Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32002F0584

    2002/584/ΔΕΥ: Απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών - Δηλώσεις τις οποίες έκαναν ορισμένα κράτη μέλη με την ευκαιρία της έκδοσης της απόφασης-πλαισίου

    ΕΕ L 190 της 18.7.2002, p. 1–20 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

    Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 28/03/2009

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dec_framw/2002/584/oj

    32002F0584

    2002/584/ΔΕΥ: Απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών - Δηλώσεις τις οποίες έκαναν ορισμένα κράτη μέλη με την ευκαιρία της έκδοσης της απόφασης-πλαισίου

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 190 της 18/07/2002 σ. 0001 - 0020


    Απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου

    της 13ης Ιουνίου 2002

    για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών

    (2002/584/ΔΕΥ)

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδίως το άρθρο 31 στοιχεία α) και β) και το άρθρο 34 παράγραφος 2 στοιχείο β),

    την πρόταση της Επιτροπής(1),

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε της 15ης και 16ης Οκτωβρίου 1999 και ιδίως το σημείο 35, θα πρέπει να καταργηθεί, μεταξύ των κρατών μελών, η τυπική διαδικασία έκδοσης για πρόσωπα τα οποία προσπαθούν να διαφύγουν της δικαιοσύνης αφού έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα και να προβλεφθούν ταχύτερες διαδικασίες έκδοσης των υπόπτων για αξιόποινες πράξεις.

    (2) Το πρόγραμμα μέτρων για την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων, που προβλέπεται στο σημείο 37 των συμπερασμάτων του Συμβουλίου του Τάμπερε και το οποίο εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 30 Νοεμβρίου 2000(3), αναφέρει το ζήτημα της αμοιβαίας εκτέλεσης των ενταλμάτων σύλληψης.

    (3) Όλα ή μερικά από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετέχουν σε ορισμένες συμβάσεις για θέματα έκδοσης, μεταξύ των οποίων στην ευρωπαϊκή σύμβαση εκδόσεως της 13ης Δεκεμβρίου 1957 και την ευρωπαϊκή σύμβαση για την καταστολή της τρομοκρατίας της 27ης Ιανουαρίου 1977. Οι σκανδιναβικές χώρες έχουν θεσπίσει νομοθεσία περί εκδόσεως με ταυτόσημο περιεχόμενο.

    (4) Επιπλέον, τα κράτη μέλη έχουν εγκρίνει τις ακόλουθες τρεις συμβάσεις που αφορούν εν όλω ή εν μέρει την έκδοση και αποτελούν τμήμα του κεκτημένου της Ένωσης: τη σύμβαση της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν, της 14ης Ιουνίου 1985, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα(4) (ως προς τα κράτη μέλη που είναι μέλη της εν λόγω σύμβασης), τη σύμβαση της 10ης Μαρτίου 1995 για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης(5) και τη σύμβαση της 27ης Σεπτεμβρίου 1996 για την έκδοση μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης(6).

    (5) Ο στόχος που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, να αποτελέσει ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, συνεπάγεται την κατάργηση της έκδοσης μεταξύ κρατών μελών και την αντικατάστασή της από σύστημα παράδοσης μεταξύ δικαστικών αρχών. Εξάλλου, η εισαγωγή ενός νέου απλουστευμένου συστήματος παράδοσης προσώπων που έχουν καταδικαστεί ή είναι ύποπτα, προς το σκοπό της εκτέλεσης καταδικαστικών ποινικών αποφάσεων ή ποινικής δίωξης επιτρέπει να αρθούν η πολυπλοκότητα και το ενδεχόμενο καθυστερήσεων που είναι εγγενή στις ισχύουσες διαδικασίες έκδοσης. Οι κλασικές σχέσεις συνεργασίας που ισχύουν μέχρι σήμερα μεταξύ κρατών μελών θα πρέπει να δώσουν τη θέση τους σε σύστημα ελεύθερης κυκλοφορίας τόσο των προδικαστικών όσο και των οριστικών ποινικών αποφάσεων, σε ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

    (6) Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης το οποίο προβλέπει η παρούσα απόφαση-πλαίσιο αποτελεί την πρώτη περίπτωση συγκεκριμένης εφαρμογής, στον τομέα του ποινικού δικαίου, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης που έχει χαρακτηρισθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ως "ακρογωνιαίος λίθος" της δικαστικής συνεργασίας.

    (7) Δεδομένου ότι ο στόχος της αντικατάστασης του πολυμερούς συστήματος εκδόσεως το οποίο έχει δημιουργηθεί επί τη βάσει της ευρωπαϊκής σύμβασης εκδόσεως της 13ης Δεκεμβρίου 1957 είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη ενεργούντα μονομερώς, και συνεπώς, λόγω της διάστασης και των αποτελεσμάτων της, δύναται να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, το Συμβούλιο δύναται να εγκρίνει μέτρα, σύμφωνα προς την αρχή της επικουρικότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο άρθρο 5 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Σύμφωνα προς την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο τελευταίο αυτό άρθρο, η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

    (8) Οι αποφάσεις για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης πρέπει να υπόκεινται σε επαρκή έλεγχο, πράγμα που σημαίνει ότι η δικαστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο συνελήφθη το καταζητούμενο πρόσωπο θα πρέπει να αποφασίζει σχετικά με την παράδοσή του.

    (9) Ο ρόλος των κεντρικών αρχών κατά την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης πρέπει να περιορίζεται σε πρακτική και διοικητική στήριξη.

    (10) Ο μηχανισμός του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης βασίζεται σε υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών. Η εφαρμογή του εν λόγω μηχανισμού δύναται να ανασταλεί μόνον στην περίπτωση σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος μέλος των αρχών που διατυπώνονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία διαπιστώνεται από το Συμβούλιο κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 1 της εν λόγω συνθήκης με τις συνέπειες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου.

    (11) Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης θα πρέπει να αντικαταστήσει, μεταξύ των κρατών μελών, όλες τις προηγούμενες νομικές πράξεις σχετικά με την έκδοση, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων του τίτλου III της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν που αφορούν την έκδοση.

    (12) Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από το άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και εκφράζονται στο χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης(7), ιδίως δε στο κεφάλαιο VI αυτού. Καμία από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο δεν μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο ώστε να απαγορεύει την άρνηση παράδοσης προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εφόσον αντικειμενικά στοιχεία δείχνουν ότι το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδίδεται προς το σκοπό της δίωξης ή τιμωρίας προσώπου λόγω του φύλου, της φυλής, της θρησκείας, της εθνοτικής καταγωγής, της ιθαγένειας, της γλώσσας, των πολιτικών φρονημάτων ή του γενετήσιου προσανατολισμού τους ή ότι η θέση του προσώπου αυτού μπορεί να επιδεινωθεί για οποιονδήποτε από τους προαναφερόμενους λόγους.

    Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τους συνταγματικούς τους κανόνες σε σχέση με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, την ελευθερία του τύπου και την ελευθερία της έκφρασης σε άλλα μέσα.

    (13) Κανείς δεν μπορεί να απομακρυνθεί, να απελαθεί ή να εκδοθεί προς κράτος όπου διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να του επιβληθεί η ποινή του θανάτου ή να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή άλλη απάνθρωπη ή εξευτελιστική ποινή ή μεταχείριση.

    (14) Δεδομένου ότι όλα τα κράτη μέλη έχουν κυρώσει τη σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 28ης Ιανουαρίου 1981 για την προστασία των προσώπων έναντι της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία τυγχάνουν επεξεργασίας στο πλαίσιο της εφαρμογής της παρούσας απόφασης-πλαίσιο θα πρέπει να προστατεύονται σύμφωνα προς τις αρχές της εν λόγω σύμβασης,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ-ΠΛΑΙΣΙΟ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

    Άρθρο 1

    Ορισμός και υποχρέωση εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    1. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης είναι δικαστική απόφαση η οποία εκδίδεται από κράτος μέλος προς το σκοπό της σύλληψης και της παράδοσης από άλλο κράτος μέλος προσώπου που καταζητείται για την άσκηση ποινικής δίωξης ή για την εκτέλεση ποινής ή μέτρου στερητικών της ελευθερίας.

    2. Τα κράτη μέλη εκτελούν κάθε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης βάσει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο.

    3. H παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την τροποποίηση της υποχρέωσης σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των θεμελιωδών νομικών αρχών, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 6 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

    Άρθρο 2

    Πεδίο εφαρμογής του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    1. Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης μπορεί να εκδίδεται για πράξεις που τιμωρούνται από το δίκαιο του κράτους μέλους έκδοσης του σχετικού εντάλματος (εφεξής καλούμενο "κράτος έκδοσης του εντάλματος") με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον δώδεκα μηνών ή, εάν έχει ήδη επιβληθεί ποινή ή μέτρο ασφαλείας, για απαγγελθείσες καταδίκες διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων μηνών.

    2. Η παράδοση βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης υπό τις προϋποθέσεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο και χωρίς έλεγχο του διττού αξιοποίνου της πράξης, χωρεί για τις ακόλουθες αξιόποινες πράξεις, εφόσον τιμωρούνται στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών και όπως ορίζονται από το δίκαιο του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος:

    - συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση,

    - τρομοκρατία,

    - εμπορία ανθρώπων,

    - σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και παιδική πορνογραφία,

    - παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών,

    - παράνομη διακίνηση όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών,

    - δωροδοκία,

    - καταδολίευση, συμπεριλαμβανομένης της απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την έννοια της σύμβασης της 26ης Ιουλίου 1995 σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

    - νομιμοποίηση προϊόντων εγκλήματος,

    - παραχάραξη, περιλαμβανομένης της κιβδηλείας του ευρώ,

    - εγκληματικότητα στον κυβερνοχώρο,

    - εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένου του παράνομου εμπορίου απειλούμενων ζωικών ειδών και του παράνομου εμπορίου απειλούμενων φυτικών ειδών και φυτικών ποικιλιών,

    - παροχή βοήθειας για την παράνομη είσοδο και διαμονή,

    - ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, βαρεία σωματική βλάβη,

    - παράνομο εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων και ιστών,

    - απαγωγή, παράνομη κατακράτηση και ομηρία,

    - ρατσισμός και ξενοφοβία,

    - οργανωμένες ή ένοπλες κλοπές,

    - παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των αρχαιοτήτων και των έργων τέχνης,

    - απάτη,

    - αθέμιτη προστασία έναντι παράνομου περιουσιακού οφέλους, εκβίαση,

    - παράνομη απομίμηση και πειρατεία προϊόντων,

    - πλαστογραφία δημοσίων εγγράφων και εμπορία πλαστών,

    - παραχάραξη μέσων πληρωμής,

    - λαθρεμπόριο ορμονικών ουσιών και άλλων αυξητικών παραγόντων,

    - λαθρεμπόριο πυρηνικών και ραδιενεργών ουσιών,

    - εμπορία κλεμμένων οχημάτων,

    - βιασμός,

    - εμπρησμός με πρόθεση,

    - εγκλήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου,

    - αεροπειρατεία και πειρατεία,

    - δολιοφθορά.

    3. Το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει ανά πάσα στιγμή, με ομόφωνη απόφασή του και κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υπό τους όρους του άρθρου 39 παράγραφος 1 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, να προσθέσει νέες κατηγορίες αξιόποινων πράξεων στον κατάλογο της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Το Συμβούλιο, με βάση την έκθεση που θα του υποβάλει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 3, εξετάζει εάν πρέπει να διευρυνθεί ή να τροποποιηθεί ο κατάλογος αυτός.

    4. Η παράδοση, προκειμένου για αξιόποινες πράξεις εκτός αυτών που καλύπτονται από την παράγραφο 2, μπορεί να εξαρτηθεί από την προϋπόθεση ότι οι πράξεις για τις οποίες εκδίδεται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης συνιστούν αξιόποινη πράξη δυνάμει του δικαίου του κράτους μέλους εκτέλεσης, ανεξαρτήτως των στοιχείων αντικειμενικής υποστάσεως ή του νομικού χαρακτηρισμού αυτής.

    Άρθρο 3

    Λόγοι υποχρεωτικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    Η δικαστική αρχή εκτέλεσης του κράτους μέλους εκτέλεσης (εφεξής καλούμενη "δικαστική αρχή εκτέλεσης") αρνείται την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    1. εάν η αξιόποινη πράξη την οποία αφορά το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης καλύπτεται από αμνηστία στο κράτος μέλος εκτέλεσης, εφόσον το εν λόγω κράτος είχε την αρμοδιότητα για τη δίωξη αυτής της αξιόποινης πράξης σύμφωνα με το ποινικό του δίκαιο·

    2. εάν από τις πληροφορίες που διαθέτει η δικαστική αρχή εκτέλεσης προκύπτει ότι ο καταζητούμενος έχει δικασθεί τελεσιδίκως για τις ίδιες πράξεις από κράτος μέλος υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση καταδίκης, η καταδίκη έχει εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί πλέον να εκτιθεί σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους της καταδίκης·

    3. εάν το πρόσωπο για το οποίο έχει εκδοθεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν μπορεί, λόγω της ηλικίας του, να θεωρηθεί ποινικώς υπεύθυνο για τις πράξεις για τις οποίες εξεδόθη το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης.

    Άρθρο 4

    Λόγοι προαιρετικής μη εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    Η δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να αρνηθεί την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης:

    1. εάν, σε μια από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 4, η πράξη λόγω της οποίας εκδίδεται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν συνιστά αξιόποινη πράξη κατά το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης· ωστόσο, προκειμένου περί φόρων, τελών, τελωνείων και συναλλάγματος, η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης δεν θα μπορεί να αποτελεί αντικείμενο άρνησης λόγω του ότι η νομοθεσία του κράτους μέλους εκτέλεσης δεν επιβάλλει ιδίου τύπου φόρους ή τέλη ή δεν προβλέπει ιδίου τύπου ρύθμιση περί φόρων, τελών, τελωνείων και συναλλάγματος με εκείνη του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος·

    2. όταν το πρόσωπο για το οποίο εκδίδεται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης διώκεται στο κράτος μέλος εκτέλεσης για την ίδια πράξη με εκείνη στην οποία βασίζεται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης·

    3. όταν οι δικαστικές αρχές εκτέλεσης του κράτους μέλους αποφάσισαν είτε να μην ασκήσουν δίωξη για την αξιόποινη πράξη που αποτελεί το αντικείμενο του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης είτε να παύσουν τη δίωξη ή όταν ο καταζητούμενος έχει δικασθεί τελεσιδίκως για τις αυτές πράξεις σε κράτος μέλος, με αποτέλεσμα να κωλύεται η μεταγενέστερη άσκηση δίωξης·

    4. όταν έχει επέλθει παραγραφή της ποινικής δίωξης ή της ποινής σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους εκτέλεσης και οι πράξεις ανάγονται στην αρμοδιότητα αυτού του κράτους μέλους σύμφωνα με το ποινικό του δίκαιο·

    5. εάν από τις πληροφορίες που διαθέτει η δικαστική αρχή εκτέλεσης προκύπτει ότι ο καταζητούμενος έχει δικασθεί τελεσιδίκως για τις αυτές πράξεις σε τρίτη χώρα, υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση καταδίκης, η καταδίκη έχει εκτιθεί ή εκτίεται ή δεν μπορεί να εκτιθεί πλέον σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας της καταδίκης·

    6. εάν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί προς το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας, στερητικών της ελευθερίας, όταν ο καταζητούμενος διαμένει στο κράτος μέλος εκτέλεσης, είναι υπήκοος ή κάτοικός του και αυτό το κράτος δεσμεύεται να εκτελέσει την ποινή ή το μέτρο ασφαλείας σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο·

    7. όταν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης αφορά αξιόποινες πράξεις οι οποίες:

    α) κατά το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης θεωρούνται ότι διεπράχθησαν εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στο έδαφός του κράτους εκτέλεσης ή σε εξομοιούμενο προς αυτό τόπο·

    β) διεπράχθησαν εκτός του εδάφους του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος και το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης δεν επιτρέπει τη δίωξη για τα ίδια αδικήματα που διαπράττονται εκτός του εδάφους του.

    Άρθρο 5

    Εγγυήσεις που πρέπει να παρέχει το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος σε ειδικές περιπτώσεις

    Η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης από τη δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να εξαρτηθεί κατά το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης από μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    1. όταν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί προς το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας που έχει επιβληθεί με απόφαση εκδοθείσα απόντος του ενδιαφερομένου και όταν ο ενδιαφερόμενος δεν είχε κλητευθεί αυτοπροσώπως ούτε είχε ενημερωθεί κατ' άλλον τρόπο σχετικά με την ημερομηνία και τον τόπο της ακροαματικής διαδικασίας που οδήγησε στην απόφαση που εκδόθηκε εν τη απουσία του, η παράδοση μπορεί να εξαρτηθεί από το αν η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος παρέχει επαρκείς εγγυήσεις ώστε να εξασφαλισθεί στον καθ' ου το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, ότι θα έχει τη δυνατότητα να ζητήσει να δικαστεί εκ νέου στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος και να παρίσταται κατά τη λήψη της απόφασης·

    2. όταν η αξιόποινη πράξη στην οποία βασίζεται το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη ή μέτρο ασφαλείας στερητικό της ελευθερίας εφ' όρου ζωής, η εκτέλεση του εν λόγω εντάλματος δύναται να εξαρτηθεί από την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος έχει στο νομικό του σύστημα διατάξεις για την επανεξέταση της επιβληθείσας ποινής -κατ' αίτηση ή το αργότερο μετά την πάροδο 20 ετών- ή για την εφαρμογή μέτρων επιεικείας τα οποία προβλέπει υπέρ του προσώπου η νομοθεσία ή πρακτική του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος και τα οποία αποσκοπούν στη μη εκτέλεση μιας τέτοιας ποινής ή μέτρου·

    3. όταν το πρόσωπο κατά του οποίου εκδόθηκε ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς το σκοπό της δίωξης είναι υπήκοος ή κάτοικος του κράτους μέλους εκτέλεσης, η παράδοση μπορεί να εξαρτηθεί από την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόσωπο, μετά από ακρόασή του, θα διαμεταχθεί στο κράτος μέλος εκτέλεσης ώστε να εκτίσει εκεί τη στερητική της ελευθερίας ποινή ή το στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας που θα απαγγελθεί εναντίον του στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος.

    Άρθρο 6

    Προσδιορισμός των αρμόδιων αρχών

    1. Η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος είναι η δικαστική αρχή του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος που είναι αρμόδια για την έκδοση ευρωπαϊκού εντάλματος συλλήψεως δυνάμει του δικαίου αυτού του κράτους.

    2. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης είναι η δικαστική αρχή του κράτους μέλους εκτέλεσης που είναι αρμόδια να εκτελέσει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δυνάμει του δικαίου αυτού του κράτους.

    3. Κάθε κράτος μέλος ενημερώνει τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου σχετικά με τη δικαστική αρχή που είναι αρμόδια σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.

    Άρθρο 7

    Προσφυγή στην κεντρική αρχή

    1. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να ορίσει μια κεντρική αρχή ή, εφόσον η έννομη τάξη του το προβλέπει, κεντρικές αρχές για να επικουρούν τις αρμόδιες δικαστικές αρχές.

    2. Ένα κράτος μέλος δύναται, εάν είναι αναγκαίο λόγω της οργάνωσης του εσωτερικού δικαστικού του συστήματος, να αναθέτει στην ή στις κεντρικές αρχές του τη διοικητική διαβίβαση και παραλαβή των ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης καθώς και κάθε επίσημη αλληλογραφία που την ή τις αφορά.

    Το κράτος μέλος που επιθυμεί να κάνει χρήση των δυνατοτήτων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο γνωστοποιεί στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, τις πληροφορίες σχετικά με την ή τις κεντρικές αρχές που έχει ορίσει. Τα στοιχεία αυτά δεσμεύουν όλες τις αρχές του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος.

    Άρθρο 8

    Περιεχόμενο και τύπος του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    1. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία, τα οποία υποβάλλονται σύμφωνα με το έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα:

    α) ταυτότητα και ιθαγένεια του καταζητούμενου·

    β) όνομα, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και φαξ και ηλεκτρονική διεύθυνση της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος·

    γ) ένδειξη ότι υπάρχει εκτελεστή απόφαση, ένταλμα σύλληψης ή οιαδήποτε άλλη εκτελεστή δικαστική απόφαση της αυτής ισχύος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 1 και 2·

    δ) φύση και νομικός χαρακτηρισμός του αδικήματος, ιδίως όσον αφορά το άρθρο 2·

    ε) περιγραφή των περιστάσεων υπό τις οποίες τελέσθηκε η αξιόποινη πράξη, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου, του τόπου της τέλεσης και του βαθμού συμμετοχής του καταζητουμένου στην αξιόποινη πράξη·

    στ) την επιβληθείσα ποινή, εάν πρόκειται για τελεσίδικη απόφαση, ή την κλίμακα ποινών που προβλέπεται για την αξιόποινη πράξη από τη νομοθεσία του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος·

    ζ) στο μέτρο του δυνατού, τις λοιπές συνέπειες της αξιόποινης πράξης.

    2. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης πρέπει να μεταφράζεται στην επίσημη γλώσσα ή σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους εκτέλεσης. Κάθε κράτος μέλος δύναται, κατά το χρόνο της έκδοσης της παρούσας απόφασης-πλαισίου ή μεταγενέστερα, να αναφέρει σε δήλωση που κατατίθεται στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ότι θα δέχεται μετάφραση σε μία ή περισσότερες άλλες επίσημες γλώσσες των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

    Άρθρο 9

    Διαβίβαση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    1. Όταν είναι γνωστό πού ευρίσκεται ο καταζητούμενος, η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος μπορεί να διαβιβάζει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης απευθείας στη δικαστική αρχή εκτέλεσης.

    2. Η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος μπορεί πάντοτε να αποφασίζει να προβεί σε καταχώρηση του καταζητουμένου στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν (SIS).

    3. Η καταχώρηση στο SIS πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 95 της σύμβασης, της 19ης Ιουνίου 1990, περί εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 για τη βαθμιαία κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα και ισοδυναμεί με ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, συνοδευόμενο από τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1.

    Μεταβατικά, έως ότου το SIS αποκτήσει τη δυνατότητα να διαβιβάζει όλες τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 8, η καταχώρηση ισοδυναμεί με ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης μέχρις ότου η δικαστική αρχή εκτέλεσης παραλάβει καθ' όλους τους τύπους το πρωτότυπο.

    Άρθρο 10

    Λεπτομέρειες της διαβίβασης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    1. Εάν η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος δεν γνωρίζει την αρμόδια δικαστική αρχή εκτέλεσης, προβαίνει στις απαιτούμενες έρευνες, ιδίως μέσω των σημείων επαφής του ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου(8), ώστε να λάβει την πληροφορία αυτή από το κράτος μέλος εκτέλεσης.

    2. Εφόσον το επιθυμεί η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος, η διαβίβαση μπορεί να πραγματοποιείται μέσω του ασφαλούς συστήματος τηλεπικοινωνιών του ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου.

    3. Εάν δεν είναι δυνατή η χρήση του SIS, η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος μπορεί να προσφεύγει στις υπηρεσίες της Ιντερπόλ για την διαβίβαση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

    4. Η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος μπορεί να διαβιβάζει το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης με οποιοδήποτε ασφαλές μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως, υπό όρους που επιτρέπουν στο κράτος μέλος εκτέλεσης να εξακριβώσει τη γνησιότητα της διαβίβασης.

    5. Όλες οι δυσχέρειες σχετικά με τη διαβίβαση ή τη γνησιότητα οποιουδήποτε εγγράφου που απαιτείται για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ρυθμίζονται με απευθείας επαφές μεταξύ των ενδιαφερόμενων δικαστικών αρχών ή, ενδεχομένως, με την παρέμβαση των κεντρικών αρχών των κρατών μελών.

    6. Εάν η αρχή που λαμβάνει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν είναι αρμόδια να επιληφθεί του θέματος, το διαβιβάζει αυτεπαγγέλτως στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους της και ενημερώνει σχετικά τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος.

    Άρθρο 11

    Δικαιώματα του καταζητουμένου

    1. Όταν ένας καταζητούμενος συλλαμβάνεται, η αρμόδια δικαστική αρχή εκτέλεσης τον ενημερώνει, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, για την ύπαρξη και το περιεχόμενο του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης καθώς και για τη δυνατότητα που του παρέχεται να συγκατατεθεί στην παράδοσή του στη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος.

    2. Ο καταζητούμενος που συλλαμβάνεται προς το σκοπό της εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης έχει το δικαίωμα να προσφύγει στις υπηρεσίες νομικού παραστάτη και διερμηνέα, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης.

    Άρθρο 12

    Τήρηση του προσώπου υπό κράτηση

    Όταν ένα πρόσωπο συλλαμβάνεται βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, η δικαστική αρχή εκτέλεσης αποφασίζει κατά πόσον είναι σκόπιμο να τηρηθεί υπό κράτηση σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης. Η προσωρινή απόλυση είναι δυνατή οποτεδήποτε σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης, υπό την προϋπόθεση ότι η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους λαμβάνει κάθε μέτρο που κρίνει αναγκαίο ώστε να αποφευχθεί η διαφυγή του καταζητουμένου.

    Άρθρο 13

    Συγκατάθεση στην παράδοση

    1. Εάν ο συλληφθείς δηλώσει ότι συγκατατίθεται να παραδοθεί, η συγκατάθεση αυτή και, ενδεχομένως, η ρητή παραίτηση από το ευεργέτημα του "κανόνα της ειδικότητας" που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 2 δίνονται ενώπιον της δικαστικής αρχής εκτέλεσης, σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης.

    2. Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα ούτως ώστε οι συνθήκες υπό τις οποίες δίνονται η συγκατάθεση και, ενδεχομένως, η παραίτηση που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να δείχνουν ότι το πρόσωπο το πράττει εκουσίως και έχοντας πλήρη επίγνωση των σχετικών συνεπειών. Προς τούτο, ο καταζητούμενος έχει το δικαίωμα να επικουρείται από νομικό παραστάτη.

    3. Η συγκατάθεση και, ενδεχομένως, η παραίτηση που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καταχωρούνται σε πρακτικά, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το εσωτερικό δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης.

    4. Η συγκατάθεση είναι κατ' αρχήν αμετάκλητη. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να προβλέψει ότι η συγκατάθεση και, ενδεχομένως, η παραίτηση είναι δυνατόν να ανακαλούνται, σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν στο εσωτερικό δίκαιο. Στην περίπτωση αυτή, η χρονική περίοδος μεταξύ της ημερομηνίας της συγκατάθεσης και της ημερομηνίας της ανάκλησής της δεν λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των προθεσμιών που προβλέπονται στο άρθρο 17. Το κράτος μέλος που επιθυμεί να κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής ενημερώνει σχετικά τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου κατά την υιοθέτηση της παρούσας απόφασης-πλαίσιο και αναφέρει τις διαδικασίες με τις οποίες είναι δυνατή η ανάκληση της συγκατάθεσης καθώς και οιαδήποτε τροποποίηση αυτών.

    Άρθρο 14

    Ακρόαση του καταζητουμένου

    Εφόσον ο συλληφθείς δεν συγκατατίθεται στην παράδοσή του κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 13, έχει δικαίωμα ακρόασης από τη δικαστική αρχή του κράτους μέλους εκτέλεσης, σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους εκτέλεσης.

    Άρθρο 15

    Απόφαση για την παράδοση

    1. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης αποφασίζει, εντός των προθεσμιών και υπό τους όρους που καθορίζονται στην παρούσα απόφαση-πλαίσιο, για την παράδοση του προσώπου.

    2. Εάν η δικαστική αρχή εκτέλεσης κρίνει ότι οι πληροφορίες που διαβιβάσθηκαν από το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος δεν αρκούν ώστε να της επιτρέψουν να αποφασίσει για την παράδοση, ζητεί την κατεπείγουσα προσκόμιση των απαραίτητων συμπληρωματικών πληροφοριών, ιδίως σε σχέση με τα άρθρα 3 έως 5 και το άρθρο 8, και μπορεί να τάξει προθεσμία για την παραλαβή τους, λαμβάνοντας υπόψη της ότι είναι αναγκαίο να τηρηθούν οι προθεσμίες που ορίζονται στο άρθρο 17.

    3. Η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος μπορεί να διαβιβάζει οποτεδήποτε στη δικαστική αρχή εκτέλεσης κάθε επιπλέον χρήσιμη πληροφορία.

    Άρθρο 16

    Απόφαση σε περίπτωση συρροής αιτήσεων

    1. Εάν πλείονα κράτη μέλη έχουν εκδώσει ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης για το ίδιο πρόσωπο, η επιλογή του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης που θα εκτελεσθεί γίνεται από τη δικαστική αρχή εκτέλεσης με δέουσα συνεκτίμηση όλων των περιστάσεων και, ιδίως, της σχετικής βαρύτητας και του τόπου τέλεσης των αξιόποινων πράξεων, των αντίστοιχων ημερομηνιών των ευρωπαϊκών ενταλμάτων σύλληψης καθώς και του κατά πόσον το ένταλμα εκδόθηκε προς το σκοπό της δίωξης ή προς το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας.

    2. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να ζητήσει τη γνώμη της Eurojust(9) προκειμένου να λάβει την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    3. Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και αίτησης έκδοσης που υποβάλλεται από τρίτη χώρα, η απόφαση για το κατά πόσον πρέπει να δοθεί η προτεραιότητα στο ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης ή στην αίτηση έκδοσης λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εκτέλεσης με δέουσα συνεκτίμηση όλων των περιστάσεων, ιδίως όσων αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και εκείνων που μνημονεύονται στην εφαρμοστέα σύμβαση.

    4. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών βάσει του καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου.

    Άρθρο 17

    Προθεσμίες και διαδικασία της απόφασης εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

    1. Για την εξέταση και εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ακολουθείται διαδικασία επείγοντος.

    2. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο καταζητούμενος έχει συγκατατεθεί στην παράδοσή του, η οριστική απόφαση για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα πρέπει να λαμβάνεται εντός δέκα ημερών μετά τη συγκατάθεση.

    3. Στις λοιπές περιπτώσεις, η οριστική απόφαση για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης θα πρέπει να λαμβάνεται εντός 60 ημερών από τη σύλληψη του καταζητουμένου.

    4. Σε ειδικές περιπτώσεις, όταν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν μπορεί να εκτελεσθεί εντός των προβλεπόμενων στις παραγράφους 2 ή 3 προθεσμιών, η δικαστική αρχή εκτέλεσης ενημερώνει αμέσως τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος, αναφέροντας τους σχετικούς λόγους. Σε αυτή την περίπτωση, οι προθεσμίες μπορούν να παρατείνονται κατά τριάντα ημέρες.

    5. Εφόσον η δικαστική αρχή εκτέλεσης δεν έχει λάβει οριστική απόφαση για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, εξασφαλίζει ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι απαραίτητες ουσιαστικές προϋποθέσεις ώστε να είναι δυνατή η παράδοση προσώπων.

    6. Η άρνηση εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης πρέπει να είναι αιτιολογημένη.

    7. Όταν, εκτάκτως, ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να τηρήσει τις προβλεπόμενες στο παρόν άρθρο προθεσμίες, ενημερώνει σχετικά την Eurojust, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησής του. Επιπλέον, ένα κράτος μέλος το οποίο έχει υποστεί επανειλημμένες καθυστερήσεις από άλλο κράτος μέλος στην εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, ενημερώνει σχετικά το Συμβούλιο με σκοπό να γίνει αξιολόγηση, σε επίπεδο κρατών μελών, του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζεται η παρούσα απόφαση-πλαίσιο.

    Άρθρο 18

    Η κατάσταση μέχρι τη λήψη της απόφασης

    1. Όταν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί για την άσκηση ποινικών διώξεων, η δικαστική αρχή εκτέλεσης πρέπει:

    α) είτε να δεχθεί σε ακρόαση τον καταζητούμενο, σύμφωνα με το άρθρο 19,

    β) είτε να δεχθεί την προσωρινή διαμεταγωγή του καταζητουμένου.

    2. Οι όροι και η διάρκεια της προσωρινής διαμεταγωγής καθορίζονται με αμοιβαία συμφωνία μεταξύ της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος και της δικαστικής αρχής εκτέλεσης.

    3. Σε περίπτωση προσωρινής διαμεταγωγής, ο καταζητούμενος πρέπει να έχει τη δυνατότητα επιστροφής στο κράτος μέλος εκτέλεσης προκειμένου να συμμετάσχει στις ακροαματικές διαδικασίες που τον αφορούν, στο πλαίσιο της διαδικασίας παράδοσης.

    Άρθρο 19

    Ακρόαση του καταζητουμένου προ της λήψεως αποφάσεως

    1. Η ακρόαση του καταζητουμένου διεξάγεται από δικαστική αρχή, επικουρούμενη από κάθε άλλο πρόσωπο που ορίζεται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους του αιτούντος δικαστηρίου.

    2. Η ακρόαση του καταζητουμένου διεξάγεται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους εκτέλεσης και οι προϋποθέσεις καθορίζονται με αμοιβαία συμφωνία μεταξύ της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος και της δικαστικής αρχής εκτέλεσης.

    3. Η αρμόδια δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να αναθέσει σε άλλη δικαστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται να λάβει μέρος στην ακρόαση του καταζητουμένου, προκειμένου να εξασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή του παρόντος άρθρου και των προϋποθέσεων που καθορίστηκαν.

    Άρθρο 20

    Προνόμια και ασυλίες

    1. Σε περίπτωση που ο καταζητούμενος απολαύει είτε προνομίου είτε εξαίρεσης δικαιοδοσίας ή εκτέλεσης στο κράτος μέλος εκτέλεσης, οι προθεσμίες του άρθρου 17 αρχίζουν να τρέχουν μόνον εφόσον, και από την ημέρα κατά την οποία, η δικαστική αρχή εκτέλεσης πληροφορήθηκε την άρση του προνομίου ή της εξαίρεσης.

    Το κράτος μέλος εκτέλεσης εξασφαλίζει ότι συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για αποτελεσματική παράδοση, όταν ο καταζητούμενος δεν απολαύει πλέον τέτοιου προνομίου ή εξαίρεσης.

    2. Εφόσον η άρση του προνομίου ή της εξαίρεσης εμπίπτει στην αρμοδιότητα μιας αρχής του κράτους μέλους εκτέλεσης, η δικαστική αρχή εκτέλεσης της υποβάλλει αμελλητί σχετική αίτηση. Εφόσον η άρση του προνομίου ή της εξαίρεσης εμπίπτει στην αρμοδιότητα μιας αρχής άλλου κράτους ή διεθνούς οργανώσεως, εναπόκειται στη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος να της υποβάλλει την αίτηση.

    Άρθρο 21

    Συρροή διεθνών υποχρεώσεων

    Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν θίγει τις υποχρεώσεις του κράτους μέλους εκτέλεσης όταν ο καταζητούμενος έχει εκδοθεί στο εν λόγω κράτος μέλος από τρίτο κράτος και το πρόσωπο αυτό προστατεύεται από διατάξεις περί του κανόνα ειδικότητας της συμφωνίας βάσει της οποίας εκδόθηκε. Το κράτος μέλος εκτέλεσης λαμβάνει όλα τα μέτρα που απαιτούνται ώστε να ζητείται προηγουμένως η συγκατάθεση του κράτους από το οποίο εκδόθηκε ο καταζητούμενος, προς το σκοπό της παράδοσής του στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος. Η έναρξη των προθεσμιών που αναφέρονται στο άρθρο 17 υπολογίζεται από την ημερομηνία παύσης της εφαρμογής αυτών των κανόνων της ειδικότητας. Μέχρι ότου ληφθεί η απόφαση του κράτους από το οποίο εκδόθηκε ο καταζητούμενος, το κράτος μέλος εκτέλεσης εξασφαλίζει ότι συντρέχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για αποτελεσματική παράδοση.

    Άρθρο 22

    Κοινοποίηση της απόφασης

    Η δικαστική αρχή εκτέλεσης κοινοποιεί αμελλητί στη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος την απόφαση σχετικά με την πορεία του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

    Άρθρο 23

    Προθεσμία παράδοσης του προσώπου

    1. Ο καταζητούμενος παραδίδεται το ταχύτερο δυνατόν σε ημερομηνία που συμφωνείται μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρχών.

    2. Παραδίδεται το αργότερο δέκα ημέρες αφότου εκδόθηκε η οριστική απόφαση για την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

    3. Εάν η παράδοση του καταζητουμένου, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2, αποδεικνύεται αδύνατη λόγω ανωτέρας βίας σε ένα από τα κράτη μέλη, η δικαστική αρχή εκτέλεσης και η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος επικοινωνούν αμέσως μεταξύ τους και συμφωνούν νέα ημερομηνία παράδοσης. Στην περίπτωση αυτή, η παράδοση διενεργείται εντός δέκα ημερών μετά τη συμφωνηθείσα νέα ημερομηνία.

    4. Η παράδοση μπορεί κατ' εξαίρεση να αναστέλλεται προσωρινά για σοβαρούς ανθρωπιστικούς λόγους, εφόσον λ.χ. ευλόγως πιστεύεται ότι θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή ή την υγεία του καταζητουμένου. Η εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης γίνεται μόλις παύσουν να υφίστανται οι λόγοι αυτοί. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης ενημερώνει αμέσως σχετικά τη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος και συμφωνεί νέα ημερομηνία παράδοσης. Στην περίπτωση αυτή, η παράδοση διενεργείται εντός δέκα ημερών μετά τη συμφωνηθείσα νέα ημερομηνία.

    5. Κατά την παρέλευση των προθεσμιών που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 4, εάν το πρόσωπο εξακολουθεί να κρατείται, απολύεται.

    Άρθρο 24

    Αναβολή της παράδοσης ή παράδοση υπό όρους

    1. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης δύναται, αφού αποφασίσει την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, να αναβάλει την παράδοση του καταζητουμένου ούτως ώστε να μπορέσει να διωχθεί στο κράτος μέλος εκτέλεσης ή, εάν έχει ήδη καταδικασθεί, να μπορέσει να εκτίσει στο έδαφος του κράτους αυτού καταγνωσθείσα ποινή για πράξη διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στο ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.

    2. Αντί να αναβάλει την παράδοση, η δικαστική αρχή εκτέλεσης μπορεί να παραδώσει προσωρινά τον καταζητούμενο στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος υπό όρους που καθορίζονται με κοινή συμφωνία μεταξύ της δικαστικής αρχής εκτέλεσης και της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος. Η συμφωνία είναι γραπτή και όλες οι αρχές του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος υποχρεούνται να τηρούν τους όρους.

    Άρθρο 25

    Διέλευση

    1. Κάθε κράτος μέλος, εάν δεν κάνει χρήση της δυνατότητας άρνησης όταν η διέλευση υπηκόου ή κατοίκου του ζητείται για το σκοπό της εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας, επιτρέπει τη διέλευση από το έδαφός του καταζητουμένου που παραδίδεται, εφόσον έχει λάβει πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

    α) την ταυτότητα και την ιθαγένεια του προσώπου το οποίο αφορά το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης·

    β) την ύπαρξη ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης·

    γ) τη φύση και το νομικό χαρακτηρισμό της αξιόποινης πράξης·

    δ) την περιγραφή των πραγματικών περιστατικών της αξιόποινης πράξης, συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας και του τόπου τέλεσης.

    Εφόσον το πρόσωπο κατά του οποίου εκδόθηκε το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης προς το σκοπό της δίωξης είναι υπήκοος ή κάτοικος του κράτους μέλους διέλευσης, η διέλευση μπορεί να εξαρτηθεί από την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόσωπο, μετά από ακρόασή του, θα διαμεταχθεί στο κράτος μέλος διέλευσης ώστε να εκτίσει εκεί την στερητική της ελευθερίας ποινή ή το στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας που θα απαγγελθεί εναντίον του στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος.

    2. Κάθε κράτος μέλος ορίζει αρχή αρμόδια για την παραλαβή των αιτήσεων διέλευσης και των απαραίτητων δικαιολογητικών καθώς και οποιασδήποτε άλλης επίσημης αλληλογραφίας σχετικής με αιτήσεις διέλευσης. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν την αρμόδια αρχή τους στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.

    3. Η αίτηση διέλευσης καθώς και οι πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 μπορούν να απευθύνονται στην αρχή που έχει ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 με κάθε μέσο που μπορεί να τεκμηριωθεί εγγράφως. Το κράτος μέλος διέλευσης γνωστοποιεί την απόφασή του με τον ίδιο τρόπο.

    4. Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση αεροπορικής μεταφοράς χωρίς προβλεπόμενη ενδιάμεση στάση. Ωστόσο, εάν συμβεί έκτακτη προσγείωση, το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος παρέχει στην αρχή που έχει ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 τις προβλεπόμενες στην παράγραφο 1 πληροφορίες.

    5. Όταν η διέλευση αφορά πρόσωπο το οποίο πρέπει να εκδοθεί από τρίτη χώρα σε κράτος μέλος, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται κατ' αναλογία. Ειδικότερα, οι όροι "ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης" θεωρούνται ότι αντικαθίστανται από τους όρους "αίτηση έκδοσης".

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

    ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

    Άρθρο 26

    Αφαίρεση της περιόδου κρατήσεως στο κράτος μέλος εκτέλεσης

    1. Το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος αφαιρεί τυχόν περίοδο κράτησης που απορρέει από την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης από τη συνολική διάρκεια στέρησης της ελευθερίας στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος λόγω καταδίκης σε στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας.

    2. Προς το σκοπό αυτό, όλες οι πληροφορίες σχετικά με τη διάρκεια της κράτησης του καταζητούμενου στο πλαίσιο της εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης διαβιβάζονται από τη δικαστική αρχή εκτέλεσης ή την κεντρική αρχή που έχει ορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 7 στη δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος κατά τη στιγμή της παράδοσης.

    Άρθρο 27

    Ενδεχόμενη δίωξη για άλλες αξιόποινες πράξεις

    1. Έκαστο κράτος μέλος δύναται να κοινοποιεί στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ότι, στις σχέσεις του με άλλα κράτη μέλη που έχουν προβεί στην ίδια κοινοποίηση, τεκμαίρεται η συγκατάθεση για τη δίωξη, καταδίκη ή κράτηση ενός προσώπου προς έκτιση ποινής ή μέτρου στερητικών της ελευθερίας, για οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη διαπραχθείσα πριν από την παράδοσή του, πέραν εκείνης για την οποία παραδόθηκε, εκτός εάν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, η δικαστική αρχή εκτέλεσης ορίσει άλλως στην απόφασή της για την παράδοση.

    2. Εξαιρέσει των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 3, πρόσωπο το οποίο παραδόθηκε δεν διώκεται, καταδικάζεται ή άλλως πως στερείται της ελευθερίας του για αξιόποινη πράξη διαπραχθείσα πριν από την παράδοσή του πλην εκείνης την οποία προκάλεσε.

    3. Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α) όταν ο παραδοθείς, μολονότι είχε τη δυνατότητα να εγκαταλείψει το έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο παραδόθηκε, δεν το έπραξε εντός 45 ημερών από την οριστική απαλλαγή του ή επέστρεψε σε αυτό αφού το είχε εγκαταλείψει·

    β) η αξιόποινη πράξη δεν τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας·

    γ) η ποινική διαδικασία δεν συνεπάγεται την εφαρμογή μέτρου περιοριστικού της ελευθερίας του προσώπου·

    δ) όταν στον παραδοθέντα ενδέχεται να επιβληθεί ποινή ή μέτρο που δεν συνεπάγονται στέρηση της ελευθερίας, ιδίως χρηματική ποινή ή υποκατάστατο μέτρο, ακόμη και εάν αυτή ή ποινή ή το μέτρο ενδέχεται να περιορίζει την ατομική του ελευθερία·

    ε) όταν ο συλληφθείς συγκατατέθηκε να παραδοθεί, ενδεχομένως συγχρόνως με την παραίτηση από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 13·

    στ) όταν ο συλληφθείς μετά την παράδοσή του παραιτήθηκε ρητά από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας όσον αφορά συγκεκριμένες αξιόποινες πράξεις προγενέστερης της παράδοσής του. Η παραίτηση γίνεται ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών αρχών του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος και καταχωρείται στα πρακτικά σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του εν λόγω κράτους. Διατυπώνεται κατά τρόπο που να προκύπτει ότι το έπραξε εκουσίως και έχοντας πλήρη επίγνωση των σχετικών συνεπειών. Προς τούτο, έχει το δικαίωμα να επικουρείται από νομικό παραστάτη·

    ζ) οσάκις η δικαστική αρχή εκτέλεσης που παρέδωσε τον συλληφθέντα δίδει τη σχετική συγκατάθεσή της σύμφωνα με την παράγραφο 4,

    4. Η αίτηση συγκατάθεσης υποβάλλεται στη δικαστική αρχή εκτέλεσης και συνοδεύεται από τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 και από τη μετάφραση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2. Δίδεται συγκατάθεση όταν για την αξιόποινη πράξη για την οποία ζητείται χωρεί επίσης παράδοση σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης αρνείται τη συγκατάθεσή της για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και μπορεί πέραν αυτού να την αρνηθεί μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 4. Η απόφαση λαμβάνεται το αργότερο 30 ημέρες μετά την παραλαβή της αίτησης.

    Για τις περιπτώσεις του άρθρου 5, το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος πρέπει να παρέχει τις εγγυήσεις που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.

    Άρθρο 28

    Παράδοση ή μεταγενέστερη έκδοση

    1. Έκαστο κράτος μέλος δύναται να κοινοποιεί στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου ότι, στις σχέσεις του με άλλα κράτη μέλη που έχουν προβεί στην αυτή κοινοποίηση, η συγκατάθεση για την παράδοση ενός προσώπου σε κράτος μέλος, διάφορο του κράτους μέλους εκτέλεσης, βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης για αξιόποινη πράξη διαπραχθείσα προ της παραδόσεώς του, τεκμαίρεται ότι έχει δοθεί, εκτός αν η δικαστική αρχή εκτέλεσης, για συγκεκριμένη περίπτωση, ορίσει άλλως στην περί παραδόσεως απόφασή της.

    2. Πάντως, πρόσωπο το οποίο παραδόθηκε στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος κατ' εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης είναι δυνατόν, χωρίς τη συγκατάθεση του κράτους μέλους εκτέλεσης, να παραδοθεί σε άλλο κράτος μέλος εκτός του κράτους μέλους εκτέλεσης βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εκδοθέντος για αξιόποινη πράξη προγενέστερη της παράδοσής του στις εξής περιπτώσεις:

    α) όταν ο καταζητούμενος, μολονότι είχε την ευκαιρία να εγκαταλείψει το έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο παραδόθηκε, δεν το έπραξε εντός 45 ημερών από την οριστική απαλλαγή του ή επέστρεψε σε αυτό αφού το είχε εγκαταλείψει·

    β) όταν ο καταζητούμενος συγκατατίθεται να παραδοθεί σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος εκτέλεσης βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης. Η συγκατάθεση παρέχεται ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών αρχών του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος και καταχωρείται στα πρακτικά σύμφωνα με το εσωτερικό εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους. Διατυπώνεται κατά τρόπον που να προκύπτει ότι το έπραξε εκουσίως και έχοντας πλήρη επίγνωση των σχετικών συνεπειών. Προς τούτο, ο καταζητούμενος έχει το δικαίωμα να επικουρείται από νομικό παραστάτη·

    γ) όταν ο καταζητούμενος δεν απολαύει του ευεργετήματος του κανόνα της ειδικότητας, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3 στοιχεία α), ε), στ) και ζ).

    3. Η δικαστική αρχή εκτέλεσης συγκατατίθεται για την παράδοση σε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με τους εξής κανόνες:

    α) η αίτηση συγκατάθεσης υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 9, συνοδευόμενη από τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 και από τη μετάφραση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2·

    β) δίδεται συγκατάθεση όταν η αξιόποινη πράξη για την οποία ζητείται επιδέχεται επίσης παράδοση σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο·

    γ) η απόφαση λαμβάνεται 30 ημέρες το αργότερο από την παραλαβή της αίτησης·

    δ) η δικαστική αρχή εκτέλεσης αρνείται τη συγκατάθεσή της για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 3 και μπορεί πέραν αυτού να την αρνηθεί μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 4.

    Για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5, το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος πρέπει να παρέχει τις εγγυήσεις που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο.

    4. Παρά την παράγραφο 1, πρόσωπο το οποίο έχει παραδοθεί βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, δεν εκδίδεται σε τρίτο κράτος χωρίς τη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους που το παρέδωσε. Η συγκατάθεση δίδεται σύμφωνα με τις συμβάσεις που δεσμεύουν αυτό το κράτος μέλος, καθώς και σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο.

    Άρθρο 29

    Παράδοση αντικειμένων

    1. Κατόπιν αιτήσεως της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος ή εξ ιδίας πρωτοβουλίας, η δικαστική αρχή εκτέλεσης, προβαίνει σε κατάσχεση και παράδοση, σύμφωνα με το εθνικό της δίκαιο, των αντικειμένων:

    α) τα οποία δύνανται να χρησιμεύσουν ως πειστήρια ή

    β) τα οποία, βρίσκονται στην κατοχή του καταζητούμενου ως αποτέλεσμα της αξιόποινης πράξης.

    2. Η παράδοση των αντικειμένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία δεν είναι δυνατόν να εκτελεστεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης λόγω θανάτου ή αποδράσεως του καταζητούμενου.

    3. Όταν τα αντικείμενα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 υπόκεινται σε κατάσχεση ή δήμευση στο έδαφος του κράτους μέλους εκτέλεσης, το τελευταίο δύναται, εάν αυτά χρειάζονται για τη διεξαγωγή εκκρεμούσας ποινικής διαδικασίας, να τα κρατήσει προσωρινώς ή να τα παραδώσει στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος με την επιφύλαξη επιστροφής,

    4. Διατηρούνται τα δικαιώματα τα οποία το κράτος μέλος εκτέλεσης ή τρίτα μέρη αποκτούν ενδεχομένως επί των αντικειμένων που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Εφόσον υφίστανται τέτοια δικαιώματα, το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος αποδίδει τα αντικείμενα στο κράτος μέλος εκτέλεσης χωρίς οικονομική επιβάρυνση, μόλις περατωθεί η ποινική διαδικασία.

    Άρθρο 30

    Έξοδα

    1. Οι δαπάνες επί του εδάφους του κράτους μέλους εκτέλεσης, που προκαλούνται από την εκτέλεση του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, βαρύνουν το εν λόγω κράτος μέλος.

    2. Οποιαδήποτε άλλη δαπάνη βαρύνει το κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 31

    Σχέση με άλλες νομικές πράξεις

    1. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής τους στις σχέσεις μεταξύ κρατών μελών και τρίτων κρατών, η παρούσα απόφαση-πλαίσιο αντικαθιστά, από την 1η Ιανουαρίου 2004, τις αντίστοιχες διατάξεις των ακόλουθων συμβάσεων που ισχύουν όσον αφορά την έκδοση στις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών:

    α) ευρωπαϊκή σύμβαση εκδόσεως της 13ης Δεκεμβρίου 1957, πρόσθετο πρωτόκολλο της 15ης Οκτωβρίου 1975, δεύτερο πρόσθετο πρωτόκολλο της 17ης Μαρτίου 1978 και ευρωπαϊκή σύμβαση για την καταστολή της τρομοκρατίας της 27ης Ιανουαρίου 1977, στο μέτρο που αφορά την έκδοση·

    β) συμφωνία της 26ης Μαΐου 1989 μεταξύ των δώδεκα κρατών μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την απλούστευση και τον εκσυγχρονισμό των τρόπων διαβίβασης των αιτήσεων για έκδοση·

    γ) σύμβαση της 10ης Μαρτίου 1995 για την απλουστευμένη διαδικασία έκδοσης μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

    δ) σύμβαση της 27ης Σεπτεμβρίου 1996 για την έκδοση μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

    ε) τίτλος III κεφάλαιο 4 της σύμβασης της 19ης Ιουνίου 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να εφαρμόζουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς που ισχύουν κατά την υιοθέτηση της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, στο βαθμό που επιτρέπουν την εμβάθυνση ή διεύρυνση των στόχων της και συμβάλλουν στην περαιτέρω απλούστευση και διευκόλυνση των διαδικασιών παράδοσης προσώπων για τα οποία έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να συνάπτουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες ή διακανονισμούς μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, στο βαθμό που επιτρέπουν την εμβάθυνση ή διεύρυνση του περιεχομένου της και συμβάλλουν στην περαιτέρω απλούστευση και διευκόλυνση των διαδικασιών παράδοσης προσώπων για τα οποία έχει εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, ιδίως συντέμνοντας τις προθεσμίες του άρθρου 17, επεκτείνοντας τον κατάλογο των αξιόποινων πράξεων που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, συρρικνώνοντας τους λόγους άρνησης που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 ή μειώνοντας το όριο που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 ή 2.

    Οι συμφωνίες και οι διακανονισμοί που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, ουδόλως θίγουν τις σχέσεις με όσα κράτη μέλη δεν συμμετέχουν στις εν λόγω συμφωνίες ή διακανονισμούς.

    Εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο συμφωνίες ή διακανονισμούς που προτίθενται να εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν.

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν επίσης στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή κάθε νέα συμφωνία ή διακανονισμό, όπως προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο, εντός τριμήνου από την υπογραφή τους.

    3. Στο βαθμό που οι συμβάσεις ή οι συμφωνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται σε εδάφη των κρατών μελών, ή σε εδάφη για τις εξωτερικές σχέσεις των οποίων υπεύθυνο είναι ένα κράτος μέλος, στα οποία η παρούσα απόφαση-πλαίσιο δεν εφαρμόζεται, οι εν λόγω συμβάσεις ή συμφωνίες εξακολουθούν να διέπουν τις υφιστάμενες σχέσεις μεταξύ των εδαφών αυτών και των άλλων κρατών μελών.

    Άρθρο 32

    Μεταβατική διάταξη

    1. Οι αιτήσεις εκδόσεως οι οποίες θα παραληφθούν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004 θα εξακολουθούν να διέπονται από τις ισχύουσες πράξεις σχετικά με την έκδοση. Οι αιτήσεις που θα παραληφθούν από την ημερομηνία αυτή θα διέπονται από τους κανόνες που θα θεσπίσουν τα κράτη μέλη για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης-πλαίσιο. Ωστόσο, κάθε κράτος μέλος δύναται, κατά τη στιγμή της υιοθέτησης της παρούσας απόφασης-πλαίσιο, να δηλώσει ότι, ως κράτος μέλος εκτέλεσης, θα εξακολουθήσει να διεκπεραιώνει σύμφωνα με το περί εκδόσεως σύστημα που ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004 τις αιτήσεις που αφορούν πράξεις που έχουν διαπραχθεί πριν από ημερομηνία την οποία θα καθορίσει. Η εν λόγω ημερομηνία δεν μπορεί να είναι μεταγενέστερη της 7ης Αυγούστου 2002. Η δήλωση αυτή δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα. Μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή.

    Άρθρο 33

    Διάταξη σχετικά με την Αυστρία και το Γιβραλτάρ

    1. Εφ' όσον η Αυστρία δεν έχει τροποποιήσει το άρθρο 12 παράγραφος 1 του "Auslieferungs- und Rechtshilfegesetz" και, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008, μπορεί να επιτρέπει στις δικαστικές της αρχές εκτέλεσης να αρνούνται την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης εάν ο καταζητούμενος είναι αυστριακός πολίτης και εάν οι πράξεις για τις οποίες έχει εκδοθεί το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης δεν τιμωρούνται βάσει του αυστριακού δικαίου.

    2. Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο εφαρμόζεται στο Γιβραλτάρ.

    Άρθρο 34

    Εφαρμογή

    1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρονται στο εσωτερικό τους δίκαιο οι υποχρεώσεις της παρούσας απόφασης-πλαίσιο. Όταν προβαίνει στην εν λόγω ανακοίνωση, το κράτος μέλος μπορεί να αναφέρει ότι θα αρχίσει πάραυτα να εφαρμόζει την παρούσα απόφαση-πλαίσιο στις σχέσεις του με όσα κράτη μέλη έχουν προβεί στην ίδια ανακοίνωση.

    Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου διαβιβάζει στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή τις πληροφορίες που λαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 8 παράγραφος 2, το άρθρο 13 παράγραφος 4 και το άρθρο 25 παράγραφος 2. Επιμελείται τα της δημοσίευσής τους στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    3. Βάσει των πληροφοριών που διαβιβάζονται από την Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, η Επιτροπή υποβάλλει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2004 το αργότερο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης-πλαισίου, συνοδευόμενη, εάν είναι αναγκαίο, από νομοθετικές προτάσεις.

    4. Το Συμβούλιο, το αργότερο κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2003, προβαίνει σε αξιολόγηση, ιδίως της πρακτικής εφαρμογής, των διατάξεων της παρούσας απόφασης-πλαίσιο από τα κράτη μέλη καθώς και της λειτουργίας του SIS.

    Άρθρο 35

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα απόφαση-πλαίσιο αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα.

    Λουξεμβούργο, 13 Ιουνίου 2002.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    M. Rajoy Brey

    (1) ΕΕ C 332 Ε της 27.11.2001, σ. 305.

    (2) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2002 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

    (3) ΕΕ C 12 Ε της 15.1.2001, σ. 10..

    (4) ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19.

    (5) ΕΕ C 78 της 30.3.1995, σ. 2.

    (6) ΕΕ C 313 της 13.10.1996, σ. 12.

    (7) ΕΕ C 364 της 18.12.2000, σ. 1.

    (8) Κοινή δράση 98/428/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1998, για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού δικαστικού δικτύου (ΕΕ L 191 της 7.7.1998, σ. 4).

    (9) Απόφαση 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος (ΕΕ L 63 της 6.3.2002, σ. 1).

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ(1)

    Το παρόν ένταλμα έχει εκδοθεί από αρμόδια δικαστική αρχή. Ζητώ τη σύλληψη και την παράδοση του προσώπου που αναφέρεται κατωτέρω με σκοπό την άσκηση ποινικής δίωξης ή την εκτέλεση ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας.

    >PIC FILE= "L_2002190EL.001401.TIF">

    >PIC FILE= "L_2002190EL.001501.TIF">

    >PIC FILE= "L_2002190EL.001601.TIF">

    >PIC FILE= "L_2002190EL.001701.TIF">

    >PIC FILE= "L_2002190EL.001801.TIF">

    (1) Το παρόν ένταλμα πρέπει να είναι διατυπωμένο ή μεταφρασμένο σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους εκτέλεσης, εάν το κράτος αυτό είναι γνωστό, ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα δέχεται το κράτος αυτό.

    Δηλώσεις τις οποίες έκαναν ορισμένα κράτη μέλη με την ευκαιρία της έκδοσης της απόφασης-πλαισίου

    Δηλώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 32

    Δήλωση της Γαλλίας:

    Η Γαλλία δηλώνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 32 της απόφασης-πλαισίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τη διαδικασία παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, η ίδια ως κράτος εκτέλεσης, θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει σύμφωνα με το σύστημα εκδόσεως που θα εφαρμόζεται πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004 τις αιτήσεις που αφορούν εγκλήματα που διεπράχθησαν πριν από την 1η Νοεμβρίου 1993, ημερομηνία έναρξης ισχύος της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία υπεγράφη στο Mάαστριχτ στις 7 Φεβρουαρίου 1992.

    Δήλωση της Ιταλίας:

    Η Ιταλία θα συνεχίσει να αντιμετωπίζει σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα της εκδόσεως όλες τις αιτήσεις που αφορούν εγκλήματα που διεπράχθησαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης-πλαισίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, όπως προβλέπεται στο οικείο άρθρο 32.

    Δήλωση της Αυστρίας:

    Η Αυστρία δηλώνει ότι, ως κράτος εκτέλεσης, και σύμφωνα με το άρθρο 32 της απόφασης-πλαισίου περί ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και διαδικασιών παράδοσης μεταξύ κρατών μελών, τις αιτήσεις εκδόσεως για αξιόποινες πράξεις διαπραχθείσες πριν από την έναρξη ισχύος της απόφασης-πλαισίου θα εξακολουθήσει να τις διεκπεραιώνει σύμφωνα με τις περί εκδόσεως ρυθμίσεις που ίσχυαν πριν από την έναρξη ισχύος της εν λόγω απόφασης.

    Δηλώσεις που προβλέπονται σχετικά με το άρθρο 13 παράγραφος 4

    Δήλωση του Βελγίου:

    Η συγκατάθεση του ενδιαφερομένου προσώπου για παράδοσή του παραμένει ανακλητέα και αυτό, μέχρι τη στιγμή της παράδοσης.

    Δήλωση της Δανίας:

    Η συγκατάθεση για παράδοση και η ρητή παραίτηση από το ευεργέτημα του "κανόνα της ειδικότητας" είναι δυνατόν να ανακληθούν, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες που ισχύουν στο δανικό δίκαιο.

    Δήλωση της Ιρλανδίας:

    Στην Ιρλανδία, η συγκατάθεση και, όπου ενδείκνυται, η ρητή παραίτηση από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας, των οποίων γίνεται μνεία στο άρθρο 27 παράγραφος 2, δύνανται να ανακληθούν. Η συγκατάθεση δύναται να ανακληθεί σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο, έως ότου εκτελεσθεί η παράδοση.

    Δήλωση της Φινλανδίας:

    Στη Φινλανδία, η συγκατάθεση παράδοσης και, όπου ενδείκνυται, η ρητή παραίτηση από το ευεργέτημα της "αρχής της ειδικότητας", των οποίων γίνεται μνεία στο άρθρο 27 παράγραφος 2, δύνανται να ανακληθούν. Η συγκατάθεση δύναται να ανακληθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, μέχρι τη στιγμή εκτέλεσης της παράδοσης.

    Δήλωση της Σουηδίας:

    Η συγκατάθεση ή η παραίτηση υπό την έννοια του άρθρου 13 παράγραφος 1 δύνανται να ανακληθούν από τον εκζητούμενο. Η ανάκληση πρέπει να λάβει χώρα πριν από την εκτέλεση της απόφασης παράδοσης.

    Top