ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 14.10.2020
COM(2020) 643 final
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ
Βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα στην ΕΕ και τα κράτη μέλη της
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ
Βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα στην ΕΕ και τα κράτη μέλη της
I.Πρόσκληση για κοινή δράση
1Η συμμετοχή και η δέσμευση των κρατών μελών, του κοινού και όλων των ενδιαφερόμενων μερών έχει ζωτική σημασία για την επιτυχία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η Επιτροπή δεσμεύτηκε ότι «θα εξετάσει το ενδεχόμενο αναθεώρησης του κανονισμού Aarhus για να βελτιωθεί η πρόσβαση σε διοικητικό και δικαστικό έλεγχο, σε επίπεδο ΕΕ, των πολιτών και των ΜΚΟ που εκφράζουν ανησυχίες σχετικά με τη νομιμότητα αποφάσεων που έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η Επιτροπή θα αναλάβει επίσης δράση για να βελτιώσει την πρόσβασή τους στη δικαιοσύνη ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων σε όλα τα κράτη μέλη».
2Η ΕΕ θα πρέπει να συνεργαστεί με τους πολίτες και τα ενδιαφερόμενα μέρη για την επιτυχία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και για την υλοποίηση μακροχρόνιων αλλαγών. Το κοινό είναι, και θα πρέπει να παραμείνει, κινητήρια δύναμη της «πράσινης μετάβασης» και θα πρέπει να διαθέτει τα μέσα για να συμμετέχει πιο ενεργά στην ανάπτυξη και την εφαρμογή νέων πολιτικών. Για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης τόσο στις εθνικές όσο και στις ενωσιακές αρχές, είναι εξίσου σημαντικό να υπάρχουν οι αναγκαίοι «έλεγχοι και ισορροπίες» ώστε να διασφαλίζεται ότι οι πράξεις και οι αποφάσεις μπορούν να ελέγχονται ως προς τη συμμόρφωση με την περιβαλλοντική νομοθεσία. Η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, τόσο μέσω του Δικαστηρίου της ΕΕ (στο εξής: ΔΕΕ) όσο και μέσω των εθνικών δικαστηρίων ως δικαστηρίων της ΕΕ, αποτελεί σημαντικό μέτρο στήριξης για την υλοποίηση της μετάβασης που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και έναν τρόπο ενίσχυσης του ρόλου που μπορεί να διαδραματίσει η κοινωνία των πολιτών ως φορέας ελέγχου στον δημοκρατικό χώρο.
3Η παρούσα ανακοίνωση συνοδεύει πρόταση της Επιτροπής για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 (στο εξής: κανονισμός Aarhus) με σκοπό τη βελτίωση της εσωτερικής επανεξέτασης των διοικητικών πράξεων [(COM) 2020 ... ]. Η πρόταση, όταν εγκριθεί από τους συννομοθέτες, θα βελτιώσει την εφαρμογή της σύμβασης του Aarhus (στο εξής: Σύμβαση) «κατά τρόπο συμβατό με τις θεμελιώδεις αρχές της έννομης τάξης της Ένωσης και το σύστημα δικαστικού ελέγχου που εφαρμόζει». Προτείνεται, οι περιβαλλοντικές μη κυβερνητικές οργανώσεις (στο εξής: ΜΚΟ), να έχουν ευρύτερες δυνατότητες να προσβάλουν πράξεις και παραλείψεις των θεσμικών οργάνων και οργανισμών της ΕΕ, σύμφωνα με τη Σύμβαση.
4Η νομοθετική πρόταση αποσκοπεί στην ενίσχυση του συστήματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα της ΕΕ. Το σύστημα αυτό, στο σύνολό του, παρέχει σε κάθε αιτούντα πρόσβαση σε αποτελεσματικό μηχανισμό προσφυγής σύμφωνα με τις απαιτήσεις της Σύμβασης.
5Στόχος της παρούσας ανακοίνωσης είναι να αναδείξει τον ζωτικό ρόλο που διαδραματίζουν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του συνολικού συστήματος της ΕΕ. Τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν και να διευκολύνουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για τα περιβαλλοντικά θέματα που διέπονται από πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών εκτελεστικών μέτρων που σχετίζονται με μη νομοθετικές πράξεις της ΕΕ. Η πρόσβαση στη δικαιοσύνη περιλαμβάνει την παροχή ενεργητικής νομιμοποίησης σε ΜΚΟ και ιδιώτες που θίγονται άμεσα από την παραβίαση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, και σε διασυνοριακό πλαίσιο. Δυστυχώς, στην πράξη υπάρχουν ελλείψεις. Το 2019 η Επιτροπή δημοσίευσε την επισκόπηση της εφαρμογής της περιβαλλοντικής πολιτικής, η οποία εντόπισε μια σειρά συστημικών αδυναμιών όσον αφορά την εφαρμογή στην πράξη της πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα στα εθνικά νομικά συστήματα. Ειδικότερα, επισήμανε προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ΜΚΟ όσον αφορά την ενεργητική νομιμοποίησή τους να προσφεύγουν νομικά για περιβαλλοντικά θέματα που σχετίζονται με την ΕΕ και διαδικαστικά εμπόδια, όπως το απαγορευτικά υψηλό κόστος.
6Για να βελτιωθεί το σύστημα πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα της ΕΕ, σύμφωνα με τη Σύμβαση, στην οποία τα κράτη μέλη είναι τα ίδια συμβαλλόμενα μέρη, η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να εντείνουν την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ. Είναι εξίσου σημαντικό, οι κανόνες των κρατών μελών που διέπουν τη δικαιοσύνη και τη δικαστική πρακτική να εφαρμόζουν πλήρως τη νομολογία του ΔΕΕ σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα. Επιπλέον, οι εθνικές νομοθεσίες δεν θα πρέπει να θέτουν εμπόδια στην πρόσβαση αυτή, για παράδειγμα, με το να μη παρέχουν ενεργητική νομιμοποίηση σε ΜΚΟ, όπως απαιτείται από τη Σύμβαση. Για λόγους ασφάλειας δικαίου σε όλα τα κράτη μέλη, το εθνικό δίκαιο πρέπει να πληροί τις απαιτήσεις της Σύμβασης, της νομοθεσίας της ΕΕ και της νομολογίας του ΔΕΕ. Τα εθνικά δικαστήρια θα πρέπει επίσης να εφαρμόζουν και να επιβάλλουν τους εφαρμοστέους κανόνες βάσει των απαιτήσεων που ορίζονται στις εθνικές έννομες τάξεις τους που απορρέουν από το δίκαιο της ΕΕ.
II.Η σημασία της πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα στην ΕΕ
7Η πρόσβαση σε πραγματική προσφυγή και αμερόληπτο δικαστήριο αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα της έννομης τάξης της ΕΕ. Η ύπαρξη αποτελεσματικών δικαστικών συστημάτων διαδραματίζει καίριο ρόλο στη διασφάλιση του κράτους δικαίου που κατοχυρώνεται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (στο εξής: ΣΕΕ), στη διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ και στη βελτίωση της εμπιστοσύνης του κοινού στις δημόσιες αρχές.
8Αυτό αντικατοπτρίζεται επίσης στο άρθρο 19 παράγραφος 1 της ΣΕΕ, το οποίο απαιτεί από τα κράτη μέλη να προβλέπουν τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που είναι αναγκαία για την εξασφάλιση αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας στους τομείς που καλύπτονται από το δίκαιο της Ένωσης, καθώς και από τη νομολογία του ΔΕΕ σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα. Η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα είναι επίσης σημαντική στο πλαίσιο των άρθρων 41 και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και συμβάλλει στην παροχή ασφάλειας δικαίου.
9Οι ιδιώτες και οι ΜΚΟ διαδραματίζουν καίριο ρόλο στον εντοπισμό πιθανών παραβιάσεων του δικαίου της ΕΕ, με την υποβολή καταγγελιών στις αρχές ή την παραπομπή υποθέσεων στα δικαστήρια. Όταν ιδιώτες ή ΜΚΟ ζητούν δικαιοσύνη από μη δικαστικό, διοικητικό όργανο, η επανεξέταση καλείται διοικητική επανεξέταση· εάν ζητούν έννομη προστασία από δικαστήριο, καλείται δικαστική επανεξέταση.
10Το σύστημα της ΕΕ για τη διοικητική και δικαστική προσφυγή στο σύνολό του δεν περιλαμβάνει μόνο τον μηχανισμό εσωτερικής επανεξέτασης στο πλαίσιο του κανονισμού Aarhus και την πρόσβαση στο ΔΕΕ, αλλά βασίζεται επίσης στα εθνικά δικαστήρια. Ειδικότερα, το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΣΛΕΕ) επιτρέπει σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι διάδικος ενώπιον εθνικού δικαστηρίου να ζητεί την υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων στο ΔΕΕ όσον αφορά το κύρος πράξεων που θεσπίζει η ΕΕ. Τα ενωσιακά και εθνικά συστήματα προσφυγής, συνολικά, είναι ουσιαστικής σημασίας για την παροχή αποτελεσματικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα στην ΕΕ.
III.Η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης
11Η ΕΕ έγινε επίσημα μέρος της σύμβασης το 2005. Τα 27 κράτη μέλη είναι επίσης, χωριστά, συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης, το καθένα με δικές του και με συντρέχουσες αρμοδιότητες, ευθύνες και υποχρεώσεις να διασφαλίζει την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για «περιβαλλοντικά θέματα» σύμφωνα με το άρθρο 1 της Σύμβασης. Συνεπώς, το βάρος της συμμόρφωσης με τη Σύμβαση διέπεται απ’ αυτό το χαρακτηριστικό της ΕΕ, όπου οι αρμοδιότητες ασκούνται από την ΕΕ και τα κράτη μέλη της. Είναι σημαντικό να υπενθυμιστούν στις παραγράφους που ακολουθούν, τα ειδικά όρια και η φύση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την κύρωση της Σύμβασης.
12Σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης, η ΕΕ είναι περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης. Σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 5 της Σύμβασης, η ΕΕ έπρεπε να δηλώσει κατά την κοινοποίηση του εγγράφου κύρωσης «την έκταση των αρμοδιοτήτων της σχετικά με τα θέματα που διέπονται από την παρούσα σύμβαση».
13Απαντώντας, η ΕΕ δήλωσε ότι «τα [ενωσιακά] όργανα θα εφαρμόζουν τη σύμβαση στο πλαίσιο των ισχυόντων και μελλοντικών κανόνων σχετικά με την πρόσβαση στα έγγραφα και άλλων συναφών κανόνων [ενωσιακού] δικαίου στον τομέα που καλύπτει η σύμβαση.» Πρωτίστως, προσθέτει ότι «η [ΕΕ] είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση των εκ της Συμβάσεως απορρεουσών υποχρεώσεών της, οι οποίες καλύπτονται από το ισχύον [ενωσιακό] δίκαιο» και ότι «η άσκηση της [ενωσιακής] αρμοδιότητας υπάγεται, ως εκ της φύσεώς της, σε διαρκή εξέλιξη».
14Ως εκ τούτου, τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί της ΕΕ εφαρμόζουν τη Σύμβαση στο πλαίσιο των ισχυόντων κανόνων της ΕΕ. Κατά την εφαρμογή της Σύμβασης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της έννομης τάξης της ΕΕ. Αυτό επιβεβαιώθηκε επίσης από το ΔΕΕ, το οποίο εξήγησε ότι η κατάρτιση της Σύμβασης αυτής «έγινε προδήλως με συνεκτίμηση των εθνικών εννόμων τάξεων και όχι των νομικών ιδιαιτεροτήτων των οργανισμών περιφερειακής οικονομικής ολοκληρώσεως, όπως είναι η Ένωση».
15Η πρόσβαση σε διοικητική και δικαστική επανεξέταση είναι ένα πολυεπίπεδο σύστημα στην ΕΕ. Όπως, επίσης, υπενθύμισε το ΔΕΕ, στο παρόν στάδιο εξέλιξης του ενωσιακού δικαίου, οι δικαστικές και οι διοικητικές διαδικασίες για την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σχετικά με την περιβαλλοντική νομοθεσία διέπονται «κατά βάση» από τη νομοθεσία των κρατών μελών. Υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο εθνικό τους δίκαιο, οι ιδιώτες και οι νομικές οντότητες μπορούν να ζητήσουν από εθνικό δικαστήριο να παραπέμψει υπόθεση στο ΔΕΕ για τον έλεγχο του κύρους πράξεων της ΕΕ βάσει του άρθρου 267 της ΣΛΕΕ.
16Επιπλέον, το άρθρο 263 τέταρτο εδάφιο της ΣΛΕΕ επιτρέπει στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα να προσφύγουν απευθείας στο ΔΕΕ (το Γενικό Δικαστήριο) κατά i) πράξης της οποίας είναι αποδέκτες· ii) πράξης που τα αφορά άμεσα και ατομικά ή iii) κανονιστικής πράξης η οποία τα αφορά άμεσα χωρίς να περιλαμβάνει εκτελεστικά μέτρα.
17Με την έκδοση του κανονισμού Aarhus, η ΕΕ συμπλήρωσε το υφιστάμενο σύστημα επανεξέτασης που είναι διαθέσιμο σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά τόσο τη διοικητική όσο και τη δικαστική επανεξέταση. Ως εκ τούτου, οι ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας μπορούν να ζητήσουν διοικητική επανεξέταση μη νομοθετικών διοικητικών πράξεων ατομικού περιεχομένου που έχουν εκδοθεί από τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της ΕΕ. Ωστόσο, η Ένωση επέλεξε να μην ασκήσει την αρμοδιότητά της, όπως αναφέρθηκε κατά τη στιγμή της κύρωσης, και δεν εξέδωσε χωριστές διατάξεις σχετικά με τη διοικητική επανεξέταση για ιδιώτες, βάσει του κανονισμού Aarhus σε επίπεδο Ένωσης, εφαρμοστέες για τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της ΕΕ.
18Μετά από καταγγελία που υποβλήθηκε στην επιτροπή συμμόρφωσης της Σύμβασης, η επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ΕΕ δεν τηρεί επί του παρόντος πλήρως τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει των απαιτήσεων της Σύμβασης όσον αφορά την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα. Η νομοθετική πρόταση, η οποία υπενθυμίζεται ανωτέρω, έχει ως στόχο να διορθώσει την κατάσταση αυτή με την τροποποίηση του κανονισμού Aarhus και την επέκταση της πρόσβασης των ΜΚΟ. Η παρούσα ανακοίνωση συμπληρώνει τη δράση σε επίπεδο ΕΕ, επισημαίνοντας τις βελτιώσεις που απαιτούνται σε εθνικό επίπεδο.
IV.Υποχρεώσεις των κρατών μελών βάσει του δικαίου της ΕΕ
19Όταν η δράση των εθνικών αρχών είναι ανεπαρκής ή εσφαλμένη, όσον αφορά την τήρηση των ουσιαστικών κανόνων για την προστασία του περιβάλλοντος, οι ιδιώτες και οι ΜΚΟ πρέπει να μπορούν να επικαλούνται τους εφαρμοστέους επί αυτών δικονομικούς κανόνες. Για να διασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος και για να ενισχυθούν τα δικαιώματα των πολιτών και των ΜΚΟ, η ΕΕ έχει εκδώσει σειρά τομεακών περιβαλλοντικών οδηγιών, οι οποίες περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Η εφαρμογή αυτών των οδηγιών επιτρέπει στους πολίτες, συμπεριλαμβανομένων των ΜΚΟ, να ασκούν το δικαίωμά τους προσφυγής στα δικαστήρια σε αυτούς τους συγκεκριμένους τομείς. Δεν αμφισβητείται ότι η υποχρέωση διασφάλισης αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας για περιβαλλοντικά θέματα εκτείνεται στα εθνικά δικαστήρια. Η εν λόγω υποχρέωση αφορά τα δικαιώματα που απορρέουν από το περιβαλλοντικό δίκαιο της ΕΕ και τη δυνατότητα επίκλησης των υποχρεώσεων που ορίζονται στη νομοθεσία της ΕΕ.
20Προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική δικαστική προστασία των εν λόγω δικαιωμάτων, οι υποχρεώσεις των κρατών μελών να εξασφαλίζουν πρόσβαση στη δικαιοσύνη στα εθνικά τους δικαστήρια δεν περιορίζονται σε αυτές που προβλέπονται στις προαναφερθείσες πράξεις του παράγωγου δικαίου της Ένωσης.
21Πρώτον, βάσει της αρχής της καλόπιστης συνεργασίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΣΕΕ, εναπόκειται στα κράτη μέλη να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, για να διασφαλίζουν τη θέσπιση των μέτρων που απαιτούνται από το δίκαιο της Ένωσης και την επαρκή προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης. Επιπλέον, το άρθρο 19 παράγραφος 1 της ΣΕΕ απαιτεί από τα κράτη μέλη να «προβλέπουν τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που είναι αναγκαία για να διασφαλίζεται η πραγματική δικαστική προστασία στους τομείς που διέπονται από το δίκαιο της Ένωσης». Ως εκ τούτου, η πρόσβαση στη δικαιοσύνη ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων είναι απαραίτητη για την ορθή λειτουργία του συστήματος δικαστικής προστασίας της ΕΕ.
22Εν προκειμένω, οι εθνικοί μηχανισμοί έννομης προστασίας μέσω των εθνικών δικαστηρίων των κρατών μελών αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του συστήματος δικαστικής προσφυγής της ΕΕ. Τα εθνικά δικαστήρια είναι επίσης δικαστήρια της Ένωσης και συνδέονται με το ΔΕΕ στο πλαίσιο του συστήματος προδικαστικών παραπομπών που θεσπίζει το άρθρο 267 της ΣΛΕΕ. Η συνεργασία αυτή καλύπτει την ερμηνεία του δικαίου της ΕΕ και την εξέταση του κύρους των πράξεων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Η πρόσβαση στα δικαστήρια θα πρέπει να είναι δυνατή τόσο για τους ιδιώτες όσο και για τις ΜΚΟ βάσει των εθνικών δικονομικών κανόνων.
23Δεύτερον, η Σύμβαση, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της έννομης τάξης της Ένωσης και δεσμεύει τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 216 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, έχει εφαρμογή και στο δίκαιο της Ένωσης που διέπει την προστασία του περιβάλλοντος. Ελλείψει κανόνων της ΕΕ που να διέπουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, «στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους εναπόκειται η ρύθμιση των δικονομικών λεπτομερειών των ενδίκων προσφυγών που αποσκοπούν στη διασφάλιση των δικαιωμάτων που αντλούν οι πολίτες από το δίκαιο της Ένωσης, [...] ενώ τα κράτη μέλη έχουν, σε κάθε περίπτωση, την ευθύνη της διασφαλίσεως της αποτελεσματικής προστασίας των δικαιωμάτων αυτών». Ειδικότερα, τόσο το άρθρο 9 παράγραφος 3 της Σύμβασης όσο και το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό μεταξύ τους, επιβάλλουν στα «κράτη μέλη την υποχρέωση να διασφαλίζουν την αποτελεσματική δικαστική προστασία των δικαιωμάτων που αντλούνται από το δίκαιο της Ένωσης, περιλαμβανομένων των διατάξεων του δικαίου του περιβάλλοντος».
24Το ΔΕΕ προσέθεσε ότι «στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται, προκειμένου να εξασφαλίσει αποτελεσματική δικαστική προστασία στους τομείς που καλύπτονται από το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με το περιβάλλον, να ερμηνεύσει το εθνικό του δίκαιο με τρόπο ο οποίος, στο μέτρο του δυνατού, να είναι σύμφωνος τόσο προς τους σκοπούς του άρθρου 9, παράγραφοι 3 και 4, της Συμβάσεως του Ώρχους όσο και προς εκείνο της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων τα οποία παρέχει το δίκαιο της Ένωσης».
25Ως εκ τούτου, η αποτελεσματικότητα της διαδικασίας έκδοσης προδικαστικής απόφασης βάσει του άρθρου 267 της ΣΛΕΕ σχετικά με το κύρος των πράξεων της ΕΕ εξαρτάται από το αν τα κράτη μέλη παρέχουν επαρκή ενεργητική νομιμοποίηση για τις ΜΚΟ και τους ιδιώτες. Καθήκον τους είναι να διασφαλίζουν ότι παρέχεται πρόσβαση στη δικαιοσύνη ενώπιον των δικαστηρίων τους σε θέματα περιβαλλοντικής νομοθεσίας που καλύπτονται από τους κανόνες της ΕΕ. Σε αυτά περιλαμβάνονται οι περιπτώσεις στις οποίες υπάρχει «ένα συγκεκριμένο ζήτημα το οποίο δεν αποτέλεσε ακόμα αντικείμενο νομοθετικής ρυθμίσεως της Ένωσης [αλλά] δύναται να εμπίπτει στο δίκαιο της Ένωσης αν αφορά τομέα τον οποίο καλύπτει ευρέως το δίκαιο αυτό».
26Με τη νομολογία του ΔΕΕ που αναπτύχθηκε με την πάροδο των ετών, έχει διευκρινιστεί ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να διασφαλίζουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα που καλύπτονται από τους κανόνες της ΕΕ, μεταξύ άλλων όσον αφορά αποφάσεις, πράξεις και παραλείψεις σε ένα φάσμα τομέων περιβαλλοντικής πολιτικής, όπως το νερό, η φύση και η ποιότητα του αέρα.
27Για να ληφθούν υπόψη οι πρακτικές συνέπειες της νομολογίας του ΔΕΕ και να βοηθηθούν οι αρχές και οι επαγγελματίες των κρατών μελών να κατανοήσουν τη σημασία αυτών των επιπτώσεων στους τομείς που διέπονται από το περιβαλλοντικό δίκαιο της ΕΕ, το 2017 η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα (στο εξής: ανακοίνωση). Η ανακοίνωση περιγράφει τα πρότυπα που διέπουν την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα όσον αφορά τις διαδικαστικές εγγυήσεις και την ενεργητική νομιμοποίηση για ΜΚΟ και ιδιώτες. Επίσης, αποσαφηνίζει την απαίτηση αποφυγής δαπανηρών ή χρονοβόρων διαδικασιών και ότι τα κράτη μέλη πρέπει να καθιστούν προσβάσιμες όλες τις πληροφορίες σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, όπως απαιτείται από τη νομολογία του ΔΕΕ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ακολουθούν τις εξελίξεις της νομολογίας του ΔΕΕ, όπως συνοψίζεται στην ανακοίνωση, και να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της.
V.Μελλοντικές ενέργειες: Τομείς προτεραιότητας για την ανάληψη δράσης
28Στην ανακοίνωση για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι «η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να διασφαλίζουν την επιβολή και την αποτελεσματική εφαρμογή των πολιτικών και της νομοθεσίας». Η Επιτροπή δεσμεύεται πλήρως να συνεργαστεί με τα κράτη μέλη για τη βελτίωση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα σε εθνικό επίπεδο.
29Η αποτελεσματική εφαρμογή των θεσπισμένων κανόνων της ΕΕ από τα κράτη μέλη στην πράξη είναι απαραίτητη προκειμένου να αξιοποιηθούν πλήρως τα οφέλη για την προστασία του περιβάλλοντος. Είναι επίσης σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η πρόσβαση στο ΔΕΕ για τους πολίτες και τις ΜΚΟ δυνάμει του άρθρου 267 της ΣΛΕΕ δεν περιορίζεται αδικαιολόγητα. Η άρση των εμποδίων στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη θα αποφέρει περαιτέρω οφέλη, μέσω της αύξησης της ασφάλειας δικαίου, της βελτίωσης της απονομής της δικαιοσύνης και της μείωσης του διοικητικού φόρτου.
30Στην επισκόπηση της εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας που εξέδωσε η Επιτροπή το 2019 διαπιστώθηκε ότι αρκετά κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν περαιτέρω μέτρα για την παροχή ενεργητικής νομιμοποίησης σε περιβαλλοντικές ΜΚΟ να προσφεύγουν νομικά για περιβαλλοντικά ζητήματα που σχετίζονται με την ΕΕ. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι οι διάδικοι σε περιβαλλοντικές υποθέσεις δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζουν εθνικά διαδικαστικά εμπόδια, όπως απαγορευτικά υψηλό κόστος (σε ορισμένες περιπτώσεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ).
31Υπό το πρίσμα των υποχρεώσεων των κρατών μελών που παρατίθενται στο τμήμα IV της παρούσας ανακοίνωσης και των πορισμάτων της Επιτροπής όσον αφορά την κατάσταση στην πράξη σε κάθε κράτος μέλος, απαιτούνται δράσεις προτεραιότητας στους ακόλουθους τέσσερις τομείς.
32Σύμφωνα με τη στρατηγική ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Δίκαιο της ΕΕ: Καλύτερη εφαρμογή για καλύτερα αποτελέσματα, πρώτος τομέας προτεραιότητας για τα κράτη μέλη είναι να διασφαλίσουν την ορθή μεταφορά του παράγωγου δικαίου της ΕΕ. Αυτό αφορά την περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ που περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη. Τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να μεταφέρουν τις οδηγίες αυτές ορθά και πλήρως, με σκοπό τη διασφάλιση της εφαρμογής τους, σύμφωνα με το άρθρο 291 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.
33Στον δεύτερο τομέα προτεραιότητας, εναπόκειται στους συννομοθέτες να συμπεριλάβουν διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε προτάσεις νομοθετικών πράξεων της ΕΕ που υποβάλλει η Επιτροπή για νέα ή αναθεωρημένη ενωσιακή νομοθεσία για περιβαλλοντικά θέματα. Αυτό απαιτεί ενεργό υποστήριξη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο όταν η Επιτροπή υποβάλει τις προτάσεις αυτές. Οι διατάξεις για την πρόσβαση στη δικαιοσύνη θα συνταχθούν με βάση τη νομολογία του ΔΕΕ, όπως συνοψίζεται στην ανακοίνωση. Κατά τα τελευταία έτη, το Συμβούλιο ήταν απρόθυμο να θεσπίσει σχετικές διατάξεις, παρεκκλίνοντας από την προηγούμενη προσέγγισή του, η οποία είχε στο παρελθόν ως αποτέλεσμα την έκδοση των προαναφερόμενων οδηγιών.
34Εν προκειμένω, η Επιτροπή θεωρεί ότι η ύπαρξη σαφών διατάξεων στην περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ για το θέμα αυτό θα ήταν προς όφελος της ασφάλειας δικαίου και, επίσης, ότι οι εν λόγω διατάξεις θα ήταν αναγκαίες για την υποστήριξη της υποχρέωσης παροχής αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στο δίκαιο της ΕΕ. Ως εκ τούτου, καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να ενστερνιστούν την προσέγγιση αυτή κατά την εξέταση των νομοθετικών προτάσεων που πρόκειται να υποβληθούν.
35Η Επιτροπή θα διασφαλίσει επίσης ότι το παράγωγο δίκαιο ανταποκρίνεται στις ανάγκες, με τη διενέργεια τακτικών αξιολογήσεων. Για παράδειγμα, στο πλαίσιο της επανεξέτασης των μέτρων της ΕΕ για την αντιμετώπιση της ρύπανσης από βιομηχανικές εγκαταστάσεις, που αναγγέλθηκε στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η Επιτροπή θα αξιολογήσει επίσης, μεταξύ άλλων, τις διατάξεις που αφορούν τα δικαιώματα των οικείων μερών, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του κοινού και της πρόσβασης στη δικαιοσύνη.
36Τρίτος τομέας προτεραιότητας είναι η επανεξέταση από τα κράτη μέλη των δικών τους εθνικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, πέραν εκείνων που αφορούν τη μεταφορά των οδηγιών που αναφέρονται ανωτέρω στην παράγραφο 32. Εθνικές διατάξεις που εμποδίζουν ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος ή ιδιώτες που θίγονται άμεσα από την παραβίαση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ λόγω ενεργειών ή παραλείψεων των δημόσιων αρχών. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να αναθεωρηθούν αυτές οι εθνικές διατάξεις, με σκοπό την άρση τυχόν εμποδίων στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη, όπως οι περιορισμοί ως προς την ενεργητική νομιμοποίηση ή το δυσανάλογο κόστος, και, ως εκ τούτου, τη διασφάλιση αποτελεσματικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα στην ΕΕ.
37Ο τέταρτος τομέας προτεραιότητας αφορά την υποχρέωση των εθνικών δικαστηρίων να διασφαλίζουν το δικαίωμα ιδιωτών και ΜΚΟ σε πραγματική προσφυγή βάσει του δικαίου της ΕΕ. Ο ρόλος όλων των εθνικών δικαστηρίων ως ενωσιακών δικαστηρίων αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της ορθής λειτουργίας του συστήματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας της ΕΕ. Όπου κρίνεται αναγκαίο, τα εθνικά δικαστήρια πρέπει να ακυρώνουν διατάξεις που είναι αντίθετες προς το δίκαιο της ΕΕ, ακόμη και αν αυτές έχουν νομοθετικό ή κανονιστικό χαρακτήρα. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει τους αδικαιολόγητους περιορισμούς όσον αφορά την ενεργητική νομιμοποίηση, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι κανόνες της ΕΕ αναπτύσσουν πλήρως τα αποτελέσματά τους. Τα ανώτατα δικαστήρια των κρατών μελών έχουν να διαδραματίσουν εξέχοντα ρόλο στο θέμα αυτό, λόγω της θέσης τους στο πλαίσιο των εθνικών δικαστικών συστημάτων και της επιρροής της νομολογίας τους στα κατώτερα δικαστήρια. Η αποτελεσματικότητα αυτού του ρόλου είναι απαραίτητη για την ορθή λειτουργία του γενικού ενωσιακού συστήματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα.
38Η πρώτη, η τρίτη και η τέταρτη προτεραιότητα που περιγράφονται στις παραγράφους 32, 36 και 37 θα κατευθύνουν τις ενέργειες της Επιτροπής, στον ρόλο της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, κατά την αντιμετώπιση της αδικαιολόγητα περιορισμένης πρόσβασης στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα που καλύπτονται από το δίκαιο της ΕΕ. Αυτό περιλαμβάνει την εξουσία να κινεί διαδικασίες επί παραβάσει.
39Η νομοθετική δράση της ΕΕ, όπως περιγράφεται στο πλαίσιο του δεύτερου τομέα προτεραιότητας στις παραγράφους 33, 34 και 35, θα διαδραματίσει επίσης σημαντικό ρόλο για την υποστήριξη των κρατών μελών στην καθιέρωση του απαιτούμενου επιπέδου εθνικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Όσον αφορά τα εθνικά δικαστήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 37 ανωτέρω, η Επιτροπή θα παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τον τρόπο με τον οποίο τα εθνικά δικαστήρια, συμπεριλαμβανομένων των ανώτατων δικαστηρίων, διασφαλίζουν αποτελεσματική δικαστική προστασία σε περιβαλλοντικά θέματα στις αντίστοιχες έννομες τάξεις τους και θα λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα.
40Για την υλοποίηση και των τεσσάρων προτεραιοτήτων που περιγράφονται ανωτέρω, η Επιτροπή θα στηρίξει τα κράτη μέλη και θα εντείνει τις εργασίες της για την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και των δημόσιων αρχών ώστε να επιτευχθεί πλήρης εφαρμογή της ισχύουσας περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ. Η Επιτροπή σχεδιάζει να υλοποιήσει περαιτέρω πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη ικανοτήτων, προγράμματα κατάρτισηςκαι εκπαίδευσης και πρωτοβουλίες ανταλλαγής πληροφοριών με την κοινωνία των πολιτών για δημόσιες αρχές και ΜΚΟ. Μεταξύ των φόρουμ συνεργασίας με το δικαστικό σώμα περιλαμβάνονται το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κατάρτισης Δικαστικών (ΕΔΚΔ), το Φόρουμ Δικαστών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Περιβάλλον και η Ένωση Ευρωπαίων Διοικητικών Δικαστών.
41Τέλος, εξίσου σημαντικό είναι ότι η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ όσον αφορά την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα. Για να διευκολυνθεί αυτή η παρακολούθηση, θα διαθέτει τις πληροφορίες στο διαδίκτυο, στη δικτυακή πύλη της Επιτροπής για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, και θα παρακολουθεί τακτικά την εφαρμογή στο πλαίσιο της επισκόπησης της εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας.