EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32018R1640

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/1640 της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2018, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που διευκρινίζουν περαιτέρω τις απαιτήσεις διακυβέρνησης και ελέγχου για τους εποπτευόμενους συνεισφέροντες (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

C/2018/4425

OJ L 274, 5.11.2018, p. 16–20 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2018/1640/oj

5.11.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 274/16


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2018/1640 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Ιουλίου 2018

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που διευκρινίζουν περαιτέρω τις απαιτήσεις διακυβέρνησης και ελέγχου για τους εποπτευόμενους συνεισφέροντες

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα και χρηματοπιστωτικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 (1), και ιδίως το άρθρο 16 παράγραφος 5 τέταρτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 επιβάλλει στους εποπτευόμενους συνεισφέροντες ορισμένες απαιτήσεις διακυβέρνησης και ελέγχου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η υποχρέωση να διαθέτουν πλαίσιο ελέγχου για τη διασφάλιση της ακεραιότητας, της ακρίβειας και της αξιοπιστίας των δεδομένων εισόδου, καθώς και η υποχρέωση να διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα και ελέγχους για τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της αξιοπιστίας του συνόλου των δεδομένων εισόδου τα οποία συνεισφέρουν. Ορισμένες από τις εν λόγω απαιτήσεις αναφέρονται ήδη στα άρθρα 11 και 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 και στους αντίστοιχους κατ' εξουσιοδότηση κανονισμούς. Όσον αφορά, ωστόσο, ορισμένες πτυχές, οι διατάξεις του παρόντος κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού της Επιτροπής βαίνουν πέραν των διατάξεων των άρθρων 11 και 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, και ορισμένοι εποπτευόμενοι συνεισφέροντες ενδέχεται να μην υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων 11 και 15 διότι συνεισφέρουν δεδομένα σε δείκτες αναφοράς που παρέχονται από διαχειριστές οι οποίοι εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011. Προκειμένου να αποφευχθεί η ανασφάλεια δικαίου, οι απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής δεν θίγουν τις διατάξεις ούτε των άρθρων 11 και 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 ούτε των αντίστοιχων κατ' εξουσιοδότηση κανονισμών και, ως εκ τούτου, ισχύουν μόνο στον βαθμό που συμπληρώνουν τις προαναφερόμενες διατάξεις.

(2)

Το πλαίσιο ελέγχου το οποίο θεσπίζει ένας εποπτευόμενος συνεισφέρων θα πρέπει να περιλαμβάνει διαδικασία για τον εντοπισμό και τη διαχείριση παραβάσεων του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 και παραβάσεων του ισχύοντος κώδικα δεοντολογίας, καθώς και πολιτικές σχετικά με την καταγγελία δυσλειτουργιών, την εποπτεία και την περιοδική επανεξέταση της διαδικασίας για τη συνεισφορά δεδομένων εισόδου. Σκοπός είναι να παρέχεται στους εποπτευόμενους συνεισφέροντες η δυνατότητα να διασφαλίζουν ότι ενεργούν με νόμιμο τρόπο και ότι υποβάλλουν δεδομένα εισόδου τα οποία είναι ακριβή και αξιόπιστα.

(3)

Η κατάρτιση την οποία απαιτείται να διαθέτουν οι υποβάλλοντες που απασχολούνται από εποπτεύοντα συνεισφέροντα, δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, πρέπει να περιλαμβάνει επίσης κατάρτιση σχετικά με τον τρόπο μέτρησης της υποκείμενης αγοράς ή οικονομικής πραγματικότητας για την οποία προορίζεται ο δείκτης αναφοράς, καθώς και κατάρτιση σχετικά με όλα τα στοιχεία του ισχύοντος κώδικα δεοντολογίας για τη συνεισφορά των δεδομένων εισόδου. Πρόκειται για βασικό εργαλείο προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι υποβάλλοντες ενεργούν με ορθό τρόπο και σύμφωνα με τη μεθοδολογία του δείκτη αναφοράς.

(4)

Τα μέτρα διαχείρισης συγκρούσεων συμφερόντων τα οποία υποχρεούται να εφαρμόζει ένας εποπτευόμενος συνεισφέρων δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα για τον διαχωρισμό των υποβαλλόντων από άλλους υπαλλήλους του συνεισφέροντος, καθώς και μέτρα σχετικά με την πολιτική αποδοχών του συνεισφέροντος σε σχέση με τους υποβάλλοντες, ούτως ώστε να ελαχιστοποιούνται τα κίνητρα παραποίησης της συνεισφοράς δεδομένων εισόδου από τους υποβάλλοντες.

(5)

Στα συστήματα τήρησης αρχείων τα οποία απαιτείται να διαθέτει ένας εποπτευόμενος συνεισφέρων δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 θα πρέπει να προβλέπεται η απαίτηση τήρησης αρχείων των επικοινωνιών σε σχέση με την παροχή δεδομένων εισόδου, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων των υποβαλλόντων. Η απαίτηση αυτή έχει ως στόχο τη διασφάλιση επαρκούς επιπέδου διαφάνειας.

(6)

Η δυνατότητα των συνεισφερόντων να ασκούν διακριτική ευχέρεια δημιουργεί τον κίνδυνο η ευχέρεια αυτή να ασκείται με διαφορετικό τρόπο από διαφορετικούς εμπειρογνώμονες ή ακόμη και από τον ίδιο εμπειρογνώμονα με την πάροδο του χρόνου. Η διακριτική ευχέρεια αυξάνει επίσης την τρωτότητα του σχετικού δείκτη αναφοράς όσον αφορά την παραποίηση. Κατά συνέπεια, οι πολιτικές που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 είναι απαραίτητο να περιλαμβάνουν πλαίσιο για την εξασφάλιση συνέπειας στην άσκηση κρίσης ή διακριτικής ευχέρειας, καθώς και για τη μείωση του κινδύνου παραποίησης. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να επιβάλλει την υποχρέωση για διενέργεια τακτικής εσωτερικής επανεξέτασης της εφαρμογής της κρίσης εμπειρογνώμονα. Θα πρέπει, επίσης, να προσδιορίζει το είδος των πληροφοριών που πρέπει να συνεκτιμώνται ή να μην συνεκτιμώνται για την κατάλληλη οριοθέτηση του περιθωρίου διακριτικής ευχέρειας.

(7)

Θα πρέπει να παρέχεται επαρκής χρόνος στους διαχειριστές ώστε να είναι σε θέση να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να εφαρμόζεται δύο μήνες μετά την έναρξη ισχύος του.

(8)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA) στην Επιτροπή.

(9)

Η ESMA διενήργησε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους και του οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός δεν καλύπτει ούτε εφαρμόζεται σε εποπτευόμενους συνεισφέροντες οι οποίοι συνεισφέρουν δεδομένα μόνο για μη σημαντικούς δείκτες αναφοράς.

Οι απαιτήσεις που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν θίγουν ούτε τις απαιτήσεις που επιβάλλονται δυνάμει των άρθρων 11 και 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 ούτε τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 5 και του άρθρου 15 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 (3).

Άρθρο 2

Πλαίσιο ελέγχου

Το πλαίσιο ελέγχου το οποίο υποχρεούνται να διαθέτουν οι εποπτευόμενοι συνεισφέροντες, δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, περιλαμβάνει τη θέσπιση και τη διατήρηση τουλάχιστον των ακόλουθων ελέγχων:

α)

αποτελεσματικού εποπτικού μηχανισμού για την εποπτεία της διαδικασίας συνεισφοράς δεδομένων εισόδου που περιλαμβάνει σύστημα διαχείρισης κινδύνου, τον προσδιορισμό των ανώτερων στελεχών του προσωπικού που είναι αρμόδια για τη διαδικασία συνεισφοράς δεδομένων και την ένταξη τυχόν καθηκόντων συμμόρφωσης και εσωτερικού ελέγχου στην οργανωτική δομή του συνεισφέροντος·

β)

πολιτικής σχετικά με την καταγγελία δυσλειτουργιών, συμπεριλαμβανομένων κατάλληλων διασφαλίσεων για τους υπαλλήλους που καταγγέλλουν δυσλειτουργίες·

γ)

διαδικασίας για τον εντοπισμό και τη διαχείριση παραβάσεων του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, καθώς και παραβάσεων του ισχύοντος κώδικα δεοντολογίας που καταρτίζεται δυνάμει του άρθρου 15 του εν λόγω κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης διαδικασίας για τη διερεύνηση τυχόν παραβάσεων που εντοπίζονται και την καταγραφή των μέτρων που λαμβάνονται συνεπεία των εν λόγω παραβάσεων·

δ)

περιοδικής επανεξέτασης της διαδικασίας για τη συνεισφορά δεδομένων, η οποία πρέπει να διενεργείται τουλάχιστον σε ετήσια βάση και σε περίπτωση τροποποίησης του ισχύοντος κώδικα δεοντολογίας.

Άρθρο 3

Έλεγχοι επί των υποβαλλόντων

1.   Τα συστήματα και οι έλεγχοι που υποχρεούνται να διαθέτουν οι εποπτευόμενοι συνεισφέροντες δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 περιλαμβάνουν τεκμηριωμένη και αποτελεσματική διαδικασία για τη συνεισφορά δεδομένων και προβλέπουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

διαδικασία για τον ορισμό των υποβαλλόντων και διαδικασίες για την πραγματοποίηση των συνεισφορών σε περίπτωση απρόοπτης μη διαθεσιμότητας ενός υποβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένου του ορισμού αναπληρωτών·

β)

διαδικασίες και συστήματα παρακολούθησης των δεδομένων τα οποία χρησιμοποιούνται για τις συνεισφορές, καθώς και των ίδιων των συνεισφορών, που έχουν τη δυνατότητα να παράγουν προειδοποιήσεις σύμφωνα με τις παραμέτρους που καθορίζονται εκ των προτέρων από τον συνεισφέροντα.

2.   Με την επιφύλαξη τυχόν απαιτήσεων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, ο συνεισφέρων λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια προκειμένου να προσδιορίσει, για τους σκοπούς του άρθρου 16 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού, αν είναι εύλογο να διαθέτει διαδικασία για την εξακρίβωση από φυσικό πρόσωπο κατέχον θέση ανώτερη του υποβάλλοντος:

α)

τον βαθμό διακριτικής ευχέρειας που προβλέπεται στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεισφοράς·

β)

τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του εποπτευόμενου συνεισφέροντος·

γ)

το κατά πόσον ενδέχεται να προκύψουν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ της συνεισφοράς δεδομένων εισόδου στον δείκτη και τυχόν εμπορικών ή άλλων δραστηριοτήτων που ασκεί ο συνεισφέρων.

3.   Σε περίπτωση που οι έλεγχοι τους οποίους διαθέτει ο εποπτευόμενος συνεισφέρων περιλαμβάνουν διαδικασία για την εξακρίβωση από φυσικό πρόσωπο κατέχον θέση ανώτερη του υποβάλλοντος, οι εν λόγω έλεγχοι περιλαμβάνουν σαφείς κανόνες σχετικά με τον χρόνο της εξακρίβωσης και, εάν προβλέπουν τη δυνατότητα εξακρίβωσης μετά την υποβολή των δεδομένων εισόδου, προσδιορίζουν τις περιστάσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται η εξακρίβωση μετά την υποβολή των στοιχείων, καθώς και τη μέγιστη χρονική περίοδο εντός της οποίας πρέπει να πραγματοποιηθεί η εν λόγω εξακρίβωση.

Άρθρο 4

Κατάρτιση για τους υποβάλλοντες

1.   Τα συστήματα και οι έλεγχοι που υποχρεούνται να διαθέτουν οι εποπτευόμενοι συνεισφέροντες δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 περιλαμβάνουν προγράμματα κατάρτισης προκειμένου να διασφαλίζεται ότι κάθε υποβάλλων διαθέτει:

α)

επαρκή γνώση και πείρα όσον αφορά τον τρόπο μέτρησης της υποκείμενης αγοράς ή οικονομικής πραγματικότητας για την οποία προορίζεται ο δείκτης αναφοράς·

β)

επαρκή γνώση όλων των στοιχείων του ισχύοντος κώδικα δεοντολογίας που τυχόν έχει καταρτιστεί δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Οι γνώσεις των υποβαλλόντων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1, καθώς και η γνώση των απαιτήσεων του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), στον βαθμό που ισχύουν για τα καθήκοντα των υποβαλλόντων, επαναξιολογούνται σε περιοδική βάση, και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον σε ετήσια βάση, προκειμένου να επαληθεύεται ότι καθένας εξ αυτών εξακολουθεί να είναι σε θέση να ενεργεί ως υποβάλλων.

3.   Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση των εποπτευόμενων συνεισφερόντων σε σημαντικούς δείκτες αναφοράς.

Άρθρο 5

Συγκρούσεις συμφερόντων

1.   Τα μέτρα διαχείρισης συγκρούσεων συμφερόντων τα οποία υποχρεούνται να εφαρμόζουν οι εποπτευόμενοι συνεισφέροντες δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα μέτρα:

α)

μητρώο συγκρούσεων συμφερόντων, το οποίο επικαιροποιείται και χρησιμοποιείται για την καταγραφή όλων των συγκρούσεων συμφερόντων που εντοπίζονται, καθώς και όλων των μέτρων που λαμβάνονται για τη διαχείρισή τους. Στο μητρώο έχουν πρόσβαση οι εσωτερικοί ή εξωτερικοί ελεγκτές·

β)

φυσικό διαχωρισμό των υποβαλλόντων από άλλους υπαλλήλους του συνεισφέροντος, όπου ο διαχωρισμός αυτός κρίνεται σκόπιμος με βάση τον βαθμό διακριτικής ευχέρειας που προβλέπεται στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεισφοράς, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του συνεισφέροντος καθώς και το κατά πόσον ενδέχεται να προκύψουν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ της συνεισφοράς δεδομένων εισόδου στον δείκτη αναφοράς και τυχόν εμπορικών ή άλλων δραστηριοτήτων που ασκεί ο συνεισφέρων·

γ)

κατάλληλες εσωτερικές διαδικασίες εποπτείας οι οποίες περιλαμβάνουν, σε περίπτωση απουσίας οργανωτικού ή φυσικού διαχωρισμού των υπαλλήλων, κανόνες που διέπουν την αλληλεπίδραση των υποβαλλόντων με τους υπαλλήλους μονάδας διαπραγμάτευσης (front office).

2.   Τα μέτρα διαχείρισης συγκρούσεων συμφερόντων περιλαμβάνουν επίσης πολιτικές σε θέματα αποδοχών σε σχέση με τους υποβάλλοντες, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι οι αποδοχές των υποβαλλόντων δεν συνδέονται με κανένα από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την τιμή του δείκτη αναφοράς·

β)

τις συγκεκριμένες τιμές των υποβαλλόμενων στοιχείων· και

γ)

τις επιδόσεις τυχόν συγκεκριμένης δραστηριότητας του εποπτευόμενου συνεισφέροντος οι οποίες μπορούν να δημιουργήσουν σύγκρουση συμφερόντων με τη συνεισφορά δεδομένων εισόδου στον δείκτη αναφοράς.

Άρθρο 6

Τήρηση αρχείων

1.   Τα αρχεία τα οποία πρέπει να τηρούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, όσον αφορά τις επικοινωνίες σε σχέση με την παροχή δεδομένων εισόδου, περιλαμβάνουν τα αρχεία των συνεισφορών που πραγματοποιούνται, καθώς και τα ονόματα των υποβαλλόντων.

2.   Τα αρχεία τα οποία πρέπει να τηρούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, όσον αφορά το άνοιγμα των συνεισφερόντων σε χρηματοπιστωτικά μέσα που βασίζονται στον δείκτη αναφοράς, περιλαμβάνουν το είδος της ασκούμενης δραστηριότητας από τον εποπτευόμενο συνεισφέροντα η οποία δημιουργεί το άνοιγμα.

3.   Τα αρχεία τα οποία πρέπει να τηρούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011, όσον αφορά τους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς ελέγχους, περιλαμβάνουν τα αρχεία των οδηγιών ελέγχου, της έκθεσης ελέγχου, καθώς και τυχόν μέτρων που έχουν ληφθεί σε συνέχεια κάθε ελέγχου.

4.   Η παράγραφος 3 δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση των εποπτευόμενων συνεισφερόντων σε σημαντικούς δείκτες αναφοράς.

Άρθρο 7

Κρίση εμπειρογνώμονα

Στην περίπτωση που τα δεδομένα εισόδου βασίζονται σε κρίση εμπειρογνώμονα, οι πολιτικές τις οποίες υποχρεούνται να καταρτίζουν οι εποπτευόμενοι συνεισφέροντες δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

πλαίσιο για την εξασφάλιση συνέπειας, τόσο μεταξύ των διαφόρων υποβαλλόντων όσο και με την πάροδο του χρόνου, όσον αφορά την άσκηση κρίσης ή διακριτικής ευχέρειας·

β)

προσδιορισμό του είδους των πληροφοριών που μπορούν, ή δεν μπορούν, να λαμβάνονται υπόψη κατά την άσκηση κρίσης ή διακριτικής ευχέρειας·

γ)

διαδικασίες για την επανεξέταση τυχόν περιπτώσεων άσκησης κρίσης ή διακριτικής ευχέρειας.

Άρθρο 8

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από 25 Ιανουαρίου 2019.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2018.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 171 της 29.6.2016, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(3)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/1638 της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2018, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προσδιορίζουν περαιτέρω πώς εξασφαλίζονται η καταλληλότητα και η επαληθευσιμότητα των δεδομένων εισόδου, καθώς και τις εσωτερικές διαδικασίες εποπτείας και επαλήθευσης ενός συνεισφέροντος για τη διαθεσιμότητα των οποίων πρέπει να μεριμνά ο διαχειριστής δείκτη αναφοράς κρίσιμης σημασίας ή σημαντικού δείκτη αναφοράς, όταν τα δεδομένα εισόδου παρέχονται από μονάδα διαπραγμάτευσης (front office) (βλ. σελίδα 6 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας)· και κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2018/1639 της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2018, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον περαιτέρω προσδιορισμό των στοιχείων του κώδικα δεοντολογίας ο οποίος καταρτίζεται από διαχειριστές δεικτών αναφοράς που βασίζονται σε δεδομένα εισόδου παρεχόμενα από συνεισφέροντες (βλ. σελίδα 11 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1).


Top