EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009PC0207

Πρόταση οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2009/…/ΕΚ {SEC(2009) 576} {SEC(2009) 577}

/* COM/2009/0207 τελικό - COD 2009/0064 */

52009PC0207




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 30.4.2009

COM(2009) 207 τελικό

2009/0064 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2009/…/ΕΚ

{SEC(2009) 576}{SEC(2009) 577}

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Πλαίσιο της πρότασης

1.1. Πλαίσιο, σκεπτικό και στόχοι της πρότασης

Η χρηματοπιστωτική κρίση έχει αποκαλύψει σειρά ευπαθειών του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η εν λόγω κρίση ανέδειξε τον τρόπο με τον οποίο οι κίνδυνοι οι οποίοι αποκρυσταλλώνονται σε έναν τομέα μπορούν να μεταδοθούν ταχέως γύρω από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, με σοβαρές επιπτώσεις για όλους τους συμμετέχοντες στη χρηματοπιστωτική αγορά και για τη σταθερότητα των υποκείμενων αγορών.

Η παρούσα πρόταση αποτελεί μέρος ενός φιλόδοξου προγράμματος της Επιτροπής για την επέκταση των κατάλληλων κανονιστικών ρυθμίσεων και της εποπτείας σε όλους τους φορείς και τις δραστηριότητες που συνεπάγονται σημαντικούς κινδύνους[1]. Η προτεινόμενη νομοθεσία θα εισάγει εναρμονισμένες απαιτήσεις για οντότητες οι οποίες ασχολούνται με τη διαχείριση και τη διοίκηση των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο[2] και η ομάδα υψηλού επιπέδου για την χρηματοπιστωτική εποπτεία υπό την προεδρία του Jacques de Larosière[3] τόνισαν την ανάγκη για στενότερη δέσμευση σε ρυθμιστικό επίπεδο με τον εν λόγω τομέα. Η εν λόγω ανάγκη αποτελεί επίσης αντικείμενο της διεξαγόμενης συζήτησης σε διεθνές επίπεδο, για παράδειγμα μέσω της εργασίας της G20, της Διεθνούς Οργάνωσης Επιτροπών Κεφαλαιαγορών (IOSCO) και του Φόρουμ για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα.

Οι εν λόγω οργανισμοί επενδύσεων ορίζονται ως όλοι οι οργανισμοί επενδύσεων οι οποίοι δεν ρυθμίζονται κανονιστικά από την οδηγία ΟΣΕΚΑ[4]. Οι ΔΟΕΕ διαχειρίζονται σήμερα περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 2 τρισεκατομμυρίων ευρώ χρησιμοποιώντας διάφορες επενδυτικές τεχνικές, επενδύοντας σε διαφορετικές αγορές στοιχείων ενεργητικού και εξυπηρετώντας διάφορους πληθυσμούς επενδυτών. Ο τομέας περιλαμβάνει αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνων και ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, καθώς και αμοιβαία κεφάλαια ακινήτων, αμοιβαία κεφάλαια εμπορευμάτων, επενδυτικά κεφάλαια σε έργα υποδομής και άλλους τύπους θεσμικών αμοιβαίων κεφαλαίων.

Η χρηματοπιστωτική κρίση έχει υπογραμμίσει το βαθμό στον οποίο οι ΔΟΕΕ είναι ευάλωτοι σε ένα ευρύ φάσμα κινδύνων. Οι κίνδυνοι αυτοί αφορούν άμεσα τους επενδυτές οι οποίοι επενδύουν στα εν λόγω αμοιβαία κεφάλαια, αλλά επίσης αποτελούν απειλή για τους πιστωτικούς φορείς, τους εμπορικούς αντισυμβαλλομένους και για τη σταθερότητα και την ακεραιότητα των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών. Οι εν λόγω κίνδυνοι λαμβάνουν ποικίλες μορφές:

Πηγή κινδύνου |

Μακροοικονομικοί προληπτικοί (συστημικοί) κίνδυνοι | Άμεση έκθεση συστημικά σημαντικών τραπεζών στον τομέα των ΔΟΕΕ Φιλοκυκλικές επιπτώσεις συμπεριφοράς της αγέλης και συγκεντρώσεων κινδύνων σε συγκεκριμένα τμήματα της αγοράς και απομόχλευσης στη ρευστότητα και τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών |

Μικροοικονομικοί προληπτικοί κίνδυνοι | Αδυναμία σε εσωτερικά συστήματα διαχείρισης κινδύνων αναφορικά με κινδύνους της αγοράς, κινδύνους αντισυμβαλλομένων, κινδύνους ρευστότητας χρηματοδοτήσεων και λειτουργικούς κινδύνους |

Προστασία των επενδυτών | Ανεπαρκής πληροφόρηση των επενδυτών σχετικά με την επενδυτική πολιτική, τη διαχείριση κινδύνων, τις εσωτερικές διαδικασίες Συγκρούσεις συμφερόντων και αποτυχίες στη διακυβέρνηση επενδυτικών οργανισμών, ιδίως όσον αφορά την αμοιβή, την αποτίμηση και τη διοίκηση |

Αποδοτικότητα και ακεραιότητα της αγοράς | Επιπτώσεις δυναμικών τεχνικών εμπορίου και ακάλυπτων πωλήσεων στη λειτουργία της αγοράς Πιθανότητα κατάχρησης της αγοράς σε σχέση με ορισμένες τεχνικές, για παράδειγμα, ακάλυπτες πωλήσεις |

Επιπτώσεις στην αγορά για εταιρικό έλεγχο | Έλλειψη διαφάνειας κατά τη δημιουργία συμμετοχών σε εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες (π.χ. μέσω της χρήσης δανειοληψίας μετοχών, συμβάσεων επί διαφοράς), ή συντονισμένης δράσης σε «μαχητικές» στρατηγικές |

Επιπτώσεις στις εταιρείες οι οποίες ελέγχονται από ΔΟΕΕ | Πιθανότητα απόκλισης κινήτρων στη διαχείριση εταιρειών χαρτοφυλακίου, ιδίως σε σχέση με τη χρήση χρηματοδότησης χρέους Έλλειψη διαφάνειας και δημόσιου ελέγχου εταιρειών οι οποίες υπόκεινται σε εξαγορές |

Ο χαρακτήρας και η ένταση των εν λόγω κινδύνων ποικίλλουν μεταξύ των επιχειρηματικών μοντέλων. Για παράδειγμα, οι μακροοικονομικοί προληπτικοί κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται με τη χρήση μόχλευσης σχετίζονται κατά κύριο λόγο με τις δραστηριότητες αμοιβαίων κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου και αμοιβαίων κεφαλαίων εμπορευμάτων, ενώ οι κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται με τη διακυβέρνηση εταιρειών χαρτοφυλακίου συνδέονται στενότερα με τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Ωστόσο, υπάρχουν άλλοι κίνδυνοι, όπως εκείνοι που σχετίζονται με τη διαχείριση μικροοικονομικών προληπτικών κινδύνων και την προστασία των επενδυτών, οι οποίοι είναι κοινοί για όλους του τύπους ΔΟΕΕ.

Παρόλο που οι ΔΟΕΕ δεν ήταν η αιτία της κρίσης, πρόσφατα γεγονότα άσκησαν σοβαρή πίεση στον τομέα. Οι κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται με τις δραστηριότητές τους εκδηλώθηκαν σε ολόκληρο τον κλάδο των ΔΟΕΕ τους τελευταίους μήνες και μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να έχουν συντελέσει στις αναταραχές της αγοράς. Για παράδειγμα, τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου έχουν συντελέσει στον πληθωρισμό των τιμών των περιουσιακών στοιχείων και στην ταχεία ανάπτυξη δομημένων πιστωτικών αγορών. Η αιφνίδια αποδόμηση μεγάλων μοχλευμένων θέσεων ως απάντηση στην τάση για αυστηρότερους πιστωτικούς όρους και στα αιτήματα των επενδυτών για εξαγορές είχε φιλοκυκλική επίπτωση στις πτωτικές αγορές και ενδεχομένως προκάλεσε προβλήματα στη ρευστότητα της αγοράς. Τα αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου έχουν αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας: δεν μπόρεσαν να ρευστοποιήσουν τα περιουσιακά στοιχεία αρκετά γρήγορα ώστε να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των επενδυτών για ανάληψη μετρητών, οδηγώντας ορισμένους επενδυτικούς οργανισμούς που επενδύουν σε αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνων να αναστείλουν ή αλλιώς να περιορίσουν τις εξαγορές. Τα αμοιβαία κεφάλαια εμπορευμάτων είχαν εμπλακεί στις υπερβολικές αυξήσεις των τιμών εμπορευμάτων που σημειώθηκαν στα τέλη του 2007.

Εξάλλου, τ α ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια , λόγω των επενδυτικών στρατηγικών τους και της διαφορετικής χρήσης μόχλευσης σε σύγκριση με τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου, δεν συντέλεσαν στην αύξηση των μακροοικονομικών προληπτικών κινδύνων. Τα εν λόγω κεφάλαια έχουν υποβληθεί σε προκλήσεις σχετικά με τη διαθεσιμότητα πιστώσεων και τη χρηματοπιστωτική ευρωστία των εταιρειών χαρτοφυλακίου τους. Η αδυναμία λήψης μόχλευσης έχει μειώσει σημαντικά τη δραστηριότητα εξαγορών και έχει αναφερθεί ότι πολλές εταιρείες χαρτοφυλακίου, οι οποίες παλαιότερα ήταν υποκείμενες σε μοχλευμένες εξαγορές, αντιμετωπίζουν δυσκολίες εύρεσης κεφαλαίων αντικατάστασης.

Η διασυνοριακή διάσταση αυτών των κινδύνων καθιστά αναγκαία την ύπαρξη ενός συνεκτικού ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου:

Κατά την παρούσα περίοδο, οι δραστηριότητες των ΔΟΕΕ διέπονται από έναν συνδυασμό εθνικών δημοσιονομικών και περί εταιρικού δικαίου κανονισμών, καθώς και γενικών διατάξεων του κοινοτικού δικαίου. Πρότυπα ειδικά σχεδιασμένα για τον κλάδο συμπληρώνουν τους εν λόγω κανονισμούς και διατάξεις σε ορισμένους τομείς. Ωστόσο, πρόσφατα γεγονότα υποδηλώνουν ότι ορισμένοι κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται με τους ΔΟΕΕ έχουν υποτιμηθεί και δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς από τους τρέχοντες κανόνες. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει εν μέρει την εθνική, κυρίως, προοπτική των υφιστάμενων κανόνων: το ρυθμιστικό περιβάλλον δεν αντικατοπτρίζει επαρκώς το διασυνοριακό χαρακτήρα των κινδύνων.

Το γεγονός αυτό είναι ιδιαιτέρως αξιοσημείωτο σε σχέση με την αποτελεσματική εποπτεία και τον έλεγχο των μακροοικονομικών προληπτικών κινδύνων. Οι μεμονωμένες και συλλογικές δραστηριότητες μεγάλων ΔΟΕΕ, ιδίως των ΔΟΕΕ που χρησιμοποιούν υψηλά επίπεδα μόχλευσης, ενισχύουν τις μελλοντικές εξελίξεις της αγοράς και έχουν συνεισφέρει στην τρέχουσα αστάθεια των χρηματοπιστωτικών αγορών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, δεν υπάρχουν σήμερα αποτελεσματικοί μηχανισμοί για τη συλλογή, τη συγκέντρωση και την ανάλυση πληροφοριών σχετικά με τους εν λόγω κινδύνους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Υπάρχει επίσης μια δυνητική διασυνοριακή διάσταση της ποιότητας διαχείρισης κινδύνων από τους ΔΟΟΕ: επενδυτές, πιστωτικοί φορείς και εμπορικοί αντισυμβαλλόμενοι των ΔΟΕΕ εδρεύουν σε άλλα κράτη μέλη και εξαρτώνται από τους ελέγχους οι οποίοι εκτελούνται από τους ΔΟΕΕ. Επί του παρόντος, οι δικαιοδοσίες διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό ως προς τον τρόπο με τον οποίο επιτηρούν τις τρέχουσες επιχειρήσεις των ΔΟΕΕ.

Οι εθνικώς κατακερματισμένες προσεγγίσεις δεν συνιστούν ισχυρή και πλήρη ανταπόκριση στους κινδύνους του εν λόγω τομέα. Προκειμένου να καταστεί αποτελεσματική η διαχείριση της διασυνοριακής διάστασης των εν λόγω κινδύνων, απαιτείται κοινή αντιμετώπιση των υποχρεώσεων των ΔΟΕΕ, συντονισμένη προσέγγιση της εποπτείας των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνων, της εσωτερικής διακυβέρνησης και της διαφάνειας, και σαφείς διακανονισμοί για την υποστήριξη των εποπτικών αρχών όσον αφορά τη διαχείριση των εν λόγω κινδύνων, τόσο σε εγχώριο επίπεδο όσο και μέσω αποτελεσματικής εποπτικής συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο τρέχων κατακερματισμός του ρυθμιστικού περιβάλλοντος έχει επίσης ως αποτέλεσμα την ύπαρξη νομικών και ρυθμιστικών εμποδίων στην αποδοτική διασυνοριακή εμπορική προώθηση των ΟΕΕ. Υπό την προϋπόθεση ότι οι ΔΟΕΕ λειτουργούν σύμφωνα με αυστηρές κοινές απαιτήσεις, δεν υφίσταται εμφανής αιτιολόγηση απαγόρευσης σε ένα ΔΟΕΕ ο οποίος εδρεύει σε ένα κράτος μέλος να προωθήσει εμπορικά έναν ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές στην αγορά ενός άλλου κράτους μέλους.

Αναγνωρίζοντας ακριβώς αυτές τις αδυναμίες και ελλείψεις σε αποδοτικότητα του υφιστάμενου ρυθμιστικού πλαισίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμευτεί να υποβάλει πρόταση για ένα ολοκληρωμένο νομοθετικό μέσο για τη θέσπιση ρυθμιστικών και εποπτικών προτύπων για αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου, ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια και άλλους συστημικά σημαντικούς παράγοντες της αγοράς.

Παρόλο που η ενίσχυση του ρυθμιστικού και εποπτικού περιβάλλοντος για τους ΔΟΕΕ σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι σημαντική και απαραίτητη, θα πρέπει, προκειμένου να καταστεί πλήρως αποτελεσματική, να συνοδεύεται από παράλληλες πρωτοβουλίες σε άλλες σημαντικές δικαιοδοσίες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ευελπιστεί ότι οι αρχές οι οποίες ενσωματώνονται στην εν λόγω πρόταση θα συνεισφέρουν σημαντικά στη συζήτηση σχετικά με την ενίσχυση της αρχιτεκτονικής για μια παγκόσμια προσέγγιση εποπτείας του κλάδου εναλλακτικών επενδύσεων. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τους διεθνείς εταίρους της, ειδικότερα τις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ρυθμιστική και εποπτική σύγκλιση των κανόνων που εφαρμόζονται στις ΔΟΕΕ και να αποφεύγονται οι περιττές επικαλύψεις ρυθμίσεων.

1.2. Εκπόνηση της πρότασης: διαβούλευση και εκτίμηση επιπτώσεων

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πραγματοποιήσει εκτενείς διαβουλεύσεις σχετικά με την καταλληλότητα των ρυθμιστικών διατάξεων για διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων μη ΟΣΕΚΑ και για την εμπορική προώθηση αμοιβαίων κεφαλαίων μη ΟΣΕΚΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πραγματοποίησε επίσης διαβουλεύσεις ειδικά για μια σειρά ζητημάτων τα οποία σχετίζονται με τις δραστηριότητες αμοιβαίων κεφαλαίων αντισταθμιστικού κινδύνου. Οι διάφορες πρωτοβουλίες και μελέτες στις οποίες βασίστηκε η Επιτροπή για τους σκοπούς της εν λόγω νομοθετικής πρότασης περιγράφονται λεπτομερέστατα στην εκτίμηση επιπτώσεων.

2. Γενική προσέγγιση

Η εν λόγω πρόταση επικεντρώνεται στις δραστηριότητες εκείνες οι οποίες είναι συγκεκριμένες ή εγγενείς στον τομέα των ΔΟΕΕ και, ως εκ τούτου, πρέπει να αντιμετωπιστούν με στοχοθετημένες απαιτήσεις. Πολλές από τις ανησυχίες που εκφράζονται συχνά σχετικά με τις δραστηριότητες των ΔΟΕΕ συνδέονται με συμπεριφορές (π.χ. ακάλυπτες πωλήσεις, χρήση δανειοληψίας μετοχών ή άλλων μέσων για τη δημιουργία συμμετοχής σε μια εταιρεία) οι οποίες δεν είναι αποκλειστικές για αυτήν την κατηγορία συμμετεχόντων στη χρηματοπιστωτική αγορά. Προκειμένου η πρόταση να καταστεί πλήρως αποτελεσματική και συνεκτική, οι εν λόγω ανησυχίες πρέπει να αντιμετωπιστούν με γενικά μέτρα τα οποία ισχύουν για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά οι οποίοι ασχολούνται με τις σχετικές δραστηριότητες. Ορισμένα από τα εν λόγω ζητήματα θα αποτελέσουν το επίκεντρο της αναθεώρησης σχετικών οδηγιών της ΕΕ, οι οποίες θα καθορίσουν το κατάλληλο πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο τυχόν διορθωτικών μέτρων.

Ως εκ τούτου, η παρούσα πρόταση είναι σχεδιασμένη για την αντιμετώπιση ζητημάτων για τα οποία απαιτούνται ειδικές διατάξεις για τους ΔΟΕΕ και τις δραστηριότητές τους. Η προτεινόμενη οδηγία επιδιώκει:

- Να καθιερωθεί ένα ασφαλές και εναρμονισμένο πλαίσιο της ΕΕ για την παρακολούθηση και την εποπτεία των κινδύνων που θέτουν οι ΔΟΕΕ στους επενδυτές τους, στους αντισυμβαλλομένους τους, σε άλλους συμμετέχοντες στη χρηματοπιστωτική αγορά και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, και

- Να επιτραπεί στους ΔΟΕΕ, με την επιφύλαξη συμμόρφωσης σε αυστηρές απαιτήσεις, να παρέχουν υπηρεσίες και να προωθούν εμπορικά τα αμοιβαία κεφάλαια τους σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά.

Στην ακόλουθη ενότητα αναφέρονται οι βασικές αρχές στις οποίες στηρίζονται οι διατάξεις της προτεινόμενης οδηγίας. Ειδικές διατάξεις περιγράφονται λεπτομερέστερα στην ενότητα 3.5.

Βάσει της οδηγίας, απαιτείται άδεια για τους διαχειριστές όλων των αμοιβαίων κεφαλαίων μη ΟΣΕΚΑ

Παρόλο που το επίκεντρο της προσοχής κατά την παρούσα περίοδο είναι στραμμένο στα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου και στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιστεύει ότι ο περιορισμός οποιασδήποτε νομοθετικής πρωτοβουλίας σε αυτές τις δύο κατηγορίες ΔΟΕΕ θα ήταν αναποτελεσματικός και ελλιπής από πλευράς διορατικότητας: αναποτελεσματικός επειδή οποιοσδήποτε αυθαίρετος ορισμός των εν λόγω αμοιβαίων κεφαλαίων ενδέχεται να μην ενσωματώνει όλους τους σχετικούς φορείς και θα μπορούσε εύκολα να καταστρατηγηθεί, και ελλιπής από πλευράς διορατικότητας επειδή πολλοί από τους υποκείμενους κινδύνους παρουσιάζονται επίσης σε άλλους τύπους δραστηριοτήτων των ΔΟΕΕ. Η ρυθμιστική λύση η οποία ενδεχομένως να αποδειχθεί ως η πιο ανθεκτική και παραγωγική είναι, κατά συνέπεια, η ενσωμάτωση όλων των ΔΟΕΕ των οποίων οι δραστηριότητες επισύρουν τους εν λόγω κινδύνους. Συνεπώς, η διαχείριση και η διοίκηση οποιωνδήποτε μη ΟΣΕΚΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να υπόκεινται σε χορήγηση άδειας και να επιτηρούνται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας.

Αυτή η ευρεία κάλυψη δεν συνεπάγεται κοινή προσέγγιση για όλους

Μια κοινή δέσμη βασικών διατάξεων θα διέπει τις προϋποθέσεις για την αρχική άδεια και οργάνωση όλων των ΔΟΕΕ. Οι εν λόγω βασικές διατάξεις θα είναι ειδικά προσαρμοσμένες στις διαφορετικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων ούτως ώστε να αποφευχθεί η επιβολή άσχετων ή ακατάλληλων απαιτήσεων σε επενδυτικές πολιτικές για τις οποίες δεν έχουν κανένα νόημα. Πέρα από τις εν λόγω κοινές διατάξεις, στην πρόταση προβλέπεται σειρά ειδικών, εξατομικευμένων διατάξεων οι οποίες θα ισχύουν μόνο για ΔΟΕΕ οι οποίοι χρησιμοποιούν ορισμένες τεχνικές ή στρατηγικές κατά τη διαχείριση των ΟΕΕ τους (για παράδειγμα, συστηματική χρήση υψηλού βαθμού μόχλευσης, απόκτηση ελέγχου εταιρειών) και θα διασφαλίζουν κατάλληλο βαθμό διαφάνειας όσον αφορά τις εν λόγω τεχνικές.

Εξαίρεση ήσσονος σημασίας για διαχειριστές χαρτοφυλακίων μικρών περιουσιακών στοιχείων

Η προτεινόμενη οδηγία περιέχει δύο εξαιρέσεις ήσσονος σημασίας για τους μικρούς διαχειριστές. Όλοι οι ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων το σύνολο περιουσιακών στοιχείων δεν υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια ευρώ θα εξαιρούνται από τις διατάξεις της προτεινόμενης οδηγίας. Η διαχείριση των εν λόγω αμοιβαίων κεφαλαίων δεν είναι πιθανό να θέσει σημαντικούς κινδύνους στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στην αποδοτικότητα της αγοράς. Συνεπώς, η επέκταση των εν λόγω ρυθμιστικών απαιτήσεων σε μικρούς διαχειριστές θα επέβαλε δαπάνες και διοικητικό φόρτο που δεν θα αιτιολογούνταν από τα οφέλη. Ωστόσο, για τους ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται μόνο ΟΕΕ χωρίς μόχλευση και δεν χορηγούν στους επενδυτές δικαιώματα εξαγοράς για περίοδο πέντε ετών μετά την ημερομηνία σύστασης του κάθε ΟΕΕ ισχύει το ελάχιστο όριο των 500 εκατομμυρίων ευρώ ισχύει. Αυτό το σημαντικά υψηλότερο ελάχιστο όριο δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι διαχειριστές των οργανισμών χωρίς μόχλευση δεν είναι πιθανό να προκαλέσουν συστημικούς κινδύνους. Οι ΔΟΕΕ οι οποίοι εξαιρούνται δεν θα έχουν κανένα δικαίωμα δυνάμει της οδηγίας, εκτός και αν επιθυμούν να κάνουν αίτηση για άδεια δυνάμει της οδηγίας.

Σε αυτή τη βάση, η προσοχή από πλευράς εποπτείας θα επικεντρωθεί στους τομείς όπου συγκεντρώνονται οι κίνδυνοι. Το ανώτατο όριο των 100 εκατομμυρίων ευρώ συνεπάγεται ότι περίπου 30% των διαχειριστών αμοιβαίων κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου, οι οποίοι διαχειρίζονται σχεδόν το 90% των περιουσιακών στοιχείων αμοιβαίων κεφαλαίων αντιστάθμισης κινδύνου με έδρα στην ΕΕ, θα καλύπτονται από την οδηγία. Θα συμπεριληφθεί σχεδόν το ήμισυ των διαχειριστών άλλων αμοιβαίων κεφαλαίων μη ΟΣΕΚΑ και θα εξασφαλίσει σχεδόν πλήρη κάλυψη των περιουσιακών στοιχείων που επενδύονται στα αμοιβαία κεφάλαιά τους.

Η έμφαση δίδεται στις οντότητες λήψης αποφάσεων και ανάληψης κινδύνων στην αλυσίδα αξίας

Οι κίνδυνοι για τη σταθερότητα, την αποδοτικότητα και τους επενδυτές της αγοράς απορρέουν πρωτίστως από τη συμπεριφορά και την οργάνωση των ΔΟΕΕ και ορισμένων άλλων βασικών φορέων στη διακυβέρνηση και την αλυσίδα αξίας αμοιβαίων κεφαλαίων (τράπεζα παρακαταθηκών, όπου είναι σχετικό, και οντότητα αποτίμησης). Κατά συνέπεια, ο αποτελεσματικότερος τρόπος για την αντιμετώπιση των κινδύνων είναι η επικέντρωση στις εν λόγω οντότητες, οι οποίες είναι καθοριστικές όσον αφορά τους κινδύνους που συνδέονται με τη διαχείριση των ΟΕΕ.

Οι ΔΟΕΕ θα δικαιούνται να προωθούν εμπορικά τους ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές

Η άδεια ως ΔΟΕΕ θα παρέχει το δικαίωμα στο διαχειριστή να προωθεί εμπορικά τον ΟΕΕ μόνο σε επαγγελματίες επενδυτές (όπως ορίζεται από την οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID)). Πολλοί ΟΕΕ ενέχουν σχετικά υψηλό επίπεδο κινδύνου (απώλειας μεγάλου μέρους ή όλου του επενδυμένου κεφαλαίου) ή/και έχουν άλλα χαρακτηριστικά τα οποία τους καθιστούν ακατάλληλους για το ευρύ επενδυτικό κοινό. Συγκεκριμένα, οι ΟΕΕ μπορεί να δεσμεύσουν τους επενδυτές με την επένδυσή τους για μεγαλύτερο διάστημα από αυτό που είναι αποδεκτό για αμοιβαία κεφάλαια στην αγορά λιανικής. Οι επενδυτικές στρατηγικές συνήθως είναι περίπλοκες και συχνά περιλαμβάνουν επενδύσεις σε μη ρευστοποιήσιμες και δύσκολα αξιολογήσιμες επενδύσεις. Κατά συνέπεια, η εμπορική προώθηση των εν λόγω ΟΕΕ θα περιοριστεί στους επενδυτές εκείνους οι οποίοι έχουν τα μέσα να κατανοήσουν και να επωμιστούν τους κινδύνους που συνδέονται με αυτό το είδος επενδύσεων.

Ο περιορισμός σε επαγγελματίες επενδυτές είναι σύμφωνος με την τρέχουσα κατάσταση σε πολλά κράτη μέλη. Ωστόσο, ορισμένες από τις κατηγορίες των ΟΕΕ που καλύπτει η προτεινόμενη οδηγία – όπως αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν σε αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου και αμοιβαία κεφάλαια ακινήτων ανοικτού τύπου) – είναι προσιτές για το ευρύ επενδυτικό κοινό σε ορισμένα κράτη μέλη, με την επιφύλαξη αυστηρών ρυθμιστικών ελέγχων. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την εμπορική προώθηση στο ευρύ επενδυτικό κοινό εντός της επικράτειάς τους και μπορούν να εφαρμόσουν επιπλέον κανονιστικές διασφαλίσεις για το σκοπό αυτό.

… συμπεριλαμβάνοντας το δικαίωμα διασυνοριακής εμπορικής προώθησης αμοιβαίων κεφαλαίων:

Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της προτεινόμενης οδηγίας αρκεί για να επιτραπεί στους ΔΟΕΕ να προωθήσουν εμπορικά τους ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές σε αγορές άλλων κρατών μελών. Η διασυνοριακή εμπορική προώθηση υπόκειται μόνο στην υποβολή κατάλληλων πληροφοριών στην αρμόδια αρχή υποδοχής.

Οι ΔΟΕΕ θα επιτρέπεται να διαχειρίζονται και να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν σε τρίτες χώρες

Σήμερα, πολλοί διαχειριστές οι οποίοι εδρεύουν στην ΕΕ διαχειρίζονται αμοιβαία κεφάλαια με έδρα σε τρίτες χώρες και τα προωθούν εμπορικά στην Ευρώπη. Η οδηγία εισάγει νέες προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των όποιων επιπλέον κινδύνων για τις ευρωπαϊκές αγορές και τους επενδυτές, οι οποίοι θα μπορούσαν να προκύψουν από τέτοιες επιχειρήσεις. Επίσης, εξασφαλίζει ότι οι εθνικές φορολογικές αρχές μπορούν να λάβουν όλες τις πληροφορίες από τις φορολογικές αρχές της τρίτης χώρας που είναι απαραίτητες για τη φορολόγηση των εγχώριων επαγγελματιών επενδυτών που επενδύουν σε υπεράκτια αμοιβαία κεφάλαια. Οι δραστηριότητες διαχείρισης και διοίκησης των ΟΕΕ είναι προνόμιο εγκεκριμένων ΔΟΕΕ με έδρα στην ΕΕ, με τη δυνατότητα οι ΔΟΕΕ να αναθέσουν τα καθήκοντα διοίκησης (αλλά όχι τα καθήκοντα διαχείρισης) σε υπεράκτιες οντότητες με την επιφύλαξη κατάλληλων προϋποθέσεων. Συγκεκριμένα, οι θεματοφύλακες οι οποίοι διορίζονται για να αναλάβουν την ευθύνη φύλαξης χρημάτων και περιουσιακών στοιχείων πρέπει να είναι πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα στην ΕΕ, τα οποία μπορούν μόνο να μεταβιβάζουν περαιτέρω καθήκοντα με την επιφύλαξη αυστηρών προϋποθέσεων. Οι εκτιμητές οι οποίοι ορίζονται σύμφωνα με δικαιοδοσίες τρίτων χωρών πρέπει να υπόκεινται σε αντίστοιχα ρυθμιστικά πρότυπα. Με την επιφύλαξη των εν λόγω αυστηρών προϋποθέσεων, οι προτάσεις προβλέπουν ότι οι ΔΟΕΕ της ΕΕ μπορούν να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτες χώρες σε επαγγελματίες επενδυτές σε όλη την Ευρώπη μετά από πρόσθετη περίοδο τριών ετών. Στο μεταξύ τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν ή να συνεχίσουν να επιτρέπουν σε ΔΟΕΕ να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτες χώρες σε επαγγελματίες επενδυτές στο έδαφός τους στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας.

3. Νομικά στοιχεία της πρότασης

3.1. Νομική βάση

Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ.

3.2. Αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας

Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή πρέπει να ενεργεί μόνο σε περίπτωση και στο μέτρο που οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα από την Κοινότητα.

Οι δραστηριότητες των ΔΟΕΕ επηρεάζουν τους επενδυτές, τους αντισυμβαλλομένους και τις χρηματοπιστωτικές αγορές οι οποίες βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, και ως εκ τούτου, η φύση των κινδύνων οι οποίοι συνδέονται με τις δραστηριότητες των ΔΟΕΕ είναι συχνά διασυνοριακή. Συνεπώς, απαιτείται ένα κοινό επίπεδο διαφάνειας και κανονιστικών διασφαλίσεων σε όλη την ΕΕ για την αποτελεσματική παρακολούθηση μακροοικονομικών προληπτικών κινδύνων και την εποπτεία της δραστηριότητας των ΔΟΕΕ. Στην οδηγία επίσης προβλέπεται ένα εναρμονισμένο πλαίσιο για την ασφαλή και αποδοτική διασυνοριακή εμπορική προώθηση των ΟΕΕ, το οποίο δεν μπορεί να δημιουργηθεί όσο αποτελεσματικά απαιτείται μέσω της μη συντονισμένης δράσης των κρατών μελών.

Η προτεινόμενη οδηγία επίσης είναι αναλογική, όπως απαιτείται από το άρθρο 5 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. Πολλές από τις διατάξεις της οδηγίας σχετίζονται με συγκεκριμένες δραστηριότητες, αλλά σε περίπτωση που ένας ΔΟΕΕ δεν ασχολείται με τις εν λόγω δραστηριότητες, τότε οι διατάξεις δεν εφαρμόζονται. Επιπλέον, η οδηγία προβλέπει δύο εξαιρέσεις ήσσονος σημασίας: οι ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται αμοιβαία κεφάλαια αξίας κάτω του ανώτατου ορίου των 100 εκατομμυρίων ευρώ απαλλάσσονται από τις απαιτήσεις έγκρισης, καθώς τα εν λόγω κεφάλαια δεν είναι πιθανό να θέσουν σημαντικούς συστημικούς κινδύνους ή να αποτελέσουν απειλή για τις ομαλές συνθήκες των αγορών. Για τους ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται μόνο ΟΕΕ χωρίς μόχλευση και δεν χορηγούν στους επενδυτές δικαιώματα εξαγοράς για περίοδο πέντε ετών μετά την ημερομηνία σύστασης του κάθε ΟΕΕ ισχύει το ελάχιστο όριο των 500 εκατομμυρίων ευρώ.

3.3. Επιλογή νομικού μέσου

Η επιλογή της οδηγίας ως νομικού μέσου αντιπροσωπεύει λογική αντιστάθμιση μεταξύ εναρμόνισης και ευελιξίας. Στην προτεινόμενη οδηγία προβλέπεται κατάλληλος βαθμός εναρμόνισης για την παροχή ενός συνεκτικού και ασφαλούς πανευρωπαϊκού πλαισίου όσον αφορά την άδεια των ΔΟΕΕ και τη συνεχή τους εποπτεία. Η επιλογή της οδηγίας επιτρέπει στα κράτη μέλη ένα βαθμό ευελιξίας αποφάσεων ως προς τον τρόπο προσαρμογής των εθνικών τους εννόμων τάξεων στο νέο πλαίσιο. Αυτό είναι σύμφωνο με την αρχή της επικουρικότητας.

3.4. Επιτροπολογία

Η πρόταση βασίζεται στη διαδικασία Lamfalussy για τη κανονιστική ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Η προτεινόμενη οδηγία περιέχει τις απαραίτητες αρχές προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ΔΟΕΕ υπόκεινται σε σταθερά υψηλά πρότυπα διαφάνειας και ρυθμιστικής εποπτείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ταυτόχρονα προβλέπεται η υιοθέτηση λεπτομερών εκτελεστικών μέτρων μέσω διαδικασιών επιτροπολογίας.

3.5. Περιεχόμενο της πρότασης

3.5.1. Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλοι οι ΔΟΕΕ οι οποίοι δραστηριοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπόκεινται σε αποτελεσματική επίβλεψη και εποπτεία, η προτεινόμενη οδηγία εισάγει ένα νομικά δεσμευτικά καθεστώς αδείας και εποπτείας για όλους τους ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται ΟΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το καθεστώς θα ισχύει ανεξαρτήτως της νομικής έδρας του υπό διαχείριση ΟΕΕ. Για λόγους αναλογικότητας, η οδηγία δεν θα ισχύει για ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων η αξία περιουσιακών στοιχείων δεν υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια ευρώ, ή τα 500 εκατομμύρια ευρώ για τους ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται μόνο ΟΕΕ χωρίς μόχλευση και δεν χορηγούν στους επενδυτές δικαιώματα εξαγοράς για περίοδο πέντε ετών μετά την ημερομηνία σύστασης του κάθε ΟΕΕ.

3.5.2. Προϋποθέσεις λειτουργίας και αρχική άδεια

Όλοι οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να λάβουν άδεια από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τους προκειμένου να δραστηριοποιηθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλοι οι ΔΟΕΕ οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό έδαφος θα πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν τα κατάλληλα προσόντα για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης ΟΕΕ και θα πρέπει να παρέχουν λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την προγραμματισμένη δραστηριότητα του ΔΟΕΕ, την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά του διαχειριζόμενου ΟΕΕ, τη διακυβέρνηση του ΔΟΕΕ (συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων για την ανάθεση υπηρεσιών διαχείρισης), τις ρυθμίσεις για την εκτίμηση και τη φύλαξη περιουσιακών στοιχείων και τα συστήματα υποβολής των επιβεβλημένων εκθέσεων, όπου απαιτείται. Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει επίσης να διαθέτουν και να διατηρούν ένα ελάχιστο επίπεδο κεφαλαίου.

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεχής αποτελεσματική διαχείριση όλων των κινδύνων οι οποίοι συνδέονται με τη δραστηριότητα των ΔΟΕΕ, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να πείσουν την αρμόδια αρχή αναφορικά με την ευρωστία των εσωτερικών ρυθμίσεων όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνων, ιδίως των κινδύνων ρευστότητας και επιπλέον κινδύνων εκμετάλλευσης και αντισυμβαλλομένων οι οποίοι συνδέονται με ακάλυπτες πωλήσεις, καθώς και αναφορικά με τη διαχείριση και τη γνωστοποίηση συγκρούσεων συμφερόντων, την εύλογη αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων, και την ασφάλεια ρυθμίσεων σχετικά με το θεματοφύλακα και τη φύλαξη.

Δεδομένης της ποικιλομορφίας των επενδυτικών στρατηγικών των ΔΟΕΕ, στην προτεινόμενη οδηγία προβλέπεται ότι οι ακριβείς απαιτήσεις, ιδίως αναφορικά με τη γνωστοποίηση, θα προσαρμοστούν ειδικά στη συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική που χρησιμοποιείται.

3.5.3. Μεταχείριση των επενδυτών

Στην προτεινόμενη οδηγία προβλέπεται ένα ελάχιστο επίπεδο παροχής υπηρεσιών και πληροφόρησης στους (επαγγελματίες) επενδυτές των ΔΟΕΕ, σε αρχική και διαρκή βάση, για τη διευκόλυνση της δέουσας επιμέλειάς τους και τη διασφάλιση κατάλληλου επιπέδου προστασίας των επενδυτών. Σύμφωνα με την προτεινόμενη οδηγία, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να παρέχουν στους επενδυτές τους σαφή περιγραφή της επενδυτικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των περιγραφών του τύπου περιουσιακών στοιχείων και της χρήσης μόχλευσης, της πολιτικής εξαγοράς σε κανονικές και έκτακτες περιστάσεις, των διαδικασιών αποτίμησης, φύλαξης, διοίκησης και διαχείρισης κινδύνων, καθώς και των αμοιβών, των χρεώσεων και των δαπανών οι οποίες συνδέονται με την επένδυση.

3.5.4. Πληροφόρηση των ρυθμιστικών φορέων

Για την υποστήριξη της αποτελεσματικής μακροοικονομικής προληπτικής εποπτείας των δραστηριοτήτων των ΔΟΕΕ, οι ΔΟΕΕ θα πρέπει επίσης να υποβάλλουν τακτικά στην αρμόδια αρχή εκθέσεις σχετικά με τις βασικές αγορές και τα βασικά μέσα όπου πραγματοποιούν εμπορικές συναλλαγές, τα βασικά χρηματοδοτικά ανοίγματά τους, καθώς και σχετικά με δεδομένα επιδόσεων και συγκεντρώσεις κινδύνων. Οι ΔΟΕΕ θα πρέπει επίσης να κοινοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής την ταυτότητα του διαχειριζόμενου ΟΕΕ, τις αγορές και τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία θα επενδύσει ο ΟΕΕ, όπως και τις ρυθμίσεις οργάνωσης και διαχείρισης κινδύνων που έχουν καθοριστεί σε σχέση με τον εν λόγω ΟΕΕ.

3.5.5. Ειδικές απαιτήσεις για ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται μοχλευμένους ΟΕΕ

Η χρήση συστηματικά υψηλού επιπέδου μόχλευσης επιτρέπει στους ΔΟΕΕ να έχουν αντίκτυπο στις αγορές στις οποίες επενδύουν που μπορεί να είναι πολλαπλάσιος του μετοχικού κεφαλαίου του επενδυτικού οργανισμού. Η πρόταση παρέχει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να ορίζει τα όρια μόχλευσης μέσω διαδικασιών επιτροπολογίας στις περιπτώσεις όπου αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η σταθερότητα και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η προτεινόμενη οδηγία παρέχει πρόσθετες έκτακτες αρμοδιότητες στις εθνικές αρχές προκειμένου να περιορίζουν τη χρήση μόχλευσης για μεμονωμένους διευθυντές και μεμονωμένα αμοιβαία κεφάλαια σε εξαιρετικές περιστάσεις. Επιπλέον, προβλέπει ότι οι ΔΟΕΕ οι οποίοι χρησιμοποιούν συστηματικά τη μόχλευση πάνω από ένα καθορισμένο ανώτατο όριο θα πρέπει να γνωστοποιούν τη συνολική μόχλευση κάθε μορφής, και τις βασικές πηγές μόχλευσης στην αρχή της χώρας προέλευσης του ΔΟΕΕ. Το σχέδιο πρότασης δεν επιβάλλει υποχρεώσεις στις αρμόδιες αρχές όσον αφορά τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών. Όσον αφορά τους εν λόγω μοχλευμένους επενδυτικούς οργανισμούς, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συγκεντρώσουν και να ανταλλάξουν, με άλλες αρμόδιες αρχές, πληροφορίες οι οποίες αφορούν την παρακολούθηση και την ανταπόκριση σε πιθανές συνέπειες της δραστηριότητας των ΔΟΕΕ για συστημικά σχετικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε όλη την ΕΕ ή/και για την ομαλή λειτουργία των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται οι ΔΟΕΕ.

3.5.6. Ειδικές απαιτήσεις για τους ΔΟΕΕ οι οποίοι αποκτούν την πλειοψηφία μετοχών σε εταιρείες

Στην πρόταση υπάρχουν διατάξεις σχετικά με τις γνωστοποιήσεις πληροφοριών σε άλλους μετόχους και στους εκπροσώπους των υπαλλήλων της εταιρείας χαρτοφυλακίου στην οποία ο ΔΟΕΕ απέκτησε ελέγχουσα συμμετοχή. Στην εν λόγω πρόταση προβλέπεται ότι οι ΔΟΕΕ εκδίδουν ετήσιες κοινοποιήσεις σχετικά με την επενδυτική στρατηγική τους και τους στόχους του επενδυτικού οργανισμού τους όταν αποκτούν τον έλεγχο εταιρειών, και γενικές κοινοποιήσεις σχετικά με την απόδοση της εταιρείας χαρτοφυλακίου κατόπιν απόκτησης ελέγχου. Οι εν λόγω υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων εισάγονται βάσει της ανάγκης να αιτιολογήσουν δημοσίως τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια και τα αμοιβαία κεφάλαια εξαγοράς τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται εταιρείες ευρύτερου δημόσιου συμφέροντος. Με τις απαιτήσεις πληροφόρησης αντιμετωπίζεται το αντιληπτό έλλειμμα στρατηγικής πληροφόρησης σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι διαχειριστές ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων σκοπεύουν να διαχειριστούν ή ήδη διαχειρίζονται εταιρείες χαρτοφυλακίου.

Για λόγους αναλογικότητας, το σχέδιο πρότασης δεν επεκτείνει τις εν λόγω απαιτήσεις στην απόκτηση ελέγχου ΜΜΕ, και συνεπώς, επιδιώκει την αποφυγή επιβολής των εν λόγω υποχρεώσεων σε παρόχους αρχικού και επιχειρηματικού κεφαλαίου (στο βαθμό που δεν εξαιρούνται ήδη από το πεδίο εφαρμογής ολόκληρης της οδηγίας). Για την ανταπόκριση σε ανησυχίες σχετικά με τη μείωση παροχής πληροφοριών κατόπιν της διαγραφής από το χρηματιστήριο ανώνυμων εταιρειών από κατόχους ιδιωτικού επενδυτικού κεφαλαίου, οι σχετικές διαγραμμένες από το χρηματιστήριο εταιρείες πρέπει, σύμφωνα με το σχέδιο πρότασης, να συνεχίσουν να υπόκεινται σε υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων, οι οποίες ισχύουν για εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες, έως 2 έτη μετά τη διαγραφή από το χρηματιστήριο.

3.5.7. Δικαιώματα των ΔΟΕΕ δυνάμει της οδηγίας

Για τη διευκόλυνση της ανάπτυξης της ενιαίας αγοράς, ένας ΔΟΕΕ ο οποίος έχει λάβει άδεια στο κράτος μέλος καταγωγής του θα δικαιούται να προωθεί εμπορικά τα αμοιβαία κεφάλαιά του σε επαγγελματίες επενδυτές στην επικράτεια οποιουδήποτε κράτους μέλους. Ως φυσικό επακόλουθο του υψηλού κοινού ρυθμιστικού προτύπου το οποίο επιτυγχάνεται με την προτεινόμενη οδηγία, δεν θα επιτρέπεται στα κράτη μέλη να επιβάλλουν επιπλέον απαιτήσεις στους ΔΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος όσον αφορά την εμπορική προώθηση σε επαγγελματίες επενδυτές. Η διασυνοριακή εμπορική προώθηση ΟΕΕ υπόκειται μόνο σε διαδικασία γνωστοποίησης, δυνάμει της οποίας παρέχονται σχετικές πληροφορίες στο κράτος μέλος υποδοχής.

Στην προτεινόμενη οδηγία δεν προβλέπονται δικαιώματα σχετικά με την εμπορική προώθηση ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την εμπορική προώθηση στο ευρύ επενδυτικό κοινό εντός της επικράτειάς τους και μπορούν να εφαρμόσουν επιπλέον κανονιστικές διασφαλίσεις για το σκοπό αυτό. Οι εν λόγω απαιτήσεις δεν πρέπει να εισάγουν διακρίσεις ανάλογα με την έδρα των ΔΟΕΕ.

3.5.8. Πτυχές ως προς τρίτες χώρες

Η προτεινόμενη οδηγία επιτρέπει στους ΔΟΕΕ να προωθήσουν εμπορικά ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν σε τρίτες χώρες με την επιφύλαξη αυστηρών ελέγχων σχετικά με την εκτέλεση βασικών καθηκόντων από παρόχους υπηρεσιών στις εν λόγω δικαιοδοσίες. Τα δικαιώματα που χορηγούνται στο πλαίσιο της οδηγίας για εμπορική προώθηση αυτών των ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές θα αρχίσουν να ισχύουν μόνο τρία έτη μετά την περίοδο μεταφοράς, λόγω του χρόνου που απαιτείται για να προβλεφθούν πρόσθετες απαιτήσεις με μέτρα εφαρμογής. Στο μεταξύ τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν ή να συνεχίσουν να επιτρέπουν σε ΔΟΕΕ να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτες χώρες σε επαγγελματίες επενδυτές στο έδαφός τους στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας. Τα βασικά καθήκοντα και οι δραστηριότητες που πιθανώς να προκαλέσουν κινδύνους για τις ευρωπαϊκές αγορές, τους επενδυτές ή τους αντισυμβαλλομένους πρέπει να αναλαμβάνονται από οντότητες οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην ΕΕ και λειτουργούν σύμφωνα με εναρμονισμένους κανόνες. Η οδηγία περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες ορίζουν τα καθήκοντα τα οποία μπορούν να αναλάβουν οντότητες τρίτων χωρών ή να τους ανατεθούν υπό την ευθύνη οργανισμών οι οποίοι έχουν λάβει άδεια στην ΕΕ. Οι εν λόγω διατάξεις επίσης ορίζουν τις προϋποθέσεις (ρυθμιστική και εποπτική αντιστοιχία) δυνάμει των οποίων οντότητες τρίτων χωρών μπορούν να αναλάβουν περιορισμένα καθήκοντα. Επιπλέον, το σχέδιο οδηγίας επιτρέπει την εμπορική προώθηση ενός ΟΕΕ εγκατεστημένου σε τρίτη χώρα, μόνον εάν η χώρα εγκατάστασής του έχει συνάψει συμφωνία βασισμένη στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ με το κράτος μέλος στου οποίου το έδαφος θα προωθηθεί εμπορικά ο ΟΕΕ. Αυτό θα εξασφαλίσει ότι οι εθνικές φορολογικές αρχές θα μπορούν να λάβουν από τις φορολογικές αρχές της τρίτης χώρας όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τη φορολόγηση των εγχώριων επαγγελματιών επενδυτών που επενδύουν σε υπεράκτια αμοιβαία κεφάλαια. Τρία έτη μετά από την περίοδο μεταφοράς η οδηγία θα επιτρέπει σε ΔΟΕΕ οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα την εμπορική προώθηση των αμοιβαίων κεφαλαίων τους στην ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο και οι εποπτικές διατάξεις της εν λόγω τρίτης χώρας αντιστοιχούν στο πλαίσιο και στις διατάξεις της προτεινόμενης οδηγίας, και ότι οι φορείς εκμετάλλευσης της ΕΕ διαθέτουν συγκρίσιμη πρόσβαση στην αγορά της εν λόγω τρίτης χώρας. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι αποφάσεις σχετικά με την αντιστοιχία της νομοθεσίας της σχετικής τρίτης χώρας και με τη συγκρίσιμη πρόσβαση στην αγορά θα λαμβάνονται από την Επιτροπή.

3.5.9. Εποπτική συνεργασία, ανταλλαγή πληροφοριών και διαιτησία

Για τη διασφάλιση της ασφαλούς λειτουργίας του τομέα των ΔΟΕΕ, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να συνεργάζονται κάθε φορά που είναι απαραίτητο για την επίτευξη των στόχων της οδηγίας. Δεδομένης της διασυνοριακής φύσης των κινδύνων οι οποίοι προκύπτουν στον τομέα των ΔΟΕΕ, η έγκαιρη ανταλλαγή σχετικών μακροοικονομικών προληπτικών δεδομένων σε ευρωπαϊκό, ή ακόμη και σε παγκόσμιο, επίπεδο θα αποτελεί προϋπόθεση για την αποτελεσματική μακροοικονομική προληπτική εποπτεία. Συνεπώς, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής θα πρέπει να διαβιβάζουν σχετικά μακροοικονομικά προληπτικά δεδομένα, σε κατάλληλα ενοποιημένη μορφή, στις δημόσιες αρχές των άλλων κρατών μελών. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών το θέμα παραπέμπεται στην ΕΡΑΑΚΑ για διαιτησία με στόχο να επιτευχθεί μια γρήγορη και αποτελεσματική λύση. Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις συμβουλές της ΕΡΑΑΚΑ.

3.6. Δημοσιονομικές επιπτώσεις

Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

2009/0064 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2009/…/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 47 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής[5],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[6],

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας[7],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης[8],

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση ενός σημαντικού ποσού επενδυμένων περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη, καθώς και για σημαντικά ποσά εμπορικών συναλλαγών σε αγορές για χρηματοπιστωτικά μέσα, και μπορούν να ασκήσουν σημαντική επιρροή σε αγορές και εταιρείες στις οποίες επενδύουν.

(2) Η επίδραση των ΔΟΕΕ στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιούνται είναι πολύ θετική, αλλά οι πρόσφατες χρηματοπιστωτικές δυσχέρειες τόνισαν τον τρόπο με τον οποίο οι δραστηριότητες των ΔΟΕΕ μπορούν επίσης να χρησιμεύσουν για την εξάπλωση ή την ενίσχυση των κινδύνων μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Οι μη συντονισμένες εθνικές ανταποκρίσεις στους εν λόγω κινδύνους καθιστούν δύσκολη την αποδοτική διαχείριση αυτών των κινδύνων. Κατά συνέπεια, η παρούσα οδηγία επιδιώκει τη θέσπιση κοινών απαιτήσεων οι οποίες θα διέπουν την έγκριση και την εποπτεία των ΔΟΕΕ, προκειμένου να προβλεφθεί συνεκτική προσέγγιση για τους συναφείς κινδύνους και τις επιπτώσεις τους στους επενδυτές και στις αγορές της Κοινότητας.

(3) Οι πρόσφατες δυσχέρειες στις χρηματοπιστωτικές αγορές υπογράμμισαν την ευπάθεια πολλών στρατηγικών των ΔΟΕΕ σε ορισμένους ή πολλούς σημαντικούς κινδύνους σε σχέση με επενδυτές, με άλλους συμμετέχοντες στην αγορά και με άλλες αγορές. Η θέσπιση ενός πλαισίου ικανού να αντιμετωπίσει τους εν λόγω κινδύνους, λαμβάνοντας υπόψη το πολυσχιδές φάσμα επενδυτικών στρατηγικών και τεχνικών που χρησιμοποιούν οι ΔΟΕΕ, είναι απαραίτητη για την πρόβλεψη ολοκληρωμένων και κοινών ρυθμίσεων εποπτείας. Ως εκ τούτου, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ για ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται και προωθούν εμπορικά όλους τους τύπους επενδυτικών οργανισμών οι οποίοι δεν καλύπτονται από την οδηγία 2009/.../ΕΚ για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση)[9], ανεξαρτήτως του νομικού ή συμβατικού τρόπου με τον οποίο ανατίθεται αυτή η ευθύνη στους ΔΟΕΕ. Οι ΔΟΕΕ δεν δικαιούνται να διαχειρίζονται ΟΣΕΚΑ κατά την έννοια της οδηγίας 2009/.../ΕΚ βάσει αδείας δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(4) Στην οδηγία διατυπώνονται απαιτήσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι ΔΟΕΕ θα πρέπει να διαχειρίζονται οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ) τους οποίους έχουν υπό την ευθύνη τους. Η κανονιστική ρύθμιση της διάρθρωσης ή της σύνθεσης των χαρτοφυλακίων των ΟΕΕ που διαχειρίζονται οι ΔΟΕΕ δεν θα ήταν αναλογική και θα ήταν δύσκολο να προβλεφθεί τόσο εκτενής εναρμόνιση λόγω των πολύ ποικιλόμορφων τύπων ΟΕΕ που διαχειρίζονται οι ΔΟΕΕ.

(5) Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας πρέπει να περιορίζεται στη διαχείριση επιχειρήσεων συλλογικών επενδύσεων, οι οποίες συγκεντρώνουν κεφάλαια από σειρά επενδυτών με σκοπό την επένδυσή τους σύμφωνα με καθορισμένη επενδυτική πολιτική βάσει της αρχής της διασποράς των κινδύνων προς όφελος των εν λόγω επενδυτών. Η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για τη διαχείριση συνταξιοδοτικών ταμείων ή για διαχειριστές μη συλλογικών επενδύσεων, όπως είναι οι προικοδοτήσεις, τα κρατικά επενδυτικά ταμεία ή τα περιουσιακά στοιχεία που είναι κατατεθειμένα σε ίδιο λογαριασμό από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις. Η παρούσα οδηγία δεν ισχύει ούτε για ενεργά διαχειριζόμενες επενδύσεις υπό μορφή κινητών αξιών, όπως πιστοποιητικά, διευθυνόμενες προθεσμιακές συμβάσεις, ή τιμαριθμικές ομολογίες. Θα πρέπει, ωστόσο, να καλύπτει τους διαχειριστές όλων των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων οι οποίοι δεν απαιτείται να έχουν άδεια ως ΟΣΕΚΑ. Οι εταιρείες επενδύσεων οι οποίες έχουν λάβει άδεια δυνάμει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων[10] δεν είναι υποχρεωμένες να λαμβάνουν άδεια δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών όσον αφορά τους ΟΕΕ. Οι επενδυτικές εταιρείες μπορούν, ωστόσο, να παρέχουν μόνο υπηρεσίες επενδύσεων όσον αφορά τους ΟΕΕ, σε περίπτωση και στο βαθμό που τα μερίδια ή οι μετοχές τους μπορούν να προωθηθούν εμπορικά σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

(6) Για την αποφυγή επιβολής υπερβολικών ή δυσανάλογων απαιτήσεων, στην παρούσα οδηγία προβλέπεται εξαίρεση για τους ΔΟΕΕ στις περιπτώσεις που το υπό διαχείριση αθροιστικό αμοιβαίο κεφάλαιο είναι κάτω από το ανώτατο όριο των 100 εκατομμυρίων ευρώ. Οι δραστηριότητες των συγκεκριμένων ΔΟΕΕ δεν είναι πιθανόν να έχουν σημαντικές συνέπειες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή την αποδοτικότητα της αγοράς. Για τους ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται μόνο ΟΕΕ χωρίς μόχλευση και δεν παρέχουν στους επενδυτές δικαιώματα εξαγοράς για πενταετή περίοδο εφαρμόζεται ειδικό ανώτατο όριο 500 εκατομμυρίων ευρώ. Το εν λόγω ειδικό ανώτατο όριο δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων χωρίς μόχλευση, ειδικευμένοι σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις, εμφανίζουν ακόμα μικρότερες πιθανότητες να προκαλέσουν συστημικούς κινδύνους. Εξάλλου, η πενταετής περίοδος αποκλεισμού των επενδυτών εξαλείφει τους κινδύνους ρευστότητας. Οι ΔΟΕΕ που εξαιρούνται από την παρούσα οδηγία εξακολουθούν να υπόκεινται σε κάθε σχετική εθνική νομοθεσία. Ωστόσο, θα πρέπει να τους επιτρέπεται να αντιμετωπίζονται ως ΔΟΕΕ, υποκείμενοι στη διαδικασία υπαγωγής στο καθεστώς που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.

(7) Η παρούσα οδηγία επιδιώκει τη διαμόρφωση ενός εναρμονισμένου και αυστηρού ρυθμιστικού και εποπτικού πλαισίου για τις δραστηριότητες των ΔΟΕΕ. Η χορήγηση αδείας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία καλύπτει τις υπηρεσίες διαχείρισης και διοίκησης των ΔΟΕΕ σε ολόκληρη την Κοινότητα. Επιπλέον, οι εγκεκριμένοι ΔΟΕΕ δικαιούνται να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές στην Κοινότητα, με την επιφύλαξη διαδικασίας κοινοποίησης.

(8) Η παρούσα οδηγία δεν ρυθμίζει τους ΟΕΕ και, επομένως, δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή να εξακολουθούν να εφαρμόζουν επιπρόσθετες απαιτήσεις αναφορικά με τους ΟΕΕ που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά τους. Το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος δύναται να επιβάλλει επιπρόσθετες απαιτήσεις αναφορικά με τους ΟΕΕ που εδρεύουν στην επικράτειά του δεν πρέπει να εμποδίζει την άσκηση των δικαιωμάτων των ΔΟΕΕ, οι οποίοι έχουν λάβει άδεια σε άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, να προωθούν εμπορικά, σε επαγγελματίες επενδυτές, ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν εκτός του κράτους μέλους που επιβάλλει επιπρόσθετες απαιτήσεις και οι οποίοι, άρα, δεν υπόκεινται στις εν λόγω επιπρόσθετες απαιτήσεις, ούτε οφείλουν να συμμορφώνονται προς αυτές.

(9) Υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής άλλων πράξεων του κοινοτικού δικαίου, τα κράτη μέλη δύνανται να επιβάλλουν αυστηρότερες απαιτήσεις στους ΔΟΕΕ, σε περίπτωση που οι ΔΟΕΕ προωθούν εμπορικά έναν ΟΕΕ αποκλειστικά στο ευρύ επενδυτικό κοινό ή σε περίπτωση που οι ΔΟΕΕ προωθούν εμπορικά τον ίδιο ΟΕΕ τόσο σε επαγγελματίες επενδυτές, όσο και στο ευρύ επενδυτικό κοινό, ανεξαρτήτως του αν τα μερίδια ή οι μετοχές του εν λόγω ΟΕΕ προωθούνται εμπορικά σε εγχώρια ή διασυνοριακή βάση. Αυτές οι δύο εξαιρέσεις δίδουν τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να επιβάλλουν επιπρόσθετες διασφαλίσεις, εφόσον τις κρίνουν αναγκαίες για την προστασία του ευρέος επενδυτικού κοινού. Με τον τρόπο αυτό λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι ΟΕΕ είναι συχνά μη ρευστοποιήσιμοι και υπόκεινται σε υψηλό κίνδυνο σημαντικής απώλειας κεφαλαίου. Οι επενδυτικές στρατηγικές σε σχέση με τους ΟΕΕ γενικώς δεν είναι προσαρμοσμένες στο επενδυτικό προφίλ ή τις ανάγκες του ευρέος επενδυτικού κοινού. Είναι καταλληλότεροι για επαγγελματίες επενδυτές και για επενδυτές οι οποίοι έχουν επαρκώς μεγάλο χαρτοφυλάκιο επενδύσεων, ούτως ώστε να έχουν τη δυνατότητα να απορροφήσουν τους υψηλότερους κινδύνους απώλειας οι οποίοι συνδέονται με τις εν λόγω επενδύσεις. Εν τούτοις, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την εμπορική προώθηση όλων ή ορισμένων τύπων ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται οι ΔΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό στην επικράτειά τους. Έχοντας υπόψη το άρθρο 19 παράγραφοι 4 και 5 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, τα κράτη μέλη πρέπει να εξακολουθήσουν να διασφαλίζουν την πρόβλεψη κατάλληλων διατάξεων, σε περίπτωση που επιτρέπουν την εμπορική προώθηση ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Οι επενδυτικές εταιρείες οι οποίες έχουν λάβει άδεια δυνάμει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και παρέχουν υπηρεσίες επενδύσεων σε ιδιώτες πελάτες πρέπει να λάβουν υπόψη τις εν λόγω επιπλέον διασφαλίσεις κατά την αξιολόγηση της καταλληλότητας ενός ΟΕΕ για ένα μεμονωμένο ιδιώτη πελάτη. Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος επιτρέπει την εμπορική προώθηση των ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό στην επικράτειά του, τότε αυτή η δυνατότητα πρέπει να είναι διαθέσιμη ανεξαρτήτως του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο ΔΟΕΕ, και οι όποιες πρόσθετες διατάξεις πρέπει να ισχύουν χωρίς διακρίσεις.

(10) Για να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των πελατών επενδυτικών εταιρειών κατά την έννοια της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, οι ΟΕΕ δεν πρέπει να θεωρούνται ως μη περίπλοκα χρηματοπιστωτικά μέσα για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας. Κατά συνέπεια, η εν λόγω οδηγία τροποποιείται αναλόγως.

(11) Η διάταξη για την εφαρμογή απαιτήσεων ελάχιστου κεφαλαίου είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της συνέχισης και της ομαλότητας των υπηρεσιών διαχείρισης που παρέχουν οι ΔΟΕΕ. Οι τρέχουσες απαιτήσεις κεφαλαίου πρέπει να καλύπτουν την πιθανή έκθεση των ΔΟΕΕ σε επαγγελματική ευθύνη αναφορικά με τις δραστηριότητές τους, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών διαχείρισης οι οποίες παρέχονται βάσει ανάθεσης ή εντολής.

(12) Η διασφάλιση ότι οι ΔΟΕΕ δραστηριοποιούνται με την επιφύλαξη αυστηρών ελέγχων διακυβέρνησης είναι απαραίτητη. Η διαχείριση και η οργάνωση των ΔΟΕΕ πρέπει να είναι τέτοια ώστε να ελαχιστοποιούνται οι συγκρούσεις συμφερόντων. Οι πρόσφατες εξελίξεις υπογραμμίζουν την επιτακτική ανάγκη διαχωρισμού των καθηκόντων φύλαξης και διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, και διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων των επενδυτών από αυτά του διαχειριστή. Για τον σκοπό αυτό, ο ΔΟΕΕ πρέπει να διορίζει ένα θεματοφύλακα και να του αναθέτει τον καταλογισμό των χρημάτων των επενδυτών σε διαχωρισμένο λογαριασμό, τη φύλαξη χρηματοπιστωτικών μέσων και την επαλήθευση του κατά πόσο ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ εκ μέρους του ΟΕΕ έχει αποκτήσει την κυριότητα όλων των άλλων περιουσιακών στοιχείων.

(13) Η αξιόπιστη και αντικειμενική αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων είναι πολύ σημαντική για την προστασία των συμφερόντων των επενδυτών. Διάφοροι ΔΟΕΕ χρησιμοποιούν διάφορες μεθοδολογίες και συστήματα αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων, αναλόγως με τα περιουσιακά στοιχεία και τις αγορές στις οποίες επενδύουν κατά κύριο λόγο. Είναι σκόπιμο να αναγνωριστούν οι εν λόγω διαφορές χωρίς, ωστόσο, να απαιτηθεί η ανάληψη της αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων από οντότητα ανεξάρτητη από το ΔΟΕΕ.

(14) Οι ΔΟΕΕ δύνανται να αναθέσουν την ευθύνη εκτέλεσης των καθηκόντων τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Οι ΔΟΕΕ εξακολουθούν να είναι υπεύθυνοι για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων τους και τη συμμόρφωση με τους κανόνες οι οποίοι αναφέρονται στην παρούσα οδηγία.

(15) Δεδομένου ότι οι ΔΟΕΕ οι οποίοι χρησιμοποιούν υψηλά επίπεδα μόχλευσης στις επενδυτικές τους στρατηγικές μπορεί, υπό ορισμένες συνθήκες, να συνεισφέρουν στη δημιουργία ενός συστημικού κινδύνου ή αγορών με μη ομαλές συνθήκες, θα πρέπει να επιβληθούν ειδικές απαιτήσεις στους ΔΟΕΕ οι οποίοι χρησιμοποιούν ορισμένες τεχνικές οι οποίες προκαλούν συγκεκριμένους κινδύνους. Οι απαραίτητες πληροφορίες για τον εντοπισμό, την παρακολούθηση και την ανταπόκριση στους εν λόγω κινδύνους δεν έχουν συλλεχθεί με ενιαίο τρόπο σε ολόκληρη την Κοινότητα, και δεν έχει πραγματοποιηθεί η ανταλλαγή τους σε όλα τα κράτη μέλη ώστε να προσδιοριστούν οι πιθανές πηγές κινδύνου για τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών της Κοινότητας. Για την επανόρθωση αυτής της κατάστασης, θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ ειδικές απαιτήσεις για τους ΔΟΕΕ, οι οποίοι χρησιμοποιούν συνεχώς υψηλά επίπεδα μόχλευσης στις επενδυτικές στρατηγικές τους. Οι εν λόγω ΔΟΕΕ πρέπει να οφείλουν να γνωστοποιούν πληροφορίες σχετικά με τη χρήση και τις πηγές μόχλευσης. Οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να είναι αθροιστικές και να ανταλλάσσονται με άλλες αρχές της Κοινότητας ώστε να διευκολυνθεί η συλλογική ανάλυση του αντικτύπου της μόχλευσης των εν λόγω ΔΟΕΕ στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κοινότητας, καθώς και η κοινή ανταπόκριση.

(16) Οι δραστηριότητες ΔΟΕΕ που βασίζονται στη χρήση υψηλών επιπέδων μόχλευσης είναι δυνατόν να είναι καταστροφικές για τη σταθερότητα και την αποδοτική λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Κρίνεται αναγκαίο να επιτρέπεται στην Επιτροπή να επιβάλλει όρια στο επίπεδο μόχλευσης που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι ΔΟΕΕ, ιδίως στις περιπτώσεις που οι ΔΟΕΕ χρησιμοποιούν υψηλά επίπεδα μόχλευσης επί συστηματικής βάσεως. Τα όρια του ανώτατου ποσού μόχλευσης πρέπει να λαμβάνουν υπόψη πτυχές που άπτονται της πηγής μόχλευσης και των στρατηγικών που εφαρμόζει ο ΔΟΕΕ. Πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τον ουσιαστικά δυναμικό χαρακτήρα της διαχείρισης της μόχλευσης από τους περισσότερους ΔΟΕΕ που χρησιμοποιούν υψηλό επίπεδο μόχλευσης. Εν προκειμένω, τα όρια της μόχλευσης θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να συνίστανται είτε σε κατώφλι το οποίο δεν θα πρέπει να υπερβαίνεται ανά πάσα στιγμή είτε σε όριο ως προς τον μέσο όρο μόχλευσης που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης περιόδου (μηνιαίας ή τριμηνιαίας).

(17) Είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι ένας ΔΟΕΕ παρέχει σε όλες τις εταιρείες στις οποίες μπορεί να ασκήσει ελέγχουσα ή καθοριστική επιρροή τις απαραίτητες πληροφορίες προκειμένου η εταιρεία να αξιολογήσει τον τρόπο με τον οποίο η εν λόγω ελέγχουσα επιρροή, βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα, επηρεάζει την οικονομική και κοινωνική κατάσταση της. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να εφαρμοστούν ειδικές διατάξεις για τους ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ οι οποίοι είναι σε θέση να ασκήσουν ελέγχουσα επιρροή σε μια εισηγμένη ή μη στο χρηματιστήριο εταιρεία, ιδίως για την κοινοποίηση της ύπαρξης της εν λόγω θέσης και τη γνωστοποίηση πληροφοριών προς την εταιρεία και όλους τους άλλους μετόχους της σχετικά με τις προθέσεις των ΔΟΕΕ όσον αφορά τη μελλοντική επιχειρηματική ανάπτυξη και άλλες προγραμματισμένες αλλαγές της ελεγχόμενης εταιρείας. Πρέπει να τεθούν σε ισχύ αυξημένες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων για τη διασφάλιση διαφάνειας αναφορικά με την ελεγχόμενη εταιρεία. Οι ετήσιες εκθέσεις των σχετικών ΟΕΕ πρέπει να συμπληρώνονται με πληροφορίες οι οποίες αφορούν ειδικά τον τύπο επένδυσης και την ελεγχόμενη εταιρεία.

(18) Πολλοί ΔΟΕΕ διαχειρίζονται σήμερα ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν σε τρίτες χώρες. Είναι σκόπιμο να επιτραπεί σε εγκεκριμένους ΔΟΕΕ να διαχειρίζονται ΟΕΕ με έδρα σε τρίτες χώρες, με την επιφύλαξη κατάλληλων ρυθμίσεων με τις οποίες διασφαλίζεται η άρτια διοίκηση των εν λόγω ΟΕΕ και η αποτελεσματική φύλαξη περιουσιακών στοιχείων τα οποία επενδύονται από επενδυτές της Κοινότητας.

(19) Οι ΔΟΕΕ πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτη χώρα σε επαγγελματίες επενδυτές τόσο στο κράτος μέλος καταγωγής του ΔΟΕΕ, όσο και σε άλλα κράτη μέλη. Το δικαίωμα αυτό πρέπει να υπόκειται σε διαδικασίες κοινοποίησης και στην ύπαρξη φορολογικής συμφωνίας με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα, η οποία εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών με τις φορολογικές αρχές στην έδρα των κοινοτικών επενδυτών. Δεδομένου του γεγονότος ότι οι εν λόγω ΟΕΕ και η τρίτη χώρα όπου εδρεύουν πρέπει να πληρούν επιπρόσθετες απαιτήσεις, ορισμένες από τις οποίες πρέπει πρώτα να καθοριστούν σε εκτελεστικά μέτρα, τα δικαιώματα που παρέχονται βάσει της οδηγίας για την εμπορική προώθηση σε επαγγελματίες επενδυτές ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτες χώρες πρέπει να αρχίσουν να ισχύουν μόνο μετά την πάροδο τριετίας από την προθεσμία μεταφοράς. Εν τω μεταξύ, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν ή να εξακολουθήσουν να επιτρέπουν στους ΔΟΕΕ να προωθούν εμπορικά ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτες χώρες σε επαγγελματίες επενδυτές στο έδαφός τους σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτή της τριετούς περιόδου, οι ΔΟΕΕ δεν δύνανται να προωθούν εμπορικά τους εν λόγω ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές σε άλλα κράτη μέλη βάσει των δικαιωμάτων που παραχωρούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(20) Είναι σκόπιμο να επιτραπεί στους ΔΟΕΕ η ανάθεση διοικητικών καθηκόντων σε οντότητα η οποία είναι εγκατεστημένη σε μία τρίτη χώρα, υπό την προϋπόθεση θέσπισης των απαραίτητων διασφαλίσεων. Παρομοίως, ένας θεματοφύλακας δύναται να αναθέσει τα καθήκοντά του αναφορικά με τον ΟΕΕ ο οποίος εδρεύει σε τρίτη χώρα σε ένα θεματοφύλακα ο οποίος εδρεύει στην εν λόγω τρίτη χώρα, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθεσία της εν λόγω τρίτης χώρας διασφαλίζει επίπεδο προστασίας των συμφερόντων των επενδυτών το οποίο αντιστοιχεί στο επίπεδο της Κοινότητας. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ο ΔΟΕΕ θα έχει επίσης τη δυνατότητα να διορίσει έναν ανεξάρτητο εκτιμητή ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα.

(21) Με την επιφύλαξη της ύπαρξης αντίστοιχου κανονιστικού πλαισίου σε μια τρίτη χώρα, καθώς και αποτελεσματικής πρόσβασης για τους ΔΟΕΕ οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα στην αγορά της εν λόγω τρίτης χώρας, επιτρέπεται στα κράτη μέλη να αδειοδοτούν τους ΔΟΕΕ σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, χωρίς να απαιτείται ο ΔΟΕΕ να έχει επίσημη έδρα στην Κοινότητα, μετά από περίοδο τριών ετών από το τέλος της περιόδου μεταφοράς. Αυτή η περίοδος λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι οι αντίστοιχοι ΔΟΕΕ και η τρίτη χώρα στα οποία είναι εγκατεστημένοι πρέπει να καλύπτουν πρόσθετες απαιτήσεις, ορισμένες από τις οποίες πρέπει πρώτα να καθοριστούν με μέτρα εφαρμογής.

(22) Πρέπει να αποσαφηνιστούν οι εξουσίες και τα καθήκοντα των αρμόδιων αρχών οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, και να ενισχυθούν οι απαραίτητοι μηχανισμοί για τη διασφάλιση του απαραίτητου επιπέδου διασυνοριακής εποπτικής συνεργασίας.

(23) Η σχετική σημασία των δραστηριοτήτων των ΔΟΕΕ σε ορισμένες χρηματαγορές, ειδικά στις περιπτώσεις όπου ο ΟΕΕ που διαχειρίζονται δεν έχει ουσιώδη συμφέροντα στα υποκείμενα προϊόντα ή τα μέσα στα οποία βασίζονται οι εν λόγω αγορές, θα μπορούσε, κάτω από ορισμένες περιστάσεις, να εμποδίσει την αποδοτική λειτουργία εκείνων των αγορών. Παραδείγματος χάριν θα μπορούσε να καταστήσει εκείνες τις αγορές υπερβολικά ασταθείς ή να έχει επιπτώσεις στην ορθή τιμολόγηση των μέσων που διακινούνται στις αγορές αυτές. Επομένως, θεωρείται απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν τις απαραίτητες αρμοδιότητες ώστε να παρακολουθούν τις δραστηριότητες των ΔΟΕΕ σε εκείνες τις αγορές και να επεμβαίνουν στις περιστάσεις στις οποίες αυτό θα είναι απαραίτητο προκειμένου να προστατευθεί η εύρυθμη λειτουργία τους.

(24) Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίζουν κανόνες σχετικά με κυρώσεις οι οποίες ισχύουν για παραβάσεις των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις πρέπει να έχουν αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα.

(25) Οποιαδήποτε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, άλλων αρχών, οργανισμών ή προσώπων πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες για τη διαβίβαση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[11].

(26) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[12].

(27) Συγκεκριμένα, η Επιτροπή πρέπει να είναι αρμόδια για τη θέσπιση των απαραίτητων μέτρων για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Εν προκειμένω, η Επιτροπή πρέπει να έχει τη δυνατότητα θέσπισης μέτρων τα οποία καθορίζουν τις διαδικασίες δυνάμει των οποίων οι ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία δεν υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που ορίζεται στην παρούσα οδηγία, μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους να αντιμετωπίζονται ως ΔΟΕΕ οι οποίοι καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω μέτρα επίσης έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των κριτηρίων που πρέπει να χρησιμοποιούν οι αρμόδιες αρχές για την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο οι ΔΟΕΕ συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, το είδος σύγκρουσης συμφερόντων που οι ΔΟΕΕ πρέπει να προσδιορίσουν, καθώς και τα εύλογα μέτρα που αναμένεται να λάβουν οι ΔΟΕΕ αναφορικά με τις εσωτερικές και οργανωτικές διαδικασίες για τον προσδιορισμό, την πρόληψη, τη διαχείριση και τη γνωστοποίηση συγκρούσεων συμφερόντων. Τα μέτρα αυτά έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των απαιτήσεων διαχείρισης κινδύνων που πρέπει να χρησιμοποιούν οι ΔΟΕΕ συναρτήσει των κινδύνων που αντιμετωπίζουν οι ΔΟΕΕ εκ μέρους του ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζονται, καθώς και οποιωνδήποτε απαραίτητων ρυθμίσεων προκειμένου οι ΔΟΕΕ να καθίστανται ικανοί να διαχειρίζονται τους συγκεκριμένους κινδύνους οι οποίοι συνδέονται με συναλλαγές ακάλυπτων πωλήσεων, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε σχετικών απαγορεύσεων οι οποίες ενδέχεται να απαιτούνται για την προστασία του ΟΕΕ από υπέρμετρη έκθεση σε κινδύνους. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των απαιτήσεων διαχείρισης ρευστότητας της παρούσας οδηγίας, και ιδίως τις ελάχιστες απαιτήσεις ρευστότητας των ΟΕΕ. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των απαιτήσεων στις οποίες χρειάζεται να ανταποκρίνονται τα μεταβιβάζοντα ιδρύματα θέσεων τιτλοποίησης, προκειμένου να επιτρέπεται σε έναν ΔΟΕΕ να επενδύει στα μέσα αυτού του τύπου που εκδίδονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2011. Έχουν επίσης ως αντικείμενο τον καθορισμό των απαιτήσεων που πρέπει να πληρούν οι ΔΟΕΕ όταν επενδύουν στα εν λόγω μέσα τιτλοποίησης. Έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των κριτηρίων βάσει των οποίων ένας εκτιμητής μπορεί να θεωρηθεί ανεξάρτητος κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Επίσης, τα μέτρα αυτά έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες πρέπει να εγκρίνεται η ανάθεση των καθηκόντων των ΔΟΕΕ και των προϋποθέσεων υπό τις οποίες ο διαχειριστής δεν μπορεί να θεωρείται πλέον ως ο διαχειριστής του ΟΕΕ σε περίπτωση υπερβολικής ανάθεσης. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό του περιεχομένου και της μορφής της ετήσιας έκθεσης που πρέπει να διαθέτουν οι ΔΟΕΕ για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται και τον καθορισμό των υποχρεώσεων που έχουν οι ΔΟΕΕ αναφορικά με τη γνωστοποίηση προς τους επενδυτές και την υποβολή εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές, καθώς και με τη συχνότητά τους. Τα μέτρα αυτά έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των απαιτήσεων γνωστοποίησης οι οποίες επιβάλλονται στους ΔΟΕΕ όσον αφορά τη μόχλευση και τη συχνότητα υποβολής εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές και πληροφόρησης των επενδυτών. Έχουν επίσης ως αντικείμενο τον καθορισμό ορίων στο επίπεδο μόχλευσης που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι ΔΟΕΕ κατά τη διαχείριση ΟΕΕ. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό του λεπτομερούς περιεχομένου και του τρόπου με τον οποίο οι ΔΟΕΕ, οι οποίοι αποκτούν ελέγχουσα επιρροή σε εκδότες τίτλων και μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες, πρέπει να εκπληρώνουν την υποχρέωσή τους αναφορικά με την πληροφόρηση εκδοτών τίτλων και μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών και των σχετικών μετόχων τους, καθώς και των εκπροσώπων των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται στις ετήσιες εκθέσεις των ΟΕΕ που διαχειρίζονται. Τα μέτρα αυτά έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό του είδους των περιορισμών ή προϋποθέσεων που μπορούν να επιβληθούν όσον αφορά την εμπορική προώθηση ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές στο κράτος μέλος καταγωγής του ΔΟΕΕ. Τα μέτρα αυτά έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό γενικών κριτηρίων αξιολόγησης της αντιστοιχίας προτύπων αποτίμησης τρίτων χωρών σε περίπτωση που ο εκτιμητής είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα, της αντιστοιχίας της νομοθεσίας τρίτων χωρών αναφορικά με θεματοφύλακες και, για τον σκοπό αδειοδότησης των ΔΟΕΕ οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες, της αντιστοιχίας προληπτικών κανονιστικών ρυθμίσεων και διαρκούς εποπτείας. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό γενικών κριτηρίων αξιολόγησης του βαθμού στον οποίο τρίτες χώρες παρέχουν στους ΔΟΕΕ της Κοινότητας πραγματική πρόσβαση στην αγορά, συγκρίσιμη με την πρόσβαση που παρέχει η Κοινότητα σε ΔΟΕΕ από τρίτες χώρες. Έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των τρόπων, του περιεχομένου και της συχνότητας της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τους ΔΟΕΕ μεταξύ των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους υποδοχής του ΔΟΕΕ και των άλλων αρμόδιων αρχών σε περιπτώσεις όπου ο ΔΟΕΕ μεμονωμένα ή συλλογικά με άλλο ΔΟΕΕ μπορεί να έχει αντίκτυπο στη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών οργανισμών συστημικής σημασίας και στην εύρυθμη λειτουργία των αγορών. Τέλος, τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των διαδικασιών για τις επιτόπιες επαληθεύσεις και έρευνες.

(28) Δεδομένου ότι τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, δια της συμπληρώσεώς της με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Τα μέτρα τα οποία δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω κατηγορία υπόκεινται στην κανονιστική διαδικασία του άρθρου 5 της εν λόγω απόφασης. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο να ορίσουν ότι τα πρότυπα αποτίμησης επενδυτικών εταιρειών μιας συγκεκριμένης τρίτης χώρας αντιστοιχούν στα πρότυπα εκείνα τα οποία είναι εφαρμοστέα στην Κοινότητα στις περιπτώσεις που ο εκτιμητής είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο να ορίσουν ότι η νομοθεσία σχετικά με τους θεματοφύλακες μιας συγκεκριμένης τρίτης χώρας είναι ισοδύναμη με την παρούσα οδηγία. Τα μέτρα αυτά έχουν ως αντικείμενο να ορίσουν ότι η νομοθεσία περί προληπτικών κανονιστικών ρυθμίσεων και διαρκούς εποπτείας των ΔΟΕΕ σε μια συγκεκριμένη τρίτη χώρα είναι ισοδύναμη με την παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο να ορίσουν το βαθμό στον οποίο μια συγκεκριμένη τρίτη χώρα παρέχει στους ΔΟΕΕ της Κοινότητας πραγματική πρόσβαση στην αγορά, συγκρίσιμη με την πρόσβαση που παρέχει η Κοινότητα σε ΔΟΕΕ από την εν λόγω τρίτη χώρα. Τα εν λόγω μέτρα έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό υποδειγμάτων κοινοποίησης και βεβαιώσεων καθώς και τον καθορισμό της διαδικασίας για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

(29) Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης, ήτοι η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και των επενδυτών μέσω της θέσπισης ενός κοινού πλαισίου για τη χορήγηση αδείας και την εποπτεία των ΔΟΕΕ, είναι αδύνατο να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, όπως καταδεικνύουν οι ελλείψεις υφιστάμενων εθνικών κανονιστικών ρυθμίσεων και εποπτείας των εν λόγω φορέων, και δύνανται συνεπώς, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Κεφάλαιο I Γενικές διατάξεις

Άρθρο 1 Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία καθορίζει τους κανόνες χορήγησης αδείας, διαρκούς λειτουργίας και διαφάνειας των διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ).

Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής

1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλους τους ΔΟΕΕ οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα και παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης σε έναν ή περισσότερους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ), ανεξαρτήτως:

α) εάν ο ΟΕΕ εδρεύει εντός ή εκτός της Κοινότητας,

β) εάν ο ΔΟΕΕ παρέχει τις υπηρεσίες του άμεσα ή μέσω ανάθεσης,

γ) εάν ο ΟΕΕ είναι ανοικτού ή κλειστού τύπου,

δ) της νομικής δομής του ΟΕΕ και του ΔΟΕΕ.

Οι ΔΟΕΕ στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης σε έναν ή περισσότερους ΟΕΕ δικαιούται επίσης να προωθεί εμπορικά μετοχές ή μερίδια των εν λόγω ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές στην Κοινότητα, υπό τις προϋποθέσεις του Κεφαλαίου VI και, όπου είναι σκόπιμο, του άρθρου 35.

2. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε καμία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) ΔΟΕΕ οι οποίοι, άμεσα ή έμμεσα μέσω μιας εταιρείας με την οποία οι ΔΟΕΕ συνδέονται μέσω κοινής διαχείρισης ή ελέγχου, ή μέσω ουσιαστικής άμεσης ή έμμεσης συμμετοχής, διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια των ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων τα οποία αποκτήθηκαν μέσω της χρήσης μόχλευσης, δεν υπερβαίνουν συνολικά το ανώτατο όριο των 100 εκατομμυρίων ευρώ ή των 500 εκατομμυρίων ευρώ σε περίπτωση που το χαρτοφυλάκιο του ΟΕΕ αποτελείται από ΟΕΕ χωρίς μόχλευση, ούτε δικαιώματα εξαγοράς που να μπορούν να ασκηθούν εντός περιόδου 5 ετών από την ημερομηνία σύστασης εκάστου ΟΕΕ,

β) ΔΟΕΕ, εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, οι οποίοι δεν παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης σε ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν στην Κοινότητα και δεν προωθούν εμπορικά τους ΟΕΕ στην Κοινότητα,

γ) ΟΣΕΚΑ ή εταιρείες διαχείρισης ή επενδύσεών τους που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με την οδηγία 2009/.../ΕΚ [η οδηγία ΟΣΕΚΑ].

δ) πιστωτικά ιδρύματα που καλύπτονται από την οδηγία 2006/48/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση),

ε) ιδρύματα που καλύπτονται από την οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών[13],

στ) ιδρύματα που καλύπτονται από την Πρώτη οδηγία 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1973, περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητος πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής[14], την οδηγία 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής[15] και την οδηγία 2005/68/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Νοεμβρίου 2005, σχετικά με τις αντασφαλίσεις και την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/EΟΚ, 92/49/EΟΚ του Συμβουλίου, καθώς και των οδηγιών 98/78/EΚ και 2002/83/EΚ[16],

ζ) υπερεθνικά όργανα, όπως είναι η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ, η ΕΤΕπ., το ΕΤαΕ, άλλα υπερεθνικά όργανα και παρεμφερείς διεθνείς οργανισμοί, σε περίπτωση που τα εν λόγω όργανα ή οργανισμοί διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ.

3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΔΟΕΕ οι οποίοι δεν φθάνουν το ανώτατο όριο το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) δικαιούνται να αντιμετωπίζονται ως ΔΟΕΕ οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

4. Η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα με στόχο τον καθορισμό των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες οι ΔΟΕΕ οι οποίοι διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία δεν υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους δυνάμει της παραγράφου 3.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 3 Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) Ως «οργανισμός εναλλακτικών επενδύσεων» ή ΟΕΕ νοείται οποιοσδήποτε οργανισμός συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των τμημάτων επενδύσεών τους, που σκοπός του είναι να επενδύει συλλογικά σε περιουσιακά στοιχεία και για τον οποίο δεν απαιτείται άδεια σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2009/.../ΕΚ [η οδηγία ΟΣΕΚΑ],

β) ως «διαχειριστής οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων» ή ΔΟΕΕ νοείται κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο του οποίου η συνήθης δραστηριότητα είναι η διαχείριση ενός ή πολλών ΟΕΕ,

γ) ως «εκτιμητής» νοείται κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο το οποίο αποτιμά την αξία των περιουσιακών στοιχείων ή καθορίζει την αξία των μετοχών ή των μεριδίων ενός ΟΕΕ,

δ) ως «υπηρεσίες διαχείρισης» νοούνται οι δραστηριότητες διαχείρισης και διοίκησης ενός ή περισσότερων ΟΕΕ εκ μέρους ενός ή περισσότερων επενδυτών,

ε) ως «εμπορία» ή «εμπορική προώθηση» νοείται κάθε γενική προσφορά ή διάθεση μεριδίων ή μετοχών σε έναν ΟΕΕ προς ή από επενδυτές οι οποίοι εδρεύουν στην Κοινότητα, ανεξάρτητα από το ποιος έλαβε την πρωτοβουλία της προσφοράς ή της διάθεσης,

στ) ως «επαγγελματίας επενδυτής» νοείται κάθε επενδυτής κατά την έννοια του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 2004/39/ΕΚ,

ζ) ως «ευρύ επενδυτικό κοινό» νοείται κάθε επενδυτής ο οποίος δεν είναι επαγγελματίας επενδυτής,

η) ως «κράτος μέλος καταγωγής» νοείται το κράτος μέλος στο οποίο ο ΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6,

θ) ως «κράτος μέλος υποδοχής» νοείται ένα κράτος μέλος, εκτός του κράτους μέλους καταγωγής, στην επικράτεια του οποίου ένας ΔΟΕΕ παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης σε ΟΕΕ ή μετοχές ή μερίδια αγοράς αυτών,

ι) ως «αρμόδιες αρχές» νοούνται οι εθνικές αρχές οι οποίες είναι αρμόδιες δια νόμου ή κανονιστικής ρύθμισης να επιτηρούν τους ΔΟΕΕ,

ια) ως «χρηματοπιστωτικό μέσο» νοείται ένα μέσο, όπως καθορίζεται στο παράρτημα Ι τμήμα Γ της οδηγίας 2004/39/ΕΚ,

ιβ) ως «μόχλευση» νοείται κάθε μέθοδος δια της οποίας ο ΔΟΕΕ αυξάνει την έκθεση σε κινδύνους ενός ΟΕΕ που διαχειρίζεται σε μια συγκεκριμένη επένδυση είτε μέσω δανειοληψίας μετρητών ή κινητών αξιών, είτε μέσω ενσωματωμένης μόχλευσης σε θέσεις παραγώγων ή μέσω οιωνδήποτε άλλων μέσων,

ιγ) ως «ειδική συμμετοχή» νοείται κάθε άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε έναν ΔΟΕΕ ο οποίος αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 10% του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου ή που καθιστά δυνατή την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διαχείριση του ΔΟΕΕ στον οποίο υπάρχει η εν λόγω συμμετοχή. Για τον σκοπό αυτό, λαμβάνονται υπόψη τα δικαιώματα ψήφου που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10 της οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά[17],

ιδ) ως «εκδότης» νοείται κάθε εκδότης μετοχών που εδρεύει στην Κοινότητα, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της οδηγίας 2004/109/ΕΚ,

ιε) ως «εκπρόσωποι των εργαζομένων» νοούνται οι εκπρόσωποι των εργαζομένων όπως ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο ε) της οδηγίας 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα[18].

Κεφάλαιο ΙΙ

Χορήγηση αδείας σε ΔΟΕΕ

Άρθρο 4 Απαίτηση χορήγησης αδείας

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κανένας ΔΟΕΕ ο οποίος καλύπτεται από την παρούσα οδηγία δεν παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης σε οποιονδήποτε ΟΕΕ ή μετοχές ή μερίδια αγοράς αυτού χωρίς προηγούμενη χορήγηση αδείας.

Οι οντότητες οι οποίες δεν έχουν λάβει άδεια ούτε σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ούτε, στην περίπτωση ΔΟΕΕ οι οποίοι δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ενός κράτους μέλους, δεν μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης σε ΟΕΕ ή μερίδια αγοράς ή μετοχές αυτών εντός της Κοινότητας.

2. Οι ΔΟΕΕ δύνανται να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης για όλους ή για ορισμένους τύπους ΟΕΕ.

Ένας ΔΟΕΕ δύναται να είναι κάτοχος αδείας δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να έχει άδεια ως εταιρεία διαχείρισης ή επενδύσεων δυνάμει της οδηγίας 2009/.../ΕΚ - [οδηγία ΟΣΕΚΑ].

Άρθρο 5 Λεπτομέρειες χορήγησης αδείας

Ένας ΔΟΕΕ ο οποίος αιτείται τη χορήγηση αδείας πρέπει να παρέχει τα ακόλουθα στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου έχει την καταστατική του έδρα:

α) πληροφορίες σχετικά με τις ταυτότητες των μετόχων ή των μελών του ΔΟΕΕ, άμεσων ή έμμεσων, φυσικών ή νομικών προσώπων, οι οποίοι έχουν ειδικές συμμετοχές, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τα ποσά των εν λόγω συμμετοχών,

β) πρόγραμμα δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο ΔΟΕΕ σκοπεύει να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις του δυνάμει των κεφαλαίων III, IV και, όπου είναι σκόπιμο, V, VI και VII,

γ) λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά των ΟΕΕ που σκοπεύει να διαχειριστεί, συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας των κρατών μελών ή των τρίτων χωρών στην επικράτεια των οποίων εδρεύουν,

δ) τους κανονισμούς του κεφαλαίου ή τα καταστατικά έγγραφα κάθε ΟΕΕ που σκοπεύει να διαχειριστεί ο ΔΟΕΕ,

ε) πληροφορίες σχετικά με τις ρυθμίσεις οι οποίες πραγματοποιούνται για την ανάθεση καθηκόντων υπηρεσιών διαχείρισης σε τρίτα μέρη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 και, όπου είναι σκόπιμο, στο άρθρο 35,

στ) πληροφορίες σχετικά με τις ρυθμίσεις οι οποίες πραγματοποιούνται για τη φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων των ΟΕΕ συμπεριλαμβανομένων, όπου είναι σκόπιμο, των ρυθμίσεων οι οποίες πραγματοποιούνται δυνάμει του άρθρου 38,

ζ) οποιεσδήποτε επιπλέον πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1.

Ο ΔΟΕΕ πρέπει να έχει τα κεντρικά γραφεία του και την καταστατική του έδρα στο ίδιο κράτος μέλος.

Άρθρο 6

Προϋποθέσεις χορήγησης αδείας

1. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής χορηγούν άδεια μόνο σε περίπτωση που βεβαιωθούν ότι ο ΔΟΕΕ είναι σε θέση να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις της παρούσας οδηγίας.

Η άδεια είναι έγκυρη για όλα τα κράτη μέλη.

2. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής αρνούνται τη χορήγηση αδείας σε περίπτωση που παρεμποδίζεται η αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών τους καθηκόντων σε μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις μιας τρίτης χώρας, οι οποίες διέπουν ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα με τα οποία ο ΔΟΕΕ έχει στενές σχέσεις, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 31 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ,

β) από δυσκολίες στην επιβολή των εν λόγω νόμων, κανονιστικών ρυθμίσεων ή διοικητικών διατάξεων.

3. Η άδεια καλύπτει όλους τους διακανονισμούς ανάθεσης τους οποίους πραγματοποιεί ο ΔΟΕΕ και οι οποίοι κοινοποιούνται στην αίτηση.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής δύνανται να περιορίσουν το πεδίο εφαρμογής της άδειας, ιδίως όσον αφορά τον τύπο των ΟΕΕ που ο ΔΟΕΕ μπορεί να διαχειριστεί, καθώς και τις ρυθμίσεις ανάθεσης.

4. Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον αιτούντα, εντός δύο μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης για τη χορήγηση ή μη της άδειας.

Παρέχεται αιτιολόγηση κάθε φορά που απορρίπτεται μια αίτηση χορήγησης αδείας ή όταν επιβάλλονται περιορισμοί.

5. Οι ΔΟΕΕ μπορούν να προβούν στην έναρξη παροχής υπηρεσιών διαχείρισης στο κράτος μέλος καταγωγής αμέσως μετά τη χορήγηση αδείας.

Άρθρο 7 Αλλαγές στο πεδίο εφαρμογής της άδειας

Οι ΔΟΕΕ κοινοποιούν, πριν από την εφαρμογή, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής τυχόν αλλαγές σχετικά με τις πληροφορίες οι οποίες έχουν παρασχεθεί στην αρχική τους αίτηση και ενδέχεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες έχει χορηγηθεί η άδεια, ιδίως αλλαγές αναφορικά με την επενδυτική στρατηγική και πολιτική οποιουδήποτε ΟΟΕ τον οποίο διαχειρίζονται, τους κανόνες ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ και την ταυτότητα οποιουδήποτε άλλου ΟΕΕ που σκοπεύει να διαχειριστεί ο ΔΟΕΕ.

Οι αρμόδιες αρχές εγκρίνουν ή επιβάλλουν περιορισμούς ή απορρίπτουν τις εν λόγω αλλαγές εντός ενός μηνός από τη λήψη της εν λόγω κοινοποίησης.

Άρθρο 8 Ανάκληση της αδείας

Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να ανακαλέσουν την άδεια η οποία έχει χορηγηθεί σε ένα ΔΟΟΕ σε περίπτωση που ο εν λόγω ΔΟΕΕ:

1) έχει λάβει άδεια βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο,

2) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια,

3) έχει παραβεί σοβαρά ή συστηματικά τις διατάξεις ενσωμάτωσης της παρούσας οδηγίας.

Κεφάλαιο III

Προϋποθέσεις άσκησης δραστηριοτήτων από ΔΟΕΕ

Τμήμα 1: Άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

Άρθρο 9 Γενικές αρχές

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΔΟΕΕ μπορούν να παρέχουν τις υπηρεσίες διαχείρισής τους εντός της Κοινότητας μόνο σε περίπτωση που συμμορφώνονται με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας επί μονίμου βάσεως.

Ο ΔΟΕΕ πρέπει να:

α) ενεργεί εντίμως, με την απαιτούμενη προσοχή και επιμέλεια και νομίμως κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του,

β) ενεργεί προς το συμφέρον των ΟΕΕ που διαχειρίζεται, των επενδυτών των εν λόγω ΟΕΕ και της ακεραιότητας της αγοράς,

γ) διασφαλίζει ότι όλοι οι επενδυτές των ΟΕΕ τυγχάνουν δίκαιης μεταχείρισης.

Κανένας επενδυτής δεν μπορεί να τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης, εάν αυτό δεν γνωστοποιείται στους κανόνες ή στα καταστατικά έγγραφα των ΟΕΕ.

2. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με τα οποία καθορίζονται τα κριτήρια που πρέπει να χρησιμοποιούν οι αρμόδιες αρχές για την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο οι ΔΟΕΕ συμμορφώνονται με την υποχρέωσή τους δυνάμει της παραγράφου 1.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 10 Σύγκρουση συμφερόντων

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΔΟΕΕ να λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ των ΔΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των διαχειριστών τους, των υπαλλήλων τους ή οποιουδήποτε προσώπου συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τους ΔΟΕΕ δια ελέγχου, και των επενδυτών του ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζονται οι ΔΟΕΕ, ή μεταξύ δύο επενδυτών, οι οποίες προκύπτουν κατά τη διαχείριση ενός ή περισσότερων ΟΕΕ.

Οι ΔΟΕΕ διατηρούν και εφαρμόζουν οργανωτικούς και διοικητικούς διακανονισμούς με σκοπό τη λήψη κάθε εύλογου μέτρου προκειμένου να μην επηρεάζονται αρνητικά τα συμφέροντα του ΟΕΕ και των επενδυτών του λόγω συγκρούσεων συμφερόντων.

Οι ΔΟΕΕ διαχωρίζουν εντός του ιδίου τους του λειτουργικού περιβάλλοντος, καθήκοντα και ευθύνες που μπορεί να θεωρούνται ασυμβίβαστα μεταξύ τους. Οι ΔΟΕΕ αξιολογούν το βαθμό στον οποίο οι λειτουργικές τους συνθήκες μπορεί να συνεπάγονται οποιεσδήποτε άλλες ουσιώδεις συγκρούσεις συμφερόντων και τις γνωστοποιούν στους επενδυτές των ΟΕΕ.

2. Σε περίπτωση που οι οργανωτικοί διακανονισμοί τους οποίους πραγματοποιούν οι ΔΟΕΕ για τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί, με εύλογη βεβαιότητα, η πρόληψη των κινδύνων να επηρεαστούν αρνητικά τα συμφέροντα των επενδυτών, τότε οι ΔΟΕΕ γνωστοποιούν σαφώς τη γενική φύση ή τις πηγές των συγκρούσεων συμφερόντων στους επενδυτές πριν αναλάβουν να ασκήσουν δραστηριότητες για λογαριασμό τους, και αναπτύσσουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με τα οποία:

α) καθορίζονται περαιτέρω οι τύποι συγκρούσεων συμφερόντων, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1,

β) καθορίζονται τα εύλογα μέτρα τα οποία αναμένεται να λάβουν οι ΔΟΕΕ αναφορικά με εσωτερικές και οργανωτικές διαδικασίες για την αναγνώριση, την πρόληψη, τη διαχείριση και τη γνωστοποίηση συγκρούσεων συμφερόντων.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 11 Διαχείριση κινδύνων

1. Οι ΔΟΕΕ εξασφαλίζουν ότι τα καθήκοντα διαχείρισης κινδύνων και διαχείρισης χαρτοφυλακίου διαχωρίζονται και υπόκεινται σε χωριστές επανεξετάσεις.

2. Οι ΔΟΕΕ εφαρμόζουν συστήματα διαχείρισης κινδύνων για την κατάλληλη μέτρηση και παρακολούθηση όλων των κινδύνων οι οποίοι συνδέονται με κάθε επενδυτική στρατηγική ΟΕΕ και στους οποίους είναι εκτεθειμένος ή μπορεί να εκτεθεί κάθε ΟΕΕ.

Οι ΔΟΕΕ επανεξετάζουν τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων τουλάχιστον μία φορά ετησίως και τα αναπροσαρμόζουν, όποτε είναι αναγκαίο.

3. Οι ΔΟΕΕ οφείλουν τουλάχιστον να:

α) εφαρμόζουν κατάλληλη, τεκμηριωμένη και τακτικά επικαιροποιημένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας κατά τη διεξαγωγή ερευνών εκ μέρους του ΟΕΕ, σύμφωνα με την επενδυτική στρατηγική, τους στόχους και το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ,

β) εξασφαλίζουν ότι οι κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται με κάθε επενδυτική θέση του ΟΕΕ και η συνολική τους επίδραση στο χαρτοφυλάκιο του ΟΕΕ μπορούν να εντοπιστούν, να μετρηθούν και να παρακολουθηθούν με ακρίβεια οποιαδήποτε στιγμή, μέσω κατάλληλων διαδικασιών μέτρησης κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις (stress testing),

γ) εξασφαλίζουν ότι το προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ ανταποκρίνεται στο μέγεθος, τη διάρθρωση χαρτοφυλακίου και τις επενδυτικές στρατηγικές και στόχους του ΟΕΕ, όπως διατυπώνονται στους κανόνες ή στα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ.

4. Στην περίπτωση ΔΟΕΕ οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε ακάλυπτες πωλήσεις κατά τη διεξαγωγή ερευνών εκ μέρους ενός ή περισσότερων ΟΕΕ, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΔΟΕΕ χρησιμοποιούν διαδικασίες οι οποίες τους παρέχουν πρόσβαση στις κινητές αξίες ή σε άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα κατά την ημερομηνία δέσμευσης των ΔΟΕΕ για την παράδοση των αποτελεσμάτων των ερευνών, και ότι οι ΔΟΕΕ εφαρμόζουν μέθοδο διαχείρισης κινδύνων η οποία επιτρέπει την επαρκή διαχείριση των κινδύνων που συνδέονται με την παράδοση κινητών αξιών ακάλυπτων πωλήσεων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων.

5. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό των ακόλουθων:

α) τις απαιτήσεις διαχείρισης κινδύνων που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τους ΔΟΕΕ συναρτήσει των κινδύνων τους οποίους διατρέχουν οι ΔΟΕΕ εκ μέρους των ΟΕΕ που διαχειρίζονται,

β) κάθε απαραίτητο διακανονισμό προκειμένου οι ΔΟΕΕ να μπορούν να διαχειρίζονται τους συγκεκριμένους κινδύνους οι οποίοι συνδέονται με συναλλαγές ακάλυπτων πωλήσεων, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε σχετικών περιορισμών οι οποίοι ενδεχομένως να είναι απαραίτητοι για την προστασία των ΟΕΕ από υπέρμετρη έκθεση σε κινδύνους.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 12 Διαχείριση ρευστότητας

1. Για κάθε ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται, ο ΔΟΕΕ εφαρμόζει κατάλληλο σύστημα διαχείρισης ρευστότητας και καθορίζει διαδικασίες που διασφαλίζουν τη συμμόρφωση του προφίλ ρευστότητας των επενδύσεων του ΟΕΕ με τις υποκείμενες υποχρεώσεις του.

Ο ΔΟΕΕ διεξάγει τακτικά μετρήσεις κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις (stress tests), τόσο υπό κανονικές όσο και υπό έκτακτες συνθήκες ρευστότητας και αναλόγως παρακολουθεί τον κίνδυνο ρευστότητας του ΟΕΕ.

2. Ο ΔΟΕΕ εξασφαλίζει ότι κάθε ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται διαθέτει πολιτική εξαγοράς η οποία είναι κατάλληλη για το προφίλ ρευστότητας των επενδύσεων του ΟΕΕ και η οποία πρέπει να περιγράφεται στους κανόνες ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό:

α) των απαιτήσεων διαχείρισης ρευστότητας οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 και

β) ειδικότερα, τις ελάχιστες απαιτήσεις ρευστότητας για ΟΕΕ που εξαγοράζουν μερίδια ή μετοχές συχνότερα από κάθε εξάμηνο.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 13 Επενδύσεις σε θέσεις τιτλοποίησης

Προκειμένου να διασφαλιστεί διατομεακή συνέπεια και να καταργηθεί η απόκλιση συμφερόντων μεταξύ εταιρειών που «επανασυσκευάζουν» δάνεια σε διαπραγματεύσιμους τίτλους και άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα (μεταβιβάζοντα ιδρύματα) και ΔΟΕΕ που επενδύουν σε αυτούς τους τίτλους ή αυτά τα άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα εκ μέρους ενός ή περισσότερων ΟΕΕ, η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό των απαιτήσεων στους ακόλουθους τομείς:

α) τις απαιτήσεις στις οποίες χρειάζεται να ανταποκρίνεται το μεταβιβάζον ίδρυμα προκειμένου να επιτρέπεται σε έναν ΔΟΕΕ να επενδύει, εκ μέρους ενός ή περισσότερων ΟΕΕ, σε τίτλους ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα αυτού του τύπου που εκδίδονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2011, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που εξασφαλίζουν ότι το μεταβιβάζον ίδρυμα διατηρεί καθαρή οικονομική συμμετοχή όχι κατώτερη του 5%,

β) τις ποιοτικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι ΔΟΕΕ που επενδύουν στους εν λόγω τίτλους ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα εκ μέρους ενός ή περισσότερων ΟΕΕ.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Τμήμα 2: ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 14 Αρχικό και μόνιμο κεφάλαιο

Ο ΔΟΕΕ πρέπει να διαθέτει ίδια κεφάλαια αξίας τουλάχιστον 125 000 ευρώ.

Στην περίπτωση που η αξία των χαρτοφυλακίων των ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ υπερβαίνει τα 250 εκατομμύρια ευρώ, ο ΔΟΕΕ πρέπει να παράσχει πρόσθετο ποσό ιδίων κεφαλαίων. Το εν λόγω πρόσθετο ποσό ιδίων κεφαλαίων θα αντιστοιχεί στο 0,02% του ποσού κατά το οποίο η αξία των χαρτοφυλακίων του ΔΟΕΕ υπερβαίνει τα 250 εκατομμύρια ευρώ.

Ανεξαρτήτως του ποσού των απαιτήσεων που αναφέρεται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο, τα ίδια κεφάλαια του ΔΟΕΕ δεν θα είναι ποτέ λιγότερα από το ποσό που απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 21 της οδηγίας 2006/49/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, για την επάρκεια των ιδίων κεφαλαίων των επιχειρήσεων επενδύσεων και των πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)[19].

Για τους σκοπούς του πρώτου, του δεύτερου και του τρίτου εδαφίου, τα ακόλουθα χαρτοφυλάκια θεωρούνται ως χαρτοφυλάκια του ΔΟΕΕ:

α) κάθε χαρτοφυλάκιο που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των ΟΕΕ για τους οποίους ο ΔΟΕΕ έχει αναθέσει ένα ή περισσότερα καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 18,

β) κάθε χαρτοφυλάκιο ΟΕΕ το οποίο ο ΔΟΕΕ διαχειρίζεται υπό ανάθεση.

ΤΜΗΜΑ 3: Οργανωτικές απαιτήσεις

Άρθρο 15 Γενικές αρχές

Οι ΔΟΕΕ χρησιμοποιούν πάντα επαρκείς και κατάλληλους πόρους οι οποίοι είναι απαραίτητοι για την ορθή εκτέλεση των δραστηριοτήτων διαχείρισης.

Οι ΔΟΕΕ διαθέτουν επικαιροποιημένα συστήματα, τεκμηριωμένες εσωτερικές διαδικασίες και πραγματοποιούν τακτικούς εσωτερικούς ελέγχους του κώδικα δεοντολογίας επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, ώστε να μειώνουν και να διαχειρίζονται τους κινδύνους οι οποίοι συνδέονται με τη δραστηριότητά τους.

Άρθρο 16 Αποτίμηση

1. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, διορίζεται ένας εκτιμητής ο οποίος είναι ανεξάρτητος από το ΔΟΕΕ για την εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων που έχει αποκτήσει ο ΟΕΕ και της αξίας των μετοχών και των μεριδίων του ΟΕΕ.

Ο εκτιμητής διασφαλίζει την εκτίμηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων, των μετοχών και των μεριδίων τουλάχιστον μία φορά ανά έτος, και κάθε φορά που εκδίδονται ή εξοφλούνται μετοχές ή μερίδια του ΟΕΕ, εάν αυτό συμβαίνει συχνότερα.

2. Ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο εκτιμητής διαθέτει κατάλληλες και συνεπείς διαδικασίες για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ σύμφωνα με τα υφιστάμενα εφαρμοστέα πρότυπα και κανόνες αποτίμησης, προκειμένου να αντιπροσωπεύεται η καθαρή αξία ενεργητικού των μετοχών ή των μεριδίων του ΟΕΕ.

3. Οι εφαρμοστέοι κανόνες για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων και ο υπολογισμός της καθαρής αξίας περιουσιακού στοιχείου ανά μερίδιο ή μετοχή του ΟΕΕ θεσπίζονται στο δίκαιο της χώρας όπου εδρεύει ο ΟΕΕ ή στους κανόνες ή στα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό των κριτηρίων δυνάμει των οποίων ένας εκτιμητής μπορεί να θεωρηθεί ανεξάρτητος κατά την έννοια της παραγράφου 1.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 17 Θεματοφύλακας

1. Για κάθε ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται, ο ΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι, διορίζεται ένας θεματοφύλακας για την εκπλήρωση, όπου είναι σκόπιμο, των ακόλουθων καθηκόντων:

α) λήψη όλων των πληρωμών οι οποίες πραγματοποιούνται από τους επενδυτές κατά την εγγραφή για την αγορά μεριδίων ή μετοχών ενός ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, και φύλαξή τους εκ μέρους του ΔΟΕΕ σε χωριστό λογαριασμό,

β) φύλαξη οποιωνδήποτε χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία ανήκουν στον ΟΕΕ,

γ) επαλήθευση του βαθμού στον οποίο ο ΟΕΕ ή ο ΔΟΕΕ εκ μέρους του ΟΕΕ έχει αποκτήσει την κυριότητα όλων των άλλων περιουσιακών στοιχείων στα οποία επενδύει ο ΟΕΕ.

2. Ένας ΔΟΕΕ δεν ενεργεί ως θεματοφύλακας.

Ο θεματοφύλακας ενεργεί ανεξάρτητα και αποκλειστικά για το συμφέρον των επενδυτών του ΟΕΕ.

3. Ο θεματοφύλακας είναι πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει την καταστατική του έδρα στην Κοινότητα και έχει λάβει άδεια σύμφωνα με την οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (αναδιατύπωση)[20].

4. Οι θεματοφύλακες δύνανται να αναθέσουν τα καθήκοντά τους σε άλλους θεματοφύλακες.

5. Ο θεματοφύλακας είναι υπεύθυνος έναντι του ΔΟΕΕ και των επενδυτών του ΟΕΕ για οποιεσδήποτε ζημίες υποστούν ως αποτέλεσμα της αποτυχίας του να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Σε περίπτωση τυχόν ζημίας χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία φυλάσσει ο θεματοφύλακας, ο θεματοφύλακας απαλλάσσεται της ευθύνης του μόνο εάν δύναται να αποδείξει ότι δεν είχε τη δυνατότητα να αποφύγει τη ζημία που επήλθε.

Επίκληση της ευθύνης έναντι των επενδυτών του ΟΕΕ μπορεί να πραγματοποιηθεί, άμεσα ή έμμεσα, μέσω του ΔΟΕΕ, ανάλογα με τη νομική φύση της σχέσης ανάμεσα σε θεματοφύλακα, ΔΟΕΕ και επενδυτές. Η ευθύνη του θεματοφύλακα δεν επηρεάζεται από οποιαδήποτε ανάθεση της οποίας γίνεται μνεία στην παράγραφο 4.

Τμήμα 4: Ανάθεση των καθηκόντων του ΔΟΕΕ

Άρθρο 18 Ανάθεση

1. Οι ΔΟΕΕ οι οποίοι σκοπεύουν να αναθέσουν σε τρίτα μέρη το καθήκον εκτέλεσης εκ μέρους τους ενός ή περισσότερων καθηκόντων τους υποβάλλουν αίτηση για προηγούμενη άδεια από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής για κάθε ανάθεση.

Η τήρηση των ακόλουθων προϋποθέσεων είναι απαραίτητη:

α) το τρίτο μέρος πρέπει να είναι φερέγγυο και τα πρόσωπα τα οποία πραγματικά διεξάγουν τις συναλλαγές πρέπει να έχουν επαρκώς καλή φήμη και εμπειρία,

β) σε περίπτωση που η ανάθεση αφορά τη διαχείριση χαρτοφυλακίου ή τη διαχείριση κινδύνων, το τρίτο μέρος πρέπει επίσης να έχει λάβει άδεια ως ΔΟΕΕ για τη διαχείριση ενός ΟΕΕ του ίδιου τύπου,

γ) η ανάθεση δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στην αποτελεσματικότητα της εποπτείας του ΔΟΕΕ, και συγκεκριμένα δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στην άσκηση της δραστηριότητας του ΔΟΕΕ, ή στη διαχείριση του ΟΕΕ, ούτως ώστε να εξυπηρετούνται κατά τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των επενδυτών του,

δ) ο ΔΟΕΕ πρέπει να αποδεικνύει ότι το τρίτο μέρος είναι εξειδικευμένο και ικανό για την ανάληψη των εν λόγω καθηκόντων, ότι η επιλογή του πραγματοποιήθηκε με τη δέουσα προσοχή και ότι ο ΔΟΕΕ είναι σε θέση να παρακολουθεί αποτελεσματικά ανά πάσα στιγμή την ανατεθειμένη δραστηριότητα, να παρέχει ανά πάσα στιγμή περαιτέρω οδηγίες στο τρίτο μέρος και να ανακαλεί την ανάθεση με άμεση ισχύ, όταν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα των επενδυτών.

Δεν πραγματοποιείται καμία ανάθεση στο θεματοφύλακα, στον εκτιμητή, ή σε οποιονδήποτε άλλο οργανισμό του οποίου τα συμφέροντα μπορεί να έρχονται σε σύγκρουση με αυτά του ΟΕΕ ή των επενδυτών του.

Ο ΔΟΕΕ επανεξετάζει επί μονίμου βάσεως τις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται από κάθε τρίτο μέρος.

2. Σε καμία περίπτωση η ευθύνη του ΔΟΕΕ δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι ο ΔΟΕΕ έχει αναθέσει καθήκοντα σε ένα τρίτο μέρος, και ο ΔΟΕΕ δεν αναθέτει τα καθήκοντά του σε τέτοια έκταση που, κατ’ ουσίαν, δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ο διαχειριστής του ΟΕΕ.

3. Το τρίτο μέρος δύναται να πραγματοποιήσει περαιτέρω ανάθεση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό των ακολούθων:

α) τις προϋποθέσεις έγκρισης της ανάθεσης,

β) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο διαχειριστής δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ότι είναι ο διαχειριστής του ΟΕΕ, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 2.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Κεφάλαιο IV Απαιτήσεις διαφάνειας

Άρθρο 19 Ετήσια έκθεση

1. Ο ΔΟΕΕ διαθέτει, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, ετήσια έκθεση για κάθε οικονομικό έτος. Η ετήσια έκθεση διατίθεται στους επενδυτές και τις αρμόδιες αρχές το αργότερο τέσσερις μήνες μετά τη λήξη του οικονομικού έτους.

2. Η ετήσια έκθεση περιέχει τουλάχιστον τα εξής:

α) ισολογισμό ή περιουσιακή κατάσταση,

β) λογαριασμό των εσόδων και των δαπανών του οικονομικού έτους,

γ) έκθεση για τις δραστηριότητες του οικονομικού έτους.

3. Τα λογιστικά στοιχεία τα οποία περιέχονται στην ετήσια έκθεση ελέγχονται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από το νόμο να διενεργούν λογιστικούς ελέγχους σύμφωνα με την οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου[21]. Η έκθεση ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρατηρήσεων, δημοσιεύεται εν όλω στην ετήσια έκθεση.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό του περιεχομένου και του μορφοτύπου της ετήσιας έκθεσης. Τα εν λόγω μέτρα προσαρμόζονται στον τύπο του ΔΟΕΕ στον οποίο εφαρμόζονται.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 20 Πληροφόρηση των επενδυτών

1. Ο ΔΟΕΕ εξασφαλίζει ότι όλοι οι επενδυτές των ΟΕΕ λαμβάνουν τις ακόλουθες πληροφορίες πριν από την πραγματοποίηση επενδύσεων στους ΟΕΕ, καθώς και τις όποιες αλλαγές τους:

α) περιγραφή της επενδυτικής στρατηγικής και των στόχων του ΟΕΕ, όλων των περιουσιακών στοιχείων στα οποία μπορεί να επενδύσει ο ΟΕΕ και των τεχνικών που μπορεί να χρησιμοποιήσει, καθώς και όλων των παρεπόμενων κινδύνων, κάθε εφαρμοστέου επενδυτικού περιορισμού, των περιστάσεων στις οποίες ο ΟΕΕ μπορεί να κάνει χρήση της μόχλευσης, των τύπων και των πηγών μόχλευσης που επιτρέπονται και των παρεπόμενων κινδύνων, όπως και κάθε περιορισμού σχετικά με τη χρήση μόχλευσης,

β) περιγραφή των διαδικασιών με τις οποίες ο ΟΕΕ μπορεί να αλλάξει την επενδυτική στρατηγική του ή την επενδυτική πολιτική του, ή και τις δύο,

γ) περιγραφή των νομικών συνεπειών της συμβατικής σχέσης που συνάπτεται για τους σκοπούς της επένδυσης, όπου συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τη δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο και σχετικά με την ύπαρξη, ή όχι, νομικών πράξεων που προβλέπουν την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων στο έδαφος όπου εδρεύει το αμοιβαίο κεφάλαιο,

δ) την ταυτότητα του θεματοφύλακα, του εκτιμητή, του ελεγκτή και οποιωνδήποτε άλλων παρόχων υπηρεσιών του ΟΕΕ, καθώς και περιγραφή των καθηκόντων τους και των δικαιωμάτων των επενδυτών σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των εν λόγω καθηκόντων,

ε) περιγραφή κάθε ανατεθειμένου καθήκοντος διαχείρισης ή θεματοφύλακα και την ταυτότητα του τρίτου μέρους στο οποίο έχει ανατεθεί το καθήκον,

στ) περιγραφή της διαδικασίας αποτίμησης του ΟΕΕ και, όπου είναι σκόπιμο, των μοντέλων καθορισμού των τιμών για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων τα οποία δύσκολα αποτιμώνται,

ζ) περιγραφή της διαχείρισης κινδύνων ρευστότητας του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων εξαγοράς τόσο σε κανονικές όσο και σε έκτακτες περιστάσεις, των υφιστάμενων διακανονισμών εξαγοράς με επενδυτές, και του τρόπου με τον οποίο ο ΔΟΕΕ εξασφαλίζει δίκαιη μεταχείριση των επενδυτών,

η) περιγραφή όλων των αμοιβών, των χρεώσεων και των δαπανών καθώς και των ανώτατων ποσών τους με τα οποία οι επενδυτές επιβαρύνονται άμεσα ή έμμεσα,

θ) κάθε φορά που ένας επενδυτής τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης ή λαμβάνει το δικαίωμα προνομιακής μεταχείρισης, την ταυτότητα του επενδυτή και περιγραφή της εν λόγω προνομιακής μεταχείρισης,

ι) την τελευταία ετήσια έκθεση.

2. Ο ΔΟΕΕ γνωστοποιεί κατά διαστήματα στους επενδυτές, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, τα ακόλουθα:

α) το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ το οποίο υπόκειται σε ειδικούς διακανονισμούς που προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους,

β) οποιουσδήποτε νέους διακανονισμούς για τη διαχείριση της ρευστότητας του ΟΕΕ,

γ) το τρέχον προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων τα οποία χρησιμοποιεί ο ΔΟΕΕ για τη διαχείριση των εν λόγω κινδύνων.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό των υποχρεώσεων που έχουν οι ΔΟΕΕ όσον αφορά τη γνωστοποίηση και τη συχνότητα των γνωστοποιήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Τα εν λόγω μέτρα προσαρμόζονται στον τύπο του ΔΟΕΕ στον οποίο εφαρμόζονται.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 21 Υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές

1. Ο ΔΟΕΕ υποβάλλει τακτικά εκθέσεις στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του σχετικά με τις βασικές αγορές και τα βασικά μέσα στα οποία πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές εκ μέρους του ΟΕΕ που διαχειρίζεται.

Ο ΔΟΕΕ παρέχει συγκεντρωτικές πληροφορίες σχετικά με τα κύρια μέσα στα οποία πραγματοποιεί εμπορικές συναλλαγές, στις αγορές των οποίων είναι μέλος ή στις οποίες πραγματοποιεί ενεργά εμπορικές συναλλαγές, και σχετικά με τις βασικές εκθέσεις σε κινδύνους και τις σημαντικότερες συγκεντρώσεις καθενός εκ των ΟΕΕ που διαχειρίζεται.

2. Ο ΔΟΕΕ υποβάλλει κατά διαστήματα εκθέσεις για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του, σχετικά με τα ακόλουθα:

α) το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ το οποίο υπόκειται σε ειδικούς διακανονισμούς που προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους,

β) οποιουσδήποτε νέους διακανονισμούς για τη διαχείριση της ρευστότητας του ΟΕΕ,

γ) το τρέχον προφίλ κινδύνων του ΟΕΕ και τα μέσα διαχείρισης κινδύνων τα οποία χρησιμοποιεί ο ΔΟΕΕ για τη διαχείριση των εν λόγω κινδύνων,

δ) τις βασικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων στα οποία επενδύει ο ΟΕΕ,

ε) όπου είναι σκόπιμο, τη χρήση ακάλυπτων πωλήσεων κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς.

3. Ο ΔΟΕΕ υποβάλλει τα ακόλουθα έγγραφα στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται:

α) ετήσια έκθεση για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ για κάθε οικονομικό έτος, εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη των περιόδων στις οποίες αναφέρεται,

β) αναλυτικό κατάλογο όλων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ στη λήξη κάθε τριμήνου.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 και της συχνότητάς τους.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Κεφάλαιο V Υποχρεώσεις όσον αφορά ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται συγκεκριμένους τύπους ΟΕΕ

Τμήμα 1: Υποχρεώσεις για ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται μοχλευμένους ΟΕΕ

Άρθρο 22 Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται μόνο για ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ οι οποίοι χρησιμοποιούν συστηματικά υψηλά επίπεδα μόχλευσης.

Οι ΔΟΕΕ αξιολογούν, σε τριμηνιαία βάση, το βαθμό στον οποίο ο ΟΕΕ χρησιμοποιεί υψηλά επίπεδα μόχλευσης συστηματικά και ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές αναλόγως.

Για τους σκοπούς του δεύτερου εδαφίου, ένας ΟΕΕ θεωρείται ότι χρησιμοποιεί συστηματικά υψηλά επίπεδα μόχλευσης σε περίπτωση που η συνδυασμένη μόχλευση από όλες τις πηγές υπερβαίνει την αξία του μετοχικού κεφαλαίου του ΟΕΕ σε δύο από τα παρελθόντα τέσσερα τρίμηνα.

Άρθρο 23 Πληροφόρηση των επενδυτών

Ο ΔΟΕΕ ο οποίος διαχειρίζεται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ που χρησιμοποιούν υψηλά επίπεδα μόχλευσης σε συστηματική βάση οφείλει για κάθε σχετικό ΟΕΕ:

α) να γνωστοποιεί στους επενδυτές το ανώτατο επίπεδο μόχλευσης το οποίο μπορεί να χρησιμοποιεί ο ΔΟΕΕ εκ μέρους του ΟΕΕ, καθώς και οποιοδήποτε δικαίωμα εκ νέου χρήσης πρόσθετης ασφάλειας ή οποιασδήποτε εγγύησης παρέχεται δυνάμει του διακανονισμού μόχλευσης,

β) να γνωστοποιεί, σε τριμηνιαία βάση, στους επενδυτές το συνολικό ποσό μόχλευσης το οποίο χρησιμοποίησε κάθε ΟΕΕ το προηγούμενο τρίμηνο.

Άρθρο 24 Υποβολή εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές

1. Ο ΔΟΕΕ ο οποίος διαχειρίζεται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ που χρησιμοποιούν υψηλά επίπεδα μόχλευσης σε συστηματική βάση παρέχει τακτικά στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του πληροφορίες σχετικά με το συνολικό επίπεδο μόχλευσης που χρησιμοποιείται από κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, και λεπτομερή ανάλυση μεταξύ της μόχλευσης που προκύπτει από τη δανειοληψία μετρητών ή κινητών αξιών και της μόχλευσης που ενσωματώνεται σε χρηματοπιστωτικά παράγωγα.

Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν την ταυτότητα των πέντε μεγαλύτερων πηγών δανειακών μετρητών ή κινητών αξιών για καθέναν από τους ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ, και τα ποσά μόχλευσης που λήφθηκαν από κάθε μία από αυτές τις οντότητες για καθέναν από τους ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ.

2. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον περαιτέρω καθορισμό των απαιτήσεων γνωστοποίησης σχετικά με τη μόχλευση και τη συχνότητα υποβολής εκθέσεων στις αρμόδιες αρχές, καθώς και των απαιτήσεων για πληροφόρηση των επενδυτών.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 25 Χρήση πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές, εποπτική συνεργασία και όρια μόχλευσης

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής χρησιμοποιούν τις πληροφορίες για τις οποίες υποβάλλονται εκθέσεις δυνάμει του άρθρου 24 για τους σκοπούς προσδιορισμού του βαθμού στον οποίο η χρήση της μόχλευσης συμβάλλει στη δημιουργία συστημικού κινδύνου στο χρηματοπιστωτικό σύστημα ή κινδύνων μη ομαλής λειτουργίας των αγορών.

2. Το κράτος μέλος καταγωγής εξασφαλίζει ότι όλες οι πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 24 και οι οποίες είναι συγκεντρωτικές αναφορικά με όλους τους ΔΟΕΕ που επιτηρεί τίθενται στη διάθεση άλλων αρμόδιων αρχών μέσω της διαδικασίας που περιγράφεται στο άρθρο 46 σχετικά με την εποπτική συνεργασία. Το κράτος μέλος καταγωγής παρέχει επίσης, χωρίς καθυστέρηση, πληροφορίες μέσω του εν λόγω μηχανισμού, και διμερώς σε άλλα άμεσα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, σε περίπτωση που ένας ΔΟΕΕ για τον οποίο είναι υπεύθυνο μπορεί ενδεχομένως να αποτελεί σημαντική πηγή κινδύνου αντισυμβαλλομένων για ένα πιστωτικό ίδρυμα ή άλλο συστημικώς σχετικό ίδρυμα σε άλλα κράτη μέλη.

3. Προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με τα οποία τίθενται όρια στο επίπεδο μόχλευσης που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι ΔΟΕΕ. Τα εν λόγω όρια πρέπει να λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τον τύπο ΟΕΕ, τη στρατηγική τους και τις πηγές μόχλευσής τους.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

4. Σε εξαιρετικές περιστάσεις και όταν αυτό απαιτείται προκειμένου να διασφαλιστεί η σταθερότητα και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής δύνανται να επιβάλλουν επιπρόσθετα όρια στο επίπεδο μόχλευσης που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι ΔΟΕΕ. Τα μέτρα που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών καταγωγής έχουν προσωρινό χαρακτήρα και πρέπει να συμμορφώνονται με τις διατάξεις που θεσπίζονται από την Επιτροπή δυνάμει της παραγράφου 3.

Τμήμα 2: Υποχρεώσεις για ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ οι οποίοι αποκτούν ελέγχουσα επιρροή σε εταιρείες

Άρθρο 26 Πεδίο εφαρμογής

1. Το παρόν τμήμα αφορά τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ ο οποίος, μεμονωμένα ή συγκεντρωτικά, αποκτά το 30% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ενός εκδότη τίτλων ή μιας μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας, που εδρεύουν στην Κοινότητα, κατά περίπτωση,

β) ΔΟΕΕ οι οποίοι έχουν συνάψει συμφωνία με έναν ή περισσότερους άλλους ΔΟΕΕ οι οποίοι θα επέτρεπαν στους ΟΕΕ που διαχειρίζονται οι εν λόγω ΔΟΕΕ να αποκτήσουν το 30% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου του εκδότη τίτλων ή της μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας, κατά περίπτωση.

2. Το παρόν τμήμα δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που ο εν λόγω εκδότης τίτλων ή η μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερους από 250 εργαζομένους, των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα 50 εκατομμύρια ευρώ ή/και το σύνολο του ετήσιου ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 43 εκατομμύρια ευρώ.

Άρθρο 27 Κοινοποίηση της απόκτησης ελέγχουσας επιρροής σε μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν ένας ΔΟΕΕ είναι σε θέση να ασκήσει το 30% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου μιας μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας κοινοποιεί στη μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία και σε όλους τους άλλους μετόχους τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2.

Η εν λόγω κοινοποίηση πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό και, εν πάση περιπτώσει, το αργότερο εντός τεσσάρων ημερών συναλλαγών, εκ των οποίων η πρώτη είναι η ημερομηνία κατά την οποία ο ΔΟΕΕ κατέστη ικανός να ασκεί το 30% των δικαιωμάτων ψήφου.

2. Η κοινοποίηση που απαιτείται δυνάμει της παραγράφου 1 πρέπει να περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) την κατάσταση που προκύπτει όσον αφορά τα δικαιώματα ψήφου,

β) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες επιτεύχθηκε το κατώτατο όριο του 30%, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με την ταυτότητα των διαφορετικών συμμετεχόντων μετόχων,

γ) την ημερομηνία κατά την οποία καλύφθηκε ή υπερκαλύφθηκε το κατώτατο όριο.

Άρθρο 28 Γνωστοποίηση σε περίπτωση απόκτησης ελέγχουσας επιρροής σε εκδότες τίτλων ή μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες

1. Επιπλέον του άρθρου 27, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι σε περίπτωση που ένας ΔΟΕΕ αποκτήσει το 30% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ενός εκδότη τίτλων ή μιας μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας, ο εν λόγω ΔΟΕΕ θέτει τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο στη διάθεση του εκδότη τίτλων, της μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας, των αντίστοιχων μετόχων τους και των εκπροσώπων των εργαζομένων ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, των ίδιων των εργαζομένων.

Όσον αφορά τους εκδότες τίτλων, ο ΔΟΕΕ θέτει τα ακόλουθα στη διάθεση του ενδιαφερόμενου εκδότη τίτλων, των μετόχων του και των εκπροσώπων των εργαζομένων:

α) τις πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 2004/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με τις δημόσιες προσφορές εξαγοράς[22],

β) την πολιτική για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, ιδίως μεταξύ του ΔΟΕΕ και του εκδότη,

γ) την πολιτική εξωτερικής και εσωτερικής επικοινωνίας του εκδότη τίτλων, ιδίως όσον αφορά τους υπαλλήλους.

Όσον αφορά τις μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες, ο ΔΟΕΕ θέτει τα ακόλουθα στη διάθεση της ενδιαφερόμενης μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας, των μετόχων της και των εκπροσώπων των εργαζομένων:

δ) την ταυτότητα του ΔΟΟΕ ο οποίος μεμονωμένα ή σε συμφωνία με άλλους ΔΟΕΕ έχει καλύψει το κατώτατο όριο του 30%,

ε) το σχέδιο ανάπτυξης για τη μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία,

στ) την πολιτική για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, ιδίως μεταξύ του ΔΟΕΕ και της μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας,

ζ) την πολιτική εξωτερικής και εσωτερικής επικοινωνίας του εκδότη τίτλων ή της μη εισηγμένης στο χρηματιστήριο εταιρείας, ιδίως όσον αφορά τους υπαλλήλους.

2. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό:

α) του λεπτομερούς περιεχομένου των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 1,

β) του τρόπου κοινοποίησης των πληροφοριών.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 29 Ειδικές διατάξεις σχετικά με την ετήσια έκθεση των ΟΕΕ που ασκούν ελέγχουσα επιρροή σε εκδότες τίτλων ή μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες

1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΔΟΕΕ περιλαμβάνουν στην ετήσια έκθεση, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 19 για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται, τις επιπρόσθετες πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

2. Η ετήσια έκθεση ΟΕΕ περιλαμβάνει τις ακόλουθες επιπρόσθετες πληροφορίες για κάθε εκδότη τίτλων και για κάθε μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία στον/στην οποίο/-α έχει επενδύσει ο ΟΕΕ:

α) όσον αφορά τις λειτουργικές και χρηματοπιστωτικές εξελίξεις, παρουσίαση εισοδημάτων και κερδών ανά τομέα δραστηριοτήτων, κατάσταση της προόδου των δραστηριοτήτων και των οικονομικών υποθέσεων της εταιρείας, εκτίμηση της αναμενόμενης προόδου δραστηριοτήτων και οικονομικών υποθέσεων, έκθεση σχετικά με τα σημαντικά γεγονότα του οικονομικού έτους,

β) όσον αφορά τους χρηματοπιστωτικούς και άλλους κινδύνους, τουλάχιστον τους χρηματοπιστωτικούς κινδύνους οι οποίοι συνδέονται με τη διάρθρωση του κεφαλαίου,

γ) όσον αφορά τα εργασιακά θέματα, τον κύκλο εργασιών, τις καταγγελίες και τις προσλήψεις.

δ) κατάσταση σημαντικών πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων.

Επιπλέον, η ετήσια έκθεση ΟΕΕ περιέχει, για κάθε εκδότη στον οποίο έχει αποκτήσει ελέγχουσα επιρροή, τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 46α παράγραφος 1 στοιχείο στ) της τετάρτης οδηγίας 78/660/EOK του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1978, βασιζομένη στο άρθρο 54 παράγραφος 3 περίπτωση ζ) της συνθήκης περί των ετησίων λογαριασμών εταιρειών ορισμένων μορφών[23] και επισκόπηση της διάρθρωσης του κεφαλαίου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχεία α) και δ) της οδηγίας 2004/25/ΕΚ.

Στην έκθεση ΟΕΕ παρέχεται για κάθε μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο εταιρεία στην οποία ο ΟΕΕ έχει αποκτήσει ελέγχουσα επιρροή επισκόπηση των ρυθμίσεων διαχείρισης και των πληροφοριών που προβλέπονται στο άρθρο 3 στοιχεία β), γ) και ε) έως η) της δεύτερης οδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1976, περί συντονισμού των εγγυήσεων που απαιτούνται στα κράτη μέλη εκ μέρους των εταιρειών, κατά την έννοια του άρθρου 58 δεύτερη παράγραφος της συνθήκης, για την προστασία των συμφερόντων των εταίρων και των τρίτων με σκοπό να καταστούν οι εγγυήσεις αυτές ισοδύναμες όσον αφορά τη σύσταση της ανωνύμου εταιρείας και τη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της[24].

3. Ο ΔΟΕΕ, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται και για τον οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος τμήματος, παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 2 σε όλους τους εκπροσώπους των εργαζομένων της σχετικής εταιρείας, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, εντός του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό του λεπτομερούς περιεχομένου των πληροφοριών που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 30 Ειδικές διατάξεις σχετικά με εταιρείες των οποίων οι μετοχές δεν εισάγονται πλέον προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά

Σε περίπτωση που, κατόπιν απόκτησης του 30% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ενός εκδότη τίτλων, οι μετοχές του εν λόγω εκδότη δεν εισάγονται πλέον προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, ο εν λόγω εκδότης εξακολουθεί, εντούτοις, να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του δυνάμει της οδηγίας 2004/109/ΕΚ για δύο έτη από την ημερομηνία απόσυρσης από τη ρυθμιζόμενη αγορά.

Κεφάλαιο VI

Παροχή υπηρεσιών διαχείρισης και εμπορικής προώθησης από ΔΟΕΕ

Άρθρο 31 Εμπορική προώθηση μετοχών ή μεριδίων ΟΕΕ στο κράτος μέλος καταγωγής

1. Ένας εγκεκριμένος ΔΟΕΕ δύναται να προωθεί εμπορικά μετοχές ή μερίδια ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές στο κράτος μέλος καταγωγής αμέσως από τη στιγμή που πληρούνται οι προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

2. Ο ΔΟΕΕ καταθέτει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του κοινοποίηση σχετικά με κάθε ΟΕΕ τον οποίο σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά.

Η εν λόγω κοινοποίηση περιέχει τα ακόλουθα:

α) ταυτοποίηση των ΟΕΕ που σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά ο ΔΟΕΕ και πληροφορίες σχετικά με την έδρα των ΟΕΕ,

β) τους κανόνες ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΕΕ,

γ) περιγραφή ή οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τους ΟΕΕ που είναι διαθέσιμοι για τους επενδυτές,

δ) πληροφορίες σχετικά με ρυθμίσεις που έχουν καθοριστεί για την πρόληψη της εμπορικής προώθησης μεριδίων ή μετοχών των εν λόγω ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης όπου ο ΔΟΕΕ βασίζεται σε δραστηριότητες ανεξάρτητων οντοτήτων για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών αναφορικά με τον ΟΕΕ του.

3. Το αργότερο δέκα εργάσιμες ημέρες μετά την παραλαβή πλήρους κοινοποίησης δυνάμει της παραγράφου 2, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνουν τον ΔΟΕΕ σχετικά με το αν μπορεί ή όχι να προβεί στην έναρξη εμπορικής προώθησης των ΟΕΕ που προσδιορίζονται στην κοινοποίηση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιβάλλουν περιορισμούς ή προϋποθέσεις σχετικά με την εμπορική προώθηση ΟΕΕ δυνάμει του παρόντος άρθρου.

Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό του είδους των περιορισμών ή προϋποθέσεων που μπορούν να επιβληθούν όσον αφορά την εμπορική προώθηση ΟΕΕ δυνάμει του δευτέρου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

4. Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 32 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται ΔΟΕΕ προωθούνται εμπορικά μόνο σε επαγγελματίες επενδυτές.

Άρθρο 32 Διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να επιτρέπουν την εμπορική προώθηση ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό

1. Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν την εμπορική προώθηση ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό στην επικράτειά τους.

Τα κράτη μέλη δύνανται, για το σκοπό αυτό, να επιβάλλουν αυστηρότερες απαιτήσεις στους ΔΟΕΕ ή τους ΟΕΕ.

2. Τα κράτη μέλη τα οποία επιτρέπουν την εμπορική προώθηση ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό στην επικράτειά τους, ενημερώνουν την Επιτροπή, εντός ενός έτους από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1, σχετικά με:

α) τους τύπους των ΟΕΕ που μπορούν να προωθήσουν εμπορικά οι ΔΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό στην επικράτειά τους,

β) κάθε επιπρόσθετη απαίτηση που επιβάλλει το κράτος μέλος για την εμπορική προώθηση ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό στην επικράτειά του.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν επίσης την Επιτροπή σχετικά με κάθε μεταγενέστερη αλλαγή όσον αφορά το πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 33 Προϋποθέσεις για την εμπορική προώθηση σε άλλα κράτη μέλη

1. Σε περίπτωση που ένας εγκεκριμένος ΔΟΕΕ σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά σε επαγγελματίες επενδυτές τα μερίδια ή τις μετοχές ενός ΟΕΕ που διαχειρίζεται σε ένα άλλο κράτος μέλος, υποβάλλει τα ακόλουθα έγγραφα στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του:

α) επιστολή κοινοποίησης, συμπεριλαμβανομένου προγράμματος δραστηριοτήτων στο οποίο προσδιορίζονται οι ΟΕΕ τους οποίους σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά και πληροφορίες σχετικά με την έδρα των ΟΕΕ,

β) τους κανόνες ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΕΕ,

γ) περιγραφή ή οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τους ΟΕΕ που είναι διαθέσιμοι για τους επενδυτές,

δ) την ένδειξη του κράτους μέλους στο οποίο σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά τα μερίδια ή τις μετοχές ενός ΟΕΕ υπό τη διαχείρισή του σε επαγγελματίες επενδυτές,

ε) ρυθμίσεις σχετικά με την εμπορική προώθηση ΟΕΕ και, όπου είναι σκόπιμο, πληροφορίες σχετικά με τις ρυθμίσεις που έχουν καθοριστεί για την αποφυγή της εμπορικής προώθησης μεριδίων ή μετοχών των εν λόγω ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό.

2. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής διαβιβάζουν, το αργότερο δέκα εργάσιμες ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής της πλήρους τεκμηρίωσης, την πλήρη τεκμηρίωση, που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου θα προωθηθεί εμπορικά ο ΟΕΕ. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές εσωκλείουν βεβαίωση ότι ο ενδιαφερόμενος ΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια.

3. Κατόπιν διαβίβασης της τεκμηρίωσης, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνουν αμέσως το ΔΟΕΕ σχετικά με τη διαβίβαση. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να προβεί στην έναρξη εμπορικής προώθησης των ΟΕΕ στο κράτος μέλος υποδοχής από την ημερομηνία της εν λόγω κοινοποίησης.

4. Οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε) είναι υποκείμενες στους νόμους και στην εποπτεία του κράτους μέλους υποδοχής.

5. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η επιστολή κοινοποίησης και η βεβαίωση που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παρέχονται σε μια γλώσσα που χρησιμοποιείται συνήθως στο διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η ηλεκτρονική διαβίβαση και κατάθεση των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 είναι αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές τους.

6. Σε περίπτωση αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2, ο ΔΟΕΕ ενημερώνει γραπτώς τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του σχετικά με την εν λόγω αλλαγή τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής.

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με τις εν λόγω αλλαγές.

7. Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό των ακόλουθων:

α) του μορφοτύπου και του περιεχομένου ενός υποδείγματος της επιστολής κοινοποίησης,

β) του μορφοτύπου και του περιεχομένου ενός υποδείγματος βεβαίωσης.

8. Οι ΔΟΕΕ δύνανται να προωθούν εμπορικά μετοχές ή μερίδια ενός ΟΕΕ που εδρεύει σε τρίτη χώρα σε επαγγελματίες επενδυτές που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος από το κράτος μέλος καταγωγής του ΔΟΕΕ μόνο από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 34 Προϋποθέσεις για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης σε άλλα κράτη μέλη

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ένας εγκεκριμένος ΔΟΕΕ μπορεί να παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης σχετικά με έναν ΟΕΕ ο οποίος εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος άμεσα ή μέσω της ίδρυσης υποκαταστήματος, υπό τον όρο ότι ο ΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια για τη διαχείριση αυτού του τύπου ΟΕΕ.

2. Κάθε ΔΟΕΕ ο οποίος επιθυμεί να παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης σε σχέση με έναν ΟΕΕ που εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος, για την πρώτη φορά κοινοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του:

α) το κράτος μέλος στο οποίο σκοπεύει να παρέχει υπηρεσίες διαχείρισης άμεσα ή να ιδρύσει υποκατάστημα,

β) πρόγραμμα δραστηριοτήτων στο οποίο δηλώνονται συγκεκριμένα οι υπηρεσίες τις οποίες σκοπεύει να παρέχει και στο οποίο προσδιορίζονται οι ΔΟΕΕ τους οποίους σκοπεύει να διαχειρίζεται.

3. Σε περίπτωση που ο ΔΟΕΕ σκοπεύει να ιδρύσει υποκατάστημα παρέχει, πέρα από τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α) την οργανωτική δομή του υποκαταστήματος,

β) τη διεύθυνση στο κράτος μέλος καταγωγής από την οποία μπορούν να ληφθούν τα έγγραφα,

γ) τα ονόματα των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διαχείριση του υποκαταστήματος.

4. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής διαβιβάζουν, το αργότερο δέκα εργάσιμες ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής της πλήρους τεκμηρίωσης, την πλήρη τεκμηρίωση, που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και, όπου είναι σκόπιμο, στην παράγραφο 3, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου θα παρασχεθούν οι υπηρεσίες διαχείρισης και βεβαίωση ότι έχουν αδειοδοτήσει τον ενδιαφερόμενο ΔΟΕΕ. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές ενημερώνουν αμέσως το ΔΟΕΕ σχετικά με τη διαβίβαση.

Κατόπιν παραλαβής της κοινοποίησης διαβίβασης, ο ΔΟΕΕ μπορεί να προβεί στην έναρξη παροχής των υπηρεσιών του στο κράτος μέλος υποδοχής.

5. Τα κράτη μέλη υποδοχής δεν επιβάλλουν καμία επιπλέον απαίτηση στους ενδιαφερόμενους ΔΟΕΕ όσον αφορά ζητήματα τα οποία καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

6. Σε περίπτωση αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2, και όπου είναι σκόπιμο σύμφωνα με την παράγραφο 3, ο ΔΟΕΕ ενημερώνει γραπτώς τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του σχετικά με την εν λόγω αλλαγή τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής.

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με τις εν λόγω αλλαγές.

Κεφάλαιο VII Ειδικοί κανόνες σχετικά με τρίτες χώρες

Άρθρο 35 Προϋποθέσεις για την εμπορική προώθηση στην Κοινότητα ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν σε τρίτες χώρες

Ένας ΔΟΕΕ δύναται να προωθήσει εμπορικά μετοχές ή μερίδια ενός ΟΕΕ που εδρεύει σε τρίτη χώρα σε επαγγελματίες επενδυτές που εδρεύουν σε κράτος μέλος μόνο εάν η τρίτη χώρα έχει υπογράψει συμφωνία με το εν λόγω κράτος μέλος η οποία είναι απολύτως σύμφωνη με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα.

Στις περιπτώσεις που οι ΔΟΕΕ προωθούν εμπορικά μετοχές ή μερίδια ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν σε τρίτη χώρα, τα κράτη μέλη καταγωγής μπορούν να παρατείνουν την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 31 παράγραφος 3, όταν αυτό είναι απαραίτητο για τον έλεγχο της εκπλήρωσης των προϋποθέσεων της παρούσας οδηγίας.

Πριν επιτραπεί στον ΔΟΕΕ να προωθήσει εμπορικά μετοχές ή μερίδια ΟΕΕ οι οποίοι εδρεύουν σε τρίτη χώρα, το κράτος μέλος καταγωγής εξετάζει προσεκτικά τις ρυθμίσεις που έχει πραγματοποιήσει ο ΔΟΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 38, όπου είναι σκόπιμο.

Άρθρο 36 Ανάθεση διοικητικών καθηκόντων από το ΔΟΕΕ σε οντότητα εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν σε έναν ΔΟΕΕ να αναθέτει διοικητικές υπηρεσίες σε οντότητες οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε τρίτη χώρα μόνο υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) εκπλήρωση των απαιτήσεων που περιγράφονται στο άρθρο 18,

β) η οντότητα έχει άδεια να παρέχει διοικητικές υπηρεσίες ή είναι εγκεκριμένη στην τρίτη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη και υπόκειται σε προληπτική εποπτεία,

γ) υπάρχει κατάλληλη συμφωνία συνεργασίας μεταξύ της αρμόδιας αρχής του ΔΟΕΕ και της εποπτικής αρχής της οντότητας.

Άρθρο 37 Εκτιμητής εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα

1. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τον διορισμό εκτιμητή εγκατεστημένου σε τρίτη χώρα υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) εκπλήρωση των απαιτήσεων που περιγράφονται στο άρθρο 16,

β) η τρίτη χώρα υπόκειται σε απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 3, στην οποία δηλώνεται ότι τα πρότυπα και οι κανόνες αποτίμησης που χρησιμοποιούν οι εκτιμητές οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στην επικράτειά της ισοδυναμούν με αυτά που ισχύουν στην Κοινότητα.

2. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό των κριτηρίων για την αξιολόγηση της ισοδυναμίας των προτύπων και κανόνων αποτίμησης τρίτων χωρών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β).

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

3. Με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με τα οποία δηλώνεται ότι τα πρότυπα και οι κανόνες αποτίμησης της νομοθεσίας μιας τρίτης χώρας είναι ισοδύναμα με αυτά που ισχύουν στην Κοινότητα.

Άρθρο 38 Ανάθεση των καθηκόντων θεματοφύλακα αναφορικά με ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτες χώρες

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 17 παράγραφος 4, τα κράτη μέλη επιτρέπουν, όσον αφορά ΟΕΕ που εδρεύουν σε τρίτη χώρα, στο θεματοφύλακα των εν λόγω ΟΕΕ, ο οποίος έχει διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 17, να αναθέσει την εκτέλεση ενός ή περισσότερων από τα καθήκοντά του σε έναν υποθεματοφύλακα με έδρα στην ίδια τρίτη χώρα, υπό τον όρο ότι η νομοθεσία της εν λόγω τρίτης χώρας είναι ισοδύναμη με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και εφαρμόζεται αποτελεσματικά.

Πρέπει επίσης να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) η τρίτη χώρα υπόκειται σε απόφαση η οποία λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 4, στην οποία δηλώνεται ότι οι υποθεματοφύλακες με έδρα στην εν λόγω χώρα υπόκεινται σε αποτελεσματικές προληπτικές κανονιστικές ρυθμίσεις και προληπτική εποπτεία που ισοδυναμούν με τις διατάξεις που προβλέπονται στο κοινοτικό δίκαιο,

β) η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών καταγωγής και των σχετικών αρχών της τρίτης χώρας διασφαλίζεται επαρκώς,

γ) η τρίτη χώρα υπόκειται σε απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 4, στην οποία δηλώνεται ότι τα πρότυπα για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας είναι ισοδύναμα με αυτά που προβλέπονται στο κοινοτικό δίκαιο.

2. Η ευθύνη του θεματοφύλακα έναντι των επενδυτών δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι έχει αναθέσει την εκτέλεση όλων ή μέρος των καθηκόντων του σε θεματοφύλακα τρίτης χώρας.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό των κριτηρίων για την αξιολόγηση της ισοδυναμίας των προληπτικών κανονιστικών ρυθμίσεων, της προληπτικής εποπτείας και των προτύπων τρίτων χωρών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

4. Με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 3, η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με τα οποία δηλώνεται ότι οι προληπτικές κανονιστικές ρυθμίσεις, η προληπτική εποπτεία και τα προληπτικά πρότυπα μιας τρίτης χώρας είναι ισοδύναμα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 39 Χορήγηση αδείας σε ΔΟΕΕ που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν άδεια, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, σε ΔΟΕΕ που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα για την εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών ενός ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές στην Κοινότητα υπό τις προϋποθέσεις της παρούσας οδηγίας, υπό τον όρο ότι:

α) η τρίτη χώρα υπόκειται σε απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 3 στοιχείο α), στην οποία δηλώνεται ότι η νομοθεσία της σχετικά με προληπτικές κανονιστικές ρυθμίσεις και διαρκή εποπτεία είναι ισοδύναμη με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και εφαρμόζεται αποτελεσματικά,

β) η τρίτη χώρα υπόκειται σε απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει της παραγράφου 3 στοιχείο β), στην οποία δηλώνεται ότι παρέχει στους ΔΟΕΕ της Κοινότητας πραγματική πρόσβαση στην αγορά, συγκρίσιμη με αυτή που παρέχει η Κοινότητα σε ΔΟΕΕ της εν λόγω τρίτης χώρας,

γ) ο ΔΟΕΕ παρέχει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλει αίτηση για χορήγηση αδείας τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 31,

δ) υπάρχει συμφωνία συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών του εν λόγω κράτους μέλους και του εποπτικού φορέα του ΔΟΕΕ, με την οποία διασφαλίζεται αποτελεσματική ανταλλαγή όλων των πληροφοριών που είναι σχετικές με την παρακολούθηση πιθανών επιπτώσεων των δραστηριοτήτων του ΔΟΕΕ στη σταθερότητα συστημικά σχετικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και στην ομαλή λειτουργία των αγορών στις οποίες δραστηριοποιείται ο ΔΟΕΕ.

ε) η τρίτη χώρα έχει υπογράψει συμφωνία με το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλει αίτηση για χορήγηση αδείας η οποία είναι απολύτως σύμφωνη με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα.

2. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με στόχο τον καθορισμό:

α) γενικών κριτηρίων ισοδυναμίας για την ισοδυναμία και την αποτελεσματική εφαρμογή νομοθεσίας τρίτης χώρας σχετικά με τις προληπτικές κανονιστικές ρυθμίσεις και τη διαρκή εποπτεία, βάσει των απαιτήσεων που καθορίζονται στα Κεφάλαια III, IV και V.

β) γενικών κριτηρίων για την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο τρίτες χώρες παρέχουν στους ΔΟΕΕ της Κοινότητας πραγματική πρόσβαση στην αγορά, συγκρίσιμη με αυτή που παρέχει η Κοινότητα σε ΔΟΕΕ των εν λόγω τρίτων χωρών.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

3. Με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή, σύμφωνα με τη κανονιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα με τα οποία δηλώνεται ότι:

α) η νομοθεσία σχετικά με τις προληπτικές κανονιστικές ρυθμίσεις και τη διαρκή εποπτεία των ΔΟΕΕ σε μια τρίτη χώρα είναι ισοδύναμη με την παρούσα οδηγία και εφαρμόζεται αποτελεσματικά,

β) η τρίτη χώρα παρέχει στους ΔΟΕΕ της Κοινότητας πραγματική πρόσβαση στην αγορά, τουλάχιστον συγκρίσιμη με αυτή που παρέχει η Κοινότητα στους ΔΟΕΕ της εν λόγω τρίτης χώρας.

Κεφάλαιο VIII Αρμόδιες αρχές

Τμήμα 1: Ορισμός, εξουσίες και διαδικασίες προσφυγής

Άρθρο 40 Ορισμός των αρμόδιων αρχών

Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές οι οποίες πρόκειται να εκτελούν τα καθήκοντα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος ορίζει πολλές αρμόδιες αρχές ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, αναφέροντας τον όποιο καταμερισμό καθηκόντων.

Άρθρο 41 Εξουσίες των αρμόδιων αρχών

1. Στις αρμόδιες αρχές παρέχονται όλες οι εξουσίες εποπτείας και διερεύνησης που είναι απαραίτητες για την άσκηση των καθηκόντων τους. Οι εν λόγω εξουσίες ασκούνται με τους ακόλουθους τρόπους:

α) άμεσα,

β) σε συνεργασία με άλλες αρχές,

γ) υπό την ευθύνη τους, αλλά με ανάθεση σε οντότητες στις οποίες έχουν μεταβιβαστεί αρμοδιότητες,

δ) κατόπιν αιτήσεως στις αρμόδιες δικαστικές αρχές.

2. Οι αρμόδιες αρχές έχουν τουλάχιστον τις ακόλουθες εξουσίες διερεύνησης:

α) να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο υπό οποιαδήποτε μορφή και να λαμβάνουν αντίγραφό του,

β) να ζητούν πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο, και αν είναι απαραίτητο, να καλούν και να ανακρίνουν οποιοδήποτε πρόσωπο για τη συγκέντρωση πληροφοριών,

γ) να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους με ή χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση,

δ) να απαιτούν αρχεία κίνησης τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ή ανταλλαγών δεδομένων.

Άρθρο 42 Εποπτικές εξουσίες

1. Το κράτος μέλος καταγωγής διασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λάβουν τα ακόλουθα μέτρα:

α) επιβολή προσωρινής απαγόρευσης άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας,

β) λήψη κατάλληλων μέτρων για να διασφαλιστεί ότι οι ΔΟΕΕ συνεχίζουν να συμμορφώνονται με τη σχετική νομοθεσία,

γ) αναφορά ζητημάτων για ποινική δίωξη στις αρμόδιες δικαιοδοσίες.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να διαθέτουν τις απαραίτητες εξουσίες για να λάβουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία των αγορών στις περιπτώσεις που οι δραστηριότητες ενός ή περισσότερων ΟΕΕ στην αγορά όσον αφορά ένα χρηματοπιστωτικό μέσο θα εξέθετε σε κίνδυνο την ομαλή λειτουργία της εν λόγω αγοράς.

Άρθρο 43 Διοικητικές κυρώσεις

1. Με την επιφύλαξη των διαδικασιών ανάκλησης αδείας ή του δικαιώματος των κρατών μελών για επιβολή ποινικών κυρώσεων, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, τη λήψη των κατάλληλων διοικητικών μέτρων ή την επιβολή διοικητικών κυρώσεων έναντι των υπεύθυνων προσώπων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις που έχουν θεσπιστεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα εν λόγω μέτρα είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή δύναται να γνωστοποιήσει στο κοινό οποιοδήποτε μέτρο ή κύρωση που θα επιβληθεί λόγω παράβασης των διατάξεων που έχουν θεσπιστεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν η εν λόγω γνωστοποίηση θα εξέθετε σε σοβαρό κίνδυνο τις χρηματοπιστωτικές αγορές ή θα προκαλούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη.

Άρθρο 44 Δικαίωμα προσφυγής

Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι κάθε απόφαση η οποία λαμβάνεται δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία είναι ορθά αιτιολογημένη, κοινοποιείται στον αποδέκτη και υπόκειται στο δικαίωμα δικαστικής προσφυγής.

Το εν λόγω δικαίωμα δικαστικής προσφυγής ισχύει επίσης στις περιπτώσεις που, αναφορικά με μια αίτηση για χορήγηση αδείας με την οποία παρέχονται όλες οι απαιτούμενες πληροφορίες, δεν έχει ληφθεί καμία απόφαση εντός δύο μηνών από την υποβολή της εν λόγω αίτησης.

Τμήμα 2 Συνεργασία μεταξύ των διαφόρων αρμόδιων αρχών

Άρθρο 45 Υποχρέωση συνεργασίας

1. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται μεταξύ τους, όποτε αυτό είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση των καθηκόντων βάσει της παρούσας οδηγίας ή την άσκηση των εξουσιών τους βάσει της παρούσας οδηγίας ή βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

2. Τα κράτη μέλη διευκολύνουν τη συνεργασία που προβλέπεται στο παρόν τμήμα.

3. Οι αρμόδιες αρχές ασκούν τις εξουσίες τους για το σκοπό της συνεργασίας, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου η διερευνώμενη συμπεριφορά δεν συνιστά παράβαση κανενός ισχύοντος κανονισμού στο εν λόγω κράτος μέλος.

4. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αμέσως παρέχουν αμοιβαία τις απαιτούμενες πληροφορίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

5. Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 2, θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα σχετικά με τις διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

Άρθρο 46 Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις δυνητικές συστημικές συνέπειες της δραστηριότητας των ΔΟΕΕ

1. Οι αρμόδιες αρχές οι οποίες είναι υπεύθυνες για τη χορήγηση αδείας και την εποπτεία των ΔΟΕΕ δυνάμει της παρούσας οδηγίας κοινοποιούν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών, στις περιπτώσεις όπου αυτό είναι σκόπιμο για την παρακολούθηση και την ανταπόκριση στις δυνητικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων μεμονωμένων ΔΟΕΕ ή των ΔΟΕΕ συλλογικά για τη σταθερότητα των συστημικά σχετικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και την ομαλή λειτουργία των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται οι ΔΟΕΕ. Ενημερώνεται επίσης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών (ΕΡΑΑΚΑ), που συστάθηκε με την απόφαση 2009/77/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Ιανουαρίου 2009[25], και η οποία διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

2. Οι συγκεντρωτικές πληροφορίες οι οποίες αφορούν τις δραστηριότητες του ΔΟΕΕ υπό την ευθύνη της κοινοποιούνται σε τριμηνιαία βάση από την αρμόδια αρχή του ΔΟΕΕ στην Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή, η οποία συστάθηκε βάσει του άρθρου 114 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ.

3. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό των λεπτομερειών, του περιεχομένου και της συχνότητας των πληροφοριών που πρέπει να ανταλλάσσονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 47 Συνεργασία σε εποπτικές δραστηριότητες

1. Οι αρμόδιες αρχές ενός κράτους μέλους μπορούν να ζητήσουν τη συνεργασία των αρμόδιων αρχών ενός άλλου κράτους μέλους σε μια εποπτική δραστηριότητα ή για μια επιτόπια εξακρίβωση ή σε μια έρευνα στην επικράτεια του τελευταίου στο πλαίσιο των εξουσιών τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

Σε περίπτωση που μια αρμόδια αρχή λαμβάνει αίτημα σχετικά με επιτόπια εξακρίβωση ή έρευνα, τότε πραγματοποιεί ένα από τα ακόλουθα:

α) προβαίνει η ίδια στη ζητούμενη εξακρίβωση ή έρευνα,

β) επιτρέπει στην αιτούσα αρχή να πραγματοποιήσει την εξακρίβωση ή την έρευνα,

γ) επιτρέπει σε ορκωτούς ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες να διενεργήσουν την εξακρίβωση ή την έρευνα.

2. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους το οποίο έχει ζητήσει συνεργασία μπορεί να ζητήσει να συνδράμουν τα στελέχη του προσωπικού της το προσωπικό που διενεργεί την εξακρίβωση ή έρευνα. Ωστόσο, η εξακρίβωση ή έρευνα, τίθεται υπό τον πλήρη έλεγχο του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου διενεργείται.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου διενεργείται η εξακρίβωση ή έρευνα μπορεί να ζητήσει να συνδράμουν τα στελέχη του προσωπικού της το προσωπικό που διενεργεί την εξακρίβωση ή έρευνα.

3. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αρνηθούν να ανταλλάξουν πληροφορίες ή να ενεργήσουν κατόπιν αιτήματος για συνεργασία σε μια έρευνα ή επιτόπια εξακρίβωση, μόνο εάν:

α) μια έρευνα, επιτόπια εξακρίβωση ή ανταλλαγή πληροφοριών ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς την εθνική κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση,

β) έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τις ίδιες ενέργειες και κατά των ιδίων προσώπων ενώπιον των αρχών του κράτους μέλους στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση,

γ) έχει ήδη εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση στο κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση αναφορικά με τα ίδια άτομα και τις ίδιες ενέργειες.

Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τις αιτούσες αρμόδιες αρχές σχετικά με κάθε απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει του πρώτου εδαφίου, αιτιολογώντας σχετικά.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα σχετικά με τις διαδικασίες επιτόπιων εξακριβώσεων και ερευνών.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 48 Διαμεσολάβηση

1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών (ΕΡΑΑΚΑ) θεσπίζει μηχανισμό διαμεσολάβησης.

2. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών σχετικά με αξιολόγηση, δράση ή παράλειψη μιας από τις σχετικές αρμόδιες αρχές βάσει της παρούσας οδηγίας, οι αρμόδιες αρχές παραπέμπουν το ζήτημα στην ΕΡΑΑΚΑ, στην οποία λαμβάνει χώρα συζήτηση προκειμένου να επιτευχθεί ταχεία και αποτελεσματική λύση. Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν δεόντως υπόψη τη γνώμη της ΕΡΑΑΚΑ.

Κεφάλαιο IX Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 49 Επιτροπή

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κινητών Αξιών που συστάθηκε με την απόφαση 2001/528/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Ιουνίου 2001, για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών[26].

2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Η προθεσμία του άρθρου 5 παράγραφος 6 της οδηγίας 1999/468/ΕΚ ορίζεται στους τρεις μήνες.

3. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και του άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 50 Αναθεώρηση

Μετά την πάροδο διετίας από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 54, η Επιτροπή, βάσει δημόσιας διαβούλευσης και υπό το πρίσμα των συζητήσεων με τις αρμόδιες αρχές, επανεξετάζει την εφαρμογή και το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Στην εν λόγω επανεξέταση λαμβάνονται επίσης υπόψη οι εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο, καθώς και οι συζητήσεις με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς.

Υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, συνοδευόμενη από κατάλληλες προτάσεις.

Άρθρο 51 Μεταβατική διάταξη

Οι ΔΟΕΕ οι οποίοι δραστηριοποιούνται στην Κοινότητα πριν από [την ημερομηνία για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο] θεσπίζουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία και υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση αδείας το αργότερο εντός ενός έτους από την προθεσμία για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 52 Τροποποίηση της οδηγίας 2004/39/ΕΚ

Στο άρθρο 19 παράγραφος 6 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ προστίθεται η ακόλουθη περίπτωση:

«- η υπηρεσία δεν σχετίζεται με ΟΕΕ κατά την έννοια του άρθρου 3 στοιχείο α) της [οδηγίας xx/xx/ΕΚ»].

Άρθρο 53 Τροποποίηση της οδηγίας 2009/…/ΕΚ[27]

Η οδηγία 2009/XX/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο νέο άρθρο 50α:

«Προκειμένου να διασφαλιστεί διατομεακή συνέπεια και να καταργηθεί η απόκλιση συμφερόντων μεταξύ εταιρειών που «επανασυσκευάζουν» δάνεια σε διαπραγματεύσιμους τίτλους και άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα (μεταβιβάζοντα ιδρύματα) και ΟΣΕΚΑ που επενδύουν σε αυτούς τους τίτλους ή αυτά τα άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα, η Επιτροπή θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για τον καθορισμό των απαιτήσεων στους ακόλουθους τομείς:

α) τις απαιτήσεις στις οποίες χρειάζεται να ανταποκρίνεται το μεταβιβάζον ίδρυμα προκειμένου να επιτρέπεται σε έναν ΟΣΕΚΑ να επενδύει σε τίτλους ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα αυτού του τύπου που εκδίδονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2011, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που εξασφαλίζουν ότι το μεταβιβάζον ίδρυμα διατηρεί καθαρή οικονομική συμμετοχή όχι κατώτερη του 5%·

β) τις ποιοτικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι ΟΣΕΚΑ που επενδύουν στους εν λόγω τίτλους ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα.

Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας δια της συμπληρώσεώς της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 107 παράγραφος 2.»

Άρθρο 54 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την . Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Ωστόσο, εφαρμόζουν τις διατάξεις για τη μεταφορά του Κεφαλαίου VII μετά τριετία από την ημερομηνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις διατάξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι διατάξεις αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 55 Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Άρθρο 56 Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

[1] Ανακοίνωση της Επιτροπής για το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Μάρτιος 2009. Βλ. http://europa.eu/rapid/pressReleasesAction.do?reference=IP/09/351&format=HTML&aged=0&language=EN&guiLanguage=en

[2] Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τα αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου (hedge funds) και τα κεφάλαια ιδιωτικών συμμετοχών (private equity) (A6-0338/2008) [έκθεση Rasmussen] και σχετικά με τη διαφάνεια των θεσμικών επενδυτών (A6-0296-2008) [έκθεση Lehne].

[3] Έκθεση της ομάδας υψηλού επιπέδου για την χρηματοπιστωτική εποπτεία στην ΕΕ, 25 Φεβρουαρίου 2009, σ. 25. Βλ. http://ec.europa.eu/internal_market/finances/docs/de_larosiere_report_en.pdf

[4] Οδηγία 2009/…/ΕΚ για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση).

[5] ΕΕ C της , σ. .

[6] ΕΕ C της , σ. .

[7] ΕΕ C της , σ. .

[8] ΕΕ C της , σ. .

[9] ΕΕ L […] της […], σ. […].

[10] ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1.

[11] ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

[12] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

[13] ΕΕ L 235 της 23.9.2003, σ. 10.

[14] ΕΕ L 228 της 16.8.1973, σ. 3.

[15] ΕΕ L 345 της 19.12.2002, σ. 1.

[16] ΕΕ L 323 της 9.12.2005, σ. 1.

[17] ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 38.

[18] ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 29.

[19] ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 201.

[20] ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1.

[21] ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 87.

[22] ΕΕ L 142 της 30.4.2004, σ. 12.

[23] ΕΕ L 222 της 14.8.1978, σ. 11.

[24] ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σ. 1.

[25] ΕΕ L 25 της 29.1.2009, σ. 18 έως 22.

[26] ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 45.

[27] ΕΕ L της , σ. .

Top