EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 02002R1406-20061231

Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2002 σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για την ασφάλεια στη θάλασσα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2002/1406/2006-12-31

2002R1406 — EL — 31.12.2006 — 003.002


Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

►B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Ιουνίου 2002

σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για την ασφάλεια στη θάλασσα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(ΕΕ L 208, 5.8.2002, p.1)

Τροποποιείται από:

 

 

Επίσημη Εφημερίδα

  No

page

date

►M1

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1644/2003 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 22ας Ιουλίου 2003

  L 245

10

29.9.2003

►M2

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 724/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 31ης Μαρτίου 2004

  L 129

1

29.4.2004

►M3

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (εκ) αριθ. 2038/2006 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Δεκεμβρίου 2006

  L 386

14

29.12.2006




▼B

ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Ιουνίου 2002

σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για την ασφάλεια στη θάλασσα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)



ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής ( 1 ),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 2 ),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών ( 3 ),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης ( 4 ),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Κοινότητα έχει υιοθετήσει μεγάλο αριθμό νομοθετικών μέτρων για τη βελτίωση της ασφάλειας και την πρόληψη της ρύπανσης στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Προκειμένου να είναι αποτελεσματική, η εν λόγω νομοθεσία πρέπει να εφαρμόζεται σωστά και ενιαία σε όλη την Κοινότητα. Αυτό θα διασφαλίσει τον ανταγωνισμό επί ίσοις όροις, θα μειώσει τη στρέβλωση του ανταγωνισμού που οφείλεται στα οικονομικά πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν τα μη συμμορφούμενα πλοία και θα επιβραβεύσει τους σοβαρούς παράγοντες της ναυτιλίας.

(2)

Ορισμένα καθήκοντα που εκτελούνται επί του παρόντος σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο, θα μπορούσαν να ανατεθούν σε εξειδικευμένο όργανο εμπειρογνωμόνων. Πράγματι, υπάρχει ανάγκη τεχνικής και επιστημονικής στήριξης και ενός μόνιμου υψηλού επιπέδου εμπειρογνωμοσύνης για την ορθή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στους τομείς της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία, για την παρακολούθηση της εφαρμογής της νομοθεσίας και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των ισχυόντων μέτρων. Συνεπώς, είναι αναγκαία η σύσταση ενός ευρωπαϊκού οργανισμού για την ασφάλεια στη θάλασσα («οργανισμός»), στο πλαίσιο της υφιστάμενης θεσμικής διάρθρωσης και της ισορροπίας δυνάμεων στην Κοινότητα.

(3)

Γενικά, ο οργανισμός θα πρέπει να αποτελεί το τεχνικό όργανο που θα παρέχει στην Κοινότητα τα αναγκαία μέσα ώστε να δρα αποτελεσματικά για τη βελτίωση των κανόνων που αφορούν την ασφάλεια στη θάλασσα και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία. Ο οργανισμός θα πρέπει να συνδράμει την Επιτροπή στη διαρκή ενημέρωση της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία και να παρέχει την αναγκαία στήριξη για τη διασφάλιση της συγκλίνουσας και αποτελεσματικής εφαρμογής της εν λόγω νομοθεσίας σε όλη την επικράτεια της Κοινότητας επικουρώντας την Επιτροπή στην εκτέλεση των καθηκόντων που της ανατίθενται δυνάμει της υφισταμένης και της μελλοντικής κοινοτικής νομοθεσίας για την ασφάλεια στη θάλασσα και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία.

(4)

Για την προσήκουσα επίτευξη των στόχων του, ο οργανισμός πρέπει να εκτελεί έναν αριθμό σημαντικών άλλων καθηκόντων που στοχεύουν στη βελτίωση της ασφάλειας στη θάλασσα και της πρόληψης της ρύπανσης από πλοία στα ύδατα των κρατών μελών. Εν προκειμένω, ο οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται με τα κράτη μέλη για να οργανωθούν οι κατάλληλες δραστηριότητες κατάρτισης σε θέματα συναφή με τον έλεγχο του κράτους του λιμένα και του κράτους της σημαίας και για να παρασχεθεί τεχνική βοήθεια στην εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. Θα πρέπει να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, όπως ορίζει η οδηγία 2002/59/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2002, για τη δημιουργά κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας 97/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου ( 5 ), ειδικότερα αναπτύσσοντας και θέτοντας σε λειτουργία οποιοδήποτε σύστημα πληροφοριών είναι απαραίτητο για τους στόχους της οδηγίας, και στις δραστηριότητες που αφορούν τις έρευνες σχετικά με σοβαρά θαλάσσια ατυχήματα. Θα πρέπει να παρέχει στην Επιτροπή και τα κράτη μέλη αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες πληροφορίες και δεδομένα για την ασφάλεια στη θάλασσα και για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία ώστε να τα καταστήσει ικανά να αναλάβουν τυχόν απαραίτητες πρωτοβουλίες ενίσχυσης των ήδη εφαρμοζομένων μέτρων και αξιολόγησης της αποτελεσματικότητάς τους. Θα πρέπει να θέσει στη διάθεση των υποψήφιων προς ένταξη κρατών την κοινοτική τεχνογνωσία σε θέματα ασφάλειας στη θάλασσα. Θα πρέπει να είναι ανοικτός στη συμμετοχή των κρατών αυτών και άλλων τρίτων χωρών που έχουν συνάψει συμφωνίες με την Κοινότητα βάσει των οποίων υιοθετούν και εφαρμόζουν την κοινοτική νομοθεσία στον τομέα της ασφάλειας στη θάλασσα και της ρύπανσης από πλοία.

(5)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να ενθαρρύνει την ανάπτυξη καλύτερης συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών και να αναπτύσσει και να διαδίδει βέλτιστες πρακτικές στην Κοινότητα, πράγμα που θα συμβάλλει στη βελτίωση του συνολικού καθεστώτος ασφάλειας στη θάλασσα στην Κοινότητα, καθώς και στη μείωση του κινδύνου θαλασσίων ατυχημάτων, θαλάσσιας ρύπανσης και απώλειας ανθρώπινων ζωών στη θάλασσα.

(6)

Για την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στον οργανισμό, οι αξιωματούχοι του ενδείκνυται να πραγματοποιούν επισκέψεις στα κράτη μέλη, προκειμένου να παρακολουθούν τη συνολική λειτουργία του κοινοτικού καθεστώτος ασφάλειας στη θάλασσα και πρόληψης της ρύπανσης από πλοία. Οι επισκέψεις θα πρέπει να πραγματοποιούνται βάσει πολιτικής την οποία καθορίζει το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού και να διευκολύνονται από τις αρχές των κρατών μελών.

(7)

Ο οργανισμός θα πρέπει να εφαρμόζει τη σχετική κοινοτική νομοθεσία για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα και την προστασία των ατόμων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Θα πρέπει να παρέχει στο κοινό και σε κάθε ενδιαφερόμενο αντικειμενικές, αξιόπιστες και κατανοητές πληροφορίες σχετικά με το έργο του.

(8)

Όσον αφορά τη συμβατική ευθύνη του οργανισμού, η οποία διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται επί των συμβάσεων που συνάπτονται από τον οργανισμό, αρμόδιο να λαμβάνει αποφάσεις θα πρέπει να είναι το Δικαστήριο, δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιέχεται στη σύμβαση. Το Δικαστήριο θα πρέπει να είναι επίσης αρμόδιο για τις διαφορές που αφορούν την αποζημίωση για κάθε ζημία που προκύπτει από την εξωσυμβατική ευθύνη του οργανισμού.

(9)

Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία του οργανισμού, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο, στο οποίο έχουν ανατεθεί οι αναγκαίες εξουσίες για την κατάρτιση του προϋπολογισμού, την παρακολούθηση της εκτέλεσής του, την έγκριση του κατάλληλου δημοσιονομικού κανονισμού, τη θέσπιση διαφανών διαδικασιών λήψης αποφάσεων εκ μέρους του οργανισμού, την έγκριση του προγράμματος εργασίας του, την εξέταση αιτημάτων κρατών μελών για τεχνική βοήθεια, τον καθορισμό πολιτικής για τις επισκέψεις στα κράτη μέλη καθώς και το διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή. Λόγω του άκρως τεχνικού και επιστημονικού χαρακτήρα της αποστολής και των καθηκόντων του συγκεκριμένου οργανισμού, σκόπιμο είναι το διοικητικό του συμβούλιο να απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος και τέσσερις αντιπροσώπους της Επιτροπής που θα διαθέτουν υψηλό επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης. Για να εξασφαλιστεί περαιτέρω το υψηλότερο δυνατό επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης και πείρας του διοικητικού συμβουλίου και προκειμένου οι πλέον ενδιαφερόμενοι κλάδοι να συμμετέχουν εκ του σύνεγγυς στις εργασίες του οργανισμού, η Επιτροπή θα πρέπει να διορίζει ανεξάρτητους επαγγελματίες των κλάδων αυτών ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου άνευ δικαιώματος ψήφου, βάσει της προσωπικής τους αξίας και πείρας στον τομέα της θαλάσσιας ασφάλειας και της πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία και όχι ως αντιπροσώπους συγκεκριμένων επαγγελματικών οργανώσεων.

(10)

Η εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού προϋποθέτει ότι ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται βάσει της αξίας του και των τεκμηριωμένων διοικητικών και διευθυντικών του ικανοτήτων καθώς και της επάρκειας και της πείρας του όσον αφορά τη θαλάσσια ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία, και ότι διαθέτει πλήρη ανεξαρτησία και ευελιξία όσον αφορά την οργάνωση της εσωτερικής λειτουργίας του οργανισμού. Για το σκοπό αυτό, ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να προετοιμάζει και να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα σωστής υλοποίησης του προγράμματος εργασίας του οργανισμού, θα πρέπει να εκπονεί ετησίως σχέδιο γενικής έκθεσης που υποβάλλεται στο διοικητικό συμβούλιο, θα πρέπει να καταρτίζει καταστάσεις προβλέψεων εσόδων και δαπανών του οργανισμού και να εκτελεί τον προϋπολογισμό.

(11)

Για την εξασφάλιση της πλήρους αυτονομίας και ανεξαρτησίας του οργανισμού, θεωρείται αναγκαίο να του παραχωρηθεί ανεξάρτητος προϋπολογισμός, τα έσοδα του οποίου θα προέρχονται κυρίως από συνεισφορά της Κοινότητας.

(12)

Κατά τα τελευταία χρόνια, με τη δημιουργία όλο και περισσότερων αποκεντρωμένων οργανισμών, η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή επεδίωξε να βελτιώσει τη διαφάνεια και τον έλεγχο της διαχείρισης των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων προς τους οργανισμούς αυτούς, ιδίως σε ό,τι αφορά την εγγραφή των εισφορών στον προϋπολογισμό, το δημοσιονομικό έλεγχο, την εξουσία περί χορήγησης απαλλαγής, τη συμμετοχή στο συνταξιοδοτικό καθεστώς και την εσωτερική διαδικασία του προϋπολογισμού (κώδικας συμπεριφοράς). Παρομοίως, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την ευρωπαϊκή υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF) ( 6 ) θα πρέπει να εφαρμόζονται άνευ περιορισμών στον οργανισμό, ο οποίος θα πρέπει να προσχωρήσει στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιεί η ευρωπαϊκή υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης (OLAF) ( 7 ).

(13)

Εντός πέντε ετών από της αναλήψεως καθηκόντων από τον οργανισμό, το διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να αναθέσει τη διεξαγωγή ανεξάρτητης εξωτερικής αξιολόγησης ώστε να εκτιμηθεί η επίδραση του παρόντος κανονισμού, του οργανισμού και των εργασιακών του μεθόδων στη θέσπιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας στη θάλασσα και πρόληψης της ρύπανσης από πλοία,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

Άρθρο 1

Στόχοι

▼M2

1.  Ο παρών κανονισμός συστήνει Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια της Ναυσιπλοΐας (ο «Οργανισμός») με σκοπό τη διασφάλιση υψηλού, ομοιόμορφου και αποτελεσματικού επιπέδου ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, ασφάλειας στη θάλασσα, εντός των ορίων των καθηκόντων που ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) σημείο iv), πρόληψης της ρύπανσης και αντιμετώπισης της ρύπανσης από πλοία εντός της Κοινότητας.

2.  Ο Οργανισμός παρέχει στα κράτη μέλη και την Επιτροπή την αναγκαία τεχνική και επιστημονική βοήθεια, καθώς και τεχνογνωσία υψηλού επιπέδου, για να τα συνδράμει στην ορθή εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στους τομείς της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας στη θάλασσα εντός των ορίων των καθηκόντων που ορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο β) σημείο iv) της πρόληψης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία, της παρακολούθησης της εφαρμογής της και της αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των ισχυόντων μέτρων.

▼M2

3.  Ο Οργανισμός παρέχει στα κράτη μέλη και την Επιτροπή τεχνική και επιστημονική συνδρομή στον τομέα της, ακούσιας ή εκούσιας, ρύπανσης από πλοία και υποστηρίζει, κατόπιν αιτήματος, με πρόσθετα μέσα και κατά τρόπο οικονομικώς αποδοτικό τους μηχανισμούς επέμβασης των κρατών μελών σε περίπτωση ρύπανσης, με την επιφύλαξη της ευθύνης των παράκτιων κρατών να διαθέτουν κατάλληλους μηχανισμούς αντιμετώπισης περιστατικών ρύπανσης και του σεβασμού της υπάρχουσας συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών στο συγκεκριμένο τομέα. Δρα στηρίζοντας το κοινοτικό πλαίσιο συνεργασίας στον τομέα της, ακούσιας ή εκούσιας, θαλάσσιας ρύπανσης που καθιερώθηκε με την απόφαση αριθ. 2850/2000/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2000, για τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου συνεργασίας στον τομέα της ακούσιας ή εκούσιας θαλάσσιας ρύπανσης ( 8 ) και τον κοινοτικό μηχανισμό για τη διευκόλυνση της ενισχυμένης συνεργασίας στις επεμβάσεις βοήθειας της πολιτικής προστασίας, που καθιερώθηκε με την απόφαση 2001/792/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, περί κοινοτικού μηχανισμού για τη διευκόλυνση της ενισχυμένης συνεργασίας στις επεμβάσεις βοήθειας της πολιτικής προστασίας. ( 9 )

▼M2

Άρθρο 2

Για να διασφαλισθεί ότι οι στόχοι που εκτίθενται στο άρθρο 1 πληρούνται καταλλήλως, ο Οργανισμός εκτελεί τα ακόλουθα καθήκοντα:

α) παρέχει συνδρομή στην Επιτροπή, όπου απαιτείται, στις προπαρασκευαστικές εργασίες ενημέρωσης και κατάρτισης της κοινοτικής νομοθεσίας στους τομείς της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας και της ασφάλειας στη θάλασσα, της πρόληψης της ρύπανσης και της αντιμετώπισης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία, ιδίως σε συνάρτηση με την ανάπτυξη διεθνούς νομοθεσίας στον εν λόγω τομέα. Το έργο αυτό περιλαμβάνει την ανάλυση των ερευνητικών σχεδίων που υλοποιούνται στον τομέα της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας στη θάλασσα, της πρόληψης της ρύπανσης και της αντιμετώπισης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία·

β) συνδράμει την Επιτροπή στην αποτελεσματική εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και την ασφάλεια στη θάλασσα, την πρόληψη της ρύπανσης και την αντιμετώπιση της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία σε ολόκληρη την Κοινότητα. Ειδικότερα, ο Οργανισμός:

i) παρακολουθεί τη συνολική λειτουργία του κοινοτικού καθεστώτος ελέγχου από το κράτος του λιμένα, το οποίο ενδεχομένως συμπεριλαμβάνει επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη, και προτείνει στην Επιτροπή πιθανές βελτιώσεις στον τομέα αυτό,

ii) παρέχει στην Επιτροπή την αναγκαία τεχνική βοήθεια για συμμετοχή στις εργασίες των τεχνικών οργανισμών του Μνημονίου συνεννόησης των Παρισίων για τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος του λιμένα,

iii) παρέχει συνδρομή στην Επιτροπή στην εκτέλεση οιουδήποτε καθήκοντος της ανατίθεται από την υφιστάμενη και μελλοντική κοινοτική νομοθεσία για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, την πρόληψη ρύπανσης από πλοία και την επέμβαση σε περίπτωση ρύπανσης από πλοία, και κυρίως τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στους νηογνώμονες, στην ασφάλεια των επιβατηγών πλοίων, καθώς και στα πρότυπα ασφάλειας, εκπαίδευσης, πιστοποίησης και εκτέλεσης φυλακών των ναυτικών, συμπεριλαμβανομένων του ελέγχου της συμμόρφωσης τρίτων χωρών με τις απαιτήσεις της Διεθνούς Σύμβασης του 1978 για πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών και των μέτρων για την πρόληψη της απάτης στα πιστοποιητικά επάρκειας,

iv) παρέχει στην Επιτροπή τεχνική υποστήριξη για την επιτέλεση των καθηκόντων επιθεώρησης που της ανατίθενται με το άρθρο 9, παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις ( 10 ). Η υποστήριξη του Οργανισμού προς την Επιτροπή περιορίζεται σε πλοία και σχετικές εταιρείες, καθώς και σε αναγνωρισμένους οργανισμούς ασφαλείας που έχουν εξουσιοδοτηθεί να αναλαμβάνουν ορισμένες δραστηριότητες σχετικά με την ασφάλεια στο πλαίσιο αυτό

γ) συνεργάζεται με τα κράτη μέλη:

i) για την οργάνωση, όταν υπάρχει ανάγκη, σχετικών δραστηριοτήτων κατάρτισης σε τομείς που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του κράτους του λιμένα και του κράτους της σημαίας,

ii) για την ανάπτυξη τεχνικών λύσεων και την παροχή τεχνικής βοήθειας όσον αφορά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας,

iii) για την υποστήριξη, με πρόσθετα μέτρα, με τρόπο οικονομικώς αποδοτικό, μέσω του κοινοτικού μηχανισμού για θέματα πολιτικής προστασίας, που καθιερώθηκε με την απόφαση 2001/792/ΕΚ, Ευρατόμ, των δράσεών τους για την αντιμετώπιση περιστατικών, ακούσιας ή εκούσιας, ρύπανσης που προκαλείται από πλοία, εφόσον υποβάλλεται σχετικό αίτημα. Στο πλαίσιο αυτό, ο Οργανισμός παρέχει συνδρομή στα πληγέντα κράτη μέλη στα οποία λαμβάνουν χώρα οι επιχειρήσεις απορρύπανσης·

δ) διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στους τομείς που καλύπτονται από την οδηγία 2002/59/ΕΚ. Ειδικότερα, ο Οργανισμός:

i) προάγει τη συνεργασία μεταξύ παράκτιων κρατών στις περιοχές ναυτιλίας τις οποίες αφορούν οι τομείς που καλύπτονται από την εν λόγω οδηγία,

ii) εκπονεί και θέτει σε λειτουργία οιοδήποτε σύστημα πληροφοριών το οποίο απαιτείται για την επίτευξη των στόχων της εν λόγω οδηγίας·

ε) διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στην ανάπτυξη κοινής μεθοδολογίας, συνεκτιμώντας δεόντως τα διάφορα νομικά συστήματα στα κράτη μέλη, για τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων δυνάμει των συμφωνημένων διεθνών αρχών, στην παροχή στήριξης στα κράτη μέλη για τη διερεύνηση σοβαρών ναυτικών ατυχημάτων και στην ανάλυση υφιστάμενων εκθέσεων διερεύνησης ατυχημάτων·

στ) παρέχει στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες πληροφορίες και δεδομένα που αφορούν την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, την ασφάλεια στη θάλασσα, και τη ρύπανση από πλοία ώστε να μπορούν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για τη βελτίωση των ενεργειών τους στους εν λόγω τομείς και να αξιολογούν την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων μέτρων. Στα καθήκοντα αυτά περιλαμβάνεται η συλλογή, καταγραφή και αξιολόγηση τεχνικών δεδομένων στους τομείς της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας στη θάλασσα και της θαλάσσιας κυκλοφορίας, καθώς και στον τομέα της θαλάσσιας ρύπανσης, ακούσιας ή εκούσιας, η συστηματική αξιοποίηση των υφιστάμενων βάσεων δεδομένων, συμπεριλαμβανομένου του αμφίδρομου εμπλουτισμού τους και, όπου είναι αναγκαίο, η ανάπτυξη συμπληρωματικών βάσεων δεδομένων. Βάσει των δεδομένων που έχει συλλέξει, ο Οργανισμός συνδράμει την Επιτροπή στη δημοσίευση, σε εξαμηνιαία βάση, πληροφοριών που αφορούν πλοία στα οποία απαγορεύτηκε η πρόσβαση σε κοινοτικούς λιμένες κατ' εφαρμογή της οδηγίας 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 1995, για την επιβολή, σχετικά με τη ναυσιπλοΐα που συνεπάγεται χρήση κοινοτικών λιμένων ή διέλευση από ύδατα υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους, των διεθνών προτύπων για την ασφάλεια των πλοίων, την πρόληψη της ρύπανσης και τις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας επί των πλοίων (έλεγχος του κράτους του λιμένα) ( 11 ). Ο Οργανισμός συνεπικουρεί επίσης την Επιτροπή και τα κράτη μέλη στη δράση τους με στόχο τη βελτίωση του εντοπισμού και τη δίωξη των πλοίων που προβαίνουν σε παράνομες απορρίψεις·

ζ) κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τα αιτούντα την ένταξη κράτη, ο Οργανισμός δύναται να παρέχει τεχνική βοήθεια για την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας στον τομέα της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας στη θάλασσα και την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία. Ο Οργανισμός δύναται επίσης να παρέχει βοήθεια σε περίπτωση, ακούσιας ή εκούσιας, θαλάσσιας ρύπανσης, η οποία πλήττει τα κράτη αυτά, μέσω του κοινοτικού μηχανισμού για θέματα πολιτικής προστασίας, που καθιερώθηκε με την απόφαση 2001/792/ΕΚ, Ευρατόμ. Το έργο αυτό επιτελείται σε συντονισμό με τα υφιστάμενα προγράμματα περιφερειακής συνεργασίας και περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, την οργάνωση κατάλληλων δραστηριοτήτων κατάρτισης.

▼B

Άρθρο 3

Επισκέψεις στα κράτη μέλη

1.  Για την εκπλήρωση του έργου του, ο οργανισμός δύναται να πραγματοποιεί επισκέψεις στα κράτη μέλη σύμφωνα με την πολιτική που έχει καθοριστεί από το διοικητικό συμβούλιο. Οι εθνικές αρχές των κρατών μελών διευκολύνουν την εργασία του προσωπικού του οργανισμού.

2.  Ο οργανισμός ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος σχετικά με τη σχεδιαζόμενη επίσκεψη, την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων καθώς και την ημερομηνία έναρξης της επίσκεψης. Οι εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι του οργανισμού πραγματοποιούν τις επισκέψεις με την παρουσίαση απόφασης του εκτελεστικού διευθυντή του οργανισμού, στην οποία προσδιορίζεται το αντικείμενο και οι στόχοι της αποστολής τους.

3.  Μετά το τέλος της επίσκεψης, ο οργανισμός συντάσσει έκθεση και τη διαβιβάζει στην Επιτροπή και το οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 4

Διαφάνεια και προστασία των πληροφοριών

▼M1

1.  Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής ( 12 ) εφαρμόζεται στα έγγραφα που έχει στην κατοχή του ο Οργανισμός.

▼B

2.  Ο οργανισμός μπορεί να προβαίνει εξ ιδίας πρωτοβουλίας σε ανακοινώσεις σε τομείς αρμοδιότητός του. Εξασφαλίζει ιδίως ότι το κοινό και κάθε ενδιαφερόμενος λαμβάνει γρήγορα αντικειμενικές, αξιόπιστες και κατανοητές πληροφορίες σχετικά με το έργο του.

▼M1

3.  Το διοικητικό συμβούλιο θα θεσπίσει τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εντός έξι μηνών από της ενάρξεως ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1644/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια στη Θάλασσα ( 13 ).

▼B

4.  Οι πληροφορίες που συλλέγονται βάσει του παρόντος κανονισμού από την Επιτροπή και τον οργανισμό υπόκεινται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίού, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, για την προστασία των φυσικών προσώπων όσον αφορά στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα κοινοτικά θεσμικά όργανα και οργανισμούς και στην ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών ( 14 ).

▼M1

5.  Οι αποφάσεις που λαμβάνει ο Οργανισμός κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 επιδέχονται καταγγελίας στο Διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, βάσει των όρων που προβλέπονται στα άρθρα 195 και 230 της συνθήκης αντίστοιχα.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Άρθρο 5

Νομικό καθεστώς, περιφερειακά κέντρα

1.  Ο οργανισμός αποτελεί οργανισμό της Κοινότητας και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2.  Σε κάθε κράτος μέλος, ο οργανισμός απολαμβάνει της ευρύτερης νομικής ικανότητας που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα στο πλαίσιο της εθνικής νομοθεσίας. Δύναται ιδίως να αποκτά ή να διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου.

3.  Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, και ύστερα από συμφωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη, το διοικητικό συμβούλιο δύναται να αποφασίσει τη σύσταση των αναγκαίων περιφερειακών κέντρων για την εκτέλεση των καθηκόντων που συνδέονται με την εποπτεία της ναυσιπλοΐας και της θαλάσσιας κυκλοφορίας, όπως ορίζει η οδηγία 2002/59/ΕΚ.

4.  Ο οργανισμός εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του.

Άρθρο 6

Προσωπικό

1.  Στο προσωπικό του οργανισμού εφαρμόζεται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι διατάξεις εφαρμογής τους που έχουν θεσπιστεί κατόπιν κοινής συμφωνίας από τα θεσμικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το διοικητικό συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τους αναγκαίους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής.

2.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 16, ο οργανισμός ασκεί έναντι του προσωπικού του, τις αρμοδιότητες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης, καθώς και από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό.

3.  Το προσωπικό του οργανισμού αποτελείται από υπαλλήλους τοποθετημένους ή αποσπασμένους σε προσωρινή βάση από την Επιτροπή ή τα κράτη μέλη και από άλλους υπαλλήλους που προσλαμβάνονται από τον οργανισμό ανάλογα με τις ανάγκες για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Άρθρο 7

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο για τα προνόμια και τις ασυλίες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται στον οργανισμό καθώς και στο προσωπικό του.

Άρθρο 8

Ευθύνη

1.  Η συμβατική ευθύνη του οργανισμού διέπεται από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σχετική σύμβαση.

2.  Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να δικάζει δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιέχεται σε σύμβαση που συνήψε ο οργανισμός.

3.  Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης ο οργανισμός υποχρεούται να αποκαθιστά, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών, τις ζημίες που προξενούν οι υπηρεσίες ή υπάλληλοι του οργανισμού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

4.  Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει διαφορές σχετικά με την αποκατάσταση των ζημιών που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.  Η προσωπική ευθύνη των υπαλλήλων έναντι του οργανισμού διέπεται από τις διατάξεις που καθορίζονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων ή στο καθεστώς που εφαρμόζεται σε αυτούς.

Άρθρο 9

Γλώσσες

1.  Στον οργανισμό εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1 της 15ης Απριλίου 1958 περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ( 15 ).

2.  Οι μεταφραστικές εργασίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του οργανισμού εκτελούνται από το κέντρο μετάφρασης των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 10

Σύσταση και αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου

1.  Ιδρύεται διοικητικό συμβούλιο.

2.  Το διοικητικό συμβούλιο:

α) διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή κατ' εφαρμογή του άρθρου 16·

▼M1

β) εκδίδει την ετήσια έκθεση για τη δραστηριότητα του Οργανισμού και την διαβιβάζει το αργότερο τη 15η Ιουνίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και τα κράτη μέλη.

Ο Οργανισμός διαβιβάζει ετησίως στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με τα αποτελέσματα των διαδικασιών αξιολόγησης·

▼B

γ) εξετάζει, στα πλαίσια της προετοιμασίας του προγράμματος εργασιών, αιτήματα των κρατών μελών για τεχνική βοήθεια, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii)·

▼M2

δ) υιοθετεί, έως την 30ή Νοεμβρίου κάθε έτους και αφού λάβει υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής, το πρόγραμμα εργασιών του Οργανισμού για το επόμενο έτος και το διαβιβάζει στα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. Το εν λόγω πρόγραμμα εργασίας υιοθετείται με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού της Κοινότητας. Σε περίπτωση που η Επιτροπή δηλώσει, εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία υιοθέτησης του προγράμματος εργασίας, ότι διαφωνεί με το εν λόγω πρόγραμμα, το διοικητικό συμβούλιο επανεξετάζει το πρόγραμμα, και το υιοθετεί, τροποποιημένο ενδεχομένως, εντός διμήνου, σε δεύτερη ανάγνωση είτε με πλειοψηφία δύο τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των αντιπροσώπων της Επιτροπής, είτε με ομοφωνία των αντιπροσώπων των κρατών μελών·

▼B

ε) εγκρίνει τον τελικό προϋπολογισμό του οργανισμού πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους, προσαρμόζοντάς τον, όπου είναι αναγκαίο, σε συνάρτηση με την κοινοτική συνεισφορά και τα λοιπά έσοδα του οργανισμού·

στ) θεσπίζει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων εκ μέρους του εκτελεστικού διευθυντή·

ζ) καθορίζει πολιτική για τις επισκέψεις που θα πραγματοποιούνται δυνάμει του άρθρου 3·

η) ασκεί τις αρμοδιότητές του όσον αφορά τον προϋπολογισμό του οργανισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 18, 19 και 21·

θ) ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο επί του εκτελεστικού διευθυντή και των προϊσταμένων μονάδας που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 3·

ι) θεσπίζει τον εσωτερικό κανονισμό του·

▼M2

ια) εγκρίνει, σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται στο στοιχείο δ), λεπτομερές σχέδιο ετοιμότητας και δράσης του Οργανισμού για την αντιμετώπιση της ρύπανσης, με στόχο την άριστη χρήση των χρηματοοικονομικών πόρων που διατίθενται στον Οργανισμό·

▼M3

ια) εξετάζει τη δημοσιονομική εκτέλεση του λεπτομερούς σχεδίου, όπως αναφέρεται στο σημείο (ι), και τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2038/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18 Δεκεμβρίου 2006 ( 16 ), σχετικά με την πολυετή χρηματοδότηση της δράσης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Ναυσιπλοΐας για την καταπολέμηση της ρύπανσης από τα πλοία με βάση την έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 15, παράγραφος 2, στοιχείο (ζ), του παρόντος κανονισμού. Αυτή η εξέταση πραγματοποιείται όταν υποβάλλεται η δήλωση εκτιμήσεων των εσόδων και δαπανών του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18, παράγραφος 5, του παρόντος κανονισμού.

▼B

Άρθρο 11

Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου

1.  Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος και από τέσσερις αντιπροσώπους της Επιτροπής, καθώς και τέσσερις επαγγελματίες των πλέον ενδιαφερομένων κλάδων, διορισμένους από την Επιτροπή, άνευ δικαιώματος ψήφου.

▼M2

Τα μέλη του Συμβουλίου διορίζονται με βάση την πείρα και τις ειδικές γνώσεις τους στον τομέα της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας στη θάλασσα, της πρόληψης της ρύπανσης και της αντιμετώπισης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία.

▼B

2.  Κάθε κράτος μέλος και η Επιτροπή διορίζουν τα αντίστοιχα μέλη του διοικητικού συμβουλίου καθώς και τους αναπληρωτές που εκπροσωπούν τα τακτικά μέλη κατά την απουσία τους.

3.  Η διάρκεια της θητείας τους είναι πέντε χρόνια. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί άπαξ.

4.  Όταν χρειάζεται, η συμμετοχή αντιπροσώπων τρίτων χωρών και οι σχετικές λεπτομέρειες καθορίζονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που αναφέρονται στον άρθρο 17 παράγραφος 2.

Άρθρο 12

Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου

1.  Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει μεταξύ των μελών του έναν πρόεδρο και έναν αντιπρόεδρο. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτεπάγγελτα τον πρόεδρο, σε περίπτωση κωλύματος.

2.  Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι τριετής και λήγει όταν παύσουν να είναι μέλη του διοικητικού συμβουλίου. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί άπαξ.

Άρθρο 13

Συνεδριάσεις

1.  Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται ύστερα από πρόσκληση του προέδρου του.

2.  Ο εκτελεστικός διευθυντής του οργανισμού συμμετέχει στις συσκέψεις.

3.  Το διοικητικό συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση δύο φορές το χρόνο. Επίσης, συνέρχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του προέδρου του ή εάν το ζητήσει η Επιτροπή ή το ένα τρίτο των κρατών μελών.

4.  Όταν γεννάται ζήτημα απορρήτου ή συγκρούσεως συμφερόντων, το διοικητικό συμβούλιο δύναται να αποφασίζει την εξέταση συγκεκριμένων θεμάτων της ημερήσιας διάταξης χωρίς την παρουσία των μελών που διορίζονται ως επαγγελματίες των πλέον ενδιαφερόμενων κλάδων. Ο εσωτερικός κανονισμός δύναται να ορίζει λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.

5.  Το διοικητικό συμβούλιο δύναται να προσκαλεί οποιοδήποτε άτομο, του οποίου η γνώμη ενδέχεται να έχει ενδιαφέρον, να παρακολουθήσει τις συνεδριάσεις του ως παρατηρητής.

6.  Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εσωτερικού κανονισμού, να συνοδεύονται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες.

7.  Η γραμματεία του διοικητικού συμβουλίου εξασφαλίζεται από τον οργανισμό.

Άρθρο 14

Ψηφοφορία

1.  Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με πλειοψηφία δύο τρίτων όλων των μελών με δικαίωμα ψήφου.

2.  Κάθε μέλος έχει μία ψήφο. Ο εκτελεστικός διευθυντής δεν έχει δικαίωμα ψήφου.

Κατά την απουσία μέλους, το δικαίωμα ψήφου του δικαιούται να το ασκεί ο αναπληρωτής του.

3.  Στον εσωτερικό κανονισμό καθορίζονται οι λεπτομερέστερες ρυθμίσεις ψηφοφορίας, και ιδίως οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου μέλους.

Άρθρο 15

Αρμοδιότητες και εξουσίες του εκτελεστικού διευθυντή

1.  Ο οργανισμός διοικείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του ο οποίος χαίρει πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, με την επιφύλαξη των αντιστοίχων αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου.

2.  Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει τις κάτωθι αρμοδιότητες και εξουσίες:

▼M2

α) Καταρτίζει το πρόγραμμα εργασίας και το λεπτομερές σχέδιο ετοιμότητας και δράσης του Οργανισμού για την αντιμετώπιση της ρύπανσης, και τα υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή. Λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεσή τους. Απαντά σε κάθε αίτηση παροχής βοήθειας εκ μέρους της Επιτροπής ή κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο γ). Διαβιβάζει, προς ενημέρωση, το σχέδιο στην επιτροπή που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης αριθ. 2850/2000/ΕΚ καθώς και στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 9 της απόφασης 2001/792/ΕΚ, Ευρατόμ.

▼B

β) Αποφασίζει τη διενέργεια των επισκέψεων που αναφέρονται στο άρθρο 3, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή και ακολουθώντας τη πολιτική που καθορίζει το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 2 στοιχείο ζ).

γ) Λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης εσωτερικών διοικητικών εντολών και της δημοσίευσης ανακοινώσεων, για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του οργανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

δ) Οργανώνει ένα αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης προκειμένου να είναι δυνατή η σύγκριση των επιτευγμάτων του οργανισμού με τους επιχειρησιακούς του στόχους. Σε αυτή τη βάση, ο εκτελεστικός διευθυντής εκπονεί ετησίως σχέδιο γενικής έκθεσης, το οποίο υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο. Θεσπίζει διαδικασίες τακτικής αξιολόγησης, οι οποίες πληρούν αναγνωρισμένα επαγγελματικά πρότυπα.

ε) Ασκεί έναντι του προσωπικού τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 2.

στ) Καταρτίζει την κατάσταση των προβλεπομένων εσόδων και εξόδων του οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 18, και εκτελεί τον προϋπολογισμό σύμφωνα με το άρθρο 19.

▼M3

ζ) Υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο, έως τις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους, σχετικά με τη δημοσιονομική εκτέλεση του λεπτομερούς σχεδίου δραστηριοτήτων του Οργανισμού που αφορούν την ετοιμότητά του κατά της ρύπανσης και την αντιμετώπισή της και ενημερώνει για την πρόοδο όλων των δράσεων που χρηματοδοτούνται με βάση το σχέδιο αυτό. Η Επιτροπή υποβάλλει με τη σειρά της την έκθεση αυτή προς ενημέρωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και στην επιτροπή που θεσπίζεται με βάση το άρθρο 4 της απόφασης αριθ. 2850/2000/ΕΚ και την επιτροπή του άρθρου 9 της απόφασης 2001/792/ΕΚ, Ευρατόμ.

▼B

3.  Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να επικουρείται από έναν ή περισσότερους προϊσταμένους μονάδας. Εάν ο εκτελεστικός διευθυντής απουσιάζει ή κωλύεται, τον αντικαθιστά ένας από τους προϊσταμένους μονάδας.

Άρθρο 16

Διορισμός εκτελεστικού διευθυντού

▼M2

1.  Ο Εκτελεστικός Διευθυντής του Οργανισμού διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο με βάση τα προσόντά του και τις τεκμηριωμένες διοικητικές και διευθυντικές του ικανότητες, καθώς και την επάρκεια και πείρα στον τομέα της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας στη θάλασσα, της πρόληψης της ρύπανσης και της αντιμετώπισης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων όλων των μελών του με δικαίωμα ψήφου. Η Επιτροπή δύναται να προτείνει έναν ή περισσότερους υποψηφίους.

▼B

Το διοικητικό συμβούλιο έχει δικαίωμα παύσης του εκτελεστικού διευθυντή, σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

2.  Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής και δύναται να ανανεωθεί άπαξ.

Άρθρο 17

Συμμετοχή τρίτων χωρών

▼M2

1.  Ο Οργανισμός είναι ανοικτός στη συμμετοχή τρίτων χωρών, οι οποίες έχουν συνάψει συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, βάσει των οποίων έχουν εγκρίνει και εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο στον τομέα της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας στη θάλασσα, της πρόληψης της ρύπανσης και της αντιμετώπισης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία.

▼B

2.  Βάσει των σχετικών διατάξεων των εν λόγω συμφωνιών, θα θεσπιστούν ρυθμίσεις, οι οποίες, μεταξύ άλλων, θα διευκρινίζουν τη φύση και την έκταση των λεπτομερών κανόνων για τη συμμετοχή των εν λόγω χωρών στις εργασίες του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με τις οικονομικές συνεισφορές και το προσωπικό.



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 18

Προϋπολογισμός

1.  Τα έσοδα του οργανισμού προέρχονται από:

α) εισφορά της Κοινότητας·

β) πιθανές εισφορές τρίτων χωρών που συμμετέχουν στις εργασίες του οργανισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17·

γ) τα τέλη για εκδόσεις, δραστηριότητες κατάρτισης ή/και κάθε άλλη υπηρεσία που παρέχει ο οργανισμός.

2.  Οι δαπάνες του οργανισμού καλύπτουν τις δαπάνες προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες, καθώς και τις δαπάνες υποδομής και λειτουργίας.

▼M1

3.  Ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος και την διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο μαζί με σχέδιο πίνακα προσωπικού.

4.  Τα έσοδα και οι δαπάνες είναι ισοσκελισμένα.

5.  Κάθε χρόνο, το διοικητικό συμβούλιο, βάσει σχεδίου κατάστασης των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών, καταρτίζει την κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος.

6.  Η εν λόγω κατάσταση προβλέψεων, που περιλαμβάνει σχέδιο πίνακα προσωπικού, μαζί με το προσωρινό πρόγραμμα εργασίας, διαβιβάζεται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή και στα κράτη με τα οποία η Κοινότητα έχει συνάψει συμφωνίες σύμφωνα με το άρθρο 17, το αργότερο την 31η Μαρτίου.

▼M1

7.  Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (που καλούνται εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή»), με το προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

8.  Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιδότησης από τον προϋπολογισμό, καταθέτει δε το προσχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 272 της συνθήκης.

9.  Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τις πιστώσεις στο πλαίσιο της επιδότησης που προορίζεται για τον Οργανισμό.

Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού του Οργανισμού.

10.  Ο προϋπολογισμός του Οργανισμού εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την οριστική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προσαρμόζεται ενδεχομένως σύμφωνα με αυτόν τον τελευταίο.

11.  Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί, το συντομότερο δυνατόν, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει οιοδήποτε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων,όπως η μίσθωση ή η απόκτηση ακινήτων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του για διατύπωση γνώμης, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο διοικητικό συμβούλιο εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων, από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.

▼M1

Άρθρο 19

Εκτέλεση και έλεγχος του προϋπολογισμού

1.  Ο εκτελεστικός διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό του Οργανισμού.

2.  Το αργότερο την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε, ο υπόλογος του Οργανισμού κοινοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από την έκθεση της δημοσιονομικής και χρηματοδοτικής διαχείρισης του οικονομικού έτους, στον υπόλογο της Επιτροπής. Ο υπόλογος της Επιτροπής προβαίνει στην ενοποίηση των προσωρινών λογαριασμών των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών δυνάμει του άρθρου 128 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

3.  Το αργότερο την 31η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, με την έκθεση για τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση του οικονομικού έτους, στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

4.  Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε σχέση με τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 129 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει για διατύπωση γνώμης στο διοικητικό συμβούλιο.

5.  Το διοικητικό συμβούλιο διατυπώνει τη γνώμη του για τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού.

6.  Ο εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο τους οριστικούς λογαριασμούς του, συνοδευόμενους από τη γνωμοδότηση του διοικητικού συμβουλίου, το αργότερο την 1η Ιουλίου μετά το οικονομικό έτος που έληξε.

7.  Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

8.  Ο εκτελεστικός διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του την 30ή Σεπτεμβρίου το αργότερο. Απευθύνει επίσης την απάντηση αυτή στο διοικητικό συμβούλιο.

9.  Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από αίτημά του, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει το άρθρο 146 παράγραφος 3 του δημοσιονομικού κανονισμού, κάθε αναγκαία πληροφορία για την αίσια περάτωση της διαδικασίας απαλλαγής για το εκάστοτε οικονομικό έτος.

10.  Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει έως τις 30 Απριλίου του έτους N+2 στην απαλλαγή του εκτελεστικού διευθυντή όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους N.

▼B

Άρθρο 20

Καταπολέμηση της απάτης

1.  Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων πράξεων, εφαρμόζονται έναντι του οργανισμού χωρίς κανένα περιορισμό οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2.  Ο οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την OLAF και θεσπίζει αμελλητί τις σχετικές διατάξεις, οι οποίες ισχύουν για όλο το προσωπικό του.

3.  Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση, καθώς και οι συμβάσεις και τα μέσα εφαρμογής που απορρέουν από αυτές, προβλέπουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διεξαγάγουν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους μεταξύ των αποδεκτών των πόρων του οργανισμού και των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για τη διανομή τους.

▼M1

Άρθρο 21

Δημοσιονομικές διατάξεις

Η δημοσιονομική ρύθμιση που εφαρμόζεται στον Οργανισμό εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο, έπειτα από διαβούλευση με την Επιτροπή. Μπορεί να αποκλίνει από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς Οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( 17 ) μόνον όταν το επιβάλλουν οι ειδικές απαιτήσεις λειτουργίας του Οργανισμού και με την προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.

▼B



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 22

Αξιολόγηση

1.  Εντός πέντε ετών από την έναρξη λειτουργίας του οργανισμού, το διοικητικό συμβούλιο αναθέτει τη διεξαγωγή ανεξάρτητης εξωτερικής αξιολόγησης της εφαρμογής του κανονισμού. Η Επιτροπή παρέχει στον οργανισμό κάθε πληροφορία που αυτή κρίνει κατάλληλη για την εν λόγω αξιολόγηση.

▼M2

2.  Η αξιολόγηση αποτιμά τον αντίκτυπο του παρόντος κανονισμού, του Οργανισμού και των μεθόδων εργασίας του. Το διοικητικό συμβούλιο εκδίδει ειδικούς όρους αναφοράς σε συμφωνία με την Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

▼B

3.  Το διοικητικό συμβούλιο, βάσει των πορισμάτων της αξιολόγησης, εκδίδει συστάσεις προς την Επιτροπή για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, του οργανισμού και των μεθόδων εργασίας του. Τόσο τα πορίσματα της αξιολόγησης όσο και οι συστάσεις διαβιβάζονται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και δημοσιεύονται.

Άρθρο 23

Έναρξη των δραστηριοτήτων του οργανισμού

Ο οργανισμός θα αρχίσει να λειτουργεί εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 24

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.



( 1 ) ΕΕ C 120 Ε της 24.4.2001, σ. 83 και

ΕΕ C 103 Ε της 30.4.2002, σ. 184.

( 2 ) ΕΕ C 221 της 7.8.2001, σ. 64.

( 3 ) ΕΕ C 357 της 14.12.2001, σ. 1.

( 4 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιουνίου 2001 (EE C 53 Ε της 28.2.2002, σ. 312), κοινή θέση του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 2002 (EE C 199 Ε της 22.5.2002, σ. 27), απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Ιουνίου 2002 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002.

( 5 ) Βλέπε σελίδα 10 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

( 6 ) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

( 7 ) ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.

( 8 ) ΕΕ L 332 της 28.12.2000, σ. 1.

( 9 ) ΕΕ L 297 της 15.11.2001, σ. 7.

( 10 ) ΕΕ L 129 της 29.4.2004, σ. 6.

( 11 ) ΕΕ L 157 της 7.7.1995, σ. 1· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/84/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 53).

( 12 ) ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

( 13 ) ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 10.

( 14 ) ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

( 15 ) ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

( 16 ) ΕΕ L 394, 30.12.2006, σ. 1

( 17 ) ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72· διορθωτικό ΕΕ L 2 της 7.1.2003, σ. 39.

Top