EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61994CJ0001

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 11ης Αυγούστου 1995.
Cavarzere Produzioni Industriali SpA και λοιποί κατά Ministero dell'agricoltura e delle Foreste και λοιπών.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Consiglio di Stato - Ιταλία.
Κοινή οργάνωση των αγορών - Ποσοστώσεις ζάχαρης - Μεταφορές μεταξύ επιχειρήσεων.
Υπόθεση C-1/94.

European Court Reports 1995 I-02363

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1995:266

61994J0001

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΠΕΜΠΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 11ΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1995. - CAVARZERE PRODUZIONI INDUSTRIALI SPA ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΙ ΚΑΤΑ MINISTERO DELL'AGRICOLTURA E DELLE FORESTE ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: CONSIGLIO DI STATO - ΙΤΑΛΙΑ. - ΚΟΙΝΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ - ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΙΣ ΖΑΧΑΡΗΣ - ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-1/94.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1995 σελίδα I-02363


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Γεωργία * Κοινή οργάνωση των αγορών * Ζάχαρη * Εξουσία που παρέχει στα κράτη μέλη το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81 να τροποποιούν τις ποσοστώσεις των επιχειρήσεων * Προϋποθέσεις ασκήσεως * Εξουσία ασκηθείσα, για την περίοδο εμπορίας που αρχίζει την 1η Ιουλίου, μετά την οριακή ημερομηνία της 1ης Μαρτίου * Δεν επιτρέπεται * Εξουσία ασκηθείσα ταυτόχρονα με τροποποίηση των ποσοστώσεων, κατόπιν μεταβιβάσεως επιχειρήσεων ή εργοστασίων παραγωγής * Επιτρέπεται * Προϋποθέσεις * Περιεχόμενο * Μείωση καθεμιάς από τις ποσοστώσεις Α και Β μέχρι ποσοστού 10 % * Βάση υπολογισμού * Ποσοστώσεις Α και Β χορηγηθείσες από το κράτος μέλος στην επιχείρηση κατ' εφαρμογήν του άρθρου 24 του κανονισμού * Σχέδια αναδιαρθρώσεως καθιστώντα δυνατές στην Ιταλία τις τροποποιήσεις πέραν του 10 % * Έννοια

(Κανονισμοί του Συμβουλίου 1785/81, άρθρα 24 και 25 PAR 2, και 193/82, άρθρο 2)

Περίληψη


Τα κράτη μέλη δεν μπορούν, για την περίοδο εμπορίας που αρχίζει την 1η Ιουλίου, να ασκήσουν την εξουσία τροποποιήσεως των ποσοστώσεων των επιχειρήσεων, που τους απονέμει το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης, μετά την προβλεπομένη από τον κανονισμό 193/82, περί θεσπίσεως γενικών κανόνων για τις μεταφορές ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης, ημερομηνία, δηλαδή μετά την 1η Μαρτίου, ακόμη και αν ο κανονισμός του Συμβουλίου που καθορίζει τις ποσοστώσεις και αναγνωρίζει τη δυνατότητα ασκήσεως της εξουσίας αυτής εκδόθηκε μετά την 1η Μαρτίου, δοθέντος ότι δεν έχει εκδοθεί κανένας κοινοτικός κανονισμός εισάγων ρητή παρέκκλιση από την προθεσμία αυτή.

Η εν λόγω εξουσία μπορεί να ασκηθεί ταυτόχρονα με τροποποίηση των ποσοστώσεων διενεργουμένη, βάσει του άρθρου 2 του κανονισμού 193/82, κατόπιν μεταβιβάσεως επιχειρήσεων ή εργοστασίων παραγωγής, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής καθεμιάς από τις διατάξεις αυτές. Στο πλαίσιο της εξουσίας αυτής επιτρέπεται στα κράτη μέλη να μειώνουν καθεμία από τις ποσοστώσεις Α και Β μιας επιχειρήσεως μέχρι ποσοστού 10 %.

Το εν λόγω περιθώριο χειρισμών του 10 % αφορά τις ποσοστώσεις Α και Β που χορηγούνται στην επιχείρηση, στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος των ποσοστώσεων, δυνάμει εθνικής αποφάσεως, ληφθείσας από το κράτος μέλος βάσει του άρθρου 24 του εν λόγω κανονισμού, περί κατανομής μεταξύ των επιχειρήσεων που λειτουργούν στο έδαφός του των βασικών ποσοτήτων Α και Β που του έχουν χορηγηθεί.

Το άρθρο 25, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1785/81, που προβλέπει ότι στην Ιταλία το εν λόγω περιθώριο χειρισμών μπορεί να υπερβαίνει το όριο του 10 % στην περίπτωση που χρησιμοποιείται για να πραγματοποιήσει μεταφορές ποσοστώσεων βάσει "σχεδίων αναδιαρθρώσεως", αναφέρεται σε σχέδια που αφορούν το σύνολο του τομέα της ζάχαρης σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-1/94,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Consiglio di Stato (Iταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Cavarzere Produzioni Industriali SpA κ.λπ.

και

Μinistero dell' Agricoltura e delle Foreste κ.λπ.,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΟΚ) 1785/81 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1981, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (EE L 177, σ. 4), και του κανονισμού (ΕΟΚ) 193/82 του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1982, περί θεσπίσεως γενικών κανόνων για τις μεταφορές ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 21, σ. 3),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους C. Gulamnn, πρόεδρο τμήματος, P. Jann, J. C. Moitinho de Almeida, D. A. O. Edward, L. Sevon, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Leger

γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* οι Cavarzere Produzioni Industriali SpA και Saccarifera del Rendina SpA, εκπροσωπούμενες από τους S. Panunzio, A. Guarino και F. Sette, δικηγόρους Ρώμης,

* η ISI * Industria Saccarifera Italiana Agro-Ιndustriale SpA, εκπροσωπούμενη από τον L. F. Paolucci, δικηγόρο Μπολώνιας,

* η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον καθηγητή U. Leanza, προϊστάμενο της Υπηρεσίας Διπλωματικών Διαφορών του Υπουργείου Εξωτερικών, επικουρούμενο από τον I.-M. Braguglia, avvocato dello Stato,

* η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον E. March, νομικό σύμβουλο, επικουρούμενο από τον A. Dal Ferro, δικηγόρο Vicence,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις των Cavarzere Produzioni Industriali SpA και Saccarifera del Rendina SpA, της ISI * Industria Saccarifera Italiana Agro-Ιndustriale SpA, των εταιριών Eridania-Zuccherifici Nazionali SpA και Industria Sarda Zuccheri SpA, εκπροσωπουμένων από τον P. Crocetta, δικηγόρο Γένοβας, της Ιταλικής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 6ης Απριλίου 1995,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 1η Ιουνίου 1995,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 24ης Απριλίου 1992, που περιήλθε στο Δικαστηρίο στις 4 Ιανουαρίου 1994, το Consiglio di Stato υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, έξι προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΟΚ) 1785/81 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1981, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (EE L 177, σ. 4, στο εξής: κανονισμός 1785/81), και του κανονισμού (ΕΟΚ) 193/82 του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1982, περί θεσπίσεως γενικών κανόνων για τις μεταφορές ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 21, σ. 3, στο εξής: κανονισμός 193/82).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο προσφυγών που άσκησαν οι εταιρίες Cavarzere Produzioni Industriali SpA και Saccarifera del Rendina SpA, μέλη του Gruppo Saccarifero Veneto (στο εξής: GSV), κατά του Υπουργείου Γεωργίας και Δασών και του Υπουργείου Βιομηχανίας, Εμπορίου και Βιοτεχνίας, με αίτημα την ακύρωση τριών υπουργικών αποφάσεων σχετικών με τη χορήγηση των ποσοστώσεων παραγωγής ζάχαρης για τις περιόδους εμπορίας 1986/87, 1987/88 και 1988/89. Στις ως άνω διαδικασίες παρενέβησαν, μεταξύ άλλων, η εταιρία ISI * Industria Saccarifera Italiana Agro-Industriale SpA (στο εξής: ISI), καθώς και οι εταιρίες Eridania * Zuccherifici Nazionali SpA και Industria Sarda Zuccheri SpA.

3 Η κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης διέπεται από τον κανονισμό 1785/81 του Συμβουλίου και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ένα σύστημα ποσοστώσεων για την παραγωγή της ζάχαρης. Ο κανονισμός αυτός διακρίνει μεταξύ τριών ειδών ποσοστώσεων. Η ποσόστωση Α, που αντιπροσωπεύει την κατανάλωση εντός της Κοινότητας, μπορεί να διατίθεται ελεύθερα εντός της κοινής αγοράς και η διάθεσή της εξασφαλίζεται με την τιμή παρεμβάσεως. Η ποσόστωση Β αποτελεί την ποσότητα της παραγωγής ζάχαρης που υπερβαίνει την ποσόστωση Α χωρίς ωστόσο να υπερβαίνει μια 'μέγιστη ποσόστωση' , ίση προς την ποσόστωση Α πολλαπλασιαζόμενη προς έναν συντελεστή. Η ποσόστωση Β μπορεί επίσης να διατεθεί ελεύθερα εντός της κοινής αγοράς, χωρίς όμως την εγγύηση της τιμής παρεμβάσεως, ή μπορεί να εξάγεται προς τρίτες χώρες με μια ενίσχυση λόγω εξαγωγής. Τέλος, η ποσόστωση Γ, συνίσταται στην παραγωγή που υπερβαίνει τη 'μέγιστη ποσόστωση' (άθροισμα ποσοστώσεων Α και Β). Η ποσόστωση αυτή δεν μπορεί να διατεθεί στο εμπόριο, παρά μόνον στις τρίτες χώρες χωρίς να χορηγείται σχετικώς καμιά ενίσχυση λόγω εξαγωγής.

4 Το άρθρο 24 του κανονισμού 1785/81 καθορίζει τις βασικές ποσοστώσεις Α και Β κάθε κράτους μέλους και προβλέπει ότι τα κράτη μέλη χορηγούν, υπό τις προβλεπόμενες στον κανονισμό αυτό προϋποθέσεις, μια ποσόστωση Α και μια ποσόστωση Β σε κάθε επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης που είναι εγκατεστημένη στο έδαφός τους. Οι ποσοστώσεις αφορούν μια ετήσια περίοδο εμπορίας, η οποία αρχίζει την 1η Ιουλίου εκάστου έτους και λήγει στις 30 Ιουνίου του επομένου έτους.

5 Βάσει του αρχικού κειμένου του κανονισμού 1785/81, το σύστημα των ποσοστώσεων ίσχυε μόνο για τις περιόδους εμπορίας από 1981/82 έως 1985/86. Ωστόσο, το σύστημα αυτό επεκτάθηκε στις περιόδους εμπορίας 1986/87 έως 1990/91 με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 934/86 του Συμβουλίου, της 24ης Μαρτίου 1986, για την τροποποίηση του κανονισμού 1785/81 (ΕΕ L 87, σ. 1, στο εξής: κανονισμός 934/86).

6 Ο κανονισμός 934/86, ο οποίος αντικατέστησε το άρθρο 23 του κανονισμού 1785/81, ορίζει στο άρθρο του 1, σημείο 2, ότι "για τις περιόδους εμπορίας 1986/87 και 1987/88, με την επιφύλαξη του άρθρου 25, οι ποσοστώσεις Α και Β των ζαχαροβιομηχανιών (...) είναι αυτές που ίσχυαν κατά την περίοδο 1985/86". Εν συνεχεία, ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1107/88 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 1988, για την τροποποίηση του κανονισμού 1785/81 (ΕΕ L 110, σ. 20, στο εξής: κανονισμός 1107/88), καθόρισε, κατά τον ίδιο τρόπο, τις ποσοστώσεις για τις περιόδους εμπορίας 1988/89 έως 1990/91.

7 Το άρθρο 25, παράγραφος 1, του κανονισμού 1785/81 επιτρέπει στα κράτη μέλη να πραγματοποιούν μεταφορές των ποσοστώσεων Α και Β μεταξύ επιχειρήσεων, λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον κάθε ενδιαφερομένου μέρους και, κυρίως, το συμφέρον των παραγωγών τεύτλων ή ζαχαροκαλάμων.

8 Οι προϋποθέσεις για την άσκηση αυτής της "εξουσίας χειρισμών" καθορίζονται στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου του οποίου το κείμενο έχει ως εξής:

"Τα κράτη μέλη δύνανται να μειώνουν την ποσόστωση Α και την ποσόστωση Β κάθε ζαχαροβιομηχανίας (...) [εγκατεστημένης] στην επικράτειά τους κατά μία συνολική ποσότητα που δεν υπερβαίνει, για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 23, παράγραφος 1, το 10 %, κατά περίπτωση, της ποσοστώσεως Α ή της ποσοστώσεως Β που ορίζεται για τη κάθε μία από αυτές σύμφωνα με το άρθρο 24.

Το όριο 10 % που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην Ιταλία (...), όταν οι μεταφορές ποσοστώσεων πραγματοποιούνται βάσει σχεδίων αναδιαρθρώσεως του τομέα των τεύτλων ή ζαχαροκαλάμων και του τομέα ζάχαρης στην εν λόγω περιφέρεια, κατά το αναγκαίο μέτρο για την πραγματοποίηση των σχεδίων αυτών.

(...)."

9 Κατά το άρθρο 25, παράγραφος 3, του ίδιου κανονισμού οι ποσότητες των ποσοστώσεων Α ή των ποσοστώσεων Β που ανακατανέμονται παρέχονται σαν τέτοιες από τα κράτη μέλη σε μια ή περισσότερες άλλες επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στο έδαφός τους.

10 Τέλος, το άρθρο 25, παράγραφος 4, προβλέπει ότι το Συμβούλιο θεσπίζει τους γενικούς κανόνες για την τροποποίηση των ποσοστώσεων, ιδίως σε περίπτωση συγχωνεύσεως ή μεταβιβάσεως επιχειρήσεων. Τέτοιοι κανόνες θεσπίστηκαν με τον προπαρατεθέντα κανονισμό 193/82 του Συμβουλίου, περί θεσπίσεως γενικών κανόνων για τις μεταφορές ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης.

11 Ο κανονισμός αυτός προβλέπει στο άρθρο του 7 ότι, όταν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81, χορηγεί τις ποσοστώσεις που τροποποιήθηκαν πριν από την 1η Μαρτίου για την εφαρμογή του κατά την επόμενη περίοδο εμπορίας.

12 Ωστόσο, όσον αφορά την περίοδο εμπορίας 1986/87, ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1662/86 της Επιτροπής, της 29ης Μαΐου 1986, για τη θέσπιση προσωρινών μέτρων όσον αφορά τις μεταφορές ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 145, σ. 41, στο εξής: κανονισμός 1662/86), όριζε, στο άρθρο του 1, παράγραφος 1, ότι, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 του κανονισμού 193/82, τα κράτη μέλη έπρεπε να χορηγήσουν πριν από την 1η Ιουλίου 1986 τις τροποποιημένες ποσοστώσεις, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 25, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1785/81.

13 Το άρθρο 2 του κανονισμού 193/82 καθορίζει τη διαδικασία κατά την οποία οι ποσοστώσεις Α και Β πρέπει να τροποποιηθούν σε περίπτωση συγχωνεύσεως ή μεταβιβάσεως επιχειρήσεων παραγωγής ζάχαρης ή σε περίπτωση μεταβιβάσεως εργοστασίων παραγωγής ζάχαρης. Το άρθρο αυτό προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι η χορήγηση των ποσοστώσεων πραγματοποιείται κατ' αναλογία των ποσοστώσεων παραγωγής ζάχαρης που απορροφώνται από κάθε επιχείρηση. Το άρθρο 6 του κανονισμού ορίζει ότι η χορήγηση αυτή ισχύει για την τρέχουσα περίοδο εμπορίας όταν η συγχώνευση ή η μεταβίβαση πραγματοποιούνται μεταξύ 1ης Ιουλίου του τρέχοντος έτους και 31 Ιανουαρίου του επομένου έτους.

14 Η πρώτη από τις τρεις βαλλόμενες υπουργικές αποφάσεις στις υποθέσεις της κυρίας δίκης αφορά την περίοδο εμπορίας 1986/87. Η απόφαση αυτή εκδόθηκε από κοινού από το Υπουργείο Γεωργίας και το Υπουργείο Βιομηχανίας, στις 11 Αυγούστου 1986, και δημοσιεύθηκε στην Gazzetta ufficiale della Repubblica italiana στις 19 Αυγούστου 1986. Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι η απόφαση αυτή τροποποίησε τις ποσοστώσεις παραγωγής ζάχαρης του GSV, που είχαν προηγουμένως χορηγηθεί με την υπουργική απόφαση της 22ας Απριλίου 1986, λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά τον Ιούλιο 1986 ορισμένα εργοστάσια του ομίλου GSV είχαν πωληθεί στην ISI.

15 Η δεύτερη υπουργική απόφαση που αφορά την περίοδο 1987/88 εκδόθηκε στις 27 Φεβρουαρίου 1987 και δημοσιεύθηκε στις 16 Μαρτίου 1987. Κατά τη διάταξη περί παραπομπής, η απόφαση αυτή μειώσε τις ποσοστώσεις παραγωγής για ορισμένες επιχειρήσεις παραγωγής και τις αύξησε για ορισμένες άλλες, χωρίς να τροποποιήσει τις ποσοστώσεις που είχαν χορηγηθεί στον GSV για την προηγούμενη περίοδο με απόφαση της 11ης Αυγούστου 1986.

16 Η τρίτη υπουργική απόφαση εκδόθηκε στις 30 Ιουνίου 1988 και δημοσιεύθηκε στις 10 Αυγούστου 1988. Το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι η απόφαση αυτή χορήγησε τις ποσοστώσεις παραγωγής για την περίοδο 1988/89, κατ' εφαρμογή του κανονισμού 1107/88 και στο πλαίσιο της ασκήσεως της εξουσίας χειρισμών βάσει του άρθρου 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81. Με την ευκαιρία αυτή, μειώθηκαν οι χορηγηθείσες στον GSV ποσοστώσεις.

17 Οι εν λόγω τρεις υπουργικές αποφάσεις προσεβλήθησαν ενώπιον του Tribunale Amministrativo Regionale del Lazio από τις δύο επιχειρήσεις του GSV, οι οποίες θεωρούσαν ότι οι αποφάσεις αυτές ήσαν αντίθετες προς τους κοινοτικούς κανόνες. Το Tribunale Amministrativo απέρριψε τις προσφυγές κατά των υπουργικών αποφάσεων της 11ης Αυγούστου 1986 και της 27ης Φεβρουαρίου 1987, αλλά δέχθηκε την προσφυγή κατά της υπουργικής αποφάσεως της 30ής Ιουνίου 1988, για τον λόγο ότι η εξουσία χειρισμών είχε ασκηθεί μετά την 1η Μαρτίου του έτους αυτού. Επομένως, η τελευταία αυτή απόφαση ακυρώθηκε.

18 Κατά των αποφάσεων του Tribunale Amministrativo ασκήθηκαν αναιρέσεις ενώπιον του Consiglio di Stato, το οποίο τις συνένωσε και ανέστειλε τη διαδικασία για να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

"1) Γενικώς, ενόψει της ανάγκης να διατηρηθεί ο ενιαίος προσανατολισμός σε κοινοτικό επίπεδο, μπορεί να θεωρηθεί ότι η ημερομηνία της 1ης Μαρτίου, που ορίζεται στο άρθρο 7 του κανονισμού 193/82, αποτελεί καταλητική ημερομηνία ανατρεπτικής προθεσμίας, εφόσον μάλιστα, προκειμένου να ανασταλούν τα αποτελέσματα της λήξεως της προθεσμίας αυτής, κρίθηκε αναγκαίο το 1986 να εκδοθεί σχετικός κανονισμός (κανονισμός 1662/86);

Ωστόσο, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν τα αποτελέσματα που μπορούν να προκύψουν, στο ως άνω περιγραφέν σύστημα, από τη μεταγενέστερη της 1ης Μαρτίου έκδοση των κανονισμών που καθορίζουν τις ποσοστώσεις.

Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να τεθεί το ερώτημα αν οι έτσι καθοριζόμενες ποσοστώσεις επιδέχονται τροποποίηση ή αν, όπως υποστηρίζουν τα Υπουργεία Γεωργίας και Βιομηχανίας, μπορεί να θεωρηθεί ότι, εφόσον πληρούνται όλες οι άλλες προϋποθέσεις, οι προθεσμίες για την ανακατανομή έχουν σιωπηρώς αρχίσει να τρέχουν εκ νέου, καθώς και το ερώτημα της διάρκειας, ενόψει της ημερομηνίας θεσπίσεως των κοινοτικών διατάξεων και της ενάρξεως της περιόδου εμπορίας (1η Ιουλίου) και ελλείψει καταληκτικής ημερομηνίας."

"2) Σε περίπτωση μεταβιβάσεως επιχειρήσεων ή μονάδων παραγωγής (όπως στην υπό κρίση υπόθεση), έχουν αποκλειστικώς εφαρμογή, όσον αφορά τις χορηγήσεις ποσοστώσεων, οι διατάξεις που διέπουν τις μεταβιβάσεις αυτές (άρθρο 2 του κανονισμού 193/82), οι οποίες στηρίζονται σε μια αυστηρή κατανομή κατ' αναλογία των παραγωγικών δυνατοτήτων, ή είναι δυνατόν να γίνει επιπλέον χρήση της 'εξουσίας χειρισμών' που προβλέπεται σχετικώς στο άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81;

3) Αν η δυνατότητα αυτή γίνει δεκτή, τίθεται το πρόβλημα της ασκήσεως εντός του αυτού πλαισίου των σχετικών εξουσιών, όπως φαίνεται να συμβαίνει στην υπό κρίση υπόθεση, εφόσον αναφέρεται ρητά στην υπουργική απόφαση της 11ης Αυγούστου 1986 ότι κατά τον καθορισμό των ποσοστώσεων μεταξύ των επιχειρήσεων μετά τη διάσπαση έγινε εφαρμογή των 'κριτηρίων' επί των οποίων στηριζόταν η προηγούμενη χορήγηση, η οποία είχε διενεργηθεί με την υπουργική απόφαση της 22ας Απριλίου 1986 για γενικούς σκοπούς άσχετους προς τους επιδιωκόμενους κατά την επαναχορήγηση ποσοστώσεων σε περίπωση μεταβιβάσεως εργοστασίων. Συναφώς, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η εν λόγω επαναχορήγηση ποσοστώσεων σε ουδεμία προθεσμία υπόκειται, ενώ οι μεταφορές του άρθρου 25, παράγραφος 2, πρέπει, βάσει του άρθρου 7 του κανονισμού 193/82, να διενεργούνται, όπως αναφέρθηκε ήδη, 'πριν από την 1η Μαρτίου' κάθε έτους. Ανεξάρτητα από το αν η προθεσμία αυτή είναι ή όχι ανατρεπτική, οδηγεί αυτό στη σκέψη ότι ο διαφορετικός χαρακτήρας των σκοπών τους οποίους επιδιώκουν οι δύο αυτές διατάξεις θα έπρεπε να αποτελεί λόγο διατηρήσεως της διακρίσεως αυτής όσον αφορά τα μέτρα εφαρμογής τους;

4) Έχει η εξουσία χειρισμών του άρθρου 25, παράγραφος 2 (πρώτο εδάφιο), εφαρμογή στις δύο ποσοστώσεις Α και Β, υπό την προϋπόθεση να μην υπάρξει υπέρβαση του 10 % της συνολικής χορηγουμένης ποσότητας, ή το εν λόγω 10 % συνιστά το όριο κάθε ποσοστώσεως ή, ακόμη, η τροποποίηση της μιας από τις δύο ποσοστώσεις εμποδίζει την τροποποίηση της άλλης; Συγκεκριμένα, στο κείμενο της διατάξεως οι δύο ποσοστώσεις τίθενται διαζευκτικώς (βλ. 'κατά περίπτωση, της ποσοστώσεως Α ή της ποσοστώσεως Β' ).

5) Η ποσόστωση η οποία μειώνεται είναι εκείνη η οποία αναφέρεται στην αρχική απόφαση χορηγήσεως ή πρέπει να καθοριστεί, αφού προστεθούν σ' αυτήν ενδεχόμενες πρόσθετες χορηγήσεις μεταφερθείσες από τα προηγούμενα έτη ή αφού μειωθεί κατά την ποσότητα της μη παραχθείσας ζάχαρης;

6) Η ύπαρξη 'σχεδίων αναδιαρθρώσεως' * η οποία καθιστά στην Ιταλία δυνατή την υπέρβαση του ορίου του 10 % * αναφέρεται στις επιμέρους επιχειρήσεις ή στο σύνολο του τομέα παραγωγής σε εθνικό επίπεδο ή σε επίπεδο λιγότερο σημαντικών γεωγραφικών υποδιαιρέσεων (οι κοινοτικοί κανονισμοί κάνουν συχνά λόγο για 'περιφέρειες' μικρότερης εκτάσεως από το σύνολο του εδάφους κάθε κράτους μέλους) που περιλαμβάνουν περισσότερες επιχειρήσεις; Στην πρώτη περίπτωση, η εθνική διοικητική πράξη δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα έναντι των επιχειρήσεων που είναι άσχετες προς το σχέδιο στη δεύτερη, τα αποτελέσματα είναι δυνατόν να έχουν αντίκτυπο σε όλες τις επιχειρήσεις και θα έπρεπε να καθοριστεί αν η εξουσία [χειρισμών] μπορεί να ασκηθεί περισσότερες φορές κατά τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας και πώς μπορούν να εξασφαλιστούν οι επιχειρήσεις ότι όντως θα πραγματοποιηθούν τα προγράμματά τους.

Επομένως, πρέπει να καθοριστεί το μέγεθος της αναδιαρθρώσεως 'βάσει' της οποίας μπορεί να γίνει μεταφορά των ποσοστώσεων: Πρέπει το γεωγραφικό πλαίσιο της αναδιαρθρώσεως να αντιστοιχεί σε υποδιαίρεση του εθνικού εδάφους (βλ. τον κανονισμό 934/86, άρθρο 1, παράγραφος 4); Αρκεί η ύπαρξη σχεδίων που έχουν εγκριθεί από διάφορες επιχειρήσεις ανεξάρτητα από την ύπαρξη εθνικού ή περιφερειακού σχεδίου; Πρέπει η ύπαρξη σχεδίου αναδιαρθρώσεως (περίπτωση της εταιρίας ISI που αγόρασε ορισμένες μονάδες παραγωγής από την εταιρία Cavarzere), 'βάσει' του οποίου μπορεί να πραγματοποιηθεί μεταφορά των ποσοστώσεων, να έχει κατ' ανάγκη ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό λόγω εκπνοής της προθεσμίας των επιχειρήσεων, οι οποίες δεν έχουν ακόμη υποβάλει τα σχέδια αυτά στις δημόσιες αρχές, εφόσον δεν ήσαν υποχρεωμένες να το πράξουν;"

Επί του πρώτου ερωτήματος

19 Με το πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν τα κράτη μέλη μπορούν, για την περίοδο εμπορίας που αρχίζει την 1η Ιουλίου, να ασκήσουν την εξουσία χειρισμών, που τους απονέμει το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81, μετά την 1η Μαρτίου, ημερομηνία που προβλέπεται στον κανονισμό 193/82, στην περίπτωση που ο κανονισμός του Συμβουλίου που καθορίζει τις ποσοστώσεις και επιτρέπει την άσκηση της εξουσίας αυτής εκδόθηκε πριν από την 1η Μαρτίου.

20 Διαπιστώνεται κατ' αρχάς, όπως εκτίμησε σχετικώς και το αιτούν δικαστήριο, ότι το όριο της 1ης Μαρτίου, που προβλέπεται για την άσκηση από τα κράτη μέλη της εξουσίας τους χειρισμών, συνιστά ανατρεπτική προθεσμία.

21 Αυτό, όπως επισήμαναν οι επιχειρήσεις του GSV, η ISI και η Επιτροπή, απορρέει κυρίως από το ότι η προθεσμία αυτή αποσκοπεί στο να διασφαλίσει στους επιχειρηματίες του τομέα της ζάχαρης ότι θα έχουν στη διάθεσή τους προθεσμία τεσσάρων μηνών για να προγραμματίσουν τις δραστηριότητές τους, δεδομένου ότι η περίοδος εμπορίας αρχίζει την 1η Ιουλίου. Έτσι, οι επιχειρηματίες χρειάζεται να γνωρίζουν πριν από την 1η Μαρτίου τις ποσοστώσεις παραγωγής επί των οποίων μπορούν να υπολογίζουν, προκειμένου να συνάψουν εμπροθέσμως τις συμβάσεις αγοράς τεύτλων.

22 Περαιτέρω, η τήρηση του ορίου της 1ης Μαρτίου είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η λειτουργία του όλου συστήματος των ποσοστώσεων. Συγκεκριμένα, όπως επισήμανε η Επιτροπή, το άρθρο 30, παράγραφος 1, του κανονισμου 1785/81 ορίζει ότι οι ζαχαροβιομήχανοι πρέπει να γνωστοποιούν στο οικείο κράτος μέλος τις ποσότητες των τεύτλων που αντιστοιχούν στην ποσόστωση Α για τις οποίες έχουν συνάψει συμβάσεις πριν από τη σπορά, η οποία διενεργείται κανονικά κατά τους μήνες Μάρτιο-Απρίλιο. Η παράγραφος 2 του εν λόγω άρθρου προβλέπει ότι, εάν δεν έχουν συναφθεί αυτές οι συμβάσεις παραδόσεως πριν από τη σπορά, οι ζαχαροβιομήχανοι υποχρεούνται να καταβάλουν τουλάχιστον την ελάχιστη τιμή για κάθε ποσότητα τεύτλων που μεταποιείται σε ζάχαρη στην οικεία επιχείρηση.

23 Ο ανατρεπτικός χαρακτήρας της προθεσμίας επιβεβαιώνεται εν συνεχεία από το ότι η Επιτροπή, όταν θέλησε να επιτρέψει στα κράτη μέλη να κάνουν χρήση του περιθωρίου τους χειρισμών μετά την 1η Μαρτίου, θέσπισε συναφώς ρητή παρέκκλιση. Έτσι, το 1986, ο κανονισμός του Συμβουλίου περί καθορισμού των ποσοστώσεων για την περίοδο εμπορίας 1986/87 εκδόθηκε μετά την 1η Μαρτίου, οπότε, σύμφωνα με τα παρασχεθέντα από την Επιτροπή πληροφοριακά στοιχεία, ορισμένα κράτη μέλη ζήτησαν παράταση της προθεσμίας για το έτος εκείνο. Η Επιτροπή εξέδωσε κατόπιν αυτού τον κανονισμό 1662/86, της 29ης Μαΐου 1986, με τον οποίο επετράπη στα κράτη μέλη, κατά παρέκκλιση του άρθρου 7 του κανονισμού 193/82, να ασκήσουν την εξουσία τους χειρισμών πριν από την 1η Ιουλίου 1986.

24 Η Ιταλική Κυβέρνηση δεν αμφισβητεί τον ανατρεπτικό χαρακτήρα του χρονικού ορίου της 1ης Μαρτίου. Ωστόσο, υποστηρίζει ότι πρέπει να γίνει δεκτή σιωπηρή παρέκκλιση από το όριο αυτό στην περίπτωση που ο καθορισμός των ποσοστώσεων παραγωγής από το Συμβούλιο και η ρητή επιβεβαίωση της δυνατότητας ασκήσεως της εξουσίας χειρισμών λαμβάνουν χώρα μετά την 1η Μαρτίου, πράγμα το οποίο συνέβη, μεταξύ άλλων, το 1988. Πράγματι, ο κανονισμός 1107/88, που καθόρισε τις ποσοστώσεις για τις περιόδους 1988/89 έως 1990/91 και αναγνώρισε τη δυνατότητα ασκήσεως της εξουσίας χειρισμών απεριορίστως, εκδόθηκε στις 25 Απριλίου 1988.

25 Η επιχειρηματολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

26 Ουδεμία ένδειξη υπάρχει ότι το Συμβούλιο, εκδίδοντας τον κανονισμό 1107/88, είχε την πρόθεση να καταργήσει σιωπηρώς το όριο της 1ης Μαρτίου για την περίοδο 1988/89.

27 Συγκεκριμένα, αντίθετα προς την άποψη της Ιταλικής Κυβερνήσεως, το ότι πριν από την έκδοση του κανονισμού 1107/88 και, επομένως, πριν από την 1η Μαρτίου 1988 τα κράτη μέλη δεν γνώριζαν τις προς χορήγηση ποσοστώσεις και δεν γνώριζαν αν και, ενδεχομένως, υπό ποιες προϋποθέσεις θα διέθεταν την εξουσία χειρισμών δεν μπορεί να έχει ως συνέπεια, αυτό καθαυτό, τη δυνατότητα ασκήσεως της εξουσίας αυτής μετά την πάροδο της προθεσμίας.

28 Αντιθέτως, η επιβαλλόμενη ερμηνεία είναι, όπως ισχυρίστηκαν κυρίως οι επιχειρήσεις του GSV και η Επιτροπή, ότι, μολονότι η εξουσία χειρισμών μπορούσε να ασκηθεί από τα κράτη μέλη για τις περιόδους 1989/90 και 1990/91, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι μπορούσε να ασκηθεί για την περίοδο 1988/89, λόγω του ότι ήταν αδύνατον στη συγκεκριμένη περίπτωση να τηρηθεί η λήγουσα την 1η Μαρτίου προθεσμία.

29 Λαμβανομένου υπόψη του τρόπου με τον οποίο ενήργησε η Επιτροπή όταν παρουσιάστηκε η ίδια κατάσταση το 1986, δεν μπορεί, πράγματι, να υποστηριχθεί ότι το 1988 το Συμβούλιο θέλησε να καταργήσει σιωπηρώς την προθεσμία και να επιτρέψει στα κράτη μέλη να τροποποιήσουν τις ποσοστώσεις χωρίς κανένα ρητό διαχρονικό περιορισμό.

30 Πρέπει, επιπλέον, να θεωρηθεί ότι η ερμηνεία που προτείνει η Ιταλική Κυβέρνηση προσκρούει στην αρχή της ασφαλείας δικαίου. Συγκεκριμένα, η αρχή αυτή συνεπάγεται ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να βασίζονται στην καθορισθείσα από τον κοινοτικό νομοθέτη ημερομηνία της 1ης Μαρτίου, οπότε μια παρέκκλιση από την προθεσμία αυτή, που μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις, δεν μπορεί να απορρέει σιωπηρώς ή εμμέσως από έναν κανονισμό.

31 Επομένως, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν, για την περίοδο εμπορίας που αρχίζει την 1η Ιουλίου, να ασκήσουν την εξουσία χειρισμών που τους απονέμει το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81 μετά την προβλεπομένη από τον κανονισμό 193/82 ημερομηνία, δηλαδή μετά την 1η Μαρτίου, ακόμη και αν ο κανονισμός του Συμβουλίου που καθορίζει τις ποσοστώσεις και αναγνωρίζει τη δυνατότητα ασκήσεως της εξουσίας αυτής εκδόθηκε μετά την 1η Μαρτίου, δοθέντος ότι δεν έχει εκδοθεί κανένας κοινοτικός κανονισμός εισάγων ρητή παρέκκλιση απο την προθεσμία αυτή.

Επί του δευτέρου και του τρίτου ερωτήματος

32 Με το δεύτερο και το τρίτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν η αναγνωριζόμενη στα κράτη μέλη από το άρθρο 25 του κανονισμού 1785/81 εξουσία χειρισμών μπορεί να ασκηθεί ταυτόχρονα με τροποποίηση των ποσοστώσεων διενεργουμένη, βάσει του άρθρου 2 του κανονισμού 193/82, κατόπιν μεταβιβάσεως επιχειρήσεων ή εργοστασίων παραγωγής. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ορθώς ότι οι δύο αυτές διατάξεις επιδιώκουν διαφορετικούς σκοπούς και εξαρτώνται από διαφορετικές προϋποθέσεις τηρήσεως προθεσμίας.

33 Διαπιστώνεται ότι ουδόλως απαγορεύεται να ασκείται η αναγνωριζόμενη στα κράτη μέλη από το άρθρο 25 του κανονισμού 1785/81 εξουσία χειρισμών ταυτόχρονα * ενδεχομένως με τη λήψη ενός και του αυτού μέτρου * με τροποποίηση των ποσοστώσεων διενεργουμένη κατ' εφαρμογή του κανονισμού 193/82 αυτό, ωστόσο, ισχύει εφόσον έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις εφαρμογής καθεμιάς από τις διατάξεις αυτές, ιδίως, εφόσον η χορήγηση των ποσοστώσεων κατ' εφαρμογή του άρθρου 2 του κανονισμού 193/82 έχει γίνει κατ' αναλογία των ποσοτήτων παραγωγής ζάχαρης που έχει απορροφήσει κάποια επιχείρηση και εφόσον οι βάσει του άρθρου 25 του κανονισμού 1785/81 μεταφορές πραγματοποιούνται πριν από την 1η Μαρτίου κάθε έτους.

34 Επομένως, στο δεύτερο και στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η αναγνωριζόμενη στα κράτη μέλη από το άρθρο 25 του κανονισμού 1785/81 εξουσία χειρισμών μπορεί να ασκηθεί ταυτόχρονα με τροποποίηση των ποσοστώσεων διενεργουμένη, βάσει του άρθρου 2 του κανονισμού 193/82, κατόπιν μεταβιβάσεως επιχειρήσεων ή εργοστασίων παραγωγής, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής καθεμιάς από τις διατάξεις αυτές.

Επί του τετάρτου ερωτήματος

35 Με το τέταρτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν το θεσπιζόμενο με το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81 περιθώριο χειρισμών του 10 % αναφέρεται σε καθεμία από τις δύο ποσοστώσεις Α και Β, αν αφορά τη συνολική ποσότητα των δύο ποσοστώσεων ή, ακόμη, η μείωση της μιας από τις δύο ποσοστώσεις * ακόμη και αν είναι κατώτερη του 10 % * εμποδίζει τη μείωση και της άλλης.

36 Από το άρθρο 25, παράγραφος 2, το οποίο χρησιμοποιεί τον διαζευκτικό σύνδεσμο "ή" στη διατύπωση "κατά περίπτωση της ποσοστώσεως Α ή της ποσοστώσεως Β", προκύπτει ότι το περιθώριο χειρισμών του 10 % πρέπει να υπολογιστεί για την ποσόστωση Α με αναφορά στην ποσότητα Α και για την ποσόστωση Β με αναφορά στην ποσότητα Β και ότι η χρησιμοποίηση του περιθωρίου χειρισμών επί της μιας από τις δύο ποσοστώσεις δεν αποκλείει τη χρησιμοποίησή του επί της άλλης.

37 Εξάλλου, η ερμηνεία αυτή επιβάλλεται, όπως το επισήμανε η Επιτροπή, βάσει μιας λογικής και συστηματικής επιχειρηματολογίας, δεδομένου ότι η ποσόστωση Α έχει μια λειτουργία διαφορετική και ανεξάρτητη από αυτήν της ποσοστώσεως Β, όπως εκτέθηκε ανωτέρω στη σκέψη 3.

38 Επομένως, στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού 1785/81 πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι τα κράτη μέλη μπορούν να μειώνουν κάθε μια από τις ποσοστώσεις Α και Β μέχρι ποσοστού 10 %.

Επί του πέμπτου ερωτήματος

39 Με το πέμπτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν η ποσόστωση επί της οποίας ένα κράτος μέλος μπορεί να χρησιμοποιήσει το περιθώριο χειρισμών του 10 %, που προβλέπεται στο άρθρο 25, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1785/81, είναι αυτή που αναφέρεται στην αρχική απόφαση χορηγήσεως ή αν η εν λόγω ποσόστωση πρέπει να καθοριστεί, αφού προστεθούν ενδεχόμενες χορηγήσεις μεταφερθείσες από προηγούμενα έτη ή αφού μειωθεί κατά την ποσότητα της μη παραχθείσας ζάχαρης.

40 Πρέπει κατ' αρχάς να υπενθυμιστεί, όπως το τόνισε η Επιτροπή, ότι το περιθώριο χειρισμών του 10 % ισχύει για την περίοδο την οποία αναφέρει το άρθρο 23, παράγραφος 1, του κανονισμού 1785/81, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 934/86, δηλαδή για τις περιόδους εμπορίας 1986/87 έως 1990/91. Επομένως, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής το κράτος μέλος μπορεί να μειώσει τις ποσοστώσεις Α και Β κάθε επιχειρήσεως κατά μια συνολική ποσότητα που δεν υπερβαίνει το 10 %.

41 Εν συνεχεία, από το ίδιο το κείμενο του άρθρου 25, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1785/81 προκύπτει ότι οι ποσοστώσεις Α και Β, επί των οποίων το κράτος μέλος διαθέτει το περιθώριο χειρισμών του 10 %, είναι αυτές που έχουν χορηγηθεί στην επιχείρηση, στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος των ποσοστώσεων, δυνάμει εθνικής αποφάσεως, ληφθείσας από το κράτος μέλος βάσει του άρθρου 24 του εν λόγω κανονισμού, περί κατανομής μεταξύ των επιχειρήσεων που λειτουργούν στο έδαφός του των βασικών ποσοτήτων Α και Β που του έχουν χορηγηθεί.

42 Επομένως, το περιθώριο χειρισμών δεν αφορά τις ποσοστώσεις που έχουν τροποποιηθεί βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 6, του κανονισμού 193/82 για μια ή για περισσότερες περιόδους εμπορίας, εφόσον διαπιστώνεται ότι η εμπλεκόμενη επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης δεν είναι πλέον σε θέση να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της έναντι των παραγωγών τεύτλων ή ζαχαροκαλάμων. Ομοίως, το περιθώριο χειρισμών δεν επηρεάζεται από τη βάσει του άρθρου 27 του κανονισμού 1785/81 μεταφορά στην επομένη περίοδο της παραγωγής που υπερβαίνει την ποσόστωση Α.

43 Επομένως, στο πέμπτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το προβλεπόμενο στο άρθρο 25, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1785/81 περιθώριο χειρισμών 10 % αφορά τις ποσοστώσεις Α και Β που χορηγούνται στην επιχείρηση, στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος ποσοστώσεων, δυνάμει εθνικής αποφάσεως που έχει ληφθεί από κράτος μέλος βάσει του άρθρου 24 του εν λόγω κανονισμού και κατανέμει μεταξύ των επιχειρήσεων που λειτουργούν στο έδαφός του τις βασικές ποσοτήτες Α και Β που του έχουν χορηγηθεί.

Επί του έκτου ερωτήματος

44 Με το έκτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν ο όρος "σχέδιο αναδιαρθρώσεως", κατά την έννοια του άρθρου 25, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1785/81, που καθιστά δυνατή στην Ιταλία την τροποποίηση των ποσοστώσεων χωρίς εφαρμογή του ορίου του 10 %, αναφέρεται σε σχέδια αφορώντα επιμέρους επιχειρήσεις ατομικώς ή σε σχέδια αφορώντα το σύνολο του τομέα παραγωγής σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

45 Από το άρθρο 25, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, το οποίο παραπέμπει στα "[σχέδια] αναδιαρθρώσεως τομέα (...) στην εν λόγω περιφέρεια", προκύπτει ότι τα σχέδια αυτά πρέπει να αφορούν την αναδιάρθρωση του τομέα ζάχαρης του οικείου κράτους μέλους. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από τη δεκάτη τετάρτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1785/81.

46 Μολονότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 24, παράγραφος 2, η Ιταλία αποτελεί "περιφέρεια", κατά την έννοια του κανονισμού αυτού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι είναι δυνατόν να προκύψουν δυσχερείς καταστάσεις στο πλαίσιο γεωγραφικών περιοχών μικρότερων από το σύνολο του εδάφους αυτού του κράτους μέλους. Επομένως, η έννοια "σχέδια αναδιαρθρώσεως" πρέπει να ερμηνευθεί, όπως υποστήριξαν κυρίως οι επιχειρήσεις του GSV και η Επιτροπή, ως περιλαμβάνουσα και τα σχέδια τα οποία εφαρμόζονται στον τομέα της ζάχαρης σε περιφερειακό επίπεδο.

47 Επομένως, προϋπόθεση της ασκήσεως της εξουσίας χειρισμών που προβλέπεται από το άρθρο 25, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, είναι η υιοθέτηση ενός σχεδίου αναδιαρθρώσεως αφορώντος το σύνολο του τομέα της ζάχαρης σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Εφόσον ένα τέτοιο σχέδιο έχει υιοθετηθεί ή εγκριθεί από το κράτος μέλος, αυτό μπορεί να ασκήσει την εν λόγω εξουσία χειρισμών στον βαθμό που είναι αναγκαίο για να καταστεί δυνατή η πραγματοποίηση του σχεδίου αυτού.

48 Αντιθέτως, ειδικά σχέδια αφορώντα ατομικώς επιμέρους επιχειρήσεις παραγωγής που ανήκουν σ' έναν τομέα ζάχαρης που περιλαμβάνει και άλλες επιχειρήσεις δεν είναι ούτε επαρκή ούτε αναγκαία ώστε να επιτραπεί στα κράτη μέλη να υπερβούν το όριο του 10 %. Εξάλλου, τα αποτελέσματα που πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει η υποβολή ή όχι από τις επιχειρήσεις τέτοιων ειδικών σχεδίων εμπίπτουν στο εθνικό δίκαιο.

49 Επομένως, στο έκτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο όρος "σχέδια αναδιαρθρώσεως", κατά την έννοια του άρθρου 25, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1785/81, που καθιστά δυνατή την τροποποίηση στην Ιταλία των ποσοστώσεων χωρίς εφαρμογή του ορίου του 10 %, αναφέρεται σε σχέδια αφορώντα το σύνολο του τομέα της ζάχαρης σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

50 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ιταλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κυρίας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε, με διάταξη της 24ης Απριλίου 1992, το Consiglio di Stato, αποφαίνεται:

1) Τα κράτη μέλη δεν μπορούν, για την περίοδο εμπορίας που αρχίζει την 1η Ιουλίου, να ασκήσουν την εξουσία χειρισμών που τους απονέμει το άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1785/81 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1981, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα της ζάχαρης, μετά την προβλεπομένη από τον κανονισμό (ΕΟΚ) 193/82 του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1982, περί θεσπίσεως γενικών κανόνων για τις μεταφορές ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης, ημερομηνία, δηλαδή μετά την 1η Μαρτίου, ακόμη και αν ο κανονισμός του Συμβουλίου που καθορίζει τις ποσοστώσεις και αναγνωρίζει τη δυνατότητα ασκήσεως της εξουσίας αυτής εκδόθηκε μετά την 1η Μαρτίου, δοθέντος ότι δεν έχει εκδοθεί κανένας κοινοτικός κανονισμός εισάγων ρητή παρέκκλιση απο την προθεσμία αυτή.

2) Η αναγνωριζόμενη στα κράτη μέλη από το άρθρο 25 του προπαρατεθέντος κανονισμού 1785/81 εξουσία χειρισμών μπορεί να ασκείται ταυτόχρονα με τροποποίηση των ποσοστώσεων διενεργουμένη, βάσει του άρθρου 2 του προπαρατεθέντος κανονισμού 193/82, κατόπιν μεταβιβάσεως επιχειρήσεων ή εργοστασίων παραγωγής, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής καθεμιάς από τις διατάξεις αυτές.

3) Το άρθρο 25, παράγραφος 2, του προπαρατεθέντος κανονισμού 1785/81 πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι τα κράτη μέλη μπορούν να μειώνουν κάθε μια από τις ποσoστώσεις Α και Β μέχρι ποσοστού 10 %.

4) Το προβλεπόμενο στο άρθρο 25, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του προπαρατεθέντος κανονισμού 1785/81 περιθώριο χειρισμών 10 % αφορά τις ποσοστώσεις Α και Β που χορηγούνται στην επιχείρηση, στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος ποσοστώσεων, δυνάμει εθνικής αποφάσεως που έχει ληφθεί από κράτος μέλος βάσει του άρθρου 24 του εν λόγω κανονισμού και κατανέμει μεταξύ των επιχειρήσεων που λειτουργούν στο έδαφός του τις βασικές ποσότητες Α και Β που του έχουν χορηγηθεί.

5) Ο όρος "σχέδια αναδιαρθρώσεως", κατά την έννοια του άρθρου 25, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του προπαρατεθέντος κανονισμού 1785/81, που καθιστά δυνατή την τροποποίηση στην Ιταλία των ποσοστώσεων χωρίς εφαρμογή του ορίου του 10 %, αναφέρεται σε σχέδια αφορώντα το σύνολο του τομέα της ζάχαρης σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο.

Top