EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52021PC0727

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 όσον αφορά την ενίσχυση της διαφάνειας των δεδομένων της αγοράς, την άρση των εμποδίων στην εμφάνιση ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, τη βελτιστοποίηση των υποχρεώσεων διαπραγμάτευσης και την απαγόρευση είσπραξης πληρωμής για τη διαβίβαση εντολών πελατών

COM/2021/727 final

Βρυξέλλες, 25.11.2021

COM(2021) 727 final

2021/0385(COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 όσον αφορά την ενίσχυση της διαφάνειας των δεδομένων της αγοράς, την άρση των εμποδίων στην εμφάνιση ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, τη βελτιστοποίηση των υποχρεώσεων διαπραγμάτευσης και την απαγόρευση είσπραξης πληρωμής για τη διαβίβαση εντολών πελατών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

{SEC(2021) 573 final} - {SWD(2021) 346 final} - {SWD(2021) 347 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Η παρούσα πρωτοβουλία εντάσσεται στα μέτρα υλοποίησης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU). Στόχος της είναι η ενίσχυση της θέσης των επενδυτών, ειδικότερα των μικρότερων και ιδιωτών επενδυτών 1 , παρέχοντας σε αυτούς τη δυνατότητα πρόσβασης στα δεδομένα της αγοράς που είναι αναγκαία για να επενδύουν ευκολότερα σε μετοχές ή ομόλογα και καθιστώντας πιο εύρωστες τις υποδομές της αγοράς της ΕΕ. Η πρωτοβουλία θα συμβάλει επίσης στην αύξηση της ρευστότητας της αγοράς, διευκολύνοντας τις εταιρείες στην εξεύρεση χρηματοδότησης από τις κεφαλαιαγορές. Για την επίτευξη του στόχου προώθησης μιας πραγματικής και αποδοτικής ενιαίας αγοράς χρηματιστηριακών συναλλαγών, η Επιτροπή προσδιόρισε τρεις τομείς προτεραιότητας για την επανεξέταση: βελτίωση της διαφάνειας και της διαθεσιμότητας δεδομένων της αγοράς, βελτίωση του ανταγωνισμού επί ίσοις όροις μεταξύ τόπων εκτέλεσης και διασφάλιση της διατήρησης της ανταγωνιστικότητας, σε διεθνές επίπεδο, των υποδομών της αγοράς της ΕΕ. Η παρούσα πρωτοβουλία συνοδεύεται από πρόταση τροποποίησης της οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (οδηγία MiFID) και περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2020.

Στην ανακοίνωση που εξέδωσε στις 19 Ιανουαρίου 2021, με τίτλο «Το ευρωπαϊκό οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα: προώθηση του ανοικτού χαρακτήρα, της ισχύος και της ανθεκτικότητας» 2 , η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαίωσε την πρόθεσή της να προτείνει τη βελτίωση, την απλούστευση και την περαιτέρω εναρμόνιση της διαφάνειας των κεφαλαιαγορών, στο πλαίσιο της επανεξέτασης του πλαισίου της οδηγίας MiFID II και του κανονισμού MiFIR (οδηγία MiFID / κανονισμός MiFIR). Στο ευρύτερο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλονται για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ, η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι η μεταρρύθμιση αυτή θα περιλαμβάνει τον σχεδιασμό και την εφαρμογή ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, ιδίως όσον αφορά εκδόσεις εταιρικών ομολόγων με στόχο την αύξηση της ρευστότητας της διαπραγμάτευσης χρεογράφων σε ευρώ σε δευτερογενείς αγορές 3 .

Σχετικά με τη θέσπιση ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, με το σχέδιο δράσης του 2020 για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU) 4 η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να υποβάλει νομοθετική πρόταση έως το τέλος του 2021 για τη δημιουργία κεντρικής βάσης δεδομένων με σκοπό την παροχή, για τις μετοχές και τα μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα, συνολικής εικόνας των δεδομένων της αγοράς, και ειδικότερα των τιμών και του όγκου των κινητών αξιών που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ολόκληρη την Ένωση σε πλήθος τόπων διαπραγμάτευσης. Η εν λόγω κεντρική βάση δεδομένων, η οποία καλείται επίσης «ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών» 5 θα έχει ως σκοπό να βελτιώσει «τη συνολική διαφάνεια των τιμών μεταξύ των τόπων διαπραγμάτευσης».

Προβλήματα που επιδιώκεται να αντιμετωπιστούν με την παρούσα πρόταση

Με την παρούσα πρόταση επιδιώκεται η αντιμετώπιση του κινδύνου ρευστότητας και του κινδύνου εκτέλεσης των συναλλαγών. Ο πρώτος είναι ο κίνδυνος ανυπαρξίας επαρκούς βάθους αγοράς (ήτοι αγοραστών και πωλητών που επιθυμούν να προβούν σε συναλλαγές), ενώ ο δεύτερος αφορά την αδυναμία εκτέλεσης σε συγκεκριμένο όριο τιμής ή σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Αμφότεροι οι κίνδυνοι είναι αποτέλεσμα της έλλειψης ορθών και έγκαιρων πληροφοριών σχετικά με τις τιμές και τους διαθέσιμους όγκους συναλλαγών για τις κινητές αξίες που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, ο δε κίνδυνος ανεπαρκούς διαφάνειας επηρεάζει επίσης το συναλλακτικό τοπίο για τις μετοχές και την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ ως χρηματοπιστωτικού κέντρου.

Όπως επισημαίνεται στη μελέτη της Market Structure Partners (MSP) σχετικά με τη δημιουργία ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών της ΕΕ 6 , ο κίνδυνος ρευστότητας οφείλεται στον κατακερματισμό των αγορών εκτέλεσης της Ένωσης ο οποίος δυσχεραίνει τον εντοπισμό ενδιαφερόντων για την αγορά και την πώληση και την εκτέλεση της συναλλαγής στο σύνολό της. Ελλείψει συνολικής εικόνας όλων των διαθέσιμων δεξαμενών ρευστότητας, ορισμένοι επενδυτές ενδέχεται να μην είναι σε θέση να εκτελούν όλες τις συναλλαγές ή ενδέχεται να εκτελούν συναλλαγές μόνον εν μέρει ή σε λιγότερο ελκυστική τιμή. Το οικονομικό κόστος της ανεπαρκούς διαφάνειας της αγοράς μπορεί να μετρηθεί τόσο ως προς την «ελλιπή εφαρμογή» (δηλ. οι συναλλαγές εκτελούνται σε τιμές οι οποίες δεν αντικατοπτρίζουν τη βέλτιστη διαθέσιμη τιμή πώλησης ή αγοράς) όσο και ως προς τις απώλειες ευκαιριών για συναλλαγές και επενδύσεις. Το κόστος αυτό δεν ευνοεί τους στόχους της Ένωσης Κεφαλαιαγορών που αφορούν την ύπαρξη εύρυθμων, ρευστών και ολοκληρωμένων κεφαλαιαγορών.

Οι επιπτώσεις του κατακερματισμού της αγοράς, ιδίως σε διασυνοριακό επίπεδο, γίνονται ιδιαίτερα αισθητές από τους μικρότερους διαχειριστές στοιχείων ενεργητικού και τις μικρότερες τράπεζες. Οι εν λόγω συμμετέχοντες στην αγορά δεν έχουν τις δυνατότητες πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με δεδομένα της αγοράς σε πολλαπλούς τόπους διαπραγμάτευσης τις οποίες έχουν εξελιγμένοι συμμετέχοντες στην αγορά, όπως μεγάλες επενδυτικές τράπεζες στην πλευρά της πώλησης ή ηλεκτρονικοί ειδικοί διαπραγματευτές. Η έλλειψη πληροφοριών για την αγορά ενέχει τον κίνδυνο εσφαλμένων επενδυτικών αποφάσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να αποφευχθούν εάν ήταν διαθέσιμη πλήρης εικόνα της αγοράς.

Στις αγορές μετοχών, οι διαχειριστές στοιχείων ενεργητικού που ερωτήθηκαν στο πλαίσιο της μελέτης της MSP εκτιμούν ότι το ετήσιο κόστος της ανυπαρξίας πλήρους και ακριβούς εικόνας των δεδομένων της αγοράς («ολίσθηση») κυμαίνεται μεταξύ 0 και 1,0 μονάδας βάσης της ετήσιας αξίας των οικείων συναλλαγών. Ορισμένοι ερωτηθέντες εκτίμησαν το ετήσιο κόστος σε πολύ υψηλότερο επίπεδο, άνω των 5,0 μονάδων βάσης. Οι ερωτηθέντες στη μελέτη MSP διατύπωσαν διαφορετικές εκτιμήσεις όσον αφορά το κόστος της ατελούς εικόνας της αγοράς. Όσο μεγαλύτερη είναι η εταιρεία και όσο περισσότερους πόρους διαθέτει για τη συγκέντρωση και τη διαλογή των δεδομένων τόσο χαμηλότερο μπορεί να είναι το επίπεδο της εκτίμησης. Όταν οι εκτιμήσεις αυτές εφαρμόζονται στην ετήσια αξία των συναλλαγών ευρωπαϊκών μετοχών, το συνολικό κόστος της έλλειψης ακριβούς εικόνας των αγορών μετοχών ανέρχεται μέχρι και σε 10,6 δισ. EUR ετησίως, ενώ σχεδόν το ένα τρίτο των ερωτηθέντων απαντά ότι το κόστος κυμαίνεται μεταξύ 0,5 και 1 δισ. EUR ετησίως 7 .

Στις αγορές ομολόγων, οι διαχειριστές στοιχείων ενεργητικού εκτιμούν ότι το κόστος, για τις ετήσιες στρατηγικές διαπραγμάτευσης, το οποίο συνεπάγεται η έλλειψη ενοποιημένης και ακριβούς εικόνας των δεδομένων της αγοράς κυμαίνεται μεταξύ 0 και 5 μονάδων βάσης 8 .

Ο κίνδυνος ρευστότητας και ο κίνδυνος εκτέλεσης των συναλλαγών κυριαρχούν επίσης στις αγορές παραγώγων που δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης (εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές). Οι αγορές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι αγορές διαπραγματευτών, στις οποίες σημαντικές διεθνείς τράπεζες προσφέρουν στους πελάτες τους εξατομικευμένες συμβάσεις, π.χ. για να λάβουν θέση ώστε να προστατευθούν από μελλοντικές μεταβολές των τιμών (αντιστάθμιση). Η μετασυναλλακτική διαφάνεια στις αγορές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι πολύ περιορισμένη. Από την ετήσια στατιστική έκθεση της ΕΑΚΑΑ για το 2020 9 προκύπτει ότι τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν το 85 % της ονομαστικής αξίας των παραγώγων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην Ένωση (το υπόλοιπο 15 % αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης στα χρηματιστήρια). Δεδομένου ότι δεν υπάρχει επί του παρόντος ενοποιημένη δημόσια εικόνα των τιμών των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, το υψηλό ποσοστό διαπραγμάτευσης εξωχρηματιστηριακών παραγώγων συμβάλλει στην αδιαφάνεια της τιμολόγησης των εν λόγω παραγώγων και, ως εκ τούτου, στις ασυμμετρίες πληροφόρησης από τις οποίες θίγονται πρωτίστως οι μικρότεροι συμμετέχοντες στην αγορά.

Η έλλειψη ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς εμποδίζει επίσης τις ακριβείς αποτιμήσεις χαρτοφυλακίων και μειώνει την ακρίβεια των δεικτών σε όλες τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού (οι ευρωπαϊκοί δείκτες αναφοράς για τις μετοχές, τα ομόλογα και τα παράγωγα είναι λιγότερο αξιόπιστοι). Οι περισσότεροι επενδυτές προτιμούν τις μετοχές υψηλής κεφαλαιοποίησης, όπως προκύπτει από τον μεγάλο αριθμό επενδυτικών δεικτών που επικεντρώνονται στο φάσμα των υψηλής κεφαλαιοποίησης εταιρειών που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο (π.χ. DJ 100, S&P 500, STOXX 600). Η αναποτελεσματικότητα της πληροφόρησης έχει ως αποτέλεσμα την ύπαρξη λιγότερων δεικτών που περιλαμβάνουν εταιρείες μικρότερης κεφαλαιοποίησης και, ως εκ τούτου, λιγότερα αμοιβαία κεφάλαια βασισμένα σε δείκτες τα οποία διοχετεύουν κεφάλαια σε εκδότες μικρότερης κεφαλαιοποίησης (π.χ. μέσω διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων που παρακολουθούν δείκτη μικρής ή μεσαίας κεφαλαιοποίησης).

Ανισορροπία στο συναλλακτικό τοπίο για τις μετοχές: ένας ακόμη παράγοντας ο οποίος υπαγόρευσε την προτεινόμενη μεταρρύθμιση είναι η ανάγκη να διασφαλίζεται ότι οι συναλλαγές μετοχών σε προσυναλλακτικά διαφανείς τόπους διαπραγμάτευσης στην ΕΕ ευθυγραμμίζεται κατά προσέγγιση με τα ποσοστά που παρατηρούνται σε άλλα διεθνή χρηματοπιστωτικά κέντρα. Τα χρηματιστήρια ισχυρίζονται ότι η πτώση του μεριδίου αγοράς τους όσον αφορά τις συναλλαγές σε μετοχές είναι επιζήμια για την ανάπτυξη των κεφαλαιαγορών της Ένωσης, καθώς μόνον τα χρηματιστήρια και οι πολυμερείς μηχανισμοί διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) παρέχουν πλήρη διαφάνεια για τις τιμές αγοράς και πώλησης (προσυναλλακτικά δεδομένα) και για τις ολοκληρωμένες συναλλαγές (μετασυναλλακτικά δεδομένα) και συμβάλλουν στη διαμόρφωση των τιμών. Από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις επενδύσεων ισχυρίζονται ότι οι διαφανείς πλατφόρμες διατήρησαν, ή και αύξησαν, το μερίδιο αγοράς τους στην ΕΕ. Η σημασία διατήρησης ισορροπίας μεταξύ παραδοσιακών χρηματιστηρίων, εναλλακτικών πλατφορμών διαπραγμάτευσης, επενδυτικών τραπεζών και άλλων παραγόντων που παρέχουν συστήματα διαπραγμάτευσης αναγνωρίζεται ευρέως. Επομένως, η επανεξέταση θα περιλαμβάνει τροποποιήσεις με στόχο τη διατήρηση αυτής της ισορροπίας.

Ανταγωνιστικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών της ΕΕ: ορισμένες διατάξεις του ισχύοντος κανονιστικού πλαισίου έχουν δημιουργήσει έλλειψη ασφάλειας δικαίου για τους συμμετέχοντες στην αγορά. Οι συννομοθέτες έχουν αναστείλει επανειλημμένως, για διάφορους λόγους, την εφαρμογή των διατάξεων για την παροχή μη διακριτικής πρόσβασης όσον αφορά τα χρηματιστηριακά παράγωγα. Η Επιτροπή θεωρεί αναγκαία την απαλοιφή των εν λόγω διατάξεων προκειμένου, αφενός, να προωθήσει τον ανταγωνισμό, την καινοτομία και την ανάπτυξη χρηματιστηριακών παραγώγων στην ΕΕ και, αφετέρου, να αναπτύξει περαιτέρω ικανότητα εκκαθάρισης στην ΕΕ. Η εν λόγω τροποποίηση θα αντικατοπτρίζει επίσης τη μακρά διεθνή τάση κάθετης ολοκλήρωσης μεταξύ διαπραγμάτευσης και εκκαθάρισης για τα συγκεκριμένα είδη παραγώγων. Η συλλογιστική στην οποία βασίζεται η τάση αυτή είναι ότι η υποχρέωση παροχής «μη διακριτικής πρόσβασης» δεν συμβάλλει στην καινοτομία των χρηματιστηριακών παραγώγων, καθώς ο κανόνας αυτός αφαιρεί τα κίνητρα για τη δημιουργία νέων συμβάσεων χρηματιστηριακών παραγώγων εάν οι ανταγωνιστές δεν υποχρεούνται να προβούν στην αρχική επένδυση. Ομοίως, τα χρηματιστήρια δεν θα υποχρεούνται πλέον να δέχονται την πραγματοποίηση των μετασυναλλακτικών πράξεών τους από αυτόνομα γραφεία συμψηφισμού. Η παρούσα πρόταση θα αποσαφηνίσει επίσης τα όρια της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης μετοχών, ώστε να περιοριστεί σαφώς σε διεθνείς αριθμούς αναγνώρισης τίτλων (ISIN) της ΕΕ. Επιπλέον, η πρόταση θα θεσπίσει τη δυνατότητα αναστολής της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης παραγώγων για ορισμένες επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες θα υπέχουν αλληλεπικαλυπτόμενες υποχρεώσεις κατά την αλληλεπίδραση με αντισυμβαλλομένους εκτός ΕΕ σε πλατφόρμες εκτός ΕΕ.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Η πρωτοβουλία στηρίζεται στους ισχύοντες κανόνες οι οποίοι ρυθμίζουν τη συμμετοχή στις κεφαλαιαγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και τους βελτιώνει. Το 2007 η οδηγία MiFID I 10 εισήγαγε τον ανταγωνισμό στην αγορά διαπραγμάτευσης μετοχών. Μεταγενέστερες εκδόσεις της οδηγίας MIFID επέκτειναν τον ανταγωνισμό στις συναλλαγές σε μη μετοχικές κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού, όπως ομόλογα και παράγωγα. Επομένως, όταν επιθυμεί να εκτελέσει εντολή αγοράς ή πώλησης στοιχείου ενεργητικού, ο μεσίτης ή ο επενδυτής μπορεί να επιλέξει μεταξύ διαφόρων τόπων διαπραγμάτευσης, όπως ρυθμιζόμενη αγορά, πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ), αδιαφανή δεξαμενή 11 και συστηματικό εσωτερικοποιητή (ΣΕ).

Από την έναρξη εφαρμογής της οδηγίας MiFID I, ο συνδυασμένος αριθμός πολυμερών τόπων διαπραγμάτευσης και συστηματικών εσωτερικοποιητών σε όλες τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού στον ΕΟΧ αυξήθηκε κατά 344 φθάνοντας συνολικά τους 476 12 . Κάθε τόπος διαπραγμάτευσης δημοσιεύει χωριστές εκθέσεις δεδομένων της αγοράς. Λίγο μετά την έναρξη εφαρμογής της οδηγίας MiFID I, ανέκυψε το ζήτημα του κατακερματισμού των δεδομένων της αγοράς και των μονοπωλίων όσον αφορά τα δεδομένα της αγοράς 13 , πρωτίστως στις αγορές μετοχών.

Ο κανονισμός MiFIR 14 , ο οποίος εφαρμόζεται από τις 3 Ιανουαρίου 2018, αναγνωρίζει τα οφέλη της διαφάνειας και της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς για την επενδυτική κοινότητα.

Για τη διατήρηση της ισορροπίας του συναλλακτικού τοπίου, επιβάλλονται ορισμένες προσαρμογές των κανόνων διαφάνειας που ρυθμίζουν τις συναλλαγές στα χρηματιστήρια καθώς και στις εναλλακτικές πλατφόρμες ή μέσω συστηματικών εσωτερικοποιητών (επενδυτικών τραπεζών και ειδικών διαπραγματευτών). Το σχετικά χαμηλό ποσοστό συναλλαγών σε μετοχές που εκτελούνται σε διαφανείς από άποψη τιμών τόπους διαπραγμάτευσης θεωρείται ότι οφείλεται στη χρήση ορισμένων εξαιρέσεων από τους κανόνες διαφάνειας (οι οποίες καλούνται «απαλλαγές»). Ο ισχύων κανονισμός περιέχει ήδη κανόνες για τον περιορισμό της χρήσης των συνηθέστερα χρησιμοποιούμενων απαλλαγών από τις απαιτήσεις διαφάνειας. Κανόνες όπως αυτός του «διπλού μέγιστου ορίου συναλλαγών» αποσκοπούν στο να θέσουν ανώτατο όριο στην ποσότητα μετοχών που οι συμμετέχοντες στην αγορά μπορούν να διαπραγματεύονται στο πλαίσιο απαλλαγής από τις απαιτήσεις διαφάνειας. Πέραν του ότι χαρακτηρίζονται από ένταση πόρων όσον αφορά τη διαχείρισή τους από τις ρυθμιστικές αρχές, έχει αποδειχθεί ότι τέτοιες διατάξεις είναι ανελαστικές και εισάγουν συνολικά περιττή πολυπλοκότητα στη λειτουργία των αγορών μετοχών. Επομένως, στόχος της επανεξέτασης είναι ο εξορθολογισμός της περίπλοκης αλληλεπίδρασης μεταξύ απαλλαγών από τις απαιτήσεις διαφάνειας και του διπλού μέγιστου ορίου συναλλαγών.

Επιπλέον, όσον αφορά την ενοποίηση των δεδομένων, ο κανονισμός MiFIR περιέχει ήδη την έννοια του «παρόχου ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών» («ΠΕΔΕΣΥ») 15 . Ο ΠΕΔΕΣΥ βασίζεται στην ιδέα ότι χρηματιστήρια και εναλλακτικοί τόποι διαπραγμάτευσης θα διαβιβάζουν σε πραγματικό χρόνο ροές δεδομένων σε διαπιστευμένο ΠΕΔΕΣΥ. Ο ΠΕΔΕΣΥ θα διαθέτει στο κοινό τις ίδιες ακριβώς πληροφορίες, σε εύλογο κόστος, κάνοντας χρήση πανομοιότυπων ετικετών και μορφοτύπων δεδομένων.

Οι ισχύοντες κανόνες για το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών στηρίζονται στην ενοποίηση, από ιδιωτικούς παράγοντες (ανταγωνιστές φορείς ενοποίησης), δεδομένων της αγοράς από διάφορους τόπους εκτέλεσης. Βάσει των διατάξεων του κανονισμού MiFIR, μπορεί να υπάρχουν περισσότεροι ανταγωνιστές ΠΕΔΕΣΥ, αλλά ενδέχεται επίσης να υπάρχει ένας μόνον ΠΕΔΕΣΥ, εάν δεν εμφανιστούν περισσότεροι πάροχοι. Έως σήμερα, αυτό δεν έχει συμβεί για διάφορους λόγους.

Στην προτεινόμενη μεταρρύθμιση του κανονισμού MiFIR εξετάζονται οι λόγοι για τους οποίους δεν έχει εμφανιστεί κανένας ΠΕΔΕΣΥ. Οι διατάξεις του κανονισμού MiFIR για το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών τροποποιούνται με σκοπό τη διευκόλυνση της εμφάνισης ενός ΠΕΔΕΣΥ για κάθε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού (μετοχές, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα και παράγωγα).

Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες προάγει τη διαφάνεια και τον ανταγωνισμό. Αυτοί οι στόχοι πολιτικής επεκτείνονται στα βασικά δεδομένα της αγοράς. Στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU), στόχος της Ένωσης είναι η δημιουργία ολοκληρωμένης εικόνας των αγορών διαπραγμάτευσης της ΕΕ. Το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών θα παρέχει ενοποιημένα δεδομένα σχετικά με τις τιμές και τον όγκο των κινητών αξιών που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην ΕΕ, βελτιώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη συνολική διαφάνεια των τιμών μεταξύ τόπων διαπραγμάτευσης. Θα παράσχει επίσης στους επενδυτές πρόσβαση σε σημαντικά βελτιωμένες πληροφορίες για την αγορά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Το πλαίσιο της οδηγίας MiFID / του κανονισμού MiFIR αποτελεί το εγχειρίδιο κανόνων που ρυθμίζει τη συμμετοχή στις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές. Περιλαμβάνει την οδηγία 2014/65/ΕΕ (οδηγία MiFID II) και τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014 (κανονισμός MiFIR]. Η νομική βάση για την έκδοση του κανονισμού MiFIR είναι το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Στόχος της πρότασης είναι η βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων της αγοράς και της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς μέσω τροποποιήσεων των ισχυόντων κανόνων σχετικά με τα δεδομένα της αγοράς στον κανονισμό MiFIR. Επομένως, η προτεινόμενη μεταρρύθμιση θα πρέπει επίσης να στηρίζεται στην ίδια νομική βάση.

Ειδικότερα, το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ αναθέτει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο την αρμοδιότητα να εκδίδουν μέτρα σχετικά με την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που έχουν ως αντικείμενο την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ επιτρέπει στην ΕΕ να λαμβάνει μέτρα όχι μόνον για την εξάλειψη των υφισταμένων εμποδίων κατά την άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών, αλλά και για την αποτροπή της εμφάνισης τέτοιων εμποδίων, εάν είναι επαρκώς προβλέψιμα σε συγκεκριμένο πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που καθιστούν δύσκολη για τους οικονομικούς φορείς, μεταξύ άλλων και για τους επενδυτές, την πλήρη αξιοποίηση των οφελών της εσωτερικής αγοράς. Ως εκ τούτου, το άρθρο 114 ΣΛΕΕ συνιστά την κατάλληλη νομική βάση για την άρση των εμποδίων στην ενοποίηση των δεδομένων τα οποία προκύπτουν από 1) τον κατακερματισμό των πηγών των δεδομένων της αγοράς· 2) την ασάφεια των προτύπων αναφοράς δεδομένων της αγοράς και 3) την πολυπλοκότητα των συστημάτων χορήγησης άδειας χρήσης για δεδομένα της αγοράς. Αυτοί είναι οι κύριοι παράγοντες οι οποίοι εμποδίζουν την ενοποιημένη εικόνα της συναλλακτικής ρευστότητας στην Ένωση.

Ειδικότερα, η συνεχιζόμενη έλλειψη κεντρικής βάσης δεδομένων, η οποία να εμφανίζει τα δεδομένα της αγοράς για τις κινητές αξίες που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στους τόπους διαπραγμάτευσης της ΕΕ, εμποδίζει τους επενδυτές στην ΕΕ, εκτός των πολύ εξελιγμένων, να έχουν ενοποιημένη εικόνα των τόπων στους οποίους μπορούν να αναζητήσουν τις βέλτιστες επενδυτικές ευκαιρίες. Αυτό διαιωνίζει τις παρούσες ασυμμετρίες πληροφόρησης που εμποδίζουν τους επενδυτές να επωφεληθούν πλήρως της ενιαίας αγοράς. Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι η χρήση του άρθρου 114 της ΣΛΕΕ αποτελεί την πλέον κατάλληλη νομική βάση τόσο για τη συνολική και ομοιόμορφη αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών όσο και για την αποφυγή του κατακερματισμού της αγοράς.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ σχετικά με την αρχή της επικουρικότητας, ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ επιβάλλεται μόνον όταν τα κράτη μέλη μεμονωμένα δεν είναι σε θέση να επιτύχουν επαρκώς τους επιδιωκόμενους στόχους και, συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, οι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης.

Αγορές διαπραγμάτευσης για διάφορες κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων υπάρχουν σε ολόκληρη την Ένωση. Η ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς που δημοσιεύουν οι εν λόγω τόποι διαπραγμάτευσης απαιτεί ένα εγχειρίδιο κανόνων το οποίο θα εφαρμόζεται σε ολόκληρη την Ένωση. Η δράση των επιμέρους κρατών μελών δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ανάγκη ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς σε ολόκληρη την Ένωση. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να επιχειρήσουν να εναρμονίσουν, μέσω εθνικής νομοθεσίας, τα πρότυπα αναφοράς δεδομένων της αγοράς και τις προϋποθέσεις αδειοδότησης φορέα ενοποίησης δεδομένων της αγοράς. Οι εθνικές πρωτοβουλίες δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που απορρέουν από τον κατακερματισμό των δεδομένων της αγοράς σε ολόκληρη την Ένωση.

Διαφορετικά κράτη μέλη ενδέχεται να θεσπίσουν διαφορετικά πρότυπα ή να επιλέξουν διαφορετικά συστήματα άδειας χρήσης τα οποία θα εφαρμόζονται στον φορέα ενοποίησης δεδομένων της αγοράς. Ορισμένα κράτη μέλη ενδέχεται να μην προβούν σε καμία ενέργεια. Δεδομένου ότι η ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς πρέπει να εφαρμοστεί σε ολόκληρη την Ένωση, είναι πιο αποτελεσματικό και πιο αποδοτικό να εξεταστούν στο επίπεδο της Ένωσης τα πρότυπα αναφοράς και οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας χρήσης για τα δεδομένα που απαιτούνται για τη δημιουργία ενοποιημένης εικόνας όλων των αγορών διαπραγμάτευσης. Η τυποποίηση των αναφορών δεδομένων και των προϋποθέσεων χορήγησης άδειας χρήσης θα εφαρμόζεται μόνον στην αναφορά δεδομένων της αγοράς στον πάροχο ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών. Για παράδειγμα, οι άδειες χρήσης για δεδομένα της αγοράς που δεν σχετίζονται με τη δημιουργία ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών δεν θα υπόκεινται στους προτεινόμενους κανόνες.

Αναλογικότητα

Η προτεινόμενη εναρμόνιση των προτύπων για τα δεδομένα της αγοράς και των προϋποθέσεων χορήγησης άδειας χρήσης για την παροχή δεδομένων της αγοράς σε παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των δηλωθέντων στόχων. Ένα συνονθύλευμα εθνικών κανόνων σχετικά με οποιοδήποτε από τα μέτρα που περιέχονται στην παρούσα πρόταση δεν θα επιτύγχανε τους δηλωθέντες στόχους της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς προκειμένου να καταστούν οι εν λόγω πληροφορίες προσιτές σε ευρύτερη ομάδα συμμετεχόντων στην αγορά. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων της ποιότητας των δεδομένων της αγοράς και των δυσχερειών που σχετίζονται με τη χορήγηση αδειών χρήσης για τα δεδομένα της αγοράς απαιτεί την προτεινόμενη εναρμόνιση των αναφορών των δεδομένων της αγοράς και την υποχρεωτική χρήση των εν λόγω προτύπων αναφοράς για την παροχή δεδομένων της αγοράς στον πάροχο ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών.

Επιλογή της νομικής πράξης

Η τροποποίηση του κανονισμού MiFIR είναι το πιο κατάλληλο νομικό μέσο για την επίλυση των ζητημάτων που ανακύπτουν από την έλλειψη ενοποιημένης εικόνας των βασικών δεδομένων της αγοράς σε όλες τις αγορές της ΕΕ, καθώς παρέχει τη δυνατότητα τροποποίησης ορισμένων διατάξεων του κανονισμού MiFIR και προσθήκης νέων συγκεκριμένων απαιτήσεων. Η χρήση κανονισμού, ο οποίος είναι άμεσα εφαρμόσιμος χωρίς να απαιτείται εθνική νομοθεσία, θα περιορίσει το ενδεχόμενο θέσπισης διαφορετικών μέτρων εκ μέρους των αρμόδιων αρχών σε εθνικό επίπεδο και θα διασφαλίσει τη συνέπεια όσον αφορά την προσέγγιση, καθώς και μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου σε ολόκληρη την ΕΕ (π.χ. για την υποχρεωτική συνεισφορά βασικών δεδομένων της αγοράς από τα χρηματιστήρια διαφόρων κρατών μελών).

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας

Η Επιτροπή πραγματοποίησε την πρώτη διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, μετά τη θέση σε εφαρμογή των κανόνων της οδηγίας MiFID / του κανονισμού MiFIR τον Ιανουάριο του 2018, στο διάστημα από τον Φεβρουάριο έως τον Μάιο του 2020 (βλ. κατωτέρω). Η διαβούλευση ανέδειξε ότι οι περισσότεροι επενδυτές δεν έχουν πλήρη εικόνα των τιμών και των διαθέσιμων όγκων (δηλ. της ρευστότητας) όταν αποφασίζουν να επενδύσουν στις κεφαλαιαγορές της Ένωσης.

Η διαβούλευση ανέδειξε επίσης ότι τα χρηματιστηριακά (ιδιόκτητα) προϊόντα για τα δεδομένα της αγοράς τα οποία εμφανίστηκαν στο πλαίσιο της οδηγίας MiFID I καθώς και της οδηγίας MiFID / του κανονισμού MiFIR δεν δημιουργούν ενοποιημένη εικόνα όλων των αγορών διαπραγμάτευσης. Η ρευστότητα η οποία είναι διαθέσιμη σε εναλλακτικές αγορές (ΠΜΔ / ΜΟΔ) και μέσω επενδυτικών τραπεζών που διαπραγματεύονται χρηματοπιστωτικά μέσα έναντι του αποθέματός τους (συστηματικοί εσωτερικοποιητές) δεν αντιπροσωπεύεται στις εν λόγω ιδιόκτητες ροές δεδομένων. Αυτό δημιουργεί σημαντικά εμπόδια πληροφόρησης, καθώς οι όγκοι στις εν λόγω εναλλακτικές πλατφόρμες μπορεί να αντιπροσωπεύουν έως και 50 % του όγκου συναλλαγών σε οποιαδήποτε ημέρα συναλλαγών.

Οι χρηματομεσίτες και οι χρηματιστές-διαπραγματευτές είναι υπεύθυνοι για την παροχή βέλτιστης εκτέλεσης, υπό την έννοια της επίτευξης της πλέον ευνοϊκής συναλλαγής από άποψη τιμής και του χαμηλότερου συνολικού εμφανούς και αφανούς κόστους 16 για τους επενδυτές. Η έννοια της βέλτιστης εκτέλεσης σημαίνει ότι οι μεσίτες πρέπει να δείχνουν στους πελάτες τους τις τιμές στις οποίες αγόρασαν και πώλησαν σε σύγκριση με τις τιμές και τους όγκους που ήταν διαθέσιμοι σε διάφορα χρηματιστήρια και εναλλακτικούς τόπους διαπραγμάτευσης κατά τον χρόνο εκτέλεσης της συναλλαγής. Η έλλειψη ενοποιημένης εικόνας όλων των αγορών διαπραγμάτευσης συνιστά πρόβλημα όταν το χρηματοπιστωτικό μέσο διατίθεται προς διαπραγμάτευση όχι σε έναν μόνο τόπο διαπραγμάτευσης αλλά σε περισσότερους ανταγωνιστικούς τόπους διαπραγμάτευσης. Ο επενδυτής έχει, και θα πρέπει να διατηρήσει, την επιλογή μεταξύ ανταγωνιστικών τόπων διαπραγμάτευσης, αλλά επί του παρόντος πρέπει να στηρίζεται σε δεδομένα της αγοράς τα οποία καλύπτουν μόνον μεμονωμένους τόπους διαπραγμάτευσης. Ως εκ τούτου, οι επενδυτές δεν έχουν επαρκή πρόσβαση σε ενοποιημένα και συγκρίσιμα δεδομένα της αγοράς και αδυνατούν να συγκρίνουν αν θα είχαν εξασφαλίσει καλύτερους όρους εκτέλεσης σε εναλλακτική πλατφόρμα διαπραγμάτευσης. Αυτό εμποδίζει τους επενδυτές να ζητούν από τους χρηματομεσίτες και τους χρηματιστές-διαπραγματευτές των κινητών αξιών τους να λογοδοτήσουν σχετικά με το αν πέτυχαν τη βέλτιστη εκτέλεση για οποιαδήποτε εντολή διαπραγμάτευσης.

Η διαβούλευση ανέδειξε επίσης σημαντικά ζητήματα σχετικά με το κόστος εξασφάλισης δεδομένων της αγοράς από πολλαπλές πηγές δεδομένων. Το κόστος εξασφάλισης των δεδομένων της αγοράς από συνεισφέροντες (σύνδεση και εξασφάλιση άδειας χρήσης) αντιπροσωπεύει επί του παρόντος περίπου τα δύο τρίτα του συνολικού κόστους συγκέντρωσης δεδομένων της αγοράς. Για τον λόγο αυτό, οι προμηθευτές δεδομένων, οι οποίοι διαθέτουν τα εν λόγω δεδομένα στους χρήστες, τείνουν να περιορίζουν την επιλογή πηγών από τις οποίες συλλέγουν και προσφέρουν δεδομένα. Ως εκ τούτου, οι επενδυτές δεν έχουν συνολική εικόνα της ρευστότητας σε όλες τις αγορές διαπραγμάτευσης και οι περισσότεροι επενδυτές αδυνατούν να επωμιστούν το κόστος της απόκτησης συνολικότερης εικόνας.

Από το τέλος του 2019 έως το 2021, η ESMA (στο εξής: ΕΑΚΑΑ, όπως αναφέρεται στις τροποποιούμενες πράξεις) διενήργησε διεξοδικές αναλύσεις του πλαισίου της οδηγίας MiFID / του κανονισμού MiFIR, με έμφαση, πρωτίστως, στα θέματα που αναφέρονται στις ρήτρες περί επανεξέτασης του άρθρου 90 της οδηγίας MiFID και του άρθρου 52 του κανονισμού MiFIR, και δημοσίευσε εκθέσεις επανεξέτασης οι οποίες περιέχουν συστάσεις για αλλαγές στο νομικό πλαίσιο 17 . Οι εκθέσεις επανεξέτασης βασίστηκαν σε εκτενείς δημόσιες διαβουλεύσεις και περιείχαν λεπτομερείς συστάσεις σχετικά με θέματα διάρθρωσης της αγοράς, και ειδικότερα το ισχύον καθεστώς διαφάνειας.

Ειδικότερα, στην «Έκθεση επανεξέτασης της οδηγίας MiFID II / του κανονισμού MiFIR αριθ. 1» 18 , η ΕΑΚΑΑ διαπίστωσε ότι ο κατακερματισμός των πηγών δεδομένων της αγοράς αυξάνει την εξάρτηση από πολλαπλές, ανά τόπο διαπραγμάτευσης, ιδιόκτητες ροές δεδομένων, οι οποίες παρέχουν μερική μόνο εικόνα της διαθέσιμης συναλλακτικής ρευστότητας. Η εξακρίβωση του αν όλες οι πηγές δεδομένων της αγοράς παρέχουν πρόσβαση στα δεδομένα της αγοράς υπό δίκαιους και ισότιμους όρους και σε εύθετο χρόνο καθίσταται δυσχερής λόγω της πολυπλοκότητας του τρόπου χορήγησης αδειών χρήσης για τα ιδιόκτητα δεδομένα της αγοράς και του τρόπου διαχείρισης της συμμόρφωσης με τους περιορισμούς χρήσης. Το γεγονός ότι τα δεδομένα συναλλαγών από επιμέρους τόπους διαπραγμάτευσης είναι μοναδικά και μη υποκαταστάσιμα είχε ως αποτέλεσμα να καταστούν οι συμφωνίες χορήγησης άδειας χρήσης για δεδομένα ολοένα και πιο λεπτομερείς και επαχθείς. Επομένως, οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν δεδομένα της αγοράς αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσχέρειες όσον αφορά τη διαχείριση των τρεχουσών διαφοροποιήσεων στις συμβάσεις χορήγησης άδειας χρήσης, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται με λειτουργικά έξοδα και κινδύνους· συχνά επωμίζονται επίσης το κόστος πολύπλοκων ελέγχων των αδειών χρήσης, το οποίο επιβάλλουν οι πάροχοι δεδομένων μέσω εκ των υστέρων χρεώσεων.

Λαμβανομένης υπόψη της ανομοιογένειας των πολιτικών τιμολόγησης των δεδομένων της αγοράς στην ενιαία αγορά, είναι δύσκολο για τον φορέα ενοποίησης δεδομένων της αγοράς να αποκτήσει πρόσβαση σε ιδιόκτητες ροές δεδομένων της αγοράς υπό δίκαιους και ισότιμους όρους και σε εύθετο χρόνο. Στην έκθεση σχετικά με το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών, η ΕΑΚΑΑ εξέφρασε την άποψη ότι οι ισχύοντες κανόνες της οδηγίας MiFID II δεν υποχρεώνουν τους τόπους διαπραγμάτευσης και τους ΕΜΗΔΗΣΥ να υποβάλλουν δεδομένα της αγοράς σε ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών υπό δίκαιους και εύλογους όρους. Επομένως, η ΕΑΚΑΑ προτείνει να απαιτείται από τους τόπους διαπραγμάτευσης και τους ΕΜΗΔΗΣΥ να παρέχουν δεδομένα στο ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών είτε i) ζητώντας από τους τόπους διαπραγμάτευσης και τους ΕΜΗΔΗΣΥ να παρέχουν δεδομένα στο ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών είτε ii) διατυπώνοντας κριτήρια για τον καθορισμό της τιμής (και των όρων και προϋποθέσεων χρήσης) για τις συνεισφορές στο ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών.

Κατά την ΕΑΚΑΑ, η οδηγία MiFID / ο κανονισμός MiFIR δεν επέτυχαν τον σκοπό της παροχής μεγαλύτερης σαφήνειας όσον αφορά τη χορήγηση άδειας χρήσης για τα ιδιόκτητα δεδομένα της αγοράς και την τιμολόγησή τους. Οι τιμές για τα δεδομένα της αγοράς, ιδίως εκείνα για τα οποία η ζήτηση είναι υψηλή, όπως τα δεδομένα για χρήση διαφορετική από την οπτική παρουσίασή τους (non-display data), έχουν αυξηθεί από το 2017. Μια επαγγελματική ένωση εκτιμά ότι το συνολικό κόστος των δεδομένων για υποθετική μικρή επιχείρηση διαπραγμάτευσης για ίδιο λογαριασμό με πρόσβαση σε διάφορους τόπους διαπραγμάτευσης αυξήθηκε κατά 27 %, από 917 000 EUR το 2016 σε 1,16 εκατ. EUR το 2019 19 . Επιπλέον, η ΕΑΚΑΑ συνιστά ο πάροχος ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών να μοιράζεται τα έσοδά του με τις συνεισφέρουσες οντότητες και να παραδίδει το δελτίο συναλλαγών όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο είναι τεχνικά εφικτό.

Στην έκθεση επανεξέτασης της οδηγίας MiFID II / του κανονισμού MiFIR σχετικά με το καθεστώς διαφάνειας των μετοχών και των μετοχικών χρηματοπιστωτικών μέσων, τον μηχανισμό διπλού μέγιστου ορίου συναλλαγών και τις υποχρεώσεις διαπραγμάτευσης μετοχών, η ΕΑΚΑΑ επανεξέτασε το καθεστώς διαφάνειας του κανονισμού MiFIR για τα μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα και διατύπωσε προτάσεις για στοχευμένες τροποποιήσεις. Η έκθεση περιέχει επίσης συστάσεις σχετικά με άλλες βασικές διατάξεις για τη διαφάνεια, ειδικότερα την υποχρέωση διαπραγμάτευσης για τις μετοχές και τις διατάξεις για τη διαφάνεια που εφαρμόζονται στους συστηματικούς εσωτερικοποιητές στην περίπτωση μετοχικών χρηματοπιστωτικών μέσων.

Στην  έκθεση επανεξέτασης του κανονισμού MiFIR σχετικά με τη διαφάνεια των μη μετοχικών χρηματοπιστωτικών μέσων 20 , η ΕΑΚΑΑ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ισχύον καθεστώς είναι υπερβολικά περίπλοκο και δεν διασφαλίζει πάντοτε αποτελεσματικά τη διαφάνεια για τους συμμετέχοντες στην αγορά, και διατύπωσε ορισμένες προτάσεις για τη βελτίωσή του:

·απαλοιφή της συγκεκριμένης απαλλαγής και χρονικής μετάθεσης για εντολές και συναλλαγές, αντιστοίχως, άνω του ορίου του «συγκεκριμένου μεγέθους ανά χρηματοπιστωτικό μέσο»·

·εξορθολογισμό του καθεστώτος χρονικής μετάθεσης μέσω απλουστευμένου συστήματος βασισμένου στην απόκρυψη των όγκων και στην πλήρη δημοσιοποίηση δύο εβδομάδες αργότερα, καθώς και αφαίρεση των συμπληρωματικών επιλογών χρονικής μετάθεσης που διαθέτουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ) στο πλαίσιο του ισχύοντος κανονισμού MiFIR·

·μετατροπή της δυνατότητας που παρέχεται στις ΕΑΑ να αναστέλλουν προσωρινά την εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού MiFIR για τη διαφάνεια σε μηχανισμό συντονισμένο σε επίπεδο ΕΕ·

·πρόβλεψη δυνατότητας αναστολής, με βραχεία προειδοποίηση, της εφαρμογής της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης παραγώγων κατά τρόπο παρόμοιο με τον μηχανισμό που είναι διαθέσιμος στον κανονισμό για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (κανονισμός EMIR)· και

·συμπλήρωση των κριτηρίων που χρησιμοποιούνται για τη χορήγηση ισοδυναμίας σε τόπους διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών για τον σκοπό της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης παραγώγων με προϋποθέσεις διαφάνειας και πρόσβασης χωρίς διακρίσεις.

·Ποιοι επηρεάζονται από τις χαμηλές επιδόσεις του πλαισίου διαφάνειας;

Οι συμμετέχοντες στην αγορά πρέπει να συμμορφώνονται με εξαιρετικά πολύπλοκους κανόνες διαφάνειας, μεταξύ άλλων όσον αφορά την εφαρμογή απαλλαγών, χρονικών μεταθέσεων και του διπλού μέγιστου ορίου συναλλαγών. Αυτό συνεπάγεται υψηλό κόστος διαχείρισης, το οποίο επηρεάζει τη συνολική ανταγωνιστικότητα των πλατφορμών και τόπων διαπραγμάτευσης της ΕΕ και επιβαρύνει αδικαιολόγητα τους συμμετέχοντες στην αγορά στην ΕΕ. Ο εξορθολογισμός των κανόνων για τη διαφάνεια θα αποβεί επωφελής για το σύνολο της επενδυτικής κοινότητας μέσω της αύξησης της διαθεσιμότητας δεδομένων συναλλαγών και της μείωσης του κόστους εκτέλεσης. Θα έχει επίσης ως αποτέλεσμα ευρύτερη εξεύρεση τιμών στην Ένωση.

Οι προμηθευτές δεδομένων προσφέρουν ήδη ιδιόκτητη ενοποιημένη έκδοση δεδομένων από πολλαπλές πηγές. Ωστόσο, κανένας προμηθευτής δεδομένων δεν μπόρεσε να παράσχει πλήρη εικόνα των συναλλαγών στην ΕΕ σε οποιαδήποτε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού. Επιπλέον, δεδομένου ότι ερμηνεύουν τα πεδία δεδομένων και επιλέγουν τους τόπους διαπραγμάτευσης που ενσωματώνουν, οι προμηθευτές δεδομένων διαφέρουν όχι μόνον ως προς την κάλυψη της αγοράς αλλά και ως προς τον βαθμό της παρεχόμενης ανάλυσης και τις ετικέτες δεδομένων με αποτέλεσμα να παρέχουν διαφορετικά αποτελέσματα για τις ίδιες κινητές αξίες.

Το κόστος παραγωγής και εξομάλυνσης κακής ποιότητας δεδομένων έχει αυξηθεί και οι διαχειριστές στοιχείων ενεργητικού και χαρτοφυλακίου παραπονούνται ότι οι πάροχοι δεδομένων επιβάλλουν υψηλές χρεώσεις για τις ροές δεδομένων 21 . Ως εκ τούτου, η διαχείριση του κινδύνου ρευστότητας και του κινδύνου εκτέλεσης των συναλλαγών, καθ’ όλη την ημέρα διαπραγμάτευσης, καθίσταται πολύ δαπανηρή για όλους τους επενδυτές και τους διαμεσολαβητές τους. Οι επενδυτές αδυνατούν επίσης να ζητήσουν από τους μεσίτες να λογοδοτήσουν για το αν πέτυχαν βέλτιστη εκτέλεση για τις συναλλαγές τους, καθώς η επαλήθευση της βέλτιστης τιμής απαιτεί επί του παρόντος συνδρομή σε ιδιόκτητο προϊόν δεδομένων της αγοράς προμηθευτή δεδομένων ή στην ιδιόκτητη ροή δεδομένων που κάθε χρηματιστήριο προσφέρει για τον τόπο διαπραγμάτευσής του.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Στις 28 Ιουνίου 2019 η Επιτροπή οργάνωσε εργαστήριο με σκοπό να συζητήσει με τα ενδιαφερόμενα μέρη τη δημιουργία ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών της ΕΕ, στο οποίο συμμετείχαν περίπου 80 συμμετέχοντες στην αγορά για να συζητήσουν τα πλεονεκτήματα και τα τεχνικά χαρακτηριστικά ενός ΠΕΔΕΣΥ της ΕΕ, καθώς και τα εμπόδια στη δημιουργία του. Συμμετείχαν ειδικοί σε δεδομένα συναλλαγών ή δεδομένα της αγοράς από την πλευρά των αγοραστών, προμηθευτές δεδομένων, τόποι διαπραγμάτευσης και, από την πλευρά των ρυθμιστικών φορέων, η ΕΑΚΑΑ και αρκετές εθνικές αρμόδιες αρχές (ΕΑΑ). Γενικά, οι κάθε είδους συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι ένα τέτοιο εργαλείο θα είναι χρήσιμο, παρότι διατυπώθηκαν διαφορετικές απόψεις όσον αφορά τα βέλτιστα χαρακτηριστικά του δελτίου συναλλαγών.

Στις 17 Φεβρουαρίου 2020 η Γενική Διεύθυνση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών και Ένωσης Κεφαλαιαγορών (ΓΔ FISMA) δημοσίευσε πρόσκληση σε δημόσια διαβούλευση σχετικά με επανεξέταση της οδηγίας MiFID / του κανονισμού MiFIR με σκοπό να συγκεντρώσει στοιχεία από τα ενδιαφερόμενα μέρη, και γενικότερα από τους πολίτες της ΕΕ, σχετικά με τη συνολική λειτουργία του καθεστώτος μετά τη συμπλήρωση δύο ετών εφαρμογής του. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν προθεσμία έως τις 18 Μαΐου 2020 για να διατυπώσουν τις απόψεις τους μέσω της δικτυακής πύλης EU Survey. 458 ενδιαφερόμενα μέρη απάντησαν στην ανοικτή διαβούλευση σε διάφορα θέματα, συμπεριλαμβανομένων της λειτουργίας του πλαισίου διαφάνειας, του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, των υποχρεώσεων διαπραγμάτευσης μετοχών και παραγώγων, λήφθηκαν δε απαντήσεις από πλευράς πωλητών, αγοραστών, από τόπους διαπραγμάτευσης, παρόχους δεδομένων, τελικούς χρήστες καθώς και ρυθμιστικές αρχές.

Πέραν των ανωτέρω, η Επιτροπή μελέτησε επισταμένως τα επίμαχα ζητήματα, παραγγέλλοντας τη διενέργεια εκτενούς μελέτης για την αξιολόγηση και τον εκ των προτέρων ορισμό τους, με απώτατο στόχο τη στήριξη διαδικασίας ενημερωμένης λήψης αποφάσεων.

Τέλος, το προσωπικό της Επιτροπής πραγματοποίησε πλήθος διμερών επαφών με ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων εταιρειών που ειδικεύονται στη συγκέντρωση δεδομένων της αγοράς, τελειοποιώντας περαιτέρω την ανάλυση και την πολιτική προσέγγισή της.

Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

Η πρόταση βασίζεται στην εμπειρογνωσία των αρμόδιων αρχών της ΕΕ που εποπτεύουν τόπους διαπραγμάτευσης καθώς και στην εμπειρογνωσία των διαχειριστών της αγοράς. Επιπλέον, η Επιτροπή παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις σε άλλες δικαιοδοσίες (ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά), οι οποίες έχουν ήδη αναπτύξει ενοποιημένα δελτία συναλλαγών στο παρελθόν, καθώς και τις ενδεχόμενες αλλαγές που εξετάζουν οι εν λόγω δικαιοδοσίες για τα αντίστοιχα δελτία συναλλαγών τους. Η Επιτροπή εξέτασε τις διάφορες εναλλακτικές λύσεις και διαμόρφωσε άποψη σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής αυτών των εναλλακτικών λύσεων στην περίπτωση της ΕΕ.

Εκτίμηση των επιπτώσεων

Η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου εξέτασε την εκτίμηση επιπτώσεων που επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη πλαισίου για την ενοποίηση δεδομένων της αγοράς 22 . Άλλα θέματα τα οποία περιλαμβάνονται στην πρόταση είχαν ήδη καλυφθεί διεξοδικά στις διάφορες εκθέσεις της ΕΑΚΑΑ σχετικά με τη λειτουργία του πλαισίου του κανονισμού MiFIR, και για τον λόγο αυτό η εκτίμηση επιπτώσεων δεν επικεντρώθηκε σε αυτά.

Η εκτίμηση επιπτώσεων περιλαμβάνει πέντε επιλογές για την επίτευξη της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς:

Επιλογή 1– Ίδια συγκέντρωση. Οι φορείς συγκέντρωσης δεδομένων της αγοράς για ίδια χρήση είναι συμμετέχοντες στην αγορά οι οποίοι συλλέγουν και ενοποιούν δεδομένα της αγοράς για ίδια εσωτερική χρήση. Οι ηλεκτρονικοί ειδικοί διαπραγματευτές (επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν αλγοριθμικές συναλλαγές υψηλής συχνότητας) ή οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες έχουν την ικανότητα να γίνουν φορείς συγκέντρωσης δεδομένων της αγοράς για ίδια χρήση. Οι εν λόγω φορείς θα συλλέγουν δεδομένα της αγοράς από αγορές διαπραγμάτευσης και θα ενοποιούν τα εν λόγω δεδομένα απευθείας στις εγκαταστάσεις τους (αποκεντρωμένη ενοποίηση). Μετά την καταχώρισή τους στην ΕΑΚΑΑ ως «φορέων συγκέντρωσης δεδομένων της αγοράς για ίδια χρήση», οι συμμετέχοντες στην αγορά θα μπορούν να συλλέγουν όλα τα βασικά (εναρμονισμένα) δεδομένα της αγοράς και να ενοποιούν τις πληροφορίες μόνον για ίδια εσωτερική χρήση (η εναρμόνιση των προτύπων αναφοράς μειώνει το κόστος της ενοποίησης των δεδομένων). Οι φορείς συγκέντρωσης δεδομένων της αγοράς για ίδια χρήση δεν θα δημοσιεύουν ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών. Για την αποφυγή πολύπλοκων επιμέρους ρυθμίσεων χορήγησης αδειών χρήσης για τα δεδομένα της αγοράς σε εκατοντάδες (σε πολλές περιπτώσεις) πλατφόρμες εκτέλεσης ή τους ΕΜΗΔΗΣΥ τους που λειτουργούν ως συνεισφέροντες δεδομένα, όλες οι πηγές δεδομένων της αγοράς θα πρέπει να διαθέτουν τυποποιημένα βασικά δεδομένα της αγοράς στους φορείς συγκέντρωσης δεδομένων της αγοράς για ίδια χρήση (υποχρεωτικές συνεισφορές).

Επιλογή 2 – Ανταγωνιστές φορείς ενοποίησης. Το μοντέλο των ανταγωνιστών φορέων ενοποίησης εφαρμόζει επίσης αποκεντρωμένη προσέγγιση της ενοποίησης των βασικών δεδομένων της αγοράς. Μετά την καταχώρισή τους στην ΕΑΚΑΑ, οι ανταγωνιστές φορείς ενοποίησης θα μπορούν να συλλέγουν εναρμονισμένα δεδομένα της αγοράς από τις επιμέρους πηγές δεδομένων (τόπους διαπραγμάτευσης, ΕΜΗΔΗΣΥ) και στη συνέχεια να ενοποιούν τα εν λόγω δεδομένα της αγοράς στο κέντρο δεδομένων στο οποίο βρίσκονται οι συνδρομητές τους (αποφεύγοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την ενοποίηση σε κεντρικό επίπεδο). Στόχος του αποκεντρωμένου μοντέλου ενοποίησης δεδομένων είναι η αντιμετώπιση της γεωγραφικής διασποράς και του χρόνου αναμονής επιδεικνύοντας, σε κάθε συνδρομητή δεδομένων της αγοράς, την τοπική πραγματικότητα. Επομένως, κάθε συνδρομητής θα μπορεί να παρατηρεί τη βέλτιστη διαθέσιμη τιμή από τη γεωγραφική τοποθεσία του. Στόχος του αποκεντρωμένου μοντέλου είναι η εξουδετέρωση μιας επίκρισης που διατυπώνεται συχνά σε σχέση με το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών: το γεγονός ότι η «βέλτιστη εκτέλεση» είναι τοπική πραγματικότητα, αληθής σε μια δεδομένη στιγμή, για μια συγκεκριμένη τοποθεσία στην οποία βρίσκεται ο εκτελών τη συναλλαγή μεσίτης.

Επιλογή 3 – Χρηματιστηριακοί φορείς ενοποίησης. Ο χρηματιστηριακός φορέας ενοποίησης διαχειρίζεται ένα μοντέλο με μορφή «ακτινωτού τροχού». Βάσει της εν λόγω προσέγγισης, κάθε χρηματιστήριο θα καταστεί ο αποκλειστικός φορέας ενοποίησης δεδομένων σε σχέση με τις μετοχές ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι εισηγμένα σε αυτό προς διαπραγμάτευση. Ως εκ τούτου, τα χρηματιστήρια διαπραγμάτευσης θα καταστούν οι φορείς ενοποίησης (το «κέντρο») για όλα τα δεδομένα της αγοράς που αφορούν τα εισηγμένα σε αυτά χρηματοπιστωτικά μέσα (τις «κινητές αξίες προς αναφορά»). Στην πράξη, η επιλογή 3 θα οδηγήσει, για παράδειγμα, σε χωριστό δελτίο συναλλαγών για κάθε ευρωπαϊκό χρηματιστήριο (παραδείγματα αποτελούν τα Euronext, Deutsche Börse, NASDAQ OMX, BME και τα χρηματιστήρια της Βιέννης και της Βαρσοβίας).

Επιλογή 4 – Ενιαίος, ανεξάρτητος φορέας ενοποίησης για κάθε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού. Ο ενιαίος φορέας ενοποίησης θα διαχειρίζεται ένα κεντρικό μοντέλο «ακτινωτού τροχού» για κάθε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού (μετοχές, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα και παράγωγα). Βάσει της εν λόγω προσέγγισης, οι αποκλειστικοί φορείς ενοποίησης δεδομένων θα συλλέγουν δεδομένα για συγκεκριμένους τίτλους από γεωγραφικά χωριστούς τόπους διαπραγμάτευσης, θα ενοποιούν τα δεδομένα σε κεντρικό κέντρο δεδομένων και στη συνέχεια θα διαδίδουν τα δεδομένα από την εν λόγω κεντρική τοποθεσία σε συνδρομητές σε άλλες τοποθεσίες. Επομένως, σε σύγκριση με το αποκεντρωμένο μοντέλο λειτουργίας, το κεντρικό μοντέλο θα είναι μεν ελαφρώς λιγότερο ακριβές όσον αφορά τον έγκαιρο χαρακτήρα των προσυναλλακτικών τιμών που παρέχονται στο ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών, πλην όμως θα διασφαλίζει μεγαλύτερη ολοκλήρωση δεδομένων και θα εφαρμόζει ένα πιο αποδοτικό σύστημα συμμετοχής στα έσοδα.

Επιλογή 5 – Ο κανόνας της συγκέντρωσης. Το σύνολο των συναλλαγών με εισηγμένες μετοχές συγκεντρώνεται στο χρηματιστήριο διαπραγμάτευσης (για μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα, στο υφιστάμενο κύριο κέντρο ρευστότητας) και δεν συντρέχει λόγος ενοποίησης των βασικών δεδομένων της αγοράς με αποκλειστικό ή μη αποκλειστικό φορέα ενοποίησης δεδομένων της αγοράς όσον αφορά κινητές αξίες. Η παρούσα επιλογή δεν θα περιλαμβάνει τη δημιουργία ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών. Στόχος της παρούσας επιλογής θα είναι μάλλον η (έμμεση) ενοποίηση της ροής δεδομένων της αγοράς μέσω της συγκέντρωσης των συναλλαγών σε ορισμένες κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού σε ορισμένες πλατφόρμες εκτέλεσης.

Οι προτιμώμενες επιλογές για την ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς:

Η επιλογή 1.2 (ανταγωνιστές φορείς ενοποίησης) και η επιλογή 1.4 (ενιαίος, ανεξάρτητος φορέας ενοποίησης) είναι οι δύο προτιμώμενες επιλογές. Όσον αφορά την επίτευξη βέλτιστης ποιότητας δεδομένων της αγοράς και έγκαιρης παράδοσης, το μοντέλο αποκεντρωμένης ενοποίησης της επιλογής 1.2 υπερέχει ελαφρώς του μοντέλου κεντρικής ενοποίησης (επιλογή 1.4). Από την άλλη πλευρά, ο διαγωνισμός που συνεπάγεται η επιλογή 1.4 παρέχει στην ΕΑΚΑΑ μεγαλύτερη διακριτική ευχέρεια για την ανάθεση του ρόλου του φορέα ενοποίησης σε πραγματικά νεοεισερχόμενο στην αγορά φορέα. Αυτό θα καταστήσει δυνατή την επιλογή φορέα ενοποίησης ο οποίος θα είναι πλήρως ανεξάρτητος τόσο από τους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς όσο και από τις εταιρείες δεδομένων της αγοράς και ο οποίος θα εφαρμόζει ένα πιο αποδοτικό σύστημα συμμετοχής στα έσοδα.

Η επιλογή 1.2, από την άλλη πλευρά, θα αποτελέσει κατά πάσα πιθανότητα ευκαιρία για τις κατεστημένες εταιρείες δεδομένων της αγοράς να αξιοποιήσουν την εμπειρογνωσία τους στον τομέα της συγκέντρωσης δεδομένων στη νέα αγορά ενοποιημένων δεδομένων. Παρότι διευκολύνει την είσοδο στην αγορά και μειώνει δυνητικώς το κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας, η επιλογή αυτή ενέχει τον κίνδυνο πολλοί από τους εμφανιζόμενους φορείς ενοποίησης να ανήκουν σε καθιερωμένους χρηματοπιστωτικούς ομίλους και, επομένως, να βαρύνονται με δυνητικές συγκρούσεις συμφερόντων.

Σε σχέση με τη διασφάλιση δίκαιης αμοιβής για τους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς, η εκτίμηση επιπτώσεων εξέτασε τρεις επιλογές:

Επιλογή 2.1 – Υποχρεωτικές συνεισφορές με «ελάχιστους στόχους εσόδων» για τους φορείς ενοποίησης δεδομένων της αγοράς. Όλες οι πηγές δεδομένων της αγοράς θα πρέπει να διαθέτουν τυποποιημένα βασικά δεδομένα της αγοράς στους φορείς συγκέντρωσης δεδομένων της αγοράς (υποχρεωτική συνεισφορά). Για να δημιουργηθούν πρόσθετα έσοδα προς κατανομή στους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς, θα προβλέπονται «ελάχιστοι στόχοι εσόδων» οι οποίοι θα περιλαμβάνονται στη διαδικασία επιλογής του ενιαίου φορέα ενοποίησης (επιλογή 1.4) ή στη διαδικασία καταχώρισης ανταγωνιστών φορέων ενοποίησης (επιλογή 1.2). Οι ελάχιστοι στόχοι εσόδων θα τίθενται και θα επανεξετάζονται τακτικά από ανεξάρτητη διαχειριστική επιτροπή. Οι στόχοι εσόδων θα λαμβάνουν υπόψη τις διάφορες χρήσεις του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών από τους συνδρομητές, καθώς και σχετικές παραμέτρους, όπως εμπορική αναδιανομή, συσχέτιση τιμών, ευρετηρίαση, κοινοπραξία, πωλήσεις δεδομένων της αγοράς σε μέσα επικοινωνίας. Οι στόχοι εσόδων για τους επαγγελματίες χρήστες θα μπορούν να τίθενται σε επίπεδα επαρκή για την επιδότηση, σε μεγάλο βαθμό, του κόστους παροχής πρόσβασης σε ιδιώτες χρήστες με ελάχιστο ή μηδενικό κόστος.

Επιλογή 2.2 – Υποχρεωτικές συνεισφορές με νόμιμα τέλη συνδρομής. Η επιλογή 2.2 θα περιλαμβάνει ελάχιστα τέλη συνδρομής προβλεπόμενα από τον νόμο για ροές ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς. Στόχος της εξάρτησης των υποχρεωτικών συνεισφορών από ένα «μοντέλο συμμετοχής στα έσοδα» είναι η δημιουργία αισθήματος κοινού συμφέροντος μεταξύ συνεισφερόντων δεδομένα της αγοράς και φορέων ενοποίησης δεδομένων της αγοράς. Μέσω του καθορισμού κατώτατων ορίων για τα τέλη χρήσης βασικών δεδομένων της αγοράς, οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς συμμετέχουν στην εμπορική επιτυχία των ροών ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς και μοιράζονται τον κίνδυνο της επιτυχίας του προϊόντος ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς με τους φορείς ενοποίησης δεδομένων της αγοράς. Τα τέλη συνδρομής θα προσδιορίζονται και θα επανεξετάζονται τακτικά από ανεξάρτητη διαχειριστική επιτροπή.

Επιλογή 2.3 – Υποχρεωτικές συνεισφορές με αποζημίωση μέσω «τέλους χρήσης τιμής αναφοράς». Στο πλαίσιο της επιλογής 2.3 διασφαλίζεται αμοιβή για τους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς μέσω τέλους χρήσης για όλους τους τόπους εκτέλεσης που δεν συμβάλλουν στη διαμόρφωση των τιμών στις αγορές μετοχών (αδιαφανείς συναλλαγές). Από τεχνικής απόψεως, οι αδιαφανείς συναλλαγές είναι μορφή διαπραγμάτευσης που δεν είναι προσυναλλακτικά διαφανής – δεν δημοσιεύονται τιμές και οι συναλλαγές εκτελούνται στην τιμή αναφοράς που καθορίζεται στις πλατφόρμες εκτέλεσης της πρωτογενούς αγοράς οι οποίες ταυτίζουν τις συναλλαγές κάνοντας χρήση τιμής αναφοράς την οποία «εισάγουν» από το χρηματιστήριο διαπραγμάτευσης. Οι χρήστες της απαλλαγής της τιμής αναφοράς θα πρέπει να «αγοράζουν» την τιμή αναφοράς μέσω μηνιαίου κατ’ αξίαν τέλους το οποίο θα καταβάλλεται (για επιστροφή στο χρηματιστήριο διαπραγμάτευσης) στον διαχειριστή του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών.

Τελικά, η προτιμώμενη επιλογή για την αμοιβή που καταβάλλεται για τα δεδομένα της αγοράς είναι η επιλογή 2.1, καθώς είναι η λιγότερο παρεμβατική στο επιχειρηματικό μοντέλο του φορέα ενοποίησης, ενώ διασφαλίζει ροή εσόδων αντίστοιχη αυτής που μπορεί να παραγάγει τόσο η επιλογή 2.2 όσο και η επιλογή 2.3. Σε σύγκριση με την πολυπλοκότητα του καθορισμού ατομικών τελών συνδρομής σε κεντρικό επίπεδο, η επιλογή 2.1 παρέχει μεγαλύτερη επιχειρηματική ελευθερία για τον καθορισμό και την επανεξέταση των τελών συνδρομής. 

Συνολική επιλογή πολιτικής όσον αφορά την ενοποίηση και τη δίκαιη αμοιβή

Όσον αφορά την επίτευξη βέλτιστου συνδυασμού που θα διασφαλίζει υψηλή ποιότητα των δεδομένων της αγοράς και έγκαιρη παράδοση, η διαδικασία διαγωνισμού που συνεπάγεται η επιλογή 1.4 είναι η καταλληλότερη μέθοδος για τη διασφάλιση ανταγωνισμού για τη νέα αγορά εγκαθίδρυσης των βασικών υποδομών που απαιτούνται για την ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς. Από την άλλη πλευρά, πολλά από τα θετικά χαρακτηριστικά της επιλογής 1.2 μπορούν να διατηρηθούν μέσω της δημιουργίας, ενδεχομένως σε μεταγενέστερο στάδιο, νέας αγοράς επόμενου σταδίου για τη δημοσίευση δεδομένων της αγοράς και την προηγμένη ανάλυση δεδομένων, η οποία θα είναι ανοικτή στον ανταγωνισμό. Η συμμετοχή των συνεισφερόντων δεδομένα της αγοράς στα έσοδα διασφαλίζεται καλύτερα με την επιλογή 2.1 (μοντέλο συμμετοχής στα έσοδα).

Πιθανός αντίκτυπος της προτιμώμενης επιλογής

Η εξάλειψη των εμποδίων στην ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς θα έχει θετικό αντίκτυπο στους επενδυτές στις κεφαλαιαγορές, δηλ. την πλευρά των αγοραστών. Η πλευρά των αγοραστών (δηλ. οι επενδυτές σε κεφαλαιαγορές) θα είναι ο κύριος ωφελούμενος από την ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς, καθώς το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών θα διασφαλίσει ότι οι επενδυτές και οι διαχειριστές των επενδύσεών τους θα λαμβάνουν πλήρη επισκόπηση του συνόλου της ρευστότητας σε οποιοδήποτε χρηματοπιστωτικό μέσο ώστε να μπορούν τελικώς να αξιοποιήσουν πλήρως τα οφέλη της ενιαίας αγοράς.

Η άρση των εμποδίων στη δημιουργία ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών θα παράσχει κίνητρα σε διαχειριστές στοιχείων ενεργητικού και διαχειριστές χαρτοφυλακίου ώστε να συμπεριλάβουν στα χαρτοφυλάκια που διαχειρίζονται τα βέλτιστα χρηματοπιστωτικά μέσα (συνδυασμό αυτών) τα οποία είναι διαθέσιμα στην Ένωση και όχι μόνον το χρηματοπιστωτικό μέσο που είναι διαθέσιμο στους (λιγοστούς) τόπους διαπραγμάτευσης στα δεδομένα της αγοράς των οποίων είναι επί του παρόντος συνδρομητές. Οι εν λόγω διαχειριστές θα έχουν στη διάθεσή τους τις πληροφορίες για να μπορέσουν να αποφασίσουν εάν πρέπει να γίνουν μέλη (άλλων) τόπων διαπραγμάτευσης, όταν αυτοί παρέχουν τα βέλτιστα προϊόντα για τον σκοπό τους. Αυτό θα παράσχει σημαντική καθοδήγηση στους συναλλασσομένους στην πλευρά των αγοραστών κατά τη διενέργεια εκτιμήσεων και τη λήψη αποφάσεων διαπραγμάτευσης και τον καθορισμό των αλγοριθμικών παραμέτρων τους.

Το κύριο όφελος του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών για τον επενδυτή (διαχειριστή στην πλευρά των αγοραστών) είναι η αποφυγή του κινδύνου ρευστότητας και της ολίσθησης. Για τις μετοχές, 56 % των διαχειριστών στοιχείων ενεργητικού που συμμετείχαν σε έρευνα της MSP 23 ανέφεραν την ολίσθηση, η οποία κυμαίνεται μεταξύ 0 και 0,5 μονάδας βάσης της ετήσιας αξίας συναλλαγών, ως την κύρια συνέπεια της έλλειψης διαφάνειας όσον αφορά τη ρευστότητα της αγοράς. Η αποφυγή της εν λόγω ολίσθησης θα συνεπάγεται κέρδη για τους επενδυτές ύψους έως 1,06 δισ. EUR.

Για τα ομόλογα, τα δυνητικά κέρδη της ενοποιημένης εικόνας των αγορών θα είναι ακόμη μεγαλύτερα. Πράγματι, οι εκτιμώμενες ζημίες λόγω ολίσθησης υπερβαίνουν κατά πολύ τις προαναφερθείσες εκτιμήσεις όσον αφορά τις μετοχές. Το 60 % των διαχειριστών ομολόγων που ερωτήθηκαν στο πλαίσιο της μελέτης της MSP εκτίμησε ότι το κόστος ολίσθησης ανέρχεται έως και σε 5 μονάδες βάσης, το 25 % εκτίμησε ότι το εν λόγω κόστος ανέρχεται έως και σε 10 μονάδες βάσης, ενώ το 11 % εκτίμησε ότι ανέρχεται έως και σε 50 μονάδες βάσης. Η έλλειψη αξιόπιστων στοιχείων για την αξία των συναλλαγών σε ομόλογα καθιστά αδύνατη την ποσοτικοποίηση της ολίσθησης σε απόλυτους όρους.

Δυνητικά οφέλη προβλέπονται επίσης για τις ρυθμιζόμενες αγορές, καθώς το δελτίο συναλλαγών θα βελτιώσει το επίπεδο προβολής των μετοχών, ιδίως των ΜΜΕ, που είναι εισηγμένες σε τέτοιους τόπους διαπραγμάτευσης οι οποίες θα τύχουν ευρύτερης προβολής από εκείνη που προσφέρουν οι τοπικές αγορές τους με αποτέλεσμα να αυξηθεί η ρευστότητά τους. Η εν λόγω αυξημένη προβολή αυξάνει την ελκυστικότητα των επενδύσεων και το ενδεχόμενο να περιληφθούν οι μετοχές σε επενδυτικά κεφάλαια ή επενδυτικά χαρτοφυλάκια. Επομένως, ως συνέπεια της αυξημένης ελκυστικότητας των μετοχών των ΜΜΕ, το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών θα μπορούσε να αυξήσει επίσης την αποτελεσματικότητα της άντλησης κεφαλαίων για τις ΜΜΕ. 

Θεμελιώδη δικαιώματα

Η παρούσα πρόταση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως την αρχή που θεσπίζει υψηλό επίπεδο προστασίας του καταναλωτή για όλους τους πολίτες της ΕΕ (άρθρο 38). Εάν δεν τεθούν οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών στην ΕΕ, οι ιδιώτες πελάτες ενδέχεται να στερηθούν ένα εργαλείο για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των μεσιτών τους με τον κανόνα της βέλτιστης εκτέλεσης και την απόκτηση αυξημένου εύρους επενδυτικών ευκαιριών, ιδίως σε ορισμένα κράτη μέλη με μικρότερους τόπους διαπραγμάτευσης που παρέχουν λιγότερες επενδυτικές ευκαιρίες.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η πρωτοβουλία δεν έχει επίπτωση στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών θα παρασχεθεί από τον ιδιωτικό τομέα, υπό την εποπτεία της ΕΑΚΑΑ. Τα λοιπά στοιχεία που εξετάζονται στην πρόταση δεν έχουν επίσης αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Πέραν των διατάξεων για την ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς και τη λειτουργία παρόχων ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών για τις κύριες κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού του κανονισμού MiFIR, τις μετοχές, τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, τα ομόλογα και τα παράγωγα, η πρόταση περιλαμβάνει ορισμένα συνοδευτικά μέτρα με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και της ανταγωνιστικότητας των κεφαλαιαγορών της Ένωσης.

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Η πρόταση περιλαμβάνει παρακολούθηση και αξιολόγηση της ανάπτυξης ολοκληρωμένης αγοράς της ΕΕ για ενοποιημένα δεδομένα της αγοράς. Η παρακολούθηση θα καλύπτει τόσο την εξέλιξη των χρησιμοποιούμενων μοντέλων λειτουργίας ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών όσο και την επίτευξη της διευκόλυνσης της καθολικής πρόσβασης σε ενοποιημένα δεδομένα της αγοράς για την ευρύτερη επενδυτική κοινότητα. Η παρακολούθηση θα επικεντρωθεί ειδικότερα στις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού για τις οποίες έχει εμφανιστεί ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών· στον έγκαιρο χαρακτήρα και την ποιότητα παράδοσης της ενοποίησης δεδομένων της αγοράς· στον ρόλο της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς για τη μείωση της ελλιπούς εφαρμογής ανά κατηγορία στοιχείων ενεργητικού· στον αριθμό των συνδρομητών σε ενοποιημένα δεδομένα της αγοράς ανά κατηγορία στοιχείων ενεργητικού· στην επιτυχία των μοντέλων κατανομής εσόδων για τις ρυθμιζόμενες αγορές για τη συνεισφορά εκ μέρους τους δεδομένων της αγοράς που αφορούν μετοχές· στις συνέπειες της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς στην αποκατάσταση των ασυμμετριών πληροφόρησης μεταξύ διαφόρων συμμετεχόντων στις κεφαλαιαγορές· και στις συνέπειες της ευρύτερης πρόσβασης σε ενοποιημένα δεδομένα της αγοράς για τις επενδύσεις σε ΜΜΕ.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Το άρθρο 1 σημείο 1 τροποποιεί ορισμένες πτυχές του αντικειμένου και του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού, ειδικότερα όσον αφορά την υποχρέωση των πολυμερών συστημάτων να λειτουργούν με άδεια τόπου διαπραγμάτευσης.

Το άρθρο 1 σημείο 2 στοιχείο α) μεταφέρει διατάξεις σχετικά με την οριοθέτηση μεταξύ πολυμερών και διμερών συστημάτων από την οδηγία MiFID II στον κανονισμό MiFIR με σκοπό μεγαλύτερο βαθμό εναρμόνισης και την επακόλουθη αύξηση της διαφάνειας.

Το άρθρο 1 σημείο 2 στοιχεία β) έως δ) περιέχει νέους ορισμούς, και ειδικότερα εκείνους που είναι απαραίτητοι για την ενοποίηση των δεδομένων της αγοράς, όπως τον ορισμό των βασικών δεδομένων της αγοράς.

Το άρθρο 1 σημείο 3 προτείνει τη θέσπιση ελάχιστου κατώτατου ορίου μεγέθους συναλλαγής για την απαλλαγή τιμής αναφοράς, ώστε οι εναλλακτικοί τόποι διαπραγμάτευσης να μην μπορούν να εκτελούν συναλλαγές μικρού μεγέθους βάσει της απαλλαγής τιμής αναφοράς, σύμφωνα με τις συστάσεις της ΕΑΚΑΑ.

Το άρθρο 1 σημείο 4 αντικαθιστά το διπλό μέγιστο όριο συναλλαγών με ενιαίο μέγιστο όριο συναλλαγών το οποίο καθορίζεται σε 7 % των συναλλαγών που εκτελούνται βάσει της απαλλαγής τιμής αναφοράς ή της απαλλαγής κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσας συναλλαγής.

Το άρθρο 1 σημείο 6 συντομεύει και εναρμονίζει τις χρονικές μεταθέσεις δημοσιοποίησης για μετασυναλλακτικές αναφορές στο κοινό οι οποίες αφορούν μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα. Απαλείφει επίσης τη διακριτική ευχέρεια των εθνικών αρμόδιων αρχών να επιτρέπουν τη χρονική μετάθεση των μετασυναλλακτικών αναφορών για μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα επί τέσσερις εβδομάδες και την αντικαθιστά με κατώτατα όρια που εφαρμόζονται σε ολόκληρη την Ένωση. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές διατηρούν διακριτική ευχέρεια μόνον σε σχέση με κρατικούς χρεωστικούς τίτλους.

Το άρθρο 1 σημείο 7 παρέχει στην ΕΑΚΑΑ την εξουσία να προσδιορίζει το περιεχόμενο, τον μορφότυπο και την ορολογία της έννοιας «εύλογοι εμπορικοί όροι», η οποία έχει τύχει πολύ διαφορετικών ερμηνειών.

Το άρθρο 1 σημεία 8 και 9 ενισχύει τις υποχρεώσεις δημόσιας προσφοράς τιμής που υπέχει ο συστηματικός εσωτερικοποιητής. Η νέα αυτή διάταξη αυξάνει την προσυναλλακτική υποχρέωση προσφοράς τιμής του συστηματικού εσωτερικοποιητή σε σχέση με τις μετοχές ώστε να καλύπτονται οι τιμές για μεγέθη συναλλαγών έως τουλάχιστον το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς. Η διάταξη προτείνει επίσης την εφαρμογή του κατώτατου ορίου για την απαλλαγή τιμής αναφοράς και σε συναλλαγές που πραγματοποιεί συστηματικός εσωτερικοποιητής οι οποίες στερούνται προσυναλλακτικής διαφάνειας. Σύμφωνα με το κατώτατο όριο για την απαλλαγή τιμής αναφοράς, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν θα μπορούν να ταυτίζουν συναλλαγές μικρού μεγέθους στο μέσο σημείο των τρεχουσών τιμών αγοράς και πώλησης.

Το άρθρο 1 σημείο 10 θεσπίζει την υποχρέωση των τόπων διαπραγμάτευσης να συνεισφέρουν εναρμονισμένα δεδομένα της αγοράς απευθείας και αποκλειστικά στις οντότητες που ορίζει η ΕΑΚΑΑ ως τον ΠΕΔΕΣΥ για κάθε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού (υποχρεωτικές συνεισφορές). Το άρθρο 1 σημείο 10 ευθυγραμμίζει επίσης τους μορφοτύπους αναφοράς συναλλαγών και τις υποχρεώσεις δημοσιοποίησης για τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές με τους μορφοτύπους και τις υποχρεώσεις που εφαρμόζονται στα χρηματιστήρια και τους εναλλακτικούς τόπους εκτέλεσης (ΠΜΔ / ΜΟΔ). Αυτό θα επιτευχθεί μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξης η οποία θα καταστήσει τον τρέχοντα μορφότυπο αναφοράς που χρησιμοποιούν τα χρηματιστήρια (την πρότυπη τυπολογία της αγοράς ή ΠΤΑ) υποχρεωτικό για όλες τις αναφορές δεδομένων της αγοράς από τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές. Επιπλέον, το άρθρο 1 σημείο 10 επεκτείνει την υποχρέωση συγχρονισμού των ρολογιών εργασίας πέραν των τόπων διαπραγμάτευσης και των μελών τους στους συστηματικούς εσωτερικοποιητές, τους ΕΜΗΔΗΣΥ και τους ΠΕΔΕΣΥ (άρθρο 22γ).

Το άρθρο 1 σημείο 11 κωδικοποιεί τα όρια της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης μετοχών. Σύμφωνα με τις προτάσεις που διατύπωσε η ΕΑΚΑΑ στην τελική έκθεση σχετικά με το καθεστώς διαφάνειας για τα μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα, ακολουθώντας την προσέγγισή της στη σχετική δήλωσή της, το παρόν άρθρο οριοθετεί την υποχρέωση διαπραγμάτευσης μετοχών στις μετοχές που είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά στον ΕΟΧ και θεσπίζει «επίσημο κατάλογο» της ΕΕ για τις μετοχές που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης μετοχών, αίροντας τις υπάρχουσες αμφιβολίες όσον αφορά τα όρια της εφαρμογής της εν λόγω υποχρέωσης.

Το άρθρο 1 σημεία 12, 13 και 14 θεσπίζει ορισμένες τεχνικές αλλαγές σε σχέση με την αναφορά συναλλαγών και τα δεδομένα αναφοράς.

Το άρθρο 1 σημείο 15 θεσπίζει διαδικασία επιλογής για τον ορισμό παρόχου ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών για κάθε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού (μετοχές, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα και παράγωγα).

Το άρθρο 1 σημείο 16 θεσπίζει διάταξη σχετικά με τις οργανωτικές απαιτήσεις και τα πρότυπα ποιότητας των υπηρεσιών που εφαρμόζονται σε όλους τους ΠΕΔΕΣΥ που επιλέγει και ορίζει η ΕΑΚΑΑ (άρθρο 27η). Οι απαιτήσεις που αφορούν τον ΠΕΔΕΣΥ περιλαμβάνουν τα εξής: α) συλλογή ενοποιημένων βασικών δεδομένων της αγοράς· β) είσπραξη τελών άδειας χρήσης από τους συνδρομητές· και γ) για τις μετοχές, σύστημα συμμετοχής στα έσοδα για τις ρυθμιζόμενες αγορές που συνεισφέρουν δεδομένα της αγοράς.

Το άρθρο 1 σημείο 17 εισάγει το νέο άρθρο 27ηα το οποίο περιέχει ορισμένες υποχρεώσεις δημόσιας αναφοράς για τους ΠΕΔΕΣΥ. Οι εν λόγω υποχρεώσεις αναφοράς αφορούν ορισμένα χαρακτηριστικά ποιότητας των απαιτήσεων επιπέδου υπηρεσιών, π.χ. ταχύτητα παράδοσης, και αναφορές σχετικά με την επιχειρησιακή ανθεκτικότητα.

Το άρθρο 1 σημεία 18, 19 και 20 επιφέρει προσαρμογές στις υποχρεώσεις διαπραγμάτευσης παραγώγων σύμφωνα με τις συστάσεις της ΕΑΚΑΑ. Η υποχρέωση των αντισυμβαλλομένων όσον αφορά τη διαπραγμάτευση παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης σε τόπους διαπραγμάτευσης ενεργοποιείται όταν η κατηγορία παραγώγων δηλώνεται ως υποκείμενη στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Λαμβανομένης υπόψη της στενής αυτής διασύνδεσης, η τροποποίηση ευθυγραμμίζει την υποχρέωση διαπραγμάτευσης παραγώγων βάσει του κανονισμού MiFIR με την υποχρέωση εκκαθάρισης παραγώγων βάσει του κανονισμού EMIR Refit 24 , προκειμένου να διασφαλίζεται ασφάλεια δικαίου μεταξύ των δύο υποχρεώσεων, ειδικότερα σε σχέση με το εύρος των οντοτήτων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης και διαπραγμάτευσης και την ενδεχόμενη αναστολή τέτοιων υποχρεώσεων. Το άρθρο 1 σημείο 20 θεσπίζει το νέο άρθρο 32α το οποίο περιέχει αυτοτελή μηχανισμό αναστολής ώστε η Επιτροπή να μπορεί να αναστείλει την υποχρέωση διαπραγμάτευσης για ορισμένες επιχειρήσεις επενδύσεων που ενεργούν ως ειδικοί διαπραγματευτές με αντισυμβαλλομένους εκτός ΕΟΧ όταν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Ο μηχανισμός μπορεί να ενεργοποιείται κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους και έχει τη μορφή εκτελεστικής πράξης που εκδίδει η Επιτροπή. Η αναστολή πρέπει να συνοδεύεται από στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούται τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις αναστολής.

Το άρθρο 1 σημεία 21, 22 και 23 απαλείφει την υποχρέωση «μη διακριτικής πρόσβασης» για τα χρηματιστηριακά παράγωγα. Οι υποδομές εκκαθάρισης στην Ένωση δεν θα υποχρεούνται πλέον να εκκαθαρίζουν συναλλαγές παραγώγων οι οποίες δεν εκτελούνται στις κάθετα ολοκληρωμένες πλατφόρμες διαπραγμάτευσής τους. Ομοίως, οι τόποι διαπραγμάτευσης στην Ένωση δεν θα υποχρεούνται πλέον να δέχονται την εκκαθάριση, από υποδομή εκκαθάρισης που δεν είναι μέλος τους, των συναλλαγών που εκτελούνται στην πλατφόρμα τους.

Το άρθρο 1 σημεία 24 και 25 διασφαλίζει ότι η ΕΑΚΑΑ διαθέτει επαρκείς εποπτικές εξουσίες όσον αφορά τους παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών.

Το άρθρο 1 σημείο 26 απαγορεύει στους συστηματικούς εσωτερικοποιητές να προσφέρουν πληρωμή για ροή (ιδιωτικών) εντολών. Η παρούσα πρόταση θα θέσει τέλος στην αμφιλεγόμενη πρακτική σύμφωνα με την οποία ορισμένοι διαπραγματευτές υψηλής συχνότητας, οι οποίοι είναι οργανωμένοι ως συστηματικοί εσωτερικοποιητές λόγω των μεγάλων όγκων συναλλαγών τους, πληρώνουν μεσίτες λιανικής προκειμένου αυτοί να διοχετεύουν τις ιδιωτικές εντολές τους προς εκτέλεση στον διαπραγματευτή υψηλής συχνότητας. Αναμένεται ότι, ελλείψει πληρωμής για ροή ιδιωτικών εντολών, οι ιδιωτικές εντολές θα διαβιβάζονται προς εκτέλεση σε προσυναλλακτικά διαφανή αγορά (ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ). Σε συνδυασμό με την αυξημένη υποχρέωση προσυναλλακτικής προσφοράς τιμής για τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές, οι εν λόγω οντότητες θα πρέπει να «κερδίσουν» τη ροή ιδιωτικών εντολών δημοσιεύοντας ανταγωνιστικές προσυναλλακτικές προσφορές τιμής. Βάσει της παραδοχής ότι η ροή ιδιωτικών εντολών αντιπροσωπεύει από 7 έως 10 % των συνολικών ημερήσιων όγκων και της αναμενόμενης αύξησης διαδικτυακής μεσιτείας, η απαγόρευση πληρωμής για ροή ιδιωτικών εντολών αναμένεται να αυξήσει την ποιότητα της εκτέλεσης για τους ιδιώτες επενδυτές καθώς και την προσυναλλακτική διαφάνεια όλων των πλατφορμών εκτέλεσης που εκτελούν ιδιωτικές εντολές.

Το άρθρο 1 σημείο 27 εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις προς συμπλήρωση του κανονισμού.

Το άρθρο 1 σημείο 28 στοιχείο α) αναθέτει στην ΕΑΚΑΑ την υποχρέωση υποβολής εκθέσεων παρακολούθησης.

Το άρθρο 1 σημείο 28 στοιχείο β) και το άρθρο 1 σημείο 29 απαλείφουν μεταβατικό μέτρο και την εξουσιοδότηση προς την Επιτροπή να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βάσει του αντικαθιστάμενου πλαισίου για τον ΠΕΔΕΣΥ.

Το άρθρο 2 προβλέπει ότι ο κανονισμός αρχίζει να ισχύει και να εφαρμόζεται την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του.

2021/0385 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 όσον αφορά την ενίσχυση της διαφάνειας των δεδομένων της αγοράς, την άρση των εμποδίων στην εμφάνιση ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, τη βελτιστοποίηση των υποχρεώσεων διαπραγμάτευσης και την απαγόρευση είσπραξης πληρωμής για τη διαβίβαση εντολών πελατών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 25 ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 26 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Με το σχέδιο δράσης του 2020 για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU) 27 , η Επιτροπή ανακοίνωσε την πρόθεσή της να καταθέσει νομοθετική πρόταση για τη δημιουργία κεντρικής βάσης δεδομένων με σκοπό την παροχή συνολικής εικόνας των τιμών και του όγκου των μετοχών και μετοχικών χρηματοπιστωτικών μέσων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ολόκληρη την Ένωση σε πλήθος τόπων διαπραγμάτευσης (στο εξής: ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών). Στις 2 Δεκεμβρίου 2020, με τα συμπεράσματά του σχετικά με το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για την Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU) 28 , το Συμβούλιο ενθάρρυνε την Επιτροπή να παράσχει κίνητρα για περισσότερες επενδυτικές δραστηριότητες εντός της Ένωσης με την ενίσχυση της διαθεσιμότητας και της διαφάνειας των δεδομένων μέσω της διεξοδικότερης αξιολόγησης του τρόπου αντιμετώπισης των εμποδίων για την καθιέρωση ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών στην ΕΕ.

(2)Στον οδικό χάρτη που εξέδωσε στις 19 Ιανουαρίου 2021, με τίτλο «Το ευρωπαϊκό οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα: προώθηση του ανοικτού χαρακτήρα, της ισχύος και της ανθεκτικότητας» 29 , η Επιτροπή επιβεβαίωσε την πρόθεσή της να βελτιώσει, να απλουστεύσει και να εναρμονίσει περαιτέρω τη διαφάνεια των κεφαλαιαγορών, στο πλαίσιο της επανεξέτασης της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 30 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 31 . Στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλονται για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ, η Επιτροπή ανακοίνωσε επίσης ότι η μεταρρύθμιση αυτή θα περιλαμβάνει τον σχεδιασμό και την εφαρμογή ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, ιδίως όσον αφορά εκδόσεις εταιρικών ομολόγων, για την αύξηση της ρευστότητας της διαπραγμάτευσης χρεογράφων σε ευρώ σε δευτερογενείς αγορές.

(3)Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 32 προβλέπει το νομοθετικό πλαίσιο για «παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών» ή «ΠΕΔΕΣΥ», τόσο για μετοχές όσο και για μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα. Οι εν λόγω ΠΕΔΕΣΥ είναι επί του παρόντος υπεύθυνοι για τη συλλογή, από τόπους διαπραγμάτευσης και εγκεκριμένους μηχανισμούς δημοσιοποίησης συναλλαγών (ΕΜΗΔΗΣΥ), δεδομένων της αγοράς σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα και για την ενοποίηση των εν λόγω δεδομένων σε συνεχή ηλεκτρονική ροή δεδομένων ταυτόχρονης μετάδοσης, η οποία παρέχει δεδομένα της αγοράς ανά χρηματοπιστωτικό μέσο. Η δημιουργία ΠΕΔΕΣΥ στηρίχθηκε στην ιδέα ότι τα δεδομένα της αγοράς από τόπους διαπραγμάτευσης και ΕΜΗΔΗΣΥ θα διατίθενται στο κοινό ενοποιημένα, με τη συμπερίληψη όλων των αγορών διαπραγμάτευσης της Ένωσης, κάνοντας χρήση πανομοιότυπων ετικετών και μορφοτύπων δεδομένων καθώς και διεπαφών χρήστη.

(4)Ωστόσο, έως σήμερα, καμία εποπτευόμενη οντότητα δεν υπέβαλε αίτηση άδειας λειτουργίας ως ΠΕΔΕΣΥ. Η ΕΑΚΑΑ προσδιόρισε τρία κύρια εμπόδια στην υποβολή αιτήσεων, από εποπτευόμενες οντότητες, προκειμένου να καταχωριστούν ως ΠΕΔΕΣΥ 33 . Πρώτον, έλλειψη σαφήνειας σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο ΠΕΔΕΣΥ θα λαμβάνει δεδομένα της αγοράς από τους διάφορους τόπους εκτέλεσης ή από τους σχετικούς παρόχους υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων. Δεύτερον, ανεπαρκής ποιότητα όσον αφορά την εναρμόνιση των δεδομένων που αναφέρουν οι εν λόγω τόποι εκτέλεσης προκειμένου η ενοποίηση να είναι οικονομικά αποδοτική. Τρίτον, έλλειψη εμπορικών κινήτρων για την υποβολή αίτησης άδειας λειτουργίας ως ΠΕΔΕΣΥ. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να αρθούν τα εν λόγω εμπόδια. Για την άρση των εμποδίων απαιτείται, πρώτον, όλοι οι τόποι διαπραγμάτευσης και οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές να παρέχουν στους ΠΕΔΕΣΥ δεδομένα της αγοράς (κανόνας της παροχής). Δεύτερον, απαιτείται βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων μέσω της εναρμόνισης των αναφορών δεδομένων που θα πρέπει να υποβάλλουν στον ΠΕΔΕΣΥ οι τόποι διαπραγμάτευσης και οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές.

(5)Το άρθρο 1 παράγραφος 7 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 34 απαιτεί από τους διαχειριστές συστημάτων στα οποία μπορούν να αλληλεπιδρούν πλείονα ενδιαφέροντα τρίτων για αγορά και πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων (πολυμερή συστήματα) να λειτουργούν σύμφωνα με τις απαιτήσεις για τις ρυθμιζόμενες αγορές, τους πολυμερείς μηχανισμούς διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) ή τους μηχανισμούς οργανωμένης διαπραγμάτευσης (ΜΟΔ). Η συμπερίληψη της εν λόγω απαίτησης στην οδηγία 2014/65/ΕΕ άφησε περιθώριο για διαφορετικές ερμηνείες της, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μη ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ, αφενός, πολυμερών συστημάτων που διαθέτουν άδεια λειτουργίας ως ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ ή ΜΟΔ και, αφετέρου, πολυμερών συστημάτων που δεν διαθέτουν τέτοια άδεια. Για να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή της, η εν λόγω απαίτηση θα πρέπει να περιληφθεί στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

(6)Το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 παρέχει τη δυνατότητα στις αρμόδιες αρχές να απαλλάσσουν από τις απαιτήσεις προσυναλλακτικής διαφάνειας διαχειριστές αγοράς και επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης, οι οποίοι καθορίζουν τις τιμές τους διά παραπομπής στο μέσο σημείο της τιμής της πρωτογενούς αγοράς διαπραγμάτευσης ή της σημαντικότερης από άποψη ρευστότητας αγοράς. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει λόγος που να δικαιολογεί την εξαίρεση των μικρότερου μεγέθους εντολών από ένα διαφανές βιβλίο εντολών και προκειμένου να αυξηθεί η προσυναλλακτική διαφάνεια και να ενισχυθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο η διαδικασία διαμόρφωσης τιμών, η εν λόγω απαλλαγή θα πρέπει να εφαρμόζεται σε εντολές μεγέθους μεγαλύτερου ή ίσου του διπλάσιου του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς. Όταν το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών για μετοχές και διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια θα παρέχει τιμές αγοράς και πώλησης από τις οποίες μπορεί να αντληθεί μέσο σημείο, η απαλλαγή της τιμής αναφοράς θα πρέπει να είναι επίσης διαθέσιμη για τα συστήματα που αντλούν το μέσο σημείο της τιμής από το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών.

(7)Οι αδιαφανείς συναλλαγές είναι συναλλαγές που στερούνται προσυναλλακτικής διαφάνειας, μέσω της χρήσης της απαλλαγής τιμής αναφοράς που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και της απαλλαγής κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσας συναλλαγής που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του ίδιου κανονισμού. Στη χρήση αμφοτέρων των απαλλαγών επιβάλλεται ανώτατο όριο μέσω του διπλού μέγιστου ορίου συναλλαγών. Το διπλό μέγιστο όριο συναλλαγών είναι μηχανισμός ο οποίος περιορίζει το ύψος των αδιαφανών συναλλαγών σε ορισμένο ποσοστό των συνολικών συναλλαγών σε μετοχικό χρηματοπιστωτικό μέσο. Το ποσό των αδιαφανών συναλλαγών σε οποιοδήποτε μετοχικό χρηματοπιστωτικό μέσο σε μεμονωμένο τόπο διαπραγμάτευσης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 4 % των συνολικών συναλλαγών στο εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο στην Ένωση. Σε περίπτωση υπέρβασης του εν λόγω ορίου, οι αδιαφανείς συναλλαγές στο συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο στον συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης αναστέλλονται. Εν συνεχεία, το ποσό των αδιαφανών συναλλαγών σε ένα μετοχικό χρηματοπιστωτικό μέσο στην Ένωση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 8 % των συνολικών συναλλαγών στο εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο στην Ένωση. Σε περίπτωση υπέρβασης του εν λόγω ορίου, όλες οι αδιαφανείς συναλλαγές στο συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο αναστέλλονται. Το όριο που ισχύει για τον μεμονωμένο τόπο διαπραγμάτευσης αφήνει περιθώριο για τη συνέχιση της χρήσης των εν λόγω απαλλαγών σε άλλες πλατφόρμες στις οποίες οι συναλλαγές στο συγκεκριμένο μετοχικό χρηματοπιστωτικό μέσο δεν έχουν ακόμη ανασταλεί, έως ότου παρατηρηθεί υπέρβαση του ορίου που ισχύει για ολόκληρη την Ένωση. Αυτό καθιστά περίπλοκη την παρακολούθηση των επιπέδων αδιαφανών συναλλαγών και την επιβολή της αναστολής. Για την απλούστευση του διπλού μέγιστου ορίου συναλλαγών και τη διατήρηση της αποτελεσματικότητάς του, το νέο ενιαίο μέγιστο όριο συναλλαγών θα πρέπει να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνον στο όριο που ισχύει για ολόκληρη την ΕΕ. Το εν λόγω όριο θα πρέπει να μειωθεί σε 7 % για να αντισταθμιστεί η δυνητική αύξηση των συναλλαγών βάσει των εν λόγω απαλλαγών, ως αποτέλεσμα της κατάργησης του ορίου που ίσχυε για τον μεμονωμένο τόπο διαπραγμάτευσης.

(8)Το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 προβλέπει υποχρεώσεις για τη δημοσιοποίηση από τους τόπους διαπραγμάτευσης πληροφοριών σχετικά με συναλλαγές σε μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων της τιμής και του όγκου. Το άρθρο 11 του ίδιου κανονισμού περιέχει τους λόγους για τους οποίους οι εθνικές αρμόδιες αρχές επιτρέπουν τη χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης των εν λόγω στοιχείων. Η χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης των εν λόγω στοιχείων επιτρέπεται όταν η συναλλαγή υπερβαίνει το όριο του μεγάλου μεγέθους και αφορά χρηματοπιστωτικό μέσο για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά ή όταν η εν λόγω συναλλαγή υπερβαίνει το όριο του συγκεκριμένου μεγέθους για το χρηματοπιστωτικό μέσο στην περίπτωση που στη συναλλαγή εμπλέκονται πάροχοι ρευστότητας. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές διαθέτουν διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τη διάρκεια της περιόδου χρονικής μετάθεσης και τα στοιχεία των συναλλαγών των οποίων η δημοσίευση μπορεί να μετατεθεί χρονικά. Η εν λόγω διακριτική ευχέρεια είχε ως αποτέλεσμα διαφορετικές πρακτικές στα κράτη μέλη και αναποτελεσματικές δημοσιοποιήσεις μετασυναλλακτικής διαφάνειας. Για να εξασφαλιστεί διαφάνεια έναντι των κάθε είδους επενδυτών, πρέπει να εναρμονιστεί το καθεστώς χρονικής μετάθεσης στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να καταργηθεί η διακριτική ευχέρεια σε εθνικό επίπεδο και να διευκολυνθεί η ενοποίηση δεδομένων της αγοράς. Επομένως, πρέπει να ενισχυθούν οι υποχρεώσεις μετασυναλλακτικής διαφάνειας μέσω της κατάργησης της διακριτικής ευχέρειας των αρμόδιων αρχών.

(9)Για να εξασφαλίζεται κατάλληλο επίπεδο διαφάνειας, η τιμή συναλλαγής που αφορά μη χρηματοπιστωτικό μέσο θα πρέπει να δημοσιοποιείται όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο και θα πρέπει να μετατίθεται χρονικά μόνον, και το αργότερο, έως το τέλος της ημέρας διαπραγμάτευσης. Ωστόσο, για να μην εκτίθενται σε αδικαιολόγητο κίνδυνο οι πάροχοι ρευστότητας σε μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα, θα πρέπει να είναι δυνατή η απόκρυψη των όγκων των συναλλαγών για σύντομο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τις δύο εβδομάδες. Η ακριβής βαθμονόμηση των διαφόρων περιόδων που αντιστοιχούν σε διαφορετικές χρονικές μεταθέσεις θα πρέπει να ανατεθεί στην ΕΑΚΑΑ λόγω της τεχνικής εμπειρογνωσίας που απαιτείται για τον προσδιορισμό της βαθμονόμησης καθώς και λόγω της αναγκαιότητας να προβλεφθεί ευελιξία για την τροποποίηση της βαθμονόμησης. Οι εν λόγω χρονικές μεταθέσεις θα πρέπει να βασίζονται στη ρευστότητα του μη μετοχικού χρηματοπιστωτικού μέσου, στο μέγεθος της συναλλαγής και, όσον αφορά τα ομόλογα, στην πιστοληπτική διαβάθμιση και δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν πλέον το συγκεκριμένο μέγεθος ανά χρηματοπιστωτικό μέσο.

(10)Το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 απαιτεί από τους διαχειριστές αγοράς και τις επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης να θέτουν τις προσυναλλακτικές και μετασυναλλακτικές πληροφορίες σχετικά με τις συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα στη διάθεση του κοινού υπό εύλογους εμπορικούς όρους και να διασφαλίζουν την άνευ διακρίσεων πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες. Ωστόσο, το εν λόγω άρθρο δεν επέτυχε τους σκοπούς του. Οι πληροφορίες που παρέχουν τόποι διαπραγμάτευσης, ΕΜΗΔΗΣΥ και συστηματικοί εσωτερικοποιητές υπό εύλογους εμπορικούς όρους δεν παρέχουν στους χρήστες τη δυνατότητα να κατανοούν τις πολιτικές για τα δεδομένα της αγοράς και τον τρόπο με τον οποίο καθορίζεται η τιμή των δεδομένων της αγοράς. Η ΕΑΚΑΑ εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής της έννοιας «εύλογοι εμπορικοί όροι». Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να μετατραπούν σε νομικές υποχρεώσεις. Λόγω του υψηλού βαθμού λεπτομέρειας που απαιτείται για τον προσδιορισμό των εύλογων εμπορικών όρων και της απαιτούμενης ευελιξίας για την τροποποίηση των εφαρμοστέων κανόνων λόγω του ταχέως μεταβαλλόμενου τοπίου των δεδομένων, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία θα προσδιορίζουν τον τρόπο εφαρμογής των εύλογων εμπορικών όρων, ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο περαιτέρω την εναρμονισμένη και συνεπή εφαρμογή του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014.

(11)Για να ενισχυθεί η διαδικασία διαμόρφωσης τιμών και να διατηρηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ τόπων διαπραγμάτευσης και συστηματικών εσωτερικοποιητών, το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 απαιτεί από τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές να δημοσιοποιούν όλες τις προσφορές σε μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα οι οποίες είναι κατώτερες του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να αποφασίζουν ελεύθερα τα μεγέθη για τα οποία δίνουν προσφορές ή ορίζουν τιμές, εφόσον το ελάχιστο μέγεθος της προσφοράς τους είναι τουλάχιστον ισοδύναμο με το 10 % του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς. Ωστόσο, η δυνατότητα αυτή είχε ως αποτέλεσμα πολύ χαμηλά επίπεδα προσυναλλακτικής διαφάνειας εκ μέρους των συστηματικών εσωτερικοποιητών που διενεργούν συναλλαγές σε μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα και εμπόδισε την επίτευξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού. Επομένως, πρέπει να απαιτηθεί από τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές να δημοσιοποιούν δεσμευτικές προσφορές οι οποίες αφορούν τουλάχιστον το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς.

(12)Για να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού, επιπλέον της υποχρέωσης δημοσιοποίησης δεσμευτικών προσφορών που αφορούν τουλάχιστον το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν θα πρέπει επίσης να μπορούν πλέον να ταυτίζουν συναλλαγές στο μέσο σημείο κάτω του διπλάσιου του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς. Θα πρέπει επιπλέον να αποσαφηνιστεί ότι οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές θα πρέπει να μπορούν να ταυτίζουν συναλλαγές στο μέσο σημείο εφόσον συμμορφώνονται με τους κανόνες βημάτων τιμών κατά το άρθρο 49 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όταν διενεργούν συναλλαγές που υπερβαίνουν το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς αλλά είναι κατώτερες του ορίου του μεγάλου μεγέθους. Όταν συστηματικοί εσωτερικοποιητές διενεργούν συναλλαγές που υπερβαίνουν το όριο του μεγάλου μεγέθους, θα πρέπει να εξακολουθούν να μπορούν να ταυτίζουν συναλλαγές στο μέσο σημείο χωρίς να συμμορφώνονται με το καθεστώς του βήματος τιμής.

(13)Οι συμμετέχοντες στην αγορά χρειάζονται βασικά δεδομένα της αγοράς προκειμένου να μπορούν να λάβουν ενημερωμένες επενδυτικές αποφάσεις. Βάσει του ισχύοντος άρθρου 27η του κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, η εξασφάλιση βασικών δεδομένων της αγοράς σχετικά με ορισμένα χρηματοπιστωτικά μέσα απευθείας από τόπους διαπραγμάτευσης και ΕΜΗΔΗΣΥ απαιτεί από τους παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών να συνάψουν χωριστές συμφωνίες χορήγησης άδειας χρήσης με όλους αυτούς τους συνεισφέροντες δεδομένα. Η διαδικασία αυτή είναι επαχθής, δαπανηρή και χρονοβόρα. Υπήρξε ένα από τα εμπόδια στην εμφάνιση παρόχων ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών πέραν των ορίων μιας αγοράς. Το εμπόδιο αυτό θα πρέπει να αρθεί προκειμένου οι πάροχοι ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών να μπορούν να αποκτήσουν τα δεδομένα της αγοράς και να υπερβούν ζητήματα άδειας χρήσης. Οι τόποι διαπραγμάτευσης και οι ΕΜΗΔΗΣΥ ή οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές χωρίς παρέμβαση ΕΜΗΔΗΣΥ (συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς) θα πρέπει να υποχρεούνται να υποβάλλουν τα δεδομένα της αγοράς που έχουν στη διάθεσή τους σε παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών και να χρησιμοποιούν για τον σκοπό αυτό εναρμονισμένα υποδείγματα που θα τηρούν πρότυπα δεδομένων υψηλής ποιότητας. Μόνον ΠΕΔΕΣΥ οι οποίοι έχουν επιλεγεί και αδειοδοτηθεί από την ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μπορούν να συλλέγουν εναρμονισμένα δεδομένα της αγοράς από τις επιμέρους πηγές δεδομένων σύμφωνα με τον κανόνα της υποχρεωτικής συνεισφοράς. Για να είναι τα δεδομένα της αγοράς χρήσιμα για τους επενδυτές, οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν στον ΠΕΔΕΣΥ τα δεδομένα της αγοράς όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο είναι τεχνικά εφικτό.

(14)Οι τίτλοι II και III του κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 απαιτούν από τους τόπους διαπραγμάτευσης, τους ΕΜΗΔΗΣΥ, τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές (συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς) να δημοσιοποιούν προσυναλλακτικά δεδομένα σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων των τιμών αγοράς και πώλησης, και μετασυναλλακτικά δεδομένα για τις συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων της τιμής και του όγκου στον οποίο πραγματοποιήθηκε συναλλαγή σε συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο. Οι συμμετέχοντες στην αγορά δεν υποχρεούνται να χρησιμοποιούν τα ενοποιημένα βασικά δεδομένα της αγοράς που παρέχει ο ΠΕΔΕΣΥ. Επομένως, η απαίτηση δημοσιοποίησης των εν λόγω προσυναλλακτικών και μετασυναλλακτικών δεδομένων θα πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται ώστε να μπορούν οι συμμετέχοντες στην αγορά να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα της αγοράς. Ωστόσο, για την αποφυγή αδικαιολόγητης επιβάρυνσης των συνεισφερόντων δεδομένα της αγοράς, η απαίτηση δημοσιοποίησης δεδομένων η οποία επιβάλλεται στους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς πρέπει να ευθυγραμμιστεί κατά το δυνατόν με την απαίτηση συνεισφοράς δεδομένων στον ΠΕΔΕΣΥ.

(15)Λόγω της άνισης ποιότητας των δεδομένων της αγοράς, οι συμμετέχοντες στην αγορά δυσκολεύονται να συγκρίνουν τα εν λόγω δεδομένα και τούτο αφαιρεί σημαντική προστιθέμενη αξία από την ενοποίηση των δεδομένων. Για την ορθή λειτουργία του καθεστώτος διαφάνειας που προβλέπεται στον τίτλο II και στον τίτλο III του κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 και για την ενοποίηση των δεδομένων από τους παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών είναι ύψιστης σημασίας να είναι τα δεδομένα της αγοράς υψηλής ποιότητας. Επομένως, πρέπει να προβλεφθεί η απαίτηση τα εν λόγω δεδομένα της αγοράς να συμμορφώνονται με πρότυπα υψηλής ποιότητας όσον αφορά τόσο το ουσιαστικό περιεχόμενο όσο και τον μορφότυπο. Η αλλαγή του ουσιαστικού περιεχομένου και του μορφοτύπου των δεδομένων θα πρέπει να μπορεί να πραγματοποιηθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές στις πρακτικές της αγοράς και τις πληροφορίες. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει να προσδιορίσει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, τις απαιτήσεις ποιότητας των δεδομένων, οι οποίες θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις συμβουλές ειδικής συμβουλευτικής ομάδας, απαρτιζόμενης από ειδικούς προερχόμενους από τον κλάδο και τις δημόσιες αρχές.

(16)Για την καλύτερη παρακολούθηση των συμβάντων προς αναφορά, η οδηγία 2014/65/ΕΕ εναρμόνισε τον συγχρονισμό των ρολογιών εργασίας για τους τόπους διαπραγμάτευσης και τα μέλη τους. Για να διασφαλιστεί ότι, στο πλαίσιο της ενοποίησης δεδομένων της αγοράς, οι χρονοσφραγίδες που αναφέρουν οι διάφορες οντότητες μπορούν να υποβληθούν σε ουσιαστική σύγκριση, οι απαιτήσεις εναρμόνισης του συγχρονισμού των ρολογιών εργασίας πρέπει να επεκταθούν στους συστηματικούς εσωτερικοποιητές, τους ΕΜΗΔΗΣΥ και τους παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών. Λόγω του επιπέδου τεχνικής εμπειρογνωσίας που απαιτείται για τον προσδιορισμό των απαιτήσεων για την εφαρμογή συγχρονισμένων ρολογιών εργασίας, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να καταρτίσει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων τα οποία θα προσδιορίζουν την ακρίβεια με την οποία θα πρέπει να συγχρονιστούν τα ρολόγια.

(17)Το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 απαιτεί η πλειονότητα των συναλλαγών σε μετοχές να διεξάγεται σε τόπους διαπραγμάτευσης ή συστηματικούς εσωτερικοποιητές (υποχρέωση διαπραγμάτευσης μετοχών). Η εν λόγω απαίτηση δεν εφαρμόζεται σε συναλλαγές σε μετοχές οι οποίες είναι μη συστηματικές, ad hoc, μη τακτικές και μη συχνές. Δεν είναι σαφές πότε τυγχάνει εφαρμογής η εν λόγω εξαίρεση. Ως εκ τούτου, η ΕΑΚΑΑ αποσαφήνισε τη διάταξη αυτή προβαίνοντας σε διάκριση μεταξύ των μετοχών βάσει του διεθνούς αριθμού αναγνώρισης τίτλων (ISIN). Κατόπιν τούτου, μόνον οι μετοχές με ISIN του ΕΟΧ υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης μετοχών. Η προσέγγιση αυτή παρέχει σαφήνεια στους συμμετέχοντες στην αγορά που διενεργούν συναλλαγές σε μετοχές. Επομένως, η τρέχουσα πρακτική της ΕΑΚΑΑ πρέπει να ενσωματωθεί στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 600/2014, απαλείφοντας συγχρόνως την εξαίρεση για τις συναλλαγές σε μετοχές οι οποίες είναι μη συστηματικές, ad-hoc, μη τακτικές και μη συχνές. Για να παρασχεθεί στους συμμετέχοντες στην αγορά βεβαιότητα σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία εμπίπτουν στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης μετοχών, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να δημοσιεύει και να τηρεί κατάλογο που θα περιέχει όλες τις μετοχές που υπόκεινται στην εν λόγω υποχρέωση.

(18)Ο καθορισμός της ημερομηνίας έως την οποία αναφέρονται οι συναλλαγές έχει σημασία προκειμένου να εξασφαλίζεται επαρκής ετοιμότητα τόσο των εποπτικών αρχών όσο και των αναφερουσών οντοτήτων. Είναι επίσης κρίσιμο να ευθυγραμμιστεί ο χρόνος των αλλαγών σε διαφορετικά πλαίσια αναφοράς. Ο καθορισμός της εν λόγω ημερομηνίας με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη θα παράσχει την αναγκαία ευελιξία και θα ευθυγραμμίσει τις εξουσιοδοτήσεις της ΕΑΚΑΑ με εκείνες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/834. Για την αύξηση της συνολικής συνέπειας των αναφορών σχετικά με την αγορά, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να λαμβάνει επίσης υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις και τα πρότυπα που συμφωνούνται σε ενωσιακό ή παγκόσμιο επίπεδο κατά την κατάρτιση σχετικών σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων.

(19)Οι αναφορές στις χρηματοπιστωτικές αγορές –και ειδικότερα οι αναφορές συναλλαγών– είναι ήδη εξαιρετικά αυτοματοποιημένες και τα δεδομένα είναι πιο τυποποιημένα. Ορισμένες ανακολουθίες μεταξύ πλαισίων έχουν ήδη επιλυθεί στο πρόγραμμα βελτίωσης (Refit) του κανονισμού για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (κανονισμός EMIR) και στον κανονισμό για τις συναλλαγές χρηματοδότησης τίτλων (κανονισμός SFTR). Οι εξουσιοδοτήσεις προς την ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν για τη θέσπιση τεχνικών προτύπων και τη διασφάλιση μεγαλύτερης συνέπειας στις αναφορές συναλλαγών μεταξύ των πλαισίων των κανονισμών EMIR, SFTR και MiFIR. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα βελτιωθεί η ποιότητα των δεδομένων των συναλλαγών και θα αποφευχθεί το περιττό πρόσθετο κόστος για τον κλάδο. 

(20)Ο ανταγωνισμός μεταξύ παρόχων ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών διασφαλίζει ότι το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών παρέχεται με τον πλέον αποδοτικό τρόπο και υπό τις βέλτιστες προϋποθέσεις για τους χρήστες. Ωστόσο, έως τώρα, καμία οντότητα δεν έχει υποβάλει αίτηση ώστε να αναλάβει καθήκοντα παρόχου ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών. Επομένως, η ΕΑΚΑΑ πρέπει να εξουσιοδοτηθεί ώστε να οργανώνει περιοδικά διαδικασία διαγωνισμού για την επιλογή μίας οντότητας η οποία θα είναι ικανή να παρέχει το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών για κάθε προσδιοριζόμενη κατηγορία στοιχείων ενεργητικού. Λαμβανομένου υπόψη του καινοφανούς χαρακτήρα του προτεινόμενου συστήματος, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναθέσει μόνον την παροχή μετασυναλλακτικών δεδομένων διαφάνειας κατά την πρώτη διαδικασία επιλογής που θα διεξαγάγει σε σχέση με μετοχές. Τουλάχιστον 18 μήνες πριν από την προκήρυξη της δεύτερης διαδικασίας επιλογής, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να υποβάλει στην Επιτροπή έκθεση στην οποία θα αξιολογεί αν υπάρχει ζήτηση στην αγορά για την επέκταση των δεδομένων που συνεισφέρονται στο δελτίο συναλλαγών στα προσυναλλακτικά δεδομένα. Βάσει της έκθεσης αυτής, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να προσδιορίσει περαιτέρω, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, το βάθος των προσυναλλακτικών δεδομένων που θα παρέχονται στο δελτίο συναλλαγών.

(21)Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύει την πρόταση του παρόντος κανονισμού, τα έσοδα που αναμένεται να παραγάγει το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών θα ποικίλλουν ανάλογα με τα ακριβή χαρακτηριστικά του δελτίου συναλλαγών. Τα αναμενόμενα έσοδα του ΠΕΔΕΣΥ αναμένεται να υπερβούν σημαντικά το κόστος δημιουργίας του και, επομένως, θα συμβάλουν στη δημιουργία εύρωστου συστήματος συμμετοχής στα έσοδα, στο οποίο ο ΠΕΔΕΣΥ και οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς θα έχουν ευθυγραμμισμένα εμπορικά συμφέροντα. Η αρχή αυτή δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους ΠΕΔΕΣΥ να επιτυγχάνουν το αναγκαίο περιθώριο κέρδους, προκειμένου να διατηρήσουν ένα βιώσιμο επιχειρηματικό μοντέλο, ούτε να χρησιμοποιούν τα βασικά δεδομένα της αγοράς για την παροχή περαιτέρω υπηρεσιών ανάλυσης ή άλλων υπηρεσιών με στόχο την αύξηση των συνολικών εσόδων.

(22)Υπάρχει αντικειμενική διαφορά μεταξύ τόπου διαπραγμάτευσης πρωτογενούς εισαγωγής και άλλων τόπων διαπραγμάτευσης που λειτουργούν ως δευτερογενείς αγορές διαπραγμάτευσης. Ο τόπος διαπραγμάτευσης πρωτογενούς εισαγωγής εισάγει εταιρείες στις δημόσιες αγορές, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο στην εξελικτική πορεία και στη ρευστότητα της μετοχής. Αυτό αληθεύει ειδικότερα στην περίπτωση μετοχών που είναι εισηγμένες σε μικρότερες ρυθμιζόμενες αγορές, οι οποίες τελούν συνήθως υπό διαπραγμάτευση κυρίως στον τόπο διαπραγμάτευσης πρωτογενούς εισαγωγής. Όταν η προσυναλλακτική διαφανής διαπραγμάτευση ορισμένης μετοχής διεξάγεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον τόπο διαπραγμάτευσης πρωτογενούς εισαγωγής, ένας τέτοιος μικρότερος τόπος διαπραγμάτευσης διαδραματίζει πιο σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της τιμής της εν λόγω μετοχής. Επομένως, τα βασικά δεδομένα αγοράς τα οποία συνεισφέρει μικρότερη ρυθμιζόμενη αγορά στο ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών διαδραματίζουν καθοριστικότερο ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών των μετοχών τις οποίες ο εν λόγω τόπος διαπραγμάτευσης εισάγει προς διαπραγμάτευση. Ως εκ τούτου, θεωρείται σκόπιμη η πρόβλεψη προνομιακής μεταχείρισης στο σύστημα συμμετοχής στα έσοδα, ώστε τα εν λόγω μικρότερα χρηματιστήρια να μπορούν να διατηρούν τις τοπικές εισαγωγές και να διασφαλίζουν ένα πλούσιο και ακμαίο οικοσύστημα σύμφωνα με τους στόχους της Ένωσης Κεφαλαιαγορών.

(23)Οι μικρές ρυθμιζόμενες αγορές είναι ρυθμιζόμενες αγορές οι οποίες εισάγουν προς διαπραγμάτευση μετοχές εκδοτών για τις οποίες η διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά τείνει να εμφανίζει λιγότερη ρευστότητα από ό,τι η διαπραγμάτευση των μετοχών που εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε μεγαλύτερες ρυθμιζόμενες αγορές. Για να αποφευχθεί η δυσμενής μεταχείριση των μικρότερων χρηματιστηρίων στο σύστημα συμμετοχής στα έσοδα που θα σχεδιαστεί για το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών μετοχών, λόγω των χαμηλότερων όγκων συναλλαγών (ή ονομαστικών αξιών), τα δεδομένα των συναλλαγών στις μετοχές αυτές που εμφανίζουν μικρότερη ρευστότητα θα πρέπει να λαμβάνουν υψηλότερη αμοιβή από εκείνη που υποδεικνύει η ονομαστική αξία των συναλλαγών τους. Το αν μια μετοχή εμφανίζει μικρότερη ρευστότητα θα πρέπει να καθορίζεται βάσει της αναλογίας της προσυναλλακτικής διαφανούς ρευστότητας που εμφανίζει η ρυθμιζόμενη αγορά που εισάγει προς διαπραγμάτευση τη μετοχή με τη μικρότερη ρευστότητα προς τον μέσο ημερήσιο όγκο συναλλαγών στην εν λόγω μετοχή.

(24)Λαμβανομένου υπόψη του καινοφανούς χαρακτήρα του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών στο πλαίσιο των χρηματοπιστωτικών αγορών της ΕΕ, θα πρέπει να ανατεθεί στην ΕΑΚΑΑ να παράσχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αξιολόγηση του συστήματος συμμετοχής στα έσοδα που θα σχεδιαστεί για τις ρυθμιζόμενες αγορές στο πλαίσιο του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών για τις μετοχές. Η εν λόγω έκθεση θα πρέπει να εκπονηθεί κατόπιν 12μηνης τουλάχιστον λειτουργίας του ΠΕΔΕΣΥ, και θα πρέπει να εκπονείται στη συνέχεια κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, όταν θεωρείται αναγκαίο ή σκόπιμο. Η αξιολόγηση θα πρέπει να επικεντρωθεί ειδικότερα στο αν η συμμετοχή μικρών ρυθμιζόμενων αγορών στα έσοδα του ΠΕΔΕΣΥ είναι δίκαιη και αποτελεσματική για τη διαφύλαξη του ρόλου που διαδραματίζουν οι εν λόγω αγορές στο τοπικό χρηματοπιστωτικό οικοσύστημά τους. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να αναθεωρεί τον μηχανισμό κατανομής εσόδων μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, όταν είναι αναγκαίο ή σκόπιμο.

(25)Πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι πάροχοι ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών αποκαθιστούν τις ασυμμετρίες πληροφόρησης στις κεφαλαιαγορές με βιώσιμο τρόπο, καθώς και ότι παρέχουν ενοποιημένα δεδομένα τα οποία είναι αξιόπιστα. Επομένως, οι πάροχοι ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών θα πρέπει να υποχρεούνται να τηρούν τις οργανωτικές απαιτήσεις και τα πρότυπα ποιότητας της υπηρεσίας τα οποία πρέπει να πληρούνται ανά πάσα στιγμή όταν λάβουν άδεια λειτουργίας από την ΕΑΚΑΑ. Τα πρότυπα ποιότητας θα πρέπει να καλύπτουν ζητήματα σχετικά με τη συλλογή ενοποιημένων βασικών δεδομένων της αγοράς, την ακριβή χρονοσφράγιση των εν λόγω δεδομένων στα διάφορα στάδια της αλυσίδας παράδοσης, την είσπραξη και τη διαχείριση των τελών συνδρομής για τα δεδομένα της αγοράς καθώς και την κατανομή των εσόδων στους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς.

(26)Για να διαφυλαχθεί η συνεχιζόμενη εμπιστοσύνη των συμμετεχόντων στην αγορά στη λειτουργία του παρόχου ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, οι εν λόγω οντότητες θα πρέπει να δημοσιεύουν περιοδικά εκθέσεις σχετικά με τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, ειδικότερα δε σχετικά με στατιστικά στοιχεία επιδόσεων και εκθέσεις συμβάντων όσον αφορά την ποιότητα των δεδομένων και τα συστήματα. Λόγω του εξαιρετικά τεχνικού χαρακτήρα του ουσιαστικού περιεχομένου της έκθεσης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να προσδιορίσει το ουσιαστικό περιεχόμενο, τον μορφότυπο και τον χρόνο της.

(27)Η απαίτηση σύμφωνα με την οποία οι αναφορές συναλλαγών θα πρέπει να διατίθενται με δωρεάν πρόσβαση 15 λεπτά μετά τη δημοσίευσή τους εφαρμόζεται επί του παρόντος σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης, τους ΕΜΗΔΗΣΥ και τους ΠΕΔΕΣΥ. Όσον αφορά τους ΠΕΔΕΣΥ, η απαίτηση αυτή εμποδίζει την εμπορική εκμετάλλευση της ενοποίησης των βασικών δεδομένων της αγοράς και περιορίζει σημαντικά την εμπορική βιωσιμότητα δυνητικού ΠΕΔΕΣΥ, δεδομένου ότι ορισμένοι δυνητικοί πελάτες θα μπορούσαν να προτιμήσουν να αναμείνουν τα δωρεάν παρεχόμενα ενοποιημένα δεδομένα αντί να εγγραφούν συνδρομητές στο ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών. Αυτό συμβαίνει ειδικότερα στην περίπτωση των ομολόγων και των παραγώγων, τα οποία δεν αποτελούν συνήθως αντικείμενο συχνής διαπραγμάτευσης και για τα οποία τα σχετικά δεδομένα διατηρούν συχνά το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους μετά την παρέλευση 15 λεπτών. Παρότι η απαίτηση δωρεάν παράδοσης των δεδομένων μετά την παρέλευση 15 λεπτών θα πρέπει να διατηρηθεί για τους τόπους διαπραγμάτευσης και τους ΕΜΗΔΗΣΥ, θα πρέπει να απαλειφθεί για τους ΠΕΣΕΔΥ με σκοπό την προστασία του δυνητικού επιχειρηματικού μοντέλου τους.

(30)Το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 απαιτεί τη διαπραγμάτευση σε τόπους διαπραγμάτευσης των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 35 τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 36 με σκοπό τη μείωση του εύρους των οντοτήτων που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Λόγω της στενής διασύνδεσης μεταξύ της υποχρέωσης εκκαθάρισης βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης παραγώγων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, και προκειμένου να διασφαλίζεται μεγαλύτερη νομική συνοχή και να απλουστευθεί το νομικό πλαίσιο, είναι αναγκαίο και σκόπιμο να ευθυγραμμιστεί εκ νέου η υποχρέωση συναλλαγής παραγώγων με την υποχρέωση εκκαθάρισης παραγώγων. Χωρίς την εν λόγω ευθυγράμμιση, ορισμένοι μικρότεροι χρηματοπιστωτικοί αντισυμβαλλόμενοι και μη χρηματοπιστωτικοί αντισυμβαλλόμενοι δεν θα υπέχουν πλέον την υποχρέωση εκκαθάρισης, αλλά θα εξακολουθούν να υπέχουν την υποχρέωση διαπραγμάτευσης.

(31)Το άρθρο 6α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 προβλέπει μηχανισμό για την προσωρινή αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης όταν δεν πληρούνται πλέον τα κριτήρια βάσει των οποίων συγκεκριμένες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων έχουν υπαχθεί στην υποχρέωση εκκαθάρισης ή όταν η εν λόγω αναστολή θεωρείται αναγκαία για την αποφυγή σοβαρής απειλής για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης. Ωστόσο, η εν λόγω αναστολή μπορεί να εμποδίσει τους αντισυμβαλλομένους να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις διαπραγμάτευσης που υπέχουν βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, επειδή η υποχρέωση εκκαθάρισης αποτελεί προαπαιτούμενο της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης. Επομένως, πρέπει να προβλεφθεί ότι, όταν η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης θα προκαλέσει ουσιώδη μεταβολή των κριτηρίων της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης, θα πρέπει να είναι δυνατή η ταυτόχρονη αναστολή της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης για την ίδια κατηγορία ή τις ίδιες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που υπόκεινται στην αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης.

(32)Απαιτείται ad-hoc μηχανισμός αναστολής, ώστε να διασφαλίζεται ότι η Επιτροπή μπορεί να αντιδρά ταχέως σε σημαντικές μεταβολές των συνθηκών της αγοράς, οι οποίες ενδέχεται να έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στις συναλλαγές παραγώγων και τους αντισυμβαλλομένους τους. Όταν συντρέχουν τέτοιες συνθήκες στην αγορά, και κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να αναστείλει την υποχρέωση διαπραγμάτευσης, ανεξαρτήτως τυχόν αναστολής της υποχρέωσης εκκαθάρισης. Η αναστολή της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης θα πρέπει να είναι δυνατή, όταν οι δραστηριότητες επιχείρησης επενδύσεων της ΕΕ με αντισυμβαλλόμενο εκτός ΕΟΧ επηρεάζονται αδικαιολόγητα από το πεδίο της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης παραγώγων της ΕΕ και όταν η εν λόγω επιχείρηση επενδύσεων ενεργεί ως ειδικός διαπραγματευτής στην κατηγορία παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης. Το ζήτημα των αλληλεπικαλυπτόμενων υποχρεώσεων διαπραγμάτευσης παραγώγων είναι ιδιαίτερα προβληματικό σε περίπτωση συναλλαγών με αντισυμβαλλομένους που έχουν την κατοικία τους σε δικαιοδοσία τρίτης χώρας η οποία εφαρμόζει δική της υποχρέωση διαπραγμάτευσης παραγώγων. Η εν λόγω αναστολή θα βοηθήσει επίσης τους αντισυμβαλλομένους της ΕΕ να παραμείνουν ανταγωνιστικοί στις παγκόσμιες αγορές. Όταν λαμβάνει απόφαση σχετικά με την αναστολή της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις της εν λόγω αναστολής στην υποχρέωση εκκαθάρισης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(33)Οι διατάξεις που προβλέπουν μη διακριτική πρόσβαση για τα χρηματιστηριακά παράγωγα μειώνουν την ελκυστικότητα της επένδυσης σε νέα προϊόντα, καθώς οι ανταγωνιστές ενδέχεται να μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση χωρίς να προβούν στην αρχική επένδυση. Επομένως, η εφαρμογή του καθεστώτος μη διακριτικής πρόσβασης για τα χρηματιστηριακά παράγωγα, η οποία προβλέπεται στα άρθρα 35 και 36 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, μπορεί να περιορίσει την ανταγωνιστικότητα των εν λόγω προϊόντων, μέσω της εξάλειψης των κινήτρων των ρυθμιζόμενων αγορών να δημιουργήσουν νέα χρηματιστηριακά παράγωγα. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι το εν λόγω καθεστώς δεν θα εφαρμόζεται στον σχετικό CCP ή τόπο διαπραγμάτευσης σε σχέση με χρηματιστηριακά παράγωγα, και τούτο θα προωθήσει την καινοτομία και την ανάπτυξη χρηματιστηριακών παραγώγων στην Ένωση.

(34)Οι χρηματοπιστωτικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να καταβάλλουν προσπάθειες ώστε να επιτυγχάνουν την καλύτερη δυνατή τιμή και την υψηλότερη δυνατή πιθανότητα εκτέλεσης για τις συναλλαγές που διενεργούν για λογαριασμό των πελατών τους. Προς τούτο, οι χρηματοπιστωτικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να επιλέγουν τον τόπο διαπραγμάτευσης ή τον αντισυμβαλλόμενο για την εκτέλεση των συναλλαγών των πελατών τους αποκλειστικά και μόνον βάσει του κριτηρίου της επίτευξης βέλτιστης εκτέλεσης για τους πελάτες τους. Η καταβολή πληρωμής στον χρηματοπιστωτικό διαμεσολαβητή από συναλλακτικό αντισυμβαλλόμενο για τη διασφάλιση της εκτέλεσης των συναλλαγών των πελατών δεν θα πρέπει να θεωρείται συμβατή με την εν λόγω αρχή της βέλτιστης εκτέλεσης. Επομένως, θα πρέπει να απαγορευθεί στις επιχειρήσεις επενδύσεων να εισπράττουν τέτοια πληρωμή.

(35)Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καταρτίζει η ΕΑΚΑΑ σχετικά με τα ακριβή χαρακτηριστικά του καθεστώτος χρονικής μετάθεσης για μη μετοχικές συναλλαγές, σχετικά με την παροχή πληροφοριών υπό εύλογους εμπορικούς όρους, σχετικά με την εφαρμογή του συγχρονισμού των ρολογιών εργασίας εκ μέρους των τόπων διαπραγμάτευσης, των συστηματικών εσωτερικοποιητών, των ΕΜΗΔΗΣΥ και των ΠΕΔΕΣΥ και σχετικά με τα χαρακτηριστικά της υποχρέωσης δημοσιοποίησης του ΠΕΔΕΣΥ. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(36)Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, και συγκεκριμένα η διευκόλυνση της εμφάνισης παρόχου ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών πέραν των ορίων μιας αγοράς για κάθε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού και η τροποποίηση ορισμένων πτυχών της ισχύουσας νομοθεσίας προκειμένου να βελτιωθεί η διαφάνεια στις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων αλλά και να βελτιωθούν περαιτέρω οι ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ ρυθμιζόμενων αγορών και συστηματικών εσωτερικοποιητών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν, όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων του, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα σε επίπεδο Ένωσης, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη, και συγκεκριμένα την επιχειρηματική ελευθερία και το δικαίωμα στην προστασία του καταναλωτή,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1
Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014

1)το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο η):

«η)    πεδίο της πολυμερούς διαπραγμάτευσης.»·

β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.    Ο τίτλος V του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται επίσης σε όλους τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 4α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και σε όλους τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού.»·

γ)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 7α:

«7α.    Όλα τα πολυμερή συστήματα λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ για τους ΠΜΔ ή τους ΜΟΔ, ή τις διατάξεις του τίτλου III της ίδιας οδηγίας για τις ρυθμιζόμενες αγορές.

Όλες οι επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες, σε οργανωμένη, συχνή, συστηματική και ουσιαστική βάση, διενεργούν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελούν εντολές πελατών, εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ ή ΜΟΔ, λειτουργούν σύμφωνα με τον τίτλο III του παρόντος κανονισμού.

Με την επιφύλαξη των άρθρων 23 και 28, όλες οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διενεργούν συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα εκτός πολυμερών συστημάτων ή συστηματικών εσωτερικοποιητών συμμορφώνονται με τα άρθρα 20, 21, 22, 22α, 22β και 22γ του παρόντος κανονισμού.»·

2)στο άρθρο 2, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)το σημείο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«11)    «πολυμερές σύστημα»: οποιοδήποτε σύστημα ή μηχανισμός στο οποίο πλείονα ενδιαφέροντα τρίτων για αγορά και πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων μπορούν να αλληλεπιδρούν στο σύστημα·»·

β)παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 34α:

«34α) «συνεισφέρων δεδομένα της αγοράς»: τόπος διαπραγμάτευσης, επιχείρηση επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστηματικών εσωτερικοποιητών, ή ΕΜΗΔΗΣΥ·»·

γ)το σημείο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«35)    «πάροχος ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών» ή «ΠΕΔΕΣΥ»: πρόσωπο το οποίο έχει λάβει, σύμφωνα με τον τίτλο IVα κεφάλαιο 1 του παρόντος κανονισμού, άδεια παροχής της υπηρεσίας συλλογής δεδομένων της αγοράς για μετοχές, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα ή παράγωγα, από συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς, και ενοποίησης των εν λόγω δεδομένων σε συνεχή ηλεκτρονική ροή δεδομένων ταυτόχρονης μετάδοσης παρέχοντας βασικά δεδομένα της αγοράς ανά μετοχή, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, ομόλογο ή παράγωγο, και παροχής αυτών σε χρήστες δεδομένων της αγοράς·»·

δ)παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία 36β και 36γ:

«36β)    «βασικά δεδομένα της αγοράς»:

α)όλα τα ακόλουθα δεδομένα που αφορούν τις μετοχές:

i)οι καλύτερες τιμές αγοράς και πώλησης με τους αντίστοιχους όγκους·

ii)η τιμή και ο όγκος της συναλλαγής που εκτελέστηκε στη δηλωθείσα τιμή·

iii)οι ενδοημερήσιες πληροφορίες δημοπρασιών·

iv)οι πληροφορίες δημοπρασιών στο τέλος της ημέρας·

v)ο αναγνωριστικός κωδικός αγοράς για τον προσδιορισμό του τόπου εκτέλεσης·

vi)το τυποποιημένο αναγνωριστικό του χρηματοπιστωτικού μέσου που ισχύει σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης·

vii)οι πληροφορίες χρονοσφραγίδας για όλα τα ακόλουθα:

-    την ώρα εκτέλεσης της εντολής·

-    την ώρα δημοσίευσης της εντολής·

-    λήψη δεδομένων της αγοράς από τους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς·

-    λήψη δεδομένων της αγοράς εκ μέρους του παρόχου ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών·

-    διάδοση ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς σε συνδρομητές·

viii)τα πρωτόκολλα διαπραγμάτευσης και οι εφαρμοστέες απαλλαγές ή χρονικές μεταθέσεις·

β)όλα τα ακόλουθα δεδομένα που αφορούν τα μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα:

i)η τιμή και η ποσότητα / το μέγεθος της συναλλαγής που εκτελέστηκε στη δηλωθείσα τιμή·

ii)ο αναγνωριστικός κωδικός αγοράς για τον προσδιορισμό του τόπου εκτέλεσης·

iii)το τυποποιημένο αναγνωριστικό του χρηματοπιστωτικού μέσου που ισχύει σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης·

iv)οι πληροφορίες χρονοσφραγίδας για όλα τα ακόλουθα:

-    την ώρα εκτέλεσης της εντολής·

-    την ώρα δημοσίευσης της εντολής·

-    λήψη δεδομένων της αγοράς από τους συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς·

-    λήψη δεδομένων της αγοράς στον μηχανισμό συγκέντρωσης / ενοποίησης του φορέα ενοποίησης·

-    διάδοση ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς σε συνδρομητές·

v)τα πρωτόκολλα διαπραγμάτευσης και οι εφαρμοστέες απαλλαγές ή χρονικές μεταθέσεις·

36γ)    «ρυθμιστικά δεδομένα»: δεδομένα σχετικά με την κατάσταση συστημάτων ταύτισης εντολών σε χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με μέτρα διακοπής διαπραγμάτευσης, αναστολή διαπραγμάτευσης και τιμές ανοίγματος και κλεισίματος των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων·»·

3)το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)συστήματα ταύτισης εντολών που υπερβαίνουν το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς και βασίζονται σε μεθοδολογία διαπραγμάτευσης κατά την οποία η τιμή των χρηματοπιστωτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 προέρχεται από οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i)την τιμή των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων στους τόπους διαπραγμάτευσης στους οποίους τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα εισήχθησαν αρχικά προς διαπραγμάτευση·

ii)την τιμή των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων στη σημαντικότερη από άποψη ρευστότητας αγορά, εφόσον η εν λόγω τιμή δημοσιοποιείται ευρέως και θεωρείται αξιόπιστη τιμή αναφοράς από τους συμμετέχοντες στην αγορά·

iii)το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών για μετοχές ή διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια.»·

ii)προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Για τους σκοπούς του σημείου α), η συνεχής χρήση αυτής της απαλλαγής υπόκειται στις προϋποθέσεις του άρθρου 5.»·

β)στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η τιμή αναφοράς της παραγράφου 1 στοιχείο α) ορίζεται λαμβάνοντας μία από τις ακόλουθες τιμές:

α)το μέσο σημείο των τρεχουσών τιμών αγοράς και πώλησης οποιουδήποτε από τα ακόλουθα:

i)του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίο τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα εισήχθηκαν αρχικά προς διαπραγμάτευση·

ii)της σημαντικότερης αγοράς από άποψη ρευστότητας·

iii)του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών για μετοχές ή διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια·

β)όταν δεν είναι διαθέσιμη η τιμή που αναφέρεται στο στοιχείο α), την τιμή ανοίγματος ή κλεισίματος της σχετικής συνεδρίασης.».

4)το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5 
Μέγιστο όριο συναλλαγών»·

β)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.    Οι τόποι διαπραγμάτευσης αναστέλλουν τη χρήση των απαλλαγών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i), όταν το ποσοστό των συναλλαγών που καταρτίστηκαν στην Ένωση επί ενός χρηματοπιστωτικού μέσου στο πλαίσιο των εν λόγω απαλλαγών υπερβαίνει το 7 % του συνολικού ύψους συναλλαγών που καταρτίστηκαν επί του συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου στην Ένωση. Οι τόποι διαπραγμάτευσης θεμελιώνουν την απόφαση αναστολής της χρήσης των εν λόγω απαλλαγών στα δεδομένα που δημοσιεύει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 4 και λαμβάνουν την εν λόγω απόφαση εντός δύο εργάσιμων ημερών από τη δημοσίευση των εν λόγω δεδομένων και για διάστημα έξι μηνών.»·

γ)οι παράγραφοι 2 και 3 απαλείφονται·

δ)η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.    Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει εντός πέντε εργάσιμων ημερών από το τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)το συνολικό ύψος των συναλλαγών της Ένωσης ανά χρηματοπιστωτικό μέσο κατά τους προηγούμενους 12 μήνες·

β)το ποσοστό των συναλλαγών σε ένα χρηματοπιστωτικό μέσο οι οποίες πραγματοποιήθηκαν ανά την Ένωση στο πλαίσιο των απαλλαγών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i)·

γ)τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για την εξεύρεση του ποσοστού που αναφέρεται στο στοιχείο β).»·

ε)η παράγραφος 5 απαλείφεται·

στ)η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.    Προκειμένου να διασφαλιστεί αξιόπιστη βάση για την παρακολούθηση των συναλλαγών που διενεργούνται βάσει των απαλλαγών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i), και προκειμένου να διαπιστώνεται τυχόν υπέρβαση των ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι διαχειριστές των τόπων διαπραγμάτευσης διαθέτουν συστήματα και διαδικασίες ώστε να καθίσταται δυνατός ο εντοπισμός όλων των συναλλαγών που διενεργήθηκαν στον συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης βάσει των εν λόγω απαλλαγών.»·

5)το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, το στοιχείο β) απαλείφεται·

β)στην παράγραφο 5, το στοιχείο δ) απαλείφεται·

6)το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Βάσει του καθεστώτος χρονικής μετάθεσης που προβλέπεται στην παράγραφο 4, οι αρμόδιες αρχές χορηγούν άδεια στους διαχειριστές αγοράς και στις επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης ώστε να μεταθέτουν χρονικά τη δημοσίευση της τιμής των συναλλαγών έως το τέλος της ημέρας διαπραγμάτευσης ή του όγκου συναλλαγών για μέγιστο διάστημα δύο εβδομάδων.»·

ii)στο δεύτερο εδάφιο, το στοιχείο γ) απαλείφεται·

β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.    Οι αρμόδιες αρχές μπορούν, όταν παρέχουν άδεια χρονικής μετάθεσης της δημοσίευσης κατά την παράγραφο 1 σε σχέση με συναλλαγές σε κρατικούς χρεωστικούς τίτλους, να επιτρέπουν στους διαχειριστές αγοράς και στις επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης:

α)να επιτρέπουν την παράλειψη της δημοσίευσης του όγκου μεμονωμένης συναλλαγής κατά τη διάρκεια παρατεταμένης περιόδου χρονικής μετάθεσης· ή

β)να δημοσιεύουν συγκεντρωτικά πλείονες συναλλαγές σε κρατικούς χρεωστικούς τίτλους για αόριστο χρονικό διάστημα.»·

γ)η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i)το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)    οι συναλλαγές που είναι επιλέξιμες για χρονική μετάθεση δημοσίευσης τιμής ή όγκου και οι συναλλαγές για τις οποίες οι αρμόδιες αρχές παρέχουν άδεια σε διαχειριστές αγοράς και επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης να προβλέπουν τη χρονική μετάθεση της δημοσίευσης του όγκου ή της τιμής για μία από τις ακόλουθες διάρκειες:

i)15 λεπτά·

ii)τέλος της ημέρας διαπραγμάτευσης·

iii)δύο εβδομάδες.»·

ii)το ακόλουθο εδάφιο παρεμβάλλεται μετά το πρώτο εδάφιο:

«Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο γ), η ΕΑΚΑΑ προσδιορίζει τις περιόδους για τις οποίες η χρονική μετάθεση εφαρμόζεται σε ολόκληρη την Ένωση κάνοντας χρήση των ακόλουθων κριτηρίων:

α)του προσδιορισμού ρευστότητας·

β)του μεγέθους της συναλλαγής, ιδίως των συναλλαγών σε μη ρευστές αγορές ή των συναλλαγών μεγάλου μεγέθους·

γ)για ομόλογα, της ταξινόμησης του ομολόγου ως επενδυτικής βαθμίδας ή υψηλού κινδύνου.»·

7)στο άρθρο 13, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.    Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζονται το περιεχόμενο, ο μορφότυπος και η ορολογία των πληροφοριών που πρέπει να διαθέτουν στο κοινό, υπό εύλογους εμπορικούς όρους, οι τόποι διαπραγμάτευσης, οι ΕΜΗΔΗΣΥ, οι ΠΕΔΕΣΥ και οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως την/τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να εισαχθεί ημερομηνία εννέα μήνες από την έναρξη ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

8)το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.    Το παρόν άρθρο και τα άρθρα 15, 16 και 17 εφαρμόζονται στους συστηματικούς εσωτερικοποιητές όταν διενεργούν συναλλαγές το μέγεθος των οποίων δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν υπόκεινται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 15, 16 και 17 όταν διενεργούν συναλλαγές το μέγεθος των οποίων υπερβαίνει το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς.

3.    Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να δίνουν προσφορές για οποιοδήποτε μέγεθος. Το ελάχιστο μέγεθος προσφοράς είναι τουλάχιστον ισοδύναμο με το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς για μια μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο με αυτά χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Για συγκεκριμένη μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο με αυτά χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, κάθε προσφορά περιλαμβάνει δεσμευτική/-ές τιμή ή τιμές αγοράς και πώλησης για μέγεθος ή μεγέθη που μπορεί να είναι μικρότερο/-α ή ίσο/-α με το διπλάσιο του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς για την κατηγορία μετοχών, πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών ή άλλων παρόμοιων με αυτά χρηματοπιστωτικών μέσων στην οποία ανήκει το χρηματοπιστωτικό μέσο. Η τιμή ή οι τιμές αντανακλούν τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά για την εν λόγω μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή παρόμοιο με αυτά χρηματοπιστωτικό μέσο.»·

β)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 6α:

«6α.    Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν ταυτίζουν εντολές στο μέσο σημείο των τρεχουσών τιμών αγοράς και πώλησης.»·

9)το άρθρο 17α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17α 
Βήματα τιμής

1.Οι προσφορές των συστηματικών εσωτερικοποιητών, οι βελτιώσεις τιμών στις εν λόγω προσφορές και οι τιμές εκτέλεσης συμμορφώνονται προς τα βήματα τιμής που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 49 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

2.Η εφαρμογή των βημάτων τιμής που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 49 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ δεν εμποδίζει τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές να ταυτίζουν εντολές μεγάλου μεγέθους στο μέσο σημείο των τρεχουσών τιμών αγοράς και πώλησης. Η ταύτιση εντολών μεγέθους κατώτερου του μεγάλου αλλά ανώτερου του διπλάσιου του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς στο μέσο σημείο των τρεχουσών τιμών αγοράς και πώλησης επιτρέπεται εφόσον τηρούνται τα εν λόγω βήματα τιμής.»·

10)παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 22α, 22β και 22γ:

«Άρθρο 22a 
Παροχή δεδομένων της αγοράς στον ΠΕΔΕΣΥ

1.Σε σχέση με μετοχές, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια και ομόλογα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης και σε σχέση με εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, τα οποία υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης κατά το άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού, οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς παρέχουν στον ΠΕΔΕΣΥ όλα τα δεδομένα της αγοράς που καθορίζονται στο άρθρο 22β παράγραφος 2 τα οποία χρειάζεται ο ΠΕΔΕΣΥ για τη λειτουργία του. Τα δεδομένα της αγοράς παρέχονται σε εναρμονισμένο μορφότυπο, μέσω πρωτοκόλλου διαβίβασης υψηλής ποιότητας, και όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο είναι τεχνικά εφικτό.

2.Κάθε ΠΕΔΕΣΥ επιλέγει ελεύθερα, από τα διάφορα είδη σύνδεσης που προσφέρουν οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς σε άλλους χρήστες, τη σύνδεση την οποία επιθυμούν να χρησιμοποιούν για την παροχή των εν λόγω δεδομένων. Οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς δεν εισπράττουν καμία αμοιβή για την παροχή της συνδεσιμότητας πέραν της συμμετοχής στην κατανομή εσόδων για τις μετοχές, όπως προσδιορίζεται στους όρους ορισμού του ΠΕΔΕΣΥ στη διαδικασία επιλογής που καθορίζεται στο άρθρο 27δα.

3.Σε σχέση με τις συναλλαγές στα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 οι οποίες διενεργούνται από επιχειρήσεις επενδύσεων εκτός τόπου διαπραγμάτευσης, οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς παρέχουν στον ΠΕΔΕΣΥ τα δεδομένα της αγοράς που αφορούν τις εν λόγω συναλλαγές είτε απευθείας είτε μέσω ΕΜΗΔΗΣΥ.

4.Οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς δεν εισπράττουν καμία αμοιβή για τα παρεχόμενα δεδομένα της αγοράς πέραν της συμμετοχής στην κατανομή εσόδων που αναφέρεται στο άρθρο 27δα παράγραφος 2 στοιχείο γ).

5.Οι συνεισφέροντες δεδομένα της αγοράς παρέχουν τις πληροφορίες σχετικά με απαλλαγές και χρονικές μεταθέσεις οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 4, 7, 11, 14, 20 και 21.

Άρθρο 22β 
Ποιότητα δεδομένων της αγοράς

1.Η Επιτροπή συστήνει ομάδα εμπειρογνωμόνων των ενδιαφερομένων μερών έως την/τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία 3 μήνες από την έναρξη ισχύος] για την παροχή γνωμοδοτήσεων σχετικά με την ποιότητα και το ουσιαστικό περιεχόμενο των δεδομένων της αγοράς, την από κοινού ερμηνεία των δεδομένων της αγοράς και την ποιότητα του πρωτοκόλλου διαβίβασης που αναφέρεται στο άρθρο 22α παράγραφος 1. Η ομάδα εμπειρογνωμόνων των ενδιαφερομένων μερών παρέχει γνωμοδοτήσεις σε ετήσια βάση. Οι εν λόγω γνωμοδοτήσεις δημοσιοποιούνται.

2.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 50, για τον καθορισμό της ποιότητας και του ουσιαστικού περιεχομένου των δεδομένων της αγοράς και της ποιότητας του πρωτοκόλλου διαβίβασης.

Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις καθορίζουν ειδικότερα όλα τα ακόλουθα:

α)τα δεδομένα της αγοράς τα οποία πρέπει να παρέχουν οι συνεισφέροντες στον ΠΕΔΕΣΥ για την παραγωγή των βασικών δεδομένων της αγοράς που χρειάζεται ο ΠΕΔΕΣΥ για να λειτουργήσει, συμπεριλαμβανομένων του ουσιαστικού περιεχομένου και του μορφοτύπου των εν λόγω δεδομένων της αγοράς·

β)τα στοιχεία που συνιστούν τα βασικά δεδομένα της αγοράς τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 36β και τα ρυθμιστικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο 36γ.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις γνωμοδοτήσεις της ΕΑΚΑΑ και της ομάδας τεχνικών εμπειρογνωμόνων που συστήνεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, τις διεθνείς εξελίξεις και τα πρότυπα που συμφωνούνται σε ενωσιακό ή διεθνές επίπεδο. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδει λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις δημοσιοποίησης που καθορίζονται στα άρθρα 3, 6, 8, 10, 14, 18, 20, 21 και 27ζ.

Άρθρο 22γ 
Συγχρονισμός των ρολογιών εργασίας

1.Οι τόποι διαπραγμάτευσης και τα μέλη τους ή οι συμμετέχοντες σε αυτούς, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές, οι ΕΜΗΔΗΣΥ και οι ΠΕΔΕΣΥ συγχρονίζουν τα ρολόγια εργασίας τους για την καταγραφή της ημερομηνίας και της ώρας κάθε συμβάντος προς αναφορά.

2.Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζεται το επίπεδο ακριβείας του συγχρονισμού των ρολογιών αυτών.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως την/τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία 6 μήνες από την έναρξη ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

11)στο άρθρο 23, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.    Μια επιχείρηση επενδύσεων εξασφαλίζει ότι οι συναλλαγές τις οποίες αναλαμβάνει να καταρτίσει σε μετοχές με διεθνή αριθμό αναγνώρισης τίτλων (ISIN) του ΕΟΧ καταρτίζονται σε ρυθμιζόμενη αγορά, ΠΜΔ, συστηματικό εσωτερικοποιητή ή σε τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας που έχει αξιολογηθεί ως ισοδύναμος σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 4 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όπου αρμόζει, εκτός εάν:

α)οι εν λόγω μετοχές τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας στο τοπικό νόμισμα· ή

β)οι εν λόγω συναλλαγές διενεργούνται μεταξύ επιλέξιμων αντισυμβαλλόμενων, μεταξύ επαγγελματιών αντισυμβαλλομένων ή μεταξύ επιλέξιμων και επαγγελματιών αντισυμβαλλομένων και δεν συμβάλλουν στη διαδικασία εξεύρεσης τιμής.

Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον δικτυακό τόπο της κατάλογο των μετοχών με ISIN του ΕΟΧ που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης μετοχών, τον οποίο ενημερώνει τακτικά.»·

12)το άρθρο 26 παράγραφος 9 τροποποιείται ως εξής:

α)προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ι):

«ι)    την ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να γνωστοποιούνται οι συναλλαγές.»·

β)το ακόλουθο εδάφιο παρεμβάλλεται μετά το πρώτο εδάφιο:

«Κατά την εκπόνηση των εν λόγω τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις και τα πρότυπα που συμφωνούνται σε ενωσιακό ή παγκόσμιο επίπεδο και τη συνοχή τους με τις απαιτήσεις γνωστοποίησης που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/834 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2365.»·

13)στο άρθρο 26, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 11:

«11.    Έως την/τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία 2 έτη από την ημερομηνία δημοσίευσης], η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση στην οποία αξιολογεί τη σκοπιμότητα περαιτέρω ολοκλήρωσης της γνωστοποίησης των συναλλαγών και εξορθολογισμού των ροών δεδομένων βάσει του άρθρου 26 του παρόντος κανονισμό με σκοπό:

α)τη μείωση των αλληλεπικαλυπτόμενων ή μη συνεπών απαιτήσεων γνωστοποίησης δεδομένων συναλλαγών, και ειδικότερα των αλληλεπικαλυπτόμενων ή μη συνεπών απαιτήσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*1 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2365·

β)τη βελτίωση της τυποποίησης των δεδομένων και την αποτελεσματική ανταλλαγή και χρήση των στοιχείων που έχουν υποβληθεί σε οποιοδήποτε ενωσιακό πλαίσιο υποβολής εκθέσεων από οποιαδήποτε σχετική αρμόδια αρχή, τόσο σε ενωσιακό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

Κατά την εκπόνηση της έκθεσης, η ΕΑΚΑΑ συνεργάζεται στενά, εφόσον συντρέχει περίπτωση, με τα άλλα όργανα του Ευρωπαϊκού Συστήματος Χρηματοοικονομικής Εποπτείας και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

________________________________________________________

*1    Κανονισμός (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 141 της 28.5.2019, σ. 42).»·

14)το άρθρο 27 παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

α)προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο γ):

«γ)    την ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να γνωστοποιούνται τα δεδομένα αναφοράς»·

β)το ακόλουθο εδάφιο παρεμβάλλεται μετά το πρώτο εδάφιο:

«Κατά την εκπόνηση των εν λόγω σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τις διεθνείς εξελίξεις και τα πρότυπα που συμφωνούνται σε ενωσιακό ή παγκόσμιο επίπεδο και τη συνοχή τους με τις απαιτήσεις γνωστοποίησης που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/834 και στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2365.»·

15)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 27δα:

«Άρθρο 27δα 
Διαδικασία επιλογής για την αδειοδότηση ενιαίου παρόχου ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών για κάθε κατηγορία στοιχείων ενεργητικού

1.Έως την/τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ημερομηνία 3 μήνες από την έναρξη ισχύος], η ΕΑΚΑΑ οργανώνει διαδικασία επιλογής για τον ορισμό ΠΕΔΕΣΥ για διάστημα πέντε ετών. Η ΕΑΚΑΑ οργανώνει χωριστή διαδικασία επιλογής για καθεμία από τις ακόλουθες κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού: μετοχές, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα και παράγωγα (ή σχετικές υποκατηγορίες παραγώγων).

2.Για καθεμία από τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η ΕΑΚΑΑ αξιολογεί τις αιτήσεις με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α)την τεχνική ικανότητα των αιτούντων να παράσχουν ανθεκτικό ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών σε ολόκληρη την Ένωση·

β)την ικανότητα των αιτούντων να συμμορφώνονται με τις οργανωτικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27η·

γ)τη δομή διακυβέρνησης των αιτούντων·

δ)την ταχύτητα με την οποία οι αιτούντες μπορούν να διαδώσουν βασικά δεδομένα της αγοράς·

ε)την ικανότητα των αιτούντων να διαδώσουν δεδομένα καλής ποιότητας·

στ)το σύνολο των δαπανών που θα πρέπει να πραγματοποιήσουν οι αιτούντες για την ανάπτυξη του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών και το κόστος λειτουργίας του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών σε συνεχή βάση·

ζ)το ύψος των χρεώσεων που οι αιτούντες προτίθενται να επιβάλλουν στα διάφορα είδη χρηστών των βασικών δεδομένων της αγοράς·

η)τη δυνατότητα των αιτούντων να χρησιμοποιούν σύγχρονες τεχνολογίες διεπαφής για την παροχή των βασικών δεδομένων της αγοράς και για τη συνδεσιμότητα·

θ)το μέσο αποθήκευσης που θα χρησιμοποιούν οι αιτούντες για την αποθήκευση ιστορικών δεδομένων·

ι)τα πρωτόκολλα που θα χρησιμοποιούν οι αιτούντες για την πρόληψη και την αντιμετώπιση διακοπών λειτουργίας.

3.Κατά την πρώτη διαδικασία επιλογής που θα οργανωθεί για μετοχές ζητείται η υποβολή προσφορών μόνον για την παροχή ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών που περιέχει μετασυναλλακτικά δεδομένα. Πριν από τις επόμενες διαδικασίες επιλογής, η ΕΑΚΑΑ εκτιμά τη ζήτηση στην αγορά και τις συνέπειες στα έσοδα στις ρυθμιζόμενες αγορές και, βάσει της εν λόγω εκτίμησης, υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τη σκοπιμότητα της προσθήκης των καλύτερων τιμών αγοράς και πώλησης και των αντίστοιχων όγκων στο δελτίο συναλλαγών. Βασιζόμενη στην εν λόγω έκθεση και στην πείρα που απέκτησε από την πρώτη διαδικασία επιλογής, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη στην οποία προσδιορίζεται το ενδεδειγμένο επίπεδο των προσυναλλακτικών δεδομένων που πρέπει να συνεισφέρονται στον ΠΕΔΕΣΥ.

4.Επιπλέον των κριτηρίων που αναφέρονται στην παράγραφο 2, για την επιλογή του ΠΕΔΕΣΥ για μετοχές λαμβάνεται υπόψη το σύστημα συμμετοχής στα έσοδα, και ειδικότερα ο τύπος, που εφαρμόζεται στις ρυθμιζόμενες αγορές που είναι συνεισφέροντες δεδομένων της αγοράς. Κατά την εξέταση των ανταγωνιστικών προσφορών, η ΕΑΚΑΑ επιλέγει τον ΠΕΔΕΣΥ για μετοχές που προσφέρει το σύστημα συμμετοχής στα έσοδα το οποίο παρέχει στις ρυθμιζόμενες αγορές, και ιδίως στις μικρότερες εξ αυτών, το υψηλότερο ποσό εσόδων που απομένουν προς διανομή μετά την αφαίρεση των λειτουργικών εξόδων και εύλογου περιθωρίου κέρδους. Τα εν λόγω έσοδα διανέμονται σύμφωνα με το άρθρο 27η παράγραφος 1 στοιχείο γ) και αναλογικά προς τη συνεισφορά δεδομένων της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 22α.

5.Η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει πλήρως αιτιολογημένη απόφαση με την οποία επιλέγει και αδειοδοτεί τις οντότητες που διαχειρίζονται τα ενοποιημένα δελτία συναλλαγών εντός 3 μηνών από την έναρξη της διαδικασίας επιλογής που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Στην εν λόγω αιτιολογημένη απόφαση προσδιορίζει τους όρους λειτουργίας των ΠΕΔΕΣΥ, και ειδικότερα το ύψος των τελών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ζ) και, για τις μετοχές, το επίπεδο της συμμετοχής που αναφέρεται στην παράγραφο 3, ιδίως για μικρότερες ρυθμιζόμενες αγορές.

6.Οι επιλεγμένοι ΠΕΔΕΣΥ συμμορφώνονται ανά πάσα στιγμή με τις οργανωτικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27η και με τους όρους που καθορίζονται στην απόφαση της ΕΑΚΑΑ για την αδειοδότηση του ΠΕΔΕΣΥ που αναφέρεται στην παράγραφο 3. ΠΕΔΕΣΥ ο οποίος δεν είναι πλέον σε θέση να συμμορφώνεται με τις εν λόγω απαιτήσεις και τους εν λόγω όρους, περιλαμβανομένων των απαιτήσεων και των όρων σχετικά με τις διακοπές του συστήματος και τις εισβολές σε αυτό, ενημερώνει σχετικά την ΕΑΚΑΑ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

7.Η ανάκληση της άδειας που αναφέρεται στο άρθρο 27ε παράγει αποτελέσματα μόνον από τη στιγμή που έχει επιλεγεί και αδειοδοτηθεί νέος ΠΕΔΕΣΥ σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4.»·

16)το άρθρο 27η αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 27η

Οργανωτικές απαιτήσεις για τους παρόχους ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών

1.Σύμφωνα με τους όρους αδειοδότησης που αναφέρονται στο άρθρο 27δα, οι ΠΕΔΕΣΥ:

α)συλλέγουν όλα τα δεδομένα της αγοράς που παρέχονται μέσω συνεισφορών σε σχέση με την κατηγορία στοιχείων ενεργητικού για την οποία διαθέτουν άδεια·

β)εισπράττουν από τους χρήστες μηνιαία τέλη συνδρομής·

γ)στην περίπτωση δεδομένων της αγοράς που αφορούν μετοχές, αναδιανέμουν μέρος των εσόδων τους με σκοπό την κάλυψη του κόστους που σχετίζεται με την υποχρεωτική συνεισφορά και τη διασφάλιση δίκαιου επιπέδου συμμετοχής των ρυθμιζόμενων αγορών, και ιδίως των μικρότερων ρυθμιζόμενων αγορών, στα έσοδα που παράγει το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών, σύμφωνα με το άρθρο 27δα παράγραφος 4·

δ)διαθέτουν στους χρήστες, βάσει των απαιτήσεων ποιότητας των δεδομένων που περιγράφονται στο άρθρο 22β, ενοποιημένα βασικά δεδομένα της αγοράς, για την παροχή των οποίων ο ΠΕΔΕΣΥ επιλέγεται σύμφωνα με το άρθρο 27δα, σε συνεχή ροή ηλεκτρονικών δεδομένων χωρίς διακρίσεις και όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο είναι τεχνικά εφικτό·

ε)διασφαλίζουν ότι η δημοσίευση των βασικών δεδομένων της αγοράς είναι σύμφωνη με τις εφαρμοστέες απαλλαγές και χρονικές μεταθέσεις των άρθρων 4, 7, 11, 14, 20 και 21·

στ)διασφαλίζουν ότι τα ενοποιημένα βασικά δεδομένα της αγοράς είναι εύκολα προσβάσιμα, μηχαναγνώσιμα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν από όλους τους χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτών επενδυτών.

Για τον σκοπό του καθορισμού της συμμετοχής που αναφέρεται στο στοιχείο γ), τα έσοδα του ΠΕΔΕΣΥ κατανέμονται μεταξύ των ρυθμιζόμενων αγορών σύμφωνα με τύπο ο οποίος αντικατοπτρίζει την αναλογία προσυναλλακτικής διαφανούς ρευστότητας σε μετοχές που εμφανίζει μια ρυθμιζόμενη αγορά προς τη μέση ημερήσια αξία συναλλαγών στις εν λόγω μετοχές στην Ένωση.

2.Οι ΠΕΔΕΣΥ καταρτίζουν και δημοσιεύουν στον δικτυακό τόπο τους πρότυπα επιπέδου εξυπηρέτησης τα οποία καλύπτουν όλα τα ακόλουθα:

α)κατάλογο των συνεισφερόντων δεδομένα της αγοράς από τους οποίους λαμβάνουν δεδομένα της αγοράς·

β)τρόπους και ταχύτητα παράδοσης των ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς στους χρήστες·

γ)μέτρα που λαμβάνουν για τη διασφάλιση λειτουργικής συνέχειας της παροχής ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς.

3.Οι ΠΕΔΕΣΥ διαθέτουν εύρωστους μηχανισμούς ασφάλειας σχεδιασμένους έτσι ώστε να εγγυώνται την ασφάλεια των μέσων διαβίβασης δεδομένων της αγοράς μεταξύ των συνεισφερόντων δεδομένα της αγοράς και του ΠΕΔΕΣΥ και μεταξύ του ΠΕΔΕΣΥ και των χρηστών και να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο καταστροφής των δεδομένων και μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης. Οι ΠΕΔΕΣΥ διατηρούν επαρκείς πόρους και διαθέτουν εφεδρικές εγκαταστάσεις προκειμένου να παρέχουν και να διατηρούν τις υπηρεσίες τους ανά πάσα στιγμή.

4.Μετά από 12 μήνες πλήρους λειτουργίας του ΠΕΔΕΣΥ για μετοχές, η ΕΑΚΑΑ παρέχει στην Επιτροπή αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τον δίκαιο χαρακτήρα του επιπέδου συμμετοχής των ρυθμιζόμενων αγορών στα έσοδα που παράγει ο ΠΕΔΕΣΥ κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από την ΕΑΚΑΑ να διατυπώσει περαιτέρω γνώμες, εάν είναι αναγκαίο ή σκόπιμο. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 50 για την αναθεώρηση της κλείδας κατανομής για την αναδιανομή των εσόδων, όταν συντρέχει περίπτωση.»·

17)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 27ηα:

«Άρθρο 27ηα 
Υποχρεώσεις γνωστοποίησης των παρόχων ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών

1.Στο τέλος κάθε τριμήνου, οι ΠΕΔΕΣΥ δημοσιεύουν στον δικτυακό τόπο τους, στον οποίο παρέχουν δωρεάν πρόσβαση, στατιστικά στοιχεία επιδόσεων και εκθέσεις συμβάντων σχετικά με την ποιότητα των δεδομένων και τα συστήματα.

2.2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζονται το περιεχόμενο, ο χρόνος, ο μορφότυπος και η ορολογία της υποχρέωσης γνωστοποίησης.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως την/τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να εισαχθεί ημερομηνία εννέα μήνες από την έναρξη ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

3.Οι ΠΕΔΕΣΥ τηρούν και φυλάσσουν αρχεία σχετικά με την επιχειρηματική δραστηριότητά τους για διάστημα τουλάχιστον πέντε ετών. Οι πληροφορίες που αφορούν τα δύο πρώτα έτη τηρούνται σε εύκολα προσβάσιμο τόπο και οι ΠΕΔΕΣΥ παρέχουν πάραυτα στην ΕΑΚΑΑ τα εν λόγω αρχεία κατόπιν αιτήσεώς της.»·

18)στο άρθρο 28 παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.    Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 4α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού καταρτίζουν συναλλαγές, οι οποίες δεν αποτελούν ούτε εντός ομίλου συναλλαγές όπως ορίζονται στο άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, ούτε συναλλαγές που καλύπτονται από τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 89 του ίδιου κανονισμού, με άλλους τέτοιους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους ή με άλλους τέτοιους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους σε παράγωγα που ανήκουν σε κατηγορία παραγώγων, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως υποκείμενη στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 32 του παρόντος κανονισμού και είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 34 του παρόντος κανονισμού, μόνο σε:»·

19)στο άρθρο 32, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 7, 8 και 9:

«7.    Εάν η ΕΑΚΑΑ θεωρεί ότι η αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης η οποία αναφέρεται στο άρθρο 6α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 συνιστά ουσιώδη μεταβολή στα κριτήρια έναρξης ισχύος της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να αναστείλει την υποχρέωση διαπραγμάτευσης που προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος κανονισμού για τις ίδιες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που αποτελούν αντικείμενο της αίτησης αναστολής της υποχρέωσης εκκαθάρισης.

8.    Η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 7 δεν δημοσιοποιείται.

9.    Μετά τη λήψη της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 7, η Επιτροπή προβαίνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, και βασιζόμενη στους λόγους και στα αποδεικτικά στοιχεία που παρείχε η ΕΑΚΑΑ, σε μία από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)εκδίδει εκτελεστική πράξη αναστολής της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης για τις κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που αποτελούν αντικείμενο της αίτησης αναστολής της υποχρέωσης εκκαθάρισης·

β)απορρίπτει την αίτηση αναστολής.

Για τους σκοπούς του στοιχείου β), η Επιτροπή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για τους λόγους απόρριψης της αίτησης αναστολής. Η Επιτροπή ενημερώνει πάραυτα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εν λόγω απόρριψη και τους διαβιβάζει τους λόγους που ανέφερε στην ΕΑΚΑΑ. Οι πληροφορίες που παρέχονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την απόρριψη και την αιτιολογία της απόρριψης δεν δημοσιοποιούνται.»·

20)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 32α:

«Άρθρο 32α
Αυτοτελής αναστολή της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης

1.Κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους, η Επιτροπή μπορεί να αναστείλει την υποχρέωση διαπραγμάτευσης παραγώγων σε σχέση με ορισμένες επιχειρήσεις επενδύσεων σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 51 και αφού ζητήσει τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ. Η αρμόδια αρχή αναφέρει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αναστολής. Ειδικότερα, η αρμόδια αρχή καταδεικνύει ότι επιχείρηση επενδύσεων στη δικαιοδοσία της:

α)λαμβάνει τακτικά αιτήματα προσφοράς για τα παράγωγα που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης παραγώγων·

β)από αντισυμβαλλόμενο εκτός ΕΟΧ που δεν είναι ενεργό μέλος τόπου διαπραγμάτευσης της ΕΕ ο οποίος προσφέρει συναλλαγές στο παράγωγο που αποτελεί αντικείμενο της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης· και

γ)ενεργεί τακτικά ως ειδικός διαπραγματευτής για το παράγωγο που υπόκειται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης παραγώγων.

2.Όταν εκτιμά αν θα αναστείλει την υποχρέωση διαπραγμάτευσης σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη αν η εν λόγω αναστολή της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης θα έχει αποτέλεσμα στρέβλωσης στην υποχρέωση εκκαθάρισης που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

3.Η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 συνοδεύεται από τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε η αρμόδια αρχή η οποία ζήτησε την αναστολή.

4.Η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κοινοποιείται στην ΕΑΚΑΑ και δημοσιεύεται στο μητρώο της ΕΑΚΑΑ που αναφέρεται στο άρθρο 34 του παρόντος κανονισμού.

5.Η Επιτροπή επανεξετάζει τακτικά αν οι λόγοι αναστολής της υποχρέωσης διαπραγμάτευσης εξακολουθούν να ισχύουν.»·

21)το άρθρο 35 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.    Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ένας CCP δέχεται να εκκαθαρίζει χρηματοπιστωτικά μέσα, χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια, μεταξύ άλλων και αναφορικά με τις απαιτήσεις παροχής ασφάλειας και τις χρεώσεις για την παροχή πρόσβασης, ανεξαρτήτως του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίο εκτελείται μια συναλλαγή.

Η απαίτηση που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται σε χρηματιστηριακά παράγωγα.

Ο CCP διασφαλίζει ειδικότερα ότι ο τόπος διαπραγμάτευσης έχει το δικαίωμα μη διακριτικής μεταχείρισης των συμβολαίων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε αυτόν τον τόπο διαπραγμάτευσης σε ό,τι αφορά:»·

β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.    Ο CCP απαντά εγγράφως στον τόπο διαπραγμάτευσης εντός τριών μηνών είτε επιτρέποντας την πρόσβαση, υπό τον όρο ότι η αντίστοιχη αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει άδεια πρόσβασης σύμφωνα με την παράγραφο 4, είτε αρνούμενος την πρόσβαση. Ο CCP μπορεί να απορρίψει αίτηση πρόσβασης μόνο υπό τους όρους της παραγράφου 6 στοιχείο α). Όταν ο CCP αρνείται την πρόσβαση, παρέχει πλήρη αιτιολογία στην απάντησή του και ενημερώνει την αρμόδια αρχή του εγγράφως για την απόφασή του. Όταν ο τόπος διαπραγμάτευσης είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του CCP, ο CCP παρέχει επίσης την εν λόγω κοινοποίηση και αιτιολογία στην αρμόδια αρχή του εν λόγω τόπου διαπραγμάτευσης. Ο CCP παρέχει πρόσβαση εντός τριών μηνών από την παροχή θετικής απάντησης στην αίτηση πρόσβασης.»·

22)το άρθρο 36 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ο τόπος διαπραγμάτευσης παρέχει, κατόπιν αιτήσεως, πρόσβαση σε πληροφορίες συναλλαγών, χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια, μεταξύ άλλων και αναφορικά με τις σχετικές με την πρόσβαση χρεώσεις, σε κάθε CCP που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωριστεί βάσει του εν λόγω κανονισμού και ο οποίος επιθυμεί να εκκαθαρίζει συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν συναφθεί στον εν λόγω τόπο διαπραγμάτευσης. Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται σε:

α)συμβόλαια παραγώγων που υπόκεινται ήδη στις υποχρεώσεις πρόσβασης δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

β)χρηματιστηριακά παράγωγα.»·

β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.    Ο τόπος διαπραγμάτευσης απαντά εγγράφως στον CCP εντός τριών μηνών είτε επιτρέποντας την πρόσβαση, υπό τον όρο ότι η αντίστοιχη αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει άδεια πρόσβασης σύμφωνα με την παράγραφο 4, είτε αρνούμενος την πρόσβαση. Ο τόπος διαπραγμάτευσης μπορεί να αρνηθεί την πρόσβαση μόνο υπό τους όρους της παραγράφου 6 στοιχείο α). Εάν ο τόπος διαπραγμάτευσης αρνηθεί την πρόσβαση, παρέχει πλήρη αιτιολογία με τη γραπτή απάντησή του και διαβιβάζει την εν λόγω γραπτή απάντηση στην αρμόδια αρχή του. Όταν ο CCP είναι εγκατεστημένος σε διαφορετικό κράτος μέλος από τον τόπο διαπραγμάτευσης, ο τελευταίος διαβιβάζει επίσης την εν λόγω γραπτή απάντηση στην αρμόδια αρχή του CCP. Ο τόπος διαπραγμάτευσης παρέχει πρόσβαση εντός τριών μηνών από την παροχή θετικής απάντησης στην αίτηση πρόσβασης.»·

γ)η παράγραφος 5 απαλείφεται·

23)στο άρθρο 38, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.    Τόπος διαπραγμάτευσης εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα μπορεί να αιτείται πρόσβαση σε CCP εγκατεστημένο στην Ένωση, μόνον εάν η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 για την εν λόγω τρίτη χώρα.

Ένας CCP εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα μπορεί να αιτείται πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης της Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω CCP αναγνωρίζεται δυνάμει του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

CCP και τόποι διαπραγμάτευσης εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα δικαιώματα πρόσβασης που αναφέρονται στα άρθρα 35 και 36 μόνον σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα που καλύπτονται από τα εν λόγω άρθρα και εφόσον η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, στην οποία αποφαίνεται ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο της τρίτης χώρας προβλέπει αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα βάσει του οποίου επιτρέπεται σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης αδειοδοτημένους υπό αλλοδαπά καθεστώτα να έχουν πρόσβαση σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης εγκατεστημένους στην εν λόγω τρίτη χώρα.»·

24)στο άρθρο 38ζ παράγραφος 1, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εάν η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει ότι ένα πρόσωπο που παρατίθεται στο άρθρο 38β παράγραφος 1 στοιχείο α) παρέβη οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22α, το άρθρο 22β ή τον τίτλο IVα, αναλαμβάνει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δράσεις:»·

25)στο άρθρο 38η παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 38ια παράγραφος 5, η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει ότι πρόσωπο που παρατίθεται στο άρθρο 38β παράγραφος 1 στοιχείο α) παρέβη, με πρόθεση ή από αμέλεια, οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22α, το άρθρο 22β ή τον τίτλο IVα, εκδίδει απόφαση για την επιβολή προστίμου σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.»·

26)παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 39α:

«Άρθρο 39α 
Απαγόρευση πληρωμής για τη διαβίβαση εντολών πελατών προς εκτέλεση

Επιχειρήσεις επενδύσεων που ενεργούν για λογαριασμό πελατών δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε αμοιβή ή προμήθεια ή μη χρηματικό όφελος από οποιονδήποτε τρίτο για τη διαβίβαση εντολών πελατών στον εν λόγω τρίτο προς εκτέλεση.»·

27)το άρθρο 50 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.    Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στις ακόλουθες διατάξεις ανατίθεται επ’ αόριστον από τις 2 Ιουλίου 2014: άρθρο 1 παράγραφος 9, άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3, άρθρο 13 παράγραφος 2, άρθρο 15 παράγραφος 5, άρθρο 17 παράγραφος 3, άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, άρθρο 22β παράγραφος 2, άρθρο 27 παράγραφος 4, άρθρο 27δα παράγραφος 3, άρθρο 27ζ παράγραφος 7, άρθρο 27η παράγραφος 4, άρθρο 31 παράγραφος 4, άρθρο 38ια παράγραφος 10, άρθρο 38ιδ παράγραφος 3, άρθρο 40 παράγραφος 8, άρθρο 41 παράγραφος 8, άρθρο 42 παράγραφος 7, άρθρο 45 παράγραφος 10 και άρθρο 52 παράγραφος 10.»·

β)στην παράγραφο 3, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στις ακόλουθες διατάξεις μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο: άρθρο 1 παράγραφος 9, άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3, άρθρο 13 παράγραφος 2, άρθρο 15 παράγραφος 5, άρθρο 17 παράγραφος 3, άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, άρθρο 22β παράγραφος 2, άρθρο 27 παράγραφος 4, άρθρο 27δα παράγραφος 3, άρθρο 27ζ παράγραφος 7, άρθρο 27η παράγραφος 4, άρθρο 31 παράγραφος 4, άρθρο 38ια παράγραφος 10, άρθρο 38ιδ παράγραφος 3, άρθρο 40 παράγραφος 8, άρθρο 41 παράγραφος 8, άρθρο 42 παράγραφος 7, άρθρο 45 παράγραφος 10 και άρθρο 52 παράγραφος 10.»·

γ)στην παράγραφο 5, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 9, το άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 13 παράγραφος 2, το άρθρο 15 παράγραφος 5, το άρθρο 17 παράγραφος 3, το άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 22β παράγραφος 2, το άρθρο 27 παράγραφος 4, το άρθρο 27δα παράγραφος 3, το άρθρο 27ζ παράγραφος 7, το άρθρο 27η παράγραφος 4, το άρθρο 31 παράγραφος 4, το άρθρο 38ια παράγραφος 10, το άρθρο 38ιδ παράγραφος 3, το άρθρο 40 παράγραφος 8, το άρθρο 41 παράγραφος 8, το άρθρο 42 παράγραφος 7, το άρθρο 45 παράγραφος 10 και το άρθρο 52 παράγραφος 10 τίθενται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη αυτής της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημέρωσαν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις.»·

28)το άρθρο 52 τροποποιείται ως εξής:

α)οι παράγραφοι 11 και 12 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«11.    Τρία έτη μετά την πρώτη χορήγηση άδειας λειτουργίας ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών, η Επιτροπή υποβάλλει, αφού ζητήσει τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τα ακόλουθα:

α)τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού που καλύπτει το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών·

β)τον έγκαιρο χαρακτήρα και την ποιότητα παράδοσης της ενοποίησης δεδομένων της αγοράς·

γ)τον ρόλο της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς για τη μείωση της ελλιπούς εφαρμογής·

δ)τον αριθμό των συνδρομητών σε ενοποιημένα δεδομένα της αγοράς ανά κατηγορία στοιχείων ενεργητικού·

ε)τις συνέπειες της ενοποίησης των δεδομένων της αγοράς στην αποκατάσταση των ασυμμετριών πληροφόρησης μεταξύ διαφόρων συμμετεχόντων στις κεφαλαιαγορές·

στ)την καταλληλότητα και τη λειτουργία του συστήματος συμμετοχής για τις συνεισφορές δεδομένων της αγοράς·

ζ)τις συνέπειες των ενοποιημένων δεδομένων της αγοράς στις επενδύσεις σε ΜΜΕ.

η)τη δυνατότητα να διευκολύνει το δελτίο συναλλαγών τον προσδιορισμό των χρηματοπιστωτικών μέσων που εμφανίζουν χαρακτηριστικά ευθυγραμμισμένα με τον κανονισμό [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί παραπομπή στον κανονισμό για τα ευρωπαϊκά πράσινα ομόλογα].

12.    Εάν, έως την/τις [Υπηρεσία Εκδόσεων: να εισαχθεί ημερομηνία 1 έτος από την έναρξη ισχύος], δεν έχει εμφανισθεί ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών μέσω της διαδικασίας επιλογής που οργανώνει η ΕΑΚΑΑ κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 27δα, η Επιτροπή επανεξετάζει το πλαίσιο και μπορεί να συνοδεύσει την εν λόγω επανεξέταση, εφόσον συντρέχει περίπτωση και αφού ζητήσει τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ, με νομοθετική πρόταση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να παρέχει ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών.»·

β)η παράγραφος 14 απαλείφεται·

29)στο άρθρο 54, η παράγραφος 2 απαλείφεται.

Άρθρο 2
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει και να εφαρμόζεται την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

(1)    Η έννοια των ιδιωτών επενδυτών καλύπτει ευρύ φάσμα μη επαγγελματιών επενδυτών.
(2)     https://ec.europa.eu/info/publications/210119-economic-financial-system-communication_en .
(3)    Η διαπραγμάτευση σε δευτερογενείς αγορές αφορά δραστηριότητα στις κεφαλαιαγορές μετά την έκδοση χρηματοπιστωτικού μέσου. Η έκδοση μπορεί να πραγματοποιηθεί, για παράδειγμα, μέσω αρχικής δημόσιας προσφοράς (ΑΔΠ).
(4)     https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=COM:2020:590:FIN .
(5)    Η έννοια του ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών έχει την προέλευση της στις αγορές μετοχών των ΗΠΑ και χρονολογείται στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Για την αποθήκευση δεδομένων χρησιμοποιούνταν, ως μέσο καταγραφής, μαγνητική ταινία. Παρότι η χρήση μαγνητικής ταινίας διατηρείται έως σήμερα για μακροχρόνια αποθήκευση δεδομένων (εφεδρικά αρχεία και αρχειοθέτηση), στη δεκαετία του 1970 αποτελούσε το κύριο μέσο αποθήκευσης.
(6)    MSP (2020), The study on the creation of an EU consolidated tape, μελέτη την οποία παρήγγειλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/82763219-1cbe-11eb-b57e-01aa75ed71a1/language-en/format-PDF/source-169654830 .
(7)    Μελέτη MSP, διάγραμμα 14, σ. 42.
(8)    Μελέτη MSP, διάγραμμα 15, σ. 43.
(9)     https://www.esma.europa.eu/sites/default/files/library/esma50-165-1355_mifid_asr.pdf .
(10)    Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).
(11)    Οι αδιαφανείς δεξαμενές («dark pools») είναι ειδικά τμήματα πολυμερών μηχανισμών διαπραγμάτευσης ή ρυθμιζόμενων αγορών που κάνουν χρήση απαλλαγών από προσυναλλακτικές απαιτήσεις διαφάνειας και δεν εφαρμόζουν τέτοιες απαιτήσεις.
(12)    Τα στοιχεία προέρχονται από το μητρώο οντοτήτων MiFID της ΕΑΚΑΑ του 2021. Βλ. παράρτημα 4 για την εικόνα της αγοράς στις κύριες κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού.
(13)    Copenhagen Economics (2018), Pricing of market data.
(14)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).
(15)    Διατάξεις σχετικά με τον ΠΕΔΕΣΥ θεσπίστηκαν αρχικά στην οδηγία MiFID II, αλλά μεταφέρθηκαν στον κανονισμό MiFIR, και οι σχετικές αλλαγές αρχίζουν να ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2022.
(16)    Το εμφανές κόστος αφορά το κόστος εκτέλεσης συναλλαγής (ειδικότερα, προμήθειες του μεσίτη και χρεώσεις του τόπου διαπραγμάτευσης), ενώ το αφανές κόστος αφορά τον αντίκτυπο της συναλλαγής στη ρευστότητα.
(17)    Η ΕΑΚΑΑ δημοσίευσε τις ακόλουθες εκθέσεις επανεξέτασης:
(18)    ΕΑΚΑΑ, Έκθεση επανεξέτασης της οδηγίας MiFID II / του κανονισμού MiFIR αριθ. 1 σχετικά με την εξέλιξη των τιμών προσυναλλακτικών και μετασυναλλακτικών δεδομένων και σχετικά με το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών για μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα.
(19)    ΕΑΚΑΑ, Έκθεση επανεξέτασης της οδηγίας MiFID II / του κανονισμού MiFIR αριθ. 1 σχετικά με την εξέλιξη των τιμών προσυναλλακτικών και μετασυναλλακτικών δεδομένων και σχετικά με το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών για μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα, σ. 17.
(20)    ΕΑΚΑΑ, Έκθεση επανεξέτασης της οδηγίας MiFID II / του κανονισμού MiFIR σχετικά με το καθεστώς διαφάνειας των μη μετοχικών χρηματοπιστωτικών μέσων και την υποχρέωση διαπραγμάτευσης παραγώγων:
(21)    EFAMA (2021), Joint statement by EFAMA and EFSA on Consolidated Tape and market data costs [Κοινή δήλωση της EFAMA (Ευρωπαϊκής Ένωσης Διαχείρισης Κεφαλαίων και Περιουσιακών Στοιχείων) και του EFSA (Ευρωπαϊκού Φόρουμ Ενώσεων Κινητών Αξιών) σχετικά με το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών και το κόστος των δεδομένων της αγοράς], https://www.efama.org/newsroom/news/joint-statement-efama-and-efsa-consolidated-tape-and-market-data-costs  
(22)    Η παρουσίαση και η γνώμη της ΕΡΕ είναι διαθέσιμες στην ακόλουθη διεύθυνση: [να παρασχεθεί ο σύνδεσμος]
(23)    MSP (2019), The Study on the Creation of an EU Consolidated Tape (Μελέτη σχετικά με τη δημιουργία ενοποιημένου δελτίου συναλλαγών της ΕΕ), διάγραμμα 14.
(24)    Κανονισμός (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών.
(25)    ΕΕ C […] της […], σ. […].
(26)    ΕΕ C […] της […], σ. […].
(27)    COM(2020) 590 final.
(28)    Συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για την Ένωση των Κεφαλαιαγορών (12898/1/20 REV 1 EF 286 ECOFIN 1023): https://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-12898-2020-REV-1/el/pdf ·
(29)    COM(2021) 32 final.
(30)    Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).
(31)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).
(32)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).
(33)    ΕΑΚΑΑ, Έκθεση επανεξέτασης της οδηγίας MiFID II / του κανονισμού MiFIR αριθ. 1 σχετικά με την εξέλιξη των τιμών προσυναλλακτικών και μετασυναλλακτικών δεδομένων και σχετικά με το ενοποιημένο δελτίο συναλλαγών για μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα.
(34)    Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).
(35)    Κανονισμός (ΕΕ) 2019/834 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την καταχώριση και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 141 της 28.5.2019, σ. 42).
(36)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).
Top