EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31998R2548

Κανονισμός (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) αριθ. 2548/98 του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1998 για τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινότητων

OJ L 320, 28.11.1998, p. 1–5 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2002: This act has been changed. Current consolidated version: 01/01/2003

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1998/2548/oj

31998R2548

Κανονισμός (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) αριθ. 2548/98 του Συμβουλίου της 23ης Νοεμβρίου 1998 για τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινότητων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 320 της 28/11/1998 σ. 0001 - 0005


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ, ΕΚΑΧ, ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 2548/98 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 23ης Νοεμβρίου 1998 για τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινότητων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 209,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, και ιδίως το άρθρο 78η,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 183,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (3),

Εκτιμώντας:

ότι η συνεννόηση που προβλέπεται από την κοινή δήλωση της 4ης Μαρτίου 1975 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής έγινε στο πλαίσιο μιας επιτροπής συνεννόησης 7

ότι θα πρέπει να τροποποιηθεί ο δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977 που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4), καλούμενος στο εξής «δημοσιονομικός κανονισμός», ιδίως για να βελτιωθεί η δημοσιονομική διαχείριση στο πλαίσιο των οργάνων 7

ότι η διαχείριση των αναλήψεων υποχρεώσεων χαρακτηρίζεται ορισμένες φορές από σημαντικές καθυστερήσεις και ότι, κατά συνέπεια, επιβάλλεται ενισχυμένος έλεγχος των τρεχουσών αναλήψεων υποχρεώσεων 7 ότι, για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να συμπληρωθεί η διάταξη του άρθρου 1 παράγραφος 7, που παρεμβλήθηκε με την έκδοση του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚΑΧ, ΕΟΚ) αριθ. 610/90 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 1990, για την τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού της 21ης Δεκεμβρίου 1977, που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (5) προβλέποντας στο άρθρο 1 παράγραφος 7 και στο άρθρο 36 παράγραφος 2, γενικές διατάξεις για την αποδέσμευση των πιστώσεων 7 ότι ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι αυτές οι διατάξεις δεν εφαρμόζονται στα διαρθρωτικά ταμεία ούτε στο Ταμείο Συνοχής, προκειμένου να μην προκριθεί η ενδεχόμενη εξέλιξη των ειδικών διατάξεων που τα αφορούν, και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη εξασφάλισης συνοχής στο σύνολό τους 7

ότι είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί αυστηρός έλεγχος των εξουσιοδοτήσεων και περαιτέρω εξουσιοδοτήσεων υπογραφής και ότι για το σκοπό αυτό θα πρέπει να προβλεφθεί η πειθαρχική και ενδεχομένως χρηματική ευθύνη των υπαλλήλων που άσκησαν εξουσίες που δεν τους έχουν μεταβιβασθεί ή δεν τους έχουν μεταβιβασθεί περαιτέρω ή εκτός των ορίων των εξουσιών που τους έχουν παραχωρηθεί ρητά 7

ότι η προσφυγή στη διαχείριση των κοινοτικών προγραμμάτων με υπεργολαβία πρέπει να πλαισιώνεται από τις κατάλληλες διατάξεις που εξασφαλίζουν τη διαφάνεια των πράξεων και ορίζουν τη διαδικασία με την οποία μπορούν να ληφθούν υπόψη τα δημιουργούμενα κεφάλαια τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση των εν λόγω προγραμμάτων 7

ότι ο δημοσιονομικός ελεγκτής είναι επιφορτισμένος με το καθήκον του εσωτερικού ελεγκτή του οργάνου στο οποίο υπάγεται και ότι για το σκοπό αυτό πρέπει να ζητείται η γνώμη του σχετικά με τη δημιουργία και την τροποποίηση των συστημάτων απογραφής καθώς και σχετικά με τη δημιουργία και την τροποποίηση των συστημάτων δημοσιονομικής διαχείρισης που χρησιμοποιούνται από τους διατάκτες και ότι, εξάλλου, η ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης πρέπει επίσης να του υποβάλλεται 7

ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι δυνατότητες που προκύπτουν από τα συστήματα πληροφορικής για τη δημοσιονομική διαχείριση 7

ότι είναι αναγκαίο να βελτιωθεί το λογιστικό σύστημα 7

ότι ο δημοσιονομικός κανονισμός θα πρέπει να περιέχει τις κατάλληλες διατάξεις προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι παραδοσιακοί ίδιοι πόροι, οι οποίοι παρουσιάζουν ειδικό χαρακτήρα σε σχέση με τους υπόλοιπους ιδίους πόρους (ΦΠΑ και ΑΕΠ) 7

ότι είναι αναγκαίο να υπάρχει μέριμνα για την πιστή αντιστοιχία μεταξύ των νομικών υποχρεώσεων που αναλαμβάνει το όργανο και των λογιστικών υποχρεώσεων που υποβάλλονται στο δημοσιονομικό ελεγκτή και καταχωρούνται στη γενική λογιστική, και παράλληλα να παρέχεται εύλογη προθεσμία για τη σύναψη των νομικών υποχρεώσεων στην περίπτωση κατά την οποία οι αποφάσεις της Επιτροπής ισοδυναμούν προς συνολική ανάληψη του προϋπολογισμού 7

ότι ο βαθμός και η φύση του κινδύνου που διατρέχεται λόγω των αναλήψεων υποχρεώσεων και των πληρωμών διαφέρουν ανάλογα με τον τομέα 7 ότι, κατά συνέπεια, θα πρέπει ο δημοσιονομικός ελεγκτής, εξασφαλίζοντας ένα ελάχιστο προηγούμενο έλεγχο του συνόλου των αναλήψεων υποχρεώσεων και των πληρωμών για όλους τους δικαιούχους καθώς και ένα συστηματικό έλεγχο στους επικίνδυνους τομείς, να μπορεί να διαφοροποιεί τις λεπτομέρειες ελέχγου κατά τρόπο που να είναι δυνατή η χορήγηση των μέσων λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο 7 ότι ο συστηματικός έλεγχος πρέπει να διατηρηθεί ή να επανεισαχθεί στους επικίνδυνους τομείς 7

ότι είναι χρήσιμο να προβλέπονται προθεσμίες για την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας «μη λήψης υπόψη» της άρνησης θεώρησης του δημοσιονομικού ελεγκτή 7

ότι η δημιουργία της δήλωσης αξιοπιστίας καθιστά απαραίτητη την ενίσχυση της αναγκαίας πειθαρχίας στον τομέα των απογραφών, με τον καθορισμό των αντίστοιχων καθηκόντων του διατάκτη και του υπόλογου 7

ότι θα πρέπει να διευθετηθεί η διαδικασία έγκρισης μεταφορών από κεφάλαιο σε κεφάλαιο στο πλαίσιο του ΕΓΤΠΕ «Εγγυήσεις», παρέχοντας πρόσθετη προθεσμία στην Επιτροπή για την υποβολή των προτάσεων της μεταφοράς 7

ότι θα πρέπει να τροποποιηθεί ο τίτλος ΙΧ του δημοσιονομικού κανονισμού προκειμένου να εναρμονισθούν οι διατάξεις του με τα κριτήρια διαφάνειας, δημοσιότητας και τήρησης του ανταγωνισμού, που προβλέπονται στις οδηγίες του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη συμβάσεων καθώς και στις διεθνείς συμφωνίες τις οποίες έχει υπογράψει η Κοινότητα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο δημοσιονομικός κανονισμός τροποποιείται ως εξής:

1. Στο άρθρο 1 παράγραφος 7:

α) το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι νομικές υποχρεώσεις που έχουν αναληφθεί για δράσεις των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται πέραν του ενός οικονομικού έτους, και οι αντίστοιχες προτάσεις αναλήψεως υποχρεώσεων περιλαμβάνουν προθεσμία εκτέλεσης. Αυτή η προθεσμία πρέπει να κοινοποιηθεί στο δικαιούχο με την κατάλληλη νομική μορφή. Τα τμήματα αυτών των αναλήψεων υποχρεώσεων που δεν έχουν ενδεχομένως εκτελεσθεί έξι μήνες μετά την προθεσμία αυτή αποτελούν αντικείμενο αποδέσμευσης, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 6. Ωστόσο, η τρίτη φράση του παρόντος εδαφίου δεν εφαρμόζεται στα διαρθρωτικά ταμεία και στο Ταμείο Συνοχής» 7

β) το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να προσαρμόσει την προθεσμία εκτέλεσης των προαναφερόμενων υποχρεώσεων βάσει δεόντως αιτιολογημένων προτάσεων εκ μέρους των δικαιούχων» 7

γ) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Στην περίπτωση αυτή η προσαρμογή της προθεσμίας πρέπει να γίνεται με την διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 36 μέχρι 39 για την πρόταση ανάληψης υποχρεώσεων και να κοινοποιείται στο δικαιούχο σύμφωνα με την κατάλληλη νομική μορφή».

2. Στο άρθρο 7:

α) αυτή η διόρθωση δεν αφορά το ελληνικό κείμενο 7

β) η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι αποδεσμεύσεις πιστώσεων μετά από ολική ή μερική μη εκτέλεση των σχεδίων για τα οποία είχαν χορηγηθεί οι πιστώσεις, από τα κονδύλια του προϋπολογισμού στα οποία γίνεται διάκριση μεταξύ πιστώσεων αναλήψεως υποχρεώσεων και πιστώσεων πληρωμών, οι οποίες πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων οικονομικών ετών σε σχέση με το οικονομικό έτος για το οποίο οι πιστώσεις αυτές είχαν εγγραφεί στον προϋπολογισμό, οδηγούν, κατά κανόνα, σε ακύρωση των αντίστοιχων πιστώσεων. Εξάλλου, τα ποσά που ενδεχομένως έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως θα πρέπει να ανακτώνται.»

3. Στο άρθρο 22:

α) στην παράγραφο 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η Επιτροπή και τα άλλα θεσμικά όργανα δεν μπορούν, υπό οποιαδήποτε μορφή και ιδιότητα να μεταβιβάζουν, σε εξωτερικούς φορείς ή οργανισμούς εξουσία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, που συνεπάγεται καθήκοντα ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης ιδίως δε όσον αφορά την αρμοδιότητα ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων.» 7

β) στην παράγραφο 4, το ακόλουθο κείμενο παρεμβάλλεται ως τρίτο εδάφιο:

«Απαγορεύεται κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση συμφερόντων μεταξύ του εξουσιοδοτούντος, του εξουσιοδοτούμενου και του τρίτου για τον οποίο προορίζεται η δαπάνη.

Οι διατάξεις εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 139, προσδιορίζουν τους όρους εκτέλεσης του παρόντος άρθρου και ιδίως τα ακόλουθα θέματα:

- αιτίες της σύγχυσης συμφερόντων,

- πρόσωπα μεταξύ των οποίων μπορεί να υπάρξει σύγχυση συμφερόντων,

- συνέπειες της σύγχυσης συμφερόντων» 7

γ) στην παράγραφο 4, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Κάθε υπάλληλος, ο οποίος εντέλλεται αναλήψεις υποχρεώσεων ή πληρωμές χωρίς να έχει λάβει εξουσιοδότηση ή περαιτέρω εξουσιοδότηση ή εκτός των ορίων των εξουσιών που του έχουν παραχωρηθεί ρητά, υπέχει πειθαρχική και, ενδεχομένως, χρηματική ευθύνη σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου V. Κάθε όργανο θεσπίζει εσωτερικούς κανόνες που καθορίζουν τη διαδικασία έγκρισης των πράξεων περαιτέρω εξουσιοδότησης. Οι πράξεις αυτές αναφέρουν υποχρεωτικά και με λεπτομέρεια τις παραχωρούμενες εξουσίες» 7

δ) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α. Όταν τα όργανα αναθέτουν σε ένα πρόσωπο, σε ένα όργανο ή σε μια εξωτερική εταιρεία την εκτέλεση μιας κοινοτικής δραστηριότητας, οι συμβάσεις υπεργολαβίας που συνάπτονται για το σκοπό αυτό πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις κατάλληλες διατάξεις προκειμένου να εξασφαλίζεται η διαφάνεια των πράξεων που διενεργούνται στο πλαίσιο της υπεργολαβίας σύμφωνα με τους κανόνες εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 139.

Στην περίπτωση που οι καταβολές προς τους υπεργολάβους παράγουν τόκους που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση των εν λόγω προγραμμάτων, ακολουθείται η ακόλουθη διαδικασία:

- οι τόκοι των κεφαλαίων αυτών αποτελούν αντικείμενο περιοδικά, βάσει εξαμηνιαίων κατ' ανώτατο όριο χρονοδιαγραμμάτων, ενταλμάτων είσπραξης που οδηγούν σε καταλογισμό στην κατάσταση εσόδων,

- παράλληλα, ανοίγονται πιστώσεις για το αντίστοιχο ποσό, τόσο σε αναλήψεις υποχρεώσεων όσο και σε πληρωμές, στο κονδύλιο της κατάστασης δαπανών που επιβαρύνθηκε με την αρχική δαπάνη».

4. Στο άρθρο 24, το τέταρτο και πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η γνώμη του δημοσιονομικού ελεγκτή ζητείται υποχρεωτικά σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή και την τροποποίηση των λογιστικών συστημάτων και των συστημάτων απογραφής του οργάνου στο οποίο ανήκει, καθώς και σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή και την τροποποίηση των συστημάτων δημοσιονομικής διαχείρισης που χρησιμοποιούνται από τους διατάκτες. Ο δημοσιονομικός ελεγκτής έχει πρόσβαση στα δεδομένα των συστημάτων αυτών.

Ο έλεγχος που διεξάγεται από τον υπάλληλο αυτό πραγματοποιείται στους φακέλους που αφορούν τις δαπάνες και τα έσοδα, καθώς και επιτόπου αν υπάρχει ανάγκη. Ο δημοσιονομικός ελεγκτής διενεργεί τον εσωτερικό έλεγχο στο θεσμικό όργανο σύμφωνα με τους κανόνες εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 139. Ο έλεγχος αυτός περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και την επαλήθευση της κανονιστικότητας των πράξεων».

5. Στο άρθρο 25, το ακόλουθο εδάφιο παρεμβάλλεται μετά το τέταρτο εδάφιο:

«Η γνώμη του υπόλογου ζητείται σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή και την τροποποίηση των λογιστικών συστημάτων δημοσιονομικής διαχείρισης που χρησιμοποιούνται από τους διατάκτες, στην περίπτωση που τα συστήματα αυτά προορίζονται να παρέχουν δεδομένα στην κεντρική λογιστική. Ο υπόλογος έχει πρόσβαση, κατόπιν αιτήματός του, στα δεδομένα των συστημάτων αυτών. Η γνώμη του υπολόγου ζητείται επίσης και όσον αφορά τη δημιουργία και την τροποποίηση των συστημάτων απογραφής».

6. στο άρθρο 27:

α) στην παράγραφο 2, το στοιχείο στ) διαγράφεται 7

β) παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4, οι τιμές των προϊόντων ή υπηρεσιών που παρέχονται στις Κοινότητες, στις οποίες ενσωματώνονται οι φορολογικές επιβαρύνσεις που επιστρέφονται από τα κράτη μέλη δυνάμει του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών, καταλογίζονται στον προϋπολογισμό όσον αφορά το καθαρό ποσό.

Οι επιστροφές των προαναφερόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων αποτελούν αντικείμενο χωριστής λογιστικής παρακολούθησης. Η ρύθμιση αυτών των επιστροφών γίνεται με την εγγραφή του τελικού ποσού στους λογαριασμούς του οργάνου, το αργότερο κατά το έτος που ακολουθεί το οικονομικό έτος κατά τη διάρκεια του οποίου εισπράχθηκε αυτό το ποσό».

7. Στο άρθρο 28, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι ίδιοι πόροι που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφοι 1 και 2 της απόφασης 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, οι οποίοι καταβάλλονται σε τακτά διαστήματα από τα κράτη μέλη, δεν αποτελούν αντικείμενο πρόβλεψης απαίτησης πριν από την άμεση απόδοση των ποσών από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή. Αποτελούν αντικείμενο εντάλματος είσπραξης από μέρους του αρμόδιου διατάκτη.

Για τα έσοδα τα σχετικά με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) της εν λόγω απόφασης, τα εντάλματα είσπραξης καθορίζονται βάσει των μηνιαίων καταστάσεων των απαιτήσεων που τα κράτη μέλη έχουν βεβαιώσει και διαβιβάσει στην Επιτροπή.

Τα εντάλματα είσπραξης απευθύνονται για θεώρηση στο δημοσιονομικό ελεγκτή. Μετά τη θεώρηση καταχωρούνται από τον υπόλογο σύμφωνα με τους κανόνες εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 139».

8. Στο άρθρο 36:

α) αυτή η διόρθωση δεν αφορά το ελληνικό κείμενο 7

β) οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Ισοδυναμούν προς αναλήψεις δαπανών οι αποφάσεις που λαμβάνει η Επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις που την εξουσιοδοτούν να χορηγεί χρηματοδοτική υποστήριξη στο πλαίσιο των διαφόρων ταμείων ή δράσεων, με την επιφύλαξη του άρθρου 99. Εκτός εάν, κατ' εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, οι αποφάσεις αυτές προβλέπουν διαφορετική προθεσμία εκτέλεσης, οι εν λόγω αναλήψεις καλύπτουν έως τις 31 Δεκεμβρίου του έτους ν +1 το συνολικό κόστος των συναφών ατομικών νομικών υποχρεώσεων.

Κατά την περίοδο εκτέλεσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η σύναψη κάθε ατομικής νομικής υποχρέωσης αποτελεί αντικείμενο καταγραφής, από μέρους του διατάκτη, στην κεντρική λογιστική, με καταλογισμό της ανάληψης υποχρέωσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Μετά την καθορισθείσα προθεσμία εκτέλεσης, το μη εκτελεσθέν υπόλοιπο αποδεσμεύεται. Ωστόσο, το παρόν εδάφιο δεν εφαρμόζεται στα διαρθρωτικά ταμεία και στο Ταμείο Συνοχής.

3. Οι όροι εκτελέσεως των παραγράφων 1 και 2 πρέπει να εξασφαλίζουν, σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες, την ακριβή λογιστική καταγραφή των αναλήψεων υποχρεώσεων και των εντολών πληρωμής και, σε ό,τι αφορά την παράγραφο 2, την παρακολούθηση της αντιστοιχίας μεταξύ των ειδικών νομικών υποχρεώσεων και της συνολικής ανάληψης του προϋπολογισμού που προβλέπεται από την απόφαση της Επιτροπής. Καθορίζονται από τις λεπτομέρειες εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 139».

9. Στο άρθρο 37 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι προτάσεις ανάληψης υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 και οι ατομικές νομικές δεσμεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 36 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δειγματοληπτικού ελέγχου. Ο έλεγχος αυτός γίνεται σύμφωνα με ένα σύστημα που επιτρέπει τον εντοπισμό των επικίνδυνων τομέων, όπου είναι πολύ πιθανόν να μην πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1. Στους επικίνδυνους τομείς γίνεται συστηματικός έλεγχος των ατομικών αναλήψεων υποχρεώσεων».

10. Στο άρθρο 39, το δεύτερο και τρίτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Σε περίπτωση αρνήσεως θεωρήσεως και αν ο διατάκτης εμμένει στην πρότασή του, η σχετική προϊσταμένη αρχή εκείνου από τα όργανα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 22, επιλαμβάνεται της υποθέσεως προς λήψη απόφασης, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία της εν λόγω αρνήσεως.

Με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία αμφισβητείται η διαθεσιμότητα των πιστώσεων, η εν λόγω προϊσταμένη αρχή δύναται, με απόφαση δεόντως αιτιολογημένη, λαμβανόμενη με δική της ευθύνη, να μην λάβει υπόψη την άρνηση θεωρήσεως. Η απόφαση αυτή είναι εκτελεστή από την ημερομηνία αρνήσεως της θεωρήσεως. Πρέπει να ληφθεί, το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου του έτους ν+1. Ανακοινώνεται προς ενημέρωση στο δημοσιονομικό ελεγκτή. Η προϊσταμένη αρχή κάθε οργάνου ενημερώνει το Ελεγκτικό Συνέδριο, μέσα σε προθεσμία ενός μηνός για κάθε μια από τις αποφάσεις αυτές. Κάθε χρόνο, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, στα πλαίσια της διαδικασίας απαλλαγής ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού, για τις συνέπειες της απόφασης να μη ληφθεί υπόψη η άρνηση θεωρήσεως από άποψη νομιμότητας ή μη τήρησης μιας οδηγίας στον τομέα των δημοσίων έργων ή των υπηρεσιών.»

11. Στο άρθρο 44, τρίτη περίπτωση, μετά τους όρους «εθνικό νόμισμα», προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

«Ωστόσο όταν τα εντάλματα πληρωμής διαβιβάζονται στις τράπεζες με μηχανογραφημένες διαδικασίες, δεν απαιτείται να αναγράφεται το ποσό ολογράφως».

12. Στο άρθρο 46 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο τρίτο εδάφιο:

«Η απόφαση του διατάκτη για την πληρωμή του υπολοίπου εγκρίνεται εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 7.»

13. Στο άρθρο 47 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η προηγούμενη θεώρηση μπορεί να γίνει βάσει ενός δειγματοληπτικού ελέγχου. Ο έλεγχος αυτός γίνεται σύμφωνα με ένα σύστημα που επιτρέπει τον εντοπισμό των επικίνδυνων τομέων, όπου είναι πολύ πιθανό να μην πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο. Στους επικίνδυνους τομείς γίνεται συστηματικός έλεγχος των εντολών πληρωμής».

14. Στο άρθρο 58 παράγραφος 3, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Η προσφορά του συμμετέχοντος στον διαγωνισμό πρέπει να περιλαμβάνει, από την αρχή, όλα τα ουσιώδη στοιχεία που απαιτούνται στην πρόσκληση προς υποβολή προσφορών, επί ποινή να θεωρηθεί απαράδεκτη. Οι διατάξεις εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 139 καθορίζουν τα κριτήρια προσδιορισμού των ουσιωδών στοιχείων της προσφοράς».

15. Στο άρθρο 65, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Το σύστημα απογραφής καταρτίζεται από το διατάκτη με τη βοήθεια του υπολόγου. Αυτό το σύστημα απογραφής, το οποίο διαχειρίζεται ο διατάκτης, πρέπει να παρέχει στο κεντρικό σύστημα λογιστικής τις κατάλληλες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την κατάρτιση του δημοσιονομικού ισολογισμού του οργάνου.

Τα όργανα θεσπίζουν, καθένα για ότι τα αφορά, τις διατάξεις τις σχετικές με τη διατήρηση των αγαθών που περιλαμβάνονται στον αντίστοιχο ισολογισμό τους και καθορίζουν τις διοικητικές υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες για το σύστημα απογραφής.»

16. Το άρθρο 70 τροποποιείται ως εξής:

α) στο πρώτο εδάφιο οι όροι «του προϋπολογισμού» αντικαθίστανται από τους όρους «επιβαρύνσεων και προϊόντων» 7

β) στο δεύτερο εδάφιο, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) τους λογαριασμούς επιβαρύνσεων και προϊόντων που υποδιαιρούνται σε δύο χωριστές κατηγορίες:

- τους λογαριασμούς επιβαρύνσεων και προϊόντων του προϋπολογισμού που επιτρέπουν να παρακολουθείται η εκτέλεση του προϋπολογισμού και να εξάγεται το υπόλοιπο του οικονομικού έτους,

- τους λογαριασμούς επιβαρύνσεων και προϊόντων εκτός προϋπολογισμού που προστίθενται στην προηγούμενη κατηγορία και που επιτρέπουν να εξάγεται γενικότερο λογιστικό αποτέλεσμα».

17. Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 70α

Όσον αφορά τη συνεκτίμηση της μείωσης της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού, οι κανόνες απόσβεσης και σύστασης προβλέψεων καθορίζονται από τους κανόνες εκτέλεσης που προβλέπονται στο άρθρο 139.»

18. Το άρθρο 76 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 76

Οι διατάκτες, οι δημοσιονομικοί ελεγκτές, οι υπόλογοι, οι βοηθοί υπολόγων και οι υπόλογοι πάγιων προκαταβολών υπέχουν πειθαρχική και, ενδεχομένως, χρηματική ευθύνη υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 22 και 86 μέχρι 89 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Στην αρχή που είναι αρμόδια για να κινήσει τη διαδικασία σχετικά με την πειθαρχική και χρηματική ευθύνη κοινοποιούνται όλα τα χρήσιμα στοιχεία ή πληροφορίες, περιλαμβανομένων των τυχόν εκθέσεων και των αρνήσεων θεώρησης του δημοσιονομικού ελεγκτή.»

19. Το άρθρο 79 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 79

Κάθε όργανο ανακοινώνει στην Επιτροπή, το αργότερο την 1η Μαρτίου, τα αναγκαία στοιχεία για την κατάρτιση του λογαριασμού διαχείρισης και του δημοσιονομικού ισολογισμού, καθώς και συνεισφορά στην ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης που αναφέρεται στο άρθρο 80, αφού τα υποβάλει στο δημοσιονομικό ελεγκτή του».

20. Στο άρθρο 104 παράγραφος 2, οι όροι «ένα μήνα πριν την 31η Ιανουαρίου» αντικαθίστανται από τους όρους «στις 10 Ιανουαρίου».

21. Στο άρθρο 109, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Ο δικαιούχος διαβιβάζει, για σύμφωνη γνώμη, στην Επιτροπή τα αποτελέσματα της ανάλυσης των προσφορών και πρόταση κατακύρωσης της σύμβασης. Υπογράφει τις συμβάσεις, τις τροποποιήσεις και τον προϋπολογισμό των δαπανών και τις κοινοποιεί στην Επιτροπή. Η Επιτροπή προβαίνει, κατά περίπτωση, για τις συμβάσεις, τις τροποποιήσεις και τους προϋπολογισμούς δαπανών σε ατομικές αναλήψεις υποχρεώσεων, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 36 έως 39. Οι ατομικές αυτές αναλήψεις υποχρεώσεων ισχύουν επί των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών συμβάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 106 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο».

22. Το άρθρο 112 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 112

Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος υποκαθιστούν τις διατάξεις του τίτλου IV. Εφαρμόζονται στις περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή, στο πλαίσιο των εξωτερικών ενισχύσεων που χρηματοδοτούνται από το γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, παρεμβαίνει με την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής στη σύναψη συμβάσεων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που δεν καλύπτονται:

- από τις διατάξεις των οδηγιών του Συμβουλίου σχετικά με το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δημοσίων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών ή

- από την πολυμερή συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις, που συνάφθηκε στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου».

23. Το άρθρο 113 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 113

Η διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται για τη σύναψη των συμβάσεων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που χρηματοδοτούνται από το γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προς όφελος των δικαιούχων των εξωτερικών ενισχύσεων, καθορίζεται στη χρηματοδοτική σύμβαση ή στην εκάστοτε σύμβαση, στα πλαίσια των κατωτέρω αρχών».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινότητων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Νοεμβρίου 1998.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

R. EDLINGER

(1) ΕΕ C 296 της 8. 10. 1996, σ. 13 και ΕΕ C 359 της 25. 11. 1997, σ. 9.

(2) ΕΕ C 286 της 22. 9. 1997, σ. 330.

(3) Γνώμη που διατυπώθηκε στις 9 και 10 Ιουλίου (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4) ΕΕ L 356 της 31. 12. 1977, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2444/97 (ΕΕ L 340 της 11. 12. 1997, σ. 1.)

(5) ΕΕ L 70 της 16. 3. 1990, σ. 1.

Top