EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012IE0466

Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Μια εσωτερική αγορά για τον πολίτη και τον άνθρωπο» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

OJ C 143, 22.5.2012, p. 17–22 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

22.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 143/17


Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Μια εσωτερική αγορά για τον πολίτη και τον άνθρωπο» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2012/C 143/04

Εισηγητής: ο κ. Jorge Pegado LIZ

Στις 20 Ιανουαρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

"Μια εσωτερική αγορά για τον πολίτη και τον άνθρωπο"

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του την 1η Φεβρουαρίου 2012.

Κατά τη 478η σύνοδο ολομέλειάς της, της 22ας και 23ης Φεβρουαρίου 2012 (συνεδρίαση της 22ας Φεβρουαρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 118 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 8 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

"Τα επιχειρήματα υπέρ της Ευρώπης εξελίσσονται συνεχώς. Η Ευρώπη αποτελεί έννοια που πρέπει να προσαρμόζεται στις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις"

(Jose Manuel Durão Barroso, εφημερίδα Expresso, 19/11/2011)

1.   Εισαγωγή

1.1   Καθώς πλησιάζει η συμπλήρωση 20 ετών από τότε που, σύμφωνα με τον κ. DELORS, θα είχε ολοκληρωθεί η μεγάλη ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, χωρίς σύνορα και χωρίς φραγμούς ουδεμίας φύσεως, κρίνεται σκόπιμο και θεμιτό η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών που εκπροσωπείται στην ΕΟΚΕ να διερωτηθεί για την πρόοδο που επετεύχθη και ως προς το τι μέλλει γενέσθαι.

1.2   Ωστόσο, η εξέταση, στη σημερινή συγκυρία, της ενιαίας αγοράς συνεπάγεται την επανεξέταση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος στο σύνολό του. Είναι πολύ λογικό να διερωτόμαστε αν η Ευρώπη, όπως κάποιοι την οραματιζόμαστε, κάποιοι αγωνίστηκαν σκληρά για να την οικοδομήσουν και άλλοι επιχείρησαν να την αποδομήσουν σταδιακά στο διάστημα των τελευταίων εξήντα χρόνων, θα συνεχίζει να αποτελεί το 2050 πρότυπο ελευθερίας, φάρο πολιτισμού, θεματοφύλακα της ειρήνης, υπέρμαχο της αδελφοσύνης των λαών και υπερασπιστή της ισότητας των φύλων, σε ένα κόσμο χωρίς διακρίσεις και χωρίς σύνορα, όπως διερωτήθηκε ο Επίτροπος Barnier σε καλοσχεδιασμένη πρόσφατη ομιλία του στο Πανεπιστήμιο του Humboldt.

1.3   Το ερώτημα είναι ακόμα πιο εύλογο στην παρούσα ιδιαίτερα διαταραγμένη συγκυρία, όπου η Ευρώπη παλεύει με μια επίμονη συστημική και όχι συγκυριακή κρίση, μια κρίση όχι μόνο οικονομική και χρηματοπιστωτική αλλά και κρίση κοινωνικών και πολιτιστικών αξιών από την οποία το ευρύτατο φάσμα ενδιαφερομένων φορέων που εκπροσωπούνται στην ΕΟΚΕ δε διακρίνει αξιόπιστες διεξόδους.

1.4   Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια κρίση απασχόλησης. Η κατάσταση είναι τέτοια που η Ευρώπη δεν είναι πλέον σε θέση να εξασφαλίσει θέσεις εργασίας στους πολίτες της. Η μόνη διέξοδος από αυτήν την κατάσταση είναι η ανάπτυξη και το κύριο μέσο ανάπτυξης πρέπει να είναι η πλήρης υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς.

1.5   Η οργανωμένης κοινωνία των πολιτών διερωτάται εύλογα ως προς την ικανότητα του υφιστάμενου θεσμικού μοντέλου της ΕΕ, που πηγάζει από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, να διαχειριστεί την κρίση· αμφισβητεί την ικανότητα του υφιστάμενου οικονομικού και χρηματοπιστωτικού μοντέλου να αυτορυθμιστεί αποτελεσματικά και κατάλληλα και ανησυχεί για την έλλειψη συνεκτικών και αποτελεσματικών ρυθμιστικών μέτρων και για τη λήψη αποσπασματικών και αντιφατικών αποφάσεων· αναρωτιέται πώς μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικότερος και αυστηρότερος έλεγχος του χρηματοπιστωτικού συστήματος μετά τα διαδοχικά "κραχ" των χρηματαγορών και με τις αναπόφευκτες κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις τους· φοβάται πως τα βαθειά συμπτώματα της κρίσης απέναντι στην άμεση απειλή παγκόσμιας ύφεσης θα οδηγήσουν στην κατάρρευση του υφιστάμενου ευρωπαϊκού μοντέλου. Ως εκ τούτου, η κοινωνία των πολιτών απευθύνει έκκληση στους Ευρωπαίους ηγέτες να φανούν φιλόδοξοι και οραματιστές για να φέρουν εις πέρας την αναγέννηση του οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου, με σεβασμό στις αξίες και της αρχές της Συνθήκης.

1.6   Για αυτό το λόγο ήταν ιδιαίτερα θετικό ότι, παράλληλα με την κατάρτιση της παρούσας γνωμοδότησης, η συμβουλευτική επιτροπή της ΕΖΕΣ έκρινε αναγκαία την κατάρτιση γνωμοδότησης για το ίδιο ζήτημα και έτσι κατέστη δυνατός ο συντονισμός των απόψεων σε κοινή συνεδρίαση στο Όσλο (1).

2.   Ενιαία αγορά: τι και γιατί

2.1   Η ιδέα μιας "κοινής αγοράς" υπήρχε ήδη στην ιδρυτική συνθήκη ως ζωτικής σημασίας μέσο για την αρμονική ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων στο σύνολο της Κοινότητος, τη συνεχή και ισόρροπη επέκταση της οικονομίας, αυξημένη σταθερότητα, επιταχυνόμενη άνοδο του βιοτικού επιπέδου και στενότερες σχέσεις μεταξύ των κρατών που συνενώνει (Άρθρο 2). Από την αρχή, η ενιαία αγορά δε θεωρούνταν μεμονωμένη πολιτική ή απλή ζώνη ελεύθερου εμπορίου, όπως η ΕΖΕΣ, αλλά μέρος μιας γενικότερης στρατηγικής.

2.2   Έτσι καθορίστηκε το πλαίσιο ανάπτυξης αυτού που θα αποτελούσε την πολιτική της ενιαίας αγοράς, που δίκαια θεωρείται από πολλούς ως "ακρογωνιαίος λίθος" της ευρωπαϊκής πολιτικής, η "προοδευτική" καθιέρωση της οποίας προβλεπόταν να λάβει χώρα κατά τη διάρκεια "μεταβατικής περιόδου δώδεκα ετών" (άρθρο 8), με μέγιστο όριο 15 ετών από την θέση σε ισχύ της Συνθήκης.

2.3   Παρά τα μέτρα που προβλέπονταν για την υλοποίησή της, η πολιτική, κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα επιβλήθηκε στα ιδανικά του 1957 και ήταν εμφανές πως 15 χρόνια μετά, απείχαμε πολύ από την επίτευξη των στόχων που θα οδηγούσαν στην πραγματική υλοποίηση μιας "ενιαίας αγοράς".

2.4   Το Λευκό Βιβλίο για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς του 1985 θέσπιζε ακριβείς στόχους για την επίτευξη της υλοποίησης της ενιαίας αγοράς μέχρι το 1992. Παράλληλα έγινε αντιληπτή η ανάγκη τροποποιήσεων στη Συνθήκη της Ρώμης για τη διευκόλυνση της επίτευξης των πολιτικών στόχων που περιγράφονταν στο Λευκό βιβλίο. Έτσι δημιουργήθηκε η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (2) που, όσον αφορά την εσωτερική αγορά, εισήγαγε σημαντικές αλλαγές, από τις οποίες αξίζει να αναφερθούν:

α)

Ο κανόνας ειδικής πλειοψηφίας αντί ομοφωνίας για την υιοθέτηση μέτρων σχετικά με τη σύγκλιση των νομοθεσιών για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (άρθρα 8α και 100α)·

β)

Η πρώτη αναφορά σε υψηλό επίπεδο προστασίας όσον αφορά μέτρα που σχετίζονται με τους τομείς της υγείας, της ασφάλειας και της προστασίας των καταναλωτών (άρθρο 100α εδάφιο 3)·

γ)

Η υιοθέτηση, με γενικό χαρακτήρα, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, που βασίζεται στη γνωστή νομολογία του Δικαστηρίου για την υπόθεση "Cassis de Dijon" (άρθρο 100β)·

δ)

Η ξεκάθαρη μνεία στην οικονομική και κοινωνική συνοχή ως ουσιαστικό στόχο που θα συνυπολογίζεται στην υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (άρθρο 130α και β).

2.5   Ωστόσο, οι νέες διατάξεις σχετικά με την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς δεν έγιναν πράξη παρά μόλις το 1992, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (3), όταν ήταν ήδη φανερό πως η προθεσμία του 1992 για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς δεν ήταν πλέον δυνατόν να τηρηθεί (4).

2.6   Αντιθέτως, εμφανής ήταν η επιστροφή νομοθετικών και μη νομοθετικών φραγμών σε πολυάριθμα κράτη μέλη, σε συνδυασμό με μια φιλελεύθερη και ανεκτική πολιτική της Επιτροπής η οποία συνέβαλε στην πρακτική τελμάτωση της διαδικασίας υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς σε ιδιαίτερα σημαντικούς τομείς, ειδικότερα δε τον τομέα των υπηρεσιών.

2.7   Πράγματι, πολλές από τις αναληφθείσες πρωτοβουλίες στον τομέα της υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς μετουσιώθηκαν σε ένα απλό σύνολο μεμονωμένων, μη συντονισμένων μέτρων νομοθετικής εναρμόνισης που στερούνταν κοινής πολιτικής, μέτρα που τα κράτη μέλη συχνά υπονόμευαν με εθνικές πολιτικές που περιόριζαν τον ελεύθερο ανταγωνισμό, με παράνομες κρατικές ενισχύσεις, με τη θέσπιση νέων ποσοτικών περιορισμών και συναφών μέτρων και με τη συστηματική ακύρωση κάθε προόδου σε ζωτικής σημασίας τομείς όπως η βιομηχανική ολοκλήρωση, η φορολογία ή η οικονομική διακυβέρνηση.

2.8   Ακόμα και πρωτοβουλίες που εκ πρώτης όψεως κρίνονται επιτυχημένες, όπως η υιοθέτηση των "κανόνων Σένγκεν", η εισαγωγή του ευρώ, η πιο πρόσφατη ενωσιακή διάσταση του χώρου ελευθερίας και δικαιοσύνης και η ενσωμάτωση του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της ΕΕ στην τελική έκδοση της Συνθήκης της Λισαβόνας, πρωτοβουλίες που επιδοκιμάστηκαν, όχι μόνο είδαν την αποτελεσματικότητά τους να περιορίζεται από τη μη προσχώρηση ή από τις επιφυλάξεις ορισμένων κρατών μελών, αλλά και περιορίστηκαν τόσο ως προς το εύρος τους όσο και ως προς την εφαρμογή τους, ενίοτε δέχτηκαν μετωπικές επιθέσεις, ενώ δεν συνοδεύτηκαν από άλλα ζωτικής σημασίας συμπληρωματικά μέτρα, όπως μια πραγματική ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική πολιτική – με αποτέλεσμα την ανικανότητα της Ευρώπης να αντιμετωπίσει τη σημερινή κρίση που την οδήγησε "στα πρόθυρα της κατάρρευσης", όπως δήλωνε ο Jacques Delors σε συνέντευξή του στις εφημερίδες Le Soir και Le Temps την 18η Αυγούστου 2011.

2.9   Εδώ και πολλά χρόνια η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή στην ανάγκη ξεκάθαρης αλλαγής νοοτροπίας που θα δίνει έμφαση στην ποιότητα της υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς, και θα θέτει στο επίκεντρο τα πρακτικά συμφέροντα και τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών εν γένει και των καταναλωτών και των εργαζομένων ειδικότερα και όπου οι κοινωνικές πτυχές είναι ισότιμες με τις οικονομικές, στο πλαίσιο μιας ανθρωπιστικής θεώρησης, σε αντίθεση με την καθαρά οικονομολογική προσέγγιση που ακολουθείτο μέχρι σήμερα και η οποία ευθύνεται για τους περιορισμούς, τις επιφυλάξεις, την αναποφασιστικότητα και τη δυσπιστία που επικρατεί (5).

2.10   Όταν, στην έναρξη της δεύτερης θητείας του, ο σημερινός Πρόεδρος της Επιτροπής παρουσίασε το νέο του όραμα για την εσωτερική αγορά του 21ου αιώνα (6), σε συνέχεια παλαιότερης Ανακοίνωσης με θέμα "Ένα πρόγραμμα δράσης με βάση τα αιτήματα των πολιτώνΠαράγοντας αποτελέσματα για την Ευρώπη" (7), διαπιστώθηκε πως η Επιτροπή έμοιαζε να προτείνει τη ριζική αλλαγή πολιτικού προσανατολισμού όσον αφορά την ενιαία αγορά προς όφελος των πολιτών και των καταναλωτών, πράγμα που δημιούργησε, όπως είναι φυσικό, αυξημένες προσδοκίες. Πράγματι, μη θεωρώντας την πλέον μεμονωμένη πολιτική αλλά μέρος συνολικής στρατηγικής που θα προετοίμαζε τη μελλοντική Στρατηγική 2020, η Επιτροπή ανακοίνωσε ως κύριους στόχους για την εσωτερική αγορά τη βελτίωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, την προώθηση της οικονομικής ολοκλήρωσης και της κοινωνικής συνοχής και την ανάπτυξη της κοινωνίας της γνώσης σε μια βιώσιμη Ευρώπη μέσα σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Σημαντικό εργαλείο της νέας αυτής προσέγγισης ήταν η ολοένα καλύτερη ρύθμιση σε ένα εξορθολογισμένο και απλουστευμένο νομοθετικό πλαίσιο (8).

2.11   Για την παγίωση της νέας αυτής προσέγγισης, η Επιτροπή ανέθεσε στον πρώην επίτροπο Mário Monti μια σημαντική μελέτη, η οποία παρουσιάστηκε το Μάιο του 2010 (9)· την ίδια περίοδο, το Συμβούλιο ζήτησε από "ομάδα προβληματισμού" που αποτελείτο από προσωπικότητες κύρους υπό την ηγεσία του Ισπανού πρώην πρωθυπουργού Felipe Gonzalez και στην οποία επίσης συμμετείχε ο Mário Monti να καταρτίσει έκθεση για τις προοπτικές της Ευρώπης με ορίζοντα το 2030 (10)· το ΕΚ, από την πλευρά του, επίσης το Μάιο του 2010, παρουσίασε την Έκθεση Grech, στην οποία βασίστηκε το Ψήφισμά του της 20ής Μαΐου με θέμα "Υλοποίηση μιας ενιαίας αγοράς για τους καταναλωτές και τους πολίτες" (11).

2.12   Ουσιαστικά, όλα αυτά τα σημαντικά έγγραφα εφιστούν την προσοχή στην ανάγκη ριζικής αλλαγής νοοτροπίας όσον αφορά τον καθορισμό και την εφαρμογή της πολιτικής για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, ενώ κρίνουν πως το ισχύον μοντέλο εξάντλησε τις δυνατότητές του και τονίζουν πως, παρά τα αποτελέσματα που επετεύχθησαν, παρότι σημαντικά σε ορισμένους τομείς, γενικότερα κρίνονται λίγο γνωστά, ανεπαρκή και απογοητευτικά σε σχέση με πολλές πτυχές για μια Ευρώπη που αντιμετωπίζει απρόσμενες προκλήσεις και ζοφερές προοπτικές.

2.13   Αυτές οι παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα τεκμηριώνονται ευρύτατα από τακτικούς και διαδοχικούς "πίνακες επιδόσεων" σχετικά με την εσωτερική αγορά (12), από περιοδικές λεπτομερείς αναλύσεις του Ευρωβαρομέτρου για τις απόψεις και τις εμπειρίες των πολιτών και των επιχειρήσεων σχετικά με την εσωτερική αγορά στα κράτη μέλη, από παρόμοιους "πίνακες επιδόσεων" για τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά (13), καθώς και από τις ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής σχετικά με τη γενικότερη εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου (14) και ειδικότερα όσον αφορά το κεκτημένο σε ζητήματα δικαιωμάτων καταναλωτή (15). Όλα αυτά, εάν ερμηνευτούν δεόντως, αναλυθούν ορθά και αξιολογηθούν κριτικά, επιβεβαιώνουν πλήρως τις ανησυχίες και τις επιφυλάξεις που εκφράζονται στα προαναφερθέντα έγγραφα.

2.14   Ωστόσο, ενώ αναμενόταν από την Επιτροπή μια πραγματική στροφή του πολιτικού της προσανατολισμού για την ενιαία αφορά, που θα ανακλούσε όλα αυτά τα συμπεράσματα και θα υιοθετούσε, στο πλαίσιο της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, πραγματικά νέα και διαφορετική προσέγγιση για την ενιαία αγορά του 21ου αιώνα σύμφωνα με τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί από μια σειρά διακηρύξεων από τους υψηλότερα ιστάμενους πολιτικούς, διαπιστώθηκε με απογοήτευση πως το έγγραφο για τις "Προτεραιότητες για μια κοινωνική οικονομία της αγοράς με υψηλό βαθμό ανταγωνιστικότητας", παρά τα πολλά θετικά του στοιχεία, δεν αποτελούσε παρά παράθεση 50 μεμονωμένων μέτρων χωρίς τον καθορισμό στρατηγικής γραμμής (16), ενώ οι αδυναμίες και οι ελλείψεις του επισημάνθηκαν ξεκάθαρα στο Ψήφισμα του ΕΚ της 6ης Απριλίου 2011 (17).

2.15   Οι ελλείψεις αυτές δεν καλύφθηκαν με την πρόσφατη Ανακοίνωση της Επιτροπής για την επιλογή 12 "δράσεων", στην οποία δε γίνεται αντιληπτός ο κοινός άξονας της πολιτικής κατεύθυνσης για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς που διέπει την τακτική επιλογή αυτών των 12 επονομαζόμενων "δράσεων" έναντι οποιωνδήποτε άλλων δράσεων, όπως π.χ. αυτές που η ίδια η ΕΟΚΕ παρέθετε στη γνωμοδότησή της (18).

2.16   Πολυάριθμες πρόσφατες δημόσιες παρεμβάσεις, όπως αυτή του Προέδρου της Επιτροπής και του Επιτρόπου Barnier, καθώς και το Πρόγραμμα της Επιτροπής που παρουσιάστηκε εν τω μεταξύ (19), δείχνουν, ωστόσο, να επιβεβαιώνουν την πρόθεση πραγματικής μεταστροφής όσον αφορά τη μελλοντική πραγμάτωση της εσωτερικής αγοράς. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται επίσης η Διακήρυξη της Κρακοβίας (20) και η Διακήρυξη της Ευρωπαϊκής επιτροπής προσανατολισμού της ομάδας προβληματισμού Notre Europe.

3.   Νέα προσέγγιση για την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς

3.1   Είναι σημαντικό να επαναληφθεί πως, στο πλαίσιο των πολιτικών της Ένωσης, όπως προκύπτει από τις θεμελιώδεις αρχές που είναι σήμερα ενσωματωμένες στη Συνθήκη της Λισαβόνας, η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς δεν αποτελεί αυτοσκοπό αλλά μέσο, εργαλείο, για την επίτευξη σειράς πολιτικών στόχων σε διαφορετικούς τομείς (21).

3.2   Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί πως αυτοί οι στόχοι είναι ταυτόχρονα και ισότιμα οικονομικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί και πως όλοι αποσκοπούν εν τέλει στην ευημερία των λαών και στην προώθηση των αξιών της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ισότητας, της ελευθερίας, της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (άρθρα 2 και 3 της ΣΕΕ) (22).

3.3   Κατά συνέπεια, τα μέτρα υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς, ο στόχος των οποίων είναι σήμερα σαφώς ευρύτερος από το 1957 βάσει της νομοθεσίας, πρέπει να διέπονται από αυτές τις αρχές, αυτές τις αξίες και αυτούς τους σκοπούς.

3.4   Η εσωτερική αγορά, που από την αρχή νοούνταν σαφώς ως ο οικονομικός πυλώνας μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης, πρέπει σήμερα να επανεξετασθεί υπό το φως των εξελίξεων των τελευταίων 30 ετών και της σημερινής πραγματικότητας. Είναι εμφανές πως στη σημερινή συγκυρία, η εσωτερική αγορά προσεγγίζει ολοένα περισσότερο μια απλή ζώνη ελεύθερου εμπορίου, όπως ήταν η προπομπός ΕΖΕΣ, πράγμα που σημαίνει πως στο μέλλον η εσωτερική αγορά δε θα αποτελεί τη φυσική συνέπεια ενός πολιτικού εγχειρήματος υπερεθνικής φύσης αλλά τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή των εθνικών συμφερόντων των χωρών της Ευρώπης.

3.5   Για αυτό το λόγο είναι αναγκαίο να τονιστεί εμφατικά πως η εσωτερική αγορά πρέπει να αποτελεί τη συγκολλητική ουσία των εθνικών συμφερόντων μέσα σε ένα πλήρως ολοκληρωμένο σύστημα οικονομικής και χρηματοπιστωτικής διακυβέρνησης, το πρότυπο του οποίου πρέπει να επανακαθοριστεί και να παγιωθεί σύντομα.

3.6   Προς τούτο είναι αναγκαία, πρώτα από όλα, μια ρεαλιστική προσέγγιση των ορίων της ίδιας της εσωτερικής αγοράς, χωρίς να τίθενται στόχοι που ούτε μπορούν ούτε είναι σκόπιμο να επιτευχθούν με την δια της βίας επιβολή συχνά μη αναγκαίων και αυθαίρετων μέτρων που απλά δυσχεραίνουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων, ιδίως των ΜΜΕ (23) στις οποίες συγκαταλέγονται και τα ελεύθερα επαγγέλματα, ή με την αδικαιολόγητη εισαγωγή μέτρων πλήρους εναρμόνισης έναντι καταλληλότερων μέτρων διαφορετικής φύσης που επιδιώκουν για παράδειγμα τη διασφάλιση της ποιότητας, όπως συμβαίνει, π.χ., στην περίπτωση ορισμένων πτυχών των δικαιωμάτων και της προστασίας των καταναλωτών. Για το λόγο αυτό, η αρχή ή το δόγμα "Δύναμη στην πολυμορφία" θα πρέπει να διαδραματίσει και πάλι κεντρικό ρόλο στην ευρωπαϊκή πολιτική για την εσωτερική αγορά, καθώς και για τα θέματα εναρμόνισης.

3.7   Καθοριστική θα αποδειχθεί η συνέχιση, με τρόπο αποφασιστικό και χωρίς υποχωρήσεις και διστακτικότητα, του προγράμματος "Βελτίωση της νομοθεσίας" το οποίο ανέκαθεν στήριζε ενεργά η ΕΟΚΕ (24) με στόχο όχι απλώς την παραγωγή τεχνικώς ορθών κειμένων και την εξάλειψη της περιττής και επιβλαβούς γραφειοκρατίας αλλά πρωτίστως την υιοθέτηση προορατικής προσέγγισης στην κατάρτιση νομοθεσίας και τη διοικητική πρακτική, με την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων σε όλα τα στάδια σύλληψης και σχεδιασμού της, ειδικότερα δε με την ανάδειξη των εκ των προτέρων εκθέσεων αντικτύπου, με τη συστηματικότερη χρήση κανονισμών αντί οδηγιών ως μέσο επίτευξης νομοθετικής ομοιογένειας όπου αυτή είναι θεμιτή και με το θάρρος που απαιτείται για τον πειραματισμό με νέα καταλληλότερα μέσα από την σημερινή πληθώρα νομοθετικών μέτρων, όπως, π.χ., η επιλογή προαιρετικών συστημάτων όπου δικαιολογείται (25). Παρομοίως, θα πρέπει να υπάρχει το θάρρος να μην λαμβάνονται καν ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, εφόσον δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικές ή δεν αποφέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.

3.8   Εξίσου σημαντική είναι η αναθεώρηση, απλούστευση και κωδικοποίηση του κοινοτικού κεκτημένου και των διοικητικών διατάξεων  (26) και η "χειρουργική αφαίρεση" όσων κρίνονται άσκοπα, περιττά, αντιπαραγωγικά ή ακόμα και επιβλαβή (27). Αυτό ωστόσο πρέπει να γίνει με την προσοχή που απαιτείται ώστε να μην μείνουν, σε περίπτωση ασυντόνιστων ενεργειών, εκτός νομοθεσίας θεμελιώδεις ρυθμιστικές πτυχές που είναι απαραίτητες για σημαντικούς τομείς.

3.9   Σύνθημα θα πρέπει να είναι η ρύθμιση χωρίς στραγγαλισμό. Προς τούτο είναι σημαντικό να μην είμαστε απλώς καινοτόμοι και δημιουργικοί, αλλά να επανεξετάσουμε τις προτάσεις της πρώτης έκθεσης των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για τη νομοθετική και διοικητική απλοποίηση, οι περισσότερες των οποίων δεν υλοποιήθηκαν και παραμένουν επίκαιρες και εν αναμονή υλοποίησης (28).

3.10   Σημαντικό ρόλο επιτελεί η τυποποίηση σύμφωνα με το πρότυπο της "νέας προσέγγισης", η οποία δεν αφορά μόνο τα προϊόντα αλλά και τις υπηρεσίες (29). Σχετικά, θα πρέπει να εξεταστούν προσεκτικά η ανάγκη, η αποτελεσματικότητα και ο αντίκτυπος των μέτρων που λαμβάνονται, έτσι ώστε η τυποποίηση των υπηρεσιών να συνοδεύεται από ουσιαστική διαφοροποίηση μεταξύ των υπηρεσιών για την εσωτερική αγορά.

3.11   Αναγκαία θα είναι επίσης η νέα ώθηση και επέκταση του Συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς (ΙΜΙ) με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του και τη βελτίωση της λειτουργίας διοικητικής συνεργασίας, σύμφωνα με τις προτάσεις και συστάσεις που η ΕΟΚΕ είχε την ευκαιρία να καταθέσει πολλάκις (30), και η παρόμοια επανεξέταση του δικτύου SOLVIT με νέο πλαίσιο και ικανά μέσα.

3.12   Είναι σημαντικό επίσης να επανεξεταστούν οι μείζονες κατευθυντήριες αρχές του οικοδομήματος της εσωτερικής αγοράς, ειδικότερα δε οι αρχές της αμοιβαίας αναγνώρισης (31), της επικουρικότητας (32), της αναλογικότητας (33) και της προφύλαξης - η οποία μέχρι σήμερα περιοριζόταν σε ειδικούς τομείς όπως η επισιτιστική ασφάλεια αλλά θα πρέπει να μετατραπεί σε γενική αρχή – με τον ορισμό νέων πεδίων και μεθόδων εφαρμογής, που θα ανταποκρίνονται καλύτερα στα πραγματικά συμφέροντα των πολιτών.

3.13   Είναι αναγκαίος ο προσεκτικός καθορισμός προτεραιοτήτων. Ωστόσο δεν πρόκειται περί λιγότερο ή περισσότερο αυθαίρετης επιλογής ορισμένων εμβληματικών μέτρων, αλλά για το σεβασμό ορθώς καθορισμένων κριτηρίων στο πλαίσιο σαφούς πολιτικού προσανατολισμού που ακόμα δεν έχει ορίσει η Ευρώπη και που θα δίνει απόλυτη προτεραιότητα στους πολίτες.

3.14   Μεταξύ αυτών των προτεραιοτήτων πρέπει να έχει κεντρική θέση ο τομέας των υπηρεσιών εν γένει  (34) και των λιανικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών ειδικότερα  (35), τομέας όπου η έλλειψη υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς είναι εντονότερη, αλλά και ο οποίος πρέπει να είναι πιο καινοτόμος όσον αφορά όχι μόνο τα μέτρα αλλά και τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν. Ειδικότερα, η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παρακολουθεί και να εκπονεί έκθεση με τακτικό και διαφανή τρόπο σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας για τις υπηρεσίες, η οποία μέχρι στιγμής είναι η μόνη νομοθεσία που προβλέπει το άνοιγμα του διασυνοριακού εμπορίου υπηρεσιών.

3.15   Ιδιαίτερης προσοχής χρήζει η πρακτική υλοποίηση μιας εσωτερικής αγοράς διασυνοριακού ηλεκτρονικού εμπορίου, καθώς ενέχει κοινωνικοοικονομικά οφέλη για τους Ευρωπαίους καταναλωτές εν γένει και για τους κατοίκους δυσπρόσιτων περιοχών και για τα άτομα με οποιουδήποτε είδους αναπηρία ειδικότερα, καθώς και για τις επιχειρήσεις της ΕΕ και ιδίως τις ΜΜΕ καθότι επιλύει μια ολόκληρη σειρά προβλημάτων και ζητημάτων που έχουν εντοπιστεί, αν και μέχρι σήμερα δεν έχουν αναπτυχθεί τα μέσα και οι μηχανισμοί που απαιτούνται για να εξασφαλισθεί η εμπιστοσύνη και να διασφαλισθεί η προστασία των καταναλωτών και για τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες (36).

3.16   Αυτό αφορά συγκεκριμένα τα ζητήματα που σχετίζονται με τον κατακερματισμό της αγοράς, με την έλλειψη εφαρμοστέων κανόνων, με την έλλειψη νομικής ασφάλειας όσον αφορά την ιδιωτικότητα και την εμπιστευτικότητα των δεδομένων, με την ασφάλεια των συναλλαγών, με τη νομική προστασία σε περίπτωση διαφορών, με την ύπαρξη παράνομων υπηρεσιών στο διαδίκτυο, με την πειρατεία και την εγκληματικότητα στον κυβερνοχώρο, ζητήματα που απαιτούν κοινή αντιμετώπιση από τις διάφορες ΓΔ της Επιτροπής προκειμένου να θεσπιστεί συνεκτικό νομικό πλαίσιο για πραγματική ψηφιακή ενιαία αγορά.

3.17   Ιδιαίτερες προσπάθειες θα πρέπει να καταβληθούν για την πραγματική εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας προκειμένου να διασφαλιστεί ο σεβασμός του δικαίου και η αποτελεσματική ρύθμιση (37) πέραν του στενού πλαισίου της απλής "διοικητικής συνεργασίας" (38). Δυστυχώς σε αυτόν τον τομέα η ΕΕ δεν έχει επιτύχει πειστικά αποτελέσματα. Για τους Ευρωπαίους πολίτες έχει καθοριστική σημασία προς τούτο η παραχώρηση, χωρίς αμφισημίες και άλλες καθυστερήσεις, του δικαιώματος συλλογικών αγωγών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ως έσχατο μέσο διασφάλισης της δέουσας απόδοσης ευθυνών για τη μη συμμόρφωση με την κοινοτική νομοθεσία και άρα συμβολής στην εθελοντική συμμόρφωση (39).

3.18   Σημαντικότερος όλων, ωστόσο, θα είναι ο καθορισμός των παραμέτρων μιας ενιαίας αγοράς με επίκεντρο τον Άνθρωπο και τον Πολίτη, έργο που δεν πρέπει να ανατεθεί σε κάποια ομάδα λιγότερο ή περισσότερο "πεφωτισμένων" σοφών, αλλά να ξεκινήσει από την άμεση συνεισφορά των πολιτών, της κοινωνίας των πολιτών, λαμβανομένων υπόψη των προσδοκιών και των αιτημάτων τους αλλά και των προβληματισμών και των απογοητεύσεών τους.

3.19   Αν και η ανάγκη δράσης είναι επιτακτική, πρέπει, παράλληλα, να είναι συντονισμένη και όχι παρορμητική· προς τούτο η ΕΟΚΕ συνιστά την έναρξη περιόδου προβληματισμού κατά τη συμπλήρωση 20 ετών από το 1992. Ως απλή συνεισφορά, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να αναφέρει ορισμένα στοιχεία που κρίνει σημαντικά για μια τέτοια διαδικασία.

3.19.1

Κατ' αρχήν, θα πρέπει να εξετασθεί η πλήρης υπαγωγή της πολιτικής για την εσωτερική αγορά στις θεμελιώδεις αρχές και στόχους του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως των Τίτλων IV και V, με ειδική έμφαση στην ενίσχυση της κοινωνικής διάστασης και των δικαιωμάτων των καταναλωτών (40).

3.19.2

Επίσης, θα πρέπει να εξετασθεί ο τρόπος διάρθρωσης των τομεακών πολιτικών σε έναν κοινό στρατηγικό στόχο που θα περιλαμβάνει την οικονομική, τη βιομηχανική, την εμπορική, τη μεταφορική, την ενεργειακή, την περιβαλλοντική, την καταναλωτική πολιτική και την πολιτική ανταγωνισμού σε σφαιρικό νομικό πλαίσιο που θα τονώνει την ολοκλήρωση και θα ενισχύει την εμπιστοσύνη των κοινωνικών και κοινωνιακών εταίρων (καταναλωτών, οικογενειών, εργαζομένων, επιχειρήσεων, ΜΚΟ κλπ.), πράγμα που συνεπάγεται την επανεξέταση και τη νέα ώθηση στη Στρατηγική 2020.

3.19.3

Θα πρέπει ακόμα να εξετασθεί ο τρόπος ενίσχυσης και εγγύησης της ελεύθερης κυκλοφορίας και μετακίνησης των πολιτών εν γένει και ιδίως των εργαζομένων, είτε υπαλλήλων είτε αυτοαπασχολούμενων, των εκπαιδευτικών και των σπουδαστών, με το σεβασμό των κοινωνικών τους δικαιωμάτων (κοινωνική ασφάλιση, νομική προστασία, ασφάλεια ατυχημάτων και ασθενείας, συντάξεις κλπ.) χωρίς εξαιρέσεις και χωρίς διακρίσεις και με αναθεώρηση του συστήματος αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων και διπλωμάτων. Για το σκοπό αυτό, οι υψηλές απαιτήσεις ποιότητας όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία των καταναλωτών στην ΕΕ πρέπει να αποτελούν τον κανόνα.

3.19.4

Για την προώθηση της κοινωνικής ένταξης και της απασχόλησης, πρέπει να εξετασθεί το αποτελεσματικό άνοιγμα των αγορών εργασίας σε όλους τους ευρωπαίους πολίτες, με την εξάλειψη αναίτιων περιορισμών και διακρίσεων, μετά από προσεκτική αξιολόγηση.

3.19.5

Ειδικής προσοχής χρήζει ο ήδη καθυστερημένος καθορισμός κατάλληλου νομικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας εν γένει και ειδικότερα για τα ευρωπαϊκά ιδρύματα, αλληλασφαλιστικά ταμεία και οργανώσεις.

3.19.6

Κρίνεται εξίσου επείγουσα η εξέταση της θέσπισης σαφούς νομικού πλαισίου για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας και ιδίως τις κοινωνικές υπηρεσίες, με τον ορισμό ποιοτικών κριτηρίων για τις ζωτικές δημόσιες υπηρεσίες και με την αποσαφήνιση των σχετικών διατάξεων για τις δημόσιες συμβάσεις, τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις (41).

3.20   Παράλληλα θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες και να διατεθούν μέσα για μια αποτελεσματική επικοινωνιακή πολιτική της ενιαίας αγοράς στο ευρύτερο πλαίσιο μιας συνεκτικής και ολοκληρωμένης πολιτικής επικοινωνίας για την Ευρώπη, στην οποία θα συμμετέχουν οι πολίτες και θα λαμβάνεται δεόντως υπόψη η κοινή γνώμη και τα ευρωπαϊκά μέσα κοινωνικής επικοινωνίας, προκειμένου να ενημερώνονται με ειλικρίνεια οι ευρωπαίοι πολίτες και ιδίως οι καταναλωτές μέσω καινοτόμου χρήσης των ψηφιακών μέσων (42).

Βρυξέλλες, 22 Φεβρουαρίου 2012.

O Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  Βλ. Κοινά συμπεράσματα της συμβουλευτικής επιτροπής ΕΖΕΣ και του ΠΕΑ: http://www.eesc.europa.eu/?i=portal.en.smo-observatory-smo-spotlight.21343

(2)  ΕΕ L 169, της 29.6.1987.

(3)  ΕΕ C 191 της 29.7.1992, συνθήκη που θα μπορούσε να θεωρηθεί συνέχεια του σχεδίου Spinelli σε μια προσπάθεια επίτευξης συμφωνίας μεταξύ των φεντεραλιστών και των αντιπάλων τους.

(4)  Ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα "Λειτουργία της εσωτερικής αγοράς της Κοινότητας μετά το 1992 - Η συνέχεια που δόθηκε στην έκθεση Sutherland" (SEC (92) 2277 της 2.12.1992) και γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 201 της 26.7.1993, σ.59, τα συμπεράσματα της οποίας παραμένουν επίκαιρα ακόμα και σήμερα και αξίζουν προσοχής.

(5)  Πρβλ. μεταξύ άλλων, τις σημαντικές γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ: EE C 39 της 12.2.1996, σ. 70, ΕΕ C 255 της 14.10.2005, σ. 22, ΕΕ C 204 της 9.8.2008, σ. 1, ΕΕ C 347 της 18.12.2010, σ. 8, ΕΕ C 44 της 11.2.2011, σ. 68, Ενημερωτική έκθεση “Αντίκτυπος της Συνθήκης της Λισαβόνας στη λειτουργία της ενιαίας αγοράς”

(6)  Ανακοίνωση “Ενιαία αγορά για τους πολίτες” (COM(2007) 60 τελικό της 21.2 2007).

(7)  COM(2006) 211 τελικό της 10ης Μαΐου 2006

(8)  ΕΕ C 77 της 31.03.09, σ. 15.

(9)  «Μια νέα στρατηγική για την ενιαία αγορά στην υπηρεσία της ευρωπαϊκής οικονομίας και κοινωνίας».

(10)  "Σχέδιο για την Ευρώπη με ορίζοντα το 2030 – οι προκλήσεις προς αντιμετώπιση και οι ευκαιρίες προς αξιοποίηση", που δημοσιεύθηκε επίσης το Μάιο του 2010.

(11)  Ψήφισμα του ΕΚ A7-0132/2010.

(12)  SEC(2011)372 τελικό της 21.03.2011.

(13)  SEC(2011) 299 τελικό της 4.3.2011, που επιβεβαιώνεται ευρέως από την έκθεση του Ευρωβαρομέτρου με θέμα “E-Communications Household Survey ” του Ιουλίου 2011.

(14)  COM(2010)538 τελικό της 1.10.2010.

(15)  ΕΕ C 18 της 19.1.2011, σ. 100.

(16)  ΕΕ C 132 της 3.5.2011, σ. 47.

(17)  Έγγρ. A7-0072/2011, που βασίζεται στην έκθεση της επιτροπής IMCO με θέμα “Μια ενιαία αγορά για τους Ευρωπαίους” (2010/2278 (INI). ΕΚ 456.691v02-00 της 24.3.2011), Εισηγ. Correia de Campos.

(18)  ΕΕ C 24 της 28.1.2012, σ.99.

(19)  COM(2011)777 τελικό της 15.11.2011.

(20)  Σε συνέχεια του αξιέπαινου Φόρουμ της Ενιαίας αγοράς στις 3 και 4 Οκτωβρίου 2011.

(21)  ΕΕ C 93 της 27.4.2007, σ. 25.

(22)  ΕΕ C 182 της 4.8.2009, σ. 1.

(23)  EE C 376 της 22.12.2011, σ.51

(24)  EE C 24 της 31.1.2006, σ. 39, ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σ. 21, ΕΕ C 48 της 15.2.2011, σ. 107.

(25)  EE C 24 της 31.1.2006, σ. 52, ΕΕ C 175 της 28.7.2009, σ. 26, ΕΕ C 21 της 21.1.2011, σ. 26.

(26)  Πρόκειται για κατεύθυνση που όρισε η ίδια η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της "Ενημέρωση και απλούστευση του κοινοτικού κεκτημένου" (COM(2003) 71 τελικό της 11.2.2003), την οποία στήριξε ξεκάθαρα η ΕΟΚΕ (ΕΕ C 112 της 30.4.2004, σ. 4) και η οποία έκτοτε μοιάζει να έχει λησμονηθεί.

(27)  Πρβλ. γνωμοδοτήσεις EE C 14 της 16.1.2001, σ. 1, ΕΕ C 125 της 27.5.2002, σ. 105, ΕΕ C 133 της 6.6.2003, σ. 5, ΕΕ C 309 της 16.12.2006, σ. 18, ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 8,

(28)  COM(95)288 τελικό της 21.6.1995.

(29)  ΕΕ C 120 της 16.5.2008, σ. 1, EE C 376 της 22.12.2011, σ. 69 και EE C 68, 6.3.2012, σ. 35.

(30)  ΕΕ C 43 της 15.2.2012, σ.14, καθώς και τις παλαιότερες γνωμοδοτήσεις στις οποίες παραπέμπει.

(31)  Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στις Εκθέσεις της Επιτροπής για την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, που ξεκίνησαν με την Ανακοίνωση της Επιτροπής της 16.6.1999 (COM(99) 299 τελικό) αλλά στη συνέχεια εγκαταλείφθηκαν. Πρβλ. γνωμοδότηση ΕΕ C 116 της 20.4.2001, σ. 14.

(32)  Υπενθυμίζεται η έκθεση Molitor προκειμένου να απαλλαχθεί από την άδικη κατηγορία "ενός βήματος μπροστά και δύο πίσω" που της αποδόθηκε (Πρβλ.. Alexis Feral, “Le principe de subsidiarité, progrés ou statu quo après le Traité dAmsterdam?”, στην Rev. du Marché Unique Européen, I, 1998, σ. 95) λόγω του αδέξιου τρόπου εφαρμογής της από την Επιτροπή, και να μετατραπεί σε πραγματική "πρόκληση αλλαγής" όπως την εννοούσε ο Jacques Delors.

(33)  Αυτό το έργο θα πρέπει να λάβει υπόψη τις διάφορες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ όσον αφορά τις διαδοχικές ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής σε συμμόρφωση με το άρθρο 9 του Πρωτοκόλλου σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

(34)  Πρβλ. γνωμοδοτήσεις EE C 221 της 8.9.2005, σ. 113, ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σ. 14, ΕΕ C 318 της 29.10.2011, σ. 109.

(35)  Πρβλ. γνωμοδοτήσεις EE C 56 της 24.2.1997, σ. 76, ΕΕ C 95 της 30.3.1998, σ. 72, ΕΕ C 209 της 22.7.1999, σ. 35, ΕΕ C 157 της 28.6.2005, σ. 1,ΕΕ C 302 της 7.12.2004, σ. 12, ΕΕ C 221 της 8.9.2005, σ. 126, ΕΕ C 65 της 17.3.2006, σ. 113, ΕΕ C 65 της 17.3.2006, σ. 134, ΕΕ C 309 της 16.12.2006, σ. 26, ΕΕ C 318 της 23.12.2006, σ. 51, ΕΕ C 115 της 16.5.2006, σ. 61, ΕΕ C 100 της 30.4.2009, σ. 84, ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 18, ΕΕ C 100 της 30.4.2009, σ. 22, ΕΕ C 228 της 22.9.2009, σ. 62, ΕΕ C 228 της 22.9.2009, σ. 66, ΕΕ C 218 της 11.9.2009, σ. 30, ΕΕ C 318, της 29.10.2011, σ. 133.

(36)  Παρά την Ανακοίνωση της Επιτροπής της 22.10.2009 για τις διασυνοριακές ηλεκτρονικές εμπορικές συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων και καταναλωτών στην ΕΕ (COM(2009) 557 τελικό).

(37)  Πρβλ. γνωμοδοτήσεις EE C 317 της 23.12.2009, σ. 67, ΕΕ C 18 της 19.1.2011, σ. 95.

(38)  ΕΕ C 128 της 18.5.2010, σ. 103.

(39)  Η ΕΟΚΕ θεωρείται δικαιολογημένα υπέρμαχος των συλλογικών αγωγών, καθώς τους έχει αφιερώσει πολυάριθμες γνωμοδοτήσεις εκ των οποίων ξεχωρίζουν οι γνωμοδοτήσεις CESE: ΕΕ C 309 της 16.12.2006, σ. 1, ΕΕ C 324 της 30.12.2006, σ. 1, ΕΕ C 162 της 25.6.2008, σ. 1, ΕΕ C 228 της 22.9.2009, σ. 40, ΕΕ C 128 της 18.5.2010, σ. 97.

(40)  Προς τούτο θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα ευρήματα της “Έκθεσης της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο για την επίτευξη πραγματικής ιθαγένειας της ΕΕ 2007-2010” (COM(2010) 602 τελικό της 27/10/2010) και της παράλληλης “Έκθεσης 2010 για την ιθαγένεια της ΕΕ – Άρση των εμποδίων στα δικαιώματα των πολιτών της ΕΕ” (COM(2010) 603 τελικό της 27/10/2010).

(41)  Πρβλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 161 της 13.7.2007, σ. 80.

(42)  Πρβλ. διερευνητική γνωμοδότηση ΕΟΚΕ ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ.152, και γνωμοδότηση πρωτοβουλίας ΕΕ C 44 της 11.2.2011, σ. 62.


Top