Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010TJ0383

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 17ης Απριλίου 2013.
    Continental Bulldog Club Deutschland eV κατά Γραφείον εναρμονίσεως στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ).
    Κοινοτικό σήμα - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος CONTINENTAL - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Περιγραφικός χαρακτήρας - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009.
    Υπόθεση T-383/10.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2013:193

    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Διατακτικό

    Διάδικοι

    Στην υπόθεση T-383/10,

    Continental Bulldog Club Deutschland eV, με έδρα το Βερολίνο (Γερμανία), εκπροσωπούμενος αρχικώς από τον S. Vollmer και στη συνέχεια από τον U. Rühl, avocats,

    προσφεύγων,

    κατά

    Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου αρχικώς από τον S. Schäffner και στη συνέχεια από την D. Walicka,

    καθού,

    με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 23ης Ιουνίου 2010 (υπόθεση R 300/2010-1), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σημείου CONTINENTAL ως κοινοτικού σήματος,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

    συγκείμενο από τους N. J. Forwood, πρόεδρο, F. Dehousse και J. Schwarcz (εισηγητή), δικαστές,

    γραμματέας: E. Coulon

    έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 7 Σεπτεμβρίου 2010,

    έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 17 Δεκεμβρίου 2010,

    έχοντας υπόψη την επιστολή με την οποία ο προσφεύγων παραιτήθηκε του αιτήματος περί καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως και κρίνοντας επομένως, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 135α του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ότι πρέπει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Σκεπτικό της απόφασης

    Ιστορικό της διαφοράς

    1. Στις 7 Σεπτεμβρίου 2009 ο προσφεύγων σύλλογος Continental Bulldog Club Deutschland eV υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1).

    2. Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση συνίσταται στο λεκτικό σημείο CONTINENTAL.

    3. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, εμπίπτουν στις κλάσεις 31 και 44 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και έχει τροποποιηθεί, που αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

    – κλάση 31: «Ζώα και συγκεκριμένα σκύλοι»·

    – κλάση 44: «Φύλαξη και εκτροφή σκύλων και συγκεκριμένα κουταβιών και ζώων εκτροφής».

    4. Με απόφαση της 9ης Φεβρουαρίου 2010, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως σήματος για το σύνολο των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και γʹ, του κανονισμού 207/2009.

    5. Την 1η Μαρτίου 2010 ο προσφεύγων άσκησε προσφυγή ενώπιον του ΓΕΕΑ κατά της αποφάσεως του εξεταστή.

    6. Με απόφαση της 23ης Ιουνίου 2010 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε την προσφυγή, για τον λόγο ότι το λεκτικό σημείο CONTINENTAL έχει, όσον αφορά τις υπηρεσίες και τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, περιγραφικό χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, και στερείται διακριτικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού αυτού.

    Αιτήματα των διαδίκων

    7. Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    – να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση·

    – επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση καθόσον αυτή αφορά «προϊόντα και υπηρεσίες» της κλάσεως 44·

    – να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

    8. Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    – να απορρίψει την προσφυγή·

    – να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

    Σκεπτικό

    9. Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως οι οποίοι αντλούνται, αντιστοίχως, από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ιδίου αυτού κανονισμού.

    Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως

    10. Κατά τον προσφεύγοντα, κακώς έκρινε το τμήμα προσφυγών ότι το λεκτικό σημείο CONTINENTAL ήταν περιγραφικό όσον αφορά τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες.

    11. Το ΓΕΕΑ αμφισβητεί τα επιχειρήματα του προσφεύγοντος.

    12. Πρέπει να υπομνησθεί συναφώς ότι, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, απορρίπτονται οι αιτήσεις καταχωρίσεως «[των σημάτων] που αποτελούνται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν [στις συναλλαγές] προς δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας».

    13. Κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 επιδιώκει την επίτευξη σκοπού γενικού συμφέροντος, βάσει του οποίου οι ενδείξεις ή τα σημεία που είναι περιγραφικά των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των υπηρεσιών ή των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώριση πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουνίου 2007, T-339/05, MacLean-Fogg κατά ΓΕΕΑ (LOKTHREAD), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

    14. Επιπλέον, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, σημεία ή ενδείξεις δυνάμενα να χρησιμεύσουν στις συναλλαγές προς δήλωση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του προϊόντος ή της υπηρεσίας για τα οποία ζητείται η καταχώριση τεκμαίρεται ότι αδυνατούν να επιτελέσουν την ουσιώδη λειτουργία του σήματος, δηλαδή τον προσδιορισμό της εμπορικής προελεύσεως του προϊόντος ή της υπηρεσίας, ώστε ο καταναλωτής ο οποίος αγοράζει το προϊόν ή είναι αποδέκτης της υπηρεσίας που προσδιορίζεται από το σήμα να προβεί αργότερα, στο πλαίσιο μελλοντικής αγοράς, στην ίδια επιλογή, αν μείνει ικανοποιημένος, ή σε άλλη επιλογή, αν δεν ικανοποιηθεί (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 13 απόφαση LOKTHREAD, σκέψη 28 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    15. Ως εκ τούτου, για να εμπίπτει στην απαγόρευση που θέτει η διάταξη αυτή, το σημείο πρέπει να συνδέεται με τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες κατά τρόπο αρκούντως άμεσο και συγκεκριμένο, έτσι ώστε το ενδιαφερόμενο κοινό να μπορεί να αντιληφθεί αμέσως και άνευ ετέρας σκέψεως την περιγραφή των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών ή ενός εκ των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων τους (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 13 απόφαση LOKTHREAD, σκέψη 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    16. Πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι ο περιγραφικός χαρακτήρας σημείου εκτιμάται μόνο σε σχέση με το πώς το εκλαμβάνει το ενδιαφερόμενο κοινό, αφενός, και σε σχέση με τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες, αφετέρου (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 13 απόφαση LOKTHREAD, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    17. Το ζήτημα αν, όπως υποστηρίζει ο προσφεύγων, το ΓΕΕΑ παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, αποφαινόμενο ότι το ενδιαφερόμενο κοινό εκλαμβάνει ως περιγραφικό το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, πρέπει να εξετασθεί με γνώμονα τα ανωτέρω.

    Επί του ενδιαφερομένου κοινού και του βαθμού προσοχής που επιδεικνύει

    18. Πρέπει να επισημανθεί, όπως έπραξε και το τμήμα προσφυγών (σκέψη 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως), ότι τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες απευθύνονται τόσο στον μέσο καταναλωτή εν γένει, όπως στους φιλόζωους που ενδιαφέρονται για υπηρεσίες φυλάξεως σκύλων, όσο και σε επαγγελματίες, όπως στους εκτροφείς σκύλων ή τους έχοντες την εκμετάλλευση εκτροφείων και καταστημάτων πωλήσεως ζώων. Όσον αφορά τον βαθμό προσοχής που επιδεικνύει το ενδιαφερόμενο κοινό, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο ορισμός τον οποίο παρέθεσε το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά τον οποίο ο βαθμός προσοχής είναι «μεγαλύτερος», δεδομένου ότι το κοινό αυτό επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή όσον αφορά την πιστοποίηση της καταγωγής των σκύλων, τη μέθοδο εκτροφής και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά τους και, επιπροσθέτως, λόγω του ότι πρόκειται για «προϊόντα» τα οποία δεν αποκτώνται σε καθημερινή βάση ή για υπηρεσίες που δεν λαμβάνονται κάθε ημέρα. Μολονότι ο προσφεύγων κάνει αποκλειστικώς λόγο, στην προσφυγή του, για «τον μέσο καταναλωτή που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος», επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν προβάλλει κανένα επιχείρημα προς στήριξη του περιορισμού αυτού του ενδιαφερομένου κοινού, που πρέπει επομένως να απορριφθεί ως αβάσιμος.

    19. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί αν ορθώς έκρινε το τμήμα προσφυγών ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση έχει περιγραφικό χαρακτήρα, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο τρόπος με τον οποίο το αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό στο σύνολο της Ένωσης, καθόσον η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος πρέπει να απορριφθεί, κατά το άρθρο 7, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 207/2009, εφόσον υφίσταται λόγος απαραδέκτου τουλάχιστον σε ένα τμήμα της. Επομένως, ορθώς έκρινε ο εξεταστής ότι έπρεπε να ληφθούν υπόψη όλοι οι ενδιαφερόμενοι καταναλωτές εντός της Ένωσης, εκτίμηση την οποία επικύρωσε το τμήμα προσφυγών με τη σκέψη 3 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

    Επί του περιγραφικού χαρακτήρα της λέξεως «continental»

    20. Πρέπει να διακριβωθεί αν ορθώς έκρινε το τμήμα προσφυγών ότ ι, όσον αφορά το ως άνω προσδιορισθέν ενδιαφερόμενο κοινό, το λεκτικό σημείο CONTINENTAL συνδέεται κατά τρόπο άμεσο και συγκεκριμένο με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος.

    21. Καταρχάς, διαπιστώνεται συναφώς ότι ο προσφεύγων δεν αμφισβήτησε την εκτίμηση στην οποία προέβη το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 16 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά την οποία η λέξη «continental» παραπέμπει «σε επίθετα όπως “ευρωπαϊκός, ηπειρωτικός, μη νησιωτικός”».

    22. Εν συνεχεία, από την προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα από τις σκέψεις της 17 επ. προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε ως καθοριστικής σημασίας, για να διαπιστωθεί ο περιγραφικός χαρακτήρας του όρου τον οποίο αφορούσε η αίτηση καταχωρίσεως σήματος, το γεγονός ότι θα εκλαμβανόταν ως δηλωτικός ράτσας μπουλντόγκ. Προς τούτο, το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε κυρίως σε πλείονες ιστότοπους, μεταξύ των οποίων και στους ιστότοπους του προσφεύγοντος. Κατ’ ουσίαν, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι πρόεκυπτε επαρκώς από νομικής απόψεως ότι η φράση «continental bulldog» (η οποία μνημονεύεται στην αγγλική γλώσσα στους εν λόγω ιστότοπους), δηλώνει ράτσα σκύλων, την οποία έχει ήδη αναγνωρίσει στην Ελβετία η Schweizerische Kynologische Gesellschaft [Ελβετική Κυνολογική Εταιρία] (SKG), και της οποίας η δημιουργία και η εκτροφή αποτελούν τον σκοπό του προσφεύγοντος ως συλλόγου. Το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε επίσης στους ιστότοπους του προσφεύγοντος για να αποφανθεί, αφενός, ότι η ως άνω φράση επελέγη για νέα ράτσα σκύλων προκειμένου να καταστήσει δυνατή τη σαφή διάκρισή της από τη ράτσα των «English bulldog» και, αφετέρου, ότι εξ αυτών προέκυπτε ότι ο προσφεύγων σύλλογος προετίθετο, μόλις συντρέξουν οι διάφορες προϋποθέσεις που απαιτεί η Διεθνής Κυνολογική Ομοσπονδία [Fédération Cynologique Internationale] (FCI), να υποβάλει στον οργανισμό αυτόν αίτηση αναγνωρίσεως της νέας ράτσας (σκέψεις 20 και 23 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    23. Ακολούθως, το τμήμα προσφυγών συνήγαγε το συμπέρασμα ότι η λέξη «continental» δηλώνει το όνομα εκτροφείου σκύλων, ενδεχομένως δε ράτσας μπουλντόγκ. Κατά το τμήμα προσφυγών, εφόσον ο εκτροφέας νέας ράτσας καθορίζει την ονομασία της, η εν λόγω ονομασία αυτή καθίσταται το όνομα του είδους αυτού σκύλου. Έκρινε ότι η περίπτωση αυτή εμφανίζει ορισμένες ομοιότητες με τον τομέα της αποδόσεως ονομασίας σε ποικιλίες φυτών. Το τμήμα προσφυγών αποφάνθηκε επίσης ότι μικρή σημασία έχει το ότι ο προσφεύγων προετίθετο να προβεί σε «κλειστή εκτροφή», καθόσον, κατά το τμήμα αυτό του ΓΕΕΑ, από βιολογικής απόψεως, ακόμα και οι σκύλοι που δεν προέρχονται απευθείας από το εκτροφείο αυτό μπορούν να εξακολουθούν να θεωρούνται σκύλοι αυτής της «ράτσας» ή αυτού του «είδους». Για τον ίδιο αυτό λόγο, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι μικρή σημασία είχε το γεγονός ότι οι ιστότοποι ορισμένων εκτροφέων σκύλων «continental bulldog» μνημονεύουν τον προσφεύγοντα (σκέψεις 24 έως 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    24. Τέλος, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι έπρεπε να απορριφθεί η αίτηση καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος και όσον αφορά τις υπηρεσίες φυλάξεως και εκτροφής σκύλων και συγκεκριμένα κουταβιών και ζώων εκτροφής, με το σκεπτικό ότι πρόκειται για εξειδικευμένες υπηρεσίες που ορίζονται ακριβέστερα ως εκτροφή σκύλων (σκέψη 28 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    25. Ο προσφεύγων αμφισβητεί τις εκτιμήσεις του τμήματος προσφυγών. Πρώτον, υποστηρίζει κατ’ ουσίαν ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη εξομοιώνοντας το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση με τη φράση «continental bulldog». Δεύτερον, ο νομοθέτης εξέτασε το ενδεχόμενο να καταστήσει δυνατή στους δικαιούχους σημάτων, διά της καταχωρίσεώς τους, την προστασία των ονομασιών προελεύσεως, προέβλεψε δε μάλιστα ρητώς, όσον αφορά τα «ζώντα ζώα», τη δυνατότητα να απολαύουν της προστασίας που παρέχεται βάσει σήματος. Κατά το παρελθόν, εξάλλου, το τμήμα προσφυγών καταχώρισε ως κοινοτικό σήμα ράτσα σκύλων ονομαζόμενη «elo». Τρίτον, το τμήμα προσφυγών έλαβε υπόψη απόλυτο λόγο απαραδέκτου της αιτήσεως καταχωρίσεως, ο οποίος δεν προβλέπεται από το δίκαιο των κοινοτικών σημάτων, συγκεκριμένα δε τη χρήση, προ της καταχωρίσεως, του σημείου του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, προκειμένου να την αντιτάξει στην καταχώριση λόγω του ότι ενείχε τον κίνδυνο να θεμελιώσει, μελλοντικά, περιγραφικό χαρακτήρα του εν λόγω σημείου. Τέταρτον, ο προσφεύγων διατείνεται ότι δεν είναι δυνατή η ανάλυση κατ’ αναλογία με τα προβλεπόμενα στον τομέα των ποικιλιών φυτών, δεδομένου ότι η προστασία των δεύτερων στηρίζεται σε ειδικούς νόμους. Κατά τον προσφεύγοντα, το τμήμα προσφυγών υπέπεσε, στο πλαίσιο αυτό, και σε σφάλματα περί την ιεράρχηση των εννοιών. Τελικά, ο προσφεύγων διατείνεται ότι η αίτησή του καταχωρίσεως σήματος δεν αποτελεί προσπάθεια καταχωρίσεως σήματος που αφορά υφιστάμενη ράτσα.

    26. Καταρχάς, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι από το δικόγραφο της προσφυγής προκύπτει ότι ο προσφεύγων δεν έθεσε εν αμφιβόλω την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της φράσεως «continental bulldog» και μιας «υπό διαμόρφωση» ράτσας σκύλων, δηλαδή ράτσας για την οποία δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αναγνωρίσεως. Συναφώς, πρέπει ιδίως να μνημονευθεί το απόσπασμα του δικογράφου της προσφυγής όπου ο προσφεύγων διατείνεται ότι εάν το ενδιαφερόμενο κοινό ήθελε να δηλώσει ράτσα σκύλων, δεν θα χρησιμοποιούσε τον όρο «continental», αλλά τη φράση «continental bulldog», στοιχείο που καταδεικνύεται, κατά τον προσφεύγοντα, από τα αποσπάσματα των ιστοτόπων των οποίων έγινε επίκληση κατά την ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασία. Ομοίως, ο προσφεύγων υποστηρίζει με την προσφυγή ότι το κοινό αυτό μνημονεύει τις υπηρεσίες τις οποίες αφορά η αίτηση καταχωρίσεως κάνοντας λόγο για «τη φύλαξη και την εκτροφή του συλλόγου “Continental Bulldog”». Οι αιτιάσεις αυτές δεν επιβεβαιώνονται από τη δήλωση στην οποία προέβη ο προσφεύγων με το δικόγραφο της προσφυγής του, στο πλαίσιο του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, κατά την οποία, ζητώντας την καταχώριση του επίμαχου σήματος, είχε ως σκοπό «να διακριθεί από άλλους συλλόγους εκτροφέων μπουλντόγκ που σκοπούν, μακροπρόθεσμα, στη δημιουργία και αναγνώριση ράτσας», όπως, μεταξύ άλλων, είναι το Allgemeiner Club für Englische Bulldogs eV, το Bulldog Club für American Bulldogs ή το Internationaler Klub für Französische Bulldoggen eV (IFKB).

    27. Επιπλέον, στο δικόγραφο της προσφυγής, ο προσφεύγων κάνει χρήση της φράσεως «continental bulldog» παραπέμποντας στην ιδιαίτερη πιστοποίηση καταγωγής ενός σκύλου, βεβαιώνοντας ότι προέρχεται από «κλειστή εκτροφή». Κατά τον προσφεύγοντα, η φράση αυτή καθιστά δυνατή τη δήλωση της καταγωγής και της γενεαλογίας του σκύλου.

    28. Ωστόσο, ο προσφεύγων υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι τυχόν διαδικασία αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων εκ μέρους οργανισμών όπως η FCI μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες χωρίς απαραίτητα να έχει αποτέλεσμα και, εν πάση περιπτώσει, ότι ζητείται η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος της λέξεως «continental» και όχι της ως άνω φράσεως.

    29. Συναφώς, επισημαίνεται, πρώτον, ότι από τα διάφορα παραθέματα ιστοσελίδων, στα οποία παραπέμπει το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα στις σκέψεις της 3 και 19 έως 22, προκύπτει πράγματι ότι η φράση «continental bulldog» δύναται να δηλώσει ράτσα σκύλων αναγνωρισμένη τουλάχιστον στην Ελβετία, συγκεκριμένα δε από την ένωση SKG. Επιπλέον, η αναγνώριση αυτή, η οποία ανάγεται στο 2004, χαρακτηρίζεται μάλιστα ως «επίσημη».

    30. Δεύτερον, από τα εν λόγω παραθέματα ιστοσελίδων συνάγεται επίσης ότι οι εκτροφείς των σκύλων που καλούνται «continental bulldogs» τα θεωρούν εκπροσώπους «ισότιμης» ράτσας η οποία βρίσκεται, ή τουλάχιστον τείνει να βρεθεί, σε διαρκή βελτίωση. Στις ιστοσελίδες αυτές γίνεται λόγος για τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της νέας ράτσας σκύλων, ενώ υπάρχει και σύγκριση με την αναγνωρισμένη ράτσα των «English bulldogs», στην οποία τονίζεται ότι η νέα ελβετική ράτσα, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στις εν λόγω ιστοσελίδες, επιφέρει «ουσιαστική βελτίωση όσον αφορά ζητήματα υγείας και αντοχής». Επιπλέον, στα εν λόγω αποσπάσματα, η ως άνω φράση χρησιμοποιείται προς δήλωση των υπηρεσιών «εκτροφής» των σκύλων.

    31. Τρίτον, πρέπει να επισημανθεί ότι οι ιστότοποι επισημαίνουν, μεταξύ των διαφόρων σκοπών που επιδιώκουν να επιτύχουν οι ως άνω εκτροφείς, «την αναγνώριση της [ράτσας] από τη FCI» (σκέψη 3 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τελευταίος μνημονευόμενος ιστότοπος).

    32. Εν συνεχεία, πρέπει να υπομνησθεί ότι έχει κριθεί, αφενός, ότι η εξέταση των αιτήσεων καταχωρίσεως σήματος δεν πρέπει να είναι ακροθιγής αλλά αυστηρή και πλήρης για να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη καταχώριση σημάτων και για να διασφαλίζεται, για λόγους σχετικούς με την ασφάλεια δικαίου και τη χρηστή διοίκηση, ότι δεν θα καταχωρίζονται σήματα των οποίων η χρήση θα μπορούσε να αμφισβητηθεί επιτυχώς ενώπιον των δικαστηρίων (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Μαΐου 2003, C-104/01, Libertel, Συλλογή 2003, σ. I-3793, σκέψεις 58 και 59).

    33. Αφετέρου, για να απορρίψει το ΓΕΕΑ την αίτηση καταχωρίσεως σήματος, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, δεν απαιτείται τα σημεία και οι ενδείξεις που αποτελούν το σήμα και διαλαμβάνονται στο άρθρο αυτό να χρησιμοποιούνται πράγματι, κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως, με σκοπό την περιγραφή προϊόντων ή υπηρεσιών όπως εκείνα τα οποία αφορά η αίτηση ή χαρακτηριστικών γνωρισμάτων αυτών των προϊόντων ή υπηρεσιών. Όπως προκύπτει από το γράμμα της διατάξεως αυτής, αρκεί αυτά τα σημεία και ενδείξεις να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τέτοιους σκοπούς. Επομένως, μπορεί να απορριφθεί, κατ’ εφαρμογήν της εν λόγω διατάξεως, η αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σημείου το οποίο, σε μία τουλάχιστον από τις δυνητικές σημασίες του, δηλώνει χαρακτηριστικό γνώρισμα των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών (βλ., σχετικώς, απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2003, C-191/01 P, ΓΕΕΑ κατά Wrigley, Συλλογή 2003, σ. I-12447, σκέψη 32).

    34. Εν προκειμένω, για να εφαρμοσθεί η προμνημονευθείσα νομολογία, πρέπει να επισημανθεί ότι δύο εκ των πέντε παραθεμάτων από ιστοσελίδες που έλαβε υπόψη του ο εξεταστής και στα οποία παραπέμπει επίσης το τμήμα προσφυγών στο πλαίσιο της εκτιμήσεώς του περί του πώς αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό τη λέξη «continental» προέρχονται από ιστοσελίδες των οποίων το όνομα διαδικτυακού τομέα καταλήγει στη σύντμηση «.ch», δηλαδή απευθύνονται πρωτίστως στο ελβετικό κοινό. Καθόσον, όμως, η Ελβετική Συνομοσπονδία δεν είναι μέλος ούτε της Ένωσης ούτε του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), πρέπει να διερευνηθεί η σημασία αυτών των αποδεικτικών στοιχείων όσον αφορά την ανάλυση του περιγραφικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009.

    35. Συναφώς, επιβάλλεται να επισημανθεί, αφενός, ότι ο κανονισμός 207/2009, μολονότι αποτελεί «κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ», συνιστά, κατά τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του, νομοθέτημα που σκοπεί να προαγάγει την αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων «στο σύνολο της Κοινότητας», μεταξύ άλλων μέσω σημάτων που θα καθιστούν δυνατό στις επιχειρήσεις τον προσδιορισμό των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, ανεξαρτήτως συνόρων. Προβλέπει κοινοτικό καθεστώς σημάτων «τα οποία απολαύουν ομοιόμορφης προστασίας και παράγουν τα αποτελέσματά τους στο σύνολο του εδάφους της Κοινότητας».

    36. Αφετέρου, το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 ορίζει ότι η «παράγραφος 1 [έχει εφαρμογή] ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται μόνο σε τμήμα της Κοινότητας».

    37. Επομένως, δεδομένου ότι ο ενδεχομένως περιγραφικός χαρακτήρας του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με το ενδιαφερόμενο κοινό εντός της Ένωσης, οι κρίσεις που αφορούν αποδεικτικά στοιχεία προερχόμενα από κράτος που δεν είναι μέλος της ασκούν επιρροή μόνο στο μέτρο που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην αντίληψη του εν λόγω κοινού.

    38. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, καταρχάς, ότι ακόμη και οι καταναλωτές της Ένωσης μπορούν να έχουν πρόσβαση στους ιστοτόπους των οποίων το όνομα τομέα καταλήγει στη σύντμηση «.ch» και οι οποίοι διαλαμβάνονται στην ανωτέρω σκέψη 34, τούτο δε στο πλαίσιο διαφόρων αναζητήσεων, μέσω μηχανών διαδικτυακής αναζητήσεως, σχετικών με τις ράτσες σκύλων και ειδικότερα με τα «bulldogs». Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι ιστότοποι αυτοί δεν έχουν σημασία για την εκτίμηση του πώς αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό το σημασιολογικό περιεχόμενο της λέξεως η οποία αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

    39. Εν συνεχεία, πρέπει να επισημανθεί ότι μεταξύ των ιστοτόπων που έλαβε υπόψη ο εξεταστής και, ακολούθως, το τμήμα προσφυγών, το όνομα τομέα τριών εξ αυτών έχει ως κατάληξη τη σύντμηση «.de» και, ως εκ τούτου, απευθύνονται πρωτίστως στο γερμανικό κοινό. Από την ανάλυση των τριών αυτών ιστοτόπων συνάγεται ότι περιέχουν, κατ’ ουσίαν, το σύνολο των κρίσιμων στοιχείων που διαλαμβάνονται στις σκέψεις 29 έως 31 ανωτέρω και, ειδικότερα, ότι αποτελούν ένδειξη περί του ότι η ράτσα «continental bulldog» έχει αναγνωρισθεί στην Ελβετία από την SKG, για την οποία επισημαίνεται ότι είναι μέλος της FCI. Επιπλέον, το τμήμα προσφυγών μνημονεύει επίσης, στη σκέψη 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, παράθεμα ιστοσελίδας του προσφεύγοντος της οποίας το όνομα τομέα καταλήγει στο ακρωνύμιο «.eu», δηλαδή απευθύνεται πρωτίστως στο σύνολο του ενδιαφερόμενου κοινού της Ένωσης. Το παράθεμα αυτό περιλαμβάνει, κατ’ ουσίαν, λεπτομερή στοιχεία για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των σκύλων που χαρακτηρίζονται ως «continental bulldogs».

    40. Ως εκ τούτου, ορθώς έκρινε το τμήμα προσφυγών, στο πλαίσιο αυστηρής και πλήρους εξετάσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως, σύμφωνα με τη νομολογία της προμνημονευθείσας στην ανωτέρω σκέψη 32 αποφάσεως Libertel, ότι, τόσο στη Γερμανία όσο και στην υπόλοιπη Ένωση, η φράση «continental bulldog» μπορούσε να χρησιμοποιείται, ήδη κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως, τουλάχιστον από το τμήμα του ενδιαφερόμενου κοινού που αποτελείται από επαγγελματίες, όπως είναι οι εκτροφείς σκύλων ή οι ιδιοκτήτες εκτροφείων και καταστημάτων ζώων, προκειμένου να δηλωθεί ράτσα σκύλων που έχει αναγνωρισθεί στην Ελβετία.

    41. Συγκεκριμένα, πρέπει να ληφθεί συναφώς υπόψη ο υψηλότερος βαθμός προσοχής και επιστημονικών και γλωσσικών γνώσεων του κοινού αυτού. Πρέπει να γίνει δεκτό ότι ένα τέτοιο κοινό είναι ενημερωμένο για τις εξελίξεις όσον αφορά την αναγνώριση νέας ράτσας σκύλων και για τις διαδικασίες που εκκρεμούν ενώπιον των αρμοδίων οργανισμών. Πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι η «επίσημη» αναγνώριση της ράτσας σκύλων στην Ελβετία, την οποία μνημονεύουν και οι εν λόγω γερμανικοί και ευρωπαϊκοί ιστότοποι, ανάγεται ήδη στο 2004, δηλαδή πέντε έτη πριν την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος. Επιπλέον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι ιστότοποι, στους οποίους στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών και οι οποίοι περιείχαν κείμενα στη γερμανική και ορισμένοι εξ αυτών και στην αγγλική γλώσσα, εξακολουθούν να δημοσιεύουν φωτογραφίες σκύλων οι οποίοι ανήκουν στη νέα ράτσα σκύλων ακριβώς δίπλα στην ονομασία της ράτσας αυτής, γεγονός που διευκολύνει να γίνει αντιληπτός ο συσχετισμός μεταξύ των εν λόγω σκύλων και της φράσης «continental bulldog». Επομένως, εύλογα εκτιμάται ότι τα στοιχεία περί της ίδιας της υπάρξεως της ράτσας «continental bulldog», καθώς και τα στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητες των εκτροφέων με σκοπό τη διαρκή ανάπτυξη των εκτροφείων τους των εν λόγω μπουλντόγκ διαδόθηκαν ευρέως μεταξύ των οικείων επαγγελματικών κύκλων.

    42. Εν συνεχεία, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει αλυσιτελείς τις αιτιάσεις του προσφεύγοντος ότι η αναγνώριση της νέας ράτσας από τη FCI δεν ήταν «τετελεσμένο γεγονός» κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος, ότι, εξάλλου, δεν είχε αποδειχθεί ότι ενδεχόμενη αίτηση προς τούτο ενώπιον της ομοσπονδίας θα είχε κατ’ ανάγκη ως αποτέλεσμα την αναγνώρισή της και ότι, τέλος, εν πάση περιπτώσει η διαδικασία για την οριστική αναγνώριση ράτσας θα μπορούσε να απαιτήσει την παρέλευση μακρού χρονικού διαστήματος. Συγκεκριμένα, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν η επίμαχη ράτσα θα αναγνωρισθεί από τη FCI, τα λοιπά πραγματικά στοιχεία στα οποία στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών και ιδίως η αναγνώριση εκ μέρους της SKG, καθώς και τα στοιχεία σχετικά με την περιγραφή των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των σκύλων «continental bulldog», τα οποία προκύπτουν από τις προμνημονευθείσες ιστοσελίδες, αποτελούν, εν προκειμένω, επαρκή αποδεικτικά στοιχεία προς τεκμηρίωση της κρίσεως ότι μέρος τουλάχιστον του ενδιαφερόμενου κοινού αντιλαμβάνεται τη φράση «continental bulldog» ως δηλώνουσα ράτσα σκύλων (βλ. σκέψη 40 ανωτέρω).

    43. Όσον αφορά, εν συνεχεία, την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι η ράτσα σκύλων δηλώνεται, εν πάση περιπτώσει, με ολόκληρη την ανωτέρω φράση και όχι μόνο με την πρώτη λέξη της, πρέπει να εξετασθεί το περιεχόμενό της, λαμβανομένης υπόψη της πάγιας νομολογίας, κατά την οποία ο περιγραφικός χαρακτήρας σημείου εκτιμάται μόνο σε σχέση με το πώς το αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό, αφενός, και σε σχέση με τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες, αφετέρου (βλ. σκέψη 16 ανωτέρω).

    44. Διαπιστώνεται συναφώς ότι, σε περίπτωση κατά την οποία γίνει δεκτή η αίτηση καταχωρίσεως του επίμαχου εν προκειμένω σήματος, το ενδιαφερόμενο κοινό θα το λάβει υπόψη σε περιπτώσεις κατά τις οποίες θα δηλώνει είτε τα προϊόντα «ζώντα ζώα και συγκεκριμένα σκύλοι» είτε τις υπηρεσίες «φυλάξεως και εκτροφής σκύλων και συγκεκριμένα κουταβιών και ζώων εκτροφής». Στο πλαίσιο αυτό, ένα ενημερωμένο επαγγελματικό κοινό, αποτελούμενο από γνώστες του οικείου τομέα οι οποίοι είναι εξοικειωμένοι με τις ράτσες σκύλων, θα αντιληφθεί τον όρο «continental» άμεσα και άνευ ετέρας σκέψεως ως δηλώνοντα τη ράτσα των «continental bulldogs», δηλαδή ως περιγραφή των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών ή των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων τους. Επιβάλλεται επίσης η διαπίστωση ότι ακόμη και ορισμένοι φιλόζωοι θα αντιλαμβάνονταν τη λέξη «continental» κατ’ αυτόν τον τρόπο, ιδίως στην περίπτωση αναζητήσεως υπηρεσιών φυλάξεως των σκύλων τους ή εφόσον προτίθενται να αγοράσουν ένα «bulldog». Πράγματι, όπως διαπίστωσε το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 35 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ευλόγως εκτιμάται ότι οι φιλόζωοι ή οι δυνητικοί αγοραστές σκύλων γνωρίζουν εν γένει τη ράτσα του σκύλου που επιθυμούν να αποκτήσουν.

    45. Δεν μπορεί, επίσης, να γίνει δεκτό ότι αποδείχθηκε, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει ο προσφεύγων, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν θα κατανοήσει, χωρίς ένδειξη περί του «γένους», για ποια ράτσα σκύλων πρόκειται οσάκις συναντά όρους όπως «jack russel terrier», «airedale terrier», «cocker spaniel», ή, εν προκειμένω, «continental bulldog». Συγκεκριμένα, οι ως άνω περιστάσεις, υπό τις οποίες θα γίνουν αντιληπτοί οι όροι και οι φράσεις «jack russel», «airedale», «cocker» ή «continental», διευκολύνουν προδήλως το εν λόγω κοινό να συσχετίσει κατά τρόπο επαρκώς άμεσο τους όρους αυτούς και τις οικείες ράτσες σκύλων.

    46. Πρέπει να προστεθεί ακόμη ότι, μολονότι η λέξη «continental» έχει διάφορες σημασίες, όπως αυτές που υπομνήσθηκαν στη σκέψη 21 ανωτέρω, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το στοιχείο αυτό καθιστά αδύνατο ή δυσχεραίνει τον εκ μέρους του ενδιαφερομένου κοινού συσχετισμό μεταξύ μίας εκ των πιθανών σημασιών της λέξεως αυτής και της δηλώσεως της οικείας ράτσας, δηλαδή της «continental bulldog». Ειδικότερα, καθόσον από τα παραθέματα ιστοσελίδων που μνημονεύθηκαν στην προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι η νέα ράτσα ονομάσθηκε έτσι ακριβώς για να διακρίνεται από την πολύ γνωστή ράτσα «English bulldog», μέρος τουλάχιστον του αποτελούμενου από επαγγελματίες κοινού, των οποίων οι καλές γνώσεις όσον αφορά τον οικείο τομέα καθώς και οι γλωσσικές τους γνώσεις πρέπει να ληφθούν υπόψη, θα μπορούσε να αντιληφθεί αυτή τη σημασιολογική διάκριση μεταξύ «continental» και «English (αγγλικό)» και να διακρίνει έτι ευχερέστερα τη δήλωση της νέας ράτσας σκύλων στη λέξη που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση με σκοπό τη δήλωση σκύλων και υπηρεσιών εκτροφής ή φυλάξεώς τους. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει επίσης να απορριφθεί ως αλυσιτελές το επιχείρημα του προσφεύγοντος ότι το τμήμα προσφυγών δεν εφήρμοσε ορθώς την ιεραρχία των εννοιών βάσει των οποίων ορίζονται τα ζώα, τα είδη, τα γένη και οι ράτσες τους ή ότι υπέπεσε σε σύγχυση μεταξύ αυτών.

    47. Δεν μπορεί, επίσης, να θεωρηθεί βάσιμη η αιτίαση του προσφεύγοντος ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο συγχέοντας τις περιστάσεις καθορισμού νέας ονομασίας ράτσας σκύλων, αφενός, και καθορισμού φυτικής ποικιλίας, αφετέρου, καθόσον ο προσφεύγων υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι το σύστημα αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων στο οποίο μετέχουν ή σχεδιάζουν να μετέχουν οι εκτροφείς σκύλων προερχόμενων από την εκτροφή των «continental bulldogs» σχετίζεται στην πραγματικότητα με πράξεις ενώσεων ιδιωτών άνευ ουδενός δεσμευτικού νομικού αποτελέσματος, δεδομένου ότι ο εθνικός ή ο Ευρωπαίος νομοθέτης δεν έχει προβλέψει κανένα σύστημα προστασίας και αναγνωρίσεως.

    48. Συγκεκριμένα, χωρίς να απαιτείται να εξετασθεί η ενδεχόμενη αναλογία μεταξύ του συστήματος προστασίας των φυτικών ποικιλιών και της προκειμένης περιπτώσεως, αρκεί η διαπίστωση ότι από τις αιτιάσεις του προσφεύγοντος και τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίσθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του τμήματος προσφυγών προκύπτει ότι τόσο ορισμένες εθνικές ή διεθνείς κυνολογικές ομοσπονδίες, όπως η SKG ή η FCI, όσο και οι ράτσες σκύλων που έχουν αναγνωρισθεί από τους οργανισμούς αυτούς χαίρουν του σεβασμού πολλών εκτροφέων σκύλων, επαγγελματιών ή ερασιτεχνών.

    49. Συναφώς, αφενός, ο ίδιος ο προσφεύγων σύλλογος μνημονεύει στο δικόγραφο της προσφυγής του πλείονες ράτσες σκύλων οι οποίες έχουν αναγνωρισθεί από τους οργανισμούς αυτούς. Αφετέρου, βάσει των ιστοσελίδων στις οποίες στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση διαπιστώνεται, επαρκώς από νομικής απόψεως, ότι οι εκτροφείς σκύλων «continental bulldog» θεωρούν οπωσδήποτε σημαντική την αναγνώριση της ράτσας αυτής από τους προμνημονευθέντες οργανισμούς, καθόσον, πρώτον, μνημονεύουν την αναγνώριση εκ μέρους της SKG χαρακτηρίζοντάς την ως «επίσημη», δεύτερον, επισημαίνουν το γεγονός ότι ο οργανισμός αυτός είναι μέλος της FCI, τρίτον, επικαλούνται τις δοκιμές ως προς την αναπαραγωγική ικανότητα που τελέσθηκαν επιτυχώς ενώπιον «κριτή της “FCI”», συγκεκριμένα δε του κυρίου N., προκειμένου να γίνει δεκτό ότι ένας σκύλος ανήκει στην οικεία ράτσα, και, τέλος, υπογραμμίζουν την «όχι μικρή» σημασία που έχει η αναγνώριση της ράτσας σκύλων από τη FCI.

    50. Ομοίως, πρέπει επίσης να επισημανθεί ως επιπλέον στοιχείο περί του ότι οι διαδικασίες αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων εκ μέρους των κυνολογικών ομοσπονδιών θεωρούνται, από το ενδιαφερόμενο κοινό, είτε επίσημου χαρακτήρα είτε επαρκώς επισημοποιημένες, ώστε να τους αποδίδεται πραγματική αξία, την οποία δεν μπορεί να αγνοήσει το Γενικό Δικαστήριο στο πλαίσιο της εκτιμήσεως του περιγραφικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, η επανειλημμένη μνεία εκ μέρους του προσφεύγοντος στις «δυσχέρειες» κατά τη διαδικασία αναγνωρίσεως, από τη FCI, ράτσας με σχετικώς σταθερή ταξινόμηση, καθώς και του χρονικού διαστήματος το οποίο μπορούσε να παρέλθει πριν γίνει δεκτή η σχετική αίτηση. Πράγματι, από τη μνεία αυτή συνάγεται η σημασία που αποδίδεται στις εν λόγω διαδικασίες.

    51. Υπό τις συνθήκες αυτές, θα ήταν εντελώς επίπλαστο να εκτιμώνται τα αποτελέσματα της αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων από οργανισμούς όπως η SKG ή η FCI αποκλειστικώς από απόψεως ενδεχόμενων νομικών αποτελεσμάτων «δεσμευτικού χαρακτήρα», τα οποία θα της προσέδιδαν τα διάφορα εθνικά δίκαια ή το ευρωπαϊκό δίκαιο, όπως προτείνει κατά τα φαινόμενα ο προσφεύγων, χωρίς, άλλωστε, να αποδεικνύει ότι εν προκειμένω δεν υφίστανται τέτοια έννομα αποτελέσματα. Αντιθέτως, απόκειται στο τμήμα προσφυγών και, σε περίπτωση προσφυγής κατά της αποφάσεώς του, στο Γενικό Δικαστήριο, κατά την προμνημονευθείσα στη σκέψη 16 νομολογία, να εκτιμήσει τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται στην πράξη τη λέξη «continental» της οποίας ζητήθηκε η καταχώριση ως σήματος, δεδομένου ότι η ανάλυση αυτή απαιτεί να εξετασθεί το σύνολο των κρίσιμων προς τούτο στοιχείων, γεγονός που μπορεί να συνεπάγεται ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη περιπτώσεις στις οποίες η αντίληψη αυτή επηρεάζεται από το ότι το ως άνω κοινό λαμβάνει υπόψη περιστάσεις ή στοιχεία ακόμη κι ανεπίσημου χαρακτήρα, χωρίς να ενδιαφέρεται για τα έννομα αποτελέσματά τους. Πρέπει, επίσης, να επισημανθεί συναφώς ότι, ειδικώς στον χώρο των συλλόγων ή αυτόν των δραστηριοτήτων αναψυχής και του αθλητισμού δεν είναι ασυνήθιστη η σαφής αναγνώριση πράξεων μη κρατικών ενώσεων. Εν προκειμένω, πάντως, τα στοιχεία που υπομνήσθηκαν στις δύο προηγούμενες σκέψεις και στην ανωτέρω σκέψη 26 αρκούν για να καταδειχθεί ότι οι επίμαχες πράξεις των διαφόρων κυνολογικών ομοσπονδιών, όπως αυτές που αφορούν την αναγνώριση ράτσας σκύλων, μπορούν να έχουν ουσιαστικά αποτελέσματα όσον αφορά το πώς αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό τον οικείο τομέα.

    52. Πρέπει να γίνει δεκτό, επομένως, ότι, άπαξ και ολοκληρωθεί η διαδικασία αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων εκ μέρους μίας ή πλειόνων εκ των ανωτέρω ομοσπονδιών, η ονομασία της ράτσας αυτής δηλώνει, ως όνομα γένους, τους σκύλους που ανήκουν σ’ αυτή, όσον αφορά μέρος τουλάχιστον του ενδιαφερόμενου κοινού.

    53. Κατόπιν των ανωτέρω και λαμβανομένης υπόψη της προμνημονευθείσας στη σκέψη 33 αποφάσεως ΓΕΕΑ κατά Wrigley, κατά την οποία, για να απορριφθεί, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, η αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σημείου, αρκεί το σημείο αυτό, σε μία τουλάχιστον από τις δυνητικές σημασίες του, να δηλώνει χαρακτηριστικό γνώρισμα των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη αποφαινόμενο ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και το οποίο αποτελείται από τη λέξη «continental» θα γίνει άμεσα αντιληπτό από το ενδιαφερόμενο κοινό ως περιγραφικό ράτσας μπουλντόγκ ή, όσον αφορά τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως, ως εξειδίκευση, από την άποψη ότι αφορά σκύλους της ιδίας αυτής ράτσας.

    54. Οι λοιπές αιτιάσεις του προσφεύγοντος δεν αναιρούν την κρίση αυτή.

    55. Πρώτον, εν προκειμένω, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελές, καταρχάς, το επιχείρημα του προσφεύγοντος το οποίο αντλείται από το ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν ακριβώς να καταστήσει δυνατή στους δικαιούχους των καταχωρισθέντων σημάτων την υπέρ τους προστασία των ονομασιών προελεύσεως, ακολούθως, το επιχείρημα ότι ο νομοθέτης προέβλεψε ρητώς ότι τα «ζώντα ζώα» μπορούν να απολαύουν της προστασίας που παρέχεται βάσει σήματος και, τέλος, το επιχείρημα που αντλείται από το ότι καταχωρισθέν σήμα που προσδιορίζει ζώο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σύννομα, μόνον προς δήλωση των ζώων με καταγωγή που αποτελεί αντικείμενο της εν λόγω προστασίας και ότι το ίδιο προτίθεται να κρατήσει το εκτροφείο του σκύλων «κλειστό».

    56. Συγκεκριμένα, καταρχάς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με την έβδομη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού, αποτελεί ακριβώς εξαίρεση την οποία προέβλεψε ο νομοθέτης από τον σκοπό που επιδιώκεται με τον κανονισμό αυτό και ο οποίος συνίσταται, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της δεύτερης, της τρίτης και της όγδοης αιτιολογικής σκέψεώς του, στο να καταστεί δυνατό στις επιχειρήσεις και τους λοιπούς δικαιούχους να προσδιορίζουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους μέσω κοινοτικού σήματος και να διασφαλίζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, μεταξύ άλλων, την προέλευσή τους.

    57. Ακολούθως, μολονότι δεν μπορεί να αποκλεισθεί, γενικά, ότι τα «ζώντα ζώα» μπορούν πράγματι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να τύχουν προστασίας μέσω κοινοτικού σήματος, στοιχείο το οποίο άλλωστε δεν αμφισβητεί ούτε το ΓΕΕΑ, το ερώτημα εντούτοις που εγείρεται εν προκειμένω έγκειται αποκλειστικώς στον αν ορθώς απέρριψε το τμήμα προσφυγών αίτηση καταχωρίσεως σήματος που αφορά όρο με τον οποίο δηλώνεται υπάρχουσα ράτσα σκύλων. Εντούτοις, όπως κρίθηκε με τις σκέψεις 20 έως 53 ανωτέρω, υπό τις ειδικές συνθήκες της προκειμένης περιπτώσεως, οι οποίες συνίστανται ιδίως στο ότι η επίμαχη ράτσα σκύλων αναγνωρίσθηκε ήδη από το 2004 στην Ελβετία και στο ότι από διάφορες ιστοσελίδες που μνημονεύθηκαν στην προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι οι σκύλοι «continental bulldogs» παρουσιάζονται στο ενδιαφερόμενο κοινό ως χωριστή ράτσα, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη αποφαινόμενο ότι η λέξη «continental» έχει περιγραφικό χαρακτήρα για τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες.

    58. Τέλος, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι το εκτροφείο του εξακολουθούσε να είναι «κλειστού τύπου», στοιχείο που συνεπάγεται ότι μόνον οι σκύλοι με πιστοποίηση καταγωγής από το εκτροφείο αυτό θα δικαιούνται να προσδιορίζονται με το κοινοτικό σήμα, εφόσον αυτό καταχωρισθεί, διαπιστώνεται ότι δεν κατισχύει των συνεπειών που συνήγαγε το τμήμα προσφυγών λόγω του ότι η επίμαχη ράτσα σκύλων αναγνωρίσθηκε από τη SKG, και ότι πλείονες ιστότοποι μνημονεύουν τους σκύλους που δηλώνονται ως «continental bulldogs» ως σκύλους ανήκοντες σε νέα ράτσα. Τα στοιχεία αυτά καθιστούν δυνατό να συναχθεί, επαρκώς από νομικής απόψεως, ότι μέρος τουλάχιστον του ενδιαφερομένου κοινού συσχετίζει άμεσα την προπαρατεθείσα φράση και την οικεία ράτσα σκύλων, ανεξαρτήτως του ενδεχομένως «κλειστού» χαρακτήρα του εκτροφείου του προσφεύγοντος.

    59. Επιπλέον, καθόσον η απόφαση να παραμείνει η εκτροφή «κλειστή» ή να ανοίξει απόκειται στους ίδιους τους εκτροφείς, η κατάσταση αυτή είναι παρεμφερής της σχετικής με τις ειδικές συνθήκες εμπορίας οι οποίες, κατά πάγια νομολογία, δεν γίνεται δεκτό ότι έχουν σημασία για το δίκαιο των σημάτων, δεδομένου ότι ενδέχεται να μεταβληθούν διαχρονικά και αναλόγως της βουλήσεως των δικαιούχων των σημάτων αυτών [βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Σεπτεμβρίου 2009, T-99/06, Phildar κατά ΓΕΕΑ – Commercial Jacinto Parera (FILDOR), η οποία δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 68 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

    60. Μολονότι η νομολογία αυτή διατυπώθηκε στο πλαίσιο ένδικων διαφορών που αφορούσαν τους σχετικούς λόγους απαραδέκτου, μπορεί να τύχει εφαρμογής, κατ’ αναλογία, και στην περίπτωση απόλυτων λόγων απαραδέκτου. Συγκεκριμένα, πρέπει να επιση μανθεί συναφώς ότι η προμνημονευθείσα νομολογία διατυπώθηκε βάσει της αρχής ότι η εξέταση του κινδύνου συγχύσεως στην οποία προβαίνουν τα όργανα του ΓΕΕΑ στο πλαίσιο του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 έχει χαρακτήρα «πιθανολογήσεως» με την οποία επιδιώκεται η επίτευξη σκοπού γενικού συμφέροντος, συγκεκριμένα δε η αποτροπή του κινδύνου παραπλανήσεως του ενδιαφερομένου κοινού όσον αφορά την εμπορική προέλευση των οικείων προϊόντων. Συνεπώς, η εξέταση αυτή δεν πρέπει να εξαρτάται από τις ως εκ της φύσεώς τους υποκειμενικές, υλοποιηθείσες ή μη, εμπορικές προθέσεις των δικαιούχων των σημάτων [βλ., σχετικώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Ιανουαρίου 2006, T-147/03, Devinlec κατά ΓΕΕΑ – TIME ART (QUANTUM), Συλλογή 2006, σ. II-11, σκέψη 104].

    61. Ο σκοπός, όμως, γενικού συμφέροντος του οποίου η επίτευξη επιδιώκεται με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 και βάσει του οποίου οι ενδείξεις ή τα σημεία που είναι περιγραφικά των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των υπηρεσιών ή των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώριση πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους (βλ. σκέψη 13 ανωτέρω) οδηγεί επίσης σε εξέταση με τη μορφή πιθανολογήσεως, που αφορά τον εν λόγω περιγραφικό χαρακτήρα των ενδείξεων ή των σημείων των οποίων ζητήθηκε η καταχώριση ως σημάτων, όπως προκύπτει από την προμνημονευθείσα στην σκέψη 33 απόφαση ΓΕΕΑ κατά Wrigley. Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ούτε η εξέταση αυτή μπορεί να εξαρτάται από τις, ως εκ της φύσεώς τους υποκειμενικές, εμπορικές προθέσεις των αιτούντων την καταχώριση των σημάτων, όπως είναι η πρόθεση του προσφεύγοντος να διατηρήσει την εκτροφή «κλειστή».

    62. Στο ίδιο αυτό πλαίσιο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο το επιχείρημα του προσφεύγοντος ότι, ακόμη κι αν γινόταν δεκτό ότι είναι επιτακτικό να μπορεί να χρησιμοποιείται ελεύθερα ο όρος «continental», ο καθένας θα εξακολουθούσε να είναι ελεύθερος να χρησιμοποιεί τον όρο αυτό προκειμένου να δηλώσει ότι σκύλος ανήκει στη ράτσα «continental bulldog», εφόσον ο σκύλος αυτός ανήκει πράγματι στη ράτσα αυτή, δηλαδή εφόσον πρόκειται για σκύλο με πιστοποίηση καταγωγής από την εν λόγω «κλειστή» εκτροφή. Συγκεκριμένα, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η αιτηθείσα καταχώριση σήματος θα καθιστούσε δυνατό στον προσφεύγοντα, μολονότι η οικεία ράτσα σκύλων έχει αναγνωρισθεί από έναν ή πλείονες αρμόδιους οργανισμούς, να απολαύει των αποκλειστικών δικαιωμάτων που παρέχονται βάσει του κανονισμού 207/2009 και ειδικότερα των άρθρων του 9 επ., των οποίων θα χωρεί επίκληση έναντι τρίτων προτιθέμενων να χρησιμοποιήσουν στις συναλλαγές το εν λόγω κοινοτικό σήμα χωρίς τη συγκατάθεση του προσφεύγοντος.

    63. Δεύτερον, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι οποιαδήποτε χρήση, προ καταχωρίσεως, σημείου του οποίου ζητείται η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά της καταχωρίσεως αυτής ούτε μπορεί να θεμελιωθεί σ’ αυτήν, ιδίως όσον αφορά το μέλλον, περιγραφικός χαρακτήρας του εν λόγω σημείου, και αυτή πρέπει να απορριφθεί. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση της σημασίας που ενδέχεται να έχουν στοιχεία προγενέστερα της αιτήσεως για την καταχώριση σήματος, είτε πρόκειται για προγενέστερες εθνικές καταχωρίσεις είτε για άλλα στοιχεία, ως προς την εκτίμηση περί του αν δύναται να καταχωρισθεί το σήμα που αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως όσον αφορά τους λόγους απαραδέκτου κατά το άρθρο 7 του κανονισμού 207/2009 εξαρτάται από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπό κρίση περιπτώσεως [βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2008, T-158/06, Adobe κατά ΓΕΕΑ (FLEX), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 52 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Εν προκειμένω, όμως, αντιθέτως προς ό,τι διατείνεται ο προσφεύγων, δεν πρόκειται περί εφαρμογής, εκ μέρους του τμήματος προσφυγών, νέου απόλυτου λόγου απαραδέκτου, μη προβλεπόμενου από το κοινοτικό δίκαιο περί σημάτων, αλλά απλώς ελήφθη υπόψη το σύνολο των κρίσιμων στοιχείων προκειμένου να εκτιμηθεί πώς το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβανόταν το επίμαχο σημείο κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως.

    64. Τρίτον, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι δεν επιχειρεί να καταχωρίσει σήμα με σκοπό την προστασία υφιστάμενης ράτσας, αρκεί η παραπομπή στις ανωτέρω σκέψεις 40 και 41, όπου διαπιστώθηκε ότι, ήδη κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως, ορισμένοι από τους ενδιαφερόμενους καταναλωτές αντιλαμβάνονταν τη φράση «continental bulldog» και, επομένως, τον όρο «continental» χρησιμοποιούμενο στο πλαίσιο των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών, ως στοιχεία δηλώνοντα νέα ράτσα σκύλων.

    65. Τέλος, τέταρτον, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι το ΓΕΕΑ είχε ακολουθήσει στο παρελθόν διαφορετική πρακτική ως προς την καταχώριση και ότι, μεταξύ άλλων, είχε καταχωρίσει κοινοτικό σήμα για τη ράτσα σκύλων «elo», πρέπει να επισημανθεί ότι, βεβαίως, το ΓΕΕΑ οφείλει να ασκεί τις αρμοδιότητές του σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και η αρχή της χρηστής διοικήσεως. Βάσει των δύο αυτών αρχών, το ΓΕΕΑ πρέπει, στο πλαίσιο της εξετάσεως αιτήσεως για την καταχώριση κοινοτικού σήματος, να λαμβάνει υπόψη τις προγενέστερες αποφάσεις επί παρεμφερών αιτήσεων και να εξετάζει με ιδιαίτερη προσοχή αν πρέπει ή όχι να αποφασίσει κατά τον ίδιο τρόπο (απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Μαρτίου 2011, C-51/10 P, Agencja Wydawnicza Technopol κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2011, σ. I-1541, σκέψεις 73 και 74).

    66. Τούτου δοθέντος, οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της χρηστής διοικήσεως πρέπει να συμβιβάζονται με την τήρηση της νομιμότητας. Ως εκ τούτου, για λόγους ασφαλείας δικαίου και χρηστής διοικήσεως, η εξέταση κάθε αιτήσεως καταχωρίσεως πρέπει να είναι αυστηρή και πλήρης προκειμένου να αποφεύγεται το ενδεχόμενο μη προσήκουσας καταχωρίσεως σήματος. Η εξέταση αυτή πρέπει να διενεργείται κατά περίπτωση. Συγκεκριμένα, η καταχώριση σημείου ως σήματος εξαρτάται από ειδικά κριτήρια, τα οποία έχουν εφαρμογή στο πλαίσιο των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης περιπτώσεως και τα οποία χρησιμεύουν για να διακριβωθεί το ενδεχόμενο το οικείο σήμα να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής κάποιου από τους λόγους απαραδέκτου (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 65 απόφαση Agencja Wydawnicza Technopol κατά ΓΕΕΑ, σκέψεις 75 και 77 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    67. Αντιθέτως, όμως, προς ό,τι συνέβη εν προκειμένω, δεν αποδείχθηκε ότι, στην υπόθεση που επικαλέσθηκε ο προσφεύγων, η ράτσα «elo» είχε αναγνωρισθεί από τη SKG ή άλλη κυνολογική εταιρία ούτε ότι είχε καταστεί γνωστή στους ενδιαφερόμενους καταναλωτές ως χωριστή νέα ράτσα σκύλων. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο προσφεύγων δεν μπορεί να επικαλεσθεί βάσιμα την προμνημονευθείσα απόφαση του ΓΕΕΑ, η οποία αφορούσε άλλωστε αίτηση καταχωρίσεως διαφορετικού σήματος, προς απόδειξη της ελλείψεως νομιμότητας της προσβαλλομένης αποφάσεως.

    68. Πρέπει επίσης να απορριφθεί ως στερούμενη σημασίας η εκ μέρους του προσφεύγοντος μνεία άλλων σημάτων, τα οποία περιέχουν τη λέξη «continental» ή αποτελούνται αποκλειστικά από τη λέξη αυτή και των οποίων προσκόμισε παραδείγματα σε έγγραφο συνημμένο στο δικόγραφο της προσφυγής, τούτο δε, κατά μείζονα λόγο, καθόσον τα σήματα αυτά αφορούν διαφορετικά προϊόντα και υπηρεσίες από τα επίμαχα εν προκειμένω, και, ενδεχομένως, για ορισμένα, καθόσον είναι εικονιστικά και συνεπώς δεν επιδέχονται σύγκριση με την προκειμένη περίπτωση.

    69. Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι η λέξη «continental» είναι περιγραφική των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009.

    70. Ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

    Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως

    71. Δεδομένου ότι από το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι αρκεί να συντρέχει ένας από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου που απαριθμούνται στη διάταξη αυτή για να αποκλεισθεί η καταχώριση σημείου ως κοινοτικού σήματος [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 28ης Ιουνίου 2011, T-487/09, ReValue Immobilienberatung κατά ΓΕΕΑ (ReValue), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 80 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία], παρέλκει εν προκειμένω η εξέταση του δεύτερου λόγου ακυρώσεως τον οποίο προέβαλε ο προσφεύγων και ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού.

    72. Κατά τα λοιπά, κατά πάγια νομολογία, σήμα που είναι περιγραφικό των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων προϊόντων ή υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, στερείται, ως εκ τούτου, οπωσδήποτε διακριτικού χαρακτήρα όσον αφορά τα ίδια αυτά προϊόντα ή υπηρεσίες, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ιδίου κανονισμού (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 71 απόφαση ReValue, σκέψη 81 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    73. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να γίνει δεκτός.

    74. Ως εκ τούτου, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    75. Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι ο προσφεύγων ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του ΓΕΕΑ.

    Διατακτικό

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

    αποφασίζει:

    1) Απορρίπτει την προσφυγή.

    2) Καταδικάζει το Continental Bulldog Club Deutschland eV στα δικαστικά έξοδα.

    Top

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

    της 17ης Απριλίου 2013 ( *1 )

    «Κοινοτικό σήμα — Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος CONTINENTAL — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Περιγραφικός χαρακτήρας — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009»

    Στην υπόθεση T-383/10,

    Continental Bulldog Club Deutschland eV, με έδρα το Βερολίνο (Γερμανία), εκπροσωπούμενος αρχικώς από τον S. Vollmer και στη συνέχεια από τον U. Rühl, avocats,

    προσφεύγων,

    κατά

    Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου αρχικώς από τον S. Schäffner και στη συνέχεια από την D. Walicka,

    καθού,

    με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 23ης Ιουνίου 2010 (υπόθεση R 300/2010-1), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σημείου CONTINENTAL ως κοινοτικού σήματος,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

    συγκείμενο από τους N. J. Forwood, πρόεδρο, F. Dehousse και J. Schwarcz (εισηγητή), δικαστές,

    γραμματέας: E. Coulon

    έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 7 Σεπτεμβρίου 2010,

    έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 17 Δεκεμβρίου 2010,

    έχοντας υπόψη την επιστολή με την οποία ο προσφεύγων παραιτήθηκε του αιτήματος περί καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως και κρίνοντας επομένως, κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 135α του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ότι πρέπει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Ιστορικό της διαφοράς

    1

    Στις 7 Σεπτεμβρίου 2009 ο προσφεύγων σύλλογος Continental Bulldog Club Deutschland eV υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1).

    2

    Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση συνίσταται στο λεκτικό σημείο CONTINENTAL.

    3

    Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες, για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, εμπίπτουν στις κλάσεις 31 και 44 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και έχει τροποποιηθεί, που αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

    κλάση 31: «Ζώα και συγκεκριμένα σκύλοι»·

    κλάση 44: «Φύλαξη και εκτροφή σκύλων και συγκεκριμένα κουταβιών και ζώων εκτροφής».

    4

    Με απόφαση της 9ης Φεβρουαρίου 2010, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως σήματος για το σύνολο των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και γʹ, του κανονισμού 207/2009.

    5

    Την 1η Μαρτίου 2010 ο προσφεύγων άσκησε προσφυγή ενώπιον του ΓΕΕΑ κατά της αποφάσεως του εξεταστή.

    6

    Με απόφαση της 23ης Ιουνίου 2010 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε την προσφυγή, για τον λόγο ότι το λεκτικό σημείο CONTINENTAL έχει, όσον αφορά τις υπηρεσίες και τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση, περιγραφικό χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, και στερείται διακριτικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού αυτού.

    Αιτήματα των διαδίκων

    7

    Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει την προσβαλλομένη απόφαση·

    επικουρικώς, να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση καθόσον αυτή αφορά «προϊόντα και υπηρεσίες» της κλάσεως 44·

    να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

    8

    Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να απορρίψει την προσφυγή·

    να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

    Σκεπτικό

    9

    Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως οι οποίοι αντλούνται, αντιστοίχως, από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ιδίου αυτού κανονισμού.

    Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως

    10

    Κατά τον προσφεύγοντα, κακώς έκρινε το τμήμα προσφυγών ότι το λεκτικό σημείο CONTINENTAL ήταν περιγραφικό όσον αφορά τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες.

    11

    Το ΓΕΕΑ αμφισβητεί τα επιχειρήματα του προσφεύγοντος.

    12

    Πρέπει να υπομνησθεί συναφώς ότι, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, απορρίπτονται οι αιτήσεις καταχωρίσεως «[των σημάτων] που αποτελούνται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν [στις συναλλαγές] προς δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας».

    13

    Κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 επιδιώκει την επίτευξη σκοπού γενικού συμφέροντος, βάσει του οποίου οι ενδείξεις ή τα σημεία που είναι περιγραφικά των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των υπηρεσιών ή των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώριση πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουνίου 2007, T-339/05, MacLean-Fogg κατά ΓΕΕΑ (LOKTHREAD), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

    14

    Επιπλέον, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, σημεία ή ενδείξεις δυνάμενα να χρησιμεύσουν στις συναλλαγές προς δήλωση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του προϊόντος ή της υπηρεσίας για τα οποία ζητείται η καταχώριση τεκμαίρεται ότι αδυνατούν να επιτελέσουν την ουσιώδη λειτουργία του σήματος, δηλαδή τον προσδιορισμό της εμπορικής προελεύσεως του προϊόντος ή της υπηρεσίας, ώστε ο καταναλωτής ο οποίος αγοράζει το προϊόν ή είναι αποδέκτης της υπηρεσίας που προσδιορίζεται από το σήμα να προβεί αργότερα, στο πλαίσιο μελλοντικής αγοράς, στην ίδια επιλογή, αν μείνει ικανοποιημένος, ή σε άλλη επιλογή, αν δεν ικανοποιηθεί (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 13 απόφαση LOKTHREAD, σκέψη 28 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    15

    Ως εκ τούτου, για να εμπίπτει στην απαγόρευση που θέτει η διάταξη αυτή, το σημείο πρέπει να συνδέεται με τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες κατά τρόπο αρκούντως άμεσο και συγκεκριμένο, έτσι ώστε το ενδιαφερόμενο κοινό να μπορεί να αντιληφθεί αμέσως και άνευ ετέρας σκέψεως την περιγραφή των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών ή ενός εκ των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων τους (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 13 απόφαση LOKTHREAD, σκέψη 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    16

    Πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι ο περιγραφικός χαρακτήρας σημείου εκτιμάται μόνο σε σχέση με το πώς το εκλαμβάνει το ενδιαφερόμενο κοινό, αφενός, και σε σχέση με τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες, αφετέρου (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 13 απόφαση LOKTHREAD, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    17

    Το ζήτημα αν, όπως υποστηρίζει ο προσφεύγων, το ΓΕΕΑ παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, αποφαινόμενο ότι το ενδιαφερόμενο κοινό εκλαμβάνει ως περιγραφικό το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, πρέπει να εξετασθεί με γνώμονα τα ανωτέρω.

    Επί του ενδιαφερομένου κοινού και του βαθμού προσοχής που επιδεικνύει

    18

    Πρέπει να επισημανθεί, όπως έπραξε και το τμήμα προσφυγών (σκέψη 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως), ότι τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες απευθύνονται τόσο στον μέσο καταναλωτή εν γένει, όπως στους φιλόζωους που ενδιαφέρονται για υπηρεσίες φυλάξεως σκύλων, όσο και σε επαγγελματίες, όπως στους εκτροφείς σκύλων ή τους έχοντες την εκμετάλλευση εκτροφείων και καταστημάτων πωλήσεως ζώων. Όσον αφορά τον βαθμό προσοχής που επιδεικνύει το ενδιαφερόμενο κοινό, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο ορισμός τον οποίο παρέθεσε το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά τον οποίο ο βαθμός προσοχής είναι «μεγαλύτερος», δεδομένου ότι το κοινό αυτό επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή όσον αφορά την πιστοποίηση της καταγωγής των σκύλων, τη μέθοδο εκτροφής και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά τους και, επιπροσθέτως, λόγω του ότι πρόκειται για «προϊόντα» τα οποία δεν αποκτώνται σε καθημερινή βάση ή για υπηρεσίες που δεν λαμβάνονται κάθε ημέρα. Μολονότι ο προσφεύγων κάνει αποκλειστικώς λόγο, στην προσφυγή του, για «τον μέσο καταναλωτή που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος», επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν προβάλλει κανένα επιχείρημα προς στήριξη του περιορισμού αυτού του ενδιαφερομένου κοινού, που πρέπει επομένως να απορριφθεί ως αβάσιμος.

    19

    Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι, προκειμένου να εκτιμηθεί αν ορθώς έκρινε το τμήμα προσφυγών ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση έχει περιγραφικό χαρακτήρα, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο τρόπος με τον οποίο το αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό στο σύνολο της Ένωσης, καθόσον η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος πρέπει να απορριφθεί, κατά το άρθρο 7, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 207/2009, εφόσον υφίσταται λόγος απαραδέκτου τουλάχιστον σε ένα τμήμα της. Επομένως, ορθώς έκρινε ο εξεταστής ότι έπρεπε να ληφθούν υπόψη όλοι οι ενδιαφερόμενοι καταναλωτές εντός της Ένωσης, εκτίμηση την οποία επικύρωσε το τμήμα προσφυγών με τη σκέψη 3 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

    Επί του περιγραφικού χαρακτήρα της λέξεως «continental»

    20

    Πρέπει να διακριβωθεί αν ορθώς έκρινε το τμήμα προσφυγών ότι, όσον αφορά το ως άνω προσδιορισθέν ενδιαφερόμενο κοινό, το λεκτικό σημείο CONTINENTAL συνδέεται κατά τρόπο άμεσο και συγκεκριμένο με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος.

    21

    Καταρχάς, διαπιστώνεται συναφώς ότι ο προσφεύγων δεν αμφισβήτησε την εκτίμηση στην οποία προέβη το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 16 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά την οποία η λέξη «continental» παραπέμπει «σε επίθετα όπως “ευρωπαϊκός, ηπειρωτικός, μη νησιωτικός”».

    22

    Εν συνεχεία, από την προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα από τις σκέψεις της 17 επ. προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε ως καθοριστικής σημασίας, για να διαπιστωθεί ο περιγραφικός χαρακτήρας του όρου τον οποίο αφορούσε η αίτηση καταχωρίσεως σήματος, το γεγονός ότι θα εκλαμβανόταν ως δηλωτικός ράτσας μπουλντόγκ. Προς τούτο, το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε κυρίως σε πλείονες ιστότοπους, μεταξύ των οποίων και στους ιστότοπους του προσφεύγοντος. Κατ’ ουσίαν, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι πρόεκυπτε επαρκώς από νομικής απόψεως ότι η φράση «continental bulldog» (η οποία μνημονεύεται στην αγγλική γλώσσα στους εν λόγω ιστότοπους), δηλώνει ράτσα σκύλων, την οποία έχει ήδη αναγνωρίσει στην Ελβετία η Schweizerische Kynologische Gesellschaft [Ελβετική Κυνολογική Εταιρία] (SKG), και της οποίας η δημιουργία και η εκτροφή αποτελούν τον σκοπό του προσφεύγοντος ως συλλόγου. Το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε επίσης στους ιστότοπους του προσφεύγοντος για να αποφανθεί, αφενός, ότι η ως άνω φράση επελέγη για νέα ράτσα σκύλων προκειμένου να καταστήσει δυνατή τη σαφή διάκρισή της από τη ράτσα των «English bulldog» και, αφετέρου, ότι εξ αυτών προέκυπτε ότι ο προσφεύγων σύλλογος προετίθετο, μόλις συντρέξουν οι διάφορες προϋποθέσεις που απαιτεί η Διεθνής Κυνολογική Ομοσπονδία [Fédération Cynologique Internationale] (FCI), να υποβάλει στον οργανισμό αυτόν αίτηση αναγνωρίσεως της νέας ράτσας (σκέψεις 20 και 23 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    23

    Ακολούθως, το τμήμα προσφυγών συνήγαγε το συμπέρασμα ότι η λέξη «continental» δηλώνει το όνομα εκτροφείου σκύλων, ενδεχομένως δε ράτσας μπουλντόγκ. Κατά το τμήμα προσφυγών, εφόσον ο εκτροφέας νέας ράτσας καθορίζει την ονομασία της, η εν λόγω ονομασία αυτή καθίσταται το όνομα του είδους αυτού σκύλου. Έκρινε ότι η περίπτωση αυτή εμφανίζει ορισμένες ομοιότητες με τον τομέα της αποδόσεως ονομασίας σε ποικιλίες φυτών. Το τμήμα προσφυγών αποφάνθηκε επίσης ότι μικρή σημασία έχει το ότι ο προσφεύγων προετίθετο να προβεί σε «κλειστή εκτροφή», καθόσον, κατά το τμήμα αυτό του ΓΕΕΑ, από βιολογικής απόψεως, ακόμα και οι σκύλοι που δεν προέρχονται απευθείας από το εκτροφείο αυτό μπορούν να εξακολουθούν να θεωρούνται σκύλοι αυτής της «ράτσας» ή αυτού του «είδους». Για τον ίδιο αυτό λόγο, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι μικρή σημασία είχε το γεγονός ότι οι ιστότοποι ορισμένων εκτροφέων σκύλων «continental bulldog» μνημονεύουν τον προσφεύγοντα (σκέψεις 24 έως 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    24

    Τέλος, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι έπρεπε να απορριφθεί η αίτηση καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος και όσον αφορά τις υπηρεσίες φυλάξεως και εκτροφής σκύλων και συγκεκριμένα κουταβιών και ζώων εκτροφής, με το σκεπτικό ότι πρόκειται για εξειδικευμένες υπηρεσίες που ορίζονται ακριβέστερα ως εκτροφή σκύλων (σκέψη 28 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    25

    Ο προσφεύγων αμφισβητεί τις εκτιμήσεις του τμήματος προσφυγών. Πρώτον, υποστηρίζει κατ’ ουσίαν ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη εξομοιώνοντας το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση με τη φράση «continental bulldog». Δεύτερον, ο νομοθέτης εξέτασε το ενδεχόμενο να καταστήσει δυνατή στους δικαιούχους σημάτων, διά της καταχωρίσεώς τους, την προστασία των ονομασιών προελεύσεως, προέβλεψε δε μάλιστα ρητώς, όσον αφορά τα «ζώντα ζώα», τη δυνατότητα να απολαύουν της προστασίας που παρέχεται βάσει σήματος. Κατά το παρελθόν, εξάλλου, το τμήμα προσφυγών καταχώρισε ως κοινοτικό σήμα ράτσα σκύλων ονομαζόμενη «elo». Τρίτον, το τμήμα προσφυγών έλαβε υπόψη απόλυτο λόγο απαραδέκτου της αιτήσεως καταχωρίσεως, ο οποίος δεν προβλέπεται από το δίκαιο των κοινοτικών σημάτων, συγκεκριμένα δε τη χρήση, προ της καταχωρίσεως, του σημείου του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, προκειμένου να την αντιτάξει στην καταχώριση λόγω του ότι ενείχε τον κίνδυνο να θεμελιώσει, μελλοντικά, περιγραφικό χαρακτήρα του εν λόγω σημείου. Τέταρτον, ο προσφεύγων διατείνεται ότι δεν είναι δυνατή η ανάλυση κατ’ αναλογία με τα προβλεπόμενα στον τομέα των ποικιλιών φυτών, δεδομένου ότι η προστασία των δεύτερων στηρίζεται σε ειδικούς νόμους. Κατά τον προσφεύγοντα, το τμήμα προσφυγών υπέπεσε, στο πλαίσιο αυτό, και σε σφάλματα περί την ιεράρχηση των εννοιών. Τελικά, ο προσφεύγων διατείνεται ότι η αίτησή του καταχωρίσεως σήματος δεν αποτελεί προσπάθεια καταχωρίσεως σήματος που αφορά υφιστάμενη ράτσα.

    26

    Καταρχάς, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι από το δικόγραφο της προσφυγής προκύπτει ότι ο προσφεύγων δεν έθεσε εν αμφιβόλω την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της φράσεως «continental bulldog» και μιας «υπό διαμόρφωση» ράτσας σκύλων, δηλαδή ράτσας για την οποία δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αναγνωρίσεως. Συναφώς, πρέπει ιδίως να μνημονευθεί το απόσπασμα του δικογράφου της προσφυγής όπου ο προσφεύγων διατείνεται ότι εάν το ενδιαφερόμενο κοινό ήθελε να δηλώσει ράτσα σκύλων, δεν θα χρησιμοποιούσε τον όρο «continental», αλλά τη φράση «continental bulldog», στοιχείο που καταδεικνύεται, κατά τον προσφεύγοντα, από τα αποσπάσματα των ιστοτόπων των οποίων έγινε επίκληση κατά την ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασία. Ομοίως, ο προσφεύγων υποστηρίζει με την προσφυγή ότι το κοινό αυτό μνημονεύει τις υπηρεσίες τις οποίες αφορά η αίτηση καταχωρίσεως κάνοντας λόγο για «τη φύλαξη και την εκτροφή του συλλόγου “Continental Bulldog”». Οι αιτιάσεις αυτές δεν επιβεβαιώνονται από τη δήλωση στην οποία προέβη ο προσφεύγων με το δικόγραφο της προσφυγής του, στο πλαίσιο του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, κατά την οποία, ζητώντας την καταχώριση του επίμαχου σήματος, είχε ως σκοπό «να διακριθεί από άλλους συλλόγους εκτροφέων μπουλντόγκ που σκοπούν, μακροπρόθεσμα, στη δημιουργία και αναγνώριση ράτσας», όπως, μεταξύ άλλων, είναι το Allgemeiner Club für Englische Bulldogs eV, το Bulldog Club für American Bulldogs ή το Internationaler Klub für Französische Bulldoggen eV (IFKB).

    27

    Επιπλέον, στο δικόγραφο της προσφυγής, ο προσφεύγων κάνει χρήση της φράσεως «continental bulldog» παραπέμποντας στην ιδιαίτερη πιστοποίηση καταγωγής ενός σκύλου, βεβαιώνοντας ότι προέρχεται από «κλειστή εκτροφή». Κατά τον προσφεύγοντα, η φράση αυτή καθιστά δυνατή τη δήλωση της καταγωγής και της γενεαλογίας του σκύλου.

    28

    Ωστόσο, ο προσφεύγων υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι τυχόν διαδικασία αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων εκ μέρους οργανισμών όπως η FCI μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες χωρίς απαραίτητα να έχει αποτέλεσμα και, εν πάση περιπτώσει, ότι ζητείται η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος της λέξεως «continental» και όχι της ως άνω φράσεως.

    29

    Συναφώς, επισημαίνεται, πρώτον, ότι από τα διάφορα παραθέματα ιστοσελίδων, στα οποία παραπέμπει το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα στις σκέψεις της 3 και 19 έως 22, προκύπτει πράγματι ότι η φράση «continental bulldog» δύναται να δηλώσει ράτσα σκύλων αναγνωρισμένη τουλάχιστον στην Ελβετία, συγκεκριμένα δε από την ένωση SKG. Επιπλέον, η αναγνώριση αυτή, η οποία ανάγεται στο 2004, χαρακτηρίζεται μάλιστα ως «επίσημη».

    30

    Δεύτερον, από τα εν λόγω παραθέματα ιστοσελίδων συνάγεται επίσης ότι οι εκτροφείς των σκύλων που καλούνται «continental bulldogs» τα θεωρούν εκπροσώπους «ισότιμης» ράτσας η οποία βρίσκεται, ή τουλάχιστον τείνει να βρεθεί, σε διαρκή βελτίωση. Στις ιστοσελίδες αυτές γίνεται λόγος για τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της νέας ράτσας σκύλων, ενώ υπάρχει και σύγκριση με την αναγνωρισμένη ράτσα των «English bulldogs», στην οποία τονίζεται ότι η νέα ελβετική ράτσα, σύμφωνα με τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στις εν λόγω ιστοσελίδες, επιφέρει «ουσιαστική βελτίωση όσον αφορά ζητήματα υγείας και αντοχής». Επιπλέον, στα εν λόγω αποσπάσματα, η ως άνω φράση χρησιμοποιείται προς δήλωση των υπηρεσιών «εκτροφής» των σκύλων.

    31

    Τρίτον, πρέπει να επισημανθεί ότι οι ιστότοποι επισημαίνουν, μεταξύ των διαφόρων σκοπών που επιδιώκουν να επιτύχουν οι ως άνω εκτροφείς, «την αναγνώριση της [ράτσας] από τη FCI» (σκέψη 3 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τελευταίος μνημονευόμενος ιστότοπος).

    32

    Εν συνεχεία, πρέπει να υπομνησθεί ότι έχει κριθεί, αφενός, ότι η εξέταση των αιτήσεων καταχωρίσεως σήματος δεν πρέπει να είναι ακροθιγής αλλά αυστηρή και πλήρης για να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη καταχώριση σημάτων και για να διασφαλίζεται, για λόγους σχετικούς με την ασφάλεια δικαίου και τη χρηστή διοίκηση, ότι δεν θα καταχωρίζονται σήματα των οποίων η χρήση θα μπορούσε να αμφισβητηθεί επιτυχώς ενώπιον των δικαστηρίων (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Μαΐου 2003, C-104/01, Libertel, Συλλογή 2003, σ. I-3793, σκέψεις 58 και 59).

    33

    Αφετέρου, για να απορρίψει το ΓΕΕΑ την αίτηση καταχωρίσεως σήματος, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, δεν απαιτείται τα σημεία και οι ενδείξεις που αποτελούν το σήμα και διαλαμβάνονται στο άρθρο αυτό να χρησιμοποιούνται πράγματι, κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως, με σκοπό την περιγραφή προϊόντων ή υπηρεσιών όπως εκείνα τα οποία αφορά η αίτηση ή χαρακτηριστικών γνωρισμάτων αυτών των προϊόντων ή υπηρεσιών. Όπως προκύπτει από το γράμμα της διατάξεως αυτής, αρκεί αυτά τα σημεία και ενδείξεις να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τέτοιους σκοπούς. Επομένως, μπορεί να απορριφθεί, κατ’ εφαρμογήν της εν λόγω διατάξεως, η αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σημείου το οποίο, σε μία τουλάχιστον από τις δυνητικές σημασίες του, δηλώνει χαρακτηριστικό γνώρισμα των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών (βλ., σχετικώς, απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2003, C-191/01 P, ΓΕΕΑ κατά Wrigley, Συλλογή 2003, σ. I-12447, σκέψη 32).

    34

    Εν προκειμένω, για να εφαρμοσθεί η προμνημονευθείσα νομολογία, πρέπει να επισημανθεί ότι δύο εκ των πέντε παραθεμάτων από ιστοσελίδες που έλαβε υπόψη του ο εξεταστής και στα οποία παραπέμπει επίσης το τμήμα προσφυγών στο πλαίσιο της εκτιμήσεώς του περί του πώς αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό τη λέξη «continental» προέρχονται από ιστοσελίδες των οποίων το όνομα διαδικτυακού τομέα καταλήγει στη σύντμηση «.ch», δηλαδή απευθύνονται πρωτίστως στο ελβετικό κοινό. Καθόσον, όμως, η Ελβετική Συνομοσπονδία δεν είναι μέλος ούτε της Ένωσης ούτε του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), πρέπει να διερευνηθεί η σημασία αυτών των αποδεικτικών στοιχείων όσον αφορά την ανάλυση του περιγραφικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009.

    35

    Συναφώς, επιβάλλεται να επισημανθεί, αφενός, ότι ο κανονισμός 207/2009, μολονότι αποτελεί «κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ», συνιστά, κατά τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του, νομοθέτημα που σκοπεί να προαγάγει την αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων «στο σύνολο της Κοινότητας», μεταξύ άλλων μέσω σημάτων που θα καθιστούν δυνατό στις επιχειρήσεις τον προσδιορισμό των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, ανεξαρτήτως συνόρων. Προβλέπει κοινοτικό καθεστώς σημάτων «τα οποία απολαύουν ομοιόμορφης προστασίας και παράγουν τα αποτελέσματά τους στο σύνολο του εδάφους της Κοινότητας».

    36

    Αφετέρου, το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 ορίζει ότι η «παράγραφος 1 [έχει εφαρμογή] ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται μόνο σε τμήμα της Κοινότητας».

    37

    Επομένως, δεδομένου ότι ο ενδεχομένως περιγραφικός χαρακτήρας του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με το ενδιαφερόμενο κοινό εντός της Ένωσης, οι κρίσεις που αφορούν αποδεικτικά στοιχεία προερχόμενα από κράτος που δεν είναι μέλος της ασκούν επιρροή μόνο στο μέτρο που έχουν άμεσο αντίκτυπο στην αντίληψη του εν λόγω κοινού.

    38

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, καταρχάς, ότι ακόμη και οι καταναλωτές της Ένωσης μπορούν να έχουν πρόσβαση στους ιστοτόπους των οποίων το όνομα τομέα καταλήγει στη σύντμηση «.ch» και οι οποίοι διαλαμβάνονται στην ανωτέρω σκέψη 34, τούτο δε στο πλαίσιο διαφόρων αναζητήσεων, μέσω μηχανών διαδικτυακής αναζητήσεως, σχετικών με τις ράτσες σκύλων και ειδικότερα με τα «bulldogs». Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι ιστότοποι αυτοί δεν έχουν σημασία για την εκτίμηση του πώς αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό το σημασιολογικό περιεχόμενο της λέξεως η οποία αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

    39

    Εν συνεχεία, πρέπει να επισημανθεί ότι μεταξύ των ιστοτόπων που έλαβε υπόψη ο εξεταστής και, ακολούθως, το τμήμα προσφυγών, το όνομα τομέα τριών εξ αυτών έχει ως κατάληξη τη σύντμηση «.de» και, ως εκ τούτου, απευθύνονται πρωτίστως στο γερμανικό κοινό. Από την ανάλυση των τριών αυτών ιστοτόπων συνάγεται ότι περιέχουν, κατ’ ουσίαν, το σύνολο των κρίσιμων στοιχείων που διαλαμβάνονται στις σκέψεις 29 έως 31 ανωτέρω και, ειδικότερα, ότι αποτελούν ένδειξη περί του ότι η ράτσα «continental bulldog» έχει αναγνωρισθεί στην Ελβετία από την SKG, για την οποία επισημαίνεται ότι είναι μέλος της FCI. Επιπλέον, το τμήμα προσφυγών μνημονεύει επίσης, στη σκέψη 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως, παράθεμα ιστοσελίδας του προσφεύγοντος της οποίας το όνομα τομέα καταλήγει στο ακρωνύμιο «.eu», δηλαδή απευθύνεται πρωτίστως στο σύνολο του ενδιαφερόμενου κοινού της Ένωσης. Το παράθεμα αυτό περιλαμβάνει, κατ’ ουσίαν, λεπτομερή στοιχεία για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των σκύλων που χαρακτηρίζονται ως «continental bulldogs».

    40

    Ως εκ τούτου, ορθώς έκρινε το τμήμα προσφυγών, στο πλαίσιο αυστηρής και πλήρους εξετάσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως, σύμφωνα με τη νομολογία της προμνημονευθείσας στην ανωτέρω σκέψη 32 αποφάσεως Libertel, ότι, τόσο στη Γερμανία όσο και στην υπόλοιπη Ένωση, η φράση «continental bulldog» μπορούσε να χρησιμοποιείται, ήδη κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως, τουλάχιστον από το τμήμα του ενδιαφερόμενου κοινού που αποτελείται από επαγγελματίες, όπως είναι οι εκτροφείς σκύλων ή οι ιδιοκτήτες εκτροφείων και καταστημάτων ζώων, προκειμένου να δηλωθεί ράτσα σκύλων που έχει αναγνωρισθεί στην Ελβετία.

    41

    Συγκεκριμένα, πρέπει να ληφθεί συναφώς υπόψη ο υψηλότερος βαθμός προσοχής και επιστημονικών και γλωσσικών γνώσεων του κοινού αυτού. Πρέπει να γίνει δεκτό ότι ένα τέτοιο κοινό είναι ενημερωμένο για τις εξελίξεις όσον αφορά την αναγνώριση νέας ράτσας σκύλων και για τις διαδικασίες που εκκρεμούν ενώπιον των αρμοδίων οργανισμών. Πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι η «επίσημη» αναγνώριση της ράτσας σκύλων στην Ελβετία, την οποία μνημονεύουν και οι εν λόγω γερμανικοί και ευρωπαϊκοί ιστότοποι, ανάγεται ήδη στο 2004, δηλαδή πέντε έτη πριν την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος. Επιπλέον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι ιστότοποι, στους οποίους στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών και οι οποίοι περιείχαν κείμενα στη γερμανική και ορισμένοι εξ αυτών και στην αγγλική γλώσσα, εξακολουθούν να δημοσιεύουν φωτογραφίες σκύλων οι οποίοι ανήκουν στη νέα ράτσα σκύλων ακριβώς δίπλα στην ονομασία της ράτσας αυτής, γεγονός που διευκολύνει να γίνει αντιληπτός ο συσχετισμός μεταξύ των εν λόγω σκύλων και της φράσης «continental bulldog». Επομένως, εύλογα εκτιμάται ότι τα στοιχεία περί της ίδιας της υπάρξεως της ράτσας «continental bulldog», καθώς και τα στοιχεία σχετικά με τις δραστηριότητες των εκτροφέων με σκοπό τη διαρκή ανάπτυξη των εκτροφείων τους των εν λόγω μπουλντόγκ διαδόθηκαν ευρέως μεταξύ των οικείων επαγγελματικών κύκλων.

    42

    Εν συνεχεία, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει αλυσιτελείς τις αιτιάσεις του προσφεύγοντος ότι η αναγνώριση της νέας ράτσας από τη FCI δεν ήταν «τετελεσμένο γεγονός» κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος, ότι, εξάλλου, δεν είχε αποδειχθεί ότι ενδεχόμενη αίτηση προς τούτο ενώπιον της ομοσπονδίας θα είχε κατ’ ανάγκη ως αποτέλεσμα την αναγνώρισή της και ότι, τέλος, εν πάση περιπτώσει η διαδικασία για την οριστική αναγνώριση ράτσας θα μπορούσε να απαιτήσει την παρέλευση μακρού χρονικού διαστήματος. Συγκεκριμένα, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν η επίμαχη ράτσα θα αναγνωρισθεί από τη FCI, τα λοιπά πραγματικά στοιχεία στα οποία στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών και ιδίως η αναγνώριση εκ μέρους της SKG, καθώς και τα στοιχεία σχετικά με την περιγραφή των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των σκύλων «continental bulldog», τα οποία προκύπτουν από τις προμνημονευθείσες ιστοσελίδες, αποτελούν, εν προκειμένω, επαρκή αποδεικτικά στοιχεία προς τεκμηρίωση της κρίσεως ότι μέρος τουλάχιστον του ενδιαφερόμενου κοινού αντιλαμβάνεται τη φράση «continental bulldog» ως δηλώνουσα ράτσα σκύλων (βλ. σκέψη 40 ανωτέρω).

    43

    Όσον αφορά, εν συνεχεία, την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι η ράτσα σκύλων δηλώνεται, εν πάση περιπτώσει, με ολόκληρη την ανωτέρω φράση και όχι μόνο με την πρώτη λέξη της, πρέπει να εξετασθεί το περιεχόμενό της, λαμβανομένης υπόψη της πάγιας νομολογίας, κατά την οποία ο περιγραφικός χαρακτήρας σημείου εκτιμάται μόνο σε σχέση με το πώς το αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό, αφενός, και σε σχέση με τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες, αφετέρου (βλ. σκέψη 16 ανωτέρω).

    44

    Διαπιστώνεται συναφώς ότι, σε περίπτωση κατά την οποία γίνει δεκτή η αίτηση καταχωρίσεως του επίμαχου εν προκειμένω σήματος, το ενδιαφερόμενο κοινό θα το λάβει υπόψη σε περιπτώσεις κατά τις οποίες θα δηλώνει είτε τα προϊόντα «ζώντα ζώα και συγκεκριμένα σκύλοι» είτε τις υπηρεσίες «φυλάξεως και εκτροφής σκύλων και συγκεκριμένα κουταβιών και ζώων εκτροφής». Στο πλαίσιο αυτό, ένα ενημερωμένο επαγγελματικό κοινό, αποτελούμενο από γνώστες του οικείου τομέα οι οποίοι είναι εξοικειωμένοι με τις ράτσες σκύλων, θα αντιληφθεί τον όρο «continental» άμεσα και άνευ ετέρας σκέψεως ως δηλώνοντα τη ράτσα των «continental bulldogs», δηλαδή ως περιγραφή των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών ή των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων τους. Επιβάλλεται επίσης η διαπίστωση ότι ακόμη και ορισμένοι φιλόζωοι θα αντιλαμβάνονταν τη λέξη «continental» κατ’ αυτόν τον τρόπο, ιδίως στην περίπτωση αναζητήσεως υπηρεσιών φυλάξεως των σκύλων τους ή εφόσον προτίθενται να αγοράσουν ένα «bulldog». Πράγματι, όπως διαπίστωσε το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 35 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ευλόγως εκτιμάται ότι οι φιλόζωοι ή οι δυνητικοί αγοραστές σκύλων γνωρίζουν εν γένει τη ράτσα του σκύλου που επιθυμούν να αποκτήσουν.

    45

    Δεν μπορεί, επίσης, να γίνει δεκτό ότι αποδείχθηκε, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει ο προσφεύγων, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν θα κατανοήσει, χωρίς ένδειξη περί του «γένους», για ποια ράτσα σκύλων πρόκειται οσάκις συναντά όρους όπως «jack russel terrier», «airedale terrier», «cocker spaniel», ή, εν προκειμένω, «continental bulldog». Συγκεκριμένα, οι ως άνω περιστάσεις, υπό τις οποίες θα γίνουν αντιληπτοί οι όροι και οι φράσεις «jack russel», «airedale», «cocker» ή «continental», διευκολύνουν προδήλως το εν λόγω κοινό να συσχετίσει κατά τρόπο επαρκώς άμεσο τους όρους αυτούς και τις οικείες ράτσες σκύλων.

    46

    Πρέπει να προστεθεί ακόμη ότι, μολονότι η λέξη «continental» έχει διάφορες σημασίες, όπως αυτές που υπομνήσθηκαν στη σκέψη 21 ανωτέρω, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το στοιχείο αυτό καθιστά αδύνατο ή δυσχεραίνει τον εκ μέρους του ενδιαφερομένου κοινού συσχετισμό μεταξύ μίας εκ των πιθανών σημασιών της λέξεως αυτής και της δηλώσεως της οικείας ράτσας, δηλαδή της «continental bulldog». Ειδικότερα, καθόσον από τα παραθέματα ιστοσελίδων που μνημονεύθηκαν στην προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι η νέα ράτσα ονομάσθηκε έτσι ακριβώς για να διακρίνεται από την πολύ γνωστή ράτσα «English bulldog», μέρος τουλάχιστον του αποτελούμενου από επαγγελματίες κοινού, των οποίων οι καλές γνώσεις όσον αφορά τον οικείο τομέα καθώς και οι γλωσσικές τους γνώσεις πρέπει να ληφθούν υπόψη, θα μπορούσε να αντιληφθεί αυτή τη σημασιολογική διάκριση μεταξύ «continental» και «English (αγγλικό)» και να διακρίνει έτι ευχερέστερα τη δήλωση της νέας ράτσας σκύλων στη λέξη που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση με σκοπό τη δήλωση σκύλων και υπηρεσιών εκτροφής ή φυλάξεώς τους. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει επίσης να απορριφθεί ως αλυσιτελές το επιχείρημα του προσφεύγοντος ότι το τμήμα προσφυγών δεν εφήρμοσε ορθώς την ιεραρχία των εννοιών βάσει των οποίων ορίζονται τα ζώα, τα είδη, τα γένη και οι ράτσες τους ή ότι υπέπεσε σε σύγχυση μεταξύ αυτών.

    47

    Δεν μπορεί, επίσης, να θεωρηθεί βάσιμη η αιτίαση του προσφεύγοντος ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο συγχέοντας τις περιστάσεις καθορισμού νέας ονομασίας ράτσας σκύλων, αφενός, και καθορισμού φυτικής ποικιλίας, αφετέρου, καθόσον ο προσφεύγων υποστηρίζει μεταξύ άλλων ότι το σύστημα αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων στο οποίο μετέχουν ή σχεδιάζουν να μετέχουν οι εκτροφείς σκύλων προερχόμενων από την εκτροφή των «continental bulldogs» σχετίζεται στην πραγματικότητα με πράξεις ενώσεων ιδιωτών άνευ ουδενός δεσμευτικού νομικού αποτελέσματος, δεδομένου ότι ο εθνικός ή ο Ευρωπαίος νομοθέτης δεν έχει προβλέψει κανένα σύστημα προστασίας και αναγνωρίσεως.

    48

    Συγκεκριμένα, χωρίς να απαιτείται να εξετασθεί η ενδεχόμενη αναλογία μεταξύ του συστήματος προστασίας των φυτικών ποικιλιών και της προκειμένης περιπτώσεως, αρκεί η διαπίστωση ότι από τις αιτιάσεις του προσφεύγοντος και τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία βασίσθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του τμήματος προσφυγών προκύπτει ότι τόσο ορισμένες εθνικές ή διεθνείς κυνολογικές ομοσπονδίες, όπως η SKG ή η FCI, όσο και οι ράτσες σκύλων που έχουν αναγνωρισθεί από τους οργανισμούς αυτούς χαίρουν του σεβασμού πολλών εκτροφέων σκύλων, επαγγελματιών ή ερασιτεχνών.

    49

    Συναφώς, αφενός, ο ίδιος ο προσφεύγων σύλλογος μνημονεύει στο δικόγραφο της προσφυγής του πλείονες ράτσες σκύλων οι οποίες έχουν αναγνωρισθεί από τους οργανισμούς αυτούς. Αφετέρου, βάσει των ιστοσελίδων στις οποίες στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση διαπιστώνεται, επαρκώς από νομικής απόψεως, ότι οι εκτροφείς σκύλων «continental bulldog» θεωρούν οπωσδήποτε σημαντική την αναγνώριση της ράτσας αυτής από τους προμνημονευθέντες οργανισμούς, καθόσον, πρώτον, μνημονεύουν την αναγνώριση εκ μέρους της SKG χαρακτηρίζοντάς την ως «επίσημη», δεύτερον, επισημαίνουν το γεγονός ότι ο οργανισμός αυτός είναι μέλος της FCI, τρίτον, επικαλούνται τις δοκιμές ως προς την αναπαραγωγική ικανότητα που τελέσθηκαν επιτυχώς ενώπιον «κριτή της “FCI”», συγκεκριμένα δε του κυρίου N., προκειμένου να γίνει δεκτό ότι ένας σκύλος ανήκει στην οικεία ράτσα, και, τέλος, υπογραμμίζουν την «όχι μικρή» σημασία που έχει η αναγνώριση της ράτσας σκύλων από τη FCI.

    50

    Ομοίως, πρέπει επίσης να επισημανθεί ως επιπλέον στοιχείο περί του ότι οι διαδικασίες αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων εκ μέρους των κυνολογικών ομοσπονδιών θεωρούνται, από το ενδιαφερόμενο κοινό, είτε επίσημου χαρακτήρα είτε επαρκώς επισημοποιημένες, ώστε να τους αποδίδεται πραγματική αξία, την οποία δεν μπορεί να αγνοήσει το Γενικό Δικαστήριο στο πλαίσιο της εκτιμήσεως του περιγραφικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, η επανειλημμένη μνεία εκ μέρους του προσφεύγοντος στις «δυσχέρειες» κατά τη διαδικασία αναγνωρίσεως, από τη FCI, ράτσας με σχετικώς σταθερή ταξινόμηση, καθώς και του χρονικού διαστήματος το οποίο μπορούσε να παρέλθει πριν γίνει δεκτή η σχετική αίτηση. Πράγματι, από τη μνεία αυτή συνάγεται η σημασία που αποδίδεται στις εν λόγω διαδικασίες.

    51

    Υπό τις συνθήκες αυτές, θα ήταν εντελώς επίπλαστο να εκτιμώνται τα αποτελέσματα της αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων από οργανισμούς όπως η SKG ή η FCI αποκλειστικώς από απόψεως ενδεχόμενων νομικών αποτελεσμάτων «δεσμευτικού χαρακτήρα», τα οποία θα της προσέδιδαν τα διάφορα εθνικά δίκαια ή το ευρωπαϊκό δίκαιο, όπως προτείνει κατά τα φαινόμενα ο προσφεύγων, χωρίς, άλλωστε, να αποδεικνύει ότι εν προκειμένω δεν υφίστανται τέτοια έννομα αποτελέσματα. Αντιθέτως, απόκειται στο τμήμα προσφυγών και, σε περίπτωση προσφυγής κατά της αποφάσεώς του, στο Γενικό Δικαστήριο, κατά την προμνημονευθείσα στη σκέψη 16 νομολογία, να εκτιμήσει τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται στην πράξη τη λέξη «continental» της οποίας ζητήθηκε η καταχώριση ως σήματος, δεδομένου ότι η ανάλυση αυτή απαιτεί να εξετασθεί το σύνολο των κρίσιμων προς τούτο στοιχείων, γεγονός που μπορεί να συνεπάγεται ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη περιπτώσεις στις οποίες η αντίληψη αυτή επηρεάζεται από το ότι το ως άνω κοινό λαμβάνει υπόψη περιστάσεις ή στοιχεία ακόμη κι ανεπίσημου χαρακτήρα, χωρίς να ενδιαφέρεται για τα έννομα αποτελέσματά τους. Πρέπει, επίσης, να επισημανθεί συναφώς ότι, ειδικώς στον χώρο των συλλόγων ή αυτόν των δραστηριοτήτων αναψυχής και του αθλητισμού δεν είναι ασυνήθιστη η σαφής αναγνώριση πράξεων μη κρατικών ενώσεων. Εν προκειμένω, πάντως, τα στοιχεία που υπομνήσθηκαν στις δύο προηγούμενες σκέψεις και στην ανωτέρω σκέψη 26 αρκούν για να καταδειχθεί ότι οι επίμαχες πράξεις των διαφόρων κυνολογικών ομοσπονδιών, όπως αυτές που αφορούν την αναγνώριση ράτσας σκύλων, μπορούν να έχουν ουσιαστικά αποτελέσματα όσον αφορά το πώς αντιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο κοινό τον οικείο τομέα.

    52

    Πρέπει να γίνει δεκτό, επομένως, ότι, άπαξ και ολοκληρωθεί η διαδικασία αναγνωρίσεως ράτσας σκύλων εκ μέρους μίας ή πλειόνων εκ των ανωτέρω ομοσπονδιών, η ονομασία της ράτσας αυτής δηλώνει, ως όνομα γένους, τους σκύλους που ανήκουν σ’ αυτή, όσον αφορά μέρος τουλάχιστον του ενδιαφερόμενου κοινού.

    53

    Κατόπιν των ανωτέρω και λαμβανομένης υπόψη της προμνημονευθείσας στη σκέψη 33 αποφάσεως ΓΕΕΑ κατά Wrigley, κατά την οποία, για να απορριφθεί, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, η αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σημείου, αρκεί το σημείο αυτό, σε μία τουλάχιστον από τις δυνητικές σημασίες του, να δηλώνει χαρακτηριστικό γνώρισμα των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη αποφαινόμενο ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και το οποίο αποτελείται από τη λέξη «continental» θα γίνει άμεσα αντιληπτό από το ενδιαφερόμενο κοινό ως περιγραφικό ράτσας μπουλντόγκ ή, όσον αφορά τις υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως, ως εξειδίκευση, από την άποψη ότι αφορά σκύλους της ιδίας αυτής ράτσας.

    54

    Οι λοιπές αιτιάσεις του προσφεύγοντος δεν αναιρούν την κρίση αυτή.

    55

    Πρώτον, εν προκειμένω, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελές, καταρχάς, το επιχείρημα του προσφεύγοντος το οποίο αντλείται από το ότι πρόθεση του νομοθέτη ήταν ακριβώς να καταστήσει δυνατή στους δικαιούχους των καταχωρισθέντων σημάτων την υπέρ τους προστασία των ονομασιών προελεύσεως, ακολούθως, το επιχείρημα ότι ο νομοθέτης προέβλεψε ρητώς ότι τα «ζώντα ζώα» μπορούν να απολαύουν της προστασίας που παρέχεται βάσει σήματος και, τέλος, το επιχείρημα που αντλείται από το ότι καταχωρισθέν σήμα που προσδιορίζει ζώο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σύννομα, μόνον προς δήλωση των ζώων με καταγωγή που αποτελεί αντικείμενο της εν λόγω προστασίας και ότι το ίδιο προτίθεται να κρατήσει το εκτροφείο του σκύλων «κλειστό».

    56

    Συγκεκριμένα, καταρχάς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με την έβδομη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού, αποτελεί ακριβώς εξαίρεση την οποία προέβλεψε ο νομοθέτης από τον σκοπό που επιδιώκεται με τον κανονισμό αυτό και ο οποίος συνίσταται, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της δεύτερης, της τρίτης και της όγδοης αιτιολογικής σκέψεώς του, στο να καταστεί δυνατό στις επιχειρήσεις και τους λοιπούς δικαιούχους να προσδιορίζουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους μέσω κοινοτικού σήματος και να διασφαλίζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο, μεταξύ άλλων, την προέλευσή τους.

    57

    Ακολούθως, μολονότι δεν μπορεί να αποκλεισθεί, γενικά, ότι τα «ζώντα ζώα» μπορούν πράγματι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να τύχουν προστασίας μέσω κοινοτικού σήματος, στοιχείο το οποίο άλλωστε δεν αμφισβητεί ούτε το ΓΕΕΑ, το ερώτημα εντούτοις που εγείρεται εν προκειμένω έγκειται αποκλειστικώς στον αν ορθώς απέρριψε το τμήμα προσφυγών αίτηση καταχωρίσεως σήματος που αφορά όρο με τον οποίο δηλώνεται υπάρχουσα ράτσα σκύλων. Εντούτοις, όπως κρίθηκε με τις σκέψεις 20 έως 53 ανωτέρω, υπό τις ειδικές συνθήκες της προκειμένης περιπτώσεως, οι οποίες συνίστανται ιδίως στο ότι η επίμαχη ράτσα σκύλων αναγνωρίσθηκε ήδη από το 2004 στην Ελβετία και στο ότι από διάφορες ιστοσελίδες που μνημονεύθηκαν στην προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι οι σκύλοι «continental bulldogs» παρουσιάζονται στο ενδιαφερόμενο κοινό ως χωριστή ράτσα, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη αποφαινόμενο ότι η λέξη «continental» έχει περιγραφικό χαρακτήρα για τα επίμαχα προϊόντα και υπηρεσίες.

    58

    Τέλος, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι το εκτροφείο του εξακολουθούσε να είναι «κλειστού τύπου», στοιχείο που συνεπάγεται ότι μόνον οι σκύλοι με πιστοποίηση καταγωγής από το εκτροφείο αυτό θα δικαιούνται να προσδιορίζονται με το κοινοτικό σήμα, εφόσον αυτό καταχωρισθεί, διαπιστώνεται ότι δεν κατισχύει των συνεπειών που συνήγαγε το τμήμα προσφυγών λόγω του ότι η επίμαχη ράτσα σκύλων αναγνωρίσθηκε από τη SKG, και ότι πλείονες ιστότοποι μνημονεύουν τους σκύλους που δηλώνονται ως «continental bulldogs» ως σκύλους ανήκοντες σε νέα ράτσα. Τα στοιχεία αυτά καθιστούν δυνατό να συναχθεί, επαρκώς από νομικής απόψεως, ότι μέρος τουλάχιστον του ενδιαφερομένου κοινού συσχετίζει άμεσα την προπαρατεθείσα φράση και την οικεία ράτσα σκύλων, ανεξαρτήτως του ενδεχομένως «κλειστού» χαρακτήρα του εκτροφείου του προσφεύγοντος.

    59

    Επιπλέον, καθόσον η απόφαση να παραμείνει η εκτροφή «κλειστή» ή να ανοίξει απόκειται στους ίδιους τους εκτροφείς, η κατάσταση αυτή είναι παρεμφερής της σχετικής με τις ειδικές συνθήκες εμπορίας οι οποίες, κατά πάγια νομολογία, δεν γίνεται δεκτό ότι έχουν σημασία για το δίκαιο των σημάτων, δεδομένου ότι ενδέχεται να μεταβληθούν διαχρονικά και αναλόγως της βουλήσεως των δικαιούχων των σημάτων αυτών [βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Σεπτεμβρίου 2009, T-99/06, Phildar κατά ΓΕΕΑ – Commercial Jacinto Parera (FILDOR), η οποία δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 68 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

    60

    Μολονότι η νομολογία αυτή διατυπώθηκε στο πλαίσιο ένδικων διαφορών που αφορούσαν τους σχετικούς λόγους απαραδέκτου, μπορεί να τύχει εφαρμογής, κατ’ αναλογία, και στην περίπτωση απόλυτων λόγων απαραδέκτου. Συγκεκριμένα, πρέπει να επισημανθεί συναφώς ότι η προμνημονευθείσα νομολογία διατυπώθηκε βάσει της αρχής ότι η εξέταση του κινδύνου συγχύσεως στην οποία προβαίνουν τα όργανα του ΓΕΕΑ στο πλαίσιο του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 έχει χαρακτήρα «πιθανολογήσεως» με την οποία επιδιώκεται η επίτευξη σκοπού γενικού συμφέροντος, συγκεκριμένα δε η αποτροπή του κινδύνου παραπλανήσεως του ενδιαφερομένου κοινού όσον αφορά την εμπορική προέλευση των οικείων προϊόντων. Συνεπώς, η εξέταση αυτή δεν πρέπει να εξαρτάται από τις ως εκ της φύσεώς τους υποκειμενικές, υλοποιηθείσες ή μη, εμπορικές προθέσεις των δικαιούχων των σημάτων [βλ., σχετικώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Ιανουαρίου 2006, T-147/03, Devinlec κατά ΓΕΕΑ - TIME ART (QUANTUM), Συλλογή 2006, σ. II-11, σκέψη 104].

    61

    Ο σκοπός, όμως, γενικού συμφέροντος του οποίου η επίτευξη επιδιώκεται με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 και βάσει του οποίου οι ενδείξεις ή τα σημεία που είναι περιγραφικά των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των υπηρεσιών ή των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώριση πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους (βλ. σκέψη 13 ανωτέρω) οδηγεί επίσης σε εξέταση με τη μορφή πιθανολογήσεως, που αφορά τον εν λόγω περιγραφικό χαρακτήρα των ενδείξεων ή των σημείων των οποίων ζητήθηκε η καταχώριση ως σημάτων, όπως προκύπτει από την προμνημονευθείσα στην σκέψη 33 απόφαση ΓΕΕΑ κατά Wrigley. Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ούτε η εξέταση αυτή μπορεί να εξαρτάται από τις, ως εκ της φύσεώς τους υποκειμενικές, εμπορικές προθέσεις των αιτούντων την καταχώριση των σημάτων, όπως είναι η πρόθεση του προσφεύγοντος να διατηρήσει την εκτροφή «κλειστή».

    62

    Στο ίδιο αυτό πλαίσιο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο το επιχείρημα του προσφεύγοντος ότι, ακόμη κι αν γινόταν δεκτό ότι είναι επιτακτικό να μπορεί να χρησιμοποιείται ελεύθερα ο όρος «continental», ο καθένας θα εξακολουθούσε να είναι ελεύθερος να χρησιμοποιεί τον όρο αυτό προκειμένου να δηλώσει ότι σκύλος ανήκει στη ράτσα «continental bulldog», εφόσον ο σκύλος αυτός ανήκει πράγματι στη ράτσα αυτή, δηλαδή εφόσον πρόκειται για σκύλο με πιστοποίηση καταγωγής από την εν λόγω «κλειστή» εκτροφή. Συγκεκριμένα, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η αιτηθείσα καταχώριση σήματος θα καθιστούσε δυνατό στον προσφεύγοντα, μολονότι η οικεία ράτσα σκύλων έχει αναγνωρισθεί από έναν ή πλείονες αρμόδιους οργανισμούς, να απολαύει των αποκλειστικών δικαιωμάτων που παρέχονται βάσει του κανονισμού 207/2009 και ειδικότερα των άρθρων του 9 επ., των οποίων θα χωρεί επίκληση έναντι τρίτων προτιθέμενων να χρησιμοποιήσουν στις συναλλαγές το εν λόγω κοινοτικό σήμα χωρίς τη συγκατάθεση του προσφεύγοντος.

    63

    Δεύτερον, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι οποιαδήποτε χρήση, προ καταχωρίσεως, σημείου του οποίου ζητείται η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά της καταχωρίσεως αυτής ούτε μπορεί να θεμελιωθεί σ’ αυτήν, ιδίως όσον αφορά το μέλλον, περιγραφικός χαρακτήρας του εν λόγω σημείου, και αυτή πρέπει να απορριφθεί. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση της σημασίας που ενδέχεται να έχουν στοιχεία προγενέστερα της αιτήσεως για την καταχώριση σήματος, είτε πρόκειται για προγενέστερες εθνικές καταχωρίσεις είτε για άλλα στοιχεία, ως προς την εκτίμηση περί του αν δύναται να καταχωρισθεί το σήμα που αποτελεί αντικείμενο της αιτήσεως όσον αφορά τους λόγους απαραδέκτου κατά το άρθρο 7 του κανονισμού 207/2009 εξαρτάται από τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπό κρίση περιπτώσεως [βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2008, T-158/06, Adobe κατά ΓΕΕΑ (FLEX), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 52 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Εν προκειμένω, όμως, αντιθέτως προς ό,τι διατείνεται ο προσφεύγων, δεν πρόκειται περί εφαρμογής, εκ μέρους του τμήματος προσφυγών, νέου απόλυτου λόγου απαραδέκτου, μη προβλεπόμενου από το κοινοτικό δίκαιο περί σημάτων, αλλά απλώς ελήφθη υπόψη το σύνολο των κρίσιμων στοιχείων προκειμένου να εκτιμηθεί πώς το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβανόταν το επίμαχο σημείο κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως.

    64

    Τρίτον, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι δεν επιχειρεί να καταχωρίσει σήμα με σκοπό την προστασία υφιστάμενης ράτσας, αρκεί η παραπομπή στις ανωτέρω σκέψεις 40 και 41, όπου διαπιστώθηκε ότι, ήδη κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως, ορισμένοι από τους ενδιαφερόμενους καταναλωτές αντιλαμβάνονταν τη φράση «continental bulldog» και, επομένως, τον όρο «continental» χρησιμοποιούμενο στο πλαίσιο των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών, ως στοιχεία δηλώνοντα νέα ράτσα σκύλων.

    65

    Τέλος, τέταρτον, όσον αφορά την αιτίαση του προσφεύγοντος ότι το ΓΕΕΑ είχε ακολουθήσει στο παρελθόν διαφορετική πρακτική ως προς την καταχώριση και ότι, μεταξύ άλλων, είχε καταχωρίσει κοινοτικό σήμα για τη ράτσα σκύλων «elo», πρέπει να επισημανθεί ότι, βεβαίως, το ΓΕΕΑ οφείλει να ασκεί τις αρμοδιότητές του σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και η αρχή της χρηστής διοικήσεως. Βάσει των δύο αυτών αρχών, το ΓΕΕΑ πρέπει, στο πλαίσιο της εξετάσεως αιτήσεως για την καταχώριση κοινοτικού σήματος, να λαμβάνει υπόψη τις προγενέστερες αποφάσεις επί παρεμφερών αιτήσεων και να εξετάζει με ιδιαίτερη προσοχή αν πρέπει ή όχι να αποφασίσει κατά τον ίδιο τρόπο (απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Μαρτίου 2011, C-51/10 P, Agencja Wydawnicza Technopol κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2011, σ. I-1541, σκέψεις 73 και 74).

    66

    Τούτου δοθέντος, οι αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της χρηστής διοικήσεως πρέπει να συμβιβάζονται με την τήρηση της νομιμότητας. Ως εκ τούτου, για λόγους ασφαλείας δικαίου και χρηστής διοικήσεως, η εξέταση κάθε αιτήσεως καταχωρίσεως πρέπει να είναι αυστηρή και πλήρης προκειμένου να αποφεύγεται το ενδεχόμενο μη προσήκουσας καταχωρίσεως σήματος. Η εξέταση αυτή πρέπει να διενεργείται κατά περίπτωση. Συγκεκριμένα, η καταχώριση σημείου ως σήματος εξαρτάται από ειδικά κριτήρια, τα οποία έχουν εφαρμογή στο πλαίσιο των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης περιπτώσεως και τα οποία χρησιμεύουν για να διακριβωθεί το ενδεχόμενο το οικείο σήμα να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής κάποιου από τους λόγους απαραδέκτου (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 65 απόφαση Agencja Wydawnicza Technopol κατά ΓΕΕΑ, σκέψεις 75 και 77 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    67

    Αντιθέτως, όμως, προς ό,τι συνέβη εν προκειμένω, δεν αποδείχθηκε ότι, στην υπόθεση που επικαλέσθηκε ο προσφεύγων, η ράτσα «elo» είχε αναγνωρισθεί από τη SKG ή άλλη κυνολογική εταιρία ούτε ότι είχε καταστεί γνωστή στους ενδιαφερόμενους καταναλωτές ως χωριστή νέα ράτσα σκύλων. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο προσφεύγων δεν μπορεί να επικαλεσθεί βάσιμα την προμνημονευθείσα απόφαση του ΓΕΕΑ, η οποία αφορούσε άλλωστε αίτηση καταχωρίσεως διαφορετικού σήματος, προς απόδειξη της ελλείψεως νομιμότητας της προσβαλλομένης αποφάσεως.

    68

    Πρέπει επίσης να απορριφθεί ως στερούμενη σημασίας η εκ μέρους του προσφεύγοντος μνεία άλλων σημάτων, τα οποία περιέχουν τη λέξη «continental» ή αποτελούνται αποκλειστικά από τη λέξη αυτή και των οποίων προσκόμισε παραδείγματα σε έγγραφο συνημμένο στο δικόγραφο της προσφυγής, τούτο δε, κατά μείζονα λόγο, καθόσον τα σήματα αυτά αφορούν διαφορετικά προϊόντα και υπηρεσίες από τα επίμαχα εν προκειμένω, και, ενδεχομένως, για ορισμένα, καθόσον είναι εικονιστικά και συνεπώς δεν επιδέχονται σύγκριση με την προκειμένη περίπτωση.

    69

    Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι η λέξη «continental» είναι περιγραφική των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009.

    70

    Ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

    Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως

    71

    Δεδομένου ότι από το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι αρκεί να συντρέχει ένας από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου που απαριθμούνται στη διάταξη αυτή για να αποκλεισθεί η καταχώριση σημείου ως κοινοτικού σήματος [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 28ης Ιουνίου 2011, T-487/09, ReValue Immobilienberatung κατά ΓΕΕΑ (ReValue), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 80 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία], παρέλκει εν προκειμένω η εξέταση του δεύτερου λόγου ακυρώσεως τον οποίο προέβαλε ο προσφεύγων και ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού.

    72

    Κατά τα λοιπά, κατά πάγια νομολογία, σήμα που είναι περιγραφικό των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων προϊόντων ή υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, στερείται, ως εκ τούτου, οπωσδήποτε διακριτικού χαρακτήρα όσον αφορά τα ίδια αυτά προϊόντα ή υπηρεσίες, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ιδίου κανονισμού (βλ. προμνημονευθείσα στη σκέψη 71 απόφαση ReValue, σκέψη 81 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    73

    Υπό τις συνθήκες αυτές, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να γίνει δεκτός.

    74

    Ως εκ τούτου, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    75

    Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι ο προσφεύγων ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα του ΓΕΕΑ.

     

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

    αποφασίζει:

     

    1)

    Απορρίπτει την προσφυγή.

     

    2)

    Καταδικάζει το Continental Bulldog Club Deutschland eV στα δικαστικά έξοδα.

     

    Forwood

    Dehousse

    Schwarcz

    Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 17 Απριλίου 2013.

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.

    Top