EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009DC0563

Ανακοινωση τησ Επιτροπhσ προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβουλιο, την Ευρωπαϊκη Οικονομικη και Κοινωνικη Επιτροπη, την Επιτροπη των Περιφερειων και την Ευρωπαϊκη Κεντρικη Τραπεζα - Διασφάλιση αποδοτικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων προϊόντων: Μελλοντικές δράσεις πολιτικής

/* COM/2009/0563 τελικό */

52009DC0563




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 20.10.2009

COM(2009) 563 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Διασφάλιση αποδοτικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων προϊόντων: Μελλοντικές δράσεις πολιτικής

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Διασφάλιση αποδοτικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων προϊόντων: Μελλοντικές δράσεις

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

1. Εισαγωγή

Τα παράγωγα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην οικονομία: μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την (ολική ή μερική) μεταφορά κινδύνων, εγγενών στην οικονομική δραστηριότητα, από οικονομικούς φορείς, οι οποίοι δεν θέλουν να αναλάβουν τους κινδύνους αυτούς, σε οικονομικούς φορείς οι οποίοι θέλουν να τους αναλάβουν. Όμως, συνέβαλαν και στην αναταραχή των χρηματοπιστωτικών αγορών καθιστώντας δυνατή την αύξηση της μόχλευσης και αλληλοσυνδέοντας τους συμμετέχοντες στην αγορά, κάτι το οποίο πέρασε απαρατήρητο λόγω της αδιαφάνειας των αγορών, που οφείλεται στο ότι οι περισσότερες συναλλαγές είναι εξωχρηματιστηριακές. Τον Ιούλιο, η Επιτροπή προσδιόρισε ήδη τέσσερα επί πλέον εργαλεία για τον περιορισμό του αρνητικού αντικτύπου που έχουν οι εξωχρηματιστηριακές αγορές παραγώγων στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα: (i) περαιτέρω προώθηση της τυποποίησης, (ii) χρήση κεντρικών μητρώων δεδομένων, (iii) προώθηση της χρήσης του συμψηφισμού κεντρικού αντισυμβαλλομένου και (iv) μεγαλύτερη χρήση οργανωμένων χώρων διαπραγμάτευσης[1] Τα προταθέντα εργαλεία αποτέλεσαν ήδη αντικείμενο διαβουλεύσεων των ενδιαφερομένων και συζητήσεων διάσκεψης υψηλού επιπέδου, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2009[2].

Η ανακοίνωση εξετάζει μία προς μία τις κύριες ελλείψεις της σημερινής οργάνωσης αγοράς παραγώγων των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων καθώς και αυτών που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένες αγορές διαπραγμάτευσης. Περιγράφει τις δράσεις, τις οποίες προτίθεται να αναλάβει η Επιτροπή το 2010, για να διευθετήσει τα προβλήματα αυτά και, επομένως, για να ανταποκριθεί στην ανάγκη μεγαλύτερης σταθερότητας και διαφάνειας των εν λόγω αγορών, γεγονός που αναγνωρίζεται στα πλαίσια της έκθεσης De Larosière, των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου 2009 και της Ομάδας των 20. Όλες οι νομοθετικές και άλλες προτάσεις για την εφαρμογή των πολιτικών κατευθυντήριων γραμμών που εκτίθενται κατωτέρω θα αξιολογηθούν ως προς τον αντίκτυπό τους.

2. Γενική προσέγγιση

Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί η παραδοσιακή άποψη ότι τα παράγωγα είναι χρηματοπιστωτικά μέσα για επαγγελματική χρήση, για τα οποία εθεωρείτο επαρκής μια ελάχιστη ρύθμιση, υπέρ μιας προσέγγισης βάσει της οποίας η νομοθεσία θα επιτρέπει στην αγορά να αποτιμά δεόντως τους κινδύνους. Τα προτεινόμενα μέτρα θα έχουν ως αποτέλεσμα την στροφή των αγορών παραγώγων από ένα κατ' εξοχή διμερή συμψηφισμό και διαπραγμάτευση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων προς ένα περισσότερο κεντρικό συμψηφισμό και διαπραγμάτευση.

Τα διάφορα τμήματα της αγοράς εξωχρηματιστηριακών προϊόντων διαφέρουν ως προς τα χαρακτηριστικά τους, ιδίως σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο, τις λειτουργικές ρυθμίσεις και τους συμμετέχοντες στην αγορά. Η Επιτροπή κρίνει καταρχήν αναγκαία μια εναρμονισμένη πολιτική για τα παράγωγα, ώστε να μην μπορούν οι συμμετέχοντες στην αγορά να εκμεταλλεύονται τις διαφορές που υπάρχουν στους κανόνες, όπως τη δυνατότητα επιλογής ευνοϊκότερου ρυθμιστικού καθεστώτος. Ωστόσο, εφόσον δικαιολογείται, οι πολιτικές προτάσεις θα λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες της κατηγορίας στοιχείων του ενεργητικού και των σχετικών συμβάσεων καθώς και τις ιδιαιτερότητες των συμμετεχόντων στην αγορά, επιφέροντας μια ισορροπία μεταξύ χρηματοπιστωτικών και μη χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Συγχρόνως, η Επιτροπή θα λάβει υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάποιων αγορών βασικών προϊόντων, όπως τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, οι οποίες αφορούν την υποκείμενη φυσική δομή της αγοράς. Για παράδειγμα, η Επιτροπή, εκτιμώντας τα χαρακτηριστικά του κινδύνου των διαφόρων τμημάτων της αγοράς, χειρίστηκε πρώτα τις συμβάσεις αντιστάθμισης κινδύνου πιστοληπτικής ικανότητας[3].

2.1. Διεθνής συνεργασία

Η αγορά παραγώγων είναι διεθνής και πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα επιλογής ευνοϊκότερου ρυθμιστικού καθεστώτος. Για να εξασφαλιστεί ένα ισχυρό και εναρμονισμένο διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο, οι προτάσεις που ακολουθούν ευθυγραμμίζονται με τον στόχο, ο οποίος καθορίσθηκε στη σύνοδο της Ομάδας των 20, στις 25 Σεπτεμβρίου 2009, και συνίσταται στην βελτίωση των αγορών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων[4]. Για τη διασφάλιση της εναρμονισμένης διεθνούς εφαρμογής των πολιτικών αυτών, η Επιτροπή προτίθεται να αναπτύξει περαιτέρω τις τεχνικές λεπτομέρειες σε συνεργασία με τους εταίρους της Ομάδας των 20, με το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και ιδίως με τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν επίσης ξεκινήσει τον σχεδιασμό νέας προσέγγισης για τις αγορές παραγώγων.

2.2. Μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα

Ρόλος του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι η διοχέτευση κεφαλαίων από τους αποταμιευτές σε επενδυτικά σχέδια καθώς και η δυνατότητα ευρύτερης κατανομής του κινδύνου. Συνεπώς, τα μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν ιδιαίτερο συμφέρον για χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Στο βαθμό που οι μη χρηματοπιστωτικές εταιρίες έχουν αγοράσει προστασία από χρηματοπιστωτική εταιρεία, μεταφέροντας έτσι τους κινδύνους τους στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, έχουν εν γένει επωφεληθεί από την υποτίμηση του κινδύνου κατά την πρώτη φάση της κρίσης. Εξαιτίας της σημαντικής μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας είναι επίσης θύματα της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Έτσι, τα μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αποτελούν μέρος του ιστού της αμοιβαίας εξάρτησης που δημιουργήθηκε με τις συμβάσεις παραγώγων και, ως εκ τούτου, επωφελούνται των πολιτικών, στόχος των οποίων είναι η μείωση του πιστωτικού κινδύνου του αντισυμβαλλόμενου και η αύξηση της διαφάνειας που περιγράφεται κατωτέρω.

Η Επιτροπή αναγνωρίζει τον ζωτικό ρόλο των παραγώγων σε ό,τι αφορά την κάλυψη των κινδύνων που συνδέονται με συνήθεις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Αν και η κάλυψη των κινδύνων πρέπει κατ' αρχήν να επιτυγχάνεται κυρίως μέσω μη τυποποιημένων/συνήθων παραγώγων, θα εξακολουθήσουν να είναι αναγκαία τα παράγωγα που καλύπτουν συγκεκριμένες και ατομικές ανάγκες του χρήστη. Η Επιτροπή δεν θέλει επομένως να περιορίσει τους οικονομικούς όρους των συμβάσεων παραγώγων, ούτε να απαγορεύσει τη χρήση ατομικών συμβάσεων ή να τις καταστήσει εξαιρετικά δαπανηρές για τα μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ωστόσο, πρέπει να αποκατασταθεί η λειτουργία των τιμών όσον αφορά την κατανομή των πόρων: πρέπει να γίνεται σωστή αποτίμηση των παραγώγων ανάλογα με τον συστημικό κίνδυνο τον οποίο περικλείουν, ώστε να αποφευχθεί η μετέπειτα μετακύλιση των κινδύνων στους φορολογούμενους. Αν η χρηματοπιστωτική σταθερότητα ενισχυθεί με τον τρόπο αυτό, θα περιοριστούν οι πιθανότητες σοβαρών οικονομικών κρίσεων στο μέλλον και η Ευρώπη θα εισέλθει σε τροχιά σταθερότερης οικονομικής ανάπτυξης.

Το κόστος ενίσχυσης της υποδομής εξωχρηματιστηριακών αγορών παραγώγων δεν πρέπει να βαρύνει τον φορολογούμενο αλλά εκείνους οι οποίοι απολαμβάνουν άμεσα τα οικονομικά οφέλη από τη χρήση των παραγώγων. Το μεγαλύτερο μέρος του κόστους αυτού θα αναλαμβάνουν οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες, αν και μέρος αυτού αναμένεται ότι θα επιβαρύνει τα μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ωστόσο, αναμένεται μείωση του κόστους με την πάροδο του χρόνου: η ευρύτερη χρήση των υποδομών της κεντρικής αγοράς θα οδηγήσει σε χαμηλότερο κόστος για κάθε χρήστη, χάρις στις ευεργετικές συνέπειες του δικτύου. Επί πλέον, είναι πιθανόν ότι από τις προτάσεις περί διαφάνειας, οι οποίες παρατίθενται στο τμήμα 5, θα επωφεληθεί κυρίως ο τομέας των μη χρηματοδοτικών εταιρειών.

Η Επιτροπή θα διενεργήσει αξιολογήσεις αντικτύπου πριν από την ολοκλήρωση των προτάσεών της . Σε αυτές θα συνεκτιμηθεί το σύνολο των στοιχείων που προσκομίζουν οι ενδιαφερόμενοι σχετικά με το κόστος και τα οφέλη των πολιτικών κατευθυντήριων γραμμών τα οποία εκτίθενται κατωτέρω, ώστε να είναι ανάλογα προς τους κινδύνους στους οποίους εκτίθενται οι φορολογούμενοι, ενώ γίνεται δεκτό ότι τα περισσότερα μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν έχουν συστημική σημασία.

Για να προωθήσει την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε προσπάθεια για να εξασφαλίσει ότι κάθε μελλοντική πολιτική επιλογή θα παρέχει την δυνατότητα στα μη χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να διαχειρίζονται τους εγγενείς στην επιχειρηματική τους δραστηριότητα κινδύνους.

Δεν πρέπει ωστόσο να διατρέχουν κίνδυνο οι γενικοί στόχοι των ασφαλέστερων αγορών παραγωγών εξ αιτίας των κενών.

3. πιστωτικοσ κινδυνοσ του αντισυμβαλλομενου

Με την κρίση απεδείχθη, μεταξύ άλλων, ότι οι συμμετέχοντες στην αγορά δεν αποτίμησαν σωστά τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλόμενου. Ο συμψηφισμός είναι ο τρόπος με τον οποίο μετριάζονται οι κίνδυνοι. Ο συμψηφισμός είτε γίνεται διμερώς μεταξύ των δύο αντισυμβαλλομένων είτε σε επίπεδο κεντρικής αγοράς, μέσω κεντρικού αντισυμβαλλόμενου, παρέχοντας έτσι την κατάλληλη εξασφάλιση. Συνεπώς, στόχος των ακόλουθων προτάσεων είναι να ενισχυθεί ο συμψηφισμός των παραγώγων σε κεντρικό καθώς και σε διμερές επίπεδο.

3.1. Κεντρικός συμψηφισμός: ασφαλής και υγιής

Η Επιτροπή αναγνώρισε ότι ο συμψηφισμός κεντρικού αντισυμβαλλομένου (ΣΚΑ) αποτελεί το κύριο μέσο διαχείρισης του κινδύνου αντισυμβαλλομένου, άποψη με την οποία συμφωνεί και η ομάδα των 20. Σήμερα, οι ΣΚΑ παρέχουν υπηρεσίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενώ διέπονται από εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις, δεδομένου ότι δεν υφίσταται κοινοτική νομοθεσία για τους ΣΚΑ[5]. Με τις συστάσεις των ΕΣΚΤ-ΕΡΑΑΚΑ[6], οι οποίες δεν είναι ωστόσο δεσμευτικές, ξεκίνησε μια διαδικασία σύγκλισης των εθνικών προσεγγίσεων. Λόγω της συστημικής σημασίας των ΣΚΑ, η Επιτροπή προτίθεται να προτείνει νομοθεσία που θα διέπει τις δραστηριότητές τους, για να καταργηθούν οι διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών και να εξασφαλιστεί ασφαλής, υγιής και σωστή διαχείριση. Στην ανακοίνωσή της της 3ης Ιουλίου 2009, η Επιτροπή υπογράμμισε επίσης ότι η εγκατάσταση του συμψηφισμού μέσω ΣΚΑ στην Ευρώπη είναι απόλυτα δικαιολογημένη για λόγους ρυθμιστικούς, εποπτικούς και νομισματικούς. Σήμερα, πολλοί ΣΚΑ εφαρμόζονται στην ΕΕ, ωστόσο σε αυτό θα συμβάλει σημαντικά η δημιουργία ενός σαφούς ρυθμιστικού και εποπτικού πλαισίου.

Οι ΣΚΑ θα προσφέρουν υπηρεσίες για πολλές κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού, όπως διαπραγματεύσιμες μετοχές, σταθερού εισοδήματος ή παράγωγα (εισηγμένα ή εξωχρηματιστηριακά). Δεν θα ήταν συνεπές να θεσπισθεί νομοθεσία που να καλύπτει τις δραστηριότητές τους για μια μόνο κατηγορία στοιχείων του ενεργητικού. Αντίθετα, η νομοθετική πρόταση για τους ΚΑ θα καλύπτει το ίδιο εύρος χρηματοπιστωτικών μέσων όπως και η οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID), ώστε να εξασφαλιστεί η συνοχή σε όλη την αλυσίδα προστιθέμενης αξίας και να αποφευχθούν τα κενά. Επομένως, η Επιτροπή θα προτείνει νομοθεσία για τη δραστηριότητα του ΣΚΑ, η οποία θα καλύπτει τις ακόλουθες βασικές απαιτήσεις:

1. Επιχειρηματική δραστηριότητα και διακυβέρνηση (π.χ. μέτρα για τη διευθέτηση σύγκρουσης συμφερόντων, πρόσβαση, διαφάνεια κινδύνων και διαδικασιών, συνέχεια των δραστηριοτήτων και ελάχιστες ειδικές γνώσεις).

2. Κανόνες που εξασφαλίζουν ότι οι ΣΚΑ δεν θα χρησιμοποιούν επιεική πρότυπα διαχείρισης κινδύνου. Προς τούτο, ενδέχεται να πρέπει η ΕΑΚΑΑ (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), κατά την εφαρμογή των κανόνων που προβλέπονται στη βασική νομοθετική πράξη, να αναπτύξει τεχνικά πρότυπα, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι συμμετέχοντες ΣΚΑ θα επωφεληθούν από την χαμηλότερη δυνατή κανονιστική κεφαλαιακή επιβάρυνση για τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλόμενου των συμβάσεων που συμψηφίζονται μέσω ΣΚΑ, σύμφωνα με το καθεστώς το οποίο τώρα ολοκληρώνεται από την επιτροπή της Βασιλείας. Ενόψει του βασικού τους ρόλου για τη διαχείριση των κινδύνων, οι ΣΚΑ πρέπει να υπόκεινται στις κατάλληλες κεφαλαιακές απαιτήσεις.

3. Νομική προστασία στην παροχή εγγύησης και στις θέσεις που παρέχουν τα μέλη των ΣΚΑ , για την ενθάρρυνση των συμμετεχόντων στην αγορά να χρησιμοποιούν κεντρικό συμψηφισμό. Οι κανόνες πρέπει να εξασφαλίζουν διαχωρισμό των στοιχείων του ενεργητικού και δυνατότητα μεταφοράς των περιουσιακών στοιχείων και των θέσεων των πελατών.

4. Έγκριση χορηγούμενη δυνάμει της παρούσας πρότασης θα παρέχει τη δυνατότητα στα ΣΚΑ να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλα τα κράτη μέλη. Για την αποφυγή διπλού ελέγχου και την ενίσχυση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των αρχών, η Επιτροπή πιστεύει ότι η ΕΑΚΑΑ πρέπει να εγκρίνει τη λειτουργία των ΣΚΑ στην ΕΕ. Για να εξασφαλιστεί η κατάλληλη και συνεχής εποπτεία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Επιτροπή θα επιδιώξει την κατάλληλη κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΑΚΑΑ και των εθνικών εποπτικών αρχών. Μεταξύ άλλων, περιλαμβάνεται και η δυνατότητα παραχώρησης στην ΕΑΚΑΑ άμεσων εποπτικών αρμοδιοτήτων ενόψει του ιδιαίτερου χαρακτήρα και ειδικότερα, της πανευρωπαϊκής εμβέλειας των ΣΚΑ. Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας των δυνητικών ή ενδεχόμενων ευθυνών θα ήταν ίσως σκόπιμο να ανατεθεί η τρέχουσα εποπτεία εντός της ΕΑΚΑΑ σε ένα σώμα εποπτικών αρχών από τα άμεσα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

5. Η ΕΑΚΑΑ θα επικουρεί επίσης την Επιτροπή στην προετοιμασία αποφάσεων για την αναγνώριση ΣΚΑ τρίτης χώρας, οι οποίοι υπόκεινται σε παρόμοια, πλήρη εποπτεία και ρύθμιση, προκειμένου να αξιολογηθούν τα αιτήματα παρόχων τρίτων χωρών για πρόσβαση στην αγορά, με βάση την προληπτική εποπτεία.

3.2. Παροχή εγγυήσεων στον διμερή συμψηφισμό

Το ιδανικό θα ήταν να γίνεται κεντρικός συμψηφισμός για όλα τα παράγωγα, όμως στην πραγματικότητα δεν προσφέρονται προς τούτο όλα τα παράγωγα. Ορισμένα προϊόντα μπορεί να είναι εξαιρετικά τυποποιημένα, ενώ άλλα μπορεί να μην είναι αρκετά ρευστά για κεντρικό συμψηφισμό. Τέτοιες συμβάσεις θα εξακολουθήσουν να συμψηφίζονται διμερώς, με τους αντισυμβαλλόμενους να ανταλλάσσουν εγγυήσεις για την κάλυψη του ανοίγματός τους. Ωστόσο, επί του παρόντος, τα επίπεδα παροχής εγγυήσεων είναι πολύ χαμηλά και δεν αντανακλούν τον κίνδυνο τον οποίο ενέχουν για το χρηματοπιστωτικό σύστημα οι διαπραγματεύσεις παραγώγων, που συμψηφίζονται διμερώς, όταν αγγίζουν κάποια κρίσιμη μάζα. Οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες πρέπει να διαθέτουν μεγαλύτερο ποσό εγγυήσεων για την κάλυψη του πιστωτικού τους ανοίγματος.

Η Επιτροπή θα προτείνει νομοθεσία βάσει της οποίας οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες (π.χ. πιστωτικά ιδρύματα, εταιρείες επενδύσεων, εταιρείες διαχείρισης επενδύσεων) θα οφείλουν να θέτουν αρχικό περιθώριο (ειδικά για τα χαρακτηριστικά του αντισυμβαλλομένου) και περιθώριο διαφορών αποτίμησης (μεταβολή της αξίας της σύμβασης). Με τις απαιτήσεις αυτές θα δημιουργείται επίσης κίνητρο για χρήση κεντρικού συμψηφισμού, εφόσον θα περιορίζεται το οικονομικό πλεονέκτημα που έχει η παροχή πολύ μικρών εγγυήσεων σε σχέση με τις αυστηρές απαιτήσεις των ΣΚΑ για εγγυήσεις.

Με εξαίρεση την περίπτωση αθέτησης, η ανταλλαγή εγγυήσεων δεν έχει αντίκτυπο επί των καθαρών εσόδων μιας οντότητας. Ωστόσο, οι μη χρηματοπιστωτικοί εταιρικοί χρήστες παραγώγων μπορεί να μην θέλουν να παρέχουν εγγυήσεις σε μετρητά για το περιθώριο διαφορών αποτίμησης, διότι αυτό ενδέχεται να περιορίζει την ρευστότητά τους. Αυτό θα εξέθετε τον χρηματοπιστωτικό αντισυμβαλλόμενο σε πιστωτικό κίνδυνο, τον οποίο θα πρέπει να διαχειριστεί με το πελάτη του. Οι τυχόν απαιτήσεις όσον αφορά το περιθώριο διαφορών για μη χρηματοπιστωτικές εταιρίες θα πρέπει να καθορίζονται ατομικά με τρόπο που να μην υπονομεύει την ικανότητα των εταιρειών να χρησιμοποιούν παράγωγα για τη μεταφορά του κινδύνου, ιδίως στην περίπτωση που οι εταιρείες χρησιμοποιούν παράγωγα σε επίπεδο χαμηλότερο από δεδομένο όριο. Επίσης, η παροχή ειδικής μεταχείρισης σε μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες μπορεί να δημιουργήσει κενά, με αποτέλεσμα οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες να έχουν τη δυνατότητα επιλογής ευνοϊκότερου ρυθμιστικού καθεστώτος. Πιθανές εξαιρέσεις θα πρέπει να προβλέπονται με τρόπο που να αποφεύγεται κάθε πιθανή κατάχρηση.

3.3. Κεφαλαιακές απαιτήσεις στον διμερή συμψηφισμό

Στην ανακοίνωση του Ιουλίου, η Επιτροπή μελέτησε την ιδέα της υπαγωγής των συμβάσεων που δεν συμψηφίζονται κεντρικά σε υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Μετά την σύνοδο της ομάδας των 20 στο Πίτσμπουργκ, αυτό αποτελεί πλέον μια διεθνώς αποδεκτή αρχή. Υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις αντανακλούν τον υψηλότερο κίνδυνο που συνεπάγονται οι συμβάσεις αυτές για το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Δεδομένου ότι αυτές οι κεφαλαιακές απαιτήσεις ισχύουν μετά την διμερή ανταλλαγή εγγυήσεων και τον συμψηφισμό των ανοιγμάτων, με την προσέγγιση αυτή θα ενισχυθεί περαιτέρω το κίνητρο για τους συμμετέχοντες στην αγορά να θέτουν μια ευρύτερη κλίμακα προϊόντων σε κεντρικό συμψηφισμό. Επομένως, η Επιτροπή θα εξασφαλίσει ότι οι κανόνες θα παρέχουν τη δυνατότητα διάκρισης μεταξύ, αφενός, του χαμηλότερου πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου για τις συμβάσεις που συμψηφίζονται με ΣΚΑ, και του υψηλότερου πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου για τις συμβάσεις που συμψηφίζονται διμερώς. Το κυριότερο μέτρο προς αυτήν την κατεύθυνση θα συνίσταται στο να αυξηθεί η διαφορά των κεφαλαιακών απαιτήσεων μεταξύ των συμβάσεων που συμψηφίζονται κεντρικά και αυτών που συμψηφίζονται διμερώς στην οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΟΚΑ)[7].

Οι αλλαγές αυτές πρέπει να συμφωνούν με την προσέγγιση που περιγράφει η επιτροπή τραπεζικού ελέγχου της Βασιλείας, που αποτελεί το διεθνές φόρουμ για τους διεθνείς κανόνες οι οποίοι διέπουν τα κεφάλαια για τις τράπεζες, ώστε να μην νοθεύεται ο ανταγωνισμός και να περιορίζονται οι δυνατότητες του ρυθμιστικού καθεστώτος. Η Επιτροπή θα συνεργαστεί με τους εταίρους της για να εξασφαλίσει την επίτευξη συμφωνίας και θα πράξει το παν για να προτείνει τροποποιήσεις στην ΟΚΑ, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, το 2010.

3.4. Υποχρεωτικός κεντρικός συμψηφισμός

Πέρα από τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για τα προϊόντα που δεν συμψηφίζονται σε κεντρικό επίπεδο, η Επιτροπή προτίθεται να προτείνει τον υποχρεωτικό συμψηφισμό των τυποποιημένων παραγώγων μέσω ΣΚΑ, σύμφωνα με τη δήλωση της ομάδας των 20. Η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία των προτάσεων της, θα συνεργασθεί με τους εταίρους της στο πλαίσιο της ομάδας των 20, και ιδίως με τις ΗΠΑ, για να επιφέρει φιλόδοξες λύσεις στα πρακτικά θέματα τα οποία συνεπάγεται η απαίτηση αυτή. Πρόκειται ειδικότερα για τον καθορισμό των συμβάσεων, οι οποίες μπορεί να θεωρηθούν κατάλληλες για κεντρικό συμψηφισμό. Οι τυποποιημένες συμβάσεις θα αποτελούν τον κανόνα, ωστόσο και οι μη τυποποιημένες συμβάσεις θα υπόκεινται στην περισσότερο ενδελεχή εποπτεία των εποπτών.

4. Λειτουργικος κινδυνος

Ο λειτουργικός κίνδυνος είναι ο κίνδυνος ζημιών οφειλόμενων στην ανεπάρκεια ή στην αποτυχία εσωτερικών διαδικασιών ή σε εξωτερικά γεγονότα και περιλαμβάνει τον νομικό κίνδυνο. Η αγορά καταβάλλει προσπάθειες για τον περιορισμό του λειτουργικού κινδύνου. Για παράδειγμα, χάρη στην πρακτική της αγοράς υπάρχει νομική τεκμηρίωση για σημαντικό μέρος της αγοράς παραγώγων. Επί πλέον, οι συμμετέχοντες στην αγορά στρέφονται βαθμιαία στην ηλεκτρονική επεξεργασία των συναλλαγών. Αυτές οι υπό εξέλιξη προσπάθειες είναι πιθανόν να ενισχυθούν με την υποχρεωτική χρήση των μητρώων δεδομένων και την ευρύτερη χρήση του κεντρικού συμψηφισμού. Οι προσπάθειες αυτές θα συμβάλλουν στη μεγαλύτερη τυποποίηση των συμβάσεων σε ό,τι αφορά την ηλεκτρονική επεξεργασία και την τυποποιημένη νομική ορολογία (χωρίς να επηρεάζεται η οικονομική ορολογία των συμβάσεων), πράγμα το οποίο επίσης θα διευκολύνει τον κεντρικό συμψηφισμό.

Ωστόσο, η Επιτροπή πιστεύει ότι πρέπει να ενισχυθούν οι υπό εξέλιξη προσπάθειες του κλάδου για τη μείωση των λειτουργικών κινδύνων. Επομένως, πρόθεση της Επιτροπής είναι να εκτιμήσει αν πρέπει να τροποποιήσει τον τρόπο προσέγγισης του λειτουργικού κινδύνου στο πλαίσιο της ΟΚΑ προκειμένου να ενισχύσει την τυποποίηση των συμβάσεων και την ηλεκτρονική επεξεργασία.

Επί πλέον, χρειάζεται συλλογικότερη δράση των συμμετεχόντων στην αγορά. Συνεπώς, η Επιτροπή βασιζόμενη περαιτέρω στο επιτυχές έργο της ομάδας εργασίας παραγώγων, θα θέσει φιλόδοξους ευρωπαϊκούς στόχους, με αυστηρές προθεσμίες, για τη νομική τυποποίηση και την τυποποίηση του τρόπου προσέγγισης, εξασφαλίζοντας συγχρόνως ότι στις σφαιρικές προσπάθειες λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι ευρωπαϊκές ιδιαιτερότητες ώστε να επωφεληθεί πλήρως και η Ευρώπη.

5. Διαφάνεια

Η έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά τις τιμές, τις συναλλαγές και τις θέσεις σαφώς έβλαψε τις αγορές εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Η έλλειψη διαφάνειας για τους ρυθμιστές και την αγορά διέφερε διαχρονικά και αναλόγως του προϊόντος, γενικά όμως αποτέλεσε εμπόδιο για την αποτελεσματική εποπτεία, από τους ρυθμιστές, των αγορών παραγώγων σε ό,τι αφορά τον συστημικό κίνδυνο και την κατάχρηση αγοράς. Για τους συμμετέχοντες στην αγορά, δυσχέρανε την πρόσβαση σε αξιόπιστες τιμές, την εκτίμηση των κινδύνων, την αξιολόγηση των θέσεων και τον έλεγχο της βέλτιστης εκτέλεσης.

5.1. Μητρώα καταχώρησης δεδομένων

Είναι αναγκαίο οι ρυθμιστικοί φορείς του συστημικού κινδύνου και του χρηματοπιστωτικού τομέα να γνωρίζουν πλήρως την αγορά παραγώγων. Επομένως, πρέπει να γίνει υποχρεωτική η αναφορά όλων των συναλλαγών στα κεντρικά μητρώα δεδομένων. Οι οντότητες αυτές μπορούν να διαθέτουν απευθείας στους ρυθμιστές πληροφορίες σχετικά με τις συναλλαγές που εκτελούνται στο χρηματιστήριο ή που συμψηφίζονται μέσω ΚΑ. Η Επιτροπή θα υποβάλει νομοθετικές προτάσεις σχετικά με τα κεντρικά αποθετήρια δεδομένων καθώς και σχετικά με την υποχρέωση αναφοράς που βαρύνει τους συμμετέχοντες στην αγορά.

Τα κεντρικά μητρώα δεδομένων θα διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη νέα δομή της αγοράς. Επομένως, θα πρέπει να διέπονται από κανονιστικές ρυθμίσεις που εξασφαλίζουν την ασφαλή, υγιή και αποτελεσματική λειτουργία τους. Η νομοθεσία θα προσφέρει ένα κοινό νομικό πλαίσιο λειτουργίας των κεντρικών μητρώων δεδομένων και θα αφορά, μεταξύ άλλων, απαιτήσεις έγκρισης/καταχώρισης, πρόσβαση και συμμετοχή σε κεντρικό μητρώο δεδομένων, κοινοποίηση δεδομένων, ποιότητα και επικαιρότητα των δεδομένων, διασφάλιση των δεδομένων, ασφάλεια δικαίου για τις καταχωρηθείσες συμβάσεις, διοικητική και λειτουργική αξιοπιστία[8].

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ΕΑΚΑΑ πρέπει να έχει την ευθύνη για την έγκριση και εποπτεία των κεντρικών μητρώων δεδομένων, εφόσον αυτά παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε ευρωπαϊκό και διεθνές, επίπεδο. Η ΕΑΚΑΑ θα έχει επίσης την ευθύνη για την έγκριση της λειτουργίας κεντρικών μητρώων δεδομένων τρίτων χωρών στην ΕΕ, βάσει απόφασης της Επιτροπής σχετικά με την ισοδυναμία του εν λόγω ρυθμιστικού πλαισίου, βασιζόμενο στην προληπτική εποπτεία. Η ΕΑΚΑΑ θα εξασφαλίζει την αμοιβαία ανεμπόδιστη πρόσβαση των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών φορέων στην πλήρη διεθνή ενημέρωση. Αν δεν υπάρχει τέτοια πρόσβαση, η Επιτροπή θα ενθαρρύνει τη δημιουργία και λειτουργία κεντρικών μητρώων δεδομένων σε ευρωπαϊκή βάση. Εν κατακλείδι, η ΕΑΚΑΑ θα ενεργεί ως κόμβος για τη διάδοση πληροφοριών που αφορούν τα παράγωγα, στους εθνικούς ρυθμιστικούς φορείς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών καθώς και στους τομεακούς ρυθμιστικούς φορείς[9].

5.2. Διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές

Η ομάδα των 20 συμφώνησε ότι «όλες οι τυποποιημένες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων πρέπει να αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε χρηματιστήρια ή μέσω μηχανισμών ηλεκτρονικής διαπραγμάτευσης, εφόσον χρειάζεται.» Στην ΕΕ, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι επιλέξιμες συναλλαγές για διαπραγμάτευση στο χρηματιστήριο πραγματοποιούνται σε οργανωμένες αγορές διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στην οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων[10]. Σχεδόν για όλες τις συναλλαγές παραγώγων χρησιμοποιείται ΣΚΑ. Με την υπαγωγή και της χρηματιστηριακής διαπραγμάτευσης σε κεντρικό συμψηφισμό καταργείται ο διμερής χαρακτήρας της σύναψης συμβάσεων, με αποτέλεσμα εξαιρετικά εμφανείς τιμές, όγκο συναλλαγών και αριθμό ανοιχτών συμβάσεων, και διευκολύνεται η πρόσβαση στην αγορά.

5.3. Διαφάνεια πριν και μετά τη διαπραγμάτευση

Παράλληλα με τη διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές θα πρέπει να ενισχυθούν οι διατάξεις που τους διέπουν, ιδίως αυτές που αφορούν τη διαφάνεια της διαπραγμάτευσης. Πρέπει να εξεταστεί με προσοχή η εναρμόνιση των απαιτήσεων διαφάνειας πριν και μετά τη διαπραγμάτευση, για τη δημοσίευση των διαπραγματεύσεων και των συνδεόμενων με αυτές τιμών και όγκων στις διάφορες οργανωμένες αγορές, καθώς και στην περίπτωση των εξωχρηματιστηριακών αγορών. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την αποφυγή κενών στο πλαίσιο των αγορών διαπραγμάτευσης και για να εξασφαλιστεί η πλήρης κάλυψη των παραγώγων. Το θέμα αυτό θα εξετασθεί κατά την αναθεώρηση της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων το 2010.

Θα πρέπει να εκτιμηθούν οι αυξημένες υποχρεώσεις διαφάνειας προκειμένου να μετριαστούν τυχόν αρνητικές παρενέργειες σε ό,τι αφορά την ρευστότητα και δυσανάλογα διοικητικά κόστη.

Επιπροσθέτως, οι ηγέτες στης ομάδας των 20 που συνήλθαν στο Πίτσμπουργκ, συμφώνησαν «να βελτιώσουν την ρύθμιση, λειτουργία και διαφάνεια των χρηματοπιστωτικών αγορών και των αγορών βασικών προϊόντων για την αντιμετώπιση της υπερβολικής αστάθειας των τιμών των βασικών προϊόντων.» Θα τροποποιηθεί ο δημοσιονομικός κανονισμός στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλονται για να εξασφαλιστεί ότι οι γεωργικές αγορές παραγώγων της ΕΕ εξακολουθούν να εξυπηρετούν το αρχικό τους στόχο, που αφορά τη διαπίστωση των τιμών και την κάλυψη των κινδύνων, ως μέσων αντιμετώπισης της αστάθειας των τιμών[11]. Τα μέτρα αυτά θα θεσπιστούν παράλληλα με διατάξεις διαφάνειας για όλες τις αγορές παραγώγων (και πιθανόν και για άλλες μη μετοχικές αγορές), ιδίως στο πλαίσιο της αναθεώρησης της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων.

Το 2010, σε ό,τι αφορά τις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και στο πλαίσιο πλήρους δέσμης για την ακεραιότητα της αγοράς, η Επιτροπή θα υποβάλει δύο προτάσεις για να εξασφαλίσει τη δημοσίευση των συναλλαγών χονδρικού εμπορίου και στις αγορές άμεσης παράδοσης, ώστε να βελτιωθεί η διαπίστωση των τιμών, η πρόσβαση στην αγορά και γενικότερα η εμπιστοσύνη του κοινού[12].

6. Ακεραιότητα της αγορασ και εποπτεια

Σε συμφωνία με τα συμπεράσματα της ομάδας των 20, διάφορα μέτρα εκπονούνται προς το παρόν στην ΕΕ με στόχο την ενίσχυση της ακεραιότητας των αγορών παραγώγων.

Με την αναθεώρηση της οδηγίας σχετικά με την κατάχρηση αγοράς, το 2010, θα επεκταθούν οι σχετικές διατάξεις για την πλήρη κάλυψη των αγορών παραγώγων. Προχωρεί το έργο των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών σχετικά με την απαίτηση για αναφορά των συναλλαγών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Στο πλαίσιο των προσπαθειών ευθυγράμμισης των κανόνων, οι οποίοι εφαρμόζονται στις φυσικές και χρηματοπιστωτικές αγορές ενέργειας, προβλέπεται μια εξατομικευμένη πρόταση για την εποπτεία, σε επίπεδο ΕΕ, των αγορών άμεσης παράδοσης ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, για την εξασφάλιση της διαφάνειας και της ακεραιότητας της αγοράς. Παρομοίως, η Επιτροπή θα εξετάσει, μέχρι τα τέλη του 2010, κατά πόσον η αγορά για δικαιώματα εκπομπών προστατεύεται επαρκώς από τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές εσωτερικές πληροφορίες ή από τη χειραγώγηση της αγοράς και, εφόσον παραστεί ανάγκη, υποβάλλει προτάσεις για την προστασία αυτή[13]. Επί πλέον, στον τομέα της γεωργίας, προβλέπεται πληρέστερη αναφορά των συναλλαγών και των θέσεων, στις ρυθμιστικές αρχές, της δραστηριότητας διαπραγμάτευσης παραγώγων.

Με την αναθεώρηση της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων θα ολοκληρωθεί επίσης το έργο που αφορά τις εξαιρέσεις για ορισμένες εμπορικές εταιρείες, οι οποίες ασχολούνται με παράγωγα βασικών προϊόντων. Στις εταιρείες αυτές δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που αφορούν την έγκριση και την λειτουργία καθώς και τους κανόνες για την αναφορά και άσκηση δραστηριοτήτων. Τα πορίσματα των διαβουλεύσεων[14] και οι πρόσφατες εξελίξεις υπέρ της κανονιστικής ρύθμισης των χρηματοπιστωτικών αγορών για την κάλυψη των συμμετεχόντων, θα ληφθούν υπόψη κατά τη εξαγωγή συμπερασμάτων.

Τέλος, πρόθεση της Επιτροπής είναι να προτείνει κανόνες που θα παρέχουν τη δυνατότητα στις ρυθμιστικές αρχές να θέτουν όριο θέσεων για την παρεμπόδιση των μεγάλων διακυμάνσεων των τιμών ή των συγκεντρώσεων κερδοσκοπικών θέσεων[15].

7. Περίληψη

Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι οι ενέργειες αυτές θα συμβάλουν ώστε να εγκαταλειφθεί η παραδοσιακή άποψη ότι τα παράγωγα είναι χρηματοπιστωτικά μέσα για επαγγελματική χρήση, για τα οποία εθεωρείτο επαρκής μια ελάχιστη ρύθμιση, υπέρ μιας προσέγγισης βάσει της οποίας θα αποτιμώνται δεόντως οι κίνδυνοι. Με την γενική προσέγγιση περιορίζονται οι πιθανότητες εμφάνισης κενών και επιλογής ευνοϊκότερου ρυθμιστικού καθεστώτος.

Στον πίνακα που ακολουθεί συνοψίζονται οι προαναφερόμενες δράσεις. Η Επιτροπή θα ξεκινήσει τη διαδικασία κατάρτισης νομοθεσίας, κυρίως με τη δρομολόγηση αξιολογήσεων του αντικτύπου, ώστε να καταλήξει σε φιλόδοξες νομοθετικές ρυθμίσεις για τα παράγωγα το 2010. Για την ολοκλήρωση των προτάσεων αυτών, θα εργαστεί στενά με όλους τους ενδιαφερόμενους στην ΕΕ καθώς και με τους διεθνείς της εταίρους. Μόνο με την από κοινού δράση είναι δυνατό να τεθούν τα θεμέλια πραγματικά αποτελεσματικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων.

Μελλοντικές δράσεις για τη διασφάλιση αποτελεσματικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων

Στόχος | Προτεινόμενες δράσεις | Προθεσμίες |

Μείωση του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου-ενίσχυση συμψηφισμού | Πρόταση νομοθεσίας για τις απαιτήσεις ΣΚΑ, όσον αφορά τα εξής: (α) απαιτήσεις ασφάλειας (π.χ. την άσκηση δραστηριότητας, διαχείριση κινδύνου, νομική προστασία στην παροχή εγγύησης και στις θέσεις) (β) έγκριση/άρση της έγκρισης και εποπτεία του ΣΚΑ (γ) υποχρεωτικός χαρακτήρας του συμψηφισμού τυποποιημένων παραγώγων μέσω ΣΚΑ Τροποποίηση της ΟΚΑ ώστε: (α) να υποχρεούνται οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες να παρέχουν αρχικό και κυμαινόμενο περιθώριο· (β) στην ΟΚΑ να γίνεται ουσιαστική διαφοροποίηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων μεταξύ των συμβάσεων που συμψηφίζονται μέσω ΣΚΑ και αυτών που δεν συμψηφίζονται μέσω ΣΚΑ· | Μέσα 2010 Τέλη 2010 |

Μείωση των λειτουργικών κινδύνων-τυποποίηση | Εκτίμηση αν πρέπει να αναδιαμορφωθεί η προσέγγιση του λειτουργικού κινδύνου στο πλαίσιο της ΟΚΑ, προκειμένου να ενισχυθεί η τυποποίηση των συμβάσεων και η ηλεκτρονική επεξεργασία. Συνεργασία με τον κλάδο για την προώθηση της τυποποίησης των νομικών καθεστώτων και διαδικασιών· | Τέλη 2010 Σε εξέλιξη |

Αύξηση διαφάνειας - κεντρικά μητρώα δεδομένων | Υποβολή νομοθετικών προτάσεων για τα κεντρικά μητρώα δεδομένων: (α) κανονιστικές ρυθμίσεις για τα κεντρικά μητρώα δεδομένων (β) υποχρεωτική αναφορά των συναλλαγών εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στα κεντρικά μητρώα δεδομένων· | Μέσα 2010 |

Αύξηση διαφάνειας-διαπραγμάτευση | Τροποποίηση της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, ώστε η αναφορά της συναλλαγής και της θέσης να πρέπει να αναπτυχθεί από κοινού με τα ΣΚΑ και τα κεντρικά μητρώα δεδομένων. Εξασφάλιση της διαπραγμάτευσης των τυποποιημένων συμβάσεων σε οργανωμένες αγορές διαπραγμάτευσης δυνάμει της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων. Ενισχυμένη διαπραγμάτευση και διαφάνεια τιμών στα διάφορα συστήματα και στις εξωχρηματιστηριακές αγορές, εφόσον χρειάζεται, μέσω της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων. Ολοκλήρωση της επανεξέτασης των εξαιρέσεων από την οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, σε ό,τι αφορά τις εταιρείες οι οποίες ασχολούνται με βασικά προϊόντα. | Τέλη 2010 |

Βελτίωση της ακεραιότητας της αγοράς | Επέκταση του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας σχετικά με την κατάχρηση της αγοράς και στα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα· Ανάθεση αρμοδιότητας στις ρυθμιστικές αρχές να καθορίζουν όριο θέσεων μέσω της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων. | Τέλη 2010 |

[1] Ανακοίνωση της Επιτροπής - Διασφάλιση αποδοτικών, ασφαλών και υγιών αγορών παραγώγων προϊόντων (COM (2009) 332 τελικό, Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής SEC(2009) 905 και Έγγραφο διαβούλευσης SEC(2009) 914.

[2] Οι απαντήσεις στο πλαίσιο της διαβούλευσης, περίληψη των απόψεων των ενδιαφερομένων καθώς και περίληψη της διάσκεψης και των παρουσιάσεων διατίθενται στην ιστοσελίδα της Επιτροπής:http://ec.europa.eu/internal_market/consultations/2009/derivatives_en.htm

[3] Δελτίο τύπου της Επιτροπής «Σημαντικό βήμα για χρηματοπιστωτική σταθερότητα: η ευρωπαϊκή αγορά για τις συμβάσεις αντιστάθμισης κινδύνου πιστοληπτικής ικανότητας καθίσταται ασφαλέστερη», IP/09/1215, 31 Ιουλίου 2009.

[4] «Όλες οι τυποποιημένες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων πρέπει να αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε χρηματιστήρια ή σε τόπους ηλεκτρονικής διαπραγμάτευσης, εφόσον χρειάζεται, και να συμψηφίζονται μέσω κεντρικών αντισυμβαλλομένων, το αργότερο μέχρι το τέλος του 2010. Οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων πρέπει να αναφέρονται στα κεντρικά αποθετήρια δεδομένων. Οι συμβάσεις που δεν συμψηφίζονται μέσω κεντρικού αντισυμβαλλομένου πρέπει να υπόκεινται σε υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Ζητάμε από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB) και τα αρμόδια μέλη του να εκτιμούν, σε τακτική βάση, την εφαρμογή και το κατά πόσον αρκεί η βελτίωση της διαφάνειας στις αγορές παραγώγων, ο μετριασμός του συστημικού κινδύνου και η προστασία από κατάχρηση της αγοράς.»

[5] Μέχρι τώρα, η μόνη κοινοτική νομοθεσία που αφορά την ασφάλεια και υγεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων είναι η οδηγία σχετικά με το αμετάκλητο των διακανονισμών (ΟΑΔ). Αν και η ΟΑΔ είναι ουσιώδους σημασίας διότι εμποδίζει την εξάπλωση των συνεπειών της αθέτησης εκ μέρους συμμετέχοντος σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, σε άλλους συμμετέχοντες, αποτελεί μέσο διαχείρισης του κινδύνου και όχι ένα γενικότερο μέσο που καλύπτει το σύνολο των πτυχών της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, επομένως δεν επαρκεί για να εξασφαλίσει έναν ασφαλή και υγιή χαρακτήρα.

[6] Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών και Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ρυθμιστικών Αρχών των Αγορών Κινητών Αξιών.

[7] Οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων(ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1).

[8] Προς επίτευξη του στόχου αυτού, το φόρουμ των ρυθμιστικών φορέων των χρηματιστηριακών παραγώγων έχει δρομολογήσει πρωτοβουλία.

[9] Σε ορισμένες αγορές παραγώγων (π.χ. ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο) υπάρχει ιδιαίτερη ανάγκη να εξετασθεί η αλληλεξάρτηση μεταξύ της αγοράς άμεσης παράδοσης (αγορά spot) και της αγοράς παραγώγων. Τελικά, η λειτουργία της ΕΑΚΑΑ ως κόμβου θα εξασφαλίσει την ύπαρξη ενός κύριου ρυθμιστή, πράγμα που έχει μεγάλη σημασία για την αποτελεσματικότητα. Αυτό θα εξασφαλίσει επίσης την κατάλληλη πρόσβαση των τομεακών ρυθμιστικών φορέων στις πληροφορίες που χρειάζονται. Επειδή στόχος του επιδιωκόμενου υποχρεωτικού χαρακτήρα των κεντρικών αποθετηρίων δεδομένων είναι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, μπορεί να σχεδιαστούν διαφορετικά οι εποπτικές δομές για τις αγορές άμεσης παράδοσης βασικών προϊόντων.

[10] Ρυθμιζόμενη αγορά, πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης ή συστηματικός εσωτερικοποιητής.

[11] Πρόθεση της Επιτροπής είναι να εξετάσει περαιτέρω τα θέματα αυτά στο πλαίσιο μελλοντικής ανακοίνωσης για την καλύτερη λειτουργία της διατροφικής αλυσίδας στην Ευρώπη.

[12] Τον Ιανουάριο 2009, η Ευρωπαϊκή επιτροπή ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών (CESR) και η Ευρωπαϊκή ομάδα ρυθμιστικών αρχών για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο (ERGEG) συνέστησαν στην Επιτροπή να προβλέψει ειδικές για την διαφάνεια της διαπραγμάτευσης ρυθμίσεις για τις διαπραγματεύσεις που αφορούν την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, στο πλαίσιο των προσπαθειών βελτίωσης της πρόσβασης στην αγορά και της διαπίστωσης των τιμών.

[13] Άρθρο 12 παρ. 1 στοιχείο της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε.

[14] Βλ. για παράδειγμα, γνώμη της Επιτροπής ευρωπαϊκών αρχών τραπεζικής εποπτείας και της Ευρωπαϊκής επιτροπής ρυθμιστικών αρχών των αγορών κινητών αξιών (http://www.cesr.eu/index.php?docid=5306) και της Ομάδας εμπειρογνωμόνων των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών.(http://ec.europa.eu/internal_market/securities/docs/esme/commodity_derivatives_en.pdf)

[15] Βλ. σημείωση 11.

Top