EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008L0051

Οδηγία 2008/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 2008 , για την τροποποίηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων

OJ L 179, 8.7.2008, p. 5–11 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 13 Volume 024 P. 126 - 132

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 25/04/2021; καταργήθηκε από 32021L0555

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2008/51/oj

8.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/5


ΟΔΗΓΊΑ 2008/51/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 21ης Μαΐου 2008

για την τροποποίηση της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95 παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ (3), θέσπισε συνοδευτικό μέτρο για την εσωτερική αγορά. Καθιερώνει ισορροπία μεταξύ, αφενός, της υποχρέωσης να εξασφαλισθεί, ώς ένα βαθμό, ελευθερία κυκλοφορίας για ορισμένα πυροβόλα όπλα εντός της Κοινότητας και, αφετέρου, της ανάγκης πλαισίωσης της εν λόγω ελευθερίας από ορισμένες εγγυήσεις ασφαλείας, προσαρμοσμένες σ’ αυτό το είδος προϊόντων.

(2)

Σύμφωνα με την απόφαση 2001/748/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Οκτωβρίου 2001, για την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας υπογραφή του πρωτοκόλλου των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την καταπολέμηση της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των εξαρτημάτων τους, των μερών τους και των πυρομαχικών, που επισυνάπτεται στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση του διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος (4), η Επιτροπή υπέγραψε, στις 16 Ιανουαρίου 2002, εξ ονόματος της Κοινότητας, το εν λόγω πρωτόκολλο (εφεξής «πρωτόκολλο»).

(3)

Η προσχώρηση της Κοινότητας στο πρωτόκολλο επιβάλλει την τροποποίηση ορισμένων διατάξεων της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ. Πρέπει, πράγματι, να εξασφαλισθεί η συνεκτική, αποτελεσματική και ταχεία εφαρμογή των διεθνών δεσμεύσεων που έχουν αντίκτυπο στην εν λόγω οδηγία. Επιπλέον, επιβάλλεται, επ’ ευκαιρία της αναθεώρησης αυτής, να βελτιωθεί η οδηγία μέσω της αντιμετώπισης ορισμένων προβλημάτων, ιδίως εκείνων που εντοπίστηκαν στην έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, της 15ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ.

(4)

Οι αστυνομικές υπηρεσίες πληροφοριών αναφέρουν αύξηση της χρήσης εντός της Κοινότητας όπλων που έχουν υποστεί μετατροπές. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι αυτού του είδους τα όπλα θα εμπίπτουν στον ορισμό των «πυροβόλων όπλων» για τους σκοπούς της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ.

(5)

Τα πυροβόλα όπλα, τα μέρη και τα πυρομαχικά τους, τα οποία εισάγονται από τρίτες χώρες, υπόκεινται στην κοινοτική νομοθεσία και, συνεπώς, στις διατάξεις της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ.

(6)

Επομένως, θα πρέπει να αποσαφηνισθούν οι έννοιες της παράνομης κατασκευής και διακίνησης πυροβόλων όπλων, των μερών τους και των πυρομαχικών, καθώς και η έννοια της ιχνηλάτησης, για τους σκοπούς της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ.

(7)

Επιπλέον, το πρωτόκολλο θεσπίζει υποχρέωση σήμανσης των όπλων κατά την κατασκευή τους και κατά τη μεταφορά κρατικών αποθεμάτων με σκοπό τη μόνιμη χρήση από πολίτες, ενώ η οδηγία 91/477/ΕΟΚ κάνει απλώς έμμεση νύξη στην υποχρέωση σήμανσης. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ιχνηλάτηση όπλων, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνται μόνον αλφαριθμητικοί κωδικοί, στη δε σήμανση να περιλαμβάνεται το έτος κατασκευής του όπλου (αν δεν αποτελεί μέρος του αριθμού σειράς). Η σύμβαση της 1ης Ιουλίου 1969 για την αμοιβαία αναγνώριση των σφραγίδων γνησιότητας των φορητών πυροβόλων όπλων θα πρέπει να χρησιμοποιείται, όσο το δυνατόν περισσότερο, ως πρότυπο για το σύστημα σήμανσης σε ολόκληρη την Κοινότητα.

(8)

Περαιτέρω, ενώ το πρωτόκολλο προβλέπει ότι τα αρχεία με πληροφορίες σχετικές με τα όπλα πρέπει να τηρούνται για τουλάχιστον δέκα έτη, είναι αναγκαίο, ενόψει της επικίνδυνης φύσης και της διάρκειας ζωής των όπλων, να παραταθεί η περίοδος αυτή μέχρι τουλάχιστον 20 έτη, ώστε να καταστεί δυνατή η ορθή ιχνηλάτηση των πυροβόλων όπλων. Είναι επίσης αναγκαίο τα κράτη μέλη να διατηρούν μηχανοργανωμένο σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων, είτε συγκεντρωτικό είτε αποκεντρωτικό, το οποίο να εξασφαλίζει την πρόσβαση των εξουσιοδοτημένων αρχών στα εν λόγω συστήματα όπου θα είναι καταχωρισμένες όλες οι αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με κάθε μεμονωμένο πυροβόλο όπλο. Η πρόσβαση των αστυνομικών, δικαστικών και άλλων εξουσιοδοτημένων αρχών στις πληροφορίες που περιλαμβάνονται σ’ αυτό το μηχανοργανωμένο σύστημα αρχειοθέτησης δεδομένων, υπόκειται στην τήρηση του άρθρου 8 της ευρωπαϊκής σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.

(9)

Πρέπει, επίσης, να δοθούν οι ορισμοί των δραστηριοτήτων μεσιτείας του άρθρου 15 του πρωτοκόλλου, για τους σκοπούς της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ.

(10)

Σε ορισμένες σοβαρές περιπτώσεις, η συμμόρφωση με τα άρθρα 5 και 6 του πρωτοκόλλου απαιτεί την επιβολή ποινικών κυρώσεων και την κατάσχεση των όπλων.

(11)

Όσον αφορά την απενεργοποίηση των πυροβόλων όπλων, το τμήμα III στοιχείο α) του παραρτήματος I της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ παραπέμπει απλώς στις εθνικές νομοθεσίες. Το πρωτόκολλο προβλέπει πιο συγκεκριμένες γενικές αρχές για την απενεργοποίηση όπλων. Το παράρτημα I της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ θα πρέπει, ως εκ τούτου, να προσαρμοστεί.

(12)

Λόγω του ειδικού χαρακτήρα της δραστηριότητας του οπλοπώλη, είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη να ελέγχουν αυστηρά τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, ιδίως προκειμένου να επαληθεύονται η επαγγελματική ακεραιότητα και ικανότητα των οπλοπωλών.

(13)

Η εξ αποστάσεως αγορά πυροβόλων όπλων από ιδιώτες όπως, για παράδειγμα, μέσω του Διαδικτύου, θα πρέπει, οσάκις επιτρέπεται, να υπόκειται στους κανόνες της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ και, κατά κανόνα, θα πρέπει να απαγορεύεται η αγορά πυροβόλων όπλων από πρόσωπα που έχουν στο παρελθόν καταδικαστεί τελεσίδικα για ορισμένα σοβαρά ποινικά αδικήματα.

(14)

Το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου λειτουργεί ικανοποιητικά σε γενικές γραμμές και θα πρέπει να θεωρείται το κύριο έγγραφο που χρειάζονται οι κυνηγοί και οι σκοπευτές για την κατοχή πυροβόλου όπλου κατά τη διάρκεια ταξιδιού σε άλλο κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εξαρτούν την αποδοχή του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου από την πληρωμή οποιουδήποτε τέλους ή επιβάρυνσης.

(15)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η ιχνηλάτηση των πυροβόλων όπλων και να καταπολεμηθούν αποτελεσματικά η παράνομη διακίνηση και κατασκευή πυροβόλων όπλων, των μερών τους και των πυρομαχικών, επιβάλλεται να βελτιωθεί η ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στα κράτη μέλη.

(16)

Η επεξεργασία των πληροφοριών υπόκειται στις διατάξεις της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (5), και δεν θίγει το επίπεδο προστασίας των ατόμων σε σχέση με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων βάσει της κοινοτικής και της εθνικής νομοθεσίας και, ιδίως, δεν μεταβάλλει τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που ορίζει η οδηγία 95/46/ΕΚ.

(17)

Τα αναγκαία για την εφαρμογή της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ μέτρα θα πρέπει να λαμβάνονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (6).

(18)

Πολλά κράτη μέλη απλούστευσαν τον τρόπο κατάταξης των πυροβόλων όπλων και διατηρούν μόνο δύο από τις τέσσερις κατηγορίες: απαγορευμένα πυροβόλα όπλα και πυροβόλα όπλα για τα οποία χορηγείται άδεια. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσαρμοσθούν στην απλουστευμένη αυτή κατάταξη, αν και τα κράτη μέλη που κατατάσσουν τα πυροβόλα όπλα σε περισσότερες κατηγορίες μπορούν, βάσει της αρχής της επικουρικότητας, να διατηρούν τα δικά τους συστήματα κατάταξης.

(19)

Η χορήγηση αδειών για την απόκτηση και κατοχή πυροβόλου όπλου θα πρέπει, κατά το δυνατόν, να ακολουθεί ενιαία διοικητική διαδικασία.

(20)

Το άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ εξαιρεί, μεταξύ άλλων, από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, από συλλέκτες και φορείς που ενδιαφέρονται για τα πυροβόλα όπλα από πολιτιστική και ιστορική άποψη, η δε ιδιότητά τους αυτή αναγνωρίζεται από το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου είναι εγκατεστημένοι.

(21)

Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (7), τα κράτη μέλη πρέπει να καταρτίζουν, προς ιδία χρήση και προς όφελος της Κοινότητας, δικούς τους πίνακες οι οποίοι να αποτυπώνουν, στο μέτρο του δυνατού, την αντιστοιχία της παρούσας οδηγίας με τα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να τους δημοσιοποιούν.

(22)

Συνεπώς, η οδηγία 91/477/ΕΟΚ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας 91/477/ΕΟΚ

Η οδηγία 91/477/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “πυροβόλο όπλο” νοείται οποιοδήποτε φορητό όπλο με κάννη το οποίο εξακοντίζει, είναι σχεδιασμένο να εξακοντίζει ή μπορεί να μετατραπεί ώστε να εξακοντίζει σφαίρα, βολίδα ή βλήμα μέσω της ενέργειας εκρηκτικής ύλης, εκτός εάν εξαιρείται για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο μέρος ΙΙΙ του παραρτήματος Ι. Τα πυροβόλα όπλα κατατάσσονται σε κατηγορίες στο μέρος II του παραρτήματος I.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, θεωρείται ότι ένα αντικείμενο μπορεί να μετατραπεί ώστε να εξακοντίζει σφαίρα, βολίδα ή βλήμα μέσω της ενέργειας εκρηκτικής ύλης, εάν:

έχει τη μορφή πυροβόλου όπλου, και

λόγω της κατασκευής του ή του υλικού από το οποίο είναι κατασκευασμένο, μπορεί να υποστεί τη μετατροπή αυτή.»·

β)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«1α)   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “μέρος” νοείται οποιοδήποτε στοιχείο ή ανταλλακτικό που είναι ειδικά σχεδιασμένο για πυροβόλα όπλα και είναι απαραίτητο για τη λειτουργία τους, μεταξύ των οποίων κάννη, σκελετός ή δοχείο, ολκός ή κύλινδρος, περόνη ή κλείστρο, καθώς και οποιαδήποτε διάταξη είναι σχεδιασμένη ή προσαρμοσμένη ώστε να μειώνει το θόρυβο που προκαλείται από τον πυροβολισμό με πυροβόλο όπλο.

1β)   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “ουσιώδη συστατικά μέρη” νοούνται ο μηχανισμός κλείστρου, η θαλάμη και η κάννη των πυροβόλων όπλων, τα οποία, ως μεμονωμένα αντικείμενα, περιλαμβάνονται στην ίδια κατηγορία με το πυροβόλο όπλο στο οποίο είναι ενσωματωμένα ή προορίζονται να ενσωματωθούν.

1γ)   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “πυρομαχικά” νοούνται τα πλήρη φυσίγγια ή τα συστατικά μέρη τους, συμπεριλαμβανομένων του κάλυκα, του εμπυρεύματος, της προωθητικής πυρίτιδας, των βολιδών ή βλημάτων που χρησιμοποιούνται σε ένα πυροβόλο όπλο, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά υπόκεινται αυτοτελώς σε χορήγηση αδείας στο σχετικό κράτος μέλος.

1δ)   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “ιχνηλάτηση” νοείται η συστηματική ανίχνευση των πυροβόλων όπλων και, ει δυνατόν, των μερών και πυρομαχικών τους, από τον κατασκευαστή έως τον αγοραστή, προκειμένου οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να επικουρούνται στη διερεύνηση, παρακολούθηση και ανάλυση της παράνομης κατασκευής και του λαθρεμπορίου όπλων.

1ε)   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “μεσίτης” νοείται οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, πλην του οπλοπώλη, του οποίου η εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην αγορά, την πώληση ή τη διευθέτηση μεταφορών όπλων.»·

γ)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “οπλοπώλης” νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η εμπορική ή επιχειρηματική δραστηριότητα συνίσταται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην κατασκευή, εμπορία, ανταλλαγή, μίσθωση, επισκευή ή μετατροπή πυροβόλων όπλων, μερών τους και πυρομαχικών.»·

δ)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«2α)   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “παράνομη κατασκευή” νοείται η κατασκευή ή η συναρμολόγηση πυροβόλων όπλων, μερών τους ή πυρομαχικών:

i)

από ουσιώδη συστατικά μέρη τέτοιων πυροβόλων όπλων που αποτέλεσαν αντικείμενο παράνομης διακίνησης·

ii)

χωρίς άδεια, η οποία να έχει χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 4, από αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η κατασκευή ή συναρμολόγηση· ή

iii)

χωρίς σήμανση των συναρμολογημένων πυροβόλων όπλων τη στιγμή της κατασκευής τους σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1.

2β.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως “παράνομη διακίνηση” νοείται η αγορά, η πώληση, η παράδοση, η μεταφορά ή η μετακίνηση πυροβόλων όπλων, των μερών τους ή πυρομαχικών από την επικράτεια ενός κράτους μέλους ή μέσω αυτής προς την επικράτεια άλλου κράτους μέλους, εάν ένα από τα εν λόγω κράτη μέλη δεν την επιτρέπει σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή εάν τα συναρμολογημένα πυροβόλα όπλα δεν φέρουν σήμανση σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1.»·

ε)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«4.   Το “ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου” χορηγείται, κατόπιν αιτήσεως, από τις αρχές κράτους μέλους σε πρόσωπο το οποίο καθίσταται νόμιμος κάτοχος και χρήστης πυροβόλου όπλου. Το δελτίο αυτό ισχύει μέχρι πέντε έτη, με δυνατότητα παρατάσεως, και περιέχει τα στοιχεία που ορίζει το παράρτημα ΙΙ. Το ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου δεν μεταβιβάζεται και επ’ αυτού αναγράφονται το ή τα πυροβόλα όπλα που κατέχει και χρησιμοποιεί ο κάτοχος του δελτίου. Το πρόσωπο που χρησιμοποιεί το πυροβόλο όπλο πρέπει να έχει πάντοτε στην κατοχή του το δελτίο και κάθε μεταβολή της κατοχής ή των χαρακτηριστικών του πυροβόλου όπλου, καθώς και ενδεχόμενη απώλεια ή κλοπή του, πρέπει να αναγράφονται στο δελτίο.».

2.

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο ή μέρος του που κυκλοφορεί στην αγορά, είτε έχει σημανθεί και καταχωριστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία είτε είναι απενεργοποιημένο.

2.   Για τους σκοπούς της αναγνώρισης και της ιχνηλάτησης κάθε συναρμολογημένου πυροβόλου όπλου, τα κράτη μέλη, τη στιγμή της κατασκευής κάθε πυροβόλου όπλου:

α)

είτε απαιτούν ενιαία σήμανση στην οποία περιλαμβάνεται το όνομα του κατασκευαστή, η χώρα ή ο τόπος κατασκευής, ο αριθμός σειράς και το έτος κατασκευής (εάν δεν αποτελεί μέρος του αριθμού σειράς). Αυτό δεν αποκλείει την ενδεχόμενη προσθήκη του εμπορικού σήματος του κατασκευαστή. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόσουν τις διατάξεις της σύμβασης της 1ης Ιουλίου 1969 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των σφραγίδων γνησιότητας των φορητών πυροβόλων όπλων·

β)

είτε διατηρούν οποιαδήποτε ενιαία και εύχρηστη σήμανση η οποία φέρει αριθμητικό ή αλφαριθμητικό κωδικό και παρέχει σε όλα τα κράτη μέλη τη δυνατότητα να αναγνωρίσουν εύκολα τη χώρα κατασκευής.

Η σήμανση πρέπει να εμφανίζεται σε ουσιώδες τμήμα του πυροβόλου όπλου, ώστε η καταστροφή της να καθιστά το όπλο άχρηστο.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη σήμανση κάθε στοιχειώδους μονάδας συσκευασίας πυρομαχικών κατά τρόπο ώστε να προκύπτει το όνομα του κατασκευαστή, ο αναγνωριστικός αριθμός παρτίδας, το διαμέτρημα και ο τύπος πυρομαχικού. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να εφαρμόσουν τις διατάξεις της σύμβασης της 1ης Ιουλίου 1969 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των σφραγίδων γνησιότητας των φορητών πυροβόλων όπλων.

Επιπλέον, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε, σε περίπτωση μεταφοράς πυροβόλου όπλου από τα κρατικά τους αποθέματα με σκοπό τη μόνιμη χρήση του από πολίτες, το εν λόγω όπλο να διαθέτει ενιαία κατάλληλη σήμανση που θα παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να αναγνωρίσουν εύκολα τη χώρα από την οποία γίνεται η μεταφορά.

3.   Τα κράτη μέλη εξαρτούν την άσκηση της δραστηριότητας του οπλοπώλη στο έδαφός τους από την απόκτηση άδειας η οποία χορηγείται κατόπιν ελέγχου τουλάχιστον όσον αφορά την προσωπική και επαγγελματική ακεραιότητα καθώς και τις ικανότητες του οπλοπώλη. Εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, ο έλεγχος αφορά το πρόσωπο που διευθύνει την επιχείρηση.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου 2014, τη δημιουργία και τήρηση μηχανοργανωμένου συστήματος αρχειοθέτησης δεδομένων, είτε συγκεντρωτικού είτε αποκεντρωτικού, το οποίο εξασφαλίζει την πρόσβαση των εξουσιοδοτημένων αρχών στα αρχεία στα οποία είναι καταχωρισμένα όλα τα πυροβόλα όπλα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Το εν λόγω σύστημα αρχειοθέτησης καταγράφει και διατηρεί, για τουλάχιστον 20 έτη, τον τύπο, τη μάρκα, το μοντέλο, το διαμέτρημα, τον αριθμό σειράς κάθε πυροβόλου όπλου, καθώς και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του προμηθευτή και του αγοραστή ή του κατόχου του όπλου.

Κατά τη διάρκεια άσκησης της δραστηριότητάς τους, οι οπλοπώλες τηρούν μητρώο στο οποίο καταγράφουν όλα τα εισερχόμενα και εξερχόμενα πυροβόλα όπλα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, σε συνδυασμό με στοιχεία που επιτρέπουν τον εντοπισμό και την ιχνηλάτηση του όπλου, όπως είναι ιδίως ο τύπος, η μάρκα, το μοντέλο, το διαμέτρημα και ο αριθμός σειράς του όπλου, καθώς και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του προμηθευτή και του αγοραστή. Μόλις παύσει τις δραστηριότητές του, ο οπλοπώλης παραδίδει το μητρώο στην εθνική αρχή που είναι αρμόδια για το αρχείο που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την ανά πάσα στιγμή δυνατότητα σύνδεσης όλων των πυροβόλων όπλων με τους ιδιοκτήτες τους. Ωστόσο, όσον αφορά τα πυροβόλα όπλα που κατατάσσονται στην κατηγορία Δ, τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ, το αργότερο στις 28 Ιουλίου 2010, κατάλληλα μέτρα ιχνηλάτησης περιλαμβανομένων, από την 31η Δεκεμβρίου 2014, μέτρων που θα επιτρέπουν την ανά πάσα στιγμή σύνδεση με τον ιδιοκτήτη πυροβόλων όπλων που κυκλοφορούν στην αγορά μετά τις 28 Ιουλίου 2010.».

3.

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 4α

Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 3, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων μόνο σε πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί σχετική άδεια ή, όσον αφορά τις κατηγορίες Γ ή Δ, από πρόσωπα που έχουν λάβει ειδική άδεια για την απόκτηση και την κατοχή τέτοιων πυροβόλων όπλων, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

Άρθρο 4β

Τα κράτη μέλη εξετάζουν το ενδεχόμενο θέσπισης συστήματος για τη ρύθμιση των δραστηριοτήτων των μεσιτών. Το εν λόγω σύστημα μπορεί να περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα μέτρα όπως:

α)

υποχρέωση καταγραφής των μεσιτών που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά τους·

β)

υποχρέωση απόκτησης άδειας ή έγκρισης για την άσκηση της δραστηριότητας της μεσιτείας.».

4.

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Άρθρο 5

Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 3, τα κράτη μέλη επιτρέπουν την απόκτηση και κατοχή πυροβόλων όπλων μόνο σε πρόσωπα που έχουν βάσιμο λόγο και τα οποία:

α)

έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, εκτός από την περίπτωση της απόκτησης (εξαιρουμένης της αγοράς) και κατοχής πυροβόλου όπλου για κυνήγι και σκοποβολή, υπό την προϋπόθεση ότι τα άτομα κάτω των 18 ετών έχουν την άδεια των γονέων τους ή τελούν υπό την καθοδήγησή τους, ή υπό την καθοδήγηση ενηλίκου κατόχου έγκυρης άδειας κυνηγίου ή σκοποβολής, ή βρίσκονται εντός εγκεκριμένου προπονητικού κέντρου που κατέχει σχετική άδεια ή άλλου είδους εγκεκριμένου κέντρου·

β)

δεν είναι πιθανό να αποτελούν κίνδυνο για τον εαυτό τους, για τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια. Προηγούμενη καταδίκη για σκόπιμη διάπραξη βίαιου εγκλήματος θεωρείται ένδειξη τέτοιου κινδύνου.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αφαιρέσουν την άδεια κατοχής πυροβόλου όπλου, εφόσον δεν πληρούται πλέον κάποια από τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε.

Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύσουν σε άτομα που κατοικούν στην επικράτειά τους την κατοχή όπλου το οποίο αποκτήθηκε σε άλλο κράτος μέλος, παρά μόνο εάν απαγορεύουν την απόκτηση του ιδίου όπλου στην επικράτειά τους.».

5.

Στο άρθρο 6 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, με εξαίρεση των περίπτωση των οπλοπωλών, η εξ αποστάσεως αγορά πυροβόλων όπλων, μερών τους και πυρομαχικών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997, για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις (8), οσάκις επιτρέπεται, τελεί υπό αυστηρό έλεγχο.

6.

Στο άρθρο 7 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εξετάσουν το ενδεχόμενο να χορηγούν στα άτομα που πληρούν τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας πυροβόλου όπλου, πολυετή άδεια για την απόκτηση και την κατοχή όλων των πυροβόλων όπλων για τα οποία απαιτείται άδεια, υπό την επιφύλαξη:

α)

της υποχρέωσης ενημέρωσης των αρμοδίων αρχών όσον αφορά τυχόν μεταφορές·

β)

της περιοδικής επαλήθευσης πλήρωσης των όρων για τα άτομα αυτά·

γ)

του μέγιστου επιτρεπόμενου χρόνου κατοχής που προβλέπουν οι εθνικές νομοθεσίες.

5.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι τα πρόσωπα που διαθέτουν άδεια για πυροβόλα όπλα της κατηγορίας Β βάσει της εθνικής νομοθεσίας στις 28 Ιουλίου 2008 δεν χρειάζεται να υποβάλουν εκ νέου αίτηση άδειας για κατοχή όπλων που ανήκουν στις κατηγορίες Γ ή Δ λόγω της έναρξης ισχύος της οδηγίας 2008/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 (9). Ωστόσο, για οποιαδήποτε μετέπειτα μεταφορά όπλου των κατηγοριών Γ ή Δ, ο εκχωρών πρέπει να αποκτήσει ή να διαθέτει άδεια, ή να του έχει επιτραπεί συγκεκριμένα η κατοχή των όπλων αυτών σύμφωνα με την αντίστοιχη εθνική νομοθεσία.

7.

Στο άρθρο 11 παράγραφος 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Πριν από την ημερομηνία της μεταφοράς, ο οπλοπώλης γνωστοποιεί στις αρχές του κράτους μέλους από το οποίο θα γίνει η μεταφορά όλα τα στοιχεία που εκτίθενται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2. Οι αρχές αυτές διενεργούν επιθεωρήσεις οι οποίες, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, μπορούν να είναι επιτόπιες, ώστε να εξακριβώνεται κατά πόσον υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ των πληροφοριών που κοινοποιεί ο οπλοπώλης και των πραγματικών χαρακτηριστικών της μεταφοράς. Οι πληροφορίες διαβιβάζονται από τον οπλοπώλη εντός ευλόγου χρόνου.».

8.

Στο άρθρο 12 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι κυνηγοί, όσον αφορά τις κατηγορίες Γ και Δ, και οι σκοπευτές, όσον αφορά τις κατηγορίες Β, Γ και Δ, δύνανται να φέρουν, για το σκοπό της δραστηριότητάς τους, χωρίς προηγούμενη άδεια, ένα ή περισσότερα πυροβόλα όπλα κατά τη διάρκεια ταξιδιού μέσω δύο ή περισσότερων κρατών μελών, υπό την προϋπόθεση ότι κατέχουν ευρωπαϊκό δελτίο πυροβόλου όπλου στο οποίο εμφαίνονται τα συγκεκριμένα πυροβόλα όπλα και είναι σε θέση να τεκμηριώσουν τους λόγους του ταξιδιού τους, προσκομίζοντας πρόσκληση ή άλλη απόδειξη της κυνηγετικής ή σκοπευτικής δραστηριότητάς τους στο κράτος μέλος προορισμού τους.

Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να εξαρτούν την αποδοχή του ευρωπαϊκού δελτίου πυροβόλου όπλου από την πληρωμή οποιουδήποτε τέλους ή επιβάρυνσης.».

9.

Το άρθρο 13 παράγραφος 3, αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«3.   Για την αποτελεσματική εφαρμογή της οδηγίας, τα κράτη μέλη ανταλλάσσουν τακτικά πληροφορίες. Προς τούτο, η Επιτροπή συγκροτεί, το αργότερο στις 28 Ιουλίου 2009, ομάδα επαφής για την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη αλληλοενημερώνονται και ενημερώνουν την Επιτροπή για τις εθνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διαβίβαση και την παραλαβή πληροφοριών και για τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που προβλέπει το άρθρο 11 παράγραφος 4.».

10.

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 13α

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από συμβουλευτική επιτροπή.

2.   Όταν γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 5 και 7 της απόφασης αριθ. 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (10), λαμβανόμενων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Η προθεσμία του άρθρου 5, παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

11.

Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Άρθρο 16

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς των κυρώσεων που επιβάλλονται για την παράβαση των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και αποτρεπτικές.».

12.

Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«Άρθρο 17

Το αργότερο στις 28 Ιουλίου 2015, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σχετικά με την κατάσταση που προκύπτει από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συνοδευόμενη ενδεχομένως από προτάσεις.

Το αργότερο στις 28 Ιουλίου 2012, η Επιτροπή πραγματοποιεί έρευνα και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σχετικά με τα πιθανά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της κατάταξης των πυροβόλων όπλων σε δύο μόνον κατηγορίες (απαγορευμένων ή επιτρεπομένων), με σκοπό την καλύτερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς των οικείων προϊόντων, μέσω ενδεχόμενης απλούστευσης.

Το αργότερο στις 28 Ιουλίου 2010, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, σχετικά με τα συμπεράσματα μελέτης που αφορά την κυκλοφορία στην αγορά αντιγράφων πυροβόλων όπλων, ώστε να προσδιορισθεί κατά πόσον είναι εφικτή και επιθυμητή η υπαγωγή των προϊόντων αυτών στην παρούσα οδηγία.».

13.

Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

α)

στο μέρος Ι, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«—

τα πυροβόλα όπλα όπως ορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας,»·

β)

το μέρος III τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«α)

έχουν καταστεί οριστικά ακατάλληλα προς χρήση μέσω απενεργοποίησης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι όλα τα ουσιώδη μέρη του πυροβόλου όπλου κατέστησαν οριστικά ακατάλληλα προς χρήση και μη δυνάμενα να αφαιρεθούν, να αντικατασταθούν ή να τροποποιηθούν κατά τρόπο που να καθιστά δυνατή οποιαδήποτε ενδεχόμενη επανεργοποίηση·»·

ii)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο μετά το πρώτο εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις ώστε οι αρμόδιες αρχές να επαληθεύουν τα μέτρα απενεργοποίησης που προβλέπονται στο στοιχείο α), προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι μετατροπές που πραγματοποιούνται σε πυροβόλο όπλο το καθιστούν αμετάκλητα ακατάλληλο για χρήση. Τα κράτη μέλη προβλέπουν, στο πλαίσιο της εν λόγω επαλήθευσης, τη χορήγηση πιστοποιητικού ή εγγράφου που επιβεβαιώνει την απενεργοποίηση του πυροβόλου όπλου ή την απόθεση σχετικού ευδιάκριτου σήματος επί του πυροβόλου όπλου. Η Επιτροπή εκδίδει κοινές κατευθυντήριες γραμμές, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13α παράγραφος 2, σχετικά με πρότυπα και τεχνικές απενεργοποίησης, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα απενεργοποιημένα πυροβόλα όπλα έχουν αμετάκλητα καταστεί ακατάλληλα προς χρήση.».

Άρθρο 2

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για τη συμμόρφωσή τους προς την παρούσα οδηγία το αργότερο 28 Ιουλίου 2010. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από σχετική παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη αποφασίζουν για τον τρόπο της παραπομπής.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 21 Μαΐου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. LENARČIČ


(1)  ΕΕ C 318 της 23.12.2006, σ. 83.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 29ης Νοεμβρίου 2007 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 2008.

(3)  ΕΕ L 256 της 13.9.1991, σ. 51. Κείμενο όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 54 της 5.3.1993, σ. 22.

(4)  ΕΕ L 280 της 24.10.2001, σ. 5.

(5)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(6)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

(7)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 144 της 4.6.1997, σ. 19. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2005/29/ΕΚ (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).».

(9)  EE L 179 της 8.7.2008, σ. 5.».

(10)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).».


Top