This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52023AE2275
Opinion of the European Economic and Social Committee on the proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on the effective coordination of economic policies and multilateral budgetary surveillance and repealing Council Regulation (EC) No 1466/97 (COM(2023) 240 final – 2023/0138 (COD)), the proposal for a Council Regulation amending Regulation (EC) No 1467/97 on speeding up and clarifying the implementation of the excessive deficit procedure (COM(2023) 241 final – 2023/0137 (CNS)) and the proposal for a Council Directive amending Directive 2011/85/EU on requirements for budgetary frameworks of the Member States (COM(2023) 242 final – 2023/0136 (NLE))
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέματα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον αποτελεσματικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και την πολυμερή δημοσιονομική εποπτεία καθώς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου» [COM(2023) 240 final — 2023/0138 (COD)], «Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος» [COM(2023) 241 final — 2023/0137 (CNS)] και «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών» [COM(2023) 242 final — 2023/0136 (NLE)]
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέματα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον αποτελεσματικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και την πολυμερή δημοσιονομική εποπτεία καθώς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου» [COM(2023) 240 final — 2023/0138 (COD)], «Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος» [COM(2023) 241 final — 2023/0137 (CNS)] και «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών» [COM(2023) 242 final — 2023/0136 (NLE)]
EESC 2023/02275
ΕΕ C, C/2023/880, 8.12.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/C/2023/880/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
![]() |
Επίσημη Εφημερίδα |
EL Σειρά C |
C/2023/880 |
8.12.2023 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέματα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον αποτελεσματικό συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και την πολυμερή δημοσιονομική εποπτεία καθώς και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου»
[COM(2023) 240 final — 2023/0138 (COD)]
«Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος»
[COM(2023) 241 final — 2023/0137 (CNS)]
και «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/85/ΕΕ σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών»
[COM(2023) 242 final — 2023/0136 (NLE)]
(C/2023/880)
Εισηγητής: |
ο κ. Javier DOZ ORRIT |
Συνεισηγητής: |
ο κ. Luca JAHIER |
Αίτηση γνωμοδότησης |
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2.6.2023 |
Νομική βάση |
Άρθρο 121 παράγραφος 6, άρθρο 126 παράγραφος 14 και άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Αρμόδιο τμήμα |
Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή |
Υιοθετήθηκε από το τμήμα |
8.9.2023 |
Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια |
21.9.2023 |
Σύνοδος ολομέλειας αριθ. |
581 |
Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας (υπέρ/κατά/αποχές) |
175/3/2 |
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. |
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) εκφράζει την ικανοποίησή της για τις πλείονες θετικές πτυχές της προτεινόμενης δέσμης νομοθετικών μέτρων, καθότι συνεπάγεται απλούστερο και διαφανέστερο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης, ουσιαστική μείωση της μεροληψίας υπέρ των κυκλικών τάσεων, βελτίωση της ανάληψης ευθύνης σε εθνικό επίπεδο και ενισχυμένη εφαρμογή των μέτρων, καθώς και πλουραλιστική και καλύτερα προσαρμοσμένη πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής κάθε κράτους μέλους, με βάση ένα πλαίσιο κοινού κινδύνου. |
1.2. |
Ως εκ τούτου, η EOKE ζητεί να ξεκινήσουν σύντομα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των συννομοθετών, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με τη μεταρρύθμιση αυτής της θεμελιώδους πορείας οικονομικής και δημοσιονομικής διακυβέρνησης πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους και την εφαρμογή της πριν από τις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές. Ένα σταθερό, ισορροπημένο, εφαρμόσιμο και προβλέψιμο μακροπρόθεσμο πλαίσιο είναι υψίστης σημασίας και για την αγορά δανείων επίσης. |
1.3. |
Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η υποχρέωση κάθε κράτους μέλους με δημοσιονομικό έλλειμμα άνω του 3 %, να μειώσει το έλλειμμα αυτό κατά μέσο όρο 0,5 % του ΑΕγχΠ ετησίως, σε όλες τις περιπτώσεις πλην εξαιρετικών περιστάσεων, είναι πιθανό να οδηγήσει σε υπερβολικά περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές, σε μια περίοδο κατά την οποία οι οικονομίες ενδέχεται να αντιμετωπίζουν αντίξοες συνθήκες. Προτείνει επομένως να αντικατασταθεί η ως άνω απαίτηση με κάποια πιο προσαρμόσιμη στις ειδικές συνθήκες των κρατών μελών, η οποία θα διασφαλίζει μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. |
1.4. |
Η ΕΟΚΕ ζητεί οι δημόσιες επενδύσεις —τουλάχιστον για την πράσινη μετάβαση και την άμυνα— να εξετάζονται χωριστά οσάκις λαμβάνεται απόφαση για ενδεχόμενη ενεργοποίηση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος. Αυτό θα επιτρέψει σε όλα τα κράτη μέλη να πραγματοποιήσουν τις δημόσιες επενδύσεις που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των κοινών προτεραιοτήτων περί των οποίων γίνεται λόγος στην προτεινόμενη δέσμη νομοθετικών μέτρων. |
1.5. |
Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι, σε εύθετο χρόνο και το αργότερο έως το 2026, τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την πρόβλεψη δημοσιονομικής ικανότητας της ΕΕ για την κάλυψη τουλάχιστον ορισμένων από τις επενδυτικές ανάγκες για τις κοινές προτεραιότητες και προκειμένου να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να καλύψουν το δημοσιονομικό κόστος των πολλαπλών μεταβάσεων που δεν χαρακτηρίζονται ως επενδύσεις. Σε αυτές περιλαμβάνεται η υποστήριξη των νοικοκυριών χαμηλότερου εισοδήματος και των μικρότερων επιχειρήσεων, ώστε να μπορούν να καλύψουν το κόστος των αναγκαίων πολιτικών μετριασμού της κλιματικής αλλαγής και προσαρμογής σε αυτήν, όπως οι υψηλότερες τιμές του άνθρακα. |
1.6. |
Η ΕΟΚΕ ζητεί να υιοθετηθεί ένας ορισμός των δημόσιων επενδύσεων, βάσει του οποίου θα επεκτείνονται οι επιλέξιμες μη τρέχουσες δημόσιες δαπάνες πέραν του σχηματισμού πάγιου κεφαλαίου, έτσι ώστε να περιλαμβάνει τη δημιουργία φυσικού και κοινωνικού κεφαλαίου που θα επιτρέπει τις δημόσιες επενδύσεις σε πράσινους και κοινωνικούς στόχους· τούτο δε σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με αποδέκτη τα κράτη μέλη και με σκοπό την εκπόνηση των εθνικών τους σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας στα οποία εφαρμόζονται όσα προβλέπονται στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. |
1.7. |
Η ΕΟΚΕ ζητεί από τους συννομοθέτες να προβούν σε περαιτέρω και ενδελεχή έλεγχο, πριν από την έγκριση του νέου κανονισμού για τη μεθοδολογία ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους, προς αποφυγήν τυχόν ακούσιων αυτόματων συνεπειών των νέων πολιτικών λιτότητας, συνεκτιμώντας ιδίως τον κοινωνικό αντίκτυπο των μέτρων που εντέλει θα ληφθούν. |
1.8. |
Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι κυρώσεις βάσει της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος δεν θα πρέπει να επιβάλλονται αυτομάτως, με κριτήριο την κατανομή των χωρών σε κατηγορίες βάσει του λόγου δημόσιου χρέους. |
1.9. |
Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι η «τεχνική πορεία» πρέπει να βρίσκεται πρώτα στα χέρια των εθνικών κυβερνήσεων, με την επιφύλαξη της γνώμης των ανεξάρτητων εθνικών δημοσιονομικών φορέων και, σε δεύτερο στάδιο, να είναι το αποτέλεσμα ενός τεχνικού διαλόγου με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να ενισχυθεί η εθνική οικειοποίηση της διαδικασίας. |
1.10. |
Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει την έκκλησή της για συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στον προτεινόμενο κανονισμό, με την υποχρέωση για μόνιμες και δομημένες διαδικασίες διαβούλευσης στα διάφορα στάδια του νέου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης. Η ΕΟΚΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών (ΕτΠ) πρέπει επίσης να συμπεριληφθούν στον «διάλογο του Εξαμήνου». |
1.11. |
Τα εθνικά κοινοβούλια και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθένα στη δική του σφαίρα δράσης, μπορούν να διαδραματίσουν κάποιον ρόλο στο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ, στην προσπάθεια να ενισχυθεί η δημοκρατική λογοδοσία. |
2. Ιστορικό
2.1. |
Στις 26 Απριλίου 2023, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε νομοθετικές προτάσεις, συγκεκριμένα για δύο κανονισμούς και μία οδηγία, με σκοπό τη μεταρρύθμιση των κανόνων οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ, με δεδηλωμένο βασικό στόχο την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους και την προώθηση της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων. Για τον σκοπό αυτό, οι προτάσεις έχουν ως στόχο να καταστήσουν το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης απλούστερο και διαφανέστερο, να βελτιώσουν την ανάληψη ευθύνης σε εθνικό επίπεδο και να ενισχύσουν την επιβολή της νομοθεσίας. |
2.2. |
Οι προτεινόμενοι κανόνες οικονομικής διακυβέρνησης θα ενσωματωθούν στο Ευρωπαϊκό εξάμηνο. Βάσει αυτού του συντονισμού της δημοσιονομικής, οικονομικής και εργασιακής πολιτικής, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να υποβάλει ένα εθνικό μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιο όπου θα περιγράφει το δημοσιονομικό, επενδυτικό και μεταρρυθμιστικό του σχέδιο για την επόμενη τετραετία τουλάχιστον, αρχής γενομένης από την έγκρισή του από το Συμβούλιο κατόπιν σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, για έως και τρία ακόμη έτη, εάν το κράτος μέλος ζητήσει παράταση του προγράμματος. |
2.3. |
Η δημοσιονομική πολιτική κάθε κράτους μέλους θα συνοψίζεται στο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιο με την εξέλιξη, κατά τη διάρκεια του προγράμματος, των εθνικά χρηματοδοτούμενων καθαρών πρωτογενών δημόσιων δαπανών. Τα κράτη μέλη πρέπει να αναφέρουν στο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιό τους πώς θα εξελιχθούν οι καθαρές πρωτογενείς δημόσιες δαπάνες κατά τη διάρκεια του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου τους και η εξέλιξη αυτή θα καθορίζει την πορεία προσαρμογής της δημοσιονομικής πολιτικής τους, για να ανταποκρίνονται στην υποχρέωση διατήρησης υγιών δημόσιων οικονομικών. |
2.4. |
Τα κράτη μέλη με λόγο δημόσιου χρέους κάτω του 60 % του ΑΕγχΠ και δημοσιονομικό έλλειμμα μικρότερο από 3 % του ΑΕγχΠ πρέπει να καθορίσουν τις καθαρές δημόσιες δαπάνες τους έτσι ώστε να πληρούνται δύο απαιτήσεις. Πρώτον, έως το τέλος της περιόδου προσαρμογής του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου τους, η εν λόγω πορεία θα έχει οδηγήσει στο διαρθρωτικό πρωτογενές ισοζύγιο, το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει για αυτά βάσει του πλαισίου ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους. Δεύτερον, το γενικό δημοσιονομικό τους έλλειμμα είναι χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕγχΠ και, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναμένεται να διατηρηθεί στο εν λόγω επίπεδο για τα 10 έτη που ακολουθούν το τέλος της περιόδου προσαρμογής του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου τους χωρίς πρόσθετα μέτρα πολιτικής. |
2.5. |
Για τα κράτη μέλη με δημόσιο χρέος άνω του 60 % του ΑΕγχΠ ή δημοσιονομικό έλλειμμα άνω του 3 % του ΑΕγχΠ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτείνει εκ των προτέρων τη λεγόμενη «τεχνική πορεία», δηλαδή μια πορεία για τις καθαρές πρωτογενείς δημόσιες δαπάνες του κράτους μέλους στην περίοδο προσαρμογής του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου. Αυτή η τεχνική πορεία πρέπει να πληροί ορισμένες απαιτήσεις με σκοπό να τεθεί ο λόγος δημόσιου χρέους σε ευλογοφανώς καθοδική πορεία (που εκτιμάται βάσει της ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής), το έλλειμμα να βρίσκεται κάτω του 3 % και η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δημόσιων δαπανών να είναι χαμηλότερη από την προβλεπόμενη μεσοπρόθεσμη άνοδο της παραγωγής. |
2.6. |
Κάθε κράτος μέλος, ανεξάρτητα από τον λόγο χρέους και το ισοζύγιο του δημόσιου προϋπολογισμού του, θα προτείνει επίσης στο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιό του ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων και θα καταδείξει τον τρόπο με τον οποίο θα ανταποκριθούν στις συστάσεις ανά χώρα που εκδίδει το Συμβούλιο για κάθε κράτος μέλος, σύμφωνα με τις γενικές οικονομικές κατευθυντήριες γραμμές και τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση, καθώς και τυχόν συστάσεις που εκδίδονται βάσει του προληπτικού ή του διορθωτικού σκέλους της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών. Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις θα πρέπει επίσης να αφορούν τις «κοινές προτεραιότητες» της ΕΕ και θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με εκείνες που έχουν προγραμματιστεί βάσει των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας των κρατών μελών. |
2.7. |
Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει να παραταθεί η περίοδος προσαρμογής του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου κατά τρία έτη το πολύ, προτείνοντας μεταρρυθμίσεις και δημόσιες επενδύσεις για τις οποίες αποδεικνύει ότι, πέραν της επιδίωξης των ανωτέρω σκοπών, θα μπορούσαν επίσης να ενισχύσουν την ανάπτυξη, να στηρίξουν τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και να οδηγήσουν σε υψηλότερες εθνικά χρηματοδοτούμενες δημόσιες επενδύσεις. |
2.8. |
Οι νομοθετικές προτάσεις περιλαμβάνουν επίσης τη μεταρρύθμιση του λεγόμενου «διορθωτικού σκέλους» των δημοσιονομικών κανόνων. Βάσει των προτάσεων, ένας λόγος δημόσιου χρέους άνω του 60 % θα θεωρείται «υπερβολικός» μόνον εάν οι καθαρές δημόσιες δαπάνες αποκλίνουν από την πορεία που ορίζεται στο εγκεκριμένο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιο των κρατών μελών. Με αυτή τη θέση σε λειτουργία προτείνεται η σύνδεση της συμμόρφωσης ενός κράτους μέλους προς τον δημοσιονομικό κανόνα του δημόσιου χρέους με το πλαίσιο ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τυχόν δημοσιονομικό έλλειμμα άνω του 3 % του ΑΕγχΠ θα απαιτούσε διόρθωση κατά 0,5 % του ΑΕγχΠ ετησίως, εκτός εάν υπάρχουν ειδικές περιστάσεις για τα κράτη μέλη ή την ΕΕ που δικαιολογούν την ενεργοποίηση των ρητρών διασφάλισης. |
2.9. |
Τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλλουν κάθε χρόνο, έως τα μέσα Απριλίου, την ετήσια έκθεση προόδου τους σχετικά με την εφαρμογή του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου αντί των ετήσιων εθνικών σχεδίων σταθερότητας, σύγκλισης και μεταρρυθμίσεων. |
2.10. |
Με τη δέσμη νομοθετικών μέτρων δεν προτείνονται αλλαγές που θα ενίσχυαν σημαντικά τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή των εθνικών κοινοβουλίων, πόσω μάλλον των κοινωνικών εταίρων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, στο προληπτικό ή διορθωτικό σκέλος του συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Αντιθέτως, καθιερώνεται ο ενισχυμένος ρόλος για τα εθνικά ανεξάρτητα δημοσιονομικά όργανα («δημοσιονομικά συμβούλια»), τα οποία θα παρέχουν την ανεξάρτητη γνώμη τους σχετικά με το κατά πόσον ένα κράτος μέλος συμμορφώνεται με την πορεία των καθαρών δημόσιων δαπανών που καθορίζεται στο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιό του και, εάν όχι, για ποιον λόγο. |
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1. |
Η προτεινόμενη δημοσιονομική μεταρρύθμιση συμπίπτει με μια κρίσιμη συγκυρία κατά την οποία η ΕΕ αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις επακόλουθων και σημαντικών κρίσεων. Η ισχυρή οικονομική αντίδραση στην πανδημία COVID-19, που έγινε δυνατή με την ενεργοποίηση της «ρήτρας γενικής διαφυγής» του συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των λόγων του δημόσιου χρέους σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη. Αυτή η αντίδραση, ωστόσο, επέφερε σε μεγάλο βαθμό σε μια πολύ ταχύτερη και πιο σταθερή οικονομική ανάκαμψη και ανέδειξε έναν από τους περιορισμούς των ισχυόντων κανόνων, συγκεκριμένα σε περίπτωση αντιμετώπισης μεγάλων κλυδωνισμών. Δεδομένων των προκλήσεων που βρίσκονται μπροστά μας, οι εν λόγω κλυδωνισμοί είναι πιθανό να καταστούν η νέα κανονικότητα. |
3.2. |
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε ως αποτέλεσμα την ενεργειακή κρίση και ποσοστά πληθωρισμού που δεν είχαν παρατηρηθεί εδώ και δεκαετίες, αλλά πυροδότησε επίσης ανησυχίες σχετικές με τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ πρέπει να ενισχύσει την αμυντική της ικανότητα. Η νομισματική πολιτική σε ολόκληρο τον κόσμο έχει πλέον αποστεί του διευκολυντικού προσανατολισμού που επικρατούσε επί σειρά ετών. Ο πόλεμος και η ενεργειακή κρίση οδήγησαν επίσης στην άμεση ικανοποίηση της ανάγκης της Ευρώπης να επανεξετάσει τον τρόπο επίτευξης της ενεργειακής ασφάλειας βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα και τον τρόπο επιτάχυνσης της μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα, για τις οποίες πρέπει να διατεθούν μεγάλα ποσά δημόσιων επενδύσεων για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων. |
3.3. |
Η πανδημία, ο πόλεμος και οι κλιματικές φιλοδοξίες της ΕΕ, αλλά και πρωτοβουλίες πολιτικής όπως ο νόμος των ΗΠΑ για τη μείωση του πληθωρισμού, οδήγησαν επίσης σε επανεξέταση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού στις οποίες βασίζεται το οικονομικό μοντέλο της ΕΕ, καθώς και της βιομηχανικής πολιτικής της, η οποία πρέπει τώρα να καθοδηγείται από την έννοια της «ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε το βιομηχανικό σχέδιο της Πράσινης Συμφωνίας για την εποχή των μηδενικών καθαρών εκπομπών. Οι πρόσθετες ανάγκες δημόσιας χρηματοδότησης μόνο για το κλίμα και την άμυνα έχουν εκτιμηθεί στο 1 % του ΑΕγχΠ ετησίως (1). Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η ενέργεια, η υγεία, τα τρόφιμα, η γεωπολιτική ασφάλεια και η ασφάλεια στον τομέα της άμυνας αποτελούν κοινά ευρωπαϊκά αγαθά και ότι η οικονομική διακυβέρνηση και οι δημοσιονομικοί κανόνες της πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αυτές τις θεμελιώδεις προκλήσεις και τις σχετικές μεταβάσεις. |
3.4. |
Όλες αυτές οι μεταβάσεις μνημονεύονται στην προτεινόμενη μεταρρύθμιση ως «κοινές προτεραιότητες». Ένα σημαντικό ερώτημα είναι πώς μπορούν και πρέπει να χρηματοδοτηθούν οι διάφορες μεταβάσεις, ώστε να διατηρηθούν τα θεμέλια της ενιαίας αγοράς και να υποστηριχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη. Οι κοινές προτεραιότητες πρέπει να χρηματοδοτούνται τουλάχιστον εν μέρει από κοινά ταμεία και να μην επαφίενται στην ευρύτερη χρήση των κρατικών ενισχύσεων, με βάση τα δημοσιονομικά περιθώρια κάθε κράτους μέλους, γεγονός που θα υπονόμευε την ενιαία αγορά καθώς και τη συνοχή και σύγκλιση της ΕΕ. |
3.5. |
Η ΕΟΚΕ θεωρεί θετικό το γεγονός ότι το προτεινόμενο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης επιτρέπει τη διαφοροποίηση και την προσαρμογή στην πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής κάθε κράτους μέλους, σύμφωνα με ένα κοινό πλαίσιο βάσει κινδύνου για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους του. Σε αρκετές περιπτώσεις, αυτό πρέπει να αποτρέπει την κατάσταση κατά την οποία η δημοσιονομική πολιτική αποσκοπεί στη μείωση του δημόσιου χρέους υπερβολικά γρήγορα και για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, δεδομένων ιδίως των μεγάλων διαφορών στους λόγους δημόσιου χρέους, μετά τις τελευταίες κρίσεις. |
3.6. |
Η ΕΟΚΕ επικροτεί επίσης το γεγονός ότι οι καθαρές δημόσιες δαπάνες προτείνεται να αποτελέσουν τον βασικό δείκτη που καθορίζει την πορεία της εθνικής δημοσιονομικής πολιτικής, μια μεταβλητή η οποία, σε αντίθεση με το διαρθρωτικό δημοσιονομικό ισοζύγιο στο παρελθόν, βρίσκεται υπό τον άμεσο έλεγχο των κυβερνήσεων και πρέπει να απλουστεύσει και να καταστήσει πιο διαφανή την πολυμερή δημοσιονομική εποπτεία της ΕΕ. |
3.7. |
Οι προτεινόμενοι κανόνες αποσκοπούν στον στενότερο συντονισμό των διαδικασιών πολυμερούς δημοσιονομικής εποπτείας και μακροοικονομικών ανισορροπιών, ενσωματώνοντας και προσαρμόζοντας τις δράσεις πολιτικής που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με τις συστάσεις που λαμβάνουν τα κράτη μέλη για καθένα από αυτά σε ένα εθνικό σχέδιο, το δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιο. Αυτό πρέπει καταρχήν να μεγιστοποιήσει τις συνέργειες μεταξύ της πρόληψης και της διόρθωσης των δημοσιονομικών και άλλων μακροοικονομικών ανισορροπιών. |
3.8. |
Η παροχή στα κράτη μέλη της δυνατότητας να καταρτίσουν τα δικά τους δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια που συνδυάζουν δημοσιονομικές, οικονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές επί σειρά ετών σε συνεκτικά σχέδια, θα βελτιώσει την εθνική οικειοποίηση και, ελπίζουμε, την καλύτερη συμμόρφωση με τα εν λόγω σχέδια. |
3.9. |
Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει ο κίνδυνος ορισμένα κράτη μέλη να αναγκαστούν σε δημοσιονομική λιτότητα, δηλαδή εξοικονόμηση πόρων όταν οι οικονομίες τους επιβραδύνονται ή βρίσκονται σε ύφεση, λόγω της απαίτησης να διατηρήσουν τα γενικά δημοσιονομικά ελλείμματα κάτω από το 3 % του ΑΕγχΠ σε όλες τις περιόδους πέραν των «εξαιρετικών», όταν δε σημειώνεται υπέρβαση αυτής της τιμής αναφοράς, ακόμη και κατά τη διάρκεια της περιόδου προσαρμογής ενός δημοσιονομικού διαρθρωτικού σχεδίου, οφείλουν να μειώσουν το δημοσιονομικό τους έλλειμμα κατά 0,5 % του ΑΕγχΠ ετησίως. Ούτε είναι εύλογο οι χώρες των οποίων το δημόσιο χρέος είναι κατώτερο του 60 % του ΑΕγχΠ και των οποίων το δημόσιο έλλειμμα υπερβαίνει το 3 %, για λόγους συγκυρίας, να υποχρεούνται να το μειώσουν με τέτοιο ρυθμό. Ο ίδιος κίνδυνος ελλοχεύει λόγω της απαίτησης τα κράτη μέλη με λόγο δημόσιου χρέους άνω του 60 %, να μειώσουν τον λόγο αυτό έως το τέλος του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου. |
3.10. |
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την αυτόματη εφαρμογή —ανεξάρτητα από τον δείκτη χρέους και τις τυχόν ειδικές εθνικές περιστάσεις, όπως η πρόοδος στην επίτευξη κοινών περιβαλλοντικών και κοινωνικών προτεραιοτήτων— του ενδεικτικού ποσοστού προσαρμογής του ελλείμματος ύψους 0,5 % επί του ΑΕγχΠ ετησίως. Πρόκειται για μια ενιαία λύση που αντιβαίνει στη λογική μιας τέτοιας μεταρρύθμισης του πλαισίου. Η ΕΟΚΕ προτιμά μεγαλύτερο πεδίο για συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις με κάθε ενδιαφερόμενη κυβέρνηση, έτσι ώστε να διασφαλιστεί μια πιο σταθερή και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. |
3.11. |
Με το νέο σύμφωνο για τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ πρέπει να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ βιώσιμης ανάπτυξης και σταθερότητας. Δεδομένου ότι οι διαρθρωτικές συνθήκες στην οικονομία θέτουν όρια στην ανάπτυξη, η δε σταθερότητα εξαρτάται από αυτήν, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στους μοχλούς βιώσιμης ανάπτυξης για να διασφαλιστεί η μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. |
3.12. |
Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι, παρά το ότι αναγνωρίζει τη σημασία των δημόσιων επενδύσεων, με το προτεινόμενο πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας, ασκείται, μέσω δύο διασφαλίσεων, σημαντική πίεση στα κράτη μέλη για τη δημιουργία δημοσιονομικών εξοικονομήσεων κατά την εφαρμογή των δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων τους, ιδίως όσον αφορά το τμήμα του προϋπολογισμού τους που αφορά τη διακριτική διαχείριση, το οποίο περιλαμβάνει τις δημόσιες επενδύσεις. Όλα τα κράτη μέλη πρέπει να διαχειριστούν τις καθαρές δημόσιες δαπάνες τους, ούτως ώστε έως το τέλος της περιόδου προσαρμογής το γενικό (ονομαστικό) δημοσιονομικό ισοζύγιο να προβλέπεται να παραμείνει κάτω από το 3 % του ΑΕγχΠ κατά την 10ετή περίοδο που ακολουθεί, ακόμη και χωρίς πρόσθετα μέτρα πολιτικής. Επιπλέον, για τα κράτη μέλη με ποσοστό δημόσιου χρέους άνω του 60 % ή δημοσιονομικό έλλειμμα άνω του 3 % του ΑΕγχΠ, οι καθαρές δημόσιες δαπάνες πρέπει να αυξηθούν λιγότερο από την (αναμενόμενη) μεσοπρόθεσμη αύξηση της παραγωγής τους. |
3.13. |
Η μόνη απαίτηση σχετικά με τα επίπεδα δημόσιων επενδύσεων στο προτεινόμενο πλαίσιο είναι ότι τα κράτη μέλη που επιδιώκουν παράταση της περιόδου προσαρμογής των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών σχεδίων τους θα λάβουν έγκριση του αιτήματός τους, εάν, μεταξύ άλλων, αποδείξουν ότι, μετά την εφαρμογή του σχεδίου τους, το συνολικό επίπεδο των εθνικά χρηματοδοτούμενων δημόσιων επενδύσεων κατά τη διάρκεια ισχύος του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου θα ήταν υψηλότερο από το μεσοπρόθεσμο επίπεδο κατά την περίοδο που προηγήθηκε του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου. Δεδομένου ότι οι δημόσιες επενδύσεις βάσει του κριτηρίου δεν μετρώνται ως ποσοστό του ΑΕγχΠ, η απαίτηση αυτή δεν θα εξασφάλιζε καν ότι το μέγεθος των δημόσιων επενδύσεων θα αυξανόταν με την οικονομία, ιδίως σε περιόδους βραδείας ανάπτυξης. |
3.14. |
Οι εκτιμήσεις αυτές αφήνουν ανοικτά ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσον οι κυβερνήσεις θα έχουν την ικανότητα και τα κίνητρα να διατηρήσουν το ποσοστό των πρόσθετων επενδύσεων που απαιτούνται για την επίτευξη άλλων προτεραιοτήτων πολιτικής, όπως η δίκαιη μετάβαση σε ένα κλιματικά ουδέτερο οικονομικό μοντέλο και η ανοδική κοινωνική σύγκλιση, καθώς και άλλες, όπως η άμυνα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΕΟΚΕ προτείνει διάφορα μέσα για την ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων όπως τα εξής: α) στην τεχνική πορεία πρέπει να διευκρινίζεται ότι το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης μειώνεται ή παραμένει σε ευλογοφανώς καθοδική πορεία προς την κατεύθυνση της τιμής αναφοράς του 3 % του ΑΕγχΠ και παραμένει σε συνετά επίπεδα μεσοπρόθεσμα, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕγχΠ παραμένουν υψηλότερες κατά την περίοδο προσαρμογής σε σύγκριση με την έναρξη του δημοσιονομικού και διαρθρωτικού σχεδίου· β) τα κράτη μέλη που οφείλουν να τηρούν το ενδεικτικό ποσοστό προσαρμογής του ελλείμματος 0,5 % επί του ΑΕγχΠ —εφόσον αυτή διατηρηθεί στην τελική μορφή του κανονισμού— πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εξαιρούν από τον υπολογισμό του τις δημόσιες επενδύσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη ή την ανθεκτικότητα· γ) εάν ένα κράτος μέλος προτείνει επενδυτικά σχέδια που ενισχύουν την ανάπτυξη ή την ανθεκτικότητα, πρέπει να του επιτρέπεται παράταση της περιόδου προσαρμογής. |
3.15. |
Επιπλέον, δεδομένου του χάσματος, ιδίως στις δημόσιες επενδύσεις, που αντιμετώπισαν αρκετά κράτη μέλη τη δεκαετία του 2010 και στον βαθμό που οι δημόσιες επενδύσεις είναι σημαντικές για τη δημιουργία παραγωγικού κεφαλαίου που επηρεάζει τη μεσοπρόθεσμη αύξηση της παραγωγής, ορισμένα κράτη μέλη ενδέχεται να παγιδευτούν σε έναν φαύλο κύκλο κατά τον οποίο οι καθαρές δημόσιες δαπάνες τους, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων, αυξάνονται με βραδύτερο ρυθμό, λόγω του επενδυτικού χάσματος που αντιμετώπισαν νωρίτερα. Αυτό θα αποτελούσε μεγαλύτερη ανησυχία μετά τη λήξη του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης (NextGenerationEU). |
3.16. |
Θα χρειαστούν επίσης πρόσθετες δημόσιες επενδύσεις ώστε να γεφυρωθεί το επενδυτικό χάσμα στις κοινωνικές υποδομές, οι οποίες είναι απαραίτητες για την οικοδόμηση του διά βίου ανθρώπινου κεφαλαίου. Οι επενδύσεις σε αυτούς τους τομείς πρέπει να διατηρηθούν για δεκαετίες, δεδομένης της φιλοδοξίας της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή και των προκλήσεων όπως η γήρανση του πληθυσμού, ενώ δεν είναι καν οι μόνοι τομείς που μνημονεύονται στις κοινές προτεραιότητες της ΕΕ. |
3.17. |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να συμμετάσχουν χωρίς καθυστέρηση στη συζήτηση με θέμα τη δημιουργία της δικής τους δημοσιονομικής ικανότητας και την αύξηση των δημοσιονομικών τους πόρων πέραν του σημερινού 1,1 % του ΑΕγχΠ, για να χρηματοδοτηθούν τα ευρωπαϊκά κοινά αγαθά με βιώσιμες επενδύσεις: οι δεσμεύσεις που απορρέουν από την ανάπτυξη και την εφαρμογή της «ανοικτής στρατηγικής αυτονομίας», η ενίσχυση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, η δίκαιη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, η ένταξη και η κατάρτιση νέων εργαζομένων, η υλοποίηση του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων κ.λπ. (2) Μετά το 2026 —τέλος του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας— η ΕΕ πρέπει να διαθέτει ισχυρά και μόνιμα κοινά επενδυτικά μέσα. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι η ενοποίηση της αγοράς χρέους σε ευρώ ενισχύει τον διεθνή ρόλο του κοινού μας νομίσματος και μειώνει το επιτόκιο του ευρωπαϊκού χρέους. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την πρόσφατη γνωμοδότηση της ΕΚΤ (3) στην οποία υπενθυμίζεται η ανάγκη για μόνιμη κεντρική δημοσιονομική ικανότητα επαρκούς μεγέθους μακροπρόθεσμα. |
3.18. |
Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι, παρά τη λογική της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους, απαιτείται μεγαλύτερη ισορροπία μεταξύ της τελευταίας και των βιώσιμων επενδύσεων από ό,τι εκφράζεται στη δέσμη νομοθετικών μέτρων. Εάν δεν υπάρχει σήμερα πολιτικός χώρος για «χρυσούς κανόνες» για τις επενδύσεις, πρέπει να βρεθούν εναλλακτικές λύσεις σε μια διαφορετική εκτίμηση του χρέους που συνδέεται με επενδύσεις σε διαρθρωτικές αλλαγές και δίκαιες μεταβάσεις, στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, στις προτεραιότητες της ΕΕ, εν συντομία, σε σχέση με το χρέος που προκύπτει από άλλες δημόσιες δαπάνες. Ο σκοπός και η ποιότητα του χρέους πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με την πορεία της μείωσης του εθνικού χρέους. |
3.19. |
Μολονότι η δημιουργία αποθεμάτων ασφαλείας ώστε να υπάρχει περιθώριο για ισχυρή στήριξη της δημοσιονομικής πολιτικής όταν υπάρχουν κλυδωνισμοί στην οικονομία, αποτελεί καταρχήν ορθή πρακτική, δεν είναι σαφές πώς θα γίνει η βέλτιστη επιλογή μεταξύ αυτής της ανάγκης και της αντιμετώπισης άλλων πιεστικών προκλήσεων πολιτικής. Αυτό προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία, καθώς η τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕγχΠ για το δημοσιονομικό έλλειμμα, η οποία κατευθύνει την πολιτική υπέρ της εξοικονόμησης των δημοσιονομικών πόρων, δεν έχει κανένα θεωρητικό υπόβαθρο για τον καθορισμό της διατηρησιμότητας των δημόσιων οικονομικών. |
3.20. |
Η χρηματοπιστωτική σταθερότητα μιας χώρας δεν συνδέεται μόνο με την πορεία των δημόσιων δαπανών της, καθώς και με την ποιότητά τους που θα πρέπει να στηρίζει την ανάπτυξη, αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από την επάρκεια των φορολογικών εσόδων της και από τη φορολογική δικαιοσύνη. Τα θεσμικά όργανα και οι κυβερνήσεις της ΕΕ πρέπει να προωθήσουν επειγόντως τη φορολογική δικαιοσύνη σε ολόκληρη την ΕΕ, ξεκινώντας με τη συμπερίληψή της στα κριτήρια για τις μακροοικονομικές προϋποθέσεις, προωθώντας την αποτελεσματική πολιτική δράση κατά του αθέμιτου φορολογικού ανταγωνισμού και ενθαρρύνοντας την αποτελεσματική εφαρμογή όλων των αναγκαίων μέσων για την καταπολέμηση της φορολογικής απάτης και της φοροαποφυγής, της νομιμοποίησης των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της αθέμιτης χρήσης των δημόσιων πόρων. |
4. Ειδικές παρατηρήσεις
4.1. |
Δεδομένου ότι η ενιαία αγορά και η κοινωνική οικονομία της αγοράς της ΕΕ αποτελούν τα μεγαλύτερα αγαθά της ΕΕ, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι στα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά σχέδια πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων κατά τη λήψη αποφάσεων, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και η βελτίωση των συνθηκών εργασίας, καθώς και η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή. Το κανονιστικό και δημοσιονομικό πλαίσιο πρέπει να στηρίξει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της ΕΕ και την ικανότητά της να προωθήσει αποτελεσματικά την ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει μια έννοια της ανταγωνιστικότητας που βασίζεται στη βελτίωση της παραγωγικότητας, η οποία στηρίζεται από την τεχνολογική καινοτομία, την κατάρτιση και τα προσόντα των εργαζομένων και τις καλές συνθήκες εργασίας τους, καθώς και τον σεβασμό της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας (4). |
4.2. |
Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τη ρητή αναφορά σε κοινωνικές προτεραιότητες, όπως η εφαρμογή του ευρωπαϊκού πυλώνα των κοινωνικών δικαιωμάτων, στον κατάλογο των κοινών προτεραιοτήτων που πρέπει να ενημερώνουν τα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά σχέδια. Δεδομένου ότι τα πρόσφατα προγράμματα προσαρμογής είχαν μάλιστα ολέθριο αντίκτυπο στην κοινωνική συνοχή, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι τα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά σχέδια πρέπει να λάβουν υπόψη τον κοινωνικό αντίκτυπο και την κοινωνική διάσταση των μέτρων στα εν λόγω προγράμματα κατά την εξέταση της μείωσης του χρέους και της δημοσιονομικής προσαρμογής. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ συνιστά την εφαρμογή της διαδικασίας κοινωνικών ανισορροπιών στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του συστήματος συντονισμού των πολιτικών ως μέρος του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, το οποίο πρέπει να συμπληρώνει τις υφιστάμενες διαδικασίες και τα υφιστάμενα μέσα εποπτείας, διευκολύνοντας έτσι την ανοδική κοινωνική σύγκλιση (5). |
4.3. |
Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι, δυστυχώς, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ανακηρύξει έναν από τους στόχους της προτεινόμενης μεταρρύθμισης την ενίσχυση της αποδοχής της στα κράτη μέλη, έχει αφήσει στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών τον βαθμό στον οποίο οι κοινωνικοί εταίροι θα συμμετέχουν στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των οικονομικών, εργασιακών και κοινωνικών πολιτικών που θα συμπεριληφθούν στα εκάστοτε δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιο. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, στα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά σχέδια πρέπει να υπάρχει αναφορά στο πόσο σταθερές και δομημένες διαβουλεύσεις έχουν διεξαχθεί με τους κοινωνικούς εταίρους, την κοινωνία των πολιτών και τους ενδιαφερόμενους φορείς και ποια από τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων αυτών έχουν ληφθεί υπόψη στο εκάστοτε σχέδιο, καθώς και στην επανεξέταση και την αξιολόγησή του. Οι νέοι κανονισμοί πρέπει να αποτελούν τη νομική αποτύπωση των συμπερασμάτων του Συμβουλίου Ecofin της 14ης Μαρτίου 2023, στα οποία υπογραμμίζεται ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να εμπλέκουν συστηματικά τους κοινωνικούς εταίρους, την κοινωνία των πολιτών και άλλους σχετικούς ενδιαφερόμενους φορείς εγκαίρως και ουσιαστικά σε όλα τα στάδια του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και του κύκλου χάραξης πολιτικής, δεδομένου ότι αυτό είναι καίριας σημασίας για τον επιτυχή συντονισμό και την εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής, της πολιτικής απασχόλησης και της κοινωνικής πολιτικής. |
4.4. |
Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει το αίτημά της να ρυθμιστεί η συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στα διάφορα στάδια του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου μέσω ενός ενωσιακού κανονισμού (6) που θα καθορίζει τα δικαιώματα, τις αρχές και τα βασικά χαρακτηριστικά στα οποία θα πρέπει να βασίζεται, όπως συνοψίζεται στον κανονισμό για τη θέσπιση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (7). Η υποχρέωση αυτή θα πρέπει να συμπεριληφθεί στον προτεινόμενο κανονισμό [COM(2023) 240 final]: καταρχάς στο άρθρο 26 που τροποποιεί τη σχετική γενική μνεία στη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων. Πρέπει επίσης να προστεθούν ακριβείς κανόνες στα άρθρα 11 και 12 (περιεχόμενο και απαιτήσεις του εθνικού μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού διαρθρωτικού σχεδίου), 14 (αναθεώρηση του εθνικού σχεδίου) και 15 (αξιολόγηση των σχεδίων από την ΕΕ). |
4.5. |
Η ΕΟΚΕ και η Επιτροπή των Περιφερειών πρέπει επίσης να συμπεριληφθούν στον διάλογο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου σε επίπεδο ΕΕ (άρθρο 26)· δεν δικαιολογείται η απουσία τους όταν η δέσμη νομοθετικών μέτρων αναφέρεται σε άλλες τεχνικές επιτροπές που είναι λιγότερο σχετικές κατά τη Συνθήκη. |
4.6. |
Για να τύχουν οι δεσμεύσεις των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών σχεδίων μεγαλύτερης αποδοχής στα κράτη μέλη, τόσο τα εθνικά κοινοβούλια όσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθένα στη δική του σφαίρα δράσης, πρέπει να συμμετάσχουν ενεργά στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ με σκοπό την ενίσχυση της δημοκρατικής λογοδοσίας. Η διαβούλευση με τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης στα της κατάρτισης και την παρακολούθησης των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών σχεδίων θα συμβάλει επίσης στην επίτευξη αυτού του στόχου. |
4.7. |
Ενώ πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις δημόσιες επενδύσεις κατά τη μεταρρύθμιση του ισχύοντος πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης, η ΕΟΚΕ θα ήθελε επίσης να τονίσει ότι το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης πρέπει να παρέχει στα κράτη μέλη τα δημοσιονομικά περιθώρια για τις τρέχουσες δαπάνες, τα οποία απαιτούνται για να επωφεληθούν από τη χρήση δημόσιων κεφαλαίων που προκύπτουν μέσω των δημόσιων επενδύσεων. |
4.8. |
Η μεθοδολογία ανάλυσης της βιωσιμότητας του χρέους θα πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω από τον συννομοθέτη πριν από την έγκριση του νέου κανονισμού, ώστε να αποφευχθούν τυχόν ακούσιες αυτόματες συνέπειες των νέων πολιτικών λιτότητας. Δεδομένου του πιθανού πρόσθετου κόστους (για παράδειγμα, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού) στο τέλος των δημοσιονομικών και διαρθρωτικών τους σχεδίων, οποιαδήποτε δημοσιονομική εξυγίανση δεν θα πρέπει να πραγματοποιείται εις βάρος των κοινωνικών δαπανών (π.χ. για την υγεία, την εκπαίδευση, τις υπηρεσίες μακροχρόνιας φροντίδας ή τις συντάξεις) ως «ευκολότερη λύση». Είναι ζωτικής σημασίας οι δαπάνες αυτές να διασφαλίζονται και να είναι εγγυημένες με βιώσιμο και μακροπρόθεσμο τρόπο. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη γνωμοδότηση της ΕΚΤ ότι η ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους θα πρέπει να διασφαλίζει τη δυνατότητα αναπαραγωγής, την προβλεψιμότητα και τη διαφάνεια και να εξειδικεύεται σε διαβούλευση με τα κράτη μέλη, όπως επίσης να υποστηρίζεται από αυτά. |
4.9. |
Η επιβολή κυρώσεων βάσει της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος δεν πρέπει να είναι αυτόματη, με βάση την κατανομή των χωρών σε κατηγορίες ανάλογα με τον λόγο δημόσιου χρέους και μόνο. Ο διαχωρισμός αυτός και η επιβολή οικονομικών κυρώσεων ή κυρώσεων που πλήττουν τη φήμη ενδέχεται να αυξήσουν το κόστος του χρέους, επιδεινώνοντας το πρόβλημα που επιδιώκει να επιλύσει η διαδικασία. Η ΕΟΚΕ προτείνει να δοθούν θετικά κίνητρα για τη συμμόρφωση με τους στόχους μείωσης του χρέους και τις μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα με το μοντέλο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, ώστε η είσπραξη μέρους των κονδυλίων της ΕΕ να εξαρτάται από την επίτευξη από το οικείο κράτος μέλος, των στόχων που έχουν τεθεί στο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό σχέδιο. |
4.10. |
Όσον αφορά την «τεχνική πορεία», η ΕΟΚΕ αντιλαμβάνεται το σύνθετο «σκεπτικό» της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για εξεύρεση συμβιβασμού μεταξύ των πολύ διαφορετικών απόψεων των κρατών μελών σχετικά με τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσής τους με τις βασικές απαιτήσεις του κανονισμού. Ωστόσο, αμφισβητώντας την περαιτέρω αυστηρότητα και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη περαιτέρω αποδοχής, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι μια τέτοια πορεία θα πρέπει να βρίσκεται πρώτα στα χέρια των εθνικών κυβερνήσεων, με την επιφύλαξη της γνώμης των ανεξάρτητων εθνικών δημοσιονομικών αρχών και, σε δεύτερο στάδιο, να είναι αποτέλεσμα τεχνικού διαλόγου με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενόψει της παρουσίασης των εθνικών μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών διαρθρωτικών σχεδίων. |
Βρυξέλλες, 21 Σεπτεμβρίου 2023.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Oliver RÖPKE
(1) Bruegel Policy Brief 10/23 (Απρίλιος 2023)· Jeromin Zettelmeyer and others: The longer-term fiscal challenges facing the European Union [Οι πιο μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση].
(2) Στο πρόσφατο άρθρο European public goods [Ευρωπαϊκά δημόσια αγαθά] των Buti, Coloccia και Messori (CEPR, 09/06/2023)] παρατίθενται έξι τομείς πολιτικής (ψηφιακή μετάβαση, οικολογική μετάβαση και ενέργεια, κοινωνική μετάβαση, πρώτες ύλες, ασφάλεια και άμυνα, και υγεία) που αφορούν τα κύρια ζητήματα που απασχολούν την ΕΕ και στους οποίους θα πρέπει να επιλέγονται και να χρηματοδοτούνται κοινά ενωσιακά αγαθά.
(3) Γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 5ης Ιουλίου 2023, σχετικά με πρόταση μεταρρύθμισης της οικονομικής διακυβέρνησης στην Ένωση (CON/2023/20) (EE C 290 της 18.8.2023, σ. 17).
(4) Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ) με θέμα «Έλεγχος της ανταγωνιστικότητας για την οικοδόμηση μιας ισχυρότερης και ανθεκτικότερης οικονομίας της ΕΕ» (διερευνητική γνωμοδότηση) (ΕΕ C 100 της 16.3.2023, σ. 76).
(5) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Διαδικασία κοινωνικών ανισορροπιών» (διερευνητική γνωμοδότηση κατόπιν αιτήματος της ισπανικής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ) (ΕΕ C 228 της 29.6.2023, σ. 58).
(6) Ψήφισμα της ΕOKE με θέμα «Πώς μπορούμε να τη βελτιώσουμε τη συμμετοχή της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στα εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας;» (ΕΕ C 323 της 26.8.2022, σ. 1) και γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Οι συστάσεις της ΕΟΚΕ για μια ριζική μεταρρύθμιση του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας) (ΕΕ C 228 της 26.6.2023, σ. 1).
(7) Άρθρο 18 παράγραφος 4 στοιχείο ιζ) του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 57 της 18.2.2021, σ. 17).
ELI: http://data.europa.eu/eli/C/2023/880/oj
ISSN 1977-0901 (electronic edition)