EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004AE1424

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης του τολουολίου και τριχλωροβενζολίου (εικοστή όγδοη τροποποίηση της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου)»COM(2004) 320 τελικό — 2004/0111 (COD)

OJ C 120, 20.5.2005, p. 6–9 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

20.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 120/6


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης του τολουολίου και τριχλωροβενζολίου (εικοστή όγδοη τροποποίηση της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου)»

COM(2004) 320 τελικό — 2004/0111 (COD)

(2005/C 120/02)

Στις 11 Μαΐου 2004, και σύμφωνα με το άρθρο 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, με θέμα την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Οκτωβρίου 2004 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Sears.

Κατά την 412η σύνοδο ολομελείας της 27ης και 28ης Οκτωβρίου 2004 (συνεδρίαση της 27ης Οκτωβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 165 ψήφους υπέρ, μία κατά και 5 αποχές:

1.   Εισαγωγή

1.1

Οι «υπάρχουσες» ουσίες, είναι ουσίες που πιστεύεται ότι κυκλοφορούσαν στην αγορά της ΕΕ μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 1971 και 18ης Σεπτεμβρίου 1981. 100.195 τέτοιες ουσίες έχουν εντοπιστεί και καταχωρίζονται στην Ευρωπαϊκή Καταγραφή Υφισταμένων Εμπορικών Χημικών Ουσιών (EINECS) που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα το 1990 (1). Οι ουσίες που κυκλοφορούν στην αγορά μετά την 18η Σεπτεμβρίου 1981 χαρακτηρίζονται ως «νέες» ουσίες και απαιτούν γνωστοποίηση πριν την εισαγωγή τους στην αγορά σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1.2

Οι κίνδυνοι που ενέχονται για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον λόγω των «υπαρχουσών» ουσιών αξιολογούνται στον κανονισμό 793/93 (2) του Συμβουλίου (ΕΟΚ). Μέχρι σήμερα, έχουν καταρτισθεί τέσσερις κατάλογοι προτεραιότητας για αξιολόγηση προς εφαρμογή από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών· ο τελευταίος εξ αυτών έχει ημερομηνία την 25η Οκτωβρίου 2000 (3). Εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με τις 141 ουσίες που εντοπίστηκαν, οι οποίες ενδεχομένως να ενέχουν κίνδυνους λόγω της ιδιαίτερης χημικής σύστασής τους με γνωστές ή αναμενόμενες βιοχημικές αλληλεπιδράσεις, ή λόγω του μεγάλου όγκου παραγωγής τους (HPV).

1.3

Τα κράτη μέλη αξιολογούν την κάθε ουσία σε όλα τα στάδια παραγωγής και χρήσης της ως προς τους κινδύνους και την έκθεση, προκειμένου να καθορισθεί το κατά πόσον ή όχι ενέχουν πραγματικό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, και εάν ναι, ποια μέτρα κρίνονται σκόπιμα για τη μείωση του κινδύνου. Εάν αποφασισθεί, παρά το γεγονός ότι βρίσκονται σε κατάλογο προτεραιότητας για αξιολόγηση, ότι η τρέχουσα ή μελλοντική χρήση τους δεν ενέχει ή ενέχει πολύ χαμηλό κίνδυνο, δεν απαιτείται η λήψη μέτρων για τον έλεγχο των ουσιών αυτών ή η λήψη μέτρων ενδεχομένως να έχει χαμηλό αντίκτυπο και όφελος.

1.4

Οι εκθέσεις πλήρους αξιολόγησης των κινδύνων (RARs) εκ μέρους των κρατών μελών έχουν αντίστοιχα αξιολογηθεί από την Επιστημονική Επιτροπή για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον (CSTEE). Εφόσον, η CSTEE συμφωνεί με τα συμπεράσματα και στηρίζει τη συνολική διαδικασία αξιολόγησης, τα μέτρα για τη μείωση του κινδύνου, εφόσον κρίνονται σκόπιμα, μπορούν να προταθούν ως τροπολογίες στο παράρτημα Ι της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου περί κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσεως ορισμένων επικινδύνων ουσιών και παρασκευασμάτων (4). Η παρούσα πρόταση αποτελεί την εικοστή όγδοη τροποποίηση της οδηγίας αυτής.

1.5

Οι δύο ουσίες (τολουόλιο και τριχλωροβενζόλιο) που αναφέρονται στην πρόταση αξιολογήθηκαν σύμφωνα με την ανωτέρω διαδικασία. Κι οι δύο συμπεριλαμβάνονται στο δεύτερο κατάλογο των ουσιών προτεραιότητας που δημοσιεύθηκε ως κανονισμός 2268/95 (ΕΚ) της Επιτροπής της 27ης Σεπτεμβρίου 1995 (5). Και οι δύο ανατέθηκαν στην Δανία για τη διαδικασία της αξιολόγησης. Η CSTEE ουσιαστικά συμφώνησε και στήριξε τις επακόλουθες εκθέσεις πλήρους αξιολόγησης των κινδύνων με γνωμοδοτήσεις που υιοθέτησε στην 24η και 25η σύνοδο ολομέλειας στις 12 Ιουνίου 2001 και 20 Ιουλίου 2001 αντίστοιχα.

1.6

Η πρόταση αυτή ορίζει ότι τα μέτρα για τη μείωση του κινδύνου των δύο ουσιών θα εφαρμοσθούν από τα κράτη μέλη εντός δεκαοκτώ μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας. Η Επιτροπή δημοσίευσε την πρόταση στις 28 Απριλίου 2004. Αφού εφαρμοσθούν οι ενδεδειγμένες διαδικασίες, και εφόσον μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία ως προς τις απαιτούμενες τροποποιήσεις, η οδηγία θα πρέπει να εφαρμοσθεί στα κράτη μέλη το αργότερο έως τον Ιούνιο 2006.

2.   Περίληψη της πρότασης της Επιτροπής

2.1

Η πρόταση αποσκοπεί στην προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος και την καθιέρωση (ή διατήρηση) της εσωτερικής αγοράς για τις δύο αυτές ουσίες. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί με μηδαμινό ή μηδενικό κόστος καθώς έχει περιορισθεί η χρήση των ειδικών εφαρμογών ενώ αναμένεται να διατεθούν εναλλακτικά προϊόντα.

2.2

Στην περίπτωση του τολουολίου, που αναγνωρίζεται ως πτητική ουσία μεγάλου όγκου παραγωγής (HPV) που χρησιμοποιείται ως απαραίτητη πρώτη ύλη στη χημική σύνθεση και ως διαλύτης σε πολλές βιομηχανικές και καταναλωτικές εφαρμογές, επιβάλλονται περιορισμοί για όλες τις χρήσεις της ουσίας σε συγκέντρωση μεγαλύτερη του 0.1 % ανά μάζα σε κολλητικές ουσίες και βαφές ψεκασμού που προορίζονται για πώληση στο ευρύ κοινό. Αυτό δεν ισχύει για τις βιομηχανικές εφαρμογές και αποσκοπεί στην προστασία της υγείας του καταναλωτή.

2.3

Στην περίπτωση του τριχλωροβενζολίου, που έχει πιο περιορισμένη χρήση ως ενδιάμεσο προϊόν για την παραγωγή ζιζανιοκτόνων και ως διαλύτης διαδικασίας σε κλειστά συστήματα, οι περιορισμοί επιβάλλονται για όλες τις χρήσεις με περιεκτικότητα μεγαλύτερη του 0.1 % ανά μάζα για όλες τις χρήσεις εκτός της χρήσης ως ενδιάμεσου. Αυτό περιορίζει τις πιθανές πωλήσεις στο ευρύ κοινό και παρέχει πρόσθετη προστασία για την ανθρώπινη υγεία στο χώρο εργασίας.

2.4

Τα δύο προϊόντα για τα οποία εφαρμόζεται η τροποποίηση αυτή ορίζονται με τους αριθμούς CAS 108-88-3 120-82-1 στο Παράρτημα της πρότασης. Οι περιορισμοί στη χρήση θα προστεθούν στο παράρτημα 1 της οδηγίας 76/769/EΟΚ.

2.5

Τα κράτη μέλη έχουν περιθώριο ενός έτους για να δημοσιεύσουν την αναγκαία νομοθεσία που συνάδει με την οδηγία αυτή, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της πρότασης αυτής, κατόπιν διαβουλεύσεων, όπως ορίζει το άρθρο 95 της ιδρυτικής συνθήκης, με την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (EΟΚΕ) και σύμφωνα με τη διαδικασία συναπόφασης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1

Όπως και με την εικοστή έκτη τροποποίηση της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου (περιορισμοί στην εμπορία και χρήση της εννεϋλοφαινόλης, αιθοξυλιωμένης εννεϋλοφαινόλης και του κονιάματος ) (6), για την οποία η ΕΟΚΕ υιοθέτησε γνωμοδότηση το Μάρτιο του 2003 (7), η πρόταση αυτή ασχολείται με ανεξάρτητες ουσίες, οι οποίες για λόγους σαφήνειας, θα εξετασθούν ξεχωριστά. (Η παρούσα εικοστή έβδομη τροποποίηση για τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες στα έλαια αραίωσης και τα ελαστικά επίσωτρα έχει δημοσιευθεί αλλά βρίσκεται ακόμα υπό εξέταση.)

4.   Τολουόλιο

4.1

Το τολουόλιο είναι ένα διαφανές, άχρωμο υγρό με χαρακτηριστική οσμή. Γνωστό επίσης ως μεθυλοβενζόλιο, έχει τη δεύτερη μετά το βενζόλιο απλούστερη δομή αρωματικής ένωσης – δακτύλιο έξι ατόμων άνθρακα, εκ των οποίων ένα άτομο (αλκύλιο ) σε διακλάδωση. Το τολουόλιο απαντάται φυσικά στο ακάθαρτο πετρέλαιο, σε ορισμένα φυτά και δέντρα, εκλύεται σε εκρήξεις ηφαιστείων και σε πυρκαγιές δασικών εκτάσεων και μπορεί να παρασκευασθεί σκόπιμα σε πολύ μεγάλες ποσότητες από τον άνθρακα και το ακάθαρτο πετρέλαιο.

4.2

Σύμφωνα με βιομηχανικές πηγές, το παγκόσμιο δυναμικό και τα επίπεδα παραγωγής, όσον αφορά το εργαστηριακά παραγόμενο τολουόλιο, ανήλθαν το 2002 στα 20 εκατομμύρια τόννους και στα 14 εκατομμύρια τόννους αντίστοιχα. Το 75 % του δυναμικού αυτού εντοπίζεται στις ΗΠΑ, στην Ασία και στην Ιαπωνία. Η γνωμοδότηση της CSTEE εκτιμά ότι το 1995 η παραγωγή στην ΕΕ ανήλθε στα 2,6 εκατομμύρια τόννους. Πολύ μεγαλύτερες ποσότητες τολουολίου παρασκευάζονται κατά τη συνήθη παραγωγή της βενζίνης, συμβάλλοντας έτσι στη συνολική έκθεση · οι ποσοστώσεις αυτές, δεν συμπεριλαμβάνονται στα ανωτέρω σύνολα (8).

4.3

Το τολουόλιο χρησιμοποιείται αρχικά ως πρώτη ύλη σε κλειστά συστήματα για την σκόπιμη παρασκευή του βενζολίου, των αερολυμάτων ουραιθάνης και άλλων χημικών προϊόντων, και σε πολύ μικρότερες ποσότητες, ως διαλύτης–φορέας σε χρώματα, μελάνη, κολλητικές ουσίες, φαρμακευτικά προϊόντα και καλλυντικά. Οι επιπτώσεις του τολουολίου για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον μελετώνται ευρέως και είναι γενικά παραδεκτές από όλους τους ενδιαφερόμενους. Υπάρχει ανάγκη να ελαχιστοποιηθεί η άσκοπη πραγματική ή θεωρητική ανεξέλεγκτη έκθεση, εφόσον μάλιστα διατίθενται εναλλακτικά προϊόντα με παρεμφερή διαλυτική δύναμη.

4.4

Οι δύο τελικές χρήσεις που διακρίνονται στην οδηγία αυτή εμπίπτουν στην τελευταία κατηγορία. Η χρήση του τολουολίου ως διαλυτικό για κολλητικές ουσίες και βαφές ψεκασμού στο ευρύ κοινό δεν είναι αναγκαία και δεν υποστηρίζεται από τους παραγωγούς στην Ευρώπη. Επί του παρόντος, οι πραγματικές πωλήσεις είναι χαμηλές ή μηδενικές όσον αφορά τις δύο τελικές χρήσεις. Κατά συνέπεια, πρόκειται για ένα, εν πολλοίς, προληπτικό μέτρο, με χαμηλό αναμενόμενο αντίκτυπο για το κόστος, την επιλογή των καταναλωτών ή την υγεία.

4.5

Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ως πρώτη προϋπόθεση, να διασφαλισθεί ότι το τολουόλιο μπορεί να υποστεί ασφαλή επεξεργασία και σε μεγάλες ποσότητες, σε κλειστά συστήματα στο χώρο εργασίας. Η πρόταση αυτή εξασφαλίζει ότι το ευρύ κοινό, εκτός του ελεγχόμενου χώρου εργασίας, προστατεύεται επαρκώς από την άσκοπη έκθεση τόσο σήμερα όσο και στο μέλλον. Η ΕΟΚΕ, ως εκ τούτου, στηρίζει το σχετικό τμήμα της οδηγίας.

5.   Τριχλωροβενζόλιο

5.1

Η κατάσταση όσον αφορά το τριχλωροβενζόλιο διαφέρει σημαντικά από τα ανωτέρω και απαιτούνται ορισμένες τροποποιήσεις και διευκρινίσεις στην οδηγία.

5.2

Το «τριχλωροβενζόλιο» είναι χημική ουσία που παρασκευάζεται σκόπιμα, διότι δεν απαντάται στη φύση, παρά μόνο κατά την αποδόμηση άλλων χλωριωμένων αρωματικών χημικών ενώσεων. Υπάρχουν τρία διαφορετικά ισομερή, που εξαρτώνται από τη θέση που καταλαμβάνουν τα άτομα του χλωρίου στο δακτύλιο των έξι ατόμων άνθρακα. Το καθένα διαθέτει οριακώς διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά και παρουσιάζει διαφορετικές βιοχημικές αλληλεπιδράσεις, για παράδειγμα στη μέτρηση των αξιών LD50. Το κάθε ισομερές διαθέτει ξεχωριστό αριθμό CAS και EINECS. Επιπλέον, το τριχλωροβενζόλιο καταχωρίζεται στα μητρώα CAS και EINECS γενικότερα. Όλα είναι από εμπορικής απόψεως διαθέσιμα στις ΗΠΑ και σε άλλες περιοχές της υφηλίου. Το 1,3,5- τριχλωροβενζόλιο εκτιμάται ότι δεν κατασκευάζεται πλέον στην Ευρώπη. Οι λεπτομέρειες των καταχωρήσεων είναι οι εξής (9):

 Αριθμός EINECS

201-757-1

204-428-0

203-686-6

234-413-4

Αριθμός CAS

87-61-6

120-82-1

108-70-3

12002-48-1

Ισομερή

1,2,3-

1,2,4-

1,3,5-

-

Μορφή

Λευκές νιφάδες

Διαφανές υγρό

Λευκές νιφάδες

Διαφανές υγρό

Σημείο τήξης °C

52-55

17

63-65

-

Τοξικότητα εκ στόματος, μύες, LD50 mg/kg

1830

756

800

-

Αριθμός OHE

2811

2321

2811

-

5.3

Οι εκθέσεις πλήρους αξιολόγησης των κινδύνων (RARs) και η γνωμοδότηση της Επιστημονικής Επιτροπής για την τοξικότητα, την οικοτοξικότητα και το περιβάλλον (CSTEE) αναφέρονται στο 1,2,4-τριχλωροβενζόλιο με τους ανωτέρω αριθμούς EINECS και CAS. Η παρούσα πρόταση επιβεβαιώνει τον ενιαίο αριθμό CAS ( και κατά συνέπεια το ένα ισομερές που μελετήθηκε) στο Παράρτημα – αλλά δεν περιέχεται στον τίτλο ή στο κείμενο.

5.4

Τα διαφορετικά ισομερή παρασκευάζονται με υψηλό βαθμό καθαρότητας ως ενδιάμεσα προϊόντα σε κλειστά συστήματα για τη σύνθεση ορισμένων ζιζανιοκτόνων, παρασιτοκτόνων, βαφών και άλλων ειδικών χημικών παρασκευασμάτων. Σε περίπτωση όπου η συγκεκριμένη ισομέρεια είναι ήσσονος σημασίας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί μίγμα ισομερών σε κλειστά συστήματα ως διαλύτης–φορέας σε βαφές ή ρυθμιστής ή μέσον διάδοσης θερμότητας (θερμαντικό μέσο), σε ψεκασμούς ως αναστολέας διάβρωσης και στη μεταλλουργία.

5.5

Στην ΕΕ (και σε άλλες περιοχές της υφηλίου), γίνονταν αρχικά χρήση του 1,2,4 τριχλωροβενζόλιου (1,2,4-TCB) σε ποικίλους βαθμούς καθαρότητας. Εκτιμάται ότι η παραγωγή της ουσίας έχει μειωθεί σταθερά από τη δεκαετία του 80. Από τα στοιχεία που παρουσιάσθηκαν στην επιτροπή OSPAR για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος προκύπτει ότι το έτος 1994, η παραγωγή του 1,2,4 τριχλωροβενζόλιου κυμαίνονταν μεταξύ 7 και 10 χιλιάδων τόννων· η παραγωγή του 1,2,3 τριχλωροβενζόλιου ήταν χαμηλότερη από 2 χιλιάδες τόννους· και, το 1,3,5 τριχλωροβενζόλιο παρήχθη σε λιγότερο από 200 τόννους (10). Τον Ιούνιο του 2000, η OSPAR προσέθεσε και τα τρία ισόμερη με ξεχωριστές καταχωρήσεις στον κατάλογο των Επικίνδυνων Ουσιών με Προτεραιότητα Δράσης. Στη γνωμοδότηση της CSTEE τον Ιούλιο του 2001 αναφέρεται επίσης ότι η παραγωγή στην Ευρώπη τα έτη 1994/95 ανέρχονταν στις 7 χιλιάδες τόννους. Τα επίπεδα παραγωγής συνεχίζουν να μειώνονται, ενώ σήμερα υπολογίζεται ότι τα επίπεδα παραγωγής έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ, με το μεγαλύτερο ποσοστό να προορίζεται για εξαγωγές (11).

5.6

Επί του παρόντος, θεωρείται ότι υπάρχει ένας εναπομένων παραγωγός στην περιοχή της ΕΕ/OSPAR. Οι πωλήσεις έχουν περιοριστεί στα ισομερή 1,2,4-τριχλωροβενζόλιο και 1,2,3- τριχλωροβενζόλιο για χρήση αποκλειστικά ως ενδιάμεσα προϊόντα, και αυτό επιβεβαιώνεται μέσα από γραπτές δηλώσεις κάθε πελάτη πριν την παράδοση.

5.7

Είναι γνωστός και έχει αναγνωρισθεί από την Επιτροπή και την CSTEE περιορισμένος αριθμός χρήσεων άλλων κλειστών συστημάτων, για παράδειγμα διαλυτών που δεν εκλύονται στο εξωτερικό περιβάλλον. Η οδηγία αυτή, επιτρέποντας την αναγκαία παρασκευή των ουσιών αυτών με αυστηρά περιορισμένες εκπομπές στην ευρεία χρήση, θα πρέπει να προσθέσει την ανωτέρω χρήση στις επιτρεπόμενες χρήσεις του παραρτήματος της παρούσης.

5.8

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, με βάση τα συγκεκριμένα σημεία που θίγονται ανωτέρω, η πρόταση θα πρέπει να παρέχει αυξημένη προστασία στο χώρο εργασίας για να εξαλειφθούν όλοι οι κίνδυνοι που ενέχει η έκθεση εκτός εργασιακού χώρου. Οι παραγωγοί και οι χρήστες του τριχλωροβενζολίου και των ανταγωνιστικών προϊόντων ανέμεναν επί μακρόν την πρόταση αυτή. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να υπάρξουν ελάχιστες επιβαρύνσεις για τους παραγωγούς και τους χρήστες. Προς τούτο, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει το σχετικό τμήμα της πρότασης οδηγίας.

6.   Ειδικές παρατηρήσεις

6.1

Όπως ανωτέρω, η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η πρόταση βασίζεται στη σχετική RAR και γνωμοδότηση της CSTEE και κατά συνέπεια αναφέρεται αποκλειστικά στο 1,2,4- τριχλωροβενζόλιο. Αυτό θα πρέπει να καταστεί σαφές τόσο στον τίτλο όσο και στο κείμενο της πρότασης. Ο αντίκτυπος που αφορά τους περιορισμούς στη χρήση παραμένει, καθώς το ισομερές αυτό αποτελεί βασικό συστατικό του μίγματος ισομερών τριχλωροβενζολίου που στο παρελθόν πωλείτο για χρήση σε διαλύτες και ψεκασμούς.

6.2

Θα πρέπει, στο συμπέρασμα του σχετικού περιορισμού, να επιτρέπονται περαιτέρω χρήσεις σε κλειστά συστήματα με την προσθήκη των λέξεων «ή σε άλλα κλειστά συστήματα, εφόσον δεν προκαλείται έκλυση στο περιβάλλον».

6.3

Όμοια με προηγούμενες τροποποιήσεις της οδηγίας 76/769/EΟΚ του Συμβουλίου, η ΕΟΚΕ αποδοκιμάζει τη συσσωμάτωση ανεξάρτητων προϊόντων στο ενιαίο κείμενο, το οποίο ενδέχεται να απαιτεί συγκεκριμένες και συνεχείς τροποποιήσεις που να ανταποκρίνονται στην απτή πραγματικότητα. Κάτι τέτοιο δεν εξυπηρετεί τη χρηστή, έγκαιρη και αποτελεσματική διακυβέρνηση. Εάν αυτό προκύπτει από περιορισμό των πόρων στο τελικό και κρίσιμο στάδιο της απόφασης σχετικά με τη λήψη μέτρων για τη μείωση του κινδύνου, το εμπόδιο αυτό θα πρέπει να αρθεί το ταχύτερο δυνατό.

6.4

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι ο τελευταίος κατάλογος με τις ουσίες προτεραιότητας προς αξιολόγηση δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2000. Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι η προσέγγιση αυτή είχε εγκαταλειφθεί πολύ πριν εφαρμοσθούν άλλες διαδικασίες, όπως της REACH. Η ΕΟΚΕ αποδοκιμάζει την απώλεια δυναμικής.

6.5

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει το σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε η επιτροπή CSTEE στο παρελθόν και εκτιμά ότι υπάρχουν κατάλληλες διατάξεις για να εξασφαλίσουν τη συνέχεια του ρόλου της στο μέλλον, παρά τις πρόσφατα ανακοινωθείσες αλλαγές που αφορούν τη διάρθρωση και τις αρμοδιότητες των επιστημονικών επιτροπών.

6.6

Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται τις ανησυχίες που εκφράζονται γενικά για τη διάρκεια αξιολόγησης των ουσιών στο ισχύον σύστημα. Όσον αφορά τα δύο αυτά προϊόντα, θα παρέλθει χρονικό διάστημα περίπου 11 ετών μέχρι την εφαρμογή της νομοθεσίας. Πέντε έτη από αυτά, θα είναι μετά τα ικανοποιητικά αποτελέσματα της έκθεσης πλήρους αξιολόγησης των κινδύνων που θα ανακοινωθούν από την CSTEE. Η έναρξη ισχύος της νομοθεσίας δεν συνεπάγεται στην πραγματικότητα δαπάνες για κανένα ενδιαφερόμενο – ή μετρήσιμα οφέλη για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Λόγω της ελλιπούς πληροφόρησης, είναι αδύνατο να ειπωθεί κατά πόσον παρουσιάζει οφέλη ( η αγορά προσαρμόσθηκε υπό πίεση στις συνεχείς αξιολογήσεις για τον κίνδυνο) ή είναι ζημιογόνος (η διαδικασία απέφερε μηδαμινά οφέλη έναντι σημαντικού κόστους για όλους τους ενδιαφερομένους κόστος) – ή με ποια μέσα μπορεί να επιτευχθεί η προσδοκώμενη πρόοδος.

6.7

Συνεπώς, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, ως συμπλήρωμα άλλων προτάσεων όπως είναι η REACH και προκειμένου να εξασφαλισθεί πραγματική βελτίωση και όχι παρέκκλιση από τις υφιστάμενες διαδικασίες, θα πρέπει να υπάρξει αξιολόγηση για τις αιτίες που ευθύνονται για τη βραδεία πρόοδο, χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις. Αυτό θα πρέπει να γίνεται παράλληλα με άλλες εν εξελίξει μελέτες για την μέτρηση του αντίκτυπου, του κόστους και του οφέλους για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που συμμετέχουν στις διαδικασίες αυτές προς όφελος της υγείας και του περιβάλλοντος, στο πλαίσιο μιας επιτυχούς και ανταγωνιστικής ευρωπαϊκής οικονομίας που βασίζεται στη γνώση.

Βρυξέλλες, 27 Οκτωβρίου 2004

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  ΕΕ C 146A της 15.06.1990

(2)  ΕΕ L 84 της 5.04.1993

(3)  ΕΕ L 273 της 26.10.2000

(4)  ΕΕ L 262 της 27.09.1976

(5)  EΕ L 231 της 28.09.1995

(6)  ΕΕ L 178 της 17.07.2003

(7)  ΕΕ C 133 της 06.06.2003

(8)  Τα στοιχεία προέρχονται από την APA (Aromatics Producers Association, «Ένωση Παραγωγών Αρωματικών Ενώσεων»), μέλος της CEFIC (European Chemical Industry Council, «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Χημικής Βιομηχανίας»)

(9)  Ιστοθέση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Χημικών Ουσιών (European Chemicals Bureau Website) (http://ecb.jrc.it)

(10)  Τα στοιχεία προέρχονται από την Eurochlor, μέλος της CEFIC.

(11)  Οι γνωμοδοτήσεις της CSTEE διατίθενται στην ιστοθέση της ΓΔ SANCO.


Top