EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02013L0053-20131228

Consolidated text: Οδηγία 2013/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, για τα σκάφη αναψυχής και τα ατομικά σκάφη και την κατάργηση της οδηγίας 94/25/ΕΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2013/53/2013-12-28

02013L0053 — EL — 28.12.2013 — 000.004


Το κείμενο αυτό αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης και δεν έχει καμία νομική ισχύ. Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης δεν φέρουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του. Τα αυθεντικά κείμενα των σχετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων των προοιμίων τους, είναι εκείνα που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι διαθέσιμα στο EUR-Lex. Αυτά τα επίσημα κείμενα είναι άμεσα προσβάσιμα μέσω των συνδέσμων που περιέχονται στο παρόν έγγραφο

►B

ΟΔΗΓΙΑ 2013/53/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 20ής Νοεμβρίου 2013

για τα σκάφη αναψυχής και τα ατομικά σκάφη και την κατάργηση της οδηγίας 94/25/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 90)


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 297, 13.11.2015, σ.  9 (2013/53/ΕΕ)

►C2

Διορθωτικό, ΕΕ L 278, 30.10.2019, σ.  15 (2013/53/ΕΕ)




▼B

ΟΔΗΓΙΑ 2013/53/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 20ής Νοεμβρίου 2013

για τα σκάφη αναψυχής και τα ατομικά σκάφη και την κατάργηση της οδηγίας 94/25/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)



ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις απαιτήσεις για τον σχεδιασμό και την κατασκευή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 και τους κανόνες για την ελεύθερη κυκλοφορία τους στην Ένωση.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.  Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα ακόλουθα προϊόντα:

α) σκάφη αναψυχής και ημιτελή σκάφη αναψυχής·

β) ατομικά σκάφη και ημιτελή ατομικά σκάφη·

γ) συστατικά μέρη που αναφέρονται στο παράρτημα II όταν διατίθενται στην αγορά της Ένωσης ως μεμονωμένα τεμάχια, τα οποία αναφέρονται εφεξής ως «συστατικά μέρη»·

δ) προωστικοί κινητήρες που είναι εγκατεστημένοι ή προορίζονται ειδικά για εγκατάσταση πάνω ή μέσα σε σκάφος·

ε) προωστικοί κινητήρες που είναι εγκατεστημένοι πάνω ή μέσα σε σκάφος και υφίστανται σημαντική μετατροπή·

στ) σκάφη τα οποία υφίστανται σημαντική μετατροπή.

2.  Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα ακόλουθα προϊόντα:

α) όσον αφορά τις απαιτήσεις σχεδιασμού και κατασκευής που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Α:

i) αποκλειστικώς αγωνιστικά σκάφη, συμπεριλαμβανομένων των αγωνιστικών και εκπαιδευτικών σκαφών κωπηλασίας, εφόσον επισημαίνονται ως αποκλειστικώς αγωνιστικά από τον κατασκευαστή·

ii) κανό και καγιάκ τα οποία έχουν σχεδιασθεί για να κινούνται αποκλειστικώς με ανθρώπινη προσπάθεια, γόνδολες και ποδήλατα σκάφη·

iii) σανίδες κυματοδρομίας σχεδιασμένες αποκλειστικά για προώθηση από τον άνεμο και για να χρησιμοποιούνται από πρόσωπο ή πρόσωπα σε όρθια στάση·

iv) σανίδες κυματοδρομίας·

v) πρωτότυπα ιστορικά σκάφη και μεμονωμένα ομοιώματα ιστορικών σκαφών σχεδιασμένων πριν από το 1950 που ναυπηγήθηκαν, κατά κύριο λόγο, με τα αρχικά υλικά και επισημαίνονται ως ομοιώματα από τον κατασκευαστή τους·

vi) πειραματικά σκάφη, εφόσον δεν διατίθενται στην αγορά της Ένωσης·

vii) σκάφος που ναυπηγείται για ιδία χρήση, εφόσον δεν διατίθεται εν συνεχεία στην αγορά της Ένωσης για περίοδο πέντε ετών από τη θέση του σκάφους σε λειτουργία·

viii) σκάφος που προορίζεται ειδικά να επανδρωθεί με πλήρωμα και να μεταφέρει επιβάτες για εμπορικούς σκοπούς, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, ασχέτως αριθμού επιβατών·

ix) καταδυόμενα σκάφη·

x) αερόστρωμνα οχήματα·

xi) υδροπτέρυγα·

xii) ατμοκίνητα σκάφη εξωτερικής καύσης που τροφοδοτούνται με άνθρακα, οπτάνθρακα, ξύλο, πετρέλαιο ή αέριο·

xiii) αμφίβια οχήματα, δηλαδή τροχοφόρα ή ερπυστριοφόρα οχήματα με κινητήρα, που μπορούν να λειτουργήσουν τόσο στο νερό όσο και στην ξηρά·

β) όσον αφορά τις απαιτήσεις για τις εκπομπές καυσαερίων που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Β:

i) προωστικοί κινητήρες που είναι εγκατεστημένοι ή προορίζονται ειδικά για εγκατάσταση στα ακόλουθα προϊόντα:

 αποκλειστικώς αγωνιστικό σκάφος που επισημαίνεται ως τέτοιο από τον κατασκευαστή,

 πειραματικό σκάφος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διατίθεται στην αγορά της Ένωσης,

 σκάφος που προορίζεται ειδικά να επανδρωθεί με πλήρωμα και να μεταφέρει επιβάτες για εμπορικούς σκοπούς, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, ασχέτως αριθμού επιβατών,

 καταδυόμενα σκάφη,

 αερόστρωμνα οχήματα,

 υδροπτέρυγα,

 αμφίβια οχήματα, δηλαδή τροχοφόρα ή ερπυστριοφόρα οχήματα με κινητήρα, που μπορούν να λειτουργήσουν τόσο στο νερό όσο και στην ξηρά·

ii) πρωτότυπα και μεμονωμένα ομοιώματα ιστορικών προωστικών κινητήρων, τα οποία βασίζονται σε σχέδια προγενέστερα του 1950 και δεν παράγονται μαζικά και τα οποία προσαρμόζονται σε σκάφος που αναφέρεται στο στοιχείο α) σημεία v) ή vii)·

iii) προωστικοί κινητήρες που κατασκευάζονται για ιδία χρήση, εφόσον δεν διατίθενται εν συνεχεία στην αγορά της Ένωσης για περίοδο πέντε ετών από τη θέση σε λειτουργία του σκάφους·

γ) όσον αφορά τις απαιτήσεις για τις εκπομπές θορύβου που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Γ:

i) όλα τα σκάφη που αναφέρονται στο στοιχείο β)·

ii) σκάφος που ναυπηγείται για ιδία χρήση, υπό την προϋπόθεση ότι δεν διατίθεται εν συνεχεία στην αγορά της Ένωσης για περίοδο πέντε ετών από τη θέση του σκάφους σε λειτουργία.

3.  Το γεγονός ότι το ίδιο σκάφος είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί επίσης για ναύλωση ή για κατάρτιση για λόγους αθλητισμού και ψυχαγωγίας δεν παρακωλύει την κάλυψη του σκάφους από την παρούσα οδηγία, εφόσον το σκάφος διατίθεται στην αγορά της Ένωσης για σκοπούς αναψυχής.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«σκάφος» : σκάφος αναψυχής ή ατομικό σκάφος·

2)

«σκάφος αναψυχής» : σκάφος παντός τύπου, εκτός των ατομικών σκαφών, που προορίζεται για αθλητικούς σκοπούς και αναψυχή, με μήκος γάστρας από 2,5 έως 24 m μετρούμενο σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο, ανεξάρτητα από το μέσο πρόωσης·

3)

«ατομικό σκάφος» : σκάφος που προορίζεται για αθλητικούς σκοπούς και αναψυχή, με μήκος γάστρας μικρότερο των 4 μέτρων, το οποίο χρησιμοποιεί προωστικό κινητήρα με αντλία εκτόξευσης νερού ως κύριο μέσο πρόωσης και έχει σχεδιασθεί ώστε να χρησιμοποιείται από άτομο ή άτομα που είναι καθιστά, όρθια ή γονατιστά επάνω του και όχι μέσα στη γάστρα·

4)

«σκάφος που ναυπηγείται για ιδία χρήση» : σκάφος ναυπηγημένο κατά κύριο λόγο από τον μελλοντικό χρήστη του για δική του χρήση·

5)

«προωστικός κινητήρας» : κινητήρας εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται άμεσα ή έμμεσα για πρόωση, στον οποίον η ανάφλεξη γίνεται είτε με ηλεκτρικό σπινθήρα είτε με συμπίεση·

6)

«σημαντική μετατροπή του κινητήρα» : μετατροπή προωστικού κινητήρα η οποία ενδέχεται να επιφέρει υπέρβαση των ορίων εκπομπών από τον κινητήρα που αναφέρονται στο παράρτημα I μέρος Β ή η οποία αυξάνει την ισχύ του κινητήρα κατά περισσότερο από 15 %·

7)

«σημαντική μετασκευή σκάφους» : μετασκευή σκάφους με την οποία μεταβάλλεται το μέσο πρόωσης του σκάφους, επέρχεται σημαντική μετατροπή του κινητήρα ή αλλοιώνεται το σκάφος σε βαθμό που είναι δυνατόν να μην πληρούνται οι ισχύουσες ουσιώδεις απαιτήσεις για την ασφάλεια και το περιβάλλον που θεσπίζει η παρούσα οδηγία·

8)

«μέσο πρόωσης» : μέθοδος με την οποία προωθείται το σκάφος·

9)

«οικογένεια κινητήρων» : σύνολο κινητήρων ομαδοποιημένων από τον κατασκευαστή οι οποίοι, λόγω του σχεδιασμού τους, έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά εκπομπών καυσαερίων ή θορύβου·

10)

«μήκος γάστρας» : μήκος γάστρας μετρούμενο σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο·

11)

«διαθεσιμότητα στην αγορά» : κάθε προσφορά προϊόντος για διανομή, κατανάλωση ή χρήση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε επί πληρωμή είτε δωρεάν·

12)

«διάθεση στην αγορά» : η πρώτη φορά κατά την οποία προϊόν καθίσταται διαθέσιμο στην αγορά της Ένωσης·

13)

«θέση σε λειτουργία» : πρώτη χρήση εντός της Ένωσης προϊόντος που καλύπτει η παρούσα οδηγία από τον τελικό χρήστη του·

14)

«κατασκευαστής» : φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει προϊόν ή αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή προϊόντος και το θέτει σε εμπορία, υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του·

15)

«εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος» : φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

16)

«εισαγωγέας» : φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην αγορά της Ένωσης·

17)

«ιδιώτης εισαγωγέας» : φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που εισάγει στην Ένωση προϊόν τρίτης χώρας στο πλαίσιο μη εμπορικής δραστηριότητας με σκοπό να το θέσει σε λειτουργία για ιδία χρήση·

18)

«διανομέας» : φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, πλην του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα, που θέτει σε κυκλοφορία προϊόν στην αγορά·

19)

«οικονομικοί φορείς» : ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας·

20)

«εναρμονισμένο πρότυπο» : εναρμονισμένο πρότυπο, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

21)

«διαπίστευση» : διαπίστευση, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

22)

«εθνικός οργανισμός διαπίστευσης» : εθνικός οργανισμός διαπίστευσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

23)

«αξιολόγηση της συμμόρφωσης» : η διαδικασία με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά προϊόν·

24)

«οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης» : οργανισμός ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται βαθμονομήσεις, δοκιμές, πιστοποιήσεις και επιθεωρήσεις·

25)

«ανάκληση» : κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή προϊόντος που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη·

26)

«απόσυρση» : κάθε μέτρο που έχει ως στόχο να αποτρέψει την κυκλοφορία στην αγορά προϊόντος που ευρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού·

27)

«εποπτεία της αγοράς» : οι δραστηριότητες που διεξάγονται και τα μέτρα που λαμβάνονται από δημόσιες αρχές προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα προϊόντα συμμορφώνονται προς τις ισχύουσες απαιτήσεις τις οποίες ορίζει η σχετική ενωσιακή νομοθεσία περί εναρμόνισης και δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία, την ασφάλεια ή άλλες πτυχές της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος·

28)

«σήμανση CE» : σήμανση με την οποία ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το προϊόν συμμορφώνεται με τις ισχύουσες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας περί εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης αυτής·

29)

«ενωσιακή νομοθεσία περί εναρμόνισης» : κάθε νομοθέτημα της Ένωσης που εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων.

Άρθρο 4

Ουσιώδεις απαιτήσεις

1.  Τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 δύνανται να κυκλοφορούν στην αγορά ή να τίθενται σε λειτουργία μόνο εφόσον δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια προσώπων, την περιουσία ή το περιβάλλον, όταν συντηρούνται όπως πρέπει και χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, και μόνον υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τις ισχύουσες ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

2.  Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 κυκλοφορούν στην αγορά ή τίθενται σε λειτουργία μόνον εφόσον πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1.

Άρθρο 5

Εθνικές διατάξεις για τη ναυσιπλοΐα

Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν διατάξεις που αφορούν τη ναυσιπλοΐα σε ορισμένα ύδατα με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος, τη διαμόρφωση των πλωτών οδών και την ασφαλή επ’ αυτών ναυσιπλοΐα, υπό τον όρο ότι οι εν λόγω διατάξεις δεν απαιτούν μετατροπές σκαφών για τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία και ότι οι διατάξεις αυτές είναι αιτιολογημένες και αναλογικές.

Άρθρο 6

Ελεύθερη κυκλοφορία

1.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά ή, με την επιφύλαξη του άρθρου 5, τη θέση σε λειτουργία στο έδαφός τους σκάφους που συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία.

2.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα ημιτελούς σκάφους στην αγορά όταν ο κατασκευαστής ή ο εισαγωγέας δηλώνει, σύμφωνα με το παράρτημα III, ότι πρόκειται να αποπερατωθεί από άλλους.

3.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά ή τη θέση σε λειτουργία των συστατικών μερών που συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και προορίζονται να ενσωματωθούν σε σκάφος, σύμφωνα με τη δήλωση του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15.

4.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά ή τη θέση σε λειτουργία οποιουδήποτε από τους ακόλουθους προωστικούς κινητήρες:

α) κινητήρες, ανεξαρτήτως εάν είναι εγκατεστημένοι σε σκάφος ή όχι, που συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία·

β) κινητήρες εγκατεστημένους σε σκάφος, οι οποίοι έχουν λάβει έγκριση τύπου σύμφωνα με την οδηγία 97/68/ΕΚ και πληρούν τα όρια εκπομπών του σταδίου III A, του σταδίου III B ή του σταδίου IV για τους κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση προς χρήση σε άλλες εφαρμογές εκτός από την πρόωση πλοίων εσωτερικής ναυσιπλοΐας, σιδηροδρομικών μηχανών και αυτοκινητάμαξων, όπως προβλέπεται στο παράρτημα I σημείο 4.1.2 της εν λόγω οδηγίας, που συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, εκτός των απαιτήσεων για τις εκπομπές καυσαερίων που αναφέρονται στο παράρτημα I μέρος Β·

γ) κινητήρες εγκατεστημένους σε σκάφος, οι οποίοι έχουν λάβει έγκριση τύπου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 595/2009, που συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, εκτός των απαιτήσεων για τις εκπομπές καυσαερίων που αναφέρονται στο παράρτημα I, μέρος Β.

Τα στοιχεία β) και γ) του πρώτου εδαφίου εφαρμόζονται υπό τον όρο ότι όταν ένας κινητήρας προσαρμόζεται προς εγκατάσταση σε σκάφος, ο αναλαμβάνων την προσαρμογή εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται πλήρως υπόψη τα δεδομένα και άλλες πληροφορίες που του παρέσχε ο κατασκευαστής του κινητήρα με στόχο να εξασφαλίζεται ότι, όταν έχει εγκατασταθεί σύμφωνα με τις οδηγίες εγκατάστασης που παρέχει ο προσαρμόζων τον κινητήρα, ο εν λόγω κινητήρας θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις εκπομπών καυσαερίων της οδηγίας 97/68/ΕΚ ή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 595/2009, όπως δηλώνονται από τον κατασκευαστή του κινητήρα. Ο προσαρμόζων τον κινητήρα δηλώνει, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15, ότι ο κινητήρας θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις εκπομπών καυσαερίων της οδηγίας 97/68/ΕΚ ή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 595/2009, όπως δηλώνονται από τον κατασκευαστή του κινητήρα, όταν έχει εγκατασταθεί σύμφωνα με τις οδηγίες εγκατάστασης που παρέχει ο προσαρμόζων τον κινητήρα.

5.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν την παρουσίαση σε εμπορικές και άλλες εκθέσεις, επιδείξεις και συναφείς εκδηλώσεις των αναφερόμενων στο άρθρο 2 παράγραφος 1 προϊόντων που δεν συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, υπό τον όρο ότι με ευδιάκριτη ένδειξη καθίσταται σαφές ότι τα εν λόγω προϊόντα δεν συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και δεν θα κυκλοφορήσουν στην αγορά ή δεν θα τεθούν σε λειτουργία στην Ένωση μέχρις ότου συμμορφωθούν με αυτήν.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΙΔΙΩΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΕΩΝ

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.  Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση των προϊόντων τους στην αγορά, αυτά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I.

2.  Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο σύμφωνα με το άρθρο 25 και διενεργούν ή μεριμνούν για τη διενέργεια της εφαρμοστέας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης σύμφωνα με τα άρθρα 19 έως και 22 και το άρθρο 24.

Εφόσον η συμμόρφωση προϊόντος με τις ισχύουσες απαιτήσεις αποδεικνύεται με τέτοια διαδικασία, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 και επισημαίνουν και θέτουν τη σήμανση CE, όπως καθορίζεται στα άρθρα 17 και 18.

3.  Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο και αντίγραφο της δήλωσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15, επί 10 έτη αφότου διατεθεί το προϊόν στην αγορά.

4.  Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση των σειρών παραγωγής. Λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και οι αλλαγές των εναρμονισμένων προτύπων με βάση τα οποία δηλώνεται η συμμόρφωση προϊόντος.

Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που παρουσιάζει προϊόν, οι κατασκευαστές διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, δοκιμές με δειγματοληψία στα προϊόντα που έχουν θέσει σε κυκλοφορία στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα προϊόντα και τις ανακλήσεις προϊόντων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνές τους.

5.  Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα προϊόντα τους φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που επιτρέπει την ταύτισή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση των συστατικών μερών, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές αναγράφονται στη συσκευασία ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν.

6.  Οι κατασκευαστές σημειώνουν το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνσή τους στο προϊόν ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, στη συσκευασία του ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν. Στη διεύθυνση περιλαμβάνεται συγκεκριμένο σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή.

7.  Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες ασφαλείας στο εγχειρίδιο ιδιοκτήτη σε γλώσσα ή γλώσσες που γίνονται εύκολα κατανοητές από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το σχετικό κράτος μέλος.

8.  Οι κατασκευαστές που θεωρούν ή έχουν λόγους να πιστεύουν ότι προϊόν που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωσή του, να το αποσύρουν ή να το ανακαλέσουν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία έθεσαν σε κυκλοφορία το προϊόν και παραθέτουν λεπτομέρειες ιδίως όσον αφορά τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.  Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος, σε γλώσσα που γίνεται ευκόλως κατανοητή από τις εν λόγω αρχές. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 8

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.  Ο κατασκευαστής δύναται να διορίζει, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.  Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 και η κατάρτιση του τεχνικού φακέλου δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

3.  Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο να πράξει τουλάχιστον τα εξής:

α) να τηρεί αντίγραφο της δήλωσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15, και του τεχνικού φακέλου στη διάθεση των εθνικών εποπτικών αρχών επί 10 έτη αφότου διατεθεί το προϊόν στην αγορά·

β) να παρέχει στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση ενός προϊόντος·

γ) να συνεργάζεται με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους τους, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που καλύπτει η εντολή τους.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.  Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά της Ένωσης μόνο τα συμμορφούμενα προϊόντα.

2.  Οι εισαγωγείς, πριν να διαθέσουν προϊόν στην αγορά, διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει πραγματοποιήσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι το προϊόν φέρει τη σήμανση CE, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17, και συνοδεύεται από τα έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 15 και το παράρτημα I μέρος Α σημείο 2.5, το παράρτημα I μέρος Β σημείο 4 και το παράρτημα I μέρος Γ σημείο 2 και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγο να πιστεύει ότι προϊόν δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I, δεν διαθέτει το προϊόν στην αγορά αν αυτό δεν έχει συμμορφωθεί. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο.

3.  Οι εισαγωγείς σημειώνουν το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνσή τους στο προϊόν ή, όταν πρόκειται για συστατικά μέρη που αυτό δεν είναι δυνατόν, στη συσκευασία ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν.

4.  Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες ασφαλείας στο εγχειρίδιο ιδιοκτήτη σε γλώσσα ή γλώσσες οι οποίες μπορούν να γίνουν εύκολα κατανοητές από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το σχετικό κράτος μέλος.

5.  Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, όσο το προϊόν ευρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I.

6.  Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που παρουσιάζει προϊόν, οι εισαγωγείς διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, δοκιμές με δειγματοληψία στα προϊόντα που έχουν θέσει σε κυκλοφορία στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα προϊόντα και τις ανακλήσεις προϊόντων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνές τους.

7.  Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγους να πιστεύουν ότι προϊόν που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του, να το αποσύρουν ή να το ανακαλέσουν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία έθεσαν σε κυκλοφορία το προϊόν και παραθέτουν λεπτομέρειες ιδίως όσον αφορά τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.  Οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15, στη διάθεση των αρχών εποπτείας της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος είναι δυνατόν να διατεθεί στις εν λόγω αρχές, κατόπιν αιτήματός τους.

9.  Οι εισαγωγείς παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος, σε γλώσσα η οποία μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτήματος εκ μέρους της, για κάθε δράση που πρέπει να αναληφθεί ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 10

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.  Όταν οι διανομείς θέτουν σε κυκλοφορία προϊόν στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.  Οι διανομείς, πριν να θέσουν προϊόν σε κυκλοφορία στην αγορά, επαληθεύουν ότι το προϊόν φέρει τη σήμανση CE, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17, ότι συνοδεύεται από τα έγγραφα που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7, το άρθρο 15 και το παράρτημα I μέρος Α σημείο 2.5, το παράρτημα I μέρος Β σημείο 4 και το παράρτημα I μέρος Γ σημείο 2 και ότι συνοδεύεται από τις οδηγίες και τις πληροφορίες ασφαλείας σε γλώσσα ή γλώσσες που μπορούν να γίνουν εύκολα κατανοητές από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου τίθεται σε κυκλοφορία το εν λόγω προϊόν, καθώς και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 7 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 9 παράγραφος 3.

Όταν ο διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I, καθιστά διαθέσιμο στην αγορά το προϊόν μόνο αφού αυτό έχει συμμορφωθεί με τις εφαρμοστές απαιτήσεις. Επιπλέον, ο διανομέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

3.  Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, όσο το προϊόν ευρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I.

4.  Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγους να πιστεύουν ότι προϊόν που έχουν θέσει σε κυκλοφορία στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία εξασφαλίζουν τη λήψη των αναγκαίων διορθωτικών μέτρων για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του προϊόντος, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία κυκλοφόρησε το προϊόν στην αγορά και παραθέτουν λεπτομέρειες ιδίως για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.  Οι διανομείς παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτήματος εκ μέρους της, για την τυχόν αναληφθείσα δράση ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που έχουν θέσει σε κυκλοφορία στην αγορά.

Άρθρο 11

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο εισαγωγέας ή ο διανομέας θεωρείται κατασκευαστής, και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 7, όταν διαθέτει προϊόν στην αγορά με την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί προϊόν που διατίθεται ήδη στην αγορά κατά τρόπο που είναι δυνατόν να επηρεάσει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 12

Υποχρεώσεις των ιδιωτών εισαγωγέων

1.  Εάν ο κατασκευαστής δεν ανταποκρίνεται στις ευθύνες για τη συμμόρφωση του προϊόντος με την παρούσα οδηγία, ο ιδιώτης εισαγωγέας, πριν να τεθεί το προϊόν σε λειτουργία, μεριμνά ώστε να είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και το παράρτημα I και αναλαμβάνει ή μεριμνά να αναληφθούν οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 2, 3, 7 και 9.

2.  Εάν ο απαιτούμενος τεχνικός φάκελος δεν είναι διαθέσιμος από τον κατασκευαστή, ο ιδιώτης εισαγωγέας μεριμνά για τη σύνταξη χρησιμοποιώντας την κατάλληλη εμπειρογνωσία.

3.  Ο ιδιώτης εισαγωγέας εξασφαλίζει ότι στο προϊόν αναγράφεται το όνομα και η διεύθυνση του κοινοποιημένου οργανισμού, ο οποίος πραγματοποίησε την αξιολόγηση συμμόρφωσης του προϊόντος.

Άρθρο 13

Ταυτοποίηση οικονομικών φορέων

1.  Οι οικονομικοί φορείς αναφέρουν, κατόπιν αιτήματος, στις αρχές εποπτείας της αγοράς, την ταυτότητα των κατωτέρω:

α) κάθε οικονομικού φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει προϊόν·

β) κάθε οικονομικού φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει προϊόν.

Οι οικονομικοί φορείς είναι σε θέση να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επί 10 έτη αφότου έχουν προμηθευτεί το προϊόν και επί 10 έτη αφότου έχουν προμηθεύσει το προϊόν.

2.  Οι ιδιώτες εισαγωγείς αναφέρουν, κατόπιν αιτήματος, στις αρχές εποπτείας της αγοράς, την ταυτότητα του οικονομικού φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει προϊόν.

Οι ιδιώτες εισαγωγείς είναι σε θέση να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επί 10 έτη αφότου έχουν προμηθευτεί το προϊόν.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Άρθρο 14

Τεκμήριο συμμόρφωσης

Τα προϊόντα που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις των εν λόγω προτύπων ή μερών τους, όπως προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I.

Άρθρο 15

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και δήλωση σύμφωνα με το παράρτημα III

1.  Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ βεβαιώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I ή οι αναφερόμενες στο άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχεία β) ή γ).

2.  Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζει το παράρτημα IV της παρούσας οδηγίας, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζουν οι σχετικές ενότητες που καθορίζονται στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, καθώς και στο παράρτημα V της παρούσας οδηγίας, και επικαιροποιείται συνεχώς. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου τίθεται σε κυκλοφορία ή σε λειτουργία το προϊόν.

3.  Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής, ο ιδιώτης εισαγωγέας ή ο προσαρμόζων τον κινητήρα που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχεία β) και γ) αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του προϊόντος.

4.  Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ που αναφέρεται στην παράγραφο 3 συνοδεύει τα ακόλουθα προϊόντα όταν τίθενται σε κυκλοφορία στην αγορά ή σε λειτουργία:

α) σκάφος·

β) συστατικά μέρη, όταν διατίθενται στην αγορά χωριστά·

γ) προωστικοί κινητήρες.

5.  Η δήλωση του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα που καθορίζεται στο παράρτημα III για τα ημιτελή σκάφη περιέχει τα στοιχεία που ορίζονται στο εν λόγω παράρτημα και συνοδεύει τα ημιτελή σκάφη. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου τίθεται σε κυκλοφορία το προϊόν.

Άρθρο 16

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 17

Προϊόντα που υπόκεινται σε σήμανση CE

1.  Τα ακόλουθα προϊόντα πρέπει να φέρουν τη σήμανση CE όταν τίθενται σε κυκλοφορία στην αγορά ή σε λειτουργία:

α) σκάφος·

β) συστατικά μέρη·

γ) προωστικοί κινητήρες.

2.  Τα κράτη μέλη τεκμαίρουν ότι τα προϊόντα της παραγράφου 1 που φέρουν τη σήμανση CE συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 18

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE

1.  Η σήμανση CE τοποθετείται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1. Στην περίπτωση συστατικών μερών όπου αυτό δεν είναι δυνατόν ή δεν δικαιολογείται λόγω του μεγέθους ή της φύσης του προϊόντος, η σήμανση τοποθετείται στη συσκευασία ή στα συνοδευτικά έγγραφα. Όσον αφορά τα σκάφη, η σήμανση CE τοποθετείται στην πινακίδα του κατασκευαστή του σκάφους χωριστά από τον αναγνωριστικό αριθμό του σκάφους. Όσον αφορά προωστικό κινητήρα, η σήμανση CE τοποθετείται στον κινητήρα.

2.  Η σήμανση CE τοποθετείται πριν το προϊόν διατεθεί στην αγορά ή τεθεί σε λειτουργία. Η σήμανση CE και ο αναγνωριστικός αριθμός που αναφέρεται στην παράγραφο 3 μπορούν να συνοδεύονται από εικονόγραμμα ή άλλο σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.

3.  Τη σήμανση CE ακολουθεί ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής ή στην αξιολόγηση μετά την κατασκευή.

Ο αναγνωριστικός αριθμός του κοινοποιημένου οργανισμού τίθεται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, σύμφωνα με τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του είτε από το πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2, 3 ή 4.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 19

Εφαρμοστέες διαδικασίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης

1.  Ο κατασκευαστής εφαρμόζει τις διαδικασίες οι οποίες καθορίζονται στις ενότητες που αναφέρονται στα άρθρα 20, 21 και 22 πριν να διαθέσει στην αγορά τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1.

2.  Ο ιδιώτης εισαγωγέας εφαρμόζει τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 23 πριν να θέσει σε λειτουργία προϊόν που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, εάν ο κατασκευαστής δεν έχει πραγματοποιήσει αξιολόγηση της συμμόρφωσης για το συγκεκριμένο προϊόν.

3.  Κάθε πρόσωπο που διαθέτει στην αγορά ή θέτει σε λειτουργία προωστικό κινητήρα ή σκάφος έπειτα από σημαντική τροποποίηση ή μετατροπή του ή κάθε πρόσωπο που μεταβάλλει τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται σκάφος που δεν καλύπτεται από την παρούσα οδηγία κατά τρόπο ώστε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της, εφαρμόζει τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 23 πριν να διαθέσει το προϊόν στην αγορά ή το θέσει λειτουργία.

4.  Κάθε πρόσωπο που διαθέτει στην αγορά σκάφος ναυπηγημένο για ιδία χρήση πριν από το τέλος της περιόδου των 5 ετών που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο vii), εφαρμόζει τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 23 πριν να διαθέσει το προϊόν στην αγορά.

Άρθρο 20

Σχεδιασμός και ναυπήγηση

1.  Όσον αφορά τον σχεδιασμό και την κατασκευή σκαφών αναψυχής εφαρμόζονται οι ακόλουθες διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ:

α) Για τις κατηγορίες σχεδιασμού Α και Β που αναφέρονται στο σημείο 1 του μέρους Α του παραρτήματος I:

i) για σκάφος αναψυχής με μήκος γάστρας από 2,5 έως λιγότερο από 12 μέτρα, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

 ενότητα A1 (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής και δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία),

 ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ,

 ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα),

 ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας)·

ii) για σκάφος αναψυχής με μήκος γάστρας από 12 έως 24 μέτρα, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

 ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ,

 ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα),

 ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας).

β) Για την κατηγορία σχεδιασμού Γ που αναφέρεται στο σημείο 1 του μέρους Α του παραρτήματος I:

i) για σκάφος αναψυχής με μήκος γάστρας από 2,5 έως λιγότερο από 12 μέτρα, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

 όταν τηρούνται τα εναρμονισμένα πρότυπα που αφορούν τα σημεία 3.2 και 3.3 του μέρους Α του παραρτήματος I: ενότητα Α (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής), ενότητα A1 (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής και δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία), ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ, ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα) ή ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας),

 όταν δεν τηρούνται τα εναρμονισμένα πρότυπα που αφορούν τα σημεία 3.2 και 3.3 του μέρους Α του παραρτήματος I: ενότητα A1 (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής και δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία), ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ, ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα) ή ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας)·

ii) για σκάφος αναψυχής με μήκος γάστρας από 12 έως 24 μέτρα, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

 ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ,

 ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα),

 ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας).

γ) Για την κατηγορία σχεδιασμού Δ που αναφέρεται στο σημείο 1 του μέρους Α του παραρτήματος I:

για σκάφος αναψυχής με μήκος γάστρας από 2,5 έως 24 μέτρα, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

 ενότητα Α (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής),

 ενότητα A1 (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής και δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία),

 ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ,

 ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα),

 ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας).

2.  Όσον αφορά τον σχεδιασμό και την κατασκευή ατομικών σκαφών εφαρμόζεται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ:

α) ενότητα Α (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής)·

β) ενότητα A1 (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής και δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία)·

γ) ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ·

δ) ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα)·

ε) ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας).

3.  Όσον αφορά τον σχεδιασμό και την κατασκευή συστατικών μερών εφαρμόζεται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ:

α) ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ·

β) ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα)·

γ) ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας).

Άρθρο 21

Εκπομπές καυσαερίων

Όσον αφορά τις εκπομπές καυσαερίων, για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία δ) και ε), ο κατασκευαστής του κινητήρα εφαρμόζει τις ακόλουθες διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ:

α) Όταν οι δοκιμές πραγματοποιούνται με τη χρήση εναρμονισμένου προτύπου, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

i) ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ, Δ, Ε ή ΣΤ·

ii) ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα)·

iii) ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας)·

β) όταν οι δοκιμές πραγματοποιούνται χωρίς τη χρήση εναρμονισμένου προτύπου, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

i) ενότητα B (εξέταση τύπου ΕΕ) σε συνδυασμό με την ενότητα Γ 1·

ii) ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα).

Άρθρο 22

Εκπομπές θορύβου

1.  Όσον αφορά τις εκπομπές θορύβου από τα σκάφη αναψυχής με εσω/εξωλέμβιους προωστικούς κινητήρες χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση ή εσωλέμβια εγκατάσταση προωστικού κινητήρα και από τα σκάφη αναψυχής με εσω/εξωλέμβιους προωστικούς κινητήρες χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση ή εσωλέμβια εγκατάσταση προωστικού κινητήρα, τα οποία έχουν υποστεί σημαντική μετατροπή του κινητήρα και ακολούθως έχουν διατεθεί στην αγορά εντός πέντε ετών μετά τη μετατροπή, ο κατασκευαστής εφαρμόζει τις ακόλουθες διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ:

α) όταν οι δοκιμές πραγματοποιούνται με τη χρήση εναρμονισμένου προτύπου για τη μέτρηση του θορύβου, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

i) ενότητα A1 (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής και δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία)·

ii) ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα)·

iii) ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας)·

β) όταν οι δοκιμές πραγματοποιούνται χωρίς τη χρήση εναρμονισμένου προτύπου, ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα)·

γ) όταν για την αξιολόγηση χρησιμοποιείται η τιμή Froude και η μέθοδος του λόγου ισχύος/εκτοπίσματος, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

i) ενότητα Α (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής)·

ii) ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα)·

iii) ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας).

2.  Όσον αφορά τις εκπομπές θορύβου από ατομικό σκάφος και τους εξωλέμβιους προωστικούς κινητήρες και τους εσω/εξωλέμβιους προωστικούς κινητήρες με ενσωματωμένη εξάτμιση που προορίζονται για εγκατάσταση σε σκάφος αναψυχής, ο κατασκευαστής του ατομικού σκάφους ή του κινητήρα εφαρμόζει τις ακόλουθες διαδικασίες που καθορίζονται στο παράρτημα II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ:

α) όταν οι δοκιμές πραγματοποιούνται με τη χρήση εναρμονισμένου προτύπου για τη μέτρηση του θορύβου, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενότητες:

i) ενότητα A1 (εσωτερικός έλεγχος παραγωγής και δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία)·

ii) ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα)·

iii) ενότητα Η (συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας)·

β) όταν οι δοκιμές πραγματοποιούνται χωρίς τη χρήση εναρμονισμένου προτύπου, ενότητα Ζ (συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα).

Άρθρο 23

Αξιολόγηση μετά την κατασκευή

Η αξιολόγηση μετά την κατασκευή που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφοι 2, 3 και 4 πραγματοποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα V.

Άρθρο 24

Συμπληρωματικές απαιτήσεις

1.  Όταν χρησιμοποιείται η ενότητα Β του παραρτήματος II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, η εξέταση τύπου ΕΕ διεξάγεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη δεύτερη περίπτωση του σημείου 2 της εν λόγω ενότητας.

Ένας τύπος παραγωγής που αναφέρεται στην ενότητα Β μπορεί να καλύπτει διάφορες παραλλαγές του προϊόντος, εφόσον:

α) οι διαφορές μεταξύ των παραλλαγών δεν επηρεάζουν το επίπεδο ασφάλειας και τις άλλες απαιτήσεις επιδόσεων του προϊόντος· και

β) οι παραλλαγές του προϊόντος αναφέρονται στο αντίστοιχο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, ενδεχομένως με τροποποιήσεις στο αρχικό πιστοποιητικό.

2.  Όταν η χρησιμοποιείται η ενότητα A1 του παραρτήματος II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, οι έλεγχοι προϊόντων πραγματοποιούνται σε ένα ή περισσότερα σκάφη αντιπροσωπευτικά της παραγωγής του κατασκευαστή και εφαρμόζονται οι συμπληρωματικές απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα VI της παρούσας οδηγίας.

3.  Δεν ισχύει η δυνατότητα χρησιμοποίησης των διαπιστευμένων εσωτερικών οργάνων που αναφέρονται στις ενότητες Α1 και Γ1 του παραρτήματος II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ.

4.  Όταν χρησιμοποιείται η ενότητα ΣΤ του παραρτήματος II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, εφαρμόζεται η διαδικασία που περιγράφεται στο παράρτημα VII της παρούσης οδηγίας για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις εκπομπών καυσαερίων.

5.  Όταν χρησιμοποιείται η ενότητα Γ του παραρτήματος II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ όσον αφορά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις εκπομπών καυσαερίων της παρούσης οδηγίας και αν ο κατασκευαστής δεν εφαρμόζει κατάλληλο σύστημα ποιότητας όπως περιγράφεται στην ενότητα Η του παραρτήματος II της απόφασης αριθ. 768/2008/ΕΚ, κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής πραγματοποιεί έλεγχο των προϊόντων ή μεριμνά για την πραγματοποίησή του, σε τυχαία διαστήματα καθοριζόμενα από αυτόν, προκειμένου να επαληθευτεί η ποιότητα των εσωτερικών ελέγχων του προϊόντος. Όταν το επίπεδο ποιότητας κρίνεται μη ικανοποιητικό ή όταν θεωρείται απαραίτητο να επαληθευτεί η εγκυρότητα των στοιχείων που παρουσιάζει ο κατασκευαστής, εφαρμόζεται η διαδικασία που καθορίζεται στο παράρτημα VIII της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 25

Τεχνικός φάκελος

1.  Ο τεχνικός φάκελος που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 περιλαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες και λεπτομέρειες για τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν από τον κατασκευαστή ώστε να εξασφαλίζεται ότι το προϊόν πληροί τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 και στο παράρτημα I. Περιλαμβάνει, ιδίως, τα σχετικά έγγραφα που απαριθμούνται στο παράρτημα IX.

2.  Ο τεχνικός φάκελος εξασφαλίζει ότι ο σχεδιασμός, η κατασκευή, η λειτουργία και η αξιολόγηση της συμμόρφωσης γίνονται σαφώς κατανοητές.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 26

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν εξουσιοδοτηθεί για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 27

Κοινοποιούσες αρχές

1.  Τα κράτη μέλη ορίζουν μία κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας καθώς και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 32.

2.  Τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

3.  Εφόσον η κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει άλλως την αξιολόγηση, κοινοποίηση ή παρακολούθηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε οργανισμό που δεν είναι κρατική οντότητα, ο οργανισμός αυτός είναι νομικό πρόσωπο και συμμορφώνεται, τηρουμένων των αναλογιών, προς τις απαιτήσεις του άρθρου 28. Επιπροσθέτως, αυτός ο οργανισμός διαθέτει ρυθμίσεις για την κάλυψη των ευθυνών που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.

4.  Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα τα οποία εκτελεί ο οργανισμός ο οποίος αναφέρεται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 28

Απαιτήσεις σχετικά με τις κοινοποιούσες αρχές

1.  H κοινοποιούσα αρχή συγκροτείται κατά τρόπο που δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.  Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.  Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπον ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.  Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.  Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.  Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 29

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις διαδικασίες τους για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, καθώς και σχετικά με τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές.

Άρθρο 30

Απαιτήσεις σχετικά με τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.  Για τους σκοπούς της κοινοποίησης στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.  Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ιδρύεται βάσει του εθνικού δικαίου και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.  Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή το προϊόν που αξιολογεί.

Ένας οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, την παροχή, τη συναρμολόγηση, τη χρήση ή τη συντήρηση των προϊόντων τα οποία αξιολογεί, μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται η ανεξαρτησία του και η έλλειψη σύγκρουσης συμφερόντων.

4.  Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν είναι ο σχεδιαστής, ο κατασκευαστής, ο προμηθευτής, ο εγκαταστάτης, ο αγοραστής, ο ιδιοκτήτης, ο χρήστης ή ο συντηρητής των προϊόντων που αξιολογούν, ούτε ο αντιπρόσωπος των ανωτέρω. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων προϊόντων που είναι αναγκαία για το έργο του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση τέτοιων προϊόντων για προσωπικούς σκοπούς.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό ή την παραγωγή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των εν λόγω προϊόντων, ούτε εκπροσωπούν τα μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξαρτησία της κρίσης ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων τους δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα ή την αμεροληψία των δραστηριοτήτων τους αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.  Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό τους εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τον ύψιστο βαθμό επαγγελματικής ακεραιότητας και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα και είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ιδίως από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων αυτών.

6.  Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί τα καθήκοντα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων των άρθρων 19 έως 24 και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία προϊόντων για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α) προσωπικό με τεχνικές γνώσεις και επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β) απαραίτητες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες πραγματοποιείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζεται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής των εν λόγω διαδικασιών.

Διαθέτει τις κατάλληλες πολιτικές και τις διαδικασίες που κάνουν διάκριση μεταξύ καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οποιασδήποτε άλλης δραστηριότητας·

γ) διαδικασίες για να ασκεί δραστηριότητες που λαμβάνουν υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, τον βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του εν λόγω προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Διαθέτει τα αναγκαία μέσα για να εκτελεί με τον κατάλληλο τρόπο τα τεχνικά και διοικητικά καθήκοντα που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.  Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την πραγματοποίηση των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α) πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β) επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που πρέπει να πραγματοποιήσει και επαρκές κύρος για την πραγματοποίηση των αξιολογήσεων αυτών·

γ) κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των ουσιωδών απαιτήσεων, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων, της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας περί εναρμόνισης και της σχετικής εθνικής νομοθεσίας·

δ) την ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν την πραγματοποίηση των αξιολογήσεων.

8.  Διασφαλίζεται η αμεροληψία των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών τους και του προσωπικού αξιολόγησης.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού αξιολόγησης ενός οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που πραγματοποιούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.  Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτουν σύμβαση ασφάλισης αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος μέλος βάσει του εθνικού δικαίου του ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.  Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τα άρθρα 19 έως 24 ή διάταξη του εθνικού δικαίου για την εκτέλεσή τους, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιούνται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.  Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχουν στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 42, ή εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό αξιολόγησης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζουν ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της εν λόγω ομάδας.

Άρθρο 31

Τεκμήριο συμμόρφωσης

Όταν οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 30, εφόσον τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα πληρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 32

Θυγατρικές και υπεργολάβοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.  Όταν κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 30 και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή αναλόγως.

2.  Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί αναλαμβάνουν πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.  Οι δραστηριότητες επιτρέπεται να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.  Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τηρούν στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα τα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει των άρθρων 19 έως 24.

Άρθρο 33

Αίτηση κοινοποίησης

1.  Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτος μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.  Η αίτηση της παραγράφου 1 συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και του προϊόντος ή των προϊόντων για τα οποία ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, αν υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 30.

3.  Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν δύναται να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, την αναγνώριση και την τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του προς τις απαιτήσεις του άρθρου 30.

Άρθρο 34

Διαδικασία κοινοποίησης

1.  Οι κοινοποιούσες αρχές δύνανται να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 30.

2.  Οι κοινοποιούσες αρχές κοινοποιούν τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη μέσω του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.  Η κοινοποίηση περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προϊόν ή τα προϊόντα και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.  Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται στο πιστοποιητικό διαπίστευσης που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι ο οργανισμός ελέγχεται τακτικά και συνεχίζει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 30.

5.  Ο εν λόγω οργανισμός δύναται να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης ή εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνο ένας τέτοιος οργανισμός θεωρείται κοινοποιημένος οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.  Στην Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη απευθύνεται κοινοποίηση για τυχόν επακόλουθες αλλαγές της κοινοποίησης.

Άρθρο 35

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.  Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου σε κάθε κοινοποιημένο οργανισμό.

Χορηγεί ένα και μόνο αριθμό μητρώου, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διάφορων ενωσιακών πράξεων.

Τα κράτη μέλη επιπλέον χορηγούν αναγνωριστικό κωδικό σε κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εξουσιοδοτηθεί από την κοινοποιούσα αρχή να αναλάβει τις αξιολογήσεις της συμμόρφωσης μετά την κατασκευή.

2.  Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσης οδηγίας, περιλαμβανομένων των αριθμών μητρώου και, εάν συντρέχει περίπτωση, των κωδικών που τους έχουν χορηγηθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή φροντίζει για την επικαιροποίηση του καταλόγου αυτού.

Άρθρο 36

Αλλαγές των κοινοποιήσεων

1.  Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι ένας κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 30 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της αδυναμίας πλήρωσης των εν λόγω απαιτήσεων ή εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.  Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες κοινοποιούσες αρχές και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 37

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.  Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα συνεχούς εκπλήρωσης από κοινοποιημένο οργανισμό των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.  Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, έπειτα από αίτημα, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή της επάρκειας του εν λόγω οργανισμού.

3.  Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που λαμβάνει στο πλαίσιο των εν λόγω ερευνών.

4.  Εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη με την οποία ζητεί από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της άρσης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.

Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 50 παράγραφος 2.

Άρθρο 38

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.  Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης κατά τα άρθρα 19 έως 24.

2.  Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά αναλογικό τρόπο, ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για οικονομικούς φορείς και ιδιώτες εισαγωγείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται από τα οικεία προϊόντα και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Εν προκειμένω, τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση των προϊόντων προς την παρούσα οδηγία.

3.  Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι ο κατασκευαστής ή ο ιδιώτης εισαγωγέας δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του παραρτήματος I ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων, ζητεί από τον κατασκευαστή ή τον ιδιώτη εισαγωγέα να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει βεβαίωση συμμόρφωσης.

4.  Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση της βεβαίωσης, ένας κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι προϊόν δεν συμμορφώνεται πλέον, απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί τη βεβαίωση, εφόσον απαιτείται.

5.  Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν βεβαίωση, κατά περίπτωση.

Άρθρο 39

Διαδικασία προσφυγής

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων του κοινοποιημένου οργανισμού.

Άρθρο 40

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.  Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα ακόλουθα:

α) άρνηση, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση πιστοποιητικού·

β) καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής και τους όρους της κοινοποίησης·

γ) τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς·

δ) εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, περιλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.  Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσης οδηγίας οργανισμούς, που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τα ίδια προϊόντα, τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 41

Ανταλλαγή εμπειριών

Η Επιτροπή μεριμνά για την ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 42

Συντονισμός κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι θεσμοθετείται κατάλληλος συντονισμός και συνεργασία μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσης οδηγίας και ότι αυτοί λειτουργούν σωστά με τη μορφή τομεακής ομάδας ή τομεακών ομάδων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ομάδας ή των εν λόγω ομάδων, απευθείας ή μέσω διορισθέντων αντιπροσώπων.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 43

Εποπτεία της αγοράς της Ένωσης και έλεγχος προϊόντων που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται στα προϊόντα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 44

Διαδικασία αντιμετώπισης των προϊόντων που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.  Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι προϊόν που διέπεται από την παρούσα οδηγία παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, την περιουσία ή το περιβάλλον, διενεργούν αξιολόγηση για το εν λόγω προϊόν που καλύπτει τις συναφείς απαιτήσεις της παρούσης οδηγίας. Οι σχετικοί οικονομικοί φορείς ή ο ιδιώτης εισαγωγέας συνεργάζονται κατά οποιονδήποτε αναγκαίο τρόπο με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Στην περίπτωση οικονομικού φορέα, εάν, κατά την εν λόγω αξιολόγηση, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσης οδηγίας, τότε ζητούν αμελλητί από τον οικείο οικονομικό φορέα να λάβει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα για να θέσει το προϊόν σε συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις ή να αποσύρει το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ανάλογου προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο αυτές ορίζουν.

Στην περίπτωση ιδιώτη εισαγωγέα, εάν, κατά την εν λόγω αξιολόγηση, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσης οδηγίας, ο ιδιώτης εισαγωγέας ενημερώνεται αμελλητί σχετικά με τα κατάλληλα ληπτέα διορθωτικά μέτρα για να θέσει το προϊόν σε συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις, να αναστείλει τη θέση του προϊόντος σε λειτουργία ή να αναστείλει τη χρήση του προϊόντος, ανάλογα με τη φύση του κινδύνου.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικώς τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ισχύει για τα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο και στο τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.  Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρήσουν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στο εθνικό τους έδαφος, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο σχετικός οικονομικός φορέας.

3.  Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλα τα προϊόντα που έχει θέσει σε κυκλοφορία στην αγορά σε όλη την Ένωση.

Ο ιδιώτης εισαγωγέας μεριμνά ώστε να λαμβάνονται τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα σε σχέση με το προϊόν που έχει εισαγάγει στην Ένωση για δική του χρήση.

4.  Εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας, εντός του χρονικού διαστήματος το οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, δεν λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν την κυκλοφορία του προϊόντος στην εθνική τους αγορά ή να αποσύρουν το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσουν.

Εάν ο ιδιώτης εισαγωγέας δεν λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν τη θέση του προϊόντος σε λειτουργία, ή να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη χρήση του προϊόντος στο έδαφός τους.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.  Στις κατά την παράγραφο 4 πληροφορίες περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταυτοποίηση του μη συμμορφούμενου προϊόντος, την καταγωγή του, το είδος της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, το χαρακτήρα και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και οι απόψεις που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας ή ο ιδιώτης εισαγωγέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α) το προϊόν δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, την προστασία περιουσιών ή του περιβάλλοντος που ορίζονται στην παρούσα οδηγία· ή

β) υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 14 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.  Τα κράτη μέλη, πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου, ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του προϊόντος, και, σε περίπτωση διαφωνίας με κοινοποιημένο εθνικό μέτρο, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

7.  Εάν, εντός τριών μηνών από τη λήψη των κατά την παράγραφο 4 πληροφοριών, δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από κράτος μέλος ή από την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.  Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμελλητί τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά το σχετικό προϊόν, όπως απόσυρση του προϊόντος από την αγορά τους.

Άρθρο 45

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.  Εάν, κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 44 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν αντιρρήσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρήσει το εθνικό μέτρο αντίθετο με τη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) ή τον ιδιώτη εισαγωγέα και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που καθορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι ή όχι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) ή στον ιδιώτη εισαγωγέα.

2.  Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το μη συμμορφούμενο προϊόν αποσύρεται από τις αγορές τους. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το μέτρο.

3.  Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του προϊόντος αποδοθεί σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων κατά το άρθρο 44 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 46

Τυπική μη συμμόρφωση

1.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 44, οσάκις κράτος μέλος προβαίνει σε μία από τις ακόλουθες διαπιστώσεις, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα ή τον ιδιώτη εισαγωγέα να θέσει τέλος στη σχετική μη συμμόρφωση:

α) η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 16, του άρθρου 17 ή του άρθρου 18·

β) δεν έχει τεθεί η σήμανση CE, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17·

γ) δεν έχει συνταχθεί η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή η δήλωση που αναφέρεται στο παράρτημα III·

δ) δεν έχει συνταχθεί ορθά η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή η δήλωση που αναφέρεται στο παράρτημα III·

ε) ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

στ) οι πληροφορίες του άρθρου 7 παράγραφος 6 ή του άρθρου 9 παράγραφος 3 απουσιάζουν, είναι ψευδείς ή ελλιπείς·

ζ) δεν πληρούται οποιαδήποτε άλλη διοικητική απαίτηση του άρθρου 7 ή του άρθρου 9.

2.  Εάν η μη συμμόρφωση κατά την παράγραφο 1 εξακολουθήσει να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει την κυκλοφορία του προϊόντος στην αγορά ή να μεριμνήσει ώστε αυτό να ανακληθεί ή να αποσυρθεί από την αγορά ή, όταν πρόκειται για προϊόν που έχει εισαχθεί από ιδιώτη εισαγωγέα για ιδία χρήση, να απαγορευθεί ή να περιοριστεί η χρήση του.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 47

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48 για να τροποποιεί τα ακόλουθα:

α) προκειμένου να ληφθούν υπόψη η πρόοδος των τεχνικών γνώσεων και τα νέα επιστημονικά δεδομένα:

▼C1

i) το παράρτημα Ι μέρος Β τμήμα 2 σημεία 2.3, 2.4 και 2.5, το παράρτημα Ι μέρος Β τμήμα 3 και το παράρτημα Ι μέρος Γ τμήμα 3·

▼B

ii) τα παραρτήματα VII και IX· και

β) το παράρτημα V προκειμένου να ληφθούν υπόψη η πρόοδος των τεχνικών γνώσεων, η επάρκεια της διασφάλισης ισοδύναμης συμμόρφωσης και τα νέα επιστημονικά δεδομένα.

Άρθρο 48

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.  Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.  Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 47 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 17 Ιανουαρίου 2014. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση παρατείνεται σιωπηρώς για περιόδους ίσης διαρκείας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλουν αντιρρήσεις κατά της παράτασης το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.  Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 47 είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμήν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση περί ανακλήσεως τερματίζει την εξουσιοδότηση που καθορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η ανάκληση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Δεν επηρεάζει την ισχύ των τυχόν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.

4.  Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.  Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 47 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν προβάλουν ενστάσεις εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν ενστάσεις. Η προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 49

Εκτελεστικές πράξεις

1.  Προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η πρόοδος των τεχνικών γνώσεων και να διασφαλίζεται ομοιόμορφη εφαρμογή της οδηγίας, η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις καθορίζοντας κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα ακόλουθα:

α) λεπτομερείς διαδικασίες για την εφαρμογή του άρθρου 24, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές ανάγκες αξιολόγησης της συμμόρφωσης των προϊόντων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία·

β) τη λεπτομερή εφαρμογή των κατηγοριών σχεδιασμού σκαφών που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Α σημείο 1, μεταξύ άλλων κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την ορολογία για τον καιρό και τις χρησιμοποιούμενες κλίμακες μέτρησης·

γ) λεπτομερείς διαδικασίες για την αναγνώριση σκαφών καθοριζόμενες στο παράρτημα I μέρος Α σημείο 2.1, μεταξύ άλλων για τη διευκρίνιση της ορολογίας, και την ανάθεση και διαχείριση των κωδικών του κατασκευαστή που χορηγούνται σε κατασκευαστές εγκατεστημένους εκτός της Ένωσης·

δ) τις πληροφορίες σχετικά με την πινακίδα του κατασκευαστή που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Α σημείο 2.2·

ε) την εφαρμογή των κανονισμών για τους φανούς ναυσιπλοΐας που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Α σημείο 5.7·

στ) ρυθμίσεις για την αποτροπή της απόρριψης ρύπων, ιδίως όσον αφορά τη λειτουργία δεξαμενών λυμάτων, που καθορίζονται στο παράρτημα I μέρος Α σημείο 5.8·

ζ) την εγκατάσταση και τη δοκιμή των συσκευών υγραερίου και των μονίμων εγκαταστάσεων υγραερίου στα σκάφη·

η) μορφή και περιεχόμενο των εγχειριδίων του ιδιοκτήτη·

θ) μορφή και περιεχόμενο του ερωτηματολογίου υποβολής εκθέσεων που οφείλουν να συμπληρώσουν τα κράτη μέλη, κατά το άρθρο 51.

Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 3.

2.  Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς λόγους επείγουσας ανάγκης, όταν ένα προϊόν παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων, την περιουσία ή το περιβάλλον, όσον αφορά τα στοιχεία α), β), ε), στ) και ζ) της παραγράφου 1, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 50 παράγραφος 4.

Άρθρο 50

Διαδικασία επιτροπής

1.  Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.  Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.  Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.  Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5.  Η γνώμη της επιτροπής ζητείται για κάθε θέμα για το οποίο απαιτείται διαβούλευση με τους τομεακούς εμπειρογνώμονες από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή τη νομοθεσία της Ένωσης.

6.  Η επιτροπή δύναται εξάλλου να εξετάζει οιοδήποτε άλλο θέμα σχετιζόμενο με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, το οποίο εγείρει ο Πρόεδρός της ή ο αντιπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 51

Υποβολή εκθέσεων

Έως τις 18 Ιανουαρίου 2021, και ανά πέντε έτη μετά από αυτή την ημερομηνία, τα κράτη μέλη συμπληρώνουν ερωτηματολόγιο που εκδίδει η Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Έως τις 18 Ιανουαρίου 2022, και ανά πέντε έτη μετά από αυτή την ημερομηνία, η Επιτροπή, βασιζόμενη στις απαντήσεις των κρατών μελών στο ερωτηματολόγιο του πρώτου εδαφίου, καταρτίζει και υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 52

Επανεξέταση

Έως τις 18 Ιανουαρίου 2022 η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τα ακόλουθα:

α) αν είναι τεχνικά εφικτή η περαιτέρω μείωση των εκπομπών των θαλάσσιων προωστικών κινητήρων και η θέσπιση απαιτήσεων για τις εκπεμπόμενες αναθυμιάσεις και τα συστήματα καυσίμων που εφαρμόζονται στους προωστικούς κινητήρες και συστήματα, λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική αποδοτικότητα των τεχνολογιών και την ανάγκη να συμφωνηθούν διεθνώς εναρμονισμένες τιμές στον τομέα αυτόν, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν σημαντικές πρωτοβουλίες της αγοράς· και

β) τον αντίκτυπο για την ενημέρωση των καταναλωτών και για τους κατασκευαστές, ιδίως τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, από τις κατηγορίες σχεδιασμού σκαφών που απαριθμούνται στο παράρτημα I, οι οποίες βασίζονται στην αντίσταση στην ισχύ του ανέμου και το σημαντικό ύψος κύματος, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στη διεθνή τυποποίηση. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει αξιολόγηση του κατά πόσον οι κατηγορίες σχεδιασμού σκαφών απαιτούν επιπλέον προδιαγραφές ή υποδιαιρέσεις, και προτείνει επιπλέον υποκατηγορίες, ανάλογα με την περίπτωση.

Οι εκθέσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β), συνοδεύονται από νομοθετικές προτάσεις, οσάκις ενδείκνυται.

Άρθρο 53

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις, οι οποίοι μπορούν να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις, οι οποίες επιβάλλονται για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογήν της παρούσας οδηγίας, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές και μπορούν να επαυξάνονται εάν ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας ή ιδιώτης εισαγωγέας έχει διαπράξει προηγουμένως παρόμοια παράβαση της παρούσας οδηγίας.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 54

Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο

1.  Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 18 Ιανουαρίου 2016, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν πάραυτα στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά από τις 18 Ιανουαρίου 2016. Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο της αναφοράς.

2.  Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των κύριων μέτρων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 55

Μεταβατική περίοδος

1.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά ή τη θέση σε λειτουργία των προϊόντων που καλύπτονται από την οδηγία 94/25/ΕΚ, τα οποία συμμορφώνονται με την εν λόγω οδηγία και τα οποία διατέθηκαν στην αγορά ή τέθηκαν σε λειτουργία πριν από τις 18 Ιανουαρίου 2017.

2.  Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά ή τη θέση σε λειτουργία εξωλέμβιων προωστικών κινητήρων βενζίνης ανάφλεξης με σπινθήρα με ισχύ ίση ή μικρότερη από 15 κιλοβάτ οι οποίοι πληρούν τα όρια εκπομπών καυσαερίων του σταδίου I που προβλέπονται στο παράρτημα I μέρος Β σημείο 2.1 και οι οποίοι κατασκευάστηκαν από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, όπως αυτές ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής ( 1 ), και διατέθηκαν στην αγορά πριν από τις 18 Ιανουαρίου 2020.

Άρθρο 56

Κατάργηση

Η οδηγία 94/25/ΕΚ καταργείται με ισχύ από τις 18 Ιανουαρίου 2016. Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 57

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 58

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

A.    Βασικές απαιτήσεις για τη σχεδίαση και την κατασκευή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1

1.   ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ



Κατηγορία σχεδιασμού

Ισχύς του ανέμου

(κλίμακα Μποφόρ)

Σημαντικό ύψος κύματος

(H ⅓, μέτρα)

A

άνω των 8

άνω των 4

B

έως και 8

έως και 4

Γ

έως και 6

έως και 2

Δ

έως και 4

έως και 0,3

Επεξηγηματικές σημειώσεις:

A. Τα σκάφη αναψυχής της κατηγορίας Α θεωρείται ότι είναι σχεδιασμένα για ανέμους ισχύος άνω των 8 μποφόρ και κύματος σημαντικού ύψους άνω των 4 μέτρων, χωρίς όμως να περιλαμβάνονται μη φυσιολογικές συνθήκες, όπως καταιγίδες, θύελλες, τυφώνες, ανεμοστρόβιλοι και ακραίες θαλάσσιες συνθήκες ή ανεξέλεγκτα κύματα.

B. Τα σκάφη αναψυχής της κατηγορίας Α θεωρείται ότι είναι σχεδιασμένα για ανέμους ισχύος μέχρι και 8 μποφόρ και κύματος σημαντικού ύψους μέχρι και 4 μέτρα.

Γ. Τα σκάφη αναψυχής της κατηγορίας Γ θεωρείται ότι είναι σχεδιασμένα για ανέμους ισχύος μέχρι και 6 μποφόρ και σημαντικού κύματος ύψους μέχρι και 2 μέτρα.

Δ. Τα σκάφη αναψυχής της κατηγορίας Δ θεωρείται ότι είναι σχεδιασμένα για ανέμους ισχύος μέχρι και 4 μποφόρ και σημαντικού ύψους κύματος μέχρι και 0,3 μέτρα, με περιστασιακά κύματα μέγιστου ύψους 0,5 μέτρων,.

Τα σκάφη κάθε κατηγορίας σχεδιασμού πρέπει να είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα κατά τρόπον ώστε να αντιμετωπίζουν τις προαναφερόμενες παραμέτρους, όσον αφορά την ευστάθεια, την άντωση και τις υπόλοιπες σχετικές βασικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και να έχουν ικανοποιητική συμπεριφορά όσον αφορά τη δυνατότητα χειρισμών.

2.   ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

2.1.    Αναγνωριστικά στοιχεία σκάφους

Κάθε σκάφος φέρει αναγνωριστικό αριθμό, ο οποίος περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

1. κωδικό της χώρας του κατασκευαστή·

2. ενιαίο κωδικό του κατασκευαστή, τον οποίο ορίζει η εθνική αρχή του κράτους μέλους·

3. μοναδικό αριθμό σειράς·

4. μήνα και έτος παραγωγής·

5. έτος μοντέλου.

Λεπτομερείς απαιτήσεις σχετικά με τον αναγνωριστικό αριθμό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο καθορίζονται στο σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο.

2.2.    Πινακίδα κατασκευαστή του σκάφους

Κάθε σκάφος φέρει πινακίδα μονίμως τοποθετημένη σε σημείο διαφορετικό από τον αναγνωριστικό αριθμό σκάφους, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:

α) το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το κατατεθέν εμπορικό σήμα του κατασκευαστή, καθώς και διεύθυνση επικοινωνίας·

β) τη σήμανση CE, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18·

γ) την κατηγορία σχεδιασμού του σκάφους σύμφωνα με το τμήμα 1·

δ) το μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο, το οποίο προκύπτει από το σημείο 3.6, χωρίς να περιλαμβάνεται το βάρος των περιεχομένων των σταθερών δεξαμενών όταν αυτές είναι γεμάτες·

ε) τον αριθμό επιβατών που συνιστά ο κατασκευαστής και για τον οποίο σχεδιάστηκε το σκάφος.

Στην περίπτωση αξιολόγησης μετά την κατασκευή, τα στοιχεία επικοινωνίας και τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α), περιλαμβάνονται τα στοιχεία επικοινωνίας και οι συστάσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που διενήργησε την αξιολόγηση της συμμόρφωσης.

2.3.    Μέσα προστασίας από πτώση στη θάλασσα και μέσα επανεπιβίβασης

Τα σκάφη σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε οι κίνδυνοι από πτώση στη θάλασσα να είναι οι ελάχιστοι δυνατοί και να διευκολύνεται η επανεπιβίβαση. Τα μέσα επανεπιβίβασης πρέπει να είναι διαθέσιμα ή να μπορεί να τα χρησιμοποιήσει ένα άτομο μέσα στο νερό χωρίς να χρειάζεται βοήθεια.

2.4.    Ορατότητα από την κύρια θέση του πηδαλίου

Η κύρια θέση του πηδαλίου των σκαφών αναψυχής προσφέρει στον χειριστή, υπό κανονικές συνθήκες χρήσης (ταχύτητα και φορτίο), καλή ορατότητα 360°.

2.5.    Εγχειρίδιο ιδιοκτήτη

Κάθε προϊόν είναι εφοδιασμένο με εγχειρίδιο ιδιοκτήτη σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 7 και το άρθρο 9 παράγραφος 4. Το εγχειρίδιο αυτό παρέχει όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την ασφαλή χρήση του προϊόντος εφιστώντας ιδιαιτέρως την προσοχή στην εγκατάσταση, τη συντήρηση, την τακτική λειτουργία, την πρόληψη των κινδύνων και τη διαχείριση των κινδύνων.

3.   ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

3.1.    Κατασκευή

Η επιλογή και ο συνδυασμός των υλικών και η κατασκευή εξασφαλίζουν ότι το σκάφος είναι επαρκώς ανθεκτικό από κάθε άποψη. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην κατηγορία σχεδιασμού του σύμφωνα με το τμήμα 1, και το μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6.

3.2.    Ευστάθεια και έξαλα

Το σκάφος έχει επαρκή ευστάθεια και έξαλα ανάλογα με την κατηγορία σχεδιασμού του σύμφωνα με το τμήμα 1, και το μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6.

3.3.    Άντωση και πλευστότητα

Το σκάφος είναι κατασκευασμένο κατά τρόπο που να έχει τα χαρακτηριστικά άντωσης που αρμόζουν στην κατηγορία σχεδιασμού του σύμφωνα με το τμήμα 1, και στο μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6. Όλα τα καμπινάτα σκάφη αναψυχής με πολλές γάστρες, τα οποία ενδέχεται να ανατραπούν, έχουν αρκετή άντωση για να επιπλέουν ακόμη και όταν έχουν ανατραπεί.

Τα σκάφη κάτω των 6 μέτρων μήκους τα οποία είναι πιθανό να κατακλυστούν όταν χρησιμοποιούνται κατά την κατηγορία σχεδιασμού τους διαθέτουν κατάλληλα μέσα ώστε να επιπλέουν ακόμα και όταν έχουν κατακλυστεί.

3.4.    Ανοίγματα στη γάστρα, το κατάστρωμα και την υπερκατασκευή

Τα ανοίγματα στη γάστρα, τα καταστρώματα και την υπερκατασκευή δεν αλλοιώνουν τη δομική ακεραιότητα του σκάφους ή τη στεγανότητά του, όταν είναι κλειστά.

Τα παράθυρα, τα φινιστρίνια, οι θύρες και καλύμματα καθεκτών (μπουκαπόρτες) αντέχουν στην πίεση του νερού που αναμένεται ότι θα ασκείται σε αυτά ανάλογα με τη θέση τους, καθώς και στα σημειακά φορτία τα οποία ασκούνται από το βάρος των ατόμων που κινούνται στο κατάστρωμα.

Τα συστήματα που διαπερνούν τη γάστρα και προορίζονται για τη διοχέτευση του νερού από και προς το εσωτερικό του, κάτω από την ίσαλο γραμμή η οποία αντιστοιχεί στο μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο σύμφωνα με το σημείο 3.6, εξοπλίζονται με ευπρόσιτα μέσα κλεισίματος.

3.5.    Κατάκλυση

Όλα τα σκάφη σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος βύθισης.

Κατά περίπτωση, δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στα εξής:

α) στους χώρους πηδαλιουχίας (κόκπιτ) και τα φρεάτια (χαβούζες), που πρέπει να αυτοεκκενώνονται από νερά ή να διαθέτουν άλλα μέσα που να εμποδίζουν το νερό να μπει στο εσωτερικό του σκάφους·

β) στα συστήματα εξαερισμού·

γ) στην απομάκρυνση του νερού με κατάλληλες αντλίες ή άλλα μέσα.

3.6.    Μέγιστο συνιστώμενο από τον κατασκευαστή φορτίο

Τα μέγιστα συνιστώμενα από τον κατασκευαστή φορτία [καύσιμα, νερό, προμήθειες, εξοπλισμός διαφόρων ειδών και επιβάτες (σε χιλιόγραμμα)] για τα οποία έχει σχεδιαστεί το σκάφος, καθορίζονται σύμφωνα με την κατηγορία σχεδιασμού του (τμήμα 1), την ευστάθεια και τα έξαλα (σημείο 3.2) και την άντωση και την πλευστότητα (σημείο 3.3).

3.7.    Στοιβασία πνευστής σωσίβιας σχεδίας

Σε όλα τα σκάφη αναψυχής κατηγορίας σχεδιασμού Α και Β, καθώς και στα σκάφη αναψυχής κατηγορίας σχεδιασμού Γ και Δ μήκους άνω των 6 μέτρων, προβλέπεται χώρος ή χώροι στοιβασίας για μια ή περισσότερες σωστικές σχεδίες αρκετά μεγάλες ώστε να δέχονται τον αριθμό επιβατών για τον οποίο έχει σχεδιαστεί να μεταφέρει το σκάφος αναψυχής. Ο χώρος ή οι χώροι στοιβασίας είναι εύκολα προσπελάσιμοι ανά πάσα στιγμή.

3.8.    Διαφυγή

Όλα τα καμπινάτα σκάφη αναψυχής με πολλές γάστρες, τα οποία ενδέχεται να ανατραπούν, είναι εξοπλισμένα με αποτελεσματικά μέσα διαφυγής σε περίπτωση ανατροπής. Σε περίπτωση υπάρχει μέσο διαφυγής που παρέχεται για χρήση σε ανεστραμμένη θέση, δεν πρέπει να θέτει σε κίνδυνο τη δομή (σημείο 3.1), την ευστάθεια (σημείο 3.2) ή την άντωση (σημείο 3.3) είτε το σκάφος αναψυχής είναι όρθιο είτε αντεστραμμένο.

Όλα τα καμπινάτα σκάφη πρέπει να είναι εξοπλισμένα με αποτελεσματικά μέσα διαφυγής σε περίπτωση πυρκαγιάς.

3.9.    Αγκυροβόληση, όρμιση και ρυμούλκηση

Όλα τα σκάφη, λαμβανομένης υπόψη της κατηγορίας σχεδιασμού τους και των χαρακτηριστικών τους, είναι εφοδιασμένα με ένα ή περισσότερα στερεά σημεία ή άλλα μέσα ικανά να δέχονται ασφαλώς τα φορτία αγκυροβόλησης, όρμισης και ρυμούλκησης.

4.   ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΧΕΙΡΙΣΜΩΝ

Ο κατασκευαστής εξασφαλίζει ότι το σκάφος έχει ικανοποιητική συμπεριφορά με τον πλέον ισχυρό προωστικό κινητήρα για τον οποίο το σκάφος έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί. Για όλους τους προωστικούς κινητήρες, η μέγιστη ονομαστική ισχύς αναγράφεται στο εγχειρίδιο ιδιοκτήτη.

5.   ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΑΦΟΥΣ

5.1.    Κινητήρες και μηχανοστάσια

5.1.1.    Εσωλέμβιοι κινητήρες

Όλοι οι εσωλέμβιοι κινητήρες είναι τοποθετημένοι σε ειδικό χώρο, κλειστό και απομονωμένο από τους χώρους διαμονής, και εγκατεστημένοι κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος έκρηξης ή εξάπλωσης πυρκαγιάς καθώς και οι κίνδυνοι από τοξικές αναθυμιάσεις, θερμότητα, θόρυβο ή κραδασμούς στους χώρους διαμονής.

Τα μέρη του κινητήρα και τα εξαρτήματα που απαιτούν συχνό έλεγχο και/ή συντήρηση είναι ευπρόσιτα.

Τα μονωτικά υλικά μέσα στο μηχανοστάσιο είναι άκαυστα.

5.1.2.    Αερισμός

Το μηχανοστάσιο αερίζεται. Η εισροή νερού στο μηχανοστάσιο από άνοιγμα πρέπει να είναι ελαχιστοποιημένη.

5.1.3.    Εκτεθειμένα μέρη

Τα εκτεθειμένα κινούμενα ή θερμαινόμενα μέρη του κινητήρα τα οποία θα μπορούσαν να προκαλέσουν τραυματισμό είναι προστατευμένα αποτελεσματικά, εκτός εάν ο κινητήρας προστατεύεται από κάλυπτρο ή από το περίβλημά του.

5.1.4.    Αιφνίδια εκκίνηση σε περίπτωση προωστικού κινητήρα

Κάθε εξωλέμβιος προωστικός κινητήρας συναρμοσμένος με οποιοδήποτε σκάφος φέρει μηχανισμό για να εμποδίζεται η αιφνίδια εκκίνηση, εκτός:

α) εάν ο κινητήρας αναπτύσσει στατική ώση μικρότερη από 500 Νewton (Ν)·

β) εάν ο κινητήρας έχει μηχανισμό στραγγαλιστικής δικλείδας για να περιορίζεται η ώση σε 500 Ν τη στιγμή της αιφνίδιας εκκίνησης.

5.1.5.    Ατομικό σκάφος χωρίς οδηγό

Τα ατομικά σκάφη σχεδιάζονται είτε με αυτόματο διακόπτη λειτουργίας του προωστικού κινητήρα είτε με αυτόματο διακόπτη που συνεπάγεται μειωμένη ταχύτητα και κυκλική προς τα εμπρός κίνηση όταν ο οδηγός κατέρχεται σκοπίμως από το σκάφος ή πέφτει στο νερό.

5.1.6.

Εξωλέμβιοι προωστικοί κινητήρες με μοχλό ελέγχου πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με μία διάταξη παύσης λειτουργίας έκτακτης ανάγκης, η οποία να μπορεί να συνδέεται με το χειριστή.

5.2.    Σύστημα καυσίμου

5.2.1.    Γενικά

Οι διατάξεις για τη φόρτωση των καυσίμων, οι δεξαμενές, ο αερισμός και οι διατάξεις τροφοδοσίας του καυσίμου σχεδιάζονται και τοποθετούνται κατά τρόπο ώστε ο κίνδυνος πυρκαγιάς να είναι ο ελάχιστος δυνατός.

5.2.2.    Δεξαμενές καυσίμου

Οι δεξαμενές καυσίμου, τα δίκτυα και οι εύκαμπτες σωληνώσεις είναι στερεωμένες και απομακρυσμένες ή προστατευμένες από κάθε σημαντική πηγή θερμότητας. Τα υλικά από τα οποία είναι κατασκευασμένες οι δεξαμενές και η μέθοδος κατασκευής τους είναι ανάλογα με τη χωρητικότητά τους και τον τύπο του καυσίμου.

Οι χώροι των δεξαμενών βενζίνης πρέπει να αερίζονται.

Η βενζίνη διατηρείται σε δεξαμενές που δεν αποτελούν μέρος της γάστρας και είναι:

α) προστατευμένες από τη φωτιά από οποιαδήποτε μηχανή και από κάθε άλλη πηγή ανάφλεξης·

β) απομονωμένες από τους χώρους διαμονής.

Οι δεξαμενές πετρελαίου ντίζελ μπορούν να είναι ενσωματωμένες στη γάστρα.

5.3.    Ηλεκτρικό σύστημα

Τα ηλεκτρικά συστήματα σχεδιάζονται και εγκαθίστανται κατά τρόπο που να εξασφαλίζεται η ορθή λειτουργία του σκάφους υπό κανονικές συνθήκες χρήσεως και να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος πυρκαγιάς και ηλεκτροπληξίας.

Όλα τα ηλεκτρικά κυκλώματα, εκτός από τα κυκλώματα εκκίνησης του κινητήρα που τροφοδοτούνται από συσσωρευτές, πρέπει να παραμένουν ασφαλή όταν εκτίθενται σε υπερφόρτωση.

Ηλεκτρικά κυκλώματα προώθησης δεν πρέπει να αλληλεπιδρούν με άλλα κυκλώματα κατά τρόπο ώστε κάποιο απ’ αυτά να πάψει να λειτουργεί όπως προβλέπεται.

Ο αερισμός είναι επαρκής ώστε να αποφεύγεται συγκέντρωση εκρηκτικών αερίων που ενδέχεται να εκπέμπουν οι συσσωρευτές. Οι συσσωρευτές είναι σταθερά στερεωμένοι και προστατευμένοι από εισροή νερού.

5.4.    Σύστημα πηδαλίου

5.4.1.    Γενικά

Τα συστήματα πηδαλίου σχεδιάζονται, κατασκευάζονται και εγκαθίστανται κατά τρόπο ώστε, υπό τις προβλεπόμενες συνθήκες λειτουργίας, να είναι δυνατή η μεταβίβαση των δυνάμεων χειρισμού του πηδαλίου.

5.4.2.    Συστήματα έκτακτης ανάγκης

Κάθε ιστιοπλοϊκό σκάφος αναψυχής και μη ιστιοπλοϊκό σκάφος αναψυχής με ένα και μόνο προωστικό κινητήρα και τηλελεγχόμενο σύστημα πλοήγησης είναι εξοπλισμένα με μέσο έκτακτης ανάγκης για την πλοήγηση του σκάφους αναψυχής σε χαμηλή ταχύτητα.

5.5.    Εγκαταστάσεις αερίου

Οι εγκαταστάσεις υγραερίου οικιακής χρήσεως διαθέτουν διατάξεις απαγωγής των ατμών υγραερίου και είναι σχεδιασμένες και τοποθετημένες κατά τρόπο ώστε να αποφεύγονται οι διαρροές και ο κίνδυνος έκρηξης και να είναι δυνατός ο έλεγχός τους σε περίπτωση διαρροών. Τα υλικά και τα συστατικά μέρη είναι κατάλληλα για το είδος υγραερίου που χρησιμοποιείται, έτσι ώστε να αντέχουν στις καταπονήσεις και τις συνθήκες που επικρατούν στο θαλάσσιο περιβάλλον.

Κάθε συσκευή υγραερίου προορίζεται από τον κατασκευαστή για την εφαρμογή για την οποία χρησιμοποιείται και εγκαθίσταται σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή. Κάθε συσκευή υγραερίου τροφοδοτείται από ιδιαίτερη διακλάδωση του συστήματος διανομής και κάθε κλάδος ελέγχεται από ιδιαίτερη διάταξη κλεισίματος. Εξασφαλίζεται επαρκής αερισμός για να αποφεύγεται ο κίνδυνος από διαρροές και προϊόντα καύσης.

Όλα τα σκάφη με μόνιμη εγκατάσταση υγραερίου είναι εξοπλισμένα με χώρο στον οποίο να είναι δυνατόν να τοποθετηθούν όλες οι φιάλες υγραερίου. Ο χώρος αυτός είναι απομονωμένος από τους χώρους διαμονής, είναι προσπελάσιμος μόνον απ’ έξω και αερίζεται προς τα έξω έτσι ώστε κάθε εκλυόμενο αέριο να διοχετεύεται πλήρως εκτός του σκάφους.

Ειδικότερα, κάθε μόνιμη εγκατάσταση υγραερίου υποβάλλεται σε δοκιμή αφού τοποθετηθεί.

5.6.    Πυροπροστασία

5.6.1.    Γενικά

Για το είδος του μονίμως εγκατεστημένου εξοπλισμού και για τον σχεδιασμό του σκάφους λαμβάνεται υπόψη ο κίνδυνος πυρκαγιάς και εξάπλωσής της. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στους χώρους που περιβάλλουν συσκευές με ανοικτές εστίες φλόγας, στους χώρους όπου αναπτύσσεται θερμότητα, στους κινητήρες και βοηθητικές μηχανές, στις υπερχειλίσεις ορυκτελαίων και καυσίμων, στις ακάλυπτες σωληνώσεις ορυκτελαίων και καυσίμων και ιδίως στην όδευση των ηλεκτρικών καλωδίων μακριά από πηγές θερμότητας και θερμές επιφάνειες.

5.6.2.    Πυροσβεστικός εξοπλισμός

Τα σκάφη είναι εφοδιασμένα με πυροσβεστικό εξοπλισμό ανάλογο με τον κίνδυνο πυρκαγιάς, ή αναγράφεται η θέση και η δυναμικότητα πυροσβεστικού εξοπλισμού ανάλογου με τον κίνδυνο πυρκαγιάς. Το σκάφος δεν τίθεται σε λειτουργία μέχρις ότου εγκατασταθεί ο ανάλογος πυροσβεστικός εξοπλισμός. Οι χώροι του βενζινοκινητήρα προστατεύονται από σύστημα κατάσβεσης πυρκαγιάς χωρίς να χρειάζεται άνοιγμα του χώρου σε περίπτωση πυρκαγιάς. Στα σκάφη όπου υπάρχουν φορητοί πυροσβεστήρες, οι οποίοι είναι εύκολα προσπελάσιμοι και ο ένας από αυτούς είναι τοποθετημένος σε θέση ευπρόσιτη από την κύρια θέση πηδαλιουχίας του σκάφους.

5.7.    Φανοί ναυσιπλοΐας, οπτικά και ηχητικά σήματα

Οι φανοί ναυσιπλοΐας, τα οπτικά και ηχητικά σήματα, αν υπάρχουν, τηρούν τους κανονισμούς COLREG 1972 (International Regulations for Preventing Collisions at Sea/Διεθνείς κανονισμοί για την αποφυγή συγκρούσεων στη θάλασσα) ή CEVNI (European Code for Interior Navigations for inland waterways/Ευρωπαϊκός κώδικας των πλωτών οδών εσωτερικής ναυσιπλοΐας), ανάλογα με την περίπτωση.

5.8.    Πρόληψη απόρριψης ρύπων στη θάλασσα και εγκαταστάσεις που διευκολύνουν την παράδοση των λυμάτων στην ξηρά

Τα σκάφη κατασκευάζονται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται κάθε ακούσια απόρριψη ρύπων στη θάλασσα (λάδια, καύσιμα κ.λπ.).

Στα σκάφη αναψυχής που είναι εξοπλισμένα με τουαλέτα, αυτή συνδέεται αποκλειστικά με σύστημα δεξαμενής συγκράτησης λυμάτων ή σύστημα επεξεργασίας λυμάτων.

Τα σκάφη αναψυχής με μονίμως εγκατεστημένες δεξαμενές λυμάτων διαθέτουν τυποποιημένη σύνδεση αποχέτευσης ώστε να είναι δυνατή η σύνδεση των σωλήνων των εγκαταστάσεων υποδοχής με τον αποχετευτικό αγωγό του σκάφους αναψυχής.

Επίσης, κάθε σωλήνας αποχέτευσης ανθρωπίνων λυμάτων που διαπερνά τη γάστρα είναι εφοδιασμένος με επιστόμια που να είναι δυνατό να σφραγιστούν στη θέση «κλειστό».

B.    Βασικές απαιτήσεις για τις εκπομπές καυσαερίων από προωστικούς κινητήρες

Οι προωστικοί κινητήρες πληρούν τις ουσιώδεις απαιτήσεις για τις εκπομπές καυσαερίων που ορίζονται στο παρόν μέρος.

1.   ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΡΟΩΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΤΗΡΑ

1.1. Σε κάθε κινητήρα αναγράφονται ευκρινώς οι ακόλουθες ενδείξεις:

α) όνομα, καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή κατατεθέν εμπορικό σήμα και διεύθυνση επικοινωνίας του κατασκευαστή του κινητήρα· και, κατά περίπτωση, το όνομα και τη διεύθυνση επικοινωνίας του προσαρμόζοντας τον κινητήρα·

▼C1

β) τύπος κινητήρα και, κατά περίπτωση, οικογένεια κινητήρων·

▼B

γ) μοναδικός αριθμός σειράς του κινητήρα·

δ) η σήμανση CE, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18.

1.2. Οι ενδείξεις που αναφέρονται στο σημείο 1.1., πρέπει να διαρκούν καθ’ όλο τον συνήθη κύκλο ζωής του κινητήρα και να είναι ευανάγνωστες και ανεξίτηλες. Εάν χρησιμοποιούνται ετικέτες ή πινακίδες, πρέπει να είναι προσαρμοσμένες κατά τρόπο ώστε να μένουν στερεωμένες καθ’ όλο τον συνήθη κύκλο ζωής του κινητήρα και να μην είναι δυνατόν να αφαιρεθούν χωρίς να καταστραφούν ή να παραμορφωθούν.

1.3. Οι ενδείξεις αυτές στερεώνονται σε τμήμα του κινητήρα το οποίο είναι απαραίτητο για την κανονική λειτουργία του και, κατά κανόνα, δεν χρειάζεται αντικατάσταση κατά τη διάρκεια της ζωής του κινητήρα.

1.4. Οι ενδείξεις αυτές είναι τοποθετημένες κατά τρόπο ώστε να είναι άμεσα ορατές μετά τη συναρμολόγηση του κινητήρα με όλα τα συστατικά μέρη που είναι αναγκαία για τη λειτουργία του.

2.   ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΚΑΥΣΑΕΡΙΩΝ

Οι προωστικοί κινητήρες είναι σχεδιασμένοι, κατασκευασμένοι και συναρμολογημένοι κατά τέτοιο τρόπο ώστε, με σωστή εγκατάσταση και κανονική χρήση, οι εκπομπές να μην υπερβαίνουν τις οριακές τιμές κατά τον πίνακα 1 σημείο 2.1 και κατά τους πίνακες 2 και 3 σημείο 2.2.:

2.1.

Τιμές που ισχύουν για τους σκοπούς του άρθρου 55 παράγραφος 2 και του πίνακα 2 του σημείου 2.2:



Πίνακας 1

(g/kWh)

Τύπος

Μονοξείδιο του άνθρακα

image

Υδρογονάνθρακες

image

Οξείδια του αζώτου

NOx

Σωματίδια

PT

 

A

B

n

A

B

n

 

 

Δίχρονος με ανάφλεξη με σπινθήρα

150,0

600,0

1,0

30,0

100,0

0,75

10,0

Άνευ αντικειμένου

Τετράχρονος με ανάφλεξη με σπινθήρα

150,0

600,0

1,0

6,0

50,0

0,75

15,0

Άνευ αντικειμένου

Ανάφλεξη με συμπίεση

5,0

0

0

1,5

2,0

0,5

9,8

1,0

Όπου Α, Β και n είναι σταθερές σύμφωνα με τον πίνακα, PN είναι η ονομαστική ισχύς του κινητήρα σε kW.

2.2.

Τιμές που ισχύουν από τη 18η Ιανουαρίου 2016:



Πίνακας 2

Οριακές εκπομπές καυσαερίων από κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση (CI) (++)

Όγκος σάρωσης κυλίνδρου:

SV

(L/cyl)

Ονομαστική ισχύς κινητήρα PN

(kW)

Σωματίδια

PT

(g/kWh)

Υδρογονάνθρακες + οξείδια του αζώτου

image

(g/kWh)

image

image

Οι τιμές που αναφέρονται στον πίνακα 1

image  (+)

0,30

4,7

image

0,15

5,8

image

image

0,14

5,8

image

0,12

5,8

image

0,12

5,8

image

0,11

5,8

+  Εναλλακτικά, οι κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση με ονομαστική ισχύ ίση ή μεγαλύτερη των 37 kW και μικρότερη των 75 kW και με όγκο σάρωσης κυλίνδρου μικρότερο των 0,9 L/cyl (λίτρα/κύλινδρο) δεν υπερβαίνουν το όριο εκπομπών σωματιδίων (PT) των 0,20 g/kWh και το όριο συνδυασμένων εκπομπών

image

των 5,8 g/kWh.

++  Κάθε κινητήρας ανάφλεξης με συμπίεση δεν υπερβαίνει το όριο εκπομπών μονοξειδίου του άνθρακα (CO) των 5,0 g/kWh.



Πίνακας 3

Οριακές εκπομπές καυσαερίων από κινητήρες ανάφλεξης με σπινθήρα (SI)

Τύπος κινητήρα

Ονομαστική ισχύς

κινητήρα PN

(kW)

Μονοξείδιο του άνθρακα

CO

(g/kWh)

Υδρογονάνθρακες + οξείδια του αζώτου

image

(g/kWh)

Εσω/εξωλέμβιοι κινητήρες και εσωλέμβιοι κινητήρες

image

75

5

image

350

16

image

350

22

Εσωλέμβιοι κινητήρες και κινητήρες ατομικών σκαφών

image

image

30

image

image

image

image

300

image

2.3.

Κύκλοι δοκιμών:

Κύκλοι δοκιμών και συντελεστές στάθμισης που πρέπει να εφαρμόζονται:

Χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις του προτύπου ISO 8178-4:2007 και λαμβάνονται υπόψη οι τιμές που καθορίζονται στον παρακάτω πίνακα.

Για μεταβλητών στροφών κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση εφαρμόζεται ο κύκλος δοκιμών Ε1 ή Ε5 ή, εναλλακτικά, για άνω των 130 kW, είναι δυνατόν να εφαρμόζεται ο κύκλος δοκιμών E3. Για μεταβλητών στροφών κινητήρες ανάφλεξης με σπινθήρα, εφαρμόζεται ο κύκλος δοκιμών Ε4.



Κύκλος E1, αριθμός σταδίου

1

2

3

4

5

Στροφές

Ονομαστικός αριθμός στροφών

Ενδιάμεσος αριθμός στροφών

Χαμηλές στροφές βραδυπορίας

Ροπή, %

100

75

75

50

0

Συντελεστής στάθμισης

0,08

0,11

0,19

0,32

0,3

Στροφές

Ονομαστικός αριθμός στροφών

Ενδιάμεσος αριθμός στροφών

Χαμηλές στροφές βραδυπορίας

Κύκλος E3, αριθμός σταδίου

1

2

3

4

 

Στροφές, %

100

91

80

63

 

Ισχύς, %

100

75

50

25

 

Συντελεστής στάθμισης

0,2

0,5

0,15

0,15

 

Κύκλος E4, αριθμός σταδίου

1

2

3

4

5

Στροφές, %

100

80

60

40

Στροφές βραδυπορίας

Ροπή, %

100

71,6

46,5

25,3

0

Συντελεστής στάθμισης

0,06

0,14

0,15

0,25

0,40

Κύκλος E5, αριθμός σταδίου

1

2

3

4

5

Στροφές, %

100

91

80

63

Στροφές βραδυπορίας

Ισχύς, %

100

75

50

25

0

Συντελεστής στάθμισης

0,08

0,13

0,17

0,32

0,3

Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί δύνανται να αποδέχονται δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν με βάση άλλους κύκλους δοκιμών που καθορίζονται σε εναρμονισμένο πρότυπο και, κατά περίπτωση, για τον κύκλο χρήσης του κινητήρα.

2.4.

Εφαρμογή της οικογένειας προωστικών κινητήρων και επιλογή μητρικού προωστικού κινητήρα

Ο κατασκευαστής κινητήρων είναι υπεύθυνος για να καθορίσει ποιοι κινητήρες από το φάσμα του πρέπει να περιληφθούν σε μια οικογένεια κινητήρων.

Από οικογένεια κινητήρων επιλέγεται μητρικός κινητήρας με τρόπο ώστε τα χαρακτηριστικά των εκπομπών του να είναι αντιπροσωπευτικά για όλους τους κινητήρες της συγκεκριμένης οικογένειας κινητήρων. Κατά κανόνα επιλέγεται ως ο μητρικός κινητήρας της οικογένειας κινητήρων ο κινητήρας του οποίου τα χαρακτηριστικά αναμένεται να έχουν ως αποτέλεσμα τις υψηλότερες ειδικές τιμές εκπομπών (εκφραζόμενες σε g/kWh), όταν μετρούνται με τον εφαρμοστέο κύκλο δοκιμής.

2.5.

Καύσιμο δοκιμής

Για τις δοκιμές εκπομπών καυσαερίων χρησιμοποιούνται καύσιμα δοκιμών που πληρούν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:



Βενζίνη

Ιδιότητα

RF-02-99

Αμόλυβδη

RF-02-03

Αμόλυβδη

 

min

max

min

max

Αριθμός οκτανίων έρευνας (RON):

95

95

Αριθμός οκτανίων κινητήρα (MON)

85

85

Πυκνότητα στους 15 °C (kg/m3)

748

762

740

754

Αρχικό σημείο ζέσεως (°C)

24

40

24

40

Κλάσμα μάζας θείου (mg/kg)

100

10

Περιεκτικότητα σε μόλυβδο (mg/l)

5

5

Τάση ατμών κατά Reid (kPa)

56

60

Τάση ατμών (DVPE) (kPa)

56

60

Ντίζελ

Ιδιότητα

RF-06-99

RF-06-03

 

min

max

min

max

Αριθμός κετανίων

52

54

52

54

Πυκνότητα στους 15 °C (kg/m3)

833

837

833

837

Τελικό σημείο ζέσεως (°C)

370

370

Σημείο ανάφλεξης (°C)

55

55

Κλάσμα μάζας θείου (mg/kg)

πρέπει να δηλωθεί

300 (50)

10

Κλάσμα μάζας τέφρας (%)

πρέπει να δηλωθεί

0,01

0,01

Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί δύνανται να αποδέχονται δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν με βάση άλλα καύσιμα δοκιμών που καθορίζονται σε εναρμονισμένο πρότυπο.

3.   ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ

Ο κατασκευαστής του κινητήρα παρέχει οδηγίες εγκατάστασης και συντήρησης, οι οποίες, εφόσον τηρούνται, εξασφαλίζουν ότι ο κινητήρας θα εξακολουθήσει να τηρεί τα όρια που καθορίζονται στα σημεία 2.1 και 2.2 καθ’ όλη τη συνήθη διάρκεια ζωής του και υπό κανονικές συνθήκες χρήσης.

Ο κατασκευαστής του κινητήρα λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές από προηγούμενες δοκιμές αντοχής βάσει κανονικών κύκλων λειτουργίας, και με υπολογισμό της καταπόνησης των συστατικών μερών, ώστε να μπορεί να εκπονήσει και να εκδώσει τις αναγκαίες οδηγίες συντήρησης μαζί με κάθε νέο κινητήρα που διατίθεται για πρώτη φορά στην αγορά.

Η συνήθης διάρκεια ζωής του κινητήρα έχει ως ακολούθως:

α) για κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση: 480 ώρες λειτουργίας ή δέκα έτη, όποιο εκ των δύο προηγηθεί·

β) για εσωλέμβιους ή εσω/εξωλέμβιους κινητήρες με ή χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση, ονομαστικής ισχύος PN:

i) για την κατηγορία κινητήρα
image : 480 ώρες λειτουργίας ή δέκα έτη, όποιο εκ των δύο προηγηθεί,

ii) για κινητήρες της κατηγορίας
image : 150 ώρες λειτουργίας ή τρία έτη, όποιο εκ των δύο προηγηθεί,

iii) για την κατηγορία κινητήρα
image : 50 ώρες λειτουργίας ή ένα έτος, όποιο εκ των δύο προηγηθεί·

γ) για κινητήρες ατομικών σκαφών: 350 ώρες λειτουργίας ή πέντε έτη, όποιο εκ των δύο προηγηθεί·

δ) για εξωλέμβιους κινητήρες: 350 ώρες λειτουργίας ή δέκα έτη, όποιο εκ των δύο προηγηθεί.

4.   ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ

Κάθε κινητήρας συνοδεύεται από εγχειρίδιο ιδιοκτήτη σε γλώσσα ή γλώσσες εύκολα κατανοητές από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως ορίζει το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να διατεθεί ο κινητήρας.

Το εγχειρίδιο ιδιοκτήτη:

α) περιέχει οδηγίες για την εγκατάσταση, τη χρήση και τη συντήρηση που απαιτούνται για να εξασφαλίζεται η ορθή λειτουργία του κινητήρα ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις του τμήματος 3 (ανθεκτικότητα)·

β) δηλώνεται η ισχύς του κινητήρα που μετριέται σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο.

Γ.    Βασικές απαιτήσεις για τις εκπομπές θορύβου

Τα σκάφη αναψυχής με εσωλέμβιους ή εσω/εξωλέμβιους κινητήρες χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση, τα ατομικά σκάφη και οι εξωλέμβιοι κινητήρες, καθώς και οι εσω/εξωλέμβιοι κινητήρες με ενσωματωμένη εξάτμιση πληρούν τις ουσιώδεις απαιτήσεις για τις εκπομπές θορύβου που καθορίζονται στο παρόν μέρος.

1.   ΣΤΑΘΜΕΣ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΘΟΡΥΒΟΥ

1.1. Τα σκάφη αναψυχής με εσωλέμβιους ή εσω/εξωλέμβιους κινητήρες χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση, τα ατομικά σκάφη και οι εξωλέμβιοι κινητήρες, καθώς και οι εσω/εξωλέμβιοι κινητήρες με ενσωματωμένη εξάτμιση σχεδιάζονται, κατασκευάζονται και συναρμολογούνται κατά τρόπο ώστε οι εκπομπές θορύβου να μην υπερβαίνουν τις οριακές τιμές του ακόλουθου πίνακα:



Ονομαστική ισχύς κινητήρα

(ένας κινητήρας)

Σε kW

Ανώτατη Στάθμη Ηχητικής Πίεσης = LpASmax

Σε dB

image

67

image

72

image

75

όπου: PN = ονομαστική ισχύς σε kW ενός κινητήρα σε ονομαστικό αριθμό στροφών και LpASmax = ανώτατη στάθμη ηχητικής πίεσης σε dB.

Για τις μονάδες με δίδυμους ή πολλαπλούς κινητήρες οιουδήποτε τύπου επιτρέπεται να εφαρμόζεται ανοχή 3 dB.

1.2. Ως εναλλακτική λύση για τις δοκιμές μέτρησης του ήχου, τα σκάφη αναψυχής με εσωλέμβιο ή εσω/εξωλέμβιο κινητήρα, με ή χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση, θεωρείται ότι πληρούν τις απαιτήσεις για το θόρυβο που καθορίζονται στο σημείο 1.1 εάν έχουν τιμή Froude ≤ 1,1 και λόγο ισχύος/εκτοπίσματος ≤ 40 και εάν ο κινητήρας και το σύστημα εξάτμισης είναι εγκατεστημένα σύμφωνα με τις προδιαγραφές του κατασκευαστή του κινητήρα.

1.3. Η «τιμή Froude» Fn υπολογίζεται ως το πηλίκον της μέγιστης ταχύτητας του σκάφους αναψυχής V (m/s) διά της τετραγωνικής ρίζας του γινομένου του μήκους ισάλου lwl (m) και της σταθεράς της επιτάχυνσης της βαρύτητας, g, από 9,8 m/s2.

image

Ο λόγος «ισχύος/εκτοπίσματος» υπολογίζεται ως το πηλίκον της ονομαστικής ισχύος του κινητήρα PN (σε kW) προς το εκτόπισμα του σκάφους αναψυχής (σε τόνους).

image

2.   ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗ

Για τα σκάφη αναψυχής με εσωλέμβιους κινητήρες ή εσω/εξωλέμβιους κινητήρες με ή χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση και τα ατομικά σκάφη, το εγχειρίδιο ιδιοκτήτη που απαιτείται σύμφωνα με το μέρος A σημείο 2.5 περιλαμβάνει τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διατήρηση του σκάφους αναψυχής και του συστήματος εξάτμισης σε κατάσταση που, στο μέτρο του εφικτού, θα εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες οριακές τιμές θορύβου υπό κανονικές συνθήκες χρήσης.

Για τους εξωλέμβιους κινητήρες, το εγχειρίδιο ιδιοκτήτη που απαιτείται σύμφωνα με το μέρος Β τμήμα 4 περιέχει τις αναγκαίες οδηγίες για τη διατήρηση του εξωλέμβιου κινητήρα σε κατάσταση που, στο μέτρο του εφικτού, θα εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις καθοριζόμενες οριακές τιμές θορύβου υπό κανονικές συνθήκες χρήσης.

3.   ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ

Οι διατάξεις περί ανθεκτικότητας στο τμήμα 3 του μέρους Β εφαρμόζονται αναλογικά στη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις σχετικά με τις εκπομπές θορύβου που καθορίζονται στο τμήμα 1 του παρόντος μέρους.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΜΕΡΗ ΤΟΥ ΣΚΑΦΟΥΣ

1. Προστατευμένο έναντι ανάφλεξης σύστημα για εσωλέμβιους και εσω/εξωλέμβιους βενζινοκινητήρες και χώρους δεξαμενών βενζίνης·

2. προστατευτικό σύστημα έναντι αιφνίδιας εκκινήσεως σε εξωλέμβιους κινητήρες·

3. ρόδες πηδαλίου, μηχανισμοί κινήσεως πηδαλίου και συρματόσχοινα·

4. δεξαμενές καυσίμου προοριζόμενες για μόνιμη εγκατάσταση και εύκαμπτες σωληνώσεις καυσίμου·

5. προκατασκευασμένοι καθέκτες (μπουκαπόρτες) και φινιστρίνια.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗ Ή ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΕΑ ΤΟΥ ΗΜΙΤΕΛΟΥΣ ΣΚΑΦΟΥΣ (ΑΡΘΡΟ 6 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2)

Η δήλωση του κατασκευαστή ή του εγκατεστημένου στην Ένωση εισαγωγέα, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2, περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α) την επωνυμία και τη διεύθυνση του κατασκευαστή·

β) την επωνυμία και τη διεύθυνση του εγκατεστημένου στην Ένωση εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου τού κατασκευαστή ή ενδεχομένως του υπευθύνου για τη διάθεση στην αγορά·

γ) περιγραφή του ημιτελούς σκάφους·

δ) δήλωση ότι το ημιτελές σκάφος πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις που ισχύουν σε αυτό το στάδιο κατασκευής· στη δήλωση αυτή αναφέρονται τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα που χρησιμοποιήθηκαν ή οι προδιαγραφές με βάση τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση στο στάδιο κατασκευής που βρίσκεται· επιπλέον, η δήλωση προορίζεται να συμπληρωθεί από άλλα νομικά ή φυσικά πρόσωπα για την πλήρη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ xxxxx ( 2 )

1. Αριθ. xxxxx (Προϊόν: αριθμός προϊόντος, παρτίδας, τύπου ή σειράς):

2. Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του [Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος πρέπει επίσης να αναφέρει την εταιρική επωνυμία και τη διεύθυνση του κατασκευαστή] ή του ιδιώτη εισαγωγέα.

3. Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή ή του ιδιώτη εισαγωγέα ή του προσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 3 ή 4 της οδηγίας 2013/53/ΕΕ.

4. Στόχος της δήλωσης (ταύτιση προϊόντος που καθιστά δυνατή την ιχνηλασιμότητα. Μπορεί να περιλαμβάνει φωτογραφία, κατά περίπτωση):

5. Το αντικείμενο της δήλωσης που περιγράφεται στο σημείο 4 συμμορφώνεται με τη συναφή ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6. Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν ή μνεία των άλλων τεχνικών προδιαγραφών σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7. Όπου συντρέχει περίπτωση, ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) … πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) … και εξέδωσε τη βεβαίωση:

8. Τα στοιχεία του υπογράφοντος, εξουσιοδοτημένου να δεσμεύει τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του

9. Συμπληρωματικές πληροφορίες:

Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ περιλαμβάνει βεβαίωση του κατασκευαστή του προωστικού κινητήρα και βεβαίωση του προσαρμόζοντος κινητήρα σύμφωνα με τα στοιχεία β) και γ) του άρθρου 6 παράγραφος 4 ότι:

α) όταν εγκατασταθεί σε σκάφος, σύμφωνα με τις οδηγίες εγκατάστασης που συνοδεύουν τον κινητήρα, ο κινητήρας θα πληροί:

i) τις απαιτήσεις εκπομπών καυσαερίων της παρούσας οδηγίας·

ii) τα όρια της οδηγίας 97/68/ΕΚ όσον αφορά τους κινητήρες οι οποίοι έχουν λάβει έγκριση τύπου σύμφωνα με την οδηγία 97/68/ΕΚ και πληρούν τα όρια εκπομπών του σταδίου IIIA, του σταδίου IIIB ή του σταδίου IV για τους κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση προς χρήση σε άλλες εφαρμογές εκτός από την πρόωση πλοίων εσωτερικής ναυσιπλοΐας, σιδηροδρομικών μηχανών και αυτοκινηταμαξών, όπως προβλέπεται στο παράρτημα I σημείο 4.1.2 της εν λόγω οδηγίας· ή

iii) τα όρια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 595/2009 όσον αφορά τους κινητήρες οι οποίοι έχουν λάβει έγκριση τύπου σύμφωνα με αυτόν τον κανονισμό.

Ο κινητήρας δεν πρέπει να τεθεί σε λειτουργία μέχρις ότου το σκάφος στο οποίο πρόκειται να εγκατασταθεί δηλωθεί, εφόσον απαιτείται, ότι πληροί τις σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Αν ο κινητήρας έχει διατεθεί στην αγορά κατά τη διάρκεια της πρόσθετης μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 55 παράγραφος 2, στη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ περιλαμβάνεται σχετική μνεία.

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης)

(όνομα, θέση) (υπογραφή)




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΙΣΟΔΥΝΑΜΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ (ΕΝΌΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΌΓΗΣΗ ΜΕΤΆ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΉ)

1.

Η συμμόρφωση με βάση αξιολόγηση μετά την κατασκευή είναι η διαδικασία αξιολόγησης της ισοδύναμης συμμόρφωσης προϊόντος για το οποίο ο κατασκευαστής δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του προϊόντος προς την οδηγία, με την οποία το αναφερόμενο στο άρθρο 19 παράγραφος 2, 3 ή 4 φυσικό ή νομικό πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν στην αγορά ή το θέτει σε λειτουργία αναλαμβάνει την ευθύνη για την ισοδύναμη συμμόρφωση του προϊόντος. Αυτό το πρόσωπο πρέπει να πληροί τις υποχρεώσεις που ορίζονται στα σημεία 2 και 4 και βεβαιώνει και δηλώνει με αποκλειστική του ευθύνη ότι το εν λόγω προϊόν, το οποίο έχει υπαχθεί στις διατάξεις του σημείου 3, πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.

Το πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν στην αγορά ή το θέτει σε λειτουργία υποβάλλει σε κοινοποιημένο οργανισμό αίτηση για αξιολόγηση του προϊόντος μετά την κατασκευή του και παρέχει στον κοινοποιημένο οργανισμό τα έγγραφα και τον τεχνικό φάκελο που καθιστούν δυνατόν να αξιολογήσει ο κοινοποιημένος οργανισμός τη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και κάθε διαθέσιμη πληροφορία σχετικά με τη χρήση του προϊόντος μετά την πρώτη του θέση σε λειτουργία.

Το πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν στην αγορά ή το θέτει σε λειτουργία φυλάσσει τα έγγραφα αυτά και τις πληροφορίες στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί δέκα έτη από την αξιολόγηση της ισοδύναμης συμμόρφωσης του προϊόντος σύμφωνα με τη διαδικασία αξιολόγησης μετά την κατασκευή.

3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει το μεμονωμένο προϊόν και προβαίνει σε υπολογισμούς, τις δοκιμές και άλλες αξιολογήσεις, στο βαθμό που απαιτείται για να εξασφαλιστεί ότι αποδεικνύεται η ισοδύναμη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσης οδηγίας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει και να εκδίδει βεβαίωση και τη σχετική έκθεση αξιολόγηση της συμμόρφωσης και φυλάσσει αντίγραφο της βεβαίωσης και της σχετικής έκθεσης αξιολόγησης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από την έκδοση των εν λόγω εγγράφων.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός θέτει, ή φροντίζει να τεθεί, με ευθύνη του, ο αναγνωριστικός του αριθμός πλησίον της σήμανσης CE σε κάθε εγκεκριμένο προϊόν.

Σε περίπτωση που το αξιολογούμενο προϊόν είναι σκάφος, ο κοινοποιημένος οργανισμός θέτει, υπ’ ευθύνη του, τον αναγνωριστικό αριθμό του σκάφους που αναφέρεται στο παράρτημα I μέρος Α σημείο 2.1, στον οποίο το πεδίο για τον κωδικό της χώρας του κατασκευαστή χρησιμοποιείται για να δηλώνεται η χώρα όπου είναι εγκατεστημένος ο κοινοποιημένος οργανισμός και τα πεδία για τον μοναδικό κωδικό κατασκευαστή που χορηγείται από την εθνική αρχή του κράτους μέλους ►C2  για να δηλώνεται ο κωδικός αναγνώρισης της αξιολόγησης μετά την κατασκευή που χορηγήθηκε στον κοινοποιημένο οργανισμό, ακολουθούμενος από τον αύξοντα αριθμό ◄ της βεβαίωσης αξιολόγησης. Τα πεδία του αναγνωριστικού αριθμού του σκάφους που αντιστοιχούν στο μήνα και το έτος παραγωγής και στο έτος του μοντέλου χρησιμοποιούνται για να δηλώνεται ο μήνας και το έτος της αξιολόγησης μετά την κατασκευή.

4.

Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσησ ΕΕ

4.1. Το πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν στην αγορά ή το θέτει σε λειτουργία θέτει τη σήμανση CE και, υπό την ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο τμήμα 3, τον αριθμό μητρώου του τελευταίου στο προϊόν το οποίο ο κοινοποιημένος οργανισμός έχει αξιολογήσει και του οποίου έχει πιστοποιήσει την ισοδύναμη συμμόρφωση προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.2. Το πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν στην αγορά ή το θέτει σε λειτουργία συντάσσει και βεβαίωση συμμόρφωσης ΕΕ και φυλάσσει τη βεβαίωση στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από την ημερομηνία έκδοσης της βεβαίωσης αξιολόγησης μετά την κατασκευή. Η δήλωση συμμόρφωσης ταυτοποιεί το προϊόν για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές, εφόσον το ζητήσουν, διατίθεται αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

4.3. Σε περίπτωση που το αξιολογούμενο προϊόν είναι σκάφος, το πρόσωπο που διαθέτει το σκάφος στην αγορά ή το θέτει σε λειτουργία τοποθετεί την πινακίδα του κατασκευαστή που περιγράφεται στο παράρτημα I μέρος Α σημείο 2.2, η οποία περιλαμβάνει τις λέξεις «αξιολόγηση μετά την κατασκευή», καθώς και τον κωδικό αναγνωριστικό αριθμό του σκάφους που περιγράφονται παράρτημα I μέρος Α σημείο 2.1, σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο τμήμα 3.

5.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει το πρόσωπο που διαθέτει το σκάφος στην αγορά ή το θέτει σε λειτουργία σχετικά με τις υποχρεώσεις που υπέχει στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας αξιολόγησης μετά την κατασκευή.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΟΤΑΝ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ Η ΕΝΟΤΗΤΑ Α1 — ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΥΠΟ ΕΠΟΠΤΕΙΑ (ΑΡΘΡΟ 24 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2)

Μελέτη και κατασκευή

Ένα ή περισσότερα σκάφη αντιπροσωπευτικά της παραγωγής του κατασκευαστή υπόκεινται σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δοκιμές, ισοδύναμους υπολογισμούς ή έλεγχο από τον κατασκευαστή ή εξ ονόματός του:

α) δοκιμή ευστάθειας, σύμφωνα με το παράρτημα I μέρος Α σημείο 3.2·

β) δοκιμή άντωσης, σύμφωνα με το παράρτημα I μέρος Α σημείο 3.3.

Εκπομπές θορύβου

Προκειμένου για σκάφη αναψυχής με εσωλέμβιο ή εσω/εξωλέμβιο κινητήρα χωρίς ενσωματωμένη εξάτμιση και για τα ατομικά σκάφη, ένα ή περισσότερα σκάφη αντιπροσωπευτικά της παραγωγής του κατασκευαστή υποβάλλονται στις δοκιμές εκπομπών θορύβου που προσδιορίζονται στο παράρτημα I μέρος Γ από τον κατασκευαστή του σκάφους, ή εξ ονόματός του, υπό την ευθύνη κοινοποιημένου οργανισμού που επιλέγει ο κατασκευαστής.

Προκειμένου για εξωλέμβιους κινητήρες και εσω/εξωλέμβιους κινητήρες με ενσωματωμένη εξάτμιση, ένας ή περισσότεροι κινητήρες από κάθε οικογένεια κινητήρων, αντιπροσωπευτικοί της παραγωγής του κατασκευαστή, υποβάλλονται στις δοκιμές εκπομπών θορύβου που προσδιορίζονται στο παράρτημα I μέρος Γ από τον κατασκευαστή του κινητήρα, ή εξ ονόματός του, υπό την ευθύνη κοινοποιημένου οργανισμού που επιλέγει ο κατασκευαστής.

Όταν δοκιμάζονται περισσότεροι του ενός κινητήρες μιας οικογένειας κινητήρων, εφαρμόζεται η στατιστική μέθοδος που περιγράφεται στο παράρτημα VII ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση του δείγματος.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΚΑΥΣΑΕΡΙΩΝ ΚΑΙ ΘΟΡΥΒΟΥ

1. Για την επαλήθευση της συμμόρφωσης οικογένειας κινητήρων, λαμβάνεται δείγμα κινητήρων παραγωγής. Ο κατασκευαστής αποφασίζει το μέγεθος (n) του δείγματος, σε συμφωνία με τον κοινοποιημένο οργανισμό.

2. Ο αριθμητικός μέσος X των αποτελεσμάτων που λαμβάνονται από το δείγμα υπολογίζεται για κάθε υπαγόμενο στις διατάξεις συστατικό στοιχείο των εκπομπών καυσαερίων και θορύβου. Η σειρά παραγωγής θεωρείται ότι είναι σύμφωνη προς τις απαιτήσεις («εγκριτική απόφαση») εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες συνθήκες:

image

S είναι η τυπική απόκλιση, όπου:

image

X

=

Ο αριθμητικός μέσος X των αποτελεσμάτων που λαμβάνονται από το δείγμα

x

=

τα επιμέρους αποτελέσματα που λαμβάνονται από το δείγμα

L

=

η σχετική οριακή τιμή

n

=

ο αριθμός των κινητήρων του δείγματος

k

=

στατιστικός παράγοντας που εξαρτάται από το n (βλέπε πίνακα κατωτέρω)



n

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

13

14

15

16

17

18

19

k

0,973

0,613

0,489

0,421

0,376

0,342

0,317

0,296

0,279

0,265

0,253

0,242

0,233

0,224

0,216

0,210

0,203

0,198

Εάν n ≥ 20 τότε

image

.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΜΟΡΦΩΣΗ ΤΥΠΟΥ ΜΕ ΒΑΣΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (ΕΝΟΤΗΤΑ Γ)

Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 24 παράγραφος 5, όταν το επίπεδο ποιότητας κρίνεται μη ικανοποιητικό, εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:

Ένας κινητήρας που λαμβάνεται από τη μαζική παραγωγή υποβάλλεται στη δοκιμή που περιγράφεται στο παράρτημα I μέρος Β. Οι κινητήρες που δοκιμάζονται πρέπει να έχουν ρονταριστεί, εν μέρει ή πλήρως, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του κατασκευαστή. Εάν οι συγκεκριμένες εκπομπές καυσαερίων του κινητήρα μαζικής παραγωγής υπερβαίνουν τις οριακές τιμές σύμφωνα με το παράρτημα I μέρος Β, ο κατασκευαστής μπορεί να ζητήσει να γίνουν μετρήσεις σε δείγμα κινητήρων μαζικής παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου του κινητήρα που δοκιμάστηκε αρχικώς. Για να εξασφαλισθεί η συμμόρφωση του δείγματος κινητήρων με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζεται η στατιστική μέθοδος που περιγράφεται στο παράρτημα VII.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ

Ο τεχνικός φάκελος που προβλέπεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 25 περιλαμβάνει, στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση, τα ακόλουθα:

α) γενική περιγραφή του τύπου·

β) αρχικά και κατασκευαστικά σχέδια, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων και άλλα συναφή δεδομένα·

γ) περιγραφές και επεξηγήσεις απαραίτητες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του προϊόντος·

δ) πίνακα των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 14 και τα οποία εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, καθώς και περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζει ο κατασκευαστής για να ανταποκριθεί στις ουσιώδεις απαιτήσεις της οδηγίας στην περίπτωση κατά την οποία δεν εφαρμόζονται τα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 14·

ε) τα αποτελέσματα των υπολογισμών σχεδιασμού, των ελέγχων που διενεργήθηκαν και άλλα συναφή δεδομένα·

στ) εκθέσεις δοκιμών ή υπολογισμούς, ιδίως όσον αφορά την ευστάθεια σύμφωνα με το παράρτημα I μέρος Α σημείο 3.2 και την άντωση σύμφωνα με το παράρτημα I μέρος Α σημείο 3.3·

ζ) Εκθέσεις των δοκιμών εκπομπών καυσαερίων που να καταδεικνύουν συμμόρφωση με το παράρτημα I μέρος Β τμήμα 2·

η) Εκθέσεις των δοκιμών εκπομπών θορύβου που να καταδεικνύουν συμμόρφωση με το παράρτημα I μέρος Γ τμήμα 1.



( 1 ) ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36.

( 2 ) Η χορήγηση αριθμού στη δήλωση συμμόρφωσης είναι προαιρετική.

Top