EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32014R0604

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2014 της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2014 , που συμπληρώνει την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τα ποιοτικά και τα κατάλληλα ποσοτικά κριτήρια εντοπισμού κατηγοριών υπαλλήλων των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

OJ L 167, 6.6.2014, p. 30–35 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 26/06/2021; καταργήθηκε από 32021R0923

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2014/604/oj

6.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 167/30


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 604/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Μαρτίου 2014

που συμπληρώνει την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τα ποιοτικά και τα κατάλληλα ποσοτικά κριτήρια εντοπισμού κατηγοριών υπαλλήλων των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 94 παράγραφος 2 αυτής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2013/36/ΕΕ, και ιδίως το άρθρο 74 αυτής, απαιτεί από τα ιδρύματα να θεσπίσουν άρτιο πλαίσιο διακυβέρνησης και αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων τους οποίους αναλαμβάνουν ή ενδέχεται να αναλάβουν. Το πλαίσιο και οι διαδικασίες αυτές πρέπει να είναι διεξοδικά και αναλογικά προς τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των κινδύνων που ενέχουν το επιχειρηματικό μοντέλο και οι δραστηριότητες του ιδρύματος. Πρέπει να λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τους συγκεκριμένους κινδύνους που προσδιορίζονται στα άρθρα 79 έως 87 της εν λόγω οδηγίας. Το πλαίσιο και οι διαδικασίες αξιολογούνται από τις αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 97 της εν λόγω οδηγίας. Οι κίνδυνοι που εντοπίζονται εξετάζονται από τα ιδρύματα στο πλαίσιο της διαδικασίας εκτίμησης της επάρκειας του εσωτερικού κεφαλαίου σύμφωνα με το άρθρο 73 της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Σύμφωνα με το πλαίσιο προληπτικής εποπτείας που θεσπίζεται με την οδηγία 2013/36/ΕΕ, όλα τα ιδρύματα υποχρεούνται να εντοπίζουν όλους τους υπαλλήλους των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Στα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της σημαντικότητας της επιρροής των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των υπαλλήλων στο προφίλ κινδύνου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ενδεχόμενος αντίκτυπος των υπαλλήλων στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος βάσει των εξουσιών και των αρμοδιοτήτων τους, καθώς και των δεικτών κινδύνου και επιδόσεων του ιδρύματος. Η εσωτερική οργάνωση του ιδρύματος και η φύση, το μέγεθος και η πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση. Τα κριτήρια θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν πλήρως όλους τους κινδύνους τους οποίους αναλαμβάνει ή ενδέχεται να αναλάβει το ίδρυμα ή ο όμιλος. Αυτό θα παράσχει επίσης τη δυνατότητα στα ιδρύματα να ορίσουν κατάλληλα κίνητρα στο πλαίσιο της πολιτικής αποδοχών ώστε να εξασφαλίσουν τη συνετή συμπεριφορά των υπαλλήλων και θα διασφαλίσει ότι ο εντοπισμός των υπαλλήλων εκείνων οι επαγγελματικές δραστηριότητες των οποίων έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος, αντικατοπτρίζει το επίπεδο κινδύνου των διαφόρων δραστηριοτήτων που ασκούνται εντός του ιδρύματος.

(3)

Το 2012 η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) δημοσίευσε τα αποτελέσματα έρευνας σχετικά με την αξιοποίηση σε εθνικό επίπεδο και την πρακτική εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών που εκδόθηκαν από την επιτροπή ευρωπαϊκών αρχών τραπεζικής εποπτείας σχετικά με τις πολιτικές και τις πρακτικές αποδοχών (οι κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕΑΤΕ), οι οποίες περιείχαν γενικά κριτήρια για την εκτίμηση της σημαντικότητας της επιρροής των υπαλλήλων στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Από την έρευνα προέκυψε ότι η εφαρμογή από ιδρύματα και αρμόδιες αρχές των διατάξεων που αφορούν τις αποδοχές και προβλέπονται στην οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) δεν οδήγησε σε επαρκή βαθμό εναρμόνισης. Το εύρος των πρακτικών όσον αφορά τις αποδοχές παρέμεινε υπερβολικά εκτενές και, συγκεκριμένα, στα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για τον εντοπισμό των υπαλλήλων δεν λαμβανόταν πάντα επαρκώς υπόψη ο αντίκτυπος των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των υπαλλήλων στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Εξακολούθησαν να υφίστανται σημαντικές αποκλίσεις στις προσεγγίσεις που υιοθετούνταν από διάφορα ιδρύματα και κράτη μέλη για τον εντοπισμό των εν λόγω υπαλλήλων. Ως εκ τούτου, τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα θα πρέπει να βασίζονται στην πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή της οδηγίας 2006/48/ΕΚ και των κατευθυντήριων γραμμών της ΕΕΑΤΕ και να στοχεύουν στην επίτευξη υψηλότερου επιπέδου εναρμόνισης. Η ΕΑΤ θα εκδώσει νέες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ορθές πολιτικές αποδοχών που συνάδουν με τις αρχές που προβλέπονται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας.

(4)

Θα πρέπει να θεσπιστεί σειρά σαφών ποιοτικών και κατάλληλων ποσοτικών κριτηρίων με σκοπό τον εντοπισμό των βασικών κατηγοριών υπαλλήλων των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος, τα οποία θα εξασφαλίζουν την εφαρμογή εναρμονισμένης προσέγγισης σε ολόκληρη την Ένωση και θα καλύπτουν ένα κοινό σύνολο των πλέον συναφών κινδύνων. Σύμφωνα με το άρθρο 94 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, όλες οι κατηγορίες υπαλλήλων που εντοπίζονται με βάση τα εν λόγω κριτήρια πρέπει να περιλαμβάνουν υπαλλήλους οι επαγγελματικές δραστηριότητες των οποίων έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος. Τα ιδρύματα θα πρέπει να λαμβάνουν επίσης υπόψη τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου που εκπονούν τα ίδια στο πλαίσιο των εσωτερικών τους διαδικασιών. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν τον πλήρη εντοπισμό όλων των υπαλλήλων οι επαγγελματικές δραστηριότητες των οποίων έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος.

(5)

Τα μέλη του διοικητικού οργάνου φέρουν την τελική ευθύνη για το ίδρυμα, τη στρατηγική και τις δραστηριότητές του και, ως εκ τούτου, μπορούν πάντα να έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Αυτό ισχύει τόσο για τα μέλη του διοικητικού οργάνου υπό τη διοικητική του αρμοδιότητα, τα οποία λαμβάνουν αποφάσεις όσο και για τα μέλη του οργάνου υπό την εποπτική του αρμοδιότητα, τα οποία επιβλέπουν τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων και θέτουν υπό αμφισβήτηση τις αποφάσεις που λαμβάνονται.

(6)

Τα ανώτατα διοικητικά και λοιπά στελέχη που είναι υπεύθυνα για σημαντικές επιχειρηματικές μονάδες, για τη διαχείριση συγκεκριμένων κατηγοριών κινδύνου, όπως η ρευστότητα, ο λειτουργικός κίνδυνος ή ο κίνδυνος επιτοκίου και για λειτουργίες ελέγχου στο εσωτερικό ενός ιδρύματος είναι επίσης υπεύθυνα για την καθημερινή διαχείριση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, των κινδύνων που αυτές ενέχουν και των καθηκόντων ελέγχου αυτών. Στα καθήκοντα αυτά περιλαμβάνεται η ευθύνη για τη λήψη στρατηγικών ή άλλων θεμελιώδους σημασίας αποφάσεων σχετικά με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες ή το εφαρμοστέο πλαίσιο ελέγχου. Οι κίνδυνοι που αναλαμβάνονται με την επιχειρηματική δραστηριότητα και ο τρόπος διαχείρισής τους αποτελούν τους πλέον σημαντικούς παράγοντες καθορισμού του προφίλ κινδύνου του ιδρύματος.

(7)

Εκτός από τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για την αύξηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, όσοι εκτελούν καθήκοντα παροχής εσωτερικής υποστήριξης που έχουν καίρια σημασία για την άσκηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και διαθέτουν εξουσία λήψης αποφάσεων σε αυτούς τους τομείς εκθέτουν το ίδρυμα σε ουσιώδεις λειτουργικούς και άλλους κινδύνους. Ως εκ τούτου, οι επαγγελματικές δραστηριότητες των υπαλλήλων που εκτελούν τέτοιου είδους καθήκοντα έχουν επίσης ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος.

(8)

Ο πιστωτικός κίνδυνος και ο κίνδυνος αγοράς αναλαμβάνονται συνήθως προκειμένου να δημιουργηθεί επιχειρηματική δραστηριότητα και, ως εκ τούτου, ο αντίκτυπος των δραστηριοτήτων που δημιουργούν αυτούς τους κινδύνους στο προφίλ κινδύνου μπορεί να εκτιμηθεί με τη χρήση κριτηρίων που βασίζονται στα όρια της εξουσίας, τα οποία υπολογίζονται τουλάχιστον μία φορά ετησίως βάσει των στοιχείων που αφορούν το κεφάλαιο και των προσεγγίσεων που χρησιμοποιούνται για ρυθμιστικούς σκοπούς, και με παράλληλη εφαρμογή ενός ελάχιστου ορίου για πιστωτικούς κινδύνους με σκοπό τη διασφάλιση της αναλογικής εφαρμογής των κριτηρίων στα μικρά ιδρύματα.

(9)

Τα κριτήρια εντοπισμού των υπαλλήλων των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι ορισμένα ιδρύματα μπορούν να απαλλαγούν από τις απαιτήσεις που συνδέονται με το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), καθώς και ότι τα όρια προσδιορίζονται με διαφορετικούς τρόπους μεταξύ των ιδρυμάτων χρησιμοποιώντας διαφορετικές προσεγγίσεις για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων.

(10)

Λαμβάνοντας υπόψη ότι το αποτέλεσμα των αποφάσεων επηρεάζεται συχνά από τους υπαλλήλους που κινούν τη διαδικασία για τη λήψη της απόφασης, παρόλο που η επίσημη εξουσία λήψης των αποφάσεων ανήκει σε περισσότερο υψηλόβαθμα στελέχη ή επιτροπές, τα κριτήρια θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα ουσιώδη στοιχεία σε τέτοιου είδους διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

(11)

Οι υπάλληλοι σε διοικητικές θέσεις είναι υπεύθυνοι για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες που ασκούνται στον τομέα που τελεί υπό τη διαχείρισή τους. Ως εκ τούτου, τα κατάλληλα κριτήρια θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι θεωρείται ότι έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος οι υπάλληλοι εκείνοι που είναι υπεύθυνοι για ομάδες υπαλλήλων οι δραστηριότητες των οποίων θα μπορούσαν να έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Αυτό περιλαμβάνει καταστάσεις όπου οι δραστηριότητες μεμονωμένων υπαλλήλων υπό τη διοίκηση των ανωτέρω υπαλλήλων δεν έχουν σε ατομικό επίπεδο ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος, αλλά το ευρύτερο σύνολο των δραστηριοτήτων τους θα μπορούσε να έχει τέτοιου είδους αντίκτυπο.

(12)

Εκτός των ποιοτικών κριτηρίων, θα πρέπει να οριστούν και κατάλληλα ποσοτικά κριτήρια για τον εντοπισμό κατηγοριών υπαλλήλων των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος. Οι συνολικές αποδοχές εξαρτώνται κατά κύριο λόγο από τη συμβολή των υπαλλήλων στην επίτευξη των επιχειρηματικών στόχων του ιδρύματος και, συνεπώς, από τις ευθύνες, τα καθήκοντα, τις ικανότητες και τις δεξιότητες των υπαλλήλων και τις επιδόσεις αυτών και του ιδρύματος. Όταν οι συνολικές αποδοχές ενός υπαλλήλου υπερβαίνουν ένα κατάλληλο κατώτατο όριο, εύλογα υποθέτει κανείς ότι αυτό συνδέεται με τη συμβολή του υπαλλήλου στους επιχειρηματικούς στόχους του ιδρύματος και τον αντίκτυπο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Αντίστοιχα, κρίνεται σκόπιμο να βασιστούν τα ποσοτικά αυτά κριτήρια στις συνολικές αποδοχές ενός υπαλλήλου, τόσο σε απόλυτους όρους όσο και σε σχέση με άλλους υπαλλήλους του ίδιου ιδρύματος. Κατά την εφαρμογή των εν λόγω ποσοτικών κριτηρίων, θα πρέπει να λαμβάνεται, κατά περίπτωση, υπόψη το γεγονός ότι τα επίπεδα πληρωμών διαφέρουν μεταξύ δικαιοδοσιών. Θα πρέπει να τεθούν σαφή και κατάλληλα κατώτατα όρια για τον εντοπισμό των υπαλλήλων των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που συλλέγονται από την ΕΑΤ και τις αρμόδιες αρχές. Τα εν λόγω ποσοτικά κριτήρια διαμορφώνουν μια ισχυρή υπόθεση όσον αφορά τον ουσιώδη αντίκτυπο των υπαλλήλων στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Ωστόσο, οι υποθέσεις αυτές που βασίζονται σε ποσοτικά κριτήρια δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται όταν τα ιδρύματα αποφασίζουν βάσει πρόσθετων αντικειμενικών προϋποθέσεων ότι οι υπάλληλοι δεν έχουν στην πραγματικότητα ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους κινδύνους τους οποίους αναλαμβάνει ή ενδέχεται να αναλάβει το τελευταίο. Η εξαίρεση των πλέον υψηλόμισθων υπαλλήλων που εντοπίζονται με γνώμονα τα εν λόγω κριτήρια θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο έγκρισης από την αρμόδια αρχή προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική και συνεπής εφαρμογή των κριτηρίων αυτών. Για τους υπαλλήλους που λαμβάνουν περισσότερα από 1 000 000 ευρώ (υψηλόμισθοι), οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ενημερώνουν την ΕΑΤ πριν από την έγκριση των εξαιρέσεων, ούτως ώστε να διασφαλισθεί η συνεκτική εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων, ιδίως σε τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις. Ωστόσο, η διαδικασία εντοπισμού, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των εξαιρέσεων, θα πρέπει να υπόκειται πάντα σε εποπτικό έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

(13)

Η ένταξη ορισμένων υπαλλήλων στο ίδιο επίπεδο αμοιβών με τα ανώτατα διοικητικά στελέχη ή πρόσωπα που αναλαμβάνουν κινδύνους ενδέχεται επίσης να αποτελεί ένδειξη ότι οι επαγγελματικές δραστηριότητες των εν λόγω υπαλλήλων έχουν αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος. Κατά τον καθορισμό του μισθολογικού επιπέδου, οι αποδοχές που λαμβάνουν υπάλληλοι που ασκούν ελεγκτικά ή υποστηρικτικά καθήκοντα και τα μέλη του διοικητικού οργάνου υπό την εποπτική του αρμοδιότητα δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Κατά την εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου, θα πρέπει να λαμβάνεται επίσης υπόψη το γεγονός ότι τα επίπεδα πληρωμών διαφέρουν μεταξύ δικαιοδοσιών. Θα πρέπει να επιτρέπεται στα ιδρύματα να καταδεικνύουν ότι υπάλληλοι που εμπίπτουν στο συγκεκριμένο μισθολογικό επίπεδο, αλλά δεν πληρούν κανένα από τα ποιοτικά ή άλλα ποσοτικά κριτήρια, δεν έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των κινδύνων που αναλαμβάνει ή ενδέχεται να αναλάβει το ίδρυμα. Η εξαίρεση των υπαλλήλων με υψηλό επίπεδο συνολικών αποδοχών από το κριτήριο αυτό θα πρέπει να υπόκειται σε διαδικασία κοινοποίησης που θα επιτρέπει την έγκαιρη διεξαγωγή εποπτικού ελέγχου, προκειμένου να διασφαλισθεί η συνεπής εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου.

(14)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι τα ιδρύματα τηρούν αρχείο της εκτίμησης που πραγματοποιήθηκε και των υπαλλήλων οι επαγγελματικές δραστηριότητες των οποίων έχει εντοπισθεί ότι έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου τους, ούτως ώστε να διευκολύνουν την αρμόδια αρχή και τους ελεγκτές κατά τον έλεγχο της εκτίμησης. Τα έγγραφα θα πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης υπαλλήλους που έχουν εντοπισθεί σύμφωνα με κριτήρια που βασίζονται στις αποδοχές τους αλλά των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες δεν θεωρείται ότι έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος.

(15)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η ΕΑΤ στην Επιτροπή.

(16)

Η ΕΑΤ διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού κόστους και των δυνητικών οφελών και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων που συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα αναφορικά με τα ποιοτικά και τα κατάλληλα ποσοτικά κριτήρια εντοπισμού των κατηγοριών υπαλλήλων οι επαγγελματικές δραστηριότητες των οποίων έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 92 παράγραφος 2 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, σε επίπεδο ομίλου, μητρικής εταιρείας και θυγατρικών, συμπεριλαμβανομένων των ιδρυμάτων που εδρεύουν σε υπεράκτια οικονομικά κέντρα.

Άρθρο 2

Εφαρμογή των κριτηρίων

Με την επιφύλαξη της υποχρέωσης που επιβάλλεται στην αρμόδια αρχή να διασφαλίζει ότι τα ιδρύματα συμμορφώνονται με τις αρχές που ορίζονται στα άρθρα 92, 93 και 94 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ για όλες τις κατηγορίες υπαλλήλων οι επαγγελματικές δραστηριότητες των οποίων έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας, οι υπάλληλοι που πληρούν οποιοδήποτε από τα ποιοτικά κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού ή οποιοδήποτε από τα ποσοτικά κριτήρια του άρθρου 4 του παρόντος κανονισμού θεωρείται ότι έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος.

Άρθρο 3

Ποιοτικά κριτήρια

Θεωρείται ότι έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος οι υπάλληλοι που πληρούν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα ποιοτικά κριτήρια:

1)

ο υπάλληλος είναι μέλος του διοικητικού οργάνου υπό τη διοικητική του αρμοδιότητα·

2)

ο υπάλληλος είναι μέλος του διοικητικού οργάνου υπό την εποπτική του αρμοδιότητα·

3)

ο υπάλληλος είναι ανώτατο διοικητικό στέλεχος·

4)

ο υπάλληλος φέρει ευθύνη και λογοδοτεί στο διοικητικό όργανο για τις δραστηριότητες του ανεξάρτητου τμήματος διαχείρισης κινδύνου, του τμήματος κανονιστικής συμμόρφωσης ή του τμήματος εσωτερικού ελέγχου·

5)

ο υπάλληλος φέρει συνολική ευθύνη για τη διαχείριση κινδύνου εντός μιας επιχειρηματικής μονάδας, όπως ορίζεται στο άρθρο 142 παράγραφος 1 σημείο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στην οποία κατανεμήθηκε εσωτερικό κεφάλαιο σύμφωνα με το άρθρο 73 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ που αντιστοιχεί σε ποσοστό τουλάχιστον 2 % του εσωτερικού κεφαλαίου του ιδρύματος («σημαντική επιχειρηματική μονάδα»)·

6)

ο υπάλληλος είναι επικεφαλής σημαντικής επιχειρηματικής μονάδας·

7)

ο υπάλληλος διαθέτει διοικητικές αρμοδιότητες σε ένα από τα τμήματα που αναφέρονται στο σημείο 4 ή σε σημαντική επιχειρηματική μονάδα και αναφέρεται απευθείας σε υπάλληλο που εντοπίζεται δυνάμει των σημείων 4 ή 5·

8)

ο υπάλληλος διαθέτει διοικητικές αρμοδιότητες σε σημαντική επιχειρηματική μονάδα και αναφέρεται απευθείας στον υπάλληλο που είναι επικεφαλής αυτής της μονάδας·

9)

ο υπάλληλος είναι επικεφαλής τμήματος αρμόδιου για νομικές υποθέσεις, θέματα οικονομικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της φορολογίας και της κατάρτισης του προϋπολογισμού, τους ανθρώπινους πόρους, την πολιτική αποδοχών, την τεχνολογία των πληροφοριών ή τη διενέργεια οικονομικών αναλύσεων·

10)

ο υπάλληλος είναι αρμόδιος ή αποτελεί μέλος επιτροπής που είναι αρμόδια για τη διαχείριση κατηγορίας κινδύνου που προβλέπεται στα άρθρα 79 έως 87 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ πέραν του πιστωτικού κινδύνου και του κινδύνου αγοράς·

11)

αναφορικά με την έκθεση σε πιστωτικό κίνδυνο ονομαστικού ποσού ανά συναλλαγή που αντιστοιχεί σε ποσοστό 0,5 % του κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 του ιδρύματος, και ανέρχεται σε τουλάχιστον 5 εκατ. ευρώ, ο υπάλληλος:

α)

είναι υπεύθυνος για την υποβολή προτάσεων για πιστώσεις ή τη διάρθρωση πιστωτικών προϊόντων που μπορούν να οδηγήσουν σε τέτοιου είδους έκθεση σε πιστωτικό κίνδυνο· ή

β)

διαθέτει εξουσία για τη λήψη, την έγκριση ή την άσκηση βέτο για απόφαση που αφορά τέτοιου είδους έκθεση σε πιστωτικό κίνδυνο· ή

γ)

είναι μέλος επιτροπής που διαθέτει εξουσία να λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) ή β)·

12)

αναφορικά με ίδρυμα, για το οποίο δεν ισχύει η παρέκκλιση για μικρές δραστηριότητες του χαρτοφυλακίου συναλλαγών που προβλέπεται στο άρθρο 94 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ο υπάλληλος:

α)

διαθέτει εξουσία να λαμβάνει, να εγκρίνει ή να ασκεί βέτο για απόφαση που αφορά συναλλαγές στο πλαίσιο του χαρτοφυλακίου συναλλαγών οι οποίες, στο σύνολό τους, ανταποκρίνονται σε ένα από τα ακόλουθα όρια:

(i)

όταν χρησιμοποιείται η τυποποιημένη προσέγγιση, απαίτηση ιδίων κεφαλαίων για κινδύνους αγοράς η οποία αντιστοιχεί σε ποσοστό 0,5 % και άνω του κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 του ιδρύματος· ή

(ii)

όταν εγκρίνεται, για ρυθμιστικούς σκοπούς, προσέγγιση εσωτερικού υποδείγματος, ποσοστό 5 % και άνω του ορίου της δυνητικής ζημίας του ιδρύματος για τα ανοίγματα του χαρτοφυλακίου συναλλαγών με μονόπλευρο διάστημα εμπιστοσύνης 99 %· ή

β)

είναι μέλος επιτροπής που διαθέτει εξουσία να λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

13)

ο υπάλληλος διαθέτει διοικητικές αρμοδιότητες για ομάδα υπαλλήλων οι οποίοι διαθέτουν σε ατομικό επίπεδο εξουσίες ανάληψης δέσμευσης εκ μέρους του ιδρύματος για την εκτέλεση συναλλαγών και πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το άθροισμα των εν λόγω εξουσιών είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το όριο που ορίζεται στο σημείο 11 στοιχεία α) ή β) ή στο σημείο 12 στοιχείο α) σημείο i)·

β)

όταν εγκρίνεται, για ρυθμιστικούς σκοπούς, προσέγγιση εσωτερικού υποδείγματος οι εν λόγω εξουσίες αντιστοιχούν σε ποσοστό 5 % και άνω του ορίου της δυνητικής ζημίας του ιδρύματος για τα ανοίγματα του χαρτοφυλακίου συναλλαγών με μονόπλευρο διάστημα εμπιστοσύνης 99 %. Όταν το ίδρυμα δεν υπολογίζει τη δυνητική ζημία στο επίπεδο του εν λόγω υπαλλήλου, προστίθενται τα όρια δυνητικής ζημίας των υπαλλήλων που βρίσκονται υπό τη διοίκηση του συγκεκριμένου υπαλλήλου·

14)

αναφορικά με αποφάσεις σχετικά με την έγκριση ή την άσκηση βέτο στην εισαγωγή νέων προϊόντων, ο υπάλληλος:

α)

διαθέτει εξουσία για τη λήψη τέτοιου είδους αποφάσεων· ή

β)

είναι μέλος επιτροπής που διαθέτει εξουσία για τη λήψη τέτοιου είδους αποφάσεων·

15)

ο υπάλληλος διαθέτει διοικητικές αρμοδιότητες για υπάλληλο που πληροί ένα από τα κριτήρια που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 14.

Άρθρο 4

Ποσοτικά κριτήρια

1.   Σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 5, θεωρείται ότι έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου ενός ιδρύματος οι υπάλληλοι που πληρούν οποιοδήποτε από τα ακόλουθα ποσοτικά κριτήρια:

α)

οι συνολικές αποδοχές του υπαλλήλου ανήλθαν ή υπερέβησαν το ποσό των 500 000 ευρώ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος·

β)

ο υπάλληλος περιλαμβάνεται στο 0,3 % του προσωπικού, με στρογγυλοποίηση στον επόμενο ακέραιο, με τις υψηλότερες συνολικές αποδοχές κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος·

γ)

οι συνολικές αποδοχές του υπαλλήλου κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος ήταν ίσες ή υψηλότερες από τις χαμηλότερες συνολικές αποδοχές που έλαβε κατά το συγκεκριμένο οικονομικό έτος ένα ανώτατο διοικητικό στέλεχος ή ο εν λόγω υπάλληλος πληροί οποιοδήποτε από τα κριτήρια των σημείων 1, 3, 5, 6, 8, 11, 12, 13 ή 14 του άρθρου 3.

2.   Κριτήριο που προβλέπεται στην παράγραφο 1 θεωρείται ότι δεν πληρούται όταν το ίδρυμα ορίσει ότι οι επαγγελματικές δραστηριότητες του υπαλλήλου δεν έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος, διότι ο υπάλληλος ή η κατηγορία υπαλλήλων στην οποία αυτός ανήκει:

α)

ασκεί επαγγελματικές δραστηριότητες και διαθέτει εξουσίες μόνο σε μια επιχειρηματική μονάδα που δεν αποτελεί σημαντική επιχειρηματική μονάδα· ή

β)

δεν έχει κανέναν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου μιας σημαντικής επιχειρηματικής μονάδας μέσω των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που ασκούνται.

3.   Η προϋπόθεση που ορίζεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 εκτιμάται με βάση αντικειμενικά κριτήρια που λαμβάνουν υπόψη όλους τους συναφείς δείκτες κινδύνων και επιδόσεων που χρησιμοποιούνται από το ίδρυμα για τον εντοπισμό, τη διαχείριση και την παρακολούθηση των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 74 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και με βάση τα καθήκοντα και τις εξουσίες του υπαλλήλου ή της κατηγορίας υπαλλήλων και τον αντίκτυπό τους στο προφίλ κινδύνου του ιδρύματος σε σύγκριση με τον αντίκτυπο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των υπαλλήλων που εντοπίζονται σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 3 του παρόντος κανονισμού.

4.   Ένα ίδρυμα ενημερώνει την αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την προληπτική εποπτεία του σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου 2 όσον αφορά το κριτήριο του στοιχείου α) της παραγράφου 1. Στην κοινοποίηση προσδιορίζεται η βάση επί της οποίας το ίδρυμα όρισε ότι ο συγκεκριμένος υπάλληλος ή η κατηγορία υπαλλήλων στην οποία ανήκει αυτός πληροί μία από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 και, κατά περίπτωση, περιλαμβάνει την εκτίμηση που εκπονήθηκε από το ίδρυμα σύμφωνα με την παράγραφο 3.

5.   Η εφαρμογή της παραγράφου 2 από ένα ίδρυμα αναφορικά με έναν υπάλληλο οι συνολικές αποδοχές του οποίου ανήλθαν ή υπερέβησαν το ποσό των 750 000 ευρώ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, ή σε σχέση με το κριτήριο του στοιχείου β) της παραγράφου 1, υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση από την αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την προληπτική εποπτεία του εν λόγω ιδρύματος.

Η αρμόδια αρχή παρέχει προηγούμενη έγκριση μόνον όταν το ίδρυμα είναι σε θέση να αποδείξει ότι πληρούται μία από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2, λαμβάνοντας υπόψη, αναφορικά με την προϋπόθεση του στοιχείου β) της παραγράφου 2, τα κριτήρια για την εκτίμηση που ορίζονται στην παράγραφο 3.

Σε περίπτωση που οι συνολικές αποδοχές του υπαλλήλου ανήλθαν ή υπερέβησαν το ποσό του 1 000 000 ευρώ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, η αρμόδια αρχή παρέχει προηγούμενη έγκριση μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Προκειμένου να διασφαλισθεί η συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών προτού δώσει την έγκρισή της σε σχέση με τον εν λόγω υπάλληλο.

Άρθρο 5

Υπολογισμός των αποδοχών

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, οι αποδοχές που έχουν αποφασισθεί να καταβληθούν αλλά δεν έχουν ακόμα καταβληθεί, αποτιμώνται κατά την ημερομηνία της απόφασης για την καταβολή τους χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η εφαρμογή του συντελεστή αναπροσαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 94 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) σημείο iii) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή τυχόν μειώσεις των αμοιβών, είτε μέσω ρυθμίσεων περί επιστροφής αμοιβών, ρυθμίσεων malus, ή με άλλα μέσα. Όλα τα ποσά υπολογίζονται σε ακαθάριστη μορφή και σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης.

2.   Για τον σκοπό της εφαρμογής των στοιχείων β) και γ) του άρθρου 4 παράγραφος 1, οι αποδοχές μπορούν να εξετασθούν ξεχωριστά για κάθε κράτος μέλος και τρίτη χώρα στην οποία το ίδρυμα διαθέτει εγκατάσταση και οι υπάλληλοι θα σχετίζονται με τη χώρα στην οποία ασκούν το κύριο μέρος των δραστηριοτήτων τους.

Άρθρο 6

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 4 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338.

(2)  Οδηγία 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 177 της 30.6.2006, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


Top