EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52005AE1254

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σπόρων προς σπορά COM(2005) 384 τελικό — 2005/0164 (CNS)

OJ C 28, 3.2.2006, p. 66–67 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

3.2.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 28/66


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των σπόρων προς σπορά»

COM(2005) 384 τελικό — 2005/0164 (CNS)

(2006/C 28/12)

Στις 21 Σεπτεμβρίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 36 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την ανωτέρω πρόταση.

Στις 27 Σεπτεμβρίου 2005, το Προεδρείο ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον» την προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ.

Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα των εργασιών, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε, κατά την 421η σύνοδο ολομέλειάς της, της 26ης και 27ης Οκτωβρίου 2005 (συνεδρίαση της 26ης Οκτωβρίου), να ορίσει γενικό εισηγητή τον κ. BROS και υιοθέτησε, με 61 ψήφους υπέρ, καμία κατά και 3 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η ΕΟΚΕ είναι σύμφωνη με την κατάρτιση ενός νέου κανονισμού ο οποίος να συγκεντρώνει τις πολυάριθμες τροποποιήσεις του κανονισμού αρ. 2358/71. Ωστόσο, η πρόταση της Επιτροπής είναι περιοριστική και είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί. Συγκεκριμένα, η ρήτρα διασφάλισης δεν πρέπει να αφορά αποκλειστικά τις χώρες που δεν είναι μέλη του ΠΟΕ, αλλά να εφαρμόζεται σε όλες τις τρίτες χώρες.

1.2

Η ΕΟΚΕ προτείνει να εισαχθεί εκ νέου η αιτιολογική σκέψη 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αρ. 2358/71:

«ότι η ιδιαίτερη κατάσταση της αγοράς ορισμένων σπόρων προς σπορά χαρακτηρίζεται από την αναγκαιότητα διατηρήσεως τιμών ανταγωνιστικών σε σχέση προς τις διεθνείς τιμές των προϊόντων αυτών- ότι, ως εκ τούτου, πρέπει να εξασφαλίζεται, με τα κατάλληλα μέτρα, η σταθερότητα της αγοράς, ως επίσης και δίκαιο εισόδημα στους ενδιαφερομένους παραγωγούς»·

1.3

Η ΕΟΚΕ προτείνει επίσης να εισαχθεί εκ νέου η αιτιολογική σκέψη 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) αρ. 2358/71, αλλά να διευρυνθεί ώστε να περιλαμβάνει όλα τα ευαίσθητα προϊόντα:

«ότι για τα υβρίδια αραβοσίτου τα προοριζόμενα για σπορά σε ό,τι αφορά την παραγωγή ευαίσθητων σπόρων προς σπορά, είναι αναγκαίο να αποφευχθούν, στην αγορά της Κοινότητος, οι διαταραχές που οφείλονται στις προσφορές που πραγματοποιούνται στην διεθνή αγορά σε τιμές μη κανονικές- ότι, για το σκοπό αυτό, πρέπει να καθορίζονται για το προϊόν αυτό, τιμές αναγωγής και να προστίθεται στους δασμούς εξισωτική εισφορά όταν οι τιμές προσφοράς “ελεύθερο στα σύνορα” προσαυξημένες κατά τους δασμούς, είναι κατώτερες των τιμών αναγωγής».

1.4

Η ΕΟΚΕ προτείνει μία τροποποίηση του άρθρου 7, παράγραφος 1:

«Εάν, λόγω των εισαγωγών ή των εξαγωγών, η κοινοτική αγορά ενός ή περισσοτέρων από τα προϊόντα του άρθρου 1 υφίσταται ή απειλείται να υποστεί, σοβαρές διαταραχές που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων του άρθρου 33 της Συνθήκης, είναι δυνατόν να εφαρμοσθούν κατά τις συναλλαγές με τρίτες χώρες που δεν είναι μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) τα ενδεικνυόμενα μέτρα, μέχρις ότου εκλείψει η εν λόγω διαταραχή ή απειλή διαταραχής».

2.   Γενικές παρατηρήσεις

2.1

Η υπό εξέταση πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αναθεώρηση της ΚΟΑ στον τομέα των σπόρων προς σπορά αποσκοπεί κυρίως στην ενοποίηση του κανονισμού αρ. 2358/71, μετά από τις πολυάριθμες τροποποιήσεις που έχει υποστεί, και την πρόσφατη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ. Μέσω της πρότασης αυτής, ωστόσο, η γεωργική πολιτική στον τομέα των σπόρων προς σπορά καταλήγει να περιορίζεται στην απλούστερή μορφή της: διατηρεί μία ρήτρα διασφάλισης και ζητεί την ανταλλαγή στατιστικών στοιχείων μεταξύ των κρατών μελών.

2.2

Οι σπόροι προς σπορά δεν είναι δυνατό να θεωρούνται απλή γεωργική πρώτη ύλη. Αποτελούν έναν στρατηγικό παράγοντα παραγωγής, όχι μόνον για την προσαρμογή του γεωργικού τομέα και του τομέα γεωργικών προϊόντων διατροφής, αλλά και για την επιτυχή αντιμετώπιση των προσδοκιών των καταναλωτών (π.χ., για την παραγωγή προϊόντων χωρίς ΓΤΟ). Οι σπόροι προς σπορά αποτελούν πράγματι τον πρώτο κρίκο, λόγω του γενετικού τους ρόλου και των ιδιοτήτων τους, που καλείται να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αγοράς σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα και στα αιτήματα των πολιτών σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων και τον σεβασμό του περιβάλλοντος. Η ΚΟΑ στον τομέα των σπόρων προς σπορά πρέπει να θεσπίσει μέσα πιο φιλόδοξα για την προστασία, την παρακολούθηση και τον προσανατολισμό της ευρωπαϊκής γεωργικής παραγωγής.

3.   Ειδικές παρατηρήσεις

3.1

Είναι απαραίτητο κατά την επανεξέταση του κανονισμού να ληφθούν πραγματικά υπόψη τα άρθρα 33 και 34 της Συνθήκης. Είναι συγκεκριμένα σκόπιμο να επανεισαχθούν τουλάχιστον οι αιτιολογικές σκέψεις 2 και 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) αρ. 2358/71. Το ζήτημα είναι να δοθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή η δυνατότητα να αναλαμβάνει δράση σε περίπτωση που προκύπτουν δυσκολίες στις αγορές των σπόρων προς σπορά ώστε να γίνονται σεβαστά η Συνθήκη και οι απαιτήσεις των ευρωπαίων καταναλωτών.

3.2

Ο κατάλογος των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο αυτής της ΚΟΑ (1ο άρθρο) θα είχε μεγαλύτερη συνοχή, από νομοθετική άποψη, εάν είχε διαμορφωθεί περιλαμβάνοντας αναφορά στις οδηγίες αρ. 66/401 και 66/402 (1) του 1966 περί εμπορίας σπόρων προς σπορά, ως συμπλήρωμα της τελωνειακής ονοματολογίας.

3.3

Στην πρόταση της Επιτροπής, η ρήτρα διασφάλισης που εξασφαλίζει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να λαμβάνει μέτρα σε περίπτωση σοβαρών διαταραχών που ενδεχομένως θα έθεταν σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων του άρθρου 33 της Συνθήκης, έχει σημαντικά περιοριστεί καθώς εφαρμόζεται μόνον στις χώρες που δεν είναι μέλη του ΠΟΕ. Οι σημερινοί ανταγωνιστές της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας όπως οι σπόροι προς σπορά είναι όλοι ανεπτυγμένες χώρες (Ηνωμένες Πολιτείες, Χιλή, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, κτλ). Όλες αυτές οι χώρες είναι φυσικά μέλη του ΠΟΕ. Συνεπώς δεν είναι ορθό η εφαρμογή της ρήτρας διασφάλισης να περιορίζεται στις χώρες που δεν είναι μέλη του ΠΟΕ.

3.4

Η ποιότητα των σπόρων προς σπορά και οι έλεγχοι της ποιότητάς τους διέπονται στα κράτη μέλη από τις οδηγίες αρ. 66/401, 66/402, 2002/54 και 2002/57. Είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί το ίδιο επίπεδο ποιότητας και σε ό,τι αφορά τους σπόρους προς σπορά των τρίτων χωρών. Καθώς το ζήτημα αυτό άπτεται των διαπραγματεύσεων που αφορούν την ισοδυναμία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των τρίτων χωρών, θα έπρεπε η πρόταση για τη συγκεκριμένη ΚΟΑ να περιλαμβάνει αναφορά στην απαίτηση ποιότητας αυτή (στις αιτιολογικές σκέψεις, για παράδειγμα).

3.5

Πρέπει να χαραχθεί μία πραγματική πολιτική υποστήριξης της οργάνωσης των παραγωγών στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ΚΟΑ. Η παραγωγή σπόρων προς σπορά οργανώνεται αναγκαστικά στο πλαίσιο μιας συμβατικής σχέσης μεταξύ μιας επιχείρησης διάθεσης σπόρων προς σπορά και ενός γεωργού. Ο γεωργός-παραγωγός σπόρων προς σπορά είναι όντως υποχρεωμένος να παρέχει το σύνολο της συγκομιδής του στην επιχείρηση με την οποία έχει συνάψει σύμβαση δυνάμει του κανονισμού του 1994 (2) για την προστασία των φυτικών ποικιλιών. Στο πλαίσιο αυτής της οργάνωσης, θα ήταν σκόπιμο η Κοινή Οργάνωση Αγοράς να ενίσχυε την οργάνωση των γεωργών, οι οποίοι είναι συχνά άοπλοι μπροστά στις επιχειρήσεις, και να καθόριζε ελάχιστους κανόνες για την σύναψη συμβάσεων.

3.6

Στο πλαίσιο της ΚΟΑ πρέπει να προσδιοριστούν τα μέσα που θα επιτρέψουν την βελτίωση της συλλογής στατιστικών στοιχείων, σε συνάρτηση με τους στόχους της αιτιολογικής σκέψης 8 της πρότασης.

3.7

Η Επιτροπή πρέπει να θεσπίσει μία λειτουργική διαδικασία για την θέση σε εφαρμογή των ρητρών διασφάλισης. Είναι πράγματι πολύ δύσκολο να αποδειχθεί ότι συγκεκριμένες εισαγωγές σε πολύ χαμηλές τιμές θέτουν σε κίνδυνο «την επίτευξη των στόχων του άρθρου 33 της Συνθήκης», όπως αναφέρει η πρόταση της Επιτροπής, ή ότι δεν σέβονται τις προσδοκίες των Ευρωπαίων καταναλωτών.

Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2005

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  ΕΕ L 125 της 11.07.1966.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αρ. 2100/94 του Συμβουλίου της 27.07.1994 – ΕΕ L 227 της 01.09.1994.


Top