EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02002R1605-20070101

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2002/1605/2007-01-01

2002R1605 — EL — 01.01.2007 — 001.002


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Ιουνίου 2002

για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(ΕΕ L 248, 16.9.2002, p.1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 1995/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 13ης Δεκεμβρίου 2006

  L 390

1

30.12.2006


Διορθώνεται από:

►C1

Διορθωτικό, ΕΕ L 025, 30.1.2003, σ. 43  (1605/02)

►C2

Διορθωτικό, ΕΕ L 099, 14.4.2007, σ. 18  (1605/02)




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Ιουνίου 2002

για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΜΕΡΟΣ I

ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ …

ΤΙΤΛΟΣ II

ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ …

Κεφάλαιο 1

Αρχς της ενότητας και της αυθεντικότητας του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 2

Αρχή της ετήσιας διάρκειας

Κεφάλαιο 3

Αρχή της ισοσκέλισης

Κεφάλαιο 4

Αρχή της ενιαίας νομισματικής μονάδας

Κεφάλαιο 5

Αρχή της καθολικότητας

Κεφάλαιο 6

Αρχή της ειδικότητας

Κεφάλαιο 7

Αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης

Κεφάλαιο 8

Αρχή της διαφάνειας

ΤΙΤΛΟΣ III

ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ …

Κεφάλαιο 1

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 2

Διάρθρωση και παρουσίαση του προϋπολογισμού

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ …

Κεφάλαιο 1

Γενικές διατάξεις

Κεφάλαιο 2

Τρόποι εκτέλεσης

Κεφάλαιο 3

Δημοσιονομικοί παράγοντες

Τμήμα 1

Αρχή του διαχωρισμού των καθηκόντων …

Τμήμα 2

Ο διατάκτης…

Τμήμα 3

Ο υπόλογος …

Τμήμα 4

Ο υπόλογος παγίων προκαταβολών …

Κεφάλαιο 4

Ευθύνη των δημοσιονομικών παραγόντων

Τμήμα 1

Γενικοί κανόνες …

Τμήμα 2

Κανόνες που εφαρμόζονται για τους κύριους και τους δευτερεύοντες διατάκτες …

Τμήμα 3

Κανόνες που εφαρμόζονται για τους υπολόγους και τους υπολόγους παγίων προκαταβολών …

Κεφάλαιο 5

Πράξεις εσόδων

Τμήμα 1

Απόδοση των ιδίων πόρων …

Τμήμα 2

Πρόβλεψη απαίτησης …

Τμήμα 3

Βεβαίωση των απαιτήσεων …

Τμήμα 4

Εντολή είσπραξης …

Τμήμα 5

Είσπραξη …

Κεφάλαιο 6

Πράξεις δαπανών

Τμήμα 1

Ανάληψη των δαπανών …

Τμήμα 2

Εκκαθάριση των δαπανών …

Τμήμα 3

Εντολή πληρωμής των δαπανών …

Τμήμα 4

Πληρωμή των δαπανών …

Τμήμα 5

Προθεσμίες των πράξεων δαπανών …

Κεφάλαιο 7

Συστήματα πληροφορικής

Κεφάλαιο 8

Ο εσωτερικός ελεγκτής

ΤΙΤΛΟΣ V

ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ …

Κεφάλαιο 1

Γενικές διατάξεις

Τμήμα 1

Πεδίο εφαρμογής και αρχές ανάθεσης …

Τμήμα 2

Δημοσιότητα …

Τμήμα 3

Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων …

Τμήμα 4

Εγγυήσεις και έλεγχος …

Κεφάλαιο 2

Διατάξεις εφαρμοζόμενες στις συμβάσεις που συνάπτονται από τα κοινοτικά όργανα για ίδιο λογαριασμό

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ …

Κεφάλαιο 1

Πεδίο εφαρμογής και μορφή των επιδοτήσεων

Κεφάλαιο 2

Αρχές

Κεφάλαιο 3

Διαδικασία χορήγησης

Κεφάλαιο 4

Πληρωμή και έλεγχος

Κεφάλαιο 5

Υλοποίηση

ΤΙΤΛΟΣ VII

ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ …

Κεφάλαιο 1

Απόδοση των λογαριασμών

Κεφάλαιο 2

Πληροφορίες κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 3

Λογιστική

Τμήμα 1

Κοινές διατάξεις …

Τμήμα 2

Γενική λογιστική …

Τμήμα 3

Λογιστική του προϋπολογισμού …

Κεφάλαιο 4

Απογραφή των ακινητοποιήσεων

ΤΙΤΛΟΣ VIII

ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΗ …

Κεφάλαιο 1

Εξωτερικός έλεγχος

Κεφάλαιο 2

Απαλλαγή

ΜΕΡΟΣ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ…

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ …

ΤΙΤΛΟΣ III

ΕΡΕΥΝΑ …

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ …

Κεφάλαιο 1

Γενικές διατάξεις

Κεφάλαιο 2

Υλοποίηση των ενεργειών

Κεφάλαιο 3

Σύναψη των συμβάσεων

Κεφάλαιο 4

Επιδοτήσεις

Κεφάλαιο 5

Επαλήθευση των λογαριασμών

ΤΙΤΛΟΣ V

ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ …

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ …

ΤΙΤΛΟΣ VΙΙ

ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ …

ΜΕΡΟΣ III

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΙΤΛΟΣ I

ΜΕΤΑΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ …

ΤΙΤΛΟΣ II

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ …



ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 279,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 183,

την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ( 2 ),

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου ( 3 ),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 4 ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι συνθήκες υπό τις οποίες είχε εκδοθεί ο δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977 ο εφαρμοζόμενος επί του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( 5 ) μετεβλήθησαν σημαντικά, ιδίως λόγω της πλαισίωσης του προϋπολογισμού με τις δημοσιονομικές προοπτικές και των θεσμικών εξελίξεων, καθώς και των διαδοχικών διευρύνσεων, και κατά συνέπεια ο εν λόγω δημοσιονομικός κανονισμός υπέστη σημαντικές τροποποιήσεις. Προκειμένου να ληφθούν υπόψη, ειδικότερα, οι ανάγκες νομοθετικής και διοικητικής απλούστευσης καθώς και μεγαλύτερης πειθαρχίας στην κοινοτική δημοσιονομική διαχείριση, είναι σκόπιμο, για λόγους σαφήνειας, να αναδιατυπωθεί ο δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977.

(2)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να περιορίζεται στην εξαγγελία των κύριων αρχών και των βασικών κανόνων που διέπουν το σύνολο του δημοσιονομικού τομέα που καλύπτεται από τη συνθήκη, ενώ οι διατάξεις εφαρμογής πρέπει να περιλαμβάνονται στον κανονισμό για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η καλύτερη ιεράρχηση των κανόνων και κατά τον τρόπο αυτό να βελτιώνεται το ευανάγνωστο του δημοσιονομικού κανονισμού. Κατά συνέπεια, πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει τους κανόνες εφαρμογής.

(3)

Η κατάρτιση και η εκτέλεση του προϋπολογισμού πρέπει να τηρούν τις τέσσερις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του προϋπολογισμού (ενότητα, καθολικότητα, ειδικότητα, ετήσια διάρκεια) καθώς και τις αρχές της αυθεντικότητας του προϋπολογισμού, της ισοσκέλισης, της ενιαίας νομισματικής μονάδας, της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της διαφάνειας.

(4)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να επαναβεβαιώνει τις αρχές αυτές και να περιορίζει τις εξαιρέσεις στις απολύτως αναγκαίες, προβλέποντας αυστηρή πλαισίωσή τους.

(5)

Όσον αφορά την αρχή της ενότητας, ο παρών κανονισμός πρέπει να προβλέπει ότι η αρχή αυτή εφαρμόζεται και στις επιχειρησιακές δαπάνες που αφορούν τις διατάξεις της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και εκείνες που αφορούν την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικά θέματα, όταν οι δαπάνες αυτές επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό. Σύμφωνα με τις αρχές της ενότητας και της αυθεντικότητας του προϋπολογισμού, όλα τα έσοδα και όλες οι δαπάνες των Κοινοτήτων καθώς και της Ένωσης, όταν επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, εγγράφονται σε αυτόν.

(6)

Όσον αφορά την αρχή της καθολικότητας, πρέπει να καταργηθούν οι δυνατότητες της επιστροφής των προκαταβολών και της επαναχρησιμοποίησης, που θα αντικατασταθούν εν μέρει από τα έσοδα για ειδικό προορισμό, καθώς και οι δυνατότητες ανασύστασης των αποδεσμευμένων πιστώσεων. Οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στα διαρθρωτικά ταμεία δεν επηρεάζονται από τις τροποποιήσεις αυτές.

(7)

Όσον αφορά την αρχή της ειδικότητας, τα όργανα χρειάζονται ορισμένη ευελιξία διαχείρισης για τις μεταφορές πιστώσεων. Πράγματι, ο παρών κανονισμός πρέπει να επιτρέπει την ολοκληρωμένη παρουσίαση της διάθεσης των δημοσιονομικών και διοικητικών πόρων ανά προορισμό. Επιπλέον, πρέπει να εναρμονισθούν οι διαδικασίες μεταφορών πιστώσεων μεταξύ όλων των οργάνων κατά τρόπο ώστε να προβλέπεται ότι οι μεταφορές πιστώσεων προσωπικού και διοικητικής λειτουργίας υπάγονται στην αρμοδιότητα κάθε οργάνου. Όσον αφορά τις μεταφορές πιστώσεων για τις επιχειρησιακές δαπάνες, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε μεταφορές μεταξύ κεφαλαίων στο εσωτερικό του ίδιου τίτλου εντός συνολικού ορίου 10 % επί των πιστώσεων του οικονομικού έτους που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά. Η σύσταση αποθεματικών από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πρέπει εξάλλου να περιορίζεται σε δύο περιπτώσεις, δηλαδή την απουσία βασικής πράξης ή την αβεβαιότητα ως προς την επάρκεια των πιστώσεων.

(8)

Όσον αφορά την αρχή της ετήσιας διάρκειας, πρέπει να διατηρηθεί η διάκριση μεταξύ διαχωριζόμενων και μη διαχωριζόμενων πιστώσεων. Οι μεταφορές, μεταξύ ετών, των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών πρέπει να αποφασίζονται από κάθε όργανο. Οι συμπληρωματικές περίοδοι πρέπει να περιορίζονται μόνο στις απόλυτα αναγκαίες περιπτώσεις, δηλαδή στις πληρωμές του ΕΓΤΠΕ.

(9)

Η αρχή της ισοσκέλισης συνιστά βασικό κανόνα του προϋπολογισμού. Υπογραμμίζεται εν προκειμένω ότι η σύναψη δανείων δεν συμβιβάζεται με το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων. Ωστόσο, η αρχή της ισοσκέλισης δεν είναι δυνατόν να εμποδίσει τις δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις τις οποίες εγγυάται ο γενικός προϋπολογισμός της Ένωσης.

(10)

Δυνάμει του άρθρου 277 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 181 πρώτο εδάφιο της συνθήκης Ευρατόμ, πρέπει να καθορισθεί η λογιστική μονάδα στην οποία καταρτίζεται ο προϋπολογισμός. Η εν λόγω λογιστική μονάδα ισχύει επίσης για την εκτέλεση του προϋπολογισμού και την απόδοση των λογαριασμών.

(11)

Όσον αφορά την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, θα πρέπει να ορισθεί η αρχή αυτή με αναφορά στις αρχές της οικονομίας, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας και να εξασφαλισθεί η τήρησή της μέσω της παρακολούθησης δεικτών επίδοσης που καθορίζονται ανά δραστηριότητες, μετρήσιμων ώστε να εκτιμώνται τα επιτευχθέντα αποτελέσματα. Τα όργανα πρέπει να προβαίνουν σε εκ των προτέρων και εκ των υστέρων αξιολόγηση, σύμφωνα με τους προσανατολισμούς που καθορίζει η Επιτροπή.

(12)

Τέλος, όσον αφορά την αρχή της διαφάνειας, πρέπει να εξασφαλισθεί καλύτερη πληροφόρηση σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού και τη λογιστική. Επίσης πρέπει να καθορισθεί επιτακτική προθεσμία για τη δημοσίευση του προϋπολογισμού χωρίς να θίγεται η προσωρινή διανομή, με μέριμνα ενδεχομένως της Επιτροπής, μεταξύ της ημερομηνίας διαπίστωσης της οριστικής έγκρισης του προϋπολογισμού από τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Εξάλλου, διατηρείται η δυνατότητα σύστασης αρνητικού αποθεματικού.

(13)

Όσον αφορά την κατάρτιση και την παρουσίαση του προϋπολογισμού, θα πρέπει να εναρμονισθούν και να απλουστευθούν οι ισχύουσες διατάξεις, με την κατάργηση της χωρίς πρακτική επίπτωση διάκρισης μεταξύ συμπληρωματικών και διορθωτικών προϋπολογισμών.

(14)

Το τμήμα του προϋπολογισμού που αφορά την Επιτροπή πρέπει να επιτρέπει την ανά προορισμό παρουσίαση των πιστώσεων και πόρων, δηλαδή την κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων («activity-based budgeting»), προκειμένου να ενισχυθεί η διαφάνεια της διαχείρισης του προϋπολογισμού σε συνάρτηση με τους στόχους της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και ιδίως της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας.

(15)

Τα όργανα πρέπει να διαθέτουν ορισμένη ευελιξία στη διαχείριση των βάσει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης θέσεων σε σχέση με τα εγκριθέντα στον προϋπολογισμό, ιδίως στο πλαίσιο του νέου προσανατολισμού για μία διαχείριση με βάση τα αποτελέσματα και όχι τα μέσα. Ωστόσο η ελευθερία αυτή θα παραμείνει περιορισμένη από το διπλό όριο το οποίο αποτελούν οι πιστώσεις του προϋπολογισμού ενός οικονομικού έτους και ο συνολικός αριθμός των διατιθέμενων θέσεων. Οι βαθμοί Α 1, Α 2 και Α 3 θα αποκλείονται από το όριο αυτό.

(16)

Όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, πρέπει να διευκρινισθούν οι διάφοροι δυνατοί τρόποι εκτέλεσης του προϋπολογισμού, είτε κεντρικά από την Επιτροπή είτε σε επιμερισμένη βάση με τα κράτη μέλη ή σε αποκεντρωμένη βάση με τις τρίτες χώρες δικαιούχους εξωτερικών ενισχύσεων είτε, τέλος, από κοινού με διεθνείς οργανισμούς. Η κεντρική διαχείριση πρέπει να μπορεί να ασκείται είτε απευθείας από τις υπηρεσίες της Επιτροπής είτε έμμεσα με μεταβίβαση αρμοδιοτήτων σε οργανισμούς κοινοτικού δικαίου ή οργανισμούς δημοσίου δικαίου των κρατών μελών. Οι διάφοροι τρόποι εκτέλεσης πρέπει να εγγυώνται την τήρηση των διαδικασιών που προστατεύουν τα κοινοτικά κονδύλια, όποια και αν είναι η οντότητα που έχει αναλάβει εν όλω ή εν μέρει αυτή την εκτέλεση, επιβεβαιώνοντας παράλληλα ότι η τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού εναπόκειται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 274 της συνθήκης ΕΚ.

(17)

Η ευθύνη της Επιτροπής για την εκτέλεση του προϋπολογισμού της απαγορεύει την περαιτέρω ανάθεση καθηκόντων δημόσιας εξουσίας που συνεπάγονται διακριτική εξουσία εκτίμησης. Ο παρών κανονισμός πρέπει να υπενθυμίζει την αρχή αυτή και να διευκρινίζει το πεδίο των μεταβιβάσιμων καθηκόντων. Επιπλέον, πρέπει να διευκρινίζεται, ότι οι οργανισμοί ιδιωτικού δικαίου, με εξαίρεση αυτούς στους οποίους έχει ανατεθεί δημόσια υπηρεσία και υπό συγκεκριμένους όρους, δεν μπορούν να διενεργούν καμία πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού· μπορούν να παρέχουν μόνο υπηρεσίες τεχνικής ή διοικητικής πραγματογνωμοσύνης ή να ασκούν προπαρασκευαστικά ή δευτερεύοντα καθήκοντα.

(18)

Η τήρηση των αρχών της διαφάνειας και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης συνεπάγεται ότι οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή οι επιφορτισμένοι με δημόσια υπηρεσία στους οποίους ανατίθενται καθήκοντα εκτέλεσης για λογαριασμό της Επιτροπής, πρέπει να διαθέτουν διαφανείς διαδικασίες σύναψης συμβάσεων, αποτελεσματικούς εσωτερικούς ελέγχους, σύστημα απόδοσης των λογαριασμών χωριστό από τις υπόλοιπες δραστηριότητές τους και σύστημα εξωτερικού ελέγχου.

(19)

Ο παρών κανονισμός, σύμφωνα με το άρθρο 279 στοιχείο γ) της συνθήκης, καθορίζει την αρμοδιότητα και την ευθύνη των διατακτών, του υπολόγου και του εσωτερικού ελεγκτή.

Οι διατάκτες έχουν πλήρη ευθύνη για όλες τις πράξεις εσόδων και δαπανών που εκτελούνται υπό την εποπτεία τους, πράξεις για τις οποίες οφείλουν να λογοδοτούν, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο πειθαρχικών διαδικασιών, εφόσον παρίσταται ανάγκη. Κατά συνέπεια, η ανάθεση ευθύνης στους διατάκτες πρέπει να ενισχυθεί με την κατάργηση των κεντρικών εκ των προτέρων ελέγχων και, ειδικότερα, αφενός της προηγούμενης θεώρησης του δημοσιονομικού ελεγκτή για τις πράξεις εσόδων και δαπανών και αφετέρου της επαλήθευσης της εξοφλητικής ισχύος των πληρωμών από τον υπόλογο.

Ο υπόλογος αναλαμβάνει την ορθή εκτέλεση των πληρωμών, την είσπραξη των εσόδων και των απαιτήσεων. Ασχολείται με τη διαχείριση του ταμείου και την τήρηση των λογαριασμών και αναλαμβάνει την κατάρτιση των δημοσιονομικών καταστάσεων του οργάνου.

Ο εσωτερικός ελεγκτής ασκεί τα καθήκοντά του μέσω εσωτερικών ελέγχων σύμφωνα με τους κατάλληλους διεθνείς κανόνες που αφορούν τον έλεγχο. Το λειτούργημά του συνίσταται στην επαλήθευση της εύρυθμης λειτουργίας των συστημάτων και διαδικασιών διαχείρισης και ελέγχου που δημιουργούνται από τους διατάκτες.

Ο εσωτερικός ελεγκτής δεν είναι παράγων συμμετέχων στις δημοσιονομικές πράξεις και δεν έχει καθήκον άσκησης εκ των προτέρων ελέγχου επί των πράξεων αυτών, καθήκον το οποίο εναπόκειται στο εξής αποκλειστικά στους διατάκτες.

(20)

Η ευθύνη των διατακτών, των υπολόγων και των υπολόγων παγίων προκαταβολών δεν είναι διαφορετικής φύσης από εκείνη των άλλων υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού και πρέπει να ρυθμίζεται, στο πλαίσιο του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με τις ήδη ισχύουσες πειθαρχικές και χρηματικές κυρώσεις. Αντίθετα, ορισμένες ειδικές διατάξεις που ορίζουν περιπτώσεις παραπτώματος των υπολόγων και υπολόγων παγίων προκαταβολών, λόγω της ιδιαίτερης φύσης των αποστολών τους, διατηρούνται· αυτοί οι υπάλληλοι δεν θα διαθέτουν πλέον ούτε αποζημίωση ούτε ιδιαίτερη ασφάλιση. Πρέπει εξάλλου να διευκρινισθεί η ευθύνη του διατάκτη. Στις περιπτώσεις που δεν αφορούν απάτη και προκειμένου να παρέχεται στην Αρμόδια για τους Διορισμούς Αρχή η αναγκαία πραγματογνωμοσύνη, κάθε όργανο δημιουργεί ειδικευμένη υπηρεσία δημοσιονομικών παρατυπιών, αρμόδια να κρίνει αν υπάρχει ή όχι παρατυπία τέτοιας φύσης που να τίθεται θέμα πειθαρχικής ή χρηματικής ευθύνης του υπαλλήλου ή του μέλους του λοιπού προσωπικού και, εφόσον η υπηρεσία αυτή εντοπίσει συστημικά προβλήματα, αρμόδια να διαβιβάζει έκθεση στο διατάκτη και στον εσωτερικό ελεγκτή. Σε περιπτώσεις απάτης αντίθετα, πρέπει στον παρόντα κανονισμό να γίνει παραπομπή στις ισχύουσες διατάξεις σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών.

(21)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να ορίζει τις έννοιες της δημοσιονομικής δέσμευσης και της νομικής δέσμευσης της δαπάνης και τους όρους της εφαρμογής τους. Προκειμένου να περιορίζεται ο όγκος των «αδρανών αναλήψεων υποχρεώσεων», πρέπει να περιορισθεί η διάρκεια κατά την οποία μπορούν να αναλαμβάνονται ατομικές νομικές δεσμεύσεις βάσει των συνολικών δημοσιονομικών δεσμεύσεων. Εξάλλου, πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα αποδέσμευσης για τις ατομικές δεσμεύσεις που δεν έχουν οδηγήσει σε πληρωμή κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τριών ετών.

(22)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να καθορίσει την τυπολογία των πληρωμών που επιχειρούνται από τους διατάκτες. Η εκτέλεση αυτών των τύπων πληρωμών πρέπει να διενεργείται κυρίως ανάλογα με την αποτελεσματικότητα της ενέργειας και τα σχετικά αποτελέσματα.

Οι έννοιες της προπληρωμής και της προκαταβολής, οι οποίες δεν είναι αρκετά σαφείς, πρέπει να καταργηθούν· οι πληρωμές πρέπει να πραγματοποιούνται με τη μορφή προχρηματοδοτήσεων, ενδιάμεσων πληρωμών και πληρωμών του τελικού υπολοίπου, οσάκις το σύνολο του οφειλόμενου ποσού δεν καταβάλλεται εφάπαξ.

(23)

Ο παρών κανονισμός πρέπει να διευκρινίζει ότι οι πράξεις εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής πρέπει να εκτελούνται εντός προθεσμίας, η οποία θα καθορισθεί στους κανόνες εφαρμογής και η υπέρβαση της οποίας παρέχει στους πιστωτές το δικαίωμα τόκων υπερημερίας εις βάρος του προϋπολογισμού.

(24)

Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις που συνάπτουν τα όργανα των Κοινοτήτων για ίδιο λογαριασμό, πρέπει να προβλεφθεί ότι εφαρμόζονται οι κανόνες που περιέχονται στις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, υπηρεσιών και προμηθειών. Επιπλέον, οι κανόνες που εφαρμόζονται σε όλες τις συμβάσεις που συνάπτονται για λογαριασμό τρίτου πρέπει να είναι σύμφωνοι προς τις αρχές που θέτουν οι εν λόγω οδηγίες.

(25)

Για την πρόληψη των παρατυπιών και την καταπολέμηση της απάτης και της δωροδοκίας και για την προώθηση της υγιούς και αποτελεσματικής διαχείρισης, πρέπει να αποκλείεται η ανάθεση των συμβάσεων σε υποψηφίους ή προσφέροντες, οι οποίοι είναι ενδέχεται να είναι υπαίτιοι τέτοιων πράξεων ή να τελούν υπό κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων.

(26)

Εξάλλου πρέπει να προβλεφθεί, με στόχο τη διαφάνεια, η κατάλληλη ενημέρωση των υποψηφίων και προσφερόντων όσον αφορά την ανάθεση των συμβάσεων.

(27)

Τέλος, στο πλαίσιο της ανάθεσης αυξημένων ευθυνών στους διατάκτες, πρέπει να καταργηθεί ο εκ των προτέρων έλεγχος που ασκείται από τη συμβουλευτική επιτροπή αγορών και συμβάσεων.

(28)

Όσον αφορά τις επιδοτήσεις, πρέπει να πλαισιωθεί η χορήγηση και η παρακολούθηση των κοινοτικών επιδοτήσεων από ειδικές διατάξεις που υλοποιούν τις αρχές της διαφάνειας, της ίσης μεταχείρισης, της συγχρηματοδότησης, της μη αναδρομικότητας και του ελέγχου.

(29)

Για να αποφευχθεί σώρευση επιδοτήσεων, αυτές δεν πρέπει να μπορούν να χορηγούνται για τη διπλή χρηματοδότηση της ίδιας ενέργειας ή για δαπάνες λειτουργίας του ίδιου οικονομικού έτους.

(30)

Πρέπει να διατυπωθούν κανόνες αποκλεισμού από τη χορήγηση των επιδοτήσεων, κατά τρόπο παρόμοιο με τους επιλεγέντες κανόνες για την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, ώστε να δοθούν στα όργανα τα μέσα καταπολέμησης της απάτης και της δωροδοκίας.

(31)

Προκειμένου να διευκρινίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του οργάνου και του δικαιούχου επιδότησης και να εξασφαλίζεται η τήρησή τους, η χορήγησή της επιδότησης πρέπει να αποτελεί το αντικείμενο έγγραφης σύμβασης.

(32)

Όσον αφορά τη λογιστική και την απόδοση των λογαριασμών, πρέπει να διευκρινισθεί ότι η λογιστική αποτελείται από τη γενική λογιστική και τη λογιστική του προϋπολογισμού και να υπογραμμισθεί ότι η γενική λογιστική είναι λογιστική σε περιουσιακή βάση, ενώ η λογιστική του προϋπολογισμού προορίζεται για την κατάρτιση του λογαριασμού αποτελέσματος της εκτέλεσης του προϋπολογισμού και των εκθέσεων για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

(33)

Πρέπει να ορισθούν, με αναφορά στις διεθνώς παραδεκτές λογιστικές αρχές και στις οδηγίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου που αφορούν τους ετήσιους λογαριασμούς ορισμένων μορφών εταιριών, στο μέτρο που αυτές είναι πρόσφορες στο πλαίσιο της δημόσιας υπηρεσίας, οι αρχές βάσει των οποίων θεμελιώνεται η γενική λογιστική και παρουσιάζονται οι δημοσιονομικές καταστάσεις.

(34)

Αποδεικνύεται αναγκαίο να προσαρμοσθούν οι διατάξεις για την παροχή πληροφοριών σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, κατά τρόπο ώστε να συμπεριλαμβάνουν οι πληροφορίες αυτές τη χρησιμοποίηση των πιστώσεων που αποτελούν αντικείμενο μεταφοράς μεταξύ ετών, ανασύστασης και επαναχρησιμοποίησης καθώς και τους διάφορους οργανισμούς κοινοτικού δικαίου, και να διοργανώνεται καλύτερα η παροχή των μηνιαίων στοιχείων και της έκθεσης για την εκτέλεση η οποία θα συντάσσεται τρεις φορές ετησίως προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

(35)

Πρέπει να εναρμονισθούν οι λογιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούν τα όργανα και να αναγνωρισθεί σχετικό δικαίωμα πρωτοβουλίας στον υπόλογο της Επιτροπής.

(36)

Πρέπει να διευκρινισθεί ότι η χρησιμοποίηση των συστημάτων πληροφορικής για τη δημοσιονομική διαχείριση δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να θίγονται τα δικαιώματα πρόσβασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου στα δικαιολογητικά έγγραφα.

(37)

Όσον αφορά τον εξωτερικό έλεγχο και την απαλλαγή, μολονότι η Επιτροπή έχει την πλήρη ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, η σημασία της επιμερισμένης διαχείρισης με τα κράτη μέλη συνεπάγεται τη συνεργασία τους κατά τη διαδικασία ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, εν συνεχεία, κατά τη διαδικασία απαλλαγής από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

(38)

Με στόχο τη βελτιστοποίηση της απόδοσης λογαριασμών και της εξέλιξης της διαδικασίας απαλλαγής, πρέπει να τροποποιηθεί το χρονοδιάγραμμα που οδηγεί στην απαλλαγή.

(39)

Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ' αίτησή του, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την αίσια περάτωση της διαδικασίας απαλλαγής για το εν λόγω οικονομικό έτος, σύμφωνα με το άρθρο 276 της συνθήκης ΕΚ.

(40)

Ορισμένες κοινοτικές πολιτικές πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ειδικών διατάξεων, τηρουμένων των βασικών αρχών του παρόντος κανονισμού.

(41)

Διαπιστώνεται ότι είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η δυνατότητα προκαταβολικών αναλήψεων υποχρεώσεων από τις 15 Νοεμβρίου που προηγείται του οικείου οικονομικού έτους για τις πιστώσεις του ΕΓΤΠΕ και για τις διοικητικές πιστώσεις.

(42)

Όσον αφορά τα διαρθρωτικά ταμεία, πρέπει να διατηρηθεί η επιστροφή των προκαταβολών και η ανασύσταση των πιστώσεων, υπό τους όρους που προβλέπονται στη δήλωση της Επιτροπής που επισυνάπτεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά ταμεία ( 6 ), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1447/2001 ( 7 ).

(43)

Όσον αφορά την έρευνα, πρέπει να εναρμονισθεί η παρουσίαση του προϋπολογισμού με τις διατάξεις που αφορούν την κατάρτιση του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων, με παράλληλη διατήρηση της ευελιξίας διαχείρισης που αναγνωρίζεται σήμερα στο Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ).

(44)

Όσον αφορά τις εξωτερικές ενέργειες, πρέπει να επιτρέπεται η αποκέντρωση της διαχείρισης των εξωτερικών ενισχύσεων, υπό τον όρο ότι η Επιτροπή διαθέτει εγγυήσεις χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και ότι το δικαιούχο κράτος αναλαμβάνει έναντι της Επιτροπής την ευθύνη των καταβαλλόμενων ποσών.

(45)

Οι συμφωνίες χρηματοδότησης ή οι συμβάσεις που υπογράφονται με το δικαιούχο κράτος ή με εθνικό, κοινοτικό ή διεθνή οργανισμό δημοσίου δικαίου ή με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου πρέπει να περιλαμβάνουν τις γενικές αρχές σύναψης συμβάσεων που περιέχονται στον τίτλο V του μέρους I και στον τίτλο IV του μέρους II του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τις εξωτερικές ενέργειες.

(46)

Όσον αφορά τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες, πρέπει να ορισθούν σε ειδικό τίτλο οι γενικές διατάξεις διαχείρισης που τις αφορούν.

(47)

Όσον αφορά τις διοικητικές πιστώσεις, πρέπει επίσης να συγκεντρωθούν σε ένα ιδιαίτερο τίτλο οι ειδικές διατάξεις που εφαρμόζονται σε αυτές. Εξάλλου ενδείκνυται να προβλεφθεί η δυνατότητα για κάθε ένα από τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής να παρέχει σε εύθετο χρόνο τη γνώμη του σχετικά με τα σχέδια περί ακινήτων που ενδέχεται να έχουν σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό.

(48)

Πρέπει να αναβληθεί έως το οικονομικό έτος 2005 η μεταβολή χρονοδιαγράμματος όσον αφορά την ενοποίηση των λογαριασμών των οργάνων, ώστε να υπάρχει ο αναγκαίος χρόνος για τη δημιουργία των απαραίτητων σχετικών εσωτερικών διαδικασιών.

(49)

Όσον αφορά τη δημοσιονομική ρύθμιση που εφαρμόζεται στους οργανισμούς οι οποίοι δημιουργούνται από τις Κοινότητες, διαθέτουν νομική προσωπικότητα και λαμβάνουν επιδοτήσεις από το γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πρέπει να εξασφαλισθεί πλαίσιο προσαρμοσμένο στις ειδικές ανάγκες διαχείρισής τους. Παράλληλα, με πλήρη τήρηση της οργανικής αυτονομίας που είναι αναγκαία για την εκπλήρωση της αποστολής αυτών των οργανισμών, επιβάλλεται εναρμόνιση των κανόνων που αφορούν ιδίως την απαλλαγή και τη λογιστική. Ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής ασκεί έναντι των οργανισμών αυτών τις ίδιες αρμοδιότητες με εκείνες που του ανατίθενται έναντι των υπηρεσιών της Επιτροπής. Οι εσωτερικοί δημοσιονομικοί κανόνες για τους οργανισμούς αυτούς θα πρέπει να προσαρμοσθούν ανάλογα, ώστε να συνάδουν με τον παρόντα δημοσιονομικό κανονισμό. Προς το σκοπό αυτό, πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να θεσπίσει πρότυπες δημοσιονομικές ρυθμίσεις, από την εφαρμογή των οποίων οι κοινοτικοί οργανισμοί θα μπορούν να παρεκκλίνουν μόνο με τη συγκατάθεση της Επιτροπής,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



ΜΕΡΟΣ I

ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ



ΤΙΤΛΟΣ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Άρθρο 1

▼M1

Ο παρών κανονισμός προσδιορίζει τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση και την εκτέλεση του προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφεξής «προϋπολογισμού», καθώς και την παρουσίαση και τον έλεγχο των λογαριασμών.

▼B

Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η Επιτροπή των Περιφερειών, ο Διαμεσολαβητής και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων εξομοιώνονται προς τα θεσμικά όργανα των Κοινοτήτων.

Άρθρο 2

Κάθε διάταξη που αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού ως προς τα έσοδα ή τις δαπάνες και περιλαμβάνεται σε άλλη νομοθετική πράξη πρέπει να τηρεί τις αρχές του προϋπολογισμού οι οποίες διατυπώνονται στον τίτλο II.



ΤΙΤΛΟΣ II

ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

▼M1

Άρθρο 3

Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται και εκτελείται σύμφωνα με τις αρχές της ενότητας, της αυθεντικότητας, της ετήσιας διάρκειας, της ισοσκέλισης, της ενιαίας λογιστικής μονάδας, της καθολικότητας, της ειδικότητας, της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης που απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο και της διαφάνειας, όπως αυτές τίθενται στον παρόντα κανονισμό.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Αρχς της ενότητας και της αυθεντικότητας του προϋπολογισμού

Άρθρο 4

1.  Ο προϋπολογισμός είναι η πράξη που προβλέπει και εγκρίνει, για κάθε οικονομικό έτος, το σύνολο των εσόδων και των εκτιμώμενων ως αναγκαίων δαπανών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.

2.  Οι δαπάνες και τα έσοδα των Κοινοτήτων περιλαμβάνουν:

α) τα έσοδα και τις δαπάνες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, συμπεριλαμβανόμενων των διοικητικών δαπανών που συνεπάγονται για τα όργανα οι διατάξεις της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση στον τομέα της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας και στον τομέα της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικά θέματα, και τις επιχειρησιακές δαπάνες που συνεπάγεται η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων, εφόσον αυτές επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό,

β) τις δαπάνες και τα έσοδα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.

3.  Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει και την εγγραφή των εγγυήσεων των δανειοδοτικών και των δανειοληπτικών πράξεων των Κοινοτήτων καθώς και την εγγραφή των ποσών που καταβάλλονται στο Ταμείο Εγγυήσεων για τις εξωτερικές ενέργειες.

Άρθρο 5

1.  Κανένα έσοδο και καμία δαπάνη δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εάν δεν καταλογισθεί σε γραμμή του προϋπολογισμού, με την επιφύλαξη του άρθρου 74.

2.  Καμία δαπάνη δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο ανάληψης ή εντολής πέραν των εγκεκριμένων πιστώσεων.

3.  Καμία πίστωση δεν μπορεί να εγγραφεί στον προϋπολογισμό αν δεν αντιστοιχεί σε δαπάνη που εκτιμάται ως αναγκαία.

▼M1

4.  Με την επιφύλαξη των άρθρων 5α, 18 και 74, οι τόκοι που γεννώνται από τα χρηματικά ποσά που ανήκουν στην κυριότητα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εγγράφονται στον προϋπολογισμό ως διάφορα έσοδα.

▼M1

Άρθρο 5a

1.  Οι τόκοι που γεννώνται από τις πληρωμές προχρηματοδότησης διατίθενται στο αντίστοιχο πρόγραμμα ή ενέργεια και αφαιρούνται από την καταβολή του υπολοίπου των ποσών που οφείλονται στο δικαιούχο.

Ο κανονισμός περί των εκτελεστικών κανόνων του παρόντος κανονισμού («εκτελεστικοί κανόνες») ορίζει τις περιπτώσεις όπου κατ’ εξαίρεση ο αρμόδιος διατάκτης ανακτά σε ετήσια βάση τους τόκους αυτούς. Οι τόκοι αυτοί εγγράφονται στα διάφορα έσοδα του προϋπολογισμού.

2.  Τόκοι δεν οφείλονται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) προχρηματοδότηση η οποία δεν αντιστοιχεί σε σημαντικό ποσό, κατά τον ορισμό των κανόνων εφαρμογής·

β) προχρηματοδότηση η οποία καταβάλλεται στο πλαίσιο δημόσιας σύμβασης κατά την έννοια του άρθρου 88·

γ) προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη σε κράτος μέλος·

δ) προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη στο πλαίσιο προενταξιακής βοήθειας·

ε) προκαταβολές καταβαλλόμενες στα μέλη των οργάνων και στο προσωπικό τους σύμφωνα με τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εφεξής «Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης»·

στ) προχρηματοδότηση καταβαλλόμενη στο πλαίσιο από κοινού διαχείρισης κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Αρχή της ετήσιας διάρκειας

Άρθρο 6

Οι πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό εγκρίνονται για τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους το οποίο αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου.

Άρθρο 7

1.  Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει διαχωριζόμενες πιστώσεις, οι οποίες οδηγούν σε πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και σε πιστώσεις πληρωμών και μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.

2.  Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων καλύπτουν το συνολικό κόστος των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους, με την επιφύλαξη των άρθρων 77 παράγραφος 2 και 166 παράγραφος 2.

3.  Οι πιστώσεις πληρωμών καλύπτουν τις πληρωμές που απορρέουν από την εκπλήρωση των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους ή/και των προγενέστερων οικονομικών ετών.

4.  Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν θίγουν τις ιδιαίτερες διατάξεις των τίτλων I, IV και VI του μέρους II. Δεν εμποδίζουν τη δυνατότητα συνολικής δέσμευσης των πιστώσεων ή τη δυνατότητα δημοσιονομικής δέσμευσης ανά ετήσιες δόσεις.

Άρθρο 8

1.  Τα έσοδα καταλογίζονται σε ένα οικονομικό έτος βάσει των ποσών που εισπράττονται κατά τη διάρκειά του. Ωστόσο, οι ίδιοι πόροι του Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους μπορούν να καταβάλλονται εκ των προτέρων, δυνάμει του κανονισμού του Συμβουλίου για την εφαρμογή της απόφασης σχετικά με το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

2.  Οι εγγραφές ιδίων πόρων που προέρχονται από το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ), από τον συμπληρωματικό πόρο που βασίζεται στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ) και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, από τις χρηματοδοτικές συνεισφορές μπορούν να προσαρμόζονται σύμφωνα με τον κανονισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.  Οι πιστώσεις που κατανέμονται σε ένα οικονομικό έτος μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για την κάλυψη των δαπανών που αναλαμβάνονται και πληρώνονται κατά τη διάρκεια αυτού του οικονομικού έτους καθώς και για την κάλυψη των ποσών που οφείλονται σε αναλήψεις υποχρεώσεων προγενέστερων οικονομικών ετών.

4.  Οι δεσμεύσεις πιστώσεων καταλογίζονται βάσει των νομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται έως την 31η Δεκεμβρίου, με την επιφύλαξη των συνολικών δεσμεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 77 παράγραφος 2 και των χρηματοδοτικών συμβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 166 παράγραφος 2, οι οποίες καταλογίζονται βάσει των δημοσιονομικών δεσμεύσεων που αναλαμβάνονται έως την 31η Δεκεμβρίου.

5.  Οι πληρωμές καταλογίζονται στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους βάσει των πληρωμών που πραγματοποιούνται από τον υπόλογο το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου αυτού του οικονομικού έτους.

6.  Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 3, 4 και 5, οι δαπάνες του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) — Τμήματος Εγγυήσεων καταλογίζονται στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στον τίτλο Ι του μέρους II.

Άρθρο 9

1.  Οι πιστώσεις που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί έως τη λήξη του οικονομικού έτους για το οποίο έχουν εγγραφεί ακυρώνονται.

Ωστόσο, μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο απόφασης μεταφοράς μόνο στο επόμενο οικονομικό έτος, την οποία εκδίδει το οικείο όργανο το αργότερο έως τις 15 Φεβρουαρίου και σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 ή να αποτελέσουν το αντικείμενο αυτόματης μεταφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 4.

►C2  2.  Για τις διαχωριζόμενες πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων ◄ και τις μη διαχωριζόμενες πιστώσεις που δεν έχουν δεσμευθεί ακόμη, η μεταφορά μπορεί να αφορά:

α) τα ποσά που αντιστοιχούν στις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων για τις οποίες τα περισσότερα προπαρασκευαστικά στάδια της πράξης δέσμευσης έχουν ολοκληρωθεί στις 31 Δεκεμβρίου. Τα ποσά αυτά μπορούν να δεσμευθούν έως την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους·

β) τα ποσά που αποδεικνύονται αναγκαία όταν η νομοθετική αρχή εξέδωσε τη βασική πράξη κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου του οικονομικού έτους, χωρίς ωστόσο η Επιτροπή να μπορέσει να δεσμεύσει έως την 31η Δεκεμβρίου τις πιστώσεις που προβλέπονται προς τούτο στον προϋπολογισμό.

3.  Για τις ►M1  πιστώσεις πληρωμών ◄ , η μεταφορά μπορεί να αφορά τα ποσά που είναι αναγκαία για την κάλυψη προγενεστέρων υποχρεώσεων ή που συνδέονται με μεταφερθείσες πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων, εφόσον οι πιστώσεις που προβλέπονται στις αντίστοιχες γραμμές του προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους δεν επιτρέπουν την κάλυψη των αναγκών. Το οικείο όργανο χρησιμοποιεί κατά προτεραιότητα τις πιστώσεις που έχουν εγκριθεί για το τρέχον οικονομικό έτος, στις δε μεταφερθείσες πιστώσεις καταφεύγει μόνο εφόσον εξαντληθούν οι πρώτες.

4.  Οι μη διαχωριζόμενες πιστώσεις, που αντιστοιχούν σε υποχρεώσεις οι οποίες έχουν αναληφθεί κανονικά κατά το κλείσιμο του οικονομικού έτους, μεταφέρονται αυτομάτως μόνο στο επόμενο οικονομικό έτος.

5.  Το αργότερο την 15η Μαρτίου το οικείο όργανο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») για την απόφαση μεταφοράς την οποία έλαβε, διευκρινίζοντας, κατά γραμμή του προϋπολογισμού, τον τρόπο εφαρμογής, σε κάθε μεταφορά, των κριτηρίων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3.

6.  Οι πιστώσεις που εγγράφονται σε αποθεματικό και οι πιστώσεις που αφορούν δαπάνες προσωπικού δεν μπορούν να μεταφερθούν.

Άρθρο 10

Τα μη χρησιμοποιηθέντα έσοδα και οι πιστώσεις που είναι διαθέσιμες την 31η Δεκεμβρίου στο πλαίσιο των εσόδων για ειδικό προορισμό τα οποία αναφέρει το άρθρο 18 αποτελούν το αντικείμενο αυτόματης μεταφοράς. Οι διαθέσιμες πιστώσεις που αντιστοιχούν στα μεταφερθέντα έσοδα για ειδικό προορισμό πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά προτεραιότητα.

Άρθρο 11

Με την επιφύλαξη του ►M1  άρθρο 157 και άρθρο 160α ◄ , οι αποδεσμεύσεις, κατόπιν της ολικής ή μερικής μη εκτέλεσης των ενεργειών για τις οποίες είχαν διατεθεί πιστώσεις, που διενεργούνται κατά τη διάρκεια μεταγενέστερων οικονομικών ετών από το οικονομικό έτος για το οποίο οι πιστώσεις αυτές εγγράφηκαν στον προϋπολογισμό, οδηγούν στην ακύρωση των αντίστοιχων πιστώσεων.

Άρθρο 12

Οι πιστώσεις που εγγράφονται στον προϋπολογισμό μπορούν να δεσμευθούν, με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου, αμέσως μετά την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού και με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον τίτλο I και στον τίτλο VI του μέρους II.

Άρθρο 13

1.  Εάν ο προϋπολογισμός δεν έχει εγκριθεί οριστικά κατά την έναρξη του οικονομικού έτους, για τις πράξεις ανάληψης υποχρέωσης και πληρωμής που αφορούν δαπάνες οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν καταλογισθεί σε ειδική γραμμή του προϋπολογισμού στο πλαίσιο της εκτέλεσης του τελευταίου κανονικά εγκριθέντος προϋπολογισμού εφαρμόζονται το άρθρο 273 πρώτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 178 πρώτο εδάφιο της συνθήκης Ευρατόμ.

2.  Οι πράξεις ανάληψης υποχρέωσης μπορούν να διενεργούνται κατά κεφάλαιο, εντός του ορίου του ενός τετάρτου του συνόλου των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί στο συγκεκριμένο κεφάλαιο για το προηγούμενο οικονομικό έτος, προσαυξημένου κατά ένα δωδέκατο για κάθε διαρρεύσαντα μήνα.

Οι πράξεις πληρωμής μπορούν να διενεργούνται μηνιαίως κατά κεφάλαιο, εντός του ορίου του ενός δωδεκάτου των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί στο συγκεκριμένο κεφάλαιο για το προηγούμενο οικονομικό έτος.

Δεν είναι δυνατόν να σημειωθεί υπέρβαση του ορίου των πιστώσεων που προβλέπονται στο καταρτιζόμενο σχέδιο προϋπολογισμού.

3.  Εφόσον το απαιτούν η συνέχεια της δράσης των Κοινοτήτων και οι ανάγκες της διαχείρισης:

α) το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία κατ' αίτηση της Επιτροπής και αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μπορεί να εγκρίνει ταυτόχρονα δύο ή περισσότερα δωδεκατημόρια τόσο για τις πράξεις ανάληψης υποχρέωσης όσο και για τις πράξεις πληρωμής, πέραν εκείνων που καθίστανται αυτομάτως διαθέσιμα δυνάμει των παραγράφων 1 και 2·

β) στις δαπάνες πέραν εκείνων που απορρέουν υποχρεωτικά από τις συνθήκες ή πράξεις που έχουν θεσπισθεί δυνάμει των συνθηκών εφαρμόζονται το άρθρο 273 τρίτο εδάφιο της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 178 τρίτο εδάφιο της συνθήκης Ευρατόμ.

Τα πρόσθετα δωδεκατημόρια εγκρίνονται στο σύνολό τους και δεν μπορούν να κατακερματισθούν.

4.  Εάν, για ένα συγκεκριμένο κεφάλαιο, η έγκριση δύο ή περισσοτέρων προσωρινών δωδεκατημορίων υπό τους όρους και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 δεν επιτρέπει την αντιμετώπιση των δαπανών που είναι αναγκαίες για την αποφυγή διακοπής της συνέχειας της δράσης των Κοινοτήτων στον τομέα που καλύπτεται από το εν λόγω κεφάλαιο, μπορεί να εγκριθεί κατ' εξαίρεση υπέρβαση του ποσού που έχει εγγραφεί στο αντίστοιχο κεφάλαιο του προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3. Ωστόσο, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να σημειωθεί υπέρβαση του συνολικού ύψους των πιστώσεων που είχαν διατεθεί στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Αρχή της ισοσκέλισης

Άρθρο 14

1.  Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις πιστώσεις πληρωμών.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 46 παράγραφος 1 σημείο 4, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας καθώς και οι αναφερόμενοι στο άρθρο 185 οργανισμοί που δημιουργούνται από τις Κοινότητες, δεν μπορούν να συνάπτουν δάνεια.

Άρθρο 15

1.  Το υπόλοιπο κάθε οικονομικού έτους εγγράφεται στον προϋπολογισμό του επόμενου είτε στα έσοδα είτε στις πιστώσεις πληρωμών, ανάλογα με το αν πρόκειται για πλεόνασμα ή για έλλειμμα.

2.  Οι ενδεδειγμένες εκτιμήσεις των ως άνω εσόδων και των πιστώσεων πληρωμών εγγράφονται στον προϋπολογισμό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του προϋπολογισμού και με προσφυγή στη διαδικασία της διορθωτικής επιστολής, η οποία υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 34. Οι εν λόγω εκτιμήσεις καταρτίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για την εφαρμογή της απόφασης σχετικά με τους ίδιους πόρους των Κοινοτήτων.

3.  Μετά την υποβολή των λογαριασμών κάθε οικονομικού έτους, τυχόν διαφορά ως προς τις εκτιμήσεις εγγράφεται στον προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους μέσω διορθωτικού προϋπολογισμού, σύμφωνα με το άρθρο 37, του οποίου αποτελεί το μοναδικό αντικείμενο. Στην περίπτωση αυτή, το προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού πρέπει να υποβάλλεται από την Επιτροπή εντός 15 ημερών από την υποβολή των προσωρινών λογαριασμών.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Αρχή ενιαίας νομισματικής μονάδας

Άρθρο 16

Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται, εκτελείται και αποτελεί το αντικείμενο απόδοσης των λογαριασμών σε ευρώ.

▼M1

Ωστόσο, για τις ταμειακές ανάγκες στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 61, ο υπόλογος και, στην περίπτωση των παγίων προκαταβολών, ο υπόλογος παγίων προκαταβολών καθώς και, για τις ανάγκες της διοικητικής διαχείρισης των εξωτερικών υπηρεσιών της Επιτροπής, ο αρμόδιος διατάκτης, εξουσιοδοτείται να διενεργεί πράξεις σε εθνικά νομίσματα, όπως καθορίζεται στους κανόνες εφαρμογής.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Αρχή της καθολικότητας

Άρθρο 17

Το σύνολο των εσόδων καλύπτει το σύνολο των πιστώσεων πληρωμών, με την επιφύλαξη του άρθρου 18. Τα έσοδα και οι δαπάνες εγγράφονται χωρίς συμψηφισμό μεταξύ τους με την επιφύλαξη του άρθρου 20.

Άρθρο 18

1.   ►M1  Με την επιφύλαξη του άρθρου 160 παράγραφος 1 στοιχείο α) και του άρθρου 161 παράγραφος 2, τα ακόλουθα έσοδα χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων δαπανών: ◄

α) χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών για ορισμένα ερευνητικά προγράμματα, δυνάμει της απόφασης του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων·

▼M1

αα) χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών και άλλων δωρητριών χωρών ή διεθνών οργανισμών, συμπεριλαμβανόμενων και στις δύο περιπτώσεις των οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για ορισμένα σχέδια ή προγράμματα εξωτερικής βοήθειας που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα και υπάγονται στη διαχείριση της Επιτροπής για λογαριασμό τους, δυνάμει της σχετικής βασικής πράξης·

▼B

β) τόκοι από καταθέσεις και πρόστιμα που προβλέπονται στον κανονισμό για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος·

γ) έσοδα αντιστοιχούντα σε συγκεκριμένο προορισμό, όπως τα έσοδα ιδρυμάτων, οι επιδοτήσεις, οι δωρεές και τα κληροδοτήματα, περιλαμβανομένων των εσόδων κάθε οργάνου που διατίθενται για ειδικό προορισμό·

δ) συμμετοχές τρίτων χωρών ή διαφόρων οργανισμών σε δραστηριότητες των Κοινοτήτων·

ε) έσοδα που προέρχονται από τρίτους για προμήθειες, παροχή υπηρεσιών ή εργασίες που εκτελούνται για λογαριασμό τους·

▼M1

εα) έσοδα από την πώληση οχημάτων, εξοπλισμού και εγκαταστάσεων, καθώς και επιστημονικών και τεχνικών συσκευών, εξοπλισμού και υλικού που αντικαθίστανται ή διαλύονται, όταν η λογιστική αξία έχει αποσβεσθεί πλήρως·

▼B

στ) έσοδα που προέρχονται από επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών·

ζ) εισπράξεις από την παροχή αγαθών και υπηρεσιών και από την εκτέλεση εργασιών υπέρ των λοιπών οργάνων και οργανισμών, συμπεριλαμβανόμενων των αποζημιώσεων αποστολής που καταβάλλονται για λογαριασμό των λοιπών οργάνων και οργανισμών και επιστρέφονται εν συνεχεία από αυτά·

η) εισπράξεις αποζημιώσεων από ασφαλίσεις·

θ) έσοδα που προέρχονται από αποζημιώσεις μισθωτηρίων συμβάσεων·

ι) έσοδα που προέρχονται από την πώληση δημοσιεύσεων και ταινιών, συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν ηλεκτρονική μορφή.

2.  Η εφαρμοστέα βασική πράξη μπορεί επίσης να ορίζει τον προορισμό των εσόδων που προβλέπει για ειδικές δαπάνες.

3.  Ο προϋπολογισμός προβλέπει τη δομή που απαιτείται για την εγγραφή των κατηγοριών των εσόδων για ειδικό προορισμό που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 καθώς και, όσο είναι δυνατόν, το ύψος τους.

Άρθρο 19

1.  Η Επιτροπή μπορεί να αποδεχθεί κάθε ελευθεριότητα υπέρ των Κοινοτήτων, όπως έσοδα ιδρυμάτων, επιδοτήσεις καθώς και δωρεές και κληροδοτήματα.

2.   ►M1  Η αποδοχή ελευθεριοτήτων αξίας 50 000 EUR και άνω που συνεπάγονται οικονομική επιβάρυνση, περιλαμβανομένου του κόστους παρακολούθησης, η οποία υπερβαίνει το 10 % της αξίας της εκάστοτε ελευθεριότητας, υπόκειται στην έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όργανα τα οποία ενεργούν σχετικά εντός δύο μηνών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος της Επιτροπής. ◄ Εάν εντός της προθεσμίας αυτής δεν προβληθεί καμία αντίρρηση, η Επιτροπή αποφασίζει οριστικά επί της αποδοχής.

Άρθρο 20

1.  Οι κανόνες εφαρμογής μπορούν να προβλέπουν τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ορισμένα έσοδα μπορούν να εκπέσουν από το ποσό των τιμολογίων ή των αιτήσεων πληρωμής, οπότε και εκδίδονται εντάλματα πληρωμής για το καθαρό ποσό.

2.  Οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών που παρέχονται προς τις Κοινότητες, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών επιβαρύνσεων που αποτελούν το αντικείμενο επιστροφής από τα κράτη μέλη δυνάμει του πρωτοκόλλου περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή από τρίτες χώρες δυνάμει των σχετικών συμβάσεων, καταλογίζονται στον προϋπολογισμό με το ποσό τους εκτός δασμών.

3.  Οι συναλλαγματικές διαφορές που καταγράφονται κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού μπορούν να συμψηφίζονται. Το τελικό αποτέλεσμα, θετικό ή αρνητικό, εντάσσεται στο υπόλοιπο του οικονομικού έτους.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Αρχή της ειδικότητας

Άρθρο 21

Οι πιστώσεις εξειδικεύονται κατά τίτλους και κεφάλαια· τα κεφάλαια υποδιαιρούνται σε άρθρα και θέσεις.

▼M1

Άρθρο 22

1.  Κάθε κοινοτικό όργανο εκτός της Επιτροπής μπορεί να προβαίνει, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, σε μεταφορές πιστώσεων:

α) από τίτλο σε τίτλο, με μέγιστο όριο το 10 % των πιστώσεων του εκάστοτε έτους που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά·

β) από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και από άρθρο σε άρθρο, χωρίς όριο.

2.  Τρεις εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση των μεταφορών στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1, τα όργανα ενημερώνουν την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή για τις προθέσεις τους. Εφόσον κατά την περίοδο αυτή προβληθούν δεόντως αιτιολογημένοι λόγοι από ένα από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή, εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 24.

3.  Κάθε όργανο εκτός της Επιτροπής είναι δυνατόν να προτείνει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, μεταφορές από τίτλο σε τίτλο πέρα από το όριο του 10 % επί των πιστώσεων που προβλέπονται για το αντίστοιχο οικονομικό έτος στη γραμμή από την οποία πρόκειται να γίνει η μεταφορά. Οι μεταφορές αυτές υπόκεινται στη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24.

4.  Κάθε κοινοτικό όργανο εκτός της Επιτροπής μπορεί, στο πλαίσιο του οικείου τμήματος του προϋπολογισμού, να πραγματοποιεί μεταφορές εντός άρθρων χωρίς να προαπαιτείται ενημέρωση της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής.

▼B

Άρθρο 23

1.  Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει, στο πλαίσιο του τμήματός της στον προϋπολογισμό:

α) σε μεταφορές πιστώσεων στο εσωτερικό των άρθρων και σε μεταφορές πιστώσεων από άρθρο σε άρθρο στο εσωτερικό κάθε κεφαλαίου·

▼M1

β) όσον αφορά τις δαπάνες προσωπικού και διοικητικής λειτουργίας, η μεταφορά πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο με μέγιστο όριο το 10 % των πιστώσεων του έτους που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία γίνεται η μεταφορά και με μέγιστο όριο το 30 % των πιστώσεων του εκάστοτε έτους που εμφαίνονται στη γραμμή προς την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά·

▼B

γ) όσον αφορά τις επιχειρησιακές δαπάνες, σε μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων στο εσωτερικό του ίδιου τίτλου, εντός συνολικού ορίου 10 % επί των πιστώσεων του οικονομικού έτους που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά·

▼M1

δ) μεταφορές πιστώσεων, μόλις θεσπισθεί η βασική πράξη με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, από τον τίτλο «προσωρινές πιστώσεις» στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 43, στις περιπτώσεις που δεν υπήρχε βασική πράξη για την αντίστοιχη ενέργεια κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού.

▼M1

Τρεις εβδομάδες πριν από την πραγματοποίηση των μεταφορών στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία β) και γ) του πρώτου εδαφίου, η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με την απόφασή της. Σε περίπτωση δεόντως τεκμηριωμένων λόγων που προβάλλονται κατά την περίοδο αυτή από οποιοδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχή, εφαρμόζεται η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 24.

▼M1

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα του οικονομικού έτους, η Επιτροπή είναι δυνατόν να μεταφέρει μόνη της πιστώσεις σχετικά με δαπάνες προσωπικού, εξωτερικού προσωπικού και λοιπών υπαλλήλων, από έναν τίτλο σε άλλον και με συνολικό όριο το 5 % των πιστώσεων του οικονομικού έτους. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός δύο εβδομάδων από την έκδοση της απόφασης για τις μεταφορές αυτές.

Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός δύο εβδομάδων από την έκδοση της απόφασης για τις μεταφορές στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο δ) του πρώτου εδαφίου.

▼B

2.  Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, στο πλαίσιο του τμήματός της στον προϋπολογισμό, μεταφορές πιστώσεων άλλες από αυτές που προβλέπονται στην ►M1  παράγραφο 1 ◄ .

Άρθρο 24

1.  Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει μεταφορές πιστώσεων υπό τους όρους που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον τίτλο I του μέρους II.

2.  Εφόσον πρόκειται για προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων για την κάλυψη δαπανών που απορρέουν υποχρεωτικά από τις συνθήκες ή από τις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει των συνθηκών, το Συμβούλιο, αφού λάβει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία και εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων, εκτός των επειγουσών περιπτώσεων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του έγκαιρα, ώστε να επιτρέπει στο Συμβούλιο να λαμβάνει γνώση και να αποφασίζει εντός της καθοριζόμενης προθεσμίας. Ελλείψει απόφασης του Συμβουλίου εντός της προθεσμίας αυτής, οι προτάσεις μεταφοράς θεωρούνται εγκριθείσες.

3.  Εφόσον πρόκειται για προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων για την κάλυψη δαπανών άλλων από εκείνες που απορρέουν υποχρεωτικά από τις συνθήκες ή από τις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει των συνθηκών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αφού λάβει τη γνώμη του Συμβουλίου, αποφασίζει εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων, εκτός των επειγουσών περιπτώσεων. Το Συμβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του με ειδική πλειοψηφία και έγκαιρα, ώστε να επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να λαμβάνει γνώση και να αποφασίζει εντός της καθοριζόμενης προθεσμίας. Ελλείψει αποφάσεως εντός της προθεσμίας αυτής, οι προτάσεις μεταφοράς θεωρούνται εγκριθείσες.

4.  Οι προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων που αφορούν τόσο τις δαπάνες που απορρέουν υποχρεωτικά από τις συνθήκες ή από τις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει των συνθηκών όσο και τις λοιπές δαπάνες θεωρούνται εγκριθείσες εφόσον ούτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε το Συμβούλιο έχουν εκδώσει αντίθετη απόφαση εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την παραλαβή των προτάσεων από τα δύο εν λόγω όργανα. Εάν, σε περίπτωση τέτοιων προτάσεων μεταφοράς, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο περικόπτουν το ποσό μιας πρότασης μεταφοράς κατά διαφορετικό ποσοστό, θεωρείται εγκριθέν το χαμηλότερο ποσό που έγινε αποδεκτό από το ένα εκ των δύο οργάνων. Εάν ένα από τα δύο ως άνω όργανα απορρίψει την αρχή της προτεινόμενης μεταφοράς, η μεταφορά δεν πραγματοποιείται.

Άρθρο 25

1.  Πιστώσεις μέσω μεταφοράς πιστώσεων μπορούν να αποκτήσουν μόνο οι γραμμές του προϋπολογισμού για τις οποίες ο προϋπολογισμός επιτρέπει τη διάθεση πιστώσεων ή οι οποίες φέρουν τη μνεία «προς υπόμνηση» (p.m.).

2.  Οι πιστώσεις που αντιστοιχούν σε έσοδα για ειδικό προορισμό μπορούν να αποτελούν το αντικείμενο μεταφοράς πιστώσεων μόνο εφόσον τα έσοδα αυτά διατηρούν τον προορισμό τους.

Άρθρο 26

▼M1

1.  Μεταφορές μεταξύ των τίτλων του προϋπολογισμού που αναφέρονται στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ), στα Διαρθρωτικά Ταμεία, στο Ταμείο Συνοχής, στο Ταμείο Αλιείας, στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και στην έρευνα υπάγονται στις ειδικές διατάξεις των τίτλων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ του μέρους ΙΙ.

▼B

2.   ►M1  Οι αποφάσεις περί μεταφοράς πιστώσεων προς χρήση του αποθεματικού για τη βοήθεια έκτακτης ανάγκης λαμβάνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μετά από πρόταση της Επιτροπής. Για κάθε επιμέρους πράξη υποβάλλεται χωριστή πρόταση. ◄

Εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 24 παράγραφοι 2 και 3. Ωστόσο, εάν τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής δεν μπορούν να συμφωνήσουν για την πρόταση της Επιτροπής και εάν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί κοινή θέση όσον αφορά τη χρησιμοποίηση των αποθεματικών αυτών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο απέχουν από τη λήψη απόφασης σχετικά με την πρόταση μεταφοράς πιστώσεων της Επιτροπής.

▼M1

3.  Σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες περιπτώσεις διεθνών ανθρωπιστικών καταστροφών και κρίσεων που συμβαίνουν μετά τις 15 Δεκεμβρίου του οικονομικού έτους, η Επιτροπή μπορεί να μεταφέρει αχρησιμοποίητες πιστώσεις του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος, οι οποίες είναι ακόμη διαθέσιμες στις γραμμές του προϋπολογισμού που υπάγονται στον τομέα 4 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου, σε γραμμές του προϋπολογισμού σχετικές με τις ενισχύσεις για τη διαχείριση κρίσεων και τις επιχειρήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας. Η Επιτροπή ενημερώνει τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής αμέσως μετά τις μεταφορές αυτές.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης

Άρθρο 27

1.  Οι πιστώσεις του προϋπολογισμού χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, δηλαδή σύμφωνα με τις αρχές της οικονομίας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας.

2.  Η αρχή της οικονομίας ορίζει ότι τα μέσα που χρησιμοποιούνται από το όργανο για την υλοποίηση των δραστηριοτήτων του καθίστανται εγκαίρως διαθέσιμα, στην ενδεδειγμένη ποσότητα και ποιότητα και στην καλύτερη τιμή.

Η αρχή της αποδοτικότητας αφορά την καλύτερη σχέση μεταξύ χρησιμοποιηθέντων μέσων και επιτευχθέντων αποτελεσμάτων.

Η αρχή της αποτελεσματικότητας αφορά την εκπλήρωση των ειδικών στόχων που έχουν ορισθεί και την επίτευξη των αναμενόμενων αποτελεσμάτων.

3.  Τίθενται στόχοι ειδικοί, μετρήσιμοι, εφικτοί, σχετικοί και προσδιορισμένοι χρονικά για όλους τους τομείς δραστηριοτήτων που καλύπτει ο προϋπολογισμός. Η επίτευξη των στόχων αυτών ελέγχεται βάσει δεικτών επίδοσης που καθορίζονται ανά δραστηριότητες, ενώ οι αρχές που προβαίνουν στη δαπάνη παρέχουν στοιχεία στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή. Τα στοιχεία αυτά, που αναφέρονται στο άρθρο 33 παράγραφος 2 στοιχείο δ), παρέχονται κάθε έτος το συντομότερο δυνατόν και παρουσιάζονται το αργότερο στα έγγραφα που συνοδεύουν το προσχέδιο προϋπολογισμού.

4.  Προκειμένου να βελτιωθεί η λήψη των αποφάσεων, τα όργανα προβαίνουν σε αξιολογήσεις εκ των προτέρων και εκ των υστέρων, σύμφωνα με τους προσανατολισμούς που καθορίζει η Επιτροπή. Οι εν λόγω αξιολογήσεις αφορούν όλα τα προγράμματα και τις δραστηριότητες που συνεπάγονται σημαντικές δαπάνες και τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων κοινοποιούνται στις αρχές που προβαίνουν στη δαπάνη και στις νομοθετικές και δημοσιονομικές αρχές.

Άρθρο 28

▼M1

1.  Κάθε πρόταση ή πρωτοβουλία υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή από την Επιτροπή ή από κράτος μέλος, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συνθήκης ΕΚ ή της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και δυνάμενη να έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενων των αλλαγών στον αριθμό των θέσεων απασχόλησης, πρέπει να συνοδεύεται από δημοσιονομικό δελτίο και από την αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 27 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.

Κάθε τροποποίηση πρότασης ή πρωτοβουλίας υποβαλλόμενη στη νομοθετική αρχή και δυνάμενη να έχει σημαντικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενων των αλλαγών στον αριθμό των θέσεων απασχόλησης, πρέπει να συνοδεύεται από δημοσιονομικό δελτίο, το οποίο καταρτίζεται από το όργανο που προτείνει την τροποποίηση.

▼B

2.  Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του προϋπολογισμού, η Επιτροπή παρέχει τις ενδεδειγμένες πληροφορίες που επιτρέπουν τη σύγκριση μεταξύ της εξέλιξης των αναγκών σε πιστώσεις και των αρχικών προβλέψεων που εμφαίνονται στα δημοσιονομικά δελτία. Οι προαναφερθείσες ενδεδειγμένες πληροφορίες περιλαμβάνουν τη σημειωθείσα πρόοδο και την εξέλιξη των εργασιών της νομοθετικής αρχής επί των προτάσεων που υποβλήθηκαν. Οι ανάγκες σε πιστώσεις αναθεωρούνται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, σε συνάρτηση με την πρόοδο των συζητήσεων σχετικά με τη βασική πράξη.

▼M1

3.  Για να προλαμβάνεται ο κίνδυνος απάτης και παρατυπιών, τα όργανα και τα κράτη μέλη καταγράφουν στο δημοσιονομικό δελτίο στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1 κάθε στοιχείο σχετικά με τα υφιστάμενα και τα σχεδιαζόμενα μέτρα πρόληψης της απάτης και προστασίας.

▼M1

Άρθρο 28α

1.  Ο προϋπολογισμός εκτελείται με τον αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο ο οποίος αρμόζει σε κάθε διαχειριστική μέθοδο και σύμφωνα με τις οικείες τομεακές ρυθμίσεις.

2.  Για τους σκοπούς της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ως εσωτερικός έλεγχος ορίζεται η διαδικασία που εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα διαχείρισης και αποσκοπεί στην παροχή εύλογης βεβαιότητας ως προς την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α) αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα και οικονομία των πράξεων,

β) αξιοπιστία των εκθέσεων,

γ) διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων και ενημέρωση,

δ) πρόληψη και εντοπισμός των περιπτώσεων απάτης και των παρατυπιών,

ε) επαρκής διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων πράξεων, λαμβανομένων υπόψη του πολυετούς χαρακτήρα των προγραμμάτων καθώς και της φύσης των σχετικών πληρωμών.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Αρχή της διαφάνειας

Άρθρο 29

1.  Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται, εκτελείται και αποτελεί το αντικείμενο απόδοσης λογαριασμών σύμφωνα με την αρχή της διαφάνειας.

▼M1

2.  Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μεριμνά για τη δημοσίευση του προϋπολογισμού και των διορθωτικών προϋπολογισμών, στην οριστική μορφή τους, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο προϋπολογισμός δημοσιεύεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία κηρύσσεται ως οριστικά εγκριθείς.

Οι ενοποιημένοι ετήσιοι λογαριασμοί και η έκθεση για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση που καταρτίζονται από κάθε όργανο δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

▼B

Άρθρο 30

1.  Οι δανειοληπτικές και οι δανειοδοτικές πράξεις που συνάπτονται από τις Κοινότητες υπέρ τρίτων αναφέρονται προς ενημέρωση σε παράρτημα του προϋπολογισμού.

2.  Οι πράξεις του Ταμείου Εγγυήσεων για τις εξωτερικές δράσεις αναφέρονται προς ενημέρωση στις δημοσιονομικές καταστάσεις.

▼M1

3.  Η Επιτροπή διαθέτει με τον κατάλληλο τρόπο τις πληροφορίες για τους δικαιούχους πόρων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό τις οποίες κατέχει όταν ο προϋπολογισμός εκτελείται σε συγκεντρωτική βάση και άμεσα από τις υπηρεσίες της καθώς και τις πληροφορίες για τους δικαιούχους πόρων τις οποίες παρέχουν οι οντότητες στις οποίες μεταβιβάζονται καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού σύμφωνα με άλλες διαχειριστικές μεθόδους.

Οι πληροφορίες διατίθενται τηρουμένων δεόντως των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας, ιδίως δε της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζεται στην οδηγία 95/46/ΕΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( 8 ) και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( 9 ), καθώς και των απαιτήσεων ασφαλείας, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε διαχειριστικής μεθόδου που αναφέρεται στο άρθρο 53 και, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τους οικείους τομεακούς κανόνες.

▼B



ΤΙΤΛΟΣ III

ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

Άρθρο 31

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, η Επιτροπή των Περιφερειών, ο Διαμεσολαβητής και ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων συντάσσουν κατάσταση προβλέψεων των δαπανών και των εσόδων τους την οποία διαβιβάζουν στην Επιτροπή πριν από την 1η Ιουλίου κάθε έτους.

Οι καταστάσεις προβλέψεων διαβιβάζονται επίσης από τα όργανα αυτά προς ενημέρωση στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πριν από την 1η Ιουλίου κάθε έτους. Η Επιτροπή συντάσσει τη δική της κατάσταση προβλέψεων, την οποία διαβιβάζει επίσης στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πριν από την ίδια ημερομηνία.

Κατά την προετοιμασία της δικής της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που εμφαίνονται στο άρθρο 32.

Άρθρο 32

Κάθε οργανισμός που αναφέρεται στο άρθρο 185 διαβιβάζει στην Επιτροπή, σύμφωνα με τη συστατική του πράξη, πριν από την 1η Απριλίου κάθε έτους, κατάσταση προβλέψεων των δαπανών και των εσόδων του, συμπεριλαμβανομένου του πίνακα προσωπικού του, καθώς και το πρόγραμμα εργασίας του.

Η Επιτροπή κοινοποιεί τα έγγραφα αυτά στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, προς ενημέρωσή της, εκτός από την περίπτωση που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 σημείο 3 στοιχείο δ).

Άρθρο 33

1.  Η Επιτροπή καταθέτει στο Συμβούλιο προσχέδιο προϋπολογισμού το αργότερο την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους. Το προσχέδιο προϋπολογισμού διαβιβάζεται ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Το προσχέδιο προϋπολογισμού περιλαμβάνει γενική συνοπτική κατάσταση των δαπανών και των εσόδων των Κοινοτήτων και συγκεντρώνει τις καταστάσεις προβλέψεων που αναφέρονται στο άρθρο 31.

2.  Η Επιτροπή επισυνάπτει στο προσχέδιο προϋπολογισμού:

α) ανάλυση της δημοσιονομικής διαχείρισης του διαρρεύσαντος οικονομικού έτους καθώς και της κατάστασης του υπολοίπου προς εκκαθάριση·

β) ενδεχομένως, γνώμη για τις καταστάσεις προβλέψεων των άλλων οργάνων, που μπορεί να περιλαμβάνει αποκλίνουσες προβλέψεις, δεόντως αιτιολογημένες·

γ) κάθε έγγραφο εργασίας που κρίνεται χρήσιμο σχετικά με τον πίνακα προσωπικού των οργάνων και τις επιδοτήσεις που χορηγεί η Επιτροπή στους οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 185 και στα ευρωπαϊκά σχολεία·

▼M1

δ) τις δηλώσεις δραστηριοτήτων οι οποίες περιέχουν τα εξής:

 πληροφορίες για την επίτευξη όλων των ειδικών, μετρήσιμων, εφικτών, συναφών και χρονικά προγραμματισμένων στόχων που είχαν ορισθεί προηγουμένως για τις διάφορες δραστηριότητες, καθώς και των νέων στόχων, οι οποίοι μετρούνται βάσει δεικτών,

 πλήρη αιτιολόγηση και προσέγγιση κόστους-αποδοτικότητας για τις προτεινόμενες μεταβολές στο επίπεδο των πιστώσεων,

 βάσιμους λόγους για παρέμβαση σε επίπεδο ΕΕ, τηρουμένης μεταξύ άλλων της αρχής της επικουρικότητας,

 πληροφορίες σχετικά με τα ποσοστά απορρόφησης του προηγούμενου έτους και τα ποσοστά απορρόφησης του τρέχοντος έτους.

Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων εξετάζονται και χρησιμοποιούνται για να καταδειχθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα των προτεινόμενων μεταβολών του προϋπολογισμού·

▼M1

ε) συνοπτική κατάσταση με το χρονοδιάγραμμα των πληρωμών που πρέπει να γίνουν κατά τα επόμενα οικονομικά έτη για να εκπληρωθούν οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί κατά τα προηγούμενα οικονομικά έτη.

▼B

Άρθρο 34

1.  H Επιτροπή, βασιζόμενη σε νέα στοιχεία τα οποία δεν ήταν γνωστά κατά την κατάρτιση του προσχεδίου προϋπολογισμού, μπορεί να καταθέτει στο Συμβούλιο, με πρωτοβουλία της ή κατ' αίτηση των άλλων οργάνων όσον αφορά το αντίστοιχο τμήμα τους, διορθωτική επιστολή με την οποία τροποποιείται το προσχέδιο προϋπολογισμού.

2.  Εάν δεν συμφωνήσουν διαφορετικά τα όργανα και εφόσον δεν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, η κατάθεση της διορθωτικής επιστολής από την Επιτροπή στο Συμβούλιο γίνεται τριάντα ημέρες τουλάχιστον πριν από την πρώτη ανάγνωση του σχεδίου προϋπολογισμού από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το Συμβούλιο καταθέτει τη διορθωτική επιστολή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν από την εν λόγω πρώτη ανάγνωση.

Άρθρο 35

1.  Το Συμβούλιο καταρτίζει το σχέδιο προϋπολογισμού σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 272 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ και στο άρθρο 177 παράγραφος 3 της συνθήκης Ευρατόμ.

2.  Το Συμβούλιο καταθέτει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το σχέδιο προϋπολογισμού το αργότερο στις 5 Οκτωβρίου του έτους που προηγείται του έτους εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Το Συμβούλιο επισυνάπτει αιτιολογική έκθεση προσδιορίζοντας τους λόγους για τους οποίους παρέκκλινε από το προσχέδιο προϋπολογισμού.

Άρθρο 36

1.  Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διαπιστώνει ότι ο προϋπολογισμός εγκρίθηκε οριστικά σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 272 παράγραφος 7 της συνθήκης ΕΚ και στο άρθρο 177 παράγραφος 7 της συνθήκης Ευρατόμ.

2.  Η διαπίστωση της οριστικής έγκρισης του προϋπολογισμού συνεπάγεται, από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους ή από την ημερομηνία διαπίστωσης της οριστικής έγκρισης του προϋπολογισμού εάν αυτή είναι μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου, την υποχρέωση κάθε κράτους μέλους να αποδίδει στις Κοινότητες τα οφειλόμενα ποσά υπό τους όρους που καθορίζονται από τον κανονισμό του Συμβουλίου για την εφαρμογή της απόφασης για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων.

Άρθρο 37

1.  Σε περίπτωση αναπόφευκτων, εξαιρετικών ή απρόβλεπτων περιστάσεων, η Επιτροπή υποβάλλει προσχέδια διορθωτικών προϋπολογισμών.

Οι αιτήσεις προσχεδίων διορθωτικών προϋπολογισμών, που υποβάλλονται από τα άλλα όργανα πλην της Επιτροπής όταν συντρέχουν οι περιστάσεις που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, διαβιβάζονται στην Επιτροπή.

▼M1

Πριν από την υποβολή προσχεδίου διορθωτικού προϋπολογισμού η Επιτροπή και τα λοιπά όργανα εξετάζουν τη δυνατότητα ανακατανομής των σχετικών πιστώσεων, λαμβανομένης υπόψη οποιασδήποτε αναμενόμενης υποαπορρόφησης των πιστώσεων.

▼B

2.  Η Επιτροπή καταθέτει στο Συμβούλιο οποιοδήποτε προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού το αργότερο την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους, εκτός εξαιρετικών περιστάσεων. Μπορεί να επισυνάπτει γνώμη σχετικά με τις αιτήσεις προσχεδίων διορθωτικών προϋπολογισμών που προέρχονται από τα άλλα όργανα.

3.  Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει σχετικά λαμβάνοντας υπόψη το επείγον του θέματος.

Άρθρο 38

1.  Όταν κατατεθεί στο Συμβούλιο προσχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού, αυτό καταρτίζει σχέδιο διορθωτικού προϋπολογισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 37.

2.  Τα άρθρα 35 και 36 εφαρμόζονται, εκτός από τα σχετικά με το χρονοδιάγραμμα, στους διορθωτικούς προϋπολογισμούς. Οι προϋπολογισμοί αυτοί πρέπει να είναι αιτιολογημένοι με παραπομπή στον προϋπολογισμό του οποίου τροποποιούν τις προβλέψεις.

Άρθρο 39

Η Επιτροπή και η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μπορούν να συμφωνήσουν να επισπεύσουν ορισμένες ημερομηνίες σχετικά με τη διαβίβαση των καταστάσεων προβλέψεων καθώς και με την έγκριση και τη διαβίβαση του προσχεδίου και του σχεδίου προϋπολογισμού, χωρίς αυτή η συμφωνία να έχει ως αποτέλεσμα τη σύντμηση ή την παράταση των περιόδων εξέτασης αυτών των κειμένων, οι οποίες προβλέπονται από το άρθρο 272 της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 177 της συνθήκης Ευρατόμ.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Διάρθρωση και παρουσίαση του προϋπολογισμού

Άρθρο 40

Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει:

▼M1

α) γενική κατάσταση εσόδων και δαπανών·

▼B

β) τμήματα υποδιαιρούμενα σε καταστάσεις εσόδων και δαπανών κάθε οργάνου.

Άρθρο 41

1.  Τα έσοδα της Επιτροπής καθώς και τα έσοδα και οι δαπάνες των άλλων οργάνων ταξινομούνται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σε τίτλους, κεφάλαια, άρθρα και θέσεις ανάλογα με τη φύση τους ή τον προορισμό τους.

2.  Η κατάσταση δαπανών του τμήματος της Επιτροπής παρουσιάζεται σύμφωνα με ονοματολογία που εγκρίνει η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή και που περιλαμβάνει ταξινόμηση ανά προορισμό.

Ο τίτλος αντιστοιχεί σε έναν τομέα πολιτικής και το κεφάλαιο αντιστοιχεί, κατά γενικό κανόνα, σε μία δραστηριότητα.

Κάθε τίτλος μπορεί να περιλαμβάνει επιχειρησιακές πιστώσεις και διοικητικές πιστώσεις.

Στο πλαίσιο του ίδιου τίτλου, οι διοικητικές πιστώσεις συγκεντρώνονται στο πλαίσιο ενός και μόνο κεφαλαίου.

Άρθρο 42

Ο προϋπολογισμός δεν μπορεί να περιλαμβάνει αρνητικά έσοδα.

Οι ίδιοι πόροι που εισπράττονται κατ' εφαρμογήν της απόφασης του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων αποτελούν καθαρά ποσά και παρουσιάζονται ως καθαρά ποσά στη συνοπτική κατάσταση εσόδων του προϋπολογισμού.

Άρθρο 43

1.  Κάθε τμήμα του προϋπολογισμού μπορεί να περιλαμβάνει έναν τίτλο «προσωρινές πιστώσεις». Οι πιστώσεις εγγράφονται σε αυτόν τον τίτλο στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

α) απουσία βασικής πράξης για τη σχετική ενέργεια κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού·

β) αβεβαιότητα, που θεμελιώνεται σε σοβαρούς λόγους, σχετικά με την επάρκεια των πιστώσεων ή τη δυνατότητα εκτέλεσης, υπό συνθήκες σύμφωνες με τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, των πιστώσεων που είναι εγγεγραμμένες στις σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού.

▼M1

Οι πιστώσεις του τίτλου αυτού μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο μετά από μεταφορά κατά τη διαδικασία του άρθρου 23 παρ. 1 δ), όταν η έκδοση της βασικής πράξης υπόκειται στη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης, και κατά τη διαδικασία του άρθρου 24, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

▼B

2.  Σε περίπτωση σοβαρών δυσχερειών εκτέλεσης, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει, κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, μεταφορά πιστώσεων προς τον τίτλο «προσωρινές πιστώσεις». Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει για τις μεταφορές αυτές υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 24.

Άρθρο 44

Το τμήμα της Επιτροπής μπορεί να περιλαμβάνει «αρνητικό αποθεματικό», με ανώτατο ύψος 200 εκατομμύρια ευρώ. Αυτό το αποθεματικό, το οποίο εγγράφεται σε ιδιαίτερο τίτλο, μπορεί να αφορά τόσο πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων όσο και πιστώσεις πληρωμών.

Η χρησιμοποίηση αυτού του αποθεματικού πρέπει να πραγματοποιείται πριν από το τέλος του οικονομικού έτους μέσω μεταφοράς πιστώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα ►M1  άρθρα 23 και 25 ◄ .

▼M1

Άρθρο 45

1.  Το τμήμα της Επιτροπής στον προϋπολογισμό συμπεριλαμβάνει αποθεματικό για επείγουσα βοήθεια προς τρίτες χώρες.

2.  Το αποθεματικό στο οποίο αναφέρεται η παράγραφος 1 συγκροτείται πριν από το τέλος του οικονομικού έτους μέσω μεταφορών κατά τη διαδικασία που καθορίζεται στα άρθρα 24 και 26.

▼B

Άρθρο 46

1.  Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει:

1.  ►M1  Στη γενική κατάσταση εσόδων και δαπανών: ◄

α) τις προβλέψεις εσόδων των Κοινοτήτων για το σχετικό οικονομικό έτος·

β) τα προβλεφθέντα έσοδα του προηγούμενου οικονομικού έτους και τα έσοδα του οικονομικού έτους Ν-2·

γ) τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών για το σχετικό οικονομικό έτος·

δ) τις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων και πληρωμών για το προηγούμενο οικονομικό έτος·

ε) τις αναληφθείσες δαπάνες και τις πληρωθείσες δαπάνες κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους Ν-2·

▼M1 —————

▼M1

ζ) τις ενδεδειγμένες παρατηρήσεις για κάθε υποδιαίρεση, κατά τον ορισμό του άρθρου 41 παράγραφος 1.

2. Στο τμήμα που αντιστοιχεί σε κάθε όργανο, τα έσοδα και οι δαπάνες εμφαίνονται με την ίδια διάρθρωση όπως και στο σημείο 1.

▼B

3. Όσον αφορά το προσωπικό:

α) πίνακα προσωπικού που ορίζει, για κάθε τμήμα του προϋπολογισμού, τον αριθμό των θέσεων, ανά βαθμό, σε κάθε κατηγορία και κάθε κλάδο, και τον αριθμό των μόνιμων και έκτακτων θέσεων, για τις οποίες η επιβάρυνση του προϋπολογισμού έχει εγκριθεί μέσα στα όρια των πιστώσεων του προϋπολογισμού·

β) πίνακα του προσωπικού που αμείβεται από τις πιστώσεις έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης για τις άμεσες δράσεις και πίνακα του προσωπικού που αμείβεται από τις ίδιες πιστώσεις για τις έμμεσες δράσεις· οι πίνακες κατανέμονται ανά κατηγορίες και βαθμούς, με διάκριση των μόνιμων και έκτακτων θέσεων, για τις οποίες η επιβάρυνση του προϋπολογισμού έχει εγκριθεί μέσα στα όρια των πιστώσεων του προϋπολογισμού·

▼M1

γ) όσον αφορά το επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, η κατανομή μπορεί να αναφέρεται ανά ομάδες βαθμών, υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται σε κάθε προϋπολογισμό. Ο πίνακας προσωπικού πρέπει να αναφέρει αναλυτικά το προσωπικό με υψηλά τεχνικά ή επιστημονικά προσόντα στο οποίο παρέχονται ειδικά πλεονεκτήματα δυνάμει των οικείων διατάξεων του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης·

▼B

δ) πίνακα προσωπικού που καθορίζει, για κάθε οργανισμό αναφερόμενο στο άρθρο 185 που λαμβάνει επιδότηση από τον προϋπολογισμό, τον αριθμό των θέσεων, ανά βαθμό και ανά κατηγορία.

Στους πίνακες προσωπικού αναγράφεται, δίπλα στον αριθμό των εγκεκριμένων θέσεων για το σχετικό οικονομικό έτος, ο αριθμός των εγκεκριμένων θέσεων για το προηγούμενο οικονομικό έτος.

4. Όσον αφορά τις δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις:

α) στη γενική κατάσταση εσόδων, τις αντίστοιχες με τις εν λόγω πράξεις γραμμές του προϋπολογισμού, που προορίζονται να δεχθούν τις ενδεχόμενες επιστροφές των κατ' αρχάς αθετούντων δικαιούχων, για τις οποίες απαιτήθηκε η εφαρμογή της «εγγύησης καλής εκτέλεσης»· στις γραμμές αυτές αναγράφεται η ένδειξη «προς υπόμνηση» (p.m.) και παρατίθενται οι κατάλληλες παρατηρήσεις·

β) στο τμήμα της Επιτροπής:

i) τις γραμμές του προϋπολογισμού που αντιστοιχούν στην «εγγύηση καλής εκτέλεσης» των Κοινοτήτων, σε σχέση με τις εν λόγω πράξεις· στις γραμμές αυτές αναγράφεται η ένδειξη «προς υπόμνηση» (p.m.) εφόσον δεν έχει προκύψει καμία πραγματική επιβάρυνση η οποία πρέπει να καλυφθεί από οριστικούς πόρους,

ii) τις παρατηρήσεις που αναφέρουν τη βασική πράξη και τον όγκο των προβλεπόμενων πράξεων, τη διάρκεια, καθώς και την οικονομική εγγύηση την οποία εξασφαλίζουν οι Κοινότητες για την εκτέλεση των πράξεων αυτών,

γ) σε έγγραφο συνημμένο στο τμήμα της Επιτροπής, ενδεικτικά:

i) τις πράξεις σε κεφάλαιο και τη διαχείριση του τρέχοντος χρέους·

ii) τις πράξεις σε κεφάλαιο και τη διαχείριση του χρέους για το σχετικό οικονομικό έτος.

▼M1

5. Τις γραμμές του προϋπολογισμού σε έσοδα και δαπάνες που είναι αναγκαίες για τη χρησιμοποίηση του Ταμείου Εγγύησης για τις εξωτερικές ενέργειες.

▼B

2.  Εκτός από τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μπορεί να επισυνάπτει και οποιοδήποτε άλλο συναφές έγγραφο στον προϋπολογισμό.

Άρθρο 47

1.  Ο πίνακας προσωπικού που περιγράφεται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 σημείο 3 συνιστά επιτακτικό όριο για κάθε όργανο ή οργανισμό· κανένας διορισμός δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πέρα από το όριο αυτό.

Ωστόσο, κάθε όργανο ή οργανισμός μπορεί να τροποποιεί τους πίνακες προσωπικού μέχρι ποσοστού 10 % των εγκεκριμένων θέσεων, εξαιρουμένων ►M1  των βαθμών AD 16, AD 15 και AD 14 ◄ , με δύο προϋποθέσεις:

α) να μη θίγεται ο όγκος των πιστώσεων προσωπικού που αντιστοιχούν σε ολόκληρο το οικονομικό έτος και

β) να μην υπάρχει υπέρβαση των ορίων του συνολικού αριθμού των εγκεκριμένων θέσεων ανά πίνακα προσωπικού.

Τρεις εβδομάδες πριν από τη διενέργεια των τροποποιήσεων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, τα όργανα ενημερώνουν την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τις προθέσεις τους. Σε περίπτωση που ένα από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής επικαλεσθεί βάσιμους λόγους μέσα στην προαναφερόμενη προθεσμία, τα όργανα δεν πραγματοποιούν τις τροποποιήσεις και εφαρμόζεται η κανονική διαδικασία.

2.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, οι περιπτώσεις άσκησης δραστηριότητας κατά μερική απασχόληση που έχουν εγκριθεί από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, μπορούν να αντισταθμίζονται.



ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 48

1.  Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό κατά τα έσοδα και τις δαπάνες σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, με δική της ευθύνη και εντός του ορίου των πιστώσεων που έχουν διατεθεί.

2.  Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να χρησιμοποιούνται οι πιστώσεις σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

▼M1

Άρθρο 49

1.  Η βασική πράξη εγκρίνεται πριν καταστεί δυνατή η χρησιμοποίηση των πιστώσεων που εγγράφονται στον προϋπολογισμό για ενέργεια των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η βασική πράξη αποτελεί νομική πράξη που παρέχει τη νομική βάση για την ενέργεια ή για την εκτέλεση των αντίστοιχων δαπανών που εγγράφονται στον προϋπολογισμό.

2.  Κατ’ εφαρμογή της συνθήκης ΕΚ ή της συνθήκης Ευρατόμ, η βασική πράξη είναι πράξη που εκδίδεται από τη νομοθετική αρχή και μπορεί να λαμβάνει τη μορφή κανονισμού, οδηγίας, απόφασης κατά την έννοια του άρθρου 249 της συνθήκης ΕΚ ή απόφασης ιδιάζουσας (sui generis).

3.  Κατ’ εφαρμογή του τίτλου V της συνθήκης EE (σχετικά με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας — ΚΕΠΠΑ), η βασική πράξη μπορεί να λάβει μία από τις μορφές που προσδιορίζονται στα άρθρα 13 παράγραφος 2 και 3, 14, 18 παράγραφος 5, 23 παράγραφος 1 και 2, και 24 της συνθήκης EE.

4.  Κατ’ εφαρμογή του τίτλου VΙ της συνθήκης EE (σχετικά με Αστυνομική και Δικαστική Συνεργασία σε Ποινικές Υποθέσεις), η βασική πράξη μπορεί να λάβει μία από τις μορφές που προσδιορίζονται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 της συνθήκης EE.

5.  Οι συστάσεις και γνώμες δεν συνιστούν βασικές πράξεις κατά την έννοια του παρόντος άρθρου ούτε τα ψηφίσματα, συμπεράσματα, δηλώσεις ή άλλες πράξεις που δεν παράγουν νομικό αποτέλεσμα.

6.  Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 έως 4, οι ακόλουθες πιστώσεις είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται χωρίς νομική πράξη, ενόσω οι ενέργειες για των οποίων τη χρηματοδότηση προορίζονται εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

α) πιστώσεις για δοκιμαστικά σχέδια πειραματικού χαρακτήρα με σκοπό τη δοκιμή του εφικτού μιας ενέργειας και της χρησιμότητάς της. Οι σχετικές πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων είναι δυνατόν να εγγράφονται στον προϋπολογισμό μόνο επί δύο διαδοχικά οικονομικά έτη,

β) πιστώσεις για προπαρασκευαστικές ενέργειες στους τομείς της εφαρμογής της συνθήκης ΕΚ και της συνθήκης Ευρατόμ, καθώς και του τίτλου VΙ της συνθήκης ΕΕ, με σκοπό την προετοιμασία προτάσεων για την έγκριση μελλοντικών ενεργειών. Οι προπαρασκευαστικές ενέργειες πρέπει να ακολουθούν συνεπή προσέγγιση και μπορούν να λαμβάνουν διάφορες μορφές. Οι σχετικές πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων είναι δυνατόν να εγγράφονται στον προϋπολογισμό μόνο επί τρία διαδοχικά οικονομικά έτη το πολύ. Η νομοθετική διαδικασία πρέπει να ολοκληρώνεται πριν από το τέλος του τρίτου οικονομικού έτους. Κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας, οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων πρέπει να αντιστοιχούν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προπαρασκευαστικής ενέργειας όσον αφορά τις σχεδιαζόμενες δραστηριότητες, τους επιδιωκόμενους στόχους και τους δικαιούχους. Ως εκ τούτου, τα χρησιμοποιούμενα μέσα δεν είναι δυνατόν να αντιστοιχούν σε όγκο σε εκείνα που προβλέπονται για τη χρηματοδότηση της οριστικής ενέργειας.

Κατά την παρουσίαση του προσχεδίου προϋπολογισμού, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία α) και β), η οποία περιλαμβάνει και αξιολόγηση των αναμενόμενων αποτελεσμάτων και τα συνακόλουθα μέτρα της ενέργειας,

γ) πιστώσεις για προπαρασκευαστικά μέτρα στον τομέα του τίτλου V της συνθήκης ΕΕ (σχετικά με την ΚΕΠΠΑ). Τα μέτρα αυτά περιορίζονται χρονικά και προορίζονται για την εγκαθίδρυση των συνθηκών δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υλοποίηση της ΚΕΠΠΑ και για την έκδοση των αναγκαίων νομικών πράξεων.

Για τους σκοπούς της διαχείρισης κρίσεων από την ΕΕ, προπαρασκευαστικά μέτρα σχεδιάζονται, μεταξύ άλλων, για την αξιολόγηση των επιχειρησιακών απαιτήσεων, για την εξασφάλιση ταχείας αρχικής ανάπτυξης των πόρων και για την εγκαθίδρυση των επιτόπιων συνθηκών για την έναρξη της εκάστοτε επιχείρησης.

Τα προπαρασκευαστικά μέτρα αποφασίζονται από το Συμβούλιο με πλήρη συμμετοχή της Επιτροπής. Προς το σκοπό αυτό, η Προεδρία, επικουρούμενη από το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου/Ύπατο Εκπρόσωπο για την ΚΕΠΠΑ, ενημερώνει την Επιτροπή το ταχύτερο δυνατόν σχετικά με την πρόθεση του Συμβουλίου να θέσει σε εφαρμογή προπαρασκευαστικό μέτρο και ιδίως για τους πόρους που εκτιμάται ότι θα χρειασθούν εν προκειμένω. Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την ταχεία εκταμίευση των αναγκαίων πόρων,

δ) πιστώσεις για κατ’ αποκοπή ενέργειες ή και για ενέργειες αόριστης διάρκειας, οι οποίες αναλαμβάνονται από την Επιτροπή στο πλαίσιο των καθηκόντων που απορρέουν από τα προνόμιά της σε θεσμικό επίπεδο δυνάμει της συνθήκης ΕΚ και της συνθήκης Ευρατόμ, πέραν του δικαιώματος νομοθετικής πρωτοβουλίας στο οποίο αναφέρεται το στοιχείο β) και δυνάμει των συγκεκριμένων εξουσιών που της μεταβιβάζονται απευθείας από τις ως άνω συνθήκες και οι οποίες απαριθμούνται στους κανόνες εφαρμογής,

ε) πιστώσεις για τη λειτουργία των οργάνων στο πλαίσιο της διοικητικής τους αυτονομίας.

▼B

Άρθρο 50

Η Επιτροπή αναγνωρίζει στα λοιπά όργανα τις αρμοδιότητες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των τμημάτων του προϋπολογισμού που τους αντιστοιχούν.

▼M1

Κάθε όργανο ασκεί τις εξουσίες του σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και εντός των ορίων των εγκρινόμενων πιστώσεων.

▼B

Άρθρο 51

Η Επιτροπή και καθένα από τα λοιπά όργανα μπορούν, στο πλαίσιο των υπηρεσιών τους, να μεταβιβάζουν τις αρμοδιότητές τους ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού, υπό τους όρους που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό καθώς και τους εσωτερικούς κανονισμούς τους και εντός των ορίων που καθορίζουν στην εκάστοτε πράξη μεταβίβασης αρμοδιοτήτων. Οι εξουσιοδοτούμενοι μπορούν να ενεργούν μόνο εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που τους μεταβιβάζονται ρητά.

▼M1

Άρθρο 52

1.  Απαγορεύεται σε όλους τους δημοσιονομικούς παράγοντες και σε κάθε άλλο πρόσωπο που συμμετέχει στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, στη διαχείριση και στο λογιστικό ή άλλο έλεγχο, να προβαίνουν σε οποιαδήποτε ενέργεια η οποία είναι δυνατόν να φέρει τα συμφέροντά τους σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των Κοινοτήτων. Εάν προκύψει τέτοια περίπτωση, το εν λόγω πρόσωπο πρέπει να απόσχει από τη σχετική ενέργεια και να αναφέρει το γεγονός στην αρμόδια αρχή.

2.  Σύγκρουση συμφερόντων ανακύπτει οσάκις η αμερόληπτη και αντικειμενική άσκηση των καθηκόντων δημοσιονομικού παράγοντα ή άλλου προσώπου, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, υπονομεύεται από οικογενειακούς ή συναισθηματικούς λόγους ή από πολιτικούς ή εθνικούς δεσμούς, από οικονομικό συμφέρον ή από οποιαδήποτε σύμπτωση συμφερόντων με το δικαιούχο.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Τρόποι εκτέλεσης

▼M1

Άρθρο 53

Η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 53α έως 53δ, με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

α) σε συγκεντρωτική βάση,

β) με επιμερισμένη ή αποκεντρωμένη διαχείριση, ή

γ) με διαχείριση από κοινού με διεθνείς οργανισμούς.

▼M1

Άρθρο 53α

Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό σε συγκεντρωτική βάση, τα εκτελεστικά καθήκοντα ασκούνται είτε άμεσα από τις υπηρεσίες της είτε έμμεσα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 54 έως 57.

Άρθρο 53β

1.  Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με επιμερισμένη διαχείριση, τα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται στα κράτη μέλη. Η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται ιδίως για τις ενέργειες στις οποίες αναφέρονται οι τίτλοι Ι και ΙΙ του μέρους ΙΙ.

2.  Με την επιφύλαξη των συμπληρωματικών διατάξεων που περιλαμβάνονται στις οικείες τομεακές ρυθμίσεις και για να εξασφαλίζεται η χρησιμοποίηση των πόρων σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες και αρχές, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα νομοθετικά, κανονιστικά και διοικητικά μέτρα που είναι αναγκαία για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων. Προς το σκοπό αυτό ιδίως:

α) βεβαιώνονται ότι οι ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό εκτελούνται πράγματι και κατά τον ορθό τρόπο,

β) προλαμβάνουν και να αντιμετωπίζουν τις παρατυπίες και τις απάτες,

γ) ανακτούν τους πόρους που καταβάλλονται κατά λάθος ή χρησιμοποιούνται εσφαλμένα ή εξαφανίζονται λόγω παρατυπιών ή σφαλμάτων,

δ) εξασφαλίζουν, μέσω σχετικών τομεακών ρυθμίσεων και σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3, επαρκή εκ των υστέρων γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Προς τούτο, τα κράτη μέλη διεξάγουν ελέγχους και θέτουν σε λειτουργία αποτελεσματικό και αποδοτικό σύστημα εσωτερικών ελέγχων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28α. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο και ενδεδειγμένο, κινούν νομικές διαδικασίες.

3.  Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετήσια σύνοψη, στο κατάλληλο εθνικό επίπεδο, όλων των διαθέσιμων λογιστικών ελέγχων και δηλώσεων.

4.  Για να βεβαιώνεται ότι οι πόροι χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, η Επιτροπή εφαρμόζει διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών ή μηχανισμούς δημοσιονομικών διορθώσεων που της επιτρέπουν να αναλαμβάνει την τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Άρθρο 53γ

1.  Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με αποκεντρωμένη διαχείριση, τα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται σε τρίτες χώρες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 και του τίτλου IV του μέρους ΙΙ, με την επιφύλαξη της μεταβίβασης των εναπομενόντων καθηκόντων στους οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 54 παράγραφος 2.

2.  Για να βεβαιώνεται ότι οι πόροι χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, η Επιτροπή εφαρμόζει διαδικασίες εκκαθάρισης λογαριασμών ή μηχανισμούς δημοσιονομικών διορθώσεων που της επιτρέπουν να αναλαμβάνει την τελική ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

3.  Οι τρίτες χώρες στις οποίες μεταβιβάζονται εκτελεστικά καθήκοντα μεριμνούν, μέσω σχετικών τομεακών ρυθμίσεων και σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3, για την επαρκή ετήσια εκ των υστέρων γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Άρθρο 53δ

1.  Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με από κοινού διαχείριση, ορισμένα εκτελεστικά καθήκοντα μεταβιβάζονται σε διεθνείς οργανισμούς, σύμφωνα με τις διατάξεις που εξειδικεύονται στους κανόνες εφαρμογής, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) οσάκις η Επιτροπή και ο διεθνής οργανισμός δεσμεύονται με μακροχρόνια συμφωνία-πλαίσιο η οποία καθορίζει τους διοικητικούς και οικονομικούς κανόνες της συνεργασίας τους,

β) οσάκις η Επιτροπή και ο διεθνής οργανισμός εκπονούν κοινό σχέδιο ή πρόγραμμα,

γ) για ενέργειες με πολλούς δωρητές, δηλαδή για ενέργειες όπου οι πόροι διαφόρων δωρητών ομαδοποιούνται και δεν προορίζονται για συγκεκριμένους τομείς ή κατηγορίες δαπανών.

Οι ως άνω οργανισμοί εφαρμόζουν στη λογιστική τους και στις διαδικασίες διαχείρισης και εσωτερικού ελέγχου καθώς και ανάθεσης συμβάσεων τα πρότυπα που εξασφαλίζουν εγγυήσεις ισοδύναμες με εκείνες των διεθνώς παραδεκτών προτύπων.

2.  Η ατομική συμφωνία που συνάπτεται με διεθνή οργανισμό για τη χορήγηση χρηματοδότησης περιλαμβάνει λεπτομερείς διατάξεις για την εκτέλεση των καθηκόντων που μεταβιβάζονται στο διεθνή οργανισμό.

3.  Οι διεθνείς οργανισμοί στους οποίους μεταβιβάζονται εκτελεστικά καθήκοντα μεριμνούν, μέσω σχετικών τομεακών ρυθμίσεων και σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3, για την επαρκή εκ των υστέρων ετήσια γνωστοποίηση των δικαιούχων πόρων προερχόμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

▼B

Άρθρο 54

▼M1

1.  Η Επιτροπή δεν μπορεί να μεταβιβάζει σε τρίτους τις εκτελεστικές αρμοδιότητες που της αναθέτουν οι συνθήκες εφόσον περιλαμβάνουν μεγάλο βαθμό διακριτικής ευχέρειας που συνεπάγεται πολιτικές επιλογές. Τα μεταβιβαζόμενα εκτελεστικά καθήκοντα πρέπει να ορίζονται σαφώς, η δε άσκησή τους πρέπει να επιτηρείται πλήρως.

Η μεταβίβαση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού πρέπει να πληροί την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο, και εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με την αρχή της μη εφαρμογής διακρίσεων και την αναγνωρισιμότητα των ενεργειών της Κοινότητας. Τα μεταβιβαζόμενα καθήκοντα δεν είναι δυνατόν να επιφέρουν σύγκρουση καθηκόντων.

▼B

2.   ►M1  Εντός των ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί, όταν εκτελεί τον προϋπολογισμό με έμμεση κεντρική διαχείριση ή με αποκεντρωμένη διαχείριση σύμφωνα με το άρθρο 53α ή 53γ, να μεταβιβάζει καθήκοντα δημόσιας εξουσίας και ιδίως τα καθήκοντα εκτέλεσης του προϋπολογισμού: ◄

α) σε οργανισμούς κοινοτικού δικαίου που αναφέρονται στο άρθρο 55 (εφεξής «εκτελεστικούς οργανισμούς»)·

▼M1

β) σε οργανισμούς που συνιστώνται από τις Κοινότητες κατά το άρθρο 185 και σε λοιπούς εξειδικευμένους κοινοτικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, υπό τον όρο ότι τούτο είναι συμβατό με τα καθήκοντα του εκάστοτε οργανισμού κατά τη βασική πράξη του·

γ) σε εθνικούς ή διεθνείς οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίες προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις και συμμορφώνονται με τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής·

▼M1

δ) σε πρόσωπα που επιφορτίζονται με την εκτέλεση συγκεκριμένων ενεργειών δυνάμει του τίτλου V της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 49 του παρόντος κανονισμού.

▼B

3.  Όταν τα εκτελεστικά καθήκοντα ασκούνται από τους οργανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2, οι εν λόγω οργανισμοί εξακριβώνουν τακτικά ότι οι ενέργειες που πρέπει να χρηματοδοτηθούν από τον προϋπολογισμό εκτελέσθηκαν ορθά.

▼M1

Αυτοί οι οργανισμοί ή πρόσωπα λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη των παρατυπιών και της απάτης, και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, κινούν νομικές διαδικασίες για την ανάκτηση πόρων που έχουν καταβληθεί ή χρησιμοποιηθεί εσφαλμένα.

Άρθρο 55

1.  Οι εκτελεστικοί οργανισμοί είναι νομικά πρόσωπα, κατά το κοινοτικό δίκαιο, τα οποία συνιστώνται με απόφαση της Επιτροπής και στα οποία είναι δυνατόν να μεταβιβάζονται εξουσίες για την εκτέλεση, εν όλω ή εν μέρει, ενός κοινοτικού προγράμματος ή σχεδίου για λογαριασμό της Επιτροπής και με δική της ευθύνη, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου της 19ης Δεκεμβρίου 2002 περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων ( 10 ).

2.  Η χρησιμοποίηση των αντίστοιχων επιχειρησιακών πιστώσεων πραγματοποιείται από το διευθυντή του οργανισμού.

Άρθρο 56

1.  Οσάκις η Επιτροπή εκτελεί τον προϋπολογισμό με έμμεση κεντρική διαχείριση, εξασφαλίζει κατ’ αρχάς στοιχεία για την ύπαρξη και την ορθή λειτουργία στις οντότητες στις οποίες αναθέτει την εκτέλεση:

α) διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιδοτήσεων διαφανών, που να μη δημιουργούν διακρίσεις και να αποκλείουν τη σύγκρουση συμφερόντων, καθώς και να τηρούν τους τίτλους V και VI του παρόντος κανονισμού αντιστοίχως,

β) αποτελεσματικού και αποδοτικού συστήματος εσωτερικών ελέγχων για τη διαχείριση των πράξεων, το οποίο να περιλαμβάνει αποτελεσματικό διαχωρισμό των καθηκόντων του διατάκτη και του υπολόγου, ή άλλων ανάλογων καθηκόντων,

γ) λογιστικού συστήματος που να επιτρέπει την επαλήθευση της χρησιμοποίησης των κοινοτικών πόρων και να αποτυπώνει τη χρησιμοποίηση αυτή στις δημοσιονομικές καταστάσεις της Κοινότητας,

δ) ανεξάρτητου εξωτερικού ελέγχου,

ε) πρόσβασης του κοινού στο επίπεδο πληροφόρησης που προβλέπεται στους κοινοτικούς κανονισμούς,

στ) ετήσιας εκ των υστέρων γνωστοποίησης των ονομάτων των δικαιούχων των πόρων που προέρχονται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3.

Η Επιτροπή είναι δυνατόν να αποδεχθεί την ισοτιμία των συστημάτων ελέγχου, λογιστικής και ανάθεσης συμβάσεων των οντοτήτων στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 2 με τα δικά της συστήματα, με τήρηση των διεθνώς παραδεκτών προτύπων.

2.  Στην περίπτωση της αποκεντρωμένης διαχείρισης ισχύουν, εν όλω ή εν μέρει, τα κριτήρια της παραγράφου 1, με την εξαίρεση του κριτηρίου του στοιχείου ε), ανάλογα με τον βαθμό αποκέντρωσης που έχει συμφωνηθεί μεταξύ της Επιτροπής και της οικείας τρίτης χώρας, εθνικού ή διεθνούς οργανισμού δημοσίου δικαίου.

Παρά τις διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχείο α) και του άρθρου 169α, η Επιτροπή είναι δυνατόν να αποφασίσει:

 στην περίπτωση της ομαδοποίησης πόρων, και

 υπό τους όρους που προβλέπονται στη βασική πράξη,

να προσφύγει στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων και καταβολής επιδοτήσεων που εφαρμόζει η δικαιούχος τρίτη χώρα ή που συμφωνούνται από τους δωρητές.

Πριν λάβει σχετική απόφαση, η Επιτροπή συγκεντρώνει κατ’ αρχάς, κατά περίπτωση, αποδεικτικά στοιχεία για το ότι οι διαδικασίες αυτές πληρούν τις απαιτήσεις των αρχών της διαφάνειας και της μη εφαρμογής διακρίσεων, αποκλείουν τις συγκρούσεις συμφερόντων, προσφέρουν εγγυήσεις ισοδύναμες με τα διεθνώς παραδεκτά πρότυπα και εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο.

Η εκάστοτε τρίτη χώρα, εθνικός ή διεθνής οργανισμός δημοσίου δικαίου πρέπει να αναλαμβάνει την υποχρέωση συμμόρφωσης με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

α) να ακολουθεί, με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, τα κριτήρια της παραγράφου 1,

β) να εγγυάται ότι ο έλεγχος που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) ασκείται από εθνικό όργανο ανεξάρτητων εξωτερικών ελέγχων,

γ) να διενεργεί τακτικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι οι ενέργειες προς χρηματοδότηση από τον κοινοτικό προϋπολογισμό έχουν εκτελεσθεί ορθώς,

δ) να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για την πρόληψη παρατυπιών και απάτης, καθώς και, εάν τούτο κρίνεται αναγκαίο, να ασκεί διώξεις για την ανάκτηση των χρηματικών ποσών που έχουν καταβληθεί εσφαλμένα

3.  Η Επιτροπή μεριμνά για την εποπτεία, την αξιολόγηση και τον έλεγχο της εκτέλεσης των καθηκόντων που αναθέτει. Κατά την εφαρμογή των δικών της συστημάτων ελέγχου λαμβάνει υπόψη την ισοδυναμία τους με τα συστήματα των ελεγχόμενων.

▼B

Άρθρο 57

▼M1

1.  Η Επιτροπή δεν μπορεί να αναθέτει πράξεις χρησιμοποίησης πόρων προερχόμενων από τον προϋπολογισμό, συμπεριλαμβανόμενης της καταβολής και είσπραξης, σε εξωτερικούς οργανισμούς ή οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, με εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου 54 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή συγκεκριμένων περιπτώσεων οι οποίες συνεπάγονται πληρωμές υποκείμενες σε όρους και για ποσά καθοριζόμενα από την Επιτροπή, προς δικαιούχους που προσδιορίζονται από την Επιτροπή, ενώ δεν συνεπάγονται την άσκηση διακριτικής ευχέρειας από την οντότητα ή τον οργανισμό που πραγματοποιεί τις πληρωμές.

▼B

2.  Τα καθήκοντα που είναι δυνατόν να ανατίθενται μέσω συμβάσεων σε εξωτερικούς φορείς ή οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου, εκτός αυτών στους οποίους έχει ανατεθεί δημόσια υπηρεσία υπό την εγγύηση του κράτους, είναι καθήκοντα τεχνικής πραγματογνωμοσύνης και διοικητικά, προπαρασκευαστικά ή δευτερεύοντα καθήκοντα που δεν εμπεριέχουν ούτε άσκηση δημόσιας εξουσίας ούτε άσκηση διακριτικής ευχέρειας εκτίμησης.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Δημοσιονομικοί παράγοντες



Τμήμα 1

Αρχή του διαχωρισμού των καθηκόντων

Άρθρο 58

Τα καθήκοντα του διατάκτη και του υπολόγου είναι διαχωρισμένα και ασυμβίβαστα μεταξύ τους.



Τμήμα 2

Διατάκτης

Άρθρο 59

1.  Καθήκοντα διατάκτη ασκεί το όργανο.

▼M1

1α.  Για τους σκοπούς του παρόντος τίτλου, ο όρος «υπάλληλοι» αναφέρεται στα πρόσωπα που υπάγονται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.

▼M1

2.  Κάθε όργανο καθορίζει στους εσωτερικούς διοικητικούς κανόνες του τους υπαλλήλους του ενδεδειγμένου επιπέδου στους οποίους μεταβιβάζει αρμοδιότητες διατάκτη υπό τους όρους που προβλέπονται στον εσωτερικό κανονισμό του, την έκταση των μεταβιβαζόμενων αρμοδιοτήτων και τη δυνατότητα των εξουσιοδοτουμένων να μεταβιβάζουν περαιτέρω τις αρμοδιότητές τους.

3.  Οι κύριες και δευτερεύουσες μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων διατάκτη πραγματοποιούνται μόνο σε υπαλλήλους.

▼B

4.  Οι κύριοι ή δευτερεύοντες διατάκτες μπορούν να ενεργούν μόνο εντός των ορίων που καθορίζονται από την πράξη μεταβίβασης ή δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων. Ο αρμόδιος κύριος ή δευτερεύων διατάκτης μπορεί να επικουρείται στο έργο του από έναν ή περισσοτέρους υπαλλήλους στους οποίους ανατίθεται να πραγματοποιούν, υπό την ευθύνη του κύριου ή δευτερεύοντος διατάκτη, ορισμένες πράξεις αναγκαίες για την εκτέλεση του προϋπολογισμού και την απόδοση των λογαριασμών.

Άρθρο 60

1.  Ο διατάκτης αναλαμβάνει σε καθένα από τα όργανα την εκτέλεση των εσόδων και των δαπανών σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και τη διασφάλιση της νομιμότητας και της κανονικότητάς τους.

2.  Για την εκτέλεση των δαπανών, ο κύριος και ο δευτερεύων διατάκτης προβαίνουν σε δημοσιονομικές δεσμεύσεις πιστώσεων και σε νομικές δεσμεύσεις, στην εκκαθάριση των δαπανών και στην έκδοση των ενταλμάτων πληρωμής καθώς και στις προκαταρκτικές πράξεις που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση αυτή των πιστώσεων.

3.  Η εκτέλεση των εσόδων συμπεριλαμβάνει την κατάρτιση των προβλέψεων απαιτήσεων, τη βεβαίωση των δικαιωμάτων είσπραξης και την έκδοση των ενταλμάτων είσπραξης. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, περιλαμβάνει και την παραίτηση από απαιτήσεις ήδη βεβαιωθείσες.

4.  Ο κύριος διατάκτης, ακολουθώντας τους ελάχιστους κανόνες που θεσπίζει καθένα από τα όργανα και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που συνδέονται με το διαχειριστικό περιβάλλον και με τη φύση των χρηματοδοτούμενων ενεργειών, δημιουργεί την οργανωτική δομή καθώς και τα συστήματα και τις διαδικασίες εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που ενδείκνυνται για την άσκηση των καθηκόντων του, περιλαμβανομένων ενδεχομένως εκ των υστέρων επαληθεύσεων. Πριν εγκριθεί μία πράξη, οι επιχειρησιακές και δημοσιονομικές πτυχές της επαληθεύονται από υπαλλήλους διαφορετικούς από τον υπάλληλο που άρχισε την πράξη. Η εκ των προτέρων, εκ των υστέρων και η έναρξη επαλήθευσης μιας πράξης αποτελούν χωριστά καθήκοντα.

5.  Κάθε υπάλληλος υπεύθυνος για τον έλεγχο της διαχείρισης των δημοσιονομικών πράξεων οφείλει να έχει τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα. Ακολουθεί ειδικό κώδικα επαγγελματικών προτύπων που ορίζει κάθε όργανο.

6.  Οποιοσδήποτε υπάλληλος συμμετέχων στη δημοσιονομική διαχείριση και στον έλεγχο των πράξεων θεωρήσει ότι μια απόφαση, την οποία η προϊσταμένη του αρχή του επιβάλλει να εφαρμόσει ή να αποδεχθεί, είναι παράτυπη ή αντίθετη προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή τους επαγγελματικούς κανόνες τους οποίους υποχρεούται να τηρεί, οφείλει να το επισημάνει εγγράφως στον κύριο διατάκτη και, σε περίπτωση αδράνειας του διατάκτη, στην υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 66 παράγραφος 4. Σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να θίξουν τα συμφέροντα της Κοινότητας, ενημερώνει τις αρχές και τις υπηρεσίες που ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία.

▼M1

7.  Ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης προβαίνει προς το οικείο όργανο σε απολογισμό της άσκησης των καθηκόντων του με τη μορφή ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων, η οποία συνοδεύεται από δημοσιονομικά και διαχειριστικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες της έκθεσης είναι αληθείς και ακριβείς, εκτός εάν ορίζεται άλλως σε οποιεσδήποτε επιφυλάξεις σχετικές με συγκεκριμένους τομείς εσόδων και δαπανών.

Η έκθεση αυτή αναφέρει τα αποτελέσματα των πράξεών του με παραπομπή στους στόχους, στους συναφείς με τις πράξεις αυτές κινδύνους, στη χρησιμοποίηση των πόρων και στην αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Ο εσωτερικός ελεγκτής λαμβάνει υπόψη του την ετήσια αυτή έκθεση και κάθε άλλο διαθέσιμο πληροφοριακό στοιχείο. Το αργότερο στις 15 Ιουνίου κάθε έτους, η Επιτροπή διαβιβάζει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύνοψη των ετήσιων εκθέσεων του προηγούμενου έτους.

▼B



Τμήμα 3

Υπόλογος

Άρθρο 61

1.  Κάθε όργανο διορίζει έναν υπόλογο, ο οποίος αναλαμβάνει, στο πλαίσιο του οικείου οργάνου:

α) την ορθή εκτέλεση των πληρωμών, την είσπραξη των εσόδων και των βεβαιωμένων απαιτήσεων·

β) την προετοιμασία και την υποβολή των λογαριασμών σύμφωνα με τον τίτλο VΙΙ·

γ) την τήρηση των λογαριασμών σύμφωνα με τον τίτλο VΙΙ·

δ) τον καθορισμό, σύμφωνα με τον τίτλο VII, των λογιστικών κανόνων και μεθόδων καθώς και του λογιστικού σχεδίου·

ε) τον καθορισμό και την επικύρωση των λογιστικών συστημάτων καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, την επικύρωση των συστημάτων που καθορίζονται από το διατάκτη και προορίζονται για την παροχή ή την αιτιολόγηση των λογιστικών πληροφοριών· ►M1  o υπόλογος διαθέτει την εξουσία να επαληθεύει την τήρηση των κριτηρίων επικύρωσης· ◄

στ) τη διαχείριση του ταμείου.

2.  Ο υπόλογος λαμβάνει από τους διατάκτες, οι οποίοι εγγυώνται την αξιοπιστία τους, όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την κατάρτιση λογαριασμών που να παρέχουν πιστή απεικόνιση της περιουσιακής κατάστασης των Κοινοτήτων και της εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

▼M1

2α.  Πριν εγκριθούν οι λογαριασμοί από το οικείο όργανο, ο υπόλογος τους υπογράφει, πιστοποιώντας κατά τον τρόπο αυτό ότι μπορεί ευλόγως να υποθέσει ότι οι εν λόγω λογαριασμοί αποδίδουν αληθή και ακριβή εικόνα της δημοσιονομικής κατάστασης του οργάνου.

Προς τούτο, ο υπόλογος βεβαιώνεται ότι οι λογαριασμοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τους λογιστικούς κανόνες, μεθόδους και συστήματα που έχουν δημιουργηθεί με δική του ευθύνη, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό για τους λογαριασμούς του οικείου οργάνου, καθώς και ότι όλα τα έσοδα και δαπάνες έχουν εγγραφεί στους λογαριασμούς αυτούς.

Οι διατάκτες κύριας μεταβίβασης διαβιβάζουν όλα τα στοιχεία που χρειάζεται ο υπόλογος για την άσκηση των καθηκόντων του.

Οι διατάκτες παραμένουν πλήρως υπεύθυνοι για την ορθή χρησιμοποίηση των πόρων που διαχειρίζονται καθώς και για τη νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που πραγματοποιούνται υπό τον έλεγχό τους.

2β.  Ο υπόλογος έχει την εξουσία να ελέγχει τα λαμβανόμενα στοιχεία καθώς και να πραγματοποιεί τυχόν περαιτέρω ελέγχους που κρίνει αναγκαίους πριν από την υπογραφή των λογαριασμών.

Εάν απαιτείται, διατυπώνει επιφυλάξεις και εξηγεί επακριβώς τη φύση και την έκταση των επιφυλάξεων αυτών.

2γ.  Οι υπόλογοι των λοιπών οργάνων και οργανισμών υπογράφουν τους ετήσιους λογαριασμούς τους και τους διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής.

▼M1

3.  Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό, ο υπόλογος είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος να διαχειρίζεται χρηματικά ποσά και αξίες. Είναι δε υπεύθυνος για τη φύλαξή τους.

▼B

Άρθρο 62

▼M1

Ο υπόλογος μπορεί, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να μεταβιβάσει ορισμένα καθήκοντα σε υφισταμένους του.

▼B

Η πράξη μεταβίβασης ορίζει τα καθήκοντα που ανατίθενται στους εξουσιοδοτουμένους.



Τμήμα 4

Υπόλογος παγίων προκαταβολών

▼M1

Άρθρο 63

1.  Οι πάγιες προκαταβολές είναι δυνατόν να συνιστώνται για τη συγκέντρωση εσόδων πέραν των ιδίων πόρων και για την καταβολή μικρών ποσών, κατά τον ορισμό των κανόνων εφαρμογής.

Ωστόσο, στον τομέα της διαχείρισης κρίσεων και της ανθρωπιστικής βοήθειας, κατά την έννοια του άρθρου 110, οι πάγιες προκαταβολές είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται χωρίς περιορισμό ως προς το ύψος τους, τηρουμένου όμως του επιπέδου των πιστώσεων που έχει εγγράψει η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος.

2.  Οι πάγιες προκαταβολές τροφοδοτούνται από τον υπόλογο του οικείου οργάνου και τίθενται υπό την ευθύνη των υπολόγων παγίων προκαταβολών που διορίζονται από τον υπόλογο του οργάνου.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Ευθύνη των δημοσιονομικών παραγόντων



Τμήμα 1

Γενικοί κανόνες

Άρθρο 64

1.  Με την επιφύλαξη ενδεχομένων πειθαρχικών μέτρων, η κύρια ή η δευτερεύουσα μεταβίβαση αρμοδιοτήτων μπορεί να αφαιρεθεί ανά πάσα στιγμή, προσωρινά ή οριστικά, από τους κύριους και τους δευτερεύοντες διατάκτες, από την αρχή που τους διόρισε.

2.  Με την επιφύλαξη ενδεχομένων πειθαρχικών μέτρων, ο υπόλογος μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακληθεί από τα καθήκοντά του, προσωρινά ή οριστικά, από την αρχή που τον διόρισε.

3.  Με την επιφύλαξη ενδεχομένων πειθαρχικών μέτρων, οι υπόλογοι πάγιων προκαταβολών μπορούν ανά πάσα στιγμή να ανακληθούν από τα καθήκοντά τους, προσωρινά ή οριστικά, από την αρχή που τους διόρισε.

Άρθρο 65

▼M1

1.  Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν προδικάζουν την ποινική ευθύνη που είναι δυνατόν να υπέχουν οι υπάλληλοι στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 64, σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας εθνικής νομοθεσίας και με τις διατάξεις περί προστασίας των οικονομικών συμφερόντων και καταπολέμησης του χρηματισμού των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών.

▼B

2.  Κάθε διατάκτης, υπόλογος ή υπόλογος πάγιων προκαταβολών υπέχει πειθαρχική και χρηματική ευθύνη, υπό τους όρους που προβλέπονται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 66, 67 και 68. Σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να θίξουν τα συμφέροντα της Κοινότητας, θα επιλαμβάνονται του θέματος οι αρχές και υπηρεσίες που ορίζονται από την ισχύουσα νομοθεσία.



Τμήμα 2

Κανόνες που εφαρμόζονται για τους κύριους και τους δευτερεύοντες διατάκτες

Άρθρο 66

▼M1

1.  Ο διατάκτης υπέχει ευθύνη προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.

▼M1

1α.  Η απαίτηση προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης ισχύει ιδίως εφόσον:

α) ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, βεβαιώνει δικαιώματα είσπραξης ή εκδίδει εντάλματα είσπραξης, αναλαμβάνει δαπάνη ή υπογράφει ένταλμα πληρωμής χωρίς να τηρήσει τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού και των κανόνων εφαρμογής του,

β) ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, παραλείπει να συντάξει έγγραφο βεβαίωσης οφειλής, αμελεί να εκδώσει ένταλμα είσπραξης ή καθυστερεί την έκδοσή του ή την έκδοση εντάλματος πληρωμής, εκθέτοντας έτσι το οικείο όργανο στην άσκηση ενδίκων μέσων εκ μέρους τρίτων.

▼B

2.  Όταν ο κύριος ή ο δευτερεύων διατάκτης θεωρεί ότι μια απόφαση που εμπίπτει στις αρμοδιότητές του είναι παράτυπη ή αντιβαίνει προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, οφείλει να το επισημάνει εγγράφως στην εξουσιοδοτούσα αρχή. Αν η εξουσιοδοτούσα αρχή δώσει εγγράφως στον κύριο ή τον δευτερεύοντα διατάκτη αιτιολογημένη εντολή λήψης της ανωτέρω απόφασης, ο κύριος ή ο δευτερεύων διατάκτης απαλλάσσεται από την ευθύνη του.

▼M1

3.  Στην περίπτωση δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων στο πλαίσιο των υπηρεσιών του, ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης συνεχίζει να είναι υπεύθυνος για την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των συστημάτων εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που δημιουργούνται, καθώς και για την επιλογή του διατάκτη δευτερεύουσας μεταβίβασης.

4.  Κάθε όργανο συγκροτεί υπηρεσία εξειδικευμένη στις δημοσιονομικές παρατυπίες ή συμμετέχει σε κοινή υπηρεσία η οποία συγκροτείται από πλείονα όργανα. Οι υπηρεσίες αυτές λειτουργούν ανεξάρτητα και αποφαίνονται για την ύπαρξη και τις πιθανές συνέπειες τυχόν δημοσιονομικής παρατυπίας.

▼B

Βάσει της γνώμης της υπηρεσίας αυτής, το οικείο όργανο αποφασίζει την κίνηση διαδικασίας πειθαρχικής ή χρηματικής ευθύνης. Αν η υπηρεσία ανακαλύψει συστημικά προβλήματα, διαβιβάζει στο διατάκτη και στον κύριο διατάκτη, εάν αυτός δεν ευθύνεται, καθώς και στον εσωτερικό ελεγκτή έκθεση συνοδευόμενη από συστάσεις.



Τμήμα 3

Κανόνες που εφαρμόζονται για τους υπόλογους και τους υπόλογους παγίων προκαταβολών

Άρθρο 67

Ο υπόλογος, υπό τους όρους και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, υπέχει πειθαρχική ή χρηματική ευθύνη. Συνιστά, ιδίως, παράπτωμα που είναι δυνατόν να συνεπάγεται την ευθύνη του υπολόγου:

α) η απώλεια ή η φθορά χρημάτων, αξιών και εγγράφων των οποίων έχει τη φύλαξη·

β) η αδικαιολόγητη μεταβολή τραπεζικών λογαριασμών ή τρεχούμενων ταχυδρομικών λογαριασμών·

γ) η διενέργεια εισπράξεων ή πληρωμών που δεν είναι σύμφωνες με τα αντίστοιχα εντάλματα είσπραξης ή πληρωμής·

δ) η παράλειψη είσπραξης των οφειλόμενων εσόδων.

Άρθρο 68

Ο υπόλογος πάγιων προκαταβολών, υπό τους όρους και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, υπέχει πειθαρχική ή χρηματική ευθύνη. Συνιστά, ιδίως, παράπτωμα που είναι δυνατόν να συνεπάγεται την ευθύνη του υπολόγου πάγιων προκαταβολών:

α) η απώλεια ή η φθορά χρημάτων, αξιών και εγγράφων των οποίων έχει τη φύλαξη·

β) η αδυναμία αιτιολόγησης με κανονικά παραστατικά των πληρωμών που πραγματοποιεί·

γ) η διενέργεια πληρωμών σε άλλους πέραν των δικαιούχων·

δ) η παράλειψη είσπραξης των οφειλόμενων εσόδων.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Πράξεις εσόδων



Τμήμα 1

Απόδοση των ιδίων πόρων

Άρθρο 69

Τα έσοδα που δημιουργούνται από τους ιδίους πόρους, που αναφέρονται στην απόφαση του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, αποτελούν το αντικείμενο πρόβλεψης, η οποία εγγράφεται στον προϋπολογισμό και εκφράζεται σε ευρώ. Η απόδοσή τους πραγματοποιείται σύμφωνα με τον κανονισμό του Συμβουλίου για την εφαρμογή της προαναφερόμενης απόφασης.



Τμήμα 2

Πρόβλεψη απαίτησης

Άρθρο 70

1.  Κάθε μέτρο ή κατάσταση που είναι σε θέση να δημιουργήσει ή να μεταβάλει απαίτηση των Κοινοτήτων αποτελεί εκ των προτέρων το αντικείμενο πρόβλεψης απαίτησης από τον αρμόδιο διατάκτη.

2.  Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι ίδιοι πόροι που προσδιορίζονται στην απόφαση του Συμβουλίου για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων και οι οποίοι καταβάλλονται κατά τακτά διαστήματα από τα κράτη μέλη δεν αποτελούν το αντικείμενο πρόβλεψης απαίτησης πριν από την απόδοση στην Επιτροπή των αντίστοιχων ποσών από τα κράτη μέλη. Αποτελούν το αντικείμενο εντάλματος είσπραξης εκδιδόμενου από τον αρμόδιο διατάκτη.



Τμήμα 3

Βεβαίωση των απαιτήσεων

Άρθρο 71

1.  Βεβαίωση μιας απαίτησης είναι η πράξη με την οποία ο κύριος ή δευτερεύων διατάκτης:

α) επαληθεύει την ύπαρξη των οφειλών του οφειλέτη·

β) προσδιορίζει ή επαληθεύει την ύπαρξη και το ποσό της οφειλής·

γ) επαληθεύει τους όρους υπό τους οποίους η οφειλή καθίσταται απαιτητή.

2.  Οι ίδιοι πόροι που αποδίδονται στην Επιτροπή καθώς και κάθε απαίτηση που προσδιορίζεται ως βεβαία, εκκαθαρισμένη και απαιτητή πρέπει να βεβαιώνονται με ένταλμα είσπραξης εγχειριζόμενο στον υπόλογο, ακολουθούμενο από χρεωστικό σημείωμα προς τον οφειλέτη, τα οποία εκδίδονται και τα δύο από τον αρμόδιο διατάκτη.

3.  Τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά ανακτώνται.

4.  Οι όροι υπό τους οποίους οφείλονται τόκοι υπερημερίας στις Κοινότητες προσδιορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.



Τμήμα 4

Εντολή είσπραξης

Άρθρο 72

1.  Εντολή είσπραξης είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος κύριος ή δευτερεύων διατάκτης παραγγέλλει στον υπόλογο, με την έκδοση εντάλματος είσπραξης, να εισπράξει απαίτηση την οποία έχει βεβαιώσει.

2.  Το οικείο όργανο μπορεί να διατυπώσει επίσημα τη βεβαίωση απαίτησης εις βάρος προσώπων, εκτός των κρατών, σε απόφαση που αποτελεί τίτλο εκτελεστό κατά την έννοια του άρθρου 256 της συνθήκης ΕΚ.



Τμήμα 5

Είσπραξη

Άρθρο 73

1.  Ο υπόλογος αναλαμβάνει την εκτέλεση των ενταλμάτων είσπραξης των απαιτήσεων που έχουν εκδοθεί κατά τα δέοντα από τον αρμόδιο διατάκτη. Οφείλει δε να επιδεικνύει επιμέλεια με σκοπό την εξασφάλιση της είσπραξης των εσόδων των Κοινοτήτων και να φροντίζει για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων των Κοινοτήτων.

Ο υπόλογος προβαίνει σε είσπραξη κατά συμψηφισμό και κατά το οφειλόμενο ποσό των απαιτήσεων των Κοινοτήτων έναντι κάθε οφειλέτη ο οποίος είναι ο ίδιος κάτοχος απαίτησης βεβαίας, εκκαθαρισμένης και απαιτητής έναντι των Κοινοτήτων.

▼M1

2.  Όταν ο αρμόδιος κύριος διατάκτης προτίθεται να παραιτηθεί εν όλω ή εν μέρει από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης, βεβαιώνεται, με τις διαδικασίες και τα κριτήρια που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής, ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της αναλογικότητας. Η απόφαση παραίτησης πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Ο διατάκτης μπορεί να μεταβιβάσει περαιτέρω την έκδοση αυτής της απόφασης μόνο υπό τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής.

Ο αρμόδιος κύριος διατάκτης μπορεί ακόμη να ακυρώσει ή να αναπροσαρμόσει βεβαιωθείσα απαίτηση, υπό τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής.

▼M1

Άρθρο 73α

Με την επιφύλαξη των διατάξεων συγκεκριμένων κανονισμών και της εφαρμογής της απόφασης του Συμβουλίου που διέπει το σύστημα ιδίων πόρων των Κοινοτήτων, οι απαιτήσεις των Κοινοτήτων έναντι τρίτων καθώς και οι απαιτήσεις τρίτων έναντι των Κοινοτήτων υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή.

Η ημερομηνία για τον υπολογισμό της επέλευσης της παραγραφής και οι προϋποθέσεις για τη διακοπή του υπολογισμού αυτού καθορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

▼B

Άρθρο 74

Τα έσοδα που εισπράττονται ως πρόστιμα, χρηματικές και λοιπές ποινές καθώς και οι παραγόμενοι τόκοι, δεν εγγράφονται οριστικά ως έσοδα του προϋπολογισμού ενόσω οι αντίστοιχες αποφάσεις είναι δυνατόν να ακυρωθούν από το Δικαστήριο.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις αποφάσεις εκκαθάρισης λογαριασμών ή δημοσιονομικών διορθώσεων.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

Πράξεις δαπανών

Άρθρο 75

1.  Κάθε δαπάνη αποτελεί το αντικείμενο ανάληψης, εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής.

2.  Εάν δεν πρόκειται για πιστώσεις οι οποίες, σύμφωνα με το ►M1  άρθρο 49 παράγραφος 6 στοιχείο ε) ◄ , μπορούν να εκτελεσθούν χωρίς βασική πράξη, της αναλήψεως δαπάνης προηγείται απόφαση χρηματοδότησης που εκδίδεται από το όργανο ή από τις αρχές τις οποίες εξουσιοδοτούν τα όργανα.



Τμήμα 1

Ανάληψη των δαπανών

Άρθρο 76

1.  Η δημοσιονομική δέσμευση έγκειται στην πράξη κράτησης των πιστώσεων που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση μεταγενέστερων πληρωμών προς εκπλήρωση νομικής δέσμευσης.

Νομική δέσμευση είναι η πράξη με την οποία ο διατάκτης δημιουργεί ή διαπιστώνει υποχρέωση από την οποία προκύπτει επιβάρυνση.

Η δημοσιονομική δέσμευση και η νομική δέσμευση εγκρίνονται από τον ίδιο διατάκτη, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής.

2.  Η δημοσιονομική δέσμευση είναι ατομική εφόσον ο δικαιούχος και το ποσό της δαπάνης έχουν προσδιορισθεί.

Η δημοσιονομική δέσμευση είναι συνολική εφόσον τουλάχιστον ένα από τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τον καθορισμό της ατομικής δέσμευσης δεν έχει προσδιορισθεί.

Η δημοσιονομική δέσμευση είναι προσωρινή όταν προορίζεται να καλύψει τις δαπάνες που αναφέρονται στο άρθρο 150 ή τρέχουσες δαπάνες διοικητικής φύσης των οποίων είτε το ποσό είτε οι τελικοί δικαιούχοι δεν έχουν προσδιορισθεί οριστικά.

3.  Οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις για την ανάληψη ενεργειών των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη μπορούν να υποδιαιρούνται, επί περισσοτέρων οικονομικών ετών, σε ετήσιες δόσεις, μόνον εφόσον τούτο προβλέπεται από τη βασική πράξη και στην περίπτωση των διοικητικών δαπανών. Εφόσον η δημοσιονομική δέσμευση υποδιαιρείται κατ' αυτό τον τρόπο σε ετήσιες δόσεις, η νομική δέσμευση αναφέρει την υποδιαίρεση αυτή, εκτός εάν πρόκειται για δαπάνες προσωπικού.

Άρθρο 77

1.  Για κάθε μέτρο που είναι δυνατόν να προκαλέσει δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού, ο αρμόδιος διατάκτης οφείλει να προβαίνει εκ των προτέρων σε δημοσιονομική δέσμευση, πριν αναλάβει νομική δέσμευση έναντι τρίτων.

2.  Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του τίτλου IV του μέρους II, οι συνολικές δημοσιονομικές δεσμεύσεις καλύπτουν το συνολικό κόστος των αντίστοιχων ατομικών νομικών δεσμεύσεων που έχουν συναφθεί έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν + 1.

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 76 παράγραφος 3 και 179 παράγραφος 2, οι ατομικές νομικές δεσμεύσεις που αφορούν ατομικές ή προσωρινές δημοσιονομικές δεσμεύσεις συνάπτονται πριν από την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν.

Κατά την εκπνοή των περιόδων που αναφέρονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο, το μη εκτελεσθέν υπόλοιπο αυτών των δημοσιονομικών δεσμεύσεων αποδεσμεύεται από τον αρμόδιο διατάκτη.

Η έγκριση καθεμιάς από τις ατομικές νομικές δεσμεύσεις, εν συνεχεία συνολικής δέσμευσης, αποτελεί, πριν από την υπογραφή της, το αντικείμενο εγγραφής του σχετικού ποσού στη λογιστική του προϋπολογισμού, από τον αρμόδιο διατάκτη, με καταλογισμό στη συνολική δέσμευση.

3.  Οι νομικές δεσμεύσεις για ενέργειες των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη καθώς και οι αντίστοιχες δημοσιονομικές δεσμεύσεις περιλαμβάνουν, εκτός εάν πρόκειται για δαπάνες προσωπικού, καταληκτική ημερομηνία εκτέλεσης που καθορίζεται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Τα τμήματα αυτών των δεσμεύσεων που δεν έχουν εκτελεσθεί έξι μήνες μετά την ημερομηνία αυτή, αποτελούν το αντικείμενο αποδέσμευσης σύμφωνα με το άρθρο 11.

▼M1

Το ποσό δημοσιονομικής δέσμευσης η οποία αντιστοιχεί σε νομική δέσμευση για την οποία δεν πραγματοποιήθηκε καμία πληρωμή κατά την έννοια του άρθρου 81 επί διάστημα τριών ετών μετά την υπογραφή της νομικής δέσμευσης, αποδεσμεύεται.

▼B

Άρθρο 78

1.  Κατά την έγκριση μιας δημοσιονομικής δέσμευσης, ο αρμόδιος διατάκτης βεβαιώνεται:

α) για την ακρίβεια του καταλογισμού στον προϋπολογισμό·

β) για τη διαθεσιμότητα των πιστώσεων·

γ) για το συμβιβάσιμο της δαπάνης προς τις διατάξεις των συνθηκών, του προϋπολογισμού, του παρόντος κανονισμού και των κανόνων εφαρμογής του καθώς και κάθε πράξης που έχει εκδοθεί κατ' εφαρμογή των συνθηκών και των κανονισμών·

δ) για την τήρηση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

2.  Κατά την εγγραφή νομικής υποχρέωσης ο διατάκτης βεβαιώνεται:

α) για την κάλυψη της υποχρέωσης από την αντίστοιχη δημοσιονομική δέσμευση·

β) για την κανονικότητα και το συμβιβάσιμο της δαπάνης προς τις διατάξεις των συνθηκών, του προϋπολογισμού, του παρόντος κανονισμού και των κανόνων εφαρμογής του καθώς και κάθε πράξης που έχει εκδοθεί κατ' εφαρμογή των συνθηκών και των κανονισμών·

γ) για την τήρηση της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.



Τμήμα 2

Εκκαθάριση των δαπανών

Άρθρο 79

Εκκαθάριση μιας δαπάνης είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος διατάκτης:

α) επαληθεύει την ύπαρξη των δικαιωμάτων είσπραξης του πιστωτή·

β) προσδιορίζει ή επαληθεύει την ύπαρξη και το ποσό της απαίτησης·

γ) επαληθεύει τους όρους υπό τους οποίους η απαίτηση καθίσταται απαιτητή.



Τμήμα 3

Εντολή πληρωμής των δαπανών

Άρθρο 80

Εντολή πληρωμής των δαπανών είναι η πράξη με την οποία ο αρμόδιος διατάκτης, αφού βεβαιωθεί για τη διαθεσιμότητα των πιστώσεων, παραγγέλλει στον υπόλογο, μέσω της έκδοσης εντάλματος πληρωμής, να πληρώσει το ποσό της δαπάνης την οποία έχει εκκαθαρίσει.

▼M1

Οσάκις περιοδικές πληρωμές γίνονται για παρεχόμενες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανόμενης της εκμίσθωσης, ή παραδιδόμενα αγαθά, και υπό την αίρεση της ανάλυσης κινδύνων που αυτός πραγματοποιεί, ο διατάκτης είναι δυνατόν να διατάξει την εφαρμογή συστήματος άμεσης χρέωσης.

▼B



Τμήμα 4

Πληρωμή των δαπανών

Άρθρο 81

1.  Η πληρωμή πρέπει να στηρίζεται στην απόδειξη ότι η αντίστοιχη ενέργεια είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις της βασικής πράξης ή της σύμβασης και καλύπτει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες πράξεις:

α) πληρωμή του συνόλου των οφειλόμενων ποσών·

β) πληρωμή των οφειλόμενων ποσών σύμφωνα με τους ακόλουθους τρόπους:

i) προχρηματοδότηση, ενδεχομένως υποδιαιρούμενη σε περισσότερες καταβολές,

ii) μία ή περισσότερες ενδιάμεσες πληρωμές,

iii) πληρωμή του υπολοίπου των οφειλόμενων ποσών.

2.  Η λογιστική διαχωρίζει τα διάφορα είδη πληρωμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κατά το χρόνο της εκτέλεσής τους.

Άρθρο 82

Η πληρωμή των δαπανών πραγματοποιείται από τον υπόλογο, εντός του ορίου των διαθέσιμων χρηματικών ποσών.



Τμήμα 5

Προθεσμίες των πράξεων δαπανών

Άρθρο 83

Οι πράξεις εκκαθάρισης, εντολής πληρωμής και πληρωμής των δαπανών πρέπει να ολοκληρώνονται εντός των προθεσμιών που καθορίζονται στους κανόνες εφαρμογής, οι οποίοι διευκρινίζουν επίσης τους όρους υπό τους οποίους οι πιστωτές που πληρώθηκαν με καθυστέρηση δικαιούνται τόκους υπερημερίας εις βάρος της γραμμής στην οποία είχε εγγραφεί η δαπάνη ως προς το κεφάλαιο.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

Συστήματα πληροφορικής

Άρθρο 84

Σε περίπτωση διαχείρισης των εσόδων και δαπανών με συστήματα πληροφορικής, οι υπογραφές μπορούν να τεθούν με μηχανοργανωμένη ή ηλεκτρονική διαδικασία.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

Εσωτερικός ελεγκτής

Άρθρο 85

Κάθε όργανο ορίζει καθήκοντα εσωτερικού ελέγχου που πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τα σχετικά διεθνή πρότυπα. Ο εσωτερικός ελεγκτής, που διορίζεται από το όργανο, υπέχει ευθύνη έναντι αυτού όσον αφορά την επαλήθευση της εύρυθμης λειτουργίας των συστημάτων και των διαδικασιών εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Ο εσωτερικός ελεγκτής δεν μπορεί να είναι ούτε διατάκτης ούτε υπόλογος.

Άρθρο 86

1.  Ο εσωτερικός ελεγκτής συμβουλεύει το οικείο όργανο ως προς την αντιμετώπιση των κινδύνων, διατυπώνοντας ανεξάρτητα τη γνώμη του σχετικά με την ποιότητα των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου και εκδίδοντας συστάσεις για τη βελτίωση των όρων εκτέλεσης των πράξεων και για την προώθηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Ο εσωτερικός ελεγκτής είναι ιδίως επιφορτισμένος:

α) με την εκτίμηση της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης καθώς και της απόδοσης των υπηρεσιών κατά την υλοποίηση της εκάστοτε πολιτικής, των προγραμμάτων και των ενεργειών σε σχέση με τους αντίστοιχους κινδύνους τους·

▼M1

β) για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των συστημάτων εσωτερικού και λογιστικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

▼B

2.  Ο εσωτερικός ελεγκτής ασκεί τα καθήκοντά του ως προς όλες τις δραστηριότητες και τις υπηρεσίες του οικείου οργάνου. Διαθέτει πλήρη και απεριόριστη πρόσβαση σε κάθε πληροφορία που απαιτείται για την άσκηση των καθηκόντων του, εν ανάγκη επιτόπου, τόσο στα κράτη μέλη όσο και σε τρίτες χώρες.

3.  Ο εσωτερικός ελεγκτής υποβάλλει στο οικείο όργανο έκθεση σχετικά με τις διαπιστώσεις και τις συστάσεις του. Το όργανο εξασφαλίζει την παρακολούθηση των συστάσεων που προκύπτουν από τους ελέγχους. Εξάλλου, ο εσωτερικός ελεγκτής υποβάλλει στο οικείο όργανο ετήσια έκθεση εσωτερικού ελέγχου η οποία αναφέρει τον αριθμό και τον τύπο των διεξαχθέντων ελέγχων, τις διατυπωθείσες συστάσεις και τη συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις αυτές.

4.  Το όργανο διαβιβάζει κάθε έτος στην αρμόδια για την απαλλαγή αρχή έκθεση στην οποία συνοψίζονται ο αριθμός και ο τύπος των εσωτερικών ελέγχων που έχουν διεξαχθεί, οι διατυπωθείσες συστάσεις και η συνέχεια που δόθηκε στις συστάσεις αυτές.

Άρθρο 87

Το οικείο όργανο προβλέπει ειδικούς κανόνες για τον εσωτερικό ελεγκτή, οι οποίοι εξασφαλίζουν την πλήρη ανεξαρτησία του κατά την άσκηση των καθηκόντων του και θεσπίζουν την ευθύνη του.

▼M1

Εάν ο εσωτερικός ελεγκτής είναι μέλος του προσωπικού, υπέχει ευθύνη υπό τους όρους που τίθενται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης και διευκρινίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

▼B



ΤΙΤΛΟΣ V

ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικές διατάξεις



Τμήμα 1

Πεδίο εφαρμογής και αρχές ανάθεσης

▼M1

Άρθρο 88

1.  Οι δημόσιες συμβάσεις είναι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται εγγράφως μεταξύ ενός ή περισσοτέρων οικονομικών παραγόντων και μιας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών, κατά την έννοια των άρθρων 104 και 167, με σκοπό την εξασφάλιση, έναντι καταβολής αντιτίμου, το οποίο καταβάλλεται εν όλω ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό, της παροχής κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, της εκτέλεσης εργασιών ή της παροχής υπηρεσιών.

Οι συμβάσεις αυτές περιλαμβάνουν:

α) τις συμβάσεις αγοράς ή μίσθωσης κτιρίων,

β) τις συμβάσεις προμηθειών,

γ) τις συμβάσεις έργων,

δ) τις συμβάσεις υπηρεσιών.

2.  Σύμβαση-πλαίσιο είναι η σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ μιας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών και ενός ή περισσοτέρων οικονομικών παραγόντων με σκοπό τον καθορισμό των όρων των συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, ιδίως σε ό, τι αφορά τις τιμές και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τις ποσότητες. Διέπεται δε από τις διατάξεις του παρόντος τίτλου περί ανάθεσης συμβάσεων, συμπεριλαμβανόμενης της διαφήμισης.

3.  Ο παρών τίτλος δεν αφορά τις επιδοτήσεις, με την επιφύλαξη των άρθρων 93 έως 96.

▼B

Άρθρο 89

1.  Όλες οι δημόσιες συμβάσεις που χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό τηρούν τις αρχές της διαφάνειας, της αναλογικότητας, της ίσης μεταχείρισης και της μη διάκρισης.

2.  Κάθε διαδικασία σύναψης συμβάσεων πραγματοποιείται με την ευρύτερη δυνατή διαδικασία ανταγωνισμού, εκτός των περιπτώσεων προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση που αναφέρεται στο άρθρο 91 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

▼M1

Οι αναθέτουσες αρχές δεν είναι δυνατόν να προσφεύγουν σε συμβάσεις-πλαίσια κατά τρόπο καταχρηστικό ή έχοντα ως στόχο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού.

▼B



Τμήμα 2

Δημοσιότητα

Άρθρο 90

▼M1

1.  Πέραν των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 105 ή 167, όλες οι συμβάσεις αποτελούν το αντικείμενο δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η εκ των προτέρων δημοσίευση δύναται να παραλειφθεί μόνο στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 91 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, όπως προσδιορίζεται στους κανόνες εφαρμογής, και για τις συμβάσεις υπηρεσιών που καλύπτονται από το Παράρτημα ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών ( 11 ).

▼B

Η δημοσίευση ορισμένων πληροφοριών μετά την ανάθεση της σύμβασης δύναται να παραλειφθεί στις περιπτώσεις που θα εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων, θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, θα έθιγε τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή θα παρέβλαπτε ενδεχομένως το θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των εν λόγω επιχειρήσεων.

▼M1

2.  Οι συμβάσεις των οποίων η αξία είναι κατώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 105 ή 167 και οι συμβάσεις υπηρεσιών που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ αποτελούν το αντικείμενο κατάλληλης δημοσιότητας, όπως ορίζεται στους κανόνες εφαρμογής.

▼B



Τμήμα 3

Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων

Άρθρο 91

▼M1

1.  Οι διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων λαμβάνουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

α) ανοικτή διαδικασία,

β) κλειστή διαδικασία,

γ) διαγωνισμός μελετών,

δ) διαδικασία με διαπραγμάτευση,

ε) διαδικασία με ανταγωνιστικό διάλογο.

Οσάκις δημόσια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο ενδιαφέρει δύο ή περισσότερα όργανα, εκτελεστικούς οργανισμούς ή οργανισμούς του άρθρου 185 και εφόσον υπάρχει η δυνατότητα να επιτευχθούν κέρδη αποδοτικότητας, οι οικείες αναθέτουσες αρχές επιδιώκουν τη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης σε διοργανική βάση.

Οσάκις δημόσια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο είναι αναγκαία για την υλοποίηση κοινής ενέργειας από όργανο και αναθέτουσα αρχή κράτους μέλους, η διαδικασία ανάθεσης είναι δυνατόν να διεξάγεται από κοινού από το όργανο και τη συμμετέχουσα αναθέτουσα αρχή, όπως εξειδικεύεται στους κανόνες εφαρμογής.

▼B

2.  Όσον αφορά τις συμβάσεις των οποίων η αξία είναι ανώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 105 ή 167 η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής.

▼M1 —————

▼B

3.  Τα όρια, κάτω από τα οποία η αναθέτουσα αρχή μπορεί είτε να προσφύγει σε διαδικασία με διαπραγμάτευση είτε, κατά παρέκκλιση του άρθρου 88 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, να προβεί σε απλή εξόφληση των τιμολογίων, καθορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

▼M1

4.  Οι κανόνες εφαρμογής καθορίζουν τη διαδικασία ανάθεσης, κατά την παράγραφο 1, που εφαρμόζεται για τις συμβάσεις υπηρεσιών που εμπίπτουν στο παράρτημα ΙΙΒ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ καθώς και για τις συμβάσεις που χαρακτηρίζονται απόρρητες και των οποίων η εκτέλεση πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας ή όταν τούτο απαιτείται για λόγους προστασίας των ουσιωδών συμφερόντων των Κοινοτήτων ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

▼M1

Άρθρο 92

Τα έγγραφα που σχετίζονται με την πρόσκληση υποβολής προσφορών πρέπει να παρέχουν πλήρη, σαφή και επακριβή περιγραφή του αντικειμένου και να προσδιορίζουν τα εφαρμοστέα κριτήρια αποκλεισμού, επιλογής και ανάθεσης της σύμβασης.

▼B

Άρθρο 93

1.   ►M1  Από τη συμμετοχή σε διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων αποκλείονται οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες: ◄

α) οι οποίοι τελούν υπό καθεστώς πτώχευσης, εκκαθάρισης, αναγκαστικής διαχείρισης ή πτωχευτικού συμβιβασμού, παύσης της δραστηριότητας ή κατά των οποίων έχει κινηθεί σχετική διαδικασία ή σε κάθε ανάλογη περίπτωση που απορρέει από διαδικασία της αυτής φύσεως προβλεπόμενη από τις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις·

β) οι οποίοι έχουν καταδικασθεί με απόφαση που έχει ισχύ δεδικασμένου για κάθε αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική τους διαγωγή·

γ) οι οποίοι έχουν υποπέσει σε σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα που έχει διαπιστωθεί με οποιοδήποτε μέσο έχουν στη διάθεσή τους οι αναθέτουσες αρχές·

δ) οι οποίοι δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την καταβολή των φόρων σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένοι ή εκείνες της χώρας της αναθέτουσας αρχής ή ακόμη τις διατάξεις της χώρας στην οποία πρέπει να εκτελεσθεί η σύμβαση·

ε) κατά των οποίων έχει εκδοθεί απόφαση με ισχύ δεδικασμένου για απάτη, δωροδοκία, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση ή οποιαδήποτε άλλη παράνομη δραστηριότητα που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων·

▼M1

στ) υπόκεινται σε διοικητική κύρωση κατά το άρθρο 96 παράγραφος 1.

▼M1

Τα στοιχεία α) έως δ) του πρώτου εδαφίου είναι δυνατόν να μην ισχύουν στην περίπτωση προμηθειών με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους είτε από προμηθευτή που διακόπτει οριστικά τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, είτε από συνδίκους ή εκκαθαριστές πτώχευσης, από διακανονισμό με πιστωτές ή από παρόμοια διαδικασία κατά την οικεία εθνική νομοθεσία.

▼M1

2.  Οι υποψήφιοι και προσφέροντες πρέπει να πιστοποιούν ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις της παραγράφου 1. Ωστόσο, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να μη ζητήσει την πιστοποίηση αυτή στην περίπτωση συμβάσεων πολύ μικρού ύψους, όπως εξειδικεύεται στους κανόνες εφαρμογής.»

Για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής της παραγράφου 1, ο υποψήφιος ή προσφέρων, οποτεδήποτε του ζητηθεί από την αναθέτουσα αρχή, οφείλει:

α) οσάκις αποτελεί νομική οντότητα, να δίδει στοιχεία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς και για τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εκπροσώπηση της νομικής αυτής οντότητας,

β) οσάκις προτίθεται να προσφύγει σε υπεργολάβο, να πιστοποιεί ότι ο υπεργολάβος αυτός δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1.

▼M1

3.  Οι κανόνες εφαρμογής καθορίζουν τη μέγιστη χρονική περίοδο κατά την οποία οι περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 συνεπάγονται τον αποκλεισμό των υποψηφίων και προσφερόντων από διαδικασία ανάθεσης σύμβασης. Αυτή η μέγιστη περίοδος δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.

▼M1

Άρθρο 94

Δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί σύμβαση σε υποψήφιο ή προσφέροντα ο οποίος, κατά τη διάρκεια της σχετικής διαδικασίας:

α) περιέρχεται σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων,

β) έχει υποβάλει ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή των πληροφοριακών στοιχείων τα οποία απαιτούνται από την αναθέτουσα αρχή ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάθεσης ή αδυνατεί να παράσχουν τα στοιχεία αυτά,

γ) εμπίπτει σε μια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού από τη διαδικασία ανάθεσης στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 93 παράγραφος 1.

Άρθρο 95

1.  Δημιουργείται κεντρική βάση δεδομένων, την οποία διαχειρίζεται η Επιτροπή σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω βάση δεδομένων περιέχει στοιχεία για τους υποψήφιους και προσφέροντες που εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 93, 94, 96 παράγραφος 1 στοιχείο β) και 96 παράγραφος 2 στοιχείο α). Η βάση είναι κοινή για όλα τα όργανα, τους εκτελεστικούς οργανισμούς και τους οργανισμούς του άρθρου 185.

2.  Οι αρχές των κρατών μελών και οι τρίτες χώρες καθώς και οι οργανισμοί, εκτός των αναφερόμενων στην παράγραφο 1, που συμμετέχουν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού σύμφωνα με τα άρθρα 53 και 54, κοινοποιούν στον αρμόδιο διατάκτη τις πληροφορίες σχετικά με τους υποψηφίους και προσφέροντες οι οποίοι ευρίσκονται σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στα άρθρα 93 παράγραφος 1 στοιχείο ε), εφόσον η διαγωγή του συγκεκριμένου οικονομικού φορέα έθιξε τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων. Ο διατάκτης λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές και ζητεί από τον υπόλογο να τις καταχωρίσει στη βάση δεδομένων.

Οι αρχές και οι οργανισμοί που αναφέρονται στην πρώτη υποπαράγραφο της παρούσας παραγράφου έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες της βάσης δεδομένων και μπορούν να τις λάβουν υπόψη τους, ανάλογα με την περίπτωση και με δική τους ευθύνη, για την ανάθεση συμβάσεων που συνδέονται με την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

3.  Στους κανόνες εφαρμογής θα πρέπει να τεθούν διαφανή και λογικά συνεπή κριτήρια για την εξασφάλιση της αναλογικής εφαρμογής των κριτηρίων αποκλεισμού. Η Επιτροπή καθορίζει τυποποιημένες διαδικασίες και τεχνικές προδιαγραφές για τη λειτουργία της εν λόγω βάσης δεδομένων.

Άρθρο 96

1.  Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να επιβάλει διοικητικές ή οικονομικές κυρώσεις σε:

α) υποψήφιους ή προσφέροντες οι οποίοι εμπίπτουν σε μια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που προβλέπονται στο άρθρο 94 στοιχείο β),

β) αντισυμβαλλομένους οι οποίοι έχει διαπιστωθεί ότι παραβιάζουν σοβαρά τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο σύμβασης καλυπτόμενης από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Ωστόσο, σε όλες τις περιπτώσεις η αναθέτουσα αρχή πρέπει κατ’ αρχάς να δίδει στο εμπλεκόμενο πρόσωπο τη δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.

2.  Οι κυρώσεις στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 είναι ανάλογες προς το ύψος της σύμβασης και τη σοβαρότητα του παραπτώματος, είναι δε δυνατόν να συνίστανται σε:

α) αποκλεισμό του εμπλεκόμενου υποψηφίου, προσφέροντος ή αντισυμβαλλομένου από τη σύμβαση ή την επιδότηση που χρηματοδοτείται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό, και τούτο για μέγιστη χρονική περίοδο δέκα ετών, και/ή

β) καταβολή χρηματικών προστίμων από τον υποψήφιο ή προσφέροντα, χωρίς όμως το πρόστιμο να υπερβαίνει το ύψος της αντίστοιχης σύμβασης.

▼B

Άρθρο 97

▼M1

1.  Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ισχύουν για το αντικείμενο της προσφοράς και αφού ελεγχθεί, σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής που αναφέρονται στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, η ικανότητα των οικονομικών παραγόντων που δεν αποκλείονται δυνάμει των άρθρων 93, 94 και 96 παράγραφος 2 στοιχείο α).

2.  Οι συμβάσεις μπορούν να ανατεθούν με μειοδοτικό διαγωνισμό ή με ανάθεση στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

▼B

Άρθρο 98

▼M1

1.  Οι κανόνες κατάθεσης των προσφορών εγγυώνται το γνήσιο ανταγωνισμό και το απόρρητο του περιεχομένου τους έως την ταυτόχρονη αποσφράγισή τους.

2.  Σε δεόντως τεκμηριωμένες και κατάλληλες περιπτώσεις, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτεί από τους προσφέροντες προηγούμενη εγγύηση, υπό τους όρους που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής, προκειμένου να εξασφαλίζεται η διατήρηση των υποβαλλόμενων προσφορών.

▼B

3.  Εκτός από τις συμβάσεις χαμηλού ύψους που αναφέρονται στο άρθρο 91 παράγραφος 3, η αποσφράγιση των υποψηφιοτήτων ή των προσφορών πραγματοποιείται από οριζόμενη προς το σκοπό αυτό επιτροπή αποσφράγισης. Κάθε υποψηφιότητα ή προσφορά, την οποία η εν λόγω επιτροπή κρίνει μη σύμφωνη, απορρίπτεται.

▼M1

4.  Όλες οι υποψηφιότητες και προσφορές τις οποίες η επιτροπή αποσφράγισης κρίνει σύμφωνες με τους προβλεπόμενους όρους αξιολογούνται βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στα έγγραφα του διαγωνισμού, με σκοπό να προταθεί στην αναθέτουσα αρχή η ανάθεση της σύμβασης ή η διεξαγωγή ηλεκτρονικού μειοδοτικού διαγωνισμού.

▼B

Άρθρο 99

Κατά τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων, οι επαφές μεταξύ αναθέτουσας αρχής και υποψηφίων ή προσφερόντων γίνονται μόνον υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση. Οι επαφές αυτές δεν μπορούν να οδηγούν στη μεταβολή των όρων της σύμβασης ή των όρων της αρχικής προσφοράς.

Άρθρο 100

1.  Ο αρμόδιος διατάκτης ορίζει εν συνεχεία τον ανάδοχο της σύμβασης, τηρώντας τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης που έχουν ορισθεί εκ των προτέρων στα έγγραφα της πρόσκλησης υποβολής προσφορών, και τους κανόνες σύναψης των συμβάσεων.

2.  Η αναθέτουσα αρχή γνωστοποιεί σε κάθε απορριφθέντα υποψήφιο ή προσφέροντα τους λόγους απόρριψης της υποψηφιότητας ή της προσφοράς του και σε κάθε προσφέροντα, του οποίου η προσφορά κρίθηκε παραδεκτή και ο οποίος υποβάλλει εγγράφως αίτηση προς τούτο, τα σχετικά χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς καθώς και το όνομα του αναδόχου.

Ωστόσο, η γνωστοποίηση ορισμένων στοιχείων δύναται να παραλειφθεί στις περιπτώσεις που θα εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων, θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, θα έθιγε τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή θα παρέβλαπτε το θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των εν λόγω επιχειρήσεων.

Άρθρο 101

Η αναθέτουσα αρχή μπορεί, έως την υπογραφή της σύμβασης, είτε να παραιτηθεί από τη σύμβαση είτε να ακυρώσει τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης, χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να μπορούν να διεκδικήσουν οποιαδήποτε αποζημίωση.

Αυτή η απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να γνωστοποιηθεί στους υποψηφίους ή τους προσφέροντες.



Τμήμα 4

Εγγυήσεις και έλεγχος

▼M1

Άρθρο 102

1.  Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τους αντισυμβαλλομένους προηγούμενη εγγύηση στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

2.  Η αναθέτουσα αρχή μπορεί, εφόσον κρίνεται ενδεδειγμένο και αναλογικό, να ζητεί από τους αντισυμβαλλομένους να καταθέσουν την ως άνω εγγύηση η οποία να:

α) διασφαλίζει την πλήρη εκτέλεση της σύμβασης,

β) περιορίζει τους οικονομικούς κινδύνους που σχετίζονται με την καταβολή προχρηματοδότησης.

Άρθρο 103

Οσάκις αποδεικνύεται ότι η διαδικασία ανάθεσης εμφανίζει ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, τα κοινοτικά όργανα αναστέλλουν τη διαδικασία και μπορούν να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο, συμπεριλαμβανόμενης της ακύρωσης της διαδικασίας.

Οσάκις, μετά την ανάθεση της σύμβασης, αποδεικνύεται ότι η διαδικασία ανάθεσης ή η εκτέλεση της σύμβασης εμφάνισε ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, τα κοινοτικά όργανα μπορούν είτε να μη συνάψουν τη σύμβαση είτε να αναστείλουν την εκτέλεση της σύμβασης ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να την καταγγείλουν.

Οσάκις τα σφάλματα, οι παρατυπίες ή η απάτη οφείλονται σε υπαιτιότητα του αντισυμβαλλομένου, τα κοινοτικά όργανα μπορούν επιπλέον να αρνηθούν πληρωμές ή να ανακτήσουν ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί, ή και να καταγγείλουν όλες τις συμβάσεις που έχουν συνάψει με τον εμπλεκόμενο αντισυμβαλλόμενο, κατ’ αναλογία προς τη σοβαρότητα των σφαλμάτων, των παρατυπιών ή της απάτης.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Διατάξεις εφαρμοζόμενες στις συμβάσεις που συνάπτονται από τα κοινοτικά όργανα για ίδιο λογαριασμό

Άρθρο 104

Τα κοινοτικά όργανα θεωρούνται ως αναθέτουσες αρχές για τις συμβάσεις που συνάπτουν για ίδιο λογαριασμό. ►M1  Μεταβιβάζουν δε τις εξουσίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 59. ◄

▼M1

Άρθρο 105

1.  Με την επιφύλαξη του τίτλου IV του μέρους ΙΙ του παρόντος κανονισμού, η οδηγία 2004/18/ΕΚ καθορίζει τα κατώτατα όρια τα οποία προσδιορίζουν:

α) τους όρους δημοσίευσης κατά το άρθρο 90,

β) την επιλογή διαδικασίας κατά το άρθρο 91 παράγραφος 1,

γ) τις αντίστοιχες προθεσμίες.

2.  Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων και των όρων που εξειδικεύονται στους κανόνες εφαρμογής, στην περίπτωση των συμβάσεων που εμπίπτουν στην οδηγία 2004/18/ΕΚ η αναθέτουσα αρχή δεν υπογράφει τη σύμβαση ή τη σύμβαση-πλαίσιο με τον επιτυχόντα προσφέροντα έως ότου παρέλθει μια εύλογη περίοδος απραξίας.

▼B

Άρθρο 106

Η συμμετοχή στο διαγωνισμό είναι ανοικτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπίπτουν στον τομέα εφαρμογής των συνθηκών και σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα τρίτης χώρας που έχει συνάψει με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες ιδιαίτερη συμφωνία στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, υπό τους όρους που προβλέπονται από τη συμφωνία αυτή.

Άρθρο 107

Στην περίπτωση που εφαρμόζεται η πολυμερής συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις, η οποία συνάφθηκε στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, οι συμβάσεις είναι επίσης ανοικτές στους υπηκόους των κρατών που επικύρωσαν την εν λόγω συμφωνία, υπό τους όρους που προβλέπονται από τη συμφωνία αυτή.



ΤΙΤΛΟΣ VI

ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ



▼M1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Πεδίο εφαρμογής και μορφή των επιδοτήσεων

▼B

Άρθρο 108

1.  Οι επιδοτήσεις είναι άμεσες χρηματοδοτικές συνεισφορές εις βάρος του προϋπολογισμού, οι οποίες χορηγούνται, ως ελευθεριότητα, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί:

α) είτε ενέργεια προοριζόμενη να προωθήσει την υλοποίηση ενός στόχου εντασσόμενου στο πλαίσιο πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

β) είτε η λειτουργία οργανισμού ο οποίος επιδιώκει στόχο γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή στόχο εντασσόμενο στο πλαίσιο πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

▼M1

Η επιδότηση καλύπτεται είτε από γραπτή σύμβαση είτε από απόφαση της Επιτροπής που κοινοποιείται στον επιτυχόντα υποψήφιο.

2.  Δεν αποτελούν επιδοτήσεις κατά την έννοια του παρόντος τίτλου:

α) οι δαπάνες για τα μέλη και το προσωπικό των οργάνων καθώς και οι συνεισφορές στα Ευρωπαϊκά Σχολεία,

β) τα χορηγούμενα δάνεια, τα φέροντα κινδύνους χρηματοδοτικά μέσα της Κοινότητας ή οι συνεισφορές της Κοινότητας σε τέτοια μέσα, οι δημόσιες συμβάσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 88 καθώς και η βοήθεια που χορηγείται ως μακροοικονομική χρηματοδοτική συνδρομή και οι ενισχύσεις προϋπολογισμών,

γ) οι επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου βάσει της αρχής του ιδιώτη επενδυτή, η χρηματοδότηση έναντι κεφαλαιακών συμμετοχών καθώς και η κατοχή μετοχών και οι συμμετοχές σε διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανοικοδόμηση και την Ανάπτυξη (ΕΤΑΑ) και οι εξειδικευμένοι κοινοτικοί οργανισμοί, όπως το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (ΕΤΕπ),

δ) οι συνεισφορές που καταβάλλονται από τις Κοινότητες ως συνδρομές σε οντότητες των οποίων είναι μέλη,

ε) οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο επιμερισμένης, αποκεντρωμένης ή από κοινού διαχείρισης, κατά την έννοια των άρθρων 53 έως 53δ,

στ) οι πληρωμές στους οργανισμούς στους οποίους μεταβιβάζονται καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 54 παράγραφος 2 καθώς και οι συνεισφορές, δυνάμει της οικείας καταστατικής βασικής πράξης, προς οργανισμούς που συνιστώνται από τη νομοθετική αρχή,

ζ) οι δαπάνες που σχετίζονται με τις αγορές των αλιευτικών προϊόντων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, σχετικά με τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής ( 12 ),

η) η επιστροφή εξόδων ταξιδιού και διαμονής προσώπων που προσκαλούνται ή αποστέλλονται από τα κοινοτικά όργανα ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, κάθε άλλη αποζημίωση που καταβάλλεται στα πρόσωπα αυτά.

▼M1

3.  Εξομοιώνονται με επιδοτήσεις και διέπονται, εφόσον ενδείκνυται, από τον παρόντα τίτλο:

α) το όφελος που προκύπτει από την επιδότηση επιτοκίου ορισμένων χορηγούμενων δανείων,

β) οι επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου και οι συμμετοχές πέραν εκείνων στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 2 στοιχείο γ).

4.  Κάθε όργανο μπορεί να χορηγεί επιδοτήσεις για δραστηριότητες επικοινωνίας εφόσον, για δεόντως αιτιολογημένους λόγους, η χρήση των διαδικασιών ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων δεν είναι σκόπιμη.

Άρθρο 108α

1.  Οι επιδοτήσεις είναι δυνατόν να λάβουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

α) επιστροφές προσδιοριζόμενου ποσοστού των επιλέξιμων πραγματικών εξόδων,

β) κατ’ αποκοπή ποσά,

γ) χρηματοδότηση ενιαίου ποσοστού,

δ) συνδυασμός των μορφών των στοιχείων α), β) και γ).

2.  Οι επιδοτήσεις τηρούν το εκάστοτε συνολικό ανώτατο όριο, εκφραζόμενο σε απόλυτες τιμές.



▼M1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Αρχές

Άρθρο 109

1.  Οι επιδοτήσεις τηρούν τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης.

Δεν είναι δυνατόν να σωρεύονται ούτε να παρέχονται αναδρομικά, πρέπει δε να συμπεριλαμβάνουν συγχρηματοδότηση.

Σε καμία περίπτωση δεν είναι δυνατόν να σημειώνεται υπέρβαση των συνολικών επιλέξιμων προς χρηματοδότηση εξόδων, όπως ορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

2.  Η επιδότηση δεν είναι δυνατόν να αποσκοπεί ή να συνεπάγεται κέρδος για το δικαιούχο.

3.  Η παράγραφος 2 δεν ισχύει για:

α) υποτροφίες μελέτης, έρευνας ή επαγγελματικής κατάρτισης που παρέχονται σε φυσικά πρόσωπα,

β) βραβεία που απονέμονται μετά από διαγωνισμό μελετών,

γ) ενέργειες με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής επιφάνειας δικαιούχου ή την εξασφάλιση εσόδων στο πλαίσιο εξωτερικής ενέργειας.

▼B

Άρθρο 110

▼M1

1.  Οι επιδοτήσεις αποτελούν το αντικείμενο ετήσιου προγράμματος εργασίας, το οποίο δημοσιεύεται στην αρχή του οικονομικού έτους.

Αυτό το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας εκτελείται μέσω δημοσίευσης πρόσκλησης για την υποβολή προτάσεων, εκτός εάν πρόκειται για επείγουσες περιπτώσεις εξαιρετικού χαρακτήρα δεόντως αιτιολογημένες, ή οσάκις τα χαρακτηριστικά του δικαιούχου ή της ενέργειας δεν αφήνουν περιθώρια για άλλη επιλογή, ή οσάκις ο δικαιούχος προσδιορίζεται στη βασική πράξη ως ο αποδέκτης της επιδότησης.

Το πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για τη βοήθεια που προορίζεται για την αντιμετώπιση κρίσεων ούτε για τις επιχειρήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας.

▼B

2.  Όλες οι επιδοτήσεις που χορηγούνται κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους αποτελούν το αντικείμενο ετήσιας δημοσίευσης, τηρουμένων των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας.

▼M1

Άρθρο 111

Μία ενέργεια είναι δυνατόν να οδηγήσει στην καταβολή μιας και μόνο επιδότησης από τον προϋπολογισμό, και προς έναν μόνο δικαιούχο, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Ένας δικαιούχος μπορεί να λάβει από τον προϋπολογισμό μία και μόνο επιδότηση λειτουργίας ανά οικονομικό έτος.

Ο αιτών ενημερώνει αμέσως τους διατάκτες για τυχόν πολλαπλές αιτήσεις και πολλαπλές επιδοτήσεις στο πλαίσιο της ίδιας ενέργειας ή του ίδιου προγράμματος εργασίας.

Οι ίδιες δαπάνες ουδέποτε είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν δύο φορές από τον προϋπολογισμό.

Άρθρο 112

1.  Επιδότηση για ενέργεια που ήδη έχει αρχίσει είναι δυνατόν να δοθεί μόνο οσάκις ο αιτών μπορεί να αποδείξει ότι ήταν αναγκαίο να αρχίσει η ενέργεια πριν δοθεί η επιδότηση.

Στις περιπτώσεις αυτές, οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν είναι δυνατόν να έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επιδότησης, εκτός εάν πρόκειται για δεόντως αιτιολογημένες εξαιρετικές περιπτώσεις προβλεπόμενες στη βασική πράξη, ή για δαπάνες αναγκαίες για την ορθή υλοποίηση βοήθειας για τη διαχείριση κρίσεων ή ανθρωπιστικής βοήθειας, όπως προβλέπεται στους κανόνες εφαρμογής.

Ουδεμία επιδότηση δίδεται αναδρομικώς για ήδη συμπληρωθείσες δράσεις.

2.  Η επιδότηση λειτουργίας καταβάλλεται εντός έξι μηνών από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου. Οι επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες δεν είναι δυνατόν να έχουν πραγματοποιηθεί ούτε πριν από την υποβολή της αίτησης επιδότησης ούτε πριν από την έναρξη της οικονομικής χρήσης του δικαιούχου.

▼B

Άρθρο 113

1.  Η επιδότηση ενέργειας δεν μπορεί να χρηματοδοτεί το σύνολο του κόστους της ενέργειας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του τίτλου IV του μέρους II.

Η επιδότηση λειτουργίας δεν μπορεί να χρηματοδοτεί το σύνολο των δαπανών λειτουργίας του δικαιούχου οργανισμού.

▼M1

2.  Εάν δεν προβλέπεται διαφορετικά στη βασική πράξη υπέρ οντοτήτων οι οποίες επιδιώκουν στόχους γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, οι επιδοτήσεις λειτουργίας κατά την ανανέωσή τους μειώνονται προοδευτικά. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τις επιδοτήσεις που λαμβάνουν μία από τις μορφές τις προβλεπόμενες στο άρθρο 108α παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ).

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Διαδικασία χορήγησης

▼M1

Άρθρο 114

1.  Οι αιτήσεις επιδότησης υποβάλλονται εγγράφως.

2.  Οι αιτήσεις επιδότησης είναι επιλέξιμες εφόσον υποβάλλονται από:

α) νομικά πρόσωπα· οι αιτήσεις επιδότησης είναι δυνατόν να είναι επιλέξιμες και όταν υποβάλλονται από οντότητες που δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα δυνάμει της οικείας εθνικής νομοθεσίας, υπό τον όρο ότι οι εκπρόσωποί τους έχουν την ικανότητα να αναλάβουν νομικές δεσμεύσεις για λογαριασμό τους και αναλαμβάνουν την οικονομική ευθύνη,

β) φυσικά πρόσωπα, ενόσω τούτο απαιτείται λόγω της φύσης ή των χαρακτηριστικών της ενέργειας ή του στόχου που επιδιώκει ο δικαιούχος.

3.  Επιδοτήσεις δεν είναι δυνατόν να παρέχονται σε αιτούντες οι οποίοι, κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας καταβολής της επιδότησης, εμπίπτουν σε μια από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 93 παράγραφος 1 και 96 παράγραφος 2 στοιχείο α).

Οι αιτούντες πρέπει να υποβάλλουν βεβαίωση ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρεται το πρώτο εδάφιο. Ωστόσο, ο διατάκτης είναι δυνατόν να μη ζητήσει τη βεβαίωση αυτή σε περίπτωση επιδοτήσεων πολύ μικρού ύψους, όπως εξειδικεύεται στους κανόνες εφαρμογής.

4.  Υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 96, ο διατάκτης είναι δυνατόν να επιβάλλει σε αιτούντες διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Οι κυρώσεις αυτές είναι δυνατόν να επιβάλλονται και σε δικαιούχους οι οποίοι, κατά την υποβολή της αίτησης ή κατά την καταβολή της επιδότησης, προέβησαν σε ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή των πληροφοριακών στοιχείων που ζητούνται από το διατάκτη ή αδυνατούν να παράσχουν αυτά τα στοιχεία.

▼B

Άρθρο 115

1.  Τα κριτήρια επιλογής επιτρέπουν να αξιολογηθεί η ικανότητα του αιτούντος προς ολοκλήρωση της προτεινόμενης ενέργειας ή του προτεινόμενου προγράμματος εργασίας.

2.  Τα κριτήρια απονομής, που έχουν προαναγγελθεί στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων, επιτρέπουν να αξιολογηθεί η ποιότητα των υποβληθεισών προτάσεων σε σχέση με τους στόχους και τις προτεραιότητες που έχουν ορισθεί.

Άρθρο 116

▼M1

1.  Οι προτάσεις αξιολογούνται βάσει προαναγγελθέντων κριτηρίων επιλογής και καταβολής της επιδότησης, και με σκοπό τον προσδιορισμό των προτάσεων που είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν.

▼B

2.  Ο αρμόδιος διατάκτης εγκρίνει εν συνεχεία, βάσει της αξιολογήσεως που προβλέπεται στην παράγραφο 1, τον κατάλογο των δικαιούχων και τα επιλεγέντα ποσά.

3.  Ο αρμόδιος διατάκτης ενημερώνει εγγράφως τον αιτούντα για τη συνέχεια που δόθηκε στην αίτησή του. Σε περίπτωση μη χορήγησης της αιτηθείσας επιδότησης, το οικείο όργανο ανακοινώνει τους λόγους απόρριψης της αίτησης, σε σχέση ιδίως με τα προαναγγελθέντα κριτήρια επιλογής και απονομής.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Πληρωμή και έλεγχος

Άρθρο 117

Ο ρυθμός των πληρωμών εξαρτάται από τους σχετικούς οικονομικούς κινδύνους, τη διάρκεια και την πορεία της ενέργειας ή από τα έξοδα στα οποία υποβάλλεται ο δικαιούχος.

▼M1

Άρθρο 118

1.  Ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν, εφόσον το κρίνει ενδεδειγμένο και αναλογικό, να ζητήσει από το δικαιούχο να καταθέσει εκ των προτέρων εγγύηση με σκοπό τον περιορισμό των οικονομικών κινδύνων που συνδέονται με την καταβολή προχρηματοδότησης.

2.  Ο αρμόδιος διατάκτης ζητεί από το δικαιούχο να καταθέσει την ως άνω εγγύηση στις περιπτώσεις που εξειδικεύονται στους κανόνες εφαρμογής.

▼B

Άρθρο 119

1.  Το ποσό της επιδότησης καθίσταται οριστικό μόνο μετά την αποδοχή των εκθέσεων και των τελικών λογαριασμών από το όργανο, με την επιφύλαξη μεταγενέστερων ελέγχων πραγματοποιούμενων από το όργανο.

▼M1

2.  Εάν ο δικαιούχος αθετήσει τις υποχρεώσεις του, η επιδότηση αναστέλλεται ή μειώνεται ή τερματίζεται στις περιπτώσεις που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής, αφού δοθεί στο δικαιούχο η δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Υλοποίηση

▼M1

Άρθρο 120

1.  Οσάκις η εκτέλεση ενέργειας απαιτεί την ανάθεση σύμβασης εκ μέρους του δικαιούχου, οι σχετικές διαδικασίες καθορίζονται στους κανόνες εφαρμογής.

2.  Οσάκις η εκτέλεση ενέργειας απαιτεί την οικονομική υποστήριξη τρίτων, ο δικαιούχος κοινοτικής επιδότησης είναι δυνατόν να χορηγήσει την υποστήριξη αυτή εφόσον:

α) δεν αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο της ενέργειας,

β) οι όροι χορήγησης της υποστήριξης καθορίζονται αυστηρά στην απόφαση ή στη συμφωνία επιδότησης που συνάπτεται μεταξύ δικαιούχου και Επιτροπής, χωρίς τη δυνατότητα άσκησης διακριτικής ευχέρειας,

γ) αφορά μικρά ποσά.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ), το μέγιστο ύψος της οικονομικής υποστήριξης που μπορεί να καταβληθεί σε τρίτον από το δικαιούχο καθορίζεται στους κανόνες εφαρμογής.

3.  Κάθε συμφωνία ή απόφαση επιδότησης προβλέπει ρητά ότι η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο ασκούν τις ελεγκτικές τους εξουσίες, βάσει εγγράφων και επιτόπου, σε όλους τους αντισυμβαλλόμενους, άμεσους και έμμεσους, που λαμβάνουν κοινοτική χρηματοδότηση.

▼B



ΤΙΤΛΟΣ VII

ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Απόδοση των λογαριασμών

Άρθρο 121

Οι λογαριασμοί των Κοινοτήτων περιλαμβάνουν:

▼M1

α) τις δημοσιονομικές καταστάσεις των κοινοτικών οργάνων κατά το άρθρο 126, καθώς και εκείνες των οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 185 και εκείνων των οποίων οι λογαριασμοί πρέπει να ενοποιούνται σύμφωνα με τους κοινοτικούς λογιστικούς κανόνες,

▼B

β) τις ενοποιημένες δημοσιονομικές καταστάσεις οι οποίες παρουσιάζουν συγκεντρωτικά τις δημοσιονομικές πληροφορίες των δημοσιονομικών καταστάσεων που αναφέρονται στο στοιχείο α)·

γ) τις καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού των οργάνων και των προϋπολογισμών των οργανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 185·

▼M1

δ) τις συγκεντρωτικές καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, οι οποίες παρουσιάζουν τα στοιχεία που περιέχονται στις καταστάσεις στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο γ).

Άρθρο 122

1.  «Οι λογαριασμοί των οργάνων και των οργανισμών που αναφέρονται στο άρθρο 121 συνοδεύονται από έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους.

2.  Η έκθεση στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 περιέχει, μεταξύ άλλων, υπολογισμό του ποσοστού απορρόφησης των πιστώσεων μαζί με συνοπτικά στοιχεία για τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ των διαφόρων θέσεων του προϋπολογισμού.

▼B

Άρθρο 123

Οι λογαριασμοί πρέπει να είναι τακτικοί, ειλικρινείς και πλήρεις και να παρουσιάζουν πιστή απεικόνιση:

α) όσον αφορά τις δημοσιονομικές καταστάσεις, των στοιχείων ενεργητικού, παθητικού, των επιβαρύνσεων και προϊόντων, των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που δεν περιλαμβάνονται στο ενεργητικό και στο παθητικό καθώς και των ταμειακών ροών·

β) όσον αφορά τις καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού, των στοιχείων εκτέλεσης του προϋπολογισμού ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

Άρθρο 124

Οι δημοσιονομικές καταστάσεις καταρτίζονται βάσει των γενικώς παραδεκτών λογιστικών αρχών, ήτοι:

α) της συνέχειας της δράσης·

β) της σύνεσης·

γ) της σταθερής εφαρμογής των λογιστικών μεθόδων·

δ) της συγκρισιμότητας των πληροφοριών·

ε) της σχετικής σημασίας·

στ) του μη συμψηφισμού·

ζ) της υπεροχής της πραγματικότητας έναντι των φαινομένων·

η) της αυτοτέλειας των χρήσεων.

Άρθρο 125

1.  Σύμφωνα με την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων, οι δημοσιονομικές καταστάσεις λαμβάνουν υπόψη τις επιβαρύνσεις και τα προϊόντα που αφορούν το οικονομικό έτος, ανεξάρτητα από την ημερομηνία πληρωμής ή είσπραξης.

2.  Η αξία των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού προσδιορίζεται σε συνάρτηση με τους κανόνες αξιολόγησης τους οριζόμενους από τις λογιστικές μεθόδους που προβλέπονται στο άρθρο 133.

Άρθρο 126

1.  Οι δημοσιονομικές καταστάσεις παρουσιάζονται σε εκατομμύρια ευρώ και περιλαμβάνουν:

α) τον ισολογισμό και το λογαριασμό οικονομικού αποτελέσματος, που εκφράζουν την περιουσιακή και χρηματοοικονομική κατάσταση καθώς και το οικονομικό αποτέλεσμα στις 31 Δεκεμβρίου του διαρρεύσαντος έτους· η παρουσίαση ακολουθεί τη διάρθρωση που ορίσθηκε στις οδηγίες τους Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς ορισμένων μορφών εταιριών, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη την ιδιαίτερη φύση των δραστηριοτήτων των Κοινοτήτων·

β) τον πίνακα ταμειακών ροών, που εμφανίζει τις εισπράξεις και τις εκταμιεύσεις του οικονομικού έτους καθώς και την τελική ταμειακή κατάσταση·

γ) την κατάσταση μεταβολών των ιδίων κεφαλαίων, που παρουσιάζει λεπτομερώς τις αυξήσεις και τις μειώσεις που σημειώθηκαν κατά το οικονομικό έτος σε καθένα από τα στοιχεία των λογαριασμών κεφαλαίων.

2.  Το παράρτημα των δημοσιονομικών καταστάσεων συμπληρώνει και σχολιάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και παρέχει όλες τις συμπληρωματικές πληροφορίες τις οποίες απαιτεί η διεθνώς παραδεκτή λογιστική πρακτική, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι συναφείς προς τις δραστηριότητες των Κοινοτήτων.

Άρθρο 127

Οι καταστάσεις σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού παρουσιάζονται σε εκατομμύρια ευρώ. Περιλαμβάνουν:

α) το λογαριασμό αποτελέσματος της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, που ανακεφαλαιώνει το σύνολο των πράξεων του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες· ο λογαριασμός αυτός ακολουθεί την ίδια διάρθρωση με τον προϋπολογισμό·

β) το παράρτημα του λογαριασμού αποτελέσματος της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, το οποίο συμπληρώνει και σχολιάζει τις πληροφορίες του εν λόγω λογαριασμού.

▼M1

Άρθρο 128

Οι υπόλογοι των λοιπών κοινοτικών οργάνων και των οργανισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 121 διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το αργότερο στις 31 Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, τους προσωρινούς λογαριασμούς τους μαζί με την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του αντίστοιχου οικονομικού έτους.

Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί αυτούς τους προσωρινούς λογαριασμούς με τους προσωρινούς λογαριασμούς της Επιτροπής και διαβιβάζει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, έως την 31η Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, τους προσωρινούς λογαριασμούς της Επιτροπής μαζί με την έκθεση της Επιτροπής για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση κατά τη διάρκεια του έτους και με τους προσωρινούς ενοποιημένους λογαριασμούς.

Ο υπόλογος κάθε κοινοτικού οργάνου και οργανισμού του άρθρου 121 διαβιβάζει την έκθεση για τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, εντός της προθεσμίας του δεύτερου εδαφίου.

▼B

Άρθρο 129

1.  Το Ελεγκτικό Συνέδριο διατυπώνει, το αργότερο στις 15 Ιουνίου, τις παρατηρήσεις του σε σχέση με τους προσωρινούς λογαριασμούς κάθε οργάνου και οργανισμού που αναφέρεται στο ►M1  άρθρο 121 ◄ .

▼M1

2.  Τα κοινοτικά όργανα πέραν της Επιτροπής, καθώς και οι οργανισμοί στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 121 καταρτίζουν τους τελικούς λογαριασμούς τους σύμφωνα με το άρθρο 61 και τους διαβιβάζουν στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο το αργότερο την 1η Ιουλίου του επόμενου οικονομικού έτους, με σκοπό την κατάρτιση των οριστικών ενοποιημένων λογαριασμών.

▼M1

2α.  Ο υπόλογος της Επιτροπής καταρτίζει τους οριστικούς ενοποιημένους λογαριασμούς βάσει των στοιχείων που διαβιβάζουν τα λοιπά κοινοτικά όργανα κατά την παράγραφο 2. Οι οριστικοί ενοποιημένοι λογαριασμοί συνοδεύονται από σημείωμα συντασσόμενο από τον υπόλογο της Επιτροπής, με το οποίο αυτός δηλώνει ότι οι λογαριασμοί αυτοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τον τίτλο VII καθώς και τις λογιστικές αρχές, κανόνες και μεθόδους που καθορίζονται στο παράρτημα των δημοσιονομικών καταστάσεων.

▼M1

3.  Μετά την έγκριση των οριστικών ενοποιημένων λογαριασμών και των δικών της οριστικών λογαριασμών, η Επιτροπή διαβιβάζει όλους αυτούς τους λογαριασμούς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και το Ελεγκτικό Συνέδριο έως την 31η Ιουλίου του επόμενου οικονομικού έτους.

▼B

4.  Οι ενοποιημένοι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται, έως τις ►M1  15 Νοεμβρίου ◄ μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων συνοδευόμενοι από τη δήλωση αξιοπιστίας την οποία παρέχει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατ' εφαρμογή του άρθρου 248 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 160Γ της συνθήκης Ευρατόμ.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Πληροφορίες κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού

Άρθρο 130

Η Επιτροπή, επιπλέον των καταστάσεων που προβλέπονται στα άρθρα 126 και 127, καταρτίζει δύο φορές ετησίως έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την κατάσταση των εγγυήσεων του προϋπολογισμού και των αντίστοιχων κινδύνων.

Οι πληροφορίες αυτές διαβιβάζονται ταυτόχρονα στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Άρθρο 131

1.  Η ►M1  ο υπόλογος της Επιτροπής ◄ , επιπλέον των καταστάσεων που προβλέπονται στα άρθρα 126 και 127, διαβιβάζει μία φορά μηνιαίως προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συγκεντρωτικά τουλάχιστον κατά κεφάλαιο, αριθμητικά δεδομένα σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού τόσο ως προς τα έσοδα όσο και ως προς τις δαπάνες, για το σύνολο των πιστώσεων.

Τα δεδομένα αυτά περιλαμβάνουν και πληροφοριακά στοιχεία για τη χρήση των μεταφερθεισών μεταξύ ετών πιστώσεων.

Τα αριθμητικά δεδομένα διαβιβάζονται εντός δέκα εργάσιμων ημερών μετά τη λήξη κάθε μήνα.

2.  Τρεις φορές ετησίως και εντός τριάντα εργάσιμων ημερών μετά την 31η Μαΐου, την 31η Αυγούστου και την 31η Δεκεμβρίου, η ►M1  ο υπόλογος της Επιτροπής ◄ διαβιβάζει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, τόσο ως προς τα έσοδα όσο και ως προς τις δαπάνες, με λεπτομερειακά στοιχεία κατά κεφάλαιο, άρθρο και θέση.

Η εν λόγω έκθεση περιλαμβάνει και πληροφορίες για την εκτέλεση των πιστώσεων που έχουν μεταφερθεί από τα προηγηθέντα οικονομικά έτη.

3.  Τα αριθμητικά δεδομένα και η έκθεση για την εκτέλεση του προϋπολογισμού διαβιβάζονται ταυτοχρόνως στο Ελεγκτικό Συνέδριο.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Λογιστική



Τμήμα 1

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 132

1.  Η λογιστική των οργάνων είναι το σύστημα οργάνωσης των δημοσιονομικών και χρηματοοικονομικών πληροφοριών που επιτρέπει τη συγκέντρωση, ταξινόμηση και καταχώριση αριθμητικών δεδομένων.

2.  Η λογιστική αποτελείται από τη γενική λογιστική και την λογιστική του προϋπολογισμού. Αυτές οι δύο μορφές λογιστικής τηρούνται ανά ημερολογιακό έτος σε ευρώ.

3.  Τα δεδομένα της γενικής λογιστικής και της λογιστικής του προϋπολογισμού εγκρίνονται κατά το κλείσιμο του οικονομικού έτους με σκοπό την κατάρτιση των λογαριασμών που αναφέρονται στο κεφάλαιο 1.

4.  Οι παράγραφοι 2 και 3 δεν εμποδίζουν την τήρηση αναλυτικής λογιστικής από τον κύριο διατάκτη.

Άρθρο 133

1.  Ο υπόλογος της Επιτροπής, έπειτα από διαβούλευση με τους υπολόγους των άλλων οργάνων και των οργανισμών που αναφέρονται στο ►M1  άρθρο 121 ◄ , εγκρίνει τους λογιστικούς κανόνες και μεθόδους καθώς και το εναρμονισμένο λογιστικό σχέδιο που πρέπει να εφαρμόζουν όλα τα όργανα, οι υπηρεσίες που αναφέρονται στον τίτλο V του μέρους II και όλοι οι οργανισμοί που αναφέρονται στο ►M1  άρθρο 121 ◄ .

2.  Ο υπόλογος της Επιτροπής εγκρίνει τους κανόνες και τις μεθόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με βάση τα διεθνώς παραδεκτά λογιστικά πρότυπα για το δημόσιο τομέα, από τα οποία μπορεί να αποκλίνει όταν το δικαιολογεί η ιδιαίτερη φύση των δραστηριοτήτων των Κοινοτήτων.



Τμήμα 2

Γενική λογιστική

Άρθρο 134

Η γενική λογιστική καταγράφει χρονολογικά, σύμφωνα με τη διπλογραφική μέθοδο, τα γεγονότα και τις πράξεις που επηρεάζουν την οικονομική, δημοσιονομική και περιουσιακή κατάσταση των οργάνων και των οργανισμών που αναφέρονται στο ►M1  άρθρο 121 ◄ .

Άρθρο 135

1.  Οι διάφορες κινήσεις ανά λογαριασμό καθώς και τα υπόλοιπά τους εγγράφονται στα λογιστικά βιβλία.

2.  Κάθε λογιστική εγγραφή, συμπεριλαμβανομένων των λογιστικών διορθώσεων, στηρίζεται σε δικαιολογητικά στα οποία παραπέμπει.

3.  Το λογιστικό σύστημα πρέπει να επιτρέπει την εξακρίβωση όλων των λογιστικών εγγραφών.

Άρθρο 136

Μετά το κλείσιμο του οικονομικού έτους και έως την ημερομηνία απόδοσης των λογαριασμών, ο υπόλογος προβαίνει στις διορθώσεις οι οποίες, χωρίς να συνεπάγονται εκταμίευση ή είσπραξη εις βάρος αυτού του οικονομικού έτους, είναι αναγκαίες για την τακτική, πιστή και ειλικρινή παρουσίαση των λογαριασμών.



Τμήμα 3

Λογιστική του προϋπολογισμού

Άρθρο 137

1.  Η λογιστική του προϋπολογισμού επιτρέπει να παρακολουθείται λεπτομερώς η εκτέλεση του προϋπολογισμού.

2.  Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 1, η λογιστική του προϋπολογισμού καταγράφει όλες τις προβλεπόμενες στον τίτλο IV του μέρους I πράξεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Απογραφή των ακινητοποιήσεων

Άρθρο 138

1.  Κάθε όργανο και κάθε οργανισμός που αναφέρεται στο ►M1  άρθρο 121 ◄ τηρεί κατά ποσότητα και κατ' αξία, σύμφωνα με το υπόδειγμα που εγκρίνεται από τον υπόλογο της Επιτροπής, βιβλία απογραφής όλων των ενσώματων, ασώματων και χρηματοοικονομικών ακινητοποιήσεων που αποτελούν την περιουσία των Κοινοτήτων.

Κάθε όργανο και κάθε οργανισμός που αναφέρεται στο ►M1  άρθρο 121 ◄ επαληθεύει ότι οι εγγραφές στα βιβλία απογραφών ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

2.  Οι πωλήσεις κινητών αποτελούν το αντικείμενο κατάλληλης δημοσιότητας.



ΤΙΤΛΟΣ VIII

ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΑΓΗ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Εξωτερικός έλεγχος

Άρθρο 139

1.  Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή ενημερώνουν το Ελεγκτικό Συνέδριο, το ταχύτερο δυνατόν, σχετικά με όλες τις αποφάσεις που λαμβάνουν και όλες τις πράξεις που εκδίδουν κατ' εφαρμογή των άρθρων 9, 13, 18, 22, 23, 26 και 36.

▼M1

2.  Τα όργανα ενημερώνουν το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σχετικά με τις εσωτερικές κανονιστικές διατάξεις που θεσπίζουν για δημοσιονομικά θέματα.

▼B

3.  Ο διορισμός των διατακτών, των εσωτερικών ελεγκτών, των υπολόγων και των υπολόγων πάγιων προκαταβολών καθώς και οι μεταβιβάσεις αρμοδιοτήτων που γίνονται δυνάμει των άρθρων 51, 61, 62, 63 και 85 κοινοποιούνται στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

Άρθρο 140

1.  Η εξέταση της νομιμότητας και της κανονικότητας των εσόδων και των δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο πραγματοποιείται σε σχέση με τις διατάξεις των συνθηκών, του προϋπολογισμού, του παρόντος κανονισμού, των κανόνων εφαρμογής του καθώς και κάθε πράξης που εκδίδεται κατ' εφαρμογή των συνθηκών.

2.  Κατά την εκπλήρωση της αποστολής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να λαμβάνει γνώση, υπό τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 142, όλων των εγγράφων και πληροφοριών που αφορούν τη δημοσιονομική διαχείριση των υπηρεσιών ή οργανισμών ως προς τις πράξεις που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται από τις Κοινότητες. Το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία να εξετάζει κάθε υπάλληλο ο οποίος υπέχει ευθύνη σε πράξη δαπανών ή εσόδων και να χρησιμοποιεί όλες τις δυνατότητες ελέγχου που αναγνωρίζονται στις εν λόγω υπηρεσίες ή οργανισμούς. Ο έλεγχος στα κράτη μέλη διενεργείται σε συνεργασία με τα εθνικά όργανα ελέγχου ή, εάν αυτά δεν διαθέτουν τις αναγκαίες αρμοδιότητες, με τις αρμόδιες εθνικές υπηρεσίες. Το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα εθνικά (ελεγκτικά) όργανα των κρατών μελών συνεργάζονται με πνεύμα εμπιστοσύνης, διατηρώντας παράλληλα την ανεξαρτησία τους.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο, για να συλλέξει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την εκπλήρωση της αποστολής που του ανατίθεται από τις συνθήκες ή τις πράξεις που εκδίδονται κατ' εφαρμογή τους, μπορεί να παρίσταται, κατ' αίτησή του, στις πράξεις ελέγχου που διενεργούνται στο πλαίσιο της εκτέλεσης του προϋπολογισμού από κάθε κοινοτικό όργανο ή για λογαριασμό του.

Κατ' αίτηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κάθε όργανο εξουσιοδοτεί τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που κατέχουν περιουσιακά στοιχεία των Κοινοτήτων να επιτρέπουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο να διαπιστώνει την αντιστοιχία των εξωτερικών δεδομένων με τη λογιστική κατάσταση.

3.  Για την εκπλήρωση της αποστολής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο κοινοποιεί στα όργανα και στις αρχές στις οποίες εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, τα ονόματα των υπαλλήλων που είναι εξουσιοδοτημένοι να διενεργούν ελέγχους στα εν λόγω όργανα και αρχές.

Άρθρο 141

Το Ελεγκτικό Συνέδριο μεριμνά ώστε όλες οι αξίες και τα μετρητά σε κατάθεση ή στο ταμείο να επαληθεύονται βάσει πιστοποιητικών υπογραφόμενων από τους θεματοφύλακες ή βάσει πρακτικών των καταστάσεων ταμείου ή χαρτοφυλακίου. Το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να προβαίνει σε τέτοιες επαληθεύσεις.

Άρθρο 142

1.  Η Επιτροπή, τα άλλα όργανα, οι οργανισμοί που διαχειρίζονται έσοδα ή δαπάνες εξ ονόματος των Κοινοτήτων καθώς και οι τελικοί δικαιούχοι πληρωμών εις βάρος του προϋπολογισμού παρέχουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο κάθε διευκόλυνση και κάθε πληροφορία την οποία αυτό θεωρεί αναγκαία για την εκτέλεση της αποστολής του. Θέτουν στη διάθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου όλα τα δικαιολογητικά που αφορούν τη σύναψη και την εκτέλεση συμβάσεων χρηματοδοτούμενων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και όλους τους λογαριασμούς μετρητών και υλικών, όλα τα λογιστικά ή δικαιολογητικά έγγραφα καθώς και τα συναφή διοικητικά έγγραφα, όλα τα έγγραφα σχετικά με τα έσοδα και τις δαπάνες των Κοινοτήτων, όλα τα βιβλία απογραφών, όλα τα οργανογράμματα των υπηρεσιών τα οποία το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί αναγκαία για την επαλήθευση της έκθεσης σχετικά με το αποτέλεσμα της δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής εκτέλεσης, βάσει εγγράφων ή επιτόπου και, για τους ίδιους σκοπούς, όλα τα έγγραφα και δεδομένα τα οποία καταρτίζονται ή φυλάσσονται σε μαγνητικό μέσο.

Οι διάφορες υπηρεσίες και τα εσωτερικά σώματα ελέγχου των σχετικών εθνικών διοικήσεων παρέχουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο όλες τις διευκολύνσεις τις οποίες αυτό θεωρεί αναγκαίες για την εκπλήρωση της αποστολής του.

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται επίσης στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που λαμβάνουν πληρωμές προερχόμενες από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

2.  Οι υπάλληλοι οι υποκείμενοι στις επαληθεύσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου υποχρεούνται:

α) να ανοίγουν το ταμείο τους, να επιδεικνύουν τα μετρητά, τις αξίες και τα υλικά πάσης φύσεως και τα δικαιολογητικά της διαχείρισής τους των οποίων είναι θεματοφύλακες καθώς και κάθε βιβλίο ή μητρώο και όλα τα συναφή έγγραφα·

β) να επιδεικνύουν την αλληλογραφία ή κάθε άλλο έγγραφο που απαιτείται για την πλήρη εκτέλεση του ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 140 παράγραφος 1.

Η ανακοίνωση των πληροφοριών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) μπορεί να ζητηθεί μόνο από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

3.  Το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει την εξουσία να επαληθεύει τα έγγραφα τα σχετικά με τα έσοδα και τις δαπάνες των Κοινοτήτων τα οποία φυλάσσονται στις υπηρεσίες των οργάνων και ιδίως στις υπηρεσίες τις υπεύθυνες για τις αποφάσεις που αφορούν αυτά τα έσοδα και τις δαπάνες, τους οργανισμούς που διαχειρίζονται έσοδα ή δαπάνες εξ ονόματος των Κοινοτήτων και από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που λαμβάνουν πληρωμές προερχόμενες από τον προϋπολογισμό.

4.  Η επαλήθευση της νομιμότητας και της κανονικότητας των εσόδων και των δαπανών και ο έλεγχος της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης εκτείνονται επί της χρησιμοποιήσεως, από οργανισμούς ξένους προς τα όργανα, κοινοτικών πόρων εισπραχθέντων υπό μορφή επιδοτήσεων.

5.  Κάθε κοινοτική χρηματοδότηση σε δικαιούχους ξένους προς τα όργανα τελεί υπό τον όρο της έγγραφης αποδοχής, από τους δικαιούχους ή, σε περίπτωση μη αποδοχής εκ μέρους τους, από τους αντισυμβαλλομένους και τους υπεργολάβους, της επαλήθευσης που διενεργεί το Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με τη χρήση του ποσού των χρηματοδοτήσεων που χορηγήθηκαν.

6.  Η Επιτροπή παρέχει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, κατ' αίτησή του, όλες τις πληροφορίες για τις δανειοληπτικές και δανειοδοτικές πράξεις.

7.  Η χρησιμοποίηση ολοκληρωμένων συστημάτων πληροφορικής δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της πρόσβασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου στα δικαιολογητικά έγγραφα.

Άρθρο 143

1.  Η ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου διέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως 6 του παρόντος άρθρου.

2.  Το Ελεγκτικό Συνέδριο γνωστοποιεί στην Επιτροπή και στα ενδιαφερόμενα όργανα, το αργότερο στις ►M1  30 Ιουνίου ◄ , τις παρατηρήσεις που θεωρεί σκόπιμο ότι πρέπει να αναφέρονται στην ετήσια έκθεση. Οι παρατηρήσεις αυτές πρέπει να παραμένουν εμπιστευτικές. Όλα τα όργανα απευθύνουν τις απαντήσεις τους στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το αργότερο στις ►M1  15 Οκτωβρίου ◄ . Τα όργανα πλην της Επιτροπής απευθύνουν ταυτόχρονα σε αυτήν τις απαντήσεις τους.

3.  Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει εκτίμηση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

4.  Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει τόσες υποδιαιρέσεις όσες και όργανα. Το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να προσθέσει κάθε συνοπτική παρουσίαση ή παρατήρηση γενικού χαρακτήρα που κρίνει αναγκαία.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε οι απαντήσεις των οργάνων στις παρατηρήσεις του να δημοσιεύονται αμέσως μετά τις παρατηρήσεις τις οποίες αφορούν.

▼M1

5.  Το Ελεγκτικό Συνέδριο διαβιβάζει στις αρμόδιες για την απαλλαγή αρχές και στα άλλα όργανα, το αργότερο στις 15 Νοεμβρίου, την ετήσια έκθεσή του, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις των οργάνων, και εξασφαλίζει τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

▼B

6.  Μετά τη διαβίβαση της ετήσιας έκθεσης από το Ελεγκτικό Συνέδριο η Επιτροπή ανακοινώνει αμέσως στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη τα στοιχεία της έκθεσης αυτής που αφορούν τη διαχείριση των πόρων για τους οποίους ασκούν αρμοδιότητα δυνάμει της εφαρμοστέας ρύθμισης.

Μετά την παραλαβή της ανακοίνωσης αυτής τα κράτη μέλη απευθύνουν τις απαντήσεις τους στην Επιτροπή εντός 60 ημερών. Η Επιτροπή τις μεταβιβάζει σε συγκεφαλαιωτική μορφή στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από τις ►M1  28 Φεβρουαρίου ◄ .

Άρθρο 144

1.  Το Ελεγκτικό Συνέδριο ανακοινώνει στο οικείο όργανο κάθε παρατήρηση που κατά τη γνώμη του πρέπει να παρουσιάζεται σε ειδική έκθεση. Οι παρατηρήσεις αυτές πρέπει να παραμένουν εμπιστευτικές.

Το οικείο όργανο διαθέτει προθεσμία δυόμισι μηνών για να ανακοινώσει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τα ενδεχόμενα σχόλιά του σχετικά με τις εν λόγω παρατηρήσεις.

Το Ελεγκτικό Συνέδριο εγκρίνει εντός του επόμενου μηνός το οριστικό κείμενο της εν λόγω ειδικής έκθεσης.

Οι ειδικές εκθέσεις, συνοδευόμενες από τις απαντήσεις των οικείων οργάνων, ανακοινώνονται αμελλητί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, καθένα από τα οποία αποφασίζει, ενδεχομένως σε συνεργασία με την Επιτροπή, σχετικά με τη συνέχεια που θα τους δοθεί.

▼M1

Αν το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφασίσει να δημοσιεύσει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένες από τις ειδικές εκθέσεις του, αυτές συνοδεύονται από τις απαντήσεις των οικείων οργάνων.

▼B

2.   ►M1  Οι γνωμοδοτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 248 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ και στο άρθρο 160γ παράγραφος 4 της συνθήκης Ευρατόμ, οι οποίες δεν αφορούν προτάσεις ή σχέδια στο πλαίσιο της νομοθετικής διαβούλευσης, μπορούν να δημοσιεύονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. ◄ Το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφασίζει τη δημοσίευση αυτή έπειτα από διαβούλευση με το όργανο το οποίο ζήτησε τη γνωμοδότηση ή το οποίο αυτή αφορά. Οι δημοσιευόμενες γνωμοδοτήσεις συνοδεύονται από τα ενδεχόμενα σχόλια των οικείων οργάνων.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Απαλλαγή

Άρθρο 145

1.  Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, χορηγεί πριν από τις ►M1  15 Μαΐου ◄ του έτους Ν + 2 απαλλαγή στην Επιτροπή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν.

2.  Αν δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο ενημερώνει την Επιτροπή για τους λόγους καθυστέρησης της απόφασης.

3.  Στην περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναβάλλει την απόφαση για τη χορήγηση της απαλλαγής, η Επιτροπή προσπαθεί να λάβει, το συντομότερο δυνατόν, τα μέτρα που είναι δυνατόν να επιτρέψουν και να διευκολύνουν την άρση των εμποδίων για την έκδοση της απόφασης αυτής.

Άρθρο 146

1.  Η απόφαση απαλλαγής αφορά τους λογαριασμούς του συνόλου των εσόδων και δαπανών των Κοινοτήτων καθώς και το υπόλοιπο που απορρέει και το ενεργητικό και το παθητικό των Κοινοτήτων που περιγράφονται στο δημοσιονομικό ισολογισμό.

2.  Προκειμένου να χορηγήσει την απαλλαγή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξετάζει, μετά το Συμβούλιο, τους λογαριασμούς, τις δημοσιονομικές καταστάσεις και το δημοσιονομικό ισολογισμό που αναφέρονται στα άρθρα 275 της συνθήκης ΕΚ και 179α της συνθήκης Ευρατόμ. Εξετάζει επίσης την ετήσια έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συνοδευόμενη από τις απαντήσεις των ελεγχόμενων οργάνων, καθώς και τις κατάλληλες ειδικές εκθέσεις του, σε σχέση με το οικείο οικονομικό έτος, και τη δήλωσή του που βεβαιώνει την αξιοπιστία των λογαριασμών και τη νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών πράξεων.

3.  Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατ' αίτησή του, κάθε αναγκαία πληροφορία για την αίσια περάτωση της διαδικασίας απαλλαγής για το οικείο οικονομικό έτος, σύμφωνα με το άρθρο 276 της συνθήκης ΕΚ.

Άρθρο 147

1.  Σύμφωνα με το άρθρο 276 της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 180β της συνθήκης Ευρατόμ, η Επιτροπή καθώς και τα λοιπά όργανα καταβάλλουν κάθε προσπάθεια ώστε να δώσουν συνέχεια στις παρατηρήσεις που συνοδεύουν την απόφαση περί απαλλαγής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καθώς και στα σχόλια που συνοδεύουν τη σύσταση περί απαλλαγής που εγκρίνεται από το Συμβούλιο.

2.  Κατ' αίτηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου, τα όργανα συντάσσουν έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν ως συνέχεια αυτών των παρατηρήσεων και σχολίων και ιδίως σχετικά με τις οδηγίες που έδωσαν στις υπηρεσίες τους οι οποίες συμμετέχουν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται με την Επιτροπή αναφέροντας τα μέτρα που έλαβαν για να δώσουν συνέχεια σε αυτές τις παρατηρήσεις, προκειμένου η Επιτροπή να τα λάβει υπόψη της στη δική της έκθεση. Οι εκθέσεις των οργάνων διαβιβάζονται επίσης στο Ελεγκτικό Συνέδριο.



ΜΕΡΟΣ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ



▼M1

ΤΙΤΛΟΣ I

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ

▼B

Άρθρο 148

▼M1

1.  Τα μέρη Ι και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανόνες που διέπουν το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων, εφεξής «ΕΓΤΕ», καθώς και για τα αντίστοιχα έσοδα, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόντα τίτλο.

▼B

2.  Οι πράξεις τις οποίες διαχειρίζεται απευθείας η Επιτροπή εκτελούνται σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στα μέρη I και III.

Άρθρο 149

▼M1

1.  Για κάθε οικονομικό έτος, το ΕΓΤΕ περιλαμβάνει μη διαχωριζόμενες δαπάνες, με την εξαίρεση των δαπανών που σχετίζονται με τα μέτρα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005, οι οποίες καλύπτονται με διαχωριζόμενες πιστώσεις.

▼B

►C1  2.  Οι πιστώσεις που έχουν αποτελέσει το αντικείμενο μεταφοράς ◄ και δεν έχουν χρησιμοποιηθεί και πάλι έως τη λήξη του οικονομικού έτους ακυρώνονται.

▼M1

3.  Οι μη δεσμευθείσες πιστώσεις που έχουν σχέση με τις ενέργειες που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1209/2005 είναι δυνατόν να μεταφερθούν στο επόμενο οικονομικό έτος, και μόνο σε αυτό.

Η μεταφορά αυτή δεν υπερβαίνει, εντός του ορίου του 2 % επί των αρχικών πιστώσεων στις οποίες αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, το ποσό της αναπροσαρμογής των άμεσων ενισχύσεων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς ( 13 ), που ίσχυσε κατά το τελευταίο οικονομικό έτος.

Οι πιστώσεις που μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος επιστρέφουν αποκλειστικά στις γραμμές του προϋπολογισμού που καλύπτουν τις ενέργειες που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1209/2005.

Οι μεταφορές αυτές είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε πρόσθετη πληρωμή μόνο προς τους τελικούς δικαιούχους που έχουν υποστεί, κατά το τελευταίο οικονομικό έτος, μείωση των άμεσων ενισχύσεων, όπως καθορίζεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

Η Επιτροπή εκδίδει την απόφαση μεταφοράς στο επόμενο οικονομικό έτος το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου του έτους στο οποίο γίνεται η μεταφορά, και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

▼B

Άρθρο 150

1.  Η Επιτροπή επιστρέφει στα κράτη μέλη τις δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται.

▼M1

2.  Οι αποφάσεις της Επιτροπής που καθορίζουν τα ποσά των πληρωμών αυτών συνιστούν συνολικές προσωρινές δεσμεύσεις, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το συνολικό ύψος των πιστώσεων που εγγράφονται για το ΕΓΤΕ.

3.  Από τις 15 Νοεμβρίου και εξής, οι συνήθεις δαπάνες διαχείρισης του ΕΓΤΕ είναι δυνατόν να δεσμεύονται εκ των προτέρων έναντι των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Ωστόσο, οι δεσμεύσεις αυτές δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν τα τρία τέταρτα του συνόλου των αντίστοιχων πιστώσεων του τρέχοντος οικονομικού έτους. Είναι δυνατόν να ισχύουν μόνο για τις δαπάνες για τις οποίες η αρχή τίθεται στην υφιστάμενη βασική πράξη.

▼B

Άρθρο 151

1.   ►M1  Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανόνες που διέπουν το ΕΓΤΕ υπάγονται, εντός δύο μηνών από την παραλαβή των καταστάσεων που διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη, σε δέσμευση ανά κεφάλαιο, άρθρο και θέση. Μια τέτοια δέσμευση είναι δυνατή και μετά την προθεσμία αυτή των δύο μηνών οσάκις είναι αναγκαία διαδικασία μεταφοράς πιστώσεων αναφερόμενη στις σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού. Εκτός εάν δεν έχουν ήδη πραγματοποιηθεί πληρωμές από τα κράτη μέλη, ή οσάκις η επιλεξιμότητα τίθεται εν αμφιβόλω, τα ποσά καταλογίζονται ως πληρωμές εντός της ίδιας δίμηνης προθεσμίας. ◄

Οι ως άνω δημοσιονομικές δεσμεύσεις αφαιρούνται από τις συνολικές προσωρινές δεσμεύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 150.

2.  Οι συνολικές προσωρινές δεσμεύσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο ενός οικονομικού έτους και δεν καταλήγουν, πριν από την 1η Φεβρουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους, σε δεσμεύσεις, με λεπτομερή εγγραφή βάσει της ονοματολογίας του προϋπολογισμού, αποδεσμεύονται στο πλαίσιο του αρχικού οικονομικού έτους.

3.  Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της εκκαθάρισης των λογαριασμών.

▼M1

Άρθρο 152

Στη λογιστική του προϋπολογισμού, οι δαπάνες καταλογίζονται στους λογαριασμούς ενός οικονομικού έτους βάσει των επιστροφών που πραγματοποιεί η Επιτροπή προς τα κράτη μέλη το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου του έτους αυτού, υπό τον όρο ότι το εκάστοτε ένταλμα πληρωμής περιέρχεται στον υπόλογο έως την 31η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους.

▼B

Άρθρο 153

▼M1

1.  Οσάκις η Επιτροπή είναι δυνατόν να μεταφέρει πιστώσεις δυνάμει του άρθρου 23 παράγραφος 1, εκδίδει τη σχετική απόφαση το αργότερο την 31η Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους και ενημερώνει σχετικά την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1.

▼B

2.  Στις περιπτώσεις εκτός αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή προτείνει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μεταφορές πιστώσεων το αργότερο στις 10 Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους.

Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει για τις μεταφορές πιστώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 24, αλλά εντός προθεσμίας τριών εβδομάδων.

▼M1

Άρθρο 154

1.  Τα έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό στο πλαίσιο του παρόντος τίτλου διατίθενται με βάση την προέλευσή τους, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2.

2.  Το αποτέλεσμα των αποφάσεων εκκαθάρισης των λογαριασμών στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 εγγράφεται σε ένα και μόνο άρθρο.



ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

▼B

Άρθρο 155

▼M1

1.  Τα μέρη Ι και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται για τις δαπάνες που πραγματοποιούνται από τις αρχές και τους οργανισμούς στους οποίους αναφέρονται οι κανονισμοί που διέπουν το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) ( 14 ), το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) ( 15 ), το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) ( 16 ), το Ταμείο Συνοχής ( 17 ), το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΤΑ) ( 18 ), εφεξής «Ταμεία», καθώς και για τα έσοδά τους, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα τίτλο.

▼B

2.  Οι πράξεις τις οποίες διαχειρίζεται απευθείας η Επιτροπή εκτελούνται επίσης σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στα μέρη I και III του παρόντος κανονισμού.

▼M1 —————

▼B

Άρθρο 156

1.  Η καταβολή των ποσών της χρηματοδοτικής συμμετοχής των ταμείων από την Επιτροπή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 155.

2.  Η προθεσμία εντός της οποίας η Επιτροπή οφείλει να εκτελεί τις ενδιάμεσες πληρωμές καθορίζεται στις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 155.

3.  Η διεκπεραίωση των επιστροφών από τα κράτη μέλη καθώς και η επίδρασή της στο ύψος της συμμετοχής των ταμείων διέπονται από τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 155.

Άρθρο 157

Υπό τους όρους που προβλέπονται στις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 155, η Επιτροπή αποδεσμεύει αυτοδικαίως τις δεσμευθείσες πιστώσεις.

▼M1

Οι αποδεσμευόμενες πιστώσεις είναι δυνατόν να ανασυσταθούν σε περίπτωση προδήλου σφάλματος αποδιδόμενου αποκλειστικά στην Επιτροπή.

▼B

Προς τούτο, η Επιτροπή εξετάζει τις αποδεσμεύσεις που σημειώθηκαν κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος και αποφαίνεται έως την 15η Φεβρουαρίου του τρέχοντος οικονομικού έτους, με γνώμονα τις ανάγκες, ως προς την αναγκαιότητα της ανασύστασης των αντίστοιχων πιστώσεων.

▼M1

Άρθρο 158

Με την εξαίρεση του ΕΓΤΑΑ, σε ό, τι αφορά τις επιχειρησιακές δαπάνες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος η Επιτροπή είναι δυνατόν να προβαίνει σε μεταφορές από τίτλο σε τίτλο, υπό τον όρο ότι οι αντίστοιχες πιστώσεις προορίζονται για τον ίδιο στόχο, κατά την έννοια των κανονισμών στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 155, ή ότι προορίζονται για τεχνική συνδρομή.

▼B

Άρθρο 159

Οι πτυχές που αφορούν τη διαχείριση και την επιλογή των σχεδίων καθώς και τον έλεγχο διέπονται από τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στο άρθρο 155.



ΤΙΤΛΟΣ III

ΕΡΕΥΝΑ

Άρθρο 160

1.  Οι διατάξεις των μερών I και III εφαρμόζονται στις πιστώσεις έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Οι πιστώσεις αυτές εγγράφονται είτε σε ένα από τους τίτλους του προϋπολογισμού που αφορά τον εκάστοτε τομέα ερευνητικής πολιτικής για την εκτέλεση άμεσων ή έμμεσων ενεργειών είτε σε κεφάλαιο αναφερόμενο στις ερευνητικές δραστηριότητες που εντάσσεται σε άλλον τίτλο.

Οι εν λόγω πιστώσεις χρησιμοποιούνται μέσω της εκτέλεσης των ενεργειών που απαριθμούνται στους κανόνες εφαρμογής.

▼M1

1α.  Οι πιστώσεις που έχουν σχέση με τα έσοδα που γεννώνται από το Ταμείο Έρευνας Άνθρακα και Χάλυβα, το οποίο συστάθηκε με το πρωτόκολλο που προσαρτάται στη συνθήκη ΕΚ και αναφέρεται στις δημοσιονομικές συνέπειες της εκπνοής της συνθήκης ΕΚΑΧ και στο Ταμείο Έρευνας Άνθρακα και Χάλυβα, αντιμετωπίζονται ως έσοδα με συγκεκριμένο προορισμό κατά την έννοια του άρθρου 18. Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που γεννώνται από τα έσοδα αυτά διατίθενται ευθύς ως εκτιμηθούν τα προς είσπραξη ποσά, οι δε πιστώσεις πληρωμών ευθύς ως εισπραχθούν τα ποσά αυτά.

▼B

2.  Όσον αφορά τις επιχειρησιακές δαπάνες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε μεταφορές πιστώσεων από τίτλο σε τίτλο, αρκεί να αφορούν πιστώσεις χρησιμοποιούμενες για τον ίδιο σκοπό.

3.  Οι εμπειρογνώμονες που αμείβονται βάσει των πιστώσεων έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης προσλαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται κατά τη θέσπιση κάθε ερευνητικού προγράμματος-πλαισίου.

▼M1

Άρθρο 160α

1.  Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που αντιστοιχούν στο ποσό των πιστώσεων που αποδεσμεύονται λόγω μη εκτέλεσης, εν όλω ή εν μέρει, των ερευνητικών προγραμμάτων για τα οποία προορίζονταν είναι δυνατόν, σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να ανασυσταθούν, οσάκις τούτο είναι ουσιώδες για την εκτέλεση του αρχικού προγράμματος, εκτός εάν ο προϋπολογισμός του τρέχοντος οικονομικού έτους περιλαμβάνει άλλες πιστώσεις προς το σκοπό αυτό.

2.  Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, κατά την έναρξη ενός οικονομικού έτους η Επιτροπή εξετάζει τις αποδεσμεύσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος και αξιολογεί, με γνώμονα τις ανάγκες, αν χρειάζεται ανασύσταση των πιστώσεων αυτών.

Βάσει της αξιολόγησης αυτής, η Επιτροπή είναι δυνατόν να υποβάλει κατάλληλες προτάσεις στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, έως την 15η Φεβρουαρίου του εκάστοτε οικονομικού έτους, αναφέροντας, για κάθε θέση του προϋπολογισμού, τους λόγους της ανασύστασης των αντίστοιχων πιστώσεων.

3.  Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή αποφασίζει βάσει των προτάσεων της Επιτροπής εντός έξι εβδομάδων. Οσάκις δεν εκδίδεται απόφαση εντός της προθεσμίας αυτής, λογίζεται ότι οι προτάσεις εγκρίνονται.

Το ύψος των πιστώσεων προς ανασύσταση κατά το έτος Ν δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση το 25 % του συνολικού ύψους των πιστώσεων που αποδεσμεύθηκαν στην ίδια γραμμή του προϋπολογισμού κατά το έτος Ν-1.

4.  Οι ανασυνιστώμενες πιστώσεις δεν μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος.

Οι νομικές δεσμεύσεις που έχουν σχέση με τις ανασυσταθείσες πιστώσεις αναλαμβάνονται έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν.

Στο τέλος του έτους ν, το μη χρησιμοποιηθέν υπόλοιπο των ανασυσταθεισών πιστώσεων αποδεσμεύεται οριστικά από τον αρμόδιο διατάκτη.

▼B

Άρθρο 161

1.  Το Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ) μπορεί να δέχεται χρηματοδοτήσεις καταλογιζόμενες σε πιστώσεις εγγεγραμμένες εκτός των τίτλων και των κεφαλαίων που αναφέρονται στο άρθρο 160 παράγραφος 1, στο πλαίσιο της συμμετοχής του, σε ανταγωνιστική βάση ή με διαπραγμάτευση, σε κοινοτικές ενέργειες χρηματοδοτούμενες, εν όλω ή εν μέρει, από το γενικό προϋπολογισμό.

2.  Οι πιστώσεις που αφορούν τις ενέργειες στις οποίες συμμετέχει το ΚΚΕρ σε ανταγωνιστική βάση εξομοιώνονται με έσοδα για ειδικό προορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 18. Οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που προκύπτουν από τα έσοδα αυτά καθίστανται διαθέσιμες ήδη από την πρόβλεψη της δημιουργούμενης απαίτησης.

Η εκτέλεση των πιστώσεων αυτών εμφαίνεται σε αναλυτική λογιστική του λογαριασμού αποτελέσματος της εκτέλεσης του προϋπολογισμού για καθεμιά από τις κατηγορίες ενεργειών στις οποίες αναφέρεται. Διαχωρίζεται δε από τα έσοδα που προέρχονται από χρηματοδοτήσεις από τρίτους (του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα) καθώς και από τα έσοδα που προέρχονται από άλλες υπηρεσίες που παρέχονται σε τρίτους από την Επιτροπή.

3.  Οι κανόνες σύναψης των συμβάσεων του τίτλου V του μέρους Ι δεν εφαρμόζονται στις δραστηριότητες για λογαριασμό τρίτων του ΚΚΕρ.

4.  Στο εσωτερικό του τίτλου του προϋπολογισμού του αναφερόμενου στον εκάστοτε τομέα ερευνητικής πολιτικής για τις άμεσες ενέργειες, η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 23, σε μεταφορές πιστώσεων μεταξύ κεφαλαίων εντός ορίου 15 % των πιστώσεων που εμφαίνονται στη γραμμή από την οποία γίνεται η μεταφορά.



ΤΙΤΛΟΣ IV

ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 162

1.  Οι διατάξεις των μερών I και III εφαρμόζονται στις εξωτερικές ενέργειες που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

2.  Οι πιστώσεις που προορίζονται για τις ενέργειες στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή:

α) είτε στο πλαίσιο ενισχύσεων που χορηγούνται αυτοτελώς·

β) είτε στο πλαίσιο συμφωνιών που συνάπτονται με μία ή περισσότερες δικαιούχους τρίτες χώρες·

γ) είτε στο πλαίσιο συμφωνιών με τους διεθνείς οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 53.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Υλοποίηση των ενεργειών

Άρθρο 163

►M1  Οι ενέργειες στις οποίες αναφέρεται ο παρών τίτλος είναι δυνατόν να υλοποιούνται κεντρικά από την Επιτροπή, με επιμερισμένη διαχείριση, κατά τρόπο αποκεντρωμένο από τη δικαιούχο τρίτη χώρα ή χώρες ή από κοινού με διεθνείς οργανισμούς, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 53 έως 57. ◄ Οι πιστώσεις που προορίζονται για τις εξωτερικές ενέργειες μπορούν να συνδυάζονται με κεφάλαια προερχόμενα από άλλες πηγές προκειμένου να υλοποιηθεί κοινός στόχος.

▼M1 —————

▼B

Άρθρο 165

Η υλοποίηση των ενεργειών από τις δικαιούχους τρίτες χώρες ή από τους διεθνείς οργανισμούς υπόκειται στον έλεγχο της Επιτροπής. Η ελεγκτική διαδικασία έχει είτε τη μορφή εκ των προτέρων έγκρισης είτε τη μορφή εκ των υστέρων ελέγχου είτε μεικτή μορφή.

Άρθρο 166

1.  Οι ενέργειες που αναλαμβάνονται οδηγούν στη σύναψη:

▼M1

α) χρηματοδοτικής συμφωνίας μεταξύ της Επιτροπής, ενεργούσας εξ ονόματος των Κοινοτήτων, και της δικαιούχου τρίτης χώρας ή των δικαιούχων τρίτων χωρών ή των οργανισμών που αυτές υποδεικνύουν, εφεξής «δικαιούχων»·

β) σύμβασης ή συμφωνίας επιδότησης μεταξύ της Επιτροπής και εθνικών ή διεθνών οργανισμών δημοσίου δικαίου ή μεταξύ της Επιτροπής και των φυσικών ή νομικών προσώπων που επιφορτίζονται με την υλοποίηση των ενεργειών.

Οι όροι υπό τους οποίους χορηγείται η εξωτερική βοήθεια τίθενται στη νομοθετική πράξη η οποία διέπει τις συμβάσεις και τις συμφωνίες επιδότησης των στοιχείων α) και β).

2.  Οι συμφωνίες χρηματοδότησης με τις δικαιούχους τρίτες χώρες στις οποίες αναφέρεται το στοιχείο α) της παραγράφου 1 συνάπτονται το αργότερο έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους Ν+1, όπου Ν το έτος κατά το οποίο έγινε η δημοσιονομική δέσμευση.

Οι ατομικές συμβάσεις, αποφάσεις και συμφωνίες επιδότησης με τις οποίες υλοποιούνται οι ως άνω συμφωνίες χρηματοδότησης εκδίδονται ή συνάπτονται το πολύ εντός των τριών ετών μετά την ημερομηνία της συμφωνίας χρηματοδότησης.

Οι ατομικές συμβάσεις και συμφωνίες που αφορούν λογιστικό έλεγχο και αξιολόγηση είναι δυνατόν να συνάπτονται αργότερα.

▼M1

3.  Η διάταξη της παραγράφου 2 δεν ισχύει για τα πολυετή προγράμματα στις ακόλουθες περιπτώσεις:

 διασυνοριακή συνεργασία, περιφερειακή ανάπτυξη, ανάπτυξη ανθρωπίνων πόρων και ανάπτυξη της υπαίθρου, ως συνιστώσες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1085/2006 του Συμβουλίου της 17ης Ιουλίου 2006, για τη θέσπιση μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας ( 19 ),

 Διασυνοριακή συνεργασία, ως συνιστώσα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1638/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2006, για τον καθορισμό γενικών διατάξεων σχετικά με τη θέσπιση ευρωπαϊκού μηχανισμού γειτονίας και εταιρικής σχέσης ( 20 ).

Στις περιπτώσεις αυτές ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

α) Μέρος δημοσιονομικής δέσμευσης για πολυετές πρόγραμμα αυτού του είδους αποδεσμεύεται αυτομάτως οσάκις, έως την 31η Δεκεμβρίου του τρίτου έτους μετά το έτος Ν κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η δημοσιονομική δέσμευση:

i) δεν έχει χρησιμοποιηθεί για προχρηματοδότηση, ή

ii) δεν έχει χρησιμοποιηθεί για ενδιάμεσες πληρωμές, ή

iii) δεν έχει υποβληθεί σχετικά δήλωση δαπανών.

β) Μέρος δημοσιονομικής δέσμευσης που παραμένει διαθέσιμο στις 31 Δεκεμβρίου 2017 και για το οποίο δεν έχει υποβληθεί έως την 31η Δεκεμβρίου 2018 δήλωση δαπανών αποδεσμεύεται αυτομάτως.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Σύναψη των συμβάσεων

Άρθρο 167

1.  Οι διατάξεις του άρθρου 56 και του κεφαλαίου 1 του τίτλου V του μέρους Ι οι οποίες αναφέρονται στις γενικές διατάξεις σύναψης των συμβάσεων εφαρμόζονται στις συμβάσεις που καλύπτονται από τον παρόντα τίτλο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων σχετικά με τα κατώτατα όρια και τις λεπτομέρειες σύναψης των εξωτερικών συμβάσεων που προβλέπονται στους κανόνες εφαρμογής. Οι αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια του παρόντος κεφαλαίου είναι:

α) η Επιτροπή, εξ ονόματος και για λογαριασμό ενός ή περισσοτέρων δικαιούχων·

β) ο δικαιούχος ή οι δικαιούχοι·

▼M1

γ) εθνικός ή διεθνής οργανισμός δημοσίου δικαίου ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι δικαιούχοι επιδότησης για την υλοποίηση εξωτερικής ενέργειας.

2.  Οι διαδικασίες ανάθεσης πρέπει να καθορίζονται στη συμφωνία χρηματοδότησης, στη συμφωνία επιδότησης ή στην απόφαση επιδότησης του άρθρου 166.

▼B

Άρθρο 168

1.  Η συμμετοχή σε διαγωνισμό είναι ανοικτή με ίσους όρους σε όλα τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των συνθηκών καθώς και, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες διατάξεις που προβλέπονται στις βασικές πράξεις που διέπουν τον τομέα της συνεργασίας, σε όλους τους υπηκόους, είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα, των δικαιούχων τρίτων χωρών ή και κάθε άλλης τρίτης χώρας που αναφέρεται ρητά στις εν λόγω πράξεις.

2.  Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δεόντως αιτιολογημένες, και σύμφωνα με τις συγκεκριμένες διατάξεις των βασικών πράξεων που διέπουν τον τομέα της συνεργασίας, είναι δυνατόν να επιτραπεί η συμμετοχή σε προσκλήσεις υποβολής προσφορών και υπηκόων τρίτων χωρών πέραν εκείνων στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1.

3.  Εφόσον εφαρμόζεται συμφωνία σχετικά με το άνοιγμα των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, στην οποία συμμετέχει η Κοινότητα, οι συμβάσεις που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό είναι επίσης ανοικτές στους υπηκόους τρίτων χωρών πέραν εκείνων στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 2, υπό τους όρους που τίθενται στη συμφωνία αυτή.



▼M1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Επιδοτήσεις

▼B

Άρθρο 169

Μια ενέργεια μπορεί να χρηματοδοτηθεί εξ ολοκλήρου από τον προϋπολογισμό μόνο εάν αυτό αποδειχθεί απαραίτητο για την υλοποίησή της.

▼M1

Άρθρο 169α

Οι διαδικασίες ως προς τις επιδοτήσεις προς εφαρμογή στην αποκεντρωμένη διαχείριση από τη δικαιούχου τρίτη χώρα καθορίζονται στις συμφωνίες χρηματοδότησης στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 166. Βασίζονται στους κανόνες που εκτίθενται στον τίτλο VI του μέρους Ι.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

Επαλήθευση των λογαριασμών

▼M1

Άρθρο 170

Κάθε χρηματοδοτική συμφωνία ή συμφωνία ή απόφαση επιδότησης πρέπει να προβλέπει ρητά την ελεγκτική αρμοδιότητα της Επιτροπής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, βάσει δικαιολογητικών και επιτόπου, η οποία ασκείται σε όλους τους αντισυμβαλλομένους και υπεργολάβους που έλαβαν κοινοτικούς πόρους.

▼B



ΤΙΤΛΟΣ V

ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Άρθρο 171

1.  Θεωρούνται «ευρωπαϊκές υπηρεσίες», για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος τίτλου, οι διοικητικές δομές που δημιουργούνται από ένα ή περισσότερα ευρωπαϊκά όργανα προς εκτέλεση ειδικών οριζόντιων καθηκόντων.

▼M1

2.  Οι διατάξεις του παρόντος τίτλου εφαρμόζονται στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF), εξαιρουμένων των άρθρων 174, 174α και 175 παράγραφος 2.

▼B

3.  Οι διατάξεις των μερών I και III εφαρμόζονται στη λειτουργία των ευρωπαϊκών υπηρεσιών με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Άρθρο 172

1.  Οι πιστώσεις κάθε ευρωπαϊκής υπηρεσίας, των οποίων το συνολικό ποσό είναι εγγεγραμμένο σε ειδική γραμμή του προϋπολογισμού εντός του τμήματος του προϋπολογισμού που αφορά την Επιτροπή, εμφανίζονται λεπτομερώς σε παράρτημα του τμήματος αυτού.

Το παράρτημα αυτό παρουσιάζεται με τη μορφή κατάστασης εσόδων και δαπανών, υποδιαιρούμενης κατά τον ίδιο τρόπο όπως και τα τμήματα του προϋπολογισμού.

Οι πιστώσεις που εγγράφονται στο παράρτημα αυτό καλύπτουν το σύνολο των οικονομικών αναγκών κάθε ευρωπαϊκής υπηρεσίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της προς εξυπηρέτηση των οργάνων.

2.  Ο πίνακας προσωπικού κάθε ευρωπαϊκής υπηρεσίας επισυνάπτεται στον πίνακα προσωπικού της Επιτροπής.

3.  Ο διευθυντής κάθε ευρωπαϊκής υπηρεσίας αποφασίζει τις μεταφορές πιστώσεων στο εσωτερικό του παραρτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή για τις μεταφορές αυτές.

4.  Οι λογαριασμοί κάθε ευρωπαϊκής υπηρεσίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των λογαριασμών των Κοινοτήτων, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 121.

▼M1

Άρθρο 173

Σε ό,τι αφορά τις πιστώσεις που εγγράφονται στο παράρτημα καθεμιάς από τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες, η Επιτροπή μεταβιβάζει τις εξουσίες διατάκτη στο διευθυντή της εκάστοτε υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 59.

▼B

Άρθρο 174

1.  Κάθε διοργανική ευρωπαϊκή υπηρεσία καταρτίζει αναλυτική λογιστική των δαπανών της, που επιτρέπει τον καθορισμό της αναλογίας των υπηρεσιών που παρέχονται σε κάθε όργανο. ►M1  Ο διευθυντής της υπηρεσίας καθορίζει, μετά την έγκρισή τους από την επιτροπή διευθύνσεως, τα κριτήρια στα οποία βασίζεται το λογιστικό σύστημα. ◄

2.  Η παρατήρηση η αναφερομένη στην ειδική γραμμή του προϋπολογισμού στην οποία εγγράφεται το σύνολο των πιστώσεων κάθε διοργανικής ευρωπαϊκής υπηρεσίας εμφανίζει, υπό μορφή πρόβλεψης, την εκτίμηση του κόστους των υπηρεσιών που παρέχει η εν λόγω υπηρεσία για κάθε ένα από τα όργανα, βάσει της αναλυτικής λογιστικής που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

3.  Κάθε διοργανική ευρωπαϊκή υπηρεσία γνωστοποιεί τα αποτελέσματα αυτής της αναλυτικής λογιστικής στα οικεία όργανα.

▼M1

Άρθρο 174α

1.  Κάθε κοινοτικό όργανο είναι δυνατόν να μεταβιβάσει εξουσίες διατάκτη στο διευθυντή διοργανικής ευρωπαϊκής υπηρεσίας για τη διαχείριση των πιστώσεων που εγγράφονται στο οικείο τμήμα του προϋπολογισμού, και καθορίζει τα όρια και τους όρους αυτής της μεταβίβασης εξουσιών.

2.  Ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που καθορίζονται στον τίτλο IV κεφάλαιο 8 του μέρους Ι.

▼M1

Άρθρο 175

Εφόσον η αποστολή ευρωπαϊκής υπηρεσίας συνεπάγεται παροχές εξ επαχθούς αιτίας προς τρίτους, ο οικείος διευθυντής καθορίζει, μετά την έγκρισή τους από την επιτροπή διευθύνσεως, τις συγκεκριμένες διατάξεις που διέπουν τον τρόπο εκτέλεσης των παροχών αυτών και την τήρηση των αντίστοιχων λογαριασμών.

▼M1 —————

▼B



ΤΙΤΛΟΣ VI

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

Άρθρο 177

Οι διατάξεις των μερών I και III εφαρμόζονται στις διοικητικές πιστώσεις με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στον παρόντα τίτλο.

Άρθρο 178

1.  Οι δαπάνες τρέχουσας διαχείρισης μπορούν, από την 15η Νοεμβρίου κάθε έτους, να αναλαμβάνονται προκαταβολικά εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. ►M1  Πάντως, αυτές οι αναλήψεις δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος. ◄ Δεν μπορούν να αφορούν νέες δαπάνες οι οποίες δεν έχουν γίνει ακόμη αποδεκτές κατ' αρχήν στον τελευταίο κανονικώς εγκριθέντα προϋπολογισμό.

2.  Οι δαπάνες, όπως τα μισθώματα, οι οποίες, δυνάμει νομοθετικών ή συμβατικών διατάξεων, πρέπει να πραγματοποιούνται εκ των προτέρων, μπορούν να πληρώνονται από την 1η Δεκεμβρίου εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. ►M1  Στην περίπτωση αυτή δεν ισχύει το όριο της παραγράφου 1. ◄

Άρθρο 179

1.  Οι διοικητικές πιστώσεις συνιστούν μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.

2.  Οι δαπάνες διοικητικής λειτουργίας που προκύπτουν από συμβάσεις οι οποίες καλύπτουν περιόδους υπερβαίνουσες το οικονομικό έτος, είτε σύμφωνα με τα τοπικά ήθη είτε για την προμήθεια υλικών εξοπλισμού, καταλογίζονται στον προϋπολογισμό του οικονομικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιούνται.

3.  Τα όργανα ενημερώνουν το συντομότερο δυνατόν τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής για κάθε σχέδιο σχετικό με ακίνητα που ενδέχεται να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό.

▼M1

Εάν οποιοδήποτε από τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σκοπεύει να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών για το σχέδιο σχετικά με ακίνητο, στο οικείο όργανο την πρόθεσή του να διατυπώσει σχετική γνώμη. Ελλείψει απαντήσεως, το οικείο όργανο είναι δυνατόν να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη δυνάμει της διοικητικής αυτονομίας του, με την επιφύλαξη του άρθρου 282 της συνθήκης ΕΚ και του άρθρου 185 της συνθήκης Ευρατόμ όσον αφορά την εκπροσώπηση της Κοινότητας.

Η γνώμη αυτή διαβιβάζεται στο οικείο όργανο εντός προθεσμίας δύο εβδομάδων από τη γνωστοποίηση αυτή.

▼M1



ΤΙΤΛΟΣ VΙΙ

ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ

Άρθρο 179α

Οι κανόνες εφαρμογής περιλαμβάνουν συγκεκριμένη διαδικασία για την επιλογή εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι αμείβονται βάσει προκαθορισμένων ποσών, για να επικουρούν τα όργανα, ιδίως στην αξιολόγηση προτάσεων, αιτήσεων επιδότησης και προσφορών καθώς και για την παροχή τεχνικής βοήθειας κατά την παρακολούθηση και την τελική αξιολόγηση σχεδίων που χρηματοδοτούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό.

▼B



ΜΕΡΟΣ III

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ



ΤΙΤΛΟΣ I

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

▼M1 —————

▼M1

Άρθρο 181

1.  Όσον αφορά τα ταμεία που αναφέρονται στο άρθρο 155 παράγραφος 1, για τα οποία οι βασικές πράξεις καταργήθηκαν πριν τεθεί σε εφαρμογή ο παρών κανονισμός, πιστώσεις που αποδεσμεύθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 157 παράγραφος 1 είναι δυνατόν να ανασυσταθούν σε περίπτωση προδήλου σφάλματος αποδιδόμενου αποκλειστικά στην Επιτροπή ή στην περίπτωση ανωτέρας βίας με σοβαρές επιπτώσεις στην εκτέλεση των πράξεων που στηρίχθηκαν από τα ταμεία αυτά.

2.  Η κεντρική βάση δεδομένων στην οποία αναφέρεται το άρθρο 95 θα δημιουργηθεί έως την 1η Ιανουαρίου 2009.

3.  Για τις μεταφορές πιστώσεων που αφορούν τις λειτουργικές δαπάνες στις οποίες αναφέρονται οι κανονισμοί για τα διαρθρωτικά ταμεία και το Ταμείο Συνοχής για την περίοδο προγραμματισμού 2000-2006, εφόσον απομένουν ποσά προς καταβολή από την Κοινότητα για την εκκαθάριση εκκρεμών κοινοτικών δεσμεύσεων έως την περάτωση της βοήθειας, η Επιτροπή μπορεί να πραγματοποιεί μεταφορές από τίτλο σε τίτλο, με την προϋπόθεση ότι οι σχετικές πιστώσεις:

 προορίζονται για τον ίδιο στόχο, ή

 αφορούν κοινοτικές πρωτοβουλίες ή μέτρα τεχνικής βοήθειας και καινοτομίας και μεταφέρονται σε ανάλογα μέτρα.

4.  Το άρθρο 30 παράγραφος 3 εφαρμόζεται στο ταμείο που αναφέρεται στο άρθρο 148 παράγραφος 1 για πρώτη φορά όσον αφορά τις πιστώσεις που καταλογίζονται στον προϋπολογισμό του 2008.

▼B



ΤΙΤΛΟΣ II

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 182

Για τα θέματα του προϋπολογισμού που εμπίπτουν στις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν την εξουσία να επιτυγχάνουν τη γνωστοποίηση όλων των σχετικών πληροφοριών και αιτιολογιών.

Άρθρο 183

Η Επιτροπή θεσπίζει τους κανόνες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 184

Κάθε τρία έτη και όποτε καθίσταται αναγκαίο, ο παρών κανονισμός επανεξετάζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 279 της συνθήκης ΕΚ και στο άρθρο 183 της συνθήκης Ευρατόμ, αφού ακολουθηθεί η διαδικασία συνεννόησης, εφόσον το ζητήσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 185

1.   ►M1  Η Επιτροπή θεσπίζει δημοσιονομικό κανονισμό-πλαίσιο των οργανισμών οι οποίοι δημιουργούνται από τις Κοινότητες, διαθέτουν νομική προσωπικότητα και λαμβάνουν πράγματι επιδοτήσεις που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό. ◄ Η δημοσιονομική ρύθμιση αυτών των οργανισμών μπορεί να αποκλίνει από τον κανονισμό-πλαίσιο μόνον όταν το επιβάλλουν οι ειδικές απαιτήσεις της λειτουργίας τους και με προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής.

2.  Η απαλλαγή για την εκτέλεση των προϋπολογισμών των οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 χορηγείται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν συστάσεως του Συμβουλίου.

3.  Ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής ασκεί έναντι των οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τις ίδιες αρμοδιότητες με εκείνες που του ανατίθενται έναντι των υπηρεσιών της Επιτροπής.

▼M1 —————

▼B

Άρθρο 186

Ο δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977 καταργείται.

Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα.

Άρθρο 187

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2003.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.




ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

(αναφερόμενος στο άρθρο 186)



Δημοσιονομικός κανονισμός της 21ης Δεκεμβρίου 1977

Δημοσιονομικός κανονισμός της 25ης Ιουνίου 2002

Μέρος Ι — Διατάξεις που εφαρμόζονται στον γενικό, προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Μέρος Ι — Κοινές διάταξεις

Τίτλος Ι: Γενικές αρχές

Τίτλος ΙΙ: Οι αρχές του προϋπολογισμού

Άρθρο 1, 1.1

Άρθρο 4, 4.1 και 4.2

Άρθρο 1, 1.2

Άρθρο 6

Άρθρο 1, 1.3

Άρθρο 179, 179.2

Άρθρο 1, 1.4 και 1.5

Άρθρο 7

Άρθρο 1, 1.6

Καταργείται

Άρθρο 1, 1.7

Άρθρο 77, 77.3

Άρθρο 2

Άρθρο 27 και 48, 48.2

Άρθρο 3

Άρθρο 28

Άρθρο 4, 4.1

Άρθρο 17

Άρθρα 4, 4.2

Άρθρα 17 και 18

Άρθρο 4, 4.3

Άρθρο 19

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρα 6 και 8

Άρθρο 7, 7.1

Άρθρο 9.1, 9.2, 9.4 και 9.6

Άρθρο 7, 7.2

Άρθρο 9.1, 9.2, 9.3, 9.5 και 9.6

Άρθρο 7, 7.3

Καταργείται

Άρθρο 7, 7.4

Άρθρο 10

Άρθρο 7, 7.5

Άρθρο 9.1

Άρθρο 7, 7.6

Άρθρα 11 και 157

Άρθρο 7, 7.7

Καταργείται, εκτός από άρθρο 156, 156.3

Άρθρο 7, 7.8

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 7, 7.9

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 8, 8.1

Άρθρο 12

Άρθρο 8, 8.2 και 8.3

Άρθρα 150, 150.3 και 178

Άρθρο 9

Άρθρο 13

Άρθρο 10

Άρθρο 29, 29.2

Άρθρο 11

Άρθρο 16

Τίτλος ΙΙ: Κατάρτιση και διάρθρωση που προϋπολογισμού

Τίτλος ΙΙΙ: Κατάρτιση και διάρθρωση του προϋπολογισμού

Τμήμα πρώτο: Κατάρτιση του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 1: Κατάρτιση του προϋπολογισμού

Άρθρο 12

Άρθρο 31

Άρθρο 13

Άρθρο 33

Άρθρο 14

Άρθρο 34

Άρθρο 15, εκτός από 15.2

Άρθρο 37

Άρθρα 15, 15.2, και 16, 16.2

Άρθρο 38

Άρθρο 16, 16.1

Άρθρο 35

Άρθρο 17

Άρθρο 36

Άρθρο 18

Άρθρο 39

Τμήμα ΙΙ: Διάρθρωση και παρουσίαση του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 2: Διάρθρωση και παρουσίαση του προϋπολογισμού

Άρθρο 19, 19.1

Άρθρα 40 και 41

Άρθρο 19, 19.2 και 19.3

Άρθρο 41

Άρθρο 19, 19.4

Άρθρο 43

Άρθρο 19, 19.5

Άρθρο 44

Άρθρο 19, 19.6

Καταργείται

Άρθρο 19, 19.7

Άρθρο 30, 30.1

Άρθρο 19, 19.8

Άρθρο 45

Άρθρο 20, εκτός από 20.4

Άρθρο 46

Άρθρο 20, 20.4

Άρθρο 47

Τίτλος ΙΙΙ: Εκτέλεση του προϋπολογισμού

Τίτλος IV: Εκτέλεση του προϋπολογισμού

Τμήμα πρώτο: Γενικές διατάξεις

Κεφάλαιο 1: Γενικές διατάξεις

Άρθρο 21

Άρθρο 58

Άρθρο 22, 22.1

Άρθρα 48 και 49

Άρθρο 22, 22.2

Άρθρα 50, 54.1 και 57.1

Άρθρο 22, 22.3

Καταργείται

Άρθρο 22, 22.4

Άρθρα 51, 52 και 59

Άρθρο 22, 22.4 α

Άρθρο 56

Άρθρο 22, 22.5

Άρθρο 1.2

Άρθρο 23

Άρθρο 84

Άρθρο 24

Καταργείται

Άρθρο 24 α

Άρθρα 85 και 86

Άρθρο 25

Άρθρο 61

Άρθρο 26, 26.1

Άρθρο 21

Άρθρο 26, 26.2 και 26.4

Άρθρο 22

Άρθρο 26, 26.3

Άρθρο 23

Άρθρο 26, 26.5

Άρθρο 24

Άρθρο 26, 26.6 και 7

Καταργείται

Άρθρο 26, 26.8 και 9

Άρθρο 25

Άρθρο 26, 26.10 και 11

Άρθρο 26

Άρθρο 27, 27.1

Άρθρο 20, 20.1

Άρθρο 27, 27.2 και 5

Καταργείται

Άρθρο 27, 27.2 α

Άρθρο 20, 20.2

Άρθρο 27, 27.3

Καταργείται

Άρθρο 27, 27.4

Άρθρο 20, 20.3

Τμήμα ΙΙ: Έσοδα του προϋπολογισμού και διαχείριση των χρηματικών διαθεσίμων

Κεφάλαιο 5: Πράξεις εσόδων

Άρθρο 28, 28.1

Άρθρο 70, 70.1

Άρθρο 28, 28.2

Άρθρο 71, 71.2

Άρθρο 28, 28.3

Άρθρο 70, 70.2

Άρθρο 28 α

Άρθρο 74

Άρθρο 29

Άρθρο 73

Άρθρο 30

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 31

Άρθρο 69

Άρθρο 32

Άρθρο 15

Άρθρο 33

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 34

Άρθρο 131

Άρθρο 35

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Τμήμα ΙΙΙ: Ανάληψη, εκκαθάριση, εντολή και πληρωμή των δαπανών

Κεφάλαιο 6: Πράξεις δαπανών

Άρθρο 36

Άρθρα 77, 77.1 και 2 και 166, 166.2

Άρθρο 37

Καταργείται

Άρθρο 38

Καταργείται

Άρθρο 39

Καταργείται

Άρθρο 40

Άρθρο 79

Άρθρο 41

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 42

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 43

Άρθρο 80

Άρθρο 44

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 45

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 46

Άρθρο 81

Άρθρο 47

Καταργείται

Άρθρο 48

Καταργείται

Άρθρο 49

Άρθρο 71, 71.4

Άρθρο 50

Καταργείται

Άρθρο 51, 51.1

Καταργείται

Άρθρο 51, 51.2

Άρθρο 82

Άρθρο 51, 51.3

Καταργείται

Άρθρο 52

Καταργείται

Άρθρο 53

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 54

Άρθρο 63

Τμήμα IV: Διαχείριση των θέσεων απασχόλησης

 

Άρθρο 55

Καταργείται

Τίτλος IV: Σύναψη συμβάσεων, απογραφές, λογιστική

Τίτλος V: Σύναψη δημοσίων συμβάσεων

Τμήμα Ι: Συμβάσεις προμηθειών, έργων και υπηρεσιών, αγορών και μισθώσεων

 

Άρθρο 56

Άρθρο 105

Άρθρο 57

Καταργείται

Άρθρο 58, 58.1

Άρθρα 88, 89, 89.2 και 91

Άρθρο 58, 58.2

Άρθρο 90

Άρθρο 58, 58.3

Άρθρο 97, 97.1

Άρθρο 58, 58.4

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 59

Άρθρο 91, 91.2

Άρθρο 60

Άρθρο 91, 91.3

Άρθρο 61

Καταργείται

Άρθρο 62

Άρθρο 89, 89.1

Άρθρο 63

Καταργείται

Άρθρο 64

Καταργείται

Άρθρο 64 α

Άρθρο 102

Τμήμα ΙΙ: Απογραφές κινητών και ακινήτων

Τίτλος VII: Απόδοση των λογαριασμών και λογιστική

 

Κεφάλαιο 4: Απογραφή των ακινητοποιήσεων

Άρθρο 65

Άρθρο 138, 138.1

Άρθρο 66

Άρθρο 138, 138.2

Άρθρο 67

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 68

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Τμήμα ΙΙΙ: Λογιστική

Κεφάλαιο 3: Λογιστική

Άρθρο 69

Άρθρα 132 και 133

Άρθρο 70

Άρθρα 132, 133, 134 και 137

Άρθρο 70 α

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 71

Καταργείται

Άρθρο 72

Άρθρα 132, 132.3 και 136

Τίτλος V: Ευθύνη των διατακτών, των δημοσιονομικών ελεγκτών των υπολόγων και των υπολόγων παγίων προκαταβολών

Τίτλος IV: Εκτέλεση του προϋπολογισμού

Κεφάλαιο 4: Ευθύνη των δημοσιονομικών παραγόντων

Άρθρο 73

Άρθρο 66

Άρθρο 74

Καταργείται

Άρθρο 75, 75.1

Άρθρο 67

Άρθρο 75, 75.2

Άρθρο 68

Άρθρο 75, 75.3

Καταργείται

Άρθρο 75, 75.4

Καταργείται

Άρθρο 75, 75.5

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 76

Άρθρο 65, 65.2

Άρθρο 77

Καταργείται

Τίτλος VI: Απόδοση και έλεγχος των λογαριασμών

Τίτλος VII: Απόδοση των λογαριασμών και λογιστική

Κεφάλαιο 1: Απόδοση των λογαριασμών

Άρθρο 78

Άρθρο 128

Άρθρο 79

Άρθρο 128

Άρθρο 80

Άρθρα 122 και 127

Άρθρο 81

Άρθρα 126 και 128

Άρθρο 82

Άρθρο 128, 128.2

Άρθρο 83, 83.1

Άρθρο 140, 140.3

Άρθρο 83, 83.2 έως 4

Άρθρο 139

Άρθρο 84

Καταργείται

Άρθρο 85

Άρθρο 140, 140.1 και 2

Άρθρο 86

Άρθρο 141

Άρθρο 87

Άρθρο 142, 142.1 έως 5

Άρθρο 88

Άρθρο 143

Άρθρο 88α

Καταργείται

Άρθρο 89, 89.1

Άρθρο 145, 145.1

Άρθρο 89, 89.2, 3 και 5

Άρθρο 146

Άρθρο 89, 89.4

Άρθρο 145, 145.2 και 3

Άρθρο 89, 89.6

Καταργείται

Άρθρο 89, 89.7 και 8

Άρθρο 147

Άρθρο 89, 89.9 και 10

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 90

Άρθρο 144

Τίτλος VII: Ειδικές διατάξεις που εφαρμόζονται στις πιστώσεις έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης

Μέρος ΙΙ: Ειδικές διατάξεις

Τίτλος ΙΙΙ: Έρευνα

Άρθρο 91

Άρθρο 160, 160.1

Άρθρο 92, 92.1 και 2

Άρθρο 160, 160.1

Άρθρο 92, 92.3

Άρθρο 161, 161.1

Άρθρο 92, 92.4

Άρθρο 161, 161.3

Άρθρο 93

Καταργείται

Άρθρο 94

Καταργείται

Άρθρο 95

Άρθρο 161, 161.4

Άρθρο 96, 96.1 και 4

Άρθρο 161, 161.2

Άρθρο 96, 96.2 και 3

Καταργείται

Άρθρο 97

Καταργείται

Τίτλος VIII: Ειδικές διατάξεις εφαρμοζόμενες επί του ευρωπαϊκού γεωργικού ταμείου προσανατολισμού και εγγυήσεω, τμήμα «εγγυήσεων»

Μέρος ΙΙ: Ειδικές διατάξεις

Τίτλος Ι: Ευρωπαϊκό γεωργικό ταμείο προσανατολισμού και εγγυησεών, «τμήμα εγγυησεων»

Άρθρο 98

Άρθρο 148

Άρθρο 99, 99.1

Άρθρο 150, 150.1 και 2

Άρθρο 99, 99.2

Καταργείται

Άρθρο 100

Άρθρο 151, 151.1

Άρθρο 101

Άρθρο 152

Άρθρο 102

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 103

Άρθρο 151, 151.2

Άρθρο 104

Άρθρο 153

Τίτλος IX: Ειδικές διατάξεις για τις εξωτερικές ενισχύσεις

Μέρος ΙΙ: Ειδικές διατάξεις

Τίτλος IV: Εξωτερικές ενέργειες

Τμήμα 1: Γενικές διατάξεις

Κεφάλαιο 1: Γενικές διατάξεις

Άρθρο 105, 105.1 και 2

Άρθρο 162

Άρθρο 105, 105.3

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 105, 105.4

Καταργείται

Άρθρο 105, 105.5

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 106, 106.1

Άρθρο 166

Άρθρο 106, 106.2

Καταργείται

Άρθρο 106, 106.3

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Τμήμα ΙΙ: Εφαρμογή

Κεφάλαιο 2: Υλοποίηση των ενεργειών

Άρθρο 107

Καταργείται

Άρθρο 108

Καταργείται

Άρθρο 109

Καταργείται

Άρθρο 110

Καταργείται

Άρθρο 111

Καταργείται

Τμήμα ΙΙΙ: Σύναψη των συμβάσεων

Κεφάλαιο 3: Σύναψη των συμβάσεων

Άρθρο 112

Άρθρο 167, 167.1

Άρθρο 113

Άρθρο 167, 167.2

Άρθρο 114

Άρθρο 168

Άρθρο 115

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 116

Καταργείται

Άρθρο 117

Καταργείται

Άρθρο 118

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 119

Καταργείται

Τμήμα IV: Έλεγχος των λογαριασμών

Κεφάλαιο 4: Επαλήθευση των λογαριασμών

Άρθρο 120

Άρθρο 170

Τίτλος X: Ειδικές διατάξεις για τη διαχείριση των πιστώσεων που αφορούν το προσωπικό των γραφείων και παραρτημάτων εντός της Κοινότητας και των αντιπροσωπειών εκτός Κοινότητας, καθώς και την αντίστοιχη διοικητική λειτουργία

Καταργείται

Άρθρο 121

Καταργείται

Άρθρο 122 (καταργείται)

Καταργείται

Άρθρο 123

Καταργείται

Τίτλος XI: Ειδικές διατάξεις εφαρμοζόμενες επί των χρηματοδοτικών συμμετοχών τρίτων ή διαφόρων οργανισμών στις δραστηριότητες της Κοινότητας

Καταργείται

Τμήμα Ι: Διατάξεις γενικής ισχύος

 

Άρθρα 124 έως 126

Άρθρο 18.1, εδάφιο δ)

Τμήμα ΙΙ: Διατάξεις εφαρμοζόμενες επί των συμμετοχών που προβλέπονται στα πλαίσια της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο

 

Άρθρο 127 έως 132

Άρθρο 18.1, εδάφιο δ)

Τίτλος ΧΙα: Ειδικές διατάξεις εφαρμοζόμενες επί των κυρώσεων που αναφέρονται στο τμήμα 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97

 

Άρθρο 132 α

Άρθρο 18.1, εδάφιο β)

Τίτλος XII: Ειδικές διατάξεις εφαρμοζόμενες επί της Υπηρεσίας επισήμων Εκδωσεων των Ευρωπαϊκών

Τίτλος V: Ευρωπαϊκές υπηρεσίες

Άρθρο 133

Άρθρο 171 έως 175

Μέρος ΙΙ: Διατάξεις εφαρμοζόμενες επί των δανειοληπτικών και δανειοδοτικών πραξεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

 

Άρθρο 134

Άρθρο 130

Άρθρο 135

Παραπομπή στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 183

Άρθρο 136

Καταργείται

Άρθρο 137

Άρθρο 142, 142.6

Μέρος ΙΙΙ: Μεταβατικές και τελικες διατάξεις

Μέρος ΙΙΙ: Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 138

Άρθρο 182

Άρθρο 139

Άρθρο 183

Άρθρο 140

Άρθρο 184

Άρθρο 141

Άρθρο 186

Άρθρο 142

Άρθρο 185

Άρθρο 143

Άρθρο 187



( 1 ) ΕΕ C 96 Ε της 27.3.2001, σ. 1, και ΕΕ C 103 Ε της 30.4.2002, σ. 292.

( 2 ) ΕΕ C 153 Ε της 27.6.2002, σ. 236.

( 3 ) ΕΕ C 162 της 5.6.2001, σ. 1 και ΕΕ C 92 της 17.4.2002, σ. 1.

( 4 ) ΕΕ C 260 της 17.9.2001, σ. 42.

( 5 ) ΕΕ L 356 της 31.12.1977, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ) αριθ. 762/2001 (ΕΕ L 111 της 20.4.2001, σ. 1).

( 6 ) ΕΕ L 161 της 26.6.1999, σ. 1.

( 7 ) ΕΕ L 198 της 21.7.2001, σ. 1.

( 8 ) ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

( 9 ) ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

( 10 ) ΕΕ L 11, 16.1.2003, σ. 1.

( 11 ) ΕΕ L 134, 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2083/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 333, 20.12.2005, σ. 28).

( 12 ) ΕΕ L 209, 11.8.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 320/2006 (ΕΕ L 58, 28.2.2006, σ. 42).

( 13 ) ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1405/2006 (ΕΕ L 265 της 26.9.2006, σ. 1)

( 14 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1290/2005.

( 15 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1080/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 1).

( 16 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1081/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 12).

( 17 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1084/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006, για την ίδρυση Ταμείου Συνοχής (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 79).

( 18 ) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1198/2006 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 2006, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλιείας (ΕΕ L 223 της 15.8.2006, σ. 1)

( 19 ) ΕΕ L 210, 31.7.2006, σ. 82.

( 20 ) ΕΕ L 310, 9.11.2006, σ. 1

Top