EUR-Lex Access to European Union law
This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52021XC0204(02)
Publication of the amended single document following the approval of a minor amendment pursuant to the second subparagraph of Article 53(2) of Regulation (EU) No 1151/2012 2021/C 39/11
Δημοσίευση του ενιαίου εγγράφου που τροποποιήθηκε ύστερα από την έγκριση τροποποίησης ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 2021/C 39/11
Δημοσίευση του ενιαίου εγγράφου που τροποποιήθηκε ύστερα από την έγκριση τροποποίησης ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 2021/C 39/11
C/2021/700
OJ C 39, 4.2.2021, p. 30–34
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
4.2.2021 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 39/30 |
Δημοσίευση του ενιαίου εγγράφου που τροποποιήθηκε ύστερα από την έγκριση τροποποίησης ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012
(2021/C 39/11)
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την παρούσα τροποποίηση ήσσονος σημασίας σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 664/2014 της Επιτροπής (1).
Η αίτηση έγκρισης της εν λόγω τροποποίησης ήσσονος σημασίας είναι διαθέσιμη στη βάση δεδομένων eAmbrosia της Επιτροπής.
ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ
«CRUDO DI CUNEO»
Αριθ. ΕΕ: PDO-IT-0490-AM02 – 14.9.2020
ΠΟΠ (X ) ΠΓΕ ( )
1. Ονομασία/-ες
«Crudo di Cuneo.»
2. Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα
Ιταλία
3. Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου
3.1. Τύπος προϊόντος
Κλάση: 1.2. Προϊόντα κρέατος (μαγειρευτά, παστά, καπνιστά κλπ.)
3.2. Περιγραφή του προϊόντος που φέρει την προβλεπόμενη στο σημείο 1 ονομασία
Για την παραγωγή του «Crudo di Cuneo», πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά νωποί μηροί χοίρου, προερχόμενοι από ζώα που έχουν γεννηθεί, εκτραφεί και σφαγεί εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής. Κατά τη διάθεση στο εμπόριο, το προϊόν «Crudo di Cuneo» πρέπει να έχει υποβληθεί σε ωρίμαση ελάχιστης διάρκειας 10 μηνών, υπολογιζόμενων από την έναρξη της μεταποίησης, να έχει βάρος 8,5 έως 12 Kg μετά το πέρας της ωρίμασης και χρώμα κατά την κοπή ομοιόμορφο ερυθρό. Η σύσταση του εξωτερικού άπαχου τμήματος και του αντίστοιχου εσωτερικού πρέπει να είναι μαλακή, συμπαγής και όχι πλαδαρή, το δε ορατό εξωτερικό λίπος (λίπος επικάλυψης) πρέπει να έχει λευκό προς κίτρινο χρώμα και να είναι συμπαγές και όχι λιπώδες Άρωμα και γεύση κατά την κοπή: άρωμα πλούσιο, γεύση ώριμου, γλυκύτητα· το εσωτερικό λίπος πρέπει να έχει λευκό χρώμα και να βρίσκεται, σε μικρές ποσότητες, εντός και μεταξύ των κύριων μυϊκών ιστών· χωρίς καμία ανωμαλία στην οσμή. Το λίπος, όταν διατρηθεί, δεν πρέπει να παρουσιάζει υπερβολική οσμή ταγγού, ούτε οσμή γάλακτος, ψαριού ή άλλες αφύσικες οσμές. Η χημική σύσταση του άπαχου τμήματος του δικέφαλου μηριαίου μυός, εκφραζόμενη σε εκατοστιαία περιεκτικότητα, πρέπει να κυμαίνεται εντός των ακόλουθων ορίων: αλάτι: 4,5 έως 6,9· υγρασία: 57 % έως 63 %· πρωτεόλυση: 22 έως 31 %. Απουσία εξωτερικών ανωμαλιών: το δέρμα και τα κόκκαλα πρέπει να είναι ακέραια, χωρίς εμφανή σημεία σκλήρυνσης ούτε υπερβολικά μαλακά τμήματα. Χρώμα κατά την κοπή: δεν πρέπει να εμφανίζει ανομοιομορφίες, στίγματα, ραβδώσεις.
3.3. Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης) και πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα)
Το σιτηρέσιο διαμορφώνεται με τρόπο ώστε η αναλυτική σύνθεσή του να ανταποκρίνεται στις ανάγκες
του χοίρου κατά τις φάσεις αρχικής ανάπτυξης, ανάπτυξης και πάχυνσης:
1. ΦΑΣΗ ΑΡΧΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (έως 30 kg ζώντος βάρους)
Χαρακτηριστικά του σιτηρεσίου
— |
ακατέργαστη πρωτεΐνη: 16 % έως 22 % |
— |
αφομοιώσιμη ενέργεια/ημέρα: 3 230 έως 3 900 |
— |
λυσίνη g/kg: από 10 έως 16 |
— |
ακατέργαστες φυτικές ίνες: 3 % έως 5 % |
Ημερήσιο σιτηρέσιο (σύνθεση του σιτηρεσίου, σε % των διάφορων συστατικών, χορηγούμενου σε ποσότητα 4 % του ζώντος βάρους)
— |
αραβόσιτος 35 έως 40 |
— |
σόγια (αλεύρι εκχύλισης) 16 έως 20 |
— |
σίτος 12 έως 15 |
— |
κριθή 13 έως 17 |
— |
σογιέλαιο 1 έως 3 |
— |
πίτυρο μαλακού σίτου 8 έως 12 |
— |
μεταλλικά στοιχεία και βιταμίνες 3 έως 5 |
Σε αυτή τη φάση, επιτρέπεται η χρήση:
— |
πλάσματος χοίρου με ψεκασμό |
— |
νωπών και συμπυκνωμένων προϊόντων και υποπροϊόντων γάλακτος. |
2. ΦΑΣΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (από 30 έως 80 kg ζώντος βάρους)
Χαρακτηριστικά του σιτηρεσίου
— |
ακατέργαστη πρωτεΐνη: 15,50 % έως 18 % |
— |
αφομοιώσιμη ενέργεια/ημέρα: 3 200 έως 3 600 |
— |
λυσίνη g/kg: από 7 έως 16 |
— |
ακατέργαστες φυτικές ίνες: 3,5 % έως 5 % |
Ημερήσιο σιτηρέσιο (σύνθεση του σιτηρεσίου, σε % των διάφορων συστατικών, χορηγούμενου σε ποσότητα 3 % του ζώντος βάρους)
— |
αραβόσιτος 45 έως 49 |
— |
σόγια (αλεύρι εκχύλισης) 14 έως 18 |
— |
σίτος 10 έως 13 |
— |
κριθή 9 έως 12 |
— |
λιπαρές ύλες 1,5 έως 2 |
— |
πίτυρο μαλακού σίτου 10 έως 14 |
— |
μεταλλικά στοιχεία και βιταμίνες 3 έως 5 |
3. ΦΑΣΗ ΠΑΧΥΝΣΗΣ (από 80 έως 165 kg τελικού ζώντος βάρους)
Χαρακτηριστικά του σιτηρεσίου
— |
ακατέργαστη πρωτεΐνη: 13,5 % έως 17,5 % |
— |
αφομοιώσιμη ενέργεια/ημέρα: 3 100 έως 3 400 |
— |
λυσίνη gr/kg: από 6 έως 9 |
— |
ακατέργαστες φυτικές ίνες: 3,5 % έως 5,5 % |
Ημερήσιο σιτηρέσιο (σύνθεση του σιτηρεσίου, σε % των διάφορων συστατικών, χορηγούμενου σε ποσότητα 2,3 % του ζώντος βάρους)
— |
αραβόσιτος 49 έως 53 |
— |
σόγια (αλεύρι εκχύλισης) 12 έως 16 |
— |
σίτος 9 έως 12 |
— |
κριθή 8 έως 11 |
— |
λιπαρές ύλες 1 έως 1,5 |
— |
πίτυρο μαλακού σίτου 10 έως 14 |
— |
μεταλλικά στοιχεία και βιταμίνες 3 έως 5 |
Σε αυτή τη φάση, απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται περισσεύματα φαγητού, ιχθυέλαια (όταν το ζων βάρος του ζώου υπερβεί τα 40 kg)· πλακούντες με περιεκτικότητα σε λιπαρές ύλες μεγαλύτερη από 4 % (όταν το ζων βάρος του ζώου υπερβεί τα 120 kg), μπισκότα, κριτσίνια, σνακς (όταν το ζων βάρος του ζώου υπερβεί τα 60 kg και έως τη σφαγή), περισσεύματα σφαγίων και ζωικά άλευρα πάσης φύσεως, υποπροϊόντα ρυζιού.
Οι διατροφικές απαιτήσεις των χοίρων σε κάθε φάση μπορούν να ποικίλλουν αναλόγως της ανάπτυξης του ζώου ή σε περίπτωση ασυνήθιστων κλιματικών συνθηκών οφειλόμενων σε θερινούς καύσωνες. Οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή προέρχονται κυρίως από την περιοχή παραγωγής του χοιρομεριού «Crudo di Cuneo» και τα χρησιμοποιούμενα σιτηρά, κατά το μεγαλύτερο τμήμα τους, παράγονται στις ίδιες τις χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις. Οι φυλές ή οι γενετικοί τύποι χοίρων που είναι αποδεκτοί για την παραγωγή ζώων προοριζόμενων για την παραγωγή του χοιρομεριού «Crudo di Cuneo» είναι οι παραδοσιακές φυλές Large White italiana και Landrace italiana, βελτιωμένες σύμφωνα με το Ιταλικό Γενεαλογικό Βιβλίο (ΙΓΒ). Αποδεκτοί είναι επίσης οι απόγονοι αρσενικών χοίρων των ίδιων φυλών, οι απόγονοι αρσενικών χοίρων της φυλής Duroc italiana, βελτιωμένης σύμφωνα με το ΙΓΒ, οι απόγονοι αρσενικών χοίρων άλλων φυλών ή υβριδικών αρσενικών χοίρων, εφόσον προέρχονται από συστήματα επιλογής ή διασταύρωσης τα οποία εφαρμόζονται για σκοπούς συμβατούς με αυτούς του ΙΓΒ για την παραγωγή του βαρέος χοίρου. Για την παραγωγή του «Crudo di Cuneo» δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατεψυγμένοι μηροί. Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση ενήλικων αρσενικών και θηλυκών ζώων. Οι μηροί αποστέλλονται για επεξεργασία το ελάχιστο 24 ώρες και το μέγιστο 120 ώρες μετά τη σφαγή του ζώου.
3.4. Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής
Για την παραγωγή του προϊόντος «Crudo di Cuneo» ΠΟΠ χρησιμοποιούνται αποκλειστικά νωποί μηροί χοίρων που προέρχονται από ζώα που έχουν γεννηθεί και εκτραφεί υπό καλές συνθήκες μεταχείρισης. Οι συνθήκες αυτές είναι εγγυημένες εφόσον, στις φάσεις του απογαλακτισμού, ανάπτυξης και πάχυνσης, ο χοίρος δεν υφίσταται στρες λόγω μεταφοράς και αλλαγής του τόπου εκτροφής. Το χοιροτροφείο οφείλει, επιπλέον, να εξασφαλίζει ότι, όταν ολοκληρώνεται η φάση πάχυνσης, τα επιτυγχανόμενα αποτελέσματα είναι συνεπή με τα χαρακτηριστικά του τελικού προϊόντος. Πράγματι, χαρακτηριστικό στοιχείο του «Crudo di Cuneo» είναι η εξαιρετική του επικάλυψη με λίπος. Για τους λόγους αυτούς, η γέννηση και η εκτροφή πρέπει να εκτελούνται εντός της περιοχής παραγωγής. Το ίδιο ισχύει και για τη σφαγή, επειδή, αφενός, το χρονικό διάστημα μεταξύ σφαγής και επεξεργασίας του κρέατος δεν πρέπει να υπερβαίνει καθορισμένες τιμές και, αφετέρου, η μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις θα προκαλούσε μώλωπες και σχηματισμό αιματωμάτων και φλεβώσεων, που αντιβαίνουν στις απαιτήσεις της επεξεργασίας των μηρών. Η επεξεργασία των μηρών και η ωρίμαση συνδέονται στενά με φυσικούς και ανθρωπογενείς παράγοντες της περιοχής παραγωγής και, επομένως, ο περιορισμός αυτών των εργασιών στη γεωγραφική περιοχή παραγωγής είναι αναγκαίος για την παραγωγή του «Crudo di Cuneo».
3.5. Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ. του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η ονομασία
Το προϊόν «Crudo di Cuneo» μπορεί να πωλείται ακέραιο με κόκκαλο, καθώς και χωρίς κόκκαλο σφραγισμένο υπό κενό, κομμένο σε τεμάχια ή σε φέτες. Οι εργασίες τεμαχισμού του προϊόντος «Crudo di Cuneo» πρέπει να εκτελούνται με τρόπο ώστε στο δέρμα κάθε τεμαχίου να εμφανίζεται το σήμα το οποίο έχει τοποθετηθεί προηγουμένως από τους ίδιους τους αλλαντοποιούς.
3.6. Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση του προϊόντος στο οποίο αναφέρεται η ονομασία
Κατά τη διάθεσή του στο εμπόριο, το προϊόν «Crudo di Cuneo» ΠΟΠ πρέπει να φέρει το ιδιαίτερο σήμα που εγγυάται την προέλευση και την ταυτοποίηση και το οποίο συνίσταται στον λογότυπο, τοποθετημένο με πυροσφραγίδα στις δύο μεγαλύτερες πλευρές του χοιρομεριού από τους ίδιους τους αλλαντοποιούς. Στις συσκευασίες της ΠΟΠ «Crudo di Cuneo» ή σε επικολλώμενες ετικέτες ή σε πινακίδες, δακτύλιους και ταινίες συνδεδεμένες με το ίδιο το προϊόν πρέπει να αναγράφονται, με ευανάγνωστους ανεξίτηλους χαρακτήρες, που να διακρίνονται σαφώς από κάθε άλλη επιγραφή που εμφανίζεται σε αυτές, το γραφικό σύμβολο με την καλλιτεχνική εικόνα του ειδικού και μοναδικού λογότυπου, το κοινοτικό σύμβολο του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 της Επιτροπής και ο αριθμός ταυτοποίησης που χορηγείται σε κάθε παραγωγό ενταγμένο στο σύστημα ελέγχου. Τα δύο πιο σημαντικά για την αναγνωρισιμότητα του προϊόντος στοιχεία που αποτελούν τον λογότυπο της ΠΟΠ «Crudo di Cuneo» είναι: η σχηματοποιημένη μορφή ενός χοιρομεριού και ένα τρίγωνο ή σφήνα (στα ιταλικά cuneo) που θυμίζει τον δεσμό με την πρωτεύουσα της επαρχίας Cuneo, της οποίας η αρχική μορφή ήταν αυτή της σφήνας.
4. Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής
Η περιοχή παραγωγής του «Crudo di Cuneo» ΠΟΠ περιλαμβάνεται μεταξύ τριών αλπικών περιοχών: των Alpi Liguri – μεταξύ colle di Cadibona και colle di Nava –, των Alpi Marittime – έως την οροσειρά του colle di Tenda – και των Alpi Cozie. Το ανάγλυφο της περιοχής σχηματίζει μια μεγάλη υοειδή περίμετρο που περιβάλλει ένα υψίπεδο με ανώμαλο έδαφος, που διασχίζεται από νότο προς βορρά από τους ποταμούς Tanaro και Πάδο και τους παραποτάμους τους. Αυτή η περιοχή περιλαμβάνει την επαρχία Cuneo, την επαρχία Asti και τις ακόλουθες κοινότητες της επαρχίας Torino: Airasca, Andezeno, Arignano, Baldissero Torinese, Bibiana, Bricherasio, Buriasco, Cambiano, Campiglione Fenile, Candiolo, Cantalupa, Carignano, Carmagnola, Castagnole Piemonte, Cavour, Cercenasco, Chieri, Cumiana, Frossasco, Garzigliana, Isolabella, Lombriasco, Luserna S. Giovanni, Lusernetta, Macello, Marentino, Mombello di Torino, Montaldo Torinese, Moriondo Torinese, None, Osasco, Osasio, Pancalieri, Pavarolo, Pecetto Torinese, Pinerolo, Pino Torinese, Piobesi Torinese, Piossasco, Piscina, Poirino, Pralormo, Prarostino, Riva, Roletto, Rorà, S. Secondo di Pinerolo, Santena, Scalenghe, Trofarello, Vigone, Villafranca Piemonte, Villastellone, Vinovo. Λόγω του σχηματισμού αύρας, η υγρασία στη γεωγραφική αυτή περιοχή είναι ομοιογενής, κυμαινόμενη μεταξύ 50 % και 70 %, και οι μέσες θερμοκρασίες δεν είναι υπερβολικά χαμηλές τον χειμώνα ούτε υπερβολικά υψηλές το καλοκαίρι, επιτρέποντας την ομοιόμορφη ωρίμαση που χαρακτηρίζει το «Crudo di Cuneo», λόγω της τιμής πρωτεϊνόλυσης και της χαμηλής περιεκτικότητας σε υγρασία.
5. Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή
Η περιοχή παραγωγής της ΠΟΠ συνδεόταν ανέκαθεν με την ιστορία της χοιροτροφίας και της επεξεργασίας και ωρίμασης του «Crudo di Cuneo», χάρη σε συγκεκριμένα εδαφοκλιματικά χαρακτηριστικά που την διακρίνουν από άλλες περιοχές και προσδίδουν στο προϊόν τυπικές ιδιότητες, αναγνωρίσιμες από τον τελικό καταναλωτή.
Η περιεκτικότητα σε υγρασία του «Crudo di Cuneo», στενά συνδεδεμένη με την περιεκτικότητα σε αλάτι, καθορίζεται από το φαινόμενο της αύρας. Η αύρα αυτή, προερχόμενη από τα ορεινά της γεωγραφικής περιοχής, αλλάζει διεύθυνση, μεταξύ ημέρας και νύχτας, δημιουργώντας συνθήκες χαμηλής ατμοσφαιρικής υγρασίας, κατάλληλες να εξασφαλίσουν τη βέλτιστη ωρίμαση του προϊόντος, που αντανακλάται στις χαμηλές τιμές υγρασίας, στον χρόνο ωρίμασης και στις τιμές πρωτεϊνόλυσης που χαρακτηρίζουν το «Crudo di Cuneo». Στενός δεσμός μεταξύ περιβάλλοντος και προϊόντος δημιουργείται επίσης από την πρώτη ύλη· πράγματι, η πρωτεϊνόλυση του χοιρομεριού καθορίζεται και από τα χαρακτηριστικά της πρώτης ύλης. Ο χοίρος του Cuneo εκτρέφεται στις περιοχές με μέσο υψόμετρο 350 μέτρων, όπου η απουσία χειμερινής ομίχλης και θερινού καύσωνα δημιουργούν εξαιρετικές συνθήκες υγείας των ζώων. Επιπλέον του υγιεινού αέρα και της καθαρότητας των υδάτων, η πρώιμη ωρίμαση του κρέατος επηρεάζεται θετικά και από την παραδοσιακή, υγιεινή και φυσική, διατροφή με σιτηρά που έχουν παραχθεί επιτόπου. Το φαινόμενο της πρωτεϊνόλυσης συνδέεται με την ανάπτυξη επιφανειακών μικροοργανισμών: η λεπτή εργασία αλάτισης που εκτελείται από ειδικευμένους τεχνίτες (norcini) διασφαλίζει την άνοδο στην επιφάνεια, μέσω των τριχοειδών αγγείων, της υγρασίας που περιέχεται ακόμη στο κρέας του μηρού. Με τον τρόπο αυτό, στην άπαχη επιφάνεια του χοιρομεριού δημιουργούνται μικροκλιματικές συνθήκες με μέτρια αύξηση της υγρασίας, κατάλληλες για την ανάπτυξη μυκήτων και ζυμών που διασπούν τις πρωτεΐνες του άπαχου τμήματος, ελευθερώνοντας πεπτιδικά κλάσματα ικανά να συμβάλουν με καθοριστικό τρόπο, τόσο στη γεύση, όσο και στο άρωμα του «Crudo di Cuneo».
Καθοριστική συμβολή στην ποιότητα του προϊόντος που φέρει την ΠΟΠ, αλλά και στη φήμη και την αναγνώρισή του στην αγορά, είχε στη διάρκεια των αιώνων ο ανθρώπινος παράγοντας, που μπόρεσε σταδιακά να αναπτύξει ειδικές τεχνικές επεξεργασίας, οι οποίες μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά και έχουν φθάσει έως τις μέρες μας. Μια μαρτυρία για τη λεπτή αυτή τέχνη απαντάται στο έργο του 1618 «Clypeo del gentilhuomo» του Guglielmino Prato, στο οποίο περιγράφεται αναλυτικά η εργασία των τεχνιτών του Piemonte.
Η κατανάλωση του «Crudo di Cuneo» τεκμηριώνεται ιστορικά από τη σημαντική ζήτηση από ευγενείς, μονές και αβαεία της περιοχής. Η αυξανόμενη αυτή ζήτηση για χοιρομέρια επηρέασε σημαντικά την ίδρυση πολυάριθμων μεταποιητικών επιχειρήσεων.
Το προϊόν «Crudo di Cuneo» ΠΟΠ, επομένως, είναι το αποτέλεσμα της συνδυασμένης και συντονισμένης δράσης ανθρώπινων και περιβαλλοντικών παραγόντων, οι οποίοι με την πάροδο του χρόνου επηρέασαν την δημιουργία του προϊόντος και συνέβαλαν στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του.
Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος
(άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού)
Το ενοποιημένο κείμενο των προδιαγραφών είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο:
http://www.politicheagricole.it/flex/cm/pages/ServeBLOB.php/L/IT/IDPagina/3335”
ή
απευθείας στην αρχική σελίδα του ιστοτόπου του Υπουργείου Πολιτικών Γεωργίας, Τροφίμων, Δασών και Τουρισμού (www.politicheagricole.it), επιλογή «Qualità» (στο τμήμα άνω δεξιά της οθόνης), κατόπιν «Prodotti DOP IGP STG» (στα πλάγια, στο αριστερό τμήμα της οθόνης) και τέλος «Disciplinari di Produzione all’esame dell’UE».