EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62018CC0524

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Hogan της 12ης Σεπτεμβρίου 2019.
Dr. Willmar Schwabe GmbH & Co.KG κατά Queisser Pharma GmbH & Co. KG.
Αίτηση του Bundesgerichtshof για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Δημόσια υγεία – Πληροφόρηση και προστασία των καταναλωτών – Κανονισμός (ΕΚ) 1924/2006 – Εκτελεστική απόφαση 2013/63/ΕΕ – Ισχυρισμοί επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα – Άρθρο 10, παράγραφος 3 – Μνεία γενικών, μη προσδιοριζόμενων, ευεργετικών αποτελεσμάτων – Έννοια του όρου “συνοδεύεται” από συγκεκριμένο ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας – Υποχρέωση υποβολής επιστημονικών στοιχείων – Περιεχόμενο.
Υπόθεση C-524/18.

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2019:727

 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

GERARD HOGAN

της 12ης Σεπτεμβρίου 2019 ( 1 )

Υπόθεση C‑524/18

Dr. Willmar Schwabe GmbH & Co. KG

κατά

Queisser Pharma GmbH & Co. KG

[αίτηση του Bundesgerichtshof
(Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Δημόσια υγεία – Πληροφόρηση και προστασία των καταναλωτών – Κανονισμός (ΕΚ) 1924/2006 – Ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα – Άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 3 – Έννοια του όρου “συνοδεύεται” από συγκεκριμένο ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας – Αναφορά σε γενικά, μη προσδιοριζόμενα, ευεργετικά αποτελέσματα – Υποχρέωση υποβολής επιστημονικών στοιχείων – Περιεχόμενο»

1. 

Όταν στην εμπρόσθια όψη συσκευασίας συμπληρωμάτων διατροφής γίνεται αναφορά σε γενικούς ισχυρισμούς υγείας, μπορεί να θεωρηθεί ότι ο κατασκευαστής έχει συμμορφωθεί με την απαίτηση του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 1924/2006 ( 2 ), κατά την οποία η αναφορά αυτή «είναι δυνατή μόνον εάν συνοδεύεται από συγκεκριμένο ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας, ο οποίος περιλαμβάνεται στους καταλόγους των άρθρων 13 ή 14», όταν ο συγκεκριμένος ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας αναγράφεται στην οπίσθια όψη της εν λόγω συσκευασίας; Αυτό είναι, κατ’ ουσίαν, το κύριο ερώτημα που καλείται εν προκειμένω να εξετάσει το Δικαστήριο κατόπιν σχετικής αιτήσεως του Bundesgerichtshof (Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία).

2. 

Το ζήτημα που αφορά τα επιστημονικά στοιχεία έχει εξεταστεί στις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα M. Bobek στην υπόθεση Nelsons, C‑177/15 ( 3 ). Υπό το πρίσμα αυτό, προτείνω, σύμφωνα και με το αίτημα του Δικαστηρίου, να εξεταστεί στις παρούσες προτάσεις μόνον το ζήτημα της ερμηνείας του άρθρου 10, παράγραφος 3. Προηγουμένως είναι αναγκαίο να παρατεθεί το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο.

Νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3.

Ο κανονισμός 1924/2006 αναφέρει στην αιτιολογική σκέψη 1 ότι «[σ]την Κοινότητα ο αριθμός των τροφίμων που επισημαίνονται και διαφημίζονται με ισχυρισμούς επί θεμάτων διατροφής και υγείας αυξάνεται συνεχώς. Προκειμένου να εξασφαλιστεί υψηλού επιπέδου προστασία των καταναλωτών και να διευκολυνθεί η επιλογή τους, τα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των εισαγόμενων, που διατίθενται στην αγορά […] θα πρέπει να είναι ασφαλή και να φέρουν επαρκή επισήμανση».

4.

Η αιτιολογική σκέψη 16 εκθέτει περαιτέρω ότι «[ε]ίναι σημαντικό οι ισχυρισμοί για τα τρόφιμα να είναι κατανοητοί από τον καταναλωτή και είναι σκόπιμο να προστατεύονται όλοι οι καταναλωτές από τους παραπλανητικούς ισχυρισμούς. Ωστόσο, το Δικαστήριο [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Σεπτεμβρίου 1984, σχετικά με την παραπλανητική και συγκριτική διαφήμιση, θεώρησε αναγκαίο, κατά την εκδίκαση ορισμένων υποθέσεων διαφήμισης να εξετάσει τις επιπτώσεις στον ιδεατό τυπικό καταναλωτή. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, και προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική εφαρμογή των προστατευτικών μέτρων που περιέχει η οδηγία αυτή, ο παρών κανονισμός λαμβάνει ως σημείο αναφοράς τον μέσο καταναλωτή, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως παρατηρητικός και προσεκτικός, λαμβανομένων υπόψη των κοινωνικών, πολιτιστικών και γλωσσικών παραγόντων, όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο, αλλά παράλληλα λαμβάνει πρόνοια και για την πρόληψη της εκμετάλλευσης των καταναλωτών, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των οποίων τους καθιστούν ιδιαιτέρως ευάλωτους σε παραπλανητικούς ισχυρισμούς».

5.

Στην αιτιολογική σκέψη 23 επισημαίνεται ότι «[ο]ι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας θα πρέπει να εγκρίνονται για χρήση στην Κοινότητα μόνον μετά από επιστημονική αξιολόγηση του υψηλότερου δυνατού επιπέδου. Προκειμένου να εξασφαλισθεί η εναρμονισμένη επιστημονική αξιολόγηση αυτών των ισχυρισμών, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων θα πρέπει να πραγματοποιεί τις αξιολογήσεις αυτές».

6.

Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, σημείο 1, ως ισχυρισμός νοείται «κάθε μήνυμα ή απεικόνιση, η οποία δεν είναι υποχρεωτική σύμφωνα με την κοινοτική ή εθνική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης τυχόν εικαστικής, γραφικής ή συμβολικής απεικόνισης, υπό οποιαδήποτε μορφή, η οποία δηλώνει, υπονοεί ή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το τρόφιμο έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά».

7.

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, σημείο 5, ως ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας νοείται «κάθε ισχυρισμός που δηλώνει, υπονοεί ή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχει σχέση μεταξύ κατηγορίας τροφίμων, τροφίμου ή συστατικού του και της υγείας».

8.

Το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, προβλέπει ότι «[η] χρήση ισχυρισμών επί θεμάτων διατροφής και υγείας επιτρέπεται μόνον εάν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι: α) η παρουσία, η απουσία ή η μειωμένη περιεκτικότητα, σε τρόφιμο ή κατηγορία τροφίμων, της θρεπτικής ή άλλης ουσίας για την οποία γίνεται ο ισχυρισμός έχει αποδεδειγμένα ευεργετικό θρεπτικό ή φυσιολογικό αποτέλεσμα, σύμφωνα με γενικώς αποδεκτά επιστημονικά στοιχεία».

9.

Το άρθρο 6, παράγραφος 1, ορίζει ότι «[ο]ι ισχυρισμοί επί θεμάτων διατροφής και υγείας βασίζονται και τεκμηριώνονται από γενικώς αποδεκτά επιστημονικά στοιχεία».

10.

Το άρθρο 10, παράγραφος 1, προβλέπει ότι «[ο]ι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας απαγορεύονται, εκτός εάν συνάδουν προς τις γενικές απαιτήσεις του Κεφαλαίου ΙΙ και τις ειδικές απαιτήσεις του παρόντος Κεφαλαίου και έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και περιλαμβάνονται στους καταλόγους εγκεκριμένων ισχυρισμών που προβλέπονται στα άρθρα 13 και 14».

11.

Το άρθρο 10, παράγραφος 3, προβλέπει ότι «[η] μνεία γενικών, μη προσδιοριζομένων, ευεργετικών αποτελεσμάτων της θρεπτικής ουσίας ή του τροφίμου στο σύνολο της υγείας ή στην ευεξία ως αποτέλεσμα καλής υγείας είναι δυνατή μόνον εάν συνοδεύεται από συγκεκριμένο ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας, ο οποίος περιλαμβάνεται στους καταλόγους των άρθρων 13 ή 14».

12.

Το άρθρο 13, παράγραφος 1, ορίζει ότι «[ο]ι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας οι οποίοι περιγράφουν ή μνημονεύουν: α) το ρόλο θρεπτικής ή άλλης ουσίας στην αύξηση, την ανάπτυξη και τις λειτουργίες του οργανισμού, ή β) ψυχολογικές λειτουργίες και λειτουργίες συμπεριφοράς […] και οι οποίοι επισημαίνονται στον κατάλογο της παραγράφου 3, επιτρέπονται χωρίς προσφυγή στις διαδικασίες των άρθρων 15 έως 19, εφόσον: i) βασίζονται σε γενικώς αποδεκτά επιστημονικά στοιχεία, και ii) είναι ευκόλως κατανοητοί από το μέσο καταναλωτή».

13.

Το άρθρο 13, παράγραφος 3, προβλέπει ότι, «[κ]ατόπιν διαβούλευσης με την [Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων], η Επιτροπή θεσπίζει, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 25 παράγραφος 3, κοινοτικό κατάλογο με τους κατά την παράγραφο 1 επιτρεπόμενους ισχυρισμούς, ο οποίος έχει ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, καθώς και όλους τους αναγκαίους όρους για τη χρήση αυτών των ισχυρισμών».

14.

Ο κανονισμός 432/2012 της Επιτροπής ( 4 ) προβλέπει στο άρθρο 1, στοιχεία αʹ και βʹ, ότι «[ο] κατάλογος των ισχυρισμών υγείας που μπορούν να διατυπώνονται για τα τρόφιμα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1924/2006, καθορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού. Οι ισχυρισμοί υγείας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να διατυπώνονται για τα τρόφιμα σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο παράρτημα».

15.

Το Παράρτημα περιλαμβάνει τη Βιταμίνη Β ως B6 και B12, για καθεμία εκ των οποίων μπορεί να διατυπωθεί, μεταξύ άλλων, ο ισχυρισμός ότι «συμβάλλει στη φυσιολογική λειτουργία των μεταβολικών διεργασιών που αποσκοπούν στην παραγωγή ενέργειας», καθώς και τον ψευδάργυρο για τον οποίο μπορεί να διατυπωθεί, μεταξύ άλλων, ο ισχυρισμός ότι «συμβάλλει στη φυσιολογική γνωσιακή λειτουργία».

16.

Το Παράρτημα ορίζει, επίσης, ότι οι ως άνω ισχυρισμοί μπορούν να διατυπωθούν μόνο για τρόφιμα που αποτελούν τουλάχιστον πηγή βιταμίνης B6, Β12 ή ψευδαργύρου αντίστοιχα, όπως παρατίθενται στο παράρτημα του κανονισμού 1924/2006 υπό τον τίτλο «Πηγή [όνομα της/των βιταμίνης(-ών)] και/ή [όνομα του/των ανόργανου (-ων) άλατος(-ων)]».

17.

Υπό τον τίτλο αυτό, το Παράρτημα του κανονισμού 1924/2006 προβλέπει ότι «[ο] ισχυρισμός ότι τρόφιμο αποτελεί πηγή βιταμινών ή/και ανοργάνων αλάτων, καθώς και κάθε ισχυρισμός που ενδέχεται να έχει το ίδιο νόημα για τον καταναλωτή, μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον όταν το προϊόν περιέχει τουλάχιστον σημαντική ποσότητα, κατά το Παράρτημα της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ, ή ποσότητα βάσει παρεκκλίσεων που παρέχονται κατά το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2006 για την προσθήκη βιταμινών και ανόργανων στοιχείων και ορισμένων άλλων ουσιών στα τρόφιμα».

18.

Τέλος, με την εκτελεστική απόφαση 2013/63 της Επιτροπής ( 5 ) θεσπίστηκαν κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή ειδικών όρων για τους ισχυρισμούς υγείας που καθορίζονται στο άρθρο 10 του κανονισμού 1924/2006 (στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές).

19.

Το σημείο 3, πρώτο εδάφιο, των κατευθυντήριων γραμμών αναφέρει ότι «[τ]ο άρθρο 10 παράγραφος 3 επιτρέπει τη χρήση εύκολων, ελκυστικών δηλώσεων που αναφέρονται σε γενικά, μη συγκεκριμένα οφέλη του τροφίμου για τη συνολική υγεία ή για την ευεξία, χωρίς προηγούμενη έγκριση, υπό συγκεκριμένους όρους. Η χρήση αυτών των δηλώσεων μπορεί να είναι χρήσιμη στους καταναλωτές, αφού θα δίνεται η δυνατότητα επικοινωνίας πιο φιλικών προς τους καταναλωτές μηνυμάτων. Ωστόσο, υπάρχει το ενδεχόμενο της εύκολης παρανόησης και/ή παρερμηνείας από τους καταναλωτές, δημιουργώντας ενδεχομένως μια εικόνα άλλων/καλύτερων οφελών ενός τροφίμου για την υγεία, από αυτά που έχει πραγματικά. Για το λόγο αυτό, όταν γίνεται αναφορά σε γενικά, μη συγκεκριμένα οφέλη για την υγεία, απαιτείται να συνοδεύονται αυτές οι αναφορές από συγκεκριμένο ισχυρισμό υγείας από τους καταλόγους των επιτρεπόμενων ισχυρισμών υγείας του ενωσιακού μητρώου. Για τους σκοπούς του κανονισμού, οι συγκεκριμένοι εγκεκριμένοι ισχυρισμοί υγείας που συνοδεύουν δήλωση στην οποία γίνεται αναφορά σε γενικά, μη συγκεκριμένα οφέλη για την υγεία, θα πρέπει να διατυπώνονται “δίπλα” ή “μετά” από αυτή τη δήλωση».

20.

Περαιτέρω, κατά το σημείο 3, δεύτερο εδάφιο, «[ο]ι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί από τους καταλόγους των επιτρεπόμενων ισχυρισμών υγείας θα πρέπει να έχουν κάποια συνάφεια με τη γενική αναφορά. Όσο ευρύτερη είναι αυτή η αναφορά, π.χ. “για καλή υγεία”, τόσο περισσότεροι ισχυρισμοί υγείας από τους επιτρεπόμενους καταλόγους θα είναι κατάλληλοι για να τη συνοδεύσουν. Επίσης, πρέπει να δοθεί προσοχή στο γεγονός ότι το άρθρο 10 ορίζει κανόνες όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιούνται οι ισχυρισμοί υγείας και δεδομένου ότι το άρθρο 10 αναφέρεται συγκεκριμένα στους κανόνες των κεφαλαίων II και IV, οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη για τη συμμόρφωση των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων με τις απαιτήσεις που ορίζει το άρθρο 10 παράγραφος 3. Επομένως, για να αποφεύγεται η παραπλάνηση των καταναλωτών, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων έχουν την ευθύνη να καταδεικνύουν τη σχέση μεταξύ των γενικών, μη συγκεκριμένων οφελών για την υγεία ενός τροφίμου και του ειδικού, συνοδευτικού επιτρεπόμενου ισχυρισμού υγείας».

21.

Τέλος, το σημείο 3, τρίτο εδάφιο, αναφέρει ότι «[ο]ρισμένοι ισχυρισμοί που υποβλήθηκαν προς έγκριση κατά τη διάρκεια της επιστημονικής τους αξιολόγησης κρίθηκαν πολύ γενικοί ή μη συγκεκριμένοι για αξιολόγηση. Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν ήταν δυνατόν να εγκριθούν και, επομένως, περιλαμβάνονται στους καταλόγους των μη εγκεκριμένων ισχυρισμών διατροφής και υγείας του ενωσιακού μητρώου. Αυτό δεν αποκλείει να επωφεληθούν οι ισχυρισμοί αυτοί από τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 3 και, επομένως, να μπορούν να χρησιμοποιηθούν νόμιμα, όταν συνοδεύονται από συγκεκριμένο ισχυρισμό από τον κατάλογο των επιτρεπόμενων ισχυρισμών υγείας σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο».

22.

Το ενωσιακό μητρώο ισχυρισμών διατροφής και υγείας δημοσιεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ( 6 ). Περιέχει 40 μη εγκεκριμένους ισχυρισμούς που αφορούν τη βιταμίνη B, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται πέντε για τη βιταμίνη B2 και έξι για τη βιταμίνη B12, καθώς και επτά μη εγκεκριμένους ισχυρισμούς που αφορούν τον ψευδάργυρο. Ουδείς από τους μη εγκεκριμένους ισχυρισμούς φαίνεται να αντιστοιχεί σε κάποιον από τους επίμαχους εν προκειμένω ισχυρισμούς.

Το εθνικό δίκαιο

23.

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του Gesetz gegen den unlauteren Wettbewerb (νόμου περί αθέμιτου ανταγωνισμού, στο εξής: UWG) ( 7 ) προβλέπει ότι «[α]παγορεύονται οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, εφόσον είναι ικανές να επηρεάσουν κατά τρόπο αισθητό τα συμφέροντα των ανταγωνιστών, των καταναλωτών ή όσων άλλων δραστηριοποιούνται στην αγορά».

24.

Το άρθρο 5, παράγραφος 1, σημείο 1, του UWG ορίζει ότι «[κ]άθε παραπλανητική εμπορική πρακτική συνιστά πράξη αθέμιτου ανταγωνισμού. Η εμπορική πρακτική είναι παραπλανητική όταν περιλαμβάνει αναληθείς πληροφορίες ή άλλες παραπλανητικές πληροφορίες ως προς ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία: (1) τα κύρια χαρακτηριστικά του αγαθού ή της υπηρεσίας, όπως η διαθεσιμότητα, η φύση, η επίδοση, τα πλεονεκτήματα, η επικινδυνότητα, η σύνθεση, τα εξαρτήματα, η μέθοδος και η ημερομηνία παραγωγής, παραδόσεως ή παροχής τους, η καταλληλότητά τους, οι δυνατότητες χρήσεώς τους, η ποσότητα, οι ιδιότητες, η εξυπηρέτηση των πελατών μετά την πώληση και η διαδικασία υποβολής παραπόνων και καταγγελιών, η γεωγραφική ή εμπορική προέλευσή τους, τα αναμενόμενα από τη χρήση αποτελέσματα ή τα αποτελέσματα ή βασικά χαρακτηριστικά των δοκιμών που έχουν πραγματοποιηθεί για το σχετικό αγαθό ή τη σχετική υπηρεσία».

25.

Το άρθρο 11, παράγραφος 1, του Lebensmittel, Bedarfsgegenstände und Futtermittelgesetzbuch (κώδικα τροφίμων, ειδών ευρείας κατανωλώσεως και ζωοτροφών, στο εξής: LFGB) ( 8 ) προβλέπει ότι «[α]παγορεύεται η εμπορία τροφίμων με παραπλανητική ονομασία ή με τη χρήση παραπλανητικών στοιχείων ή ενδείξεων και η διαφήμιση τροφίμων, γενικώς ή συγκεκριμένως, με τη χρήση ανακριβών στοιχείων ή παραπλανητικών δηλώσεων. Συντρέχει περίπτωση παραπλανήσεως, ιδίως, όταν: (1) σε σχέση με ορισμένο τρόφιμο χρησιμοποιούνται ονομασίες, ενδείξεις, στοιχεία, περιγραφές ή άλλες δηλώσεις που θα μπορούσαν να παραπλανήσουν ως προς τα χαρακτηριστικά του, ιδίως δε ως προς το είδος, την ποιότητα, τη σύνθεση, την ποσότητα, τη μέγιστη διάρκεια συντηρήσεως, την καταγωγή, την προέλευση ή τη μέθοδο παρασκευής ή παραγωγής του».

Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία και τα προδικαστικά ερωτήματα

26.

Η ενάγουσα και νυν αναιρεσείουσα Dr. Willmar Schwabe GmbH & Co.KG (στο εξής: ενάγουσα) παράγει και πωλεί φυτικά φάρμακα με εκχύλισμα φύλλων Ginkgo, τα οποία είναι εγκεκριμένα για τη συμπτωματική θεραπεία νοητικών δυσχερειών οφειλόμενων σε εγκεφαλικά αίτια όπως, ιδίως, διαταραχών μνήμης και συγκεντρώσεως.

27.

Η εναγομένη και νυν αντίδικος κατ’ αναίρεση Queisser Pharma GmbH & Co. KG (στο εξής: εναγομένη) πωλεί το συμπλήρωμα διατροφής «Doppelherz aktiv Ginkgo + B-Vitamine + Cholin» (Doppelherz δραστική ουσία Ginkgo + βιταμίνες Β + χολίνη), το οποίο περιέχει συνολικά οκτώ συστατικά, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η χολίνη, ο ψευδάργυρος, το εκχύλισμα φύλλων Ginkgo και οι βιταμίνες B1 (θειαμίνη), B2, B5 (παντοθενικό οξύ) και B12.

28.

Στην εμπρόσθια όψη της εξωτερικής συσκευασίας αναγράφεται ο ισχυρισμός: «B-Vitamine und Zink für Gehirn, Nerven, Konzentration und Gedächtnis» (Βιταμίνες B και ψευδάργυρος για τον εγκέφαλο, τα νεύρα, τη συγκέντρωση και τη μνήμη).

29.

Στην οπίσθια όψη της εξωτερικής συσκευασίας αναγράφονται πλείστοι ισχυρισμοί, εκ των οποίων οι ακόλουθοι αφορούν τις βιταμίνες Β και τον ψευδάργυρο σε σχέση με τον εγκέφαλο, τα νεύρα, τη συγκέντρωση και τη μνήμη:

«Η βιταμίνη B1 και η βιταμίνη B12 συμβάλλουν στον φυσιολογικό ενεργειακό μεταβολισμό και στη φυσιολογική λειτουργία του νευρικού συστήματος καθώς και στην ομαλή ψυχολογική λειτουργία.

Η βιταμίνη B2, όπως και η βιταμίνη B1, συμβάλλει στον φυσιολογικό ενεργειακό μεταβολισμό και στη φυσιολογική λειτουργία του νευρικού συστήματος. Επιπλέον συμβάλλει στην προστασία των κυττάρων από το οξειδωτικό στρες.

Το ιχνοστοιχείο ψευδάργυρος συμβάλλει στη φυσιολογική γνωστική λειτουργία και στην προστασία των κυττάρων από το οξειδωτικό στρες.»

30.

Στην οπίσθια όψη της συσκευασίας αναγράφονται, επίσης, πρόσθετοι ισχυρισμοί που αφορούν τις βιταμίνες Β σε σχέση με άλλες περιπτώσεις, και όχι σε σχέση με τον εγκέφαλο, τα νεύρα, τη συγκέντρωση και τη μνήμη, καθώς και πρόσθετοι ισχυρισμοί που αφορούν άλλα συστατικά.

31.

Η ενάγουσα κίνησε διαδικασία ενώπιον του Landgericht Düsseldorf (περιφερειακού πρωτοβάθμιου δικαστηρίου Ντίσελντορφ, Γερμανία) προβάλλοντας ότι ο αναγραφόμενος στην εμπρόσθια όψη της εξωτερικής συσκευασίας ισχυρισμός προσκρούει στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, στο άρθρο 6, παράγραφος 1, και στο άρθρο 10, παράγραφος 1, του κανονισμού 1924/2006, καθώς και στο άρθρο 5, παράγραφος 1, του UWG και στο άρθρο 11, παράγραφος 1, του LFGB. Το Landgericht Düsseldorf (περιφερειακό πρωτοβάθμιο δικαστήριο Ντίσελντορφ) απέρριψε την αγωγή με απόφαση της 28ης Αυγούστου 2014.

32.

Με απόφαση που εκδόθηκε στις 30 Ιουνίου 2016 από το Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Ντίσελντορφ, Γερμανία), η έφεση της ενάγουσας απερρίφθη με το αιτιολογικό ότι ο αναγραφόμενος στην εμπρόσθια όψη της εξωτερικής συσκευασίας ισχυρισμός δεν αντίκειται ούτε στο άρθρο 10, παράγραφος 1, ούτε στο άρθρο 10, παράγραφος 3, του κανονισμού.

33.

Το Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Ντίσελντορφ) έκρινε ότι επρόκειτο για έναν γενικό, μη συγκεκριμένο ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας ο οποίος συνοδευόταν από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας στην οπίσθια όψη της εξωτερικής συσκευασίας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν και οι σχετικοί με τις βιταμίνες B1, B5 και B12, καθώς και τον ψευδάργυρο ισχυρισμοί. Επιπλέον, το Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Ντίσελντορφ) εκτίμησε ότι το άρθρο 10, παράγραφος 3, του κανονισμού δεν προβλέπει ειδικές απαιτήσεις ως προς τον τρόπο με τον οποίο οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί θα πρέπει να συνοδεύουν έναν γενικό ισχυρισμό.

34.

Περαιτέρω, το Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Ντίσελντορφ) έκρινε ότι, εάν ο ισχυρισμός που αναγράφεται στην εμπρόσθια όψη της εξωτερικής συσκευασίας θεωρηθεί συγκεκριμένος ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας, τότε πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 10, παράγραφος 1, καθόσον στην οπίσθια όψη της εξωτερικής συσκευασίας παρέχονται στοιχεία για τους επιμέρους συγκεκριμένους ισχυρισμούς. Ωστόσο, το Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Ντίσελντορφ) αποφάνθηκε ότι μόνον ένας ισχυρισμός που αφορά συγκεκριμένες λειτουργίες του οργανισμού μπορεί να θεωρηθεί ως συγκεκριμένος ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας, περίπτωση η οποία όμως δεν συντρέχει εν προκειμένω.

35.

Ως προς την αιτίαση που αφορά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του UWG και το άρθρο 11, παράγραφος 1, του LFGB, το Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο Ντίσελντορφ) έκρινε ότι, κατόπιν της διαπιστώσεώς του σχετικά με τον κανονισμό, παρείλκε η εξέταση των διατάξεων αυτών.

36.

Η ενάγουσα προσέφυγε, εν συνεχεία, ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, Bundesgerichthof (Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου, Γερμανία), βάσει ειδικής διαδικασίας η οποία αφορά μόνο ζητήματα νομικής φύσεως. Το αιτούν δικαστήριο επιβεβαίωσε εν γένει την ερμηνεία του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού εκ μέρους του Oberlandesgericht Düsseldorf (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Ντίσελντορφ), αλλά έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαίο να εξεταστεί επικουρικώς το άρθρο 10, παράγραφος 1.

37.

Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο δέχθηκε ότι ο τρόπος με τον οποίο συγκεκριμένοι ισχυρισμοί πρέπει να συνοδεύουν έναν γενικό ισχυρισμό εγείρει όντως θέματα ερμηνείας του κανονισμού, ιδίως δεδομένου ότι από διάφορες γλωσσικές αποδόσεις και την προγενέστερη νομολογία του αιτούντος δικαστηρίου φαίνεται να απαιτείται άμεση σύνδεση μεταξύ των γενικών και των συγκεκριμένων ισχυρισμών όπως, για παράδειγμα, με τη χρήση αστερίσκου που παραπέμπει τον αναγνώστη από τον ένα στον άλλον ισχυρισμό.

38.

Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο εκτίμησε ότι στην υπό κρίση υπόθεση τίθεται, επίσης, το ζήτημα αν ένας γενικός ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας, πέραν της απαιτήσεως να συνοδεύεται από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας, πρέπει και ο ίδιος να βασίζεται σε επιστημονικά στοιχεία, μολονότι οι γενικοί ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας που διαλαμβάνονται στο άρθρο 10, παράγραφος 3, εξαιρούνται από τις διαδικασίες εγκρίσεως του κανονισμού.

39.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε τα ακόλουθα ερωτήματα:

«1)

“Συνοδεύεται”, κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1924/2006, η μνεία γενικών και μη προσδιοριζόμενων ευεργετικών αποτελεσμάτων από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας βάσει των καταλόγων των άρθρων 13 ή 14 του εν λόγω κανονισμού, όταν η μνεία αυτή γίνεται στην εμπρόσθια όψη ενώ οι επιτρεπόμενοι ισχυρισμοί αναγράφονται στην οπίσθια όψη μιας εξωτερικής συσκευασίας και, κατά την αντίληψη των συναλλαγών, είναι μεν σαφής η σύνδεση των ισχυρισμών από απόψεως περιεχομένου με την εν λόγω μνεία, πλην όμως η μνεία δεν περιλαμβάνει καμία ρητή παραπομπή όπως, για παράδειγμα, έναν αστερίσκο που να παραπέμπει στους ισχυρισμούς της οπίσθιας όψεως;

2)

Πρέπει, και στις περιπτώσεις όπου γίνεται μνεία γενικών και μη προσδιοριζόμενων ευεργετικών αποτελεσμάτων υπό την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1924/2006, να υπάρχουν στοιχεία υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και του άρθρου 6, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού;»

40.

Γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλαν η ενάγουσα, η εναγομένη και η Επιτροπή, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν και κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

Ανάλυση

Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

41.

Η ενάγουσα επισήμανε ότι τα προδικαστικά ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου επικεντρώνονται στην ερμηνεία του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού, ενώ η ίδια υποστηρίζει ότι το Δικαστήριο πρέπει να προβεί σε ερμηνεία και του άρθρου 10, παράγραφος 1.

42.

Η Επιτροπή πρότεινε επίσης ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει θέση ως προς το ζήτημα αν απαιτείται έγκριση, βάσει του κανονισμού, και των γενικών ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας που αφορούν το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού διαφόρων συστατικών.

43.

Καταρχάς, κατά πάγια νομολογία, καθόσον, δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, «η δυνατότητα καθορισμού των προς υποβολή ερωτημάτων ανατίθεται μόνο στον εθνικό δικαστή, οι διάδικοι δεν μπορούν να μεταβάλουν το περιεχόμενο των ερωτημάτων αυτών» ( 9 ).

44.

Εντούτοις, από την πάγια νομολογία προκύπτει, επίσης, ότι το Δικαστήριο δύναται να εξετάζει πρόσθετα ζητήματα, όταν διαπιστώνει ότι τούτο θα μπορούσε να αποβεί χρήσιμο στο αιτούν δικαστήριο ( 10 ).

45.

Στην προκείμενη υπόθεση, εκτιμώ ότι, προκειμένου να δοθεί απάντηση στο πρώτο ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου, είναι αναγκαίο να εξεταστεί πρώτα η διάκριση μεταξύ γενικών και συγκεκριμένων ισχυρισμών, μολονότι το ζήτημα αυτό δεν τέθηκε ρητώς από το αιτούν δικαστήριο.

46.

Όσον αφορά το ζήτημα του συνδυασμένου αποτελέσματος γενικών ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας οι οποίοι καλύπτουν περισσότερα του ενός συστατικά, αυτό σχετίζεται με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο. Όπως όμως έχω ήδη επισημάνει, το Δικαστήριο ζήτησε να εξεταστεί στις παρούσες προτάσεις μόνον το πρώτο προδικαστικό ερώτημα.

Ερώτημα 1:

47.

Το πρώτο προδικαστικό ερώτημα αφορά, κατ’ ουσίαν, τον τρόπο με τον οποίο οι γενικοί ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας πρέπει να συνοδεύονται από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας, αλλά, όπως προανέφερα, εκτιμώ ότι είναι πρώτα αναγκαίο να καθοριστούν τα κριτήρια διακρίσεως μεταξύ γενικών και συγκεκριμένων ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας.

Συγκεκριμένοι και γενικοί ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας

48.

Το άρθρο 2, παράγραφος 2, σημείο 5, του κανονισμού 1924/2006, το οποίο ορίζει τους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας, δεν διακρίνει μεταξύ συγκεκριμένων και γενικών ισχυρισμών. Ομοίως, δεν γίνεται καμία διάκριση στο άρθρο 5, παράγραφος 1, το οποίο απαιτεί επιστημονικά στοιχεία για τους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας, ούτε στο άρθρο 10, παράγραφος 1, το οποίο απαιτεί τη χρήση εγκεκριμένης διατυπώσεως για τους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας, σύμφωνα με το Παράρτημα του κανονισμού 432/2012 της Επιτροπής.

49.

Ωστόσο, η χρήση των γενικών ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας προβλέπεται ρητώς στο άρθρο 10, παράγραφος 3, το οποίο περαιτέρω τους χαρακτηρίζει ως «μη-προσδιοριζόμενους» και απαιτεί να συνοδεύονται από «συγκεκριμένους» ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας. Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται σαφές ότι οι συγκεκριμένοι και γενικοί ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας αποτελούν συμπληρωματικά μέρη των ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας, υπό την έννοια ότι ένας τέτοιου είδους ισχυρισμός μπορεί να είναι είτε συγκεκριμένος είτε γενικός.

50.

Την άποψη αυτή υποστηρίζει και ο γενικός εισαγγελέας Μ. Bobek με τις προτάσεις του στην υπόθεση Nelsons, στις οποίες επισήμανε ότι το άρθρο 10, παράγραφος 3, δεν έχει ως σκοπό «τη θέσπιση μιας νέας διαφορετικής κατηγορίας δηλώσεων που θα εμφανίζονται στα προϊόντα, αλλά αντιθέτως, επιδιώκ[ει] την αναγνώριση δύο ξεχωριστών τύπων ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας ‑τους γενικούς και τους συγκεκριμένους‑ οι οποίοι χρήζουν διαφορετικής μεταχειρίσεως» ( 11 ).

51.

Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται και από τις κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίστηκαν με την εκτελεστική απόφαση 2013/63 της Επιτροπής σχετικά με τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή ειδικών όρων για τους ισχυρισμούς υγείας που καθορίζονται στο άρθρο 10 του κανονισμού 1924/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στο σημείο 3, τρίτο εδάφιο, των οποίων εκτίθεται ότι «[ο]ρισμένοι ισχυρισμοί που υποβλήθηκαν προς έγκριση κατά τη διάρκεια της επιστημονικής τους αξιολόγησης κρίθηκαν πολύ γενικοί ή μη συγκεκριμένοι για αξιολόγηση». Για τους ισχυρισμούς αυτούς, στο σημείο αυτό επισημαίνεται, επίσης, ότι «[α]υτό δεν αποκλείει να επωφεληθούν οι ισχυρισμοί αυτοί από τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 3 και, επομένως, να μπορούν να χρησιμοποιηθούν νόμιμα, όταν συνοδεύονται από συγκεκριμένο ισχυρισμό από τον κατάλογο των επιτρεπόμενων ισχυρισμών υγείας σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο».

52.

Εκ των ανωτέρω γεννάται, συνεπώς, το ερώτημα εάν θα ήταν χρήσιμο να τεθούν προσδιοριστικά κριτήρια για τη διάκριση μεταξύ συγκεκριμένων και γενικών ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας. Για να είναι «σύννομος» ένας συγκεκριμένος ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας πρέπει να είναι «εγκεκριμένος» και η διατύπωσή του να περιλαμβάνεται σε δημοσιευμένο κατάλογο. Ισχυρισμός ο οποίος κρίνεται υπερβολικά γενικός δεν θα εγκρίνεται, αλλά μπορεί εντούτοις να χρησιμοποιηθεί ως γενικός ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας εφόσον συνοδεύεται από έναν σύννομο συγκεκριμένο ισχυρισμό.

53.

Κατά συνέπεια, για την πρακτική εφαρμογή του κανονισμού 1924/2006 από την άποψη αυτή φαίνεται να επιβάλλεται η εξέταση μόνο δύο ζητημάτων. Πρώτον, εάν ο ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας αποτελεί σύννομο συγκεκριμένο ισχυρισμό ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο των εγκεκριμένων ισχυρισμών και, εφόσον δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση, δεύτερον, εάν ο ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας συνοδεύεται και υποστηρίζεται από σύννομους συγκεκριμένους ισχυρισμούς.

54.

Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει, υπό το πρίσμα των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως, εάν, σε μια δεδομένη περίπτωση, ένας ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας συνιστά σύννομο συγκεκριμένο ισχυρισμό ή υποστηριζόμενο γενικό ισχυρισμό. Η αξιολόγηση συγκεκριμένων ισχυρισμών είναι λιγότερο περίπλοκη, διότι βασίζεται στην αντιπαραβολή τους με τον κατάλογο των εγκεκριμένων ισχυρισμών. Η αξιολόγηση των γενικών ισχυρισμών είναι, αντιθέτως, περιπλοκότερη διότι απαιτεί σύγκριση των γενικών ισχυρισμών με τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς που φέρονται να τους υποστηρίζουν.

55.

Ούτε ο κανονισμός ούτε τα πρόσθετα μέτρα που ελήφθησαν από την Επιτροπή παρέχουν οιαδήποτε ένδειξη ως προς τον βαθμό της απαιτούμενης υποστήριξης, παρά το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες γραμμές αναφέρουν όντως στο σημείο 3, δεύτερο εδάφιο, ότι «οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων έχουν την ευθύνη να καταδεικνύουν τη σχέση μεταξύ των γενικών, μη συγκεκριμένων οφελών για την υγεία ενός τροφίμου και του ειδικού, συνοδευτικού επιτρεπόμενου ισχυρισμού υγείας».

56.

Στην υπό κρίση υπόθεση, ο γενικός ισχυρισμός φαίνεται να υποστηρίζεται εν μέρει από έναν εγκεκριμένο συγκεκριμένο ισχυρισμό σχετικά με τον ψευδάργυρο, αλλά είναι μάλλον πιο σύνθετο το ζήτημα αν ο εν λόγω γενικός ισχυρισμός υποστηρίζεται από εγκεκριμένους συγκεκριμένους ισχυρισμούς όσον αφορά τις βιταμίνες Β. Ωστόσο, όπως ήδη επισημάνθηκε, εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει το ζήτημα αυτό, υπό το πρίσμα των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως και οιωνδήποτε συναφών επιστημονικών ή άλλων στοιχείων που θα επιλέξουν να επικαλεστούν οι διάδικοι.

Συνοδευόμενοι ισχυρισμοί

57.

Η εναγομένη συντάσσεται με την ευρεία ερμηνεία του όρου «συνοδεύεται», θεωρώντας ο καταναλωτής πρέπει να τεκμαίρεται ότι θα διαβάσει και την οπίσθια όψη μιας συσκευασίας, ενώ η ενάγουσα και η Επιτροπή συντάσσονται με τη στενή ερμηνεία του όρου «συνοδεύεται» διότι το άρθρο 10, παράγραφος 3, αποτελεί εξαίρεση του γενικού κανόνα του άρθρου 10, παράγραφος 1, κατά τον οποίο οι ισχυρισμοί υγείας υποβάλλονται σε διαδικασία εγκρίσεως. Υποστηρίζουν επίσης ότι, στην υπό κρίση υπόθεση, οι φερόμενοι ως συγκεκριμένοι υποστηρικτικοί ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας εντάσσονται σε μια ευρύτερη ομάδα ισχυρισμών, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερές να διαπιστωθεί ποιοι εξ αυτών προορίζονται να στηρίξουν τον γενικό ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας.

58.

Κατά το σημείο 3, πρώτο εδάφιο, των κατευθυντήριων γραμμών, «για τους σκοπούς του κανονισμού [1924/2006], οι συγκεκριμένοι εγκεκριμένοι ισχυρισμοί υγείας που συνοδεύουν δήλωση στην οποία γίνεται αναφορά σε γενικά, μη συγκεκριμένα οφέλη για την υγεία, θα πρέπει να διατυπώνονται “δίπλα” ή “μετά” από αυτή τη δήλωση» ( 12 ).

59.

Εάν πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά γράμμα η διατύπωση των κατευθυντήριων γραμμών («δίπλα» ή «μετά»), τούτο θα σήμαινε ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας πρέπει να γειτνιάζει άμεσα με τον γενικό ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας προκειμένου να θεωρηθεί ότι συνάδει με την απαίτηση του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού περί «συνοδείας». Μολονότι είναι αληθές ότι το άρθρο 10, παράγραφος 4, προβλέπει τη δυνατότητα εκδόσεως κατευθυντήριων γραμμών, οι οποίες κατά την αιτιολογική σκέψη 2 της εκτελεστικής αποφάσεως 2013/63 της Επιτροπής έχουν σκοπό να διασφαλιστεί «η συνέπεια στην εφαρμογή αυτών των διατάξεων» και να «εξασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια και βεβαιότητα για τους οικονομικούς φορείς», είναι αυτονόητο ότι σε μια Ένωση που βασίζεται στον σεβασμό του κράτους δικαίου, η υφιστάμενη διατύπωση του άρθρου 10, παράγραφος 3, του κανονισμού δεν δύναται να μεταβληθεί ή να τροποποιηθεί ή να διευρυνθεί με οποιονδήποτε άλλο τρόπο λόγω της εκδόσεως κατευθυντήριων γραμμών όπως οι ανωτέρω.

60.

Επομένως, η απάντηση στο σχετικό ερώτημα πρέπει να δοθεί μόνο βάσει της συγκεκριμένης διατυπώσεως του άρθρου 10, παράγραφος 3. Όσο στενή και λεπτή και αν είναι η διάκριση αυτή, η λέξη «συνοδεύεται» είναι σε κάθε περίπτωση ευρύτερη και εκτενέστερη των λέξεων «δίπλα» ή «μετά» που χρησιμοποιούνται στις κατευθυντήριες γραμμές. Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, στην καθομιλουμένη να κάνουμε λόγο για μια «συνοδευτική» ενός δώρου επιστολή, ακόμη και όταν η επιστολή περιέχεται σε σφραγισμένο φάκελο ενώ το ίδιο το δώρο φέρει χωριστό περιτύλιγμα.

61.

Συνεπώς, κατά τη γνώμη μου, η χρήση της λέξεως «συνοδεύεται» στο πλαίσιο αυτό υποδηλώνει ότι αρκεί οι απαιτούμενοι από το άρθρο 10, παράγραφος 3, συγκεκριμένοι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας να εμφανίζονται ευδιάκριτα σε άλλο σημείο της συσκευασίας. Δεν είναι αναγκαίο οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας να βρίσκονται δίπλα στους γενικούς ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας που, εν προκειμένω, αναγράφονται στην εμπρόσθια όψη της συσκευασίας, ή να έπονται αυτών, ή να γειτνιάζουν άμεσα με αυτούς. Ούτε το άρθρο 10, παράγραφος 3, θέτει ως προϋπόθεση τη σύνδεση κατά κάποιον τρόπο, όπως για παράδειγμα με αστερίσκο, των γενικών και συγκεκριμένων ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας. Αντιθέτως, αρκεί οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας να είναι επαρκώς ευδιάκριτοι ώστε να είναι προσβάσιμοι και ευανάγνωστοι για τον καταναλωτή.

62.

Εάν θεωρηθεί ότι, ερμηνευόμενο κατ’ αυτόν τον τρόπο από το Δικαστήριο, το άρθρο 10, παράγραφος 3, είναι ελλιπές ή ότι δεν προστατεύει επαρκώς τα συμφέροντα των καταναλωτών, τότε, βεβαίως, επαφίεται στον νομοθέτη της Ένωσης να θεραπεύσει αυτή την ανεπάρκεια. Ωστόσο, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου πρέπει να γίνει δεκτό ότι, στην καθομιλουμένη, μια δήλωση στην οπίσθια όψη της συσκευασίας καταναλωτικού προϊόντος μπορεί να θεωρηθεί ότι «συνοδεύει» τη δήλωση που αναγράφεται στην εμπρόσθια όψη της συσκευασίας αυτής.

63.

Η άποψη αυτή επιρρωννύεται από την απόφαση Neptune (C‑157/14) ( 13 ), στην οποία το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι, «θεσπίζοντας τις διατάξεις του κανονισμού 1924/2006 και της οδηγίας 2009/54, ο νομοθέτης της Ένωσης έκρινε αναγκαίο να εξασφαλίσει τη δυνατότητα του καταναλωτή να λαμβάνει υπό συνθήκες διαφάνειας κατάλληλη πληροφόρηση».

64.

Περαιτέρω, κατά την απόφαση Teekanne (C‑195/14) ( 14 ), «από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι οι καταναλωτές, των οποίων η απόφαση να αγοράσουν ορισμένο προϊόν εξαρτάται, μεταξύ άλλων, από τη σύνθεσή του, είναι εύλογο να διαβάζουν πρώτα τον κατάλογο των συστατικών».

65.

Κατά τη γνώμη μου, τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη στη νομολογία αυτή μπορούν να εφαρμοσθούν κατ’ αναλογία στην υπό κρίση υπόθεση, με αποτέλεσμα να μπορεί να θεωρηθεί αναμενόμενο ότι ο καταναλωτής που διαβάζει μια γενική δήλωση επί θεμάτων υγείας στην εμπρόσθια όψη της συσκευασίας ενός τροφίμου θα συμβουλευθεί και τις πρόσθετες πληροφορίες οι οποίες παρέχονται στην οπίσθια όψη της συσκευασίας, και οι οποίες, πέραν του καταλόγου συστατικών, ενδέχεται να περιλαμβάνουν και ένα σύνολο συγκεκριμένων ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας που έχουν σκοπό να στηρίξουν τον γενικό ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας.

66.

Ως εκ τούτου, είμαι της γνώμης ότι δεν μπορεί να απαιτείται γενικώς η χρήση ενός συγκεκριμένου συνδετικού εργαλείου, όπως η χρήση αστερίσκου, για να κατευθύνει τον καταναλωτή από την εμπρόσθια στην οπίσθια όψη της συσκευασίας. Ωστόσο, η κατάσταση περιπλέκεται όταν οι πληροφορίες στην οπίσθια όψη της συσκευασίας περιέχουν πλειάδα δηλώσεων, από τις οποίες μόνον ορισμένες χρησιμεύουν για να στηρίξουν τον αναγραφόμενο στην εμπρόσθια όψη της συσκευασίας γενικό ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας, όπως υποστήριξαν η ενάγουσα και η Επιτροπή.

67.

Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εξετάσει, υπό το πρίσμα των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως, εάν ένας γενικός ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας υποστηρίζεται όντως από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας, με επαρκή σαφήνεια ώστε να μπορεί να αξιολογηθεί από τον καταναλωτή.

68.

Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο, στην απόφαση Teekanne (C‑195/14) ( 15 ), υπογράμμισε ότι «ο εθνικός δικαστής πρέπει κυρίως να βασίζεται στις προσδοκίες που τεκμαίρεται ότι έχει ως προς την εν λόγω επισήμανση ο μέσος καταναλωτής, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος».

69.

Επιπλέον, επισημαίνεται ότι στην υπό κρίση υπόθεση θα μπορούσε να ανακύψει ένα πρόσθετο πρόβλημα, δεδομένου ότι πολλές από τις δηλώσεις στην οπίσθια όψη της συσκευασίας που αφορούν τη βιταμίνη Β δεν φαίνεται να αντιστοιχούν στον κατάλογο των εγκεκριμένων συγκεκριμένων ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας. Εντούτοις, και για το ζήτημα αυτό είναι αρμόδιο να αποφανθεί το εθνικό δικαστήριο.

Δεύτερο προδικαστικό ερώτημα

70.

Όπως προεκτέθηκε, οι προτάσεις αυτές περιορίζονται στην εξέταση του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος.

71.

Στην υπόθεση Nelsons (C‑177/15) ( 16 ), ο γενικός εισαγγελέας M. Bobek υποστήριξε την άποψη ότι «δεν είναι απαραίτητο να παρέχονται άμεσα επιστημονικά στοιχεία όσον αφορά τους γενικούς ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας. Τουναντίον, αυτού του είδους οι ισχυρισμοί πρέπει να συνοδεύονται από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας, οι οποίοι στηρίζονται σε τέτοιου είδους στοιχεία. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα να παρέχονται εμμέσως στοιχεία και ως προς τον οικείο γενικό ισχυρισμό».

72.

Συμφωνώ με την άποψη αυτή.

Πρόταση

73.

Προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που του υπέβαλε το Bundesgerichtshof (Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία) ως ακολούθως:

1)

Το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1924/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τους ισχυρισμούς επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα, έχει την έννοια ότι ο όρος «συγκεκριμένοι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας» παραπέμπει στους ισχυρισμούς που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με τον κανονισμό, ενώ ο όρος «γενικοί ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας» παραπέμπει στους ισχυρισμούς που μπορούν να συνοδεύονται από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας.

2)

Το άρθρο 10, παράγραφος 3, του κανονισμού 1924/2006 έχει την έννοια ότι, όταν εκτιμάται αν γενικοί ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας συνοδεύονται από συγκεκριμένους ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας πρέπει να εξετάζεται, πρώτον, εάν οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας έχουν εγκριθεί, δεύτερον, εάν οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί επί θεμάτων υγείας υποστηρίζουν τους γενικούς ισχυρισμούς επί θεμάτων υγείας και, τρίτον, εάν ο μέσος καταναλωτής, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, μπορεί να διακρίνει τη σχέση μεταξύ των γενικών και των συγκεκριμένων ισχυρισμών.

3)

Καταρχάς, η αναγραφή γενικών ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας στην εμπρόσθια όψη συσκευασίας και συγκεκριμένων ισχυρισμών επί θεμάτων υγείας στην οπίσθια όψη της συσκευασίας αρκεί για να διαπιστωθεί ότι υφίσταται μεταξύ τους σχέση, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι ο γενικός ισχυρισμός επί θεμάτων υγείας «συνοδεύεται» από τον συγκεκριμένο ισχυρισμό επί θεμάτων υγείας, κατά την έννοια του άρθρου 10, παράγραφος 3. Ωστόσο, εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει εάν η αναγραφή και άλλων πληροφοριών στη συσκευασία μπορεί να καταστήσει τη σχέση αυτή μη επαρκώς σαφή για τον μέσο καταναλωτή ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

( 2 ) Κανονισμός (ΕΚ) 1924/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τους ισχυρισμούς επί θεμάτων διατροφής και υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα (ΕΕ 2006, L 404, σ. 9), όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/343 της Επιτροπής, της 28ης Φεβρουαρίου 2019. Τα πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση υποθέσεως καλύπτονται από το ενοποιημένο κείμενο του κανονισμού που δημοσιεύθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2014 ως έγγραφο 02006R1924-20141213.

( 3 ) EU:C:2016:474. Το Δικαστήριο δεν εξέτασε πάντως το ζήτημα αυτό στην απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 2016, Nelsons (C‑177/15, EU:C:2016:888).

( 4 ) Κανονισμός (ΕΕ) 432/2012 της Επιτροπής, της 16ης Μαΐου 2012, σχετικά με τη θέσπιση καταλόγου επιτρεπόμενων ισχυρισμών υγείας που διατυπώνονται για τα τρόφιμα, εξαιρουμένων όσων αφορούν τη μείωση του κινδύνου εκδήλωσης ασθένειας και την ανάπτυξη και υγεία των παιδιών (ΕΕ 2012, L 136, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1407 της Επιτροπής. Τα πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση υποθέσεως καλύπτονται από το ενοποιημένο κείμενο του κανονισμού που δημοσιεύθηκε στις 13 Μαΐου 2014 ως έγγραφο 02012R0432-20140513.

( 5 ) Εκτελεστική απόφαση 2013/63/ΕΕ της Επιτροπής, της 24ης Ιανουαρίου 2013, σχετικά με τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή ειδικών όρων για τους ισχυρισμούς υγείας που καθορίζονται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 22, σ. 25).

( 6 ) Βλ. http://ec.europa.eu/food/safety/labelling_nutrition/claims/register/public/.

( 7 ) Όπως ίσχυε στην υπόθεση της κύριας δίκης.

( 8 ) Όπως ίσχυε στην υπόθεση της κύριας δίκης.

( 9 ) Απόφαση της 6ης Μαρτίου 2003, Kaba (C‑466/00, EU:C:2003:127, σκέψη 40 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

( 10 ) Βλ. αποφάσεις της 17ης Δεκεμβρίου 2015, Neptune Distribution (C‑157/14, EU:C:2015:823, σκέψη 33 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία), και της 7ης Αυγούστου 2018, Smith (C‑122/17, EU:C:2018:631, σκέψη 34).

( 11 ) Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Μ. Bobek στην υπόθεση Nelsons (C‑177/15, EU:C:2016:474, σημείο 56).

( 12 ) Το ίδιο συμπέρασμα συνάγεται και από το γερμανικό κείμενο των κατευθυντήριων γραμμών, κατά το οποίο «für die Zwecke der Verordnung sollte die dem Verweis auf allgemeine, nichtspezifische Vorteile für die Gesundheit beigefügte zugelassene spezielle gesundheitsbezogene Angabe neben oder unter diesem Verweis angebracht werden».

( 13 ) Απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2015 (EU:C:2015:823, σκέψη 51).

( 14 ) Απόφαση της 4ης Ιουνίου 2015, Teekanne (C‑195/14, EU:C:2015:361, σκέψη 37).

( 15 ) Απόφαση της 4ης Ιουνίου 2015, Teekanne (C‑195/14, EU:C:2015:361, σκέψη 36).

( 16 ) Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Μ. Bobek στην υπόθεση Nelsons (C‑177/15, EU:C:2016:474, σημείο 71).

Top