EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009IP0024

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (2008/2039(INI))

OJ C 46E, 24.2.2010, p. 95–100 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

24.2.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 46/95


Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας

P6_TA(2009)0024

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2009 σχετικά με τη μεταφορά και εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2002 για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (2008/2039(INI))

(2010/C 46 E/13)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη τη Διοργανική Συμφωνία του Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2003 (1), για τη βελτίωση της νομοθεσίας,

έχοντας υπόψη την οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (2),

έχοντας υπόψη το άρθρο 45 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων και τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων (A6-0491/2008),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει των αρχών της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου οι οποίες κατοχυρώνονται στη Συνθήκη ΕΚ, κρίνεται σκόπιμη η παρακολούθηση από το νομοθέτη της εφαρμογής της θεσπιζόμενης νομοθεσίας,

B.

λαμβάνοντας υπόψη ότι το έργο παρακολούθησης από το Κοινοβούλιο, ως συν- νομοθέτη, της εφαρμογής της οδηγίας 2002/73/ΕΚ, περιπλέκεται λόγω της ανεπαρκούς πληροφόρησης που προσφέρει η Επιτροπή και ότι, για το λόγο αυτό, στάλθηκαν επιστολές στις αρμόδιες επιτροπές των εθνικών κοινοβουλίων και σε φορείς ισότητας για τη συλλογή πληροφοριών, στις οποίες απάντησαν 27 εθνικές κοινοβουλευτικές συνελεύσεις και 16 φορείς για την προώθηση της ισότητας,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2002/73/ΕΚ αποτελεί ορόσημο στη διαδικασία για την επίτευξη της ισότητας μεταξύ των γυναικών και ανδρών και για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φύλου στην κοινωνία στο σύνολό της,

Δ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οδηγία 2002/73/ΕΚ ορίζει την άμεση διάκριση, την έμμεση διάκριση, την παρενόχληση και τη σεξουαλική παρενόχληση, απαγορεύει τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών λόγω άδειας εγκυμοσύνης ή μητρότητας και προβλέπει το δικαίωμα επιστροφής στην ίδια ή σε αντίστοιχη θέση μετά την άδεια μητρότητας, πατρότητας ή υιοθεσίας, στην περίπτωση των κρατών μελών που αναγνωρίζουν τα δικαιώματα αυτά,

E.

λαμβάνοντας υπόψη ότι τα κράτη μέλη ανέλαβαν ορισμένες υποχρεώσεις όσον αφορά τη μεταφορά της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο το αργότερο έως τις 5 Οκτωβρίου 2005 μεταξύ των οποίων:

ο ορισμός φορέα ή φορέων με αρμοδιότητα όσον αφορά την προώθηση, ανάλυση, παρακολούθηση και στήριξη της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών,

η προώθηση του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων με σκοπό την προαγωγή της ίσης μεταχείρισης μέσω, μεταξύ άλλων, της παρακολούθησης των πρακτικών στο χώρο εργασίας, συλλογικών συμβάσεων, κ.λπ.,

η ενθάρρυνση του διαλόγου με αρμόδιες ΜΚΟ με σκοπό την προαγωγή της αρχής της ίσης μεταχείρισης,

η προαγωγή της ίσης μεταχείρισης στο χώρο εργασίας με τρόπο προγραμματισμένο και συστηματικό, για παράδειγμα, μέσω εκθέσεων για την ισότητα στις επιχειρήσεις, με τακτική πληροφόρηση όσον αφορά την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών,

η λήψη αποτελεσματικών μέτρων για τη διασφάλιση της επιβολής πραγματικών κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης της οδηγίας, κατά τρόπον ώστε η αποζημίωση στα θύματα να μην μπορεί να περιορισθεί με τον προηγούμενο καθορισμό ανωτάτου ορίου, εξαιρουμένων πολύ περιορισμένων περιπτώσεων,

η διασφάλιση ισοδύναμης προστασίας κατά της δυσμενούς μεταχείρισης των ατόμων που παρέχουν συνδρομή στα θύματα διακρίσεων λόγω φύλου και παρενόχλησης,

η υποβολή ανά τετραετία εκθέσεων στην Επιτροπή σχετικά με μέτρα που λαμβάνονται για την παροχή ειδικών πλεονεκτημάτων στο υποεκπροσωπούμενο φύλο σε επαγγελματικές δραστηριότητες, καθώς και σχετικά με την εφαρμογή τέτοιων μέτρων,

η διασφάλιση ότι οι διατάξεις συμβάσεων ή συμφωνιών που είναι αντίθετες προς την οδηγία τροποποιούνται ή ακυρώνονται,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η βραδεία ή ανεπαρκής εφαρμογή της οδηγίας 2002/73/ΕΚ ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισαβόνας και την πλήρη ανάπτυξη του κοινωνικού και οικονομικού δυναμικού της Ένωσης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι πολλά κράτη μέλη αντιμετώπισαν δυσκολίες στη μεταφορά της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στο εθνικό τους δίκαιο, ιδίως κατά την εισαγωγή στη νομοθεσία τους συγκεκριμένων και κατάλληλων μέτρων για την προώθηση της ισότητας των φύλων και τη μείωση των διακρίσεων όσον αφορά την πρόσληψη, την επαγγελματική κατάρτιση και προαγωγή, καθώς και τις συνθήκες εργασίας,

H.

εκτιμώντας ότι θα πρέπει να εξετασθεί η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στα πεδία αυτά,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι οι διακρίσεις λόγω φύλου σε άλλες κοινωνικές και πολιτικές πτυχές επιδεινώνεται από την εμμένουσα μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων, ιδίως μεταξύ των αποκαλούμενων γυναικείων και ανδρικών τομέων της οικονομίας,

I.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών είναι θεμελιώδης για τη χειραφέτησή τους, και ότι η απασχόληση με δικαιώματα αποτελεί συνεπώς εγγύηση για την προσωπική τους ανέλιξη και την κοινωνική τους ένταξη και ότι, κατά συνέπεια, θα πρέπει να βελτιωθεί η νομοθεσία σχετικά με την ίση μεταχείριση,

1.

καλεί την Επιτροπή να παρακολουθήσει προσεκτικά τη μεταφορά της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στη νομοθεσία των κρατών μελών καθώς και τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία που προκύπτει από την εν λόγω μεταφορά, και να συνεχίσει να ασκεί πίεση στα κράτη μέλη· τονίζει την ανάγκη διάθεσης επαρκών πόρων για την επίτευξη των εν λόγω στόχων·

2.

υπενθυμίζει το σημείο 34 της Διοργανικής Συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας και ειδικότερα τη δέσμευση του Συμβουλίου να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να καταρτίζουν και να δημοσιοποιούν πίνακες οι οποίοι αποτυπώνουν την αντιστοιχία των οδηγιών με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο· θεωρεί ότι η ύπαρξη πινάκων αντιστοιχίας θα διευκολύνει το έργο της Επιτροπής όσον αφορά την παρακολούθηση της μεταφοράς της οδηγίας 2002/73/ΕΚ·

3.

τονίζει ότι η στενή συνεργασία των αρμοδίων επιτροπών των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσον αφορά την παρακολούθηση της μεταφοράς και εφαρμογής της νομοθεσίας σχετικά με την ισότητα των δυο φύλων θα εξασφαλίσει την εξοικείωση τόσο των φορέων λήψης πολιτικών αποφάσεων όσο και των πολιτών με τα ζητήματα της ισότητας των φύλων·

4.

εκτιμά τον μεγάλο αριθμό λεπτομερών απαντήσεων που απέστειλαν σε σύντομο χρονικό διάστημα τα εθνικά κοινοβούλια και οι φορείς ισότητας σχετικά με την πορεία της διαδικασίας εφαρμογής και τα προβλήματα που συνδέονται με αυτή·

5.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι η έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, βάσει πληροφοριών που διαβίβασαν τα κράτη μέλη έως τα τέλη του 2005, δεν είναι ακόμη διαθέσιμη·

6.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι κάποιες εθνικές νομοθεσίες δεν περιλαμβάνουν με επαρκή σαφήνεια και ρητώς τους ορισμούς της άμεσης και έμμεσης διάκρισης, της παρενόχλησης και της σεξουαλικής παρενόχλησης·

7.

ανησυχεί για το γεγονός ότι σε αρκετά κράτη μέλη το πεδίο εφαρμογής των απαγορευμένων τύπων διακρίσεων δεν είναι επαρκώς ευρύ ώστε να συμμορφώνεται με την οδηγία 2002/73/ΕΚ· υπενθυμίζει ότι οι απαγορευμένοι τύποι διακρίσεων πλήττουν τόσο τον ιδιωτικό όσο και τον δημόσιο τομέα·

8.

εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι κάποια εθνικά νομοθετήματα παραβιάζουν την αρχή των αποτελεσματικών, ανάλογων και αποτρεπτικών κυρώσεων, ορίζοντας εκ των προτέρων ανώτατα όρια για την καταβολή αποζημίωσης ή επανόρθωσης στα θύματα διακρίσεων·

9.

εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση των γυναικών σε συνάρτηση με την άδεια εγκυμοσύνης ή μητρότητας συνιστά διάκριση· εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν αναγνωρίσει ρητώς το δικαίωμα επιστροφής στην ίδια ή σε ισοδύναμη εργασία μετά την άδεια μητρότητας·

10.

καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν την πλήρη, ορθή, και αποτελεσματική μεταφορά όλων των διατάξεων της οδηγίας 2002/73/ΕΚ και την ορθή εφαρμογή τους·

11.

επικροτεί τις προσπάθειες των κρατών μελών που επέκτειναν ή ενίσχυσαν τις απαιτήσεις της οδηγίας 2002/73/ΕΚ, ειδικότερα τις πρωτοβουλίες που θέσπισαν την προστασία κατά των διακρίσεων σε νέους κοινωνικούς τομείς·

12.

ζητεί από τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα ώστε να ενθαρρύνουν τους εργοδότες να προωθήσουν συνθήκες εργασίας οι οποίες αποτρέπουν τη σεξουαλική παρενόχληση και την παρενόχληση λόγω φύλου και να υιοθετήσουν ειδικές διαδικασίες για την πρόληψη παρόμοιας συμπεριφοράς·

13.

προτρέπει τα κράτη μέλη να αναπτύξουν τις ικανότητες και να διασφαλίσουν επαρκείς πόρους για τους φορείς προώθησης της ίσης μεταχείρισης και των ίσων ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών, όπως προβλέπεται από την οδηγία 2002/73/ΕΚ, και υπενθυμίζει τις απαιτήσεις της οδηγίας για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των εν λόγω φορέων·

14.

επισημαίνει τις διαφορετικές προσεγγίσεις όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 8α της οδηγίας 2002/73/ΕΚ το οποίο τονίζει την ανάγκη για συνεργασία και ανταλλαγή ορθών πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών· κρίνει ότι τόσο το δίκτυο εθνικών φορέων ισότητας των φύλων της Επιτροπής όσο και το Equinet είναι σημαντικά εργαλεία για την ενίσχυση της εν λόγω συνεργασίας και την προώθηση της ομοιόμορφης εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών·

15.

επικροτεί την πρόθεση της Επιτροπής να διεξαγάγει έρευνα σχετικά με την οργάνωση των φορέων ισότητας το 2009· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διερευνήσουν σε ποιο βαθμό γνωρίζουν οι πολίτες της ΕΕ τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι φορείς ισότητας και να δρομολογήσουν εκστρατείες ενημέρωσης για την καλύτερη προβολή των εν λόγω φορέων·

16.

εφιστά την προσοχή στο ανεπαρκές επίπεδο ευαισθητοποίησης μεταξύ των γυναικών, σχετικά με τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στην οδηγία 2002/73/ΕΚ όπως προκύπτει από τον μικρό αριθμό διαδικασιών σχετικά με την ισότητα των φύλων και των κατατεθειμένων προσφυγών· καλεί τα κράτη μέλη, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, τους εργοδότες και τις ΜΚΟ να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την ενημέρωση των γυναικών σχετικά με τις δυνατότητες που προσφέρονται στα θύματα διακρίσεων σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που έχουν τεθεί σε ισχύ από το 2005·

17.

επισημαίνει την περιορισμένη εμπιστοσύνη που έχουν στη δικαστική προστασία τα θύματα των διακρίσεων· καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι η βοήθεια που παρέχεται είναι ανεξάρτητη και άμεσα διαθέσιμη, να ενισχύσουν τις εγγυήσεις προς τα θύματα των διακρίσεων και να παρέχουν δικαστική προστασία σε όσους υπερασπίζονται άτομα ή καταθέτουν μαρτυρίες υπέρ ατόμων που τυγχάνουν προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2002/73/ΕΚ·

18.

καλεί την Επιτροπή να εξετάσει εάν τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα θύματα και οι ενώσεις και οργανώσεις που έχουν έννομο συμφέρον όσον αφορά τη συμμόρφωση προς την οδηγία 2002/73/ΕΚ δεν αποτρέπονται από νομικούς ή άλλους φραγμούς, επί παραδείγματι υπερβολικά βραχείες προθεσμίες, από το να κινήσουν νομικές διαδικασίες σε ό,τι αφορά παραβάσεις των κανόνων περί προστασίας από διακρίσεις και των ίσων δικαιωμάτων ή, στην περίπτωση των θυμάτων, από τη διεκδίκηση των πλήρων δικαιωμάτων τους δυνάμει της οδηγίας 2002/73/ΕΚ στο πλαίσιο άλλων διοικητικών διαδικασιών·

19.

αναγνωρίζει τις θετικές συνέπειες της πρόληψης και εκτίμησης της ύπαρξης πρακτικών που εισάγουν διακρίσεις, οι οποίες μπορεί να προκύψουν από τη στενή συνεργασία των φορέων ισότητας και των επιθεωρητών εργασίας· καλεί τα κράτη μέλη να εμμείνουν στην κατάρτιση των επιθεωρητών εργασίας υπό το φως των νέων ευθυνών που αποκτούν ως αποτέλεσμα της μεταφοράς της οδηγίας 2002/73/ΕΚ, καθώς και σχετικά με τα νέα εργαλεία που έχουν δημιουργηθεί όπως, για παράδειγμα, η αντιστροφή του βάρους της απόδειξης·

20.

τονίζει τον ζωτικό ρόλο των ΜΚΟ όσον αφορά την παροχή βοήθειας στα θύματα των διακρίσεων· ζητεί από τις δημόσιες αρχές να διαθέσουν πόρους για σχέδια διαμεσολάβησης και παροχής βοήθειας, των οποίων η υλοποίηση είναι πιο περίπλοκη από εκείνη των ενημερωτικών εκστρατειών·

21.

τονίζει τη σημασία που έχει η ύπαρξη αξιόπιστων, συγκρίσιμων και διαθέσιμων ποσοτικών και ποιοτικών δεικτών καθώς και στατιστικών δεδομένων που συνδέονται με το φύλο για τη διασφάλιση της εφαρμογής και της παρακολούθησης της οδηγίας· καλεί τους φορείς ισότητας να εντείνουν τις προσπάθειές τους με τη διεξαγωγή ανεξάρτητων ερευνών, τη δημοσίευση ανεξάρτητων εκθέσεων και τη διατύπωση συστάσεων σχετικά με οιοδήποτε θέμα που συνδέεται με τις διακρίσεις· υπενθυμίζει το ρόλο του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων το οποίο είναι αρμόδιο για τη συγκέντρωση και ανάλυση πληροφοριών σχετικά με την ισότητα μεταξύ των δυο φύλων, την ευαισθητοποίηση των πολιτών της ΕΕ σχετικά με την ισότητα των δυο φύλων και την ανάπτυξη μεθοδολογικών εργαλείων για την υποστήριξη της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου σε όλες τις κοινοτικές πολιτικές·

22.

υπογραμμίζει την ανάγκη για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων με σκοπό την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης με την παρακολούθηση πρακτικών στο χώρο της εργασίας, συλλογικών συμβάσεων, κωδίκων συμπεριφοράς, ερευνών και ανταλλαγών εμπειριών και ορθών πρακτικών·

23.

καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τους εργοδότες να παρέχουν στους εργαζομένους και τους εκπροσώπους τους σε τακτική βάση πληροφόρηση όσον αφορά την τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών·

24.

καλεί τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν τους εργοδότες να παρέχουν στους εργαζομένους και τους εκπροσώπους τους σε τακτική βάση πληροφόρηση για θέματα ισότητας των φύλων·

25.

εμμένει στην ανάγκη ανάπτυξης εθνικών μηχανισμών με σκοπό την παρακολούθηση της εφαρμογής της αρχής της ίσης αμοιβής και της επιστροφής στην εργασία μετά από άδεια μητρότητας, πατρότητας ή βοήθειας σε εξαρτώμενα μέλη της οικογένειας·

26.

επισημαίνει ότι η μισθολογική διαφορά εξακολουθεί να ισχύει εφόσον οι γυναίκες λαμβάνουν μισθούς που είναι κατά μέσο όρο 15% χαμηλότεροι από τους αντίστοιχους των ανδρών, ότι αυτή η διαφορά μειώθηκε μόνο κατά 1% μεταξύ του 2000 και του 2006, και ότι το ποσοστό των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλότερο από το ποσοστό των ανδρών· εμμένει στην ανάγκη ανάπτυξης εθνικών μηχανισμών με σκοπό την παρακολούθηση της εφαρμογής της αρχής της ίσης αμοιβής και καλεί την Επιτροπή να ανανεώσει τον σχεδιασμό μέτρων στήριξης για τον σκοπό αυτό, με τον απαιτούμενο σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας·

27.

τονίζει την ανάγκη ενθάρρυνσης πρωτοβουλιών που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη και εφαρμογή εντός των επιχειρήσεων θετικών δράσεων και πολιτικής ανθρώπινων πόρων που θα προωθούν την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών· καλεί τα κράτη μέλη να συνιστούν στις επιχειρήσεις την ανάπτυξη και εφαρμογή ετήσιων εταιρικών σχεδίων ισότητας και την προώθηση της ισόρροπης εκπροσώπησης των δυο φύλων στα σώματα διοίκησης και λήψης αποφάσεών τους·

28.

υπενθυμίζει στα κράτη μέλη τη σημασία που έχει η ενεργή ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου και η μέριμνα για τον συνδυασμό της οικογενειακής και της επαγγελματικής ζωής στην ανάπτυξη και εφαρμογή της νομοθεσίας·

29.

υπογραμμίζει την ανάγκη καταπολέμησης των ειδικών εμποδίων που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες και τα κορίτσια με αναπηρία καθώς και οι γονείς παιδιών με αναπηρία ως προς την ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση και την αγορά εργασίας και την ανάγκη προσαρμογής των μέτρων για την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλες τις πολιτικές, καθώς και στις ιδιαίτερες ανάγκες αυτών των ομάδων·

30.

επισημαίνει την ανάγκη διασφάλισης μεγαλύτερης ευελιξίας σχετικά με τις γονικές άδειες, ειδικότερα όσον αφορά τους γονείς παιδιών με αναπηρία·

31.

καλεί τα κράτη μέλη να άρουν τις διακρίσεις σε βάρος των κοριτσιών και των νέων γυναικών κατά τη μετάβαση από το σχολείο στην κατάρτιση και από την κατάρτιση στον επαγγελματικό βίο, μέσω στοχοθετημένων μέτρων, καθώς επίσης και κατά την επανένταξη στην αγορά εργασίας μετά από περίοδο αδείας για φύλαξη τέκνου ή συγγενούς· επισημαίνει την ανάγκη ύπαρξης δημόσιων βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών, καθώς και υπηρεσιών παροχής βοήθειας σε ηλικιωμένους· εφιστά την προσοχή των κρατών μελών στη δέσμευση που ανέλαβαν σχετικά με τα ζητήματα αυτά κατά τη σύνοδο κορυφής της Βαρκελώνης το 2002·

32.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο, την Επιτροπή, στα εθνικά κοινοβούλια και στους εθνικούς φορείς για την προώθηση της ισότητας.


(1)  ΕΕ C 321, 31.12.2003, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 269, 5.10.2002, σ. 15.


Top