EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008PC0058

Πρόταση κανονισμου του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 για τις κοινοτικές στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών

/* COM/2008/0058 τελικό - COD 2008/0026 */

52008PC0058

Πρόταση κανονισμου του Ευρωπαϊκου Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 για τις κοινοτικές στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών /* COM/2008/0058 τελικό - COD 2008/0026 */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 7.2.2008

COM(2008) 58 τελικό

2008/0026 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 για τις κοινοτικές στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Πλαίσιο της πρότασης

1.1. Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Σκοπός της παρούσας πρότασης τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τις συναλλαγές αγαθών μεταξύ κρατών μελών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3330/91[1] του Συμβουλίου, είναι:

- να μειωθεί ο αριθμός των επιχειρήσεων που υποχρεούνται βάσει της κοινοτικής νομοθεσίας να τροφοδοτούν το σύστημα στατιστικών για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές (Intrastat) και να περιοριστεί ως εκ τούτου ο φόρτος υποβολής στατιστικών δεδομένων·

- να θεσπιστούν αυστηρότερες απαιτήσεις ποιότητας για την κατάρτιση στατιστικών για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές, ώστε να αντισταθμιστεί η απώλεια ακρίβειας για τις συναλλαγές που δεν δηλώνονται από τις επιχειρήσεις, αλλά υπολογίζονται κατ΄ εκτίμηση από τις εθνικές αρχές·

- να καλυφθούν οι ανάγκες των χρηστών με την κατάρτιση στατιστικών για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές ταξινομημένων με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων·

- να προσαρμοστεί – σύμφωνα με την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής[2] για την απόφαση 2006/512/ΕΚ – ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 638/2004 στην απόφαση 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[3], όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, με την οποία θεσπίζεται η κανονιστική διαδικασία με έλεγχο προκειμένου για μέτρα γενικής εμβέλειας που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων μιας βασικής πράξης που έχει εκδοθεί με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, περιλαμβανομένης και της κατάργησης ορισμένων εκ των στοιχείων αυτών ή της συμπλήρωσής της με την προσθήκη νέων μη ουσιωδών στοιχείων.

1.2. Γενικό πλαίσιο

Η Επιτροπή ανέλαβε τη δέσμευση να περιορίσει την περιττή γραφειοκρατία και τις περιττές κανονιστικές ρυθμίσεις. Όπως υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής "Βελτίωση της νομοθεσίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση»[4], η απλούστευση της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας (που συνεπάγεται μείωση του φόρτου για τις επιχειρήσεις) αποτελεί ένα από τα κεντρικά ζητήματα της εν λόγω πολιτικής πρωτοβουλίας. Στις αρχές του 2005, η Επιτροπή ξεκίνησε εκτεταμένες διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και τον επιχειρηματικό κόσμο παράλληλα με μια ανοικτή διαβούλευση μέσω του διαδικτύου. Σε συνέχεια της εν λόγω διαβούλευσης, στις 25 Οκτωβρίου 2005, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση[5] για τη χάραξη μιας νέας στρατηγικής για την απλούστευση σε επίπεδο ΕΕ. Στην εν λόγω ανακοίνωση προσδιορίστηκε μια αρχική ομάδα νομοθετικών κειμένων που πρέπει να απλουστευθούν στη βάση ευρείας διαβούλευσης και δρομολογήθηκε μια μόνιμη διαδικασία που τροφοδοτείται με στοιχεία από νέες πιο συστηματικές διαδικασίες επανεξέτασης για τον εντοπισμό των μελλοντικών προτεραιοτήτων απλούστευσης, βάσει εκτεταμένης ανάλυσης του αντικτύπου της νομοθεσίας.

Στο παράρτημα 2 της ανακοίνωσης καθορίζεται ένα κυλιόμενο πρόγραμμα που αφορά τη νέα στρατηγική για την απλούστευση. Στο πρόγραμμα προσδιορίζονται οι τομείς της νομοθεσίας που χρήζουν επανεξέτασης και αξιολόγησης προκειμένου να απλουστευθούν κατά την επόμενη τριετία. Εξετάζονται επίσης πολλά από τα ειδικά θέματα τα οποία ανέκυψαν από την εκτεταμένη διαβούλευση σε τομείς-κλειδιά για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, όπως είναι το εταιρικό δίκαιο, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, οι μεταφορές, η προστασία των καταναλωτών, τα απόβλητα και οι στατιστικές εξωτερικού εμπορίου, που αποτελούν πηγή ανησυχίας.

Η απλούστευση στον τομέα των στατιστικών εξετάστηκε στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τη «Μείωση του φόρτου απάντησης, την απλούστευση της διαδικασίας και τον καθορισμό προτεραιοτήτων στον τομέα των κοινοτικών στατιστικών»[6]. Από την εξέταση αυτή προέκυψε ότι οι στατιστικές για τις συναλλαγές εμπορευμάτων μεταξύ κρατών μελών (Intrastat) αποτελούν τομέα στον οποίο η απλούστευση είναι δυνατή και σκόπιμη.

Οι στατιστικές για το ενδοκοινοτικό εμπόριο καταγράφουν τη φυσική ροή των κινητών αγαθών μεταξύ κρατών μελών. Οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες συλλέγουν από τις επιχειρήσεις δεδομένα σε μηνιαία βάση. Οι στατιστικές που καταρτίζονται με βάση τα δεδομένα αυτά περιέχουν μηνιαίες καταγραφές των εισερχομένων ροών (αφίξεις) και των εξερχομένων ροών (αποστολές), εκφρασμένες σε αξία και ποσότητα και ταξινομημένες κατά κράτος μέλος που παρέχει δεδομένα, κατά κράτος μέλος-εταίρο (κράτος προορισμού) καθώς και κατά εμπόρευμα σύμφωνα με τη Συνδυασμένη Ονοματολογία.

Tο Συμβούλιο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων της 28ης Νοεμβρίου 2006 επιδοκίμασε την πρωτοβουλία της Επιτροπής να μειώσει το στατιστικό φόρτο και την κάλεσε να «αναλύσει τη σκοπιμότητα της μεθόδου μονής ροής (στο Intrastat) καθώς και των τυχόν εναλλακτικών μεθόδων που ενδέχεται να αποφέρουν τα ίδια περίπου αποτελέσματα, επίσης δε τα ζητήματα της μετάβασης και, έχοντας υπόψη την ανάλυση αυτή, να παρουσιάσει στο Συμβούλιο του Οκτωβρίου 2007 ακριβή χάρτη πορείας για την επίτευξη μεγαλύτερης προόδου». Το Συμβούλιο επισήμανε επίσης ότι η μετάβαση σε μέθοδο μονής ροής ή η εφαρμογή όποιας άλλης μεθόδου οδηγεί σε σημαντική μείωση του φόρτου παροχής στατιστικών στοιχείων, δεν πρέπει να επηρεάζει τη διαθεσιμότητα, επικαιρότητα και ποιότητα εκείνων των εθνικών στατιστικών που έχουν ζωτική σημασία για τους σκοπούς της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής, όπως οι εθνικοί λογαριασμοί και τα δεδομένα για τις συγκεντρωτικές ροές μεταξύ της ζώνης του ευρώ και των λοιπών κρατών μελών της ΕΕ.

Η Εurostat, προκειμένου να διερευνήσει περαιτέρω τρόπους για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος στατιστικών για το ενδοκοινοτικό εμπόριο και τη μείωση του διοικητικού φόρτου, συγκρότησε ομάδα εργασίας την οποία επιφόρτισε να ασχοληθεί ειδικά με την απλούστευση του Intrastat. Η εν λόγω ομάδα, στην οποία συμμετέχουν εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και της Επιτροπής, αξιολογεί τις μελέτες και τις αναλύσεις που διεξάγουν οι διάφορες υποομάδες της.

Οι αναλύσεις που πραγματοποίησε η ομάδα εργασίας και οι υποομάδες της επικεντρώθηκαν σε δύο βασικές εναλλακτικές μεθόδους απλούστευσης: μεταπήδηση σε ένα σύστημα παροχής στοιχείων μονής ροής και αύξηση των κατώτατων ορίων απαλλαγής από την υποχρέωση παροχής στοιχείων στο Intrastat, με αποτέλεσμα τη μείωση του πεδίου κάλυψης των συναλλαγών. Όλες οι άλλες εναλλακτικές μέθοδοι θεωρήθηκε ότι δεν μεταβάλλουν σημαντικά το φόρτο που συνεπάγεται για τις επιχειρήσεις η παροχή στοιχείων.

Οι δύο βασικές εναλλακτικές μέθοδοι αποτέλεσαν αντικείμενο αξιολόγησης με βάση τρία κριτήρια αξιολόγησης: φόρτος που επιβαρύνει τις επιχειρήσεις, επικαιρότητα των δεδομένων και ακρίβεια των δεδομένων. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι η μέθοδος των κατώτατων ορίων είναι, βραχυπρόθεσμα, η πλέον εφικτή. Η μέθοδος αυτή συγκέντρωσε και την προτίμηση των εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών της ομάδας εργασίας. Από την άλλη πλευρά, η μέθοδος της μονής ροής παρουσιάζει σημαντικά μειονεκτήματα που δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν βραχυπρόθεσμα.

Προς το παρόν, τα κράτη μέλη καθορίζουν τα εθνικά κατώτατα όρια σε επίπεδα που εγγυώνται την κάλυψη των συναλλαγών τους τουλάχιστον κατά 97% όσον αφορά την αξία. Στα τέλη του 2006, αυτό σήμαινε ότι το 78% περίπου των επιχειρήσεων που συναλλάσσονταν με άλλα κράτη μέλη είχαν απαλλαγεί από την υποχρέωση παροχής στοιχείων. Η μείωση του ποσοστού ελάχιστης κάλυψης θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τον αριθμό των εταιρειών που απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής στοιχείων στο Intrastat.

Η μείωση του ποσοστού ελάχιστης κάλυψης του Intrastat μπορεί να υλοποιηθεί σχετικά σύντομα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η αύξηση των κατώτατων ορίων δεν μεταβάλλει τη λογική του συστήματος. Οι αρχές και οι διαδικασίες του τρέχοντος συστήματος παραμένουν οι ίδιες. Η μεταβολή της έκτασης της κάλυψης των συναλλαγών μπορεί συνεπώς να υλοποιηθεί αρκετά εύκολα: οι νομοθετικές αλλαγές και τα συνοδευτικά μέτρα που εγγυώνται την ποιότητα των στατιστικών στοιχείων είναι λιγότερο δαπανηρά και λιγότερο σύνθετα σε σύγκριση με εκείνα που απαιτούνται για την υλοποίηση της μεθόδου της μονής ροής.

Ωστόσο, η μείωση της κάλυψης στο Intrastat συνεπάγεται ταυτόχρονα και μείωση της ακρίβειας. Πρέπει να γίνονται περισσότερες εκτιμήσεις για τα δεδομένα που δεν συλλέγονται. Θα αυξηθούν επίσης οι ασυμμετρίες στην αντιστοιχία των εμπορικών ροών, ιδίως στο πιο λεπτομερές επίπεδο της ταξινόμησης εμπορευμάτων. Λόγω των διαφορών στις μεθόδους διεξαγωγής των εκτιμήσεων που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη, είναι πιθανόν να αυξηθούν οι ασυμμετρίες και σε επίπεδο συγκεντρωτικών μεγεθών. Η μείωση της κάλυψης, επομένως, πρέπει να πλαισιωθεί με συνοδευτικά μέτρα που θα διασφαλίζουν την ικανοποιητική ποιότητα των στατιστικών δεδομένων.

Εκτός από τη βραχυπρόθεσμη μέθοδο, θα ήταν χρήσιμο να αναλυθεί περισσότερο η σκοπιμότητα της μεταπήδησης στο σύστημα υποβολής στοιχείων μονής ροής μακροπρόθεσμα, ώστε η πιθανή αυτή αλλαγή του στατιστικού συστήματος να γίνει αποδεκτή από τους χρήστες. Μεταξύ των πρωταρχικών θεμάτων που χρήζουν ανάλυσης στο πλαίσιο αυτό συγκαταλέγονται: η σημαντική μείωση των ασυμμετριών στην αντιστοιχία των εμπορικών ροών, η εξεύρεση λύσης στο πρόβλημα της επικαιρότητας μέσω της ανάπτυξης αξιόπιστων μεθόδων για τις εκτιμήσεις των ελλειπόντων δεδομένων ή των δεδομένων που υποβάλλονται με καθυστέρηση και η ανάπτυξη ποιοτικών διαδικασιών ελέγχου που θα καλύπτουν τις εθνικές ανάγκες. Επιπλέον, θα πρέπει να δοθεί συνέχεια σε ορισμένες άλλες εναλλακτικές μεθόδους απλούστευσης, όπως είναι η ενοποίηση των δηλώσεων Intrastat και VIES (σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για το ΦΠΑ) και η περαιτέρω ανάπτυξη εργαλείων ΤΠ για την ηλεκτρονική διαβίβαση στοιχείων[7].

Στα επόμενα χρόνια, οι δραστηριότητες αυτές θα εξετάζονται στο πλαίσιο του προγράμματος MEETS (εκσυγχρονισμός των στατιστικών για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και το εμπόριο)[8]. Το πρόγραμμα MEETS θα αρχίσει να εφαρμόζεται το 2008 για περίοδο πέντε ετών (έως το 2013). Ένας από τους τέσσερις στόχους του προγράμματος είναι η διεξαγωγή μελέτης για την απλούστευση του Intrastat. Για το σκοπό αυτό θα διατεθεί προϋπολογισμός ύψους 8,965 εκατομμυρίων ευρώ.

1.3. Προτεινόμενη μέθοδος

Η βραχυπρόθεσμη μέθοδος πρέπει να συνάδει με τη λογική μιας μακροπρόθεσμης μεθόδου απλούστευσης, για παράδειγμα την παροχή στοιχείων μονής ροής. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να επιτυγχάνεται σημαντική μείωση του φόρτου παροχής στοιχείων που βαρύνει τις επιχειρήσεις και παράλληλα να διασφαλίζεται η ικανοποιητική ποιότητα των στατιστικών δεδομένων.

Για όλους αυτούς τους λόγους προτείνεται να μειωθεί το πεδίο κάλυψης των εμπορικών συναλλαγών σε 95% για τις αφίξεις και να διατηρηθεί το τρέχον 97% για τις αποστολές. Η μέθοδος αυτή εντάσσεται στη λογική της μεθόδου μονής ροής, που βασίζεται στη συλλογή στοιχείων για τις αποστολές και η οποία είναι πιθανό να εφαρμοστεί μελλοντικά. Υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες μείωσης του φόρτου που συνεπάγεται η παροχή στοιχείων ειδικά για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), λόγω της διάρθρωσης των επιχειρήσεων που παρέχουν δεδομένα για τις αφίξεις: πρόκειται κατά κύριο λόγο για ΜΜΕ. Από την ανάλυση προέκυψε επίσης ότι η μείωση της κάλυψης των εμπορικών συναλλαγών σε 95% θα έχει μικρό μόνο αντίκτυπο στην ποιότητα των στατιστικών δεδομένων και ως εκ τούτου θα μπορούσε να γίνει δεκτή από τους χρήστες. Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμη η λήψη μέτρων για τη βελτίωση της ποιότητας και της συγκρισιμότητας των στατιστικών που καταρτίζουν τα κράτη μέλη και για το λόγο αυτό θα προταθούν σχετικά μέτρα στη νομοθετική πράξη.

Εκτός από την πρωτοβουλία για τη μείωση του στατιστικού φόρτου για τις επιχειρήσεις, η πρόταση ικανοποιεί και άλλα αιτήματα των χρηστών όσον αφορά τις συναλλαγές με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων. Τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλλουν ετήσια δεδομένα για τις συναλλαγές ταξινομημένα με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων ώστε να φαίνεται, για παράδειγμα, με ποιο τρόπο οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Οι στατιστικές για τις επιχειρήσεις μπορούν να συνδεθούν με τις εμπορικές στατιστικές μέσω της αντιστοίχισης των στοιχείων που διατίθενται από το μητρώο ενδοκοινοτικών συναλλαγών με τα δεδομένα που προέρχονται από τα μητρώα επιχειρήσεων των κρατών μελών. Επί του παρόντος, στα περισσότερα κράτη μέλη η κατάρτιση των στατιστικών αυτών είναι προαιρετική. Σκοπός της πρότασης είναι να υπάρξει η απαραίτητη νομική βάση για να γίνει υποχρεωτική η συλλογή αυτή. Παράλληλα, οι ίδιες πληροφορίες για τις συναλλαγές με τρίτες χώρες απαιτούνται στην πρόταση επανεξέτασης της νομοθεσίας Extrastat[9].

Τέλος, με την απόφαση 2006/512/ΕΚ τροποποιήθηκε η απόφαση 1999/468/ΕΚ της 28ης Ιουνίου 1999 για την επιτροπολογία. Με την οδηγία θεσπίζεται η “κανονιστική διαδικασία με έλεγχο” για τη λήψη μέτρων γενικής εμβέλειας με σκοπό την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων των βασικών πράξεων. Κατά συνέπεια πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο ισχύων κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 638/2004.

1.4. Ισχύουσες διατάξεις στο πεδίο που καλύπτει η πρόταση

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 638/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τις συναλλαγές αγαθών μεταξύ κρατών μελών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3330/91 του Συμβουλίου[10]. Ο κανονισμός τροποποιείται με την παρούσα πρόταση.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1982/2004 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2004, για εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τις συναλλαγές αγαθών μεταξύ κρατών μελών και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1901/2000 και (ΕΟΚ) αριθ. 3590/92[11]. Η πρόταση στοχεύει στην τροποποίηση των εκτελεστικών διατάξεων.

1.5. Συνοχή με άλλες κοινοτικές πολιτικές και στόχους

Η πρόταση συνάδει με την πρωτοβουλία για τη βελτίωση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2. Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτιμηση του αντικτύπου

2.1. Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Στα τέλη του 2006, η Eurostat συγκρότησε ομάδα εργασίας, η οποία ανέλαβε να ασχοληθεί ειδικά με την απλούστευση του Intrastat και να διερευνήσει περαιτέρω τρόπους για τον εκσυγχρονισμό του συστήματος στατιστικών του ενδοκοινοτικού εμπορίου και τη μείωση του φόρτου παροχής στοιχείων.

Το Συμβούλιο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων της 13ης Νοεμβρίου 2007 συζήτησε εκ νέου το θέμα της λήψης μέτρων για τη μείωση του στατιστικού φόρτου και ενέκρινε πρόταση για τη μείωση του ποσοστού κάλυψης σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο έως ότου ολοκληρωθεί η προετοιμασία μιας μακροπρόθεσμης εναλλακτικής μεθόδου, όπως είναι η μέθοδος μονής ροής, που απαιτεί διεξοδικότερη μελέτη.

2.2. Συγκέντρωση και χρησιμοποίηση εμπειρογνωμοσύνης

Δεν υπήρξε ανάγκη εξωτερικής εμπειρογνωμοσύνης.

2.3. Ανάλυση των επιπτώσεων και των συνεπειών

Επισημάνθηκαν τρεις εναλλακτικές μέθοδοι:

Εναλλακτική μέθοδος Α: Διατήρηση του status quo και μη τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας.Η συλλογή στοιχείων για το ενδοκοινοτικό εμπόριο διέπεται από το κοινοτικό δίκαιο. Συνεπώς, η δέσμευση της Επιτροπής να μειώσει περαιτέρω το στατιστικό φόρτο στον τομέα του Intrastat μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την τροποποίηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου.

Εναλλακτική μέθοδος Β: Καθορισμός του μειωμένου ελάχιστου ποσοστού κάλυψης του Intrastat και των απαιτήσεων σε θέματα ποιότητας απευθείας στον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.Σήμερα, το ποσοστό κάλυψης του Intrastat καθορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Η εναλλακτική μέθοδος Β προϋποθέτει την τροποποίηση του εν λόγω άρθρου καθώς και τη θέσπιση απαιτήσεων όσον αφορά την ποιότητα των στατιστικών δεδομένων.Ωστόσο, η κάλυψη των συναλλαγών αποτελεί μάλλον τεχνική παράμετρο και ως τέτοια μπορεί να προσδιοριστεί καλύτερα στις εκτελεστικές διατάξεις. Ο καθορισμός του ποσοστού κάλυψης των συναλλαγών στον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και όχι στις εκτελεστικές διατάξεις θα περιόριζε επίσης την ευελιξία που είναι αναγκαία για την πιθανή μελλοντική μεταβολή της εν λόγω παραμέτρου κατά την περαιτέρω απλούστευση του συστήματος στατιστικών για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Επίσης θα ήταν δύσκολο να καθοριστούν εκ των προτέρων στον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όλες οι απαιτήσεις σε θέματα ποιότητας και η προσέγγιση αυτή και πάλι δεν θα άφηνε τα απαραίτητα περιθώρια ευελιξίας για πιθανές τροποποιήσεις.

Εναλλακτική μέθοδος Γ: Κατάργηση του εκατοστιαίου ποσοστού κάλυψης των εμπορικών συναλλαγών στον κανονισμό (ΕΚ) 638/2004 και μεταβίβαση στην Επιτροπή των αναγκαίων αρμοδιοτήτων για τον καθορισμό του ελάχιστου ποσοστού κάλυψης του Intrastat και των απαιτήσεων ποιότητας.Η προσέγγιση αυτή διασφαλίζει την ύπαρξη ευελιξίας για πιθανές μελλοντικές αλλαγές του ποσοστού κάλυψης του Intrastat. Οι αλλαγές αυτές βασίζονται στη συστηματική αξιολόγηση των κατώτατων ορίων που διεξάγεται σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπολογίας σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρχές (η επιτροπή Intrastat συνεδριάζει τρεις φορές ετησίως), ώστε να επιτυγχάνεται ο καλύτερος δυνατός συμβιβασμός μεταξύ στατιστικού φόρτου και ακρίβειας των στοιχείων.Επομένως, οι εκτελεστικές διατάξεις πρέπει να επιτρέψουν σε πρώτη φάση στα κράτη μέλη να μειώσουν στις αρχές του 2009 το ποσοστό κάλυψης για τις ροές των αφίξεων, ώστε να συλλέγεται τουλάχιστον το 95% της αξίας των αφίξεων, ενώ το κατώτατο όριο για τις αποστολές θα διατηρηθεί στο 97%.Οι ρήτρες για τις απαιτήσεις ποιότητας θα τροποποιηθούν αναλόγως. Με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 ανατίθενται στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τη λήψη οιωνδήποτε μέτρων κρίνει αναγκαία για τη βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων. Θα ήταν σκόπιμο να υπάρξουν περισσότερες διευκρινίσεις ως προς τις εκτιμήσεις των ελλειπόντων στοιχείων. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι εκτιμήσεις των ελλειπόντων στοιχείων αποτελούν αρμοδιότητα των κρατών μελών (άρθρο 12 παράγραφος 2). Επομένως, πρέπει να τροποποιηθεί η νομοθετική πράξη ώστε να γίνει δυνατή η έγκριση τυποποιημένων διαδικασιών σύμφωνα με τη διαδικασία της επιτροπολογίας.

Η εναλλακτική μέθοδος Γ, συγκεντρώνει την προτίμηση της Επιτροπής, επειδή επιτρέπει τη στοχοθετημένη απλούστευση της μεθόδου των κατωτάτων ορίων. Προσφέρει τη μέγιστη δυνατή ευελιξία για την προσαρμογή του συστήματος Intrastat εφόσον υπεύθυνες για τη διαχείριση των διατάξεων θα είναι η Eurostat και η επιτροπή Intrastat.

3. Νομικά στοιχεία της πρότασης

3.1. Συνοπτική παρουσίαση των προτεινόμενων μέτρων

Η παρούσα πρόταση προσφέρει το νομικό πλαίσιο για την απαλλαγή περισσότερων επιχειρήσεων από την υποχρέωση υποβολής στοιχείων στο σύστημα Intrastat, ενώ παράλληλα διαφυλάσσει την ακρίβεια των στοιχείων και καλύπτει τις ανάγκες των χρηστών σε στατιστικές εμπορίου με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων.

3.2. Νομική βάση

Το άρθρο 285 της Συνθήκης αποτελεί τη νομική βάση για τις κοινοτικές στατιστικές. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με τη διαδικασία της συναπόφασης, θεσπίζει μέτρα για την παραγωγή στατιστικών, εφόσον τούτο απαιτείται για την εκτέλεση των δραστηριοτήτων της Κοινότητας. Το εν λόγω άρθρο θεσπίζει τις προϋποθέσεις για την παραγωγή κοινοτικών στατιστικών και απαιτεί τη συμμόρφωση με τα πρότυπα αμεροληψίας, αξιοπιστίας, αντικειμενικότητας, επιστημονικής ανεξαρτησίας, σχέσης κόστους-οφέλους και στατιστικού απορρήτου.

3.3. Αρχή της επικουρικότητας

Δεδομένου ότι η πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας, εφαρμόζεται η αρχή της επικουρικότητας.

Ο στόχος της προτεινόμενης δράσης, δηλαδή ο καθορισμός των ποσοστών κάλυψης και των απαιτήσεων ποιότητας καθώς και η συλλογή στατιστικών εμπορίου με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων δεν μπορεί να επιτευχθεί ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη και ως εκ τούτου μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο βάσει κοινοτικής νομικής πράξης, επειδή μόνο η Επιτροπή μπορεί να συντονίσει την αναγκαία εναρμόνιση των στατιστικών στοιχείων σε κοινοτικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης.

3.4. Η αρχή της αναλογικότητας

Η πρόταση συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας για τους ακόλουθους λόγους:

- Ο παρών κανονισμός περιορίζεται στο ελάχιστο απαιτούμενο για την επίτευξη αυτού του στόχου και δεν υπερβαίνει τα προς τούτο αναγκαία όρια.

- Αναμένεται σημαντική μείωση του φόρτου για τις επιχειρήσεις που απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής στοιχείων στο σύστημα Intrastat μέσω του κανονισμού. Εντούτοις, είναι πιθανό να αυξηθεί ο φόρτος εργασίας για τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες, επειδή οι απαιτήσεις ποιότητας συνεπάγονται την καταβολή εντατικότερων προσπαθειών για την εξακρίβωση και τον έλεγχο.

- Το 2008, προγραμματίζεται η έναρξη της εφαρμογής του προγράμματος MEETS[12] Ένα μέρος του προϋπολογισμού του εν λόγω προγράμματος προορίζεται για τη λειτουργία του νέου συστήματος Intrastat.

3.5. Επιλογή των νομικών πράξεων

Προτεινόμενο νομικό μέσο: κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Νομικά μέσα άλλου είδους δεν θα ήταν κατάλληλα για τους ακόλουθους λόγους:

- Αναγνωρίζεται κατά κανόνα ότι κατάλληλο νομικό μέσο για την πλειονότητα των στατιστικών δραστηριοτήτων, οι οποίες απαιτούν λεπτομερή και ομοιόμορφη εφαρμογή σε ολόκληρη την Κοινότητα, αποτελεί ο κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

- Ο κανονισμός είναι προτιμότερος από την οδηγία ως βασική πράξη, επειδή, αντίθετα από την οδηγία, θεσπίζει την ίδια νομοθεσία σε ολόκληρη την Κοινότητα, μην επιτρέποντας στα κράτη μέλη να τον εφαρμόσουν εν μέρει ή επιλεκτικά και μη δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επιλέξουν τη μορφή και τις μεθόδους που θα χρησιμοποιήσουν για την επίτευξη των στόχων που αυτός θέτει.

- Επιπλέον, ο κανονισμός ισχύει άμεσα, γεγονός που σημαίνει ότι δεν χρειάζεται νε μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο και έτσι αποφεύγονται οι καθυστερήσεις που συνδέονται με τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία. Επίσης, συνεπάγεται καλύτερη και ταχύτερη νομοθεσία.

Στόχος της πρότασης είναι η τροποποίηση των υφιστάμενων διατάξεων που έχουν ήδη θεσπιστεί με τον κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

4. Δημοσιονομικές επιπτώσεις

Η μείωση του ποσοστού κάλυψης των επιχειρήσεων που παρέχουν δεδομένα για το σύστημα Intrastat δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις.

Η εφαρμογή αυστηρότερων απαιτήσεων ποιότητας ενδέχεται να απαιτήσει επενδύσεις στην έρευνα και σε εργαλεία εξακρίβωσης και προσαρμογής στο εσωτερικό των εθνικών διοικήσεων. Ο προϋπολογισμός του προγράμματος MEETS μπορεί να καλύψει τις εν λόγω δαπάνες υλοποίησης (2008:1.400.000· 2009: 1.355.000· 2010: 2.000.000· 2011: 1.500.000· 2012: 1.500.000· 2013: 1.210.000 ευρώ προορίζονται για το Intrastat).

Η συγχώνευση δυο διαφορετικών υφιστάμενων σειρών στοιχείων, ώστε να παρουσιάζονται οι εμπορικές συναλλαγές με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων, ενδεχομένως να συνεπάγεται αμελητέες δαπάνες για ορισμένες εθνικές διοικήσεις.

5. Συμπληρωματικές πληροφορίες

5.1. Απλούστευση

Η πρωτοβουλία αυτή εντάσσεται στο κυλιόμενο πρόγραμμα απλούστευσης της Επιτροπής. Κύριος στόχος του είναι η μείωση του στατιστικού φόρτου απάντησης που επιβαρύνει τις επιχειρήσεις που τροφοδοτούν με δεδομένα το σύστημα Intrastat. Η μείωση του ποσοστού κάλυψης των αφίξεων σε 95% σημαίνει ότι 190.000 επιπλέον επιχειρήσεις θα απαλλαγούν από την υποχρέωση παροχής στοιχείων για τις ροές των αφίξεων στις εθνικές αρχές.

5.2. Κατάργηση ισχύουσας νομοθεσίας

Η έγκριση της πρότασης θα συμπληρώσει την ισχύουσα νομοθεσία.

5.3. Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος

Άνευ αντικειμένου για τον ΕΟΧ.

2008/0026 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 638/2004 για τις κοινοτικές στατιστικές των συναλλαγών αγαθών μεταξύ κρατών μελών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 285 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) O κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 638/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές για τις συναλλαγές αγαθών μεταξύ κρατών μελών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3330/91 του Συμβουλίου[13] θεσπίζει τις βασικές διατάξεις των κοινοτικών στατιστικών για τις συναλλαγές αγαθών μεταξύ των κρατών μελών.

(2) Στο πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής για τη μείωση του φόρτου απάντησης, την απλούστευση της διαδικασίας και τον καθορισμό προτεραιοτήτων στον τομέα των κοινοτικών στατιστικών[14], το σύστημα συλλογής κοινοτικών στατιστικών για το ενδοκοινοτικό εμπόριο αγαθών (Intrastat) χαρακτηρίστηκε τομέας στον οποίο η απλούστευση είναι δυνατή και σκόπιμη.

(3) Μία ενέργεια που μπορεί να αναληφθεί άμεσα για τη μείωση του στατιστικού φόρτου είναι η μείωση του ποσοστού κάλυψης της συλλογής δεδομένων μέσω του Intrastat. Η μείωση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με την αύξηση των κατώτατων ορίων κάτω από τα οποία οι υπόχρεοι παροχής στατιστικών πληροφοριών απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής πληροφοριών Intrastat. Ως εκ τούτου, θα αυξηθεί το ποσοστό των στατιστικών που βασίζονται σε εκτιμήσεις που πραγματοποιούν οι εθνικές αρχές.

(4) Τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλλουν στην Eurostat ετήσια συγκεντρωτικά δεδομένα για τις συναλλαγές ταξινομημένα με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων. Οι χρήστες κατά τον τρόπο αυτό θα έχουν στη διάθεσή τους νέα στατιστικά δεδομένα για τα οικονομικά ζητήματα που τους ενδιαφέρουν και θα είναι δυνατή η διεξαγωγή ενός νέου είδους ανάλυσης, που θα αφορά για παράδειγμα τον τρόπο με τον οποίο δραστηριοποιούνται οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, χωρίς αυτό να συνεπάγεται την επιβολή νέων στατιστικών απαιτήσεων για τις επιχειρήσεις που παρέχουν δεδομένα. Οι στατιστικές για τις επιχειρήσεις πρέπει να συνδεθούν με τις στατιστικές εμπορίου μέσω της συσχέτισης των πληροφοριών που προέρχονται από το μητρώο των ενδοκοινοτικών φορέων με τις πληροφορίες που απαιτούνται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2186/93 του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1993 σχετικά με τον κοινοτικό συντονισμό της ανάπτυξης μητρώων επιχειρήσεων για στατιστικούς σκοπούς[15].

(5) Πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες για τη μείωση της ελάχιστης κάλυψης των συναλλαγών. Κατά τον τρόπο αυτό θα διασφαλιστεί η ύπαρξη ευελιξίας για ενδεχόμενες μελλοντικές αλλαγές που θα βασίζονται στη συστηματική αξιολόγηση των κατώτατων ορίων, σε στενή συνεργασία με τις εθνικές αρχές, ώστε να επιτυγχάνεται ο καλύτερος δυνατός συμβιβασμός μεταξύ στατιστικού φόρτου και ακρίβειας των στοιχείων.

(6) Η μείωση της ελάχιστης κάλυψης των συναλλαγών επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του ελλείμματος στη συλλογή στοιχείων και κατ'επέκταση του αρνητικού αντικτύπου στην ποιότητα και ειδικότερα στην ακρίβεια των στοιχείων. Πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή αρμοδιότητες για τη θέσπιση αυστηρότερων μηχανισμών διασφάλισης της ποιότητας στα κράτη μέλη και ειδικότερα για τον καθορισμό κριτηρίων για την εκτίμηση των εμπορικών συναλλαγών για τις οποίες δεν συλλέγονται στατιστικά δεδομένα μέσω του Intrastat.

(7) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 638/2004 προβλέπει ότι ορισμένα μέτρα θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή [16].

(8) Η απόφαση 1999/468/ΕΚ τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ, με την οποία θεσπίστηκε η κανονιστική διαδικασία με έλεγχο για τα μέτρα γενικής εμβέλειας που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων βασικής πράξης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης, με την κατάργηση, μεταξύ άλλων, ορισμένων από τα στοιχεία αυτά ή τη συμπλήρωση της πράξης με την προσθήκη νέων μη ουσιωδών στοιχείων.

(9) Σύμφωνα με την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής[17] για την απόφαση 2006/512/EΚ, προκειμένου η εν λόγω νέα διαδικασία να μπορεί να εφαρμοστεί σε πράξεις που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 251 της Συνθήκης και οι οποίες είναι ήδη σε ισχύ, οι εν λόγω πράξεις πρέπει να προσαρμοστούν σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες.

(10) Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 638/2004, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή οι απαραίτητες αρμοδιότητες προκειμένου να καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους θα μπορεί να εκδίδει διαφορετικές ή ειδικές διατάξεις για ειδικά εμπορεύματα ή ειδική κυκλοφορία, να προσαρμόζει την περίοδο αναφοράς ώστε να λαμβάνεται υπόψη η σχέση με τις υποχρεώσεις που συνδέονται με το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και τις τελωνειακές υποχρεώσεις, να θεσπίζει διατάξεις για τη συλλογή των πληροφοριών αυτών, ειδικά δε για τους κωδικούς που πρέπει να χρησιμοποιούνται, να καθορίζει την ελάχιστη κάλυψη του Intrastat, να καθορίζει τους όρους και τις απαιτήσεις ποιότητας βάσει των οποίων τα κράτη μέλη μπορούν να απλουστεύουν τις πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλονται για ήσσονος σημασίας μεμονωμένες συναλλαγές, να καθορίζει τα συγκεντρωτικά δεδομένα που πρέπει να διαβιβάζονται και τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι εκτιμήσεις, να εκδίδει εκτελεστικές διατάξεις για την κατάρτιση των στατιστικών μέσω της σύνδεσης των δεδομένων που αφορούν τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων που καταχωρίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2186/93 με τις στατιστικές για τις αποστολές και τις αφίξεις εμπορευμάτων, να καθορίζει τους δείκτες και τα πρότυπα που επιτρέπουν την αξιολόγηση της ποιότητας των δεδομένων, να καθορίζει τη διάρθρωση των εκθέσεων ποιότητας που πρέπει να υποβάλλουν τα κράτη μέλη και να λαμβάνει οιαδήποτε μέτρα κρίνει αναγκαία για την εκτίμηση ή τη βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και αποβλέπουν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του κανονισμού (EΚ) αριθ. 638/2004 ή στη συμπλήρωσή του με την προσθήκη νέων, μη ουσιωδών στοιχείων, αυτά τα μέτρα πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(11) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 638/2004 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 638/2004 τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 3, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Η Επιτροπή δύναται να θεσπίζει διαφορετικές ή ειδικές διατάξεις για ειδικά εμπορεύματα ή ειδική κυκλοφορία. Τα εν λόγω μέτρα που σκοπό έχουν να τροποποιήσουν μη ουσιώδη στοιχεία του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

2. Στο άρθρο 6, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η περίοδος αναφοράς δύναται να προσαρμόζεται από την Επιτροπή ώστε να λαμβάνεται υπόψη η σχέση με τις υποχρεώσεις που συνδέονται με το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και τις τελωνειακές υποχρεώσεις. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

3. Στο άρθρο 9 παράγραφος 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι ορισμοί των στατιστικών δεδομένων που αναφέρονται στα στοιχεία ε) έως η) παρατίθενται στο παράρτημα. Η Επιτροπή, κατά περίπτωση, θεσπίζει διατάξεις για τη συλλογή των εν λόγω πληροφοριών, ιδίως για τους κωδικούς που πρέπει να χρησιμοποιούνται. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

4. Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Τα κατώτατα όρια, κάτω από τα οποία οι υπόχρεοι απαλλάσσονται από την υποχρέωση παροχής πληροφοριών Intrastat, καθορίζονται από την Επιτροπή. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

β) Στην παράγραφο 4, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα εν λόγω κατώτατα όρια καθορίζονται από την Επιτροπή. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

γ) Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Τα κράτη μέλη δύνανται, υπό ορισμένους όρους που πληρούν τις απαιτήσεις ποιότητας, να απλουστεύουν τις πληροφορίες που πρέπει να υποβάλλονται για ήσσονος σημασίας μεμονωμένες συναλλαγές. Οι όροι αυτοί καθορίζονται από την Επιτροπή. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

5. Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α) Στην παράγραφο 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) 40 ημερολογιακές ημέρες μετά το τέλος του μήνα αναφοράς για τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα που καθορίζονται από την Επιτροπή· Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

β) Στην παράγραφο 2, προστίθενται οι ακόλουθες προτάσεις:

«Οι εκτιμήσεις συνάδουν με τα κριτήρια που καθορίζει η Επιτροπή. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

γ) Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat) ετήσιες στατιστικές εμπορίου με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων.Οι εν λόγω στατιστικές καταρτίζονται μέσω της συσχέτισης των δεδομένων για τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων που καταχωρούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2186/93 του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1993 σχετικά με τον κοινοτικό συντονισμό της ανάπτυξης μητρώων επιχειρήσεων για στατιστικούς σκοπούς[18] με τις στατιστικές που αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού.

Η Επιτροπή καθορίζει τις εκτελεστικές διατάξεις για την κατάρτιση των στατιστικών. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

6. Στο άρθρο 13, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Οι δείκτες και τα πρότυπα που καθιστούν εφικτή την αξιολόγηση της ποιότητας των δεδομένων, η διάρθρωση των εκθέσεων για την ποιότητα οι οποίες πρέπει να υποβάλλονται από τα κράτη μέλη και κάθε απαραίτητο μέτρο που αποβλέπει στην αξιολόγηση ή τη βελτίωση της ποιότητας των δεδομένων, καθορίζονται από την Επιτροπή. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3.»

7. Στο άρθρο 14, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης .

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, […]

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος

[pic][pic][pic]

[1] ΕΕ L 102 της 7.4.2004, σ. 1 .

[2] ΕΕ C 255 της 21.10.2006, σ. 1.

[3] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23 . Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

[4] COM(2005) 97 τελικό της 16ης Μαρτίου 2005.

[5] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών για την εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος της Λισαβόνας: Στρατηγική για την απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, COM(2005) 535 τελικό της 25.10.2005.

[6] COM(2006) 693 τελικό της 14ης Νοεμβρίου 2006.

[7] Η συγχώνευση των συστημάτων Intrastat και VIES μπορεί να επηρεάσει την απλούστευση και πέραν του πεδίου των στατιστικών. Από τις επαφές που είχε η Eurostat με τη ΓΔ TAXUD προέκυψε ότι η παγίωση στενότερης συνεργασίας μεταξύ των στατιστικών αρχών και των φορολογικών αρχών (ΦΠΑ) μπορεί να αποφέρει οφέλη και στις δυο πλευρές. Οι στατιστικές αρχές θα μπορούσαν να βελτιώσουν την ποιότητα των δεδομένων, ενώ οι φορολογικές αρχές θα μπορούσαν να ωφεληθούν από τη βελτίωση της επικαιρότητας και του βαθμού λεπτομέρειας των δεδομένων που χρησιμοποιούν για τον εντοπισμό και την καταπολέμηση περιπτώσεων διαφυγής ΦΠΑ.

[8] COM(2007) 433 της 19.07.2007.

[9] Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις κοινοτικές στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τις τρίτες χώρες και για την κατάργηση του κανονισμού (EΚ) αριθ. 1172/95 του Συμβουλίου, COM(2007) 653 της 30.10.2007.

[10] ΕΕ L 102 της 7.4.2004, σ. 1.

[11] ΕΕ L 343 της 19.11.2004, σ. 3.

[12] COM(2007) 433.

[13] ΕΕ L 102 της 7.4.2004, σ. 1.

[14] COM(2006) 693 της 14.11.2006.

[15] ΕΕ L 196 της 5.8.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

[16] ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

[17] ΕΕ C 255 της 21.10.2006, σ. 1.

[18] ΕΕ L 196 της 5.8.1993 σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

Top