This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 02003X0217(01)-20110715
SIRENE MANUAL
Consolidated text: ΤΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ SIRENE
ΤΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ SIRENE
2003X0217 — EL — 15.07.2011 — 002.001
Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα
|
(ΕΕ C 038, 17.2.2003, p.1) |
Τροποποιείται από:
|
|
|
Επίσημη Εφημερίδα |
||
|
No |
page |
date |
||
|
L 317 |
1 |
16.11.2006 |
||
|
L 317 |
41 |
16.11.2006 |
||
|
L 186 |
1 |
15.7.2011 |
||
ΤΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ SIRENE
|
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ |
|
|
ΕΙΣΑΓΩΓΗ |
|
|
1. |
ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΕΝΓΚΕΝ (SIS) ΚΑΙ ΟΙ ΕΘΝΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ |
|
1.1. |
Οι υπηρεσίες Sirene |
|
1.2. |
Το εγχειρίδιο Sirene |
|
1.3. |
Πρότυπα |
|
1.3.1. |
Διαθεσιμότητα |
|
1.3.2. |
Αδιάλειπτη λειτουργία |
|
1.3.3. |
Ασφάλεια |
|
1.3.4. |
Δυνατότητα πρόσβασης |
|
1.3.5. |
Επικοινωνία |
|
1.3.6. |
Κανόνες μεταγραμματισμού |
|
1.3.7. |
Ποιότητα δεδομένων |
|
1.3.8. |
Δομές |
|
1.3.9. |
Αρχειοθέτηση |
|
1.4. |
Προσωπικό |
|
1.4.1. |
Γνωστικό υπόβαθρο |
|
1.4.2. |
Επαγγελματική κατάρτιση |
|
1.4.3. |
Ανταλλαγές προσωπικού |
|
1.5. |
Τεχνική υποδομή |
|
1.5.1. |
Το σύστημα ροής εργασίας του Sirene |
|
1.5.2. |
Αυτόματη εισαγωγή δεδομένων |
|
1.5.3. |
Αυτόματη διαγραφή δεδομένων |
|
1.5.4. |
Ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των υπηρεσιών Sirene |
|
1.5.5. |
Ποιότητα των δεδομένων στο SIS |
|
2. |
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ |
|
2.1. |
Πολλαπλές καταχωρίσεις (άρθρο 107) |
|
2.1.1. |
Συμβατότητα καταχωρίσεων και σειρά προτεραιότητας |
|
2.1.2. |
Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων για το ίδιο πρόσωπο |
|
2.1.3. |
Διαπραγμάτευση της εισαγωγής νέας καταχώρισης αν αυτή είναι ασυμβίβαστη με υπάρχουσα καταχώριση |
|
2.2. |
Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
2.2.1. |
Διαδικασίες μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
2.2.2. |
Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών |
|
2.3. |
Τι ισχύει εάν δεν είναι δυνατή η τήρηση της διαδικασίας έπειτα από θετικό αποτέλεσμα (άρθρο 104 παράγραφος 3) |
|
2.4. |
Μεταβολή του αρχικού σκοπού μιας καταχώρισης (άρθρο 102 παράγραφος 3) |
|
2.5. |
Δεδομένα με διαπιστωμένο νομικό ή πραγματικό σφάλμα (άρθρο 106) |
|
2.6. |
Το δικαίωμα πρόσβασης και διόρθωσης δεδομένων (άρθρα 109 και 110) |
|
2.6.1. |
Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης και διόρθωσης δεδομένων |
|
2.6.2. |
Ενημέρωση σχετικά με τις αιτήσεις πρόσβασης, διόρθωσης η διαγραφής για καταχωρίσεις εκδοθείσες από άλλα κράτη μέλη |
|
2.6.3. |
Ενημέρωση σχετικά με τις διαδικασίες πρόσβασης και διόρθωσης |
|
2.7. |
Διαγραφή μιας καταχώρισης όταν παύσουν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη διατήρησή της |
|
2.8. |
Κατάχρηση ταυτότητας |
|
2.9. |
Καταχώριση ψευδωνύμου |
|
2.10. |
SIRPIT (Sirene Picture Transfer - «Μεταφορά Εικόνας Sirene») |
|
2.10.1. |
Ανάπτυξη και ιστορικό του SIRPIT (Μεταφορά Εικόνας Sirene) |
|
2.10.2. |
Χρήση των ανταλλασσόμενων δεδομένων, περιλαμβανομένης της αρχειοθέτησης |
|
2.10.3. |
Τεχνικές απαιτήσεις |
|
2.10.4. |
Εθνική υπηρεσία ταυτοποίησης |
|
2.10.5. |
Χρήση του εντύπου «L» στο πλαίσιο του συστήματος Sirene |
|
2.10.6. |
Διαδικασία SIRPIT |
|
2.10.6.1. |
Η υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο προβαίνει στη σύγκριση |
|
2.10.6.2. |
Η υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση προβαίνει στη σύγκριση |
|
2.10.6.3. |
Οθόνη εισόδου |
|
2.11. |
Ρόλος των υπηρεσιών Sirene για την αστυνομική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση |
|
2.12. |
Σχέσεις μεταξύ του Sirene και της Ιντερπόλ |
|
2.12.1. |
Προτεραιότητα των καταχωρίσεων του SΙS έναντι των καταχωρίσεων της Ιντερπόλ |
|
2.12.2. |
Επιλογή του διαύλου επικοινωνίας |
|
2.12.3. |
Χρήση και διανομή των σημάτων και αναγγελιών της Ιντερπόλ στα κράτη του χώρου Σένγκεν |
|
2.12.4. |
Αποστολή πληροφοριών σε τρίτες χώρες |
|
2.12.5. |
Θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και διαγραφή καταχώρισης |
|
2.12.6. |
Βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών Sirene και των ΕΚΓ της Ιντερπόλ |
|
2.13. |
Συνεργασία με την Ευρωπόλ και τη EUROJUST |
|
2.14. |
Ειδικοί τύποι έρευνας |
|
2.14.1. |
Έρευνα με γεωγραφική στόχευση |
|
2.14.2. |
Έρευνες με τη συμμετοχή ειδικών αστυνομικών μονάδων στοχευμένων ερευνών (FAST) |
|
2.15. |
Προσθήκη ειδικής ένδειξης |
|
2.15.1. |
Διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη ενόψει της προσθήκης ειδικής ένδειξης |
|
2.15.2. |
Αίτηση διαγραφής ειδικής ένδειξης |
|
2.16. |
Ένδειξη κατεπείγοντος στα έντυπα Sirene |
|
3. |
ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 95 |
|
3.1. |
Έλεγχοι από τα κράτη μέλη πριν από την έκδοση της καταχώρισης |
|
3.2. |
Εξακρίβωση του κατά πόσον η εθνική νομοθεσία των κρατών μελών προβλέπει τη σύλληψη με σκοπό την παράδοση ή την έκδοση |
|
3.3. |
Πολλαπλές καταχωρίσεις |
|
3.3.1. |
Διερεύνηση της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων (άρθρο 107) |
|
3.3.2. |
Ανταλλαγή πληροφοριών |
|
3.4. |
Αποστολή συμπληρωματικών πληροφοριών στα κράτη μέλη |
|
3.4.1. |
Συμπληρωματικές πληροφορίες που πρέπει να αποστέλλονται σε σχέση με ένα ΕΕΣ |
|
3.4.2. |
Συμπληρωματικές πληροφορίες που πρέπει να αποστέλλονται σε σχέση με το μέτρο της προσωρινής κράτησης |
|
3.4.3. |
Καταχώριση ψευδωνύμου |
|
3.4.4. |
Πρόσθετες πληροφορίες με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητας ενός ατόμου |
|
3.4.5. |
Αποστολή των εντύπων «A» και «M» |
|
3.5. |
Προσθήκη ειδικής ένδειξης |
|
3.5.1. |
Συστηματική υποβολή αίτησης για την προσθήκη ειδικής ένδειξης σε καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα που καταζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και έκδοση σε περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι εφαρμοστέα η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών |
|
3.6. |
Ενέργειες των υπηρεσιών Sirene μετά τη λήψη καταχώρισης βάσει του άρθρου 95 |
|
3.7. |
Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
3.7.1. |
Ενημέρωση των κρατών μελών σε περίπτωση ταυτοποίησης καταχώρισης |
|
3.7.2. |
Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών |
|
3.7.3. |
Μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
3.7.4. |
Ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με παράδοση ή έκδοση |
|
3.8. |
Διαγραφή καταχώρισης |
|
3.8.1. |
Διαγραφή καταχώρισης όταν παύσουν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη διατήρησή της |
|
3.9. |
Κατάχρηση ταυτότητας |
|
4. |
ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 96 |
|
4.1. |
Εισαγωγή |
|
4.2. |
Εισαγωγή καταχωρίσεων βάσει του άρθρου 96 |
|
4.3. |
Καταχώριση ψευδωνύμου |
|
4.4. |
Κατάχρηση ταυτότητας |
|
4.5. |
Είδη εφαρμοστέων διαδικασιών Sirene |
|
4.6. |
Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
4.6.1. |
Ανταλλαγή πληροφοριών κατά την άρνηση εισόδου ή την απέλαση από το έδαφος Σένγκεν |
|
4.6.2. |
Ανταλλαγή πληροφοριών κατά την έκδοση τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων |
|
4.6.3. |
Ειδικές διαδικασίες δυνάμει του άρθρου 25 της σύμβασης Σένγκεν |
|
4.6.3.1. |
Διαδικασία βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 της σύμβασης Σένγκεν |
|
4.6.3.2. |
Διαδικασία βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 2 της σύμβασης Σένγκεν |
|
4.6.4. |
Ειδικές διαδικασίες δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 4 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν |
|
4.6.4.1. |
Διαδικασία στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κώδικα συνόρων του Σένγκεν |
|
4.6.4.2. |
Διαδικασία στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του κώδικα συνόρων του Σένγκεν |
|
4.7. |
Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας |
|
4.7.1. |
Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
4.7.2. |
Ανταλλαγή πληροφοριών σε περίπτωση που, ελλείψει θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, ένα κράτος μέλος ανακαλύπτει ότι υπάρχει καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου για υπήκοο τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας |
|
4.8. |
Διαγραφή καταχωρίσεων που έχουν εισαχθεί σε σχέση με πολίτες της ΕΕ |
|
4.9. |
Ενημέρωση των κρατών μελών του χώρου Σένγκεν για την ταυτοποίηση καταχώρισης |
|
5. |
ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 97 |
|
5.1. |
Προσθήκη ειδικής ένδειξης |
|
5.2. |
Παροχή στοιχείων περιγραφής για ανηλίκους που αγνοούνται ή για άλλα πρόσωπα που θεωρείται ότι διατρέχουν κίνδυνο |
|
5.3. |
Μετά από ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
6. |
ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 98 |
|
6.1. |
Μετά από ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
7. |
ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 99 |
|
7.1. |
Καταχώριση ψευδωνύμου |
|
7.2. |
Ενημέρωση των άλλων κρατών μελών κατά την έκδοση καταχωρίσεων κατόπιν αιτήσεως των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την εθνική ασφάλεια |
|
7.3. |
Προσθήκη ειδικής ένδειξης |
|
7.4. |
Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
8. |
ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 100 |
|
8.1. |
Καταχωρίσεις για οχήματα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 100 |
|
8.1.1. |
Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων για το ίδιο όχημα |
|
8.1.2. |
Δίδυμοι VIN |
|
8.2. |
Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης |
|
9. |
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ |
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στις 14 Ιουνίου 1985, οι κυβερνήσεις του Βασιλείου του Βελγίου, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Γαλλικής Δημοκρατίας, του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και του Βασιλείου των Κάτω Χωρών υπέγραψαν στο Σένγκεν, μια μικρή πόλη του Λουξεμβούργου, συμφωνία που έχει ως στόχο «[…] την ελεύθερη διέλευση των εσωτερικών συνόρων από όλους τους υπηκόους των χωρών μελών […]» και «την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών».
Οι πέντε ιδρύτριες χώρες υπέγραψαν τη σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν ( 1 ) στις 19 Ιουνίου 1990, αργότερα δε προσχώρησαν σε αυτήν η Ιταλική Δημοκρατία (στις 27 Νοεμβρίου 1990), το Βασίλειο της Ισπανίας και η Πορτογαλική Δημοκρατία (στις 25 Ιουνίου 1991), η Ελληνική Δημοκρατία (στις 6 Νοεμβρίου 1992), η Δημοκρατία της Αυστρίας (στις 28 Απριλίου 1995), καθώς και το Βασίλειο της Δανίας, το Βασίλειο της Σουηδίας και η Δημοκρατία της Φινλανδίας (στις 19 Δεκεμβρίου 1996).
Το Βασίλειο της Νορβηγίας και η Δημοκρατία της Ισλανδίας συνήψαν επίσης συμφωνία συνεργασίας με τα κράτη μέλη στις 19 Δεκεμβρίου 1996, προκειμένου να προσχωρήσουν στην προαναφερθείσα σύμβαση.
Ακολούθως, το κεκτημένο του Σένγκεν τέθηκε πλήρως σε εφαρμογή, από τις 26 Μαρτίου 1995, στο Βέλγιο, τη Γερμανία, τη Γαλλία, το Λουξεμβούργο, τις Κάτω Χώρες, την Ισπανία και την Πορτογαλία ( 2 ). Από τις 31 Μαρτίου 1998 στην Αυστρία και την Ιταλία ( 3 ), από τις 26 Μαρτίου 2000 στην Ελλάδα ( 4 ) και, τέλος, από τις 25 Μαρτίου 2001, το κεκτημένο του Σένγκεν εφαρμόζεται πλήρως στη Νορβηγία, την Ισλανδία, τη Σουηδία, τη Δανία και τη Φινλανδία ( 5 ).
Το Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ) και η Ιρλανδία συμμετέχουν μόνο σε μερικές από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν κατά τα προβλεπόμενα στην απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου ( 6 ) και στην απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου ( 7 ), αντιστοίχως.
Στην περίπτωση του ΗΒ, οι διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο είναι εφαρμοστέες από 1ης Ιανουαρίου 2005 ( 8 ), με εξαίρεση τις διατάξεις σχετικά με το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν.
Το κεκτημένο του Σένγκεν ενσωματώθηκε στην έννομη τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με πρωτόκολλα τα οποία προσαρτήθηκαν στη συνθήκη του Άμστερνταμ ( 9 ) το 1999. Στις 12 Μαΐου 1999, εξεδόθη απόφαση του Συμβουλίου για τον καθορισμό, δυνάμει των οικείων διατάξεων της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, της νομικής βάσης για καθεμιά από τις διατάξεις και αποφάσεις που συνιστούν το κεκτημένο του Σένγκεν.
Από 1ης Μαΐου 2004, το κεκτημένο του Σένγκεν, όπως έχει ενσωματωθεί στην έννομη τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το πρωτόκολλο που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (στο εξής: «πρωτόκολλο Σένγκεν»), καθώς επίσης οι πράξεις που το αναπτύσσουν ή σχετίζονται άλλως με αυτό έχουν υποχρεωτική ισχύ για την Τσεχική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, την Κυπριακή Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Λετονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, τη Δημοκρατία της Μάλτας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας και τη Σλοβακική Δημοκρατία. Από 1ης Ιανουαρίου 2007, το ίδιο ισχύει επίσης για τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και τη Ρουμανία.
Τον Δεκέμβριο του 2007, το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση σχετικά με την πλήρη εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στην Τσεχική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, τη Δημοκρατία της Λετονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, τη Δημοκρατία της Μάλτας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας και τη Σλοβακική Δημοκρατία ( 10 ). Κατά συνέπεια, οι έλεγχοι στα μεν εσωτερικά χερσαία και θαλάσσια σύνορα των εν λόγω κρατών μελών καταργήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2007, στα δε εσωτερικά εναέρια σύνορα τον Μάρτιο του 2008.
Σε ό,τι αφορά τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας και τη Ρουμανία, η απόφαση 2010/365/ΕΕ του Συμβουλίου ( 11 ) επιτρέπει να μεταφέρονται πραγματικά δεδομένα SIS προς τα εν λόγω κράτη μέλη. Η χρήση των δεδομένων αυτών στην πράξη επιτρέπει στο Συμβούλιο, μέσω των εφαρμοστέων διαδικασιών αξιολόγησης Σένγκεν, οι οποίες καθορίζονται στην απόφαση SCH/Com-ex (98) 26 def., να εξακριβώσει την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν που αφορούν το SIS στα οικεία κράτη μέλη. Αφ’ ης στιγμής ολοκληρωθούν οι αξιολογήσεις αυτές, το Συμβούλιο θα πρέπει να αποφασίσει σχετικά με την κατάργηση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα με τα συγκεκριμένα κράτη μέλη.
Σε ό,τι αφορά την Ελβετία, συνήφθη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της τελευταίας με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν ( 12 ). Οι έλεγχοι στα εσωτερικά χερσαία σύνορα της Ελβετίας καταργήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2008 και στα εσωτερικά εναέρια σύνορα τον Μάρτιο του 2009, με βάση τη σχετική απόφαση του Συμβουλίου ( 13 ).
Σε ό,τι αφορά το Λιχτενστάιν, υπεγράφη πρωτόκολλο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν ( 14 ).
1. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΕΝΓΚΕΝ (SIS) ΚΑΙ ΟΙ ΕΘΝΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ SIRENE
Το SIS, το οποίο δημιουργήθηκε δυνάμει των διατάξεων του τίτλου IV της σύμβασης για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν, της 14ης Ιουνίου 1985, για τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (στο εξής: «σύμβαση Σένγκεν») ( 15 ), συνιστά, από κοινού με τη συνεργασία των υπηρεσιών Sirene, ουσιώδες μέσο για την εφαρμογή των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν, όπως αυτό έχει ενσωματωθεί στην έννομη τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν (SIS) παρέχει πρόσβαση σε καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα και αντικείμενα στις ακόλουθες αρχές:
α) αρχές αρμόδιες για τους συνοριακούς ελέγχους·
β) αρχές οι οποίες διενεργούν και συντονίζουν άλλους αστυνομικούς και τελωνειακούς ελέγχους στο εσωτερικό της εκάστοτε χώρας·
γ) εθνικές δικαστικές αρχές, μεταξύ άλλων, εκείνες που είναι αρμόδιες για την άσκηση ποινικής δίωξης στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας και τη διενέργεια δικαστικής ανάκρισης πριν από την απαγγελία κατηγορίας, στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους, όπως προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία·
δ) αρχές που είναι αρμόδιες για τη χορήγηση θεωρήσεων, κεντρικές αρχές που είναι αρμόδιες για την εξέταση των αιτήσεων χορήγησης θεωρήσεων, αρχές που είναι αρμόδιες για τη χορήγηση τίτλων διαμονής και για την εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τους υπηκόους τρίτων χωρών στο πλαίσιο της εφαρμογής του κεκτημένου της Ένωσης σχετικά με την κυκλοφορία των προσώπων·
ε) αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση πιστοποιητικών ταξινόμησης οχημάτων.
Η Ευρωπόλ και η Eurojust διαθέτουν επίσης πρόσβαση σε ορισμένες κατηγορίες καταχωρίσεων ( 16 ). Η Ευρωπόλ έχει δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 95 (καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη), το άρθρο 99 (καταχωρίσεις με σκοπό διακριτική παρακολούθηση ή ειδικό έλεγχο) και το άρθρο 100 (καταχωρίσεις για αντικείμενα που πρέπει να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο σε ποινική διαδικασία). Η Eurojust έχει δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 95 (καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη) και το άρθρο 98 (καταχωρίσεις για δικαστική διαδικασία).
Το SIS αποτελείται από δύο αυτοτελή τμήματα: τη λειτουργία τεχνικής υποστήριξης (C.SIS) και τα εθνικά τμήματα (N.SIS, ένα ανά κράτος μέλος), που συνδέονται μέσω δικτύου (SISNET). Η λειτουργία του SIS βασίζεται στην αρχή ότι τα εθνικά συστήματα δεν δύνανται να ανταλλάσσουν απευθείας μεταξύ τους ηλεκτρονικά δεδομένα, αλλά μόνο διαμέσου του κεντρικού συστήματος (C.SΙS).
Ωστόσο, είναι αναγκαίο να μπορούν τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν συμπληρωματικές πληροφορίες, είτε σε διμερή είτε σε πολυμερή βάση, ως απαιτείται για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της σύμβασης Σένγκεν, και με σκοπό τη διασφάλιση της πλήρους εφαρμογής του τίτλου IV της σύμβασης Σένγκεν ως προς το SIS στο σύνολό του.
1.1. Οι υπηρεσίες Sirene ( 17 )
Το άρθρο 92 παράγραφος 4 της σύμβασης Σένγκεν προβλέπει ότι τα κράτη μέλη, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, ανταλλάσσουν μέσω των αρχών που έχουν ορισθεί προς το σκοπό αυτό (Sirene) όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εισαγωγή καταχωρίσεων και που επιτρέπουν τη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων στις περιπτώσεις όπου πρόσωπα και αντικείμενα για τα οποία έχουν εισαχθεί δεδομένα στο σύστημα πληροφοριών Σένγκεν, ανευρίσκονται κατόπιν αναζητήσεων στο σύστημα αυτό.
Για να μπορεί κάθε κράτος μέλος να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις λειτουργίας που καθορίζονται στη σύμβαση Σένγκεν, συγκροτεί κεντρική αρχή, η οποία λειτουργεί ως ενιαίο σημείο επαφής για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με δεδομένα του συστήματος SIS. Το εν λόγω σημείο επαφής, που καλείται «υπηρεσία Sirene» πρέπει να βρίσκεται σε πλήρη λειτουργία επί εικοσιτετραώρου βάσεως και επτά ημέρες την εβδομάδα.
1.2. Το εγχειρίδιο Sirene
Το εγχειρίδιο Sirene είναι ένα σύνολο οδηγιών με αποδέκτη τις υπηρεσίες Sirene, όπου περιγράφονται λεπτομερώς οι κανόνες και οι διαδικασίες που διέπουν τις διμερείς ή πολυμερείς ανταλλαγές συμπληρωματικών πληροφοριών.
1.3. Πρότυπα
Τα εφαρμοστέα θεμελιώδη πρότυπα στα οποία βασίζεται η συνεργασία μέσω του συστήματος Sirene είναι τα εξής:
1.3.1. Διαθεσιμότητα
Κάθε κράτος μέλος συγκροτεί «εθνική υπηρεσία Sirene», η οποία χρησιμεύει ως ενιαίο σημείο επαφής για τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν τις συναφείς με το SIS διατάξεις της σύμβασης Σένγκεν. Η υπηρεσία αυτή πρέπει να λειτουργεί πλήρως με επαρκές δυναμικό επί εικοσιτετραώρου βάσεως και επτά ημέρες την εβδομάδα. Η παροχή τεχνικής ανάλυσης, υποστήριξης και λύσεων πρέπει ομοίως να είναι διαθέσιμη με επαρκές δυναμικό επί εικοσιτετραώρου βάσεως και επί επτά ημέρες την εβδομάδα.
1.3.2. Αδιάλειπτη λειτουργία
Έκαστη υπηρεσία Sirene συγκροτεί εσωτερική δομή που διασφαλίζει τον αδιάλειπτο χαρακτήρα της διαχείρισης, του προσωπικού και της τεχνικής υποδομής. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα με σκοπό να αποτρέπεται η απώλεια προσόντων και πείρας λόγω της εναλλαγής προσωπικού.
Οι επικεφαλής εκάστης υπηρεσίας Sirene συναντιούνται τουλάχιστον δύο φορές ετησίως με σκοπό την αξιολόγηση της ποιοτικής στάθμης της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών τους, τη θέσπιση των αναγκαίων τεχνικών ή οργανωτικών μέτρων σε περίπτωση που ανακύπτουν δυσκολίες και την προσαρμογή των διαδικασιών οσάκις αυτή κρίνεται επιβεβλημένη.
1.3.3. Ασφάλεια
Ασφάλεια στους χώρους της υπηρεσίας
Για την προστασία των χώρων στους οποίους στεγάζεται η εκάστοτε υπηρεσία Sirene είναι απαραίτητα ορισμένα υλικού και οργανωτικού τύπου χαρακτηριστικά ασφαλείας. Τα συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν θα προσδιορισθούν με βάση και σε συνάρτηση με τα πορίσματα εκτιμήσεων κινδύνων που διενεργούνται από το κάθε κράτος του χώρου Σένγκεν. Οι σχετικές πρακτικές ρυθμίσεις πρέπει να ανταποκρίνονται στις συστάσεις και τις βέλτιστες πρακτικές που καθορίζονται στον «Κατάλογο Σένγκεν ΕΕ: Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν, Sirene» ( 18 ).
Τα επιμέρους χαρακτηριστικά ασφαλείας μπορεί να διαφέρουν, καθώς πρέπει να ανταποκρίνονται σε απειλές που εντοπίζονται στον άμεσο περιβάλλοντα χώρο και στην ακριβή τοποθεσία της εκάστοτε υπηρεσίας Sirene. Σε αυτά είναι δυνατό να περιλαμβάνονται τα εξής:
— εξωτερικά παράθυρα με υαλοπίνακες ασφαλείας·
— ασφαλισμένες και κλειστές θύρες·
— χώροι της υπηρεσίας Sirene περικλειόμενοι από τοίχους από τούβλα/σκυρόδεμα·
— κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης (CCTV), μηχανισμός συναγερμού κατά της αθέμιτης εισόδου, περιλαμβανομένης της καταγραφής των εισερχομένων και εξερχομένων ατόμων και κάθε ασυνήθους συμβάντος·
— φρουροί ασφαλείας είτε παρόντες επιτόπου είτε άμεσα διαθέσιμοι·
— σύστημα κατάσβεσης πυρός και/ή απευθείας σύνδεση με σταθμό της πυροσβεστικής·
— ειδικοί χώροι έτσι ώστε να εμποδίζεται η είσοδος ή η διέλευση από τα γραφεία της υπηρεσίας Sirene προσωπικού που δεν ασχολείται με διεθνή μέτρα αστυνομικής συνεργασίας ή που δεν διαθέτει την αναγκαία διαπίστευση για πρόσβαση σε έγγραφα· και/ή
— επαρκής εφεδρική παροχή ηλεκτρικής ενέργειας και επικοινωνίας.
Ασφάλεια του συστήματος
Οι αρχές στις οποίες στηρίζεται η ασφάλεια του συστήματος καθορίζονται στο άρθρο 118 της σύμβασης Σένγκεν.
Το σύστημα της υπηρεσίας Sirene θα πρέπει να διαθέτει εφεδρικό σύστημα πληροφορικής και βάσεων δεδομένων σε δευτερεύοντα χώρο για σοβαρές καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης στην υπηρεσία Sirene.
1.3.4. Δυνατότητα πρόσβασης
Για να μπορεί να ανταποκρίνεται στο καθήκον παροχής συμπληρωματικών πληροφοριών, το προσωπικό της υπηρεσίας Sirene πρέπει να διαθέτει άμεση ή έμμεση πρόσβαση σε κάθε συναφή εθνική πληροφορία και σε συμβουλές εμπειρογνωμόνων.
1.3.5. Επικοινωνία
Επιχειρησιακή
Ο ειδικός δίαυλος που πρέπει να χρησιμοποιείται για τις επικοινωνίες στο πλαίσιο του Sirene είναι το δίκτυο επικοινωνιών για το περιβάλλον Σένγκεν (SISNET) ( 19 ). Μόνον εφόσον ο δίαυλος αυτός δεν είναι διαθέσιμος, τότε καθορίζεται αναλόγως της περιπτώσεως κάποιος άλλος τρόπος επικοινωνίας, ο οποίος κρίνεται ως ο πλέον κατάλληλος με βάση τις εκάστοτε περιστάσεις και με γνώμονα τις τεχνικές δυνατότητες, καθώς και τις απαιτήσεις ασφαλείας και ποιότητας που πρέπει να εκπληρώνει η επικοινωνία.
Τα γραπτά μηνύματα ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες: ελεύθερο κείμενο και ομοιόμορφα έντυπα. Αυτά τα τελευταία πρέπει να ανταποκρίνονται στις οδηγίες που καθορίζονται στο παράρτημα 5. Τα έντυπα «B» ( 20 ), «C» ( 21 ) και «D» ( 22 ) δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται πλέον και γι’ αυτό απαλείφονται από το παράρτημα 5.
Προκειμένου να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα στις διμερείς επικοινωνίες μεταξύ στελεχών της υπηρεσίας Sirene, πρέπει να χρησιμοποιείται γλώσσα οικεία και στις δύο πλευρές.
Η υπηρεσία Sirene απαντά το ταχύτερο δυνατό σε όλες τις αιτήσεις παροχής πληροφοριών που της απευθύνουν τα άλλα κράτη μέλη μέσω των δικών τους υπηρεσιών Sirene. Η απάντηση πρέπει οπωσδήποτε να δίδεται εντός 12 ωρών. Βλέπε επίσης την ενότητα 2.16 σχετικά με την ένδειξη του κατεπείγοντος στα έντυπα Sirene.
Η ιεράρχηση προτεραιοτήτων κατά τις καθημερινές εργασίες πρέπει να στηρίζεται στο είδος της καταχώρισης και στη σπουδαιότητα της εκάστοτε υπόθεσης.
Επικοινωνίες μη επιχειρησιακού χαρακτήρα
Για την ανταλλαγή πληροφοριών μη επιχειρησιακού χαρακτήρα η υπηρεσία Sirene είναι σκόπιμο να χρησιμοποιεί την ειδική για τον σκοπό αυτό ηλεκτρονική διεύθυνση SISNET.
Ευρετήριο διευθύνσεων Sirene (SAB)
Τα στοιχεία επικοινωνίας των υπηρεσιών Sirene και οι συναφείς πληροφορίες που απαιτούνται για την αμοιβαία επικοινωνία και συνεργασία συγκεντρώνονται και παρέχονται στο ευρετήριο διευθύνσεων Sirene (SAB). Εκάστη υπηρεσία Sirene διασφαλίζει ότι:
α) στοιχεία που περιλαμβάνονται στο SAB δεν κοινολογούνται σε τρίτους·
β) το SAB είναι γνωστό στους χειριστές Sirene και χρησιμοποιείται από αυτούς·
γ) κάθε επικαιροποίηση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο SAB γνωστοποιείται αμελλητί στον διαχειριστή του SAB.
1.3.6. Κανόνες μεταγραμματισμού
Οι κανόνες μεταγραμματισμού του παραρτήματος 2 τηρούνται για την επικοινωνία μεταξύ υπηρεσιών Sirene μέσω του SISNET.
1.3.7. Ποιότητα δεδομένων
Έκαστη υπηρεσία Sirene φέρει την ευθύνη για τον συντονισμό της διασφάλισης της ποιότητας δεδομένων για τις πληροφορίες που εισάγονται στο σύστημα SIS. Για τον σκοπό αυτό, οι υπηρεσίες Sirene πρέπει να διαθέτουν την αναγκαία εθνική νομιμοποίηση και ικανότητα για την άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων, με τα οποία είναι επιφορτισμένες σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 4 και το άρθρο 108. Για τον λόγο αυτό, είναι απαραίτητο να προβλέπεται ένας εθνικός μηχανισμός εσωτερικού ελέγχου της ποιότητας δεδομένων, περιλαμβανομένης της επανεξέτασης της συχνότητας καταχωρίσεων/θετικών αποτελεσμάτων αναζήτησης και του περιεχομένου των δεδομένων.
Ενδείκνυται να θεσπισθούν, σε συνεργασία με την εκάστοτε εθνική υπηρεσία Sirene, εθνικά πρότυπα για την κατάρτιση των τελικών χρηστών με αντικείμενο τις αρχές και την πρακτική της ποιότητας δεδομένων. Συνιστάται στις υπηρεσίες Sirene να φροντίζουν για την κατάρτιση όλων των αρχών οι οποίες εισάγουν καταχωρίσεις, υπογραμμίζοντας τη σημασία της ποιότητας των δεδομένων και της μεγιστοποίησης της χρήσης του SIS.
1.3.8. Δομές
Όλοι οι εθνικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών Sirene, που είναι επιφορτισμένοι με τη διεθνή αστυνομική συνεργασία πρέπει να είναι οργανωμένοι με συγκροτημένο τρόπο, ούτως ώστε να αποφεύγονται οι συγκρούσεις αρμοδιοτήτων και οι αλληλεπικαλύψεις κατά την εκτέλεση της αποστολής τους.
1.3.9. Αρχειοθέτηση
α) Έκαστο κράτος μέλος θεσπίζει διατάξεις για την αποθήκευση πληροφοριών.
β) Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εκδίδει την εκάστοτε καταχώριση φροντίζει να είναι όλες οι πληροφορίες που αφορούν δικές του καταχωρίσεις διαθέσιμες στα άλλα κράτη μέλη.
γ) Τα αρχεία εκάστης υπηρεσίας Sirene επιτρέπουν την ταχεία πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες, προκειμένου να τηρούνται οι πολύ σύντομες προθεσμίες οι οποίες ισχύουν για τη διαβίβαση πληροφοριών.
δ) Δυνάμει του άρθρου 112Α της σύμβασης Σένγκεν, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διατηρούνται σε αρχεία από την υπηρεσία Sirene ως απόρροια της ανταλλαγής πληροφοριών φυλάσσονται μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίον παρασχέθηκαν. Διαγράφονται, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο ένα έτος από τη διαγραφή της καταχώρισης ή των καταχωρίσεων σχετικά με το οικείο πρόσωπο ή αντικείμενο από το SIS. Εντούτοις, δεδομένα που σχετίζονται με συγκεκριμένη καταχώριση την οποία έχει εκδώσει ένα κράτος μέλος ή με καταχώριση σε συνάρτηση με την οποία έχουν αναληφθεί ενέργειες στο έδαφός του επιτρέπεται να αποθηκεύονται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.
ε) Οι συμπληρωματικές πληροφορίες που αποστέλλονται από τα άλλα κράτη μέλη αποθηκεύονται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία περί προστασίας δεδομένων του κράτους μέλους που τις έχει παραλάβει. Εν προκειμένω είναι επίσης εφαρμοστέες οι διατάξεις του τίτλου VI της σύμβασης Σένγκεν, της απόφασης-πλαισίου 2008/977/ΔΕΥ και της οδηγίας 95/46/ΕΚ, αναλόγως της περιπτώσεως.
στ) Οι πληροφορίες σχετικά με περιπτώσεις κατάχρησης ταυτότητας πρέπει να απαλείφονται μετά την απάλειψη της σχετικής καταχώρισης.
1.4. Προσωπικό
1.4.1. Γνωστικό υπόβαθρο
Το προσωπικό της υπηρεσίας Sirene πρέπει να διαθέτει γλωσσικές δεξιότητες οι οποίες να καλύπτουν όσο το δυνατόν ευρύτερο φάσμα γλωσσών, το δε εν υπηρεσία προσωπικό πρέπει να είναι σε θέση να επικοινωνεί με όλες τις υπηρεσίες Sirene.
Το προσωπικό της υπηρεσίας Sirene πρέπει να διαθέτει τις αναγκαίες γνώσεις σχετικά με:
— εθνικά και ευρωπαϊκά νομικά ζητήματα·
— τους οικείους εθνικούς φορείς επιβολής του νόμου· και
— τα εθνικά και ευρωπαϊκά συστήματα διοίκησης στους τομείς της δικαιοσύνης και της μετανάστευσης.
Το προσωπικό της υπηρεσίας Sirene πρέπει να διαθέτει εξουσιοδότηση για να διευθετεί ανεξάρτητα κάθε εισερχόμενη υπόθεση.
Σε περιπτώσεις εξειδικευμένων αιτήσεων ή σε περίπτωση που απαιτούνται συμβουλές (νομικών) εμπειρογνωμόνων, τα στελέχη της υπηρεσίας Sirene πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν τη συνδρομή των ανωτέρων τους και/ή εμπειρογνωμόνων.
Οι υπάλληλοι που εργάζονται εκτός ωρών γραφείου πρέπει να έχουν τα ίδια προσόντα, γνώσεις και εξουσίες, καθώς και τη δυνατότητα προσφυγής σε εμπειρογνώμονες με τους οποίους να είναι δυνατή άμεση τηλεφωνική επικοινωνία.
Απαιτούνται εξειδικευμένες νομικές γνώσεις για την αντιμετώπιση τόσο συνήθων όσο και εξαιρετικών περιπτώσεων. Ανάλογα με τη φύση της εκάστοτε υπόθεσης, οι εξειδικευμένες αυτές γνώσεις είναι δυνατό να παρέχονται είτε από μέλη του προσωπικού που διαθέτουν την αναγκαία νομική κατάρτιση είτε από εμπειρογνώμονες των δικαστικών αρχών.
Οι εθνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για τις προσλήψεις λαμβάνουν υπόψη όλες τις ανωτέρω δεξιότητες και γνώσεις κατά την πρόσληψη νέου προσωπικού και, κατά συνέπεια, διοργανώνουν ενδοϋπηρεσιακά μαθήματα ή συνεδρίες κατάρτισης τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Όταν το προσωπικό διαθέτει υψηλό επίπεδο επαγγελματικής πείρας, οι εργαζόμενοι που το αποτελούν είναι σε θέση να εκτελούν τα καθήκοντά τους με ιδίαν πρωτοβουλία και κατ’ επέκταση να διευθετούν τις υποθέσεις με αποτελεσματικότητα. Για τον λόγο αυτό, είναι σκόπιμο να αποφεύγονται οι συχνές αλλαγές προσωπικού, πράγμα που προϋποθέτει την αδιαμφισβήτητη υποστήριξη των ανωτέρων στελεχών, ούτως ώστε να είναι δυνατή η άσκηση των αρμοδιοτήτων που εκχωρούνται σε αυτό το πλαίσιο.
1.4.2. Επαγγελματική κατάρτιση
Εθνικό επίπεδο
Σε εθνικό επίπεδο, πρέπει να παρέχεται επαρκής κατάρτιση, ούτως ώστε το προσωπικό να ανταποκρίνεται στα απαιτούμενα πρότυπα που καθορίζονται στο παρόν εγχειρίδιο ( 23 ).
Ευρωπαϊκό επίπεδο
Τουλάχιστον άπαξ ετησίως πρέπει να οργανώνονται κοινά μαθήματα κατάρτισης, με στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών Sirene, μέσω της παροχής στο προσωπικό τους της δυνατότητας να συναντήσουν συναδέλφους από άλλες υπηρεσίες Sirene, της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τις εθνικές μεθόδους εργασίας και της συγκρότησης συνεκτικού και ισοδύναμου επιπέδου γνώσεων. Επιπλέον, με τον τρόπο αυτό θα μπορεί το προσωπικό να συνειδητοποιήσει τη σπουδαιότητα του έργου που επιτελεί και την ανάγκη αμοιβαίας αλληλεγγύης με στόχο την κοινή ασφάλεια των κρατών μελών.
1.4.3. Ανταλλαγές προσωπικού
Οι υπηρεσίες Sirene μπορούν ακόμη να εξετάσουν τη δυνατότητα οργάνωσης ανταλλαγών προσωπικού με άλλες υπηρεσίες Sirene. Σκοπός των ανταλλαγών αυτών είναι η συμβολή στη βελτίωση της γνώσης των μεθόδων εργασίας από μέρους του προσωπικού, η κατάδειξη του τρόπου οργάνωσης άλλων υπηρεσιών Sirene και η σύναψη προσωπικών επαφών με συναδέλφους σε άλλα κράτη μέλη.
1.5. Τεχνική υποδομή
1.5.1. Το σύστημα ροής εργασίας του Sirene
Έκαστη υπηρεσία Sirene διαθέτει μηχανοργανωμένο σύστημα διαχείρισης (σύστημα ροής εργασίας), το οποίο επιτρέπει υψηλό βαθμό αυτοματοποίησης κατά τη διεκπεραίωση της καθημερινής ροής εργασίας.
1.5.2. Αυτόματη εισαγωγή δεδομένων
Η αυτόματη μεταφορά στο N.SIS των εθνικών καταχωρίσεων που πληρούν τις προϋποθέσεις εισαγωγής στο σύστημα SIS αποτελεί την προτιμώμενη μέθοδο εισαγωγής καταχωρίσεων στο πλαίσιο του συστήματος SIS. Η αυτόματη αυτή μεταφορά, περιλαμβανομένων των ελέγχων ποιότητας των δεδομένων, θα πρέπει επιπλέον να διέπεται από διαφάνεια και να μην απαιτεί καμία πρόσθετη ενέργεια από μέρους της αρχής που εισάγει την καταχώριση.
1.5.3. Αυτόματη διαγραφή δεδομένων
Οσάκις το εθνικό σύστημα επιτρέπει την αυτόματη μεταφορά εθνικών καταχωρίσεων στο SIS, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο, η διαγραφή μιας σχετικής με το SIS καταχώρισης στην εθνική βάση δεδομένων θα πρέπει ομοίως να συνεπάγεται την αυτόματη διαγραφή της αντίστοιχης καταχώρισης από το σύστημα SIS.
Επειδή οι πολλαπλές καταχωρίσεις απαγορεύονται, συνιστάται να παραμένουν διαθέσιμες σε εθνικό επίπεδο, οσάκις τούτο είναι εφικτό και αναγκαίο, οι τυχόν δεύτερες, τρίτες, κ.ο.κ. καταχωρίσεις που αφορούν το ίδιο άτομο, ούτως ώστε να είναι δυνατή η εισαγωγή τους μετά τη λήξη ισχύος της πρώτης καταχώρισης για το συγκεκριμένο άτομο.
1.5.4. Ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των υπηρεσιών Sirene
Είναι υποχρεωτική η τήρηση των οδηγιών περί ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των υπηρεσιών Sirene ( 24 ).
1.5.5. Ποιότητα των δεδομένων στο SIS
Για να μπορεί η κάθε υπηρεσία Sirene να εκτελεί τα καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί όσον αφορά τον συντονισμό της διασφάλισης της ποιότητας των δεδομένων (βλέπε παράγραφο 1.3.7. ανωτέρω), θα πρέπει να τίθενται στη διάθεσή της τα αναγκαία υποστηρικτικά μέσα τεχνολογίας πληροφοριών.
2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Οι διαδικασίες που περιγράφονται κατωτέρω ισχύουν για τις καταχωρίσεις που εκδίδονται βάσει των άρθρων 95 έως 100, ενώ οι διαδικασίες που αφορούν ειδικά τα επιμέρους άρθρα περιγράφονται στην αντίστοιχη ειδική ενότητα.
2.1. Πολλαπλές καταχωρίσεις (άρθρο 107)
Είναι δυνατό να εκδοθούν περισσότερες καταχωρίσεις από διαφορετικά κράτη μέλη για τα ίδια υποκείμενα. Είναι σημαντικό να μην προκαλείται από το φαινόμενο αυτό σύγχυση στους τελικούς χρήστες και να έχουν αυτοί σαφή εικόνα για τα μέτρα που πρέπει να λάβουν όταν επιδιώκουν την εισαγωγή καταχώρισης. Για τον σκοπό αυτό ενδείκνυται να θεσπισθούν διάφορες διαδικασίες για την ανίχνευση πολλαπλών καταχωρίσεων, καθώς και ένας μηχανισμός ιεράρχησης για την εισαγωγή των καταχωρίσεων στο SIS.
Τούτο προϋποθέτει τα ακόλουθα:
— ελέγχους πριν από την εισαγωγή μιας καταχώρισης για να διαπιστωθεί κατά πόσον το υποκείμενό της περιλαμβάνεται ήδη στο SIS·
— διαβουλεύσεις με τα άλλα κράτη μέλη, σε περίπτωση που η εισαγωγή μιας καταχώρισης θα οδηγήσει σε πολλαπλές και μη συμβατές μεταξύ τους καταχωρίσεις.
2.1.1. Συμβατότητα καταχωρίσεων και σειρά προτεραιότητας
Μόνο μία καταχώριση ανά κράτος μέλος επιτρέπεται να εισαχθεί στο SIS για οποιοδήποτε πρόσωπο ή αντικείμενο.
Επομένως, οσάκις είναι εφικτό και αναγκαίο, οι δεύτερες και οι επόμενες καταχωρίσεις για το ίδιο πρόσωπο ή αντικείμενο πρέπει να παραμένουν διαθέσιμες σε εθνικό επίπεδο, ούτως ώστε να είναι δυνατή η εισαγωγή τους μετά τη λήξη ισχύος ή τη διαγραφή της πρώτης καταχώρισης.
Περισσότερα κράτη μέλη δύνανται να εισαγάγουν καταχώριση για το ίδιο πρόσωπο ή αντικείμενο εφόσον οι καταχωρίσεις είναι συμβατές μεταξύ τους.
Οι καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη (άρθρο 95) είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό την άρνηση εισόδου (άρθρο 96), τις καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα (άρθρο 97) και τις καταχωρίσεις για δικαστική διαδικασία (άρθρο 98). Αντιθέτως, δεν είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τη διενέργεια ειδικών ελέγχων (άρθρο 99). Σε περίπτωση καταχώρισης για πρόσωπο για το οποίο έχει ήδη εισαχθεί καταχώριση με σκοπό τη σύλληψη και καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου, οι διαδικασίες με σκοπό τη σύλληψη έχουν προτεραιότητα έναντι εκείνων που αφορούν την άρνηση εισόδου.
Οι καταχωρίσεις με σκοπό την άρνηση εισόδου είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη. Αντιθέτως, δεν είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα, τις καταχωρίσεις για δικαστική διαδικασία και τις καταχωρίσεις με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τη διενέργεια ειδικών ελέγχων.
Οι καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη και με τις καταχωρίσεις για δικαστική διαδικασία. Αντιθέτως, δεν είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό την άρνηση εισόδου και τις καταχωρίσεις με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τη διενέργεια ειδικών ελέγχων.
Οι καταχωρίσεις που αφορούν δικαστική διαδικασία είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη και με τις καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα. Αντιθέτως, δεν είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό την άρνηση εισόδου και τις καταχωρίσεις με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τη διενέργεια ειδικών ελέγχων.
Οι καταχωρίσεις με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τη διενέργεια ειδικών ελέγχων δεν είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη, τις καταχωρίσεις με σκοπό την άρνηση εισόδου, τις καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα και τις καταχωρίσεις για δικαστική διαδικασία.
Στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 99, οι καταχωρίσεις με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση δεν είναι συμβατές με τις καταχωρίσεις με σκοπό τη διενέργεια ειδικών ελέγχων.
Οι διάφορες κατηγορίες καταχωρίσεων για αντικείμενα δεν είναι συμβατές μεταξύ τους (βλέπε τον κατωτέρω πίνακα για το θέμα της συμβατότητας).
Η σειρά προτεραιότητας για τις καταχωρίσεις που αφορούν πρόσωπα είναι η ακόλουθη:
— σύλληψη με σκοπό την παράδοση ή την έκδοση (άρθρο 95)·
— άρνηση εισόδου ή παραμονής στο έδαφος Σένγκεν (άρθρο 96)·
— θέση υπό προστασία (άρθρο 97)·
— διακριτική παρακολούθηση (άρθρο 99)·
— ειδικοί έλεγχοι (άρθρο 99)·
— κοινοποίηση του σημείου εντοπισμού (άρθρα 97 και 98).
Η σειρά προτεραιότητας για τις καταχωρίσεις που αφορούν αντικείμενα είναι η ακόλουθη:
— διακριτική παρακολούθηση (άρθρο 99)·
— ειδικός έλεγχος (άρθρο 99)·
— κατάσχεση ή χρήση ως αποδεικτικού στοιχείου (άρθρο 100).
Αποκλίσεις από την ανωτέρω σειρά προτεραιότητας είναι δυνατές έπειτα από διαβουλεύσεις μεταξύ των κρατών μελών, εφόσον διακυβεύονται σοβαρά εθνικά συμφέροντα.
Πίνακας συμβατότητας για τις καταχωρίσεις που αφορούν πρόσωπα
|
Σειρά σπουδαιότητας |
Καταχώριση για σύλληψη |
Καταχώριση για άρνηση εισόδου |
Καταχώριση για εξαφανισθέν πρόσωπο (προστασία) |
Καταχώριση για διακριτική παρακολούθηση |
Καταχώριση για ειδικό έλεγχο |
Καταχώριση για εξαφανισθέν πρόσωπο (σημείο εντοπισμού) |
Καταχώριση για δικαστική διαδικασία |
|
Καταχώριση για σύλληψη |
ναι |
ναι |
ναι |
όχι |
όχι |
ναι |
ναι |
|
Καταχώριση για άρνηση εισόδου |
ναι |
ναι |
όχι |
όχι |
όχι |
όχι |
όχι |
|
Καταχώριση για εξαφανισθέν πρόσωπο-προστασία |
ναι |
όχι |
ναι |
όχι |
όχι |
ναι |
ναι |
|
Καταχώριση για διακριτική παρακολούθηση |
όχι |
όχι |
όχι |
ναι |
όχι |
όχι |
όχι |
|
Καταχώριση για ειδικό έλεγχο |
όχι |
όχι |
όχι |
όχι |
ναι |
όχι |
όχι |
|
Καταχώριση για εξαφανισθέν πρόσωπο-σημείο εντοπισμού |
ναι |
όχι |
ναι |
όχι |
όχι |
ναι |
ναι |
|
Καταχώριση για δικαστική διαδικασία |
ναι |
όχι |
ναι |
όχι |
όχι |
ναι |
ναι |
Πίνακας συμβατότητας για τις καταχωρίσεις που αφορούν αντικείμενα
|
Σειρά σπουδαιότητας |
Καταχώριση για διακριτική παρακολούθηση |
Καταχώριση για ειδικό έλεγχο |
Καταχώριση με σκοπό την κατάσχεση ή τη χρήση ως αποδεικτικού στοιχείου |
|
Καταχώριση για διακριτική παρακολούθηση |
ναι |
όχι |
όχι |
|
Καταχώριση για ειδικό έλεγχο |
όχι |
ναι |
όχι |
|
Καταχώριση με σκοπό την κατάσχεση ή τη χρήση ως αποδεικτικού στοιχείου |
όχι |
όχι |
ναι |
2.1.2. Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων για το ίδιο πρόσωπο
Για να αποτραπεί η εισαγωγή ασυμβίβαστων πολλαπλών καταχωρίσεων, πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα για την ακριβή διάκριση μεταξύ φυσικών προσώπων με παρεμφερή χαρακτηριστικά. Για τον σκοπό αυτό έχει καθοριστική σημασία η συνεννόηση και συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών Sirene, και κάθε κράτος μέλος θεσπίζει κατάλληλες τεχνικές διαδικασίες για την ανίχνευση τέτοιων περιπτώσεων πριν από την εισαγωγή καταχώρισης.
Τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για να εξακριβωθεί κατά πόσον δύο ταυτότητες ενδέχεται να είναι οι ίδιες καθορίζονται λεπτομερώς στο παράρτημα 6 του παρόντος εγχειριδίου.
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) εάν από τη διεκπεραίωση μιας αίτησης εισαγωγής νέας καταχώρισης προκύπτει ότι στο SIS υπάρχει ήδη ένα φυσικό πρόσωπο με τα ίδια υποχρεωτικά στοιχεία περιγραφής της ταυτότητας (επώνυμο, όνομα, ημερομηνία γέννησης), τότε επιβάλλεται να διενεργηθεί έλεγχος πριν από την έγκριση της νέας καταχώρισης.
β) Η υπηρεσία Sirene που σκοπεύει να εισαγάγει νέα καταχώριση έρχεται σε επαφή με την εκδούσα υπηρεσία Sirene προκειμένου να εξακριβώσει κατά πόσον η καταχώριση αναφέρεται στο ίδιο πρόσωπο, κάνοντας χρήση του εντύπου «L».
γ) Αν από τον έλεγχο προκύψει ότι τα στοιχεία ταυτότητας είναι πανομοιότυπα και ενδέχεται να αναφέρονται στο ίδιο πρόσωπο, η υπηρεσία Sirene που σκοπεύει να εισαγάγει νέα καταχώριση εφαρμόζει τη διαδικασία εισαγωγής πολλαπλών καταχωρίσεων. Αν από τον έλεγχο εξαχθεί το συμπέρασμα ότι τα στοιχεία ταυτότητας αναφέρονται σε δύο διαφορετικά φυσικά πρόσωπα, η υπηρεσία Sirene εγκρίνει την αίτηση εισαγωγής της νέας καταχώρισης.
2.1.3. Διαπραγμάτευση της εισαγωγής νέας καταχώρισης αν αυτή είναι ασυμβίβαστη με υπάρχουσα καταχώριση
Αν μια αίτηση για καταχώριση έρχεται σε σύγκρουση με καταχώριση που έχει εκδοθεί από το ίδιο κράτος μέλος, η εθνική υπηρεσία Sirene λαμβάνει μέριμνα ούτως ώστε να υπάρχει μόνο μία καταχώριση στο SIS. Κάθε κράτος μέλος είναι ελεύθερο να επιλέξει τη διαδικασία που θα εφαρμόζεται για τον σκοπό αυτό.
Αν η ζητούμενη καταχώριση είναι μη συμβατή με καταχώριση που έχει ήδη εκδοθεί από ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, η συγκατάθεσή τους είναι υποχρεωτική.
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Αν οι καταχωρίσεις είναι συμβατές μεταξύ τους, δεν απαιτείται διαβούλευση μεταξύ των υπηρεσιών Sirene· αν οι καταχωρίσεις είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη, το κράτος μέλος που επιθυμεί την εισαγωγή νέας καταχώρισης αποφασίζει για την πραγματοποίηση ή μη διαβουλεύσεων.
β) Αν οι καταχωρίσεις δεν είναι συμβατές μεταξύ τους ή αν υπάρχει αμφιβολία γύρω από το κατά πόσον είναι συμβατές, πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις μεταξύ των οικείων υπηρεσιών Sirene με χρήση του εντύπου «Ε», ούτως ώστε τελικά να εισαχθεί μόνο μία καταχώριση.
γ) Οι καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη εισάγονται πάραυτα χωρίς προηγούμενη αναμονή της έκβασης των τυχόν διαβουλεύσεων με άλλα κράτη μέλη.
δ) Σε περίπτωση που, συνεπεία της έκβασης διαβουλεύσεων, αποδοθεί προτεραιότητα σε μια καταχώριση που είναι μη συμβατή με υφιστάμενες καταχωρίσεις, τα κράτη μέλη που εισήγαγαν τις άλλες καταχωρίσεις τις αποσύρουν αφ’ ης στιγμής γίνει η εισαγωγή της νέας καταχώρισης. Οποιαδήποτε αναφυόμενη διαφορά διευθετείται μέσω διαπραγματεύσεων μεταξύ των υπηρεσιών Sirene. Αν δεν είναι δυνατή η επίτευξη συμφωνίας με βάση τον καθορισθέντα κατάλογο προτεραιοτήτων, τότε διατηρείται στο SIS η αρχαιότερη καταχώριση.
ε) Σε περίπτωση διαγραφής μιας καταχώρισης, τα κράτη μέλη που δεν μπόρεσαν να προβούν στην εισαγωγή καταχώρισης ενημερώνονται σχετικά από το C.SIS. Ακολούθως, η υπηρεσία Sirene θα πρέπει να ειδοποιείται αυτομάτως με μήνυμα του Ν.SΙS για τη δυνατότητα εισαγωγής μιας καταχώρισης για την οποία η διαδικασία είχε τεθεί υπό αναστολή. Η υπηρεσία Sirene εφαρμόζει ολόκληρη τη διαδικασία εισαγωγής καταχώρισης στην κατάλληλη κατηγορία καταχωρίσεων.
2.2. Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Όταν ένας τελικός χρήστης διεξάγει αναζήτηση στο SIS και διαπιστώνει ότι υπάρχει μια καταχώριση η οποία αντιστοιχεί στα στοιχεία που εισήγαγε στο πλαίσιο της αναζήτησης, τούτο καλείται «θετικό αποτέλεσμα» («hit»).
Ο τελικός χρήστης δύναται να ζητήσει από την υπηρεσία Sirene να του διαθέσει συμπληρωματικές πληροφορίες, έτσι ώστε να είναι δυνατή η αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών που καθορίζονται στους πίνακες 4, 10 ή 16 του SIS, όπως αυτοί περιγράφονται στο παράρτημα 4 (ενέργειες προς ανάληψη).
Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης πρόνοιας, το κράτος μέλος έκδοσης ενημερώνεται για το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και για τις συνέπειές του.
2.2.1. Διαδικασίες μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Εφαρμόζονται οι ακόλουθες διαδικασίες:
α) Κάθε «θετικό αποτέλεσμα» σχετικά με φυσικό πρόσωπο ή με αντικείμενο για το οποίο έχει εκδοθεί καταχώριση γνωστοποιείται κατά κανόνα στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης με χρήση του εντύπου «G».
β) Κατά τη γνωστοποίηση θετικού αποτελέσματος στο κράτος μέλος έκδοσης, το εφαρμοστέο άρθρο της σύμβασης Σένγκεν αναγράφεται, κατά περίπτωση, στο πεδίο 090 του εντύπου «G», μαζί με τις τυχόν επιπλέον πληροφορίες που είναι αναγκαίες (π.χ. «ΑΝΗΛΙΚΟΣ»).
γ) Το έντυπο «G» πρέπει να περιλαμβάνει όσο το δυνατό περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το θετικό αποτέλεσμα, περιλαμβανομένων των ενεργειών που έχουν αναληφθεί, στο πεδίο 088. Στο πεδίο 089, είναι δυνατό να καλείται το κράτος μέλος έκδοσης να παράσχει συμπληρωματικές πληροφορίες.
δ) Αν είναι αναγκαίο, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης διαβιβάζει, μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, τις τυχόν συναφείς ειδικές πληροφορίες.
ε) Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που ταυτοποίησε την καταχώριση θα πρέπει να λαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα προς υποβοήθηση της αποτελεσματικής εκτέλεσης των ζητούμενων μέτρων (ενέργειες προς ανάληψη).
στ) Αν η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που κατέγραψε θετικό αποτέλεσμα σκοπεύει να διαβιβάσει πρόσθετες πληροφορίες μετά από χρήση του εντύπου «G», χρησιμοποιεί για τον σκοπό αυτό το έντυπο «M».
ζ) Αν το θετικό αποτέλεσμα αφορά ένα πρόσωπο για το οποίο έχει εκδοθεί καταχώριση βάσει του άρθρου 95 ή ανήλικο για τον οποίον έχει εκδοθεί καταχώριση βάσει του άρθρου 97, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που ταυτοποίησε την καταχώριση ενημερώνει, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, την υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης σχετικά με το θετικό αποτέλεσμα τηλεφωνικώς μετά την αποστολή του εντύπου «G».
η) Οι υπηρεσίες Sirene των κρατών μελών που έχουν εκδώσει καταχωρίσεις δυνάμει του άρθρου 96 δεν είναι απαραίτητο να ενημερώνονται συστηματικά για τα τυχόν θετικά αποτελέσματα αναζήτησης, αλλά η ενημέρωσή τους πραγματοποιείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις εφόσον απαιτούνται συμπληρωματικές πληροφορίες. Για τις ειδικές διαδικασίες, βλέπε ενότητα 4.
2.2.2. Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Οι υπηρεσίες Sirene μπορούν να διαβιβάζουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με καταχωρίσεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει των άρθρων 95 έως 100 και, στο πλαίσιο αυτό, νομιμοποιούνται να ενεργούν για λογαριασμό δικαστικών αρχών σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διαβιβαζόμενες πληροφορίες εμπίπτουν στο πεδίο αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.
β) Στο μέτρο του δυνατού, και σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες περί προστασίας δεδομένων, οι υπηρεσίες Sirene διαβιβάζουν ιατρικά στοιχεία σχετικά με φυσικά πρόσωπα για τα οποία έχει εκδοθεί καταχώριση δυνάμει του άρθρου 97, όταν απαιτείται η λήψη μέτρων για την προστασία τους. Οι διαβιβαζόμενες ιατρικές πληροφορίες φυλάσσονται μόνο για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τις ανάγκες της ιατρικής αγωγής που παρέχεται στον ενδιαφερόμενο.
2.3. Τι ισχύει εάν δεν είναι δυνατή η τήρηση της διαδικασίας έπειτα από θετικό αποτέλεσμα (άρθρο 104 παράγραφος 3)
Σε περίπτωση που, μετά από ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, δεν είναι δυνατό να τηρηθούν οι κανονικές διαδικασίες, πραγματοποιείται ανταλλαγή δεδομένων σύμφωνα με τους εξής κανόνες:
α) Το ανακαλύψαν κράτος μέλος ενημερώνει πάραυτα το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση μέσω της δικής του υπηρεσίας Sirene ότι δεν είναι σε θέση να τηρήσει την προβλεπόμενη διαδικασία και παραθέτει τους λόγους χρησιμοποιώντας για τον σκοπό αυτό το έντυπο «H».
β) Ακολούθως, τα οικεία κράτη μέλη μπορούν να συμφωνήσουν για τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί, με βάση την εθνική τους νομοθεσία και τις διατάξεις της σύμβασης Σένγκεν.
2.4. Μεταβολή του αρχικού σκοπού μιας καταχώρισης (άρθρο 102 παράγραφος 3)
Σύμφωνα με το άρθρο 102 παράγραφος 3, δεδομένα επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για διαφορετικό σκοπό σε σχέση με τον σκοπό για τον οποίον έγινε η εισαγωγή της σχετικής καταχώρισης, αλλά μόνον έπειτα από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης προκειμένου να αποτραπεί σοβαρός και επικείμενος κίνδυνος για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια, για σοβαρούς λόγους που αφορούν την εθνική ασφάλεια ή προκειμένου να αποτραπεί η τέλεση σοβαρού ποινικού αδικήματος.
Η μεταβολή του σκοπού μιας καταχώρισης είναι δυνατή μόνον έπειτα από την εξασφάλιση της έγκρισης του κράτους μέλους που την εξέδωσε.
Σε περίπτωση μεταβολής του σκοπού μιας καταχώρισης, πραγματοποιείται ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με τους εξής κανόνες:
α) Το ανακαλύψαν κράτος μέλος εξηγεί, μέσω της δικής του υπηρεσίας Sirene, στο κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση τους λόγους για τους οποίους ζητά τη μεταβολή του αρχικού σκοπού (έντυπο «I»).
β) Το ταχύτερο δυνατό, το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση εξετάζει κατά πόσον μπορεί να ικανοποιήσει το αίτημα και γνωστοποιεί την απόφαση που λαμβάνει επί του θέματος στο ανακαλύψαν κράτος μέλος, μέσω της δικής του υπηρεσίας Sirene.
γ) Εάν είναι απαραίτητο, το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση μπορεί να συναινέσει, επιβάλλοντας συγχρόνως συγκεκριμένους όρους για τον τρόπο χρήσης των δεδομένων.
Αφ’ ης στιγμής συναινέσει το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση, το ανακαλύψαν κράτος μέλος χρησιμοποιεί τα δεδομένα για τον σκοπό για τον οποίον ζήτησε και έλαβε έγκριση. Λαμβάνει δε εν προκειμένω υπόψη τους όρους που έχουν ενδεχομένως επιβληθεί.
2.5. Δεδομένα με διαπιστωμένο νομικό ή πραγματικό σφάλμα (άρθρο 106)
Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 106 προβλέπουν τη δυνατότητα διόρθωσης νομικών ή πραγματικών σφαλμάτων.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεδομένα περιέχουν νομικό ή πραγματικό σφάλμα ή ότι δεν είναι παραδεκτά, πραγματοποιείται ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με τον εξής κανόνα:
α) Το κράτος μέλος που αποφαίνεται ότι τα δεδομένα περιέχουν σφάλμα ενημερώνει σχετικά το κράτος μέλος έκδοσης μέσω της εθνικής του υπηρεσίας Sirene και με χρήση του εντύπου «J».
β) Εφόσον υπάρχει συμφωνία μεταξύ των κρατών μελών, το κράτος μέλος έκδοσης εφαρμόζει τις διαδικασίες που προβλέπει η εθνική του νομοθεσία για τη διόρθωση του σφάλματος.
γ) Εάν δεν υπάρχει συμφωνία, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που διαπίστωσε το σφάλμα ειδοποιεί την αρμόδια αρχή της χώρας της για την παραπομπή του θέματος στην Κοινή Εποπτική Αρχή.
2.6. Το δικαίωμα πρόσβασης και διόρθωσης δεδομένων (άρθρα 109 και 110)
Κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα πρόσβασης σε δεδομένα που τον αφορούν, καθώς και το δικαίωμα να ζητήσει τη διόρθωση τυχόν σφαλμάτων. Η εν λόγω πρόσβαση υπόκειται στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας της χώρας στην οποία υποβάλλεται η σχετική αίτηση.
Προτού ένα κράτος μέλος επιτρέψει την πρόσβαση σε καταχώριση που έχει εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος, πρέπει υποχρεωτικά να έλθει σε συνεννόηση με το κράτος μέλος έκδοσης, χρησιμοποιώντας το έντυπο «K».
2.6.1. Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης και διόρθωσης δεδομένων
Οσάκις είναι απαραίτητη η ενημέρωση των εθνικών αρχών σχετικά με αίτηση πρόσβασης ή εξακρίβωσης της ορθότητας δεδομένων, πραγματοποιείται ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:
α) Έκαστη υπηρεσία Sirene οφείλει να εφαρμόζει την εθνική της νομοθεσία σε σχέση με το δικαίωμα πρόσβασης στα σχετικά δεδομένα. Ανάλογα με τις περιστάσεις εκάστης περίπτωσης, οι υπηρεσίες Sirene είτε διαβιβάζουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές τις αιτήσεις πρόσβασης ή διόρθωσης δεδομένων που ενδεχομένως παραλαμβάνουν είτε αποφαίνονται σχετικά με τις αιτήσεις αυτές εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους.
β) Εάν διατυπωθεί σχετικό αίτημα από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι υπηρεσίες Sirene των οικείων κρατών μελών διαβιβάζουν πληροφορίες σχετικά με την άσκηση αυτού του δικαιώματος πρόσβασης.
2.6.2. Ενημέρωση σχετικά με τις αιτήσεις πρόσβασης, διόρθωσης ή διαγραφής για καταχωρίσεις εκδοθείσες από άλλα κράτη μέλη
Στο μέτρο του δυνατού, οι ανταλλαγές πληροφοριών σχετικά με καταχωρίσεις που έχουν εισαχθεί στο SIS από άλλο κράτος μέλος πραγματοποιούνται μέσω των εθνικών υπηρεσιών Sirene.
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Η αίτηση για πρόσβαση, διόρθωση ή διαγραφή διαβιβάζεται στο κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση το ταχύτερο δυνατό, ώστε αυτό να μπορέσει να λάβει θέση επί του θέματος.
β) Το κράτος μέλος έκδοσης ενημερώνει το κράτος μέλος προς το οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση σχετικά με τη θέση του, παρέχοντας όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την απάντηση της αίτησης.
γ) Το κράτος μέλος έκδοσης λαμβάνει υπόψη τις νόμιμες προθεσμίες που προβλέπονται ενδεχομένως για τη διεκπεραίωση της αίτησης.
δ) Το κράτος μέλος που λαμβάνει αίτηση φυσικού προσώπου για πρόσβαση, διόρθωση ή διαγραφή δεδομένων λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση έγκαιρης απάντησης.
Αν το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση αποστείλει τη θέση του στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους προς το οποίο υποβλήθηκε η αίτηση πρόσβασης, διόρθωσης ή διαγραφής, η υπηρεσία Sirene φροντίζει για την όσο το δυνατόν ταχύτερη διαβίβαση της θέσης στην αρχή που είναι αρμόδια να αποφασίσει επί της αίτησης.
2.6.3. Ενημέρωση σχετικά με τις διαδικασίες πρόσβασης και διόρθωσης
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
Οι υπηρεσίες Sirene αλληλοενημερώνονται για τις εθνικές διατάξεις που ενδεχομένως θεσπίζονται σχετικά με τις διαδικασίες πρόσβασης και διόρθωσης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για τις τυχόν επακόλουθες τροποποιήσεις τους.
2.7. Διαγραφή μιας καταχώρισης όταν παύσουν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη διατήρησή της
Η υπηρεσία Sirene ενημερώνει τα κράτη μέλη τα οποία κατά το παρελθόν δεν μπόρεσαν να εισαγάγουν καταχώριση για το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και για τη διαγραφή της καταχώρισης. Οι πληροφορίες οι οποίες περιέχονται στο έντυπο «G» που έχει παρασχεθεί από την υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους το οποίο κατέγραψε θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης υποβάλλονται μέσω του εντύπου «M».
Εκτός από τις περιπτώσεις όπου υπήρξε θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, μια καταχώρηση μπορεί να διαγραφεί είτε απευθείας από το C.SIS (όταν εκπνεύσει η ημερομηνία ισχύος) είτε εμμέσως από την υπηρεσία που είχε εισαγάγει την καταχώριση στο SIS (αφ’ ης στιγμής δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις για τη διατήρησή της).
Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το περί διαγραφής μήνυμα του C.SIS θα πρέπει να υποβάλλεται αυτομάτως σε επεξεργασία από το N.SIS.
2.8. Κατάχρηση ταυτότητας
Υπάρχει κατάχρηση ταυτότητας (επώνυμο, όνομα, ημερομηνία γέννησης) όταν ο δράστης χρησιμοποιεί την ταυτότητα ενός πραγματικού προσώπου. Τούτο ενδέχεται να συμβεί, ειδικότερα, όταν ένα έγγραφο χρησιμοποιείται επί ζημία του πραγματικού ιδιοκτήτη.
Το κράτος μέλος που εκδίδει τον κωδικό 3 στο πεδίο που τιτλοφορείται «Κατηγορία ταυτότητας» αποστέλλει το έντυπο «Q» ταυτόχρονα με την εισαγωγή ή τροποποίηση της καταχώρισης στο SIS.
Εφόσον κατά την έρευνα στο SIS ανιχνευθεί ο κωδικός 3 στο πεδίο «Κατηγορία ταυτότητας», ο υπάλληλος που διενεργεί τον έλεγχο επικοινωνεί με την εθνική υπηρεσία Sirene και ζητά συμπληρωματικές πληροφορίες που θα του επιτρέψουν να αποσαφηνίσει το κατά πόσον το πρόσωπο που αποτελεί αντικείμενο του ελέγχου είναι το πρόσωπο που αναζητείται ή το πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα έχει υποστεί κατάχρηση.
Αφ’ ης στιγμής καταστεί σαφές ότι υπάρχει κατάχρηση της ταυτότητας ενός ατόμου, πρέπει να αναγράφεται στην καταχώριση ο κωδικός «3».
Για την επεξεργασία συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με το πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα έχει υποστεί κατάχρηση απαιτείται οπωσδήποτε η ελεύθερη και ρητή συγκατάθεση του προσώπου αυτού ως προς κάθε επιμέρους πληροφορία.
Το πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα υφίσταται κατάχρηση, εφόσον συναινεί ρητώς σε αυτό και τηρουμένων των σχετικών εθνικών διαδικασιών, παρέχει στην εθνική υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης τις πληροφορίες που απαιτούνται προκειμένου να αποτραπούν οι αρνητικές συνέπειες της κατάχρησης ταυτότητας, π.χ. πραγματικά στοιχεία ταυτότητας, λεπτομέρειες εγγράφων που πιστοποιούν την ταυτότητα και/ή συμπληρώνει το έντυπο «Q».
Με την επιφύλαξη του όρου που διατυπώνεται κατωτέρω, η φωτογραφία και τα δακτυλικά αποτυπώματα του ατόμου του οποίου η ταυτότητα υφίσταται κατάχρηση είναι επίσης δυνατό να είναι διαθέσιμα στο αρχείο της υπηρεσίας Sirene του κράτους μέλους έκδοσης.
Στο έντυπο «Q», μόνο ο αριθμός Σένγκεν αναφέρεται στα δεδομένα του προσώπου το οποίο αναζητείται μέσω της καταχώρισης στο SIS, ενώ όλες οι υπόλοιπες πληροφορίες αναφέρονται στο θύμα της κατάχρησης ταυτότητας. Οι πληροφορίες υπό την επικεφαλίδα 052 (Ημερομηνία έκδοσης του εγγράφου) είναι υποχρεωτικές. Υπό την επικεφαλίδα 083 (Ειδικές πληροφορίες σχετικά με την καταχώριση) παρέχονται, αναλόγως της περιπτώσεως, πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση κατάχρησης ταυτότητας (π.χ. επιπλέον ιδιαίτερα ατομικά χαρακτηριστικά) και διευκρινίζεται οπωσδήποτε η αρμόδια υπηρεσία η οποία διαθέτει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την καταχώριση.
Πέραν αυτού, μόλις το κράτος έκδοσης διαπιστώσει ότι ένα πρόσωπο για το οποίο έχει εισαχθεί καταχώριση στο SIS κάνει κατάχρηση της ταυτότητας κάποιου άλλου προσώπου, ελέγχει κατά πόσον είναι αναγκαία η διατήρηση της καταχρασθείσας ταυτότητας στο πλαίσιο της καταχώρισης που υπάρχει στο SIS (προς εξεύρεση του αναζητούμενου προσώπου).
Τα δεδομένα του ατόμου του οποίου η ταυτότητα υφίσταται κατάχρηση, περιλαμβανομένων των τυχόν δακτυλικών αποτυπωμάτων και φωτογραφιών, είναι διαθέσιμα αποκλειστικά και μόνο προκειμένου να εξακριβωθεί η ταυτότητα του ελεγχόμενου ατόμου και δεν επιτρέπεται επ’ ουδενί η χρήση τους για οποιονδήποτε άλλον σκοπό. Οι πληροφορίες σχετικά με την κατάχρηση ταυτότητας απαλείφονται ταυτόχρονα με την απάλειψη της σχετικής καταχώρισης.
2.9. Καταχώριση ψευδωνύμου
Για να αποφεύγονται ασυμβίβαστες καταχωρίσεις οποιασδήποτε κατηγορίας λόγω της ανάγκης εισαγωγής ενός ψευδωνύμου, ή για να αποτρέπονται προβλήματα εις βάρος αθώων θυμάτων, οι υπηρεσίες Sirene, εφόσον διαθέτουν τις σχετικές πληροφορίες, αλληλοενημερώνονται σχετικά με ψευδώνυμα και διαβιβάζουν κάθε συναφή πληροφορία σχετικά με την πραγματική ταυτότητα του αναζητούμενου υποκειμένου. Το κράτος μέλος που εισήγαγε την αρχική καταχώριση είναι υπεύθυνο για την προσθήκη τυχόν ψευδωνύμων. Αν κάποιο άλλο κράτος μέλος ανακαλύψει την ύπαρξη ψευδωνύμου, παραπέμπει την υπόθεση στο κράτος μέλος που εισήγαγε την αρχική καταχώριση.
2.10. SIRPIT (Sirene Picture Transfer - «Μεταφορά Εικόνας Sirene»)
2.10.1. Ανάπτυξη και ιστορικό του SIRPIT (Μεταφορά Εικόνας Sirene)
Οι υπηρεσίες Sirene θα πρέπει να μπορούν να ανταλλάσσουν δακτυλικά αποτυπώματα και φωτογραφίες με σκοπό την ταυτοποίηση.
Η «διαδικασία SIRPIT» καθιστά δυνατή, όταν υπάρχει κάποια αμφιβολία για την ταυτότητα ενός ανακαλυφθέντος φυσικού προσώπου, την ταχεία και με ηλεκτρονικά μέσα ανταλλαγή φωτογραφιών και δακτυλικών αποτυπωμάτων μεταξύ υπηρεσιών Sirene, ούτως ώστε να μπορεί να γίνει σύγκριση μεταξύ των δακτυλικών αποτυπωμάτων και φωτογραφιών του εντοπισθέντος προσώπου και εκείνων του προσώπου σε σχέση με το οποίο έχει εκδοθεί καταχώριση.
2.10.2. Χρήση των ανταλλασσόμενων δεδομένων, περιλαμβανομένης της αρχειοθέτησης
Οι περιορισμοί στους οποίους υπόκειται η χρήση δεδομένων σύμφωνα με τα άρθρα 95 έως 100 καθορίζονται στη σύμβαση Σένγκεν. Οποιαδήποτε χρήση φωτογραφιών και δακτυλικών αποτυπωμάτων που ανταλλάσσονται μέσω του SIRPIT, περιλαμβανομένης της αρχειοθέτησης, πρέπει να συνάδει με τις συναφείς διατάξεις της σύμβασης Σένγκεν και τις εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις περί προστασίας δεδομένων, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ, την απόφαση-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ και τη σύμβαση αριθ. 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης, αναλόγως της περιπτώσεως.
2.10.3. Τεχνικές απαιτήσεις
Κάθε υπηρεσία Sirene θα πρέπει να πληροί τις τεχνικές απαιτήσεις του συστήματος SIRPIT.
Κάθε υπηρεσία Sirene πρέπει να είναι σε θέση, αφενός, να ανταλλάσσει ηλεκτρονικώς αιτήσεις για σύγκριση ή επαλήθευση καθώς και τα πορίσματά τους και, αφετέρου, να αποστέλλει ηλεκτρονικώς τις αιτήσεις της (χωρίς αλλαγές) στην αντίστοιχη εθνική υπηρεσία ταυτοποίησης και να λαμβάνει τα πορίσματα από αυτήν.
Στο SIRPIT, τα δακτυλικά αποτυπώματα και οι φωτογραφίες αποστέλλονται υπό μορφή συνημμένου σε οθόνη εισόδου, ειδικά σχεδιασμένη για τον σκοπό αυτό.
2.10.4. Εθνική υπηρεσία ταυτοποίησης
Η εθνική υπηρεσία ταυτοποίησης παραλαμβάνει αποκλειστικά και μόνο αιτήσεις προερχόμενες από την αντίστοιχη εθνική υπηρεσία Sirene και αποστέλλει τα πορίσματά της μόνο σε αυτήν.
2.10.5. Χρήση του εντύπου «L» στο πλαίσιο του συστήματος Sirene
Κάθε πράξη διαβίβασης (αίτηση για σύγκριση και τα αποτελέσματά της) μέσω του SIRPIT αναγγέλλεται με την αποστολή του εντύπου «L» μέσω της συνήθους οδού που χρησιμοποιείται για όλα τα έντυπα Sirene. Το έντυπο «L» αποστέλλεται ταυτόχρονα με τα δακτυλικά αποτυπώματα και/ή τις φωτογραφίες.
2.10.6. Διαδικασία SIRPIT
Η υπηρεσία Sirene της χώρας στην οποία εντοπίστηκε το εκάστοτε φυσικό πρόσωπο καλείται εφεξής «υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο».
Η υπηρεσία Sirene της χώρας που εισήγαγε τη σχετική καταχώριση στο SIS καλείται εφεξής «υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση».
Η διαδικασία προβλέπει τις ακόλουθες δύο δυνατότητες:
2.10.6.1. Η υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο προβαίνει στη σύγκριση
α) Η υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο αποστέλλει ένα έντυπο «G» μέσω της συνήθους ηλεκτρονικής οδού και ζητά, στο πεδίο 089, από την υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση να αποστείλει το ταχύτερο δυνατό ένα έντυπο «L», μαζί με τα δακτυλικά αποτυπώματα και τις φωτογραφίες που ενδεχομένως είναι διαθέσιμα.
β) Η υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση απαντά με το έντυπο «L». Αν τα δακτυλικά αποτυπώματα και οι φωτογραφίες είναι διαθέσιμα, η υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση επισημαίνει στο πεδίο 083 ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα και/ή οι φωτογραφίες αποστέλλονται ούτως ώστε να διενεργηθεί σύγκριση.
γ) Η υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο αποστέλλει τα δακτυλικά αποτυπώματα και τις φωτογραφίες στην εθνική της υπηρεσία ταυτοποίησης προς σύγκριση και ζητά τα αποτελέσματά της μέσω της ιδίας οδού.
δ) Η υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο διαβιβάζει με το έντυπο «L» (στο πεδίο 083) τα αποτελέσματα στην υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση.
2.10.6.2. Η υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση προβαίνει στη σύγκριση
α) Η υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο αποστέλλει ένα έντυπο «G» κι ένα έντυπο «L» μέσω της συνήθους ηλεκτρονικής οδού και επισημαίνει στο πεδίο 083 του εντύπου «L» ότι τα δακτυλικά αποτυπώματα και οι φωτογραφίες αποστέλλονται προς σύγκριση.
β) Η υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση αποστέλλει τα δακτυλικά αποτυπώματα και τις φωτογραφίες που έχει λάβει στην εθνική της υπηρεσία ταυτοποίησης προς σύγκριση και ζητά τα αποτελέσματά της μέσω της ιδίας οδού.
γ) Η υπηρεσία Sirene που εισήγαγε την καταχώριση διαβιβάζει με το έντυπο «L» (στο πεδίο 083) τα αποτελέσματα στην υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο.
Έπειτα από σύγκριση, τα δακτυλικά αποτυπώματα και οι φωτογραφίες ενός φυσικού προσώπου που έχει αποτελέσει αντικείμενο αναφοράς είναι δυνατό να φυλαχθούν στον σχετικό φάκελο από την υπηρεσία Sirene που εντόπισε το άτομο για την περίπτωση που απαιτηθούν περαιτέρω συγκρίσεις, σύμφωνα με το άρθρο 112Α της σύμβασης Σένγκεν.
Οποιαδήποτε επεξεργασία δακτυλικών αποτυπωμάτων και φωτογραφιών ενός προσώπου του οποίου τα δεδομένα δεν ταυτοποιήθηκαν με τα δεδομένα του προσώπου που έχει αποτελέσει αντικείμενο αναφοράς και τα οποία ανταλλάσσονται μέσω του SIRPIT πρέπει να συνάδει με τις διατάξεις της σύμβασης Σένγκεν και τις εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις περί προστασίας δεδομένων, σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ, την απόφαση-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ και τη σύμβαση αριθ. 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης, αναλόγως της περιπτώσεως.
2.10.6.3. Οθόνη εισόδου
Η ανάπτυξη της μάσκας εισόδου γίνεται σε συνάρτηση με την υφιστάμενη μάσκα εισόδου της Ιντερπόλ (πρότυπο ANSI/NIST).
Στη μάσκα εισόδου περιλαμβάνονται υποχρεωτικά τα ακόλουθα δεδομένα:
1) Αριθμός ταυτότητας Σένγκεν ( 25 ) (βλέπε σημείωση αριθ. 1 κατωτέρω)
2) Αριθμός αναφοράς ( 26 ) (βλέπε σημείωση αριθ. 1 κατωτέρω)
3) Ημερομηνία λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων
4) Τόπος λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων
5) Ημερομηνία λήψης της φωτογραφίας
6) Λόγος λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων (λόγος έκδοσης της καταχώρισης για την οποία απαιτήθηκε διαβίβαση δακτυλικών αποτυπωμάτων)
7) Επώνυμο ( 27 ) (βλέπε σημείωση αριθ. 2 κατωτέρω)
8) Όνομα ( 28 ) (βλέπε σημείωση αριθ. 2 κατωτέρω)
9) Πατρικό επώνυμο (για τις γυναίκες)
10) Εξακρίβωση ταυτότητας;
11) Ημερομηνία γέννησης ( 29 )
12) Τόπος γέννησης
13) Υπηκοότητα
14) Φύλο ( 30 )
15) Συμπληρωματικές πληροφορίες
(1) Πρέπει να γίνει καταχώριση είτε στο Πεδίο 1 είτε στο Πεδίο 2
(2) Εναλλακτικά, αναγράφεται η ένδειξη «άγνωστο»
Εφόσον είναι διαθέσιμα, καταχωρίζονται ο τόπος και η ημερομηνία λήψης των δακτυλικών αποτυπωμάτων.
2.11. Ρόλος των υπηρεσιών Sirene για την αστυνομική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Η ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών βάσει της σύμβασης του Σένγκεν δεν θίγει τα καθήκοντα που ανατίθενται στις υπηρεσίες Sirene στον τομέα της διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας βάσει εθνικής νομοθεσίας με την οποία τίθενται σε εφαρμογή άλλες νομικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είναι δυνατή η ανάθεση πρόσθετων καθηκόντων στις υπηρεσίες Sirene, ιδίως βάσει της εθνικής νομοθεσίας για την εφαρμογή της απόφασης-πλαισίου 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου ( 31 ), των άρθρων 39 και 46 της σύμβασης Σένγκεν, στον βαθμό που δεν έχουν αντικατασταθεί από την απόφαση-πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ, των άρθρων 40 ή 41 της σύμβασης Σένγκεν ή στις περιπτώσεις στις οποίες οι πληροφορίες εμπίπτουν στο πεδίο της αμοιβαίας νομικής συνδρομής.
Αν μια υπηρεσία Sirene λάβει από άλλη υπηρεσία Sirene αίτηση η οποία δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά της βάσει της εθνικής νομοθεσίας, τη διαβιβάζει πάραυτα στην αρμόδια αρχή και ενημερώνει την αιτούσα υπηρεσία Sirene για τις ενέργειες στις οποίες προέβη. Αν είναι αναγκαίο, παρέχει στήριξη στην αιτούσα υπηρεσία Sirene για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας.
2.12. Σχέσεις μεταξύ του Sirene και της Ιντερπόλ
Ο ρόλος του SIS δεν είναι ούτε η αντικατάσταση ούτε η αναπαραγωγή του ρόλου της Ιντερπόλ. Μολονότι ενδέχεται να υπάρχει αλληλεπικάλυψη μεταξύ ορισμένων καθηκόντων, οι αρχές που διέπουν την ανάληψη δράσης και τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών του χώρου Σένγκεν διαφέρουν ουσιωδώς από τις αρχές που ισχύουν στο πλαίσιο της Ιντερπόλ. Ως εκ τούτου, επιβάλλεται να θεσπισθούν κανόνες για τη συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών Sirene και των Εθνικών Κεντρικών Γραφείων (ΕΚΓ) σε εθνικό επίπεδο.
Συμφωνήθηκαν οι ακόλουθες αρχές:
2.12.1. Προτεραιότητα των καταχωρίσεων του SΙS έναντι των καταχωρίσεων της Ιντερπόλ
Οι καταχωρίσεις του συστήματος SIS και η ανταλλαγή κάθε πληροφορίας σχετικά με αυτές απολαύουν οπωσδήποτε προτεραιότητας έναντι των καταχωρίσεων και των πληροφοριών που ανταλλάσσονται διαμέσου της Ιντερπόλ. Ο κανόνας αυτός έχει ιδιαίτερη σημασία σε περιπτώσεις σύγκρουσης μεταξύ καταχωρίσεων.
2.12.2. Επιλογή του διαύλου επικοινωνίας
Είναι υποχρεωτική η τήρηση της αρχής ότι οι καταχωρίσεις Σένγκεν έχουν το προβάδισμα έναντι των καταχωρίσεων της Ιντερπόλ, και πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε η ίδια αρχή να γίνεται επίσης σεβαστή από τα ΕΚΓ των κρατών μελών. Αφ’ ης στιγμής δημιουργηθεί μια καταχώριση Σένγκεν, κάθε επικοινωνία σχετικά με την καταχώριση και τον σκοπό της δημιουργίας της διατίθεται από τις υπηρεσίες Sirene. Αν ένα κράτος μέλος επιθυμεί αλλαγή του διαύλου επικοινωνίας, οφείλει προηγουμένως να διεξαγάγει διαβουλεύσεις με τα υπόλοιπα μέρη. Η αλλαγή διαύλου επικοινωνίας είναι δυνατή μόνο σε ειδικές περιπτώσεις.
2.12.3. Χρήση και διανομή των σημάτων και αναγγελιών της Ιντερπόλ στα κράτη του χώρου Σένγκεν
Λόγω της προτεραιότητας των καταχωρίσεων του SIS σε σχέση με τις καταχωρίσεις της Ιντερπόλ, αυτές οι τελευταίες επιτρέπονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (δηλαδή όταν δεν υπάρχει πρόβλεψη στη σύμβαση ούτε τεχνική δυνατότητα για την εισαγωγή της καταχώρισης στο SIS ή όταν δεν είναι επαρκείς οι διαθέσιμες πληροφορίες για την εισαγωγή καταχώρισης στο SIS). Εντός του χώρου Σένγκεν, δεν επιτρέπεται η ύπαρξη παράλληλων καταχωρίσεων στο SΙS και μέσω της Ιντερπόλ. Οι καταχωρίσεις που διανέμονται μέσω διαύλων της Ιντερπόλ και οι οποίες καλύπτουν επίσης τον χώρο Σένγκεν ή μέρος αυτού (ζώνη διαβίβασης 2 της Ιντερπόλ) θα πρέπει να φέρουν την ακόλουθη ένδειξη: «Ζώνη 2, με εξαίρεση τα κράτη Σένγκεν».
2.12.4. Αποστολή πληροφοριών σε τρίτες χώρες
Ο γενικός κανόνας είναι ότι τα δεδομένα που εισάγονται στο SIS δεν διατίθενται σε τρίτες χώρες. Εντούτοις, όταν ένα κράτος μέλος έχει εκδώσει καταχώριση, μόνο η υπηρεσία Sirene του εν λόγω κράτους μέλους έκδοσης δύναται να αποφασίσει για τη διαβίβαση ή μη πληροφοριών σε τρίτες χώρες (έγκριση, μέσο διαβίβασης και δίαυλος). Στο πλαίσιο αυτό, η υπηρεσία Sirene τηρεί τις διατάξεις περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οι οποίες προβλέπονται στη σύμβαση Σένγκεν, στην απόφαση- πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ και στην οδηγία 95/46/ΕΚ, αναλόγως της περιπτώσεως. Η χρήση του διαύλου της Ιντερπόλ εξαρτάται από τις εθνικές διατάξεις ή διαδικασίες.
2.12.5. Θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και διαγραφή καταχώρισης
Τα κράτη του χώρου Σένγκεν λαμβάνουν μέριμνα σε εθνικό επίπεδο ούτως ώστε οι υπηρεσίες Sirene και τα ΕΚΓ να αλληλοενημερώνονται για τα θετικά αποτελέσματα αναζητήσεων.
Μόνο η αρχή που εξέδωσε μια καταχώριση νομιμοποιείται να τη διαγράψει.
2.12.6. Βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών Sirene και των ΕΚΓ της Ιντερπόλ
Έκαστο κράτος μέλος λαμβάνει παν κατάλληλο μέτρο προκειμένου να είναι δυνατή η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε εθνικό επίπεδο μεταξύ της εθνικής του υπηρεσίας Sirene και των ΕΚΓ.
2.13. Συνεργασία με την Ευρωπόλ και τη EUROJUST
Με στόχο τον εξορθολογισμό της συνεργασίας μεταξύ των υπηρεσιών Sirene, θεσπίζονται κατάλληλες εθνικές διαδικασίες, ιδίως για τις περιπτώσεις όπου η Ευρωπόλ ή η EUROJUST κάνει χρήση του SIS και καταγράφει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης.
2.14. Ειδικοί τύποι έρευνας
2.14.1. Έρευνα με γεωγραφική στόχευση
Με τον όρο «έρευνα με γεωγραφική στόχευση» νοείται μια έρευνα σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η αιτούσα χώρα διαθέτει αποδεικτικά στοιχεία μεγάλης αξιοπιστίας σχετικά με το σημείο εντοπισμού του καταζητούμενου προσώπου ή αντικειμένου εντός των ορίων μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αίτηση που έχει υποβάλει δικαστική αρχή μπορεί να ικανοποιηθεί πάραυτα μετά την παραλαβή της.
Έρευνες με γεωγραφική στόχευση στον χώρο Σένγκεν επιτρέπονται επί τη βάσει καταχώρισης που έχει εισαχθεί στο SIS. Το σχετικό έντυπο «Μ», το οποίο αποστέλλεται ταυτόχρονα με τη δημιουργία της καταχώρισης ή την απόκτηση των πληροφοριών σχετικά με το σημείο εντοπισμού, περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με το σημείο εντοπισμού του καταζητούμενου προσώπου ή αντικειμένου. Πρέπει να εισάγεται στο SIS καταχώριση για το καταζητούμενο πρόσωπο, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η δυνατότητα άμεσης εκτέλεσης της τυχόν αίτησης προσωρινής κράτησης (άρθρο 64 της σύμβασης και άρθρο 9 παράγραφος 3 της απόφασης-πλαισίου για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης).
Μια τέτοια καταχώριση επαυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας σε περίπτωση που το οικείο πρόσωπο ή αντικείμενο μετακινηθεί αιφνίδια από το ένα μέρος στο άλλο στο εσωτερικό του χώρου Σένγκεν. Η μη δημιουργία καταχώρισης είναι επιτρεπτή μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, ιδίως όταν δεν είναι επαρκείς οι διαθέσιμες πληροφορίες για τη δημιουργία καταχώρισης.
2.14.2. Έρευνες με τη συμμετοχή ειδικών αστυνομικών μονάδων στοχευμένων ερευνών (FAST)
Οι υπηρεσίες που παρέχονται από ειδικές μονάδες οι οποίες διενεργούν στοχευμένες έρευνες (FAST) χρησιμοποιούνται επίσης σε κατάλληλες περιπτώσεις από τις υπηρεσίες Sirene στα κράτη μέλη στα οποία έχει υποβληθεί αίτηση. Μια καταχώριση στο SIS δεν είναι δυνατό να αντικατασταθεί από τη διεθνή συνεργασία των προαναφερθεισών αστυνομικών μονάδων. Η εν λόγω συνεργασία δεν πρέπει να επικαλύπτει την αποστολή της υπηρεσίας Sirene να λειτουργεί ως κομβικό σημείο για αναζητήσεις με χρήση του SIS.
Στις κατάλληλες περιπτώσεις, αναπτύσσεται συνεργασία προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης ενημερώνεται από την αντίστοιχη εθνική μονάδα FAST σχετικά με κάθε επιχείρηση που βρίσκεται σε εξέλιξη και αφορά καταχώριση που έχει εισαχθεί στο SIS. Οσάκις κρίνεται αναγκαίο, η εν λόγω υπηρεσία Sirene παρέχει τις πληροφορίες αυτές σε άλλες υπηρεσίες Sirene.
Οι υπηρεσίες Sirene μεριμνούν για την ταχεία ροή συμπληρωματικών πληροφοριών, περιλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, προς την εθνική μονάδα FAST αν αυτή η τελευταία συμμετέχει στην αναζήτηση.
2.15. Προσθήκη ειδικής ένδειξης
Ειδική ένδειξη προστίθεται κατόπιν αιτήσεως ενός άλλου κράτους μέλους.
Σύμφωνα με το άρθρο 94 παράγραφος 4, το άρθρο 95 παράγραφος 3, το άρθρο 97 και το άρθρο 99 παράγραφος 6 της σύμβασης Σένγκεν, ένα κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί να εκτελέσει το ζητούμενο μέτρο στην επικράτειά του ανά πάσα στιγμή ζητώντας την απόθεση ειδικής ένδειξης σε καταχωρίσεις σύμφωνα με τα άρθρα 95, 97 ή 99, εφόσον εκτιμά ότι η καταχώριση αντίκειται στην εθνική του νομοθεσία, στις διεθνείς του υποχρεώσεις ή σε ουσιώδη εθνικά του συμφέροντα. Ταυτόχρονα παρέχονται και οι λόγοι της αίτησης.
Όταν προστίθεται ειδική ένδειξη σε καταχώριση που έχει εκδοθεί βάσει των άρθρων 97 και 99, η καταχώριση δεν εμφανίζεται στην οθόνη τη στιγμή κατά την οποία ο τελικός χρήστης ανατρέχει στο σύστημα. Εναλλακτική διαδικασία προβλέπεται μόνο για τις καταχωρίσεις του άρθρου 95. Έκαστο κράτος μέλος ανιχνεύει όσο το δυνατόν ταχύτερα τις καταχωρίσεις για τις οποίες είναι πιθανό να απαιτείται η προσθήκη ειδικής ένδειξης.
2.15.1. Διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη ενόψει της προσθήκης ειδικής ένδειξης
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Αν ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι επιβάλλεται να προστεθεί ειδική ένδειξη, απευθύνει, μέσω της εθνικής του υπηρεσίας Sirene, σχετικό αίτημα στο κράτος μέλος έκδοσης, κάνοντας χρήση του εντύπου «F», και συγκεκριμένα των πεδίων 071-074 ( 32 ). Εν προκειμένω, πρέπει να χρησιμοποιείται το πεδίο 080 για την παροχή αναλυτικότερων πληροφοριών σχετικά με την εθνική νομοθεσία, καθώς επίσης, κατά περίπτωση, το πεδίο 083 για την παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με τους λόγους που υπαγορεύουν την ειδική ένδειξη και άλλων συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με την καταχώριση.
β) Το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση προσθέτει πάραυτα την ειδική ένδειξη που έχει ζητηθεί.
γ) Αφ’ ης στιγμής έχουν ανταλλαγεί πληροφορίες, με βάση τις πληροφορίες που διέθεσε στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων το κράτος μέλος που ζήτησε την ειδική ένδειξη, ενδέχεται να απαιτηθεί τροποποίηση ή διαγραφή της καταχώρισης ή να γίνει ανάκληση της αίτησης.
2.15.2. Αίτηση διαγραφής ειδικής ένδειξης
Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει τη διαγραφή ειδικής ένδειξης που ζητήθηκε προηγουμένως αφ’ ης στιγμής παύσει να ισχύει ο λόγος που υπαγόρευσε την προσθήκη της. Τούτο μπορεί να ισχύει, ιδίως, εάν επήλθε αλλαγή στην εθνική νομοθεσία ή αν από περαιτέρω ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την υπόθεση προέκυψε ότι δεν συντρέχουν πλέον οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 94 παράγραφος 4, το άρθρο 95 παράγραφος 3, το άρθρο 97 και το άρθρο 99 παράγραφος 6.
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Η υπηρεσία Sirene η οποία ζήτησε προηγουμένως την προσθήκη της ειδικής ένδειξης ζητά από την υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε την καταχώριση να διαγράψει την ειδική ένδειξη. Το αίτημα αυτό υποβάλλεται με χρήση του εντύπου «F». Για τον σκοπό αυτό, χρησιμοποιείται το πεδίο 075 του εντύπου ( 33 ). Εν προκειμένω, πρέπει να χρησιμοποιείται το πεδίο 080 για την παροχή αναλυτικότερων πληροφοριών σχετικά με την εθνική νομοθεσία, καθώς επίσης, κατά περίπτωση, το πεδίο 083 για την παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με τους λόγους που υπαγορεύουν τη διαγραφή της ειδικής ένδειξης και άλλων συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με την καταχώριση.
β) Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε την καταχώριση διαγράφει την ειδική ένδειξη πάραυτα.
2.16. Ένδειξη κατεπείγοντος στα έντυπα Sirene
Τα έντυπα Sirene με τα οποία πρέπει να ασχοληθεί με απόλυτη προτεραιότητα η υπηρεσία Sirene προς την οποία έχει υποβληθεί αίτηση είναι δυνατό να επισημαίνονται με την ένδειξη «ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΝ» («URGENT»), με παράθεση του σχετικού λόγου. Στο πεδίο 083 των εντύπων Sirene αναγράφεται η πληροφορία αυτή ως πρώτη κατά σειρά πληροφορία, αναλόγως της περιπτώσεως.
3. ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 95 ( 34 )
Ακολουθούνται τα ακόλουθα βήματα:
— Έλεγχοι από τα κράτη μέλη πριν από την έκδοση καταχώρισης·
— Πολλαπλές καταχωρίσεις·
— Αποστολή συμπληρωματικών πληροφοριών στα κράτη μέλη·
— Προσθήκη ειδικής ένδειξης κατόπιν αιτήσεως άλλους κράτους μέλους·
— Ενέργειες της υπηρεσίας Sirene μετά την παραλαβή καταχώρισης βάσει του άρθρου 95·
— Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης·
— Διαγραφή καταχώρισης·
— Κατάχρηση ταυτότητας.
3.1. Έλεγχοι από τα κράτη μέλη πριν από την έκδοση της καταχώρισης
Οι πλείστες νεοεκδιδόμενες καταχωρίσεις βάσει του άρθρου 95 στηρίζονται σε «ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης» («ΕΕΣ»). Παρ’ όλα αυτά, μια καταχώριση που έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 95 παρέχει επίσης τη δυνατότητα προσωρινής κράτησης ενόψει της εξασφάλισης αίτησης έκδοσης. Οι προηγούμενοι έλεγχοι που απαιτούνται σε καθεμιά από τις εν λόγω περιπτώσεις είναι οι ακόλουθοι:
Το ΕΕΣ ή η αίτηση έκδοσης πρέπει να έχει εκδοθεί από δικαστική αρχή η οποία να διαθέτει την εξουσία για την πράξη αυτή στο κράτος μέλος έκδοσης.
Το ΕΕΣ ή η αίτηση έκδοσης και το έντυπο «Α» θα πρέπει να διαλαμβάνουν επαρκή πληροφοριακά στοιχεία που να επιτρέπουν στις άλλες υπηρεσίες Sirene να επαληθεύσουν την καταχώριση (τούτο ισχύει ιδίως για το τμήμα (ε) του ΕΕΣ: «Περιγραφή των περιστάσεων υπό τις οποίες τελέστηκε η αξιόποινη πράξη, περιλαμβανομένου του χρόνου και του τόπου» και για το πεδίο 044 του εντύπου «A»: «Νομικός χαρακτηρισμός των περιστατικών»).
3.2. Εξακρίβωση του κατά πόσον η εθνική νομοθεσία των κρατών μελών προβλέπει τη σύλληψη με σκοπό την παράδοση ή την έκδοση
Το κράτος μέλος που εκδίδει μια καταχώριση ελέγχει κατά πόσον η σύλληψη που πρόκειται να ζητηθεί προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία των υπολοίπων κρατών μελών.
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Ελέγχεται κατά πόσον όλα τα κράτη μέλη είναι σε θέση να δώσουν συνέχεια στην καταχώριση.
β) Σε περίπτωση αμφιβολίας, ζητείται η γνώμη της οικείας υπηρεσίας Sirene με παράλληλη διαβίβαση ή ανταλλαγή των αναγκαίων για τον έλεγχο πληροφοριών.
Έκαστο κράτος μέλος λαμβάνει κατάλληλα μέτρα τεχνικής ή οργανωτικής φύσεως προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η εισαγωγή στο SIS καταχωρίσεων που έχουν εκδοθεί βάσει του άρθρου 95 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, πραγματοποιείται μόνον αφού ενημερωθεί σχετικά η υπηρεσία Sirene του οικείου κράτους μέλους.
3.3. Πολλαπλές καταχωρίσεις
3.3.1. Διερεύνηση της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων (άρθρο 107)
Έκαστο κράτος μέλος δύναται να εισάγει στο σύστημα μόνο μία καταχώριση για κάθε καταζητούμενο πρόσωπο. Κατά συνέπεια, πρέπει να διενεργείται έλεγχος για τον εντοπισμό τυχόν πολλαπλών αιτήσεων του ίδιου κράτους μέλους για την έκδοση καταχώρισης. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί η ύπαρξη πολλαπλών αιτήσεων του ίδιου κράτους μέλους, πρέπει να ακολουθείται εθνική διαδικασία προκειμένου να συμφωνηθεί ποιο ΕΕΣ θα εμφανίζεται στην εκδοθείσα βάσει του άρθρου 95 καταχώριση. Με βάση την καταχώριση αυτή, μόνο ένα έντυπο «Α» αποστέλλεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη διαδικασία του τμήματος 3.4. Εναλλακτικά, θα ήταν δυνατό να εκδίδεται ενιαίο ΕΕΣ το οποίο να καλύπτει το σύνολο των αξιόποινων πράξεων.
Για τις γενικές διαδικασίες που διέπουν τον έλεγχο της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρήσεων, βλέπε τμήμα 2.1.2.
Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εκδίδει μια καταχώριση τηρεί μητρώο με τις τυχόν αιτήσεις για την εισαγωγή πρόσθετης καταχώρισης οι οποίες, μετά από διαβουλεύσεις, έχουν απορριφθεί κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, και τούτο μέχρι τη διαγραφή της καταχώρισης.
Κάθε φορά που σε ένα κράτος μέλος προκύπτει ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε την καταχώριση μπορεί να αποστείλει τόσα ΕΕΣ όσα είναι τα εντάλματα που έχουν εκδοθεί από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές του.
Είναι δυνατή η εισαγωγή καταχώρισης από περισσότερα κράτη μέλη σε σχέση με ΕΕΣ για το ίδιο πρόσωπο. Σε περίπτωση που δύο ή περισσότερα κράτη μέλη έχουν εκδώσει ΕΕΣ για το ίδιο πρόσωπο, η απόφαση σχετικά με το ποιο ένταλμα θα εκτελεσθεί σε περίπτωση σύλληψης λαμβάνεται από την αρμόδια για την εκτέλεση δικαστική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η σύλληψη. Αν οι καταχωρίσεις είναι συμβατές, αποστέλλονται έντυπα «G», σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, ως απάντηση στο σύνολο των αιτήσεων.
3.3.2. Ανταλλαγή πληροφοριών
Βλέπε τις γενικές διαδικασίες στα τμήματα 2.1.2 και 2.1.3.
3.4. Αποστολή συμπληρωματικών πληροφοριών στα κράτη μέλη
3.4.1. Συμπληρωματικές πληροφορίες που πρέπει να αποστέλλονται σε σχέση με ένα ΕΕΣ
Πρέπει να χρησιμοποιούνται τα έντυπα «A» και «M», τα οποία είναι ενιαία για όλα τα κράτη μέλη, ενώ οι πληροφορίες που αυτά περιέχουν πρέπει να είναι ίδιες με τις πληροφορίες που περιλαμβάνει το ΕΕΣ.
Περιεχόμενο του εντύπου «A»:
— 006-013: Αναγράφονται οι συναφείς πληροφορίες που είναι καταχωρημένες στο SIS και αντιστοιχούν στο τμήμα (α) του ΕΕΣ.
— 030: Αναγράφεται η διευκρίνιση ότι το παρόν έντυπο «A» αφορά ειδικά ένα ΕΕΣ, καθώς και τα στοιχεία του δικαστικού λειτουργού ή του δικαστηρίου που έχει εκδώσει το ένταλμα σύλληψης, όπως αυτά παρατίθενται στο τμήμα (θ) του ΕΕΣ.
— 031: Αναγράφονται οι συναφείς πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο τμήμα (β) του ΕΕΣ σχετικά με την απόφαση επί της οποίας στηρίζεται το ένταλμα.
— 032: Αναγράφεται η ημερομηνία έκδοσης του εντάλματος σύλληψης.
— 033: Αναγράφεται η ιδιότητα της δικαστικής αρχής που εξέδωσε το ένταλμα, με βάση το τμήμα (θ) του ΕΕΣ.
— 034: Αναγράφονται οι συναφείς πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (γ, 1) του ΕΕΣ, καθώς επίσης, οσάκις έχουν εφαρμογή, τα εξής:
—— το ποινικό αδίκημα (ή αδικήματα) με βάση το οποίο ή τα οποία εκδόθηκε το ένταλμα τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη ή με μέτρο στερητικό της ελευθερίας εφ’ όρου ζωής,
— το νομικό σύστημα του κράτους μέλους έκδοσης προβλέπει τη δυνατότητα επανεξέτασης της ποινής ή του μέτρου που έχει επιβληθεί, κατ’ αίτηση ή μετά την πάροδο είκοσι ετών τουλάχιστον, με σκοπό τη μη εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου, και/ή
— το νομικό σύστημα του κράτους μέλους έκδοσης προβλέπει τη δυνατότητα εφαρμογής μέτρων επιείκειας που προβλέπει υπέρ του προσώπου το δίκαιο ή νομική πρακτική του κράτους μέλους έκδοσης, με σκοπό τη μη εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου.
— 035-037: Αναγράφονται οι συναφείς πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο τμήμα (β) του ΕΕΣ.
— 038: Αναγράφονται οι συναφείς πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (γ, 2) του ΕΕΣ, καθώς επίσης, οσάκις έχουν εφαρμογή, τα εξής:
—— το ποινικό αδίκημα (ή αδικήματα) με βάση το οποίο ή τα οποία εκδόθηκε το ένταλμα τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο εφ’ όρου ζωής,
— το νομικό σύστημα του κράτους μέλους έκδοσης προβλέπει τη δυνατότητα επανεξέτασης της ποινής ή του μέτρου που έχει επιβληθεί, κατ’ αίτηση ή μετά την πάροδο είκοσι ετών τουλάχιστον, με σκοπό τη μη εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου, και/ή
— το νομικό σύστημα του κράτους μέλους έκδοσης προβλέπει τη δυνατότητα εφαρμογής μέτρων επιείκειας που προβλέπει υπέρ του προσώπου το δίκαιο ή νομική πρακτική του κράτους μέλους έκδοσης, με σκοπό τη μη εκτέλεση της ποινής ή του μέτρου.
— 039: Αναγράφονται οι πληροφορίες που παρατίθενται στο τμήμα (γ, 2) του ΕΕΣ.
— 040: Πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (ε) του ΕΕΣ σχετικά με την εφαρμοστέα νομική διάταξη/κώδικα.
— 041: Πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (ε) του ΕΕΣ σχετικά με τη φύση και το νομικό χαρακτηρισμό της αξιόποινης πράξης (ή πράξεων).
— 042: Πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (ε) του ΕΕΣ σχετικά με τον χρόνο τέλεσης της αξιόποινης πράξης (ή πράξεων).
— 043: Πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (ε) του ΕΕΣ σχετικά με τον τόπο τέλεσης της αξιόποινης πράξης (ή πράξεων).
— 044: Πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (ε) του ΕΕΣ σχετικά με τις περιστάσεις τέλεσης της αξιόποινης πράξης (ή πράξεων).
— 045: Πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (ε) του ΕΕΣ σχετικά με τον βαθμό συμμετοχής του καταζητούμενου προσώπου.
— 058: Πληροφορίες όπως παρατίθενται στο τμήμα (α) του ΕΕΣ σχετικά με τα διακριτικά γνωρίσματα/την περιγραφή του καταζητούμενου προσώπου.
Στο πεδίο 083 του εντύπου «Μ»:
— Οσάκις εμφανίζεται η φράση «Πληροφορίες σχετικά με απόφαση που εκδόθηκε απόντος του ενδιαφερομένου σύμφωνα με το τμήμα (δ) του ΕΕΣ», ζητείται, αναλόγως της περίπτωσης:
—α) να διευκρινισθεί κατά πόσον η απόφαση εκδόθηκε με ερημοδικία·
β) αν ναι, να διευκρινισθεί κατά πόσον ο ενδιαφερόμενος κλητεύθηκε προσωπικά ή ενημερώθηκε για την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της ακροαματικής διαδικασίας κατά την οποία εκδόθηκε η απόφαση ερήμην του. Αν η απάντηση στο προηγούμενο ερώτημα είναι αποφατική, αναφέρατε τις σχετικές νομικές δικλίδες ασφαλείας. Από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της απόφασης-πλαισίου 2009/299/ΔΕΥ ( 35 ), οι όροι της απόφασης που εκδόθηκε με ερημοδικία αναφέρονται στο πεδίο 083 όπως παρατίθενται στο ΕΕΣ. Μνημονεύονται οι κωδικοί 2, 3.1α, 3.1β, 3.2, 3.3 (μη προσβληθείσα απόφαση), 3.3 (μη υποβολή αίτησης για επανάληψη της δίκης ή άσκηση έφεσης) και 3.4 και, κατά περίπτωση, παρέχονται πληροφορίες για τον τρόπο εκπλήρωσης του εκάστοτε όρου.
— Οσάκις εμφανίζεται η φράση «Αξιόποινες πράξεις σύμφωνα με το τμήμα (ε, I και II) του ΕΕΣ», πρέπει, αναλόγως της περιπτώσεως, να αναγράφονται ένα ή περισσότερα ποινικά αδικήματα τα οποία τιμωρούνται στο κράτος μέλος έκδοσης με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο μέγιστης διάρκειας 3 ετών τουλάχιστον, όπως αυτά ορίζονται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους έκδοσης, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαισίου (ή το τμήμα [(ε)I] του ΕΕΣ).
— Αν η αξιόποινη πράξη ή πράξεις δεν εμπίπτουν στον κατάλογο του άρθρου 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαισίου σχετικά με το ΕΕΣ, η αξιόποινη πράξη ή πράξεις αναγράφονται με πληρότητα στο έντυπο «M», με βάση τη διατύπωση που χρησιμοποιείται στον κατάλογο.
— Σε περίπτωση που οι αξιόποινες πράξεις δεν εμπίπτουν στον προαναφερθέντα κατάλογο, πρέπει να παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:
—α) είτε ότι το ένταλμα εκδόθηκε για πράξεις που τιμωρούνται βάσει της νομοθεσίας του κράτους μέλους έκδοσης με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο μέγιστης διάρκειας 12 μηνών τουλάχιστον·
β) είτε, εάν έχει επιβληθεί ποινή ή έχει διαταχθεί η προσωποκράτηση, ότι η ποινή έγκειται σε φυλάκιση τουλάχιστον τεσσάρων μηνών.
— Αν οι πληροφορίες που πρέπει να αναγραφούν στο πεδίο 083 του εντύπου «M» υπερβαίνουν τους 1 024 χαρακτήρες, πρέπει να αποστέλλεται ένα ή και περισσότερα συμπληρωματικά έντυπα «M».
3.4.2. Συμπληρωματικές πληροφορίες που πρέπει να αποστέλλονται σε σχέση με το μέτρο της προσωρινής κράτησης
Ο φάκελος που παρέχεται σε σχέση με πρόσωπα τα οποία καταζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και έκδοσή τους καταρτίζεται υποχρεωτικά πριν από την εισαγωγή της καταχώρισης. Στο πλαίσιο αυτό είναι σκόπιμο να διενεργείται έλεγχος, για να εξασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες είναι πλήρεις και ότι η παρουσίασή τους είναι σωστή. Παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες: παρέχονται, καταρχήν, εναλλακτικά, λεπτομερή στοιχεία για την ποινική δίωξη ή την εκτέλεση καταδικαστικών ποινικών αποφάσεων, ως εξής:
— 006: Επώνυμο: Αναγράφεται υπό την επικεφαλίδα 006 το επώνυμο που χρησιμοποιήθηκε για τα βασικά δεδομένα στην καταχώριση SIS.
— 007: Όνομα.
— 009: Ημερομηνία γέννησης.
— 010: Τόπος γεννήσεως.
— 011: Ψευδώνυμο: Αναγράφεται πλήρως το πρώτο ψευδώνυμο και επισημαίνεται ο συνολικός διαπιστωθείς αριθμός ψευδωνύμων. Για την αποστολή πλήρους καταλόγου των ψευδωνύμων μπορεί να χρησιμοποιηθεί το έντυπο «Μ».
— 012: Φύλο.
— 013: Ιθαγένεια: Η επικεφαλίδα 013 «Ιθαγένεια» πρέπει να συμπληρώνεται με τη μεγαλύτερη δυνατή πληρότητα βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών. Αν υπάρχουν αμφιβολίες για τις πληροφορίες, είναι σκόπιμο να αναγράφεται ο κωδικός «1W» και να προστίθεται η λέξη «πιθανολογούμενη» στη λέξη «ιθαγένεια».
— 030: Αρχή που εξέδωσε το ένταλμα σύλληψης ή την απόφαση (ονοματεπώνυμο και ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού ή του εισαγγελέα ή ονομασία του δικαστηρίου).
— 031: Στοιχεία αναφοράς του εντάλματος σύλληψης ή της απόφασης (037) Βλέπε επίσης της κατωτέρω παρατηρήσεις.
— 032: Ημερομηνία του εντάλματος σύλληψης ή της απόφασης (036). Οι αιτήσεις για την άσκηση ποινικής δίωξης και την εκτέλεση μπορούν να συνοψίζονται σε συνοδευτικό έγγραφο.
— 033: Ονομασία της αιτούσας αρχής.
— 034: Ανώτατο όριο επιβλητέας ποινής/προβλεπόμενο ανώτατο όριο επιβλητέας ποινής.
— 035: Δικαστικός λειτουργός ή δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση.
— 036: Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης.
— 037: Αριθ. αναφοράς της απόφασης.
— 038: Επιβληθείσα ποινή.
— 039: Υπόλοιπο της προς έκτιση ποινής.
— 040: Εφαρμοστέες νομικές πράξεις.
— 041: Νομικός χαρακτηρισμός των πραγματικών περιστατικών.
— 042: Ημερομηνία/περίοδος διάπραξης του αδικήματος.
— 044: Περιγραφή των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης (συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών τους).
— 045: Βαθμός συμμετοχής (αυτουργός, συναυτουργός, συνεργός, ηθικός αυτουργός).
Έκαστη χώρα μπορεί να χρησιμοποιεί τη δική της νομική ορολογία για την περιγραφή του βαθμού συμμετοχής.
Οι παρεχόμενες πληροφορίες πρέπει να είναι αρκούντως λεπτομερειακές ώστε να επιτρέπουν στις άλλες υπηρεσίες Sirene να επαληθεύουν την καταχώριση, αλλά όχι τόσο λεπτομερειακές ώστε να προκαλούν υπερφόρτωση του συστήματος μηνυμάτων.
Αν οι υπηρεσίες Sirene αδυνατούν να λάβουν το μήνυμα λόγω του ότι είναι ανεπαρκής για τεχνικούς λόγους ο αριθμός χαρακτήρων που έχει καθορισθεί για το σχετικό έντυπο, επιτρέπεται να αποσταλεί ένα έντυπο «Μ» με συμπληρωματικές πληροφορίες. Το πέρας της διαβίβασης επισημαίνεται με τη φράση «Τέλος του μηνύματος» στο τελευταίο έντυπο (επικεφαλίδα 044 του εντύπου «Α» ή επικεφαλίδα 083 του εντύπου «Μ»).
3.4.3. Καταχώριση ψευδωνύμου
Βλέπε τις γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.9.
Για τις καταχωρίσεις με σκοπό τη σύλληψη, η υπηρεσία Sirene χρησιμοποιεί το πεδίο 011 του εντύπου «Α» ( 36 ) (κατά τον χρόνο εισαγωγής της καταχώρισης) ή, μεταγενέστερα, το έντυπο «Μ», κατά την ενημέρωση των άλλων κρατών μελών σχετικά με ψευδώνυμα όσον αφορά καταχώριση εκδοθείσα βάσει του άρθρου 95, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι διαθέσιμες στην υπηρεσία Sirene.
3.4.4. Πρόσθετες πληροφορίες με σκοπό την εξακρίβωση της ταυτότητας ενός ατόμου
Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης δύναται επίσης, αν είναι αναγκαίο, να παράσχει πρόσθετες πληροφορίες έπειτα από διαβουλεύσεις και/ή κατόπιν αιτήσεως κάποιου άλλου κράτους μέλους, προκειμένου να συμβάλει στην εξακρίβωση της ταυτότητας ενός ατόμου. Οι πληροφορίες αυτές καλύπτουν, ειδικότερα, τα εξής:
— προέλευση του διαβατηρίου ή του εγγράφου ταυτότητας που κατέχει το καταζητούμενο πρόσωπο·
— αριθμός αναφοράς, ημερομηνία, τόπος και αρχή έκδοσης, καθώς και ημερομηνία λήξης της ισχύος του διαβατηρίου ή εγγράφου ταυτότητας·
— περιγραφή του καταζητούμενου προσώπου·
— ονοματεπώνυμο του πατρός και της μητρός του καταζητούμενου προσώπου·
— έλεγχος του κατά πόσον είναι διαθέσιμη φωτογραφία και/ή δακτυλικά αποτυπώματα·
— τελευταία γνωστή διεύθυνση.
Στο μέτρο του δυνατού, οι παραπάνω πληροφορίες, μαζί με τις τυχόν φωτογραφίες και τα δακτυλικά αποτυπώματα, πρέπει να είναι διαθέσιμες στις υπηρεσίες Sirene ή να έχουν οι υπηρεσίες Sirene άμεση και μόνιμη πρόσβαση σε αυτές ενόψει ταχείας αποστολής.
Κοινός στόχος είναι η ελαχιστοποίηση του κινδύνου άδικης κράτησης ενός ατόμου του οποίου τα στοιχεία ταυτότητας είναι παρόμοια με εκείνα ενός ατόμου για το οποίο έχει εκδοθεί καταχώριση.
3.4.5. Αποστολή των εντύπων «A» και «M»
Οι πληροφορίες για τις οποίες γίνεται λόγος στα σημεία 3.3.1 και 3.3.2 αποστέλλονται με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο. Το κράτος μέλος έκδοσης αποστέλλει τα έντυπα «A» και «M» ταυτόχρονα με την εισαγωγή στο SIS της καταχώρισης που βασίζεται στο άρθρο 95 παράγραφος 2. Οι τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που απαιτούνται για την ταυτοποίηση αποστέλλονται μετά από διαβουλεύσεις και/ή κατόπιν αίτησης κάποιου άλλου κράτους μέλους. Αν είναι αναγκαίο, είναι δυνατή η αποστολή πολλαπλών εντύπων «M» για την περιγραφή διαφορετικών ΕΕΣ (ή αιτήσεων έκδοσης). Το έντυπο «Μ» περιέχει πληροφορίες, ιδίως, σχετικά με το είδος του αδικήματος για το οποίο εκδόθηκε το ΕΕΣ, την ημερομηνία τέλεσης της αξιόποινης πράξης και τις διατάξεις περί παραγραφής. Σε περίπτωση που η έκδοση νέου ΕΕΣ για πρόσωπο για το οποίο έχει ήδη εκδοθεί ένα ΕΕΣ προϋποθέτει την αντικατάσταση υφιστάμενου εντύπου «Α», το γεγονός ότι το νέο έντυπο «Α» αντικαθιστά άλλο επισημαίνεται στο νέο έντυπο στο πεδίο 030.
3.5. Προσθήκη ειδικής ένδειξης
Για τις γενικές διαδικασίες, βλέπε το τμήμα 2.15.
Η έκδοση καταχώρισης που φέρει ειδική ένδειξη λογίζεται ως έχουσα ως σκοπό τη γνωστοποίηση του τόπου διαμονής του οικείου προσώπου.
3.5.1. Συστηματική υποβολή αίτησης για την προσθήκη ειδικής ένδειξης σε καταχωρίσεις σχετικά με πρόσωπα που καταζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και έκδοση σε περιπτώσεις στις οποίες δεν είναι εφαρμοστέα η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών ( 37 )
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Στην περίπτωση καταχωρίσεων σχετικά με πρόσωπα που καταζητούνται με σκοπό τη σύλληψη και έκδοση σε περιπτώσεις όταν δεν είναι εφαρμοστέα η απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, μια υπηρεσία Sirene δύναται να ζητήσει από άλλες υπηρεσίες Sirene να προσθέτουν ως πάγια πρακτική ειδική ένδειξη σε καταχωρίσεις βάσει του άρθρου 95 οι οποίες αφορούν δικούς της υπηκόους.
β) Η υπηρεσία Sirene που ενδιαφέρεται για την πρακτική αυτή απευθύνει γραπτό αίτημα στις άλλες υπηρεσίες Sirene.
γ) Κάθε υπηρεσία Sirene η οποία έχει λάβει τέτοιο αίτημα προσθέτει ειδική ένδειξη για το εκάστοτε κράτος μέλος αμέσως μετά την έκδοση της καταχώρισης.
δ) Η ειδική ένδειξη παραμένει έως ότου η αιτούσα υπηρεσία Sirene ζητήσει την ακύρωσή της.
Σε περίπτωση που παύσουν να συντρέχουν οι περιστάσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 94 παράγραφος 4 της σύμβασης Σένγκεν, το κράτος μέλος που ζήτησε την ειδική ένδειξη υποβάλλει το ταχύτερο δυνατό αίτηση για την ανάκλησή της.
3.6. Ενέργειες των υπηρεσιών Sirene μετά τη λήψη καταχώρισης βάσει του άρθρου 95
Όταν μια υπηρεσία Sirene λαμβάνει τα έντυπα «A» και «M», η ίδια η υπηρεσία ή κάποια συναφής διοικητική μονάδα θα πρέπει, μόλις τούτο καταστεί πρακτικώς δυνατό, να ερευνήσει όλες τις διαθέσιμες πηγές με στόχο τον εντοπισμό του υποκειμένου. Αν οι πληροφορίες που έχει διαθέσει το αιτούν κράτος μέλος δεν επαρκούν για την αποδοχή από το κράτος μέλος που έχει λάβει την αίτηση, το γεγονός αυτό δεν θα πρέπει να αποτελεί εμπόδιο για τη διεξαγωγή των αναγκαίων ερευνών.
Σε περίπτωση που η καταχώριση βάσει του άρθρου 95 επικυρωθεί και το υποκείμενό της εντοπισθεί ή συλληφθεί στο κράτος μέλος, το ΕΕΣ και/ή τα έντυπα «A» και «M» διαβιβάζονται στην αρχή του κράτους μέλους που εκτελεί το ΕΕΣ. Σε περίπτωση που ζητηθεί το πρωτότυπο ΕΕΣ, αποστέλλεται από τη δικαστική αρχή έκδοσης απευθείας στη δικαστική αρχή εκτέλεσης (με την επιφύλαξη τυχόν διαφορετικής παραγγελίας).
3.7. Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
3.7.1. Ενημέρωση των κρατών μελών σε περίπτωση ταυτοποίησης καταχώρισης
Για τις γενικές διαδικασίες, βλέπε τμήμα 2.2.1.
Επιπροσθέτως, ακολουθείται η εξής διαδικασία:
α) Ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης σχετικά με ένα άτομο για το οποίο έχει εκδοθεί καταχώριση βάσει του άρθρου 95 πρέπει οπωσδήποτε να γνωστοποιείται στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης. Εξάλλου, μετά την αποστολή του εντύπου «G», το θετικό αποτέλεσμα γνωστοποιείται επίσης, οσάκις ενδείκνυται, τηλεφωνικώς.
β) Στο πεδίο 091 του εντύπου «G» διευκρινίζονται: η αρχή που είναι αρμόδια για την παραλαβή του ΕΕΣ ή της αίτησης έκδοσης, τα πλήρη στοιχεία επικοινωνίας της (ταχυδρομική διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και, αν είναι διαθέσιμα, αριθμός φαξ και ηλεκτρονική διεύθυνση), ο αριθμός αναφοράς (αν είναι διαθέσιμος), το αρμόδιο πρόσωπο (αν είναι γνωστό), η ζητούμενη γλώσσα, η προθεσμία και η μέθοδος παράδοσης.
γ) Όταν ένα κράτος μέλος είχε προηγουμένως εκφράσει την επιθυμία έκδοσης καταχώρισης για ένα άτομο για το οποίο είχε ήδη εκδοθεί καταχώριση, ενημερώνεται για τα τυχόν θετικά αποτελέσματα αναζήτησης σχετικά με την αρχική καταχώριση από το κράτος μέλος που προέβη στην έκδοσή της.
δ) Το C.SIS γνωστοποιεί αυτομάτως σε όλα τα κράτη μέλη τη διαγραφή μιας καταχώρισης. Συνεπώς, ένα κράτος μέλος μπορεί να εξετάσει τη σκοπιμότητα εισαγωγής μιας καταχώρισης που προηγουμένως θεωρήθηκε μη συμβατή με άλλη καταχώριση, η οποία έχει πλέον διαγραφεί.
3.7.2. Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών
Οι υπηρεσίες Sirene μπορούν να διαβιβάζουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με καταχωρίσεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 95 και, στο πλαίσιο αυτό, νομιμοποιούνται να ενεργούν για λογαριασμό δικαστικών αρχών σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διαβιβαζόμενες πληροφορίες εμπίπτουν στο πεδίο αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.
3.7.3. Μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Ο τελικός χρήστης δύναται να ζητήσει από την υπηρεσία Sirene να του διαθέσει συμπληρωματικές πληροφορίες, έτσι ώστε να είναι δυνατή η αποτελεσματική εφαρμογή των διαδικασιών που καθορίζονται στους πίνακες 4, 10 και 16 του SIS, όπως αυτοί περιγράφονται στο παράρτημα 4.
Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης πρόνοιας, το κράτος μέλος έκδοσης ενημερώνεται για το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και για τις συνέπειές του.
Η διαδικασία αυτή έχει τεχνικές συνέπειες, υπό την έννοια ότι ενδέχεται να απαιτηθεί διαγραφή της καταχώρισης, ενώ συγχρόνως, καθίσταται πλέον δυνατή η εισαγωγή άλλης καταχώρισης η οποία είχε παλαιότερα αποκλεισθεί από το SIS.
3.7.4. Ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με παράδοση ή έκδοση
Οι πληροφορίες που παρέχονται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές σε υπηρεσία Sirene σχετικά με το κατά πόσον επιτρέπεται η παράδοση ή έκδοση ενός προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί καταχώριση με σκοπό τη σύλληψη διαβιβάζονται πάραυτα στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε την καταχώριση μέσω του εντύπου «Μ», στο πεδίο 083 του οποίου αναγράφεται η λέξη «ΠΑΡΑΔΟΣΗ» ή «ΕΚΔΟΣΗ» ( 38 ). Οι περαιτέρω λεπτομέρειες της παράδοσης ή της έκδοσης θα πρέπει να γνωστοποιούνται το ταχύτερο δυνατό μέσω των υπηρεσιών Sirene.
Αν είναι αναγκαία η διέλευση του καταζητούμενου προσώπου, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους από το οποίο πρόκειται να γίνει η διέλευση παρέχει την αναγκαία υποστήριξη και συνδρομή, ανταποκρινόμενη σε αίτηση της υπηρεσίας Sirene ή της αρμόδιας δικαστικής αρχής του κράτους μέλους έκδοσης, που έχει σταλεί από την υπηρεσία Sirene, με χρήση του εντύπου «Μ».
3.8. Διαγραφή καταχώρισης
Ενημερώνονται τα κράτη μέλη τα οποία κατά το παρελθόν δεν μπόρεσαν να εισαγάγουν καταχώριση για το θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης και τη διαγραφή της καταχώρισης.
3.8.1. Διαγραφή καταχώρισης όταν παύσουν να συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη διατήρησή της
Εκτός από τις περιπτώσεις όπου υπήρξε θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, μια καταχώρηση μπορεί να διαγραφεί είτε από το C.SIS (όταν εκπνεύσει η ημερομηνία ισχύος) είτε από την υπηρεσία που είχε εισαγάγει την καταχώριση στο SIS (αφ’ ης στιγμής δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις για τη διατήρησή της).
Και στις δύο περιπτώσεις, το μήνυμα περί διαγραφής του C.SIS θα πρέπει να υποβάλλεται αυτομάτως σε επεξεργασία από το Ν.SΙS, ούτως ώστε να είναι δυνατή η εισαγωγή αντ’ αυτού μιας καταχώρησης που είχε τεθεί υπό αναστολή.
Η υπηρεσία Sirene ειδοποιείται αυτομάτως με μήνυμα του εθνικού της Ν.SΙS για τη δυνατότητα εισαγωγής μιας καταχώρισης που είχε τεθεί υπό αναστολή.
Η υπηρεσία Sirene εφαρμόζει ολόκληρη τη διαδικασία εισαγωγής καταχώρισης στην κατάλληλη κατηγορία καταχωρίσεων.
3.9. Κατάχρηση ταυτότητας
Βλέπε τη γενική διαδικασία στο τμήμα 2.8.
4. ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 96 ( 39 )
Ακολουθούνται τα ακόλουθα βήματα:
— Εισαγωγή της καταχώρισης
— Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.1)
— Καταχώριση ψευδωνύμου (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.9)
— Κατάχρηση ταυτότητας (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.8)
— Διαδικασία SIRPIT (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.10)
— Εφαρμοστέες γενικές και ειδικές διαδικασίες
4.1. Εισαγωγή
Η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υπηκόους τρίτων χωρών για τους οποίους έχει εκδοθεί καταχώριση βάσει του άρθρου 96 επιτρέπει στα κράτη μέλη να λάβουν απόφαση σε περίπτωση εισόδου ή αίτησης για τη χορήγηση θεώρησης διαβατηρίου. Αν το εκάστοτε φυσικό πρόσωπο βρίσκεται ήδη στην επικράτεια του οικείου κράτους μέλους, η ανταλλαγή πληροφοριών επιτρέπει στις εθνικές αρχές να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για τη χορήγηση τίτλου διαμονής ή θεώρησης για διαμονή μακράς διαρκείας ή για την απέλαση.
Η διεξαγωγή των διαδικασιών ενημέρωσης που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν και των διαδικασιών διαβούλευσης που καθορίζονται στο άρθρο 25 της σύμβασης Σένγκεν υπάγεται στις αρμοδιότητες των αρχών που είναι αρμόδιες για τους ελέγχους στα σύνορα και για την έκδοση τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων. Καταρχήν, οι υπηρεσίες Sirene δεν συμμετέχουν στις διαδικασίες αυτές παρά μόνο με σκοπό τη διαβίβαση συμπληρωματικών πληροφοριών οι οποίες σχετίζονται άμεσα με καταχωρίσεις (π.χ. γνωστοποίηση θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, αποσαφήνιση ταυτότητας), καθώς και τη διαγραφή καταχωρίσεων.
Ωστόσο, οι υπηρεσίες Sirene δύνανται επίσης να συμπράττουν στη διαβίβαση συμπληρωματικών πληροφοριών αναγκαίων για την απέλαση υπηκόου τρίτης χώρας ή την άρνηση εισόδου σε υπήκοο τρίτης χώρας· ακόμη είναι δυνατό να συμμετέχουν στη διαβίβαση συμπληρωματικών πληροφοριών που προκύπτουν ως αποτέλεσμα των εν λόγω ενεργειών.
4.2. Εισαγωγή καταχωρίσεων βάσει του άρθρου 96
Εισαγωγή της καταχώρισης στο SIS, εφόσον η υπηρεσία Sirene έχει ορισθεί ως αρχή αρμόδια για την εισαγωγή τέτοιων καταχωρίσεων.
Στην εξαιρετική περίπτωση της εισαγωγής καταχώρισης για υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος απολαύει του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εκδίδει την καταχώριση αποστέλλει ένα έντυπο «Μ» σε όλα τα άλλα κράτη μέλη, με βάση τις πληροφορίες που παρέσχε η αρχή η οποία εισήγαγε την καταχώριση ( 40 ).
4.3. Καταχώριση ψευδωνύμου
Βλέπε γενική διαδικασία στο τμήμα 2.9.
4.4. Κατάχρηση ταυτότητας
Εφόσον κατά την έρευνα στο SIS ανιχνευθεί ο κωδικός 3 στο πεδίο «Κατηγορία ταυτότητας», ο υπάλληλος που διενεργεί τον έλεγχο οφείλει να επικοινωνήσει με την εθνική υπηρεσία Sirene και να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες που θα του επιτρέψουν να αποσαφηνίσει το κατά πόσον το πρόσωπο που αποτελεί αντικείμενο του ελέγχου είναι το πρόσωπο που καταζητείται ή το πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα έχει υποστεί κατάχρηση.
Σχετικά με τη συγκέντρωση και κοινοποίηση πληροφοριών για πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα έχει υποστεί κατάχρηση, βλέπε γενική διαδικασία στο τμήμα 2.8.
4.5. Είδη εφαρμοστέων διαδικασιών Sirene
Για τις υπηρεσίες Sirene ισχύουν οι ακόλουθες γενικές διαδικασίες προκειμένου για τη διαβίβαση συμπληρωματικών πληροφοριών:
α) ανταλλαγή πληροφοριών κατά την άρνηση εισόδου ή την απέλαση από το έδαφος Σένγκεν·
β) ανταλλαγή πληροφοριών κατά την έκδοση τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων για παραμονή μακράς διάρκειας.
Για τις υπηρεσίες Sirene ισχύουν οι ακόλουθες ειδικές διαδικασίες προκειμένου για τη διαβίβαση συμπληρωματικών πληροφοριών:
α) ειδικές διαδικασίες δυνάμει του άρθρου 25 της σύμβασης Σένγκεν·
β) ειδικές διαδικασίες δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 4 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν·
γ) ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας·
δ) διαγραφή καταχωρίσεων που έχουν εισαχθεί σε σχέση με πολίτες της ΕΕ.
4.6. Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
4.6.1. Ανταλλαγή πληροφοριών κατά την άρνηση εισόδου ή την απέλαση από το έδαφος Σένγκεν
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Ένα κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει να ενημερώνεται για τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης σε σχέση με καταχωρίσεις με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής τις οποίες έχει εκδώσει το ίδιο. Κάθε κράτος μέλος που επιθυμεί να κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας υποβάλλει σχετική αίτηση στα άλλα κράτη μέλη γραπτώς.
β) Το κράτος μέλος εκτέλεσης δύναται με δική του πρωτοβουλία να ενημερώσει το κράτος μέλος έκδοσης ότι υπήρξε ταυτοποίηση της καταχώρισης και ότι δεν επετράπη στον εκάστοτε υπήκοο τρίτης χώρας να εισέλθει ή ότι αυτός απελάθη από το έδαφος Σένγκεν.
γ) Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος συλλάβει στο έδαφός του έναν υπήκοο τρίτης χώρας για τον οποίον έχει εκδοθεί καταχώριση, το κράτος μέλος έκδοσης διαβιβάζει, εφόσον του ζητηθεί, τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επιστροφή του οικείου προσώπου. Οι εν λόγω πληροφορίες, που περιλαμβάνονται στο έντυπο «Μ», σε συνάρτηση με τις ανάγκες του κράτους μέλους εκτέλεσης και εφόσον είναι διαθέσιμες στο κράτος μέλος έκδοσης, περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
— είδος και αιτιολόγηση της απόφασης
— αρχή που εξέδωσε την απόφαση
— ημερομηνία έκδοσης της απόφασης
— ημερομηνία επίδοσης ή κοινοποίησης της απόφασης
— ημερομηνία εκτέλεσης
— ημερομηνία λήξης ισχύος της απόφασης ή διάρκεια ισχύος της.
Σε περίπτωση σύλληψης στα σύνορα ενός ατόμου για το οποίο έχει εκδοθεί καταχώριση, ακολουθούνται οι διαδικασίες που καθορίζονται στον κώδικα συνόρων του Σένγκεν, καθώς και αυτές που έχει καθορίσει το κράτος μέλος έκδοσης.
Ενίοτε μπορεί επίσης να υπάρχει κατεπείγουσα ανάγκη για την ανταλλαγή συμπληρωματικών πληροφοριών μέσω των υπηρεσιών Sirene σε ειδικές περιπτώσεις και με στόχο την ασφαλή εξακρίβωση της ταυτότητας ενός φυσικού προσώπου.
4.6.2. Ανταλλαγή πληροφοριών κατά την έκδοση τίτλων διαμονής ή θεωρήσεων
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Το κράτος μέλος εκτέλεσης δύναται να ενημερώσει το κράτος μέλος που εξέδωσε μια καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής ότι υπήρξε ταυτοποίηση της καταχώρισης κατά τη διαδικασία έκδοσης τίτλου διαμονής ή θεώρησης για παραμονή μακράς διάρκειας.
β) Το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση δύναται ακολούθως να ενημερώσει σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη εφόσον το θεωρεί σκόπιμο, χρησιμοποιώντας το έντυπο «Μ».
γ) Εφόσον τους ζητηθεί, και τηρουμένης της εκάστοτε εθνικής νομοθεσίας, οι υπηρεσίες Sirene των οικείων κρατών μελών δύνανται να διευκολύνουν τη διαβίβαση των αναγκαίων πληροφοριών στις κατάλληλες αρχές που είναι αρμόδιες για την έκδοση τίτλων διαμονής και θεωρήσεων.
4.6.3. Ειδικές διαδικασίες δυνάμει του άρθρου 25 της σύμβασης Σένγκεν
4.6.3.1. Διαδικασία βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 1 της σύμβασης Σένγκεν
Αν ένα κράτος μέλος που εξετάζει τη σκοπιμότητα έκδοσης τίτλου διαμονής ή θεώρησης για παραμονή μακράς διάρκειας ανακαλύψει ότι για τον συγκεκριμένο αιτούντα υπάρχει καταχώριση άλλου κράτους μέλους με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής, πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση μέσω των υπηρεσιών Sirene. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιείται το έντυπο «Ν». Η καταχώριση διαγράφεται εφόσον, μετά τις διαβουλεύσεις, το κράτος μέλος εμμένει στην απόφασή του να εκδώσει τον τίτλο διαμονής. Παρ’ όλα αυτά, ένα φυσικό πρόσωπο είναι δυνατό να καταχωρισθεί στον εθνικό κατάλογο ενός κράτους μέλους με τις καταχωρίσεις που έχουν ως σκοπό την άρνηση εισόδου.
4.6.3.2. Διαδικασία βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 2 της σύμβασης Σένγκεν
Αν ένα κράτος μέλος που εισήγαγε καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής διαπιστώσει ότι στο άτομο που αποτελεί υποκείμενο της καταχώρισης έχει χορηγηθεί τίτλος διαμονής ή θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας, κινεί διαδικασία διαβουλεύσεων με το κράτος μέλος που χορήγησε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας, μέσω των υπηρεσιών Sirene και με χρήση του εντύπου «Ο». Διαβουλεύσεις μέσω των υπηρεσιών Sirene και με χρήση του εντύπου «Ο» πραγματοποιούνται επίσης αν το κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας διαπιστώσει μεταγενέστερα ότι για το συγκεκριμένο άτομο υπάρχει στο SIS καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής ( 41 ).
Αν ένα τρίτο κράτος μέλος (δηλαδή όχι αυτό που χορήγησε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας, αλλά ούτε και αυτό που εξέδωσε την καταχώριση) ανακαλύψει ότι υπάρχει καταχώριση για υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος διαθέτει τίτλο διαμονής ή θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας που έχει εκδοθεί από ένα κράτος μέλος, ενημερώνει σχετικά τόσο το κράτος μέλος που χορήγησε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας όσο και το κράτος μέλος που εξέδωσε την καταχώριση, μέσω των υπηρεσιών Sirene και με χρήση του εντύπου «Η».
Αν η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 25 της σύμβασης Σένγκεν συνεπάγεται τη διαγραφή καταχώρισης με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής, οι υπηρεσίες Sirene παρέχουν, εφόσον τους ζητηθεί, τη συνδρομή τους, σε συμμόρφωση με την εκάστοτε εθνική νομοθεσία.
4.6.4. Ειδικές διαδικασίες δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 4 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν
4.6.4.1. Διαδικασία στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κώδικα συνόρων του Σένγκεν
Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο α) του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, όταν για έναν υπήκοο τρίτης χώρας έχει εκδοθεί καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής και συγχρόνως ένα κράτος μέλος τού έχει χορηγήσει τίτλο διαμονής ή θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας ή θεώρηση επιστροφής, πρέπει να επιτρέπεται στο πρόσωπο αυτό η είσοδος στην επικράτεια με σκοπό τη μετάβαση στο κράτος μέλος που χορήγησε τον τίτλο διαμονής, τη θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας ή τη θεώρηση επιστροφής, κατά τη διέλευση των συνόρων σε άλλο κράτος μέλος. Η είσοδος μπορεί να απαγορευθεί αν το υπόψη κράτος μέλος έχει εκδώσει εθνική καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου.
Αν ο εκάστοτε υπήκοος τρίτης χώρας επιχειρήσει να εισέλθει στο κράτος μέλος που εισήγαγε την καταχώριση στο SIS, το εν λόγω κράτος μέλος δύναται να του αρνηθεί την είσοδο. Παρ’ όλα αυτά, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής, η υπηρεσία Sirene του υπόψη κράτους μέλους πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με την υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε τον τίτλο διαμονής χρησιμοποιώντας για τον σκοπό αυτό το έντυπο «Ο», προκειμένου να μπορέσει η αρμόδια αρχή να κρίνει κατά πόσον συντρέχουν ικανοί λόγοι για την ανάκληση του τίτλου διαμονής. Αν δεν ανακληθεί ο τίτλος διαμονής, η καταχώριση που υπάρχει στο SIS διαγράφεται, αλλά είναι παρ’ όλα αυτά δυνατό να εισαχθεί για το συγκεκριμένο άτομο καταχώριση στον εθνικό κατάλογο καταχωρίσεων με σκοπό την άρνηση εισόδου.
Αν ο ενδιαφερόμενος επιχειρήσει να εισέλθει στο κράτος μέλος που εξέδωσε τον τίτλο διαμονής, πρέπει να του επιτραπεί να εισέλθει στην επικράτεια, αλλά η υπηρεσία Sirene του εν λόγω κράτους μέλους, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής, αποστέλλει το έντυπο «Ο» στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε την καταχώριση, ούτως ώστε να μπορέσουν οι οικείες αρμόδιες αρχές να αποφασίσουν σχετικά με την ανάκληση του τίτλου διαμονής ή της θεώρησης για παραμονή μακράς διάρκειας ή σχετικά με τη διαγραφή της καταχώρισης.
Αν ο εκάστοτε υπήκοος τρίτης χώρας επιχειρήσει να εισέλθει σε τρίτο κράτος μέλος, δηλαδή σε κράτος μέλος που δεν συμπίπτει ούτε με το κράτος που εξέδωσε την καταχώριση ούτε με το κράτος που χορήγησε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας, και το εν λόγω τρίτο κράτος μέλος διαπιστώσει ότι υπάρχει καταχώριση στο SIS για το συγκεκριμένο άτομο, αλλά ότι παρ’ όλα αυτά αυτό διαθέτει τίτλο διαμονής ή θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας που του έχει χορηγήσει ένα από τα κράτη μέλη, επιτρέπει τη διέλευση με προορισμό το κράτος μέλος που χορήγησε τον τίτλο διαμονής ή τη θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας. Η είσοδος μπορεί να απαγορευθεί αν το υπόψη τρίτο κράτος μέλος έχει συμπεριλάβει τον ενδιαφερόμενο στον εθνικό του κατάλογο καταχωρίσεων. Σε αμφότερες περιπτώσεις, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής, η εθνική του υπηρεσία Sirene αποστέλλει στις υπηρεσίες Sirene των οικείων δύο κρατών μελών το έντυπο «H», ενημερώνοντάς τα για την αντίφαση και καλώντας τα να συνεννοηθούν μεταξύ τους προκειμένου είτε να διαγραφεί η καταχώριση που υπάρχει στο SIS είτε να ανακληθεί ο τίτλος διαμονής ή η θεώρηση για παραμονή μακράς διάρκειας. Το τρίτο κράτος μέλος δύναται επίσης να ζητήσει να τηρηθεί ενήμερο για την έκβαση των τυχόν διαβουλεύσεων.
4.6.4.2. Διαδικασία στις περιπτώσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του κώδικα συνόρων του Σένγκεν
Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο γ), ένα κράτος μέλος δύναται να παρεκκλίνει από την αρχή σύμφωνα με την οποία πρέπει να απαγορεύεται η είσοδος σε άτομα για τα οποία υπάρχει καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου, αν συντρέχουν λόγοι ανθρωπιστικοί ή εθνικού συμφέροντος ή λόγω διεθνών υποχρεώσεων. Κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που επέτρεψε την είσοδο ενημερώνει σχετικά την υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης, χρησιμοποιώντας το έντυπο «Η».
4.7. Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με υπήκοο τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας
Για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι απολαύουν του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας κατά την έννοια της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, ισχύουν ειδικοί κανόνες ( 42 ).
4.7.1. Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Αν υπάρξει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης για υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας, εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
α) Κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους εκτέλεσης επικοινωνεί πάραυτα με την υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης χρησιμοποιώντας το έντυπο «G», προκειμένου να λάβει τις πληροφορίες που χρειάζεται για να αποφασίσει αμελλητί επί των ενεργειών που πρέπει να αναληφθούν.
β) Μόλις λάβει αίτηση για την παροχή πληροφοριών, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης αρχίζει πάραυτα να συγκεντρώνει τις ζητούμενες πληροφορίες και τις αποστέλλει το ταχύτερο δυνατό στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους εκτέλεσης.
γ) Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης έρχεται σε συνεννόηση με την αρμόδια αρχή για να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι δυνατό να διατηρηθεί η καταχώριση δυνάμει της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, εφόσον η πληροφορία αυτή δεν είναι ήδη διαθέσιμη. Αν η αρμόδια αρχή αποφασίσει να διατηρήσει την καταχώριση, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε την καταχώριση ενημερώνει σχετικά όλες τις υπόλοιπες υπηρεσίες Sirene, χρησιμοποιώντας το έντυπο «Μ».
δ) Το κράτος μέλος εκτέλεσης ενημερώνει μέσω της εθνικής του υπηρεσίας Sirene την υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης για το κατά πόσον η ζητηθείσα ενέργεια εκτελέστηκε (οπότε χρησιμοποιείται το έντυπο «Μ») ή, αντιθέτως, δεν εκτελέστηκε (οπότε χρησιμοποιείται το έντυπο «Η»).
4.7.2. Ανταλλαγή πληροφοριών σε περίπτωση που, ελλείψει θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, ένα κράτος μέλος ανακαλύπτει ότι υπάρχει καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου για υπήκοο τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας
Σε περίπτωση που, ελλείψει θετικού αποτελέσματος αναζήτησης, ένα κράτος μέλος ανακαλύψει ότι υπάρχει καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου για υπήκοο τρίτης χώρας που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας, η υπηρεσία Sirene του εν λόγω κράτους μέλους αποστέλλει, κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής, ένα έντυπο «Μ» στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης, ενημερώνοντάς τη για το γεγονός αυτό.
Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης έρχεται σε συνεννόηση με την αρμόδια αρχή για να διαπιστωθεί κατά πόσον είναι δυνατό να διατηρηθεί η καταχώριση δυνάμει της οδηγίας 2004/38/ΕΚ, εφόσον η πληροφορία αυτή δεν είναι ήδη διαθέσιμη. Αν η αρμόδια αρχή αποφασίσει να διατηρήσει την καταχώριση, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εξέδωσε την καταχώριση ενημερώνει σχετικά όλες τις υπόλοιπες υπηρεσίες Sirene, χρησιμοποιώντας το έντυπο «Μ».
4.8. Διαγραφή καταχωρίσεων που έχουν εισαχθεί σε σχέση με πολίτες της ΕΕ
Όταν ένας υπήκοος τρίτης χώρας για τον οποίον έχει εκδοθεί καταχώριση με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής αποκτά την ιθαγένεια ενός από τα κράτη μέλη ( 43 ), η καταχώριση διαγράφεται. Αν η αλλαγή ιθαγένειας περιέλθει σε γνώση της υπηρεσίας Sirene χώρας διαφορετικής από εκείνη που εξέδωσε την καταχώριση, η πρώτη υπηρεσία αποστέλλει στην υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης το έντυπο «J», σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται για τη διόρθωση και τη διαγραφή δεδομένων με διαπιστωμένο νομικό ή πραγματικό σφάλμα (βλέπε τμήμα 2.5).
4.9. Ενημέρωση των κρατών μελών του χώρου Σένγκεν για την ταυτοποίηση καταχώρισης
Οι υπηρεσίες Sirene των κρατών μελών που έχουν εκδώσει καταχωρίσεις δυνάμει του άρθρου 96 δεν είναι απαραίτητο να ενημερώνονται συστηματικά για τα τυχόν θετικά αποτελέσματα αναζήτησης, αλλά η ενημέρωσή τους πραγματοποιείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις αν είναι αναγκαίες συμπληρωματικές πληροφορίες κατά τα οριζόμενα στα τμήματα 4.6 έως 4.8. [Βλέπε επίσης τμήμα 2.2.1(ζ)].
Εντούτοις, οι υπηρεσίες Sirene παρέχουν στατιστικά δεδομένα για τα εν λόγω θετικά αποτελέσματα αναζήτησης.
5. ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 97 ( 44 )
Πρέπει να εξετάζεται η σκοπιμότητα εφαρμογής της ακόλουθης διαδικασίας:
— Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.1)
— Προσθήκη ειδικής ένδειξης κατόπιν αιτήσεως άλλους κράτους μέλους
— Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
— Κατάχρηση ταυτότητας (βλέπε Γενικές Διαδικασίες στο τμήμα 2.8)
— Διαδικασία SIRPIT (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.10)
5.1. Προσθήκη ειδικής ένδειξης
Βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.15.
5.2. Παροχή στοιχείων περιγραφής για ανηλίκους που αγνοούνται ή για άλλα πρόσωπα που θεωρείται ότι διατρέχουν κίνδυνο
Οι υπηρεσίες Sirene διαθέτουν άμεση πρόσβαση σε όλες τις συναφείς συμπληρωματικές πληροφορίες που υπάρχουν σε εθνικό επίπεδο σχετικά με καταχωρίσεις για εξαφανισθέντα πρόσωπα, προκειμένου να είναι σε θέση να συμβάλουν με πληρότητα στην επιτυχή έκβαση της εκάστοτε υπόθεσης, διευκολύνοντας την ταυτοποίηση του εκάστοτε φυσικού προσώπου και παρέχοντας χωρίς χρονοτριβή συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με ζητήματα που σχετίζονται με την υπόθεση. Οι συναφείς συμπληρωματικές πληροφορίες είναι δυνατό να καλύπτουν, ειδικότερα, τις εθνικές αποφάσεις σχετικά με την άσκηση επιμέλειας επί ανηλίκου ή ευάλωτου προσώπου ή τις αιτήσεις για την προσφυγή σε μηχανισμούς προειδοποίησης για αγνοούμενα παιδιά.
Αν πρόκειται για εξαφανισθέν πρόσωπο που διατρέχει υψηλό κίνδυνο, το πεδίο 083 του εντύπου «Μ» θα πρέπει να αρχίζει με τη λέξη «Κατεπείγον». Η ένδειξη του κατεπείγοντος θα πρέπει να υπογραμμίζεται με την πραγματοποίηση τηλεφωνήματος για να τονισθεί η σπουδαιότητα του εντύπου «Μ» και ο επείγων χαρακτήρας του.
Επειδή το πεδίο 083 του εντύπου «Μ» έχει περιορισμένη τεχνική χωρητικότητα πληροφοριών, χρησιμοποιείται κοινή μέθοδος για την εισαγωγή διαρθρωμένων συμπληρωματικών πληροφοριών και για τη σειρά των σχετικών πληροφοριών ( 45 ).
Επειδή δεν διασχίζουν όλα τα ευάλωτα εξαφανισθέντα πρόσωπα τα εθνικά σύνορα, οι αποφάσεις για την παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών (σχετικά με τα ατομικά χαρακτηριστικά) και για τους αποδέκτες τους λαμβάνονται με βάση τα δεδομένα εκάστης περίπτωσης και καλύπτουν πλήρες φάσμα περιστάσεων. Μετά τη λήψη απόφασης σε εθνικό επίπεδο σχετικά με την αναγκαία έκταση των προς διαβίβαση σχετικών συμπληρωματικών πληροφοριών, η υπηρεσία Sirene λαμβάνει, στον βαθμό που κρίνει σκόπιμο, ένα από τα ακόλουθα μέτρα:
α) διατήρηση των πληροφοριών έτσι ώστε να είναι δυνατή η διαβίβαση συμπληρωματικών πληροφοριών κατόπιν αιτήσεως άλλου κράτους μέλους·
β) διαβίβαση του εντύπου «Μ» στην αρμόδια υπηρεσία Sirene αν από έρευνες προκύπτει ο πιθανός προορισμός του εξαφανισθέντος προσώπου·
γ) διαβίβαση του εντύπου «Μ» σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες Sirene, με γνώμονα τις περιστάσεις της εξαφάνισης και με σκοπό την παροχή σε σύντομο χρονικό διάστημα όλων των δεδομένων σχετικά με το εκάστοτε πρόσωπο.
Μόλις μια υπηρεσία Sirene λάβει πληροφορίες, τις διαβιβάζει, προκειμένου να μεγιστοποιηθούν οι πιθανότητες ανεύρεσης του προσώπου κατά τρόπο στοχοθετημένο και εμπεριστατωμένο και στον βαθμό που τούτο κρίνεται σκόπιμο, προς:
α) τους οικείους μεθοριακούς σταθμούς,
β) τις αρμόδιες διοικητικές και αστυνομικές αρχές με σκοπό τον εντοπισμό και την προστασία προσώπων,
γ) τις αρμόδιες προξενικές αρχές του κράτους μέλους που εισήγαγε την καταχώριση, έπειτα από την καταγραφή θετικού αποτελέσματος αναζήτησης στο SIS.
5.3. Μετά από ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Για τις γενικές διαδικασίες, βλέπε το τμήμα 2.2.
Όταν καταγράφεται θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης για εξαφανισθέντα ενήλικα, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που κατέγραψε το θετικό αποτέλεσμα ενημερώνει τον τελικό χρήστη ότι η γνωστοποίηση δεδομένων σχετικά με εξαφανισθέντα ενήλικα προϋποθέτει τη συναίνεση του προσώπου αυτού ( 46 ). Η συναίνεση πρέπει να είναι γραπτή ή να υπάρχει οπωσδήποτε σχετικό έγγραφο πρακτικό. Τυχόν άρνηση συναίνεσης πρέπει να διατυπώνεται εγγράφως ή να καταγράφεται επισήμως. Για τη γνωστοποίηση περαιτέρω πληροφοριών, βλέπε τη διαδικασία του τμήματος 2.2.2.
6. ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 98 ( 47 )
Πρέπει να εξετάζεται η σκοπιμότητα εφαρμογής της ακόλουθης διαδικασίας:
— Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.1)
— Εισαγωγή της καταχώρισης στο SΙS
— Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
— Κατάχρηση ταυτότητας (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.8)
— Διαδικασία SIRPIT (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.10)
6.1. Μετά από ένα θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Για τις γενικές διαδικασίες, βλέπε το τμήμα 2.2.
Επιπροσθέτως, ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:
α) Ο τόπος διαμονής ή κατοικίας εξακριβώνεται με όλα τα μέσα που επιτρέπει η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο εντοπίστηκε το εκάστοτε πρόσωπο.
β) Προβλέπονται εθνικές διαδικασίες, οσάκις κρίνεται σκόπιμο, για να διασφαλίζεται ότι οι καταχωρίσεις διατηρούνται στο SIS μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους εκδόθηκαν.
Οι υπηρεσίες Sirene μπορούν να διαβιβάζουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με καταχωρίσεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 98 και, στο πλαίσιο αυτό, νομιμοποιούνται να ενεργούν για λογαριασμό δικαστικών αρχών σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διαβιβαζόμενες πληροφορίες εμπίπτουν στο πεδίο αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.
7. ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 99 ( 48 )
Πρέπει να εξετάζεται η σκοπιμότητα εφαρμογής της ακόλουθης διαδικασίας:
— Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.1)
— Προσθήκη ειδικής ένδειξης κατόπιν αιτήσεως άλλους κράτους μέλους
— Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
— Διαδικασία SIRPIT (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.10)
7.1. Καταχώριση ψευδωνύμου
Βλέπε γενική διαδικασία στο τμήμα 2.9.
Τα άλλα κράτη μέλη ενημερώνονται, με χρήση του εντύπου «Μ», για τυχόν ψευδώνυμα που σχετίζονται με καταχώριση εκδοθείσα δυνάμει του άρθρου 99. Οσάκις είναι απαραίτητο, οι υπηρεσίες Sirene διαβιβάζουν τις πληροφορίες αυτές στις εθνικές τους αρχές που είναι αρμόδιες για την κάθε κατηγορία καταχωρίσεων.
7.2. Ενημέρωση των άλλων κρατών μελών κατά την έκδοση καταχωρίσεων κατόπιν αιτήσεως των αρχών που είναι επιφορτισμένες με την εθνική ασφάλεια
Κατά την εισαγωγή καταχώρισης κατόπιν αιτήσεως αρχής αρμόδιας για την εθνική ασφάλεια, η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους έκδοσης ενημερώνει σχετικά όλες τις άλλες υπηρεσίες Sirene χρησιμοποιώντας το έντυπο «Μ» και αναφέρει το άρθρο 99 παράγραφος 3 στο πεδίο 083.
Το απόρρητο ορισμένων πληροφοριών διασφαλίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, μεταξύ άλλων με τον διαχωρισμό κάθε επικοινωνίας μεταξύ των υπηρεσιών Sirene από οποιαδήποτε επικοινωνία μεταξύ των αρμόδιων για την εθνική ασφάλεια υπηρεσιών.
7.3. Προσθήκη ειδικής ένδειξης
Βλέπε γενική διαδικασία στο τμήμα 2.15.
7.4. Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Για τις καταχωρίσεις βάσει του άρθρου 99 παράγραφος 2, βλέπε γενική διαδικασία στο τμήμα 2.2.
Επιπροσθέτως, ακολουθείται η εξής διαδικασία:
α) Όταν υπάρχει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης σε σχέση με καταχώριση που έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου 99 παράγραφος 3, η ανακαλύψασα υπηρεσία Sirene ενημερώνει την αιτούσα υπηρεσία Sirene σχετικά με τα αποτελέσματα (διακριτική παρακολούθηση ή ειδικός έλεγχος) με χρήση του εντύπου «G». Συγχρόνως, η ανακαλύψασα υπηρεσία Sirene ενημερώνει σχετικά την αρμόδια εγχώρια υπηρεσία η οποία είναι επιφορτισμένη με την εθνική ασφάλεια.
β) Αν η υπεύθυνη για την εθνική ασφάλεια υπηρεσία στο ανακαλύψαν κράτος μέλος κρίνει ότι η καταχώριση καθιστά αναγκαία την προσθήκη ειδικής ένδειξης εγκυρότητας, επικοινωνεί με την εθνική της υπηρεσία Sirene προκειμένου να προστεθεί η ειδική ένδειξη από την αιτούσα υπηρεσία Sirene (με χρήση του εντύπου «F»). Δεν είναι υποχρεωτική η παράθεση των λόγων που υπαγορεύουν την προσθήκη ειδικής ένδειξης, αλλά η αίτηση υποβάλλεται υποχρεωτικά μέσω των διαύλων του συστήματος Sirene.
γ) Πρέπει να ακολουθείται ειδική διαδικασία με στόχο τη διασφάλιση του απορρήτου ορισμένων πληροφοριών. Ως εκ τούτου, κάθε επαφή μεταξύ των υπηρεσιών που είναι επιφορτισμένες με την εθνική ασφάλεια πρέπει να διαχωρίζεται από τις επαφές μεταξύ των υπηρεσιών Sirene. Συνεπώς, οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η ειδική ένδειξη συζητιούνται απευθείας μεταξύ των αρμόδιων για την εθνική ασφάλεια υπηρεσιών και όχι διαμέσου των υπηρεσιών Sirene.
8. ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 100 ( 49 )
Εξετάζεται η σκοπιμότητα λήψης των ακόλουθων μέτρων:
— Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων
— Ανταλλαγή πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
— Διαδικασία SIRPIT (βλέπε γενικές διαδικασίες στο τμήμα 2.10)
8.1. Καταχωρίσεις για οχήματα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 100
8.1.1. Έλεγχος της ύπαρξης πολλαπλών καταχωρίσεων για το ίδιο όχημα
Τα υποχρεωτικά στοιχεία περιγραφής της ταυτότητας για τις καταχωρίσεις που αφορούν οχήματα είναι τα ακόλουθα:
— ο αριθμός πινακίδας κυκλοφορίας και/ή
— ο αναγνωριστικός αριθμός του οχήματος (VIN).
Στο SIS μπορεί να είναι καταχωρισμένοι αμφότεροι οι αριθμοί.
Οι έλεγχοι για τη ύπαρξη πολλαπλών καταχωρίσεων πραγματοποιούνται με τη σύγκριση αριθμών. Εάν κατά την εισαγωγή νέας καταχώρισης διαπιστωθεί ότι ο ίδιος αύξων αριθμός και/ή αριθμός πινακίδας κυκλοφορίας υπάρχει ήδη στο SIS, τεκμαίρεται ότι η νέα καταχώριση θα οδηγήσει σε πολλαπλές καταχωρίσεις για το ίδιο όχημα. Πλην όμως, η ανωτέρω μέθοδος επαλήθευσης είναι αποτελεσματική μόνον εφόσον τα στοιχεία περιγραφής που χρησιμοποιούνται είναι τα ίδια. Συνεπώς, η σύγκριση δεν είναι πάντα δυνατή.
Η υπηρεσία Sirene εφιστά την προσοχή των εθνικών χρηστών στα προβλήματα που ενδέχεται να ανακύψουν σε περίπτωση που έχει γίνει σύγκριση μόνο του ενός αριθμού. Μια καταφατική απάντηση δεν σημαίνει αυτομάτως ότι υπάρχει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης, ενώ μια αποφατική απάντηση δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει καταχώριση για το συγκεκριμένο όχημα.
Στο παράρτημα 6 του παρόντος εγχειριδίου διευκρινίζονται τα στοιχεία περιγραφής της ταυτότητας που λαμβάνονται υπόψη για να εξακριβωθεί κατά πόσον δύο καταχωρίσεις για οχήματα είναι πανομοιότυπες.
Οι διαδικασίες διαβουλεύσεων που εφαρμόζονται μεταξύ των υπηρεσιών Sirene σε σχέση με οχήματα είναι ίδιες με αυτές που ισχύουν για τους ανθρώπους. Για τις γενικές διαδικασίες, βλέπε το τμήμα 2.1.
Η υπηρεσία Sirene του κράτους μέλους που εκδίδει μια καταχώριση τηρεί μητρώο με τις τυχόν αιτήσεις για την εισαγωγή επιπλέον καταχώρισης οι οποίες, μετά από διαβουλεύσεις, έχουν απορριφθεί κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, και τούτο μέχρι τη διαγραφή της καταχώρισης.
8.1.2. Δίδυμοι VIN
Για «δίδυμους VIN» γίνεται λόγος όταν υπάρχει ένα όχημα του ίδιου τύπου και με αναγνωριστικό αριθμό οχήματος (VIN) ίδιο με εκείνον ενός οχήματος για το οποίο υπάρχει καταχώριση στο SIS (π.χ. τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση ενός ελκυστήρα κι ενός μηχανοκίνητου δικύκλου με τον ίδιο VIN). Για να αποφεύγονται οι αρνητικές συνέπειες της επανειλημμένης κατάσχεσης ενός νομίμως ταξινομημένου οχήματος με τον ίδιο VIN, ισχύουν οι ακόλουθοι ειδικοί κανόνες.
Εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία:
1. Όταν έχει εξακριβωθεί το ενδεχόμενο ύπαρξης δίδυμων VIN και αναλόγως της περιπτώσεως, η εκάστοτε υπηρεσία Sirene:
α) διασφαλίζει ότι δεν υπάρχει σφάλμα στην καταχώριση που υπάρχει στο SIS και ότι οι πληροφορίες της καταχώρισης είναι κατά το δυνατό πληρέστερες·
β) ελέγχει τις περιστάσεις της υπόθεσης η οποία οδήγησε στην εισαγωγή καταχώρισης στο SIS·
γ) εξακριβώνει το ιστορικό αμφοτέρων οχημάτων από τον χρόνο παραγωγής τους·
δ) παραγγέλλει διεξοδικό έλεγχο του κατασχεθέντος οχήματος, και ιδίως του αριθμού VIN του οχήματος, προκειμένου να εξακριβωθεί αν πρόκειται για όχημα που έχει ταξινομηθεί νομίμως.
Οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες Sirene συνεργάζονται στενά μεταξύ τους για τη λήψη των ανωτέρω μέτρων.
2. Αν επιβεβαιωθεί η ύπαρξη δίδυμων αριθμών VIN, οι συμπληρωματικές πληροφορίες οι οποίες παρέχονται από το κράτος μέλος που δημιούργησε την αρχική καταχώριση, με χρήση του εντύπου «M», περιλαμβάνουν, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, τις ενδείξεις που περιγράφουν το νομίμως ταξινομηθέν όχημα και το διαφοροποιηθούν από το όχημα που είναι καταχωρισμένο στο SIS ( 50 ).
3. Εξάλλου, μόλις αντιληφθεί την ύπαρξη δίδυμων αριθμών VIN, το κράτος μέλος έκδοσης ελέγχει κατά πόσον είναι αναγκαία η διατήρηση της καταχώρισης στο SIS.
8.2. Κοινοποίηση συμπληρωματικών πληροφοριών μετά από θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης
Οι υπηρεσίες Sirene μπορούν να διαβιβάζουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με καταχωρίσεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του άρθρου 100 και, στο πλαίσιο αυτό, νομιμοποιούνται να ενεργούν για λογαριασμό δικαστικών αρχών, εφόσον οι διαβιβαζόμενες πληροφορίες εμπίπτουν στο πεδίο αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής.
Οι υπηρεσίες Sirene του κράτους μέλους έκδοσης αποστέλλουν το ταχύτερο δυνατό και με τη μεγαλύτερη δυνατή πληρότητα τις ζητούμενες συμπληρωματικές πληροφορίες με το έντυπο «P», ως απάντηση στο έντυπο «G», κάθε φορά που υπάρχει θετικό αποτέλεσμα αναζήτησης για καταχώριση που έχει εκδοθεί σχετικά με όχημα δυνάμει του άρθρου 100 της σύμβασης Σένγκεν.
(Σημείωση: Καθώς πρόκειται για κατεπείγουσα αίτηση και, κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατή η άμεση συγκέντρωση όλων των πληροφοριών, συμφωνείται ότι ορισμένες επικεφαλίδες δεν έχουν υποχρεωτικό αλλά προαιρετικό χαρακτήρα και ότι θα καταβάλλεται προσπάθεια για τη συγκέντρωση των πληροφοριών που σχετίζονται με τις βασικές επικεφαλίδες, π.χ.: 041, 042, 043, 162, 164, 165, 166 και 167).
9. ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ
Άπαξ ετησίως, οι υπηρεσίες Sirene παρέχουν στατιστικά δεδομένα για τα θετικά αποτελέσματα αναζήτησης, την επικοινωνία και τον φόρτο εργασίας. Τα εν λόγω στατιστικά δεδομένα καλύπτουν υποχρεωτικά όλα τα άρθρα και όλα τα είδη καταχωρίσεων. Η έκθεση με τα στατιστικά δεδομένα αποστέλλεται ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.
( 1 ) ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19.
( 2 ) Απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της 22ας Δεκεμβρίου 1994 σχετικά με τη θέση σε ισχύ της σύμβασης εφαρμογής (SCH/Com-ex (94)29 Αναθ. 2. (ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 130).
( 3 ) Αποφάσεις της εκτελεστικής επιτροπής της 7ης Οκτωβρίου 1997 (SCH/com-ex 97(27) Αναθ. 4) για την Ιταλία και (SCH/com-ex 97(28) Αναθ. 4) για την Αυστρία.
( 4 ) Απόφαση 1999/848/ΕΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με την πλήρη εφαρμογή του κεκτημένου Σένγκεν στην Ελλάδα (ΕΕ L 327 της 21.12.1999, σ. 58).
( 5 ) Απόφαση 2000/777/ΕΚ του Συμβουλίου, της 1ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή του κεκτημένου Σένγκεν στη Δανία, Φινλανδία και Σουηδία, καθώς και στην Ισλανδία και Νορβηγία (ΕΕ L 309 της 9.12.2000, σ. 24).
( 6 ) Απόφαση 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43).
( 7 ) Απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.
( 8 ) Απόφαση 2004/926/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή από το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας μερών του κεκτημένου του Σένγκεν (ΕΕ L 395 της 31.12.2004, σ. 70).
( 9 ) ΕΕ C 340 της 10.11.1997, σ. 92.
( 10 ) ΕΕ L 323 της 8.12.2007, σ. 34.
( 11 ) ΕΕ L 166 της 1.7.2010, σ. 17.
( 12 ) ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.
( 13 ) ΕΕ L 327 της 5.12.2008, σ. 15.
( 14 ) ΕΕ L 83 της 26.3.2008, σ. 3.
( 15 ) Βλέπε υποσημείωση 1.
( 16 ) Όπως καθορίζεται στα άρθρα 101A και 101B της σύμβασης Σένγκεν.
( 17 ) Με την επιφύλαξη τυχόν αντίθετης πρόβλεψης, όλα τα άρθρα στα οποία γίνεται παραπομπή νοούνται ως άρθρα της σύμβασης του 1990 για την εφαρμογή της συμφωνίας του Σένγκεν, της 14ης Ιουνίου 1985, για τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα («σύμβαση Σένγκεν»). Το άρθρο 92 παράγραφος 4 τέθηκε σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 της απόφασης 2005/451/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 158 της 21.6.2005, σ. 26) και το άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης 2005/211/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 68 της 15.3.2005, σ. 44).
( 18 ) Λεπτομερείς οδηγίες για τα μέτρα ασφάλειας της τεχνολογίας πληροφοριών παρέχονται στην ενότητα 5 του αναθεωρημένου καταλόγου Σένγκεν ΕΕ: Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν, Sirene.
( 19 ) Βλέπε απόφαση 2000/265/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Μαρτίου 2000, περί θεσπίσεως δημοσιονομικού κανονισμού για τα δημοσιονομικά θέματα της διαχείρισης, από τον αναπληρωτή γενικό γραμματέα του Συμβουλίου, των συμβάσεων τις οποίες συνάπτει ως αντιπρόσωπος ορισμένων κρατών μελών όσον αφορά την εγκατάσταση και τη λειτουργία του δικτύου επικοινωνιών «SISNET» για το περιβάλλον Σένγκεν (ΕΕ L 85 της 6.4.2000, σ. 12).
( 20 ) Πληροφορίες μετά από καταχώριση που αφορά την εθνική ασφάλεια.
( 21 ) Έλεγχος της ύπαρξης διπλής καταχώρισης για το ίδιο πρόσωπο.
( 22 ) Έλεγχος της ύπαρξης διπλής καταχώρισης για το ίδιο όχημα.
( 23 ) Παρέχεται στο προσωπικό η δέουσα κατάρτιση, μεταξύ άλλων θεμάτων, σχετικά με τους κανόνες ασφάλειας και προστασίας των δεδομένων, καθώς και πληροφόρηση σχετικά με τις τυχόν ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται. Το προσωπικό πρέπει επίσης να γνωρίζει τους οικείους εθνικούς κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου και τις άλλες ισοδύναμες υποχρεώσεις εχεμύθειας στις οποίες υπόκειται όλο το προσωπικό Sirene.
( 24 ) Έγγραφο του Συμβουλίου 5076/07, έκδοση 5.6
( 25 ) Υποχρεωτικά στοιχεία
( 31 ) Απόφαση-πλαίσιο 2006/960/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την απλούστευση της ανταλλαγής πληροφοριών και στοιχείων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 386 της 29.12.2006, σ. 89).
( 32 ) Περί της τεχνικής εφαρμογής, βλέπε το έγγραφο περί ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ υπηρεσιών Sirene για το οποίο γίνεται λόγος στην ενότητα 1.5.4.
( 33 ) Βλέπε υποσημείωση 26.
( 34 ) «Πρόσωπα καταζητούμενα με σκοπό τη σύλληψη και παράδοση/έκδοση».
( 35 ) Απόφαση-πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για την τροποποίηση των αποφάσεων-πλαισίων 2002/584/ΔΕΥ, 2005/214/ΔΕΥ, 2006/783/ΔΕΥ, 2008/909/ΔΕΥ και 2008/947/ΔΕΥ και την κατοχύρωση, διά του τρόπου αυτού, των δικονομικών δικαιωμάτων των προσώπων και την προώθηση της εφαρμογής της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης αποφάσεων που εκδίδονται ερήμην του ενδιαφερόμενου προσώπου στη δίκη (ΕΕ L 81 της 27.3.2009, σ. 24).
( 36 ) Βλέπε υποσημείωση 26.
( 37 ) ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1.
( 38 ) Βλέπε επίσης το τμήμα 2.16 σχετικά με την ένδειξη του κατεπείγοντος στα έντυπα Sirene.
( 39 ) Υπήκοοι τρίτων χωρών για τους οποίους έχει εκδοθεί καταχώριση με σκοπό την απαγόρευση εισόδου (άρθρα 25 και 96 της σύμβασης Σένγκεν).
( 40 ) Σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ, επιτρέπεται να απαγορευθεί η είσοδος ή παραμονή σε πρόσωπο που απολαύει του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας μόνον εφόσον η προσωπική συμπεριφορά του εν λόγω ατόμου συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας και εφόσον επιπροσθέτως συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 27 παράγραφος 2 της ίδιας οδηγίας. Το άρθρο 27 παράγραφος 2 ορίζει τα εξής: «Κάθε μέτρο που λαμβάνεται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας πρέπει να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας και να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του αφορώμενου ατόμου. Προηγούμενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αφ’εαυτών λόγους για τη λήψη τέτοιων μέτρων. Η προσωπική συμπεριφορά του αφορώμενου ατόμου πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Αιτιολογίες που δεν συνδέονται με τα στοιχεία της υπόθεσης ή στηρίζονται σε εκτιμήσεις γενικής πρόληψης δεν γίνονται αποδεκτές.» Εξάλλου, ισχύουν πρόσθετοι περιορισμοί για τα πρόσωπα που απολαύουν του δικαιώματος μόνιμης διαμονής, στα οποία είναι δυνατό να απαγορευθεί η είσοδος ή παραμονή μόνο για σοβαρούς λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας.
( 41 ) Στην περίπτωση των καταχωρίσεων με σκοπό την άρνηση εισόδου που εκδίδονται για μέλη της οικογενείας πολιτών της ΕΕ, είναι αναγκαίο να υπομνησθεί ότι δεν είναι δυνατή η συστηματική αναδρομή στο SIS πριν από την έκδοση δελτίου διαμονής για άτομα της εν λόγω κατηγορίας. Στο άρθρο 10 της οδηγίας 2004/38/ΕΚ απαριθμούνται οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την απόκτηση δικαιώματος διαμονής για χρονικό διάστημα άνω του τριμήνου σε κράτος μέλος υποδοχής από μέλη της οικογενείας πολιτών της Ένωσης τα οποία είναι υπήκοοι τρίτης χώρας. Ο κατάλογος αυτός, που είναι εξαντλητικός, δεν επιτρέπει τη συστηματική αναδρομή στα στοιχεία του SIS πριν από την έκδοση δελτίου διαμονής. Το άρθρο 27 παράγραφος 3 της ίδιας οδηγίας ορίζει ότι τα κράτη μέλη μπορούν, εφόσον το κρίνουν απαραίτητο, να ζητούν από άλλα κράτη μέλη πληροφορίες μόνο σχετικά με το ποινικό μητρώο του ενδιαφερομένου (επομένως όχι για όλα τα δεδομένα του SIS). Η έρευνα αυτή δεν μπορεί να έχει συστηματικό χαρακτήρα.
( 42 ) Βλέπε υποσημείωση 34.
( 43 ) Οι πολίτες της Ισλανδίας, του Λιχτενστάιν, της Νορβηγίας και της Ελβετίας απολαύουν δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμου με εκείνο που ισχύει για τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Κοινότητας και των κρατών μελών της, αφενός, και των εν λόγω χωρών, αφετέρου.
( 44 ) Άτομα που αγνοούνται ή άτομα τα οποία, για τη δική τους προστασία ή προκειμένου να αποτραπούν απειλές, επιβάλλεται να τεθούν προσωρινά υπό αστυνομική προστασία.
( 45 ) Ημερομηνία εξαφάνισης:
α) Τόπος, ημερομηνία και ώρα εξαφάνισης.
β) Συνθήκες εξαφάνισης.
Ατομικά χαρακτηριστικά του εξαφανισθέντος προσώπου:
γ) Εικαζόμενη ηλικία.
δ) Ύψος.
ε) Χρώμα δέρματος.
στ) Χρώμα και σχήμα μαλλιών.
ζ) Χρώμα οφθαλμών.
η) Άλλα σωματικά χαρακτηριστικά (διατρήσεις του σώματος, παραμορφώσεις, ακρωτηριασμοί, τατουάζ, σημάδια, ουλές κ.λπ.).
θ) Ψυχικά γνωρίσματα: τάσεις αυτοκτονίας, ψυχική ασθένεια, επιθετική συμπεριφορά κ.λπ.
ι) Άλλα στοιχεία: απαραίτητη ιατρική θεραπεία κ.λπ.
ια) Ρούχα κατά τον χρόνο της εξαφάνισης.
ιβ) Φωτογραφία: στοιχεία για το αν είναι διαθέσιμη ή όχι.
ιγ) Έντυπο εν ζωή: στοιχεία για το αν είναι διαθέσιμο ή όχι.
Συναφείς πληροφορίες:
ιδ) Πρόσωπο/α που ενδεχομένως συνοδεύει/ουν τον εξαφανισθέντα (και αριθμός ταυτότητας Σένγκεν, αν είναι διαθέσιμος).
ιε) Όχημα ή οχήματα που εμπλέκεται/ονται στην υπόθεση (και αριθμός ταυτότητας Σένγκεν, αν είναι διαθέσιμος).
Οι ίδιοι οι τίτλοι των διαφόρων υποπεδίων δεν περιλαμβάνονται στο πεδίο 83, αλλά μόνο στη συνοδευτική επιστολή.
( 46 ) Για μεγαλύτερη σαφήνεια σχετικά με τη συναίνεση σε θέματα που αφορούν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, βλέπε το άρθρο 2 στοιχείο η) της οδηγίας 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 281 της 22.11.1995, σ. 31).
( 47 ) Στοιχεία σχετικά με μάρτυρες και πρόσωπα που κλητεύονται να εμφανισθούν ενώπιον των δικαστικών αρχών σε σχέση με ποινική διαδικασία
( 48 ) Φυσικά πρόσωπα ή οχήματα, με σκοπό τη διακριτική παρακολούθηση ή τη διενέργεια άλλων ειδικών ελέγχων
( 49 ) Αντικείμενα που αναζητούνται προκειμένου να κατασχεθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία σε ποινική διαδικασία
( 50 ) Στις εν λόγω συμπληρωματικές πληροφορίες είναι δυνατό να περιλαμβάνονται τα εξής:
α) Λεπτομέρειες για την πινακίδα αριθμού κυκλοφορίας του οχήματος
β) Κατηγορία, κατασκευαστής, μοντέλο και χρώμα του οχήματος
γ) Άλλα ευδιάκριτα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ή λεπτομέρειες
δ) Πλήρη στοιχεία του ιδιοκτήτη
ε) Αύξων αριθμός του εγγράφου ταξινόμησης του οχήματος.