EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008R0771

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 771/2008 της Επιτροπής, της 1ης Αυγούστου 2008 , για τη θέσπιση των κανόνων οργάνωσης και διαδικασίας του Συμβουλίου Προσφυγών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

OJ L 206, 2.8.2008, p. 5–13 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 13 Volume 058 P. 221 - 229

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 15/06/2016

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2008/771/oj

2.8.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 206/5


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 771/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 1ης Αυγούστου 2008

για τη θέσπιση των κανόνων οργάνωσης και διαδικασίας του Συμβουλίου Προσφυγών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων, καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/ΕΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής, καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ της Επιτροπής (1), και ιδίως το άρθρο 93 παράγραφος 4 και το άρθρο 132,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 εξουσιοδοτεί τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων, στο εξής ο «Οργανισμός», να λαμβάνει επιμέρους αποφάσεις σχετικά με την καταχώριση και την αξιολόγηση των χημικών προϊόντων και προβλέπει τη σύσταση Συμβουλίου Προσφυγών (εφεξής «συμβούλιο προσφυγών») που θα αποφασίζει για τις προσφυγές κατά των αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 91 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Στο μέτρο που ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 καθορίζει μόνο βασικούς κανόνες όσον αφορά τις διαδικασίες προσφυγής είναι, αναγκαίο να προβλεφθούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την οργάνωση του συμβουλίου προσφυγών καθώς και λεπτομερείς κανόνες για τη διαδικασία που εφαρμόζεται για τις προσφυγές ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών.

(3)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ισόρροπη εκτίμηση των προσφυγών από νομική και τεχνική άποψη, πρέπει να συμμετέχουν στην εξέταση κάθε προσφυγής τόσο τα μέλη του συμβουλίου προσφυγών με νομική κατάρτιση όσο και εκείνα με τεχνική κατάρτιση, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1238/2007 της Επιτροπής, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με τους τίτλους κατάρτισης των μελών του τμήματος προσφυγών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (2).

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 89 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, το συμβούλιο προσφυγών αποτελείται από τον πρόεδρο και δύο ακόμη μέλη, καθένας από τους οποίους έχουν αναπληρωτές. Είναι ουσιώδες να εξασφαλίζει ο πρόεδρος την ποιότητα και τη συνοχή των αποφάσεων του συμβουλίου προσφυγών.

(5)

Για τη διευκόλυνση της εξέτασης των προσφυγών, πρέπει να ορίζεται εισηγητής για κάθε υπόθεση και τα καθήκοντά του να προσδιορίζονται επακριβώς.

(6)

Για να εξασφαλιστεί η ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία του συμβουλίου προσφυγών πρέπει να συσταθεί γραμματεία υπό την ευθύνη του.

(7)

Για τους ίδιους λόγους, το συμβούλιο προσφυγών πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να θεσπίσει τους κανόνες λειτουργίας του και τον κανονισμό διαδικασίας του.

(8)

Για να μπορεί το συμβούλιο προσφυγών να λαμβάνει τελικές αποφάσεις εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού μπορεί να διορίζει επιπλέον μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006. Επομένως, το συμβούλιο προσφυγών πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να καθορίσει τα κριτήρια για την ανάθεση των υποθέσεων στα μέλη του.

(9)

Πρέπει να επισυνάπτεται στο δικόγραφο της προσφυγής και να αποτελεί προϋπόθεση για το παραδεκτό της προσφυγής η απόδειξη πληρωμής του τέλους προσφυγής που απαιτείται για κάθε προσφυγή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 340/2008 της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2008, σχετικά με τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να καταβάλλονται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) (3).

(10)

Αν χρειαστεί, και με βάση την πείρα που θα προκύψει από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει την αποτελεσματικότητα των διατάξεών του και τη λειτουργία τους στην πράξη και να τις τροποποιήσει, εφόσον το κρίνει σκόπιμο.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε βάσει του άρθρου 133 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Οργάνωση του συμβουλίου προσφυγών

Τμημα 1

Το συμβούλιο προσφυγών

Άρθρο 1

Σύνθεση

1.   Κάθε προσφυγή εκδικάζεται από τρία μέλη του συμβουλίου προσφυγών του Οργανισμού, στο εξής «το συμβούλιο προσφυγών».

Τουλάχιστον ένα μέλος διαθέτει νομική κατάρτιση και τουλάχιστον ένα μέλος τεχνική κατάρτιση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1238/2007.

2.   Ο πρόεδρος του συμβουλίου προσφυγών, ή ένας από τους αναπληρωτές του, προεδρεύει όλων των διαδικασιών προσφυγής.

3.   Ο πρόεδρος εξασφαλίζει την ποιότητα και τη συνοχή των αποφάσεων του συμβουλίου προσφυγών.

Άρθρο 2

Εξαίρεση μέλους

Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 90 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, το ενδιαφερόμενο μέλος του συμβουλίου προσφυγών καλείται, πριν από τη λήψη απόφασης, να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του σχετικά με τους λόγους που προβάλλονται για κάθε εξαίρεση ζητούμενη σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 6 του εν λόγω κανονισμού.

Έως ότου ληφθεί απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 7 του εν λόγω κανονισμού, η διαδικασία αναστέλλεται.

Άρθρο 3

Αντικατάσταση μέλους

1.   Στις περιπτώσεις που το συμβούλιο προσφυγών αποφασίζει να εξαιρέσει ένα μέλος από τις διαδικασίες, σύμφωνα με το άρθρο 90 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, το αντικαθιστά με αναπληρωματικό μέλος.

2.   Ο πρόεδρος μπορεί να αντικαταστήσει κάθε μέλος του συμβουλίου προσφυγών, ύστερα από αίτηση του μέλους αυτού, με αναπληρωματικό μέλος σε περίπτωση άδειας, ασθένειας, επιβεβλημένων υποχρεώσεων του μέλους αυτού ή στις περιπτώσεις που, για άλλους λόγους, το μέλος αυτό δεν δύναται να συμμετάσχει στη διαδικασία. Τα κριτήρια επιλογής του αναπληρωματικού μέλους καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 3.

Εάν ένα μέλος δεν είναι σε θέση να ζητήσει την αντικατάστασή του, ο πρόεδρος μπορεί να το αντικαταστήσει με δική του πρωτοβουλία.

Ο πρόεδρος μπορεί να απορρίψει αίτηση για αντικατάσταση μόνο με αιτιολογημένη απόφαση.

Εάν ο πρόεδρος δεν δύναται να συμμετάσχει στη διαδικασία, ορίζει τον αναπληρωτή του. Εάν ο πρόεδρος δεν είναι σε θέση να το πράξει, το μέλος εκείνο με το μεγαλύτερο χρόνο θητείας, μεταξύ των δύο άλλων μελών που εκδικάζουν την προσφυγή, ή, στην περίπτωση που τα εν λόγω δύο μέλη έχουν τον ίδιο χρόνο θητείας στο συμβούλιο προσφυγών, το πρεσβύτερο μεταξύ αυτών, ορίζει τον αναπληρωτή του προέδρου.

3.   Όταν ένα μέλος αντικαθίσταται πριν από τη διεξαγωγή ακρόασης, η διαδικασία δεν αναστέλλεται και η αντικατάσταση δεν θίγει τις διαδικαστικές ενέργειες που έχουν ενδεχομένως ολοκληρωθεί.

Όταν ένα μέλος αντικαθίσταται μετά τη διεξαγωγή ακρόασης, η ακρόαση διεξάγεται εκ νέου, εκτός εάν οι διάδικοι, το αναπληρωματικό μέλος και τα άλλα δύο μέλη που εκδικάζουν την προσφυγή συμφωνήσουν διαφορετικά.

4.   Όταν ένα μέλος αντικαθίσταται, το αντίστοιχο αναπληρωματικό μέλος δεσμεύεται από κάθε προσωρινή απόφαση που ελήφθη πριν από την αντικατάσταση.

5.   Η απουσία ενός μέλους μετά τη λήψη οριστικής απόφασης από το συμβούλιο προσφυγών δεν αφαιρεί από το συμβούλιο προσφυγών το δικαίωμα να εκτελέσει τις υπόλοιπες διαδικαστικές ενέργειες.

Εάν ο πρόεδρος δεν είναι σε θέση να υπογράψει την απόφαση ή να εκτελέσει τις λοιπές διαδικαστικές ενέργειες, οι ενέργειες αυτές εκτελούνται, εξ ονόματος του προέδρου, από ένα από τα άλλα μέλη που εξετάζουν την υπόθεση και συγκεκριμένα από το μέλος εκείνο με το μεγαλύτερο χρόνο θητείας, μεταξύ των δύο άλλων μελών που εκδικάζουν την προσφυγή, ή, στην περίπτωση που τα εν λόγω δύο μέλη έχουν τον ίδιο χρόνο θητείας στο συμβούλιο προσφυγών, από το πρεσβύτερο μεταξύ αυτών.

Άρθρο 4

Εισηγητής

1.   Ο πρόεδρος ορίζει ένα από τα άλλα μέλη που εκδικάζουν την προσφυγή ως εισηγητή για την υπόθεση ή εκτελεί ο ίδιος αυτό το καθήκον, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη ισόρροπης κατανομής του φόρτου εργασίας μεταξύ όλων των μελών.

2.   Ο εισηγητής εξετάζει προκαταρκτικά την προσφυγή.

3.   Τα συμβούλιο προσφυγών μπορεί, ύστερα από πρόταση του εισηγητή, να καθορίσει οποιοδήποτε από τα διαδικαστικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 15.

Η εφαρμογή των μέτρων αυτών μπορεί να ανατεθεί στον εισηγητή.

4.   Ο εισηγητής προετοιμάζει σχέδιο απόφασης.

Τμήμα 2

Η γραμματεία

Άρθρο 5

Γραμματεία και γραμματέας

1.   Συστήνεται, στο πλαίσιο του Οργανισμού, γραμματεία τελούσα υπό την ευθύνη του συμβουλίου προσφυγών. Της γραμματείας προΐσταται το πρόσωπο που ορίζεται γραμματέας σύμφωνα με την παράγραφο 5.

2.   Καθήκον της γραμματείας είναι η παραλαβή, η διαβίβαση και η φύλαξη των εγγράφων καθώς και η πραγματοποίηση των λοιπών επιδόσεων που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

3.   Στη γραμματεία τηρείται μητρώο των προσφυγών, στο οποίο καταγράφονται τα στοιχεία όλων των δικογράφων προσφυγών και των σχετικών εγγράφων.

4.   Το προσωπικό της γραμματείας, συμπεριλαμβανομένου του γραμματέα, δεν μπορεί να συμμετέχει σε καμία διαδικασία του Οργανισμού σχετικά με αποφάσεις κατά των οποίων μπορεί να ασκηθεί προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 91 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.

5.   Το συμβούλιο προσφυγών επικουρείται στην εκτέλεση των καθηκόντων του από γραμματέα, ο οποίος διορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή προτάσει του προέδρου.

Ο πρόεδρος έχει την εξουσία να παρέχει οδηγίες στο γραμματέα σχετικά με τα θέματα που σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων του συμβουλίου προσφυγών.

6.   Ο γραμματέας ελέγχει την τήρηση των προθεσμιών και λοιπών τυπικών όρων που αφορούν στην κατάθεση των προσφυγών.

7.   Οι γενικές οδηγίες προς το γραμματέα θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 3.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Διαδικασία

Άρθρο 6

Δικόγραφο προσφυγής

1.   Το δικόγραφο της προσφυγής περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του προσφεύγοντος·

β)

στην περίπτωση που ο προσφεύγων έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου·

γ)

τη διεύθυνση του τόπου επίδοσης, εάν είναι διαφορετική από εκείνες των στοιχείων α) και β)·

δ)

τα στοιχεία της απόφασης κατά της οποίας ασκείται η προσφυγή και τα αιτήματα του προσφεύγοντος·

ε)

τους ισχυρισμούς και τα πραγματικά και νομικά επιχειρήματα·

στ)

ενδεχομένως, τα προτεινόμενα αποδεικτικά μέσα και δήλωση στην οποία επεξηγούνται τα γεγονότα για τα οποία προτείνονται τα αποδεικτικά μέσα·

ζ)

κατά περίπτωση, ένδειξη σχετικά με τις πληροφορίες του δικογράφου της προσφυγής που θα πρέπει να θεωρούνται εμπιστευτικές·

η)

διευκρίνιση σχετικά με το αν ο προσφεύγων αποδέχεται τη διενέργεια επιδόσεων στον ίδιο ή, ενδεχομένως, στον αντιπρόσωπό του με τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με οποιοδήποτε άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας.

2.   Στο δικόγραφο της προσφυγής επισυνάπτεται η απόδειξη πληρωμής του τέλους προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 340/2008.

Στην περίπτωση που ο προσφεύγων είναι νομικό πρόσωπο, επισυνάπτεται επίσης το καταστατικό του ή πρόσφατο απόσπασμα του βιβλίου των εμπορικών εταιρειών ή πρόσφατο απόσπασμα του βιβλίου των σωματείων ή κάθε άλλο στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη του νομικού προσώπου.

3.   Εάν το δικόγραφο της προσφυγής δεν πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ) και στην παράγραφο 2, ο γραμματέας καθορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας ο προσφεύγων πρέπει να συμμορφωθεί. Ο γραμματέας μπορεί να καθορίσει τέτοια προθεσμία μόνο μία φορά.

Κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αυτής αναστέλλεται η προθεσμία που ορίζεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.

4.   Αν διαπιστωθεί παρατυπία που μπορεί να καταστήσει μια προσφυγή απαράδεκτη, ο γραμματέας αποστέλλει, χωρίς καθυστέρηση, στον πρόεδρο αιτιολογημένη γνώμη.

Αν ο γραμματέας έχει καθορίσει προθεσμία σύμφωνα με την παράγραφο 3, αποστέλλει την εν λόγω γνώμη μετά τη λήξη αυτής της προθεσμίας, αν η παρατυπία δεν έχει διορθωθεί.

5.   Ο γραμματέας επιδίδει αμέσως το δικόγραφο της προσφυγής στον Οργανισμό.

6.   Στο δικτυακό τόπο του Οργανισμού δημοσιεύεται ανακοίνωση στην οποία αναφέρονται η ημερομηνία καταχώρισης της προσφυγής, τα ονόματα και οι διευθύνσεις των διαδίκων, το αντικείμενο της διαδικασίας, τα αιτήματα του προσφεύγοντος και περίληψη των νομικών ισχυρισμών και των ουσιωδών επιχειρημάτων.

Ο πρόεδρος αποφασίζει κατά πόσον οι πληροφορίες που αναφέρει ο προσφεύγων κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχείο ζ) πρέπει να θεωρηθούν εμπιστευτικές και εξασφαλίζει ότι όλες οι πληροφορίες που θεωρούνται εμπιστευτικές δεν δημοσιεύονται στην ανακοίνωση. Οι πρακτικές λεπτομέρειες της δημοσίευσης καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 3.

Άρθρο 7

Υπόμνημα αντίκρουσης

1.   Ο Οργανισμός καταθέτει το υπόμνημα αντίκρουσης μέσα σε δύο μήνες από την επίδοση του δικογράφου της προσφυγής.

Ο πρόεδρος μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να παρατείνει την προθεσμία αυτή ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση του Οργανισμού.

2.   Το υπόμνημα αντίκρουσης περιέχει:

α)

στην περίπτωση που ο Οργανισμός έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου·

β)

τους ισχυρισμούς και τα πραγματικά και νομικά επιχειρήματα·

γ)

ενδεχομένως, τα προτεινόμενα αποδεικτικά μέσα και δήλωση στην οποία επεξηγούνται τα γεγονότα για τα οποία προτείνονται τα αποδεικτικά μέσα·

δ)

ανάλογα με την περίπτωση, ένδειξη σχετικά με τις πληροφορίες του υπομνήματος αντίκρουσης που θα πρέπει να θεωρούνται εμπιστευτικές·

ε)

διευκρίνιση σχετικά με το αν ο Οργανισμός αποδέχεται τη διενέργεια επιδόσεων στον ίδιο ή, ενδεχομένως, στον αντιπρόσωπό του με τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με οποιοδήποτε άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας.

3.   Στην περίπτωση που ο Οργανισμός, παρά την κανονική κλήτευσή του, δεν καταθέσει υπόμνημα αντίκρουσης, η διαδικασία συνεχίζεται χωρίς αυτό.

Άρθρο 8

Παρέμβαση

1.   Κάθε πρόσωπο το οποίο έχει συμφέρον στην επίλυση της διαφοράς που έχει υποβληθεί στο συμβούλιο προσφυγών μπορεί να παρέμβει στη διαδικασία ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών.

2.   Η αίτηση παρέμβασης, στην οποία εκτίθενται οι περιστάσεις που θεμελιώνουν το δικαίωμα παρέμβασης, υποβάλλεται εντός δύο εβδομάδων από τη δημοσίευση της ανακοίνωσης που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 6.

3.   Η παρέμβαση περιορίζεται στην υποστήριξη ή στην αντίκρουση των αιτημάτων ενός των διαδίκων.

4.   Η αίτηση παρέμβασης περιέχει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του παρεμβαίνοντος·

β)

στην περίπτωση που ο παρεμβαίνων έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου·

γ)

διεύθυνση τόπου επίδοσης, εάν είναι διαφορετική από εκείνες των στοιχείων α) και β)·

δ)

αναφορά των αιτημάτων του παρεμβαίνοντος προς υποστήριξη ή προς απόρριψη, μερική ή ολική, των αιτημάτων ενός των διαδίκων·

ε)

τους ισχυρισμούς και τα πραγματικά και νομικά επιχειρήματα·

στ)

ενδεχομένως, τα προτεινόμενα αποδεικτικά μέσα·

ζ)

ανάλογα με την περίπτωση, ένδειξη σχετικά με τις πληροφορίες της αίτησης παρέμβασης που θα πρέπει να θεωρούνται εμπιστευτικές·

η)

διευκρίνιση σχετικά με το αν ο παρεμβαίνων αποδέχεται τη διενέργεια επιδόσεων στον ίδιο ή, ενδεχομένως, στον αντιπρόσωπό του με τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή με οποιοδήποτε άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας.

5.   Το συμβούλιο προσφυγών αποφασίζει αν θα δεχθεί ή αν θα απορρίψει την αίτηση παρέμβασης.

6.   Οι παρεμβαίνοντες βαρύνονται με τα έξοδά τους.

Άρθρο 9

Εκπροσώπηση

Στις περιπτώσεις που διάδικος ή παρεμβαίνων έχει διορίσει αντίκλητο, ο εν λόγω αντιπρόσωπος οφείλει να προσκομίσει σχετικό πληρεξούσιο.

Άρθρο 10

Κατάθεση διαδικαστικών εγγράφων

1.   Όλα τα διαδικαστικά έγγραφα είναι υπογεγραμμένα και φέρουν ημερομηνία.

2.   Για τους σκοπούς του υπολογισμού των προθεσμιών, ένα έγγραφο θεωρείται ότι έχει κατατεθεί από τη στιγμή της παραλαβής του από τη γραμματεία.

3.   Οι διάδικοι ή οι παρεμβαίνοντες υποβάλλουν τα έγγραφα στη γραμματεία ιδιοχείρως ή ταχυδρομικώς. Ωστόσο, το συμβούλιο προσφυγών μπορεί να επιτρέψει την κατάθεση εγγράφων διαδίκου ή παρεμβαίνοντος με τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή οποιοδήποτε άλλο μέσο επικοινωνίας.

Οι κανόνες που διέπουν τη χρήση των μέσων επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης της ηλεκτρονικής υπογραφής, εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 3.

Άρθρο 11

Παραδεκτό της προσφυγής

1.   Μια προσφυγή μπορεί να κηρυχθεί απαράδεκτη για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α)

το δικόγραφο της προσφυγής δεν τηρεί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ), στο άρθρο 6 παράγραφος 2 και στο άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού·

β)

ο προσφεύγων υπέβαλε την προσφυγή μετά τη λήξη της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 92 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006·

γ)

η προσφυγή δεν στρέφεται κατά απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 91 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006·

δ)

ο προσφεύγων ούτε είναι ο αποδέκτης της απόφασης κατά της οποίας ασκείται η προσφυγή, ούτε μπορεί να αποδείξει ότι η απόφαση τον αφορά άμεσα και προσωπικά σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.

2.   Εάν ο πρόεδρος δεν αποφασίσει σχετικά με το παραδεκτό της προσφυγής εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, η προσφυγή διαβιβάζεται στο συμβούλιο προσφυγών για εξέταση των λόγων και του παραδεκτού της. Η απόφαση για το παραδεκτό αποτελεί μέρος της οριστικής απόφασης.

Άρθρο 12

Εξέταση των προσφυγών

1.   Δεν είναι δυνατή η πρόταση περαιτέρω αποδεικτικών μέσων μετά την πρώτη ανταλλαγή έγγραφων υπομνημάτων, εκτός εάν το συμβούλιο προσφυγών αποφασίσει ότι η καθυστέρηση στην πρόταση των αποδεικτικών μέσων είναι επαρκώς δικαιολογημένη.

2.   Δεν μπορούν να κατατεθούν νέοι ισχυρισμοί μετά την πρώτη ανταλλαγή έγγραφων υπομνημάτων, εκτός εάν το συμβούλιο προσφυγών αποφασίσει ότι αυτοί βασίζονται σε νέα νομικά και πραγματικά στοιχεία που ανέκυψαν κατά τη διαδικασία.

3.   Το συμβούλιο προσφυγών καλεί, εφόσον είναι αναγκαίο, τους διαδίκους να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με τις κοινοποιήσεις του συμβουλίου προσφυγών ή τις ανακοινώσεις του άλλου διαδίκου ή των παρεμβαινόντων.

Το συμβούλιο προσφυγών καθορίζει εύλογη προθεσμία για την υποβολή των παρατηρήσεων.

4.   Το συμβούλιο προσφυγών γνωστοποιεί στους διαδίκους την περάτωση του σταδίου της έγγραφης διαδικασίας.

Άρθρο 13

Ακροάσεις

1.   Το συμβούλιο προσφυγών διεξάγει ακροάσεις όταν θεωρεί ότι αυτό είναι αναγκαίο ή εάν το ζητήσει ένας διάδικος.

Η αίτηση υποβάλλεται εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση στο διάδικο της περάτωσης της έγγραφης διαδικασίας. Ο πρόεδρος μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή.

2.   Οι κλητεύσεις στις ακροάσεις γνωστοποιούνται στους διαδίκους από τη γραμματεία.

3.   Στην περίπτωση που ένας διάδικος ο οποίος κλητεύθηκε κανονικά σε ακρόαση δεν προσέρχεται, η διαδικασία συνεχίζεται χωρίς την παρουσία του.

4.   Οι ακροάσεις του συμβουλίου προσφυγών είναι δημόσιες, εκτός εάν το συμβούλιο προσφυγών αποφασίσει διαφορετικά, αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση διαδίκου, για σοβαρούς λόγους.

5.   Ο πρόεδρος κηρύσσει την έναρξη της ακρόασης, τη διευθύνει και εξασφαλίζει την κανονική διεξαγωγή της.

Ο πρόεδρος και τα άλλα μέλη μπορούν να θέτουν ερωτήσεις στους διαδίκους ή στους αντιπροσώπους τους.

6.   Ο γραμματέας τηρεί τα πρακτικά κάθε ακρόασης.

Τα πρακτικά υπογράφονται από τον πρόεδρο και τον γραμματέα και αποτελούν δημόσιο έγγραφο.

Πριν από την υπογραφή των πρακτικών, δίνεται η ευκαιρία σε μάρτυρες ή πραγματογνώμονες να ελέγξουν και να επιβεβαιώσουν το περιεχόμενο των μερών των πρακτικών στα οποία αναφέρονται οι καταθέσεις τους.

7.   Η ακρόαση μπορεί να διεξαχθεί με εικονοτηλεδιάσκεψη ή με τη χρήση άλλης τεχνολογίας επικοινωνιών, εφόσον τα τεχνικά μέσα είναι διαθέσιμα.

Άρθρο 14

Χρήση γλωσσών

1.   Γλώσσα της διαδικασίας είναι η γλώσσα του κατατεθέντος δικογράφου της προσφυγής.

Αν ο προσφεύγων είναι ο αποδέκτης της απόφασης κατά της οποίας ασκείται η προσφυγή, το δικόγραφο προσφυγής κατατίθεται στη γλώσσα της απόφασης ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας που χρησιμοποιήθηκαν στο υπόμνημα που οδήγησε στην απόφαση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 10 στοιχείο α) σημείο i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006.

2.   Η γλώσσα της διαδικασίας χρησιμοποιείται στην έγγραφη και την προφορική διαδικασία και στα πρακτικά και τις αποφάσεις του συμβουλίου προσφυγών.

Όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα που είναι συνταγμένα σε άλλη γλώσσα πρέπει να συνοδεύονται από μετάφραση στη γλώσσα της διαδικασίας.

Σε περίπτωση ογκωδών εγγράφων, είναι δυνατή η μετάφραση μόνον αποσπασμάτων. Ωστόσο, το συμβούλιο προσφυγών μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση διαδίκου, να απαιτήσει οποιαδήποτε στιγμή εκτενέστερη ή πλήρη μετάφραση.

3.   Ύστερα από αίτηση του ενός διαδίκου και ακρόαση του άλλου διαδίκου, το συμβούλιο προσφυγών μπορεί να επιτρέψει τη χρήση άλλης επίσημης γλώσσας της Κοινότητας αντί της γλώσσας της διαδικασίας για το σύνολο ή μέρος της διαδικασίας.

4.   Ύστερα από αίτηση παρεμβαίνοντος και ακρόαση των διαδίκων, το συμβούλιο προσφυγών μπορεί να επιτρέψει στον παρεμβαίνοντα να χρησιμοποιεί άλλη επίσημη γλώσσα της Κοινότητας αντί της γλώσσας της διαδικασίας.

5.   Στην περίπτωση που ένας μάρτυρας ή πραγματογνώμονας δηλώσει ότι δεν είναι σε θέση να εκφραστεί επαρκώς στη γλώσσα της διαδικασίας, το συμβούλιο προσφυγών μπορεί να του επιτρέψει να χρησιμοποιεί άλλη επίσημη γλώσσα της Κοινότητας.

6.   Όταν το συμβούλιο προσφυγών επιτρέπει τη χρήση άλλης γλώσσας αντί της γλώσσας της διαδικασίας, η γραμματεία φροντίζει για τη μετάφραση ή την ερμηνεία.

Άρθρο 15

Μέτρα οργάνωσης της διαδικασίας

1.   Το συμβούλιο προσφυγών μπορεί να καθορίσει μέτρα οργάνωσης της διαδικασίας σε οποιοδήποτε σημείο της.

2.   Σκοπός των μέτρων οργάνωσης της διαδικασίας είναι κυρίως:

α)

η εξασφάλιση της ομαλής εξέλιξης της διαδικασίας και η διευκόλυνση της διεξαγωγής των αποδείξεων·

β)

ο καθορισμός των σημείων για τα οποία οι διάδικοι οφείλουν να υποβάλουν πρόσθετα επιχειρήματα·

γ)

η διασαφήνιση των αιτημάτων, των ισχυρισμών και των επιχειρημάτων των διαδίκων και η διευκρίνιση των σημείων τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της διαφοράς.

3.   Τα μέτρα οργάνωσης της διαδικασίας μπορούν ιδίως να συνίστανται σε:

α)

υποβολή ερωτήσεων στους διαδίκους·

β)

πρόσκληση των διαδίκων να λάβουν εγγράφως ή προφορικώς θέση σε ορισμένα θέματα της διαδικασίας·

γ)

αίτηση παροχής πληροφοριών από τους διαδίκους ή τρίτους·

δ)

αίτηση προσκόμισης εγγράφων που έχει σχέση με την υπόθεση·

ε)

κλήτευση των διαδίκων ή των αντιπροσώπων τους σε συνεδριάσεις·

στ)

επισήμανση θεμάτων τα οποία φαίνεται ότι έχουν ιδιαίτερη σημασία ή του γεγονότος ότι ορισμένα θέματα δεν φαίνεται να αποτελούν πλέον αντικείμενο διαφοράς·

ζ)

υποβολή παρατηρήσεων που μπορούν να βοηθήσουν ώστε το ενδιαφέρον να παραμείνει επικεντρωμένο σε ουσιαστικά ζητήματα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.

Άρθρο 16

Αποδεικτικά μέσα

1.   Στις διαδικασίες ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών, τα αποδεικτικά μέσα μπορούν να περιλαμβάνουν:

α)

αιτήσεις παροχής πληροφοριών·

β)

προσκόμιση εγγράφων και αντικειμένων ή δειγμάτων·

γ)

ακρόαση των διαδίκων ή μαρτύρων·

δ)

πραγματογνωμοσύνη.

Οι λεπτομερείς κανόνες διεξαγωγής των αποδείξεων θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 3.

2.   Εάν το συμβούλιο προσφυγών κρίνει απαραίτητο να καταθέσει προφορικά διάδικος, μάρτυρας ή πραγματογνώμονας, κλητεύει το εν λόγω πρόσωπο να εμφανιστεί ενώπιόν του.

3.   Οι διάδικοι ενημερώνονται όταν προβλέπεται ακρόαση μάρτυρα ή πραγματογνώμονα στο συμβούλιο προσφυγών. Έχουν το δικαίωμα να παρίστανται και να υποβάλλουν ερωτήσεις στο μάρτυρα ή τον πραγματογνώμονα.

Οι διάδικοι μπορούν να ζητήσουν την εξαίρεση μάρτυρα ή πραγματογνώμονα με το επιχείρημα ότι δεν διαθέτει ειδικές γνώσεις στο θέμα που αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής. Στην περίπτωση που υποβληθεί τέτοια αίτηση, η διαφορά λύνεται από το συμβούλιο προσφυγών.

4.   Πριν από την κατάθεσή του κάθε πραγματογνώμονας ή μάρτυρας δηλώνει εάν έχει οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον στη διαδικασία προσφυγής ή εάν διετέλεσε στο παρελθόν εκπρόσωπος ενός εκ των διαδίκων ή εάν συμμετείχε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

Στην περίπτωση που ο πραγματογνώμονας ή ο μάρτυρας δεν προβαίνει ο ίδιος στη δήλωση αυτή, οι διάδικοι μπορούν να θέσουν το ζήτημα υπόψη του συμβουλίου προσφυγών.

5.   Η εξαίρεση του μάρτυρα ή του πραγματογνώμονα προτείνεται εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση στους διαδίκους της κλήτευσης του μάρτυρα ή του διορισμού του πραγματογνώμονα. Ο διάδικος εκθέτει τους λόγους για τους οποίους ζητά την εξαίρεση και αναφέρει τη φύση όλων των προτεινόμενων αποδεικτικών μέσων.

6.   Οι καταθέσεις κάθε μάρτυρα ή πραγματογνώμονα περιλαμβάνονται στα πρακτικά.

Άρθρο 17

Έξοδα σχετικά με τη διεξαγωγή των αποδείξεων

1.   Στους μάρτυρες και τους πραγματογνώμονες οι οποίοι κλητεύονται από το συμβούλιο προσφυγών και παρίστανται ενώπιόν του επιστρέφονται τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής.

Στους μάρτυρες οι οποίοι κλητεύονται από το συμβούλιο προσφυγών και παρίστανται ενώπιόν του καταβάλλεται επίσης αποζημίωση για διαφυγόν κέρδος.

Οι πραγματογνώμονες οι οποίοι δεν είναι μέλη του προσωπικού του Οργανισμού δικαιούνται αμοιβή για τις εργασίες τους.

2.   Οι πληρωμές πραγματοποιούνται στους μάρτυρες μετά την κατάθεσή τους και στους πραγματογνώμονες μετά την εκτέλεση των καθηκόντων ή των εργασιών τους. Μπορεί, ωστόσο, να καταβληθεί προκαταβολή.

3.   Το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού θεσπίζει τους κανόνες υπολογισμού των ποσών και των προκαταβολών που πρέπει να καταβάλλονται.

4.   Θεσπίζονται λεπτομερείς κανόνες, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 27 παράγραφος 3 και σε συμφωνία με το Διοικητικό Συμβούλιο, όσον αφορά τα εξής:

α)

ποιος αναλαμβάνει τα έξοδα σχετικά με τη διεξαγωγή των αποδείξεων·

β)

τις ρυθμίσεις για κάθε πληρωμή που αφορά επιστροφή, αποζημίωση και αμοιβή σε μάρτυρες και πραγματογνώμονες.

5.   Οι αναφερόμενοι στις παραγράφους 3 και 4 κανόνες λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, ανάλογους κανόνες που ισχύουν σε άλλους τομείς του κοινοτικού δικαίου.

Άρθρο 18

Αρμοδιότητα

Όταν το συμβούλιο προσφυγών παραπέμπει την υπόθεση στον αρμόδιο φορέα του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, ο τελευταίος δεσμεύεται από το σκεπτικό της απόφασης του συμβουλίου προσφυγών, εκτός περιπτώσεως μεταβολής των συνθηκών.

Άρθρο 19

Διασκέψεις

1.   Μόνον τα τρία μέλη που εκδικάζουν μια προσφυγή συμμετέχουν στις διασκέψεις σχετικά με την εν λόγω προσφυγή. Οι διασκέψεις είναι και παραμένουν απόρρητες.

2.   Κατά τη διάρκεια των διασκέψεων κάθε μέλος διατυπώνει τη γνώμη του και την αιτιολογεί.

Ο εισηγητής διατυπώνει πρώτος τη γνώμη του και ο πρόεδρος τελευταίος, εκτός εάν ο πρόεδρος είναι ο εισηγητής.

Άρθρο 20

Ψηφοφορία

Εφόσον απαιτείται ψηφοφορία, αυτή διεξάγεται κατά τη σειρά που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 19 παράγραφος 2. Εντούτοις, στην περίπτωση που ο πρόεδρος είναι επίσης ο εισηγητής, ψηφίζει τελευταίος.

Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία.

Οι αποχές δεν επιτρέπονται.

Άρθρο 21

Αποφάσεις

1.   Η απόφαση πρέπει να περιέχει:

α)

δήλωση με την οποία πιστοποιείται η έκδοση της απόφασης από το συμβούλιο προσφυγών·

β)

την ημερομηνία λήψης της απόφασης·

γ)

τα ονόματα των μελών του συμβουλίου προσφυγών που έλαβαν μέρος στη διαδικασία·

δ)

τα ονόματα των διαδίκων και των παρεμβαινόντων, καθώς και των αντιπροσώπων τους στη διαδικασία·

ε)

τα αιτήματα των διαδίκων·

στ)

συνοπτική έκθεση των πραγματικών περιστατικών·

ζ)

το σκεπτικό της απόφασης·

η)

την απόφαση του συμβουλίου προσφυγών, η οποία περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, την επιδίκαση των δαπανών για τη διεξαγωγή των αποδείξεων και την επιστροφή των τελών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 340/2008.

2.   Ο πρόεδρος και ο γραμματέας υπογράφουν την απόφαση. Οι υπογραφές μπορούν να είναι ηλεκτρονικές.

Το πρωτότυπο της απόφασης κατατίθεται στη γραμματεία.

3.   Η απόφαση επιδίδεται στους διαδίκους σύμφωνα με το άρθρο 22.

4.   Η απόφαση συνοδεύεται από αναφορά σχετικά με τη δυνατότητα προσβολής της σύμφωνα με το άρθρο 230 της συνθήκης και το άρθρο 94 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006. Επίσης, στην αναφορά προσδιορίζεται η διορία κίνησης της σχετικής διαδικασίας.

Η παράλειψη της αναφοράς αυτής δεν καθιστά την απόφαση άκυρη.

5.   Δημοσιεύεται το πλήρες κείμενο των οριστικών αποφάσεων του συμβουλίου προσφυγών σε κατάλληλη μορφή, εκτός εάν ο πρόεδρος αποφασίσει διαφορετικά ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση διαδίκου.

Άρθρο 22

Επίδοση εγγράφων

Ο γραμματέας μεριμνά για την επίδοση των αποφάσεων και των ανακοινώσεων του συμβουλίου προσφυγών στους διαδίκους και τους παρεμβαίνοντες.

Η επίδοση γίνεται με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

1.

με συστημένη ταχυδρομική αποστολή, με απόδειξη παραλαβής·

2.

με προσωπική παράδοση του αντιγράφου, με απόδειξη παραλαβής·

3.

με οποιοδήποτε άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας διαθέτει το συμβούλιο προσφυγών και το οποίο ο διάδικος ή ο αντιπρόσωπός του έχει αποδεχθεί.

Άρθρο 23

Προθεσμίες

1.   Οι προθεσμίες που προβλέπονται ή καθορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 ή τον παρόντα κανονισμό για τις διαδικασίες προσφυγής υπολογίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 6 του παρόντος άρθρου.

2.   Όταν αφετηρία προθεσμίας προσδιοριζόμενης σε ημέρες, εβδομάδες, μήνες ή έτη αποτελεί η ημέρα επέλευσης ενός γεγονότος ή διενέργειας μιας πράξης, η ημέρα αυτή δεν υπολογίζεται στην προθεσμία.

3.   Οι προθεσμίες που προσδιορίζονται σε εβδομάδες, μήνες ή έτη λήγουν με την παρέλευση της ημέρας της τελευταίας εβδομάδας, του τελευταίου μήνα ή του τελευταίου έτους η οποία φέρει το ίδιο όνομα ή την ίδια ημερομηνία με την ημέρα κατά την οποία έλαβε χώρα το γεγονός ή διενεργήθηκε η πράξη που αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας.

Όταν, σε προθεσμία προσδιοριζόμενη σε μήνες ή έτη, δεν υπάρχει, στον τελευταίο μήνα, ημερομηνία αντίστοιχη της ημερομηνίας αφετηρίας της προθεσμίας, η προθεσμία λήγει με την παρέλευση της τελευταίας ημέρας του μήνα αυτού.

4.   Στην περίπτωση προθεσμιών που προσδιορίζονται σε μήνες και ημέρες, υπολογίζονται πρώτα οι πλήρεις μήνες και μετά οι ημέρες.

5.   Στις προθεσμίες συνυπολογίζονται οι αργίες του Οργανισμού, τα Σάββατα και οι Κυριακές.

6.   Αν η λήξη της προθεσμίας συμπίπτει με ημέρα Σάββατο, Κυριακή ή με αργία, η προθεσμία παρατείνεται έως το τέλος της επόμενης εργάσιμης ημέρας.

Άρθρο 24

Παράταση και υπέρβαση προθεσμίας

1.   Οι προθεσμίες που καθορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού μπορούν να παρατείνονται από αυτόν που τις καθόρισε.

2.   Η υπέρβαση προθεσμίας δεν θίγει κανένα δικαίωμα διαδίκου υπό τον όρο ότι ο τελευταίος αυτός αποδεικνύει επαρκώς, κατά την κρίση του συμβουλίου προσφυγών, την ύπαρξη απρόβλεπτων συνθηκών ή ανωτέρας βίας.

Άρθρο 25

Αναστολή της διαδικασίας

Ύστερα από αίτηση ενός διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως, το συμβούλιο προσφυγών μπορεί, αφού ακούσει τους διαδίκους, να αναστείλει τη διαδικασία.

Στην περίπτωση που ένας από τους διαδίκους εναντιώνεται στην αναστολή, η απόφαση για την αναστολή πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

Άρθρο 26

Διόρθωση

Ύστερα από ακρόαση των διαδίκων, το συμβούλιο προσφυγών μπορεί, είτε αυτεπαγγέλτως είτε ύστερα από αίτηση διαδίκου, υποβαλλόμενη εντός δύο εβδομάδων από την επίδοση της απόφασης, να διορθώσει γραφικά ή λογιστικά λάθη ή προφανείς ανακρίβειες στην απόφαση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Τελικές διατάξεις

Άρθρο 27

Μέτρα εφαρμογής

1.   Πρόσθετοι διαδικαστικοί κανόνες, αναγκαίοι για την αποτελεσματική επεξεργασία των προσφυγών και κανόνες απαραίτητοι για την οργάνωση των εργασιών του συμβουλίου προσφυγών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που αφορούν την ανάθεση των υποθέσεων στα μέλη, μπορούν να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

2.   Πρακτικές οδηγίες προς τους διαδίκους και τους παρεμβαίνοντες καθώς και οδηγίες σχετικά με την προετοιμασία και τη διεξαγωγή των ακροάσεων ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών και σχετικά με την κατάθεση και την επίδοση έγγραφων υπομνημάτων ή παρατηρήσεων μπορούν να εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

3.   Ο πρόεδρος και τα άλλα δύο μέλη που διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 αποφασίζουν με πλειοψηφία τους κανόνες και τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 28

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 1η Αυγούστου 2008.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 396 της 30.12.2006, σ. 1, όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 136 της 29.5.2007, σ. 3. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1354/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 304 της 22.11.2007, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 280 της 24.10.2007, σ. 10.

(3)  ΕΕ L 107 της 17.4.2008, σ. 6.


Top