EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52020XC0929(01)

Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ερμηνεία ορισμένων νομικών διατάξεων του αναθεωρημένου πλαισίου εξυγίανσης των τραπεζών σε απάντηση των ερωτήσεων που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών 2020/C 321/01

C/2020/6417

OJ C 321, 29.9.2020, p. 1–35 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

29.9.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 321/1


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

σχετικά με την ερμηνεία ορισμένων νομικών διατάξεων του αναθεωρημένου πλαισίου εξυγίανσης των τραπεζών σε απάντηση των ερωτήσεων που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών

(2020/C 321/01)

Η δέσμη μέτρων για τη μεταρρύθμιση του τραπεζικού τομέα, την οποία πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Νοέμβριο του 2016, εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στις 20 Μαΐου 2019 και δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα στις 7 Ιουνίου 2019. Αυτή η δέσμη μέτρων περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, αλλαγές στο ενωσιακό πλαίσιο εξυγίανσης των τραπεζών μέσω της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) (οδηγία για την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών, οδηγία BRRD), και μέσω του κανονισμού (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) (κανονισμός για τον ενιαίο μηχανισμό εξυγίανσης, κανονισμός SRMR). Στο πλαίσιο της εν λόγω μεταρρύθμισης εφαρμόζεται στην Ένωση το διεθνές πρότυπο συνολικής ικανότητας απορρόφησης ζημιών (TLAC) για τις παγκόσμιες συστημικά σημαντικές τράπεζες, το οποίο θεσπίστηκε από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Νοέμβριο του 2015 και ενισχύει την εφαρμογή της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) για όλες τις τράπεζες. Το αναθεωρημένο πλαίσιο θα πρέπει να διασφαλίζει καλύτερα ότι η απορρόφηση ζημιών και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών πραγματοποιούνται με τη χρήση ιδιωτικών μέσων όταν περιέρχονται σε οικονομική δυσχέρεια και τίθενται υπό καθεστώς εξυγίανσης.

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεταφέρουν τις διατάξεις της εν λόγω οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο έως τις 28 Δεκεμβρίου 2020. Προκειμένου να διευκολυνθεί η έγκαιρη, συνεπής και ακριβής μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, η Επιτροπή σκοπεύει να συμπεριλάβει στο παράρτημα της παρούσας ανακοίνωσης τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που έθεσαν οι αρχές των κρατών μελών όσον αφορά την ερμηνεία ορισμένων διατάξεων της οδηγίας BRRD, καθώς και τις αλληλεπιδράσεις τους με τον κανονισμό SRMR, τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) (κανονισμός για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, ΚΚΑ) και την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) (οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, οδηγία CRD).

Βάσει των προαναφερόμενων, η Επιτροπή εκδίδει στην παρούσα ανακοίνωση απαντήσεις σχετικά με τις ακόλουθες νομικές πράξεις:

οδηγία 2014/59/ΕΕ (οδηγία BRRD), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879,

κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 (κανονισμός SRMR), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/877,

κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (ΚΚΑ), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7),

οδηγία 2013/36/ΕΕ (οδηγία CRD), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

Η παρούσα ανακοίνωση αποσαφηνίζει τις διατάξεις που περιλαμβάνονται ήδη στην ισχύουσα νομοθεσία. Δεν επεκτείνει με κανέναν τρόπο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εν λόγω νομοθεσία ούτε εισάγει πρόσθετες απαιτήσεις για τους ενδιαφερόμενους φορείς εκμετάλλευσης και τις αρμόδιες αρχές. Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι απλώς και μόνο η παροχή συνδρομής στις αρχές των κρατών μελών κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των σχετικών νομικών διατάξεων. Μόνο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να ερμηνεύει έγκυρα το δίκαιο της Ένωσης. Οι απόψεις που εκφράζονται στην παρούσα ανακοίνωση δεν μπορούν να προδικάσουν τη θέση που ενδέχεται να υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενώπιον των δικαστηρίων της ΕΕ και των εθνικών δικαστηρίων.

Επιπλέον, η Επιτροπή θα εκδώσει σύντομα ανακοίνωση στην οποία θα περιλαμβάνονται απαντήσεις σε ερωτήσεις που έλαβε από τις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (ΕΕΑ) σύμφωνα με το άρθρο 16β παράγραφος 5 των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Στην ανακοίνωση αυτή θα αποσαφηνίζονται ορισμένες διατάξεις της οδηγίας BRRD για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών έχει υποβάλει ερωτήσεις στην Επιτροπή.


(1)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και της οδηγίας 98/26/ΕΚ (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 296).

(2)  Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 226).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(6)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα και τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 1).

(8)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ όσον αφορά τις εξαιρούμενες οντότητες, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, τις μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, τις αποδοχές, τα μέτρα και τις εξουσίες εποπτείας και τα μέτρα διατήρησης κεφαλαίου (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 253).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατάλογος συντομογραφιών

ΔΟΕΕ — Διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων

Μέσα AT1 — Πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1 που αναφέρονται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 του ΚΚΑ·

Οδηγία BRRD — Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2)·

Οδηγία BRRD I — Οδηγία 2014/59/ΕΕ, χωρίς τροποποιήσεις·

CBR — Συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας, όπως ορίζεται στο άρθρο 128 σημείο 6 της οδηγίας CRD·

CCP — Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος·

Κεφάλαιο CET1 — Κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που αναφέρονται στο άρθρο 50 του ΚΚΑ·

Οδηγία CRD — Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4)·

ΚΚΑ — Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)·

ESMA — Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ)·

Εξωτερική MREL — Ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που εφαρμόζεται στις οντότητες εξυγίανσης και αναφέρεται στο άρθρο 45ε της οδηγίας BRRD·

G-SII — Παγκόσμιο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα·

Εσωτερική MREL — Ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που εφαρμόζεται στις θυγατρικές μιας οντότητας εξυγίανσης ή μιας οντότητας τρίτης χώρας χωρίς να συνιστούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, όπως αναφέρονται στο άρθρο 45στ της οδηγίας BRRD·

M-MDA — Μέγιστο διανεμητέο ποσό που συνδέεται με την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16α της οδηγίας BRRD·

Οδηγία MiFID — Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7)·

MPE — Πολλαπλά σημεία έναρξης·

MREL — Ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων·

NCWO — Μη επιδείνωση της θέσης των πιστωτών κατά την εξυγίανση σε σύγκριση με το πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας·

SEL — Επιλέξιμη υποχρέωση μειωμένης εξασφάλισης·

ΟΑΔ — Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8)·

SPE — Μοναδικό σημείο έναρξης·

SRB — Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης·

·ΕΜΕ — Ενιαίος μηχανισμός εξυγίανσης

Κανονισμός SRMR — Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10)·

Κανονισμός SRMR I — Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014, χωρίς τροποποιήσεις·

TEM — Μέτρο συνολικού ανοίγματος που υπολογίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 429 και 429α του ΚΚΑ·

Μέσα T2 — Μέσα της κατηγορίας 2 που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 73 της οδηγίας BRRD·

TLAC — Συνολική ικανότητα απορρόφησης ζημιών·

Ελάχιστη απαίτηση TLAC — Εναρμονισμένο ελάχιστο επίπεδο του προτύπου TLAC για τα ιδρύματα G-SII που αναφέρεται στα άρθρα 92α και 92β του ΚΚΑ και στο άρθρο 45δ παράγραφος 1 στοιχείο α) και άρθρο 45δ παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας BRRD·

Πρότυπο TLAC — Έγγραφο με τους όρους λειτουργίας (Term Sheet) της TLAC που δημοσίευσε το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Νοέμβριο του 2015·

Τράπεζες ανώτατου επιπέδου — Οντότητες εξυγίανσης ομίλων εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού άνω των 100 δισ. EUR που αναφέρονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD·

TREA — Συνολικό ποσό έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 3 του ΚΚΑ·

ΟΣΕΚΑ — Οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες.

Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, όλες οι παραπομπές στο παρόν παράρτημα θα πρέπει να γίνονται αντιληπτές ως παραπομπές σε άρθρα της οδηγίας BRRD.

Α.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΔΙΑΝΟΜΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 16Α ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ BRRD

1.   Ερώτηση (Άρθρο 16α)

Το άρθρο 16α της οδηγίας BRRD παρέχει στις αρχές εξυγίανσης την εξουσία να απαγορεύουν ορισμένες διανομές σε περίπτωση παραβίασης της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας από μια οντότητα, όταν αυτή εξετάζεται επιπλέον της MREL. Ομοίως, το άρθρο 141 της οδηγίας CRD περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τις εξουσίες των αρμόδιων αρχών να απαγορεύουν ορισμένες διανομές σε περίπτωση παραβίασης της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, όταν αυτή εξετάζεται επιπλέον των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων. Παρότι οι εξουσίες αυτές παρέχονται σε δύο διαφορετικές αρχές, η σχέση μεταξύ τους δεν έχει προσδιοριστεί. Ούτε στην οδηγία CRD ούτε στην οδηγία BRRD προσδιορίζεται η ακολουθία εφαρμογής αυτών των δύο εξουσιών σε περίπτωση παραβίασης αμφότερων των απαιτήσεων από μια οντότητα. Αυτό σημαίνει ότι ο εθνικός νομοθέτης διαθέτει ευελιξία επί του θέματος αυτού;

Απάντηση

Οι προϋποθέσεις όσον αφορά τη χρήση της εξουσίας των αρχών εξυγίανσης να απαγορεύσουν σε μια οντότητα να διανέμει μεγαλύτερο ποσό από το μέγιστο διανεμητέο ποσό που συνδέεται με την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (M-MDA), δηλαδή της εξουσίας περιορισμού ορισμένων διανομών, ορίζονται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD. Η συγκεκριμένη διάταξη προβλέπει ότι η εξουσία αυτή ενεργοποιείται στην κατάσταση κατά την οποία η οντότητα πληροί την οικεία συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας επιπλέον των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 141α παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) της οδηγίας CRD, αλλά δεν πληροί την οικεία συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας επιπλέον των απαιτήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 45γ και 45δ της οδηγίας BRRD (δηλαδή της MREL).

Αυτό σημαίνει ότι όταν μια οντότητα δεν πληροί την οικεία συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας επιπλέον των σχετικών απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων, η οντότητα δεν θα βρίσκεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 16α παράγραφος 1, ακόμη και αν μπορεί να μην πληροί ούτε την οικεία συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας επιπλέον της MREL. Αυτό σημαίνει ότι το άρθρο 141 της οδηγίας CRD θα εφαρμόζεται αποκλειστικά στην περίπτωση αυτή και ότι η οντότητα θα υποχρεούται να περιορίζει αυτομάτως ορισμένες διανομές σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στην εν λόγω διάταξη. Οι εξουσίες των αρχών εξυγίανσης να περιορίζουν ορισμένες διανομές βάσει του άρθρου 16α της οδηγίας BRRD θα ενεργοποιούνται μόνο όταν η οντότητα πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και τις σχετικές απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, αλλά δεν πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και την οικεία MREL.

Αυτό σημαίνει εντέλει ότι το άρθρο 141 της οδηγίας CRD δεν μπορεί να εφαρμόζεται ταυτόχρονα με το άρθρο 16α της οδηγίας BRRD.

2.   Ερώτηση (Άρθρο 16α)

Είναι ακριβές ότι το άρθρο 16α της οδηγίας BRRD εισήγαγε δύο στάδια για την απόφαση της αρχής εξυγίανσης να απαγορεύσει σε μια οντότητα να διανέμει μεγαλύτερο ποσό από το M-MDA:

κατά τους εννέα πρώτους μήνες μετά την κοινοποίηση της οντότητας, δεν προβλέπεται υποχρέωση καθορισμού του M-MDA και η αρχή εξυγίανσης προβαίνει κάθε μήνα σε επανεκτίμηση για το αν θα ασκήσει την εν λόγω εξουσία, και

εννέα μήνες μετά την κοινοποίηση της οντότητας, προβλέπεται υποχρέωση άσκησης της εξουσίας απαγόρευσης διανομών άνω του M-MDA, εκτός εάν η αρχή εξυγίανσης διαπιστώνει, έπειτα από αξιολόγηση, ότι πληρούνται τουλάχιστον δύο από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD;

Απάντηση

Η εξουσία των αρχών εξυγίανσης να περιορίζουν ορισμένες διανομές οντοτήτων που προβλέπεται στο άρθρο 16α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD ενεργοποιείται μόνο όταν η οντότητα πληροί την οικεία συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας σε συνδυασμό με τις σχετικές απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων, αλλά όχι σε συνδυασμό με την MREL, δηλαδή λόγω παραβίασης της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας που αφορά ειδικά την MREL. Η εξουσία αυτή υπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των αρχών εξυγίανσης. Η έκτασή της εξαρτάται από τη χρονική στιγμή της παραβίασης της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας όπως προβλέπεται στο άρθρο 16α παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας BRRD. Κατά τους εννέα πρώτους μήνες μετά την κοινοποίηση παραβίασης από την οντότητα, η αρχή εξυγίανσης πρέπει να προβαίνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση από την ημερομηνία κοινοποίησης —και στη συνέχεια τουλάχιστον κάθε μήνα— σε εκτίμηση για το αν θα ασκήσει ή όχι την εξουσία αυτή, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD. Μετά από εννέα μήνες, η αρχή εξυγίανσης πρέπει να ασκήσει την εξουσία αυτή, εκτός εάν πληρούνται τουλάχιστον δύο από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16α παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD.

3.   Ερώτηση (Άρθρο 16α παράγραφος 3)

Σύμφωνα με το άρθρο 16α παράγραφος 3, η αρχή εξυγίανσης, έπειτα από διαβούλευση με την αρμόδια αρχή, πρέπει να ασκήσει την εξουσία που αναφέρεται στο άρθρο 16α παράγραφος 1, εκτός εάν πληρούνται τουλάχιστον δύο από τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στην εν λόγω παράγραφο 3, βάσει των διαπιστώσεων της αρχής εξυγίανσης.

Είναι ακριβές ότι κατά την εκτίμηση των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 16α παράγραφος 3, η αρχή εξυγίανσης πρέπει να προβαίνει σε διαβούλευση με άλλες αρχές (π.χ. αρμόδια αρχή, αρχή επιφορτισμένη με τη μακροπροληπτική εποπτεία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας);

Απάντηση

Σύμφωνα με τη διάταξη, αυτή καθαυτή, του άρθρου 16α παράγραφος 3, η αρχή εξυγίανσης υποχρεούται να εξασφαλίσει τη συμμετοχή της αρμόδιας αρχής στην εκτίμηση των προϋποθέσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της εν λόγω διάταξης.

Σύμφωνα με το άρθρο 16α παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, η αρχή εξυγίανσης υποχρεούται να προβαίνει σε διαβούλευση με την αρμόδια αρχή πριν ασκήσει την εξουσία της να απαγορεύσει σε μια οντότητα να διανέμει μεγαλύτερο ποσό από το M-MDA. Το άρθρο 16α παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο επιβάλλει στην αρχή εξυγίανσης την υποχρέωση να ενημερώνει την αρμόδια αρχή για την απόφασή της να μην ασκήσει την εξουσία της και να επεξηγεί γραπτώς την εκτίμησή της.

Στην πρώτη περίπτωση, η αρχή εξυγίανσης υποχρεούται ρητά να προβαίνει με την αρμόδια αρχή σε διαβούλευση σχετικά με το γεγονός ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 16α παράγραφος 1 για τη μη άσκηση της εξουσίας της. Στη δεύτερη περίπτωση, η αρχή εξυγίανσης υποχρεούται να ενημερώνει και να επεξηγεί γραπτώς στην αρμόδια αρχή την εκτίμησή της όσον αφορά το γεγονός ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 16α παράγραφος 3 για τη μη άσκηση της εξουσίας της.

Η οδηγία BRRD δεν επιβάλλει την υποχρέωση, αλλά ούτε και απαγορεύει, στις αρχές εξυγίανσης να ενημερώνουν ή να προβαίνουν σε διαβούλευση με οποιεσδήποτε άλλες αρχές (π.χ. ορισθείσες εθνικές αρχές μακροπροληπτικής εποπτείας).

4.   Ερώτηση ΚΚΑ [άρθρο 92 παράγραφος 1α)]· οδηγία CRD (άρθρο 141γ)· οδηγία BRRD (άρθρο 16α)

Το άρθρο 92 παράγραφος 1α του ΚΚΑ ορίζει ως εξής: «Το κεφάλαιο της κατηγορίας 1 που χρησιμοποιείται για την τήρηση της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης δεν χρησιμοποιείται για την τήρηση καμίας από τις απαιτήσεις με βάση τη μόχλευση που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και στην οδηγία 2013/36/ΕΕ, εκτός αν ρητά προβλέπεται άλλως στις εν λόγω πράξεις.»

Τα ιδρύματα υποχρεούνται να τηρούν ταυτόχρονα, αφενός, την απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης που προβλέπεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1α του ΚΚΑ και, αφετέρου, την ελάχιστη απαίτηση TLAC η οποία δεν βασίζεται στην επικινδυνότητα και την εξωτερική και εσωτερική MREL;

Απάντηση

Σύμφωνα με τη συνδυασμένη ανάγνωση της οδηγίας BRRD (άρθρο 16α παράγραφος 1) και της οδηγίας CRD (άρθρο 128 τέταρτο εδάφιο), η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας θα πρέπει να εφαρμόζεται σωρευτικά μόνο με τις συνιστώσες βάσει επικινδυνότητας των απαιτήσεων που προβλέπονται στα άρθρα 92α και 92β του ΚΚΑ και στα άρθρα 45γ και 45δ της οδηγίας BRRD (δηλαδή την ελάχιστη απαίτηση TLAC και την εξωτερική και εσωτερική MREL).

Κατά συνέπεια, το άρθρο 16α της οδηγίας BRRD παρέχει στις αρχές εξυγίανσης την εξουσία απαγόρευσης διανομών άνω του M-MDA μόνο σε περίπτωση που το οικείο ίδρυμα δεν πληροί τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας όταν αυτή εξετάζεται επιπλέον της MREL, υπολογιζόμενη βάσει του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο (TREA) [βλ. επίσης αιτιολογική σκέψη 24 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879].

Αυτό σημαίνει ότι, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ, αφενός, της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας και, αφετέρου, της ελάχιστης απαίτησης TLAC βάσει επικινδυνότητας και της MREL, οι οδηγίες BRRD και CRD ορίζουν ρητά ότι i) το κεφάλαιο CET1 που χρησιμοποιείται για τη συμμόρφωση με την ελάχιστη απαίτηση TLAC και την MREL δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη συμμόρφωση με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και ii) σε περίπτωση παραβίασης της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας όταν εξετάζεται σε συνδυασμό με την ελάχιστη απαίτηση TLAC βάσει επικινδυνότητας και την MREL, οι αρχές εξυγίανσης διαθέτουν την εξουσία να απαγορεύουν διανομές άνω του M-MDA.

Ωστόσο, δεν υπάρχουν παράλληλες διατάξεις όσον αφορά τη σχέση μεταξύ, αφενός, της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1α του ΚΚΑ και, αφετέρου, της ελάχιστης απαίτησης TLAC η οποία δεν βασίζεται στην επικινδυνότητα και της MREL. Σύμφωνα με το άρθρο 141γ της οδηγίας CRD, η απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1α του ΚΚΑ θεωρείται ότι δεν πληρούται μόνο όταν το ίδρυμα δεν διαθέτει επαρκές κεφάλαιο της κατηγορίας 1 ώστε να πληροί ταυτόχρονα την εν λόγω απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και τις απαιτήσεις του άρθρου 92 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του ΚΚΑ και του άρθρου 104 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας CRD. Ούτε στην οδηγία CRD ούτε στην οδηγία BRRD γίνεται αναφορά στην ανάγκη τήρησης της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης ταυτόχρονα με τις συνιστώσες οι οποίες δεν βασίζονται στην επικινδυνότητα της ελάχιστης απαίτησης TLAC και της MREL. Το άρθρο 141β της οδηγίας CRD επιβάλλει μόνο τους αυτόματους περιορισμούς σε διανομές άνω του μέγιστου διανεμητέου ποσού που αφορά τον δείκτη μόχλευσης σε περίπτωση που το ίδρυμα δεν πληροί την απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης, όπως προβλέπεται στο προαναφερόμενο άρθρο 141γ της οδηγίας CRD. Η οδηγία BRRD δεν περιέχει διάταξη που να αντικατοπτρίζει το άρθρο 16α όσον αφορά την απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης. Αυτό σημαίνει ότι η αρχή εξυγίανσης δεν διαθέτει την εξουσία να περιορίζει διανομές σε περίπτωση που δεν πληρούται η απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης, όταν αυτή εξετάζεται με την MREL, υπολογιζόμενη βάσει του μέτρου συνολικού ανοίγματος (TEM).

Επομένως, το άρθρο 92 παράγραφος 1α δεύτερο εδάφιο του ΚΚΑ δεν μπορεί να ερμηνευτεί υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπει τον διπλό υπολογισμό του κεφαλαίου της κατηγορίας 1 για τους σκοπούς της τήρησης της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης, καθώς και της ελάχιστης απαίτησης TLAC και της MREL, υπολογιζόμενης βάσει του TEM. Το δίκαιο της Ένωσης προβλέπει πάντα ρητά i) τις περιπτώσεις στις οποίες δεν επιτρέπεται ο διπλός υπολογισμός του κεφαλαίου για τους σκοπούς της τήρησης της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας και της MREL και ii) τις επιπτώσεις για παραβιάσεις της απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, όταν αυτή εξετάζεται σε συνδυασμό με την MREL. Καμία από τις περιπτώσεις αυτές δεν ισχύει για την απαίτηση αποθέματος ασφαλείας για τον δείκτη μόχλευσης.

Β.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΗΣ Η ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 33Α ΚΑΙ 69

5.   Ερώτηση (Άρθρο 33α)

Το άρθρο 33α της οδηγίας BRRD παρέχει στις αρχές εξυγίανσης την εξουσία να αναστέλλουν ορισμένες υποχρεώσεις εφόσον έχει διαπιστωθεί ότι ένα ίδρυμα βρίσκεται σε σημείο πτώχευσης ή είναι πιθανό να πτωχεύσει (στάση πληρωμών). Σύμφωνα με το άρθρο 33α παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αρχές εξυγίανσης χορηγούν ημερήσια αποζημίωση στους καταθέτες. Στο πλαίσιο του ενιαίου μηχανισμού εξυγίανσης (ΕΜΕ), για τα ιδρύματα που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (SRB), η εξουσία στάσης πληρωμών θα πρέπει να ασκείται από τις εθνικές αρχές εξυγίανσης ώστε να εφαρμόζονται όλες οι αποφάσεις που τους απευθύνει το SRB (άρθρο 29 του κανονισμού SRMR).

Για τους σκοπούς της μεταφοράς της εθνικής επιλογής όσον αφορά την ημερήσια αποζημίωση βάσει του άρθρου 33α παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο, θα ήταν ορθό να προβλεφθεί ότι, για τα ιδρύματα που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιοτήτων του SRB, η εθνική αρχή εξυγίανσης μπορεί να χορηγεί την ημερήσια αποζημίωση όταν και στον βαθμό που το απαιτεί το SRB;

Απάντηση

Η εξουσία επιβολής στάσης πληρωμών χορηγείται στις εθνικές αρχές εξυγίανσης και στο πλαίσιο της τραπεζικής ένωσης. Οι εθνικές αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να ασκούν την εξουσία αυτή υπό τη μορφή με την οποία χορηγείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας για τη μεταφορά της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία. Το στοιχείο αυτό αποτυπώνεται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού SRMR.

Ανάλογα με τον τρόπο μεταφοράς του άρθρου 33α της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο, η εξουσία χορήγησης ημερήσιου ποσού και ο ποσοτικός προσδιορισμός του θα μπορούσαν να καθορίζονται με μεγαλύτερη ακρίβεια απευθείας στο εθνικό δίκαιο μεταφοράς ή στο εν λόγω δίκαιο θα μπορούσαν να προβλέπονται κριτήρια για τον προσδιορισμό τους από την εθνική αρχή εξυγίανσης. Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να καθορίζονται από τον εθνικό νομοθέτη κατά τη μεταφορά του άρθρου 33α της οδηγίας BRRD. Η εθνική αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να συμμορφώνεται με τα εν λόγω κριτήρια κατά την άσκηση της εξουσίας.

Δεν συντρέχουν λόγοι να γίνεται αναφορά στο SRB στο πλαίσιο της μεταφοράς της συγκεκριμένης διάταξης στο εθνικό δίκαιο, διότι ο ρόλος του SRB απορρέει από το άρθρο 29 του κανονισμού SRMR, ο οποίος έχει άμεση ισχύ.

Ωστόσο, ο συντονισμός με το SRB κατά την άσκηση των εξουσιών αυτών συνιστάται να διασφαλίζει την πλήρη συνέπεια μεταξύ των οδηγιών του SRB και των εξουσιών που χορηγούνται στην εθνική αρχή εξυγίανσης από το εθνικό δίκαιο μεταφοράς. Αυτό αναμένεται να διευκολύνει την ομαλή εφαρμογή των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του καθεστώτος εξυγίανσης.

6.   Ερώτηση (Άρθρο 33α παράγραφος 3)

Τι είδους μέσα, στοιχεία ή κριτήρια συμβάλλουν στον προσδιορισμό της επάρκειας του ημερήσιου ποσού στο οποίο οι καταθέτες θα πρέπει να έχουν πρόσβαση; Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στο εθνικό δίκαιο μεταφοράς ένα ποσό για την κάλυψη ενός ελάχιστου ημερήσιου κόστους διαβίωσης. Επιπλέον, το ποσό αυτό θα πρέπει να είναι υποχρεωτικό για την αρχή εξυγίανσης όταν αποφασίζει να επιτρέψει την πρόσβαση σε επαρκές χρηματικό ποσό.

Ο προσδιορισμός αυτός θα πρέπει να συνιστά καθήκον της αρχής εξυγίανσης βάσει κατά περίπτωση εξέτασης ή ο προσδιορισμός του επαρκούς επιπέδου εμπίπτει στις αρμοδιότητες του εθνικού νομοθέτη;

Τι είδους άλλοι σχετικοί δείκτες θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη εν προκειμένω;

Απάντηση

Το άρθρο 33α παρέχει στα κράτη μέλη ευρεία διακριτική ευχέρεια στο πλαίσιο της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο όσον αφορά τόσο τον καθορισμό των σχετικών κριτηρίων για τον ποσοτικό προσδιορισμό του ημερήσιου ποσού, καθώς και για την εφαρμογή του.

7.   Ερώτηση (Άρθρο 33α παράγραφος 3 και άρθρο 69 παράγραφος 5)

Σε σχέση με το «κατάλληλο ημερήσιο ποσό» που αναφέρεται στο άρθρο 33α παράγραφος 3 και στο άρθρο 69 παράγραφος 5, η πρόθεση των συννομοθετών είναι να καθορίζουν τα κράτη μέλη το «κατάλληλο» ποσό στην εθνική νομοθεσία μεταφοράς ή προβλέπεται ενδεχομένως ευελιξία για την αρχή εξυγίανσης ώστε να λαμβάνει απόφαση βάσει κατά περίπτωση εξέτασης;

Απάντηση

Η διάταξη δεν είναι συγκεκριμένη εν προκειμένω και παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα ευελιξίας ως προς τη λήψη απόφασης σχετικά με τον τρόπο μεταφοράς της στο εθνικό δίκαιο. Ορισμένα κράτη μέλη ενδέχεται να επιθυμούν να καθορίζουν σταθερό ημερήσιο ποσό απευθείας στη νομοθεσία ή να προβλέπουν ειδικά κριτήρια για τον υπολογισμό του, ενώ κάποια άλλα μπορεί να επιθυμούν να αναθέτουν τον καθορισμό του εν λόγω ποσού στην αρχή εξυγίανσης.

8.   Ερώτηση (Άρθρο 33α παράγραφος 5)

Το άρθρο 33α παράγραφος 5 δεν είναι σαφές ως προς το τι είδους απτές υποχρεώσεις συνεπάγεται για τις αρχές εξυγίανσης. Δεν είναι σαφής ο τρόπος με τον οποίο μια αρχή μπορεί να αποδείξει ότι έχει «λάβει υπόψη τους υφιστάμενους εθνικούς κανόνες και τις εποπτικές και δικαστικές εξουσίες», έχει καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τη «διασφάλιση των δικαιωμάτων των πιστωτών και της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας», καθώς και ότι «έχει λάβει υπόψη της την ενδεχόμενη εφαρμογή των εθνικών διαδικασιών αφερεγγυότητας στο ίδρυμα ή την οντότητα». Έχει λάβει υπόψη της η Επιτροπή τυχόν συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει ενδεχομένως να ληφθούν για την εφαρμογή αυτής της διάταξης;

Απάντηση

Σκοπός της διάταξης αυτής είναι η παροχή ορισμένων εγγυήσεων προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εκτεταμένες εξουσίες στάσης πληρωμών που χορηγούνται στην αρχή εξυγίανσης ασκούνται με ορθό τρόπο.

Η διατύπωση που παρέχεται στο άρθρο 33α παράγραφος 5 αναφέρεται στο γεγονός ότι η εξουσία στάσης πληρωμών βάσει του άρθρου 33α μπορεί να ασκηθεί κατά τον χρόνο κήρυξης πτώχευσης ή πιθανής πτώχευσης και, εκείνη τη χρονική στιγμή, μπορεί να μην έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη δημόσιου συμφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Επομένως, είναι πιθανό, μετά την κήρυξη στάσης πληρωμών, η αρχή εξυγίανσης να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν συντρέχουν λόγοι δημόσιου συμφέροντος και θα πρέπει να εφαρμοστούν οι εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας. Οι εν λόγω διαδικασίες σε ορισμένα κράτη μέλη δεν συνεπάγονται το άμεσο κλείσιμο του ιδρύματος και την εκκαθάριση των στοιχείων ενεργητικού του, αλλά επιτρέπουν τη συνέχιση της λειτουργίας του ιδρύματος. Οι διαδικασίες αυτές τελούν υπό τη διαχείριση διαφορετικής αρχής από την αρχή εξυγίανσης.

Με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στη διάταξη αυτή επιδιώκεται να διασφαλιστεί ότι οι δύο αρχές συντονίζονται και δυνητικά συμφωνούν επί της καταλληλότητας μιας στάσης πληρωμών υπό τις εκάστοτε περιστάσεις. Στο πλαίσιο αυτό, η διατύπωση έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι η αρχή εξυγίανσης εξετάζει τον πιθανό αντίκτυπο της στάσης πληρωμών στις διάφορες κατηγορίες πιστωτών και στις αξιώσεις τους, προκειμένου να αποφευχθεί, για παράδειγμα, το ενδεχόμενο η εφαρμογή στάσης πληρωμών σε ορισμένους από αυτούς και όχι σε κάποιους άλλους να εισαγάγει διακρίσεις όσον αφορά τη μεταχείρισή τους στο πλαίσιο των διαδικασιών αφερεγγυότητας.

9.   Ερώτηση (Άρθρο 33α παράγραφος 11)

Το άρθρο 33α παράγραφος 11 ορίζει ότι σε περίπτωση που μια αρχή εξυγίανσης έχει ασκήσει την εξουσία αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης δυνάμει της παραγράφου 1 ή 10 του άρθρου 33α, η αρχή εξυγίανσης δεν πρέπει να ασκήσει τις εξουσίες της δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 1, του άρθρου 70 παράγραφος 1 ή του άρθρου 71 παράγραφος 1. Ωστόσο, μόνο το άρθρο 33α παράγραφος 1 καλύπτει την εξουσία αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης. Το άρθρο 33α παράγραφος 10 καλύπτει την εξουσία περιορισμού των ενέγγυων πιστωτών και την εξουσία αναστολής των δικαιωμάτων καταγγελίας.

Η άσκηση της εξουσίας αναστολής υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 33α παράγραφος 1, εμποδίζει, αυτή καθαυτή, την αρχή εξυγίανσης να ασκεί τις εξουσίες της δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 1 (όσον αφορά την αναστολή ορισμένων υποχρεώσεων), του άρθρου 70 παράγραφος 1 (όσον αφορά την εξουσία περιορισμού των ενέγγυων πιστωτών) και του άρθρου 71 παράγραφος 1 (όσον αφορά την αναστολή των δικαιωμάτων καταγγελίας) σε μεταγενέστερο χρόνο; Ή οι εξουσίες της αρχής εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 70 παράγραφος 1 και του άρθρου 71 παράγραφος 1 περιορίζονται μόνο σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης έχει ασκήσει επίσης τις εξουσίες της δυνάμει του άρθρου 33α παράγραφος 10;

Απάντηση

Σκοπός της διάταξης του άρθρου 33α παράγραφος 11 είναι να αποφεύγεται η διαδοχική εφαρμογή της ίδιας εξουσίας δύο φορές. Με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται να διασφαλιστεί ότι η μέγιστη διάρκεια της αναστολής ή του περιορισμού των δικαιωμάτων των πιστωτών δεν υπερβαίνει τη μέγιστη διάρκεια δύο ημερών, υπολογιζόμενη σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 33α παράγραφος 4.

Έπεται ότι ο περιορισμός ισχύει μόνο ως προς την επαναλαμβανόμενη άσκηση της ίδιας εξουσίας και όχι σε περίπτωση που δύο διαφορετικές εξουσίες ασκούνται σε διαφορετικές χρονικές στιγμές.

Κατά συνέπεια, όσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα που τίθεται στο δεύτερο σκέλος της ερώτησης, οι εξουσίες της αρχής εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 70 παράγραφος 1 και του άρθρου 71 παράγραφος 1 περιορίζονται μόνο σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης έχει ασκήσει επίσης τις εξουσίες της δυνάμει του άρθρου 33α παράγραφος 10 στοιχεία α) και β), αντίστοιχα.

Γ.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΩΛΗΣΗ ΕΠΙΛΕΞΙΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ ΜΕΙΩΜΕΝΗΣ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΣΕ ΙΔΙΩΤΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ

10.   Ερώτηση (Άρθρο 44α)

Ποια είναι η έννοια του όρου «πωλητής» για τους σκοπούς του άρθρου 44α;

Απάντηση

Το άρθρο 44α της οδηγίας BRRD εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις επενδύσεων κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 1 της οδηγίας MiFID, πιστωτικά ιδρύματα, οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) και διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες οι οποίες οδηγούν στη μεταβίβαση επιλέξιμης υποχρέωσης μειωμένης εξασφάλισης (SEL) σε ιδιώτες πελάτες, δηλαδή πληρούν τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 72α του ΚΚΑ, εκτός από το άρθρο 72α παράγραφος 1 στοιχείο β) και το άρθρο 72β παράγραφοι 3 έως 5 του ΚΚΑ. Οι οντότητες αυτές είναι «πωλητές» για τους σκοπούς του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD.

11.   Ερώτηση (Άρθρο 44α)

Η προστασία που προβλέπεται στο άρθρο 44α της οδηγίας BRRD θα πρέπει να επεκτείνεται και σε μεμονωμένα κατονομαζόμενα μέσα ή σε συγκεκριμένες κατηγορίες μέσων που ορίζονται στην οδηγία BRRD ή στην οδηγία CRD;

Απάντηση

Το πεδίο εφαρμογής των ειδικών κανόνων που αφορούν την προστασία των ιδιωτών πελατών καθορίζεται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD.

Το άρθρο 44α παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της οδηγίας BRRD καλύπτει κατά κανόνα μόνο την πώληση «μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων που πληρούν όλους τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 72α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (ΚΚΑ) εκτός από το άρθρο 72α παράγραφος 1 και το άρθρο 72β παράγραφοι 3 έως 5», δηλαδή της SEL. Το άρθρο 44α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας BRRD προβλέπει την επιλογή για τα κράτη μέλη να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής των κανόνων που καθορίζονται στο άρθρο 44α της οδηγίας BRRD ώστε να συμπεριλαμβάνεται και η πώληση ιδίων κεφαλαίων ή άλλων υποχρεώσεων υποκείμενων σε αναδιάρθρωση παθητικού, συμπεριλαμβανομένων των επιλέξιμων υποχρεώσεων χωρίς μειωμένη εξασφάλιση.

Το άρθρο 44α παράγραφος 7 της οδηγίας BRRD προβλέπει ότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν το άρθρο 44α της οδηγίας BRRD σε υποχρεώσεις που έχουν εκδοθεί πριν από την ημερομηνία εφαρμογής της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 (δηλαδή πριν από τις 28 Δεκεμβρίου 2020).

12.   Ερώτηση (Άρθρο 44α)

Σε περίπτωση που τα μέρη μιας συναλλαγής είναι εγκατεστημένα σε κράτη μέλη τα οποία έχουν ασκήσει τις εθνικές επιλογές του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD με διαφορετικό τρόπο, οι κανόνες του κράτους μέλους που ισχύουν καθορίζονται από τον τόπο εγκατάστασης του εκδότη, του διαμεσολαβητή ή του πελάτη;

Απάντηση

Εάν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει το άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD, ισχύει το δίκαιο του τόπου εγκατάστασης του πωλητή, δεδομένου ότι ο πωλητής υποχρεούται, βάσει του άρθρου 44α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD, να προβεί σε έλεγχο καταλληλότητας σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID, όπως μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο του αντίστοιχου κράτους μέλους. Εάν ένα κράτος μέλος έχει μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD «κατά παρέκκλιση» από το άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4, θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το ελάχιστο ονομαστικό ποσό των SEL που εκδίδονται από οντότητες εγκατεστημένες στη δικαιοδοσία του είναι τουλάχιστον 50 000 EUR και ότι μόνο SEL με ελάχιστο ονομαστικό ποσό τουλάχιστον 50 000 EUR μπορούν να πωληθούν σε ιδιώτες πελάτες στο εν λόγω κράτος μέλος. Δεν θα εφαρμόζονται οι πρόσθετοι κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD. Η διασυνοριακή εφαρμογή των εν λόγω κανόνων εξαρτάται από τα εθνικά μέτρα που έχουν επιλεγεί για τη μεταφορά του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο (δηλαδή το άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4, το άρθρο 44α παράγραφος 5 ή το άρθρο 44α παράγραφος 6).

Διάφορα σενάρια είναι συναφή:

Στο πρώτο σενάριο, οι SEL που εκδίδονται από οντότητες εγκατεστημένες σε κράτος μέλος χωρίς κανόνα ελάχιστου ονομαστικού ποσού για τις SEL (κράτος μέλος Α) πωλούνται σε ιδιώτες πελάτες κράτους μέλους που έχει προβλέψει κανόνα ελάχιστου ονομαστικού ποσού (κράτος μέλος Β): στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος Β θα πρέπει να διασφαλίζει ότι μόνο SEL που τηρούν τον κανόνα ελάχιστου ονομαστικού ποσού μπορούν να πωλούνται σε ιδιώτες πελάτες στη δικαιοδοσία του.

Στην περίπτωση του αντίθετου σεναρίου, όταν SEL μιας οντότητας από το κράτος μέλος Β πωλούνται στους ιδιώτες πελάτες του κράτους μέλους Α, η πώληση των εν λόγω SEL θα πρέπει να πληροί τις διατάξεις του άρθρου 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι μόνο μία SEL μέγιστου ποσού 50 000 EUR μπορεί να πωληθεί σε ιδιώτη πελάτη εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD, όπως έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο από το κράτος μέλος Α.

Οι SEL που εκδίδονται σε κράτος μέλος (κράτος μέλος Α) με ελάχιστο ονομαστικό ποσό 50 000 EUR δεν μπορούν να πωλούνται σε ιδιώτες πελάτες σε άλλο κράτος μέλος (κράτος μέλος Β) το οποίο εφαρμόζει κανόνα υψηλότερου ονομαστικού ποσού (π.χ. 250 000 EUR). Μόνο SEL που πληρούν τον κανόνα ελάχιστου ονομαστικού ποσού του κράτους μέλους Β (δηλαδή 250 000 EUR) μπορούν να πωλούνται σε ιδιώτες πελάτες στο κράτος μέλος Β.

Τα κράτη μέλη που έχουν μεταφέρει στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι μόνο οι πωλήσεις σε ιδιώτες πελάτες SEL που εκδίδονται από οντότητες εξυγίανσης εγκατεστημένες στο οικείο κράτος μέλος υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 44α παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας BRRD (ελέγχεται μόνο το μέγεθος της επένδυσης). Οι πωλήσεις SEL που εκδίδονται από οντότητες εξυγίανσης σε ιδιώτες πελάτες άλλων κρατών μελών θα διέπονται από τις νομοθεσίες των οικείων κρατών μελών. Όσον αφορά τις πωλήσεις σε ιδιώτες πελάτες SEL που εκδίδονται από οντότητες εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη τα οποία εφαρμόζουν την επιλογή του άρθρου 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD θα πρέπει να αποφασίσουν αν θα μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD ή τον κανόνα ελάχιστου ονομαστικού ποσού του άρθρου 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD. Αυτό σημαίνει ότι οι πωλήσεις των εν λόγω SEL σε ιδιώτες πελάτες θα πρέπει είτε να υπόκεινται σε ενισχυμένο καθεστώς καταλληλότητας/έλεγχο χαρτοφυλακίου είτε οι εν λόγω SEL θα πρέπει να είναι ελάχιστου ονομαστικού ποσού τουλάχιστον 50 000 EUR. Το σκεπτικό όσον αφορά την εφαρμογή λιγότερο αυστηρών κανόνων σχετικά με τις πωλήσεις SEL σε ιδιώτες πελάτες σύμφωνα με το άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD συνίσταται στο ότι η αγορά SEL σε ένα κράτος μέλος είναι μικρή και χαμηλότερης ρευστότητας, δεδομένου ότι προσδιορίζεται ποσοτικώς στο όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR. Το σκεπτικό αυτό δεν ισχύει για τις SEL που εκδίδονται από ιδρύματα εγκατεστημένα σε άλλο κράτος μέλος.

13.   Ερώτηση (Άρθρο 44α)

Έχοντας υπόψη ότι στο άρθρο 44α της οδηγίας BRRD προβλέπονται ορισμένες απαιτήσεις που αφορούν την οδηγία MiFID (η οποία δεν εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιοτήτων των αρχών εξυγίανσης), η αρχή εξυγίανσης δεν μπορεί να είναι η μοναδική ορισθείσα αρμόδια αρχή. Θα μπορούσαν τα κράτη μέλη να αποφασίζουν να ορίσουν την αρχή δεοντολογίας της αγοράς ή να ορίσουν από κοινού την αρχή εξυγίανσης και την αρχή δεοντολογίας της αγοράς για την επιβολή του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD;

Απάντηση

Στις αιτιολογικές σκέψεις 15 και 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 περιγράφεται λεπτομερώς το σκεπτικό των κανόνων που προβλέπονται στο άρθρο 44α της οδηγίας BRRD, η σχέση τους με τη δυνατότητα εξυγίανσης των ιδρυμάτων, ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να επιβάλλονται οι εν λόγω κανόνες, καθώς και η αλληλεπίδρασή τους με την επιβολή των γενικών κανόνων για την προστασία των επενδυτών που προβλέπονται στην οδηγία MiFID.

Στις αιτιολογικές σκέψεις 15 και 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 διευκρινίζεται ως εξής:

«(15)

Σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/1075 της Επιτροπής, οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να εξετάζουν τη βάση επενδυτών των μέσων MREL των επιμέρους ιδρυμάτων ή οντοτήτων. Εάν σημαντικό μέρος των μέσων MREL ενός ιδρύματος ή οντότητας κατέχεται από ιδιώτες επενδυτές που ενδέχεται να μην έχουν λάβει κατάλληλη επισήμανση των σχετικών κινδύνων, το εν λόγω στοιχείο μπορεί να συνιστά αυτό καθ’ εαυτό εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης. Επιπροσθέτως, εάν μεγάλο μέρος των μέσων MREL ενός ιδρύματος ή οντότητας κατέχεται από άλλα ιδρύματα ή οντότητες, οι συστημικές επιπλοκές μιας απομείωσης ή μετατροπής θα μπορούσαν να αποτελέσουν επίσης εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης. Στις περιπτώσεις στις οποίες μια αρχή εξυγίανσης διαπιστώσει εμπόδιο στη δυνατότητα εξυγίανσης λόγω του μεγέθους και της φύσης συγκεκριμένης βάσης επενδυτών, θα πρέπει να είναι σε θέση να συστήσει σε ένα ίδρυμα ή οντότητα να αντιμετωπίσει το εν λόγω εμπόδιο.

(16)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες επενδυτές δεν επενδύουν υπερβολικά σε συγκεκριμένους χρεωστικούς τίτλους που είναι επιλέξιμοι για τις MREL, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το ελάχιστο ονομαστικό ποσό αυτών των μέσων είναι σχετικά υψηλό ή ότι η επένδυση στα μέσα αυτά δεν αντιπροσωπεύει υπερβολικό ποσοστό του χαρτοφυλακίου του επενδυτή. Η απαίτηση αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε μέσα που εκδίδονται μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. Η απαίτηση αυτή δεν καλύπτεται επαρκώς στην οδηγία 2014/65/ΕΕ και θα πρέπει, συνεπώς, να είναι εκτελεστή στο πλαίσιο της οδηγίας 2014/59/ΕΕ και δεν θα πρέπει να θίγει τους κανόνες προστασίας των επενδυτών που προβλέπονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ. Όταν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι αρχές εξυγίανσης εντοπίσουν στοιχεία σχετικά με πιθανές παραβάσεις της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, θα πρέπει να είναι σε θέση να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες με τις αρχές δεοντολογίας της αγοράς για τους σκοπούς της εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Επιπροσθέτως, θα πρέπει επίσης να υπάρχει η δυνατότητα για τα κράτη μέλη να περιορίζουν περαιτέρω την εμπορία και πώληση ορισμένων μέσων σε ορισμένους επενδυτές.»

Στις ανωτέρω αιτιολογικές σκέψεις προβλέπονται τα ακόλουθα στοιχεία:

Οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να εξετάζουν τη βάση επενδυτών των επιλέξιμων υποχρεώσεων για τον εντοπισμό πιθανών εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης λόγω του μεγέθους και της φύσης συγκεκριμένης βάσης επενδυτών. Εμπόδια αυτού του είδους ενδέχεται να συνιστούν σημαντικές συμμετοχές ιδιωτών σε επιλέξιμες υποχρεώσεις.

Σκοπός των κανόνων του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD είναι να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες επενδυτές δεν επενδύουν υπερβολικά σε επιλέξιμες υποχρεώσεις.

Οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να συνεργάζονται με τις αρχές δεοντολογίας της αγοράς μέσω ανταλλαγών εμπιστευτικών πληροφοριών για τους σκοπούς της εφαρμογής της οδηγίας MiFID ««όταν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι αρχές εξυγίανσης εντοπίσουν στοιχεία σχετικά με πιθανές παραβάσεις της οδηγίας 2014/65/ΕΕ (οδηγία MiFID)».

Παρότι στο άρθρο 44α της οδηγίας BRRD δεν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένη αρχή η οποία πρέπει να είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του, από τα στοιχεία των αιτιολογικών σκέψεων 15 και 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 προκύπτει η ύπαρξη σύνδεσης μεταξύ του μεγέθους των συμμετοχών ιδιωτών σε επιλέξιμες υποχρεώσεις, της προστασίας των ιδιωτών επενδυτών και της δυνατότητας εξυγίανσης των ιδρυμάτων.

Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν οποιαδήποτε κατάλληλη αρχή ή αρχές για την εφαρμογή του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD, συμπεριλαμβανομένων των αρχών που ορίζονται δυνάμει της οδηγίας MiFID (αρχές δεοντολογίας της αγοράς). Ωστόσο, η αλληλεπίδραση μεταξύ των γενικών κανόνων για την προστασία των επενδυτών δυνάμει της οδηγίας MiFID, των ειδικών κανόνων του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD και των εξουσιών των αρχών εξυγίανσης να αντιμετωπίζουν τα εμπόδια στη δυνατότητα εξυγίανσης των ιδρυμάτων λόγω συμμετοχών ιδιωτών συνεπάγεται την ανάγκη στενής συνεργασίας μεταξύ των αρχών δεοντολογίας της αγοράς, των αρμόδιων αρχών για την εφαρμογή του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD και των αρχών εξυγίανσης κατά την εκτέλεση των αντίστοιχων εντολών τους.

14.   Ερώτηση (Άρθρο 44α παράγραφος 1)

Η εθνική διακριτική ευχέρεια που περιλαμβάνεται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 τελευταία περίοδος για την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 44α, ώστε να συμπεριλαμβάνονται και τα μέσα ιδίων κεφαλαίων, αφορά μόνο τις διατάξεις της παραγράφου 1 ή όλες τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου;

Απάντηση

Στο άρθρο 44α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο προβλέπεται η επιλογή για τα κράτη μέλη να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής των κανόνων που καθορίζονται στο άρθρο 44α ώστε να συμπεριλαμβάνεται και η πώληση ιδίων κεφαλαίων ή άλλων υποχρεώσεων «υποκείμενων σε αναδιάρθρωση παθητικού».

Η επιλογή αυτή δεν περιορίζεται μόνο στην εφαρμογή του άρθρου 44α παράγραφος 1, αλλά ισχύει, αντιθέτως, για το σύνολο της διάταξης. Οι παράγραφοι 2, 3 και 5 του άρθρου 44α περιλαμβάνουν διαπαραμπομπή στις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 συνολικά και όχι μόνο στις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο. Η πτυχή αυτή αποσαφηνίζεται επίσης στην αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879, στην οποία προβλέπονται τα εξής:

«Επιπροσθέτως, θα πρέπει επίσης να υπάρχει η δυνατότητα για τα κράτη μέλη να περιορίζουν περαιτέρω την εμπορία και πώληση ορισμένων μέσων (η επισήμανση των συντακτών) σε ορισμένους επενδυτές.».

15.   Ερώτηση (Άρθρο 44α παράγραφος 1)

Πώς θα πρέπει να ερμηνεύεται το άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο β), δηλαδή ποια είναι η έννοια της διατύπωσης «ο πωλητής έχει πεισθεί»;

Απάντηση

Το άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο β) θα πρέπει να ερμηνεύεται κατά την έννοια ότι, μετά τη διενέργεια του ελέγχου καταλληλότητας, ο πωλητής θεωρεί ότι μια επένδυση σε SEL είναι κατάλληλη για τον ενδιαφερόμενο ιδιώτη πελάτη.

16.   Ερώτηση (Άρθρο 44α παράγραφος 5)

Με ποιον τρόπο προβλέπεται να εφαρμόζεται η παρέκκλιση δυνάμει του άρθρου 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD; Υπάρχουν διάφορες εναλλακτικές ερμηνείες:

Το άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD προβλέπεται ως εξαίρεση de minimis, σύμφωνα με την οποία τα πρόσθετα μέτρα προστασίας δυνάμει του άρθρου 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD δεν εφαρμόζονται σε ζητήματα SEL με ονομαστικά ποσά κάτω του ελάχιστου ονομαστικού ποσού; Αυτό σημαίνει ότι στους πωλητές SEL κάτω του ελάχιστου ονομαστικού ποσού σε ιδιώτες επενδυτές θα εφαρμόζονται μόνο οι διατάξεις του άρθρου 25 της οδηγίας MiFID. Αν αυτή είναι η ορθή ερμηνεία, έπεται επίσης ότι τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να καθορίζουν το όριο de minimis σε 50 000 EUR και άνω, όπως αφήνεται να εννοηθεί από τη διατύπωση «τουλάχιστον»; Μια τέτοια ερμηνεία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια κατάσταση στην οποία τα κράτη μέλη καθορίζουν πολύ υψηλά όρια, αποκλείοντας με τον τρόπο αυτό τα μέτρα πρόσθετης προστασίας σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις.

Εναλλακτικά, το άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD προβλέπεται ως εξαίρεση για μέσα πολύ υψηλής αξίας (που αποτιμώνται σε 50 000 EUR και άνω), σύμφωνα με την οποία τα μέτρα πρόσθετης προστασίας του άρθρου 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD δεν εφαρμόζονται στην πώληση μέσων που συνίστανται σε ονομαστικά ποσά άνω του ορίου που καθορίζει το κράτος μέλος, με βάση το γεγονός ότι οι ιδιώτες επενδυτές είναι πιθανότερο να επενδύουν σε μέσα χαμηλότερης αξίας;

Εναλλακτικά, το άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD προβλέπεται να παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να περιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο οι εκδότες διαμορφώνουν τις SEL που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD, θεσπίζοντας νομοθεσία βάσει της οποίας το ονομαστικό ποσό των συγκεκριμένων μέσων θα πρέπει να υπερβαίνει το όριο που καθορίζει το κράτος μέλος σε 50 000 EUR και άνω;

Απάντηση

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες επενδυτές δεν επενδύουν υπερβολικά σε ορισμένες επιλέξιμες υποχρεώσεις, τα κράτη μέλη πρέπει είτε:

α)

να μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD είτε

β)

κατά παρέκκλιση από τις εν λόγω απαιτήσεις, να εφαρμόζουν μόνο την απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD, δηλαδή ελάχιστο ονομαστικό ποσό τουλάχιστον 50 000 EUR.

Επομένως, τα κράτη μέλη που αποφασίζουν να καθορίσουν για τις SEL ελάχιστο ονομαστικό ποσό τουλάχιστον 50 000 EUR δεν υποχρεούνται να μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο τις διατάξεις του άρθρου 44α παράγραφοι 1 έως 4 της οδηγίας BRRD.

Στην αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 διευκρινίζεται ότι το άρθρο 44α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD δεν θα πρέπει να μεταφέρονται σωρευτικά, αλλά αποτελούν δύο εναλλακτικές επιλογές:

«Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες επενδυτές δεν επενδύουν υπερβολικά σε συγκεκριμένους χρεωστικούς τίτλους που είναι επιλέξιμοι για τις MREL, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το ελάχιστο ονομαστικό ποσό αυτών των μέσων είναι σχετικά υψηλό ή ότι η επένδυση στα μέσα αυτά δεν αντιπροσωπεύει υπερβολικό ποσοστό του χαρτοφυλακίου του επενδυτή (η επισήμανση των συντακτών).»

17.   Ερώτηση (Άρθρο 44α παράγραφος 5)

Ποιες οντότητες προβλέπεται να υπόκεινται στον κανόνα ελάχιστου ονομαστικού ποσού βάσει του άρθρου 44α παράγραφος 5;

Απάντηση

Όλες οι εκδόσεις SEL από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τις εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και τους ΔΟΕΕ σε ιδιώτες πελάτες υπόκεινται στην απαίτηση ελάχιστου ονομαστικού ποσού βάσει της επιλογής του άρθρου 44α παράγραφος 5.

18.   Ερώτηση (Άρθρο 44α παράγραφος 5)

Είναι ακριβές ότι δεν αίρεται η απαίτηση διενέργειας ελέγχου καταλληλότητας βάσει της οδηγίας MiFID όταν ένα κράτος μέλος αποφασίζει να ασκήσει την επιλογή που προβλέπεται στο άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD;

Απάντηση

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID, η δοκιμή καταλληλότητας απαιτείται μόνο όταν παρέχονται υπηρεσίες επενδυτικών συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυλακίου. Το άρθρο 44α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD προβλέπει ευρύτερο πεδίο εφαρμογής όσον αφορά τη διενέργεια του ελέγχου καταλληλότητας για όλες τις πωλήσεις SEL σε ιδιώτες πελάτες. Ένα κράτος μέλος το οποίο μεταφέρει στο εθνικό δίκαιο το άρθρο 44α παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD θα πρέπει να εξακολουθήσει να διασφαλίζει την αποτελεσματική εφαρμογή του άρθρου 25 παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID.

19.   Ερώτηση (Άρθρο 44α παράγραφος 6)

Το άρθρο 44α παράγραφος 6 ορίζει ως εξής: «Όταν η αξία των συνολικών στοιχείων ενεργητικού των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος και υπόκεινται στην απαίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 45ε δεν υπερβαίνει τα 50 δισ. EUR, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί, κατά παρέκκλιση από τις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 5 του παρόντος άρθρου να εφαρμόζει μόνο την απαίτηση που ορίζεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου.»

Το όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR καλύπτει όλες τις οντότητες εξυγίανσης των κρατών μελών συνολικά;

Απάντηση

Το άρθρο 44α παράγραφος 6 προβλέπει ειδική επιλογή όσον αφορά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο για τα κράτη μέλη με μικρές και χαμηλότερης ρευστότητας αγορές, κατά παρέκκλιση από τις δύο εναλλακτικές δυνατότητες μεταφοράς του άρθρου 44α. Η εν λόγω επιλογή συνεπάγεται περιορισμό της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο μόνο στην απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 44α παράγραφος 2 στοιχείο β), δηλαδή ελάχιστο μέγεθος 10 000 EUR για επένδυση σε SEL από ιδιώτη επενδυτή.

Το κριτήριο αξιολόγησης του μεγέθους της αγοράς επιλέξιμων υποχρεώσεων ενός κράτους μέλους καθορίζεται από την αξία των συνολικών στοιχείων ενεργητικού όλων των οντοτήτων εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 45ε (δηλαδή της εξωτερικής MREL σε ενοποιημένο επίπεδο ομίλου εξυγίανσης) και είναι εγκατεστημένες στο εν λόγω κράτος μέλος. Για να είναι δυνατή η εφαρμογή της επιλογής αυτής, η εν λόγω αξία δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των 50 δισεκατομμυρίων EUR.

20.   Ερώτηση (Άρθρο 44α παράγραφος 6)

Το όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR που αναφέρεται στο άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD θα πρέπει να αξιολογείται μόνο κατά τον χρόνο μεταφοράς της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 στο εθνικό δίκαιο ή θα πρέπει να προβλέπεται καθήκον τακτικής παρακολούθησης προκειμένου να διαπιστώνεται αν δεν τηρείται πλέον το όριο;

Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ειδική υποχρέωση παρακολούθησης του ορίου στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας μεταφοράς της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879;

Απάντηση

Το άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD προβλέπει ειδική επιλογή όσον αφορά την πιο περιορισμένη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο για τα κράτη μέλη με μικρές και χαμηλότερης ρευστότητας αγορές, όπως αποτυπώνεται στο όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR που καθορίζεται στην εν λόγω παράγραφο.

Αυτή η επιλογή μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο υπόκειται στις προϋποθέσεις του συγκεκριμένου ορίου. Συνεπώς, είναι καθήκον των κρατών μελών να παρακολουθούν και να αξιολογούν σε τακτική βάση κατά πόσον οι αγορές τους τηρούν το όριο των 50 δισεκατομμυρίων EUR και αν είναι αιτιολογημένη η χρήση της επιλογής που προβλέπεται στο άρθρο 44α παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD. Εάν δεν τηρείται πλέον το όριο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ των δύο κύριων εναλλακτικών δυνατοτήτων μεταφοράς του άρθρου 44α της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο και να θεσπίσουν τους εν λόγω κανόνες στην εθνική τους νομοθεσία.

Δ.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

α)    Γενικά

21.   ΕΡΩΤΗΣΗ (Γενικά)

Ποια είναι η έννοια του όρου «έλεγχος» στο πλαίσιο της οδηγίας BRRD;

Δεδομένου ότι το νομικό κείμενο δεν φαίνεται να παρέχει κανέναν ορισμό, είναι εύλογο να θεωρηθεί ότι πρόκειται για τον ίδιο ορισμό που παρέχεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 37 του ΚΚΑ; Σύμφωνα με τον εν λόγω ορισμό, νοείται ως «έλεγχος» η σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης, ως ορίζεται στο άρθρο 1 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (11) ή τα λογιστικά πρότυπα στα οποία υπόκειται ίδρυμα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) ή παρεμφερής σχέση μεταξύ κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου και επιχείρησης.

Απάντηση

Στη οδηγία BRRD γίνονται διάφορες αναφορές στον έλεγχο μιας θυγατρικής από την αντίστοιχη οντότητα εξυγίανσης [π.χ. άρθρο 45β παράγραφος 3 στοιχείο β), άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία i) και iv) και άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii) της οδηγίας BRRD]. Το σκεπτικό της αναφοράς στον «έλεγχο» είναι να διασφαλίζεται ότι η ιδιοκτησιακή δομή των μέσων που χρησιμοποιεί μια θυγατρική για τη συμμόρφωσή της με την οικεία εσωτερική MREL δεν θα έχει ως αποτέλεσμα, σε περίπτωση εξυγίανσης του ομίλου εξυγίανσης ή εφαρμογής εξουσιών απομείωσης ή μετατροπής στην εν λόγω θυγατρική, να μην αποτελεί πλέον θυγατρική της αντίστοιχης οντότητας εξυγίανσης (δηλαδή μεταβολές στη δομή του ομίλου ή στο πεδίο εφαρμογής της ενοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 18 του ΚΚΑ).

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 16 του ΚΚΑ (πρώην άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5 της οδηγίας BRRD) «ως “θυγατρική” νοείται:

α)

η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ,

β)

η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 83/349/ΕΟΚ και κάθε επιχείρηση επί της οποίας η μητρική επιχείρηση ασκεί πράγματι δεσπόζουσα επιρροή.

Οι θυγατρικές θυγατρικών θεωρούνται επίσης θυγατρικές της επιχείρησης που είναι η αρχική τους μητρική επιχείρηση».

Επομένως, για τους σκοπούς της MREL, οι αναφορές στον «έλεγχο» θα πρέπει να νοούνται ως αναφορές στη σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης.

22.   Ερώτηση (γενικά)

Ποια είναι η έννοια της διατύπωσης «οντότητα η οποία αποτελεί μέρος μιας G-SII»; Φαίνεται ότι θα πρέπει να περιλαμβάνει μια θυγατρική ή μια οντότητα στην οποία κατέχεται συγκεκριμένη συμμετοχή, η οποία είχε ληφθεί υπόψη κατά τον χαρακτηρισμό του αντίστοιχου ιδρύματος ως G-SII.

Απάντηση

Ως «οντότητα εξυγίανσης η οποία αποτελεί μέρος μιας G-SII», όπως αναφέρεται στο άρθρο 45δ της οδηγίας BRRD, νοείται ίδρυμα ή οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), γ) ή δ) της οδηγίας BRRD και εντάσσεται στο πεδίο εφαρμογής της εποπτικής ενοποίησης του ομίλου που έχει χαρακτηριστεί ως G-SII σύμφωνα με το άρθρο 131 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας CRD.

23.   Ερώτηση (Άρθρο 45 παράγραφος 11 της οδηγίας BRRD I)

Το άρθρο 45 παράγραφος 11 της οδηγίας BRRD I παρείχε στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου την εξουσία απαλλαγής από τη μεμονωμένη MREL που εφαρμόζεται στο ενωσιακό μητρικό ίδρυμα. Η απαλλαγή αυτή περιλαμβάνεται στην ισχύουσα οδηγία BRRD;

Απάντηση

Το άρθρο 45 παράγραφος 11 της οδηγίας BRRD I παρείχε στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου τη διακριτική ευχέρεια απαλλαγής του ενωσιακού μητρικού ιδρύματος από τη μεμονωμένη απαίτηση MREL, με την επιφύλαξη ορισμένων προϋποθέσεων.

Στο πλαίσιο της ισχύουσας οδηγίας BRRD, τα ενωσιακά μητρικά ιδρύματα δεν υπόκεινται σε μεμονωμένη απαίτηση MREL. Κατά συνέπεια, δεν ισχύει πλέον η απαλλαγή από την εν λόγω απαίτηση. Τα ιδρύματα αυτά υπόκεινται σε MREL σε ενοποιημένη βάση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

ως οντότητες εξυγίανσης, με την επιφύλαξη εξωτερικής MREL σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης (άρθρο 45ε παράγραφος 1)· ή

ως μητρικές επιχειρήσεις της Ένωσης που δεν είναι οντότητες εξυγίανσης, αλλά είναι θυγατρικές οντοτήτων τρίτων χωρών, με την επιφύλαξη εσωτερικής MREL σε ενοποιημένη βάση (άρθρο 45στ παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο).

β)    Ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης

24.   Ερώτηση (Άρθρο 45α)

Παρέχει η οδηγία BRRD ή ο ΚΚΑ δυνατότητα εξαίρεσης από το πεδίο ενοποίησης της ελάχιστης απαίτησης TLAC για ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης που είναι θυγατρικές G-SII και εξαιρούνται από την MREL σύμφωνα με το άρθρο 45α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD;

Απάντηση

Το πεδίο ενοποίησης των απαιτήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 92α ή 92β του ΚΚΑ (ελάχιστη απαίτηση TLAC) ορίζεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του εν λόγω κανονισμού. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη διάταξη, τα ιδρύματα που υποχρεούνται να πληρούν την ελάχιστη απαίτηση TLAC σε ενοποιημένη βάση πρέπει να προβαίνουν σε πλήρη ενοποίηση όλων των ιδρυμάτων και των χρηματοδοτικών ιδρυμάτων που είναι θυγατρικές τους στον οικείο όμιλο εξυγίανσης (δηλαδή οντότητες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης).

Το άρθρο 45α παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD ορίζει ότι τα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης που απαλλάσσονται από την MREL δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στην ενοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 45ε παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD, ενώ το άρθρο αυτό προβλέπει ότι οι οντότητες εξυγίανσης πρέπει να πληρούν τις οικείες απαιτήσεις MREL που καθορίζονται στα άρθρα 45β έως 45δ της οδηγίας BRRD σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης.

Οι εν λόγω διατάξεις δεν μπορούν να ερμηνευτούν ως παρέκκλιση από το άρθρο 18 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του ΚΚΑ όσον αφορά την ελάχιστη απαίτηση TLAC.

Για G-SII ή οντότητες που ανήκουν σε G-SII, το άρθρο 45α παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD θα εφαρμόζεται μόνο ως προς την απαίτηση MREL που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 45δ παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας BRRD, δηλαδή τη συμπληρωματική απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων που προσδιορίζεται από την αρχή εξυγίανσης και αφορά συγκεκριμένα το ίδρυμα βάσει της οδηγίας BRRD. Η εν λόγω απαίτηση θα εξαρτάται από τη στρατηγική εξυγίανσης που έχει επιλεγεί για τον όμιλο (δηλαδή αν το ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης θα εκκαθαριστεί ή όχι σύμφωνα με το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου και θα επωφεληθεί, κατ’ επέκταση, από την εξαίρεση του άρθρου 45α παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD).

25.   Ερώτηση (Άρθρο 45α)

Η υποχρεωτική απαλλαγή του άρθρου 45α παράγραφος 1 θα πρέπει να εφαρμόζεται σε περίπτωση που υφίστανται ειδικοί κανόνες διαδικασιών αφερεγγυότητας οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις των στοιχείων α) και β) για το ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης σε επίπεδο κρατών μελών; Ή η υποχρεωτική απαλλαγή μπορεί να παρέχεται μόνο όταν η αρχή εξυγίανσης κρίνει στο σχέδιο εξυγίανσης ότι το ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης θα πρέπει να εκκαθαριστεί υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλου είδους διαδικασίες που περιγράφονται στο άρθρο 45α παράγραφος 1 στοιχείο α); Σε περίπτωση που η επιλεγμένη στρατηγική εξυγίανσης είναι μοναδικού σημείου έναρξης (SPE) και αφορά τη διάσωση ολόκληρης της τράπεζας με ίδια μέσα για τον τραπεζικό όμιλο (εφόσον το ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης είναι θυγατρική της μητρικής τράπεζας), πληρούνται οι προϋποθέσεις της υποχρεωτικής απαλλαγής;

Σε περίπτωση που το ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης απαλλάσσεται από την MREL σύμφωνα με το άρθρο 45α παράγραφος 1, ποια στοιχεία προληπτικής εποπτείας του ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης θα πρέπει να εξαιρούνται κατά τον υπολογισμό της ενοποιημένης MREL σύμφωνα με το άρθρο 45α παράγραφος 2;

Απάντηση

Σύμφωνα με το άρθρο 45α παράγραφος 1 στοιχείο α), το σχέδιο εξυγίανσης του ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης απαιτείται να προβλέπει την εκκαθάρισή του μέσω εθνικών διαδικασιών αφερεγγυότητας ή μέσω άλλων διαδικασιών που προορίζονται για τα εν λόγω ιδρύματα και εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 38, 40 ή 42. Η ύπαρξη και μόνο μιας τέτοιας διαδικασίας δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει τη χορήγηση της εξαίρεσης: η εξαίρεση μπορεί να χορηγηθεί μόνο όταν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει την εφαρμογή τέτοιων διαδικασιών σε περίπτωση πτώχευσης του ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης.

Εάν το σχέδιο εξυγίανσης ομίλου προβλέπει την εκκαθάριση του ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης μέσω των διαδικασιών που περιγράφονται στο άρθρο 45α παράγραφος 1 στοιχείο α) και οι διαδικασίες αυτές διασφαλίζουν ότι οι πιστωτές υφίστανται ζημίες κατά τρόπο που ανταποκρίνεται στους στόχους της εξυγίανσης όπως προβλέπεται στο άρθρο 45α παράγραφος 1 στοιχείο β), η εξαίρεση πρέπει να χορηγείται. Στην περίπτωση αυτή, κατά τον υπολογισμό του TREA και του TEM του ομίλου εξυγίανσης δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία ενεργητικού του ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης, αλλά τα ενδοομιλικά ανοίγματα της οντότητας εξυγίανσης έναντι του ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης. Επιπλέον, κατά τον υπολογισμό του ποσού απορρόφησης ζημιών της ενοποιημένης MREL της οντότητας εξυγίανσης, οι αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να λαμβάνουν πλήρως υπόψη τα ανοίγματα της μητρικής οντότητας έναντι του ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης που προκύπτουν από κεφαλαιακά μέσα, ώστε να συμμορφώνονται με το άρθρο 45γ παράγραφος 1 στοιχεία α) και β). Η συγκεκριμένη μέθοδος μέσω της οποίας τα ανοίγματα που προκύπτουν από κεφαλαιακά μέσα λαμβάνονται υπόψη στην εξωτερική MREL της οντότητας εξυγίανσης θα πρέπει να αποφασίζεται από την αρχή εξυγίανσης, αλλά η επιλεγμένη μέθοδος πρέπει να διασφαλίζει ότι η οντότητα εξυγίανσης διαθέτει επαρκή ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις ώστε να απορροφήσει πλήρως όλες τις ζημίες που προκύπτουν από τα ανοίγματα αυτά.

Στην περίπτωση ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης που είναι θυγατρική οντότητας εξυγίανσης, όταν δεν μπορεί να χορηγηθεί η εξαίρεση της του άρθρου 45α παράγραφος 1, δεν θα εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του εν λόγω άρθρου. Κατά συνέπεια, το ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης θα συμμετέχει στην ενοποίηση του ομίλου εξυγίανσης.

26.   Ερώτηση (Άρθρο 45α)

Ποιο είναι το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 45α για τους σκοπούς των εξαιρέσεων όσον αφορά τα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης που προβλέπονται σε αυτό; Το άρθρο 45α θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε ίδρυμα το οποίο διαθέτει άδεια να χορηγεί μόνο ενυπόθηκες πιστώσεις που χρηματοδοτούνται από καλυμμένα ομόλογα; Ή το άρθρο 45α θα πρέπει να καλύπτει και άλλα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία χορηγούν στην πράξη μόνο ενυπόθηκες πιστώσεις που χρηματοδοτούνται από καλυμμένα ομόλογα, αλλά διαθέτουν άδεια άσκησης και άλλων δραστηριοτήτων;

Θα μπορούσε μια θυγατρική η οποία θεωρείται ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης και απαλλάσσεται βάσει του άρθρου 45α να συμπεριληφθεί σε όμιλο εξυγίανσης;

Απάντηση

Το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 45α της οδηγίας BRRD αναφέρεται στο εισαγωγικό μέρος της παραγράφου 1. Ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης είναι τα ακόλουθα:

πιστωτικά ιδρύματα,

ιδρύματα που χρηματοδοτούνται από καλυμμένα ομόλογα,

ιδρύματα τα οποία δεν επιτρέπεται να δέχονται καταθέσεις σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία δεν δέχονται καταθέσεις στην πράξη, αλλά διαθέτουν άδεια να το πράξουν, δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 45α της οδηγίας BRRD, διότι δεν πληρούν το κριτήριο της απαγόρευσης αποδοχής καταθέσεων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Επομένως, τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα δεν μπορούν να επωφεληθούν από την απαλλαγή που προβλέπεται στο άρθρο 45α της οδηγίας BRRD.

Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να είναι επίσης χρήσιμος ο ορισμός του «εξειδικευμένου ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης» που παρέχεται στο άρθρο 3 σημείο 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, «“εξειδικευμένο ίδρυμα ενυπόθηκης πίστης”: το πιστωτικό ίδρυμα που χρηματοδοτεί δάνεια αποκλειστικά ή κυρίως μέσω της έκδοσης καλυμμένων ομολόγων, που μπορεί σύμφωνα με τον νόμο να προβαίνει μόνο σε ενυπόθηκο δανεισμό και δανεισμό σε οντότητες του δημόσιου τομέα και που δεν επιτρέπεται να αποδέχεται καταθέσεις, αλλά μπορεί να αποδέχεται άλλα επιστρεπτέα κεφάλαια από το κοινό».

Η συμπερίληψη ιδρύματος ενυπόθηκης πίστης που είναι θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης στον όμιλο εξυγίανσης της εν λόγω οντότητας εξυγίανσης εξαρτάται από τη στρατηγική που προβλέπεται στο σχέδιο εξυγίανσης ομίλου, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας BRRD.

γ)    Επιλέξιμες υποχρεώσεις για οντότητες εξυγίανσης

27.   Ερώτηση (Άρθρο 45β παράγραφος 1)

Από το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 45β παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD έπεται ότι οι αφαιρέσεις από τις επιλέξιμες υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 72ε του ΚΚΑ δεν ισχύουν για επιλέξιμες υποχρεώσεις που περιλαμβάνονται στην MREL;

Απάντηση

Το καθεστώς αφαιρέσεων που προβλέπεται στο άρθρο 72ε του ΚΚΑ εφαρμόζεται μόνο σε οντότητες που υπόκεινται στο άρθρο 92α και στο άρθρο 92β του ΚΚΑ (δηλαδή οντότητες εξυγίανσης που είναι G-SII ή αποτελούν μέρος G-SII και ορισμένες οντότητες που αποτελούν μέρος G-SII εκτός ΕΕ) και μόνο για τον σκοπό της συμμόρφωσης με τις εν λόγω διατάξεις. Το καθεστώς αυτό δεν καλύπτει:

οντότητες που δεν είναι G-SII ή δεν αποτελούν μέρος G-SII ή δεν αποτελούν μέρος G-SII εκτός ΕΕ ή

τη συμμόρφωση οντοτήτων που είναι G-SII ή αποτελούν μέρος G-SII ή G-SII εκτός ΕΕ με τις πρόσθετες απαιτήσεις που τους επιβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 45δ παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD.

28.   Ερώτηση (Άρθρο 45β παράγραφος 3)

Οι επιλέξιμες υποχρεώσεις που εκδίδονται σε «υφιστάμενους μετόχους» θα μπορούσαν να υπολογιστούν για την εσωτερική MREL στον βαθμό που κατέχονται από μέτοχο, ανεξάρτητα από το αν ο εν λόγω μέτοχος έγινε μέτοχος μετά από αναδοχή ή αγορά των υποχρεώσεων;

Απάντηση

Η έκδοση μέσων από θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης σε «υφιστάμενο μέτοχο» αποτελεί μία από τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας για τους σκοπούς του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i) της οδηγίας BRRD (εσωτερική MREL), του άρθρου 45β παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD (εξωτερική MREL) και του άρθρου 88α στοιχείο β) του ΚΚΑ (ελάχιστη απαίτηση TLAC για G-SII ή μέρος G-SII που χαρακτηρίζονται ως οντότητες εξυγίανσης). Σε περίπτωση που κατά τον χρόνο έκδοσης της υποχρέωσης η αποκτώσα οντότητα δεν είναι μέτοχος, η υποχρέωση δεν θα είναι επιλέξιμη για συμμόρφωση με την MREL και την ελάχιστη απαίτηση TLAC. Για να είναι επιλέξιμο, το μέσο θα πρέπει να εκδοθεί σε υφιστάμενο μέτοχο και να πληροί όλες τις υπόλοιπες προϋποθέσεις, ενώ στη συνέχεια θα πρέπει να κατέχεται μόνο από υφιστάμενους μετόχους.

29.   Ερώτηση (Άρθρο 45β παράγραφος 3)

Όσον αφορά το άρθρο 45β παράγραφος 3, πώς θα πρέπει να ερμηνεύεται η διατύπωση «η οποία ανήκει στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης με την οντότητα εξυγίανσης» στο πλαίσιο ολόκληρου του άρθρου;

Απάντηση

Το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i) της οδηγίας BRRD παρέχει στη θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης τη δυνατότητα έκδοσης επιλέξιμων υποχρεώσεων όχι μόνο στην οντότητα εξυγίανσης, αλλά και σε μειοψηφούντα μέτοχο υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Το άρθρο 45β παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD ορίζει ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις πρέπει να «συμπεριλαμβάνονται στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων της εν λόγω οντότητας εξυγίανσης», υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο ίδιο άρθρο. Οι υποχρεώσεις αυτές είναι μειωμένης εξασφάλισης, δεδομένου ότι απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii) για την εκπλήρωση του όρου του άρθρου 72β παράγραφος 2 στοιχείο δ) του ΚΚΑ. Υπό αυτή την έννοια, οι εν λόγω υποχρεώσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των απαιτήσεων τόσο της εξωτερικής MREL όσο και της εξωτερικής MREL μειωμένης εξασφάλισης της οντότητας εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 45β παράγραφοι 4, 5 και 7 της οδηγίας BRRD, που αποτελεί μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης με τη θυγατρική που έχει εκδώσει τις εν λόγω υποχρεώσεις.

30.   Ερώτηση (Άρθρο 45 στοιχείο β)

Τα αποσβεσμένα μέσα της κατηγορίας 2 τα οποία εκδίδονται από θυγατρικές που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης και κατέχονται από οντότητες εκτός του ομίλου εξυγίανσης, και τα οποία είναι επιλέξιμα για την εσωτερική MREL σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii) τη οδηγίας BRRD, είναι επίσης επιλέξιμα για την εξωτερική MREL; Η αναφορά σε αποσβεσμένα μέσα της κατηγορίας 2 που περιλαμβάνεται δεύτερο μέρος του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 71α της οδηγίας BRRD θα πρέπει να ερμηνεύεται ως αναφορά σε αποσβεσμένα μέσα της κατηγορίας 2 σε μεμονωμένη βάση ή σε αποσβεσμένα μέσα της κατηγορίας 2 σε ενοποιημένη βάση ομίλου εξυγίανσης;

Απάντηση

Οι οντότητες εξυγίανσης μπορούν να πληρούν την οικεία εξωτερική MREL με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

ίδια κεφάλαια σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 45ε παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD,

επιλέξιμες υποχρεώσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται:

υποχρεώσεις υποκείμενες σε αναδιάρθρωση παθητικού που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 45β της οδηγίας BRRD. Το άρθρο αυτό περιλαμβάνει διαπαραπομπή, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 72β του ΚΚΑ, όπου η παράγραφος 2 στοιχείο β) προϋποθέτει οι εν λόγω υποχρεώσεις να έχουν εκδοθεί ή ληφθεί άμεσα από το ίδρυμα (πρώτο μέρος του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 71α της οδηγίας BRRD),

μέσα της κατηγορίας 2 που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 72α παράγραφος 1 στοιχείο β) του ΚΚΑ – δηλαδή αποσβεσμένα μέσα της κατηγορίας 2 με εναπομένουσα ληκτότητα τουλάχιστον ενός έτους (δεύτερο μέρος του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 71α της οδηγίας BRRD)·

ορισμένες επιλέξιμες υποχρεώσεις που εκδίδονται σε μειοψηφούντα μέτοχο από θυγατρική η οποία ανήκει στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης (άρθρο 45β παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD).

Ο ορισμός του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 71α της οδηγίας BRRD παραπέμπει στο άρθρο 72α παράγραφος 1 στοιχείο β) του ΚΚΑ. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3α και το άρθρο 18 παράγραφος 1 του ΚΚΑ, τα μητρικά ιδρύματα που έχουν προσδιοριστεί ως οντότητες εξυγίανσης που αποτελούν G-SII, μέρος G-SII ή μέρος G-SII εκτός ΕΕ πρέπει να συμμορφώνονται με το άρθρο 92α του ΚΚΑ (δηλαδή με την ελάχιστη απαίτηση TLAC) σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του αντίστοιχου ομίλου εξυγίανσης στον οποίο ανήκουν. Με τη διάταξη αυτή περιορίζεται το πεδίο εφαρμογής των μέσων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη συμμόρφωση με την ελάχιστη απαίτηση TLAC και διευκρινίζεται ότι, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά [και συγκεκριμένα για μέσα επιλέξιμων υποχρεώσεων, τα οποία πρέπει να έχουν εκδοθεί ή ληφθεί άμεσα από το ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 72β παράγραφος 2 στοιχείο α) του ΚΚΑ], τα μέσα πρέπει να υπολογίζονται σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης. Αυτό ισχύει τόσο για τα ίδια κεφάλαια όσο και για το σκέλος των μέσων της κατηγορίας 2 με εναπομένουσα ληκτότητα τουλάχιστον ενός έτους τα οποία, δυνάμει του άρθρου 64 του ΚΚΑ, δεν χαρακτηρίζονται πλέον ως στοιχεία της κατηγορίας 2 και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στα ίδια κεφάλαια του ιδρύματος.

Στο πλαίσιο της οδηγίας BRRD και της συμμόρφωσης με την εξωτερική MREL, η αναφορά στο άρθρο 72α παράγραφος 1 στοιχείο β) του ΚΚΑ που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 71α της οδηγίας BRRD επιβάλλει την ερμηνεία της εν λόγω διάταξης ως έχουσας το ίδιο πεδίο εφαρμογής, δηλαδή ως αναφορά σε αποσβεσμένα μέσα της κατηγορίας 2 σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης. Η ερμηνεία αυτή διασφαλίζει επίσης τη συμμόρφωση με το άρθρο 45ε παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD, το οποίο επιβάλλει την υποχρέωση εκπλήρωσης της εξωτερικής MREL σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης.

Από το στοιχείο αυτό συνάγεται ότι, για τους σκοπούς του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 71β και του άρθρου 45β παράγραφοι 4 έως 9 της οδηγίας BRRD, τα αποσβεσμένα μέσα της κατηγορίας 2 που εκδίδονται από θυγατρικές του ίδιου ομίλου εξυγίανσης σε οντότητες που δεν ανήκουν στον όμιλο εξυγίανσης συμπεριλαμβάνονται στην έννοια των «επιλέξιμων μέσων μειωμένης εξασφάλισης» και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται επίσης για τη συμμόρφωση με τη συνιστώσα μειωμένης εξασφάλισης της MREL.

31.   Ερώτηση (Άρθρο 45β παράγραφος 4)

Θα πρέπει να θεωρείται ότι το άρθρο 45β παράγραφος 4 εφαρμόζεται επίσης σε οντότητες εξυγίανσης που αποτελούν μέρος G-SII;

Απάντηση

Το άρθρο 45β παράγραφος 4 της οδηγίας BRRD θα πρέπει να θεωρείται ότι ισχύει και για οντότητες εξυγίανσης που αποτελούν μέρος G-SII ή G-SII εκτός ΕΕ. Πράγματι, ένας όμιλος G-SII μπορεί να έχει περισσότερες από μία οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 45β της οδηγίας BRRD ή μια οντότητα G-SII εκτός ΕΕ μπορεί να έχει οντότητα εξυγίανσης εγκατεστημένη στην Ένωση σε περίπτωση που το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει στρατηγική εξυγίανσης πολλαπλών σημείων έναρξης. Υπό την έννοια αυτή, οι ορισμοί για την «οντότητα εξυγίανσης» και τον «όμιλο εξυγίανσης» που παρέχονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημεία 83α και 83β της οδηγίας BRRD θα πρέπει να είναι επίσης συμβατοί με την εφαρμογή στρατηγικών πολλαπλών σημείων έναρξης, όπως αναφέρεται ρητά στην αιτιολογική σκέψη 4 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 που έχει ως εξής:

«Σύμφωνα με το πρότυπο TLAC, η οδηγία 2014/59/ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να αναγνωρίζει τόσο τη στρατηγική εξυγίανσης μοναδικού σημείου έναρξης (SPE), όσο και τη στρατηγική εξυγίανσης πολλαπλών σημείων έναρξης (MPE). Στο πλαίσιο της στρατηγικής εξυγίανσης SPE, μόνο μια οντότητα του ομίλου, συνήθως η μητρική, εξυγιαίνεται, ενώ άλλες οντότητες του ομίλου, συνήθως οι λειτουργικές θυγατρικές, δεν τίθενται σε καθεστώς εξυγίανσης, αλλά μεταφέρουν τις ζημίες και τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησής τους στην υπό εξυγίανση οντότητα. Στο πλαίσιο της στρατηγικής εξυγίανσης MPE, ενδέχεται να εξυγιαίνονται περισσότερες από μία οντότητες του ομίλου. Ο σαφής προσδιορισμός των προς εξυγίανση οντοτήτων (“οντότητες εξυγίανσης”), δηλαδή των οντοτήτων στις οποίες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν δράσεις εξυγίανσης, καθώς και των θυγατρικών που ανήκουν σε αυτές (“όμιλοι εξυγίανσης”) είναι σημαντικός για την αποτελεσματική εφαρμογή της επιθυμητής στρατηγικής εξυγίανσης. Ο εν λόγω προσδιορισμός έχει, επίσης, σημασία για τον καθορισμό του επιπέδου της εφαρμογής των κανόνων σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης ζημιών που πρέπει να εφαρμόζουν τα ιδρύματα και οι οντότητες. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να εισαχθούν οι έννοιες “οντότητα εξυγίανσης” και “όμιλος εξυγίανσης” και να τροποποιηθεί η οδηγία 2014/59/ΕΕ σχετικά με τον σχεδιασμό της εξυγίανσης ομίλου, προκειμένου να απαιτείται ρητά από τις αρχές εξυγίανσης να προσδιορίζουν τις οντότητες εξυγίανσης και τους ομίλους εξυγίανσης εντός ενός ομίλου και να λαμβάνουν υπόψη, με τον κατάλληλο τρόπο, τις συνέπειες κάθε σχεδιαζόμενης δράσης εντός του ομίλου, ώστε να εξασφαλιστεί την αποτελεσματική εξυγίανση του ομίλου.» [Η επισήμανση των συντακτών]

32.   Ερώτηση (Άρθρο 45β παράγραφος 5)

Μολονότι στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 45β παράγραφος 5 καθορίζεται όριο 10 % πάνω από το οποίο η αρχή εξυγίανσης είναι υποχρεωμένη να αξιολογήσει τον κίνδυνο που αναφέρεται στο στοιχείο β) της εν λόγω διάταξης, η αρχή εξυγίανσης έχει τη διακριτική ευχέρεια να προβαίνει στην εν λόγω αξιολόγηση ακόμη και όταν δεν καλύπτεται το όριο αυτό;

Επιπλέον, φαίνεται ότι το άρθρο 45β παράγραφος 5 αναφέρεται μόνο στο εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα. Με ποιον τρόπο θα εφαρμόζονταν οι αρχές αυτές στην περίπτωση άλλων εργαλείων εξυγίανσης (π.χ. μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα);

Απάντηση

Το άρθρο 45β παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο προβλέπει ότι οι αρχές εξυγίανσης έχουν τη διακριτική ευχέρεια να ζητούν την κάλυψη συγκεκριμένου επιπέδου της MREL οντοτήτων εξυγίανσης με υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του εν λόγω εδαφίου. Προϋπόθεση αυτού του είδους αναφέρεται στο στοιχείο β) του ίδιου εδαφίου [κίνδυνος παραβίασης της αρχής μη επιδείνωσης της θέσης των πιστωτών (NCWO)]. Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, οι αρχές εξυγίανσης υποχρεούνται να προβαίνουν στην αξιολόγηση της προϋπόθεσης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου εάν επιτευχθεί το όριο του 10 % που καθορίζεται στην ίδια παράγραφο.

Από την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο εδαφίων προκύπτει ότι η αρχή εξυγίανσης έχει τη διακριτική ευχέρεια να αξιολογεί ανά πάσα στιγμή αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου παραβίασης της αρχής NCWO. Ωστόσο, υποχρεούται να διενεργήσει την αξιολόγηση του κινδύνου παραβίασης της αρχής NCWO όταν καλυφθεί το όριο του 10 %.

Το άρθρο 37 παράγραφος 4 ορίζει ότι «οι αρχές εξυγίανσης μπορούν να εφαρμόζουν τα εργαλεία εξυγίανσης είτε μεμονωμένα είτε υπό οιονδήποτε συνδυασμό». Οι διατάξεις του άρθρου 45β εφαρμόζονται κατά τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από το αν το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα χρησιμοποιείται μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλα εργαλεία εξυγίανσης. Όταν χρησιμοποιούνται άλλα εργαλεία εξυγίανσης χωρίς την ταυτόχρονη χρήση του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα, θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης οι διατάξεις του άρθρου 45β παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της εξυγίανσης με την αρχή του άρθρου 34 παράγραφος 1 στοιχείο ζ), υπό το πρίσμα επίσης του άρθρου 45γ παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ).

33.   Ερώτηση (Άρθρο 45β παράγραφος 6)

Το άρθρο 128 της οδηγίας CRD ορίζει ότι τα ιδρύματα δεν πρέπει να χρησιμοποιούν κεφάλαιο CET1 το οποίο τηρείται για την εκπλήρωση της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ώστε να πληρούν τις βάσει κινδύνου συνιστώσες των απαιτήσεων των άρθρων 92α και 92β του ΚΚΑ (ελάχιστη απαίτηση TLAC) και των άρθρων 45γ και 45δ της οδηγίας BRRD (εξωτερική και εσωτερική MREL).

Το άρθρο 45β παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας BRRD προβλέπει ότι τα ίδια κεφάλαια της οντότητας εξυγίανσης που χρησιμοποιούνται για τη συμμόρφωση με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας είναι επιλέξιμα για τη συμμόρφωση με την απαίτηση του άρθρου 45β παράγραφοι 4, 5 και 7 της οδηγίας BRRD (απαίτηση MREL μειωμένης εξασφάλισης).

Το άρθρο 45β παράγραφος 6 αναφέρεται στην απαίτηση MREL μειωμένης εξασφάλισης που εκφράζεται ως ποσοστό του TREA και του TEM;

Απάντηση

Το άρθρο 45 παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD ορίζει ότι η MREL μπορεί να εκφραστεί μόνο ως ποσοστό του TREA (συνιστώσα βάσει επικινδυνότητας) και του TEM (συνιστώσα η οποία δεν βασίζεται στην επικινδυνότητα).

Κατά συνέπεια, οι απαιτήσεις MREL μειωμένης εξασφάλισης που αναφέρονται στο άρθρο 45β παράγραφοι 4, 5 και 7 της οδηγίας BRRD θα πρέπει να εκφράζονται επίσης ως ποσοστά του TREA (συνιστώσα βάσει επικινδυνότητας) και του TEM (συνιστώσα η οποία δεν βασίζεται στην επικινδυνότητα).

Οι αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 128 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας CRD δεν ισχύουν για την απαίτηση MREL μειωμένης εξασφάλισης όταν εκφράζεται ως ποσοστό του TEM (δηλαδή η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας δεν «εφαρμόζεται σωρευτικά» επιπλέον της μη βασιζόμενης στην επικινδυνότητα συνιστώσας της MREL και, συνεπώς, το κεφάλαιο CET1 που χρησιμοποιείται για την εκπλήρωση της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας θα είναι επιλέξιμο για τη συμμόρφωση με τη μη βασιζόμενη στην επικινδυνότητα συνιστώσα της MREL).

Ωστόσο, το κεφάλαιο CET1 που χρησιμοποιείται για τη συμμόρφωση με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη οποιασδήποτε απαίτησης MREL, μειωμένης εξασφάλισης ή μη, που εκφράζεται σε TREA. Σκοπός της αναφοράς στην παράγραφο 5 που περιλαμβάνεται στο άρθρο 45β παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD ήταν η συνεπής εφαρμογή του ορίου του τύπου προληπτικής εποπτείας που αναφέρεται στο άρθρο 45β παράγραφος 7 της οδηγίας BRRD, το οποίο ισχύει επίσης για μη συστημικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 45β παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD.

Ως εκ τούτου, το άρθρο 45β παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας BRRD και το άρθρο 128 της οδηγίας CRD παρουσιάζουν συνέπεια μεταξύ τους.

34.   Ερώτηση (Άρθρο 45β παράγραφος 8)

Το άρθρο 45β παράγραφος 8 της οδηγίας BRRD παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να καθορίζουν το ποσοστό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σε επίπεδο άνω του 30 %. Θα μπορούσε ένα κράτος μέλος να ορίσει το επίπεδο αυτό σε ποσοστό 100 % λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του εθνικού τραπεζικού τομέα του;

Απάντηση

Το άρθρο 45β παράγραφος 8 της οδηγίας BRRD ορίζει ότι οι αρχές εξυγίανσης μπορούν να εφαρμόζουν απαίτηση μειωμένης εξασφάλισης άνω του 8 % των συνολικών υποχρεώσεων και ιδίων κεφαλαίων μόνο έως το όριο του 30 % του συνόλου των οντοτήτων εξυγίανσης που υπόκεινται στην εν λόγω διάταξη (G-SII, τράπεζες ανώτατου επιπέδου και οντότητες που υπόκεινται στο άρθρο 45γ παράγραφος 6 της οδηγίας BRRD).

Το άρθρο 45β παράγραφος 8 τελευταίο εδάφιο της οδηγίας BRRD προβλέπει την επιλογή των κρατών μελών να καθορίζουν μεγαλύτερο ποσοστό. Επομένως, ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει ότι η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει να έχει την εξουσία να επιβάλλει υψηλότερη απαίτηση μειωμένης εξασφάλισης σε όλες τις οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 45β παράγραφος 8 της οδηγίας BRRD οι οποίες είναι εγκατεστημένες στο εν λόγω κράτος μέλος (λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του εθνικού τραπεζικού τομέα τους και τον αριθμό των οικείων οντοτήτων εξυγίανσης).

Ωστόσο, η επιλογή αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην πράξη όσον αφορά οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR, δεδομένου ότι το άρθρο 12γ παράγραφος 8 του κανονισμού SRMR δεν προβλέπει τέτοια επιλογή. Κατά συνέπεια, όλα τα ιδρύματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR, ανεξάρτητα από το αν υπόκεινται στην άμεση αρμοδιότητα του SRB ή των εθνικών αρχών εξυγίανσης σύμφωνα με την κατανομή καθηκόντων του άρθρου 7 του κανονισμού SRMR, δεν θα υπόκεινται σε τόσο αυξημένο ποσοστό. Σε περίπτωση που ένα συμμετέχον κράτος μέλος ασκήσει την επιλογή που προβλέπεται στο άρθρο 45β παράγραφος 8 της οδηγίας BRRD, η εν λόγω εθνική διάταξη θα ισχύει μόνο για τις οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας BRRD σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 αλλά δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR σύμφωνα με το άρθρο 2. Η επιλογή αυτή θα καλύπτει κυρίως επιχειρήσεις επενδύσεων που δεν καλύπτονται από την ενοποιημένη εποπτεία μιας μητρικής επιχείρησης.

Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζεται ότι όλες οι οντότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΕΜΕ υπόκεινται στους ίδιους ομοιόμορφους κανόνες και διαδικασίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού SRMR. Είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι στην τελευταία περίοδο της αιτιολογικής σκέψης 28 του κανονισμού SRMR προβλέπεται ότι «σε ορισμένες περιστάσεις, οι εθνικές αρχές εξυγίανσης θα πρέπει να εκτελούν τα καθήκοντά τους βάσει του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με αυτόν, ενώ ταυτόχρονα θα ασκούν τις εξουσίες τους δυνάμει της εθνικής νομοθετικής πράξης για τη μεταφορά της οδηγίας 2014/59/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο, και σύμφωνα με αυτή, στον βαθμό που δεν θα υπάρχει σύγκρουση με τον παρόντα κανονισμό».

δ)    Καθορισμός της MREL

35.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφος 1)

Με ποιον τρόπο θα χρησιμοποιείται το μέγεθος, το επιχειρηματικό μοντέλο, το μοντέλο χρηματοδότησης και το προφίλ κινδύνου για την προσαρμογή της MREL της οντότητας;

Απάντηση

Το άρθρο 45γ της οδηγίας BRRD αναφέρεται σε πλήθος περιπτώσεων στις οποίες θα μπορούσαν να έχουν αντίκτυπο τα κριτήρια αυτά κατά τη βαθμονόμηση της συνολικής MREL, όπως τα εξής:

καθορισμός, κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή, των πρόσθετων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 104α της οδηγίας CRD, οι οποίες θα ισχύουν για την οντότητα μετά την εξυγίανση (παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο),

εφαρμογή της διακριτικής ευχέρειας που αναφέρεται στην παράγραφο 6 για την επιλογή των ιδρυμάτων που θα υπόκεινται στην εφαρμογή της παραγράφου 5 και των εφαρμοστέων διατάξεων του άρθρου 45β της οδηγίας BRRD (λαμβανομένων υπόψη των προϋποθέσεων που συνδέονται με το μοντέλο χρηματοδότησης),

συνεκτίμηση του ελάχιστου κανόνα διάσωσης με ίδια μέσα (που αναφέρεται στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3) — η αλληλεπίδραση με το επίπεδο της συνολικής MREL θα διαφοροποιείται ανάλογα με το επιχειρηματικό μοντέλο και το μοντέλο χρηματοδότησης, δεδομένου ότι έχουν αντίκτυπο στον μέσο συντελεστή στάθμισης κινδύνου της οντότητας,

για τις οντότητες των οποίων η προτιμώμενη στρατηγική εξυγίανσης αφορά την εκκαθάριση υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες, αξιολόγηση του κατά πόσον η MREL θα πρέπει να περιορίζεται στο ποσό απορρόφησης ζημιών (όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2),

εφαρμογή και/ή προσαρμογή του ποσού για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης της αγοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

36.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφος 1)

Με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να αποτυπωθούν στην MREL μιας οντότητας οι δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που αναφέρονται στο άρθρο 45γ παράγραφος 1 στοιχείο ε);

Απάντηση

Το άρθρο 45γ αναφέρεται σε διάφορες περιπτώσεις στις οποίες θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο το κριτήριο που αφορά τις δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα κατά τη βαθμονόμηση της συνολικής MREL, όπως τα εξής:

εφαρμογή της διακριτικής ευχέρειας που αναφέρεται στην παράγραφο 6 για την επιλογή των ιδρυμάτων που θα υπόκεινται στην εφαρμογή της παραγράφου 5 και των εφαρμοστέων διατάξεων του άρθρου 45β ,

συνεκτίμηση του ελάχιστου κανόνα διάσωσης με ίδια μέσα (που αναφέρεται στο άρθρο 45γ παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο),

για τις οντότητες των οποίων η προτιμώμενη στρατηγική εξυγίανσης αφορά την εκκαθάριση υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες, αξιολόγηση του κατά πόσον η MREL θα πρέπει να περιορίζεται στο ποσό απορρόφησης ζημιών (όπως προβλέπεται στο άρθρο 45γ παράγραφο 2).

37.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφος 2)

Με ποιον τρόπο οι δυσμενείς επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα θα μπορούσαν να αποτυπωθούν στην προσαρμογή του ποσού απορρόφησης ζημιών για μια οντότητα για την οποία το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει εκκαθάριση υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας;

Απάντηση

Οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να χρησιμοποιούν τη διακριτική τους ευχέρεια κατά την εφαρμογή της παρούσας διάταξης. Σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφος 9, η αξιολόγηση των στοιχείων που αναφέρονται σε αυτό θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στην απόφαση της MREL.

Ωστόσο, σημαντικές προσαυξήσεις στα ποσά ανακεφαλαιοποίησης ιδρυμάτων αυτού του είδους δεν συνάδουν με το άρθρο 45γ παράγραφος 2 στοιχείο β) πρώτο εδάφιο, στο οποίο διευκρινίζεται ότι σκοπός του ποσού ανακεφαλαιοποίησης είναι να παρέχει στις οντότητες τη δυνατότητα να πληρούν τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας μετά την εφαρμογή των δράσεων εξυγίανσης ή την άσκηση εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής. Στο πλαίσιο αυτό, οντότητες οι οποίες, σύμφωνα με σχέδιο εξυγίανσης, πρόκειται να εκκαθαριστούν υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας δεν αναμένεται να πρέπει να συμμορφώνονται με τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει να διαθέτουν κατά κανόνα ποσό ανακεφαλαιοποίησης.

Επιπλέον, σε περίπτωση που μια αρχή εξυγίανσης εκτιμά ότι ο περιορισμός της MREL στο ποσό απορρόφησης ζημιών θα συνιστούσε κίνδυνο σημαντικού αντικτύπου στη χρηματοοικονομική σταθερότητα ή μετάδοσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το στοιχείο αυτό μπορεί να συνιστά ένδειξη του γεγονότος ότι δεν είναι εφικτό και αξιόπιστο να εξυγιανθεί η οντότητα βάσει της προτιμώμενης στρατηγικής εξυγίανσης και θα πρέπει να επανεξεταστεί η δυνατότητα εξυγίανσής της.

Ως προς το σημείο αυτό, το άρθρο 15 παράγραφος 1 ορίζει ότι μια οντότητα θεωρείται ότι είναι δυνατόν να εξυγιανθεί εάν «είναι εφικτό και αξιόπιστο η αρχή εξυγίανσης είτε να το εκκαθαρίσει στο πλαίσιο κανονικών διαδικασιών αφερεγγυότητας είτε να το εξυγιάνει, εφαρμόζοντας στο ίδρυμα τα διάφορα εργαλεία και εξουσίες εξυγίανσης, μειώνοντας παράλληλα στον ελάχιστο δυνατό βαθμό οποιαδήποτε σημαντική δυσμενή συνέπεια στο χρηματοπιστωτικό σύστημα του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται το ίδρυμα, ακόμη και σε περιστάσεις ευρύτερης χρηματοπιστωτικής αστάθειας ή γεγονότων που αφορούν το σύνολο του συστήματος, ή άλλων κρατών μελών ή της Ένωσης».

38.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφος 2)

Η οδηγία παρέχει τη δυνατότητα να μην καθορίζεται MREL για οντότητες των οποίων η MREL ισούται με τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων (δηλαδή για τις οντότητες των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει την εκκαθάρισή τους υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες);

Απάντηση

Το άρθρο 45 παράγραφος 1 ορίζει ότι τα ιδρύματα και οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ) πρέπει να πληρούν ανά πάσα στιγμή τις MREL, όταν απαιτείται από τα άρθρα 45 έως 45θ και σύμφωνα με τα άρθρα αυτά.

Η εν λόγω δέσμη άρθρων προβλέπει τις εξαιρέσεις από την MREL που παρατίθενται κατωτέρω, και οι οποίες πρέπει να χορηγούνται από τις αρχές εξυγίανσης όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτά:

τα ιδρύματα ενυπόθηκης πίστης μπορούν να εξαιρούνται σύμφωνα με το άρθρο 45α,

τα ιδρύματα που είναι θυγατρικές μιας οντότητας εξυγίανσης, αλλά δεν είναι τα ίδια οντότητες εξυγίανσης, μπορούν να εξαιρούνται από την MREL σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 3 ή 4,

οι κεντρικοί οργανισμοί και τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι μόνιμα συνδεδεμένα με κεντρικό οργανισμό μπορούν να εξαιρούνται σύμφωνα με το άρθρο 45ζ.

Επιπλέον, το άρθρο 45στ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο προβλέπει ότι η εφαρμογή της απαίτησης που καθορίζεται στο άρθρο 45στ παράγραφος 1 (δηλαδή η εσωτερική MREL) δεν είναι υποχρεωτική σε οντότητα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ), και η οποία είναι θυγατρική μιας οντότητας εξυγίανσης αλλά δεν αποτελεί η ίδια οντότητα εξυγίανσης, δεδομένου ότι εξαρτάται από την άσκηση διακριτικής ευχέρειας της αρχής εξυγίανσης, κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή. Ωστόσο, είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι το άρθρο 45στ παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο ορίζει ότι οι μητρικές επιχειρήσεις της Ένωσης που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης, αλλά είναι θυγατρικές οντοτήτων τρίτων χωρών, πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις εσωτερικής MREL σε ενοποιημένη βάση. Αυτό σημαίνει ότι ο καθορισμός εσωτερικής MREL είναι υποχρεωτικός για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ), και οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις του τρίτου εδαφίου.

Ως εκ τούτου, εάν μια οντότητα δεν εμπίπτει σε μία από τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, η έκδοση απόφασης MREL από την αρχή εξυγίανσης είναι υποχρεωτική, ακόμη και όταν το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι η οντότητα πρόκειται να εκκαθαριστεί υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες. Τα προαναφερόμενα επιβεβαιώνονται περαιτέρω από το γεγονός ότι το άρθρο 45γ παράγραφος 2 δεύτερο και τρίτο εδάφιο αναγνωρίζει ρητά την περίπτωση αυτή και προβλέπει τους κανόνες σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού της MREL για τις οντότητες της συγκεκριμένης περίπτωσης.

39.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφος 2)

Λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 45 παράγραφος 1, το άρθρο 45α και το άρθρο 45γ παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, η MREL θα πρέπει να καθορίζεται ακόμη και αν η προτιμώμενη στρατηγική εξυγίανσης αφορά την εκκαθάριση. Στην περίπτωση αυτή, η MREL θα πρέπει να υπολογίζεται σε μεμονωμένη ή σε ενοποιημένη βάση;

Απάντηση

Το άρθρο 45ε παράγραφοι 1 και 2 ορίζει ότι η εξωτερική MREL οντοτήτων εξυγίανσης πρέπει να καθορίζεται και να τηρείται σε ενοποιημένη βάση στο επίπεδο του ομίλου εξυγίανσης. Το σκεπτικό των διατάξεων αυτών είναι ότι, εντός ενός ομίλου εξυγίανσης, οι ζημίες τις οποίες υφίστανται οι οντότητες που ανήκουν στον εν λόγω όμιλο εξυγίανσης θα πρέπει να βαρύνουν την οντότητα εξυγίανσης, η οποία θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς πόρους απορρόφησης ζημιών για την κάλυψη των αναγκών ολόκληρου του ομίλου εξυγίανσης. Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται μέσω της εφαρμογής δράσης εξυγίανσης στην οντότητα εξυγίανσης και μέσω της αναγωγής των ζημιών από τις θυγατρικές της και της επακόλουθης ροής κεφαλαίου με την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 59. Για τον σκοπό αυτόν, οι οντότητες εξυγίανσης υποχρεούνται να εκδίδουν επιλέξιμους τίτλους και στοιχεία σε εξωτερικούς τρίτους δανειστές [βλ. αιτιολογική σκέψη 19 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879].

Αντιθέτως, η εσωτερική MREL οντοτήτων που είναι θυγατρικές μιας οντότητας εξυγίανσης, αλλά δεν αποτελούν οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης, πρέπει να καθορίζεται και να τηρείται σε μεμονωμένη βάση σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφος 7 και το άρθρο 45στ παράγραφος 1 [παρά τις περιπτώσεις στις οποίες η εσωτερική MREL πρέπει να τηρείται σε ενοποιημένο ή υποενοποιημένο επίπεδο, όπως αναφέρεται στο άρθρο 45στ παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο και στο άρθρο 45στ παράγραφος 4 στοιχείο β)]. Οι ζημίες και οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των θυγατρικών αυτών θα πρέπει να καλύπτονται, κατά κανόνα, από τις αντίστοιχες οντότητες εξυγίανσης μέσω της άμεσης ή έμμεσης απόκτησης μέσων ιδίων κεφαλαίων και μέσων επιλέξιμων υποχρεώσεων που εκδίδονται από τις εν λόγω θυγατρικές [βλ. αιτιολογική σκέψη 20 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879].

Στην περίπτωση οντοτήτων που αποτελούν μέρος ενός ομίλου που υπόκειται σε ενοποιημένη εποπτεία και των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι θα πρέπει να εκκαθαριστούν υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες, δεν ισχύουν οι κανόνες που αποσαφηνίζονται ανωτέρω για τις περιπτώσεις ομίλων εξυγίανσης. Πράγματι, η πτώχευση των εν λόγω οντοτήτων θα αντιμετωπίζεται μέσω των κανονικών διαδικασιών διαδικασίας αφερεγγυότητας, οι οποίες διεξάγονται σε επίπεδο νομικής οντότητας. Σε περίπτωση αφερεγγυότητας, η μητρική επιχείρηση θα είναι υπεύθυνη μόνο για τις δικές της ζημίες και δεν θα απαιτείται η παροχή στήριξης στις θυγατρικές της. Επιπλέον, τα ίδια κεφάλαια και ορισμένες επιλέξιμες υποχρεώσεις που εκδίδονται από τις θυγατρικές της δεν θα διατίθενται για την απορρόφηση ζημιών κατά την εκκαθάριση της μητρικής επιχείρησης σε μεμονωμένη βάση. Επομένως, στις εν λόγω περιπτώσεις εκκαθάρισης μητρικών επιχειρήσεων, δεν θα ήταν ενδεδειγμένος ο καθορισμός της MREL σε ενοποιημένη βάση.

Ως εκ τούτου, για μητρικές επιχειρήσεις των οποίων το σχέδιο εξυγίανσης προβλέπει ότι πρέπει να εκκαθαριστούν υπό κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ή άλλες ισοδύναμες εθνικές διαδικασίες, η απαίτηση MREL πρέπει να καθορίζεται και να τηρείται μόνο σε μεμονωμένη βάση.

40.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφοι 2, 3, 4 και 7)

Κατά την εφαρμογή του άρθρου 45γ παράγραφοι 2, 3, 4 και 7, δεν είναι σαφές πώς θα πρέπει να ερμηνεύεται η διατύπωση «για ενδεδειγμένο χρονικό διάστημα το οποίο δεν υπερβαίνει το ένα έτος» και η διατύπωση «για κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος». Αυτό σημαίνει ότι το ποσό της ανακεφαλαιοποίησης θα πρέπει να καθορίζεται στο επίπεδο που διασφαλίζει την εμπιστοσύνη της αγοράς σε σχέση με την οντότητα μετά την εξυγίανση μόνο για ένα έτος;

Απάντηση

Στο άρθρο 45γ παράγραφοι 3 και 7 προβλέπεται ότι το ποσό για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης της αγοράς που περιλαμβάνεται στο ποσό της ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να καθορίζεται στο επίπεδο που απαιτείται ώστε να διατηρείται η εν λόγω εμπιστοσύνη της αγοράς για κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

Η εφαρμογή χρονικού ορίζοντα ενός έτους είναι αναλογική και συνεπής με τη χρήση του ίδιου χρονικού ορίζοντα για τους σκοπούς της βαθμονόμησης των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας για τα ιδρύματα. Αυτό είναι σημαντικό διότι οι απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας αποτελούν τις βασικές συνιστώσες για τον καθορισμό του επιπέδου της απαίτησης MREL.

41.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφοι 3 και 7)

Στο άρθρο 45γ παράγραφοι 3 και 7 της οδηγίας BRRD αναφέρεται η ανάγκη διατήρησης ορισμένου επιπέδου MREL ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις της άδειας λειτουργίας και η άσκηση των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχει δοθεί άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας CRD IV. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν επίσης για οντότητες που καλύπτονται από το άρθρο 1 στοιχεία β), γ) και δ) της οδηγίας BRRD. Ωστόσο, ορισμένες από τις οντότητες αυτές δεν υπόκεινται σε άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας CRD, αλλά βάσει συγκεκριμένων εθνικών διατάξεων. Όσον αφορά τις εν λόγω οντότητες, πώς θα πρέπει να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο οι αναφορές στην ανάγκη συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις της άδειας λειτουργίας;

Απάντηση

Στον βαθμό που η έγκριση ή η άδεια λειτουργίας οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) ή δ) της οδηγίας BRRD δεν διέπεται από την οδηγία CRD ή MIFID, αλλά από άλλες ισοδύναμες εθνικές και ενωσιακές νομοθετικές πράξεις, θα μπορούσε να συμπεριληφθεί κατάλληλη παραπομπή στην εθνική νομοθεσία μεταφοράς του άρθρου 45γ παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας BRRD. Εν προκειμένω, το άρθρο 45γ παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας BRRD επιτρέπει ευρύτερη ερμηνεία αυτού του είδους, δεδομένου ότι ορίζει ότι οι οντότητες πρέπει να ανακεφαλαιοποιούνται στο αναγκαίο επίπεδο ώστε να είναι σε θέση να συμμορφώνονται με τις προϋποθέσεις απόκτησης άδειας λειτουργίας δυνάμει της οδηγίας CRD, MIFID ή «ισοδύναμης νομοθετικής πράξης».

42.   Ερώτηση (Άρθρο 45γ παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο)

Ποια είναι η προσαρμογή του TREA και του TEM που απαιτείται σύμφωνα με το στοιχείο α) του πέμπτου εδαφίου του άρθρου 45γ παράγραφος 3;

Απάντηση

Κατά τον καθορισμό του ποσού ανακεφαλαιοποίησης πρέπει να γίνουν προσαρμογές στις πλέον πρόσφατες τιμές που έχουν αναφερθεί για το TREA ή το TEM ώστε να αντικατοπτρίζουν την επίδραση που θα είχε στο TREA και στο TEM η εφαρμογή των δράσεων εξυγίανσης που προβλέπονται στο σχέδιο εξυγίανσης.

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με το στοιχείο α) σημείο ii) και το στοιχείο β) σημείο ii) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 45γ, οι δράσεις εξυγίανσης λόγω των οποίων θα πρέπει να προσαρμοστούν οι πλέον πρόσφατες τιμές που έχουν αναφερθεί θα είναι εκείνες που συνιστούν την προτιμώμενη στρατηγική εξυγίανσης.

ε)    Εφαρμογή της εσωτερικής MREL σε οντότητες που δεν είναι οι ίδιες οντότητες εξυγίανσης

43.   Ερώτηση (Άρθρο 45στ παράγραφος 1)

Όσον αφορά την εσωτερική MREL, το άρθρο 45στ παράγραφος 1 εφαρμόζεται και σε οντότητες G-SII που δεν είναι οντότητες εξυγίανσης;

Απάντηση

Οι διατάξεις του άρθρου 45στ εφαρμόζονται σε όλα τα ιδρύματα που είναι θυγατρικές μιας οντότητας εξυγίανσης ή οντότητας τρίτης χώρας αλλά δεν αποτελούν τα ίδια οντότητες εξυγίανσης. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται και οντότητες G-SII.

44.   Ερώτηση (Άρθρο 45στ παράγραφος 1)

Το άρθρο 45στ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο ισχύει για τις οντότητες που αναφέρονται σε αυτό σε μεμονωμένη βάση;

Απάντηση

Στο άρθρο 45στ παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο διευκρινίζεται ότι τα ιδρύματα που είναι θυγατρικές μιας οντότητας εξυγίανσης ή οντότητας τρίτων χωρών, αλλά δεν αποτελούν τα ίδια οντότητες εξυγίανσης, πρέπει να συμμορφώνονται με την εσωτερική MREL σε μεμονωμένη βάση. Το δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου παρέχει στις αρχές εξυγίανσης τη διακριτική ευχέρεια να εφαρμόζουν την εσωτερική MREL σε οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ). Το άρθρο 45στ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο εφαρμόζεται επίσης σε μεμονωμένη βάση, εκτός εάν η οντότητα εμπίπτει στο άρθρο 45στ παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο.

Το άρθρο 45στ παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο, το οποίο ορίζει τη δυνατότητα συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των άρθρων 45γ και 45δ, αναφέρεται μόνο σε μητρικές επιχειρήσεις της Ένωσης που είναι θυγατρικές οντοτήτων τρίτων χωρών.

Ωστόσο, το άρθρο 45στ παράγραφος 4 παρέχει στην αρχή εξυγίανσης τη δυνατότητα να παραιτηθεί από την εφαρμογή της εσωτερικής MREL για θυγατρική που δεν είναι η ίδια οντότητα εξυγίανσης, εφόσον πληρούνται διάφορες προϋποθέσεις, δηλαδή όταν τόσο η θυγατρική όσο και η μητρική επιχείρηση είναι εγκατεστημένες στο ίδιο κράτος μέλος και ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης και όταν η μητρική επιχείρηση συμμορφώνεται με την εξωτερική MREL σε ενοποιημένη βάση.

Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της παραίτησης από την εσωτερική MREL σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 4, η εσωτερική MREL μπορεί επίσης να τηρείται σε (υπο)ενοποιημένο επίπεδο για τις οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) και δ). Διαφορετικά, ελλείψει παραίτησης, η εσωτερική MREL εφαρμόζεται σε μεμονωμένη βάση, εκτός εάν η οντότητα είναι ενωσιακή μητρική επιχείρηση ομίλου τρίτης χώρας.

45.   Ερώτηση (Άρθρο 45στ παράγραφος 3)

Το άρθρο 45στ παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD παρέχει στην αρχή εξυγίανσης τη δυνατότητα να παραιτηθεί από την εφαρμογή εσωτερικής MREL, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο. Ωστόσο, οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 3 στοιχεία δ) έως στ) της οδηγίας BRRD δεν φαίνεται να αντιστοιχούν σε ισοδύναμη διάταξη του άρθρου 12η παράγραφος 1 του κανονισμού SRMR. Κατά τη μεταφορά του άρθρου 45στ παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο, με ποιον τρόπο θα πρέπει να το αντιμετωπίσουν αυτό τα κράτη μέλη;

Απάντηση

Ο μειωμένος αριθμός προϋποθέσεων για τη χορήγηση απαλλαγής από την MREL σε θυγατρική στον ισχύοντα κανονισμό SRMR σε σύγκριση με τη ισχύουσα οδηγία BRRD συνάδει με τον κανονισμό SRMR I και την οδηγία BRRD I, όπου συνέτρεχε ήδη η περίπτωση αυτή.

Παρά τις διαφορές μεταξύ της οδηγίας BRRD και του κανονισμού SRMR, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να συμπεριλάβουν όλες τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 3 στην εθνική τους νομοθεσία για την εφαρμογή της οδηγίας BRRD. Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας BRRD και, κατ’ επέκταση, των εθνικών νομοθεσιών για την εφαρμογή της οδηγίας BRRD, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας, διαφέρει από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού SRMR, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού. Ο κανονισμός SRMR δεν περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής του επιχειρήσεις επενδύσεων που δεν καλύπτονται από την ενοποιημένη εποπτεία μητρικής επιχείρησης ούτε υποκαταστήματα ιδρυμάτων που είναι εγκατεστημένα εκτός της Ένωσης.

46.   Ερώτηση (Άρθρο 45στ παράγραφος 5)

Ποια είναι η σημασία του άρθρου 45στ παράγραφος 5 στοιχείο ζ) της οδηγίας BRRD, εάν ληφθεί υπόψη ότι, βάσει των συμφωνιών παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας που αναφέρονται στο στοιχείο γ) της εν λόγω διάταξης, η ασφάλεια πρέπει σε κάθε περίπτωση να έχει «παρασχεθεί», δηλαδή πρέπει να βρίσκεται στην ιδιοκτησία ή στην κατοχή του δικαιούχου της εγγύησης [βλ. άρθρο 1 παράγραφος 5 της οδηγίας 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14)];

Απάντηση

Το άρθρο 45στ παράγραφος 5 στοιχείο γ) της οδηγίας BRRD παραπέμπει στον ορισμό της συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2002/47/ΕΚ: «η συμφωνία παροχής ασφάλειας με μεταβίβαση τίτλου ή η συμφωνία εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας, ανεξαρτήτως του εάν καλύπτονται από “γενική συμφωνία” ή “γενικούς όρους”». Όσον αφορά τις συμφωνίες εγγυοδοσίας με παροχή χρηματοοικονομικής ασφάλειας, ο ασφαλειοδότης παρέχει χρηματοοικονομική ασφάλεια ως εγγύηση στον ασφαλειολήπτη, ή υπέρ αυτού, ενώ η κυριότητα της χρηματοοικονομικής ασφάλειας παραμένει στον ασφαλειοδότη κατά τη σύσταση του δικαιώματος ασφάλειας. Επίσης, η οδηγία 2002/47/ΕΚ ορίζει ότι η ασφάλεια έχει «παρασχεθεί» και η παροχή της πρέπει να πιστοποιείται εγγράφως. Στο άρθρο 1 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2002/47/ΕΚ διευκρινίζεται ότι η εν λόγω έγγραφη απόδειξη ότι η χρηματοοικονομική ασφάλεια έχει «παρασχεθεί» αναφέρεται στον προσδιορισμό της χρηματοοικονομικής ασφάλειας και ότι αρκεί να αποδεικνύεται ότι η ασφάλεια επί τίτλων σε λογιστική μορφή έχει μεταφερθεί σε πίστωση του σχετικού λογαριασμού ή αποτελεί πίστωση του λογαριασμού αυτού και ότι η ασφάλεια σε μετρητά έχει μεταφερθεί σε πίστωση του καθορισμένου λογαριασμού ή αποτελεί πίστωση του λογαριασμού αυτού.

Στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 2002/47/ΕΚ διευκρινίζεται ότι όπου αναφέρεται ότι «παρέχεται» χρηματοοικονομική ασφάλεια, ή όπου υπάρχει αναφορά στην «παροχή» χρηματοοικονομικής ασφάλειας, με τη διατύπωση αυτή νοείται ότι η χρηματοοικονομική ασφάλεια παραδίδεται, μεταβιβάζεται, κατακρατείται, καταχωρείται ή άλλως καθορίζεται, ώστε να βρίσκεται στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο του ασφαλειολήπτη ή προσώπου ενεργούντος για λογαριασμό του ασφαλειολήπτη. Επιπλέον, τυχόν δικαίωμα υποκατάστασης ή άρσης πλεονάζουσας χρηματοοικονομικής ασφάλειας υπέρ του ασφαλειοδότη δεν πρέπει να θίγει την παρασχεθείσα στον ασφαλειολήπτη χρηματοοικονομική ασφάλεια όπως αναφέρεται στην παρούσα οδηγία.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, το άρθρο 45στ παράγραφος 5 στοιχείο ζ) της οδηγίας BRRD αναφέρεται στην απουσία νομικών, κανονιστικών ή λειτουργικών εμποδίων για την πίστωση ή την εκτέλεση της παρασχεθείσας ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της ανάληψης δράσης εξυγίανσης για την οντότητα εξυγίανσης. Το στοιχείο αυτό συνάδει με τις γενικές διατάξεις της οδηγίας 2002/47/ΕΚ.

47.   Ερώτηση (Άρθρο 45στ)

Λαμβάνοντας υπόψη τα άρθρα 44 και 45στ, θα μπορούσαν να διασωθούν με ίδια μέσα εντός του ομίλου υποχρεώσεις πέραν των υποχρεώσεων που είναι επιλέξιμες για συμμόρφωση με την εσωτερική MREL του ιδρύματος; Με άλλα λόγια, θα μπορούσαν να διασωθούν με ίδια μέσα όλες οι υποχρεώσεις που εκδίδονται από μια οντότητα προς άλλες οντότητες του ομίλου (όχι απαραίτητα οντότητες εξυγίανσης);

Απάντηση

Σε περίπτωση που μια θυγατρική που δεν είναι οντότητα εξυγίανσης τεθεί σε εξυγίανση κατά παρέκκλιση από το σχέδιο εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης μπορεί να εφαρμόσει εξουσίες διάσωσης με ίδια μέσα σε σχέση με υφιστάμενους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένων των κατόχων των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) (κατά γενικό κανόνα της οντότητας εξυγίανσης), αλλά και άλλους πιστωτές εντός ή εκτός του ομίλου εξυγίανσης, τηρώντας παράλληλα, στην περίπτωση αυτή, την ιεράρχηση των απαιτήσεων σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο iii), οι υποχρεώσεις που είναι επιλέξιμες για συμμόρφωση με την εσωτερική MREL πρέπει να κατατάσσονται κάτω από τις υποχρεώσεις που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του σημείου i) της ίδιας διάταξης (δηλαδή πρέπει να είναι χαμηλότερης εξοφλητικής προτεραιότητας προς μέσα που δεν μπορούν να προσμετρηθούν στην εσωτερική MREL) και δεν είναι επιλέξιμα για απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων. Αυτό σημαίνει ότι οι απαιτήσεις των ενδοομιλικών πιστωτών που συνδέονται με μέσα τα οποία δεν είναι επιλέξιμα για την εσωτερική MREL θα κατατάσσονται πάνω από τις υποχρεώσεις που είναι επιλέξιμες για τον σκοπό αυτόν. Η κατάταξή τους σε περίπτωση αφερεγγυότητας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη διάσωση των απαιτήσεων αυτών με ίδια μέσα.

Σε περίπτωση εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα σε θυγατρική που δεν είχε χαρακτηριστεί ως οντότητα εξυγίανσης, κατά παρέκκλιση από το σχέδιο εξυγίανσης, δυνάμει του άρθρου 44 παράγραφος 2 στοιχείο η) της οδηγίας BRRD, οι ενδοομιλικές απαιτήσεις έναντι θυγατρικών οι οποίες επίσης δεν είναι οντότητες εξυγίανσης αλλά αποτελούν μέρος του ίδιου ομίλου εξυγίανσης, όπως ορίζεται στο σχέδιο εξυγίανσης, εξαιρούνται υποχρεωτικά από την εφαρμογή εξουσιών διάσωσης με ίδια μέσα (εκτός εάν κατατάσσονται κάτω από τις συνήθεις μη εξασφαλισμένες υποχρεώσεις βάσει της σχετικής εθνικής νομοθεσίας). Ωστόσο, άλλες ενδοομιλικές απαιτήσεις έναντι οντοτήτων του ομίλου δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή εξουσιών διάσωσης με ίδια μέσα λόγω του άρθρου 44 παράγραφος 2 στοιχείο ε).

στ)    Υποβολή εκθέσεων

48.   Ερώτηση (Άρθρο 45θ)

Σύμφωνα με το άρθρο 45θ παράγραφος 1, οι οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και υπόκεινται στην MREL πρέπει να υποβάλλουν στις αρμόδιες αρχές και αρχές εξυγίανσης διάφορα στοιχεία που περιγράφονται ειδικά στο εν λόγω άρθρο.

Θα μπορούσε κάποιο κράτος μέλος να προβλέψει κατά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο ότι οι οντότητες θα πρέπει να υποβάλλουν στοιχεία σε μία μόνο αρχή, εφόσον η αρχή αυτή ενεργεί ταυτόχρονα και ως αρμόδια αρχή και ως αρχή εξυγίανσης (συνήθως η κεντρική τράπεζα);

Απάντηση

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 «Ορισμός αρμόδιων αρχών για την εξυγίανση», τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέψουν ότι οι αρχές εξυγίανσης μπορούν να βρίσκονται εντός των κεντρικών τραπεζών. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να εφαρμόζονται κατάλληλες διαρθρωτικές ρυθμίσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται η οργανωτική ανεξαρτησία μεταξύ των λειτουργιών εξυγίανσης και εποπτείας ή άλλων λειτουργιών της σχετικής αρχής. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, η αρχή εξυγίανσης πρέπει να είναι διαρθρωτικά διαχωρισμένη και να υπόκειται σε χωριστούς διαύλους αναφοράς από την εποπτική αρχή.

Σύμφωνα με το άρθρο 45θ παράγραφος 1, οι οντότητες υποχρεούνται σαφώς να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με τις συγκεκριμένες πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) τόσο στις αρμόδιες αρχές όσο και στις αρχές εξυγίανσης. Δεδομένου ότι οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από την οντότητα είναι πανομοιότυπες, η απαίτηση αυτή δεν συνεπάγεται πρόσθετη επιβάρυνση για την οντότητα. Η παράλληλη αποστολή των απαιτούμενων στοιχείων και πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές και τις αρχές εξυγίανσης διασφαλίζει την ομαλή και έγκαιρη διαβίβαση πληροφοριών, χωρίς πρόσθετες καθυστερήσεις.

ζ)    Μεταβατικές ρυθμίσεις και ρυθμίσεις μετά την εξυγίανση

49.   Ερώτηση (Άρθρο 45ιγ παράγραφοι 1 και 6)

Είναι δυνατόν να καθοριστούν διαφορετικοί ενδιάμεσοι στόχοι από αυτούς που αναφέρονται στο άρθρο 45ιγ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο (δηλαδή την 1η Ιανουαρίου 2022);

Πώς σχετίζεται ο ενδιάμεσος στόχος με την προγραμματισμένη MREL για κάθε δωδεκάμηνη περίοδο κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου του άρθρου 45ιγ παράγραφος 6;

Απάντηση

Οι αρχές εξυγίανσης μπορούν να καθορίσουν μόνο το ενδιάμεσο επίπεδο στόχων του άρθρου 45ιγ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, δηλαδή το επίπεδο στόχων το οποίο πρέπει να έχουν επιτύχει έως την 1η Ιανουαρίου 2022.

Σύμφωνα με το άρθρο 45ιγ παράγραφος 6, οι αρχές εξυγίανσης πρέπει να καθορίσουν επίσης μια προγραμματισμένη MREL για κάθε δωδεκάμηνη περίοδο κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου. Ωστόσο, αυτές είναι ενδεικτικού χαρακτήρα και δεν είναι δεσμευτικές για το ίδρυμα.

50.   Ερώτηση (Άρθρο 45ιγ)

Τι θα συμβεί στις αποφάσεις που εξέδωσαν οι αρχές εξυγίανσης για τον καθορισμό MREL σύμφωνα με την οδηγία BRRD Ι, μόλις τεθούν σε εφαρμογή οι τροποποιήσεις της οδηγίας BRRD που θεσπίστηκαν με την οδηγία (ΕΕ) 2019/879;

Θα ήταν δικαιολογημένη η εφαρμογή μεταβατικής διάταξης σε εθνικό επίπεδο για την κατάργηση των υφιστάμενων αποφάσεων MREL έως ότου ληφθούν νέες αποφάσεις;

Απάντηση

Η οδηγία (ΕΕ) 2019/879 δεν περιέχει συγκεκριμένες διατάξεις για τις αποφάσεις MREL που έχουν ληφθεί πριν από την αντίστοιχη ημερομηνία εφαρμογής. Έως ότου οι αρχές εξυγίανσης λάβουν νέες αποφάσεις MREL με βάση την τρέχουσα οδηγία BRRD, οι υφιστάμενες αποφάσεις MREL που έχουν ληφθεί με βάση την οδηγία BRRD Ι παραμένουν σε ισχύ.

Η αξιολόγηση των νομικών συνεπειών των εν λόγω αποφάσεων θα πρέπει να διενεργηθεί σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις που ίσχυαν κατά τον χρόνο λήψης των εν λόγω αποφάσεων (π.χ. σύμφωνα με τους κανόνες της οδηγίας BRRD Ι). Αυτό σημαίνει ότι κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ενός ιδρύματος με την απόφαση MREL που έχει ληφθεί σύμφωνα με την οδηγία BRRD Ι, οι σχετικοί κανόνες επιλεξιμότητας είναι οι κανόνες που προβλέπονται στην οδηγία BRRD Ι. Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το ίδρυμα παραβιάζει μια απόφαση MREL που έχει ληφθεί σύμφωνα με την οδηγία BRRD Ι βάσει των κανόνων επιλεξιμότητας της τρέχουσας οδηγίας BRRD.

Επομένως, δεν υπάρχει ανάγκη άρσης ή κατάργησης αποφάσεων MREL που έχουν ληφθεί σύμφωνα με την οδηγία BRRD Ι κατά την περίοδο μετάβασης έως ότου ληφθούν νέες αποφάσεις MREL με βάση την τρέχουσα οδηγία BRRD.

51.   Ερώτηση (Άρθρο 45ιγ)

Τι θα συμβεί με τις μεταβατικές περιόδους που έχουν ήδη θεσπιστεί σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2016/1450 της Επιτροπής (15);

Απάντηση

Από την ημερομηνία εφαρμογής των τροποποιήσεων της οδηγίας BRRD από την οδηγία (ΕΕ) 2019/879 (δηλαδή από τις 28 Δεκεμβρίου 2020), οι αρχές εξυγίανσης υποχρεούνται να αναθεωρήσουν τυχόν εγκεκριμένες αποφάσεις MREL υπό το πρίσμα του νέου πλαισίου MREL, το οποίο συνεπάγεται διαφορετικούς κανόνες βαθμονόμησης και επιλεξιμότητας. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να καθοριστούν νέες μεταβατικές περίοδοι προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με το αναθεωρημένο πλαίσιο.

52.   Ερώτηση (Άρθρο 45ιγ παράγραφος 4)

Είναι δυνατόν να αποφασιστεί εκ των προτέρων ότι μια τράπεζα ανώτατου επιπέδου θα υπόκειται στο άρθρο 45γ παράγραφος 6 σε περίπτωση που τα συνολικά στοιχεία ενεργητικού του ομίλου εξυγίανσης μειωθούν σε ποσό κάτω των 100 δισ. EUR; Αυτό θα ήταν αναγκαίο προκειμένου να αποφευχθεί η εφαρμογή του άρθρου 45ιγ παράγραφος 4 που παρέχει στις οντότητες εξυγίανσης του άρθρου 45γ παράγραφος 6 τη δυνατότητα μεταβατικής περιόδου τριών ετών από την ημερομηνία της απόφασης για τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις MREL.

Απάντηση

Το άρθρο 45ιγ παράγραφος 4 προβλέπει ότι οι κανόνες μειωμένης εξασφάλισης του άρθρου 45β παράγραφοι 4 και 7, καθώς και τα ελάχιστα επίπεδα MREL που αναφέρονται στο άρθρο 45γ παράγραφοι 5 και 6, δεν εφαρμόζονται εντός της περιόδου των τριών ετών που έπονται της ημερομηνίας κατά την οποία η οντότητα εξυγίανσης περιέρχεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 45γ παράγραφοι 5 και 6.

Το άρθρο 45ιγ παράγραφος 4 δεν έχει εφαρμογή σε οντότητα εξυγίανσης του άρθρου 45γ παράγραφος 5 (τράπεζα ανώτατου επιπέδου) η οποία υπολείπεται του κατώτατου ορίου των 100 δισ. EUR και την οποία στη συνέχεια η αρχή εξυγίανσης θεωρεί συστημικό ίδρυμα και την υποβάλλει στην ίδια μεταχείριση με μια τράπεζα ανώτατου επιπέδου. Το σκεπτικό της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 45ιγ παράγραφος 4 είναι να παρέχεται επαρκής χρόνος στις οντότητες εξυγίανσης που δεν υπόκειντο προηγουμένως σε ελάχιστες απαιτήσεις ώστε να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις νέες ελάχιστες απαιτήσεις. Ωστόσο, τα συστημικά ιδρύματα που ήταν ήδη τράπεζες ανώτατου επιπέδου δεν βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση. Οι εν λόγω οντότητες εξυγίανσης υπόκεινται ήδη στις ίδιες ελάχιστες απαιτήσεις, αλλά σε διαφορετική νομική βάση (άρθρο 45γ παράγραφος 5 αντί του άρθρου 45γ παράγραφος 6).

Επομένως, το τελευταίο μέρος του άρθρου 45ιγ παράγραφος 4 «… ή η οντότητα εξυγίανσης περιέρχεται στην κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 45γ παράγραφοι 5 ή 6» δεν έχει εφαρμογή στα συστημικά ιδρύματα που έχουν κοινοποιηθεί ως συστημικά σύμφωνα με το άρθρο 45γ παράγραφος 6 και τα οποία ήταν ήδη τράπεζες ανώτατου επιπέδου, δεδομένου ότι βρίσκονταν ήδη στην κατάσταση που περιγράφεται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5.

Το ίδιο ισχύει και για την αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή ένα συστημικό ίδρυμα αυξάνει το μέγεθος των στοιχείων του ενεργητικού του σε ποσό άνω των 100 δισ. EUR και αποτελεί πλέον τράπεζα ανώτατου επιπέδου.

Ωστόσο, είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι η εφαρμογή του άρθρου 45γ παράγραφος 6 ενδέχεται να συνεπάγεται αυστηρότερες απαιτήσεις από τις απαιτήσεις που απορρέουν από το άρθρο 45γ παράγραφος 5, δυνάμει του άρθρου 45β παράγραφος 4 δεύτερο και τέταρτο εδάφιο, σύμφωνα με το οποίο ο περιορισμός του 27 % του TREA μειωμένης εξασφάλισης ισχύει μόνο για τις οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 45γ παράγραφος 5 και όχι για τις οντότητες εξυγίανσης που υπόκεινται στο άρθρο 45γ παράγραφος 6. Σε αυτή την περίπτωση δεν έχει εφαρμογή το ανωτέρω σκεπτικό και θα πρέπει να εφαρμόζεται στην εν λόγω οντότητα εξυγίανσης η μεταβατική περίοδος των τριών ετών.

Επομένως, δεν είναι αναγκαία η εκ των προτέρων κοινοποίηση ενός ιδρύματος ως συστημικού —η οποία, σε κάθε περίπτωση, μάλλον δεν θα ήταν παραδεκτή από νομική άποψη— διότι η τράπεζα ανώτατου επιπέδου δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 45γ παράγραφος 6 (να ανήκει σε όμιλο εξυγίανσης με συνολικά στοιχεία ενεργητικού κάτω των 100 δισ. EUR).

η)    Αλληλεπίδραση με τις διατάξεις της οδηγίας CRD και του ΚΚΑ

53.   Ερώτηση (Άρθρο 128 της οδηγίας CRD)

Σύμφωνα με το άρθρο 128 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας CRD, τα ιδρύματα δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν το κεφάλαιο CET1 που τηρούν για την εκπλήρωση της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας προκειμένου να συμμορφώνονται με τις συνιστώσες βάσει επικινδυνότητας της MREL (δηλαδή την MREL που εκφράζεται ως TREA). Το κεφάλαιο CET1 που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί επίσης για την εκπλήρωση της μη βασιζόμενης στην επικινδυνότητα συνιστώσας της MREL (δηλαδή της MREL που εκφράζεται ως TEM); Ποιο είναι το σκεπτικό της αντιμετώπισης αυτής;

Απάντηση

Σύμφωνα με το άρθρο 128 τέταρτο εδάφιο της οδηγίας CRD, το ίδιο κεφάλαιο CET1 δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για συμμόρφωση

με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και

τη συνιστώσα βάσει επικινδυνότητας των απαιτήσεων που ορίζονται στα άρθρα 92α και 92β του ΚΚΑ (ελάχιστη απαίτηση TLAC) και στα άρθρα 45γ και 45δ της οδηγίας BRRD (εξωτερική και εσωτερική MREL).

Επομένως, το ίδιο κεφάλαιο CET1 μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη συμμόρφωση με τη συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας και τη μη βασιζόμενη στην επικινδυνότητα συνιστώσα της ελάχιστης απαίτησης TLAC και της εξωτερικής και εσωτερικής MREL που βασίζεται στο TEM [για τις απαιτήσεις αυτές, οι συνιστώσες οι οποίες δεν βασίζονται στην επικινδυνότητα καθορίζονται στο άρθρο 92α παράγραφος 1 στοιχείο β) του ΚΚΑ και στο άρθρο 45 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας BRRD].

Είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι σύμφωνα με το πλαίσιο προληπτικής εποπτείας της ΕΕ (οδηγία CRD και ΚΚΑ), η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας εφαρμόζεται σωρευτικά επιπλέον των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας βάσει επικινδυνότητας (και όχι της μη βασιζόμενης στην επικινδυνότητα απαίτησης για τον δείκτη μόχλευσης). Η σχέση αυτή επιβεβαιώνεται ρητά στο άρθρο 141α δεύτερο εδάφιο της οδηγίας CRD.

Ως εκ τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/1450, ο οποίος θεσπίστηκε βάσει της οδηγίας BRRD Ι, η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας ήταν μέρος του ποσού απορρόφησης ζημιών, αλλά μόνο όταν συνυπολογιζόταν με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας βάσει επικινδυνότητας.

Σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β) της οδηγίας BRRD, η MREL εκφράζεται ως ποσοστό του TREA και ως ποσοστό του TEM αντίστοιχα. Όσον αφορά τη συνιστώσα που εκφράζεται ως ποσοστό του TREA, η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας εξαιρείται πλέον από το ποσό απορρόφησης ζημιών της βαθμονόμησης MREL, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα αναλογικότερης κλίμακας παρέμβασης για την πρόληψη της παραβίασης της MREL (που εκφράζεται ως ποσοστό του TREA) κάθε φορά που παραβιάζεται η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας. Η σωρευτική εφαρμογή της συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας επιπλέον της MREL αναμένεται επίσης να διευκολύνει την προβλεπόμενη χρήση συγκεκριμένων μέτρων μακροπροληπτικής εποπτείας, όπως το αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας που αναφέρεται στο άρθρο 128 στοιχείο α) σημείο 6 πρώτο εδάφιο της οδηγίας CRD.

54.   Ερώτηση (Άρθρο 72β παράγραφος 3 του ΚΚΑ)

Το περιθώριο 3,5 % επί του TREA για τη χρήση μέσων μη μειωμένης εξασφάλισης με σκοπό τη συμμόρφωση με την ελάχιστη απαίτηση TLAC ισχύει μόνο όταν η απαίτηση εκφράζεται ως ποσοστό του TREA αλλά όχι όταν εκφράζεται ως ποσοστό του TEM; Η διάταξη αυτή θα μπορούσε να αποσαφηνιστεί κατά τη μεταφορά της οδηγίας BRRD στο εθνικό δίκαιο;

Απάντηση

Σύμφωνα με το άρθρο 72β παράγραφος 3 του ΚΚΑ, το περιθώριο 3,5 % επί του TREA για επιλέξιμα μέσα μη μειωμένης εξασφάλισης έχει επίσης εφαρμογή στη συνιστώσα της TLAC που εκφράζεται ως ποσοστό του TEM από το 2022 και μετά (με την εφαρμογή ισοδύναμου περιθωρίου με το 3,5 % επί του TREA σε όρους TEM). Σύμφωνα με το άρθρο 494 παράγραφος 2 του ΚΚΑ, η ίδια αρχή ισχύει για το περιθώριο 2,5 % επί του TREA για τα επιλέξιμα μέσα μη μειωμένης εξασφάλισης από το 2019 έως το τέλος του 2021.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το άρθρο 72β του ΚΚΑ προβλέπει τους όρους που εφαρμόζονται ώστε τα μέσα επιλέξιμων υποχρεώσεων να συμμορφώνονται με την TLAC. Ειδικότερα, το άρθρο 72β παράγραφος 3 του ΚΚΑ δεν καθορίζει διαφορετικά κριτήρια επιλεξιμότητας για τις δύο συνιστώσες της TLAC που ορίζονται στο άρθρο 92α παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) του ΚΚΑ. Το άρθρο 72β παράγραφος 3 του ΚΚΑ κάνει αναφορά στο TREA αυστηρώς για τους σκοπούς του υπολογισμού.

Η οδηγία BRRD δεν ρυθμίζει το περιθώριο και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχουν σχετικές διατάξεις που πρέπει να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο. Ωστόσο, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 10 της οδηγίας BRRD, οι διατάξεις της οδηγίας BRRD σχετικά με τη μειωμένη εξοφλητική προτεραιότητα επιλέξιμων μέσων για την MREL δεν θα πρέπει να θίγουν τη δυνατότητα κάλυψης, εν μέρει, της ελάχιστης απαίτησης TLAC με χρεωστικούς τίτλους μη μειωμένης εξασφάλισης, όπως προβλέπεται στον ΚΚΑ.

55.   Ερώτηση (Άρθρο 72ιβ του ΚΚΑ)

Σύμφωνα με το πρότυπο TLAC, η ελάχιστη απαίτηση TLAC μπορεί να πληρούται, μεταξύ άλλων, με μέσα εποπτικών κεφαλαίων εκτός από κεφάλαια CET1 που εκδίδονται από θυγατρικές οι οποίες απαρτίζουν όμιλο εξυγίανσης μόνο έως το 2022, εφόσον συνυπολογίζονται για την εκπλήρωση των απαιτήσεων εποπτικών κεφαλαίων και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις (τμήμα 11 του προτύπου TLAC). Το άρθρο 72ιβ του ΚΚΑ προβλέπει ότι «τα ίδια κεφάλαια και οι επιλέξιμες υποχρεώσεις ενός ιδρύματος απαρτίζονται από το άθροισμα των ιδίων κεφαλαίων του και των επιλέξιμων υποχρεώσεών του». Σύμφωνα με τα άρθρα 81 έως 88 του ΚΚΑ, τα εν λόγω ίδια κεφάλαια περιλαμβάνουν τα ίδια κεφάλαια που εκδίδονται από θυγατρικές προς τρίτους χωρίς χρονικούς περιορισμούς.

Είναι ορθό να προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία ότι τα ίδια κεφάλαια που εκδίδουν οι θυγατρικές προς τρίτους συνυπολογίζονται στις απαιτήσεις MREL τόσο δυνάμει του ΚΚΑ όσο και δυνάμει της οδηγίας BRRD χωρίς χρονικό περιορισμό;

Απάντηση

Όλα τα μέσα ρυθμιστικών ιδίων κεφαλαίων που εκδίδονται από θυγατρικές προς τρίτους είναι επιλέξιμα για την ελάχιστη απαίτηση TLAC όσον αφορά τις οντότητες εξυγίανσης και την εξωτερική MREL (χωρίς τη ρήτρα λήξης ισχύος) για τα ποσά που είναι επιλέξιμα για ίδια κεφάλαια. Όσον αφορά την επιλεξιμότητα ιδίων κεφαλαίων για την εσωτερική MREL σύμφωνα με το άρθρο 45στ παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD, ισχύουν πρόσθετα κριτήρια.

Ε.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΔΙΑΣΩΣΗΣ ΜΕ ΙΔΙΑ ΜΕΣΑ

56.   Ερώτηση (Άρθρο 44 παράγραφος 2)

Σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της οδηγίας BRRD, οι υποχρεώσεις προς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτης χώρας που αναγνωρίζονται από την ESMA βάσει του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (16) εξαιρούνται από το εργαλείο διάσωσης με ίδια μέσα. Άλλα μέτρα προστασίας για τους εν λόγω κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτης χώρας προβλέπονται στα άρθρα 69, 70 και 71 της οδηγίας BRRD. Ωστόσο, η οδηγία BRRD δεν προβλέπει συγκρίσιμη αντιμετώπιση για τα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων που διέπονται από νομοθεσία τρίτης χώρας και για τις οντότητες που διαχειρίζονται τα εν λόγω συστήματα.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος εφαρμόζει τις διατάξεις της ΟΑΔ σε εγχώρια ιδρύματα τα οποία συμμετέχουν απευθείας σε συστήματα διακανονισμού αξιογράφων που διέπονται από νομοθεσία τρίτης χώρας, όπως προβλέπεται στην αιτιολογική σκέψη 7 της ΟΑΔ, η οδηγία BRRD έχει ως στόχο να παρέχει στα εν λόγω συστήματα τρίτης χώρας παρόμοια αντιμετώπιση με την αντιμετώπιση που παρέχεται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτης χώρας που αναγνωρίζονται από την ESMA;

Απάντηση

Το άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της οδηγίας BRRD προβλέπει ότι ορισμένες βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις «έναντι συστημάτων ή φορέων εκμετάλλευσης συστημάτων που ορίζονται σύμφωνα με την οδηγία 98/26/ΕΚ [ΟΑΔ] ή των συμμετεχόντων σε αυτά και που προκύπτουν από συμμετοχή στα εν λόγω συστήματα» εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα.

Η εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα που προβλέπεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της οδηγίας BRRD δεν έχει εφαρμογή σε συστήματα τρίτης χώρας, ανεξάρτητα από το αν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ή όχι τις διατάξεις της ΟΑΔ στα εγχώρια ιδρύματά τους που συμμετέχουν απευθείας στα εν λόγω συστήματα διακανονισμού αξιογράφων τρίτης χώρας, όπως προβλέπεται στην αιτιολογική σκέψη 7 της ΟΑΔ, διότι δεν ορίζονται σύμφωνα με την ΟΑΔ. Ομοίως, οι εξαιρέσεις από την άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 69 παράγραφος 4 στοιχείο α), στο άρθρο 70 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή στο άρθρο 71 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας BRRD δεν έχουν εφαρμογή στα εν λόγω συστήματα τρίτης χώρας.

57.   Ερώτηση (Άρθρο 44 παράγραφος 2)

Σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 2, η διατύπωση «κοινές μη εξασφαλισμένες υποχρεώσεις» χρησιμοποιείται μόνο για αναφορά σε προνομιούχες υποχρεώσεις με εξοφλητική προτεραιότητα. Λαμβανομένου υπόψη του στοιχείου αυτού, θα πρέπει να ερμηνεύουμε τις «κοινές μη εξασφαλισμένες υποχρεώσεις» κατά τον ίδιο τρόπο όταν γίνεται σχετική αναφορά στο άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο η), δηλαδή θα πρέπει να εξαιρούμε τις προνομιούχες υποχρεώσεις με εξοφλητική προτεραιότητα από το πεδίο εφαρμογής των «κοινών μη εξασφαλισμένων υποχρεώσεων» όπως προβλέπεται στο άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο η);

Απάντηση

Ο όρος «κοινές μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 108 παράγραφος 2 και ο όρος «κοινές μη εξασφαλισμένες υποχρεώσεις» που χρησιμοποιείται στο άρθρο 44 παράγραφος 2 στοιχείο η) θα πρέπει να ερμηνεύονται με συνέπεια. Δεδομένου ότι το άρθρο 108 παράγραφος 2 απαιτεί ρητώς τα χρεωστικά μέσα που πληρούν τις εκεί προβλεπόμενες προϋποθέσεις (δηλαδή μη προνομιούχο χρέος με εξοφλητική προτεραιότητα) να κατατάσσονται χαμηλότερα από τις «κοινές μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις» (δηλαδή, από τις υποχρεώσεις με εξοφλητική προτεραιότητα) κατά την αφερεγγυότητα, ο όρος «κοινές μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις» θα πρέπει να εξαιρεί εξ ορισμού το μη προνομιούχο χρέος με εξοφλητική προτεραιότητα.

58.   Ερώτηση (Άρθρο 48 παράγραφος 7)

Είναι ακριβές ότι δυνάμει του άρθρου 48 παράγραφος 7 πρώτη περίοδος τα ιδρύματα δεν επιτρέπεται να κατατάσσονται σε ίδια προτεραιότητα με τα στοιχεία ή τα μέσα ιδίων κεφαλαίων;

Απάντηση

Το άρθρο 48 παράγραφος 7 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να τροποποιήσουν την εθνική νομοθεσία αφερεγγυότητας ώστε να διασφαλιστεί ότι οι απαιτήσεις που προκύπτουν από στοιχεία ιδίων κεφαλαίων έχουν χαμηλότερη κατάταξη από οποιαδήποτε απαίτηση η οποία δεν προκύπτει από στοιχείο ιδίων κεφαλαίων. Μετά τη μεταφορά της εν λόγω διάταξης στην εθνική νομοθεσία, τα ιδρύματα δεν θα πρέπει να μπορούν να διατηρήσουν οποιαδήποτε υποχρέωση η οποία δεν συνιστά στοιχείο ιδίων κεφαλαίων και θα έχει ίδια προτεραιότητα με τα ίδια κεφάλαια δυνάμει της εφαρμογής της εθνικής νομοθεσίας που διέπει τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας που αναφέρονται στο άρθρο 48 παράγραφος 7 (νομοθετική λύση).

59.   Ερώτηση (Άρθρο 48 παράγραφος 7)

Ποιο είναι το σκεπτικό του άρθρου 48 παράγραφος 7; Φαίνεται ότι η μεταφορά της εν λόγω διάταξης στο εθνικό δίκαιο παρουσιάζει ιδιαίτερες δυσκολίες, δεδομένου ότι η σειρά κατάταξης στο πλαίσιο της διαδικασίας αφερεγγυότητας ενός μέσου ενδέχεται να αλλάξει εάν πάψει να αναγνωρίζεται ως στοιχείο ιδίων κεφαλαίων.

Απάντηση

Το άρθρο 48 παράγραφος 7 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να τροποποιήσουν την εθνική νομοθεσία αφερεγγυότητας ώστε να διασφαλιστεί ότι οι απαιτήσεις που προκύπτουν από στοιχεία ιδίων κεφαλαίων έχουν χαμηλότερη κατάταξη από οποιαδήποτε απαίτηση η οποία δεν προκύπτει από στοιχείο ιδίων κεφαλαίων. Σκοπός της εν λόγω διάταξης ήταν να διασφαλίσει ότι, σε περίπτωση που τα στοιχεία ιδίων κεφαλαίων απομειώνονται ή μετατρέπονται όταν μια οντότητα καθίσταται μη βιώσιμη σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 ή το άρθρο 48, δεν υπάρχουν άλλες υποχρεώσεις με ίδια ή χαμηλότερη κατάταξη από τα εν λόγω στοιχεία. Αυτό θα διευκολύνει τη μείωση σε μεγάλο βαθμό των κινδύνων νομικής αμφισβήτησης των ενεργειών των αρμόδιων αρχών ή των αρχών εξυγίανσης λόγω παραβίασης της αρχής NCWO.

Εάν ένα μέσο δεν είναι πλέον επιλέξιμο ως στοιχείο ιδίων κεφαλαίων, η εθνική νομοθεσία περί αφερεγγυότητας θα πρέπει να διασφαλίζει ότι δεν μπορεί να έχει την ίδια ή χαμηλότερη κατάταξη από τα στοιχεία ιδίων κεφαλαίων.

ΣΤ.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΩΣΗΣ ΜΕ ΙΔΙΑ ΜΕΣΑ

60.   Ερώτηση (Άρθρο 55 παράγραφος 3)

Η νομική γνώμη σχετικά με τη νόμιμη εκτελεστότητα και την αποτελεσματικότητα του συμβατικού όρου που αναφέρεται στο άρθρο 55 παράγραφος 1 θα μπορούσε να παρέχεται εξωτερικά, εσωτερικά ή και με τους δύο τρόπους; Οι εσωτερικές και εξωτερικές γνώμες θα πρέπει να θεωρούνται ισότιμες για τους σκοπούς του άρθρου 55 παράγραφος 3; Αυτό θα πρέπει να επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του οικείου ιδρύματος;

Απάντηση

Το κείμενο είναι ουδέτερο ως προς αυτό το ζήτημα, επομένως, τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική γνώμη είναι σύμφωνες με το άρθρο 55 παράγραφος 3.

61.   Ερώτηση (Άρθρο 55 παράγραφος 1)

Το άρθρο 55 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο προβλέπει ότι όσον αφορά υποχρεώσεις που δεν εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της διάσωσης με ίδια μέσα και διέπονται από νομοθεσία τρίτης χώρας, η σχετική σύμβαση πρέπει να περιλαμβάνει ρήτρα με την οποία ο αντισυμβαλλόμενος αναγνωρίζει ότι η υποχρέωση ενδέχεται να αποτελέσει αντικείμενο των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής και συμφωνεί να δεσμεύεται από αυτές τις εξουσίες. Η υποχρέωση αυτή δεν έχει εφαρμογή στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν η νομοθεσία τρίτης χώρας ή δεσμευτική συμφωνία που συνάφθηκε με την εν λόγω τρίτη χώρα θα επέτρεπε στην αρχή εξυγίανσης να ασκήσει τις εξουσίες απομείωσης και μετατροπής (άρθρο 55 παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο)·

β)

όταν η αρχή εξυγίανσης αποφασίζει να μην εφαρμόσει την εν λόγω υποχρέωση σε ιδρύματα στα οποία η MREL ισούται με το ποσό απορρόφησης ζημιών, όπως ορίζεται δυνάμει του άρθρου 45γ παράγραφος 2 στοιχείο α), υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 55 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο δεν χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωση της MREL (άρθρο 55 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο)·

γ)

όταν η προσθήκη της ρήτρας είναι νομικά ή άλλως ανέφικτη (άρθρο 55 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο).

Δυνάμει του άρθρου 55 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, οι υποχρεώσεις για τις οποίες το ίδρυμα αδυνατεί να συμπεριλάβει τη ρήτρα ή για τις οποίες έχει χορηγηθεί απαλλαγή επειδή είναι ανέφικτη δεν πρέπει να συνυπολογίζονται στην ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων.

Είναι ορθό η μεταφορά του άρθρου 59 παράγραφοι 1 και 2 στο εθνικό δίκαιο να γίνει κατά τέτοιον τρόπο ώστε να προβλέπεται ότι η υποχρέωση που διέπεται από τη νομοθεσία τρίτης χώρας και δεν περιλαμβάνει την ρήτρα αναγνώρισης, λόγω δεσμευτικής συμφωνίας ή νομοθετικής αναγνώρισης από την εν λόγω τρίτη χώρα των εξουσιών διάσωσης με ίδια μέσα, μπορεί να συνυπολογίζεται στην απαίτηση MREL;

Απάντηση

Το άρθρο 55 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο εξαιρεί την εφαρμογή της υποχρέωσης προσθήκης ρήτρας συμβατικής αναγνώρισης, εάν η αρχή εξυγίανσης διαπιστώσει ότι μια συμφωνία με την εν λόγω τρίτη χώρα ή η νομοθεσία της εν λόγω τρίτης χώρας θα νομιμοποιούσε την άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής όσον αφορά τις σχετικές υποχρεώσεις ή μέσα.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ίδρυμα δεν έχει την υποχρέωση να συμπεριλάβει τη ρήτρα και (σε αντίθεση με τις περιπτώσεις που επικαλείται λόγους αδυναμίας εφαρμογής) η άσκηση των εξουσιών απομείωσης και μετατροπής θα ήταν εκτελεστή. Ως εκ τούτου, η μη εισαγωγή τέτοιας ρήτρας, δεν ενεργοποιεί τις συνέπειες του άρθρου 55 παράγραφος 2 τελευταίο εδάφιο, δηλαδή την εξαίρεση από την MREL. Επομένως, οι εν λόγω υποχρεώσεις μπορούν να συνυπολογιστούν για την MREL.

62.   Ερώτηση (Άρθρο 55 παράγραφος 2)

Με τη νέα διάταξη του άρθρου 55 παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD, η οποία εξαιρεί ρητά τις υποχρεώσεις που δεν έχουν ρήτρες αναγνώρισης της διάσωσης με ίδια μέσα από τον υπολογισμό για την MREL, τα μέσα ΑΤ1 και Τ2 που γίνονταν αποδεκτά βάσει του άρθρου 494 παράγραφοι 1 και 2 του ΚΚΑ δεν συνυπολογίζονται στην MREL. Πώς μπορούν οι αρχές εξυγίανσης να αντιμετωπίσουν αυτό το κενό;

Απάντηση

Το άρθρο 55 είχε συμπεριλάβει τα μέσα ιδίων κεφαλαίων στο πεδίο εφαρμογής του από την ημερομηνία εφαρμογής της οδηγίας BRRD Ι (1η Ιανουαρίου 2015). Το άρθρο 45 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD Ι προέβλεπε ήδη ότι, σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης δεν συμφωνούσε με την εκτέλεση της απόφασης απομείωσης ή μετατροπής μιας υποχρέωσης υπό το δίκαιο τρίτης χώρας (λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τους συμβατικούς όρους ή τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις), η εν λόγω υποχρέωση δεν μπορούσε να συνυπολογιστεί για τη συμμόρφωση με την MREL. Ως εκ τούτου, η εξαίρεση από την MREL των υποχρεώσεων που δεν περιλαμβάνουν συμβατική ρήτρα αναγνώρισης της διάσωσης με ίδια μέσα (ή δεν την περιλαμβάνουν βάσει απαλλαγής λόγω αδυναμίας εφαρμογής) δεν αποτελεί νέο στοιχείο.

Όσον αφορά ειδικότερα τα μέσα ιδίων κεφαλαίων, θα μπορούσε να υπάρχει διαφορά μεταξύ του ποσού που είναι επιλέξιμο για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και του ποσού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη συμμόρφωση με την MREL, δεδομένου ότι οι κανόνες της οδηγίας BRRD έχουν εφαρμογή μόνο για τους σκοπούς της MREL. Προκειμένου να αντιμετωπίσουν τυχόν ελλείμματα στο ποσό των ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων για τους σκοπούς της συμμόρφωσης με την MREL τα οποία ενδέχεται να προκύψουν εξαιτίας της εν λόγω διαφοράς, οι αρχές εξυγίανσης θα μπορούσαν να εξετάσουν τις υφιστάμενες εξουσίες τους, μεταξύ άλλων την εξουσία αντιμετώπισης ή εξάλειψης εμποδίων στη δυνατότητα εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 17 της οδηγίας BRRD, ή να ορίσουν μεταβατική περίοδο με ημερομηνία λήξης μετά την 1η Ιανουαρίου 2024, σύμφωνα με το άρθρο 45ιγ παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο της οδηγίας BRRD.

63.   Ερώτηση (Άρθρο 55 παράγραφος 7)

Σύμφωνα με το άρθρο 55 παράγραφος 7, η αρχή εξυγίανσης πρέπει να καθορίζει, όπου κρίνει αναγκαίο, τις κατηγορίες υποχρεώσεων για τις οποίες ένα ίδρυμα ή οντότητα μπορεί να καταλήξει στη διαπίστωση ότι είναι νομικά ή άλλως ανέφικτο να συμπεριλάβει τον συμβατικό όρο που αναφέρεται στο άρθρο 55 παράγραφος 1.

Θα μπορούσε αυτό να ερμηνευτεί ως αναφορά σε κατά περίπτωση αξιολόγηση ή σε συγκεκριμένη κατηγορία οντοτήτων (πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις επενδύσεων, άλλες οντότητες που υπόκεινται στην οδηγία BRRD);

Απάντηση

Σκοπός του άρθρου 55 παράγραφος 7 είναι να παρέχει στις αρχές εξυγίανσης τη δυνατότητα να καθορίζουν περαιτέρω τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των υποχρεώσεων στις οποίες δεν θα είναι ενδεχομένως εφικτό να προστεθεί η ρήτρα που αναφέρεται στο άρθρο 55 παράγραφος 1. Στο πλαίσιο αυτό, ο νομοθέτης έλαβε υπόψη ότι στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό που θα εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 55 παράγραφος 6 μπορούν να προσδιοριστούν γενικές μόνο προϋποθέσεις ως προς τη διαπίστωση της αδυναμίας εφαρμογής και δεν μπορεί να καλυφθεί το σύνολο των διαφορετικών περιπτώσεων που ενδέχεται να προκύψουν στην πράξη. Για τον λόγο αυτόν, η οδηγία BRRD επιτρέπει στην αρχή εξυγίανσης να προσδιορίζει περαιτέρω τις προϋποθέσεις με βάση, για παράδειγμα, τις γνώσεις που έχει για συγκεκριμένη αγορά.

Η διάταξη δεν προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να καθορίζονται οι κατηγορίες αυτές και, ως εκ τούτου, δεν εμποδίζει, για παράδειγμα, τη διάκριση με βάση τις κατηγορίες οντοτήτων, υπό την προϋπόθεση ότι η πρακτική αυτή δεν συνεπάγεται διακριτική μεταχείριση.

Όσον αφορά την πρόταση για τον καθορισμό κατά περίπτωση, πρόκειται για απόφαση σχετικά με συγκεκριμένη οντότητα, ή ενδεχομένως συγκεκριμένη κατηγορία υποχρεώσεων που εκδίδονται από συγκεκριμένη οντότητα, ως προς το κατά πόσον είναι εφικτή η προσθήκη της ρήτρας. Ωστόσο, βάσει αυτής της ερμηνείας, η κατά περίπτωση αξιολόγηση θα κατέληγε να είναι επανάληψη της αξιολόγησης την οποία η αρχή εξυγίανσης θα πρέπει ούτως ή άλλως να διενεργήσει κατά την παραλαβή της κοινοποίησης από μια οντότητα δυνάμει του άρθρου 55 παράγραφος 2.

Ζ.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΜΕΙΩΣΗ Ή ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

64.   Ερώτηση (Άρθρο 59)

Ο όρος «επιλέξιμες υποχρεώσεις» όπως χρησιμοποιείται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 της οδηγίας BRRD αναφέρεται σε όλες τις επιλέξιμες υποχρεώσεις ή μόνο σε επιλέξιμες υποχρεώσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας BRRD, εκτός από την προϋπόθεση που αφορά την εναπομένουσα ληκτότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 72γ παράγραφος 1 του ΚΚΑ;

Απάντηση

Σκοπός της διατύπωσης «επιλέξιμες υποχρεώσεις» που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της οδηγίας BRRD είναι να αφορά μόνο τις υποχρεώσεις που είναι επιλέξιμες για εσωτερική MREL, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1α του εν λόγω άρθρου.

Προκειμένου να περιοριστεί η δυνατότητα απομείωσης ή μετατροπής επιλέξιμων υποχρεώσεων μόνο στην περίπτωση που έχουν εκδοθεί από την οντότητα που υπόκειται σε εσωτερική MREL, έχει χρησιμοποιηθεί κατάλληλη διατύπωση στα άρθρα 59 και 60 της οδηγίας BRRD, σύμφωνα με την οποία πρόκειται για «επιλέξιμες υποχρεώσεις όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1α» (δηλαδή ανεξάρτητα από τη δράση εξυγίανσης και όταν έχουν εκδοθεί από οντότητα που υπόκειται σε εσωτερική MREL) ή έχει εισαχθεί παρόμοια.

Επομένως, υποχρεώσεις οντοτήτων εξυγίανσης που είναι επιλέξιμες για εσωτερική MREL μπορούν να απομειωθούν ή να μετατραπούν μόνο με τη χρήση του εργαλείου διάσωσης με ίδια μέσα (δηλαδή στο πλαίσιο δράσης εξυγίανσης).

Η επέκταση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής στο σημείο της μη βιωσιμότητας βάσει του άρθρου 59 της οδηγίας BRRD, ώστε να συμπεριληφθούν οι επιλέξιμες υποχρεώσεις, πραγματοποιήθηκε για τους σκοπούς της βελτίωσης της λειτουργικότητας της στρατηγικής εξυγίανσης SPE, επιτρέποντας:

στις οντότητες που δεν αποτελούν οντότητες εξυγίανσης να συμμορφώνονται με την εσωτερική MREL, όχι μόνο με διακράτηση μέσω ιδίων κεφαλαίων αλλά και άλλων μέσων που δεν αποτελούν ίδια κεφάλαια, και

στις αρχές εξυγίανσης να απομειώνουν ή να μετατρέπουν τέτοια μέσα στο σημείο της μη βιωσιμότητας και χωρίς να θέτουν τη λειτουργική θυγατρική σε εξυγίανση.

65.   Ερώτηση (Άρθρο 45η παράγραφος 1)

Οι υποχρεώσεις που εκδίδονται από θυγατρικές δυνάμει του άρθρου 45η παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής:

του άρθρου 59 παράγραφος 1α πρώτο εδάφιο (δηλαδή υπόκεινται στις εξουσίες απομείωσης και μετατροπής),

του άρθρου 45β παράγραφος 3 (δηλαδή συνυπολογίζονται για τη συμμόρφωση με την εξωτερική MREL της αντίστοιχης οντότητας εξυγίανσης);

Απάντηση

Το άρθρο 45η παράγραφος 1 τελευταίο εδάφιο αναφέρεται στη δυνατότητα εκπλήρωσης της εσωτερικής MREL από θυγατρική η οποία εκδίδει μέσα σε οντότητες που δεν ανήκουν στον ίδιο όμιλο εξυγίανσης και σε συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α).

Το άρθρο 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i) περιλαμβάνει τη δυνατότητα έκδοσης επιλέξιμων υποχρεώσεων εκτός του ομίλου εξυγίανσης αλλά μόνο σε υφιστάμενο μέτοχο της θυγατρικής και υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 62 δεν επηρεάζει τον έλεγχο της θυγατρικής από την οντότητα εξυγίανσης.

Σε αυτή τη βάση, τα μέσα που εκδίδονται από τη θυγατρική σε οντότητες εκτός του ομίλου εξυγίανσης, οι οποίες δεν αποτελούν μειοψηφούντες μετόχους της εν λόγω θυγατρικής, δεν θα αποτελούσαν επιλέξιμες υποχρεώσεις για την εσωτερική MREL διότι δεν θα πληρούσαν την προϋπόθεση του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i). Επομένως, αυτές οι υποχρεώσεις δεν μπορούν να απομειωθούν ή να μετατραπούν στο σημείο της μη βιωσιμότητας σύμφωνα με το άρθρα 59 και 60.

Κατά συνέπεια, τα μοναδικά μέσα που εκδίδονται εκτός του ομίλου εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 45η παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και τα οποία μπορούν να συνυπολογιστούν για την εσωτερική MREL της εκδότριας θυγατρικής είναι όσα μέσα έχουν εκδοθεί και αγοραστεί από υφιστάμενο μέτοχο, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλες οι άλλες προϋποθέσεις του άρθρου 45στ παράγραφος 2 στοιχείο α). Οποιαδήποτε άλλα μέσα έχουν εκδοθεί από τη θυγατρική εκτός του ομίλου εξυγίανσης και σε πιστωτές εκτός από υφιστάμενους μετόχους μπορούν να απομειωθούν ή να μετατραπούν μόνο με την εφαρμογή των εξουσιών διάσωσης με ίδια μέσα κατά την εξυγίανση.

Η.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΣΥΜΒΑΤΙΚΩΝ ΡΗΤΡΩΝ ΣΤΗΝ ΕΓΚΑΙΡΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΚΑΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ

66.   Ερώτηση (Άρθρο 68)

Το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD I προέβλεπε ότι «αναστολή ή περιορισμός δυνάμει του άρθρου 69, 70 ή 71 δεν συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου».

Το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD προβλέπει πλέον ότι «αναστολή ή περιορισμός δυνάμει των άρθρων 33α, 69 ή 70 δεν συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 3 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 71 παράγραφος 1».

Βάσει της οδηγίας BRRD Ι, η αναστολή της καταγγελίας δυνάμει του άρθρου 71 δεν έδινε στον τρίτο το δικαίωμα να επικαλεστεί ρήτρα υπαναχώρησης. Στην τρέχουσα οδηγία BRRD, η αναστολή καταγγελίας δυνάμει του άρθρου 71 δεν αναφέρεται πλέον ως εξουσία που δεν συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης. Αυτό σημαίνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD, η αναστολή της καταγγελίας δυνάμει του άρθρου 71 μπορεί πλέον να παρέχει δικαίωμα για επίκληση ρήτρας υπαναχώρησης;

Σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD, τα μέτρα πρόληψης κρίσεων ή τα μέτρα διαχείρισης κρίσεων δεν παρέχουν από μόνα τους σε κανέναν τη δυνατότητα να επικαλεστεί, εν ολίγοις, ρήτρα υπαναχώρησης. Επομένως, ποια είναι η πρόσθετη αξία της διατύπωσης «για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 3 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 71 παράγραφος 1» στο άρθρο 68 παράγραφος 5 σε σχέση με το άρθρο 68 παράγραφος 3;

Το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD Ι αναφερόταν στο άρθρο 71 συνολικά, ενώ το άρθρο 68 παράγραφος 5 της τρέχουσας οδηγίας BRRD αναφέρεται μόνο στο άρθρο 71 παράγραφος 1. Με άλλα λόγια, δεν γίνεται πλέον αναφορά στο άρθρο 71 παράγραφος 2. Το άρθρο 71 παράγραφος 2 έχει εφαρμογή σε σύμβαση με θυγατρική της οντότητας υπό εξυγίανση. Αυτό σημαίνει ότι η αναστολή του δικαιώματος καταγγελίας ενός συμβαλλομένου σε σύμβαση με θυγατρική μπορεί να συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης;

Σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 5, αναστολή ή περιορισμός δεν πρέπει να συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 του εν λόγω άρθρου. Στην τρέχουσα οδηγία BRRD, η αναφορά στην παράγραφο 2 έχει αντικατασταθεί από αναφορά στην παράγραφο 3. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει πλέον η αναφορά στην παράγραφο 2 (που αφορά διαδικασίες εξυγίανσης τρίτης χώρας). Αυτό σημαίνει ότι η εξυγίανση τρίτης χώρας μπορεί να συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης;

Απάντηση

Το άρθρο 68 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD ορίζει την αρχή ότι τα μέτρα πρόληψης κρίσεων ή τα μέτρα διαχείρισης κρίσεων δεν μπορούν να θεωρούνται από μόνα τους αιτία καταγγελίας σύμβασης ή λήψης παρόμοιων μέτρων. Ωστόσο, αυτό ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι εξακολουθούν να εκτελούνται οι συμβατικές υποχρεώσεις. Το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι συγκεκριμένες ενέργειες στις οποίες μπορεί να προβεί η αρχή εξυγίανσης όσον αφορά το υπό εξυγίανση ίδρυμα, και οι οποίες αναγκάζουν το υπό εξυγίανση ίδρυμα να μην εκτελεί ορισμένες συμβατικές υποχρεώσεις —π.χ. στάση πληρωμών— δεν χαρακτηρίζονται ως αθέτηση για τους σκοπούς του άρθρου 68 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD, δεδομένου ότι σε διαφορετική περίπτωση θα δικαιολογούσε την καταγγελία της σύμβασης.

Η οδηγία BRRD Ι περιλάμβανε επίσης την αναστολή των δικαιωμάτων καταγγελίας σύμφωνα με το άρθρο 71 στον κατάλογο δράσεων του άρθρου 68 παράγραφος 5. Το άρθρο 71 επιτρέπει ειδικότερα στην αρχή εξυγίανσης να αναστείλει το δικαίωμα του αντισυμβαλλομένου ενός υπό εξυγίανση ιδρύματος να καταγγείλει μια σύμβαση.

Ο λόγος για τον οποίο η οδηγία (ΕΕ) 2019/879 τροποποίησε το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD είναι ότι δεν συνέτρεχαν λόγοι να συμπεριληφθεί η αναστολή των δικαιωμάτων καταγγελίας στη συγκεκριμένη ομάδα δράσεων. Η διάταξη του άρθρου 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD αφορά τις δράσεις της αρχής εξυγίανσης που θα ανάγκαζαν το ίδρυμα να αθετήσει μια συγκεκριμένη υποχρέωση. Επομένως, δεν πρόκειται για την περίπτωση του άρθρου 71 της οδηγίας BRRD, το οποίο εμποδίζει, αντιθέτως, τον αντισυμβαλλόμενο του ιδρύματος να καταγγείλει τη σύμβαση. Η άσκηση της εξουσίας αυτής από την αρχή εξυγίανσης δεν αναγκάζει το ίδρυμα να αθετήσει μια υποχρέωση και, ως εκ τούτου, δεν είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ότι δεν συνιστά αθέτηση για τους σκοπούς του άρθρου 68 της οδηγίας BRRD.

Σε αυτή τη βάση, ακολουθούν οι απαντήσεις στις συγκεκριμένες ερωτήσεις:

Δεν είναι ορθό να συναχθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD, αναστολή της καταγγελίας δυνάμει του άρθρου 71 της οδηγίας BRRD μπορεί να παρέχει δικαίωμα επίκλησης ρήτρας υπαναχώρησης. Η αλλαγή αποσκοπεί μόνο στη διαγραφή της αναφοράς στην άσκηση της εξουσίας αναστολής των δικαιωμάτων καταγγελίας ως μίας από τις περιπτώσεις που θα συνιστούσαν αθέτηση για τους σκοπούς του άρθρου 68 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD.

Η πρόσθετη αξία της διατύπωσης στο άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD «για τους σκοπούς (...) του άρθρου 71» σε σχέση με το άρθρο 68 παράγραφος 3 συνίσταται στο ότι το άρθρο 68 παράγραφος 3 της οδηγίας BRRD περιλαμβάνει γενική απαγόρευση επίκλησης της εξυγίανσης του ιδρύματος ως μοναδικού λόγου καταγγελίας μιας σύμβασης. Ωστόσο, η διάταξη αυτή δεν επηρεάζει το δικαίωμα του συμβαλλομένου να καταγγείλει τη σύμβαση για άλλους λόγους πέραν της εξυγίανσης του ιδρύματος. Επομένως, το άρθρο 71 της οδηγίας BRRD παρέχει πρόσθετη εξουσία στην αρχή εξυγίανσης ώστε να είναι σε θέση να εμποδίσει ειδικότερα την καταγγελία μιας σύμβασης για οποιονδήποτε λόγο, αλλά μόνο για περιορισμένη χρονική περίοδο. Ωστόσο, αμφότερες οι διατάξεις λειτουργούν εφόσον το ίδρυμα εκτελεί την υποχρέωσή του. Με τη διατύπωση της οδηγίας BRRD επιδιώκεται να διασφαλιστεί ότι τυχόν στάσεις πληρωμών ή άλλες εξουσίες που αναφέρονται στις σχετικές διατάξεις δεν συνιστούν αθέτηση για τους σκοπούς του άρθρου 68 παράγραφος 5 ή του άρθρου 71 της οδηγίας BRRD.

Η διαγραφή της αναφοράς στο άρθρο 71 παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD από το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD δεν σημαίνει ότι η αναστολή του δικαιώματος καταγγελίας ενός συμβαλλομένου σε σύμβαση με θυγατρική μπορεί να συνιστά αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης. Το άρθρο 68 παράγραφος 5 της οδηγίας BRRD κάνει πλέον αναφορά μόνο στο άρθρο 71 παράγραφος 1 διότι η σχετική διατύπωση περί μη άσκησης περιλαμβάνεται μόνο σε αυτήν την παράγραφο. Σε περίπτωση αναστολής των δικαιωμάτων καταγγελίας αντισυμβαλλομένου μιας θυγατρικής ενός υπό εξυγίανση ιδρύματος, η μη άσκηση των συμβατικών δικαιωμάτων δεν θα πρέπει επίσης να δικαιολογεί την καταγγελία της εν λόγω σύμβασης.

Το άρθρο 68 παράγραφος 2 της οδηγίας BRRD δεν προβλέπει πρόσθετη απαγόρευση όσον αφορά τις εξουσίες που ασκούν αρχές τρίτης χώρας. Αναφέρει απλώς ότι τυχόν ενέργεια εκ μέρους τέτοιας αρχής θα συνιστούσε μέτρο διαχείρισης κρίσεων ή μέτρο πρόληψης κρίσεων, εφόσον αναγνωρίζεται. Στην περίπτωση αυτή, η εξαίρεση των δικαιωμάτων καταγγελίας θα είχε εφαρμογή βάσει των διατάξεων του άρθρου 68 παράγραφοι 1 και 3 της οδηγίας BRRD (οι οποίες αναφέρονται ειδικά στα μέτρα διαχείρισης κρίσεων ή πρόληψης κρίσεων). Επομένως, η σχετική αναφορά είναι επαρκής και κατάλληλη.

Θ.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΞΟΥΣΙΩΝ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΤΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

67.   Ερώτηση (Άρθρο 71α)

Το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 71α περιορίζεται στις χρηματοπιστωτικές συμβάσεις. Θα μπορούσαν τα κράτη μέλη να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 71α κατά τη μεταφορά του στο εθνικό δίκαιο ώστε να καλύπτει όλες τις συμβάσεις;

Απάντηση

Η οδηγία BRRD αποτελεί οδηγία ελάχιστης εναρμόνισης και τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίσουν αυστηρότερα ή πρόσθετα μέτρα από τα μέτρα που προβλέπονται στην οδηγία, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εφαρμογής και δεν αντίκεινται στην οδηγία BRRD και στις κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που θεσπίζονται βάσει αυτής (σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2).

Επομένως, τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 71α σε όλες τις συμβάσεις.

68.   Ερώτηση (Άρθρο 71α παράγραφος 3)

Το άρθρο 71α παράγραφος 3 ορίζει πότε πρέπει να εφαρμόζεται το άρθρο 71α παράγραφος 1, κάνοντας αναφορά σε δύο προϋποθέσεις. Αυτές οι δύο προϋποθέσεις πρέπει να πληρούνται σωρευτικά ή εναλλακτικά;

Απάντηση

Οι δύο προϋποθέσεις είναι σωρευτικές.

Σκοπός των προϋποθέσεων αυτών είναι να εντοπίζονται οι συμβάσεις που είτε υπογράφονται είτε τροποποιούνται μετά την έναρξη ισχύος της διάταξης, υπό τον όρο ότι θα επέτρεπαν την άσκηση κάποιας από τις εξουσίες που προβλέπονται στα άρθρα 33α, 69, 70 ή 71 ή θα ενεργοποιούσαν το άρθρο 68 (εάν διέπονταν από το δίκαιο ενός κράτους μέλους).

Παράλληλα, κατά την άποψή μας, η διατύπωση στο άρθρο 71α παράγραφος 3 στοιχείο β) θα πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως για τη διατήρηση της λειτουργίας και του σκεπτικού του. Η διάταξη αναφέρεται σε συμβάσεις που προβλέπουν δικαιώματα καταγγελίας ή δικαιώματα αναγκαστικής εκτέλεσης συμφωνιών παροχής ασφάλειας στα οποία θα είχαν εφαρμογή οι εξουσίες που προβλέπονται στα άρθρα 33α, 68, 69, 70 και 71. Μια ευρεία ερμηνεία θα ήταν κατάλληλη για τη λειτουργία των εξουσιών στα άρθρα 68, 70 και 71, δεδομένου ότι επιτρέπουν στην αρχή εξυγίανσης να αναστείλει τα δικαιώματα καταγγελίας ή τα δικαιώματα αναγκαστικής εκτέλεσης συμφωνιών παροχής ασφάλειας, τα οποία μπορεί να προβλέπονται στις σχετικές συμβάσεις. Από την άλλη πλευρά, τα άρθρα 33α και 69 (δηλαδή οι εξουσίες στάσης πληρωμών) παρέχουν στην αρχή εξυγίανσης την εξουσία αναστολής των υποχρεώσεων πληρωμής ή παράδοσης οποιασδήποτε σύμβασης. Επομένως, ενώ η πρώτη ομάδα εξουσιών έχει εφαρμογή μόνο σε συμβάσεις με ρήτρα καταγγελίας/αναγκαστικής εκτέλεσης συμφωνιών παροχής ασφάλειας, τα άρθρα 33α και 69 έχουν εφαρμογή σε οποιαδήποτε σύμβαση στην οποία προβλέπεται υποχρέωση πληρωμής ή παράδοσης.

Κατά συνέπεια, η διατύπωση του άρθρου 71α παράγραφος 3 στοιχείο β) πρώτη περίοδος θα πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως και συνεπάγεται την εφαρμογή της διάταξης σε όλες τις συμβάσεις που αναφέρονται ανωτέρω.

Ι.   ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΑΔ

69.   Ερώτηση [Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)]

Το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 αντικαθιστά το άρθρο 2 στοιχείο στ) της ΟΑΔ ως εξής: «στ) “συμμετέχων”: ίδρυμα, κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, διακανονιστής, συμψηφιστικό γραφείο, διαχειριστής συστήματος ή εκκαθαριστικό μέλος ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012». Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει πλέον η επιλογή του άρθρου 2 στοιχείο στ) τρίτο εδάφιο της ΟΑΔ; Σύμφωνα με την εν λόγω επιλογή: «Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει ότι για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ένας έμμεσος συμμετέχων μπορεί να θεωρηθεί συμμετέχων εάν αυτό δικαιολογείται με κριτήριο το συστημικό κίνδυνο. Όταν ένας έμμεσος συμμετέχων θεωρείται συμμετέχων από άποψη συστημικού κινδύνου, αυτό δεν περιορίζει την ευθύνη του συμμετέχοντος μέσω του οποίου ο έμμεσος συμμετέχων διαβιβάζει εντολές μεταβίβασης στο σύστημα·».

Απάντηση

Η αιτιολογική σκέψη 33 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879 ορίζει ως εξής:

«(33)

Προκειμένου να διασφαλίζεται η συναντίληψη των όρων που χρησιμοποιούνται στις διάφορες νομικές πράξεις, είναι σκόπιμο να ενσωματωθούν στην οδηγία 98/26/ΕΚ οι ορισμοί και οι έννοιες που εισήχθησαν με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), όσον αφορά τις έννοιες “κεντρικός αντισυμβαλλόμενος” ή “CCP” και “συμμετέχων”».

Το σκεπτικό της τροποποίησης του άρθρου 2 στοιχείο στ) της ΟΑΔ ήταν να ενσωματωθούν στην ΟΑΔ οι ορισμοί και οι έννοιες που χρησιμοποιούνται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, όπως «κεντρικός αντισυμβαλλόμενος» ή «εκκαθαριστικό μέλος», χωρίς να τροποποιηθούν ωστόσο οι υφιστάμενες εθνικές επιλογές που έχουν προβλεφθεί. Παρότι το άρθρο 2 στοιχείο στ) τρίτο εδάφιο της ΟΑΔ δεν είναι πλέον σε ισχύ, δεν φαίνεται να αντικατοπτρίζει τον νομοθετικό σκοπό που διατυπώνεται στη συνοδευτική αιτιολογική σκέψη.


(1)  Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).

(2)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/879 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ σχετικά με την ικανότητα απορρόφησης των ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και της οδηγίας 98/26/ΕΚ (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 296).

(3)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(4)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/878 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ όσον αφορά τις εξαιρούμενες οντότητες, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, τις μεικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, τις αποδοχές, τα μέτρα και τις εξουσίες εποπτείας και τα μέτρα διατήρησης κεφαλαίου (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 253).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/876 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα και τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

(8)  Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 2014, περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 225 της 30.7.2014, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/877 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014 όσον αφορά την ικανότητα απορρόφησης ζημιών και ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων επενδύσεων (ΕΕ L 150 της 7.6.2019, σ. 226).

(11)  Έβδομη οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, βασιζόμενη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχείο ζ) της Συνθήκης, για τους ενοποιημένους λογαριασμούς (ΕΕ L 193 της 18.7.1983, σ. 1

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).

(13)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ (ΕΕ L 328 της 18.12.2019, σ.29).

(14)  Οδηγία 2002/47/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Ιουνίου 2002, για τις συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας (ΕΕ L 168 της 27.6.2002, σ. 43).

(15)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/1450 της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προσδιορίζουν τα κριτήρια σχετικά με τη μεθοδολογία για τον καθορισμό της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (ΕΕ L 237 της 3.9.2016, σ. 1).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).


Top