This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52006SC0786
Communication from the Commission to the Council - Assessment of the action taken by Portugal in response to the Council Recommendation of 20 September 2005 with a view to bringing an end to the situation of excessive government deficit
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο - Αξιολόγηση των μέτρων που έλαβε η Πορτογαλία μετά τη σύσταση του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 2005 με στόχο να θέσει τέρμα στην κατάσταση του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο - Αξιολόγηση των μέτρων που έλαβε η Πορτογαλία μετά τη σύσταση του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 2005 με στόχο να θέσει τέρμα στην κατάσταση του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος
/* SEC/2006/0786 τελικό */
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο - Αξιολόγηση των μέτρων που έλαβε η Πορτογαλία μετά τη σύσταση του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 2005 με στόχο να θέσει τέρμα στην κατάσταση του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος /* SEC/2006/0786 τελικό */
[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ | Βρυξέλλες, 21.6.2006 SEC(2006) 786 τελικό ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Αξιολόγηση των μέτρων που έλαβε η Πορτογαλία μετά τη σύσταση του Συμβουλίου της 20ής Σεπτεμβρίου 2005 με στόχο να θέσει τέρμα στην κατάσταση του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος 1. Η διαδικασια του υπερβολικου ελλειμματοσ στην περιπτωση της Πορτογαλιας Κατά τη δεκαετία του 1990, η Πορτογαλία κατάφερε να βελτιώσει τη δημοσιονομική της κατάσταση. Χάρις στους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης από τα μέσα της δεκαετίας, το δημοσιονομικό έλλειμμα άρχισε να μειώνεται σταδιακά, φθάνοντας κάτω από το 3% του ΑΕΠ, και το ίδιο συνέβη με το δημόσιο χρέος που πλησίασε το 50% του ΑΕΠ περί τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Από το 2000 όμως, άρχισε να επιδεινώνεται η οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση στην Πορτογαλία. Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης επιβραδύνθηκε σημαντικά συνεπεία της κακής οικονομικής συγκυρίας καθώς και των συνεχιζόμενων διαρθρωτικών αδυναμιών της οικονομίας. Η επιβράδυνση αυτή συνοδεύτηκε από μια γρήγορη διαρθρωτική επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών και το 2001 το δημοσιονομικό έλλειμμα υπερέβη το 4% του ΑΕΠ. Στις 5 Νοεμβρίου 2002, το Συμβούλιο έκρινε ότι υπήρχε υπερβολικό έλλειμμα[1] και σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της Συνθήκης απηύθυνε σύσταση προς την Πορτογαλία με στόχο να θέσει τέρμα σε αυτή την κατάσταση μέχρι το τέλος του 2003 το αργότερο[2]. Κατά το επόμενο έτος, το δημοσιονομικό έλλειμμα μειώθηκε οριακά κάτω από το 3% του ΑΕΠ, χάρις στη λήψη εκτεταμένων έκτακτων μέτρων. Τον Μάιο του 2004, το Συμβούλιο θεώρησε ότι η Πορτογαλία είχε συμμορφωθεί προς τη σύστασή της και απεφάσισε να καταργήσει την απόφαση της του Νοεμβρίου 2002, κλείνοντας κατ΄αυτόν τον τρόπο τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος[3]. Όταν απεφάσισε να καταργήσει την απόφαση του 2002, το Συμβούλιο έλαβε υπόψη τη δέσμευση των πορτογαλικών αρχών να εφαρμόσουν τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να διατηρηθεί το έλλειμμα κάτω από το όριο αναφοράς κατά το 2004 και μεταγενέστερα. Παρά τις σταθεροποιητικές αυτές προσπάθειες, τα δημόσια οικονομικά συνέχισαν να είναι πολύ ασταθή και τα σχέδια για τη διατήρηση του ελλείμματος κάτω από το όριο αναφοράς, που είναι το 3% του ΑΕΠ, εξακολουθούσαν να βασίζονται σε εκτεταμένα έκτακτα μέτρα. Τον Ιούνιο του 2005 –μετά τις βουλευτικές εκλογές της άνοιξης του 2005 και την κυβερνητική αλλαγή που επακολούθησε – η Πορτογαλία υπέβαλε ένα αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθεροποίησης, το οποίο προέβλεπε την τροποποίηση της δημοσιονομικής στρατηγικής και περιελάμβανε τα σχέδια για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ κατά το 2008. Το έλλειμμα προβλεπόταν ότι θα υπερέβαινε το 3% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2005-2007, κυρίως λόγω της εγκατάλειψης των έκτακτων μέτρων και της επανεκτίμησης της αύξησης των δημόσιων δαπανών. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το δημοσιονομικό έλλειμμα προβλεπόταν ότι θα υπερέβαινε το 60% του ΑΕΠ και θα συνέχιζε να αυξάνεται μέχρι το 2007. Το Συμβούλιο, μετά τη σύσταση της Επιτροπής, θεώρησε ότι η Πορτογαλία βρισκόταν σε κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος στις 20 Σεπτεμβρίου 2005[4] και σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της Συνθήκης απηύθυνε σύσταση στην Πορτογαλία με στόχο να μειώσει το έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ κατά τρόπο αξιόπιστο και διαρκή μέχρι το 2008 το αργότερο, λαμβάνοντας τα απαραίτητα μεσοπρόθεσμα μέτρα[5]. Το Συμβούλιο καθόρισε την 19η Μαρτίου 2006 ως την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας εντός της οποίας η Πορτογαλία θα έπρεπε να λάβει αποτελεσματικά μέτρα για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Ειδικότερα, το Συμβούλιο ζήτησε από την Πορτογαλία να: " περιορίσει την επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης το 2005, εφαρμόζοντας με αυστηρότητα τα αναγγελθέντα διορθωτικά μέτρα ", να " εφαρμόσει όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να μειωθεί αισθητά και σταθερά το κυκλικά προσαρμοσμένο έλλειμμα, χωρίς τη λήψη έκτακτων και προσωρινών μέτρων, κατά 1,5% του ΑΕΠ το 2006 σε σύγκριση με το 2005 και κατά 0,75% του ΑΕΠ τουλάχιστον όσον αφορά καθένα από τα επόμενα έτη " και να " πραγματοποιήσει γρήγορα μεταρρυθμίσεις, ώστε να περιοριστούν και να μειωθούν οι δαπάνες κατά τα επόμενα έτη, να εκμεταλλευθεί κάθε ευκαιρία για να επιταχύνει τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και να είναι έτοιμη να λάβει πρόσθετα μέτρα, εάν χρειαστεί, για να επιτευχθεί η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος μέχρι το 2008 " . Παράλληλα, η Πορτογαλία κλήθηκε να " εξετάσει τη λήψη πιο φιλόδοξων διορθωτικών μέτρων, εάν φανεί ότι είναι απαραίτητα, ώστε να εξασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος ". Επιπλέον, ζητήθηκε από τις πορτογαλικές αρχές να " φροντίσουν ώστε το ποσοστό του δημόσιου χρέους να μειώνεται διαρκώς και να πλησιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο το όριο αναφοράς, να ενεργούν κατά τρόπο ώστε η εξέλιξη του χρέους να αντανακλά την πρόοδο που θα έχει επιτευχθεί όσον αφορά τη μείωση του ελλείμματος, να αποφεύγουν να λαμβάνουν οικονομικά μέτρα που προκαλούν χρέος και να αξιολογούν προσεκτικά την πιθανή επίπτωση, στο χρέος, των κυριότερων προγραμμάτων δημόσιων επενδύσεων, ακόμη και αυτών που βασίζονται σε κάποια σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα ". Το Συμβούλιο κάλεσε επίσης τις πορτογαλικές αρχές να " συνεχίσουν τη βελτίωση της συγκέντρωσης και επεξεργασίας δημόσιων στατιστικών στοιχείων ". Τέλος, ζητήθηκε από τις πορτογαλικές αρχές να " φροντίσουν ώστε να συνεχισθεί η δημοσιονομική εξυγίανση με στόχο την επίτευξη μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικής ισορροπίας ή δημοσιονομικού πλεονάσματος μέσω της μείωσης του κυκλικά προσαρμοσμένου ελλείμματος, χωρίς έκτακτα ή άλλα προσωρινά μέτρα, κατά 0,5 % τουλάχιστον του ΑΕΠ ετησίως, όταν θα έχει επιτευχθεί η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος. " Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού 1467/97, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό του Συμβουλίου 1056/2005[6], το οποίο προβλέπει ότι μετά τη λήξη της προθεσμίας που έχει τεθεί για ένα κράτος μέλος, ώστε να λάβει μέτρα μετά από μια σύσταση βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7 της Συνθήκης, "… η Επιτροπή ενημερώνει το Συμβούλιο, εάν κρίνει ότι τα ληφθέντα μέτρα φαίνεται να επαρκούν να διασφαλιστεί κατάλληλη πρόοδος για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός των προθεσμιών που καθορίστηκαν από το Συμβούλιο, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά θα εφαρμοστούν πλήρως και οι οικονομικές εξελίξεις θα είναι σύμφωνες με τις προβλέψεις ", η παρούσα ανακοίνωση αξιολογεί τα μέτρα που έλαβε η Πορτογαλία μετά τη σύσταση του Συμβουλίου. 2. Τα μετρα που ελαβε η Πορτογαλια μετα τη συσταση του Συμβουλιου 2.1 Δημοσιονομικό υπόλοιπο και μεταρρύθμιση των δαπανών Δημοσιονομικό υπόλοιπο κατά το 2005 Ο νόμος για τον προϋπολογισμό που ψηφίστηκε τον Δεκέμβριο του 2005 είχε ως στόχο τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 2,8% του ΑΕΠ κατά το 2005, με βάση την πρόβλεψη ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξανόταν κατά 2,4%. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, ο προϋπολογισμός του 2005 προέβλεπε εκτός των άλλων την εφαρμογή έκτακτων μέτρων που θα είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση του ελλείμματος κατά 1,4% του ΑΕΠ. Μετά τις γενικές εκλογές την άνοιξη του 2005 και την κυβερνητική αλλαγή που επακολούθησε, ετέθη ως στόχος το 6,2% του ΑΕΠ σύμφωνα με το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας που υπέβαλε η Πορτογαλία το 2005 και επιβεβαιώθηκε με το συμπληρωματικό προϋπολογισμό που ενέκρινε το Κοινοβούλιο τον Ιούλιο του 2005. Η αναθεώρηση αυτού του στόχου ήταν το αποτέλεσμα της επανεκτίμησης της αύξησης των δημόσιων δαπανών και της υιοθέτησης μιας νέας δημοσιονομικής στρατηγικής, ένας από τους πυλώνες της οποίας ήταν η μη προσφυγή σε εκτεταμένα έκτακτα μέτρα. Ο αναθεωρημένος στόχος για το έλλειμμα αντανακλούσε μια σειρά από διορθωτικά μέτρα που αντιπροσώπευαν περίπου το 0,6% του ΑΕΠ, τα οποία εγκρίθηκαν περί τα μέσα του 2005 και προέβλεπαν αύξηση του κανονικού συντελεστή ΦΠΑ από το 19 στο 21%, καθώς και πάγωμα των αυτόματων προαγωγών των δημοσίων υπαλλήλων. Το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Δεκεμβρίου 2005 έθετε ως στόχο, όσον αφορά το δημοσιονομικό έλλειμμα, ποσοστό 6% του ΑΕΠ[7]. Δημοσιονομικό υπόλοιπο κατά το 2006 Ο νόμος για τον προϋπολογισμό του 2006 ψηφίστηκε από το Πορτογαλικό Κοινοβούλιο στις 30 Νοεμβρίου 2005 με στόχο τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 4,6% του ΑΕΠ. Ο προϋπολογισμός βασίζεται στη δημοσιονομική στρατηγική, την οποία προέβλεπε το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Ιουνίου 2005 και η επίτευξη του στόχου όσον αφορά το έλλειμμα βασίζεται σε μια σειρά διορθωτικών μέτρων τόσο όσον αφορά τις δαπάνες όσο και τα έσοδα. Όσον αφορά τη δημοσιονομική εξυγίανση, ο προϋπολογισμός του 2006 προβλέπει μείωση του διαρθρωτικού δημοσιονομικού υπολοίπου (δηλαδή του κυκλικά προσαρμοσμένου υπολοίπου χωρίς τη λήψη έκτακτων ή άλλων προσωρινών μέτρων) κατά 1,6% του ΑΕΠ. Κατά το 2006, η δημοσιονομική εξυγίανση επιτυγχάνεται κατά κύριο λόγο με την αύξηση των φορολογικών εσόδων. Τα έσοδα από φόρους ως ποσοστό του ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθούν κατά 1% σε σχέση με το αποτέλεσμα του 2005. Αυτά τα πρόσθετα έσοδα θα προέλθουν από την αύξηση του ΦΠΑ που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2005, καθώς και από τις αυξήσεις των φόρων στα πετρελαιοειδή και στον καπνό. Ο νόμος για τον προϋπολογισμό του 2006 δημιούργησε μια πρόσθετη κλίμακα φορολογίας προσωπικού εισοδήματος με υψηλότερο οριακό φορολογικό συντελεστή για τα ετήσια εισοδήματα άνω των 60 000€, ενώ μειώθηκαν οι φοροελαφρύνσεις για τους συνταξιούχους. Οι περικοπές των φορολογικών ελαφρύνσεων - ορισμένες εκ των οποίων είχαν εισαχθεί με τον προϋπολογισμό του 2005 - καθώς και η βελτίωση της είσπραξης αναμένεται επίσης να αυξήσουν τα έσοδα. Η ελάχιστη φορολογική βάση για τις ασφαλιστικές εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών αυξήθηκε το 2005 από το 100% στο 150% του ελάχιστου μισθού. Όσον αφορά τις δαπάνες, ο νόμος για τον προϋπολογισμό έχει ως στόχο την σταθεροποίηση των τωρινών δαπανών σε πραγματικές τιμές και την κατανομή αυτής της μείωσης των δαπανών στις διάφορες υπηρεσίες και οργανισμούς του δημόσιο τομέα. Ορισμένα από τα βασικά μέτρα που προβλέπει ο νόμος για τον προϋπολογισμό είναι το πάγωμα των ονομαστικών μεταβιβάσεων από την κεντρική κυβέρνηση προς την περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση, οι οποίες εξάλλου δεν επιτρέπεται να αυξήσουν τα χρέη τους πάνω από τα επίπεδα του τέλους του 2005, καθώς και η υποχρέωση των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης να διατηρήσουν τις δαπάνες για το προσωπικό στο ονομαστικό επίπεδο του 2005. Παράλληλα καθιερώθηκαν αυστηρότεροι κανόνες πρόσληψης, ώστε να αντικαθίσταται μόνο ένα μέρος (μόνο το 50%) κατά μέσο όρο των αποχωρούντων δημοσίων υπαλλήλων[8], ενώ για την πρόσληψη νέων δημοσίων υπαλλήλων είναι υποχρεωτικό να ζητείται η έγκριση του Υπουργού Οικονομικών. Παράλληλα παρατάθηκε το προσωρινό πάγωμα των αυτόματων προαγωγών που είχε καθιερωθεί περί τα μέσα του 2005. Συνολικά, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, οι πρωτογενείς δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνονται κατά 0,5% σε σχέση με τα αποτελέσματα του 2005. Με στόχο την εποπτεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ώστε να παρεμποδιστούν οι αποκλίσεις από τους στόχους, από τον περασμένο Φεβρουάριο έχουν τοποθετηθεί σε κάθε υπουργείο δημοσιονομικοί ελεγκτές και ο προϋπολογισμός του 2006 περιλαμβάνει μηχανισμούς κοινοποίησης των δαπανών για τους διάφορους τομείς του δημόσιου τομέα και η μη συμμόρφωση προς αυτούς συνεπάγεται την επιβολή κυρώσεων. Εκτός από τα διορθωτικά μέτρα που θεσπίστηκαν με το νόμο για τον προϋπολογισμό του 2006, ήδη από τα μέσα του 2005 (βλ. πίνακα 1) έχουν ληφθεί μέτρα με στόχο τη συγκράτηση και τη διαρκή μείωση των δαπανών, οι οποίες ελπίζεται ότι θα συμβάλλουν στη μείωση του ελλείμματος κατά τα προσεχή έτη και θα ενισχύσουν τη δημοσιονομική εξυγίανση μεσοπρόθεσμα, ορισμένα από αυτά μάλιστα είχαν ληφθεί πριν από τη σύσταση που απηύθυνε το Συμβούλιο τον Σεπτέμβριο του 2005 βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7 της Συνθήκης. Ειδικότερα, τροποποιήθηκαν τα συνταξιοδοτικά καθεστώτα: σταδιακή κατάργηση του καθεστώτος συντάξεων γήρατος για τους δημόσιους υπαλλήλους και επιτάχυνση της ενσωμάτωσής του στο (λιγότερο γενναιόδωρο) γενικό καθεστώς με περιοδικές αυξήσεις από το 2006 έως το 2015 των ανωτάτων ορίων της ηλικίας συνταξιοδότησης και του ελάχιστου χρόνου ασφάλισης καθώς και αλλαγές όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού των παροχών. Εξάλλου, οι κανόνες συνταξιοδότησης για ορισμένες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων έγιναν αυστηρότεροι ιδίως αυτοί που αφορούν το δικαίωμα συνταξιοδότησης για όσους έχουν λίγα συντάξιμα χρόνια. Τέλος, όσον αφορά το γενικό συνταξιοδοτικό καθεστώς, οι όροι πρόωρης συνταξιοδότησης έχουν γίνει λιγότεροι ευνοϊκοί. ΄Έχουν θεσπιστεί μέτρα για τη μείωση των δαπανών στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Ειδικότερα, τον Αύγουστο 2005 μειώθηκαν τα ποσοστά απόδοσης των εξόδων για φάρμακα, έγιναν αυστηρότεροι οι κανόνες για τα ειδικά καθεστώτα υγειονομικής περίθαλψης σε σχέση με ορισμένες κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων, έχει ξεκινήσει η αναθεώρηση των συμφωνιών που έχει συνάψει η εθνική υπηρεσία υγείας με ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών και προς το τέλος του 2005 πολλά δημόσια νοσοκομεία μετατράπηκαν σε δημόσιες επιχειρήσεις με μεγάλο βαθμό επιχειρηματικής αυτονομίας. Έχει επίσης ξεκινήσει η αναδιοργάνωση των υγειονομικών υπηρεσιών με συνέπεια να κλείσουν ορισμένες από αυτές. Προκειμένου να ελέγχεται η συμβατότητα των μεγάλων δημόσιων επενδυτικών σχεδίων με τους στόχους της δημοσιονομικής εξυγίανσης, το 2005 εγκρίθηκε ένα πλαίσιο διυπουργικής παρακολούθησης των οικονομικών επιπτώσεων των επενδυτικών σχεδίων που υπερβαίνουν το κατώτατο όριο των 250 εκατ. € (περίπου το 0,22% του ΑΕΠ). Πίνακας 1: Δημοσιονομική επίπτωση των κυριότερων αλλαγών της οικονομικής πολιτικής κατ΄εφαρμογή του προγράμματος σταθερότητας του Δεκεμβρίου 2005 Συσσωρευμένες αξίες ως ποσοστό του ΑΕΠ σε τιμές του 2005 | 2005 | 2006 | 2007 | 2008 | 2009 | Μέτρα για την αύξηση των εσόδων | Φόρος εισοδήματος και φόρος περιουσίας | 0.1 | 0.4 | 0.5 | 0.6 | 0.6 | ΦΠΑ | 0.4 | 0.8 | 0.8 | 0.8 | 0.8 | Φόρος στα πετρελαιοειδή | - | 0.1 | 0.3 | 0.4 | 0.4 | Ειδικός φόρος κατανάλωσης στον καπνό | - | 0.1 | 0.2 | 0.3 | 0.4 | Εισφορές κοινωνικής ασφάλισης | 0.1 | 0.2 | 0.3 | 0.3 | 0.3 | Συνολικά έσοδα | 0.6 | 1.6 | 2.1 | 2.3 | 2.4 | Μέτρα για τη μείωση των δαπανών | Μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης (περιλαμβανομένου και του προσωπικού) | 0.1 | 0.3 | 0.7 | 1.1 | 1.4 | Κοινωνική ασφάλιση και υγεία | Εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα | - | 0.1 | 0.2 | 0.2 | 0.2 | Δημόσιοι υπάλληλοι | - | 0.2 | 0.3 | 0.5 | 0.6 | Απόδοση εξόδων για τα φάρμακα | - | 0.1 | 0.1 | 0.1 | 0.1 | Σύνολο δαπανών | 0.1 | 0.6 | 1.3 | 1.8 | 2.3 | Συνολική επίπτωση στο δημοσιονομικό υπόλοιπο | 0.6 | 2.3 | 3.3 | 4.1 | 4.7 | Σημείωση: προκύπτουν διαφορές από τις στρογγυλοποιήσεις των ποσών Πηγή: Πρόγραμμα σταθεροποίησης του Δεκεμβρίου του 2005. Οι υπολογισμοί έγιναν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής | Δημοσιονομικό υπόλοιπο κατά το 2007 και μετέπειτα Σύμφωνα με το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Δεκεμβρίου του 2005, η Πορτογαλία έχει ως στόχο να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο 3,7% του ΑΕΠ για το 2007 και σε λιγότερο από 3% του ΑΕΠ για το 2008. Προτίθεται επίσης να συνεχίσει την δημοσιονομική εξυγίανση κατά τα επόμενα έτη με μεσοπρόθεσμο στόχο, όσον αφορά τη δημοσιονομική κατάσταση, την διαρθρωτική ισοσκέλιση του προϋπολογισμού, όπως προβλέπει το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης. Όσον αφορά τα έτη 2007-2009, η δημοσιονομική εξυγίανση θα βασίζεται όλο και περισσότερο στη μείωση των πρωτογενών δαπανών καθώς θα μειώνεται σταδιακά η συνεισφορά των φορολογικών εσόδων προς το σκοπό αυτό , η οποία εξακολουθεί πάντως να είναι θετική, λόγω των περαιτέρω ετήσιων αυξήσεων των φόρων στα πετρελαιοειδή και στον καπνό (βλ. πίνακα 1)., Η περικοπή των δαπανών κατά τη διάρκεια αυτών των ετών θα προέλθει από τα διαρθρωτικά μέτρα όσον αφορά τα καθεστώτα της υγειονομικής περίθαλψης και της συνταξιοδότησης. Επιπλέον οικονομίες προβλέπεται να γίνουν και στον τομέα της δημόσιας διοίκησης ως αποτέλεσμα της μεταρρύθμισης της κεντρικής διοίκησης, της καθιέρωσης νέων κλιμάκων όσον αφορά τη σταδιοδρομία και τους μισθούς από τον Ιανουάριο του 2007 και της αύξησης των εσωτερικών μετακινήσεων του προσωπικού ανάλογα με τις ανάγκες, με στόχο τη βελτίωση της διαχείρισης των ανθρώπινων πόρων. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των πορτογαλικών αρχών, τα μέτρα αυτά θα θεσπιστούν κατά τη διάρκεια του 2006 και θα εφαρμοστούν αμέσως μετά.[9] 2.2 Δημόσιο χρέος Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε στο 63,9% του ΑΕΠ κατά τα τέλη του 2005 και το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Πορτογαλίας του 2005 προβλέπει ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο κατά τα έτη 2006 και 2007. Αυτό σημαίνει συνέχιση της ανοδικής τάσης η οποία παρατηρείται από το 2001 και οφείλεται στα υψηλά πρωτογενή ελλείμματα, στην μικρή ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ και στις μεγάλες προσαρμογές αποθεμάτων -ροών που αυξάνουν το χρέος. Το ύψος του χρέους προβλέπεται να υπερβεί ελαφρώς το 69% του ΑΕΠ κατά το 2007 και να αρχίσει να μειώνεται αργότερα, υπό την επήρεια των πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, την επιτάχυνση της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και των προσαρμογών των αποθεμάτων – ροών που αυξάνουν το χρέος. Η επίτευξη του στόχου αυτού θα διευκολυνθεί μέσω των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις τα οποία θα ανέλθουν στο 1,1% του ΑΕΠ το 2006 και στο 0,5% του ΑΕΠ το 2007 και το 2008. Η επίπτωση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών (εκτός των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις) ανήλθε στο 1,2% του ΑΕΠ το 2005 και σύμφωνα με το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Πορτογαλίας του Δεκεμβρίου 2005 προβλέπεται να ανέλθει στο 0,5% του ΑΕΠ περίπου το 2006 και να μειωθεί ακόμη περισσότερο φθάνοντας στο 0,25% του ΑΕΠ κατά τα έτη 2007 και 2008, προφανώς λόγω της μείωσης της εισφοράς κεφαλαίων στις δημόσιες επιχειρήσεις. Επιπλέον, η επίπτωση στο χρέος της διαφοράς ανάμεσα στα ελλείμματα βάσει της ταμειακής μεθόδου και στα ελλείμματα βάσει της μεθόδου της αυτοτέλειας των χρήσεων προβλέπεται να μειωθεί από περίπου 1% του ΑΕΠ το 2006 (μετά το 0,7% του ΑΕΠ το 2005) σε λιγότερο από 0,25% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2007-2009. 2.3 Συγκέντρωση και επεξεργασία δημόσιων στατιστικών στοιχείων Η Πορτογαλία έλαβε προσφάτως μέτρα τα οποία αφορούν τη συγκέντρωση και την επεξεργασία γενικών δημόσιων στατιστικών στοιχείων. Τον Ιανουάριο του 2006 υπεγράφη ένα πρωτόκολλο ανάμεσα στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, στο Υπουργείο Οικονομικών και στην Banco de Portugal με στόχο τον σαφή καθορισμό των αρμοδιοτήτων των διάφορων δημόσιων υπηρεσιών όσον αφορά τη συγκέντρωση δημόσιων οικονομικών στατιστικών και την επιτάχυνση της συνεργασίας τους. ΄Έχοντας ως στόχο την ενίσχυση της συγκέντρωσης δημόσιων στατιστικών στοιχείων, ο προϋπολογισμός του 2006 προβλέπει κυρώσεις για την περίπτωση καθυστέρησης όσον αφορά την κοινοποίηση των στοιχείων σχετικά με τις δαπάνες για κάθε τομέα του δημοσίου και τη βάση δεδομένων σχετικά με τους ανθρώπινους πόρους της δημόσιας διοίκησης. Παράλληλα, οι δημοσιονομικοί ελεγκτές οι οποίοι έχουν τοποθετηθεί σε κάθε υπουργείο είναι υπεύθυνοι για την ενοποίηση των πληροφοριών, για τη βελτίωση της ποιότητας των οικονομικών πληροφοριών και για τη λογιστική διαφάνεια. 3. Αξιολογηση των μέτρων που ελαβε η Πορτογαλια μετα τη συσταση του Συμβουλιου Ο έλεγχος της συμμόρφωσης των προαναφερόμενων μέτρων με τη σύσταση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 104 παράγραφος 7 γίνεται με βάση τις οικονομικές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής της άνοιξης του 2006, το νόμο για τον προϋπολογισμό του 2006 και το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Πορτογαλίας του Δεκεμβρίου 2005. Μετά την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 0,3% το 2005, το μακροοικονομικό σενάριο στο οποίο βασίστηκε η αναθεώρηση του προγράμματος σταθερότητας προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,1% για το 2006, κατά 1,8% για το 2007, κατά 2,4% για το 2008 και τέλος 3% για το 2009. Το σενάριο αυτό είναι πιο προσεκτικό από αυτό στο οποίο βασίστηκε η σύσταση που απηύθυνε τον Σεπτέμβριο του 2005 το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7. Λαμβανομένης υπόψη της περαιτέρω επιδείνωσης των οικονομικών προοπτικών, σύμφωνα με τις προβλέψεις της άνοιξης του 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 0,9% το 2006 και κατά 1,1% το 2007. 3.1 Δημοσιονομικό υπόλοιπο και μεταρρύθμιση των δαπανών Δημοσιονομικό υπόλοιπο κατά το 2005 Το Συμβούλιο, με τη σύστασή του βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7, ζητούσε από την χώρα να περιορίσει την επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης κατά το 2005 με την αυστηρή εφαρμογή των εξαγγελθέντων διορθωτικών μέτρων. Πράγματι, την 1η Απριλίου, οι πορτογαλικές αρχές ανακοίνωσαν ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα ανερχόταν στο 6% του ΑΕΠ κατά το 2005, μειωμένο σε σχέση με το 6,2% του ΑΕΠ που προέβλεπε το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Πορτογαλίας του Ιουνίου 2005, στο οποίο αναφερόταν ρητά η σύσταση που της απηύθυνε το Συμβούλιο βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 7, γεγονός που σημαίνει ότι επετεύχθη ο στόχος του 6% του ΑΕΠ που προέβλεπε το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Δεκεμβρίου 2005[10]. Επετεύχθη ο στόχος όσον αφορά το έλλειμμα παρά την αύξηση του επιπέδου των δαπανών πέραν των προβλέψεων, η οποία αντισταθμίστηκε πλήρως από την αύξηση των εσόδων[11]. Δημοσιονομικό υπόλοιπο κατά το 2006 Η πλήρης εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2006 αναμένεται να προκαλέσει βελτίωση ισοδύναμη με το 1,5% του ΑΕΠ του διαρθρωτικού δημοσιονομικού υπολοίπου (δηλαδή μεταβολή του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού υπολοίπου χωρίς έκτακτα ή άλλα προσωρινά μέτρα) που ζήτησε το Συμβούλιο για το 2006 θεωρώντας ότι η αύξηση του ΑΕΠ θα είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνη με τις προβλέψεις. Βασιζόμενες σε μια προσεκτική εξέταση αυτών των λεπτομερών μέτρων που εξαγγέλθηκαν με τον προϋπολογισμό του 2006 και με το πρόγραμμα σταθερότητας του Δεκεμβρίου 2005, ώστε να γίνει κατά τον δέοντα τρόπο η αξιολόγησή τους, οι υπηρεσίες της Επιτροπής προέβλεψαν την άνοιξη του 2006 ότι το έλλειμμα για το 2006 θα ανερχόταν στο 5% του ΑΕΠ, δηλαδή θα ήταν μεγαλύτερο από τον επίσημο στόχο που ανερχόταν στο 4,6% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Επιτροπής, η διόρθωση του διαρθρωτικού ελλείμματος μεταξύ 2005 και 2006, που σύμφωνα με τις οικονομικές προβλέψεις της άνοιξης του 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής θα υπερέβαινε ελαφρώς το 1% του ΑΕΠ, θα εξακολουθούσε να είναι μικρότερη από αυτήν που πρότεινε το Συμβούλιο. Η διαφορά ανάμεσα στις προβλέψεις της Επιτροπής και στον επίσημο στόχο αποτελεί αντανάκλαση πολλών αβεβαιοτήτων όσον αφορά το δημοσιονομικό αποτέλεσμα κατά το 2006, που αφορούν τόσο τα διάφορα μέτρα περιορισμού των δαπανών όσο και την αποτελεσματικότητα των μηχανισμών ελέγχου των δαπανών, η οποία δεν έχει ακόμα αποδειχθεί[12]. Είναι αλήθεια ότι τα προκαταρκτικά στοιχεία σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού με βάση την ταμειακή μέθοδο για τις αρχές του 2006 δείχνουν ότι επαληθεύτηκαν γενικά οι προβλέψεις του προϋπολογισμού κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών του 2006, ειδικά όσον αφορά τον κρατικό τομέα. Εξακολουθούν όμως να υπάρχουν ορισμένες αβεβαιότητες όσον αφορά τη δυνατότητα επίτευξης του συνόλου των στόχων όσον αφορά τον περιορισμό των δαπανών, ειδικά των δαπανών για κοινωνικές παροχές εκτός από τις παροχές σε είδος, οι οποίες κατά το 2005 ήταν μεγαλύτερες από τις προβλέψεις στις οποίες βασίστηκε το σχέδιο του προϋπολισμού για το 2006[13], καθώς και των δαπανών για την υγεία και των δαπανών των αρχών περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης. Επιπλέον, τα άλλα μέτρα που έχουν ως στόχο τον περιορισμό των δαπανών ενδέχεται να χρειαστούν μεγαλύτερο διάστημα για να κάνουν αισθητά τα αποτελέσματά τους. Οι υπερβάσεις των δαπανών στους προαναφερθέντες τομείς, σε συνδυασμό ενδεχομένως με άλλες μικρότερες υπερβάσεις, θα μπορούσαν να προκαλέσουν έλλειμμα που θα ήταν πλησιέστερα στο 5% του ΑΕΠ παρά στο 4,6% του ΑΕΠ, που ήταν ο επίσημος στόχος. Παράλληλα όσον αφορά τα έσοδα, παρά τον κίνδυνο να επαληθευτούν οι φόβοι για οικονομική ύφεση, ενδέχεται να συνεχιστεί και για το τρέχον έτος η βελτίωση όσον αφορά την είσπραξη των φόρων που παρατηρήθηκε κατά το 2004 κατά το 2005. Τα προκαταρκτικά στοιχεία δείχνουν ότι το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και για τις ασφαλιστικές εισφορές. Πίνακας 2: Δημοσιονομικά αποτελέσματα και δημόσιο χρέος Ως % του ΑΕΠ | 2004 | 2005 | 2006 | 2007 | 2008 | 2009 | Δημοσιονομικό υπόλοιπο κατά το 2007 και μετέπειτα Αν υποτεθεί ότι θα επαληθευθούν όλες οι προβλέψεις του αναθεωρημένου προγράμματος σταθερότητας της Πορτογαλίας του Δεκεμβρίου 2005, η επίτευξη του στόχου του 3,7% του ΑΕΠ όσον αφορά το έλλειμμα για το 2007 θα σήμαινε μείωση του κυκλικά προσαρμοσμένου υπολοίπου, χωρίς έκτακτα και προσωρινά μέτρα, κατά 0,75% του ΑΕΠ (βλ. πίνακα 2). Με περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση που θα αντιστοιχούσε στο 0,75% του ΑΕΠ θα μπορούσε να μειωθεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ το έλλειμμα κατά το 2008, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου. Μετά το 2008, ο ρυθμός της προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου του προγράμματος αντιστοιχεί στο ελάχιστο ετήσιο ποσοστό βελτίωσης του διαρθρωτικού υπολοίπου ύψους 0,5% του ΑΕΠ, που ζήτησε το Συμβούλιο για το διαρθρωτικό υπόλοιπο, παρά το γεγονός ότι ο μεσοπρόθεσμος στόχος δεν θα έχει επιτευχθεί μέχρι το 2009. Υποθέτοντας ότι δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή όσον αφορά την πολιτική, οι υπηρεσίες της Επιτροπής προέβλεψαν την άνοιξη του 2006 ότι το δημοσιονομικό έλλειμμμα θα ανερχόταν στο 4,9% του ΑΠΕ κατά το 2007 με δεδομένο ότι το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ θα ήταν 1,1%. Αυτό σημαίνει ότι η δημοσιονομική εξυγίανση θα παρουσιάσει στασιμότητα εξαιτίας της συνεχούς πίεσης για την αύξηση των δαπανών. Η πρόβλεψη αυτή πάντως βασίζεται στο ότι (i) ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης ενδέχεται να είναι χαμηλότερος από τον προβλεπόμενο και (ii) τα πρόσθετα μέτρα για τον έλεγχο των δαπανών που έχουν ήδη εξαγγελθεί, ειδικά όσον αφορά τον τομέα της δημόσιας διοίκησης, θα πρέπει να θεσπιστούν κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους[14]. Για παράδειγμα, σύμφωνα με το αναθεωρημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Δεκεμβρίου 2005, αλλαγές στην οργάνωση του δημόσιου τομέα θα είχαν ως συνέπεια την εξοικονόμηση πόρων που θα αντιστοιχούσαν στο 0,50% του ΑΕΠ για το 2007 σε σύγκριση με το 2006[15]. Γενικά, η επίτευξη των στόχων όσον αφορά το έλλειμμα εξαρτάται από την πλήρη εφαρμογή των μέτρων που περιλαμβάνει το πρόγραμμα σταθερότητας, το οποίο θα πρέπει να ενισχυθεί ή να συμπληρωθεί δεόντως με πρόσθετα μέτρα, εάν αυτά αποδειχθούν ανεπαρκή. 3.2 Δημόσιο χρέος Η προβλεπόμενη μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ μετά το 2007, εάν επιτευχθεί, θα είναι επίσης σύμφωνη προς τις συστάσεις του Συμβουλίου κατά την έννοια ότι η εξέλιξη του χρέους θεωρείται ότι αντανακλά την πρόοδο που επιτυγχάνεται όσον αφορά τη μείωση του ελλείμματος καθώς και τη μείωση των χρηματοπιστωτικών πράξεων που αυξάνουν το χρέος. Σύμφωνα με τις οικονομικές προβλέψεις της άνοιξης του 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής, το ποσοστό του δημόσιου χρέους προβλέπεται να ανέλθει στο 68,4% του ΑΕΠ το 2006 και στο 70,6% του ΑΕΠ το 2007. Υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα όσον αφορά το ρυθμό μείωσης του χρέους, επειδή εξαρτάται από την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων μείωσης του ελλείμματος, την υλοποίηση μεγάλων προγραμμάτων ιδιωτικοποίηση και την αποτελεσματική μείωση των χρηματοπιστωτικών πράξεων που αυξάνουν το χρέος – όπως είναι οι εισφορές κεφαλαίου σε κρατικές μη χρηματοδοτικές επιχειρήσεις – που θα σήμαινε εγκατάλειψη των πρόσφατων πρακτικών. Η αβεβαιότητα αυτή επιδεινώνεται από τον κίνδυνο επιβράδυνσης του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ. 3.3 Συγκέντρωση και επεξεργασία δημόσιων στατιστικών στοιχείων Έχει βελτιωθεί η ποιότητα των δημόσιων στατιστικών στοιχείων. Ειδικότερα έχουν αυξηθεί οι ολιγόμηνοι λογαριασμοί βάσει της ταμειακής μεθόδου για τους διάφορους τομείς της δημόσιας διοίκησης. Στις 24 Απριλίου 2006, μετά την ανακοίνωση των στοιχείων για το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος που έγινε την 1η Απριλίου, η Eurostat απέσυρε τις επιφυλάξεις της όσον αφορά τα πορτογαλικά στατιστικά στοιχεία[16]. Εντούτοις, οι αναθεωρήσεις των ποσών όσον αφορά το δημοσιονομικό έλλειμμα από τα μέσα του 2005 – που οφείλονται εν μέρει στις προσπάθειες βελτίωσης της ποιότητας των στατιστικών – υπήρξαν σχετικά μεγάλες[17]. Επιπλέον, η φύση αυτών των αναθεωρήσεων δείχνει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν αδυναμίες όσον αφορά τη συγκέντρωση στοιχείων σχετικά με τις δαπάνες που δεν έχουν ακόμη πραγματοποιηθεί. 4. Συμπερασματα Μ βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, η Πορτογαλία φαίνεται να έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός της προθεσμίας που της έχει θέσει το Συμβούλιο. Ειδικότερα, η Πορτογαλία: - κατάφερε να πετύχει το στόχο της κατά το 2005 όσον αφορά την μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, - έχει λάβει μια πλήρη σειρά διορθωτικών μέτρων από τα μέσα του 2005, περιλαμβανομένων και των μέτρων που προβλέπει ο νόμος για τον προϋπολογισμό του 2006, τα οποία, εάν εφαρμοστούν σωστά, αναμένεται ότι θα μειώσουν κατά το 2006 το κυκλικά προσαρμοσμένο έλλειμμα, χωρίς να χρειαστεί να ληφθούν έκτακτα ή προσωρινά μέτρα, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου, - έχει θέσει ως στόχο να μειώσει το ονομαστικό δημοσιονομικό έλλειμμα κάτω από το 3% κατά το 2008 και προβλέπει να μειώσει σταδιακά το κυκλικά προσαρμοσμένο έλλειμμα κατά τα έτη 2007-2008, χωρίς να χρειαστεί να ληφθούν έκτακτα ή άλλα προσωρινά μέτρα, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου, - έχει εφαρμόσει ή έχει θεσπίσει μια σειρά από διαρκή μέτρα με στόχο τη συγκράτηση και τη μείωση των δαπανών και έχει διατηρήσει τους αναγγελθέντες δημοσιονομικούς στόχους παρά την προσεκτικότερη επανεκτίμηση των προοπτικών αύξησης του ΑΕΠ, - προβλέπει ότι θα αρχίσει να μειώνεται το ποσοστό του μεικτού χρέους από το 2008 χάρη στα πρωτογενή πλεονάσματα, στα μεγάλα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις και στην μείωση των χρηματοπιστωτικών πράξεων που αυξάνουν το χρέος, - έχει βελτιώσει την ποιότητα των δημόσιων στατιστικών. Εντούτοις, η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος μέχρι το 2008 και η μείωση του ποσοστού του χρέους υπόκεινται σε σημαντικούς κινδύνους και αβεβαιότητες. Ειδικότερα, όπως επισημαίνεται στην πρόβλεψη της άνοιξης του 2006 των υπηρεσιών της Επιτροπής, η συγκράτηση των δαπανών κατά το 2006 και η επίτευξη των στόχων όσον αφορά το έλλειμμα κατά το 2007 και μετέπειτα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη γρήγορη θέσπιση νομοθεσίας για την αποτελεσματική εφαρμογή όλων των αναγγελθέντων διορθωτικών μέτρων. Εάν δεν εφαρμοστούν όλα τα μέτρα ή αποδειχθούν αναποτελεσματικά, ή αν επαληθευθούν οι φόβοι ότι θα καθυστερήσει η επίτευξη των στόχων του αναφερθέντος οικονομικού σεναρίου, θα χρειαστούν πρόσθετα διορθωτικά μέτρα για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου. Η αυστηρή εφαρμογή του προϋπολογισμού του 2006 και η επακριβής εφαρμογή του προϋπολογισμού του 2007 σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη συνέχιση της διόρθωσης του υπερβολικού ελλείμματος. Με βάση την προαναφερόμενη αξιολόγηση, η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν χρειάζονται προς το παρόν πρόσθετα μέτρα στο πλαίσιο της διαδικασίας του υπερβολικού ελλείμματος της Πορτογαλίας. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί προσεκτικά τις δημοσιονομικές εξελίξεις στην Πορτογαλία σύμφωνα με τη Συνθήκη και το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, κυρίως ενόψει της εύθραυστης κατάστασης των δημόσιων οικονομικών. [1] ΕΕ L 322, 27.11.2002, σ. 30. [2] http://register.consilium.eu.int/pdf/en/02/st13/13531-r2en2.pdf#page=2 [3] ΕΕ L 47, 18.2.2005, σ. 24. [4] ΕΕ L 274, 20.10.2005, σ. 91. [5] http://register.consilium.eu.int/pdf/en/05/st12/st12401.en05.pdf#page=2 [6] Respectively, ΕΕ L 209 της 2.8.1997 και ΕΕ L 174 της 7.7.2005. [7] Σε σύγκριση με το πρόγραμμα σταθερότητας του Ιουνίου 2005, τα ονομαστικά δημοσιονομικά υπόλοιπα του δημόσιου τομέα μειώθηκαν «μηχανικά» κατά 0,25% του ΑΕΠ, γεγονός που οφείλεται εξ ολοκλήρου στη σημαντική αύξηση του ΑΕΠ (στο πλαίσιο μιας συγκριτικής εξέτασης των εθνικών λογαριασμών που έγινε σε πολλά κράτη μέλη) κατά ΄4,5% περίπου τον Αύγουστο του 2005. Οι στόχοι του Δεκεμβρίου του 2005 προσαρμόστηκαν αναλόγως. Μια ακόμη αναθεώρηση των στατιστικών σειρών για το ΑΕΠ τον Μάρτιο του 2006 είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του επιπέδου κατά 1,5% περίπου. Η τελευταία αύξηση οφείλεται στην τροποποίηση της λογιστικής μεταχείρισης του ΥΧΔΜΕ. [8] Στις 3 Μαΐου 2006 είχε μειωθεί κατά το ήμισυ η πρόσληψη δημόσιων υπάλληλων για το υπόλοιπο του έτους. [9] Εξάλλου, τον περασμένο Απρίλιο οι πορτογαλικές αρχές υπέβαλαν στο κοινοβούλιο μια πρόταση αρχών για την τροποποίηση του γενικού συνταξιοδοτικού καθεστώτος. Εκκρεμεί όμως η πρόταση νόμου που θα προβλέπει τον τρόπο πραγματοποίησης αυτής της τροποποίησης. [10] Βλ. υποσημείωση 7. [11] Το ποσό των συνολικών δαπανών που εμφανίζεται στους προκαταρκτικούς λογαριασμούς του 2005 δείχνει υπέρβαση κατά 2% περίπου, γεγονός που σημαίνει ότι συνολικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 0,5% του ΑΕΠ περίπου σε σχέση τις προβλέψεις του αναθεωρημένου προγράμματος σταθερότητας του Δεκεμβρίου του 2005. Εντούτοις ένα μέρος αυτής της αύξησης οφείλεται στην έκτακτη συνεισφορά προς την ΕΕ η οποία αντιστοιχεί στο 0,15% περίπου του ΑΕΠ ως αποτέλεσμα της αναθεώρησης προς τα πάνω των στοιχείων που αφορούν το ΑΕΕ της Πορτογαλίας τον Αύγουστο του 2005. [12] Επισημαίνεται επίσης ότι η διάθεση μέρους των εσόδων ΦΠΑ στο συνταξιοδοτικό καθεστώς των δημοσίων υπαλλήλων (CGA) από τον Ιούλιο του 2005 (το 1% του κανονικού φορολογικού συντελεστή του 21% προκάλεσε μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλει το κράτος στην CGA. Χωρίς τη διάθεση αυτού του ποσού, τα ποσοστά των δημοσίων δαπανών και των δημοσίων εσόδων θα ήταν υψηλότερα κατά 0,1% του ΑΕΠ κατά το 2005 και κατά 0,3% του ΑΕΠ κατά το 2006 (και έτσι δεν θα είχαν καμιά επίπτωση στο δημοσιονομικό υπόλοιπο). [13] Εξάλλου, οι εμφανείς αλλαγές όσον αφορά τη συμπεριφορά σε σχέση με την συνταξιοδότηση αφ΄ότου αναγγέλθηκαν οι τροποποιήσεις των κανόνων συνταξιοδότησης, κυρίως η αύξηση των αιτήσεων συνταξιοδότησης, επιτείνουν την αβεβαιότητα. [14] Επειδή υποτέθηκε ως συνήθως ότι δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή πολιτικής, τα μέτρα που αναγγέλθηκαν αλλά δεν δόθηκαν επαρκή στοιχεία, προκειμένου να αξιολογηθούν δεόντως, δεν περιελήφθησαν στις προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής. [15] Το πρόγραμμα σταθερότητας δεν προβλέπει τίποτα σχετικά με το ρυθμό αύξησης των δαπανών στην περίπτωση που δεν υπάρξει αλλαγή πολιτικής. [16] Δελτίο τύπου της Eurostat αριθ. 48/2006 [17] Στην έκθεση του Σεπτεμβρίου του 2005, τα ποσά του ελλείμματος για τα έτη 2002 και 2004 αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω κατά 0,2% του ΑΕΠ ετησίως, προκειμένου να περιληφθούν οι καθυστερημένες δαπάνες οι οποίες δεν είχαν περιληφθεί στην προηγούμενη έκθεση. Στην έκθεση του Απριλίου 2006, το έλλειμμα του 2004 αναθεωρήθηκε ακόμη περισσότερο προς τα πάνω κατά 0,25% του ΑΕΠ και ανήλθε στο 3,2% του ΑΕΠ, γεγονός που οφείλεται κυρίως στις πληρέστερες πληροφορίες που διέθεσαν οι αρχές τοπικές αυτοδιοίκησης, καθώς και στο γεγονός της αναταξινόμησης των δανείων ως κεφαλαιουχικών δαπανών. Η επίπτωση αυτών των αναθεωρήσεων στο έλλειμμα ως ποσοστού του ΑΕΠ ήταν μικρότερη από την αναφερθείσα λόγω της αναθεώρησης προς τα πάνω των στοιχείων που αφορούν το ΑΕΠ (βλ. υποσημείωση 7).