EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010CJ0615

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 7ης Ιουνίου 2012.
Insinööritoimisto InsTiimi Oy.
Αίτηση του Korkein hallinto-oikeus για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας — Άρθρο 10 — Άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ΕΚ — Προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας κράτους μέλους — Εμπόριο όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού — Προϊόν που αποκτά η αναθέτουσα αρχή για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς — Ύπαρξη, ως προς το προϊόν αυτό, δυνατότητας σε μεγάλο βαθμό παρεμφερούς μη στρατιωτικής χρήσεως — Περιστρεφόμενη πλατφόρμα («tiltable turntable») που προορίζεται για την πραγματοποίηση ηλεκτρομαγνητικών μετρήσεων — Μη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει η οδηγία 2004/18.
Υπόθεση C‑615/10.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2012:324

ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 7ης Ιουνίου 2012 ( *1 )

«Οδηγία 2004/18/ΕΚ — Δημόσιες συμβάσεις στον τομέα της άμυνας — Άρθρο 10 — Άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ — Προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας κράτους μέλους — Εμπόριο όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού — Προϊόν που αποκτά η αναθέτουσα αρχή για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς — Ύπαρξη, ως προς το προϊόν αυτό, δυνατότητας σε μεγάλο βαθμό παρεμφερούς μη στρατιωτικής χρήσεως — Περιστρεφόμενη πλατφόρμα (“tiltable turntable”) που προορίζεται για την πραγματοποίηση ηλεκτρομαγνητικών μετρήσεων — Μη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει η οδηγία 2004/18»

Στην υπόθεση C-615/10,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Korkein hallinto-oikeus (Φινλανδία) με απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2010, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 23 Δεκεμβρίου 2010, στη διαδικασία που κίνησε η

Insinööritoimisto InsTiimi Oy,

παρισταμένων των:

Puolustusvoimat,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J.-C. Bonichot, πρόεδρο τμήματος, A. Prechal, L. Bay Larsen (εισηγητή), C. Toader και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: C. Strömholm, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 12ης Δεκεμβρίου 2011,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Insinööritoimisto InsTiimi Oy, εκπροσωπούμενη από την A.-M. Eskola, asianajaja, και τον T. Pekkala,

οι Puolustusvoimat, εκπροσωπούμενες από τον J. Matinlassi,

η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J. Heliskoski,

η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την J. Očková, καθώς και από τους T. Müller και M. Smolek,

η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον L. Inez Fernandes,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους E. Paasivirta και C. Zadra,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 19ης Ιανουαρίου 2012,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 10 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134, σ. 114), του άρθρου 346, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, καθώς και του καταλόγου όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού που περιλαμβάνεται στην απόφαση 255/58 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958 (στο εξής: κατάλογος του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958), υλικά στα οποία έχει εφαρμογή η διάταξη αυτή της Συνθήκης ΛΕΕ.

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της ανώνυμης εταιρίας Insinööritoimisto InsTiimi Oy (τεχνικό γραφείο InsTiimi, στο εξής: InsTiimi) και της Suomen Puolustusvoimien Teknillinen Tutkimuslaitos (υπηρεσίας τεχνικών ερευνών των φινλανδικών ενόπλων δυνάμεων), όσον αφορά τη σύναψη εκ μέρους της τελευταίας, με διαδικασία διαφορετική από εκείνες που προβλέπει η οδηγία 2004/18, συμβάσεως προμηθείας ενός συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας («tiltable turntable») προοριζόμενου να χρησιμοποιηθεί ως βάση αντικειμένων στα οποία πραγματοποιούνται ηλεκτρομαγνητικές μετρήσεις.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, με τίτλο «Συμβάσεις στον τομέα της άμυνας», που περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο II του τίτλου II αυτής, ο οποίος τιτλοφορείται «Πεδίο εφαρμογής», ορίζει τα εξής:

«H παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτονται από τις αναθέτουσες αρχές στον τομέα της άμυνας, με την επιφύλαξη του άρθρου 296 της Συνθήκης [ΕΚ].»

4

Το εν λόγω άρθρο 296 ΕΚ, που ίσχυε κατά την περίοδο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης και που αντικαταστάθηκε, με το ίδιο περιεχόμενο, από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ κατόπιν της ενάρξεως της ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας, την 1η Δεκεμβρίου 2009, όριζε:

«1.   Οι διατάξεις της [...] Συνθήκης [ΕΚ] δεν αντιτίθενται προς τους εξής κανόνες:

α)

κανένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες τη διάδοση των οποίων θεωρεί αντίθετη προς ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του,

β)

κάθε κράτος μέλος δύναται να λαμβάνει τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφαλείας του, που αφορούν την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και στρατιωτικού υλικού· τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να αλλοιώνουν τους όρους του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς σχετικά με τα προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς.

2.   Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα προτάσει της Επιτροπής, μπορεί να επιφέρει τροποποιήσεις στον πίνακα τον οποίο κατάρτισε στις 15 Απριλίου 1958, και ο οποίος αφορά τα προϊόντα για τα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1, στοιχείο βʹ.»

5

Η απόφαση 255/58 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, προβλέπει τον κατάλογο περί του οποίου γίνεται λόγος στο άρθρο 296, παράγραφος 2, ΕΚ, αποσπάσματα του οποίου παρατίθενται στο έγγραφο 14538/4/08 του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2008. Το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται στον ως άνω κατάλογο, ειδικότερα στα σημεία 11, 14 και 15 αυτού, που έχουν ως εξής:

«Το άρθρο [296], παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της Συνθήκης [ΕΚ] εφαρμόζεται επί των όπλων, πυρομαχικών και υλικού πολέμου που απαριθμούνται κατωτέρω, περιλαμβανομένων των όπλων που έχουν σχεδιαστεί για τη χρήση της πυρηνικής ενεργείας:

[...]

11.   Στρατιωτικός ηλεκτρονικός εξοπλισμός.

[...]

14.   Ειδικά μέρη και τεμάχια υλικών που περιλαμβάνονται στον παρόντα κατάλογο εφόσον έχουν στρατιωτικό χαρακτήρα.

15.   Μηχανήματα, εξοπλισμός και εργαλεία αποκλειστικά σχεδιασμένα για τη μελέτη, κατασκευή, δοκιμή και έλεγχο όπλων, πυρομαχικών και συσκευών αποκλειστικά στρατιωτικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στον παρόντα κατάλογο.»

6

Η οδηγία 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 216, σ. 76), την οποία τα κράτη μέλη όφειλαν να θέσουν σε εφαρμογή πριν από τις 21 Αυγούστου 2011, όριζε στη δέκατη αιτιολογική σκέψη της τα ακόλουθα:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως “στρατιωτικός εξοπλισμός” θα πρέπει να νοούνται ιδίως οι τύποι προϊόντων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο […] του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958 […] Αυτός ο κατάλογος περιλαμβάνει μόνον εξοπλισμό που είναι σχεδιασμένος, έχει αναπτυχθεί και παραχθεί για στρατιωτικούς σκοπούς ειδικά. […] Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, στρατιωτικός εξοπλισμός θα πρέπει επίσης να καλύπτει προϊόντα τα οποία μολονότι αρχικώς είχαν σχεδιασθεί για πολιτική [μη στρατιωτική] χρήση, αργότερα προσαρμόσθηκαν σε στρατιωτικούς σκοπούς για να χρησιμοποιηθούν ως όπλα, πυρομαχικά ή πολεμικό υλικό.»

Το φινλανδικό δίκαιο

7

Η οδηγία 2004/18 μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη στη Φινλανδία με τον νόμο 348/2007 περί των δημοσίων συμβάσεων (julkisista hankinnoista annettu laki) και με την κανονιστική απόφαση 614/2007 περί δημοσίων συμβάσεων (julkisista hankinnoista annettu asetus).

8

Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του εν λόγω νόμου καθορίζει το πεδίο εφαρμογής του ως ακολούθως:

«Ο παρών νόμος δεν ισχύει για συμβάσεις:

1)

των οποίων πρέπει να τηρηθεί το απόρρητο ή των οποίων η εκτέλεση απαιτεί ιδιαίτερα νομοθετικώς προβλεπόμενα μέτρα ασφαλείας ή εφόσον τούτο επιβάλλουν τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του κράτους·

2)

των οποίων το αντικείμενο αφορά κυρίως στρατιωτικούς σκοπούς […]

[…]».

9

Από μια διοικητική εγκύκλιο της 28ης Μαΐου 2008 του Υπουργείου Άμυνας προκύπτει ότι, στις δημόσιες συμβάσεις που αφορούν αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού προοριζόμενου για την άμυνα, πρέπει να ακολουθείται, προσωρινώς και μεταξύ άλλων, η κανονιστική απόφαση 76/1995 του Υπουργού Άμυνας της 17ης Μαρτίου 1995.

10

Στο άρθρο 1 της αποφάσεως 76/1995 ορίζεται τι νοείται ως αγαθό ή υπηρεσία που προορίζεται κυρίως για στρατιωτικούς σκοπούς, οπότε δεν έχει εφαρμογή ο νόμος 348/2007 περί δημοσίων συμβάσεων.

11

Από τον συνδυασμό των διατάξεων του εν λόγω άρθρου 1 και του σημείου M του παραρτήματος της αποφάσεως 76/1995 προκύπτει ότι πρόκειται κατ’ ουσίαν για «ειδικό εξοπλισμό που προορίζεται για στρατιωτικές δραστηριότητες, για τη στρατιωτική εκπαίδευση ή για ασκήσεις προσομοιώσεως στρατιωτικών καταστάσεων και [για] […] ειδικώς προοριζόμενα για τον σκοπό αυτόν συστατικά, ανταλλακτικά και εξαρτήματα».

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

12

Το 2008 η Suomen Puolustusvoimien Teknillinen Tutkimuslaitos, χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προέβη σε πρόσκληση προς υποβολή προσφορών σχετική με ένα σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας, αξίας 1650000 ευρώ.

13

Στις 5 Φεβρουαρίου 2008 η υπηρεσία αυτή κάλεσε τέσσερις επιχειρηματίες, μεταξύ των οποίων την εταιρία InsTiimi, να της υποβάλουν σχετικές προσφορές.

14

Στις 24 Ιουνίου 2008, ακολουθουμένης μιας «διαδικασίας με διαπραγμάτευση» η οποία δεν ικανοποιεί τους όρους των κατά την οδηγία 2004/18 διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων, η σχετική σύμβαση συνήφθη με κάποιον άλλο διαγωνιζόμενο και όχι με την InsTiimi. Στις 25 Ιουνίου 2008 δημοσιεύθηκε σε εθνική φινλανδική εφημερίδα περιγραφή του αντικειμένου της συμβάσεως και ο τρόπος λειτουργίας του επίμαχου στην κύρια δίκη συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας.

15

Εκτιμώντας ότι η διαδικασία όφειλε να διεξαχθεί σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπει η οδηγία 2004/18, η InsTiimi άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως περί συνάψεως της επίμαχης στην κύρια δίκη συμβάσεως ενώπιον του markkinaoikeus (δικαστηρίου αρμόδιου για ζητήματα ανταγωνισμού).

16

Το ως άνω δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αυτή, κρίνοντας ότι αποδεικνυόταν ότι το εν λόγω σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας προοριζόταν κυρίως για στρατιωτικούς σκοπούς και ότι η αναθέτουσα αρχή επρόκειτο να το χρησιμοποιήσει αποκλειστικά για τέτοιους σκοπούς.

17

Επομένως, το markkinaoikeus κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω σύμβαση υπαγόταν στη θεσπίζουσα σχετική παρέκκλιση διάταξη του άρθρου 7, παράγραφος 1, σημείο 2, του νόμου 348/2007 περί δημοσίων συμβάσεων.

18

Η InsTiimi προσέφυγε κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Korkein hallinto-oikeus (ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου).

19

Η InsTiimi ισχυρίστηκε ενώπιον του δικαστηρίου αυτού ότι η περιστρεφόμενη πλατφόρμα αποτελεί μια τεχνική καινοτομία της μη στρατιωτικής βιομηχανίας και όχι στρατιωτικό υλικό. Η τεχνική κατασκευή του εν λόγω συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας της κύριας δίκης στηρίζεται σε έναν συνδυασμό υλικών, συστατικών και συστημάτων που διατίθενται ελεύθερα, ο δε σχεδιασμός του συστήματος αυτού αφορά αποκλειστικά την κατάλληλη επιλογή και συναρμολόγηση των δομικών στοιχείων του, προς ικανοποίηση των όρων που έθετε η πρόσκληση προς υποβολή προσφορών.

20

Οι Puolustusvoimat (φινλανδικές ένοπλες δυνάμεις), εκπροσωπούμενες από το Pääesikunta (Γενικό Επιτελείο), υποστήριξαν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ότι το σύστημα αυτό περιστρεφόμενης πλατφόρμας είχε αποκτηθεί για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς και ότι προοριζόταν, ειδικότερα, για προσομοίωση καταστάσεων μάχης. Το εν λόγω σύστημα παρέχει τη δυνατότητα προσομοιώσεως καταστάσεων αντιμετωπίσεως της από αέρος συλλογής πληροφοριών, υπό διάφορες γωνίες, και την αναγνώριση στόχων, καθώς και εκτελέσεως σχετικών ασκήσεων.

21

Κατά την επιχειρηματολογία των ενόπλων δυνάμεων, το εν λόγω σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας αποτελεί ουσιώδες συστατικό ενός συνόλου που προορίζεται να εγκατασταθεί στο ύπαιθρο για μετρήσεις, προσομοιώσεις και ασκήσεις ηλεκτρονικού πολέμου, οπότε έχει σχεδιαστεί προς εξυπηρέτηση σκοπών έρευνας στον τομέα των όπλων, για στρατιωτικούς σκοπούς.

22

Αυτό το σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας είναι προϊόν υπό την έννοια του σημείου M του παραρτήματος της αποφάσεως 76/1995.

23

Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η οδηγία 2004/18 έχει εφαρμογή όταν το υλικό που αποτελεί το αντικείμενο της συμβάσεως προορίζεται μεν ειδικά για στρατιωτικούς σκοπούς, υπάρχουν όμως επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς τεχνικές εφαρμογές του υλικού αυτού σε μη στρατιωτικούς τομείς.

24

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Korkein hallinto-oikeus αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει εφαρμογή η οδηγία [2004/18], λαμβανομένων υπόψη του άρθρου 10 της οδηγίας αυτής, του άρθρου [296], παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, [ΕΚ], καθώς και του πίνακα [...] του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, στην αγορά υλικού εμπίπτοντος κατά τα άλλα στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, όταν κατά την άποψη της αναθέτουσας αρχής το υλικό αυτό προορίζεται μεν για στρατιωτική ειδικά χρήση, αλλά έχει επίσης κατά κύριο λόγο παρόμοιες μη στρατιωτικές τεχνικές χρήσεις;»

Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

25

Η Φινλανδική Κυβέρνηση, χωρίς να προβάλλει ένσταση απαραδέκτου, εκθέτει ειδικότερα, με τις γραπτές παρατηρήσεις της, ότι η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δεν περιλαμβάνει στοιχεία όσον αφορά τα μέτρα τα οποία η αναθέτουσα αρχή κρίνει αναγκαία προς «προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας» της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, υπό την έννοια του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, λόγος για τον οποίο εκτιμά ότι δεν μπορεί να λάβει θέση επί της προϋποθέσεως εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως.

26

Συναφώς, πρέπει να διευκρινιστεί ότι το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο δεν ζητεί την ερμηνεία της εν λόγω προϋποθέσεως εφαρμογής του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ δεν είναι, καθαυτό, ικανό να θέσει υπό αμφισβήτηση το παραδεκτό της αιτήσεως αυτής.

27

Πράγματι, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της μέλλουσας να εκδοθεί δικαστικής αποφάσεως, εναπόκειται αποκλειστικά να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, τόσο την ανάγκη εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται καταρχήν να απαντήσει (βλ., ιδίως, απόφαση της 24ης Απριλίου 2012, Kamberaj, C-571/10, ,σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28

Εντούτοις, το Δικαστήριο οφείλει να ερευνά τις συνθήκες υπό τις οποίες του έχουν υποβληθεί τα ερωτήματα από τον εθνικό δικαστή, προκειμένου να ελέγχει κατά πόσον το ίδιο είναι αρμόδιο να απαντήσει (βλ. προαναφερθείσα απόφαση Kamberaj, σκέψη 41). Το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα εθνικού δικαστηρίου μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης την οποία ζητεί το εθνικό δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως, ή ακόμα όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (βλ. απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 2008, C-450/06, Varec, Συλλογή 2008, σ. I-581, σκέψη 24).

29

Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί ότι το υποβαλλόμενο εν προκειμένω ερώτημα δεν θα μπορούσε να λογίζεται ως υποθετικό και, κατά συνέπεια, απαράδεκτο παρά μόνον αν προέκυπτε προδήλως ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, η εφαρμογή της παρεκκλίσεως που εισάγει το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, εν πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας της Δημοκρατίας της Φινλανδίας.

30

Το Korkein hallinto-oikeus, χωρίς να αναφέρει οριστικά στην απόφασή του ότι, εν προκειμένω, η αναθέτουσα αρχή επικαλέστηκε τέτοια ουσιώδη συμφέροντα, περιορίζεται να διαπιστώσει ότι οι ένοπλες δυνάμεις δεν διευκρίνισαν, με τον τρόπο που προτείνει η Επιτροπή με την ερμηνευτική της ανακοίνωση για την εφαρμογή του άρθρου 296 ΕΚ στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών που αφορούν την άμυνα [COM(2006) 779 τελικό], της 7ης Δεκεμβρίου 2006, τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας που συνδέονται με την κτήση του επίμαχου στην κύρια δίκη συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας, αλλ’ ούτε και τους λόγους για τους οποίους ήταν αναγκαία στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση η μη εφαρμογή των κανόνων που προβλέπει η οδηγία 2004/18.

31

Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν είναι πρόδηλο ότι το υποβαλλόμενο ερώτημα είναι υποθετικού χαρακτήρα.

32

Ως εκ τούτου, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως έχει υποβληθεί παραδεκτώς.

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

33

Με το ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατά βάση αν το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, έχει την έννοια ότι επιτρέπει στα κράτη μέλη να μην ακολουθούν τις διαδικασίες που προβλέπει η εν λόγω οδηγία σε δημόσιες συμβάσεις που συνάπτει η αναθέτουσα αρχή στον τομέα της άμυνας για την κτήση υλικού το οποίο, μολονότι προορίζεται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς, έχει επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς δυνατότητες μη στρατιωτικών εφαρμογών.

34

Από το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, προκύπτει ότι, για τις συμβάσεις που συνάπτουν στον τομέα της άμυνας, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν μέτρα παρεκκλίνοντα από την εν λόγω οδηγία όταν, αφενός, πρόκειται για «εμπόριο όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού» και, αφετέρου, τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για την «προστασία των ουσιωδών συμφερόντων» ασφαλείας του οικείου κράτους μέλους.

35

Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι διατάξεις αυτές πρέπει να ερμηνεύονται στενά, όπως κατά πάγια νομολογία γίνεται δεκτό για τις εξαιρέσεις από τις θεμελιώδεις ελευθερίες (βλ., ιδίως, καθόσον αφορά τις παρεκκλίσεις που προβλέπει το άρθρο 296 ΕΚ, απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 2009, C-284/05, Επιτροπή κατά Φινλανδίας, Συλλογή 2009, σ. I-11705, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Μολονότι η παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του άρθρου αυτού κάνει λόγο περί μέτρων τα οποία ένα κράτος μέλος μπορεί να εκτιμά αναγκαία για την προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του, εντούτοις το άρθρο αυτό δεν μπορεί να ερμηνεύεται κατά τρόπον ώστε να παρέχει στα κράτη μέλη την ευχέρεια να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ απλώς με την επίκληση των εν λόγω συμφερόντων (απόφαση Επιτροπή κατά Φινλανδίας, προαναφερθείσα, σκέψη 47).

36

Τα είδη προϊόντων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, στον οποίο το άρθρο 296, παράγραφος 2, ΕΚ παραπέμπει ρητώς, εμπίπτουν, καταρχήν, στη δυνατότητα παρεκκλίσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 1, στοιχείο βʹ, του ίδιου άρθρου.

37

Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν προϊόν όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας μπορεί να υπαχθεί σε κάποια από τις κατηγορίες του εν λόγω καταλόγου.

38

Ωστόσο, το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ διευκρινίζει ότι τα μέτρα που μπορούν να λαμβάνουν με τον τρόπο αυτόν τα κράτη μέλη δεν πρέπει να αλλοιώνουν τους όρους ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς σχετικά με τα προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς.

39

Κατά συνέπεια, πρέπει αφενός να υπομνησθεί ότι η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί να επικαλείται το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ για να δικαιολογήσει μέτρο παρεκκλίσεως κατά την αγορά υλικού που έχει έναν βέβαιο μη στρατιωτικό σκοπό και έναν ενδεχόμενο στρατιωτικό σκοπό (βλ., επ’ αυτού απόφαση της 8ης Απριλίου 2008, C-337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2008, σ. I-2173, σκέψεις 48 και 49).

40

Αφετέρου, έστω και αν ένα προϊόν υπάγεται σε κάποια από τις κατηγορίες υλικού που απαριθμεί ο κατάλογος του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, εφόσον υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό παρεμφερείς τεχνικές εφαρμογές με μη στρατιωτικό σκοπό, το προϊόν αυτό δεν μπορεί να λογίζεται ως προοριζόμενο για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς υπό την έννοια του άρθρου 296 ΕΚ παρά μόνον αν η αναθέτουσα αρχή το προορίζει για μια τέτοια χρήση, αλλά και αν επίσης η χρήση αυτή, όπως τόνισε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 48 των προτάσεών της, συνάγεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός εξοπλισμού που έχει ειδικά σχεδιαστεί, αναπτυχθεί ή ουσιωδώς τροποποιηθεί για τέτοιους σκοπούς.

41

Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί, πράγματι, ότι οι όροι «στρατιωτικός εξοπλισμός» στο σημείο 11 του εν λόγω καταλόγου καθώς και οι όροι «εφόσον έχουν στρατιωτικό χαρακτήρα» και «αποκλειστικά σχεδιασμένα» στα σημεία 14 και 15 του ίδιου καταλόγου συνιστούν ενδείξεις ότι τα προϊόντα περί των οποίων γίνεται λόγος στα σημεία αυτά πρέπει να έχουν αντικειμενικώς στρατιωτικό ειδικά χαρακτήρα.

42

Τέλος, πρέπει να υπομνησθεί ότι, προσφάτως, στη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2009/81, ο νομοθέτης της Ένωσης διευκρίνισε ότι ο όρος «στρατιωτικός εξοπλισμός» υπό την έννοια της οδηγίας αυτής καλύπτει τα προϊόντα τα οποία, μολονότι έχουν σχεδιαστεί αρχικώς για μη στρατιωτική χρήση, προσαρμόστηκαν στη συνέχεια για στρατιωτικούς σκοπούς για να χρησιμοποιηθούν ως όπλα, πυρομαχικά ή πολεμικό υλικό.

43

Κατά τις παρασχεθείσες στο Δικαστήριο πληροφορίες, υλικό όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας παρέχει τη δυνατότητα πραγματοποιήσεως ηλεκτρομαγνητικών μετρήσεων και προσομοιώσεως καταστάσεων μάχης. Επομένως, είναι δυνατό να χαρακτηριστεί ως συστατικό στρατιωτικού εξοπλισμού προοριζόμενου για τη δοκιμή και τον έλεγχο όπλων υπό την έννοια του σημείου 15 του καταλόγου του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, σε συνδυασμό με τα σημεία 11 και 14 αυτού, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

44

Εντούτοις, ένα τέτοιο σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας, το οποίο η αναθέτουσα αρχή προτίθεται να χρησιμοποιήσει μόνο για στρατιωτικούς σκοπούς, δεν μπορεί να λογίζεται ως προοριζόμενο ειδικά για τέτοιους σκοπούς υπό την έννοια του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ παρά μόνον αν αποδεικνύεται ότι, σε αντίθεση με το παρεμφερές υλικό μη στρατιωτικού σκοπού που επικαλείται η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, το εν λόγω σύστημα, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, μπορεί να λογίζεται ότι έχει ειδικά σχεδιαστεί και αναπτυχθεί, λαμβανομένων υπόψη κατά συνέπεια και των ουσιωδών του τροποποιήσεων, για τέτοιους σκοπούς, πράγμα το οποίο εναπόκειται επίσης στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

45

Πρέπει να προστεθεί ότι, σε περίπτωση που, σε συνάρτηση με τις ανωτέρω σκέψεις, το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει ότι το επίμαχο στην κύρια δίκη προϊόν εμπίπτει στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε αυτό εναπόκειται να εξακριβώσει αν το κράτος μέλος που επικαλείται την ως άνω διάταξη της Συνθήκης μπορεί να αποδείξει την ανάγκη προσφυγής στην παρέκκλιση την οποία προβλέπει η εν λόγω διάταξη προς προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του (βλ. επ’ αυτού, ιδίως, απόφαση Επιτροπή κατά Φινλανδίας, προαναφερθείσα, σκέψη 49), και αν η ανάγκη προστασίας των ως άνω ουσιωδών συμφερόντων δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού, όπως προβλέπει η οδηγία 2004/18 (βλ., επ’ αυτού, απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, προαναφερθείσα, σκέψη 53).

46

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να αποκλίνει από τις διαδικασίες που προβλέπει η εν λόγω οδηγία προκειμένου περί δημόσιας συμβάσεως συναπτόμενης από την αναθέτουσα αρχή στον τομέα της άμυνας για την αγορά υλικού το οποίο, μολονότι προορίζεται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς, έχει επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς δυνατότητες μη στρατιωτικών εφαρμογών, παρά μόνον αν το υλικό αυτό, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, μπορεί να λογίζεται ότι έχει ειδικά σχεδιαστεί και αναπτυχθεί, λαμβανομένων υπόψη κατά συνέπεια και των ουσιωδών του τροποποιήσεων, για τέτοιους σκοπούς, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

Επί των δικαστικών εξόδων

47

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σε αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να αποκλίνει από τις διαδικασίες που προβλέπει η εν λόγω οδηγία προκειμένου περί δημόσιας συμβάσεως συναπτόμενης από την αναθέτουσα αρχή στον τομέα της άμυνας για την αγορά υλικού το οποίο, μολονότι προορίζεται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς, έχει επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς δυνατότητες μη στρατιωτικών εφαρμογών, παρά μόνον αν το υλικό αυτό, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, μπορεί να λογίζεται ότι έχει ειδικά σχεδιαστεί και αναπτυχθεί, λαμβανομένων υπόψη κατά συνέπεια και των ουσιωδών του τροποποιήσεων, για τέτοιους σκοπούς, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική.

Top

Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Διατακτικό

Διάδικοι

Στην υπόθεση C-615/10,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Korkein hallinto-oikeus (Φινλανδία) με απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2010, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 23 Δεκεμβρίου 2010, στη διαδικασία που κίνησε η

Insinööritoimisto InsTiimi Oy,

παρισταμένων των:

Puolustusvoimat,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J.-C. Bonichot, πρόεδρο τμήματος, A. Prechal, L. Bay Larsen (εισηγητή), C. Toader και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: C. Strömholm, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 12ης Δεκεμβρίου 2011,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

– η Insinööritoimisto InsTiimi Oy, εκπροσωπούμενη από την A.-M. Eskola, asianajaja, και τον T. Pekkala,

– οι Puolustusvoimat, εκπροσωπούμενες από τον J. Matinlassi,

– η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον J. Heliskoski,

– η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την J. Očková, καθώς και από τους T. Müller και M. Smolek,

– η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον L. Inez Fernandes,

– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους E. Paasivirta και C. Zadra,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 19ης Ιανουαρίου 2012,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης

1. Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 10 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134, σ. 114), του άρθρου 346, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, καθώς και του καταλόγου όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού που περιλαμβάνεται στην απόφαση 255/58 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958 (στο εξής: κατάλογος του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958), υλικά στα οποία έχει εφαρμογή η διάταξη αυτή της Συνθήκης ΛΕΕ.

2. Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της ανώνυμης εταιρίας Insinööritoimisto InsTiimi Oy (τεχνικό γραφείο InsTiimi, στο εξής: InsTiimi) και της Suomen Puolustusvoimien Teknillinen Tutkimuslaitos (υπηρεσίας τεχνικών ερευνών των φινλανδικών ενόπλων δυνάμεων), όσον αφορά τη σύναψη εκ μέρους της τελευταίας, με διαδικασία διαφορετική από εκείνες που προβλέπει η οδηγία 2004/18, συμβάσεως προμηθείας ενός συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας («tiltable turntable») προοριζόμενου να χρησιμοποιηθεί ως βάση αντικειμένων στα οποία πραγματοποιούνται ηλεκτρομαγνητικές μετρήσεις.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3. Το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, με τίτλο «Συμβάσεις στον τομέα της άμυνας», που περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο II του τίτλου II αυτής, ο οποίος τιτλοφορείται «Πεδίο εφαρμογής», ορίζει τα εξής:

«H παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτονται από τις αναθέτουσες αρχές στον τομέα της άμυνας, με την επιφύλαξη του άρθρου 296 της Συνθήκης [ΕΚ].»

4. Το εν λόγω άρθρο 296 ΕΚ, που ίσχυε κατά την περίοδο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης και που αντικαταστάθηκε, με το ίδιο περιεχόμενο, από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ κατόπιν της ενάρξεως της ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας, την 1η Δεκεμβρίου 2009, όριζε:

«1. Οι διατάξεις της [...] Συνθήκης [ΕΚ] δεν αντιτίθενται προς τους εξής κανόνες:

α) κανένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται να παρέχει πληροφορίες τη διάδοση των οποίων θεωρεί αντίθετη προς ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του,

β) κάθε κράτος μέλος δύναται να λαμβάνει τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφαλείας του, που αφορούν την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και στρατιωτικού υλικού· τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να αλλοιώνουν τους όρους του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς σχετικά με τα προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς.

2. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα προτάσει της Επιτροπής, μπορεί να επιφέρει τροποποιήσεις στον πίνακα τον οποίο κατάρτισε στις 15 Απριλίου 1958, και ο οποίος αφορά τα προϊόντα για τα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1, στοιχείο βʹ.»

5. Η απόφαση 255/58 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, προβλέπει τον κατάλογο περί του οποίου γίνεται λόγος στο άρθρο 296, παράγραφος 2, ΕΚ, αποσπάσματα του οποίου παρατίθενται στο έγγραφο 14538/4/08 του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2008. Το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται στον ως άνω κατάλογο, ειδικότερα στα σημεία 11, 14 και 15 αυτού, που έχουν ως εξής:

«Το άρθρο  [296], παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της Συνθήκης [ΕΚ] εφαρμόζεται επί των όπλων, πυρομαχικών και υλικού πολέμου που απαριθμούνται κατωτέρω, περιλαμβανομένων των όπλων που έχουν σχεδιαστεί για τη χρήση της πυρηνικής ενεργείας:

[...]

11. Στρατιωτικός ηλεκτρονικός εξοπλισμός.

[...]

14. Ειδικά μέρη και τεμάχια υλικών που περιλαμβάνονται στον παρόντα κατάλογο εφόσον έχουν στρατιωτικό χαρακτήρα.

15. Μηχανήματα, εξοπλισμός και εργαλεία αποκλειστικά σχεδιασμένα για τη μελέτη, κατασκευή, δοκιμή και έλεγχο όπλων, πυρομαχικών και συσκευών αποκλειστικά στρατιωτικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται στον παρόντα κατάλογο.»

6. Η οδηγία 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 216, σ. 76), την οποία τα κράτη μέλη όφειλαν να θέσουν σε εφαρμογή πριν από τις 21 Αυγούστου 2011, όριζε στη δέκατη αιτιολογική σκέψη της τα ακόλουθα:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως “στρατιωτικός εξοπλισμός” θα πρέπει να νοούνται ιδίως οι τύποι προϊόντων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο […] του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958 […] Αυτός ο κατάλογος περιλαμβάνει μόνον εξοπλισμό που είναι σχεδιασμένος, έχει αναπτυχθεί και παραχθεί για στρατιωτικούς σκοπούς ειδικά. […] Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, στρατιωτικός εξοπλισμός θα πρέπει επίσης να καλύπτει προϊόντα τα οποία μολονότι αρχικώς είχαν σχεδιασθεί για πολιτική [μη στρατιωτική] χρήση, αργότερα προσαρμόσθηκαν σε στρατιωτικούς σκοπούς για να χρησιμοποιηθούν ως όπλα, πυρομαχικά ή πολεμικό υλικό.»

Το φινλανδικό δίκαιο

7. Η οδηγία 2004/18 μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη στη Φινλανδία με τον νόμο 348/2007 περί των δημοσίων συμβάσεων (julkisista hankinnoista annettu laki) και με την κανονιστική απόφαση 614/2007 περί δημοσίων συμβάσεων (julkisista hankinnoista annettu asetus).

8. Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του εν λόγω νόμου καθορίζει το πεδίο εφαρμογής του ως ακολούθως:

«Ο παρών νόμος δεν ισχύει για συμβάσεις:

1) των οποίων πρέπει να τηρηθεί το απόρρητο ή των οποίων η εκτέλεση απαιτεί ιδιαίτερα νομοθετικώς προβλεπόμενα μέτρα ασφαλείας ή εφόσον τούτο επιβάλλουν τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του κράτους·

2) των οποίων το αντικείμενο αφορά κυρίως στρατιωτικούς σκοπούς […]

[…]».

9. Από μια διοικητική εγκύκλιο της 28ης Μαΐου 2008 του Υπουργείου Άμυνας προκύπτει ότι, στις δημόσιες συμβάσεις που αφορούν αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού προοριζόμενου για την άμυνα, πρέπει να ακολουθείται, προσωρινώς και μεταξύ άλλων, η κανονιστική απόφαση 76/1995 του Υπουργού Άμυνας της 17ης Μαρτίου 1995.

10. Στο άρθρο 1 της αποφάσεως 76/1995 ορίζεται τι νοείται ως αγαθό ή υπηρεσία που προορίζεται κυρίως για στρατιωτικούς σκοπούς, οπότε δεν έχει εφαρμογή ο νόμος 348/2007 περί δημοσίων συμβάσεων.

11. Από τον συνδυασμό των διατάξεων του εν λόγω άρθρου 1 και του σημείου M του παραρτήματος της αποφάσεως 76/1995 προκύπτει ότι πρόκειται κατ’ ουσίαν για «ειδικό εξοπλισμό που προορίζεται για στρατιωτικές δραστηριότητες, για τη στρατιωτική εκπαίδευση ή για ασκήσεις προσομοιώσεως στρατιωτικών καταστάσεων και [για] […] ειδικώς προοριζόμενα για τον σκοπό αυτόν συστατικά, ανταλλακτικά και εξαρτήματα».

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

12. Το 2008 η Suomen Puolustusvoimien Teknillinen Tutkimuslaitos, χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προέβη σε πρόσκληση προς υποβολή προσφορών σχετική με ένα σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας, αξίας 1 650 000 ευρώ.

13. Στις 5 Φεβρουαρίου 2008 η υπηρεσία αυτή κάλεσε τέσσερις επιχειρηματίες, μεταξύ των οποίων την εταιρία InsTiimi, να της υποβάλουν σχετικές προσφορές.

14. Στις 24 Ιουνίου 2008, ακολουθουμένης μιας «διαδικασίας με διαπραγμάτευση» η οποία δεν ικανοποιεί τους όρους των κατά την οδηγία 2004/18 διαδικασιών δημοσίων συμβάσεων, η σχετική σύμβαση συνήφθη με κάποιον άλλο διαγωνιζόμενο και όχι με την InsTiimi. Στις 25 Ιουνίου 2008 δημοσιεύθηκε σε εθνική φινλανδική εφημερίδα περιγραφή του αντικειμένου της συμβάσεως και ο τρόπος λειτουργίας του επίμαχου στην κύρια δίκη συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας.

15. Εκτιμώντας ότι η διαδικασία όφειλε να διεξαχθεί σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπει η οδηγία 2004/18, η InsTiimi άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως περί συνάψεως της επίμαχης στην κύρια δίκη συμβάσεως ενώπιον του markkinaoikeus (δικαστηρίου αρμόδιου για ζητήματα ανταγωνισμού).

16. Το ως άνω δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αυτή, κρίνοντας ότι αποδεικνυόταν ότι το εν λόγω σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας προοριζόταν κυρίως για στρατιωτικούς σκοπούς και ότι η αναθέτουσα αρχή επρόκειτο να το χρησιμοποιήσει αποκλειστικά για τέτοιους σκοπούς.

17. Επομένως, το markkinaoikeus κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω σύμβαση υπαγόταν στη θεσπίζουσα σχετική παρέκκλιση διάταξη του άρθρου 7, παράγραφος 1, σημείο 2, του νόμου 348/2007 περί δημοσίων συμβάσεων.

18. Η InsTiimi προσέφυγε κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Korkein hallinto-oikeus (ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου).

19. Η InsTiimi ισχυρίστηκε ενώπιον του δικαστηρίου αυτού ότι η περιστρεφόμενη πλατφόρμα αποτελεί μια τεχνική καινοτομία της μη στρατιωτικής βιομηχανίας και όχι στρατιωτικό υλικό. Η τεχνική κατασκευή του εν λόγω συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας της κύριας δίκης στηρίζεται σε έναν συνδυασμό υλικών, συστατικών και συστημάτων που διατίθενται ελεύθερα, ο δε σχεδιασμός του συστήματος αυτού αφορά αποκλειστικά την κατάλληλη επιλογή και συναρμολόγηση των δομικών στοιχείων του, προς ικανοποίηση των όρων που έθετε η πρόσκληση προς υποβολή προσφορών.

20. Οι Puolustusvoimat (φινλανδικές ένοπλες δυνάμεις), εκπροσωπούμενες από το Pääesikunta (Γενικό Επιτελείο), υποστήριξαν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ότι το σύστημα αυτό περιστρεφόμενης πλατφόρμας είχε αποκτηθεί για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς και ότι προοριζόταν, ειδικότερα, για προσομοίωση καταστάσεων μάχης. Το εν λόγω σύστημα παρέχει τη δυνατότητα προσομοιώσεως καταστάσεων αντιμετωπίσεως της από αέρος συλλογής πληροφοριών, υπό διάφορες γωνίες, και την αναγνώριση στόχων, καθώς και εκτελέσεως σχετικών ασκήσεων.

21. Κατά την επιχειρηματολογία των ενόπλων δυνάμεων, το εν λόγω σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας αποτελεί ουσιώδες συστατικό ενός συνόλου που προορίζεται να εγκατασταθεί στο ύπαιθρο για μετρήσεις, προσομοιώσεις και ασκήσεις ηλεκτρονικού πολέμου, οπότε έχει σχεδιαστεί προς εξυπηρέτηση σκοπών έρευνας στον τομέα των όπλων, για στρατιωτικούς σκοπούς.

22. Αυτό το σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας είναι προϊόν υπό την έννοια του σημείου M του παραρτήματος της αποφάσεως 76/1995.

23. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η οδηγία 2004/18 έχει εφαρμογή όταν το υλικό που αποτελεί το αντικείμενο της συμβάσεως προορίζεται μεν ειδικά για στρατιωτικούς σκοπούς, υπάρχουν όμως επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς τεχνικές εφαρμογές του υλικού αυτού σε μη στρατιωτικούς τομείς.

24. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Korkein hallinto-oikeus αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει εφαρμογή η οδηγία [2004/18], λαμβανομένων υπόψη του άρθρου 10 της οδηγίας αυτής, του άρθρου [296], παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, [ΕΚ], καθώς και του πίνακα [...] του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, στην αγορά υλικού εμπίπτοντος κατά τα άλλα στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, όταν κατά την άποψη της αναθέτουσας αρχής το υλικό αυτό προορίζεται μεν για στρατιωτική ειδικά χρήση, αλλά έχει επίσης κατά κύριο λόγο παρόμοιες μη στρατιωτικές τεχνικές χρήσεις;»

Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

25. Η Φινλανδική Κυβέρνηση, χωρίς να προβάλλει ένσταση απαραδέκτου, εκθέτει ειδικότερα, με τις γραπτές παρατηρήσεις της, ότι η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δεν περιλαμβάνει στοιχεία όσον αφορά τα μέτρα τα οποία η αναθέτουσα αρχή κρίνει αναγκαία προς «προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας» της Δημοκρατίας της Φινλανδίας, υπό την έννοια του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, λόγος για τον οποίο εκτιμά ότι δεν μπορεί να λάβει θέση επί της προϋποθέσεως εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως.

26. Συναφώς, πρέπει να διευκρινιστεί ότι το γεγονός ότι το αιτούν δικαστήριο δεν ζητεί την ερμηνεία της εν λόγω προϋποθέσεως εφαρμογής του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ δεν είναι, καθαυτό, ικανό να θέσει υπό αμφισβήτηση το παραδεκτό της αιτήσεως αυτής.

27. Πράγματι, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη της μέλλουσας να εκδοθεί δικαστικής αποφάσεως, εναπόκειται αποκλειστικά να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, τόσο την ανάγκη εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως για την έκδοση της δικής του αποφάσεως όσο και το λυσιτελές των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο. Συνεπώς, εφόσον τα υποβληθέντα ερωτήματα αφορούν την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται καταρχήν να απαντήσει (βλ., ιδίως, απόφαση της 24ης Απριλίου 2012, Kamberaj, C-571/10, ,σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28. Εντούτοις, το Δικαστήριο οφείλει να ερευνά τις συνθήκες υπό τις οποίες του έχουν υποβληθεί τα ερωτήματα από τον εθνικό δικαστή, προκειμένου να ελέγχει κατά πόσον το ίδιο είναι αρμόδιο να απαντήσει (βλ. προαναφερθείσα απόφαση Kamberaj, σκέψη 41). Το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί να απαντήσει σε προδικαστικό ερώτημα εθνικού δικαστηρίου μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης την οποία ζητεί το εθνικό δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως, ή ακόμα όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί (βλ. απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 2008, C-450/06, Varec, Συλλογή 2008, σ. I-581, σκέψη 24).

29. Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί ότι το υποβαλλόμενο εν προκειμένω ερώτημα δεν θα μπορούσε να λογίζεται ως υποθετικό και, κατά συνέπεια, απαράδεκτο παρά μόνον αν προέκυπτε προδήλως ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, η εφαρμογή της παρεκκλίσεως που εισάγει το άρθρο  296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, εν πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας της Δημοκρατίας της Φινλανδίας.

30. Το Korkein hallinto-oikeus, χωρίς να αναφέρει οριστικά στην απόφασή του ότι, εν προκειμένω, η αναθέτουσα αρχή επικαλέστηκε τέτοια ουσιώδη συμφέροντα, περιορίζεται να διαπιστώσει ότι οι ένοπλες δυνάμεις δεν διευκρίνισαν, με τον τρόπο που προτείνει η Επιτροπή με την ερμηνευτική της ανακοίνωση για την εφαρμογή του άρθρου 296 ΕΚ στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών που αφορούν την άμυνα [COM(2006) 779 τελικό], της 7ης Δεκεμβρίου 2006, τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας που συνδέονται με την κτήση του επίμαχου στην κύρια δίκη συστήματος περιστρεφόμενης πλατφόρμας, αλλ’ ούτε και τους λόγους για τους οποίους ήταν αναγκαία στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση η μη εφαρμογή των κανόνων που προβλέπει η οδηγία 2004/18.

31. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν είναι πρόδηλο ότι το υποβαλλόμενο ερώτημα είναι υποθετικού χαρακτήρα.

32. Ως εκ τούτου, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως έχει υποβληθεί παραδεκτώς.

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

33. Με το ερώτημά του το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατά βάση αν το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, έχει την έννοια ότι επιτρέπει στα κράτη μέλη να μην ακολουθούν τις διαδικασίες που προβλέπει η εν λόγω οδηγία σε δημόσιες συμβάσεις που συνάπτει η αναθέτουσα αρχή στον τομέα της άμυνας για την κτήση υλικού το οποίο, μολονότι προορίζεται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς, έχει επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς δυνατότητες μη στρατιωτικών εφαρμογών.

34. Από το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, προκύπτει ότι, για τις συμβάσεις που συνάπτουν στον τομέα της άμυνας, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν μέτρα παρεκκλίνοντα από την εν λόγω οδηγία όταν, αφενός, πρόκειται για «εμπόριο όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού» και, αφετέρου, τα μέτρα αυτά είναι αναγκαία για την «προστασία των ουσιωδών συμφερόντων» ασφαλείας του οικείου κράτους μέλους.

35. Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι διατάξεις αυτές πρέπει να ερμηνεύονται στενά, όπως κατά πάγια νομολογία γίνεται δεκτό για τις εξαιρέσεις από τις θεμελιώδεις ελευθερίες (βλ., ιδίως, καθόσον αφορά τις παρεκκλίσεις που προβλέπει το άρθρο 296 ΕΚ, απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 2009, C-284/05, Επιτροπή κατά Φινλανδίας, Συλλογή 2009, σ. I-11705, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Μολονότι η παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του άρθρου αυτού κάνει λόγο περί μέτρων τα οποία ένα κράτος μέλος μπορεί να εκτιμά αναγκαία για την προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του, εντούτοις το άρθρο  αυτό δεν μπορεί να ερμηνεύεται κατά τρόπον ώστε να παρέχει στα κράτη μέλη την ευχέρεια να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ απλώς με την επίκληση των εν λόγω συμφερόντων (απόφαση Επιτροπή κατά Φινλανδίας, προαναφερθείσα, σκέψη 47).

36. Τα είδη προϊόντων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, στον οποίο το άρθρο 296, παράγραφος 2, ΕΚ παραπέμπει ρητώς, εμπίπτουν, καταρχήν, στη δυνατότητα παρεκκλίσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 1, στοιχείο βʹ, του ίδιου άρθρου.

37. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν προϊόν όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας μπορεί να υπαχθεί σε κάποια από τις κατηγορίες του εν λόγω καταλόγου.

38. Ωστόσο, το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ διευκρινίζει ότι τα μέτρα που μπορούν να λαμβάνουν με τον τρόπο αυτόν τα κράτη μέλη δεν πρέπει να αλλοιώνουν τους όρους ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς σχετικά με τα προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς.

39. Κατά συνέπεια, πρέπει αφενός να υπομνησθεί ότι η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί να επικαλείται το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ για να δικαιολογήσει μέτρο παρεκκλίσεως κατά την αγορά υλικού που έχει έναν βέβαιο μη στρατιωτικό σκοπό και έναν ενδεχόμενο στρατιωτικό σκοπό (βλ., επ’ αυτού απόφαση της 8ης Απριλίου 2008, C-337/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2008, σ. I-2173, σκέψεις 48 και 49).

40. Αφετέρου, έστω και αν ένα προϊόν υπάγεται σε κάποια από τις κατηγορίες υλικού που απαριθμεί ο κατάλογος του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, εφόσον υπάρχουν σε μεγάλο βαθμό παρεμφερείς τεχνικές εφαρμογές με μη στρατιωτικό σκοπό, το προϊόν αυτό δεν μπορεί να λογίζεται ως προοριζόμενο για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς υπό την έννοια του άρθρου 296 ΕΚ παρά μόνον αν η αναθέτουσα αρχή το προορίζει για μια τέτοια χρήση, αλλά και αν επίσης η χρήση αυτή, όπως τόνισε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 48 των προτάσεών της, συνάγεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός εξοπλισμού που έχει ειδικά σχεδιαστεί, αναπτυχθεί ή ουσιωδώς τροποποιηθεί για τέτοιους σκοπούς.

41. Συναφώς, πρέπει να σημειωθεί, πράγματι, ότι οι όροι «στρατιωτικός εξοπλισμός» στο σημείο 11 του εν λόγω καταλόγου καθώς και οι όροι «εφόσον έχουν στρατιωτικό χαρακτήρα» και «αποκλειστικά σχεδιασμένα» στα σημεία 14 και 15 του ίδιου καταλόγου συνιστούν ενδείξεις ότι τα προϊόντα περί των οποίων γίνεται λόγος στα σημεία αυτά πρέπει να έχουν αντικειμενικώς στρατιωτικό ειδικά χαρακτήρα.

42. Τέλος, πρέπει να υπομνησθεί ότι, προσφάτως, στη δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 2009/81, ο νομοθέτης της Ένωσης διευκρίνισε ότι ο όρος «στρατιωτικός εξοπλισμός» υπό την έννοια της οδηγίας αυτής καλύπτει τα προϊόντα τα οποία, μολονότι έχουν σχεδιαστεί αρχικώς για μη στρατιωτική χρήση, προσαρμόστηκαν στη συνέχεια για στρατιωτικούς σκοπούς για να χρησιμοποιηθούν ως όπλα, πυρομαχικά ή πολεμικό υλικό.

43. Κατά τις παρασχεθείσες στο Δικαστήριο πληροφορίες, υλικό όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας παρέχει τη δυνατότητα πραγματοποιήσεως ηλεκτρομαγνητικών μετρήσεων και προσομοιώσεως καταστάσεων μάχης. Επομένως, είναι δυνατό να χαρακτηριστεί ως συστατικό στρατιωτικού εξοπλισμού προοριζόμενου για τη δοκιμή και τον έλεγχο όπλων υπό την έννοια του σημείου 15 του καταλόγου του Συμβουλίου της 15ης Απριλίου 1958, σε συνδυασμό με τα σημεία 11 και 14 αυτού, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

44. Εντούτοις, ένα τέτοιο σύστημα περιστρεφόμενης πλατφόρμας, το οποίο η αναθέτουσα αρχή προτίθεται να χρησιμοποιήσει μόνο για στρατιωτικούς σκοπούς, δεν μπορεί να λογίζεται ως προοριζόμενο ειδικά για τέτοιους σκοπούς υπό την έννοια του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ παρά μόνον αν αποδεικνύεται ότι, σε αντίθεση με το παρεμφερές υλικό μη στρατιωτικού σκοπού που επικαλείται η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, το εν λόγω σύστημα, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, μπορεί να λογίζεται ότι έχει ειδικά σχεδιαστεί και αναπτυχθεί, λαμβανομένων υπόψη κατά συνέπεια και των ουσιωδών του τροποποιήσεων, για τέτοιους σκοπούς, πράγμα το οποίο εναπόκειται επίσης στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

45. Πρέπει να προστεθεί ότι, σε περίπτωση που, σε συνάρτηση με τις ανωτέρω σκέψεις, το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει ότι το επίμαχο στην κύρια δίκη προϊόν εμπίπτει στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε αυτό εναπόκειται να εξακριβώσει αν το κράτος μέλος που επικαλείται την ως άνω διάταξη της Συνθήκης μπορεί να αποδείξει την ανάγκη προσφυγής στην παρέκκλιση την οποία προβλέπει η εν λόγω διάταξη προς προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του (βλ. επ’ αυτού, ιδίως, απόφαση Επιτροπή κατά Φινλανδίας, προαναφερθείσα, σκέψη 49), και αν η ανάγκη προστασίας των ως άνω ουσιωδών συμφερόντων δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού, όπως προβλέπει η οδηγία 2004/18 (βλ., επ’ αυτού, απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, προαναφερθείσα, σκέψη 53).

46. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να αποκλίνει από τις διαδικασίες που προβλέπει η εν λόγω οδηγία προκειμένου περί δημόσιας συμβάσεως συναπτόμενης από την αναθέτουσα αρχή στον τομέα της άμυνας για την αγορά υλικού το οποίο, μολονότι προορίζεται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς, έχει επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς δυνατότητες μη στρατιωτικών εφαρμογών, παρά μόνον αν το υλικό αυτό, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, μπορεί να λογίζεται ότι έχει ειδικά σχεδιαστεί και αναπτυχθεί, λαμβανομένων υπόψη κατά συνέπεια και των ουσιωδών του τροποποιήσεων, για τέτοιους σκοπούς, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

Επί των δικαστικών εξόδων

47. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σε αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Διατακτικό

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, σε συνδυασμό με το άρθρο 296, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να αποκλίνει από τις διαδικασίες που προβλέπει η εν λόγω οδηγία προκειμένου περί δημόσιας συμβάσεως συναπτόμενης από την αναθέτουσα αρχή στον τομέα της άμυνας για την αγορά υλικού το οποίο, μολονότι προορίζεται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς, έχει επίσης ουσιαστικώς παρεμφερείς δυνατότητες μη στρατιωτικών εφαρμογών, παρά μόνον αν το υλικό αυτό, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, μπορεί να λογίζεται ότι έχει ειδικά σχεδιαστεί και αναπτυχθεί, λαμβανομένων υπόψη κατά συνέπεια και των ουσιωδών του τροποποιήσεων, για τέτοιους σκοπούς, πράγμα το οποίο εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

Top