EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005R0771

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 771/2005 της Επιτροπής, της 20ής Μαΐου 2005, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων συνδετήρων και μερών αυτών από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Ινδονησίας, Ταϊβάν, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ

OJ L 128, 21.5.2005, p. 19–50 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Bulgarian: Chapter 11 Volume 040 P. 61 - 92
Special edition in Romanian: Chapter 11 Volume 040 P. 61 - 92

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 21/11/2005

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2005/771/oj

21.5.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 128/19


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 771/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Μαΐου 2005

για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων συνδετήρων και μερών αυτών από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Ινδονησίας, Ταϊβάν, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 7,

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Έναρξη της παρούσας διαδικασίας

(1)

Τον Αύγουστο του 2004, η Επιτροπή ανήγγειλε, με ανακοίνωση που δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2), την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές στην Κοινότητα συνδετήρων και μερών αυτών από ανοξείδωτο χάλυβα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (εφεξής «η ΛΔΚ»), Ινδονησίας, Μαλαισίας, Φιλιππίνων, Ταϊβάν, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ, και κίνησε έρευνα.

(2)

Η διαδικασία κινήθηκε συνεπεία δύο καταγγελιών που υποβλήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Βιομηχανικό Ινστιτούτο Συνδετήρων («EIFI»), εξ ονόματος των κοινοτικών παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος, στην προκειμένη περίπτωση περισσότερο από 50 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής συνδετήρων και μερών αυτών από ανοξείδωτο χάλυβα. Η καταγγελία περιείχε αποδεικτικά στοιχεία ως προς την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ όσον αφορά το εν λόγο προϊόν και ως προς τη σημαντική ζημία που προέκυψε από την πρακτική αυτή, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή για να δικαιολογήσουν την έναρξη διαδικασίας.

2.   Ενδιαφερόμενα μέρη και επιτόπιες επαληθεύσεις

(3)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα για την έναρξη της διαδικασίας τους καταγγέλλοντες κοινοτικούς παραγωγούς, την ένωσή τους, άλλους κοινοτικούς παραγωγούς, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους προμηθευτές και χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, καθώς και τους εκπροσώπους των χωρών εξαγωγής. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

(4)

Δεδομένου του μεγάλου αριθμού γνωστών παραγωγών-εξαγωγέων της ΛΔΚ και της Ταϊβάν, καθώς και κοινοτικών παραγωγών και εισαγωγέων, εξετάστηκε το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης της δειγματοληπτικής μεθόδου για τον προσδιορισμό του ντάμπινγκ και της ζημίας στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού.

(5)

Η Επιτροπή, για να δώσει τη δυνατότητα στους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ και του Βιετνάμ να υποβάλουν αίτηση για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς («ΚΟΑ») ή τη χορήγηση ατομικής μεταχείρισης («ΑΜ»), εφόσον το επιθυμούσαν, απέστειλε έντυπα αίτησης στους παραγωγούς-εξαγωγείς που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και στις αρχές των δύο χωρών.

(6)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και έλαβε απαντήσεις από πέντε εξαγωγείς της Ταϊβάν που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δύο κοινοτικούς παραγωγούς που δε συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δύο παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ, δύο της Ινδονησίας, δύο της Μαλαισίας, δύο των Φιλιππίνων, τέσσερις της Ταϊλάνδης, έναν του Βιετνάμ, τέσσερις εισαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, έναν κοινοτικό χρήστη και έναν κοινοτικό προμηθευτή του ανάντη προϊόντος.

(7)

Μια γερμανική ένωση εισαγωγέων-διανομέων (Fachverband des Schrauben-Großhandels e.V.) γνωστοποίησε επίσης τις απόψεις της γραπτά. Όλα τα μέρη που υπέβαλαν σχετική αίτηση εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας και ανέφεραν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση, έγιναν πράγματι δεκτά.

(8)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που θεώρησε απαραίτητες για τον προκαταρκτικό προσδιορισμό της πρακτικής ντάμπινγκ, της προκύπτουσας ζημίας και του κοινοτικού συμφέροντος, και διεξήγαγε ελέγχους στις εγκαταστάσεις των ακολούθων εταιρειών:

 

Κοινοτικοί παραγωγοί

Bontempi Vibo SpA, Brescia, Ιταλία

Bulnava Srl, Milano/Suello, Ιταλία

Inox Viti Snc, Grumello Del Monte, Ιταλία

Reisser Schraubentechnik GmbH, Ingelfingen-Criesbach, Γερμανία.

 

Παραγωγοί-εξαγωγείς και συνδεδεμένες εταιρείες στις χώρες εξαγωγής

 

ΛΔΚ

Tong Ming Enterprise (Jiaxing) Co. Ltd, Zhejiang.

 

Ινδονησία

PT. Shye Chang Batam Indonesia, Batam.

 

Μαλαισία

Tigges Stainless Steel Fasteners (M) Sdn. Bhd., Ipoh, Chemor

Tong Heer Fasteners Co. Sdn., Bhd, Penang.

 

Φιλιππίνες

Rosario Fasteners Corporation, Cavite

Philshin Works Corporation, Cavite.

 

Ταϊβάν

Arrow Fasteners Co. Ltd and its related company Header Plan Co. Inc., Taipei

Jin Shing Stainless Ind. Co. Ltd, Tao Yuan

Min Hwei Enterprise Co. Ltd, Pingtung

Tong Hwei Enterprise, Co. Ltd and its related companies Tong Jou Enterprise Co. Ltd and Winlink Fasteners Co., Ltd, Kaohsiung

Yi Tai Shen Co. Ltd, Tainan.

 

Ταϊλάνδη

ABP Stainless Fasteners Co. Ltd, Ayutthaya

Bunyat Industries 1998 Co. Ltd, Samutsakorn

Dura Fasteners Company Ltd, Samutprakarn

Siam Screws (1994) Co. Ltd, Samutsakorn.

 

Συνδεδεμένος εισαγωγέας στην Κοινότητα

Tigges GmbH & Co. KG, Wuppertal, Γερμανία.

(9)

Η έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2003 έως τις 30 Ιουνίου 2004 (εφεξής «η περίοδος της έρευνας» ή «ΠΕ»). Η έρευνα για τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2001 έως τις 30 Ιουνίου 2004 (εφεξής η «υπό εξέταση περίοδος»).

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   Γενικά

(10)

Οι συνδετήρες και τα μέρη αυτών από ανοξείδωτο χάλυβα («ΣΑΧ») είναι βίδες, περικόχλια (παξιμάδια) και κοχλίες από ανοξείδωτο χάλυβα που χρησιμοποιούνται για τη μηχανική σύνδεση δύο ή περισσοτέρων στοιχείων. Οι κοχλίες είναι προϊόντα σύνδεσης με εξωτερικό σπείρωμα στο στέλεχος. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν χωρίς άλλο στοιχείο και να βιδωθούν στο ξύλο (κοχλίες για ξύλο) ή σε λαμαρίνες (έλικες που αυτοβυθίζονται με το σπείρωμα που ανοίγουν κατά το βίδωμά τους) ή να συνδυασθούν με περικόχλιο και ροδέλες ώστε να αποτελέσουν βίδα. Οι κοχλίες μπορούν να έχουν διάφορα είδη κεφαλών (κοίλες, με εσοχή, επίπεδες, εξαγωνικές, κ.λπ.), καθώς και διάφορα μήκη και διαμέτρους στελέχους. Το στέλεχος μπορεί να έχει σπείρωμα σε ολόκληρο το μήκος του ή σε μέρος αυτού. Οι ΣΑΧ χρησιμοποιούνται από διάφορες βιομηχανίες ευρείας κατανάλωσης και σε ευρύ φάσμα τελικών εφαρμογών όπου απαιτείται αντοχή τόσο στην ατμοσφαιρική όσο και στη χημική διάβρωση και όπου η υγιεινή είναι ουσιαστικής σημασίας, όπως στον εξοπλισμό για τη μεταποίηση και την αποθήκευση ειδών διατροφής, στις εγκαταστάσεις χημικής βιομηχανίας, στην παραγωγή ιατρικού εξοπλισμού, στον εξοπλισμό δημόσιου φωτισμού, στο ναυπηγικό κλάδο κ.λπ.

2.   Υπό εξέταση προϊόν

(11)

Οι ΣΑΧ, ήτοι οι βίδες, τα περικόχλια και οι κοχλίες από ανοξείδωτο χάλυβα που χρησιμοποιούνται για να συνδέσουν δύο ή περισσότερα στοιχεία, υπάγονται κανονικά στους κωδικούς ΣΟ 7318 12 10, 7318 14 10, 7318 15 30, 7318 15 51, 7318 15 61, 7318 15 70 και 7318 16 30. Υπάρχουν πολλοί τύποι ΣΑΧ, ο καθένας εκ των οποίων καθορίζεται από τα ειδικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά του και από την ποιότητα του ανοξείδωτου χάλυβα από τον οποίον έχει κατασκευαστεί.

(12)

Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι εισαγωγείς και μια γερμανική ένωση εισαγωγέων-διανομέων προέβαλαν τον ισχυρισμό ότι τα περικόχλια θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο έρευνας, λόγω, σύμφωνα με τον ισχυρισμό, έλλειψης παραγωγής στην Κοινότητα.

(13)

Το θέμα αυτό εξετάστηκε. Κατά τη διάρκεια της προσωρινής έρευνας, δημιουργήθηκαν αμφιβολίες για το κατά πόσον τα περικόχλια μπορούσαν πράγματι να θεωρηθούν ως ενιαίο προϊόν με άλλους ΣΑΧ. Σχετικά με αυτό το θέμα, πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω ορισμένα θέματα, π.χ. εάν και κατά πόσον οι βίδες και τα περικόχλια τίθενται από κοινού σε εμπορία ως ενιαίο σύστημα, κατά πόσον οι εν λόγω τύποι προϊόντος αναπτύσσονται μαζί κ.λπ. Θα απαιτηθεί περαιτέρω εξέταση για το κατά πόσον οι παραγωγοί στην Κοινότητα είναι σε θέση να προσφέρουν αυτά τα συστήματα. Με βάση τα ανωτέρω, αποφασίστηκε προσωρινά να μη συμπεριληφθούν τα περικόχλια που κανονικά υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 7318 16 30 στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(14)

Όσον αφορά αυτό το θέμα, είναι σκόπιμο να σημειώσουμε ότι σχεδόν όλες οι εισαγωγές από τις Φιλιππίνες φαίνεται ότι συνίστανται σε περικόχλια. Ως εκ τούτου, εάν αποφασιστεί στο οριστικό στάδιο της έρευνας ότι τα περικόχλια πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο κάλυψης του προϊόντος, η διαδικασία θα πρέπει να περατωθεί όσον αφορά τις Φιλιππίνες.

(15)

Προβλήθηκε επίσης ο ισχυρισμός από τους εισαγωγείς και τη γερμανική ένωση εισαγωγέων-διανομέων ότι το πεδίο κάλυψης του προϊόντος θα πρέπει να περιοριστεί στους κωδικούς ΣΟ 7318 15 61 και 7318 15 70, ήτοι στους κοχλίες με έξι κοίλες πλευρές από ανοξείδωτο χάλυβα, διότι δεν υπάρχει επαρκής παραγωγή όλων των άλλων τύπων ΣΑΧ στην Κοινότητα. Εντούτοις, η έρευνα επιβεβαίωσε ότι οι άλλοι τύποι ΣΑΧ παράγονται στην Κοινότητα. Ως εκ τούτου, το αίτημα αυτό δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό.

(16)

Διαπιστώθηκε ότι όλοι οι τύποι του προϊόντος, εκτός από τα περικόχλια, υπάγονται στον ευρύ ορισμό των συνδετήρων και έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά, τις ίδιες βασικές χρήσεις και τα ίδια κυκλώματα διανομής.

(17)

Ως εκ τούτου, όλοι οι διαφορετικοί τύποι ΣΑΧ, με εξαίρεση τα περικόχλια, που κανονικά υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 7318 12 10, 7318 14 10, 7318 15 30, 7318 15 51, 7318 15 61 και 7318 15 70, καταγωγής ΛΔΚ, Ινδονησίας, Μαλαισίας, Ταϊβάν, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ, αποτελούν προσωρινά ενιαίο προϊόν για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας (εφεξής «το υπό εξέταση προϊόν»).

3.   Ομοειδές προϊόν

(18)

Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι ΣΑΧ που παράγονται και πωλούνται στις αντίστοιχες εγχώριες αγορές της ΛΔΚ, της Ινδονησίας, της Μαλαισίας, της Ταϊβάν, της Ταϊλάνδης και του Βιετνάμ, εκείνοι που εξάγονται στην Κοινότητα από τις ενδιαφερόμενες χώρες, καθώς και εκείνοι που παράγονται και πωλούνται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, έχουν τα ίδια φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις. Συνήχθη επομένως προσωρινά το συμπέρασμα ότι όλα τα ως άνω προϊόντα αποτελούν ομοειδή προϊόντα, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Γ.   ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ

1.   Επιλογή δείγματος παραγωγών-εξαγωγέων στην ΛΔΚ και στην Ταϊβάν

(19)

Λόγω του μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στη ΛΔΚ και στη Ταϊβάν, εξετάστηκε το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης δειγματοληπτικής μεθόδου στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

(20)

Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει αν είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί η δειγματοληπτική μέθοδος, και, εάν ναι, να επιλέξει δείγμα, οι παραγωγοί-εξαγωγείς κλήθηκαν να αναγγελθούν εντός 15 ημερών από την έναρξη της διαδικασίας και να υποβάλουν βασικές πληροφορίες σχετικά με τις εξαγωγικές και τις εγχώριες πωλήσεις τους, τις συγκεκριμένες δραστηριότητές τους όσον αφορά την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος, καθώς και την εταιρική επωνυμία και τις δραστηριότητες όλων των συνδεδεμένων εταιρειών στον τομέα της παραγωγής ή/και πώλησης του υπό εξέταση προϊόντος. Ζητήθηκε επίσης η γνώμη της ΛΔΚ και της Ταϊβάν.

1.1.   Προεπιλογή των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων

(21)

Μόνον δύο παραγωγοί-εξαγωγείς στη ΛΔΚ παρουσιάστηκαν και παρέσχον τις απαιτούμενες πληροφορίες εντός της προθεσμίας των τριών εβδομάδων που καθορίζει το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Επιτροπή αποφάσισε ότι δεν ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί η δειγματοληπτική μέθοδος για τους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ.

(22)

Σαράντα εννέα εταιρείες στην Ταϊβάν παρουσιάστηκαν και υπέβαλαν τις ζητηθείσες πληροφορίες εντός της προθεσμίας των τριών εβδομάδων που καθορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Ωστόσο, μόνον τριάντα επτά παραγωγοί-εξαγωγείς δήλωσαν ότι πραγματοποίησαν εξαγωγές στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας. Αυτοί οι παραγωγοί-εξαγωγείς που εξήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας και εξέφρασαν την επιθυμία να συμμετάσχουν στη δειγματοληψία, θεωρήθηκαν αρχικά ως συνεργασθείσες εταιρείες και λήφθηκαν υπόψη στην επιλογή του δείγματος. Έντεκα από τις δώδεκα υπόλοιπες εταιρείες ήταν είτε έμποροι είτε παραγωγοί-εξαγωγείς, που δεν πραγματοποίησαν εξαγωγές στην Κοινότητα κατά την περίοδο έρευνας. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω εταιρείες δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό του ντάμπινγκ. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι μία από τις υπόλοιπες δώδεκα εταιρείες ήταν αποκλειστικός παραγωγός-εξαγωγέας περικοχλίων και συνεπώς δεν την αφορούν τα προσωρινά μέτρα.

(23)

Οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς αντιπροσώπευαν περίπου 78 % των συνολικών εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την Ταϊβάν στην Κοινότητα.

(24)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς που δε γνωστοποίησαν την παρουσία τους εντός της προαναφερθείσας περιόδου θεωρήθηκαν ως μη συνεργασθέντες στην έρευνα.

1.2.   Επιλογή του δείγματος

(25)

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η δειγματοληψία πραγματοποιήθηκε με βάση το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο εξαγωγών, για τον οποίον ήταν εύλογο να διεξαχθεί έρευνα εντός του διαθέσιμου χρόνου. Με βάση το κριτήριο αυτό, πέντε παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊβάν επελέγησαν δειγματοληπτικά. Οι επιλεγείσες εταιρείες αντιπροσώπευαν περίπου 47 % των εξαγωγών της Ταϊβάν στην Κοινότητα και περίπου 57 % των εγχώριων πωλήσεων στην Ταϊβάν. Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη των αρχών της Ταϊβάν, οι οποίες δε διατύπωσαν αντίρρηση.

(26)

Οι τριάντα δύο συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που τελικά δε συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, ενημερώθηκαν για το γεγονός ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ για τις εξαγωγές τους θα υπολογιζόταν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

(27)

Απεστάλησαν ερωτηματολόγια προς συμπλήρωση και στις πέντε εταιρείες του δείγματος και υποβλήθηκαν απαντήσεις από όλες εντός των καθορισμένων προθεσμιών.

1.3.   Ατομική εξέταση

(28)

Δύο παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊβάν που δε συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα ζήτησαν ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ και, ενδεχομένως, ατομικό δασμό, κατ' εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφος 6 και του άρθρου 17 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Λόγω του μεγάλου αριθμού ενδιαφερομένων χωρών και μερών, καθώς και λόγω των χρονικών περιορισμών, η Επιτροπή συμπέρανε ότι δεν ήταν δυνατό να διεξαχθεί ατομική εξέταση των παραγωγών-εξαγωγέων στην Ταϊβάν, διότι η εξέταση αυτή θα ήταν ιδιαίτερα επαχθής και θα παρεμπόδιζε την έγκαιρη ολοκλήρωση της έρευνας. Επιπλέον, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που ζήτησαν ατομική μεταχείριση παρήγαγε μόνον περικόχλια, τα οποία, όπως αναφέρεται ανωτέρω, εξαιρούνται προσωρινά από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διαδικασίας.

2.   Δειγματοληψία των κοινοτικών παραγωγών

(29)

Λόγω του μεγάλου αριθμού κοινοτικών παραγωγών, εξετάστηκε το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης δειγματοληπτικής μεθόδου στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή ζήτησε από τους κοινοτικούς παραγωγούς να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος.

(30)

Οκτώ κοινοτικοί παραγωγοί παρουσιάστηκαν και υπέβαλαν τις ζητηθείσες πληροφορίες εντός της προθεσμίας που καθορίζει το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή επέλεξε τέσσερις εταιρείες σε δύο κράτη μέλη, τρεις στην Ιταλία και μία στη Γερμανία για το δείγμα, δεδομένου ότι αντιπροσώπευαν το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής στην Κοινότητα (περίπου 50 %), ο οποίος θα μπορούσε λογικά να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας εντός της καθορισμένης χρονικής περιόδου. Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη της ένωσης κοινοτικών παραγωγών, η οποία δε διατύπωσε αντίρρηση. Επιπλέον, ζητήθηκε από τους υπόλοιπους τέσσερις παραγωγούς, που είναι εγκατεστημένοι στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στην Ιταλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, να υποβάλουν ορισμένα γενικά στοιχεία για την ανάλυση της ζημίας. Όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος και δύο άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί συνεργάσθηκαν και απέστειλαν απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο εντός των προθεσμιών. Εντούτοις, μία από τις δύο συνεργασθείσες εταιρείες που δε συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα ήταν αποκλειστικός παραγωγός ορισμένων ειδικών περικοχλίων που εξαιρέθηκαν προσωρινά από το πεδίο έρευνας και, ως εκ τούτου, η εν λόγω εταιρεία δε λήφθηκε περαιτέρω υπόψη στα προσωρινά πορίσματα.

3.   Δειγματοληψία των εισαγωγέων

(31)

Λόγω του μεγάλου αριθμού κοινοτικών παραγωγών, εξετάστηκε το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης δειγματοληπτικής μεθόδου στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή ζήτησε από τους εισαγωγείς να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με τις εισαγωγές και τις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος.

(32)

Με βάση τις υποβληθείσες πληροφορίες, η Επιτροπή επέλεξε πέντε εισαγωγείς σε τέσσερα κράτη μέλη, δύο στη Γερμανία, ένα στην Ιταλία, ένα στη Σουηδία και ένα στο Ηνωμένο Βασίλειο, για το δείγμα. Ζητήθηκε η γνώμη δύο γνωστών ενώσεων εισαγωγέων. Οι επιλεγέντες εισαγωγείς αντιπροσώπευαν τον μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο πωλήσεων των γνωστών εισαγωγέων στην Κοινότητα (περίπου 37 %), που θα μπορούσε λογικά να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης εντός της καθορισθείσας προθεσμίας. Τέσσερις εισαγωγείς συνεργάσθηκαν και έστειλαν απαντήσεις σε ερωτηματολόγιο. Ο σουηδός εισαγωγέας δε συνεργάσθηκε περαιτέρω και μόνο δύο εισαγωγείς υπέβαλαν πλήρεις απαντήσεις με όλες τις ζητηθείσες πληροφορίες.

Δ.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Καθεστώς οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ)

(33)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, στις έρευνες αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ και Βιετνάμ, η κανονική αξία καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 6 του εν λόγω άρθρου, για τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους διαπιστώθηκε ότι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, ήτοι στις περιπτώσεις που αποδείχθηκε ότι ισχύουν συνθήκες οικονομίας της αγοράς όσον αφορά την κατασκευή και την πώληση του ομοειδούς προϊόντος. Εν συντομία, και για ενδεικτικούς μόνο λόγους, τα κριτήρια αυτά καθορίζονται συνοπτικά παρακάτω:

1)

οι επιχειρηματικές αποφάσεις και το κόστος καθορίζονται σε συνάρτηση με τις συνθήκες της αγοράς και χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση·

2)

τα λογιστικά βιβλία ελέγχονται από εξωτερικό ελεγκτή, σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα («ΔΛΠ»), και χρησιμοποιούνται για κάθε σκοπό·

3)

δεν παρατηρούνται σημαντικές στρεβλώσεις οφειλόμενες στη μετάβαση από παλαιότερο καθεστώς ελεγχόμενης οικονομίας·

4)

η ασφάλεια δικαίου και η σταθερότητα διασφαλίζονται μέσω νομοθεσίας περί πτωχεύσεως και ιδιοκτησιακού καθεστώτος·

5)

η ανταλλαγή συναλλάγματος πραγματοποιείται σε τιμές αγοράς.

(34)

Δύο κινέζοι παραγωγοί και ένας βιετναμέζος παραγωγός ζήτησαν να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και συμπλήρωσαν την αίτηση για την αναγνώριση ΚΟΑ για παραγωγούς-εξαγωγείς εντός των προβλεπομένων προθεσμιών.

(35)

Ένας κινέζος παραγωγός βρισκόταν σε φάση εκκίνησης και δεν είχε ελεγμένους ή άλλου είδους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς. Η Επιτροπή συνήγαγε το συμπέρασμα ότι η έλλειψη τέτοιων λογαριασμών δεν επιτρέπει να διαπιστωθεί αν πληρούνται τα κριτήρια 2 και 3. Ως εκ τούτου, συνήχθη το συμπέρασμα ότι η εταιρεία δεν πληρούσε τα κριτήρια για ΚΟΑ. Η εταιρεία ενημερώθηκε σχετικά και δε διατύπωσε αντιρρήσεις.

(36)

Για τον άλλο κινέζο παραγωγό-εξαγωγέα, η Επιτροπή αναζήτησε όλες τις πληροφορίες που θεώρησε απαραίτητες και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που είχαν υποβληθεί στην αίτηση για αναγνώριση ΚΟΑ στις εγκαταστάσεις της εν λόγω εταιρείας.

(37)

Από την επαλήθευση των στοιχείων προέκυψε ότι η εταιρεία δε διέθετε συγκεκριμένη σειρά βασικών λογιστικών βιβλίων που καταρτίζονται και ελέγχονται σύμφωνα με τα ΔΛΠ. Παρόλο που οι λογαριασμοί είχαν ελεγχθεί από ανεξάρτητους εξωτερικούς ελεγκτές, εξακολουθούσαν να υπάρχουν πολλά προβλήματα και διαφορές στον υπολογισμό. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η εταιρεία υπέβαλε αλληλοσυγκρουόμενες εκδοχές των λογαριασμών της, και όλες περιείχαν σημαντικά λάθη, π.χ. μη αντιστοιχία του ισολογισμού ανοίγματος και του ισολογισμού κλεισίματος διαδοχικών χρήσεων (ΔΛΠ 1), ή ισχυρισμούς για μεταβολές της πολιτικής στο λογιστικό τομέα όχι επαρκώς τεκμηριωμένους με στοιχεία που εμφαίνονται στους λογαριασμούς (ΔΛΠ 8). Διαπιστώθηκε ότι σημαντικά στοιχεία, όπως ο κύκλος εργασιών των πωλήσεων, δεν αντιστοιχούσαν με άλλα λογιστικά στοιχεία της εταιρείας. Επιπλέον, η εταιρεία ανέφερε σημαντικά κέρδη, ενώ στην πραγματικότητα αποδείχθηκε ότι είχε υποστεί σημαντικές απώλειες, και οι λογαριασμοί που παρουσίασε δεν περιείχαν ορθά ενοποιημένα αριθμητικά στοιχεία για τον κύκλο εργασιών όλων των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της. Οι εκθέσεις των ελεγκτών δεν ανέφεραν τίποτε σχετικά με τα προβλήματα που εκτίθενται ανωτέρω.

Με βάση τα ανωτέρω, δεν πληρούται το κριτήριο 2. Συνεπώς, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η εταιρεία δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού:

(38)

Για τον βιετναμέζο παραγωγό η Επιτροπή αναζήτησε όλες τις πληροφορίες που θεώρησε απαραίτητες.

(39)

Όσον αφορά το κριτήριο 1, συνήχθη το συμπέρασμα ότι δεν πληρούται. Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε κάποιος ποσοτικός περιορισμός στις εξαγωγές και στις εγχώριες πωλήσεις. Ο περιορισμός αυτός αφορούσε την άδεια για επενδύσεις της επιχείρησης, την αίτηση για την έκδοση της άδειας, καθώς και το ναυλοσύμφωνο της εταιρείας. Τέλος, όλες οι αποφάσεις για θέματα που αφορούν την πολιτική για τη μίσθωση γης καθορίζονται ρητά από το κράτος στην άδεια για επενδύσεις της εταιρείας. Χορηγείται επίσης στην εταιρεία απαλλαγή από την καταβολή μισθώματος για τη μίσθωση γης μέχρις ότου ολοκληρωθούν τα βασικά σχέδια κατασκευής, καθώς και πρόσθετη απαλλαγή από την καταβολή μισθώματος για σειρά ετών. Υπό αυτές τις συνθήκες, διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία δεν είχε αποδείξει ότι λήφθηκαν υπόψη για τις επιχειρηματικές αποφάσεις και δαπάνες οι συνθήκες της αγοράς, και ότι δεν υπήρξε σημαντική κρατική ανάμειξη.

(40)

Όσον αφορά το κριτήριο 2, συνάγεται το συμπέρασμα ότι δεν πληρούται διότι, κατά παράβαση του ΔΛΠ 1, τα δημοσιονομικά δελτία του 2002 δε δημοσιεύθηκαν εγκαίρως και δεν ελέγχθηκαν δεόντως.

(41)

Συνεπώς, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η εταιρεία δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού:

(42)

Στους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς στην Κίνα και στο Βιετνάμ, καθώς και στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, δόθηκε η δυνατότητα να σχολιάσουν τα προαναφερθέντα συμπεράσματα.

(43)

Δύο παραγωγοί-εξαγωγείς έθεσαν υπό αμφισβήτηση την απόφαση και ισχυρίστηκαν ότι θα πρέπει να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ.

(44)

Ο κινέζος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι οι ακολουθούμενες λογιστικές πολιτικές ήταν σύμφωνες με τους λογιστικούς κανόνες και πρακτική των κινεζικών εταιρειών.

(45)

Σχετικά με αυτό το θέμα, σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον οι λογαριασμοί των εταιρειών καταρτίζονται και ελέγχονται σύμφωνα με τα ΔΛΠ. Η συμμόρφωση ή μη συμμόρφωση με τα κινεζικά πρότυπα δεν είναι καθοριστικής σημασίας για την αξιολόγηση της αίτησης για αναγνώριση ΚΟΑ. Επιπλέον, τα πορίσματα της επαλήθευσης είτε δε συμβιβάζονται με τις βασικές αρχές της λογιστικής είτε αποτελούν σημαντικές λογιστικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να τεκμηριωθούν ή να εξηγηθούν με κατάλληλο τρόπο.

(46)

Με την επιφύλαξη των ανωτέρω, σημειώνεται ότι το κινεζικό λογιστικό σύστημα για τις επιχειρήσεις, στο άρθρο 155, απαιτεί από τις εταιρείες να υποβάλουν πλήρεις και λεπτομερείς λογιστικές καταστάσεις. Δεδομένου ότι δεν υπήρχαν σχετικές σημειώσεις ή εξηγήσεις στους λογαριασμούς της εταιρείας, αποδεικνύεται ότι ο λογιστικός έλεγχος όχι μόνον παραβίαζε τα ΔΛΠ, αλλά δεν ήταν σύμφωνος ούτε με τα κινεζικά πρότυπα.

(47)

Ως εκ τούτου, συνήχθη το συμπέρασμα ότι τα σχόλια του κινέζου παραγωγού-εξαγωγέα δε δικαιολογούνταν και δεν ήταν δυνατό να χορηγηθεί ΚΟΑ.

(48)

Ο βιετναμέζος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι η αναλογία εξαγωγικών/εγχώριων πωλήσεων, που εμφαίνεται στην άδεια για επενδύσεις της επιχείρησης, δεν είναι δεσμευτική και απλώς εκφράζει τα ειδικά φορολογικά κίνητρα που έχει καθιερώσει η βιετναμέζικη κυβέρνηση για να ενθαρρύνει τις επενδύσεις. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον ισχυρισμό, καμιά κρατική αρχή δε διευκρινίζει τις ποσότητες που μπορεί να πωλεί η εταιρεία στην εξαγωγική και στην εγχώρια αγορά.

(49)

Σχετικά με αυτό το θέμα, σημειώνεται ότι δεν υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ των διατάξεων σχετικά με την έκδοση άδειας και των διατάξεων σχετικά με τα φορολογικά και δημοσιονομικά θέματα. Επιπλέον, η ίδια η άδεια για επενδύσεις της επιχείρησης δεν περιείχε στοιχεία που να δείχνουν ότι η αναλογία των εξαγωγικών πωλήσεων καθορίζεται για καθαρά φορολογικούς λόγους.

(50)

Όσον αφορά τη μίσθωση γης, η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι η διαδικασία μίσθωσης γης που ακολούθησε το Βιετνάμ δεν ήταν αντίθετη με τις αρχές της οικονομίας αγοράς και ότι όλες οι ειδικές διατάξεις σχετικά με την πολιτική μίσθωσης της γης αποτελούσαν απλώς κίνητρα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση του Βιετνάμ για να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Ο παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι το ίδιο το μίσθωμα ήταν ένα είδος «φόρου» και ότι είχε αγοράσει τη γη από άλλη εταιρεία που ήταν ο «αρχικός ιδιοκτήτης».

(51)

Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει ελεύθερη αγορά γης στο Βιετνάμ. Σύμφωνα με την κυβερνητική εγκύκλιο που υπέβαλε η εταιρεία, η τιμή της γης καθορίζεται από το κράτος. Όσον αφορά το επιχείρημα σχετικά με την αγορά γης από τον «αρχικό ιδιοκτήτη», ο όρος είναι μάλλον παραπλανητικός, δεδομένου ότι δεν υπάρχει ιδιωτική ιδιοκτησία στο Βιετνάμ. Στην ουσία, η εταιρεία αναφερόταν στην αποζημίωση, που καθορίζεται μονομερώς από το κράτος, για το δικαίωμα χρησιμοποίησης της γης που κατέβαλε στον προηγούμενο μισθωτή. Επιπλέον, δεν υποβλήθηκαν αποδεικτικά στοιχεία που να στηρίζουν τον ισχυρισμό ότι η μίσθωση γης είναι ένα είδος «φόρου». Εν πάση περιπτώσει, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 39, η εταιρεία δεν έχει καταβάλει μίσθωμα για πολλά έτη.

(52)

Όσον αφορά το κριτήριο 2, η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι οι ελεγκτές παρατήρησαν ότι είχε δημοσιεύσει τα δημοσιονομικά δελτία της για το 2002 αργότερα απ' ό,τι ορίζουν τα ΔΛΠ, αλλά ότι το Υπουργείο Οικονομικών επέτρεψε να παραβλεφθεί αυτή η διαφορά.

(53)

Σημειώνεται ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δεν επιβεβαιώθηκε από την έκθεση των ελεγκτών. Αντίθετα, οι ελεγκτές είχαν δηλώσει ότι ο λογιστικός έλεγχος ολοκληρώθηκε σύμφωνα με τα ΔΛΠ και δεν είχαν διατυπωθεί επιφυλάξεις σχετικά με τους λογαριασμούς ή εξηγήσεις υπό μορφή σημειώματος για την παρέκκλιση της εταιρείας από τη σαφώς καθορισμένη από τα ΔΛΠ πρακτική. Επιπλέον, το γεγονός ότι μια επιστολή που εκδίδει το Υπουργείο Οικονομικών μπορεί, κατά τους ισχυρισμούς, να μεταβάλει ή να μετριάσει μια σαφώς διατυπωμένη νομοθετική πολιτική αποδεικνύει ότι στην πράξη τα ΚΟΑ δεν εφαρμόζονταν ορθά.

(54)

Ως εκ τούτου, συνήχθη το συμπέρασμα ότι δεν πληρούνται τα κριτήρια 1 και 2, και συνεπώς, δεν πρέπει να αναγνωριστεί ΚΟΑ.

2.   Ατομική μεταχείριση (ΑΜ)

(55)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, υπολογίζεται, ενδεχομένως, ενιαίος δασμός σε εθνική κλίμακα, για τις χώρες στις οποίες εφαρμόζεται το εν λόγω άρθρο, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες οι εταιρείες είναι σε θέση να αποδείξουν ότι πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(56)

Όσον αφορά τη ΛΔΚ, και οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που ζήτησαν να τους αναγνωριστεί ΚΟΑ ζήτησαν επίσης ΑΜ στην περίπτωση που δε θα τους αναγνωριζόταν ΚΟΑ.

(57)

Από τις διαθέσιμες πληροφορίες προκύπτει ότι οι δύο εταιρείες πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση ΑΜ που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(58)

Επομένως, συνήχθη το συμπέρασμα ότι πρέπει να χορηγηθεί ΑΜ στους ακόλουθους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ:

Tengzhou Tengda Stainless Steel Product Co., Ltd, Tengzhou City,

Tong Ming Enterprise (Jiaxing) Co. Ltd., Zhejiang.

(59)

Όσον αφορά το Βιετνάμ, ο παραγωγός-εξαγωγέας που ζήτησε να του αναγνωριστεί ΚΟΑ, ζήτησε επίσης ΑΜ στην περίπτωση που δε θα του αναγνωριζόταν ΚΟΑ.

(60)

Από τις διαθέσιμες πληροφορίες προκύπτει ότι η εν λόγω εταιρεία δεν πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση ΑΜ που καθορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

Πιο συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε, όπως αναφέρεται ανωτέρω στην ανάλυση για το ΚΟΑ, ότι οι ποσότητες των εξαγωγικών πωλήσεων δεν αποφασίστηκαν ελεύθερα από την εταιρεία, αλλά καθορίστηκαν από το κράτος στην άδεια άσκησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της εταιρείας. Ως εκ τούτου, συνήχθη το συμπέρασμα ότι η εταιρεία δεν πληρούσε τους όρους για τη χορήγηση ΑΜ.

(61)

Δύο άλλοι βιετναμέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς ζήτησαν επίσης ΑΜ εντός των καθορισμένων προθεσμιών. Εντούτοις, ο ένας υπέβαλε ατελή απάντηση στο ερωτηματολόγιο και ο άλλος δεν υπέβαλε καμία απάντηση.

Οι δύο εταιρείες δεν παρέσχον τις ζητηθείσες πληροφορίες ή οποιαδήποτε άλλη εξήγηση. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συμπέρανε ότι οι εν λόγω εταιρείες δεν απέδειξαν ότι πληρούσαν τους όρους για τη χορήγηση ΑΜ.

3.   Κανoνική αξία

3.1.   Ανάλογη χώρα

(62)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, σε οικονομίες υπό μεταβατικό καθεστώς, η κανονική αξία για τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ πρέπει να καθορίζεται με βάση τις τιμές ή την κατασκευασμένη αξία ανάλογης χώρας.

(63)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, προτάθηκε η Ινδία ως κατάλληλη ανάλογη χώρα για τον καθορισμό της κανονικής αξίας για τη ΛΔΚ και το Βιετνάμ. Η Επιτροπή κάλεσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τα σχόλια τους επ’ αυτού.

Διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν σχόλια προτείνοντας ως ανάλογη χώρα την Ταϊβάν, την Ταϊλάνδη, τη Δημοκρατία της Κορέας ή την Ιταλία. Η Επιτροπή ήλθε σε επαφή με γνωστές εταιρείες στην Ινδία, η οποία θεωρήθηκε αρχικά ως κατάλληλη ανάλογη χώρα. Εντούτοις, δεν υποβλήθηκαν απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο ή σημαντικά σχόλια από παραγωγούς της Ινδίας. Όσον αφορά τη Δημοκρατία της Κορέας και την Ιταλία, τα μέρη που τις πρότειναν δεν υπέβαλαν συγκεκριμένες πληροφορίες. Ως εκ τούτου, δε λήφθηκαν περαιτέρω υπόψη ως εναλλακτικές ανάλογες χώρες.

Όσον αφορά την Ταϊλάνδη, σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της έρευνας κατέστη σαφές από τους συνεργασθέντες παραγωγούς ότι δεν πραγματοποιήθηκαν εγχώριες πωλήσεις κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις στην Ταϊλάνδη και, συνεπώς, δε μπορούσε να θεωρηθεί ως ανάλογη χώρα.

Αντίθετα, διαπιστώθηκε ότι η Ταϊβάν, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς του υπό εξέταση προϊόντος, είχε αντιπροσωπευτική εγχώρια αγορά, όπου ευρύ φάσμα προϊόντων και μεγάλος αριθμός προμηθευτών εξασφάλιζαν επαρκές επίπεδο ανταγωνισμού. Από την έρευνα προέκυψε ότι πραγματοποιήθηκαν σημαντικές εγχώριες πωλήσεις κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις από τους τέσσερις συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς της Ταϊβάν που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

(64)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι η Ταϊβάν αποτελεί κατάλληλη ανάλογη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

3.2.   Μέθοδος που εφαρμόζεται για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας

3.2.1.   Συνολική αντιπροσωπευτικότητα

(65)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε πρώτα σε κάθε χώρα εξαγωγής κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος σε ανεξάρτητους πελάτες από έκαστο των παραγωγών-εξαγωγέων ήταν αντιπροσωπευτικές, ήτοι κατά πόσον ο συνολικός όγκος αυτών των πωλήσεων ήταν ίσος με ή μεγαλύτερος από το 5 % του συνολικού όγκου των αντίστοιχων εξαγωγικών πωλήσεων στην Κοινότητα.

3.2.2.   Συγκρισιμότητα του προϊόντος ανά τύπο

(66)

Η Επιτροπή προσδιόρισε, μεταξύ των τύπων του προϊόντος που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά από τις εταιρείες που πραγματοποίησαν συνολικά αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις, εκείνους που ήταν πανομοιότυποι ή άμεσα συγκρίσιμοι με τους τύπους που πωλήθηκαν προς εξαγωγή στην Κοινότητα. Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται είναι τα ακόλουθα: κωδικός ΣΟ, τύπος χρησιμοποιούμενης πρώτης ύλης, αριθμός DIN (ήτοι κωδικός υπό τον οποίο κατατάσσεται το προϊόν στην ονοματολογία DIN), διάμετρος σε χιλιοστά, μήκος σε χιλιοστά.

3.2.3.   Αντιπροσωπευτικότητα του προϊόντος ανά τύπο

(67)

Θεωρήθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος είναι αρκετά αντιπροσωπευτικές εφόσον ο όγκος του εν λόγω τύπου προϊόντος που πωλήθηκε στην εγχώρια αγορά σε ανεξάρτητους πελάτες κατά την περίοδο της έρευνας αντιπροσωπεύει 5 % ή περισσότερο του συνολικού όγκου του συγκρίσιμου τύπου προϊόντος που πωλήθηκε προς εξαγωγή στην Κοινότητα.

3.2.4.   Έλεγχος των συνήθων εμπορικών πράξεων

(68)

Η Επιτροπή στη συνέχεια εξέτασε κατά πόσον οι εγχώριες πωλήσεις κάθε εταιρείας θα πρέπει να θεωρηθεί ότι πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(69)

Για το σκοπό αυτό, υπολογίστηκε το ποσοστό εγχώριων πωλήσεων σε ανεξάρτητους πελάτες, καθενός από τους εξαγχθέντες τύπους προϊόντος που πωλήθηκαν με ζημία στην εγχώρια αγορά κατά την περίοδο έρευνας:

α)

για τους τύπους του προϊόντος για τους οποίους περισσότερο από το 80 % του όγκου των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά πραγματοποιήθηκε σε τιμές όχι κατώτερες του μοναδιαίου κόστους και για τους οποίους ο σταθμισμένος μέσος όρος της τιμής πώλησης ήταν ίσος ή ανώτερος του σταθμισμένου μέσου όρου του κόστους παραγωγής, η κανονική αξία, ανά τύπο προϊόντος, υπολογίστηκε βάσει του σταθμισμένου μέσου όρου όλων των τιμών των εγχωρίων πωλήσεων του εκάστοτε τύπου προϊόντος·

β)

για τους τύπους του προϊόντος για τους οποίους τουλάχιστον το 10 %, αλλά όχι περισσότερο από το 80 % του όγκου των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά, πραγματοποιήθηκε σε τιμές κατώτερες του μοναδιαίου κόστους, η κανονική αξία, ανά τύπο προϊόντος, υπολογίστηκε μόνο βάσει του σταθμισμένου μέσου όρου των τιμών των εγχώριων πωλήσεων του εκάστοτε τύπου προϊόντος που διαπιστώθηκε ότι ήταν ίσες ή ανώτερες του μοναδιαίου κόστους·

γ)

για τους τύπους του προϊόντος για τους οποίους λιγότερο από το 10 % του όγκου των πωλήσεων πραγματοποιήθηκε στην εγχώρια αγορά, σε τιμή όχι κατώτερη του μοναδιαίου κόστους, θεωρήθηκε ότι ο εν λόγω τύπος προϊόντος δεν πωλήθηκε κατά τις συνήθεις εμπορικές συναλλαγές και συνεπώς η κανονική αξία κατασκευάστηκε.

3.2.5.   Κανονική αξία με βάση την πραγματική εγχώρια τιμή

(70)

Για τους τύπους που πωλήθηκαν για εξαγωγή στην Κοινότητα από εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, εφόσον πληρούνταν οι όροι που αναφέρονται στα ανωτέρω τμήματα 3.2.3 έως 3.2.4 στοιχεία α) και β), η κανονική αξία υπολογίστηκε, για τους αντίστοιχους τύπους προϊόντος, με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές από ανεξάρτητους πελάτες στην εγχώρια αγορά της χώρας που αποτελεί αντικείμενο έρευνας, κατά την ΠΕ, όπως καθορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

3.2.6.   Κανονική αξία με βάση την κατασκευασμένη αξία

(71)

Για τους τύπους του προϊόντος που αναφέρονται ανωτέρω στο τμήμα 3.2.4 στοιχείο γ), καθώς και για τους τύπους του προϊόντος που δεν πωλήθηκαν από τον παραγωγό-εξαγωγέα σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες στην εγχώρια αγορά των χωρών που αποτελούν αντικείμενο της έρευνας, όπως αναφέρεται ανωτέρω στο τμήμα 3.2.3, η κανονική αξία κατασκευάστηκε.

Για την κατασκευή της κανονικής αξίας σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα (ΠΓΔ) που προέκυψαν και ο σταθμισμένος μέσος όρος του κέρδους που απεκόμισαν οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς επί των εγχωρίων πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος, κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, κατά την ΠΕ, προστέθηκαν στο δικό τους μέσο κόστος παραγωγής κατά την ΠΕ. Όπου κρίθηκε απαραίτητο, το κόστος παραγωγής και τα γενικά και διοικητικά έξοδα που αναφέρθηκαν διορθώθηκαν πριν χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο των συνήθων εμπορικών πράξεων και για την κατασκευή της κανονικής αξίας.

Στις υπό εξέταση χώρες, εφόσον δεν υπήρχαν παραγωγοί-εξαγωγείς που πραγματοποίησαν εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος ή της ίδιας γενικής κατηγορίας προϊόντων κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις κατά την ΠΕ, η κανονική αξία κατασκευάστηκε βάσει του κόστους κατασκευής που επιβάρυνε τον υπό εξέταση παραγωγό-εξαγωγέα, μετά από ενδεχόμενες διορθώσεις. Στο εν λόγω κόστος κατασκευής, θεωρήθηκε προσωρινά σκόπιμο να προστεθεί ο μέσος όρος των εξόδων ΠΓΔ που πραγματοποίησαν και του κέρδους που απεκόμισαν τέσσερις ταϊβανοί συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, στις εγχώριες αγορές του ομοειδούς προϊόντος κατά την ΠΕ, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

3.2.7.   Οικονομίες υπό μεταβατικό καθεστώς

(72)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία για τη ΛΔΚ και το Βιετνάμ καθορίστηκε με βάση τα επαληθευμένα στοιχεία που υπέβαλαν οι παραγωγοί της ανάλογης χώρας, δηλαδή βάσει της πράγματι καταβληθείσας ή καταβλητέας τιμής στην εγχώρια αγορά της Ταϊβάν για τις πωλήσεις του συγκρίσιμου τύπου του προϊόντος, εφόσον διαπιστώθηκε ότι πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, ή βάσει κατασκευασμένης κανονικής αξίας, εφόσον δε διαπιστώθηκαν εγχώριες πωλήσεις κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις για συγκρίσιμους τύπους του προϊόντος.

Κατά συνέπεια, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση το σταθμισμένο μέσο όρο των εγχώριων πωλήσεων ή την κατασκευασμένη αξία ανά τύπο προϊόντος για τους τέσσερις συνεργασθέντες παραγωγούς της Ταϊβάν που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

3.3.   Προσδιορισμός της κανονικής αξίας

α)   Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

(73)

Δεδομένου ότι δεν αναγνωρίστηκε ΚΟΑ, η κανονική αξία για τη ΛΔΚ καθορίστηκε με τον τρόπο που αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 72.

β)   Ινδονησία

(74)

Για το μοναδικό ινδονήσιο συνεργασθέντα παραγωγό-εξαγωγέα, διαπιστώθηκε ότι δεν πραγματοποιήθηκαν εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος. Επομένως, η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 71.

(75)

Σημειώνεται ότι ένας άλλος παραγωγός-εξαγωγέας της Ινδονησίας είχε αρχικά απαντήσει στο ερωτηματολόγιο που απέστειλε η Επιτροπή, αλλά αργότερα σταμάτησε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, πράγμα που κατέστησε αδύνατη την επαλήθευση της απάντησής του στο ερωτηματολόγιο. Συνεπώς, συνήχθη το συμπέρασμα ότι η εν λόγω εταιρεία δεν εξακολούθησε να συνεργάζεται στην έρευνα. Η εταιρεία και οι ινδονησιακές αρχές ενημερώθηκαν σχετικά και δε διατύπωσαν σχόλια σχετικά με αυτή την εξέλιξη.

γ)   Μαλαισία

(76)

Για τους δύο συνεργασθέντες μαλαίσιους παραγωγούς-εξαγωγείς, που είχαν την έδρα τους σε ζώνες ελευθέρων συναλλαγών, διαπιστώθηκε ότι οι πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος που αναφέρθηκε ως εγχώριο πραγματοποιήθηκαν κυρίως στις ζώνες ελευθέρων συναλλαγών ή στις αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, δηλαδή ήταν πωλήσεις για εξαγωγή από άλλα ανεξάρτητα μέρη.

Ως εκ τούτου, συνήχθη το συμπέρασμα ότι δεν πραγματοποιήθηκαν αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις κατά την ΠΕ για τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς και συνεπώς η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 71.

δ)   Ταϊβάν

(77)

Για τέσσερις παραγωγούς-εξαγωγείς η κανονική αξία καθορίστηκε σύμφωνα με τη μέθοδο που αναφέρεται ανωτέρω στις αιτιολογικές σκέψεις 65 έως 71.

(78)

Κατά τη διάρκεια της έρευνας, διαπιστώθηκε ότι, από τους εν λόγω τέσσερις συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς, δύο ήταν συνδεδεμένοι. Οι εν λόγω εταιρείες πωλούσαν το ομοειδές προϊόν στην εγχώρια αγορά τόσο μέσω συνδεδεμένης εταιρείας πώλησης όσο και απευθείας σε μη συνδεδεμένους πελάτες. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του βασικού κανονισμού, στην περίπτωση που οι τύποι του προϊόντος πωλούνται σε συνδεδεμένη εταιρεία πώλησης, οι εν λόγω πωλήσεις μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Για το λόγο αυτό, και για να καθοριστεί η κανονική αξία, ζητήθηκε από τις δύο εταιρείες, πολύ πριν από την επιτόπια επαλήθευση, να υποβάλουν τις τιμές που εφήρμοσε η συνδεδεμένη εταιρεία μεταπώλησης στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη. Κατά τον επιτόπιο έλεγχο, διαπιστώθηκε ότι οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί δεν ήταν σε θέση να παράσχουν τις εν λόγω πληροφορίες. Η εταιρεία μεταπώλησης αγόρασε το υπό εξέταση προϊόν από διάφορες πηγές, συμπεριλαμβανομένων των δύο παραγωγών-εξαγωγέων, και στη συνέχεια το πώλησε σε τελικούς χρήστες, εμπόρους λιανικής πώλησης και διανομείς. Εντούτοις, η εταιρεία μεταπώλησης δεν ήταν σε θέση να αποδείξει μέσω των λογιστικών της βιβλίων ποια προϊόντα αγοράστηκαν από τους δύο συνεργασθέντες παραγωγούς και συνεπώς δε μπορούσε να αναφέρει τις τιμές μεταπώλησης των εν λόγω προϊόντων που πωλήθηκαν σε ανεξάρτητους πελάτες.

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συμπεραίνει προσωρινά ότι οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος που πραγματοποιήθηκαν στην εγχώρια αγορά μέσω της συνδεδεμένης εταιρείας μεταπώλησης δε θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον υπολογισμό της κανονικής αξίας, δεδομένου ότι οι υπόλοιπες εγχώριες πωλήσεις εξακολουθούσαν να θεωρούνται αντιπροσωπευτικές.

(79)

Για τον πέμπτο παραγωγό-εξαγωγέα της Ταϊβάν που συμπεριλήφθηκε στο δείγμα, διαπιστώθηκε ότι δεν πραγματοποίησε εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος. Ως εκ τούτου, η κανονική αξία κατασκευάστηκε όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 71. Εντούτοις, διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας σοβαρές διαφορές όσον αφορά τις υποβληθείσες πληροφορίες. Κατά πρώτον, η εταιρεία δεν κατέταξε τους διάφορους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος σύμφωνα με τις σαφείς προδιαγραφές που παρέσχε η Επιτροπή και, ως εκ τούτου, δεν ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί σύγκριση με τις εγχώριες πωλήσεις των άλλων παραγωγών της Ταϊβάν για σημαντικό αριθμό τύπων του προϊόντος. Κατά δεύτερον, δε διαπιστώθηκε κατά τον επιτόπιο έλεγχο αντιστοίχιση του κόστους παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, που αναφέρεται στην απάντηση στο ερωτηματολόγιο, με το κόστος των πωληθέντων εμπορευμάτων που αναφέρεται στον πίνακα κέρδους και ζημίας της απάντησης στο ερωτηματολόγιο ή σε οποιοδήποτε λογιστικό βιβλίο της εταιρείας. Επίσης, δε διαπιστώθηκε σχέση μεταξύ των αγορών πρώτων υλών και του αναφερθέντος κόστους παραγωγής ανά τύπο προϊόντος. Η εταιρεία υπέβαλε νέο κόστος παραγωγής μετά την επιτόπια επαλήθευση, το οποίο όμως δε συνοδεύτηκε από επαληθευμένες πληροφορίες.

Λόγω των ανωτέρω εξελίξεων και σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού, κοινοποιήθηκε στην εταιρεία ότι ορισμένες πληροφορίες δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν για τους υπολογισμούς του ντάμπινγκ και ότι τα προσωρινά πορίσματα θα συνάγονταν εν μέρει με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. Ως εκ τούτου, για τον καθορισμό της κατασκευασμένης κανονικής αξίας, η Επιτροπή χρησιμοποίησε το προσαρμοσμένο κόστος παραγωγής για τους τύπους του εξαγχθέντος προϊόντος που προσδιορίστηκαν σαφώς με βάση τις διαθέσιμες προδιαγραφές. Στο εν λόγω κόστος παραγωγής, προστέθηκε ο σταθμισμένος μέσος όρος των εξόδων ΠΓΔ και του κέρδους από τις εγχώριες πωλήσεις των άλλων τεσσάρων συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων της Ταϊβάν.

ε)   Ταϊλάνδη

(80)

Για τους τέσσερις ταϊλανδούς παραγωγούς-εξαγωγείς, διαπιστώθηκε ότι δεν πραγματοποιήθηκαν αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις για το ομοειδές προϊόν. Επομένως, η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 71.

στ)   Βιετνάμ

(81)

Δεδομένου ότι δεν αναγνωρίσθηκε ΚΟΑ για κανένα βιετναμέζο παραγωγό-εξαγωγέα, η κανονική αξία για το Βιετνάμ καθορίστηκε με τον τρόπο που αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 72.

4.   Τιμή εξαγωγής

α)   Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

(82)

Οι εξαγωγές των δύο συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων στους οποίους χορηγήθηκε ΑΜ πραγματοποιήθηκαν απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Οι τιμές εξαγωγής υπολογίστηκαν, κατά συνέπεια, με βάση την πράγματι καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή του προϊόντος κατά την πώλησή του στην Κοινότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

β)   Ινδονησία

(83)

Οι εξαγωγές των δύο συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων στους οποίους χορηγήθηκε ΑΜ πραγματοποιήθηκαν απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε, κατά συνέπεια, με βάση την πράγματι καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή του προϊόντος κατά την πώλησή του στην Κοινότητα σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

γ)   Μαλαισία

(84)

Για έναν παραγωγό-εξαγωγέα που πραγματοποίησε εξαγωγές στην Κοινότητα απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες, η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

(85)

Ο άλλος μαλαίσιος παραγωγός-εξαγωγέας πραγματοποίησε εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος σε ανεξάρτητους πελάτες και σε ένα συνδεδεμένο μέρος στην Κοινότητα. Για τις πρώτες εξαγωγές, η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε με βάση την πράγματι καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή του υπό εξέταση προϊόντος, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού. Για τις εξαγωγές που πραγματοποιήθηκαν προς το συνδεδεμένο μέρος, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, με βάση τις τιμές στις οποίες τα εισαχθέντα προϊόντα μεταπωλήθηκαν για πρώτη φορά σε ανεξάρτητο αγοραστή. Για το λόγο αυτό, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη όλα τα έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των δασμών και φόρων, που προέκυψαν στο διάστημα μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης, και τα κέρδη που απεκόμισαν κανονικά οι ανεξάρτητοι συνεργασθέντες εισαγωγείς, ούτως ώστε να καθοριστεί αξιόπιστη τιμή εξαγωγής.

δ)   Ταϊβάν

(86)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς πραγματοποίησαν εξαγωγές στην Κοινότητα είτε απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες είτε μέσω εμπορικών εταιρειών εγκατεστημένων στην Ταϊβάν.

(87)

Στις περιπτώσεις που οι εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν με βάση τις πράγματι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές για το υπό εξέταση προϊόν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

(88)

Στις περιπτώσεις που οι εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα πραγματοποιήθηκαν μέσω εμπορικών εταιρειών, οι τιμές εξαγωγής υπολογίστηκαν με βάση τις τιμές του προϊόντος που πωλήθηκε για εξαγωγή στις εμπορικές εταιρείες από τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

(89)

Ένας παραγωγός-εξαγωγέας, που πωλούσε επίσης το υπό εξέταση προϊόν μέσω εμπορικών εταιρειών της Ταϊβάν, δεν ήταν σε θέση να υποβάλει αιτιολογικά έγγραφα που να διευκρινίζουν τους προορισμούς των προϊόντων που πώλησε μέσω εμπορικών εταιρειών. Οι εν λόγω πωλήσεις συνεπώς δε λήφθηκαν υπόψη και η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε με βάση μόνο τις εξαγωγές απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα.

ε)   Ταϊλάνδη

(90)

Οι εξαγωγές των τεσσάρων συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων πραγματοποιήθηκαν απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα. Η τιμή εξαγωγής υπολογίστηκε, κατά συνέπεια, με βάση την πράγματι καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή του υπό εξέταση προϊόντος σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

στ)   Βιετνάμ

(91)

Όπως εξηγήθηκε ανωτέρω στην ανάλυση της ΑΜ, μόνο μία εταιρεία συνεργάστηκε στο Βιετνάμ, αλλά δεν της χορηγήθηκε ΑΜ. Επιπλέον, η εν λόγω εταιρεία λειτουργούσε ως υπεργολάβος μιας συνδεδεμένης ταϊβανέζικης εταιρείας, που συνεργάστηκε στην έρευνα. Η ταϊβανέζικη εταιρεία ήταν ιδιοκτήτρια των πρώτων υλών και ασκούσε όλες τις δραστηριότητες που σχετίζονταν με τις εξαγωγικές πωλήσεις. Εντούτοις, δε μπόρεσε να αποδείξει μέσω των λογαριασμών της ότι οι τιμές εξαγωγής σε ανεξάρτητους πελάτες, όπως αναφέρθηκαν στην απάντησή της στο ερωτηματολόγιο προς το βιετναμέζο υπεργολάβο, αφορούσαν προϊόντα που κατασκευάστηκαν στο Βιετνάμ και εξήχθησαν στην Κοινότητα. Ως εκ τούτου, οι τιμές αυτές δε μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως τιμές εξαγωγής από το Βιετνάμ στην Κοινότητα. Η εταιρεία ενημερώθηκε σχετικά. Δεδομένου ότι δεν υπήρχαν άλλες διαθέσιμες πηγές, οι τιμές εξαγωγής βασίστηκαν προσωρινά στις στατιστικές της Eurostat για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς.

5.   Σύγκριση

(92)

Η σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής πραγματοποιήθηκε σε επίπεδο τιμών «εκ του εργοστασίου».

(93)

Για να εξασφαλισθεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, πραγματοποιήθηκαν οι δέουσες προσαρμογές ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τόσο τις τιμές όσο και τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας, πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές του κόστους μεταφοράς, θαλασσίων ναύλων και ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και παρεπόμενων εξόδων, του κόστους πίστωσης, του κόστους εγγύησης και των προμηθειών, όπου κρίθηκε απαραίτητο και δικαιολογημένο.

6.   Περιθώρια ντάμπινγκ

6.1.   Γενική μέθοδος

(94)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 και το άρθρο 12, τα περιθώρια ντάμπινγκ καθορίστηκαν με βάση τη σύγκριση, ανά τύπο προϊόντος, μεταξύ της μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας και της μέσης σταθμισμένης τιμής εξαγωγής, οι οποίες καθορίστηκαν σύμφωνα με τις προαναφερόμενες μεθόδους.

(95)

Για τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς που αναγγέλθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού αλλά δεν εξετάστηκαν ατομικά, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση το μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ των εταιρειών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

(96)

Για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που δεν απάντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής ούτε αναγγέλθηκαν με άλλο τρόπο, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

(97)

Για να υπολογιστεί το περιθώριο ντάμπινγκ για τους μη συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς, καθορίστηκε καταρχάς ο βαθμός άρνησης συνεργασίας. Προς το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ του όγκου των εξαγωγών στην Κοινότητα που αναφέρθηκε από τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς και των αντίστοιχων στατιστικών της Eurostat ως προς τις εισαγωγές.

(98)

Στις περιπτώσεις που ο βαθμός άρνησης συνεργασίας ήταν υψηλός, δηλαδή πάνω από 20 %, κρίθηκε σκόπιμο να καθοριστεί το περιθώριο ντάμπινγκ για τους μη συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς σε επίπεδο που υπερέβαινε το υψηλότερο περιθώριο ντάμπινγκ που καθορίστηκε για τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς. Πράγματι, υπάρχει λόγος να θεωρήσουμε ότι ο υψηλός βαθμός άρνησης συνεργασίας οφείλεται στο γεγονός ότι οι μη συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς της χώρας που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας ασκούν εν γένει πρακτικές ντάμπινγκ σε βαθμό υψηλότερο από οποιονδήποτε άλλο συνεργασθέντα παραγωγό-εξαγωγέα. Στις περιπτώσεις αυτές, επομένως, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε σε επίπεδο που αντιστοιχεί στο μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ που υπολογίστηκε για τους αντιπροσωπευτικούς τύπους του προϊόντος που πωλήθηκαν περισσότερο από τους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς με τα υψηλότερα περιθώρια ντάμπινγκ.

(99)

Στις περιπτώσεις, αντίθετα, που ο βαθμός συνεργασίας ήταν υψηλός, οι υπηρεσίες της Επιτροπής έκριναν σκόπιμο να καθοριστεί το περιθώριο ντάμπινγκ των μη συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε για έναν συνεργασθέντα παραγωγό-εξαγωγέα της εκάστοτε χώρας, δεδομένου ότι δεν υπήρχε λόγος να θεωρηθεί ότι ένας μη συνεργασθείς παραγωγός-εξαγωγέας άσκησε ντάμπινγκ σε χαμηλότερο επίπεδο.

(100)

Είναι πάγια πρακτική της Επιτροπής να θεωρεί ότι οι συνδεδεμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ή οι παραγωγοί-εξαγωγείς ανήκουν στην ίδια ομάδα ως μοναδική οντότητα για τον προσδιορισμό του περιθωρίου ντάμπινγκ και, επομένως, να υπολογίζει ενιαίο περιθώριο ντάμπινγκ για αυτούς. Αυτό οφείλεται, ειδικότερα, στο γεγονός ότι τα ατομικά περιθώρια ντάμπινγκ θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν την καταστρατήγηση των μέτρων αντιντάμπινγκ και να τα καταστήσουν αναποτελεσματικά, με το να επιτρέπουν στους συνδεδεμένους παραγωγούς-εξαγωγείς να πραγματοποιούν τις εξαγωγές τους προς την Κοινότητα μέσω της εταιρείας με το χαμηλότερο ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ.

Σύμφωνα με την πρακτική αυτή, οι δύο συνδεδεμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς που ανήκουν στην ίδια ομάδα εξετάστηκαν ως ενιαία οντότητα και έτυχαν ενιαίου περιθωρίου ντάμπινγκ. Για τους εν λόγω παραγωγούς-εξαγωγείς αποφασίστηκε καταρχάς να υπολογισθεί περιθώριο ντάμπινγκ ανά εταιρεία και, εν συνεχεία, να καθορισθεί ο μέσος σταθμισμένος όρος των εν λόγω περιθωρίων ντάμπινγκ που χορηγήθηκε, επομένως, στο σύνολο της ομάδας.

6.2.   Περιθώρια ντάμπινγκ

α)   Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

(101)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της ΛΔΚ αρνήθηκαν να συνεργαστούν κατά μεγάλο ποσοστό (περίπου 85 %).

(102)

Τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, είναι τα ακόλουθα:

Tengzhou Tengda Stainless Steel Product Co., Ltd, Tengzhou City 21,5 %,

Tong Ming Enterprise (Jiaxing) Co. Ltd., Zhejiang 12,2 %,

Όλες οι άλλες εταιρείες 27,4 %.

β)   Ινδονησία

(103)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ινδονησίας αρνήθηκαν να συνεργαστούν κατά μεγάλο ποσοστό (περίπου 60 %). Τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, είναι τα ακόλουθα:

PT. Shye Chang Batam Indonesia, Batam 9,8 %,

Όλες οι άλλες εταιρείες 24,6 %.

γ)   Μαλαισία

(104)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Μαλαισίας συνεργάστηκαν πλήρως (κατά 100 %). Προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ δε διαπιστώθηκαν για τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς [Tigges Stainless Steel Fasteners (M) Sdn. Bhd., Ipoh, Chemor και Tong Heer Fasteners Co. Sdn., Bhd, Penang] και, επομένως, δεν πρέπει να επιβληθούν προσωρινά μέτρα στις εισαγωγές καταγωγής Μαλαισίας. Αν επιβεβαιωθούν τα πορίσματα αυτά στη συνέχεια της έρευνας, η διαδικασία θα περατωθεί όσον αφορά τη Μαλαισία.

δ)   Φιλιππίνες

(105)

Όπως έχει ήδη αναφερθεί στην αιτιολογική σκέψη 14, διαπιστώθηκε ότι όλες σχεδόν οι εξαγωγές από τις Φιλιππίνες στην Κοινότητα φαίνεται ότι συνίστανται σε περικόχλια (παξιμάδια). Δεδομένου ότι συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι τα περικόχλια πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο κάλυψης του προϊόντος, δεν καθορίστηκε περιθώριο ντάμπινγκ και δε θα πρέπει να επιβληθούν προσωρινά μέτρα στις εισαγωγές από τις Φιλιππίνες.

ε)   Ταϊβάν

(106)

Στην περίπτωση ενός ταϊβανού παραγωγού-εξαγωγέα που συμπεριλήφθηκε στο δείγμα, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίστηκε εν μέρει με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, δεν ελήφθη υπόψη το περιθώριο ντάμπινγκ του εν λόγω παραγωγού για τον υπολογισμό του σταθμισμένου μέσου περιθωρίου ντάμπινγκ που έχει χορηγηθεί στους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς που δε συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

(107)

Δύο από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα ήταν συνδεδεμένοι, και επομένως, στην περίπτωσή τους υπολογίστηκε ενιαίο περιθώριο ντάμπινγκ.

(108)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊβάν αρνήθηκαν να συνεργαστούν κατά μεγάλο ποσοστό (περίπου 22 %). Τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξής:

Liyang Industrial Co., Ltd, Taipei 15,2 %,

Jin Shing Stainless Ind. Co. Ltd, Tao Yuan 18,8 %,

Min Hwei Enterprise Co. Ltd, Pingtung 16,1 %,

Tong Hwei Enterprise, Co. Ltd, Kaohsiung 16,1 %,

Yi Tai Shen Co. Ltd, Tainan 11,4 %,

συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που δε συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα 10,5 %,

Όλες οι άλλες εταιρείες 23,6 %.

στ)   Ταϊλάνδη

(109)

Όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ταϊλάνδης συνεργάστηκαν πλήρως (κατά 100 %). Τα προσωρινά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως εκατοστιαίο ποσοστό της τιμής εισαγωγής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, καθορίζονται ως εξής:

ABP Stainless Fastener Co. Ltd, Ayutthaya 15,9 %,

Bunyat Industries 1998 Co. Ltd, Samutsakorn 10,8 %,

Dura Fasteners Co. Ltd, Samutprakarn 14,6 %,

Siam Screws (1994) Co. Ltd., Samutsakorn 11,0 %,

όλες οι άλλες εταιρείες 15,9 %.

ζ)   Βιετνάμ

(110)

Το προσωρινό περιθώριο ντάμπινγκ που υπολογίστηκε για όλες τις εταιρείες στο Βιετνάμ, εκφραζόμενο ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, ανέρχεται σε 7,7 %.

E.   ΖΗΜΙΑ

1.   Κοινοτική παραγωγή

(111)

Όπως διαπιστώθηκε από την έρευνα, στο πλαίσιο της διαδικασίας δειγματοληψίας, το ομοειδές προϊόν είχε κατασκευαστεί από επτά παραγωγούς στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας (βλέπε αιτιολογική σκέψη 30). Ωστόσο, δύο από τους παραγωγούς αυτούς δε συνεργάστηκαν περαιτέρω στην έρευνα. Επιπλέον, στο πλαίσιο της καταγγελίας που υποβλήθηκε στην Επιτροπή αναφέρονταν και ορισμένοι άλλοι μικροπαραγωγοί της Κοινότητας που επίσης δε συνεργάστηκαν στην έρευνα.

(112)

Επομένως, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ο όγκος της κοινοτικής παραγωγής υπολογίστηκε προσωρινά με βάση την παραγωγή των επτά γνωστών παραγωγών στο πλαίσιο της διαδικασίας δειγματοληψίας συν τον όγκο παραγωγής των λοιπών μη συνεργασθέντων μικροπαραγωγών που αναφέρονται στην καταγγελία.

2.   Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(113)

Οι πέντε συνεργασθέντες παραγωγοί που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 30 αντιπροσώπευαν το 54 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος. Οι εταιρείες αυτές αποτελούν, επομένως, τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού και, εν συνεχεία, αναφέρονται «κοινοτικός κλάδος παραγωγής». Τέσσερις από τις εταιρείες αυτές, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο της παραγωγής, επελέγησαν στη δειγματοληψία σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Οι εν λόγω εταιρείες καλούνται εφεξής οι «κοινοτικοί παραγωγοί της δειγματοληψίας».

(114)

Δεδομένου ότι χρησιμοποιήθηκε η τεχνική της δειγματοληψίας, οι δείκτες ζημίας καθορίστηκαν εν μέρει για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στο σύνολό του και εν μέρει μόνο για τους κοινοτικούς παραγωγούς της δειγματοληψίας. Η ανάλυση της ζημίας βασίστηκε στα στοιχεία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στο σύνολό του όσον αφορά το μερίδιο αγοράς, την παραγωγή, την ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της ικανότητας, τον όγκο των πωλήσεων και την αξία, την ανάπτυξη, τα αποθέματα, την απασχόληση και την παραγωγικότητα. Αντίθετα, όσον αφορά τους υπόλοιπους δείκτες (τιμές συναλλαγών, επενδύσεις και απόδοση των επενδύσεων, μισθοί, αποδοτικότητα, ταμειακές ροές και ικανότητα άντλησης κεφαλαίου), χρησιμοποιήθηκαν τα στοιχεία τα σχετικά με τους κοινοτικούς παραγωγούς της δειγματοληψίας.

3.   Ανάλυση της κατάστασης της κοινοτικής αγοράς

3.1.   Εισαγωγή

(115)

Τα στατιστικά στοιχεία της Eurostat που αντιστοιχούν στους κωδικούς ΣΟ 7318 12 10, 7318 14 10, 7318 15 30, 7318 15 51, 7318 15 61 και 7318 15 70, καθώς και τα επαληθευμένα στοιχεία που περιείχαν οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό της εξέλιξης του όγκου και των τιμών. Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, στο προσωρινό αυτό στάδιο, τα περικόχλια δε θεωρούνται ως μέρος του πεδίου κάλυψης του προϊόντος. Επομένως, η παρούσα ανάλυση δε λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία που αφορούν την κλάση αυτή (κωδικός ΣΟ 7318 16 30).

(116)

Τα στοιχεία τα σχετικά με τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής αντλήθηκαν από τις επαληθευμένες απαντήσεις των συνεργασθέντων κοινοτικών παραγωγών στο ερωτηματολόγιο.

(117)

Από το Σεπτέμβριο του 1997 έως το Φεβρουάριο του 2003, οι εισαγωγές ΣΑΧ καταγωγής ΛΔΚ, Ινδίας, Μαλαισίας, Δημοκρατίας της Κορέας, Ταϊβάν και Ταϊλάνδης υπόκειντο σε μέτρα αντιντάμπινγκ (3).

3.2.   Κοινοτική κατανάλωση

(118)

Για τον υπολογισμό της φαινομένης κοινοτικής κατανάλωσης του υπό εξέταση και του ομοειδούς προϊόντος, η Επιτροπή πρόσθεσε:

τον όγκο των συνολικών εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος στην Κοινότητα, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat,

τον όγκο των πωλήσεων στην Κοινότητα του ομοειδούς προϊόντος που παράγεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής,

και, με βάση τα στοιχεία της καταγγελίας, τον εκτιμώμενο όγκο των πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος που πραγματοποιούν στην Κοινότητα οι λοιποί γνωστοί κοινοτικοί παραγωγοί.

Όπως προκύπτει από τον ακόλουθο πίνακα, η κοινοτική κατανάλωση του υπό εξέταση και του ομοειδούς προϊόντος αυξήθηκε κατά 24 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Κατανάλωση (σε kg)

2001

2002

2003

ΠΕ

Υπό εξέταση προϊόν και ομοειδές προϊόν

63 907 918

70 113 833

75 854 601

79 427 756

Δείκτης

100

110

119

124

3.3.   Εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα

3.3.1.   Σώρευση

(119)

Οι εισαγωγές των ΣΑΧ σε τιμές ντάμπινγκ καταγωγής ΛΔΚ, Ινδονησίας, Ταϊβάν, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ (εφεξής «οι ενδιαφερόμενες χώρες») εκτιμήθηκαν σωρευτικά σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Υπενθυμίζεται ότι δε διαπιστώθηκε πρακτική ντάμπινγκ για τις εισαγωγές καταγωγής Μαλαισίας και ότι οι εισαγωγές καταγωγής Φιλιππίνων συνίσταντο μόνο σε περικόχλια, προϊόν που εξαιρέθηκε προσωρινά από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας διαδικασίας. Επομένως, οι εισαγωγές από τις δύο αυτές χώρες δεν εξετάστηκαν μαζί με τις εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ. Τα περιθώρια ντάμπινγκ που καθορίστηκαν όσον αφορά τις εισαγωγές από καθεμία από τις ενδιαφερόμενες χώρες είναι υψηλότερα από το ελάχιστο περιθώριο που καθορίζεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, δηλαδή 2 % των τιμών εξαγωγής, ενώ ο όγκος των εισαγωγών αυτών από καθεμία από τις ενδιαφερόμενες χώρες υπερβαίνει το κατώτατο όριο 1 % του μεριδίου αγοράς που καθορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού. Οι μέσες τιμές των εισαγωγών από όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες μειώνονταν συνεχώς κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επιπλέον, οι ΣΑΧ που εισήχθησαν από τις ενδιαφερόμενες χώρες είναι ομοειδείς από κάθε άποψη και εναλλάξιμοι, διατίθενται δε στο εμπόριο στην Κοινότητα από παρόμοια κυκλώματα πωλήσεων και υπό παρόμοιες εμπορικές συνθήκες· πρόκειται, επομένως, για προϊόντα ανταγωνιστικά μεταξύ τους και με τους ΣΑΧ που παράγονται στην Κοινότητα. Επομένως, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι είναι σκόπιμο να εκτιμηθούν σωρευτικά οι επιπτώσεις των εισαγωγών.

3.3.2.   Όγκος, τιμή και μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που προέρχονται από τις ενδιαφερόμενες χώρες

(120)

O όγκος των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος εξακολούθησε να αυξάνεται σημαντικά καθ’ όλη την υπό εξέταση περίοδο. Κατά την περίοδο της έρευνας, οι εισαγωγές αυτές υπερέβαιναν κατά 96 % το επίπεδο του 2001.

Μέση τιμή εισαγωγής ανά kg

(σε EUR)

2001

2002

2003

ΠΕ

Υπό εξέταση προϊόν

3,53

2,90

2,50

2,41

Δείκτης

100

82

71

68

(121)

Η μέση τιμή εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος εξακολούθησε να μειώνεται συνεχώς κατά την υπό εξέταση περίοδο. Συνολικά, κατά την περίοδο της έρευνας, τα επίπεδα των τιμών ήταν κατά 32 % χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2001.

Κοινοτικό μερίδιο αγοράς

2001

2002

2003

ΠΕ

Υπό εξέταση προϊόν

21,9 %

20,4 %

29,6 %

34,5 %

Δείκτης

100

93

135

158

(122)

Το μερίδιο της κοινοτικής αγοράς που κατείχαν οι ενδιαφερόμενες χώρες μειώθηκε κατά 7 % από το 2001 έως το 2002. Ωστόσο, από το 2003, οι ενδιαφερόμενες χώρες αύξησαν σημαντικά και επιτάχυναν τις δραστηριότητές τους στην κοινοτική αγορά, με αποτέλεσμα το μερίδιο αγοράς τους να αυξηθεί συνολικά κατά 58 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

3.3.3.   Πραγματοποίηση πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

(123)

Για τον καθορισμό των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, η Επιτροπή ανέλυσε τα στοιχεία τα σχετικά με τις τιμές που αντιστοιχούν στην περίοδο της έρευνας. Προς το σκοπό αυτό, οι τιμές πώλησης που εφάρμοσε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έναντι των μη συνδεδεμένων πελατών του, στο επίπεδο εκ του εργοστασίου, συγκρίθηκαν με τις τιμές πώλησης που εφάρμοσαν οι παραγωγοί-εξαγωγείς των ενδιαφερόμενων χωρών στους πρώτους ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα, στο επίπεδο cif κατά την εισαγωγή. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, είχαν αφαιρεθεί οι μειώσεις, εκπτώσεις, προμήθειες και φόροι από τις τιμές που χρησιμοποιήθηκαν.

(124)

Οι τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιμές εισαγωγής cif των παραγωγών-εξαγωγέων συγκρίθηκαν στο ίδιο εμπορικό στάδιο, δηλαδή στο επίπεδο των εμπόρων-διανομέων στην κοινοτική αγορά, με βάση τις σταθμισμένες μέσες τιμές. Η σύγκριση πραγματοποιήθηκε χωριστά ανά τύπο ΣΑΧ και ανά τύπο χρησιμοποιηθέντος ανοξείδωτου χάλυβα. Κατά την περίοδο της έρευνας, οι παραγωγοί-εξαγωγείς πραγματοποίησαν όλες σχεδόν τις πωλήσεις τους στην Κοινότητα μέσω εμπόρων-διανομέων.

(125)

Τα αποτελέσματα της σύγκρισης, εκφραζόμενα ως ποσοστό των τιμών πώλησης των καταγγελλόντων κοινοτικών παραγωγών κατά την περίοδο της έρευνας, φανερώνουν την ύπαρξη σημαντικών περιθωρίων χαμηλότερων τιμών (έως 59,2 %). Τα εν λόγω περιθώρια χαμηλότερων τιμών φανερώνουν ότι οι εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες άσκησαν πίεση στις τιμές της κοινοτικής αγοράς.

(126)

Τα χαμηλότερα περιθώρια ανά χώρα καθορίζονται ως εξής:

Χώρα

Περιθώριο χαμηλότερων τιμών

ΛΔΚ

από 8,6 σε 59,2 %

Ινδονησία

από 28 σε 31,9 %

Ταϊβάν

από 7 σε 38,9 %

Ταϊλάνδη

από 13,1 σε 44,4 %

Βιετνάμ

28,2 %

3.4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

3.4.1.   Παραγωγή, παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

(127)

Αφού σημείωσε αύξηση 31 % το 2002, υπερβαίνοντας την ανάπτυξη της κοινοτικής κατανάλωσης σε σχετικές τιμές, η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε για να σταθεροποιηθεί, από το 2003, σε επίπεδο κατά 15 % υψηλότερο από εκείνο του 2001. Σημειωτέον ότι το επίπεδο αυτό αύξησης είναι χαμηλότερο από την αύξηση κατά 24 % που σημείωσε η κοινοτική κατανάλωση κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(128)

Η παραγωγική ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 24 %, ανερχόμενη με τη σειρά της στο ανώτατο επίπεδο το 2002, λόγω των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν από τους κοινοτικούς παραγωγούς της δειγματοληψίας.

(129)

Αφού σημείωσε ελαφρά βελτίωση το 2002, το ποσοστό χρησιμοποίησης της ικανότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε, σημειώνοντας συνολική μείωση 7 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

3.4.2.   Όγκος των πωλήσεων, τιμή πώλησης, μερίδιο αγοράς και ανάπτυξη

(130)

Ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 7 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Ωστόσο, είναι σκόπιμο να σημειωθεί ότι, μετά από αύξηση 22 % το 2002, ο όγκος πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειωνόταν συνεχώς. Επιπλέον, η αύξηση αυτή είναι αισθητά χαμηλότερη από την αύξηση κατά 24 % που σημειώθηκε από την κοινοτική κατανάλωση και υπολείπεται σημαντικά σε σχέση με την αύξηση 96 % των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες που σημειώθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(131)

Οι μέσες τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκαν κατά 6 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Αφού μειώθηκαν κατά 13 % μεταξύ του 2001 και του 2002, οι τιμές άρχισαν να σημειώνουν συνεχή αύξηση.

(132)

Κατά την υπό εξέταση περίοδο, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 14 %. Αφού σημείωσε αύξηση κατά 12 % μεταξύ του 2001 και 2002, το μερίδιο αγοράς μειωνόταν συνεχώς. Από τη σύγκριση της κατάστασης μεταξύ της ΠΕ και του 2002, προκύπτει ακόμη κάμψη κατά 26 %. Συγχρόνως, το μερίδιο εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες αυξήθηκε σημαντικά.

(133)

Όπως φανερώνουν οι τάσεις του όγκου της παραγωγής και των πωλήσεων, σε απόλυτες τιμές, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής γνώρισε φάση ανάπτυξης κατά την υπό εξέταση περίοδο αλλά σημείωσε κάμψη από το 2002. Επιπλέον, το μερίδιο αγοράς μειώθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο, γεγονός που δηλώνει σε σχετικές τιμές, δηλαδή σε σχέση με τους ανταγωνιστές, ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δε σημείωσε αύξηση.

3.4.3.   Αποδοτικότητα

(134)

Κατά την υπό εξέταση περίοδο, η αποδοτικότητα των κοινοτικών παραγωγών της δειγματοληψίας βελτιώθηκε. Μετά από μέτρια κέρδη που σημειώθηκαν το 2001, η αποδοτικότητα μειώθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε σημειώθηκαν απώλειες το 2002. Μεταξύ του 2002 και του 2003, η αποδοτικότητα βελτιώθηκε αλλά ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολούθησε να υφίσταται απώλειες. Μεταξύ του 2003 και της ΠΕ, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο αποδοτικότητάς του κατά την υπό εξέταση περίοδο και επέτυχε κατά μέσο όρο περιθώριο κέρδους 4,3 %. Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί εκ πρώτης όψεως θετική, αλλά στην πράξη θα πρέπει να αξιολογηθεί εξεταζόμενη στο πλαίσιό της.

(135)

Πράγματι, ακόμη και κατά την ΠΕ, οι κοινοτικοί παραγωγοί της δειγματοληψίας δεν επέτυχαν, κατά μέσο όρο, το ελάχιστο περιθώριο κέρδους που θα θεωρείτο κατάλληλο και εφικτό αν δεν ασκείτο πρακτική ντάμπινγκ, δηλαδή 5 % (βλέπε αιτιολογική σκέψη 178 κατωτέρω) και απείχαν πολύ από το επίπεδο αποδοτικότητας που είχαν επιτύχει το 1991, δηλαδή 9,1 % (4) πριν διεισδύσουν στην αγορά εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ.

(136)

Εξάλλου, είναι σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι η βελτίωση αυτή της αποδοτικότητας που σημειώθηκε κατά την ΠΕ α) επετεύχθη εις βάρος του μεριδίου αγοράς που, από την πλευρά του, μειώθηκε και ότι β) στην ουσία ήταν το αποτέλεσμα της μεγάλης κερδοσκοπικής αύξησης των τιμών του κυριότερου παράγοντα κόστους, δηλαδή του ανοξείδωτου χάλυβα. Η προβλεπόμενη αύξηση των τιμών του ανοξείδωτου χάλυβα επέτρεψε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να επιτύχει υψηλότερες τιμές του ομοειδούς προϊόντος, με το να χρησιμοποιήσει προσωρινά στην παραγωγή του αποθέματα σχετικά φθηνού ανοξείδωτου χάλυβα που προμηθεύθηκε πριν από την εν λόγω κερδοσκοπική αύξηση των τιμών. Ωστόσο, αυτό το πλεονέκτημα από πλευράς κόστους έπαψε να υφίσταται όταν εξαντλήθηκαν τα υπάρχοντα αποθέματα πρώτων υλών και ήταν αναγκαίος ο ανεφοδιασμός του κλάδου με νέο χάλυβα σε σαφώς υψηλότερα επίπεδα τιμών. Επιπλέον, οι κερδοσκοπικές αυτές φάσεις δεν έχουν διαρκή χαρακτήρα και οι πελάτες, κυρίως εταιρείες ευρείας διανομής με μεγάλη διαπραγματευτική δύναμη, αρχίζουν εκ νέου να ασκούν πίεση στις τιμές, μόλις αντιληφθούν στασιμότητα ή κάμψη των τιμών του χάλυβα. Επομένως, η αύξηση της αποδοτικότητας οφείλεται στην ουσία στις ιδιαίτερα ευνοϊκές, αλλά όχι διαρκείς, συνθήκες της αγοράς για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής που παρατηρήθηκαν κατά τη δεύτερη φάση κυρίως της ΠΕ.

3.4.4.   Αποθέματα

(137)

Τα αποθέματα στο τέλος της περιόδου εμπορίας μειώθηκαν σημαντικά κατά 52 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Τούτο μπορεί να αποδοθεί σε δύο παράγοντες: α) στην αύξηση της παραγωγής «με βάση τη ζήτηση» (στην περίπτωση αυτή τα αποθέματα είναι αμελητέα) και β) στη μείωση της παραγωγής που παρατηρήθηκε από το 2002.

3.4.5.   Επενδύσεις, απόδοση των επενδύσεων, ταμειακές ροές και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(138)

Από το 2001 έως το 2003, οι κοινοτικοί παραγωγοί της δειγματοληψίας εξακολούθησαν να αυξάνουν σταθερά τις επενδύσεις τους, με σκοπό ιδίως την αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων μηχανών και εξοπλισμών. Κατά την περίοδο της έρευνας, οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 35 % σε σχέση με την έναρξη της υπό εξέταση περιόδου. Ωστόσο, η κάμψη αυτή κατά την ΠΕ μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από τις σημαντικές επενδύσεις των προηγούμενων ετών. Οι επενδύσεις για την παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος είναι αναγκαίες για τη διατήρηση και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, καθώς και για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών προδιαγραφών και των προδιαγραφών ασφαλείας.

(139)

Η απόδοση των επενδύσεων βελτιώθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο. Η βελτίωση αυτή α) επιβεβαιώνει την καταλληλότητα των επενδυτικών αποφάσεων που έλαβε η διεύθυνση των επιχειρήσεων και β) εκφράζει τα βελτιωμένα επίπεδα αποδοτικότητας των κοινοτικών παραγωγών της δειγματοληψίας κατά την ΠΕ. Ωστόσο, όπως έχει ήδη καθοριστεί στο πλαίσιο της ανάλυσης για την αποδοτικότητα, η βελτίωση της αποδοτικότητας μπορεί να εξηγηθεί κατά μέγα μέρος από ειδικές και παροδικές περιστάσεις (δηλαδή την κερδοσκοπική αύξηση τιμών χάλυβα που σημειώθηκε κατά την ΠΕ). Επιπλέον, το γεγονός ότι μέρος των κοινοτικών παραγωγών της δειγματοληψίας χρησιμοποιούν σε συνεχώς αυξανόμενο βαθμό μισθωμένες μηχανές για την παραγωγή, εξηγεί το λόγο για τον οποίο η απόδοση των επενδύσεων ακολούθησε εξέλιξη σχετικά ευνοϊκότερη από την αποδοτικότητα.

(140)

Παρότι βελτιώθηκαν από το 2002 και μετά, οι ταμειακές ροές που προήλθαν από τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος των κοινοτικών παραγωγών της δειγματοληψίας μειώθηκαν κατά 36 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(141)

Τέλος, οι κοινοτικοί παραγωγοί της δειγματοληψίας δεν αντιμετώπισαν σημαντικές δυσκολίες στην άντληση κεφαλαίων, όπως απέδειξε η επενδυτική ικανότητά τους κατά την υπό εξέταση περίοδο.

3.4.6.   Απασχόληση, παραγωγικότητα και μισθοί

(142)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αύξησε τις θέσεις εργασίας το 2002. Εν συνεχεία, ωστόσο, ο αριθμός των απασχολούμενων παρουσίασε σταθερή μείωση, κατά 5 % συνολικά κατά την υπό εξέταση περίοδο. Η αρνητική αυτή πορεία συμπίπτει με τη μείωση της παραγωγής που παρατηρήθηκε από το 2002 και μετά.

(143)

Η παραγωγικότητα, εκφραζόμενη σε χιλιόγραμμα παραγόμενα ανά απασχολούμενο, βελτιώθηκε κατά 22 % κατά την υπό εξέταση περίοδο, γεγονός που μαρτυρεί την αποφασιστικότητα και την ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να διατηρήσει και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά του.

(144)

0ι μισθοί ανά υπάλληλο αυξήθηκαν κατά 10 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Η αύξηση αυτή προέκυψε από τη βελτίωση της παραγωγικότητας και την αποζημίωση των εργαζομένων σε σχέση με τον πληθωρισμό. Επιπλέον, το κόστος του εργατικού δυναμικού μειώθηκε σε απόλυτες τιμές από το 2002 και μετά.

3.4.7.   Μέγεθος του ντάμπινγκ και ανάκαμψη από τις επιπτώσεις των προηγούμενων πρακτικών ντάμπινγκ

(145)

Λαμβανομένου υπόψη ιδίως του όγκου των εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες, τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν δε μπορούν να θεωρηθούν αμελητέα.

(146)

Οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΛΔΚ, Ινδίας, Μαλαισίας, Δημοκρατίας της Κορέας, Ταϊβάν και Ταϊλάνδης υπόκειντο σε μέτρα αντιντάμπινγκ έως τις αρχές του 2003. Ωστόσο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν κατόρθωσε να ανακάμψει πλήρως από τις προηγούμενες πρακτικές ντάμπινγκ, όπως γίνεται ιδίως φανερό από την εξέλιξη του μεριδίου αγοράς, του όγκου των πωλήσεων και της απασχόλησης. Τούτο ήταν προφανές μετά τη λήξη των προηγούμενων μέτρων αντιντάμπινγκ.

3.4.8.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(147)

Κατά την υπό εξέταση περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος αύξησε τον όγκο της παραγωγής και των πωλήσεών του, κατόρθωσε να μειώσει τα αποθέματά του και πραγματοποιούσε συνεχώς επενδύσεις. Δεν αντιμετώπισε δυσχέρειες όσον αφορά την άντληση κεφαλαίων και τη βελτίωση της παραγωγικότητάς του. Το κόστος εργατικού δυναμικού μειώθηκε σε απόλυτες τιμές. Επιπλέον, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να αυξήσει τις τιμές του κατά την ΠΕ κατά τέτοιο τρόπο που του επέτρεψε να βελτιώσει την αποδοτικότητά του και την απόδοση των επενδύσεών του.

(148)

Ωστόσο, τα θετικά αυτά στοιχεία πρέπει να αξιολογηθούν με βάση το πλαίσιό τους. Η αύξηση των τιμών και η βελτίωση της αποδοτικότητας επιτεύχθηκαν εις βάρος του μεριδίου της αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που μειώθηκε σημαντικά, ήτοι κατά 14 % κατά την υπό εξέταση περίοδο και μάλιστα κατά 26 % από το 2002 και μετά. Ειδικότερα, λόγω της διάθεσης εισαγωγών σε χαμηλές τιμές ντάμπινγκ, οι πελάτες επέλεξαν άλλες πηγές εφοδιασμού του υπό εξέταση προϊόντος και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να τους παρακολουθήσει.

(149)

Επιπλέον, και σύμφωνα με τα πορίσματα για το μερίδιο αγοράς, κατά την υπό εξέταση περίοδο, η αύξηση της παραγωγής (+ 15 %) και η αύξηση του όγκου των πωλήσεων (+ 7 %) του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν ήταν επαρκείς για να συμβαδίσουν με την κοινοτική κατανάλωση, της οποίας η εξέλιξη ήταν σαφώς ευνοϊκότερη (24 %). Το ποσοστό απασχόλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 5 %, γεγονός που εξηγεί στην πράξη τη μείωση του εργατικού κόστους του ίδιου του κλάδου. Επιπλέον, η αποδοτικότητα των κοινοτικών παραγωγών της δειγματοληψίας δε μπορεί να θεωρηθεί, συνολικά, ικανοποιητική. Για το μεγαλύτερο μέρος της υπό εξέταση περιόδου παρέμεινε σαφώς ανεπαρκής (δεδομένου ότι σημειώθηκαν απώλειες ή ανεπαρκές περιθώριο κέρδους). Παρότι βελτιώθηκε κατά την ΠΕ (με περιθώριο κέρδους 4,3 %), η αποδοτικότητα των κοινοτικών παραγωγών της δειγματοληψίας α) παρέμεινε χαμηλότερη από το ελάχιστο περιθώριο 5 % που θα μπορούσε να αναμένει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αν δεν ασκείτο ζημιογόνος πρακτική ντάμπινγκ και β) μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στις παροδικές επιπτώσεις της αύξησης της τιμής του χάλυβα. Η αρνητική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εκφράζεται επίσης με την εξέλιξη της ροής των ρευστών διαθέσιμων.

(150)

Ως εκ τούτου, οι δείκτες που σημείωσαν συνολικά αρνητική εξέλιξη υπερισχύουν των θετικών δεικτών και, επομένως, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

ΣΤ.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

1.   Εισαγωγή

(151)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσο οι εισαγωγές με ντάμπινγκ του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής των ενδιαφερόμενων χωρών προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Εξετάστηκαν, επίσης, άλλοι γνωστοί παράγοντες πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν να είχαν προξενήσει κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ούτως ώστε η προκαλούμενη από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες ζημία να μην αποδοθεί στις εισαγωγές με ντάμπινγκ.

2.   Επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ

(152)

Από το 2003, οι ενδιαφερόμενες χώρες ενίσχυσαν σημαντικά τη θέση τους στην αγορά. Τούτο αποδεικνύεται σαφώς από το μερίδιο αγοράς τους που αυξήθηκε κατά 58 % ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε. Εξάλλου, ο όγκος των εισαγωγών από τις χώρες αυτές αυξήθηκε ακόμη περισσότερο (96 %) από την κατανάλωση της κοινοτικής αγοράς (24 %). Τέλος, από το 2003 και μετά, λόγω των αθέμιτων πρακτικών ντάμπινγκ που ασκήθηκαν μετά τη λήξη των προηγούμενων μέτρων αντιντάμπινγκ, η μέση τιμή των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες παρέμεινε αισθητά χαμηλότερη από το επίπεδο των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και άσκησε κατά τον τρόπο αυτό πίεση επί των τιμών.

Επομένως, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές με ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες είχαν ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την υπό εξέταση περίοδο, ιδίως όσον αφορά το μερίδιο αγοράς του και τον όγκο των πωλήσεών του.

3.   Επιπτώσεις άλλων παραγόντων

3.1.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(153)

Οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από χώρες άλλες από τις ενδιαφερόμενες μειώθηκαν συνολικά. Πράγματι, το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών αυτών μειώθηκε κατά 20 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επιπλέον, η μέση τιμή των εισαγωγών αυτών από άλλες χώρες ήταν σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με το επίπεδο της τιμής εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος από τις ενδιαφερόμενες χώρες.

(154)

Δύο εξαγωγείς υποστήριξαν ότι οι εισαγωγές από την Ινδία, τη Δημοκρατία της Κορέας και τη Νορβηγία θα μπορούσαν να διασπάσουν την τυχόν αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της σημαντικής ζημίας που μπορεί να έχει υποστεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και των εισαγωγών με ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες.

(155)

Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία, οι εισαγωγές από τη Δημοκρατία της Κορέας (κατά την ΠΕ, 221 τόνοι με μέση τιμή 2,72 EUR/kg) και από τη Νορβηγία (κατά την ΠΕ, 438 τόνοι με μέση τιμή 2,89 EUR/kg) δεν αρκούν για να εξηγηθεί η ζημία που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής τόσο λόγω του μέτριου όγκου τους όσο και του επιπέδου των τιμών τους. Επιπλέον, πρέπει να προστεθεί ότι οι εισαγωγές από τη Νορβηγία μειώθηκαν κατά 36 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(156)

Όσον αφορά την Ινδία, ωστόσο, μπορεί να παρατηρηθεί ότι από το 2003 οι εισαγωγές από τη χώρα αυτή αυξήθηκαν σημαντικά (κατά την περίοδο της έρευνας 1 147,6 τόνοι) και ότι οι τιμές τους ήταν χαμηλές (μέση τιμή 1,91 EUR/kg). Δεν μπορεί να αποκλειστεί το γεγονός ότι οι εισαγωγές αυτές από την Ινδία θα μπορούσαν να είχαν ορισμένες αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την περίοδο της έρευνας, με την άσκηση ιδίως πίεσης επί των τιμών. Ωστόσο, λόγω του σχετικά χαμηλού όγκου τους σε σχέση με τον όγκο των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες (27 400 τόνοι με μέση τιμή 2,41 EUR/kg), συνήχθη το συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών από την Ινδία (που κατά την ΠΕ κατείχαν μερίδιο αγοράς 1,4 %) δεν επαρκούσαν για να διασπάσουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Εξεταζόμενες μεμονωμένα, οι εισαγωγές από την Ινδία δεν αρκούν για να εξηγήσουν τη σημαντική απώλεια του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ούτε την πιο βραδύρυθμη αύξηση των πωλήσεών του σε σχέση με την αύξηση της κατανάλωσης.

(157)

Επιπλέον, παρά τους ισχυρισμούς των δύο εμπειρογνωμόνων, το γεγονός ότι οι εισαγωγές από την Ινδία δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας έρευνας δεν αποτελεί μεροληπτική μεταχείριση κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι, κατά την υπό εξέταση περίοδο, οι εισαγωγές από την Ινδία ήταν αμελητέες κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού. Οι εισαγωγές αυξήθηκαν μόνον κατά την ΠΕ αλλά ακόμη και τότε παρέμειναν σχετικά χαμηλές (μερίδιο αγοράς 1,4 %). Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι, τη στιγμή έναρξης της παρούσας διαδικασίας, η Επιτροπή δε διέθετε αποδεικτικά στοιχεία εκ πρώτης όψεως, σύμφωνα με τα οποία οι εισαγωγές από την Ινδία αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ..

(158)

Δεδομένου ότι οι εισαγωγές από τις Φιλιππίνες και τη Μαλαισία έχουν αποκλειστεί πλέον από την παρούσα έρευνα, εξετάστηκε, εν συνεχεία, κατά πόσο οι εισαγωγές αυτές θα μπορούσαν να διασπάσουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών με ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ωστόσο, μετά την εξαίρεση των περικοχλίων από το πεδίο κάλυψης του προϊόντος, οι εισαγωγές άλλων ΣΑΧ από τις Φιλιππίνες ήταν προφανώς αμελητέες (με μερίδιο αγοράς 0,1 % κατά την περίοδο της έρευνας) και πραγματοποιήθηκαν σε τιμές σχετικά υψηλές (3,47 EUR/kg). Υπό τις συνθήκες αυτές, δε θα μπορούσαν να τους αποδοθούν σημαντικές ζημιογόνες επιπτώσεις. Οι εισαγωγές από τη Μαλαισία πραγματοποιήθηκαν επίσης σε μικρότερες ποσότητες και σε υψηλότερη μέση τιμή (κατά την ΠΕ, 1 456 τόνοι με τιμή 2,70 EUR/kg) σε σχέση με τις εισαγωγές από τις ενδιαφερόμενες χώρες. Επιπλέον, το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τη Μαλαισία μειώθηκε κατά 5 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επομένως, παρότι οι εισαγωγές από τη Μαλαισία μπορεί να άσκησαν αρνητικές επιπτώσεις στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις αυτές δεν ήταν ικανές να εξουδετερώσουν τις ζημιογόνες επιπτώσεις που προκάλεσαν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ από τις ενδιαφερόμενες χώρες.

(159)

Από τα στοιχεία αυτά συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από χώρες άλλες από τις ενδιαφερόμενες χώρες δε διέσπασαν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της σημαντικής ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

3.2.   Εξέλιξη της κατανάλωσης στην κοινοτική αγορά

(160)

Η κατανάλωση του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά αυξήθηκε κατά 24 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επομένως, η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δε μπορεί να αποδοθεί σε συμπίεση της ζήτησης στην αγορά της Κοινότητας.

3.3.   Ανταγωνιστικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(161)

Ο κοινοτικός κλάδος είναι σημαντικός ανταγωνιστής όσον αφορά το ομοειδές προϊόν, όπως αποδεικνύει το μερίδιο αγοράς του, και πραγματοποιούσε ανέκαθεν επενδύσεις με σκοπό να διατηρήσει επίπεδο παραγωγής ανάλογο προς την πλέον πρόσφατη τεχνολογία. Πράγματι, η παραγωγικότητα ανά εργαζόμενο βελτιώθηκε κατά 22 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Αντίθετα με τους ισχυρισμούς των τεσσάρων εξαγωγέων, η βελτίωση αυτή της παραγωγικότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία συνέπεσε με τις επενδύσεις του, φανερώνει ότι η σημαντική ζημία που υπέστη δε μπορεί να εξηγηθεί από την επενδυτική πολιτική του. Αντίθετα μάλιστα, αν ληφθεί υπόψη η βελτίωση της παραγωγικότητάς του, οι επενδύσεις συνέβαλαν μάλλον στον περιορισμό της ζημίας. Συνεπώς, δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η έλλειψη ανταγωνιστικότητας θα μπορούσε να είχε εξαλείψει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών από τις ενδιαφερόμενες χώρες και της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος.

4.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(162)

Συνολικά, συνάγεται επομένως προσωρινά το συμπέρασμα ότι, εξεταζόμενες στο σύνολό τους, οι εισαγωγές από τις πέντε ενδιαφερόμενες χώρες προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Δε διαπιστώθηκε άλλος παράγοντας που θα μπορούσε να είχε διασπάσει την αιτιώδη αυτή συνάφεια.

Z.   ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1.   Εισαγωγή

(163)

Εξετάστηκε εάν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η επιβολή προσωρινών μέτρων αντίκειται προς το συμφέρον της Κοινότητας στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση. Προς το σκοπό αυτό, και σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκαν οι ενδεχόμενες επιπτώσεις των μέτρων για όλα τα μέρη που αφορά η έρευνα. Για να εκτιμηθεί κατά πόσον η επιβολή μέτρων ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας, απεστάλη ερωτηματολόγιο στους χρήστες και στους εισαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος, καθώς και στους ανάντη προμηθευτές πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του εν λόγω προϊόντος.

2.   Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(164)

Η έρευνα κατέδειξε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι βιώσιμος και ότι είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό υπό θεμιτές συνθήκες της αγοράς. Όπως αναφέρεται ανωτέρω, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής διαθέτει σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα για την παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος. Θα είχε δε κάθε συμφέρον να χρησιμοποιήσει την πλεονάζουσα αυτή ικανότητα για να αυξήσει τις πωλήσεις και το μερίδιο αγοράς του, να δημιουργήσει θέσεις απασχόλησης και, χάρη σε μεγαλύτερες οικονομίες κλίμακας, να επιτύχει σε τελική ανάλυση ικανοποιητική αποδοτικότητα μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, οι βελτιώσεις αυτές παρεμποδίζονται, ιδίως από τη σταθερή πίεση επί των τιμών που ασκούν οι εισαγωγές με ντάμπινγκ του υπό εξέταση προϊόντος στην κοινοτική αγορά. Η επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ θα μπορούσε να αμβλύνει τις επιπτώσεις της αθέμιτης αυτής πίεσης επί των τιμών.

(165)

Εκτιμάται ότι, αν δε ληφθούν μέτρα για την επανόρθωση των αρνητικών επιπτώσεων των εισαγωγών με ντάμπινγκ, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα εξακολουθήσει να βρίσκεται αντιμέτωπος με πωλήσεις χαμηλότερες των κοινοτικών και, συνεπώς, με ύφεση των τιμών και με τις επακόλουθες αρνητικές επιπτώσεις της ύφεσης αυτής, ιδίως όσον αφορά το μερίδιο αγοράς του και τον όγκο των πωλήσεών του. Σε τελική ανάλυση, η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο ακόμη και τη βιωσιμότητα του κοινοτικού κλάδου. Επομένως, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η επιβολή μέτρων είναι προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

3.   Συμφέρον των εισαγωγέων-διανομέων

(166)

Οι εισαγωγείς-διανομείς είναι στην πράξη οι μοναδικοί μεσάζοντες μεταξύ των παραγωγών (εντός και εκτός της Κοινότητας) και των χρηστών ΣΑΧ. Η διαπραγματευτική ικανότητά τους και η ικανότητά τους να αποθηκεύουν μεγάλες ποσότητες ΣΑΧ έχουν σημαντικές επιπτώσεις επί των τιμών των ΣΑΧ.

(167)

Τέσσερις από τους εισαγωγείς-διανομείς της δειγματοληψίας απάντησαν στο ερωτηματολόγιο. Ωστόσο, οι απαντήσεις δύο μόνο εισαγωγέων ήταν πλήρεις. Οι δύο αυτοί εισαγωγείς αντιπροσώπευαν το 14 % περίπου των κοινοτικών εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ΠΕ. Επιπλέον, μια γερμανική ένωση εισαγωγέων-διανομέων διατύπωσε παρατηρήσεις και έγινε δεκτή σε κοινή ακρόαση με τους εισαγωγείς-διανομείς.

(168)

Οι εισαγωγείς-διανομείς στην Κοινότητα τάσσονται κατά της επιβολής μέτρων. Οι συνεργασθέντες εισαγωγείς και η ένωσή τους υποστήριξαν ότι, με την επιβολή των μέτρων, οι τιμές θα αυξηθούν για τους χρήστες, ακόμη και αν, πάντα κατά τους ισχυρισμούς, το υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές προϊόν που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν είναι πάντα συγκρίσιμα. Επιπλέον, πρόσθεσαν ότι τα μέτρα αυτά θα ήταν εις βάρος των εμπορικών δραστηριοτήτων τους και της απασχόλησης.

(169)

Ωστόσο, βάσει των πληροφοριών που ελήφθησαν, φαίνεται ότι οι εισαγωγείς-διανομείς αγοράζουν το υπό εξέταση προϊόν από διάφορες πηγές, εντός και εκτός της Κοινότητας, καθώς και από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει θεμελιώδης διαφορά τόσο ως προς την ποιότητα όσο και ως προς τον τύπο του προϊόντος μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων από τις ενδιαφερόμενες χώρες και του ομοειδούς προϊόντος που προέρχεται από οποιαδήποτε άλλη πηγή, θεωρείται προσωρινά, ιδίως λόγω του σημαντικού αριθμού των πιθανών προμηθευτών, ότι οι κοινοτικοί εισαγωγείς-διανομείς δε θα έχουν καμία δυσκολία να εφοδιαστούν το υπό εξέταση προϊόν σε περίπτωση επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ. Επιπλέον, οι εισαγωγείς δεν τεκμηρίωσαν τον ισχυρισμό τους σύμφωνα με τον οποίο η επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ θα είχε σημαντικές επιπτώσεις στην απασχόληση, ιδίως αν ληφθεί υπόψη ότι οι εισαγωγικές δραστηριότητες απαιτούν ελάχιστο εργατικό δυναμικό. Όσον αφορά την αύξηση των τιμών που ενδέχεται να προκύψει από την προσωρινή επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ, σημειώνεται ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ που ίσχυαν από το 1997 έως το 2003 δεν έθεσαν σε κίνδυνο την οικονομική κατάσταση των εισαγωγέων-διανομέων. Επιπλέον, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, κατά την υπό εξέταση περίοδο, τα περιθώρια κέρδους που εξασφάλισαν οι εισαγωγείς ήταν σαφώς μεγαλύτερα από τα κέρδη του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Υπό τις συνθήκες αυτές, μια ενδεχόμενη αύξηση των τιμών λόγω της επιβολής των μέτρων δεν θα πρέπει να έχει αυτόματα αντίκτυπο στους χρήστες.

(170)

Παρότι οι εισαγωγείς-διανομείς δεν είναι υπέρ των μέτρων, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το πλεονέκτημα που θα μπορούσαν ενδεχομένως να αντλήσουν από τη μη επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ αντισταθμίζεται από το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να επανορθωθούν οι αθέμιτες και ζημιογόνες εμπορικές πρακτικές των ενδιαφερόμενων χωρών.

4.   Συμφέρον των προμηθευτών ανάντη προϊόντων

(171)

Προκειμένου να εκτιμηθούν οι πιθανές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ στους προμηθευτές ανάντη προϊόντων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, απεστάλη ερωτηματολόγιο σε όλους τους γνωστούς προμηθευτές ανάντη προϊόντων. Συνολικά, απεστάλησαν εννέα ερωτηματολόγια και παρελήφθη μία απάντηση. Ο εν λόγω ανάντη προμηθευτής, ο οποίος είναι παραγωγός ανοξείδωτου χάλυβα, διάκειτο υπέρ της επιβολής των μέτρων. Παρότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους πελάτες του, ο κλάδος αυτός συμβάλλει, ωστόσο, στην εξασφάλιση της απασχόλησης και της αποδοτικότητάς του. Σε περίπτωση που ο κοινοτικός κλάδος περιορίσει ή ακόμη διακόψει την παραγωγή του ομοειδούς προϊόντος, οι προμηθευτές ανάντη προϊόντων θα πρέπει να παραιτηθούν από ένα μέρος των δραστηριοτήτων τους.

(172)

Συνεπώς, ελλείψει οιασδήποτε άλλης πληροφορίας περί του αντιθέτου, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η επιβολή των μέτρων ανταποκρίνεται στα συμφέροντα των ανάντη προμηθευτών.

5.   Συμφέρον των χρηστών και των καταναλωτών

(173)

Ουδεμία ένωση καταναλωτών αναγγέλθηκε ούτε προσκόμισε στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Επομένως, και δεδομένου ότι οι ΣΑΧ χρησιμοποιούνται κυρίως για τη συναρμολόγηση άλλων κατάντη προϊόντων, η ανάλυση περιορίστηκε στις επιπτώσεις που ενέχουν τα μέτρα για τους χρήστες. Οι ΣΑΧ χρησιμοποιούνται σε ευρύτατο φάσμα τομέων, όπως στην αυτοκινητοβιομηχανία, τη ναυπηγική, τις κατασκευές, το χημικό, φαρμακευτικό και ιατρικό τομέα, καθώς και τον τομέα των ειδών διατροφής. Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγιο σε δώδεκα γνωστούς κοινοτικούς χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος. Μεταξύ διαφόρων άλλων στοιχείων, τους ζήτησε να της γνωστοποιήσουν αν η επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ θα ήταν προς όφελος της Κοινότητας και με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να μέτρα αυτά να επηρεάσουν τις δραστηριότητές τους. Έλαβε μία μόνον απάντηση στο ερωτηματολόγιο από έναν παραγωγό τροχαίου υλικού. Ο εν λόγω παραγωγός υποστήριξε ότι το υπό εξέταση προϊόν αντιπροσωπεύει λιγότερο από 1 % του συνολικού κόστους παραγωγής των τελικών προϊόντων του.

(174)

Αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι χρήστες μπορούν να εφοδιαστούν το υπό εξέταση προϊόν όχι μόνο από τις ενδιαφερόμενες χώρες αλλά και από άλλες πηγές εφοδιασμού, και ότι οι επιπτώσεις των ΣΑΧ στο κόστος των κατάντη προϊόντων είναι οριακές, δε διαπιστώνεται αντίθετο, εξίσου σημαντικό, συμφέρον των χρηστών.

6.   Συμπέρασμα

(175)

Αφού εξετάστηκαν τα διάφορα συμφέροντα που διακυβεύονται, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα, από την άποψη του γενικού συμφέροντος της Κοινότητας, ότι κανένα συμφέρον δεν είναι υπεράνω του συμφέροντος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να επιβληθούν μέτρα με σκοπό την εξάλειψη των στρεβλωτικών για το εμπόριο επιπτώσεων που προκύπτουν από τις εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ.

H.   ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(176)

Βάσει των συμπερασμάτων που συνήχθησαν για την πρακτική ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, κρίνεται σκόπιμο να επιβληθούν προσωρινά μέτρα αντιντάμπινγκ ώστε να αποφευχθεί η πρόκληση περαιτέρω ζημίας στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Για να καθοριστεί το επίπεδο των μέτρων αυτών, ελήφθησαν υπόψη τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας και το ποσό του δασμού που είναι αναγκαίο για να εξαλειφθεί η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(177)

Η απαραίτητη αύξηση των τιμών για την εξάλειψη της ζημίας καθορίστηκε ανά εταιρεία με βάση τη σύγκριση της μέσης σταθμισμένης τιμής εισαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος και της μη ζημιογόνου τιμής του ομοειδούς προϊόντος που πωλεί ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στην κοινοτική αγορά. Η διαφορά της τιμής εκφράστηκε ως ποσοστό της τιμής cif κατά την εισαγωγή.

(178)

Η μη ζημιογόνος τιμή υπολογίστηκε βάσει του σταθμισμένου κόστους παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, προσαυξημένου με περιθώριο κέρδους 5 %. Το τελευταίο θεωρείται προσωρινά ως το περιθώριο κέρδους που θα μπορούσε να επιτύχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ. Το περιθώριο αυτό ισοδυναμεί με το περιθώριο κέρδους που μπορεί να επιτύχει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής για ομοειδείς ομάδες προϊόντων που δεν υπόκεινται σε αθέμιτο ανταγωνισμό, και συγκεκριμένα των ΣΑΧ που δεν υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ του πεδίου κάλυψης του προϊόντος της παρούσας έρευνας.

2.   Επίπεδο του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ

(179)

Βάσει των ανωτέρω, θεωρείται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθεί προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές των ενδιαφερόμενων χωρών. Ο δασμός αυτός θα πρέπει να επιβληθεί στο επίπεδο των περιθωρίων ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν ή στο επίπεδο εξάλειψης της ζημίας, αν το επίπεδο αυτό είναι χαμηλότερο (άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού).

(180)

Όσον αφορά το επίπεδο της ζημίας, διαπιστώθηκε, για δύο συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς (έναν στην Ταϊβάν και έναν στη ΛΔΚ), ότι το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας ήταν χαμηλότερο από το περιθώριο ντάμπινγκ. Στις περιπτώσεις αυτές, το επίπεδο του δασμού δε θα πρέπει να υπερβαίνει το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ο δασμός θα πρέπει να καθοριστεί στο επίπεδο του περιθωρίου ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε. Το ύψος του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ για τις ενδιαφερόμενες χώρες καθορίζεται επομένως ως εξής:

Χώρα

Παραγωγός-εξαγωγέας

Δασμολογικός συντελεστής αντιντάμπινγκ

Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

Tengzhou Tengda Stainless Steel Product Co., Ltd, Tengzhou City

11,4 %

Tong Ming Enterprise (Jiaxing) Co. Ltd, Zhejiang

12,2 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

27,4 %

Ινδονησία

PT. Shye Chang Batam Indonesia, Batam

9,8 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

24,6 %

Ταϊβάν

Arrow Fasteners Co. Ltd, Taipei

15,2 %

Jin Shing Stainless Ind. Co. Ltd, Tao Yuan

8,8 %

Min Hwei Enterprise Co. Ltd, Pingtung

16,1 %

Tong Hwei Enterprise, Co. Ltd, Kaohsiung

16,1 %

Yi Tai Shen Co. Ltd, Tainan

11,4 %

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που δε συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

15,8 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

23,6 %

Ταϊλάνδη

A.B.P. Stainless Fasteners Co. Ltd, Ayutthaya

15,9 %

Bunyat Industries 1998 Co. Ltd, Samutsakorn

10,8 %

Dura Fasteners Company Ltd, Samutprakarn

14,6 %

Siam Screws (1994) Co. Ltd, Samutsakorn

11,0 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

15,9 %

Βιετνάμ

Όλες οι εταιρείες

7,7 %

(181)

Οι μεμονωμένοι δασμολογικοί συντελεστές αντιντάμπινγκ που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω δασμολογικοί συντελεστές (σε αντιδιαστολή προς τους δασμούς σε επίπεδο χώρας, που ισχύουν για «όλες τις άλλες εταιρείες») εφαρμόζονται αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής των ενδιαφερόμενων χωρών, τα οποία έχουν παραχθεί από τις εταιρείες, και, επομένως, από τις συγκεκριμένες νομικές οντότητες που έχουν αναφερθεί. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από όλες τις άλλες εταιρείες, των οποίων η επωνυμία δεν αναφέρεται ρητά στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις ειδικά αναφερόμενες εταιρείες, δε μπορούν να υποβληθούν σε αυτούς τους δασμολογικούς συντελεστές και υπόκεινται στο δασμό που εφαρμόζεται για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(182)

Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή των εν λόγω δασμών αντιντάμπινγκ σε μεμονωμένες εταιρείες (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της οντότητας ή μετά τη δημιουργία νέων οντοτήτων παραγωγής ή πώλησης) θα πρέπει να υποβάλλεται στην Επιτροπή (5) μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες, και ιδίως οποιαδήποτε μεταβολή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που συνδέεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις, όπως για παράδειγμα την αλλαγή της επωνυμίας ή τη δημιουργία των εν λόγω νέων οντοτήτων παραγωγής και πώλησης. Η Επιτροπή, εάν το κρίνει σκόπιμο, και μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή, τροποποιεί ανάλογα τον κανονισμό αναπροσαρμόζοντας τον κατάλογο των εταιρειών στις οποίες εφαρμόζεται ατομικός δασμός.

Θ.   ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

(183)

Για λόγους χρηστής διαχείρισης, πρέπει να ταχθεί προθεσμία εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη που αναγγέλθηκαν εντός της προθεσμίας που καθοριζόταν στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας, μπορούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί ότι τα συμπεράσματα τα σχετικά με την επιβολή των δασμών που έχουν συναχθεί για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού είναι προσωρινά και μπορούν να επανεξεταστούν για την επιβολή οριστικού δασμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων συνδετήρων και μερών αυτών από ανοξείδωτο χάλυβα, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 7318 12 10, 7318 14 10, 7318 15 30, 7318 15 51, 7318 15 61, και 7318 15 70, καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, Ινδονησίας, Ταϊβάν, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ.

2.   Ο συντελεστής του προσωρινού δασμού που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας», πριν από την επιβολή δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από ταϊβανούς παραγωγούς-εξαγωγείς που παρατίθενται στο παράρτημα, καθορίζεται σε 15,8 % (πρόσθετος κωδικός Taric A649).

3.   Ο συντελεστής του προσωρινού δασμού που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή cif, ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή του δασμού, για τα προϊόντα που παράγονται από τις εταιρείες που απαριθμούνται κατωτέρω, καθορίζεται ως εξής:

Χώρα

Παραγωγός-εξαγωγέας

Συντελεστής δασμού αντιντάμπινγκ (σε %)

Πρόσθετος κωδικός Taric

Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας

Tengzhou Tengda Stainless Steel Product Co. Ltd, Tengzhou City

11,4

A650

Tong Ming Enterprise (Jiaxing) Co. Ltd, Zhejiang

12,2

A651

Όλες οι άλλες εταιρείες

27,4

A999

Ινδονησία

PT. Shye Chang Batam Indonesia, Batam

9,8

A652

Όλες οι άλλες εταιρείες

24,6

A999

Ταϊβάν

Arrow Fasteners Co. Ltd, Taipei

15,2

A653

Jin Shing Stainless Ind. Co. Ltd, Tao Yuan

8,8

A654

Min Hwei Enterprise Co. Ltd, Pingtung

16,1

A655

Tong Hwei Enterprise, Co. Ltd, Kaohsiung

16,1

A656

Yi Tai Shen Co. Ltd, Tainan

11,4

A657

Όλες οι εταιρείες πλην των ανωτέρω και εκείνες που παρατίθενται στο παράρτημα

23,6

A999

Ταϊλάνδη

A.B.P. Stainless Fasteners Co. Ltd, Ayutthaya

15,9

A658

Bunyat Industries 1998 Co. Ltd, Samutsakorn

10,8

A659

Dura Fasteners Company Ltd, Samutprakarn

14,6

A660

Siam Screws (1994) Co. Ltd, Samutsakorn

11,0

A661

Όλες οι άλλες εταιρείες

15,9

A999

Βιετνάμ

Όλες οι εταιρείες

7,7

4.   Η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα του προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υπόκειται στην καταβολή εγγύησης που ισοδυναμεί με το ποσό του προσωρινού δασμού.

5.   Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

Άρθρο 2

Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητήσουν την κοινοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων, βάσει των οποίων θεσπίστηκε ο παρών κανονισμός, να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Δυνάμει του άρθρου 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εντός ενός μηνός από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού ισχύει για περίοδο έξι μηνών.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Μαΐου 2005.

Για την Επιτροπή

Peter MANDELSON

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 461/2004 (ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 12).

(2)  ΕΕ C 212 της 24.8.2004, σ. 2.

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 393/98 (ΕΕ L 50 της 20.2.1998, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 243 της 5.9.1997, σ. 17, αιτιολογική σκέψη 69.

(5)

European Commission

Directorate General for Trade

Directorate B

J-79 5/17

Rue de la Loi/Wetstraat 200

B-1049 Brussels.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(πρόσθετος κωδικός Taric A649)

A-STAINLESS INTERNATIONAL CO LTD, Taipei

BOLTUN CORPORATION, Tainan

CHAEN WEI CORPORATION, Taipei

CHIAN SHYANG ENT CO LTD, Chung-Li City

CHONG CHENG FASTENER CORP., Tainan

DIING SEN FASTENERS & INDUSTRIAL CO LTD, Taipei

DRAGON IRON FACTORY CO LTD, Kaohsiung

EXTEND FORMING INDUSTRIAL CORP. LTD, Lu Chu

FORTUNE BRIGHT INDUSTRIAL CO LTD, Lung Tan Hsiang

FWU KUANG ENTERPRISES CO LTD, Tainan

HSIN YU SCREW ENTERPRISE CO LTD, Taipin City

HU PAO INDUSTRIES CO LTD, Tainan

J C GRAND CORPORATION, Taipei

JAU YEOU INDUSTRY CO LTD, Kangshan

JOHN CHEN SCREW IND CO LTD, Taipei

KUOLIEN SCREW INDUSTRIAL CO LTD, Kwanmiao

KWANTEX RESEARCH INC, Taipei

LIH LIN ENTERPRISES & INDUSTRIAL CO LTD, Taipei

LIH TA SCREW CO LTD, Kweishan

LU CHU SHIN YEE WORKS CO LTD, Kaohsiung

M & W FASTENER CO LTD, Kaoshsiung

MULTI-TEK FASTENERS & PARTS MANIFACTURER CORP., Tainan

NATIONAL AEROSPACE FASTENERS CORP., Ping Jen City

QST INTERNATIONAL CORP., Tainan

SEN CHANG INDUSTRIAL CO LTD, Ta-Yuan

SPEC PRODUCTS CORP., Tainan

SUMEEKO INDUSTRIES CO LTD, Kaoshiung

TAIWAN SHAN YIN INTERNATIONAL CO LTD, Kaohsiung

VIM INTERNATIONAL ENTERPRISE CO LTD, Taichung

YEA-JANN INDUSTRIAL CO LTD, Kaohsiung

ZONBIX ENTERPRISE CO LTD, Kaohsiung

ZYH YIN ENTERPRISE CO LTD, Kaohsiung


Top