόμενη χώρα, έτσι ώστε να προλάβουν και να εξαλείψουν την εν λόγω ρύπανση.

Άρθρο 7

Εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων

1. Όποτε για μια δραστηριότητα προγραμματιζόμενη από ένα συμβαλλόμενα μέρος απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων με βάση το διεθνές δίκαιο ή κανονισμούς ισχύοντες στο συμβαλλόμενο μέρος, διότι είναι δυνατόν να έχει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας, το συμβαλλόμενο μέρος γνωστοποιεί στην Επιτροπή και σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος ότι μπορεί να υποστεί συνέπειες διαμεθοριακού χαρακτήρα στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας.

2. Το άμεσα ενδιαφερόμενο συμβαλλόμενο μέρος έρχεται σε διαβουλεύσεις με κάθε συμβαλλόμενο μέρος που είναι πιθανόν να υποστεί συνέπειες διαμεθοριακού χαρακτήρα, όποτε απαιτούνται διαβουλεύσεις από το διεθνές δίκαιο ή πολυεθνικούς κανονισμούς ισχύοντες στο άμεσα ενδιαφερόμενο συμβαλλόμενο μέρος.

3. Όταν δύο ή περισσότερα συμβαλλόμενα μέρη έχουν διαμεθοριακά ύδατα εντός της λεκάνης της Βαλτικής Θάλασσας, τα εν λόγω μέρη συνεργάζονται προκειμένου να διερευνηθούν πλήρως οι πιθανές συνέπειες στο θαλάσσιο περιβάλλον της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας στο πλαίσιο της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Τα ενδιαφερόμενα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν από κοινού μέτρα έτσι ώστε να προλάβουν και να εξαλείψουν τη ρύπανση, συμπεριλαμβανομένων των σωρευτικών επιζήμιων αποτελεσμάτων.

Άρθρο 8

Πρόληψη της ρύπανσης από πλοία

1. Προκειμένου να προστατευθεί η περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας από τη ρύπανση από πλοία, τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν μέτρα, όπως ορίζει το παράρτημα IV.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη εκπονούν και εφαρμόζουν ομοιόμορφες απαιτήσεις για τη δημιουργία εγκαταστάσεων παραλαβής αποβλήτων από πλοία, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις ειδικές ανάγκες επιβατικών πλοίων που λειτουργούν στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας.

Άρθρο 9

Σκάφη αναψυχής

Τα συμβαλλόμενα εφαρμόζουν, εκτός από τις διατάξεις της παρούσας σύμβασης που μπορούν να ισχύουν και για τα σκάφη αναψυχής, ειδικά μέτρα ούτως ώστε να εξουδετερώνουν τα επιζήμια αποτελέσματα στο θαλάσσιο περιβάλλον της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας που προκαλούνται από δραστηριότητες των σκαφών αναψυχής. Τα μέτρα θα αφορούν, μεταξύ άλλων, την ατμοσφαιρική ρύπανση, την ηχορρύπανση και τα υδροδυναμικά αποτελέσματα, καθώς επίσης και τις κατάλληλες εγκαταστάσεις παραλαβής αποβλήτων προερχόμενων από σκάφη αναψυχής.

Άρθρο 10

Απαγόρευση της αποτέφρωσης

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη απαγορεύουν την αποτέφρωση στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας.

2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει να διασφαλίζει συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος άρθρου από πλοία, τα οποία:

α) έχουν νηολογηθεί στην επικράτειά του ή φέρουν τη σημαία του 7

β) μεταφέρουν, εντός της επικράτειάς του ή των χωρικών του υδάτων, υλικά που πρόκειται να αποτεφρωθούν ή

γ) πιστεύεται ότι ενέχονται σε εργασίες αποτέφρωσης εντός των εσωτερικών και των χωρικών του υδάτων.

3. Σε περίπτωση υπονοιών αποτέφρωσης τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται για την διερεύνηση του θέματος σύμφωνα προς τον κανονισμό 2 του παραρτήματος IV.

Άρθρο 11

Πρόληψη απορρίψεων

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη απαγορεύουν, εξαιρέσει των περιπτώσεων που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 4 του παρόντος άρθρου, την απόρριψη στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας.

2. Η απόρριψη καταλοίπων βυθοκόρησης υπόκειται στην έκδοση προηγουμένως ειδικής άδειας από την αρμόδια εθνική αρχή σύμφωνα προς τις διατάξεις του παραρτήματος V.

3. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει να διασφαλίζει συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος άρθρου από πλοία και αεροσκάφη, τα οποία:

α) έχουν νηολογηθεί στην επικράτειά του ή φέρουν τη σημαία του 7

β) μεταφέρουν, εντός της επικρατείας του ή των χωρικών υδάτων του, υλικά που πρόκειται να απορριφθούν ή

γ) πιστεύεται ότι ενέχονται σε εργασίες απόρριψης εντός των εσωτερικών και των χωρικών του υδάτων.

4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν, όταν απειλείται η ασφάλεια ανθρώπων ή η ασφάλεια πλοίου ή αεροσκάφους εν πλώ λόγω ολοσχερούς καταστροφής ή πλήρους απώλειας πλοίου ή αεροσκάφους, ή σε οιαδήποτε περίπτωση που προκαλείται κίνδυνος για ανθρώπινες ζωές, εφόσον η απόρριψη κρίνεται ότι αποτελεί τον μόνο τρόπο αποφυγής του κινδύνου και εφόσον κριθεί από κάθε απόψη ότι οι ζημίες που θα προκληθούν από την εν λόγω απόρριψη θα είναι μικρότερες από οιεσδήποτε άλλες. Η απόρριψη στην περίπτωση αυτή διεξάγεται κατά τρόπο ώστε να ελαχιστοποιούνται οι πιθανότητες ζημιών στην ανθρώπινη ή θαλάσσια ζωή.

5. Η απόρριψη που πραγματοποιείται βάσει των διατάξεων της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου αναφέρεται και διεκπεραιώνεται σύμφωνα με το παράρτημα VII, καθώς επίσης αναφέρεται αμέσως στην Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 4 του παραρτήματος V.

6. Σε περίπτωση απόρριψης, για την οποία υφίστανται υπόνοιες ότι πραγματοποιείται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται για τη διερεύνηση του θέματος σύμφωνα με τον κανονισμό 2 του παραρτήματος IV.

Άρθρο 12

Εξευρεύνηση και εκμετάλλευση του βυθού και του υπεδάφους του

1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος λαμβάνει όλα τα μέτρα ούτως ώστε να προλαμβάνεται η ρύπανση του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας από την εξερεύνηση ή την εκμετάλλευση τμήματος του βυθού και του υπεδάφους ή από οιεσδήποτε συναφείς δραστηριότητες, όπως επίσης να εξασφαλίζεται ότι διατηρείται η κατάλληλη ετοιμότητα για άμεση αντιμετώπιση περιστατικών ρύπανσης προκαλούμενων από τις εν λόγω δραστηριότητες.

2. Προκειμένου να προλαμβάνουν και να εξαλείφουν τη ρύπανση από τις εν λόγω δραστηριότητες, τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να εφαρμόζουν τις διαδικασίες και τα μέτρα που ορίζονται στο παράρτημα VI, εφόσον αυτό είναι εφικτό.

Άρθρο 13

Κοινοποίηση περιστατικών ρύπανσης και σχετικές διαβουλεύσεις

1. Όταν ένα περιστατικό ρύπανσης στην επικράτεια ενός συμβαλλομένου μέρους μπορεί να προκαλέσει ρύπανση στο θαλάσσιο περιβάλλον της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας εκτός της επικρατείας του συμβαλλόμενου μέρους και στην παρακείμενη θαλάσσια περιοχή στην οποία αυτό ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιοδοσία σύμφωνα προς το διεθνές δίκαιο, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος ειδοποιεί χωρίς καθυστέρηση τα συμβαλλόμενα μέρη των οποίων τα συμφέροντα θίγονται ή μπορούν να θιγούν.

2. Όποτε κρίνεται αναγκαίο από τα συμβαλλόμενα μέρη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις προκειμένου να προληφθεί, να μειωθεί και να ελεγχθεί η εν λόγω ρύπανση.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν επίσης στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα συμβαλλόμενο μέρος έχει υποστεί ρύπανση προερχόμενη από την επικράτεια τρίτης χώρας.

Άρθρο 14

Συνεργασία για τη καταπολέμηση της θαλάσσιας ρύπανσης

Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν μεμονωμένα και από κοινού, όπως ορίζεται στο παράρτημα VII, όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για να διατηρούν την αρμόζουσα ετοιμότητα και για να αντιμετωπίζουν περιστατικά ρύπανσης, έτσι ώστε να εξαλείφονται ή να ελαχιστοποιούνται οι συνέπειες των περιστατικών αυτών στο θαλάσσιο περιβάλλον της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας.

Άρθρο 15

Προστασία και βιοποικιλότητα

Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν μεμονωμένα και από κοινού όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας και στα παράκτια οικοσυστήματά που επηρεάζονται από αυτήν με σκοπό να διατηρηθούν οι φυσικοί οικότοποι και η βιολογική ποικιλότητα και να προστατευθούν οι οικολογικές διεργασίες. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται επίσης έτσι ώστε να διασφαλιστεί η βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων εντός της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας. Προς το σκοπό αυτό, τα συμβαλλόμενα μέρη επιδιώκουν την υιοθέτηση αναλόγων μέσων με κατάλληλες κατευθύνσεις και κριτήρια.

Άρθρο 16

Αναφορά και ανταλλαγή πληροφοριών

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναφέρουν στην Επιτροπή σε τακτά χρονικά διαστήματα:

α) τα νομοθετικά, κανονιστικά ή άλλα μέτρα που λαμβάνουν για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας σύμβασης, των παραρτημάτων και των συστάσεων που εκδίδονται με βάση αυτήν 7

β) την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έλαβαν προκειμένου να εφαρμόσουν τις διατάξεις του στοιχείου α) της παρούσας παραγράφου 7

και

γ) τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κατά την εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου.

2. Εφόσον το ζητήσει ένα συμβαλλόμενο μέρος ή η Επιτροπή, τα συμβαλλόμενα μέρη παρέχουν τις πληροφορίες που διαθέτουν σχετικά με τις άδειες απόρριψης, τα δεδομένα εκπομπών ή τα δεδομένα για την ποιότητα του περιβάλλοντος.

Άρθρο 17

Πληροφόρηση του κοινού

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη διασφαλίζουν την παροχή πληροφοριών στο κοινό σχετικά με την κατάσταση της Βαλτικής Θάλασσας και των υδάτων στη λεκάνη της, τα μέτρα που έλαβαν ή προγραμματίζονται για να προληφθεί και να εξαλειφθεί η ρύπανση, καθώς και σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων. Προς το σκοπό αυτό τα συμβαλλόμενα μέρη εξασφαλίζουν την παροχή πληροφοριών στο κοινό σχετικά με:

α) τις άδειες που εκδίδονται και τους όρους που πρέπει να πληρούνται 7

β) τα αποτελέσματα των δειγματοληψιών ύδατος και αποβλήτων που πραγματοποιούνται με σκοπό την παρακολούθηση και την αξιολόγηση, όπως επίσης και τα αποτελέσματα του ελέγχου συμμόρφωσης στους στόχους ποιότητας των υδάτων ή τους όρους έκδοσης των αδειών 7

γ) τους στόχους ποιότητας των υδάτων.

2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος διασφαλίζει την εν λόγω παροχή πληροφοριών στο κοινό σε εύθετα χρονικά διαστήματα και παρέχει σε ιδιώτες λογικές διευκολύνσεις για τη χορήγηση, αντί καταβολής ανεκτών τελών, αντιγράφων των καταχωρήσεων στα μητρώα του.

Άρθρο 18

Προστασία των πληροφοριών

1. Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης δεν θίγουν το δικαίωμα ή την υποχρέωση οιουδήποτε συμβαλλομένου μέρους, το οποίο απορρέει από την εθνική του νομοθεσία και ισχύει με βάση πολυεθνικούς κανονισμούς, να προστατεύει πληροφορίες συνδεόμενες με την πνευματική ιδιοκτησία, συμπεριλαμβανομένου του βιομηχανικού και εμπορικού απορρήτου, ή με την εθνική ασφάλεια και εμπιστευτικότητα των προσωπικών στοιχείων.

2. Εάν ωστόσο το συμβαλλόμενο μέρος αποφασίσει να παράσχει πληροφορίες του είδους αυτού σε άλλο συμβαλλόμενο μέρος, το συμβαλλόμενο μέρος στο οποίο παρέχονται οι προστατευόμενες πληροφορίες τηρεί την εμπιστευτικότητα των παρασχεθεισών πληροφοριών και τους όρους υπό τους οποίους του παράσχονται, και χρησιμοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες μόνο για τους σκοπούς τους οποίους τις έλαβε.

Άρθρο 19

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή Προστασίας του Θαλασσίου Περιβάλλοντος της Βαλτικής, αναφερόμενη στο εξής ως «η επιτροπή» συγκροτείται για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης.

2. Η Επιτροπή Προστασίας Περιβάλλοντος τη Βαλτικής, η οποία συγκροτήθηκε με βάση τη Σύμβαση για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας του 1974, αποτελεί την Επιτροπή.

3. Την προεδρία της επιτροπής έχει κάθε συμβαλλόμενο μέρος εκ περιτροπής κατά αλφαβητική σειρά των ονομάτων των συμβαλλομένων μερών στην αγγλική γλώσσα. Ο πρόεδρος έχει διετή θητεία και δεν μπορεί κατά τη διάρκεια της προεδρίας να αντιπροσωπεύει το συμβαλλόμενο μέρος που έχει την προεδρία.

Εάν ο πρόεδρος δεν μπορέσει να ολοκληρώσει τη θητεία του, το συμβαλλόμενο μέρος που έχει την προεδρία ορίζει αντικαταστάτη του, ο οποίος παραμένει πρόεδρος μέχρι τη λήξη της προεδρίας του εν λόγω συμβαλλομένου μέρους.

4. Ο πρόεδρος συγκαλεί την Επιτροπή σε συνεδρίαση τουλάχιστον μία φορά ανά έτος. Εμβόλιμες συνεδριάσεις συγκαλούνται από τον πρόεδρο εφόσον το ζητήσει ένα συμβαλλόμενο μέρος και συμφωνήσει με αυτό ένα άλλο συμβαλλόμενο μέρος, πραγματοποιούνται σε όσο το δυνατόν συντομότερα όχι όμως αργότερα από 90 ημέρες μετά την υποβολή του αιτήματος.

5. Η Επιτροπή λαμβάνει τις αποφάσεις ομόφωνα, εκτός εάν οριστεί διαφορετικά με βάση τη παρούσα σύμβαση.

Άρθρο 20

Καθήκοντα της Επιτροπής

1. Καθήκοντα της Επιτροπής είναι:

α) να παρακολουθεί συνεχώς την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης 7

β) να προβαίνει σε συστάσεις σχετικά με τα μέτρα που αφορούν τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης 7

γ) να επανεξετάζει τα περιεχόμενα της παρούσας σύμβασης και των παραρτημάτων της και να συνιστά στα συμβαλλόμενα μέρη τις τροποποιήσεις της σύμβασης και των παραρτημάτων της που θα καταστούν αναγκαίες, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολών που πρέπει να επέλθουν στους καταλόγους ουσιών και υλικών, καθώς και την έκδοση νέων παραρτημάτων 7

δ) να ορίζει κριτήρια ελέγχου της ρύπανσης στόχους μείωσης της ρύπανσης, και στόχους σχετικά με τα μέτρα, ιδίως εκείνα που περιγράφονται στο παράρτημα ΙΙΙ 7

ε) να προωθεί σε στενή συνεργασία με αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς, λαμβάνοντας υπόψη το στοιχείο στ) του παρόντος άρθρου, πρόσθετα μέτρα για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας και προς το σκοπό αυτό:

i) να παραλαμβάνει, να επεξεργάζεται, να συνοψίζει και να διαδίδει σχετικές επιστημονικές, τεχνολογικές και στατιστικές πληροφορίες από τις διαθέσιμες πηγές,

ii) να προωθεί την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα και

στ) να ζητεί, εφόσον χρειάζεται, από τις υπηρεσίες των αρμοδίων περιφερειακών και άλλων διεθνών οργανώσεων να συνεργάζονται στην επιστημονική και τεχνολογική έρευνα, καθώς και σε άλλες σχετικές δραστηριότητες σχετιζόμενες με τους στόχους της παρούσας σύμβασης.

2. Η Επιτροπή μπορεί να αναλάβει άλλα καθήκοντα που θα κριθούν ενδεδειγμένα για την προώθηση των σκοπών της παρούσας σύμβασης.

Άρθρο 21

Διοικητικές διατάξεις σχετικά με την επιτροπή

1. Γλώσσα εργασίας της επιτροπής είναι η αγγλική.

2. Η επιτροπή εκδίδει τον εσωτερικό της κανονισμό.

3. Το γραφείο της Επιτροπής, γνωστό ως «η Γραμματεία», εδρεύει στο Ελσίνκι.

4. Η Επιτροπή ορίζει έναν εκτελεστικό γραμματέα και καθορίζει τον τρόπο διορισμού του υπολοίπου προσωπικού που θα καταστεί αναγκαίο, όπως επίσης προσδιορίζει τα καθήκοντα, τους όρους της θητείας του εκτελεστικού γραμματέα και την υπόστασή του.

5. Ο εκτελεστικός γραμματέας είναι ο προϊστάμενος διοικητικός υπάλληλος της Επιτροπής και φέρει σε πέρας τις εργασίες που απαιτούνται για την διοίκηση της παρούσας σύμβασης, τις εργασίες της Επιτροπής και άλλα καθήκοντα που του ανατίθενται από την επιτροπή και τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 22

Δημοσιονομικές διατάξεις για την επιτροπή

1. Η Επιτροπή εκδίδει τους δημοσιονομικούς κανόνες της.

2. Η Επιτροπή εγκρίνει ετήσιο ή διετή προϋπολογισμό των προγραμματιζόμενων δαπανών και προβαίνει σε εκτιμήσεις επί του προϋπολογισμού για την φορολογική περίοδο που έπεται του προϋπολογισμού της.

3. Το συνολικό ποσό του προϋπολογισμού, συμπεριλαμβανομένου οιουδήποτε συμπληρωματικού προϋπολογισμού που εγκρίνει η Επιτροπή, καταβάλλεται από τα συμβαλλόμενα μέρη, εκτός της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, σε ίσα μερίδια, εκτός εάν η επιτροπή λάβει ομόφωνα διαφορετική απόφαση.

4. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα συνεισφέρει κατά 2,5 % κατ' ανώτατο όριο στον προϋπολογισμό για τις διοικητικές δαπάνες.

5. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καταβάλλει τις δαπάνες που συνδέονται με τη συμμετοχή των αντιπροσώπων του στην Επιτροπή, τους εμπειρογνώμονες και συμβούλους.

Άρθρο 23

Δικαίωμα ψήφου

1. Εξαιρέσει όσων προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, κάθε συμβαλλόμενο μέρος έχει μία ψήφο στην επιτροπή.

2. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και κάθε άλλη οργάνωση περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης, σε θέματα της αρμοδιότητάς της, ασκεί το δικαίωμα ψήφου με αριθμό ψήφων ίσο προς τον αριθμό των κρατών μελών της που είναι συμβαλλόμενα μέρη στην παρούσα σύμβαση. Οι εν λόγω οργανώσεις δεν ασκούν το δικαίωμα ψήφου εφόσον τα κράτη μέλη τους ασκούν το δικαίωμα ψήφου τους, και αντιστρόφως.

Άρθρο 24

Επιστημονική και τεχνολογική συνεργασία

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν απευθείας, ή όποτε χρειάζεται μέσω αρμοδίων περιφερειακών ή άλλων διεθνών οργανώσεων, να συνεργάζονται στα πεδία της επιστήμης, τεχνολογίας και άλλης έρευνας, και να ανταλλάσσουν δεδομένα και άλλες επιστημονικές πληροφορίες για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης. Για να διευκολυνθούν οι δραστηριότητες έρευνας και παρακολούθησης στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας, τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται να εναρμονίσουν τις πολιτικές τους που αφορούν τις διαδικασίες παροχής αδείας για την διεξαγωγή των δραστηριοτήτων αυτών.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν απευθείας ή, όταν χρειάζεται μέσω των αρμοδίων περιφερειακών ή άλλων διεθνών οργανώσεων, να προωθούν μελέτες και να αναλαμβάνουν, να ενισχύουν ή να συμβάλλουν σε προγράμματα που σκοπό έχουν την ανάπτυξη μεθόδων εκτίμησης της φύσης και της έκτασης της ρύπανσης, των διεξόδων, απειλών, κινδύνων και επανορθώσεων στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας. Τα συμβαλλόμενα μέρη δεσμεύονται ιδίως να αναπτύσσουν εναλλακτικές μεθόδους επεξεργασίας, διάθεσης και εξάλειψης των υλικών και των ουσιών εκείνων που μπορούν να προκαλέσουν ρύπανση στο θαλάσσιο περιβάλλον της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας.

3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν απευθείας, ή όταν χρειάζεται μέσω των αρμοδίων περιφερειακών ή άλλων διεθνών οργανώσεων, και με βάση τις πληροφορίες και τα δεδομένα που αποκτώνται βάσει των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, να συνεργάζονται για την ανάπτυξη συγκρίσιμων μεταξύ τους μεθόδων παρατήρησης, την εκτέλεση στοιχειωδών μελετών και την εκπόνηση συμπληρωματικών ή κοινών προγραμμάτων παρακολούθησης.

4. Η οργάνωση και το πεδίο των εργασιών που συνδέονται με την εφαρμογή των αναφερόμενων στις προηγούμενες παραγράφους καθηκόντων σκιαγραφούνται κατ' αρχήν από την επιτροπή.

Άρθρο 25

Ευθύνη ζημιών

Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν από κοινού να αναπτύσσουν και να αποδέχονται κανόνες σχετικά με την ευθύνη των ζημιών που προκύπτουν από ενέργειες ή παραλείψεις κατά παράβαση της παρούσας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των ορίων ευθύνης, των κριτηρίων και διαδικασιών για τον προσδιορισμό των αποζημιώσεων και των δυνατών επανορθώσεων.

Άρθρο 26

Διακανονισμός διαφορών

1. Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ συμβαλλομένων μερών όσον αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη επιδιώκουν την επίλυσή της με διαπραγματεύσεις. Εάν τα ενεχόμενα μέρη δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία, ζητούν τις υπηρεσίες ή ζητούν από κοινού την μεσολάβηση ενός τρίτου συμβαλλομένου μέρους, μιας ενδεδειγμένης διεθνούς οργάνωσης ή ενός ενδεδειγμένου προσώπου.

2. Εάν τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν είναι σε θέση να επιλύσουν τη διαφορά τους με διαπραγματεύσεις ή δεν καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τα μέτρα όπως αναφέρεται ανωτέρω, οι εν λόγω διαφορές υποβάλλονται, κοινή συναινέσει, σε έκτακτο διαιτητικό δικαστήριο σε μόνιμο διαιτητικό δικαστήριο, ή στο Διεθνές Δικαστήριο.

Άρθρο 27

Διαφύλαξη ορισμένων ελευθεριών

Η παρούσα σύμβαση δεν παραβιάζει κατά κανένα τρόπο την ελευθερία ναυσιπλοίας, αλιείας, θαλάσσιας επιστημονικής έρευνας και άλλων έννομων χρήσεων της ανοικτής θάλασσας, ούτε το δικαίωμα άδολης διέλευσης από τα χωρικά ύδατα.

Άρθρο 28

Καθεστώς παραρτημάτων

Τα παραρτήματα που επισυνάπτονται στην παρούσα σύμβαση αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο 29

Σχέσεις με άλλες συμβάσεις

Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης δεν θίγουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών που απορρέουν από υπάρχουσες ή μελλοντικές συνθήκες, οι οποίες προωθούν και αναπτύσσουν τις γενικές αρχές του ναυτικού δικαίου που διαπνέουν την παρούσα σύμβασης και, ιδίως, τις διατάξεις σχετικά με την πρόληψη της ρύπανσης του θαλασσίου περιβάλλοντος.

Άρθρο 30

Διάσκεψη για την αναθεώρηση ή τροποποίηση της σύμβασης

Διάσκεψη για γενική αναθεώρηση ή τροποποίηση της παρούσας σύμβασης μορεί να συγκληθεί με συναίνεση των συμβαλλομένων μερών ή εφόσον το ζητήσει η Επιτροπή.

Άρθρο 31

Τροποποιήσεις των άρθρων της σύμβασης

1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να προτείνει τροπολογίες στα άρθρα της παρούσας σύμβασης. Κάθε προτεινόμενη τροπολογία υποβάλλεται στο θεματοφύλακα και κοινοποιείται από αυτόν σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, τα οποία πληροφορούν το θεματοφύλακα εάν την αποδέχονται εάν την απορρίπτουν όσο το δυνατόν συντομότερα μετά την παραλαβή της κοινοποίησης.

Μία προτεινόμενη τροπολογία εξετάζεται, εφόσον το ζητήσει ένα συμβαλλόμενο μέρος, από την Επιτροπή. Στην περίπτωση αυτή ισχύει το άρθρο 19 παράγραφος 4. Εάν η Επιτροπή εγκρίνει μία τροπολογία, ισχύει η διαδικασία της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

2. Η επιτροπή μπορεί να συστήσει τροπολογίες των άρθρων της παρούσας σύμβασης. Κάθε συστηνόμενη τροπολογία υποβάλλεται στο θεματοφύλακα και κοινοποιείται από αυτόν σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη, τα οποία κοινοποιούν στο θεματοφύλακα εάν αποδέχονται ή εάν απορρίπτουν την τροπολογία όσο το δυνατόν συντομώτερα μετά την παραλαβή της κοινοποίησης.

3. Η τροπολογία αρχίζει να ισχύει 90 ημέρες από την παραλαβή από τον θεματοφύλακα των κοινοποιήσεων αποδοχής της τροπολογίας από τα όλα τα συμβαλλόμενα μέρη.

Άρθρο 32

Τροπολογίες των παραρτημάτων και έκδοση παραρτημάτων

1. Κάθε τροπολογία των παραρτημάτων που προτείνεται από ένα συμβαλλόμενο μέρος κοινοποιείται στα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη από τον θεματοφύλακα και εξετάζεται από την επιτροπή. Εάν η επιτροπή την εγκρίνει, η τροπολογία κοινοποιείται στα συμβαλλόμενα μέρη και συνιστάται η αποδοχή της.

2. Κάθε τροπολογία των παραρτημάτων που συνιστάται από την επιτροπή κοινοποιείται στα συμβαλλόμενα μέρη και συνιστάται προς αποδοχή από το θεματοφύλακα.

3. Η εν λόγω τροπολογία θεωρείται ότι γίνεται δεκτή μετά τη λήξη μιας περιόδου που καθορίζεται από την επιτροπή, εκτός εάν εντός της περιόδου αυτής κάποιο από τα συμβαλλόμενα μέρη αντιτεθεί στην τροπολογία με γραπτή κοινοποίησή του στον θεματοφύλακα. Η τροπολογία που γίνεται δεκτή αρχίζει να ισχύει από μία ημερομηνια, την οποία καθορίζει η επιτροπή.

Η καθοριζόμενη από την επιτροπή περίοδος παρατείνεται για άλλους έξι μήνες και η ημερομηνία έναρξης ισχύος μετατίθεται ναλόγως, εάν, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ένα συμβαλλόμενο μέρος ενημερώσει το θεματοφύλακα πριν τη λήξη της καθορισθείσας από την επιτροπή περιόδου ότι, μολονότι προτίθεται να αποδεκτεί την τροπολογία, δεν πληρούνται ακόμη οι απαιτήσεις του συντάγματος του για αποδοχή της τροπολογίας.

4. Παράρτημα της παρούσας σύμβασης μπορεί να εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 33

Επιφυλάξεις

1. Οι διατάξεις της παρούσας σύμβασης δεν αποτελούν το αντικείμενο επιφυλάξεων.

2. Η διάταξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει ένα συμβαλλόμενο μέρος να αναστείλει για μια περίοδο που δεν θα υπερβαίνει το ένα έτος την εφαρμογή ενός παραρτήματος της παρούσας σύμβασης ή τμήματος αυτού ή τροπολογίας αυτού, μετά την έναρξη ισχύος του εν λόγω παραρτήματος ή της τροπολογίας του. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας του 1974, το οποίο με βάση την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης, αναστέλλει την εφαρμογή ενός παραρτήματος ή τμήματος αυτού, εφαρμόζει το αντίστοιχο παράρτημα ή τμήμα αυτού της σύμβασης του 1974 κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής.

3. Εάν μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης ένα συμβαλλόμενο μέρος επικαλεστεί τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, ενημερώνει τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη, κατά την έγκριση από την επιτροπή μιας τροπολογίας ενός παραρτήματος, ή ενός νέου παραρτήματος, για τις διατάξεις που πρόκειται να αναστείλει σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 34

Υπογραφή

Η παρούσα σύμβαση θα παραμείνει ανοικτή προς υπογραφή στο Ελσίνκι από τις 9 Απριλίου 1992 μέχρι τις 9 Οκτωβρίου 1992 από κράτη και από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα που συμμετείχαν στη διπλωματική διάσκεψη για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας που πραγματοποιήθηκε στο Ελσίνκι στις 9 Απριλίου 1992.

Άρθρο 35

Κύρωση, έγκριση και προσχώρηση

1. Η παρούσα σύμβαση αποτελεί το αντικείμενο κύρωσης ή έγκρισης.

2. Στην παρούσα σύμβαση μπορεί να προσχωρήσει, μετά την έναρξη ισχύος, κάθε άλλο κράτος ή οργάνωση περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που ενδιαφέρεται να ανταποκριθεί στις επιδιώξεις και τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης, υπό τον όρο το εν λόγω κράτος ή οργάνωση έχει κληθεί από όλα τα συμβαλλόμενα μέρη. Σε περίπτωση περιορισμένης αρμοδιότητας μιας οργάνωσης περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης, οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχή της συμφωνούνται μεταξύ της Επιτροπής και της ενδιαφερομένης οργάνωσης.

3. Τα έγγραφα κύρωσης, έγκρισης ή προσχώρησης κατατίθενται στο θεματοφύλακα.

4. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και κάθε άλλη οργάνωση περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που καθίσταται συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας σύμβασης ασκούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, για λογιαριασμό τους, τα δικαιώματα και αναλαμβάνουν τις ευθύνες που δίδει η παρούσα σύμβαση στα κράτη μέλη της. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη των εν λόγω οργανώσεων δεν μπορούν να ασκήσουν ατομικά τα δικαιώματα αυτά.

Άρθρο 36

Έναρξη ισχύος

1. Η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει δύο μήνες μετά την κατάθεση των εγγράφων κύρωσης ή έγκρισης από όλα τα υπογράφοντα κράτη που βρέχονται από τη Βαλτική Θάλασσα και από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.

2. Σε κάθε κράτος που κυρώνει ή εγκρίνει την παρούσα σύμβαση πριν ή μετά την κατάθεση του τελευταίου εγγράφου κύρωσης ή έγκρισης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει δύο μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου κύρωσης ή έγκρισης από το κράτος ή από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης, όποια εκ των δύο είναι η μεταγενέστερη.

3. Σε κάθε κράτος ή οργάνωση οικονομικής περιφερειακής ολοκλήρωσης που προσχωρεί, η παρούσα σύμβαση αρχίζει να ισχύει δύο μήνες μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησης από το κράτος ή την οργάνωση περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης.

4. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης, η σύμβαση για την προστασία του Θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας που υπογράφηκε στο Ελσίνκι στις 22 Μαρτίου 1974 όπως τροποποιήθηκε, παύει να ισχύει.

5. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, τροποποιήσεις των παραρτημάτων της προαναφερθείσας σύμβασης που έχουν εγκριθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης αυτής στο διάστημα μεταξύ της υπογραφής της παρούσας σύμβασης και της έναρξης ισχύος της, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι να τροποποιηθούν αναλόγως τα αντίστοιχα παραρτήματα της παρούσας σύμβασης.

6. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, συστάσεις και αποφάσεις που έχουν εκδοθεί με βάση την προαναφερθείσα σύμβαση εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου καταστούν συμβατά με την παρούσα σύμβαση, ή εάν δεν παύσουν ρητά να ισχύουν από την παρούσα σύμβαση ή από κάποια απόφαση που εκδοθεί με βάση αυτήν.

Άρθρο 37

Αποχώρηση

1. Οιαδήποτε στιγμή μετά τη λήξη μιας πενταετίας από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης, οιοδήποτε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί, με γραπτή κοινοποίηση του στο θεματοφύλακα, να αποχωρήσει από την παρούσα σύμβαση. Η αποχώρηση φέρει αποτέλεσμα στο εν λόγω κράτος μέλος από τις 30 Ιουνίου του έτους που έπεται του έτους στο οποίο κοινοποιήθηκε η αποχώρηση στο θεματοφύλακα.

2. Σε περίπτωση που ένα συμβαλλόμενο μέρος κοινοποιήσει την αποχώρησή του, ο θεματοφύλακας συγκαλεί τα συμβαλλόμενα μέρη σε συνεδρίαση με σκοπό να εξεταστούν οι συνέπεις της αποχώρησης.

Άρθρο 38

Θεματοφύλακας

Η κυβέρνηση της Φινλανδίας, υπό την ιδιότητά της ως θεματοφύλακας:

α) κοινοποιεί σε όλα τα συμβαλλόμενα μέρη και στον εκτελεστικό γραμματέα:

i) τις υπογραφές,

ii) την κατάθεση κάθε εγγράφου κύρωσης, έγκρισης ή προσχώρησης,

iii) την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης,

iv) κάθε προτεινόμενη ή συστηνόμενη τροπολογία άρθρου ή παραρτήματος ή έγκρισης νέου παραρτήματος, καθώς και την ημερομηνία από την οποία η εν λόγω τροποποίηση ή νέο παράρτημα αρχίζει να ισχύει,

v) κάθε κοινοποίηση και την ημερομηνία παραλαβής του, με βάση τα άρθρα 31 και 32,

vi) κάθε κοινοποίηση αποχώρησης και την ημερομηνία από την οποία φέρει αποτέλεσμα η εν λόγω αποχώρηση,

vii) κάθε άλλη πράξη ή κοινοποίηση σχετική με την παρούσα σύμβαση 7

β) διαβιβάζει πιστοποιημένα αντίγραφα της παρούσας σύμβασης στα κράτη και τις Οργανώσεις Περιφερειακής Οικονομικής Ολοκλήρωσης που προσχωρούν.

Σε πίστωση των ανωτέρω οι υπογράφοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο, έθεσαν την υπογραφή τους κάτω από την παρούσα σύμβαση.

Έγινε στο Ελσίνκι, την παρούσα ενάτη ημέρα του Απριλίου του χίλια ενιακόσια ενενήντα δύο σε ένα και μόνο αυθεντικό αντίγραφο στην αγγλική γλώσσα, το οποίο θα κατατεθεί στην κυβέρνηση της Φινλανδίας. Η κυβέρνηση της Φινλανδίας θα διαβιβάσει πιστοποιημένα αντίγραφα σε όλους τους υπογράφοντες.

Για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Τσεχίας και Σλοβακίας

Για το Βασίλειο της Δανίας

Για τη Δημοκρατία της Εσθονίας

Για τη Δημοκρατία της Φινλανδίας

Για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

Για τη Δημοκρατία της Λετονίας

Για τη Δημοκρατία της Λιθουανίας

Για το Βασίλειο της Νορβηγίας

Για τη Δημοκρατία της Πολωνίας

Για τη Ρωσική Ομοσπονδία

Για το Βασίλειο της Σουηδίας

Για την Ουκρανία

Για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΠΙΒΛΑΒΕΙΣ ΟΥΣΙΕΣ

ΜΕΡΟΣ 1: ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

1.0. Εισαγωγή

Για να εκπληρωθούν οι απαιτήσεις των σχετικών μερών της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη ακολουθούν την κάτωθι διαδικασία κατά τον προσδιορισμό και αξιολόγηση των επιβλαβών ουσιών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 7.

1.1. Κριτήρια ταξινόμησης ουσιών

Ο προσδιορισμός και η αξιολόγηση των ουσιών βασίζεται στις ενδογενείς ιδιότητες των ουσιών, οι οποίες είναι συγκεκριμένα:

- η σταθερότητα,

- η τοξικότητα ή άλλες επιβλαβείς ιδιότητες,

- η τάση προς βιοσυσσώρευση,

καθώς και στα χαρακτηριστικά που είναι ικανά να προκαλέσουν ρύπανση, όπως:

- η αναλογία μεταξύ των παρατηρούμενων συγκεντρώσεων και των συγκεντρώσεων που δεν έχουν εμφανές αποτέλεσμα,

- ο ανθρωπογενούς προέλευσης κίνδυνος ευτροφισμού,

- η διαμεθοριακή ή ευρείας έκτασης σημασία,

- ο κίνδυνος ανεπιθύμητων μεταβολών στο θαλάσσιο οικοσύστημα και αποτελέσματα μη ανατρέψιμα ή διαρκή,

- η ραδιενέργεια,

- σοβαρή παρακώλυση της αλιείας ή άλλων έννομων χρήσεων των ενιαλίων πόρων,

- ο τρόπος κατανομής (ενεχόμενες ποσότητες, τρόπος χρήσης και ικανότητες εξάπλωσης στο θαλάσσιο περιβάλλον),

- οι αποδειδεγμένα καρκινογόνες, τερατογόνες ή μεταλλαξιογόνες ιδιότητες στο θαλάσσιο περιβάλλον ή μέσω αυτού.

Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν είναι κατ' ανάγκη της αυτής σημασίας για τον προσδιορισμό και την αξιολόγηση μιας συγκεκριμένης ουσίας ή ομάδας ουσιών.

1.2. Πρωτεύουσες ομάδες επιβλαβών ουσιών

Τα συμβαλλόμενα μέρη, κατά τη λήψη προληπτικών μέτρων, δίνουν προτεραιότητα στις ακόλουθες ομάδες ουσιών, οι οποίες αναγνωρίζονται εν γένει ως επιβλαβείς ουσίες:

α) βαρέα μέταλλα και οι ενώσεις τους 7

β) οργανοαλογόνες ενώσεις 7

γ) οργανικές ενώσεις του φωσφόρου και του κασσιτέρου 7

δ) παρασιτοκτόνα, όπως τα μυκητοκτόνα, ζιζανιοκτόνα, εντομοκτόνα, λειμμακοκτόνα και χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση της ξυλείας, της τροπικής ξυλείας, του ξυλοπολτού, της κυτταρίνης, του χαρτιού, των δερμάτων και των υφασμάτων 7

ε) έλαια και υδρογονάνθρακες με προέλευση το πετρέλαιο 7

στ) άλλες οργανικές ενώσεις ιδιαίτερα επιβλαβείς στο θαλάσσιο περιβάλλον 7

ζ) ενώσεις του αζώτου και του φωσφόρου 7

η) ραδιενεργοί ουσίες, συμπεριλαμβανομένων των αποβλήτων 7

θ) σταθερά στο περιβάλλον υλικά που μπορούν να επιπλέουν, να αιωρούνται ή να βυθίζονται 7

ι) ουσίες που μπορούν να επηρεάσουν σοβαρά τη γεύση ή/και οσμή προϊόντων για ανθρώπινη κατανάλωση από τη θάλασσα, ή να επηρεάσουν σοβαρά τη γεύση, οσμή, χρώμα, διαύγεια ή άλλα χαρακτηριστικά του ύδατος.

ΜΕΡΟΣ 2: ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

Για να προστατεύσουν την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας από επικίνδυνες ουσίες, τα συμβαλλόμενα μέρη απαγορεύουν, πλήρως ή εν μέρει, τη χρήση των ακόλουθων ουσιών ή ομάδων ουσιών στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας και της λεκάνης της:

2.1. Ουσίες απαγορευμένες για όλες τις τελικές χρήσεις, εκτός των φαρμάκων

DDT [1,1,1-τριχλωρο-2,2-δι-(χλωροφαινύλο)-αιθάνιο) και τα παράγωγά του DDE και DDD.

2.2. Ουσίες απαγορευμένες για όλες τις χρήσεις, εκτός από εκείνες σε υπάρχοντες εξοπλισμούς με κλειστά κυκλώματα μέχρι το τέλος της διάρκειας ζωής τους ή για έρευνα, ανάπτυξη και ανάλυση

α) τα PCB (πολυχλωριωμένα διφενύλια) 7

β) τα PCT (πολυχλωριωμένα τριφενύλια).

2.3. Ουσίες απαγορευμένες για ορισμένες εφαρμογές

Οργανικές ενώσεις του κασσιτέρου για αντιρρυπαντικές βαφές σκαφών αναψυχής κάτω των 25 m και δικτυωτών κλωβών αλιείας.

ΜΕΡΟΣ 3: ΠΑΡΑΣΙΤΟΚΤΟΝΑ

Για να προστατεύσουν την περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας από επικίνδυνες ουσίες, τα συμβαλλόμενα μέρη προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν και, εφόσον είναι δυνατόν, να απαγορεύσουν τη χρήση των ακόλουθων ουσιών ως παρασιτοκτόνων στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας και της λεκάνης της.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΧΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΔΙΑΘΕΣΙΜΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1. Σύμφωνα με τα σχετικά τμήματα της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν τα κριτήρια ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής και καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας που περιγράφονται στη συνέχεια.

2. Για να προλαμβάνουν και να εξαλείφουν τη ρύπανση, τα συμβαλλόμενα μέρη χρησιμοποιούν την ορθότερη περιβαλλοντική πρακτική σε όλες τις πηγές και τη καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία σε όλες τις πηγές σημειακής ρύπανσης, που ελαχιστοποιούν, η εξαλείφουν τις εισροές στα ύδατα και τον αέρα από όλες τις πηγές με στρατηγικές ελέγχου.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2: ΟΡΘΟΤΕΡΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ

1. Ο όρος «ορθότερη περιβαλλοντική πρακτική» πρέπει να εκλαμβάνεται ως η εφαρμογή του πλέον ενδεδειγμένου συνδυασμού μέτρων. Κατά την επιλογή της πρακτικής αυτής σε μεμονωμένες περιπτώσεις, εξετάζεται τουλάχιστον η ακούλουθη βαθμιαία σειρά μέτρων:

- πληροφόρηση και κατάρτιστη του κοινού και των χρήστων σχετικά με τις περιβαλλοντικές συνέπειες της επιλογής ορισμένων δραστηριοτήτων και προϊόντων, της χρήσης τους και της οριστικής διάθεσης τους,

- ανάπτυξη και εφαρμογή κωδίκων ορθής περιβαλλοντικής πρακτικής που καλύπτουν όλες τις πλευρές δραστηριότητας στη διάρκεια ζωής ενός προϊόντος,

- υποχρεωτική ύπαρξη ετικετών προς ενημέρωση του κοινού και των χρηστών σχετικά με τους περιβαλλοντικούς κινδύνους που συνδέονται με ένα προϊόν, τη χρήση του και την οριστική του διάθεση,

- ύπαρξη συστημάτων αποκομιδής και διάθεσης,

- εξοικονόμηση πόρων, συμπεριλαμβανομένης της ενέργειας,

- ανακύκλωση, ανάκτηση και επαναχρησιμοποίηση,

- αποφυγή χρήσης επικίνδυνων ουσιών και προϊόντων και της δημιουργίας επικίνδυνων αποβλήτων,

- εφαρμογή οικονομικών μέτρων σε δραστηριότητες, προϊόντα ή ομάδες προϊόντων και εκπομπών,

- σύστημα παροχής αδειών που περιλαμβάνει σειρά περιορισμών ή απαγόρευση.

2. Όταν καθορίζεται εν γένει ή σε μεμονωμένες περιπτώσεις ο συνδυασμός μέτρων που αποτελεί την ορθότερη περιβαλλοντική πρακτική, λαμβάνεται ιδίως υπόψη:

- η αρχή της πρόληψης,

- ο οικολογικός κίνδυνος που συνδέεται με το προϊόν, την παραγωγή του, τη χρήση και τη τελική του διάθεση,

- αποφυγή ή υποκαταστάση του με λιγότερο ρυπαίνουσες δραστηριότητες ή ουσίες,

- η κλίμακα της χρήσης,

- το πιθανό περιβαλλοντικό όφελος ή τίμημα των υλικών ή δραστηριότητων υποκαταστάτασης,

- προαγωγή και μεταβολές στην επιστημονική γνώση και κατανόηση,

- χρονικά περιθώρια εφαρμογής,

- κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 3: ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΔΙΑΘΕΣΙΜΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

1. Ο όρος «καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία» πρέπει να εκλαμβάνεται ως το τελευταίο στάδιο εξέλιξης (το πλέον σύγχρονο) των διεργασιών, τεχνικών μέσων ή μεθόδων λειτουργίας, από το οποίο φαίνεται η πρακτική καταλληλότητα ενός ιδιαίτερου μέτρου για τον περιορισμό των απορρίψεων.

2. Όταν προσδιορίζεται κατά πόσον ένα σύνολο διεργασιών, τεχνικών μέσων και μεθόδων λειτουργίας αποτελεί την καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία σε γενικές ή μεμονωμένες περιπτώσεις, λαμβάνονται ιδίως υπόψη:

- συγκρίσιμες διεργασίες, τεχνικά μέσα ή μέθοδοι λειτουργίας που δοκιμάστηκαν πρόσφατα με επιτυχία,

- τεχνολογικές πρόοδοι και μεταβολές στην επιστημονική γνώση και κατανόηση,

- δυνατότητα εφαρμογής της τεχνολογίας αυτής από οικονομική άποψη,

- τα χρονικά περιθώρια εφαρμογής,

- η φύση και ο όγκος των σχετικών εκπομπών,

- τεχνολογία που δεν δημιουργεί απόβλητα ή δημιουργεί λίγα απόβλητα,

- η αρχή της πρόληψης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 4: ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ

Συνεπάγεται λοιπόν ότι η «ορθότερη περιβαλλοντική πρακτική» και η «καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία» μεταβάλλονται στο χρόνο ανάλογα με τις τεχνολογικές προόδους και τους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες, καθώς επίσης και με τις μεταβολές στην επιστημονική γνώση και κατανόηση.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΑΠΟ ΧΕΡΣΑΙΕΣ ΠΗΓΕΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Σύμφωνα με τα σχετικά τμήματα της παρούσας σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν τα κριτήρια και τα μέτρα του παρόντος παραρτήματος σε όλη την περιοχή της λεκάνης της Βαλτικής και λαμβάνουν υπόψη την ορθότερη περιβαλλοντική πρακτική (ΟΠΠ) και την καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία (ΚΔΤ), όπως αυτές περιγράφονται στο παράρημα ΙΙ.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2: ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1. Τα αστικά λύματα υποβάλλονται σε επεξεργασία τουλάχιστον με βιολογικές ή άλλες μεθόδους εξίσου αποτελεσματικές όσον αφορά τη μείωση σημαντικών παραμέτρων. Καθιερώνεται ουσιαστική μείωση των θρεπτικών συστημάτων.

2. Στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις επιδιώκεται η διαχείριση του ύδατος σε κλειστά συστήματα ύδατος ή σε υψηλό ποσοστό κυκλοφορίας του έτσι ώστε να αποφεύγονται τα απόβλητα όποτε αυτό είναι δυνατόν.

3. Τα βιομηχανικά λύματα υποβάλλονται σε χωριστή επεξεργασία πριν αναμειχθούν με τα ύδατα αραίωσης.

4. Τα απόβλητα που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες ή άλλες συναφείς ουσίες δεν υποβάλλονται σε επεξεργασία μαζί με άλλα απόβλητα, εκτός εάν επιτυγχάνεται ίση μείωση του φορτίου ρύπων με εκείνη που επιτυγχάνεται με χωριστό καθαρισμό κάθε όγκου λυμάτων. Η βελτίωση της ποιότητας των λυμάτων δεν πρέπει να οδηγεί σε σημαντική αύξηση του όγκου επιβλαβούς ιλύος.

5. Οριακές τιμές για τις εκπομπές στα ύδατα και τον αέρα που περιέχουν επιβλαβείς ουσίες ορίζονται σε ειδικές άδειες.

6. Στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις και άλλες πηγές σημειακής ρύπανσης που συνδέονται με σταθμούς επεξεργασίας λυμάτων χρησιμοποιείται η καλύτερη διαθέσιμη τεχνολογία έτσι ώστε να αποφεύγονται οι επικίνδυνες ουσίες που δεν μπορούν να εξουδετερωθούν στο σταθμό επεξεργασίας αποβλήτων ή οι οποίες μπορούν να διαταράξουν τις διεργασίες του σταθμού. Επιπλέον, λαμβάνονται μέτρα σύμφωνα με την ορθότερη περιβαλλοντική πρακτική.

7. Η ρύπανση που προέρχεται από την ιχθυοκαλλιέργεια προλαμβάνεται και εξαλείφεται με την προώθηση και εφαρμογή της ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής και της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας.

8. Η ρύπανση από τις πηγές διάχυτης ρύπανσης, περιλαμβανομένης της γεωργίας, εξαλείφεται με την προώθηση και εφαρμογή της ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής.

9. Τα χρησιμοποιούμενα παρασιτοκτόνα συμμορφώνονται στα κριτήρια που καθιερώνει η επιτροπή.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 3: ΑΡΧΕΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΔΕΙΩΝ ΓΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να εφαρμόζουν τις ακόλουθες αρχές και διαδικασίες κατά την έκδοση των αδειών που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 της παρούσας σύμβασης.

1. Ο διαχειριστής της βιομηχανικής εγκατάστασης υποβάλλει δεδομένα και πληροφορίες στην αρμόδια εθνική αρχή χρησιμοποιώντας ένα έντυπο αίτησης. Συνιστάται ο διαχειριστής να διαπραγματεύεται με την αρμόδια εθνική αρχή τα δεδομένα που απαιτούνται για την αίτηση πριν την υποβάλει στην αρχή (συμφωνία επί της έκτασης των απαιτούμενων πληροφοριών και επιτηρήσεων).

Η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα δεδομένα και πληροφορίες:

Πληροφορίες γενικής φύσεως

- ονομασία, κλάδος, τοποθεσία και αριθμός απασχολουμένων.

Ισχύουσα κατάσταση ή/και προγραμματιζόμενες δραστηριότητες

- τόπος απόρριψης ή/και εκπομπής,

- τύπος παραγωγής, ύψος παραγωγής ή/και κατεργασίας,

- μέθοδοι παραγωγής,

- τύπος και ποσότητα πρώτων υλών, ή/και ενδιάμεσων προϊόντων,

- όγκος και ποιότητα ακατέργαστων λυμάτων και ακάθαρτων αερίων από όλες τις σχετικές πηγές (π.χ. ύδατα επεξεργασίας, ύδατα ψύξης),

- επεξεργασία λυμάτων και ακαθάρτων αερίων ανάλογα με τον τύπο, τη μέθοδο και την αποτελεσματικότητα της προεπεξεργασίας ή/και τελικής επεξεργασίας,

- επεξεργασμένα λύματα και ακάθαρτα αέρια ανάλογα με τον όγκο και την ποιότητα κατά την έξοδό τους από τις εγκαταστάσεις προεπεξεργασίας ή/και τελικής επεξεργασίας,

- όγκος και ποιότητα στερεών και υγρών αποβλήτων που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της παραγωγής και επεξεργασία λυμάτων και ακαθάρτων αερίων,

- επεξεργασία στερεών και υγρών αποβλήτων,

- πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα πρόληψης βλαβών στην παραγωγή και τυχαίων εκχύσεων,

- παρούσα κατάσταση και δυνατές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Εναλλακτικές επιλογές και οι ποικίλες επιπτώσεις τους όσον αφορά π.χ. θέματα σχετικά με την οικολογία, οικονομία και ασφάλεια, εφόσον χρειάζεται

- λοιπές μέθοδοι παραγωγής,

- λοιπές πρώτες ύλες, ουσίες ή/και ενδιάμεσα προϊόντα,

- λοιπές τεχνολογίες επεξεργασίας.

2. Η ενδεδειγμένη εθνική αρχή αξιολογεί την ισχύουσα κατάσταση και τις πιθανές συνέπειες των προγραμματιζόμενων δραστηριοτήτων στο περιβάλλον.

3. Η ενδεδειγμένη εθνική αρχή εκδίδει την άδεια μετά από εμπεριστατωμένη εκτίμηση λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τα προαναφερθέντα θέματα. Η άδεια περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

- περιγραφή όλων των συντελεστών (π.χ. όγκος παραγωγής) που επηρεάζουν το ύψος και την ποιότητα των απορρίψεων ή/και εκπομπών,

- οριακές τιμές για τον όγκο και την ποιότητα (φορτίο ή/και συγκέντρωση) άμεσων ή έμμεσων απορρίψεων και εκπομπών,

- οδηγίες σχετικά με:

- την κατασκευή και ασφάλεια,

- μεθόδους παραγωγής ή/και ουσίες,

- λειτουργία και συντήρηση των εγκαταστάσεων επεξεργασίας,

- ανάκτηση υλών και ουσιών και διάθεση αποβλήτων,

- τον τύπο και την έκταση του ελέγχου που πρέπει να επιτελείται από τον διαχειριστή (αυτοέλεγχος),

- μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση διακοπών της παραγωγής και τυχαίων εκγχύσεων,

- μεθόδους ανάλυσης που πρέπει να χρησιμοποιούνται,

- χρονοδιάγραμμα εκσυγχρονισμού, επανεξοπλισμού και επιθεώρησης από τον διαχειριστή,

- χρονοδιάγραμμα εκθέσεων του διαχειριστή σχετικά με τα μέτρα παρακολούθησης ή/και αυτοελέγχου, επανεξοπλισμού και επιθεώρησης.

4. Η ενδεδειγμένη εθνική αρχή ή ένα αναξάρτητο ίδρυμα εξουσιοδοτημένο από την ενδεδειγμένη εθνική αρχή:

- επιθεωρούν τον όγκο και την ποιότητα των απορρίψεων ή/και εκπομπών με δειγματοληψίες και ανάλυση,

- ελέγχουν κατά πόσον πληρούνται οι απαιτήσεις της αδείας,

- μεριμνούν για την παρακολούθηση των διαφόρων επιπτώσεων που προκαλούν οι απορρίψεις λυμάτων και οι εκπομπές στην αρτμόσφαιρα,

- επεξετάζουν, εφόσον χρειάζεται, την άδεια.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΑΠΟ ΠΛΟΙΑ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1: ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται σε θέματα που αφορούν την προστασία της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας από ρύπανση προερχόμενη από πλοία:

α) στο πλαίσιο του Διεθνούς Οργανισμού Ναυτιλίας, ιδίως για να προωθήσουν την ανάπτυξη διεθνών κανόνων, βασισμένων, μεταξύ άλλων, στις θεμελιώδεις αρχές και υποχρεώσεις της παρούσας σύμβασης, η οποία περιλαμβάνει επίσης την προώθηση της χρήσης της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας και ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής, όπως αυτές ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ 7

β) για αποτελεσματική και εναρμονισμένη εφαρμογή των κανόνων που εκδίδονται από τον Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2: ΠΑΡΟΧΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΣΤΙΣ ΕΡΕΥΝΕΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη, με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 3 της σύμβασης, αλληλοβοηθούνται όταν χρειάζεται στη διευρεύνηση παραβιάσεων της υπάρχουσας νομοθεσίας στα μέτρα κατά της ρύπανσης, οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί ή για τις οποίες υπάρχουν υπόνοιες ότι έχουν πραγματοποιηθεί στην περιοχή της Βαλτικής Θαλασσας. Η συνδρομή αυτή μπορεί να περιλαμβάνει επιθεώρηση των αρμοδίων αρχών, χωρίς όμως να περιορίζεται σε αυτήν, των βιβλίων πετρελαίου, των βιβλίων φορτίου, των ημερολογίων του πλοίου και των ημερολογίων μηχανοστασίου, καθώς και στη λήψη δειγμάτων προς ανάλυση με σκοπό των εντοπισμό της ρύπανσης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 3: ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος:

1. «Αρχή» νοείται η κυβέρνηση του συμβαλλομένου μέρους υπό τη δικαιοδοσία του οποίου λειτουργεί το πλοίο. Όσον αφορά ένα πλοίο που φέρει τη σημαία κάποιου κράτους, αρχή είναι η κυβέρνηση του κράτους αυτού. Όσον αφορά τις σταθερές ή πλωτές εξέδρες που λειτουργούν για την εξερεύνηση και την εκμετάλλευση του πυθμένα και του υπεδάφους κοντά σε ακτή, επί της οποίας το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα στην εξερεύνηση και εκμετάλλευση των φυσικών του πόρων, αρχή είναι η κυβέρνηση του εν λόγω παράκτιου κράτους.

2. α) «Απόρριψη» συνδεόμενη με επιβλαβείς ουσίες ή λύματα που περιέχουν τις ουσίες αυτές, νοείται οιαδήποτε ελευθέρωση προκαλούμενη με κάποιο τρόπο από ένα πλοίο και περιλαμβάνει τη διαφυγή, διάθεση, έκχυση, διαρροή, άντληση, εκπομπή ή εκκένωση 7

β) Ο όρος «απόρριψη» δεν περιλαμβάνει:

ι) πόντιση κατά την έννοια της Σύμβασης για την Πρόληψη της Θαλάσσιας Ρύπανσης από την πόντιση αποβλήτων και άλλων υλικών του Λονδίνου, της 29ης Δεκεμβρίου 1972 ή

ιι) ελευθέρωση επιβλαβών ουσιών που προκύπτουν απευθείας από τις δραστηριότητες εξερεύνησης, εκμετάλλευσης και άλλων συναφών διεργασιών ανοικτής θαλάσσης του θαλάσσιου ορυκτού πλούτου ή

iii) ελευθέρωση επιβλαβών ουσιών για την νόμιμη επιστημονική έρευνα με σκοπό το μετριασμό ή τον έλεγχο της ρύπανσης.

3. Ο όρος «από την πλησιέστερη ακτή» σημαίνει από τη γραμμή αναφοράς, από την οποία ορίζονται τα χωρικά ύδατα της δεδομένης επικράτειας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

4. Ο όρος «δικαιοδοσία» ερμηνεύεται σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο που ισχύει τη στιγμή της εφαρμογής ή ερμηνείας του παρόντος παραρτήματος.

5. Ο όρος «MARPOL 73/78» σημαίνει τη διεθνή σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία, του 1973, όπως τροποποιήθηκε από το σχετικό πρωτόκολλο του 1978.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 4: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ MARPOL 73/78

Βάσει του κανονισμού 5, τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν τις διατάξεις των παραρτημάτων της MARPOL 73/78.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 5: ΛΥΜΑΤΑ

Τα συμβαλλόμενα μέρη εφαρμόζουν τις διατάξεις των παραγράφων Α έως Δ και ΣΤ και Ζ του παρόντος κανονισμού σχετικά με τις απορρίψεις λυμάτων από πλοία που λειτουργούν στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας.

Α. Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

1. «Λύματα» νοούνται:

α) υγρά απόβλητα και άλλα απόβλητα προερχόμενα από τουαλέτες, ουρητήρια και αποχωρητήρια 7

β) τα απόβλητα νοσηλευτικών εγκαταστάσεων (ιατρικά κέντρα, θεραπευτήρια κ.λπ.) από νιπτήρες, λουτήρες και αποχωρητήρια των εγκαταστάσεων αυτών 7

γ) τα λύματα χώρων όπου υπάρχουν ζωντανά ζώα ή

δ) άλλα υγρά απόβλητα όταν αναμειγνύονται με τα προαναφερθέντα λύματα.

2. «Δεξαμενή συγκράτησης» νοείται η δεξαμενή που χρησιμοποιείται για τη συλλογή και αποθήκευση λυμάτων.

Β. Εφαρμογή

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού ισχύουν για πλοία:

α) ολικής χωρητικότητας 200 τόνων και άνω 7

β) ολικής χωρητικότητας κάτω των 200 τόνων, για τα οποία πιστοποιείται ότι μπορούν να μεταφέρουν άνω των δέκα ατόμων 7

γ) η ολική χωρητικότητα των οποίων δεν έχει μετρηθεί και πιστοποιείται ότι μπορούν να μεταφέρουν άνω των δέκα ατόμων.

Γ. Απόρριψη λυμάτων

1. Με βάση τις διατάξεις της παραγράφου Δ του παρόντος κανονισμού, η απόρριψη λυμάτων στη θάλασσα απαγορεύεται, εκτός εάν:

α) το πλοίο απορρίπτει πολτοποιημένα και απολυμασμένα λύματα με σύστημα εγκεκριμένα από την αρχή σε απόσταση άνω των τεσσάρων ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή, ή λύματα μη πολτοποιημένα ή απολυμασμένα σε απόσταση άνω των δώδεκα ναυτικών μιλίων από την πλησιέστερη ακτή, με την προϋπόθεση ότι τα λύματα, τα οποία είναι αποθηκευμένα σε δεξαμενές συγκράτησης, δεν θα απορριφθούν μονομιάς αλλά με αργό ρυθμό όταν το πλοίο βρίσκεται εν πλώ και κινείται με ταχύτητα όχι μικρότερη των τεσσάρων κόμβων ή

β) το πλοίο διαθέτει εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων εγκεκριμένη από την αρχή και

i) τα αποτέλεσματα δοκιμής της εγκατάστασης έχουν καταγραφεί σε έγγραφο που διαθέτει το πλοίο,

ii) επιπλέον, τα απόβλητα δεν περιέχουν ορατά επιπλέοντα αντικείμενα ούτε προκαλούν αλλοίωση του χρώματος στα περιβάλλοντα ύδατα.

2. Όταν τα λύματα αναμειγνύονται με απόβλητα ή άλλα λύματα για τα οποία ισχύουν διαφορετικές απαιτήσεις όσον αφορά την απόρριψη, εφαρμόζονται οι πλέον αυστηρές απαιτήσεις.

Δ. Εξαιρέσεις

Η παράγραφος Γ του παρόντος κανονισμού δεν ισχύει για:

α) την απόρριψη λυμάτων από πλοίο, η οποία είναι αναγκαία για λόγους ασφαλείας του πλοίου και των επιβατών ή για τη διάσωση ανθρώπων ή

β) την απόρριψη λυμάτων που προκύπτει από βλάβη πλοίου ή του εξοπλισμού του, εφόσον ληφθούν όλες οι εύλογες προφυλάξεις πριν και μετά τη βλάβη, με σκοπό να προληφθεί ή να ελαχιστοποιηθεί η απόρριψη.

Ε. Εγκαταστάσεις παραλαβής λυμάτων

1. Κάβε συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει να διασφαλίζει την παροχή τεχνικών μέσων στους λιμένες και τους τερματικούς σταθμούς στην περιοχή της Βαλτικής Θάλσσας για την παραλαβή λυμάτων, χωρίς να προκαλείται υπερβολική καθυστέρηση στα πλοία, ανάλογων προς τις ανάγκες των πλοίων που τα χρησιμοποιούν.

2. Για να είναι δυνατή η σύνδεση των αγωγών των εγκαταστάσεων παραλαβής με τους αγωγούς απόρριψης των πλοίων, αμφότεροι οι αγωγοί πρέπει να διαθέτουν τυποποιημένο σύνδεσμο απόρριψης σύμφωνα με τον κάτωθι πίνακα:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Τα παρέμβυσμα σχεδιάζεται κατά τρόπο ώστε να αρμόζει σε αγωγούς μέγιστης εσωτερικής διαμέτρου 100 mm, κατασκευάζεται δε από χάλυβα ή από άλλο ισοδύναμο υλικό επίπεδης επιφανείας. Το παρέμβυσμα, με την κατάλληλη σαλαμάστρα, πρέπει να είναι κατάλληλο για πίεση λειτουργίας 6 kg/cm².

Στα πλοία πλευρικού βάθους έως πέντε μέτρων, η εσωτερική διάμετρος του συνδέσμου απόρριψης μπορεί να είναι 38 χιλιοστών.

ΣΤ. Επιθεωρήσεις

1. Τα πλοία εκτελούν διεθνή δραμολόγια στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας υπόκεινται στις κάτωθι επιθεωρήσεις:

α) μια αρχική επιθεώρηση πριν τεθεί το πλοίο σε λειτουργία ή πριν εκδοθεί για πρώτη φορά το πιστοποιητικό που απαιτείται με βάση το σημείο Ζ του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης μιας επιθεώρησης του πλοίου με την οποία διασφαλίζεται ότι:

ι) όταν το πλοίο διαθέται εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων, η εγκατάσταση αυτή πληροί τις απαιτήσεις λειτουργίας με βάση τα πρότυπα και τις μεθόδους δοκιμής που έχει συστήσει η Επιτροπή και θα εγκρίνει η αρχή,

ii) όταν το πλοίο διαθέται σύστημα πολτοποίησης και απολύμανσης των λυμάτων, το εν λόγω σύστημα πληροί τις απαιτήσεις λειτουργίας με βάση τα πρότυπα και τις μεθόδους δοκιμής που έχει συστήσει η Επιτροπή και θα εγκρίνει η αρχή,

iii) όταν το πλοίο είναι, εξοπλισμένο με δεξαμενή συγκράτησης, η χωρητικότητα της εν λόγω δεξαμενής πρέπει να είναι αποδεκτή από την αρχή για τη συγκράτηση όλων των λυμάτων που συνδέονται με τη λειτουργία του πλοίου, τον αριθμό επιβατών και άλλων παραγόντων. Η δεξαμενή συγκράτησης πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις λειτουργίας με βάση τα πρότυπα και τις μεθόδους δοκιμής που έχει συστήσει η Επιτροπή και θα εγκρίνει η αρχή και

iv) ότι το πλοίο είναι εφοδιασμένο με αγωγό απόρριψης των λυμάτων, ο οποίος μπορεί να συνδεθεί με εγκατάσταση παραλαβής λυμάτων. Ο αγωγός πρέπει να μπορεί να συνδεθεί με τυποποιημένο σύνδεσμο στη ζηρά σύμφωνα με την παράγραφο Ε, ή για ειδικά εμπορικά πλοία, εναλλακτικά με σύμφωνα άλλα πρότυπα τα οποία μπορεί να αποδεχθεί η αρχή όπως η ταχεία σύζευξη συνδέσμων.

Η επιθεώρηση αυτή πρέπει να εκτελείται κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται ότι ο εξοπλισμός, τα εξαρτήματα, οι διευθετήσεις και τα υλικά συμφωνούν πλήρως με τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

Η αρχή αναγνωρίζει το «Πιστοποιητικό Δομικής Τύπου» για εγκαταστάσεις επεξεργασία λυμάτων που εκδίδεται υπό τη δικαιοδοσία άλλων συμβαλλομένων μερών 7

β) πραγματοποιούνται περιοδικές επιθεωρήσεις σε χρονικά διαστήματα που οπρίζει η αρχή, που δεν υπερβαίνουν όμως την πενταετία, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι ο εξοπλισμός, τα εξαρτήματα, οι διευθετήσεις και τα υλικά συμφωνούν πλήρως με τις ισχύουσες απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2. Επιθεωρήσεις του πλοίου όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού πραγματοποιούνται από υπαλλήλους της αρχής. Η αρχή μπορεί ωστόσο να αναθέσει τις αναθεωρήσεις είτε σε επιθεωρητές διορισμένους προς το σκοπό αυτό είτε σε αναγνωρισμένους από αυτήν οργανισμούς. Σε οιαδήποτε περίπτωση, η ενδιαφερόμενη αρχή εγγυάται πλήρως τη διεκπεραίωση και αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων.

3. Μετά την ολοκλήρωση μιας επιθεώρησης στο πλοίο, δεν επιτρέπεται καμμία σημαντική μεταβολή στον εξοπλισμό, τα εξαρτήματα, τις διευθετήσεις ή τα υλικά που κάλυψε η επιθεώρηση χωρίς την έγκριση της αρχής, εκτός της άμεσης αντικατάστασης του εξοπλισμού ή εξαρτημάτων.

Ζ. Πιστοποιητικό

1. Για τα πλοία, για τα οποία πιστοποιείται ότι μεταφέρουν άνω των 50 ατόμων και εκτελούν διεθνή δρομολόγια στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας εκδιδεται πιστοποιητικό πρόληψης της ρύπανσης από λύματα, μετά από επιθεώρησή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου ΣΤ του παρόντος κανονισμού.

2. Το εν λόγω πιστοποιητικό εκδίδεται είτε από την αρχή είτε από κάθε πρόσωπο ή οργανισμό δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτή. Σε καθεμία από τις περιπτώσεις αυτές η αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για το πιστοποιητικό.

3. Το πιστοποιητικό πρόληψης της ρύπανσης από λύματα συντάσσεται σύμφωνα με το υπόδειγμα που δίδεται στο προσάρτημα του παραρτήματος IV της MARPOL 73/78. Εάν η γλώσσα στην οποία είναι συνταγμένο το πιστοποιητικό δεν είναι η αγγλική, το κείμενο περιέχει μετάφρασή του στην αγγλική γλώσσα.

4. Το πιστοποιητικό πρόληψης της ρύπανσης από λύματα εκδίδεται από την αρχή για μια περίοδο πιστοποίησης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.

5. Ένα πιστοποιητικό παύει να ισχύει εφόσον έχουν επέλθει σημαντικές μεταβολές στον εξοπλισμό, τα εξαρτήματα, τις διευθετήσεις ή τα υλικά που απαιτούνται χωρίς την έγκριση της αρχής, εκτός της άμεσης αντικατάστασης του εξοπλισμού αυτού ή των εξαρτημάτων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΕΚΧΥΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΒΑΛΤΙΚΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 της παρούσας σύμβασης η απαγόρευση έκχυσης δεν ισχύει για τη διάθεση καταλοίπων βυθοκόρησης εν πλω, υπό τον όρο ότι:

α) η έκχυση καταλοίπων βυθοκόρησης που περιέχουν επιβλαβείς ουσίες αναφερόμενες στο παράρτημα Ι επιτρέπεται μόνο σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που έχει εκδώσει η επιτροπή 7

β) η έκχυση πραγματοποιείται εφόσον προηγουμένως έχει εκδοθεί ειδική άδεια από την αρμόδια εθνική αρχή είτε

i) εντός της περιοχής εσωτερικών και χωρικών υδάτων του συμβαλλομένου μέρους,

ii) εκτός της περιοχής εσωτερικών και χωρικών υδάτων, εφόσον χρειάζεται, αφού προηγουμένως έχουν γίνει διαβουλεύσεις στην Επιτροπή.

Κατά την έκδοση των εν λόγω αδειών, το συμβαλλόμενο μέρος συμμορφώνεται προς τις διατάξεις του κανονισμού 3 του παρόντος παραρτήματος.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2

1. Η αρμόδια εθνική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 της παρούσας σύμβασης:

α) εκδίδει τις ειδικές άδειες που αναφέρονται στον κανονισμού 1 του παρόντος παραρτήματος 7

β) κρατεί βιβλία όσον αφορά τη φύση και τις ποσότητες των υλικών που επιτρέπεται να εκχυθούν και τον τόπο, το χρόνο και τη μέθοδο έκχυσης 7

γ) συλλέγει τις διαθέσιμες πληροφορίες όσον αφορά τη φύση και τις ποσότητες των υλικών που έχουν απορριφθεί στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας πρόσφατα και μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης, εφόσον τα υλικά που έχουν εκχυθεί θα μπορούσαν να μολύνουν τα ύδατα ή οργανισμούς στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας, να συλλεγούν με αλιευτικό εξοπλισμό ή ειδάλλως να προκαλέσουν ζημίες, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τον τόπο, το χρόνο και τη μέθοδο της εν λόγω έκχυσης.

2. Η ενδεδειγμένη εθνική αρχή εκδίδει ειδικές άδειες σύμφωνα με τον κανονισμό 1 του παρόντος παραρτήματος όσον αφορά τα υλικά που πρόκειται να εκχυθούν στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας, τα οποία:

α) έχουν φορτωθεί στην επικράτειά του 7

β) έχουν φορτωθεί από πλοίο ή αεροσκάφος που έχει νηολογηθεί στην επικράτειά του ή φέρει τη σημαία του, όταν η φόρτωση πραγματοποιείται στο έδαφος ενός κράτους, το οποίο δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας σύμβασης.

3. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος αναφέρει στην Επιτροπή, και εφόσον χρειάζεται στα άλλα συμβαλλόμενα μέρη, τις πληροφορίες που ορίζει η παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού 2 του παρόντος παραρτήματος. Η διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται και η φύση των εν λόγω αναφορών καθορίζεται από την Επιτροπή.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 3

Κατά την έκδοση ειδικών αδειών σύμφωνα με τον κανονισμό 1 του παρόντος παραρτήματος, η ενδεδειγμένη εθνική αρχή λαμβάνει υπόψη:

α) την ποσότητα καταλοίπων βυθοκόρησης που πρέπει να εκχυθούν 7

β) την περιεκτικότητα σε επιβλαβείς ουσίες, όπος αυτές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι 7

γ) τον τόπο (π.χ. συντεταγμένες της περιοχής έκχυσης, βάθος και απόσταση από την ακτή) και τη σχέση του με περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος (π.χ. πλουτοπαραγωγικές περιοχές, περιοχές αναπαραγωγής, εκτροφής και αλιείας ψαριών κ.λπ.) 7

δ) τα χαρακτηριστικά των υδάτων, εφόσον η έκχυση πραγματοποιείται εκτός των χωρικών υδάτων, τα οποία συνίστανται σε:

ι) υδρογραφικές ιδιότητες (π.χ. θερμοκρασία, αλμυρότητα, πυκνότητα, υφή),

ιι) χημικές ιδιότητες (π.χ. pH, διαλελυμένο οξυγόνο, θρεπτικές ύλες),

iii) βιολογικές ιδιότητες (π.χ. πρωτογενής παραγωγή και βένθος),

τα δεδομένα πρέπει να περιλαμβάνουν επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα μέσα ετήσια επίπεδα και τις εποχιακές διακυμάνσεις των ιδιοτήτων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο και

ε) τη διενέργεια και τα αποτελέσματα άλλων εκχύσεων ενδεχομένως στην περιοχή έκχυσης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 4

Οι αναφορές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 5 της παρούσας σύμβασης περιλαμβάνουν τις πληροφορίες, οι οποίες παρέχονται με βάση το έντυπο αναφοράς που καθορίζει η Επιτροπή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΑΠΟ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1: ΟΡΙΣΜΟΙ

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος:

1. «Δραστηριότητα ανοικτής θαλάσσης» νοείται κάθε εξερεύνηση και εκμετάλλευση πετρελαίου και αερίου από σταθερή ή πλωτή εγκατάσταση ή κατασκευή ανοικτής θαλάσσης, συμπεριλαμβανομένων όλων των σχετικών δραστηριοτήτων.

2. «Μονάδα ανοικτής θαλάσσης» νοείται κάθε σταθερή ή πλωτή εγκατάσταση ή κατασκευή ανοικτής θαλάσσης συνδεόμενη με δραστηριότητες εξερεύνησης, εκμετάλλευσης ή παραγωγής αερίου ή πετρελαίου, είτε φόρτωσης ή εκφόρτωσης πετρελαίου 7

3. Η «εξερεύνηση» περιλαμβάνει κάθε δραστηριότητα γεώτρησης, όχι όμως σεισμικές έρευνες 7

4. Η «εκμετάλλευση» περιλαμβάνει κάθε δραστηριότητα παραγωγής, δοκιμών φρέατος ή τόνωσης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2: ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΔΙΑΘΕΣΙΜΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να προλαμβάνουν και να εξαλείφουν τη ρύπανση που προέρχεται από δραστηριότητες ανοικτής θαλάσσης με τη χρήση των αρχών της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας και της ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής, όπως αυτές ορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 3: ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ

1. Πριν επιτραπεί η έναρξη οιασδήποτε δραστηριότητας ανοικτής θαλάσσης πραγματοποιείται εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Σε περίπτωση εκμετάλλευσης, όπως αναφέρεται στον κανονισμό 5, το αποτέλεσμα της εν λόγω εκτίμησης κοινοποιείται στην Επιτροπή πριν επιτραπεί η έναρξη δραστηριότητας ανοικτής θαλάσσης.

2. Σε συνδυασμό με την εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εκτιμάται η περιβαλλοντική ευαισθησία της θαλάσσιας περιοχής που περιβάλλει την προτεινόμενη μονάδα ανοικτής θαλάσσης ώς προς τα ακόλουθα:

α) τη σημασία της περιοχής για τα πτηνά και τα θαλάσσια θηλαστικά 7

β) τη σημασία της περιοχής ως τόπου αλιείας ή αναπαραγωγής των ιχθύων και των οστρακοειδών, καθώς και τη σημασία της περιοχής για την υδατοκαλλιέργεια 7

γ) τη σημασία της περιοχής για δραστηριότητες αναψυχής 7

δ) τη σύνθεση του ιζήματος, η οποία μετρείται ως προς: την κοκκομετρική κατανομή, την ξηρά ύλη, την απώλεια πυρώσεως, τη συνολική περιεκτικότητα σε υδρογονάνθρακες, καθώς και την περιεκτικότητα σε Ba, Cr, Pb, Cu, Hg, και Cd 7

ε) την αφθονία και ποικιλότητα του βένθους και την περιεκτικότητα σε επιλεγμένους αλειφατικούς και αρωματικούς υδρογονάνθρακες.

3. Για να παρακολουθούνται τα αποτελέσματα της εξερευνητικής φάσης των δραστηριοτήτων ανοικτής θαλάσσης, πραγματοποιούνται μελέτες, τουλάχιστον εκείνες που αναφέρονται στο στοιχείο δ) ανωτέρω, πριν και μετά τη λήξη τους.

4. Για να παρακολουθούνται τα αποτελέσματα της εκμετάλλευσης των δραστηριοτήτων ανοικτής θαλάσσης, πραγματοποιούνται μελέτες, τουλάχιστον εκείνες που αναφέρονται στα στοιχεία δ) και ε) ανωτέρω, πριν από τη λήξη τους, σε χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια της εκμετάλλευσης, και μετά τη λήξη της.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 4: ΑΠΟΡΡΙΨΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ

1. Η χρήση ιλύος από τις γεωτρήσεις πετρελαίου ή από ιλείς που περιέχουν άλλες επιβλαβείς ουσίες περιορίζονται μόνο σε εκείνες που είναι απαραίτητες για γεωλογικούς και τεχνικούς λόγους ή για λόγους ασφαλείας και μόνον εφόσον το επιτρέψει η ενδεδειγμένη εθνική αρχή. Στις περιπτώσεις αυτές, λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα και παρέχονται οι κατάλληλες εγκαταστάσεις ούτως ώστε να προληφθεί η απόρριψη της ιλύος αυτής στο θαλάσσιο περιβάλλον.

2. Η ιλύς από γεωτρήσεις πετρελαίου και τα κατάλοιπα που προκύπτουν από τη χρήση ιλύος από γεωτρήσεις πετρελαίου δεν πρέπει να απορρίπτονται στην περιοχή της Βαλτικής Θάλασσας αλλά να μεταφέρονται στην ξηρά για τελική επεξεργασία ή διάθεση κατά τρόπο συμβατό με το περιβάλλον.

3. Η ιλύς υδάτων και τα κατάλοιπά της υπόκειται στην έκδοση αδείας από την αρμόδια εθνική αρχή. Πριν από την έκδοση της αδείας πρέπει να αποδειχθεί ότι η ιλύς αυτή είναι χαμηλής τοξικότητας.

4. Η απόρριψη καταλοίπων που προκύπτουν από τη χρήση ιλύος υδάτων από γεωτρήσεις δεν επιτρέπεται σε εξαιρετικά ευαίσθητα σημεία της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας, όπος τα περιορισμένα ή αβαθή τμήματά της με περιορισμένη εναλλαγή των υδάτων και περιοχές που χαρακτηρίζονται από σπάνια, αξιόλογα ή ιδιαίτερα εύθραυστα οικοσυστήματα.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 5: ΑΠΟΡΡΙΨΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ

Εκτός από τις διατάξεις του παραρτήματος IV, για τις απορρίψεις ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

α) όλες οι χημικές ουσίες και υλικά μεταφέρονται στη ξηρά και μπορούν να απορριφθούν μόνο κατ' εξαίρεση αφού η αρμόδια εθνική αρχή εκδώσει άδεια για κάθε μεμονωμένη περίπτωση 7

β) η απόρριψη υδάτων παραγωγής και υδάτων μετάπτωσης απαγορεύεται, εκτός εάν η περιεκτικότητά τους σε πετρέλαιο αποδειχθεί ότι είναι κατώτερη των 15 mg/l, η οποία έχει μετρηθεί με τις εγκριθείσες από την Επιτροπή μεθόδους ανάλυσης και δειγματοληψίας 7

γ) εάν δεν μπορεί να επιτευχθεί συμμόρφωση προς αυτή την οριακή τιμή με την χρήση της ορθότερης περιβαλλοντικής πρακτικής και της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας, η αρμόδια εθνική αρχή μπορεί να απαιτήσει τις ενδεδειγμένες πρόσθετες μετρήσεις με σκοπό να προληφθεί ενδεχόμενη ρύπανση του θαλασσίου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας και να επιτραπεί, εφόσον χρειάζεται, υψηλότερη οριακή τιμή, η οποία ωστόσο θα είναι όσο το δυνατόν χαμηλότερη και σε καμία περίπτωση δεν θα υπερβαίνει τα 40 mg/l 7 η περιεκτικότητα σε πετρέλαιο μετρείται όπως ορίζεται στο στοιχείο β) ανωτέρω 7

δ) η επιτραπείσα απόρριψη δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να δημιουργήσει δυσμενή αποτελέσματα στο θαλάσσιο περιβάλλον 7

ε) για να αποβεί επωφελή η μελλοντική ανάπτυξη της εχνολογίας καθαρισμού και παραγωγής, οι άδειες απόρριψης επανεξετάζονται τακτικά από την αρμόδια εθνική αρχή και ναθεωρούνται αναλόγως τα όρια απορρίψεων.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 6: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαιτεί από τον φορέα εκμετάλλευσης ή από καθε άλλο πρόσωπο υπεύθυνο τηςμονάδας ανοικτής θαλάσσης να προβαίνει σε αναφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 5.1 του παραρτήματος VII της παρούσας σύμβασης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 7: ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ

Κάθε μονάδα ανοικτής θαλάσσης διαθέτει σχέδιο έκτακτης ανάγκης για αντιμετώπιση της ρύπανσης σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει η αρμόδια εθνική αρχή. Το σχέδιο περιέχει πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα συναγερμού και επικοινωνίας, οργάνωση των μέτρων αντιμετώπισης, κατάλογο του διατιθέμενου εξοπλισμού και περιγραφή των μέτρων που πρέπει να λαμβάνονται ανάλογα με τους τύπους των περιστατικών ρύπανσης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 8: ΠΑΡΟΠΛΙΣΜΕΝΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΗΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη διασφαλίζουν ότι οι εγκαταλελειμμένες, παροπλισμένες μονάδες ανοικτής θαλάσσης και οι κατά τύχη κατεστραμμένες μονάδες ανοικτής θαλάσσης αποσύρονται πλήρως και μεταφέρονται στη ξηρά υπό την ευθύνη του ιδιοκτήτη τους και ότι φράσσονται τα αντίστοιχα φρεάτια γεώτρησης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 9: ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

Τα συμβαλλόμενα μέρη ανταλλάσσουν συνεχώς πληροφορίες μέσω της Επιτροπής σχετικά με τον τόπο και τη φύση όλων των δραστηριοτήτων ανοικτής θαλάσσης που έχουν προγραμματιστεί ή έχουν περατωθεί και σχετικά με τη φύση και τον όγκο των απορρίψεων, καθώς και όσον αφορά τα έκτακτα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΡΥΠΑΝΣΗΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 1: ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν να διατηρήσουν ετοιμότητα για την αντιμετώπιση των περιστατικών ρύπανσης που απειλούν το θάλασσιο περιβάλλον της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας. Η ετοιμότητα αυτή περιλαμβάνει την κατάλληλο εξοπλισμό, πλοία και ανθρώπινο δυναμικό για επιχειρήσεις στα παράκτια ύδατα, καθώς επίσης και στην ανοικτή θάλασσα.

2. α) Εκτός από τα περιστατικά που αναφέρονται στο άρθρο 13, το συμβαλλόμενο μέρος κοινοποιεί επίσης χωρίς καθυστέρηση εκείνα τα περιστατικά ρύπανσης που σημειώνονται στη δική του περιοχή, τα οποία επηρέαζουν δυσμενώς ή μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς τα συμφέροντα άλλων συμβαλλομένων μερών 7

β) σε περίπτωση σημαντικού περιστατικού ρύπανσης τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη και η επιτροπή ενημερώνονται επίσης όσο το δυνατόν συντομώτερα.

3. Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν ότι, ανάλογα με τις ικανότητες τους και τους σχετικούς διαθέσιμους πόρους, συνεργάζονται για την αντιμετώπιση των περιστατικών ρύπανσης, όταν η σοβαρότητά τους το δικαιολογεί.

4. Επίσης, τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν άλλα μέτρα με σκοπό:

α) να διεξαγάγουν τακτική επιτήρηση εκτός των ακτογραμμών τους 7

β) άλλως, να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες με άλλα συμβαλλόμενα μέρη ούτως ώστε να βελτιώσουν την ετοιμότητά τους για την αντιμετώπιση των περιστατικών ρύπανσης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2: ΕΚΤΑΚΤΑ ΜΕΤΡΑ

Κάθε συμβαλλόμενο μέρος καταρτίζει εθνικό σχέδιο εκτάκτων μέτρων και σε συνεργασία με τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη, όταν χρειάζεται, διμερή ή πολυμερή σχέδια από κοινού αντιμετώπισης των περιστατικών ρύπανσης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 3: ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ

1. Για να αποφεύγονται οι παραβιάσεις των υπαρχόντων κανονισμών σχετικά με την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία, τα συμβαλλόμενα μέρη αναπτύσσουν και εφαρμόζουν, μεμονωμένα ή κατόπιν συνεργασίας μεταξύ τους,

δραστηριότητες επιτήρησης της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας ούτως ώστε να εντοπίζουν και να παρακολουθούν πετρελαιοκηλίδες και άλλες ουσίες που έχουν ελευθερωθεί στη θάλασσα.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν τη λήψη κατάλληλων μέτρων με σκοπό να διεξαγάγουν την επιτήρηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, μεταξύ άλλων, από αέρος με τη χρήση συστημάτων τηλεαίσθησης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 4: ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν όσο το δυνατόν συντομώτερα διμερώς ή πολυμερώς επί των περιοχών εκείνων της Βαλτικής Θάλασσας, στις οποίες θα διεξάγουν δραστηριότητες επιτήρησης και θα αναλάβουν δράση με σκοπό να αντιμετωπίσουν ένα σημαντικό περιστατικό ρύπανσης που έχει σημειωθεί ή είναι πιθανόν να σημειωθεί. Οι εν λόγω συμφωνίες δεν θίγουν άλλες συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ συμβαλλομένων μερών για το ίδιο θέμα. Τα όμορα κράτη διασφαλίζουν την εναρμόνιση των διαφόρων συμφωνιών. Τα συμβαλλόμενα μέρη ενημερώνουν τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη και την Επιτροπή σχετικά με τις εν λόγω συμφωνίες.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 5: ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

1. α) Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαιτεί από τους πλοιάρχους ή άλλα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για πλοία που φέρουν τη σημαία του να αναφέρουν χωρίς καθυστέρηση κάθε συμβάν του πλοίου τους στο οποίο ενέχεται απόρριψη ή ενδεχόμενη απόρριψη πετρελαίου ή άλλων επιβλαβών ουσιών 7

β) η αναφορά πραγματοποιείται στο πλησιέστερο παράκτιο κράτος και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 και του πρωτοκόλλου Ι της διεθνούς σύμβασης για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία του 1973, όπως τροποποιήθηκε από το σχετικό πρωτόκολλο του 1978 (MARPOL 73/78) 7

γ) τα συμβαλλόμενα μέρη απαιτούν από τους πλοιάρχους ή άλλα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για πλοία και από τους κυβερνήτες αεροσκαφών να αναφέρουν χωρίς καθυστέρηση και σύμφωνα με το σύστημα αυτό τις σημαντικές εκχύσεις πετρελαίου ή άλλων επιβλαβών ουσιών που παρατήρησαν στη θάλασσα. Οι εν λόγω αναφορές αναφέρουν ει δυνατόν τα ακόλουθα δεδομένα: χρόνο, τόπο, κατάσταση που επικρατεί όσον αφορά τους ανέμους και τη θάλασσα και το είδος, την έκταση και την πιθανή πηγή της πετρελαιοκηλίδας που παρατηρήθηκε.

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχείο β) ισχύουν επίσης όσον αφορά την πόντιση που πραγματοποιήθηκε με βάση τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 4 της παρούσας σύμβασης.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 6: ΕΚΤΑΚΤΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΙΒΑΤΙΚΑ ΠΛΟΙΑ

1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαιτεί από τα πλοία που φέρουν τη σημαία του να διαθέτουν σχέδιο έκτακτης ανάγκης κατά της ρύπανσης από πετρελαιοειδή, όπως απαιτείται με βάση τις διατάξεις της MARPOL 73/78.

2. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος απαιτεί από τους πλοιάρχους πλοίων που φέρουν τη σημαία του ή, για τις σταθερές ή πλωτές εξέδρες που λειτουργούν υπό τη δικαιοδοσία του, από τα άτομα που είναι υπεύθυνα για τις εξέδρες να παράσχουν, σε περίπτωση περιστατικού ρύπανσης και εφόσον το ζητήσουν οι αρμόδιες αρχές, λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το πλοίο ή το φορτίο του ή, για τις εξέδρες, την παραγωγή που συνδέεται με ενέργειες πρόληψης ή αντιμετώπισης της ρύπανσης στη θάλασσα, και να συνεργάζονται με τις αρχές αυτές.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 7: ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ

1. Το συμβαλλόμενο μέρος προβαίνει, όταν σημειώνεται περιστατικό ρύπανσης στην περιοχή του, στις αναγκαίες εκτιμήσεις της κατάστασης και αναλαμβάνει κατάλληλη δράση αντιμετώπισης ούτως ώστε να αποφευχθούν ή να ελαχιστοποιηθούν τα συνεπακόλουθα της ρύπανσης.

2. α) Το συμβαλλόμενο μέρος, βάσει του στοιχείου β), χρησιμοποιεί μηχανικά μέσα αντιμετώπισης των περιστατικών ρύπανσης 7

β) χημικές ουσίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και αφού η αρμόδια εθνική αρχή το επιτρέψει σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση.

3. Όταν μία πετρελαιοκηλίδα μετατοπίζεται ή ενδέχεται να μετατοπιστεί στην περιοχή ενός άλλου συμβαλλομένου μέρους, το συμβαλλόμενο μέρος αυτό ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση σχετικά με την κατάσταση και τις δράσεις που έχουν αναληφθεί.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 8: ΣΥΝΔΡΟΜΗ

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του κανονισμού 1:

α) ένα συμβαλλόμενο μέρος πρέπει να ζητήσει τη συνδρομή άλλων συμβαλλομένων μερών όταν αντιμετωπίζει ένα περιστατικό ρύπανσης στη θάλασσα 7

β) τα συμβαλλόμενα μέρη καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για να παράσχουν τη συνδρομή τους.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία νομικά ή διοικητικά μέσα με σκοπό να διευκολύνουν:

α) την άφιξη, τη χρήση και την αναχώρηση από την επικράτειά τους πλοίων, αεροσκαφών και άλλων μεταφορικών μέσων που έχουν κληθεί για την αντιμετώπιση του περιστατικού ρύπανσης ή για τη μεταφορά προσωπικού, φορτίων, υλικών και εξοπλισμού απαιτούμενου για την αντιμετώπιση του περιστατικού και

β) την ταχεία μετακίνηση, εντός, μέσω και εκτός της επικράτειάς του του προσωπικού, φορτίων, υλικού και εξοπλισμού που αναφέρεται στο στοιχείο α).

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 9: ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ

1. Τα συμβαλλόμενα μέρη αναλαμβάνουν τις δαπάνες συνδρομής που αναφέρεται στον κανονισμό 8 σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2. α) Εάν η δράση αναλήφθηκε από ένα συμβαλλόμενο μέρος κατόπιν ρητής αίτησης ενός άλλου συμβαλλομένου μέρους, το συμβαλλόμενο μέρος που ζήτησε τη συνδρομή αποζημιώνει το συμβαλλόμενο μέρος που παρέσχε τη συνδρομή για τις δαπάνες της δράσης συνδρομής. Εάν ακυρωθεί η αίτηση συνδρομής, το συμβαλλόμενο μέρος που ζήτησε τη συνδρομή αναλαμβάνει τις δαπάνες στις οποίες έχει ήδη υποβληθεί ή έχει αναλάβει το συμβαλλόμενο μέρος που παρέχει τη συνδρομή 7

β) εάν η δράση αναλήφθηκε από ένα συμβαλλόμενο μέρος κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας, το εν λόγω συμβαλλόμενο μέρος αναλαμβάνει τις δαπάνες της δράσης του 7

γ) οι αρχές που ορίζονται ανωτέρω στα στοιχεία α) και β) ισχύουν, εκτός εάν τα ενδιαφερόμενα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση.

3. Οι δαπάνες της δράσης που έχει αναλάβει ένα συμβαλλόμενο μέρος κατόπιν αίτησης ενός άλλου συμβαλλόμενου μέρους υπολογίζονται δικαίως σύμφωνα με τη νομοθεσία και την τρέχουσα πρακτική του συμβαλλόμενου μέρους που παρέχει τη συνδρομή του όσον αφορά την αποζημίωση των εν λόγω δαπανών, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά.

4. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν ερμηνεύονται κατά κανένα τρόπο έτσι ώστε να θιγούν τα δικαιώματα των συμβαλλομένων μερών να καλύπτουν από τρίτα μέρη τις δαπάνες δράσεων που έχουν αναλάβει για να αντιμετωπίσουν περιστατικά ρύπανσης με βάση άλλες ισχύουσες διατάξεις και κανόνες του διεθνούς δικαίου και των εθνικών ή διεθνικών κανονισμών.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 10: ΤΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

1. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος παρέχει πληροφορίες στα υπόλοιπα συμβαλλόμενα μέρη και την Επιτροπή σχετικά με:

α) την οργάνωσή του για την αντιμετώπιση των πετρελαιοκηλίδων στη θάλασσα και άλλων επιβλαβών ουσιών 7

β) τους κανονισμούς του και άλλα θέματα που έχουν άμεση επίπτωση στην ετοιμότητα και τη δυνατότητα αντιμετώπισης της ρύπανσης στη θάλασσα από πετρέλαιο και άλλες επιβλαβείς ουσίες 7

γ) την αρχή που είναι αρμόδια για την παραλαβή και την διανομή αναφορών σχετικών με τη ρύπανση της θάλασσας από πετρελαιοκηλίδες και άλλες επιβλαβείς ουσίες 7

δ) τις αρμόδιες αρχές που απασχολούνται με θέματα σχετικά με τα μέτρα αμοιβαίας συνδρομής, πληροφόρησης και συνεργασίας μεταξύ των συμβαλλομένων μερών σύμφωνα με το παρόν παράρτημα και

ε) τις δράσεις που αναλαμβάνουν σύμφωνα με τους κανονισμούς 7 και 8 του παρόντος παραρτήματος.

2. Τα συμβαλλόμενα μέρη ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τα ερευνητικά και αναπτυξιακά προγράμματα, τα αποτελέσματα όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να αντιμετωπιστεί η ρύπανση από πετρέλαιο και άλλες επιβλαβείς ουσίες, καθώς και τις εμπειρίες από τις δραστηριότητες επιτήρησης και αντιμετώπισης της εν λόγω ρύπανσης.

3. Τα συμβαλλόμενα μέρη εκτελούν σε τακτά χρονικά διαστήματα από κοινού επιχειρήσεις καταπολέμησης της ρύπανσης, καθώς και ασκήσεις ετοιμότητας.

4. Τα συμβαλλόμενα μέρη συνεργάζονται στο πλαίσιο του διεθνούς οργανισμού ναυτιλίας σε θέματα που αφορούν την εφαρμογή και περαιτέρω ανάπτυξη της διεθνούς σύμβασης για την ετοιμότητα, αντιμετώπιση και συνεργασία σε περιστατικά ρύπανσης από το πετρέλαιο.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 11: ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΤΗΣ HELCOM

Τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν σχετικά με την εφαρμογή, εφόσον είναι εφικτή, των αρχών και κανόνων που περιλαμβάνει το εγχειρίδιο συνεργασίας για την καταπολέμηση της θαλάσσιας ρύπανσης, το οποίο περιλαμβάνει το παρόν παράρτημα και έχει εγκρίνει η Επιτροπή ή η επιτροπή που έχει ορίσει η Επιτροπή προς το σκοπό αυτό.

Top