EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32017R0565R(01)

Διορθωτικό στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/565 της Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις οργανωτικές απαιτήσεις και τους όρους λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας (ΕΕ L 87 της 31.3.2017)

C/2017/6306

OJ L 246, 26.9.2017, p. 12–28 (DE)
OJ L 246, 26.9.2017, p. 12–41 (EL)
OJ L 246, 26.9.2017, p. 12–15 (ES)
OJ L 246, 26.9.2017, p. 12–13 (FR)
OJ L 246, 26.9.2017, p. 12–12 (IT, PL, SV)
OJ L 246, 26.9.2017, p. 12–23 (HR)

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2017/565/corrigendum/2017-09-26/oj

26.9.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 246/12


Διορθωτικό στον κατ' εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/565 της Επιτροπής, της 25ης Απριλίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις οργανωτικές απαιτήσεις και τους όρους λειτουργίας των επιχειρήσεων επενδύσεων, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας

( Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 87 της 31ης Μαρτίου 2017 )

Στη σελίδα 16, στην αιτιολογική σκέψη 123:

αντί:

«Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα της αγοράς διαβιβάζονται υπό εύλογους εμπορικούς όρους και με ενιαίο τρόπο στην Ένωση, ο παρών κανονισμός προσδιορίζει τις προϋποθέσεις που οφείλουν να πληρούν οι ΕΜΔ και ΠΕΔ. Οι προϋποθέσεις αυτές βασίζονται στον στόχο να διασφαλιστεί ότι η υποχρέωση παροχής στοιχείων της αγοράς με θεμιτούς εμπορικούς όρους είναι επαρκώς σαφής ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική και ομοιογενής εφαρμογή τους, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τα διάφορα μοντέλα λειτουργίας και διαρθρώσεις κόστους των παρόχων δεδομένων.»

διάβαζε:

«Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα της αγοράς διαβιβάζονται υπό εύλογους εμπορικούς όρους και με ενιαίο τρόπο στην Ένωση, ο παρών κανονισμός προσδιορίζει τις προϋποθέσεις που οφείλουν να πληρούν οι εγκεκριμένοι μηχανισμοί δημοσιοποίησης συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.) και οι πάροχοι ενοποιημένων δελτίων συναλλαγών (Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.). Οι προϋποθέσεις αυτές βασίζονται στον στόχο να διασφαλιστεί ότι η υποχρέωση παροχής στοιχείων της αγοράς με θεμιτούς εμπορικούς όρους είναι επαρκώς σαφής ώστε να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική και ομοιογενής εφαρμογή τους, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τα διάφορα μοντέλα λειτουργίας και διαρθρώσεις κόστους των παρόχων δεδομένων.».

Στη σελίδα 17, στην αιτιολογική σκέψη 126:

αντί:

«Για να μπορούν στους χρήστες των δεδομένων να αποκτήσουν δεδομένα της αγοράς χωρίς την αγορά άλλων υπηρεσιών, τα δεδομένα της αγοράς θα πρέπει να προσφέρονται ξεχωριστά από άλλες υπηρεσίες. Για να μην χρεώνονται οι χρήστες δεδομένων περισσότερο από μία φορά για τα ίδια δεδομένα κατά την αγορά τους από διαφορετικούς παρόχους δεδομένων της αγοράς, θα πρέπει τα δεδομένα της αγοράς να προσφέρονται ανά χρήστη, εκτός αν κάτι τέτοιο θα ήταν δυσανάλογο σε σχέση με το κόστος που συνεπάγεται η παροχή δεδομένων κατ' αυτόν τον τρόπο, σε σχέση με την κλίμακα και το εύρος των δεδομένων της αγοράς που παρέχονται από τους ΕΜΔ και ΠΕΔ.»

διάβαζε:

«Για να μπορούν οι χρήστες των δεδομένων να αποκτήσουν δεδομένα της αγοράς χωρίς την αγορά άλλων υπηρεσιών, τα δεδομένα της αγοράς θα πρέπει να προσφέρονται ξεχωριστά από άλλες υπηρεσίες. Για να μη χρεώνονται οι χρήστες δεδομένων περισσότερο από μία φορά για τα ίδια δεδομένα της αγοράς όταν τα προμηθεύονται από διαφορετικούς παρόχους δεδομένων της αγοράς, θα πρέπει τα δεδομένα της αγοράς να προσφέρονται ανά χρήστη, εκτός αν κάτι τέτοιο θα ήταν δυσανάλογο σε σχέση με το κόστος που συνεπάγεται η παροχή δεδομένων κατ' αυτόν τον τρόπο, όσον αφορά την κλίμακα και το εύρος των δεδομένων της αγοράς που παρέχονται από τους Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και τους Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.».

Στη σελίδα 18, στο άρθρο 1 παράγραφος 2:

αντί:

«2.   Οι αναφορές σε επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να περιλαμβάνουν πιστωτικά ιδρύματα και οι αναφορές σε χρηματοπιστωτικά μέσα θα πρέπει να περιλαμβάνουν δομημένες καταθέσεις σε σχέση με όλες τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 και άρθρο 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και τις διατάξεις εφαρμογής τους, όπως ορίζεται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.»

διάβαζε:

«2.   Οι αναφορές σε επιχειρήσεις επενδύσεων περιλαμβάνουν πιστωτικά ιδρύματα και οι αναφορές σε χρηματοπιστωτικά μέσα περιλαμβάνουν δομημένες καταθέσεις σε σχέση με όλες τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 και το άρθρο 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και τις διατάξεις εφαρμογής τους, όπως καθορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.».

Στη σελίδα 18, στο άρθρο 2 σημείο 2):

αντί:

«“οικονομικός αναλυτής”: αρμόδιο πρόσωπο που παράγει το ουσιώδες μέρος της έρευνας στον τομέα των επενδύσεων·»

διάβαζε:

«“χρηματοοικονομικός αναλυτής”: αρμόδιο πρόσωπο που παράγει το ουσιώδες μέρος της έρευνας στον τομέα των επενδύσεων·».

Στη σελίδα 20, στο άρθρο 5 παράγραφος 7 στοιχείο γ):

αντί:

«γ)

άλλες μεθόδους που επιφέρουν τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας σε σχέση με την αντίστοιχη ποσότητα εμπορευμάτων,»

διάβαζε:

«γ)

άλλες μεθόδους που επιφέρουν τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων κυριότητας σε σχέση με την αντίστοιχη ποσότητα εμπορευμάτων,».

Στη σελίδα 21, στο άρθρο 6 παράγραφος 3:

αντί:

«3.   Για τους σκοπούς του παραρτήματος I τμήμα Γ σημείο 6 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, οι συμβάσεις που έχουν τα χαρακτηριστικά των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής,»

διάβαζε:

«3.   Για τους σκοπούς του παραρτήματος I τμήμα Γ σημείο 6 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, οι συμβάσεις παραγώγων που έχουν τα χαρακτηριστικά των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής,».

Στη σελίδα 21, στο άρθρο 7 παράγραφος 3 στοιχείο β):

αντί:

«β)

αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά, ΠΜΔ, ΜΟΔ ή τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας που επιτελεί λειτουργία όμοια με εκείνη μιας ρυθμιζόμενης αγοράς, ενός ΜΟΔΜΔ ή ΠΜΔ·»

διάβαζε:

«β)

αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά, ΠΜΔ, ΜΟΔ ή τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας που επιτελεί λειτουργία όμοια με εκείνη μιας ρυθμιζόμενης αγοράς, ενός ΠΜΔ ή ενός ΜΟΔ·».

Στη σελίδα 23, στο άρθρο 10 παράγραφος 1:

αντί:

«1.   Για τους σκοπούς του παραρτήματος I τμήμα Γ σημείο 4 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, άλλες συμβάσεις επί παραγώγων που σχετίζονται με νόμισμα δεν αποτελούν χρηματοοικονομικό μέσο εφόσον η σύμβαση συνίσταται σε ένα από τα ακόλουθα:»

διάβαζε:

«1.   Για τους σκοπούς του παραρτήματος I τμήμα Γ σημείο 4 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, άλλες συμβάσεις επί παραγώγων που σχετίζονται με νόμισμα δεν αποτελούν χρηματοπιστωτικό μέσο εφόσον η σύμβαση συνίσταται σε ένα από τα ακόλουθα:».

Στη σελίδα 24, στο άρθρο 12:

αντί:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, για καθεμία από τις μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα όταν εσωτερικεύει σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση στο χρηματοπιστωτικό μέσο για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 0,4 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στη σχετική κατηγορία παραγώγων που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών σε σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο σε καθημερινή βάση·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα χρηματοπιστωτικό μέσο για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο σε καθημερινή βάση·

γ)

σε ουσιαστική βάση σε ένα χρηματοπιστωτικό μέσο όταν το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από ένα εκ των κατωτέρω:

i)

15 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο που πραγματοποιείται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών και πραγματοποιείται σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά·

ii)

0,4 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο που πραγματοποιείται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.»

διάβαζε:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, για κάθε μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό και άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο όταν εσωτερικεύει σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση στο χρηματοπιστωτικό μέσο για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 0,4 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στο σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών στο σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο σε καθημερινή βάση·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση στο χρηματοπιστωτικό μέσο για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο σε καθημερινή βάση·

γ)

σε σημαντικό βαθμό στο χρηματοπιστωτικό μέσο όταν το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από ένα εκ των κατωτέρω:

i)

15 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών στο ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά·

ii)

0,4 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών στο ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο που εκτελούνται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.».

Στη σελίδα 24, στο άρθρο 13:

αντί:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων νοείται ως συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά όλα τα ομόλογα που ανήκουν σε μια κατηγορία ομολόγων και εκδίδονται από την ίδια οντότητα ή από οποιαδήποτε οντότητα εντός του ίδιου ομίλου, εφόσον, σε σχέση με οποιοδήποτε τέτοιο ομόλογο, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα ομόλογο για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, εφόσον κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 2,5 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στο σχετικό ομόλογο που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών σε σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα ομόλογο για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, εφόσον κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε ουσιαστική βάση σε ένα ομόλογο εφόσον το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από:

i)

25 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο εν λόγω ομόλογο που εκτελείται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών και εκτελείται σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά·

ii)

1 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο εν λόγω ομόλογο που εκτελείται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.»

διάβαζε:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά όλα τα ομόλογα που ανήκουν σε μια κατηγορία ομολόγων και εκδίδονται από την ίδια οντότητα ή από οποιαδήποτε οντότητα εντός του ίδιου ομίλου, εφόσον, σε σχέση με οποιοδήποτε τέτοιο ομόλογο, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα ομόλογο για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, εφόσον κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 2,5 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στο σχετικό ομόλογο που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών στο σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα ομόλογο για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, εφόσον κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε σημαντικό βαθμό σε ένα ομόλογο εφόσον το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από:

i)

25 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στο εν λόγω ομόλογο που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά·

ii)

1 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στο εν λόγω ομόλογο που εκτελούνται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.».

Στη σελίδα 25, στο άρθρο 14:

αντί:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων νοείται ως συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά όλα τα δομημένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που ανήκουν σε μια κατηγορία δομημένων χρηματοπιστωτικών προϊόντων που εκδίδονται από την ίδια οντότητα ή από οποιαδήποτε οντότητα εντός του ίδιου ομίλου, εφόσον, σε σχέση με οποιοδήποτε τέτοιο δομημένο χρηματοοικονομικό προϊόν, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 4 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στο σχετικό δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν που εκτελείται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών σε σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε ουσιαστική βάση σε ένα δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν, όταν το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από:

i)

30 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο εν λόγω δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν που εκτελείται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών και εκτελείται σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά· ή

ii)

2,25 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο εν λόγω δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν που εκτελείται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.»

διάβαζε:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά όλα τα δομημένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που ανήκουν σε μια κατηγορία δομημένων χρηματοπιστωτικών προϊόντων που εκδίδονται από την ίδια οντότητα ή από οποιαδήποτε οντότητα εντός του ίδιου ομίλου, εφόσον, σε σχέση με οποιοδήποτε τέτοιο δομημένο χρηματοοικονομικό προϊόν, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 4 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στο σχετικό δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών στο σχετικό χρηματοπιστωτικό μέσο λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε σημαντικό βαθμό σε ένα δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν, όταν το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από:

i)

30 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στο εν λόγω δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά· ή

ii)

2,25 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στο εν λόγω δομημένο χρηματοπιστωτικό προϊόν που εκτελούνται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.».

Στη σελίδα 25, στο άρθρο 15:

αντί:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όσον αφορά όλα τα παράγωγα που ανήκουν σε κατηγορία παραγώγων, εφόσον, σε σχέση με τα εν λόγω παράγωγα, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα παράγωγο για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όπου κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 2,5 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στη σχετική κατηγορία παραγώγων που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών σε αυτήν την κατηγορία παραγώγων λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα παράγωγο για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όπου κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό στη σχετική κατηγορία παραγώγων, κατά την εκτέλεση εντολών πελατών, λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε ουσιαστική βάση σε ένα παράγωγο όπου το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από:

i)

25 % του συνολικού κύκλου εργασιών στην εν λόγω κατηγορία παραγώγων που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών και εκτελούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά·

ii)

1 % του συνολικού κύκλου εργασιών στην εν λόγω κατηγορία παραγώγων που εκτελούνται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.»

διάβαζε:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όσον αφορά όλα τα παράγωγα που ανήκουν σε κατηγορία παραγώγων, εφόσον, σε σχέση με τα εν λόγω παράγωγα, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα παράγωγο για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 2,5 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στη σχετική κατηγορία παραγώγων που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών σε αυτήν την κατηγορία παραγώγων λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα παράγωγο για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό στη σχετική κατηγορία παραγώγων, κατά την εκτέλεση εντολών πελατών, λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε σημαντικό βαθμό σε ένα παράγωγο, όταν το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από:

i)

25 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στην εν λόγω κατηγορία παραγώγων που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά·

ii)

1 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στην εν λόγω κατηγορία παραγώγων που εκτελούνται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.».

Στη σελίδα 26, στο άρθρο 16:

αντί:

«Άρθρο 16

Συστηματικοί εσωτερικοποιητές για δικαιώματα εκπομπής ρύπων

[άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ]

Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όσον αφορά τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων όταν, σε σχέση με το εν λόγω μέσο, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δικαίωμα εκπομπής ρύπων για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όπου κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 4 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στο σχετικό είδος δικαιώματος εκπομπής ρύπων που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών σε αυτό το είδος δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δικαίωμα εκπομπής ρύπων για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όπου κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό στο σχετικό είδος δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε ουσιαστική βάση σε ένα δικαίωμα εκπομπής ρύπων, όπου το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό κατά την εκτέλεση εντολών πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από ένα των εξής:

i)

30 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο εν λόγω είδος δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών και εκτελούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά· ή

ii)

2,25 % του συνολικού κύκλου εργασιών στο εν λόγω είδος δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων που εκτελούνται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.»

διάβαζε:

«Άρθρο 16

Συστηματικοί εσωτερικοποιητές για δικαιώματα εκπομπής

[άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ]

Μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όσον αφορά τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων όταν, σε σχέση με το εν λόγω μέσο, εσωτερικεύει σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:

α)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δικαίωμα εκπομπής ρύπων για το οποίο υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών:

i)

ο αριθμός των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το 4 % του συνολικού αριθμού των συναλλαγών στο σχετικό είδος δικαιώματος εκπομπής που εκτελούνται στην Ένωση σε οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά κατά την ίδια περίοδο·

ii)

οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών σε αυτό το είδος δικαιωμάτων εκπομπής λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

β)

σε συχνή και συστηματική βάση σε ένα δικαίωμα εκπομπής ρύπων για το οποίο δεν υπάρχει ρευστή αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, όταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών οι εξωχρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποίησε για ίδιο λογαριασμό στο σχετικό είδος δικαιωμάτων εκπομπής κατά την εκτέλεση εντολών πελατών λαμβάνουν χώρα κατά μέσο όρο μία φορά την εβδομάδα·

γ)

σε σημαντικό βαθμό σε ένα δικαίωμα εκπομπής, όταν το μέγεθος των εξωχρηματιστηριακών συναλλακτικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιεί για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 6 μηνών, είναι ίσο ή μεγαλύτερο από ένα εκ των εξής:

i)

30 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στο εν λόγω είδος δικαιωμάτων εκπομπής που εκτελούνται από την επιχείρηση επενδύσεων για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό πελατών σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά· ή

ii)

2,25 % της συνολικής ονομαστικής αξίας των συναλλαγών στο εν λόγω είδος δικαιωμάτων εκπομπής που εκτελούνται στην Ένωση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή εξωχρηματιστηριακά.».

Στη σελίδα 27, στο άρθρο 18:

αντί:

«Για τους σκοπούς του περαιτέρω προσδιορισμού του ορισμού των αλγοριθμικών συναλλαγών, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 39) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, ένα σύστημα θεωρείται ότι έχει μηδενική ή περιορισμένη ανθρώπινη παρέμβαση όταν, για κάθε διαδικασία εντολής ή δημιουργίας προσφοράς ή κάθε διαδικασία για τη βελτιστοποίηση της εκτέλεσης εντολών, ένα αυτοματοποιημένο σύστημα λαμβάνει αποφάσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της έναρξης, δημιουργίας, δρομολόγησης ή εκτέλεσης εντολών ή προσφορών σύμφωνα με προκαθορισμένες παραμέτρους.»

διάβαζε:

«Για τους σκοπούς του περαιτέρω προσδιορισμού του ορισμού των αλγοριθμικών συναλλαγών, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 39) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, ένα σύστημα θεωρείται ότι έχει μηδενική ή περιορισμένη ανθρώπινη παρέμβαση όταν, για κάθε διαδικασία δημιουργίας εντολής ή προσφοράς ή κάθε διαδικασία για τη βελτιστοποίηση της εκτέλεσης εντολών, ένα αυτοματοποιημένο σύστημα λαμβάνει αποφάσεις σε οποιοδήποτε από τα στάδια της εισαγωγής, δημιουργίας, δρομολόγησης ή εκτέλεσης εντολών ή προσφορών σύμφωνα με προκαθορισμένες παραμέτρους.».

Στη σελίδα 27, στο άρθρο 19:

αντί:

«Τεχνική αλγοριθμικών συναλλαγών υψηλής συχνότητας

[άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 40) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ]

1.   Ένα υψηλό ημερήσιο επίπεδο μηνυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 40) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ αποτελείται από την υποβολή κατά μέσο όρο οποιουδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

τουλάχιστον 2 μηνυμάτων ανά δευτερόλεπτο σε σχέση με οποιοδήποτε ενιαίο χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης·

β)

τουλάχιστον 4 μηνυμάτων ανά δευτερόλεπτο σε σχέση με όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα μηνύματα που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα για τα οποία υπάρχει ρευστή αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, περιλαμβάνονται στον υπολογισμό. Τα μηνύματα που εισάγονται για τον σκοπό της διαπραγμάτευσης και πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 17 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, μηνύματα που εισάγονται με σκοπό τη διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό. Μηνύματα που εισάγονται με τεχνικές άλλες από εκείνες που βασίζονται στη διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό στην περίπτωση κατά την οποία η τεχνική εκτέλεσης της επιχείρησης δομείται με τρόπο ώστε να αποφεύγεται η εκτέλεση για ίδιο λογαριασμό.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, για τον υπολογισμό των υψηλών ενδοημερήσιων ποσοστών μηνυμάτων σε σχέση με παρόχους άμεσης ηλεκτρονικής πρόσβασης, μηνύματα που υποβάλλονται από τους πελάτες άμεσης ηλεκτρονικής πρόσβασης εξαιρούνται από τους υπολογισμούς.

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι τόποι διαπραγμάτευσης διαθέτουν στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, κατόπιν αιτήματος, εκτιμήσεις του μέσου αριθμού μηνυμάτων ανά δευτερόλεπτο σε μηνιαία βάση δύο εβδομάδες μετά το τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα, λαμβάνοντας έτσι υπόψη όλα τα μηνύματα που υποβλήθηκαν κατά τους προηγούμενους 12 μήνες.»

διάβαζε:

«Τεχνική κατάρτισης αλγοριθμικών συναλλαγών υψηλής συχνότητας

[άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 40) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ]

1.   Ένα υψηλό ημερήσιο επίπεδο μηνυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 40) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ συνίσταται στην υποβολή κατά μέσο όρο οποιουδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

τουλάχιστον 2 μηνυμάτων ανά δευτερόλεπτο σχετικά με ένα συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης·

β)

τουλάχιστον 4 μηνυμάτων ανά δευτερόλεπτο σχετικά με όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, στον υπολογισμό περιλαμβάνονται τα μηνύματα που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα για τα οποία υπάρχει ρευστή αγορά, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014. Τα μηνύματα που εισάγονται για τον σκοπό της διαπραγμάτευσης και πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 17 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, μηνύματα που εισάγονται με σκοπό τη διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό. Μηνύματα που εισάγονται στο πλαίσιο άλλων τεχνικών εκτέλεσης από εκείνες που βασίζονται στη διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό στην περίπτωση κατά την οποία η τεχνική εκτέλεσης της επιχείρησης δομείται με τρόπο ώστε να αποφεύγεται η εκτέλεση για ίδιο λογαριασμό.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, για τον υπολογισμό του υψηλού ημερήσιου επιπέδου μηνυμάτων σχετικά με παρόχους άμεσης ηλεκτρονικής πρόσβασης, μηνύματα που υποβάλλονται από τους πελάτες άμεσης ηλεκτρονικής πρόσβασης εξαιρούνται από τους υπολογισμούς.

5.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι τόποι διαπραγμάτευσης διαθέτουν στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, κατόπιν αιτήματος, εκτιμήσεις του μέσου αριθμού μηνυμάτων ανά δευτερόλεπτο σε μηνιαία βάση δύο εβδομάδες μετά το τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα, λαμβάνοντας έτσι υπόψη όλα τα μηνύματα που υποβλήθηκαν κατά τους προηγούμενους 12 μήνες.».

Στη σελίδα 27, στο άρθρο 20:

αντί:

«1.   Ένα πρόσωπο θεωρείται ότι δεν είναι ικανό να διαβιβάζει ηλεκτρονικά εντολές σε σχέση με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο απευθείας σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 41) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όταν το εν λόγω πρόσωπο δεν μπορεί να ασκεί διακριτική ευχέρεια όσον αφορά το ακριβές κλάσμα δευτερολέπτου εισόδου της εντολής και τη διάρκεια ζωής της εντολής εντός του εν λόγω χρονικού πλαισίου.

2.   Ένα πρόσωπο θεωρείται ότι δεν είναι ικανό να πραγματοποιεί την εν λόγω άμεση διαβίβαση ηλεκτρονικών εντολών, όταν πραγματοποιείται μέσω ρυθμίσεων για τη βελτιστοποίηση των διαδικασιών εκτέλεσης εντολών που καθορίζουν τις παραμέτρους της εντολής, εκτός από τον χώρο ή τους χώρους όπου θα υποβαλλόταν η εντολή, εκτός αν αυτές οι ρυθμίσεις είναι ενσωματωμένες στα συστήματα των πελατών και όχι σε εκείνες του μέλους ή συμμετέχοντος σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ενός ΠΜΔ ή ενός πελάτη ενός ΜΟΔ.»

διάβαζε:

«1.   Ένα πρόσωπο θεωρείται ότι δεν είναι ικανό να διαβιβάζει ηλεκτρονικά εντολές σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο απευθείας σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 41) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όταν το εν λόγω πρόσωπο δεν μπορεί να ασκεί διακριτική ευχέρεια όσον αφορά το ακριβές κλάσμα δευτερολέπτου εισαγωγής της εντολής και τη διάρκεια ζωής της εντολής εντός του εν λόγω χρονικού πλαισίου.

2.   Ένα πρόσωπο θεωρείται ότι δεν είναι ικανό να πραγματοποιεί την εν λόγω άμεση διαβίβαση ηλεκτρονικών εντολών, όταν πραγματοποιείται μέσω ρυθμίσεων για τη βελτιστοποίηση των διαδικασιών εκτέλεσης εντολών που καθορίζουν τις παραμέτρους της εντολής, εκτός από τον τόπο ή τους τόπους όπου θα πρέπει να υποβληθεί η εντολή, εκτός αν αυτές οι ρυθμίσεις είναι ενσωματωμένες στα συστήματα των πελατών και όχι σε εκείνα του μέλους ή του συμμετέχοντος σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ ή ενός πελάτη ενός ΜΟΔ.».

Στη σελίδα 28, στο άρθρο 21 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο:

αντί:

«Όταν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται σε αυτήν την παράγραφο, οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν επίσης υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, καθώς και τη φύση και το φάσμα των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο αυτών των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.»,

διάβαζε:

«Όταν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο, οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν επίσης υπόψη τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της επιχείρησης, καθώς και τη φύση και το φάσμα των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο αυτών των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.».

Στη σελίδα 28, στο άρθρο 22, στον τίτλο του άρθρου:

αντί:

«Συμμόρφωση»

διάβαζε:

«Κανονιστική συμμόρφωση».

Στη σελίδα 29, στο άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και παράγραφος 2 στοιχείο α):

αντί:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν επίσης υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, καθώς και τη φύση και το φάσμα των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο αυτών των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θεσπίζουν και διατηρούν μόνιμη και αποτελεσματική δομή συμμόρφωσης η οποία λειτουργεί ανεξάρτητα και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α)

παρακολούθηση σε μόνιμη βάση και αξιολόγηση σε τακτική βάση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων, πολιτικών και διαδικασιών που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, καθώς και των ενεργειών που αναλαμβάνονται για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών στη συμμόρφωση της επιχείρησης με τις υποχρεώσεις της·»

διάβαζε:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν υπόψη τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, καθώς και τη φύση και το φάσμα των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο αυτών των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θεσπίζουν και διατηρούν μόνιμη και αποτελεσματική λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης η οποία λειτουργεί ανεξάρτητα και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α)

παρακολούθηση σε μόνιμη βάση και αξιολόγηση σε τακτική βάση της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των μέτρων, πολιτικών και διαδικασιών που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, καθώς και των ενεργειών που αναλαμβάνονται για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών στη συμμόρφωση της επιχείρησης με τις υποχρεώσεις της·».

Στη σελίδα 29, στο άρθρο 22 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο:

αντί:

«Προκειμένου να συμμορφωθεί με τα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου, η δομή συμμόρφωσης προβαίνει σε αξιολόγηση βάσει της οποίας καταρτίζει πρόγραμμα παρακολούθησης με βάση τον κίνδυνο που λαμβάνει υπόψη όλους τους τομείς των επενδυτικών υπηρεσιών της επιχείρησης επενδύσεων, τις δραστηριότητες και τυχόν συναφείς βοηθητικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών πληροφοριών που συγκεντρώνονται σε σχέση με την παρακολούθηση του χειρισμού των καταγγελιών. Το πρόγραμμα παρακολούθησης θεσπίζει προτεραιότητες που καθορίζονται από την εκτίμηση του κινδύνου συμμόρφωσης που διασφαλίζει ότι ο κίνδυνος συμμόρφωσης παρακολουθείται πλήρως.»

διάβαζε:

«Προκειμένου να συμμορφωθεί με τα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου, η λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης προβαίνει σε αξιολόγηση βάσει της οποίας καταρτίζει πρόγραμμα παρακολούθησης με βάση τον κίνδυνο που λαμβάνει υπόψη όλους τους τομείς των επενδυτικών υπηρεσιών της επιχείρησης επενδύσεων, τις δραστηριότητες και τυχόν συναφείς παρεπόμενες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών πληροφοριών που συγκεντρώνονται σε σχέση με την παρακολούθηση του χειρισμού των καταγγελιών. Το πρόγραμμα παρακολούθησης θεσπίζει προτεραιότητες που καθορίζονται από την εκτίμηση του κινδύνου συμμόρφωσης που διασφαλίζει ότι ο κίνδυνος συμμόρφωσης παρακολουθείται πλήρως.».

Στη σελίδα 29, στο άρθρο 22 παράγραφοι 3 και 4:

αντί:

«3.   Προκειμένου να καταστεί δυνατή η απρόσκοπτη και ανεξάρτητη άσκηση των αρμοδιοτήτων της δομής συμμόρφωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, οι επιχειρήσεις επενδύσεων διασφαλίζουν ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η δομή συμμόρφωσης διαθέτει την απαραίτητη εξουσία, τους πόρους και την εμπειρογνωμοσύνη καθώς και πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες·

β)

ορίζεται και αντικαθίσταται από το διοικητικό όργανο υπεύθυνος συμμόρφωσης που φέρει την ευθύνη για τη λειτουργία συμμόρφωσης και για κάθε αναφορά σχετική με τη συμμόρφωση που απαιτεί η οδηγία 2014/65/ΕΕ και το άρθρο 25 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

γ)

η δομή συμμόρφωσης υποβάλλει εκθέσεις κατά περίπτωση απευθείας στο διοικητικό όργανο, όταν εντοπίζει σημαντικό κίνδυνο μη συμμόρφωσης της επιχείρησης με τις υποχρεώσεις της βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

δ)

τα αρμόδια πρόσωπα που συμμετέχουν στη δομή συμμόρφωσης δεν συμμετέχουν στην παροχή των υπηρεσιών ή στην άσκηση των δραστηριοτήτων τις οποίες παρακολουθούν·

ε)

η μέθοδος προσδιορισμού της αμοιβής των αρμόδιων προσώπων που συμμετέχουν στη δομή συμμόρφωσης δεν θέτει ούτε είναι πιθανό να θέσει υπό αμφισβήτηση την αντικειμενικότητά τους.

4.   Μια επιχείρηση επενδύσεων δεν υποχρεούται να συμμορφωθεί με το στοιχείο γ) ή το στοιχείο δ) της παραγράφου 3 εάν είναι σε θέση να αποδείξει ότι, λαμβανομένων υπόψη της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της, καθώς και της φύσης και του φάσματος των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων της, οι απαιτήσεις βάσει του στοιχείου δ) ή ε) δεν είναι αναλογικές και ότι η δομή συμμόρφωσης εξακολουθεί να είναι αποτελεσματική. Στην περίπτωση αυτή, η επιχείρηση επενδύσεων εκτιμά κατά πόσον διακυβεύεται η αποτελεσματικότητα της δομής συμμόρφωσης. Η εκτίμηση επανεξετάζεται σε τακτική βάση.»

διάβαζε:

«3.   Προκειμένου να καταστεί δυνατή η απρόσκοπτη και ανεξάρτητη άσκηση των αρμοδιοτήτων της λειτουργίας κανονιστικής συμμόρφωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, οι επιχειρήσεις επενδύσεων διασφαλίζουν ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης διαθέτει την απαραίτητη εξουσία, τους πόρους και την εμπειρογνωμοσύνη, καθώς και πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες·

β)

ορίζεται και αντικαθίσταται από το διοικητικό όργανο υπεύθυνος κανονιστικής συμμόρφωσης, που φέρει την ευθύνη για τη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης και για κάθε αναφορά σχετική με τη συμμόρφωση που απαιτούν η οδηγία 2014/65/ΕΕ και το άρθρο 25 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

γ)

η λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης υποβάλλει εκθέσεις κατά περίπτωση απευθείας στο διοικητικό όργανο, όταν εντοπίζει σημαντικό κίνδυνο μη συμμόρφωσης της επιχείρησης με τις υποχρεώσεις της βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

δ)

τα αρμόδια πρόσωπα που συμμετέχουν στη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης δεν συμμετέχουν στην παροχή των υπηρεσιών ή στην άσκηση των δραστηριοτήτων τις οποίες παρακολουθούν·

ε)

η μέθοδος προσδιορισμού της αμοιβής των αρμόδιων προσώπων που συμμετέχουν στη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης δεν θέτει ούτε είναι πιθανό να θέσει υπό αμφισβήτηση την αντικειμενικότητά τους.

4.   Μια επιχείρηση επενδύσεων δεν υποχρεούται να συμμορφωθεί με το στοιχείο γ) ή το στοιχείο δ) της παραγράφου 3 εάν είναι σε θέση να αποδείξει ότι, λαμβανομένων υπόψη της φύσης, της κλίμακας και της πολυπλοκότητας των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της, καθώς και της φύσης και του φάσματος των επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων της, οι απαιτήσεις βάσει του στοιχείου δ) ή ε) δεν είναι αναλογικές και ότι η λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης εξακολουθεί να είναι αποτελεσματική. Στην περίπτωση αυτή, η επιχείρηση επενδύσεων εκτιμά κατά πόσον διακυβεύεται η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας κανονιστικής συμμόρφωσης. Η εκτίμηση επανεξετάζεται σε τακτική βάση.».

Στη σελίδα 30, στο άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχείο γ):

αντί:

«γ)

παρακολουθούν τα ακόλουθα:

i)

την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα των πολιτικών και διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου της επιχείρησης επενδύσεων·

ii)

το επίπεδο συμμόρφωσης της επιχείρησης επενδύσεων και των αρμόδιων προσώπων της επιχείρησης με τις ρυθμίσεις, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με το στοιχείο β)·

iii)

την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητα των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών των εν λόγω πολιτικών, διαδικασιών, ρυθμίσεων, επεξεργασιών και μηχανισμών, περιλαμβανόμενης της μη συμμόρφωσης των αρμόδιων προσώπων της επιχείρησης με αυτές τις ρυθμίσεις ή διαδικασίες.»

διάβαζε:

«γ)

παρακολουθούν τα ακόλουθα:

i)

την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα των πολιτικών και διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου της επιχείρησης επενδύσεων·

ii)

το επίπεδο συμμόρφωσης της επιχείρησης επενδύσεων και των αρμόδιων προσώπων της επιχείρησης με τις ρυθμίσεις, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με το στοιχείο β)·

iii)

την επάρκεια και την αποτελεσματικότητα των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση τυχόν αδυναμιών των εν λόγω πολιτικών, διαδικασιών, ρυθμίσεων και μηχανισμών, περιλαμβανόμενης της μη συμμόρφωσης των αρμόδιων προσώπων της επιχείρησης με αυτές τις ρυθμίσεις, διαδικασίες και μηχανισμούς ή της μη παρακολούθησης των εν λόγω πολιτικών και διαδικασιών.».

Στη σελίδα 30, στο άρθρο 24 στοιχείο α):

αντί:

«α)

θέσπιση, εφαρμογή και διατήρηση προγράμματος εσωτερικού ελέγχου για την εξέταση και αξιολόγηση της καταλληλότητας και αποτελεσματικότητας των συστημάτων, μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου και ρυθμίσεων της επιχείρησης επενδύσεων·»

διάβαζε:

«α)

θέσπιση, εφαρμογή και διατήρηση προγράμματος εσωτερικού ελέγχου για την εξέταση και αξιολόγηση της επάρκειας και αποτελεσματικότητας των συστημάτων, μηχανισμών και ρυθμίσεων εσωτερικού ελέγχου της επιχείρησης επενδύσεων·».

Στη σελίδα 31, στο άρθρο 26 παράγραφοι 2 και 3:

αντί:

«2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δημοσιεύουν τις λεπτομέρειες της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθείται κατά τον χειρισμό μιας καταγγελίας. Οι εν λόγω λεπτομέρειες περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με την πολιτική διαχείρισης καταγγελιών και τα στοιχεία επικοινωνίας της λειτουργίας διαχείρισης καταγγελιών. Οι πληροφορίες που παρέχονται σε πελάτες ή σε δυνητικούς πελάτες, κατόπιν αιτήματος, ή κατά την επιβεβαίωση μιας καταγγελίας. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν τη δυνατότητα στους πελάτες και τους δυνητικούς πελάτες να υποβάλλουν καταγγελίες δωρεάν.

3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θεσπίζουν μια δομή διαχείρισης καταγγελιών που είναι υπεύθυνη για τη διερεύνηση των καταγγελιών. Η λειτουργία αυτή μπορεί να ασκείται από τη δομή συμμόρφωσης.»

διάβαζε:

«2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δημοσιεύουν τις λεπτομέρειες της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθείται κατά τον χειρισμό μιας καταγγελίας. Οι εν λόγω λεπτομέρειες περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με την πολιτική διαχείρισης καταγγελιών και τα στοιχεία επικοινωνίας της λειτουργίας διαχείρισης καταγγελιών. Οι πληροφορίες παρέχονται σε πελάτες ή σε δυνητικούς πελάτες, κατόπιν αιτήματος, ή κατά την επιβεβαίωση λήψης μιας καταγγελίας. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν τη δυνατότητα στους πελάτες και τους δυνητικούς πελάτες να υποβάλλουν καταγγελίες δωρεάν.

3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θεσπίζουν μια λειτουργία διαχείρισης καταγγελιών που είναι υπεύθυνη για τη διερεύνηση των καταγγελιών. Η λειτουργία αυτή μπορεί να ασκείται από τη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης.».

Στη σελίδα 31, στο άρθρο 26 παράγραφος 6:

αντί:

«6.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις καταγγελίες και τον χειρισμό των καταγγελιών στις αρμόδιες αρχές και, κατά περίπτωση βάσει του εθνικού δικαίου, σε εναλλακτικό φορέα επίλυσης καταναλωτικών διαφορών (ADR).»

διάβαζε:

«6.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις καταγγελίες και τον χειρισμό των καταγγελιών στις οικείες αρμόδιες αρχές και, κατά περίπτωση βάσει του εθνικού δικαίου, σε εναλλακτικό φορέα επίλυσης διαφορών (ADR).».

Στη σελίδα 33, στο άρθρο 29 παράγραφος 5 στοιχεία β) και γ):

αντί:

«β)

η επιχείρηση ενημερώνεται αμέσως σχετικά με οποιαδήποτε προσωπική συναλλαγή αρμόδιου προσώπου, είτε με κοινοποίηση της συναλλαγής αυτής είτε με άλλες διαδικασίες που επιτρέπουν στην επιχείρηση να εντοπίσει αυτές τις συναλλαγές.

γ)

τηρείται αρχείο των προσωπικών συναλλαγών που κοινοποιούνται στην επιχείρηση ή εντοπίζονται από αυτήν, περιλαμβανομένης κάθε έγκρισης ή απαγόρευσης μιας τέτοιας συναλλαγής.»

διάβαζε:

«β)

η επιχείρηση ενημερώνεται αμέσως σχετικά με οποιαδήποτε προσωπική συναλλαγή αρμόδιου προσώπου, είτε με γνωστοποίηση της συναλλαγής αυτής είτε με άλλες διαδικασίες που επιτρέπουν στην επιχείρηση να εντοπίσει αυτές τις συναλλαγές·

γ)

τηρείται αρχείο των προσωπικών συναλλαγών που γνωστοποιούνται στην επιχείρηση ή εντοπίζονται από αυτήν, περιλαμβανομένης κάθε έγκρισης ή απαγόρευσης μιας τέτοιας συναλλαγής.».

Στη σελίδα 34, στο άρθρο 31 παράγραφος 2 στοιχείο ε):

αντί:

«ε)

η επιχείρηση επενδύσεων εποπτεύει αποτελεσματικά τα καθήκοντα ή τις υπηρεσίες που της ανατίθενται και διαχειρίζεται τους κινδύνους που συνδέονται με την εξωτερική ανάθεση και για τον σκοπό αυτό η επιχείρηση διατηρεί την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη και τους πόρους για να εποπτεύει αποτελεσματικά τα καθήκοντα που της ανατίθενται και να διαχειρίζεται αυτούς τους κινδύνους·»

διάβαζε:

«ε)

η επιχείρηση επενδύσεων εποπτεύει αποτελεσματικά τα καθήκοντα ή τις υπηρεσίες που αναθέτει εξωτερικά και διαχειρίζεται τους κινδύνους που συνδέονται με την εξωτερική ανάθεση και για τον σκοπό αυτό η επιχείρηση διατηρεί την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη και τους πόρους για να εποπτεύει αποτελεσματικά τα καθήκοντα που της ανατίθενται και να διαχειρίζεται αυτούς τους κινδύνους·».

Στη σελίδα 35, στο άρθρο 31 παράγραφος 5:

αντί:

«5.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θέτουν στη διάθεση των αρμόδιων αρχών, εφόσον τους ζητηθεί, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που θα επιτρέψουν στις αρχές να ελέγξουν εάν η εκτέλεση των λειτουργιών που ανατίθενται εξωτερικά είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και των μέτρων εφαρμογής της.»

διάβαζε:

«5.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων θέτουν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής, εφόσον τους ζητηθεί, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που θα επιτρέψουν στην αρχή να ελέγξει αν η εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται εξωτερικά είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και των μέτρων εφαρμογής της.».

Στη σελίδα 36, στο άρθρο 34 παράγραφος 2:

αντί:

«2.   Η πολιτική σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων που θεσπίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

πρέπει να προσδιορίζει, σε σχέση με τις επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες και τις παρεπόμενες υπηρεσίες που παρέχονται από ή για λογαριασμό της επιχείρησης επενδύσεων, τις περιστάσεις που συνιστούν ή μπορούν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων η οποία συνεπάγεται κίνδυνο ζημίας των συμφερόντων ενός ή περισσότερων πελατών·

β)

πρέπει να καθορίζει τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την πρόληψη ή τη διαχείριση των εν λόγω.»

διάβαζε:

«2.   Η πολιτική σχετικά με τις συγκρούσεις συμφερόντων που θεσπίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

πρέπει να προσδιορίζει, σε σχέση με τις συγκεκριμένες επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες και τις παρεπόμενες υπηρεσίες που παρέχονται από ή για λογαριασμό της επιχείρησης επενδύσεων, τις περιστάσεις που συνιστούν ή μπορούν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων η οποία συνεπάγεται κίνδυνο ζημίας των συμφερόντων ενός ή περισσότερων πελατών·

β)

πρέπει να καθορίζει τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την πρόληψη ή τη διαχείριση των εν λόγω συγκρούσεων συμφερόντων.».

Στη σελίδα 39, στο άρθρο 37 παράγραφος 3:

αντί:

«3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαδίδουν στο κοινό ή σε πελάτες έρευνα στον τομέα των επενδύσεων που παράγει άλλο πρόσωπο απαλλάσσονται από την υποχρέωση συμμόρφωσης με την παράγραφο 1 εφόσον πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το πρόσωπο το οποίο παράγει την έρευνα δεν αποτελεί μέλος του ομίλου στον οποίο ανήκει η επιχείρηση επενδύσεων·

β)

η επιχείρηση επενδύσεων δεν τροποποιεί ουσιωδώς τις συστάσεις που γίνονται στην έρευνα στον τομέα των επενδύσεων·

γ)

η επιχείρηση επενδύσεων δεν προβάλλεται ως παραγωγός της έρευνας στον τομέα των επενδύσεων·

δ)

η επιχείρηση επενδύσεων εξακριβώνει ότι ο παραγωγός της έρευνας υπόκειται σε απαιτήσεις ισοδύναμες προς εκείνες του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την παραγωγή της σχετικής έρευνας ή έχει καθιερώσει πολιτική επιβολής τέτοιων απαιτήσεων.»

διάβαζε:

«3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαδίδουν στο κοινό ή σε πελάτες έρευνα στον τομέα των επενδύσεων που παράγει άλλο πρόσωπο απαλλάσσονται από την υποχρέωση συμμόρφωσης με την παράγραφο 1, εφόσον πληρούνται τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το πρόσωπο το οποίο παράγει την έρευνα στον τομέα των επενδύσεων δεν αποτελεί μέλος του ομίλου στον οποίο ανήκει η επιχείρηση επενδύσεων·

β)

η επιχείρηση επενδύσεων δεν τροποποιεί ουσιωδώς τις συστάσεις που γίνονται στην έρευνα στον τομέα των επενδύσεων·

γ)

η επιχείρηση επενδύσεων δεν προβάλλεται ως παραγωγός της έρευνας στον τομέα των επενδύσεων·

δ)

η επιχείρηση επενδύσεων εξακριβώνει ότι ο παραγωγός της έρευνας υπόκειται σε απαιτήσεις ισοδύναμες προς εκείνες του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την παραγωγή της σχετικής έρευνας ή έχει καθιερώσει πολιτική θέσπισης τέτοιων απαιτήσεων.».

Στη σελίδα 40, στο άρθρο 40 παράγραφος 3 στοιχείο β):

αντί:

«β)

μια κατανομή ποσοστού μετοχών σε μια έκδοση που γίνεται σε ένα ανώτερο στέλεχος ή ένα εταιρικό στέλεχος ενός υφιστάμενου ή δυνητικού πελάτη εκδότη, σε αντάλλαγμα για τη μελλοντική ή παρελθούσα ανάθεση συναλλαγών εταιρικής χρηματοδότησης (spinning)·»

διάβαζε:

«β)

μια κατανομή ποσοστού μετοχών σε μια έκδοση που γίνεται σε ένα ανώτερο στέλεχος ή ένα εταιρικό στέλεχος ενός υφιστάμενου ή δυνητικού πελάτη εκδότη, σε αντάλλαγμα για τη μελλοντική ή παρελθούσα ανάθεση δραστηριοτήτων εταιρικής χρηματοδότησης (spinning)·».

Στη σελίδα 43, στο άρθρο 44 παράγραφος 4 στοιχείο στ):

αντί:

«στ)

εάν η ένδειξη βασίζεται σε μεικτή απόδοση, γνωστοποιείται η επίπτωση των προμηθειών, αμοιβών ή άλλων επιβαρύνσεων.»

διάβαζε:

«στ)

εάν η ένδειξη βασίζεται σε μεικτή απόδοση, γνωστοποιείται η επίπτωση των προμηθειών, αμοιβών ή άλλων χρεώσεων.».

Στη σελίδα 43, στο άρθρο 44 παράγραφος 6 στοιχείο γ):

αντί:

«γ)

εάν η πληροφόρηση βασίζεται στη μεικτή απόδοση, γνωστοποιείται η επίπτωση των προμηθειών, αμοιβών ή άλλων επιβαρύνσεων·»

διάβαζε:

«γ)

εάν η πληροφόρηση βασίζεται στη μεικτή απόδοση, γνωστοποιείται η επίπτωση των προμηθειών, αμοιβών ή άλλων χρεώσεων·».

Στη σελίδα 44, στο άρθρο 46 παράγραφος 3:

αντί:

«3.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 παρέχονται σε σταθερό μέσο ή, μέσω ιστοτόπου (εφόσον δεν αποτελεί σταθερό μέσο), υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 παράγραφος 3.»

διάβαζε:

«3.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 παρέχονται σε σταθερό μέσο ή, μέσω ιστοτόπου (εφόσον δεν αποτελεί σταθερό μέσο), υπό τον όρο ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 παράγραφος 2.».

Στη σελίδα 44, στο άρθρο 46 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο:

αντί:

«6.   Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις περιλαμβάνουν προσφορά ή πρόσκληση της μορφής που αναφέρεται κατωτέρω και προσδιορίζουν τον τρόπο απάντησης ή περιλαμβάνουν έντυπο με το οποίο μπορεί να δοθεί απάντηση, περιλαμβάνουν, από τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 47 έως 50, εκείνες που σχετίζονται με την εν λόγω προσφορά ή πρόσκληση:»

διάβαζε:

«6.   Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις που περιλαμβάνουν προσφορά ή πρόσκληση της μορφής που αναφέρεται κατωτέρω και προσδιορίζουν τον τρόπο απάντησης ή περιλαμβάνουν έντυπο με το οποίο μπορεί να δοθεί απάντηση, περιλαμβάνουν, από τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 47 έως 50, εκείνες που σχετίζονται με την εν λόγω προσφορά ή πρόσκληση:».

Στη σελίδα 46, στο άρθρο 48 παράγραφος 2 στοιχείο δ):

αντί:

«δ)

το γεγονός ότι ο επενδυτής ενδέχεται να αναλάβει, ως αποτέλεσμα συναλλαγών στα μέσα αυτά, χρηματοοικονομικές δεσμεύσεις και άλλες πρόσθετες υποχρεώσεις που μπορεί να περιλαμβάνουν ενδεχόμενες οφειλές·»

διάβαζε:

«δ)

το γεγονός ότι ο επενδυτής ενδέχεται να αναλάβει, ως αποτέλεσμα συναλλαγών στα μέσα αυτά, χρηματοοικονομικές δεσμεύσεις και άλλες πρόσθετες υποχρεώσεις που μπορεί να περιλαμβάνουν ενδεχόμενες οφειλές, επιπλέον του κόστους απόκτησης των μέσων·».

Στη σελίδα 47, στο άρθρο 50 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίοδος:

αντί:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν επιτρέπεται να συμφωνούν σε τέτοιου είδους περιορισμένους κατά την παροχή υπηρεσιών επενδυτικών συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή στην περίπτωση όπου τα χρηματοπιστωτικά μέσα ενσωματώνουν παράγωγα, ανεξαρτήτως της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας.»

διάβαζε:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν επιτρέπεται να συμφωνούν σε τέτοιου είδους περιορισμούς κατά την παροχή υπηρεσιών επενδυτικών συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή στην περίπτωση όπου τα χρηματοπιστωτικά μέσα ενσωματώνουν παράγωγα, ανεξαρτήτως της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας.».

Στη σελίδα 48, στο άρθρο 50 παράγραφος 7 δεύτερη περίοδος:

αντί:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων που προτείνει ή διαθέτει στους πελάτης της υπηρεσίες που παρέχονται από άλλη επιχείρηση, αθροίζει τα κόστη και τις επιβαρύνσεις των υπηρεσιών της με τα κόστη και τις επιβαρύνσεις των υπηρεσιών που παρέχονται από την άλλη επιχείρηση.»

διάβαζε:

«Μια επιχείρηση επενδύσεων που προτείνει ή διαθέτει στους πελάτες της υπηρεσίες που παρέχονται από άλλη επιχείρηση, αθροίζει τα κόστη και τις επιβαρύνσεις των υπηρεσιών της με τα κόστη και τις επιβαρύνσεις των υπηρεσιών που παρέχονται από την άλλη επιχείρηση.».

Στη σελίδα 48, στο άρθρο 50 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο:

αντί:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να επιλέξουν να παρέχουν την εν λόγω συνολική πληροφόρηση σχετικά με τα κόστη και τις επιβαρύνσεις των επενδυτικών υπηρεσιών και των χρηματοπιστωτικών σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες περιοδικές εκθέσεις που παρέχονται στους πελάτες.»

διάβαζε:

«Οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να επιλέξουν να παρέχουν την εν λόγω συνολική πληροφόρηση σχετικά με τα κόστη και τις επιβαρύνσεις των επενδυτικών υπηρεσιών και των χρηματοπιστωτικών μέσων σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες περιοδικές εκθέσεις που παρέχονται στους πελάτες.».

Στη σελίδα 48, στο άρθρο 52:

αντί:

«1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων εξηγούν με σαφή και συνοπτικό τρόπο εάν και γιατί οι επενδυτικές συμβουλές χαρακτηρίζονται ως ανεξάρτητες και μη ανεξάρτητες, αλλά και το είδος και τη φύση των περιορισμών που ισχύουν, συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση παροχής επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση, της απαγόρευσης λήψης και παρακράτησης αντιπαροχών.

Όταν οι συμβουλές προσφέρονται ή παρέχονται στον ίδιο πελάτη σε ανεξάρτητη και σε μη ανεξάρτητη βάση, οι επιχειρήσεις επενδύσεων εξηγούν το εύρος των υπηρεσιών προκειμένου οι επενδυτές να είναι σε θέση να κατανοήσουν τις διαφορές μεταξύ τους και να μην παρουσιάζεται ως ανεξάρτητος επενδυτικός σύμβουλος και το σύνολο της δραστηριότητας. Οι επιχειρήσεις δεν δίνουν υπέρμετρη προβολή στις ανεξάρτητες υπηρεσίες παροχής επενδυτικών συμβουλών σε σχέση με τις μη ανεξάρτητες υπηρεσίες παροχής επενδυτικών συμβουλών κατά την επικοινωνία τους με τους πελάτες.

2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές, είτε σε ανεξάρτητη είτε σε μη ανεξάρτητη βάση, εξηγούν στους πελάτες το εύρος των χρηματοπιστωτικών μέσων που ενδέχεται να προταθούν, συμπεριλαμβανομένης της σχέσης της επιχείρησης με τους εκδότες και τους παρόχους των μέσων.

3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων περιγράφουν το είδος των χρηματοπιστωτικών μέσων που εξετάζονται, το εύρος των χρηματοπιστωτικών μέσων και τους παρόχους ανά είδος μέσου σύμφωνα με το πεδίο της υπηρεσίας και, κατά την παροχή ανεξάρτητης υπηρεσίας, περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο η παρεχόμενη υπηρεσία πληροί τις προϋποθέσεις για την παροχή επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση και τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία επιλογής που εφαρμόζεται από την επιχείρηση επενδύσεων για την πρόταση χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως για παράδειγμα τους κινδύνους, το κόστος και την πολυπλοκότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων.

4.   Όταν το εύρος των χρηματοπιστωτικών μέσων που αξιολογούνται από την επιχείρηση επενδύσεων που παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση περιλαμβάνει τα χρηματοπιστωτικά μέσα της ίδιας της επιχείρησης ή μέσα που εκδίδουν ή παρέχουν οντότητες που διατηρούν στενούς δεσμούς ή οποιουδήποτε άλλου είδους νομική ή οικονομική σχέση με την επιχείρηση επενδύσεων, αλλά και άλλους εκδότες ή παρόχους που δεν συνδέονται ή σχετίζονται, η επιχείρηση επενδύσεων διακρίνει, για κάθε είδος χρηματοπιστωτικού μέσου, το εύρος των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκδίδουν ή παρέχουν οντότητες που δεν διατηρούν οποιοδήποτε δεσμό με την επιχείρηση επενδύσεων.

5.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας των προτάσεων που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 54 παράγραφος 12 γνωστοποιούν τα ακόλουθα:

α)

τη συχνότητα και το εύρος της περιοδικής αξιολόγησης καταλληλότητας και, κατά περίπτωση, τις συνθήκες που επιβάλλουν την απαίτηση αξιολόγησης·

β)

το βαθμό κατά τον οποίο οι πληροφορίες που συλλέχθηκαν προηγουμένως θα αποτελέσουν αντικείμενο επαναξιολόγησης· και

γ)

τον τρόπο με τον οποίο θα γνωστοποιηθεί στον πελάτη τυχόν επικαιροποιημένη πρόταση.»

διάβαζε:

«1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων εξηγούν με σαφή και συνοπτικό τρόπο αν και γιατί οι επενδυτικές συμβουλές παρέχονται σε ανεξάρτητη βάση ή όχι, καθώς και το είδος και τη φύση των περιορισμών που ισχύουν, συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση παροχής επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση, της απαγόρευσης λήψης και παρακράτησης αντιπαροχών.

Όταν οι συμβουλές προσφέρονται ή παρέχονται στον ίδιο πελάτη τόσο σε ανεξάρτητη όσο και σε μη ανεξάρτητη βάση, οι επιχειρήσεις επενδύσεων εξηγούν το αντικείμενο των εκάστοτε υπηρεσιών προκειμένου οι επενδυτές να είναι σε θέση να κατανοήσουν τις διαφορές μεταξύ τους και να μην παρουσιάζεται η επιχείρηση ως ανεξάρτητος επενδυτικός σύμβουλος για το σύνολο της δραστηριότητας. Οι επιχειρήσεις δεν προβάλλουν αδικαιολόγητα τις υπηρεσίες παροχής επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση σε σχέση με τις υπηρεσίες παροχής επενδυτικών συμβουλών σε μη ανεξάρτητη βάση κατά την επικοινωνία τους με τους πελάτες.

2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές, είτε σε ανεξάρτητη είτε σε μη ανεξάρτητη βάση, εξηγούν στους πελάτες το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων που ενδέχεται να τους συστήσουν, συμπεριλαμβανομένης της σχέσης της επιχείρησης με τους εκδότες ή τους παρόχους των μέσων.

3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων περιγράφουν τα είδη των χρηματοπιστωτικών μέσων που αξιολογούνται, το φάσμα των αναλυόμενων χρηματοπιστωτικών μέσων και παρόχων ανά είδος μέσου σύμφωνα με το αντικείμενο της εκάστοτε υπηρεσίας και, κατά την παροχή συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση, περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο η παρεχόμενη υπηρεσία πληροί τις προϋποθέσεις για την παροχή επενδυτικών συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση, καθώς και τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία επιλογής που εφαρμόζεται από την επιχείρηση επενδύσεων για τη σύσταση χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως για παράδειγμα τους κινδύνους, το κόστος και την πολυπλοκότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων.

4.   Όταν το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων που αξιολογούνται από την επιχείρηση επενδύσεων που παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση περιλαμβάνει τα χρηματοπιστωτικά μέσα της ίδιας της επιχείρησης ή μέσα που εκδίδουν ή παρέχουν οντότητες που διατηρούν στενούς δεσμούς ή οποιουδήποτε άλλου είδους νομική ή οικονομική σχέση με την επιχείρηση επενδύσεων, αλλά και άλλους εκδότες ή παρόχους που δεν συνδέονται ή σχετίζονται, η επιχείρηση επενδύσεων διακρίνει, για κάθε είδος χρηματοπιστωτικού μέσου, το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκδίδουν ή παρέχουν οντότητες που δεν διατηρούν οποιοδήποτε δεσμό με την επιχείρηση επενδύσεων.

5.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας των συστάσεων που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 54 παράγραφος 12 γνωστοποιούν τα ακόλουθα:

α)

τη συχνότητα και το εύρος της περιοδικής αξιολόγησης καταλληλότητας και, κατά περίπτωση, τις συνθήκες που επιβάλλουν την αξιολόγηση·

β)

τον βαθμό κατά τον οποίο οι πληροφορίες που έχουν ήδη συλλεγεί θα αποτελέσουν αντικείμενο επαναξιολόγησης· και

γ)

τον τρόπο με τον οποίο θα γνωστοποιηθεί στον πελάτη τυχόν επικαιροποιημένη σύσταση.».

Στη σελίδα 49, στο άρθρο 53:

αντί:

«1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση ορίζουν και εφαρμόζουν μια διαδικασία επιλογής προκειμένου να αξιολογούν και να συγκρίνουν ένα επαρκώς ευρύ φάσμα χρηματοπιστωτικών μέσων που διατίθενται στην αγορά σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 7 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Η διαδικασία επιλογής περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ο αριθμός και η ποικιλία των χρηματοπιστωτικών μέσων που εξετάζονται είναι ανάλογα του φάσματος των υπηρεσιών επενδυτικών συμβουλών που προσφέρονται από τον ανεξάρτητο επενδυτικό σύμβουλο·

β)

ο αριθμός και η ποικιλία των χρηματοπιστωτικών μέσων που εξετάζονται είναι επαρκώς αντιπροσωπευτικά των χρηματοπιστωτικών μέσων που διατίθενται στην αγορά·

γ)

η ποιότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκδίδονται από την επιχείρηση επενδύσεων ή από οντότητες που διατηρούν στενή σχέση με την επιχείρηση επενδύσεων είναι ανάλογη του συνολικού αριθμού των χρηματοπιστωτικών μέσων που εξετάζονται· και

δ)

τα κριτήρια για την επιλογή των διαφόρων χρηματοπιστωτικών μέσων περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές πτυχές, όπως για παράδειγμα τους κινδύνους, το κόστος και την πολυπλοκότητα, αλλά και τα χαρακτηριστικά των πελατών της επιχείρησης επενδύσεων και διασφαλίζουν ότι η επιλογή των μέσων που ενδέχεται να προταθούν δεν είναι μεροληπτική.

Σε περίπτωση που η ανωτέρω σύγκριση δεν είναι εφικτή λόγω του επιχειρηματικού μοντέλου ή του συγκεκριμένου φάσματος της παρεχόμενης υπηρεσίας, η επιχείρηση επενδύσεων που παρέχει επενδυτικές συμβουλές δεν παρουσιάζεται ως ανεξάρτητη.

2.   Μια επιχείρηση επενδύσεων που παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση και επικεντρώνεται σε ορισμένες κατηγορίες ή ένα προσδιορισμένο εύρος χρηματοπιστωτικών μέσων συμμορφώνεται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

η επιχείρηση προωθεί τον εαυτό της με τρόπο που αποσκοπεί αποκλειστικά στην προσέλκυση πελατών με προτίμηση για τις εν λόγω κατηγορίες ή εύρος χρηματοπιστωτικών μέσων·

β)

η επιχείρηση απαιτεί από τους πελάτες να δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται αποκλειστικά να επενδύσουν στη συγκεκριμένη κατηγορία η εύρος χρηματοπιστωτικών μέσων· και

γ)

πριν την παροχή της υπηρεσίας, η επιχείρηση διασφαλίζει ότι η υπηρεσία είναι κατάλληλη για κάθε νέο πελάτη με βάση το σκεπτικό ότι το επιχειρηματικό της μοντέλο αντιστοιχεί με τις ανάγκες και τους στόχους του πελάτη, και το εύρος των χρηματοπιστωτικών μέσων που είναι κατάλληλα για τον πελάτη. Στην αντίθεση περίπτωση, η επιχείρηση δεν παρέχει τέτοιου είδους υπηρεσία στον πελάτη.

3.   Μια επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη, αλλά και σε μη ανεξάρτητη βάση, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α)

εγκαίρως πριν από την παροχή των υπηρεσιών της, η επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνει τους πελάτες, σε σταθερό μέσο, εάν η συμβουλή θα είναι ανεξάρτητη ή μη ανεξάρτητη σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 4 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και τα σχετικά εκτελεστικά μέτρα·

β)

η επιχείρηση επενδύσεων έχει παρουσιάσει τον εαυτό της ως ανεξάρτητη για τις υπηρεσίες για τις οποίες παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση·

γ)

η επιχείρηση επενδύσεων εφαρμόζει επαρκείς οργανωτικές απαιτήσεις και ελέγχους προκειμένου να διασφαλίζει ότι και τα δύο είδη συμβουλευτικών υπηρεσιών και συμβούλων είναι σαφώς διαχωρισμένα και ότι δεν είναι πιθανό να προκληθεί σύγχυση μεταξύ των πελατών σχετικά με τον είδος συμβουλών που λαμβάνουν και ότι οι πελάτες λαμβάνουν το είδος των συμβουλών που είναι κατάλληλες για αυτούς. Η επιχείρηση επενδύσεων δεν επιτρέπει σε ένα φυσικό πρόσωπο να παρέχει ανεξάρτητες και μη ανεξάρτητες συμβουλές.»

διάβαζε:

«1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση ορίζουν και εφαρμόζουν μια διαδικασία επιλογής προκειμένου να αξιολογούν και να συγκρίνουν ένα επαρκώς ευρύ φάσμα χρηματοπιστωτικών μέσων που διατίθενται στην αγορά σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 7 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Η διαδικασία επιλογής περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ο αριθμός και η ποικιλία των χρηματοπιστωτικών μέσων που αξιολογούνται είναι ανάλογα του φάσματος των υπηρεσιών επενδυτικών συμβουλών που προσφέρονται από τον ανεξάρτητο επενδυτικό σύμβουλο·

β)

ο αριθμός και η ποικιλία των χρηματοπιστωτικών μέσων που αξιολογούνται είναι επαρκώς αντιπροσωπευτικά των χρηματοπιστωτικών μέσων που διατίθενται στην αγορά·

γ)

η ποσότητα των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκδίδονται από την επιχείρηση επενδύσεων ή από οντότητες που διατηρούν στενή σχέση με την επιχείρηση επενδύσεων είναι ανάλογη του συνολικού αριθμού των χρηματοπιστωτικών μέσων που αξιολογούνται· και

δ)

τα κριτήρια για την επιλογή των διαφόρων χρηματοπιστωτικών μέσων περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές πτυχές, π.χ. τους κινδύνους, το κόστος και την πολυπλοκότητα, αλλά και τα χαρακτηριστικά των πελατών της επιχείρησης επενδύσεων, και διασφαλίζουν ότι η επιλογή των μέσων που ενδέχεται να συστηθούν δεν είναι μεροληπτική.

Σε περίπτωση που η ανωτέρω σύγκριση δεν είναι εφικτή λόγω του επιχειρηματικού μοντέλου ή του είδους της παρεχόμενης υπηρεσίας, η επιχείρηση επενδύσεων που παρέχει επενδυτικές συμβουλές δεν παρουσιάζεται ως παρέχουσα επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση.

2.   Μια επιχείρηση επενδύσεων που παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση και επικεντρώνεται σε ορισμένες κατηγορίες ή ένα προσδιορισμένο φάσμα χρηματοπιστωτικών μέσων συμμορφώνεται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

η επιχείρηση προωθεί τον εαυτό της με τρόπο που αποσκοπεί αποκλειστικά στην προσέλκυση πελατών με προτίμηση για τις εν λόγω κατηγορίες ή φάσμα χρηματοπιστωτικών μέσων·

β)

η επιχείρηση απαιτεί από τους πελάτες να δηλώνουν ότι ενδιαφέρονται αποκλειστικά να επενδύσουν στη συγκεκριμένη κατηγορία ή φάσμα χρηματοπιστωτικών μέσων· και

γ)

πριν την παροχή της υπηρεσίας, η επιχείρηση διασφαλίζει ότι η υπηρεσία είναι κατάλληλη για κάθε νέο πελάτη με βάση το σκεπτικό ότι το επιχειρηματικό της μοντέλο αντιστοιχεί με τις ανάγκες και τους στόχους του πελάτη, και το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων που είναι κατάλληλα για τον πελάτη. Στην αντίθεση περίπτωση, η επιχείρηση δεν επιτρέπεται να παρέχει τέτοιου είδους υπηρεσία στον πελάτη.

3.   Μια επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει επενδυτικές συμβουλές τόσο σε ανεξάρτητη όσο και σε μη ανεξάρτητη βάση, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α)

εγκαίρως πριν από την παροχή των υπηρεσιών της, η επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνει τους πελάτες, σε σταθερό μέσο, αν η συμβουλή θα παρέχεται σε ανεξάρτητη βάση ή όχι, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 4 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και τα σχετικά εκτελεστικά μέτρα·

β)

η επιχείρηση επενδύσεων έχει παρουσιάσει τον εαυτό της ως ανεξάρτητη για τις υπηρεσίες για τις οποίες παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση·

γ)

η επιχείρηση επενδύσεων εφαρμόζει επαρκείς οργανωτικές απαιτήσεις και ελέγχους προκειμένου να διασφαλίζει ότι και τα δύο είδη συμβουλευτικών υπηρεσιών και συμβούλων είναι σαφώς διαχωρισμένα και ότι δεν είναι πιθανό να προκληθεί σύγχυση στους πελάτες σχετικά με το είδος συμβουλών που λαμβάνουν και ότι οι πελάτες λαμβάνουν το είδος των συμβουλών που είναι κατάλληλες για αυτούς. Η επιχείρηση επενδύσεων δεν επιτρέπει στο ίδιο φυσικό πρόσωπο να παρέχει επενδυτικές συμβουλές τόσο σε ανεξάρτητη όσο και σε μη ανεξάρτητη βάση.».

Στη σελίδα 50, στο άρθρο 54 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο:

αντί:

«Όπου οι υπηρεσίες επενδυτικών συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυλακίου παρέχονται, συνολικά ή εν μέρει, μέσω ενός αυτοματοποιημένου ή ημι-αυτοματοποιημένου συστήματος, η ευθύνη για τη διενέργεια αξιολόγησης της καταλληλότητας είναι της επιχείρησης επενδύσεων και δεν μειώνεται με τη χρήση ηλεκτρονικού συστήματος κατά τη διατύπωση προσωπικών συστάσεων ή απόφασης για τη συναλλαγή.»

διάβαζε:

«Όπου οι υπηρεσίες επενδυτικών συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυλακίου παρέχονται, συνολικά ή εν μέρει, μέσω ενός αυτοματοποιημένου ή ημι-αυτοματοποιημένου συστήματος, την ευθύνη για τη διενέργεια αξιολόγησης της καταλληλότητας φέρει η επιχείρηση επενδύσεων, η δε ευθύνη αυτή δεν μειώνεται με τη χρήση ηλεκτρονικού συστήματος κατά τη διατύπωση προσωπικών συστάσεων ή απόφασης για τη συναλλαγή.».

Στη σελίδα 51, στο άρθρο 54 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο:

αντί:

«6.   Σε περίπτωση που ένας πελάτης είναι νομικό πρόσωπο ή ομάδα δύο ή περισσότερων φυσικών προσώπων ή στην περίπτωση που ένα ή περισσότερα πρόσωπα εκπροσωπούνται από άλλο φυσικό πρόσωπο, η επιχείρηση επενδύσεων θεσπίζει και εφαρμόζει πολιτική όσον αφορά το ποιος θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο αξιολόγησης καταλληλότητας και τον τρόπο πρακτικής υλοποίησης της αξιολόγησης αλλά και όσον αφορά το από ποιον θα πρέπει να συλλέγονται πληροφορίες σχετικά με τη γνώση, την εμπειρία, την οικονομική κατάσταση και τους επενδυτικού στόχους. Η επιχείρηση επενδύσεων καταγράφει την προαναφερθείσα πολιτική.»

διάβαζε:

«6.   Σε περίπτωση που ένας πελάτης είναι νομικό πρόσωπο ή ομάδα δύο ή περισσότερων φυσικών προσώπων ή στην περίπτωση που ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα εκπροσωπούνται από άλλο φυσικό πρόσωπο, η επιχείρηση επενδύσεων θεσπίζει και εφαρμόζει πολιτική όσον αφορά το ποιος θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο αξιολόγησης καταλληλότητας και τον τρόπο πρακτικής υλοποίησης της αξιολόγησης αλλά και όσον αφορά το από ποιον θα πρέπει να συλλέγονται πληροφορίες σχετικά με τη γνώση, την εμπειρία, την οικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους. Η επιχείρηση επενδύσεων καταγράφει την προαναφερθείσα πολιτική.».

Στη σελίδα 52, στο άρθρο 54 παράγραφος 13:

αντί:

«13.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας, επανεξετάζουν, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών, την καταλληλότητα των προτάσεων τουλάχιστον ετησίως. Η συχνότητα της αξιολόγησης αυτής αυξάνεται ανάλογα με το προφίλ κινδύνων του πελάτη και το είδος των προτεινόμενων χρηματοπιστωτικών μέσων.»

διάβαζε:

«13.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας, επανεξετάζουν, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών, την καταλληλότητα των συστάσεων τουλάχιστον ετησίως. Η συχνότητα της αξιολόγησης αυτής αυξάνεται ανάλογα με το προφίλ κινδύνου του πελάτη και το είδος των προτεινόμενων χρηματοπιστωτικών μέσων.».

Στη σελίδα 52, στο άρθρο 55 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο:

αντί:

«1.   Οι επενδυτικές επιχειρήσεις διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα υφιστάμενου ή δυνητικού πελάτη στον τομέα των επενδύσεων περιλαμβάνουν τα στοιχεία που αναφέρονται κατωτέρω, στο μέτρο που είναι κατάλληλα για τη φύση του πελάτη, τον χαρακτήρα και την έκταση της υπηρεσίας που θα παρασχεθεί και το προβλεπόμενο είδος προϊόντος ή συναλλαγής, περιλαμβανομένης της πολυπλοκότητάς τους και των κινδύνων που συνεπάγονται:»

διάβαζε:

«1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα υφιστάμενου ή δυνητικού πελάτη στον τομέα των επενδύσεων περιλαμβάνουν τα στοιχεία που αναφέρονται κατωτέρω, στο μέτρο που είναι κατάλληλα για τη φύση του πελάτη, τον χαρακτήρα και την έκταση της υπηρεσίας που θα παρασχεθεί και το προβλεπόμενο είδος προϊόντος ή συναλλαγής, περιλαμβανομένης της πολυπλοκότητάς τους και των κινδύνων που συνεπάγονται:».

Στη σελίδα 52, στο άρθρο 56 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο:

αντί:

«Επιτρέπεται στην επιχείρηση επενδύσεων να θεωρήσει ότι ένας επαγγελματίας πελάτης διαθέτει την αναγκαία πείρα και τις απαιτούμενες γνώσεις για να κατανοήσει τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδυτικές υπηρεσίες ή συναλλαγές ή τα είδη συναλλαγών ή προϊόντων για τα οποία ο πελάτης έχει κατηγοριοποιηθεί ως επαγγελματίας.»

διάβαζε:

«Επιτρέπεται στην επιχείρηση επενδύσεων να θεωρήσει ότι ένας επαγγελματίας πελάτης διαθέτει την αναγκαία πείρα και τις απαιτούμενες γνώσεις για να κατανοήσει τους κινδύνους που συνδέονται με τις συγκεκριμένες επενδυτικές υπηρεσίες ή συναλλαγές ή τα είδη συναλλαγών ή προϊόντων για τα οποία ο πελάτης έχει κατηγοριοποιηθεί ως επαγγελματίας.».

Στη σελίδα 53, στο άρθρο 57 στοιχείο δ):

αντί:

«δ)

ενσωματώνει ρήτρα, όρο ή στοιχείο ενεργοποίησης που θα μπορούσε να μεταβάλλει ριζικά τη φύση ή τον κίνδυνο της επένδυσης ή το προφίλ απόσβεσης, όπως για παράδειγμα επενδύσεις που ενσωματώσουν το δικαίωμα μετατροπής του μέσου σε διαφορετική επένδυση·»

διάβαζε:

«δ)

δεν ενσωματώνει ρήτρα, όρο ή στοιχείο ενεργοποίησης που θα μπορούσε να μεταβάλλει ριζικά τη φύση ή τον κίνδυνο της επένδυσης ή το προφίλ απόσβεσης, όπως για παράδειγμα επενδύσεις που ενσωματώνουν το δικαίωμα μετατροπής του μέσου σε διαφορετική επένδυση·».

Στη σελίδα 54, στο άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο στ):

αντί:

«στ)

το στοιχείο αναγνώρισης του τόπου διαπραγμάτευσης·»

διάβαζε:

«στ)

το στοιχείο αναγνώρισης του τόπου συναλλαγής·».

Στη σελίδα 54, στο άρθρο 59 παράγραφος 4 στοιχείο θ):

αντί:

«θ)

τη φύση της εντολής αν δεν είναι αγορά ή πώληση·»

διάβαζε:

«θ)

τη φύση της εντολής αν είναι διαφορετική από εντολή αγοράς/πώλησης·».

Στη σελίδα 56, στο άρθρο 63 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο:

αντί:

«1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που κατέχουν χρηματοπιστωτικά μέσα ή κεφάλαια πελατών αποστέλλουν, τουλάχιστον σε τριμηνιαία βάση, σε κάθε πελάτη του οποίου κατέχουν χρηματοπιστωτικά μέσα και κεφάλαια, κατάσταση αυτών των μέσων και κεφαλαίων, εκτός εάν μια τέτοια κατάσταση έχει ήδη παρασχεθεί σε άλλη περιοδική κατάσταση. Κατόπιν αιτήματος του πελάτη, οι επιχειρήσεις παρέχουν την εν λόγω κατάσταση συχνότερα σε εμπορικό κόστος.»

διάβαζε:

«1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που κατέχουν χρηματοπιστωτικά μέσα ή κεφάλαια πελατών αποστέλλουν, τουλάχιστον σε τριμηνιαία βάση, σε κάθε πελάτη του οποίου κατέχουν χρηματοπιστωτικά μέσα ή κεφάλαια, κατάσταση σε σταθερό μέσο αυτών των μέσων και κεφαλαίων, εκτός εάν μια τέτοια κατάσταση έχει ήδη παρασχεθεί σε άλλη περιοδική κατάσταση. Κατόπιν αιτήματος του πελάτη, οι επιχειρήσεις παρέχουν την εν λόγω κατάσταση συχνότερα σε εμπορικό κόστος.».

Στη σελίδα 57, στο άρθρο 63 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο:

αντί:

«Σε περιπτώσεις στις οποίες το χαρτοφυλάκιο ενός πελάτη περιλαμβάνει τα έσοδα από μια ή περισσότερες μη διακανονισθείσες συναλλαγές, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) μπορούν να βασίζονται είτε στην ημερομηνία της διαπραγμάτευσης είτε στην ημερομηνία διακανονισμού, υπό τον όρο ότι η ίδια βάση εφαρμόζεται σε όλες τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην κατάσταση.»

διάβαζε:

«Σε περιπτώσεις στις οποίες το χαρτοφυλάκιο ενός πελάτη περιλαμβάνει τα έσοδα από μια ή περισσότερες μη διακανονισθείσες συναλλαγές, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) μπορούν να βασίζονται είτε στην ημερομηνία της διαπραγμάτευσης είτε στην ημερομηνία διακανονισμού, υπό τον όρο ότι η ίδια βάση εφαρμόζεται με συνέπεια σε όλες τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην κατάσταση.».

Στη σελίδα 58, στο άρθρο 64 παράγραφος 4:

αντί:

«4.   Κατά την εκτέλεση εντολών ή τη λήψη απόφασης διαπραγμάτευσης με εξωχρηματιστηριακά προϊόντα συμπεριλαμβανομένων ειδικών προϊόντων, η επιχείρηση επενδύσεων ελέγχει τον δίκαιο χαρακτήρα της τιμής που προτείνεται στον πελάτη, συγκεντρώνοντας δεδομένα της αγοράς που χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό της τιμής του εν λόγω προϊόντος και, όπου είναι δυνατόν, συγκρίνοντας με παρεμφερή ή συγκρίσιμα προϊόντα.»

διάβαζε:

«4.   Κατά την εκτέλεση εντολών ή τη λήψη απόφασης για διενέργεια συναλλαγής σε εξωχρηματιστηριακά προϊόντα συμπεριλαμβανομένων ειδικών προϊόντων, η επιχείρηση επενδύσεων ελέγχει τον δίκαιο χαρακτήρα της τιμής που προτείνεται στον πελάτη, συγκεντρώνοντας δεδομένα της αγοράς που χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό της τιμής του εν λόγω προϊόντος και, όπου είναι δυνατόν, συγκρίνοντας με παρεμφερή ή συγκρίσιμα προϊόντα.».

Στη σελίδα 58, στο άρθρο 65 παράγραφοι 2, 3 και 4:

αντί:

«2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων, κατά την παροχή υπηρεσιών λήψης και διαβίβασης εντολών, συμμορφώνονται με το άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ να ενεργούν έτσι ώστε να εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών τους κατά τη διαβίβαση εντολών πελατών σε άλλες οντότητες προς εκτέλεση.

3.   Προκειμένου να συμμορφωθούν με τις παραγράφους 1 ή 2, οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 4 έως 7 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 64 παράγραφος 4.

4.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν επαρκή μέτρα προκειμένου να επιτύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τους πελάτες τους, λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Η σχετική σημασία αυτών των παραγόντων προσδιορίζεται κατ' αναφορά προς τα κριτήρια που άρθρου 64 παράγραφος 1 και, για ιδιώτες πελάτες, τις απαιτήσεις του άρθρου 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.»

διάβαζε:

«2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων, κατά την παροχή υπηρεσιών λήψης και διαβίβασης εντολών, συμμορφώνονται με την υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 24 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ να ενεργούν έτσι ώστε να εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών τους κατά τη διαβίβαση εντολών πελατών σε άλλες οντότητες προς εκτέλεση.

3.   Προκειμένου να συμμορφωθούν με τις παραγράφους 1 ή 2, οι επιχειρήσεις επενδύσεων συμμορφώνονται με τις παραγράφους 4 έως 7 του παρόντος άρθρου και με το άρθρο 64 παράγραφος 4.

4.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων λαμβάνουν επαρκή μέτρα προκειμένου να επιτύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τους πελάτες τους, λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Η σχετική σημασία αυτών των παραγόντων προσδιορίζεται κατ' αναφορά προς τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 64 παράγραφος 1 και, για ιδιώτες πελάτες, τις απαιτήσεις του άρθρου 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.».

Στη σελίδα 59, στο άρθρο 66 παράγραφος 3 στοιχεία α), β) και γ):

αντί:

«3.   Η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει στους πελάτες τις ακόλουθες λεπτομέρειες όσον αφορά την πολιτική εκτέλεσης που εφαρμόζει, σε εύθετο χρόνο πριν από την παροχή της υπηρεσίας:

α)

τη σχετική σημασία που αποδίδει η επιχείρηση επενδύσεων, βάσει των κριτηρίων του άρθρου 59 παράγραφος 1, στους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, ή τη μέθοδο με την οποία η επιχείρηση προσδιορίζει τη σχετική σημασία των παραγόντων αυτών·

β)

κατάλογο των τόπων εκτέλεσης στους οποίους η επιχείρηση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό για να εκπληρώσει την υποχρέωσή της να λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να επιτυγχάνει σε σταθερή βάση το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα κατά την εκτέλεση των εντολών πελατών και ο οποίος διευκρινίζει ποιοι τόποι εκτέλεσης χρησιμοποιούνται για κάθε κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, για εντολές ιδιωτών και επαγγελματιών πελατών και συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων (ΣΧΤ)·

γ)

κατάλογο των παραγόντων που χρησιμοποιούνται στην επιλογή ενός τόπου εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένων ποιοτικών παραγόντων, όπως συστήματα καθαρισμού, διακόπτες κυκλώματος, προγραμματισμένες ενέργειες, ή οποιοδήποτε άλλο σχετικό παράγοντα, και τη σχετική σημασία του κάθε παράγοντα· Οι πληροφορίες σχετικά με τους παράγοντες που χρησιμοποιούνται στην επιλογή ενός τόπου εκτέλεσης είναι συνεπείς προς τους ελέγχους που χρησιμοποιεί η επιχείρηση προκειμένου να αποδεικνύει στους πελάτες ότι η βέλτιστη εκτέλεση επιτυγχάνεται συστηματικά όταν επανεξετάζει την πολιτική και τις ρυθμίσεις της·»

διάβαζε:

«3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν στους πελάτες τις ακόλουθες λεπτομέρειες όσον αφορά την πολιτική εκτέλεσης που εφαρμόζουν, σε εύθετο χρόνο πριν από την παροχή της υπηρεσίας:

α)

αναφορά για τη σχετική σημασία που αποδίδει η επιχείρηση επενδύσεων, βάσει των κριτηρίων του άρθρου 59 παράγραφος 1, στους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, ή τη μέθοδο με την οποία η επιχείρηση προσδιορίζει τη σχετική σημασία των παραγόντων αυτών·

β)

κατάλογο των τόπων εκτέλεσης στους οποίους η επιχείρηση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό για να εκπληρώσει την υποχρέωσή της να λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να επιτυγχάνει σε σταθερή βάση το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα κατά την εκτέλεση των εντολών πελατών και ο οποίος διευκρινίζει ποιοι τόποι εκτέλεσης χρησιμοποιούνται για κάθε κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων, για εντολές ιδιωτών και επαγγελματιών πελατών και συναλλαγών χρηματοδότησης τίτλων (ΣΧΤ)·

γ)

κατάλογο των παραγόντων που χρησιμοποιούνται στην επιλογή ενός τόπου εκτέλεσης, συμπεριλαμβανομένων ποιοτικών παραγόντων, όπως συστήματα εκκαθάρισης, διακόπτες κυκλώματος, προγραμματισμένες ενέργειες, ή οποιοδήποτε άλλο σχετικό παράγοντα, και τη σχετική σημασία του κάθε παράγοντα· οι πληροφορίες σχετικά με τους παράγοντες που χρησιμοποιούνται στην επιλογή ενός τόπου εκτέλεσης είναι συνεπείς προς τους ελέγχους που χρησιμοποιεί η επιχείρηση προκειμένου να αποδεικνύει στους πελάτες ότι η βέλτιστη εκτέλεση επιτυγχάνεται συστηματικά όταν επανεξετάζει την πολιτική και τις ρυθμίσεις της·».

Στη σελίδα 60, στο άρθρο 66 παράγραφος 6 δεύτερη περίοδος:

αντί:

«Οι πληροφορίες προσδιορίζουν τις αμοιβές που χρεώνει η επιχείρηση επενδύσεων σε όλους τους αντισυμβαλλόμενους που συμμετέχουν στη συναλλαγή, και στις περιπτώσεις που η αμοιβές ποικίλλουν ανάλογα με τον πελάτη, οι πληροφορίες αναφέρουν τις μέγιστες αμοιβές ή το εύρος των αμοιβών που μπορεί να ζητηθούν.»

διάβαζε:

«Οι πληροφορίες προσδιορίζουν τις αμοιβές που χρεώνει η επιχείρηση επενδύσεων σε όλους τους αντισυμβαλλομένους που συμμετέχουν στη συναλλαγή, και στις περιπτώσεις που οι αμοιβές ποικίλλουν ανάλογα με τον πελάτη, οι πληροφορίες αναφέρουν τις μέγιστες αμοιβές ή το εύρος των αμοιβών που μπορεί να χρεωθούν.».

Στη σελίδα 60, στο άρθρο 66 παράγραφος 9 πρώτη περίοδος:

αντί:

«9.   Σε περίπτωση που μια επενδυτική εταιρεία εκτελεί εντολές για ιδιώτες πελάτες, παρέχει στους εν λόγω πελάτες περίληψη της σχετικής πολιτικής, εστιάζοντας στο συνολικό κόστος που προκύπτει.»

διάβαζε:

«9.   Σε περίπτωση που μια επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί εντολές για ιδιώτες πελάτες, παρέχει στους εν λόγω πελάτες περίληψη της σχετικής πολιτικής, εστιάζοντας στο συνολικό κόστος που προκύπτει.».

Στη σελίδα 60, στο άρθρο 67 παράγραφος 1 στοιχείο α):

αντί:

«α)

διασφαλίζουν ότι όλες οι εντολές που εκτελούνται για λογαριασμό πελατών καταχωρίζονται και επιμερίζονται αμέσως·»

διάβαζε:

«α)

διασφαλίζουν ότι όλες οι εντολές που εκτελούνται για λογαριασμό πελατών καταχωρίζονται και επιμερίζονται αμέσως και με ακρίβεια·».

Στη σελίδα 62, στο άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο δ):

αντί:

«δ)

επιτρέπουν την τεχνολογία της πληροφορίες ή οποιαδήποτε άλλη αποτελεσματική εκμετάλλευση όταν η ανάλυση των δεδομένων δεν είναι εύκολη λόγω του όγκου και της φύσης αυτών· και»

διάβαζε:

«δ)

επιτρέπουν την τεχνολογία της πληροφορίας ή οποιαδήποτε άλλη αποτελεσματική εκμετάλλευση όταν η ανάλυση των δεδομένων δεν είναι εύκολη λόγω του όγκου και της φύσης αυτών· και».

Στη σελίδα 65, στο άρθρο 77:

αντί:

«1.   Ένας εκδότης του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση για λιγότερο από τρία έτη, θεωρείται ΜΜΕ για τους σκοπούς του άρθρου 33 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όταν η χρηματιστηριακή του αξία είναι κάτω από 200 εκατομμύρια ευρώ, βάσει οποιουδήποτε εκ των ακολούθων:

α)

την τιμή μετοχής κλεισίματος της πρώτης μέρας διαπραγμάτευσης, εάν οι μετοχές έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση για λιγότερο από ένα έτος·

β)

την τελευταία τιμή μετοχής κλεισίματος του πρώτου έτους διαπραγμάτευσης, εάν οι μετοχές έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση για περισσότερο από ένα έτος, αλλά για λιγότερο από δύο έτη·

γ)

τη μέση τιμή μετοχής κλεισίματος για καθένα εκ των δύο πρώτων ετών διαπραγμάτευσης, εάν οι μετοχές έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση για περισσότερο από δύο έτη, αλλά για λιγότερο από τρία έτη.

2.   Εκδότης ο οποίος δεν διαθέτει μετοχικό μέσο προς διαπραγμάτευση σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης θεωρείται ΜΜΕ για τους σκοπούς του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 13) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ αν, σύμφωνα με τους τελευταίους ετήσιους ή ενοποιημένους λογαριασμούς του, πληροί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια: μέσος αριθμός εργαζομένων κατά τη διάρκεια της χρήσης μικρότερος των 250, συνολικός ισολογισμός που δεν υπερβαίνει τα 43 000 000 ευρώ και ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 50 000 000 ευρώ.»

διάβαζε:

«1.   Ένας εκδότης του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση για λιγότερο από τρία έτη, θεωρείται ΜΜΕ για τους σκοπούς του άρθρου 33 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όταν η χρηματιστηριακή του αξία είναι κάτω από 200 εκατομμύρια ευρώ, βάσει οποιουδήποτε εκ των ακολούθων:

α)

την τιμή κλεισίματος της μετοχής την πρώτη ημέρα διαπραγμάτευσης, εάν οι μετοχές έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση για λιγότερο από ένα έτος·

β)

την τελευταία τιμή κλεισίματος της μετοχής του πρώτου έτους διαπραγμάτευσης, εάν οι μετοχές έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση για περισσότερο από ένα έτος, αλλά για λιγότερο από δύο έτη·

γ)

τον μέσο όρο των τελευταίων τιμών κλεισίματος της μετοχής για καθένα εκ των δύο πρώτων ετών διαπραγμάτευσης, εάν οι μετοχές έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση για περισσότερο από δύο έτη, αλλά για λιγότερο από τρία έτη.

2.   Εκδότης ο οποίος δεν διαθέτει μετοχικό μέσο υπό διαπραγμάτευση σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης θεωρείται ΜΜΕ για τους σκοπούς του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 13) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ εάν, σύμφωνα με τους τελευταίους ετήσιους ή ενοποιημένους λογαριασμούς του, πληροί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια: μέσος αριθμός εργαζομένων κατά τη διάρκεια της χρήσης μικρότερος των 250, συνολικός ισολογισμός που δεν υπερβαίνει τα 43 000 000 ευρώ και ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 50 000 000 ευρώ.».

Στη σελίδα 65, στο άρθρο 78:

αντί:

«1.   Όταν προσδιορίζεται εάν τουλάχιστον το 50 % των εκδοτών που έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση σε ΠΜΔ είναι ΜΜΕ για τους σκοπούς καταχώρισης ως αγοράς ανάπτυξης ΜΜΕ σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης του διαχειριστή ενός ΠΔΜ υπολογίζει τον μέσο λόγο των ΜΜΕ προς τον συνολικό αριθμό των εκδοτών που διαθέτουν χρηματοπιστωτικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση στην εν λόγω αγορά. Ο μέσος λόγος υπολογίζεται την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου ημερολογιακού έτους ως ο μέσος όρος των δώδεκα λόγων που υπολογίστηκαν έκαστος στο τέλος κάθε μήνα του εν λόγω ημερολογιακού έτους.

Με την επιφύλαξη των άλλων προϋποθέσεων καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αρμόδια αρχή καταχωρεί όμως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ έναν αιτούντα που δεν διαθέτει προηγούμενο ιστορικό λειτουργίας και μετά την πάροδο τριών ημερολογιακών ετών επαληθεύει ότι συμμορφώνεται με την ελάχιστη αναλογία των ΜΜΕ όπως καθορίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

2.   Όσον αφορά τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β), γ), δ) και στ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης του διαχειριστή ενός ΠΔΜ δεν καταχωρεί τον ΠΔΜ ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ, εκτός και αν πεισθεί ότι ο ΠΔΜ:

α)

έχει θεσπίσει και εφαρμόζει κανόνες που προβλέπουν αντικειμενικά και διάφανη κριτήρια για την αρχική και συνεχή εισαγωγή εκδοτών για διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσής του·

β)

εφαρμόζει ένα μοντέλο λειτουργίας, το οποίο είναι κατάλληλο για την εκτέλεση των καθηκόντων του και διασφαλίζει τη διενέργεια δίκαιας και εύρυθμης διαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εισάγονται για διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσής του·

γ)

έχει θεσπίσει και εφαρμόζει κανόνες που απαιτούν από έναν εκδότη που επιδιώκει την εισαγωγή των χρηματοπιστωτικών του μέσων προς διαπραγμάτευση στον ΠΔΜ, να εκδίδει, σε περιπτώσεις που η οδηγία 2003/71/ΕΚ δεν ισχύει, ένα κατάλληλο πληροφοριακό έγγραφο εισαγωγής, το οποίο συντάσσεται υπό την ευθύνη του εκδότη και αναφέρει σαφώς εάν έχει εγκριθεί ή εξεταστεί και από ποιον·

δ)

έχει θεσπίσει και εφαρμόζει κανόνες που ορίζουν το ελάχιστο περιεχόμενο του πληροφοριακού εγγράφου εισαγωγής που αναφέρεται στο στοιχείο γ) ανωτέρω, ώστε να παρέχονται στους επενδυτές επαρκείς πληροφορίες με σκοπό την τεκμηριωμένη αξιολόγηση της χρηματοπιστωτικής θέσης και προοπτικών του εκδότη, και τα δικαιώματα που προσαρτώνται στις κινητές αξίες·

ε)

απαιτεί από τον εκδότη να αναφέρει, στο πληροφοριακό έγγραφο εισαγωγής που αναφέρεται στο στοιχείο γ), εάν, κατά τη γνώμη του, το κεφάλαιο κίνησής του επαρκεί για τις υφιστάμενες υποχρεώσεις του ή, εάν δεν επαρκεί, με ποιο τρόπο θα εξασφαλίσει το πρόσθετο αναγκαίο κεφάλαιο κίνησης·

στ)

έχει θεσπίσει ρυθμίσεις προκειμένου το πληροφοριακό έγγραφο εισαγωγής που αναφέρεται στο στοιχείο γ) να υπόκειται σε κατάλληλη εξέταση ώστε να διασφαλίζεται ότι είναι πλήρες, συνεκτικό και κατανοητό·

ζ)

απαιτεί από τους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες τελούν υπό διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσής του να εκδίδουν ετήσιες οικονομικές εκθέσεις εντός έξι μηνών από τη λήξη εκάστου οικονομικού έτους και εξαμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη του πρώτου εξαμήνου εκάστου οικονομικού έτους·

η)

διασφαλίζει τη διάδοση στο ευρύ κοινό των ενημερωτικών δελτίων που συντάσσονται σύμφωνα με την οδηγία 2003/71/ΕΚ, των πληροφοριακών εγγράφων εισαγωγής που αναφέρονται στο στοιχείο γ), των οικονομικών εκθέσεων που αναφέρονται στο στοιχείο ζ) και των πληροφοριών που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 96/2014 και δημοσιοποιούνται από τους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες τελούν υπό διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσής του, με δημοσίευση στον ιστότοπο των εκδοτών ή παροχή συνδέσμου που οδηγεί στη σελίδα του ιστοτόπου των εκδοτών, όπου δημοσιεύονται τα εν λόγω έγγραφα, αναφορές και πληροφορίες·

θ)

διασφαλίζει ότι οι κανονιστικές πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο η) και οι άμεσοι σύνδεσμοι παραμένουν διαθέσιμοι στον ιστότοπό του για τουλάχιστον πέντε έτη.»

διάβαζε:

«1.   Όταν προσδιορίζεται αν τουλάχιστον το 50 % των εκδοτών που έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση σε ΠΜΔ είναι ΜΜΕ για τους σκοπούς καταχώρισης ως αγοράς ανάπτυξης ΜΜΕ σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του διαχειριστή ενός ΠΔΜ υπολογίζει τον μέσο λόγο των ΜΜΕ προς τον συνολικό αριθμό των εκδοτών που διαθέτουν χρηματοπιστωτικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση στην εν λόγω αγορά. Ο μέσος λόγος υπολογίζεται την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου ημερολογιακού έτους ως ο μέσος όρος των δώδεκα λόγων που υπολογίστηκαν έκαστος στο τέλος κάθε μήνα του εν λόγω ημερολογιακού έτους.

Με την επιφύλαξη των άλλων προϋποθέσεων καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αρμόδια αρχή καταχωρεί ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ έναν αιτούντα που δεν διαθέτει προηγούμενο ιστορικό λειτουργίας και, μετά την πάροδο τριών ημερολογιακών ετών, επαληθεύει ότι συμμορφώνεται με την ελάχιστη αναλογία των ΜΜΕ, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

2.   Όσον αφορά τα κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β), γ), δ) και στ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του διαχειριστή ενός ΠΔΜ δεν καταχωρεί τον ΠΔΜ ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ, εκτός και αν πεισθεί ότι ο ΠΔΜ:

α)

έχει θεσπίσει και εφαρμόζει κανόνες που προβλέπουν αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια για την αρχική εισαγωγή εκδοτών προς διαπραγμάτευση και τη μετέπειτα παραμονή τους στον τόπο διαπραγμάτευσής του·

β)

διαθέτει ένα μοντέλο λειτουργίας, το οποίο είναι κατάλληλο για την εκτέλεση των καθηκόντων του και διασφαλίζει τη διατήρηση δίκαιης και εύρυθμης διαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εισάγονται προς διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσής του·

γ)

έχει θεσπίσει και εφαρμόζει κανόνες που απαιτούν από έναν εκδότη που επιδιώκει την εισαγωγή των χρηματοπιστωτικών του μέσων προς διαπραγμάτευση στον ΠΔΜ, να εκδίδει, σε περιπτώσεις που η οδηγία 2003/71/ΕΚ δεν ισχύει, ένα κατάλληλο πληροφοριακό έγγραφο εισαγωγής, το οποίο συντάσσεται υπό την ευθύνη του εκδότη και αναφέρει σαφώς αν έχει εγκριθεί ή εξεταστεί και από ποιον·

δ)

έχει θεσπίσει και εφαρμόζει κανόνες που ορίζουν το ελάχιστο περιεχόμενο του πληροφοριακού εγγράφου εισαγωγής που αναφέρεται στο στοιχείο γ) ανωτέρω, ώστε να παρέχονται στους επενδυτές επαρκείς πληροφορίες με σκοπό την τεκμηριωμένη αξιολόγηση της χρηματοοικονομικής κατάστασης και των προοπτικών του εκδότη, και των δικαιωμάτων που προσαρτώνται στις κινητές αξίες του·

ε)

απαιτεί από τον εκδότη να αναφέρει, στο πληροφοριακό έγγραφο εισαγωγής που αναφέρεται στο στοιχείο γ), αν, κατά τη γνώμη του, το κεφάλαιο κίνησής του επαρκεί για τις υφιστάμενες υποχρεώσεις του ή, εάν δεν επαρκεί, με ποιον τρόπο θα εξασφαλίσει το πρόσθετο αναγκαίο κεφάλαιο κίνησης·

στ)

έχει θεσπίσει ρυθμίσεις προκειμένου το πληροφοριακό έγγραφο εισαγωγής που αναφέρεται στο στοιχείο γ) να υπόκειται σε κατάλληλο έλεγχο ώστε να διασφαλίζεται ότι είναι πλήρες, συνεκτικό και κατανοητό·

ζ)

απαιτεί από τους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες τελούν υπό διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσής του να εκδίδουν ετήσιες οικονομικές εκθέσεις εντός έξι μηνών από τη λήξη εκάστου οικονομικού έτους και εξαμηνιαίες οικονομικές εκθέσεις εντός τεσσάρων μηνών από τη λήξη του πρώτου εξαμήνου εκάστου οικονομικού έτους·

η)

διασφαλίζει τη διάδοση στο ευρύ κοινό των ενημερωτικών δελτίων που συντάσσονται σύμφωνα με την οδηγία 2003/71/ΕΚ, των πληροφοριακών εγγράφων εισαγωγής που αναφέρονται στο στοιχείο γ), των οικονομικών εκθέσεων που αναφέρονται στο στοιχείο ζ) και των πληροφοριών που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και δημοσιοποιούνται από τους εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες τελούν υπό διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσής του, με δημοσίευση στον ιστότοπό του ή παροχή συνδέσμου που οδηγεί στη σελίδα του ιστοτόπου των εκδοτών, όπου δημοσιεύονται τα εν λόγω έγγραφα, εκθέσεις και πληροφορίες·

θ)

διασφαλίζει ότι οι κανονιστικές πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο η) και οι άμεσοι σύνδεσμοι παραμένουν διαθέσιμοι στον ιστότοπό του για τουλάχιστον πέντε έτη.».

Στη σελίδα 66, στο άρθρο 79:

αντί:

«1.   Όσον αφορά το ποσοστό των ΜΜΕ και με την επιφύλαξη των άλλων προϋποθέσεων καταχώρησης που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στο άρθρο 78 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, μια αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ διαγράφεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσής της όταν το ποσοστό των ΜΜΕ, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 εδάφιο πρώτο του παρόντος κανονισμού, δεν υπερβαίνει το 50 % για τρία συνεχόμενα έτη.

2.   Όσον αφορά τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στο άρθρο 78 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, ο διαχειριστής μιας αγοράς ανάπτυξης ΜΜΕ διαγράφεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσής του όταν παύουν να πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις.»

διάβαζε:

«1.   Όσον αφορά το ποσοστό των ΜΜΕ και με την επιφύλαξη των άλλων προϋποθέσεων καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στο άρθρο 78 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, μια αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ διαγράφεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της μόνον εφόσον το ποσοστό των ΜΜΕ, όπως καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, υπολείπεται του 50 % για τρία συνεχόμενα ημερολογιακά έτη.

2.   Όσον αφορά τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 3 στοιχεία β) έως ζ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στο άρθρο 78 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, ο διαχειριστής μιας αγοράς ανάπτυξης ΜΜΕ διαγράφεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του όταν παύουν να πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις.».

Στη σελίδα 66, στο άρθρο 80:

αντί:

«Περιστάσεις στις οποίες θεωρείται ότι επέρχεται σημαντική ζημία για τα συμφέροντα των επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς

(άρθρο 32 παράγραφοι 1 και 2 και άρθρο 52 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 32 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 52 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αναστολή ή απόσυρση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου από τη διαπραγμάτευση θεωρείται ότι ενδέχεται να βλάψει σημαντικά τα συμφέροντα των επενδυτών ή την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς τουλάχιστον στις ακόλουθες περιστάσεις:

α)

στην περίπτωση που θα δημιουργούσε συστημικό κίνδυνο υπονόμευσης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάγκη αποδόμησης δεσπόζουσας θέσης στην αγορά ή σε περίπτωση που οι υποχρεώσεις διακανονισμού δεν θα ικανοποιούνταν σε σημαντικό βαθμό·

β)

στην περίπτωση που η συνέχιση της διαπραγμάτευσης στην αγορά είναι απαραίτητη για τη διενέργεια σημαντικών λειτουργιών διαχείρισης μετασυναλλακτικού κινδύνου, όταν υπάρχει ανάγκη ρευστοποίησης των χρηματοπιστωτικών μέσων λόγω αθέτησης των υποχρεώσεων του εκκαθαριστικού μέλους διά των διαδικασιών που εφαρμόζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης και ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα μπορούσε να εκτεθεί σε μη αποδεκτούς κινδύνους ως αποτέλεσμα της αδυναμίας υπολογισμού των απαιτήσεων περιθωρίου·

γ)

σε περίπτωση απειλής της οικονομικής βιωσιμότητας του εκδότη, όπως για παράδειγμα σε περίπτωση που συμμετέχει σε εταιρική συναλλαγή ή άντληση κεφαλαίων.

2.   Προκειμένου να καθοριστεί εάν τυχόν αναστολή ή απόσυρση ενδέχεται να προκαλέσει σημαντική ζημία στα συμφέροντα των επενδυτών ή την εύρυθμη λειτουργία των αγορών σε οποιαδήποτε ειδική περίπτωση, η αρμόδια εθνική αρχή, ένας διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ρυθμιζόμενη αγορά ή μια επιχείρηση επενδύσεων ή ένας διαχειριστής ΠΜΔ και ΜΟΔ λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, μεταξύ άλλων:

α)

τη σημασία της αγοράς ως προς τη ρευστότητα σε περίπτωση που οι επιπτώσεις των δράσεων ενδέχεται να είναι πιο σοβαρές όταν οι εν λόγω αγορές είναι περισσότερο σημαντικές ως προς τη ρευστότητα σε σχέση με άλλες αγορές·

β)

τη φύση του σχεδιαζόμενου μέτρου σε περίπτωση που μέτρα, για παράδειγμα απόσυρση, με παρατεταμένο ή διαρκή αντίκτυπο στην ικανότητα των επενδυτών να διαπραγματεύονται χρηματοπιστωτικά μέσα σε τόπους διαπραγμάτευσης ενδέχεται να έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στους επενδυτές σε σχέση με άλλα μέτρα·

γ)

τις παράπλευρες συνέπειες μιας αναστολής ή απόσυρσης επαρκώς σχετικών παραγώγων, δεικτών ή μεγεθών αναφοράς για τα οποίους το μέσο που ανεστάλη ή αποσύρθηκε χρησιμεύει ως υποκείμενο ή συστατικό μέσο·

δ)

τις συνέπειες μιας αναστολής στα δικαιώματα τελικών χρηστών της αγοράς, οι οποίοι δεν είναι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, όπως για παράδειγμα οντότητες που πραγματοποιούν συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα για να αντισταθμίσουν εμπορικούς κινδύνους.

3.   Οι παράγοντες που ορίζονται στην παράγραφο 2 λαμβάνονται επίσης υπόψη στην περίπτωση που η αρμόδια εθνική αρχή, ένας διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ρυθμιζόμενη αγορά ή μια επιχείρηση επενδύσεων ή ένας διαχειριστής ΠΜΔ και ΜΟΔ αποφασίσει να μην πραγματοποιήσει την αναστολή ή απόσυρση ενός χρηματοπιστωτικού μέσου με βάση συνθήκες που δεν καλύπτονται από τον κατάλογο της παραγράφου 1.»

διάβαζε:

«Συνθήκες οι οποίες θεωρείται ότι συνιστούν σημαντική ζημία για τα συμφέροντα των επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς

(άρθρο 32 παράγραφοι 1 και 2 και άρθρο 52 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 32 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 52 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η αναστολή διαπραγμάτευσης ή η διαγραφή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου θεωρείται ότι ενδέχεται να βλάψει σημαντικά τα συμφέροντα των επενδυτών ή την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς τουλάχιστον στις ακόλουθες συνθήκες:

α)

όταν θα δημιουργούσε συστημικό κίνδυνο υπονόμευσης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάγκη κλεισίματος δεσπόζουσας θέσης στην αγορά ή σε περίπτωση όπου οι υποχρεώσεις διακανονισμού δεν θα ικανοποιούνταν σε σημαντικό όγκο·

β)

όταν η συνέχιση της διαπραγμάτευσης στην αγορά είναι απαραίτητη για τη διενέργεια σημαντικών λειτουργιών διαχείρισης μετασυναλλακτικού κινδύνου, όταν υπάρχει ανάγκη ρευστοποίησης των χρηματοπιστωτικών μέσων λόγω αθέτησης των υποχρεώσεων ενός εκκαθαριστικού μέλους στο πλαίσιο των διαδικασιών που εφαρμόζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης και ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θα μπορούσε να εκτεθεί σε μη αποδεκτούς κινδύνους ως αποτέλεσμα της αδυναμίας υπολογισμού των απαιτήσεων περιθωρίου·

γ)

όταν απειλείται η οικονομική βιωσιμότητα του εκδότη, όπως για παράδειγμα σε περίπτωση που συμμετέχει σε εταιρική συναλλαγή ή άντληση κεφαλαίων.

2.   Προκειμένου να καθορίσουν αν τυχόν αναστολή ή διαγραφή ενδέχεται να βλάψει σημαντικά τα συμφέροντα των επενδυτών ή την εύρυθμη λειτουργία των αγορών σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση, η αρμόδια εθνική αρχή, ένας διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ρυθμιζόμενη αγορά ή μια επιχείρηση επενδύσεων ή ένας διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ΠΜΔ ή ΜΟΔ λαμβάνουν υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, μεταξύ άλλων:

α)

τη σημασία της αγοράς από άποψη ρευστότητας όπου οι επιπτώσεις των μέτρων ενδέχεται να είναι πιο σοβαρές, όταν οι εν λόγω αγορές είναι περισσότερο σημαντικές από άποψη ρευστότητας σε σχέση με άλλες αγορές·

β)

τη φύση του σχεδιαζόμενου μέτρου όπου τα μέτρα, για παράδειγμα διαγραφή, με παρατεταμένο ή διαρκή αντίκτυπο στην ικανότητα των επενδυτών να συναλλάσσονται επί χρηματοπιστωτικών μέσων σε τόπους διαπραγμάτευσης ενδέχεται να έχουν μεγαλύτερο αντίκτυπο στους επενδυτές σε σχέση με άλλα μέτρα·

γ)

τις παράπλευρες συνέπειες μιας αναστολής ή διαγραφής επαρκώς σχετικών παραγώγων, δεικτών ή μεγεθών αναφοράς για τα οποία το μέσο του οποίου η διαπραγμάτευση ανεστάλη ή το οποίο διεγράφη χρησιμεύει ως υποκείμενο ή συστατικό μέσο·

δ)

τις συνέπειες μιας αναστολής στα συμφέροντα τελικών χρηστών της αγοράς, οι οποίοι δεν είναι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, όπως για παράδειγμα οντότητες που πραγματοποιούν συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα για να αντισταθμίσουν εμπορικούς κινδύνους.

3.   Οι παράγοντες που ορίζονται στην παράγραφο 2 λαμβάνονται επίσης υπόψη στην περίπτωση που η αρμόδια εθνική αρχή, ένας διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ρυθμιζόμενη αγορά ή μια επιχείρηση επενδύσεων ή ένας διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ΠΜΔ ή ΜΟΔ αποφασίσουν να μην αναστείλουν τη διαπραγμάτευση ή να μη διαγράψουν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο με βάση συνθήκες που δεν εμπίπτουν στον κατάλογο της παραγράφου 1.».

Στη σελίδα 67, στο άρθρο 81:

αντί:

«Άρθρο 81

Περιστάσεις οι οποίες ενδέχεται να υποδηλώνουν σημαντικές παραβιάσεις των κανόνων ενός τόπου διαπραγμάτευσης ή συνθήκες μη εύρυθμης διεξαγωγής συναλλαγών ή δυσλειτουργίες του συστήματος σε σχέση με χρηματοπιστωτικό μέσο

(άρθρο 31 παράγραφος 2 και άρθρο 54 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Όταν αξιολογούν εάν εφαρμόζεται η απαίτηση άμεσης ενημέρωσης των αρμόδιων αρχών για σοβαρές παραβάσεις των κανόνων στον τόπο διαπραγμάτευσης ή συνθήκες μη εύρυθμης διεξαγωγής συναλλαγών ή διαταραχές του συστήματος σε σχέση με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, οι διαχειριστές των τόπων διαπραγμάτευσης λαμβάνουν υπόψη τις ενδείξεις που απαριθμούνται στο τμήμα Α του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι πληροφορίες απαιτούνται μόνο στις περιπτώσεις σημαντικών γεγονότων που ενδέχεται να υπονομεύσουν τον ρόλο και τη λειτουργία των τόπων διαπραγμάτευσης ως μέρος της υποδομής της χρηματοπιστωτικής αγοράς.»

διάβαζε:

«Άρθρο 81

Περιστάσεις οι οποίες ενδέχεται να υποδηλώνουν σημαντικές παραβάσεις των κανόνων ενός τόπου διαπραγμάτευσης ή συνθήκες μη εύρυθμης διεξαγωγής συναλλαγών ή δυσλειτουργίες του συστήματος σε σχέση με χρηματοπιστωτικό μέσο

(άρθρο 31 παράγραφος 2 και άρθρο 54 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Όταν αξιολογούν αν εφαρμόζεται η απαίτηση άμεσης ενημέρωσης των αρμόδιων αρχών για σοβαρές παραβάσεις των κανόνων στον τόπο διαπραγμάτευσης ή συνθήκες μη εύρυθμης διεξαγωγής συναλλαγών ή δυσλειτουργίες του συστήματος σε σχέση με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, οι διαχειριστές των τόπων διαπραγμάτευσης λαμβάνουν υπόψη τις ενδείξεις που απαριθμούνται στο τμήμα Α του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού.

2.   Πληροφόρηση απαιτείται μόνο σε περιπτώσεις σημαντικών γεγονότων που ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο τον ρόλο και τη λειτουργία των τόπων διαπραγμάτευσης ως μέρος της υποδομής της χρηματοπιστωτικής αγοράς.».

Στη σελίδα 67, στο άρθρο 82:

αντί:

«Άρθρο 82

Περιπτώσεις ενεργειών που μπορεί να είναι ενδεικτικές απαγορευμένων συμπεριφορών δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014

(άρθρο 31 παράγραφος 2 και άρθρο 54 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Όταν αξιολογούν εάν εφαρμόζεται η απαίτηση άμεσης ενημέρωσης των αρμόδιων αρχών για ενέργειες ενδεικτικές των απαγορευμένων συμπεριφορών του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, οι διαχειριστές των τόπων διαπραγμάτευσης λαμβάνουν υπόψη τις ενδείξεις που απαριθμούνται στο τμήμα Α του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού.

2.   Ο διαχειριστής ενός ή περισσότερων τόπων διαπραγμάτευσης όπου ένα χρηματοπιστωτικό μέσο και/ή συναφές χρηματοπιστωτικό μέσο αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης εφαρμόζει αναλογική προσέγγιση και αξιολογεί τις σχετικές ενδείξεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συναφών ενδείξεων που δεν περιλαμβάνονται ειδικά στο τμήμα Β του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού, πριν ενημερώσουν την οικεία αρμόδια εθνική αρχή, λαμβάνοντας υπόψη τα εξής:

α)

παρεκκλίσεις από το σύνηθες πρότυπο διαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εισήχθησαν προς διαπραγμάτευση ή αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον τόπο διαπραγμάτευσης· και

β)

τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες ή προσβάσιμες από τον διαχειριστή, είτε είναι εσωτερικές ως μέρος της λειτουργίας του τόπου διαπραγμάτευσης, είτε δημόσια διαθέσιμες.

3.   Ο διαχειριστής ενός ή περισσότερων τόπων διαπραγμάτευσης λαμβάνει υπόψη του πρόδρομες συμπεριφορές, οι οποίες συνίστανται σε ένα μέλος ή συμμετέχοντα της αγοράς που διαπραγματεύεται, για ίδιο λογαριασμό, προτού ενεργήσει για λογαριασμό του πελάτη του, και χρησιμοποιεί για το σκοπό αυτό τα δεδομένα από το βιβλίο εντολών που πρέπει να καταγράφονται από τον τόπο διαπραγμάτευσης σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, και ιδίως εκείνα που σχετίζονται με τον τρόπο με τον οποίο το μέλος ή ο συμμετέχων διενεργεί τη διαπραγματευτική δραστηριότητα.»

διάβαζε:

«Άρθρο 82

Περιπτώσεις ενεργειών που μπορεί να υποδηλώνουν συμπεριφορά που απαγορεύεται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014

(άρθρο 31 παράγραφος 2 και άρθρο 54 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Όταν αξιολογούν αν εφαρμόζεται η απαίτηση άμεσης ενημέρωσης των αρμόδιων αρχών για ενέργειες που υποδηλώνουν συμπεριφορά που απαγορεύεται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, οι διαχειριστές των τόπων διαπραγμάτευσης λαμβάνουν υπόψη τις ενδείξεις που απαριθμούνται στο τμήμα Β του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού.

2.   Ο διαχειριστής ενός ή περισσότερων τόπων διαπραγμάτευσης όπου ένα χρηματοπιστωτικό μέσο και/ή ένα συναφές χρηματοπιστωτικό μέσο αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης εφαρμόζει αναλογική προσέγγιση και αξιολογεί τις σχετικές ενδείξεις, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συναφών ενδείξεων που δεν περιλαμβάνονται ειδικά στο τμήμα Β του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού, πριν ενημερώσουν την οικεία αρμόδια εθνική αρχή, λαμβάνοντας υπόψη τα εξής:

α)

παρεκκλίσεις από το σύνηθες πρότυπο διαπραγμάτευσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον τόπο διαπραγμάτευσης· και

β)

τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες ή προσβάσιμες από τον διαχειριστή, είτε είναι εσωτερικές ως μέρος της λειτουργίας του τόπου διαπραγμάτευσης είτε δημόσια διαθέσιμες.

3.   Ο διαχειριστής ενός ή περισσότερων τόπων διαπραγμάτευσης λαμβάνει υπόψη του συμπεριφορές προήγησης (front-running), οι οποίες συνίστανται σε ένα μέλος ή συμμετέχοντα της αγοράς που εκτελεί συναλλαγές, για ίδιο λογαριασμό, προτού ενεργήσει για λογαριασμό του πελάτη του, και χρησιμοποιεί για τον σκοπό αυτό τα δεδομένα από το βιβλίο εντολών που πρέπει να καταγράφονται από τον τόπο διαπραγμάτευσης σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, και ιδίως εκείνα που σχετίζονται με τον τρόπο με τον οποίο το μέλος ή ο συμμετέχων διενεργεί τη συναλλακτική του δραστηριότητα.».

Στη σελίδα 68, στο άρθρο 83 παράγραφοι 1 έως 4:

αντί:

«1.   Για τους σκοπούς υποβολής των εβδομαδιαίων εκθέσεων που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η υποχρέωση ενός τόπου διαπραγμάτευσης να δημοσιοποιεί την εν λόγω έκθεση εφαρμόζεται όταν ικανοποιούνται και τα δύο ακόλουθα όρια:

α)

υπάρχουν 20 κάτοχοι ανοικτών θέσεων σε μια συγκεκριμένη σύμβαση ή έναν συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης· και

β)

το απόλυτο μέγεθος του ακαθάριστου θετικού ή αρνητικού όγκου του συνόλου των ανοικτών θέσεων, εκφρασμένο σε αριθμό μονάδων διαπραγμάτευσης του σχετικού παραγώγου επί εμπορευμάτων, υπερβαίνει το τετραπλάσιο της παραδοτέας ποσότητας στο ίδιο παράγωγο επί εμπορευμάτων, εκφρασμένο σε αριθμό μονάδων διαπραγμάτευσης,

Όταν το παράγωγο επί εμπορευμάτων δεν διαθέτει φυσικά παραδοτέο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο και για δικαιώματα εκπομπής και παράγωγα αυτών, το στοιχείο β) δεν εφαρμόζεται.

2.   Το όριο που καθορίζεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 εφαρμόζεται σωρευτικά στη βάση όλων των κατηγοριών προσώπων, ανεξαρτήτως του αριθμού κατόχων θέσεων σε μια συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων.

3.   Για συμβάσεις όπου υπάρχουν λιγότεροι από πέντε ενεργοί κάτοχοι θέσεων σε μια συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων, ο αριθμός των κατόχων θέσεων στην εν λόγω κατηγορία δεν δημοσιεύεται.

4.   Για συμβάσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1 για πρώτη φορά, οι τόποι διαπραγμάτευσης δημοσιεύουν τις συμβάσεις και την πρώτη εβδομαδιαία έκθεση αμέσως μόλις είναι πρακτικά εφικτό, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός τριών εβδομάδων από την ημερομηνία πρώτης ενεργοποίησης των κατωτάτων ορίων.»

διάβαζε:

«1.   Σχετικά με τις εβδομαδιαίες εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η υποχρέωση ενός τόπου διαπραγμάτευσης να δημοσιοποιεί την εν λόγω έκθεση εφαρμόζεται όταν ικανοποιούνται και τα δύο ακόλουθα όρια:

α)

υπάρχουν 20 κάτοχοι ανοικτών θέσεων σε μια συγκεκριμένη σύμβαση σε έναν συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης· και

β)

το απόλυτο μέγεθος του μεικτού όγκου του συνόλου των ανοικτών θέσεων αγοράς ή πώλησης (gross long or short volume of total interest), εκφρασμένο σε αριθμό μονάδων διαπραγμάτευσης του σχετικού παραγώγου επί εμπορευμάτων, υπερβαίνει το τετραπλάσιο της παραδοτέας ποσότητας στο ίδιο παράγωγο επί εμπορευμάτων, εκφρασμένο σε αριθμό μονάδων διαπραγμάτευσης.

Όταν το παράγωγο επί εμπορευμάτων δεν διαθέτει φυσικά παραδοτέο υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο και για δικαιώματα εκπομπής και παράγωγα αυτών, το στοιχείο β) δεν εφαρμόζεται.

2.   Το όριο που καθορίζεται στο στοιχείο α) της παραγράφου 1 εφαρμόζεται σωρευτικά για όλες τις κατηγορίες προσώπων, ανεξαρτήτως του αριθμού κατόχων θέσεων σε κάθε μεμονωμένη κατηγορία προσώπων.

3.   Για συμβάσεις όπου υπάρχουν λιγότεροι από πέντε ενεργοί κάτοχοι θέσεων σε μια συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων, ο αριθμός των κατόχων θέσεων στην εν λόγω κατηγορία δεν δημοσιεύεται.

4.   Για συμβάσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1 για πρώτη φορά, οι τόποι διαπραγμάτευσης δημοσιεύουν την πρώτη εβδομαδιαία έκθεση επί των συμβάσεων αμέσως μόλις είναι πρακτικά εφικτό, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός τριών εβδομάδων από την ημερομηνία πρώτης ενεργοποίησης των κατωτάτων ορίων.».

Στη σελίδα 68, στο άρθρο 84:

αντί:

«1.   Για τους σκοπούς της διάθεσης στο κοινό δεδομένων της αγοράς που περιέχουν τις πληροφορίες που καθορίζονται στα άρθρα 6, 20 και 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 υπό εύλογους εμπορικούς όρους σύμφωνα με τα άρθρο 64 παράγραφος 1 και το άρθρο 65 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, οι εγκεκριμένοι μηχανισμοί δημοσιοποίησης συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.) και οι πάροχοι ενοποιημένων δελτίων (Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.) συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 85 έως 89.

2.   Το άρθρο 85, το άρθρο 86 παράγραφος 2, το άρθρο 87, το άρθρο 88 παράγραφος 2 και το άρθρο 89 δεν εφαρμόζονται σε ΕΜΔ και ΠΕΔ που καθιστούν δεδομένα της αγοράς διαθέσιμα στο κοινό δωρεάν.»

διάβαζε:

«1.   Για τους σκοπούς της διάθεσης στο κοινό δεδομένων της αγοράς που περιέχουν τις πληροφορίες που καθορίζονται στα άρθρα 6, 20 και 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 υπό εύλογους εμπορικούς όρους, σύμφωνα με τα άρθρο 64 παράγραφος 1 και το άρθρο 65 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, οι εγκεκριμένοι μηχανισμοί δημοσιοποίησης συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.) και οι πάροχοι ενοποιημένων δελτίων συναλλαγών (Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.) συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 85 έως 89.

2.   Το άρθρο 85, το άρθρο 86 παράγραφος 2, το άρθρο 87, το άρθρο 88 παράγραφος 2 και το άρθρο 89 δεν εφαρμόζονται σε Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. που καθιστούν δεδομένα της αγοράς διαθέσιμα στο κοινό δωρεάν.».

Στη σελίδα 69, στο άρθρο 85 παράγραφος 2:

αντί:

«2.   Το κόστος της παραγωγής και διάδοσης δεδομένων της αγοράς μπορεί να περιλαμβάνει ανάλογο μερίδιο των κοινών δαπανών για άλλες υπηρεσίες που παρέχονται από τους Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ..»

διάβαζε:

«2.   Το κόστος της παραγωγής και διάδοσης δεδομένων της αγοράς μπορεί να περιλαμβάνει κατάλληλο μερίδιο των κοινών δαπανών για άλλες υπηρεσίες που παρέχονται από τους Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.».

Στη σελίδα 69, στο άρθρο 86 παράγραφος 1:

αντί:

«1.   Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. καθιστούν δεδομένα της αγοράς διαθέσιμα με τις ίδιες χρεώσεις και τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις σε όλους τους πελάτες που εμπίπτουν στην ίδια κατηγορία σύμφωνα με τα δημοσιευμένα αντικειμενικά κριτήρια.»

διάβαζε:

«1.   Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. καθιστούν δεδομένα της αγοράς διαθέσιμα με τις ίδιες χρεώσεις και τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις σε όλους τους πελάτες που εμπίπτουν στην ίδια κατηγορία σύμφωνα με δημοσιευμένα αντικειμενικά κριτήρια.».

Στη σελίδα 69, στο άρθρο 86 παράγραφος 2 στοιχείο β):

αντί:

«β)

τη χρήση των δεδομένων της αγοράς από τον πελάτη, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον χρησιμοποιούνται για τις συναλλακτικές δραστηριότητες του πελάτη, για μεταπώληση ή για συγκέντρωση δεδομένων.»

διάβαζε:

«β)

τη χρήση των δεδομένων της αγοράς από τον πελάτη, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον χρησιμοποιούνται για τις συναλλακτικές δραστηριότητες του ίδιου του πελάτη, για μεταπώληση ή για συγκέντρωση δεδομένων.».

Στη σελίδα 69, στο άρθρο 86 παράγραφος 3:

αντί:

«3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι διαχειριστές της αγοράς, οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ εφαρμόζουν ευέλικτες πρακτικές προκειμένου να διασφαλίζεται η έγκαιρη πρόσβαση των πελατών σε δεδομένα της αγοράς ανά πάσα στιγμή και κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις.»

διάβαζε:

«3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. διαθέτουν κλιμακούμενη χωρητικότητα προκειμένου να διασφαλίζεται η έγκαιρη πρόσβαση των πελατών σε δεδομένα της αγοράς ανά πάσα στιγμή και κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις.».

Στη σελίδα 69, στο άρθρο 87:

αντί:

«1.   Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ χρεώνουν για τη χρήση των δεδομένων της αγοράς με βάση τη χρήση των δεδομένων από τους μεμονωμένους τελικούς χρήστες των δεδομένων της αγοράς (“ανά χρήστη”). Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ εφαρμόζουν ρυθμίσεις προκειμένου να διασφαλίζουν ότι κάθε μεμονωμένη χρήση των δεδομένων της αγοράς χρεώνεται μόνο μία φορά.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ μπορεί να αποφασίσουν, λαμβάνοντας υπόψη την κλίμακα και το εύρος των δεδομένων της αγοράς, να μη διαθέσουν τα δεδομένα της αγοράς ανά χρήστη γιατί, σε αυτήν την περίπτωση, η χρέωση είναι δυσανάλογη με το κόστος διάθεσης των δεδομένων της αγοράς.

3.   Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ παρέχουν λόγους για την άρνησή τους να μη διαθέσουν δεδομένα της αγοράς ανά χρήστη και δημοσιεύουν αυτούς τους λόγους στην ιστοσελίδα τους.»

διάβαζε:

«1.   Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. χρεώνουν για τη χρήση των δεδομένων της αγοράς με βάση τη χρήση των δεδομένων από μεμονωμένους τελικούς χρήστες των δεδομένων της αγοράς (“ανά χρήστη”). Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. εφαρμόζουν ρυθμίσεις προκειμένου να διασφαλίζουν ότι κάθε μεμονωμένη χρήση των δεδομένων της αγοράς χρεώνεται μόνο μία φορά.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. μπορεί να αποφασίσουν, λαμβάνοντας υπόψη την κλίμακα και το εύρος των δεδομένων της αγοράς, να μη διαθέσουν τα δεδομένα της αγοράς ανά χρήστη εάν, σε αυτήν την περίπτωση, η χρέωση είναι δυσανάλογη με το κόστος διάθεσης των δεδομένων της αγοράς.

3.   Οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ. αιτιολογούν την άρνησή τους να μη διαθέσουν δεδομένα της αγοράς ανά χρήστη και δημοσιεύουν την αιτιολογία στην ιστοσελίδα τους.».

Στη σελίδα 70, στο άρθρο 89 παράγραφος 2 στοιχείο β):

αντί:

«β)

εκ των προτέρων δημοσιοποίηση με προειδοποίηση τουλάχιστον 90 ημέρες πριν από μελλοντικές μεταβολές των τιμών·»

διάβαζε:

«β)

εκ των προτέρων δημοσιοποίηση μελλοντικών μεταβολών των τιμών με προειδοποίηση τουλάχιστον 90 ημερών·».

Στη σελίδα 70, στο άρθρο 89 παράγραφος 2 στοιχείο γ) σημείο v):

αντί:

«v)

την ημερομηνία της τελευταίας προσαρμογής χρέωσης άδειας χρήσης για παρεχόμενα δεδομένα της αγοράς·»

διάβαζε:

«v)

την ημερομηνία της τελευταίας προσαρμογής της χρέωσης άδειας χρήσης για παρεχόμενα δεδομένα της αγοράς·».

Στη σελίδα 70, στο άρθρο 89 παράγραφος 2 στοιχείο ε):

αντί:

«ε)

πληροφορίες σχετικά με το τον τρόπο καθορισμού της χρέωσης, συμπεριλαμβανομένων των χρησιμοποιούμενων μεθόδων κοστολόγησης και πληροφορίες σχετικά με τις ειδικές αρχές σύμφωνα με τις οποίες κατανέμονται οι άμεσες και μεταβλητές κοινές δαπάνες και επιμερίζονται οι πάγιες κοινές δαπάνες μεταξύ της παραγωγής και διάδοσης των δεδομένων της αγοράς και άλλων υπηρεσιών που παρέχονται από τους Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.»

διάβαζε:

«ε)

πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο καθορισμού της χρέωσης, συμπεριλαμβανομένων των χρησιμοποιούμενων μεθόδων κοστολόγησης και πληροφορίες σχετικά με τις ειδικές αρχές σύμφωνα με τις οποίες κατανέμονται οι άμεσες και μεταβλητές κοινές δαπάνες και επιμερίζονται οι πάγιες κοινές δαπάνες μεταξύ της παραγωγής και διάδοσης των δεδομένων της αγοράς και άλλων υπηρεσιών που παρέχονται από τους Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.».

Στη σελίδα 70, στο άρθρο 90:

αντί:

«Άρθρο 90

Καθορισμός της ουσιώδους σημασίας των δραστηριοτήτων ενός τόπου διαπραγμάτευσης σε κράτος μέλος υποδοχής

(άρθρο 79 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Οι δραστηριότητες μιας ρυθμιζόμενης αγοράς σε ένα κράτος μέλος υποδοχής θεωρούνται ουσιώδους σημασίας για τη λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και την προστασία των επενδυτών στο κράτος μέλος υποδοχής εάν πληρούται τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το κράτος μέλος υποδοχής υπήρξε κατά το παρελθόν κράτος μέλος καταγωγής της ρυθμιζόμενης αγοράς·

β)

η ρυθμιζόμενη αγορά έχει αποκτήσει, μέσω συγχώνευσης, ανάληψης ή άλλης μορφής μεταβίβασης του συνόλου ή μέρους των δραστηριοτήτων μιας ρυθμιζόμενης αγοράς, η οποία προηγουμένης τελούσε υπό τη διαχείριση ενός διαχειριστή που διατηρούσε την καταστατική του έδρα ή τα κεντρικά γραφεία του στο κράτος μέλος υποδοχής.

2.   Οι δραστηριότητες ενός ΠΜΔ ή ΜΟΔ σε ένα κράτος μέλος υποδοχής θεωρούνται ουσιώδους σημασίας για τη λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και την προστασία των επενδυτών στο κράτος μέλος υποδοχής εάν πληρούται τουλάχιστον ένα από τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1 σε σχέση με τον εν λόγω ΠΜΔ ή ΜΟΔ και τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

πριν την εκδήλωση μίας εκ των καταστάσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 σε σχέση με έναν ΠΜΔ ή ΜΟΔ, ο τόπος διαπραγμάτευσης κατείχε μερίδιο της αγοράς τουλάχιστον του 10 % της διαπραγμάτευσης ως προς τον συνολικό κύκλο εργασιών σε νομισματικούς όρους σε τόπους διαπραγμάτευσης και συστηματικούς εσωτερικοποιητές που συναλλάσσονται στο κράτος μέρος υποδοχής τουλάχιστον σε μια κατηγορία περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στις υποχρεώσεις διαφάνειας του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014·

β)

ο ΠΜΔ ή ΜΟΔ είναι καταχωρημένος ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ.»

διάβαζε:

«Άρθρο 90

Καθορισμός της ουσιώδους σημασίας της λειτουργίας ενός τόπου διαπραγμάτευσης σε κράτος μέλος υποδοχής

(άρθρο 79 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ)

1.   Η λειτουργία μιας ρυθμιζόμενης αγοράς σε ένα κράτος μέλος υποδοχής θεωρείται ουσιώδους σημασίας για τη λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και την προστασία των επενδυτών στο κράτος μέλος υποδοχής εάν πληρούται τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

το κράτος μέλος υποδοχής υπήρξε κατά το παρελθόν κράτος μέλος καταγωγής της ρυθμιζόμενης αγοράς·

β)

η ρυθμιζόμενη αγορά έχει αποκτήσει, μέσω συγχώνευσης, εξαγοράς ή οποιασδήποτε άλλης μορφής μεταβίβασης του συνόλου ή μέρους των δραστηριοτήτων μιας ρυθμιζόμενης αγοράς, η οποία προηγουμένως τελούσε υπό τη διαχείριση ενός διαχειριστή αγοράς που διατηρούσε την καταστατική του έδρα ή τα κεντρικά γραφεία του στο κράτος μέλος υποδοχής.

2.   Η λειτουργία ενός ΠΜΔ ή ΜΟΔ σε ένα κράτος μέλος υποδοχής θεωρείται ουσιώδους σημασίας για τη λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και την προστασία των επενδυτών στο κράτος μέλος υποδοχής εάν πληρούται τουλάχιστον ένα από τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1 σε σχέση με τον εν λόγω ΠΜΔ ή ΜΟΔ και τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

πριν από την εκδήλωση μίας εκ των καταστάσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 σε σχέση με έναν ΠΜΔ ή ΜΟΔ, ο τόπος διαπραγμάτευσης κατείχε μερίδιο αγοράς τουλάχιστον 10 % της συνολικής αξίας συναλλαγών σε νομισματικούς όρους σε τόπους διαπραγμάτευσης και συστηματικούς εσωτερικοποιητές που συναλλάσσονται στο κράτος μέρος υποδοχής σε μία τουλάχιστον κατηγορία περιουσιακών στοιχείων που υπόκεινται στις υποχρεώσεις διαφάνειας του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014·

β)

ο ΠΜΔ ή ΜΟΔ είναι καταχωρισμένος ως αγορά ανάπτυξης ΜΜΕ.».


Top