EUR-Lex Access to European Union law
This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32013R1023
Regulation (EU, Euratom) No 1023/2013 of the European Parliament and of the Council of 22 October 2013 amending the Staff Regulations of Officials of the European Union and the Conditions of Employment of Other Servants of the European Union
Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1023/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013 , για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1023/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2013 , για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης
OJ L 287, 29.10.2013, p. 15–62
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
In force
29.10.2013 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 287/15 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 1023/2013 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 22ας Οκτωβρίου 2013
για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 336,
Έχοντας υπόψη το πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 12,
Έχοντας υπόψη την πρόταση που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης,
Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1),
Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με τα περισσότερα από 50 όργανα και οργανισμούς της, θα πρέπει να εξακολουθήσει να διαθέτει ευρωπαϊκή δημόσια διοίκηση υψηλής ποιότητας, η οποία να της επιτρέπει να επιτυγχάνει τους στόχους της, να εφαρμόζει τις πολιτικές της, να ασκεί τις δραστηριότητές της και να επιτελεί τα καθήκοντά της με βάση τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα σύμφωνα με τις Συνθήκες προκειμένου να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις, εσωτερικές και εξωτερικές, που θα αντιμετωπίζει στο μέλλον, και να υπηρετεί τους πολίτες της Ένωσης. |
(2) |
Συνεπώς, είναι αναγκαίο να διασφαλίζεται ένα πλαίσιο για την προσέλκυση, πρόσληψη και διατήρηση γλωσσομαθούς προσωπικού υψηλού επιπέδου προσόντων, το οποίο να επιλέγεται από την ευρύτερη δυνατή γεωγραφική βάση μεταξύ των πολιτών των κρατών μελών, με κατάλληλη μέριμνα για την ισόρροπη εκπροσώπηση των δύο φύλων, να είναι ανεξάρτητο, και να τηρεί τα ανώτατα επαγγελματικά πρότυπα, και να παρέχεται στο προσωπικό αυτό η δυνατότητα να ασκεί τα καθήκοντά του όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά και αποδοτικά. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίο να ξεπεραστούν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν σήμερα τα θεσμικά όργανα όσον αφορά την πρόσληψη υπαλλήλων ή προσωπικού από ορισμένα κράτη μέλη. |
(3) |
Δεδομένου του μεγέθους της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης σε σχέση με τους στόχους της Ένωσης και τον πληθυσμό της, τυχόν μείωση του προσωπικού των οργάνων και των οργανισμών της Ένωσης δεν θα πρέπει να δημιουργήσει κωλύματα στην άσκηση των καθηκόντων, των υποχρεώσεων και των λειτουργιών τους σύμφωνα με τις υποχρεώσεις και τις αρμοδιότητες βάσει των Συνθηκών. Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται διαφάνεια όσον αφορά τις δαπάνες προσωπικού που επιβαρύνουν κάθε όργανο και οργανισμό σε σχέση με όλες τις κατηγορίες του προσωπικού που απασχολεί. |
(4) |
Η ευρωπαϊκή δημόσια διοίκηση οφείλει να τηρεί τα ανώτατα πρότυπα επαγγελματικής δεοντολογίας, και να παραμένει πάντοτε ανεξάρτητη. Προς τούτο, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί περαιτέρω ο τίτλος ΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης (4), που προβλέπει ένα πλαίσιο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Οι υπάλληλοι ή πρώην υπάλληλοι που δεν συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις αυτές θα πρέπει να υπέχουν πειθαρχική ευθύνη. |
(5) |
Η αξία της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης έγκειται εξίσου στην πολιτιστική και στη γλωσσική της ποικιλότητα, που μπορούν να εξασφαλιστούν μόνο αν εξασφαλίζεται κατάλληλη ισορροπία όσον αφορά τις εθνικότητες των υπαλλήλων. Οι προσλήψεις και οι διορισμοί θα πρέπει να εξασφαλίζουν την επιλογή προσωπικού με την ευρύτερη δυνατή γεωγραφική βάση και από όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς ωστόσο να προορίζονται θέσεις ειδικά για υπηκόους συγκεκριμένου κράτους μέλους. Για τούτο, και προκειμένου να αίρονται σημαντικές ανισορροπίες μεταξύ των εθνικοτήτων των υπαλλήλων, που δεν δικαιολογούνται με αντικειμενικά κριτήρια, θα πρέπει να παρέχεται σε όλα τα θεσμικά όργανα η δυνατότητα λαμβάνουν δικαιολογημένα και κατάλληλα μέτρα. Τα μέτρα αυτά δεν μπορούν να συνεπάγονται ποτέ κριτήρια πρόσληψης άλλα απ’ αυτά που βασίζονται στα προσόντα. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των κατάλληλων μέτρων από τα θεσμικά όργανα. |
(6) |
Προκειμένου να διευκολύνονται οι προσλήψεις στην ευρύτερη δυνατή γεωγραφική βάση, τα θεσμικά όργανα θα πρέπει να μεριμνούν ώστε να προσφέρουν στα τέκνα του προσωπικού τους πολύγλωσση και πολυπολιτιστική εκπαίδευση. Είναι επιθυμητό να καταλογίζεται στον προϋπολογισμό της Ένωσης συνεισφορά της Ένωσης στη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών σχολείων, καθοριζόμενη από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες. Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να επανεξετάζουν τον τόπο εγκατάστασης νέων ευρωπαϊκών σχολείων, αν αυτό απαιτείται για την εξυπηρέτηση της λειτουργίας των θεσμικών οργάνων. |
(7) |
Ο ευρύτερος στόχος θα πρέπει να είναι η βέλτιστη δυνατή διαχείριση των ανθρώπινων πόρων, στο πλαίσιο μιας ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης που θα χαρακτηρίζεται από αριστεία, ικανότητα, ανεξαρτησία, πίστη, αμεροληψία και σταθερότητα, καθώς επίσης από πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία και ελκυστικές συνθήκες πρόσληψης. |
(8) |
Οι υπάλληλοι θα πρέπει να υπόκεινται σε περίοδο δοκιμασίας εννέα μηνών. Όταν λαμβάνει απόφαση για τη μονιμοποίηση υπαλλήλου, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την έκθεση σχετικά με την περίοδο δοκιμασίας, που συντάσσεται στο τέλος της περιόδου αυτής, και τη συμπεριφορά του δόκιμου υπαλλήλου όσον αφορά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του βάσει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. Θα πρέπει να είναι δυνατή η εκπόνηση έκθεσης για τον δόκιμο υπάλληλο ανά πάσα στιγμή, αν η απόδοση στην εργασία του αποδειχτεί εμφανώς ανεπαρκής. Διαφορετικά, έκθεση θα πρέπει να συντάσσεται μόνο στο τέλος της περιόδου δοκιμασίας. |
(9) |
Για να εξασφαλισθεί ότι η αγοραστική δύναμη των μόνιμων και λοιπών υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξελίσσεται παράλληλα με εκείνη των εθνικών δημόσιων υπαλλήλων των κεντρικών διοικήσεων των κρατών μελών, είναι ουσιαστικό να διατηρηθεί η αρχή ενός πολυετούς μηχανισμού επικαιροποίησης των αποδοχών, γνωστού ως «η μέθοδος», με μέριμνα για την εφαρμογή του έως το τέλος του 2023 με επανεξέταση στις αρχές του 2022, και παράλληλα με πρόβλεψη για προσωρινή παράταση της μεθόδου. Επιπλέον, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες που προέκυψαν κατά το παρελθόν όσον αφορά την εφαρμογή της μεθόδου, θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα ώστε η μέθοδος να επιτρέπει την ετήσια αυτόματη επικαιροποίηση όλων των μισθών, συντάξεων και επιδομάτων, συμπεριλαμβανομένης αυτόματης ρήτρας κρίσης. Για τούτο, τα σχετικά ποσά που προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το Καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να θεωρούνται ποσά αναφοράς υποκείμενα σε τακτική και αυτόματη επικαιροποίηση. Τα επικαιροποιημένα αυτά ποσά θα πρέπει να δημοσιεύονται από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, για λόγους ενημέρωσης. Ο μηχανισμός επικαιροποίησης θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης σε όλες τις άλλες περιπτώσεις όπου προβλέπεται τέτοια επικαιροποίηση. |
(10) |
Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η ποιότητα των στατιστικών στοιχείων που χρησιμοποιούνται για την επικαιροποίηση των αποδοχών και των συντάξεων. Σύμφωνα με την αρχή της αμεροληψίας, οι εθνικοί στατιστικοί οργανισμοί ή άλλες κατάλληλες αρχές στα κράτη μέλη θα πρέπει να συγκεντρώνουν τα στοιχεία σε εθνικό επίπεδο και να τα διαβιβάζουν στην Eurostat. |
(11) |
Τα πιθανά πλεονεκτήματα που θα προκύψουν για τους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης από την εφαρμογή της μεθόδου θα πρέπει να εξισορροπηθούν με την επαναφορά του συστήματος «εισφοράς». Όπως και στην περίπτωση της μεθόδου, η εφαρμογή της εισφοράς αλληλεγγύης μπορεί να παραταθεί προσωρινά. Φαίνεται σκόπιμο, υπό τις σημερινές περιστάσεις, να αυξηθεί η εισφορά αλληλεγγύης σε σύγκριση με το ύψος της ειδικής εισφοράς που εφαρμόστηκε από το 2004 έως το 2012, και να προβλεφτεί προοδευτικότερος συντελεστής, και τούτο για να ληφθούν υπόψη η ιδιαίτερα δυσχερής οικονομική και κοινωνική συγκυρία στην Ένωση και οι επιπτώσεις της για τα δημόσια οικονομικά σε ολόκληρη την Ένωση. Η ανάγκη εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών στην Ένωση, και βραχυπρόθεσμα, απαιτεί άμεσες και ιδιαίτερες προσπάθειες για αλληλεγγύη εκ μέρους του προσωπικού των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Αυτή η εισφορά αλληλεγγύης θα πρέπει συνεπώς να εφαρμοστεί σε όλους τους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης από την 1η Ιανουαρίου 2014. |
(12) |
Στα συμπεράσματά του της 8ης Φεβρουαρίου 2013, για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επισήμαινε ότι η ανάγκη της βραχυπρόθεσμης, μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών απαιτεί ιδιαίτερες προσπάθειες από όλες τις δημόσιες διοικήσεις και το προσωπικό τους, με στόχο τη βελτίωση της απόδοσης και της αποτελεσματικότητας, και την προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες. Μάλιστα υπενθύμιζε τον στόχο της πρότασης της Επιτροπής, του 2011, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την οποία επιδιώκεται να εξασφαλιστεί οικονομική αποδοτικότητα, και αναγνώριζε ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτούν ιδιαίτερη προσπάθεια από όλες τις δημόσιες διοικήσεις και όλα τα μέλη του προσωπικού τους, για τη βελτίωση της απόδοσης και την προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες στην Ευρώπη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζητούσε, ακόμα, στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, την αναστολή, για μια διετία, της αναπροσαρμογής των μισθών και των συντάξεων όλων των υπαλλήλων των θεσμικών οργάνων της Ένωσης με την εφαρμογή της μεθόδου, και την επαναφορά της νέας εισφοράς αλληλεγγύης στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της μεθόδου μισθολογικής αναπροσαρμογής. |
(13) |
Με βάση τα συμπεράσματα αυτά και προκειμένου να αντιμετωπιστούν μελλοντικοί δημοσιονομικοί περιορισμοί και να επιδειχτεί η αλληλεγγύη της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης προς τα δραστικά μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη ως αποτέλεσμα της πρωτόγνωρης χρηματοπιστωτικής κρίσης και των ιδιαίτερα δύσκολων κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών στα κράτη μέλη και στην Ένωση συνολικά, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η αναστολή της μεθόδου επί δύο έτη για όλες τις αποδοχές, όλες τις συντάξεις και όλα τα επιδόματα των υπαλλήλων, και να εφαρμοστεί η εισφορά αλληλεγγύης παρά την ανωτέρω αναστολή. |
(14) |
Οι δημογραφικές αλλαγές και η μεταβαλλόμενη ηλικιακή διάρθρωση του σχετικού πληθυσμού απαιτούν να αυξηθεί η ηλικία συνταξιοδότησης, υπό την επιφύλαξη όμως λήψης μεταβατικών μέτρων για τους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ήδη υπηρετούν. Τα εν λόγω μεταβατικά μέτρα είναι αναγκαία για να τηρηθούν τα κεκτημένα δικαιώματα των υπαλλήλων που ήδη υπηρετούν και οι οποίοι έχουν συνεισφέρει στο πλασματικό συνταξιοδοτικό ταμείο των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα πρέπει, επίσης, η ηλικία συνταξιοδότησης να καταστεί περισσότερο ευέλικτη, με τη διευκόλυνση της δυνατότητας του προσωπικού να συνεχίζει να εργάζεται, κατ' επιλογή, μέχρι την ηλικία των 67 ετών και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό ειδικές συνθήκες, μέχρι την ηλικία των 70 ετών. |
(15) |
Δεδομένου ότι το συνταξιοδοτικό καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ένωσης τελεί υπό αναλογιστική ισορροπία και αυτή η ισορροπία πρέπει να διατηρηθεί βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, το προσωπικό που προσλαμβάνεται πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014 θα πρέπει να αποζημιώνεται για τη εισφορά του στο συνταξιοδοτικό καθεστώς μέσω μεταβατικών μέτρων, όπως του προσαρμοσμένου ποσοστού προσαύξησης για τα έτη υπηρεσίας μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας συνταξιοδότησης («κίνητρο της Βαρκελώνης»), και μέσω εφαρμογής της μείωσης κατά το ήμισυ για πρόωρη συνταξιοδότηση μεταξύ της ηλικίας των 60 ετών και της νόμιμης ηλικίας συνταξιοδότησης. |
(16) |
Η κοινώς αποδεκτή αναλογιστική πρακτική επιβάλλει να εφαρμοστεί περίοδος παρατηρήσεων του παρελθόντος που αναφέρονται σε χρονικό διάστημα μεταξύ 20 και 40 ετών για τα επιτόκια και την αύξηση μισθών, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η ισορροπία των συνταξιοδοτικών καθεστώτων. Οι κινητοί μέσοι όροι για τα επιτόκια και την αύξηση μισθών θα πρέπει επομένως να παραταθούν σε 30 έτη με μεταβατική περίοδο επτά ετών. |
(17) |
Το Συμβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να εκπονήσει μια μελέτη και να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις σχετικά με το άρθρο 5 παράγραφος 4, το παράρτημα Ι τμήμα Α και το άρθρο 45 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, με σκοπό να καθοριστεί σαφής σύνδεσμος μεταξύ των αρμοδιοτήτων και του βαθμού και να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο επίπεδο των αρμοδιοτήτων κατά τη σύγκριση των προσόντων στο πλαίσιο της προαγωγής. |
(18) |
Με γνώμονα αυτό το αίτημα, είναι σκόπιμο η προαγωγή σε υψηλότερο βαθμό να εξαρτάται από την προσωπική προσήλωση, τη βελτίωση των ικανοτήτων και των δεξιοτήτων, και την άσκηση καθηκόντων των οποίων η σημασία δικαιολογεί τον διορισμό του υπαλλήλου σ’ αυτόν τον υψηλότερο βαθμό. |
(19) |
Η σταδιοδρομία στο πλαίσιο των ομάδων καθηκόντων AD και AST θα πρέπει να αναδιαρθρωθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι υψηλότεροι βαθμοί να προορίζονται για περιορισμένο αριθμό υπαλλήλων που ασκούν αρμοδιότητες ανωτάτου επιπέδου. Στο πλαίσιο αυτό, οι διοικητικοί υπάλληλοι μπορούν να φτάσουν μόνον έως τον βαθμό AD 12, εκτός αν τοποθετηθούν σε συγκεκριμένη θέση υψηλότερη από τον βαθμό αυτό, οι δε βαθμοί AD 13 και 14 θα πρέπει να προορίζονται αποκλειστικά για τους υπαλλήλους των οποίων τα καθήκοντα συνεπάγονται την ανάληψη σημαντικών ευθυνών. Ομοίως, οι υπάλληλοι βαθμού AST 9 μπορούν να προάγονται στον βαθμό AST 10 μόνο σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 4 και στο άρθρο 29 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. |
(20) |
Με στόχο την περαιτέρω προσαρμογή της διάρθρωσης της σταδιοδρομίας στους σημερινούς τομείς απασχόλησης του προσωπικού AST σε διάφορα επίπεδα αρμοδιοτήτων, και ως μια απαραίτητη συνεισφορά στον περιορισμό των διοικητικών δαπανών, θα πρέπει να δημιουργηθεί νέα ομάδα καθηκόντων «AST/SC» για το προσωπικό γραμματείας και γραφείου. Οι μισθοί και τα ποσοστά προαγωγής θα πρέπει να εξασφαλίζουν κατάλληλη αντιστοιχία μεταξύ του επιπέδου αρμοδιοτήτων και του επιπέδου των αποδοχών. Με αυτόν τον τρόπο θα είναι δυνατό να διατηρηθούν η σταθερότητα και η εμβέλεια της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης. Η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογήσει την έκταση και τις συνέπειες της καθιέρωσης της νέας αυτής ομάδας καθηκόντων και να υποβάλει σχετική έκθεση, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τη θέση των γυναικών προκειμένου να διασφαλιστεί μια ευρωπαϊκή δημόσια διοίκηση σταθερή και χωρίς αποκλεισμούς. |
(21) |
Ο όρος της ελάχιστης παραμονής δύο ετών στον βαθμό προκειμένου να είναι δυνατή η προαγωγή ενός υπαλλήλου στον αμέσως επόμενο βαθμό διατηρείται, για να είναι δυνατή η ταχύτερη προαγωγή των υπαλλήλων που έχουν υψηλή απόδοση. Κάθε θεσμικό όργανο θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι εσωτερικές πολιτικές του για τους ανθρώπινους πόρους θα αξιοποιούν τις δυνατότητες που προσφέρει ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης προκειμένου να παρέχουν κατάλληλες σταδιοδρομίες στους υπαλλήλους που έχουν μεγάλες δυνατότητες και υψηλή απόδοση. |
(22) |
Οι ώρες εργασίας που εφαρμόζονται στα θεσμικά όργανα θα πρέπει να εναρμονιστούν με τις ώρες εργασίας που ισχύουν σε ορισμένα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να αντισταθμιστεί η μείωση προσωπικού αυτών των οργάνων. Κατά την εναρμόνιση αυτή πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ώρες εργασίας που ισχύουν στη δημόσια διοίκηση των κρατών μελών. Η καθιέρωση ελάχιστου αριθμού ωρών εργασίας εβδομαδιαίως θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα του προσωπικού που απασχολείται από τα θεσμικά όργανα να αναλάβει τον φόρτο εργασίας που απορρέει από την υλοποίηση των στόχων πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και, παράλληλα, την εναρμόνιση των συνθηκών εργασίας στα όργανα προς το συμφέρον της αλληλεγγύης σε ολόκληρη τη δημόσια διοίκηση της Ένωσης. |
(23) |
Οι ρυθμίσεις ελαστικού ωραρίου αποτελούν ουσιαστικό στοιχείο μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης, που εξασφαλίζουν συνθήκες εργασίας φιλικές προς την οικογένεια και την κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των δύο φύλων στο εσωτερικό των θεσμικών οργάνων. Είναι επομένως αναγκαίο να προβλεφθεί ρητή αναφορά σ’ αυτές τις ρυθμίσεις στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης. |
(24) |
Οι κανόνες στον τομέα της οδοιπορικής άδειας και ετήσιας επιστροφής των εξόδων ετησίου ταξιδίου από τον τόπο υπηρεσίας στον τόπο καταγωγής θα πρέπει να εκσυγχρονιστούν, να εκλογικευτούν και να συνδεθούν με καθεστώς εκπατρισμού, προκειμένου να καταστεί η εφαρμογή τους απλούστερη και περισσότερο διαφανής. Ειδικότερα, η ετήσια οδοιπορική άδεια θα πρέπει να αντικατασταθεί από άδεια επίσκεψης τόπου καταγωγής και να περιοριστεί σε δυόμιση ημέρες κατά ανώτατο όριο. |
(25) |
Ομοίως, οι κανόνες περί επιστροφής των εξόδων μετακόμισης θα πρέπει να απλουστευθούν, προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή τους τόσο για τη διοίκηση όσο και για τα μέλη προσωπικού. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να καθοριστούν ανώτατα όρια κόστους που να λαμβάνουν υπόψη την οικογενειακή κατάσταση των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού, καθώς και το μέσο κόστος μετακόμισης και σχετικής ασφάλισης. |
(26) |
Ορισμένα μέλη του προσωπικού οφείλουν να εκτελούν συχνά αποστολές στους άλλους κύριους τόπους εργασίας του θεσμικού οργάνου τους. Επί του παρόντος, αυτές οι καταστάσεις δεν λαμβάνονται δεόντως υπόψη στους κανόνες περί αποστολών. Αυτοί οι κανόνες θα πρέπει, επομένως, να προσαρμοστούν, ούτως ώστε να επιτρέπεται, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η επιστροφή του κόστους στέγασης βάσει κατ’ αποκοπή ποσού. |
(27) |
Είναι σκόπιμο να εκσυγχρονιστούν οι συνθήκες εργασίας του προσωπικού που εργάζεται σε τρίτες χώρες και να καταστούν οικονομικά αποδοτικότερες με ταυτόχρονες εξοικονομήσεις. Τα δικαιώματα ετήσιας άδειας θα πρέπει να προσαρμοστούν, και θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί η δυνατότητα εφαρμογής ευρύτερου φάσματος παραμέτρων στον καθορισμό της αποζημίωσης συνθηκών διαβίωσης, χωρίς να επηρεαστεί ο γενικός στόχος για επίτευξη εξοικονομήσεων. Οι όροι για τη χορήγηση της αποζημίωσης κατοικίας θα πρέπει να αναθεωρηθούν ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη οι τοπικές συνθήκες και να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος. |
(28) |
Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ένα πιο ευέλικτο πλαίσιο για την απασχόληση συμβασιούχων υπαλλήλων. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης θα πρέπει, επομένως, να μπορούν να προσλαμβάνουν συμβασιούχους υπαλλήλους για μέγιστη περίοδο έξι ετών με σκοπό την επιτέλεση καθηκόντων υπό την επίβλεψη μονίμων ή εκτάκτων υπαλλήλων. Επιπλέον, ενώ η μεγάλη πλειονότητα των υπαλλήλων θα εξακολουθήσει να προσλαμβάνεται βάσει γενικών διαγωνισμών, τα θεσμικά όργανα θα πρέπει να εξουσιοδοτηθούν να διοργανώνουν εσωτερικούς διαγωνισμούς οι οποίοι μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις να είναι επίσης ανοικτοί στους συμβασιούχους υπαλλήλους. |
(29) |
Θα πρέπει να προβλεφθούν μεταβατικές ρυθμίσεις για να επιτραπεί η σταδιακή εφαρμογή νέων κανόνων και μέτρων, με παράλληλη τήρηση των κεκτημένων δικαιωμάτων και λαμβανομένων υπόψη των θεμιτών προσδοκιών του προσωπικού που έχει προσληφθεί πριν από την έναρξη ισχύος των εν λόγω τροποποιήσεων του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. |
(30) |
Το προσωπικό των οργανισμών καλύπτεται από το συνταξιοδοτικό καθεστώς της ΕΕ, όπως το λοιπό προσωπικό που υπόκειται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης. Οι οργανισμοί που αυτοχρηματοδοτούνται πλήρως καταβάλλουν σήμερα την εργοδοτική εισφορά στο καθεστώς. Προκειμένου να εξασφαλιστεί δημοσιονομική διαφάνεια και μια πιο ισόρροπη κατανομή των βαρών, οι οργανισμοί που χρηματοδοτούνται εν μέρει από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να καταβάλλουν το μέρος των εργοδοτικών εισφορών το οποίο αντιστοιχεί στην αναλογία των εσόδων του οργανισμού χωρίς την επιδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τα συνολικά έσοδά του. Η νέα αυτή διάταξη θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ μόνο από την 1η Ιανουαρίου 2016, δεδομένου ότι ενδέχεται να απαιτήσει την προσαρμογή των κανόνων σχετικά με τα τέλη που εισπράττουν οι οργανισμοί. Όταν είναι σκόπιμο, η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει προτάσεις για την προσαρμογή των εν λόγω κανόνων. |
(31) |
Για λόγους απλούστευσης και τήρησης μιας συνεκτικής πολιτικής προσωπικού, οι κανόνες που θεσπίζει η Επιτροπή για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης θα πρέπει να εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στους οργανισμούς. Εντούτοις, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι, εφόσον απαιτείται, θα λαμβάνεται υπόψη η ιδιαιτερότητα των οργανισμών, οι οργανισμοί θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ζητούν την έγκριση της Επιτροπής για να θεσπίζουν κανόνες εφαρμογής που αποκλίνουν από τους κανόνες που έχει θεσπίσει η Επιτροπή, ή να μην εφαρμόζουν πλήρως τους κανόνες της Επιτροπής. |
(32) |
Θα πρέπει να δημιουργηθεί μητρώο όλων των κανόνων για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης υπό τη διαχείριση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μητρώο αυτό, το οποίο θα μπορούν να συμβουλεύονται όλα τα όργανα, οι οργανισμοί και τα κράτη μέλη θα εξασφαλίζει τη διαφάνεια και θα ευνοήσει τη συνεπή εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. |
(33) |
Προκειμένου να εναρμονιστούν και να διευκρινιστούν οι κανόνες για τη θέσπιση των εκτελεστικών διατάξεων, και λαμβανομένου υπόψη του εσωτερικού και διοικητικού χαρακτήρα των διατάξεων αυτών, είναι σκόπιμο να ανατεθούν οι σχετικές αρμοδιότητες λήψης αποφάσεων στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και στην αρχή για τη σύναψη συμβάσεων. |
(34) |
Λαμβάνοντας υπόψη τον υψηλό αριθμό έκτακτων υπαλλήλων στους οργανισμούς και την ανάγκη ορισμού μιας συνεκτικής πολιτικής προσωπικού, είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί μια νέα κατηγορία εκτάκτων υπαλλήλων και να καθοριστούν ειδικοί κανόνες γι’ αυτήν. |
(35) |
Η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί τη δημοσιονομική κατάσταση του κοινού καθεστώτος ασφάλισης ασθενείας και να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση διαρθρωτικής ανισορροπίας του καθεστώτος. |
(36) |
Το άρθρο 15 του πρωτοκόλλου αριθ. 7 περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει την κοινοποίηση ορισμένων στοιχείων των μόνιμων και των λοιπών υπαλλήλων στις κυβερνήσεις των κρατών μελών. |
(37) |
Προκειμένου να υλοποιηθούν οι στόχοι που καθορίζονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, θα πρέπει η Επιτροπή να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά ορισμένες πτυχές των συνθηκών εργασίας. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και καταρτίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τροποποιείται ως εξής:
1) |
Το άρθρο 1δ τροποποιείται ως εξής:
|
2) |
Στο άρθρο 1ε, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Οι εν ενεργεία υπάλληλοι έχουν πρόσβαση σε μέτρα κοινωνικής φύσεως, συμπεριλαμβανομένων ειδικών μέτρων για τον συμβιβασμό της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή, τα οποία υιοθετούνται από τα θεσμικά όργανα, καθώς και σε υπηρεσίες παρεχόμενες από τους φορείς κοινωνικής πρόνοιας που αναφέρονται στο άρθρο 9. Οι πρώην υπάλληλοι έχουν δικαίωμα σε περιορισμένα ειδικά μέτρα κοινωνικής φύσεως.». |
3) |
Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:
|
4) |
Το άρθρο 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 6 1. Στον πίνακα θέσεων που προσαρτάται στο τμήμα του προϋπολογισμού σχετικά με κάθε όργανο, ορίζεται ο αριθμός των θέσεων για κάθε βαθμό και ομάδα καθηκόντων. 2. Με την επιφύλαξη της αρχής της αξιοκρατικής προαγωγής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 45, ο εν λόγω πίνακας εξασφαλίζει ότι, για κάθε όργανο, ο αριθμός κενών θέσεων σε κάθε βαθμό του πίνακα θέσεων, κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, αντιστοιχεί στον αριθμό των υπαλλήλων του κατώτερου βαθμού που υπηρετούσαν την 1η Ιανουαρίου του προηγούμενου έτους, πολλαπλασιαζόμενο επί τα ποσοστά που προβλέπονται στο Παράρτημα Ι τμήμα Β, για τον βαθμό αυτό. Τα ποσοστά αυτά εφαρμόζονται με βάση μέση περίοδο πέντε ετών από την 1η Ιανουαρίου 2014. 3. Τα ποσοστά που καθορίζονται στο παράρτημα Ι τμήμα Β περιλαμβάνονται στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 113. 4. Η εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν την ομάδα καθηκόντων AST/SC και των μεταβατικών διατάξεων που καθορίζονται στο άρθρο 31 του παραρτήματος ΧΙΙΙ, λαμβανομένων υπόψη της εξέλιξης των αναγκών σε προσωπικό που επιτελεί καθήκοντα γραμματείας και γραφείου σε όλα τα όργανα και της εξέλιξης των μόνιμων και έκτακτων θέσεων στις ομάδες καθηκόντων AST και AST/SC περιλαμβάνονται στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 113.». |
5) |
Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:
|
6) |
Στο άρθρο 10 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίοδο, οι λέξεις «των οργάνων» αντικαθίσταται από τις λέξεις «των αρμόδιων για τους διορισμούς αρχών των θεσμικών οργάνων». |
7) |
Το άρθρο 11 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 11 Ο υπάλληλος οφείλει να ασκεί τα καθήκοντά του και να ρυθμίζει τη συμπεριφορά του λαμβάνοντας αποκλειστικά υπόψη του τα συμφέροντα της Ένωσης. Δεν ζητεί ή δέχεται οδηγίες από κυβέρνηση, αρχή, οργάνωση ή πρόσωπο ξένο προς το όργανο στο οποίο ανήκει. Εκτελεί τις εργασίες που του ανατίθενται κατά τρόπο αντικειμενικό και αμερόληπτο, τηρώντας το καθήκον πίστεως που υπέχει έναντι της Ένωσης. Ο υπάλληλος δεν επιτρέπεται να δεχτεί από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή πηγή ξένη προς το όργανο στο οποίο ανήκει, χωρίς άδεια της αρμοδίας για τους διορισμούς αρχής, τιμητική διάκριση, παράσημο, εύνοια, δωρεά ή αμοιβή οποιασδήποτε φύσεως, εκτός εάν πρόκειται για υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί είτε πριν από το διορισμό του, είτε κατά τη διάρκεια ειδικής αδείας για την εκπλήρωση στρατιωτικής ή ανάλογης πολιτικής θητείας και στο πλαίσιο αυτών των υπηρεσιών. Πριν προσλάβει ένα υπάλληλο, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή εξετάζει εάν ο υποψήφιος έχει προσωπικό συμφέρον που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία του ή εάν στο πρόσωπό του διαπιστώνεται σύγκρουση συμφερόντων. Προς τούτο, ο υποψήφιος ενημερώνει την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, χρησιμοποιώντας ένα ειδικό έντυπο, για κάθε υφιστάμενη ή ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων. Στις περιπτώσεις αυτές, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή λαμβάνει υπόψη το γεγονός αυτό, σε δεόντως αιτιολογημένη γνώμη. Αν είναι αναγκαίο, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή λαμβάνει τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 11α. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στους υπαλλήλους που επιστρέφουν από άδεια για προσωπικούς λόγους.». |
8) |
Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 16 Ο υπάλληλος έχει την υποχρέωση, μετά τη λήξη των καθηκόντων του, να συμπεριφέρεται με εντιμότητα και διακριτικότητα όσον αφορά την αποδοχή ορισμένων θέσεων ή ορισμένων πλεονεκτημάτων. Ο υπάλληλος ο οποίος προτίθεται να ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη, εντός των δύο ετών που έπονται της λήξεως των καθηκόντων του, οφείλει να το δηλώσει στο όργανο στο οποίο ανήκει, χρησιμοποιώντας ειδικό έντυπο. Εάν η δραστηριότητα αυτή συνδέεται με την πραγματοποιηθείσα από τον υπάλληλο εργασία κατά τα τρία τελευταία έτη της υπηρεσίας του, και αν ενδέχεται να είναι ασυμβίβαστη με τα νόμιμα συμφέροντα του οργάνου, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί, με βάση το συμφέρον της υπηρεσίας, είτε να απαγορεύσει στον υπάλληλο την άσκηση της δραστηριότητας αυτής είτε να την εγκρίνει υπό τους όρους που η ίδια κρίνει ενδεδειγμένους. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, αφού ζητήσει και λάβει τη γνώμη της επιτροπής ίσης εκπροσώπησης, κοινοποιεί την απόφασή της εντός προθεσμίας 30 εργάσιμων ημερών από τη λήψη της σχετικής ειδοποίησης. Εάν δεν έχει κοινοποιηθεί απόφαση μέχρι τη λήξη της συγκεκριμένης προθεσμίας, θεωρείται ότι υπάρχει σιωπηρή αποδοχή. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή απαγορεύει, κατ’ αρχήν, στους πρώην ανώτερους υπαλλήλους όπως ορίζονται στα μέτρα εφαρμογής, να αναλαμβάνουν, κατά τους 12 μήνες μετά τη λήξη των καθηκόντων τους, δραστηριότητες εκπροσώπησης συμφερόντων ή υπεράσπισης έναντι του προσωπικού του οργάνου στο οποίο εργάζονταν προηγουμένως, για λογαριασμό των επιχειρήσεων, πελατών ή εργοδοτών τους και για θέματα για τα οποία ήταν υπεύθυνοι κατά τα τρία τελευταία έτη της υπηρεσία τους. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), κάθε θεσμικό όργανο δημοσιεύει ετησίως στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του τρίτου εδαφίου, συμπεριλαμβανομένης κατάστασης των υποθέσεων που έχουν αξιολογηθεί. |
9) |
Το άρθρο 18 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Όλα τα δικαιώματα τα οποία αναφέρονται σε έγγραφα ή άλλο έργο που έχει παραγάγει υπάλληλος κατά την άσκηση των καθηκόντων του περιέρχονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν αυτά τα έγγραφα ή το έργο συνδέονται με τις δραστηριότητές της, ή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, αν αυτά τα έγγραφα ή το έργο σχετίζονται με αυτήν την Κοινότητα. Η Ένωση ή, ενδεχομένως, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας μπορεί να αξιώσει να της παραχωρηθούν νομίμως τα πνευματικά δικαιώματα που απορρέουν από τις εργασίες αυτές.». |
10) |
Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 19 Ο υπάλληλος δεν αποκαλύπτει ενώπιον δικαστικής αρχής, για οποιονδήποτε λόγο, πληροφορίες που γνωρίζει λόγω της ασκήσεως των καθηκόντων του, χωρίς την άδεια της αρμοδίας για τους διορισμούς αρχής. Η άδεια αυτή δεν χορηγείται μόνο αν τούτο επιβάλλεται για τα συμφέροντα της Ένωσης και εφόσον η άρνηση της αδείας αυτής δεν συνεπάγεται ποινικές συνέπειες σε βάρος του ενδιαφερομένου υπαλλήλου. Ο υπάλληλος υπόκειται στην υποχρέωση αυτή ακόμη και μετά τη λήξη των καθηκόντων του. Οι διατάξεις της πρώτης παραγράφου δεν ισχύουν για τον υπάλληλο ή τον τέως υπάλληλο ο οποίος καταθέτει ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου ενός οργάνου για θέμα που αφορά άλλον υπάλληλο ή τέως υπάλληλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.». |
11) |
Στο άρθρο 21α προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «3. Ο υπάλληλος που ενημερώνει τους προϊσταμένους του για εντολές τις οποίες θεωρεί παράτυπες ή ικανές να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα δεν υφίσταται για τούτο κυρώσεις εκ μέρους των προϊσταμένων του.». |
12) |
Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 22γ Σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 90, κάθε όργανο θέτει σε εφαρμογή μια διαδικασία εξέτασης των καταγγελιών υπαλλήλων που αφορούν τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν μετά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους ή ως συνέπειά της δυνάμει του άρθρου 22α ή του άρθρου 22β. Το οικείο όργανο μεριμνά ώστε οι καταγγελίες αυτές να εξετάζονται εμπιστευτικά και, εφόσον δικαιολογείται από τις περιστάσεις, πριν από τη λήξη των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 90. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου ορίζει εσωτερικούς κανόνες, μεταξύ άλλων σχετικά με:
|
13) |
Στο άρθρο 26α, οι λέξεις «τα όργανα» αντικαθίσταται από τις λέξεις «οι αρμόδιες για τους διορισμούς αρχές των θεσμικών οργάνων». |
14) |
Το άρθρο 27 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 27 Η πρόσληψη πρέπει να εξασφαλίζει στο θεσμικό όργανο τις υπηρεσίες υπαλλήλων που κατέχουν τα πιο υψηλά προσόντα ικανότητας, απόδοσης και ακεραιότητας και επιλέγονται από την ευρύτερη δυνατή γεωγραφική βάση μεταξύ των υπηκόων των κρατών μελών της Ένωσης. Καμία θέση δεν προορίζεται αποκλειστικά για τους υπηκόους ορισμένου κράτους μέλους. Η αρχή της ισότητας των πολιτών της Ένωσης επιτρέπει σε κάθε όργανο να θεσπίζει κατάλληλα μέτρα αν διαπιστωθεί σημαντική ανισορροπία εθνικοτήτων μεταξύ των υπαλλήλων, η οποία δεν δικαιολογείται από αντικειμενικά κριτήρια. Αυτά τα κατάλληλα μέτρα πρέπει να είναι δικαιολογημένα και να μην συνεπάγονται ποτέ κριτήρια πρόσληψης άλλα απ’ αυτά που βασίζονται στα προσόντα. Πριν εγκριθούν αυτά τα κατάλληλα μέτρα, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή του ενδιαφερόμενου οργάνου θεσπίζει γενικές διατάξεις για την εφαρμογή του παρόντος εδαφίου σύμφωνα με το άρθρο 110. Μετά από τριετή περίοδο που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου. Προκειμένου να διευκολύνονται οι προσλήψεις στην ευρύτερη δυνατή γεωγραφική βάση, τα θεσμικά όργανα μεριμνούν ώστε να προσφέρουν στα τέκνα του προσωπικού τους πολύγλωσση και πολυπολιτιστική εκπαίδευση.». |
15) |
Στο άρθρο 29, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Για την πλήρωση κενής θέσης σε όργανο, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, εξετάζει προηγουμένως:
ή αν πρέπει να κινήσει τη διαδικασία διαγωνισμών βάσει προσόντων ή εξετάσεων ή ταυτόχρονα βάσει προσόντων και εξετάσεων. Η διαδικασία διαγωνισμού καθορίζεται στο Παράρτημα III. Η διαδικασία μπορεί επίσης να εφαρμόζεται για την κατάρτιση πίνακα επιτυχόντων για μελλοντική πρόσληψη. Τηρώντας την αρχή ότι η μεγάλη πλειονότητα των υπαλλήλων προσλαμβάνεται βάσει γενικών διαγωνισμών, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αποφασίζει, κατά παρέκκλιση από το στοιχείο δ) και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να διοργανώσει εσωτερικό διαγωνισμό στο όργανο, ο οποίος θα είναι επίσης ανοικτός στους συμβασιούχους υπαλλήλους, όπως ορίζεται στα άρθρα 3α και 3β του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υπάλληλοι της συγκεκριμένης κατηγορίας προσωπικού υπόκεινται σε περιορισμούς όσον αφορά αυτή τη δυνατότητα, όπως ορίζεται στο άρθρο 82 παράγραφος 7 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε σχέση με τα συγκεκριμένα καθήκοντα που είχαν δικαίωμα να εκτελούν ως έκτακτοι υπάλληλοι.». |
16) |
Το άρθρο 30 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 30 Για κάθε διαγωνισμό, διορίζεται επιτροπή αξιολόγησης από την αρμοδία για τους διορισμούς αρχή. Αυτή η επιτροπή καταρτίζει πίνακα κατάλληλων υποψηφίων. Η αρμοδία για τους διορισμούς αρχή επιλέγει από τον πίνακα αυτόν τον ή τους υποψηφίους που διορίζει στις κενές θέσεις. Οι υποψήφιοι αυτοί έχουν πρόσβαση σε επαρκή πληροφόρηση σχετικά με προσκλήσεις για την πλήρωση κατάλληλων θέσεων, που δημοσιεύουν τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί.». |
17) |
Στο άρθρο 31 παράγραφος 2, η πρώτη περίοδος του πρώτου εδαφίου αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Με την επιφύλαξη του άρθρου 29 παράγραφος 2, οι υπάλληλοι προσλαμβάνονται μόνο στους βαθμούς SC 1 έως SC 2, AST 1 έως AST 4 ή AD 5 έως AD 8.». |
18) |
Στο άρθρο 32 τρίτο εδάφιο, οι λέξεις «το όργανο» αντικαθίσταται από τις λέξεις «την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου». |
19) |
Το άρθρο 34 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 34 1. Κάθε υπάλληλος, για να μπορέσει να μονιμοποιηθεί, πρέπει να περάσει περίοδο δοκιμασίας εννέα μηνών. Η απόφαση για τη μονιμοποίηση υπαλλήλου λαμβάνεται με βάση την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 και τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή σχετικά με τη συμπεριφορά του δόκιμου υπαλλήλου σύμφωνα με τον τίτλο ΙΙ. Όταν κατά τη διάρκεια της περιόδου δοκιμασίας ο υπάλληλος κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του λόγω ασθενείας, της άδειας μητρότητας που αναφέρεται στο άρθρο 58, ή ατυχήματος επί συνεχές χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός μηνός, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να παρατείνει την περίοδο δοκιμασίας κατά το αντίστοιχο διάστημα. Η συνολική διάρκεια της περιόδου δοκιμασίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει τους 15 μήνες. 2. Σε περίπτωση έκδηλης ανικανότητας δόκιμου υπαλλήλου, είναι δυνατόν να συνταχθεί έκθεση σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας. Η έκθεση αυτή γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο ο οποίος μπορεί, εντός οκτώ εργάσιμων ημερών, να διατυπώσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του. Η έκθεση και οι παρατηρήσεις διαβιβάζονται αμέσως από τον ιεραρχικά ανώτερο του δόκιμου υπαλλήλου στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, η οποία λαμβάνει, εντός τριών εβδομάδων, τη γνώμη της επιτροπής ίσης εκπροσώπησης για τις εκθέσεις κρίσης σχετικά με τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αποφασίσει να απολύσει τον δόκιμο υπάλληλο πριν από τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, με προειδοποίηση ενός μηνός, ή να τοποθετήσει τον υπάλληλο σε άλλο τμήμα για το υπόλοιπο διάστημα της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας. 3. Το αργότερο έναν μήνα πριν από τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, καταρτίζεται έκθεση για την ικανότητα του δόκιμου υπαλλήλου να εκπληρώνει τα καθήκοντα που ανάγονται στη θέση του καθώς και την απόδοσή του και τη συμπεριφορά του στην υπηρεσία. Η έκθεση γνωστοποιείται στον δόκιμο υπάλληλο, ο οποίος μπορεί, εντός οκτώ εργάσιμων ημερών, να διατυπώσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του. Αν η έκθεση συνιστά απόλυση ή, κατ’ εξαίρεση, παράταση της περιόδου δοκιμασίας σύμφωνα με την παράγραφο 1, η έκθεση και οι παρατηρήσεις διαβιβάζονται αμέσως από τον ιεραρχικά ανώτερο του δόκιμου υπαλλήλου στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, η οποία λαμβάνει τη γνώμη της επιτροπής ίσης εκπροσώπησης για τις εκθέσεις κρίσης εντός τριών εβδομάδων, σχετικά με τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί. Ο δόκιμος υπάλληλος του οποίου οι επαγγελματικές ικανότητες ή η συμπεριφορά δεν έχουν αποδειχτεί επαρκείς για τη μονιμοποίησή του απολύεται. 4. Ο δόκιμος υπάλληλος που απολύεται, αν δεν έχει τη δυνατότητα να αναλάβει χωρίς καθυστέρηση επαγγελματική δραστηριότητα, λαμβάνει αποζημίωση που αντιστοιχεί στον βασικό μισθό τριών μηνών αν η διάρκεια υπηρεσίας του είναι μεγαλύτερη από ένα έτος, στον βασικό μισθό δύο μηνών αν η διάρκεια υπηρεσίας του είναι τουλάχιστον έξι μήνες, και στον βασικό μισθό ενός μηνός αν η διάρκεια υπηρεσίας του είναι μικρότερη από έξι μήνες. 5. Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 δεν εφαρμόζονται στον υπάλληλο που παραιτείται πριν από τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας.». |
20) |
Στο άρθρο 35 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
21) |
Στο άρθρο 37 στοιχείο β) δεύτερη περίπτωση, οι λέξεις «των οργάνων» αντικαθίσταται από τις λέξεις «των αρμόδιων για τους διορισμούς αρχών των θεσμικών οργάνων». |
22) |
Το άρθρο 40 τροποποιείται ως εξής:
|
23) |
Το άρθρο 42α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 42α Κάθε υπάλληλος δικαιούται, για κάθε παιδί, γονική άδεια ανώτατης διάρκειας έξι μηνών, χωρίς καταβολή του βασικού μισθού του, την οποία πρέπει να λαμβάνει στο διάστημα των δώδεκα ετών μετά τη γέννηση ή την υιοθεσία του παιδιού. Η διάρκεια της άδειας αυτής μπορεί να διπλασιάζεται για τους μόνους γονείς, που αναγνωρίζονται δυνάμει των γενικών εκτελεστικών διατάξεων που εκδίδει η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή του κάθε θεσμικού οργάνου, και για γονείς συντηρούμενων τέκνων με αναπηρία ή με σοβαρή ασθένεια που έχει πιστοποιηθεί από τον ιατρικό σύμβουλο των θεσμικών οργάνων. Η ελάχιστη διάρκεια της άδειας που λαμβάνεται κάθε φορά δεν είναι μικρότερη από έναν μήνα. Στη διάρκεια της γονικής άδειάς του, ο υπάλληλος εξακολουθεί να συμμετέχει στο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης. Εξακολουθεί επίσης να αποκτά συνταξιοδοτικά δικαιώματα και διατηρεί το δικαίωμα του επιδόματος για συντηρούμενο τέκνο καθώς και του σχολικού επιδόματος. Επίσης, διατηρεί τη θέση του, το δικαίωμά του προαγωγής κατά κλιμάκιο και τη δυνατότητα βαθμολογικής εξέλιξής του. Η άδεια μπορεί να ληφθεί υπό τη μορφή είτε πλήρους παύσης της υπηρεσίας είτε ημιαπασχόλησης. Στην περίπτωση γονικής άδειας λαμβανομένης υπό τη μορφή ημιαπασχόλησης, η ανώτατη διάρκεια που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο διπλασιάζεται. Κατά τη διάρκεια της γονικής αδείας του, ο υπάλληλος δικαιούται μηνιαίο επίδομα 911,73 EUR, ή ποσοστό 50 % του ποσού αυτού, στην περίπτωση ημιαπασχόλησης, αλλά δεν μπορεί να ασκεί καμία άλλη αμειβόμενη δραστηριότητα. Το όργανο καταβάλλει πλήρη εισφορά στο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης που προβλέπεται στα άρθρα 72 και 73, υπολογιζόμενη βάσει του βασικού μισθού του υπαλλήλου. Ωστόσο, στην περίπτωση αδείας υπό τη μορφή ημιαπασχόλησης, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μόνο στη διαφορά μεταξύ του πλήρους βασικού μισθού και του κατ’ αναλογία μειωμένου βασικού μισθού. Για το μέρος του βασικού μισθού που πράγματι καταβάλλεται, η εισφορά του υπαλλήλου υπολογίζεται με εφαρμογή των ίδιων εκατοστιαίων ποσοστών που θα εφαρμόζονταν στην περίπτωση πλήρους απασχόλησής του. Το επίδομα ανέρχεται σε 1 215,63 EUR κατά μήνα ή σε ποσοστό 50 % του ποσού αυτού στην περίπτωση ημιαπασχόλησης, για τους αναφερόμενους στο πρώτο εδάφιο μόνους γονείς και τους γονείς συντηρούμενων τέκνων με αναπηρία ή με σοβαρή ασθένεια που έχει πιστοποιηθεί από τον ιατρικό σύμβουλο και στη διάρκεια των τριών πρώτων μηνών της γονικής άδειας, όταν την άδεια αυτή λαμβάνει ο πατέρας στη διάρκεια της άδειας μητρότητας ή οποιοσδήποτε από τους γονείς αμέσως μετά την άδεια μητρότητας, στη διάρκεια της άδειας λόγω υιοθεσίας ή αμέσως μετά την άδεια λόγω υιοθεσίας. Η γονική άδεια μπορεί να παραταθεί κατά έξι μήνες με επίδομα που ανέρχεται στο 50 % του ποσού που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο. Για τους μόνους γονείς όπως ορίζεται στο πρώτο εδάφιο, η γονική άδεια μπορεί να παραταθεί κατά δώδεκα μήνες, με επίδομα που ανέρχεται στο 50 % του ποσού που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο. Τα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο ποσά αναπροσαρμόζονται όπως και οι αποδοχές.». |
24) |
Στο Κεφάλαιο 2 του τίτλου ΙΙΙ, προστίθεται το ακόλουθο τμήμα: « Απομάκρυνση από τη θέση προς το συμφέρον της υπηρεσίας Άρθρο 42γ Το νωρίτερο πέντε έτη κατά μέγιστο πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης του μονίμου υπαλλήλου, αν ο υπάλληλος έχει τουλάχιστον 10 έτη υπηρεσίας, μπορεί να απομακρυνθεί από τη θέση του προς το συμφέρον της υπηρεσίας, με απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, λόγω οργανωτικών αναγκών που συνδέονται με την απόκτηση νέων ικανοτήτων μέσα στα θεσμικά όργανα. Ο συνολικός αριθμός των μόνιμων υπαλλήλων οι οποίοι απομακρύνονται από τη θέση τους προς το συμφέρον της υπηρεσίας δεν υπερβαίνει το 5 % του συνολικού αριθμού των υπαλλήλων όλων των οργάνων που συνταξιοδοτήθηκαν το προηγούμενο έτος. Ο συνολικός αριθμός που υπολογίζεται με τον τρόπο αυτό κατανέμεται στα θεσμικά όργανα με βάση τον αριθμό των υπαλλήλων καθενός στις 31 Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους. Το αποτέλεσμα της κατανομής αυτής στρογγυλεύεται στον πλησιέστερο μεγαλύτερο ακέραιο για κάθε θεσμικό όργανο. Η απομάκρυνση αυτή από τη θέση δεν συνιστά πειθαρχικό μέτρο. Η διάρκεια της απομάκρυνσης από τη θέση αντιστοιχεί κατά κανόνα στο διάστημα έως ότου ο υπάλληλος φτάσει στην ηλικία συνταξιοδότησης. Ωστόσο, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αποφασίσει να τερματίσει την απομάκρυνση από τη θέση και να επαναφέρει τον υπάλληλο στη θέση του. Όταν ο υπάλληλος που έχει απομακρυνθεί από τη θέση του προς το συμφέρον της υπηρεσίας φτάσει σε ηλικία συνταξιοδότησης, συνταξιοδοτείται αυτομάτως. Η απομάκρυνση προς το συμφέρον της υπηρεσίας διέπεται από τους εξής κανόνες:
Ο υπάλληλος που έχει απομακρυνθεί από τη θέση του λαμβάνει αποζημίωση που υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα IV. Αν υπάρξει σχετικό αίτημα από τον υπάλληλο, η αποζημίωση υπόκειται σε εισφορές υπέρ του συνταξιοδοτικού καθεστώτος, υπολογιζόμενες με βάση την αποζημίωση αυτή. Στην περίπτωση αυτή, η περίοδος υπηρεσίας του υπαλλήλου υπό καθεστώς απομάκρυνσης από τη θέση του προ το συμφέρον της υπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη για τον σκοπό του υπολογισμού των ετών συντάξιμης υπηρεσίας υπό την έννοια του άρθρου 2 του παραρτήματος VIII. Η αποζημίωση δεν υπόκειται σε διορθωτικό συντελεστή.». |
25) |
Το άρθρο 43 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 43 Η ικανότητα, η απόδοση και η συμπεριφορά κάθε υπαλλήλου στην υπηρεσία αποτελούν το αντικείμενο ετήσιας εκθέσεως, κατά τα προβλεπόμενα, από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε οργάνου, σύμφωνα με το άρθρο 110. Η έκθεση αυτή αναφέρει αν το επίπεδο απόδοσης του υπαλλήλου ήταν ικανοποιητικό ή όχι. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου θεσπίζει διατάξεις με τις οποίες παρέχεται το δικαίωμα για κατάθεση προσφυγής στο πλαίσιο της διαδικασίας των εκθέσεων, το οποίο πρέπει να ασκείται πριν από την υποβολή αιτήματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 90 παράγραφος 2. Από τον πέμπτο βαθμό της ομάδας AST, η έκθεση μπορεί επίσης να περιλαμβάνει γνώμη για το κατά πόσο, με βάση την επίδοσή του, ο υπάλληλος διαθέτει την απαιτούμενη ικανότητα για την ανάληψη καθηκόντων υπαλλήλου διοικήσεως. Η έκθεση αυτή γνωστοποιείται στον υπάλληλο. Αυτός μπορεί να υποβάλει κάθε παρατήρηση που θεωρεί χρήσιμη επί αυτής.». |
26) |
Το άρθρο 44 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 44 Υπάλληλος που έχει συμπληρώσει διετία σε κλιμάκιο του βαθμού του προάγεται αυτόματα στο επόμενο κλιμάκιο του βαθμού αυτού, εκτός εάν η επίδοσή του έχει αξιολογηθεί μη ικανοποιητική σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 43. Ο υπάλληλος προάγεται στο επόμενο κλιμάκιο του βαθμού του εντός τεσσάρων ετών το αργότερο, εκτός εάν εφαρμοστεί η διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1. Εάν ο υπάλληλος τοποθετηθεί σε θέση προϊσταμένου μονάδας, διευθυντή ή γενικού διευθυντή, ενώ παραμένει στον ίδιο βαθμό, και εφόσον η επίδοσή του έχει κριθεί ικανοποιητική κατά την έννοια του άρθρου 43 κατά τους πρώτους εννέα μήνες από την τοποθέτησή του, απολαύει προαγωγής, κατά ένα κλιμάκιο στον βαθμό αυτό, αναδρομικά, κατά την έναρξη της τοποθέτησης. Η προαγωγή αυτή συνεπάγεται αύξηση του μηνιαίου βασικού μισθού του αντίστοιχη προς την εκατοστιαία μισθολογική διαφορά μεταξύ του πρώτου και του δευτέρου κλιμακίου κάθε βαθμού. Αν το ποσό της αύξησης είναι κατώτερο της διαφοράς αυτής ή αν ο υπάλληλος κατέχει τότε ήδη το τελευταίο κλιμάκιο του βαθμού του, λαμβάνει προσαύξηση του βασικού μισθού ίση με την αύξηση μεταξύ πρώτου και δευτέρου κλιμακίου μέχρις ενάρξεως ισχύος της επόμενης προαγωγής του.». |
27) |
Το άρθρο 45 τροποποιείται ως εξής:
|
28) |
Το άρθρο 45α τροποποιείται ως εξής:
|
29) |
Στο άρθρο 48 τρίτο εδάφιο, οι λέξεις «της ομάδας καθηκόντων AST» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των ομάδων καθηκόντων AST και AST/SC». |
30) |
Στο άρθρο 50 όγδοο εδάφιο, οι λέξεις «το 55ο» αντικαθίστανται από «το 58ο». |
31) |
Το άρθρο 51 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 51 1. Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου καθορίζει τις διαδικασίες για την αναγνώριση, τον χειρισμό και την αντιμετώπιση των περιπτώσεων επαγγελματικής ανεπάρκειας έγκαιρα και με κατάλληλο τρόπο. Κατά τη θέσπιση εσωτερικών διατάξεων, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου τηρεί τις ακόλουθες απαιτήσεις:
2. Ο υπάλληλος έχει το δικαίωμα πρόσβασης στον πλήρη ατομικό του φάκελο και μπορεί να λαμβάνει αντίγραφα όλων των εγγράφων της διαδικασίας. Για την προετοιμασία της υπεράσπισής του διαθέτει προθεσμία τουλάχιστον 15 ημερών, αλλά όχι μεγαλύτερη των 30 ημερών, από την ημερομηνία παραλαβής της πρότασης. Μπορεί να έχει τη συνδρομή προσώπου της επιλογής του. Ο υπάλληλος μπορεί να υποβάλλει γραπτές παρατηρήσεις. Καλείται να εκθέσει τις απόψεις του στη συμβουλευτική επιτροπή ίσης εκπροσώπησης. Ο υπάλληλος μπορεί επίσης να καλεί μάρτυρες. 3. Το όργανο εκπροσωπείται ενώπιον της συμβουλευτικής επιτροπής ίσης εκπροσώπησης από υπάλληλο ειδικά εντεταλμένο για τούτο από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή. Ο εν λόγω υπάλληλος απολαύει των ίδιων δικαιωμάτων όπως και ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος. 4. Με βάση την πρόταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) και λαμβάνοντας υπόψη, ενδεχομένως, τις γραπτές και προφορικές δηλώσεις του ενδιαφερομένου υπαλλήλου ή των μαρτύρων, η συμβουλευτική επιτροπή ίσης εκπροσώπησης διατυπώνει, με πλειοψηφία, αιτιολογημένη γνώμη που αναφέρει το μέτρο που είναι κατά την κρίση της ενδεδειγμένο, υπό το φως των γεγονότων που αποδείχθηκαν κατόπιν αιτήσεώς της. Διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και στον ενδιαφερόμενο υπάλληλο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία που της παραπέμφθηκε η υπόθεση. Ο πρόεδρος δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία επί των αποφάσεων της συμβουλευτικής επιτροπής ίσης εκπροσώπησης, εκτός εάν πρόκειται για διαδικαστικά ζητήματα ή σε περίπτωση ισοψηφίας των μελών. 5. Ο απολυθείς για λόγους επαγγελματικής ανεπάρκειας υπάλληλος δικαιούται για το διάστημα που καθορίζεται στην παράγραφο 6 μηνιαία αποζημίωση λόγω απόλυσης ίση προς τον μηνιαίο βασικό μισθό υπαλλήλου πρώτου κλιμακίου του βαθμού AST 1. Ο υπάλληλος δικαιούται επίσης να λαμβάνει, για το ίδιο διάστημα, τα οικογενειακά επιδόματα που προβλέπονται στο άρθρο 67. Το επίδομα στέγης υπολογίζεται με βάση τον μηνιαίο βασικό μισθό υπαλλήλου βαθμού AST 1 σύμφωνα με το άρθρο 1 του παραρτήματος VII. Η αποζημίωση δεν καταβάλλεται στην περίπτωση που ο υπάλληλος παραιτηθεί μετά την έναρξη της διαδικασίας που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, ή εφόσον δικαιούται ήδη την άμεση καταβολή πλήρους συντάξεως. Εάν δικαιούται επίδομα ανεργίας στο πλαίσιο εθνικού καθεστώτος προστασίας των ανέργων, το ποσό του εν λόγω επιδόματος αφαιρείται από την ανωτέρω αποζημίωση. 6. Το διάστημα κατά το οποίο πραγματοποιούνται οι πληρωμές που αναφέρονται στην παράγραφο 5 ανέρχεται σε:
7. Στην περίπτωση υποβιβασμού για λόγους επαγγελματικής ανεπάρκειας, ο υπάλληλος μπορεί, μετά την πάροδο έξι ετών, να ζητήσει να διαγραφεί από τον ατομικό του φάκελο κάθε αναφορά στο μέτρο αυτό. 8. Ο υπάλληλος δικαιούται επιστροφή των εύλογων εξόδων με τα οποία επιβαρύνθηκε με δική του πρωτοβουλία κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής συνηγόρου υπερασπίσεώς του που δεν ανήκει στο όργανο, στην περίπτωση που η διαδικασία η οποία προβλέπεται στο παρόν άρθρο τερματιστεί χωρίς να έχει ληφθεί απόφαση για απόλυση ή υποβιβασμό.». |
32) |
Το άρθρο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 52 Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 50, ο υπάλληλος συνταξιοδοτείται:
Ωστόσο, ο υπάλληλος μπορεί, κατόπιν αιτήσεώς του και υπό τον όρο ότι η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή το κρίνει δικαιολογημένο από το συμφέρον της υπηρεσίας, να εξακολουθήσει να εργάζεται μέχρι την ηλικία των 67 ετών, ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις μέχρι την ηλικία των 70 ετών, οπότε συνταξιοδοτείται αυτοδικαίως την τελευταία ημέρα του μήνα κατά τον οποίο συμπληρώνει την ηλικία αυτή. Εφόσον η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή αποφασίσει να επιτρέψει σε υπάλληλο να παραμείνει στην υπηρεσία πέρα από την ηλικία των 66 ετών, η άδεια αυτή αφορά μέγιστη διάρκεια ενός έτους. Μπορεί να ανανεωθεί μετά από αίτημα του υπαλλήλου.». |
33) |
Το άρθρο 55 τροποποιείται ως εξής:
|
34) |
Στο άρθρο 55α, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Η άδεια αυτή παρέχεται αυτοδικαίως στον υπάλληλο, στις εξής περιπτώσεις:
Όταν ζητείται μειωμένο ωράριο για τη συμμετοχή σε μετεκπαίδευση, ή κατά τα τελευταία τρία έτη πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης, αλλά όχι πριν από την ηλικία των 58, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αρνηθεί να χορηγήσει έγκριση ή να αναβάλει την έναρξη εφαρμογής μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για υπερέχοντες λόγους υπηρεσιακού συμφέροντος. Όταν αυτό το δικαίωμα για χορήγηση άδειας ασκείται για την παροχή φροντίδας στον/στη σύζυγο, σε ανιόντα, σε κατιόντα, σε αδελφό ή σε αδελφή με σοβαρή ασθένεια ή αναπηρία, ή για την παρακολούθηση συμπληρωματικής κατάρτισης, η σωρευτική διάρκεια των διαστημάτων εργασίας με μειωμένο ωράριο περιορίζεται σε πέντε έτη για όλη τη σταδιοδρομία του υπαλλήλου.». |
35) |
Στο άρθρο 56, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παράρτημα VI, οι υπερωρίες που πραγματοποιούνται από τους υπαλλήλους των βαθμών SC 1 έως SC 6 και των βαθμών AST 1 έως AST 4 παρέχουν δικαίωμα χορηγήσεως αδείας αντισταθμιστικού χαρακτήρα ή δικαίωμα χορηγήσεως αμοιβής, αν οι ανάγκες της υπηρεσίας δεν επιτρέπουν τη χορήγηση αντισταθμιστικής αδείας κατά το δίμηνο που ακολουθεί τον μήνα κατά τον οποίο πραγματοποιήθηκαν οι υπερωρίες.». |
36) |
Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 56α αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, η Επιτροπή καθορίζει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τα άρθρα 111 και 112, τις κατηγορίες των δικαιούχων υπαλλήλων, τους όρους χορήγησης καθώς και το ύψος των αποζημιώσεων αυτών.». |
37) |
Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 56β αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «Κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, η Επιτροπή καθορίζει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με τα άρθρα 111 και 112, τις κατηγορίες των δικαιούχων υπαλλήλων, τους όρους χορήγησης καθώς και το ύψος των αποζημιώσεων αυτών.». |
38) |
Στο άρθρο 56γ, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, η Επιτροπή καθορίζει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τα άρθρα 111 και 112, τις κατηγορίες των δικαιούχων υπαλλήλων, τους όρους χορήγησης και τα ποσοστά των εν λόγω ειδικών αποζημιώσεων.». |
39) |
Στο άρθρο 57 πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «των οργάνων» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των αρμόδιων για τους διορισμούς αρχών των θεσμικών οργάνων». |
40) |
Το άρθρο 58 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 58 Επί πλέον της προβλεπόμενης στο άρθρο 57 αδείας, οι γυναίκες σε κατάσταση εγκυμοσύνης δικαιούνται, αφού προσκομίσουν ιατρικό πιστοποιητικό, άδεια 20 εβδομάδων. Η άδεια αυτή αρχίζει το νωρίτερο έξι εβδομάδες πριν από την πιθανή ημερομηνία τοκετού που αναφέρεται στο πιστοποιητικό και λήγει το νωρίτερο 14 εβδομάδες μετά την ημερομηνία του τοκετού. Σε περίπτωση πολλαπλού ή πρόωρου τοκετού ή σε περίπτωση γέννησης παιδιού με αναπηρία ή σοβαρή ασθένεια, η άδεια διαρκεί 24 εβδομάδες. Για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, πρόωρος τοκετός είναι ο τοκετός που λαμβάνει χώρα πριν από το τέλος της 34ης εβδομάδας κύησης.». |
41) |
Το άρθρο 61 αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 61 Κατάλογοι των αργιών καταρτίζονται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των αρμόδιων για τους διορισμούς αρχών των θεσμικών οργάνων της Ένωσης κατόπιν διαβούλευσης με την επιτροπή προσωπικού». |
42) |
Το άρθρο 63 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 63 Οι αποδοχές των υπαλλήλων εκφράζονται σε ευρώ. Καταβάλλονται στο νόμισμα της χώρας όπου ο υπάλληλος ασκεί τα καθήκοντα του ή σε ευρώ. Οι αποδοχές που καταβάλλονται σε νόμισμα άλλο από το ευρώ υπολογίζονται με βάση τις τιμές συναλλάγματος που χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1η Ιουλίου του συγκεκριμένου έτους. Κάθε έτος, οι τιμές συναλλάγματος επικαιροποιούνται αναδρομικά την ημερομηνία της ετήσιας επικαιροποίησης των αποδοχών που προβλέπονται στο άρθρο 65.». |
43) |
Το άρθρο 64 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 64 Οι αποδοχές του υπαλλήλου που εκφράζονται σε ευρώ σταθμίζονται βάσει συντελεστή ανώτερου, κατώτερου ή ίσου προς το 100 %, ανάλογα με τις συνθήκες διαβίωσης στους διαφόρους τόπους υπηρεσίας, μετά την αφαίρεση των υποχρεωτικών κρατήσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης ή στους κανονισμούς εφαρμογής του. Οι διορθωτικοί συντελεστές δημιουργούνται ή αποσύρονται και επικαιροποιούνται ετησίως σύμφωνα με το παράρτημα XI. Ως προς την επικαιροποίηση, όλες οι τιμές θεωρούνται τιμές αναφοράς. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις επικαιροποιημένες τιμές, μέσα σε δύο εβδομάδες από την επικαιροποίηση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, για λόγους ενημέρωσης. Δεν εφαρμόζεται διορθωτικός συντελεστής στο Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, δεδομένου του ειδικού ρόλου αυτών των τόπων απασχόλησης ως σημείων αναφοράς λόγω του γεγονότος ότι είναι οι κύριες και αρχικές έδρες των περισσότερων ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.». |
44) |
Το άρθρο 65 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 65 1. Οι αποδοχές των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης επικαιροποιούνται κάθε έτος και σε τούτο λαμβάνονται υπόψη η οικονομική και κοινωνική πολιτική της Ένωσης. Λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη οι αυξήσεις των μισθών στο δημόσιο των κρατών μελών και οι ανάγκες προσλήψεων. Η επικαιροποίηση των αποδοχών γίνεται σύμφωνα με το παράρτημα ΧΙ. Η επικαιροποίηση αυτή πραγματοποιείται πριν από το τέλος του έτους, με βάση έκθεση που υποβάλλεται από την Επιτροπή, η οποία στηρίζεται στα στατιστικά στοιχεία που επεξεργάζεται η Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε συνεννόηση με τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών· τα στατιστικά στοιχεία εκφράζουν την κατάσταση σε όλα τα κράτη μέλη κατά την 1η Ιουλίου. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με τη δημοσιονομική επίπτωση στις αποδοχές και τις συντάξεις των υπαλλήλων της Ένωσης. Διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 42α δεύτερο και τρίτο εδάφιο, στα άρθρα 66 και 69, στο άρθρο 1 παράγραφος 1, στο άρθρο 2 παράγραφος 1, στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2, στο άρθρο 4 παράγραφος 1, στο άρθρο 7 παράγραφος 2, στο άρθρο 8 παράγραφος 2, και στο άρθρο 10 παράγραφος 1 του παραρτήματος VII, καθώς και στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του παραρτήματος XIII, τα ποσά που αναφέρονται στο πρώην άρθρο 4α του παραρτήματος VII, τα οποία υπόκεινται σε επικαιροποίηση σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του παραρτήματος XIII, τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 3, το άρθρο 28α παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 28α παράγραφος 7, στα άρθρα 93 και 94, στο άρθρο 96 παράγραφος 3, στο άρθρο 96 παράγραφος 7 και στα άρθρα 133, 134 και 136 του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 300/76 του Συμβουλίου (6) και ο συντελεστής για τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 260/68 του Συμβουλίου (7) επικαιροποιούνται κάθε έτος σύμφωνα με το παράρτημα XI. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις επικαιροποιημένες τιμές, μέσα σε δύο εβδομάδες από την επικαιροποίηση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σειρά C, για λόγους ενημέρωσης. 2. Σε περίπτωση ουσιώδους μεταβολής του κόστους διαβίωσης, τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι συντελεστές αναπροσαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 64 επικαιροποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα ΧΙ. Η Επιτροπή δημοσιεύει τις επικαιροποιημένες τιμές και των συντελεστών αναπροσαρμογής, μέσα σε δύο εβδομάδες από την επικαιροποίηση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σειρά C, για λόγους ενημέρωσης. 3. Τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι συντελεστές αναπροσαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 64 θεωρούνται ποσά και συντελεστές αναπροσαρμογής των οποίων η τρέχουσα αξία σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο υπόκειται σε επικαιροποίηση χωρίς να απαιτείται άλλη νομική πράξη. 4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφοι 5 και 6 του παραρτήματος XI, το 2013 και το 2014 δεν θα γίνει καμιά από τις επικαιροποιήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2. |
45) |
Το άρθρο 66 τροποποιείται ως εξής:
|
46) |
Το άρθρο 66α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 66α 1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 260/68 και για να ληφθεί υπόψη, με την επιφύλαξη του άρθρου 65 παράγραφος 3, η εφαρμογή της μεθόδου επικαιροποίησης των αποδοχών και των συντάξεων των υπαλλήλων, εφαρμόζεται προσωρινό μέτρο, στο εξής «εισφορά αλληλεγγύης», το οποίο αφορά τις αποδοχές που καταβάλλει η Ένωση στους εν ενεργεία υπαλλήλους, από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023. 2. Το ποσοστό αυτής της εισφοράς αλληλεγγύης, το οποίο εφαρμόζεται στη βάση που ορίζεται στην παράγραφο 3, καθορίζεται σε 6 %. Ωστόσο, για τους υπαλλήλους βαθμού ανώτερου του AD 15, κλιμάκιο 2, το ποσοστό είναι 7 %.
4. Η εισφορά αλληλεγγύης παρακρατείται κάθε μήνα στην πηγή· το προϊόν της εγγράφεται στα έσοδα του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.». |
47) |
Στο άρθρο 67, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «3. Το επίδομα συντηρουμένου τέκνου μπορεί να διπλασιαστεί κατόπιν ειδικής και αιτιολογημένης αποφάσεως της αρμόδιας για διορισμούς αρχής, που λαμβάνεται βάσει αποδεικτικών ιατρικών εγγράφων από τα οποία προκύπτει ότι το εν λόγω τέκνο έχει αναπηρία ή μακροχρόνια ασθένεια που επιβάλλει στον υπάλληλο δυσβάστακτα βάρη.». |
48) |
Το άρθρο 72 τροποποιείται ως εξής:
|
49) |
Στο άρθρο 73 παράγραφος 1, οι λέξεις «των οργάνων» αντικαθίσταται από τις λέξεις «των αρμόδιων για τους διορισμούς αρχών των θεσμικών οργάνων». |
50) |
Στο άρθρο 76α δεύτερη περίοδος, οι λέξεις «των οργάνων» αντικαθίστανται από «των αρμόδιων για τους διορισμούς αρχών των θεσμικών οργάνων». |
51) |
Το άρθρο 77 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 77 Ο υπάλληλος που έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 10 έτη υπηρεσίας έχει δικαίωμα συντάξεως λόγω αρχαιότητας. Εντούτοις, δικαιούται τη σύνταξη αυτή ανεξάρτητα από τη διάρκεια της υπηρεσίας, αν έχει συμπληρώσει την ηλικία συνταξιοδότησης, εφόσον δεν κατέστη δυνατό να επανέλθει στην υπηρεσία κατά τη διάρκεια περιόδου στην οποία δεν ήταν σε ενεργό υπηρεσία, ή σε περίπτωση συνταξιοδότησης προς το συμφέρον της υπηρεσίας. Το ανώτατο ύψος της σύνταξης αρχαιότητας καθορίζεται σε 70 % του τελευταίου βασικού μισθού που αναλογεί στον τελευταίο βαθμό στον οποίο έχει καταταγεί υπάλληλος για ένα έτος τουλάχιστον. Στον υπάλληλο καταβάλλεται ποσοστό 1,80 % του τελευταίου αυτού βασικού μισθού για κάθε έτος υπηρεσίας που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3 του παραρτήματος VIII. Εντούτοις, για τους υπαλλήλους που έχουν ασκήσει καθήκοντα παρά προσώπω που εκτελεί θητεία η οποία προβλέπεται από τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά εκλεγμένω προέδρω οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης, ή παρά εκλεγμένω προέδρω πολιτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που αντιστοιχούν στα συντάξιμα έτη κατά την άσκηση των καθηκόντων που σημειώνονται ανωτέρω υπολογίζονται βάσει του τελευταίου βασικού μισθού ο οποίος έχει εισπραχθεί κατά την εν λόγω περίοδο, εφόσον ο βασικός αυτός μισθός είναι ανώτερος από εκείνον που λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της δεύτερης παραγράφου του παρόντος άρθρου. Το ποσό της συντάξεως αρχαιότητας ανά έτος υπηρεσίας δεν μπορεί να είναι κατώτερο από 4 % του ελαχίστου ορίου διαβίωσης. Το δικαίωμα συντάξεως αρχαιότητας αποκτάται στην ηλικία των 66 ετών. Η ηλικία συνταξιοδότησης εξετάζεται κάθε πέντε έτη, αρχής γενομένης την 1η Ιανουαρίου 2014, με βάση έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Στην έκθεση εξετάζονται ειδικότερα η εξέλιξη της ηλικίας συνταξιοδότησης για το προσωπικό του δημόσιου τομέα στα κράτη μέλη και η εξέλιξη του προσδόκιμου ζωής των υπαλλήλων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων. Όπου είναι σκόπιμο. η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση για την αλλαγή της ηλικίας συνταξιοδότησης σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης αυτής, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη τις εξελίξεις στα κράτη μέλη.». |
52) |
Το άρθρο 78 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 78 Σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 13 έως 16 του παραρτήματος VIII, ο υπάλληλος δικαιούται επίδομα αναπηρίας, αν υποστεί μόνιμη αναπηρία, θεωρούμενη ως ολική, η οποία τον θέτει σε αδυναμία εκτελέσεως των καθηκόντων που αντιστοιχούν σε θέση της ομάδας καθηκόντων του. Το άρθρο 52 εφαρμόζεται κατ' αναλογία στους δικαιούχους επιδόματος αναπηρίας. Εάν ο δικαιούχος επιδόματος αναπηρίας συνταξιοδοτηθεί πριν από το 66 έτος της ηλικίας του χωρίς να έχει φθάσει στο ανώτατο ποσοστό σύνταξης, εφαρμόζονται οι γενικοί κανόνες για τη σύνταξη αρχαιότητας. Το ύψος της σύνταξης αρχαιότητας καθορίζεται με βάση τον μισθό που αντιστοιχεί στο βαθμό και το κλιμάκιο που κατείχε ο υπάλληλος όταν κατέστη ανάπηρος. Το επίδομα αναπηρίας ισούται με το 70 % του τελευταίου βασικού μισθού του υπαλλήλου. Πάντως, το επίδομα αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το ελάχιστο όριο διαβίωσης. Το επίδομα αναπηρίας υπόκειται σε εισφορές υπέρ του συνταξιοδοτικού καθεστώτος, που υπολογίζονται με βάση το επίδομα αυτό. Αν η αναπηρία οφείλεται σε ατύχημα που έχει επέλθει κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπαλλήλου ή που συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων αυτών, σε επαγγελματική ασθένεια, ή σε πράξη αυτοθυσίας που έχει συντελεστεί προς το δημόσιο όφελος, ή στο γεγονός ότι ο υπάλληλος εξέθεσε τη ζωή του σε κίνδυνο προκειμένου να διασώσει ανθρώπινη ζωή, το επίδομα αναπηρίας δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το 120 % του ελάχιστου ορίου διαβίωσης. Επιπλέον, στις περιπτώσεις αυτές, οι εισφορές στο καθεστώς συνταξιοδότησης βαρύνουν εξ ολοκλήρου τον προϋπολογισμό του οργάνου ή του οργανισμού που αναφέρεται στο άρθρο 1β.». |
53) |
Στο άρθρο 80, το έκτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Τα δικαιώματα που προβλέπονται στο πρώτο, στο δεύτερο και στο τρίτο εδάφιο ισχύουν σε περίπτωση θανάτου πρώην υπαλλήλου που είχε δικαίωμα αποζημίωσης δυνάμει του άρθρου 50 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 (8), του άρθρου 3 του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 2530/72 του Συμβουλίου (9) ή του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1543/73 του Συμβουλίου (10) και σε περίπτωση θανάτου πρώην υπαλλήλου ο οποίος εξήλθε από την υπηρεσία πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης και είχε ζητήσει να αναβληθεί η έναρξη καταβολής της σύνταξης του μέχρι την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού μήνα μετά από εκείνον στη διάρκεια του οποίου συμπληρώνει την ηλικία συνταξιοδότησης. |
54) |
Το άρθρο 81α παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
|
55) |
Η παράγραφος 2 του άρθρου 82 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Όταν οι αποδοχές επικαιροποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 1, η ίδια επικαιροποίηση εφαρμόζεται και στις συντάξεις.». |
56) |
Στο άρθρο 83 παράγραφος 1, το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται. |
57) |
Στο άρθρο 83α οι παράγραφοι 2, 3, 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο: «2. Οι οργανισμοί που δεν επιδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταβάλλουν στον εν λόγω προϋπολογισμό το πλήρες ποσό των εισφορών που είναι αναγκαίες για τη χρηματοδότηση του καθεστώτος. Από 1ης Ιανουαρίου 2016, οι οργανισμοί που χρηματοδοτούνται εν μέρει από τον εν λόγω προϋπολογισμό καταβάλλουν το μέρος των εργοδοτικών εισφορών το οποίο αντιστοιχεί στην αναλογία των εσόδων του οργανισμού χωρίς την επιδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τα συνολικά έσοδά του. 3. Η ισορροπία του συνταξιοδοτικού καθεστώτος εξασφαλίζεται με την ηλικία συνταξιοδότησης και το ποσοστό εισφοράς στο καθεστώς. Επ’ ευκαιρία της ανά πενταετία διενεργούμενης αναλογιστικής αποτίμησης σύμφωνα με το παράρτημα XII, το ποσοστό εισφοράς επικαιροποιείται με σκοπό να εξασφαλίζεται η ισορροπία του καθεστώτος. 4. Η Επιτροπή υποβάλλει κάθε έτος επικαιροποιημένη μορφή της αναλογιστικής αποτίμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 3, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 του παραρτήματος XII. Εφόσον αποδεικνύεται η ύπαρξη απόκλισης τουλάχιστον 0,25 τοις εκατό μεταξύ του ποσοστού της τρέχουσας εισφοράς και του ποσοστού που είναι αναγκαίο για τη διατήρηση της αναλογιστικής ισορροπίας, το ποσοστό επικαιροποιείται, σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα XII. 5. Για τους σκοπούς των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου, το ποσό αναφοράς που καθορίζεται στο άρθρο 83 παράγραφος 2 επικαιροποιείται. Η Επιτροπή δημοσιεύει το επικαιροποιημένο ποσοστό εισφοράς που προκύπτει μέσα σε δύο εβδομάδες από την επικαιροποίηση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, για λόγους ενημέρωσης.». |
58) |
Ο τίτλος VIII διαγράφεται. |
59) |
Το άρθρο 110 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 110 1. Οι γενικές διατάξεις για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εκδίδονται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου κατόπιν διαβουλεύσεων με την επιτροπή προσωπικού και την επιτροπή κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. 2. Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης που θεσπίζει η Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένων των γενικών εκτελεστικών διατάξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στους οργανισμούς. Προς τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή ενημερώνει τους οργανισμούς για κάθε κανόνα εφαρμογής αμέσως μετά τη θέσπισή του. Οι εν λόγω κανόνες εφαρμογής τίθενται σε ισχύ από τους οργανισμούς εννέα μήνες μετά την έναρξη ισχύος τους στην Επιτροπή ή εννέα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή ενημέρωσε τους οργανισμούς για τη θέσπιση του συγκεκριμένου μέτρου εφαρμογής, εφόσον η ημερομηνία αυτή είναι μεταγενέστερη. Με την επιφύλαξη των ανωτέρω, ένας οργανισμός μπορεί επίσης να αποφασίσει να θέσει τους εν λόγω κανόνες εφαρμογής σε ισχύ πριν από την ημερομηνία αυτή. Κατά παρέκκλιση, ένας οργανισμός μπορεί, πριν από τη λήξη της εννεάμηνης περιόδου που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου και ύστερα από διαβούλευση με την οικεία επιτροπή προσωπικού, να υποβάλει προς έγκριση στην Επιτροπή κανόνες εφαρμογής διαφορετικούς από τους κανόνες που έχει θεσπίσει η Επιτροπή. Υπό τους ίδιους όρους, ένας οργανισμός μπορεί να ζητήσει την έγκριση της Επιτροπής για τη μη εφαρμογή ορισμένων από τους εν λόγω κανόνες εφαρμογής. Στην τελευταία περίπτωση, η Επιτροπή μπορεί, αντί να αποδεχθεί ή να απορρίψει το αίτημα, να ζητήσει από τον οργανισμό να της υποβάλει, προκειμένου να λάβει την έγκρισή της, κανόνες εφαρμογής διαφορετικούς από εκείνους που θέσπισε η Επιτροπή. Η εννεάμηνη περίοδος που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου αναστέλλεται από την ημερομηνία κατά την οποία ο οργανισμός ζητά τη συμφωνία της Επιτροπής έως την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή λάβει θέση σχετικά. Ένας οργανισμός μπορεί επίσης, μετά από διαβούλευση με την οικεία επιτροπή προσωπικού, να υποβάλει προς έγκριση στην Επιτροπή κανόνες εφαρμογής που αφορούν άλλα ζητήματα, πέραν των κανόνων εφαρμογής που εξέδωσε η Επιτροπή. Για τους σκοπούς της θέσπισης των κανόνων εφαρμογής, κάθε οργανισμός εκπροσωπείται από το διοικητικό συμβούλιο ή το ισότιμο όργανο που αναφέρεται στην πράξη της Ένωσης βάσει της οποίας έχει συσταθεί ο οργανισμός. 3. Για τους σκοπούς της θέσπισης των κανόνων με συμφωνία μεταξύ των θεσμικών οργάνων, οι οργανισμοί δεν εξομοιώνονται με τα θεσμικά όργανα. Εντούτοις, η Επιτροπή διαβουλεύεται με τους οργανισμούς πριν από τη θέσπιση των εν λόγω κανόνων. 4. Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, συμπεριλαμβανομένων των γενικών διατάξεων εφαρμογής που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και οι κανόνες που θεσπίζονται με συμφωνία μεταξύ των αρμοδίων για τους διορισμούς αρχών των θεσμικών οργάνων, τίθενται υπόψη του προσωπικού. 5. Οι διοικητικές υπηρεσίες των θεσμικών οργάνων και των οργανισμών διαβουλεύονται τακτικά μεταξύ τους σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. Κατά τις εν λόγω διαβουλεύσεις, οι οργανισμοί έχουν κοινή εκπροσώπηση, σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται με συμφωνία μεταξύ τους. 6. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τηρεί μητρώο των κανόνων που θεσπίζονται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου για να θέσει σε εφαρμογή τον παρόντα κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, καθώς και των κανόνων που θεσπίζουν οι οργανισμοί στον βαθμό που παρεκκλίνουν από τους κανόνες που θεσπίζει η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων των τροποποιήσεών τους. Τα θεσμικά όργανα και οι οργανισμοί διαθέτουν άμεση πρόσβαση στο μητρώο αυτό και έχουν πλήρως το δικαίωμα να τροποποιούν τους οικείους κανόνες. Τα κράτη μέλη έχουν άμεση πρόσβαση σε αυτό. Επιπλέον, η Επιτροπή υποβάλλει ανά τριετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τους κανόνες που θέσπισε η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή κάθε θεσμικού οργάνου για να θέσει σε εφαρμογή τον παρόντα κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.». |
60) |
Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα: «Άρθρο 111 Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 112, όσον αφορά ορισμένες πτυχές των συνθηκών εργασίας και ορισμένες πτυχές της εφαρμογής των κανόνων σχετικά με τις αποδοχές και με το καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης. Άρθρο 112 1. Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου. 2. Η προβλεπόμενη στα άρθρα 56α, 56β και 56γ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, στο άρθρο 13 παράγραφος 3 του παραρτήματος VII και στο άρθρο 9 του παραρτήματος XI, και στα άρθρα 28α παράγραφος 11 και 96 παράγραφος 11 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα, από την 1η Ιανουαρίου 2014. 3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στα άρθρα 56α, 56β, 56γ, του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, στο άρθρο 13 παράγραφος 3 του παραρτήματος VII και στο άρθρο 9 του παραρτήματος XI, και στα άρθρα 28α παράγραφος 11 και 96 παράγραφος 11 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. 4. Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. 5. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 56α, 56β, 56γ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, του άρθρου 13 παράγραφος 3 του παραρτήματος VII ή του άρθρου 9 του παραρτήματος XI ή των άρθρων 28α παράγραφος 11 ή 96 παράγραφος 11 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου. Άρθρο 113 Η Επιτροπή υποβάλλει, έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στην οποία αποτιμά τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.». |
61) |
Το παράρτημα Ι τροποποιείται ως εξής:
|
62) |
Το παράρτημα II τροποποιείται ως εξής:
|
63) |
Το άρθρο μόνο του παραρτήματος IV τροποποιείται ως εξής:
|
64) |
Το παράρτημα IVα τροποποιείται ως εξής:
|
65) |
Το παράρτημα V τροποποιείται ως εξής:
|
66) |
Το παράρτημα VI τροποποιείται ως εξής:
|
67) |
Το παράρτημα VII τροποποιείται ως εξής:
|
68) |
Το παράρτημα VIII τροποποιείται ως εξής:
|
69) |
Το παράρτημα IX τροποποιείται ως εξής:
|
70) |
Το παράρτημα Χ τροποποιείται ως εξής:
|
71) |
Το παράρτημα XI αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 64 ΚΑΙ 65 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΤΗΣΙΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 65 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Παράγοντες από τους οποίους εξαρτώνται οι ετήσιες επικαιροποιήσεις Άρθρο 1 1. Έκθεση της Στατιστικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Eurostat) Για την επικαιροποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 65 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και στο άρθρο 13 του παραρτήματος X, η Eurostat εκπονεί κάθε χρόνο, πριν από το τέλος Οκτωβρίου, έκθεση που αναφέρεται στην εξέλιξη του κόστους διαβίωσης στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο, στις οικονομικές ισοτιμίες μεταξύ Βρυξελλών και ορισμένων τόπων υπηρεσίας στα κράτη μέλη και σε τρίτες χώρες αν είναι αναγκαίο, και στην εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης των αποδοχών των εθνικών δημοσίων υπαλλήλων των κεντρικών διοικήσεων. 2. Εξέλιξη του κόστους διαβίωσης στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο Η Eurostat καθορίζει δείκτη που επιτρέπει να μετρηθεί η εξέλιξη του κόστους διαβίωσης με το οποίο επιβαρύνονται οι υπάλληλοι της Ένωσης που υπηρετούν στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο. Ο εν λόγω δείκτης (στο εξής «κοινός δείκτης») υπολογίζεται με στάθμιση του εθνικού πληθωρισμού (όπως μετράται από τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) στην περίπτωση του Βελγίου και τον δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) στην περίπτωση του Λουξεμβούργου) μεταξύ Ιουνίου του προηγούμενου έτους και Ιουνίου του τρέχοντος έτους σύμφωνα με την κατανομή του προσωπικού που υπηρετεί στα εν λόγω κράτη μέλη. 3. Εξέλιξη του κόστους διαβίωσης εκτός Βρυξελλών
4. Εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης των αποδοχών των εθνικών δημοσίων υπαλλήλων των κεντρικών διοικήσεων (ειδικοί δείκτες)
Άρθρο 2 Για τους σκοπούς του άρθρου 15 του παρόντος παραρτήματος η Επιτροπή ερευνά τακτικά τις ανάγκες των θεσμικών οργάνων σε προσλήψεις.
Τρόπος της ετήσιας επικαιροποίησης των αποδοχών και συντάξεων Άρθρο 3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ (ΑΡΘΡΟ 65 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ) Άρθρο 4
Άρθρο 5
Άρθρο 6
Άρθρο 7 Για τους σκοπούς του άρθρου 6 του παρόντος παραρτήματος: Το ύψος της επικαιροποίησης ισούται με τον κοινό δείκτη, πολλαπλασιαζόμενο, όπου απαιτείται, επί το ήμισυ του ειδικού δείκτη των προβλέψεων, εάν αυτός είναι αρνητικός. Οι διορθωτικοί συντελεστές ισούνται με τον λόγο της σχετικής οικονομικής ισοτιμίας προς την αντίστοιχη τιμή συναλλάγματος που προβλέπεται στο άρθρο 63 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ο οποίος, εάν το όριο επικαιροποίησης δεν καλύπτεται για το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο, πολλαπλασιάζεται επί το ύψος της επικαιροποίησης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΝΑΡΞΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟΥ ΣΥΝΤΕΛΕΣΗ (ΤΟΠΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΕ ΥΨΗΛΗ ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΤΟΥΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ) Άρθρο 8
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΩΝ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ (ΑΡΘΡΟ 64 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ) Άρθρο 9
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΡΗΤΡΑ ΣΥΓΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΡΗΤΡΑ ΕΞΑΙΡΕΣΗΣ Άρθρο 10 Η τιμή του ειδικού δείκτη που χρησιμοποιείται για την ετήσια επικαιροποίηση υπόκειται σε ανώτερο όριο 2 % και κατώτερο όριο – 2 %. Αν η τιμή του ειδικού δείκτη υπερβαίνει το ανώτερο όριο ή είναι χαμηλότερη του κατώτερου ορίου, για τον υπολογισμό της τιμής της επικαιροποίησης χρησιμοποιείται η τιμή του ορίου. Το πρώτο εδάφιο δεν έχει εφαρμογή όταν εφαρμόζεται το άρθρο 11. Το υπόλοιπο της ετήσιας επικαιροποίησης που προκύπτει από την διαφορά μεταξύ της τιμής της επικαιροποίησης που υπολογίζεται με τον ειδικό δείκτη και της τιμής της επικαιροποίησης που υπολογίζεται με το όριο εφαρμόζεται από 1ης Απριλίου του επόμενου έτους. Άρθρο 11
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ EUROSTAT ΚΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ Η ΤΙΣ ΛΟΙΠΕΣ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ Άρθρο 12 Η Eurostat οφείλει να παρακολουθεί την ποιότητα των βασικών δεδομένων και των στατιστικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία των παραγόντων οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη για την επικαιροποίηση των αποδοχών. Ειδικότερα, η Eurostat προβαίνει στις εκτιμήσεις και εκπονεί τις μελέτες που ενδεχομένως απαιτούνται για την παρακολούθηση αυτή. Άρθρο 13 Τον Μάρτιο κάθε έτους, η Eurostat συγκαλεί ομάδα εργασίας αποτελούμενη από εμπειρογνώμονες των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών ή λοιπών αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, αποκαλούμενη «ομάδα εργασίας για το άρθρο 64 και το άρθρο 65 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης». Κατά τη συνεδρίαση αυτή, εξετάζεται η στατιστική μεθοδολογία καθώς και η εφαρμογή της όσον αφορά τους ειδικούς δείκτες και τους δείκτες ελέγχου, τον κοινό δείκτη και τις οικονομικές ισοτιμίες. Παρέχονται επίσης τα στοιχεία που απαιτούνται προκειμένου να προβλεφθεί η εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης για τους σκοπούς της ενδιάμεσης επικαιροποίησης των αποδοχών, όπως επίσης τα δεδομένα για το ωράριο εργασίας στις κεντρικές διοικήσεις. Άρθρο 14 Κάθε κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Eurostat, κατόπιν αιτήσεώς της, τυχόν παράγοντες που έχουν άμεση ή έμμεση επίπτωση στη σύνθεση και στην εξέλιξη των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων των κεντρικών κρατικών υπηρεσιών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΚΑΙ ΡΗΤΡΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ Άρθρο 15
|
72) |
Το παράρτημα XII τροποποιείται ως εξής:
|
73) |
Το παράρτημα XIII τροποποιείται ως εξής:
|
Άρθρο 2
Το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τροποποιείται ως εξής:
1) |
Στο άρθρο 1, η δεύτερη περίπτωση διαγράφεται. |
2) |
Στο άρθρο 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:
|
3) |
Το άρθρο 3 διαγράφεται. |
4) |
Στο άρθρο 3 β στοιχείο β), το σημείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
|
5) |
Στο άρθρο 8 πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «άρθρο 2 στοιχείο α)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 2 στοιχείο α) ή άρθρο 2 στοιχείο στ)». |
6) |
Το άρθρο 10 παράγραφος 4 διαγράφεται. |
7) |
Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:
|
8) |
Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:
|
9) |
Το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 14 1. Ο έκτακτος υπάλληλος διανύει περίοδο δοκιμασίας διάρκειας εννέα μηνών. Αν, κατά τη διάρκεια της περιόδου δοκιμασίας, ο έκτακτος υπάλληλος κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του λόγω ασθενείας, της άδειας μητρότητας που αναφέρεται στο άρθρο 58 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ή ατυχήματος, επί συνεχές χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός μήνα, η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο μπορεί να παρατείνει την περίοδο δοκιμασίας κατά το αντίστοιχο διάστημα. Η συνολική διάρκεια της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει τους δεκαπέντε μήνες. 2. Σε περίπτωση έκδηλης ανικανότητας εκτάκτου υπαλλήλου που διανύει την περίοδο δοκιμασίας, είναι δυνατόν να συνταχθεί έκθεση σε οποιαδήποτε στιγμή της περιόδου αυτής. Η έκθεση αυτή γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο ο οποίος μπορεί, εντός οκτώ εργάσιμων ημερών, να διατυπώσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του. Η έκθεση και οι παρατηρήσεις διαβιβάζονται αμέσως από τον ιεραρχικά ανώτερο του έκτακτου υπαλλήλου στην αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο. Βάσει της έκθεσης αυτής, η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο, μπορεί να αποφασίσει να απολύσει τον έκτακτο υπάλληλο πριν από τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, με προειδοποίηση ενός μηνός ή να τοποθετήσει τον έκτακτο υπάλληλο σε άλλο τμήμα για το υπόλοιπο διάστημα της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας. 3. Το αργότερο ένα μήνα πριν από τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, συντάσσεται για τον έκτακτο υπάλληλο έκθεση σχετικά με τις ικανότητες που διαθέτει για την εκπλήρωση των καθηκόντων του, καθώς και σχετικά με την απόδοσή του και τη συμπεριφορά του στην υπηρεσία. Η έκθεση αυτή γνωστοποιείται στον έκτακτο υπάλληλο ο οποίος μπορεί, εντός οκτώ εργάσιμων ημερών, να διατυπώσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του. Αν το συμπέρασμα της έκθεσης είναι η απόλυση ή, κατ’ εξαίρεση, η παράταση της περιόδου δοκιμασίας σύμφωνα με την παράγραφο 1, η έκθεση και οι παρατηρήσεις διαβιβάζονται αμέσως από τον ιεραρχικά ανώτερο του έκτακτου υπαλλήλου στην αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο. Ο έκτακτος υπάλληλος του οποίου οι επαγγελματικές ικανότητες ή η συμπεριφορά δεν έχουν αποδειχθεί επαρκείς για τη μονιμοποίησή του απολύεται. Η τελική απόφαση λαμβάνεται με βάση την έκθεση που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο καθώς και με βάση τα στοιχεία που διαθέτει η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο σχετικά με τη συμπεριφορά του έκτακτου υπαλλήλου όσον αφορά τον τίτλο ΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. 4. Ο έκτακτος υπάλληλος που απολύεται δικαιούται αποζημίωση ίση με το ένα τρίτο του βασικού μισθού του για κάθε μήνα της περιόδου δοκιμασίας που έχει συμπληρώσει.». |
10) |
Στο άρθρο 15 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος: «Ο έκτακτος υπάλληλος, η κατάταξη του οποίου καθορίστηκε σύμφωνα με τα κριτήρια κατάταξης που θεσπίστηκαν από την αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο, διατηρεί την αρχαιότητα κατά κλιμάκιο που έχει αποκτήσει με την ιδιότητα αυτή, αν προσληφθεί ως έκτακτος υπάλληλος στον ίδιο βαθμό,αμέσως μετά την προηγούμενη περίοδο κατά την οποία είχε υπηρετήσει ως έκτακτος υπάλληλος.». |
11) |
Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 16 Τα άρθρα 42α, 42β και 55 έως 61 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης σχετικά με την άδεια, τη διάρκεια εργασίας, τις υπερωρίες, τη συνεχή υπηρεσία, την υποχρέωση επιφυλακής στον τόπο εργασίας ή στην οικία και τις αργίες εφαρμόζονται κατ’ αναλογία. Η ειδική άδεια, η γονική άδεια και η άδεια για οικογενειακούς λόγους δεν μπορούν να παρατείνονται πέρα από τη διάρκεια της σύμβασης. Επιπλέον τα άρθρα 41, 42, 45 και 46 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στους έκτακτους υπαλλήλους σύμφωνα με το άρθρο 29 του παραρτήματος XIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ανεξάρτητα από την ημερομηνία των συμβάσεων πρόσληψής τους. Εντούτοις, το δικαίωμα της αναρρωτικής άδειας με αποδοχές, που προβλέπεται στο άρθρο 59 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, δεν μπορεί να ξεπερνά τους τρεις μήνες ή τη χρονική διάρκεια εργασίας του έκτακτου υπαλλήλου, αν η τελευταία υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Η άδεια δεν μπορεί να παραταθεί πέρα από τη διάρκεια της σύμβασης του ενδιαφερομένου. Κατά τη λήξη των ανωτέρω προθεσμιών, ο υπάλληλος του οποίου σύμβαση δεν έχει λυθεί παίρνει άδεια χωρίς αποδοχές, παρά το ότι δεν μπορεί να αναλάβει εκ νέου τα καθήκοντά του. Εν τούτοις, σε περίπτωση επαγγελματικής ασθένειας ή ατυχήματος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο υπάλληλος εξακολουθεί να λαμβάνει καθ’ όλη τη διάρκεια της ανικανότητάς του προς εργασία το σύνολο των αποδοχών του, μέχρι να λάβει τη σύνταξη αναπηρίας που προβλέπεται στο άρθρο 33.». |
12) |
Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 17 Κατ’ εξαίρεση, ο έκτακτος υπάλληλος μπορεί, κατόπιν αιτήσεώς του, να πάρει άδεια χωρίς αποδοχές για σοβαρούς προσωπικούς λόγους. Το άρθρο 12β του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης συνεχίζει να εφαρμόζεται κατά την περίοδο άδειας χωρίς αποδοχές για προσωπικούς λόγους. Η άδεια δυνάμει του άρθρου 12β δεν χορηγείται σε έκτακτο υπάλληλο προκειμένου αυτός να αναλάβει μια επαγγελματική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη, η οποία έχει ως αντικείμενο την εκπροσώπηση συμφερόντων ή την υπεράσπιση έναντι του οργάνου του, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε σύγκρουση ή σε πιθανότητα σύγκρουσης με τα νόμιμα συμφέροντα του οργάνου στο οποίο ανήκει. Η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο καθορίζει τη διάρκεια αυτής της άδειας, η οποία δεν υπερβαίνει το ένα τέταρτο του χρόνου υπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο ενδιαφερόμενος ούτε:
Η διάρκεια της αδείας που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο δεν λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς του άρθρου 44 πρώτο εδάφιο του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. Κατά τη διάρκεια της άδειας χωρίς αποδοχές του έκτακτου υπαλλήλου αναστέλλεται η κάλυψή του στο καθεστώς κοινωνικής ασφαλίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 28. Εντούτοις, αν ο υπάλληλος δεν ασκεί επικερδή επαγγελματική δραστηριότητα, είναι δυνατόν, μετά από αίτηση του, που πρέπει να υποβληθεί το αργότερο ένα μήνα μετά την έναρξη της άδειας χωρίς αποδοχές, να συνεχίζει να απολαύει της κάλυψης έναντι των κινδύνων που αναφέρονται στο άρθρο 28, υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχίσει να καταβάλλει κατά τη διάρκεια της άδειάς του το ήμισυ του ποσού των εισφορών που προβλέπονται από το άρθρο αυτό· η εισφορά υπολογίζονται βάσει του τελευταίου βασικού μισθού του έκτακτου υπαλλήλου. Επιπλέον, αν ο έκτακτος υπάλληλος που αναφέρεται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) ή δ) αποδείξει ότι δεν μπορεί να αποκτήσει δικαιώματα σύνταξης από άλλο συνταξιοδοτικό καθεστώς, είναι δυνατόν, μετά από αίτηση του, να συνεχίσει να αποκτά δικαιώματα σύνταξης κατά τη διάρκεια της άδειας χωρίς αποδοχές, με την προϋπόθεση να καταβάλλει εισφορά ίση με το τριπλάσιο του ποσοστού που προβλέπεται στο άρθρο 41· οι εισφορές υπολογίζονται βάσει του βασικού μισθού που ισχύει για το βαθμό και το κλιμάκιο του έκτακτου υπαλλήλου. Γυναίκες των οποίων η άδεια μητρότητας άρχισε πριν από το πέρας της σύμβασής τους δικαιούνται άδεια μητρότητας με τις σχετικές αποδοχές.». |
13) |
Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:
|
14) |
Το άρθρο 28α τροποποιείται ως εξής:
|
15) |
Στο άρθρο 33 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο οι λέξεις «το 65 έτος της ηλικίας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «το 66ο έτος της ηλικίας». |
16) |
Το άρθρο 34 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 34 Οι έλκοντες δικαίωμα από αποβιώσαντα υπάλληλο, όπως καθορίζονται στο κεφάλαιο 4 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, δικαιούνται σύνταξη επιζώντων σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στα άρθρα 35 έως 38. Σε περίπτωση θανάτου πρώην υπαλλήλου δικαιούχου επιδόματος αναπηρίας όπως και σε περίπτωση θανάτου πρώην έκτακτου υπαλλήλου κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο α), γ), δ), ε) ή στ), ο οποίος δικαιούταν σύνταξη λόγω συμπλήρωσης συντάξιμου χρόνου ή είχε αποχωρήσει από την υπηρεσία πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης, είχε δε ζητήσει να αρχίσει η καταβολή της σύνταξης την πρώτη ημέρα μετά το τέλος του μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου θα συμπλήρωνε ηλικία συνταξιοδότησης, οι έλκοντες δικαιώματα, όπως ορίζονται στο κεφάλαιο 4 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης δικαιούνται σύνταξη επιζώντων με τους όρους που προβλέπει το παράρτημα αυτό. Σε περίπτωση αφάνειας για διάστημα μεγαλύτερο του έτους, εκτάκτου υπαλλήλου ή πρώην εκτάκτου υπαλλήλου δικαιούχου επιδόματος αναπηρίας ή σύνταξης αρχαιότητας ή πρώην εκτάκτου υπαλλήλου ο οποίος είχε αποχωρήσει από την υπηρεσία πριν από την ηλικία συνταξιοδότησης, είχε δε ζητήσει να αναβληθεί η έναρξη της καταβολής της σύνταξης αρχαιότητας μέχρι την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού μήνα που έπεται εκείνου κατά τον οποίο θα συμπλήρωνε την ηλικία συνταξιοδότησης, οι διατάξεις των κεφαλαίων 5 και 6 του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, που αφορούν τις προσωρινές συντάξεις, εφαρμόζονται κατ' αναλογία στον/στην σύζυγο του/της και στα πρόσωπα που θεωρούνται συντηρούμενα από τον άφαντο.». |
17) |
Στο άρθρο 36 πρώτο εδάφιο τρίτη περίοδο, οι λέξεις «άρθρο 2 στοιχεία α), γ) ή δ)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 2 στοιχείο α), γ), δ), ε), ή στ)». |
18) |
Στο άρθρο 37 τέταρτο εδάφιο, οι λέξεις «ηλικία των 63 ετών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ηλικία συνταξιοδότησης» και οι λέξεις «άρθρο 2 στοιχεία α), γ) ή δ)» αντικαθίστανται από «άρθρο 2 στοιχείο α), γ), δ), ε) ή στ)». |
19) |
Το άρθρο 39 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Κατά την αποχώρησή του από την υπηρεσία, ο υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 2 δικαιούται σύνταξη αρχαιότητας, μεταφορά του αναλογιστικού ισοδυνάμου ή καταβολή του επιδόματος αποχώρησης σύμφωνα το κεφάλαιο 3 του τίτλου V και του παραρτήματος VIII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. Εφόσον ο υπάλληλος δικαιούται σύνταξη αρχαιότητας, τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα μειώνονται κατ’ αναλογία προς τα ποσά που καταβάλλονται δυνάμει του άρθρου 42.». |
20) |
Στο άρθρο 42, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που πρέπει να καθορισθούν από την αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο, ο υπάλληλος έχει την ευχέρεια να ζητήσει από την αρχή αυτή την πραγματοποίηση των πληρωμών, στις οποίες υποχρεούται να προβεί, για να συστήσει ή να διατηρήσει τα δικαιώματα συνταξιοδότησής του στην χώρα καταγωγής του.». |
21) |
Το άρθρο 47 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 47 Εκτός από την περίπτωση θανάτου, η υπαλληλική σχέση του εκτάκτου υπαλλήλου λύεται:
|
22) |
Παρεμβάλλεται το εξής άρθρο: «Άρθρο 48α Σε οποιαδήποτε κοινοβουλευτική περίοδο, το άρθρο 50 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης μπορεί να εφαρμόζεται κατ’ αναλογία σε πέντε κατ' ανώτατο όριο ανώτερους έκτακτους υπαλλήλους πολιτικών ομάδων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που βρίσκονται στον βαθμό AD 15 ή AD 16, υπό τον όρο ότι έχουν φθάσει την ηλικία των 55 ετών και έχουν είκοσι έτη υπηρεσίας στα θεσμικά όργανα και τουλάχιστον 2,5 έτη αρχαιότητας στον τελευταίο βαθμό τους.». |
23) |
Στο άρθρο 50γ, η παράγραφος 2 διαγράφεται. |
24) |
Στον τίτλο II, προστίθεται το ακόλουθο κεφάλαιο: «ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΕΚΤΑΚΤΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 2 ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤ) Άρθρο 51 Το άρθρο 37, εξαιρουμένου του πρώτου εδαφίου στοιχείο β), και το άρθρο 38 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στους έκτακτους υπαλλήλους που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ). Άρθρο 52 Κατά παρέκκλιση του άρθρου 17 τρίτο εδάφιο, οι έκτακτοι υπάλληλοι που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) και οι οποίοι είχαν σύμβαση αορίστου χρόνου, μπορούν, ανεξάρτητα από την αρχαιότητά τους, να πάρουν άδεια χωρίς αποδοχές για περιόδους που δεν υπερβαίνουν το ένα έτος. Η συνολική διάρκεια αυτής της άδειας δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δώδεκα έτη στο σύνολο της σταδιοδρομίας του υπαλλήλου. Στη θέση που κατείχε ο έκτακτος υπάλληλος μπορεί να προσληφθεί άλλο πρόσωπο. Μετά τη λήξη της αδείας του, ο έκτακτος υπάλληλος πρέπει να επανατοποθετηθεί στην πρώτη κενή θέση της ομάδας καθηκόντων του που αντιστοιχεί στο βαθμό του, με την προϋπόθεση ότι έχει τις ικανότητες που απαιτούνται για τη θέση αυτή. Αν αρνηθεί τη θέση που του προσφέρεται, διατηρεί τα δικαιώματά του για επανατοποθέτηση, μόλις υπάρξει δεύτερη κενή θέση στην ομάδα καθηκόντων του που αντιστοιχεί στον βαθμό του με τις ίδιες προϋποθέσεις· αν αρνηθεί για δεύτερη φορά, η υπαλληλική σχέση λύεται από το όργανο χωρίς προειδοποίηση. Μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής επανατοποθέτησής του ή της απόσπασής του, ο υπάλληλος παραμένει σε κατάσταση αδείας για προσωπικούς λόγους άνευ αποδοχών. Άρθρο 53 Οι έκτακτοι υπάλληλοι που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) προσλαμβάνονται βάσει διαδικασίας επιλογής που διοργανώνεται από έναν ή περισσότερους οργανισμούς. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού παρέχει υποστήριξη στους οργανισμούς, κατόπιν αιτήματός τους, προσδιορίζοντας ιδίως το περιεχόμενο των δοκιμασιών και διοργανώνοντας τις διαδικασίες επιλογής. Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού διασφαλίζει τη διαφάνεια των διαδικασιών επιλογής. Σε περίπτωση εξωτερικών διαδικασιών επιλογής, οι έκτακτοι υπάλληλοι που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) προσλαμβάνονται μόνο στους βαθμούς SC1 έως SC2, AST 1 έως AST 4 ή AD 5 έως AD 8. Εντούτοις, ο οργανισμός μπορεί όταν είναι σκόπιμο, και σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να επιτρέψει την πρόσληψη στους βαθμούς AD 9, AD 10, AD 11 ή, κατ’ εξαίρεση, στο βαθμό AD 12, για θέσεις με αντίστοιχες ευθύνες και εντός των ορίων του εγκεκριμένου πίνακα θέσεων. Ο συνολικός αριθμός των προσλήψεων στους βαθμούς AD 9 έως AD 12 σε έναν οργανισμό δεν υπερβαίνει το 20 % του συνολικού αριθμού των προσλήψεων εκτάκτων υπαλλήλων στην ομάδα καθηκόντων AD, ο οποίος υπολογίζεται σε συνεχή περίοδο πέντε ετών. Άρθρο 54 Όσον αφορά τους έκτακτους υπαλλήλους που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ), η κατάταξη στον επόμενο ανώτερο βαθμό γίνεται αποκλειστικά με επιλογή από τους έκτακτους υπαλλήλους οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον περίοδο δύο ετών στον βαθμό τους, μετά από εξέταση των συγκριτικών προσόντων αυτών των έκτακτων υπαλλήλων, καθώς και των εκθέσεων που τους αφορούν. Η τελευταία περίοδος του άρθρου 45 παράγραφος 1 και του άρθρου 45 παράγραφος 2 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εφαρμόζονται κατ’ αναλογία. Δεν είναι δυνατή η υπέρβαση των ποσοστών πολλαπλασιασμού για τον καθορισμό της ισοδυναμίας των μέσων σταδιοδρομιών, που καθορίζονται για τους υπαλλήλους στο τμήμα Β του παραρτήματος Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, κάθε οργανισμός θεσπίζει τις γενικές διατάξεις για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Άρθρο 55 Όταν ένας έκτακτος υπάλληλος που αναφέρεται στο άρθρο 2 στοιχείο στ) αλλάζει θέση εντός της ομάδας καθηκόντων του κατόπιν εσωτερικής δημοσίευσης μιας θέσης, δεν μπορεί να καταταγεί σε βαθμό ή κλιμάκιο χαμηλότερο από αυτό που προβλεπόταν στην προηγούμενη θέση του, υπό τον όρο ότι ο βαθμός του είναι ένας από τους βαθμούς που καθορίζονται στην προκήρυξη κενής θέσης. Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται κατ’ αναλογία όταν ο έκτακτος υπάλληλος συνάπτει νέα σύμβαση με έναν οργανισμό αμέσως μετά από προηγούμενη σύμβαση εκτάκτου υπαλλήλου με έναν άλλον οργανισμό. Άρθρο 56 Σύμφωνα με το άρθρο 110 παράγραφος 2 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, κάθε οργανισμός θεσπίζει γενικές διατάξεις για τις διαδικασίες που διέπουν την πρόσληψη και τη χρησιμοποίηση των εκτάκτων υπαλλήλων που αναφέρονται στο άρθρο 2 στοιχείο στ).». |
25) |
Ο τίτλος III διαγράφεται. |
26) |
Στο άρθρο 79 παράγραφος 2, οι λέξεις «κάθε όργανο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο». |
27) |
Το άρθρο 80 τροποποιείται ως εξής:
|
28) |
Το άρθρο 82 τροποποιείται ως εξής:
|
29) |
Το άρθρο 84 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 84 1. Ο συμβασιούχος υπάλληλος, η σύμβαση του οποίου συνάπτεται για διάστημα τουλάχιστον ενός έτους, διανύει περίοδο δοκιμασίας κατά τους έξι πρώτους μήνες της υπηρεσίας του, εάν ανήκει στην ομάδα καθηκόντων I, και κατά τους εννέα πρώτους μήνες, εάν ανήκει σε μία από τις άλλες ομάδες καθηκόντων. Εάν, στη διάρκεια της περιόδου δοκιμασίας, ο συμβασιούχος υπάλληλος κωλύεται να ασκήσει τα καθήκοντά του, λόγω ασθενείας, άδειας μητρότητας κατά το άρθρο 58 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης ή ατυχήματος, για συνεχόμενο διάστημα τουλάχιστον ενός μηνός, η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο μπορεί να παρατείνει την περίοδο δοκιμασίας για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Η συνολική διάρκεια της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει τους 15 μήνες. 2. Σε περίπτωση έκδηλης ανικανότητας συμβασιούχου υπαλλήλου που διανύει την περίοδο δοκιμασίας, είναι δυνατόν να συνταχθεί έκθεση σε οποιαδήποτε στιγμή της περιόδου αυτής. Η έκθεση αυτή γνωστοποιείται στον ενδιαφερόμενο ο οποίος μπορεί, εντός οκτώ εργάσιμων ημερών, να διατυπώσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του. Η έκθεση και οι παρατηρήσεις διαβιβάζονται αμέσως από τον ιεραρχικά ανώτερο του συμβασιούχου υπαλλήλου στην αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο. Βάσει της έκθεσης αυτής, η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο, μπορεί να αποφασίσει να απολύσει τον συμβασιούχο υπάλληλο πριν από τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, με προειδοποίηση ενός μηνός ή να τοποθετήσει τον συμβασιούχο υπάλληλο σε άλλο τμήμα για το υπόλοιπο διάστημα της περιόδου δοκιμασίας. 3. Το αργότερο έναν μήνα πριν από τη λήξη της περιόδου δοκιμασίας, συντάσσεται για τον συμβασιούχο υπάλληλο έκθεση σχετικά με τις ικανότητες που διαθέτει για την εκπλήρωση των καθηκόντων του, καθώς και σχετικά με την απόδοσή του και τη συμπεριφορά του στην υπηρεσία. Η έκθεση αυτή γνωστοποιείται στον συμβασιούχο υπάλληλο ο οποίος μπορεί, εντός οκτώ εργάσιμων ημερών, να διατυπώσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του. Αν το συμπέρασμα της έκθεσης είναι η απόλυση ή, κατ’ εξαίρεση, η παράταση της περιόδου δοκιμαστικής υπηρεσίας σύμφωνα με την παράγραφο 1, η έκθεση και οι παρατηρήσεις διαβιβάζονται αμέσως από τον ιεραρχικά ανώτερο του συμβασιούχου υπαλλήλου στην αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο. Ο συμβασιούχος υπάλληλος του οποίου οι επαγγελματικές ικανότητες ή η συμπεριφορά δεν έχουν αποδειχθεί επαρκείς για τη μονιμοποίησή του απολύεται. Η τελική απόφαση λαμβάνεται με βάση την έκθεση που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο καθώς και με βάση τα στοιχεία που διαθέτει η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο σχετικά με τη συμπεριφορά του έκτακτου υπαλλήλου όσον αφορά τον τίτλο ΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. 4. Ο συμβασιούχος υπάλληλος που απολύεται δικαιούται αποζημίωση ίση με το ένα τρίτο του βασικού μισθού του για κάθε μήνα της περιόδου δοκιμασίας που έχει συμπληρώσει.». |
30) |
Στο άρθρο 85 παράγραφος 3, οι λέξεις «άρθρο 314 της Συνθήκης ΕΚ» αντικαθίστανται από «άρθρο 55 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση». |
31) |
Το άρθρο 86 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:
|
32) |
Στο άρθρο 88 πρώτο εδάφιο στοιχείο β), οι λέξεις «τρία έτη» αντικαθίστανται από τις λέξεις «έξι έτη». |
33) |
Το άρθρο 91 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 91 Τα άρθρα 16 έως 18 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία. Το άρθρο 55 παράγραφος 4 δεύτερη πρόταση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης δεν εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στους συμβασιούχους υπαλλήλους. Οι υπερωρίες που πραγματοποιούνται από συμβασιούχους υπαλλήλους των ομάδων καθηκόντων III και IV δεν θεμελιώνουν δικαίωμα αντιστάθμισης ή αμοιβής. Δυνάμει των προϋποθέσεων που καθορίζονται στο παράρτημα VI του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, οι υπερωρίες που πραγματοποιούνται από συμβασιούχους υπαλλήλους των ομάδων καθηκόντων I και II παρέχουν δικαίωμα χορηγήσεως αδείας αντισταθμιστικού χαρακτήρα ή δικαίωμα χορηγήσεως αμοιβής, αν οι ανάγκες της υπηρεσίας δεν επιτρέπουν τη χορήγηση άδειας αντισταθμιστικού χαρακτήρα εντός δύο μηνών από τον μήνα κατά τον οποίον έχουν πραγματοποιηθεί οι υπερωρίες.». |
34) |
Στο άρθρο 95, οι λέξεις «ηλικία των 63 ετών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ηλικία συνταξιοδότησης». |
35) |
Το άρθρο 96 τροποποιείται ως εξής:
|
36) |
Στο άρθρο 101 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο δεύτερη πρόταση, οι λέξεις «από το 65 έτος της ηλικίας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «από το 66 έτος της ηλικίας». |
37) |
Το άρθρο 103 τροποποιείται ως εξής:
|
38) |
Στο άρθρο 106 παράγραφος 4 οι λέξεις «ηλικία των 63 ετών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ηλικία συνταξιοδότησης». |
39) |
Στο άρθρο 120, οι λέξεις «κάθε όργανο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο». |
40) |
Μετά το άρθρο 132 παρεμβάλλεται το εξής άρθρο: «Άρθρο 132α Σύμφωνα με τα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1 και μετά από ρητή αίτηση του μέλους ή των μελών που υποστηρίζουν, οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί μπορούν να λάβουν άπαξ είτε επίδομα εγκατάστασης είτε επίδομα επανεγκατάστασης που καταβάλλεται από την αποζημίωση κοινοβουλευτικής επικουρίας του αντίστοιχου μέλους, εφόσον αποδεικνύουν ότι πρέπει να αλλάξουν τον τόπο κατοικίας τους. Το ποσό του επιδόματος δεν υπερβαίνει τον μηνιαίο βασικό μισθό του βοηθού.». |
41) |
Το άρθρο 139 τροποποιείται ως εξής:
|
42) |
Στο άρθρο 141, οι λέξεις «κάθε όργανο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο». |
43) |
Παρεμβάλλεται το εξής άρθρο: «Άρθρο 142α Η Επιτροπή υποβάλλει, έως την 31η Δεκεμβρίου 2020, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στην οποία αποτιμά τη λειτουργία του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού.». |
44) |
Το παράρτημα τροποποιείται ως εξής:
|
Άρθρο 3
1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2. Εφαρμόζεται από 1ης Ιανουαρίου 2014 εκτός από το άρθρο 1 σημείο 44) και άρθρο 1 σημείο 73) στοιχείο δ) το οποίο εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος κανονισμού.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Στρασβούργο, 22 Οκτωβρίου 2013.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
M. SCHULZ
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
V. LEŠKEVIČIUS
(1) Γνώμη της 22ας Μαρτίου 2012 (δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).
(2) ΕΕ C 205 της 12.7.2012, σ. 1.
(3) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 2ας Ιουλίου 2013 (δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 10ης Οκτωβρίου 2013.
(4) Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (ΕΕ L 56, 4.3.1968, σ. 1).
(5) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).».
(6) Κανονισμός (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 300/76 του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί καθορισμού των κατηγοριών των δικαιούχων, των προϋποθέσεων χορηγήσεως και του ύψους των αποζημιώσεων που δύνανται να χορηγηθούν στους υπαλλήλους οι οποίοι καλούνται να ασκήσουν τα καθήκοντά τους σε συνεχή ή εκ περιτροπής υπηρεσία (ΕΕ L 38 της 13.2.1976, σ. 1).
(7) Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 260/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί καθορισμού των όρων και της διαδικασίας επιβολής του φόρου του θεσπισθέντος υπέρ των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 8. Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 01 τόμος 1 σ. 115).».
(8) Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1. Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 1 τόμος 1 σ. 108).
(9) Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 2530/72 του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 1972, για την εισαγωγή ειδικών και προσωρινών μέτρων για τον διορισμό των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατόπιν της προσχώρησης νέων κρατών μελών και για τον τερματισμό των υπηρεσιών των υπαλλήλων αυτών των Κοινοτήτων (ΕΕ L 272 της 5.12.1972, σ. 1.).
(10) Κανονισμός (ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1543/73 του Συμβουλίου, της 4ης Ιουνίου 1973, ο οποίος θεσπίζει ειδικά μέτρα που ισχύουν προσωρινά για τους υπαλλήλους των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίοι αμείβονται από πιστώσεις ερευνών και επενδύσεων (ΕΕ L 155 της 11.6.1973, σ. 1).».
(11) Ο αριθμός θέσεων κοινοβουλευτικών κλητήρων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπορεί να υπερβεί τις 85.»,
(12) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).
(13) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1023/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ης Οκτωβρίου 2013, για την τροποποίηση του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 15)»,